ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

ΙΕΡΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ 
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (!!!).

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί  10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί  11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.




 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί 10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί 11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Δικτατορία
ο όχλος
Αφεντικό μας κάναμε τον κόσμο, τη μάζα του κόσμου. Και μάλιστα αφεντικό σκληρό, πραγματικό τύραννο. Και ο μεν Θεός καθημερινά μας προειδοποιεί, μας νουθετεί, χωρίς να εισακούεται. Ο κόσμος όμως, ο ασύδοτος, ο συρφετός, δεν χρειάζεται καν να μας διατάξη. Αρκεί να μας πη τι του αρέσει (η μόδα), κι αμέσως υπακούουμε σε όλα.
Ε.Π.Ε. 18,332
Διόρθωσις
σε πράγματα της Εκκλησίας
Τι λες; πες μου. Λες, ότι διορθώνει ο άλλος τα δικά σου; Μα είναι σωστό κάτι τέτοιο; Δεν είναι ντροπή; Όχι, καθόλου. Εγώ αποβλέπω στο κοινό κέρδος όλης της Εκκλησίας. Είτε, λοιπόν, από εμένα (τον προεστώτα), είτε από άλλον γίνεται η διόρθωσις, δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Έτσι πρέπει να σκέπτεται και να συμπεριφέρεται ο προϊστάμενος. Να επιζητή όχι τη δική του τιμή, αλλά το κοινό συμφέρον.
Ε.Π.Ε. 24,36
του άλλου
Πλησίασε αυτόν που αμαρτάνει, και πες του κάποιο μικρό εγκώμιο για τα άλλα, τα καλά, που οπωσδήποτε έχει. Ανάμιξε το εγκώμιο με τους ελέγχους.
Ε.Π.Ε. 18α,760-762
του αδελφού, πεπτωκότος
Να μεμφθής και τον εαυτό σου, να κατηγορήσης όλο το ανθρώπινο γένος, να δείξης ότι όλοι υποκείμεθα σε αμαρτίες, να ζητήσης συγγνώμη γι’αυτό που θα κάνης. Να δείξης, ότι επιχειρείς πράγματα μεγαλύτερα από τις δυνάμεις σου, αλλ’ η αγάπη σε αναγκάζει να το κάνης. Έπειτα, καθώς παρατηρείς τον άλλον, να μην έχης επιτακτικό ύφος, αλλά να του μιλάς σαν αδελφός του.
Ε.Π.Ε. 18α,760-762
Δίψα
του Θεού
Ωνόμασε δίψα (ο Ψαλμωδός) την πολλή επιθυμία, δηλώνοντας σε μας και τα δυο, και την φλόγα της αγάπης και την διάρκεια του έρωτα. Και οι άγιοι συνέχεια και καθημερινά ζούσαν με το θείο έρωτα και με την ευλάβεια. Όλο και πιο πολύ αύξαναν την αγάπη.
Ε.Π.Ε. 5,608
η ακόρεστη φιλαργυρία
Οι φιλάργυροι και πλεονέκτες ποτέ δεν ικανοποιούνται. Πάντοτε και συνεχώς κάνουν σαν διψασμένοι.
Ε.Π.Ε. 18α, 34

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 64-65)

κβ΄. Ένας αδελφός ήλθε στον Αββά Ποιμένα και του λέγει: « Σπέρνω το χωράφι μου και κάνω απ’ αυτό αγάπη ». Του λέγει ο γέρων: « Καλά κάνεις ». Και έφυγε με προθυμία και αύξησε την αγάπη. Και άκουσε ο Αββάς Ανούβ τον λόγο και λέγει στον Αββά Ποιμένα: « Δεν φοβάσαι τον Θεό, έτσι μιλώντας στον αδελφό ; ». Και σιώπησε ο γέρων. Και ύστερα από δυο μέρες, φώναξε ο Αββάς Ποιμήν τον αδελφό. Και του λέγει, ενώ άκουε ο Αββάς Ανούβ: « Τί μου είπες προχθές ; Γιατί είχα αλλού τον νου μου ». Του λέγει ο αδελφός: « Είπα ότι σπέρνω το χωράφι μου και κάνω απ’ αυτό αγάπη ». Και του είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Νόμιζα ότι για τον αδελφό σου τον λαϊκό μίλησες. Αν όμως συ είσαι όπου κάνεις αυτό το έργο, δεν ταιριάζει σε μοναχό ». Και εκείνος, ακούοντας, λυπήθηκε και είπε : « Άλλο έργο κανένα δεν ξέρω και δεν μπορώ να μη σπέρνω το χωράφι μου ». Όταν λοιπόν έφυγε εκείνος, έβαλε μετάνοια στον Αββά Ποιμένα ο Αββάς Ανούβ, λέγοντας: « Συγχώρησε με ». Και του αποκρίνεται: « Και εγώ από την αρχή ήξερα ότι δεν είναι έργο μοναχού. Αλλά σύμφωνα με τον λογισμό του του μίλησα και του έδωσα προθυμία στην προκοπή της αγάπης. Τώρα όμως έφυγε λυπημένος και πάλι το ίδιο θα κάνη ».
κγ΄. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: « Αν αμαρτήση τινάς και αρνηθή ότι αμάρτησε, μη τον ελέγξης. Γιατί, αλλοιώς, του βγάζεις την προθυμία. Αν όμως του πής: Αδελφέ, μή πέσης σε αθυμία, αλλά φυλάξου από εδώ και πέρα, διεγείρεις την ψυχή του σε μετάνοια ».
κδ'. Είπε πάλι: «Καλή είναι η πείρα. Γιατί αυτή κάνει τον άνθρωπο πιο δοκιμασμένο ».
κε΄. Είπε πάλι: « Άνθρωπος όπου διδάσκει, αλλά δεν κάνει όσα διδάσκει, μοιάζει με βρύση, όπου όλους τους ποτίζει και τους πλένει, αλλά τον εαυτό της δεν μπορεί να τον καθαρίση ».
κστ'. Περνώντας κάποτε ο Αββάς Ποιμήν στην Αίγυπτο, είδε μια γυναίκα να κάθεται σε μνήμα και να κλαίη πικρά. Και λέγει: « Όλες οι χαρές του κόσμου τούτου και αν έλθουν, δεν θα βγάλουν την ψυχή της από το πένθος. Έτσι και ο μοναχός. Πρέπει πάντοτε να έχη μέσα του το πένθος ».
κζ . Είπε πάλι : « Είναι άνθρωπος οπού φαίνεται να σιωπά και όμως η καρδιά του κατακρίνει άλλους. Αυτός πάντα μιλά. Και είναι άλλος οπού από το πρωί έως το βράδι μιλά και όμως κρατά σιωπή. Ήγουν, εκτός από ωφέλεια, τίποτε δεν λέγει».
κη΄. Ένας αδελφός ήλθε στον Αββά Ποιμένα και του λέγει: « Αββά, πολλούς λογισμούς έχω και κινδυνεύω απ’ αυτούς ». Και τον βγάζει ο γέρων στο ύπαιθρο. Και του λέγει: « Άπλωσε τον κόρφο σου και κράτησε τους ανέμους ». Και εκείνος είπε: « Δεν μπορώ να το κάμω αυτό». Και του λέγει ο γέρων: « Αν αυτό δεν μπορής να το κάμης, ούτε και τους λογισμούς σου μπορείς να εμποδίσης να έλθουν. Αλλά έχεις χρέος να τους αντισταθής ».
κθ΄. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: « Ζουν τρεις μαζί και ο ένας ησυχάζει καλά και ο άλλος είναι άρρωστος και ευχαριστεί, ο δε τρίτος υπηρετεί με καθαρό λογισμό. Όλοι τους το ίδιο έργο κάνουν».
λ΄. Είπε πάλι: « Είναι γραμμένο: Όν τρόπον επιποθεί η έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων, ούτως επιποθεί η ψυχή μου προς σε, ο Θεός. Τα ελάφια στην έρημο πολλά καταπίνουν ερπετά. Και καθώς κατακαίονται από το φαρμάκι, επιθυμούν να έλθουν στα νερά. Πίνοντας δε, βρίσκουν ανακούφιση από το φαρμάκι των ερπετών. Έτσι και οι μοναχοί. Ζώντας στην έρημο, καίονται από το φαρμάκι των πονηρών δαιμόνων και επιποθούν το Σάββατο και την Κυριακή, για να έλθουν στις πηγές των υδάτων, ήγουν στο σώμα και στο αίμα του Κυρίου, και να καθαρισθούν από την πίκρα του πονηρού ».
λα΄. Ρώτησε ο Αββάς Ιωσήφ τον Αββά Ποιμένα, πώς πρέπει να νηστεύη τινάς. Και του λέγει ο Αββάς Ποιμήν: « Εγώ προτιμώ αυτόν όπου τρώγει κάθε μέρα, να τρώγη λίγο, ώστε να μη χορταίνη ». Του λέγει ο Αββάς Ιωσήφ: « Όταν ήσουν νεώτερος, δεν νήστευσες επί δυο μέρες, Αββά ; ». Και είπε ο γέρων: « Βέβαια και επί τρεις και επί τέσσερις και επί μια εβδομάδα. Και όλα αυτά τα δοκίμασαν οι πατέρες, σαν δυνατοί οπού ήταν. Και βρήκαν ότι καλό είναι να τρώγη τινάς κάθε μέρα, αλλά λίγο. Και μας παρέδωσαν τη βασιλική οδό, γιατί είναι ελαφρή ».
λβ΄. Έλεγαν για τον Αββά Ποιμένα, ότι, σαν επρόκειτο να έλθη σε σύναξη, καθόταν μόνος του, εξετάζοντας τους λογισμούς του, κάπου μια ώρα. Και κατόπιν έβγαινε.
λγ΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: « Μου άφησαν κληρονομιά. Τι να την κάμω ; ». Του λέγει ο γέρων: « Έλα μετά τρεις μέρες για να σου πώ ». Ήλθε δε καθώς του ώρισε. Και είπε ο γέρων: « Τί να σου πώ, αδελφέ ; Αν σου πώ, δός τα στην εκκλησία, εκεί φτιάχνουν ψωμί. Αν σου πώ, δός τα σε συγγενή σου, δεν θα έχης αμοιβή. Και αν σου πώ, δός τα στους φτωχούς, μένεις αμέριμνος. Ό,τι λοιπόν θέλεις, κάμε. Εμένα δεν μου πέφτει λόγος ».
λδ΄. Τον ρώτησε άλλος αδελφός, λέγοντας: « Τι σημαίνει το να αποδώσης κακό αντί κακού ; ». Του λέγει ο γέρων: « Αυτό το πάθος τέσσερις έχει τρόπους. Πρώτα, από την καρδιά. Δεύτερον, από την όψη. Τρίτον, από τη γλώσσα. Τέταρτον, το να μη κάμης κακό αντί κακού. Αν μπορής να καθαρίσης την καρδιά σου, δεν έρχεται στην όψη. Αν όμως έλθη στην όψη, φυλάξου να μη μιλήσης. Αν δε και μιλήσης, γρήγορα απόκλεισε το να κάμης κακό αντί κακού ».
λε΄. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: « Το να επιτηρή τινάς τον εαυτό του και να τον προσέχη και η διάκριση, αυτές οι τρεις αρετές είναι οδηγοί της ψυχής ».
λστ'. Είπε πάλι: « Το να εμπιστευθής τον εαυτό σου στον Θεό, το να μη έχης μεγάλη ιδέα για λόγου σου και το να αφήνης πίσω σου το δικό σου θέλημα, αυτά είναι τα μέσα της ψυχικής προκοπής ».
λζ΄. Είπε πάλι: « Κάθε κόπο όπου θα σου συμβή, τον νικάς με το να σιωπάς ».
λη΄. Είπε πάλι: « Βδέλυγμα είναι στον Κύριο κάθε σωματική άνεση ».
λθ'. Είπε πάλι: « Το πένθος διπλό είναι. Εργάζεται και φυλάει».
μ΄. Είπε πάλι: « Αν σου έλθη λογισμός για τις αναγκαίες του σώματος χρείες και συμμορφωθής μια φορά και πάλι έλθη και συμμορφωθής για δεύτερη φορά, την τρίτη φορά οπού θα έλθη, μη του δώσης σημασία. Γιατί περιττός είναι».

(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)

99. «Διεσκόρπισεν υπερηφάνους διανοία καρδίας αυτών» (Λουκ. α΄ 51).

Η Παρθένος τώρα αναφέρεται σε συγκεκριμένα περιστατικά της ιστορίας που φανερώνουν την παντοδύναμη επέμβαση του Δημιουργού. Πρόκειται για τις περιπτώσεις που ο Θεός επεμβαίνει και ματαιώνει τα υπεροπτικά σχέδια και διαλύει τα ματαιόδοξα έργα των ανθρώπων.
Από την αρχαιότητα ακόμη η υπερηφάνεια, «το υπερφρονείν παρ’ ο δει φρονείν» (Ρωμ. ιβ' 3) εθεωρείτο το μεγαλύτερο αμάρτημα του ανθρώπου. Ήταν η «ύβρις» προς τον Θεό. Ο μικρός, θνητός και φθαρτός άνθρωπος να υψώνει το ανάστημα του μπροστά στον παντοδύναμο και αιώνιο Θεό. Οι αρχαίοι Έλληνες, τόσο οι φιλόσοφοι όσο και οι τραγωδοί, μας κληροδότησαν μοναδικά κείμενα πάνω στο θέμα, αυτό: «Ζευς μεγάλης γλώσσης κόμπους (—κομπορυμοσύνες) υπερεχθαίρει (=μισεί θανάσιμα)» (Σοφ. Αντιγόνη, 127). Και ο Πύργος της Βαβέλ (Γεν. ια' 1-9) θα παραμείνη χαρακτηριστικό δείγμα της αλαζονικής διαστροφής του ανθρώπου, αλλά και μαρτυρία της αμέσου επεμβάσεως του Θεού.
Ο επηρμένος και υπερήφανος νους είναι ότι χρειάζεται για να οδηγήσει τον άνθρωπο σε λανθασμένη κατεύθυνση, σε ύβρη και ασέβεια προς τον Θεό. Γι αυτό και η αντίθεσις του Θεού είναι άμεση: «Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται» (Παρ. γ' 34) . Η επέμβασις του Θεού στις περιπτώσεις αυτές δεν πρέπει να θεωρείται αρνητικά (σαν τιμωρία) , αλλά θετικά (σαν φιλανθρωπία) . Διότι στην πραγματικότητα εμποδίζει τον άνθρωπο να προχωρήση σε κάτι που θα του προκαλέση μεγαλύτερες συμφορές... Έτσι η επέμβασις του Θεού αποδεικνύεται κι εδώ φιλάνθρωπη και ευεργετική.


100. «Καθείλε δυνάστας από θρόνων και ύψωσε ταπεινούς» (Λουκ. α΄ 52).

Οι καταχρασταί της εξουσίας είναι οι δεύτεροι που δέχονται την άμεση επέμβαση του Θεού. Όσοι αποκτούν δύναμη και τη χρησιμοποιούν για την καταπίεση και τη καταδυνάστευση των λαών· οι ισχυροί γενικά, που εξασφαλίζουν πολιτική, στρατιωτική, κοινωνική και θρησκευτική δύναμη όσοι αναρριχόνται στους θρόνους της ζωής και γίνονται αυθέντες και διαχειρισταί της ελευθερίας των άλλων· αυτοί που συνήθως είναι υπερήφανοι και αλαζόνες — όλοι αυτοί προκαλούν την άμεση επέμβαση του Θεού. Διότι η ζωή, η τιμή και η ελευθερία των ανθρώπων είναι αγαθά που δόθηκαν απ’ τον ίδιο τον Δημιουργό. Και Εκείνος δεν επιτρέπει να καταπατούνται οι αναφαίρετες αυτές δωρεές του προς τα δημιουργήματά του. «Ουκ αφήσει την ράβδον των αμαρτωλών επί τον κλήρον των δικαίων» (Ψαλμ. 124,3) .
Η εξουσία, όταν δεν προέρχεται εκ του Θεού, γίνεται «σύντριμμα και ταλαιπωρία» γι’ αυτούς που την κατακτούν, «πατώντας επί των πτωμάτων» των άλλων· Ο θρόνος στον οποίο αναρριχάται κάποιος, ανατρέποντας τον φυσικό του κάτοχο αποδεικνύεται τελικά ασταθής για τον επιβήτορα. Θρόνος ή θέση που κατακτήθηκε με αδικίες, συναλλαγές και εγκλήματα δεν πρόκειται ποτέ να στεριώσει.
Η Παρθένος Μαρία έμελλε να γίνει όργανο αποκαταστάσεως της δικαιοσύνης του Θεού. Ο θεάνθρωπος Υιός της θα ανέτρεπε το «κατεστημένο» της εποχής του, τους ισχυρούς της μέρας, τους Γραμματείς και Φαρισαίους, τους «δοκούντας άρχειν» (Μαρκ. ι΄ 42) και θα ανύψωνε τους «πτωχούς τω πνεύματι» (Ματθ. ε' 3), τους τελώνες και αμαρτωλούς, τους ψαράδες της Γαλιλαίας, την Παρθένο της Ναζαρέτ.
Ο χριστιανός δεν πρέπει ποτέ να καταφεύγη στη συναλλαγή για να αποκτήσει μια θέση, για ν’ αποκτήσει δύναμη και εξουσία. Έστω και αν έχει καλές διαθέσεις για την μετέπειτα καλή διαχείριση της εξουσίας. Επίσης, εκείνος που πιστεύει στον Χριστό δεν πρέπει ποτέ να γίνη «κατεστημένο» καταδυναστεύσεως κατατυραννήσεως των άλλων· «δεσπότης και αυθέντης» των υφισταμένων. Αντίθετα, ο χριστιανός πρέπει να γίνεται όργανο στα χέρια του Θεού, για την αποκατάσταση της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ισότητος μεταξύ των ανθρώπων της εποχής του.

(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.125-126 )

ΈΝΑΣ αρχάριος μοναχός ρώτησε κάποιο Γέροντα πώς σε μερικούς ανθρώπους έχει δοθεί το χάρισμα να βλέπουν αποκαλύψεις και να μαθαίνουν ουράνια μυστήρια.

- Μην μακαρίζεις μόνο αυτούς, παιδί μου, αποκρίθηκε ο σοφός Γέροντας, μα πιο πολύ εκείνους που βλέπουν διαρκώς τις αμαρτίες τους, ανακαλύπτουν τις αδυναμίες τους και γνωρίζουν καλά τον εαυτό τους.

- Πριν λίγες ημέρες, Αββά, είπε πάλι ο αδελφός, είδα ένα μοναχό να βγάζει δαιμόνιο από κάποιον άρρωστο και τον θαύμασα.

- Εγώ δεν επιθύμησα ποτέ, αποκρίθηκε ο Γέροντας, να διώχνω δαιμόνια και να γιατρεύω αρρώστιες. Παρακαλώ μόνο τον Θεό να μην γίνω ο ίδιος περίγελως του σατανά κι αγωνίζομαι να καθαρίσω το μυαλό μου από πονηρές σκέψεις. Αν το κατορθώσω, τότε θα είμαι άξιος θαυμασμού. Όποιος πετύχει να καθαρίσει την ψυχή του από αμαρτίες κι αγαπά τον Θεό και τον πλησίον του, θα κληρονομήσει την αιώνιο ζωή μαζί με τους θαυματουργούς Πατέρες.

 

ΈΝΑΣ ΕΥΛΑΒΗΣ Χριστιανός άφησε τον κόσμο, πήρε τον μικρό του γιό και πήγε στην έρημο. Πέρασαν χρόνια. Ο πατέρας, που είχε προοδεύσει πολύ στην αρετή, έφερε με την προσευχή του στα λογικά του κάποιο δαιμονισμένο. Τότε ο γιός πήγε σ’ έναν μεγάλο Γέροντα και του παραπονέθηκε:

- Ο πατέρας μου, Αββά, πρόκοψε πιο πολύ από μένα και διώχνει δαιμόνια.

- Δεν είναι μόνο αυτό σημάδι προκοπής, αποκρίθηκε ο Γέροντας. Δεν είναι του ανθρώπου, αλλά του Θεού η δύναμη που κάνει θαύματα, καθώς κι η πίστη του αρρώστου ή των συγγενών του. Πολλοί που δεν το κατάλαβαν αυτό, έπεσαν σε υπερηφάνεια και ζημιώθηκε η ψυχή τους. Η πιο μεγάλη προκοπή για τον άνθρωπο είναι η ταπεινοσύνη της καρδιάς. Όποιος αξιωθεί να την αποκτήσει, δεν έχει φόβο να παρασυρθεί ποτέ από το κακό και την αμαρτία.

 

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 161)

ΈΝΑΣ αρχάριος μοναχός ρώτησε κάποιο Γέροντα πώς σε μερικούς ανθρώπους έχει δοθεί το χάρισμα να βλέπουν αποκαλύψεις και να μαθαίνουν ουράνια μυστήρια.

- Μην μακαρίζεις μόνο αυτούς, παιδί μου, αποκρίθηκε ο σοφός Γέροντας, μα πιο πολύ εκείνους που βλέπουν διαρκώς τις αμαρτίες τους, ανακαλύπτουν τις αδυναμίες τους και γνωρίζουν καλά τον εαυτό τους.

- Πριν λίγες ημέρες, Αββά, είπε πάλι ο αδελφός, είδα ένα μοναχό να βγάζει δαιμόνιο από κάποιον άρρωστο και τον θαύμασα.

- Εγώ δεν επιθύμησα ποτέ, αποκρίθηκε ο Γέροντας, να διώχνω δαιμόνια και να γιατρεύω αρρώστιες. Παρακαλώ μόνο τον Θεό να μην γίνω ο ίδιος περίγελως του σατανά κι αγωνίζομαι να καθαρίσω το μυαλό μου από πονηρές σκέψεις. Αν το κατορθώσω, τότε θα είμαι άξιος θαυμασμού. Όποιος πετύχει να καθαρίσει την ψυχή του από αμαρτίες κι αγαπά τον Θεό και τον πλησίον του, θα κληρονομήσει την αιώνιο ζωή μαζί με τους θαυματουργούς Πατέρες.

 

 

ΈΝΑΣ ΕΥΛΑΒΗΣ Χριστιανός άφησε τον κόσμο, πήρε τον μικρό του γιό και πήγε στην έρημο. Πέρασαν χρόνια. Ο πατέρας, που είχε προοδεύσει πολύ στην αρετή, έφερε με την προσευχή του στα λογικά του κάποιο δαιμονισμένο. Τότε ο γιός πήγε σ’ έναν μεγάλο Γέροντα και του παραπονέθηκε:

- Ο πατέρας μου, Αββά, πρόκοψε πιο πολύ από μένα και διώχνει δαιμόνια.

- Δεν είναι μόνο αυτό σημάδι προκοπής, αποκρίθηκε ο Γέροντας. Δεν είναι του ανθρώπου, αλλά του Θεού η δύναμη που κάνει θαύματα, καθώς κι η πίστη του αρρώστου ή των συγγενών του. Πολλοί που δεν το κατάλαβαν αυτό, έπεσαν σε υπερηφάνεια και ζημιώθηκε η ψυχή τους. Η πιο μεγάλη προκοπή για τον άνθρωπο είναι η ταπεινοσύνη της καρδιάς. Όποιος αξιωθεί να την αποκτήσει, δεν έχει φόβο να παρασυρθεί ποτέ από το κακό και την αμαρτία.

 

Από μικρό παιδί μου έλειψε η αγάπη! Και όσο την ποθούσα τόσο πιο πολύ μου έλειπε. Μέσα από την απουσία της όμως την αγάπησα τόσο πολύ και είχα καταλάβει ότι αυτή είναι το ύψιστο αγαθό για τους ανθρώπους. Είχα πειστεί ότι κανείς δεν με αγαπούσε, ούτε καν ο Χριστός. Όμως σκέφτηκα ‘ ωραία, ας τους αγαπάω εγώ λοιπόν… και πρώτα απ’ όλα ας αγαπήσω τον εαυτό μου’. Έψαχνα για την αγάπη και μέσα μου και μέσα από τα βιβλία. Η βιβλιοθήκη μου τότε είχε μόνο βιβλία που μιλούσαν για την αγάπη… ψυχολόγων, συμπεριφοριστών και όλων των θρησκειών. Προσπάθησα να κάνω όλα αυτά που λέγανε, δηλαδή να μην έχω ενοχές, ότι εγώ είμαι το κλειδί της ευτυχίας μου, να μην αυτομαστιγώνομαι, κι όλα αυτά τα ‘εσύ είσαι…’. Πήρα λίγο τα πάνω μου αλλά ύστερα βυθίστηκα στη μελαγχολία και την απόγνωση. Μάλλον η αγάπη δεν υπήρχε…
Ένα βιβλίο μόνο δεν είχα ανοίξει! Μια φωνή μέσα μου μού έλεγε ‘ άστο για το τέλος αυτό’. Κι όταν έφτασε το τέλος κάθε ελπίδας μου και κάθε εμπιστοσύνης στον εαυτό μου πήγα στο Χριστό. Πήγα και εξομολογήθηκα στον πνευματικό μου πρώτη φορά σε ηλικία 40 χρονών. Όταν μου διάβαζε τη συγχωρητική ευχή κατάλαβα για πρώτη φορά τί ήταν η Αγάπη, ποιος είναι η Αγάπη… ο Χριστός μου, αυτός που με αγκάλιασε, με συγχώρησε και μου έδωσε τη Χάρη Του. Τώρα πια ήξερα! Και Του είπα ‘ Δεν είμαι εγώ… Εσύ είσαι’. Το πρώτο πράγμα που έκανα όταν πήγα σπίτι ήταν να ανοίξω αυτό το τελευταίο κλειστό βιβλίο της βιβλιοθήκης μου, την Καινή Διαθήκη. Πρώτα διάβασα το κατά Ιωάννην και ο Χριστός ήταν μαζί μου και μου εξηγούσε ό,τι έπρεπε να ξέρω. ‘Μεγαλύτερη αγάπη από αυτήν δεν υπάρχει, να δώσει κάποιος τη ζωή του για χάρη των φίλων του.’( Ιω. ιε΄,13) Η καρδιά μου πλημμύρισε από την Αγάπη Του! Ήθελα κι εγώ να δώσω τη ζωή μου γι’ Αυτόν που είναι ο Κύριος μου και Θεός μου, ο Παντοκράτωρ που έγινε φίλος με εμένα που νόμιζα ότι δεν είχα καμία αξία. Τότε κατάλαβα ότι αγάπη σημαίνει θυσία! Και ότι αυτός που αγαπάει τον εαυτό του είναι αυτός που δίνει τον εαυτό του.
Έτσι κι εγώ έδωσα τον εαυτό μου στο Χριστό, ολόκληρο, όπως είναι με τα πολλά χάλια του και τα λίγα καλά. Του είπα ‘πάρε τα όλα και φτιάξε τα’. Και ο Κύριος από τότε με έχει στα χέρια Του και νιώθω ότι με ανακαινίζει στο μυαλό, στην καρδιά, στην ψυχή, στη γλώσσα μου… σε όλα! Με έμαθε να εμπιστεύομαι τον εαυτό μου σ’ Αυτόν και στους Πατέρες της Εκκλησίας μας και στον πνευματικό μου και σε όποιον αγαπάει αληθινά το Χριστό. Δεν με αγαπάει αυτός που μου λέει καλά λόγια του τύπου ‘ μην αυτομαστιγώνεσαι – οι άλλοι φταίνε- είσαι πολύ σπουδαίος κλπ’. Δεν με αγαπάνε οι καλοί άνθρωποι που με βοηθάνε στα δύσκολα, δεν με αγαπάνε οι συγγενείς μου. Με αγαπάνε αυτοί που αγαπούν ορθά το Χριστό! Ας είναι και στην άλλη άκρη του κόσμου κι ας μην έχουμε μιλήσει ποτέ! Αν αγαπάνε το Χριστό, αγαπάνε κι εμένα.
Πού λοιπόν θα εμπιστευθούμε τον αγαπημένο μας εαυτό; Στη ‘σοφία’ αυτού του κόσμου με την ψεύτικη αγάπη του ή στην εσταυρωμένη Αγάπη;(Κ.Δ.Κ)

245. Όταν βλέπουμε ένα ωραίο ανθρώπινο πλάσμα, ας υψώνουμε ευθύς τον νου στην υπέρτατη Ωραιότητα, τον Ποιητή κάθε επιγείου και ουρανίου ωραιότητος, δηλαδή στον Θεό. Ας τον δοξάζουμε, που έβγαλε μες από τον πηλό τόση ωραιότητα. Ας θαυμάσουμε στον άνθρωπο την ωραιότητα της θείας εικόνος. Ας συλλογισθούμε την καλλονή των Αγίων του μέσα στη βασιλεία των ουρανών και ότι και εμείς θα είμαστε εκεί μια παρομοία ωραιότης, αν αξιωθούμε είσοδο εκεί. Αυτή την ομορφιά να σκέπτεσαι και να μην παρασύρεσαι από την χοϊκή αγάπη, το σαρκικό φρόνημα. Οι σαρκικές επιθυμίες είναι γλυκιές, αλλά αμαρτωλές, εξαχρειωτικές, βδελυκτές από τον Θεό. Μην πέφτεις σ’ αυτές, αλλά να ελκύεσαι μόνον από τον Θεό, που δημιούργησε κάθε ωραιότητα. Λέγε, με τον Προφητάνακτα: «Ἐμοί δέ τό προσκολλᾶσθαι τῷ Θεῷ ἀγαθόν ἐστι» (ψαλμ. οβ’ 28), στον Θεό μόνο και όχι στη σαρκική ωραιότητα, που έρχεται και παρέρχεται.

246. Στην προσευχή και σε κάθε έργο της ζωής σου, μην παραδίνεσαι στην αμφιβολία, στον σκεπτικισμό και στις διαβολικές φαντασιώσεις. Ας είναι ο πνευματικός σου οφθαλμός φωτεινός, ώστε και όλο το σώμα της προσευχής σου, των έργων σου και της ζωής σου να είναι φωτεινό.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 110)

243. Η καρδιά μου ανήκει μονάχα στον θεό. «Εμοί δε το προσκολλάσθαι τω Θεώ αγαθόν έστι» (Ψαλμ. οβ’ 28). Αλλά τι τυφλότης και διαστροφή! Την ελκύουν οι γήινες χαρές. Ό,τι θέλγει τα μάτια, ό,τι ικανοποιεί τη σάρκα. Τι παράδοξο πράγμα! Εγώ, ένας χριστιανός, ένας ουράνιος άνθρωπος, να απασχολούμαι με τα υλικά και να παραμελώ τα πνευματικά! Ο Χριστός μου άνοιξε τις πύλες των ουρανών, αλλά εγώ έχω πρσκολλημένη την καρδιά μου στη γη. Δεν με καίει ο πόθος των ουρανών, αλλά προτιμώ να μένω στη γη, δέσμιος των γήινων θελγήτρων, διψασμένος, αχόρταγος γι’ αυτά. Βλέπω ότι κάθε τι το γήινο είναι φθαρτό, αβέβαιο, πρόσκαιρο. Καταλαβαίνω ότι τίποτε το γήινο δεν μπορεί να ικανοποιήση την ψυχή μου, να αναπαύση και να χαροποιήση την καρδιά μου, που τόσο την αναστατώνουν και την ταλαιπωρούν οι γήινες ματαιότητες. Για πόσο ακόμη λοιπόν, εγώ ο ουράνιος άνθρωπος, θα μένω γήινος; Έως πότε εγώ, το παιδί του Θεού, θα είμαι σάρκα, μη νοιώθοντας ότι με το άγιο βάπτισμα, «οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκὸς, ἀλλ' ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν;» (Ιω. α’ 13). Για πόσο ακόμη θα μένω έτσι, πριν δοθώ ολόκληρος στον Θεό; Κύριε, ύψωσε την καρδιά μου σ’ εσένα με το Άγιο σου Πνεύμα. Κύριε, απόσπασε την καρδιά μου από τις γήινες ματαιότητες. Χωρίς εσένα, τίποτε δεν μπορώ να κάμω.

244. Αγαπάμε ό,τι λάμπει εδώ στη γη: το χρυσάφι, το ασήμι, τα πολύτιμα πετράδια, τις αστραφτερές στολές. Γιατί όμως δεν αγαπάμε τη μέλλουσα δόξα, όπου ο Κύριος μας καλεί; Γιατί δεν ποθούμε να λάμψουμε σαν τον ήλιο; «Τότε οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρὸς αὐτῶν» (Ματθ. ιγ’ 43). Αυτό συμβαίνει γιατί διεστρέψαμε την ψυχή μας με την αμαρτία και , έτσι, ανταλλάξαμε τον ουρανό με τη γη, τα άφθαρτα με τα φθαρτά. Η ψυχή μας δημιουργήθηκε για το ουράνιο φως και, αρχικά, ήταν όλη φως, όλη ακτινοβολία. Ώ, ας στραφή, επιτέλους, σ’ εκείνο το φως, το ουράνιο φως της!

 

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 108-110)

«Χάρη στην πίστη κατανοούμε ότι με το Λόγο του Θεού έχουν διαμορφωθεί μέσα στους αιώνες όλα όσα αποτελούν τη δημιουργία, έτσι που από τα αόρατα να έχουν δημιουργηθεί τα ορατά) - Εβραίους 11:3

«Όσα καλύτερα παρατηρούμε την πολυπλοκότητα της σύστασης του ατόμου, τη φύση της ζωής ή την πορεία των γαλαξιών, τόσο περισσότερο βρίσκουμε λόγους να στεκόμαστε με θαυμασμό μπροστά στα θαυμάσια της θείας δημιουργίας. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη από πίστη, όπως έχει ανάγκη από ψωμί και νερό ή από αέρα» (Βέρνερ φον Μπράουν, πατέρας της αστροναυτικής).

Ο ερευνητής αντιλαμβάνεται εύκολα ότι η επιστήμη, παρόλες τις λαμπρές προόδους της και τις έξοχες ανακαλύψεις της δεν έχει δώσει στοιχειώδη απάντηση στα μεγάλα ερωτήματα που θέτει ο συλλογισμός από τότε που εμφανίστηκε ο άνθρωπος» (Λουί-Λεμπρένς-Ρενγκέ, φυσικός επιστήμων).
Πραγματικά αυτά τα μεγάλα ερωτήματα δεν μπορεί η επιστήμη να τα απαντήσει. Μόνο ο Λόγος του Θεού είναι εκείνος που δίνει τις θαυμαστές του απαντήσεις.
(Ξ.Π.)

 

«Τα ουράνια φανερώνουνε το μεγαλείο του Θεού και το στερέωμα δείχνει τα έργα που έχει φτιάξει» - Ψαλ. 19:2

Κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης είχε αποφασιστεί να καταργηθεί κάθε θρησκεία και οτιδήποτε θύμιζε στον κόσμο το Θεό.
Κάποιος το ανέφερε αυτό σ’ ένα γεωργό: «Όλα θα καταργηθούν», του είπε. «Και οι εκκλησίες και οι Αγίες Γραφές και οι ιεροκήρυκες. Θα εξαφανίσουμε καθετί που θυμίζει θρησκεία».
Ο γεωργός γέλασε.
«Γιατί γελάς;», ρώτησε ο άθεος.
Δείχνοντας πάνω ψηλά τ’ αστέρια, καθώς ήταν βράδυ όταν γινόταν η συζήτηση, ο γεωργός απάντησε: «Απορώ, απλώς, πώς θα μπορέσετε να εξαφανίσετε κι εκείνα εκεί τα αστέρια!».


Πόσο δίκιο είχε ο Δαβίδ, όταν έγραφε σ’ έναν ψαλμό του: «Είπε ο άφρονας μέσα στην καρδιά του δεν υπάρχει Θεός».

 

(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

76. Τι δίδασκε ο Μονοφυσιτισμός;

Ο Μονοφυσιτισμός που βρισκόταν στον αντίποδα του Νεστοριανισμού, επηρεαζόταν αισθητά από τις διαρχικές αντιλήψεις (πνεύμα-ύλη) του Νεοπλατωνισμού και από τις ιδιαίτερες χριστολογικές τάσεις της αρχαίας Αλεξανδρινής Σχολής. Οι ιδέες του είχαν συγγένεια προς τα διδάγματα του Απολλιναρισμού.

Βασικό πρόβλημα της αρχαίας ελληνικής σκέψεως στο χώρο της φιλοσοφίας ήταν ο καθορισμός της σχέσεως μεταξύ πνεύματος και ύλης, μεταξύ του απολύτου (absolutum) και του κόσμου. Δύο δε τρόποι καθορισμού ήσαν δυνατοί: ο μονιστικός, κατά τον οποίο το πεπερασμένο εκλαμβάνεται πανθεϊστικά ως εκδήλωση του άπειρου και αιώνιου, και ο δυιστικός, ο οποίος εκλαμβάνει το αισθητό ως προϊόν πτώσεως, το οποίο πρέπει ν’ απορροφηθεί και ν’ αναλυθεί στο θείο. Οι τελευταίες αυτές ιδέες, ορφικής κυρίως προελεύσεως, υιοθετήθηκαν από τον Πλατωνισμό και τον Νεοπλατωνισμό και επηρέασαν αισθητά τη θεολογική σκέψη του Μονοφυσιτισμού.

Αρχηγέτης της αιρέσεως ήταν ο Ευτυχής, αρχιμανδρίτης της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Ο Ευτυχής απέρριπτε την ασύγχυτη και άτρεπτη ένωση των φύσεων στο Χριστό, όπως περί αυτού είχε αποφανθεί η Γ' εν Εφέσω Οικουμενική Σύνοδος. Κατ’ αυτόν το σώμα του Κυρίου ήταν μεν ανθρώπινο, όχι όμως και ομοούσιο με το δικό μας, κάτι που θεωρούσε ανάρμοστο στη θεότητα του Λόγου. Αποδεχόταν όμως τη θέωση της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού, την οποία απέφευγε να προσδιορίσει: «φυσιολογείν εμαυτώ ουκ επέτρεπον». Τον ισχυρισμό ότι δεχόταν ουράνιο το σώμα του Χριστού, εχαρακτήριζε ως συκοφαντία.

Ο Ευτυχής, όπως και όλοι οι ομόφρονές του, δέχονταν μία φύση στο Χριστό μετά την ένωση: «ομολογώ εκ δύο φύσεων γεγενήσθαι τον Κύριον ημών προ της ενώσεως, μετά δε την ένωσιν μίαν φύσιν ομολογώ». Κατά τον Θεοδώρητο Κύρου, ο αιρεσιάρχης μιλούσε ρητώς περί καταπόσεως της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού από τη θεία φύση. Δεν πρόκειται βέβαια περί αφανισμού, αλλά περί μεταποιήσεώς της στην ουσία της θεότητας. Ως παράδειγμα έφερε τη σταγόνα του όξους, η οποία ρίπτεται στη θάλασσα. Όπως δηλαδή το όξος (το ξύδι) που ρίπτεται στα θαλάσσια νερά αναλύεται στη φύση τους, χωρίς ωστόσο να χάνεται, έτσι και η ανθρώπινη φύση του Χριστού αναλύθηκε στην απειρία της θεότητας.

Η συγγένεια του Μονοφυσιτισμού με τον Απολλιναρισμό είναι εμφανής. Ο μεν Απολλινάριος προσέβαλλε την ακεραιότητα της ανθρώπινης φύσεως, ενώ ο Ευτυχής δεχόταν την καταποσή της, από τη θεία φύση του Χριστού.
Οι Σεβηριανοί αντίθετα ήταν μετριοπαθείς. Μιλούσαν μεν για μία φύση μετά την ένωση, όμως δέχονταν το άτρεπτο και ασύγχυτο των φύσεων στο Χριστό.


(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 106-108)

 

75. Ποιο ήταν το χαρακτηριστικό γνώρισμα της χριστολογίας του Θεοδώρου Μοψουεστίας;

Ο Θεόδωρος ήταν ο διαπρεπέστερος εκπρόσωπος της θεολογίας της Αντιοχειανής Σχολής και διδάσκαλος του Νεστορίου. Από την πλούσια διδασκαλία του (όμοια της διδασκαλίας του Νεστορίου) θα ανασύρουμε μια μόνο πτυχή που χαρακτηρίζει ειδικότερα τα χριστολογικά του διδάγματα.

Ως αντιοχειανός θεολόγος ο Θεόδωρος δίδασκε την πραγματικότητα των δύο φύσεων του Χριστού, στις οποίες αντιστοιχούν δύο ξεχωριστά φυσικά πρόσωπα, αν και δεχόταν την ύπαρξη και τρίτου προσώπου, του ηθικού προσώπου της ενώσεως.
Ποιά όμως ήταν η σχέση του ανθρώπου Χριστού προς τον άπειρο Λόγο του Πατρός; Το ερώτημα αυτό απασχολούσε έντονα τη θεολογική σκέψη του Θεοδώρου Μοψουεστίας. Σύμφωνα με το όλο χριστολογικό πνεύμα του ο Θεόδωρος δεν μπορούσε να συλλάβει αυτήν παρά ως σχέση σαφώς ηθική. Εμπειρικός στη σκέψη του, έβλεπε καθαρά τα πράγματα. Το ανθρώπινο πρόσωπο του Χριστού, πλήρες και τέλειο, καμιά δεν υπέστη μείωση στην ένωση των φύσεων. Ήταν πρόσωπο προικισμένο με ελευθέρα βούληση, η οποία σε καμιά περίπτωση δεν εξαφανίστηκε η υπέστη μείωση κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής του Κυρίου. Η ελευθερία της βουλήσεώς του εκδηλωνόταν πρωτίστως στους αγώνες του εναντίον των “ψυχικών παθών, από τα οποία ως άνθρωπος πραγματικός «ωχλείτο», και τα οποία εδάμαζε «κρείττονι λογισμώ». Στους πειρασμούς του ιδιαίτερα στην έρημο «έδειξεν εαυτόν ηδονής κρατούντα». Ενώ ο Χριστός μπορούσε να αμαρτήσει, όμως δεν αμάρτησε, μαχόμενος κατά των παθών με τις δικές του φυσικές δυνάμεις. επικουρούμενες όμως από το Λόγο του 0εού.

Η ελευθέρα βούληση του Κυρίου ήταν -κατά τον Θεόδωρο- η βάση της εν αυτώ ενοικήσεως του Λόγου, ο οποίος προγνωρίζοντας την αρετή του Ιησού του χορηγούσε «μείζονα χάριν». Ο Χριστός αποδείχτηκε από τη δική του γνώμη άξιος της ενώσεως με το Λόγο του Θεού, από τον οποίο έπαιρνε βοήθεια να πράττει το αγαθό και την αρετή. Πρώτος αυτός αξιώθηκε της ενοικήσεως του Αγίου Πνεύματος σε βαθμό ασύγκριτα ανώτερο από όσο σε όλους τους άλλους ανθρώπους. Η αρετή του ήταν μεγαλύτερη από την αρετή του Ιωάννη του Βαπτιστή. Είναι το πλήρες και τέλειο πρόσωπο αρετής και χάριτος, απ’ αυτόν δε, ως από πηγή, μετοχετεύεται η χάρις προς τους άλλους ανθρώπους.

Τα διδάγματα αυτά του Θεοδώρου άσκησαν τεράστια ροπή στη θεολογική σκέψη όλων των αιώνων. Όμως η αντίθεσή τους προς τη διδασκαλία της επίσημης Εκκλησίας αμαύρωσε το όνομά του, το οποίο καταχωρήθηκε με μελανά χρώματα στη χορεία των χριστολογικών αιρέσεων.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 105-106)

katafigioti

lifecoaching