ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ!

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ!  ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…

¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBANGR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).

Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης

Ο ολόφωτος λειτουργός
Ο νεομάρτυρας άγιος Ιάκωβος ο αγιορείτης (1η Νοεμβρίου) διηγήθηκε κάποτε στο μαθητή του Μαρκιανό όσα θαυμαστά είδε στη διάρκεια μιας θείας λειτουργίας: ‘‘ Καθώς φορούσε ο ιερέας την ιερατική του στολή, έφεξε μπροστά του το φως των αγγέλων, όπως φέγγει ο ήλιος την αυγή, πριν ανατείλει. Όταν άρχισε να προσκομίζει, τέσσερα αγγελικά τάγματα πήγαν και στάθηκαν στα τέσσερα σημεία του ναού. Τελειώνοντας την προσκομιδή, σκέπασε με τα ιερά καλύμματα τα τίμια Δώρα, που συνάμα καλύφθηκαν από μια λάμψη. Την ώρα της μεγάλης εισόδου, όταν βγήκαν τα Άγια, προπορευόταν ένα φως, που σκέπαζε το λαό. Το ίδιο φως περικύκλωσε αργότερα την αγία τράπεζα, όταν τοποθετήθηκε το δισκοπότηρο πάνω σ’ αυτήν. Έξω από τον φωτεινό αυτό κύκλο στέκονταν οι άγγελοι ευλαβικά, χωρίς να τολμούν να πλησιάσουν.
’’ Το φως δεν έφυγε από τον ιερέα σ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας. Από το στόμα του έβγαινε αόρατη φλόγα, όταν εκφωνούσε τις ευχές και διάβαζε το Ευαγγέλιο. Επίσης, όταν ύψωνε τα χέρια του, από τα δάχτυλα του ξεχυνόταν φως. Μετά τον καθαγιασμό, είδα τον Κύριο, ως βρέφος καθισμένο στο δισκάριο μέσα σε φωτεινή δόξα. Ο ιερέας τον μέλισε σε τέσσερα μέρη, και το τίμιο Αίμα Του χύθηκε στο άγιο ποτήριο, από το οποίο μετέλαβε ο λειτουργός. Όταν τελείωσε η μυσταγωγία, είδα πάλι το θείο Βρέφος ακέραιο ν’ ανεβαίνει με δόξα και τιμή στον ουρανό, συνοδευόμενο από τους αγίους αγγέλους.’’
( Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ.79-80)

ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ

66. Ποιά είναι στον πυρήνα της η ορθόδοξη χριστολογία;

Το δόγμα περί Χρίστου είναι εξ ίσου σημαντικό, όσο και το δόγμα περί 'Αγίας Τριάδος. Είναι δόγμα πίστεως κορυφαίο, στο οποίο ανακλάται η οικονομική Τριάδα. Λέγοντας αυτό εννοούμε τον Τριαδικό Θεό στις εξωτερικές του ενέργειες, στη δημιουργία του κόσμου και την απολύτρωση. Ο Λόγος του Θεού που στη μεταφυσική Τριάδα (στο Θεό καθ' εαυτόν) σχετίζεται με την ουσία και τις άλλες δύο Τριαδικές υποστάσεις της θεότητας, αφήνει τους ουρανούς —χωρίς να χάσει το θεοπρεπες του αξίωμα— και κατεβαίνει στη γη, γίνεται άνθρωπος ιστορικός για να σώσει τον πεσμένο άνθρωπο από την αμαρτία. Η είσοδος αυτή στο πεδίο της ζωής και η ανάληψη της κακοπάθειας της ιστορικής στιγμής είναι γνωστή ως «κένωσις» του Λόγου. Ο Λόγος γίνεται άνθρωπος για να λυτρώσει τον άνθρωπο από το ζυγό της αμαρτίας και την οδύνη του πνευματικού θανάτου.

Στο Χριστό υπάρχουν δύο φύσεις, η θεία και η ανθρώπινη, και ένα πρόσωπο, του αιδίου Λόγου. Η ανθρώπινη φύση του δεν είχε δικό της πρόσωπο, ήταν ανυπόστατη.
Η θεία φύση του Χριστού ήταν η τέλεια φύση της θεότητας. Επίσης τέλεια ήταν και η ανθρώπινη φύση του, στην οποία υπήρχε ψυχή νοερά και λογική, ενωμένη με σώμα υλικό και αληθινό. Η ένωση των φύσεων έγινε στη μήτρα της Παρθένου «εξ άκρας συλλήψεως». Μόλις δηλαδή η Μαρία δέχτηκε τον ασπασμό του αγγέλου, το Πνεύμα του Θεού εμόρφωσε στην παρθενική μήτρα της το έμβρυο Χριστό, με το οποίο ενώθηκε αμέσως ο Λόγος του Θεού, χωρίς το ενωθέν (η ανθρώπινη φύση) να προφθάσει να ζήσει έστω και μία χρονική στιγμή έξω από την ένωση, ως πρόσωπο ξεχωριστό και ίδιο. Συνεπώς ως άνθρωπος ο Χριστός δεν είχε δικό του ξεχωριστό πρόσωπο, αλλά φερόταν στο αΐδιο πρόσωπο του Λόγου.

Η σύλληψη και η γέννηση του Χριστού ήταν υπερφυσικές. Σ’ αυτές δεν λειτούργησαν οι συνήθεις νόμοι της φύσεως. Η Μαρία δεν συνέλαβε με τη γνωστή σύμπραξη ανδρός και γυναικός, αλλά με τη δημιουργική ενέργεια του παναγίου Πνεύματος. Ο Χριστός ήταν «απάτωρ εκ μητρός», δεν είχε δηλαδή πατέρα σύζυγο της μητέρας του. Αφού δε δεν συνέπραξε άνδρας, η Μαρία συνέλαβε το Χριστό χωρίς να χάσει την παρθενία της. Στο αυτό μέτρο παρθενική και υπερφυσική ήταν και η γέννηση του Κυρίου, γέννηση ανώδυνη και αλόχευτη (χωρίς τα φυσικά λόχια). Η γέννηση του Σωτήρος δεν ακολούθησε τους ρυθμούς της φυσικής ανθρώπινης γεννήσεως. Γι’ αυτό και γεννήθηκε χωρίς το προπατορικό αμάρτημα, με το οποίο έρχονται στον κόσμο όλοι οι άλλοι άνθρωποι. Στο Χριστό έσπασε η συνέχεια της αμαρτωλής φύσεως του Αδάμ, η οποία κληροδοτεί το προπατορικό αμάρτημα σε όσους εκφύονται απ’ αυτήν. Ο Χριστός είναι ο καινός Αδάμ της χάριτος, η νέα πνευματική ρίζα της ανθρωπότητος, η οποία κληροδοτεί την πνευματική αναγέννηση και τη σωτηρία στους πιστεύοντες.

Η ένωση των φύσεων στο Χριστό είναι υποστατική, ασύγχυτη και αδιαίρετη. Λέγοντας υποστατική ένωση εννοούμε ότι αυτή έγινε στην υπόσταση (εξ ου και το όνομα) ή το πρόσωπο του Λόγου. Επαναλαμβάνουμε και πάλι ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού ήταν ανυπόστατη, δηλαδή δεν έζησε ποτέ από μόνη της έξω Ααπό το πρόσωπο του Χριστού. Αυτό έχει μεγάλη σημασία. Στην ένωση οι φύσεις δεν επηρέασαν η μία την άλλη, δεν μετατράπηκες η μία στη φυσική ποιότητα της άλλης, αλλά παρέμειναν κάθε μια στη φυσική της ποιότητα και πληρότητα, χωρίς στο εξής ν’ αποχωρίζονται η μία από την άλλη. 'Ενώθηκαν «ατρέπτως, ασυγχύτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως».

Ο Χριστός είχε δύο φυσικά θελήματα και δύο ενέργειες. Ήθελε και ενεργούσε ενιαία και ως άνθρωπος και ως Θεός. Το ανθρώπινό του θέλημα, αν και ελεύθερο, υποτασσόταν στο θείο του θέλημα, χωρίς να αντιπαλαίει και ν’ αντιπίπτει προς αυτό. Δεν είχε θέλημα γνωμικό. Δεν ήθελε ξεχωριστά ως άνθρωπος, πράγμα που προϋποθέτει την ύπαρξη ανθρώπινου προσώπου και άφηνε ανοικτή τη δυνατότητα να υποπέσει ο Κύριος στην αμαρτία. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ενέργειες του Χριστού. Ο Χριστός ενεργούσε ενιαία και τα θεία και τα ανθρώπινα, χωρίς η μία του ενέργεια να αντιφέρεται προς την άλλη.
Από τη σύνθεση του θεανδρικού προσώπου του Χριστού έχουμε τις εξής ακολουθίες:

1) Την αντίδοση των ιδιωμάτων των δύο φύσεων στο ένα πρόσωπο του Χριστού. Η μία φύση αντιδίδει τα ιδιώματά της στην άλλη. Τα ιδιώματα δεν αντιδίδονται απ’ ευθείας στις φύσεις, δηλαδή καθ’ εαυτές, γιατί κάτι τέτοιο θα τις συνέχεε και θα οδηγούσε στο Μονοφυσιτισμό, αλλά αυστηρώς στο ένα του θεανδρικό πρόσωπο. Έτσι δεν λέμε ότι η θεότητα έπαθε ή ότι η ανθρωπότητα ήταν στους ουρανούς πριν δημιουργηθεί ο κόσμος, αλλ΄ ότι ο Χριστός, ως πρόσωπο ενιαίο και αδιαχώριστο, έπαθε ως Θεός (στη σάρκα του φυσικά: «σαρκί») και βρισκόταν ως άνθρωπος στους ουρανούς. Στην αντίδοση των ιδιωμάτων η θεία (ρύση αντιδίδει κυρίως τα δικά της στην ανθρώπινη και όχι το αντίθετο. Η πτυχή αυτή του δόγματος είναι πολύ σημαντική, γιατί αποτελεί τη λυδία λίθο αναγνωρίσεως και σταθμίσεως των χριστολογικών κακοδοξιών και αιρέσεων.

2) Τον όρο «Θεοτόκος» που αποδίδεται στη Μητέρα τον Χριστού. Η Μαρία γέννησε το Χριστό. Όχι βέβαια τη θεία φύση του καθ' εαυτήν, γιατί ο Θεός, ως το απειροτέλειο όν, δεν μπορεί να υπαχθεί στους φυσικούς νόμους, να γεννηθεί δηλαδή με τον ίδιο τρόπο που γεννιούνται οι άνθρωποι. Η Μαρία γέννησε το Θεό «σαρκί». Αυτό που γεννήθηκε, ήταν ο Χριστός, στον οποίο ο τέλειος Θεός ήταν ενωμένος «εξ άκρας συλλήψεως» με τον υιό του ανθρώπου στη θεοχώρητη μήτρα της πάναγνης Κόρης. Ο όρος «Θεοτόκος» αποτελεί συνοπτική εκφορά του χριστολογικού δόγματος, πάνω στον οποίο σαν σε κυματοθραύστη, προσέκρουσε και διαλύθηκε η νεστοριανή λαίλαπα.

3) Τη μια υιότητα και λατρεία τον Χριστού. Ο Χριστός είχε διπλή γέννηση, μία ως Υιός του Θεού και μία ως Υιός της Παρθένου. Η πρώτη ήταν η αΐδια γέννηση εκ του Πατρός (το υποστατικό ιδίωμα του Λόγου), η δεύτερη ήταν η έγχρονη εκ της Παρθένου δια της δυνάμεως του παναγίου Πνεύματος. Οι δύο αυτές γεννήσεις ήταν σαφείς και ξεχωριστές η μία από την άλλη. Δεν είχε όμως και δύο υίότητες. Δεν ήταν Υιός Θεού και Υιός της Παρθένου ξεχωριστά. Αυτό θα σήμαινε ότι είχε δύο πρόσωπα, ένα ως Θεός και ένα ως άνθρωπος. Αυτό δεν συνέβαινε. Ο Χριστός, όπως είπαμε, είχε ένα πρόσωπο, ήταν ένας και όχι πολλοί. Ως ένας είχε μία υίότητα, ως Θεός και ως άνθρωπος ο αυτός. Δεν υπήρχαν σ’ αυτόν δύο υιοί ξεχωριστοί, όπως έλεγε ο Νεστόριος. Στη μία υιότητα του Χριστού αναλογεί και μία λατρεία και προσκύνηση.

4) Την απόλυτη αναμαρτησία του Χριστού. Ο Χριστός όχι απλά δεν αμάρτησε κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής του, αλλά δεν μπορούσε καν να αμαρτήσει (non potuit peccare). Αυτό απαιτεί η σύνθεση του προσώπου του. Δεν μπορούσε ν’ άμαρτήσει, γιατί δεν ήταν απλός άνθρωπος, αλλά Θεάνθρωπος. Η ιδέα ότι μπορούσε ν’ άμαρτήσει ο Κύριος, διχάζει το ένα του πρόσωπο σε δύο φυσικά πρόσωπα, κάτι που καταλύει το χριστολογικό μυστήριο. Η ιδέα είναι αλλόκοτη. Αν υποτεθεί ότι ο Χριστός μπορούσε ν’ αμαρτήσει σαν άνθρωπος, μπορούσε ν’ αμαρτήσει μαζί του κι ο Θεός, ιδέα ασεβής και βλάσφημη.

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 91-96)

Οι πειρασμοί της δειλίας
Ποθώντας την ησυχαστική ζωή ο όσιος Σέργιος του Ραντονέζ κατέφυγε στα πυκνά δάση της «Θηβαΐδος του Βορρά», στην βορειανατολική Ρωσία, και ασκήτευε ολομόναχος με φλογερό ζήλο. Εκεί υπέφερε πολλές δοκιμασίες από την αρχή της ερημητικής του ζωής. Οι αόρατοι εχθροί έκαναν το κάθε τι για να τον φοβίσουν και να τον εξαναγκάσουν να εγκαταλείψη το μέρος εκείνο. Έπαιρναν τη μορφή άγριων θηρίων ή φιδιών, θορυβούσαν, απειλούσαν… Ο όσιος όμως τους έδιωχνε με την προσευχή και την ολοκληρωτική παράδοσί του στο θέλημα του Θεού. Με την επίκλησι του ονόματος Του διέλυε σαν ιστούς αράχνης όλες τις δαιμονικές πανουργίες, κατέστρεφε όλα τα διαβολικά τεχνάσματα.
Κάποια νύχτα οι δαίμονες εμφανίσθηκαν σαν αναρίθμητο στράτευμα, ορμώντας εναντίον του και απειλώντας τον με φοβερή μανία:
-Φύγε από δω! Φύγε, γιατί θα πεθάνης με φρικτό θάνατο!
Καθώς με λύσσα έλεγαν τα λόγια αυτά, από το στόμα τους έβγαιναν φλόγες. Ο όσιος όμως δεν φοβήθηκε. Ωπλισμένος με την δύναμι της προσευχής, αντιμετώπισε νικηφόρα τα πλήθη των αντιπάλων. Μια άλλη νύχτα, καθώς διάβαζε μέσα στην ησυχία την ακολουθία του, ξαφνικά άκουσε έναν τρομακτικό πάταγο από το δάσος. Ταυτόχρονα ένα μεγάλο πλήθος δαιμόνων περικύκλωσε το κελλί του. Προσπάθησαν να τον τρομάξουν και να τον απογοητεύσουν:
-Μην ελπίζης να ζήσης περισσότερο στο αδιαπέραστο αυτό δάσος! Θα λιμοκτονήσης! Θα πέσης στα χέρια κακούργων ληστών!
Σε όλες τις επιθέσεις των εχθρών, η δύναμις της προσευχής θαυματουργούσε. Οι δαίμονες πάντοτε οπισθοχωρούσαν ντροπιασμένοι.
( Ο όσιος Σέργιος…)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ.209-210)

Πρόλαβα και δεν οργίστηκα

"Να σας πω ένα δικό μου, συνέχισε ο Γέροντας.

Μία μέρα, (έχω εδώ ένανε ο οποίος δεν μου κάνει υπακοή καθόλου), λοιπόν μία μέρα του λέω: Άκουσε, παιδί μου, να κάνεις αυτό. Λέει: Όχι, δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Του λέω: Σε παρακαλώ, κάν' το προς χάριν μου (ήτανε κάποια ανάγκη να μου κάνει, καταλάβετε;).

Και εκεί λοιπόν που του έλεγα, αυτός, μου λέει: Αυτό δεν το επιτρέπει η επιστήμη, δεν είναι έτσι που το λέγεις. Δεν μπορώ εγώ να το κάνω. Η επιστήμη το λέει έτσι. Του λέω: Ρε παιδί μου, την επιστήμη θα κοιτάξουμε τώρα; Κάνε μια υπακοή σε μένα. " Όχι, μου λέει, δεν μπορώ".

Εκείνη τη στιγμή λοιπόν πάει, νικήθηκα και μου ήρθε ν' αγανακτήσω. Αλλά εκεί που πήγε να με κάνει έτσι για να αγανακτήσω, έκανα έτσι: Θεέ μου συγχώρεσέ με και δος φώτιση στον άνθρωπό σου, στην ψυχή που την κατέχει ο πειρασμός. Άρχισα να προσεύχομαι και να συγκινούμαι! Δηλαδή το μυστικό είναι... εκεί που ήταν να ξεσπάσει έτσι, το πρόλαβα και δεν οργίστηκα. Είναι δική μου αυτή, η… αυτή θέλω να πω, η πείρα. Πώς να το πω… κακό είναι που το λέω; ".

[Από το φυλλάδιο με κασέτα, Το πνεύμα το ορθόδοξον είναι το αληθές, σ. 41]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σ. 289)

Την ημέρα των εγκαινίων του ναού του αγίου Ιωάννου, στον οποίο συχνά λειτουργούσε συχνά ο παπά – Νικόλας ο Πλανάς (1851 – 1932), ο συλλειτουργός του και οι επίτροποι αποφάσισαν να τον στείλουν σ’ έναν άλλο ναό, στον άγιο Γεώργιο, στο Κουκάκι.

Ενώ λοιπόν διάβαζε την ακολουθία του όρθρου, τον πλησίασαν και του είπαν:

- Πάτερ Νικόλαε, να πας να λειτουργήσης πάνω, στον άγιο Γεώργιο. 

- Μετά χαράς, απάντησε ο ταπεινός λευίτης, και συνέχισε την ακολουθία του όρθρου. Δεν είχε ξημερώσει ακόμη. 

Έπειτα από μία ώρα έρχεται ένας επίτροπος και του λέει:

- Πάτερ Νικόλαε, αλλάξαμε γνώμη. Θα λειτουργήσης εδώ.

- Μετά χαράς, απάντησε πάλι.

Πέρασε ακόμη μία ώρα. Έπειτα από θορυβώδεις συζητήσεις, έρχονται πάλι στον παππού:

- Πάτερ Νικόλαε, το σκεφθήκαμε καλύτερα και αποφασίσαμε να πας πάνω, στον άγιο Γεώργιο.

- Μετά χαράς, απάντησε πάλι.

Πλησίαζε η ώρα να ξημερώση. Έρχονται ακόμη μια φορά οι επίτροποι:

- Πάτερ Νικόλαε, τελευταία απόφαση: Θα λειτουργήσης εδώ.

- Να 'ναι ευλογημένο, απάντησε ταπεινά.

Οι ευλαβείς χριστιανοί, που παρακολούθησαν τις αλλεπάλληλες αποφάσεις, κόντευαν να ξεσπάσουν σε έντονες διαμαρτυρίες.

Γιατί άραγε οι επίτροποι δεν έπαιρναν μια οριστική απόφαση, αλλά ταλαιπωρούσαν έτσι τον σεβαστό γέροντα τους;

Τέλος, μόλις ο παπα – Νικόλας άρχισε να ντύνεται, έρχονται και του λένε:

- Εμπρός, πάτερ Νικόλαε, θα πας επάνω.

Κανείς δεν μπορεί να πη αν κουράστηκε ή αν πικράθηκε τότε. Δεν είπε λέξη… Πήρε σιωπηλός τον δρόμο για τον άγιο Γεώργιο.

Μόλις ντύθηκε τα ιερατικά άμφια και ετοιμάστηκε ν’ αρχίση τη θεία Λειτουργία, καταφθάνει τρέχοντας ένας αγγελιοφόρος και του λέει πως πρέπει οπωσδήποτε να επιστρέψη και να λειτουργήση στον άγιο Ιωάννη!...

Τι είχε συμβή; Είχε έρθει στην εκκλησία κάποια μεγάλη αριστοκράτισσα και απορημένη που δεν είδε τον ευλαβή ιερέα, ρώτησε τους επιτρόπους:

- Πού είναι ο παπα – Νικόλας;

- Μα… τον στείλαμε πάνω… στον άγιο Γεώργιο, να λειτουργήση εκεί.

- Τι λέτε; Τέτοια μέρα τον στείλατε στον άγιο Γεώργιο; Να πάτε να τον φέρετε πίσω αμέσως.

Και μ’ αυτά τα λόγια, άφησε στον δίσκο ένα χιλιάρικο, ποσό σημαντικό την εποχή εκείνη. Οι επίτροποι που στο βάθος εκτιμούσαν και αγαπούσαν τον παππού, και μόνον ενδοιασμούς είχαν για την εμφάνιση και την απαγγελία του, έσπευσαν να τον φέρουν πίσω.

Επέστρεψε κατηφής και κατάκοπος. Εν τούτοις έγινε στον άγιο Ιωάννη την επίσημη εκείνη ημέρα η πιο μεγαλοπρεπής λειτουργία!

(παπα – Νικόλας Πλανάς)

(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σ. 284-286)

     Αφού ο αυτοκράτορας Αναστάσιος Α το 511 μ.Χ. επανήλθε στην αρχική του (αιρετική) στάση, όλοι βρίσκονταν σε αμηχανία και απορία τι να πράξουν. Έτσι άλλοι υποστήριζαν τη βλασφημία, ενώ άλλοι, από το άλλο μέρος, φοβούνταν και δεν προέβαλλαν ούτε τον παραμικρό αντίλογο· και τούτο, διότι ίσως και στην υπόθεση αυτή παραχωρούσαν την πρωτοβουλία και παρρησία στον κοινό Πατέρα (τον Θεοδόσιο) και περίμεναν από αυτόν, σαν από στρατηγό, το σύνθημα. Τότε λοιπόν, τότε έγινε φανερό πόσο πολύ και τα γηρατειά όταν ενισχύονται και ενδυναμώνονται από τον ζήλο, ενεργούν νεανικά και γενναία εναντίον εκείνων που αποτελούν κίνδυνο για το καλό και την αλήθεια. Δηλαδή ο όσιος δεν λογάριασε εκείνα τα αυτοκρατορικά γράμματα και θεσπίσματα, ούτε τις μύριες απειλές, ούτε τους όχλους που ευλαβούνταν τα θεσπίσματα του βασιλιά εξίσου προς τα θεία, ούτε τους στρατιώτες που περιφρουρούσαν εκείνους που είχαν μεταφέρει τα βασιλικά παραγγέλματα· όλα αυτά τα καταφρόνησε σαν να επρόκειτο για κακόγουστος ήχους, και είπε ότι τέτοιες βροντές τρομάζουν τα παιδιά και όχι τον ίδιο.
      Έτσι λοιπόν όρμησε σαν λέοντας, μπήκε στον Ιερό Ναό, ανέβηκε στο βήμα, πάνω στο οποίο οι ιερείς διαβάζουν συνήθως τα αναγνώσματα, και, αφού έκανε νόημα με το χέρι του στο πλήθος να σταματήσει να μιλάει, ύψωσε τη φωνή του και είπε: «Αν κάποιος απορρίπτει τις τέσσερις άγιες Συνόδους και δεν τις θεωρεί σαν τα τέσσερα Ευαγγέλια, να είναι ανάθεμα, δηλαδή καταραμένος και αφορισμένος». Αυτά μόνο είπε, και κατέπληξε το πλήθος σαν άγγελος και με το μέγεθος της θαυμαστής του ενέργειας, τους άφησε όλους άφωνους. Ακολούθως εξήλθε από τον Ιερό Ναό προχωρώντας ανάμεσά τους αμίλητος. Αλλά και εκείνοι σιωπούσαν και κατά κάποιο τρόπο κοιμούνταν και νόμιζαν πως έβλεπαν όνειρο, σαν να μην ήταν πραγματικό εκείνο που έγινε. Και βέβαια υπήρξε τέτοιο το στρατήγημα εκείνο του ανδρός, που νόμισαν πως από αυτό κατέταξαν στα ιερά δίπτυχα τις άγιες Συνόδους.
      Μετά από αυτά ο Όσιος Θεοδόσιος χωρίς καμία χρονοτριβή και χωρίς τον παραμικρό δισταγμό, περιερχόταν τις πόλεις που ήταν ολόγυρα, τους μαθητές και άλλους ζηλωτές από την ερημιά και τους καθοδηγούσε, επιβάλλοντας τη γνώμη του σαν άλλος στρατηγός· Ο πρώτος στην πολιά (στις άσπρες τρίχες, στη γεροντική ηλικία) δείχνοντας και πρώτος στην προθυμία. Τριγύρισε σε όλους και έγινε στους πάντες τα πάντα· πληροφορούσε και ενημέρωνε εκείνους που είχαν αμφιβολίες· στήριζε ακόμη περισσότερο τους ευσταθείς, ξεσήκωνε τους νωθρούς και ράθυμους, επέτεινε την επιμέλεια των προθύμων, ενθάρρυνε και ενίσχυε εκείνους που δείλιαζαν, παραινούσε τους αγωνιζόμενους, κατατρόμαζε τους αντιπάλους με την εξαιρετική του γενναιότητα, προλάμβανε κάθε αιρετική νόσο με την ταχύτητα της ιατρείας» (Βίος και πολιτεία Οσίου Θεοδοσίου, εκδ. Αποστ. Διακονία, σελ. 94-95)

65. Η άρνηση των θείων ενεργειών στο Θεό παραβλάπτει το δόγμα περί της Αγίας Τριάδος;

Ναι, το παραβλάπτει. Φθείρει την έννοια του αληθινού Θεού. Όπως σημειώσαμε στο προηγούμενο, στον Τριαδικό Θεό υπάρχουν: η ουσία, οι υποστάσεις και οι θείες ενέργειες. Αν λείψει ένα από τα τρία αυτά, φθείρεται η έννοια του αληθινού Θεού. Αίρεση δεν είναι μόνο η άρνηση ή η παρεκδοχή της θείας ουσίας ή των τριαδικών υποστάσεων, αλλά και η άρνηση ή παρεκδοχή των άκτιστων θείων ενεργειών.

Τις θείες ενέργειες αρνείται από το Θεό η Ρωμαίική Εκκλησία. Τις απορρίπτει γιατί κατ’ αυτήν η ύπαρξη των θείων ενεργειών συνθέτει τη φύση του Θεού, της οποίας καταλύει την άπειρη απλότητα. Βεβαίως υπάρχουν δυνάμεις στο Θεό· όμως αυτές δεν είναι άκτιστες, όπως άκτιστη δεν είναι και η θεία χάρη και το φως του Χριστού. Όλα αυτά κατά τη λατινική θεολογία είναι μεγέθη κτιστά, τα οποία δημιουργεί ο υπερβατικός Θεός για να σώσει τον άνθρωπο. Γύρω από το ζήτημα των άκτιστων θείων ενεργειών διεξήχθησαν σκληροί αγώνες μεταξύ της ορθόδοξης Ανατολής και της λατινικής Δύσεως. Ο μοναχός Βαρλαάμ, εκπρόσωπος του λατινικού πνεύματος, καταπολέμησε σφοδρώς την ορθόδοξη διδασκαλία· αυτόν δε αντιμετώπισε σθεναρά ο μεγάλος πρόμαχος της Ορθοδοξίας Γρηγόριος ο Παλαμάς, επίσκοπος Θεσσαλονίκης. Σύνοδοι της Εκκλησίας δικαίωσαν τους αγώνες και τη διδασκαλία του Αγίου, και καταδίκασαν τον λατινόφρονα Βαρλαάμ.

Το ζήτημα των θείων ενεργειών είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, όχι μονάχα για την ολοκληρία της περί Αγίας Τριάδος διδασκαλίας της, αλλά και για όλη την υπόστασή της και το λυτρωτικό έργο της. Η άκτιστη θεία ενέργεια (η χάρη) αποτελεί τον ζωτικό και αγιαστικό της ’Ορθοδοξίας δεσμό. Με τη βαθιά ένωση μαζί της θεοποιείται ο άνθρωπος. Θα μπορούσε να επιτευχθεί η θέωση, αν η θεία ενέργεια (η χάρη) δεν ήταν μέγεθος άκτιστο αλλά κτιστό; Αλήθεια, πώς θα μπορούσαν να συνοικήσουν Ορθοδοξία και Ρωμαιοπαπισμός με τόσο έντονες σωτηριολογικές και εσχατολογικές αποκλίσεις και διαφορές; Οι μεν Ορθόδοξοι να οραματίζονται και να σπεύδουν προς τη θέωση, οι δε Ρωμαιοκαθολικοί να είναι ανίδεοι του σημαντικού αυτού πράγματος;

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 88-89)

Αλαζονεία
Ότι χειρότερο
Αν δεν έχετε την αγάπη, ακόμα και η θεολογική γνώσις θα σας βλάψει.
Διότι τι χειρότερο υπάρχει απ’ την αλαζονεία;
Αν όμως υπάρχει η αγάπη, θα σαι ασφαλισμένος κι απ’ την αλαζονεία.
Ε.Π.Ε. 18.556

τρέλα
Τίποτε άλλο δεν είναι τόσο ξένο προς τη χριστιανική ψυχή, όσο η αλαζονεία.
Άλλο αλαζονεία, και άλλο παρρησία και ανδρεία,
που είναι οικείες αρετές της ψυχής.
Ε.Π.Ε. 21,484

μανία
Ονομάζει τον εαυτό του δούλο ο Παύλος, που είναι ισάξιος της οικουμένης
και μυριάδων ουρανών, και συ υπερηφανεύεσαι;
Αυτός που ρύθμιζε τα πάντα όπως ήθελε, που έχει τα πρωτεία στη βασιλεία των ουρανών,
ο στεφανωμένος Παύλος, που ανέβηκε μέχρι τρίτου ουρανού,
ονομάζει αδελφούς του τους δούλους.
Πού είναι η τρέλα της αλαζονείας;
Ε.Π.Ε. 22,310

όχι απ’ τη γνώση, αρρώστια
Δεν φτάνει κανείς στην αλαζονεία από γνώση, αλλ’ από άγνοια.
Αυτός, που γνωρίζει την αλήθεια της πίστεως, αυτός προ παντός ξέρει,
ότι πρέπει να είναι μετριόφρων.
Ο,τι για τα σώματα είναι η φλεγμονή, αυτό είναι η αλαζονεία για τις ψυχές.
Όπως ακριβώς εκεί λέμε, ότι δεν είναι υγιές το μέρος με τη φλεγμονή,
έτσι κι εδώ, οι αλαζόνες δεν είναι υγιείς.
Ε.Π.Ε. 23,424

τα χάνουμε μ'αυτήν όλα
Αν πετύχουμε κάποιο κατόρθωμα, προσπαθούμε να το επιδείξουμε παντού,
και δεν σταματάμε να καυχιόμαστε και να φουσκώνουμε,
μέχρις ότου χάσουμε τελείως αυτό το μικρό με την αλαζονεία μας.
Ε.Π.Ε. 28,704


(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 136-137)

    Οι Πατέρες εκείνοι εξεπλάγησαν από τον καινοφανή και παράξενο τρόπο άσκησης του Οσίου Συμεών του στυλίτου και απέστειλαν προς τον μετάρσιο εκείνον άνθρωπο κάποιους εκπροσώπους τους, με την εξής εντολή: αφενός μεν να τον επιτιμήσουν για την παράξενη επινόησή του (να ανέβει σε στύλο), αφετέρου δε να τον διδάξουν να πορεύεται τη δοκιμασμένη και συνηθισμένη οδό (τρόπος ζωής και άσκησης) των Αγίων και να μην την καταφρονεί, αφού αυτήν την οδό βάδισε ένας τόσο πολυπληθής χορός μακαριστών ασκητών…
    Κατόπιν όμως οι θείοι Πατέρες, φοβηθέντες μήπως το επινόημα του Οσίου ήταν θεάρεστο, ενώ εκείνοι έκριναν ανθρωπίνως το πράγμα, έδωσαν στους απεσταλμένους τους την εξής αυστηρή εντολή: Αν δουν τον άνδρα αυτόν να παραιτείται εκουσίως από το θέλημά του και να κατέρχεται από τον στύλο, αμέσως να τον εμποδίσουν και να τον προστάξουν να συνεχίσει τον τρόπο της ασκήσεώς του και να μην παραμελεί το σκοπό του. Και τούτο, διότι έτσι θα πίστευαν ότι εκείνος ο τρόπος ήταν θεία οικονομία και, επομένως, δεν θα είχαν κανέναν ενδοιασμό για το μέλλον, ότι δηλαδή μία τέτοια αρχή θα είχε οπωσδήποτε και αγαθό αποτέλεσμα. Αν όμως τον δουν να δυσανασχετεί και να μη δέχεται τη συμβουλή τους, αλλά να επιμένει έτσι απλά και ασυλλόγιστα στο θέλημά του, αυτό θα σήμαινε, έλεγαν, ότι ο άνθρωπος αυτός βρίσκεται μακριά από την ταπεινοφροσύνη και, επομένως, το επινόημά του τού το είχε υποβάλει ο πονηρός. Αν λοιπόν διαπίστωναν ότι έτσι είχαν τα πράγματα, τους πρόσταξαν, τους απεσταλμένους δηλαδή, να τον κατεβάσουν βιαίως και παρά τη θέλησή του από τον στύλο.
    Αυτήν λοιπόν την εντολή έδωσαν στους απεσταλμένους τους οι θείοι Πατέρες της ερήμου. Όταν δε εκείνοι οι απεσταλμένοι έφτασαν στον πατέρα της υπακοής και της ταπεινοφροσύνης, τον όσιο Συμεών, ακόμη και από αυτήν τη θέα του προσώπου του και από τον χαιρετισμό του τον ευλαβήθηκαν πάρα πολύ και πλημμύρισε η ψυχή τους από τέτοιο σεβασμό προς αυτόν, ώστε δεν είχαν πλέον τη δύναμη να τον ατενίζουν κατά πρόσωπο. Όμως, αφού είχαν λάβει εντολή από τους Πατέρες, του είπαν όλα τα λεχθέντα από αυτούς. Ο δε πράος, ο όντως πράος και ταπεινός στην καρδιά, αποδέχτηκε την επιτίμηση και δεν αντιλόγησε, ούτε αγανάκτησε, ούτε χλεύασε την επιτίμηση εκείνη, ούτε ξεστόμισε κάτι μικρό ή μεγάλο. Αλλά, αφού με ιλαρότατο το βλέμμα του και προς τα κάτω στραμμένο αποδέχτηκε την επιτίμηση και εξέφρασε τις ευχαριστίες του στο Θεό και την ευγνωμοσύνη του προς τους θείους Πατέρες για την προς αυτόν φροντίδα τους, άρχισε να κατεβαίνει από τον στύλο χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση. Πάραυτα όμως οι απεσταλμένοι των θείων Πατέρων τον εμπόδισαν και ταυτόχρονα του αποκάλυψαν την οδηγία που είχαν λάβει. Ακολούθως οι απεσταλμένοι εκείνοι ευχήθηκαν στον Όσιο Συμεών μόνιμη και αδιάλειπτη στάση πάνω στον στύλο, χρηστό τέλος και πλούσια την παρά του Κυρίου αντιμισθία και ανάπαυση για τους συνεχείς και επίπονους ασκητικούς του αγώνες. Μετά ταύτα αποχώρησαν από τον Όσιο. (Βίος και Πολιτεία Συμεών και Δανιήλ των Στυλιτών, Συμεών του μεταφραστή εκδ. Αποστολική διακονία σελ. 43-45)

Όσο γκρινιάζει κανείς, τόσο ρημάζει
-Γέροντα, που οφείλεται η γκρίνια και πώς μπορείς να την αποφυγής;
-Στην κακομοιριά οφείλεται και με την δοξολογία την κάνει κανείς πέρα.
Η γκρίνια γεννά γκρίνια και η δοξολογία γεννά δοξολογία.
Όταν δεν γκρινιάζη κανείς για μια δυσκολία που τον βρίσκει, αλλά δοξάζη τον Θεό,
τότε σκάζει ο διάβολος και πάει σε άλλον που γκρινιάζει, για να του τα φέρη όλα πιο ανάποδα.
Γιατί, όσο γκρινιάζει κανείς, τόσο ρημάζει.
Μερικές φορές μας κλέβει το ταγκαλάκι και μας κάνει να μη μας ευχαριστή τίποτε,
ενώ μπορεί κανείς όλα να τα γλεντάη πνευματικά με δοξολογία και να έχη την ευλογία του Θεου.
Νά, ξέρω κάποιον εκεί στο Όρος που, αν βρέξη και του πής «πάλι βρέχει», αρχίζει:
«Ναί, όλο βρέχει, θα σαπίσουμε από την πολλή υγρασία».
Αν μετά από λίγο σταματήση η βροχή και του πής «έ, δεν έβρεξε και πολυ», λέει:
«Ναί, βροχή ήταν αυτή; θα ξεραθή ο τόπος...». Και δεν μπορεί να πη κανείς ότι δεν είναι καλά στο μυαλό,
αλλά συνήθισε να γκρινιάζη. Να είναι λογικός και να σκέφτεται παράλογα!
Η γκρίνια έχει κατάρα. Είναι σαν να καταριέται ο ίδιος ο άνθρωπος τον εαυτό του,
οπότε μετά έρχεται η οργή του Θεου. Στην Ήπειρο γνώριζα δυο γεωργούς.
Ο ένας ήταν οικογενειάρχης και είχε ένα-δυό χωραφάκια και εμπιστευόταν τα πάντα στον Θεό.
Εργαζόταν, όσο μπορουσε, χωρίς άγχος. «Θα κάνω ό,τι προλάβω», έλεγε.
Μερικές φορές άλλα δεμάτια σάπιζαν από την βροχή, γιατί δεν προλάβαινε να τα μαζέψη,
άλλα του τα σκόρπιζε ο αέρας, και όμως για όλα έλεγε «δόξα Σοι ο Θεός» και όλα του πήγαιναν καλά.
Ο άλλος είχε πολλά κτήματα, αγελάδες κ.λπ., δεν είχε και παιδιά.
Αν τον ρωτουσες «πώς τα πάς;», «άσ’ τα, μην τα ρωτάς», απαντουσε• ποτέ δεν έλεγε «δόξα Σοι ο Θεός», όλο γκρίνια ήταν.
Και να δήτε, άλλοτε του ψοφουσε η αγελάδα, άλλοτε του συνέβαινε το ένα, άλλοτε το άλλο.
Όλα τα είχε, αλλά προκοπή δεν έκανε.Γι’ αυτό λέω, η δοξολογία είναι μεγάλη υπόθεση.
Από μας εξαρτάται, αν γευθουμε ή όχι τις ευλογίες που μας δίνει ο Θεός.
Πώς όμως να τις γευθουμε, αφου ο Θεός μας δίνει λ.χ. μπανάνα και εμείς σκεφτόμαστε τί καλυτερο τρώει ο τάδε εφοπλιστής;
Πόσοι άνθρωποι τρώνε μόνον ξερό παξιμάδι, αλλά μέρα-νυχτα δοξολογουν τον Θεό και τρέφονται με ουράνια γλυκυτητα!
Αυτοί οι άνθρωποι αποκτουν μια πνευματική ευαισθησία και γνωρίζουν τα χάδια του Θεου.
Εμείς δεν τα καταλαβαίνουμε, γιατί η καρδιά μας έχει πιάσει γλίτσα και δεν ικανοποιουμαστε με τίποτε.
Δεν καταλαβαίνουμε ότι η ευτυχία είναι στην αιωνιότητα και όχι στην ματαιότητα.


(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 147-148)

katafigioti

lifecoaching