ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ! ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…
¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBAN: GR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).
Ο άνθρωπος όταν μένει μόνος του αγριεύει. Γίνεται σαν το θηρίο, τους βλέπει όλους με φόβο και καχυποψία. Νιώθει πως απειλείται, μοιάζει με αγρίμι. Τί κρίμα! Κανένας άνθρωπος δεν θα έπρεπε να είναι μόνος του. Σε έναν τόσο πολυπληθή πλανήτη υπάρχουν άνθρωποι που βιώνουν το σκληρό πρόσωπο της μοναξιάς. Δεν έχουν έναν άνθρωπο να μιλήσουν, να μοιραστούν τον πόνο ή τη χαρά, να συμβιώσουν την καθημερινότητα, να αισθανθούν μια ακόμη παρουσία στο δωμάτιο, να μυρίσουν ένα άλλο άρωμα. Άνθρωποι που κάποτε δεν ήταν μόνοι τους βρέθηκαν τώρα όμως να ζουν μέσα στο κενό και την παγωνιά της μοναξιάς. Και η αίσθηση ότι δεν υπάρχει ένας άνθρωπος να τους σκέφτεται και να τους αγαπά είναι πολύ οδυνηρή.
Ας κοιτάξουμε, μπορεί να υπάρχει πολύ κοντά μας ένας τέτοιος άνθρωπος. Ίσως και στην οικογένεια μας. Γιατί υπάρχει και μια άλλη μορφή μοναξιάς… αυτή που νιώθεις όταν περιτριγυρίζεσαι από άλλους. Όταν πιστεύεις πως κανείς δεν σε καταλαβαίνει ή όταν ο άλλος δεν ενδιαφέρεται για σένα αληθινά. Και αυτή είναι χειρότερη μοναξιά από την πρώτη. Να έχεις δίπλα σου το σύντροφο σου και να νιώθεις μόνος! Δύο καρδιές που κάπου στη διαδρομή έπαψαν να επικοινωνούν, να νιώθουν η μια την άλλη, να έχουν επαφή. Δυο καρδιές που σιγά σιγά μαραζώνουν.
Έχω βιώσει τη μεταμόρφωση ενός ανθρώπου από μοναχικό αγρίμι σε ήρεμο και γαλήνιο αρνάκι όταν ένας άλλος άνθρωπος του προσέφερε επιτέλους μια αγκαλιά, ένα χαμόγελο, νοιάξιμο, φροντίδα, καλοσύνη, στοργή και αγάπη. Αυτός ο άνθρωπος ζούσε εγωιστικά για πολύ καιρό κλεισμένος στο καβούκι του απορρίπτοντας κάθε προσπάθεια προσέγγισης και συνδιαλλαγής. Η προσευχή ενός αδερφού όμως έκανε το θαύμα της και εκεί που αυτός ο άνθρωπος έλεγε μετ’ επιτάσεως «δεν ανοίγομαι» , τώρα όχι μόνο έχει ανοιχτεί αλλά έχει τόσο μαλακώσει η καρδιά του που σχεδόν δεν τον αναγνωρίζω. Είναι ένας καινούριος άνθρωπος… είναι ένα θαύμα της Παναγίας! Η τραχύτητα έγινε τρυφερότητα, ο εγωισμός υποχωρητικότητα, η υπερηφάνεια ταπείνωση και ο φόβος αγάπη! Ένας άνθρωπος βγήκε από το σκοτάδι στο φως… γιατί τελικά συνεργάστηκε η προσευχή της καρδιάς του με την προσευχή του αδερφού! Γιατί σε κανέναν άνθρωπο δεν αρέσει να είναι μόνος… χωρίς να αγαπάει και να αγαπιέται!
«Ουαί αυτώ τω ενί», δηλαδή, «αλίμονο στον έναν που μένει απομονωμένος, που δεν έχει κάποιον δίπλα του, μας λέει ο σοφός Σολομών. Εμείς οι χριστιανοί πρέπει να αφουγκραζόμαστε τους ανθρώπους γύρω μας και να ακούμε τις κραυγές της μοναξιάς τους. Τί έχουμε να προσφέρουμε σε αυτούς τους ανθρώπους; Το ύψιστο αγαθό…. το Χριστό! Με το Χριστό συνοδοιπόρο εξαφανίζεται κάθε ίχνος μοναξιάς, φόβου και μελαγχολίας και πληρότητα, χαρά, ευφροσύνη και αγάπη γεμίζουν την καρδιά! (Α.Κ.Β)
Πνευματικός Λειμών Ιωάννου Μόσχου (ΕΠΕ Φιλοκαλία τόμος 2)
«Σ' εκείνη την έρημο ήταν κάποιος γέροντας Αβραάμης, άνδρας που είχε άσπρα μαλλιά, αλλά και ασπρώτερο φρόνημα, που έλαμπε από κάθε αρετή και ανάβλυζε πάντα το δάκρυ της κατανύξεως. Αυτός στην αρχή, αφού παρασύρθηκε από κάποια απλότητα, ανεχόταν να γιορτάζει το Πάσχα όπως προηγουμένως αγνοώντας, όπως φαίνεται, τα όσα είχαν νομοθετηθεί σχετικά μ’ αυτό από τους πατέρες στη Νίκαια, προτιμούσε να εφαρμόζει την παλαιά συνήθεια. Και πολλοί άλλοι εκείνη την εποχή έπασχαν από αυτή την άγνοια. Αλλά ο μεγάλος Μαρκιανός πολλές φορές προσπάθησε, χρησιμοποιώντας πολλά επιχειρήματα, να επαναφέρει τον γέροντα Αβραάμη στη συμφωνία της Εκκλησίας (διότι έτσι τον ονόμαζαν οι εντόπιοι). Επειδή όμως τον έβλεπε να μη πειθαρχεί, διέκοψε φανερά την επικοινωνία μαζί του. Αλλά αφού πέρασε καιρός, ο θεσπέσιος εκείνος άνδρας απέρριψε την επίμεμπτη συνήθεια και ασπάσθηκε τη συμφωνία της θείας εορτής˙ έτσι έψαλλε ομολογώντας «μακάριοι οι άμωμοι στο δρόμο, εκείνοι που βαδίζουν σύμφωνα με το νόμο του Κυρίου». Και αυτό είναι κατόρθωμα της διδασκαλίας του μεγάλου Μαρκιανού».
«ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 26
Κάποιος γέροντας, ονομαζόμενος Κυριακός, έμενε στην λαύρα του Καλαμώνα που βρίσκεται κοντά στον Ιορδάνη˙ ο γέροντας ήταν μεγάλος κατά Θεό. Αυτόν επισκέφτηκε κάποιος ξένος αδελφός, ονομαζόμενος Θεοφάνης, από τη χώρα του Δορά, για να συμβουλευθεί το γέροντα για το λογισμό πορνείας. Τότε ο γέροντας άρχισε να τον δυναμώνει με τους λόγους περί της σωφροσύνης και της αγνείας. Ο αδελφός τότε ωφεληθείς πολύ, λέει στον γέροντα.
Κύρι Αββά, εγώ στην πατρίδα μου έχω μυστηριακή κοινωνία με τους Νεστοριανούς και για αυτό το λόγο δεν μπορώ να μείνω εδώ˙ γιατί αλλιώς θα ήθελα να μείνω κοντά σου.
Μόλις άκουσε ο γέροντας το όνομα του Νεστορίου , κυριευθείς από λύπη για την καταστροφή του αδελφού, τον νουθετούσε και τον παρακαλούσε ν’ απομακρυνθεί από τη βλαβερή αυτή αίρεση και να επιστρέψει στην αγία καθολική και αποστολική Εκκλησία. Και του έλεγε.
Δεν υπάρχει άλλη σωτηρία, από το να έχει κανείς ορθά φρονήματα και να πιστεύει ότι η αγία Παρθένος Μαρία είναι πραγματικά Θεοτόκος.
Ο αδελφός λέει στον γέροντα.
Πραγματικά, κύρι Αββά, όλες oι αιρέσεις λένε τα ίδια. Δεν σώζεσαι αν δεν κοινωνείς μυστηριακά μαζί μας. Τι να κάνω λοιπόν δεν ξέρω εγώ ο ταπεινός. Προσευχήσου λοιπόν στον Κύριο, να με πληροφορήσει έμπρακτα ποιά είναι η αληθινή πίστη.
Ο γέροντας με χαρά δέχτηκε το λόγο του αδελφού και του λέει.
Μείνε στο κελλί μου και έλπιζε στο Θεό, ότι θα σου αποκαλύψει η αγαθότητά του την αλήθεια.
Αφήνοντας τον αδελφό στο σπήλαιό του, αναχώρησε στη Νεκρά θάλασσα, προσευχόμενος για τον αδελφό. Τη δεύτερη ημέρα κατά το απόγευμα βλέπει ο αδελφός κάποιον να στέκεται μπροστά του, φοβερός στην όψη, και να του λέει.
- Έλα και δες την αλήθεια.
Παίρνοντάς τον τότε τον οδηγεί σε σκοτεινό και άθλιο και καταφλεγόμενο τόπο και μέσα σ’ αυτή τη φλόγα του δείχνει τον Νεστόριο και τον Θεόδωρο, τον Ευτυχέα και τον Απολινάριο, τον Ευάγριο και τον Δίδυμο, τον Διόσκορο και τον Σευήρο , τον Άρειο και τον Ωριγένη και μερικούς άλλους. του λέει τότε αυτός που του εμφανίσθηκε.
Αυτός ο τόπος έχει ετοιμαστεί για τους αιρετικούς, για εκείνους που βλασφημούν την αγία Θεοτόκο και για εκείνους που ακολουθούν τα δόγματα αυτών. Αν λοιπόν σου αρέσει ο τόπος, μείνε πιστός στο δόγμα σου, αν πάλι δεν θέλεις να δοκιμάσεις αυτήν την κόλαση, πρόσελθε στην αγία καθολική Εκκλησία, στην οποία και ο γέροντας διδάσκει. Γιατί σε διαβεβαιώνω, πως αν ο άνθρωπος επιτελέσει όλες τις αρετές, αλλά δεν έχει ορθή πίστη, έρχεται στον τόπο αυτό.
Με τα λόγια αυτά ήρθε ο αδελφός στον εαυτό του. Όταν επέστρεψε ο γέροντας του διηγήθηκε όλα τα συμβάντα, όπως τα είδε. Προσήλθε τότε και κοινώνησε των μυστηρίων της αγίας καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας. Έμεινε κοντά στον γέροντα στον Καλαμώνα, και αφού έζησε μαζί του αρκετά χρόνια, αναπαύθηκε ειρηνικά».
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ 36
Μας διηγήθηκε κάποιος από τους Πατέρες για τον μακάριο Εφραίμιο, τον πατριάρχη Αντιόχειας.
Ήταν πάρα πολύ ζηλωτής και θερμός για την ορθόδοξη πίστη. Όταν λοιπόν άκουσε μια μέρα για έναν στυλίτη στα μέρη Ιεραπόλεως και ότι ανήκει στους οπαδούς του Σευήρου και των Ακεφάλων, πήγε σ’ αυτόν θέλοντας να τον μεταστρέψει. Μόλις τον πλησίασε, άρχισε ο θειος Εφραίμιος να νουθετεί και να παρακαλεί τον στυλίτη να ξαναγυρίσει πίσω στον αποστολικό θρόνο και να γίνει κοινωνός της αγίας καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας. του απάντησε ο στυλίτης και του είπε.
- Εγώ δε θα δεχθώ έτσι στην τύχη συμμετοχή στη σύνοδο. Ο θειος Εφραίμιος του λέει.
Και πως θέλεις να σου αποδείξω ότι η αγία Εκκλησία έχει ελευθερωθεί με την χάρη του Κυρίου Ιησού Χριστού μας από κάθε ρύπο αιρετικής διδασκαλίας; Του λέει ο στυλίτης.
- Να ανάψομε φωτιά, πατριάρχη μου, και να μπούμε εγώ και συ και αν κάποιος βγει σώος, αυτός είναι ορθόδοξος και αυτόν οφείλομε ν’ ακολουθήσομε.
Αυτό το είπε για να φοβίσει τον πατριάρχη. Και απάντησε στο στυλίτη ο θειος Εφραίμιος.
- Τέκνο μου, έπρεπε να με ακούσεις σαν πατέρα σου και να μη ζητήσεις τίποτε παραπάνω από μένα. Επειδή όμως ζήτησες πράγμα που υπερβαίνει την αθλιότητά μου, το κάμνω κι αυτό με απόλυτη πίστη στους οικτιρμούς του Υιού του Θεού για τη σωτηρία της ψυχής σου. Τότε ο θείος Εφραίμιος λέει σε αυτούς που βρίσκονταν εκεί.
- Ας είναι ευλογημένος ο Κύριος, φέρτε εδώ ξύλα.
Και αφού ήρθαν τα ξύλα, τα άναψε ο πατριάρχης μπροστά στο στύλο και λέει στον στυλίτη.
Κατέβα και σύμφωνα με την σκέψη σου θα μπούμε και οι δύο.
Ο στυλίτης όμως τα έχασε με την πίστη του πατριάρχη στο Θεό και επειδή δεν ήθελε να κατεβεί, του λέει ο πατριάρχης. Εσύ δεν πρότεινες να γίνει αυτό; Και πώς τώρα δε θέλεις να το κάνεις; Τότε βγάζοντας το ωμοφόριο που φορούσε ο αρχιεπίσκοπος και πλησιάζοντας στη φωτιά, προσευχήθηκε, λέγοντας.
Κύριε, Ιησού Χριστέ ο Θεός μας, που καταδέχθηκες να σαρκωθείς αληθινά από την Δέσποινά μας την αγία Θεοτόκο και αειπαρθένο Μαρία, φανέρωσέ μας την αλήθεια.
Και αφού συμπλήρωσε την προσευχή, πέταξε το ωμοφόριό του στο μέσο της φωτιάς. Και αν και έκαψε η φωτιά τρεις ώρες περίπου και τα ξύλα τέλειωσαν, πήρε το ωμοφόριό του από τη φωτιά σώο και αβλαβές και ολόκληρο, χωρίς κάτι να βρεθεί πάνω του από τη φωτιά. Τότε ο στυλίτης, βλέποντας το γεγονός, βεβαιώθηκε πλήρως, και αφού αναθεμάτισε τον Σευήρο και την αίρεσή του, προσήλθε στην αγία Εκκλησία και κοινώνησε από τα χέρια του μακαρίου Εφραιμίου και δόξασε το Θεό».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 49
Ο πρεσβύτερος Αναστάσιος μας διηγήθηκε και αυτό.
Όταν έγινε δούκας της Παλαιστίνης ο Γήβημερ, πρώτα-πρώτα ήρθε να προσκυνήσει την αγία ανάσταση του Χριστού μας. Και καθώς πλησιάζει για να μπει, βλέπει ένα κριάρι να ορμά κατά πάνω του και να προσπαθεί να τον κομματιάσει. Αυτός κυριευμένος από μεγάλο φόβο τραβήχτηκε προς τα πίσω. Τότε ο Αζαρίας ο σταυροφύλακας που ήταν εκεί μπροστά καθώς και οι φύλακες του λένε.
-Τι συμβαίνει, άρχοντα; Γιατί δεν μπαίνεις; Απαντάει.
-Γιατί φέρατε εδώ μέσα αυτό το κριάρι;
Και αυτοί με έκπληξη μεγάλη έσκυψαν μέσα στον άγιο τάφο και επειδή τίποτα δεν είδαν τον προέτρεψαν να μπει, γιατί τίποτα τέτοιο δεν υπήρχε μέσα.
Ξαναπροσπάθησε τότε να μπει και πάλι όμως βλέπει το ίδιο κριάρι να ορμά επάνω του και να μην τον αφήνει να μπει. Επειδή αυτό έγινε πάρα πολλές φορές, και εκείνος βέβαια το έβλεπε, ενώ αυτοί που παραβρίσκονταν δεν έβλεπαν τίποτα, τότε ο σταυροφύλακας του λέει.
-Να είσαι σίγουρος πως κάτι, δέσποτα μου, υπάρχει στην ψυχή σου και γι’ αυτό σε εμποδίζει να προσκυνήσεις τον άγιο και ζωοποιό τάφο του Σωτήρα μας. θα πράξεις σωστά, αν το εξομολογηθείς στο Θεό. Επειδή είναι φιλάνθρωπος και επειδή θέλει να σε ελεήσει, σου έδειξε αυτό το σημάδι.
Αυτός τότε με δάκρυα πολλά του λέει.
-Απέναντι στον Κύριο είμαι ένοχος πολλών και μεγάλων αμαρτιών. Πέφτοντας τότε με το πρόσωπο στη γη έμεινε έτσι πολλή ώρα κλαίγοντας και εξομολογούμενος στο Θεό. Αφού σηκώθηκε προσπάθησε πάλι να μπει, αλλά δεν μπόρεσε, γιατί το κριάρι που είχε εμφανιστεί τον εμπόδιζε και πάλι καθόλου λιγότερο.
Τότε ο σταυροφύλακας του λέει.
- Οπωσδήποτε κάτι άλλο σε εμποδίζει. Και αυτός απαντά.
- Μήπως άραγε με εμποδίζει να μπω το ότι δεν είμαι κοινωνός της αγίας καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας, αλλά του Σευήρου; Αμέσως ζήτησε να μεταλάβει τα άγια και ζωοποιά μυστήρια του Χριστού του Θεού μας. Μόλις ήρθε το άγιο ποτήριο κοινώνησε, και έτσι μπήκε και προσκύνησε, χωρίς πλέον να βλέπει τίποτε.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 147
Ο αββάς Μηνάς, ο κοινοβιάρχης του ίδιου κοινοβίου, μας διηγήθηκε και τούτο, πώς δηλαδή είχε ακούσει από τον ίδιο τον αββά Ευλόγιο, τον επίσκοπο Αλεξανδρείας, που έλεγε.
Πήγα στην Κωνσταντινούπολη στον αρχιδιάκονο της Ρώμης τον κυρό Γρηγόριο, άνδρα ενάρετο, και μας διηγήθηκε για τον αγιότατο και μακαριότατο Λέοντα, τον πάπα της Ρώμης, που αναφέρεται γραπτά σ’ επιστολή της Εκκλησίας της Ρώμης. Όταν έγραψε την επιστολή προς τον Φλαβιανό τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, εναντίον των κακωνύμων Ευτυχέως και Νεστορίου, έβαλε αυτό το γράμμα στον τάφο του κορυφαίου των Αποστόλων Πέτρου και με δεήσεις και νηστείες και χαμευνίες παρακαλούσε τον πρωτοστάτη των μαθητών, λέγοντας.
-Σαν άνθρωπος παρέλειψα, εσύ όμως που σου έχει εμπιστευθεί ο Κύριος και Θεός και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός την Εκκλησία και τον θρόνο, διόρθωσε το.
Μετά σαράντα μέρες εμφανίσθηκε σ’ αυτόν ο Απόστολος και του λέει.
-Το διάβασα και το διόρθωσα.
Πράγματι αφού πήρε την επιστολή από τον τάφο του Αγίου Πέτρου, την άνοιξε και την βρήκε διορθωμένη από το χέρι του Αποστόλου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 178
Μας διηγήθηκε ο αββάς Γεώργιος, ο πρεσβύτερος του κοινοβίου των Σχολαρίων, τα εξής.
Στα Μονίδια έμενε κάποιος γέροντας πολύ φιλόπονος, ήταν όμως απρόσεκτος στη πίστη και όπου εύρισκε μεταλάμβανε χωρίς διάκριση. Μια μέρα παρουσιάσθηκε σ’ αυτόν άγγελος Κυρίου και του λέει.
-Πες μου, γέροντα, όταν πεθάνεις πως θέλεις να σε θάψομε; όπως θάβουν τους Αιγυπτίους μοναχούς ή όπως τους Ιεροσολυμίτες; Ο γέροντας του απάντησε.
-Δεν ξέρω. Τότε του λέει ο άγγελος.
-Σκέψου και μετά τρεις εβδομάδες έρχομαι και μου το λες. Πήγε τότε ο γέροντας σ’ άλλον και του διηγήθηκε εκείνα που άκουσε από τον άγγελο. Μόλις τα άκουσε ο γέροντας έμεινε έκθαμβος και έχοντας στραμμένο το βλέμμα προς αυτόν για πολλή ώρα, παρακινημένος από το Θεό του λέει.
-Πού μεταλαμβάνεις τα άγια μυστήρια; Του αποκρίθηκε.
-Όπου βρω. Τότε ο γέροντας του λέει.
Μη θελήσεις ποτέ να κοινωνήσεις έξω από την αγία καθολική και αποστολική Εκκλησία, η οποία πιστεύει σε τέσσερις άγιες συνόδους, στη σύνοδο της Νίκαιας των 318, της Κωνσταντινουπόλεως των 150 πατέρων, της Εφέσου την πρώτη των 200 πατέρων και της Χαλκηδόνας των 630 πατέρων. Όταν έρθει ο άγγελος να του πεις. Θέλω, όπως οι Ιεροσολυμίτες.
Μετά λοιπόν από τρεις εβδομάδες ήρθε ο άγγελος και λέει στο γέροντα.
-Τι έγινε, γέροντα; σκέφθηκες; Ο γέροντας του λέει.
-Θέλω όπως οι Ιεροσολυμίτες. του λέει τότε ο άγγελος
-Καλώς, καλώς.
Αμέσως παρέδωσε την ψυχή του. Και έγινε όλο αυτό, για να μη χάσει ο γέροντας τους κόπους του και κατακριθεί σαν αιρετικός.
"O υιός μου ο αγαπητός" Ματθαίου γ' 17
Την ημέρα της βαπτίσεως του Ιησού στον Ιορδάνη, έγιναν και τα αποκαλυπτήριά του. Μέχρι τότε ο Ιησούς ήταν «ο υιός του τέκτονος» (Ματθ ιγ' 55). Τώρα η «φωνή εκ των ουρανών» δηλώνει, ότι είναι ο υιός του Θεού, «ο αγαπητός». Ο Ιησούς έλεγε συνήθως τον εαυτόν του «υιόν του ανθρώπου». Ο ουρανός όμως ωμολόγησε και τα έργα του απεκάλυψαν ότι ήταν ο υιός του Θεού. Στον Ιορδάνη ο Ιησούς καθιερώθηκε απ’ τον ουρανό και απεκαλύφθη στον κόσμο από τον Θεό Πατέρα ότι είναι ο υιός του Θεού ο αγαπητός. Έτσι εγκαταλείπει στη Ναζαρέτ τον τίτλο του «υιού του τέκτονος» και προσλαμβάνει τον τίτλον του «υιού του αγαπητού».Ο Ιησούς περίμενε την ημέρα αυτή. Προσευχόταν γι’ αυτή. Δεν άρχισε το έργο του χωρίς να έλθη η ημέρα και η ώρα αυτή της καθιερώσεώς του απ’ τον ουρανό. Τριάντα ολόκληρα χρόνια αναμονή! Ο Ιησούς δεν βιάζεται. Δεν αδημονεί. Περιμένει και αυτός «δύναμιν εξ ύψους». Και δεν θάφευγε απ’ τη Γαλιλαία· δεν θα εγκατέλειπε τα εργαλεία του μαραγκού αv δεν σήμαινε η ώρα του. Ο Ιησούς αρχίζει το δημόσιο έργο του, έχοντας για συστατικό του την ομολογία του Θεού, ότι είναι ο υιός του ο αγαπητός. Αυτό τώρα το γνωρίζει ο Ιωάννης ο βαπτιστής. Το άκουσαν και όσοι βρίσκονταν στον Ιορδάνη. Ο ουρανός έδωσε το σύνθημα. Έκανε τα αποκαλυπτήρια του Ιησού και Έκείνος πήρε τη σκυτάλη απ’ τον Πατέρα και ξεκίνησε για την μεγάλη σκυταλοδρομία σωτηρίας.
«Έν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου, Κύριε, η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις. Του γαρ γεννήτορος η φωνή προσεμαρτύρει σοι αγαπητόν σε Υιόν ονομάζουσα και το Πνεύμα εν είδει περιστεράς εβεβαίου του λόγου του ασφαλές, Ο επιφανείς, Χριστέ, ο Θεός και τον κόσμον φωτίσας, δόξα σοι» (Απολυτίκιον Θεοφανείων).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Εκείνος! Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη)
ΚΟΣΜΑΣ ΑΙΤΩΛΟΣ
«Όλες οι πίστες είναι ψεύτικες, κάλπικες, όλες του διαβόλου. Τούτο εκατάλαβα αληθινόν, θείον, ουράνιον, σωστόν τέλειον και δια λόγου μου και δια λόγου σας πως μόνη η πίστις των ευσεβών και Ορθοδόξων χριστιανών είναι καλή και αγία» (Κοσμά Αιτωλού, Διδαχή Α,1)
«Να κλαίτε για τους ασεβείς και αιρετικούς» (ο.π.)
ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ
«Οι δογματικές διαφορές επειδή ανάγονται σε μόνο το κεφάλαιο της πίστης, αφήνουν ελεύθερο και απρόσβλητο το της αγάπης κεφάλαιο· το δόγμα δεν καταπολεμεί την αγάπη… Η αγάπη ουδέποτε χάριν δογματικής τινός διαφοράς είναι πρέπον να θυσιάζεται… Είναι πολύ πιθανό να ελκύσει προς τον εαυτό του (ο επίσκοπος που διαχειρίζεται τον διάλογο) και την ετερόδοξη εκκλησία που κρίνει από εσφαλμένη περιωπή κάποιο δογματικό ζήτημα» (Μάθημα Ποιμαντικής,σ.192)
«Δυστυχώς δεν επέβαλαν οι πάπες τον παπισμό, αλλά ο παπισμός γέννησε τους πάπες… Εάν τα προσόντα του Πέτρου (=το πρωτείο) ήταν αληθινά, το πνεύμα του Ευαγγελίου θα καθίστατο λίαν προβληματικό και αδιανόητο, διότι θα παρουσίαζε σύγχυση εννοιών και σύγκρουση αρχών· θα ήταν ακατανόητη η αρχή της ισότητας, και ισότητας μέχρι ταπεινώσεως και η αρχή της ανισότητας, μέχρι ηγεμονίας και υπεροψίας… Η ενότητα της Εκκλησίας θεμελιώνεται και εδράζεται όχι στο ενιαίο πρόσωπο ενός από τους αποστόλους, αλλά στο πρόσωπο του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, ο οποίος είναι η Κεφαλή της Εκκλησίας» Μελέτη ιστορική περί των αιτιών του Σχίσματος,σ.68,69)
«Σχετικά με την εξουσία και δύναμη όλων των Αποστόλων συμπεραίνουμε ότι όλοι οι Απόστολοι είχαν τη δύναμη να συγκροτούν και να εγείρουν Εκκλησίες, τέλεια καταρτισμένες, ανεξάρτητες και αυτοκέφαλες [με την έννοια πλήρως καθολικές], για αυτό και οι αξιώσεις τις οποίες εγείρει η Δυτική Εκκλησία για το ότι είναι ο επίσκοπος Ρώμης διάδοχος του κορυφαίου των Αποστόλων Πέτρου είναι ανυπόστατες διότι αρνούνται στους υπόλοιπους Αποστόλους και το Αποστολικό αξίωμα, την δύναμη και την χάρη του Αγίου Πνεύματος, την χειροτονία αυτών ως Αρχιερείς και λειτουργούς των θείων Μυστηρίων της Εκκλησίας […] όλοι οι επίσκοποι είναι ισότιμοι μεταξύ τους, ως ίσοι και ως διάδοχοι του ενός Αποστολικού αξιώματος» ( Ιερατικόν Εγκόλπιον σ.25)
«Οι Οικουμενικές Σύνοδοι ήταν το χαρακτηριστικό γνώρισμα […] του πολιτεύματος της Εκκλησίας και του διαπνέοντος εν τη Εκκλησία πνεύματος και έκφραση της ισοτιμίας και ισοδυναμίας των Επισκόπων, και επιπλέον τρανή μαρτυρία της καθόλου Εκκλησίας περί του αλαθήτου, ότι τούτο βρίσκεται μόνο στη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» (Μελέτη…σ.93)
«Το ζήτημα του πρωτείου του πάπα είναι κυρίως ειπείν το ζήτημα του Σχίσματος… Εγένετο το σχίσμα ένεκα της απαιτήσεως των παπών της υποταγής της Οικουμενικής Εκκλησίας, της μίας καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας, στην επισκοπή της Ρώμης. Εν τούτω δε κείται ο λόγος του Σχίσματος, όστις αληθώς είναι μέγιστος, διότι ανατρέπει το πνεύμα του Ευαγγελίου, και ο σπουδαιότερος δογματικός λόγος, διότι είναι άρνηση των αρχών του Ευαγγελίου» (Μελέτη ιστορική…Β΄,σ.8)
«Δια του δόγματος του αλαθήτου η Δυτική Εκκλησία απώλεσε την πνευματικήν της ελευθερίαν, τον στολισμόν της, εκλονίσθη εκ βάθρων εστερήθη του πλούτου της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, της παρουσίας του Χριστού· και από πνεύματος και ψυχής κατέστη άναυδον σώμα […] Από καρδίας θλιβόμεθα για την αδικία που έγινε στην Εκκλησία και από τα μύχια […] ευχόμεθα να φωτίσει το νουν και την καρδίαν του Μακαριωτάτου Ποντίφηκος το Άγιο Πνεύμα, ώστε να αποδόσει τιμή στην Αγία Καθολική Εκκλησία, ό,τι από αυτήν αφαίρεσε ως μη ώφειλεν» (ο.π.)
«[Με τον παπισμό] Η Εκκλησία διατρέχει κίνδυνο να αποβεί από Μία, καθολική και Αποστολική Εκκλησία, Εκκλησία Ρωμαϊκή ή μάλλον παπική, κηρύττουσα όχι πλέον τα των Αγίων Αποστόλων, αλλά τα των παπών δόγματα» (Μελέτη…Α΄σ.10-11)
«Ας γίνει ο Θεός κριτής ανάμεσα σε εμάς και αυτούς»(ο.π.Β΄σ.224)
Φωτεινά και κατάμαυρα πρόσωπα
Σχετικά με την προετοιμασία για την προσέλευση στο μυστήριο της θείας ευχαριστίας διαβάζουμε στο Γεροντικό το εξής:
Ένας άγιος επίσκοπος, όταν έβγαινε στην ωραία πύλη για να κοινωνήσει το λαό, έβλεπε να πλησιάζουν μερικοί με κατάμαυρο πρόσωπο, ή μ’ εξογκωμένα μάτια. Αυτοί, μόλις έπαιρναν τα άχραντα Μυστήρια, καίγονταν.
Άλλοι όμως πλησίαζαν με ολόλευκα φορέματα και φωτεινό πρόσωπο, κι έπαιρναν το Σώμα του Κυρίου με προσοχή κι ευλάβεια. Αυτούς η θεία Κοινωνία τούς λάμπρυνε περισσότερο.
Ο επίσκοπος παρακάλεσε το Θεό να του εξηγήσει αυτό το μυστήριο. Τότε άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε και του είπε:
-Όσοι κοινωνούν με λαμπρό πρόσωπο και λευκή στολή, είναι αγνοί και καθαροί, δίκαιοι και σπλαχνικοί. Αυτοί πλησιάζουν με καθαρή συνείδηση, γι’ αυτό τους επισκιάζει η θεία χάρη. Αντίθετα, όσοι φαίνονται κατάμαυροι, είναι βυθισμένοι στη λάσπη των σαρκικών επιθυμιών. Όσοι έχουν ερεθισμένα κι εξογκωμένα μάτια, είναι πονηροί και άδικοι, φθονεροί και άπληστοι. Αυτοί όχι μόνο δεν ωφελούνται από τη θεία Κοινωνία, αλλά καταδικάζονται, γιατί τολμούν να πλησιάσουν με ένοχη συνείδηση, χωρίς μετάνοια και προετοιμασία.
Από τότε ο ενάρετος επίσκοπος κήρυξε μετάνοια στο ποίμνιο του κι εμπόδιζε τους ανάξιους από τη θεία Κοινωνία.
(Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ. 119-120)
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ +1359)
«Στα σχετικά με το Θεό δεν είναι μικρό το παραμικρό» (Γρηγόριος Παλαμάς, Α, σελ. 24)
Ο Όσιος Γρηγόριος (1296-1359) πολέμησε τον λατινόφρονα Βαρλαάμ. Γράφεται στο συναξάρι του κάτι πολύ χαρακτηριστικό:
«... Για να υποδείξουμε και μερικά από εκείνα που τον χαρακτήριζαν,
αυτά ήταν τα κατεξοχήν ιδιαίτερά του γνωρίσματα·
το υπερβολικά πράο και ταπεινό του χαρακτήρα του,
όπου δεν ήταν ο λόγος για το Θεό και τα θεία·
διότι σε αυτού του είδους τα θέματα,
ήταν πάρα πολύ μαχητής...» (Συναξάριον Τριωδίου της Β΄Κυριακής Νηστειών)
«Πάλι ο πρωταίτιος του κακού όφις σηκώνει την κεφαλή εναντίον μας και σιγοψιθυρίζει τ’ αντίθετα στην αλήθεια. Ή μάλλον, αφού η δική του κεφαλή συντρίφτηκε με τον σταυρό του Χριστού, κεφαλή του κάνει τον καθένα από εκείνους που με το πέρασμα των γενεών πείθονται στις ολέθριες συστάσεις και έτσι, εμφανίζοντας σαν η ύδρα πολλές κεφάλες προς τα επάνω, δεν σταματά να διαλαλεί με αυτές στα ύψη την αδικία». (Περί εκπορεύσεως του Αγ. Πνεύματος, Α' ΕΠΕ 1,68. Ε X. 1,23)
«Τότε ο ηγεμών της απάτης ακολούθησε άλλο δρόμο. Υποκρίνεται ότι απορρίπτει την πολύθεη πλάνη και προσποιείται ότι οδηγεί όλους σε ένα Θεό με τις κατά καιρούς φωνές των κακοδόξων, αλλά με σκοπό πραγματικό να απομακρύνει από τον ένα Θεό. Πράγματι πείθει με τις σοφιστείες των αιρετικών ότι αυτός δεν είναι τρισυπόστατος και παντοδύναμος». (Αντιρρητικός Ζ΄13,44. ΕΠΕ6,307-399. ΕΧ. 3,420)
«Πράγματι, αν αυτός ο άρχοντας ενώ είναι ολοσχερώς σκοτάδι, υποκρίνεται, κατά τον απόστολο, «άγγελο φωτός», ποιο είναι το παράξενο, αν και αυτοί που παραπλανήθηκαν από τα σοφίσματα εκείνου και τον έβαλαν ολόκληρο μέσα τους και μιλούν δια μέσου αυτού, υποκρίνονται τις φωνές των διακόνων του αληθινού φωτός δηλαδή των φωτισμένων εν Θεώ, σαν να εκτελούν και αυτοί «τα έργα του Πατρός αυτών», εξαπατώντας τους πολλούς με την ευπρέπεια των λόγων; Διότι, λέγει, «και οι διάκονοι αυτού» υποκρίνονται «ως διάκονοι δικαιοσύνης». (Α' Προς Βαρλαάμ, ΕΠΕ 1,488. Ε X. 1,247)
«Κάθε ένας από όλους αυτούς δεν έχουν πιστεύψει σε όλη την θεόπνευστη Γραφή, αλλά δεχόμενοι μερικά μόρια αυτής και προς τα αλλά έχοντας κατά κάποιον τρόπο κλεισμένα τα αυτιά τους βάδισαν σαν παράφρονες κατά της μιας ευσεβείας που την έχουν παραδεχθεί όλοι, φέροντας σε αντιπαράθεση μεταξύ τους τα λόγια των αγίων και του Πνεύματος αλλάζοντας το νόημα των αποσπασμάτων τους παρερμηνεύοντάς τα και προσφέροντάς τα εναντίον των ευσεβών».(Διάλογος Oρθοδόξου και Βαρλααμίτου, ΕΠΕ 3,322. ΕΧ. 2,196)
«Ας αποφύγουμε λοιπόν όσους δεν παραδέχονται τις πατερικές εξηγήσεις, αλλά προσπαθούν να εισαγάγουν τα αντίθετα μόνοι τους και τις μεν λέξεις του κειμένου προσποιούνται ότι μεταχειρίζονται, το δε ευσεβές νόημα απορρίπτουν Ας τους αποφύγουμε μάλιστα περισσότερο από όσο φεύγει κανείς από φίδι. Διότι το μεν φίδι, όταν δαγκώσει, θανατώνει πρόσκαιρα το σώμα, χωρίζοντάς το από την αθάνατη ψυχή• εκείνοι όμως πιάνοντας με τα δόντια την ίδια την ψυχή, την χωρίζουν από τον Θεό, που είναι αιώνιος θάνατος της αθάνατης ψυχής». (Ομιλία ΛΔ'Ειςτην σεπτήν Μεταμόρφωσιν...., ΕΠΕ 10,356. ΡG 151,424Β-C)
«Αυτός λοιπόν ο νοερός και γι’ αυτό περισσότερο καταραμένος όφις το πρώτο και μεσαίο και τελευταίο κακό,... ο σε κάθε ασεβή δοξασία σοφιστής καθόλου δεν έχει ξεχάσει την κακοτεχνία του. Τώρα λοιπόν εισάγει με τους Λατίνους που του κάνουν υπακοή απόλυτη νέους όρους για τον Θεό».(Α' Προς Βαρλαάμ, ΕΠΕ 1,68.ΕΧ. 1,23)
Πόσο δυσανασχετούμε και πόσο πολύ αντιδράμε όταν καλούμαστε να κάνουμε κάτι που αντιβαίνει στο θέλημα μας! Κάθε φορά που υπάρχει λόγος ή ανάγκη να κάνουμε κάτι, να βρεθούμε κάπου ή να προσαρμοστούμε σε μια συνθήκη που δεν μας ικανοποιεί αρρωσταίνουμε και βιώνουμε τρομερή ψυχική αναστάτωση που μπορεί να φτάσει και στα όρια της ασφυξίας. Και αυτό που θέλουμε πιο πολύ εκείνη την ώρα είναι να το βάλουμε στα πόδια, να φύγουμε όσο γίνεται πιο μακριά. Και δε μιλάω φυσικά για νοσηρές και άρρωστες καταστάσεις όπου διακυβεύεται η ψυχική και σωματική μας ακεραιότητα… από εκεί εννοείται πως πρέπει να φεύγουμε τρέχοντας! Μιλάω για όλες εκείνες τις φορές που η εκκοπή του δικού μας θελήματος θα κάνει έναν άλλο άνθρωπο χαρούμενο και ευτυχισμένο.
Τι ωραίο πράγμα να δημιουργείς στον άλλο όμορφα συναισθήματα! Η οπισθοχώρηση αντί του εγωισμού προκαλεί στον άλλο την αίσθηση ότι τον εκτιμάμε, ότι τον υπολογίζουμε, ότι τον αγαπάμε. Και η εκκοπή του θελήματος είναι αυτή την ώρα ένα καίριο πλήγμα στην υπερηφάνεια μας, είναι μια νίκη της ταπείνωσης, ο θρίαμβος της αγάπης και η δόξα του Χριστού απέναντι στο διάβολο που είναι ο άρχοντας της υπερηφάνειας. Πώς όμως θα μπορούμε να κόβουμε το θέλημα μας προκειμένου να ικανοποιούμε το θέλημα του άλλου; Πώς θα μπορέσουμε να λειτουργήσουμε κόντρα στις δικές μας επιθυμίες και διαθέσεις; Μόνο ένας δρόμος –τρόπος υπάρχει… να μπολιάσουμε την ψυχή μας με Αυτόν που αποτελεί την προσωποποίηση της εκκοπής του ιδίου θελήματος… το Χριστό!
Όταν προσευχήθηκε στη Γεσθημανή λίγο πριν τη σύλληψη Του, απευθυνόμενος στον Πατέρα Του ζήτησε να μην πιει το ποτήριο αυτό. Όμως στη συνέχεια Του είπε να μη γίνει όπως θέλει Αυτός αλλά ο Πατέρας Του. ( Ματθ. κστ΄,39) Και το ποτήριο του Χριστού ήταν τα βασανιστήρια και η σταύρωση! Αυτή την υπέρβαση καμία άλλη δεν μπορεί να την ξεπεράσει. Αυτή αν έχουμε πάντα στο μυαλό μας και με την επίκληση της βοήθειας Του καμία εκκοπή θελήματος δε θα μας φαίνεται αδύνατη! Και να μην ξεχνάμε ότι ο Θεός ανταμείβει όσους ενεργούν με θυσιαστική αγάπη. Πλούσια η Χάρη Του χύνεται σε όσους αγωνίζονται να κάμψουν το δικό τους θέλημα στο όνομα της Αγάπης Του. Ο Κύριος θα τους ανεβάσει από το δικό τους σταυρό στον Ουρανό μαζί Του! Και φυσικά να προσευχόμαστε στο πρότυπο της ταπείνωσης και της εκκοπής του ιδίου θελήματος, την Παναγία μας που όταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ της παρουσιάστηκε και της είπε ότι θα γεννήσει υιό που θα κληθεί υιός υψίστου ( Λουκ. α΄,32) εκείνη του απάντησε ‘ ιδού, είμαι η δούλη Κυρίου, ας γίνει σε μένα σύμφωνα με αυτά που είπες’ ( Λουκ. α,38). Με τη Χάρη του Χριστού και της Παναγίας μας η εκκοπή του θελήματος μας θα γίνει πλέον η αγαπημένη μας συνήθεια και το να θέλουμε να κάνουμε το δικό μας θα μας ξενίζει και θα μας δυσαρεστεί!(Α.Κ.Β)
37. Ποιά είναι η έννοια της αρχέγονης δικαιοσύνης με την οποία ήταν προικισμένος ο πρώτος άνθρωπος;
Η αρχέγονη δικαιοσύνη (justitia originalis) ήταν μια σειρά δώρων με τα οποία η χάρη του Θεού διακόσμησε τη θεία εικόνα στον άνθρωπο, ώστε αυτή ευκολότερα να πετύχει τον τελικό προορισμό της, την ομοίωση του ανθρώπου με το Θεό. Τα δώρα αυτά ήταν —εκτός από την κυριαρχία του ανθρώπου επάνω στη ζωική και φυσική κτίση—, η απάθεια και η αθανασία του ανθρώπινου σώματος, η θεογνωσία και η ευθύτητα της θελήσεως των πρωτοπλάστων.
Και η μεν απάθεια και αθανασία του Αδάμ δεν πρέπει να νοηθούν ως κατάσταση τέλεια και απροϋπόθετη, αλλά σχετική και υπό όρους. Ο Αδάμ στον παράδεισο είχε τη δυνατότητα να μην αποθάνει (posse non mori) όχι και το αδύνατο να αποθάνει (non posse mori), και αυτό ανάλογα με τη στροφή της βουλήσεώς του στο αγαθό (αν δεν αμάρτανε) και τη στροφή της μακριά από το Θεό (που πραγματικά έγινε και απέφερε την πτώση του). Με αλλά λόγια η αθανασία του προπάτορα δεν ήταν απόλυτη, αλλά σχετική και υπό όρους.
Η δε θεογνωσία εκινείτο μεν σε έναν ευρύ κύκλο γνώσεων, χωρίς όμως να είναι και παγγνωσία, ιδίωμα αποκλειστικό της θείας φύσεως. Οτι ο Αδάμ γνώριζε πολλά, φαίνεται από τις διάφορες ονομασίες που έδωσε στα ζώα, τα οποία του παρουσίασε ο Θεός να ονομάσει. Επίσης και από την προφητεία την οποία είπε μόλις είδε τη γυναίκα του (Εύα), που του έδωσε ο Θεός σαν συμπλήρωμα και βοηθό του.
Τέλος, ως προς την ευθύτητα της βουλήσεως των πρωτοπλάστων, πρώτο στοιχείο της ήταν η αθωότητα, η αγνότητα και το απονήρευτο. Πριν από την πτώση οι πρωτόπλαστοι ήταν γυμνοί στον παράδεισο χωρίς να ντρέπονται. Την ντροπή την ένιωσαν ευθύς μετά την πτώση, όταν η χάρη του Θεού, που τους έντυνε σαν ιμάτιο, τους εγκατέλειψε. Ένοχοι τότε κατανόησαν τη γύμνια τους και έραψαν φύλλα συκής να τη σκεπάσουν.
Άλλο στοιχείο ήταν η ακακία των προπατόρων. Στη φύση τους δεν υπήρχε το κακό, ούτε η θέλησή τους έρεπε προς αυτό. Άλλο βέβαια το ζήτημα ότι οι πρωτόπλαστοι μπορούσαν να διακρίνουν στοιχειωδώς το καλό (την υπακοή στο Θεό), από το κακό (την παρακοή). Ο άνθρωπος το γνωρίζει το κακό, δε σημαίνει ότι είναι κατ’ ανάγκην κακός. Άλλωστε στη στερέωση της διακρίσεως αυτής απέβλεπε και η απαγόρευση της βρώσεως του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού, που ήταν φυτευμένο στον παράδεισο. Ομοίως πρέπει να σημειωθεί ότι η αθωότητα και η νηπιακή προς τα πνευματικά κατάσταση των πρωτοπλάστων δεν πρέπει να εκληφθεί ως ηθική αδιαφορία, η οποία, θέτοντας σε ίση μοίρα τα κατώτερα και τα ανώτερα, τις απαιτήσεις της σάρκας και τα αιτήματα του πνεύματος, είναι εύκολο να οδηγήσει τη βούληση προς το κακό. Άλλωστε, στοιχείο της θείας εικόνος στον άνθρωπο -όπως είδαμε- ήταν η θετική φορά της προς το αγαθό. Στη βάση αυτή και στη βοήθεια της θείας χάριτος η εικόνα έμελλε, καλλιεργούμενη και προκόπτουσα, να φθάσει στην ομοίωση του Θεού.
Την αυτή, τέλος, έννοια έχουν η αρετή και η αγιότητα του πρώτου ανθρώπου. Οι καταστάσεις αυτές δεν ήταν τέλειες και ολοκληρωμένες στον προπάτορα, αλλά σχετικές. Αρετή απηρτισμένη είναι έννοια αντιφατική. Για να κατακτήσεις την αρετή και να γίνεις άγιος, πρέπει να δουλέψεις ελεύθερα, να παλαίψεις. Με αυτό τον τρόπο η εικόνα μπορούσε να γίνει ομοίωση.
38. Ποιά ήταν η σχέση της αρχέγονης δικαιοσύνης προς τη θεία εικόνα στον άνθρωπο;
Ο διάκοσμος της θείας δικαιοσύνης δεν ήταν δώρο πρόσθετο της χάριτος του Θεού, χαλαρά και εξωτερικά συνδεδεμένο με την εικόνα (Ρωμαιοκαθολικοί) ούτε ταυτιζόταν εσωτερικά με την πνευματική φύση του ανθρώπου (Προτεστάντες), αλλά κάτι το ενδιάμεσο, δωρεά σε εσωτερική σχέση και οργανικό σύνδεσμο με το «κατ’ εικόνα» (Ορθόδοξοι).
Το σημείο αυτό είναι πολύ σημαντικό για το ανθρωπολογικό δόγμα των διαφόρων Εκκλησιών, στο οποίο παρατηρούνται αρκετές δογματικές διαφορές, τις οποίες θα δούμε στη συνέχεια.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 54-56)
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ (+826)
«Διότι το να κοινωνάει κάποιος από αιρετικό… αποξενώνει από το Θεό και καθιστά οικείο με τον Διάβολο» (όσιος Θεόδωρος Στουδίτης)
«Παρακαλώ προφυλάξτε ακόμη τον εαυτό σας από την ψυχοφθόρο αίρεση, η συμμετοχή στην οποία είναι αποξένωση από το Χριστό» (όσιος Θεόδωρος Στουδίτης, επιστολή 60, ΕΠΕ 18Γ, σελ. 17)
«…Ερώτηση 3η. Για τις εκκλησίες που βεβηλώθηκαν από τους ιερείς που κοινώνησαν με την αίρεση και κατέχονται από αυτούς. Εάν πρέπει να μπαίνουμε σ’ αυτές για να προσευχηθούμε και να ψάλλουμε.
Απάντηση. Δεν πρέπει να μπαίνουμε καθόλου στις εκκλησίες αυτές με τους τρόπους που αναφέρθηκαν, γιατί είναι γραμμένο «Να, το σπίτι σας εγκαταλείπεται έρημο». Γιατί μόλις μπαίνει μέσα στις εκκλησίες αυτές η αίρεση, φεύγει ο άγγελος που εποπτεύει όλα όσα γίνονται εκεί, σύμφωνα με τα λόγια του μεγάλου Βασιλείου, και ο ναός αυτός γίνεται ένα απλό σπίτι. Γιατί λέγει «Δεν θα μπω μέσα σε εκκλησία πονηρών». Και ο Απόστολος «Ποιά συμφωνία υπάρχει ανάμεσα στον ναό του Θεού και στα είδωλα;»
«…Η κοινωνία από τους αιρετικούς δεν είναι κοινός άρτος, αλλά δηλητήριο, που δεν βλάπτει το σώμα, αλλά αμαυρώνει και σκοτίζει την ψυχή…Και εάν οι ευχές της λειτουργίας είναι των ορθοδόξων, τί σημασία έχει αυτό, εάν γίνεται από αιρετικούς; Γιατί δεν πιστεύουν όπως πίστευε εκείνος που τις σύνταξε, ούτε και πιστεύουν σ’ αυτά που σημαίνουν οι λέξεις. Γιατί ολόκληρη η λειτουργία εξυμνεί την πίστη, ότι ο Χριστός έγινε αληθινός άνθρωπος, ενώ αυτοί το αρνούνται, αν και το λένε, επειδή φρονούν να μη ζωγραφίζεται αυτός. Είναι δηλαδή σαν να λέγει κάποιος, Πιστεύω σε Πατέρα και Υιό και άγιο Πνεύμα, αλλά φρονεί, ότι ο Πατέρας και ο Υιός και το άγιο Πνεύμα είναι μια υπόσταση με τρία ονόματα, πράγμα που είναι δόγμα του Σαβελλίου, ο οποίος πίστευε ανόητα. Τί λοιπόν, θα πούμε ότι αυτός πιστεύει σε Τριάδα; Καθόλου, έστω και αν το λέγει. Έτσι λοιπόν ούτε εδώ πιστεύει αυτά που λέγει, έστω και αν η λειτουργία είναι ορθόδοξη, αλλά αυτός φλυαρεί ανόητα, η μάλλον εξυβρίζει παίζοντας τη λειτουργία, γιατί και οι γόητες και οι επαοιδοί χρησιμοποιούν θεϊκές ωδές στις δαιμονικές τελετές τους» (ΕΠΕ 4,17. 4,489, 3,387)
«Η αίρεση δηλαδή στο σύνολο της μοιάζει σαν μια αλυσίδα δαιμονόπλοκη, οπού η μια κρατιέται από την άλλη, και όλες είναι κρεμασμένες σαν από μια κορυφή της ασέβειας και της αθεΐας, αν και διαφέρουν και στη διαφορετική ονομασία και στον χρόνο και στον τόπο και στην ποσότητα και στην ποιότητα και στη δύναμη και στην ενέργεια» (3,207)
«… Η τέταρτη ερώτηση σου· Εάν υπάρχει εκκλησία στην οποία αυτός που λειτουργεί αναφέρει τον αιρετικό, και ο ορθόδοξος έχει θυσιαστήριο καθαγιασμένο σε σεντόνι η σανίδα, πρέπει να τεθεί αυτό σ’ αυτή την εκκλησία και να λειτουργήσει ο ορθόδοξος;
Δεν πρέπει, αλλά είναι καλύτερα να λειτουργήσει σε ένα συνηθισμένο σπίτι, σε κάποιον διαλεγμένο καθαρό τόπο….» (3,209)
«Γιατί από την εποχή των 'Αποστόλων και μετέπειτα, πολλές αιρέσεις με πολλούς τρόπους συγκρούστηκαν με την Εκκλησία, και παρουσιάστηκαν παράνομες και αντικανονικές ακαθαρσίες, όπως και τώρα. Αλλ’ όμως αυτή (η Εκκλησία) παρέμεινε με τον τρόπο που προειπώθηκε αδιάσπαστη και άσπιλη, και θα παραμείνει μέχρι το τέλος των αιώνων, με το να απομακρύνονται και να διώχνονται από αυτήν αυτοί που κακώς πίστεψαν και έπραξαν, όπως απομακρύνονται από τα παράλια βράχια τα κύματα που συγκρούονται με αυτά» (3,141)
ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ (+749)
«Αυτός που δεν πιστεύει σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας, είναι άπιστος» (Ιωάννης Δαμασκηνός.PG 94,1128A)
«Με όλη τη δύναμή μας ας προσέξουμε να μην παίρνουμε μετάληψη αιρετικών, ούτε να δίνουμε «Διότι μη δίνετε τα άγια στα σκυλιά» λέει ο Κύριος… για να μην γίνουμε συμμέτοχοι στην κακοδοξία τους και την καταδίκη τους» (Ιωάννης Δαμασκηνός, Έκδοσις… ΕΠΕ, 1,475)
ΤΑΡΑΣΙΟΣ ΚΩΝ/ΠΟΛΕΩΣ
«Το να σφάλει κάποιος σε δόγματα, είτε μικρά είτε μεγάλα, είναι το ίδιο· διότι και από τα δύο αθετείται ο νόμος του Θεού» (Ταράσιος Κων/πόλεως)