ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ! ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…
¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBAN: GR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).
Ακόμα ένα βράδυ λίγο πριν κοιμηθώ κάνω τον απολογισμό της ημέρας μου, σκέφτομαι την πενιχρή πνευματική μου ζωή και έχοντας αθετήσει για μια ακόμη μέρα όσα το πρωί υποσχέθηκα στο Χριστό, προσπαθώ να Τον κοιτάξω στην εικόνα και να Του πω πάλι τις αυτοαθωωτικές μου δικαιολογίες… να Του υποσχεθώ πως αύριο θα τα καταφέρω! Δεν μπορώ να ξεκολλήσω όμως από το πρόσωπο Του και κοιτάζοντας Τον βλέπω τα χάλια μου. Τα λόγια μου ποτάμι και οι πράξεις μου σταγόνες! Ενώ Αυτού οι ευεργεσίες ωκεανός! Κι όπως θρηνεί η ψυχή μου για την κατάντια μου, έρχεται πάλι η Αγάπη Του να με κατακλύσει! Και λέω ‘ αχ, πόσο με αγαπάς Χριστέ μου!’ Αυτή η Αγάπη Του είναι ανείπωτη… είναι το πιο γλυκό μαρτύριο που μπορεί να νιώσει κανείς… αυτή την Αγάπη θα σκεφτόμαστε όσοι είμαστε στην Κόλαση άπραγοι και ντροπιασμένοι. Αυτή η Αγάπη θα μας οδηγήσει εκεί δικαιότατα! Τότε πια θα καταλάβουμε χωρίς αυτοχαιδέματα ότι εκεί ανήκουμε!
Αυτή η Αγάπη οδήγησε τους φιλόθεους χριστιανούς να απαρνηθούν τον κόσμο και την αμαρτία και να αφιερωθούν σ’ Αυτόν ως μοναχοί, ως ιερείς ή ως απλοί άνθρωποι μέσα στον κόσμο αλλά έξω από το φρόνημα του. Μα ό,τι κι αν έκαναν, κι αν άφησαν τα πάντα, κι αν τρέφονταν με ένα παξιμάδι την ημέρα, κι αν λιθοβολούνταν, αδικούνταν, σταυρώνονταν, ήξεραν μέσα τους ότι όλα αυτά ήταν ελάχιστος φόρος τιμής μπροστά σ’ Αυτόν που τόσο τους αγαπάει! Όταν τους ξέσχιζαν τις σάρκες, όταν τους έτρωγαν τα θηρία και καίγονταν μέσα στα καζάνια, δε σκέφτονταν ούτε τι μεγάλοι άγιοι που ήταν ούτε τι προσέφεραν στο Χριστό ούτε τίποτα για τον εαυτό τους. Σκέφτονταν πόσο τους αγαπάει ο Χριστός!
Δεν μπορείς να νιώθεις αυτή την Αγάπη μέσα σου και να είσαι φυσιολογικός άνθρωπος! Πολλοί αναρωτιούνται ‘γιατί οι άγιοι ενώ είχαν τέτοια ταπείνωση έλεγαν πως δεν έχουν;’ Γιατί νομίζω πως η Αγάπη του Κυρίου δεν τους άφηνε να σκεφτούν κάτι για τον εαυτό τους. Όλη τους η διάνοια, η καρδιά, η δύναμη και η ψυχή είχαν στραφεί στον Αγαπημένο! Όλα τα άλλα μαρτύρια μπροστά σ’ αυτό το γλυκό μαρτύριο, το να θέλεις να κάνεις δηλαδή κάτι για να ανταποδώσεις στο Χριστό αυτή την Αγάπη που νιώθεις μέσα σου είναι πολύ μικρά! Για μας που έχουμε επιλέξει να ζούμε στον κόσμο μας είναι τεράστια… για αυτούς όμως που έχουν επιλέξει να ζουν στην Αγάπη της Αγίας Τριάδας είναι αυτονόητα!
Ας προσευχόμαστε στο Χριστό μας ‘ Κύριε, δείξε μου πόσο μ’ αγαπάς’ και Εκείνος θα μας δείξει όσο χωράει η καρδιά μας! Κι η Αγάπη Του θα συντρίψει την καρδιά μας, θα την κάνει πιο μεγάλη και κάθε φορά μεγαλύτερη για να Τον χωράμε! Όμως ας μη σταματάμε να Τον ικετεύουμε να μας το θυμίζει. Τότε τα ‘ακατόρθωτα’ θα κατορθώνονται, η λύπη θα γίνεται χαρά ανείπωτη, η απελπισία ελπίδα και πίστη ακλόνητη! Λίγο φιλότιμο χρειάζεται! Απ’ αυτή την Αγάπη δημιουργηθήκαμε… αυτή μας συντηρεί, αυτή κινεί τα πάντα! Αν γνωρίζαμε πόσο μας αγαπάει ο Χριστός! Ας Τον αφήσουμε να μας πλημμυρίσει με την Αγάπη Του, ας Τον αφήσουμε να μας Τη διδάξει και να καταπνίξει μ’ Αυτή τη φιλαυτία μας, τη λογική, την τυπική πνευματική μας ζωή! Αν έχουμε πάρει την απόφαση να Τον αγαπάμε πραγματικά ας Του ζητήσουμε αυτή τη μεγάλη χάρη στην προσευχή μας «Χριστέ μου, φανέρωσε μου πόσο με αγαπάς!» Και να βάλει αυτή την Αγάπη όχι στο μυαλό μας αλλά στα βάθη της καρδιάς μας!
Κι ας μπούμε κι εμείς εκεί για να βρούμε την πραγματική ανάπαυση και την πραγματική Ζωή! Ο Χριστός μας έχει στήσει εκεί το Βασίλειο Του και μας περιμένει!(Κ.Δ.Κ)
«Ο Θεός είναι φως και δεν υπάρχει σ’ Αυτόν ούτε ίχνος σκοταδιού»
(Α’ Ιωάν. 1:5)
Ο ιερός Αυγουστίνος διηγείται για κάποιον ειδωλολάτρη, που κάποτε δείχνοντάς του τον ήλιο, τη φύση κι άλλα δημιουργήματα, του είπε: «Ο δικός μου Θεός, είναι αυτά. Μπορείς να τον δεις. Που είναι ο δικός σου, μπορείς να μου Τον δείξεις;», «Δεν του Τον έδειξα», είπε ο Αυγουστίνος, διηγούμενος το περιστατικό, «όχι γιατί δεν είχα Θεό να του δείξω, αλλά γιατί αυτός δεν είχε μάτια να Τον δει».
Η τραγωδία είναι, όχι ότι ο άνθρωπος δεν έχει μάτια να δει το Θεό, αλλά ότι δεν επιθυμεί να Τον δει. Είναι εκείνο που ο Λόγος του Θεού, με το στόμα του Ησαΐα λέει: «Με τα αφτιά σας θα ακούσετε και δε θα εννοήσετε· κι ενώ έχετε μάτια να δείτε, δε θα καταλάβετε· γιατί η καρδιά του λαού αυτού χόντρυνε». Κι ο Κύριος Ιησούς προσθέτει: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου» (Ιωάν. 8:12). Πες Του, λοιπόν, φίλε, κι εσύ: «Κύριε επιθυμώ να Σε δω». Κι αμέσως θ’ ανοίξουν τα μάτια σου και θα δοξάσεις το Θεό.
«Και η καταδίκη είναι τούτη: Ότι, ενώ ήρθε το φως στον κόσμο, οι άνθρωποι αγάπησαν το σκοτάδι περισσότερο παρά το φως, επειδή τα έργα τους ήταν πονηρά»
(Ιωάν. 3:19)
Ο Πλάτων έγραψε: «Είναι λογικό να φοβάται ένα παιδί το σκοτάδι. Αλλά είναι τραγικό όταν ο μεγάλος φοβάται το φως! Πράγματι είναι τραγικό. Ο άνθρωπος αποφεύγει το θείο φως. Και το αποφεύγει επειδή τα έργα του είναι πονηρά και η καρδιά του κακιά. Οι άλλοι ίσως να βλέπουν κάποια καλοσύνη σε σένα, αλλά μόνο ο Θεός ξέρει τις προθέσεις σου. Η Γραφή λέει ότι η καρδιά του ανθρώπου είναι απατηλή και πολύ διεφθαρμένη (Ιερ. 17:9).
Μια ομάδα νέων πήρε άδεια να ψάλει ύμνους σ’ ένα νοσοκομείο της Γενεύης. Άνοιξαν τις πόρτες των δωματίων για να μπορούν οι άρρωστοι ν’ ακούνε. Μια γυναίκα όμως σηκώθηκε κι έκλεισε την πόρτα βρίζοντας με θυμό. Δεν ήθελε ν’ ακούσει την πρόσκληση της αγάπης του Θεού, τα καλά νέα της σωτηρίας. Δεν ήθελε ν’ αφήσει το φως να μπει στην ψυχή της.
Μήπως κάνεις κι εσύ το ίδιο; Κρατάς κλειστή την πόρτα της καρδιάς σου στο φως; Άνοιξέ την, σε συμφέρει. Είναι φοβερό να βρεθείς στο αιώνιο σκοτάδι.
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
78. Όποιος αναγεννήθηκε εν Χριστώ και από σαρκικός έγινε πνευματικός, αυτός αγαπά και επιδιώκει τα αντίθετα εκείνων που έως τώρα του ήσαν επιθυμητά. Ολοένα πιο έντονα και πιο πλατειά, βασιλεύουν στην καρδιά του η πίστις, η ελπίδα και η αγάπη. Αντί του φαγητού, του ποτού, των πολυτελών ενδυμάτων, του χρήματος, τώρα τον ενδιαφέρουν ο Θεός, η ψυχή, η αιώνιος ζωή. Αντί των υλικών αγαθών, λαχταρά τώρα τον Θεό, την αγάπη προς τον πλησίον, την οικειότητα με τους Αγγέλους και τους Αγίους. Διψά τον Λόγο του Θεού. Η μεγάλη του απόλαυσις είναι η λατρεία. Πρώτα, ήθελε να καλοπιάνη το σώμα του. Τώρα το στερεί από πολλά και του φέρεται σκληρά. Το νεκρώνει. Του μαραίνει τα σκιρτήματα. Το καθιστά ανίκανο να εξεγείρεται κατά του πνεύματος.
79. Όπως ο Αβραάμ προθυμοποιήθηκε να θυσιάση στον Θεό τον μονογενή του Ισαάκ, έτσι και εμείς ας είμαστε πρόθυμοι να θυσιάζουμε, για χάρι του Θεού, κάθε αγάπη εγκόσμιο, κάθε αντικείμενο που μας ελκύει και μας χαροποιεί. Προκειμένου να υπακούσουμε στο θείο θέλημα, ας στερηθούμε οτιδήποτε μας είναι προσφιλές.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 50-51)
25. «Πόλις Θεού ζώντος» (Δ, 92).
Στον 45 ψαλμό, η Θεοτόκος προτυπώνεται σαν πόλις: «του ποταμού τα ορμήματα ευφραίνουσι την πόλιν του Θεού» (στιχ. 5). «Τα ορμήματα», κατά τον Ι. Δαμασκηνό, είναι τα κύματα των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος (Δ, 93).
Οι αρχαίες πόλεις ήταν συνήθως κτισμένες κοντά σε ποτάμια. Η θέσις αυτή εξασφάλιζε τη ζωή στις πόλεις αυτές, διότι οι κάτοικοι μπορούσαν έτσι να έχουν άφθονο νερό για τον εαυτό τους και για τα ζώα, καθώς και για το πότισμα των κτημάτων τους. Το ποτάμι ήταν ευλογία και χαρά Θεού για την πόλι. Αντίθετα, πόλις χωρίς ποτάμι δεν μπορούσε εύκολα να επιβιώση.
Η αρχαία πόλις έμελλε να γίνη κι αυτή τύπος της Θεοτόκου. Ο ψαλμωδός λέει ότι την πόλι την έκαναν χαρούμενη κι ευτυχισμένη οι κατεβασιές του ποταμιού! Την Θεοτόκο την έκαναν «κεχαριτωμένη» τα κύματα των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος. Το πρώτο κύμα των θείων χαρισμάτων πότισε την Παρθένο προ του Ευαγγελισμού. Το δεύτερο, κατά τον Ευαγγελισμό και το τρίτο κατά την Πεντηκοστή. Τρία «Ορμήματα» του «Ποταμού», του Αγίου Πνεύματος (Αποκ. κβ' 1) ανάδειξαν την Θεοτόκο πόλι και κατοικητήριο του Θεού.
Τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος που παίρνει ο χριστιανός με τη συμμετοχή του στα θεία και ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας, τα συνεχή και αλλεπάλληλα αυτά αγιοπνευματικά «ορμήματα» έχουν σκοπό να τον καταστήσουν έμψυχη πόλι και κατοικητήριο του Θεού. Οι δωρεές του Αγίου Πνεύματος ευφραίνουν τον άνθρωπο, η χαρά δε και η ευτυχία του ολοκληρώνεται με το γεγονός ότι ο Θεός έρχεται και κατοικεί μέσα του. «Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ’ αυτώ ποιήσωμεν» (Ιω. ιδ' 23) .
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 46-47 )
586- Η ΠΕΘΑΜΕΝΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.
Ζηλωτής εφημέριος ανέλαβε νέα ενορία. Κάθε Κυριακή, όμως, και εορτή, η εκκλησία του παρέμενε σχεδόν αδειανή. Παρ’ όλες τις συστάσεις και παροτρύνσεις τους ενορίτας του, δεν κατώρθωσε να τους κάνη να εκκλησιάζωνται.
Λυπημένος από αυτή την κατάστασι, μηχανεύθηκε το ακόλουθο τέχνασμα:
Ανήγγειλε σε όλη την ενορία ότι την επομένη Κυριακή θα γινόταν η κηδεία της εκκλησίας.
Η αγγελία δημοσιεύθηκε σε πολλά μέρη και κυκλοφόρησε σε πολλά αντίτυπα.
Ήρθε η Κυριακή. Ο εφημέριος στόλισε την εκκλησία και στη μέση έβαλε το φέρετρο. Η εκκλησία γέμισε από περιέργους. Ο εφημέριος μίλησε κατάλληλα στους ενορίτας του και στο τέλος προσεκάλεσε όλους να περάσουν να δουν το φέρετρο. Μέσα στο φέρετρο είχε βάλει ένα καθρέπτη κι όποιος πλησίαζε για να δη το νεκρό, έβλεπε τον εαυτό του.
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως)
ΜΙΑ ΦΟΡΑ μπήκαν ληστές στην καλύβα του Αββά Ευπρεπίου και του πήραν τα φτωχικά του πράγματα. Ο Γέροντας ήταν εκεί και λένε μάλιστα πως τους βοήθησε να τα φορτώσουν στις καμήλες τους. Όταν εκείνοι έφυγαν πια, βρήκε ο Όσιος ένα ραβδί, που κάποιος φαίνεται το ξέχασε στην βιασύνη του. Το πήρε και έτρεχε από πίσω τους, για να τους το επίστρέψει.
ΤΡΕΙΣ ΛΗΣΤΕΣ επιτεθήκαν και εναντίον του Αββά Θεοδώρου κάποτε. Οι δυό τον κρατούσαν ακίνητο κι ο τρίτος μάζευε τα πράγματά του. Όταν τα φόρτωσε όλα στην καμήλα τους, έβαλε από πάνω και τον μανδύα που φορούσε ο Γέροντας στις συνάξεις.
- Αφήστε αυτόν τον μανδύα γιατί πολύ μου χρειάζεται, είπε ο Αββάς Θεόδωρος.
Οι ληστές όμως γέλασαν δυνατά και τον ειρωνεύτηκαν. Τότε εκείνος, χειροδύναμος καθώς ήταν, με μια κίνηση έριξε κάτω τους δυό που τον κρατούσαν και ελευθερώθηκε. Βλέποντας την δύναμή του, οι ληστές φοβήθηκαν και ήταν έτοιμοι να φύγουν.
- Που πάτε, δειλοί; τους είπε ο Όσιος. Χωρίστε τα πράγματα σε τεσσερα μέρη. Κρατήστε τα τρία για σας κι αφήστε μου το ένα.
Έτσι, του έμεινε ο μανδύας της συνάξεως.
ΛΕΝΕ και για τον Άββα Ιωάννη τον Πέρση οι Πατέρες, πως κάποτε πήγαν στην καλύβη του κακοποιοί, με φανερή πρόθεση να τον σκοτώσουν. Εκείνος ο μακάριος ετοίμασε νιπτήρα κι έσκυψε να τους πλύνει τα πόδια, όπως θα έκανε στους πιο καλούς του φίλους. Τότε οι κακοποιοί, ντροπιασμένοι, τον αφησαν κι έφυγαν.
ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ πήγαν ληστές σε καποιον Ερημίτη.
- Ήρθαμε να πάρουμε τα πράγματά σου, του είπαν αγρια.
- Κοπιάστε και πάρτε ό,τι σας αρέσει, αποκρίθηκε εκείνος, χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του.
Άδειασαν στην στιγμή την φτωχική του καλύβη κι έφυγαν βιαστικοί. Λησμόνησαν όμως να πάρουν ένα μικρό φλασκί, που ήταν κρεμασμένο από το δοκάρι της στέγης. Ο Ερημίτης το ξεκρέμασε και, τρέχοντας πίσω από τους ληστές, φώναζε για να τον ακούσουν και να σταματήσουν:
- Γυρίστε πίσω, αδελφοί, να πάρετε και τούτο.
Και τους έδειχνε από μακριά το μικρό φλασκί.
Θαύμασαν την ανεξικακία του εκείνοι και γύρισαν, όχι για να πάρουν το φλασκί, αλλά για να του βάλουν μετάνοια και να του δώσουν πίσω όλα του τα πράγματα.
- Αυτός μάλιστα, είναι πραγματικά άνθρωπος του Θεού! έλεγαν μεταξύ τους.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 62-63 )
Η εμφάνιση της Θεοτόκου
Ζούσε στη χώρα των Αλαμανών ένας ιερέας πολύ ενάρετος, ο Πελάγιος, που έτρεφε ξεχωριστή ευλάβεια στην Υπεραγία Θεοτόκο. Ο διάβολος όμως τον φθόνησε και του έσπειρε λογισμό απιστίας για τη θεία Κοινωνία. ‘Πώς είναι δυνατόν’, σκεφτόταν , ‘ να γίνονται το ψωμί Σώμα και το κρασί Αίμα Χριστού!’ Απ’τους λογισμούς αυτούς έπεφτε σε μεγάλη θλίψη, αλλά δεν τολμούσε να συμβουλευθεί κανέναν άνθρωπο. Γι’αυτό πρόστρεξε στην ίδια την Παναγία και την παρακάλεσε να τον πληροφορήσει σχετικά.
Κάποια μέρα λοιπόν, ενώ λειτουργούσε, όταν έφτασε στο « Εξαιρέτως της Παναγίας αχράντου…», εξαφανίστηκε από το δισκάριο ο άγιος Άρτος. Ερεύνησε ο Πελάγιος τριγύρω, αλλά δεν Τον βρήκε.
-Παναγία μου! Φώναξε τρομαγμένος, γνωρίζω ότι για την ολιγοπιστία και την αμφιβολία μου με σιχάθηκε ο Χριστός κι έφυγε από μπροστά μου για να μην κοινωνήσω ο ανάξιος. Εσύ όμως παρακάλεσε Τον να με συγχωρήσει!
Βλέπει τότε μπροστά στην αγία τράπεζα την υπερένδοξη Βασίλισσα με το θείο Βρέφος στην αγκαλιά της να του λέει:
-Αυτό το Βρέφος είναι ο Ποιητής της οικουμένης, ο Υιός και Λόγος του Θεού, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Αυτός πέθανε στο Σταυρό για τη σωτηρία του κόσμου και αναστήθηκε. Αυτός και τώρα καθημερινά συγκαταβαίνει με θαυμαστό τρόπο στο σχήμα του ψωμιού και του κρασιού, για την πολλή αγάπη Του στους ανθρώπους, και προσφέρεται σ’αυτούς για τον αγιασμό της ψυχής τους. Ψηλάφησε Τον λοιπόν κι ερεύνησε άφοβα, για να διαπιστώσεις ότι πρόκειται για αληθινή θεωρία, ότι είναι σώμα πραγματικό με σάρκα και αίμα, καθώς Τον γέννησα. Έτσι ακριβώς γίνονται ο άρτος και ο οίνος όταν λειτουργείς. Επειδή όμως η ανθρώπινη φύση δεν μπορεί να φάει σάρκα ωμή και να πιεί αίμα, γι’αυτό με πάνσοφο τρόπο ο Παντοδύναμος προσφέρεται με τη μορφή του ψωμιού και του κρασιού, ώστε να μπορεί ο καθένας να Τον μεταλαμβάνει με λαχτάρα και πόθο. Κοινώνησε λοιπόν κι εσύ με ευλάβεια και πίστη, γιατί όποιος Τον παίρνει μέσα του άξια, γίνεται μέτοχος της θείας δόξας Του.
Μ’αυτά τα λόγια η Δέσποινα απέθεσε το Βρέφος στην αγία τράπεζα, και αφού Το προσκύνησε ταπεινά, έγινε άφαντη.
Τότε ο ιερέας πήρε με φόβο και χαρά στα χέρια του το θείο Βρέφος, Το ασπάστηκε ευλαβικά και διαπίστωσε πως ήταν πράγματι ένα ζωντανό βρέφος με αληθινή σάρκα. Ύστερα Το ακούμπησε στην αγία τράπεζα, έπεσε στη γη και προσευχήθηκε με δάκρυα:
« Πιστεύω, Κύριε, και ομολογώ πως Εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, που γεννήθηκες από την αειπάρθενη Μαρία. Σε ευχαριστώ για τη χάρη που αξιώθηκα σήμερα ο ανάξιος, και παρακαλώ να μου συγχωρέσεις την παλιά μου δυσπιστία. Και τώρα αξίωσε με να Σε κοινωνήσω όχι σαν βρέφος, αλλά σαν Άρτο».
Αφού προσευχήθηκε έτσι με πίστη, σηκώνεται, και βλέπει μπροστά του τον άγιο Άρτο όπως και πριν. Μετέλαβε με ευφροσύνη, και συνέχισε σε όλη του τη ζωή να ιερουργεί τα θεία Μυστήρια με περισσή ευλάβεια.
(Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου, σελ.46-48)
Ο ηγούμενος Κοδράτος
Ο παπα- Ανδρέας, ο προηγούμενος της Ι. Μονής Αγίου Παύλου,
που γνώρισε πολύ καλά ως πνευματικό πατέρα τον περίφημο παπα- Κοδράτο (1859- 1940),
ηγούμενο της Ι.Μονής Καρακάλλου, διηγήθηκε το εξής:
« Όταν ήμουν νεώτερος αντιμετώπισα κάποτε μεγάλο πειρασμό!
Τέτοιου είδους, που με ανάγκασε να φύγω από το μοναστήρι μου!
Πήγα και έμεινα σε ένα κελλί κοντά στην Ι. Μονή Καρακάλλου.
Σε 2-3 ημέρες έτρεξα να βρω τον παπα- Κοδράτο και να εξομολογηθώ.
Του άνοιξα την καρδιά μου και τα είπα όλα. Ήμουν όμως φανερά ταραγμένος.
Εκείνος με άκουσε υπομονετικά και στο τέλος φάνηκε σαν να συμφωνούσε μαζί μου...
-Καλά έκανες! Είχες δίκιο! Αλλά, έλα πάλι σε μια εβδομάδα, παιδί μου, να τα ξαναπούμε.
» Τον ευχαρίστησα και έφυγα. Η στάσις του όμως κάτι έκρυβε και ήμουν περίεργος να μάθω,
τι με ήθελε σε μια εβδομάδα.
Πράγματι τον επισκέφθηκα και, αφού συζητήσαμε αρκετά και με πνεύμα εγκαρδιότητος,
στο τέλος μού λέει σε ιλαρό τόνο:
-Θα κάνης τώρα υπακοή σε ό,τι σου πω;
-Γέροντα, ό,τι μου πης, θα το κάνω.
-Θα το κάνης; Άκου λοιπόν! Θα βάλουμε το σαμάρι στο ζώο και το κιλίμι,
και θα πας πίσω στο μοναστήρι σου. Άντε μπράβο!
-Γέροντα! του είπα κατάπληκτος, σεις την πρώτη φορά με δικαιώσατε. Τώρα;…
-Ναι! Μα τότε ήσουν θυμωμένος. Κι αν σου έλεγα αυτό που σου λέω τώρα,
δεν θα γιατρευόταν η πληγή ούτε ο πειρασμός θα έφευγε.
» Έμεινα να θαυμάζω για μια φορά ακόμη τον αριστοτεχνικό χειρισμό που έκανε στις ψυχές,
και δόξαζα τον Θεό, γιατί είχα βρει τέτοιο πνευματικό πατέρα.
Επέστρεψα στο μοναστήρι μου χαρούμενος και μετανοημένος».
(Κοδράτος Καρακαλληνός)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος πρώτος, σελ.56-57)
Στην πλατεία του χωριού μου υπάρχει ένας πλάτανος. Δεσπόζει εκεί αγέρωχος, όμορφος, ψηλός για πάνω από έναν αιώνα. Θυμάμαι από μικρό παιδί όταν πήγαινα διακοπές το καλοκαίρι πόσο με είχε εντυπωσιάσει! Ο κορμός του έχει τεράστια περίμετρο… κρυβόμασταν τρία παιδιά από πίσω όταν παίζαμε κρυφτό. Τον κοιτούσα και νόμιζα ότι ακουμπάει τον ουρανό! Ακόμα στέκεται εκεί επιβλητικός και μας δροσίζει με τη σκιά του, μας συντροφεύει με την κυριαρχική γοητεία του. Αντιμετώπισε θαρραλέα κάθε καιρική συνθήκη… καταιγίδες, νεροποντές, ανεμοθύελλες αλλά και καύσωνες. Και οι ρίζες του τεράστιες, μακριές και τόσο βαθιές μέσα στο χώμα! Πώς άλλωστε θα είχε αντέξει ; Τίποτα δε στάθηκε ικανό να τον σαλεύσει!
Και σκέφτομαι, τί ωραία θα ήταν να συνέβαινε αυτό και με τους ανθρώπους… τίποτα να μη μπορεί να μας σαλεύσει! Μα τί λέω; Κι όμως γίνεται! Για εμάς τους χριστιανούς γίνεται! Η διαφορά μας όμως με τον πλάτανο είναι ότι εμείς πρέπει να βγάλουμε ρίζες όχι στο χώμα αλλά στον ουρανό! Ναι, φυσικά… στον ουρανό πρέπει να ριζώσουμε γιατί ό,τι χρειαζόμαστε από εκεί προέρχεται! Η αναπνοή μας, η τροφή μας, η δροσιά μας, η υπομονή μας, η αντοχή μας, η δύναμη μας, η αγάπη και η αληθινή ζωή έρχονται από τον ουρανό! Γιατί κι ο άνθρωπος από κει έρχεται και εκεί πηγαίνει! Κι αν ακούσουμε καλά την ψυχή μας, αυτά αποζητά και αυτά λαχταρά… τα ανώτερα, τα υψηλά, τα υπερκόσμια!
« Άνω σχώμεν τας καρδίας» ακούμε στη Θεία Λειτουργία. Δεν είναι πια ο Χριστός στον κόσμο. Είναι στον ουρανό… λοιπόν κι εμείς εκεί πρέπει να έχουμε τις καρδιές μας! Γι’αυτό ας μην λησμονούμε ποτέ τον πραγματικό σκοπό της ζωής μας που είναι αυτός, να βγάλουμε ρίζες στον ουρανό γιατί εκεί είναι η οικογένεια μας… ο Πατέρας μας, η Μητέρα μας και τα αδέρφια μας… οι Άγιοι! Εκεί είναι οι ρίζες μας και εκεί μας περιμένουν να επιστρέψουμε μια μέρα, όπως περιμένει μια οικογένεια να γυρίσει το παιδί της που έφυγε για την ξενιτιά! Κι έτσι από κει όλα θα τα βιώνουμε και θα τα αντιμετωπίζουμε απαρασάλευτοι και αγέρωχοι κι εμείς σαν τον αγαπημένο μου πλάτανο και θα καταφέρνουμε να βγαίνουμε αλώβητοι μέσα από κάθε συνθήκη της ζωής μας γιατί αφού θα είμαστε ψηλά τίποτα επίγειο δε θα μπορεί να μας αγγίξει! Και σαν τον πλάτανο θα προσφέρουμε κι εμείς δροσιά και ξεκούραση στους άλλους ανθρώπους αφού θα είμαστε συνδεδεμένοι με τον Ζωοδότη Χριστό! (Κ.Δ.Κ.)
Χαρούμενη υπακοή και αδιάλειπτη προσευχή
Ο Γέρων Πορφύριος υπήρξε ένας σύγχρονος στάρετς της ελληνικής Ορθοδοξίας.
Ήταν μία χαρισματική μορφή • είχε δεχτεί τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος από πολύ νωρίς.
Όπως ο ίδιος μου έλεγε, τα δύο εκείνα στοιχεία, που πολύ τον βοήθησαν στη ζωή του και του έδωσαν αυτή την πνευματική χάρη, ήταν, πρώτα, για να χρησιμοποιήσω τα δικά του λόγια, " η χαρούμενη υπακοή, που έκαμνα στους Γεροντάδες μου ".
Έτσι μου έλεγε ο ίδιος, και μου εξηγούσε :
"Μου έλεγαν για παράδειγμα : " Νικήτα,- αυτό ήταν το όνομά του ως μοναχού στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους - τρέξε κάτω στον αρσανά να πάρεις αυτό το τσουβάλι με το αλεύρι ".
Και προτού να τελειώσει ο Γέροντάς μου την εντολή του, εγώ ήδη είχα αρχίσει να τρέχω για τον αρσανά, να φορτωθώ το τσουβάλι και με χαρούμενη υπακοή να επιστρέψω ".
Η χαρούμενη αυτή, λοιπόν, υπακοή του ήταν το πρώτο. Και το άλλο ήταν το αδιάλειπτο της νοεράς προσευχής : " Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με ". Ασκούσε συνεχώς και αδιαλείπτως τη νοερά προσευχή.
[ Ί 97 ]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.268)