ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ!

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ!  ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…

¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBANGR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).

Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης

Ένας από τους υπευθύνους της θρησκευτικής εφημερίδος «Ορθόδοξος Τύπος» αναφέρει:
—Ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος απέφευγε επιμελώς κάθε έπαινο, επίδειξι ή προβολή, μπορώ να πω μετά μανίας.
Και συνεχίζει:
—Το 1985 έγινε στην Κεχαριτωμένη η κουρά τριών δοκίμων μοναχών, ενός Εφέτου, ενός Ηλεκτρολόγου-Μηχανολόγου του Ε. Μ.Π. και ενός αποφοίτου του Ανώτερου Φροντιστηρίου της Ριζαρείου Σχολής. Θελήσαμε να γράψουμε στην εφημερίδα κάτι πάνω στο γεγονός αυτό. Φυσικό ήταν να αναφερθή και το όνομα του π. Επιφανίου. Ο «Ορθόδοξος Τύπος» κυκλοφορεί κάθε Παρασκευή, αλλά αρχίζει να τυπώνεται από την Τετάρτη. Ο εργαζόμενος στο τυπογραφείο της εφημερίδος μας Ι.Α. πήγε την Τετάρτη εκείνη να εξομολογηθή στον π. Επιφάνιο. Μαζί του είχε κι ένα φύλλο της εφημερίδος και του το έδωσε. Μόλις εκείνος το διάβασε, με παίρνει στο τηλέφωνο.
—Υποβάλλω θερμή παράκλησι να αποσύρης το φύλλο.
—Μα δεν γίνεται...
—Όλα γίνονται. Αρκεί να το θελήσης. Άρχισε να αποστέλλεται;
—Όχι ακόμη.
—Απόσυρέ το, λοιπόν, και θα πληρώσω τη ζημιά.
—Μα, π. Επιφάνιε, δεν γράφουμε τίποτε το σπουδαίο.
—Σε παρακαλώ πολύ, απόσυρέ το για να ησυχάσω.
—(Κάπως μουδιασμένα) Καλά.
—Λοιπόν, θα το κάνης;
—Εφ όσον το θέλετε τόσο πολύ, θα το κάνω.
—Σ' ευχαριστώ! Τώρα ησύχασα.
Και προσθέτει ο αφηγούμενος το περιστατικό:
—Ο π. Επιφάνιος στηλογραφεί την αρετή. Άλλοι έρχονται και σου ζητούν ευθέως ή εμμέσως να γράψης κάτι για το πρόσωπό τους κι αυτός, επειδή αναφέραμε απλώς το όνομά του, παρακαλούσε να πολτοποιήσουμε τα φύλλα! Και η πολτοποίησι του στοίχισε τότε, θυμάμαι, 25.000 δρχ!...   Όταν εκοιμήθη ο μακαριστός Μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος, ο οποίος όχι απλώς εκτιμούσε τον Γέροντα, αλλά και τον υπεραγαπούσε, επρόκειτο να δημοσιευθή η Διαθήκη του στον «Ορθόδοξο Τύπο». Ο Γέροντας υποπτεύθηκε ότι θα περιείχε πολλούς επαίνους για το πρόσωπό του, όπως και ήταν η πραγματικότης. Φρόντισε να πληροφορηθή το περιεχόμενό της και μερίμνησε πάλι μέσω του υπευθύνου της εφημερίδος να «λογοκριθή» το κείμενο. Γι' αυτό, όταν δημοσιεύθηκε σε ορισμένα σημεία υπήρχαν αποσιωπητικά!...      (Υποθήκες Ζωής, σελ. 49-50)

250- ΕΥΓΕΝΕΙΑ ΨΥΧΗΣ. Ένας άγιος εφημέριος έμαθε ότι ένας ενορίτης του, που του είχε κάνει μεγάλο κακό και πολλές φορές τον είχε συκοφαντήσει, βρισκόταν σε δύσκολη οικονομική θέσι. Για να του δείξη την αγάπη του χωρίς να τον θίξη, κάλεσε ένα κοινό φίλο και δίνοντάς του ένα σεβαστό ποσό του είπε: «Πήγαινε να το δώσης στο φίλο μας χωρίς όμως να πης ότι προέρχεται από μένα, γιατί δεν θέλω να τον ταπεινώσω».
256- Η ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ. Ο ενάρετος εφημέριος του Άρς έλαβε μιαν επιστολή η οποία άρχιζε έτσι: «Κύριε εφημέριε, όταν ένας κληρικός όπως εσείς γνωρίζη τόσον πολύ ολίγον την θεολογίαν, δεν θα έπρεπε να τολμήση ποτέ να πλησιάση ένα εξομολογητήριον».
Η συνέχεια της επιστολής ήτο όλη επάνω εις τον ίδιον αυθάδη τόνον.
Ο εφημέριος του Άρς Αιδεσιμ. Βιαννέ, ο οποίος ελλείψει χρόνου σπανίως απαντούσεν εις τας πολλάς επιστολάς τας οποίας ελάμβανεν, έσπευσεν αμέσως να απαντήση: «Πόσους λόγους έχω να σας αγαπώ, πολυαγαπητέ μου και σεβαστέ μου συνάδελφε, διότι είσθε ο μόνος ο οποίος με εγνώρισε κατά βάθος. Επειδή δε είσθε τόσον καλός και τόσον φιλάδελφος ώστε να ενδιαφέρεσθε διά την ταλαίπωρον ψυχήν μου, βοηθήσατέ με λοιπόν να αποκτήσω εκείνο το οποίον τόσον διακαώς από καιρού επιθυμώ, να με απομακρύνουν από την θέσιν, όπου παρά την αμάθειάν μου, αναξίως με ετοποθέτησαν, διά να ημπορέσω τέλος να αποσυρθώ εις μιαν γωνίαν όπου να κλαίω αυτήν την ταλαίπωρον ζωήν μου».
Ο αναιδής αυτός επιστολογράφος, καταντροπιασμένος από το μέγεθος τόσης ταπεινοσύνης έσπευσε να μεταβή και να του ζητήσει συγγνώμην (Ανθ. Σαργολόλου: Ο εφημέριος του Άρς σελ.121).

(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 116-118)

ΔΥΟ ΣΥΝΑΣΚΗΤΕΣ αγωνίζονταν στην έρημο της Θηβαΐδος. Μα ήταν νέοι κι άπειροι κι ο διάβολος τους έστηνε ένα σωρό παγίδες.

Ο πιο νέος κάποτε πολεμήθηκε πολύ δυνατά στην σάρκα. Έχασε γι’ αυτό την ψυχραιμία του και την υπομονή του και είπε μια μέρα αποφασιστικά στον μεγαλύτερο:

- Δεν αντέχω πια, θα γυρίσω στον κόσμο.

Εκείνος πάλι, καταστενοχωρημένος για τον πειρασμό που βρήκε τον αδελφό του, προσπαθούσε να τον συγκροτήσει.

- Δεν θα σ’ αφήσω να φύγεις από εδώ, του έλεγε, να χάσεις όλους σου τους κόπους και την αγνότητά σου.

Που να τον πείσει όμως!...

- Δεν κάθομαι, επέμενε, θα φύγω, θα τα δοκιμάσω όλα κι ύστερα βλέπουμε. Αν θέλεις, έλα μαζί μου και γυρίζουμε πάλι πίσω κι οι δύο ή μένω για πάντα στον κόσμο.

Ο μεγαλύτερος αδελφός τότε, μην ξέροντας τι να κάνει, πήγε να συμβουλευθεί έναν γείτονά τους Γέροντα.

- Πήγαινε μαζί του, του είπε εκείνος, όταν άκουσε την υπόθεση. Ο Θεός για χάρη σου ελπίζω πως δεν θα τον αφήσει να ζημιωθεί.

Έτσι, ξεκίνησαν οι δύο συνασκητές μαζί να κατεβούν στην πόλη. Καθώς όμως πλησίαζαν, εκείνος που είχε τον πειρασμό, είπε ξαφνικά στον αδελφό του:

- Ας υποθέσουμε πως έκανα την επιθυμία μου. Τί κέρδισα με τούτο; Έλα, αδελφέ, να γυρίσουμε πίσω στην ησυχία μας.

Εκείνος τον έβλεπε σαστισμένος και δεν πίστευε στα αυτιά του.

Ύστερα θυμήθηκε τα λόγια του αγίου Γέροντος:

- Θα δει ο Θεός τον κόπο σου και δεν θα τον αφήσει να βλαβεί.

Και πράγματι, ο αδελφός είχε ανακουφισθεί από τον δυνατό πολεμο, και γύρισαν ευχαριστημένοι κι οι δύο στα κελλιά τους.

ΟΥΔΕΠΟΤΕ πλάγιασα να κοιμηθώ έχοντας λύπη στην καρδιά μου για τον πλησίον μου, έλεγε ο Αββάς Αγάθων. Και όσο πάλι εξαρτιόταν από μένα, δεν άφησα άνθρωπο να κοιμηθεί στενοχωρημένος μαζί μου.

Ο ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ επίσης συνήθιζε να λέει:

- Δεν άφησα να μπει ποτέ σ’ αυτό εδώ το κελλί λογισμός εναντίον αδελφού που με στενοχώρησε. Φρόντισα όμως να μην αφήσω και τον αδελφό μου να πάει στο κελλί του έχοντας λογισμό εναντίον μου.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 18-19 )

Ο άγιος Τύχων και τα σταφύλια
Ο άγιος Τύχων, επίσκοπος Αμαθούντος (4ος-5ος αι.), είναι ένας από τους πιο γνωστούς αγίους της Κύπρου.
Πήρε την προσωνυμία του θαυματουργού για τα πολλά θαύματα που έκανε και όσο ζούσε, αλλά και μετά την κοίμησή του.
Ένα απ’ αυτά, εντυπωσιακό και παράδοξο, είναι και τούτο:
Κάποτε μερικοί εργάτες φύτευαν αμπέλι σ’ ένα χωράφι.
Πάνω στη δουλειά ένας απ’ αυτούς πέταξε, σαν άχρηστα, μερικά ξερά κλήματα. Ο άγιος πήρε ένα τέτοιο κλήμα κι αφού προσευχήθηκε στο Θεό, παρακαλώντας Τον να του δώσει ζωή και βλάστηση και καρπούς, το φύτεψε στο όνομα της Αγίας Τριάδας. Και, ω του θαύματος!
Το ξερό εκείνο κλήμα αμέσως ρίζωσε, έβγαλε φύλλα, άνθισε κι έκανε σταφύλια ώριμα και γλυκά!
Κι ας ήταν μήνες πριν από την εποχή των σταφυλιών!
Από τότε κάθε χρόνο το θαύμα επαναλαμβάνεται. Στις 16 Ιουνίου, ημέρα της μνήμης του αγίου, το κλήμα παρουσιάζει πρώιμα σταφύλια, ώριμα και γλυκά, που προσφέρονται σαν ευλογία στους πιστούς.
Για πολλά χρόνια μάλιστα μετά την κοίμησή του, γινόταν και τούτο το απίστευτο: Τα σταφύλια ήταν πράσινα και ξινά, ως τη στιγμή που άρχιζε η θεία λειτουργία της εορτής. Τότε άρχιζαν και τα σταφύλια να μαυρίζουν και να γλυκαίνουν.
Όταν τελείωνε η λειτουργία, τότε και τα σταφύλια γίνονταν μαύρα και γλυκύτατα. Όσοι τα γεύονταν, ένιωθαν μια παράξενη σωματική ευεξία και μιαν απέραντη ψυχική γαλήνη.
Το ίδιο συμβαίνει μέχρι σήμερα σε όλους, όσοι τιμούν και πανηγυρίζουν τη μνήμη του αγίου.
[22,41]
(Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου, σελ.16-17)

Μια από τις πρώτες λέξεις που ακούμε όταν εισερχόμαστε στην πνευματική ζωή είναι η ταπείνωση. Όλοι οι Πατέρες γράφουν και μιλούν γι’αυτή. Κι όσοι θέλουν να προοδεύσουν εν Χριστώ γνωρίζουν ότι χωρίς αυτή είναι ακατόρθωτο! Έτσι κι εγώ την είχα ζηλέψει αλλά κυρίως ήθελα να τη γνωρίσω βαθιά για να την ποθήσω με όλη μου την ψυχή! Έτσι, καθημερινά προσευχόμουν στον Κύριο να με διδάξει ποια είναι αυτή και πώς κατακτιέται. Εκείνη την περίοδο ήμουν φύλακας σε έναν ερημικό δρόμο, οκτώ ώρες μέσα στο φυλάκιο μελετούσα και προσευχόμουν. Και έλεγα μέσα μου ‘ καλά τα πάω;’. Ήξερα πως ό,τι έχω είναι δώρο από το Θεό και πως χωρίς Αυτόν θα ήμουν ένα τίποτα. Είχα μια αίσθηση ταπείνωσης αλλά επιφανειακή, όχι βιωματική! Η αγαπημένη μου ώρα ήταν όταν ξημέρωνε.. έβλεπα τις πρώτες ακτίνες του ηλίου και προσευχόμουν με θέρμη και παρρησία προς το Χριστό!
Αργά ένα βράδυ είχα κάνει μια αμαρτία που με είχε λυπήσει πολύ! Το πρωί που ήταν η ώρα να προσευχηθώ, αισθανόμουν τόσο βρώμικος και τιποτένιος που δεν μπορούσα να ξεκινήσω την προσευχή.Ταυτόχρονα κοίταξα προς τον ουρανό και ήθελα τόσο να μιλήσω στο Χριστό, όμως με τί στόμα και με τί καρδιά! Είχα χάσει την παρρησία μου.Κάθε λεπτό που περνούσε ήταν βασανιστικό… δε σκεφτόμουν μόνο τη χθεσινή μου αμαρτία αλλά όλες! Και πόσο αχάριστος ήμουν απέναντι στο Χριστό μου. Ταυτόχρονα όμως η αγάπη μου προς Αυτόν μεγάλωνε και ο Ίδιος μεγάλωνε… ένιωθα πόσο παντοδύναμος είναι, πόσο πανάγαθος και πόσο πάνσοφος! Ένιωθα τα πουλιά που κελαηδούσαν και Τον δοξολογούσαν, τον ήλιο, τα σύννεφα, τα δέντρα, όλα να Τον υμνούν και εγώ μόνος και ανάξιος να Του μιλήσω! Ένιωθα το μοναδικό μαύρο κηλίδωμα σε όλη την ομορφιά της κτίσης. Το ένιωθα τόσο έντονα που δεν θα το ξεχάσω ποτέ!
Είχα σαστίσει και έλεγα ‘ ποιος θα με παρηγορήσει; Χριστέ μου, όπως κι αν είμαι, δε γίνεται να Σε αρνηθώ, δε γίνεται να ζω χωρίς Εσένα, δε γίνεται να μη Σου μιλώ…’. Αλλά και πάλι δίσταζα… Είχα εγκλωβιστεί ανάμεσα στην αγάπη μου και τη μηδαμινότητα μου… Ώσπου ξαφνικά όλα άλλαξαν! [ Είναι πολύ δύσκολο να το περιγράψω]. Ήρθε η Αγάπη Του, το Άγιο Πνεύμα, να δώσει τη λύση. Ένιωθα μέσα μου τόση χαρά, έκλαιγα από χαρά και ήθελα να αγκαλιάσω όλους τους ανθρώπους που περνούσαν από κει. Ακόμα και τα δέντρα τα αγαπούσα! Ένιωθα σαν να μην πατάω στη γη, ότι ο Χριστός μ’αγαπάει τόσο πολύ!!! Ότι είναι πολύ ανώτερος από τις αμαρτίες μου. Και άλλα πολλά που δεν μπορώ να τα εκφράσω…
Δεν ξέρω πόσο κράτησε αυτή η κατάσταση γιατί ο χρόνος είχε σταματήσει. Εκείνη τη μέρα όμως έμαθα βαθιά μέσα στην καρδιά μου γιατί το Άγιο Πνεύμα λέγεται Παράκλητος, τί σημαίνει αληθινή προσευχή και τί σημαίνει αληθινή ταπείνωση! Μ’αυτή την εμπειρία έβαλε ο Κύριος τα θεμέλια για να χτίσει την καρδιά μου! Δεν θα πω αν έγινα ταπεινός ή αν έχω γίνει χριστιανός ακόμη γιατί δεν το εξετάζω με το μυαλό μου. Μπορώ να πω όμως πως αυτή η στιγμή με έχει χαράξει βαθιά μέσα μου και με έχει βοηθήσει πάρα πολύ όταν ξεχνιόμουν και έχανα το δρόμο μου. Ήξερα ποιος είναι ο δρόμος της επιστροφής… ο δρόμος της αληθινής ταπείνωσης! Από τότε άρχισα να γνωρίζω τη χαώδη απόσταση που με χωρίζει από το Θεό και την ανυπέρβλητη Δύναμη του Αγίου Πνεύματος που είναι η μόνη που μπορεί να γεφυρώσει το μηδέν με το άπειρο! Κι έτσι δε χάνω ποτέ την ελπίδα μου! 

Οι ερωτήσεις του αββά Αβραάμ
Κάποιος ασκητής απέκτησε την φήμη ότι επί πενήντα χρόνια έζησε με αυστηρή νηστεία,
αποφεύγοντας και αυτό το ψωμί και το κρασί. Έλεγε μάλιστα και ο ίδιος:
-Θανάτωσα την φιληδονία, την φιλαργυρία και την φιλοδοξία.
Όταν το άκουσε αυτό ο αββάς Αβραάμ, πήγε και τον συνάντησε.
-Εσύ είπες αυτά τα λόγια; τον ρώτησε.
-Ναι, απήντησε εκείνος.
-Δεν μου λες, εάν μπης στο κελλί σου και βρης μέσα μια γυναίκα, μπορείς να μείνης τελείως αδιάφορος για το φυλό της;
-Όχι, αλλά θ’ αγωνισθώ να μην την αγγίξω.
-Άρα, συμπέρανε ο αββάς Αβραάμ, δεν θανάτωσες το πάθος της φιληδονίας. Το νίκησες μόνο και το έχεις δεμένο...
Εάν τώρα, καθώς περπατάς, δης όστρακα, πέτρες και ανάμεσα τους χρυσάφι, μπορείς να μείνης αδιάφορος γι’ αυτό και να το θεωρήσης σαν τα όστρακα και τις πέτρες;
-Όχι, αλλά θ’ αγωνισθώ να μην το πάρω.
-Άρα, συμπέρανε πάλι ο αββάς Αβραάμ, δεν θανάτωσες το πάθος της φιλαργυρίας. Το νίκησες μόνο και το έχεις δεμένο...
Εάν τώρα μάθης ότι έρχονται να σε επισκεφθούν δύο αδελφοί, και γνωρίζεις ότι ο ένας σ’ επαινεί, ενώ ο άλλος σε κακολογεί, θα τους δεχθής με την ίδια διάθεσι;
-Όχι, αλλά θ’ αγωνισθώ ν’ αναπαύσω και εκείνον που με κακολογεί, όπως και εκείνον που μ’ επαινεί.
-Άρα, ούτε το πάθος της φιλοδοξίας έχεις θανατώσει. Τα πάθη λοιπόν δεσμεύονται, πλην όμως δεν θανατώνονται.
(Γεροντικόν)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος πρώτος, σελ.23-24)

Στο εργαστήρι ραπτικής
Ο Γέροντας υπέδειξε σε μια διευθύντρια εργαστηρίου ραπτικής,
που τον επισκεπτόταν τακτικά, ποιο χρώμα έπρεπε να προτιμήσει,
για τη σχετική έκθεση που επρόκειτο να κάνει.
Εκείνη αν και τον ρώτησε για το χρώμα, όταν έλαβε την απάντησή του,
δίσταζε να την αποδεχθεί και έδειχνε να προτιμά άλλο χρώμα.
Τότε ο Γέροντας της είπε: «Μα δεν το βλέπεις, ευλογημένη, το χρώμα αυτό; Μόνο το φωνάζει».
Τελικά ακολούθησε την υπόδειξη του Γέροντα και σημείωσε επιτυχία.
Απορημένη για την εξειδικευμένη γνώση του, πήγε, μετά την έκθεσή της, και τον ευχαρίστησε.
Ο Γέροντας χάρηκε, αλλά και πρόσθεσε: «Έχεις όμως δώσει, με την εργασία που κάνεις, και τροφή στη ματαιοδοξία των γυναικών, όχι λίγη!». [Γ 111]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.251)

-    Γέροντα, όταν μια ψυχή αγωνίζεται χρόνια και δεν βλέπει πρόοδο, τί συμβαίνει;
-    Όταν δεν βλέπουμε πρόοδο στον αγώνα μας, σημαίνει ἠ ότι δεν έχουμε εγρήγορση ἠ ότι ο Θεός δεν επιτρέπει να προχωρήσουμε περισσότερο, για να μην υπερηφανευθούμε και βλαφθούμε.

-    Γέροντα, όπως βλέπω τον εαυτό μου, κάθε μέρα γίνομαι χειρότερη, τί θα γίνει;
-    Κοίταξε, ευλογημένη, υπάρχουν τρία στάδια. Στο πρώτο στάδιο, ο Θεός δίνει καραμέλες και σοκολάτες, γιατί βλέπει την ανάγκη και την αδυναμία της ψυχής. Στο δεύτερο, παίρνει λίγο την Χάρη Του για παιδαγωγία, για να καταλάβει ο άνθρωπος ότι χωρίς την βοήθειά Του δεν μπορεί να κάνει το παραμικρό, ώστε να ταπεινωθεἰ και να αισθανθεἰ την ανάγκη να καταφύγει σ’ Αυτόν. Και το τρίτο στάδιο είναι μια μόνιμη και σταθερή καλή πνευματική κατάσταση. Εσύ βρίσκεσαι ανάμεσα στο δεύτερο και τρίτο στάδιο. Προχωράς λίγο, μετά ξεχνάς την αδυναμία σου, παίρνει ο Χριστός την Χάρη Του, απογυμνώνεσαι από την θεία Χάρη, βλέπεις ξανά την αδυναμία σου και συνέρχεσαι. Αν μου έλεγες ότι, όσο προχωράς, είσαι καλύτερα, θα φοβόμουν, γιατί θα έβλεπα ότι έχεις υπερηφάνεια. Τώρα όμως που λές ότι όλο και πιο χάλια βλέπεις τον εαυτό σου, εγώ χαίρομαι, γιατί βλέπω ότι είσαι καλά. Μη φοβάσαι. Όσο προχωράει κανείς, τόσο περισσότερο βλέπει τις ελλείψεις του και τις ατέλειές του και αυτό είναι πρόοδος.

(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 28-29)

Όταν παλαιότερα έτρεχα από το πρωί ως το βράδυ σε δουλειές και υποχρεώσεις, φορτωμένη με χιλιάδες σκέψεις για ό,τι είχα να αντιμετωπίσω, κατέληγα αργά τη νύχτα να πάω για ύπνο ψόφια και ούτε καν είχα το κουράγιο να αναρωτηθώ αν τελικά με αυτόν τον τρόπο της ζωής μου ήμουν ευτυχισμένη. Ένιωθα μια πληρότητα και ικανοποίηση που μπορούσα να είμαι αποτελεσματική σε τόσες πολλές ενασχολήσεις αλλά σίγουρα στο τέλος της ημέρας αυτό που κυριαρχούσε ήταν η έντονη κούραση τόσο η σωματική όσο και η ψυχοπνευματική. Συν τω χρόνω αυτή η κόπωση με οδήγησε σε νευρική κατάπτωση και κάπως έτσι στην αναθεώρηση των προτεραιοτήτων μου! Μετά από ενδελεχή ενδοσκόπηση αποφάσισα πως αυτό που είχε πρωταρχική σημασία και εκεί έπρεπε να εστιάσω ήταν η εσωτερική μου ισορροπία… με όποιο τίμημα!
Στα πλαίσια αυτής της εσωτερικής διόρθωσης και θεραπείας μπήκε στη ζωή μου ο Χριστός! Φαίνεται η ψυχή μου όλο αυτό το διάστημα Τον καλούσε μυστικά! Και τότε όλα άλλαξαν… Η είσοδος στην πνευματική ζωή οδήγησε σταδιακά προς την έξοδο το θόρυβο και τη φασαρία που επικρατούσε στο μυαλό μου και πέταξε έξω από την καρδιά μου την ταραχή, το φόβο και το άγχος! Η μελέτη του Λόγου του Θεού, η διδασκαλία Του και η αποκάλυψη της Αληθείας Του με έβγαλαν από τα σκοτάδια μου στο πιο ωραίο ξέφωτο… στο ξέφωτο της Αληθινής Ζωής! Και έτσι συνειδητοποίησα ποιο είναι το πραγματικό νόημα της ζωής και ξεκίνησα να απλοποιώ την καθημερινότητα μου, να αφαιρώ μέριμνες και περιττά, να γίνομαι ολιγαρκής και κυρίως να κάνω εκεχειρία με τον εαυτό μου γιατί έπαψα να πολεμώ τις χίμαιρες μου καθώς ανέθεσα τη ζωή μου στην Πρόνοια του Θεού και διήγα πλέον το βίο μου με πλήρη εμπιστοσύνη σε Αυτόν!
Και κατάλαβα ότι η αληθινή ευτυχία δε βρίσκεται στα υλικά αγαθά αλλά μόνο στη γαλήνη του πνεύματος και της καρδιάς! Και αυτή η γαλήνη είναι δωρεά του Αγίου Πνεύματος! ‘ Ειρήνη αφίημι υμίν,ειρήνη την εμήν δίδωμι υμίν…’ [ Ιω.14,27]. Δηλαδή ‘ Φεύγω και σας αφήνω ειρήνη. Σας δίνω την αληθινή και βαθιά ειρήνη την οποία έχω εγώ και την οποία ήρθα να φέρω στον συνταρασσόμενο από την αμαρτία κόσμο’. Πρόκειται για μια ειρήνη που δεν μπορεί να τη διασαλεύσει καμία εξωτερική δοκιμασία, κανένας πειρασμός και κανένας εσωτερικός τριγμός γιατί είναι άνωθεν δοσμένη και αποτελεί πρόγευση Παραδείσου!
Αν ηρεμήσουμε λοιπόν τη συνείδηση μας, αν πάψουμε να είμαστε πολυπράγμονες, αν αγαπήσουμε την ησυχία και εργαστούμε στην πνευματική ζωή με αγάπη στο Χριστό μας θα αποκτήσουμε όλοι αυτή την ειρήνη που ανθρώπινο μυαλό δεν μπορεί να αντιληφθεί και η ζωή μας θα μεταμορφωθεί από τρικυμισμένη σε γαληνεμένη θάλασσα που οι άνθρωποι θα θέλουν να έρχονται προς αυτή να ξεκουράζονται! (Α.Κ.Β)

Ένας ερημίτης έστειλε στην πόλη τον υποτακτικό του να ανεβάσει στη σκήτη μια καμήλα. Ήθελε να μεταφέρουν τα πανέρια τους στην αγόρα.
Επιστρέφοντας εκείνος συναντήθηκε με κάποιον άλλον ερημίτη, γείτονά τους, ο οποίος του είπε:
-Τί κρίμα να μην πάρω είδηση πως κατέβαινες στην πόλη! Θα σου ζητούσα να έφερνες και για εμένα μια καμήλα, για να πάω και τα δικά μου πανέρια στην αγορά
Ο υποτακτικός το είπε στον γέροντά του. Εκείνος τον πρόσταξε να δώσει αμέσως την καμήλα στον γείτονα και να του πεί πως το δικό του φορτίο είναι τακτοποιημένο.
-Πήγαινε μαζί του στη πόλη και όταν τελειώσει τη μεταφορά του, φέρε πίσω το ζώο να φορτώσουμε και εμείς.
Ο υποτακτικός υπάκουσε πρόθυμα. Όταν τελείωσε ο γείτονας τη δουλειά του, πήρε πάλι την καμήλα .
-Που πηγαίνεις, αδελφέ; τον ρώτησε εκείνος απορημένος.
-Πίσω στη σκήτη να μεταφέρω τα πανέρια μας, είπε ο νέος και έφυγε τρέχοντας να προλάβει.
Θαύμασε ο γείτονας ακούγοντας πως είχαν αφήσει στη μέση τη δική τους δουλειά, για να τον εξυπηρετήσουν. Όταν επέστρεψε στην έρημο, έβαλε μετάνοια στον γέροντα δείχνοντάς του την ευγνωμοσύνη του.

Χαρίσματα και χαρισματούχοι, τόμος Γ’, σελ. 20-21.

katafigioti

lifecoaching