ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

ΙΕΡΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ 
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (!!!).

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί  10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί  11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.




 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί 10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί 11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Ο γάτος που σεβόταν τις γιορτές

Ένας ψαράς πήγε κάποτε στον ευλαβέστατο Παπα-Μηνά της Σκήτης της Αγίας Άννης, στο Άγιον Όρος, φρέσκα ψάρια για την πανηγύρι. Επειδή ήταν Κυριακή, ο Γέροντας παραξενεύτηκε και ρώτησε τον ψαρά, πότε τα έπιασε.

- Σήμερα το πρωί, απάντησε εκείνος. Είναι φρέσκα- φρέσκα!

- Παιδί μου, δεν μπορώ να τ’ αγοράσω, του είπε ο Παπα-Μηνάς. Είναι αφωρισμένα αυτά τα ψάρια, γιατί τα έπιασες Κυριακή.

Ο ψαράς έδειξε ν’ απορή. Δεν μπορούσε να καταλάβη αυτά, που του έλεγε ο Γέροντας.

- Θέλεις να βεβαιωθής γι’ αυτό; τον ρώτησε ο Παπα-Μηνάς, βλέποντας την απορία του. Δώσε ένα ψάρι στον γάτο και θα δης, ότι δεν θα το φάη.

Πραγματικά ο γάτος πλησίασε το ψάρι, που του έρριξε ο ψαράς, το μύρισε και γύρισε το κεφάλι του άλλου με αποστροφή.

Μετά απ’ αυτό το γεγονός, που τον συγκλόνισε, ο ψαράς σεβόταν στο εξής τις Κυριακές και τις μεγάλες εορτές.

ΑΓΙΟΡΕΙΤΑΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΑ

("Η Ζωοφιλία των Αγίων και η Αγιοφιλία των Ζώων", Σίμωνος Μοναχού, σ. 225-226)

Δόκιμος
αυτός αξίζει
Προτιμότερος ένας λίθος πολύτιμος παρά αμέτρητοι οβολοί. Προτιμότερο να έχουμε υγιές το μάτι, παρά χαλασμένο μάτι με πολυσαρκία. Προτιμότερο ένα πρόβατο υγιές, παρά αμέτρητα ψωριασμένα πρόβατα. Προτιμότερο λίγα καλά παιδιά, παρά πολλά και κακά. Άλλωστε στη βασιλεία του Θεού πηγαίνουν οι λίγοι, ενώ στην κόλαση οι πολλοί.
Ε.Π.Ε. 15,242
τεκμήριο αρετής
Έχουμε αποδειχτή άξιοι για το Θεό και τέτοιοι παραμένουμε. Απόδειξις της αρετής μας είναι το ότι μας εμπιστεύτηκε το ευαγγέλιο. Δεν θα μας δοκίμαζε ο Θεός, αν υπήρχε μέσα μας κάτι το φαύλο. Το «εδοκίμασε» δεν έχει την έννοια της εξονυχιστικής εξετάσεως. Εκείνο, που εμείς πράττουμε υστέρα από δοκιμή, ο Θεός το κάνει χωρίς δοκιμή.
Ε.Π.Ε. 22,282
αξιόπιστος στο Θεό
Έχω εμπιστοσύνη στον αθλητή μου. Γι’ αυτό και δεν εμποδίζω να οδηγηθή σε όσα θα ήθελες παλαίσματα... Είναι χρυσάφι δοκιμασμένο. Όπως νομίζεις, δοκίμασέ τον. Όπως θέλεις, βασάνισέ τον. Δεν θα βρης πάνω του αδυναμία. Δεν θα βρης τρόπο να τον καταβάλης.
Ε.Π.Ε. 31,602
Δόξα
η όντως δόξα
Πώς θα απαλλαγούμε από τη φοβερή δουλεία, που λέγεται κενοδοξία; Αν αγαπήσουμε άλλη δόξα, την αληθινή. Για όσους αγαπούν τα σώματα, όταν φανή άλλο πρόσωπο λαμπρότερο, απομακρύνονται από το προηγούμενο. Και για όσους επιθυμούν την ανθρώπινη δόξα, όταν λάμψη μπροστά τους η δόξα των ουρανών, τότε μπορούν να απομακρυνθούν από την πρώτη. Ας δούμε, λοιπόν εκείνη τη δόξα, ας διδαχτούμε καλά γι’ αυτήν, ώστε να απολαύσουμε κάποια μέρα το άρρητο κάλλος της.
Ε.Π.Ε. 17,350
του Θεού, κάλλιστον όρος
Ένα θαυμάσιο κανόνα μας έδωσε, το να δοξάζεται ο Θεός με όλα τα έργα μας.
Ε.Π.Ε. 18α,118
μέθη
Περιφρονούν την ουράνια δόξα και βασιλεία. Όλοι μεθούν όχι μόνο από τη δόξα της κοσμικής επιθυμίας, αλλά και το αντίθετο, από την αγωνία και το φόβο μήπως την στερηθούν. Αν τους επαινέσης, φουσκώνουν από υπερηφάνεια. Αν τους κατηγορήσης, καταβάλλονται.
Ε.Π.Ε. 18α,478
κοσμική
Θεωρείται ευχάριστο να ζη κανείς δοξασμένος. Και όμως τίποτε δεν υπάρχει χειρότερο απ’ αυτή τη δουλεία. Καθ’ όσον ο κενόδοξος, που θέλει να αρέση στον οποιοδήποτε, είναι πολύ πιο δουλικός από οποιονδήποτε δούλο. Όποιος όμως θα καταφρονήση αυτή την ψεύτικη δόξα, είναι ανώτερος από όλους.
Ε.Π.Ε. 19,264
αδοξία
Όσο πιο ξακουστός είναι κανείς, τόσο πιο πολύ υποδουλωμένος είναι. Αν πάθη κάτι δυσάρεστο, όλο και πιο πολλοί το μαθαίνουν και φαίνεται πως δεν του άξιζε να το πάθη. Το ίδιο και με τη συμφορά όταν τον βρίσκη, αφού πολλοί χαίρονται με αυτές. Κι αν του συμβή κανένα καλό, νατοι οι φθονεροί. Τον ζηλεύουν και αγωνίζονται να τον ξεπαστρέψουν. Πες μου, λοιπόν, είναι αγαθό αυτό; Είναι δόξα; Όχι. Είναι αδοξία, είναι δουλεία, είναι σκλαβιά και ό,τι άλλο δυσάρεστο μπορεί κανείς να πη.
Ε.Π.Ε. 19,632

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 77-79)

ιστ’ . Πήγαν κάποιοι στον Αββά Σισώη, για να ακούσουν απ’ αυτόν ωφέλιμο λόγο και τίποτε δεν τους είπε. Πάντα δε έλεγε: «Συγχωρήστε με». Βλέποντας δε τα ζεμπίλια του, είπαν στον μαθητή του Αβραάμ»: «Τί τα κάνετε αυτά τα ζεμπίλια;». Και εκείνος είπε: «Εδώ και εκεί τα ξοδεύουμε». Ακούοντας δε ο γέρων, είπε: «Και ο Σισώης από εδώ και από εκεί τρώγει». Και εκείνοι, ακούοντας, πολύ ωφελήθηκαν. Και έφυγαν με χαρά, οικοδομημένοι από την ταπείνωσή του. ιζ'. Συμβουλεύθηκε ο Αββάς Αμμών της Ραϊθώ τον Αββά Σισώη: «'Όταν διαβάζω κάτι στη Γραφή, ο λογισμός μου με σπρώχνει να φιλοτεχνήσω σχετικό λόγο, για να τον έχω αν με ρωτήση τινάς». Του λέγει ο γέρων: «Δεν χρειάζεται. Καλύτερα είναι από την καθαρότητα του νου να αποχτήσης και την αμεριμνησία και τον λόγο». ιη'. Πήγε κάποτε ένας λαϊκός με τον γυιό του στον Αββά Σισώη, στο όρος του Αββά Αντωνίου. Και στον δρόμο, συνέβη να πεθάνη ο γυιός του. Και δεν ταράχθηκε, αλλά τον πήρε και τον έφερε στον γέροντα με πίστη. Και πρόσπεσε με τον γυιό του, σαν να έκαναν μετάνοια, για να ευλογηθούν από τον γέροντα. Σηκώνεται κατόπιν ο πατέρας, αφήνει το παιδί στα πόδια του γέροντος και βγαίνει έξω. Ο δε γέρων, νομίζοντας ότι του έκανε ακόμη μετάνοια, του λέγει: «Σήκω, πήγαινε έξω». Γιατί δεν ήξερε ότι πέθανε. Και ευθύς σηκώθηκε και βγήκε. Και βλέποντάς το ο πατέρας του, σάστισε. Εισέρχεται λοιπόν, προσκυνά τον γέροντα και του ανακοινώνει το γεγονός. Ακούοντας δε ο γέρων, λυπήθηκε. Γιατί δεν ήθελε να γίνη αυτό. Του παρήγγειλε δε ο μαθητής του, να μη το πη σε κανέναν, ώσπου να εκδημήση ο γέρων. ιθ'. Τρεις γέροντες πήγαν στον Αββά Σισώη, έχοντας ακούσει τα σχετικά μ’ αυτόν. Και του λέγει ο πρώτος: «Πάτερ, πώς μπορώ να σωθώ από τον πύρινο ποταμό;».  Αλλά εκείνος δεν του αποκρίθηκε. Του λέγει ο δεύτερος: «Πάτερ, πώς μπορώ να σωθώ από το τρίξιμο των δοντιών και τον ακοίμητο σκώληκα;». Του λέγει και ο τρίτος: «Πάτερ, τί να κάμω, οπού η μνήμη του εξωτέρου σκότους με θανατώνει;». Αποκρίνεται δε ο γέρων και τους λέγει: «Εγώ τίποτε απ’ αυτά δεν φέρνω στον νου μου. Γιατί ελπίζω ότι ο Θεός, σπλαχνικός καθώς είναι, θα με ελεήση». Ακούοντας λοιπόν αυτή την απάντηση οι γέροντες, έφυγαν λυπημένοι. Μη θέλοντας δε ο γέρων να τους αφήση να φύγουν λυπημένοι, ξαναγύρισε κοντά τους και τους είπε: «Μακάριοι είστε, αδελφοί. Σας ζηλεύω. Ο πρώτος σας μίλησε για τον πύρινο ποταμό. Ο δεύτερος, για τον τάρταρο. Και ο τρίτος, για το σκοτάδι. Αν λοιπόν τέτοια μνήμη επικρατή στον νου σας, είναι αδύνατο να αμαρτήσετε. Αλλά εγώ ο σκληρόκαρδος τί να κάμω, μη μπορώντας να καταλάβω ότι υπάρχει καν κόλαση για τους ανθρώπους; Και έτσι, κάθε ώρα αμαρτάνω». Και βάζοντάς του μετάνοια, του είπαν: «'Όπως ακούσαμε, έτσι και είδαμε».  κ'. Ρώτησαν μερικοί τον Αββά Σισωη, λέγοντας: «Αν πέση ένας αδελφός, δεν χρειάζεται ενός έτους μετάνοια;». Και εκείνος είπε: «Σκληρός ο λόγος». Και του λέγουν: «Μήπως έξη μηνών;». Και πάλι είπε: «Πολύ είναι». Και αυτοί έλεγαν: «Ίσαμε σαράντα μέρες;». Πάλι είπε: «Πολύ είναι». Του λέγουν: «Τί λοιπόν; Αν πέση ένας αδελφός και ευθύς τύχη να γίνεται αγάπη, να εισέλθη και αυτός σ’ εκείνη τη σύναξη;». Τους λέγει ο γέρων: «Όχι.  Αλλά έχει ανάγκη να μετανοήση για λίγες μέρες. Και έχω τη βεβαιότητα, ότι ο Θεός τον δέχεται ακόμη και μέσα σε τρεις μέρες, αν ολόψυχα μετανοήση ο άνθρωπος αυτός». κα'. Πήγε κάποτε ο Αββάς Σισώης στο Κλύσμα και ήλθαν κάποιοι λαϊκοί σ’ αυτόν, για να τον δουν. Και αφού πολλά είπαν εκείνοι, δεν τους αποκρίθηκε καθόλου. Ύστερα δε, ένας απ’ αυτούς είπε: «Τί στενοχωρείτε τον γέροντα; Δεν τρώγει. Γι’ αυτό και ούτε να μιλήση μπορεί». Αποκρίθηκε ο γέρων: Εγώ, όταν χρειασθή, τρώγω». κβ’ . Ρώτησε ο Αββάς Ιωσήφ τον Αββά Σισώη, λέγοντας: «Για πόσο καιρό οφείλει ο άνθρωπος να κόβη τα πάθη;». Του λέγει ο γέρων: «Τα χρονικά διαστήματα θέλεις να μάθης;». Λέγει ο Αββάς Ιωσήφ: «Ναι». Του απαντά λοιπόν ο γέρων: «Την ώρα οπού έρχεται το πάθος, ευθύς κόψε το». κγ'. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Σισώη της Πέτρας για τον μοναστικό βίο. Και του λέγει ο γέρων: «Είπε ο Δανιήλ: Άρτον επιθυμιών ουκ έφαγον». κδ'. Έλεγαν για τον Αββά Σισώη, ότι, καθισμένος στο κελλί, πάντα είχε κλειστή την πόρτα. Κε’ . Ήλθαν κάποτε αρειανοί στον Αββά Σισώη, στο όρος του Αββά Αντωνίου, και άρχισαν να κατηγορούν τους ορθοδόξους. Ο δε γέρων δεν τους αποκρίθηκε καθόλου. Και φωνάζοντας τον μαθητή του, είπε: «Αβραάμ., φέρε μου το βιβλίο του αγίου Αθανασίου και διάβαζέ το». Και ενώ εκείνοι σιωπούσαν, φανερώθηκε η αίρεσή τους. Και τους έστειλε στο καλό. κστ'. Ήλθε κάποτε ο Αββάς Αμμούν από τη Ραϊθώ στο Κλύσμα, να επισκεφθή τον Αββά Σισώη. Και βλέποντάς τον να θλίβεται οπού είχε αφήσει την έρημο, του λέγει: «Τί θλίβεσαι, Αββά;  Αλλά τί θα μπορούσες να κάμης πλέον στην έρημο, έτσι οπού γήρασες;». Ο δε γέρων τον κοίταξε αυστηρά και είπε: «Τί μου λες, Αμμούν; Δεν μου αρκούσε μόνη η ελευθερία του λογισμού μου στην έρημο;». κζ’  . Καθόταν κάποτε ο Αββάς Σισώης στο κελλί του. Και σαν χτύπησε τη θύρα ο μαθητής του, φώναξε ο γέρων, λέγοντας: «Φύγε, Αβραάμ., μη μπης, ακόμη δεν είναι σχόλη εδώ». κη’ . Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Σισώη, λέγοντας: «Πώς άφησες τη Σκήτη, οπού ήσουν με τον Αββά Ωρ, και ήλθες και εγκαταστάθηκες εδώ;». Του λέγει ο γέρων: «Επειδή άρχισε να μεγαλώνη ο αριθμός των μοναχών στη Σκήτη. Και ακούοντας εγώ ότι κοιμήθηκε ο Αββάς Αντώνιος, σηκώθηκα και ήλθα εδώ στο όρος. Και βρίσκοντας τα εδώ να ησυχάζουν, κάθισα λίγο καιρό». Του λέγει ο αδελφός: «Πόσο καιρό έχεις εδώ;». Του λέγει ο γέρων: «Είναι εβδομήντα δυο χρόνια». κθ’ . Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Σισώη, λέγοντας: «Αν πεζοπορούμε και πλανηθή ο οδηγός μας, είναι ανάγκη να του το πούμε;». Του λέγει ο γέρων: «Όχι». Λέγει λοιπόν ο αδελφός: «Αλλά θα τον αφήσουμε να μας ξεστρατίση;». Του λέγει ο γέρων: «Τί λοιπόν; Έχεις σκοπό να πάρης ραβδί και να τον δείρης; Εγώ έχω υπ’ όψη μου αδελφούς οπού πεζοπορούσαν και ο οδηγός τους έχασε τον δρόμο τη νύχτα. Ήταν δε δώδεκα και όλοι ήξεραν ότι χάθηκε ο δρόμος. Και αγωνίσθηκε ο καθένας τους να μη το πη. Σαν ξημέρωσε δε, κατάλαβε ο οδηγός τους ότι έχασαν τον δρόμο και τους λέγει: Συγχωρήστε με, έχασα τον δρόμο. Και είπαν όλοι: Και εμείς το γνωρίζαμε, αλλά σιωπήσαμε. Εκείνος δε, ακούοντας θαύμασε, λέγοντας ότι έως θανάτου εγκρατεύονται οι αδελφοί για να μη μιλούν. Και δόξασε τον Θεό. Το δε μάκρος του δρόμου, οπού ξεστράτισαν, ήταν δώδεκα μίλια». λ'. Ήλθαν κάποτε Σαρακηνοί και έγδυναν τον γέροντα και τον αδελφό του. Και βγαίνοντας στην έρημο για να βρουν κάτι φαγώσιμο, βρήκε ο γέρων κοπριές από καμήλες και μέσα τους σπειριά κριθαριού. Έτρωγε δε ένα σπειρί και το άλλο το φύλαγε στο χέρι του. Έρχεται κατόπιν ο αδελφός του, τον βρίσκει να τρώγη και του λέγει: «Αυτή είναι η αγάπη, οπού βρήκες κάτι φαγώσιμο και μόνος σου το τρως και δεν με φώναξες;». Του λέγει ο Αββάς Σισώης: «Δεν σε αδίκησα, αδελφέ. Να, το μερίδιό σου στο χέρι μου το φύλαξα».

(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)

 

Του Αββά Σισώη του μεγάλου
α’ . Ένας αδελφός αδικήθηκε από άλλον αδελφό και πήγε στον Αββά Σισώη, λέγοντάς του: «Αδικήθηκα από έναν αδελφό και θέλω να πάρω εκδίκηση». Ο δε γέρων τον στήριζε, λέγοντας: «Όχι, τέκνο μου. Άφησε καλύτερα στον Θεό την εκδίκηση».  Αλλά εκείνος έλεγε: «Δεν θα ησυχάσω ώσπου να εκδικηθώ». Του λέγει τότε ο γέρων: «Ας προσευχηθούμε, αδελφέ». Και σηκώθηκε και είπε ο γέρων: «Κύριε, δεν σε έχουμε πλέον ανάγκη να φροντίζης για μας. Γιατί μόνοι μας παίρνουμε το δίκιο μας». Αυτό λοιπόν ακούοντας ο αδελφός, έπεσε στα πόδια του γέροντος και είπε: «Δεν θέλω πλέον να εκδηκηθώ τον αδελφό μου. Συγχώρησέ με, Αββά».
β’ . Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Σισώη, λέγοντας: «Τί να κάμω; Γιατί πηγαίνω στην εκκλησία και πολλές φορές γίνεται τραπέζι αγάπης και με κρατούν». Του λέγει ο γέρων: «Κόπο έχει το ζήτημα». Λέγει λοιπόν ο Αβραάμ ο μαθητής του: «Αν γίνη συνάντηση το Σάββατο ή την Κυριακή και πιή ένας αδελφός τρία ποτήρια, είναι μήπως πολλά;». Λέγει ο γέρων: «Αν δεν υπάρχη στη μέση ο σατανάς, πολλά δεν είναι».
γ’ . Έλεγε στον Αββά Σισώη ο μαθητής του: «Πάτερ, γήρασες, ας πάμε πλέον κοντά σε κατοικημένα μέρη». Του λέγει ο γέρων: «Όπου δεν υπάρχει γυναίκα, εκεί ας πάμε». Του λέγει ο μαθητής του: «Και ποιός άλλος τόπος, εκτός από την έρημο, δεν έχει γυναίκα;». Λέγει τότε ο γέρων: «Στην έρημο πήγαινέ με».
δ’ . Πολλές φορές έλεγε ο μαθητής του Αββά Σισώη: «Αββά, σήκω να φάμε». Και εκείνος τον ρωτούσε: «Δεν φάγαμε, τέκνο μου;». Και αυτός: «Όχι, πάτερ», Και έλεγε ο γέρων: «Αν δεν φάγαμε, φέρε και τρώμε».
ε’ .  Είπε κάποτε ο Αββάς Σισώης αυθόρμητα: «Θάρρος. Να, τριάντα χρόνια έχω οπού δεν παρακαλώ πλέον τον Θεό για αμαρτία.  Αλλά η προσευχή μου αυτή είναι: Κύριε Ιησού, φύλαξέ με από τη γλώσσα μου. Και έως τώρα, κάθε μέρα, εξ αιτίας της πέφτω και αμαρτάνω».
στ’ .Ένας αδελφός είπε στον Αββά Σισώη: «Πώς δεν φεύγουν τα πάθη από μένα;». Του λέγει ο γέρων: «Τα σκεύη τους είναι μέσα σου. Δος τους την άδεια να τα πάρουν και φεύγουν».
ζ ‘. Έμενε κάποτε ο Αββάς Σισώης στο όρος του Αββά Αντωνίου. Και επειδή καθυστέρησε ο διακονητής του να έλθη σ’ αυτόν, ίσαμε δέκα μήνες δεν είδε άνθρωπο. Περπατώντας δε στο όρος, βρίσκει ένα Φαρανίτη οπού κυνηγούσε αγρίμια. Και του λέγει ο γέρων: «Από που έρχεσαι; Και πόσο καιρό έχεις εδώ;». Και εκείνος είπε: «Μάθε, Αββά, ότι ένδεκα μήνες βρίσκομαι σ’ αυτό το όρος και δεν είδα άνθρωπο, εκτός από σένα». Ακούοντάς τα δε αυτά ο γέρων, μπήκε στο κελλί και στηθοδερνόταν, λέγοντας: «Σισώη, νόμισες ότι κάτι κατώρθωσες. Και ούτε σαν αυτόν τον λαϊκό δεν τα κατάφερες».
η'. Έγινε προσφορά στο όρος του Αββά Αντωνίου και βρέθηκε εκεί ένα πήλινο δοχείο με κρασί. Και παίρνοντας ένας από τους γέροντες μικρό κανάτι και ποτήρι, τα έφερε στον Αββά Σισώη, του έδωσε και ήπιε. Επίσης και δεύτερη φορά και δέχθηκε. Του πρόσφερε και για τρίτη φορά, αλλά δεν πήρε, λέγοντας: «Παύσε, αδελφέ, ή δεν ξέρεις ότι είναι σατανάς;».
θ’ .Πήγε ένας από τους αδελφούς στον Αββά Σισώη, στο όρος του Αββά Αντωνίου. Και εκεί οπού μιλούσαν, έλεγε στον Αββά Σισώη: «Δεν έφθασες ακόμη στα μέτρα του Αββά Αντωνίου, πάτερ;». Και του αποκρίνεται ο γέρων: «Αν είχα έναν από τους λογισμούς του Αββά Αντωνίου, θα γινόμουν ολόκληρος σαν φωτιά. Αλλά γνωρίζω άνθρωπο οπού με κόπο μπορεί να βαστάξη τον λογισμό του».
ι'. Ήλθε κάποτε ένας από τους Θηβαίους στον Αββά Σισώη, θέλοντας να γίνη μοναχός. Και τον ρώτησε ο γέρων, αν έχη κανέναν στον κόσμο. Και εκείνος αποκρίθηκε: «Έχω ένα γυιό». Και του λέγει ο γέρων: «Πήγαινε, ρίξε τον στο ποτάμι και τότε γίνεσαι μονάχος».  Σαν πήγε λοιπόν να τον ρίξη, έστειλε ο γέρων έναν αδελφό για να τον εμποδίση. Και καθώς τον σήκωνε, για να τον ρίξη, λέγει ο αδελφός: «Σταμάτα, τί κάνεις;». Και εκείνος είπε: «Ο Αββάς μου είπε να τον ρίξω». Του λέγει λοιπόν ο αδελφός: « Αλλά πάλι είπε, να μη τον ρίξης». Και αφήνοντάς τον, ήλθε στον γέροντα. Και έγινε άξιος μοναχός χάρη στην υπακοή του.
ια'. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Σισώη, λέγοντας: «Άρα έτσι πολεμούσε ο σατανάς τους παλαιούς;». Του λέγει ο γέρων: «Τώρα πιο πολύ, γιατί ο καιρός του πλησιάζει και πέφτει σε ταραχή».
ιβ'. Πειράσθηκε κάποτε ο Αβραάμ, ο μαθητής του Αββά Σισώη, από δαίμονα. Και είδε ο γέρων ότι έπεσε. Σηκώθηκε τότε, άπλωσε τα χέρια στον ουρανό και είπε: «Θεέ μου, θέλεις - δεν θέλεις, δεν σ’ αφήνω, αν δεν τον θεραπεύσης». Και ευθύς θεραπεύθηκε.
ιγ'. Ένας αδελφός συμβουλεύθηκε τον Αββά Σισώη, λέγοντας: «Βλέπω στον εαυτό μου, ότι η μνήμη του Θεού παραμένει μέσα μου». Του λέγει ο γέρων: «Δεν είναι μεγάλο πράγμα το να βρίσκεται ο λογισμός σου με τον Θεό. Μεγάλο πράγμα είναι το να βλέπης τον εαυτό σου κάτω από όλη τη δημιουργία. Γιατί αυτό και ο σωματικός κόπος οδηγούν στην άσκηση της ταπεινοφροσύνης».
ιδ’ . Έλεγαν για τον Αββά Σισώη, ότι, όταν έμελλε να τελευτήση και κάθονταν οι πατέρες γύρω του, έλαμψε το πρόσωπό του σαν τον ήλιο. Και τους λέγει: «Να, ο Αββάς Αντώνιος ήλθε». Και μετά από λίγο, λέγει: « Να, η χορεία των προφητών ήλθε». Και πάλι το πρόσωπό του περίσσια έλαμψε και είπε: «Να, η χορεία των αποστόλων ήλθε». Και έλαμψε πάλι το πρόσωπο του πιο πολύ. Και ιδού, ήταν σαν να μιλούσε με κάποιους. Και τον ρώτησαν οι γέροντες, λέγοντας: «Με ποιόν μιλάς, πάτερ;». Και εκείνος είπε: «Να, οι Άγγελοι ήλθαν να με πάρουν και παρακαλώ να με αφήσουν για να μετανοήσω λίγο ακόμη». Και του λέγουν οι γέροντες: «Δεν έχεις ανάγκη να μετανοήσης, πάτερ». Και τους είπε ο γέρων: «Σας βεβαιώνω, ότι δεν βλέπω να έχω κάμει αρχή». Και πληροφορήθηκαν όλοι ότι είναι τέλειος. Και πάλι, ξαφνικά, έγινε το πρόσωπό του σαν τον ήλιο. Και φοβήθηκαν όλοι. Και τους λέγει: «Βλέπετε, ο Κύριος ήλθε και λέγει: Φέρτε μου το σκεύος της ερήμου». Και ευθύς παρέδωσε το πνεύμα. Και έγινε σαν αστραπή. Και γέμισε όλο το κελλί από ευωδία.
ιε’ . Πήγε ο Αββάς Αδέλφιος, επίσκοπος Νειλουπόλεως, στον Αββά Σισώη, στο όρος του Αββά Αντωνίου. Και όταν επρόκειτο να βγουν, πριν ξεκινήσουν, τους έβαλε να φάνε από πρωΐ. Ήταν δε νηστεία. Και μόλις έστρωσαν τραπέζι, να, κάποιοι αδελφοί χτυπούν την πόρτα. Είπε δε στον μαθητή του: «Δός τους λίγη κουρκούτη, γιατί από κόπο είναι». Του λέγει ο Αββάς Αδέλφιος: Άφησε καλύτερα, για να μη πουν ότι ο Αββάς Σισώης τρώγει από πρωΐ». Και τον κοίταξε ο γέρων και λέγει στον αδελφό: «Πήγαινε, δός τους». Μόλις λοιπόν είδαν την κουρκούτη, είπαν: «Μη έχετε ξένους; Μη τάχα και ο γέρων σας τρώγει;». Και τους είπε ο αδελφός: «Ναι». Άρχισαν λοιπόν να στενοχωρούνται και να λέγουν: «Ας σας συγχώρηση ο Θεός οπού αφήσατε τον γέροντα να φάη τώρα. Ή δεν ξέρετε ότι για πολλές μέρες έχει να κοπιάση;». Και τους άκουσε ο επίσκοπος. Και έβαλε μετάνοια στον γέροντα, λέγοντας: «Συγχώρησέ με, Αββά, οπού έκαμα ανθρώπινο λογισμό. Ενώ συ έκαμες ό,τι ήθελε ο Θεός». Και του λέγει ο Αββάς Σισώης: Αν ο Θεός δεν δοξάση άνθρωπο, η δόξα των ανθρώπων τίποτε δεν είναι».

(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)

«Τότε ο Θωμάς είπε: “Κύριέ μου! Και Θεέ μου!» (Ιωάννης 20:28)

Ο LewWallace ήταν ένας φημισμένος στρατηγός και λογοτεχνική μεγαλοφυία. Υποσχέθηκε να γράψει ένα βιβλίο που θα κατέστρεφε για πάντα το «μύθο» του Χριστιανισμού. Λέει ο άνθρωπος αυτός όταν επί δύο χρόνια μελετούσε στις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες της Ευρώπης και της Αμερικής αναζητώντας πληροφορίες που θα τον έκαναν ικανό να γράψει το βιβλίο που θα ανέτρεπε τον Χριστιανισμό. Ενώ έγραφε το δεύτερο κεφάλαιο του τόμου του, βρέθηκε να είναι γονατισμένος και κλαίγοντας να λέει στον Ιησού: «Κύριέ μου! Και Θεέ μου!». Οι αποδείξεις της θεότητας του Χριστού ήταν συντριπτικά πειστικές. Δεν μπορούσε πια ν’ αρνηθεί ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ο Γιος του Θεού, ο μόνος Σωτήρας του ανθρώπου. Αργότερα, ο LewWallace έγραψε το βιβλίο «Μπεν Χουρ», ίσως το μεγαλύτερο μυθιστόρημα που γράφτηκε ποτέ σχετικά με τους χρόνους του Ιησού. Πραγματικά, η μεταστροφή του ήταν εντυπωσιακή!

Θεέ μας, Εσύ είσαι ο Μοναδικός και Άγιος Θεός που ενδιαφέρεσαι για μας. Σε παρακαλούμε, αποκάλυψέ το αυτό σε κάθε καρδιά.

(Π.Α.)

 

«Δόξα στον Ύψιστο Θεό και στη γη ειρήνη, εκδήλωση εύνοιας στους ανθρώπους» (Λουκάς 2:14).

Λίγο πριν το Μουντιάλ 2006 ο Ιρλανδός τραγουδιστής των U2 Μπόνο είχε δηλώσει: «Μια φορά κάθε τέσσερα χρόνια, η μπάλα κλείνει τα σχολεία, κλείνει τα μαγαζιά, κλείνει πόλεις ολόκληρες, σταματά τον πόλεμο, δίνει ελπίδα, πετυχαίνει περισσότερα απ’ όσα κατάφεραν ποτέ οι πολιτικοί, δίνει σεβασμό σε χώρες όπου ο σεβασμός είναι ένα είδος εν ανεπαρκεία». Μαζί του πολλοί άλλοι επώνυμοι. Κι όμως, η ειρήνη δε σκόραρε, ούτε εκείνο το χρόνο. Στη διάρκεια των αγώνων άνθρωποι σκοτώνονταν στην Παλαιστίνη, στο Ισραήλ, στο Λίβανο, στο Ιράκ, στο Νταρφούρ κλπ. Για τους ανθρώπους η ειρήνη παραμένει ευχή, όραμα ανεκπλήρωτο. Κι αυτό, γιατί η ειρήνη είναι δώρο από το Θεό. Ο ερχομός του Θεανθρώπου είχε ως σκοπό την ειρήνη του ανθρώπου με το Θεό, με το συνάνθρωπό του, με τον εαυτό του. Μόνο η ζωντανή παρουσία Του στην προσωπική μας ζωή και ο καθαρισμός μας από την αμαρτία είναι ικανή να μας χαρίσει «την ειρήνη Του», που ξεπερνάει κάθε ανθρώπινη λογική. Διότι αυτός είναι «η ειρήνη ημών»! Είναι Αυτός η ειρήνη σου;

Κύριε, έλα στη ζωή μου. Γίνε η ειρήνη μου!

(Μ.Β.Μ.)

(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

287. Χάρις στον Σταυρό, όπως και χάρις στο σημείο του Σταυρού, ο Κύριος Ιησούς Χριστός είναι πάντοτε μαζί μας, κάνοντας με τη δύναμί του το κάθε τι για τη σωτηρία μας. Αρκεί να τον πιστεύουμε σαν Θεό και Σωτήρα μας. Δόξα στον Κύριο για την αιωνία παρουσία του κοντά μας! «ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Αμήν. (Ματθ. κη’ 20).

288. Κάνοντας το σημείο του Σταυρού, να πιστεύης και πάντοτε να θυμάσαι ότι οι αμαρτίες σου καθηλώθηκαν στον Σταυρό. Όταν πέφτης σε κάποιο αμάρτημα, ευθύς να κατακρίνης ειλικρινά τον εαυτό σου και κάνε το σημείο του Σταυρού πάνω σου, λέγοντας: Κύριε, συ που καθήλωσες τις αμαρτίες μας στον Σταυρό, καθήλωσε και το αμάρτημά μου τούτο στον Σταυρό σου και «Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεός» (Ψαλμ. ν’ 3). Και ο Κύριος θα σε καθαρίση από την αμαρτία σου. Αμήν.



(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 126)

«Και βαπτίζεται ο Χριστός… για να γίνει σ’ εμάς παράδειγμα και υπογραμμός για το βάπτισμα».
(Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός)

«Βαπτίσθηκε ο Χριστός, όχι για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες Του (διότι ήταν αναμάρτητος) αλλά, βαπτίσθηκε ενώ ήταν αναμάρτητος, για να δώσει θεία χάρη και αξία στους βαπτιζομένους».
(Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων)

«Αυτή είναι η ημέρα κατά την οποία ο Χριστός βαπτίσθηκε και αγίασε τα νερά. Γι’ αυτό βέβαια και τα μεσάνυχτα αυτής της γιορτής όλοι φέρνουν νερό και το τοποθετούν μέσα στο σπίτι, φυλάγοντας το όλο τον χρόνο, επειδή σήμερα αγιάσθηκαν τα νερά. Και το θαύμα τον αγιασμού των νερών γίνεται φανερό από το ότι δεν αλλοιώνεται το νερό με το πέρασμα του χρόνου, αλλά ολόκληρο τον χρόνο και πολλές φορές δύο και τρία χρόνια παραμένει καθαρό και φρέσκο το νερό που αντλήθηκε σήμερα, και βρίσκεται μετά από τόσο χρόνο σε ίση αξία και κατάσταση με το νερό που μόλις πριν από λίγο πήραν από την πηγή».
(Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

«Η περιστερά είναι «ήμερο ζώο και καθαρό. Επειδή λοιπόν και το Πνεύμα είναι Πνεύμα πραότητας, γι’ αυτό φανερώνεται και σ’ αυτό». Και ο Μεσσίας είναι πράος και ταπεινός στην καρδιά (Ματθ. ια’ 29, κα’ 5) και συνιστά την πραότητα στους διακόνους του (Ματθ. ι 16) και για τους πράους επιφυλάσσει ως κληρονομιά τη γη (Ματθ. ε’ 5). Δεν κατεβαίνει το Πνεύμα με τη μορφή αετού, που, αν και είναι ο βασιλιάς των πτηνών, είναι όμως σαρκοφάγο πτηνό, αλλά κατεβαίνει με τη μορφή περιστεράς, της οποίας κανένα άλλο πτηνό δεν είναι περισσότερο άκακο και αβλαβές. Η περιστερά ήταν το μόνο από τα πτηνά που προσφερόταν ως θυσία (Λευιτ. α 14) και ο Χριστός δια του αιωνίου Πνεύματος, πρόσφερε τον εαυτό Του άμεμπτη θυσία στον Θεό. Η περιστερά ακόμη ήταν το έμβλημα της καθαρότητας. Και η εμφάνιση της εδώ συμφωνεί προς τη γλυκύτητα και τον ειρηνικό χαρακτήρα της βασιλείας του Χριστού».
(Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

«Ο Ιωάννης βαπτίζει και έρχεται ο Χριστός να βαπτιστεί, για να αγιάσει ενδεχομένως και τον βαπτιστή, και όπως είναι ολοφάνερο για να θάψει μέσα στο νερό όλον τον παλαιό Αδάμ και να αγιάσει πριν από αυτούς και για χάρη τους τον Ιορδάνη».
(Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος)

«Είδες, αγαπητέ, πόσα και τι μεγάλα αγαθά θα ζημιωνόμασταν, εάν ο Κύριος συμφωνούσε με την παράκληση του Ιωάννη και δεν βαπτιζόταν; Διότι ήταν κλεισμένοι οι ουρανοί, πριν απ’ αυτό το γεγονός, και αδιάβατη ήταν η ουράνια χώρα. Στα κάτω κατεβαίναμε, στα επάνω όμως δεν ανεβαίναμε. Και μόνο ο Δεσπότης βαπτίσθηκε και «έκανε καινούργιο τον παλαιό άνθρωπο» (Πρβλ. Κολ. γ’ 9) και την εξουσία της υιοθεσίας του εμπιστεύθηκε και πάλι. «Κι αμέσως άνοιξαν σ’ αυτόν οι ουρανοί». Έγινε συμφιλίωση των ορατών με τα αόρατα, γέμισαν με χαρά τα ουράνια τάγματα, θεραπεύθηκαν τα επίγεια νοσήματα, έγιναν γνωστά τα απόρρητα πράγματα, συμφιλιώθηκαν τα εχθρικά. Διότι άκουγες τον Ευαγγελιστή να λέει «άνοιξαν σ’ αυτόν οι ουρανοί» . Και αυτό έγινε για χάρη τριών παράξενων πραγμάτων. Επειδή, όταν βαπτιζόταν ο νυμφίος Χριστός, έπρεπε ο ουράνιος θάλαμος να ανοίξει τις λαμπερές του πύλες. Και επίσης όταν το Άγιο Πνεύμα με μορφή περιστεράς κατέρχονταν και η φωνή του Πατέρα ακούγονταν παντού, έπρεπε οι επουράνιες πύλες να είναι ανοιχτές (Πρβλ. Ψαλμ. κγ’ 7). «Και αμέσως άνοιξαν οι ουρανοί και φωνή από τους ουρανούς έλεγε, Αυτός είναι ο αγαπητός μου Υιός, στον οποίον ευαρεστούμαι».
(Άγιος Ιππόλυτος Ρώμης)

«Βαπτίζομαι από εσένα τον δούλο, ώστε κανένας βασιλιάς ή άνθρωπος με αξίωμα να μη περιφρονήσει το να βαπτιστεί από απλό ιερέα».
(Άγιος Ιππόλυτος Ρώμης)

«Ο Χριστός, αν και δεν είχε ανάγκη να καθαριστεί με το Βάπτισμα, γιατί ποια ανάγκη έχει η αυτοκάθαρση να καθαριστεί; Παρ’ όλα αυτά, αυτός καθαρίζεται και βαπτίζεται σήμερα για χάρη του Αδάμ, ο οποίος έπεσε στη λάσπη της αμαρτίας, και γι’ αυτό χρειαζόταν να καθαριστεί από αυτήν».
(Ἄγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης)

285. Όποιος έκτισε μόνος του ένα σπίτι, έχει κάθε δικαίωμα να κατοικήση σ’ αυτό. Είμαστε τα σπίτια του Δημιουργού μας. Μας έκτισε για τον Εαυτό του. Πρέπει λοιπόν να κατοική μέσα μας ο Θεός και όχι ο σφετεριστής Διάβολος. «Ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν», λέμε στο Πνεύμα το Άγιο. «ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ' αὐτῷ ποιήσομεν» (Ιω. ιδ’ 23). «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;» (Α’ Κορ. γ’ 16).

286. Να έχης σαν ανεκτίμητο θησαυρό σου κάθε λέξι του Λόγου του Θεού, των συγγραφέων των Αγίων Πατέρων και της υμνωδίας της Εκκλησίας. Είναι πνοή και λόγια του Αγίου Πνεύματος. Του Πνεύματος που «ὑπερεντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. η’ 26).

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 125-126)

«Μυηθείτε εις την φωταγωγίαν η οποία πηγάζει από εκεί,
παίρνοντες φως καθαρώτερον και δυνατότερον από την Τριάδα»

«Πάλιν ο Ιησούς μου, και πάλιν μυστήριον. Μυστήριον το οποίο δεν είναι ψεύτικον ούτε απρεπές, ούτε προέρχεται από την ελληνικήν (σημ. ειδωλολατρική) πλάνην και την μέθην (διότι εγώ έτσι αποκαλώ τα της λατρείας των και νομίζω ότι αυτό κάνει και κάθε λογικός άνθρωπος), αλλά και μυστήριον και θείον και υψηλόν και δημιουργεί λαμπρότητα. Διότι η αγία ημέρα των Φώτων, εις την οποίαν έχομεν φτάσει και την οποίαν έχομεν αξιωθή να εορτάσωμεν σήμερα, έχει μεν ως αρχήν το βάπτισμα του Χριστού μου, του αληθινού φωτός το οποίον φωτίζει κάθε άνθρωπο ο οποίος έρχεται εις τον κόσμον, πραγματοποιεί δε τον καθαρισμόν μου και βοηθεί το φως το οποίον έχομεν λάβει από τον Θεόν κατά την δημιουργίαν και το οποίον έχομεν κάνει να σκοτεινιάση και να αδυνατίση. Ακούσατε λοιπόν την φωνήν του Θεού, η οποία εις εμένα μεν, τον οπαδό και τον εξηγητήν των τοιούτων πραγμάτων, ακούγεται πολύ δυνατά, μακάρι δε να ακουσθή και σε σας: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου» και δια τον λόγον αυτόν· «πλησιάσετέ τον και πάρετε φως, και τα πρόσωπά σας δεν θα σκιασθούν από εντροπήν», επειδή έχουν την σφραγίδα του αληθινού φωτός. Να, ευκαιρία αναγεννήσεως, ας γίνωμεν ουράνιοι.

 

Να, καιρός αναδημιουργίας, ας ξαναβρούμε τον πρώτον Αδάμ. Να μην μείνωμεν εκείνο το οποίον είμεθα, αλλά να γίνωμεν εκείνο το οποίον ήμεθα κάποτε. Το φως φωτίζει μέσα εις το σκοτάδι με την παρούσαν ζωήν και την σάρκα. Και το καταδιώκει μεν, αλλά δεν κατορθώνει να το εξουδετερώση το σκοτάδι, η εχθρική δηλαδή δύναμις, η οποία επιτίθεται μεν από θρασύτητα εις εκείνον ο οποίος ομοιάζει προς τον Αδάμ, αλλά πέφτει επάνω εις τον Θεόν και νικάται, δια να ρίπτωμεν από πάνω μας το σκοτάδι και να πλησιάζωμεν προς το φως και να γινώμεθα τέλειον φως, τέκνα τελείου φωτός. Βλέπετε την ωραιότητα της ημέρας; Βλέπετε την δύναμιν του μυστηρίου; Δεν έχετε υψωθή από την γην; Δεν έχετε τοποθετηθή καθαρά επάνω, αφού ανυψωθήκατε από την φωνήν και τους πνευματικούς μου λόγους;

[…] Ο ίδιος Λόγος είναι και φοβερός εξ αιτίας της φύσεώς του, δι’ εκείνους οι οποίοι δεν είναι άξιοι και ικανός, εξ αιτίας της αγάπης του προς τον άνθρωπον, να εισέλθει εις εκείνους οι οποίοι έχουν προετοιμασθή κατ’ αυτόν τον τρόπον και εις όσους, αφού έχουν εκδιώξει το ακάθαρτον και υλικόν πνεύμα των ψυχών, εκαθάρισαν τας ψυχάς των και τας εστόλισαν με την καθαράν γνώσιν, την οποίαν δεν άφησαν ούτε αργήν ούτε άπρακτον, ώστε να κυριευθή πάλιν από τα επτά πνεύματα της κακίας, τα οποία είναι τόσα όσα και τα πνεύματα της αρετής και τα οποία επιτίθενται με μεγαλυτέραν ορμήν (διότι είναι πιο αξιέπαινον εκείνο το οποίο κατορθώνεται δυσκολώτερα). Και εις εκείνους οι οποίοι, εκτός από το να αποφεύγουν την κακίαν εργάζονται και την αρετήν, αφού έβαλαν μέσα των όσον περισσότερον ημπόρουν ολόκληρον τον Χριστόν, εις τρόπον ώστε να μην εύρη η πονηρά δύναμις κανένα κενόν δια να εισέλθη και να τα συμπληρώση, και να γίνουν τα τελευταία χειρότερα από τα πρώτα, λόγω του ότι η επίθεσις είναι πιο ισχυρά και η φρουρά πιο ασφαλής και δυσκολοκυρίευτος. Όταν θα φυλάξωμεν πολύ προσεκτικά την ψυχήν μας και ετοιμάσωμεν την καρδία μας δια πνευματικάς αναβάσεις, και ετοιμάσωμεν εις τους εαυτούς μας πρωτοκαλλιέργητα χωράφια, και σπείρωμεν καρπόν δικαιοσύνης…

[…] Επειδή η ουσία της εορτής είναι το να ενθυμούμεθα τον Θεόν, ας σκεφτούμε τον Θεόν. Διότι νομίζω ότι και ο ήχος από εκείνους οι οποίοι εορτάζουν εις την άλλην ζωήν, όπου είναι η κατοικία όλων όσων ευφραίνονται, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο Θεός, ο οποίος υμνείται και δοξάζεται από εκείνους οι οποίοι έχουν αξιωθή να εισέλθουν εις τον τόπον αυτόν […]. Όταν αναφέρω τον Θεόν, ας σας φωτίζουν ένα και, ταυτοχρόνως τρία φώτα. Τρία μεν λόγω των ιδιοτήτων, δηλαδή υποστάσεων, εάν προτιμά κανείς να τους ονομάζει έτσι, ή των προσώπων (διότι δεν πρόκειται να φιλονικήσωμεν δια τα ονόματα, όταν αι λέξεις έχουν την ίδιαν σημασίαν). Ένα δε λόγω της ενότητος της ουσίας, δηλαδή της θεότητος.

Διότι διαιρούνται και παραμένουν αδιαίρετα, δια να το ειπώ έτσι, και ενώνονται, ενώ παραμένουν διαιρεμένα. Διότι η θεότης είναι εν, το οποίον διακρίνεται εις τρία, και τρία τα οποία είναι ένα. Εκείνα εις τα οποία υπάρχει η θεότης, ή, δια να ακριβολογήσω περισσότερον, εκείνα τα οποία αποτελούν την θεότητα. Θα αποφύγωμεν τας υπερβολάς και τας παραλείψεις, χωρίς να κάμωμεν ούτε την ένωσιν σύγχυσιν, ούτε την διαίρεσιν αποξένωσιν. Ας μείνει το ίδιο μακριά από μας και η συναίρεσις του Σαβελλίου και ο διαχωρισμός του Αρείου, τα δύο αυτά εκ διαμέτρου αντίθετα κακά, τα ισάξια ως προς την ασέβειαν.

[…] Και ποιο είναι το φοβερόν μυστήριον το οποίο γίνεται προς χάριν μας; Ανανεώνονται αι φύσεις και ο Θεός γίνεται άνθρωπος. Και εκείνος ο οποίος είχε ανέβει επάνω από τους ουρανούς των ουρανών, εις την ανατολήν της δόξης και της λαμπρότητός του, δοξάζεται εις την δύσιν από την ιδικήν μας ασημαντότητα και ταπεινότητα, και ο Υιός του Θεού δέχεται και να γίνει και να ονομασθεί υιός ανθρώπου. Όχι επειδή μετεβλήθη εκείνο το οποίο ήτο (διότι είναι αμετάβλητον), αλλ’ επειδή προσέλαβεν εκείνο το οποίο δεν ήτο (διότι αγαπούσε τον άνθρωπον), δια να γίνει χωρητός ο αχώρητος και να έλθη εις επικοινωνίαν μαζί μας με την σάρκα, σαν μέσα από κάποιο παραπέτασμα, επειδή δεν ημπορούσε η ανθρώπινη φύσις, η οποία υπέκειτο εις δημιουργίαν και φθοράν, να αντέξει την θεότητά του.

Δια τον λόγον αυτόν ενώνονται τα πιο αντίθετα πράγματα. Όχι μόνο ο Θεός με την δημιουργίαν, ούτε ο νους με την σάρκα, ούτε το έξω από τον χρόνον με τον χρόνον, ούτε το απεριόριστο με το μέτρον, αλλά και η γέννησις με την παρθενίαν, και το υψηλότερον από κάθε τιμήν με την ατιμίαν, και το μη υποκείμενον εις πάθος με το πάθος, και το αθάνατον με το φθαρτόν. Επειδή ο εφευρέτης της κακίας ενόμιζεν ότι είναι ανίκητος, εφ’ όσον μας είχε δελεάσει με την ελπίδα να γίνωμεν θεοί, δελεάζεται ο ίδιος από την εμφάνισιν της σαρκός, δια να επιτεθεί εις τον Αδάμ και να προσκρούση εις τον Θεόν, και έτσι να σώση ο νέος Αδάμ τον παλαιόν, και να λυθή η καταδίκη της σαρκός, αφού θα έχη θανατωθή από την σάρκα ο θάνατος.

[…] Τώρα πρόκειται δι’ άλλην πράξιν του Χριστού και δι’ άλλο μυστήριον. Δεν ημπορώ να συγκρατήσω την χαράν μου. Νιώθω να γεμίζω από Θεόν. Λίγο ακόμη και θα αρχίσω να κηρύσσω την ευχάριστον αγγελίαν, όπως ο Ιωάννης, έστω και αν δεν είμαι πρόδρομος, πάντως θα το κάμω από την ερημίαν. Ο Χριστός φωτίζεται, ας φωτισθώμεν μαζί του. Ο Χριστός βαπτίζεται, ας κατέβωμεν μαζί του εις τον ποταμόν δια να ανεβώμεν και μαζί του. Ο Ιησούς βαπτίζεται. Θα πρέπει να προσέξωμεν μόνο το βάπτισμα ή και όλα τα άλλα; Δηλαδή ποιος ήτο, από ποιον εβαπτίσθη και πότε εβαπτίσθη; Ότι ήτο καθαρός, ότι εβαπτίσθη από τον Ιωάννην και ότι μετά ήρχισε τα θαύματα; Δια να μάθωμεν τι και δια να διαπαιδαγωγηθώμεν εις τι; Ότι πρέπει να καθαριζώμεθα προηγουμένως, να είμεθα ταπεινόφρονες και να κηρύσσωμεν μόνον όταν είμεθα ολοκληρωμένοι κατά την πνευματικήν και σωματικήν ηλικίαν.

Το πρώτο (πρέπει να το είπωμεν) προς εκείνους οι οποίοι σκοπεύουν να βαπτισθούν, ενώ δεν έχουν προηγουμένως προετοιμασθή και ενώ δεν παρέχουν εγγυήσεις με την συνήθειάν των να πράττουν το καλόν, ότι η λύτρωσίς των θα παραμείνει σταθερά. Διότι εάν το χάρισμα (διότι πράγματι είναι χάρισμα) παρέχει άφεσιν των παρελθόντων, τότε είναι περισσότερον ταιριαστόν προς την ευσέβειαν το να μην ξαναγυρίσωμεν εις εκείνα τα οποία έχομεν εμέσει. Το δεύτερον αναφέρεται εις εκείνους οι οποίοι υπερηφανεύονται έναντι των ιερέων, αν είναι κάπως ανώτεροι από αυτούς. Το τρίτον δε προς εκείνους οι οποίοι βασίζονται εις τον νεανικόν των ενθουσιασμόν και νομίζουν ότι η κάθε περίστασις είναι κατάλληλος δια διδασκαλίαν ή κατάληψιν της πρωτοκαθεδρίας.

Ο Ιησούς υποβάλλεται εις κάθαρσιν και συ την περιφρονείς; (Καθαρίζεται) υπό του Ιωάννου, και συ επαναστατείς εναντίον του κήρυκός σου; Καθαρίζεται όταν είναι ήδη τριάκοντα ετών, και συ προτού καν βγάλεις γένια διδάσκεις τους γέροντας ή τουλάχιστον νομίζεις ότι τους διδάσκεις, ενώ ούτε η ηλικία ούτε και ενδεχομένως, η συμπεριφορά σου σε κάνουν άξιον σεβασμού; Εις την περίπτωσιν αυτή έρχονται εις την γλώσσαν τα παραδείγματα του Δανιήλ και των άλλων νέων κριτών, επειδή καθένας ο οποίος αδικεί, εύκολα βρίσκει δικαιολογίας. Δεν αποτελεί όμως νόμον της Εκκλησίας εκείνο το οποίον είναι κάτι σπάνιον, όπως την άνοιξιν δεν την φέρει ένα μόνον χελιδόνι, όπως δεν κάνει και μια μόνον γραμμή τον γεωμέτρην, ή ένα μόνον ταξίδι τον ναυτικόν.

[…] Ο Ιωάννης όμως βαπτίζει και έρχεται να βαπτισθή ο Ιησούς, δια να αγιάση μεν ενδεχομένως και τον βαπτιστήν, όπως είναι καταφανές, δια να θάψη μέσα εις το ύδωρ όλον τον παλαιόν Αδάμ και να αγιάση πριν απ’ αυτούς και χάριν αυτών τον Ιορδάνην. Όπως ο ίδιος ήταν πνεύμα και σαρξ, έτσι δίδει πνευματικήν ολοκλήρωσιν με Πνεύμα και ύδωρ. Ο βαπτιστής δεν δέχεται και ο Ιησούς αγωνίζεται να τον πείση. «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα», λέγει ο λύχνος εις τον Ήλιον, η φωνή εις τον Λόγον, ο φίλος εις τον Νυμφίον, ο ανώτερος από κάθε άλλο γέννημα γυναικός εις τον Πρωτότοκον ολοκλήρου της δημιουργίας, εκείνος ο οποίος εσκίρτησεν ενώ ευρίσκετο μέσα εις την κοιλίαν εις εκείνον ο οποίος επροσκυνήθη μέσα εις την κοιλίαν, εκείνος ο οποίος προέτρεξε και ο οποίος θα προτρέξει εις εκείνον ο οποίος εφάνη και θα φανή […]

Τι δε είναι το φτυάρι; Η κάθαρσις. Τι είναι δε το πυρ; Το κάψιμον κάθε νοητού πράγματος και η αναζωπύρωσις του πνεύματος. Τι είναι δε αξίνη; Το κόψιμον της ψυχής, η οποία, αφού γεμίσει με ακαθαρσίας, έχει καταστή αθεράπευτος. Τι είναι η μάχαιρα; Η τομή την οποία κάνει ο Λόγος και η οποία ξεχωρίζει το κακόν από το καλόν και τον πιστόν από τον άπιστον και η οποία κάνει τον υιόν και την θυγατέρα και την νύμφην να επαναστατούν κατά του πατρός και της μητρός και της πενθεράς, και τα νέα και πρόσφατα (να επαναστατούν) κατά των παλαιών τα οποία είναι σκιώδη…

[…] Αλλά και ανεβαίνει από το ύδωρ ο Ιησούς. Ανεβάζει μαζί του και τον κόσμο και βλέπει να σχίζωνται οι ουρανοί, τους οποίους ο Αδάμ είχε κλείσει δια τον εαυτό του και δια τους απογόνους του, όπως είχε κλείσει και με την μάχαιραν του πυρός τον παράδεισον. Και το Πνεύμα μαρτυρεί την Θεότητα (διότι το όμοιον σπεύδει προς το όμοιον) και η φωνή από τους ουρανούς (διότι απ’ εκεί προέρχονταν εκείνος δια τον οποίον εδίδετο η μαρτυρία). Εμφανίζεται δε ωσάν περιστέρι (διότι τιμά το σώμα, αφού και αυτό γίνεται Θεός με την θέωσιν, όταν αυτή θεωρήται από την πλευράν του σώματος) και λόγω του ότι είναι από πολύ παλαιά συνηθισμένο να φέρη την ευχάριστον αγγελίαν της παύσεως του κατακλυσμού το περιστέρι. Εάν κρίνης την θεότητα με όγκους και με σταθμά, και δια τον λόγον αυτόν σου φαίνεται μικρόν το Πνεύμα, επειδή παρουσιάζεται με την μορφή περιστεριού, ω ανόητε και μικρόψυχε δια τα πιο μεγάλα, είναι καιρός να δυσφημίσης και την βασιλείαν των ουρανών, επειδή παρομοιάζεται με ένα σπειρί από σινάπι, και να υπερυψώνεις τον διάβολον πιο πολύ από την μεγαλειότητα του Ιησού, επειδή αυτός μεν ονομάζεται βουνό μέγα και Λεβιάθαν και βασιλεύς όσων ευρίσκονται εις τα ύδατα, ενώ ο Ιησούς ονομάζεται αρνίον και μαργαρίτης και σταγών και αλλά παρόμοια.

[…] Εμείς ας τιμήσωμεν σήμερα το βάπτισμα του Χριστού και ας το εορτάσωμεν σωστά με το να ευφραινόμεθα πνευματικά και όχι να περιποιούμεθα την κοιλίαν μας. Θα ευφρανθούμεν δε με ποίον τρόπον; Λουσθήτε δια να καθαρισθήτε. Αν μεν είστε κόκκινοι από την αμαρτίαν και ολιγώτερον κόκκινοι από το αίμα, τότε να γίνετε λευκοί όπως το χιόνι. Αν είσθε κόκκινοι και άνθρωποι γεμάτοι από αίματα, τότε ας φθάσετε έστω και την λευκότητα του μαλλιού. Πάντως καθαρισθήτε και φροντίζετε να καθαρίζεστε, επειδή με τίποτε άλλο δεν χαίρεται τόσον πολύ ο Θεός, όσο με την διόρθωσιν και την σωτηρίαν του ανθρώπου, χάριν του οποίου έχουν λεχθή τα πάντα και έχουν δοθή όλα τα μυστήρια, δια να γίνετε φωτεινά αστέρια δια τον κόσμον και δύναμις ζωτική δια τους άλλους ανθρώπους. Δια να παρουσιασθήτε ωσάν τέλεια φώτα εις το μεγάλο φως, και να μυηθείτε εις την φωταγωγίαν η οποία πηγάζει από εκεί, παίρνοντες φως καθαρώτερον και δυνατότερον από την Τριάδα, της οποίας σήμερα έχετε υποδεχθή την μια αυγήν από την μία Θεότητα, εις το πρόσωπο του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, εις τον οποίον ανήκει η δόξα και η εξουσία εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».

«Εις τα Άγια Φώτα»,
επιλεγμένα αποσπάσματα από τον λόγο
του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου

(Έργα αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ΕΠΕ 5)

Θα με ανεχτείτε να σας πω τον πόνο μου σαν ιερέας και Πνευματικός τόσα χρόνια;... Ποιος είναι ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ για έναν πραγματικό Ορθόδοξο Χριστιανό; Τα ήθη, τα έθιμα, οι συνήθειες της όποιας γιορτής, όσο ωραία και αν είναι; Τα λαϊκά φολκλόρ της γιορτής; π.χ. βουτάμε να πιάσουμε το Σταυρό στα ποτάμια και σφυρίζουν τα πλοία ή πετάμε βεγγαλικά και ρουκετοπόλεμο (!!) και στάμνες από τα μπαλκόνια και καίμε τον Ιούδα κλπ. κλπ.; Είναι κακά αυτά; Κάποια όχι. Άλλα είναι άσχετα τελείως ή και προβληματικά. Αλλά αν αυτά είναι τα ΜΟΝΑ ΠΟΥ ΚΑΝΟΥΜΕ, άντε και ένα κεράκι, τότε ναι, τότε ΚΑΤΑΛΗΓΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΙΣΤΑ, διότι αποπροσανατολίζουν εντελώς από το νόημα μιας γιορτής! Διότι οι παλαιότεροι, που εισήγαγαν κάποια από τα ωραία έθιμα ΕΚΑΝΑΝ ΟΜΩΣ ΠΡΩΤΙΣΤΩΣ, ΚΥΡΙΩΣ, ΚΑΙ ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ενώ εμείς τώρα κάνουμε ΜΟΝΟ τα ΕΘΙΜΑ! Λες και η Ορθοδοξία είναι χαρμόσυνη Λαογραφική Παράδοση ή θρησκευτική πολιτιστική κληρονομιά (!!) ή κάτι σαν το Βυζαντινό Μουσείο στις γειτονιές. Οπότε να τηρούμε τις Παραδόσεις, λένε... Αν κάποιοι έτσι βλέπουν την Ορθόδοξη Εκκλησία, κρίμα για αυτούς! Εμείς τώρα, εδώ, θα απευθυνθούμε σε πιστούς που θέλουν αυθεντικότητα...

Διότι ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΑΛΗΘΙΝΟΣ σημαίνει:

1) Την ΠΑΡΑΜΟΝΗ, την προηγούμενη ημέρα της Γιορτής, πάω το απόγευμα στον ΕΣΠΕΡΙΝΟ εφόσον μπορώ. Η γιορτή αρχίζει από τον ΕΣΠΕΡΙΝΟ της ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ!

2) ΜΕΛΕΤΩ το Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Γιορτής που περιγράφουν τα γεγονότα, αλλά και άλλα ωραία κείμενα που αναλύουν τη Γιορτή και στοχάζομαι σε αυτά και σκέφτομαι τι σημαίνει αυτή η γιορτή για τη δική μου ζωή!

3) Θέλω να γιορτάσω με καθαρή καρδιά, άρα, αν το κρίνω ως ανάγκη της ψυχής μου, πάω και ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΥΜΑΙ στον Πνευματικό μου εγκαίρως πριν τη Γιορτή και όχι τελευταία μέρα.

4) Αν το λαχταράω, και έχω την ευχή του Πνευματικού μου, είτε με, είτε και χωρίς Εξομολόγηση αν εξομολογούμαι γενικώς, πηγαίνω να ΚΟΙΝΩΝΗΣΩ την ημέρα της γιορτής και όχι τρέχοντας την παραμονή για 2 λεπτά αλειτούργητος.... Η Θεία Κοινωνία είναι ο ύψιστος και τέλειος τρόπος κάθε εορτασμού αφού στο Άγιο Ποτήριο εκπληρώνεται το νόημα κάθε γιορτής! Η ένωση με τον Χριστό δηλαδή.

5) Ακόμη όμως και αν δεν κοινωνήσω για κάποιους λόγους, θα πάω, εννοείται!, οπωσδήποτε, εφόσον μπορώ, στη ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ανήμερα της Γιορτής διότι πώς γίνεται εορτασμός χωρίς τη Θ. Λειτουργία; Όχι για κεράκι μόνο, ούτε ΕΞΩ από το ΝΑΟ σαν περαστικός, ούτε να προσκυνήσω μόνο την Εικόνα! Θα βιώσω τη Θ. Λειτουργία της γιορτής! Θα μείνω έως τέλους!

6) Θα θελήσω να πάω μάλιστα όχι τελευταία στιγμή, στο τέλος της Λειτουργίας, αλλά και λίγο πιο νωρίς, από τον ΟΡΘΡΟ ώστε να ακούσω τους υπέροχους Ύμνους της Ακολουθίας του Όρθρου της Γιορτής! Θα ζήσω αληθινά τη Γιορτή μέσα στο Ναό, στο ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ, τη ΦΩΛΙΑ της ψυχής μου, στη Λειτουργία που είναι η αληθινή βίωση της γιορτής στο ΣΗΜΕΡΑ, στο ΤΩΡΑ μου!

7) Τη μέρα της Γιορτής μετά τη Θ. Λειτουργία θα προσπαθήσω να κάνω κάποια ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ ή οποιαδήποτε ΠΡΑΞΗ ΑΓΑΠΗΣ για τους αδελφούς μου!

8) Μέσα στη Λειτουργία και ειδικά στη Θ. Κοινωνία, αν κοινωνήσω, θα ΠΑΡΩ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ! Θα βιώσω το νόημα της Γιορτής μέσα μου! Απόφαση να αλλάξω ΖΩΗ. Να έλθω πιο κοντά στο Χριστό! Να μετανοήσω. Αυτό είναι το ΝΟΗΜΑ κάθε γιορτής! Να με φέρει πιο κοντά σε Εκείνον.

9) Μέσα στην υπόλοιπη ημέρα θα στοχάζομαι και θα μελετώ και θα χαίρομαι-αγάλλομαι εσωτερικά για το νόημα της γιορτής και θα το μεταδίδω και στους άλλους. Θα ψέλνω το Απολυτίκιο (κεντρικός Ύμνος μιας εορτής) και άλλους ύμνους της γιορτής ή τραγούδια και θα ευφρανθώ με τους δικούς μου χωρίς αμαρτίες και ένοχες υλιστικές καταχρήσεις...

10) Τέλος, δεν τελειώνει η γιορτή την ίδια ημέρα. Και τις άλλες μέρες μετά, αγωνίζομαι να την κρατήσω μέσα μου, να την γιορτάζω εσωτερικά, τα νοήματά της, τις αποφάσεις μου κλπ. Να μην την χάσω από την καρδιά και τη μνήμη μου.

Αν δεν μπορώ να τα κάνω αυτά, με ΤΙΠΟΤΑ, όχι επειδή αμέλησα αλλά από ασθένεια ή άλλο σοβαρότατο λόγο, τότε ο Χριστός θα μου τα αναπληρώσει ΟΛΑ μέσα μου Αυτός διότι είδε τον ΠΟΘΟ μου να γιορτάσω μαζί Του!

ΕΤΣΙ γιορτάζει ένας Χριστιανός μία μεγάλη γιορτή! Έτσι λέει η Πίστη, οι Άγιοι μας. Είδατε εσείς κάποιον Άγιο ποτέ να έδινε ιδιαίτερη σημασία σε ήθη, έθιμα κλπ.; Όλα αυτά, ήθη, έθιμα κλπ. είναι όχι απλώς δευτερεύοντα και καθόλου αναγκαστικά ή απαραίτητα, αλλά εντελώς περιφερειακά, ίσως όμως και ΕΝΤΕΛΩΣ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΑ. Έτσι συμβαίνει δυστυχώς στους σύγχρονους Έλληνες, όταν απουσιάζουν ΟΛΑ τα παραπάνω, τα ΒΑΣΙΚΑ δηλ. Τότε γιορτάζω ΚΟΣΜΙΚΑ...Κρίμα που πολλοί έτσι τελικά γιορτάζουν. Τυπικά, κοσμικά...Πόσα χάνουν!...Μακάρι αδελφοί μου να μπούμε επιτέλους στην ουσία! Δεν βαρεθήκαμε τα επιφανειακά;...

π. Νικόλαος

katafigioti

lifecoaching