Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

464. Μάθε, μια για πάντα, ότι στην Εκκλησία, σε όλες της τις Ακολουθίες, πνέει το πνεύμα της αγιότητος, το πνεύμα της ειρήνης, το πνεύμα της ζωής και της απολυτρώσεως. Και όλες αυτές οι ιδιότητες ανήκουν στον Παράκλητο και μόνο. Οι άγιοι λογισμοί, οι λόγοι της ζωής και της αλήθειας μπορούν εύκολα να διακριθούν από τους λογισμούς και τους λόγους του ψεύδους και του θανάτου. Οι δεύτεροι προκαλούν άγχος, ταραχή, πνευματικό θάνατο. «Το γαρ φρόνημα της σαρκός θάνατος, το δε φρόνημα του πνεύματος ζωή και ειρήνη» (Ρωμ. η’ 6).

465. Εφ΄όσον ο Θεός είναι λογικό Όν, εύκολα τον χάνουμε με τους λογισμούς της απιστίας. Αλλά επίσης εύκολα τον ξαναβρίσκουμε με τους λογισμούς της μετανοίας.

466. Όταν προσεύχεσαι στον Κύριο ή στην Θεοτόκο ή στους Αγγέλους ή στους Αγίους με όλη σου την καρδιά, μιλάς στην ίδια την καρδιά του Κυρίου ή της Θεοτόκου ή του Αγγέλου ή του Αγίου. Γιατί όλοι είμαστε στην καρδιά του Θεού, στο Άγιο πνεύμα, και όλοι οι Άγιοι είναι στην καρδιά του Θεού. «Εν ἐμοί μένει κἀγώ ἐν αὐτῷ» (Ιω στ’ 56), λέγει ο Χριστός για όποιον κοινωνεί το Σώμα και το Αίμα του.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 197-198)

462. Που και που, παρακαλώ τον Θεό στην εκκλησία μ’ αυτά τα λόγια, για τον λαό του: «Κύριε, πολλά απ’ αυτά τα τέκνα σου, που στέκονται εδώ, στον άγιο ναό σου, είναι ενώπιόν σου σαν κενά σκεύη, μην ξέροντας πώς να προσευχηθούν θεάρεστα. Γέμισε τις ψυχές αυτές, τώρα που είναι «καιρὸς εὐπρόσδεκτος και ἡμέρα σωτηρίας», με τη χάρι του Παναγίου σου Πνεύματος και χάρισέ μου τα, χάρισέ τα στην αγάπη μου και στην προσευή μου, φωτισμένα από τη γνώσι της θεότητός σου, με καρδιές συντετριμμένες και ευλαβικές, σαν σκεύη γεμάτα. Δός τους το Πνεύμα σου το αγαθό, που «ὑπερεντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. η’ 26). Και εγώ ο ίδιος, ο ποιμήν τους, είμαι αμαρτωλότατος και ακάθαρτος όσο κανείς άλλος άνθρωπος στον κόσμο. Αλλά, Κύριε, παράβλεψε τα αμαρτήματά μου κατά το μέγα έλεός σου και άκου την προσευχή μου αυτή την ώρα, χάρις και μόνο στην ιδιότητα της ιερωσύνης. Κάμε, Κύριε, αυτή η χάρις να μην είναι κενή σ’ εμένα, αλλά να καρποφορή, για το καλό του λαού σου».

463. Αν η καρδιά σου και οι λογισμοί σου συμφωνούν με την πίστι της Εκκλησίας και τον νόμο του Θεού, είσαι πράγματι ενωμένος με τον Κύριο. Αν όμως η καρδιά σου και οι λογισμοί σου διαφέρουν συνειδητά από ό,τι πιστεύει η Εκκλησία και εντέλλεται ο Θεός, τότε η ένωσίς σου με τον Θεό έχει παύσει, η καρδιά σου συμμαχει με τον εχθρό της αλήθειας και της ζωής, τον Διάβολο. Συμβαίνει με την ψυχή ό,τι και με ένα δωμάτιο. Αν τα παράθυρα και η πόρτα του δωματίου είναι κλειστά και ο έξω καθαρός αέρας δεν εισέρχεται σ’ αυτό, ο δικός του αέρας γίνεται ακάθαρτος, χάνει τις ζωτικές του ιδιότητες. Έτσι και η ψυχή. Αν δεν επικοινωνή με τον Θεό, χάνει την καθαρότητά της και τη ζωή της. Και όπως στο δωμάτιο του παραδείγματος, είναι ανάγκη να ανοίξουμε την πόρτα του και τα παράθυρά του στον καθαρό αέρα για να το ζωογονήσουμε, έτσι και στην ψυχή. Για να ζωογονηθή, πρέπει η αγάπη και η πίστις να της ανοίξουν παράθυρα και πόρτα, ώστε να εισέλθη το Πνεύμα το Άγιο. «Ἁγίω Πνεύματι πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται» ψάλλει η Εκκλησία. Γιατί, τι άλλο είναι ο άνθρωπος παρά ένας χώρος κατειλημένος από την πνοή του Θεού; Πρέπει λοιπόν ο χώρος αυτός να αερίζεται συχνά, για να απαλλάσσεται από τα νοητά μικρόβια –τις αρχές κάθε αμαρτίας- και να ξαναβρίσκη την ευωδία του, που τη χαλούν τα χνώτα του κακού.
Όπως ο αέρας ενός δωματίου είναι ο ίδιος με τον εξωτερικό αέρα και προέρχεται από το ύπαιθρο, όπως είναι ανάγκη να υποθέσουμε την ύπαρξι ενός εξωτερικού αέρα, που μπαίνει παντού, έτσι πρέπει να σκεφθούμε και για την ψυχή του ανθρώπου, αυτή την πνοή του Θεού. Η ψυχή προϋποθέτει την ύπαρξι του αγίου Πνεύματος.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 196-197)

Η παρρησία των δικαίων προς τον Θεό
-Γέροντα, στην προς Αρχαρίους Επιστολή σας γράφετε:
«Παρόλο που καταλαβαίνουν οι αληθινοί μοναχοί ότι αυτό
που απολαμβάνουν σ’ αυτήν την ζωή είναι μέρος της χαράς του
Παραδείσου και ότι στον Παράδεισο θα είναι περισσότερη,
εν τούτοις από πολλή αγάπη προς τον πλησίον τους
θέλουν να ζήσουν επί της γής, για να βοηθούν τους ανθρώπους
με την προσευχή, να επεμβαίνη ο Θεός και να βοηθιέται ο κόσμος» .
-Γράψε: «Θέλουν να ζήσουν επί της γής, για να συμπάσχουν
με τους ανθρώπους και να τους βοηθούν με την προσευχή».
-Στην άλλη ζωή, Γέροντα, ένας σωστός μοναχός πάλι δεν θα βοηθάη
με την προσευχή του τους ανθρώπους;
-Και στην άλλη ζωή θα βοηθάη με την προσευχή του,
αλλά δεν θα υποφέρη, ενώ τώρα συμπάσχει• δεν περνάει χαρούμενα εδώ,
«μέ χαρούμενη την όψη και με βλέμμα λαμπερό»!
Όσο όμως υποφέρει για τον πλησίον του, τόσο ανταμείβεται με θεία παρηγοριά,
και αυτό είναι κατά κάποιον τρόπο και η πληροφορία ότι βοηθιέται ο άλλος.
Αυτή η παραδεισένια χαρά είναι η θεία ανταμοιβή για τον πόνο
που νιώθει για τον αδελφό του.
-Δηλαδή, Γέροντα, οι Αγιοι που επικαλούμαστε να μας βοηθήσουν
δεν συμπάσχουν μαζί μας;
-Εκεί δεν έχει πόνο, βρέ παιδάκι μου! Στον Παράδεισο υποφέρουν;
«Ένθα ουκ έστι πόνος ου λύπη ου στεναγμός» δεν λέει;
Ύστερα οι Αγιοι έχουν υπ όψιν τους την θεία ανταμοιβή που θα λάβουν
όσοι άνθρωποι βασανίζονται σ’ αυτήν την ζωή και αυτό τους
κάνει να χαίρωνται. Μά και ο ίδιος ο Θεός που έχει τόση αγάπη,
τόση ευσπλαχνία, πώς αντέχει αυτόν τον μεγάλο πόνο των ανθρώπων;
Αντέχει, γιατί έχει υπ’ όψιν Του την θεία ανταμοιβή που τους περιμένει.
Όσο δηλαδή βασανίζονται εδώ οι άνθρωποι, τόσο τους αποταμιεύει
εκεί ουράνιο μισθό. Ενώ εμείς αυτά δεν τα βλέπουμε και
συμπάσχουμε με όσους υποφέρουν. Γι’ αυτό, όταν κάποιος τα βλέπη λίγο
αυτά και έχη υπ’ όψιν του την ανταμοιβή που θα λάβουν, δεν υποφέρει τόσο πολύ.
-Όταν, Γέροντα, παρακαλούμε τον Θεό να βοηθήση κάποιον κεκοιμημένο
που δεν έχει ανάγκη, πάει χαμένη αυτή η προσευχή;
-Πώς να πάη χαμένη; Όταν λέμε «ανάπαυσον τον τάδε» και αυτός είναι
σε καλή θέση στην άλλη ζωή, δεν παρεξηγείται• ίσα-ίσα συγκινείται.
«Για δές, λέει, εγώ είμαι σε καλή θέση και εκείνοι αγωνιούν»,
οπότε φιλοτιμιέται και μας βοηθάει πιο πολύ, πρεσβεύοντας
στον Θεό για μάς. Αλλά που να ξέρης σε τί κατάσταση βρίσκεται ο άλλος;
Φυσιολογικά κάνεις ευχή πρώτα γι’ αυτούς που γνωρίζεις
ότι με την ζωή τους λύπησαν τον Θεό και εύχεσαι και για άλλες
ανάλογες περιπτώσεις και ύστερα εύχεσαι και για όλους τους κεκοιμημένους.

(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης
ο Θεολόγος", σελ.280-281)

"Σταματήστε το τσιγάρο αμέσως"
Σε καπνιστή έλεγε: "Το τσιγάρο δεν κάνει καλό πουθενά.
Αντίθετα, φέρνει καρκίνους και άλλες αρρώστιες.
Σταματήστε το αμέσως ".[Γ 302]"

Πώς να σταματήσω το κάπνισμα;
"Πώς να σταματήσω το κάπνισμα; Δοκίμασα πολλές φορές,
μα δεν τα κατάφερα.-Κάθε φορά που σου έρχεται
η επιθυμία να καπνίσεις, να λες το "Κύριε, ελέησόν με".
Η προσευχή στον Χριστό είναι η λύση στο κάθε πρόβλημά μας.
Βλέπεις ότι κι αυτός ακόμη ο παπαγάλος, αυτό το όμορφο πουλί,
που έχω εδώ, στο δωμάτιό μου, έμαθε να λέει το "Κύριε, ελέησόν με".


[Ί 298](Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.229-230)

ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-

Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

Κεφάλαιο 13
Στίχ. 31-35. Απειλές του Ηρώδη. Θρήνος για την Ιερουσαλήμ.
13.34 ᾽Ιερουσαλὴμ(1) ᾽Ιερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ
λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν(2), ποσάκις(3) ἠθέλησα(4)
ἐπισυνάξαι(5) τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ὄρνις τὴν ἑαυτῆς νοσσιὰν(6)
ὑπὸ τὰς πτέρυγας(7), καὶ οὐκ ἠθελήσατε(8).
34 Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, εσύ που σκοτώνεις τους προφήτες
και λιθοβολείς αυτούς που σου στέλνει ο Θεός! Πόσες φορές θέλησα
να συνάξω τα παιδιά σου, όπως η κλώσα τα κλωσόπουλά της κάτω
από τις φτερούγες της, αλλά εσείς δεν το θελήσατε!
(1) Δες Ματθ. κγ 37-39 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις.
Τι θλίψη πρέπει να είχε ο Μεσσίας για να μιλήσει έτσι για την πρωτεύουσα
του λαού του! Η σύνδεση με τα παραπάνω είναι φυσική και πολύ περισσότερο,
εάν οι φαρισαίοι του στίχου 31 είχαν έλθει από τα Ιεροσόλυμα.
Αλλά και η σύνδεση στο Ματθ. κγ 37 δεν είναι λιγότερο φυσική·
εκεί όμως ο Χριστός είναι στην Ιερουσαλήμ. Λόγω αυτού υπήρξαν κάποιοι
από τους νεότερους οι οποίοι υποστήριξαν τη γνώμη, ότι ο Κύριος 2 φορές
και κάτω από διαφορετικές περιστάσεις εκφώνησε τα λόγια αυτά (p).
Η επανάληψη δημιουργεί έμφαση και προδίδει παρά πολύ οίκτο.
(2) Ο Κύριος χρησιμοποιεί ενεστώτα (αποκτείνουσα… λιθοβολούσα).
Αξιόλογη η παρατήρηση: Όλα όσα κατά το παρελθόν έγιναν στην Ιερουσαλήμ,
όπως και όλα όσα επρόκειτο να γίνουν στο μέλλον, ήταν με την καθαρότητα
του παρόντος μπροστά στο μάτι του Χριστού. Είναι αξιοσημείωτο ότι
οι Ιεροσολυμίτες δεν περιορίστηκαν στο να μην ακούσουν τους προφήτες,
αλλά κατέληξαν στο να τους φονεύσουν. Εκείνοι στους οποίους παρέχεται
αφθονία μέσων της χάριτος, εάν δεν επωφεληθούν αυτά, σκληραίνουν από αυτά.
(3) Ο Κύριος επανειλημμένα επισκέφτηκε την Ιερουσαλήμ και κήρυξε και
επιτέλεσε θαύματα σε αυτήν. Όσες φορές λοιπόν ακούμε τη φωνή του ευαγγελίου
του και όσες φορές αισθανόμαστε στα βάθη μας τις νύξεις του Πνεύματος,
τόσες φορές και ο Χριστός μας καλεί, όπως κάλεσε άλλοτε την Ιερουσαλήμ.
(4) Ο Χριστός γεμάτος με στοργή θέλει να σώσει τις αμαρτωλές ψυχές·
επιθυμεί σφοδρά να προλάβει τον όλεθρό τους, αγάλλεται με την μετάνοιά τους.
Αλλά η θέληση αυτή του Χριστού επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την ενοχή
των αμαρτωλών που δεν θέλουν, και ρίχνει την ευθύνη του αίματός τους στα κεφάλια τους.
(5) Οι προθέσεις στο επι-συν-άξαι σημαίνουν: μαζί σε ένα τόπο-γύρω
από μένα τον ίδιο (p).
(6) «Νοσσιά λέει τώρα το πλήθος των νεοσσών (μικρά πουλιά)» (Ζ).
Με την ίδια στοργή με την οποία και η κότα μαζεύει το πλήθος των νεοσσών της.
Και για τον ίδιο σκοπό, για τον οποίο και εκείνη μαζεύει εκείνα.
Για προστασία και ασφάλεια εναντίον του κινδύνου που τα απειλεί.
Αλλά οι νεοσσοί όταν κινδυνεύουν τρέχουν αμέσως στη μητέρα που τους καλεί.
Εσείς όμως κωφεύσατε.
(7) «Θέλησε να τους έχει κάτω από τα φτερά, δηλαδή κάτω από τη σκέπη της δύναμής του» (Κ).
(8) Μπαίνει σε τραγική αντίθεση με το «πόσες φορές θέλησα» (p).
Αποδεικνύει το θλιβερό προνόμιο του ανθρώπου να αντιστέκεται στις
ισχυρότερες έλξεις της χάρης (g). «Βλέπεις ότι και αν θέλει ο Θεός να σώσει,
αλλά εμείς δεν προσέξουμε τους εαυτούς μας, μένουμε στην απώλεια;
Διότι όπως λέω πολλές φορές, ο Θεός έχει την πρόθεση να σώζει τον άνθρωπο
όχι ακούσια ούτε χωρίς ο άνθρωπος να θέλει, αλλά εκούσια και με ελεύθερη πρόθεση» (Χ).

«Κάποτε λοιπόν, καθώς στεκόταν σε καθαρή προσευχή και συνομιλούσε με τον Θεό, είδε τούτο. Ο αέρας άρχισε να καταυγάζη τον νου του κι ενώ ήταν μέσα στο κελλί, νόμιζε ότι είναι στο ύπαιθρο· ήταν δε νύκτα στην πρώτη της φυλακή (1ο τρίωρο) περίπου. Καθώς δε άρχισε να φέγγη από επάνω σαν πρωινή αυγή -ω, πόσο φρικτά οράματα του ανδρός-, η οικία και όλα τα άλλα εξαφανίζονταν και δεν επίστευε άτι είναι καθόλου σε σπίτι. Καθώς δε εξίστατο, κατανοώντας με όλον τον νου τελείως εκείνο το δεικνυόμενο φως, αυτό βαθμιαίως αυξανόταν και έκανε τον αέρα να φαίνεται λαμπρότερος και αισθανόταν ότι ο ίδιος με όλο του το σώμα έχει βγή έξω από τα γήινα. Αλλά βεβαίως, επειδή το φως εκείνο συνέχιζε να λαμπρύνεται ζωηρότερα και του φαινόταν σαν μεσουράνημα ήλιου που λάμπει από υψηλά αισθανόταν σαν να στέκεται ο ίδιος στο μέσο του φαινομένου και όλος σε όλο το σώμα να είναι γεμάτος χαρά και δάκρυα που ερχόταν από την εκείθεν γλυκύτητα. Και μάλιστα έβλεπε ότι το ίδιο το φως παραδόξως ήγγισε την σάρκα του και βαθμιαίως διαπερνούσε τα μέλη του. Το παράδοξο λοιπόν του οράματος τούτου τον απεμάκρυνε από την προηγουμένη θεωρία του και τον έκανε να διαλογίζεται μόνο το πανεξαισίως γινόμενο μέσα του. Το έβλεπε λοιπόν λίγο λίγο να εισδύη όλο σε όλο το σώμα του, την καρδιά και τα έγκατά του, έως ότου τον κατέστησε ολόκληρον πυρ και φως. Όπως δε προηγουμένως την οικία, έτσι τώρα τον έκανε να χάση την αίσθησι του σχήματος, της θέσεως, του πάχους και του είδους του σώματος· και σταμάτησε να δακρύζη. Φωνή λοιπόν απευθύνεται σ’ αυτόν από το φως, και λέγει· «έτσι αποφασίσθηκε ν’ αλλαγούν οι ζώντες και υπολειπόμενοι άγιοι την ώρα της έσχατης σάλπιγγος και οι κατ’ αυτόν τον τρόπο αλλαγμένοι θ’ αρπαγούν, όπως λέγει ο Παύλος. Σ’ αυτήν λοιπόν την κατάστασι ευρισκόμενος και ιστάμενος ο μακάριος πολλές ώρες ανυμνώντας τον Θεό ακαταπαύστως με μυστικές φωνές και κατανοώντας την δόξα που τον περιέβαλλε και την μακαριότητα που έμελλε να δοθή αιωνίως στους αγίους, άρχισε να διαλογίζεται και να λέγη μέσα του· «άραγε θα επιστρέψω πάλι στο προηγούμενο σχήμα του σώματος ή θα παραμείνω όπως είμαι τώρα;». Μόλις λοιπόν σκέφθηκε τούτο, αμέσως κατάλαβε ότι περιέφερε πλέον το σχήμα του σώματος σαν σκιά και σαν πνεύμα· διότι, όπως λέχθηκε, αισθανόταν τον εαυτό του ότι είχε γίνει ολόκληρος ανείδεος, ασχημάτιστος και άυλος, και ότι γνώριζε ότι το σώμα συνυπήρχε με αυτόν, αλλά κάπως ασώματο και πνευματικό· διότι δεν αισθανόταν τούτο να έχη πλέον βάρος ή παχύτητα και θαύμαζε βλέποντας τον εαυτό του μέσα σε σώμα ως ασώματον. Εν τούτοις όμως το μέσα του λαλούν φως έλεγε με την προηγουμένη πάλι φωνή «τέτοιοι θα είναι μετά την ανάστασι στον μέλλοντα αιώνα όλοι οι άγιοι περιβεβλημένοι ασωμάτως πνευματικά σώματα, ή ελαφρότερα και λεπτότερα και υψιπετέστερα ή παχύτερα και βαρύτερα και χαμαιπετέστερα, επί τη βάσει των οποίων θα ορισθή τότε στον καθένα η στάσις και η τάξις και η οικείωσις προς τον Θεό». Αφού άκουσε λοιπόν αυτό ο θεοπτικώτατος και θεόληπτος Συμεών, αφού είδε το ανεκλάλητο φως του Θεού και ευχαρίστησε τον Θεό που δόξασε το γένος μας και το κατέστησε κοινωνό της θεότητος και βασιλείας του, επανήλθε αμέσως στον εαυτό του πλήρως και ευρέθηκε πάλι να είναι μέσα στο κελλί του εντελώς άνθρωπος κατά τον προηγούμενο τρόπο και σχήμα. Μόνο που διαβεβαίωνε με όρκους όσους είχε έμπιστους και τους απεκάλυπτε τα μυστικά του, ότι είχε αυτήν την ελαφρότητα του σώματος επί πολλές ήμερες, χωρίς να αισθάνεται καθόλου ούτε κόπο ούτε πόνο ούτε πείνα ούτε δίψα. Αλλά βέβαια, επειδή δι αυτών των ενεργειών γινόταν του Πνεύματος μόνου και ήταν γεμάτος με τα ένθεα χαρίσματά του, εύλογα, καθώς ήταν και αυτός καθαρός στο νου, έβλεπε τις φρικτές οράσεις και αποκαλύψεις του Κυρίου, όπως παλαιά οι προφήτες» (τ. 19Α, σελ. 151-5).

«Και πώς άραγε θα διαλυθούν (τα σώματα); Όπως ένα χάλκινο παλαιό σκεύος, που μολύνθηκε και αχρηστεύθηκε από ιό, παραδίδεται από τον τεχνίτη στην φωτιά κι έτσι αναχωνευόμενο κατασκευάζεται απ’ αυτόν πάλι καινούργιο, έτσι ακριβώς και η κτίση, επειδή επαλαιώθηκε και μολύνθηκε από τις αμαρτίες μας, θα διαλυθεί δια πυρός από τον δημιουργό των όλων, έπειτα θ’ αναχωνευθεί, θ’ αναστοιχειωθεί και θα γίνει λαμπρή και ασυγκρίτως καινότερη από αυτήν που φαίνεται τώρα» (τ. 19Β, σ. 135).

«Γι’ αυτό όλοι οι τελειωμένοι σε αγιωσύνη και αρετή σώθηκαν δωρεάν και όχι από τα δίκαια έργα τους, και όχι μόνο αυτοί αλλά και οι μετέπειτα τελειούμενοι όλοι έτσι θα σωθούν» (τ. 19Γ, σ. 71).

«Έτσι λοιπόν, οι πατέρες από πατέρες, οι φίλοι και συγγενείς από φίλους και συγγενείς, οι αδελφοί από αδελφούς, οι δούλοι και ελεύθεροι από δούλους και ελευθέρους, οι πλούσιοι και φτωχοί από πλουσίους και φτωχούς, οι έγγαμοι από όσους διέπρεψαν στον γάμο, οι ανύπανδροι από εκείνους που έζησαν άγαμοι, και γενικά κάθε αμαρτωλός άνθρωπος κατά την φοβερή ημέρα της κρίσεως θα δει στην αιώνια ζωή και μέσα στο απερίγραπτο εκείνο φως τον όμοιό του απέναντί του και θα κριθεί απ’ αυτόν. Τι εννοώ μ’ αυτό που λέγω; Αφού ρίψει ο καθένας από τους αμαρτωλούς το βλέμμα του προς τον όμοιό του, βασιλεύς προς βασιλέα, άρχων προς άρχοντα, αμετανόητος πόρνος προς μετανοημένο πόρνο, φτωχός προς φτωχό και δούλος προς δούλο, και αφού αναλογισθεί ότι και εκείνος ήταν άνθρωπος, που είχε την ίδια ψυχή, τα ίδια χέρια, τα ίδια μάτια και γενικά ίδια όλα τα άλλα, και συνυπήρχε μ’ αυτόν στη ζωή και είχε το ίδιο αξίωμα, την τέχνη, το επάγγελμα, αλλά δεν θέλησε να τον μιμηθεί, αμέσως θα φράξει το στόμα του και θα μείνη αναπολόγητος, χωρίς να έχει απολύτως τίποτε να πει. Όταν λοιπόν θα δουν στα δεξιά του οι κοσμικοί κοσμικούς και οι αμαρτωλοί βασιλείς αγίους βασιλείς, και οι ύπανδροι πλουσίους και υπάνδρους αγίους, και όλοι όσοι είναι στα βάσανα όταν δουν όμοιούς τους στη βασιλεία των ουρανών, θα νοιώσουν τότε τέτοια ντροπή και θα ευρεθούν αναπολόγητοι, όπως ακριβώς ο πλούσιος εκείνος είδε τον Λάζαρο στους κόλπους του Αβραάμ, ενώ εκείνος τηγανιζόταν μέσα στη φωτιά» (τ. 19Γ, σελ. 461-3).

«Πιστέψατε, αδελφοί, τα λόγια μου, η ντροπή μας θα είναι χειρότερο βάσανο από την αιώνια κόλαση των κοσμικών. Γιατί όταν εγώ, που αρνήθηκα με όλη μου την ψυχή την ζωή, θα στέκομαι, φέρ’ ειπείν, μαζί με κοσμικούς, που έχουν τώρα παιδιά και είναι μπλεγμένοι σε δημόσιες υποθέσεις ή και υπηρετούν στο στρατό, και θα πρόκειται να λάβω την ίδια με εκείνους τιμωρία, εάν στραφούν αυτοί και με δουν και μου πουν, ‘και εσύ, μοναχέ, που άφησες τον κόσμο, στέκεσαι εδώ μαζί μ’ εμάς τους κοσμικούς; Και γιατί και εσύ;’ Τι άραγε θ’ απολογηθώ; τι θα πω προς αυτούς; Γιατί ποιος, αδελφοί, θα μπορέσει επάξια να παρουσιάσει με λόγια το μέγεθος της θλίψεως που πρόκειται τότε να μου γίνει; Οπωσδήποτε κανένας!» (τ. 19Γ, σ. 465).

«Έτσι λοιπόν ο καθένας από εμάς τους αμαρτωλούς θα καταδικασθεί από καθέναν από τους αγίους, οι άπιστοι δηλαδή θα καταδικασθούν από τους πιστούς, και εκείνοι που αμάρτησαν, αλλά δεν μετανόησαν, από εκείνους που ίσως αμάρτησαν περισσότερο αλλά μετανόησαν θερμά» (τ. 19Γ, σ. 481).

«Και τα σώματα όπως είπαμε επίσης, φθείρονται και σαπίζουνε και των αγίων αλλά τέτοια σηκώνονται που έχουν σπαρεί, σιτάρι καθαρό, σιτάρι αγιασμένο, του Πνεύματος του αγίου άγια σκεύη. Επειδή ολοκάθαρα είχαν ζήσει ξανά τώρα σηκώνονται γεμάτα δόξα και λάμπουνε κι αστράφτουν σαν το φως το θείο. Σ’ αυτά μέσα οι ψυχές των αγίων κατοικώντας θα λάμψουν τότε πέρα από ό,τι ο ήλιος κι όμοιοι θα γίνουνε με το Δεσπότη, εκείνου που φυλάξανε τους θείους τους νόμους. Σηκώνονται και των αμαρτωλών τα σώματα τέτοια κι αυτά που είχαν σπαρεί στη γη γεμάτα βόρβορο και δυσοσμία και σήψη, βέβηλα σκεύη ακάθαρτα, κακίας ζιζάνια, ζόφο γεμάτα, της κακίας καθώς τα έργα έχουνε πράξει κι όργανα όλων των κακών του πονηρού σπορέα έχουν χρηματίσει, και σηκώνονται αθάνατα και τούτα κι ενώ από πνεύμα είναι μοιάζουν με το σκότος. Με τούτα οι άθλιες ψυχές σαν ενωθούν, ζοφερές κι αυτές κι ακάθαρτες ως είναι θα γίνουν με το διάβολο όμοιες, αφού έχουν μιμηθεί τα έργα εκείνου» (τ. 19ΣΤ, σ. 321).

«Γιατί όσοι από νήπια το βάφτισμά σου πήραν κι ανάξια ζήσανε γι’ αυτό στο μάκρος της ζωής τους, πιότερη απ’ τους αβάπτιστους κατάκριση θε να ’χουν, ως είπες, γιατί πρόσβαλαν την άγια τη στολή σου· και τούτο ξέροντας σωστό, Σωτήρα μου, και βέβαιο μας έδωσες για δεύτερη κάθαρση τη μετάνοια, αλλ’ έβαλες σαν όρο της του Πνεύματος τη χάρη, τη χάρη που στο βάπτισμα είχαμε πρωτοπάρει» (τ. 19Ε, σ. 383, στιχ. 28-35).

(ΕΠΕ, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ, Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου)

(Η συλλογή των κειμένων έγινε από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)

150. «οι αδελφοί αυτού και αι αδελφαί αυτού» (Ματθ, ιγ' 55 - 56).
 
Η Παρθένος Μαρία δεν απέκτησε άλλο παιδί εκτός από τον Ιησού. Η Κ. Διαθήκη όμως αναφέρει ότι ο Ιησούς είχε αδελφούς και αδελφές, σημειώνει μάλιστα και μερικά ονόματα: «Ιάκωβος, Ιωσής, Σίμων και Ιούδας» (στ. 55). Στο θέμα αυτό η Εκκλησία δέχθηκε τελικά την άποψι του Ωριγένους: «Τους αδελφούς Ιησού φασί τινες είναι, εκ παραδόσεως ορμώμενοι... υιούς Ιωσήφ εκ προτέρας γυναικός συνωκηκυίας αυτώ πρό της Μαρίας» ακόμα και την πληροφορίαν της παραδόσεως που αναφέραμε ότι ο Ιωσήφ ήταν χήρος.
Ποια να ήταν η σχέσις της Θεοτόκου με τα παιδιά του Ιωσήφ; Η κατάστασις δεν θα διέφερε πολύ απ’ ό,τι συνήθως συμβαίνει στις περιπτώσεις αυτές. Έτσι, είναι πολύ φυσικό να συμπεράνωμε ότι ενώ η Θεοτόκος θα έδειχνε κάθε στοργή και προς τα παιδιά αυτά, ωστόσο θα συναντούσε τη ψυχρότητα που μπορούσε να φθάνη μέχρι την αντιπάθεια και εχθρότητα.
Μια φορά μάλιστα, όπως θα δούμε στο επόμενο σημείωμα, «οι αδελφοί» αυτοί, κλονισμένοι απ’ τα δυσμενή σχόλια των εχθρών του Ιησού νόμισαν «ότι ο Ιησούς εξέστη» (=τρελλάθηκε) και παρέσυραν τη Θεοτόκο σ’ ένα διάβημα περιορισμού του Ιησού «κατ’ οίκον» (Μαρκ. γ' 21). Γενικά, τα παιδιά αυτά πρέπει να ήταν μια πρόσθετη δοκιμασία για τη Θεοτόκο. Μπορούμε όμως να φαντασθούμε με πόση υπομονή και καρτερία θα αντιμετώπιζε η Παναγία και αυτή την κατάστασι..
Όσοι αντιμετωπίζουν παρόμοια θέματα, ας καταφεύγουν στη Θεοτόκο. Εκείνη, γεμάτη κατανόησι, αλλά και γνώσι των καταστάσεων αυτών θα πρεσβεύη γι’ αυτούς. Αρκεί μόνο ο πατρυιός ή μητρυιά να μιμούνται τη Θεοτόκο στην προσεκτική και άγια συμπεριφορά έναντι των προγονών τους...
 
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)
149.«υπήντησας τη Παρθένω δωρούμενος την ζωήν» (II).
 
Η Κ. Διαθήκη δεν αναφέρει ιδιαίτερη συνάντησι του αναστάντος Χριστού με την Θεοτόκο. Η Παράδοσις όμως δέχεται, ότι ο Ιησούς εμφανίσθηκε πρώτα στην Παναγία Μητέρα Του. «Εάν ο Ιησούς εφανερώθη εις την Μαρίαν την Μαγδαληνήν, εις τους Μαθητάς Του τόσας φοράς και εις τους υπερπεντακοσίους αδελφούς (Β' Κορ. ιε' 5-6) πώς θα άφινε την Μητέρα Του έξω από την γενική αυτή χαρά; Υπάρχουν εκκλησιαστικοί διδάσκαλοι και συγγραφείς, όπως ο Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Νικηφόρος Κάλλιστος και ο συγγραφεύς του λόγου εις το Πάσχα που φέρει το όνομα του Γρηγορίου Νύσσης, οι οποίοι φρονούν ότι η υπεραγία Θεοτόκος είδε τον αναστάντα υιόν της. Αυτήν την αντίληψιν εκφράζει και ο Ρωμανός ο Μελωδός, εις ένα ύμνον του, όταν παρουσιάζη τον Εσταυρωμένον να λέγη προς την Θεομήτορα: «Θάρσει, Μήτερ, ότι πρώτη με οράς από των τάφων» (X, 170 Βλ. και Κ, 215) . Ότι όμως η Θεοτόκος είδε τον Αναστάντα είναι βέβαιο, διότι η Παναγία ήταν πάντοτε μαζί με τους Μαθητάς στο Υπερώον, όπου εμφανίσθηκε επανειλημμένα ο Ιησούς. Γι’ αυτό και ένας ύμνος λέει: «Τοις Μαθηταίς συνέχαιρες, ότι Χριστόν εώρακας αναστάντα» (ΙΙ).
Η χαρά της Θεοτόκου για την Ανάστασι Του Χριστού (πρβλ. «Συ δε αγνή τέρπου Θεοτόκε εν τη εγέρσει του τόκου σου», βλ. και Ζαχ. β' 14) δεν ήταν η χαρά μητέρας που ξανάβλεπε ζωντανό το πεθαμένο παιδί της (πρβλ. Λουκ. ζ' 11- 16). Η χαρά της Θεοτόκου ήταν χαρά για τον θρίαμβο της πίστεως της, ότι ο Ιησούς ήταν ο Υιός του Θεού. Η ανάστασις του Χριστού ήταν και για τη Θεοτόκο επιβράβευσις της πίστεως και της αληθείας, ότι ο Ιησούς ήταν «ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος» (Ματθ. ιστ' 16). Η Θεοτόκος ήταν πια μέλος της Εκκλησίας του Χριστού, που ιδρύθηκε με το Αίμα του Εσταυρωμένου, «το πηγάσαν εκ της ακηράτου αυτού πλευράς» και θεμελιώθηκε στην πίστι, ότι «ο Ιησούς έστιν ο Χριστός», όπως το δήλωσε ο ίδιος ο Κύριος: «Επί ταύτη τη πέτρα (της πίστεως στην θεότητα μου) οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν» (Ματθ. ιστ' 18).
Ό,τι μας κατακυρώνει στην Εκκλησία του Χριστού είναι η πίστις στη θεότητά Του. Χωρίς την πίστι αυτή κανείς δεν γίνεται μέλος της Εκκλησίας. Η πίστις αυτή ενώνει όλα τα μέλη της Εκκλησίας και ειδικώτερα μας συνδέει με τη Θεοτόκο, που ήταν η πρώτη «πιστεύσασα» (Λουκ. α' 45).
Η Ανάστασις του Χριστού δεν ήταν μόνο νίκη του Ιησού, αλλά και θρίαμβος της πίστεως της Θεοτόκου και της Εκκλησίας. Η Ανάστασις ήταν η ολοκλήρωσις του θείου σχεδίου για τη σωτηρία της ανθρωπότητος, αλλά και η πλήρης δικαίωσις της κλήσεως και της αποστολής της Θεοτόκου.
 
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)
148. «Ιησούς ιδών την μητέρα... λέγει... Γύναι, ίδε ο υιός σου» (Ιω. ιθ' 26).
 
Η Θεοτόκος για τον Ιησού, από την Κανά ως το Γολγοθά, όσο δηλαδή κράτησε το επίγειο έργο του, δεν ήταν μόνο η μητέρα Του, αλλά ένα ολοκληρωμένο γυναικείο πρόσωπο, μια «Κυρία». Έτσι, τόσο στο δείπνο της Κανά όσο και στο Γολγοθά, ο Ιησούς την προσφωνεί με τον ευγενικό και τιμητικό αυτό τίτλο «Γύναι», Κυρία!
Η Θεοτόκος υπήρξε μητέρα του Ιησού. Αξιώθηκε να συνεργήση στο μυστήριο της Ενσαρκώσεως του Θεού. Όμως η γέννησις και η ανατροφή του Ιησού ήταν η αρχή μόνο της κλήσεως της. Η κλήσις της Θεοτόκου περιείχε και αλλά στοιχεία, τα οποία θα δούμε καλύτερα σε επόμενα σημειώματα. Τα στοιχεία αυτά δεν αναφέρονται πια στη φυσική μητρότητα, αλλά στην πνευματική βίωσι της μητρότητος και τις συνέπειες της. Η Θεοτόκος επεξεργάζεται και βιώνει τα στοιχεία αυτά κατά το χρονικό διάστημα από την Κανά, ως το Γολγοθά, αλλά και ως το τέλος της ζωής της. Κατά το διάστημα αυτό η Θεοτόκος χειραφετείται από τα απλά και φυσικά στοιχεία της μητρότητος και σαν ώριμη πνευματική ύπαρξις ανυψώνεται στα πνευματικά επίπεδα της κλήσεως της· Είναι πια η Κυρία Θεοτόκος!
Βασικό στοιχείο της πνευματικής αυτής ωριμότητος της Θεοτόκου ήταν και η πίστις της ότι ο Υιός της ήταν και Θεός της. Αποκαλώντας λοιπόν ο Ιησούς από τον Σταυρό την Μητέρα Του «Κυρία» επιδιώκει να στηρίξη την πίστι της στη θεότητά Του. Είναι σαν να της λέει: «Μη με βλέπεις σαν μητέρα. Διότι η μητρότης τώρα θα σου γίνη αιτία σκανδαλισμού. Κύτταξε με σαν πιστή και μένε ακλόνητη στην πίστι σου, ότι είμαι Υιός του Θεού. Διότι εσύ δεν είσαι πια μόνο η φυσική μου μητέρα, αλλά η Κυρία Θεοτόκος· το πρώτο πιστό μέλος της Εκκλησίας μου»!
Όταν πλησιάζωμε τον Σταυρό δεν είναι αρκετό να συμπονούμε τον Ιησού σαν άνθρωποι. Εκείνο που ο Εσταυρωμένος ζητάει από μας είναι να τον κυττάζωμε σαν πιστοί, με τα μάτια της πίστεως. Να πιστεύωμε δηλαδή ότι είναι Εκείνος που πέθανε «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Και μάλιστα ότι πέθανε για τον καθένα μας:
«Εσταυρώθης δι' εμέ,
ίνα εμοί πηγάσω την άφεσιν·
εκεντήθης την πλευράν,
ίνα κρουνούς ζωής αναβλύσης μοι·
τοις ήλοις προσήλωσαι,
ίνα εγώ τω βάθει των παθημάτων σου,
το ύψος του κράτους σου πιστούμενος κράζω σοι·
ζωοδότα Χριστέ, δόξα και τω Σταυρώ,
Σώτερ και τω πάθει σου».
(Από την Ακολουθία τον Αγίων Παθών).
 
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)
 

«Στη φυλακή ήμουν και ήρθατε κοντά μου» (Ματθ. 25:36)

Ένας ιερέας με επίγνωση της αποστολής του είχε αναπτύξει από το 1978 κι εδώ μία πολύ πρωτότυπη διακονία. Οργώνει τη χώρα και συγκεντρώνει χρήματα, και μαζί με τα τρόφιμα και τα ρούχα που προσφέρει, εξαγοράζει επίσης τις μικρές εξαγοράσιμες ποινές απόρων κρατουμένων σ’ όλη την Ελλάδα, ώστε να βγουν από τη φυλακή. Μέχρι την ώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές, ο παπα – Γερβάσιος έχει χαρίσει την ελευθερία σε 10.350 κρατουμένους, δηλαδή έχει αδειάσει περίπου 5 φυλακές του Κορυδαλλού! Ο πιστός αυτός άνθρωπος είναι σίγουρα ανάμεσα σ’ εκείνους που επαινεί ο Χριστός. Όχι μόνο γιατί απάλυνε τον πόνο φτωχών συνανθρώπων του, αλλά και γιατί έκανε ό,τι έκανε κι ο Χριστός στο σταυρό: φρόντισε να εξοφληθεί το χρέος τους και να βγουν από τη φυλακή.
Αν γεύτηκες την απελευθέρωση από την αμαρτία που σου πρόσφερε δωρεάν ο Χριστός, είναι αναπόφευκτο να φροντίσεις για τους γύρω σου, σε κάθε ευκαιρία, όπου σου ανοίγει την πόρτα ο Θεός.
(Χ.Ι.ΝΤ.)

«Στρέψε τ’ αυτί σου κι άκου τα λόγια των σοφών» (Παρ. 22:17)

- Δεν μπορείς κανείς να υπηρετεί το Θεό χωρίς να υπηρετεί τους συνανθρώπους του.
- Η ευκαιρία δεν μπορεί να χτυπήσει αρκετά δυνατά πάνω σ’ ένα μαξιλάρι.
- Ο καλός λόγος μπορεί να είναι σύντομος και εύκολος να ειπωθεί, αλλά η ηχώ του είναι πραγματικά ατέλειωτη.
- Ο Θεός δε μας υποσχέθηκε μια εύκολη πορεία, αλλά μια ασφαλή πορεία.
- Τα δώρα του Θεού ξεπερνούν και τα καλύτερα όνειρα των ανθρώπων.
- Το μυστικό της ζωής βρίσκεται στο γεγονός ότι όλα όσα έχουμε και είμαστε είναι δώρα της χάρης του Θεού προς διανομή.
- Ο Θεός δεν περιορίζει ποτέ το χώρο ανάπτυξης ενός ανθρώπου.
- Αυτά που δεν έχεις δεν έχουν καμία αξία, συγκρινόμενα μ’ αυτά που έχεις.

(Εκδόσεις «Ο Λόγος» -2009-)

katafigioti

lifecoaching