ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ!

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ!  ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…

¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBANGR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).

Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης

36. Όταν παρακαλής τον Θεό να σου συγχωρήση τα αμαρτήματα, πίστευε ακράδαντα ότι θα το κάμη. Ο Κύριος είναι πάντοτε πρόθυμος να συγχωρήση τον αμαρτωλό, που αληθινά και ειλικρινά ζητεί την άφεσι. Τα πλήθη των αμαρτιών μας είναι ένα τίποτε μπροστά στην άβυσσο του θείου ελέους. Μας λέγει ο ίδιος ο Κύριος: «Πάντα όσα αν προσευχόμενοι αιτείσθε, πιστεύετε ότι λαμβάνετε, και έσται υμίν» (Μαρκ. ια’ 24). Το να μην είμαστε λοιπόν βέβαιοι ότι θα λάβουμε αυτό που ζητήσαμε, είναι βλασφημία κατά του Θεού.


37. Κατέχουμε μία πυξίδα, που μας δείχνει κατά που πρέπει να πλέουμε, στο πέλαγος της παρούσης ζωής. Μας δείχνει την κατεύθυνσι της πνευματικής Ανατολής, δηλαδή που είναι ο Χριστός. Και της πνευματικής Δύσεως, δηλαδή που είναι ο Διάβολος και ο αιώνιος θάνατος. Είναι η συνείδησίς μας. Δεν εξαπατά και δεν αποκρύβει τους πλανερούς δρόμους. Ας τη διαβάζουμε προσεκτικά. «Εάν η καρδιά ημών μη καταγινώσκη ημών, παρρησίαν έχομεν προς τον Θεόν» (Α’ Ιω. γ’ 21), δηλαδή πλέουμε τότε προς ανατολάς.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 33-34)

10. «Ναόν σε καθαρόν… ο Παντουργός εύρηκε μόνην εκ του αιώνος» (Π).
Ο Λόγος του Θεού σ’ ολόκληρη τη διάρκεια της Π. Διαθήκης αναζητάει το πρόσωπο που θα δεχθή να γίνη μητέρα Του· που θα συνεργασθή μαζί του για τη σωτηρία του ανθρώπου και την ανακαίνισι του κόσμου. Ο Θεός αναζητάει άξιο τόπο και έμψυχο ναό για να κατοικήση ο ίδιος στη γη, ανάμεσα στους ανθρώπους. Αυτό που γράφει ο Δαβίδ για τον εαυτό του μπορούμε να πούμε ότι ισχύει κυρίως για τον Λόγο του Θεού: «Ει δώσω ύπνον τοις οφθαλμοίς μου και τοις βλεφάροις μου νυσταγμόν και ανάπαυσιν τοις κροτάφοις μου, έως ου εύρω τόπον τω Κυρίω, σκήνωμα τω θεώ Ιακώβ» (Ψαλμ. 131, 4 –5) .
Η νοσταλγική αυτή αναζήτησις του Υιού και Λόγου του Θεού άρχισε από τότε που ο Αδάμ κι η Εύα αρνήθηκαν την κλήσι και έχασαν την εκλογή. Από τότε, όλοι οι δρόμοι και τα μονοπάτια της ιστορίας αντηχούν από τη φωνή του Θεού: «Αδάμ, που ει;» (Γεν. γ' 9). Οι άνθρωποι, καθώς ακούνε τη φωνή του Θεού, φεύγουν και κρύβονται (Γεν. γ' 8), νομίζοντας ότι ο Θεός τους αναζητεί για να τους τιμωρήση... Κι όμως. Εκείνος το μόνο που βαθειά επιθυμεί είναι να βρη ανάμεσά τους τόπο και τρόπο αναστηλώσεως «της σκηνής του Δαβίδ της πεπτωκυίας» (Αμ. θ' 11) για να κατοικήση ξανά ανάμεσα στους ανθρώπους.
Ο Θεός, τον έμψυχο ναό που αναζητούσε για να κατοικήση σωματικά, τον βρήκε στο πρόσωπο της Θεοτόκου. Αυτή ήταν η μόνη «εκ του αιώνος» κατάλληλη για να γίνη κατοικία της θεότητος. Διότι αυτή τελικά αποδέχθηκε την κλήσι του Θεού.
Ο καθένας, νοιώθοντας την αμαρτωλότητά του, ντρέπεται και φοβάται τον Θεό. Γι΄ αυτό, όταν, κατά κάποιο τρόπο, ακούη τη φωνή Του, φεύγει, «κρύβεται από προσώπου του Θεού του»... Στην πραγματικότητα όμως ο Θεός τρέχει πίσω μας, αναζητώντας τόπο και τρόπο να ξαναστήση κοντά μας τη σκηνή του. Διότι ο Θεός θέλει να μένη κοντά μας, όπως τον καιρό του Παραδείσου. Η Παναγία ήταν Εκείνη που έγινε ναός και σκηνή του Θεού, κατά μοναδικό και ανεπανάληπτο τρόπο. Ο καθένας όμως μπορεί να γίνη «ναός του Θεού» (Α΄ Κορ. γ΄ 16) αρκεί να το θέλη. Διότι Εκείνος οπωσδήποτε το θέλει και βαθειά το επιθυμεί να «ενοικήση και εμπεριπατήση» μέσα στον προσωπικό και κοινωνικό χώρο των ανθρώπων και να γίνη για όλους «Θεός και Πατέρας» τους (Β΄ Κορ στ' 16 –18) .

(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 31-32 )

746.Ερώτηση.
Αδελφός ερώτησε τον ίδιο γέροντα. Εκείνος που περιφρονεί ένα πράγμα του Θεού, ώστε ή να βλαβεί ή να χαθεί, σε ποιά καταδίκη υπόκειται;
Απόκριση: Ο άνθρωπος αυτός μοιάζει με εκείνον που έκλεψε ή έκανε το πράγμα κακώς παρά το θέλημα του Θεού, και υπομένει την ίδια κατάκριση.
Ερώτηση
Αν κανείς φροντίζει να μη περιφρονήσει και χάνει πράγμα χωρίς να θέλει, άραγε κατακρίνεται;
Απόκριση: Οφείλει να κατακρίνει τον εαυτό του και να ζητήσει συγχώρηση από τον Θεό, διότι αμέλησε.
(Βαρσανουφίου Έργα, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18Γ, σελ.359)

361- ΝΑ ΥΠΟΦΕΡΩ Ή ΝΑ ΑΠΟΘΑΝΩ.
Μπρος σε ένα άρρωστο χωρίς ελπίδα να θεραπευθή, ο κόσμος λέγει: «Καλύτερα να αποθάνη παρά να βασανίζεται». Σκέψις ανθρώπινη. Μπρος στον ίδιο άρρωστο ένας καλός χριστιανός θα πη: «Ο Θεός να του δίνη δύναμι να υπομένη τον πόνο του για το πνευματικό καλό της ψυχής του και των άλλων». Ο άγιος όμως που ξέρει την αξία του πόνου θα πη με την αγία Μαγδαληνή ντε Πάτσις: «Κύριε, ή να υποφέρω ή να αποθάνω».

362- ΣΤΑΥΡΩΜΕΝΗ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ.
Σε μια καλογραία, που παραπονιόταν πως δεν μπορούσε από τους πόνους ούτε να προσευχηθή, ούτε να μελετήση, ένας καλός πνευματικός της είπε: «Παιδί μου, μάθε ότι για σένα τώρα είναι καλύτερα να είσαι σταυρωμένη με το Χριστό, παρά να παρακαλής τον Εσταυρωμένο Χριστό».

367- Η ΩΧΡΑΚΕΡΩΣ.
Στη νήσο Ιάβα υπάρχει ένα είδος αράχνης, που λέγεται «ωχράκερως». Εκπέμπει από το σώμα της κάποιο γευστικό και άοσμο υγρό, το οποίον σαγηνεύει τα μυρμήγκια. Τα έντομα αυτά μόλις ροφήσουν το νέκταρ της δόλιας αράχνης, ζαλίζονται, ναρκώνονται, παραλύουν. Και τότε η ύπουλη «ωχράκερος» αρχίζει με όλη της την άνεσι ν’ απομυζά μέχρι της τελευταίας ρανίδος το αίμα του θύματός των. Κάτι παρόμοιο κάνει και η ασέλγεια στον άνθρωπο.

(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 162,164)

ΚΑΠΟΙΟΣ φιλόπονος μοναχός, που αγωνιζόταν με όλες του τις δυνάμεις για την αρετή, κάποτε ατόνισε κι έπεσε σε αμέλεια. Γρήγορα όμως συνήλθε κι έλεγε στον εαυτό του:
- Ταλαίπωρε άνθρωπε, μέχρι πότε θα καταφρονείς την σωτηρία σου; Δεν φοβάσαι τον θάνατο και την κρίση;
Με τις σκέψεις αυτές γινόταν προθυμότερος στο έργο του Θεού.
Μια μέρα, ενώ προσευχόταν, μαζεύτηκαν γύρω του τα πονηρά πνεύματα και πάσχιζαν να τον αποσπάσουν από την προσευχή.
- Μέχρι πότε θα με βασανίζετε; είπε με αγανάκτηση ο αδελφός. Δεν σας έφτασε τόσος χρόνος που με είχατε ρίξει σε αμέλεια;
- Όταν ήσουν αμελής, δεν μας έδινες καμιά ενόχληση, αποκρίθηκαν με κακία οι δαίμονες, και σε παραμελούσαμε κι εμεις. Τώρα που μας εναντιώνεσαι, σε πολεμούμε.
Όταν τ’ άκουσε αυτά ο αδελφός, εβίαζε πιο πολύ τον εαυτό του στον πνευματικό αγώνα και με την Χάρη του Θεού πρόκοψε στην αρετή.


ΈΝΑΣ αδελφός, που περνούσε άσκοπα τον καιρό του, παραμελώντας την σωτηρία του, κατέβαινε κάποτε στην πόλη να πουλήσει τα καλάθια του. Βραδιάστηκε όμως στον δρόμο και για να μην κινδυνεύσει στην σκοτεινή νύκτα, βρήκε πρόχειρο κατάλυμα σ’ έναν παλιό τάφο. Ξάπλωσε να ξεκουραστεί κι ενώ έκλειναν πια τα μάτια του από την νύστα, είδε απέναντι του δυό δαίμονες να τον περιεργάζονται.
- Για δες εκεί, τόλμησε ο καλόγερος να ξαπλώσει στο μνημείο, είπε ο ένας. Ας τον πειράξουμε για ν’ αναγκαστεί να φύγει από την κατοικία μας.
- Μην χανουμε μ’ αυτόν τον καιρό μας, αποκρίθηκε με περιφρόνηση ο άλλος. Είναι από τους δικούς μας. Τρώει, πίνει, φλυαρεί, παραμελεί τα καθήκοντά του και κανει σχεδόν ολα μας τα χατήρια. Ας πάμε να πειράξουμε εκείνους που μας πολεμούν νύχτα-μέρα με την προσευχή τους και την άσκηση. Βλέποντας ο αδελφός πως και οι δαίμονες ακόμη τον περιφρονούσαν, έβαλε αρχή κι έγινε καλός μοναχός.


ΑΝ ΠΗΡΕΣ πραγματική απόφαση να ζήσεις στο εξης σύμφωνα με τον θείο Νόμο, θα βρεις βοηθό αυτόν τον Νομοθέτη, λέει ένας Άγιος Πατήρ. Αν πάλι με την θέλησή σου παραβαίνεις τις θείες εντολές, θα έχεις συνεργάτη τον διάβολο.
Δείξε λοιπόν την καλή σου πρόθεση, για να λάβεις δύναμη από τον Θεό.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 35-36 )

Η ανακούφιση του φυλακισμένου
Παρόμοιο, με τα προηγούμενα, περιστατικό διηγήθηκε κάποτε ο άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων,
πατριάρχης Αλεξανδρείας (610-619) στους κληρικούς του, για να τους αποδείξει πόσο πολύ ωφελούν οι λειτουργίες:
Ένας νέος από την Κύπρο, συμπατριώτης του αγίου, οδηγήθηκε αιχμάλωτος στην Περσία και κλείστηκε σε μια φυλακή,
που ονομαζόταν Λήθη. Υπήρχε αυστηρός περσικός νόμος να μη βγαίνουν ποτέ ζωντανοί όσοι φυλακίζονταν εκεί.
Κάποτε όμως μερικοί κατάφεραν να δραπετεύσουν. Αυτοί πληροφόρησαν λάθος τους συγγενείς του νέου ότι πέθανε μέσα στη φυλακή. Ύστερ’ απ’ αυτό οι γονείς του πήγαιναν τρεις φορές το χρόνο πρόσφορα στην εκκλησία για την ανάπαυση της ψυχής του, πιστεύοντας πως είναι νεκρός.
Πέρασαν τέσσερα χρόνια. Μια μέρα ο νέος κατάφερε να δραπετεύσει και να γυρίσει στην πατρίδα του.
Η έκπληξη και η χαρά των γονιών του ήταν απερίγραπτη, γιατί δεν τον υποδέχθηκαν σαν δραπέτη από τη φυλακή,
αλλά σαν νεκραναστημένο.
Ύστερα του διηγήθηκαν πως, για την ανάπαυση της ψυχής του, μνημόνευαν ιδιαίτερα το όνομά του στις λειτουργίες των Φώτων, του Πάσχα και της Πεντηκοστής.
Τότε ο νέος τους διαβεβαίωσε συγκινημένος ότι τις μέρες εκείνες εμφανιζόταν κάποιος λαμπροφόρος, που τον ελευθέρωνε για λίγο από τις αλυσίδες.
[16]
(Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου, σελ.23)

737.Ερώτηση
Πρέπει κανείς να μιλάει μέσα στην εκκλησία;
Απόκριση: Δεν πρέπει καθόλου να μίλα κανείς μέσα στον οίκο του Θεού όταν γίνεται η θεία λειτουργία, αλλά να ασχολείται με την προσευχή και να ακούει προσεκτικά τις θείες Γραφές, διότι αυτές περιέχουν τα σχετικά με τη σωτηρία των ψυχών μας. Αν παραστεί ανάγκη να μιλήσει, πρέπει να συντομεύει από σεβασμό και φόβο της προκείμενης ώρας, και να το θεωρεί το πράγμα έτσι, σαν κατάκριση.
Ερώτηση
Αν βέβαια εγώ δεν θέλω να μιλήσω, μερικοί όμως από τους πατέρες αρχίσουν την ομιλία πρός έμενα, τι να κάνω για να μη σκανδαλισθούν με τη σιωπή μου, νομίζοντας ότι η στάση μου σημαίνει περιφρόνηση;
Απόκριση: Αν αρχίσουν αυτοί, απάντησε με συντομία, θεωρώντας όμως και έτσι το πράγμα σαν κατάκριση.
(Βαρσανουφίου Έργα, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18Γ, σελ.351)

Ο αββάς Μακάριος και ο διάβολος
Ο αββάς Μακάριος ο Αιγύπτιος κατοικούσε στην βαθειά έρημο σαν ησυχαστής.
Πάρα κάτω απ’ αυτόν υπήρχε μια σκήτη με πολλούς αδελφούς.
Κάποτε, καθώς παρατηρούσε τον δρόμο, βλέπει τον διάβολο και τον ρωτά:
- Που πηγαίνεις;
- Πάω να πειράξω τους αδελφούς της σκήτης, απαντά εκείνος και απομακρύνεται.
Αργότερα τον βλέπει να επιστρέφει και του λέει:
- Είθε να σωθείς.
- Πώς να σωθώ; Αφού όλοι στη σκήτη μου φέρθηκαν άσχημα και κανείς δεν με ανέχεται, αποκρίνεται ο διάβολος,
- Ώστε δεν έχεις κανένα φίλο εκεί; τον ρωτά ο αββάς.
- Έχω έναν. Και αυτός τουλάχιστον με ακούει. .
- Και ποιό είναι το όνομα του φίλου σου;
- Θεόπεμπτος, λέει ο διάβολος και φεύγει.
Ο όσιος Μακάριος σηκώνεται τότε και ξεκινά για την σκήτη.
Οι αδελφοί, που έμαθαν ότι έρχεται, βγαίνουν με βάγια για να τον υποδεχθούν.
Εκείνος ζήτησε να μάθει ποιός είναι ο Θεόπεμπτος. Όταν τον βρήκε, πήγε στο κελλί του.
Ο αδελφός τον δέχθηκε με χαρά. Μόλις έφυγαν οι άλλοι, ο αββάς του λέει:
- Πώς είσαι, αδελφέ;
- Καλά με τις ευχές σου.
- Μήπως έχεις πόλεμο με τους λογισμούς;
- Καλά είμαι.
- Εγώ, τί να σου πω; Τόσα χρόνια ασκητεύω, κι όλοι με τιμούν,
και όμως παρά τα γεράματά μου δεν μ’ αφήνουν ήσυχο οι αισχροί Λογισμοί.
- Πίστεψε με, γέροντα, και σε μένα το ίδιο συμβαίνει.
Ο αββάς Μακάριος συνέχισε να υποκρίνεται ότι έχει πολέμους και από άλλους λογισμούς,
έως ότου ο μοναχός Θεόπεμπτος του απεκάλυψε όλες τις δυσκολίες του. Μετά τον συμβούλευσε και τον ευλόγησε.
Όταν γύρισε στην δική του έρημο, ξαναβλέπει τον διάβολο και του λέει:
- Πού πηγαίνεις πάλι;
- Πάω να ξαναπειράξω τους αδελφούς της σκήτης, άπαντά εκείνος και φεύγει.
Στον γυρισμό του λέει ο όσιος:
- Πώς τα πέρασες με τους αδελφούς;
- Άσχημα, άπαντά ο διάβολος. Και το χειρότερο είναι ότι κι αυτός ο φίλος μου ο Θεόπεμπτος,
που μέχρι τώρα με υπήκουε, δεν ξέρω πώς, χάλασε και δεν με ακούει, με πολεμά μάλιστα περισσότερο από τους άλλους.
Τόσο που ωρκίσθηκα για αρκετό καιρό να μην ξαναπατήσω στην σκήτη.
(Γεροντικόν)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος πρώτος, σελ.27-28)

Γάμος ή παρθενία;
Σ ένα φίλο, που αντιμετώπιζε δίλημμα γάμου ή παρθενίας,
ο Γέροντας πρόσφερε πολλές προοπτικές σωτηρίας και τον απάλλαξε από το άγχος του διλήμματος,
πριν ακόμη διαλέξει οτιδήποτε, λέγοντάς του :
" Μην ταλαιπωρείσαι άδικα, καταπιέζοντας τον εαυτό σου ν' αποφασίσεις τώρα να διαλέξεις.
Άφησέ τον εαυτό σου ελεύθερο από την επίμονη αυτή σκέψη και δώσε όλη την προσοχή σου,
πως να αγαπήσεις το Χριστό, που σε αγαπά.
Όλα του Χριστού είναι, παρελθόν, παρόν και μέλλον μας, όπου φανερώνεται η Πρόνοιά Του,
μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια της ζωής μας. Μπορεί να κάνεις οικογένεια, μπορεί να πας όπου σου αρέσει να αφιερωθείς. Μπορεί όμως και να μην κάνεις τίποτε απ' αυτά, να μείνεις στο σπίτι σου, όπως είσαι τώρα.
Πάλι σώζεσαι, φτάνει ν' αγαπάς το Χριστό. Ο Χριστός θα φέρει τη λύση που σου ταιριάζει περισσότερο,
που θα μιλήσει καθαρά στην ψυχή σου. Μη στεναχωρείσαι. Και τώρα επάνω στο δρόμο του Χριστού είσαι".
[ Γ 367π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.257)

Κάποιος γέροντας από την έρημο του Χοζεβά της Πλαιστίνης, όσο ζούσε στο χωριό του, πήγαινε κρυφά τη νύχτα και έσπερνε με δικά του βόδια και δικό του σπόρο τα χωράφια των φτωχών συγχωριανών του.
Όταν ήρθε στην έρημο και κατοίκησε σ’ένα από τα κελλιά του Χοζεβά, έβγαινε καθημερινά στον ανηφορικό δρόμο που πηγαίνει από την Ιεριχώ στην Ιερουσαλήμ. Και σαν έβλεπε εξαντλημένο οδοιπόρο, έπαιρνε στους ώμους το φορτίο του και ανέβαζε μέχρι το όρος των Ελαιών. Και πάλι ξαναγύριζε από τον ίδιο δρόμο κουβαλώντας τα φορτία των άλλων, αν βέβαια τους συναντούσε, και τα έφερνε μέχρι την Ιεριχώ.
Έβλεπες λοιπόν τoν γέροντα να κουβαλά ιδρωμένος άλλοτε κανένα φορτίο και άλλοτε μικρά παιδιά, που είχαν αποκάμει. Άλλοτε πάλι καθόταν και επιδιόρθωνε τα παπούτσια των οδοιπόρων, αν είχαν φθαρεί, γιατί είχε τα απαραίτητα εργαλεία.
Έχοντας μαζί του επίσης πάντα ψωμί και νερό, άλλους ξεδίψαγε άλλους τους έτρεφε. Εάν συναντούσε κανέναν ρακένδυτο, του έδινε το δικό του ρούχο. Ακόμη κι αν έβρισκε κανένα νεκρό, του διάβαζε τη νεκρόσιμη ακολουθία και τον έθαβε.

(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος γ’, σελ. 26-27)

katafigioti

lifecoaching