ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ!

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ!  ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…

¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBANGR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).

Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης

1233. ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Ο ΘΕΟΣ.
Ένας νέος θέλησε να τελειοποιηθεί στην αρετή. Πήγε σε κάποιο πολύ γνωστό δούλο του Θεού και τον ρώτησε: «Που μπορώ να αισθανθώ το Θεό πιο κοντά μου;». Ο άνθρωπος του Θεού οδήγησε τον επισκέπτη του σε ένα απόμερο και ήσυχο τόπο και του είπε: «Εδώ στην μοναξιά και στη σιωπή θα βρεις το Θεό».

1356. Ο ΘΕΟΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΚΑΙ ΜΙΛΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΣΙΩΠΗ.
Φεύγοντας την οργή της βασίλισσας Ιεζάβελ ο προφήτης Ηλιού έφθασε στην κορυφή του όρους Χωρήβ και έμεινε κρυμμένος σε μια σπηλιά. Τότε άκουσε μια φωνή, που έλεγε: «Ιδού παρελεύσεται Κύριος». «Και ιδού, συνεχίζει η Γραφή, πνεύμα μέγα κραταιόν διαλύον όρη και συντρίβον πέτρας ενώπιον Κυρίου, ούκ εν τω πνεύματι Κύριος. Και μετά το πνεύμα συσσεισμός, ούκ εν τω συμσεισμώ Κύριος. Και μετά τον συσσεισμόν πύρ, ούκ εκ τω πυρί Κύριος. Και μετά το πύρ φωνή αύρας λεπτής. Και εγένετο ως ήκουσεν Ηλιού και απεκάλυψε το πρόσωπον αυτού εν τη μηλωτή και εξήλθε και έστη υπό σπήλαιον». (Γ’ Βασιλ. 19, 11- 14).
Πότε ακούσθηκε η φωνή του Θεού; Ούτε με τον σφοδρό άνεμο, ούτε με το σεισμό, ούτε με την φωτιά, αλλά μόνον όταν, φύσησε η άυρα το λεπτό αεράκι. Σημείο ότι ο Θεός παρουσιάζεται κι ομιλεί μόνο στη σιωπή και τη γαλήνη. Και για να μιλήσει χρειάζεται την σιωπή.

(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 560, 615 )

ΈΝΑΣ Χριστιανός, που ευλαβούνταν τον Όσιο Μακάριο, του πήγε δώρο ένα καλάθι σταφύλια. Ο Όσιος, που τ’ αγαπούσε πολύ, ευχαριστήθηκε. Μα όταν έφυγε ο επισκέπτης, για να κόψει την επιθυμία του, τα έστειλε αμέσως σε κάποιο άρρωστο Ερημίτη, που είχε επιθυμήσει να φάει απ’ αυτά τα οπωρικά. Εκείνος τα δέχτηκε με μεγάλη χαρά, αλλά ύστερα σκέφτηκε πως ήταν άπρεπο να ικανοποιήσει την επιθυμία του. Τα έστειλε λοιπόν στον γείτονά του, λέγοντας πως δεν είχε όρεξη να φάει. Ο γείτονας τα έστειλε στον παρακάτω Γέροντα κι εκείνος πάλι σ’ άλλον. Ώσπου το καλάθι έκανε σχεδόν τον γύρο ολόκληρης της σκήτης. Ο τελευταίος που το πήρε, είπε με τον νου του:
- Τα σταφύλια αρέσουν στον Αββά Μακάριο. Δεν του τα πηγαίνω, να τον ευχαριστήσω;
Πήρε το καλάθι και το πήγε στον Όσιο. Εκείνος το γνώρισε αμέσως και ρωτώντας έμαθε πως είχε φτάσει στα χέρια του. Τότε δόξασε τον Θεό για την εγκράτεια των αδελφών, που ήταν απόδειξη της πνευματικής προκοπής τους.


Ο ΑΒΒΑΣ Πίωρ συνήθιζε να τρώει το λίγο ψωμάκι του περπατώντας.
- Γιατί το κάνεις αυτό, Πάτερ; τον ρωτούσαν οι αδελφοί.
- Δεν έχω το φαί για έργο, έλεγε ο Γέροντας, αλλά πάρεργο. Με το περπάτημα απασχολούμαι και δεν νιώθω την απόλαυση της τροφής.


ΚΑΠΟΙΟΣ διορατικός Γέροντας επισκέφθηκε μια φορά ένα γειτονικό Κοινόβιο. Ο Ηγούμενος τον προσκάλεσε το μεσημέρι να φάει στην τράπεζα των αδελφών. Το φαγητό ήταν κοινό για όλους. Μα καθώς έτρωγαν οι μοναχοί, έβλεπε ο Γέροντας πως μερικοί έβαζαν στο στόμα τους μέλι, άλλοι ψωμί και άλλοι ακαθαρσίες. Απόρησε και παρακάλεσε τον Θεό να του φανερώσει τί ήταν εκείνο το παράδοξο που έβλεπε μπροστά του.
Παρουσιάστηκε λοιπόν θείος Άγγελος και του αποκάλυψε πως εκείνοι που έβλεπε να τρώνε μέλι, πήγαιναν στην τράπεζα με σεβασμό, σαν να έμπαιναν στην εκκλησία, κι ενώ έτρωγαν για την ανάγκη του σώματος ο νους τους ήταν απασχολημένος με την προσευχή. Όσοι φαίνονταν να τρώνε ψωμί, ήταν εκείνοι που ευχαριστούσαν τον Θεό για την τροφή που τους έστελνε κάθε μέρα. Αυτοί που έτρωγαν ακαθαρσίες, μεμψιμοιρούσαν για το φαγητό κι έκαναν διακρίσεις λέγοντας πως το ένα ήταν καλό, το άλλο άνοστο, και ποτέ δεν έμεναν ευχαριστημένοι.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 93-94 )

Το χάρισμα της προσευχής
Ο Στάρετς Σαμψών (1979) παρακινούσε τα πνευματικά του παιδιά να παρακαλούν επίμονα το Θεό για την απόκτηση του χαρίσματος της προσευχής λέγοντας: ‘‘ Δίδαξε με, Κύριε, να προσεύχομαι. Δεν ξέρω να προσεύχομαι.’’
‘‘Μερικές φορές’’, συμπλήρωνε ο στάρετς, ‘‘το μυστικό αυτό μάς αποκαλύπτεται στη θεία λειτουργία όταν κοινωνάμε.
’’Γνώρισα έναν ιερέα που δεν μπορούσε να μάθει να προσεύχεται. Κάποτε λοιπόν, την ώρα που κοινωνούσε, πήρε το Σώμα του Χριστού με το αριστερό του χέρι, το έβαλε πάνω στο δεξί και άρχισε να διαβάζει, όπως συνήθως, την ευχή: «Πιστεύω, Κύριε, και ομολογώ…». Όταν τελείωσε, και ενώ από τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα, άρχισε να παρακαλεί θερμά: ‘ Μάθε με, Κύριε, να προσεύχομαι. Δεν έμαθα ακόμα να προσεύχομαι. Μόνο που διαβάζω τις ευχές.’
’’Αμέσως, καθώς ο ίδιος διηγήθηκε, το πρόσωπο του φωτίστηκε από ένα αόρατο φως και μέσα του άνοιξε ένας άλλος νους. Άρχισε τότε να διαβάζει για δεύτερη φορά το « Πιστεύω, Κύριε…» χωρίς να σηκώνει τα μάτια από το δεσποτικό Σώμα. Τον πλησιάζει ο διάκος και του λέει: ‘ Πάτερ, ο κόσμος περιμένει’.
’’ Το κοινωνικό είχε τελειώσει, αλλά ο ιερέας όσο κι αν προσπαθούσε, δεν μπορούσε να συνέλθει. Στεκόταν σαν να τα ’χε χαμένα, σαν στήλη άλατος. Και τούτο, γιατί κατάλαβε τί είναι η προσευχή. Ένιωσε πως αναστήθηκε. Από τότε έκλαιγε ασταμάτητα. Και ποτέ πια δεν μπόρεσε ν’ατενίσει το πανάχραντο Σώμα του Κυρίου χωρίς δάκρυα.
( Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ.101-102)

Ο στάρετς Βαρνάβας
Ο νεαρός Ζαχαρίας, ο μετέπειτα στάρετς, πήγε κάποτε στην λαύρα της Αγίας Τριάδος του οσίου Σέργιου. Δεν γνώριζε κανένα και κατέφυγε στον ξενώνα. Εκεί πληροφορήθηκε από συζητήσεις προσκυνητών, για κάποιον στάρετς Βαρνάβα ( ΙΘ΄αιών),που ασκήτευε στο ησυχαστήριο « Γεσθημανή». Κάθε μέρος ένα πλήθος ανθρώπων μαζευόταν γύρω του με ποικίλες ανάγκες και προβλήματα. Ο Ζαχαρίας αποφάσισε να τον συναντήση για να τον συμβουλευθή και να πάρη την ευλογία του.
Όταν έφθασε στο ησυχαστήριο είδε ένα αναρίθμητο πλήθος ανθρώπων που συνωστίζοντο θέλοντας να δουν τον γέροντα. Διεπίστωσε ότι ήταν αδύνατο να το διαπεράση και να τον συναντήση. Ξαφνικά όμως ο γέροντας Βαρνάβας βγήκε από το ησυχαστήριο και φώναξε στον κόσμο:
-Εάν υπάρχη κανένας μοναχός από την λαύρα να έρθη μπροστά.
Κανένας δεν πλησίασε, γιατί δεν υπήρχε εκεί μοναχός από την λαύρα. Ο γέροντας κατέβηκε τα σκαλοπάτια της εισόδου και είπε:
-Εμπρός. Να πλησιάση ο μοναχός από την λαύρα. Πάλι κανείς δεν φάνηκε. Προχώρησε τότε μέσα στο πυκνό πλήθος, έφθασε στον Ζαχαρία, τον πήρε από το χέρι και του είπε στοργικά:
-Έλα μαζί μου στο κελλί.
-Μα εγώ δεν είμαι μοναχός από την λαύρα, απήντησε εκείνος.
-Ναι, το ξέρω. Αλλά από τώρα θα ζήσης εδώ στην λαύρα και θα γίνης εδώ μοναχός.
-Μήπως όμως δεν με δεχθούν;
-Όχι, θα σε δεχθούν! Πήγαινε στην πύλη της λαύρας. Στέκονται εκεί τώρα τρεις προϊστάμενοι και σε περιμένουν.
Πράγματι, μετά τον γέροντα Βαρνάβα, ο Ζαχαρίας πήγε στην πύλη της λαύρας και συνήντησε τον ηγούμενο και δύο άλλους προϊσταμένους. Έτσι επιβεβαίωσε μέσα του το θέλημα του Θεού, να γίνη μοναχός της λαύρας του οσίου Σέργιου.
Αργότερα, σε μια φοβερή δοκιμασία, όταν κινδύνευε η ίδια η ζωή του, κατέφυγε πάλι στον στάρετς Βαρνάβα.
-Γέροντα, πεθαίνω! Δεν θα ζήσω για να πάρω το αγγελικό σχήμα. Μήπως, σας παρακαλώ, θα μπορούσατε εσείς να μου κάνατε την κουρά μου κρυφά;
-Όχι, είπε κοφτά ο στάρετς. Δεν πρέπει η κουρά να γίνη κρυφά. Θα γίνης μοναχός φανερά. Σου απαγορεύω όμως να πας σε γιατρούς και να χρησιμοποιήσης φάρμακα. Να υπομένης την αρρώστια σου με ευγνωμοσύνη στον Κύριο. Εγώ θα είμαι εγγυητής για σένα στον Θεό. Θα φθάσης σε βαθειά γεράματα. Θα γίνης και διάκος και ιερομόναχος και πνευματικός όλων των αδελφών της λαύρας.
Όλα αυτά πραγματοποιήθηκαν στην ζωή του μετέπειτα στάρετς Ζαχαρία.
( Στάρετς Ζαχαρίας)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ.139-140)

" Συμβουλές προς κυοφορούσες μητέρες "
Έλεγε σ' έναν παιδίατρο :
-Να λες στις μητέρες να το νιώθουν πόσο πολύ τις τίμησε ο Θεός, που τις αξίωσε να γίνουν μητέρες. Από τη στιγμή που φέρουν μέσα τους το συλληφθέν έμβρυο, έχουν μία δεύτερη ζωή. Να μιλούν στο παιδί τους, να το χαϊδεύουν επάνω από την κοιλιά τους. Το έμβρυο τα αισθάνεται μυστικά αυτά.
Να προσεύχονται με πολλή αγάπη γι' αυτό. Όπως αισθάνεται το γεννημένο παιδί τους, έτσι και το έμβρυο αισθάνεται την έλλειψη της αγάπης της μάνας του, τα νεύρα της, το θυμό της, την απέχθειά της, και δημιουργούνται τραύματα στην ψυχούλα, που το συνοδεύουν σ' όλη του τη ζωή.
Τα άγια συναισθήματα της μάνας και η αγία ζωή της, αγιάζουν το παιδί της από την ώρα της συλλήψεώς του ακόμη.
Τα ίδια ισχύουν και για τον πατέρα.
[Ά 109]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.294-295)

Η ηγουμένη της Ι. Μονής του Χρυσοβαλάντου στην Κωνσταντινούπολη, οσία Ειρήνη (Θ΄ αιών), καλλιέργησε εξαιρετικά την προσευχή. Πολλές φορές αφοσιωνόταν σ’ αυτήν ολόκληρα εικοσιτετράωρα! Τα υψωμένα προς τον ουρανό οσιακά της χέρια πάθαιναν αγκύλωση και μια μοναχή ανελάμβανε να τα επαναφέρη στη θέση τους.

Συχνά έβγαινε τις νύχτες στην αυλή της μονής και αγρυπνούσε με πολλή κατάνυξη. Έβλεπε τα άστρα, την ομορφιά και το μεγαλείο του ουρανού, και χαιρόταν και δόξαζε τον πάνσοφο Δημιουργό.

Μια νύχτα βγήκε αθόρυβα στην ίδια αυλή κάποια μοναχή και αντίκρυσε ένα εξαίσιο θέαμα: Η γερόντισσά της προσευχόταν και τα πόδια της δεν άγγιζαν στο έδαφος. Βρισκόταν μετέωρη στον αέρα δύο πήχες πάνω από το έδαφος! Δύο πανύψηλα κυπαρίσσια έκλιναν τις κορυφές τους μέχρι τη γη μπροστά στην αγία και παρέμειναν στη θέση αυτή, εώς ότου τελείωσε την προσευχή της! Τότε τα πλησίασε, άγγιξε τις κορυφές τους και τα ευλόγησε σταυροειδώς. Μετά απ’ αυτό επέστρεψαν στη φυσική τους θέση.

Η αδελφή νόμισε πως έβλεπε φάντασμα και άρχισε να τρέμη. Επειδή όμως το θέαμα διήρκεσε αρκετή ώρα, έτρεξε στο κελλί της ηγουμένης και βρίσκοντάς το άδειο κατάλαβε ότι είχε στ’ αλήθεια παρακολουθήσει ένα θαυμαστό γεγονός!

Και τότε μεν δεν αποκάλυψε τίποτε. Μια άλλη όμως νύχτα η οσία Ειρήνη έδεσε στις χαμηλωμένες κορυφές των κυπαρισσιών δύο μαντήλια. Την επόμενη μέρα οι αδελφές τα επεσήμαναν και απορούσαν. Ρωτούσαν η μία την άλλη, ποιος και πότε και με τι τρόπο μπόρεσε ν’ ανέβη τόσο ψηλά και να δέση εκεί τα μαντήλια. Τότε η αδελφή, που είχε δει το θαυμαστό θέαμα, έδωσε τη σωστή ερμηνεία. Οι άλλες αδελφές συγκινήθηκαν μέχρι δακρύων. Η οσία όμως, όταν το πληροφορήθηκε, έδωσε την εντολή να παύσουν να διηγούνται το θαύμα.

(Συναξαριστής Ζ΄)

("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Γ΄, σελ. 213-214)

Ο υπερήφανος δεν έχει πνευματικές πτήσεις αλλά πτώσεις

-    Γέροντα, υποχώρησαν τα δέκατα που είχα.
-    Χαίρομαι πολύ που υποχώρησαν - δόξα τω Θεώ -, γιατί πολύ σε ταλαιπωρούσαν. Πιστεύω ότι τώρα θα υποχωρήσουν και τα πνευματικά δέκατα, αν πιάσης την υπερηφάνεια από την οποία προέρχονται. Γιατί είναι αλήθεια ότι η υπερηφάνεια ανεβάζει όχι μόνο δέκατα πνευματικά αλλά και μεγάλο πυρετό πνευματικό. Ανάλογα με το ανέβασμα της υπερηφανείας είναι και το ανέβασμα του πνευματικού πυρετού, ο οποίος επιδρά και στο σώμα, και αρχίζει να ανεβαίνη και ο σωματικός πυρετός, επειδή η ψυχή και το σώμα συνεργάζονται.
Η υπερηφάνεια είναι η μεγαλύτερη πνευματική αρρώστια. Σαν την βδέλλα πού, αν κολλήση επάνω σου, σού ρουφάει το αίμα, έτσι και η υπερηφάνεια ρουφάει όλο το εσωτερικό του ανθρώπου. Φέρνει και πνευματική ασφυξία, γιατί καταναλώνει όλο το πνευματικό οξυγόνο της ψυχής.
-    Γέροντα, έχω προσέξει πώς, μόλις βάλω μια σειρά στον αγώνα μου, γίνονται
όλα...
-     Φαίνεται, λές με τον λογισμό σου «καλά πάω», γι’ αυτό ύστερα έχεις πτώσεις. Ο υπερήφανος δεν έχει πνευματικές πτήσεις αλλά πτώσεις.
-    Γέροντα, ό,τι και να κάνω ή να πώ, βλέπω ότι με κεντά η υπερηφάνεια.
-    Ό,τι κάνεις, να το κάνης με ταπεινό λογισμό, γιατί διαφορετικά βάζεις τον διάβολο ακόμη και στις καλές ενέργειές σου. Αν, ας υποθέσουμε, λέη κάποιος υπερήφανα: «θά πάω να κάνω μια καλωσύνη», βάζει και τον διάβολο μέσα και μπορεί να συναντήση ένα σωρό εμπόδια και τελικά να μην μπορέση να πάη. Ενώ, αν πάη αθόρυβα να κάνη μια καλωσύνη, τότε δεν μπαίνει ο διάβολος.
-    Πώς γίνεται, Γέροντα, η σωστή πνευματική εργασία στον εαυτό μας;
-    Μυστικά και σιωπηλά. Η πνευματική εργασία είναι πολύ λεπτή και χρειάζεται πολλή προσοχή στην κάθε μας ενέργεια. Η πνευματική ζωή είναι «επιστήμη επιστημών», λένε οι Αγιοι Πατέρες. Τί εγρήγορση χρειάζεται! Το ανέβασμα στην πνευματική ζωή είναι σαν το ανέβασμα σε μια κυκλική σκάλα που δεν έχει κάγκελα. Αν ανεβαίνη κανείς χωρίς να βλέπη που πατούν τα πόδια του και λέη: «ώ, πόσο ψηλά ανέβηκα! και που θα φθάσω ακόμη!», παραπατάει και πέφτει κάτω.
-    Γιατί, Γέροντα, δεν έχει κάγκελα η σκάλα;
-    Γ ιατί είναι ελεύθερος ο άνθρωπος και πρέπει να χρησιμοποιή το μυαλό που του έδωσε ο Θεός. Αν δεν το χρησιμοποιή σωστά, τί να τον κάνη ο Θεός;
-    Γέροντα, μπορεί μια κατάσταση πνευματικής ξηρασίας να έχη αιτία την υπερηφάνεια;
-    Ναί, αν υπάρχη υπερηφάνεια, ο Θεός επιτρέπει να μένη ο άνθρωπος σε μια κατάσταση οκνηρίας, ακηδίας και ψυχρότητος, γιατί, αν τον βοηθήση και γευθή κάτι ουράνιο, τότε ένα κι ένα θα το πάρη επάνω του, θα νομίζη ότι αυτό οφείλεται στον αγώνα που έκανε και θα υπερηφανεύεται: «Αγωνισθήτε! θα λέη μετά και στους άλλους. Εγώ αγωνίσθηκα και τί αξιώθηκα να ζήσω!», και έτσι θα πληγώνη ψυχές. Γι’ αυτό ο Θεός τον αφήνει να χτυπηθή, όσο χρειάζεται, για να πεθάνη η ιδέα που έχει για τον εαυτό του, να απελπισθή με την καλή έννοια από τον εαυτό του και να νιώση το «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν».


(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 82-84)

ΈΝΑΣ μαγιστριανός (αξιωματικός του βυζαντινού στρατού) πήγαινε μαζί με τον υπασπιστή του σε κάποια εμπιστευτική αποστολή. Καθώς περνούσαν, τρέχοντας πάνω στα γρήγορα άλογά τους, σ’ έναν δρόμο ερημικό, σκόνταψαν πάνω σ’ ένα ολόγυμνο πτώμα που κειτόταν καταμεσίς του δρόμου.
- Ο δυστυχισμένος σίγουρα θα έχει πέσει θύμα ληστών, που λυμαίνονται τούτα τα μέρη, είπε ο αξιωματικός.
Αψηφώντας κάθε κίνδυνο που κι ο ίδιος διέτρεχε, όσο αργοπορούσε στ’ άγρια εκείνα μέρη, κατέβηκε από τ’ άλογο, έβγαλε την χλαίνα του και τύλιξε το γυμνό αιμόφυρτο σώμα. Ύστερα άνοιξε έναν πρόχειρο τάφο με την βοήθεια του συντρόφου του κι εθαψε τον άγνωστο. Όταν τέλειωσε όλη εκείνη η διαδικασία, ανέβηκε πάλι στο άλογο ο ευγενής νέος να συνεχίσει το ταξίδι του. Είχε όμως άρκετά καθυστερήσει και κινδύνευε να νυχτωθεί στην έρημο. Σπιρούνιζε λοιπόν το ζώο και κάλπαζε ασυλλόγιστα. Ξαφνικά εκείνο αφηνίασε και τον πέταξε κάτω. Αναίσθητο σχεδόν
από το φοβερό χτύπημα τον μετέφερε ο υπασπιστής του στο πιο κοντινό χάνι και φώναξε αμέσως έναν γιατρό.
Ο μαγιστριανός είχε σπάσει το δεξί του πόδι και υπέφερε φοβερά. Την άλλη μέρα η κατάστασή του χειροτέρεψε. Το πόδι μελάνιασε ολόκληρο κι οι πόνοι έγιναν αφόρητοι. Όσοι ειδικοί τον είδαν, είπαν πως έπρεπε χωρίς αναβολή να κοπεί. Δεν έπαιρνε θεραπεία, γιατί είχε αρχίσει ήδη να σαπίζει. Την επομένη θα του το έκοβαν οριστικά.
Την νύχτα ο νεαρός αξιωματικός δεν μπορούσε να κλείσει μάτι από τους πόνους και την θλίψη του. Έκλαιγε την συμφορά του και βογγούσε απελπιστικά. Θα είχαν φτάσει πια μεσάνυχτα, όταν είδε ξαφνικά ν' ανοίγει μ’ ένα ελαφρό τρίξιμο η πόρτα του δωματίου του και να μπαίνει μέσα κάποιος άγνωστος νέος. Πλησίασε το κρεββάτι του.
- Τί έχεις και βογγάς; τον ρώτησε με πολλή συμπάθεια.
- Τί θέλετε να κάνω, κύριε; είπε με πολύ κόπο ο άρρωστος, νομίζοντας πως ήταν κανένας από τους νυχτερινούς πελάτες του πανδοχείου που είχε ανησυχήσει από τα βογγητά του. Το πρωί θα μου κόψουν το πόδι οι γιατροί.
- Δείξε μου το χτύπημά σου.
Ο νέος έδειξε το πόδι του. Ο άγνωστος τότε με μεγάλη επιτηδειότητα έλυσε τους επιδεσμους. Το έτριψε απαλά με το χέρι του και είπε στον άρρωστο να σηκωθεί και να περπατήσει.
- Τί μου λέτε; άρχισε να διαμαρτύρεται εκείνος. Δεν βλεπετε πως είναι εντελώς σπασμένο και δεν επιδεχεται θεραπεία; Σας είπα πως θα το κόψουν το πρωί.
- Στηρίξου επάνω μου και περπάτησε, είπε με επιμονή ο άγνωστος, δεν έχεις τίποτε.
Ο άρρωστος τότε πιάστηκε από το χέρι που του άπλωσε ο παράξενος νυχτερινός επισκέπτης. Κατέβηκε με ευκολία από το κρεββάτι και σαν τρελός από την χαρά του, άρχισε να πηγαίνει πέρα-δώθε μέσα στο δωμάτιο, χωρίς την παραμικρή δυσκολία. Ούτε πόνο πια ένιωθε.
- Είδες λοιπόν που θεραπεύτηκες εντελώς! Πλάγιασε τώρα να κοιμηθείς και μην στενοχωριέσαι πια, του είπε ο άγνωστος και του έδωσε το χέρι να τον αποχαιρετήσει.
- Φευγετε, κύριε; ρώτησε ο μαγιστριανός.
- Τί άλλο θέλεις από μένα; Τώρα είσαι καλά.
- Για τ’ όνομα του Παντοδύναμου Θεού, που σε οδηγησε ως εδώ, πες μου. ποιός είσαι; φώναξε γεμάτος συγκίνηση ο νέος.
- Κοίταξέ με καλά. Δεν με αναγνωρίζεις;
- Όχι, έγνεψε ο αξιωματικός.
- Μήπως γνωρίζεις τούτη την χλαίνη;
Ο νέος έμεινε αναυδος από την έκπληξη.
- Είναι δική μου, ψιθύρισε όταν συνήλθε.
- Είμαι εκείνος που με σκεπασες με την χλαίνη σου. Ο Θεός μ’ έστειλε εδώ να σε γιατρέψω. Εκείνον να ευγνωμονείς σ’ όλη σου την ζωή. Και λέγοντας αυτά έγινε άφαντος.
Το πρωί, που ήρθαν οι γιατροί για την εγχείρηση, βρήκαν τον μαγιστριανό έτοιμο για ταξίδι. Δεν πίστευαν στα μάτια τους. Κι αναγκάστηκαν να παραδεχτούν το θαύμα. Από τότε ο ευγενής αξιωματικός έγινε πιο θερμός στην πίστη και δεν έπαυσε σ’ όλο το διάστημα της ζωής του να ελεεί ζωντανούς και πεθαμένους.


(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.105-107)

Αδιόρθωτοι
κατακριτέοι
αν σείς επιμένετε στα ίδια και είστε αδιόρθωτοι,
ενώ εμείς καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια και φροντίδα
να σας οδηγούμε συνεχώς στο σωστό δρόμο της αρετής,
φανταστείτε πόση θα ‘ναι η δική μας θλίψις και η δική σας καταδίκη.
Αν και είμαστε πλέον ανεύθυνοι,
αφού δεν παραλείψαμε τίποτε από όσα απαιτούνται για την οικοδομή σας,
όμως, επειδή πάσχουμε για τη σωτηρία σας,
δεν μπορούμε να ησυχάσουμε.
Ε.Π.Ε. 2,284

δεν θέλουν να διορθωθούν
Τι σημαίνει το «προάγουσαι εις κρίσιν»;
Αναφέρεται σ’ αυτόν, που πέφτει σε αμαρτήματα κατακριτέα,
σ’ αυτόν που ‘ναι αδιόρθωτος, σ’ αυτόν, που ενώ υπάρχει ελπίδα να διορθωθή,
δεν κάνει τίποτε.
Ε.Π.Ε. 23,412

οι αιρετικοί
Θεωρεί αδιόρθωτους ο Παύλος τους αιρετικούς.
Το να παραβλέπουμε όσους έχουν ελπίδα κάποιας μεταβολής,
είναι απόδειξις οκνηρίας και αδιαφορίας.
Έτσι και το να προσπαθούμε να θεραπεύσουμε όσους πάσχουν ανίατα,
είναι δείγμα ανοησίας και κάκιστης παραφροσύνης.
Διότι έτσι τους κάνουμε θρασύτερους.
Ε.Π.Ε. 24,124

Αδωροδόκητος
ο θάνατος
Είναι δήμιος ο θάνατος, που με τίποτε δεν δωροδοκείται.
Το χέρι του δεν πείθεται με το χρυσάφι που θα βάλης.
Ούτε χρηματίζεται απ’ τους πλουσίους, για να τους αφήσει.
Όλους τους φυλακίζει μέσα στους τάφους.
Ε.Π.Ε. 31,382


(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 106-107)

Η ταλαιπωρία των παιδιών εξ' αιτίας των γονέων

-Γέροντα, μια μητέρα μας ρώτησε τί να κάνη που η κόρη της βρίζει την Παναγία.
-Να εξετάση από που ξεκινάει το κακό. Μερικές φορές σε τέτοιες περιπτώσεις φταίνε οι γονείς.
Όταν οι ίδιοι δεν συμπεριφέρωνται καλά, δεν βοηθούν τα παιδιά και εκείνα μιλούν με αναίδεια.
Τότε δέχονται μια επήρεια δαιμονική και αντιδρούν άσχημα.
Άλλοτε πάλι οι γονείς νομίζουν ότι με το ζόρι θα κάνουν καλά παιδιά.
Μπαίνει και ο εγωισμός και τους μιλούν με αγανάκτηση, ενώ πρέπει να τους φέρωνται πάντα με το καλό.
Σήμερα μια γυναίκα με έσκασε! Έχει ένα παιδάκι και το δέρνει αλύπητα.
Από την φοβία το κακόμοιρο τρέμει, δεν μπορεί να μιλήση, έπαθαν τα νεύρα του.
«Έχει δαιμόνιο», της λένε και αυτή το αφήνει νηστικό, για να φύγη δήθεν το δαιμόνιο.
«Δεν του δίνω να φάη, μου είπε, για να φύγη το δαιμόνιο». «Βρέ, είσαι στα καλά σου; της λέω.
Δώσε στο παιδί να φάη. Κοίταξε, τα δικά σου δαιμόνια να φύγουν.
Εσύ έγινες αφορμή και σακατεύτηκε το παιδί. Το παιδί δεν έχει δαιμόνιο, τρέμει, γιατί φοβάται εσένα που το δέρνεις!
Το κοινωνάς τακτικά;». «Όχι», μου λέει. Αντε να συνεννοηθής!
-Γέροντα, μήπως, επειδή μερικές φορές βρίζει, γι’ αυτό λένε ότι έχει δαιμόνιο;
-Βρίζει! Όταν με το ζόρισμα που του κάνει η μάνα πάη να το πνίξη, δεν ξέρει κι εκείνο τί κάνει μετά.
Κρίμα το καημένο! Δαιμονισμένη είναι η μάνα του, δεν είναι το παιδί.
Πάντως θα δούμε παράξενα πράγματα την ημέρα της Κρίσεως!
Στα χρόνια της ειδωλολατρίας οι μητέρες έκαιγαν τα παιδιά τους μπροστά στο άγαλμα του Μολόχ,
για να συμμετάσχουν στην δοξολογία προς τον θεό! Αν γνώριζαν τον πραγματικό Θεό, τί θυσίες θα έκαναν!
Αυτές θα έχουν ελαφρυντικά την ημέρα της Κρίσεως, γιατί παρασύρθηκαν.
Οι σημερινές όμως μητέρες με την αδιαφορία που έχουν για τα παιδιά τους τί ελαφρυντικά θα έχουν;
Θα τις πη ο Θεός: «Εσείς γνωρίζατε τον αληθινό Θεό, βαπτιστήκατε, τόσα ακούσατε, τόσα μάθατε, ο Ίδιος ο Θεός σταυρώθηκε για να σας σώση,
και τί κάνατε; Βαριόσασταν να πάτε τα παιδιά σας να τα κοινωνήσετε στην εκκλησία!
Εκείνες νόμιζαν ότι ο Μολόχ είναι ο αληθινός Θεός και πρόσφεραν θυσία ακόμη και τα παιδιά τους. Εσείς τί κάνατε;».
Τα σφάλματα των γονέων τα πληρώνουν τα παιδιά! Μερικοί γονείς καταστρέφουν τα παιδιά τους, αλλά ο Θεός δεν είναι άδικος,
έχει μεγάλη και ιδιαίτερη αγάπη για τα παιδιά που έχουν αδικηθή στον κόσμο αυτόν είτε από τους γονείς τους είτε από άλλους ανθρώπους.
Όταν οι γονείς γίνωνται αιτία να πάρη το παιδί στραβό δρόμο, ο Θεός δεν θα το αφήση, γιατί δικαιούται την θεία βοήθεια.
Θα οικονομήση έτσι τα πράγματα, ώστε να βοηθηθή. Να, βλέπουμε μερικούς νέους, αλλά και ηλικιωμένους ακόμη,
πώς κάποια στιγμή παίρνουν απότομα μια καλή στροφή.
Θυμάμαι μια περίπτωση: Σε μια οικογένεια με δυο παιδιά, ο πατέρας, η μάνα και η κόρη ήταν άθεοι.
Το αγόρι έμπλεξε πρώτα με τον μαρξισμό. Δεν αναπαύθηκε, πήγε στον Ινδουισμό.
Δεν αναπαύθηκε κι εκεί, και ήρθε στο Αγιον Όρος. Ερχόταν συχνά στο Καλύβι, πήγαινε και σε άλλα Κελλιά.
Οι γονείς του όλον αυτόν τον καιρό «Χριστέ μου, Παναγία μου, φύλαξε το παιδί μας», έλεγαν.
Αφού κάθησε ένα διάστημα στο Όρος και κάπως συνήλθε και δυνάμωσε πνευματικά, γύρισε στο σπίτι του - γιατί δεν ήταν για τον Μοναχισμό -,
και βοήθησε πνευματικά και τον πατέρα και την μάνα του.
Τώρα, βλέπω, ο πατέρας του πρώτος-πρώτος στέκεται στην αγρυπνία.
Λέει τον Προοιμιακό στην εκκλησία, διαβάζει στο σπίτι τον εσπερινό, το απόδειπνο, την παράκληση.
Πώς τα οικονόμησε ο Θεός! Πήγε ο διάβολος να κάνη κακό, αλλά ο Θεός τα ’φερε από ’δώ-από ’κεί και τους έφερε όλους σε λογαριασμό.
-Και το κορίτσι, Γέροντα;
-Κι αυτό σιγά-σιγά έρχεται σε λογαριασμό. Δίνει ευκαιρίες ο Θεός.
-Γέροντα, μερικοί γονείς που αρχίζουν να ζουν πνευματικά σε μεγάλη ηλικία στενοχωριούνται που δεν έδωσαν χριστιανική αγωγή στα παιδιά τους, όταν ήταν μικρά.
-Αν έχουν ειλικρινή μετάνοια και παρακαλέσουν τον Θεό να βοηθήση τα παιδιά τους, ο Θεός κάτι θα κάνη γι’ αυτά, θα τους ρίξη κανένα σωσίβιο,
για να σωθούν από την φουρτούνα στην οποία βρίσκονται. Ακόμη και αν δεν παρουσιασθούν άνθρωποι, για να τα βοηθήσουν, μπορεί και κάτι που θα δούν να συντελέση,
ώστε να πάρουν μια καλή στροφή. Να ξέρετε, αυτοί οι γονείς είχαν καλή διάθεση, αλλά δεν βοηθήθηκαν μικροί από την οικογένειά τους
και δικαιούνται την θεία βοήθεια.
-Καμμιά φορά, Γέροντα, τα παιδιά ζουν πνευματική ζωή, αλλά συναντούν πολλές δυσκολίες από τους γονείς τους που είναι αδιάφοροι.
-Γι’ αυτά τα παιδιά ο Θεός φροντίζει περισσότερο από τα άλλα που έχουν γονείς που ζουν πνευματικά, όπως φροντίζει και για τα ορφανά.


(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 98-101)

katafigioti

lifecoaching