ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ!

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ!  ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…

¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBANGR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).

Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης

    Επειδή είπε, «τέκνο μου», πρόσθεσε, «από το Θεό Πατέρα», για να ενθαρρύνει την ψυχή του και να μάθει τίνος είναι τέκνο, και ότι όχι με το να πει μόνο «ως προς την κοινή πίστη», αλλά και με το να προσθέσει «από τον Πατέρα μας», δείχνει την ισοτιμία του. Και πρόσεχε πως εκείνα που εύχεται στους μαθητές και στους πολλούς, αυτά εύχεται και στο διδάσκαλο. Γιατί το ίδιο και αυτός έχει ανάγκη απ’ αυτές τις ευχές, και τόσο πολύ περισσότερο από εκείνους, όσο και περισσότερες έχθρες έχει, καθώς και περισσότερες ανάγκες για σύγκρουση με το Θεό. Γιατί όσο μεγάλο είναι το αξίωμα, τόσο μεγαλύτεροι και οι κίνδυνοι για τον ιερωμένο. Αρκεί και ένα μόνο κατόρθωμα του επισκόπου να τον ανεβάσει στον ουρανό, και ένα αμάρτημα να τον ρίξει στην κόλαση.
    Για ν’ αφήσω δηλαδή κατά μέρος όλα τα άλλα που συμβαίνουν κάθε ήμερα, αν συμβεί ποτέ να τοποθετήσει ή από φιλία ή από κάποιαν άλλη αιτία έναν ανάξιο σε εκκλησιαστικό αξίωμα και να του αναθέσει την εξουσία μιας μεγάλης πόλης, πρόσεχε για πόση φωτιά καθιστά τον εαυτό του ένοχο. Πράγματι θα δώσει λόγο όχι μόνο για τις ψυχές που χάνονται (γιατί τις καταστρέφει αυτός επειδή είναι ασεβής), αλλά και για όλες τις πράξεις του. Εκείνος δηλαδή που ήταν ασεβής ως ιδιώτης, θα είναι πολύ περισσότερο όταν καταλάβει την εξουσία˙ επιθυμητό όμως είναι να παραμείνει ο ευλαβής τέτοιος όταν αναλάβει το αξίωμα. Πραγματικά και η κενοδοξία επιτίθεται τότε σφοδρότερα και η επιθυμία των χρημάτων και η αυθάδεια, γιατί η εξουσία παρέχει αυτή τη δυνατότητα, και προσκόμματα και ύβρεις και βλασφημίες και άπειρα άλλα. Αν λοιπόν κάποιος είναι ασεβής, θα γίνει περισσότερο ασεβέστερος όταν αναλάβει τέτοιο αξίωμα. Όταν λοιπόν τοποθετήσει έναν τέτοιο άρχοντα, θα είναι υπεύθυνος για όλα τα αμαρτήματά του, αλλά και για ολόκληρα πλήθη λαού.
    Αν εκείνος που σκανδαλίζει μία ψυχή, «είναι προτιμότερο γι’ αυτόν να κρεμάσει μυλόπετρα στο λαιμό του και να καταποντισθεί στα βάθη της θάλασσας», τι θα υποστεί εκείνος που σκανδαλίζει τόσες ψυχές, πόλεις ολόκληρες και λαούς και άπειρες ψυχές, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, κατοίκους πόλεων, γεωργούς, τους κατοίκους της πόλης εκείνης, τους κατοίκους των άλλων πόλεων που βρίσκονται υπό την εξουσία εκείνης; Γιατί, και αν ακόμη αναφέρεις κάποιαν άλλη τριπλάσια ποινή, δε θα πεις τίποτε˙ για τόσο μεγάλη ποινή και τιμωρία θα είναι ένοχος. Επομένως αυτός πιο πολύ χρειάζεται τη χάρη και την ειρήνη του Θεού. Γιατί, αν δεν κυβερνά το λαό μ’ αυτή, όλα θα χαθούν και θα καταστραφούν, αφού το πηδάλιο δεν θα βρίσκεται σ’ αυτόν. Και αν ακόμη είναι γνώστης της κυβερνητικής τέχνης, αν δεν έχει αυτό το πηδάλιο, δηλαδή τη χάρη και την ειρήνη που δίνει ο Θεός, θα καταποντίσει το σκάφος και όσους ταξιδεύουν μ’ αυτό. Γι’ αυτό εγώ φθάνω στο να θαυμάζω εκείνους που επιθυμούν ένα τόσο υψηλό αξίωμα.
    Άθλιε άνθρωπε και ταλαίπωρε, δε βλέπεις τι πράγμα επιθυμείς; Αν είσαι μόνος σου και άγνωστος και άσημος, έστω και αν διαπράξεις άπειρα αμαρτήματα, θα δώσεις λόγο για μια ψυχή και γι’ αυτήν θα υποστείς την τιμωρία μόνο˙ όταν όμως ανεβείς σ’ αυτή την εξουσία, σκέψου για πόσους ανθρώπους θα τιμωρηθείς. Άκου τον Παύλο που λέγει˙ «να υπακούτε και να υποτάσσεστε στους προϊσταμένους σας, γιατί αυτοί αγρυπνούν για τις ψυχές σας, επειδή θα δώσουν λόγο στο Θεό». Μήπως όμως επιθυμείς τιμή και εξουσία; Και ποια η ευχαρίστηση από αυτή την τιμή; Γιατί πραγματικά ούτε αυτό βλέπω˙ ότι δηλαδή δεν είναι δυνατό να είναι αληθινά άρχοντας. Πώς; Γιατί στην εξουσία των αρχομένων ανήκει η υπακοή. Και αν κανείς ήθελε εξετάσει ακριβώς το πράγμα, δεν έρχεται ένας τέτοιος στο ν’ ασκήσει εξουσία, αλλά στο να υπηρετεί άπειρους κυρίους που επιθυμούν και λέγουν τα αντίθετα. Γιατί ό,τι εγκωμιάζει ο ένας, το κατηγορεί ο άλλος˙ ό,τι ψέγει αυτός, το θαυμάζει ο άλλος. Ποιόν λοιπόν πρέπει ν’ ακούσει, σε ποιόν να πεισθεί; Δεν είναι δυνατό σε κανένα. Και ο δούλος, αν ο κύριος του προστάξει αντίθετα, δυσανασχετεί, εσύ όμως, αν λυπηθείς όταν τόσο πολλοί κύριοι προστάζουν αντίθετα, θα τιμωρηθείς και γι’ αυτό, επειδή ανοίγεις τα στόματα όλων εναντίον σου. Αυτό λοιπόν, πες μου, είναι τιμή; αυτό είναι αρχηγία; αυτό εξουσία;
    Είπε ο επίσκοπος να προσφέρουν χρήματα. Αν κανείς δε θέλει όχι μόνο δεν προσφέρει, αλλά και για να μη φανεί, ότι το κάνει αυτό από αδιαφορία, κατηγορεί αυτόν που έδωσε την εντολή. ‘Κλέβει’, λέγει, ‘αρπάζει, καταπίνει τα πράγματα των φτωχών, κατατρώγει τις περιουσίες των φτωχών’. Σταμάτησε τις κατηγορίες. Μέχρι πότε θα τα λες αυτά; Δε θέλεις να προσφέρεις χρήματα; Κανείς δε σ’ αναγκάζει, κανείς δε σε πιέζει˙ γιατί κατηγορείς αυτόν που παραινεί και συμβουλεύει; Όμως βρέθηκε κάποιος σε ανάγκη, και εκείνος δε βοήθησε ή γιατί δεν μπόρεσε ή γιατί ασχολήθηκε με κάτι άλλο. Δεν υπάρχει καμμιά συγγνώμη, αλλά πάλι οι κατηγορίες είναι χειρότερες από τις προηγούμενες. Αυτό λοιπόν είναι εξουσία; Και δεν μπορεί να τιμωρήσει, γιατί είναι σπλάχνα δικά του. Και όπως τα σπλάχνα, όταν εξογκώνονται ή προκαλούν πόνο και στο κεφάλι και στο υπόλοιπο σώμα, δεν τολμούμε να τα τιμωρήσουμε (δεν παίρνουμε δηλαδή το ξίφος να τα κόψουμε), έτσι και αν υπάρχει ένας τέτοιος από το ποίμνιο που μας προκαλεί πόνους και στενοχώριες από τις κατηγορίες αυτές, δεν τολμούμε να τον τιμωρήσουμε˙ γιατί αυτά βρίσκονται μακριά από την πατρική ψυχή και αναγκαστικά υποφέρουμε τον πόνο μέχρι που να γίνει εκείνος εντελώς καλά.
    Ο αγορασμένος υπηρέτης με χρήματα έχει διαταγή να κάνει κάποιο έργο, και αν το εκτελέσει, γίνεται στη συνέχεια κύριος του εαυτού του. Οι ασχολίες όμως του επισκόπου απλώνονται παντού και του ζητούν πολλά πάνω από τις δυνάμεις του˙ αν δεν έχει την ικανότητα να μιλάει, πολύς είναι ο γογγυσμός˙ αν όμως έχει την ικανότητα να μιλάει, πάλι κατηγορίες˙ ‘ματαιόδοξος είναι’˙ αν δεν ανασταίνει νεκρούς, ‘δεν αξίζει’, λέγει, ‘καθόλου˙ ο τάδε είναι ευσεβής, αυτός, όμως όχι’. Αν η τροφή του είναι μέτρια, πάλι κατηγορίες˙ ‘έπρεπε να είχε απαγχονισθεί’, λέγει. Αν κάποιος τον δει να λούζεται, πολλές κατηγορίες˙ ‘πρέπει να μη βλέπει καθόλου τον ήλιο’, λέγει. Αν κάνει τα ίδια που κάνω εγώ, και λούζεται και τρώει και πίνει και ρούχα φοράει και φροντίζει για το σπίτι και τους υπηρέτες, για ποιό λόγο είναι προϊστάμενός μου;
    ’Έχει όμως και υπηρέτες’, λέγει, ‘που τον υπηρετούν, και μεταφέρεται πάνω σε όνο˙ για ποιό λοιπόν λόγο είναι προϊστάμενός μου;’ Αλλά, πες μου, δεν πρέπει να έχει τον υπηρέτη του, αλλ’ ο ίδιος ν’ ανάβει τη φωτιά και να κουβαλάει νερό και να κόβει τα ξύλα και να πηγαίνει στην αγορά; Και πόση ντροπή δεν είναι αυτό το πράγμα; Και οι άγιοι εκείνοι άνδρες, οι απόστολοι, δε θέλουν ν’ ασχολείται με τη διακονία των χηρών εκείνος που αφοσιώνεται στο κήρυγμα, αλλά θεωρούν το πράγμα τούτο ανάξιο γι’ αυτόν˙ εσύ λοιπό κατεβάζεις αυτόν και στην υπηρεσία των υπηρετών σου; Γιατί εσύ, που τα προστάζεις αυτά, δεν τα παραβλέπεις αλλά τα εκτελείς; Πες μου, δε σου προσφέρει μεγαλύτερη υπηρεσία από τη δική σου φροντίδα που δείχνεις για τα σωματικά; Γιατί δε στέλνεις το δούλο σου στην υπηρεσία του; Ο Χριστός έπλυνε τα πόδια των μαθητών˙ εσύ αν προσφέρεις κάποια υπηρεσία στο διδάσκαλο κάνεις κάτι μεγάλο; Αλλ’ ούτε εσύ θέλεις να προσφέρεις και αυτόν τον εμποδίζεις.
    Τι δηλαδή; από τον ουρανό πρέπει να ζει; Αλλ’ ο θεός δε θέλει έτσι. Τι λοιπόν; ‘οι απόστολοι, λέγει, ‘είχαν ελεύθερους ανθρώπους που τους υπηρετούσαν;’ Θέλεις ν’ ακούσεις και αυτό, πώς δηλαδή ζούσαν οι απόστολοι; Ταξίδευαν, και άνδρες ελεύθεροι και ευγενείς γυναίκες έβαζαν σε κίνδυνο και τις ψυχές και τα κεφάλια τους για την ανάπαυση εκείνων. Άκου όμως και τον μακάριο Παύλο που συμβουλεύει και λέγει˙ «τέτοιους ανθρώπους να τους τιμάτε»˙ και πάλι, «για το έργο του Θεού έφθασε κοντά στο θάνατο, ριψοκινδυνεύοντας τη ζωή του, για ν’ αναπληρώσει την έλλειψη της υπηρεσίας σας προς εμένα». Βλέπεις τι λέγει; Εσύ όμως ούτε ένα λόγο λες για τον πατέρα σου, ούτε βέβαια αναλαμβάνεις τόσο μεγάλο κίνδυνο.
‘Αλλά’, λέγει, ‘δεν πρέπει να λούζεται’. Πες μου, γιατί; που αυτό απαγορεύεται; Ούτε βέβαια η ακαθαρσία είναι καλό πράγμα. Πουθενά δε βλέπουμε αυτά ούτε να κατηγορούνται ούτε να θαυμάζονται. Γιατί άλλα είναι εκείνα που πρόσταξε να έχει ο επίσκοπος˙ να είναι αδιάβλητος, συνετός, κόσμιος, φιλόξενος, καλός διδάσκαλος. Αυτά απαιτεί ο απόστολος, αυτά πρέπει να επιζητεί κανείς από τον άρχοντα και τίποτε περισσότερο. Δεν είσαι εσύ ακριβέστερος από τον Παύλο, ή καλύτερα δεν είσαι ακριβέστερος από το άγιο Πνεύμα. Αν είναι φίλερις ή μέθυσος ή βίαιος και σκληρός, να κατηγορείς. Αυτά είναι ανάξια για τον επίσκοπο. Αν ζει με απολαύσεις, και αυτό είναι κατηγορία. Αν όμως περιποιείται το σώμα του για να σε υπηρετεί και αν το φροντίζει για να σου είναι χρήσιμος, πρέπει γι’ αυτά να κατηγορείται;
     Δεν ξέρεις ότι η ασθένεια του σώματος δεν είναι κατώτερη από την ασθένεια της ψυχής και ότι βλάπτει και εμάς και την Εκκλησία; Για ποιό λόγο τη θεραπεύει ο Παύλος γράφοντας στον Τιμόθεο, «να χρησιμοποιείς και λίγο κρασί εξαιτίας του στομαχιού σου και των συχνών ασθενειών σου»; Γιατί, αν κατορθώνουμε την αρετή μόνο με την ψυχή, δεν έπρεπε να φροντίζουμε για το σώμα. Και γενικά γιατί γίναμε έτσι; Αν είναι μεγάλη η προσφορά του σώματος, πώς δεν είναι η χειρότερη ανοησία να το παραμελούμε; Έστω κάποιος που έχει τιμηθεί με το αξίωμα του επισκόπου και έχει αναλάβει την προστασία του λαού της Εκκλησίας, και έστω ότι είναι ενάρετος στα άλλα και έχει όλα εκείνα που πρέπει να έχει ο ιερωμένος, είναι όμως πάντοτε δεμένος στο κρεββάτι από ισχυρή αρρώστια˙ τι θα μπορέσει να ωφελήσει αυτός; ποιά περιοδεία θα μπορέσει να κάνει; ποιές επισκέψεις θα κάνει; ποιόν θα επιπλήξει; ποιόν θα νουθετήσει;
Αυτά τα είπα για να μάθετε να μην κατηγορείτε γενικά τους ιερωμένους, για να μάθετε περισσότερο να τους δέχεστε, και αν κάποιος επιθυμεί την εξουσία, βλέποντας τις πολλές κατηγορίες, να σβήσει την επιθυμία αυτή. Είναι πραγματικά μεγάλος ο κίνδυνος και έχει ανάγκη από τη χάρη και την ειρήνη του Θεού, την οποία να εύχεστε να είναι σε μένα πολλή, όπως και εγώ εύχομαι να είναι σε σας. (ΕΠΕ 24,23-33)

    Το αξίωμα της διδασκαλίας και της ιερωσύνης είναι μεγάλο και θαυμαστό και πραγματικά χρειάζεται την ψήφο του Θεού, ώστε να υποδειχθεί ο άξιος γι’ αυτό. Έτσι γινόταν και παλιά, έτσι γίνεται και τώρα, όταν κάμνουμε τις εκλογές χωρίς ανθρώπινο πάθος, όταν δεν αποβλέπουμε σε τίποτε βιωτικό, ούτε σε φιλία, ούτε σε μίσος. Γιατί, και αν ακόμα δεν έχουμε τόσο Πνεύμα, φθάνει όμως η αγαθή πρόθεση για να αποσπάσει τη χειροτονία από το Θεό. Άλλωστε ούτε οι απόστολοι είχαν το Πνεύμα, όταν εξέλεξαν το Ματθία, αλλ’ εμπιστεύθηκαν την εκλογή στην προσευχή, και συμπεριέλαβαν αυτόν στον αριθμό των αποστόλων˙ γιατί δε λάμβαναν υπόψη ανθρώπινη φιλία. Έτσι έπρεπε να γίνεται και τώρα σε μας. Αλλ’ εμείς, επειδή φθάσαμε στο έσχατο σημείο αδιαφορίας, ακόμα και εκείνα που είναι ολοφάνερα ορθά, τα απορρίπτουμε˙ όταν όμως παραβλέπουμε τα φανερά, πώς ο Θεός θα μας αποκαλύψει τα μη φανερά; Εάν για το μικρό, λέγει, δεν φανήκατε άξιοι εμπιστοσύνης, το μεγάλο και αληθινό ποιος θα σας το εμπιστευθεί; Τότε όμως, επειδή δε γινόταν τίποτε ανθρώπινο, οι ιερείς υποδεικνύονταν και δια προφητείας.
    Τι σημαίνει «δια προφητείας»; Από το άγιο Πνεύμα. Γιατί προφητεία είναι όχι μόνο το να λέγει κανείς τα μέλλοντα, αλλά και τα παρόντα, καθόσον και ο Σαούλ με προφητεία δείχθηκε ότι κρυβόταν στα σκεύη˙ γιατί ο Θεός αποκαλύπτει στους δικαίους. Προφητεία ήταν και οι λόγοι του Πνεύματος, «ξεχωρίστε μου τον Παύλο και τον Βαρνάβα». Έτσι εκλέχθηκε και ο Τιμόθεος. Προφητείες εδώ ονομάζει τις πολλές, και ίσως εννοεί εκείνην με την οποία τον έλαβε, όταν τον περιέτεμε και όταν τον χειροτόνησε, καθώς και ο ίδιος γράφοντας λέγει˙ «μην αμελείς το χάρισμα που υπάρχει σε σένα». Διαγείροντας λοιπόν αυτόν και ετοιμάζοντάς τον να είναι νηφάλιος και προσεκτικός, του υπενθυμίζει εκείνον που τον εξέλεξε και τον χειροτόνησε˙ σαν να του έλεγε δηλαδή˙ ‘ο Θεός σε εξέλεξε, αυτός σου εμπιστεύθηκε, δεν έχεις γίνει με ανθρώπινη ψήφο˙ μη περιφρονήσεις και μη ντροπιάσεις την απόφαση του Θεού’.
Έπειτα, επειδή έδωσε παραγγελία και ήταν βαρύτερο αυτό, τι λέγει; «Αυτή την παραγγελία σου αφήνω, τέκνο Τιμόθεε». Παραγγέλλει σαν να είναι τέκνο και μάλιστα γνήσιο τέκνο. Όχι δηλαδή αυθεντικά, ούτε δεσποτικά, ούτε με εξουσία, αλλά πατρικά. «Τέκνο», λέγει, «Τιμόθεε». Η ανάθεση της φύλαξης δηλώνει το ακριβές και εκείνο που δεν είναι δικό μας˙ γιατί δεν το αποκτήσαμε αυτό εμείς, αλλ’ ο Θεός μας το χάρισε˙ και όχι αυτό μόνο, αλλά και πίστη και αγαθή συνείδηση. Αυτά λοιπόν που μας έδωσε αυτά ας τα φυλάγουμε. Αν δεν ερχόταν αυτός, ούτε αυτή η πίστη θα υπήρχε, ούτε ο βίος ο καθαρός, τον οποίον αποκτούμε από την παιδεία. Σαν να του έλεγε˙ ‘δεν είμαι εγώ που παραγγέλλω, αλλ’ εκείνος που σε εξέλεξε’˙ γιατί το, «σύμφωνα με τις προφητείες που λέχθηκαν για σένα», αυτό σημαίνει. Εκείνες άκουσε, σε εκείνες πίστεψε.
    Τι παραγγέλλεις όμως, πες; Για να αγωνίζεσαι τον καλόν αγώνα σύμφωνα με αυτές. Εκείνες σε διάλεξαν γι’ αυτό για το οποίο σε διάλεξαν˙ αγωνίζου τον καλόν αγώνα. Καλόν είπε˙ γιατί υπάρχει και κακός αγώνας, για τον οποίο λέγει˙ «όπως ακριβώς παραδώσατε τα μέλη σας όπλα στην αμαρτία και στην ακαθαρσία». Εκείνοι στρατεύονται από τύραννο, ενώ εσύ από βασιλιά. Γιατί όμως ονομάζει αγώνα το πράγμα; Για να δηλώσει ότι έχει ξεσηκωθεί δυνατός πόλεμος εναντίον όλων βέβαια, ιδιαίτερα όμως εναντίον του δασκάλου, ότι χρειαζόμαστε ισχυρά όπλα, ότι χρειαζόμαστε νηφαλιότητα, εγρήγορση, διαρκή επαγρύπνηση, ότι πρέπει να ετοιμασθούμε για μάχες και αίμα, ότι πρέπει να παραταχθούμε για μάχη, και να μην έχουμε τίποτε το αποχαυνωμένο. «Για να αγωνισθείς σύμφωνα με αυτές», λέγει. Όπως ακριβώς στα στρατόπεδα δεν επιστρατεύονται όλοι σε ένα είδος, αλλά σε διάφορα τάγματα, έτσι και στην Εκκλησία άλλος στρατεύεται στη θέση του δασκάλου, άλλος στου μαθητή, άλλος στη θέση του ιδιώτη, ενώ εσύ σ’ αυτό.
    Έπειτα, για να μην νομίσει κανείς ότι φθάνει αυτό, τι λέγει; «Έχοντας πίστη και αγαθή συνείδηση». Γιατί ο δάσκαλος πρώτα πρέπει να είναι δάσκαλος του εαυτού του. Όπως ακριβώς ο στρατηγός, αν δεν είναι πρώτα άριστος στρατιώτης, ούτε στρατηγός θα γίνει ποτέ, έτσι και ο δάσκαλος. Αυτό το λέγει και αλλού˙ «μήπως, ενώ κήρυξα σε άλλους, εγώ ο ίδιος όμως αποδειχθώ ανάξιος». «Έχοντας», λέγει, «πίστη και αγαθή συνείδηση», για να είσαι έτσι προϊστάμενος των άλλων. Ακούοντας αυτά, ας μην υποτιμούμε τις παραινέσεις των μεγαλυτέρων, κι αν ακόμα είμαστε δάσκαλοι. Γιατί, αν ο Τιμόθεος, του οποίου όλοι μας δεν είμαστε αντάξιοί του, δέχεται παραγγελίες και διδάσκεται, και αυτά τη στιγμή που είναι δάσκαλος, πολύ περισσότερο εμείς. (ΕΠΕ 23, 199-203)


… Και μια ωραία μέρα κρύβεται ο ήλιος και δεν έχει πια λιακάδα αλλά πέφτουν βροντές και αστραπές και βροχή κατακλυσμιαία. Το φως χάνεται και έρχεται το σκοτάδι. Στη ζωή μας δεν υπάρχει πάντα λιακάδα, έρχονται και καταιγίδες. Είμαστε προετοιμασμένοι να τις αντιμετωπίσουμε ή χάνουμε το θάρρος μας και είμαστε έτοιμοι να το βάλουμε στα πόδια; Την κρίσιμη ώρα που καλούμαστε να αναμετρηθούμε με τον εαυτό μας και τους άλλους στεκόμαστε στο ύψος μας ή σαστίζουμε και καταρρέουμε; Τις δύσκολες ώρες που ο άνεμος μας σφυροκοπά από όλες τις πλευρές αντέχουμε ή χάνουμε το ηθικό μας και εκπίπτουμε από τις αξίες μας και τα πιστεύω μας;
Σε έναν πόλεμο σίγουρα χρειάζεται στρατηγική για να τον κερδίσεις. Δε γίνεται πάντα να επιτίθεσαι. Κάποιες φορές θα βρεθείς αμυνόμενος και άλλοτε θα επιλέξεις συνειδητά την οπισθοχώρηση που θα σε βοηθήσει να ανασυγκροτηθείς αλλά και να υπερασπιστείς καλύτερα τα κεκτημένα σου. Η αδιάκριτη και ασύνετη χρήση ή επίδειξη δυνάμεως δεν είναι πάντα προς όφελος ενός μαχητή. Κι εμείς οι χριστιανοί ξέρουμε πως πολλές φορές μπορεί να φαίνεται ότι χάνουμε όμως στην ουσία κερδίζουμε! Τα δικά μας όμως κέρδη δεν είναι ορατά με τα χοϊκά μάτια αλλά με τα πνευματικά. Ο κόσμος μπορεί να μας θεωρεί τους χαμένους και ανόητους της ιστορίας όμως θα έρθει η ώρα που θα αποκαλυφθεί περίτρανα ποιος είναι τελικά ο χαμένος και ποιος ο κερδισμένος!
Αν λοιπόν θεωρήσουμε ότι αυτή η ζωή είναι ένας διαρκής πόλεμος μεταξύ του καλού και του κακού, μπορούμε να είμαστε ήσυχοι και ειρηνικοί ακόμα και μέσα στην καταιγίδα γιατί Χριστός Ανέστη και ο Άδης λεηλατήθηκε, γιατί Χριστός Ανέστη και διασκορπίστηκαν οι εχθροί Του, γιατί Χριστός Ανέστη και οι δαίμονες γκρεμίστηκαν στα βάραθρα της απωλείας, γιατί Χριστός Ανέστη και η Ζωή παντού βασιλεύει! Ας προσκολληθούμε λοιπόν στο Μεγάλο και Αιώνιο Στρατηγό και ας δώσουμε κι εμείς τις δικές μας μάχες κοντά Του έχοντας πάντα βαθιά μέσα στην καρδιά μας αταλάντευτη την πίστη πως κανένας ορατός ή αόρατος εχθρός δεν είναι ικανός να μας βλάψει όσο τρομερός κι αν φαίνεται και ας θυμόμαστε πάντα πως είμαστε ήδη νικητές αφού είμαστε με το Νικητή! Και όταν καμιά φορά θα νιώθουμε να χάνουμε έδαφος και να ηττόμαστε να θυμόμαστε ότι και ο Χριστός πάνω στο Σταυρό έτσι ηττημένος έμοιαζε όμως στην πραγματικότητα ήταν ο μεγάλος Θριαμβευτής του πολέμου και της Ζωής! (Α.Κ.Β)

Η κενοδοξία


-    Γιατί, Γέροντα, νιώθω μέσα μου ένα κενό;
-    Από την κενοδοξία είναι. Όταν επιδιώκουμε να ανεβαίνουμε στα μάτια των ανθρώπων, νιώθουμε μέσα μας κενό - τον καρπό της κενοδοξίας -, γιατί ο Χριστός δεν έρχεται στο κενό, αλλά στην καρδιά του καινού ανθρώπου. Δυστυχώς, πολλές φορές οι πνευματικοί άνθρωποι θέλουν την αρετή, αλλά θέλουν και κάτι που να τρέφη την υπερηφάνειά τους, δηλαδή αναγνώριση, πρωτεία κ.λπ., κι έτσι μένουν με ένα κενό στην ψυχή τους, το κενό της κενοδοξίας· δεν υπάρχει το πλήρωμα, το φτερούγισμα της καρδιάς. Και όσο μεγαλώνει η κενοδοξία τους, τόσο μεγαλώνει και το κενό μέσα τους και τόσο περισσότερο υποφέρουν.
-    Γέροντα, από που προέρχεται το ζόρισμα που νιώθω στον αγώνα μου;
-    Δεν αγωνίζεσαι ταπεινά. Όποιος αγωνίζεται ταπεινά, δεν συναντά δυσκολία στον αγώνα του. Όταν όμως υπάρχουν πνευματικές επιδιώξεις ποτισμένες με κενοδοξία, τότε η ψυχή ζορίζεται. Τα άλλα πάθη δεν μας δυσκολεύουν τόσο πολύ στο πνευματικό ανέβασμα, όταν επικαλούμαστε ταπεινά το έλεος του Θεού. Όταν όμως μας κλέβη το ταγκαλάκι με την κενοδοξία, μας δένει τα μάτια και μας οδηγεί από το δικό του δύσβατο μονοπάτι και τότε ζοριζόμαστε, γιατί βρισκόμαστε σε ταγκαλίστικο χώρο.
Η πνευματική ζωή δεν είναι όπως η κοσμική ζωή. Εκεί, για να πάη, ας υποθέσουμε, καλά μια επιχείρηση, πρέπει να κάνη κανείς την τάδε διαφήμιση, να ρίξη αυτά τα φέιγ-βολάν, να κοιτάξη πώς να προβληθή. Στην πνευματική ζωή όμως, μόνον αν μισήση κανείς την κοσμική προβολή, πάει καλά η επιχείρηση η πνευματική.
-    Γέροντα, πώς θα διώξω τους λογισμούς κενοδοξίας;
Να χαίρεσαι με τα αντίθετα από αυτά που επιδιώκουν οι κοσμικοί. Μόνο με τα αντίθετα των κοσμικών επιδιώξεων θα μπορέσης να κινηθής στον πνευματικό χώρο. Στοργή θέλεις; Να χαίρεσαι, όταν δεν σού δίνουν σημασία. Ζητάς θρόνο; Κάθισε τον εαυτό σου στο σκαμνί. Ζητάς επαίνους; Αγάπησε την περιφρόνηση, για να νιώσης την αγάπη του Περιφρονημένου Ιησού. Ζητάς δόξα; Ζήτα ατιμία, για να νιώσης την δόξα του Θεού. Και όταν νιώσης την δόξα του Θεού, θα νιώθης τον εαυτό σου ευτυχισμένο και θα έχης μέσα σου την μεγαλύτερη χαρά από όλες τις χαρές όλου του κόσμου.

(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 77-78)

Ο ΑΒΒΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ της Φέρμης, παρακάλεσε τον Όσιο Παμβώ να του πει έναν ωφέλιμο λόγο, που να τον θυμάται σ’ όλη του την ζωή.
- Απόκτησε έλεος για όλους τους συνανθρώπους σου, Αββά Θεόδωρε, για να ’χεις παρρησία στον Θεό, του είπε ο Άγιος Γέροντας.

ΌΤΑΝ ΕΛΕΗΣΕΙΣ τον φτωχό αδελφό σου, συμβουλεύει ο Αββάς Ησαΐας, μην τον φωνάξεις να σε βοηθήσει στην δουλειά σου, για να μην χάσεις τον μισθό της ευεργεσίας.

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ ο Ομολογητής γράφει τα ακόλουθα αξιοπρόσεκτα για την ελεημοσύνη: Όχι μόνον δια της ελεημοσύνης, που γίνεται με χρήματα, φαίνεται η διάθεση της αγάπης, αλλά πολύ περισσότερο με το να μεταδίδεις στον άλλον λόγο Θεού. Ακόμη δε και με κάθε είδους εξυπηρέτηση. Εκείνος που πραγματικά έχει αποξενωθεί από τον κόσμο κι εξυπηρετεί τον πλησίον του με ειλικρινή αγάπη, γρήγορα θ’ απαλλαγεί από τα πάθη και θα γίνει συμμέτοχος της θείας αγάπης και γνώσεως. Εκείνος που αγαπά τον Θεό, αγαπά απαραιτήτως και τον πλησίον του. Αυτός δεν μπορεί να κρατά τίποτε για τον εαυτό του. Οικονομεί τα πάντα όπως αρέσει στον Θεό και δίδει με προθυμία ελεημοσύνη σ’ όσους έχουν ανάγκη.

ΟΠΟΙΟΣ ΕΛΕΕΙ τον αδελφό του, λέει κάποιος Πατέρας, πρέπει να το κάνει σαν να ελεεί τον ίδιο τον εαυτό του. Αυτή η ελεημοσύνη πλησιάζει τον άνθρωπο προς τον Θεό.


(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.103)

Αδιάντροπος
Ο διεφθαρμένος
Ο θυμός είναι σκύλος ξεδιάντροπος.
Αλλ’ ας μάθη να πειθαρχεί στο νόμο.
Αν το σκυλί στο κοπάδι είναι τόσο άγριο,
ώστε να μη πειθαρχεί στον τσοπάνο που το διατάσσει και δεν αναγνωρίζει τη φωνή του,
τότε όλα χάθηκαν και καταστράφηκαν. Τρέφεται μαζί με τα πρόβατα.
Αλλ’ αν τρώει τα πρόβατα, είναι άχρηστο και θανατώνεται.
Αν έμαθε να πειθαρχεί σε σένα, τότε να θρέψης το σκυλί,
γιατί είναι χρήσιμο γαυγίζοντας εναντίον των λύκων, των κλεπτών, του λήσταρχου,
όχι εναντίον των προβάτων, εναντίον των αφεντικών του.
Αν δεν πειθαρχεί, τα πάντα καταστρέφει...
Γιατί οι πόρνες είναι ξεδιάντροπες;
Γιατί οι παρθένες είναι ντροπαλές;
Εκείνες εξ’ αιτίας της αμαρτίας.
Οι άλλες εξ’ αιτίας της σωφροσύνης.
Τίποτε άλλο δεν κάνει τον άνθρωπο ξεδιάντροπο, όσο η αμαρτία.
Ε.Π.Ε. 15,498

Αδιαφορία
για τους άλλους
Συ αδιαφορείς για τον άλλον,
μολονότι δεν συναντάς άνθρωπο σε ενέδρα ληστών,
αλλά βρίσκεις άνθρωπο σε ενέδρα διαβόλων,
μολονότι δεν είναι ανάγκη να πας σε έρημο τόπο,
αλλά βρίσκεις άνθρωπο με ανάγκες στην αγορά,
μολονότι δεν θα ξοδεύσεις χρήματα ούτε θα νοικιάσεις αμάξι με ζώο ούτε θα συνοδεύσεις μακριά,
αλλά καλείσαι λίγα λόγια συμβουλευτικά να πεις.
Κι όμως αδιαφορείς κι αλλάζεις δρόμο και προσπερνάς απάνθρωπα χωρίς σπλάχνα οικτιρμών.
Πώς, λοιπόν, περιμένεις να σε σπλαχνιστεί ο Θεός που Τον επικαλείσαι;
Ε.Π.Ε. 9,514

για τα ζώα ενδιαφερόμαστε
Κι όταν μεν δούμε σκυλί να πεινάει, πολλές φορές συγκινούμαστε.
Ακόμα κι άγριο θηρίο να δούμε πεινασμένο, καμπτόμαστε.
Κι όμως, βλέπουμε τον Κύριο να πεινάει, και δεν συγκινούμαστε;
Τι έχουμε ν’ απολογηθούμε;
Ε.Π.Ε. 12,114

και τι με νοιάζει;
Το να λέμε, «Τι με μέλει, αν ο τάδε σκανδαλίζεται και ο τάδε χάνεται»,
με την ωμότητα του Σατανά και το μίσος του κατά των ανθρώπων.
Ε.Π.Ε. 18,578

για τον αδελφό σου
Για ποιο λόγο λες «Δεν με νοιάζει» για ένα μέλος του σώματός σου, που υποφέρει;
Γιατί τόσο πολύ φροντίζουμε για ένα μέλος του σώματος,
και αδιαφορούμε τελείως για του Χριστού τα μέλη;
Και πώς είναι δυνατόν να συγχωρεθούμε;
Ε.Π.Ε. 9,514

Για άλλα ναι, για τον αδελφό σου όχι;
Για άλλα πράγματα είσαι πολυπράγμων και πάρα πολύ περίεργος.
Όταν όμως πρόκειται για τη σωτηρία του αδελφού,
τότε θέλεις και αδιάφορος να είσαι και να μη σηκώσεις κάποιο βάρος.
Ε.Π.Ε. 18α,766

στο στόμα του λύκου είναι
Το πρόβατο βρίσκεται στο στόμα του λύκου.
Ας προφθάσουμε, ας προλάβουμε να το αρπάξουμε προτού να το καταβροχθίσει,
προτού να διαφθαρεί ο αδελφός μας, το μέλος μας.
Ε.Π.Ε. 30,102


(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 99-101)

"Η πνευματική αναγέννηση των παιδιών"

-Γέροντα, για την ανατροφή των παιδιών ευθύνονται μόνον οι γονείς;
-Κυρίως οι γονείς ευθύνονται, γιατί, ανάλογα με την ανατροφή που θα δώσουν στα παιδιά,
θα γίνουν καλοί κληρικοί, καλοί εκπαιδευτικοί κ.λπ., και θα βοηθούν και αυτά με την σειρά τους τα παιδιά,
και τα δικά τους και του κόσμου. Η μητέρα μάλιστα έχει περισσότερη ευθύνη από τον πατέρα για την ανατροφή των παιδιών.
Αν οι γονείς, κατά το διάστημα που το παιδάκι είναι ακόμη στην κοιλιά της μητέρας, προσεύχονται, ζουν πνευματικά,
το παιδάκι θα γεννηθή αγιασμένο. Και στην συνέχεια, αν το βοηθήσουν πνευματικά, θα γίνη αγιασμένος άνθρωπος και θα βοηθάη την κοινωνία,
είτε στην Εκκλησία θα διακονή είτε στην εξουσία θα ανεβή κ.λπ.
Πρέπει όλοι να βοηθούμε τα παιδιά, ώστε να γίνουν σωστοί άνθρωποι και να μείνη λίγο προζύμι για τις επόμενες γενιές.
Γιατί τώρα, όπως πάνε τα πράγματα, πάει να χαθή και το προζύμι.
Και αν χαθή το προζύμι, μετά τί θα γίνη;
Οι γονείς που γεννούν τα παιδιά και τους δίνουν το σώμα πρέπει να συντελέσουν, όσο μπορούν, και στην πνευματική αναγέννησή τους.
Γιατί ο άνθρωπος, εάν δεν αναγεννηθή πνευματικά, είναι για την κόλαση.
Ύστερα οι γονείς, ό,τι δεν μπορούν να κάνουν οι ίδιοι για τα παιδιά τους, θα το αναθέσουν σε δασκάλους.
Γι’ αυτό λέει και η Εκκλησία μας «τους γονείς ημών και διδασκάλους».
Υπάρχουν όμως και οι πνευματικοί Πατέρες, που μπορεί να μην έχουν παιδιά, αλλά βοηθούν πιο θετικά στην αγωγή των παιδιών,
γιατί εργάζονται για την πνευματική τους αναγέννηση.
Θέλω να πω, όλοι πρέπει να βοηθούν, καθένας με τον τρόπο του, με το παράδειγμα του, για να αναγεννηθούν τα παιδιά,
ώστε να ζήσουν ειρηνικά σ’ αυτήν την ζωή και να πάνε στον Παράδεισο.
Όταν τα παιδιά γίνουν πνευματικοί άνθρωποι, ούτε νόμους χρειάζονται ούτε τίποτε. «Δικαίοις νόμος ου κείται».
Ο νόμος είναι για τους παρανόμους. Η πνευματική εξουσία είναι ανώτερη από τις ανθρώπινες εξουσίες.

(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 93-94)

"Η ασθένεια γίνεται πραγματική ευεργεσία"

Ο Γέροντας Πορφύριος θεωρούσε τις ασθένειες πολύ μεγάλη ευλογία του Θεού.
Όλοι γνωρίζουμε ότι ήταν μία ασθενική φύση.
Ο Θεός επέτρεψε, ώστε ο μακαριστός Γέροντας να δοκιμαστεί από πολλές ασθένειες.
Υπεράνω όλων υπέφερε από φοβερούς πονοκεφάλους, που δημιουργούσαν αφόρητη κατάσταση με λιποθυμικά συμπτώματα,
ώστε να μην μπορεί να συνεχίσει την επικοινωνία του με τους ανθρώπους.
Πολλές φορές όμως εξακολουθούσε με τη χάρη του Θεού να καθοδηγεί σε επείγουσες περιπτώσεις,
παραμερίζοντας με αυτόν τον τρόπο τον εαυτό του και ενδιαφερόμενους για την προκοπή και τη σωτηρία των άλλων.
Ο Γέροντας Πορφύριος έβλεπε μέσα από τον πόνο και τις ασθένειες την παρουσία του Θεού στον άνθρωπο.
Όταν ο άνθρωπος υποφέρει, αισθάνεται έντονα την αδυναμία του.
Δεν μπορεί να στηριχθεί στον εαυτό του, γιατί βλέπει πως οι δυνάμεις του καταρρέουν.
Θέλει όμως και να ξεπεράσει αυτές τις δυσκολίες.
Γι' αυτό και εμπιστεύεται στην αγάπη και τη φιλανθρωπία του Θεού.
Η δια της αδιαλείπτου προσευχής επικοινωνία με το Θεό και η ανάθεση της ζωής του ανθρώπου στην πρόνοια του Θεού
διοχετεύουν στην ύπαρξή του την πραγματική δύναμη, που εκπηγάζει από το Θεό και οδηγεί στη σωτηρία.
Δηλ. στην μετά του Θεού ένωση και στη μετοχή στη ζωή της Τριαδικής Αγίας Θεότητος.
Όταν ρωτούσαμε το Γέροντα για την υγεία του, μας έλεγε μερικά πράγματα.
Έβρισκε την ευκαιρία μέσα από την προσωπική δοκιμασία του να μας προσφέρει τη μεγάλη αλήθεια:
"Ο Θεός μας υπεραγαπά και θέλει να γίνουμε δικοί Του μέχρι πλήρους παραδόσεως σ' Αυτόν του εαυτού μας".
"Πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα".
Αυτό γίνεται πιο εύκολα όταν η αρρώστια δε μας αφήνει να εμπιστευόμαστε τις δικές μας δυνάμεις.
Και τότε η ασθένεια γίνεται πραγματική ευεργεσία.
Γι' αυτό και έλεγε ο Γέροντας: "Να μην παρακαλάτε το Θεό να σας κάνει καλά.
Εκείνος ξέρει τί είναι το καλό σας. Και θα ενεργήσει με την άπειρη αγάπη Του, που έχει για τον άνθρωπο"
[Ί 244]


(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.93-94)

Η ανάστασις του παιδιού

Στα περίχωρα της Λαύρας της Αγ. Τριάδος, στο Ζαγκόρσκ της Μόσχας ζούσε κάποιος που έτρεφε βαθύ σεβασμό και πίστη στον ιδρυτή της όσιο Σέργιο. Ο μοναχογιός του έπασχε από μια ανίατη αρρώστια. Με την προσδοκία της θεραπείας ήρθε να τον παρακαλέση φέρνοντας τον άρρωστο μαζί του. Όμως από την ταλαιπωρία του δρόμου το παιδί του πέθανε! Χάνοντας έτσι κάθε ελπίδα, ο πατέρας άρχισε να θρηνή και να λέη στον όσιο:

     Αλλοίμονο σε μένα! Ήρθα εδώ με τη βεβαιότητα ότι θα με βοηθούσες, αλλά το μονάκριβο παιδί μου πέθανε στον δρόμο. Καλύτερα θα ήταν να μην ερχόμουν, γιατί έτσι δεν θα κλονιζόταν η πίστις μου σε σένα.

Με δάκρυα και στεναγμούς ο ταλαίπωρος πατέρας πήγε να φέρη το φέρετρο και τα σάβανα για την κηδεία. Ο άγιος τον λυπήθηκε πολύ και έπειτα από μια θερμή προσευχή ανέστησε το παιδί! Όταν ο συντετριμμένος από την θλίψι πατέρας ήρθε κουβαλώντας τα αναγκαία για την κηδεία, ο όσιος του λέει:

     Μην κουράζεσαι και μη στενάζης άδικα. Το παιδί σου δεν πέθανε, αλλά ζη!

Ο πατέρας, που είχε διαπιστώσει τον θάνατο του γιού του, δεν μπορούσε να πιστέψη τα λόγια αυτά. Πλησιάζοντας όμως πείσθηκε για το θαύμα και έξαλλος από χαρά ευγνωμονούσε τον άγιο.

     Μην απατάσαι, του είπε εκείνος. Ίσως το πολύ κρύο να πάγωσε το παιδί και το νόμισες πεθαμένο, ενώ εδώ στο ζεστό κελλί θερμάνθηκε και συνήλθε.

Ο χωρικός δεν πίστεψε αυτή την εκδοχή. Συνέχισε να ομολογή ότι ο όσιος ανέστησε με την προσευχή του το παιδί. Εκείνος τότε τον απείλησε:

     Εάν δεν σταματήσης να διηγήσαι στους άλλους το περιστατικό αυτό, θα χάσης τον γιό σου.

Ο πατέρας επέστρεψε στο σπίτι δοξάζοντας τον Θεό και τον δούλο του Σέργιο. Διηγήθηκε αργότερα το θαύμα σ’ ένα μαθητή του οσίου και αυτός το έκανε σε όλους γνωστό.

(Όσιος Σέργιος του Ραντονέζ)

(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 147-149)

     Τώρα λοιπόν συμβουλεύω. Αργότερα όμως με την πάροδο του χρόνου θα χρησιμοποιήσω αυστηρότερα το πράγμα. Γιατί πραγματικά φοβάμαι πάρα πολύ, μήπως μ’ αυτόν τον τρόπο εισχωρήσει κάποια φοβερή αρρώστια στην εκκλησία.… αν λοιπόν συμβεί θάνατος και μερικοί πληρώσουν αυτές που θρηνούν, πιστέψτε με που το λέγω, γιατί δε θα το πω διαφορετικά, αλλά όπως μπορώ, και όποιος θέλει ας οργίζεται, θα τον απομακρύνω για πολύ χρόνο από την εκκλησία σαν τον ειδωλολάτρη. Γιατί, αν ο Παύλος ονομάζει ειδωλολάτρη τον πλεονέκτη, πολύ περισσότερο αυτόν που εισάγει στην περίπτωση του πιστού τις ειδωλολατρικές συνήθειες.
     …Αν όμως δε θέλετε, εγώ δεν ανέχομαι να εισάγετε τέτοιες ολέθριες συνήθειες στην εκκλησία. «Εκείνους που αμαρτάνουν», λέγει, «να τους ελέγχεις ενώπιον όλων». Αλλά και εκείνες τις ταλαίπωρες και άθλιες γυναίκες μιλώντας σε σας τις απαγορεύουμε να έρχονται στις εκφορές των πιστών, για να μην τις αναγκάσουμε πραγματικά να θρηνούν τα δικά τους κακά και να τις μάθουμε να μη τα κάνουν αυτά σε ξένα κακά, αλλά να οδύρονται περισσότερο για τις δικές τους συμφορές. Γιατί και ο φιλόστοργος πατέρας, όταν έχει παιδί άτακτο, δε συμβουλεύει μόνο αυτό να μην πλησιάζει τους κακούς, αλλά και εκείνους φοβερίζει. Να λοιπόν συμβουλεύω και σας και εκείνες, μιλώντας σε σας, ώστε ούτε εσείς να καλείτε αυτες τις γυναίκες ούτε εκείνες να έρχονται.
    Και είθε ο λόγος να επιτύχει κάτι περισσότερο και η απειλή να το κατορθώσει. Αν όμως, πράγμα που εύχομαι να μη συμβεί, με περιφρονήσετε, θ’ αναγκασθώ να πραγματοποιήσω στο μέλλον την απειλή, τιμωρώντας εσάς με τους εκκλησιαστικούς νόμους και εκείνες όπως τις ταιριάζει. Και αν κάποιος δείχνοντας αυθάδεια τα περιφρονεί αυτά, ας ακούει το Χριστό που λέγει και τώρα: αν ο αδελφός σου σφάλλει απέναντί σου, πήγαινε και έλεγξε τον όταν θα είστε οι δυό σας μόνοι. Αν όμως δε σ’ ακούσει, πάρε μαζί σου έναν ή δύο άλλους. Αν και έτσι αντιλέγει, να το πεις στην εκκλησία, αν όμως παρακούσει και τις συμβουλές της εκκλησίας, τότε πια ας είναι για σένα όπως ο ειδωλολάτρης ή ο τελώνης». Αν λοιπόν αυτόν που αμαρτάνει σε μένα, όταν δεν υπακούσει, προστάζει έτσι να τον αποστρέφομαι, εσείς να κρίνετε πώς πρέπει να συμπεριφέρομαι σ’ εκείνον που αμαρτάνει στον εαυτό του και στο Θεό. Γιατί εσείς με κατηγορείτε ότι δεν φέρομαι ήπια σε σας.
     Αν κάποιος περιφρονεί τους περιορισμούς που επιβάλλω, ας τον συνετίζει πάλι ο Χριστός που λέγει: «όσα δέσετε στη γη, θα είναι δεμένα στον ουρανό και όσα λύσετε στη γη, θα είναι λυμένα στον ουρανό». Αν και βέβαια εγώ είμαι ταλαίπωρος και τιποτένιος και άξιος για περιφρόνηση, όπως και πραγματικά είμαι, όμως δεν εκδικούμαι ο ίδιος ούτε ανταποδίδω οργή, αλλά φροντίζω για τη δική σας σωτηρία. Κοκκινίστε, παρακαλώ, και ντραπείτε. Γιατί, αν κάποιος ανέχεται το φίλο όταν τον επικρίνει αυστηρότερα απ’ όσο πρέπει, εξετάζοντας το σκοπό του και επειδή το κάνει αυτό από φιλική διάθεση και όχι από αλαζονεία, πολύ περισσότερο οφείλει ν’ ανέχεται το διδάσκαλο όταν τον επιπλήττει, και μάλιστα το διδάσκαλο που ούτε ο ίδιος τα λέγει αυτά αυθεντικά ούτε σαν άρχοντας, αλλά σαν κηδεμόνας. Γιατί δεν τα λέγω αυτά θέλοντας να επιδείξω εξουσία (πώς θα τα έλεγα εγώ που εύχομαι να μην τα γνωρίσετε αυτά;), αλλ΄ επειδή στενοχωριέμαι και κόπτομαι για σας.
     Συγχωρήστε με λοιπόν για τα λεγόμενα και κανείς ας μην περιφρονεί τα εκκλησιαστικά δεσμά. Γιατί δεν είναι άνθρωπος αυτός που δένει, αλλ΄ ο Χριστός που μας έδωσε αυτή την εξουσία και κάνει τους ανθρώπους άξιους μιας τόσο μεγάλης τιμής. Εμείς βέβαια θέλουμε να χρησιμοποιούμε την εξουσία στο να λύνουμε τα δεσμά ή καλύτερα ούτε την ανάγκη αυτού του πράγματος θέλουμε να έχουμε. Γιατί δε θέλουμε να υπάρχει σε μας κανένας δεμένος. Δεν είμαστε τόσο άθλιοι και ταλαίπωροι, αν και είμαστε πάρα πολύ ασήμαντοι. Αν όμως αναγκασθούμε, συγχωρήστε μας. Γιατί δε θέτουμε τα δεσμά από ευχαρίστηση ούτε επειδή θέλουμε, αλλ΄ επειδή λυπούμαστε για σας τους δεμένους. Και αν κάποιος τα περιφρονεί, θα έρθει ο καιρός της κρίσης που θα τον διδάξει. Τη συνέχεια δε θέλω να την πω για να μην πλήξω το νου σας.
    Εγώ λοιπόν πρώτα εύχομαι να μην έρθω στην ανάγκη αν όμως έρθω, εκπληρώνω το καθήκον μου, θέτω τα δεσμά. Και αν κάποιος σπάσει τα δεσμά, εγώ έκαμα το χρέος μου και είμαι ανεύθυνος για τη συνέχεια, γι’ αυτό όμως θ’ απολογηθείς σ’ εκείνον που με πρόσταξε να σε δέσω. Γιατί αν, ενώ ο βασιλιάς κάθεται πρώτος, πάρει κάποιος από τους παρόντες σωματοφύλακες εντολή να δέσει κάποιον από τους στρατιωτικούς και να του θέσει τα δεσμά, και αυτός όχι μόνο τον απωθήσει αλλά και σπάσει τα δεσμά, δε θα υβρισθεί ο σωματοφύλακας, αλλά πολύ περισσότερο ο βασιλιάς που έδωσε την εντολή. Αν λοιπόν όσα γίνονται στους πιστούς ο Θεός τα θεωρεί ότι γίνονται στον εαυτό του, όταν υβρίζετε αυτούς που πήραν την εντολή να διδάσκουν, πολύ περισσότερο θα συμπεριφερθεί σαν να υβρίζεται ο ίδιος. Αλλ΄ είθε κανείς απ’ όσους βρίσκονται στην εκκλησία αυτή να μην έρθει στην ανάγκη αυτών των δεσμών. Γιατί, όπως το να μην αμαρτάνει κανείς είναι καλό, έτσι το να ανέχεται την επιτίμηση είναι χρήσιμο.
    Ας ανεχόμαστε λοιπόν την επίπληξη και ας φροντίζουμε να μην αμαρτάνουμε. Αν όμως αμαρτήσουμε, ας ανεχόμαστε την επιτίμηση. Γιατί, όπως είναι καλό βέβαια να μη πληγώνεται κανείς, αλλά αν συμβεί αυτό είναι χρήσιμο να μπαίνει το φάρμακο πάνω στην πληγή, έτσι πρέπει να γίνεται και εδώ. Μακάρι όμως να μη χρειασθεί κανείς απ’ αυτά τα φάρμακα. «Για σας όμως, αν και μιλάω μ’ αυτόν τον τρόπο, είμαι πεπεισμένος ότι αξίζετε για καλύτερα πράγματα που οδηγούν στη σωτηρία». Μίλησα όμως αυστηρότερα για περισσότερη ασφάλεια. Γιατί είναι προτιμότερο να με θεωρείτε θρασύ και σκληρό και αυθάδη, παρά να μην κάνετε αυτά που αρέσουν στο Θεό. Και πιστεύω στο Θεό ότι δε θα υπάρξει σε σας ανώφελη αυτή η επιτίμηση, αλλά θ’ αλλάξετε τόσο, ώστε να χρησιμοποιείτε αυτά τα λόγια στα δικά σας εγκώμια και τους επαίνους. (ΕΠΕ 24,313-319)

katafigioti

lifecoaching