“Μερικοί από μας είμασθε πολύ κατηγορηματικοί όσον αφορά τον τύπο του ανθρώπου που υποτίθεται ότι θα μας κάνη ευτυχισμένους. Σ' ένα συνέδριο για ανύπαντρους νέους στο Portland του Oregon με πλησίασε μια γυναίκα κοντά στα τριάντα και μου είπε:
- Κύριε Mc Dowell, να σας δείξω τον τύπο του άνδρα που θέλω να παντρευθώ.
Στα γρήγορα ξετύλιξε μπροστά μου μια λίστα με 49 χαρακτηριστικά τα οποία ζητούσε σ' έναν άνδρα.
- Κοπέλα μου, της είπα αφού έρριξα μια ματιά στη λίστα της, εσύ δεν θέλεις σύζυγο, εσύ θέλεις τον Ιησού Χριστό.
Ωστόσο δεν είναι μόνο οι γυναίκες που φτιάχνουν λίστες με τις ιδιότητες τις οποίες θέλουν σ' έναν άνδρα. Στο πανεπιστήμιο Washington με πλησίασε ένας τελειόφοιτος, έβγαλε το ημερολόγιό του και είπε:
- Να σας δείξω τον τύπο της γυναίκας την οποία θέλω να παντρευθώ.
Από τις 14 ιδιότητες της λίστας του, θυμάμαι μόνο την πιστότητα και την αξιοπιστία.
Αυτή τη φορά ακολούθησα άλλη τακτική:
- Να σε ρωτήσω κάτι; Εσύ πώς τα πας σ' αυτούς τους 14 τομείς;
- Τι εννοείτε;, με ρώτησε.
- Τις ιδιότητες τις οποίες ζητάς από μια σύζυγο, εσύ ο ίδιος τις διαθέτεις;, τον ξαναρώτησα.
Ήταν φανερό ότι τον έβαλα σε σκέψεις.
- Αυτό που έχει σημασία στο γάμο συνέχισα, δεν είναι τόσο να βρής το σωστό πρόσωπο, όσο το να είσαι εσύ το σωστό πρόσωπο.
Αν θέλης μια βασίλισσα, πρέπει εσύ να είσαι βασιλιάς.
Αν θέλης μια καλή σύντροφο, πρέπει εσύ να γίνης καλός σύντροφος.
Η αναζήτησι του μυστικού της αγάπης είναι σα να ψάχνουμε τα γυαλιά μας. Τα γυρεύουμε παντού για να καταλάβουμε στο τέλος ότι ήταν πάνω στο κεφάλι μας. Ή σαν να ψάχνουμε για τα κλειδιά μας και στο τέλος να καταλαβαίνουμε ότι τα κρατάμε στο χέρι μας.
Οι περισσότεροι από μας ψάχνουν για το σωστό πρόσωπο, ενώ το μυστικό είναι να είμασθε εμείς οι ίδιοι σωστοί. Ένα σωρό άνθρωποι ψάχνουν, ενώ θα έπρεπε να δουλεύουν... για να γίνουν οι ίδιοι σωστοί” (McJ, 22).
("Μύθοι και αλήθειες για τις προγαμιαίες σχέσεις", αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Αθήνα 2011, σελ. 248-250)
Γράφει, επίσης ο π. Χαραλάμπης Βασιλόπουλος για τον π. Βενέδικτο Πετράκη:
“Η απήχηση του κυρήγματός του τράβηξε από τα καταγώγια και την πασίγνωστη στο Αγρίνιο Κούλα. Αυτή μετανόησε, εξομολογήθηκε και αφήσε οριστικά το βίο της αμαρτίας. Αφιερώθηκε στο Θεό, για να σώση την ψυχή της.
Για να φιλοσοφή, μάλιστα πάνω στην ματαιότητα των εγκοσμίων και να δαμάση τη σάρκα, πήγε κι έμεινε στο Νεκροταφείο. Υπήρχε ένα δωμάτιο, στο οποίο έβαζαν οι νεκροθάπτες τις αξίνες και τα φτυάρια τους. Αϊ, λοιπόν! Εκεί μέσα εγκαταστάθηκε και περιποιόταν τους τάφους των νεκρών.
Η Κούλα είχε και μια ανεψιά, που έμενε στο χωριό Καλύβια. Αυτή είχε ομορφιά εξαιρετική. Γι'αυτό τη συμβούλευε συχνά η θεία της:
“Πρόσεξε, παιδί μου, την αγνότητά σου, να μην πέσης εκεί όπου έπεσα εγώ. Καλύτερα να πεθάνης, παρά να χάσης την τιμή σου, διότι η τιμή τιμή δεν έχει και χαρά στον που την έχει'. Είναι ο μεγαλύτερος θησαυρός σου”.
Στην εικοσιτετράχρονη αυτή κοπέλλα παρουσιάσθηκε ένας μεγάλος πειρασμός. Ένας γείτονάς της την ενοχλούσε επίμονα. Αλλ' αυτή τον απέκρουε. Κάποτε της είπε:
- Αν δεν υποκύψης, θα σε σκοτώσω.
- Θα δούμε ποιός θα σκοτώση τον άλλο, του είπε η νέα.
Δεν έλεγε, όμως, τίποτε στους δικούς της, για να μη γίνη φονικό.
Κάποια μέρα κατά την οποία περνούσε από ένα ερημικό μέρος η κοπέλλα, της επιτέθηκε ο κακός εκείνος άνθρωπος. Πιάσθηκαν στα χέρια. Έγινε πάλη σκληρή και πολύωρη. Κι επειδή δεν εκάμπτετο, άρχισε εκείνος να τη κτυπά με μαχαίρι.
Τις έδωσε είκοσι τρείς μαχαιριές και μία από πίσω. Συνολικά 24 (όσα χρόνια είχε). Και, όμως, η νέα αντιστεκόταν. Τελικά την έσφαξε σαν το πρόβατο.
Όταν πήγαν οι δημοσιογράφοι, οι αστυνομικοί και οι δικαστικοί και την βρήκαν σφαγμένη και με τόσες μαχαιριές, αλλά με σφιγμένα τα πόδια, έπεσαν και της φίλησαν τα πόδια. Επρόκειτο πέρι μάρτυρος και, μάλιστα Παρθενομάρτυρος!
Στα σαράντα, μ' έστειλε ο π. Βενέδικτος για το μνημόσυνο της. Βρέθηκα μπροστά σε μια λαοθάλασσα. Συγκεντρώθηκαν όλοι αυτοί απ' το Αγρίνιο και τα γύρω χωριά, για να τιμήσουν τη νέα Παρθενομάρτυρα.
Ο φονιάς εννοείται καταδικάσθηκε σε θάνατο κι εκτελέσθηκε. Για ν'αποδεικνύεται ότι ο λόγος του Θεού όσους τον δέχονται τους ανεβάζει σε ύψη αγιότητος, στο θρόνο του Θεού, τους δε άλλους που τον περιφρονούν, τους κατεβάζει μέχρις Άδου κατωτάτου” (ΧΒ, 102).
(στο: Μύθοι & αλήθειες για τις προγαμιαίες σχέσεις, αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Αθήνα 2011, σελ. 168-169)
“Βασίλισσα των Φράγκωνήταν η Αγ. Κλοτίλδη. Τότε, (450-600 μ.Χ.), οι Φράγκοι ήταν Ορθόδοξοι. Ο σύζυγος της, βασιλιάς Κλοδοβίκος (481-511), ήταν ένα αληθινό αγρίμι, και πνευματικά νεκρός. Και όποτε νευρίαζε, ξεσπούσε στη γυναίκα του με τόσο βάρβαρο τρόπο, που ακόμη και οι αξιωματούχοι του, που τον έτρεμαν, αγανακτούσαν!
Και μια ημέρα τόλμησαν και της το είπαν:
-Δεν κάνεις καλά, που τον ανέχεσαι! Δεν έχεις γνώμη; Δεν έχεις θέλησι; Βασίλισσα είσαι! Μίλα, κακομοίρα! Θα σε φάη το θηρίο! Δεν έχεις γνώμη; Δεν έχεις θέλησι;
Απάντησε εκείνη με απλότητα:
-Προσπαθώ να μην έχω δικό μου θέλημα!
Τη ρώτησαν:
-Και πώς τα καταφέρνεις; Εμείς, δούλοι του, σε τέτοιες βάρβαρες ενέργειες του επαναστατούμε! Εσύ βασίλισσα, τί λες τότε στον εαυτό σου;
Τους απάντησε σταθερά:
-Όταν παντρεύθηκα, το θέλημά μου το άφησα στο σπίτι του πατέρα μου. Και πήρα την απόφασι, θέλημά μου να έχω το θέλημα του συζύγου μου. Ότι κι αν είναι!
-Και πώς τα ξεπερνάς κάτι τέτοια;
-Με τη Χάρι του Θεού.
Και, λοιπόν; Ποιό ήταν το αποτέλεσμα;
Μία φώναξε ο Κλοδοβίκος, δύο φώναξε, δέκα φώναξε, και τα έκανε όλα γυαλιά-καρφιά. Μα μπροστά στην πραότητα, στην ηρεμία και στην υπομονή της γυναίκας του, έσπασε. Και μαλάκωσε. Και πίστεψε. Και έγινε καλός Χριστιανός.
Και από τότε, δεν έκανε ποτέ πιά τίποτε χωρίς τη γνώμη της. Όχι μόνο σε θέματα οικογενειακά, αλλά και στα κρατικά και στα θέματα πολέμου ακόμη!...
Και όλοι βλέποντας την αλλαγή, απορούσαν, και διερωτώντο:
-Πώς άλλαξαν τα πράγματα; Πώς ήλθαν τα άνω κάτω;
Την απάντησι την έδωκε ο Κλοδοβίκος:
-Με κατάκτησε η αγάπη και η υπομονή της γυναίκας μου. Αυτή δεν είναι απλή γυναίκα, είναι αγία.
Και πράγματι ήταν αγία η Κλοτίλδη.
Και όσο κι αν τη θαύμαζε ο σύζυγός της, εκείνη δεν άλλαξε απέναντί του συμπεριφορά. Τον σεβόταν και τον υπάκουε σε όλα. Και ο Κλοδοβίκος αισθανόταν κοντά της πιο πολύ άνδρας και πιο πολύ βασιλιάς από ό,τι τότε που έκανε τις τρέλλες του. Και την αγαπούσε όλο και πιο βαθειά.
Η μνήμη της εορτάζεται στις 3 Ιουνίου (+ 545)” (ΝΜ, 29)
(Στο: Ο Γάμος, αρχιμ Ιωάννου Κωστώφ, σελ. 89-91)
(Αγίου Γρηγορίου Νύσσης)
Αλλά μερικοί άλλοι χρησιμοποιώντας σαν μέσο την προσευχή αξιώθηκαν να πάρουν αξιώματα και τιμές απόλαυσαν και πλούτη απόκτησαν και θεωρήθηκαν πως ήταν φίλοι του Θεού με την εύνοια αυτή. Πώς, λοιπόν, θα ρωτήσει κάποιος, μας εμποδίζεις να απευθύνουμε στο Θεό τις προσευχές μας για παρόμοια ζητήματα;
Είναι φανερό στον καθένα βέβαια, και κανείς δεν μπορεί να φέρει αντίρρηση στο επιχείρημα, ότι τα πάντα εξαρτώνται από τη θέληση του Θεού και ότι η παρούσα ζωή ρυθμίζεται εκ των «άνω». Όσο για τα παρόμοια αποτελέσματα της προσευχής, που αναφέραμε, εμείς έχουμε μάθει άλλες αιτίες για τις οποίες δίνει ο Θεός σε αυτούς που ζητούν αυτά, οπωσδήποτε όμως όχι ως αγαθά.
Τα δίνει στους πιο επιπόλαιους προκειμένου με αυτά να στερεωθεί η πίστη τους προς τον Θεό.
Έτσι αποκτώντας την εμπειρία ότι ο Θεός ακούει τις προσευχές, σιγά σιγά από τα πιο ταπεινά αιτήματα να ανεβούμε κάποτε σε τέτοιο σημείο που να ζητήσουμε τα ανώτερα και τα δωρήματα εκείνα που ταιριάζουν στο Θεό.
Όπως ακριβώς βλέπουμε να γίνεται και με τα παιδιά μας. Αυτά παραμένουν προσκολλημένα στο μαστό της μάνας και θηλάζουν τόσο μόνο όσο και μέχρι τότε που η φύση τους το απαιτεί.
Όταν όμως το νήπιο μεγαλώσει κάπως κι αποκτήσει κάποια δύναμη για να εκφράζεται, περιφρονεί το μαστό και ζητάει κάτι από εκείνα που φαίνονται ευχάριστα στα μάτια των νηπίων….
Έτσι και ο Θεός δια παιδαγωγεί τον άνθρωπο να προσβλέπει μέσα από όλα σε Εκείνον.
Για αυτό και πολλές φορές δεν παραλείπει να ακούσει και τις πιο ασήμαντες αιτήσεις, μέχρι να προσκαλέσει εκείνον, που έτυχε να λάβει τη χάρη της ευεργεσίας στα μικρά, να επιθυμήσει και τα ανώτερα.
Και συ λοιπόν να έχεις στο νου σου το εξής: Αν ο τάδε με την πρόνοια του Θεού από αφανής που ήταν, έγινε διάσημος και επιφανής, ή απόκτησε κάτι άλλο από όσα επιζητούν οι άνθρωποι κατά την παρούσα ζωή, αξιώματα, ή πλούτο, ή επισημότητα, όλα αυτά είναι για σένα απόδειξη της μεγάλης φιλανθρωπίας του Θεού.
Με το να αποσπάσουν εκείνοι τα παιδικά παιχνίδια, μάθε εσύ να απευθύνεις τα αιτήματα στον Πατέρα για τα μεγαλύτερα και τελειότερα αγαθά.
Γιατί μόνο αυτά είναι που ωφελούν την ψυχή.
(Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, Λόγοι εις την Προσευχήν, Αρχιμ. Παγκρατίου Μπρούσαλη, εκδ, Αποστολική Διακονία, σελ. 69-71)
Ο Charles Lever σημειώνει: “Ο Τσάρλς Άλεν στο βιβλίο του Φωτιές στο Σπίτι διηγείται την ιστορία ενός άνδρα που λέει στη σύζηγό του ένα πρωϊνό ότι εκείνη την ημέρα θα ζητήση αύξησι απ'το αφεντικό του. Ο άνδρας αποφεύγει νευρικά το αφεντικό όλη την ημέρα, αλλά τελικά, λίγο πριν σχολάσουν απ'τη δουλειά, καταφέρνει να συγκεντρώση το κουράγιο του και να ζητήση απ'το αφεντικό του την αύξησι.
Προς μεγάλη του έκπληξι, το αφεντικό συμφωνεί όχι μόνο να του δώση μεγαλύτερη αύξησι απ'αυτή την οποία ζήτησε αλλά και τον επαινεί κιόλας! Όταν ο άνδρας επιστρέφη στο σπίτι εκείνο το απόγευμα εκπλήσσεται και πάλι, γιατί η σύζυγός του έχει ετοιμάσει ένα ρομαντικό γεύμα με κεριά ακριβώς για την περίστασι.
“Αγάπη μου”, λέει χαρούμενος στη γυναίκα του, “πήρα την αύξησι, αλλά βλέπω απ'το τραπέζι ότι εσύ το ήξερες από πριν. Ωραία, λοιπόν, ας το γιορτάσουμε!”. Αγκαλίαζονται και καθώς κάθεται στο τραπέζι παρατηρεί ένα σημείωμα που λέει:
“Συγχαρητήρια αγάπη μου! Το ήξερα ότι θα έπαιρνες την αύξησι. Το δείπνο είναι για να σου δείξω πόσο πολύ σ' αγαπώ”.
Το γεύμα είναι καταπληκτικό. Καθώς η γυναίκα του μαζεύει τα πιάτα για να φέρη το επιδόρπιο, ο άνδρας παρατηρεί να πέφτη στο πάτωμα ένα άλλο σημείωμα...
Το μαζεύει από κάτω και διαβάζει:
“Μη στεναχωριέσαι που δεν πήρες την αύξησι αγάπη μου, αν και την αξίζης. Το δείπνο είναι για να σου δείξω πόσο πολύ σ' αγαπώ”.
Εκείνη τη στιγμή καταλαβαίνει ότι η σύζυγός του τον αγαπά και τον στηρίζει είτε πάρει την αύξησι είτε όχι. Χάρηκε, βέβαια, με τα καλά νέα αλλά ήταν έτοιμη και να τον παρηγορήση, αν τα νέα δεν ήταν καλά. Επειδή καταλάβαινε ότι η αγάπη παρηγορεί, ο άνδρας την εκτίμησε ακόμα περισσότερο από πριν” (CL, 149)
(στο: Ο Γάμος, αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Σταμάτα 2013, σελ.87-88)
Σημειώνει ο Gary Chapman: “Ένας άνδρας είπε κάποτε:
Όταν πέθανε η μητέρα μου, ο προϊστάμενος της γυναίκας μου της είπε ότι μπορούσε να λείψη δύο ώρες για την κηδεία, αλλά μετά έπρεπε να γυρίση στο γραφείο της. Η γυναίκα μου του είπε ότι αισθανόταν πως ο άνδρας της χρειαζόταν την υποστήριξί της εκείνη την μέρα και ότι θα έπρεπε να λείπη ολόκληρη τη μέρα.
Ο προϊστάμενος απάντησε:
- Αν λείψης όλη μέρα, μπορεί και να χάσης τη δουλειά σου.
Η γυναίκα μου είπε:
- Ο άνδρας μου είναι πιο σημαντικός απ'τη δουλειά μου.
Πέρασε όλη τη μέρα μαζί μου. Κατά κάποιο τρόπο εκείνη τη μέρα ένοιωθα περίσσοτερο από ποτέ ότι μ'αγαπούσε. Ποτέ δεν ξέχασα αυτό το οποίο έκανε.
Συμπτωματικά, είπε, δεν έχασε τη δουλειά της. Ο προϊστάμενος της σύντομα έφυγε και της ζητήθηκε ν'αναλάβη το πόστο του. Η γυναίκα αυτή μίλησε στη γλώσσα της αγάπης του συζύγου της και αυτός ποτέ δεν το ξέχασε”
(στο: Ο Γάμος, αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ,Σταμάτα 2013, σελ. 84-85)
Γράφει ο John. Polkinghorne 1930-… (Άγγλος Θεωρητικός φυσικός στοιχειωδών σωματιδίων, μέλος Βασιλικής Εταιρείας, καθηγητής Μαθηματικής Φυσικής του Κέμπριτζ 1968-1979, πρόεδρος του Κολεγίου της Βασίλισσας στο Κέμπριτζ από το 1989, χειροτονήθηκε ιερέας της Αγγλικανικής Εκκλησίας το 1982)
«Το μυστήριο της πολλαπλώς διαστρωματωμένης πραγματικότητας ενός κόσμου που χαρακτηρίζεται ταυτόχρονα από τάξη, ομορφιά και ηθική, παραμένει.
Τι είναι αυτό που συνενώνει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά; Μια πιθανή απάντηση, συνεκτική και ικανοποιητική από διανοητική άποψη -και δεν λέω τίποτα περισσότερο απ’ αυτό- μας παρέχεται από την πίστη στο Θεό.
Η πραγματικότητα είναι πολλαπλώς διαστρωματωμένη επειδή είναι δημιουργία.
Πίσω από την επιστημονική τάξη του σύμπαντος βρίσκεται η Νόηση του Δημιουργού.
Πίσω από την ανθρώπινη εμπειρία της ομορφιάς βρίσκεται η χαρά του Δημιουργού στη δημιουργία.
Πίσω από τις ηθικές μας ενοράσεις βρίσκεται η κρίση της καλής και τέλειας βούλησης του Δημιουργού.
Ουσιαστικά, πιστεύω ότι η μεγαλύτερη όλων των Ενοποιημένων Θεωριών, η πραγματική Θεωρία του Παντός,
παρέχεται από την πίστη στο Θεό» (Επιστήμη ή Θεός, εκδ. Τραυλός 1997 σελ. 149)
Πολύ πριν τους επιστήμονες όμως ο Απόστολος Παύλος είχε βρει και διακηρύξει όχι την Θεωρία των Πάντων αλλά την Θεολογία των Πάντων!
Στην Επιστολή προς Ρωμαίους,
Ρωμ. 11,36 "ὅτι ἐξ αὐτοῦ καὶ δι᾿ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν τὰ πάντα. αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν" .
(=διότι από αυτόν δημιουργήθηκαν τα πάντα και με την πανσοφία του κυβερνιούνται και προς δόξαν του σαν σε ύψιστο σκοπό αποβλέπουν τα πάντα. Σε Αυτόν ανήκει η δόξα εις τους αιώνες. Αμην)
Στην Επιστολή προς Κολασσαείς,
Κολ. 1,16 "ὅτι ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τὰ πάντα, τὰ ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ ἀόρατα, εἴτε θρόνοι εἴτε κυριότητες εἴτε ἀρχαὶ εἴτε ἐξουσίαι· τὰ πάντα δι᾿ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν ἔκτισται·"
(=Διότι δι' αυτού εκτίσθησαν τα πάντα, όλα όσα υπάρχουν στους ουρανούς και εις την γην, τα ορατά και τα αόρατα· είτε τα αόρατα αυτά είναι οι Θρόνοι είτε είναι αι Κυριότητες είτε είναι αι Εξουσίαι, όλα εν γένει τα τάγματα των αγγέλων δι' αυτού και εις δόξαν αυτού έχουν κτισθή).
Aς μην κουραζονται λοιπόν οι Επιστήμονες...
Η Ενοποιημένη Θεωρία των Πάντων που αναζητούν να βρουν που θα εξηγεί όλες τις δυνάμεις της φύσης και όλα τα Μυστήρια της Επιστήμης δεν είναι άλλη από την Αγία Τριάδα!
Λέει ο παπα-Δημήτρης Γκαγκαστάθης, άγιος Κληρικός:
«Κατέβαινα από τον άγιο Νικόλαο και συνάντησα μια παλαιοημερολογίτισσα και τη χαιρέτησα. Εκείνη όμως όχι μόνο δεν με χαιρέτησε, αλλά γύρισε πίσω και με μούτζωνε με τα δυο της χέρια… Μετά από καιρό κοιμήθηκε και ερχότανε στον ύπνο μου κάθε βράδυ σε άθλια κατάσταση, σαν ζητιάνα, και με ενοχλούσε και ζητούσε κάτι.
Πήγα στα Τρίκαλα στη Μητρόπολη και τα ανέφερα. Ρώτησα το Δεσπότη τι να κάνω και μου είπε, να πας νύκτα, αφού την ημέρα δεν αφήνουν τα παιδιά της, να κάνεις ένα τρισάγιο στον τάφο της για να συγχωρηθεί η ψυχή της. Αφού έκανα το τρισάγιο, κατόπιν δε με ενόχλησε άλλο»
(βιβλίο: Παπα-Δημήτρης Γκαγκαστάθης, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, 1975, στο «Αγιολογία», αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, σελ. 83-84)
Βασισμένη σε αληθινό περιστατικό
Του Σεβ. Μητροπολίτου Χονγκ Κονγκ κ. Νεκταρίου
Ότι ουκ έστιν ημίν η πάλη προς αίμα και σάρκα…
Ο Ναός του Αγίου Λουκά είχε φορέσει τα γιορτινά του εκείνη την ημέρα. Τρείς νέοι άνδρες, μετά από πολύμηνη κατήχηση, ήταν έτοιμοι για το ιερό Μυστήριο της Βαπτίσεως και την είσοδό τους στην Εκκλησία του Χριστού.
Ξεκίνησα την ακολουθία της κατηχήσεως. Στην πρώτη ευχή του εξορκισμού o ένας από τους νεαρούς άρχισε να βήχει με ένα τρόπο περίεργο. Αρχίζω να διαβάζω την δεύτερη ευχή του εξορκισμού και ο βήχας του νεαρού γίνεται μούγκρισμα. Γονατίζει. Σκύβει το κεφάλι στο έδαφος.
Ένας από τους πιστούς με πλησιάζει. Mου δείχνει τον νεαρό και προτείνει να σταματήσω την Ακολουθία.
«Κάτι σοβαρό του συμβαίνει», μου λέγει.
Του κάνω νόημα πως δεν θα σταματήσω. Δεν θέλω να του πω ότι γνωρίζω τι συμβαίνει. Δεν θέλω να τους τρομάξω.
Ο νεαρός είχε ασχοληθεί ενεργά με πρακτικές της Νέας Εποχής. Με επικλήσεις πνευμάτων και τέτοια σχετικά. Είχε φθάσει σε επίπεδο να συνδιαλέγεται με τα πνεύματα που επικαλείτο. Κάποια στιγμή, όμως, συνειδητοποίησε πως η επαφή του με αυτά τα πνεύματα του δημιουργούσε σαβαρά πνευματικά και σωματικά προβλήματα. Ένιωθε μέσα στο σώμα του μια σκοτεινή δύναμη να τον κυριεύει και να τον συνθλίβει.
Προσπάθησε να βρει θεραπεία σε φημισμένους ψυχοθεραπευτές. Στη συνέχεια πλησίασε ένα φημισμένο Προτεστάντη Πάστορα. Εκείνος του έκανε κάποιους εξορκισμούς. Η κατάσταση δεν βελτιωνόταν. Και τότε ο Πάστορας του είπε: «Εγώ αυτό μπορώ να σου κάνω. Αν θέλεις κάτι περισσότερο πήγαινε στους Ορθοδόξους».
Δεν είχε ξανακούσει για την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ρώτησε για πληροφορίες και μια Κυριακή ήρθε στον ναό του Αγίου Λουκά και παρακολούθησε την Λειτουργία. Για πρώτη φορά ένιωσε κάτι διαφορετικό να συμβαίνει μέσα του. Ένα αίσθημα πρωτόγνωρο. Με πλησίασε. Μου διηγήθηκε την ιστορία του. Και από εκείνη την ημέρα όχι μόνο εντάχθηκε στο πολύμηνο πρόγραμμα κατηχήσεως αλλά ερχόταν ανελλειπώς σε όλες τις ακολουθίες οι οποίες ετελούντο στο Ναό.
Σήμερα ήρθε η ευλογημένη στιγμή γι᾽ αυτόν νά δεχθεί το άγιο βάπτισμα. Και τώρα, την ιερή ώρα των εξορκιστικών προσευχών, αυτός δίνει τον δικό του αγώνα. Κυριολεκτικά παλεύει.
Οι ευχές τελειώνουν. Ήρθε η ώρα της αποτάξεως του Σατανά.
«Αποτάσση τω Σατανά;», ρωτώ.
Οι κατηχούμενοι με την σειρά τους απαντούν. Ο νεαρός, ακόμα γονατιστός, απαντά με σβηστή και τρεμάμενη φωνή: «Ἀποτάσσομαι».
Προχωρώ στις ερωτήσεις της Συντάξεως με το Χριστό. Το ίδιο σκηνικό. Αλλά τώρα, την ώρα που απαγγέλλουν το Σύμβολο της Πίστεως, ο νεαρός σηκώνεται δειλά δειλά. Σταμάτησε να βήχει και να μουγκρίζει. Το πρόσωπό του όμως παραμένει κάτωχρο.
Ἡ Ἀκολουθία της Βαπτίσεως συνεχίσθηκε χωρίς άλλα απρόοπτα. Στο τέλος οι τρείς νεοφώτιστοι κοινώνησαν για πρώτη φορά το Σώμα και το Αίμα του Θεανθρώπου. Οι πιστοί σπεύδουν με χαρά να τους ευχηθούν. Ο νεαρός παραμένει σιωπηλός, κάτωχρος αλλά ήρεμος.
Την επομένη, ο νεοφώτιστος πλέον νεαρός άνδρας ήρθε να με επισκεφθεί στο Γραφείο.
«Θέλω να σας μιλήσω για εχθές», μου λέγει.
«Ευχαρίστως», του απαντώ. «Σε ακούω».
Μου διηγείται τι του συνέβη την ώρα της κατηχήσεως. Άκουγε μέσα του δεκάδες φωνές να ουρλιάζουν. Ένιωσε κάποιες σκοτεινές παρουσίες να παλεύουν. Ένιωσε να πνίγεται. Την ώρα της Σύνταξης έβλεπε τα σκοτεινά πνεύματα να φεύγουν σαν καπνός μέσα από το σώμα του. Οι φωνές και η αίσθηση του πνιγμού σταμάτησαν. Ηρέμησε.
Το βράδυ λίγο πριν κοιμηθεί μια σκοτεινή παρουσία μπήκε στο δωμάτιό του. Το σκοτεινό πνεύμα τον ρώτησε: «Γιατί μας έδιωξες; Γιατί;»
Τον παρακολουθούσα χωρίς να μιλώ. Συνέχισε την διήγηση.
«Έκαμα το σταυρό μου και το σκοτεινό πνεύμα εξαφανίσθηκε. Πάτερ, αλήθεια σας λέγω. Ήταν η πρώτη φορά που δεν ένιωσα φόβο. Μάλλον το αντίθετο. Ήταν η πρώτη φορά που ἐνιωσα πως το σκοτεινό πνεύμα είχε κυριευθεί από φόβο.»
Δεν μίλησα. Τον σταύρωσα. Τον αγκάλιασα και δακρυσμένος ψέλλισα: «Ευλογητός ο Θεός, ο πάντας ανθρώπους θέλων σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Ἀμήν».
του Φώτη Κόντογλου
Όταν μιλήσεις στους ψευτοχριστιανούς για σκληρή άσκηση στο κορμί και στο πνεύμα για την αγάπη του Χριστού, θυμώνουνε, σε λένε φακίρη, ειδωλολάτρη, βάρβαρο.
Αν θέλεις να δοκιμάσεις την πίστη ενός χριστιανού, μίλησέ του για τον ασκητισμό. Ο πιστός θα νοιώσει κατάνυξη, ο χλιαρός, δηλαδή ο ψεύτικος, ο άπιστος, θα διαμαρτυρηθεί.
Τί αν λέγει ο Χριστός: «Μακάριοι όσοι αφήσανε τα πάντα και μ' ακολουθήσανε», ή «Η βασιλεία του Θεού βιάζεται και οι βιασταί αρπάζουσιν αυτήν», και πως «θλίψιν έξετε», και πως «στενή και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν»; Εμείς θέλουμε να είμαστε Χριστιανοί χωρίς Χριστό, δηλ. χωρίς θλίψη πνευματική, χωρίς να σηκώνουμε τον σκληρό σταυρό, αλλά να περπατάμε στον πλατύν δρόμο. Αυτοί οι ψεύτικοι χριστιανοί, σαν τους μιλά κανένας για σκληρή και στερημένη ζωή, για θυσία, για άσκηση, λένε πως αυτά δεν τα θέλει ο Χριστός, και πως αυτά είναι παρακαμώματα.
Μα, ω ανόητε άνθρωπε, στον Χριστιανισμό, τίποτα δεν μπορεί να παραγίνει. Για όλα τα ανθρώπινα πράγματα μπορείς να πεις πως κάτι τι είναι παρακανωμένο, μονάχα για τον Χριστιανισμό δεν υπάρχει παρακάνωμα. Τί παρακάνωμα μπορεί να σηκώσει ακόμα το να αγαπάς αυτόν που σκότωσε τον πατέρα σου, τί παρακάνωμα μπορείς να κάνεις στο να σε χτυπήσουνε και στο άλλο μάγουλο, τί παρακάνωμα να γίνει ακόμα στο να πεινάς και να διψάς την καταφρόνεση, στο να κάνεις όσα ζητά ο Θεός από εσένα, δηλ. στο ν' αγαπάς τους εχθρούς σου, να γλυκομιλάς αυτόν που σε βρίζει, να μην κρίνεις αυτόν που σε δικάζει, να ταπεινώνεσαι μπροστά στον πιο τιποτένιον άνθρωπο, κι' όταν τα κάνεις όλα αυτά, να λες πως είσαι «αχρείος δούλος»;
Τί παρακάνωμα μπορεί να γίνει ακόμα στο να πιστέψεις πως θα αναστηθούνε τα σώματά μας αθάνατα ως να ανοιγοκλείσει το μάτι, και πως ο κόσμος όλος θ' αλλάξει μονομιάς, και πως θα γίνει άλλος καινούριος κόσμος άφθαρτος; Λοιπόν υπάρχει τίποτα στον Χριστιανισμό που να μπορεί να παρακαμωθεί;
Ο Χριστιανισμός είναι η υπερβολή όλων των υπερβολών, το πιο απίστευτο από όλα τα απίστευτα. Για τούτο η πόρτα που μπαίνει κανένας στην εξωτική χώρα του Χριστού είναι μια μοναχά, η πίστη. Και για την πίστη δεν υπάρχει κανένα παρακάνωμα. Ενώ για την απιστία υπάρχει η πονηρή φρονιμάδα, το μέτριο και ο συμβιβασμός. Γι' αυτό οι τέτοιοι ψευτοχριστιανοί δεν αντέχουνε στη φωτιά της πίστεως και γυρίσανε τον Χριστιανισμό σε κάποιο σύστημα ηθικό, ωφέλιμο για την εγκόσμια ζωή, που γι' αυτό δεν τους χρειάζεται ολότελα ο Χριστός. Γιατί ο άπιστος φοβάται, ενώ όποιος πιστεύει «ως λέων πέποιθε», κατά τον προφήτη.
* Όποιος αγαπά τον Θεό, φλέγεται χωρίς να το δείχνει, χαίρεται χωρίς να γελά, συντρίβεται μέσα στον βυθό του εαυτού του.
* Η αγάπη που μας δίδαξε ο Χριστός είναι άλλο πράγμα από τη λεγόμενη φιλανθρωπία. Για τούτο οι φιλάνθρωποι δεν γεύουνται αυτή την αγάπη του Χριστού, που είναι «νερό που πηδά σε ζωή αιώνια». Οι φιλανθρωπίες που κάνουνε οι σημερινοί άνθρωποι είναι ένα χρέος κοινωνικό. Αυτοί οι φιλάνθρωποι, κι' όποιος είναι πρακτικός άνθρωπος, δεν είναι χριστιανοί.
* Όποιος αγαπά τον Χριστό και το Ευαγγέλιό του, αγαπά το πράγμα που αξίζει να αγαπηθεί πιο πολύ απ' όλα. Μέσα στον Χριστό βρίσκεται ό,τι αξίζει την αγάπη, η ταπείνωση, ο πόνος, η πραότητα, η πνευματική θλίψη κ' η πνευματική χαρά που είναι κ' οι δυο γλυκές όταν γίνονται στ' όνομα του Χριστού.
* «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς». Να μας αναπαύσεις! Δεν θέλουμε ούτε να το ακούσουμε. Μα εμείς δεν θέλουμε ν' αναπαυθούμε. Εμείς θέλουμε νάμαστε φορτωμένοι, με τα πάθη μας, με τις έχθρες μας, με τους πολέμους, με τις φροντίδες της φιλοδοξίας, της σάρκας, με αίματα λερωμένοι, με πιστόλια, με κανόνια, με μπόμπες. Τί θα γίνουμε χωρίς αυτά, Κύριε ειρηνοποιέ; Πώς θα ζήσουμε έτσι αναπαυμένοι, με τί θα γεμίσουμε τον άδειο τον εαυτό μας, αφού για μας είναι ζωή μονάχα αυτά τα πράγματα. Ειρήνη μας δίνεις, μα η ειρήνη είναι ο θάνατός μας, αφού είναι ο θάνατος των αγαπημένων μας παθών! Αν έλεγες «κ' εγώ θα σας φορτώσω και άλλα τέτοια βάρη, που δεν τα γνωρίζετε, εγώ θα πλουτήσω την ψυχή σας και με άλλα τέτοια πλούτη, που να μη ειρηνέψετε ποτέ», τότε θα ερχόμαστε κοντά σου, θα σε παραδεχόμαστε για Θεό μας.
Εμείς θέλουμε θεούς που να μας φορτώνουνε, εκδικητικούς, σαν τον Άρη, σαν τον Δία, σαν τον Κρόνο, ψεύτες σαν τον Ερμή, σαν τους άλλους. Εμείς θέλουμε να ζούμε την κακία, γιατί αυτή είναι ζωντανή και δυνατή. «Ναι, έρχου, Κύριε!» Κράζει με χαρά ο Ιωάννης στον Ερχόμενο επί Νεφελών στη Δευτέρα Παρουσία. Πρέπει νάσαι άγιος, δίκαιος και μάλιστα νάσαι Ιωάννης, για να χαίρεσαι πως θάρθει ο Χριστός και να τον περιμένεις. Εμείς κράζουμε «μην έλθεις Κύριε». Γιατί είμαστε αμαρτωλοί και έρχεται η οργή του Κυρίου καταπάνω μας. Με την «ατομική μπόμπα» τα συλλογίζουμαι αυτά. Μόλις μαθεύτηκε, φόβος επέπεσε επί πάσαν καρδίαν. Μακάριοι όσοι είναι έτοιμοι σε κάθε στιγμή! Αλλά αλλοίμονο! Ποιος είναι έτοιμος σαν τον Ιωάννην τον αγιώτατο από τους αγίους; Όλοι μας φοβούμαστε μήπως έλθεις ως κλέπτης εν νυκτί (Λουκάς ΚΑ').
* Οι άνθρωποι, αν τους βρίσεις ή λογοφέρεις μαζί τους, ή γράψεις γι' αυτούς κακό, έρχεται ώρα που μπορεί να σου το συγχωρέσουν. (Δεν βαρυέσαι, αδελφέ, ξέχασέ τα!) Κείνο που δεν θα σου συχωρέσουνε ποτέ και για το οποίο θα σε μισήσουνε, είναι να ζεις κατά τέτοιον τρόπο, που να ντρέπουνται εκείνοι για τη δική τους τη ζωή, νάναι η ζωή σου σαν ένας έλεγχος της δικής τους.
* Όποιος απογεύθηκε κατάκαρδα την ειρήνη του Χριστού, δεν βιάζει τον εαυτό του νάναι φτωχός, μα θεληματικά ποθεί τη φτώχεια, και χάνει τη χαρά του σαν αποκτήσει κάτι τι παραπάνω, ας είναι και το πιο τιποτένιο πράγμα. Κι' ό,τι είναι ταπεινό και φτωχικό και καταφρονεμένο, τ' αγαπά κρυφά μέσα στην καρδιά του χωρίς να λέγει τίποτα σε κανέναν, γιατί ο ταπεινός αγαπά τη σιωπή και τη λησμονιά: «Εγγύς ο Θεός της λυπηράς καρδίας».
* Μόλις σκορπίσουνε οι πειρασμοί κι' ανοίξει η πόρτα της ψεύτικης χαράς και της αναπαύσεως, κλείνει η πόρτα της αληθινής ευφροσύνης. Αυτό το νοιώθει καθαρά ο Χριστιανός.
* Προσευχή. Σε ευχαριστώ, Κύριε πολυέλεε, σε υμνώ, σε δοξάζω, γιατί μ' έπλασες από το τίποτα. Αλλά δεν μ' έπλασες μοναχά μια φορά, αλλά και κάθε μέρα με πλάθεις από το τίποτα, επειδή και κάθε μέρα με βγάζεις από τον ίσκιο του θανάτου που ξαναπέφτω. Μέσα στον ακαταμέτρητο τον κόσμο, μέσα στη μερμηγκιά των ανθρώπων, είμαι ένα τίποτα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα τίποτα. Και μολαταύτα τον κάθε άνθρωπο τον θυμάσαι και τον βρίσκεις και τον τραβάς προς εσένα, και τον ζωοποιείς από πεθαμένον, και τον ξαναπλάθει το πατρικό χέρι σου, σαν να είναι ο καθένας μας μοναχά αυτός στον κόσμο. Η κραταιά δύναμή σου βαστά όλη την κτίση κι' όλες τις ψυχές σαν νάναι μια και μοναχή. Και τις κάνεις να νοιώσουνε την αθανασία σαν νάναι μια και μονάχη η καθεμιά και σε νοιώθουνε πατέρα τους σπλαχνικόν, που δεν κουράζεται να συχωρά και να ξαναπλάθει τον εαυτό μας, που πεθαίνει κάθε ώρα από την αμαρτία.
Αξιοπρόσεκτες ευσεβείς σκέψεις του ακαταβλήτου αγωνιστού αειμνήστου
ΦΩΤΙΟΥ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ † 1965. Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη".
Από proskynitis.blogspot.gr