ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
Μ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
π. Νικόλαος
Δευτέρα: 12.15-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.15-2 μ. & 8.45 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.15-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.15 -2 μ.
Σάββατο: 12.15-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 7.30-9 βράδυ
π. Γεώργιος
Τετάρτη απόγευμα & καθημερινές πριν και μετά τις Ιερές Ακολουθίες

 

ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Πρόγραμμα Ακολουθιών - 2η Θεία Λειτουργία

Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται

στον Άγιο Σώστη

και

ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ταύτα πάντα σοι δώσω
Ματθαίου δ' 9

Ο τρίτος πειρασμός του Ιησού ήταν η κοσμική εξουσία. Η κυριαρχία δια της υλικής δυνάμεως, του χρήματος και όχι δια της δυνάμεως του Πνεύματος. Η εγκαθίδρυσις πολιτικής και όχι πνευματικής Βασιλείας.
Ο Ιησούς απέρριψε και αυτόν τον πειρασμόν. Θα ακολουθούσε την καθοδήγησι του Θεού μέρα με την ημέρα, χωρίς κανένα ίδιο θέλημα. Για την ίδρυσι της Βασιλείας του θα στηριζόταν στη δύναμι της ρομφαίας του Πνεύματος (Ψαλμ. 44, 3) και όχι στη δύναμι των όπλων. Θα προτιμούσε την εξωτερική αδυναμία, την αποδοκιμασία, το πάθος. Του αρκούσε ότι θα διέθετε το πλήρωμα του Πνεύματος. Ο Ιησούς απέρριψε τον εύκολο δρόμο για την κατάκτησι του κόσμου και διάλεξε τον δύσκολο. Αρνήθηκε το ξίφος και διάλεξε το σταυρό.
Και γι’ αυτό η Βασιλεία του δεν καταλύθηκε. Γιατί στηρίζεται στη δύναμι του Πνεύματος. Αν ήταν κοσμική βασιλεία θα είχε ίσως καταλυθή, θα την είχαν διαλύσει οι αντίπαλοί της, αν όχι οι ίδιοι οι Χριστιανοί με την αδυναμία τους, την ματαιοδοξία τους. Ο Χριστιανισμός άνθεξε στο πέρασμα των καιρών για τον λόγο, ότι η εξουσία του είναι πνευματική. Ο ανατολικός Χριστιανισμός, η Ορθοδοξία δεν έκανε ποτέ το μεγάλο αμάρτημα της Δύσεως. Των Παπών που συμμορφώθηκαν στο τρίτο πειρασμό και ίδρυσαν κοσμικό κράτος. Ο Μέγας Ιεροξεταστής του Δοστογιέφσκυ (αδελφοί Καραμάζωφ) είναι η παραμορφωμένη μορφή του Ιησού, που νικήθηκε απ’ τον τρίτο πειρασμό...

«Η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου. Eι εκ του κόσμου τούτου ήν η βασιλεία η εμή, οι υπηρέται αν οι εμοί ηγονίζοντο... νυν δε η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εντεύθεν» (Ιωάν. ιη' 36).

(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 103-104)

ΤO ΠΑΘΟΣ της κενοδοξίας, γράφει ο Όσιος Κασσιανός, είναι λεπτότατο και ποικιλόμορφο, γι’ αυτό δυσκολεύεται ο άνθρωπος να το καταλάβει. Των άλλων παθών οι προσβολές είναι πιο φανερές και διορθώνονται ευκολώτερα με την προσοχή και την προσευχή. Ενώ η κενοδοξία δύσκολα εξαλείφεται. Δίνει το παρόν σ’ όλες τις εργασίες. Εκδηλώνεται με διάφορα σχήματα και επιτηδεύματα στην φωνή, στα λόγια, στις πράξεις. Νοθεύει την αγρυπνία, την νηστεία, την προσευχή, την ανάγνωση, την ησυχία, την μακροθυμία κι όλες τις άλλες αρετές.

Όποιον δεν κατορθώσει ο διάβολος να παρασύρει στην κενοδοξία με τα πλούσια και πολυτελή ενδύματα, τον εξαπατά με τα φτωχά και τιποτένια. Εκείνον που δεν μπορεί να πολεμήσει με τις τιμές και τους επαίνους, τον πείθει να νομίζει πως έγινε σπουδαίος, γιατί υπομένει ατιμίες. Όποιον δεν κατορθώνει να τον κάνει να κενοδοξεί με τα σοφά του λόγια, τον ρίχνει με την σιωπή και την ησυχία. Άλλον με την νηστεία, με την άσκηση και με οποιαδήποτε άλλη αρετή. Κάθε πνευματική εργασία δίνει αφορμή στον πονηρό αυτό δαίμονα να πειράξει τον άνθρωπο.


(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 167)

Εγώ καθεύδω και η καρδία μου αγρυπνεί

Το μέσον, με το οποίο ο Γέροντας βίωνε το θείο έρωτα και την εν Χριστώ ανθρώπινη αγάπη, σαν ζωντανό μέλος του σώματος του Χριστού, της εκκλησίας Του, ήταν η προσευχή. Η εκούσια, η αδιάλειπτη, η φλογερή, η νοερά προσευχή του Ιησού. Οι λέξεις "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με" ήταν το παραδείσιο λουλούδι, που άνθιζε στα χείλη του Γέροντα, χειμώνα καλοκαίρι, νύχτα και μέρα. Η προσευχή του συνεχιζόταν όπως η αναπνοή του, κι όταν ήταν ξυπνητός κι όταν κοιμόταν, σαν το βιβλικό: "Εγώ καθεύδω και η καρδία μου αγρυπνεί".
[Γ 47π.]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.360)

Τα πουλιά και οι λύκοι
Στα μέσα του περασμένου αιώνος ασκήτευε στο δάσος της ρωσικής περιοχής Όπτινα μια ευλογημένη μορφή. Λεγόταν π. Ελισσαίος. Χαρακτηριζόταν για την πραότητα, την απλότητα, την αθωότητα και την βαθειά ταπείνωσι.
Από την πολλή του ταπείνωσι δεν θέλησε να γίνη μοναχός και έτσι έμεινε για πενήντα δύο ολόκληρα χρόνια δόκιμος! Οι μοναχοί του μοναστικού κέντρου της Όπτινα τον τιμούσαν υπερβολικά και τον αποκαλούσαν «πάτερ», ενώ δεν είχε καρή μοναχός.
Απομονωμένος στο ήσυχο δάσος, με το διακόνημα του δασοφύλακος, και βυθισμένος στην προσευχή, εξαϋλώθηκε. Τόση παιδική και αγγελική χάρι είχε πάνω του, που τα ζώα του δάσους τον αγαπούσαν. Τον χειμώνα όταν χιόνιζε, έβγαινε έξω από το κελλί του, έριχνε στο κεφάλι, στους ώμους, στα γένεια και στα χέρια του καναβούρι και έδινε το σύνθημα:
-Πτίτσκι, πτίτσκι, πτίτσκι! ( Πουλάκια, πουλάκια,πουλάκια!)
Και αμέσως ακούγονταν αναρίθμητα φτερουγίσματα και σφυρίγματα χαράς. Το κεφάλι του, το πρόσωπό του, τα χέρια του γέμιζαν πουλιά. Ο χαριτωμένος ερημίτης, οι φτερωτοί φίλοι του που τσιμπούσαν με λαιμαργία τους σπόρους, το χιόνι που εξακολουθούσε να πέφτη, τα λευκοντυμένα δέντρα… αποτελούσαν μια εξωτική σκηνή! Πολλοί αδελφοί της Όπτινα, που έτυχε ν’απολαύσουν αυτό το θέαμα, νόμιζαν πως αντίκρυζαν θεϊκή οπτασία.
Κάποια φορά, προχωρώντας ο π. Ελισσαίος στο δάσος, βρέθηκε αντιμέτωπος με λύκους! Τον προσπέρασαν σαν γνώριμο φίλο τους, χωρίς να τον ενοχλήσουν καθόλου! Στον ταπεινό ειρηνικό ερημίτη, έμψυχα και άψυχα, ήμερα και άγρια, όλα του φέρονταν ειρηνικά. Γράφει σχετικά ο αββάς Ισαάκ: « Ειρήνευσον εν σεαυτώ και ειρηνεύσει σοι ο ουρανός και η γη».
( Στάρετς Αμβρόσιος)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ.267-268)

Η μακροθυμία του οσίου
Την περίοδο που ο όσιος Δωρόθεος διακονούσε στο νοσοκομείο της μονής του αββά Σερίδου στη Γάζα, κάποιος αδελφός τον έβρισε χωρίς καμμιά αφορμή. Ο όσιος δεν παραπονέθηκε καθόλου. Δεν του είπε ούτε μια λέξη!
Ο ηγούμενος Σέριδος πληροφορήθηκε για τη συμπεριφορά του αδελφού και θέλησε να τον τιμωρήση. Τότε ο ανεξίκακος όσιος Δωρόθεος έπεσε στα πόδια του λέγοντας:
-Μη, γέροντα μου… Μη, για την αγάπη του Χριστού… Εγώ έσφαλα. Δεν φταίει ο αδελφός!
Άλλοτε, μερικοί αδελφοί έρχονταν κάθε μέρα και τίναζαν τις γεμάτες κοριούς ψάθες τους μπροστά στο κελλί του οσίου Δωροθέου. Από την ανυπόφορη ζέστη οι κοριοί ήταν αναρίθμητοι και δεν προλάβαινε να τους σκοτώνη. Πήγαινε το βράδυ, κατάκοπος από το διακόνημα του νοσοκόμου, να κοιμηθή, και μαζεύονταν όλοι πάνω του. Από την πολλή κόπωση τον έπαιρνε ο ύπνος και ξυπνούσε με το σώμα καταφαγωμένο. Ποτέ όμως δεν είπε σε κανένα από τους αδελφούς: « Μην κάνης έτσι», ή « Σταμάτα να μ’ ενοχλής», ή « Γιατί το κάνεις αυτό;».
Ποτέ δεν παραπονέθηκε σε κανένα! Ούτε είπε κάτι που θα υποτιμούσε ή θα πλήγωνε κάποιον!
(Αββάς Δωρόθεος)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ.85-86)

108. Ποιός είναι ο ανώτατος φορέας της εκκλησιαστικής εξουσίας;

Φυσικά ο επίσκοπος, δυνάμει του αξιώματος της αρχιεροσύνης του. Στη βάση αυτοί όλοι οι επίσκοποι είναι ίσοι μεταξύ τους. Την ισότητα αυτή δεν παραβλάπτουν εκκλησιαστικές διακρίσεις που απονέμονται σε επισκόπους διοικητικών περιφερειών, τους μητροπολίτες, η επίσημων πρωτευουσών πόλεων, τους Πατριάρχες, τέσσερις μετά το σχίσμα: Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιόχειας και Ιεροσολύμων. Οι Πατριάρχες διαφέρουν από τους μητροπολίτες και αυτοί από τους επισκόπους μόνο κατά την καθέδρα και αλλά διοικητικά προνόμια (με αυτά ασχολείται το κανονικό δίκαιο). Ως γνωστό, σε κάθε αυτοκέφαλη Εκκλησία διοικητική αρχή είναι το συνοδικό σύστημα.

Η ανώτατη αρχή των τοπικών Εκκλησιών είναι η σύνοδος των επισκόπων, όλων δε των ορθόδοξων Εκκλησιών το σύνολο των επισκόπων, συνερχομένων σε σύνοδο Οικουμενική. Σ’ αυτή εκφράζεται το αλάθητο της Εκκλησίας, που αυτή έχει από το Άγιο Πνεύμα, το οποίο μένει σ’ αυτή, τη φωτίζει και την οδηγεί «εις πάσαν την αλήθειαν» (’Ιωαν. 16,13). Οι δογματικές αποφάσεις των οικουμενικών συνόδων ως εν Αγίω Πνεύματι ειλημμένες είναι αλάθητες, αιώνιες και ακατάλυτες, δεσμεύουσες την πίστη της Εκκλησίας. Οτι δε είναι αποφάσεις λαμβανόμενες με το φωτισμό και την επιστασία του Αγίου Πνεύματος, φανερώνει ο τρόπος με τον οποίο οι συνοδικοί επίσκοποι υπογράφουν τα θεσπίσματα των οικουμενικών συνόδων: «Έδοξε τω αγίω Πνεύματι» και «ταύτα ορίσας υπέγραψα». Παρόλο όμως ότι οι επίσκοποι στην οικουμενική σύνοδο αποφαίνονται jure divino (θείω δικαίω) και όχι ως απλοί εντολοδόχοι των πιστών, εντούτοις η αποδοχή των αποφάσεων τους από το πλήρωμα της Εκκλησίας αποτελεί το εξωτερικό κριτήριο ότι δογματίζοντες χειραγωγούνταν από το Άγιο Πνεύμα και ερμήνευαν ορθώς την πίστη της Εκκλησίας.

Πρέπει να σημειωθεί ότι, η παρουσία του Αγίου Πνεύματος στις οικουμενικές συνόδους δεν είναι φανέρωση νέων δογμάτων, γιατί η θεία αποκάλυψη έκλεισε οριστικά στο πρόσωπο του ενανθρωπήσαντος Λόγου του Θεού, αλλ΄ απλή επιστασία, δηλαδή προφύλαξη των συνοδικών από κάθε πλάνη, και χειραγωγία στην αλάθητη διατύπωση των δογμάτων της πίστεως. Αυτό διαπιστώνεται και από το γεγονός ότι οι επίσκοποι στη σύνοδο δεν αναμένουν μηχανικά την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, αλλά συζητούν ελεύθερα τα ζητήματα και εργάζονται με όσες δυνάμεις ο καθένας διαθέτει, το δε επιστατούν Πνεύμα, χωρίς να καταργεί την ανθρώπινη προσπάθειά τους, την ενισχύει και την καθοδηγεί στη διατύπωση της θείας αλήθειας.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 152-154)

107. Πόσοι είναι οι βαθμοί της ιερωσύνης;

Είναι τρεις, ο του διακόνου, του πρεσβυτέρου και του επισκόπου, όλοι μαρτυρούμενοι στην Αγία Γραφή. Και ο μεν επίσκοπος είναι το κέντρο της πνευματικής εξουσίας και η ορατή κεφαλή της κατά τόπους Εκκλησίας. Χωρίς αυτόν δεν μπορεί να νοηθεί η Εκκλησία. Στο αξίωμά του καθίσταται δια χειροτονίας από άλλους επισκόπους, αυτός δε πάλι δια χειροτονίας καθιστά στον οικείο βαθμό τους διακόνους και τους πρεσβυτέρους. Οι διάκονοι είναι απλοί βοηθοί των επισκόπων και των πρεσβυτέρων, χωρίς ευρύτερη μυστηριακή δικαιοδοσία. Οι δε πρεσβύτεροι τελούν ό,τι και ο επίσκοπος εκτός από τη μετάδοση της ιερωσύνης και τον καθαγιασμό του άγιου μύρου, η τέλεση των οποίων ανήκει μόνο στον επίσκοπο. Καλούνται δε και ιερείς, επειδή προσφέρουν τη θυσία της θείας Ευχαριστίας.

Αληθεύει βέβαια ότι στην Κ. Διαθήκη οι όροι επίσκοπος και πρεσβύτερος ήταν κατ’ άρχάς ισοδύναμοι και εναλλάσσονταν. Έτσι οι πρεσβύτεροι στην Έφεσο και τους Φιλίππους ονομάζονταν και επίσκοποι. Αυτό όμως δεν σημαίνει ταύτιση των δυο ιερατικών βαθμών. Παρά την εναλλαγή των ονομάτων, άλλοι ήταν οι πρεσβύτεροι και άλλοι οι επίσκοποι. Πρώτοι επίσκοποι της Εκκλησίας ήταν οι Απόστολοι, οι μαθητές του Χριστοί, οι οποίοι χειροτονούσαν τους ιδίως επισκόπους ως διαδόχους των στο έργο της εκκλησιαστικής διακονίας. Ως τέτοιοι επίσκοποι μνημονεύονται ο Τιμόθεος στην Έφεσο και ο Τίτος στην Κρήτη, όπως επίσκοποι ήταν και οι επτά άγγελοι των Εκκλησιών της Αποκαλύψεως.
Το τρισσόν της εκκλησιαστικής ιεραρχίας μαρτυρείται περιφανώς από τη χορεία των ιερών Πατέρων της Εκκλησίας. Ενδεικτική είναι η μαρτυρία του άγιου Ιγνατίου Αντιόχειας: «Ομοίως πάντες εντρεπέσθωσαν τους διακόνους ως εντολήν Ιησού Χριστού και τον επίσκοπον ως Ιησούν Χριστόν τους δε πρεσβυτέρους ως συνέδριον Θεού και ως σύνδεσμον των Αποστολων».

Διατυπώθηκε βέβαια και η ιδέα (Ιερώνυμος) ότι στην αρχή την Εκκλησία κυβερνούσαν οι πρεσβύτεροι και ότι προς αποφυγή ερίδων εξέλεξαν ένα εξ αυτών για να τους κυβερνά, τον οποίον ονόμασαν επίσκοπο. Στην άποψη αυτή στηρίζουν ορισμένοι εκ των Διαμαρτυρομένων τη γένεση του επισκοπικού αξιώματος. Αυτό όμως δεν είναι σωστό, γιατί, κι αν αλήθευε η γνώμη αυτή, δεν εξηγείται πώς σε όλα τα μέρη και κατά τον ίδιο τρόπο κανονίσθηκε το πράγμα. Ούτε πάλι είναι σωστή η άλλη προτεσταντική θεωρία κατά την οποία πρώϊμα ορισμένοι φίλαρχοι πρεσβύτεροι σφετερίσθηκαν το επισκοπικό αξίωμα, δηλαδή ανακηρύχθηκαν οι ίδιοι επίσκοποι. Ένα τέτοιο «πραξικόπημα» θα δημιουργούσε οπωσδήποτε αντιδράσεις, οι οποίες όμως δεν μαρτυρούνται πουθενά, ούτε το φαινόμενο της υφαρπαγής μαρτυρείται από την ιστορία της αρχαίας Εκκλησίας. Τουναντίον οι επισκοπικοί κατάλογοι των ορθόδοξων Εκκλησιών ανέρχονται αδιάκοπα μέχρι των Αποστόλων.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 151-152)

«Ο λίθος έγινε… λίθος στον οποίο σκοντάφτουν οι άπιστοι και πέτρα εξαιτίας της οποίας σκανδαλίζονται» (Α’ Πετ. 2:7-8)

Ο Θωμάς Πέιν, ένας πρόσφυγας που ήρθε στην Αμερική το 1787, απέκτησε φήμη γράφοντας κάποια εμπνευσμένα φυλλάδια περί «ελευθερίας». Λίγο μετά διέπραξε ένα θανάσιμο λάθος. Άρχισε να γράφει το αριστούργημά του, όπως το ονόμασε, «Ο αιώνας της Αιτιοκρατίας», με το οποίο χλεύαζε τη χριστιανική αλήθεια. «Το βιβλίο αυτό θα θανατώσει την Αγ. Γραφή», είπε. «Μέσα σε 100 χρόνια οι Γραφές θα βρίσκονται μόνο σε Μουσεία ή σε σκονισμένα ράφια παλαιοπωλείων». Το βιβλίο του αυτό εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1794, αλλά έφερε τόση μιζέρια και μοναξιά στη ζωή του, που κάποτε είπε: «Θα έδινα κόσμους ολόκληρους για να μην είχα γράψει το βιβλίο μου αυτό». Ο Πέιν κατέληξε να ζει σε μια αναπηρική καρέκλα μέχρι το τέλος της ζωής του, χωρίς φίλους, βυθισμένος στη μοναξιά, αλλ’ η Αγ. Γραφή εξακολουθεί να κρατάει τα σκήπτρα της κυκλοφορίας.
«Είναι μάταιο να κλωτσάει κανείς σε καρφιά», είπε ο Κύριος στο Σαούλ, το διώχτη Του. Όταν κάποιος αντιτίθεται στο Θεό είναι σαν να κλωτσάει καρφιά. Θα ματώσει, θα αιμορραγεί, θα πεθάνει, θα αφανιστεί αιώνια. Ο Παύλος σταμάτησε να κλωτσάει, δέχτηκε την κλήση του Θεού και σώθηκε. Μήπως εσύ, αγαπητέ μας φίλε, συνεχίζεις;


«Του λέει ο Ιησούς: Εγώ είμαι ο Δρόμος και η Αλήθεια και η Ζωή. Κανένας δεν έρχεται στον Πατέρα παρά μονάχα περνώντας από μένα» (Ιωάννης 14:6)

Γύρω στις δύο μετά τα μεσάνυχτα χτύπησε το τηλέφωνο. Είχε χτυπήσει ο συναγερμός του γραφείου μας δείχνοντας ότι είχε παραβιαστεί η κεντρική είσοδος. Ντύθηκα βιαστικά και ξεκίνησα. Οδηγούσα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Λίγο πριν φτάσω βρήκα το δρόμο μπλοκαρισμένο με πυροσβεστικά που προσπαθούσαν να σβήσουν μια πυρκαγιά σ’ ένα σπίτι. Ήταν αδύνατο να περάσω. Οι πυροσβέστες μου υπέδειξαν να πάρω άλλο δρόμο, που δεν τον ήξερα. Χάθηκα, λοιπόν, μέσα στην άγρια νύχτα, άλλαξα πολλούς δρόμους και τελικά μπήκα σ’ έναν πιο κεντρικό δρόμο που δεν είχε τελειωμό. Σταμάτησα σε μια άκρη, όπου υπήρχε μια επιγραφή μιας πόλης, και τηλεφώνησα στην τροχαία να ρωτήσω πώς θα βρω το δρόμο μου. Τους είπα το όνομα της πόλης και πού ήθελα να πάω. Μου είπαν πως είχα πάρει αντίθετη κατεύθυνση και είχα απομακρυνθεί πάνω από μία ώρα. Έπρεπε να γυρίσω πίσω. Τελικά κατά τα ξημερώματα έφτασα στα γραφεία της AMG!
Αυτό συμβαίνει και με τον άνθρωπο που θέλει να βρει στη σωτηρία του παίρνοντας δρόμους άλλους εκτός από το Χριστό. Αυτός είναι ο μόνος Δρόμος προς τη σωτηρία. Όσοι Τον δεχτήκαμε βρήκαμε το Δρόμο μας. Εσύ;

(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

293. «Οὗ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν» (Ματθ. ιη’ 20). Γιατί υπόσχεται ο Χριστός την παρουσία του κατ’ εξοχήν στους δύο ή στους τρείς; Γιατί εκεί όπου είναι δύο ή τρεις συνηγμένοι στο όνομα του Χριστού, υπάρχει η Εκκλησία, η ένωσις πίστεως και αγάπης. Εκεί υπάρχει η αμοιβαία αγάπη. «Εν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (Ιω. ιγ’ 35).

294. Να πιστεύης ακράδαντα ότι, όπως είναι εύκολο για σένα να αναπνεής τον αέρα και έτσι να ζης, άλλο τόσο και ακόμη πιο πολύ είναι εύκολο για την πίστι σου να λαμβάνη όλες τις πνευματικές δωρεές του Κυρίου. Η προσευχή είναι η αναπνοή της ψυχής. Η προσευχή είναι η πνευματική μας βρώσις και πόσις.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 127)

289. Όλα τα πιθανά αμαρτήματα και πάθη είναι έτοιμα να εισβάλουν στην ψυχή σου και κάθε στιγμή προσπαθούν να το επιτύχουν. Να αγωνίζεσαι εναντίον τους γενναία, πάνοπλος, έως την τελευταία σου πνοή. Δεν είναι τίποτε άλλο παρά ψευδαισθήσεις, που επινοεί το πονηρό πνεύμα.

290. Να είσαι τόσο βέβαιος για το ότι ο Θεός είναι πολύ κοντά σου, ώστε, όταν προσεύχεσαι, να αισθάνεσαι ότι τον εγγίζεις όχι μόνο με την καρδιά σου, αλλά και με το στόμα σου: «ἐγγύς σου τὸ ρῆμά ἐστιν, ἐν τῷ στόματί σου καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ σου» (Ρωμ. ι’ 8), δηλαδή ο Θεός.

291. Να μη συγχέης τον άνθρωπο –εικόνα του Θεού- με τις αμαρτίες στις οποίες έπεσε. Η αμαρτία είναι ένα επεισόδιο. Η πραγματική φύσις του ανθρώπου –η εικόνα του Θεού- πάντοτε παραμένει.

292. Το Άγιο Πνεύμα, σαν τον αέρα, φθάνει παντού και διεισδύει παντού. Γι’ αυτό λέμε στην προσευχή μας προς Αυτό: «Ο πανταχοῦ παρών καὶ τὰ πάντα πληρῶν». Όσοι προσεύχονται θερμά, ελκύουν το Άγιο Πνεύμα πάνω τους και προσεύχονται μέσα στο Άγιο Πνεύμα.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 126-127)

katafigioti

lifecoaching