ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ! ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…
¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBAN: GR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).
Ο υπερευαίσθητος χριστιανός μοιάζει με έναν πολεμιστή χωρίς πανοπλία γιατί η πολλή ευαισθησία τον αποδυναμώνει και τον αφήνει εκτεθειμένο στις διαθέσεις του πονηρού! Λογισμοί εξ αριστερών εισχωρούν πιο εύκολα γιατί κάμπτονται οι αντιστάσεις και ο διάβολος βρίσκει χώρο να αλωνίζει αφού πέφτουν οι άμυνες! Ό,τι και να μας πει μας πείθει γιατί η ευαισθησία μάς κάνει μαλακούς, ευκολόπιστους και αγαθούς. Οι αγωνιστές του Χριστού πρέπει να έχουμε θάρρος, γενναίο φρόνημα, αποφασιστικότητα και πυγμή… πνεύμα και όχι συναίσθημα πάντα, και φυσικά πίστη στον Αναστημένο Χριστό! Να αισθανόμαστε, να συναισθανόμαστε, να μην αδιαφορούμε αλλά με διάκριση και με λίγη αναισθησία που κάποιες φορές θα μας γλιτώσει από τις παγίδες στις οποίες εντέχνως πάει να μας ρίξει ο διάβολος!
Άλλωστε ο εχθρός στο ευάλωτο σημείο χτυπάει… θυμήσου και τον Αχιλλέα! Γι’αυτό αν υπάρχει μια τρύπα μέσα μας από την οποία εισβάλλει ο εχθρός μας και αυτή ονομάζεται υπερευαισθησία ας πάμε στο σούπερ μάρκετ να αγοράσουμε λίγη αναισθησία όπως έλεγε ο Άγιος Παίσιος! Αν εγώ τσακώθηκα με τον άνδρα μου και λυπηθώ τόσο πολύ ώστε να μην μπορώ να ξανασηκωθώ είναι σοβαρό πνευματικό ολίσθημα! Αν πάλι απολύθηκα και με πήρε από κάτω από τη στενοχώρια μου και κλείστηκα στον εαυτό μου και έπαθα κατάθλιψη και έχασα την πίστη μου οφείλεται στο ότι παρασύρθηκα από την ευαισθησία μου και δε διαχειρίστηκα πνευματικά αυτή την κρίση!
Χρειάζεται να βάλουμε μέσα μας σωστές προτεραιότητες και να μην αφήνουμε να μας κυβερνούν τα συναισθήματα μας γιατί έτσι σε κρίσιμες ώρες θα βουλιάζουμε και θα κινδυνεύουμε να πνιγούμε! Τίποτα και κανείς δεν μπορεί και δεν πρέπει να μας χωρίζει από το Χριστό! Αυτός να είναι το Α και το Ω στη ζωή μας! Έτσι όλα τα κύματα θα σκάνε πάνω Του και εμείς θα μένουμε ασφαλείς και ειρηνικοί! Αν όμως χάσουμε το Χριστό τα χάσαμε όλα! Μια υγιής λοιπόν και συνεπής πνευματική ζωή είναι ο τρόπος να πάψουμε σιγά σιγά να είμαστε συναισθηματικοί και να γίνουμε πνευματικοί άνθρωποι. Έτσι θα οχυρώσουμε καλύτερα την ψυχή μας απέναντι στον αιώνιο εχθρό της και θα πάψουμε να έχουμε πτώσεις τουλάχιστον εξαιτίας της υπερευαισθησίας μας … η οποία σημειωτέον μπορεί να μας οδηγήσει και στην απελπισία! Μέγιστος πνευματικός και ψυχικός κίνδυνος!
Ο χριστιανός φυσικά και θα πέσει αλλά οφείλει να ξανασηκωθεί! Το κλειδί είναι να διαχειριζόμαστε πνευματικά και όχι συναισθηματικά οτιδήποτε μας συμβαίνει. Δηλαδή να προσευχόμαστε, να λειτουργούμαστε, να κοινωνάμε, να εξομολογούμαστε, να συζητάμε με τον πνευματικό μας, να λέμε τον πόνο μας στο Χριστό και στην Παναγία και στους Αγίους με πίστη και ταπείνωση! Και να τους ζητάμε όχι τόσο να μας λύσουν το πρόβλημα αλλά να μας δίνουν δύναμη, κουράγιο, υπομονή, χαρά, ελπίδα και πίστη και έτσι θα βγαίνουμε από τις δοκιμασίες πιο γενναίοι και δυνατοί και το πρόβλημα μας που μας φάνταζε βουνό θα το βλέπουμε πλέον λοφίσκο! Όπλα λοιπόν χρειαζόμαστε πνευματικά και συμμάχους σε αυτόν τον αόρατο πόλεμο γιατί ο εχθρός μας είναι ανελέητος! Όμως μην ξεχνάμε ότι ο Χριστός μας είναι το Μέγα Έλεος και πάντα να καταφεύγουμε σε Αυτόν για να μας ανεφοδιάζει και να μας εμψυχώνει… και μαζί Του οι νίκες μας είναι σίγουρα εγγυημένες! (Α.Κ.Β)
- Γέροντα, μόνον η ευγνωμοσύνη στον Θεό φθάνει για να μας παρακινήση στον αγώνα κατά των παθών;
- Μόνον η ευγνωμοσύνη στον Θεό δεν φθάνει· χρειάζεται και καλή διάθεση, αναγνώριση της αμαρτωλότητός μας και φιλότιμη άσκηση.
- Γέροντα, η μνήμη του θανάτου βοηθάει στην εσωτερική εργασία;
- Ναί, πολύ βοηθάει. Αν έχουμε μνήμη θανάτου με ελπίδα στον Θεό, θα γνωρίσουμε την ματαιότητα αυτού του κόσμου και θα βοηθηθούμε πνευματικά. Γι’ αυτό να φέρνουμε στον νού μας το κριτήριο του Θεού και να μην ξεχνούμε ότι θα κριθούμε για τις αμαρτίες που κάναμε και δεν μετανοήσαμε. «Τί κάνω; Πώς ζώ με τόση αμέλεια; να σκεφθώ. Αν πεθάνω αυτήν την στιγμή, που θα πάω; Μήπως έκανα κανένα συμβόλαιο με τον θάνατο; Πεθαίνουν και μικροί και μεγάλοι». Αν σκέφτωμαι ότι ο Θεός μπορεί σε λίγο να με πάρη, τότε δεν θα αμαρτάνω.
Για να πεθάνουν τα πάθη, πρέπει να σκεφτώμαστε τον θάνατο, την μέλλουσα Κρίση, και να πάθουμε κι εμείς από φιλότιμο για τον Χριστό που πολλά έπαθε, για να μας λυτρώση. Ο αγώνας κατά των παθών είναι ένα διηνεκές γλυκό μαρτύριο για την τήρηση των εντολών, για την αγάπη του Χριστού. Αξίζει να πεθάνουμε ηρωικά, παρά να νικηθούμε από τα πάθη και να πληγώσουμε τον Χριστό.
- Στρυμώχνομαι, Γέροντα, στον αγώνα μου.
- Ένα αγκαθάκι βγάζεις από το δάκτυλό σου και πονάς, πόσο μάλλον να ξερριζώσης από μέσα σου ένα πάθος! Ύστερα να ξέρης ότι, όταν ο άνθρωπος καταβάλλη προσπάθεια να κόψη ένα πάθος του, τότε ο πειρασμός βάζει εμπόδια και στρυμώχνεται ο άνθρωπος, όπως στρυμώχνεται και ο δαιμονισμένος, όταν του διαβάζουν εξορκισμούς, γιατί γίνεται αγώνας, παλεύει με τον διάβολο· έπειτα όμως ελευθερώνεται.
Το καθάρισμα του εαυτού μας δεν γίνεται χωρίς κόπο, πατώντας κουμπιά. Δεν κόβονται αμέσως τα πάθη, όπως και ο κορμός του δένδρου δεν κόβεται αμέσως με μια πριονιά. Το πριόνι κόβει για πολλή ώρα, μέχρι να κοπή πέρα-πέρα ο κορμός. Και δεν τελειώνει εδώ η δουλειά. Για να γίνη ο κορμός έπιπλο, πόσος κόπος χρειάζεται! Πρέπει πρώτα να πελεκηθή, να γίνη σανίδες και μετά να τις πάρη ο επιπλοποιός, για να τις κάνη χρήσιμο έπιπλο.
- Κι άν, Γέροντα, δεν καταλαβαίνω ότι αυτός ο κόπος είναι απαραίτητος;
Τότε θα μείνης κούτσουρο και θα σε ρίξουν στην φωτιά.
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ.33-35)
Ο ΟΣΙΟΣ ΑΒΡΑΜΙΟΣ από πολύ νέος είχε αφήσει τον κόσμο κι έκανε κατοικία του την έρημο. Εκεί με τους ασκητικούς αγώνες και με την βοήθεια της Χάριτος έφτασε σε μεγάλα μέτρα αρετής.
Ύστερα από πολλά χρόνια που είχε να μάθει νέα από τους δικούς του, πληροφορήθηκε πως ο μοναδικός του αδελφός πέθανε κι άφησε στους δρόμους μια μικρή θυγατέρα, όχι μεγαλύτερη από έξι ή επτά χρόνων. Ένας φίλος του Οσίου περιμάζεψε το ορφανό και μια μέρα του το πήγε στην έρημο.
Ο Ερημίτης, παρ’ όλη την σκληρή ζωή που έκανε, είχε πολύ τρυφερή καρδιά. Συμπόνεσε την πεντάρφανη παιδούλα, που δεν βρισκόταν σπλαχνική ψυχή να την προστατέψει και την κράτησε κοντά του, αψηφώντας όλες τις δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει, για να την μεγαλώσει σ’ εκείνον τον απρόσιτο τόπο. Αφ’ ότου λοιπόν πήρε την απόφαση να την υιοθετήσει, έγινε για χάρη της τρυφερή μητέρα, πατέρας φιλόστοργος, καλός παιδαγωγός και σοφός διδάσκαλος. Έχτισε γι’ αυτήν ένα μικρό βολικό σπιτάκι δίπλα στο ερημικό κελλί του. Φρόντιζε να μην λείπει τίποτε από εκείνα που χρειάζεται ένα μικρό παιδί για να μεγαλώσει, υγιεινή τροφή και κατάλληλη ενδυμασία. Της μάθαινε γράμματα και την ανέτρεφε χριστιανικά, καλλιεργώντας την άπλαστη ψυχή της με καθημερινή διδασκαλία. Την αγάπησε πολύ με τον καιρό κι επιθυμούσε να την κάνει πρότυπο αρετής και ευσεβείας, για να την δει μια μέρα πραγματική ασκήτρια, δεύτερη Οσία Σάρρα, που ήταν τότε ξακουστή σ’ ολόκληρη την Αίγυπτο για την σοφία και την αγιότητα του βίου της.
Τα χρόνια κυλούσαν γρήγορα και η Μαρία -έτσι έλεγαν την ορφανή παιδούλα- μεγάλωνε και έδειχνε πως θα γινόταν, όπως περίμενε τουλάχιστον ο καλός της θείος, μια συνετή κοπέλα.
Μα ο διάβολος φθόνησε το φιλάνθρωπο έργο του Οσίου Αβραμίου κι έβαλε τα δυνατά του να κάνει την ίδια την προστατευομένη του να τον ποτίσει με το πιο πικρό φαρμάκι, για να μετανοήσει για την καλοσύνη του και να χάσει τον μισθό του.
Ένας νεαρός υποκριτής άρχισε να συχνάζει στο ησυχαστήριο του Οσίου, για να παίρνει δήθεν τις σοφές συμβουλές του. Στην πραγματικότητα όμως σύχναζε γιατί είχε δει κάποτε την όμορφη κόρη και ήταν βέβαιος πώς, απονήρευτη καθώς φαινόταν, δεν ήθελε πολύ να την ξεγελάσει. Και το κακό δεν άργησε να γίνει.
Αμέριμνος ο Όσιος πήγε για λίγες μέρες πολύ βαθιά στην έρημο. Παλαιά συνήθειά του. Εκεί έκανε τις πνευματικές του ασκήσεις. προσευχή και ψυχική ανάταση. Η Μαρία έμεινε ολομόναχη. Το όργανο του σατανά από την άλλη μεριά καιροφυλακτούσε. Βρήκε την πιο κατάλληλη περίσταση και με δόλο, όπως την Εύα ο όφις, την έκανε υποχείριό του. Ύστερα, όπως συμβαίνει πάντα, ο ένοχος φρόντισε να εξαφανιστεί. Τότε η νέα ήρθε στον εαυτό της και είδε πως είχε κυλιστεί στην λάσπη. Μα ήταν πια αργά. Αναλογιζόταν που είχε πέσει και την έπιανε ανατριχίλα. Και αντί να μετανοήσει η δυστυχισμένη και να καταφύγει με ταπείνωση στο θείο έλεος, ρίχτηκε ολόκληρη στην αγκαλιά της μαύρης απελπισίας. Έβλεπε γύρω της την αγιότητα να την κρίνει αμείλικτα, την έρημο να την ελέγχει κι άκουγε τον σατανά να ψιθυρίζει διαρκώς στον ταραγμένο λογισμό της:
- Σωτηρία δεν υπάρχει πια για σένα. Είσαι οριστικά χαμένη.
Ώ, αν μπορούσε να μην άκουγε αυτή την φωνή να της επαναλαμβάνει διαρκώς, μονότονα, χαιρέκακα, χωρίς οίκτο:
- Είσαι οριστικά χαμένη.
Κι η τραγική κοπέλα αναζήτησε την λύτρωση στην φυγή. Χάθηκε μέσα στην μαύρη νύχτα, χωρίς να αφήσει ίχνη πουθενά.
Στο διάστημα αυτό ο Όσιος είχε αποξενωθεί ολωσδιόλου από κάθε γήινη φροντίδα. Το πνεύμα του ανέβηκε στον άυλο κόσμο. Η ψυχή του βρισκόταν σε διαρκή έκσταση.
Την τρίτη ημέρα άρχισε να αισθάνεται κόπωση στο σώμα και στο πνεύμα. Άφησε για λίγο την προσευχή, κάθισε σε μια μεγάλη πέτρα, ακούμπησε το κεφάλι του στα γόνατα κι αποκοιμήθηκε. Πόση ώρα πέρασε δεν κατάλαβε. Ξαφνικά τινάχτηκε όρθιος, κατατρομαγμένος. Ένα παράξενο όνειρο τον συνεκλόνισε. Του φάνηκε πως ήταν στον μικρό κήπο της Μαρίας και την περίμενε κάτω από την αμυγδαλιά να την διαβάσει, όπως έκανε τον καιρό που ήταν μικρή. Λίγο πιο πέρα επάνω
στον φράχτη χοροπηδούσε αμέριμνο ένα κάτασπρο περιστέρι. Φαινόταν να καμαρώνει την ασπράδα του, που φεγγοβολούσε κάτω από τις ολόλαμπρες ακτίνες του μεσημεριανού ήλιου. Μα ξαφνικά, εκεί που δεν το περίμενε κανείς, πετάχτηκε από την τρύπα του ένα μεγάλο φίδι. Μ’ έναν επιδέξιο ελιγμό άρπαξε στο τεράστιο στόμα του το αμέριμνο περιστεράκι, το κατάπιε μεμιάς ολόκληρο κι εξαφανίστηκε πάλι στην φωλιά του.
- Ά, έκανε λυπημένος ο πονετικός Γέροντας.
Και παίρνοντας το ραβδί του στο χέρι ανασκάλεψε την τρύπα του φοβερού ερπετού. Εκείνο τότε, σαν να πιεζόταν από μυστηριώδη δύναμη, πετάχτηκε πάλι έξω κι έβγαλε απ’ τα σπλάχνα του ζωντανό το περιστέρι. Ακέραιο και κάτασπρο σαν πρώτα, μόνο με τις όμορφες φτερούγες του λίγο τσαλακωμένες.
Επηρεασμένος από το όνειρο ο Όσιος, ένιωσε ανησυχία στην ψυχή του. Άθελά του ο λογισμός του έτρεξε στην Μαρία. «Κάτι κακό θα της συμβαίνει», μονολογούσε στενοχωρημένος. Χωρίς να χάσει καιρό, πήρε το ραβδί του και ξεκίνησε για την κατοικία του. Μόλις έφτασε, πήγε κατευθείαν και χτύπησε την πόρτα της Μαρίας. Μέσα στο μικρό σπιτάκι βασίλευε απόλυτη σιωπή. Ανήσυχος έσπρωξε την πόρτα και μπήκε μέσα. Το σπιτάκι ήταν έρημο. Πήγε στον κήπο, έψαξε παντού, όπου συνήθιζε να συχνάζει εκείνη. Τίποτε. Παντού ερημιά. Απόλυτη σιγή. Πέρασε η νύχτα εκείνη με αγωνία. Την επομένη περίμενε με βεβαιότητα τον ερχομό της. Το ίδιο και την άλλη. Εκείνη όμως δεν φαινόταν πουθενά. Τώρα πια δεν υπήρχε αμφιβολία ότι η Μαρία είχε φύγει. Η παιδούλα, που με τόση στοργή είχε μεγαλώσει, έπεσε στα δίχτυα του νοητού δράκοντα. Το φίδι και το περιστέρι δεν έφευγαν από τον νου του πονεμένου Γέροντα.
Ήταν απαρηγόρητος. Δυό ολόκληρα χρόνια το δάκρυ δεν στέγνωσε στα μάτια του. Σπάραζε η τρυφερή καρδιά του, καθώς έφερνε στην σκέψη του τους ψυχικούς και σωματικούς κινδύνους, στους οποίους ήταν εκτεθειμένη η απροστάτευτη κόρη. Έστειλε σε πολλούς τόπους γνωστούς του ανθρώπους να την αναζητήσουν. Ο ίδιος κλείστηκε στο κελλί του κι έβρισκε ανακούφιση μόνο στην προσευχή. Τριπλασίασε τους ασκητικούς του αγώνες. Καταπονούσε το γεροντικό του κορμί για να τον λυπηθεί ο Χριστός, να τον ακούσει και να επαναφέρει στην μάνδρα Του το χαμένο πρόβατο.
Ύστερα από δύο χρόνια φάνηκε μια μέρα στο κελλί του ένας φίλος του, από εκείνους που συμμερίζονταν τον πόνο του κι ερευνούσαν για την κόρη. Τα νέα που του έφερε ήταν όσο δεν μπορούσε να φανταστεί ο αγαθός Γέροντας δυσάρεστα. Η Μαρία βρέθηκε στην Αϊσό -πολύ μακρινή πόλη- κλεισμένη σ’ ένα σπίτι αμαρτίας. Είχε γίνει γυναίκα του δρόμου, με αλλα λόγια.
Δίκοπο μαχαίρι αν περνούσε μέσα από την καρδιά του, δεν θα την έκανε τόσα κομμάτια όσο η είδηση αυτή. Προσπάθησε όμως να δώσει κουράγιο στον εαυτό του, για να μην συντρίβει οριστικά.
- Ας είναι, ψιθύρισε. Τουλάχιστον βρέθηκε.
Και πήρε την μεγάλη απόφαση: Θα πήγαινε να την τραβήξει από τον βούρκο, έστω κι αν έπρεπε να μπει κι ο ίδιος μέσα και ν’ αναπνευσει όλη την δυσοσμία του. Έπρεπε να την σώσει, να την φέρει πίσω στο λιμάνι της ησυχίας, στην αγιασμένη έρημο.
- Χριστέ μου, Εσύ που κατέβηκες στην γη για τους παραστρατημένους, βοήθησέ με στην δύσκολη αποδημία μου, προσευχήθηκε με την ψυχή του.
Χωρίς να σπαταλά καιρό σε σχέδια και σκέψεις, δανείστηκε από τον φίλο του λίγα νομίσματα και μια παλιά στρατιωτική φορεσιά, νοίκιασε κι ένα γοργό άλογο και κατέβηκε στην πολη. Εκείνος που για πενήντα ολόκληρα χρόνια δεν είχε βγει από την πόρτα του κελλιού του, παρά για να αποτραβιέται μόνο στην πιο βαθιά έρημο, περιπλανιόταν τώρα μέσα στους δρόμους της άγνωστης πολιτείας και ρωτούσε τους διαβάτες -ώ! πόση είναι η δύναμη της αγάπης!- που ήταν το σπίτι της αμαρτίας! Όταν το βρήκε, πήρε ύφος σαρκολάτρη γέροντα, πήγε κατευθείαν στον διευθυντή, του έδωσε κάμποσα νομίσματα και παρήγγειλε πλούσιο γεύμα με την όμορφη κοπέλα. Εκείνος τον κοίταξε από τα νύχια ως την κορφή με φανερή αηδία.
- Δεν ντρέπεσαι τουλάχιστον τα άσπρα σου μαλλιά; σιγομουρμούρισε.
Για να μην χάσει τον πελάτη όμως, προθυμοποιήθηκε να τον περιποιηθεί. Ο Άγιος είδε στο βλέμμα του παράνομου αυτού ανθρώπου όλη την περιφρόνηση κι η ψυχή του έκλαψε.
- Χριστέ μου, προσευχήθηκε ενδόμυχα, δες την ταπείνωσή μου και κάνε να επιτύχει η δύσκολη αποστολή μου.
Για να μην δώσει καμιά υποψία, κάθισε κι έφαγε το κρέας και τα αλλά φαγητά που του είχαν ετοιμάσει και ήπιε όλο το κρασί. Και να σκεφθεί κανείς πως τόσα χρόνια τώρα στην έρημο τρεφόταν με ξερό ψωμί κι αλάτι κι έπινε το νερό με μέτρο. Τέλος, τον οδήγησαν στο δωμάτιο της αμαρτωλής. Εκείνη τον υποδέχτηκε με όλη την αναίδεια των γυναικών του είδους της και με αρκετή δόση ειρωνείας. Της έκαναν εντύπωση τα κάτασπρα μαλλιά και γένια του. Εκείνος πάλι, βλέποντάς την στην ελεεινή αυτή κατάσταση, αγωνιζόταν να καταπιεί τα δάκρυα του, για να μην φανερωθεί παράκαιρα. Αυτό το πέρασε για δισταγμό η αμαρτωλή και για να τον ενθαρρύνει πήγε να τον αγκαλιάσει. Τότε έμεινε σαν κεραυνόπληκτη από την κατάπληξη. Ο Άγιος είχε διάχυτη επάνω του την αγνή ευωδία της ερήμου, την τόσο γνώριμη στην ίδια. Η ευωδία αυτή σκέπαζε εκείνη την στιγμή όλη την κακοσμία των δικών της τεχνικών αρωμάτων.
Ο Όσιος κατάλαβε ευθύς τι γινόταν μέσα της κι αφήνοντας κατά μέρος την προσποίηση της μίλησε με πολύ πόνο στην ψυχή του:
- Μαρία, παιδί μου, δεν με γνώρισες; Για χάρη σου άφησα την έρημο, την ησυχία, κι ήρθα σ’ αυτό το καταγώγιο, για να σου δείξω τον δρόμο της μετάνοιας και της επιστροφής. Λυπήσου με τον γέροντα και μην πικραίνεις άλλο τα τελευταία χρόνια της ζωής μου. Μην παραβλέψεις τον κόπο και τον εξευτελισμό που πέρασα για σένα.
Η παραστρατημένη κόρη ευχόταν να άνοιγε την ώρα εκείνη η γη να την κατάπινε παρά να στέκει αντικριστά σ’ εκείνον που την είχε διδάξει την αγνότητα και την συστολή. Δεν τολμούσε από την ντροπή της να σηκώσει τα μάτια της να τον δει ούτε και λέξη να αρθρώσει. Έμεινε ακίνητη, αμίλητη, πολλή ώρα. Σωστό ανάγλυφο εκπλήξεως και πόνου. Το τι συντελέστηκε στον εσωτερικό της κόσμο δεν περιγράφεται. Όταν συνήλθε από τον πρώτο κλονισμό, έπεσε στα πόδια του αγίου Γέροντος και, σαν την πόρνη του Ευαγγελίου, τα έβρεχε με τα δάκρυα της. Η καρδιά της συνετρίβη. Ώ, πως ήθελε τον λυτρωμό!
- Υπάρχει για όλους σωτηρία. Κανένα αμάρτημα, καμία πτώση δεν μπορεί να ξεπεράσει την δύναμη της θυσίας Εκείνου που σήκωσε στους ώμους Του την ανθρώπινη αθλιότητα, για να την εξιλεώσει, είπε ο Γέροντας.
Και είχε τόσα πολλά ακόμα να της πει, αλλά δεν είχαν καιρό για χάσιμο. Πριν γίνουν αντιληπτοί από τους ανθρώπους της ασωτίας, βγήκαν κρυφά από μια μικρή μυστική πορτούλα, που ήταν γνωστή στην Μαρία, και πήραν τον δρόμο της επιστροφής.
Η μετάνοια της κόρης ήταν ειλικρινής. Με την χάρη του Θεού και την καθοδήγηση του Άγιου Γέροντος, όχι μόνο στα πρώτα μέτρα της αρετής επανήλθε, αλλά κατά πολύ τα ξεπέρασε. Έτσι, πραγματοποιήθηκε σ’ αυτήν ο παρηγορητικός για όλους τους αμαρτωλούς λόγος του αποστόλου: «Ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ. ε' 20).
Ο Όσιος Αβράμιος πέρασε ήσυχος τα τελευταία χρόνια της ζωής του και ευχαριστημένος για την πρόοδο του πνευματικού του τέκνου.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 23-28)
"Αγάπα όλους"
Η αγάπη του Γέροντα δεν είχε σύνορα, ήταν απεριόριστη.
Επεκτεινόταν σ' όλα τα παιδιά του Θεού, σ' όλους τους ανθρώπους, φίλους και εχθρούς.
Μου έλεγε: "Το στεφάνι της αγάπης μας στους φίλους έχει ξένα σώματα (υπολογισμό, ανταπόδοση, ματαιοδοξία, συναισθηματική αδυναμία, εμπαθή συμπάθεια),
ενώ το στεφάνι της αγάπης μας στους εχθρούς είναι καθαρό".
Μου έλεγε ακόμη: "Η εν Χριστώ αγάπη μας πρέπει να φθάνει παντού, ακόμη και στους χίπηδες στα Μάταλα.
Ήθελα πολύ να πάω εκεί, όχι για να τους κάνω κήρυγμα ή να τους κατηγορήσω, αλλά για να ζήσω μαζί τους "χωρίς αμαρτίες"
και ν' αφήσω να μιλήσει μόνη της η αγάπη του Χριστού, που μεταμορφώνει. Είδα τους χίπηδες και τους λυπήθηκα.
Ήσαν σαν "πρόβατα μή έχοντα ποιμένα".Στο θέμα των κοινωνικών μου σχέσεων,
με συμβούλευε: "Δεν πρέπει να κάνεις τον χριστιανικό σου αγώνα με κηρύγματα και αντιδικίες,
αλλά με πραγματική μυστική αγάπη. Όταν αντιδικούμε, οι άλλοι αντιδρούν.Όταν τους αγαπάμε, συγκινούνται και τους κερδίζουμε.
Όταν αγαπάμε, νομίζουμε ότι προσφέρουμε στους άλλους, ενώ στην πραγματικότητα προσφέρουμε στον εαυτό μας.
Η αγάπη χρειάζεται θυσίες. Να θυσιάζουμε ταπεινά κάτι δικό μας, που στην πραγματικότητα είναι του Θεού."
[ Γ 40-1 ]
"Όταν αγαπάς το Χριστό, αγαπάς όλους"
Ο Γέροντας Πορφύριος ζούσε την κοινωνία του με τον Θεό στο πρόσωπο του Χριστού.
Γι' αυτό και ήταν ο κατ' εξοχήν άνθρωπος της Εκκλησίας.
"Ο Χριστός είναι η Εκκλησία και η Εκκλησία είναι ο Χριστός, που μας έχει προσλάβει όλους στον Εαυτό Του.
Όταν αγαπάς τον Χριστό, αγαπάς συγχρόνως όλους τους ανθρώπους, χωρίς να ρωτάς αν οι άνθρωποι είναι άξιοι της αγάπης ή ακόμη αν την αποδεχθούν
ή την απορρίψουν. Όταν θέλεις να συναντήσεις τον Χριστό, θα Τον βρείς στο χώρο της Εκκλησίας, γιατί εδώ είναι ενωμένη
ολόκληρη η ανθρωπότητα με τον Θεό στο πρόσωπο του Χριστού.
Δεν μπορείς να επικοινωνήσεις με τον Χριστό και να μην τα έχεις καλά με τους άλλους ανθρώπους".
Αυτά και πολλά άλλα συνήθιζε να μας λέγει ο Γέροντας με τον απλό, αλλά χαριτωμένο, χαρούμενο και ευχάριστο τρόπο του.
Με το παράδειγμά του μας δίδασκε, ότι η αγάπη μας στον Χριστό περνάει μέσα από τους άλλους ανθρώπους.
Έλεγε ο Γέροντας:"Η σωτηρία μας, η Βασιλεία του Θεού, ο Παράδεισος είναι ο ίδιος ο Χριστός, δηλ. η Εκκλησία".
[ Όσιος Γρηγόριος, αρ.17 (1992), σ. 84 ]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ. 54-55)
Ένας αδελφός σε κάποια συνάντηση, τούς είπε λόγο για κάποιον άλλο. Ο άλλος τότε από συναρπαγή διαβόλου, επειδή υποψιάσθηκε ότι το είπε γι’ αυτόν, ταράχθηκε πάρα πολύ και ενώ τον διαβεβαίωνε εκείνος γι’ αυτό, αυτός δεν το δεχόταν. Έτσι, αφού εξαιτίας αυτού έγινε ανάμεσα τους μικρή αντιλογία, πήγαν και οι δύο προς τους πατέρες και ανέφεραν το πράγμα στον γέροντα.
Απόκριση: Σαν ομόψυχοι που είστε σας λέγω όλη την αλήθεια ενώπιων του Θεού. Και οι δύο χρωστάτε να βάλετε μετάνοια στον Θεό, όχι επιπόλαια, αλλά με όλη την καρδιά σας, για να σας συγχωρέσει με τις προσευχές των πατέρων σας. Εσύ διότι, όταν συκοφαντήθηκες, δεν βάσταξες την κατάκριση λέγοντας, ‘εγώ αμάρτησα και είμαι όλος αμαρτία, διότι εξαιτίας μου ταράχθηκε ο αδελφός μου’, και αυτός, διότι δεν διευκρίνισε, πριν πει το λόγο, ότι δεν λέχθηκε για σένα, και ότι δεν είχε να πει τίποτε αντίθετο μέχρι θανάτου. Αλλά και αυτός δεν βρέθηκε να έχει υπομονή προς εσένα. Πλην όμως εσείς δεν έχετε ευθύνη, αλλ’ εμείς είμαστε αίτιοι των κακών, διότι δεν έχομε προσευχές. Διότι αν είχαμε, θα μπορούσατε να προστατευθείτε από τον πονηρό που σπείρει ανάμεσα σας ζιζάνια για να σας πειράξει, και αυτό προσευχόμαστε, να προστατευθείτε εσείς.
Δεν φοβάσθε το κρίμα του Θεού, για να μη σκανδαλισθούν με σας οι άνθρωποι, λέγοντας: ‘κοίταξε τα τέκνα των πατέρων πως δεν έχουν υπομονή, άλλα συγκρούονται’. Αν λοιπόν ντρέπεσθε να βάλετε μετάνοια ο ένας στον άλλο με όλη σας την καρδιά, εμείς θα βάλομε για σας, διότι σε μας ταιριάζει αυτή η ντροπή.
Είθε ο Κύριος να σας συγχωρήσει και να σας φυλάξει από τον πονηρό, και είθε να τον συντρίψει κάτω από τα πόδια σας γρήγορα. Γίνετε ομόψυχοι στο όνομα του Κυρίου και ομόδοξοι.
(Βαρσανουφίου Έργα, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18Γ, σελ.299)
Η καλή αρχή της οικογενειακής ζωής
-Γέροντα, κάποιος νέος που έχει αποφασίσει την έγγαμη ζωή με ρώτησε πώς θα ξεκινήση σωστά γι’ αυτήν.
-Κατ’ αρχάς να κοιτάξη να βρη μια καλή κοπέλα που να τον αναπαύη, γιατί καθένας αναπαύεται διαφορετικά και με άλλον άνθρωπο.
Να μην κοιτάξη να είναι πλούσια και όμορφη, αλλά προπάντων απλή και ταπεινή.
Πρέπει να δώση δηλαδή περισσότερη προσοχή στην εσωτερική ομορφιά και όχι στην εξωτερική.
Όταν η κοπέλα είναι θετικός άνθρωπος και προικισμένη με ανδρισμό, χωρίς να έχη περισσότερο από ό,τι χρειάζεται γυναικείο χαρακτήρα,
αυτό πολύ βοηθάει στο να βρίσκη ο άνδρας αμέσως κατανόηση και να μην πονοκεφαλιάζη.
Αν έχη και φόβο Θεού, έχη ταπείνωση, τότε μπορούν να πιασθούν χέρι-χέρι και να περάσουν το κακό ρεύμα του κόσμου.
Αν ο νέος σκέφτεται κάποια κοπέλα σοβαρά για σύζυγο, νομίζω, καλύτερα είναι πρώτα να το κάνη γνωστό με κάποιο συγγενικό του πρόσωπο
στους γονείς της και κατόπιν να το συζητήση και ο ίδιος μαζί τους και με την κοπέλα. Στην συνέχεια, αν δώσουν λόγο και κάνουν αρραβώνες
- καλό είναι ο αρραβώνας να μη διαρκή πολύ -, να προσπαθήση, στο διάστημα που θα μεσολαβήση μέχρι τον γάμο, να βλέπη την κοπέλα σαν αδελφή του και να την σέβεται.
Αν αγωνισθούν και οι δύο φιλότιμα να διατηρήσουν την παρθενία τους, τότε στο Μυστήριο του γάμου, όταν τους στεφανώση ο ιερέας,
θα λάβουν πλούσια την Χάρη του Θεού. Γιατί, όπως λέει ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τα στέφανα είναι σύμβολα της νίκης κατά της ηδονής.
Στην συνέχεια, όσο μπορούν να καλλιεργήσουν την αρετή της αγάπης, για να μένουν ενωμένοι πάντοτε οι δύο και να μένη μαζί τους και ο Τρίτος, ο Γλυκύτατος Χριστός μας.
Φυσικά στην αρχή, ώσπου να τακτοποιηθούν και να γνωρισθούν καλά, μπορεί να έχουν κάποιες δυσκολίες.
Έτσι συμβαίνει σε κάθε αρχή. Νά, προχθές είδα ένα πουλάκι. Μόλις είχε βγή να βρη την τροφή του και πετούσε ίσα με μια σπιθαμή πάνω από το έδαφος.
Δεν ήξερε το καημένο να πιάνη εύκολα τα ζωύφια και έκανε μια ώρα για να πιάση κανένα έντομο να φάη.
Καθώς το κοίταζα, συλλογιζόμουν πώς κάθε αρχή είναι δύσκολη. Ο φοιτητής, όταν πάρη το πτυχίο του και αρχίση να εργάζεται, στην αρχή δυσκολεύεται.
Ο δόκιμος στο μοναστήρι στην αρχή έχει και αυτός δυσκολίες. Ο νέος, όταν παντρευτή, πάλι στην αρχή συναντά δυσκολίες.
-Πειράζει, Γέροντα, αν η κοπέλα είναι μεγαλύτερη από τον άνδρα;
-Δεν υπάρχει κανόνας της Εκκλησίας που να λέη πώς, αν μια κοπέλα είναι δύο-τρία ή και πέντε χρόνια μεγαλύτερη από τον νέο,
δεν κάνει να παντρευτούν.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 37-38)
ιεραποστολική
Καθένας από εσάς για χάρι μου ας μεριμνήση ας ψάξη να τον βρη.
Ας ενδιαφερθή πολύ, ώστε στην επομένη σύναξι μας εδώ να συναντηθούμε με πολλή παρρησία,
προσφέροντας στο Θεό δώρα, που ασφαλώς είναι τιμιώτερα από όλα.
Κι αυτά είναι οι ψυχές των πλανεμένων αδελφών μας, που τις επιστρέψαμε.
Ε.Π.Ε, 34,222
μείζων
Τίποτε δεν είναι μεγαλύτερο απ’ την αγάπη, ούτε ίσο με αυτήν.
Ε.Π.Ε. 37,152
και στους πλανεμένους (αιρετικούς)
Δεν αποστρέφομαι τον άνθρωπο, τον αιρετικό, αλλά την αίρεσι.
Την πλάνη μισώ και θέλω ν’ αποσπάσω τον άνθρωπο απ’ αυτήν.
Και ο γιατρός, προσπαθώντας να γιατρέψη τον ασθενή, δεν πολεμάει το σώμα, αλλ’ αφαιρεί τη νόσο του σώματος.
Και εγώ, λοιπόν, αν χτυπήσω τους αιρετικούς, δεν πολεμάω τους ανθρώπους αυτούς, αλλά την πλάνη τους
και θέλω να την ξερριζώσω και να καθαρίσω τη βρωμιά.
Δική μου συνήθεια είναι να διώκωμαι, όχι να διώκω, να με κυνηγάνε, όχι να κυνηγάω.
Ε.Π.Ε. 37,296
πέλαγος
Απ’ την αρχή μέχρι σήμερα δεν έπαυσες πεινασμένο να τρέφης το Χριστό.
Διψασμένο να Τον ποτίζης, γυμνό να Τον ντύνης, ξένο να Τον φιλοξενής,
άρρωστο να Τον περιποιήσαι, φυλακισμένο να Τον επισκέπτεσαι.
Σκέψου της αγάπης σου το πέλαγος.
Ε.Π.Ε. 37,414
Δεν μαραίνεται
Τέτοια είναι η φύσις της αληθινής αγάπης. Δεν μαραίνεται με το χρόνο, δεν μουτζουρώνεται με τις ποικίλες δυσκολίες.
Παραμένει ζωντανή για πάντα.
Ε.Π.Ε. 38,198
Παντοτινή
Η αγάπη ποτέ δεν σβήνει.
Κι αν περάση χρόνος πολύς, κι αν οι δυσκολίες αυξηθούν,
κι αν πολύ δρόμο έχουμε ακόμα να βαδίσουμε,
με κανένα εμπόδιο δεν διακόπτεται.
Δεν μπορεί να εξαλειφθή.
Όλο και περισσότερο ανθίζει και αποδίδει.
Ε.Π.Ε. 38,256
όχι αναγκαστικά
Η αγάπη δεν είναι υπόθεσις εξαναγκασμού, αλλά προαιρέσεως.
Ε.Π.Ε. 38,220
τα φτερά της
Τέτοια είναι τα φτερά της αγάπης. Διασχίζουν εύκολα το δρόμο και την απόστασι.
Ξεπερνούν δυσμενείς καταστάσεις.
Ε.Π.Ε. 38,252
με τίποτα δεν σβήνει
Η αγάπη ποτέ δεν χάνεται.
Κι αν χρόνος περάση πολύς, κι αν οι δυσκολίες αυξηθούν,
κι αν η απόστασις είναι μεγάλη,
με τίποτε δεν διακόπτεται ούτε ξεθωριάζει.
Αντίθετα ακμάζει περισσότερο κι αυξάνεται.
Ε.Π.Ε. 38,256
ανεξίτηλος
Τέτοια είναι η γνήσια αγάπη.
Δεν εξαλείφεται ούτε απ’ το χρόνο, ούτε απ’ τον τόπο,
ούτε απ’ την απόστασι του δρόμου,
ούτε απ’ τα ποικίλα γεγονότα.
Ε.Π.Ε. 38,274
τα μάτια της
Σας φαντάζομαι κάθε μέρα με τα μάτια της αγάπης και σας αγκαλιάζω
και δεν παύω να σας χειροκροτώ και να σας θαυμάζω.
Ε.Π.Ε. 38,296
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 54-56)
Το κέρδος και η απώλεια.
Όταν βλέπεται από κοντά το κέρδος, φαίνεται ως κέρδος. Όταν βλέπεται από μακριά, φαίνεται ως απώλεια.
Όταν βλέπεται από κοντά η απώλεια, φαίνεται ως απώλεια. Όταν βλέπεται από μακριά η απώλεια, φαίνεται ως κέρδος.
Το κέρδος του Θεού είναι το μοναδικό κέρδος, το οποίο είναι κέρδος και από κοντά και από μακριά.
Εξαφάνιση.
Μέγιστος θα είσαι τότε, όταν τον εαυτό σου με τη σκέψη μεταμορφώσεις σε τίποτα.
Όταν με το πνεύμα υψωθείς έως το Πνεύμα το ατελείωτο και δίχως τέλος, και παρατηρείς τον εαυτό σου απ’ αυτό το ύψος, από μακριά, σαν ένα αντικείμενο, κατά τον ίδιο τρόπο αντικειμενικά όπως τώρα, που από το σώμα παρατηρείς όλα τα υπόλοιπα αντικείμενα γύρω σου.
Όταν από αυτό το ύψος, την απόσταση, κοιτάξεις τον εαυτό σου ως νεκρό, σαν σκόνη σκορπισμένη, εξαφανισμένο και αισθανθείς όλα τα υπόλοιπα σώματα -όλα και καθενός- ως δικά σου.
Όταν υποδύεσαι την Αθανασία και τη Ζωή, ώστε να γνωρίσεις την ελεεινή και μάταιη δουλειά του θανάτου και γνωρίσεις τον ίδιο τον θάνατο στο παρελθόν• λέω στο παρελθόν, χωρίς όμως παρόν και μέλλον.
Τότε ο θάνατος, που ασταμάτητα απειλεί να σου πάρει το σώμα, δεν θα είναι για εσένα πιο φοβερός από τον άνεμο, που απειλεί να σου πάρει το καπέλο.
Αφού τότε θα ξέρεις, ότι η ψυχή σου μπορεί δίχως σώμα όπως και το κεφάλι δίχως καπέλο.
(Στοχασμοί περί καλού και κακού, Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, σελ. 23-25).
Ερώτηση: Εάν Ιουδαίος ή Εθνικός με καλέσει στη γιορτή του για γεύμα ή και μου στείλει δώρα, να τα δεχθώ ή όχι;
Απόκριση: Να μη τα δεχθείς, διότι είναι αντίθετα με τους κανόνες της αγίας Εκκλησίας, και δεν πρέπει να τα πάρεις.
Ερώτηση: Τι πρέπει να γίνει όμως, όταν ο άνθρωπος είναι σπουδαίος και φίλος μου και λυπάται αν δεν τα δεχθώ; Τι να του πω;
Απόκριση: Πες του: "Η αγάπη σου γνωρίζει, ότι όλα όσα έχουν παραγγελθεί από τον ίδιο τον Θεό, πρέπει να τα φυλάγουν εκείνοι που τον φοβούνται και είναι δυνατό να το βεβαιωθείς αυτό από όσα κάνετε και εσείς, διότι και συ ποτέ δεν θα δεχθείς να παραβείς την εντολή της δικής σου παραδόσεως εξαιτίας της αγάπης σου προς εμένα, και δεν θα σκεφθώ από αυτό ότι παραβλέπεις την αγάπη σου προς εμένα. Και εμείς λοιπόν έχομε παράδοση από τον Θεό, μέσω των αγίων πατέρων μας και διδασκάλων, να μη παίρνομε απολύτως τίποτε κατά τη γιορτή κάποιου από τους αλλοεθνείς. Με αυτό λοιπόν δεν λύπησα την αγάπη μου προς εσένα’".
(Βαρσανουφίου Έργα, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18Γ, σ. 393-395)
Οι ψυχές μετά το θάνατο.
Κάποτε που ο όσιος Νήφων, ο επίσκοπος Κωνσταντιανής, προσευχόταν κι είχε το βλέμμα στραμμένο στους ουρανούς, έλαμψε μπρος του θεϊκό φως. Ταυτόχρονα παρουσιάσθηκε ένας λευκοντυμένος άγγελος με στολή διακόνου. Κρατούσε χρυσό θυμιατήρι και θυμιάτισε πρώτα προς τον ουρανό και μετά τον όσιο.
Ξαφνικά άνοιξαν οι πύλες του ουρανού και οι άγγελοι του Θεού ανέβαιναν και κατέβαιναν σαν μέλισσες, μεταφέροντας τις ψυχές των ανθρώπων που πέθαιναν. Τα πονηρά πνεύματα αγωνίζονταν να τις αρπάξουν και να τις γκρεμίσουν κάτω, αλλά οι άγγελοι αντιστέκονταν μαστιγώνοντάς τους και σώζοντας τις ψυχές.
Σε μια στιγμή βλέπει ο άγιος ν’ ανεβάζουν μια ψυχή προς τον ουρανό. Μόλις όμως πλησίασαν στο τελώνιο της ανηθικότητας, άρχισε ο άρχοντας του τελωνίου να ταράζεται και ν’ αγριεύει.
-Με ποιο δικαίωμα, φώναζε, παίρνετε σεις αυτή τη ψυχή που μας ανήκει;
Κι οι άγγελοι του αποκρίθηκαν:
-Απόδειξέ μας ποια εξουσία έχεις επάνω στον άνθρωπο αυτό.
- Μέχρι τον θάνατό του είπε το δαιμόνιο, κυλιόταν θεληματικά σ’ όλων των ειδών τις αισχρότητες. Και όχι μόνο αυτό, αλλά κατέκρινε και τους άλλους. Τι φοβερώτερα απ’ αυτά τα εγκλήματα θέλετε;
- Ναι, δικαιολόγησαν οι άγγελοι, ήταν δουλωμένος σ’ αυτά τα πάθη, αλλά τα έκοψε πριν πεθάνη.
- Όχι! Δεν είναι όπως τα λέτε, γρύλλισε ο δαίμονας. Πέθανε αμετανόητος. Μέχρι την τελευταία του πνοή παρανομούσε, χωρίς ποτέ να εξομολογηθή τις αμαρτίες του. Ήταν και είναι δικός μου σε όλα.
Τότε ένας από τους αγγέλους είπε:
-Δεν πρόκειται βέβαια να πιστέψουμε εσένα, που είσαι όλος βουτηγμένος στο ψέμα. Ας καλέσουμε τον άγγελό του. Εκείνος θα μας πη όλη την αλήθεια.
Τον κάλεσαν, γιατί φρουρούσε ακόμα το σώμα του νεκρού μέχρι την ταφή του. Μόλις ήρθε τον ρώτησαν:
- Πες μας αδελφέ, αυτή η ψυχή μετάνοιωσε για τις αμαρτίες της ή πέθανε μαζί τους; Πες μας όλη την αλήθεια.
Τότε ο άγγελος απάντησε:
-Εγώ δεν είμαι άνθρωπος ούτε αισχρό πνεύμα για να λέω ψέματα, αλλά ενώπιον του Θεού σας βεβαιώνω: Από τη στιγμή που τον βρήκε η αρρώστια, πριν ακόμα βαρύνη, συλλογίσθηκε το θάνατο. Άρχισε τότε να κλαίει και να ομολογεί στο Θεό τις αμαρτίες του. Συνέχεια σήκωνε τα χέρια του προς τον Ύψιστο ζητώντας έλεος. Αν ο Θεός θέλει, θα τον συγχωρήσει. Αν όχι, δόξα στη δικαιοκρισία του!
Μόλις τ’ άκουσαν αυτά οι άγγελοι, καταγέλασαν τον διάβολο. Έτσι, η ταπεινωμένη ψυχή ελευθερώθηκε από την παγίδα τον εχθρών της.
Σε λίγο βλέπει ο άγιος ν’ ανεβάζουν άλλη ψυχή. Ανήκε σ’ ένα βλάσφημο και σκληρό άνθρωπο. Οι δαίμονες τον κατηγορούσαν πολύ θυμίζοντας ένα-ένα τα άπρεπα λόγια που έλεγε στους ανθρώπους, όταν ζούσε.
Οι άγγελοι αντέλεγαν ότι είχε μερικά δικαιώματα σωτηρίας. Πολλές φορές π.χ., ενώ σκεφτόταν να κάνη κάτι κακό, αμέσως μετανοούσε κατηγορώντας και εξευτελίζοντας τον εαυτό του. Συχνά αναστέναζε πικρά και καμμιά φορά δάκρυζε. Πότε-πότε έδινε και λίγη ελεημοσύνη στους φτωχούς. Αυτά έχοντας υπ’ όψιν τους οι άγγελοι του φωτός ισχυρίζονταν ότι ο Θεός θα ελεήσει αυτή την ψυχή. Οι δαίμονες αναστατωμένοι είπαν τότε:
-Αυτός από τα νιάτα του έκανε πράγματα που δεν ταίριαζαν σε χριστιανό: Λέρωνε τον εαυτό του με διάφορες αμαρτίες και μάλιστα σοδομιτικές. Που να βάλουμε και τα αισχρόλογα και τους θυμούς του; Και το χειρότερο, ως και φόνους έχει κάνει. Αν λοιπόν αυτός πρέπει να σωθή, τότε πάρτε όλον τον κόσμο και όλους τους αμαρτωλούς της γης και σώστε τους δωρεάν. Γιατί εμείς άδικα κοπιάζουμε και ταραζόμαστε!
-Σκεφθήτε, άθλιοι, απάντησαν οι άγγελοι, ότι όλες αυτές τις αμαρτίες της νεότητός του τις έκοψε, και ο Θεός τον συγχώρησε! Κι αν καμμιά φορά έκανε κάτι κακό, το καθάριζε με τη μετάνοια. Τι γυρεύετε λοιπόν, ανήμερα θηρία; Να καταδικασθή αυτή η ψυχή; Αδύνατον, αφού όσα εξομολογηθούν οι άνθρωποι με δάκρυα και ταπείνωσι, και δεν τα επαναλάβουν, τους τα συγχωρεί ο Θεός. Μόνο όσες αμαρτίες πάρουν μαζί τους τιμωρεί ο δίκαιος Κριτής.
Έτσι, οι άγγελοι κατατρόπωσαν τα πνεύματα της πονηρίας και μπήκαν στην πύλη του ουρανού. Ελευθερώθηκε λοιπόν κι αυτό το πλάσμα του Θεού από τα νύχια των δαιμόνων κι Εκείνος που σώζει τον μετανοημένο, του χάρισε τη σωτηρία.
Βλέπει πάλι ο μακάριος ν’ ανεβάζουν κι άλλη ψυχή, που ήταν πολύ ευλαβής και θεοφοβούμενη. Όλη της τη ζωή την πέρασε με αγνότητα, σεμνότητα και πολλές ελεημοσύνες. Προς όλους έδειχνε αγάπη. Οι δράκοντες του αέρος την απειλούσαν τρίζοντας τα δόντια τους. Κι αυτή η καημένη, φοβισμένη από την αγριότητά τους ζάρωσε στην αγκαλιά των αγγέλων του Θεού, ενώ οι άγγελοι που κατέβαιναν για να πάρουν άλλες ψυχές, της έδιναν θάρρος.
Όταν ανέβηκε στον ουρανό η αγία εκείνη ψυχή, πλήθη αγαθών πνευμάτων συγκεντρώθηκαν γύρω της και χαρούμενα έλεγαν:
-Δόξα τω Θεώ που λύτρωσε την ψυχή αυτή από τον φοβερό δράκοντα!
Πιο κάτω είδε πάλι ο όσιος Νήφων να σέρνουν οι δαίμονες μια ψυχή στα καταχθόνια. Ήταν κάποιου δούλου που είχε κρεμασθή! Πίσω ακολουθούσε ο άγγελος του θρηνώντας πικρά για την απώλειά του. Ανάμεσα στα δάκρυά του έλεγε:
-Αχ, τους παμπόνηρους δαίμονες που βάζουν τους ανθρώπους να κάνουν τόσα κακά! Να, ο κύριος τούτου του δούλου υπακούοντας σε αυτούς ωργιζόταν, τον χτυπούσε άγρια και τον άφηνε να πεθαίνη της πείνας. Κι αυτός ο δυστυχής έπεσε στην απόγνωση, πήρε το σχοινί και κρεμάσθηκε προσφέροντας ολόκληρο τον εαυτό του θυσία στον σατανά. Αχ, αλλοίμονο! Αυτόν που μου ανέθεσε ο Παντοδύναμος να τον φυλάω με το βάπτισμα του, μου τον άρπαξε ξαφνικά ο βρωμερός δράκοντας και τον κατάπιε! Πώς θα εμφανιστώ στον Κύριο μου θλιμμένος και πικραμένος; Αλλά και πώς θα αντικρύσω τον Πλάστη μου λυπημένο για την απώλεια τούτης της ψυχής;
Ενώ έλεγε αυτά με πόνο, φάνηκε ένας άλλος άγγελος από τον ουρανό.
-Ο πατέρας μας Κύριος Σαβαώθ, του είπε, σε προστάζει : «Να πας στη Ρώμη, όπου βαπτίζεται αυτή την ώρα το παιδί ενός στρατιώτη. Ανάλαβέ το και φύλαγέ το. Κι εγώ θα τιμωρήσω τον κύριο του δούλου αυτού και θα τον μάθω να μην οργίζεται ούτε να χτυπά τους δούλους του ή να τους αφήνει να λιμοκτονούν».
Αυτά είπε ο άγγελος εκ μέρους του Θεού και ανέβηκε στον ουρανό, ενώ ο πρώτος κίνησε για τη Ρώμη κατά τη θεία προσταγή.
Ύστερα από λίγο βλέπει ο όσιος να κατεβαίνει ένας άλλος άγγελος. Κρατούσε μια φοβερή ρομφαία! Κάποιος ψυχομαχούσε εκείνη την ώρα και υπέφερε τρομερά. Ήταν τοκογλύφος και άσπλαχνος.
Ήρθε λοιπόν ο άγγελος του πυρός και στάθηκε στο κρεβάτι του ατενίζοντας προς τον ουρανό, σαν κάτι να περίμενε. Πράγματι ακούσθηκε μια φωνή:
-Πάταξε γρήγορα τον αντίχριστο και κόψε σκληρά την άσωτη ψυχή από τον δεσμό του σώματος! Ποτέ δεν έκανε το θέλημά μου αυτός ο αλητήριος, όσο ζούσε. Χτύπα τον για να μην ξαναπνίξη τους φτωχούς τοκίζοντας το χρυσάφι του.
Μόλις άκουσε τη φωνή ο τιμωρός άγγελος, έπληξε κατάκαρδα τον τοκογλύφο, που αμέσως ξεψύχησε τρίζοντας τα δόντια και βογγώντας μέσα απ’ τα βάθη της ψυχής του.
Ο όσιος Νήφων δοκίμασε απέραντη θλίψη για το κατάντημα των αμαρτωλών. Θαύμασε όμως και τη δίκαιη κρίσι του Θεού.
(Ένας ασκητής επίσκοπος)
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σελ. 25-30)