ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ!

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ!  ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…

¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBANGR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).

Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης

Τις προάλλες είχε έρθει στο σπίτι ένας ηλεκτρολόγος για να μου φτιάξει μια πρίζα και όση ώρα δούλευε σκεφτόμουν πως κι εμείς οι άνθρωποι είμαστε σαν τις ηλεκτρικές συσκευές. Αν δεν μπούμε στη δική μας πρίζα ή θα υπολειτουργούμε ή δε θα λειτουργούμε καθόλου. Η δική μας πρίζα είναι ο Χριστός! Αν η ψυχή μας δε συνδεθεί μαζί Του τότε η ζωή μας θα είναι προβληματική. Χωρίς το ‘ρεύμα’ και την ‘ενέργεια’ Του θα φυτοζωούμε και στο τέλος θα καταντήσουμε ζωντανοί- νεκροί! Ο βραστήρας όταν ξαναμπήκε στην επιδιορθωμένη πρίζα άρχισε πάλι να ζεσταίνει το νερό. Όσο παρέμενε ανενεργός ήταν απλά διακοσμητικός, χωρίς καμία χρησιμότητα. Έτσι και η ψυχή μας όσο δε μπαίνει στη δική της πρίζα απλά υπάρχει χωρίς καμία ουσιαστική δυνατότητα χρήσης της. Κι έτσι η ζωή περνάει χωρίς νόημα, ουσία και σκοπό.
Από τη στιγμή όμως που θα κάνουμε τη σύνδεση τότε η ζωή μας θα μεταμορφωθεί γιατί η ψυχή μας θα γίνει φωτεινή, δυναμική, ειρηνική, χαρούμενη αλλά και ετοιμοπόλεμη αφού θα είναι συνδεδεμένη με την πηγή του φωτός, της δύναμης, της ειρήνης, της χαράς και του θάρρους. Παρατηρώ τους ανθρώπους γύρω μου πόσο μελαγχολικοί, φοβισμένοι και απελπισμένοι δείχνουν και στενοχωριέμαι γιατί ξέχασαν ή αγνοούν ότι η λύση στο πρόβλημα τους βρίσκεται μέσα τους… ότι αυτό που χρειάζεται να κάνουν είναι να ενεργοποιήσουν τη σύνδεση τους με το Χριστό! Και είναι αυτή η ένωση που μας ισχυροποιεί και μας προστατεύει από τη χειραγώγηση και τα τοξεύματα του αντίθεου στον οποίο είμαστε εύκολο θήραμα, απόλυτα εκτεθειμένοι και ανοχύρωτοι αν είμαστε μόνοι μας.
Ας μην αναβάλουμε άλλο! Αν θέλουμε να αλλάξουμε τη ζωή μας ας κάνουμε επιτέλους αυτό για το οποίο δημιουργηθήκαμε… ας ενωθούμε με το Δημιουργό μας. Αυτός είναι ο αληθινός σκοπός αυτής της ζωής, αυτή η αποστολή μας. Η είσοδος μας στους κόλπους της Εκκλησίας, η συμμετοχή μας στα θεία μυστήρια, η πνευματικοποίηση της κοσμικής ζωής μας θα μας εισάγει σε έναν νέο χώρο όπου θα απολαύσουμε χαρές και εμπειρίες ανεκλάλητες! Ας βιάσουμε λοιπόν τους εαυτούς μας να μπούμε στην πρίζα του Χριστού γιατί αν το κάνουμε από αυτή τη ζωή θα έχουμε περισσότερες πιθανότητες να απολαύσουμε το Χριστό και στην άλλη, την αληθινή, την αιώνια Ζωή!(Α.Κ.Β)

Η επιστροφή του ελαιώνος

Ο όσιος Λαυρέντιος ( 1770), ο κτίτωρ της Ι. Μονής Φανερωμένης Σαλαμίνος, είχε πατρίδα τα Μέγαρα. Η Υπεραγία Θεοτόκος του φανέρωσε με όραμα που υπήρχαν τα ερείπια παλαιάς μονής στο βόρειο μέρος της Σαλαμίνος, καθώς και τα όρια των κτημάτων της. Αφού ο όσιος επανίδρυσε την μονή, προσπάθησε να επανακτήση τα καταπατημένα κτήματα της. Σε σύντομο χρονικό διάστημα κατώρθωσε να τα πάρη όλα, εκτός από ένα μεγάλο ελαιώνα στην Γλυφάδα, που τον είχε καταλάβει ένας πανίσχυρος τούρκος άρχοντας. Παρ’ όλες τις προσπάθειες ο όσιος δεν μπόρεσε να επανακτήση αυτόν τον ελαιώνα. Για τον σκοπό αυτό πήγε στην Κωνσταντινούπολι και παρουσιάσθηκε στον Πατριάρχη, αλλ’ ούτε έτσι κατάφερε τίποτε.
Έπειτα από αρκετό καιρό αρρώστησε βαρειά η σύζυγος του άρχοντα. Κανείς γιατρός και κανένα φάρμακο δεν μπόρεσαν να την θεραπεύσουν.
Έφθασε τότε στ’ αυτιά της η φήμη για την δύναμι των προσευχών του οσίου Λαυρεντίου. Έμαθε ότι θεράπευσε πολλούς και στην Αθήνα, όπου και η ίδια κατοικούσε. Παρακάλεσε λοιπόν τον άνδρα της να της επιτρέψη να καλέση σε βοήθεια τον όσιο. Εκείνος εξαγριώθηκε μόλις άκουσε την παράκλησι της αρχόντισσας και φρύαξε από τον θυμό του. Βλέποντας όμως ότι η κατάστασις της χειροτέρευε διαρκώς και πλησίαζε στον θάνατο, αναγκάσθηκε να υποχωρήση και κάλεσε τον όσιο.
Ο όσιος δεν περιφρόνησε τον ιερόσυλο τούρκο, αλλά ήρθε στο αρχοντικό του, πλησίασε την άρρωστη, έκανε με το ραβδί του πάνω της το σημείο του Σταυρού, διάβασε σχετικές προσευχές και έφυγε.
Την επόμενη η μελλοθάνατη άρχισε να καλυτερεύη και σε λίγο καιρό σηκώθηκε εντελώς υγιής! Ο τούρκος άρχοντας κάλεσε τότε τον όσιο και, αφού του ζήτησε συγγνώμη, απέδωσε με επίσημα έγγραφα στην Ι. Μονή Φανερωμένης τον ελαιώνα.
(Συναξαριστής Γ΄)

(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι.Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ. 167-168)

" Η γυναίκα και τα παιδιά του δεν είχαν εκκλησθιασθεί… "
Ένας αδελφός γύρισε μία μέρα από την Εκκλησία στο σπίτι του και αφού μπήκε μέσα, είπε με το μυαλό του, όταν είδε ότι η γυναίκα του και τα παιδιά του δεν είχαν εκκλησιαστεί.
" Κοίτα να δεις. Κυριακή σήμερα, και δεν πήγαν στην Εκκλησία να ευλογηθούν. Τί να τους πω ! " και στεναχωρήθηκε πολύ γι' αυτή τους την παράλειψη.
Όταν, μετά από μερικές μέρες, συνάντησε τον Παππούλη, χωρίς να του πει γι' αυτό τίποτα, αλλά για κάτι άλλα αμαρτήματά του, του λέει ο Γέροντας.
" Καλά γι' αυτά που μου είπες, αλλά άκου να σου πώ. Αυτό που έκανες την Κυριακή να μην το ξανακάνεις ".
Ποιό, Παππούλη ; τον ρώτησε ο αδελφός.
" Να ! Να μπαίνεις μέσα στο σπίτι σου και επειδή δεν πήγαν οι δικοί σου στην Εκκλησία, να αγανακτείς, να νευριάζεις και να στεναχωριέσαι ".
" Να ! όπως θα έρχεσαι από την Εκκλησία με την ευλογία που έχεις πάρει απ' εκεί και θα βλέπεις αυτά τα πράγματα, να λες ήρεμα μέσα σου : " Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με ", και να ειρηνεύεις συνέχεια. Γιατί αλλιώς με τη στεναχώρια που έχεις σου" στρίβεται το έντερο " και σου πονάει η κοιλιά σου εκεί χαμηλά.
Δεν σου πονάει εκεί χαμηλά ; "
Ναί, μου πονάει, του απάντησε ο αδελφός. Και του ζήτησε στη συνέχεια να τον συγχωρέσει.
[Τζ 162π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.306)

Ο ηγούμενος της Ι. Μονής Γρηγορίου Αθανάσιος ήταν ονομαστός και για τη σύνεση του. Οι κεραίες του νου του δούλευαν άψογα και συνελάμβαναν καθαρά τα διάφορα κύματα που εξέπεμπε το περιβάλλον του.
Πολλές ενέργειες των υποτακτικών του, πλάγιες και καλυμμένες, τις διέκρινε και τις λύγιζε αλάθητα. Το μάτι του προχωρούσε πίσω από την αθώα επιφάνεια και έπιανε τη γυμνή και ένοχη πραγματικότητα. Έτσι μπορούσε εν συνεχεία, μετά την επιτυχημένη διάγνωση, να προβή και στην κατάλληλη επέμβαση. Ο εξαιρετικός τρόπος με τον οποίο αντιμετώπιζε τέτοιες καταστάσεις μας δημιουργεί εκπλήξεις. Θαυμάζουμε το μεγαλείο της ποιμαντικής του δεξιοτεχνίας. Στη διήγηση που ακολουθεί, είναι καθαρά αποτυπωμένη η σφραγίδα της κυβερνητικής του σοφίας.
Κάποια νύχτα ο πειρασμός ψιθύρισε στ’ αυτιά του π. Ι., του πρώτου εκκλησιαστικού της μονής, λόγια δελεαστικά :
-Πάλι θα ξυπνήσης τα μεσάνυχτα να χτυπήσης τα σήμαντρα; Πάλι θα διακόψης τον γλυκό ύπνο; Κάθε νύχτα θα υποβάλλεσαι σ’ αυτήν την ταλαιπωρία; Κουράστηκες πια! Ας χτυπήση τα ξύλα ο δεύτερος εκκλησιαστικός. Πες πως είσαι άρρωστος. Δώσε λίγη ανάπαυση στο σώμα σου. Χόρτασε μια φορά τον ύπνο.
Μετά από λίγη ώρα ακούγεται η φωνή του άλλου εκκλησιαστικού.
-Π.Ι., τί συμβαίνει; Γιατί αυτή η καθυστέρηση; Η ώρα πέρασε.
-Δεν μπορώ, αδελφέ μου! Δεν αισθάνομαι καλά. Είμαι άρρωστος. Χτύπα τα εσύ τα ξύλα.
Όταν ακούστηκε και το τρίτο ξύλο, το « τρίκρουσμα», οι μοναχοί κατέλαβαν τα στασίδια τους και η ακολουθία άρχισε. Ο π. Ι., νικημένος από τον δαίμονα της ακηδίας, βυθίστηκε σαν παράλυτος μέσα στο πέλαγος του ύπνου « ωσεί μόλυβδος εν ύδατι σφοδρώ». Αυτή τη νύχτα – έτσι υπελόγιζε- θα απολάμβανε ξεκούραση.
Ο δεύτερος εκκλησιαστικός ανέφερε τα καθέκαστα στον γέροντα. Κι εκείνος, με την καθαρότητα του νου του αντιλήφθηκε ότι δεν επρόκειτο για αρρώστια, αλλά για κάτι διαφορετικό. Δεν θα έπρεπε ν’ αφήση το πράγμα απαρατήρητο. Η επέμβαση ήταν επιβεβλημένη, ώστε να χτυπηθή το κακό στην αρχή του, να φονευθή ο εχθρός στη νηπιακή του ηλικία.
Δεν άργησε να καταστρώση το σχέδιο της αντιμετωπίσεως. Σχέδιο πρωτότυπο στο είδος του, που ποτέ δεν το περίμενε ο « άρρωστος» μοναχός.
Πολλοί πατέρες μέσα στο ναό παραξενεύθηκαν που είδαν μερικούς ιερείς, ντυμένους με τα άμφια τους, να βγαίνουν έξω. Πού να πήγαιναν άραγε; Πού αλλού παρά στο κελλί του π. Ι.
-Ήρθαμε να σου κάνουμε έναν αγιασμό και ένα ευχέλαιο για την υγεία σου, του είπαν.
Εκείνος, σαστισμένος από το απρόοπτο αυτό, θέλοντας και μη παρακολουθούσε ξαπλωμένος την τέλεση του αγιασμού. Ένιωθε πολύ άσχημα με την όλη υπόθεση. Θα ήταν καλύτερα να τον άφηναν ήσυχο και ανενόχλητο. Στο μεταξύ, ενώ η τελετή προχωρούσε, άρχισε η συνείδηση του να διαμαρτύρεται. Η δυσαρέσκεια και η ανησυχία κατέκλυσαν τον ψυχικό του κόσμο. Φοβήθηκε μήπως εξ αιτίας του εμπαίζονται τα θεία. Η τελευταία αυτή σκέψη τού έφερε μεγάλη αναταραχή.
Σε λίγο τελείωσε ο αγιασμός και επρόκειτο να αρχίση το ευχέλαιο! Τότε, μη αντέχοντας άλλο, πετάχτηκε ταραγμένος από το κρεβάτι.
-Όχι! Όχι, πατέρες! Μην κάνετε ευχέλαιο. Φθάνει. Μου πέρασαν όλα. Καλά είμαι! Κατεβαίνω αμέσως στην ακολουθία. Δεν έχω τίποτε.
Αυτό ήταν όλο. Πού να τολμήση άλλη φορά να συγκατατεθή στις προτάσεις του πειρασμού! Πώς να αποφασίση στο εξής να κάνη τον ψευτοάρρωστο!
Από το άλλο μέρος δεν μπορούσε παρά να θαυμάση την ποιμαντική τέχνη του γέροντα του. Η διάγνωση, η επέμβαση, η εκτέλεση του σχεδίου, όλα υπήρξαν σοφά και τέλεια. Παρ’ όλο που ο γέροντας ήταν ένας αγράμματος άνθρωπος, χωρίς σπουδές και πτυχία.

( Αθανάσιος Γρηγοριάτης)

( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ.234-237)

Μόνον ο Θεός κρίνει δίκαια,

γιατί μόνον
Αυτός γνωρίζει τις καρδιές των ανθρώπων.


Εμείς, επειδή δεν ξέρουμε
την δίκαιη κρίση του Θεού,


κρίνουμε "κατ’ όψιν", εξωτερικά,


καί γι’ αυτό πέφτουμε έξω και αδικούμε τον άλλον

ΜΗ ΚΡΊΝΕΤΕ, ΊΝΑ ΜΗ ΚΡΙΘΗΤΕ

Η κατάκριση είναι γεμάτη από αδικία

-    Γέροντα, εύκολα κρίνω και κατακρίνω.
-     Η κρίση που έχεις, είναι, φυσικά, χάρισμα που σού έδωσε ο Θεός, αλλά την εκμεταλλεύεται το ταγκαλάκι και σε κάνει να κατακρίνης και να αμαρτάνης. Γύ αυτό, μέχρι να εξαγνισθή η κρίση σου και να έρθη ο θείος φωτισμός, να μην την εμπιστεύεσαι. Όταν κανείς ασχολήται με τους άλλους και τους κρίνη, ενώ ακόμη δεν έχει εξαγνισθή η κρίση του, πέφτει συνέχεια στην κατάκριση.
-    Και πώς, Γέροντα, θα εξαγνισθή η κρίση μου;
-    Πρέπει να την λαμπικάρης. Μπορεί να έχης καλή διάθεση και μια δύναμη μέσα σου, αλλά πιστεύεις ότι κρίνεις πάντοτε σωστά. Η κρίση σου όμως είναι ανθρώπινη, κοσμική. Προσπάθησε να απαλλαγής από το ανθρώπινο στοιχείο, να αποκτήσης ανιδιοτέλεια, για να έρθη ο θείος φωτισμός και να γίνη η κρίση σου πνευματική, θεϊκή. Τότε η κρίση σου θα είναι σύμφωνη με την δικαιοσύνη του Θεού και όχι με την ανθρώπινη δικαιοσύνη· με την αγάπη και την ευσπλαχνία του Θεού και όχι με την λογική την ανθρώπινη.
Μόνον ο Θεός κρίνει δίκαια, γιατί μόνον Αυτός γνωρίζει τις καρδιές των ανθρώπων. Εμείς, επειδή δεν ξέρουμε την δίκαιη κρίση του Θεού, κρίνουμε «κατ’ όψιν» , εξωτερικά, και γι’ αυτό πέφτουμε έξω και αδικούμε τον άλλον. Η ανθρώπινη κρίση μας δηλαδή είναι μια μεγάλη αδικία. Είδες τί είπε ο Χριστός: «Μη κρίνετε κατ όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνατε».
Θέλει πολλή προσοχή· ποτέ δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πώς ακριβώς έχουν τα πράγματα. Πριν από χρόνια σε ένα μοναστήρι στο Αγιον Όρος ήταν ένας πολύ ευλαβής διάκος. Κάποτε όμως φόρεσε ρούχα κοσμικά και γύρισε στην πατρίδα του. Τότε πολλοί Πατέρες είπαν διάφορα εναντίον του. Αλλά τί είχε γίνει; Κάποιος του είχε γράψει ότι οι αδελφές του ήταν ακόμη ατακτοποίητες καί, επειδή φοβήθηκε μήπως παραστρατήσουν, πήγε να τις βοηθήση. Έπιασε δουλειά σε ένα εργοστάσιο και ζούσε πιο καλογερικά από ό,τι προηγουμένως. Μόλις τακτοποίησε τις αδελφές του, άφησε την δουλειά του και πήγε πάλι σε μοναστήρι, για να μείνη. Ο ηγούμενος, όταν είδε ότι τα ήξερε όλα, τυπικό, διακονήματα κ.λπ., τον ρώτησε που τα έμαθε και εκείνος άνοιξε την καρδιά του και του τα είπε όλα. Τότε ο ηγούμενος ενημέρωσε τον επίσκοπο, και εκείνος τον χειροτόνησε αμέσως ιερέα. Μετά πήγε σε ένα απομακρυσμένο μοναστήρι και εκεί ζούσε πολύ πνευματική ζωή, με πολλή άσκηση. Έφθασε σε αγία κατάσταση και βοήθησε πνευματικά πολλούς ανθρώπους. Μερικοί που δεν ξέρουν τί απέγινε μπορεί ακόμη να τον κατακρίνουν.
Πόσο πρέπει να προσέχουμε την κατάκριση! Πόσο αδικούμε τον πλησίον μας, όταν τον κατακρίνουμε! Αν και στην πραγματικότητα με την κατάκριση αδικούμε τον εαυτό μας και όχι τους άλλους, διότι μας αποστρέφεται ο Θεός. Τίποτε άλλο δεν αποστρέφεται τόσο πολύ ο Θεός όσο την κατάκριση, γιατί ο Θεός είναι δίκαιος και η κατάκριση είναι γεμάτη από αδικία.

(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 99-101)

ΌΤΑΝ ΗΜΟΥΝ νέος, διηγούνταν μια μέρα στους μαθητές του ένας από τους μεγάλους Πατέρες της ερήμου, πολεμήθηκα από κάποιο πάθος ψυχικό. ακουγα συχνά τους αδελφούς να λένε πως ο Αββάς Ζήνων ήταν καλός Πνευματικός και ωφελούσε πολύ με τις συμβουλές του όσους εξομολογούνταν σ’ αυτόν. Σκέφτηκα πολλές φορές να πάω κι εγώ να εξομολογηθώ το πάθος μου, αλλά με εμπόδιζε η ντροπή.
- Ξέρεις τί πρέπει να κάνεις, μου έλεγε ο λογισμός μου. Γιατί λοιπόν να φανερώνεις και σε άλλους τα κρυφά σου;
Άλλοτε πάλι που ξεκινούσα με την απόφαση να εξομολογηθώ, ένιωθα ανακούφιση από τον πολεμο, τέχνασμα κι αυτό του διαβόλου, για να μ’ εμποδίσει από την μοναδική γιατρειά. Είχα πάει πολλές φορές ως το κελλί του Γέροντα, μα πάντα γύριζα πίσω άπρακτος. Εκείνος με καταλάβαινε, αλλά περίμενε να ταπεινωθώ και να ομολογήσω μόνος το πάθος μου. Ίσως να έκανε και πολλή προσευχή για μένα, γιατί μια μέρα που πολεμήθηκα πολύ είπα στον εαυτό μου:
- Έχεις, ταλαίπωρε, κοντά σου τον γιατρό και μένεις ακόμη αγιάτρευτος, ενώ τόσοι και τόσοι έρχονται από μακριά και ωφελούνται.
Έτσι, λύγισε η καρδιά μου και ξεκίνησα, με την απόφαση να εξομολογηθώ χωρίς αναβολή. Από τον δρόμο όμως άρχισαν πάλι οι δισταγμοί;
- Αν βρω μόνο του τον Γέροντα, θα πω πως είναι θέλημα Θεού να εξομολογηθώ και θα τα φανερώσω όλα. Αν όμως έχει επισκέπτες, θα γυρίσω πίσω και δεν θα εξομολογηθώ ποτέ.
Βρήκα μόνο του τον Γέροντα. Με υποδέχτηκε όπως πάντα με μεγάλη καλοσύνη. Μ’ έβαλε να καθίσω κοντά του και μου έδωσε χρήσιμες συμβουλές. Εγώ, στο μεταξύ, κυριεύτηκα πάλι από την καταραμένη ντροπή. Έκλεισα το στόμα μου και δεν έβγαζα λεξη. Όταν έπαψε κι εκείνος να μιλά, σηκώθηκα να φύγω. Σηκώθηκε κι εκείνος να με συνοδέψει ως την πόρτα και πήγαινε μπροστά. Τον ακολουθούσα με αργό βήμα, ήμουν αξιοθρήνητος από την πάλη που γινόταν μέσα μου. Γύρισε μια στιγμή το κεφάλι τον ο Γέροντας και, βλεποντάς με να βασανίζομαι έτσι, με λυπήθηκε. Ήρθε κοντά μου κι ακουμπώντας το ευλογημένο χέρι του στο στήθος μου μου είπε με συμπάθεια:
- Τί έχεις, παιδί μου, και βασανίζεσαι; Φανέρωσε τον πόνο σου. Άνθρωπος ομοιοπαθής είμαι κι εγώ.
Νόμιζα την στιγμή εκείνη πως χώρισε στα δύο η καρδιά μου. Επεσα στα πόδια του και τα έβρεξα με τα δακρυά μου.
- Ελέησε με, Αββά, του έλεγα ανάμεσα στα αναφιλητά μου.
- Πες μου, τί έχεις;
- Δεν καταλαβαίνεις τάχα, Αββά, γιατί βασανίζομαι;
- Εσύ ο ίδιος πρέπει να το φανερώσεις, για να βρεις ανακούφιση.
Με πολλή συστολή εξομολογήθηκα το πάθος μου.
- Γιατί τόσο καιρό δεν μου το φανέρωσες; μου είπε με συμπόνια. Δεν είναι τρία χρόνια τώρα που έρχεσαι εδώ μ’ αυτούς τους λογισμούς και διστάζεις να τους εξομολογηθείς;
- Ναι, Αββά, του είπα. αλλά βοήθησέ με, για την αγάπη του Κυρίου.
Με σήκωσε επάνω με καλοσύνη.
- Δεν είναι τίποτε, μου είπε, θα περάσει. Μην παραμελείς την προσευχή σου και μην αφήσεις τον λογισμό σου να κατακρίνει άλλον άνθρωπο.
Γύρισα στο κελλί μου μ’ έλαφρωμένη καρδιά. Είχα απαλλαχθεί από το πάθος.



(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.120-122)

"Του Θεού να γίνει"
Καρκινοπαθής, που βρισκόταν στο τελευταίο στάδιο της αρρώστιας του,
ζήτησε μέσω φίλου του να πληροφορηθεί από τον Γέροντα αν θα ζήσει.
Ο Γέροντας δεν απήντησε στην ερώτηση, μόνο είπε, ότι εύχεται στο Θεό, και του έστειλε ένα κομβοσχοίνι.
Έπειτα από λίγες μέρες, ο ασθενής προσευχόμενος, με το κομβοσκοίνι στα χέρια, ανεχώρησε για τους ουρανούς.
[Γ 197]

"Η χαρά του Χριστού θα σε γιατρέψει"
Ο γιατρός μου είχε δώσει στο παρελθόν ένα σχετικό φάρμακο και μου συνέστησε να το παίρνω ανελλιπώς.
Ο Γέροντας, που δε συμπαθούσε γενικά την υπερβολική χρήση των φαρμάκων και πού, παρά ταύτα,
σεβόταν τους γιατρούς και παραδεχόταν τα φάρμακα σαν αναγκαίο κακό, όταν άκουσε για το φάρμακο αυτό,
σιώπησε και φάνηκε έντονα σκεπτόμενος και προσευχόμενος. Κάποια στιγμή μου λέει: Κόψ' το, μωρέ, αυτό το φάρμακο".
Απόρησα με την απρόσμενη οδηγία του, αλλά απεφάσισα να κάνω υπακοή και προχώρησα στην υλοποίησή της.
Έπαυσα να παίρνω το φάρμακο.
Πέρασε καιρός, τα ενοχλήματα συνεχίζονταν και χρειάσθηκε να γίνουν εμπεριστατωμένες παρακλινικές εξετάσεις.
Πήρα ευλογία από τον πνευματικό μου να δείξω τις εξετάσεις αυτές σε άλλο γιατρό, πνευματικοπαίδι του.
Μετά από προσεκτική διερεύνηση, εν πνεύματι προσευχής, ονέος γιατρός αποφάνθηκε ότι, κατά τη γνώμη του,
για την περίπτωσή μου, εκείνο το φάρμακο που έπαιρνα για χρόνια και το έκοψα προσφάτως, ήταν περιττό.
Μου συνέστησε άλλο φάρμακο, που το πήρα. Τότε θυμήθηκα το Γέροντα.
Όταν ξαναβρέθηκα από κοντά του και του ανέφερα το περιστατικό, πάλι χάρηκε και είπε: "Τί λές;
Το έκοψες εκείνο το φάρμακο; Να πού και η επιστήμη συμφωνεί μαζί μου.
Εγώ δεν είμαι γιατρός, αλλά δεν ξέρω πώς, τη στιγμή που μου έλεγες για το φάρμακο εκείνο,
είδα ότι έπρεπε να το κόψεις και, όπως μου ήρθε, έτσι και σου το είπα.
Καλά έκανες που το 'κοψες. Μόνο, που τώρα πρέπει να γεμίσεις την ψυχή σου με Χριστό, με θείο έρωτα, με χαρά.
Η χαρά του Χριστού θα σε γιατρέψει. Όταν είσαι πολύ κουρασμένος, παίρνε για την αδυναμία σου και κανένα φάρμακο.
Πρέπει να κάνουμε τη γενική εξομολόγηση, για να θεραπευθούν οι μυστικές πληγές της ψυχής σου.
Αυτό θα δώσει πολλή χαρά και σε σένα και σε μένα. Τώρα είμαι άρρωστος. Θα οικονομήσει ο Θεός να συναντηθούμε πάλι".
Τα λόγια του μου έκαναν εντύπωση, ιδιαίτερα εκείνο το "η χαρά του Χριστού θα σε γιατρέψει".
Πρώτη μου φορά άκουα για μια τόσο χαρμόσυνη προοπτική θεραπείας. Δεν επρόκειτο για μιά θεραπεία από τις γνωστές,
επρόκειτο για θεραπεία σώματος και ψυχής.
[Γ 170-2]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.115-117)

 

Η αδιάκριτη υπερβολική αγάπη των γονέων


-Γέροντα, μπορεί μια μάνα από αδιάκριτη αγάπη να βλάψη το παιδί της;
-Και βέβαια μπορεί. Όταν λ.χ. κάποια μάνα βλέπη το παιδάκι να δυσκολεύεται
να περπατήση και λέη: «κρίμα το καημένο, δεν μπορεί να περπατήση», και το παίρνη συνέχεια αγκαλιά,
αντί να το κρατήση λίγο από το χεράκι, πώς θα μάθη το παιδί να περπατάη μόνο του;
Βέβαια από αγάπη κινείται, αλλά του κάνει ζημιά με το πολύ ενδιαφέρον της.
Γνώριζα έναν πατέρα που το παιδί του είχε τελειώσει το στρατιωτικό
και το έπαιρνε από το χέρι και το πήγαινε στον κουρέα. «Έφερα τον γιό μου να τον κουρέψης.
Πόσα θέλεις και πότε θα τελειώσης να έρθω να τον πάρω;». Το είχε σακατέψει το παιδί.
Η αγάπη χρειάζεται φρένο με διάκριση.
Η πραγματική αγάπη έχει ανιδιοτέλεια, δεν έχει μέσα τον εαυτό μας, και έχει σύνεση.
Η σύνεση είναι απαραίτητη στην πολλή αγάπη της γυναίκας, για να μη χαραμίζεται η αγάπη της.
Μια φορά ήρθε στο Καλύβι ένα παλληκάρι που ήταν αγανακτισμένο με τους γονείς του.
Οι καημένοι είχαν καλή διάθεση, αλλά δεν ήξεραν τον τρόπο να το βοηθήσουν.
Μου έλεγε λοιπόν ότι οι γονείς του το καταπιέζουν, ότι δεν το αγαπούν κ.λπ.
«Κοίταξε, του λέω, όταν ήσουν μικρός και σου έβαζε η μάνα σου ένα σωρό ρούχα, γιατί το έκανε;
Για να μην κρυώσης ή για να σε σκάση; Αυτό είχε πολλή αγάπη μέσα».
Όταν τελικά κατάλαβε πόσο το αγαπούσαν οι γονείς του, έβαλε τα κλάματα.
Είχε πολλή αγάπη η μάνα του, άσχετα αν δεν τον βοήθησε εκείνον,
γιατί με τον τρόπο που του φερόταν του προκαλούσε αντιδράσεις.
Η μάνα, όταν χρειάζεται, πρέπει να φερθή αυστηρά προς το παιδί.
Δεν το βοηθάει, όταν εύκολα παίρνη το μέρος του, δήθεν για να μη στενοχωριέται.
Στα Άδανα, μια χήρα γυναίκα είχε ένα μονάκριβο παιδί - Γιάννη το έλεγαν.
Όταν μεγάλωσε λίγο, το πήγε σε έναν μάστορα να μάθη τσαγκάρης.
Κάθησε μια εβδομάδα ο μικρός στην δουλειά και μετά είπε στην μητέρα του: «Μάνα, δεν χρειάζεται να πάω άλλο στην δουλειά,
έμαθα την τέχνη». «Πότε την έμαθες κιόλας;», τον ρωτάει εκείνη.
«Αν θέλης, να σου δείξω κι εσένα πώς φτιάχνουν παπούτσια, της λέει.
Να, έτσι κόβουν την σόλα, έτσι βάζουν το δέρμα, το τακούνι, έτσι τα καρφώνουν...».
Το αφεντικό του ήταν πολύ καλό και ήθελε να μάθη στον Γιάννη την τέχνη, γιατί ήταν ορφανός.
Όταν είδε πώς πέρασε μια εβδομάδα και ο Γιάννης δεν φάνηκε, ανησύχησε μήπως αρρώστησε βαριά
και πήγε στην μάνα του να ρωτήση τί κάνει το παιδί. «Τί έπαθε ο Γιάννης και δεν ξαναήρθε στην δουλειά; άρρωστος είναι;»,
ρωτάει την μάνα του. «Όχι, του απαντά εκείνη, καλά είναι». «Τότε γιατί δεν ήρθε στην δουλειά;».
«Έ, τί να κάνη να έρθη; του λέει εκείνη, ο Γιάννης έμαθε πια την τέχνη». «Μα πώς την έμαθε μέσα σε τόσο λίγες μέρες;»,
την ρωτάει το αφεντικό. «Να, του λέει η μάνα, παίρνει το δέρμα, το βάζει σε ένα καλούπι, το καρφώνει,
βάζει και το τακούνι και μετά το βγάζει, και αυτό είναι!». Γέλασε το αφεντικό, την χαιρέτησε και έφυγε.
Όταν γύρισε στο μαγαζί, τον ρώτησαν τα άλλα μαστορόπουλα: «Μάστορα, τί κάνει ο Γιάννης;».
«Μια χαρά είναι, τους είπε εκείνος. Δεν έμαθε μόνον ο Γιάννης τσαγκάρης, αλλά έμαθε και η μάνα του!»...
Αυτήν την συμπεριφορά την βλέπω σε πολλούς γονείς.
Νομίζουν ότι αγαπούν τα παιδιά τους, αλλά με τον τρόπο που φέρονται τα καταστρέφουν.
Όταν μια μάνα, ας υποθέσουμε, από την υπερβολική αγάπη της, φιλάη το παιδί
και λέη «δεν υπάρχει στον κόσμο τέτοιο παιδί σαν το δικό μου»,
τότε του καλλιεργεί την υπερηφάνεια και την αρρωστημένη αυτοπεποίθηση.
Ύστερα το παιδί δεν υπακούει στους γονείς, επειδή πιστεύει ότι τα ξέρει όλα.
Οι γονείς πρέπει να βοηθούν από την μικρή ηλικία τα παιδιά να μάθουν να αναλαμβάνουν την ευθύνη του εαυτού τους.
Να κάνουν μέσα στην οικογένεια κάποια δουλειά που μπορούν, να μην τα θέλουν όλα έτοιμα.
Διαφορετικά, θα δυσκολευτούν, όταν μεγαλώσουν. Ένας μάστορας δούλεψε σκληρά και μεγάλωσε τα παιδιά του.
Εκείνα όλη την ημέρα γύριζαν στο μεσοχώρι. Παντρεύτηκαν και τα περίμεναν όλα από τον πατέρα τους.
Όταν ο πατέρας τους είπε πώς είναι καιρός και αυτά να κοιτάξουν μόνα τους τα σπίτια τους,
του είπαν: «Καλά, πατέρα, εσύ δεν μας άφησες, όταν ήμασταν μικρά, τώρα που μεγαλώσαμε και έχουμε υποχρεώσεις θα μας αφήσης;»!


(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 112-114)

Παλαιά και Καινή Διαθήκη
Υπήρχε ποτήριο και στην παλαιά διαθήκη,
οι θυσίες των ζώων.
Μετά τη θυσία, έθεταν το αίμα σε ποτήρι,
σε φιάλη, κι έκαναν σπονδή, το έχυναν ή ράντιζαν.
Επειδή τώρα, στην Καινή, αντί για αίμα ζώων καθιέρωσε ο Θεός
ως θυσία το δικό Του Αίμα,
για να μην ανατριχιάζει κανείς ακούγοντας κάτι τέτοιο,
υπενθύμισε ο Παύλος την παλαιά εκείνη θυσία.
Ε.Π.Ε. 18α,200

ραντισμός υπέρ αμαρτιών
Δεν μας ράντισε με κόκκινο μαλλί ούτε με ύσσωπο.
Διότι η κάθαρσις δεν ήταν για το σώμα, ήταν πνευματική,
και το αίμα πνευματικό. Πώς;
Δεν έρρεε από σώμα αλόγων ζώων,
αλλ’ από σώμα, που κατασκευάστηκε από το Πνεύμα το Άγιο.
Ε.Π.Ε. 25,16

διαθήκης και καθαρισμού
Γνωρίζουν οι μυημένοι πιστοί όσα λέω...
Στην περίπτωσι της ψυχής το Αίμα αναμιγνύεται με την ίδια την ουσία της ψυχής
την κάνει ρωμαλέα και αγνή την οδηγεί προς το ακατάληπτο κάλλος.
Πράγματι, λοιπόν, παρουσιάζει το θάνατο (του Χριστού) όχι μόνο σαν αίτια εγκυρότητας
της διαθήκης, αλλά και καθαρισμού.
Ε.Π.Ε. 25,16

καθαρίζει και κηρύττει
Το Αίμα του Ιησού τους καθάρισε όλους και αφήνει φωνή πιο κρυστάλλινη και ευδιάκριτη,
όσο σπουδαιότερη έχει μαρτυρία απ’ τα ίδια τα γεγονότα.
Ε.Π.Ε. 25,330

του μεγάλου Αρχιερέως
Οι χριστιανοί μεταλαμβάνουμε το Αίμα, που προσφέρεται στα αληθινά Άγια.
Μετέχουμε της θυσίας, που μόνο ο μεγάλος Αρχιερέας λειτούργησε.
Άρα μετέχουμε στην Αλήθεια.
Ε.Π.Ε. 25,362

και ύδωρ
«Το μεν του βαπτίσματος σύμβολον ήν, το δε των μυστηρίων».
Ε.Π.Ε. 30,392

υπέρ πάντων των ανθρώπων
Δεν θυσιάστηκε ο Χριστός μόνο υπέρ των φίλων, αλλά και υπέρ των εχθρών,
υπέρ των τυράννων, υπέρ των απατεώνων, υπέρ των μισούντων, υπέρ των σταυρωτών Του.
Για όλους αυτούς έχυσε το δικό Του αίμα.
Ε.Π.Ε. 31,448

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 115-116)

Η τροφή των ερημιτών

Κατά το 524 ο όσιος Κυριακός ο Αναχωρητής αναχώρησε από τη μονή του Μ. Ευθυμίου και πήγε σ’ έναν πανέρημο τόπο με τη συνοδεία ενός υποτακτικού του.

Εκεί, επειδή δεν φύτρωναν τα μελάγρια, τα οποία αποτελούσαν την τροφή των ερημιτών, ο όσιος παρακάλεσε τον Θεό, για την ανάγκη του σώματος, να τους βοηθήση ώστε να τρέφωνται από τις σκίλλες - πικρότατα βότανα - που αφθονούσαν εκεί. Και πιστεύοντας ότι αυτός που δημιούργησε τα πάντα, έχει και τη δύναμι να μεταβάλη το πικρό σε γλυκό λέει στο μαθητή του:

- Πήγαινε, παιδί μου, μάζεψε σκίλλες και βράσε τες καλά. Και ας είναι ευλογημένο το όνομα του Θεού, που έχουμε τη δυνατότητα να ευφρανθούμε μ’ αυτά!

Πραγματικά ο μαθητής μάζεψε σκίλλες, τις έβρασε καλά και τις παρέθεσε στην τράπεζα με αλάτι. Οι σκίλλες γλυκάθηκαν αμέσως! Έτσι έζησαν εκεί επί τέσσερα χρόνια τρώγοντας από αυτές.

(Βίοι οσίων Ιωάννου,…)

(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σ. 123-124)

katafigioti

lifecoaching