ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ! ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…
¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBAN: GR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).
" Να ενεργείς με την ευλογία της εκκλησίας και του πνευματικού "
Έλεγε ο π. Πορφύριος στον Σέρβο μετέπειτα
Επίσκοπο Ειρηναίο Μπούλοβιτς :
" Άκουσε, παιδί μου. Όταν όλα αυτά σου τα ζητά η Εκκλησία και τα επευλογεί ο πνευματικός σου κι εσύ κάνεις αυτή την υπακοή ειλικρινώς, τότε, με την αγάπη του Χριστού μας, αυτή σου η υπακοή θα μπορέσει να μετατρέψει όλη αυτή την εξωτερική σε προσευχές, χωρίς να το καταλαβαίνεις εσύ ο ίδιος. Αν πάλι διαλέξεις και το πιο ήσυχο μέρος του Αγίου Όρους ή μία οποιαδήποτε Μονή, αλλά αυτό το κάνεις με το δικό σου θέλημα, για να βολευτείς εσύ ο ίδιος, έστω πνευματικώς, για ένα βόλεμα πνευματικό ας το πούμε, και χωρίς την ευλογία της Εκκλησίας ή του πνευματικού σου, τότε, ό,τι και να κάνεις, όλα θα παραμείνουν χαμερπή, δεν θα φθάσουν πουθενά ".
Και, μας λέγει ο ίδιος, μπορώ να σας ομολογήσω ότι έκτοτε, οσάκις δυσκολευόμουν, θυμόμουν αυτά τα λόγια του κι αμέσως ανακουφιζόμουν. Και αυτό ισχύει μέχρι σήμερα.
[Γερ. 59]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ. 345)
Ένας μοναχός ρώτησε κάποιο μεγάλο γέροντα:
-Πώς ο διάβολος καταφέρνει και κινεί πόλεμο στους αγίους;
Κι εκείνος του διηγήθηκε το ακόλουθο επεισόδιο:
Στο όρος Σινά ασκήτευε ο μοναχός Νίκων. Έτυχε κάποτε ένας άνδρας να μπη στη σκηνή ενός φαρανίτη, όπου βρήκε την κόρη του μονάχη. Κι αφού αμάρτησε μαζί της, της παρήγγειλε:
-Να πης στους δικούς σου, πως ο αναχωρητής Νίκων ήρθε και σε διέφθειρε.
Όταν γύρισε στη σκηνή ο πατέρας και του είπε η κόρη αυτό το πράγμα, άρπαξε γρήγορα ένα σπαθί κι έτρεξε στο κελλί του γέροντα. Χτύπησε την πόρτα, και μόλις εκείνος βγήκε, όρμησε με το σπαθί να τον σκοτώση. Μα ξαφνικά το χέρι του ξεράθηκε! Φεύγει τότε και πάει στην εκκλησία, για να πη τα καθέκαστα στους πρεσβυτέρους. Εκείνοι κάλεσαν αμέσως τον ερημίτη. Μόλις ήρθε τον έδειραν τόσο πολύ, που το σώμα του γέμισε πληγές! Μετά ήθελαν να τον διώξουν. Εκείνος τους παρακάλεσε:
-Αφήστε με, πατέρες εδώ, να μετανοήσω.
Με τα πολλά, τον έβαλαν χωριστά απ’ όλους, κι έδωσαν εντολή, για τρία χρόνια να μην τον επισκεφθή κανείς!
Έκανε ο αββάς Νίκων τρία ολόκληρα χρόνια, ζώντας απομονωμένος. Μόνο τις Κυριακές ερχόταν στη σκήτη κι έδειχνε τη μετάνοιά του, παρακαλώντας όλους τους αδελφούς:
-Σας παρακαλώ, προσευχηθήτε για μένα!
Κάποτε όμως, εκείνος που είχε αμαρτήσει με την κόρη του φαρανίτη κι έριξε το κρίμα πάνω στον αναχωρητή, δαιμονίστηκε! Παρουσιάστηκε λοιπόν και ομολόγησε μπροστά σε όλους:
-Εγώ έκανα την αμαρτία, μα είπα στην κοπέλα να συκοφαντήση τον δούλο του Θεού.
Ξεκίνησαν όλοι τότε, πήγαν στον γέροντα Νίκωνα και του είπαν:
-Συγχώρεσε μας, σε παρακαλούμε, αββά Νίκων!
Κι εκείνος πρόθυμα τους συγχώρησε.
Τελειώνοντας την αφήγηση του επεισοδίου, λέει ο γέροντας στο μοναχό:
-Βλέπεις τώρα πώς καταφέρνει ο διάβολος και κινεί τον πόλεμο των πειρασμών στους αγίους;
(Έαρ της ερήμου)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ. 278-279)
Κάποτε ρώτησαν τον Γέροντα Παΐσιο:
- Γέροντα όταν βλέπω σε κάποιον ένα πάθος, τι να κάνω; Να προσπαθώ να το βλέπω με καλό λογισμό σαν αρετή για να μην τον κατακρίνω;
Και απάντησε:
- Όχι, να το βλέπεις όπως είναι, να λες [μέσα σου] ότι ο τάδε είναι αυτό και αυτό, αλλά να του δίνεις ελαφρυντικά. Να λες ότι εγώ είμαι χειρότερος από αυτόν γιατί αυτός δεν βοηθήθηκε. Αν είχε βοηθηθεί θα έκανε θαύματα (Βίος Γέροντος Παϊσίου, Ιερομονάχου Ισαάκ, 473)
«Μακάριοι οι ειρηνοποιοί»(Ματθ. 5,9). Κανείς δεν αντιλέγει.
Εγώ όμως είδα και «εχθροποιούς» οι οποίοι υπήρξαν μακάριοι. Ήταν κάποτε δύο που συνδέονταν με αμαρτωλή σχέση.
Και κάποιος από τους γνωστικούς πατέρες, σπουδαιότατος στην αρετή, δημιούργησε μίσος μεταξύ τους κατηγορώντας τον ένα στον άλλο ότι τον έβριζε, και αντίθετα.
Έτσι κατόρθωσε ο πάνσοφος να αποκρούσει με ανθρώπινη πονηριά την κακία των δαιμόνων και να δημιουργήσει μίσος που διέσπασε τον αμαρτωλό δεσμό» (Κλίμαξ, Ι.Μ. Παρακλητου, σελ. 316)
ΤΟ ΔΗΛΗΤΉΡΙΟ ΤΗΣ ΖΉΛΕΙΑΣ
Όποιος θάβει τα δικά του χαρίσματα, ζηλεύει τα χαρίσματα των άλλων
- Γέροντα, πώς θα βοηθηθή κάποιος που ζηλεύει να ξεπεράση την ζήλεια;
- Αν γνωρίση τα χαρίσματα με τα οποία τον έχει προικίσει ο Θεός και τα αξιοποιήση, τότε δεν θα ζηλεύη και η ζωή του θα είναι Παράδεισος. Πολλοί δεν βλέπουν τα δικά τους χαρίσματα· βλέπουν μόνον τα χαρίσματα των άλλων και τους πιάνει η ζήλεια. Θεωρούν τον εαυτό τους αδικημένο, μειωμένο, κι έτσι βασανίζονται και κάνουν την ζωή τους μαύρη. «Γιατί αυτός να έχη αυτά τα χαρίσματα κι εγώ να μην τα έχω;», λένε. Μά εσύ έχεις άλλα χαρίσματα, εκείνος άλλα. Θυμάστε τον Κάιν και τον Άβελ; Δεν έψαξε ο Κάιν να βρη τα δικά του χαρίσματα, αλλά κοιτούσε τα χαρίσματα του Άβελ· οπότε καλλιέργησε τον φθόνο προς τον αδελφό του, μετά τα έβαλε και με τον Θεό και τελικά από τον φθόνο έφθασε στον φόνο. Και μπορεί αυτός να είχε περισσότερα και μεγαλύτερα χαρίσματα από τον Άβελ.
- Γέροντα, πώς μπορεί κανείς, όταν βλέπη τα χαρίσματα των άλλων, να μη ζηλεύη, αλλά να χαίρεται;
- Αν αξιοποιή τα δικά του χαρίσματα και δεν τα θάβη, τότε θα χαίρεται με τα χαρίσματα των άλλων. Χρόνια τώρα βλέπω εδώ μια αδελφή τί φωνή έχει, τί ευλάβεια, και όμως δεν πάει να ψάλη. Και επειδή το δικό της χάρισμα το θάβει και δεν ψάλλει, μαραζώνει, όταν ακούη την άλλη που δεν έχει και τόσο καλή φωνή να ψάλλη. Δεν σκέφτεται ότι σ’ αυτήν έδωσε ο Θεός καλύτερη φωνή, αλλά δεν την καλλιεργεί.
Γι’ αυτό, λέω, ο καθένας να ψάξη να δη μήπως το χάρισμα που βλέπει στον άλλον και το ζηλεύει το έχει και αυτός, αλλά δεν το καλλιεργεί, ή μήπως ο Θεός του έδωσε άλλο χάρισμα. Γιατί ο Θεός δεν αδικεί κανέναν· στον καθέναν έχει δώσει ένα διαφορετικό χάρισμα που θα τον βοηθήση στην πνευματική του πρόοδο.
Όπως ο ένας άνθρωπος δεν μοιάζει με τον άλλο, έτσι και το χάρισμα του ενός δεν μοιάζει με του άλλου. Προσέξατε καμμιά φορά τα αγριομπίζελα που έχετε εκεί κάτω στον φράχτη; Όλα είναι από μία ρίζα, αλλά έχουν διαφορετικά χρώματα και το ένα είναι πιο όμορφο από το άλλο. Και όμως το ένα δεν ζηλεύει το άλλο... Το καθένα χαίρεται με το χρώμα που έχει. Βλέπετε και τα πουλιά; Το καθένα έχει την χάρη του, το δικό του κελάηδημα.
Ας βρη λοιπόν ο καθένας τα χαρίσματα που του έδωσε ο Θεός, ας δοξάζη τον Καλό Θεό, όχι εγωιστικά, φαρισαϊκά, αλλά ταπεινά, αναγνωρίζοντας ότι δεν έχει ανταποκριθή στις δωρεές του Θεού, και ας τα αξιοποιήση στο εξής.
- Γέροντα, ζηλεύω μερικές αδελφές, γιατί έχουν ορισμένα χαρίσματα που εγώ δεν τα έχω.
- Σ’ εσένα ο Θεός έδωσε τόσα χαρίσματα κι εσύ ζηλεύεις τα χαρίσματα των άλλων; Μου θυμίζεις την κόρη ενός ζαχαροπλάστη που είχαμε στην Κόνιτσα. Ο πατέρας της της έδινε κάθε μέρα ένα μικρό κομμάτι ραβανί, για να μην την πειράξη το μεγάλο, και αυτή έβλεπε τα παιδιά στο σχολείο που έτρωγαν μεγάλο κομμάτι μπομπότα και τα ζήλευε. «Τί μεγάλο κομμάτι τρώνε αυτά! έλεγε. Εμένα ο πατέρας μου μικρό μου δίνει». Ζήλευε την μπομπότα που έτρωγαν τα άλλα παιδιά, ενώ αυτή είχε ολόκληρο ζαχαροπλαστείο και έτρωγε ραβανί! Θέλω να πώ, κι εσύ δεν εκτιμάς τα μεγάλα χαρίσματα που σού έδωσε ο Θεός, αλλά βλέπεις τα χαρίσματα των άλλων και ζηλεύεις.
Ας μην είμαστε αχάριστοι προς τον Καλό Πατέρα μας Θεό, ο Οποίος έχει προικίσει όλα τα πλάσματά Του με χαρίσματα διάφορα, γιατί Αυτός γνωρίζει τί χρειάζεται ο καθένας μας, ώστε να μη βλαφθούμε. Εμείς όμως πολλές φορές κάνουμε σαν τα μικρά παιδιά και παραπονιόμαστε, γιατί δεν έδωσε και σ’ εμάς ο Πατέρας ένα φράγκο ή ένα δίφραγκο, όπως έδωσε στα αδέλφια μας, ενώ σ’ εμάς έχει δώσει ολόκληρο εκατοστάρικο. Νομίζουμε ότι αυτό που έδωσε σ’ εμάς δεν είναι τίποτε, γιατί περνάμε το εκατοστάρικο για χαρτί, και μας συγκινεί το φράγκο ή το δίφραγκο που έδωσε στα αδέλφια μας και κλαίμε και αγανακτούμε με τον Καλό Πατέρα μας .
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 123-125)
ΌΠΟΙΟΣ μπαίνει σε μυροπωλείο, έλεγε κάποιος Γέροντας, κι αν ακόμη δεν αγοράσει κανένα άρωμα, βγαίνει έξω γεμάτος ευωδία.
Το ίδιο συμβαίνει σ’ εκείνον που συναναστρέφεται αγίους ανθρώπους. Παίρνει επάνω του το πνευματικό άρωμα της αρετής τους.
ΤΡΕΙΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ είχαν συνήθεια να πηγαίνουν μια φορά τον χρόνο στον Αββά Αντώνιο, για να διδάσκονται από τον Μέγα Όσιο.
Οι δύο του έκαναν διάφορες ερωτήσεις. Έτσι, έδιναν αφορμή στον Άγιο να ξεχύνει τον ποταμό της θείας σοφίας που τον κατεκλυζε.
Ο τρίτος άκουγε πάντοτε σιωπηλός χωρίς να ρωτά.
Κάποτε τον ρώτησε ο Όσιος:
- Τόσα χρόνια μ’ επισκεπτέσαι, αδελφέ, και ποτέ δεν μου έκανες την παραμικρή ερώτηση. Δεν θέλεις να μάθεις τίποτε;
- Μου αρκεί που σε βλέπω, Αββά. Κι αυτό ακόμη μ’ έχει πολλά διδάξει, αποκρίθηκε με σεβασμό ο Γέροντας.
Ο ΑΒΒΑΣ Παφνούτιος ασκήτευε σ’ ένα απόμερο σπήλαιο, δώδεκα μίλια μακριά από την σκήτη των Πατέρων. Είχε όμως την συνήθεια να επισκέπτεται την σκήτη δυο φορές τον μήνα για να ωφελείται από την διδασκαλία εκείνων. Τύπωσε μάλιστα βαθιά στην μνήμη του και έλεγε ύστερα στους μαθητές του τον λόγο που του έλεγαν συχνότερα οι Γέροντες:
- Όπου κι αν βρεθείς, παιδί μου, μην συγκρίνεις τον εαυτό σου με άλλο πρόσωπο, για να έχεις ανάπαυση στην ψυχή. Διαφορετικά, σε ξεγελά ο διάβολος να νομίζεις πως είσαι καλύτερος από τους άλλους.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.147)
Ακροατές
με όρεξη και ζήλο
Χαίρομαι που σας βλέπω να συγκεντρώνεστε
για ν’ ακούσετε το λόγο του Θεού
και να δέχεστε με πολλή ευχαρίστηση τη διδασκαλία μου.
Γι’ αυτό το λόγο και εγώ με μεγαλύτερη προθυμία ετοιμάζω
κάθε μέρα να σας παραθέτω τη φτωχή αυτή και ευτελή τράπεζα.
Η μεγάλη σας όρεξη καλύπτει τη λιτότητα της πνευματικής μου προσφοράς
και κάνει τα μικρά να φαίνονται μεγάλα.
Ε.Π.Ε. 4,122
έχουν όρεξη, ευμενείς
Ο ομιλητής τίποτε άλλο δεν χρειάζεται τόσο πολύ,
όσο τον ευμενή ακροατή. Πραγματικά όταν δει την προθυμία των ακροατών,
φουντώνει, δυναμώνεται κι ο ίδιος. Τονώνεται πολύ.
Βλέπει, πώς όσο εκείνος παραθέτει το πνευματικό τραπέζι,
τόσο καλύτερα θα είναι τα αποτελέσματα.
Ε.Π.Ε. 4,124
θείου λόγου
Χαίρομαι, που σας βλέπω να τρέχετε για την ακρόαση των θείων λόγων.
Το θεωρώ αυτό μεγάλη απόδειξη της πνευματικής προκοπής.
Όπως το να πεινάει κανείς είναι δείγμα σωματικής υγείας,
έτσι και το να επιθυμεί λόγους πνευματικούς είναι δείγμα ψυχικής υγείας.
Χαίρομαι, λοιπόν, γι’ αυτό. Φοβάμαι, μήπως δεν μπορέσω να προσφέρω
αντάξιο τραπέζι για την όρεξη σας.
Ε.Π.Ε. 8α,346
προετοιμασμένοι, γη αγαθή
Ας καταρτίσουμε τον εαυτό μας.
Έτσι, την επομένη ελάτε στην εκκλησία,
για ν’ ακούσετε κάτι πολύ σπουδαίο απ’ τα χρήσιμα για σας
και να τα εναποθέσετε στην ψυχή σας.
Κανένας σας να μην είναι ούτε σαν το δρόμο της παραβολής
ή σαν την πέτρα ή σαν τ’ αγκάθια. Ας κάνουμε τον εαυτό μας γη νεοσκαμμένη.
Έτσι κι εμείς με προθυμία θα σπείρουμε τους σπόρους, όταν βρούμε γη καθαρή.
Ε.Π.Ε. 12,432-434
όχι μόνο ακροατές ή και θαυμαστές
Ας φοβηθούμε, για να μην ακούσουμε τη φωνή που λέει:
«Αν δεν είχα έρθει και δεν τους μιλούσα, δεν θα είχαν αμαρτία».
Τί διαφέρουμε απ’ εκείνους που καθόλου δεν άκουσαν,
αφού υστέρα απ΄ την ακρόαση πηγαίνουμε στο σπίτι χωρίς να πράττουμε τίποτε,
παρά μόνο έχοντας κάποιο θαυμασμό για όσα ακούσαμε;
Ε.Π.Ε. 12,466
κάποτε θα έρθει η ωφέλεια
Πολλές φορές οι γιατροί δίνουν φάρμακα, αλλ’ ωφέλεια δεν προκύπτει.
Σε κάποια στιγμή όμως πετυχαίνει η θεραπεία...
Ώστε κι αν δεν αποδώσουμε τώρα τους καρπούς της ακροάσεως της Γραφής,
οπωσδήποτε κάποτε θα φανεί η ωφέλεια.
Γι’ αυτό είμαι σίγουρος.
Ε.Π.Ε. 23,560
οπωσδήποτε επηρεάζονται
Αν οι ψαράδες πολλές φορές, ρίχνοντας τα δίχτυα όλη τη μέρα
και μη πιάνοντας τίποτε, δεν απογοητεύονται, πολύ περισσότερο εμείς.
Αυτός που άκουσε μύριες φορές, κάπως θα επηρεαστεί.
Άνθρωπος, που συνεχώς ακούει, δεν είναι δυνατόν να μείνη ανεπηρέαστος.
Ε.Π.Ε. 23,568
πρόθυμοι και αδιάφοροι
Σκιρτώ και πετάω από τη χαρά μου και θεωρώ τον εαυτό μου ευτυχισμένο,
όταν βλέπω να εργάζομαι ανάμεσα σε τόσους εραστές του λόγου,
που κρέμονται κυριολεκτικά από τη γλώσσα μου.
Ε.Π.Ε. 33,340
και έργα
Δεν έχουμε κανένα όφελος απ’ την ακρόαση των ιερών λογίων,
αν δεν συμβαδίζει με τα λεγόμενα και η φανέρωση των καλών έργων.
Ε.Π.Ε. 34,290
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 132-134)
"Ο πονηρός είναι πάρα πολύ αδύνατος"
Μια μέρα πηγαίνοντας από την Πολυκλινική πρός την Ομόνοια, συνέπεσε να έχει λήξει ένα συλλαλητήριο
και ένας από τους πολλούς πυροσβέστες που υπήρχαν εκεί και καθάριζαν το μέρος,
σήκωσε το σωλήνα του και έβρεξε κατά λάθος κάποιον άλλο πυροσβέστη που ήταν απέναντί του,
οπότε και αυτός με τη σειρά του πιάνει το δικό του σωλήνα και τον στρέφει προς τον πρώτο παίζοντας
με το νερό ποιός να νικήσει τον άλλον με τη λιγότερη πίεση, καθώς αντάμωναν τα νερά τους σε καμπύλη στον αέρα.
Και βλέποντάς τους ο Παππούλης μου λέει:"Βλέπεις εκεί πέρα τί γίνεται; "Το πιό δυνατό νικάει το πιο αδύνατο.
Έτσι γίνεται και με τον πιστό χριστιανό, που νικά τον κακό δαίμονα, διότι ο Χριστός είναι παντοδύναμος
σε σύγκριση με τον πονηρό, που είναι πάρα πολύ αδύνατος".
[Τζ 109π.]
"Εγωισμός, πείσμα, σατανάς"
Για κάποιον προβληματικό χριστιανό, που, εξ αιτίας μιας δοκιμασίας του αυτοπαγιδεύθηκε στα πάθη του,
ο Γέροντας, όταν ρωτήθηκε, είπε: "Βλέπω ότι είναι έξυπνος και έχει μέσα του και το καλό.
Αλλά μ' αυτή τη δοκιμασία που περνά, έχασε την υπομονή του, εκνευρίσθηκε και άφησε τον κακό εαυτό του να πνίξει τον καλό.
Επέτρεψε να τον κυριέψει ο εγωισμός, το πείσμα, ο σατανάς".
Πόση σημασία έχει η υπομονή και η ταπείνωση μέσα στις δοκιμασίες, που μας καθαρίζουν από τα πάθη μας,
μας το δείχνει ο Γέροντας, με την αποκάλυψη της πτώσης αυτού του ανθρώπου,
που αντιμετώπισε τη δοκιμασία του με ανυπομονησία και εγωισμό.
[Γ 304]
"Θ'ανάψουμε το φώς και τα σκοτάδια θα φύγουν μόνα τους"
Σε άλλη ευκαιρία ο Γέροντας μας έλεγε: "Γιατί να κυνηγάμε τα σκοτάδια;
Να, θ' ανάψουμε το φώς να κατοικήσει σ' όλη την ψυχή μας ο Χριστός, και τα δαιμόνια θα φύγουν μόνα τους".
Μας έκαναν ζωηρή εντύπωση οι παραστατικές εικόνες, που χρησιμοποιούσε ο Γέροντας.
Στο δρόμο της επιστροφής σχολιάζαμε με ενθουσιασμό τις αποκαλύψεις του, χωρίς, φυσικά, να τις πολυ καταλαβαίνουμε.
Εμείς μέναμε στην επιφάνεια των φραστικών μας φαντασιώσεων, ε
νώ εκείνος προχωρούσε στο βάθος των ανέκφραστων αγιοπνευματικών εμπειριών του.
Όταν έλεγε, "θα αφήσουμε να κατοικήσει σ' όλη την ψυχή μας ο Χριστός, και τα δαιμόνια θα φύγουν μόνα τους",
δε φανταζόταν, όπως εμείς, μιά υποθετική δυνατότητα, αλλά ,ζούσε μια πραγματική κατάσταση.[Γ 282]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.144-145)
Ο μισθός από την γηροκόμηση
Πώς κατήντησε ο κόσμος! Και στα Φάρασα και στην Ήπειρο γηροκομούσαν ακόμη και τα ζώα.
Καλά τα μουλάρια, αλλά και αυτά τα ζώα που το κρέας τους τρωγόταν δεν τα έσφαζαν.
Τα γέρικα βόδια λ.χ. με τα οποία όργωναν, τα σέβονταν, τα περιποιούνταν, τα γηροκομούσαν, γιατί έλεγαν:
«Φάγαμε ψωμί από αυτά». Δηλαδή τα ζώα που ήταν εργατικά και δούλευαν στο χωράφι είχαν και καλά γεράματα.
Και τότε οι άνθρωποι δεν είχαν τα μέσα που έχουν σήμερα.
Έπρεπε με τον χειρόμυλο να αλέθουν το ρόβι, να το κάνουν ψιλό, για να μπορή το καημένο το γέρικο βόδι να το φάη.
Ο σημερινός όμως κόσμος ξέφυγε• ανθρώπους δεν γηροκομούν, που να γηροκομήσουν τα ζώα!
Εγώ ποτέ στην ζωή μου δεν αισθάνθηκα τόσο καλά, όσο εκείνες τις λίγες μέρες που μου είπαν να γηροκομήσω έναν Γέροντα.
Η γηροκόμηση έχει μεγάλο μισθό. Θυμάμαι που έλεγαν και για έναν δόκιμο στο Άγιον Όρος που είχε φοβερό δαιμόνιο
και τον έβαλαν να γηροκομήση έξι γεροντάκια στο γηροκομείο της Μονής. Τα χρόνια εκείνα ήταν δύσκολα• δεν είχαν ευκολίες.
Φορτωνόταν ο καημένος τα ρούχα στην πλάτη του με ένα ξύλο και τα πήγαινε μακριά σε μια γούρνα, για να τα πλύνη,
έβαζε αλισίβα... Έπειτα από λίγο καιρό απαλλάχτηκε από το δαιμόνιο και έγινε μοναχός.
Γιατί, εκτός του ότι ο ίδιος γινόταν θυσία, αλλά και τα γεροντάκια του έδιναν ευχές.
Πολλά ανδρόγυνα δυσανασχετούν για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην οικογένειά τους από τις ιδιοτροπίες
και την γκρίνια των παππούδων που γηροκομούν.
Ξεχνούν τις αταξίες που έκαναν οι ίδιοι ή την γκρίνια και τις παραξενιές που είχαν, όταν ήταν παιδιά.
Δεν θυμούνται που δεν άφηναν τους γονείς τους να ησυχάσουν με τα κλάματα και τα καμώματά τους.
Γι’ αυτό ο Θεός επιτρέπει να συναντούν αυτές τις δυσκολίες, για να ξεπληρώσουν κάπως τις δικές τους αταξίες.
Τώρα είναι η σειρά τους να συμπαρασταθούν και να φροντίσουν τους γέρους γονείς τους με ευγνωμοσύνη
για τις θυσίες που έκαναν εκείνοι γι’ αυτούς, όταν ήταν παιδιά.
Όσοι δεν νιώθουν αυτό το χρέος προς τους γονείς τους, θα κριθούν από τον Θεό ως άδικοι και αχάριστοι.
Και βλέπω ότι τα βάσανα που έχουν πολλοί κοσμικοί μερικές φορές οφείλονται και στο ότι οι γονείς τους είναι πικραμένοι μαζί τους.
Ταλαιπωρούνται οι οικογένειες, γιατί δεν φροντίζουν τους παππούδες. Όταν την φουκαριάρα την γριά ή τον καημένο τον γέρο τους πάνε
και τους εγκαταλείπουν σε ένα γηροκομείο, τους παίρνουν και την περιουσία, και δεν χαίρονται τα εγγονάκια τους,
αλλά πεθαίνουν με καημό, τί ευλογία θα έχουν μετά τα παιδιά;
Μου έλεγε σήμερα μια ηλικιωμένη γυναίκα ότι έχει τέσσερα αγόρια παντρεμένα που μένουν στο ίδιο τετράγωνο
και δεν μπορεί να τα δή, γιατί συμβούλεψε μια φορά τις νυφάδες: «Να έχετε αγάπη μεταξύ σας, να εκκλησιάζεσθε»!
Ού, έγιναν θηρία! «Να μην ξαναπατήσης, της είπαν, στα σπίτια μας».
Πέντε χρόνια είχε να δη τα παιδιά της και έκλαιγε η καημένη. «Κάνε προσευχή, Πάτερ μου, μου είπε, έχω και εγγονάκια•
τουλάχιστον να τα δώ στον ύπνο μου». Έ, τί προκοπή θα έχουν μετά τα παιδιά της;
Κι ενώ η γιαγιά στην οικογένεια είναι μεγάλη ευλογία, αυτοί οι άνθρωποι δεν το καταλαβαίνουν αυτό.
Συνήθως ο άνδρας πέφτει πιο γρήγορα και τον υπηρετεί η γυναίκα του.
Όταν πεθάνη ο άνδρας, τότε, για να μην αισθάνεται άχρηστη η γυναίκα, αν την παίρνουν τα παιδιά στο σπίτι τους και φυλάη τα εγγόνια,
αυτό είναι πολύ καλό. Έτσι και αυτή αναπαύεται και το ζευγάρι οικονομείται.
Γιατί η μάνα δεν προφταίνει με τις δουλειές της να δώση στα παιδιά την απαραίτητη στοργή και αγάπη.
Την δίνει λοιπόν η γιαγιά, γιατί η ηλικία αυτή είναι η ηλικία της αγάπης και της στοργής.
Βλέπεις, όταν το παιδί κάνη αταξίες, η γιαγιά το χαϊδεύει, ενώ η μάνα το μαλώνει.
Με την φροντίδα της γιαγιάς και η μάνα κάνει τις δουλειές της, και τα παιδιά έχουν τα χάδια και την αγάπη,
αλλά και η γιαγιά αναπαύεται με την αγάπη των εγγονών.
Έχει μεγάλη ευλογία από τον Θεό όποιος κοιτάζει τους γονείς του. Μου είπε μια μέρα ένας νεαρός οικογενειάρχης:
«Γέροντα, σκέφτομαι στο σπίτι που θα χτίσω, να κάνω στον κάτω όροφο δύο διαμερισματάκια για τους γονείς και τα πεθερικά μου».
Πόσο με συγκίνησε! Πόσες ευχές του έδωσα! Απορώ, πώς δεν το καταλαβαίνουν αυτό τα ανδρόγυνα!
Πριν από λίγες μέρες ήρθε μια γυναίκα και μου είπε: «Η μάνα μου, Πάτερ, έχει ημιπληγία.
Βαρέθηκα οκτώ χρόνια να την γυρίζω από εδώ, από εκεί». Ακούς; Κόρη να μιλάη έτσι για την μάνα της!
«Ά, της λέω, είναι πολύ απλό! Τώρα θα κάνω προσευχή να πέσης εσύ οκτώ χρόνια από ημιπληγία και να γίνη καλά η μάνα σου,
για να σε περιποιήται». «Όχι, όχι, Πάτερ!», φώναζε. «Τέσσερα χρόνια τουλάχιστον, της λέω, τέσσερα χρόνια!
Βρέ, δεν ντρέπεσαι; Ποιό είναι προτιμότερο; Να έχη κανείς την υγεία του, να μην πονάη και να υπηρετή έναν άρρωστο,
να έχη και μισθό από τον Θεό, ή να υποφέρη, να μην μπορή να γυρίση το πόδι του, να ταπεινώνεται και να παρακαλάη:
"φέρε την πάπια, γύρνα με από εδώ, γύρνα με από εκεί";». Όταν τα άκουσε αυτά, συμμαζεύτηκε λίγο.
Αν έρθουν τα παιδιά στην θέση των γονέων τους που γέρασαν ή αν έρθη η νύφη στην θέση της πεθεράς της και σκεφθή:
«κι εγώ θα γεράσω και θα γίνω μια μέρα πεθερά• θα ήθελα να μη μου δίνη σημασία η νύφη μου;»,
τότε δεν θα υπάρχουν τέτοια προβλήματα.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 139-142)
Ένα πρωτότυπο θυμιατό
Ο άγιος επίσκοπος του Άργους Πέτρος ήθελε να εξορίση τον όσιο Θεοδόσιο τον Νέο από την επαρχία του! Είχε πιστέψει ορισμένες συκοφαντίες εναντίον του.
Μια νύχτα, όμως του παρουσιάσθηκε σε όραμα ο όσιος Θεοδόσιος και υποστήριξε την αθωότητα του. Ο άγιος Πέτρος, μετανοημένος, ξεκίνησε να τον συναντήση. Ήθελε να ζητήση συγγνώμη γιατί είχε εξαπατηθή και σχεδίαζε την εξορία.
Ο όσιος Θεοδόσιος προγνώρισε τον ερχομό του! Έβαλε λοιπόν αναμμένα κάρβουνα στο μοναχικό πάνινο κουκούλι του, πήρε στο χέρι λιβάνι και βγήκε να προϋπαντήση τον αρχιερέα.
Όταν εκείνος πλησίασε, έβαλε το λιβάνι πάνω στα κάρβουνα. Το κουκούλι, θαυματουργικά, δεν κάηκε καθόλου! Μ’ αυτό ο όσιος θυμίασε τον αρχιερέα. Σκορπίσθηκε τριγύρω άρρητη ευωδία.
Ο άγιος επίσκοπος, βλέποντας το παράδοξο θαύμα, κατέβηκε από το άλογο και έσπευσε προς τον όσιο. Κι εκείνος άφησε το κουκούλι και του έβαλε μετάνοια ευλαβικά. Ο άγιος Πέτρος τον ασπάσθηκε και του ζήτησε συγχώρησι για όσα είχε σκεφθή εναντίον του.
(Συναξαριστής Η΄)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σ. 133-134)