E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Μα η πνευματική ζωή είναι η πραγματική ζωή. Όλα τ’ άλλα είναι πράγματα.
Πράγμα είναι το σώμα μας, χώμα δανεισμένο από την γη. Χώμα, νερό, φωτιά, αέρας – απ’ αυτά τα τέσσερα στοιχεία είναι κτισμένο το ανθρώπινο σώμα.
Κτισμένο τόσο επιδέξια και θαυμαστά που δεν γίνεται να εκφρασθεί και να περιγραφεί. Μα όμως το σώμα είναι μόνο ένα πράγμα, δεν είναι η ζωή∙ είναι η άμαξα, δεν είναι ο ταξιδιώτης∙ είναι το κλουβί, δεν είναι το πτηνό.
Τι είναι τότε η ζωή; Η Αγία Γραφή του Θεού ξεκάθαρα εξηγεί στην πρώτη κιόλας σελίδα της: «καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν» ( Γεν. 2, 7 ) .
Μήπως γνωρίζεις τι σημαίνουν άμεσα και έμμεσα αυτές οι λέξεις; Έμμεσα λοιπόν από την γη έφτιαξε ο Θεός το σώμα και άμεσα εκ του Εαυτού Του, ενεφύσησεν σ’ αυτόν πνοή ζωής. Έτσι ο άνθρωπος έγινε ζωντανή ψυχή. Η ανθρώπινη ύπαρξη είναι φαινομενικά πράγμα, αλλά πράγμα με ζωντανό πνεύμα μέσα της, το ποίο προέρχεται άμεσα από τον Δημιουργό.
Μέσα απ’ αυτή την πνοή ζωής ο άνθρωπος σχετίζεται με το Δημιουργό του και μ’ ολόκληρο τον πνευματικό κόσμο, που περιβάλλει τον Δημιουργό. Είναι μία σπίθα που μοιάζει με την αιώνια φλόγα του θεού. Αν και με το σώμα έρπουμε στην γη ανάμεσα στα έντομα, μ’ αυτήν την σπίθα είμαστε δεμένοι με τους υψηλότερους ουρανούς και την αιωνιότητα.
Η ζωή του ανθρώπου είναι ψυχή ζώσα στο σώμα, ασταμάτητα υποστηριζόμενη και αναζωογονούμενη με εκείνη την θεϊκή πνοή ζωής.
Πρακτικά μιλώντας η πνευματική ζωή είναι η αδιάκοπη προσπάθειά μας να αξιωθούμε εκείνης της θεϊκής πνοής μέσα μας. Γιατί όμως να προσπαθούμε να αξιωθούμε; Επειδή αυτό μας το δώρισε ο Δημιουργός από τον Εαυτό Του. Κανείς από μας δεν το αγόρασε, ούτε το πλήρωσε αλλά μας το δώρισε η αιώνια Αγάπη. Το δώρο δεν πληρώνεται με τίποτα. Γι’ αυτό και είναι δώρο.
Αλλά εκείνος που δέχεται το δώρο και μάλιστα ένα δώρο τόσο πολύτιμο όπως αυτό της ζωής, πρέπει τουλάχιστον να φανεί αντάξιος τέτοιου δώρου.
Πώς να απαντήσουμε στην αγάπη του Θεού με αγάπη, και πώς να αναδειχθούμε άξιοι αυτού του Θεϊκού δώρου; Γι’ αυτό υπάρχει μεγάλη επιστήμη, η οποία αποκαλείται πνευματική επιστήμη. Η επιστήμη αυτή είναι πάνω απ’ όλες τις επιστήμες, όπως είναι η Θεϊκή πνοή ζωής πάνω από όλα τα πράγματα. Η επιστήμη αυτή δεν κατάγεται από τον εν σώματι άνθρωπο αλλά από το ίδιο το Άγιο Πνεύμα του Θεού.
Ο Δωρητής του πιο πολύτιμου δώρου μόνος έμαθε τους ανθρώπους πώς να αξιωθούν αυτού του δώρου.
Εάν επιθυμείς να εισέλθεις σ’ αυτή τη φωτεινή και γλυκιά επιστήμη, ας είναι ευλογημένη η επιθυμία σου.

Ειρήνη και χαρά εν Κυρίω.

(ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, "Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται…",
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Α΄, Εκδόσεις «εν πλω»)

Δεν σιωπά ο Θεός αδελφοί μου, αλλά μιλά δυνατότερα από όλες τις θύελλες και τους κεραυνούς

Τι αξία έχει αδελφοί μου, εάν μιλώ αιώνια για τον Θεό και ο Θεός αιώνια σιωπά; Μπορώ άραγε να υπερασπιστώ το δίκαιο του Θεού εάν ο Θεός δεν το θέσει υπό την προστασία Του; Μπορώ να αποδείξω τον Θεό στους άθεους εάν ο Θεός κρύβεται; Μπορώ να αγαπώ τα παιδιά Του εάν Αυτός είναι αδιάφορος απέναντι στα παθήματά τους; Όχι. Τίποτα από όλα αυτά δεν μπορώ. Οι λέξεις μου δεν έχουν φτερά για να μπορούν να υψώσουν στον Θεό όλους τους πεσμένους και ξεπερασμένους από τον Θεό Ούτε έχουν φωτιά για να ζεστάνουν τις παγωμένες καρδιές των παιδιών έναντι του Πατέρα τους. Οι λέξεις μου δεν είναι τίποτα αν δεν είναι απήχηση και επανάληψη αυτού που ο Θεός με τη δική του δυνατή γλώσσα λέει.

Τι είναι ο ψίθυρος στα βότσαλα της ακτής μπροστά στο φοβερό βουητό του ωκεανού; Έτσι είναι και οι λέξεις μου απέναντι στους λόγους του Θεού. Πώς μπορεί να ακούσει κάποιος τον ψίθυρο στα βότσαλα τα σκεπασμένα από τον αφρό του μανιώδους στοιχείου όταν είναι κουφός μπροστά στο βουητό του ωκεανού; Πως θα δει τον Θεό στα λόγια μου εκείνος που δεν μπορεί να τον δει στη φύση και στη ζωή; Πως οι αδύναμες ανθρώπινες λέξεις μπορούν να πείσουν εκείνον που ούτε οι κεραυνοί δεν είναι σε θέσει να πείσουν; Πως θα ζεσταθεί με μία σπίθα εκείνος που άφησε τη φωτιά πίσω του; Δεν σιωπά ο Θεός αδελφοί μου, αλλά μιλά δυνατότερα από όλες τις θύελλες και τους κεραυνούς.

Δεν εγκαταλείπει ο Θεός τον δίκαιο, αλλά τον παρακολουθεί στα παθήματά του και απαλά τον οδηγεί στον θρόνο. Δεν εξαρτάται ο Θεός από οποιουδήποτε την καλή θέληση, αλλά πράττει τα πάντα εξαρτώμενα από τη δική Του καλή θέληση. Θα ήταν κακόμοιρος ο Θεός μας, εάν εξαρτιόταν από τις δικανικές υπερασπίσεις ενός θνητού ανθρώπου.

Ο Θεός είναι αυτός που είναι, είτε εμείς τον μεγαλύνουμε είτε τον υποτιμούμε. Ο Θεός θα υπάρχει , φωτεινός και μεγάλος όπως και σήμερα. Και τότε που οι ακτίνες του ηλίου μάταια θα αναζητούν ένα ανθρώπινο πλάσμα στη γη και αντί ζωντανών θα ζεσταίνουν μόνον τους τάφους των νεκρών…

Το ζήτημα της υπάρξεως του Θεού και της Θείας του Οικονομίας θα καταστρεφόταν αν εξαρτιόταν από τους λόγους μου και από τις δικές σας συνήθειες. Αλλά το ζήτημα του Θεού, ανεξάρτητα απ’ όλους εμάς θα πετύχει και θα νικήσει. Εκείνος του οποίου τα χρόνια δεν έχουν αριθμό και η οντότητά του δεν έχει αρχή και τέλος δεν μπορεί να αφήσει το «επίγειο σπίτι» του στις διαθέσεις μας, στα αδύναμα δημιουργήματά του, των οποίων η αρχή και το τέλος σχεδόν συναντιόνται σε ένα σημείο, και των οποίων η οντότητα είναι μία κουκκίδα. Δεν είναι ο άνθρωπος φερέγγυος αλλά ο Θεός και πιστός εγγυητής της Βασιλείας της αγάπης στη γη…

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Από το βιβλίο “Αργά βαδίζει ο Χριστός


Θέματα: πίστη, αθεΐα,

Το 1922 ήρθε από την Μικρασία με τους πρόσφυγες ένα ορφανό Ελληνόπουλο, ονόματι Συμεών. Εγκαταστάθηκε στον Πειραιά σε μια παραγκούλα και εκεί μεγάλωσε μόνο του. Είχε ένα καροτσάκι και έκανε τον αχθοφόρο, μεταφέροντας πράγματα στο λιμάνι του Πειραιά. Γράμματα δεν ήξερε ούτε πολλά πράγματα από την πίστη μας. Είχε την μακαρία απλότητα και πίστη απλή και απερίεργη.

Όταν ήρθε σε ηλικία γάμου νυμφεύθηκε, έκανε δύο παιδιά και μετακόμισε με την οικογένειά του στη Νίκαια. Κάθε πρωί πήγαινε στο λιμάνι του Πειραιά για να βγάλει το ψωμάκι του. Περνούσε όμως κάθε μέρα το πρωί από το ναό του αγίου Σπυρίδωνος, έμπαινε μέσα, στεκόταν μπροστά στο τέμπλο, έβγαζε το καπελάκι του και έλεγε:

«Καλημέρα Χριστέ μου, ο Συμεών είμαι. Βοήθησέ με να βγάλω το ψωμάκι μου».

Το βράδυ που τελείωνε τη δουλειά του ξαναπερνούσε από την Εκκλησία, πήγαινε πάλι μπροστά στο τέμπλο και έλεγε:

«Καλησπέρα Χριστέ μου, ο Συμεών είμαι. Σ' ευχαριστώ που με βοήθησες και σήμερα».

Και έτσι περνούσαν τα χρόνια του ευλογημένου Συμεών.

Περίπου το έτος 1950 όλα τα μέλη της οικογενείας του αρρώστησαν από φυματίωση και εκοιμήθησαν εν Κυρίω. Έμεινε ολομόναχος ο Συμεών και συνέχισε αγόγγυστα τη δουλειά του αλλά και δεν παρέλειπε να περνά από τον άγιο Σπυρίδωνα να καλημερίζει και να καλησπερίζει τον Χριστό, ζητώντας την βοήθειά Του και ευχαριστώντας Τον.

Όταν γέρασε ο Συμεών, αρρώστησε. Μπήκε στο Νοσοκομείο και νοσηλεύτηκε περίπου για ένα μήνα. Μια προϊσταμένη από την Πάτρα τον ρώτησε κάποτε:

- Παππού, τόσες μέρες εδώ μέσα δεν ήρθε κανείς να σε δει. Δεν έχεις κανένα δικό σου στον κόσμο;

- Έρχεται, παιδί μου, κάθε πρωί και απόγευμα ο Χριστός και με παρηγορεί.

- Και τι σου λέει, παππού;

- «Καλημέρα Συμεών, ο Χριστός είμαι, κάνε υπομονή»· «Καλησπέρα Συμεών, ο Χριστός είμαι, κάνε υπομονή».

Η προϊσταμένη παραξενεύτηκε και κάλεσε τον Πνευματικό της, π. Χριστόδουλο Φάσο, να έρθει να δει τον Συμεών μήπως πλανήθηκε. Ο π. Χριστόδουλος τον επισκέφθηκε, του έπιασε κουβέντα, του έκανε την ερώτηση της προϊσταμένης και ο Συμεών του έδωσε την ίδια απάντηση.

Τις ίδιες ώρες πρωί και βράδυ, που ο Συμεών πήγαινε στο ναό και χαιρετούσε τον Χριστό, τώρα και ο Χριστός χαιρετούσε τον Συμεών. Τον ρώτησε ο Πνευματικός:

- Μήπως είναι φαντασία σου;

- Όχι, πάτερ, δεν είμαι φαντασμένος, ο Χριστός είναι.

- Ήρθε και σήμερα;

- Ήρθε.

- Και τι σου είπε;

- Καλημέρα Συμεών, ο Χριστός είμαι. Κάνε υπομονή, σε τρείς μέρες θα σε πάρω κοντά Μου πρωί-πρωί.

Ο πνευματικός κάθε μέρα πήγαινε στο Νοσοκομείο, μιλούσε μαζί του και έμαθε για την ζωή του. Κατάλαβε ότι πρόκειται περί ευλογημένου ανθρώπου. Την τρίτη ημέρα πρωί-πρωί πάλι πήγε να δει τον Συμεών και να διαπιστώσει αν θα πραγματοποιηθεί η πρόρρηση ότι θα πεθάνει. Πράγματι εκεί που κουβέντιαζαν, ο Συμεών φώναξε ξαφνικά: «Ήρθε ο Χριστός», και εκοιμήθη τον ύπνο του δικαίου.

Αιωνία του η μνήμη. Αμήν.

(από το βιβλίο "ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ", 2008, σ. 350-351,
Ιερόν Ησυχαστήριον Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής)

Ευλόγησε τους εχθρούς μου, ω Κύριε! Ακόμη και εγώ τους ευλογώ και δεν τους καταριέμαι.

Οι εχθροί με έχουν οδηγήσει μέσα στην αγκάλη Σου περισσότερο, από ό,τι οι φίλοι μου. Οι φίλοι με έχουν προσδέσει στην γη, ενώ οι εχθροί με έχουν λύσει από την γη και έχουν συντρίψει όλες τις φιλοδοξίες μου στον κόσμο.

Οι εχθροί με αποξένωσαν από τις εγκόσμιες πραγματικότητες και με έκαναν έναν ξένο και άσχετο κάτοικο του κόσμου. Όπως ακριβώς ένα κυνηγημένο ζώο βρίσκει ασφαλέστερο καταφύγιο από ένα μη κυνηγημένο, έτσι και εγώ, καταδιωγμένος από τους εχθρούς, έχω εύρει το ασφαλέστερο καταφύγιο, προφυλασσόμενος υπό το σκήνωμά Σου, όπου ούτε φίλοι ούτε εχθροί μπορούν να απωλέσουν την ψυχή μου.

Ευλόγησε τους εχθρούς μου, ω Κύριε! Ακόμη και εγώ τους ευλογώ και δεν τους καταριέμαι.

Αυτοί μάλλον, παρά εγώ, έχουν ομολογήσει τις αμαρτίες μου ενώπιον του κόσμου.

Αυτοί με έχουν μαστιγώσει, κάθε φορά που εγώ είχα διστάσει να μαστιγωθώ.

Με έχουν βασανίσει, κάθε φορά που εγώ είχα προσπαθήσει να αποφύγω τα βάσανα.

Αυτοί με έχουν επιπλήξει, κάθε φορά που εγώ είχα κολακεύσει τον εαυτό μου.

Αυτοί με έχουν κτυπήσει, κάθε φορά που εγώ είχα παραφουσκώσει με αλαζονεία.

Ευλόγησε τους εχθρούς μου, ω Κύριε! Ακόμη και εγώ τους ευλογώ και δεν τους καταριέμαι.

Κάθε φορά που είχα κάνει τον εαυτό μου σοφό, αυτοί με αποκάλεσαν ανόητο.

Κάθε φορά που είχα κάνει τον εαυτό μου δυνατό, αυτοί με περιγέλασαν σαν να ήμουν νάνος.

Κάθε φορά που θέλησα να καθοδηγήσω άλλους, αυτοί με έσπρωξαν στο περιθώριο.

Κάθε φορά που έσπευδα να πλουτίσω, αυτοί με εμπόδισαν με σιδηρά χείρα.

Κάθε φορά που είχα σκεφθεί ότι θα κοιμόμουν ειρηνικά, αυτοί με ξύπνησαν από τον ύπνο.

Κάθε φορά που προσπάθησα να κτίσω σπίτι για μία μακρά και ήρεμη ζωή, αυτοί το κατεδάφισαν και με έβγαλαν έξω.

Στ' αλήθεια, οι εχθροί με έχουν αποσυνδέσει από τον κόσμο και άπλωσαν τα χέρια μου στο κράσπεδο του ιματίου Σου.

Ευλόγησε τους εχθρούς μου, ω Κύριε! Ακόμη και εγώ τους ευλογώ και δεν τους καταριέμαι.

Ευλόγησέ τους και πλήθυνέ τους! Πλήθυνέ τους και κάνε τους ακόμη πιο σκληρούς εναντίον μου!

Ώστε η καταφυγή μου σε Σένα να μην έχει επιστροφή.
ώστε κάθε ελπίδα μου στους ανθρώπους να διαλυθεί ως ιστός αράχνης.
ώστε απόλυτη γαλήνη να αρχίσει να βασιλεύει στην ψυχή μου.
ώστε η καρδιά μου να γίνει ο τάφος των δύο κακών διδύμων μου αδελφών: της αλαζονείας και του θυμού.
ώστε να μπορέσω να αποθηκεύσω όλους τους θησαυρούς μου εν ουρανοίς.

α!  ώστε να μπορέσω για πάντα να ελευθερωθώ από την αυταπάτη, η οποία με περιέπλεξε στο θανατηφόρο δίχτυ της απατηλής ζωής.

Οι εχθροί με δίδαξαν να μάθω -αυτό που δύσκολα μαθαίνει κανείς- ότι ο άνθρωπος δεν έχει εχθρούς στον κόσμο, εκτός από τον εαυτό του!...

Μισεί κάποιος τους εχθρούς του μόνον όταν αποτυγχάνει να αναγνωρίσει ότι δεν είναι εχθροί, αλλά σκληροί και άσπλαχνοι φίλοι!...

Είναι πράγματι δύσκολο για μένα να πω ποιος μου έκανε περισσότερο καλό και ποιος μου έκανε περισσότερο κακό στον κόσμο: οι εχθροί ή οι φίλοι.

Γι' αυτό, ευλόγησε, ω Κύριε, και τους φίλους μου και τους εχθρούς μου...  

Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"

Η οδός του χριστιανού σε γενικές γραμμές είναι τέτοιας λογής.

Στην αρχή ο άνθρωπος προσελκύεται από το Θεό με τη δωρεά της χάρης, κι όταν έχει πια προσελκυσθεί, τότε αρχίζει μακρά περίοδος δοκιμασίας. Δοκιμάζεται η ελευθερία του ανθρώπου και η εμπιστοσύνη του στο Θεό, και δοκιμάζεται «σκληρά».
Στην αρχή οι αιτήσεις προς το Θεό, μικρές και μεγάλες, ακόμη και οι παρακλήσεις που μόλις εκφράζονται, εκπληρώνονται συνήθως με γρήγορο και θαυμαστό τρόπο από το Θεό.

Όταν όμως έλθει η περίοδος της δοκιμασίας, τότε όλα αλλάζουν και σαν να κλείνεται ο ουρανός και να γίνεται κουφός σ’ όλες τις δεήσεις.
Ο Θεός εγκαταλείπει τον άνθρωπο;… Είναι δυνατό αυτό;…
Κι εν τούτοις στη θέση του βιώματος της εγγύτητας του Θεού έρχεται στην ψυχή το αίσθημα πως Εκείνος είναι απείρως, απροσίτως μακριά, πέρα από τους αστρικούς κόσμους κι όλες οι επικλήσεις προς Αυτόν χάνονται αβοήθητες στο αχανές του κοσμικού διαστήματος. Η ψυχή εντείνει εσωτερικά την κραυγή της προς Αυτόν, αλλά δεν βλέπει ακόμα ούτε βοήθεια ΟΥΤΕ προσοχή. Όλα τότε γίνονται φορτικά.
Όλα κατορθώνονται με δυσανάλογα μεγάλο κόπο. Η ζωή γεμίζει από μόχθους κι αναδεύει μέσα στον άνθρωπο το αίσθημα πως βαραίνει πάνω του η κατάρα και η οργή του Θεού.
Όταν όμως περάσουν αυτές οι δοκιμασίες, τότε θα δει πως η θαυμαστή πρόνοια του Θεού τον φύλαγε προσεκτικά σ’ όλες τις πτυχές της ζωής του.
Χιλιόχρονη πείρα, που παραδίνεται από γενιά σε γενιά, λέει πως, όταν ο Θεός δει την πίστη της ψυχής του αγωνιστή γι’ Αυτόν, όπως είδε την πίστη του Ιώβ, τότε τον οδηγεί σε αβύσσους και ύψη που είναι απρόσιτα σ’ άλλους.
Όσο πληρέστερη και ισχυρότερη είναι η πίστη και η εμπιστοσύνη του ανθρώπου στο Θεό, τόσο μεγαλύτερο θα είναι και το μέτρο της δοκιμασίας και η πληρότητα της πείρας, που μπορεί να φτάσει σε μεγάλο βαθμό.
Τότε γίνεται ολοφάνερο πως έφτασε στα όρια, που δεν μπορεί να ξεπεράσει ο άνθρωπος.

Οι άλλοι σου λένε ότι έχεις ένα απαίσιο πάθος,αλλά εσύ δεν τους πιστεύεις. Γιατί δεν τους πιστεύεις; Δεν ξέρεις ότι τη δυσμορφία του προσώπου μας την προσέχουν οι άλλοι πάντα πριν από εμάς; Το μάτι τα βλέπει όλα εκτός από τον εαυτό του. Οι άλλοι βλέπουν το πρόσωπό μας και χωρίς καθρέπτη, ενώ εμείς μόνο με καθρέπτη. Για την ψυχή μας καθρέπτης είναι ο Χριστός. Κοίταξε τον Χριστό- παρατήρησε για πολύ καιρό Αυτόν στον καθρέπτη της ψυχής σου- σκέψου θα έκανε Εκείνος αυτό που κρυφά κάνεις εσύ; Οπωσδήποτε όχι. Ο καθρέπτης λοιπόν,θα σου έδινε αρνητική απάντηση και αυτό σημαίνει δυσμορφία της ψυχής.
Ο άνθρωπος που πίνει όταν είναι μεθυσμένος βεβαιώνει όλο τον κόσμο ότι είναι νηφάλιος και ξέρει τί λέει. Ο αυτάρεσκος ούτε καν έχει συνείδηση ότι είναι τέτοιος. Και προσβάλλεται όταν κάποιος του λέει «μην κομπάζεις». 

Ήταν κάποτε ένας τέτοιος φίλαυτος, τον οποίο όλοι απέφευγαν διότι κανείς δεν ήθελε να μιλήσει μαζί του σοβαρά, αφού διαρκώς κόμπαζε. Για να συνετιστεί , προσπαθώντας όμως να μην τον προσβάλει ένας από τους ποιητές  μας, ο Λ. Νενάντοβιτς, του λέει: «Εάν εγώ έλεγα αυτά που λες με το δίκιο του ο κόσμος θα με αποκαλούσε ψεύτη».
Δεν ειπώθηκε μάταια ότι τα πάθη είναι τυφλά. Είναι στην πραγματικότητα τυφλές δυνάμεις που τραβούν τον άνθρωπο στην πτώση.
Δείτε και αναγνωρίστε τα πάθη σας, λένε οι ηθικιστές . Αλλά είναι αρκετό αυτό; Εάν ο άνθρωπος δεν φοβηθεί και δεν σιχαθεί τα πάθη του έτσι όπως φοβάται και σιχαίνεται  κάποιες σωματικές ασθένειες, πράγματι δεν μπορεί να θεραπευτεί. Ας σκεφθεί ο καθένας μας τα πάθη ως σωματική αρρώστια. Αυτό είναι αποφασιστικής σημασίας. Ας σκεφθούμε για παράδειγμα τη φιλοδοξία ως πνευμονία, την πορνεία ως καρκίνο, τη φιλαργυρία ως φυματίωση, την εξάρτηση ως χολέρα, τη μέθη ως τύφο, τη λαιμαργία ως ερυθρά, την προκατάληψη ως ηλίαση, την αυταρέσκεια ως μούδιασμα από τέτανο.
Τότε ο άνθρωπος μπορεί να κραυγάσει όπως ο προφήτης Ησαΐας: «ἀπὸ ποδῶν ἕως κεφαλῆς οὐκ ἔστιν ἐν αὐτῷ ὁλοκληρία, οὔτε τραῦμα οὔτε μώλωψ οὔτε πληγὴ φλεγμαίνουσα· οὐκ ἔστιν μάλαγμαἐπιθῆναι οὔτε ἔλαιον οὔτε καταδέσμους.» (Ησ.1,6)ή όπως ο μετανοημένος απόστολος:«Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! τίς με ρύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» ( Ρωμ. 7, 24 ) .
«Τὰς ἀσθενείας ἡμῶν ἔλαβε καὶ τὰς νόσους ἐβάστασεν.» ( Ματθ. 8, 17 ) .
Κοίταξε και συ προς Αυτόν σαν σε καθρέπτη, για να μπορείς να δεις τις πληγές σου, άγγιξε Τον σαν ζωοδόχο μαγνήτη για να σε θεραπεύσει, προσκύνησέ Τον ως Θεό για να σου αποκαλύψει τα αιώνια μυστήρια.

«ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
Δεν φτάνει μόνο η πίστη…
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Β΄»
Εκδόσεις «εν πλώ»

Πρώτον. Γιατί η πίστη μας είναι φως. Ο Χριστός είπε: «Εγώ ειμί το φως του κόσμου». Το φως της κανδήλας μας θυμίζει το φως, με το οποίο ο Χριστός καταυγάζει τις ψυχές μας

Δεύτερον. Για να μας θυμίζει, ότι και η ζωή μας πρέπει να είναι φωτεινή σαν των αγίων, δηλαδή των ανθρώπων, που ο Απόστολος Παύλος τους ονομάζει «τέκνα φωτός».

Τρίτον. Για να είναι έλεγχος στα σκοτεινά μας έργα και στις κακές μας ενθυμήσεις και επιθυμίες. Και έτσι να τα επαναφέρει όλα στο δρόμο του φωτός του αγίου Ευαγγελίου. Για να λάμψει «το φως ημών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως είδωσιν ημών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα ημών τον εν τοις ουρανοίς».

Τέταρτον. Είναι μια μικρή δική μας θυσία, σημείο και δείγμα της ευγνωμοσύνης και της αγάπης, που οφείλουμε στο Θεό για τη μεγάλη θυσία που έκανε για μας. Με αυτήν και με την προσευχή μας, τον ευχαριστούμε για τη ζωή, για τη σωτηρία και για όλα όσα μας χαρίζει η θεϊκή και άπειρη αγάπη του.

Πέμπτον. Για να είναι φόβητρο στις δυνάμεις του σκότους, που μας επιτίθενται με ιδιαίτερη πονηρία πριν και κατά την ώρα της προσευχής και θέλουν να απομακρύνουν τη σκέψη μας από το Θεό. Οι δαίμονες αγαπούν το σκοτάδι και τρέμουν το φως: Και του Χριστού κι εκείνων που αγαπούν τον Χριστό.

Έκτον. Για να μας παρακινεί σε αυτοθυσία. Όπως δηλαδή με το λάδι καίγεται στο καντήλι το φυτίλι, έτσι και το δικό μας θέλημα να καίγεται με τη φλόγα της αγάπης για τον Χριστό και να υποτάσσεται πάντοτε στο θέλημα του Θεού.

Έβδομον. Για να μάθουμε ότι: Όπως δεν ανάβει το καντήλι χωρίς τα δικά μας χέρια, έτσι και το εσωτερικό καντήλι της καρδιάς μας δεν ανάβει χωρίς τα χέρια του Θεού. Οι κόποι των αρετών μας είναι η καύσιμη ύλη (το φυτίλι και το λάδι}, που για να ανάψουν και να φωτίσουν χρειάζονται το «πυρ» του Αγίου Πνεύματος.

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Επίσκοπος Αχρίδος

Από το βιβλίο: "Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς. Επιστολές"

Ι. Μητροπόλεως Νικοπόλεως

Η αγάπη μαθαίνεται ή μάλλον μεταδίδεται, δεν αποκτιέται, δε γίνεται κτήμα μας. Αυτή είναι που μας αποκτά και μας κάνει κτήμα της. 

Περνά μέσα μας και μας κάνει δικούς της, μας κάνει παιδιά της, μας κάνει και εμάς εραστές της. 

Έναν άνθρωπο κερδίζει η αγάπη και πολλοί άνθρωποι ειρηνεύουν γύρω του. Όταν μια καρδιά γεμίσει από αγάπη γίνεται μικρά μικρά κομματάκια και σκορπίζεται σε πολλές άλλες καρδούλες και ειρηνεύουν και αυτές και κουρνιάζουν γύρω της. 

Το μόνο που χρειάζεται από εμάς είναι να μη τρέχουμε άσκοπα, να μην κάνουμε φασαρία και να μη γκρινιάζουμε. Να σιωπούμε, να ειρηνεύουμε και η αγάπη θα μας βρει. 

Να μένουμε σιωπηλοί και η σιωπή θα μας διδάξει. Θα μας διδάξει πώς να περπατάμε, πώς να περιμένουμε, πώς να ζούμε απλά και τέλος θα κράξει στην αγάπη που είμαστε. 

Απλά να σκεφτόμαστε, ήσυχα να περπατάμε, και σιωπηλά να περιμένουμε. Να μη τρέχουμε να αποφύγουμε το κακό διότι με τόση φασαρία το κακό θα μας βρει. Να μη τρέχουμε να βρούμε την αγάπη διότι με τόση φασαρία η αγάπη δεν μας βλέπει.  

Στη φασαρία κρύβεται το κακό ενώ η αγάπη αναπαύεται στη σιωπή. Ας μείνουμε λοιπόν σιωπηλοί και ήσυχοι για να μας προσπεράσει το κακό και να μας βρει η αγάπη. 

Δυστυχώς πλησιάζουμε τους ανθρώπους επειδή έχουν κάτι που το χρειαζόμαστε, που το θέλουμε και επειδή πληρώνουν κάποια από τα κενά μας και από τις ανάγκες μας. 

Εμείς δίνουμε σ`αυτούς από αυτό που μας περισσεύει, που δεν το χρειαζόμαστε, όλα τα άλλα τα κρατάμε για τον εαυτό μας. Καμία θυσία, καμία υπέρβαση, πουθενά η ευεργεσία, πουθενά η αγάπη. Οι ανθρώπινες σχέσεις έγιναν σχέσεις εμπορίου και διέπονται από νόμους του εμπορίου και όχι από τον νόμο της αγάπης και της προσφοράς. 

Και αυτό συμβαίνει επειδή έχει χαθεί η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του συνανθρώπου και παράλληλα στο πρόσωπο του Θεού και αυτό επειδή εμείς οι ίδιοι έχουμε χάσει την επαφή με τον εαυτό μας. Γι`αυτό και φτάσαμε στο σημείο ο συνάνθρωπός μας να γίνει η απειλή μας. Βλέπετε, ο φόβος καταλύει την αγάπη και φέρνει την άμυνα.

Ιερομονάχου Βαρθολομαίου Αγιορείτου

Ήρθε κάποιος νεαρός αναστατωμένος και μου είπε: "Γέροντα, δεν πρόκειται να διορθωθώ". Μου είπε ο πνευματικός μου: “αυτά είναι και κληρονομικά…”. Τον είχε πιάσει απελπισία.

Εγώ, όταν μου πη κάποιος ότι έχει προβλήματα κ.λπ., θα του πω: Αυτό συμβαίνει γι’ αυτόν και γι’ αυτόν τον λόγο. Για ν’ αλλάξης, πρέπει να κάνης εκείνο κι εκείνο. Έχει λ.χ. κάποιος έναν λογισμό που τον βασανίζει και δεν κοιμάται, παίρνει χάπια για το κεφάλι, για το στομάχι και με ρωτάει: Να κόψω τα χάπια;. Όχι, του λέω, να μην κόψης τα χάπια. Να πετάξης τον λογισμό που σε βασανίζει και ύστερα να τα κόψης. Αν δεν πετάξης τον λογισμό, έτσι θα πας, θα ταλαιπωρήσαι. Γιατί, τι θα ωφελήση να κόψη τα χάπια, όταν κρατάη μέσα του τον λογισμό που τον βασανίζει;

Καλά είναι ο πνευματικός να μη φθάνη μέχρι του σημείου να ανάβη κόκκινο φως, να ανέχεται λίγο μία κατάσταση, αλλά φυσικά πρέπει και ο άλλος να δουλεύη σωστά, για να βοηθηθή.

Ένας νεαρός ζόρισε κάποια φορά την αρραβωνιαστικιά του - ποιος ξέρει τι της έλεγε; - και εκείνη από την αγανάκτηση της πήρε το αυτοκίνητο και έφυγε και στον δρόμο σκοτώθηκε. Μετά ο νεαρός ήθελε να αυτοκτονήση, γιατί ένιωθε ότι αυτός έγινε αιτία και σκοτώθηκε η κοπέλα. Όταν ήρθε και μου το είπε, αν και στην ουσία είχε κάνει έγκλημα, τον παρηγόρησα και τον έφερα σε λογαριασμό. Έπειτα όμως το έριξε τελείως έξω, έγινε τελείως αδιάφορος, βρήκε εν τω μεταξύ και μια άλλη. “Όταν ξαναήρθε μετά από δύο-τρία χρόνια, του έδωσα ένα τράνταγμα γερό, γιατί τότε δεν υπήρχε κίνδυνος να αυτοκτονήση. Χρειαζόταν το τράνταγμα, αφού δεν υπήρχε αναγνώριση. Δεν καταλαβαίνεις, του είπα, ότι έκανες φόνο, ότι έγινες αιτία και σκοτώθηκε η κοπέλα;. Αν δούλευε σωστά, θα συνέχιζε να υποφέρη, αλλά θα ανταμειβόταν με θεϊκή παρηγοριά, δεν θα έφθανε σ’ αυτήν την κατάσταση, την αλήτικη της αδιαφορίας. Θέλει δηλαδή πολλή προσοχή. Κάνει κάποιος ένα σφάλμα και πέφτει στην απελπισία. Εκείνη την στιγμή μπορεί να τον παρηγόρησης, αλλά, για να μη βλαφθή, χρειάζεται και το δικό του φιλότιμο.

Μια φορά είχε έρθει στο καλύβι ένα νέο παιδί απελπισμένο, γιατί έπεφτε σε σαρκική αμαρτία και δεν μπορούσε να απαλλαγή από αυτό το πάθος. Είχε πάει σε δυο πνευματικούς που προσπάθησαν με αυστηρό τρόπο να το βοηθήσουν να καταλάβη ότι είναι βαρύ αυτό που κάνει. Το παιδί απελπίσθηκε. Αφού ξέρω ότι αυτό που κάνω είναι αμαρτία, είπε, και δεν μπορώ να σταματήσω να το κάνω και να διορθωθώ, θα κόψω κάθε σχέση μου με τον Θεό. Όταν άκουσα το πρόβλημα του, το πόνεσα το καημένο και του είπα: Κοίταξε, ευλογημένο, ποτέ να μην ξεκινάς τον αγώνα σου από αυτά που δεν μπορείς να κάνης, αλλά από αυτά που μπορείς να κάνης. Για να δούμε τι μπορείς να κάνης, και να αρχίσης από αυτά. Μπορείς να εκκλησιάζεσαι κάθε Κυριακή;. Μπορώ, μου λέει. Μπορείς να νηστεύης κάθε Τετάρτη και Παρασκευή;. Μπορώ. Μπορείς να δίνης ελεημοσύνη το ένα δέκατο από τον μισθό σου ή να επισκέπτεσαι άρρωστους και να τους βοηθάς;. Μπορώ. Μπορείς να προσεύχεσαι κάθε βράδυ, έστω κι αν αμάρτησες, και να λες “Θεέ μου, σώσε την ψυχή μου”;. Θα το κάνω, Γέροντα, μου λέει. Άρχισε λοιπόν, του λέω, από σήμερα να κάνης όλα αυτά που μπορείς, και ο παντοδύναμος Θεός θα κάνη το ένα που δεν μπορείς. Το καημένο ηρέμησε και συνέχεια έλεγε: Σ’ ευχαριστώ, πάτερ. Είχε, βλέπεις, φιλότιμο και ο Καλός Θεός το βοήθησε.

(Γέροντος Παΐσίου του Αγιορείτου – Λόγοι Γ’ – Πνευματικός Αγώνας)

ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΥΜΦΕΡΟΥΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΚΡΙΜΑΙΑΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗΣ
ΣΤΑΘΜΟΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ
ΈΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΣΑΓΜΑΤΑ

1877. Γεννήθηκε στο Κέρτς της Κριμαίας. Μεγάλωσε στο Κίεβο όπου, εκτός από τις εγκύκλιες σπουδές, σπούδασε παράλληλα ζωγραφική στη σχολή Καλών Τεχνών.
1898-1903. Σπουδάζει ιατρική και ειδικεύεται στη χειρουργική.
1904-1905. Εθελοντής στρατιωτικός γιατρός στον Ρωσοϊαπωνικό πόλεμο. Νυμφεύεται την Άννα Βασιλίγιεβνα και αποκτούν τέσσερα παιδιά.
1905-1917. Εργάζεται σε διάφορα επαρχιακά νοσοκομεία, ετοιμάζει την διατριβή του και σημαντικότατες επιστημονικές μελέτες.
1917. Μετακομίζει στην Τασκένδη. Εκλέγεται καθηγητής Πανεπιστημίου στην έδρα της τοπογραφικής ανατομίας και χειρουργικής.
1919. Πρώτη σύλληψη. Θάνατος της συζύγου του Άννας.
1921. Χειροτονείται ιερέας.
1923-1926. Χειροτονείται επίσκοπος. Δεύτερη σύλληψη. Εξορία στη Σιβηρία.
1924. Επιχειρεί την πρώτη ξενομεταμόσχευση νεφρού από ζώο σε άνθρωπο.
1930-1933. Τρίτη σύλληψη. Εξορία στη Βόρεια Ρωσία.
1934-1937. Κυκλοφορεί το περίφημο σύγγραμμα του «Δοκίμια για την χειρουργική των πυογόνων λοιμώξεων». Εργάζεται εντατικά στην επιστημονική έρευνα. Οι έρευνες του τον οδηγούν πολύ κοντά στην ανακάλυψη της πενικιλίνης.
1937. Τέταρτη σύλληψη. Ακολουθούν δύο χρόνια φυλακής και σκληρών βασανιστηρίων στην Τασκένδη.
1939. Εξορίζεται και πάλι στη Σιβηρία.
1941. Διορίζεται αρχιχειρουργός στο στρατιωτικό νοσοκομείο Κρασνογιάρσκ.
1943. Εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Κρασνογιάρσκ.
1944. Μετατίθεται στο Ταμπώφ ως αρχίατρος και Αρχιεπίσκοπος.
1946. Βραβεύεται με το Α' βραβείο Στάλιν. Σύγχρονος μετατίθεται στην Αρχιεπισκοπή Συμφερουπόλεως και Κριμαίας. Σταδιακά χάνει την όραση του.
1961. Στις 11 Ιουνίου εκοιμήθη εν Κυρίω στη Συμφερούπολη έχοντας υπηρετήσει το λαό του Θεού ως Ποιμένας και γιατρός με θυσιαστική αγάπη και αυταπάρνηση.
1996. Επίσημη αγιοκατάταξη από την Ορθόδοξη Ουκρανική Εκκλησία. Ανακομιδή των λειψάνων του. Η μνήμη του τελείται στις 11 Ιουνίου.

Η "ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΘΗΚΗ"  ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ          

Με ιδιαίτερη χαρά κυκλοφορούμε την «Πνευματική Διαθήκη» του αγίου Λουκά, που μέχρι τώρα παρέμενε ανέκδοτη και άγνωστη. Την φύλασσε όλ' αυτά τα χρόνια η εγγονή του αγίου Λουκά, Μαρία Δημητρίεβνα, η οποία ζει στη Συμφερούπολη και είχε την ιδιαίτερη ευλογία να ζήσει μαζί με τον άγιο τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της ζωής του.

Όταν το 1946 ο άγιος Λουκάς ανέλαβε την διαποίμανση της Αρχιεπισκοπής Συμφερουπόλεως και Κριμαίας, εγκαταστάθηκε σ’ ένα μικρό διαμέρισμα στην οδό Γκοσπιτάλναγια απέναντι από τον Ναό της Αγίας Τριάδος. Η μικρή πολυκατοικία είχε και άλλα διαμερίσματα. Ήταν η περίοδος αμέσως μετά τον πόλεμο και η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων σ’ όλη την Σοβιετική Ένωση βρισκόταν σε δεινή κατάσταση. Φτώχεια, ανέχεια, πείνα, μάστιζαν τον πληθυσμό. Ο άγιος Λουκάς έκανε τεράστιους αγώνες να απαλύνει τον πόνο των ανθρώπων. Δεν ξέχασε όμως και τα συγγενικά του πρόσωπα. Κάποια απ’ αυτά προσκάλεσε στη Συμφερούπολη και εγκαταστάθηκαν στην ίδια πολυκατοικία, στα διπλανά διαμερίσματα. Οι συγγενείς και τα παιδιά τους βοηθούσαν τον άγιο και συμπαραστέκονταν στο έργο του. Οι εμπειρίες από την συναναστροφή με τον άγιο είναι πολλές και οι αναμνήσεις έντονες. Το πρόσωπο που κυρίως βοηθούσε τον άγιο στο φιλανθρωπικό του έργο ήταν η ανηψιά του Βέρα Προζορόβκαγια, κόρη του αδελφού του Βλαδίμηρου και μητέρα της Μαρίας. Πολλά προσωπικά αντικείμενα του αγίου Λουκά διαφυλάχθηκαν από την οικογένεια της Βέρας και, όταν δημιουργήθηκε το μουσείο του αγίου στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδας, η οικογένεια τα παραχώρησε. Ελάχιστα κειμήλια παρέμειναν στην εγγονή του. Ένα απ’ αυτά ήταν και η πνευματική διαθήκη του αγίου που με πολλή καλοσύνη μας εμπιστεύθηκε η κ. Μαρία Δημητρίεβνα.

Η Πνευματική Διαθήκη απευθύνεται στα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονα του αγίου. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι μαζί με τον πατέρα υπέφεραν και τα τέσσερα παιδιά του. Δοκίμασαν την πίκρα της διπλής ορφάνιας και του κατατρεγμού. Θεωρούνταν παιδιά ενός «εχθρού του λαού» και αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες. Επόμενο ήταν να θεωρούν ακατανόητη την απόφαση του πατέρα τους να ιερωθή. Για όλα τα δεινά που υπέστη η οικογένεια θεωρούσαν υπεύθυνη την Εκκλησία. Και το ερώτημα που συνεχώς ταλάνιζε τις ψυχές τους, όπως και πολλούς ανθρώπους που τον γνώρισαν ήταν: Γιατί ένας διάσημος και τόσο πετυχημένος καθηγητής της χειρουργικής πήρε μια τόσο μεγάλη απόφαση να χειροτονηθεί ιερέας και μάλιστα σε μια περίοδο διωγμού της Εκκλησίας; Πώς ένας δοξασμένος επιστήμονας αφιερώθηκε στην υπηρεσία μιας «ξεπερασμένης υπόθεσης» της θρησκείας; Τι είχε να κερδίσει ο μεγάλος αυτός δεξιοτέχνης της χειρουργικής από την ιερωσύνη;

Σε πολλές επιστολές του ο άγιος προσπαθεί να απολογηθεί και να εξηγήσει στα παιδιά του τον λόγο που αποφάσισε να πάρει αυτό τον μαρτυρικό δρόμο. Τα παιδιά του δείχνουν να μην τον καταλαβαίνουν. Και αυτός ήταν ένας ακόμη σταυρός για τον άγιο Λουκά. Ως τον θάνατό του δεν έπαυε να νουθετεί και, κυρίως, να προσεύχεται για τα παιδιά του, που είχαν τόσο πολύ επηρεασθεί, όπως και όλη η γενιά τους, από την αντιθρησκευτική προπαγάνδα.

Είναι συγκινητικό το γράμμα που απευθύνει στο μεγαλύτερο γιο του Μιχαήλ, στα μέσα της δεκαετίας του '40.

«Να θυμάσαι, Μιχαήλ, ότι ο μοναχικός μου βίος και ο όρκος που έδωσα, το αξίωμά μου, η απόφαση να υπηρετώ τον Κύριο, αποτελούν για μένα το μεγαλύτερο ιερό και το πρώτιστο καθήκον. Ειλικρινά και εξ όλης της καρδιάς απαρνήθηκα τα εγκόσμια και την ιατρική μου καριέρα, η οποία, βέβαια, θα μπορούσε να ήταν πολύ επιτυχημένη, αλλά τώρα δεν έχει καμμιά σημασία για μένα. Όλη η χαρά μου και όλη η ζωή μου είναι να υπηρετώ τον Κύριο, τον οποίο πιστεύω…».

Το καλοκαίρι του 1956 ο άγιος βρίσκεται στην πόλη Αλούστα της Κριμαίας. Έχει χάσει την όρασή του. Κοντεύει να κλείσει τα ογδόντα χρόνια του και νοιώθει πως οι δυνάμεις του τον εγκαταλείπουν. Αποφασίζει λοιπόν να συντάξει την «Πνευματική Διαθήκη» του προς τα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονά του. Είναι μια ύστατη προσπάθεια να βοηθήση τα παιδιά του να ξεφύγουν από την μέγγενη του αθεϊσμού, να αντισταθούν στο αντίχριστο ρεύμα της εποχής, να ανακαλύψουν την «ύψιστη αλήθεια», τον Ιησού Χριστό, τηρώντας τις άγιες εντολές Του και υπηρετώντας τους πονεμένους ανθρώπους, τους «ελαχίστους αδελφούς» του Ιησού Χριστού.
Έχουμε την αίσθηση ότι η πνευματική διαθήκη του αγίου είναι και σήμερα εξαιρετικά επίκαιρη. Απευθύνεται και σε όλους εμάς, τα πνευματικά παιδιά του αγίου Λουκά, που τον τιμούμε και τον αγαπούμε.

Ας γίνουμε κι εμείς μιμητές του. Και σύμφωνα με την υπόσχεσή του θα μας επισκιάζουν οι πρεσβείες  και οι προσευχές του, τώρα που βρίσκεται μπροστά στο θρόνο του Θεού και Δημιουργού μας.

Αρχιμ. Νεκτάριος
Άγιον Πάσχα 2009

******

ΣΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΓΙΟΥΣ ΜΟΥ, ΤΗΝ ΚΟΡΗ, ΤΑ ΕΓΓΟΝΙΑ ΚΑΙ ΔΙΣΕΓΓΟΝΑ ΜΟΥ

Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ

Είμαι πλέον 79 χρονών. Η καρδιά μου εξασθενεί και οι δυνάμεις μου με εγκαταλείπουν και είναι ολοφάνερο ότι πλησιάζει η ώρα της αναχώρησής μου από τούτη τη γη.

Ο Απ. Παύλος άφησε διαθήκη σε όλους τους Χριστιανούς. «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού».

Δεν τολμώ βέβαια να πω προς όλους τους Χριστιανούς, αλλά σε σας, τα παιδιά μου, μπορώ να πω: Μιμηθείτε εμένα, όπως και εγώ τον Απ. Παύλο.
Ήταν σκληρή και δύσκολη η ζωή μου, αλλά ουδέποτε προσευχήθηκα στο Θεό να γίνει εύκολη.

Διότι είναι «στενή η πύλη και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν και ολίγοι εισιν οι ευρίσκοντες αυτήν» (Ματθ. 7, 14).

Και ακόμη, «διά πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού» (Πράξ. 14, 22).
Διαβάστε ακόμη την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. «Τέκνον, μνήσθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου και Λάζαρος ομοίως τα κακά· νυν δε ώδε παρακαλείται, συ δε οδυνάσαι» (Λουκ. 16,25).

Για περισσότερα από 25 χρόνια η ζωή μου ήταν συνυφασμένη με την εργασία του αγροτικού χειρουργού και καθηγητή της χειρουργικής και μετά ένδεκα χρόνια διώξεων για το όνομα του Χριστού μέσα στις φυλακές και στις σκληρές εξορίες.

Από το 1944 συνδύαζα την επίπονη διακονία του Επισκόπου με την θεραπεία των τραυματιών στο Ταμπώφ και μόλις το 1946 ολοκληρώθηκε η χειρουργική μου δραστηριότητα και παρέμεινε μόνον η Αρχιερατική.

Στον πολύ κόσμο ήταν ακατανόητο πώς μπορούσε ένας μεγάλος χειρουργός, που τιμήθηκε με το Α' βραβείο Στάλιν, να αφήσει τη χειρουργική και να γίνει Επίσκοπος. Όμως δεν υπάρχει τίποτα το περίεργο σ' αυτό, γιατί από τα νεανικά μου κι' όλας χρόνια, ο Κύριος με προόρισε για την υπέρτατη μορφή διακονίας σ 'Αυτόν και τους ανθρώπους.

Όταν τελείωσα το Γυμνάσιο, στην τελετή αποφοίτησης, έλαβα από το Διευθυντή του σχολείου το απολυτήριο Γυμνασίου, το οποίο το είχε βάλει στο Ιερό βιβλίο της Καινής Διαθήκης. Το είχα διαβάσει και πριν, αλλά τώρα, όταν διάβασα εκ νέου τα λόγια του Χριστού απευθυνόμενα στους Αποστόλους: «ο μεν θερισμός πολύς, οι δε εργάται ολίγοι» (Ματθ. 9, 37-38), η καρδιά μου σκίρτησε και αναφώνησα σιωπηλά: «Ω, Κύριε! Σου λείπουν οι εργάτες;».

Πέρασαν χρόνια. Έγινα διδάκτωρ της Ιατρικής και σκέφθηκα να γράψω το βιβλίο «Δοκίμια για τη χειρουργική των πυογόνων λοιμώξεων». Όταν πήρα την απόφαση αυτή, μου ήρθε στο μυαλό η εξής περίεργη σκέψη: «Όταν θα ολοκληρωθή το βιβλίο αυτό, θα το υπογράφει το όνομα ενός επισκόπου». Δεν μπορούσα να καταλάβω από πού προερχόταν αυτή η σκέψη. Λίγα χρόνια αργότερα, όμως, κατάλαβα ότι ήταν μία σκέψη που μου είχε υποβληθεί από τον Θεό, διότι μετά την πρώτη μου σύλληψη, στο γραφείο του διοικητή των φυλακών, ολοκλήρωσα την πρώτη έκδοση του βιβλίου μου και στο εξώφυλλο έγραφα:«Επίσκοπος Λουκάς, Δοκίμια για την χειρουργική των πυογόνων λοιμώξεων».

Πέρασαν ακόμη δύο χρόνια. Ήμουν στην πρώτη εξορία στη Σιβηρία, στην πόλη Γενισέισκ. Ήρθε τότε εντελώς ξαφνικά να με συναντήσει ένας μοναχός απ' το Κρασνογιάρσκ. Στην πόλη αυτή όλοι οι ιερείς είχαν προσχωρήσει στους «νεωτεριστές» και ο πιστός στην κανονική Εκκλησία λαός, έστειλε αυτό το μοναχό να χειροτονηθεί ιερέας, όχι σε μένα στο Γενισέισκ, αλλά στο Μινουσίνσκ σε έναν άλλο ορθόδοξο επίσκοπο. Μία ανεξήγητη όμως δύναμη τον καθοδήγησε σε μένα στο Γενισέισκ. Όταν με αντίκρυσε, ξαφνιάστηκε, πάγωσε και βουβάθηκε. Αποδείχθηκε πως, όταν με είδε, αναγνώρισε ξεκάθαρα εκείνον τον αρχιερέα που είχε δει σε ένα αξέχαστο όνειρο, να τον χειροτονεί ιερέα δέκα χρόνια πριν, ενώ εγώ εκείνον τον καιρό ήμουν δημογιατρός στην πόλη Περεζλάβλ, Ζαλέσκι.

Ο Κύριος ο Θεός με προίκισε με διάφορα ταλέντα. Ταυτόχρονα με το Γυμνάσιο, τελείωσα και τη Σχολή Καλών Τεχνών του Κιέβου. Είχα μεγάλο ταλέντο στη ζωγραφική και αποφάσισα να δώσω στην Ακαδημία Καλών Τεχνών στην Αγία Πετρούπολη. Στα μισά των εξετάσεων όμως τις εγκατέλειψα, γιατί θεώρησα πως πρέπει να υπηρετήσω τον Θεό και τους ανθρώπους με έργο πιο ωφέλιμο απ' ό,τι η ζωγραφική. Αν και κείνο το διάστημα είχε ξεκαθαρίσει μέσα μου η κατεύθυνση της ζωγραφικής δραστηριότητας την οποία θα ακολουθούσα, εάν δεν εγκατέλειπα τη ζωγραφική: θα ήταν καθαρά θρησκευτική κατεύθυνση, ή θα ακολουθούσα τα ίχνη των Β. Βασνετσώφ και Νέστερωφ.

Από τότε με απασχολούσαν πολύ και επίμονα τα δύσκολα ζητήματα της θεολογίας. Το βασικό στοιχείο του χαρακτήρα μου ήταν η έντονα έκδηλη επιθυμία να υπηρετώ τον Θεό και τους ανθρώπους, και μόνο χάρη σ' αυτό, παρά την μεγάλη αντιπάθειά μου προς τις φυσικές επιστήμες, έδωσα εξετάσεις στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Κιέβου και τελείωσα με άριστα.

Από το Πανεπιστήμιο κιόλας εκδηλώθηκε το μεγάλο μου ταλέντο του ανατόμου και χειρουργού και οι συμφοιτητές μου δεν ήθελαν καν να ακούσουν πως προτίθεμαι να γίνω δημογιατρός. Είχαν αποφασίσει ομόφωνα πως θα γίνω καθηγητής ανατομίας ή χειρουργικής. Απ' ό,τι γνωρίζετε, είχαν μαντέψει σωστά το μέλλον μου.

Ως δημογιατρός εργάστηκα για δεκατρία χρόνια από 12 έως 14 ώρες την ημέρα. Σκεφτόμουν σοβαρά να εγκαταλείψω το δημοτικό νοσοκομείο και να πάω σε απομακρυσμένα χωριά όπου οι δύστυχοι άνθρωποι πεθαίνουν δίχως νάχουν καμμιά ιατρική βοήθεια. Ο Κύριος, όμως, είχε αποφασίσει διαφορετικά για μένα. Με έστειλε στην Τασκένδη, όπου ήμουν ένας από τους διοργανωτές του Πανεπιστημίου Μέσης Ασίας και καθηγητής της τοπογραφικής ανατομίας και άμεσης χειρουργικής. Ήταν οι αρχές της δεκαετίας του 1920.

Στα χρόνια της πλήρους ασυδοσίας των αντιθρησκευτικών διαδηλώσεων και καρνάβαλων, όπου χλεύαζαν τον Κύριο Ιησού Χριστό, η καρδιά μου φώναξε: «Δεν μπορώ να σιωπώ».

Στην Τασκένδη γινόταν τότε κληρικολαϊκό συνέδριο. Ήμουν παρών και για κάποιο σημαντικό πρόβλημα είχα κάνει μια ενθουσιώδη ομιλία. Αυτή η ομιλία είχε κάνει μεγάλη εντύπωση στον Επίσκοπο Τασκένδης Ιννοκέντιο και στο τέλος του συνεδρίου μου είπε ξαφνικά. «Γιατρέ πρέπει να γίνετε ιερέας».

Ήταν εντελώς απροσδόκητο για μένα, αλλά τα λόγια του Αρχιερέα τα εξέλαβα ως κλήση του Θεού δια των χειλέων του και χωρίς να ταλαντευτώ ούτε ένα λεπτό, απάντησα. «Εντάξει, Σεβασμιώτατε, αν είναι θέλημα Θεού, να γίνω ιερέας».

Και την επόμενη Κυριακή, εγώ, ο καθηγητής της ιατρικής, με ξενοδανεικό ράσο παρουσιάστηκα στον Επίσκοπο που στεκόταν στον θρόνο και χειροτονήθηκα υποδιάκονος και κατά την διάρκεια της θ. Λειτουργίας διάκονος. Μετά από δύο εβδομάδες ήμουν ήδη ιερέας-εφημέριος στον καθεδρικό ναό.

Ένα χρόνο και δυο μήνες πριν από αυτό το μεγάλο γεγονός στη ζωή μου, πέθανε η σύζυγός μου και μητέρα σας. Ο μικρότερος από σας, ο Βαλεντίνος, ήταν τότε έξι χρονών και ο μεγαλύτερος, ο Μιχαήλ, δεκατεσσάρων.

Μετά από δύο χρόνια και τέσσερεις μήνες, ο Κύριος με αξίωσε του μεγάλου αξιώματος του επισκόπου. Η μεγάλη θεία πρόνοια για μένα και σας τα παιδιά μου φάνηκε στο ότι ο Κύριος κάλεσε στην αιωνία ζωή τη μητέρα σας, επιτρέποντας ν' ασθενήσει από καλπάζουσα φυματίωση, κι έτσι μου άνοιξε το δρόμο για τον μοναχισμό και την αρχιερατική διακονία. Όλες τις φροντίδες για σας, τα παιδάκια μου, τις ανέθεσα στον Κύριο και βέβαια, δεν διαψεύστηκα, ελπίζοντας σ’ Αυτόν. Για την μέριμνα και ανατροφή σας μου έστειλε μια σχεδόν άγνωστη έως τότε γυναίκα, τη Σοφία Σεργκέεβνα Βελέτσκαγια, η οποία, στη διάρκεια των φυλακίσεών μου και των τριών εξοριών, με μεγάλη αυταπάρνηση και αγάπη σήκωσε το βαρύ σταυρό των φροντίδων για σας στα χρόνια του λιμού, σας ανέθρεψε εξαιρετικά και σας έδωσε σχολική μόρφωση.

Αργότερα όλοι σας, οι τρεις γιοι και η κόρη μου, με τις φροντίδες και την βοήθεια των αγγέλων προστατών σας, ολοκληρώσατε τις ανώτατες σπουδές σας. Ο Μιχαήλ εδώ και καιρό έχει γίνει καθηγητής, ενώ ο Αλιόσα και ο Βάλια είναι διδάκτορες των ιατρικών και βιολογικών επιστημών και σε λίγο θα γίνουν επίσης καθηγητές.

Ο Κύριος δέχθηκε όλες τις θυσίες που του πρόσφερα, και όχι μόνο δέχθηκε, αλλά πολλά άλλαξε και διόρθωσε. Εγκατέλειψα τη χειρουργική, χάρη του κηρύγματος για τον Ιησού Χριστό. Δεν σκεφτόμουν καν τη δόξα του χειρουργού, που σίγουρα μου ανήκε. Ενώ στον Θεό η δόξα αυτή ήταν χρήσιμη, σε μεγάλο βαθμό αύξανε την δύναμη και τη σημασία του κηρύγματος μου. Το αναγνωρισμένο και φημισμένο βιβλίο μου «Δοκίμια για την χειρουργική των πυογόνων λοιμώξεων» το ολοκλήρωσα στην εξορία, όταν ήμουν πια αρχιεπίσκοπος. Για την αποφασιστικότητά μου να θυσιάσω τα πάντα προς δόξαν Του, ο Κύριος μου έδωσε ένα άλλο μεγάλο τάλαντο, του εκκλησιαστικού κηρύγματος, και οι εννιά τόμοι των κηρυγμάτων έχουν αναγνωριστεί από την πνευματική ακαδημία της Μόσχας ως «εξαιρετικό φαινόμενο στην σύγχρονη εκκλησιαστική ζωή και θεολογία» και «θησαυρός ερμηνείας της Αγίας Γραφής». Κι εγώ, ο αυτοδίδακτος στη θεολογία εξελέγην μέλος της πνευματικής Ακαδημίας της Μόσχας. Για την Εκκλησία, τα κηρύγματά μου θα έχουν ακόμη μεγαλύτερη σημασία απ' ό,τι τα «Δοκίμια για τη χειρουργική των πυογόνων λοιμώξεων».

Εκτός απ’ αυτά τα θαυμαστά γεγονότα, για τα οποία μίλησα παραπάνω και διά των οποίων ο Κύριος χωρίς να γνωρίζω πώς, μυστικά, με οδηγούσε στην Αρχιερατική διακονία, βίωσα πολλές φορές ακόμη την παρουσία του Θεού. Αισθάνθηκα αρκετά και αισθητά την παρουσία κι επικοινωνία με τον Θεό στην πνευματική ζωή και στις προσευχές μου.

Όμως, εάν για κάποιον από σας, όλα όσα είπα παραπάνω δεν είναι αρκετά (για να πεισθεί), νομίζω πως η ενασχόλησή του με τις φυσικές επιστήμες τόσο τον έχουν μαγέψει, που δεν θέλει να ακούει αυτά που έχω ζήσει, στα όσα έχω βιώσει αρκετά αισθητά και αδιαμφισβήτητα.

Άλλωστε, θα σας πω, όπως και νάχει, πόσο εκπληκτικά και ξεκάθαρα αποκαλύπτει ο Κύριος ο Θεός το θέλημά Του σε όσους Τον φοβούνται και Τον αγαπούν. Όταν ήμουν στο Λένινγκραντ για εγχείρηση, κατά την τέλεση της παννυχίδας, ο Κύριος με θαυματουργικό τρόπο και συγκλονιστική δύναμη που μου προκάλεσε ρίγη τρόμου, μου έδωσε την εντολή: «Ποίμαινε τα πρόβατα μου, βόσκε τα αρνία μου». Πέρασαν τα χρόνια κι εγώ από ύπουλο διαβολικό πειρασμό, ξέχασα την εντολή αυτή του Θεού. Και ο σατανάς έβαλε και πάλι στην ψυχή μου την ασυγκράτητη ορμή για τη χειρουργική. Γι’ αυτό και ο Κύριος με τιμώρησε με αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς. Δύο φορές χειρούργησε το μάτι μου ο καθηγητής Οντιντσώφ, αλλά ανεπιτυχώς, γιατί η τιμωρία έπρεπε να μείνει πάνω μου.

Τη μέρα μετά τη δεύτερη εγχείρηση, όταν ήμουν ξαπλωμένος με τα μάτια δεμένα, με κυρίευσε και πάλι το πάθος για τη χειρουργική, ενώ ο Κύριος μου έστειλε ένα εκπληκτικό όνειρο: Ήμουν σε μία εκκλησία χωρίς φώτα. Το μόνο φωτισμένο σημείο ήταν το ιερό. Λίγο πιο πέρα απ’ το ιερό υπήρχε η λάρνακα ενός αγίου. Πάνω στην Αγία Τράπεζα είχαν βάλει μια σανίδα και είχαν ακουμπήσει πάνω ένα γυμνό ανθρώπινο πτώμα. Πίσω και δίπλα στο ιερό, είδα τους φοιτητές και τους γιατρούς να καπνίζουν τσιγάρα κι εγώ να τους κάνω μάθημα ανατομίας πάνω στο πτώμα.

Ξαφνιάστηκα από ένα κρότο και, όταν γύρισα το κεφάλι μου, είδα ότι είχε πέσει το σκέπασμα από τη λάρνακα του αγίου. Ο άγιος ανακάθισε μέσα στη λάρνακα, γύρισε και με κοίταξε μ' ένα βλέμμα γεμάτο παράπονο και επίπληξη. Με τρόμο κατανόησα, τελικά, το τεράστιο βάρος της αμαρτίας μου, την παρακοή μου στην εντολή του Κυρίου Ιησού Χριστού, «ποίμαινε τα πρόβατα μου, ποίμαινε τα αρνία μου». Εδώ και δεκαπέντε χρόνια εκλιπαρώ τον Κύριο Ιησού Χριστό να με συγχωρήσει, επαναφέροντας στην μνήμη μου με σαφήνεια το τρομακτικό μου όνειρο και το σώμα του νεκρού που κείτονταν στην Αγία Τράπεζα. Πρόσφατα πληροφορήθηκα από τον Θεό πως η αμαρτία μου συγχωρήθηκε. Από μέρα σε μέρα, όλο και λιγότερο ξεκάθαρα έβλεπα το πτώμα στην Αγία Τράπεζα, ώσπου τελικά εξαφανίστηκε εντελώς.

Και τώρα, παιδιά μου, ας περάσω στα τελευταία λόγια των εντολών και διαθηκών μου προς εσάς.

Πιστεύω βαθειά στον Θεό και όλη την ζωή μου την έκτισα πάνω στις εντολές Του. Και σε σας κληροδοτώ όλη τη ζωή σας να την αφιερώσετε στον Θεό και να χτίζετε όλα και πάντα πάνω στις εντολές του Χριστού.

Για πολύ καιρό και με μεγάλη επιμονή έπλεα κόντρα στο ρεύμα και σε σας τα παιδιά μου κληροδοτώ να πλέετε κόντρα στο ρεύμα, όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό. Να αποστρέφετε το βλέμμα σας και την καρδιά σας από εκείνη τη μεγάλη πλειοψηφία της ανθρωπότητας, που επιδιώκει όχι τους υψηλούς στόχους, αλλά εκείνους που είναι πιο εύκολο να επιτευχθούν. Να μην προσχωρήσετε σ' αυτή τη μεγάλη πλειοψηφία που ζει όχι με το δικό της νου, αλλά με το νου των ηγετών και χτίζει τη ζωή της, όχι με τις ιερές εντολές του Χριστού, αλλά με τις υποδείξεις εκείνων που έχουν την εξουσία να καθοδηγούν τους ανθρώπους μόνον εκεί, όπου κατά τη γνώμη τους πρέπει να πηγαίνουν, όχι χάρη της βασιλείας των ουρανών, αλλά για χάρη της επίτευξης των αγαθών της επίγειας βασιλείας.

Σκοπό της ζωής να θέσετε την επιδίωξη της ύψιστης αλήθειας και να μην παρεκκλίνετε απ’ αυτό το δρόμο, αν σας αναγκάσουν να υπηρετήσετε τους σκοπούς της κατώτερης αλήθειας, καταπατώντας την ύψιστη αλήθεια του Χριστού.

Να είσαστε έτοιμοι ακόμη και για το μαρτύριο, εφ' όσον πλέετε κόντρα στο ρεύμα, να τηρείτε πλήρη πίστη ακόμη και στις σκέψεις, στους άντρες και τις γυναίκες σας, όπως τήρησα κι εγώ.

Στις επιστημονικές ενασχολήσεις και στο έργο σας πάνω στη μελέτη των μυστηρίων της φύσης, μην επιδιώκετε τη δόξα για τον εαυτό σας, αλλά μόνο το να ελαφρύνετε τον πόνο των ασθενών και αβοήθητων συνανθρώπων σας.

Να θυμάστε ότι σ' αυτό το έργο εγώ, ο πατέρας σας, αφιέρωσα όλη μου τη ζωή. Μιμηταί μου γίνεσθε, όπως κι εγώ του Απ. Παύλου και να μην εργάζεστε για την κοιλιά σας, αλλά πρώτ' απ’ όλα και πάνω απ’ όλα να φροντίζετε εκείνους που δίχως την βοήθειά σας δεν μπορούν να απελευθερωθούν από τη μέγγενη της ανέχειας και του ψέμματος.

Εάν εκπληρώσετε όλα, όσα κληροδοτώ σε σας, θα κατέβη σε σας η ευλογία του Θεού, σύμφωνα με τα αδιάψευστα λόγια του προφητάνακτα Δαβίδ. «Το δε έλεος του Κυρίου από του αιώνος και έως του αιώνος επί τους φοβούμενους αυτόν, και η δικαιοσύνη αυτού επί υιοίς υιών τοις φυλάσσουσι την διαθήκην αυτού και μεμνημένοις των εντολών αυτού του ποιήσαι αυτάς» (Ψαλμ. 102).

Γι' αυτή την ευλογία και τη χάρη του Θεού πάντα προσευχόμουν στη ζωή μου για σας τα παιδιά μου, τα εγγόνια και δισέγγονά μου και, βέβαια, πάντα θα προσεύχομαι στην αιώνια ζωή, όταν θα σταθώ εμπρός στο βήμα του Θεού μου και Θεού σας, Δημιουργού μου και Δημιουργού σας.
Και ο καιρός αυτός προφανώς είναι κοντά, γιατί εξασθένησαν η καρδιά μου και οι δυνάμεις μου.

Ο πατέρας σας,
Αλούστα 22 Ιουλίου 1956
ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΣΑΓΜΑΤΑ

katafigioti

lifecoaching