ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

ΙΕΡΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ 
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (!!!).

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί  10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί  11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.




 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί 10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί 11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Ο μισθός από την γηροκόμηση
Πώς κατήντησε ο κόσμος! Και στα Φάρασα και στην Ήπειρο γηροκομούσαν ακόμη και τα ζώα.
Καλά τα μουλάρια, αλλά και αυτά τα ζώα που το κρέας τους τρωγόταν δεν τα έσφαζαν.
Τα γέρικα βόδια λ.χ. με τα οποία όργωναν, τα σέβονταν, τα περιποιούνταν, τα γηροκομούσαν, γιατί έλεγαν:
«Φάγαμε ψωμί από αυτά». Δηλαδή τα ζώα που ήταν εργατικά και δούλευαν στο χωράφι είχαν και καλά γεράματα.
Και τότε οι άνθρωποι δεν είχαν τα μέσα που έχουν σήμερα.
Έπρεπε με τον χειρόμυλο να αλέθουν το ρόβι, να το κάνουν ψιλό, για να μπορή το καημένο το γέρικο βόδι να το φάη.
Ο σημερινός όμως κόσμος ξέφυγε• ανθρώπους δεν γηροκομούν, που να γηροκομήσουν τα ζώα!
Εγώ ποτέ στην ζωή μου δεν αισθάνθηκα τόσο καλά, όσο εκείνες τις λίγες μέρες που μου είπαν να γηροκομήσω έναν Γέροντα.
Η γηροκόμηση έχει μεγάλο μισθό. Θυμάμαι που έλεγαν και για έναν δόκιμο στο Άγιον Όρος που είχε φοβερό δαιμόνιο
και τον έβαλαν να γηροκομήση έξι γεροντάκια στο γηροκομείο της Μονής. Τα χρόνια εκείνα ήταν δύσκολα• δεν είχαν ευκολίες.
Φορτωνόταν ο καημένος τα ρούχα στην πλάτη του με ένα ξύλο και τα πήγαινε μακριά σε μια γούρνα, για να τα πλύνη,
έβαζε αλισίβα... Έπειτα από λίγο καιρό απαλλάχτηκε από το δαιμόνιο και έγινε μοναχός.
Γιατί, εκτός του ότι ο ίδιος γινόταν θυσία, αλλά και τα γεροντάκια του έδιναν ευχές.
Πολλά ανδρόγυνα δυσανασχετούν για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην οικογένειά τους από τις ιδιοτροπίες
και την γκρίνια των παππούδων που γηροκομούν.
Ξεχνούν τις αταξίες που έκαναν οι ίδιοι ή την γκρίνια και τις παραξενιές που είχαν, όταν ήταν παιδιά.
Δεν θυμούνται που δεν άφηναν τους γονείς τους να ησυχάσουν με τα κλάματα και τα καμώματά τους.
Γι’ αυτό ο Θεός επιτρέπει να συναντούν αυτές τις δυσκολίες, για να ξεπληρώσουν κάπως τις δικές τους αταξίες.
Τώρα είναι η σειρά τους να συμπαρασταθούν και να φροντίσουν τους γέρους γονείς τους με ευγνωμοσύνη
για τις θυσίες που έκαναν εκείνοι γι’ αυτούς, όταν ήταν παιδιά.
Όσοι δεν νιώθουν αυτό το χρέος προς τους γονείς τους, θα κριθούν από τον Θεό ως άδικοι και αχάριστοι.
Και βλέπω ότι τα βάσανα που έχουν πολλοί κοσμικοί μερικές φορές οφείλονται και στο ότι οι γονείς τους είναι πικραμένοι μαζί τους.
Ταλαιπωρούνται οι οικογένειες, γιατί δεν φροντίζουν τους παππούδες. Όταν την φουκαριάρα την γριά ή τον καημένο τον γέρο τους πάνε
και τους εγκαταλείπουν σε ένα γηροκομείο, τους παίρνουν και την περιουσία, και δεν χαίρονται τα εγγονάκια τους,
αλλά πεθαίνουν με καημό, τί ευλογία θα έχουν μετά τα παιδιά;
Μου έλεγε σήμερα μια ηλικιωμένη γυναίκα ότι έχει τέσσερα αγόρια παντρεμένα που μένουν στο ίδιο τετράγωνο
και δεν μπορεί να τα δή, γιατί συμβούλεψε μια φορά τις νυφάδες: «Να έχετε αγάπη μεταξύ σας, να εκκλησιάζεσθε»!
Ού, έγιναν θηρία! «Να μην ξαναπατήσης, της είπαν, στα σπίτια μας».
Πέντε χρόνια είχε να δη τα παιδιά της και έκλαιγε η καημένη. «Κάνε προσευχή, Πάτερ μου, μου είπε, έχω και εγγονάκια•
τουλάχιστον να τα δώ στον ύπνο μου». Έ, τί προκοπή θα έχουν μετά τα παιδιά της;
Κι ενώ η γιαγιά στην οικογένεια είναι μεγάλη ευλογία, αυτοί οι άνθρωποι δεν το καταλαβαίνουν αυτό.
Συνήθως ο άνδρας πέφτει πιο γρήγορα και τον υπηρετεί η γυναίκα του.
Όταν πεθάνη ο άνδρας, τότε, για να μην αισθάνεται άχρηστη η γυναίκα, αν την παίρνουν τα παιδιά στο σπίτι τους και φυλάη τα εγγόνια,
αυτό είναι πολύ καλό. Έτσι και αυτή αναπαύεται και το ζευγάρι οικονομείται.
Γιατί η μάνα δεν προφταίνει με τις δουλειές της να δώση στα παιδιά την απαραίτητη στοργή και αγάπη.
Την δίνει λοιπόν η γιαγιά, γιατί η ηλικία αυτή είναι η ηλικία της αγάπης και της στοργής.
Βλέπεις, όταν το παιδί κάνη αταξίες, η γιαγιά το χαϊδεύει, ενώ η μάνα το μαλώνει.
Με την φροντίδα της γιαγιάς και η μάνα κάνει τις δουλειές της, και τα παιδιά έχουν τα χάδια και την αγάπη,
αλλά και η γιαγιά αναπαύεται με την αγάπη των εγγονών.
Έχει μεγάλη ευλογία από τον Θεό όποιος κοιτάζει τους γονείς του. Μου είπε μια μέρα ένας νεαρός οικογενειάρχης:
«Γέροντα, σκέφτομαι στο σπίτι που θα χτίσω, να κάνω στον κάτω όροφο δύο διαμερισματάκια για τους γονείς και τα πεθερικά μου».
Πόσο με συγκίνησε! Πόσες ευχές του έδωσα! Απορώ, πώς δεν το καταλαβαίνουν αυτό τα ανδρόγυνα!
Πριν από λίγες μέρες ήρθε μια γυναίκα και μου είπε: «Η μάνα μου, Πάτερ, έχει ημιπληγία.
Βαρέθηκα οκτώ χρόνια να την γυρίζω από εδώ, από εκεί». Ακούς; Κόρη να μιλάη έτσι για την μάνα της!
«Ά, της λέω, είναι πολύ απλό! Τώρα θα κάνω προσευχή να πέσης εσύ οκτώ χρόνια από ημιπληγία και να γίνη καλά η μάνα σου,
για να σε περιποιήται». «Όχι, όχι, Πάτερ!», φώναζε. «Τέσσερα χρόνια τουλάχιστον, της λέω, τέσσερα χρόνια!
Βρέ, δεν ντρέπεσαι; Ποιό είναι προτιμότερο; Να έχη κανείς την υγεία του, να μην πονάη και να υπηρετή έναν άρρωστο,
να έχη και μισθό από τον Θεό, ή να υποφέρη, να μην μπορή να γυρίση το πόδι του, να ταπεινώνεται και να παρακαλάη:
"φέρε την πάπια, γύρνα με από εδώ, γύρνα με από εκεί";». Όταν τα άκουσε αυτά, συμμαζεύτηκε λίγο.
Αν έρθουν τα παιδιά στην θέση των γονέων τους που γέρασαν ή αν έρθη η νύφη στην θέση της πεθεράς της και σκεφθή:
«κι εγώ θα γεράσω και θα γίνω μια μέρα πεθερά• θα ήθελα να μη μου δίνη σημασία η νύφη μου;»,
τότε δεν θα υπάρχουν τέτοια προβλήματα.


(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 139-142)

Ένα πρωτότυπο θυμιατό

Ο άγιος επίσκοπος του Άργους Πέτρος ήθελε να εξορίση τον όσιο Θεοδόσιο τον Νέο από την επαρχία του! Είχε πιστέψει ορισμένες συκοφαντίες εναντίον του.

Μια νύχτα, όμως του παρουσιάσθηκε σε όραμα ο όσιος Θεοδόσιος και υποστήριξε την αθωότητα του. Ο άγιος Πέτρος, μετανοημένος, ξεκίνησε να τον συναντήση. Ήθελε να ζητήση συγγνώμη γιατί είχε εξαπατηθή και σχεδίαζε την εξορία.

Ο όσιος Θεοδόσιος προγνώρισε τον ερχομό του! Έβαλε λοιπόν αναμμένα κάρβουνα στο μοναχικό πάνινο κουκούλι του, πήρε στο χέρι λιβάνι και βγήκε να προϋπαντήση τον αρχιερέα.

Όταν εκείνος πλησίασε, έβαλε το λιβάνι πάνω στα κάρβουνα. Το κουκούλι, θαυματουργικά, δεν κάηκε καθόλου! Μ’ αυτό ο όσιος θυμίασε τον αρχιερέα. Σκορπίσθηκε τριγύρω άρρητη ευωδία.

Ο άγιος επίσκοπος, βλέποντας το παράδοξο θαύμα, κατέβηκε από το άλογο και έσπευσε προς τον όσιο. Κι εκείνος άφησε το κουκούλι και του έβαλε μετάνοια ευλαβικά. Ο άγιος Πέτρος τον ασπάσθηκε και του ζήτησε συγχώρησι για όσα είχε σκεφθή εναντίον του.

(Συναξαριστής Η΄)

(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σ. 133-134)

Ψευδοεπιστήμονες και ψευδοθεολόγοι, οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος
Του αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Επισκόπου Αχρίδος (1881-1956)

Ο άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς μεταξύ των επτά αιτιών που εξασθενούν και νεκρώνουν την πίστη στον Θεό, βάζει ως πέμπτη αιτία και τα δύο άκρα του φανατισμού, την ψευδοθεολογία και την ψευδοεπιστήμη.

Την πέμπτη αιτία συνιστούν η ψευδοεπιστήμη και η ψευδοθεολογία. Η ψευδοεπιστήμη δημαγωγεί εναντίον της πίστης, η ψευδοθεολογία δημαγωγεί εναντίον της επιστήμης.

Η ψευδοεπιστήμη παίρνει τις χείριστες και πρωτογενείς μορφές της πίστης, αυτές τονίζει σαν πίστη γενικώς, αυτές κριτικάρει και αυτές αρνείται.

Η ψευδοθεολογία πάλι έχει μάτια μόνο για καταχρήσεις των επιστημονικών εφευρέσεων και ανακαλύψεων, γενικεύει αυτές τις καταχρήσεις και αρνείται την επιστήμη.

Τον τελευταίο αιώνα (19ο) εξελίχθηκαν σημαντικά οι φυσικές και οι τεχνολογικές επιστήμες. Οι σοβαροί άνθρωποι αυτό το χρησιμοποίησαν για εμβάθυνση, ενώ οι γραφικοί για να κάνουν πιο ρηχή τη ζωή. Λόγω αυτού του πλουτισμού της επιστήμης οι σοβαροί έγιναν σοβαρότεροι, ενώ οι γραφικοί γραφικότεροι.

Οι σοβαροί δεν βλέπουν την αλήθεια διπλή, μία στην επιστήμη, μία δεύτερη στην πίστη, αλλά αισθάνονται αρμονία μεταξύ του ενός και του άλλου.

Οι γραφικοί απολαμβάνουν τις περιττές φιλονικίες, και τονίζοντας πάντα την αυθάδεια μπροστά στη λογική σκέψη, δημιουργούν αξία για τον εαυτό τους από το ότι με την επιστήμη αντιλέγουν στην πίστη ή, αντίθετα, με την πίστη αντιλέγουν στην επιστήμη.

Η υγιής πίστη δεν αντιλέγει ποτέ προς την πραγματική επιστήμη ούτε η πραγματική επιστήμη αρνείται την υγιή πίστη. Μόνο οι αρρωστημένες μορφές του ενός και του άλλου είναι υπερβολικές και ακραίες. Η πίστη μου στον Θεό δεν με εμποδίζει στο να αναγνωρίσω και να υιοθετήσω όλη την πραγματική επιστήμη από το άλφα ως το ωμέγα. Η επιστήμη μου όμως λαμβάνει σε διαύγεια και πληρότητα και ορμή, εάν τη φωτίσω και τη ζεστάνω με υγιή πίστη.

Να ξέρετε ότι όταν ένας επιστήμονας ξεσηκώνεται εναντίον της πίστης εν ονόματι της επιστήμης, αυτός ξεσηκώνεται εναντίον της χείριστης μορφής της πίστης εν ονόματι της κάλλιστης επιστήμης.

Και όταν ένας θεολόγος ξεσηκώνεται εναντίον της επιστήμης εν ονόματι της πίστης, αυτός ξεσηκώνεται ενάντια στη μέγιστη κατάχρηση και μέγιστη επιζήμια μορφή της επιστήμης εν ονόματι της κάλλιστης πίστης.

Η κάλλιστη επιστήμη όμως στέκει στην τέλεια αρμονία με την κάλλιστη πίστη. Ενώ οι κάλλιστοι ποτέ δεν φιλονικούν, οι κάλλιστοι καταλαβαίνονται και αγαπιούνται.

Οι μικροί φιλονικούν και τρώγονται, και ηδονίζονται με την φιλονικία και τις τριβές.

Όμως η φιλονικία και οι τριβές της ψευδοπίστης και της ψευδοεπιστήμης ταλαντεύουν πολλές απλές ψυχές στην πίστη. Και όταν ταλαντευτεί, η πίστη τους αγωνίζεται για επιβίωση. Και συχνά ο αγώνας τελειώνει με ήττα της πίστης. Η ήττα της πίστης σημειώνει το θρίαμβο του σκότους και της κακίας μέσα στους ανθρώπους.

(Πηγή: Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς "Αργά Βαδίζει ο Χριστός". Εκδόσεις "Εν Πλω". Σελ. 161-163)

«Ο λόγος του Θεού μας παραμένει αιώνιος και ακατάλυτος». 

                                                                     (Ήσ. μ' 8)

Κάθε κήρυκας του λόγου του Θεού προβληματίζεται

για το αν έχει αποτελέσματα το έργο του.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έλεγε σχετικά: 

«Άραγε θα μείνουν σωφρονισμένοι ή θα περάσουν

δυο εικοσιτετράωρα και θα ξεχάσουν τα πάντα;

Πάλι τα ίδια και τα ίδια να λέω; Τι το όφελος;

Μα ναι! Πολύ όφελος! Κι αν δεν με ακούσουν όλοι,

θα με ακούσουν οι μισοί- κι αν όχι οι μισοί,

το ένα τρίτο- ή έστω το τέταρτο- ή έστω δέκα- ή έστω πέντε-

ή έστω ένας. Κι αν ούτε ένας, εγώ τον μισθό μου τον έχω!»


(Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις Ευτρόπιον Β', ΕΠΕ 33, 113)

    «Εάν όμως η προσευχή των πολλών έσωσε τον Παύλο από τους κινδύνους, πώς δεν πρέπει να περιμένουμε και εμείς ότι θα ωφεληθούμε πολύ από την προστασία αυτή; Γιατί, όταν προσευχόμαστε μόνοι μας, είμαστε αδύναμοι, όταν όμως συγκεντρωθούμε, γινόμαστε περισσότερο δυνατοί, και ικετεύουμε το Θεό με το πλήθος και τη συμμαχία.
    Έτσι και ένας βασιλιάς πολλές φορές, όταν στείλει κάποιον σε θάνατο, δεν υποχωρεί σ' έναν που παρακαλεί για τον κατάδικο, όταν όμως τον παρακαλεί ολόκληρη πόλη, υποχωρεί, και αυτόν που οδηγούνταν στην καταστροφή, εξ’ αιτίας των πολλών που τον παρακαλούσαν, τον γλύτωσε από το θάνατο και τον έφερε πάλι στη ζωή. Τόσο μεγάλη είναι η δύναμη της ικεσίας του πλήθους.
    Γι' αυτό συγκεντρωνόμαστε και εδώ όλοι, για να παρακαλέσουμε το Θεό για μεγαλύτερη ευσπλαχνία. Επειδή λοιπόν, όταν προσευχόμαστε μόνοι μας, όπως είπα παραπάνω, είμαστε αδύναμοι, ενώνοντας την αγάπη μας ικετεύουμε το Θεό να μας δώσει αυτά που ζητάμε. Αυτά όμως δεν τα λέγω άσκοπα, ούτε για τον εαυτό μου μόνο, αλλά για να τρέχετε πάντοτε στις συγκεντρώσεις μας, για να μη λέγετε· «Τι λοιπόν, δεν μπορώ να προσευχηθώ στο σπίτι μου;». Μπορείς βέβαια να προσευχηθείς, η προσευχή σου όμως δεν έχει τόση δύναμη, όπως όταν γίνεται μαζί με τα συγγενικά σου μέλη, όπως όταν ολόκληρο το σώμα της Εκκλησίας ομόψυχα απευθύνει στο Θεό τη δέηση με μια φωνή, ενώ είναι παρόντες οι ιερείς και προσφέρουν τις προσευχές όλου του πλήθους.
    Θέλεις να μάθεις πόση είναι η δύναμη της προσευχής που γίνεται στην εκκλησία; Κάποτε ο Πέτρος ήταν φυλακισμένος και δεμένος με πολλές αλυσίδες· «Από την Εκκλησία όμως γινόταν συνέχεια για τη διάσωσή του θερμή προσευχή, και αμέσως τον ελευθέρωσε από τη φυλακή». Τι λοιπόν θα μπορούσε να γίνει πιο δυνατό από την προσευχή αυτή, η οποία ωφέλησε τους στύλους και τους πύργους της Εκκλησίας;» (ΕΠΕ 1,355-357).

     "Εάν στην Εκκλησία μοίραζαν χρυσάφι, δεν θα μου έλεγες· θα έλθω αύριο και αύριο θα μου το δώσεις, αλλά θα ζητούσες να γίνει η διανομή τάχιστα και θα δυσανασχετούσες για την αναβολή. Επειδή όμως δεν σου προσφέρει ο μεγάλος Δωρητής χρωματιστή ύλη, αλλά καθαρότητα ψυχής, πλάθεις προφάσεις και αραδιάζεις δικαιολογίες, ενώ πρέπει να τρέξεις προς το δώρο. Ω τι θαύμα! Ανακαινίζεσαι χωρίς να δοκιμάζεσαι στο χωνευτήρι, αναπλάσσεσαι χωρίς να συντρίβεσαι, θεραπεύεσαι χωρίς να πονάς και δεν λογαριάζεις την δωρεά;" (ΕΠΕ 6,257)
     "Το μέρος του χρόνου που δανείζουμε στο Θεό, δεν πηγαίνει χαμένο, αλλά πληρώνεται από Αυτόν με μεγάλο επιτόκιο. Γιατί τις περιπτώσεις αυτές που μας απασχολούν από την εργασία μας, θα τις αναπληρώσει ο Κύριος, δίνοντας σε εκείνους που προτιμούν τα πνευματικά, δύναμη στο σώμα, προθυμία στην ψυχή, αφθονία εσόδων στις συναλλαγές τους και κατευόδωση και επιτυχία σε όλη τους τη ζωή" (ΕΠΕ 4, 100)

    Ακούστε λοιπόν την κατά Θεόν πληροφορία που δόθηκε σε μένα τρεις μέρες πριν μου γράψετε την ερώτηση. Όλοι οι πατέρες που ευαρέστησαν τον Θεό, άγιοι και δίκαιοι και γνήσιοι δούλοι του Θεού, ας προσευχηθούν για μένα. Μη νομίσετε όμως ότι, αν και ήταν άγιοι, μπόρεσαν να καταλάβουν ολοκάθαρα όλα τα βάθη του Θεού. Διότι ο Απόστολος λέγει· «ένα μέρος γνωρίζομε, και ένα μέρος προφητεύομε»· και πάλι· «στον ένα δίνεται δια του πνεύματος», αυτό κι αυτό, και όχι όλα εκείνα σε κάθε άνθρωπο, αλλά άλλα έτσι, και άλλα αλλιώς· όλα όμως τα ενεργεί το ένα και το αυτό Πνεύμα. Διότι, γνωρίζοντας ο Απόστολος τα πράγματα του Θεού ότι είναι ακατάληπτα, έκραξε λέγοντας, «πω πω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού· πόσο ανεξερεύνητα είναι τα κρίματα αυτού και ανεξιχνίαστοι οι δρόμοι του· ποιος γνωρίζει τον νου του Κυρίου; ή ποιος έγινε σύμβουλός του;» και τα υπόλοιπα.
     Φροντίζοντας λοιπόν από μόνοι τους να γίνουν διδάσκαλοι ή αναγκαζόμενοι από τους ανθρώπους να διδάξουν, πρόκοψαν πολύ και μάλιστα παραπάνω από τους διδασκάλους τους, και αφού έλαβαν πληροφορία από τον Θεό συνέθεσαν καινούργια δόγματα, συγχρόνως όμως διατήρησαν τις παραδόσεις των διδασκάλων τους, μαθήματα που δεν ήταν σωστά. Μετά από αυτά, αφού πρόκοψαν και έγιναν πνευματικοί διδάσκαλοι, δεν παρακάλεσαν τον Θεό για τους διδασκάλους τους να τους φανερώσει, αν όσα είπαν λέχθηκαν αυτά δια του άγιου Πνεύματος. Αλλά, θεωρώντας τους σοφούς και γνωστικούς, δεν διέκριναν τα λόγια τους· αναμίχθηκαν λοιπόν οι διδασκαλίες των διδασκάλων τους με τις δικές τους διδασκαλίες, και μιλούσαν άλλοτε με βάση την διδασκαλία που έμαθαν από αυτούς και άλλοτε από την ευφυΐα του νου τους, και έτσι λοιπόν γράφηκαν οι λόγοι με το όνομα τους. Δηλαδή, αφού παρέλαβαν από άλλους και πρόκοψαν και βελτιώθηκαν, μίλησαν φωτιζόμενοι υπό του αγίου Πνεύματος ό,τι πληροφορήθηκαν από αυτό· συγχρόνως όμως μίλησαν και από τα μαθήματα των διδασκάλων των πριν από αυτούς, μη διακρίνοντας τους λόγους τους, και μη σκεπτόμενοι αν έπρεπε να πληροφορηθούν από τον Θεό με δέηση και αναφορά αν είναι αληθινά. Έτσι λοιπόν αναμίχθηκαν οι διδασκαλίες, και επειδή ειπώθηκαν απ’ αυτούς, γράφηκαν με το όνομα τους.
     Όταν λοιπόν ακούσεις κάποιον από αυτούς να λέγει, ότι άκουσε από το άγιο Πνεύμα αυτά που λέγει, αυτό είναι πληροφορία και οφείλομε να το πιστέψομε. Όταν όμως λέγει για τους λόγους εκείνων των διδασκάλων, δεν τον βρίσκεις να το λέγει αυτό· διότι δεν είναι από πληροφορία, αλλά από μαθήματα των πρώτων διδασκάλων του, και έχοντας εμπιστοσύνη στη γνώση και στη σοφία εκείνων, δεν ερώτησε τον Θεό γι’ αυτά, αν είναι αληθινά. …
… Τέκνο, ο Θεός δεν άφησε αυτούς τους άνδρες να πλανηθούν· διότι εκείνος που αφήνει κάποιον να πλανηθεί είναι αυτός που ερωτάται για τον δρόμο και δεν λέγει σ’ αυτόν την αλήθεια. Δεν ερώτησαν λοιπόν τον Θεό γι’ αυτό, ώστε να λάβουν από αυτόν την αλήθεια. Αν όμως λες, ‘γιατί ο Θεός δεν τους εμπόδισε με τη χάρη του για την ωφέλεια αυτών που τα διαβάζουν μετά από αυτούς’, αυτό μπορείς να το πεις και για κάθε αμαρτωλό· ότι δηλαδή, αφού ο Θεός γνωρίζει ότι, αν αμαρτήσει, γίνεται παράδειγμα στους πολλούς, γιατί δεν τον εμπόδισε με τη χάρη, για να μη βλαβούν από αυτόν οι πολλοί; Έτσι όμως η ζωή γίνεται αναγκαστική στους ανθρώπους.
    Και τι εμποδίζει λοιπόν τον Θεό να σώσει μ’ αυτό τον τρόπο κάθε άνθρωπο; Τι δηλαδή; Δεν υπάρχουν και στη Γραφή λόγια που γίνονται εμπόδιο για τους αμαθείς και για εκείνους που αγνοούν το πνευματικό νόημα της Γραφής; Πρέπει λοιπόν να πούμε, γιατί ο Θεός δεν εξήγησε φανερά το πνευματικό νόημα της Γραφής, για να μη βλαβούν οι άνθρωποι, αλλ’ άφησε στους κατά καιρόν αγίους κόπο για να ερμηνεύσουν τα ζητούμενα; Γι’ αυτό δόθηκαν διδάσκαλοι και εξηγητές, όπως λέγει ο Απόστολος. Να μη πλανηθείς λοιπόν για τους άνδρες που ερώτησες· αν παρακαλούσαν τον Θεό, θα έπαιρναν πληροφορία· διότι λέγει «ο καθένας που ζητεί παίρνει, και αυτός που ερευνά βρίσκει». Καθώς ο Θεός φανέρωσε τον δρόμο της ζωής με τους Προφήτες και τους Αποστόλους, έτσι ο καθένας μίλησε μερικώς. Και δεν ειπώθηκε από έναν μόνο, αλλ’ ό,τι άφησε ο ένας το είπε ο άλλος με το θέλημα του Θεού· το ίδιο έκανε ο Θεός και στους μετά από αυτούς αγίους· και αν λένε κάτι αμφίβολο οι πρώτοι, αλληγορούν οι τελευταίοι, για να δοξάζεται πάντοτε ο Θεός με τους αγίους του· διότι αυτός είναι ο Θεός των πρώτων και των τελευταίων.
(ΕΠΕ Φιλοκαλία 10Γ,159-163, 165-167)

Συνήθως εμείς οι άνθρωποι όταν μας συμβαίνει κάτι κακό, όταν αντιμετωπίζουμε μια δοκιμασία ή βιώνουμε απόγνωση και αδιέξοδο, επικεντρωνόμαστε ακριβώς σ’ αυτό που μας κάνει τη ζωή δύσκολη με αποτέλεσμα η ζωή μας να γίνεται ακόμα πιο δυσάρεστη. Όταν μια καταιγίδα ξεσπάσει πάνω απ’ το κεφάλι μας, όταν νιώθουμε ότι μας ήρθε ο ουρανός σφοντύλι, όταν νομίζουμε ότι θα καταρρεύσουμε υπό το βάρος των δυσκολιών τότε ακριβώς είναι που πρέπει να απομακρύνουμε την προσοχή μας από το ερέθισμα του πόνου μας και να την στρέψουμε όλη προς το Χριστό! Όπως δηλαδή στην περίπτωση ενός κυκλώνα το μόνο ήρεμο μέρος του είναι το μάτι του, έτσι και για το χριστιανό υπάρχει το αντίστοιχο μάτι στους δικούς του κυκλώνες που είναι ο Χριστός! Έτσι μέσα στο Χριστό και μαζί με το Χριστό καμία δοκιμασία, καμία ‘κακοκαιρία’ δεν θα μπορεί να μας απειλήσει. Βρισκόμενοι μέσα στο Χριστό διασφαλίζουμε ειρήνη, ασφάλεια και προστασία και έτσι όταν κοπάσει η θύελλα θα είμαστε ήρεμοι και δυνατοί για να συνεχίσουμε τη διαδρομή μας.
Η συνύπαρξη μας με το Χριστό, η σύναψη σχέσης μαζί Του, η συνομιλία και η προσευχή μας, η συνοδοιπορία μας δηλαδή Τον καθιστούν στη ζωή μας το ασφαλέστερο καταφύγιο που κανένας άνεμος και κανένα μποφόρ όσο υψηλό και να είναι δεν μπορεί να το σαλεύσει! Και έτσι περνώντας μαζί Του τις φουρτούνες του βίου τούτου εύκολα και αλώβητοι θα τις ξεπερνάμε και θα προχωράμε πιο δυνατοί, γενναίοι και με πιο ισχυρή την πίστη μας και την ευγνωμοσύνη μας στο πρόσωπο Του. Όταν λοιπόν βλέπουμε ένα μαύρο σύννεφο να μας πλησιάζει ας μην επιτρέψουμε στο φόβο και την ανασφάλεια να μας ακινητοποιήσουν αλλά να βιάσουμε τον εαυτό μας να χωθεί στην αγκαλιά του Χριστού. Μην αναλώνουμε την ενέργεια μας στο άγχος και τον πανικό. Ας δώσουμε όλο μας το είναι στο Χριστό και έτσι ασφαλιζόμενοι μέσα Του θα καταφέρουμε να ισορροπήσουμε και να δυναμώσουμε έτσι ώστε την επόμενη φορά να μην μας μπλοκάρει ο φόβος αλλά να μας κινητοποιήσει η αγάπη… η αγάπη του Χριστού. Γιατί μόνο μέσα σ’ αυτή θα βρούμε και το θάρρος και τη δύναμη και την ελπίδα και τη σύνεση και ό,τι άλλο μας χρειάζεται για να ωριμάσουμε πνευματικά και να μην αφήνουμε την ψυχή μας να ταράζεται από καμία αφορμή.
Εξάλλου ο Κύριος μας το είπε ‘εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον ’ ( Ιω. ιστ΄,33) Δηλαδή ‘ μέσα στον κόσμο θα έχετε θλίψεις, αλλά έχετε θάρρος, εγώ έχω νικήσει τον κόσμο και με τη νίκη μου αυτή εξασφάλισα και σε σας το θρίαμβο και τη δόξα.’ Και όπως λέει και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ‘ Δεν είναι η θλίψη και η δοκιμασία κακό. Η αμαρτία είναι κακό. Οι πρώτες μας ενώνουν με το Θεό, η δεύτερη μας χωρίζει από το Θεό.’ Ας μη φοβόμαστε λοιπόν τους κυκλώνες του βίου τούτου αλλά με ακλόνητη πίστη ας μπαίνουμε στο δικό μας καταφύγιο, στο δικό μας ορμητήριο και ησυχαστήριο… το Χριστό!(Α.Κ.Β)

Του Αββά Μιλησίου
Περνώντας ο Αββάς Μιλήσιος από κάποιο τόπο, είδε να έχουν συλλάβει ένα μοναχό, γιατί δήθεν είχε κάμει φόνο. Πλησίασε ο γέρων και ρώτησε σχετικά τον αδελφό. Και μαθαίνοντας ότι ήταν συκοφαντία, λέγει σ’ αυτούς όπου τον είχαν συλλάβει: «Πού είναι ο σκοτωμένος;». Και του έδειξαν. Πλησιάζοντας λοιπόν τον σκοτωμένο, είπε σε όλους να προσευχηθούν. Αφού δε ο ίδιος ύψωσε τα χέρια προς τον Θεό, σηκώθηκε ο νεκρός. Και του είπε μπροστά σε όλους: «Πες μας, ποιος σε σκότωσε;». Και εκείνος είπε ότι μπήκε στην εκκλησία, έδωσε χρήματα στον πρεσβύτερο και αυτός τότε του επετέθη και τον σκότωσε. Και, κατόπιν, τον μετέφερε και τον έρριξε στο Μοναστήρι του Αββά. Και πρόσθεσε: «Σας παρακαλώ, να πάρετε τα χρήματα και να τα δώσετε στα παιδιά μου». Τότε του είπε ο γέρων: «Πήγαινε, κοιμήσου, ώσπου να έλθη ο Κύριος και να σε σηκώση».
                                                      Του Αββά Μωτίου
α΄ . 'Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Μώτιο, λέγοντας: Αν φύγω για να μείνω κάπου, πώς ορίζεις να ζήσω εκεί;». Του λέγει ο γέρων: Αν εγκατασταθής κάπου, μη επιδιώξης να βγάλης όνομα για κάτι, λόγου χάρη, ότι δεν βγαίνω σε σύναξη ή δεν παίρνω μέρος σε τραπέζι αγάπης. Γιατί αυτά δημιουργούν όνομα κενό και ύστερα βρίσκεις ενόχληση. Μια και οι άνθρωποι, οπού βρίσκουν τέτοια, εκεί τρέχουν». Του λέγει τότε ο αδελφός: «Τι  λοιπόν να κάμω;». Και ο γέρων αποκρίνεται: «Όπου και αν εγκατασταθής, κάνε ό,τι κάνουν και οι άλλοι. Και ό,τι βλέπεις να κάνουν οι ευλαβείς, όπου τους έχεις εμπιστοσύνη, κάνε το και συ. Έτσι, θα έχης ανάπαυση. Γιατί αυτό είναι ταπείνωση, το να είσαι σαν τους άλλους. Και οι άνθρωποι, βλέποντάς σε να βγαίνης, θα σε έχουν ίδιο με όλους τους άλλους. Και κανείς δεν θα σε ενοχλή».
β'. Διηγήθηκε για τον Αββά  Μώτιο ο μαθητής του Αββάς Ισαάκ (και οι δυό τους έγιναν επίσκοποι), ότι πρώτος έχτισε Μονή ο γέρων στον Ηρακλά. Και σαν έφυγε από εκεί, πήγε σε άλλο τόπο και έχτισε εκεί και πάλι. Και με ενέργεια του διαβόλου, βρέθηκε κάποιος αδελφός όπου τον εχθρευόταν και τον έθλιβε. Σηκώθηκε τότε ο γέρων και πήγε στη δική του κώμη. Και έφτιαξε για τον εαυτό του Μονή, οπού και έγινε έγκλειστος. Και μετά καιρό, ήλθαν οι γέροντες του τόπου, από όπου είχε φύγει, και παίρνοντας και τον αδελφό όπου τον λυπούσε, πήγαν να τον παρακαλέσουν να έλθη μαζί τους στη Μονή όπου είχε χτίσει. Μόλις δε πλησίασαν εκεί όπου ήταν ο Αββάς Σώρης, άφησαν τους μανδύες τους κοντά του, ως και τον δύστροπο αδελφό. Και σαν χτύπησαν, βάζει ο γέρων τη μικρή σκάλα και σκύβει έξω και τους αναγνωρίζει και λέγει: «Πού είναι οι μανδύες σας;». Και του αποκρίθηκαν: Εδώ παρά κάτω, με τον αδελφό εκείνον». Μόλις δε άκουσε το όνομα του αδελφού, όπου τον είχε λυπήσει, ο γέρων από τη χαρά του πήρε τσεκούρι, χάλασε τη θύρα και βγήκε τρέχοντας εκεί οπού ήταν ο αδελφός. Και του έβαλε μετάνοια πρώτος και τον ασπάσθηκε. Και τον έμπασε στο κελλί του. Και επί τρεις μέρες τους εύφρανε και ήταν ανάμεσά τους και ο ίδιος. Πράγμα όπου δεν συνήθιζε να κάνη. Σηκώθηκε κατόπιν και πήγε μαζί τους. Και ύστερα, έγινε επίσκοπος. Ας σημειωθή δε ότι ήταν θαυματουργός. Και τον μαθητή του, τον Αββά Ισαάκ, έκαμε επίσκοπο ο μακάριος Κύριλλος.
                                                                Του Αββά Μεγεθίου
α . Έλεγαν για τον Αββά Μεγέθιο, ότι έβγαινε από το κελλί. Και αν του ερχόταν λογισμός να φύγη από εκείνο τον τόπο, δεν γύριζε στο κελλί του. Και δεν είχε τίποτε το υλικό από τον κόσμο αυτόν, παρά μονάχα μια σακκοράφα για να σχίζη μ’  αυτή τους φοινικοβλαστούς. Έφτιαχνε κάθε μέρα τρία ζεμπίλια, όσο του αρκούσε για να τρέφεται.
β'. Έλεγαν για τον δεύτερο Αββά Μεγέθιο, ότι ήταν πολύ ταπεινός, έχοντας μαθητεύσει σ’ Αιγυπτίους και συναναστραφή πολλούς γέροντες και τον Αββά Σισώη και τον Αββά Ποιμένα. Έμεινε δε και σε ποταμό, στο Σινά. Συνέβη λοιπόν κάποτε να τον επισκεφθή ένας από τους αγίους, όπως ο ίδιος ο γέρων διηγήθηκε. Και του λέγει: «Πώς περνάς, αδελφέ, σ’ αυτή την έρημο;». Και εκείνος είπε: «Νηστεύω επί δυο μέρες και ένα ψωμί τρώγω». Και του λέγει: Αν θέλης να με ακούσης, τρώγε κάθε μέρα το μισό ψωμί». Και κάνοντας έτσι, βρήκε ανάπαυση.
γ'. Ρώτησαν μερικοί πατέρες τον Αββά Μεγέθιο, λέγοντας: Αν περισσεύη φαγητό την άλλη μέρα, εγκρίνεις να το φάνε οι αδελφοί;». Τους λέγει ο γέρων: Αν έχη χαλάσει, δεν είναι ορθό να αναγκαστούν οι αδελφοί να το φάνε, γιατί θα αρρωστήσουν. Ας πεταχθή λοιπόν. Αν όμως είναι καλό και πεταχτή από αταξία και άλλο μαγειρευθή, αυτό είναι κακό».
δ'. Είπε πάλι: «Στην αρχή, κάθε φορά όπου συναζόμαστε μεταξύ μας και μιλούσαμε για ωφέλεια, οικοδομώντας ο ένας τον άλλο, γινόμαστε συντροφιές-  συντροφιές και ανεβαίναμε στους ουρανούς. Τώρα όμως συναζόμαστε, ερχόμαστε σε καταλαλιά ο ένας με τον άλλο και πέφτουμε χαμηλά».
                                                     Του Αββά Μιώς
α'. Είπε ο Αββάς Μιώς του Βελέου, ότι η υπακοή φέρνει υπακοή. Αν τινάς υπακούη στον Θεό, ο Θεός τον υπακούει.
β'. Είπε πάλι για κάποιο γέροντα, ότι ζούσε στη Σκήτη, προερχόταν από την τάξη των δούλων και ήταν παρά πολύ διακριτικός. Και ερχόταν κάθε χρόνο στην Αλεξάνδρεια για τη μισθοφορία στους κυρίους του. Και έβγαιναν να τον υποδεχθούν και τον προσκυνούσαν. Ο δε γέρων έρριξε νερό στη λεκάνη και την έφερε για να πλύνη τα πόδια των κυρίων του. Και εκείνοι του έλεγαν: «Μη, πάτερ, μη μας φέρνεις σε δύσκολη θέση».  Αλλά αυτός τους έλεγε: «Ομολογώ ότι είμαι δούλος σας. Και ευχαριστώντας σας όπου με αφήσατε ελεύθερο να υπηρετώ τον Θεό, σας πλένω και εγώ τα πόδια και σας παρακαλώ να δεχθήτε αυτή μου την υπηρεσία». Εκείνοι όμως τον μάλωναν και δεν δέχονταν. Τους έλεγε λοιπόν: Αν δεν δεχθήτε, θα μείνω εδώ και θα είμαι πάλι δούλος σας». Και από σεβασμό, τον άφηναν να κάμη ό,τι ήθελε. Και τον ξεπροβόδιζαν με πολλά δώρα και πολλή τιμή, για να κάνη προς χάρη τους ελέη. Και γι’ αυτό έγινε ονομαστός στη Σκήτη και αγαπητός.
γ’.  Ρωτήθηκε ο Αββάς Μιώς από κάποιον στρατιωτικό, αν ο Θεός δέχεται μετάνοια. Και εκείνος, αφού τον κατήχησε με πολλά λόγια, τον ρωτά: «Πες μου, αγαπητέ. Αν σου σχισθή η χλαμύδα, την πετάς;». Λέγει:«Όχι.  Αλλά τη ράβω και την ξαναχρησιμοποιώ». Του λέγει τότε ο γέρων: Αν λοιπόν συ το ρούχο λυπάσαι, ο Θεός το πλάσμα του δεν θα το λυπηθή;».

(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)

    Η υπερηφάνεια είναι ικανή από μόνη της να καταστρέψει κάθε αρετή της ψυχής, είτε ελεημοσύνη βρει, είτε προσευχή, είτε νηστεία, είτε οτιδήποτε παρόμοιο. Διότι «η υψηλοφροσύνη των ανθρώπων, λέει, είναι ακάθαρτη απέναντι στον Κύριο».
    Επομένως δεν μολύνει μόνο η πορνεία εκείνους που επιδίδονται σε αυτήν, ούτε η μοιχεία, αλλά και η υπερηφάνεια και μάλιστα πολύ περισσότερο από εκείνες.
    Γιατί; Διότι η μεν πορνεία, μολονότι είναι ασυγχώρητο κακό, εν τούτοις έχει να προβάλλει κάνεις ως δικαιολογία την επιθυμία.
Ενώ η αλαζονεία δεν μπορεί να βρει ούτε κάποια δικαιολογία, ούτε οποιαδήποτε πρόφαση, για την οποία θα μπορούσε να πετύχει κάποια σκιώδη συγγνώμη.
    Αλλά αυτή δεν είναι τίποτα άλλο παρά διαστροφή της ψυχής και πολύ βαριά νόσος που δεν γεννιέται από πουθενά αλλού, παρά μόνο από ανοησία.
Διότι δεν υπάρχει πιο ανόητο πράγμα από τον άνθρωπο τον αλαζόνα, είτε είναι περιτριγυρισμένος από πλούτο, είτε κατέχει πολύ κοσμική σοφία, είτε βρίσκεται στην εξουσία, είτε έχει όλα εκείνα που θεωρούνται από τους ανθρώπους αξιοζήλευτα.  (Εις Ιωάννην Ομιλία ΙΣΤ 4, ΕΠΕ 13, 221-223)

katafigioti

lifecoaching