ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

ΙΕΡΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ 
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (!!!).

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί  10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί  11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.




 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί 10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί 11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

«Καθένας που αγωνίζεται εγκρατεύεται σε όλα»
                                              (Α΄ Κορ. θ' 25)

«Άλλα από τα πάθη είναι σωματικά κι αλλά ψυχικά.

Τα σωματικά έχουν τις αφορμές τους από το σώμα,

τα ψυχικά από τα εξωτερικά πράγματα.

Και τα δύο αυτά είδη παθών τα αφανίζουν

η αγάπη και η εγκράτεια·

η πρώτη τα ψυχικά, η δεύτερη τα σωματικά».


(Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, 400 Κεφάλαια περί Αγάπης, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ Β', 55)

η'. Πήγε κάποτε ένας αδελφός από τα μέρη του Αββά Ποιμένος σε ξένο τόπο. Και κατέληξε σ’ έναν αναχωρητή εκεί. Γιατί είχε αγάπη και πολλοί πήγαιναν σ’ αυτόν. Του μίλησε δε ο αδελφός σχετικά με τον Αββά Ποιμένα. Και εκείνος, ακούοντας την αρετή του, πόθησε να τον δη. Αφού δέ ο αδελφός γύρισε στην Αίγυπτο, υστέρα από λίγο καιρό σηκώθηκε ο αναχωρητής και ήλθε από τον ξένο τόπο στην Αίγυπτο, στον αδελφό όπου κάποτε τον είχε επισκεφθή. Γιατί του είχε πή που έμενε. Βλέποντας τον δέ εκείνος, θαύμασε και πολύ χάρηκε. Του λέγει τότε ο αναχωρητής: «Κάμε μου τη χάρη και πήγαινε με στον Αββά Ποιμένα ». Τον πήρε και τον έφερε στον γέροντα. Και του ανεκοίνωσε τα σχετικά μ’ αυτόν, λέγοντας ότι μεγάλος άνθρωπος είναι και έχει πολλή αγάπη και πολλή τιμή στη χώρα του. Και πρόσθεσε: « Του μίλησα για σένα και ήλθε επιθυμώντας να σε δη ». Τον δέχθηκε λοιπόν μετά χαράς. Και αφού ασπάσθηκαν ο ένας τον άλλο, κάθισαν. Και άρχισε ο ξένος να μιλά από τη Γραφή για πνευματικά και ουράνια. Απέστρεψε δε ο Αββάς Ποιμήν το πρόσωπο του και δεν του έδωσε απόκριση. Βλέποντας τότε εκείνος ότι δεν του μιλούσε, βγήκε λυπημένος. Και λέγει στον αδελφό όπου τον είχε φέρει: « Μάταια έκαμα όλο αυτό το ταξίδι. Ήλθα στον γέροντα και νά, ούτε να μιλήση μαζί μου δεν θέλει ». Μπαίνει ο αδελφός στο κελλί του Αββά Ποιμένος και του λέγει: « Αββά, για σένα ήλθε ο μεγάλος αυτός άνθρωπος, όπου έχει τόση δόξα στον τόπο του. Και γιατί δεν του μίλησες ; ». Του αποκρίνεται ο γέρων  « Αυτός στα άνω ανήκει και επουράνια λέγει. Εγώ όμως είμαι των κάτω και επίγεια λέγω. Αν μου μιλούσε για πάθη της ψυχής, θα του αποκρινόμουν. Μου μίλησε όμως για πνευματικά και εγώ δεν τα γνωρίζω ». Βγήκε λοιπόν ο αδελφός και του λέγει: « Ο γέρων δεν μίλα εύκολα από τη Γραφή. Αν όμως τινάς του μιλήση για πάθη της ψυχής, του αποκρίνεται ». Τότε εκείνος, έχοντας κατανυχθή, μπήκε στο κελλί του γέροντος και του λέγει: « Τί να κάμω, Αββά, όπου με κατακυριεύουν τα πάθη της ψυχής ; ». Τον κοίταξε λοιπόν ο γέρων χαίροντας και είπε: « Αυτή τη φορά, καλά έκαμες και ήλθες. Τώρα, άνοιξε το στόμα σου γι’ αυτά και θα το γεμίσω με αγαθά ». Και εκείνος, έχοντας πολύ ωφεληθή, έλεγε: « Όντως, αυτή είναι η αληθινή οδός ». Και ευχαριστώντας τον Θεό, γιατί καταξιώθηκε να συναντήση τέτοιον άγιο, γύρισε στη χώρα του. θ'. Συνέλαβε κάποτε ο άρχων της χώρας έναν άνθρωπο από την κώμη του Αββά Ποιμένος. Και ήλθαν όλοι παρακαλώντας τον γέροντα, να πάη και να τον απολύση. Αυτός τότε τους είπε: « Αφήστε τρεις μέρες και κατόπιν πηγαίνω ». Προσευχήθηκε λοιπόν ο Αββάς Ποιμήν στον Κύριο, λέγοντας: « Κύριε, μη μου δώσης αυτή τη χάρη. Γιατί δεν θα με αφήσουν να μείνω σ’ αυτόν τον τόπο ». Πήγε λοιπόν ο γέρων παρακαλώντας τον άρχοντα. Και εκείνος του είπε: « Για ληστή με παρακαλείς, Αββά ; ». Και ο γέρων χάρηκε οπού δεν πέτυχε χάρη απ’ αυτόν. ι'. Διηγήθηκαν μερικοί, ότι κάποτε ο Αββάς Ποιμήν και οι αδελφοί του έφτιαχναν κερωμένο σχοινί. Και δεν προχωρούσε το έργο, γιατί δεν είχαν να αγοράσουν λινάρια. Οπότε, κάποιος φίλος τους διηγήθηκε το γεγονός σ’ ένα πιστό πραγματευτή. Ο δε Αββάς Ποιμήν δεν ήθελε να παίρνη από κανέναν τίποτε, για την όχληση. Ο πραγματευτής όμως, θέλοντας να εξυπηρέτηση τον γέροντα, προφασιζόταν ότι είχε ανάγκη από κερωμένα σχοινιά. Και έφερε την καμήλα και τα πήρε. Ήλθε κατόπιν ο αδελφός στον Αββά Ποιμένα. Έμαθε τί έκαμε ο πραγματευτής και θέλοντας να τον επαινέση, είπε: « Αληθινά, Αββά, παρ’ όλο που δεν τα χρειαζόταν, τα πήρε για να μας εξυπηρετήση ». Ακούοντας τότε ο Αββάς Ποιμήν ότι τα πήρε χωρίς να τα έχη ανάγκη, είπε στον αδελφό: « Σήκω, μίσθωσε καμήλα και φέρε τα. Αν δεν τα φέρης, ο Ποιμήν δεν θα μείνη εδώ μαζί σας. Δεν θέλω να αδικήσω άνθρωπο, οπού, ενώ δεν έχει ανάγκη, ζημιώνεται για να κερδίσω εγώ ». Και έφυγε ο αδελφός του με πολύ κόπο και τα έφερε πίσω. Αλλοιώς, ο γέρων θα τους άφηνε μόνους. Μόλις λοιπόν τα είδε, χάρηκε σαν να είχε βρή μεγάλο θησαυρό. ια'. Άκουσε κάποτε ο πρεσβύτερος του Πηλουσίου για μερικούς αδελφούς, ότι συνεχώς στην πόλη ήταν και λούζονταν και αμελούσαν την ψυχή τους. Και πηγαίνοντας στη σύναξη, τους αφήρεσε το μοναχικό σχήμα. Ύστερα όμως, ένοιωσε τύψεις στην καρδιά του και μεταμελήθηκε. Πάλι πήγε στον Αββά Ποιμένα με ζαλισμένους τους λογισμούς, κρατώντας και τα ράσα των αδελφών. Και ανακοινώνει το ζήτημα στον γέροντα. Και του λέγει ο γέρων: « Δεν έχεις σύ κάτι από τον παλαιό άνθρωπο ; Τον ξεντύθηκες ; ». Λέγει ο πρεσβύτερος: «Μετέχω στον παλαιό άνθρωπο ». Και ο γέρων τότε του λέγει: «Να λοιπόν όπου και σύ είσαι σαν τους αδελφούς. Έστω και λίγο να μετέχης στα παλαιά, είσαι υποκείμενος στην αμαρτία ». Τότε έφυγε ο πρεσβύτερος, φώναξε τους αδελφούς, οπού ήταν ένδεκα, και τους ζήτησε συγχώρηση. Ύστερα, τους φόρεσε το μοναχικό σχήμα και τους έστειλε στο καλό. ιβ'. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: « Έκαμα αμαρτία μεγάλη και θέλω να μείνω σε μετάνοια επί τρία έτη ». Του λέγει ο γέρων: « Πολύ είναι ». Και τον ρωτά ο αδελφός: « Αρκεί ένα έτος ; ». Και είπε πάλι ο γέρων: « Πολύ είναι». Οι δε παριστάμενοι έλεγαν: « Ίσαμε σαράντα μέρες ; ». Και ξανά είπε: « Πολύ είναι». Προσέθεσε δέ: « Εγώ λέγω, ότι, αν με όλη του την καρδιά μετανοήση τινάς και δεν συνεχίση πλέον να αμαρτάνη, ακόμη και σε τρεις μέρες τον δέχεται ο Θεός ». ιγ΄. Είπε πάλι: « Η θαυμαστή δύναμη του μοναχού, στους πειρασμούς φαίνεται». ιδ'. Είπε πάλι: « Όπως ο σπαθάριος του βασιλέως του παραστέκεται πάντα έτοιμος, έτσι πρέπει και η ψυχή να είναι έτοιμη απέναντι στον δαίμονα της σαρκικής αμαρτίας ». ιε'. Ρώτησε ο Αββάς Ανούβ τον Αββά Ποιμένα για τους ακαθάρτους λογισμούς, όπου γεννά η καρδιά του ανθρώπου, καθώς και για τις μάταιες επιθυμίες. Και του λέγει ο Αββάς Ποιμήν: « Μή θα δοξασθή η αξίνα χωρίς εκείνον οπού τη χρησιμοποιεί για να κόβη ; Και συ μη τους αφήσης τόπο, μήτε να γλυκαθής μαζί τους και μένουν σε αδράνεια ». ιστ'. Είπε πάλι ο Αββάς Ποιμήν: « Αν ο Ναβουζαρδάν ο αρχιμάγειρος δεν ερχόταν, δεν θα καιόταν ο ναός του Κυρίου. Και αυτό σημαίνει: Αν η άνεση από τη γαστριμαργία δεν ερχόταν στην ψυχή, δεν θα έπεφτε νικημένος ο νους στον πόλεμο του εχθρού ». ιζ΄. Έλεγαν για τον Αββά Ποιμένα, ότι, σαν τον καλούσαν να φάη χωρίς να το θέλη, πήγαινε δακρύζοντας, για να μη παρακούση τον αδελφό του και τον λυπήση. ιη΄. Είπε πάλι ο Αββάς Ποιμήν: « Μή κατοικήσης σε τόπο οπού βλέπεις μερικούς να έχουν ζήλο εναντίον σου. Αλλοιώς δεν προοδεύεις ». ιθ΄. Ανέφεραν κάποιοι στον Αββά Ποιμένα για ένα μοναχό, ότι δεν έπινε κρασί. Και είπε: « Το κρασί αποκλείεται για τους μοναχούς ». κ΄. Ρώτησε ο Αββάς Ησαΐας τον Αββά Ποιμένα για τους ρυπαρούς λογισμούς. Και του λέγει ο Αββάς Ποιμήν: « Όπως τα άπλυτα οπού γεμίζουν το κοφίνι, αν τα αφήση τινάς και περάση καιρός, σαπίζουν, έτσι και οι λογισμοί. Αν δεν τους μεταβάλουμε σε πράξη, με τον καιρό αφανίζονται ωσάν να σαπίζουν ». κα'. Ρώτησε ο Αββάς Ιωσήφ για το ίδιο ζήτημα. Και του είπε ο Αββάς Ποιμήν: « Όπως, όταν βάλη τινάς σε σταμνί ένα φίδι και ένα σκορπιό και το φράξη, οπωσδήποτε θα ψοφήσουν με το πέρασμα του καιρού, έτσι και οι αμαρτωλοί λογισμοί, οπού βλασταίνουν από τους δαίμονες, με την υπομονή πηγαίνουν χαμένοι ».

(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)

Δικό μου, δικό σου
δεν είναι δικά μας
Πες μου, ποια είναι δικά σου; Από πού τα πήρες; Πώς τα έφερες στη ζωή; Κατακρατήσαμε τα κοινά και τα θεωρούμε δικά μας, από φιλαυτία.
Ε.Π.Ε. 7,344
αγγελική πολιτεία
Αυτό είναι αγγελική πολιτεία, το να μη λέη κανείς, ότι κάτι είναι δικό του.
Ε.Π.Ε. 15,206
το ξένο, δικό σου;
Να είμαστε ευχάριστοι, είτε έχουμε είτε στερούμαστε. Άλλωστε δεν θα γίνουμε δούλοι σε πράγματα, που είναι και εφήμερα και ξένα. Να ευχαριστήσουμε, διότι κριθήκαμε άξιοι να υπηρετήσουμε μια κατάστασι. Τι ήθελες; Να τα κατέχης πάντοτε; Κάτι τέτοιο δείχνει αχαριστία. Δεν ξέρεις, ότι είχες κάτι που ήταν ξένο και όχι δικό σου;
Ε.Π.Ε. 18,276
αλλότρια, άλλα τα κοινά
Γιατί καταχράσαι άσκοπα πράγματα που δεν σου ανήκουν; Δεν ξέρεις, ότι γι’ αυτό θα κατηγορηθούμε, διότι κακώς τα χρησιμοποιήσαμε; Επειδή δε δεν είναι δικά μας, αλλ’ είναι των συνδούλων μας, θα έπρεπε να τα δαπανάμε γι’ αυτούς... Όλα αυτά τα θεωρώ ξένα. Κοινά ποια είναι, δηλαδή, και δικά σου και των συν-ανθρώπων σου; Ο ήλιος, ο αέρας, η γη και όλα τα άλλα.
E.Π.E. 18,278
όλα κοινά
Ακόμα λες: «Τα δικά μου»; Καταραμένος λόγος και βρωμερός. Ο Διάβολος μάς τον σερβίρισε. Ο Θεός έδωσε κοινά για όλους πολύ πιο σπουδαία και αναγκαία, και δεν έκανε κοινά τα χρήματα; Δεν είναι δυνατόν να πης: Δικό μου το φως, δικός μου ο ήλιος, δικό μου το νερό. Αν τα μεγαλύτερα όλα είναι κοινά για όλους, γιατί τα χρήματα δεν είναι κοινά;
Ε.Π.Ε. 21,240
ψυχρό ρήμα
Ψυχρός και σατανικός είναι ο λόγος: «Το δικό σου και το δικό μου».
Ε.Π.Ε. 23,324
στους αγγέλους δεν υπάρχει
Ανάμεσα στους αγγέλους δεν υπάρχει αυτός ο λόγος: Το δικό μου και το δικό σου. Αυτό το ψυχρό ρήμα έχει εξοριστή από τον παράδεισο, αλλά και στην πρώτη Εκκλησία απουσίαζε.
Ε.Π.Ε. 27,262
γεννάει πολέμους
Το δικό μου και το δικό σου, αυτός ο ψυ¬χρός λόγος, είναι που δημιουργεί όλα τα κακά στη ζωή και που γέννησε τους αμέτρητους πολέμους.
Ε.Π.Ε. 35,192

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 62-63)

ΚΑΠΟΙΟΣ άλλος Γέροντας επισκέφθηκε έναν από τους Πατέρες. Έψησε εκείνος λίγα όσπρια να τον φιλοξενήσει. Όταν έδυσε ο ήλιος, πρότεινε στον επισκέπτη του να πουν την προσευχή τους, πριν καθίσουν στην τράπεζα. Ο άλλος δέχτηκε πρόθυμα. Άρχισαν. Τότε, ο ένας είπε απ’ έξω ολόκληρο το ψαλτήρι, ενώ ο άλλος αποστήθισε τους δύο μεγάλους Προφήτες. Έτσι ξημερώθηκαν κι έφυγε ο επισκεπτης χωρίς κανένας από τους δύο να θυμηθεί το φαγητό, που τους περίμενε στην τράπεζα.


Ο ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΣ κάποιου θεωρητικού Γέροντα διηγούνταν στους αδελφούς πως μια βραδιά έβαλαν τράπεζα να φανε με τον Γέροντά του. Ενώ ο νέος άρχισε να λέει την συνηθισμένη προσευχή του φαγητού, ο Γέροντας ήρθε σε έκσταση και προσευχόταν στην ίδια θέση ακίνητος ως το άλλο βράδυ. Φανέρωσε, υστέρα απο πολλές παρακλήσεις, στον αδελφό πως είχε αρπαγεί ο νούς του στα ουράνια και έβλεπε απόκρυφα μυστήρια.

ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΡΗΜΙΤΗΣ, που είχε μεγάλη ταπεινοσύνη στην καρδιά του, έλαβε από τον Θεό διορατικό χάρισμα. Έτσι, μια μέρα προείδε πως πήγαιναν κοσμικοί άνθρωποι να τον επισκεφθούν και λυπήθηκε γι’ αυτό.
Σηκώθηκε τότε και πήγε σ’ έναν συνασκητή του, να τον παρακαλέσει να προσευχηθούν μαζί στον Κύριο, να του πάρει το χάρισμα. Ενώ λοιπόν προσεύχονταν, άκουσαν φωνή να λέει:
- Σου παίρνω το χάρισμα, αλλά όταν θελήσεις, το έχεις πάλι.


Σ’ ΕΝΑΝ πολύ ταπεινό μοναχό φάνηκε ο διάβολος, σαν Άγγελος φωτεινός, και του είπε, για να τον ρίξει σε υψηλοφροσύνη:
- Εγώ είμαι ο Γαβριήλ κι ήρθα να σε χαιρετήσω, γιατί έχεις πολλές αρετές και σου αξίζει.
- Κοίτα μην έχεις κάνει λάθος, αποκρίθηκε, χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του ο ταπεινός καλόγερος. Εγώ ζω ακόμη στην αμαρτία και γι’ αυτό δεν είμαι άξιος να βλέπω Αγγέλους.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 159-160+)

«Γιατί ο δίκαιος κι αν πέσει εφτά φορές, ξανασηκώνεται, ενώ οι ασεβείς πέφτουν στη δυστυχία για πάντα» (Παρ. 24:16)

Αρκετοί άνθρωποι, που σε μια περίοδο της ζωής τους ήταν αποτυχημένοι, στη συνέχεια μεγαλούργησαν. Ο Τσώρτσιλ ήταν κακός μαθητής στο δημοτικό. Για τον Τόμας Έντισον οι δάσκαλοί του έλεγαν ότι «είναι τόσο βλάκας που δεν μπορεί να μάθει τίποτα». Ο Αϊνστάιν δεν μπορούσε να μιλήσει μέχρι να γίνει 4 χρονών και να διαβάσει μέχρι να γίνει 7 χρονών. Ο Παστέρ ήρθε 15ος στη χημεία ανάμεσα σε 22 μαθητές. Ένας δημοσιογράφος είπε για τον Ντίσνεϊ ότι «δεν είχε ούτε φαντασία ούτε καλές ιδέες»!

Τι μας διδάσκουν αυτές οι περιπτώσεις; Ότι κανένας απ’ αυτούς δεν ξεκίνησε με άριστες προοπτικές. Γνώρισαν απόρριψη κι αποτυχίες, αλλά είχαν πάθος γι’ αυτό που επιδίωκαν και δε σταμάτησαν μέχρι που να το κατορθώσουν. Κι εμείς που ξέρουμε ότι ο Θεός έχει κάποιο σκοπό για τη ζωή μας, πρέπει ν’ αγωνιζόμαστε με τη δική Του δύναμη να πραγματοποιήσουμε αυτό το σκοπό χωρίς ν’ αποθαρρυνθούμε και τα παρατήσουμε.
Κύριε, βοήθησέ με να ανακαλύψω το σκοπό Σου για μένα και να τον επιδιώκω με ενθουσιασμό μέχρι να τον επιτύχω.
(Γ.Σ.Κ.)

 

«Και γι’αυτό εγώ ο ίδιος πασχίζω να διατηρώ πάντοτε τη συνείδησή μου χωρίς ψεγάδι μπροστά στο Θεό και στους ανθρώπους» (Πραξ. 24:16)

Το αρχικό στρώμα του πάγου στην επιφάνεια του νερού είναι λεπτότατο και με δυσκολία μπορεί κανείς να το διακρίνει. Αν κάποιος αρχίσει να αναδεύει το νερό, θα εμποδίσει το σχηματισμό του πάγου. Αλλά μια και σχηματιστεί το λεπτό αρχικά στρώμα του πάγου και παραμείνει ανεμπόδιστο, θα παχαίνει συνεχώς. Τελικά θα γίνει τόσο χοντρό και στερεό, που μπορεί να κρατήσει πάνω του ακόμα και αυτοκίνητα.

Το ίδιο συμβαίνει και με τη συνείδηση του ανθρώπου. Στην αρχή η αμαρτία σχηματίζει πάνω της ένα ανεπαίσθητο στρώμα σκληράδας κι αν δε φροντίσει ο άνθρωπος να τη διατηρήσει ευαίσθητη, γίνεται σταδιακά τόσο σκληρή και αναίσθητη, που μπορεί να κρατήσει πάνω της φορτηγά ολόκληρα αμαρτιών.

Ουράνιε Πατέρα, προστάτεψέ μας, Σε παρακαλούμε, από την αμαρτία, γιατί η μια αμαρτία φέρνει τη δεύτερη και η δεύτερη την τρίτη. Κι ύστερα η πόρτα ανοίγει διάπλατα, χωρίς κανένα εμπόδιο, γιατί η συνήθεια πωρώνει τη συνείδηση και παύει πια ο έλεγχος. Και τότε η καταστροφή μας έρχεται σαν ταχυδρόμος. Μην αφήσεις, Κύριε, το Σατανά να κατορθώσει κάτι τέτοιο στη ζωή μας. Στ’ όνομα του Χριστού. Αμήν.

 

(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

241. Πώς μπορεί να έλθη η βασιλεία του Θεού σ’ έναν άνθρωπο, κατά την παρούσα ζωή; Με την πραγματική μετάνοια. «Μετανοείτε· ήγγικεν γαρ η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. γ’ 2).

242. Κύριε, είμαι ένα θαύμα της αγαθότητός σου, της σοφίας σου και της παντοδυναμίας σου. Γιατί με έφερες στην ύπαρξι από την ανυπαρξία. Με φύλαξες έως τώρα σ’ αυτή την ύπαρξι. Χάρις στο έργο του Μονογενούς σου Υιού, πρόκειται να κληρονομήσω την αιώνιο ζωή. Σηκώθηκα από τη θανάσιμο πτώσι μου, λυτρώθηκα από την αιώνιο καταδίκη, δοξάζω τώρα την αγαθότητά σου, την παντοδυναμία σου, τη σοφία σου. Αλλά συμπλήρωσε το θαύμα σου αυτό, σε μένα τον άθλιο αμαρτωλό. Σώσε με, με τους τρόπους που συ γνωρίζεις, τον ανάξιο δούλο σου. Φέρε με στην αιώνιο βασιλεία σου, κατάστησέ με άξιο της αιωνίας ζωής, της ανεσπέρου ημέρας σου.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 108)

239. Εξέταζε τον εαυτό σου συχνότερα. Κατά που είναι στραμμένα τα μάτια της ψυχής σου; Είναι στραμμένα προς τον Θεό και τη μέλλουσα ζωή; Ή είναι στραμμένα προς τον κόσμο και προς τα γήινα αγαθά; Ώ, ας ήσαν πάντοτε στραμμένα στον Θεό. Αλλά μονάχα σε ώρα ανάγκης και συμφοράς στρέφουμε τα μάτια μας προς τον Κύριο. Ενώ, όταν καλοπερνάμε, τα έχουμε στραμμένα προς τον κόσμο και τις μάταιες χαρές του. Αλλά θα ρωτήση κανείς: και τι το όφελος αν έχω στραμμένα τα μάτια της ψυχής μου προς τον Θεό; Το όφελος θα είναι μια βαθειά ειρήνη στην καρδιά σου, άπλετο και γλυκό φως στη διάνοιά σου, άγιος ζήλος στη θέλησί σου, νίκες κατεπάνω στους δαίμονες. «Οἱ ὀφθαλμοί μου διαπαντὸς πρὸς τὸν Κύριον», λέγει ο Δαβίδ και εξηγεί γιατί: «ὅτι αὐτὸς ἐκσπάσει ἐκ παγίδος τοὺς πόδας μου» (Ψαλμ. κε’ 15). «ὅτι λαλήσει εἰρήνην ἐπὶ τὸν λαὸν αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τοὺς ὁσίους αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τοὺς ἐπιστρέφοντας καρδίαν ἐπ᾿ αὐτόν» (Ψαλμ. πδ’ 9).

240. Κάθε ψευδής σκέψις φέρει μέσα της την απόδειξι του ψεύδους της. Είναι το θανάσιμο αποτέλεσμα της στην καρδιά. «Το φρόνημα της σαρκός, θάνατος» (Ρωμ. η’ 6). Αλλά και κάθε αληθινή σκέψις περιέχει την απόδειξι της αληθείας της. Είναι το ζωοποιό αποτέλεσμα της στην καρδιά. «Το δε φρόνημα του πνεύματος, ζωή και ειρήνη», συνεχίζει ο Απόστολος.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 107-108)

Πνεύμα Κυρίου έχρισέ με
Λουκά δ' 18
Συνέπεια της πληρώσεως του Ιησού δια του Αγίου Πνεύματος είναι ότι έγινε Χριστός, δηλαδή χρισμένος. «Τω αγίω Πνεύματι χρισθείς προσηγορεύθη Χριστός» (Παύλος Σαμοσατεύς, L. 1100).
Στην Π. Διαθήκη εχρίονταν με λάδι οι Προφήται, οι Βασιλείς και οι Ιερείς. Εγίνονταν έτσι χριστοί Κυρίου. Ο Ιησούς εχρίσθη υπό του Αγίου Πνεύματος, έγινε Χριστός Κυρίου και πήρε το τριπλό αξίωμα: το Προφητικό, το Βασιλικό και το Αρχιερατικό. Το ότι ο Ιησούς εχρίσθη στο τριπλό αυτό αξίωμα έγινε φανερό από τη δράσι, που αμέσως ανέλαβε. Δράσι διδακτική (το κήρυγμα), εξουσιαστική (τα θαύματα) και αρχιερατική (η θυσία του εαυτού του). Για το έργο αυτό του Ιησού μίλησε ο Ησαΐας (Ησ. ξα' 1-2). Και το χωρίο αυτό ο Ιησούς το εφήρμοσε στον εαυτό του.
Ο Ιησούς δεν άρχισε το έργο του αυτόκλητος. Περίμενε τη χρίσι του Αγίου Πνεύματος, που θα ήταν μαζή και ανάθεσις του υψηλού τριπλού αξιώματος. Το ερώτημα επομένως των αρχιερέων «εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς;» (Μαρ. ια' 28) είχε τη θέσι του. Διότι κάποια εξουσία έπρεπε να έχη Εκείνος, που τελούσε τα έργα του «Χριστού», για τα οποία προφήτευσεν ο Ησαΐας. Δεν γνώριζαν όμως οι δυστυχείς ούτε ρώτησαν να μάθουν και ν’ αποδεχθούν την τριπλή εξουσία, που το Άγιο Πνεύμα χάρισε στον Ιησού, τον Χριστόν Κυρίου.
« Εχρίσθη υπό Πατρός τω Πνεύματι, αγαλλιάσεως θεουργικώ ελαίω ο Υιός και βροτός εχρημάτισε και της μιας θεότητος το Τρισυπόστατον εδίδαξε» (Παρακλητική, 179).


εις την έρημον
Ματθαίου δ' 1
Ο Ιησούς ξεκίνησε από την Έρημο. Έμεινε εκεί σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες. Και εκεί έδωσε την πρώτη και μεγάλη μάχη του. Ο Ιησούς, ο Αρχηγός της ζωής και Αρχιστράτηγος της σωτηρίας του ανθρώπου που συναντήθηκε στην έρημο — σώμα με σώμα — με τον «κοσμοκράτορα του αιώνος τούτου», τον Διάβολο. 
Η συνάντησις αυτή έγινε στην έρημο, διότι «η έρημος εθεωρείτο τύπος και εικόνα του κόσμου, που αρνήθηκε τον Θεό και υποτάχθηκε στο Σατανά. Σ' αυτό τον «έρημο» κόσμο ήλθε ο Ιησούς να μεταφέρη την καινούργια ζωή» (30, 7 -13). Το βασικόν έγκλημα του Διαβόλου ήταν η ερήμωσις της ζωής και της ψυχής των ανθρώπων. Σαν καυστικός λίβας έκαψε και έπνιξε μέσα στην καυτή άμμο της αμαρτίας και του θανάτου την ανθρώπινη ύπαρξι. Ο Διάβολος υπήρξεν ο αίτιος της πνευματικής στειρώσεως και αγονίας της ανθρωπότητος.
Η πρώτη μάχη του Ιησού έγινε στην έρημο, γι’ αυτό ακριβώς: για να κτυπηθή ο εχθρός μέσα στο στρατόπεδό του, στην καρδιά του. «Ο Θεός δεν οδηγεί στην έρημο το λαό του, τον Υιόν του και αργότερα τους αναχωρητάς και τους ερημίτας για ν’ αποφύγουν τον κόσμο, αλλά, αντίθετα, για να τον πλήξουν στην καρδιά και να διακηρύξουν εκεί, στον πιο σκληρό τόπο τη νίκη και τα δικαιώματα του Θεού» (Gr. Palamas, ενθ΄ ανωτ.). Ο Ιησούς ήλθε «ινα λύση τα έργα του διαβόλου» (Α' Ιωαν. γ' 8). Ήλθε «εν γη ερήμω και αβάτω και ανύδρω» (Ψαλμ. 62, 1) και έκαμε την «έρημον εις έλη υδάτων και την διψώσαν γην εν υδραγωγοίς» (Ησ. μα΄ 18). Ο Διάβολος — χωρίς να το θέλη — έγινε αιτία, ώστε «η στείρα και ου τίκτουσα» ανθρωπότης να γεμίση από παιδιά της βασιλείας του Θεού. Η Εκκλησία του Χριστού έγινε η μητέρα «η στείρα η τίκτουσα επτά» δηλ. πλήθος παιδιών. Γι’ αυτό και «πολλά τα τέκνα της ερήμου μάλλον η της εχούσης τον άνδρα» (Ησ. νδ' 1) .

«Επεδήμησεν ο υιός του Θεού Χριστός, ίνα δη τα κράτη των τυραννούντων ανατρέψας δαιμόνων εξέληται της πικράς τας ψυχάς δουλείας» (Μεθόδιος Ολύμπου, L. 330).

(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 99-100)

97. «Το έλεος αυτού εις γενεάν και γενεάν τοις φοβουμένοις αυτόν» (Λουκ. α΄ 50).

Η Παρθένος από την προσωπική της εμπειρία ανάγεται τώρα στην κοινή εμπειρία όλων των ανθρώπων. Από το επί μέρους οδηγείται στο γενικό. Όπως σ’ αυτήν εκδηλώθηκε το θείον έλεος, έτσι η ευσπλαχνία του Θεού απλώνεται και σ’ όλους τους άλλους. Η ευσπλαχνική επέμβασις του Θεού στην προσωπική της ζωή την οδηγεί στην διαπίστωση της αγάπης του Θεού για όλους. Ο ένας πιστός είναι μαρτυρία για τους υπόλοιπους. Ο ένας είναι λεπτομέρεια του συνόλου.
Η Παρθένος έμελλε να γίνη μια ακόμη ζωντανή μαρτυρία για το έλεος του Θεού που εκδηλώθηκε πλούσιο και στις γενεές της Π. Διαθήκης. Αυτή ήταν η συνισταμένη του θείου ελέους. Από την αγάπη που ο Κύριος έδειξε στο πανάγιο πρόσωπό της μπορούμε σαν σε καθρέφτη να δούμε τον πλούτο της ευσπλαχνίας με τον οποίο ο Θεός εκάλυψε όλες τις προχριστιανικές γενεές.
Αλλ’ η Θεοτόκος έγινε η μαρτυρία για το έλεος του Θεού που εκδηλώθηκε και μετά απ' αυτήν, στις χριστιανικές γενεές. Το έλεος που έδειξε ο Θεός στο πρόσωπο της θεομήτορος βλέπομε να έχη απεριόριστες προεκτάσεις μέσα στην ιστορία, από γενεά σε γενεά. Το έλεος του Θεού που άρχισε να πηγάζη με την Ενσάρκωσι αυξάνεται κλιμακωτά και πλημμυρίζει ολοένα και περισσότερους ανθρώπους, από γενεά σε γενεά κι αυτό μέχρις ότου καλύψει πάντα τα έθνη. Το πρόσωπο που συνεκέντρωσε το μεγαλύτερο έλεος του Θεού μέχρι την Ενσάρκωσι ήταν η Θεοτόκος. Και μετά την Ενσάρκωσι, το έλεος του Θεού που δόθηκε σ όλες τις γενεές είχε αφετηρία του το πρόσωπο της Θεοτόκου.


98. «Εποίησε κράτος εν βραχίονι αυτού» (Λουκ. α΄ 51).

Το θαυμαστό γεγονός της Ενσαρκώσεως του Θεού, στο οποίο εκλήθη η Παρθένος Μαρία να συμμετάσχη προσωπικά, ήταν μια απόδειξiς και μαρτυρία για τα θαυμαστά έργα της παντοδυναμίας του Θεού που έγιναν στο παρελθόν και που θα γίνουν στο μέλλον. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον ενώνονται μέσα στην παντοδύναμη παρουσία του Θεού. Η ιστορία δεν είναι μια παρέλασις άσχετων γεγονότων. Η ιστορία δεν είναι «το ποτάμι του χρόνου που στο χάος κυλά». Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον έχουν ένα κοινό συντελεστή: το παντοδύναμο χέρι του Θεού.
Η Παρθένος, ξεκινώντας απ’ το προσωπικό θαυμαστό γεγονός της παντοδυναμίας του Θεού, κάνει φιλοσοφία και θεολογία της ιστορίας. Η ιστορία —λέγει— γράφεται με το παντοδύναμο χέρι του Δημιουργού. Προσωπικά ή ομαδικά περιστατικά ή γεγονότα οφείλονται στον ισχυρό «βραχίωνα» του Κυρίου.
Πολλοί αμφιβάλλουν αν ο «βραχίων του Κυρίου» είναι και σήμερα αρκετά ισχυρός για να ελέγξει τα παρόντα «σεσαλευμένα» στοιχεία της εξελισσομένης ανθρωπότητος: πυρηνική ενέργεια, υπερπληθυσμός, μόλυνσις του φυσικού περιβάλλοντος, αλλοτρίωσις του ανθρώπου κλπ. Όσοι αμφιβάλλουν, ας ακολουθήσουν την μέθοδο της Θεοτόκου. Μια ματιά στο παρελθόν και στο παρόν — προσωπικό και ομαδικό— θα τους πείσει και για το μέλλον· θα τους δείξη ότι «ο βραχίων Κυρίου» δεν έγινε ασθενέστερος, ώστε να μη μπορή να ελέγξει και τα μελλοντικά γεγονότα. Όσοι μαζί με τη Θεοτόκο θα φιλοσοφήσουν και θα θεολογίσουν πάνω στην ιστορία και την πορεία της τελικά θα ομολογήσουν ότι η παντοδύναμη παρουσία του Θεού είναι ο πιο βασικός και θετικός παράγων που επηρεάζει, κατευθύνει και δίνει νόημα στα γεγονότα του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, στην ιστορία της ανθρωπότητος και του κόσμου.

(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 124-125)

ΌΤΑΝ πλησίαζε η ενάτη ώρα, θύμιζε πάντοτε στον Όσιο Σισώη ο μαθητής του να σηκωθεί να φάει το λίγο ψωμάκι του.
- Δεν φάγαμε παιδί μου; ρωτούσε ο Γέροντας.
- Όχι ακόμη, Αββά.
- Έ, τότε ας φάμε.
Δεν αισθανόταν την ανάγκη της υλικής τροφής, γιατί τρεφόταν με πνευματική η καθαρή ψυχή του.


ΠΗΓΕ κάποτε με τους αδελφούς ο Αββάς Μακάριος να μαζέψει φοινικόφυλλα για το εργόχειρό του. Όταν νύχτωσε, τον προσκάλεσαν να φάει μαζί τους. Εκείνος για να μην τους λυπήσει έφαγε. Το άλλο βράδυ τον φώναξαν πάλι για φαί.
- Φάτε εσείς, παιδιά μου, τους είπε ο Όσιος, που εχετε ακόμη ανάγκη από υλική τροφή. Εγώ δεν επιθυμώ τέτοια τροφή σήμερα.


ΑΝ ΑΞΙΩΘΗΚΕΣ να λάβεις κάποιο χάρισμα πνευματικό, συμβουλεύει κάποιος Πατήρ, μην υψηλοφρονείς γι’ αυτό. Τίποτε καλό δεν έχεις, που να μην προέρχεται από τον Θεό. Αν λοιπόν δεν πολιτεύεσαι σύμφωνα με το θέλημά Του, θ’ άφαιρέσει από σένα το δικό Του χάρισμα και θα το δώσει σ’ άλλον, πιο ταπεινό και αγαθό.


ΛΕΝΕ για κάποιο Γέροντα πως επτά ολόκληρα χρόνια προσευχόταν να του δώσει ο Θεός κάποιο πνευματικό χάρισμα. Όταν επιτέλους το έλαβε» πήγε να το πει σ’ έναν γείτονά του διακριτικό Πατέρα.
- Μεγάλος κόπος! έκανε εκείνος, κουνώντας το κεφάλι του. Πήγαινε να κάνεις αλλά επτά χρόνια προσευχή να σου το άφαιρεσει ο Θεός, γιατί δεν σε συμφέρει.
Ο Γέροντας υπάκουσε και προσευχήθηκε, ώσπου του πήρε πάλι ο Θεός το χάρισμα που τόσο επίμονα ζητούσε.


ΈΝΑΣ Ερημίτης δέχτηκε μια μέρα την επίσκεψη κάποιου συνασκητή του. Όταν έφτασε η ώρα του φαγητού, είπε στον υποτακτικό του να ετοιμάσει λίγη φακή και να βρεξει τα παξιμάδια για να φιλοξενήσουν τον επισκέπτη. Ο νέος έκανε όπως του είπαν. Οι Γέροντες όμως, απορροφημένοι από την πνευματική συζήτηση που είχαν αρχίσει, έμειναν στην θέση τους ως την άλλη μέρα το μεσημέρι, χωρίς να νιώσουν πείνα ή νύστα ή κάποια κούραση. Τότε είπε πάλι ο Ερημίτης στον υποτακτικό του:
- Μαγείρεψε, παιδί μου, λίγη φακή, να φάει ο ξένος μας.
- Από χθες, Αββά, είναι όλα έτοιμα στην τράπεζα, αποκρίθηκε ο νέος.
Έτσι καθίσανε πια όλοι μαζί να φανε.


(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 158-159)

katafigioti

lifecoaching