ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ! ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…
¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBAN: GR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).
109. Τί είναι το πρωτείο του Πάπα;
Είναι αίρεση της Ρωμαϊκής Εκκλησίας αναφερόμενη στο διοικητικό σύστημα της Εκκλησίας. Ενώ κατά την ορθόδοξη διδασκαλία όλοι οι Επίσκοποι είναι ίσοι μεταξύ τους, την δε ανώτατη αρχή και εξουσία συγκεντρώνει το σύνολο των επισκόπων της, οι οποίοι είναι ο νόμιμος και αλάθητος φορέας της εξουσίας αυτής, στη Ρωμαϊκή Εκκλησία φορέας όλων των εξουσιών είναι ο επίσκοπος Ρώμης. Ο Πάπας κατέχει την πλήρη και ύψιστη δύναμη δικαιοδοσίας σ’ ολόκληρη την Εκκλησία, όχι απλώς σε ζητήματα πίστεως και ήθους, αλλά και στην πειθαρχία και τη διοίκηση της Εκκλησίας (δόγμα de fide). Την πίστη τους αυτή στηρίζουν στο ότι ο Πάπας είναι διάδοχος του απ. Πέτρου στον επισκοπικό θρόνο της Ρώμης, σ’ αυτόν δε μεταβιβάζει εκείνος όλες τις προνομίες που είχε από το Διδάσκαλο. Τω όντι πιστεύουν ότι ο Χριστός κατέστησε τον Πέτρο πρώτο μεταξύ των άλλων Αποστόλων και ορατή κεφαλή της όλης Εκκλησίας, παραχωρήσας σ’ αυτόν άμεσα και προσωπικά (στο πρόσωπό του) το πρωτείο δικαιοδοσίας πάνω σε όλη την Εκκλησία (De fide). Το πρωτείο αυτό του επισκόπου Ρώμης, στη διατύπωση του οποίου ωθείτο η Ρωμαϊκή Εκκλησία από το εξουσιαστικό και απολυταρχικό πνεύματα της, στην αρχή εκδιπλωνόταν επί της κοσμικής εξουσίας, βραδύτερα όμως και ιδίως από τον Θ’ αιώνα άρχισε να στοχεύει εμφανέστερα και την πνευματική επί της Εκκλησίας κυριαρχία.
Τα δόγματα όμως αυτά των Παπικών κάθε άλλο παρά σωστά είναι. Το χωρίο Ματθ. 16,18: «Συ, εί Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν» στο οποίο στηρίζονται κυρίως οι παπικές αξιώσεις, δεν σημαίνει ό,τι συνήθως αντιλαμβάνονται οι Ρωμαιοκαθολικοί. Η λέξη πέτρα με οποιαδήποτε έννοια κι αν νοηθεί, είτε σημαίνουσα τον Πέτρο σαν βράχο της πίστεως είτε -το κυριότερο- την ομολογία πίστεως του μαθητή, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να σημαίνει ότι η Εκκλησία του Χριστού θα κτιζόταν επί μόνου του Αποστόλου Πέτρου. Και η εξουσία του «δεσμείν και λύειν αμαρτίας», που χορηγείται στη συνέχεια του χωρίου στον Πέτρο (Ματθ. 16,19: «Και δώσω σοι τας κλείς της βασιλείας των ουρανών, και ο εάν δήσης επί της γης, εσται δεδεμένον εν τοις ούρανοίς...») χορηγείται επίσης από τον Κύριο και στους άλλους μαθητές: Αν τινων άφήτε τας αμαρτίας, άφίενται αύτοίς, αν τινων κρατήτε, κεκράτηνται», όπως και η εποικοδόμηση της Εκκλησίας πάνω στον Πέτρο σαν σε λίθο μερικότερο (Ακρογωνιαίος είναι ο Χριστός: Α' Κορ. 3,11), δεν αποκλείει του προνομίου αυτού και τους άλλους μαθητές: «Ούκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού, εποικοδομηθέντες επί τω θεμελίω των αποστόλων και προφητών, όντος ακρογωνιαίου αυτού Ιησού Χριστού» (Έφεσ. 2,19-20).
Όπως όμως μαρτυρούν οι Πράξεις των Αποστόλων και οι άλλες επιστολές, ο Πέτρος δεν είχε λάβει από τον Κύριο καμιά υπεροχή έναντι των άλλων Αποστόλων. Αλλά και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ουδέποτε το προνόμιό αυτό θα μεταβιβαζόταν στον επίσκοπο Ρώμης ως διάδοχο του Πέτρου, απλούστατα γιατί ο Πέτρος μαρτύρησε μεν Ρώμη, ποτέ όμως δεν εχρημάτισε πρώτος επίσκοπος αυτής. Και βέβαια είχε πρεσβεία ο Ρώμης στην αρχαία Εκκλησία, αυτά όμως δεν ήταν πρεσβεία εξουσίας και εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας, αλλ΄ απλά πρεσβεία τιμής, επειδή ήταν επίσκοπος της Ρώμης, της λαμπράς και δοξασμένης πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, της μητέρας των Αγίων και των μαρτύρων.
Εάν πάλι ο επίσκοπος Ρώμης είχε jure divino την εξουσία του επί της Εκκλησίας ως διάδοχος δήθεν του Πέτρου στον επισκοπικό θρόνο της Ρώμης, τότε και άλλοι επίσκοποι κατασταθέντες από τον Πέτρο (μάλιστα ο Αντιόχειας) έπρεπε με το αυτό σκεπτικό να ήταν μέτοχοι σε ίση μοίρα στην υποτιθέμενη εξουσία και τα πρωτεία του πάπα Ρώμης. Τέλος, αν οι Πάπες, εκχριστιανίζοντες τα βάρβαρα φύλα της Δυτικής Ευρώπης είχαν όντως εξουσία επ’ αυτών και παράλληλα ηύξαναν την κοσμική επιρροή τους δια των σχέσεων που είχαν με τους ηγεμόνες της Ευρώπης, η Ανατολική Εκκλησία έμενε πάντοτε ελεύθερη και ανεξάρτητη από τη Ρώμη, αποκρούουσα πάντοτε τις φίλαρχες αξιώσεις των Παπών.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 154-156)
Αμέλεια
για τον εαυτό μας
Δεν καταργώ τον έλεγχο, ούτε απαγορεύω τη διόρθωση,
αλλ’ απαγορεύω ν’ αδιαφορούμε για την πνευματική
δική μας ζωή και ν’ ασχολούμαστε με τους άλλους,
διαπομπεύοντάς τους.
Ε.Π.Ε. 10,74
μέχρι πότε;
Μέχρι πότε θα ‘μαστε ράθυμοι (οκνηροί);
Μέχρι πότε αδιάφοροι;
Μέχρι πότε θα καταφρονούμε και το δικό μας συμφέρον
και των συνανθρώπων μας;
Εκείνος, ο Χριστός, χαρίζει σε μας πλούσια
τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Ε.Π.Ε. 24,116
τα φταίει όλα
Βλέπεις, ότι απ’ την ανόητη αμέλεια και τη ραθυμία,
κι όχι από βίαιη επίθεση γίνεται η απάτη της απώλειας μας;
Ε.Π.Ε. 31,118
Αμετάβλητα
και ευμετάβλητα
Όποιος προτιμά τον πλούτο εκείνο,
δεν θα πάθη κανένα κακό.
Όποιος προτιμά την πρόοδο στην αρετή,
την αληθινή δόξα, την αληθινή τιμή, την αληθινή ηδονή.
Εκεί όλα αυτά είναι σταθερά, χωρίς καμμιά μεταβολή.
Ενώ όλα τα εδώ αλλάζουν και υπόκεινται σε μετατροπή.
Όλα μεταβάλλονται.
Ε.Π.Ε. 23,450
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 161)
Δεν υπήρξε και ούτε θα υπάρξει ποτέ σπουδαιότερος μεταρρυθμιστής από το Χριστό! Είναι ο μόνος που μπορεί να μετατρέψει μέσα μας το κακό σε καλό, τη δυσκολία σε ευκολία, τον πόνο σε ευγνωμοσύνη και την αδικία σε ευλογία. Θυμάμαι παλαιότερα έκλαιγα πάνω από τα προβλήματα μου και Τον κατηγορούσα για τη μαύρη μου τη μοίρα, η ζωή μου ήταν αφόρητη και το μέλλον μού φάνταζε δυσοίωνο. Και η παραμικρή δυσκολία μού προκαλούσε φόβο και ταραχή και όλη μου η ύπαρξη βυθιζόταν σε ένα τέλμα απ’ το οποίο τότε ένιωθα ότι δε θα βγω ποτέ. Και όλα, οι ασθένειες οι δικές μου και των γύρω μου, ο θάνατος, η οικονομική ανασφάλεια, το στρες, οι προβληματικές σχέσεις, η ανεργία, όλα με αποδυνάμωναν, με συνέθλιβαν, με καταρράκωναν. Το ‘κακό’ , το ‘ σκοτάδι’ είχε έρθει για να μείνει. Έτσι ένιωθα!
Όμως ο φιλεύσπλαχνος Θεός που άκουσε τις αγωνιώδεις κραυγές της ψυχής μου δε με άφησε αβοήθητη. Η γνωριμία μου με το Χριστό αποτελεί τη σημαντικότερη και καθοριστικότερη όλης μου της ζωής έως της τελευταίας μου πνοής! Πρώτα με περιέθαλψε, με παρηγόρησε, με έκλεισε μέσα στην αγκαλιά Του με στοργή και τρυφερότητα. Μου θεράπευσε τις πληγές, με διαφώτισε, με γέμισε με την Αγάπη Του. Στη συνέχεια έδωσε πίστη, δύναμη, θάρρος και ελπίδα στην ταλαίπωρη και πλανεμένη μου ψυχή. Και καθώς τα έκανε όλα αυτά άρχισε σταδιακά να αλλάζει και ο τρόπος που έβλεπα και βίωνα τη ζωή μου με ό,τι αυτή έφερε. Το Φως Του έδιωξε τα σκοτάδια μου.
Τα προβλήματα μου πλέον έπαψαν να αποτελούν προβλήματα. Πολλά από αυτά έπαψαν να με απασχολούν κιόλας! Ζούσα πια με τη Λύση, με το Δρόμο, με την Αλήθεια, με τη Χαρά, με την Ειρήνη! Ζούσα με τη Ζωή! Τώρα ζούσα! « Τα άνω φρονείτε μη τα επί της γης» δηλαδή «Προς τα άνω να διευθύνετε και να προσηλώσετε τις σκέψεις σας, όχι προς τα γήινα» ( Προς Κολ. γ΄,2 ) Αυτό ήταν! Μπήκα σε καινούριο πρόγραμμα, αναβαθμισμένο, εξυγιασμένο. Είχα απορυθμιστεί και ήρθε Εκείνος και με ξαναρύθμισε! Τα άνω τώρα φρονώ και εκεί εστιάζω γιατί εκεί θέλω να πάω. Γι’ αυτά αγωνίζομαι τώρα… όμως με χαρά και προσμονή και ελπίδα. Αυτή η μεταρρύθμιση που συντελέστηκε μέσα μου, ανεπαίσθητα, απαλά, διακριτικά σαν μια λεπτή χειρουργική επέμβαση από τα Άγια χέρια του Χριστού συνιστά για μένα το μεγαλύτερο θαύμα! Γιατί η εσωτερική αλλοίωση του ανθρώπου είναι απείρως πιο δύσκολη από το να περπατήσει κουτσός ή να δει τυφλός. Κι αυτό γιατί απαιτεί τη συνεργασία, το άπλωμα του χεριού, τη συναίνεση, το άφημα. Κι εγώ όχι ότι είμαι κάτι σπουδαίο. Όμως αυτό έκανα… αφέθηκα με εμπιστοσύνη στην Αγάπη Του. Συνεργάστηκα για να γίνει το θαύμα!
Για το Χριστό τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο… αν Του το επιτρέψουμε! Εύχομαι όλοι οι άνθρωποι να Του πιάσουν το χέρι που Εκείνος καρτερικά τους απλώνει έτσι ώστε να κάνει και στη δική τους ζωή τη μεταρρύθμιση που από καιρό έχουν ανάγκη!(Α.Κ.Β)
Το επάγγελμα δεν κάνει τον άνθρωπο
-Γέροντα, όταν κάποιος ζορίζεται σε μια δουλειά, τί φταίει;
-Μήπως δεν την αντιμετωπίζει με καλούς λογισμούς; Αν την αντιμετωπίζη όμορφα,
τότε, όποια δουλειά και αν κάνη, θα είναι πανηγύρι.
-Γέροντα, και όταν κανείς στενοχωριέται, γιατί κάνει μια δουλειά βαρειά ή καταφρονητική,
λ.χ. χτίζει ή πλένει κατσαρόλες σε κάποιο μαγειρείο κ.λπ., πώς πρέπει να τοποθετηθή;
-Αν σκεφθή ότι ο Χριστός έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του, θα πάψη να στενοχωριέται.
Με αυτό που έκανε ο Χριστός ήταν σαν να μας έλεγε: «Έτσι πρέπει να κάνετε και εσείς».
Είτε κατσαρόλια πλένει κανείς είτε σκάβει, να χαίρεται. Αλλος καθαρίζει υπονόμους,
γιατί δεν έχει άλλη δουλειά και είναι ο καημένος συνέχεια μέσα στα μικρόβια.
Αυτός δεν είναι άνθρωπος; Δεν είναι εικόνα Θεού; Ήταν ένας οικογενειάρχης που είχε σαν επάγγελμα
να καθαρίζη υπονόμους και είχε φθάσει σε μεγάλη πνευματική κατάσταση.
Είχε πάθει φυματίωση καί, ενώ είχε την δυνατότητα να φύγη, δεν ήθελε, επειδή σκεφτόταν,
γιατί να παιδεύεται κάποιος άλλος; Αγαπούσε την περιφρονημένη ζωή, γι’ αυτό ο Θεός τον χαρίτωσε.
Το επάγγελμα δεν κάνει τον άνθρωπο. Εγώ γνώρισα έναν αχθοφόρο που είχε αναστήσει νεκρό.
Όταν ήμουν δικαίος, στην Σκήτη των Ιβήρων, με επισκέφθηκε μια μέρα κάποιος που ήταν περίπου πενήντα πέντε χρονών.
Είχε έρθει αργά το απόγευμα και δεν χτύπησε, για να μην ενοχλήση τους Πατέρες και κοιμήθηκε έξω.
Όταν τον είδαν οι Πατέρες, τον πήραν μέσα και με ειδοποίησαν.
«Καλά, του είπα, γιατί δεν χτύπησες το καμπανάκι, για να σού ανοίξουμε και να σε τακτοποιήσουμε;».
«Τί λές, Πάτερ μου, πώς να ενοχλήσω τους Πατέρες;», μου είπε. Βλέπω, το πρόσωπό του είχε μία λάμψη.
Κατάλαβα ότι θα ζούσε πολύ πνευματικά. Μου είπε μετά ότι είχε μείνει μικρός ορφανός από πατέρα και γι’ αυτό,
όταν παντρεύτηκε , αγαπούσε πάρα πολύ τον πεθερό του.
Πρώτα περνούσε από το σπίτι των πεθερικών του και μετά πήγαινε στο σπίτι του.
Στενοχωριόταν όμως, γιατί ο πεθερός του έβριζε πολύ.
Πολλές φορές τον είχε παρακαλέσει να μη βρίζη, αλλά εκείνος γινόταν χειρότερος.
Κάποτε αρρώστησε βαριά ο πεθερός του. Τον πήγαν στο νοσοκομείο και μετά από λίγες μέρες πέθανε.
Εκείνος δεν ήταν κοντά του την ώρα που ξεψύχησε, γιατί έπρεπε να ξεφορτώση ένα πλοίο.
Όταν πήγε στο νοσοκομείο και τον βρήκε στο νεκροστάσιο, προσευχήθηκε με πολύ πόνο:
«Θεέ μου, Σε παρακαλώ, είπε, ανάστησέ τον, για να μετανοήση, και μετά πάρ’ τον».
Αμέσως ο νεκρός άνοιξε τα μάτια του και άρχισε να κουνάη τα χέρια του.
Το προσωπικό, μόλις τον είδαν, εξαφανίσθηκαν. Τον τακτοποίησε και τον πήγε στο σπίτι του εντελώς καλά.
Έζησε πέντε χρόνια με μετάνοια και μετά πέθανε. «Πάτερ μου, μου είπε, ευχαριστώ πολύ τον Θεό,
που μου έκανε αυτήν την χάρη. Ποιός είμαι εγώ, για να μου κάνη ο Θεός τέτοια χάρη;».
Είχε πολλή απλότητα και τέτοια ταπείνωση, που ούτε καν του περνούσε από το μυαλό ότι ανέστησε νεκρό.
Είχε διαλυθή από ευγνωμοσύνη προς τον Θεό γι’ αυτό που του έκανε.
Πολλοί άνθρωποι βασανίζονται, γιατί δεν κατορθώνουν να δοξασθούν με μάταιες δόξες ή να πλουτίσουν με μάταια πράγματα.
Δεν σκέφτονται ότι αυτά στην άλλη, την αληθινή, ζωή ούτε χρειάζονται, αλλά ούτε και μεταφέρονται.
Εκεί μόνον τα έργα μας θα μεταφέρουμε, τα οποία θα μας βγάλουν από εδώ και το ανάλογο διαβατήριο
για το μεγάλο και αιώνιο ταξίδι μας.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 174-176)
Η Άκτιστη Εκκλησία
Ο πατήρ Πορφύριος, όταν μας μιλούσε για τον άνθρωπο, για το Θεό,
για τον κόσμο, για την αγάπη, για την προσευχή, για τη δημιουργία ολόκληρη,
μιλούσε με θεολογικά κριτήρια (πτυχιούχος ων της… Β' του Δημοτικού Σχολείου).
Είχε όντως το χάρισμα της Θεολογίας, που πηγάζει από την ζώσα πηγή,
τη νοερά, του Αγίου Πνεύματος. Και μάλιστα της Μυστικής Θεολογίας, όπου βλαστάνει
η κατά Χριστόν φιλοσοφία. Ήταν ένας Μυστικός Θεολόγος χωρίς κοσμικές σπουδές,
παρά μόνο με τις σπουδές της ασκήσεως, της ησυχίας, της νοεράς εργασίας.
Έλεγε: Είθε να μπούμε όλοι στην επίγεια Άκτιστη Εκκλησία, γιατί, αν δεν μπούμε σ' αυτήν,
δεν θα μπούμε και στην ουράνια". "Μπορούμε να ενωθούμε, αν κάνουμε μυστική ζωή."
"Η καλή δύναμη πάει πλούσια, αλλά απαλά ως "θρούς", όπως λέει η Παλαιά Διαθήκη".
Να γίνεσθε Άγιοι…"
[Ί 101]σελ.162-163
Απασχολούσε έντονα έναν αδελφό μου το θέμα της Εκκλησίας του Χριστού, "από πότε υπάρχει",
γιατί ήθελε να το χρησιμοποιεί στα κηρύγματά του και για ένα βιβλίο που έγραφε.
Είχε πάει μιά απ' αυτές τις ημέρες στον Παππούλη και πήγε να φύγει όταν τελείωσε μαζί του,
χωρίς όμως να του πει το πρόβλημα του. Παίρνοντας την ευχή του, του λέει ο Γέροντας.
"Άντε πήγαινε τώρα και να ξέρεις ότι η Εκκλησία είναι προαιώνιος και άκτιστος,
και άσε τους θεολόγους να λένε ό,τι θέλουν". Έμεινε έκπληκτος ο αδελφός με την αποκάλυψη
που του έκανε ο Παπούλης στον προβληματισμό που είχε.
[Τζ 173]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ. 162-163)
Ο όσιος Βενέδικτος
Τον καιρό που ο όσιος Βενέδικτος επρόκειτο να φύγη από την πρόσκαιρη αυτή ζωή, προμήνυσε την ημέρα της τελευτής του στους μαθητές του που κατοικούσαν μαζί του, και στους άλλους που ζούσαν μακριά.
Έξι μέρες πριν από την κοίμησί του, πρόσταξε ν’ ανοιχθή το μνήμα του κι ευθύς τον έπιασε πυρετός μεγάλος, που ολοένα έκανε τις δυνάμεις της ζωής μέσα του να λιγοστεύουν. Έτσι, από ώρα σε ώρα χάνοντας τις δυνάμεις του, την έκτη μέρα είπε να τον σηκώσουν και να τον φέρουν μέσα στην εκκλησία. Εκεί στήριξε την έξοδό του από τον παρόντα κόσμο με την υποδοχή του δεσποτικού Σώματος κι Αίματος.
Μετά σήκωσε στον ουρανό τα χέρια, βλέποντας κατά την ανατολή, και μαζί με την προσευχή ανάπεμψε στους ουρανούς την αγιασμένη και καθαρώτατη ψυχή του.
Την ημέρα εκείνη, σε δύο αδελφούς, που ο ένας ησύχαζε στο κελλί του μέσα στο μοναστήρι κι ο άλλος κατοικούσε μακριά, φάνηκε το ίδιο όραμα. Είδαν δηλαδή, χωριστά ο καθένας ν’ ανοίγεται δρόμος από τη γη έως τον ουρανό, στρωμένος με βαρύτιμα υφάσματα, και σε όλο το μήκος του να καίγωνται λαμπάδες!... Και να, ένας άνθρωπος ασπροντυμένος, με φαιδρό παρουσιαστικό, τους ρωτούσε:
- Τι είναι αυτός ο εξαίσιος δρόμος;
Κι ενώ εκείνοι δεν ήξεραν τι να του απαντήσουν, τους λέει:
- Αυτός είναι ο δρόμος, απ’ όπου ο αγαπημένος του Θεού Βενέδικτος ανεβαίνει στον ουρανό!
Όπως λοιπόν οι παρόντες μαθητές είδαν, έτσι κι οι απόντες πληροφορήθηκαν την κοίμησι του οσίου.
Ενταφιάσθηκε το αγιασμένο σώμα του στην εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου που ο ίδιος είχε χτίσει, αφού κατέστρεψε βωμό του Απόλλωνος.
(Βίος οσίου Βενεδίκτου)
("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σ. 206-207)
Ο Άγιος Πορφύριος που τόσο πολύ αγαπάμε μας διδάσκει να ποτίζουμε τα λουλούδια μας και όχι τα αγκάθια μας, να μην εστιάζουμε στα πάθη μας αλλά στην Αγάπη του Χριστού μας! Κι αυτό είναι μεγάλη αλήθεια! Το βιώνω κάθε φορά που προσπαθώ να κόψω ή να ελαττώσω κάποιο πάθος μου. Τότε γκρεμίζομαι πραγματικά και το πάθος μου γιγαντώνεται. Ίσως γιατί αυτός ο αγώνας μου όσο θεάρεστος κι αν φαίνεται κρύβει μέσα του πολλή εμπάθεια και ιδιαίτερα εγωισμό και κενοδοξία. Ενώ αν αφήνομαι στην Αγάπη του Χριστού όλα γίνονται ανεπαίσθητα από Αυτόν χωρίς εγώ να το καταλαβαίνω. Βέβαια από την άλλη πλευρά αυτό δεν αναιρεί καθόλου ότι δεν πρέπει να γνωρίζουμε τα πάθη μας. Αντιθέτως πρέπει να γίνει καθημερινή μας έμπονη και ολόθερμη προσευχή να γνωρίσουμε τα πάθη μας και μάλιστα σε βάθος και σε όλη τους την έκταση.
Όταν έχουμε την εντύπωση ότι είμαστε πνευματικά γεροί και υγιείς υπάρχει μέσα μας αυτή η απλοϊκή αντίληψη πως ‘είναι λογικό να με αγαπάει ο Θεός αφού είμαι καλός χριστιανός’. Έτσι όμως δεν υπάρχει πρόοδος. Η αντίληψη ότι είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση είναι ψευδής και ύπουλη και υποκινείται από το διάβολο που θέλει να μας κοιμίσει. Πρέπει πάντα να είμαστε σε εγρήγορση και να σκεφτόμαστε αυτό που έλεγε ο Απόστολος Παύλος ‘ ο δοκών εστάναι βλεπέτω μη πέση’ δηλαδή ‘ εκείνος που έχει την ιδέα ότι στέκεται καλά, ας προσέχει μήπως πέσει’ ( Α΄ Κορ. Ι΄,12) Αν συγκρινόμαστε με τους άλλους και λέμε ‘ εγώ είμαι πολύ καλύτερος από αυτόν’ ή ‘κοίτα αυτόν, πάλι έπεσε’ ή ‘ κοίτα τον άλλο… απ’ το κακό στο χειρότερο πάει’, τότε να ξέρουμε ότι η συντριβή μας είναι προ των πυλών. Κι όταν πέσουμε και χάσουμε την αυτοεκτίμηση μας και την εκτίμηση των άλλων, όταν ο διάβολος μας λέει ‘ δεν υπάρχει σωτηρία για σένα’ , τότε αν στραφούμε στο γλυκύτατο πρόσωπο του Χριστού μας, αν Του ζητήσουμε να μας συγχωρήσει, θα καταλάβουμε πως μας αγαπάει ανεξάρτητα από την ηθική μας κατάσταση.
Ο Χριστός δεν αγαπάει όπως εμείς. Ευτυχώς! Κι αυτή η αγάπη Του θα μας λιώσει. Κι αν μας αξιώσει να καταλάβουμε τα σκοτάδια μας, πόσο ελεεινοί είμαστε και πόσο άσχημα θα πράτταμε αν δεν ήταν Αυτός να μας φυλάει, τότε θα βιώσουμε πόσο μας αγαπάει και θα Του καταφιλάμε τα πόδια όπως η αμαρτωλή γυναίκα στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο ( ζ΄,36-50). Εκεί βλέπουμε και ακούμε από τον ίδιο το Χριστό πόσο σημαντικό είναι να έχουμε επίγνωση της αμαρτωλότητας μας. Μ’ αυτήν την επίγνωση θα ευγνωμονούμε και θα αγαπάμε τον Κύριο και Σωτήρα μας με όλη μας την καρδιά και δε θα κάνουμε πλέον βήμα χωρίς Αυτόν, ούτε σκέψη, ούτε λόγο χωρίς Αυτόν. Δύο εικόνες πρέπει να έχουμε μονίμως στο μυαλό μας, ταυτόχρονα. Από τη μια το βαθύ σκότος της αμαρτίας μας και από την άλλη το Άπλετο Φως του Θεού μας. Κι έτσι θα καθαριστούμε από τα πάθη μας και από τις αμαρτίες μας. Ο Κύριος μάς το είπε ‘εκείνος που νομίζει ότι χρωστάει λίγο, λίγο αγαπά’. ( Κατά Λουκά, ζ΄,47)(Κ.Δ.Κ)
2,9 «ότι εν αυτώ κατοικεί παν το πλήρωμα της Θεότητος σωματικώς»
Όχι ο άνθρωπος, αλλά ο Θεάνθρωπος είναι η λύση όλων των ανθρώπινων προβλημάτων και η ενσάρκωση όλων των ανθρώπινων ευαγγελιών. Ευαγγελίες, οι οποίες αρχίζουν στον κόσμο αυτό, για να ανθίσουν και να διατηρηθούν αιώνια, σε «κείνο τον κόσμο».
Ο Θεός Λόγος «καθιστάμενος» άνθρωπος, το «παν» του ανθρώπου, το μετέτρεψε σε αιώνια ευαγγελία.
Ποια ανεκλάλητη ευαγγελία, το να είσαι άνθρωπος, από τότε που ο Θεός Λόγος έγινε άνθρωπος!
Ποια ανεκλάλητη ευαγγελία, το να έχεις ανθρώπινη ψυχή, από τότε που η ανθρώπινη ψυχή «κατέστη» ψυχή του Θεανθρώπου Χριστού!
Ποια θαυμαστή ευαγγελία, το να ζεις την ανθρώπινη ζωή, από τότε που ο ενσαρκωμένος Θεός Λόγος, έζησε σαν άνθρωπος στον κόσμο αυτό!
Σε Αυτόν, κάθε τι το ανθρώπινο, ο Θεός το «ευλόγησε εν πάση ευλογία πνευματική» (Εφ. 1,3) και το «παν» πλέον «άνθισε» με την ένθεη αθανασία.
Γιατί, «εν αυτώ κατοικεί παν το πλήρωμα της Θεότητος σωματικώς» (2,9). Παν το πλήρωμα της Θεϊκής αλήθειας, παν το πλήρωμα της Θεϊκής δικαιοσύνης, παν το πλήρωμα της Θεϊκής ζωής, παν το πλήρωμα της Θεϊκής αιωνιότητας, παν το πλήρωμα όλων των ένθεων τελειοτήτων! Με μια λέξη, παν το πλήρωμα της Δεύτερης Υπόστασης της Παναγίας Τριάδος. Και αυτό ζει - telesno - σωματικά. «O ην απ’ αρχής, ο ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εφηλάφησαν, περί του Λόγου της ζωής» (Α΄ Ιω. 1,1).
Να, ο Άπειρος στο πεπερασμένο, ο Αιώνιος στο χρονικό, ο Θεός στον άνθρωπο!
«Αν και ενσαρκώνεται άπας ο Θεός Λόγος, είναι άπας μετά του Πατρός! εν τω σώματι περιορισμένος, δια της Θεότητος Απεριόριστος, Άπειρος, χωρίς σύνορα» (Οικουμένιος).
Κάθε τι το Θεϊκό, το οποίο επεθύμησαν οι άνθρωποι, τους δόθηκε «εν Κυρίω Ιησού Χριστώ» και μάλιστα τους δόθηκε σωματικά, εμπειρικά, πραγματικά.
Κάθε τι το αιώνιο, που επεθύμησαν να δουν οι άνθρωποι, το είδαν στο πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού ενσαρκωμένο, «πραγματοποιημένο σωματικά».
Με Αυτόν και «εν Αυτώ», εμείς πραγματικά έχουμε, βλέπουμε και εμπειρικά γνωρίζουμε, το Θεϊκά Απεριόριστο και Αιώνιο, σε όλες του τις τελειότητες.
Γιατί στον Θεάνθρωπο Χριστό, δεν υπάρχει τίποτε το αφηρημένο: «εν Αυτώ» όλος ο Θεός είναι σωματικά παρών στον κόσμο μας, σωματικά δοσμένος και γνωστός.
Γι’ αυτό, η Θεανθρώπινη φιλοσοφία, η φιλοσοφία «κατά Χριστόν», είναι η μοναδική, η πραγματική, η ρεαλιστική και εμπειρική, η πειραματική και πραγματικά «διαβιούμενη» φιλοσοφία.
«Δια του Χριστού», κάθε τι το «ένθεο» και «αιώνιο», κατέστη «ανθρωπίνως» πραγματικό, εμπειρικό, προσιτό στον άνθρωπο και «βιούμενο» απ’ αυτόν.
Όλο το πλήρωμα της Θεότητος ζει σωματικά στο σώμα του Χριστού, την Eκκλησία. Και οι χριστιανοί ζώντας στην Εκκλησία, ζουν στο πλήρωμα της Θεϊκής ζωής και ό,τι είναι του Χριστού, το διαβιώνουν σαν δικό τους.[…]
(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σ. 82-84)
Το πιστό ελάφι
Η Αγία Μαύρα έζησε τον 17ο- 18ο αιώνα. Καταγόταν από ένα χωριό της κοιλάδας Μπιστρίτα και, στα 20 της χρόνια, εγκατέλειψε τα εγκόσμια και πήγε στην Σκήτη Σιλβέστρου.
Η ζωή της ήταν ασκητική: λίγες ώρες ύπνου σε μια καρέκλα, ελάχιστο φαγητό μια φορά την ημέρα, μετά την δύσι του ηλίου, εκατοντάδες μετάνοιες, σιωπή, προσευχή, δάκρυα. Μόνο μία συντροφιά είχε, τα πουλιά του δάσους, που την αγαπούσαν και την επισκέπτονταν συχνά. Υπήρχε όμως και ένα ελάφι, που την ακολουθούσε παντού, όπου κι αν πήγαινε.
Όταν, μετά από λίγο καιρό, η Αγία Μαύρα αναζήτησε την τέλεια απομόνωσι και αποτραβήχθηκε σ’ ένα ξέφωτο, κάτω από την κορυφή ενός όρους, όπου έφτιαξε ένα στοιχειώδες κατάλυμα για να προφυλάσσεται από τα χιόνια και τις βροχές, το ελάφι την ακολούθησε κι εκεί και ήταν η μόνη της συντροφιά, μέχρι τον θάνατό της.
ΖΩΑ ΚΑΙ ΆΝΘΡΩΠΟΣ
106. «Ιωσήφ δίκαιος ων μη θέλων αυτήν παραδειγματίσαι» (Ματθ. α΄19).
Τρικυμία εν κρανίω ξέσπασε στον Ιωσήφ: Σκέψεις, υποψίες, φόβος, ταραχή, αμηχανία... Και πάνω απ’ όλα το καυτό και επείγον δίλημμα: τί να κάνη;
Δύο δρόμοι ανοίγονται στον Ιωσήφ, μετά την διαπίστωσι της εγκυμοσύνης της Μαριάμ: ο ένας ήταν η διαπόμπευσις που προέβλεπε ο Νόμος (Λευϊτ. κ΄ 10) και ο άλλος ήταν η αποφυγή της δημοσιότητος. Προτίμησε το δεύτερο. Επειδή ήταν «δίκαιος», σημειώνει ο Ευαγγελιστής, «και δεν ήθελε να την διαπομπεύση παραδειγματικά, σκέφθηκε να της δώση μυστικά το διαζύγιο».
Στα μεγάλα διλήμματα οι σώφρονες και δίκαιοι άνθρωποι δίνουν την πιο προσιτή και εφικτή λύσι. Διαλέγουν «το μη χείρον». Όχι ότι δε μπορούν να επιδιώξουν το απόλυτο. Αλλ΄ ο δρόμος για το απόλυτο στις περιπτώσεις αυτές δημιουργεί περισσότερα και μεγαλύτερα προβλήματα και διλήμματα.
Για να διαλέξη όμως τις προσιτές λύσεις κανείς πρέπει να είναι «δίκαιος», ευσεβής και ελεύθερος άνθρωπος. Να κρίνη δηλαδή τα πράγματα έξω και πέρα από κάθε προσωπική προοπτική και μέσα στο χώρο της ελευθερίας και του θελήματος του Θεού. Όταν στις περιπτώσεις αυτές δεν κυττάμε μόνο το προσωπικό μας συμφέρον, αλλά και το συμφέρον του άλλου, τότε θα μπορούμε να δίνωμε τις πιο επιτυχημένες λύσεις στα δύσκολα και πολύπλοκα ανθρώπινα διλήμματα. Ο απ. Παύλος, καθιερώνοντας μια γενική αρχή για τα θέματα αυτά παραγγέλλει: «Μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος» (Α΄ Κορ. ι' 24). Στην περίπτωσι που εξετάζομε, ο Ιωσήφ δεν έλαβε υπ’ όψιν του μόνο το δικό του συμφέρον, αλλά και το συμφέρον της Μαριάμ.
Τάδε λέγει Ιωσήφ προς την Παρθένον·
Μαρία, τί το δράμα τούτο, ο εν σοι τεθέαμαι;
απορώ και εξίσταται
και τον νούν καταπλήττομαι!
Λάθρα τοίνυν απ’ εμού, γενού εν τάχει,
Μαρία, τί το δράμα τούτο, ο εν σοί τεθέαμαι; αντί τιμής, αισχύνην
αντί του επαινείσθαι, τον ψόγον μοι προσήγαγες.
Ουκ έτι φέρω λοιπόν το όνειδος ανθρώπων·
υπό γαρ Ιερέων εκ του ναού,
ως άμεμπτον Κυρίου σε παρέλαβον·
και τί το ορώμενον;
(24 Δεκεμβρίου, Ωρα Α΄ )
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.132-133)