ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
Μ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
π. Νικόλαος
Δευτέρα: 12.15-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.15-2 μ. & 8.45 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.15-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.15 -2 μ.
Σάββατο: 12.15-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 7.30-9 βράδυ
π. Γεώργιος
Τετάρτη απόγευμα & καθημερινές πριν και μετά τις Ιερές Ακολουθίες

 

ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Πρόγραμμα Ακολουθιών - 2η Θεία Λειτουργία

Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται

στον Άγιο Σώστη

και

ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Εγκώμιο Σταυρού!
αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου

Σταυρὸς Χριστιανῶν ἐλπὶς,
σταυρὸς νεκρῶν ἀνάστασις,
σταυρὸς τυφλῶν ὁδηγὸς,
σταυρὸς ἀπηλπισμένων ἐλπὶς,
σταυρὸς πεπλανημένων ὁδὸς,
σταυρὸς ἀδικουμένων ἔκδικος,
σταυρὸς χωλῶν βακτηρία,
σταυρὸς πενήτων παραμυθία,
σταυρὸς πλουσίων χαλινὸς,
σταυρὸς ὑπερηφάνων καθαίρεσις,
σταυρὸς ἀκολάστων μετάνοια,
σταυρὸς τρόπαιον κατὰ δαιμόνων,
σταυρὸς διαβόλου νῖκος,
σταυρὸς νηπίων παιδαγωγὸς,
σταυρὸς ἀπόρων εὐπορία,
σταυρὸς πλεόντων κυβερνήτης,
σταυρὸς χειμαζόντων λιμὴν,
σταυρὸς πολεμουμένων τεῖχος,
σταυρὸς πατὴρ ὀρφανῶν,
σταυρὸς προστάτης χηρῶν,
σταυρὸς ἀδίκων κριτὴς,
σταυρὸς δικαίων στῦλος,
σταυρὸς θλιβομένων ἄνεσις,
σταυρὸς νηπίων φύλαξ,
σταυρὸς ἀνδρῶν κεφαλὴ,
σταυρὸς πρεσβυτέρων τέλος,
σταυρὸς φῶς τοῖς ἐν σκότει καθημένοις,
σταυρὸς βασιλέων μεγαλοπρέπεια,
σταυρὸς βαρβάρων φιλανθρωπία,
σταυρὸς δούλων ἐλευθερία,
σταυρὸς ἀπαιδεύτων σοφία,
σταυρὸς ἀνόμων νόμος,
σταυρὸς προφητῶν κήρυγμα,
σταυρὸς ἀποστόλων κατάγγελμα,
σταυρὸς μαρτύρων καύχημα,
σταυρὸς μοναζόντων ἄσκησις,
σταυρὸς παρθένων σωφροσύνη,
σταυρὸς ἱερέων χαρὰ,
σταυρὸς Ἐκκλησίας θεμέλιος,
σταυρὸς οἰκουμένης ἀσφάλεια,
σταυρὸς ναῶν καθαίρεσις,
σταυρὸς βωμῶν ἀνατροπὴ,
σταυρὸς κνίσσης ἀφανισμὸς,
σταυρὸς Ἰουδαίων σκάνδαλον,
σταυρὸς ἀσεβῶν ἀπώλεια,
σταυρὸς ἀδυνάμων δύναμις,
σταυρὸς νοσούντων ἰατρὸς,
σταυρὸς λεπρῶν καθαρισμὸς,
σταυρὸς παραλυτικῶν σφίγξις,
σταυρὸς πεινώντων ἄρτος,
σταυρὸς διψώντων πηγὴ,
σταυρὸς γυμνῶν σκέπη·


Ένας δάσκαλος είχε πει πως η σπουδαιότερη λέξη είναι το «γιατί;»
Όλη η γνώση ξεκίνησε απ’ αυτή τη λέξη. Η ερώτηση ήταν η πύλη που οδήγησε στη φώτιση.
***
Η σοφία του Θεού έχει πολύ χαμηλή θύρα. Για να περάσεις κάτω απ’ αυτή, πρέπει να σκύψεις το κεφάλι σου.
***
Το σπουδαιότερο βιβλίο της ζωής είναι ο Εσταυρωμένος. Είναι βιβλίο εικονογραφημένο. Όποιος ξέρει να το διαβάσει είναι ο πιο φωτισμένος απ’ όλους τους σοφούς. Όποιος δεν ξέρει να το διαβάσει είναι ο πιο καθυστερημένος απ’ όλους τους αναλφάβητους.
***
Η σύγκριση αυτού που μας προσφέρει η Πίστη έναντι στη Γνώση είναι ότι ένα δοχείο νερό στην έρημο σε σχέση με ένα βουνό χρυσάφι στον ίδιο τόπο.(Τολστόι)
***
Θα έδινα ευχαρίστως όλη μου τη δόξα ως επιστήμονας για ένα ψίχουλο από τη δόξα του Μεγάλου Αντωνίου, ο οποίος δεν ήξερε ούτε να διαβάζει.(Παστέρ)
***
Μοιάζω σαν το παιδάκι που με το κουβαδάκι του κουβαλάει νερό στην ακρογιαλιά. Αυτές είναι οι γνώσεις μου. Ο ωκεανός του αγνώστου απλώνεται μπροστά μου.(Νεύτων)
***
Ο ονομαστός Άραβας γιατρός Αμπού, ρωτήθηκε κάποτε πάνω σ’ ένα ζήτημα πολύ δύσκολο, σχετικά με την επιστήμη του κι απάντησε χωρίς να διστάσει:
- Δεν ξέρω απολύτως τίποτε γι αυτό.
- Μα πως; του παρατήρησαν. Ο χαλίφης σε πληρώνει τόσο ακριβά για την επιστήμη σου.
- Βεβαίως, αποκρίθηκε εκείνος. Με πληρώνει για όσα ξέρω. Αν επρόκειτο να με πληρώσει για όσα δεν ξέρω, δεν θα του έφτανε όλο το χρυσάφι του χαλιφάτου.
***
Παλαιότερα οι άνθρωποι ξεχώριζαν σε μορφωμένους και αμόρφωτους. Στην εποχή μας επικρατεί ένας άλλος τύπος. Ο «ειδικός». Ο ειδικευμένος σε ένα συγκεκριμένο θέμα, που είναι πεπαιδευμένος- απαίδευτος.
Πεπαιδευμένος σε ότι αφορά το περιορισμένο αντικείμενο της επιστήμης του, απαίδευτος όμως σε ό,τι αφορά την ευρύτερη θεώρηση της ζωής. Όσοι δε δοκησίσοφοι φθάνουν στην αξίωση να αποφαίνονται εφ’ όλων των θεμάτων, με την ίδια αυθεντία, που ομιλούν για ζητήματα της περιορισμένης ειδικότητας του, συνιστούν κίνδυνο. Βρίσκονται τους αντίποδες του «Ἓν οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα» και απειλούν με αποπροσανατολισμό και ανατροπή των αξιών της ζωής.
***
Κατά την λεηλασία των Μεγάρων οι στρατιώτες λεηλάτησαν και το σπίτι του φιλόσοφου Στίλπωνος. Ο στρατηγός, που το έμαθε, διέταξε οργισμένος να ζητήσουν συγγνώμη και κατάλογο των πραγμάτων που του πήραν.
Ο Στίλπων απάντησε: Δεν μου φαίνεται να μου πήραν τίποτε από αυτά που μου ανήκουν, αφού «ουδείς μοι την παιδείαν, τον λόγον και την επιστήμην αφήρεσεν».
***
Έμεινε έκπληκτη η αντικρινή κυρία βλέποντας τον Ουγκώ να διαβάζει μέρα-νύχτα.
- Κουράζεσθε πολύ, του είπε κάποια στιγμή. Το φως του δωματίου σας δεν σβήνει όλη τη νύχτα. Μικραίνετε έτσι τις ώρες της ζωής σας. (εννοώντας τις ώρες της νυχτερινής ανάπαυσης).
- Ναι, κυρία μου, της απάντησε εκείνος, αλλά μεγαλώνω τις ημέρες της, φωτίζοντας τες με το φως των γνώσεων.
***
Τα όσα χρωστάει η ανθρωπότητα στους Τρείς Ιεράρχες, δεν τα χρωστάει ούτε σε τρία εκατομμύρια δοκησίσοφους. Γιατί οι τρείς αυτοί, συνδυάζοντας γνώσεις και αρετή, εθεμελίωσαν τον ελληνοχριαστιανικό πολιτισμό, πάνω στον οποίο στάθηκαν και εργάστηκαν όλοι οι σοφοί του κόσμου. Και θα άξιζε να ακουσθούν και γι αυτούς τα μνημειώδη λόγια του Τσώρτσιλ, για τη μικρή, την ολιγάριθμη ομάδα των αεροπόρων που έπεσαν στην ιστορική μάχη της Αγγλίας.
- Ουδέποτε- είπε ο Τσώρτσιλ- στην Ιστορία της Ανθρωπότητας προσέφεραν τόσοι λίγοι, τόσα πολλά, σε τόσους πολλούς. So few, so much, to so many.
Λόγια που ταιριάζουν και στους Τρείς Ιεράρχες, που τόσο λίγοι αυτοί προσέφεραν και προσφέρουν τόσα πολλά σε τόσους πολλούς. Στην Οικουμένη ολόκληρη ως οικουμενικοί διδάσκαλοι.(Κωνσταντίνος Κούρκουλας, «Πνευματικοί Αντίλαλοι»)
***
Είμαι σεμνός όχι από αρετή, αλλά από γνώση. Το «γνώθι σ’ αυτόν» με κάνει σεμνό. Όχι μόνο γιατί δεν είμαι τίποτα μπρος στο άπειρο αλλά για το πολύ λίγο που γνωρίζω από την ουσία του απείρου. (Κωνσταντίνος Τσάτσος)
***
Μην ντρέπεσαι για τα λάθη σου είναι ένας από τους καλύτερους τρόπους να διδάξουμε τον εαυτό μας. Τα πιο πολλά και τα πιο σπουδαία από όσα γνωρίζουμε τα οφείλουμε στα λάθη μας.
Ησίοδος
(Από το βιβλίο: Στάχυα τόμος Α, Κωνσταντίνου Κούρκουλα)

Κάποτε ένας άρχοντας καλός και αγαθός, ελεήμων και εύσπλαχνος, θέλησε να κάνει έναν μοναχικό περίπατο στο γειτονικό δάσος.

Στον δρόμο που πήγαινε, συνάντησε έναν ζητιάνο με αξιολύπητη εμφάνιση, ο οποίος του ζήτησε ελεημοσύνη.

Τον ευσπλαχνίστηκε και, γενναιόδωρος καθώς ήταν, άδειασε τις τσέπες του στα χέρια του. Είχε πάνω του 168 λίρες. Του έδωσε τις 166 και κράτησε μόνο τις δύο!

Ο ζητιάνος έκθαμβός μπροστά σ’ αυτή τη γενναιοδωρία, τον χιλιοευχαρίστησε ,πρόσεξε όμως και τις δύο λίρες που κράτησε ο άρχοντας.Μετά από αυτό, ο ελεήμων άνθρωπος συνέχισε τον δρόμο του προς το δάσος.

Ο ζητιάνος, όμως, ο οποίος ήταν μεταμφιεσμένος ληστής, χώθηκε στο δάσος και από άλλον δρόμο του βγήκε μπροστά κι εκεί στην ερημιά χτύπησε και σκότωσε τον ευεργέτη του και του πήρε και τις δύο λίρες που είχε κρατήσει!!!

Αγανακτεί κανείς μπροστά σ’ αυτή την αχαριστία και απληστία. Κι όμως, χωρίς να το καταλαβαίνουμε , μπαίνουμε στην θέση αυτού του αχάριστου και άπληστου ληστού!

Ο Πανάγαθος Θεός μας χαρίζει 168 ώρες ζωής την εβδομάδα για να τις αξιοποιήσουμε όπως θέλουμε, και κρατάει για Εκείνον μόνον δύο ώρες, τις ώρες που πρέπει να συμμετέχουμε στην Θεία Λατρεία της Κυριακής, στην Θεία Λειτουργία. Κι αυτό, πάλι για μας.

Για να μας ξεκουράσει ψυχικά, να μας θρέψει με το Πανάγιον Σώμα και Αίμα Του, για να ανανεώσει τις δυνάμεις μας με το ουράνιο οξυγόνο της Χάριτος .

Του τις αφαιρούμε ληστρικά κι αυτές με διάφορες προφάσεις.

Έτσι αδικούμε τον Πανευεργέτη μας και Σωτήρα μας Χριστό, αλλά κυρίως την ψυχή μας, που την αφήνουμε νηστική από την θεία Χάρη και εξαντλημένη.

Από το βιβλίο: «ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ - Ουράνια μηνύματα, Θαυμαστά γεγονότα» ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ

Όποιος δίνει καλή συμβουλή, χτίζει με το ένα χέρι.
Όποιος δίνει καλή συμβουλή και καλό παράδειγμα, χτίζει με τα δύο.
Εκείνος όμως που δίνει καλή συμβουλή και κακό παράδειγμα,
χτίζει με το ένα χέρι και γκρεμίζει με το άλλο.
                                        *****
Για να δεχτούν οι άνθρωποι τις ιδέες σου, πρέπει να αποδεχτούν πρώτα την αξία σου και την προσωπικότητά σου.
Ο άνθρωπος -λέει ένας σοφός- μοιάζει με τη βελόνα και οι ιδέες του με την κλωστή. Για να περάσει η κλωστή στο ύφασμα πρέπει να περάσει πρώτα η βελόνα. Και για να περάσουν οι ιδέες σου στην κοινωνία πρέπει να περάσεις πρώτα και να γίνεις αποδεκτός εσύ ο ίδιος
                                       *****
Μιά νεαρή Αφρικάνα παρακολουθούσε τον ιεραπόστολο, που από καιρό είχε έλθει στο χωριό της. Της έκανε ιδιαίτερη εντύπωση η αγάπη του για τους ασθενείς, τους πτωχούς και το πόσο ακούραστα προσπαθούσε να κάμει το καλό. Δεν έτυχε, όμως, ποτέ να ακούσει το κήρυγμά του.
Μιά ημέρα έτυχε η μικρή Αφρικάνα να συναντηθεί σε ένα χωριό με την κατηχήτρια και να την ακούσει να διηγείται για Κάποιον που' χε έλθει να υπηρετήσει τους άλλους, να περιθάλψει τους πτωχούς, να δώσει φώς στους τυφλούς κ.λ.π. κ.λ.π. Αφού τελείωσε η κατηχήτρια την αφήγησή της, ρώτησε την μικρή Αφρικάνα.
- Μήπως ξέρεις ποιός είναι αυτός;
- Μάλιστα, απάντησε με βεβαιότητα εκείνη. Είναι ο πατήρ Χαρίτων!
Η ζωή του ιεραποστόλου εκείνου ταίριαζε τόσο πολύ με την περιγραφή του Ιησού. Και η νεαρή Αφρικάνα είχε διαβάσει τη ζωή του Κυρίου στο βίο και την δράση του πατρός Χαρίτωνος, που ήταν ανοιχτή «επιστολή Χριστού γινωσκομένη και αναγινωσκομένη υπό πάντων ανθρώπων».
                                            *****
Ρώτησα αυτόν, που ξέρει.
Άκουσα αυτόν, που λέει.
Θαύμασα αυτόν, που πείθει.
Ζήλεψα αυτόν, που έχει.
Τίμησα αυτόν, που δίδει.
Ακολούθησα αυτόν, που ΕΙΝΑΙ.
 (Κωνσταντίνος Κούρκουλας, «Πνευματικοί Αντίπαλοι»)
                                              *****
Ήταν χαράματα κι αγριοχείμωνο, όταν ο Γέορντας ξύπνησε τον υποτακτικό. «Σήκω. Πρέπει να πάμε να κηρύξουμε στ' αντικρυνό χωριό». «Μα, Γέροντα, τα χιόνια το' χουν αποκλείσει». «Πρέπει», τον αντίσκοψε εκείνος και ξεκίνησαν.
Έπειτα από σκληρή και επικίνδυνη πορεία έφτασαν. Το' φεραν ένα γύρο χαιρετώντας και καλημερίζοντας και, «πάμε να φύγουμε τώρα», είπε ο Γέροντας.
«Μα δεν κήρυξες»! απόρησε ο υποτακτικός.
«Κηρύξαμε»! τον διαβεβαίωσε.
«Άν δεν άκουσες, τουλάχιστον δεν διάβασες το κήρυγμά μας στα μάτια αυτών, που μας χαιρόντουσαν καθώς περνούσαμε ανάμεσά τους; Ήταν ένα κήρυγμα χωρίς λόγια. Σαν τις μεγάλες μουσικές συμφωνίες. Δεν έχουν λόγια. Έχουν μόνο ήχους. Αλλά είναι ήχοι θεσπέσιοι. Γι' αυτό και συναρπάζουν. Έτσι και με την έμπρακτη αγάπη».
                                              *****
«Δεν τα θέλω, δεν με σώζουν αυτά», έλεγε ένας τραυματίας στο νοσοκόμο που του διάβαζε το Ευαγγέλιο. Σε λίγη ώρα φωνάζει: «Διψώ». Ο νοσοκόμος περνώντας ανάμεσα από τις σφαίρες που έπεφταν βροχή, γέμισε το παγούρι και του το έφερε να πιεί. Ο τραυματίας κατάπληκτος του λέγει:
«Άν αυτό το βιβλίο σε δίδαξε να κάνεις τέτοιο πράγμα, διάβασέ μου, θέλω ν' ακούσω».
«Δείξόν μοι την πίστιν σου εκ των έργων σου».
                                              *****
Ο Θωμάς ζήτησε να ιδεί τα χέρια του Χριστού για να πιστέψει στην Ανάστασή του. Και η σύγχρονη κοινωνία, για να βεβαιωθεί για τα φιλόθεα αισθήματά μας, θέλει να ιδεί τα χέρια μας. Έχει δε αποδειχθεί, πως τα ωραιότερα χέρια είναι εκείνα, που προσφέρουν αγάπη. Είναι χέρια, που σφραγίζονται με τους τύπους των ήλων της σταυρούμενης αγάπης. Τα μόνα χέρια, που μπορούν να ελκύσουν ψυχές στο Χριστό.
Ο Σπάρτης Ευστάθιος

(από το βιβλίο: Στάχυα, τόμος Β, Κωνσταντίνου Κούρκουλα)

Εβδομήκοντα χρόνια
δίχως γηρατειά!
Στα μαλλιά τα χιόνια
στην καρδιά φωτιά.   
(Γ. Δροσίνης «Φωτερά Σκοτάδια»)

                    ***

Όταν ο Διογένης γέρασε, οι φίλοι του τον παρότρυναν να μην εργάζεται σε τέτοια ηλικία. Εκείνος όμως διαφωνούσε και έλεγε ότι ο δρομέας, όταν πλησιάζει στο τέλος της διαδρομής, δεν σταματά, αλλά τουναντίον εντείνει τις δυνάμεις του και την προσπάθεια του.

                    ***

Τα γηρατειά για τον πιστό είναι το Μέγα Σάββατο. Η παραμονή της Λαμπρής. Η προσμονή μιας ένδοξης Ανάστασης. Γι αυτό τα χριστιανικά γηρατειά είναι γηρατειά γαλήνης και προσδοκίας. Και, όταν ακόμα δεν έρχονται ανώδυνα, είναι πάντοτε ανεπαίσχυντα και ειρηνικά. Ετοιμάζουν την καλήν απολογίαν. Και προγεύονται το πασχαλινό δείπνο. (Κωνσταντίνος Κούρκουλας «Σκηνές από το Πάθος»)

                    ***

Η μεγαλοσύνη σε ένα έθνος δεν μετριέται – καθώς είπεν ο ποιητής – με το στρέμμα, αλλά με της καρδιάς το πύρωμα και με το αίμα. Και το μεγαλείο μιας ζωής δεν μετριέται με το μήκος της, με την ηλικία της, αλλά με το περιεχόμενο της. «Γῆρας γὰρ τίμιον οὐ τὸ πολυχρόνιον», είπε ο σοφός Σειράχ.

                    ***

Όταν ο ήλιος δύει, ο λαός λέει, ότι ο ήλιος βασιλεύει. Και ο πιστός όταν γερνάει και γέρνει προς τη δύση του πορεύεται σε βασιλεία. Στη Βασιλεία του θεού, αφήνοντας πίσω του φως ιλαρό.

                    ***

Οι γριές όταν μιλούν για τις νέες, ξεχνούν ότι υπήρξαν κι αυτές νέες, οι δε νέες όταν μιλούν για τις γριές, λησμονούν ότι κι αυτές θα γεράσουν.

                    ***

Οι νέοι ζουν με όνειρα. Οι ηλικιωμένοι με αναμνήσεις. Γι αυτούς ο Αλεξανδρινός ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης είπεν:
Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους.
Και στις γειτονιές τις ίδιες
θα γερνάς.
Και εξαρτάται από τους «δρόμους» και τις «γειτονιές» που ο ηλικιωμένος πέρασε, αν θα ισχύσει αυτό που είπεν ο λαός: «Τα στερνά τιμούν τα πρώτα».

                   ***

Τα γηρατειά παρακαλούν:
Θεέ μου,
Εσύ που πάντα στάθηκες μ’ αγάπη στο πλευρό μου,
και που στον κάθε κίνδυνο σε είχα βοηθό μου,
δος μου και τώρα δύναμη, στις μοναξιάς τις ώρες.
Στις ώρες της απόγνωσης και στης ζωής τις μπόρες,
γυρνώντας με τη σκέψη μου στα χρόνια τα παλιά,
να βρώ στην ευσπλαχνία σου γλυκιά παρηγοριά!
Για όλα όσα μου χάρισες να νιώσω ευγνωμοσύνη,
και ν’ αντικρύσω τη ζωή ξανά με εμπιστοσύνη!
Και την αγάπη του Χριστού έχοντας για πυξίδα,
στα χέρια του Σωτήρα μου ν’ αφήσω κάθε ελπίδα.

                  ***

Και τώρα που δερνόμαστε κατάμονοι και γέροι
από το χειμωνιάτικο των συμφορών αγέρι,
τώρα που σέρνομε βαρύ το κλονισμένο βήμα,
προς το γεμάτο σκοτεινιά και μαύρη φρίκη βήμα μνήμα,
τι άλλο μας παρηγορεί παρά η πίστη μόνη,
πως η βουλή Σου στο καλό όλα κατευοδώνει;
Κι είν’ ανακούφιση γλυκιά στων γηρατειών την κλίνη
να λέμε: Πάτερ Άγιε, το θέλημα Σου ας γίνει!
(Κωνσταντίνος Καλλίνικος, «Δάφναι και Μυρσίναι» )

                 ***

(Στάχυα ,Τόμος Α ,Κωνσταντίνος Κούρκουλας)

Θα με βοηθήσετε;

Το 1989, ένας σεισμός 8.2 βαθμών ισοπέδωσε σχεδόν την Αρμενία, σκοτώνοντας πάνω από 30.000 άτομα σε λιγότερο από τέσσερα λεπτά.

Μέσα από την ολοκληρωτική καταστροφή και το χάος, ένας πατέρας άφησε τη γυναίκα του στο σπίτι κι έτρεξε στο σχολείο όπου βρισκόταν ο γιος του, όπου ανακάλυψε πως το σχολικό κτίριο ήταν ένας σωρός από ερείπια.

Μετά από το αρχικό τραυματικό σοκ, θυμήθηκε την υπόσχεση που είχε δώσει στο γιο του: «Ότι και να συμβεί θα είμαι πάντα δίπλα σου!» και τα μάτια του άρχισαν να γεμίζουν δάκρυα. Καθώς κοιτούσε το σωρό με τα ερείπια κάθε ελπίδα φαινόταν μάταια, αλλά η υπόσχεση που είχε δώσει στο γιο του εξακολούθησε να τον απασχολεί.

Προσπάθησε να συγκεντρώσει τη σκέψη του στη διαδρομή που ακολούθησε ο γιος του για το σχολείο κάθε πρωί. Καθώς θυμήθηκε ότι η τάξη του βρισκόταν στην πίσω δεξιά γωνία του κτιρίου, έτρεξε προς τα εκεί κι άρχισε να σκάβει.

Στο μεταξύ, άρχισαν να καταφθάνουν κι άλλοι απελπισμένοι γονείς, οι οποίοι φώναζαν: «Ο γιος μου!» «Η κόρη μου!» Κάποιοι γονείς, καλοπροαίρετα, προσπάθησαν να τον τραβήξουν πίσω από τα ερείπια λέγοντας του:

«Τελείωσε πια!» «Έχουν σκοτωθεί!» «Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα!» «Πήγαινε στο σπίτι σου!» «Έλα , αντιμετώπισε την αλήθεια, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα πια!» «Απλώς θα χειροτερέψεις τα πράγματα!»

Απαντούσε σε όλους στερεότυπα: «Θα με βοηθήσετε τώρα;» και συνέχιζε να σκάβει για να βρει το γιο του, σηκώνοντας μία μία τις πέτρες.

Ο διοικητής της πυροσβεστικής εμφανίστηκε σε κάποια στιγμή και προσπάθησε να τον απομακρύνει από τα ερείπια λέγοντάς του: «Έχουν ξεσπάσει πυρκαγιές, από παντού ακούγονται εκρήξεις. Κινδυνεύεις. Θα το αναλάβουμε εμείς αυτό. Πήγαινε στο σπίτι σου». Και πάλι ο στοργικός πατέρας είπε: «Θα με βοηθήσετε τώρα;»

Μετά, ήρθε η αστυνομία και του είπε: «Είσαι θυμωμένος, απελπισμένος. Αλλά βάζεις άλλους σε κίνδυνο. Πήγαινε στο σπίτι σου. Θα κάνουμε εμείς αυτό που πρέπει να γίνει». Εκείνος αποκρίθηκε: «Θα με βοηθήσετε τώρα;» Κανένας δεν τον βοήθησε.

Με θάρρος συνέχισε μόνος του να σκάβει, θέλοντας να διαπιστώσει αν το παιδί του ήταν ζωντανό ή νεκρό. Έσκαβε οκτώ ώρες... δώδεκα ώρες… είκοσι τέσσερις ώρες… τριάντα έξι ώρες. Στην τριακοστή όγδοη ώρα, σήκωσε μια μεγάλη πέτρα κι άκουσε τη φωνή του γιου του. Φώναξε τ’ όνομα του παιδιού του: «Αρμάντ!» Από κάτω ήρθε η απάντηση: «Πατέρα! Εγώ είμαι πατέρα! Είπα στα άλλα παιδιά να μην ανησυχούν. Τους είπα ότι αν ήσουν ζωντανός, θα με έσωζες και μαζί μ’ εμένα θα έσωζες κι εκείνα. Υποσχέθηκες: «Ό,τι και να συμβεί θα είμαι δίπλα σου!» Το τήρησες, πατέρα»

«Τι γίνεται εκεί μέσα; Πώς είναι η κατάσταση;» ρώτησε ο πατέρας.

«Είμαστε 14 ζωντανοί από 33, πατέρα. Είμαστε τρομαγμένοι, πεινάμε, διψάμε και χαιρόμαστε που βρίσκεσαι εδώ. Όταν κατέρρευσε το κτίριο, σχηματίστηκε μια σφήνα, ένα τρίγωνο που μας προστάτεψε».

«Έλα βγες έξω αγόρι μου».

«Όχι, πατέρα! Ας βγουν πρώτα τα άλλα παιδιά, εγώ ξέρω πως θα με βγάλεις! Ό,τι και να συμβεί ξέρω πως θα είσαι δίπλα μου!»  Marc V. Hansen

(από το βιβλίο Βάλσαμο για την ψυχή, σελ. 222-224)

Σε μια λαϊκή εξέγερση ο όχλος είχε πετροβολήσει ένα άγαλμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου και του είχε παραμορφώσει το πρόσωπο. Οι αυλικοί τότε του συνέστησαν να προβεί σε παραδειγματική τιμωρία.
-     Δεν υπάρχει –του είπαν- ποινή ισάξια με το έγκλημα που διέπραξαν οι άνθρωποι αυτοί, τολμώντας να λιθοβολήσουν σου το σεπτό σου πρόσωπο
-     Μα τι λέτε εκεί – έκανε ο Μέγας Κωνσταντίνος με αγαθότητα φέρνοντας συγχρόνως τα δάχτυλα του στο πρόσωπο του – εγώ δεν νιώθω καμιά πληγή στο πρόσωπο μου.
Και τους συγχώρεσε όλους.
                         ***
Σε όσους θύμιζαν στον Ιφικράτη την ταπεινή καταγωγή του, εκείνος έλεγε: «Πράγματι δεν είμαι η ουρά κάποιας σπουδαίας οικογένειας,. Θα γίνω αρχηγός μιας μεγάλης γενιάς!». Το ίδιο και ο Μέγας Ναπολέων. Σ’ αυτούς που σχολίαζαν ότι ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας, χωρίς να προέρχεται από γένος αυτοκρατορικό, εκείνος απαντούσε:
«Απ’ εμού το Γένος!»
Δεν είμαι απόγονος, είμαι Γενάρχης!
                        ***
Όταν μαθαίνεις τις άδικες κακολογίες εις βάρος σου, να θυμάσαι τις δίκαιες που κανείς δεν τις λέει, γιατί κανείς δεν τις έμαθε.
«’Εν άλλοις πταίομεν και εν άλλοις άπολαμβάνομε».
- Για άλλα φταίμε και σε άλλα πληρώνουμε.
                        ***
Είχε την ονομαστική του ο Ανδρέας Λασκαράτος, όταν έλαβε από έναν βαμμένο εχθρό το δώρο του. Άνοιξε περίεργος το δέμα και έμεινε κατάπληκτος από το περιεχόμενο. Ήσαν … κέρατα. Το ξανάκλεισε και περίμενε. Σε λίγες μέρες ερχόταν η ονομαστική του χυδαίου αυτού ανθρώπου. Νικόλα τον έλεγαν. Κατέβηκε λοιπόν στον κήπο του ο Λασκαράτος έφτιαξε μια ωραία ανθοδέσμη και του την έστειλε μαζί με ένα σημείωμα όπου ο κεφαλλονίτης ποιητής έγραφε: «Έκαστος προσφέρει από αυτά που έχει. Χρόνια πολλά». Και υπέγραψε.
                        ***
Προτιμώ να είμαι καλεσμένος ενός φτωχού που με περιμένει χαμογελαστός στο κατώφλι του παρά ενός πλουσίου που στέλνει το θυρωρό του να μου ανοίξει την πύλη του μεγάρου του. (Σάιξπηρ)
(Από το βιβλίο: Στάχυα τόμος Α, Κωνσταντίνου Κούρκουλα)

Η ερωτική έξαρση και η τρυφεράδα μέσα στον γάμο εξαντλούνται γρήγορα, όπως το πρώτο κρασί στο γάμο της Κανά. Για να διατηρηθεί όμως η ευφορία και η χαρά μέσα στο σπίτι, πρέπει να έρθει ο «καλός οίνος». Αλλ’ αυτό δεν γίνεται παρά μόνο με θαύμα. Και ένα τέτοιο θαύμα μόνο ένας μπορεί να το κάμει. Ο Χριστός. Αρκεί να είναι προσκεκλημένος, και στο δικό σου γάμο, όπως τότε της Κανά της Γαλιλαίας

                           ***

Ο γάμος είναι η πιο δύσκολη απ’ όλες τις ανθρώπινες σχέσεις, γιατί είναι η πιο στενή κι η πιο συνεχής. Να ζεις τόσο κοντά με άλλο πρόσωπο –που παραμένει «κάποιος άλλος»-, να συνδέεσαι τόσο στενά με άλλη προσωπικότητα χωρίς προστριβές και χωρίς συγκρούσει είναι δύσκολο. Μερικοί ισχυρίζονται πως είναι πιο εύκολο να πεθάνεις για τη γυναίκα που αγαπάς, παρά να ζήσεις μαζί της. Και πολλές γυναίκες θα μπορούσαν να πουν: είναι πολύ πιο εύκολο να πεθάνεις για τον άντρα που αγαπάς, παρά να ζήσεις μαζί του.

Ο ένας πρέπει να υποφέρει τον άλλον. Είναι ο μόνος τρόπος ενός ευτυχισμένου γάμου.

                           ***

Κάθε μια από τις ρυτίδες σου –έγραφε ένας τρυφερός σύζυγος στη σύντροφο του- αυτές οι βαθιές γραμμές στις άκρες των ματιών σου, φαντάζουν σαν πεντάγραμμο, που πάνω του εγράψαμε τα ωραιότερα τραγούδια της ζωής μας. Και τώρα ύστερα από την μακριά, την ολονύχτια αγρυπνία της βιοπάλης μας, απολαμβάνουμε το εωθινό εμβατήριο, καθώς πηγαίνουμε να κοιμηθούμε στην πρωινή γαλήνη της Βασιλείας του Θεού.

                           ***

Ρωτούσε επίμονα η μητέρα του τον Θαλή τον Μιλήσιο πότε θα παντρευτεί.
- «Ούπω καιρός». Της έλεγε εκείνος. Δεν είναι ακόμα καιρός.
Έπειτα από πολύ καιρό η μητέρα του επανήλθε.
Πότε επιτέλους θα παντρευτείς; ρώτησε με αγωνία.
-«Ουκέτι καιρός»! απάντησε αυτή τη φορά. Πέρασε πια ο καιρός. Δεν υπάρχουν πια περιθώρια. Γέρασα.
Από το «ούπω» μέχρι το «ουκέτι» ο χρόνος κύλησε και χάθηκε! Και ο σοφός Θαλής έμεινε μόνος!

                           ***

-Κύριε Πρόεδρε, γιατί μείνατε άγαμος; ρώτησε ένας δημοσιογράφος τον γάλλο πολιτικό Σουμάν.
-Γιατί ζητούσα ιδανική σύζυγο.
-Επειδή δεν βρήκατε λοιπόν;
-Όχι, την βρήκα.
Ο δημοσιογράφος απόρησε:
-Μα τότε γιατί δεν την παντρευτήκατε;
-Γιατί κι εκείνη-κατά σύμπτωση- ζητούσε τον ιδανικό σύζυγο, τον οποίο δεν βρήκε ακόμη…

                          ***

Αλυσίδες δεν μπορούν να κρατήσουν το γάμο στέρεα. Μόνο κλωστές, πολλές λεπτές μεταξωτές κλωστές μπορούν να δέσουν δυο ανθρώπους και να τους κρατήσουν τον ένα κοντά στον άλλο, δια βίου.

                          ***

Για την ευτυχία στο γάμο χρειάζεται κάτι πολύ περισσότερο από το να βρεις το σωστό πρόσωπο.

Χρειάζεται να είσαι και εσύ το σωστό πρόσωπο.

                          ***

Χθες παραμονή της Πρωτοχρονιά, ήμουνα ξαπλωμένος στο κουβούκλι μας περασμένα μεσάνυχτα και συλλογιζόμουνα. Είχα δουλέψει νυχτέρι για να τελειώσω μια Παναγία Γλυκοφιλούσα, και δίπλα μου καθόταν η γυναίκα μου και έπλεκε. Όποτε δουλεύω, βρίσκουμαι σε μεγάλη κατάνυξη, και ψέλνω διάφορα τροπάρια. Σιγόψελνα, λοιπόν, εκεί που ζωγράφιζα την Παναγία, κι η Μαρία έψελνε και εκείνη μαζί μου με τη γλυκιά φωνή της. Βλογημένη γυναίκα μου έδωσε ο Θεός, ας είναι δοξασμένο το όνομα του, για όλα τα μυστήρια της οικονομίας του. Τον ευχαριστώ για όσα μου έδωσε, και πρώτα απ’ όλα για την απλή τη Μαρία, που μου τη δώρισε συντροφιά στη ζωή μου, ψυχή θρησκευτική, ένα δροσερό ποταμάκι που γλυκομουρμουρίζει μέρα-νύχτα δίπλα σε έναν παλιό καστρότοιχο. Το κρυσταλλένιο νερό του δεν θολώνει με τα χρόνια, αλλά γίνεται και ολοένα πιο καθαρό και πιο γλυκόλαλο:

«Καλότυχος ο άνδρας που ‘χει καλή γυναίκα. Κοντά μου κάθεται και με συντροφεύει, ήμερος άνθρωπος, Μαρία η Απλή. Εκείνη πλέκει είτε ράβει, κι εγώ δουλεύω την αγιασμένη τέχνη μου και φιλοτεχνώ εικονίσματα που τα προσκυνά ο κόσμος. Τι χάρη μας έδωσε ο Παντοδύναμος, που την έχουνε λιγοστοί άνθρωποι: «Ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωση των δούλων αυτού». Το καλύβι μας είναι φτωχό στα μάτια του κόσμου, και μολαταύτα στ’ αλήθεια είναι χρυσοπλοκώτατος πύργος κι ηλιοστάλαχτος θρόνος, γιατί μέσα του σκήνωσε η πίστη κι η ευλάβεια. Κι εμείς που καθόμαστε μέσα, είμαστε οι πιο φτωχοί από τους φτωχούς, πλην μας πλουτίζει με τα πλούτη του Εκείνος, που είπε: «Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριο ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού».

Φώτης Κόντογλου

                         ***

Ρώτησαν τον Γέροντα ποια είναι τα πιο κρίσιμα χρόνια στο γάμο.
- Τα πρώτα πέντε και τα τελευταία δέκα, τους απάντησε.
- Τα πρώτα είναι τα χρόνια της προσαρμογής του ενός προς τον άλλον, τα δεύτερα είναι τα χρόνια της υπομονής του ενός προς τον άλλον. Και είναι ίσως τα πιο δύσκολα.

                         ***

Άστραφτε από νιότη κι ομορφιά,
κατ’ απ’ του γάμου τα στεφάνια η κόρη,
παρόμοια με αγγέλου ζωγραφιά,
δίπλα στο τιμημένο της αγόρι.
Μα η σεμνή του γάμου τελετή,
μόλις με τα φιλιά είχε τελειώσει
και η ωραία φεύγει φτερωτή,
χωρίς καμιάν εξήγηση να δώσει.
Που πάει η νύφη έτσι, βιαστικά,
στου ποθητού το χέρι ακουμπισμένη,
κι έχει θολά τα μάτια τα γλυκά
κι είναι στη σκέψη όλο βυθισμένη;
Στον πατρικό της τάφο η φτωχή
πάει για μια στιγμή να γονατίσει
και των νεκρών γονιών της την ευχή
μαζί με τον καλό της να ζητήσει.
Εύγε σου, κόρη, που δεν λησμονείς
μες στις χαρές του γάμου και στα γέλια,
πως οι ευχές, που δίνουν οι γονείς
στο νέο σπίτι, βάζουν τα θεμέλια.
(Κωνσταντίνος Καλλίνικος, «Δάφναι και Μυρσίναι»)

(από το βιβλίο: Στάχυα τόμος Α, Κωνσταντίνος Κούρκουλας)  

 

Τί αξία έχει αδελφοί μου, εάν μιλώ αιώνια για τον Θεό και ο Θεός αιώνια σιωπά; Μπορώ άραγε να υπερασπιστώ το δίκαιο του Θεού, εάν ο Θεός δεν το θέσει υπό την προστασία Του; Μπορώ να αποδείξω τον Θεό στους άθεους εάν ο Θεός κρύβεται;
Μπορώ να αγαπώ τα παιδιά Του, εάν Αυτός είναι αδιάφορος απέναντι στα παθήματά τους;

Όχι. Τίποτα από όλα αυτά δεν μπορώ. Οι λέξεις μου δεν έχουν φτερά για να μπορούν να υψώσουν στον Θεό όλους τους πεσμένους και ξεπερασμένους από τον Θεό ούτε έχουν φωτιά για να ζεστάνουν τις παγωμένες καρδίες των παιδιών έναντι του Πατέρα τους. Οι λέξεις μου δεν είναι τίποτα, αν δεν είναι απήχηση και επανάληψη αυτού που ο Θεός με τη δική του δυνατή γλώσσα λέει.

Τί είναι ο ψίθυρος στα βότσαλα της ακτής μπροστά στο φοβερό βουητό του ωκεανού; Έτσι είναι και οι λέξεις μου απέναντι στους λόγους του Θεού. Πώς μπορεί να ακούσει κάποιος τον ψίθυρο στα βότσαλα, τα σκεπασμένα από τον αφρό του μανιώδους στοιχείου, όταν είναι κουφός μπροστά στο βουητό του ωκεανού;

Πώς θα δει τον Θεό στα λόγια μου εκείνος που δεν μπορεί να τον δει στη φύση και στη ζωή;

Πώς οι αδύναμες ανθρώπινες λέξεις μπορούν να πείσουν εκείνον που ούτε οι κεραυνοί δεν είναι σε θέσει να πείσουν;

Πώς θα ζεσταθεί με μία σπίθα εκείνος που άφησε τη φωτιά πίσω του;

Δεν σιωπά ο Θεός αδελφοί μου, αλλά μιλά δυνατότερα από όλες τις θύελλες και τους κεραυνούς. Δεν εγκαταλείπει ο Θεός τον δίκαιο, αλλά τον παρακολουθεί στα παθήματά του και απαλά τον οδηγεί στον θρόνο. Δεν εξαρτάται ο Θεός από οποιουδήποτε την καλή θέληση, αλλά πράττει τα πάντα εξαρτώμενα από τη δική Του καλή θέληση. Θα ήταν κακόμοιρος ο Θεός μας, εάν εξαρτιόταν από τις δικανικές υπερασπίσεις ενός θνητού ανθρώπου.

Ο Θεός είναι αυτός που είναι, είτε εμείς τον μεγαλύνουμε είτε τον υποτιμούμε.

Ο Θεός θα υπάρχει , φωτεινός και μεγάλος όπως και σήμερα, και τότε που οι ακτίνες του ηλίου μάταια θα αναζητούν ένα ανθρώπινο πλάσμα στη γη, και αντί ζωντανών θα ζεσταίνουν μόνον τους τάφους των νεκρών…

Το ζήτημα της υπάρξεως του Θεού και της Θείας του Οικονομίας θα καταστρεφόταν αν εξαρτιόταν από τους λόγους μου και από τις δικές σας συνήθειες. Αλλά το ζήτημα του Θεού, ανεξάρτητα απ’ όλους εμάς θα πετύχει και θα νικήσει. Εκείνος του οποίου τα χρόνια δεν έχουν αριθμό και η οντότητά του δεν έχει αρχή και τέλος δεν μπορεί να αφήσει το «επίγειο σπίτι» του στις διαθέσεις μας, στα αδύναμα δημιουργήματά του, των οποίων η αρχή και το τέλος σχεδόν συναντιόνται σε ένα σημείο και των οποίων η οντότητα είναι μία κουκκίδα.

Δεν είναι ο άνθρωπος φερέγγυος αλλά ο Θεός και πιστός εγγυητής της Βασιλείας της αγάπης στη γη…

Από το βιβλίο: Αργά βαδίζει ο Χριστός, Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, εκδ.Εν πλω.

 


Τα άλμπατρος είναι πουλιά των μακρινών θαλασσών, που οι ναυτικοί τα πιάνουν για να διασκεδάσουν. Εφοδιασμένα με πολύ μεγάλα φτερά, που σέρνονται χάμω, δυσκολεύουν με κωμικό τρόπο το περπάτημα τους. Πράγμα, που οι ναυτικοί το γλεντούν.
Έτσι και για μερικές εκλεκτές ψυχές. Εξόριστοι εδώ στη γη, «πάροικοι και παρεπίδημοι», τα γιγάντια φτερά τους τούς εμποδίζουν να περπατούν.. «κανονικά» σαν τους άλλους. Και δέχονται γιουχαΐσματα από τα γύρω άπτερα σπονδυλωτά.
*****
Αντάμωσαν, ο αητός με τον σαλίγκαρο, στην κορυφή ενός απότομου βράχου.
- Πώς φτάσατε εδώ πάνω; τους ρώτησαν
- Με τα φτερά μου, πετώντας, απάντησε περήφανα ο αητός.
- Με τα σάλια μου γλείφοντας και έρποντας, μουρμούρισε ο άλλος.
Πολλοί άνθρωποι στέκουν σε μεγάλα αξιώματα και φτάνουν σε υψηλές θέσεις από διαφορετικούς δρόμους. Τι το όφελος όμως; Όλοι ξέρουν, πως ο ένας είναι αητός και ο άλλος γυμνοσάλιαγκας
*****
Για να αποκτήσεις καλό όνομα απαιτούνται πολλές καλές πράξεις. Για να το χάσεις φτάνει μια και μόνο κακή πράξη.
***
Όταν η θέληση μας είναι θέληση του Θεού, αυτό είναι καλό. Όταν η θέληση του Θεού είναι και δική μας θέληση, αυτό είναι καλύτερο.
***
Ένας Άγιος είπε: « Κάθε καλή πράξη που έχω κάνει στη ζωή μου προσπαθώ να μην τη σκέφτομαι καθόλου». Και όταν τον ρωτούσαν γιατί, απαντούσε χαριτολογώντας:
- Τη σκέφτεται, λυπημένος, νύχτα και μέρα ο διάβολος και αναστενάζει. Δεν υπάρχει, λοιπόν, καμία ανάγκη να τη σκεφτόμαστε και οι δύο.
. ***
Ο σταθερός άνθρωπος μοιάζει μα αναμμένη λαμπάδα, που όπου κι αν την γυρίσει, η φλόγα της προς τα επάνω θα στραφεί.
***
Ο όσιος Χριστόδουλος έφερνε γύρα τα σπίτια των πλουσίων, ζητώντας χρήματα για να μοιράσει στους φτωχούς. Ένας από αυτούς τους πλουσίους όμως του αρνήθηκε και μάλιστα του κακομίλησε.
Ο Όσιος σαν μην είχε ακούσει, επέμενε να του ζητά. Τότε εκείνος οργίστηκε και τον χτύπησε στο πρόσωπο. Αλλά ο Άγιος του είπε ατάραχος:
- Ευχαριστώ. Αλλά το ράπισμα ήταν για μένα. Τώρα δώσε μου σε παρακαλώ και κάτι για τους φτωχούς. Και ο πλούσιος έκπληκτος και μετανοημένος, του έδωσε χρήματα πολλά…
***
Οι συγγενείς ενός αγίου επισκόπου, που βρισκόταν στην επιθανάτια κλίνη, τον ρώτησαν, με τρόπο, που είχε φυλαγμένα τα χρήματα του. Κι εκείνος τους αποκρίθηκε:
- Στις τσέπες των φτωχών.
***
Συμβαίνει ώστε μερικοί άνθρωποι με μεγάλα προγονικά ονόματα να μοιάζουν με το φυτό της πατάτας. Ό,τι αξίζει από τα ονόματα αυτά βρίσκεται κάτω από τη γη. Στο νεκροταφείο.
*****
Κάποιος ανόητος Αθηναίος κορόιδευε μια μέρα τον Αναχάρσι, έναν από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, γιατί ήταν «βάρβαρος». Ο Αναχάρσις που ήταν πράγματι Σκύθης, απάντησε χωρίς να ταραχθεί:
- Είναι καλύτερα να συστέλλεται κανείς για την πατρίδα του παρά η πατρίδα του γι αυτόν, τον ίδιο.
Ο άνθρωπος δίνει αξία στον τόπο του και όχι ο τόπος στον άνθρωπο.
***
Σε ένα κύκλο συζητήσεων γινόταν λόγος για το καλύτερο είδος μορφώσεως. Οι μεν έλεγαν ότι η καλύτερη μόρφωση είναι η φιλοσοφία. Άλλοι υποστήριζαν, ότι είναι οι καλές τέχνες. Άλλοι έθεταν την προτίμηση τους στη στρατιωτική κατάρτιση. Και τέλος άλλοι στην πολιτική πείρα.
Αφού είπε ο καθένας τη γνώμη του, ρώτησαν και το φιλόσοφο Αντισθένη, ο οποίος απάντησε:
- Για μένα η καλύτερη μόρφωση είναι το να ξεμάθει κανείς την κακία
***
Κάποιος έχωσε -λέει ο Αίσωπος- και έπιασε στη χούφτα του όσα πιο πολλά φουντούκια μπορούσε. Όταν θέλησε να τραβήξει το χέρι του είδε ότι του ήταν αδύνατο, γιατί ο λαιμός του σταμνιού ήταν στενός. Για να το βγάλει, έπρεπε να ανοίξει τη χούφτα του και ν’ αφήσει τα φουντούκια. Έτσι κι ο άνθρωπος. Δεν μπορεί ν’ απελευθερωθεί, αν δεν ανοίξει το χέρι που κρατάει επίμονα τα φθαρτά και μάταια του κόσμου τούτου, και τα εγκαταλείψει.
***
Στο ολυμπιακό στάδιο των χριστιανικών αγώνων δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε θέσεις για θεατές. Μόνο στίβος. Ο Χριστιανισμός δεν έχει απόμαχους, ούτε συνταξιούχους. Μόνο αθλητές.
***
Πολλοί Χριστιανοί μοιάζουν σαν τα χριστουγεννιάτικα δένδρα. Δεν έχουν καρπούς. Είναι νεκρά και φέρουν πάνω τους κρεμασμένα στολίδια. Έτσι και οι άνθρωποι αυτοί αντί για καρπούς, που είναι οι αρετές, επιδεικνύουν τα ψεύτικα στολίδια μιας επίπλαστης ευσέβειας. Ο Χριστός όμως θέλει τους οπαδούς του όχι νεκρά χριστουγεννιάτικα δένδρα, αλλά δένδρα καρποφόρα. «ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός-λέγει ο Παύλος- ἐστιν ἀγάπη, μακροθυμία, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια».
Μόνο με τέτοιους καρπούς παύει να είναι κανείς νεκρό χριστουγεννιάτικο δένδρο, που το πετάμε σε λίγες μέρες, αλλά δένδρο πολύφυλλο γεμάτο καρπούς.
***
Στα κείμενα ενός νεώτερου Αγίου, βρέθηκε και η παρακάτω προσευχή:
«Αν σε αγαπώ, Κύριε δεν το κάνω αυτό για τον παράδεισο που μας υποσχέθηκες. Αν φοβούμαι να πέσω στην αμαρτία, ο λόγος δεν είναι η κόλαση που μας απειλεί. Ό,τι με ελκύει κοντά Σου, Κύριε, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μονάχα Εσύ. Εσύ που αγάπησες τόσο το πλάσμα σου, ώστε να σταυρωθείς γι ‘αυτό σαν κακούργος. Σε αγαπώ τόσο, ώστε κι αν δεν υπήρχε Παράδεισος, θα σε αναζητούσα. Κι αν δεν υπήρχε Κόλαση, θα σε λογάριαζα.»
(Από το βιβλίο: Στάχυα τόμος Α, Κωνσταντίνου Κούρκουλα)

 

katafigioti

lifecoaching