E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

61. Ποιος ήταν ο Σαβέλλιος και τί δίδασκε;

Ήταν ο κυριότερος εκπρόσωπος του τροπικού μοναρχινιασμου ή πατροπασχητισμού, τριαδολογικής αίρεσεως της αρχαίας Εκκλησίας. Σ’ αυτήν καταλέγονταν ο Πραξέας και ο Νοητός. Η αίρεση ονομάζεται τροπικός μοναρχιανισμός, γιατί δίδασκε αυστηρά τη μοναρχία (= μία αρχή) στο Θεό (τον Πατέρα), αρνούνταν δε την ύπαρξη των προσώπων ως αυτοτελών υποστάσεων, χαρακτηρίζοντάς τες όχι σαν πραγματικές υποστάσεις στη θεότητα, αλλά σαν τρόπους με τους οποίους ο ένας Θεός ενεργεί κάθε φορά στον κόσμο. Πατροπασχιτισμός δε, γιατί μη διακρίνοντας τον Πατέρα, από τον Υιό, σαν πρόσωπο ξεχωριστό, στο πάθος του Χριστού έλεγαν ότι δεν έπαθε ο Υιός αλλά ο Πατήρ.

Οι αιρέσεις αυτές ως κύριο μέλημα είχαν την πάση θυσία διαφύλαξη της μοναρχίας στη θεότητα, ότι δηλαδή ο Θεός είναι ένας και όχι πολλοί. Κατ’ αυτές την πολλότητα στο Θεό εισηγείται η παραδοχή των υποστάσεων ως πραγματικών προσώπων, που μερίζουν τη θεότητα.

Ο Πραξέας δίδασκε ότι ο Υιός δεν υπάρχει κατ’ εαυτόν, είναι ένα άλλο όνομα του Πατρός, ένα «flatus νοcis» (φύσημα φωνής), «vox et sonus oris» (φωνή και ήχος στόματος), «aer offensus» (αέρας που κρούεται). Πατήρ και Υιός είναι ένα και το αυτό πρόσωπο. Μόνο ο Πατήρ γεννήθηκε και έπαθε πάνω στη γη (= Πατροπασχητισμός). Τις ίδιες αντιλήψεις δίδασκε και ο Νοητός.

Ο Σαβέλλιος ανέπτυξε συστηματικότερα και πληρέστερα τον τροπικό μοναρχιανισμό. Ο Θεός δεν είναι Πατήρ και Υιός, αλλ΄ «Υίοπάτωρ». Τα ονόματα Υιός και Πνεύμα δεν σημαίνουν εσωτερικές διακρίσεις στη θεότητα, αλλ΄ εξωτερικές σχέσεις του Θεού προς τον κόσμο και τον άνθρωπο. Είναι διαδοχικές ιστορικές εμφανίσεις της θεότητας, που κάνουν εμφανείς τις εξωτερικές ενέργειες του ενός κατ’ ουσίαν Θεού. Τη θεότητα την απαρτίζει μόνο ο Πατήρ. Ο Υιός και το Πνεύμα είναι περιστασιακές αυτοφανερώσεις του Πατρός. Στο πεδίο της οικονομίας ο ένας Θεός πλατύνεται και συστέλλεται ανάλογα με τις ενέργειες του στον εξωτερικό κόσμο. Κατά το Ζωναρά και το Βαλσαμώνα ο Σαβέλλιος εδογμάτιζε «συναλοιφήν και σύγχυσιν, τας τρεις υποστάσεις της μιας ουσίας και θεότητας εις εν πρόσωπον συναιρών και συγχέων, και εν πρεσβεύων επί της Τριάδος Τριώνυμον πρόσωπον, λέγων τον αυτόν ποτέ μεν ως Πατέρα φανήναι, ποτέ δε ως Υιόν, ποτέ δε ως Πνεύμα άγιον μεταμορφούμενον και άλλοτε άλλως μετασχηματιζόμενον».

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 82-84)

Του Αββά Νισθερώου

α΄.  Ο Αββάς Νισθερώος ο μεγάλος περπατούσε στην έρημο με κάποιον αδελφό. Και σαν είδαν ένα φίδι, έφυγαν. Και του λέγει ο αδελφός: «Και συ φοβάσαι, πάτερ;». Ο δε γέρων του απαντά: «Δεν φοβάμαι, τέκνο μου.  Αλλά για καλό μου έφυγα. Γιατί, αλλοιώς, δεν θα ξέφευγα το πνεύμα της κενοδοξίας».

β΄.  Κάποιος αδελφός ρώτησε ένα γέροντα, λέγοντας: «Τι είναι καλό πράγμα, για να το κάμω και να ζήσω σ’ αυτό;». Και είπε ο γέρων: «Ο Θεός γνωρίζει το καλό.  Αλλά άκουσα, ότι ρώτησε κάποιος από τους πατέρες τον Αββά Νισθερώο τον μεγάλο, τον φίλο του Αββά Αντωνίου, και του είπε: Ποιο έργο είναι καλό, για να το κάμω; Και του αποκρίθηκε: Δεν είναι όλες οι εργασίες ίσες; Η Γραφή λέγει, ότι ο Αβραάμ φιλόξενος ήταν και είχε τον Θεό μαζί του. Και ο Ηλίας αγαπούσε  την ησυχία και είχε τον Θεό μαζί του. Και ο Δαυίδ ταπεινός ήταν και είχε τον Θεό μαζί του. "Ό,τι λοιπόν βλέπεις να θέλη η ψυχή σου κατά Θεόν, αυτό κάμε και φύλαξε την καρδιά σου».

γ΄.  Ο Αββάς Ιωσήφ λέγει στον Αββά Νισθερώο: «Τι να κάμω με τη γλώσσα μου, οπού δεν μπορώ να τη συγκρατήσω;». Και του λέγει ο γέρων: Αν λοιπόν μιλήσης, έχεις ανάπαυση»; Του απαντά: «Όχι». Και είπε ο γέρων: Αν δεν έχης ανάπαυση, γιατί μιλάς; Καλύτερα να σιωπάς. Και αν γίνεται ομιλία, πιο πολλά να ακούς παρά να λες». δ΄. Ένας αδελφός είδε τον Αββά Νισθερώο να φορά δυο πλεχτά ράσα. Και τον ρώτησε, λέγοντας: Αν ένας φτωχός έλθη και σου ζητήση ένα ιμάτιο, ποιο θα του δώσης ; ». Αποκρίνεται και του λέγει : « Το καλύτερο ». Και λέγει ο αδελφός: « Και αν άλλος σου ζητήση, τι θα του προσφέρης ; ». Και λέγει ο γέρων: « Το μισό του άλλου ». Και λέγει ο αδελφός: « Και αν άλλος σου ζητήση, τι θα του δώσης ; ». Και εκείνος είπε: « Κόβω και το υπόλοιπο και του δίνω το μισό και ό,τι απομείνη το ζώνομαι ». Και πάλι του λέγει: « Αλλά αν και αυτό σου το ζητήση κάποιος, τί θα κάμης ; ». Λέγει ο γέρων: « θα του προσφέρω και το υπόλοιπο και θα πάω να μείνω σ’ ένα τόπο, ώσπου ο Θεός να στείλη και να με σκεπάση. Γιατί δεν ζητώ από άλλον ». ε’. Είπε ο Αββάς Νισθερώος: « Οφείλει ο μοναχός, κάθε βράδι και πρωί, να λογαριάζη τί από όσα ο Θεός θέλει κάμαμε και τί από όσα δεν θέλει δεν κάμαμε. Και έτσι να εξετάζουμε την όλη μας ζωή. Γιατί έτσι έζησε ο Αββάς Αρσένιος. Φρόντιζε κάθε μέρα να είσαι μπροστά στον Θεό χωρίς αμαρτία. Έτσι να προσεύχεσαι στον Θεό, σαν παρών σε παρόντα. Γιατί, πράγματι, είναι παρών. Μη νομοθετείς τον εαυτό σου. Και μη κρίνεις κανέναν. Δεν ταιριάζει στον μοναχό το να ορκίζεται, το να επιορκή, το να ψεύδεται, το να καταράται, το να υβρίζη, το να γελά. «Όποιος δέ τιμηθή ή επαινεθή περισσότερο από ό,τι αξίζει, πολύ ζημιώνεται».

(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)

60. Ποια ήταν η θεωρία της υποταγής του Λόγου (subordinatio) στον Πατέρα;

Είναι θεωρία παρεμφερής προς την προηγούμενη. Την διετύπωσαν ο Ιουστίνος, ο φιλόσοφος και μάρτυς, και άλλοι Απολογητές.

Το κύριο μέλημα του Ιουστίνου ήταν η διαφύλαξη της ενότητας του Θεού, την οποία εκ πρώτης όψεως απειλεί η παραδοχή εις αυτόν (τον Θεό) δύο προσώπων διαφερόντων «τω αριθμώ», δηλαδή ξεχωριστών και πραγματικών.

Πώς είναι δυνατό να είναι ένας ο θεός όταν σ’ αυτόν υπάρχουν δύο πρόσωπα (και τρία με το Πνεύμα το Άγιο); Έτσι ανακύπτει η περί διπλής καταστάσεως του Λόγου θεωρία, όπως την είδαμε στο προηγούμενο ερώτημα. Στην πρώτη κατάσταση ο Λόγος βρισκόταν ως δύναμη ιδιωματική στο Θεό και όχι ως πρόσωπο ξεχωριστό και πραγματικό. Αυτό έγινε όταν ο θεός θέλησε να δημιουργήσει τα εξωτερικά όντα. Επειδή δε αυτός, ως απόλυτα υπερβατικός, δεν μπορούσε να δημιουργήσει άμεσα τον κόσμο (ιδέα πλατωνική, φιλώνεια), σύρει τον Λόγο από την ενδιάθετη ιδιωματική του κατάσταση και τον γεννά, από τη βουλή του, προφορικόν, δηλαδή ως πρόσωπο ξεχωριστό, το οποίο χρησιμεύει στο Θεό σαν όργανο, για να δημιουργήσει δι’ αυτού τα όντα. Ο Λόγος είναι υπηρετικό όργανο του Πατρός και ως τέτοιος δεν μπορεί να είναι ίσος με τον Πατέρα, αλλά κατώτερος αυτού. Ο Λόγος είναι υποταγμένος στον Πατέρα. Το ίδιο συμβαίνει και στο πεδίο της θείας οικονομίας, όπου ο Λόγος, ως όργανο του Πατρός, φανερώνει στον κόσμο το θέλημα και τις βουλές του Πατρός.

Δεν είναι δύσκολο να κατανοηθεί ότι τόσο τα περί δύο καταστάσεων του Λόγου διδάγματα, όσο και η περί υποταγής θεωρία είναι επικίνδυνα, ως θέτοντα σε αμφιβολία το θεοπρεπές αξίωμα του Λόγου, δηλαδή την αιωνιότητα, την αυτοτέλεια και τη θεότητα του. Ένα μόνο βήμα χωρίζει τα διδάγματα αυτά από τον Αρειανισμό, στον οποίο όμως δεν υπέπεσε ο ιερός Απολογητής.

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 81-82)

59. Ποια είναι η περί δύο καταστάσεων του Λόγου θεωρία;

Η θεωρία αυτή διατυπώθηκε πολύ νωρίς στην αρχαία Εκκλησία κυρίως από τους Απολογητές (Ιουστίνο και Τατιανό) και άλλους. Ήθελαν να εξηγήσουν τη σχέση του Λόγου προς τον Πατέρα, που είναι η πηγή και η αιτία της θεότητας.

Κατά τη θεωρία (Τατιανός) ο ποιητής του κόσμου είναι ο Πατήρ. Πριν από τη δημιουργία των κτισμάτων ο Λόγος βρισκόταν σε ιδιωματική κατάσταση, δηλαδή ήταν απλό ιδίωμα, χωρίς προσωπική υπόσταση. Ήταν λόγος ενδιάθετος. Όμως λίγο πριν από τη δημιουργία, προπηδά από τους κόλπους του Πατρός και εισέρχεται στο στάδιο της προσωπικής του καταστάσεως. Γίνεται έργο «πρωτότοκον» της βουλής του Πατρός. Δια του προσωπικού πλέον Λόγου ο Πατήρ δημιουργεί τον κόσμο. Κατά τον Τατιανό ο Λόγος δεν προέρχεται «κατ’ αποκοπήν», δεν είναι δηλαδή κομμάτι της ουσίας του Πατρός, αλλά «κατά μερισμόν», κατά μετάδοσιν, αφήνοντας ανέπαφη την ουσία του Πατρός. Έφερε και παράδειγμα: όπως από μια δάδα ανάβονται πολλά φώτα, χωρίς αυτά να μειώνουν το αρχικό φώς, έτσι και ο Λόγος προέρχεται από τον Πατέρα, χωρίς η φύση του τελευταίου να υφίσταται μείωση από την προβολή.

Περιττό να πούμε ότι τα διδάγματα αυτά είναι πολύ επικίνδυνα, δυνάμενα να οδηγήσουν στην αρειανική κακοδοξία. Οι Απολογητές φυσικά δεν προχώρησαν στο στάδιο αυτό. Έθεσαν βέβαια σε αμφιβολία την αιωνιότητα και την προσωπική υποστατική αυτοτέλεια του Λόγου, δεν προχώρησαν όμως σε άρνηση της θεότητας του.


(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 80-81)

26. ΚAΛΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
Ο ΑΒΒΑΣ ΗΣΑΪΑΣ ο Αναχωρητής γράφει για τους μοναχούς τους παρακάτω κανόνες καλής συμπεριφοράς, που θα ήταν πολύ ωφέλιμο να τηρούνται απ’ όλους τους Χριστιανούς, χωρίς εξαίρεση. Η ευγένεια είναι αγγελική αρετή και το καλό φέρσιμο πρέπει να χαρακτηρίζει, πρώτα απ’ όλα, τα παιδιά του Ουρανίου Πατρός.
Αν πας για δουλειά σε ξένο σπίτι, αρχίζει ο Αββάς, και ο σπιτονοικοκύρης βρεθεί στην ανάγκη να βγει έξω και σε αφήσει μόνο, μην σηκώσεις τα μάτια σου να περιεργαστείς τα πράγματά του. Δεν επιτρέπεται ν’ ανοίξεις τίποτε, ούτε ντουλαπι ούτε δοχείο ούτε βιβλίο ακόμη. Προτού βγει έξω εκείνος, ζήτησέ του κάποιο εργόχειρο, για ν’ ασχολείσαι ώσπου να γυρίσει. Ό,τι σου αναθέσει, κάνε το με πολλή προθυμία. Αν συμβεί ν’ ακούσεις συνομιλίες έξω από το δωμάτιο, μην δίνεις προσοχή και μην αφήνεις ξένες συζητήσεις στην μνήμη σου. Προ πάντων δε, μην τις αναφέρεις σ’ εκείνον που σε φιλοξενεί, για να μην ζημιωθείτε κι οι δύο.
Αν είσαι νέος, απόφευγε τα πολυτελή ενδύματα. Μην γελάς δυνατά με ανοιχτό στόμα, έτσι που να φαίνονται τα δόντια σου. Μάθε να κλίνεις πάντοτε προς τα κάτω την κεφαλή σου με συστολή. Όταν βρίσκεσαι σε ξένο τόπο, να φοράς πάντοτε τα υποδήματά σου. Στο κελλί σου όμως ασκήσου να περπατάς ξυπολυτος, εκτός αν είσαι άρρωστος. Συνήθιζε να περπατάς με τα χέρια κολλητά στην ζώνη σου. Μην τα κουνάς πέρα-δώθε, καθώς οι κοσμικοί. Ούτε το κεφάλι σου να γυρίζεις εδώ κι εκεί. Περπατώντας κάνε κάποια πνευματική μελέτη με τον νου σου ή προσευχήσου με την καρδιά σου. Όταν υπάρχει μεγάλη ανάγκη να κατέβεις στην πόλη, έχε το βλέμμα σου κάτω διαρκώς, για να μην πολεμείσαι αργότερα στο κελλί σου από άτοπους λογισμούς. Αν τύχει να σε χαιρετήσει στον δρόμο γυναίκα, ανταπόδωσε τον χαιρετισμό νοερά, εχοντας πάντα τα μάτια χαμηλωμένα. Μην αφήσεις το βλέμμα σου να πλανηθεί, ούτε ως το φόρεμα της γυναίκας.
Αν πηγαίνεις στον δρόμο μαζί με άλλους αδελφούς, κράτησε, όσο μπορείς, σιωπή. Για να το επιτύχεις, απομακρύνσου λίγο απ’ αυτούς. Αν περπατάς με ηλικιωμένους, μην προπορεύεσαι. Μην δεχθείς να σηκώσει ο μεγαλύτερός σου στην ηλικία οποιοδήποτε πράγμα. Σήκωσέ το εσύ. Αν είστε δύο νέοι και μεταφέρετε καπου ένα αντικείμενο, ας το σηκώνετε εναλλάξ. Όποιος σηκώνει το φορτίο, ας προπορεύεται.
Όπου και αν βρεθείς, απόφευγε την παρρησία. Ας είσαι πάντοτε στολισμένος με την συστολή. Αν πας σε ξένο τόπο, μην κοιμηθείς σε σπίτι που υπάρχει κίνδυνος ν’ αμαρτήσεις. Αν σε καλέσει κανείς για φαγητό, μην δεχθείς να καθίσεις στο ίδιο τραπέζι με γυναίκα. Προτιμότερο να λυπήσεις εκείνον που σε κάλεσε, παρά να αμαρτήσεις κρυφά στην καρδιά σου.
Αν περπατάς με άλλους μαζί, κι αναμεσά σας υπάρχει κανένας άρρωστος, αφήστε να προπορεύεται εκείνος, για να ξεκουράζεται όταν θέλει. Αν σε στείλουν στην πόλη με άλλον αδελφό κι έχεις δουλειά στο σπίτι κάποιου φίλου σου, μην καθίσεις να φας, αν σε προσκαλέσουν, προτού φωνάξεις και τον άλλον αδελφό. Αν είστε περισσότεροι και ντρέπεσαι να τους φωνάξεις όλους, μην τους περιφρονήσεις και πας κρυφά για να φας. Συνεννοήσου πρώτα μαζί τους και κάνε με ταπεινοσύνη ό,τι σου πουν. Μην χωρίζεσαι από τους αδελφούς σου, αποφεύγοντας τις ευτελέστερες εργασίες. Αν βρεθείς σε ξένο τόπο με αδελφούς που μόλις έχετε γνωριστεί, δώσε τους τα πρωτεία, έστω κι αν είναι κατώτεροί σου στην τάξη. Αν πάτε σε γνωστό σου σπίτι, άφησέ τους να προπορεύονται σ’ όλα, στο νίψιμο, στο φαγητό, παντού. Μην τους δείχνεις πως για χατήρι σου φιλοξενούνται κι αυτοί. Τίμησέ τους, λέγοντας πως γι’ αυτούς ελέησαν κι εσένα.
Αν περπατάς με άλλους αδελφούς κι ανάμεσά τους είναι κάποιος με τον οποίο συνδέεσαι με πνευματική αγάπη, μην χωριστείτε από τους άλλους, για να συνομιλήσετε οι δυό σας, μήπως βρεθεί κανένας αδελφός ασθενής στην συνείδηση και κινηθεί σε φθόνο. Μην γίνεσαι ποτέ αφορμή ν’ αμαρτήσει ο αδελφός σου. Αν πας σε γνωστούς σου, μην είσαι από πριν απολύτως βέβαιος πως θα χαρούν υπερβολικά, όταν σε δούν, ώστε να ευχαριστείς τον Θεό αν τύχει και σε δεχτούν. Αν πας μαζί με άλλους σε φτωχό αδελφό, μην τον επιβαρύνετε. Προμηθευτείτε μόνοι την τροφή σας κι αρκεστείτε στην στέγη που βρήκατε.
Αν μπεις σε κελλί ξένου μοναχού, κάθισε όπου σου πει και μην πηγαίνεις σε άλλο κελλί, αν δεν σε καλεσει. Όταν ταξιδεύετε με άλλους αδελφούς, να είστε επιεικείς με τους ασθενείς. Να τους άφήνετε να ξεκουράζονται ή να τρώνε πριν από την ορισμένη ώρα. Όταν φτάσετε σε ξένο τόπο, μην αποκτήσετε παρρησία με κανένα, για να ωφεληθούν oι κοσμικοί από την συμπεριφορά σας και μάλιστα από την σιωπή σας. Η παρρησία φωλιάζει στον αδύνατο άνθρωπο που του λείπει η προσευχή και η ενθύμηση των αμαρτιών του.
Αν έχεις βάλει όρο στον εαυτό σου να τρως ορισμένη ώρα στο κελλί σου ή να μην τρως μαγειρεμένο φαγητό ή οποιονδήποτε άλλο κανόνα, πρόσεξε να μην το φανερώσεις όταν βρίσκεσαι με άλλους, για να μην χάσεις τον μισθό σου. Ο Δεσπότης Χριστός παραγγέλλει να εργαζόμαστε το καλό «εν κρυπτώ» (Ματθ. στ' 18).
ΞΕΝΟΣ μοναχός σε ξένο τόπο, έλεγε ο Όσιος Αρσένιος, ας μην ανακατεύεται στις διαφορές μεταξύ αδελφών, για να έχει ανάπαυση.
ΈΝΑΣ αρχάριος αδελφός συμβουλεύτηκε κάποιο Γέροντα:
- Αν δω κάτι άπρεπο στους αδελφούς με τους οποίους συγκατοικώ, πρέπει να μιλήσω;
- Αν εκείνοι είναι μεγαλύτεροι στην ηλικία ή και συνομήλικοί σου ακόμη, αποκρίθηκε ο Γέροντας, πιο αναπαυμένος θα είσαι όταν σιωπήσεις. Έτσι θα νιώθεις τον εαυτό σου μικρότερο και αμέριμνο.
- Τί να κάνω, Αββά, που με ταράσσουν συχνά οι λογισμοί να τους υποδείξω το άτοπο; ρώτησε πάλι ο αδελφός.
- Αν καταπονείται η ψυχή σου, υπόδειξε μια φορά το σφάλμα τους με ταπείνωση. Αν δεν σ’ ακούσουν, άφησε το ζήτημα στα χέρια του Θεού. Έτσι, παραμερίζεις και το θέλημά σου, τον συμβούλεψε ο σοφός Γέροντας.
ΜΗΝ περιφρονείς τον υπηρέτη σου, έλεγε σε κάποιον πλούσιο επισκέπτη του ένας από τους Γέροντες, γιατί δεν γνωρίζεις αν το Πνεύμα του Θεού αναπαύεται σ’ αυτόν.
ΑΝ ΤΗΝ ώρα που επιτιμάς κάποιον από τους υποτακτικούς σου, έλεγε ο Αββάς Μακάριος σ’ έναν Ηγούμενο Κοινοβίου που πήγε να τον συμβουλευτεί, παρασυρθείς από θυμό και πεις λόγια άπρεπα, ικανοποιείς το πάθος σου. Έτσι, προσπαθώντας να διορθώσεις τους άλλους, ζημιώνεις την ψυχή σου.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ")

93. «Ηγαλλίααε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου» (Λουκ. α΄ 47).
Ότι συνέβη στην Ελισάβετ, στο κυοφορούμενο βρέφος της —τον Ιωάννη— συμβαίνει τώρα και στη Θεοτόκο «ηγαλλίασε το πνεύμα της»! Η παρουσία του Χριστού προκαλεί σκιρτήματα χαράς στην ανθρώπινη ψυχή.
Η παρουσία του Θεού στην προχριστιανική εποχή προκαλούσε δέος και τρόμο στον άνθρωπο. Και αυτός ο Θεός των Εβραίων, ο Γιαχβέ, ήταν Θεός τρομερός. Επίσης η παρουσία του ανθρώπου στα Ιερά και στους οίκους του Θεού γινόταν υστέρα από αλλεπάλληλους καθαρισμούς, με δαπανηρές θυσίες και μέσα στο ζόφο του τρόμου και της φρίκης...
Μόνο η παρουσία του Χριστού στον κόσμο άλλαξε την κατάστασι αυτή. Η έλευσις του Χριστού στον κόσμο έφερε τη χαρά και την αγαλλίαση πρώτα στην Μητέρα του, έπειτα στον μικρό κύκλο των γνωστών του και υστέρα σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Όπως η πέτρα που πέφτει στα νερά της λίμνης και δημιουργεί ομόκεντρους κύκλους, που συνεχώς διευρύνονται έτσι και ο Χριστός. Η παρουσία του στον κόσμο αγκαλιάζει όλο και πιο πολλούς. Έτσι όλο και πιο πολλοί πηδούν και χορεύουν από χαρά και αγαλλίασι.
Δες τε τι συμβαίνει με τους πιστούς. Έξω από το ναό, είμαστε συνηθισμένοι άνθρωποι. Όταν όμως μπούμε μέσα στο ναό μεταβαλλόμαστε· γινόμαστε διαφορετικοί. Και πρώτα - πρώτα γινόμαστε δοξολογικά πλάσματα. Μέσα στο ναό δεν ομιλούμε, αλλά δοξολογούμε. Από το στόμα μας βγαίνουν ύμνοι και δοξολογίες. Αυτό μάλιστα ισχύει απόλυτα για τη θ. Λειτουργία, στην οποία, κατά την αρχαία συνήθεια, πρέπει να ψάλλουν όλοι οι πιστοί και όχι μόνο οι ιεροψάλται ή μια μικρή χορωδία, όπως άλλωστε γίνεται και σήμερα σε όλες τις άλλες ομόδοξες Εκκλησίες!
Μετά τον ύμνο και πολλές φορές μαζί με τον ύμνο μέσα στο ναό υπάρχει και ο θρησκευτικός χορός. Με χορό πανηγυρίζει ο χριστιανός την είσοδό του στην Εκκλησία. Γι αυτό, αμέσως μετά το βάπτισμα, γύρω από την ιερή κολυμβήθρα γίνεται χορός ενώ όλοι ψάλλουν τον ύμνο: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε»! Ο χορός είναι πάλι χαρακτηριστικό στοιχείο του χριστιανικού γάμου. Μετά την στέψι αρχίζει «ο χορός του Ησαΐα,», όπως λέει ο λαός. Οι νεόνυμφοι χορεύουν στο κέντρο του Ναού, ενώ ακούγεται ο χαρούμενος ύμνος: «Ησαΐα χόρευε η Παρθένος έσχεν εν γαστρί...»! Η χαρά αυτή για τη σωτηρία του Χριστού, τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, στο ετήσιο πανηγύρι του προαστικού ελληνικού χωριού που ήταν μαζί και η εορτή του προστάτου Αγίου της Κοινότητος, ξεχυνόταν και έξω από το Ναό, στον ευρύχωρο αυλόγυρο του ναού. Το χορό αυτό τον άρχιζε πρώτος ο Ιερεύς του χωριού.
Η παρουσία του Χριστού έφερε τη χαρά, την αγαλλίασι και το σκίρτημα στον κόσμο, ο οποίος έκτοτε, όπως και η Θεοτόκος, «σκιρτά εν αγαλλιάσει»!

(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.120 )

Ένας αμαρτωλός νέος, ο Τζίμμυ, στην πρώτη του εξομολόγηση στον π. Γερβάσιο κλαίει γονυπετής:

- Χάλασα, πάτερ μου, και τις δέκα εντολές και κάτι περισσότερο.

Και τότε ο φωτισμένος γέροντας, ο καλοκάγαθος και γεμάτος αγάπη ποιμένας, αφού έθεσε τα χέρια του στους ώμους του παραστρατημένου προβάτου του, του λέει:

- Σήκω, παιδί μου, αυτή τη στιγμή, δεν θέλω να μου πεις τι ακριβώς έκανες και λύπησες το Θεό. Αρκεί η μετάνοιά σου. Πήγαινε στο σπίτι σου, ετοιμάσου και την Κυριακή να προσέλθεις στην Εκκλησία και να λάβεις τη θεία κοινωνία. Σε μένα δε, να έρθεις μετά από μία εβδομάδα.

Κατάπληκτος ο Τζίμμι ρωτά, διότι του ήταν απίστευτο αυτό το οποίο άκουσε.

- Εγώ θα κοινωνήσω αυτή την Κυριακή, πάτερ μου;

- Ναι, εσύ, του απαντά ο πατήρ. Συγκινημένος βγαίνει από το ιερό εξομολογητήριο. Τώρα πλέον δεν είναι ο Τζίμι, αλλά το πιστό και μετανοημένο τέκνο του Θεού. Κοινωνεί την Κυριακή, όπως ακριβώς του είχε πει ο πνευματικός του πατέρας, επανέρχεται, εξομολογείται τα πάντα, λαμβάνει ένα μικρό κανόνα και γίνεται πλέον διαπρύσιος κήρυκας του Ευαγγελίου.

(Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, "Οδηγός Εξομολογητικής", Σταμάτα 2016, σ. 209)

Σε κάποια από τις ελληνικές οικογένειες ανέφεραν στον ηγούμενο του Ρωσικού πατέρα Σάββα (+1821) για έναν συγγενή τους νεαρό έμπορο ο οποίος σχετιζόταν με τους αντιπροσώπους των
σουλτανικών χαρεμιών και προμήθευε στο προσωπικό τους ποικίλα εμπορεύματα. Πέραν τούτου, όμως, ο νεαρός έμπορος δημιούργησε και άλλου είδους σχέσεις με τις φυλακισμένες, τις οποίες επισκεπτόταν καθημερινά. Οι συγγενείς του, μιλώντας για αυτόν στον πατέρα Σάββα είπαν ότι θα τιμωρηθεί αυστηρά από τους Τούρκους σε περίπτωση κατά την οποία αυτό γίνει γνωστό. Έτσι, τον παρακάλεσαν να λυτρώσει με τη μεσολάβηση του το νεαρό από τέτοιο κίνδυνο.
Ο πατήρ Σάββας με πίστη στη βοήθεια της Χάρης του Θεού και με τη συνεργία της θείας κοινωνίας, άρχισε το έργο. Μετά από μακρές και ανεπιτυχείς προτροπές προς τον φιλήδονο νέο να εγκαταλείψει τις αμαρτωλές σχέσεις με τις μουσουλμάνες, πρότεινε εν τέλει τους ευκολότερους όρους από την πλευρά του, υποσχόμενος ότι δεν θα τον ενοχλήσει πλέον για να τον αποτρέψει από την αμαρτία. Τον παρακάλεσε, λοιπόν, να μην πάει στο χαρέμι μία ημέρα και κατά τη διάρκειά της να νηστέψει· μετά να του αναγνωσθεί ή συγχωρητική ευχή, να κοινωνήσει των αχράντων Μυστηρίων και κατόπιν ας κάνει ό,τι θέλει!
Ο δυστυχής αμαρτωλός, ελκόμενος από την αμαρτία όπως ο σίδηρος από τον μαγνήτη, δυσκολεύτηκε αλλά δέχτηκε τη συμβουλή· ίσως εξαιτίας ντροπής ενώπιον του Γέροντα και των συγγενών του, περισσότερο, όμως, επειδή ο σοφός γέροντας δεν του ζητούσε παραίτηση από την αμαρτία αλλά στέρηση μόνο για μία ημέρα. Νήστεψε εκείνη την ημέρα, έλαβε τη συγχώρηση δια της ευχής και τη θεία κοινωνία, και μετά τη θεία λειτουργία γευμάτισε μαζί με τον πατέρα Σάββα και τους συγγενείς. Κατά τη διάρκεια του γεύματος και δήθεν τυχαία, ο γέροντας πρότεινε να προσπαθήσει και αυτή την ημέρα να μην πάει στο χαρέμι και να κοινωνήσει πάλι την επομένη. Επειδή δεν έβλεπε καμία αντίδραση, άρχισε εγκάρδια να τον παρακαλεί υποσχόμενος εκ νέου ότι μετά τη θεία κοινωνία θα τον αφήσει ελεύθερο να πράξει κατά την επιθυμία του. Αφού έλαβε τη συγκατάθεση, τον κοινώνησε και την άλλη ημέρα. Πρότεινε να τον ξανακοινωνήσει με τους ίδιους όρους, δηλαδή και εκείνη την ημέρα να μην πάει στο χαρέμι και τον κοινώνησε και την τρίτη ημέρα.
Τότε φάνηκε πως ενήργησε σωτηριωδώς η χάρη του Θεού, κατά τη ζώσα πίστη του γέροντα και τις προσευχές των συγγενών. Η καρδιά του νέου μαλάκωσε και άρχισε σιγά-σιγά μέσα του να αισθάνεται τη νέκρωση των φλογισμένων παθών.
Ο πατήρ Σάββας συνέχισε να τον κοινωνεί επί σαράντα ημέρες και την τελευταία φορά τού είπε:
- Τώρα πήγαινε όπου επιθυμείς, ακόμα και στο χαρέμι· δεν σε εμποδίζω!
Αλλά στην ψυχή του νεαρού είχε ήδη συντελεστεί η μεταστροφή.
- Ας κάνουν μαζί μου ό,τι θέλουν, είπε· μπορούν και να με κατακόψουν. Για τίποτα στον κόσμο δεν θα δεχτώ να πηγαίνω εκεί όπου νωρίτερα έτσι ασυγκράτητα έτρεχα!
Με αυτό τον τρόπο ο φιλεύσπλαχνος Κύριος που δεν επιθυμεί τον θάνατο του αμαρτωλού αλλά «να επιστρέψει και να ζει αυτός» έσωσε το απολωλός πρόβατό του. (Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Οδηγός Εξομολογητικής, Σταμάτα 2016, σελ.171-173 όπου και η πηγή)

    Ο μεγάλος Μεθοδιστής ιεροκήρυκας Wallace Hamilton διηγείται την ιστορία του ινδιάνου βοσκού που είχε ένα πρόβλημα με τον γείτονά του. Φαίνεται ότι ο γείτονας είχε μία αγέλη σκύλων που τριγυρνούσαν ελεύθεροι και συνεχώς έπνιγαν τα πρόβατα του βοσκού. Ο βοσκός σκέφτηκε προσεκτικά όλες τις επιλογές τις οποίες είχε. Θα μπορούσε να κάνει μήνυση στο γείτονά του, αλλά αυτό θα κόστιζε ακριβά και θα αποξένωνε το γείτονά του. Ή θα μπορούσε να κτίσει μεγαλύτερο φράχτη, ώστε να κρατά τα σκυλιά έξω, αλλά αυτό θα απαιτούσε χρόνο και χρήματα που δεν υπήρχαν, έτσι δεν θέλησε να κάνει ούτε αυτό.
     Τότε ο βοσκός σκέφτηκε ένα ιδιοφυές σχέδιο που όχι μόνο θα έλυνε το πρόβλημα αλλά και θα θεράπευε μόνιμα την τραυματισμένη σχέση. Ένα απόγευμα ο βοσκός πήγε στο σπίτι του γείτονα και δώρισε στα παιδιά του τέσσερα αρνάκια.
    Όταν ο γείτονας είδε πόσο πολύ τα παιδιά του αγαπούσαν τα αρνάκια, μόνος του έδεσε τους σκύλους του, ώστε τα αρνάκια να είναι ασφαλή. Τα προβλήματα του βοσκού πήραν τέλος.

(αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, "Οδηγός Εξομολογητικής", εκδ. Σταμάτα 2016, σ. 207-208)

Επισκέφτηκε κάποτε το μοναστήρι ένας Κόπτης θεολόγος. Στη συζήτηση την οποία είχε με τον Γέροντα Επιφάνιο, αυτός του ευχήθηκε να τον οδηγήσει σύντομα ο Θεός στην Ορθοδοξία. Επειδή όμως οι ιεροί Κανόνες απαγορεύουν τη συμπροσευχή με αιρετικούς, ο γέροντας δεν του επέτρεψε να παρακολουθεί τις ακολουθίες από το Ναό, αλλά από το Αρχονταρίκι, το οποίο βρίσκεται δίπλα σε αυτόν. Θυμάμαι, αναφέρει αυτός που διέσωσε το περιστατικό, ότι μεταξύ άλλων είπε:
- Στη ζωή μου δεν έχω να επιδείξω τίποτα καλό, πιστεύω όμως ότι οι Ιεροί Κανόνες θα απολογηθούν υπέρ εμού στο Θεό.
Όταν ο ετερόδοξος επισκέπτης επρόκειτο να αναχωρήσει από το μοναστήρι, ο Γέροντας τον χαιρέτησε με πολλή ταπείνωση και του έβαλε μετάνοια λέγοντας:
- Παιδί μου, αν σου έδωσα την εντύπωση ότι έχω προσωπικά μαζί σου, συγχώρεσέ με. Η συμπεριφορά μου δεν είχε καμία αντιπάθεια στο πρόσωπό σου, αλλά έτσι μου επέβαλλαν Οι ιεροί Κανόνες»(Υποθήκες ζωής, σελ. 47)

katafigioti

lifecoaching