ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

ΙΕΡΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ 
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (!!!).

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί  10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί  11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.




 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί 10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί 11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Το πάθημα του διακόνου
Κάθε φορά που ο άγιος Επιφάνιος, αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίας της Κύπρου ( 4ος αι.), πρόσφερε την αναίμακτη θυσία και έλεγε το «ποίησον τον μεν άρτον τούτον…», αν δεν έβλεπε κάποια οπτασία, δεν ολοκλήρωνε τη θεία λειτουργία. Τί είδους οπτασία ήταν άραγε αυτή; Πιθανόν να ήταν η κίνηση του ξύλινου περιστεριού, που κρεμόταν πάνω από την αγία τράπεζα στους ναούς της εποχής εκείνης. Ίσως πάλι να ήταν κάποια άρρητη ενέργεια η εμφάνιση του Αγίου Πνεύματος την ώρα του καθαγιασμού, πράγμα που συνέβαινε και σε άλλους άξιους λειτουργούς.
Σε μια λειτουργία του ο άγιος Επιφάνιος επανέλαβε τρεις φορές την ευχή του καθαγιασμού, αλλά δεν είδε την οπτασία. Κι ενώ παρακαλούσε με δάκρυα το Θεό να του φανερώσει την αιτία, έριξε μια ματιά στο διάκονο, που στεκόταν αριστερά του κρατώντας το ριπίδιο, και παρατήρησε πως είχε στο μέτωπο λέπρα. Κατάλαβε αμέσως πως εκείνος ήταν η αιτία. Πήρε λοιπόν από τα χέρια του το ριπίδιο και του είπε μα πραότητα:
-Πήγαινε, παιδί μου, στο σπίτι σου και μη μεταλάβεις σήμερα.
Ύστερα επανέλαβε την ευχή, κι αμέσως είδε την οπτασία. Μετά την απόλυση κάλεσε το διάκονο, για να τον εξετάσει και να πληροφορηθεί την πνευματική του κατάσταση. Εκείνος τότε ομολόγησε, πως την προηγούμενη νύχτα είχε συνευρεθεί με τη γυναίκα του.
Με την αφορμή αυτή ο άγιος κάλεσε όλους τους κληρικούς και τους νουθέτησε:
-Όσοι, παιδιά μου, αξιωθήκατε να λάβετε το χάρισμα της ιερωσύνης, πρέπει να φυλάτε τον εαυτό σας καθαρό από κάθε μολυσμό « σαρκός και πνεύματος», για να τελείτε άξια τα θεία Μυστήρια.
( Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι.Μονή Παρακλήτου, σελ. 115-116)

2,3. «εν ω εισί πάντες οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσεως απόκρυφοι»

Με την βοήθεια της Εκκλησίας, που είναι εδώ στην γη, είναι οργανικά «ενωμένος» ο επίγειος με τον ουράνιο κόσμο. Γιατί στον Θεανθρώπινο οργανισμό της περιλαμβένει όλους τους κόσμους.

Σε αυτήν υπάρχει κάθε αθάνατη σοφία και γνώση.

Μόνο που αυτά είναι «κεκρυμμένα», από τον μη ενχριστοποιημένο, από τον μη αγιοποιημένο, από τον εφάμαρτο νου του ανθρώπου.

Και «αποκεκαλυμμένα», φανερά, στον ενχριστοποιημένο και αγιοποιημένο νου, στον νου που είναι μέλος στον άγιο και καθολικό νου της Εκκλησίας.

Στον Χριστό, στην Εκκλησία, «εισί πάντες οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσεως»: για τον Θεό, για τον κόσμο, για την ζωή, την αιωνιότητα, για όλους τους θεϊκούς κόσμους.

Γιατί ότι είναι του Θεού, «καθίσταται» δια της Εκκλησίας ανθρώπινο. Με τον Θεάνθρωπο, ότι ανήκει στον Θεό, γίνεται ανθρώπινο. Αυτό «συντελείται», επιτυγχάνεται στο δικό του Θεανθρώπινο σώμα, την Εκκλησία.

«Πάντες οι θησαυροί», και ποιος ξέρει πόσοι είναι! Και σίγουρα «συνιστούν» ότι είναι απαραίτητο και «χρειαζούμενο» στον άνθρωπο. Με τους θησαυρούς της σοφίας και της γνώσεως θα «φυλαχθούν» σε όλη την αιωνιότητα, όλες οι χριστοεπιθυμητές και άγιες ψυχές.


(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σ. 70-71)

 

Η προσευχή στην οικογένεια

–Γέροντα, πρέπει να κάνη όλη η οικογένεια μαζί το απόδειπνο;
–Οι μεγάλοι να κινούνται με αρχοντιά. Εκείνοι να κάνουν το απόδειπνο και στα μικρά παιδιά να λένε:
«Αν θέλετε, μείνετε λίγο». Όταν είναι κάπως μεγάλα τα παιδιά, μπορούννα έχουν ένα τυπικό· π.χ. δεκαπέντε λεπτά οιμεγάλοι,
δύο ή πέντε λεπτά τα παιδιά,και από ̓κεί και πέρα όσο θέλουν εκείνα.
Αν οι γονείς τα κρατούν σε όλο το απόδειπνο, μετά αγανακτούν. Δεν πρέπει να τα πιέζουν, γιατί αυτά δεν έχουν καταλάβει
ακόμη την δύναμη και την αξία της προσευχής. Οι γονείς, ας υποθέσουμε, μπορούν να φάνε και φασόλια και κρέας, οποιαδήποτε γερή τροφή.
Όταν όμως το παιδάκι πίνει ακόμη μόνο γάλα,θα του πούν να φάη κρέας, επειδή είναι πιο δυναμωτικό;
Μπορεί να είναι πιο δυναμωτικό, αλλά το καημένο δεν μπορεί να το χωνέψη.Γι ̓ αυτό στην αρχή του δίνουν λίγο κρεατάκι με ζουμάκι,
για να θελήση να ξαναφάη. –Γέροντα, μερικές φορές και οι μεγάλοι το βράδυ είναι τόσο κουρασμένοι,
που δεν μπορούν ούτε το απόδειπνο να κάνουν.–Όταν είναι πολύ κουρασμένοι ή άρρωστοι,ας πούν το μισό απόδειπνο ή έστω ένα «Πάτερ ημών».
Να μην παραλείψουν τελείωςτην προσευχή. Όπως στον πόλεμο, αν βρεθής βράδυ σε ένα ύψωμα μόνος και περικυκλωμένος από εχθρούς, ρίχνεις καμμιά τουφεκιά,
για να φοβηθούν οι εχθροί και να μην κάνουν έφοδο, έτσι και αυτοί ας ρίχνουν καμμιά τουφεκιά,
για να φοβάται το ταγκαλάκι και να φεύγη. Η προσευχή έχει μεγάλη δύναμη μέσα στην οικογένεια.
Γνωρίζω δύο αδέλφια που κατάφεραν με την προσευχή τους όχι μόνονα μη χωρίσουν οιγονείς τους,που είχαν πρόβλημα μεταξύ τους,
αλλά να τους κάνουν και πιο αγαπημένους. Εμάς ο πατέρας μου μας έλεγε: «Δεν ξέρω τί θα κάνετε, δυο φορές την ημέραθα πρέπη
να δίνετετο παρόν στον Θεό,για να ξέρεο που βρίσκεστε». Κάθε πρωί και κάθε βράδυ κάναμε προσευχή μπροστά στο εικονοστάσι όλοι μαζί,
ο πατέρας, η μητέρα και τα παιδιά,και στο τέλος βάζαμε μετάνοια στην εικόνα του Χριστού.
Όταν πάλι είχαμε κάποιο πρόβλημα στην οικογένεια, κάναμε προσευχή,για να τακτοποιηθή.
Θυμάμαι,μια φορά που αρρώστησε ο μικρότερος αδελφός μας, είπε οπατέρας μου:
«Ελάτε να παρακαλέσουμε τον Θεόή να τον κάνη καλά ή να τον πάρη,για να μην υποφέρη».
Προσευχηθήκαμε όλοι και έγινε καλά. Αλλά και στο τραπέζι καθόμασταν όλοι μαζί. Κάναμε πρώτα προσευχή και ύστερα αρχίζαμε να τρώμε.
Αν άρχιζε κανείς να τρώη, πριν ευλογηθεί το τραπέζι, λέγαμε: «αυτός επόρνευσε».
Την έλλειψη εγκρατείας την θεωρούσαμε πορνεία. Είναι διάλυση της οικογενείας να έρχεται ο καθέναςστο σπίτι, όποια ώρα θέλει,
και να τρώη μόνος του χωρίς να υπάρχη λόγος.


(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 155-157)

"Μην υπενθυμίζεις στον άλλον τα σφάλματα του"

Ήθελα να έχω τη γνώμη του Γέροντα για μια διαπίστωσή μου
και, όταν μου δόθηκε ευκαιρία, του είπα: Γέροντα, από παρατηρήσεις μου σε διάφορα
περιστατικά της ζωής μου, έχω καταλήξει σ' ένα συμπέρασμα, που προσπαθώ να το εφαρμόζω,
όσο μπορώ, στην πράξη: Όταν κάποιος διαφωνεί μαζί μου και είμαι πεπεισμένος
για την ορθότητα της απόψεώς μου, του λέω: Ας σταματήσουμε την αντιδικία κι ας το αφήσουμε στο Θεό,
να μας δώσει εκείνος, μέσα από τα γεγονότα την ορθή απάντηση.
Όταν, αργότερα, τα γεγονότα με δικαιώνουν, δεν υπενθυμίζω στον τέως αντίδικό μου τη συζήτηση
που κάναμε κάποτε και την εν συνεχεία δικαίωσή μου. Σιωπώ.
Συνήθως, σιωπά κι εκείνος- σπανίως βρίσκουμε το θάρρος να ομολογήσουμε τα λάθη μας•
μου αρκεί όμως, ότι ο ίδιος το αντιλαμβάνεται εσωτερικά και χαίρομαι,
διότι με τη σιωπή μου, που μοιάζει με αμνησία, τον κάνω να αισθάνεται άνετα μαζί μου,
αφού διαπιστώνει, ότι τον σέβομαι και δεν τον εξουθενώνω.
Μόλις το άκουσε αυτό ο Γέροντας, ενθουσιάσθηκε και μου είπε: "Μωρέ, εσύ είσαι ψυχολόγος.
Αυτό είναι το σωστό: να μην κατηγορείς τον άλλον για τα σφάλματά του και να μην του τα υπενθυμίζεις.
Τότε τον καθίζει στο σκαμνί η ίδια η συνείδησή του και τον δικάζει.
Μόνον έτσι διορθώνεται το κακό. Διαφορετικά, όταν εσύ τον κατακρίνεις, αμύνεται, δικαιολογεί τον εαυτό του,
ρίχνει τις ευθύνες του σε σένα και σε άλλους, γίνεται σκληρός και το κακό αντί να διορθωθεί χειροτερεύει".
[Γ 327π.]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιο Πορφύριος, σελ.152-153)

Άλλος
αλλοδαπός - Σαμαρείτης
Στην παραβολή ο Χριστός για ειδικό λόγο εισάγει το πρόσωπο του Σαμαρείτη.
Αυτός έδειξε σπλαχνικότητα, αυτός, ο τιποτένιος, ο ευτελισμένος, ο μιαρός για τους Ιουδαίους.
Και στην άλλη περίπτωση, των δέκα λεπρών, τον ένα, τον ευγνώμονα,
τον εμφανίζει ως αλλοδαπό, ως Σαμαρείτη.
Ε.Π.Ε. 13,238

το μέλλον μου
Και συ, αδελφέ, κι αν ακόμα μένεις νηστικός από άσκηση,
κι αν κοιμάσαι στη γη, κι αν τρως στάχτη και θρηνείς παντοτινά,
αλλά δεν ωφελείς κανέναν άλλον, τίποτε σπουδαίο δεν κάνεις
Ε.Π.Ε. 18α,122.

το μέλος μου, το μέλλον μου
Για ποιο λόγο λες «Δεν με νοιάζει» για ένα μέλος του σώματος σου, που υποφέρει;
Γιατί τόσο πολύ φροντίζουμε για ένα μέλος του σώματος,
και αδιαφορούμε τελείως για του Χριστού τα μέλη;
Και πώς είναι δυνατόν να συγχωρεθούμε;
Ε.Π.Ε. 18α,760

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 141-142)

                                                 Τα λύτρα των κρατουμένων

Πολλοί τούρκοι ληστές (τσέτες) ώρμησαν κάποτε στα Φάρασα της Καππαδοκίας και αφού έπιασαν κρυφά δώδεκα πλούσιους του χωριού, ειδοποίησαν τις οικογένειες τους, ή να τους πάνε πεντακόσιες χρυσές λίρες ή θα τους σφάξουν. Επίσης μήνυσαν στους Φαρασιώτες ότι η παραμικρή τους κίνησις για να τους χτυπήσουν, θα είναι σε βάρος των κρατουμένων, γιατί πρώτα θα τους σφάξουν και μετά θ’ αρχίσουν τη μάχη.

Όλα τα Φάρασα είχαν αναστατωθή τότε, και άλλοι έτρεξαν να συγκρατήσουν τα παλληκάρια του χωριού, για να μην κάνουν καμμιά τρέλλα και τους χτυπήσουν, και άλλοι έτρεξαν στον όσιο Αρσένιο, που ήταν η μόνη τους ελπίδα, γιατί οι τούρκοι ήταν πολλοί και οχυρωμένοι.

Ο άγιος, μόλις το μαθαίνη, πηγαίνει στην εκκλησία και λέει στους επιτρόπους να του δώσουν όλα τα χρήματα που είχε το παγκάρι, τα οποία ήταν γύρω στις πενήντα λίρες.

Τα παίρνει λοιπόν μαζί του και με δύο γέρους ανεβαίνει στο λημέρι των τσετών και ζητάει τον καπετάνιο τους. Εκείνος ήρθε χαρούμενος, γιατί νόμιζε ότι έφεραν τις πεντακόσιες λίρες.

Μόλις είδε τον καπετάνιο τους ο όσιος Αρσένιος άρχισε να τον μαλώνη:

-          Δεν φοβάσαι τον Θεό; Δεν ντρέπεσαι καθόλου; Από που θα τις βρουν τις πεντακόσιες λίρες οι φτωχοί αυτοί άνθρωποι, και λέτε ότι θα τους κόψετε, εάν δεν σας τις δώσουν;

Παίρνει μετά την σακκούλα με τα χρήματα της εκκλησίας, τα πετάει στα πόδια τους και τους λέει:

-          Πάρτε αυτά για τον κόπο που κάνατε, και φέρτε γρήγορα τους ανθρώπους μου, γιατί αλλοιώς θα σας κόψω εγώ πέτρες επί τόπου όλους σας.

Με τα λόγια αυτά που τους είπε, «θα σας κόψω πέτρες», όλοι οι τούρκοι είχαν μείνει στον τόπο τους ακίνητοι σαν αγάλματα! Μετά από λίγο, ενώ έμειναν έτσι μαρμαρωμένοι, τους λέει ξανά:

-          Γρήγορα, φέρτε τους ανθρώπους μου και φύγετε.

Τότε μόνο μπόρεσαν να κινηθούν! Έλυσαν τους δώδεκα κρατούμενους φαρασιώτες και έφυγαν κατατρομαγμένοι από κείνο το μαρμάρωμα που έπαθαν… Έφυγαν χωρίς να σκύψουν να πάρουν ούτε τις πενήντα λίρες, που ήταν σκορπισμένες στη γη! Ο όσιος Αρσένιος είπε στους κρατούμενους:

-          Μαζέψτε τα χρήματα της εκκλησίας και πάμε.

Σε λίγο γύρισαν όλοι στο χωριό χαρούμενοι.

(Αρσένιος ο Καππαδόκης)

("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β’ , σ. 170-171)

Η ακατάβλητη δύναμη της Εκκλησίας

"Τίποτε δεν είναι ίσο με την Εκκλησία. Τα τείχη τα γκρεμίζουν οι βάρβαροι,

την Εκκλησία, ωστόσο, ούτε οι δαίμονες τη νικούν. Πόσοι και πόσοι δεν

πολέμησαν την Εκκλησία. Όλοι τους χάθηκαν, αυτή όμως εξυψώθηκε πάνω

από τους ουρανούς! Τέτοιο μέγεθος και ιδιότητα έχει η Εκκλησία: 

Όταν πολεμείται, νικά· όταν υπονομεύεται, υπερτερεί· όταν εξυβρίζεται,

αποβαίνει λαμπρότερη· δέχεται τραύματα, μα δεν καταπίπτει από τις

πληγές· κλυδωνίζεται μα δεν καταποντίζεται· χειμάζεται, μα δεν ναυαγεί·

παλεύει μα δεν καταβάλλεται· πυγμαχεί, μα δεν νικάται".

 

(Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Εις Ευτρόπιον B', ΕΠΕ 33, 111)

μδ΄. Είπε πάλι ότι ο Αββάς Ισίδωρος, ο πρεσβύτερος της Σκήτης, μίλησε κάποτε στους μοναχούς και τους είπε: « Αδελφοί, δεν ήλθαμε εδώ για να βρούμε κόπο ; Και τώρα, δεν είναι πλέον κόπος. Εγώ λοιπόν παίρνω την προβιά μου και πηγαίνω όπου είναι κόπος και εκεί βρίσκω ανάπαυση ».
με΄. Ένας αδελφός είπε στον Αββά Ποιμένα: « Αν δώ κάτι, εγκρίνεις να το πώ ; ». Του λέγει ο γέρων: « Είναι γραμμένο : Ός εάν αποκρίνηται λόγον πριν ακούσαι, αφροσύνη αυτώ έστι και όνειδος. Αν ρωτηθής, πές. Αλλοιώς, ας σιωπάς ».
μστ΄. Ρώτησε κάποιος αδελφός τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: « Μπορεί ο άνθρωπος να έχη πεποίθηση για ένα μόνο έργο του ; ». Και του είπε ο γέρων: « Ο Αββάς Ιωάννης ο Κολοβός έλεγε: Εγώ θέλω να πάρω λίγο από όλες τις αρετές ».
μζ'. Είπε πάλι ο γέρων: « Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Παμβώ αν είναι καλό να επαινή τινάς τον πλησίον. Και του αποκρίθηκε: Καλύτερα είναι να σιωπά ».
μη’. Είπε πάλι ο Αββάς Ποιμήν, ότι, αν κάμη ο άνθρωπος καινούργιο ουρανό και καινούργια γη, δεν μπορεί να αμεριμνήση, ταπεινοφροσύνη και τον φόβο του Θεού, όπως την πνοή οπού βγαίνει από τη μύτη του.
ν΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Τί να κάμω;». Του λέγει ο γέρων: «Ο Αβραάμ, όταν εισήλθε στη γη της επαγγελίας, αγόρασε για τον εαυτό του μνήμα και με τον τάφο κληρονόμησε τη γη». Λέγει ο αδελφός: «Τί είναι τάφος;». Και του άπαντά ο γέρων: «Τόπος κλαυθμού και πένθους».
να΄. Ένας αδελφός είπε στον Αββά Ποιμένα: Αν δώσω στον αδελφό μου λίγο ψωμί ή κάτι άλλο, οι δαίμονες το μολύνουν σαν καμωμένο από την ανθρωπαρέσκεια». Του λέγει ο γέρων: «Έστω και αν γίνεται από ανθρωπαρέσκεια, εμείς όμως θα δώσουμε στον αδελφό ό,τι χρειάζεται». Του είπε δε και την εξής παραβολή: «Δυό γεωργοί κατοικούσαν στην ίδια πόλη. Έσπειρε ο ένας και έβγαλε λίγη και ακάθαρτη σοδειά. Ενώ ο άλλος από αμέλεια δεν έσπειρε και δεν έβγαλε τίποτε. Αν έπεφτε πείνα, ποιος από τους δυό θα εύρισκε να ζήση;». Αποκρίθηκε ο αδελφός: «Αυτός όπου έβγαλε λίγη και ακάθαρτη σοδειά». Του λέγει τότε ο γέρων: Έτσι λοιπόν και εμείς ας σπέρνουμε λίγα, έστω και ακάθαρτα, για να μη πεθάνουμε από την πείνα».
νβ’. Είπε πάλι ο Αββάς Ποιμήν, ότι είπε ο Αββάς Αμμωνάς: Ένας έχει όλο τον καιρό στα χέρια του την αξίνα και δεν κατορθώνει να ρίξη κάτω το δένδρο. Ένας άλλος όμως, με πείρα ξυλοκόπος, ρίχνει το δένδρο κάτω μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα. Αυτή η αξίνα είναι η διάκριση».
νγ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Πώς πρέπει ο άνθρωπος να περάση τη ζωή του;». Του λέγει ο γέρων: «Ας θυμηθούμε τον Δανιήλ, όπου δεν βρέθηκε εναντίον του κατηγορία, έκτος από το ότι λειτουργούσε στον Κύριο και Θεό του».
νδ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Το θέλημα του ανθρώπου τείχος είναι χάλκινο ανάμεσα σ΄ αυτόν και στον Θεό, καθώς και πέτρα προσκόμματος. Αν λοιπόν το εγκαταλείψη τινάς, λέγει και αυτός: Εν τω Θεώ μου υπερβήσομαι τείχος. Αν η εντολή συμπέση με το θέλημα, κοπιάζει ο άνθρωπος».
νε’. Είπε πάλι, ότι ενώ κάθονταν κάποτε κάποιοι γέροντες και έτρωγαν, τους υπηρετούσε ο Αββάς Αλώνιος. Και βλέποντάς τον, τον επήνεσαν. Εκείνος όμως καθόλου δεν μίλησε. Του λέγει λοιπόν ένας ιδιαιτέρως: «Γιατί δεν μίλησες στους γέροντες οπού σε επαινούσαν;». Και του λέγει ο Αββάς Αλώνιος: Αν τους μιλούσα, θα έδειχνα έτσι ότι δεχόμουν τον έπαινο».
νστ’. Είπε πάλι, ότι οι άνθρωποι όλα τα λέγουν και ελάχιστα πράττουν.
νζ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι, όπως ο καπνός διώχνει τις μέλισσες και τότε χάνεται το προϊόν της εργασίας τους, οπού είναι τόσο γλυκό, έτσι και η σωματική ανάπαυση διώχνει τον φόβο του Θεού από την ψυχή και εξουδετερώνει όλη την εργασία της.
νη’. Ένας αδελφός πήγε στον Αββά Ποιμένα μετά τις δυο εβδομάδες της Τεσσαρακοστής, του εξαγόρευσε τους λογισμούς του και, βρίσκοντας ειρήνη, του είπε: «Παρά λίγο θα συγκρατούσα τον εαυτό μου και δεν θα ερχόμουν εδώ σήμερα». Του λέγει ο γέρων: «Γιατί;». Λέγει ο αδελφός: «Είπα, μήπως, εξ αίτιας της Τεσσαρακοστής, δεν μου ανοίξετε». Του αποκρίνεται ο Αββάς Ποιμήν: Εμείς δεν μάθαμε να κλείνουμε την ξύλινη θύρα, αλλά μάλλον τη θύρα της γλώσσας».
νθ’. Είπε πάλι ο Αββάς Ποιμήν: «Πρέπει να αποφεύγουμε τα σωματικά. Όταν τινάς βρίσκεται κοντά στον σωματικό πόλεμο, μοιάζει με άνθρωπο οπού στέκεται πάνω από πολύ βαθύ λάκκο. Και όταν ο εχθρός του νομίση κατάλληλη την ώρα, εύκολα τον ρίχνει εκεί μέσα. Αν όμως είναι μακριά από τα σωματικά, μοιάζει με άνθρωπο οπού απέχει πολύ από τον λάκκο. Έτσι, όσο και αν προσπαθή ο εχθρός να τον ρίξη, ενώ τον τραβά και του ασκεί βία, ο θεός του στέλνει βοήθεια».
ξ’. Είπε πάλι: «Η πενία και η θλίψη και η στενοχωρία και η νηστεία, αυτά είναι τα μέσα του μοναχικού βίου. Γιατί είναι γραμμένο, ότι, εάν ώσιν οι τρεις ούτοι άνδρες, Νώε, Ιώβ και Δανιήλ, εγώ, λέγει Κύριος. Ο Νώε είναι εκπρόσωπος της ακτημοσύνης, ο Ιώβ του κόπου και ο Δανιήλ της διακρίσεως. Αν λοιπόν υπάρχουν αυτές οι τρεις αρετές στον άνθρωπο, ο Κύριος κατοικεί μέσα του».
ξα’. Έλεγε ο Αββάς Ιωσήφ, ότι, ενώ καθόμαστε με τον Αββά Ποιμένα, ωνόμασε Αββά τον Αγάθωνα. Και του λέμε: «Νεώτερος είναι και γιατί τον ονομάζεις Αββά;». Και είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Το στόμα του τον αξίωσε να λέγεται Αββάς».
ξβ’. Ήλθε κάποτε ένας αδελφός στον Αββά Ποιμένα και του λέγει: «Τί να κάμω, πάτερ, όπου θλίβομαι από τη σαρκική αμαρτία; Και να, πήγα στον Αββά Ιβιστίωνα και μου λέγει: Μη την αφήσης για πολύ να σε επηρεάζη». Του λέγει ο Αββάς Ποιμήν: «Ο Αββάς Ιβιστίων έχει ανώτερη, ισάγγελη ζωή και του ξεφεύγει ότι εγώ και συ είμαστε στη σαρκική αμαρτία. Αν κυριαρχήση ο μοναχός στην πείνα και στη γλώσσα και στην ξενιτεία, έχε θάρρος, δεν πεθαίνει».
ξγ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Μάθε το στόμα σου να λέγη ό,τι έχει η καρδιά σου».
ξδ’. Ρώτησε ένας αδελφός τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: Αν δώ φταίξιμο του αδελφού μου, καλά θα κάμω να το σκεπάσω;». Του λέγει ο γέρων: «Την ώρα οπού θα σκεπάσουμε το φταίξιμο του αδελφού μας, θα σκεπάση και ο θεός το δικό μας. Και την ώρα οπού θα φανερώσουμε το φταίξιμο του αδελφού, θα φανερώση και ο Θεός το δικό μας».
ξε’. Είπε πάλι ο Αββάς Ποιμήν, ότι κάποτε ρώτησε τον Αββά Παϊσιο ένας, λέγοντας: «Τί να κάμω με την ψυχή μου, οπού είναι αναίσθητη και δεν φοβάται τον Θεό;».  Και του λέγει: «Πήγαινε, προσκολλήσου σε άνθρωπο οπού φοβάται τον Θεό. Και έχοντας συνάφεια μαζί του, θα διδαχθής και συ να φοβάσαι τον Θεό».
ξστ’. Είπε πάλι: Αν δυό πράγματα νικήση ο μοναχός, μπορεί να γίνη ελεύθερος από τον κόσμο». Και είπε ο αδελφός: «Ποιά είναι αυτά;». Και αποκρίθηκε: «Η σαρκική ανάπαυση και η κενοδοξία».

(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)

 

Τον τελευταίο καιρό πολύ με πολεμάνε πάλι οι λογισμοί. Όμως τους πολεμάω κι εγώ με διάφορους τρόπους. Αλλά κάποια στιγμή έρχεται η κόπωση και βγαίνει απ’ την καρδιά μου η προσευχή: « Κύριε, τι θα κάνω μ’ αυτούς τους μαύρους λογισμούς; Τί να κάνω με το διάβολο που μου κάθεται στο σβέρκο;» Μόλις λίγα λεπτά πέρασαν και κάποιος αδελφός μου έστειλε στο κινητό μου ένα κείμενο, απ’ τα πιο όμορφα που έχω διαβάσει και το οποίο με συγκλόνισε, επειδή ήταν μια ξεκάθαρη απάντηση από τον Κύριο! Έλεγε το κείμενο: « Το μόνο πουλί που τολμά να τσιμπήσει τον αετό είναι το κοράκι. Κάθεται στην πλάτη του και δαγκώνει το λαιμό του. Ωστόσο, ο αετός δεν αποκρίνεται ούτε επιτίθεται στον κόρακα. Δεν χάνει χρόνο ή ενέργεια μαζί του. Απλά απλώνει τα φτερά του και αρχίζει να ανεβαίνει ψηλότερα στον ουρανό. Όσο πιο ψηλά πετάει τόσο πιο δύσκολο είναι για το κοράκι να αναπνέει και έτσι πέφτει από την έλλειψη οξυγόνου. Σταμάτα να χάνεις χρόνο με κοράκια. Πήγαινε στα ύψη σου και θα εξαφανιστούν.»
Αυτό το κείμενο, νομίζω, εμπερικλείει όλη την πατερική θεολογία για το θέμα της αντιμετώπισης των λογισμών και των δύστροπων ανθρώπων! Και είναι αλήθεια, όταν είμαστε ψηλά, στον Κύριο μας και Θεό μας, τίποτα δεν μπορεί να μας αγγίξει. Αυτό λέμε και στη Θεία Λειτουργία: « άνω σχώμεν τας καρδίας», δηλαδή : « ας έχουμε ψηλά τις καρδιές μας». Ψηλά στον Ουρανό, η καρδιά μας και ο νους μας. «Με μια ματιά στον ουρανό θα άλλαζαν τα πράγματα» όπως έλεγε ο άγιος Παΐσιος. Εκεί ο διάβολος κι αν τολμήσει να σταθεί δεν μπορεί να αναπνεύσει! Το οξυγόνο του είναι τα πάθη μας και στην ουσία η απομάκρυνση μας από το Θεό! Όταν έχουμε λοιπόν νέφη κακών λογισμών – είτε πικρίας, είτε μνησικακίας, είτε ολιγοπιστίας , είτε άλλους- αυτό είναι ένδειξη ότι πετάμε χαμηλά, στο ύψος στου διαβόλου. Εμείς πλαστήκαμε για να αναζητάμε το Θεό. Αλλά κι ο Θεός μάς αναζητά και το έλεος Του μας καταδιώκει. ( Ψαλμ κβ΄)
Μα πώς θα ανεβούμε ψηλά; Ο ίδιος ο Χριστός μάς το είπε: « ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται» (Λουκ. ιη΄,14) Ένας ταπεινός λογισμός μπορεί να προσελκύσει τη Χάρη του Θεού και να μας ανυψώσει στον ουράνιο Πατέρα μας. Από την υπερηφάνεια κατατροπώθηκε ο διάβολος και αυτή χρησιμοποιεί για να μας τραβήξει μαζί του. Ας μην του κάνουμε λοιπόν τη χάρη! Με την ταπείνωση ξεφεύγουμε από τα νύχια του εχθρού μας, φεύγει από μέσα μας η σκοτεινιά και έρχεται το Φως του Χριστού μας. Γι’ αυτό οι Πατέρες ονόμασαν την ταπείνωση ‘υψοποιό’ και ο Μέγας Αντώνιος μάς διδάσκει πως μόνο μ’ αυτό τον τρόπο μπορούμε ν’ αποφύγουμε τις αναρίθμητες παγίδες του διαβόλου. Μπορούμε λοιπόν εκείνη την ώρα του πολέμου να ζητήσουμε ταπεινά το έλεος του Κυρίου μας και να αφήσουμε τη Χάρη Του να μας σκεπάσει, με ελπίδα και εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν. Μακάρι λοιπόν να διδαχθούμε απ’ αυτήν τη στάση του αετού και να του μοιάζουμε!(Κ.Δ.Κ)

Ας σκεφτούμε ότι ο Θεός μάς βλέπει να οικτίρουμε τον εαυτό μας επειδή δεν έχουμε δεύτερο ζευγάρι παπούτσια την ώρα που βλέπει έναν άλλο άνθρωπο να Τον δοξολογεί κι ας βρίσκεται πάνω σε αναπηρικό αμαξίδιο. Βλέπει ότι στενοχωριόμαστε σήμερα που θα φάμε μια απλή μακαρονάδα με τυρί την ώρα που βλέπει σε μια άλλη γωνιά του πλανήτη μικρά παιδιά να Τον ευγνωμονούν που θα φάνε επιτέλους λίγο ψωμί. Βλέπει να απελπιζόμαστε με λίγο πονόδοντο την ίδια ώρα που βλέπει κάποιον άλλο να υποφέρει στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου μετά από επώδυνη χημειοθεραπεία να Τον ευχαριστεί που είναι ακόμα ζωντανός. Βλέπει ότι μας τσακίζουν και μας αποδυναμώνουν οι οικονομικές δυσκολίες την ώρα που βλέπει ότι αυτές έγιναν αφορμή για κάποιους άλλους να πάνε πιο κοντά Του και να γίνουν πιο δυνατοί, χαρούμενοι και αισιόδοξοι. Βλέπει να λυπόμαστε τον εαυτό μας που είμαστε μόνοι μας την ώρα που βλέπει κάποιον άλλο να νιώθει γεμάτος και χαρούμενος μέσα στη φαινομενική μοναξιά του γιατί βιώνει την παρουσία Του.
Ας σκεφτούμε ότι δεν είναι οι καταστάσεις που βιώνουμε το πρόβλημα αλλά το πώς εμείς τις αντιμετωπίζουμε… με ή χωρίς Χριστό… γιατί ο Χριστός κάνει τη διαφορά! Και ας αναλογιστούμε τί καταλάβαμε επιτέλους από τη ζωή και τα Πάθη Του; Να λιποψυχούμε στις δυσκολίες; Να σαστίζουμε στις αναποδιές; Να στενοχωριόμαστε υπερβολικά στις απογοητεύσεις μας; Να αποκαρδιωνόμαστε και να χάνουμε την ελπίδα μας εν καιρώ θλίψεων; Μήπως χωλαίνει η πίστη μας; Και γιατί συμπεριφερόμαστε σαν να είμαστε ορφανοί; Ξεχνάμε ότι έχουμε και Πατέρα και Μητέρα στον Ουρανό;
Ο Χριστός θέλει γενναίες ψυχές και είναι η Χάρη Του που αλλοιώνει και ανδρειώνει την ψυχή του ανθρώπου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Απόστολος Πέτρος! Τη νύχτα που συνελήφθη ο Χριστός από τους Ρωμαίους στρατιώτες Τον αρνήθηκε τρεις φορές υποδουλωμένος στο φόβο του. Μετά όμως την Πεντηκοστή οπλίστηκε με τόσο θάρρος και αγωνιστικό φρόνημα που καμία απειλή δεν ήταν ικανή να τον σταματήσει από το κήρυγμα του Ευαγγελίου, ούτε ακόμα και η απειλή του θανάτου! Γιατί ήξερε πλέον ότι ο Αναστημένος Χριστός κατήργησε το θάνατο και ότι αυτός πια οδηγεί στην αιώνια Ζωή!
Από εμάς εξαρτάται αν θα επιτρέψουμε στο Χριστό να μπει και στη δική μας ζωή για να περάσουμε στην απέναντι όχθη… σ’ αυτή που κυριαρχεί το φως, η ελπίδα, η πίστη, η αγάπη, η ειρήνη, η ευγνωμοσύνη και η γενναιότητα ή αν θα παραμείνουμε εκεί που είμαστε διαιωνίζοντας έτσι τα αδιέξοδα μας και τα σκοτάδια μας! Θα αφήσουμε επιτέλους το Χριστό να κάνει τη διαφορά;(Α.Κ.Β)

katafigioti

lifecoaching