ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

ΙΕΡΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ 
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (!!!).

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί  10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί  11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.




 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί 10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί 11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ιγ΄.  Ανέβηκε κάποτε ο Αββάς Μακάριος από Σκήτη στο Τερενούθι. Και εισήλθε στο ιερό για να κοιμηθή. Ήταν δε εκεί σκελετοί παλαιοί, από νεκρούς ειδωλολάτρες. Και, παίρνοντας ένα, τον έβαλε κάτω από το κεφάλι του για μαξιλάρι. Οι δαίμονες λοιπόν, βλέποντας το θάρρος του, φθόνησαν. Και θέλοντας να τον τρομάξουν, φώναζαν τάχα σε μια γυναίκα, λέγοντας : « Καλή μας, έλα μαζί μας στο λουτρό ». Και αποκρίθηκε άλλος δαίμων, από κάτω του, σαν από τους νεκρούς, λέγοντας : « Ξένον έχω επάνω μου και δεν μπορώ να έλθω ». Αλλά ο γέρων δεν πτοήθηκε και με θάρρος χτυπούσε τον σκελετό, λέγοντας : « Σήκω, πήγαινε στο σκοτάδι, αν μπορής ». Και ακούοντας το οι δαίμονες, φώναξαν δυνατά : « Μας νίκησες!». Και έφυγαν καταντροπιασμένοι.
Ιδ΄.  Έλεγαν για τον Αββά Μακάριο τον Αιγύπτιο, ότι, ανεβαίνοντας από Σκήτη και φορτωμένος ζεμπίλια, κουράστηκε και κάθισε. Και προσευχήθηκε, λέγοντας : « Θεέ μου, συ ξέρεις ότι δεν μπορώ πια ». Και, ευθύς, βρέθηκε στον ποταμό.
ιε΄. Είχε κάποιος γυιό παράλυτο στην Αίγυπτο. Και τον έφερε στο κελλί του Αββά Μακαρίου. Και, αφήνοντας τον μπροστά στην πόρτα να κλαίη, έφυγε μακριά. Σκύβοντας λοιπόν ο γέρων, είδε το παιδί και του λέγει : « Ποιος σε έφερε εδώ ; ». Και αποκρίνεται : « Ο πατέρας μου με έρριξε εδώ και έφυγε ». Του λέγει ο γέρων : « Σήκω και φθάσε τον ». Και, ευθύς, βρίσκοντας την υγεία του, σηκώθηκε και έφτασε στον πατέρα του. Και έτσι γύρισαν στο σπίτι τους.
ιστ'. Ο Αββάς Μακάριος ο μέγας έλεγε στους αδελφούς, στη Σκήτη, όταν απέλυε τη σύναξη: « Φεύγετε, αδελφοί ». Και του είπε ένας από τους γέροντες : « Που έχουμε να φύγουμε πιο πολύ από την έρημο αυτή ; ». Εκείνος δε έθετε το δάχτυλό του στο στόμα, λέγοντας : « Αυτό να φεύγετε ». Και έμπαινε στο κελλί του και έκλεινε τη θύρα και καθόταν.
ιζ'. Είπε ο ίδιος Αββάς Μακάριος : « Αν, επιτιμώντας κάποιον, κινηθής σε οργή, δικό σου πάθος ικανοποιείς. Δεν χρειάζεται να χάσης την ψυχή σου, για να σώσης άλλους ».
ιη΄. Ο ίδιος Αββάς Μακάριος, όταν ήταν στην Αίγυπτο, βρήκε κάποιον οπού είχε ζώο και του έκλεβε τα υπάρχοντα του. Και ο ίδιος, σαν να ήταν κανείς ξένος, συμπαραστάθηκε στον κλέφτη, φόρτωνε μαζί του το ζώο και πολύ ατάραχα τον ξεπροβόδιζε, λέγοντας τα έξης: «Τίποτε δεν φέραμε μέσα στον κόσμο, άρα και τίποτε δεν μπορούμε να πάρουμε μαζί μας, φεύγοντας. Ο Κύριος έδωσε. Όπως Αυτός θέλησε, έτσι και έγινε. Ευλογητός ο Κύριος για όλα».
ιθ΄.  Ρώτησαν κάποιοι τον Αββά Μακάριο, λέγοντας : « Πώς πρέπει να προσευχώμαστε ; ». Τους λέγει ο γέρων : « Δεν χρειάζονται περιττά λόγια, αλλά να απλώνετε τα χέρια και να λέτε : Κύριε, όπως θέλεις και όπως γνωρίζεις, ελέησέ με. Και αν έρχεται πειρασμός : Κύριε, βοήθησέ με. Εκείνος γνωρίζει τι είναι για καλό μας και μας ελεεί ».
κ΄. Είπε ο Αββάς Μακάριος: «Αν σου έχη γίνη η εξουδένωση σαν τον έπαινο και η φτώχεια σαν τον πλούτο και η ανέχεια σαν την αφθονία, δεν πεθαίνεις. Γιατί είναι αδύνατον, όποιος σωστά πιστεύει και εργάζεται με ευσέβεια, να πέση σε ακάθαρτα πάθη και σε πλάνη διαμόνων».
κα΄.  Έλεγαν ότι αμάρτησαν δύο αδελφοί σε Σκήτη και τους χώρισε ο Αββάς Μακάριος, οπού καταγόταν από την Αλεξάνδρεια και γι αυτό επωνομαζόταν «ο πολιτικός». Ήλθαν μερικοί και το ανέφεραν στον Αββά Μακάριο, τον μέγα, τον Αιγύπτιο. Και εκείνος είπε: «Δεν είναι οι αδελφοί χωρισμένοι, αλλά ο Μακάριος είναι χωρισμένος». Γιατί του έτρεφε αγάπη. Άκουσε ο Αββάς Μακάριος ότι τον χώρισε ο γέρων και έφυγε στο έλος. Βγήκε λοιπόν ο Αββάς Μακάριος ο μέγας. Και τον βρίσκει να τον τρώνε τα κουνούπια: «Συ χώρισες τους αδελφούς και να, ήταν να φύγουν και να πάνε στην κώμη. Εγώ χώρισα εσένα και συ, σαν καλή παρθένος, στον εσώτερο κοιτώνα έφυγες εδώ. Εγώ δε, καλώντας τους αδελφούς, έμαθα απ’ αυτούς και είπα : Τίποτε απ’ αυτά δεν έγινε. Βλέπε λοιπόν και συ, αδελφέ, μη από δαίμονες ξεγελάστηκες, γιατί τίποτε δεν είδες. Αλλά βάλε μετάνοια για το σφάλμα σου ». Και εκείνος είπε : « Αν θέλης, ορισέ μου μετάνοια ». Βλέποντας δε ο γέρων την ταπείνωση του, έλεγε : « Πήγαινε και νήστευσε τρεις εβδομάδες, τρώγοντας κάθε εβδομάδα». Γιατί αυτό ήταν πάντα το έργο του, να νηστεύη τις εβδομάδες.
Κβ΄. Είπε ο Αββάς Μωυσής στον Αββά Μακάριο, σε Σκήτη : « θέλω να ησυχάσω και δεν με αφήνουν οι αδελφοί ». Και του λέγει ο Αββάς Μακάριος : « Βλέπω ότι η ιδιοσυγκρασία σου είναι τρυφερή και δεν μπορείς να αποστραφής αδελφό. Αλλά αν θέλης να ησυχάσης, πήγαινε στα ενδότερα της ερήμου, στην Πέτρα. Και εκεί ησυχάζεις». Αυτό και έκαμε και βρήκε ανάπαυση.
κγ΄. Ένας αδελφός πήγε στον Αββά Μακάριο τον Αιγύπτιο και του λέγει : « Αββά, πες μου κάτι, πώς να σωθώ ». Και του λέγει ο γέρων : « Πήγαινε στο κοιμητήρι και βρίσε τους νεκρούς». Πήγε λοιπόν ο αδελφός, ύβρισε και λιθοβόλησε. Και γυρίζοντας, το ανέφερε στον  γέροντα. Και του λέγει : « Τίποτε δεν σου είπαν ; ». Και αποκρίνεται : « Τίποτε ». Και του λέγει ο γέρων : « Πήγαινε πάλι αύριο και εξύμνησε τους ». Έφυγε ο αδελφός λοιπόν και πήγε και τους εξύμνησε, λέγοντας : « Απόστολοι άγιοι και δίκαιοι ». Και ήλθε στον γέροντα και του είπε: « Τους εξύμνησα ». Και του λέγει : « Τίποτε δεν σου αποκρίθηκαν ; ». Είπε ο αδελφός : « Τίποτε ». Του λέγει ο γέρων : « Είδες πόσο τους εξευτέλισες και τίποτε δεν σου αποκρίθηκαν και πόσο τους εξύμνησες και καθόλου δεν σου μίλησαν ; Έτσι και συ γίνε νεκρός, αν θέλης να σωθής. Μήτε την αδικία των ανθρώπων μήτε τους ύμνους τους να λογαριάζης, όπως οι νεκροί. Και μπορείς να σωθής ».

(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)

Η πίστη, βάση της αγάπης

Η πίστη είναι η βάση της αγάπης.

Ξαγρύπνα ασταμάτητα, για να κρατάς την πίστη, και ξαγρύπνα ασταμάτητα ώστε ο σπόρος της αγάπης, τον οποίο η πίστη φέρνει μέσα της, να αυξηθεί και να σου φέρει χαρά. Εφόσον μόνη της η πίστη χωρίς την αγάπη, θα παρέμενε κρύα και άχαρη. Όμως και όταν μέσα σου κρυώσει η αγάπη, και δεν αυξηθεί και δεν φέρει καρπό χαράς, κράτα την πίστη και περίμενε.
Κράτα την πίστη με κάθε κόστος. Και περίμενε, ακόμα και χρόνια, μέχρι η αγάπη να φυτρώσει από την πίστη. Εάν χάσεις την αγάπη, θα έχεις χάσει πολλά, όμως εάν χάσεις και την πίστη, τα έχεις χάσει όλα. Εάν χάσεις την αγάπη, θα έχεις χάσει τον καρπό από το δέντρο, όμως εάν χάσεις την πίστη, θα έχεις κόψει το δέντρο.

Όταν μία χρονιά ο αγρός δεν φέρει καρπούς, ο υπομονετικός νοικοκύρης καλλιεργεί τον αγρό με διπλάσιο κόπο, ώστε την επόμενη χρονιά να φέρει σοδιά. Του λένε οι γείτονες να πουλήσει τον αγρό, ενώ αυτός σιωπά και εργάζεται. Όταν και την επόμενη χρονιά ο αγρός δεν φέρει σοδιά, ο υπομονετικός νοικοκύρης καλλιεργεί τον αγρό με τριπλάσιο κόπο. Ακόμα πιο δυνατά του φωνάζουν οι γείτονες να πουλήσει τον αγρό, ενώ αυτός σιωπά και εργάζεται. Και όταν την τρίτη χρονιά ο αγρός φέρει σοδιά, είναι τριπλάσια η χαρά του νοικοκύρη. Τότε οι γείτονές του σιωπούν, και αυτός χαίρεται. Ενώ εάν είχε πουλήσει τον αγρό την πρώτη χρονιά, τι θα χαιρόταν;


(Στοχασμοί περί καλού και κακού, Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, σελ. 98-99)

…Δεν είναι δυνατόν να γίνει κανείς άλλος άνθρωπος την ώρα που αρχίζει να προσεύχεται, αλλά, με το διαρκή έλεγχο των λογισμών του, μαθαίνει λίγο - λίγο να διακρίνει την αξία τους. Οι λογισμοί που καλλιεργούμε στην καθημερινή μας ζωή, αυτοί και έρχονται στο νου μας κατά την ώρα της προσευχής. Η προσευχή με τη σειρά της θα αλλάξει και θα εμπλουτίσει την καθημερινή ζωή μας και ακόμα θα γίνει το θεμέλιο μιας νέας και πραγματικής κοινωνίας με το Θεό και το συνάνθρωπο.

Όλες οι συγκινήσεις που αισθανόμαστε όταν προσπαθούμε να προσευχηθούμε δεν έχουν καμιά σημασία. Εκείνο που πρέπει να προσφέρουμε στο Θεό είναι η σταθερή απόφαση να παραμείνουμε πιστοί σ’ Αυτόν κι ο αγώνας για να ζήσει μέσα μας Εκείνος. Πρέπει να θυμόμαστε ότι ο καρπός της προσευχής δεν είναι αυτή ή εκείνη η συγκινησιακή κατάσταση, αλλά η βαθιά αλλαγή ολόκληρης της προσωπικότητάς μας.

Στόχος μας πρέπει να είναι το να μπορέσουμε να σταθούμε ενώπιον του Θεού, να ζήσουμε την παρουσία Του. Να καταθέσουμε ενώπιον Του όλες τις ανάγκες μας και να αντλούμε απ’ Αυτόν δύναμη, κουράγιο κι ό,τι άλλο μας χρειάζεται, ώστε η ζωή μας να είναι σύμφωνη με το θέλημά Του. Το να εκπληρώνεται το θέλημα του Θεού στη ζωή μας είναι ο μόνος σκοπός της προσευχής, καθώς επίσης και το κριτήριο της σωστής προσευχής. Την καλή προσευχή δεν την κάνουν τα μυστικιστικά συναισθήματα και οι συγκινήσεις. O Θεοφάνης ο Έγκλειστος λέει:

«Ρώτησε τον εαυτό σου. Προσευχήθηκα σωστά σήμερα; Μην προσπαθήσεις να βρεις πόσο βαθιές ήταν οι συγκινήσεις που ένιωσες ή πόσο βαθύτερα κατανόησες τα θεία πράγματα. Αναρωτήσου: Εφαρμόζω το θέλημα του Θεού καλύτερα από πριν; αν το εφαρμόζεις η προσευχή έχει ήδη καρποφορήσει. Αν όχι, τότε ο χρόνος που δαπάνησες και στάθηκες ενώπιον του Θεού πήγε χαμένος, οτιδήποτε και αν προσέγγισες διανοητικά ή οποιαδήποτε συναισθήματα κι αν ένιωσες….

(Ζωντανή Προσευχή. Αρχιεπ. Antony Bloom, σελ. 81-82)

"Ο νους μου εταράχθηκε,
σκοτείνιασε η καρδιά μου,

σαν τρικυμία οι λογισμοί
έπνιξαν τη χαρά μου.

Στα γόνατα Σε φώναξα,
γύρεψα στη ματιά Σου,

να βρω παθών
τη λησμονιά,

ειρήνης την ελπίδα.

Τα δάκρυα γίναν
προσευχή,

κι ο πόνος ταξιδιώτης,
που βρήκε

στης αγάπης Σου,
τ’ απάνεμο λιμάνι.

Χριστέ μου!

Φως μου της ψυχής,
και φάρος της καρδιάς μου,

τα βήματά μου οδήγησε
στο αιώνιο θέλημά Σου."

(Π.Α.Δ.)

33. Ο Αδάμ ήταν ο γενάρχης του ανθρώπινου γένους;

Ναι, ήταν. Ήταν η ρίζα του ανθρώπινου γένους, από την οποία εκβλαστάνουν όλοι οι καταγόμενοι απ’ αυτόν άνθρωποι. Η Γραφή λέγει: «(ο Θεός) εποίησεν εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων κατοικείν επί παν το πρόσωπον της γης». Στην ενότητα αυτή της φύσεως δε στηρίζεται μόνο η καταγωγή των ανθρώπων από το γενάρχη και η μετάδοση της αμαρτίας του προπάτορα σε όλους τους απογόνους του Αδάμ, αλλά και η καταγωγή των πιστών από τη νέα πνευματική ρίζα της ανθρωπότητας, το Χριστό, και η μετάδοση σ’ αυτούς των καρπών του σωτηρίου έργου Του.

Αν όμως όλοι οι άνθρωποι κατάγονται από το αυτό ζεύγος (Αδάμ και Εύα), τότε που οφείλονται οι ποικίλες διαφορές που παρατηρούνται στους ανθρώπους, ως προς το κρανίο, το χρώμα, τη νοητική κατάσταση και τη σωματική τους εν γένει διάπλαση; Οι διαφορές αυτές είναι πραγματικές· όμως δεν οφείλονται σε διαφορετικούς γενάρχες, τους οποίους έπλασε τάχα ο Θεός με τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά. Οφείλονται μάλλον στις συνθήκες του φυσικού περιβάλλοντος στο οποίο έζησαν οι άνθρωποι, στο κλίμα, τη δίαιτα και τα αλλά συναφή. Το ότι οι άνθρωποι αποτελούν μία πανανθρώπινη ενότητα αποδεικνύουν η γόνιμη σύζευξη μεταξύ τους, η δι’ ασκήσεως δεκτικότητα των καθυστερημένων ανώτερης σκέψεως και ζωής και τα πορίσματα της συγκριτικής γλωσσολογίας, μυθολογίας και εθνολογίας.

 

34. Πώς μεταδίδεται η ψυχή στον άνθρωπο;

Στο ζήτημα αυτό δεν υπάρχει ομοφωνία στην ορθόδοξη θεολογία. Ενώ για την καταγωγή του σώματος, ότι δηλαδή αυτό προέρχεται από τους γονείς με τη διαδικασία της φυσικής συλλήψεως οι πάντες συμφωνούν, για την καταγωγή της ψυχής δεν υπάρχει ομόφωνη διδασκαλία.
Σχετικά με το θέμα αυτό υπάρχουν τρεις βασικές θεωρίες: η της προϋπάρξεως, της μεταφυτεύσεως και της δημιουργίας.
Κατά τη θεωρία της προϋπάρξεως, οι ψυχές προϋπήρχαν των σωμάτων σε έναν άλλο κόσμο, στον οποίο ελεύθερα αμάρτησαν, και ο Θεός για να τις τιμωρήσει τις στέλνει στη γη να μπουν σε υλικά σώματα για να καθαρθούν. Τη θεωρία αυτή, που δίδαξε ο Ωριγένης, την καταδίκασε η Εκκλησία. Κατά τη Γραφή η αμαρτία έλαβε αρχή αφότου ο άνθρωπος πήρε από το Θεό την ψυχοσωματική του ύπαρξη και όχι νωρίτερα. Άλλωστε κανένας ιστορικός άνθρωπος δεν έχει μέσα του τη συνείδηση ότι αμάρτησε σε έναν άλλο πρότερο κόσμο και ότι στη γη ζει για να καθαρθεί.

Κατά τη θεωρία της μεταφυτεύσεως (Traducianismus, εκ του Tradux = αποσπάδα, υποφυάδα), την οποία αποδέχοντοι αρκετοί Πατέρες της Εκκλησίας (Τερτυλλιανός, Μ. Αθανάσιος, Γρηγόριος Νύσσης), η ψυχή καταβάλλεται στον άνθρωπο από τους γονείς μαζί με το σώμα δια της φυσικής συλλήψεως. Η θεωρία αυτή, που είναι σύμφωνη με τους νόμους γεννήσεως των άλλων όντων, εξηγεί κάπως τη μετάδοση του προπατορικού αμαρτήματος και εξαίρει την πανσοφία του Θεού που δημιούργησε τα πάντα εφάπαξ, χωρίς να έχουν αυτά ανάγκη άλλης δημιουργικής ενέργειας του Θεού, εκτός μόνο της συντηρητικής Του θείας πρόνοιας. Από την άλλη όμως μεριά αντίκειται προς την περιωπή της πνευματικής ψυχής, την οποία κατεβάζει στη στάθμη της φυσικής συλλήψεως του υλικού σώματος.

Κατά τη θεωρία, τέλος, της δημιουργίας (Creatianismus), την οποία δέχονται οι Λατίνοι Πατέρες, ο Θεός δημιουργεί κάθε φορά την ψυχή την οποία στέλλει να ενωθεί με το υλικό σώμα (το έμβρυο) που μορφώνεται δια της γαμικής ενώσεως στη μήτρα της γυναίκας. Η θεωρία αυτή, υπέρ της οποίας φαίνεται να συμφωνούν αρκετά χωρία της αγίας Γραφής, εξαιρεί μεν το μεγαλείο της πνευματικής ψυχής δημιουργουμένης απ’ ευθείας από το Θεό, την παρουσιάζει όμως να μολύνεται από το προπατορικό αμάρτημα με την ένωσή της με το υλικό σώμα, πράγμα που θυμίζει μανιχαϊστικές διαρχικές αντιλήψεις.

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 50-52)

31. Η γυναίκα βρίσκεται στο αυτό δημιουργικό ύψος με τον άντρα;

Απόλυτα ναι. Από την πλάση της η γυναίκα δεν είναι κατώτερη από τον άντρα. Δεν υπάρχει κάτι ουσιώδες από τη φυσική ανθρώπινη ιδιοσυστασία που να μην το έχει και αυτή. Είναι άρτιος και ολοκληρωμένος άνθρωπος στο αυτό μέτρο που είναι και ο άντρας. Έχει πλήρη όλα τα συστατικά της φύσεως μέρη, σώμα και ψυχή. Ο Θεός όταν θέλησε να πλάσει τον άνθρωπο, δεν τον έπλασε μόνο άντρα, αλλά και γυναίκα. Η πραγματική ιδέα του ανθρώπου, θεωρείται ισότιμα και στα δύο φύλα, μάλλον στην ένωση των δύο. Χωρίς το ένα απ’ αυτά η Ανθρώπινη ιδέα είναι ελλιπής. Αν η Γραφή λέει, ότι η γυναίκα πλάστηκε από το Θεό μετά την πλάση του άντρα και από την πλευρά του, αυτό δεν σημαίνει οποιαδήποτε υποτίμηση της γυναίκας, αλλά το στενό σύνδεσμο και την αλληλεξάρτηση των δύο φύλων, άσχετα αν στην ιεράρχηση της ζωής ο άντρας φέρεται — όχι πάντοτε βέβαια— να προέχει της γυναίκας. Αυτό είναι άλλο ζήτημα, οφειλόμενο σε πολλούς λόγους όχι πάντοτε αδιάβλητους. Στις καταχρήσεις στον τομέα αυτό οφείλουν τη γένεση τους και τα διάφορα φεμινιστικά κινήματα, τα οποία όμως δεν είναι κι αυτά πάντα αδιάβλητα.

Η γυναίκα είναι ίση με τον άντρα τόσο στη φυσική τάξη της δημιουργίας, όσο και στο πεδίο της χάριτος και της βασιλείας του Θεού. Όσοι κακολογούν και υποβαθμίζουν τη γυναίκα —στο μεσαίωνα έφθασαν σε σημείο να διερωτώνται αν η γυναίκα έχει ψυχή! — είναι ανόητοι. Άλλωστε από γυναίκα δε γεννήθηκε ο Υιός του Θεού, την οποία ανέδειξε «τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ένδοξοτέραν άσυγκρίτως των Σεραφείμ»;.

 

32. Ποιά είναι τα συστατικά μέρη της φύσεως του ανθρώπου;

Είναι δύο, το σώμα και η ψυχή. Το πρώτο είναι υλικό, πλάστηκε από το χώμα της γης, και είναι από τη φύση του φθαρτό (δε θα πέθαινε βέβαια αν ο πρώτος άνθρωπος δεν έπεφτε στην αμαρτία)· το δεύτερο, η ψυχή, δεν προέρχεται εξ απορροής από την ουσία του Θεού (δεν είναι δηλαδή κομμάτι της), αλλά ουσία άυλη και νοερά, αθάνατη και άφθαρτη, που πλάστηκε «εξ ουκ όντων» (από το μηδέν) και δόθηκε σαν εμφύσημα θείο στο σώμα για να το κινεί και να το ζωογονεί. Αυτή είναι η αντίληψη στην ορθόδοξη ανθρωπολογία.

Παράλληλα όμως με αυτή υπάρχει και μία άλλη θεωρία κατά την οποία η φύση του ανθρώπου έχει τρία συστατικά μέρη, το σώμα, το πνεύμα και την ψυχή. Είναι η τριχοτομική θεωρία που εμπνέεται από τα διδάγματα της Πλατωνικής φιλοσοφίας. Σ’ αυτή στηρίχθηκε ο Απολλινάριος, επίσκοπος Λαοδικείας της Συρίας, για να διατυπώσει τα ειδικά διδάγματά του στο πεδίο της Χριστολογίας, καθώς και άλλοι αρχαίοι Πατέρες της Εκκλησίας. Στη Γραφή υπάρχουν πολλά χωρία που εκ πρώτης όψεως στηρίζουν τη θεωρία αυτή: «Ζῶν γὰρ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐνεργὴς καὶ τομώτερος ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον καὶ διϊκνούμενος ἄχρι μερισμοῦ ψυχῆς τε καὶ πνεύματος»· «Αὐτὸς δὲ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἁγιάσαι ὑμᾶς ὁλοτελεῖς, καὶ ὁλόκληρον ὑμῶν τὸ πνεῦμα καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα ἀμέμπτως ἐν τῇ παρουσίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ τηρηθείη». Τα χωρία όμως αυτά και αλλά παρόμοια διδάσκουν πράγματι την τριχοτομική θεωρία;

Αν μελετηθούν προσεκτικά, νομίζω όχι. Η διάκριση που γίνεται μεταξύ πνεύματος και ψυχής είναι μάλλον φαινομενική, παρά πραγματική. Δε σημαίνει ότι αυτά τα δύο είναι ίδια και αυτοτελή συστατικά μέρη στην πνευματική ουσία του ανθρώπου, αλλά είναι δύο όψεις ενός και του αυτού πράγματος, της ψυχής, ανάλογα με τη στροφή της είτε στο Θεό και τα θεία πράγματα (πνεύμα), είτε στα υλικά και τα χαμαίζηλα (ζωική ψυχή). Έτσι η Γραφή τον άνθρωπο που είναι αφοσιωμένος στο Θεό και κινείται από τη χάρη του ‘Αγίου Πνεύματος τον αποκαλεί πνευματικό, τον δε αποκομμένο από το Θεό και προσηλωμένο στα υλικά πράγματα της γης τον χαρακτηρίζει σαρκικό ή ψυχικό.

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 49-50)

Ο υποτακτικός κάποιου μεγάλου γέροντα ήρθε στη μονή του οσίου Σερίδου, στη Γάζα. Είχε εντολή να γυρίση το βράδυ στο κελλί του. Αλλά μέχρι να φύγη χάλασε πολύ ο καιρός, κι έπιασαν βροχές και αστραπόβροντα. Πλημμύρισε και ο γειτονικός χείμαρρος.Παρ’ όλη την κακοκαιρία ο μοναχός θέλησε να επιστρέψη σύμφωνα με την εντολή του γέροντα του. Οι αδελφοί της μονής τον παρακάλεσαν να μείνη, πιστεύοντας ότι ήταν αδύνατο να περάση τον αφρισμένο και ορμητικό χείμαρρο. Εκείνος όμως επέμενε να κάνη την υπακοή του.
Οι αδελφοί βλέποντας ότι δεν μπορούσαν να τον πείσουν, τον συνόδευσαν μέχρι τον χείμαρρο με τη σκέψη ότι θα φοβηθή και θα καταλάβη ότι είναι αδύνατο να τον περάση. Εκείνος όμως, ασυγκράτητος, έπεσε στο φοβερό ρεύμα. Έκπληκτοι οι αδελφοί τον παρακολουθούσαν. Τον βλέπουν να κολυμπά για λίγο και ξαφνικά να βρίσκεται στην απέναντι όχθη! Τους έβαλε από κει μετάνοια και συνέχισε τρέχοντας τον δρόμο του. Επέστρεψαν θαυμάζοντας τη χάρη της υπακοής.

( Έργα αββά Δωροθέου)

( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄,σελ.257-258)

ΤΟ ΔΗΛΗΤΉΡΙΟ ΤΗΣ ΖΉΛΕΙΑΣ

Ζηλεια-Θυμός-Λύπη
«Όταν ο άνθρωπος φθάση να χαίρεται


γιά την πρόοδο των άλλων,
τότε ο Χριστός θα του δώση όλη την πρόοδο των άλλων


καί θα χαίρεται όσο χαίρονται όλοι οι άλλοι,


καί τότε φυσικά θα είναι πολλη και η πρόοδός του και η χαρά του».


Η ζήλεια είναι από τα μεγαλύτερα πάθη


-    Γέροντα, ζηλεύω μια αδελφή.
-    Ξέρω ποιά αδελφή ζηλεύεις... Έμαθα όμως ότι κι εκείνη ζηλεύει εσένα! Εγώ θα εύχωμαι και οι δυο σας να ζηλεύετε τον ζηλωτή Ηλία και εκείνος να σάς διώξη την ζήλεια και να σάς δώση από τον δικό του θείο ζήλο. Αμήν.
-    Όταν, Γέροντα, ζηλεύω, προσπαθώ να τοποθετηθώ λογικά.
-    Αν εξ αρχής προσπαθήσης να μη ζηλέψης, δεν είναι πιο καλά; Η ζήλεια είναι γελοίο πράγμα. Λίγη σκέψη χρειάζεται, για να ξεπεράση την ζήλεια κανείς· δεν χρειάζεται να κάνη μεγάλους αγώνες και πολλή άσκηση, γιατί είναι ψυχικό πάθος. Πρόσεξε, μην αφήσης ποτέ το πάθος της ζήλειας να σε κυριέψη, γιατί είναι ένα από τα μεγαλύτερα πάθη. Ξέρεις από την ζήλεια που μπορεί να φθάση ο άνθρωπος; Στον φθόνο και στην διαβολή. Και οι διαβολές κάνουν πολύ μεγαλύτερο κακό από τον φθόνο.
-    Γέροντα, τί έχει μέσα η ζήλεια;
-     Και τί δεν έχει!... Υπερηφάνεια έχει, εγωισμό έχει, φιλαυτία έχει... Δεν έχει αγάπη ούτε φυσικά και ταπείνωση.
-    Δηλαδή, Γέροντα, αν κανείς ζηλεύη, αποκλείεται να έχη αγάπη;
-    Και βέβαια αποκλείεται! Δεν είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να έχη συγχρόνως ζήλεια και αγάπη. Κι αν ακόμη έχη λίγη αγάπη, η αγάπη του δεν είναι καθαρή, γιατί μέσα στην αγάπη του είναι ο εαυτός του. Η ζήλεια μουρνταρεύει την αγάπη και την καλωσύνη, όπως το ψόφιο ποντίκι μουρνταρεύει όλο το λάδι, όταν πέση μέσα στο πιθάρι.
-    Γέροντα, εγώ νομίζω ότι ζηλεύω, επειδή μέσα μου δεν νιώθω γεμάτη.
-    Πώς να νιώθης γεμάτη, όταν τα θέλης όλα δικά σου;
-    Όταν όμως επιθυμώ κάτι που δίνεται σε μια άλλη αδελφή;
-    Αφού ο Θεός είπε: «ουκ επιθυμήσεις όσα τω πλησίον σου εστι»1, πώς να επιθυμήσουμε κάτι που έχει ο άλλος; Ούτε τις βασικές εντολές να μην τηρήσουμε; Μετά η ζωή μας γίνεται κόλαση. «Έκαστος πειράζεται υπό της ιδίας επιθυμίας» , λέει ο Αγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος. Αυτές οι επιθυμίες θα βασανίζουν τις ψυχές και στην κόλαση. Κι αν μας πάρη ο Θεός στον Παράδεισο, χωρίς να έχουμε απαλλαγή από την ζήλεια, και εκεί δεν θα βρούμε ανάπαυση, γιατί θα έχουμε τις ίδιες παράλογες επιθυμίες.

(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 117-121)

06 Μαϊ

ΘΥΜΟΣ

ΈΝΑΣ ΑΓΙΟΣ Ερημίτης κάποτε έγινε δια της βίας Επίσκοπος. Από την μεγάλη του ταπείνωση και πραότητα δεν επιτιμούσε ποτέ κανένα.
Μερικοί κληρικοί μια φορά κατηγόρησαν τον Οικονόμο πως δεν διαχειριζόταν καλά τα χρήματα της εκκλησίας.
Αλλά ο Επίσκοπος ανέβαλλε διαρκώς την επιτίμηση.Μια μέρα, βλεποντας τους κατηγόρους του Οικονόμου να έρχονται σ’ αυτόν γεμάτοι θυμό και αγανάκτηση,
πρόλαβε και κρύφτηκε μέσα σ’ ένα ντουλαπι. Εκείνοι όμως έψαξαν παυτού και στο τέλος ανακάλυψαν την κρυψώνα του Επισκοπου.
- Γιατί κρύβεσαι από μας, Άγιε Δέσποτα; τον ρώτησαν.
- Πιστέψτε, παιδιά μου, τους αποκρίθηκε ο άνθρωπος του Θεού, πως φοβάμαι εσάς περισσότερο από τον Οικονόμο,
γιατί βαλθήκατε, σ΄αυτό το μικρό διάστημα, να μου αφαιρέσετε ό,τι κατόρθωσα να αποκτήσω παρακαλώντας μέρα-νύχτα τον Θεό
εξήντα ολόκληρα χρόνια στην έρημο.

ΌΠΟΙΟΣ δεν κατορθώνει να συγκροτεί την γλώσσα του όταν θυμώνει, έλεγε ο Αββάς Υπερέχιος, είναι ανίκανος να συγκροτήσει και όλα τα αλλά πάθη.

ΔΕΚΑΤΕΣΣΕΡΑ ολόκληρα χρόνια αγωνίστηκα σκληρά και προσευχόμουν μέρα-νύχτα στον Θεό να με βοηθήσει να νικήσω το πάθος του θυμού, έλεγε ο Αββάς Αμμωνάς.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.143-144)

Επισκέφθηκα κάποτε, διηγήθηκε ο όσιος Σισώης, τον άρρωστο αββά Ωρ και τον αββά Αθρέ, που τον περιέθαλπε. Έμεινα μερικές μέρες κοντά τους για να διδαχθώ από τις αρετές τους. Μια φορά που κάποιος τους έφερε ένα μικρό ψάρι, ο αββάς Αθρέ θέλησε να το μαγειρέψη για τον αββά Ωρ. Κρατούσε το μαχαίρι κι έκοβε το ψάρι, όταν ο γέροντας τον κάλεσε. Εκείνος άφησε αμέσως το μαχαίρι, έτσι όπως το είχε μέσα στο ψάρι, χωρίς να κόψη το υπόλοιπο, κι έτρεξε γρήγορα κοντά του! Είδα και εθαύμασα τη μεγάλη υπακοή του, γιατί δεν είπε: « Περίμενε μια στιγμή, να κόψω το ψάρι». Ρώτησα τότε τον αββά Αθρέ:
-Πώς απέκτησες τέτοια υπακοή;
-Δεν είναι δική μου, απάντησε. Είναι του γέροντα.
Με τράβηξε λίγο παράμερα μετά, και μου λέει:
-Έλα να δης και μόνος σου τη μεγάλη υπακοή του. Παίρνει ένα κομμάτι ψάρι, το βάζει στη φωτιά και το αφήνει λίγο να καή. Το δίνει έπειτα στον γέροντα, κι εκείνος το τρώη χωρίς να πη τίποτε. Στο τέλος τον ρωτά:
-Ήταν καλό, γέροντα;
-Πολύ καλό, απάντησε.
Ύστερα του φέρνει άλλο ψάρι, πολύ προσεκτικά ψημένο, και του λέει:
-Αυτό το έκαψα λίγο, γέροντα.
-Ναι, το έκαψες λίγο, είπε εκείνος.
Μου λέει τότε ο αββάς Αθρέ:
-Είδες που, καθώς σου έλεγα, η υπακοή είναι του γέροντα;
Έφυγα τότε. Και ό,τι είδα τις ημέρες που έμεινα κοντά τους, προσπάθησα όσο μπορούσα να το φυλάξω και να το εφαρμόσω σε όλη μου τη ζωή.

( Έαρ της ερήμου)

(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ. 256-257)

katafigioti

lifecoaching