E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Ερμηνεία πατερική & θεολογική των Ευαγγελίων των Παθών
Από τα ερμηνευτικά Υπομνήματα του Π.Ν. Τρεμπέλα   μεταφρασμένα στη δημοτική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

Έκδοση Ιερού Ναού Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (Άγιος Σώστης)

Σημείωση:

Στη μετάφραση κάποιων χωρίων των Πατέρων της Εκκλησίας χρησιμοποιήσαμε ως βοήθημα και τις Πατερικές Εκδόσεις Ε.Π.Ε.  (Εκδοτικός Οίκος Ελευθερίου Μερετάκη «Το Βυζάντιον»)

Η παρούσα εργασία είναι εντελώς ανεξάρτητη των εκδόσεων
«ο Σωτήρ»

ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΡΙΝ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΣΤΟ ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

(Αποσπάσματα από τα ερμηνευτικά Υπομνήματα στα Ευαγγέλια του Π.Ν. Τρεμπέλα.
Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)

Γ.  Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ  κβ 1- κβ 71
Υπόμνημα στο κατά Λουκάν, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 590-625 εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)

ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας          Θφ = Θεοφύλακτος
Β = Βασίλειος ο Μέγας            Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Ε = Ευσέβιος Καισαρείας         Σγ = Σεβηριανός
Ζ = Ζιγαβηνός                       Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Η = Ησύχιος                          Ω = Ωριγένης
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
F. Godet, Commentaire sur l’ Evangile de S. Luc 1888 (σημειώνεται με το g)
M.J. Lagrange.   Evangile selon s. Luc, Deuxieme edition      Paris 1921 (σημειώνεται με το L.)
Alf. Plummer.   A critical and exegetical commentary on the Gospel according to S. Luc, Fifth edition (1928) (σημειώνεται με το p.)
J.A. Bengel      Gnomon of the N.T. Testament translated by A. Fausset. Τόμ. II (σημειώνεται με το b)
.J. Owen, A Commentary on the Gospel of Luc, New York 1864 (σημειώνεται με το ο).
Ν. Δαμαλά  Ερμηνεία εις την Κ.Δ. τόμ. Β και Γ. Αθηναι 1892. (σημειώνεται με το δ)


ΚΕΙΜΕΝΟ & ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ

Λουκ. 22,1  Ἤγγιζε(1) δὲ ἡ ἑορτὴ τῶν ἀζύμων(2) ἡ λεγομένη πάσχα(3).
Λουκ. 22,1   Επλησίαζε δε η εορτή, κατά την οποίαν οι Ισραηλίται επί επτά ημέρας έτρωγαν ψωμί άζυμο και η οποία ελέγετο πάσχα.
(1)   Δες Ματθ. κστ 1-5, 14-16 και Μάρκ. ιδ 1-2,10-11 και τις εκεί σημειώσεις.
(2)   «Ήταν άλλη η κυρίως εορτή των αζύμων που ήταν μετά τη γιορτή του Πάσχα… Εορτή των αζύμων όμως λεγόταν και αυτή του Πάσχα, διότι κατά το Πάσχα μαζί με τα κρέατα του αμνού έτρωγαν και άζυμα. Επομένως λοιπόν, επειδή τότε για πρώτη φορά γευόντουσαν και τα άζυμα, για αυτό ονόμαζαν άζυμα και το Πάσχα» (Ζ).
Η φράση εορτή των αζύμων συναντιέται συχνά στους Ο΄ (Εξοδ. κγ 15,Δευτερ. ιστ 16,Β΄ Παραλ. η 13 κλπ), αλλά πουθενά αλλού στην Κ.Δ. δεν βρίσκεται. Κατά ακρίβεια το Πάσχα, που γιορταζόταν στις 14 Νισάν, διακρινόταν από την εορτή των αζύμων, η οποία διαρκούσε από τις 15 μέχρι τις 21 του Νισάν (Λευϊτ. κγ 5,6, Αριθμ. κη 16,17, Β΄ Παραλ. λ 15,21, Α Έσδρα α 10-19).
Ήταν όμως και οι δύο γιορτές τόσο στενά συνδεδεμένες, ώστε γενικώς θεωρούνταν σαν μία γιορτή. Όχι μόνο ο Λουκάς, γράφοντας κυρίως για τους εξ εθνών, ταυτίζει αυτές, αλλά και ο Ματθαίος (κστ 17) και ο Ιώσηπος ξεκάθαρα λέει: «γιορτάζουμε γιορτή για οχτώ ημέρες, η οποία λέγεται των Αζύμων» (Αρχ. ΙΙ,15,1. Δες και ΧΙV, 2,1), αν και αλλού (ο.π. ΙΙΙ 10,5 και ΙΧ 13,3) διακρίνει αυτές (p).
(3)   Η λέξη Πάσχα σημαίνει διάβαση. Κατά τον g. υπενθυμίζει τον τρόπο, με τον οποίο σώθηκαν οι Ισραηλίτες, όταν ο Αιώνιος δ ι έ β η (=πέρασε) κοντά στα σπίτια τους, τα οποία είχαν αλειφθεί με το αίμα του αρνίου, χωρίς να χτυπήσει (θανατώσει) τα πρωτότοκα παιδιά τους. Η λέξη αυτή, η οποία αρχικά σήμαινε τον αμνό, αργότερα δήλωνε και το ίδιο το πασχάλιο δείπνο και έπειτα και ολόκληρη την εορτή (g).
Είναι αξιοσημείωτο ότι κατά τον ίδιο μήνα («αρχή μηνών» και «τη δεκάτη ημέρα αυτού του μήνα» Εξοδ. ιβ 1-2), κατά την οποία ο Θεός μέσω του Μωϋσή έβγαλε τους Ισραηλίτες από την Αίγυπτο, παραδίδεται και ο Χριστός στους εχθρούς του, έτσι ώστε το αντίτυπο να ανταποκριθεί με σαφήνεια στον τύπο του που προηγήθηκε. Η απελευθέρωση εκείνη των Ιουδαίων από την Αίγυπτο ήταν τύπος και προεικόνιση της απολύτρωσης ολόκληρου του ανθρώπινου γένους, η οποία θα συντελούνταν από τον Μεσσία, ο οποίος θα ήταν συγχρόνως και ο αμνός του Θεού ο άμωμος, που θυσιάστηκε για απολύτρωση και εξαγορά μας, ώστε να διακηρύττει ο θείος Παύλος «το Πάσχα μας για χάρη μας θυσιάστηκε ο Χριστός».

Λουκ. 22,2   καὶ ἐζήτουν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς τὸ πῶς(1) ἀνέλωσιν(2) αὐτόν· ἐφοβοῦντο(3) γὰρ(4) τὸν λαόν.
Λουκ. 22,2     Και ζητούσαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς, με ποιόν τρόπον να τον φονεύσουν, χωρίς να εκτεθούν• διότι εφοβούντο τον λαό.
(1)   «Ζητούσαν μέθοδο, πώς φονεύοντάς τον, δεν θα κινδυνεύσουν» (Θφ). Χείριστη επιδίωξη (b). «Πώς κρυφά ή με καλή αφορμή εννοείται» (Ζ).
(2)   Από τις αγαπημένες λέξεις του Λουκά. Εδώ και στο κγ 32, όπως και 18 φορές στις Πράξεις έχει την έννοια του θανατώνω (p).
(3)   «Φοβούνταν το λαό να τον σκοτώσουν φανερά ή χωρίς κατάλληλη αφορμή» (Ζ).
(4)   Αυτό καθορίζει την αιτία, για την οποία ζητούσαν πρόσφορο τρόπο και κατάλληλη ευκαιρία, να τον φονεύσουν (b).

Λουκ. 22,3   Εἰσῆλθε(1) δὲ ὁ σατανᾶς(2) εἰς Ἰούδαν(3) τὸν ἐπικαλούμενον Ἰσκαριώτην(4), ὄντα ἐκ τοῦ ἀριθμοῦ τῶν δώδεκα(5),
Λουκ. 22,3   Εμπήκε δε ο σατανάς στον Ιούδα, τον επονομαζόμενον Ισκαριώτην, ο οποίος ήτο ένας από τους δώδεκα Αποστόλους.
(1)   «Ο Ιωάννης λέει ότι Μετά το ψωμί, τότε μπήκε σε εκείνον ο σατανάς (Ιω. ιγ 27). Δεν είναι όμως αυτό εναντιολογία. Διότι πρώτα μεν ο σατανάς έκανε απόπειρα και δοκίμασε τον άθλιο· ύστερα όμως επειδή κατάλαβε ότι έχει αποκοπεί, μιας και ήταν αδιόρθωτος, αφού πήρε θάρρος, όρμηξε πάνω του» (Ζ).
Ο Ιωάννης, ο οποίος χαρακτηρίζει τους βαθμούς του εγκλήματος, διακρίνει τη στιγμή, κατά την οποία ο Σατανάς έριξε στην καρδιά του Ιούδα την πρώτη σκέψη του εγκλήματος (Ιω. ιγ 2) και τη στιγμή κατά την οποία μπήκε σε αυτόν μέχρι σημείου ώστε να υποδουλώσει τη θέλησή του (Ιω. ιγ 27) (g). Η εκ μέρους του σατανά κατακυρίευση του Ιούδα είχε δύο κύριες εκδηλώσεις, την πρώτη στην πράξη της συμφωνίας με τους αρχιερείς (Λουκ. κβ 3) και την δεύτερη στην εκτέλεση της συμφωνίας (Ιω. ιγ 27). Και στις δύο αυτές ενέργειες προέβη ο Ιούδας αφού κυριεύτηκε από το σατανά (δ).
(2)   Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα γράφουν χωρίς άρθρο σατανάς με τη σημασία πονηρότατο πνεύμα όπως ο άρχοντας του σκότους (Μαρκ. γ 23) (δ).
(3)   «Όχι όμως ώστε να γίνει δαιμονισμένος αυτός, αλλά ώστε να τον κατακυριεύσει και να τον δουλαγωγεί» (Ζ). Καμία νύξη δεν παρέχεται για το ότι ο Ιούδας έγινε ήδη όμοιος με τους δαιμονισμένους, ώστε να μην είναι πλέον κύριος του εαυτού του και των πράξεών του. Ο Ιούδας άνοιξε την πόρτα στο σατανά, δεν αντιστάθηκε σε αυτόν και ο σατανάς δεν απομακρύνθηκε από αυτόν (p). Η παρέμβαση αυτή του σατανά δεν αποκλείει καθόλου την ελευθερία του Ιούδα (g). Αυτός που προδίδει λοιπόν το Χριστό ή την αλήθειά του βρίσκεται υπό την έμπνευση και επήρεια του σατανά. Και δεν θα απείχε κάποιος από την αλήθεια, εάν βεβαίωνε και για αυτόν, ότι «μπήκε ο σατανάς» σε αυτόν.
(4)   «Ισκαριώτη είπε αυτόν, για να τον διακρίνει από τον άλλο Ιούδα» (Ζ).
(5)   Λεπτομέρεια που επιβαρύνει την ποταπότητα της προδοσίας του (ο). Πρόσθεσε αυτό «για να δείξει ότι ήταν από την πρώτη ομάδα των μαθητών» (Ζ)· «ήταν από τους στενούς και γνήσιους μαθητές, για να μην έχει κανείς θάρρος στον εαυτό του, αλλά πάντοτε να προσέχει τη δική του ζωή, επειδή έχει φοβερό αντίπαλο» (Θφ).
Έξυπνη και η επόμενη: Ήταν «όχι από τους δώδεκα, αλλά από τον αριθμό· συμπλήρωνε τον αριθμό, δεν είχε αποστολικό αξίωμα» (Τίτος Βοστρών).
Πιο σωστά: από τον αξιομνημόνευτο, τον εξόχως τιμημένο και σεβαστό και διακεκριμένο αριθμό. Δεν είναι λοιπόν αδύνατο να υψωθεί κάποιος από τον ίδιο το Χριστό σε θέση διακεκριμένη, όπως ο Ιούδας, και απροσεχτώντας να γλιστρήσει από εκεί αποστερούμενος των χαρισμάτων, των οποίων αξίωσε αυτόν όχι κάποιος άλλος, αλλά ο ίδιος ο Θεός.

Λουκ. 22,4   καὶ ἀπελθὼν συνελάλησε τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι καὶ στρατηγοῖς(1) τὸ πῶς αὐτὸν παραδῶ αὐτοῖς(2).
Λουκ. 22,4    Και αυτός επήγε και συνεννοήθηκε με τους αρχιερείς και τους γραμματείς και τους στρατηγούς της φρουράς του ναού, πως θα παρέδιδε εις αυτούς ασφαλώς τον Χριστό.
(1)   «Τους στρατηγούς που φυλάνε το ιερό» (Ζ). Μόνος ο Λουκάς αναφέρει τους στρατηγούς μεν στο ευαγγέλιο και τον στρατηγό του ιερού στις Πράξεις (δ 1,ε 24,26). Ο Ιώσηπος (Ιουδ. Πολ. VI 5,3) αναφέρει ότι «οι φύλακες του ιερού ανήγγειλαν στον στρατηγό» και γνώριζε ίσως κατώτερους στρατηγούς, αν και δεν ονομάζει αυτούς στον πληθυντικό.
Η Μίσχνα όμως ονομάζει τον επικεφαλής στρατηγό (Segan) και γνωρίζει και τους στρατηγούς (seganim). Ήταν αυτοί αξιωματικοί της αστυνομίας του ναού που βρίσκονταν υπό την διεύθυνση του Προστάτη του ιερού (Β΄ Μακ. γ 4), έχοντας ως έργο να τηρούν την τάξη στο ναό. Όλο το προσωπικό αυτό ήταν στρατολογημένο από τους Λευΐτες (L). Ήταν οι στρατηγοί οι αξιωματικοί κατά κάποιο τρόπο της λευϊτικής φρουράς του ιερού (δ). Οι αξιωματικοί αυτοί έλαβαν γνώση της συμφωνίας, διότι θα έπαιρναν μέρος και στη σύλληψη του Ιησού (p). Η πείρα τους άλλωστε ήταν πολύτιμη για την παρούσα περίπτωση (ο).
(2)   Η συνομιλία περιστράφηκε στον καταλληλότερο τρόπο της παράδοσης του Σωτήρα (δ).

Λουκ. 22,5   καὶ ἐχάρησαν(1), καὶ συνέθεντο(2) αὐτῷ ἀργύρια δοῦναι·
Λουκ. 22,5    Και εχάρησαν αυτοί και συνεφώνησαν να του δώσουν χρήματα.
(1)   Χάρηκαν σαν για γεγονός, το οποίο επιθυμούσαν και το οποίο ήταν τελείως απροσδόκητο σε αυτούς (b).
(2)   Δες Πράξ. κγ 20 και Ιω. θ 22. Εξ’ ολοκλήρου κλασικό. Ο Μάρκος αντί για αυτό γράφει επηγγείλαντο (p).

Λουκ. 22,6   καὶ ἐξωμολόγησε(1), καὶ ἐζήτει εὐκαιρίαν(2) τοῦ παραδοῦναι αὐτὸν αὐτοῖς ἄτερ(3) ὄχλου(4).
Λουκ. 22,6    Και αυτός τους διαβεβαίωσε με όλη του την καρδιά, να τους βοηθήση. Και ζητούσε κατάλληλον ευκαιρίαν να παραδώση εις αυτούς τον Χριστό κρυφά από τον λαό.
(1)   «Με την καρδιά του ομολόγησε, με βεβαιότητα υποσχέθηκε» (Ζ)· «αντί να πει έκανε τέλεια ομολογία και συμφωνία» (Θφ). Το αντικείμενο λαμβάνεται από την ακόλουθη φράση= υποσχέθηκε να παραδώσει αυτόν (δ).
(2)   «Κατάλληλο καιρό» (Ζ).
(3)   Το ἄτερ είναι ποιητικό και σπάνιο στον πεζό λόγο= χωρίς (δ). Λέγεται μοναδική φορά. Συναντιέται και στο Β΄ Μακ. ιβ 15 μόνο (p).
(4)   Ή, «χωρίς θόρυβο» (Ζ). Ή, «όταν θα ήταν μόνος» (Θφ)· χωρίς να είναι παρόν και πλήθος λαού (g,δ.). Δύσκολο είναι να καθορίσει κάποιος, από πού γίνεται στη βασιλεία του Θεού μεγαλύτερη βλάβη και αντίδραση· από τους κηρυγμένους φανερά εχθρούς του Χριστού ή από τους ανειλικρινείς φίλους του, οι οποίοι αφού απολαύσουν τα προνόμια της βασιλείας του, αποδεικνύονται στο τέλος κίβδηλοι και τον προδίδουν. Ιούδες υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί. Για αυτούς είπε ο θείος ευαγγελιστής Ιωάννης «από εμάς βγήκαν, αλλά δεν ήταν από εμάς».
Αλλά όπως τότε η σοφία του Θεού μετέστρεψε την μέσω του Ιούδα στημένη από τον σατανά παγίδα εναντίον του Κυρίου, σε όλεθρο και συντριβή του ίδιου του σατανά και σε σωτηρία του κόσμου, έτσι και μετέπειτα και πάντοτε οι δοκιμασίες, στις οποίες εισάγεται η εκκλησία από τους προδότες λειτουργούς και τα τέκνα της, μόνο στο να κάνουν αυτήν λαμπρότερη συντελούν.

Λουκ. 22,7   Ἦλθε δὲ ἡ ἡμέρα τῶν ἀζύμων(1), ἐν ᾗ ἔδει(2) θύεσθαι τὸ πάσχα(3),
Λουκ. 22,7    Ήλθε η ημέρα των αζύμων, κατά την οποία έπρεπε να θυσιάσουν δε και να ψήσουν τον πασχάλιον αμνόν
(1)   Δες Ματθ. κστ 17. Σύμφωνα με τον από τους Ιουδαίους χρησιμοποιούμενο τρόπο του υπολογισμού των ημερών, η ημέρα κατά την οποία θυσιαζόταν ο αμνός, δηλαδή η 14 Νισάν άρχιζε κατά το νόμο την παραμονή, από τη δύση δηλαδή του ηλίου της 13 Νισάν, και εκτεινόταν μέχρι τη δύση του ηλίου της 14 Νισάν, οπότε μετά τη δύση άρχιζε η 15 Νισάν. Το απόγευμα λοιπόν κατά το οποίο εμείς θα λέγαμε, ότι εξακολουθεί η 13 Νισάν, όπως και η ακόλουθη στο απόγευμα αυτό νύχτα ανήκαν στην 14 Νισάν. Το ρήμα λοιπόν «ήλθε» αναφέρεται όχι στο πρωί της 14 Νισάν, αλλά στο απόγευμα (5-6 μ.μ.) της 13 Νισάν (g).
(2)   Το «έπρεπε» αναφέρεται στην ανάγκη και το πρέπον, αυτό που επέβαλλε η διάταξη του νόμου (p).
(3)   =να προσφερθεί για θυσία το πασχαλινό αρνί (δ). Η ημέρα, κατά την οποία οι αμνοί σφάζονταν άρχιζε από τη δύση της 13 και τελείωνε κατά τη δύση της 14 Νισάν. Συνήθως όμως σφάζονταν οι αμνοί γύρω στις 2.30-5.30 μ.μ. της 14 Νισάν στην αυλή των ιερέων. Ο επικεφαλής κάθε ομίλου, που συμμετείχε στον αμνό, έσφαζε το ζώο και το αίμα του φυλασσόταν σε κύπελλο από κάποιον ιερέα και χυνόταν δίπλα στο θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων (p)

Λουκ. 22,8   καὶ ἀπέστειλε Πέτρον καὶ Ἰωάννην(1) εἰπών· πορευθέντες ἑτοιμάσατε(2) ἡμῖν τὸ πάσχα ἵνα φάγωμεν.
Λουκ. 22,8   Και έστειλε ο Ιησούς τον Πέτρον και τον Ιωάννη και τους είπε• πηγαίνετε και ετοιμάσατέ μας το Πάσχα, δια να φάγωμεν.
(1)   Μόνος ο Λουκάς αναφέρει ονομαστικά αυτούς που στάλθηκαν. Η μελετώμενη από τον Ιούδα προδοσία ίσως συντέλεσε, ώστε ο Κύριος να διαλέξει τους δύο αυτούς μεταξύ των πλέον εμπίστων του αποστόλων (p).
(2)   Εννοεί την προετοιμασία του δωματίου και όλων όσων αναφέρονται στο πασχάλιο δείπνο (ο).

Λουκ. 22,9   οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· ποῦ(1) θέλεις ἑτοιμάσωμεν(2);
Λουκ. 22,9   Αυτοί δε του είπαν• πού θέλεις να ετοιμάσωμεν;
(1)   Πού= σε ποιο σπίτι και κατάλυμα, όπως λέει παρακάτω (δ). «Διότι ούτε αυτός είχε δικό του σπίτι, ούτε όμως αυτοί, αφού ήδη τα αρνήθηκαν όλα» (Ζ).
(2)   Ο Strauss αναγνωρίζει, ότι λόγω της κατά το Πάσχα συρροής προσκυνητών και από τη διασπορά ήταν φύσει αδύνατον να βρει κάποιος το πρωί της πρώτης των αζύμων (14 Νισάν) τόπο για εορτασμό κατά την εσπέρα του Πάσχα. Φρόντιζαν λοιπόν για την εξεύρεση τόπου τουλάχιστον μία ημέρα πριν. Γι αυτό και ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς σε απόσπασμά του για το Πάσχα που διασώθηκε στο Πασχάλιο χρονικό δίνει στην 13 Νισάν το όνομα Προετοιμασία. Έπεται λοιπόν από αυτό, ότι το ερώτημα αυτό των μαθητών έγινε στον Ιησού μάλλον κατά το απόγευμα της 13 Νισάν παρά κατά το πρωί της 14 Νισάν (g).

Λουκ. 22,10   ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἰδοὺ εἰσελθόντων ὑμῶν εἰς τὴν πόλιν συναντήσει ὑμῖν ἄνθρωπος(1) κεράμιον ὕδατος βαστάζων(2)· ἀκολουθήσατε αὐτῷ εἰς τὴν οἰκίαν οὗ εἰσπορεύεται,
Λουκ. 22,10   Ο δε Ιησούς τους είπε• ιδού καθώς θα εισέλθετε εις την πόλιν, θα σας συναντήση ένας άνθρωπος, που θα βαστάζη μια πήλινη στάμνα νερό• ακολουθήστε τον στο σπίτι, που θα μπει.
(1)   «Δεν τους είπε πηγαίνετε στον τάδε, τυχόν, αλλά τους έδωσε ως σημάδι έναν άνθρωπο που απλώς ήταν φορτωμένος με ένα πήλινο δοχείο. Τι θα πούμε λοιπόν για αυτό; Ήδη ο προδότης είχε υποσχεθεί στους Ιουδαίους ότι θα τον παραδώσει. Για να μην μάθει λοιπόν τον άνθρωπο και τρέξει και το αναφέρει σε εκείνους που τον πλήρωσαν, δίνει σημάδι» (Κ), «για να μην μάθει το όνομα ο Ιούδας και φανερώσει το σπίτι στους Φαρισαίους και έλθουν και τον συλλάβουν, πριν ακόμη φτάσει το δείπνο, πριν ακόμη παραδώσει τα πνευματικά του μυστήρια» (Θφ).
(2)   Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: Μεταξύ του σημαδιού αυτού και των ιουδαϊκών συνηθειών, υπάρχει ίσως κάποια αξιοσημείωτη σχέση. Το απόγευμα ακριβώς της 13 Νισάν, πριν ακόμη φανούν τα αστέρια, ο κάθε οικοδεσπότης κατά τη συνήθεια έπρεπε να μεταβεί στην πηγή και να αντλήσει νερό καθαρό, προορισμένο για την κατασκευή των αζύμων. Αποτελούσε αυτό πραγματική θρησκευτική τελετή, την οποία τελούσαν απαγγέλλοντας τη φράση: Εδώ είναι το νερό των αζύμων. Μετά από αυτό άναβαν λυχνάρι και κατά την νύχτα που ακολουθούσε ερευνούσαν το σπίτι προσεχτικά, για να εξαφανίσουν και το ελάχιστο ίχνος ένζυμου άρτου (g).
Πιο σωστά: Είναι προφανές, ότι ο άνθρωπος που βαστάζει τη στάμνα του σπιτιού, δεν είναι ο οικοδεσπότης αλλά κάποιος υπηρέτης. Η μεταφορά νερού ήταν ειδικό έργο των δούλων ή των γυναικών (Δευτερ. κθ 10,Ιησ. Ν. θ 21-27,Γεν. κδ 11,Ιω. δ 7). Ο οικοδεσπότης εδώ βρίσκεται στην οικία. Δες σ. 10,11. Συνεπώς η γνώμη ότι πρόκειται για το νερό των αζύμων, παρουσιάζεται αβάσιμη (p).

Λουκ. 22,11  καὶ ἐρεῖτε τῷ οἰκοδεσπότῃ τῆς οἰκίας(1)· λέγει σοι ὁ διδάσκαλος, ποῦ ἐστι τὸ κατάλυμα(2) ὅπου τὸ πάσχα(3) μετὰ τῶν μαθητῶν μου φάγω;
Λουκ. 22,11   Και θα πείτε στον οικοδεσπότη του σπιτιού• σε ερωτά ο διδάσκαλος, που είναι το κατάλυμα, όπου μαζί με τους μαθητάς μου θα φάγω το Πασχα;
(1)   Βεβαίως ο Ιησούς γνώριζε τον οικοδεσπότη αυτόν. Διότι αλλιώς οι φράσεις ο Διδάσκαλος, μαζί με τους μαθητές μου, θα ήταν ακατανόητες σε αυτόν (g). Και είχε ίσως προσυνεννοηθεί ο Κύριος μαζί του, ότι θα τελούσε σε αυτόν το Πάσχα. Η πρόγνωση όμως των λεπτομερειών αυτών, («θα βαστάει στάμνα με νερό» κλπ.) οι οποίες έγιναν σε στιγμή που δεν μπορούσε να προβλεφθεί φυσικά, είναι προφανώς υπερφυσική. Δες Μάρκ. ιδ 13.
(2)   Κατάλυμα είναι ο τόπος της ξενοδόχησης, όπως λέει ο Ευστάθιος. Δες Λουκ. β 7. Έτσι αποκαλεί την αίθουσα όπου θα δειπνούσε με τους μαθητές (δ).
(3)   Ο χρόνος της σφαγής του πασχάλιου αμνού δεν είχε φτάσει. Και εφόσον ο Ιησούς και οι μαθητές του είχαν αποκηρυχτεί ως αποσυνάγωγοι στην Ιερουσαλήμ, δεν είναι πιθανόν, ότι οι ιερείς θα βοηθούσαν τους μαθητές στην τήρηση του τυπικού αυτής της σφαγής. Επιπλέον δύσκολα θα επαρκούσε ο χρόνος και για τη σφαγή και για το ψήσιμο του αμνού. Με το τελευταίο αυτό δείπνο εγκαινιαζόταν νέα τάξη πραγμάτων μάλλον παρά συμπληρωνόταν η παλαιά. Και η σημασία του θα τονιζόταν και θα εξυψωνόταν, εάν το κεντρικό σύμβολο του παλαιού Πάσχα (ο πασχάλιος αμνός) έλειπε ολοτελώς από το δείπνο, όταν Εκείνος, τον οποίο συμβόλιζε ο αμνός αυτός συνιστούσε την ανάμνηση της θυσίας εκείνης, την οποία το παλαιό αυτό σύμβολο προεικόνιζε. Από τους στίχους 15-19 φαίνεται, ότι το Πάσχα και το ρήμα φάγω του στίχου αυτού αναφέρονται στον άρτο και τον οίνο της θείας ευχαριστίας (p).

Λουκ. 22,12  κἀκεῖνος ὑμῖν δείξει ἀνώγαιον(1) μέγα ἐστρωμένον(2)· ἐκεῖ ἑτοιμάσατε.
Λουκ. 22,12   Και εκείνος θα σας δείξει ένα μεγάλο ανώγειον τακτοποιημένον και με στρωμένα τα ανάκλιντρα γύρω από το τραπέζι του φαγητού. Εκεί να ετοιμάσετε.
(1)   Υπάρχει και η γραφή ανάγαιον που προήλθε μάλλον από λάθος του αντιγραφέα. Διότι το ανάγαιον βρίσκεται μόνο στον Ησύχιο αναφερόμενο («ανάγαιον ανά την γην» δηλαδή χτισμένο πάνω στη γη). Η λέξη αυτή δεν είναι της κοινής διαλέκτου, στην οποία μόνο το ανώγαιον και το κατώγαιον περισώθηκε, που δηλώνουν το πάνω και κάτω πάτωμα, όπως η δική μας λέξη ισόγειο (δ).
(2)   Ο οικοδεσπότης θα σας δείξει θάλαμο μεγάλο στο πάνω πάτωμα, στρωμένο, δηλαδή ο οποίος έχει τα κρεβάτια καλυμμένα με στρώματα, στα οποία ξαπλωμένοι έτρωγαν (δ).

 
Λουκ. 22,13   ἀπελθόντες δὲ εὗρον καθὼς εἴρηκεν αὐτοῖς(1), καὶ ἡτοίμασαν τὸ πάσχα(2).
Λουκ. 22,13  Επήγαν δε οι δύο μαθηταί, ευρήκαν όπως τους είχε πει ο Κύριος και ετοίμασαν τα του πάσχα.
(1)   Ακριβώς όπως τους τα είχε πει από πριν. Οι ευαγγελιστές υπονοούν, ότι η πρόγνωση του Ιησού εδώ ήταν υπερφυσική και δεν οφειλόταν σε κάποιο προκαθορισμό και τακτοποίηση από πριν (p).
(2)   Δες Ματθ. κστ 19. Ετοίμασαν μάλλον το δωμάτιο και τα σχετικά με το δείπνο εκείνου του απογεύματος, κατά το οποίο παραδόθηκε το μυστήριο του αληθινού Πάσχα. Όπως ήδη ειπώθηκε, δεν υπήρχε χρόνος για σφαγή και προετοιμασία του πασχαλινού αμνού.

Λουκ. 22,14  Καὶ(1) ὅτε ἐγένετο ἡ ὥρα, ἀνέπεσε(2), καὶ οἱ δώδεκα ἀπόστολοι σὺν αὐτῷ(3).
Λουκ. 22,14    Και όταν ήλθε η ώρα εξηπλώθη και μαζί με αυτόν οι δώδεκα απόστολοι.
(1)   Δες Ματθ. κστ 20-29 και Μάρκ. ιδ 17-25 και τις εκεί σημειώσεις.
(2)   Η συνήθεια τού να τρώνε το Πάσχα όρθιοι (Εξ. ιβ 11) είχε προ πολλού εγκαταλειφθεί. Αρχικά εισήχθη να τρώνε το Πάσχα καθισμένοι, και μετέπειτα και ξαπλωμένοι. Η από τους ραβίνους εξήγηση που δινόταν για την μεταβολή αυτή ήταν η εξής: Είναι συνήθεια των δούλων να τρώνε όρθιοι. Και τώρα τρώνε ξαπλωμένοι, για να γίνεται κατανοητό, ότι βγήκαν αυτοί από τη δουλεία στην ελευθερία. Επίσης και η συνήθεια του να προμηθεύονται τον πασχαλινό αμνό από πολλές ημέρες πριν το Πάσχα είχε καταργηθεί (p).
(3)   Και οι 12 μαζί του μη εξαιρουμένου του Ιούδα. Διότι είναι δυνατόν εκείνοι, που έχουν το σατανά στην καρδιά και είναι γεμάτοι από κάθε κακία, να εξακολουθούν να κατέχουν θρησκευτικό αξίωμα και να επιτελούν τις εξωτερικές διακονίες που αυτό επιβάλλει. Και εφόσον η κακία τους παραμένει κρυμμένη στην καρδιά τους και δεν ξεσπά σκανδαλωδώς και προς τα έξω, ώστε να επιφέρει την έκπτωσή τους, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί σε αυτούς τα εξωτερικά τους προνόμια και δικαιώματα που απορρέουν από το αξίωμά τους. Γι αυτό αν και ο Ιούδας έγινε ήδη ένοχος της προδοτικής συμφωνίας, επειδή όμως δεν ήταν δημόσια γνωστή η ένοχη αυτή πράξη του, ο Κύριος δέχεται αυτόν να παρακαθίσει με τους υπόλοιπους συμμαθητές στον μυστικό δείπνο.

Λουκ. 22,15  καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς. ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα(1) τοῦτο τὸ πάσχα(2) φαγεῖν μεθ᾿ ὑμῶν(3) πρὸ τοῦ με παθεῖν(4)·
Λουκ. 22,15   Και είπε προς αυτούς• πάρα πολύ επεθύμησα προτού να σταυρωθώ, να φάγω μαζί σας τούτο το πάσχα.
(1)   Εβραϊκή σύνταξη συνηθισμένη στους Ο΄. Αυτή η έκφραση αποτελεί διπλασιασμό της ιδέας του ρήματος (g) =πολύ επιθύμησα (δ). Ο συνδυασμός του «επιθυμία επεθύμισα» με το «πριν να πάθω» είναι αξιοσημείωτος. Η γνώση του φρικτού πάθους δεν εξουδετέρωσε την ένταση της επιθυμίας (p). Υπάρχει στα λόγια αυτά του Κυρίου ανάμικτο συναίσθημα χαράς με λύπη (g).
«Σαν να έλεγε αυτό· Αυτό είναι το τελευταίο μου δείπνο μαζί σας… διότι δεν θα ξαναφάω άλλοτε μαζί σας· όπως ακριβώς και αυτοί που πρόκειται να αποδημήσουν κάνουν τους τελευταίους χαιρετισμούς στους δικούς τους και γνήσιους γλυκύτερα και ποθεινότερα. Αλλά και για άλλο λόγο επιθύμησα αυτό το Πάσχα να φάω μαζί σας, διότι σε αυτό πρόκειται να παραδώσω σε εσάς τα μεγάλα μυστήρια, αυτά της Καινής Διαθήκης» (Θφ).
«Επιθυμία επιθύμησα, λέει, αυτό το Πάσχα να φάω· δηλαδή να παραδώσω σε σας τα καινούργια πράγματα και να δώσω Πάσχα κατά το οποίο πρόκειται να σας κάνω πνευματικούς» (Χ).
Το μυστήριο της θείας ευχαριστίας, το οποίο επρόκειτο να παραδώσει σε αυτούς, θα ήταν από τότε και μέχρι τη συντέλεια ο δεσμός, με τον οποίο οι ακόλουθοί του θα συνδέονταν και με αυτόν και μεταξύ τους και θα αποτελούσε περισσότερο από κάθε άλλον θεσμό την αισθητή ανάμνηση του θανάτου, τον οποίο από αγάπη αναδέχτηκε για την ανθρωπότητα. Δεν ήταν λοιπόν φυσικό η περίπτωση αυτή να προσελκύει το ενδιαφέρον του Κυρίου και να διεγείρει στην πλήρη αγάπης καρδιά του τον πόθο αυτόν για τον οποίο μιλά ο παρών στίχος; (ο).
Επιθυμούσε να μεταδώσει σε μας τις χάρες που προήλθαν από το πάθος του. Επιθυμούσε να δώσει σε μας τον εαυτό του ως πνευματική μας τροφή. Επιθυμούσε να δείξει σε μας την αγάπη του.
(2)   Αυτό το Πάσχα, δηλαδή το της Κ.Δ. και όχι εκείνο της Π.Δ., το οποίο και μαζί τους δύο φορές ήδη προηγουμένως έφαγε (δ). Κάποιοι από τους καθολικούς στην προσπάθεια να υποστηρίξουν ότι ο Ιησούς έφαγε και το εβραϊκό Πάσχα, ισχυρίστηκαν, ότι στο δείπνο αυτό έλειπε μεν ο αμνός, έγινε όμως χρήση αζύμων· και στηρίχτηκαν σε κάποια μαρτυρία της Μίσχνας (Pesachim 10), κατά την οποία μόνο τα άζυμα ήταν απαραίτητα για τέλεση του Πάσχα, εφόσον λόγω της μεγάλης συρροής προσκυνητών στα Ιεροσόλυμα μπορούσε να παρουσιαστεί έλλειψη επαρκούς αριθμού αμνών ή και κατσικιών (g).
Αλλά εφόσον βρισκόμαστε στο απόγευμα της 13 Νισάν, κατά το οποίο έπρεπε να εξαφανίζεται κάθε υπόλειμμα ένζυμου άρτου και δεν είχαν ακόμη προετοιμαστεί τα άζυμα, πώς έγινε χρήση αζύμων;
(3)   Ό,τι άρχισε τότε να γίνεται στο στρωμένο ανώγαιο εξακολουθεί να συνεχίζεται ανά τους αιώνες. Στον ουρανό και στη γη η ίδια πράξη τελεσιουργείται ακόμη, διότι μία είναι η ιερωσύνη και μία η θυσία. Η ανά την οικουμένη εκκλησία είναι το απέραντο και σε όλη τη γη εκτεινόμενο ανώγαιο. Σε όλες τις χώρες, κάτω από όλους τους ουρανούς, στα όρη και τις πεδιάδες, στις ερήμους και στις πόλεις, όπου μαζεύονται οι Χριστιανοί για λατρεία, εκεί είναι και το ανώγαιο και η πασχάλια τράπεζα και ο Κύριος το αληθινό Πάσχα, θύτης συγχρόνως και θύμα.
(4)   «Δηλώνει με αυτό ότι με τη θέλησή του πάσχει. Διότι μπορούσε οπωσδήποτε, εφόσον ήξερε ότι πρόκειται να πάθει, να αποχωρήσει κρυφά, όπως ακριβώς έκανε και σε προηγούμενους καιρούς» (Θφ).
Προτού να πάθω. Μην ξεχνάμε, ότι το καινούργιο Πάσχα, το οποίο παρέδωσε ο Κύριος σε αυτόν τον μυστικό δείπνο, αποτελεί έξοχο και μοναδικό εφόδιο και προετοιμασία για τις δοκιμασίες και τα παθήματα και τον ίδιο το θάνατο.


Λουκ. 22,16  λέγω γὰρ(1) ὑμῖν ὅτι οὐκέτι οὐ μὴ φάγω ἐξ αὐτοῦ ἕως ὅτου πληρωθῇ(2) ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ(3).
Λουκ. 22,16  Σας λέγω δε τούτο, ότι αυτό είναι το τελευταίον μου πάσχα και δεν θα φάγω πλέον μαζί σας από αυτό, μέχρι ότου τούτο ολοκληρωθή εις την βασιλείαν του Θεού.
(1)   Επιθύμησε ζωηρά να φάει το Πάσχα αυτό, διότι το Πάσχα αυτό είναι το τελευταίο του Πάσχα, κατά το οποίο θα λάμβανε την ευκαιρία να συστήσει το μυστήριο (L).
(2)   =να γίνει πλήρες (δ).
(3)   Ή, εννοεί την μέσω του μυστηρίου ένωση με την πάνω στη γη βασιλεία του Θεού, δηλαδή με την εκκλησία. Δηλαδή το Πάσχα το οποίο θα γίνει πλήρες και του οποίου ο Χριστός θα μετάσχει είναι η θεία ευχαριστία, στην οποία ενώνεται με τους πιστούς στην πάνω στη γη βασιλεία του Θεού, στην εκκλησία (p) και η οποία είναι αληθινά το δείπνο, το οποίο αντικαθιστά τον τύπο του ιουδαϊκού Πάσχα με θεία πραγματικότητα (L).
«Διότι γίνεται πλήρες το Πάσχα σε μας που τιμούμε την ανώτερη από το νόμο διάβαση, το Πάσχα το αληθινό· και τους ενωμένους με το Χριστό δεν τους αγιάζει ένας αμνός από αγέλη· αλλά μάλλον αυτός ο ίδιος κατά τρόπο άγιο ιερουργείται με την μυστική ευλογία, κατά την οποία ευλογούμαστε και ζωοποιούμαστε. Διότι έγινε σε εμάς άρτος ζωντανός που κατέβηκε από τον ουρανό και έδωσε ζωή στον κόσμο» (Σχ).
Ή, πιο σωστά, ο Κύριος θέλει να μιλήσει για δείπνο νέο, το οποίο θα γίνει μετά τη συντέλεια (g), όταν η ένωση με τον Σωτήρα θα γίνει καθαρά πνευματική και ανάλογη με την τότε κατάσταση των αγίων (δ).
«Κάποιοι λοιπόν ως βασιλεία του Θεού δέχτηκαν την μέλλουσα κατάσταση· και θα πίνει ο Κύριος στο μέλλον μαζί μας την αποκάλυψη των μυστηρίων του» (Θφ).
Έτσι και ο θεολόγος Γρηγόριος «στο λόγο του για το Πάσχα λέει· το δόσιμο του καινούργιου ποτηρίου είναι η αποκάλυψη των θείων νοημάτων που μας υποσχέθηκε στη μελλοντική και προσδοκώμενη βασιλεία των ουρανών, όταν καταργούνται μεν τα κάτοπτρα και τα αινίγματα και φανερώνεται η πρόσωπο με πρόσωπο θέα, όπως λέει ο απόστολος» (Σευήρος).

Λουκ. 22,17  καὶ δεξάμενος(1) τὸ ποτήριον(2) εὐχαριστήσας εἶπε· λάβετε τοῦτο καὶ διαμερίσατε ἑαυτοῖς(3)·
Λουκ. 22,17   Και αφού έλαβε από τους μαθητάς το ποτήριον με τον οίνον, ευχαρίστησε τον Θεόν και το έδωκε εις αυτούς και τους είπε• λάβετε τούτο και μοιράσατέ το μεταξύ σας.
(1)   Δόθηκε σε αυτόν και το δέχτηκε όταν του προσφέρθηκε. Αντιτίθεται με το του στίχου 19 «αφού πήρε τον άρτο… ομοίως και το ποτήριο» (p).
(2)   Τι ποτήριο είναι αυτό; Αυτοί που δέχονται, ότι ο Ιησούς τέλεσε το εβραϊκό Πάσχα, δέχονται αυτό ως το πρώτο ή το δεύτερο πασχαλινό ποτήριο (p). Κατά το τυπικό της τέλεσης του ιουδαϊκού Πάσχα κατά την πρώτη φάση του ο πατέρας του σπιτιού κυκλοφορούσε μεταξύ των μελών του ποτήριο γεμάτο κρασί (σύμφωνα με άλλους καθένας είχε το ποτήρι του) με την επίκληση αυτή «Να είσαι ευλογημένος, Κύριε και Θεέ μας, βασιλιά του κόσμου, που δημιούργησες τον καρπό του αμπελιού». Μετά έτρωγαν τις πικρίδες (είδος σαλάτας), οι οποίες υπενθύμιζαν τα δεινά της δουλείας στην Αίγυπτο και ακολουθούσε η από το Εξόδου ιβ αφήγηση της συστάσεως του Πάσχα και της απελευθέρωσης της Αιγύπτου και αφού ψάλλονταν οι ριβ και ριγ Ψαλμοί κυκλοφορούσε το δεύτερο ποτήριο (g). Δεν μπορούμε παρόλ’ αυτά να είμαστε βέβαιοι για το ποιο ήταν ακριβώς το τυπικό της τέλεσης του ιουδ. Πάσχα κατά τις ημέρες του Κυρίου και επιπλέον μέχρι ποιού σημείου ο Κύριος τήρησε το τυπικό αυτό κατά τη νέα αυτή και εκτάκτως υψηλή τελετουργία (p).
Από αυτούς που δεν δέχονται ότι ο Κύριος τέλεσε το ιουδ. Πάσχα εκφράστηκαν διάφορες γνώμες.
Ελάχιστα πιθανή η εκδοχή, ότι το ποτήριο αυτό είναι το ίδιο το ποτήριο της θείας ευχαριστίας, που αναφέρεται στο στίχο 20. Και ο μεν δ. υποστηρίζει ότι ο Κύριος παίρνοντας το ποτήριο αυτό, το οποίο του πρόσφεραν οι μαθητές μετέλαβε και είπε στους μαθητές «πάρτε και διαμοιράστε το», αλλά τώρα μεν αμέσως το άφησε κάτω, και αφού οι μαθητές κοινώνησαν του καθαγιασμένου άρτου, τότε σύμφωνα με αυτά που λέγονται στο στίχο 20 έδωσε αυτό σε αυτούς για να μετάσχουν σε αυτό. Τελείως απίθανη εκδοχή.
Ο p. αναφερόμενος και στα Α΄ Κορ. ι 16,21, όπου ο θείος Παύλος μνημονεύει δύο φορές το ποτήριο πρώτο και μετά τον άρτο (αν και στην αφήγησή του για τη σύσταση του μυστηρίου στο Α΄Κορ. ια 33 ακολουθεί τη συνηθισμένη σειρά), επιπλέον επίσης και στο βιβλίο της Διδαχής όπου το ποτήριο μπαίνει πρώτο (κεφ. θ 2) προσκλίνει στη γνώμη, που και άλλοι υποστήριξαν, ότι το ποτήριο αυτό είναι το ποτήριο της θείας Ευχαριστίας και ότι ο στίχος 20 όπου γίνεται πάλι λόγος για το ποτήριο, δεν είναι αυθεντικός αλλά αποτελεί παρεμβολή από την αφήγηση του Παύλου. Αλλά οι από τους κώδικες μαρτυρίες για την αυθεντικότητα αυτού του στίχου και της συνδεδεμένης με αυτόν φράσης του προηγούμενου στίχου: «Το οποίο δίνεται για σας, αυτό να κάνετε για τη δική μου ανάμνηση», είναι τόσο γενικές και σαφείς και ισχυρές, ώστε και ο Tischendorf και ο Soden και ο Souter και άλλοι δέχτηκαν αδίστακτα αυτόν ως αυθεντικό.
Πιθανότερη και σωστότερη παρουσιάζεται η εκδοχή, κατά την οποία ο Κύριος τέλεσε όχι το ιουδαϊκό Πάσχα, αλλά άλλο από τα ιερά δείπνα που επανειλημμένα κατά τη διάρκεια του έτους συνηθίζονταν από τους Ιουδαίους. Τέτοια ήταν τα δείπνα των σαββάτων και των αγίων ημερών, πριν από τα οποία κυκλοφορούσε το λεγόμενο  Kiddush-ποτήριο. Και το ποτήριο αυτό ευλογούμενο δινόταν από χέρι σε χέρι σε όλους που ήταν στο τραπέζι πριν το κόψιμο του ψωμιού στην αρχή του φαγητού. Εκτός από τα δείπνα αυτά ήταν τα λεγόμενα chaburah δείπνα= φιλικά δείπνα, κατά τα οποία πριν το κυρίως δείπνο προσφέρονταν ορεκτικά ευλογούμενα και εάν προσφερόταν μαζί με αυτά και κρασί, ευλογούνταν και αυτός από τον καθένα από τους συμμετέχοντες στο τραπέζι (δες Dix, The shape of the Liturgy σελ. 51,54,88). Σύμφωνα με αυτά το ποτήριο αυτό είναι ή το Kiddush ή αυτό που συνηθιζόταν στην αρχή των ιερών φιλικών δείπνων.
(3)   Το διαμοιράστε ακολουθούμενο από το «ἑαυτοῖς» εκφράζει πολύ ισχυρότερα το γεγονός της μεταξύ τους διανομής. Η διανομή θα γινόταν με το να πιει ο καθένας και να δώσει στη συνέχεια στον επόμενο παρά με το να χύνεται από το κοινό ποτήριο στο ποτήρι του καθενός (p).

Λουκ. 22,18  λέγω γὰρ(1) ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ πίω(2) ἀπὸ τοῦ γενήματος τῆς ἀμπέλου(3) ἕως ὅτου ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔλθῃ(4).
Λουκ. 22,18  Διότι σας λέγω, ότι δεν θα ξαναπιώ από το προϊόν αυτό της αμπέλου, έως ότου έλθη η χαρμόσυνος βασιλεία του Θεού.
(1)   Το γαρ σημαίνει: Διότι είναι η τελευταία φορά που πίνουμε μαζί το ίδιο ποτήριο.
(2)   Υπάρχει και η γραφή «ου μη πίω από του νυν» ή «από του νυν ου μη πίω». Εκ πρώτης όψεως θα φαινόταν, ότι ο Κύριος δεν ήπιε από ο ποτήριο. Κατά την επικρατούσα όμως ιουδαϊκή συνήθεια θα ήταν πρωτοφανές και παράδοξο το προϊστάμενο του δείπνου πρόσωπο να μην μετάσχει. Και το «από τώρα» άλλωστε εξηγείται καλύτερα υπό την προϋπόθεση, ότι ο Κύριος, αφού ήπιε, είπε αυτό.=Ήπια τώρα. Αλλά από τη στιγμή αυτή και στο εξής δεν θα πιω πλέον (p).
(3)   Κάποιοι θεωρούν τη φράση ότι αναφέρεται στην ιουδαϊκή ευλογία του πρώτου πασχάλιου ποτηρίου. Είναι όμως τελείως αβέβαιο, εάν η γνωστή σε μας ευλογία, ήταν σε χρήση και κατά την εποχή του Σωτήρα (p). Ολόκληρος ο στίχος αυτός στους άλλους συνοπτικούς μπαίνει μετά τη σύσταση της Ευχαριστίας. Είναι δυνατόν οι λόγοι σε αυτόν να επαναλήφθηκαν από τον Σωτήρα. Παρόλ’ αυτά πιθανότερο φαίνεται να λέχθηκαν μετά τη σύσταση της θείας Ευχαριστίας, οπότε ο Λουκάς βάζει αυτούς εδώ προληπτικά, όπως πράττει συνήθως όταν συνδέει σύμφωνα με τη συγγένεια των ιδεών λόγους του Κυρίου που δεν ειπώθηκαν με τη σειρά που αυτός παρουσιάζει (ο).
(4)   Οι λέξεις αυτές είναι εκείνες, από τις οποίες ο Παύλος άντλησε το δικό του υπόμνημα στο Α΄ Κορ. ια 26: «μέχρις ότου έλθει» (g). Μετά το ιουδαϊκό Πάσχα είναι η θεία ευχαριστία, της οποίας εκείνο ήταν τύπος και αυτή η πραγματικότητα. Μετά την Ευχαριστία υπάρχει το καινούργιο κρασί της θείας ευφροσύνης στην ουράνια βασιλεία (L).

Λουκ. 22,19   καὶ λαβὼν ἄρτον εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων· τοῦτό(1) ἐστι(2) τὸ σῶμά μου τὸ ὑπὲρ ὑμῶν(3) διδόμενον(4)· τοῦτο(5) ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν(6).
Λουκ. 22,19    Και αφού επήρε εις τα χέρια του άρτον, ευχαρίστησε τον Θεόν, έκοψεν εις τεμάχια τον άρτον, έδωκεν εις αυτούς και είπεν• “αυτό, που σας δίδω τώρα, είναι αυτό τούτο το σώμα μου, το οποίον μετ' ολίγον παραδίδεται θυσία. Τούτο να πράττετε πάντοτε, δια να φέρετε ζωηρά εις την μνήμην σας την θυσίαν, την οποίαν εγώ προσφέρω.
(1)   Το «αυτό» δεν είναι δυνατόν να σημαίνει την πράξη του κοψίματος και φαγώματος του άρτου, ούτε κάτι άλλο παρά μόνο «ο άρτος αυτός» (p).
(2)   Για τη σημασία του «εστί» δες το στίχο 20, όπου το ποτήριο ταυτίζεται με την Κ.Δ., όπως και το «ειμί» το οποίο λέει ο Κύριος στο Ιω. η 12,θ 5,ιδ 6,ιε 1,5 (p).
(3)   Όπως στην Π.Δ. ένα μέρος από το ίδιο θύμα (αρνί) προσφερόταν στο Θεό, ενώ το υπόλοιπο μέρος τρωγόταν από τους Ισραηλίτες, έτσι το ένα εκείνο σώμα, το οποίο ο Ιησούς πρόσφερε στον Πατέρα, λαμβάνεται από τους Χριστιανούς στο άγιο Δείπνο (b).
«Όταν λοιπόν λέει «το οποίο δίνεται για χάρη σας» να το εννοήσεις αντί για το «για χάρη της δικής σας φύσης των ανθρώπων». Το μεν παλαιό λοιπόν Πάσχα τελούνταν για την απαλλαγή της δουλείας στην Αίγυπτο… το καινούργιο όμως Πάσχα τελείται για άφεση αμαρτιών» (Θφ).
(4)   Δηλαδή παραδίνεται σε θάνατο μετά από λίγο (δ).
(5)   Το οποίο εγώ ήδη έπραξα, δηλαδή το να παίρνετε άρτο, να ευχαριστείτε, να τον κόβετε και να μετέχετε σε αυτόν.
(6)   Συνεχώς να πράττετε αυτό για να θυμάστε και σεις και όλοι οι άλλοι μετά από εσάς την απολύτρωση την οποία πέτυχα με το θάνατό μου. Η ευχαριστία πρόκειται να είναι συνεχής ανάμνηση εκείνου, ο οποίος ελευθέρωσε τους ανθρώπους από τη δουλεία της αμαρτίας, όπως και το Πάσχα ήταν ετήσια ανάμνηση της ελευθέρωσης από τη δουλεία της Αιγύπτου (Εξόδ. ιβ 24-27,ιγ 8,14) (p). Η ευγνώμων ανάμνηση του προσώπου του Ιησού, να το συναίσθημα το οποίο πρέπει να κυριαρχεί σε μας κατά την πράξη αυτή (g).
«Ο αρχιερέας μας είναι εκείνος ο οποίος πρόσφερε τη θυσία που μας καθαρίζει. Εκείνη προσφέρουμε και τώρα, η οποία προσφέρθηκε τότε, αυτήν που δεν χάνεται ποτέ. Αυτό γίνεται για ανάμνηση αυτού που έγινε τότε. Διότι αυτό, λέει, να κάνετε στη δική μου ανάμνηση. Δεν τελούμε άλλη θυσία όπως ο αρχιερέας τότε, αλλά την ίδια πάντα· ή μάλλον επιτελούμε ανάμνηση θυσίας» (Χ).
 
Λουκ. 22,20   ὡσαύτως(1) καὶ τὸ ποτήριον(2) μετὰ τὸ δειπνῆσαι(3) λέγων· τοῦτο τὸ ποτήριον(4) ἡ καινὴ διαθήκη ἐν τῷ αἵματί μου(5), τὸ ὑπὲρ ὑμῶν(6) ἐκχυνόμενον(7).
Λουκ. 22,20     Επίσης όταν ετελείωσε το δείπνον επήρε το ποτήριον και είπε• “αυτό που περιέχεται μέσα στο ποτήριον δεν είναι πλέον οίνος. Είναι η Καινή Διαθήκη, που επικυρώνεται με το αίμα μου, το οποίον εντός ολίγου θα χυθή δια την σωτηρίαν σας.
(1)   Το ωσαύτως δηλώνει, ότι έλαβε το ποτήριο, ευχαρίστησε και έδωσε αυτό σε αυτούς, όπως έγινε και για τον άρτο (p).
(2)   Με άρθρο. Είτε διότι το ποτήριο αναφέρθηκε ήδη στο στίχο 17, είτε μάλλον διότι σημαίνεται το γνωστό ποτήριο, το οποίο κάθε Χριστιανός γνώριζε, ότι ήταν μέρος της Ευχαριστίας που συστάθηκε από τον Κύριο. Δες Α΄Κορ. ια 25 (g).
(3)   Συναντιέται μόνο εδώ και στο Α΄Κορ. ια 25, όχι όμως και στους Ματθαίο και Μάρκο. Δείχνεται με αυτό ότι μετά το κόψιμο και την μετάδοση του άρτου, εξακολούθησαν για κάποιο χρόνο να τρώνε, μετά από το οποίο η μετάληψη του τιμίου αίματος επήλθε σαν η επισφράγιση και συμπλήρωση του όλου δείπνου (δ).
(4)   Λέει αυτό που περιέχει αντί για το περιεχόμενο.
(5)   Από το υποκείμενο διαθήκη θα συμπεράνουμε την μετοχή διατιθεμένη= η Κ.Δ. που συνάπτεται με το αίμα μου (g). Η διαθήκη που επικυρώνεται με το αίμα του (Τερτυλλιανού Adv. Marc. IV 40). Η επικύρωση συνθήκης συνοδευόταν συνήθως με χύσιμο αίματος. Και ό,τι είχε γραφτεί με αίμα, θεωρούνταν ανεξάλειπτο (p). Η νέα διαθήκη μεταξύ Θεού και ανθρώπων θεμελιώνεται στο χύσιμο του αίματος του Κυρίου (g). Η νέα διαθήκη είναι στο χυνόμενο αίμα του Ιησού (L).
(6)   Το ὑμῶν (=για εσάς) και εδώ και στο στίχο 19 σημαίνει τους αποστόλους ως αντιπροσώπους όλων των πιστών (p). «Η φράση «το οποίο χύνεται για σας» συνδέεται με το ποτήριο· και το ποτήριο είναι το αίμα του» (Ζ).
(7)   Το οποίο μετά από λίγο θα χυθεί στο σταυρό. «Και αυτός λοιπόν ήπιε από αυτό. Διότι για να μην πουν, ακούγοντας αυτά: Τι λοιπόν; Αίμα πίνουμε και σάρκα τρώμε; Και θορυβηθούν τότε… για να μην ταραχτούν λοιπόν και τότε, πρώτος αυτός έκανε αυτό εισάγοντάς τους ατάραχα στην κοινωνία των μυστηρίων» (Χ), αν και οι λόγοι στο στίχο 18 φαίνονται μάλλον να αποκλείουν, ότι ο Κύριος ήπιε από το ποτήριο, όπως δεν δηλώνεται, ότι έφαγε και από τον καθαγιασμένο άρτο.
«Μην αμφιβάλλεις ότι αυτό είναι αλήθεια, τη στιγμή που ο ίδιος ξεκάθαρα λέει, Αυτό είναι το σώμα μου και Αυτό είναι το αίμα μου. Αλλά δέξου μάλλον με πίστη τον λόγο του Σωτήρα· διότι εφόσον αυτός είναι η αλήθεια, δεν ψεύδεται. Για να μην περιέλθουμε δηλαδή σε πλήρη νάρκωση βλέποντας πάνω στις άγιες τράπεζες των εκκλησιών να είναι μπροστά μας σάρκα και αίμα, ερχόμενος ο Θεός βοηθός στις δικές μας αδυναμίες, βάζει μέσα σε αυτά δύναμη ζωής και τα μεταβάλλει σε ενέργεια της δικής του σάρκας» (Κ).

Λουκ. 22,21  πλὴν(1) ἰδοὺ(2) ἡ χεὶρ(3) τοῦ παραδιδόντος με μετ᾿ ἐμοῦ ἐπὶ τῆς τραπέζης.
Λουκ. 22,21   Αλλ' ιδού το χέρι εκείνου, που με παραδίδει στους σταυρωτάς μου, είναι μαζί μου εις την τράπεζαν αυτήν.
(1)   Το «πλην» εδώ δηλώνει μετάβαση· γενίκευση ή αλλαγή θέματος. Από τη σημασία του θανάτου του μεταβαίνει στον τρόπο, με τον οποίο θα πεθάνει (p). Ή, με αυτό δηλώνεται ξεκάθαρα, ότι ο Ιούδας αποτελούσε εξαίρεση στον κύκλο αυτόν των μαθητών και φίλων (g). Ο Λουκάς μετά την αφήγηση του μυστικού δείπνου αναφέρει πρωθύστερα τα σχετικά με τον Ιούδα (δ). Σύμφωνα με τον Λουκά λοιπόν ο Ιούδας παρέμεινε στην τέλεση του θείου Δείπνου και μετείχε σε αυτό και από τα δύο είδη. Οι αφηγήσεις όμως του Ματθαίου και του Μάρκου δεν οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα (g).
(2)   Χαρακτηριστικό της έκπληξης, η οποία θα προκαλούνταν στους μαθητές από την απροσδόκητη αυτή αποκάλυψη (g).
(3)   Λέγεται εδώ το μέρος αντί για το όλο· το χέρι αντί για τον προδότη, διότι το χέρι παραδίδει (L). Ή, η φράση το χέρι… στο τραπέζι, έχει την ίδια σημασία με τη φράση του Ματθαίου «αυτός που βουτά μαζί μου στο πιάτο το χέρι» και σημαίνει απλώς: είναι ομοτράπεζός μου (g).

Λουκ. 22,22  καὶ(1) ὁ μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου πορεύεται κατὰ τὸ ὡρισμένον(2)· πλὴν(3) οὐαὶ(4) τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ(5) δι᾿ οὗ παραδίδοται.
Λουκ. 22,22   Και ο μεν υιός του ανθρώπου προχωρεί τον δρόμον του, όπως ο ουράνιος Πατήρ ώρισε. Αλλά αλίμονο στον άνθρωπο εκείνον, δια του οποίου ο υιός του ανθρώπου παραδίδεται στους σταυρωτάς.
(1)   Ο στίχος είναι σχεδόν κατά λέξη ο ίδιος όπως στους Ματθαίο και Μάρκο. Υπάρχει και η γραφή «ότι ο υιός μεν»=Το ότι είναι αιτιολογικό και εξηγεί πώς τέτοιο καταπληκτικό γεγονός πρόκειται να λάβει χώρα (p).
(2)   Και ο θάνατος του Χριστού, αλλά και το ότι θα συνοδευτεί με προδοσία αποτελούν μέρος της θείας βουλής (p). Είναι αυτό αποφασισμένο από το Θεό (g). Σύμφωνα με πρόγνωση και απόφαση του Θεού ο Κύριος παραδόθηκε σε θάνατο, αλλιώς ούτε ο Ιούδας δεν θα μπορούσε να παραδώσει αυτόν ούτε οι άρχοντες του Ισραήλ θα μπορούσαν με οποιονδήποτε τρόπο να θίξουν αυτόν. Ο Κύριος δεν σύρθηκε βίαια στο μαρτύριο, αλλά παραδόθηκε εκούσια και πρόθυμα σε αυτό. Αποκαλύπτεται εδώ η μεγάλη αλήθεια, ότι και η κακία των ανθρώπων που εκδηλώθηκε με την πιο απαίσια μορφή της στη διάπραξη της σταύρωσης του Κυρίου, απέβη εις δόξαν του Θεού, αφού έφερε σε πέρας την βουλή του, ώστε ο γιος του Ιησούς Χριστός να πεθάνει για τη σωτηρία του κόσμου. Η σοφία του Θεού γνωρίζει να κατευθύνει την πανουργία των ανθρώπων κατά το θέλημά του.
(3)   Καθαρά αντιθετικό. Αντίθεση μεταξύ του υιού του ανθρώπου και του προδότη (L).
(4)   Αν και ο Θεός γνωρίζει πριν από όλους τους αιώνες, ότι ο Ιούδας θα είναι ο προδότης του Ιησού, αυτό δεν αναιρεί την ελευθερία ή την ευθύνη του προδότη (p), διότι ο δυστυχής αυτός χρησιμοποιεί την ελευθερία του για να προδώσει τον διδάσκαλο (g).
«Έχει οριστεί μεν το να πάθει, αλλά εσύ γιατί βρέθηκες κακός, ώστε να είσαι έτοιμος για προδοσία; Για αυτό λοιπόν σού έχει φυλαχτεί ως κληρονομιά το «αλλοίμονο», διότι βρέθηκες κατάλληλος για προδοσία» (Θφ).
«Διότι ο μεν (Χριστός) έδωσε τον εαυτό του για χάρη μας σύμφωνα με την ευδοκία του Θεού Πατέρα, για να μας σώσει από κάθε κακό· αυτός όμως επειδή παρέδωσε τον σωτήρα των όλων Χριστό και λυτρωτή στα χέρια των φονιάδων θα κληρονομήσει την τιμωρία που πρέπει στο διάβολο» (Κ).
Ούτε η υπομονή και ανεξικακία που δείχνουν οι μάρτυρες στο μαρτύριο ούτε το θέλημα του Θεού που προόρισε τα παθήματά τους μπορούν να αποτελέσουν δικαιολογία για εκείνους, οι οποίοι έλαβαν μέρος στα βασανιστήριά τους ή τους καταδίωξαν. Αν και ο Θεός είχε προαποφασίσει την προδοσία του Χριστού και ο Χριστός πρόθυμα υπέστη αυτήν, η αμαρτία και η ενοχή του Ιούδα δεν μειώθηκε από αυτό. Ενήργησε και αυτός και αυτοί με τους οποίους συνεργάστηκε ως ελεύθερα άτομα. Σχεδίασαν, συμβουλεύτηκαν μεταξύ τους ανταλλάσοντας μεταξύ τους γνώμες, κατέληξαν σε αποφάσεις, και χρησιμοποίησαν μέσα για εκτέλεσή τους και γενικά ενήργησαν ακριβώς, όπως πράττουν οι άνθρωποι σε όλες τις ενέργειες της ζωής τους, ελεύθερα και αβίαστα.
(5)   Το «εκείνον» σημειώνει τον Ιούδα ως ξένο πλέον από τον κύκλο των δώδεκα. Δες Ιω. ιγ 26,27,30 (p).

Λουκ. 22,23  καὶ αὐτοὶ ἤρξαντο συζητεῖν πρὸς ἑαυτοὺς τὸ τίς ἄρα εἴη(1) ἐξ αὐτῶν(2) ὁ τοῦτο μέλλων πράσσειν(3).
Λουκ. 22,23  Και αυτοί ήρχισαν να συζητούν μεταξύ των, ποίος τάχα από αυτούς θα ήτο εκείνος, που έμελλε να διαπράξη αυτό το έγκλημα.
(1)   Η ευκτική πτώση σε πλάγια ερώτηση είναι χαρακτηριστική του Λουκά στην Κ.Δ. (L).
(2)   Φαίνεται ότι κανείς δεν υποπτεύθηκε τον Ιούδα. Ίσως όμως και ο Κύριος μάλλον ψιθύρισε το «Εσύ το είπες», ώστε να ακούστηκε από μόνον τον Ιούδα. Πιθανώς επίσης καθόταν αυτός κοντά στον Ιησού κατέχοντας την μία πλευρά δίπλα του, ενώ ο Ιωάννης κατείχε την άλλη (p).
Δείχνει επιπλέον αυτό την κρυψίνοια του Ιούδα, ο οποίος πέτυχε πλήρως να κρύψει μέχρι την τελευταία στιγμή όχι μόνο το απαίσιο σχέδιο της προδοσίας, αλλά και τον όλο του χαρακτήρα μέχρι σημείου ώστε κανείς από τους μαθητές να μην εκφράσει υπόνοια τώρα για αυτόν (ο).
(3)   «Ο Ματθαίος μεν και ο Μάρκος λένε ότι αυτοί απόρησαν για αυτό πριν τη διανομή του άρτου και του ποτηρίου. Ο Λουκάς όμως μετά την διανομή. Είναι φανερό λοιπόν, ότι αυτό έγινε και πριν και μετά» (Ζ).
Ή, αυτού του είδους το πρωθύστερο προτιμήθηκε από τον Λουκά, επειδή μετά τη σύσταση του μυστηρίου τοποθετεί σειρά λόγων του Κυρίου (από το στίχο αυτόν μέχρι και τον στίχο 38) και δεν θέλησε από αυτούς να αφαιρέσει και τους σχετικά με τον Ιούδα λόγους του Κυρίου (L).

Λουκ. 22,24  Ἐγένετο(1) δὲ καὶ(2) φιλονεικία ἐν αὐτοῖς(3), τὸ τίς αὐτῶν δοκεῖ(4) εἶναι μείζων(5).
Λουκ. 22,24  Έγινε όμως και φιλονεικία μεταξύ των περί του ποίος από αυτούς εθεωρείτο πρώτος.
(1)   «Και άλλοτε πολυασχολήθηκαν οι μαθητές για τέτοιο πράγμα» (Ζ). Δες Ματθ. ιη 1-5, Μάρκ. θ 33-37,Λουκ. θ 46-48, όπως και Ματθ. κ 24-28 και Μάρκ. ι 41-45. Από τους νεώτερους ερμηνευτές κάποιοι ταυτίζουν τα εδώ λόγια του Κυρίου με αυτά που ειπώθηκαν στους Ματθαίο και Μάρκο εξ’ αφορμής της αίτησης των πρωτείων από τους υιούς Ζεβεδαίου (L).
Ο Ιησούς ήταν δυνατόν λόγια τέτοιας σημασίας να τα επανέλαβε περισσότερες από μία φορές (p). Η σύγκριση των λόγων του Κυρίου στους στίχους 26, 27 με την αφήγηση του Ιωάννη για το πλύσιμο των ποδιών των μαθητών του Κυρίου και των λόγων του Κυρίου με αφορμή αυτό (Ιω. ιγ 12-20) δεν αφήνει αμφιβολία για τη σχέση της έριδας αυτής που αναφέρει ο Λουκάς με το πλύσιμο των ποδιών των αποστόλων (g).
(2)   Τα μόρια «δε και» συνδέουν την ακόλουθη συζήτηση με την προηγούμενη (στίχος 23), όχι όμως χρονολογικά (g). Το «δ ε» δείχνει, ότι η συζήτηση για την οποία θα γίνει λόγος, υπήρξε διαφορετικού χαρακτήρα από την προηγούμενη, έγινε όμως και αυτή στο δείπνο (όπως υποδηλώνεται με το «και»). Είναι ελάχιστα πιθανόν, ότι αυτή έγινε μετά το πλύσιμο των ποδιών και την παράδοση της ευχαριστίας. Πιθανότερο φαίνεται, ότι έγινε στην αρχή του δείπνου και το πλύσιμο των ποδιών υπήρξε συμβολικός έλεγχος και διδασκαλία εποπτική κατά της φιλονεικίας αυτής (p).
(3)   Με ποια αφορμή έγινε αυτή; Ελάχιστα πιθανώς διότι «επειδή πληροφορήθηκαν ήδη για το τέλος του διδασκάλου, ζήτησαν Ποιος από αυτούς θεωρείται ότι είναι μεγαλύτερος, για να γίνει διδάσκαλος των άλλων» (Ζ). Λιγότερο πιθανή η: «επειδή είναι εύλογο να έλεγαν μεταξύ τους ότι Εσύ πρόκειται να τον προδώσεις και πάλι εκείνος αυτό, ότι Εσύ· από αυτό οδηγήθηκαν στο να λένε· Εγώ είμαι καλύτερος και Εγώ είμαι μεγαλύτερος, και τα παρόμοια» (Θφ).
Αρκετά πιθανή ερμηνεία, η φιλονεικία προήλθε ίσως από το ερώτημα ποιος θα έπαιρνε την τιμητική θέση κοντά στον Διδάσκαλο κατά το επίσημο και ιερό αυτό δείπνο (g.p.).
(4)   Ποιος είναι κατά τη γνώμη και απόφαση όλων (b). Ή, ποιος σύμφωνα με την αξία του πρέπει να θεωρείται (L).
(5)   Το συγκριτικό υπονοεί δύο τα συγκρινόμενα, τον μεγαλύτερο και υπεροχότερο και όλους του υπόλοιπους που είναι σε ίση μοίρα (p)= αυτός που έχει τα πρωτεία μεταξύ τους (δ).

Λουκ. 22,25   ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς(1)· οἱ βασιλεῖς τῶν ἐθνῶν κυριεύουσιν αὐτῶν(2), καὶ οἱ ἐξουσιάζοντες αὐτῶν εὐεργέται καλοῦνται(3)·
Λουκ. 22,25   Ο δε Κύριος τους είπε• “οι βασιλείς των εθνών κυριαρχούν επάνω εις τα έθνη με την δύναμιν και την βίαν. Και αυτοί, που έχουν εξουσίαν επάνω εις τα έθνη και ταλαιπωρούν τα έθνη, ανακηρύσσονται από τους κόλακας, κατ' ανάγκην δε και από τον λαόν, ευεργέται.
(1)   «Καταπραΰνει την ταραχή τους με δύο παραδείγματα, ένα μεν αυτό των εθνικών, τους οποίους αποστρέφονταν, δείχνοντας ότι με αυτούς θα μοιάσουν, αν τέτοια φρονούν· και το άλλο παράδειγμα ο εαυτός του. Διότι μέσω του εαυτού του τούς οδηγεί σε ταπεινοφροσύνη, δείχνοντας τον εαυτό του να τους διακονεί» (Θφ).
(2)   Η εξουσία στα έθνη περιγράφεται όπως στο Μάρκο (ι 42). Δες τις εκεί σημειώσεις. Οι βασιλιάδες των εθνικών παρουσιάζονται ως κύριοι και αξιώνουν τις τιμές των κυρίων (L).
(3)   Το ρήμα πρέπει να το πάρουμε ως μέσο μάλλον παρά ως παθητικό=Οι βασιλιάδες παίρνουν τον τίτλο αυτόν ή αξιώνουν από τους άλλους να τους τον δώσουν και προσφερόμενο τον δέχονται. Στους ελληνιστικούς χρόνους παρέχονταν αφειδώς στους ηγεμόνες οι τίτλοι του Σωτήρα, του Ευεργέτη στη Συρία και την Αίγυπτο τόσο στα νομίσματα όσο και στις επιγραφές (L).
Αποκαλούν οι ίδιοι τους εαυτούς τους ευεργέτες, αλλά και αυτοί που τους κολακεύουν έτσι ονομάζουν αυτούς. Και ενώ διαφημίζονται ως ευεργέτες στην πραγματικότητα και αλήθεια υπηρετούν τα συμφέροντά τους και ασχολούνται με το να ευεργετήσουν το βαλάντιό τους και το άτομό τους, όχι όμως και τη χώρα τους. Παρόλ’ αυτά ούτως ή άλλως με την οικειοποίηση του τίτλου ευεργέτης μαρτυρούν, ότι η άσκηση εξουσίας στους άλλους πρέπει να αποσκοπεί στην ευεργεσία τους.

Λουκ. 22,26  ὑμεῖς δὲ οὐχ οὕτως(1), ἀλλ᾿ ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γινέσθω(2) ὡς ὁ νεώτερος(3), καὶ ὁ ἡγούμενος(4) ὡς ὁ διακονῶν(5).
Λουκ. 22,26   Σεις όμως δεν πρέπει να κάνετε όπως εκείνοι, αλλά ο μεγαλύτερος μεταξύ σας ας γίνει όπως ο νεώτερος, ο οποίος αφού είναι νεώτερος έχει την υποχρέωση να υπηρετή τους άλλους. Και ο ανώτερος μεταξύ σας, ας υπηρετή σαν δούλος τους άλλους.
(1)   Στη φυσική ανθρώπινη κοινωνία ο Ιησούς αντιτάσσει τον τύπο κάποιας νέας κοινωνίας, στον κόλπο της οποίας ο μόνος τίτλος μεγαλείου θα είναι οι πλουσιοπάροχες υπηρεσίες προς τους άλλους (g). Η χρησιμοποίηση των αναφερθέντων τίτλων σε τέτοιους τυραννικούς ηγεμόνες κάνει αυτούς ακατάλληλους να χρησιμοποιούνται και από τους ακόλουθους του Χριστού. Αυτοί οφείλουν να μιμούνται τον διδάσκαλό τους ο οποίος δεν ζήτησε καμία από τις επίγειες διακρίσεις, αλλά ήταν τη στιγμή εκείνη ανάμεσά τους σαν ο διάκονος (ο).
Το να πράττει κάποιος το αγαθό στους άλλους είναι πολύ περισσότερο τιμητικό παρά το να φαίνεται μεγάλος. Και αυτό και μόνο αποτελεί την ασφαλή οδό, για να γίνει κάποιος μέγας. Και αυτό οφείλουν οι μαθητές του Κυρίου να πιστεύουν και να φρονούν, ότι η μεγίστη τους τιμή θα είναι να πράττουν οτιδήποτε αγαθό μπορούν στον κόσμο. Και θα γίνονταν πράγματι ευεργέτες του κόσμου, διότι εν μέσω κινδύνων και διωγμών θα έφερναν σε αυτόν το ευαγγέλιο. Θα έφερναν στην ανθρωπότητα ασύγκριτα μεγαλύτερες ευλογίες και ευεργεσίες από όσο οι βασιλιάδες, οι οποίοι αποκαλούνταν ευεργέτες και οι οποίοι κυριαρχούσαν στα έθνη. Το να πράττεις το αγαθό! Ποιός δεν μπορεί να γίνει ευεργετικός στον πλησίον;
Εάν η ανάβαση σε ηγεμονικό και βασιλικό θρόνο είναι προνόμιο λίγων, το να ευεργετεί κανείς και με την ευεργεσία να γίνεται μέγας, είναι προνόμιο όλων.
(2)   Ας αποδεικνύει τον εαυτό του ότι είναι. Δες ι 36,ιβ 40,ιστ 11,ιθ 17 (p).
(3)   «Νεώτερο λέει τον τελευταίο» (Ζ), αυτόν που λόγω της ηλικίας οφείλει α υπηρετεί τους άλλους (δ). Είναι παράλληλο με το «διακονώ» διότι στους Ιουδαίους οι ταπεινότερες και κοπιαστικότερες εργασίες δίνονταν στα νεώτερα μέλη της σύναξης. Δες Πράξ. ε 6,10 (g).
(4)   Στην Κ.Δ. το ηγούμαι σημαίνει είμαι αρχηγός· πάντοτε σε μετοχή ενεστώτα και συχνότατα στο Λουκά. Χρησιμοποιείται για οποιονδήποτε αρχηγό, εκκλησιαστικό ή πολιτικό. Δες Πράξ. ζ 10,ιδ 12,ιε 22,Ματθ. β 6,Εβρ. ιγ 7,17,24. Στους Ο΄ συναντιέται συχνά (p).
(5)   Η ιδέα που εκφράζεται στο στίχο είναι: Το πραγματικό μεγαλείο συνίσταται στη σπουδή και προθυμία με την οποία διαθέτει κάποιος τον εαυτό του στην υπηρεσία των άλλων.

Λουκ. 22,27  τίς γὰρ(1) μείζων, ὁ ἀνακείμενος ἢ ὁ διακονῶν(2); οὐχὶ ὁ ἀνακείμενος; ἐγὼ δε(3) εἰμι ἐν μέσῳ ὑμῶν ὡς ὁ διακονῶν(4).
Λουκ. 22,27   Διότι ποίος είναι ανώτερος; Εκείνος που κάθεται στο τραπέζι και τρώγει η εκείνος που όρθιος τον υπηρετεί; Δεν είναι ανώτερος αυτός που κάθεται στο τραπέζι; Ασφαλώς. Και όμως εγώ ο διδάσκαλος και ο Κύριός σας, είμαι μεταξύ σας ως υπηρέτης.
(1)   Αποδεικνύει αυτό που είπε προηγουμένως με το ίδιο του το παράδειγμα (b). «Δίνει σε αυτούς υπόδειγμα του λόγου τον εαυτό του» (Ζ).
(2)   Ποιος είναι μεγαλύτερος αυτός που ξαπλώνει στο δείπνο και μετέχει στο τραπέζι ή αυτός που υπηρετεί; (δ).
(3)   Ο σύνδεσμος «δε» είναι αντιθετικός=Και όμως εγώ.
(4)   «Αφού αυτός έκρινε αυτούς ως μεγαλύτερους μιας και κάθονταν στο τραπέζι, ο ίδιος διακόνησε, θεωρώντας ως έσχατο τον εαυτό του, όταν έπλυνε τα πόδια τους» (Ζ).
«Αυτός που υπηρετείται από κάθε κτίση λογική και αγία, αυτός που είναι σύνθρονος και συμβασιλεύει με το Θεό και Πατέρα, παίρνοντας τη θέση υπηρέτη, έπλυνε τα πόδια των μαθητών» (Κ).
Η ίδια έννοια με αυτήν του Ματθ. κ 27 και Μάρκ. ι 45 μερικότερα εκφράζεται εδώ στο δείπνο και με αφορμή το πλύσιμο των ποδιών των μαθητών (δ). Βεβαίως αυτό δεν λέγεται άσχετα και με τον όλο βίο του Κυρίου, ο οποίος υπήρξε βίος αυτού που διακονούσε τους μαθητές του και όλους τους ανθρώπους.

Λουκ. 22,28  ὑμεῖς δε(1) ἐστε οἱ διαμεμενηκότες(2) μετ᾿ ἐμοῦ ἐν τοῖς πειρασμοῖς(3) μου·
Λουκ. 22,28  Σεις, οι μαθηταί μου, είσθε εκείνοι που εμείνατε μαζί μου όλο το διάστημα των δοκιμασιών μου και των διωγμών, και δεν εκλονισθήκατε εις την πίστιν.
(1)   Πώς συνδέεται με τα προηγούμενα; Ή, «όπως ακριβώς για αυτόν που τον παρέδωσε φύλαξε το «ουαί (αλλοίμονο)», έτσι για αυτούς μιλά αντίθετα, ότι Εσείς όμως είστε αυτοί που μείνατε μαζί μου στους πειρασμούς μου· για αυτό και σας υπόσχομαι αμοιβές» (Θφ).
Ίσως τονίζοντας ο Κύριος τη λέξη «εσείς» σκέφτεται τον Ιούδα, ο οποίος δεν παρέμεινε μαζί του (g). Ή, πιθανότερα, αφού τους μάλωσε, διότι έθεσαν μεταξύ τους ζήτημα πρωτείων, δείχνει τώρα σε αυτούς και πού συνίστανται τα προνόμια, τα κοινά σε όλους, μη δίνοντας ως προς αυτό σε κανέναν κάποια προτίμηση. Τα προνόμιά τους συνίστανται στο ότι παραμένουν σταθερά στο πλευρό του, την ώρα που διακονεί και υπηρετεί τους άλλους (p). Αφού τους μάλωσε για την αδυναμία που εκδήλωσαν, τώρα ενθαρρύνει αυτούς με την υπόσχεση της αληθινής και αιώνιας δόξας στη βασιλεία του Πατέρα. Φροντίζει ώστε να μην αποθαρρυνθούν από την απαγόρευσή του να επιδιώκουν επίγειες τιμές και αξιώματα (ο).
(2)   Η πρόθεση «δια» και ο παρακείμενος εκφράζει την ιδέα της επίμονης και σταθερής και διαρκούσας ακόμη παραμονής κοντά του=Εσείς έχετε επίμονα παραμείνει μαζί μου και εξακολουθείτε να παραμένετε. Δες α 22,Εβρ. α 11,Β Πέτρ. γ 4 (p).
Οι μαθητές του παρέμειναν πλησίον του σε όλες τις θλίψεις του και συμμετείχαν και αυτοί σε αυτές. Μικρή ήταν η βοήθεια, την οποία οι μαθητές μπορούσαν να παράσχουν σε αυτόν. Οπωσδήποτε όμως δέχτηκε αυτήν με χαρά, παρόλο που το ότι παρέμεναν κοντά του ήταν και αυτό δωρεά της χάρης του. Και η ευμένεια αυτή του Ιησού παρουσιάζεται ζωηρότερα, όταν λάβει κάποιος υπόψη τις τόσες πλάνες, παρανοήσεις, αδυναμίες, λησμοσύνες των μαθητών, για τις οποίες ο Κύριος επανειλημμένα τους είχε ελέγξει. Αλλά ο διδάσκαλος τώρα παραβλέπει και ξεχνά όλα αυτά, και το μόνο, το οποίο θυμάται, είναι, ότι αυτοί έμειναν μαζί του στους πειρασμούς του.
(3)   Πειρασμούς εδώ ονομάζει τις στερήσεις του, τις εναντίον του συκοφαντίες, τις ενέδρες, την απόρριψή του εκ μέρους του λαού και των αρχόντων του (g), τις δοκιμασίες του σε όλο το διάστημα της δημόσιας δράσης του και ιδιαίτερα κατά τον τελευταίο αυτό χρόνο της (p). Η όλη λοιπόν ζωή του Κυρίου ήταν πλήρης πειρασμών και διαμέσου αυτών μπήκε στη δόξα. Και αυτός είναι και ο κλήρος όλων των πιστών (b).
Διακηρύττει εδώ ο Κύριος ότι αντιμετώπισε πολλούς πειρασμούς. Η ζωή του ήταν πλήρης από πειρασμούς· από τον χρόνο, κατά τον οποίο ο σατανάς πείραξε αυτόν πάρα πολύ έντονα στην έρημο μέχρι τη στιγμή κατά την οποία διεξήγαγε τον τελικό αγώνα με τον άρχοντα του σκότους πάνω στο σταυρό (δες Ιω. ιδ 30) ο Μεσσίας πολεμήθηκε από το διάβολο και τα όργανά του. Η φράση στο Λουκά δ 13 «ο διάβολος απομακρύνθηκε από αυτόν μέχρι τον κατάλληλο καιρό» δεν δηλώνει, ότι ο σατανάς στο μεταξύ αποσύρθηκε τελείως, αλλά ότι απομακρύνθηκε από τέτοιους βίαιους και σκληρούς πειρασμούς, όπως ήταν αυτοί στην έρημο (ο).
 
Λουκ. 22,29   κἀγὼ(1) διατίθεμαι(2) ὑμῖν(3) καθὼς(4) διέθετό μοι ὁ πατήρ(5) μου βασιλείαν(6),
Λουκ. 22,29  Και εγώ, δια να ανταμείψω την αφοσίωσιν σας, σας υπόσχομαι βασιλεία, όπως και ο Πατήρ ώρισε και έδωσε εις εμέ βασιλεία και αξίωμα βασιλέως.
(1)   Για ανταμοιβή της πιστής εμμονής σας και εγώ (b). Αυτά πράξατε εσείς για μένα. Με συντροφεύσατε στους αγώνες μου. Και εγώ λοιπόν θα κάνω εσάς συντρόφους μου στη δόξα μου (g). Δες Αποκ. γ 10: «Επειδή φύλαξες τον λόγο της υπομονής μου, και εγώ θα σε φυλάξω από την ώρα του πειρασμού που πρόκειται να έλθει σε όλη την οικουμένη» .
(2)   «Αντί να πει υπόσχομαι» (Ζ). Το διατίθεμαι λέγεται συνήθως για δόσιμο με διαθήκη εξ’ αιτίας θανάτου. Όπως π.χ. την βασιλεία εις την Αλεξάνδρα διέθετο (Ιωσήπου Αρχ. ΧΙΙ 16,1). Εδώ όμως δεν μπορεί το ρήμα να σχετιστεί με τη διαθήκη (σ. 20), αφού το διέθετο που ακολουθεί δεν μπορεί να λεχθεί για διαθήκη του Πατέρα (L).
(3)   Το αντικείμενο του διατίθεμαι είναι κοινό με το διέθετο που ακολουθεί. Υπόσχομαι «βασιλεία ουράνια, με τις ελπίδες της οποίας τους δυναμώνει περισσότερο ώστε να έχουν γενναιοψυχία και υπομονή» (Ζ). Όχι κάποια ανεξάρτητη από τη δική του, αλλά αυτήν την ίδια τη δική του βασιλεία, της οποίας οι μαθητές θα αποβούν συμμέτοχοι και κοινωνοί (ο). Λιγότερο πιθανώς υπόσχομαι σε σας, να τρώτε και να πίνετε στο τραπέζι μου (δ).
(4)   Δεν πρέπει να πάρουμε το «καθώς» με την έννοια της πλήρους ομοιότητας, αλλά μάλλον με την έννοια του εφ’ όσον· από τη στιγμή, κατά την οποία· μια και έχω εγώ την βασιλεία και δύναμη να ενεργώ… (L).
(5)   «Δηλαδή ξεχώρισε για μένα βασιλεία» (Θφ).
(6)   Το άναρθρο της λέξης, μάς οδηγεί να θεωρήσουμε αυτήν με την έννοια της εξουσίας της βασιλικής και όχι του βασιλείου (g). Δες Αποκ. ιζ 12. Η βασιλεία με κάθε έννοια της λέξης ανήκει στον υιό, συμβασιλεύουν όμως με αυτόν ως αδελφοί και φίλοι και οι πιστοί (δ). Η βασιλική λοιπόν εξουσία την οποία θα έχουν οι πιστοί, θα είναι κάποια πληρεξουσιότητα που παρέχεται σε αυτούς από το Χριστό (g). Σε κάθε βασιλεία προϋποτίθεται ότι αυτοί που μετέχουν σε αυτήν περνούν τρόπο ζωής ηγεμονικό και λαμπρό με διατροφή πλούσια, και έχουν και βασιλική δύναμη που ασκείται από αυτούς. Και τα δύο υπόσχεται ο Κύριος στη συνέχεια στους μαθητές του (b).

Λουκ. 22,30   ἵνα ἐσθίητε(1) καὶ πίνητε ἐπὶ τῆς τραπέζης μου(2) ἐν τῇ βασιλείᾳ μου, καὶ καθίσεσθε(3) ἐπὶ θρόνων κρίνοντες(4) τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ.
Λουκ. 22,30      Και μία απολαυή αυτής της υποσχέσεώς μου είναι να τρώγετε και να πίνετε επί της τραπέζης μου εις την βασιλείαν μου. Και το επίσης σπουδαίον, θα καθίσετε επάνω εις θρόνους, δια να δικάζετε τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ.
(1)   «Άρα και μετά την ανάσταση των νεκρών… θα χρειαστούμε πάλι φαγητά και τραπέζι; Καθόλου. Αλλά από τα δικά μας πράγματα υποδηλώνει τα πνευματικά» (Κ).
«Αυτό ειπώθηκε από μεταφορά από αυτούς που τιμώνται από τους βασιλιάδες το κόσμου. Διότι αυτοί που δειπνούν μαζί με τους βασιλείς θεωρούνται ότι είναι πρώτοι από όλους» (Θφ).
«Υπάρχουν όμως και κάποιοι, που δέχονται βέβαια τιμές από εκείνους που έχουν εξουσία, αλλά όμως δεν κάθονται και σε κοινό τραπέζι. Ότι λοιπόν θα απολαμβάνουν τις πρώτες τιμές δίπλα σε αυτόν, το δείχνει με παράδειγμα από τα δικά μας» (Κ).
Θα έχουν πλήρη ικανοποίηση των ψυχών τους με τη θέα και απόλαυση του Θεού. Και από αυτό θα έχουν, σαν σε δείπνο, την άριστη συντροφιά και κοινωνία με τελειότητα αγάπης. Διαφορετική γραφή «ίνα έσθητε».
(2)   Οι Ιουδαίοι γενικώς θεωρούσαν την Μεσσιακή βασιλεία ως συμπόσιο. Δες Λουκ. ιγ 29,ιδ 15 (p).
«Τραπέζι μεν θα μπορούσαν να είναι τα αιώνια και απόρρητα αγαθά, που είναι ετοιμασμένα για αυτούς που αγαπούν το Θεό· ενώ το να τρώνε και να πίνουν, είναι η απόλαυση αυτών των αγαθών» (Ζ).
Δηλώνεται η στενότατη με τον Κύριο κοινωνία και ένωση και κατά συνέπεια μετοχή των ύψιστων πνευματικών αγαθών (δ).
(3)   Διαφορετικές γραφές, καθίζεσθε, καθίσησθε, καθέζησθε, καθήσθε. Δες για την έννοια του στίχου Ματθ. ιθ 28 και τις εκεί σημειώσεις.
(4)   Θεωρήθηκε από κάποιους το κρίνω με την έννοια του κυβερνώ και όχι του δικάζω. Η εσχατολογική σημασία του χωρίου αυτού δεν ευνοεί την εκδοχή αυτή. Σύμφωνα με το Α΄ Κορ. στ 2,3 οι πιστοί θα κρίνουν τον κόσμο και αυτούς τους (πονηρούς) αγγέλους. Στη γενική κρίση στους αποστόλους θα έχει ανατεθεί η κρίση των ισραηλιτικών φυλών (g). Πιο εύστοχη ερμηνεία: τις 12 φυλές του Ισραήλ δηλαδή του πνευματικού Ισραήλ, του νέου Ισραήλ της χάριτος (ο).

Λουκ. 22,31   Εἶπε δὲ ὁ Κύριος(1)· Σίμων Σίμων(2), ἰδοὺ ὁ σατανᾶς(3) ἐξῃτήσατο(4) ὑμᾶς(5) τοῦ σινιάσαι(6) ὡς τὸν σῖτον·
Λουκ. 22,31  Είπε δε ακόμη ο Κύριος• Σίμων, Σίμων, ιδού ο σατανάς εζήτησε την άδειαν από τον Θεόν να σας συγκλονίση και σας ξεσκονίση, ωσάν το σιτάρι μέσα στο κόσκινο.
(1)   Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν αυτό. Ποια είναι η σύνδεση με τα παραπάνω; Ή, ίσως στο μεταξύ ο Πέτρος είπε κάτι τέτοιο, σαν αυτό που αναφέρει ο Ιωάννης (ιγ 36), και το οποίο αποσιωπάται από τον Λουκά (p). Ή, για να μην τυχόν εφόσον θα δοξάζονταν οι ένδεκα (σύμφωνα με τον προηγούμενο στίχο) αποδώσουν αυτό στις δικές τους δυνάμεις και νομίσουν ότι από μόνοι τους μόνοι αυτοί μεταξύ τόσων χιλιάδων Ιουδαίων παρέμειναν κοντά στον Κύριο στους πειρασμούς του, έδειξε ο Κύριος ότι και αυτοί, εάν δεν προστατεύονταν από την πλούσια βοήθεια του Κυρίου, θα συμπαρασύρονταν στην ίδια αποστασία στην οποία και οι άλλοι (Βέδας).
«Μη νομίσετε, λέει, ότι είναι δικό σας όλο αυτό το κατόρθωμα· διότι ο διάβολος πίεζε πάρα πολύ ζητώντας να σας βγάλει από τη δική μου στοργή και να σας αποδείξει προδότες. Αλλά εγώ παρακάλεσα» (Θφ).
Δες για την προαναγγελία της άρνησης του Πέτρου και Ματθ. κστ 30-35 και Μάρκ. ιδ 26-30 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις. Ο Λουκάς συμφωνεί με τον Ιωάννη (ιγ 36-38) τοποθετώντας την προαναγγελία αυτή στο υπερώο. Ο Ματθαίος και ο Μάρκος όμως τοποθετούν αυτήν την ώρα που ο Κύριος μαζί με τους μαθητές βρισκόταν στο δρόμο βαδίζοντας από το υπερώο στη Γεθσημανή. Δεν αποκλείεται παρόλ’ αυτά να επαναλήφθηκε η προφητεία αυτή του Κυρίου, όπως κάποιοι δέχτηκαν, αν και πολλοί από τους νεώτερους θεωρούν ως απίθανη την επανάληψη αυτή.
(2)   Πολύ έντονη σύνδεση ή επανάληψη της ίδιας λέξης (b). Η επανάληψη του ονόματος προκαλεί εντύπωση (p). Γιατί χρησιμοποιεί το όνομα Σίμων και όχι το Πέτρος; Διότι ο Ιησούς τού μιλά ως προς άνθρωπο ασθενή, ο οποίος δεν άξιζε τότε να ονομαστεί με το όνομα της χάριτος (L).
Ο Σίμων ο οποίος έως τώρα ήταν το στόμα και των υπόλοιπων μαθητών, που μιλούσε εξ’ ονόματος και αυτών στον διδάσκαλο, γίνεται τώρα και αυτί αυτών και ό,τι σκόπευε ο Κύριος να πει σε όλους, απευθύνει αυτό στον Πέτρο, ώστε και οι υπόλοιποι να το ακούσουν.
(3)   Ο σατανάς που δεν ικανοποιήθηκε από το ότι μπήκε στον Ιούδα και κυρίευσε αυτόν (b).
«Διότι συνηθίζει αυτός (ο σατανάς) να ζητά τους ικανότερους για πάλη, όπως τον Ιώβ» (Ζ).
Πιθανώς ο σατανάς κατηγόρησε τους μαθητές στον Θεό ότι με ιδιοτέλεια ακολουθούν το Χριστό και αποβλέπουν σε κοσμικές δόξες και διακρίσεις από αυτόν ως Μεσσία και κοσμικού βασιλιά, όπως τον περίμεναν. Και ζήτησε, όπως άλλοτε για τον Ιώβ, την άδεια να τους δοκιμάσει.
(4)   Η πρόθεση «εξ» στο ρήμα έχει μέσα της την ιδέα του επιζητά να πέσουν από τα χέρια του Ιησού στα δικά του χέρια (g).
«Με επιθυμία επιτέθηκε στον Ιώβ. Έτσι σκεφτόταν να επιτεθεί στον Πέτρο. Για αυτό και έλεγε ο Χριστός· Πόσες φορές σε ζήτησε ο σατανάς, να σε κοσκινήσει σαν το σιτάρι; Είδες πόση επιθυμία είχε;» (Χ).
Παρόλ’ αυτά δεν μπορούσε τίποτα να πράξει εναντίον τους εάν δεν δινόταν σε αυτόν η άδεια. Αυτό δηλώνει το «ζήτησε».
(5)   Το εσάς στον πληθυντικό περιλαμβάνει όλους τους μαθητές (ο).
(6)  «Αντί να πει να θορυβήσει, να κάνει άνω κάτω, να ταράξει» (Ζ), «να ταρακουνήσει, να κοσκινίσει» (Ησύχιος), «να σας φέρει από εδώ, να σας φέρει από εκεί, να σας τραντάξει, να σας δονήσει, να σας κουνήσει πάνω κάτω, να σας βασανίσει, πράγμα που γίνεται σε αυτά που κοσκινίζονται» (Χ).
«Διότι «σινίον» σε κάποιους ονομάζεται αυτό που εμείς λέμε κόσκινο, στο οποίο το στάρι πηγαίνοντας πέρα δώθε ταράζεται» (Ζ). Ήθελε να αποδείξει αυτούς ότι είναι άχυρο και όχι στάρι. Θέλησε με τους πειρασμούς, τους οποίους θα τους επέφερε, να παρασύρει αυτούς στην αμαρτία και στην πλήρη άρνηση του Χριστού.

Λουκ. 22,32  ἐγὼ δὲ(1) ἐδεήθην(2) περὶ σοῦ ἵνα μὴ ἐκλίπῃ ἡ πίστις σου(3)· καὶ σύ ποτε(4) ἐπιστρέψας(5) στήριξον(6) τοὺς ἀδελφούς(7) σου(8).
Λουκ. 22,32   Και εγώ προσευχήθηκα για σένα, να μη χαθή η πίστις σου. Και συ, όταν κάποτε μετανοημένος επιστρέψης κοντά μου, στήριξε τους αδελφούς σου.
(1)   Το «εγώ δε» και ο αόριστος που ακολουθεί βρίσκονται σε έντονη αντίθεση με το σατανά και την αίτησή του (p). «Ο μεν σατανάς έδειξε πολλή φροντίδα εναντίον σας· εγώ όμως ζήτησα για σένα» (Θφ). Η προσευχή του Κυρίου δεν παρεμπόδισε την έφοδο αυτή του σατανά, αλλά κατανίκησε την επίδρασή της (ο).
(2)   «Ζήτησα από τον Πατέρα μου ως άνθρωπος» (Ζ). «Αυτό το είπε όσον αφορά την ανθρώπινη φύση του· διότι ως Θεός, τι ανάγκη είχε να ζητήσει;» (Θφ). Τι υπέροχο δείγμα στοργής και μέριμνας για τους μαθητές. Αυτές τις ώρες, οι οποίες αμέσως προηγούνταν της αγωνίας στη Γεθσημανή και του σκληρού θανάτου του, να εκδηλώνει τόσο ενδιαφέρον για τους μαθητές (ο).
(3)   «Για να μην χάσεις τελείως την πίστη σου σε εμένα στον καιρό της αρνήσεως» (Ζ). Δεν λέει, για να μην κλονιστείς στην πίστη, αλλά για να μην εκλείπει ολοτελώς η πίστη σου (b).
«Φανερώνει όμως με αυτά, ότι αν είχε παραδοθεί στο σατανά για δοκιμασία, θα μπορούσε να αποδειχτεί τελείως άπιστος» (Κ).
«Διότι τι δεν θα έκανε ο εχθρός μας διάβολος, αν δεν ήταν ο Κύριος μαζί μας;… Διότι είναι πονηρό το θηρίο και αχόρταγο, και αν συνεχώς δεν του έβαζε ο Θεός χαλινάρια, όλα θα τα ανέτρεπε και θα τα ανακάτωνε» (Χ).
Ήταν λοιπόν δυνατόν να ρίξει αυτόν ο σατανάς σε απελπισία όμοια με εκείνη, η οποία οδήγησε σε απώλεια τον Ιούδα (g). Ο Σωτήρας λοιπόν προγνωρίζοντας την άρνηση του Πέτρου παρακάλεσε για αυτόν τον Πατέρα (δ). Πόσο φως ρίχνει ο λόγος αυτός του Κυρίου στην ισχυρή πραγματικότητα των σκηνών του αόρατου κόσμου και της επίδρασης αυτών σε σχέση με τα γήινα! (g).
Λόγω της μεσιτείας και προσευχής του Χριστού η πίστη των μαθητών του, αν και κλονίζεται μερικές φορές, δεν εκλείπει όμως. Εάν αφήνονταν στους εαυτούς τους, θα έπεφταν. Φυλάσσονται όμως με τη δύναμη του Θεού και την προσευχή του Χριστού. Η προσευχή όμως και μεσιτεία του Χριστού δεν είναι μόνο γενική, για όλους συνολικά τους πιστούς, αλλά και ατομική, αναφερόμενη και στον καθένα από τους πιστούς.
(4)   Χρησιμοποιείται αυτό και για σύντομο χρόνο που παρεμβάλλεται, όπως έδειξε ο Ευστάθιος. Στο χωρίο αυτό δηλώνει απλώς αόριστο χρόνο=κάποτε, οποτεδήποτε και αν γίνει η επιστροφή σου, είτε μετά από πολύ είτε μετά από σύντομο χρόνο (b).
(5)   «Παρακάλεσα για σένα. Ποια λοιπόν αμοιβή θα ανταποδώσεις για αυτήν την φροντίδα και την πρόνοια; Άραγε ποια αμοιβή ζητάει; Αυτήν την ίδια πάλι. Διότι και εσύ, λέει, όταν επιστρέψεις στήριξε τους αδελφούς σου» (Χ). «Όταν επιστρέψεις μετά την άρνηση εννοείται με κλάμα πικρό, δηλαδή όταν αποκατασταθείς πάλι στην πρώτη θέση» (Ζ). «Όταν επιστρέψεις δηλαδή όταν μετανοήσεις και δακρύσεις και φύγεις από την άρνηση» (Θφ).
(6)   «Δηλαδή γίνε στήριγμα και διδάσκαλος αυτών που έρχονται σε εμένα με την πίστη» (Κ).
«Διότι εσύ, Πέτρο, όταν επιστρέψεις θα γίνεις σε όλους καλό υπόδειγμα για μετάνοια, και κανείς από όσους πιστεύουν σε εμένα δεν θα απελπιστεί όταν στρέψει τα μάτια του σε εσένα που ήσουν μεν απόστολος, αλλά αρνήθηκες και πάλι πήρες τα πρωτεία με τη μετάνοια» (Θφ).
Πέτρο, όταν αποκατασταθείς με τη χάρη του Θεού και οδηγηθείς σε μετάνοια, κάνε και συ ό,τι εξαρτάται από σένα για να στηριχτούν και άλλοι. Όταν πληροφορηθείς, ότι η κλονισμένη πίστη σου δεν εξαλείφθηκε, εργάσου να στηρίξεις και άλλους στην ίδια πίστη. Όταν απολαύσεις εσύ το έλεος και τους οικτιρμούς του πανάγαθου Θεού, που δέχεται τη μετάνοια των αμαρτωλών, ενθάρρυνε και άλλους να ελπίζουν στο έλεος αυτό και με πεποίθηση ακλόνητη ότι θα πάρουν αυτό να προστρέχουν στον σπλαχνικό Πατέρα. Όσοι έτυχαν της επίσκεψης του θείου ελέους και σώθηκαν από την άβυσσο της καταστροφής, οφείλουν να διακηρύττουν το πέλαγος της θείας αγαθότητας και στους άλλους και να ενθαρρύνουν και να προτρέπουν αυτούς να επιστρέψουν και αυτοί στο Θεό και να απολαύσουν τις δωρεές της αγαθότητάς του.
«Και θαύμασε πάλι τη σοφή διατύπωση του λόγου και την υπερβολή της θείας αγαθότητας. Για να μην οδηγήσει δηλαδή σε απογοήτευση τον μαθητή, με τη σκέψη ότι θα απομακρυνθεί από τα αξιώματα της αποστολής, επειδή επρόκειτο να τον αρνηθεί, τον γεμίζει με καλή ελπίδα, και ότι θα επιτύχει τα αγαθά που του είχε υποσχεθεί. Γιατί του είπε, ότι «και εσύ όταν επιστρέψεις στήριξε τους αδελφούς σου». Πόσο απερίγραπτη φιλανθρωπία! Δεν είχε γίνει ακόμη η αμαρτία, και έλαβε την συγχώρεση, και τον κατέταξε πάλι στα αποστολικά αξιώματα» (Κ).
(7)   «Αδελφούς του είπε λοιπόν τους άλλους αποστόλους ή αυτούς που επρόκειτο μέσω αυτού να πιστέψουν» (Ζ).
(8)   Τους αδελφούς σου είπε και όχι τους αδελφούς μας. Διότι με άλλο τρόπο έχει αυτούς αδελφούς ο Πέτρος και με διαφορετικό τελείως ο Κύριος (b).

Λουκ. 22,33  ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ(1)· Κύριε, μετὰ σοῦ(1) ἕτοιμός εἰμι(3) καὶ εἰς φυλακὴν καὶ εἰς θάνατον(4) πορεύεσθαι.
Λουκ. 22,33    Ο Πέτρος όμως τού είπε• Κυριε, είμαι έτοιμος να βαδίσω μαζί σου εις φυλακήν και εις θάνατον.
(1)   «Από πολλή αγάπη δείχνει θράσος ο Πέτρος και υπόσχεται αυτά που μέχρι τώρα ήταν αδύνατα σε αυτόν» (Θφ).
«Επειδή λοιπόν ήταν εύλογο να έχει αυτός μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, αφού ήξερε για τον εαυτό του ότι αγαπά το Χριστό περισσότερο από όλους, για αυτό επιτρέπει ο Θεός να πέσει, να απαρνηθεί τον διδάσκαλο, για αυτό και κλαίει πικρά, και κάνει ομοίως και τα άλλα, τα μετά το κλάμα. Διότι τι δεν έκανε; Μετά από όλα αυτά έβαλε τον εαυτό σου σε μύριους κινδύνους, δείχνοντας με όλα την ανδρεία του και το παράστημα της ψυχής του» (Χ).
(2)   Μπαίνει μπροστά με έμφαση.
(3)   Ο Πέτρος έχει αυτοπεποίθηση (b).
«Έπρεπε, εφόσον άκουσε τέτοια λόγια από την αυτοαλήθεια, να ζητήσει από αυτόν δύναμη και βοήθεια· αυτός όμως από θερμότητα πιο πολύ αντιλέγει ότι τίποτα τέτοιο δεν θα πάθει» (Ζ).
Παρόλ’ αυτά δείχνει την αγαθή διάθεση του Πέτρου. Ο Ιούδας ουδέποτε διαμαρτυρήθηκε όπως ο Πέτρος, όταν άκουσε από τον Κύριο να προαναγγέλλεται η προδοσία, την οποία είχε πρόθεση να κάνει. Η καρδιά εκείνου ήταν τόσο πλήρως διατεθειμένη προς την προδοσία όσο η καρδιά του Πέτρου ήταν διατεθειμένη να μην αρνηθεί το Χριστό.
(4)   Οι περισσότερο θλιβερές δοκιμασίες είναι η φυλάκιση και ο θάνατος (b).

Λουκ. 22,34  ὁ δὲ εἶπε· λέγω σοι(1), Πέτρε(2), οὐ φωνήσει σήμερον(3) ἀλέκτωρ πρὶν ἢ τρὶς(4) ἀπαρνήσῃ μὴ εἰδέναι με(5).
Λουκ. 22,34    Ο δε Κύριος του είπε• σε διαβεβαιώνω, Πέτρο, ότι δεν θα λαλήση κατά την νύκτα αυτήν ο πετεινός, πριν συ τρεις φορές με απαρνηθής και διακηρύξης ότι δεν με γνωρίζεις.
(1)   Ο Ματθαίος και ο Μάρκος γράφουν Αμήν λέγω σοι· ο Ιωάννης Αμήν, αμήν, λέγω σοι. Ο επίσημος τόνος, με τον οποίο ειπώθηκε αυτή η σαφώς προκαθορισμένη προφητεία, προξένησε βαθειά εντύπωση σε όλους (p).
(2)   Όχι άσκοπα αντικαταστάθηκε το όνομα Σίμων με το όνομα Πέτρος= Εσύ τον οποίο ύψωσα τόσο πολύ, τον οποίο έκανα Πέτρο, θα πέσεις λοιπόν τόσο χαμηλά; (g). Η όμοια με πέτρα και βράχο πίστη και δύναμη δεν βρίσκεται στην αυτοπεποίθηση, αλλά στην ταπεινή πεποίθηση πάνω στον Κύριο (p).
(3)   «Σήμερα είπε διότι ήταν η νύχτα που ακολουθούσε την ημέρα εκείνη» (Ζ). Η ημέρα της 14 (Νισάν) είχε ήδη αρχίσει από το απόγευμα της 13, όπως είπαμε παραπάνω. Σήμερα αν και σου φαίνεται, Πέτρο, ότι είσαι έτοιμος (b).
(4)   Δες Ματθ. κστ 34 και Μάρκ. ιδ 30 και τις εκεί σημειώσεις για την αλεκτοροφωνία.
(5)   «Του φανερώνει και το είδος του πειρασμού, ότι θα είναι άρνηση. Από εδώ λοιπόν μαθαίνουμε δόγμα, ότι δε αρκεί η πρόθεση του ανθρώπου χωρίς τη βοήθεια του Θεού· όπως ακριβώς λοιπόν και ο Πέτρος επειδή εγκαταλείφθηκε για λίγο, αν και φαινόταν ότι αγαπά και έχει θερμότητα, αλλά όμως όταν τον άφησε ο Θεός, του βαλε τρικλοποδιά ο εχθρός. Και πάλι, δεν αρκεί η βοήθεια του Θεού, αν δεν υπάρχει και η ανθρώπινη πρόθεση· όπως ακριβώς λοιπόν και ο Ιούδας τίποτα δεν ωφελήθηκε, αν και όλα τα έκανε ο Κύριος για να τον κερδίσει. Διότι έλειπε η αγαθή προαίρεση (πρόθεση)» (Θφ).
Ο Χριστός γνωρίζει εμάς καλύτερα από όσο εμείς γνωρίζουμε τους εαυτούς μας. Γνωρίζει το υποκρυπτόμενο σε μας κακό, όπως και ό,τι στο μέλλον θα πράξουμε, μολονότι εμείς ούτε καν υποπτευόμαστε αυτό. Είναι ευεργετικό για μας ότι ο Χριστός γνωρίζει καλύτερα από εμάς, πού και πόσο είμαστε ασθενείς και συνεπώς γνωρίζει πού και πόσο χρειαζόμαστε να μας βοηθήσει.

Λουκ. 22,35  Καὶ εἶπεν(1) αὐτοῖς· ὅτε ἀπέστειλα ὑμᾶς(2) ἄτερ(3) βαλλαντίου(4) καὶ πήρας καὶ ὑποδημάτων, μή τινος ὑστερήθητε(5); οἱ δὲ εἶπον· οὐθενός(6).
Λουκ. 22,35   Και είπεν εις αυτούς• όταν σας έστειλα κατά την πρώτην περιοδείαν σας χωρίς χρήματα, χωρίς ταξιδιωτικό σακκίδιο και χωρίς υποδήματα, μήπως εστερηθήκατε τίποτε; Εκείνοι δε απήντησαν• όχι,τίποτε δεν εστερηθήκαμε.
(1)   Με τις λέξεις αυτές υποδηλώνεται η αρχή νέου θέματος, δεν υπάρχει όμως κάποια ένδειξη για κάποια οποιαδήποτε σύνδεση με τα προηγούμενα (p). Όσα ακολουθούν παρόλ’ αυτά μπορούν να εισαχθούν στο θέμα των δοκιμασιών που προαναγγέλθηκαν στο στίχο 31 και του κοσκινίσματος που αναφέρονται σε όλους τους αποστόλους («ζήτησε ε σ ά ς να σας κοσκινίσει») (L).
(2)   Τα ακόλουθα λόγια ταυτίζονται κατά λέξη με τις οδηγίες και εντολές στο κεφάλαιο ι 4, που δόθηκαν κατά μεν τον Ματθαίο στους δώδεκα, κατά δε τον Λουκά στους εβδομήντα. Παρόλ’ αυτά και οι εντολές που δόθηκαν στους 12 αποστόλους (Λουκ. θ 3), δεν είναι μεν αυτολεξεί οι ίδιες, στην ουσία όμως είναι όμοιες με αυτές (p). Με την ερωτηματική μορφή του λόγου προσελκύεται η προσοχή των μαθητών (ο).
(3)   ««Άτερ» λέει αντί να πει χωρίς» (Ζ).
(4)   «Και όμως τότε δεν ανέφερε το βαλάντιο. Ναι αλλά μαζί με το χρυσάφι και το ασήμι συνυπονόησε και αυτό. Διότι αφού εμπόδισε να έχουν εκείνα, είναι φανερό, ότι και αυτό το εμπόδισε. Αφού όταν δεν υπάρχει θησαυρός, είναι άρα περιττό το θησαυροφυλάκιο» (Ζ).
(5)   «Υστέρηση λέει την έλλειψη (φτώχεια)» (Ζ).
(6)   Είναι αξιοσημείωτο, ότι τίποτα εδώ δεν λέγεται για τρυφή και για πλούσια διατροφή. Ρωτούνται απλώς και μόνο, εάν στερήθηκαν κάτι (ο). Είναι ωφέλιμο σε μας να βλέπουμε ξανά συχνά την προστασία την οποία η θεία Πρόνοια κατά το παρελθόν επέδειξε σε μας και να θυμόμαστε πώς ο Θεός μάς πέρασε μέσα από τις δυσκολίες, τις οποίες συναντήσαμε. Το «ουδενός», το οποίο απαντούν οι μαθητές είναι αξιοσημείωτο και από την άποψη, ότι, μολονότι ζούσαν κατά την περιοδεία τους με συνδρομή των άλλων, χωρίς αυτοί να κουβαλάνε τίποτα μαζί τους, καμία στέρηση δεν δοκίμασαν. Ενδέχεται η διατροφή τους να μην ήταν πλούσια και εξεζητημένη, έμειναν όμως εξ’ ολοκλήρου ικανοποιημένοι και χορτασμένοι από αυτήν.

Λουκ. 22,36  εἶπεν οὖν αὐτοῖς· ἀλλὰ νῦν(1) ὁ ἔχων βαλλάντιον ἀράτω(2), ὁμοίως καὶ πήραν(3), καὶ ὁ μὴ ἔχων(4) πωλήσει τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ καὶ ἀγοράσει μάχαιραν(5).
Λουκ. 22,36      Είπε λοιπόν εις αυτούς• τα πράγματα τώρα αλλάζουν. Εκείνος που έχει βαλάντιον, ας το πάρει μαζί του. Το ίδιο ας κάμη και εκείνος που έχει σακκίδιο• ας το πάρει γεμάτο τρόφιμα και ας πωλήση το ένδυμά του εκείνος που δεν έχει μάχαιραν, δια να αγοράση.
(1)   Μέχρι τότε οι απόστολοι προστατευόμενοι και από την εύνοια, την οποία απολάμβανε ο Κύριος σε μεγάλη μερίδα του λαού, περνούσαν ζωή σχετικά εύκολη. Αλλά η σύγκρουση του Κυρίου με τις ιουδαϊκές αρχές, η οποία μετά από λίγο θα κορυφωνόταν στο δράμα του Γολγοθά, έμελλε να αλλάξει τελείως την θέση αυτή των μαθητών. Για να κάνει λοιπόν σε αυτούς έντονα αισθητή τη νέα κατάσταση, την οποία οι απόστολοι θα αντιμετώπιζαν, μεταχειρίζεται τις ακόλουθες εικόνες, με σκοπό να συστήσει σε αυτούς την λήψη προληπτικών και προφυλακτικών μέτρων (g).
«Από τώρα, λέει, ντυθείτε ώστε να φροντίζετε και οι ίδιοι τα δικά σας… Διότι δεν θα είναι για σας τέτοια τα πράγματα, εύκολα και άκοπα, αλλά θα πέσετε και σε πείνα και δίψα και σε πολλούς εχθρούς. Διότι αυτά υπαινίσσεται με το βαλάντιο και το σάκκο και το μαχαίρι. Για αυτό σηκωθείτε, διότι και θα πεινάσετε και θα χρειαστείτε φαγητά· το οποίο υπαινίσσεται με το σάκκο. Και να έχετε ανδρεία, διότι θα πέσετε σε πολλούς εχθρούς· το οποίο φανερώνει με το μαχαίρι» (Θφ).
(2)   Υπάρχει και η γραφή ἀρεῖ, που προήλθε μάλλον από τη φροντίδα, ώστε να μην παρουσιάζεται ως διαταγή «αλλά ότι είναι προφητεία όπου ο Κύριος προλέγει» (Β. στον δ.). Από αυτό προήλθαν και οι γραφές «πωλήσει… αγοράσει» αντί για τις «πωλησάτω… αγορασάτω» που μαρτυρούνται όχι μόνο από τα αλεξανδρινά αλλά και από πολλά άλλα χειρόγραφα.
(3)   Δεν μπορούν πλέον να υπολογίζουν στην ευμενή υποδοχή, της οποίας απόλαυσαν στο παρελθόν και οφείλουν να προετοιμάζονται με βάση την προϋπόθεση, ότι θα τους μεταχειρίζονται σαν συνηθισμένους ταξιδιώτες, υποχρεωμένους να πληρώνουν την τροφή τους και το κατάλυμά τους (g).
(4)   Αντικείμενο του μη έχων είναι το μάχαιραν (g). Αλλά και αν συνδέσουμε το μη έχων με το βαλάντιον και πήραν, καλή έννοια αποδίδεται. Μόνο εκείνος, ο οποίος δεν έχει χρήματα ή δισάκι, θα πουλούσε αναγκαστικά και το ρούχο του για να αγοράσει κάτι. Παρόλ’ αυτά σε επικίνδυνες εποχές και περιστάσεις ακόμη και το ιμάτιο είναι λιγότερο απαραίτητο από το μαχαίρι (p).
(5)   «Τα λέει αυτά, όχι για να κουβαλάνε οπωσδήποτε μαχαίρια, αλλά υπαινίσσεται τους πολέμους και τους κινδύνους και εισηγείται να είναι σε όλα προετοιμασμένοι» (Θφ).
Είναι σαν να λέει: Θα βρείτε ανθρώπους όχι μόνο μη διατεθειμένους να προσφέρουν φιλοξενία σε σας, αλλά τελείως αντίθετα να διάκεινται εξ’ ολοκλήρου εχθρικά απέναντί σας (b).
«Επομένως έτσι να φροντίζετε για τους εαυτούς σας, σαν να πρόκειται να προσκρούσετε σε πολέμους και κινδύνους» (Θφ). Το μαχαίρι μπήκε εδώ αλληγορικά για να δηλώσει τη σύνεση και σοφία, με την οποία έπρεπε να αντιμετωπίζουν τους κινδύνους (ο). Αξιοσημείωτη και η επόμενη ερμηνεία.
«Αυτός που διατάζει να ευλογούμε αυτούς που λοιδορούν, να ανεχόμαστε αυτούς που επηρεάζουν, να ευχόμαστε για αυτούς που διώκουν, έπειτα μας εξοπλίζει και με μαχαίρι μόνο; Και ποια λογική θα μπορούσε να έχει αυτό;… Θέλει να φανερώσει την έφοδο των Ιουδαίων και ότι πρόκειται να τον συλλάβουν. Και αυτό δεν θέλησε μεν να το πει φανερά, αλλά με αινίγματα, για να μην τους θορυβήσει πάλι αυτούς… Με τα μαχαίρια υπαινίσσεται την τωρινή επιβουλή και ότι πρόκειται να πάθει από τους Ιουδαίους όσα έπαθε. Και αυτό είναι φανερό από τα εξής. Διότι αφού είπε, Ας αγοράσει μαχαίρι, πρόσθεσε, Διότι πρέπει τα γραμμένα σχετικά με εμένα να συντελεστούν, ότι «κατατάχτηκε μεταξύ των ανόμων»» (Χ).
«Ούτε λοιπόν τελείως τα αποσιώπησε, για να μην ταραχτούν από την άμεση έφοδο, ούτε πάλι τελείως τα έκανε γνωστά, για να μην κυριευτούν από κάποια δειλία» (Σχ).
Πάντως η μάχαιρα του Πνεύματος είναι εκείνη, με την οποία πρέπει να είναι πάντοτε οπλισμένοι οι μαθητές του Χριστού. Αφού ο Χριστός έπαθε για μας πρέπει και εμείς με το ίδιο φρόνημα και την ίδια απόφαση να οπλιστούμε (Α΄Πετρ. δ 1). Πρέπει να οπλιστούμε με την προσδοκία διωγμών και βασανιστηρίων, ώστε να μην εκπλησσόμαστε, όταν συναντάμε αυτά, αλλά υποτασσόμενοι με αυταπάρνηση στο θέλημα του Θεού να υφιστάμεθα αυτά γενναία.

Λουκ. 22,37  λέγω γὰρ(1) ὑμῖν ὅτι ἔτι(2) τοῦτο τὸ γεγραμμένον(3) δεῖ(4) τελεσθῆναι ἐν ἐμοί, τὸ καὶ μετὰ ἀνόμων ἐλογίσθη(5)· καὶ γὰρ(6) τὰ περὶ ἐμοῦ(7) τέλος(8) ἔχει.
Λουκ. 22,37   Διότι σας λέγω ότι πρέπει να εκπληρωθή εις εμέ τώρα και τούτο ακόμα, που έχει γραφή, το• Και μεταξύ ανόμων και κακούργων συγκαταριθμήθηκε. Πρέπει να γίνη και αυτό, διότι όσα έχουν προφητευθή περί εμού παίρνουν τώρα τέλος.
(1)   Το «γαρ» εισάγει την εξήγηση της μεταβολής που επήλθε από το «όταν απέστειλα» μέχρι το «τώρα» (p)= Για αυτό θα σας αποστραφούν τώρα, διότι ετοιμάζουν την μεγίστη ποινή και ύβρη εναντίον μου, τον σκληρό θάνατο μαζί με τους κακούργους· και αυτό θα εξαγριώσει αυτούς εναντίον σας (δ).
(2)   Τα αλεξανδρινά και λίγα άλλα χειρόγραφα παραλείπουν αυτό. Αυτό ακόμη= Μετά από τόσα άλλα (b). Τα άλλα όλα, ύβρεις, διωγμοί, απιστία, πώρωση εκπληρώθηκαν. Και μένει ακόμη αυτό το οποίο πρέπει να εκπληρωθεί (δ).
(3)   Δες Λουκ. κ 17,Β΄Κορ. δ 13. Συχνότερα συναντιέται «τα γεγραμμένα» Λουκ. ιη 31,κα 22,Πράξ. ιγ 29,Αποκ. κ 12,κβ 19 (p). Αυτό που έχει γραφτεί στο Ησαΐου νγ 12. Η πληροφορία την οποία είχε ο Κύριος και ως άνθρωπος, ότι τα παθήματα τα οποία επρόκειτο να υποστεί, είχαν προφητευτεί και προαναγγελθεί από τους προφήτες, διότι είχαν προαποφασιστεί από τον Πατέρα του, έκανε σε αυτόν ευπρόσδεκτο το σκληρό μαρτύριο και βάδιζε προς αυτό σταθερά και με όλη τη θέλησή του.
Όταν και εμείς βρισκόμαστε σε δοκιμασίες και θλίψεις, ας μην λησμονούμε, ότι ο ουράνιος Πατέρας μας όχι μόνο είναι εν πλήρη γνώση αυτών και επιτρέπει αυτές για το καλό μας, αλλά και προτού αυτές μας συμβούν, προγνώριζε αυτές και είχε προαποφασίσει να υποστούμε αυτές. Η πληροφορία αυτή θα μας καθιστά ελαφρό το φορτίο των θλίψεων και θα μας ενισχύει πολύ στο να υπομένουμε αυτές.
(4)   Λουκ. δ 43 και θ 22.
(5)   Το «και» αποτελεί μέρος της παράθεσης= ακόμη και με άνομους κατατάχτηκε (p). «Διότι σαν άνομο και κακούργο τον σταύρωσαν ανάμεσα στους άνομους και κακούργους ληστές» (Ζ). Το ελογίσθη σημαίνει ότι, αν και δεν ήταν πράγματι άνομος, κατατάχτηκε μεταξύ των ανόμων.
(6)   Μάλλον αιτιολογικό. Διότι «τα γραμμένα σχετικά με εμένα στο νόμο και τους προφήτες παίρνουν τώρα τέλος» (Ζ). Ή, το «και γαρ»=Και πράγματι αυτά που αφορούν σε μένα φθάνουν στο τέλος τους (L).
(7)   Υπάρχει και η γραφή «το περί εμού». Ή, το περί εμού γεγραμμένον. Ή, αυτό που αφορά εμένα (L).
(8)   Ή, εκπληρούνται και πραγματοποιούνται ή έφθασαν στο τέλος τους· αναφέρεται στο τραγικό τέλος της δράσης του Κυρίου (g). Η φράση παρόλ’ αυτά «τέλος έχει» χρησιμοποιείται για χρησμούς και προφητείες που εκπληρώνονται (p).

Λουκ. 22,38   οἱ δὲ εἶπον· Κύριε, ἰδοὺ μάχαιραι ὧδε δύο(1). ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἱκανόν ἐστι(2).
Λουκ. 22,38   Οι δε μαθηταί, είπαν• Κύριε, ιδού, υπάρχουν εδώ δύο μάχαιραι. Ο δε Κύριος τους είπε• φθάνει έως εδώ• ας σταματήσωμε την συζήτησιν.
(1)   «Επειδή δεν κατάλαβαν, τι δήλωνε το… να αγοράσει μαχαίρι, δείχνουν δύο μαχαίρια» (Ζ).
Βρήκαν αυτά στο δωμάτιο ή είχαν φέρει αυτά μαζί τους (b). Δεν πρόκειται για μαχαίρια τραπεζιού, αλλά για ξίφη κατάλληλα για άμυνα εναντίον ληστών ή εναντίον κάθε επίθεσης. Ένα από αυτά ήταν του Πέτρου, ο οποίος με χτύπημα μάλλον έκοψε με αυτό το αυτί του Μάλχου (p).
(2)   «Αυτός όμως όταν τους είδε ότι δεν κατάλαβαν, είπε· είναι αρκετό. Αν και βεβαίως δεν ήταν αρκετό. Διότι αν μεν έπρεπε να χρησιμοποιήσουν ανθρώπινη βοήθεια εναντίον αυτών που ληστρικά επιτίθενταν, ούτε εκατό μαχαίρια δεν ήταν αρκετά· αν όμως όχι αυτό, αλλά χρειαζόταν πιο θεϊκή βοήθεια, ήταν περιττά και τα δύο. Αλλά ο Κύριος δεν θέλησε να ελέγξει αυτούς ότι δεν κατάλαβαν, αλλά λέγοντας, είναι αρκετό, προσπέρασε. Όπως ακριβώς λοιπόν και εμείς, όταν μιλώντας σε κάποιον δούμε αυτόν να μην κατάλαβε αυτό που είπαμε, λέμε· Καλά, άσε· αν και βεβαίως δεν είναι καλά. Αλλά για να μην ενοχλούμε, τον αφήνουμε… Προσπερνά λοιπόν ο Κύριος και αφήνει, αφήνοντας την κατανόηση των λεγομένων στην έκβαση των πραγμάτων… διότι ύστερα κατάλαβαν αυτό οι μαθητές μετά την ανάσταση. Κάποιοι επίσης είπαν ότι με ειρωνεία είπε ο Κύριος το Είναι αρκετό» (Θφ).
Λιγότερο πιθανή η τελευταία αυτή εκδοχή που διατυπώνεται από τον Κ. ως εξής:
«Χαμογελά κατά κάποιο τρόπο με αυτό που είπαν, γνωρίζοντας καλά ότι οι μαθητές μη καταλαβαίνοντας, όπως είπα, τη σημασία αυτών που είπε, νόμισαν ότι είπε πως έχουν ανάγκη από μαχαίρια… Βλέποντας λοιπόν ο Σωτήρας προς εκείνα που επρόκειτο να συμβούν στους Ιουδαίους εξαιτίας της εναντίον του ασέβειας, χαμογελά με αυτό που είπαν… Ναι, λέει, θα αρκέσουν δύο ξίφη για την αντιμετώπιση του πολέμου που επρόκειτο να έλθει εναντίον τους, για τον οποίο δεν θα μπορούσαν να ωφελήσουν ούτε πολλές χιλιάδες ξιφών (στην άλωση των Ιεροσολύμων το 70 μ.Χ από τον Τίτο)» (Κ)


Η Γεθσημανή κβ 39-46

Δες Ματθ. κστ 36-41 και Μάρκ. ιδ 32-38 και τις εκεί σημειώσεις. Ο κάθε ευαγγελιστής έχει και κάποιες ιδιαίτερες λεπτομέρειες στην αφήγησή του, που δείχνουν την ανεξαρτησία των πηγών του. Ο Λουκάς περιγράφει ειδικά τις έκτακτες φυσικές συνέπειες της αγωνίας του Κυρίου. Η αφήγησή του από την άλλη είναι πολύ σύντομη. Ο Ιωάννης αποσιωπά ολόκληρη τη σκηνή, σημειώνει όμως ξεκάθαρα (ιη 1) τον τόπο. Σε περικοπή του επίσης αξιολογότατη (ιβ 23-28) ο ευαγγελιστής αυτός μας αποκαλύπτει την αληθινή φύση αυτού του αγώνα, ο οποίος είχε αρχίσει ήδη πριν από πολλές ημέρες στην καρδιά του Ιησού. Και η προς Εβραίους επιστολή (ε 7-9) εμπεριέχει υπαινιγμό προφανέστατο της αφήγησης της Γεθσημανή, στον οποίο απαστράπτει όσο πουθενά αλλού η πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσης του Κυρίου, το οποίο αποβαίνει τόσο περισσότερο αξιοσημείωτο, όσο το σύγγραμμα αυτό είναι από εκείνα, τα οποία εξαίρουν συγχρόνως και την θεία φύση του Κυρίου (g).
Στη Γεθσημανή η ψυχή του Κυρίου δοκίμασε την θλίψη που προκλήθηκε από την αμαρτία, για την οποία ήλθε να ικανοποιήσει τη θεία δικαιοσύνη και αισθάνθηκε την οργή, την οποία ο Πατέρας εκδήλωσε κατά της παράβασης του ανθρώπινου γένους. Εκεί ο Κύριος έδωσε πάλη με τον άρχοντα του σκότους, ο οποίος έλαβε για δοκιμασία του εγκαταλελειμμένου στις δυνάμεις του υιού του ανθρώπου όλα τα πλεονεκτήματα, τα οποία θα επιθυμούσε, για να ανατρέψει αυτόν, αλλά αφού ηττήθηκε «ο άρχοντας του κόσμου τούτου διώχτηκε έξω».

Λουκ. 22,39   Καὶ ἐξελθὼν(1) ἐπορεύθη κατὰ τὸ ἔθος(2) εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν· ἠκολούθησαν δὲ αὐτῷ καὶ(3) οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ.
Λουκ. 22,39   Και αφού βγήκεν επήγε, όπως συνήθιζε, στο όρος των Ελαιών• τον ηκολούθησαν δε και οι μαθηταί του.
(1)   Στο «αφού βγήκε» περιλαμβάνεται η έξοδος από το υπερώο από τη μία και από την πόλη από την άλλη (g).
(2)   Χωρίς να επιζητήσει να διαφύγει τον Ιούδα, ο οποίος θα ερχόταν αναμφίβολα να τον αναζητήσει εκεί (g). Δεν ήταν πλέον αναγκαίο να φυλαχτεί ο Ιούδας σε άγνοια των κινήσεων του Κυρίου και για αυτό ακολουθεί ο Κύριος την συνήθη πράξη του (p).
(3)   Παρά τον κίνδυνο που τους απειλούσε (g).

Λουκ. 22,40  γενόμενος δὲ ἐπὶ τοῦ τόπου εἶπεν αὐτοῖς· προσεύχεσθε(1) μὴ εἰσελθεῖν(2) εἰς πειρασμόν.
Λουκ. 22,40  Όταν δε έφθασε στον γνωστόν τόπον, που συνήθως ήρχετο, τούς είπε• προσεύχεσθε και παρακαλείτε τον Θεό να μη πέσετε εις πειρασμόν.
(1)   «Συμβούλευσε τους μαθητές εκείνα που χρειάζονταν στην περίσταση εκείνη» (Κ). Βλέπει ο Κύριος να πλησιάζει και για τους μαθητές ο καιρός της δοκιμασίας και τους προσκαλεί να προσευχηθούν, προτρέποντας αυτούς σε αυτό και με το παράδειγμά του (g)
(2)   Η χρήση του ρήματος εισέρχομαι προκειμένου για πειρασμό με την έννοια του υποκύπτω στον πειρασμό κατανοείται, εάν αντιταχθεί με τη σκέψη το ρήμα αυτό με το διέρχομαι (=περνώ μέσα από)(g). Δες στίχο 46. Ο πειρασμός εδώ συνίστατο σε κλονισμό της πίστης στον Ιησού ως Μεσσία και Σωτήρα, και θα προερχόταν και από την ταπείνωση και τους εξευτελισμούς, στα οποία ο Ιησούς θα υποβαλλόταν, όταν θα θριάμβευαν για λίγο εις βάρος του οι εχθροί του (ο).

Λουκ. 22,41 καὶ αὐτὸς ἀπεσπάσθη(1) ἀπ᾿ αὐτῶν ὡσεὶ λίθου βολήν(2), καὶ θεὶς τὰ γόνατα(3) προσηύχετο(4)
Λουκ. 22,41 Και αυτός απεμακρύνθη από αυτούς, όσον περίπου ημπορεί ένας να ρίψη τον λίθο και αφού γονάτισε προσηύχετο.
(1)   Με την έννοια του απομακρύνθηκε (δ) με πρόθεση γεμάτη από πόθο και θερμότητα (b). Υποδηλώνει κίνηση απότομη και κάπως βίαιη και ταυτόχρονα ένα είδος παθητικότητας= κατά κάποιο τρόπο σύρθηκε μακριά από τους δικούς του από τη συγκίνηση που τον κυρίευσε (g).
(2)   Δηλαδή γύρω στα τριάντα μέτρα, έτσι ώστε οι μαθητές κάτω από το φως της πανσέληνου μπορούσαν να βλέπουν τον Διδάσκαλό τους (L).
(3)   Η φράση τιθέναι τα γόνατα δεν είναι κλασική. Είναι μάλλον λατινισμός (=genua ponere=έπεσε στα γόνατα)(p).
(4)   Ο παρατατικός δηλώνει τη συνεχιζόμενη προσευχή (p).
«Προσεύχεστε, είπε, για να μην μπείτε σε πειρασμό. Αλλά για να μην τους ωφελήσει μόνο με λόγια, αλλά και να γίνει παράδειγμα αυτού του πράγματος (της προσευχής), αφού απομακρύνθηκε λίγο, πέφτοντας στα γόνατα προσευχήθηκε» (Κ).

Λουκ. 22,42  λέγων· πάτερ, εἰ βούλει(1) παρενεγκεῖν(2) τοῦτο τὸ ποτήριον(3) ἀπ᾿ ἐμοῦ(4)· πλὴν μὴ τὸ θέλημά μου(5), ἀλλὰ τὸ σὸν(6) γινέσθω.
Λουκ. 22,42   λέγων• πάτερ, εάν θέλης να απομακρύνης από εμέ το πικρόν τούτο ποτήριον, απομάκρυνε το, πλην όμως ας μη γίνη το θέλημά μου, αλλά το ιδικόν σου θέλημα.
(1)   «Βλέπεις ότι με ευλάβεια τέτοια που ταιριάζει σε άνθρωπο ζήτησε ο Χριστός την απομάκρυνση του πειρασμού; Διότι λέει, «εάν θέλεις απομάκρυνέ το». Σαν να είναι δηλαδή ένας από εμάς, αναθέτει στη θέληση του Πατέρα το τέλος εκείνων που επρόκειτο να συμβούν» (Κ).
«Διότι για να γίνει πιστευτό, ότι αληθινά έγινε άνθρωπος, επέτρεψε στη φύση να κάνει το δικό της και επιθυμεί τη ζωή και αυτός ως άνθρωπος και εύχεται να απομακρυνθεί το ποτήριο· διότι αγαπά πολύ τη ζωή ο άνθρωπος· και με αυτά τα λόγια ανατρέπει τις αιρέσεις που λένε ότι κατά φαντασία έγινε άνθρωπος» (Θφ).
(2)   Υπάρχει και η γραφή παρένεγκε και παρενέγκαι. Η ελλειπτική μορφή του λόγου, που προέρχεται από τη σφοδρή συγκίνηση αυτού που μιλά και ονομάζεται από τους γραμματικούς αποσιώπηση, συναντιέται και στο Λουκά ιθ 42 (ο).
(3)   Στην Π.Δ. η μεταφορά του ποτηρίου για την καλή ή κακή τύχη κάποιου προσώπου είναι συνηθέστατη (Ψαλμ. ι 6,ιε 5,κβ 5,οε 9 κλπ). Στην Κ.Δ. χρησιμοποιείται ειδικά για το πάθος του Χριστού. Δες Μάρκ. ιδ 36,Ιω. ιη 11,Ματθ. κ 23,23,Μάρκ. ι 38,39 (p).
«Γιατί βρίσκεται να ατονεί η φύση του ανθρώπου, ακόμη και στον ίδιο το Χριστό, όσο εξαρτάται από αυτήν, αλλά επαναφέρεται από το Λόγο που ενώθηκε με αυτήν σε γενναιότητα που ταιριάζει στο Θεό».
«Το πάθος δηλαδή της λύπης… δεν εκδηλωνόταν στην ίδια τη θεία και απαθή φύση του Λόγου· διότι ήταν αδύνατο, επειδή βρίσκεται πέρα από κάθε πάθος· λέμε όμως ότι ο Λόγος, που έλαβε σάρκα και κατέβηκε στα ανθρώπινα μέτρα, θέλησε φαινομενικά να υπομείνει τα δικά της πάθη. Όπως λοιπόν λέγεται ότι πείνασε, αν και είναι ζωή και ζωοποιός, και είναι ο ίδιος ο άρτος ο ζωντανός, και κοπίασε από τον μακρό δρόμο, αν και είναι Κύριος των δυνάμεων, έτσι λέγεται και ότι περιέπεσε σε αγωνία και φάνηκε ότι λυπήθηκε. Γιατί δεν έπρεπε αυτός που κατέβηκε σε ταπείνωση και περιβλήθηκε τα ανθρώπινα μέτρα, να εμφανίζεται ότι αποφεύγει τα ανθρώπινα» (Κ).
(4)   Ο Κύριος δεν αρνείται ούτε για μια στιγμή να συντελέσει τη σωτηρία της ανθρωπότητας. Ζητά μόνο εάν εκτός του σταυρού ο Πατέρας με την απεριόριστή του δύναμη και σοφία, δεν θα μπορούσε να βρει και άλλο μέσο συνδιαλλαγής (g).
(5)   Όταν λέει ο Ιησούς το θέλημά μου δεν εννοεί ούτε ολόκληρο το θέλημά του ούτε το οριστικό θέλημά του, το οποίο έγινε τέτοιο μετά από απόφαση. Λέγοντας θέλημά μου εννοεί το θέλημα του φυσικού ενστίκτου, που τοποθετήθηκε μέσα μας από το Θεό, και το οποίο ένστικτο αποστρέφεται το πάθος. Η αντίσταση λοιπόν του θελήματος μπροστά στη σκληρή τιμωρία, όπως ήταν εκείνη, την οποία ο Ιησούς είχε μπροστά του, είναι κάτι το φυσικό και νόμιμο. Η αντίσταση μάλιστα αυτή ήταν τόσο αναγκαία, ώστε χωρίς αυτήν δεν θα υπήρχε θυσία στην υπακοή. Η θυσία αρχίζει ακριβώς με τη σύγκρουση αυτή μεταξύ της φωνής της φύσεως και του ανώτερου θελήματος που συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του έργου, το οποίο ο Θεός επιβάλλει.
Αλλά η σύγκρουση αυτή δεν συνεπάγεται ενοχή και αμαρτία, εφ’ όσον η φωνή της φύσης δεν κυριαρχεί πάνω στη φωνή του πνεύματος, το οποίο παραμένει προσκολλημένο στο θείο θέλημα και το οποίο τελικά κυριαρχεί. Η σύγκρουση λοιπόν εδώ δεν είναι μεταξύ του Ιησού και του Θεού, αλλά μεταξύ δύο στοιχείων μέσα στον ίδιο τον Ιησού Χριστό, στη φύση και στο πνεύμα, το οποίο ούτε για μια στιγμή δεν χωρίζεται από το θείο θέλημα (g) 
«Διότι η μεν μνήμη του θανάτου, εισδύοντας στη μνήμη, τάραζε τον Ιησού, ενώ η δύναμη της θεότητας υπέτασσε το πάθος αμέσως στην αρχή του, και το μεταμόρφωνε σε γενναιότητα. Γιατί κινήθηκαν και μέσα στο Χριστό τα ανθρώπινα με δύο τρόπους· διότι έπρεπε αυτός και με αυτά να φαίνεται ότι έχει όλα τα ανθρώπινα, εκτός μόνο από την αμαρτία, και ότι έγινε αληθινά άνθρωπος, όχι φαινομενικά και κατά φαντασία, αλλά με τρόπο φυσικό μάλλον, έχοντας γεννηθεί από γυναίκα. Όμως τον φόβο και την δειλία, που σε εμάς είναι πάθη φυσικά, επειδή προκλήθηκαν από τις αμαρτίες, τα απέφυγε. Επίσης ενεργούσαν στο Χριστό τα ανθρώπινα, όχι για να δυναμώσουν με την ενέργειά τους αυτή, αλλά για να διακόπτωνται με τη δύναμη του Λόγου και να μεταβάλλεται σε μία άλλη ανώτερη και θεϊκότερη κατάσταση η ανθρώπινη φύση, με πρώτο τον Χριστό. Διότι έτσι ήταν δυνατόν, και όχι αλλιώς, και σε εμάς να διαβούμε το δρόμο της θεραπείας» (Κ). 
(6)   «Να μη γίνει το θέλημά μου το ανθρώπινο, αλλά το δικό σου, το οποίο δικό σου βεβαίως δεν είναι χωρισμένο από το δικό μου θέλημα. Διότι εφόσον είχε δύο φύσεις ο ένας Χριστός, είχε οπωσδήποτε και φυσικά θελήματα και το θείο και το ανθρώπινο, δηλαδή θελήσεις. Ήθελε μεν λοιπόν η ανθρώπινη φύση τη ζωή· διότι αυτό είναι φυσικό· έπειτα ακολουθώντας το θείο θέλημα… καταδέχτηκε το θάνατο. Και έτσι έγινε ένα αυτό που ήθελε, δηλαδή ο σωτήριος θάνατος» (Θφ).

Λουκ. 22,43  (1) ὤφθη(2) δὲ αὐτῷ ἄγγελος ἀπ᾿ οὐρανοῦ(3) ἐνισχύων(4) αὐτόν.
Λουκ. 22,43  Παρουσιάσθηκε δε εις αυτόν την ώραν εκείνην άγγελος από τον ουρανόν, ο οποίος του ενίσχυε τας σωματικάς του δυνάμεις.
(1)   Οι στίχοι 43 και 44 παραλείπονται από τον βατικανό και αλεξανδρινό κώδικα και σημειώνονται με σημάδι αμφιβολίας σε κάποια βυζαντινά χειρόγραφα. Υπάρχουν όμως στον σιναϊτικό και τον κώδικα του Βέζα και σε 13 άλλους μεγαλογράμματους κώδικες και στις δύο παλαιότερες μεταφράσεις Ιτάλα και Πεσιτώ. Ο στίχος 44 παρατίθεται και από τον Ιουστίνο και τον Ειρηναίο. Είναι τελείως απίθανο στίχοι που περιέχουν τέτοιες λεπτομέρειες να προστέθηκαν με παρεμβολή. Είναι πιθανότερο, ότι οι στίχοι αυτοί, οι οποίοι εκ πρώτης όψεως φαίνονται να αντιτίθενται στη θεότητα του Ιησού, παραλείφθηκαν σκόπιμα υπό την πρόφαση, ότι τίποτα παρόμοιο δεν συναντιέται στους δύο άλλους συνοπτικούς (g).
(2)   Το ώφθη δηλώνει εμφάνιση ορατή στα μάτια ( L). Αντιτίθεται στα συμφραζόμενα και στην έννοια, με την οποία χρησιμοποιεί αλλού το ρήμα ο Λουκάς, το να υποθέσουμε ότι πρόκειται για εσωτερικό φαινόμενο και αόρατη πνευματική παρουσία. Δες Λουκά α11,θ 31,κδ 34,Πράξ. β 3,ζ 2,26,30,35,θ 17,ιγ 31,ιστ 9,κστ 16 (p).
(3)   Ήλθε από τον ουρανό (L). Το από τον ουρανό δεν θα το πρόσθετε, εάν επρόκειτο για αόρατη παρουσία αγγέλου (p). Είναι ήδη ο υιός του ανθρώπου, που αντιπροσωπεύει ολόκληρο το ανθρώπινο γένος και βαστάζει στους ώμους του όλα τα βάρη μας.
Η θεία φύση, μολονότι ενωμένη μαζί του, έχει αποσυρθεί κατά τρόπο μυστηριώδη και απρόσιτο στην ανθρώπινη διάνοια και έχει αφήσει μόνο τον υιό του ανθρώπου να αντιπαλαίψει με την ταραγμένη και από σφοδρά κύματα σαλευομένη θάλασσα που τον κυκλώνει. Ήδη ο Ιησούς είναι «λίγο ελαττωμένος από τους αγγέλους (ως άνθρωπος)» και για αυτό υποβάλλεται και στην από άγγελο ενίσχυση. Τι ταπείνωση και τι συγκατάβαση για εμάς!
(4)   Ενισχύω σημαίνει συνήθως παίρνω δύναμη (Πράξ. θ 18). Παρόλ’ αυτά λαμβάνεται και με έννοια ενεργητική στους Ο΄ και στον Ιπποκράτη. Η ενίσχυση μπορεί να εννοηθεί ότι παρέχεται είτε στο σώμα είτε στην ψυχή. Στην παρούσα περίσταση η ψυχή πάσχει και μέσω αυτής πάσχει και το σώμα. Στην ψυχή λοιπόν κομίζεται η ενίσχυση από τον άγγελο. Πώς; Αυτό είναι μυστικό του Θεού (L).
Ενισχύοντας αυτόν πάντως όχι με προτροπή και παρόρμηση (b). Δεν αποτελούσαν ρητορικό σχήμα οι προ ολίγων στιγμών λεχθέντες από τον Κύριο λόγοι: Είναι περίλυπη η ψυχή μου έως θανάτου. Όπως στην έρημο υπό το κράτος τα πείνας, έτσι και τώρα υπό το βάρος της αγωνίας ο Κύριος αισθανόταν τον εαυτό του κοντά στο θάνατο. Η παρουσία του αγγέλου έκανε να περάσει μέσα από αυτόν μία ζωογόνα πνοή. Μία δροσιά θεϊκή διαπερνά την ψυχή και το σώμα του και αναλαμβάνοντας δυνάμεις συνεχίζει μέχρι τέλους τον αγώνα αυτόν, από τη βία του οποίου εξαντλούνταν οι φυσικές του δυνάμεις μέχρι θανάτου (g).
Ίσως ο άγγελος σκούπισε τον ιδρώτα του και τα δάκρυά του· ίσως του πρόσφερε κάποιο ποτό δυναμωτικό, όπως και μετά τον πειρασμό στην έρημο τον διακονούσαν οι άγγελοι· ίσως τον βάσταξε στους βραχίονές του και τον βοήθησε να σηκωθεί από το έδαφος ή τον συνέφερε έτοιμο να λιποθυμήσει.

Λουκ. 22,44  καὶ γενόμενος ἐν ἀγωνίᾳ(1) ἐκτενέστερον(2) προσηύχετο. ἐγένετο δὲ ὁ ἱδρὼς(3) αὐτοῦ ὡσεὶ θρόμβοι αἵματος(4) καταβαίνοντες ἐπὶ τὴν γῆν(5).
Λουκ. 22,44   Και περιέπεσε εις αγωνίαν και προσηύχετο τώρα θερμότερα και εκτενέστερα, και ο άφθονος ιδρώς, που έτρεχε από το πρόσωπον και το σώμα του, έγινε πηκτός σαν θρόμβοι αίματος, που πίπτουν εις την γην.
(1)   Λέγεται μία φορά. Ο Μάρκος αντί του γενόμενος εν αγωνία γράφει ἐκθαμβεῖσθαι καὶ ἀδημονεῖν, ενώ ο Ματθαίος λυπεῖσθαι καὶ ἀδημονεῖν (p). Η λέξη βγαίνει από το αγών (= αγώνας). Λέγεται για τις ισχυρότερες συγκινήσεις και ταραχές της ψυχής (Grimm.).
(2)   Από το εκτείνω= διαρκέστερα, άρα λοιπόν και εντονότερα και με μεγαλύτερη θερμότητα (δ). Δεν εννοεί αυτό, ότι πριν η προσευχή ήταν κάπως ψυχρή και χλιαρή, αλλά ότι τώρα η προσευχή του προσέλαβε ιδιαίτερη σφοδρότητα, που εκδηλωνόταν και σε σχήματα εξωτερικά και σε φωνή ισχυρότερη και σε λυγμούς που διέκοπταν αυτήν. Κατά τη στιγμή αυτή φαίνεται έλαβε χώρα το βεβαιούμενο από την Γραφή, ότι «πρόσφερε δεήσεις και ικεσίες με κραυγή ισχυρή και δάκρυα» (Εβρ. ε 7).
(3)   «Ότι η προσευχή ήταν από την ανθρώπινη φύση, η οποία κατά παραχώρηση έπασχε το κοινό πάθος της φιλοζωΐας, και όχι από τη θεότητα, όπως λένε οι Αρειανοί (οπαδοί του αιρετικού Αρείου), είναι φανερό από το ότι ίδρωσε και ένιωσε τέτοια αγωνία ώστε… και θρόμβοι αίματος να πέσουν από αυτόν» (Θφ).
(4)   «Θρόμβοι αίματος είναι οι παχύτατες σταγόνες του αίματος. Και το είπε αυτό δηλώνοντας όχι ότι ίδρωσε με αίμα, αλλά ότι έπεφταν από αυτόν παχιοί ιδρώτες από την αγωνία» (Ζ).
«Διότι υπάρχει παροιμία, σε αυτούς που κουράζονται πάρα πολύ, ότι με αίμα ίδρωσε· όπως ακριβώς και σε αυτούς που οδύρονται πικρά, με αίματα κλαίει. Αυτό λοιπόν θέλοντας να δηλώσει και ο ευαγγελιστής, ότι δεν έσταζε με κάποιες λεπτές σταγόνες… αλλά με σταγόνες παχιές ιδρώτα, πήρε για εικόνα αυτού που έγινε τους θρόμβους του αίματος» (Θφ).
Εδώ συγκρίνεται ο ιδρώτας του Σωτήρα κατά το εξωτερικό σχήμα με τον θρόμβο του αίματος για ένδειξη της μεγάλης του αγωνίας, και δεν ταυτίζεται πράγματι σαν να ήταν αιματηρός ιδρώτας (δ). Ο ιατρός Αρεταίος κατά τον Hobart συνέκρινε το πηκτό με τους θρόμβους («παχύ και πηχτό σαν τους θρόμβους»). Η ιατρική παρόλ’ αυτά γνωρίζει και «αιματώδη ιδρώτα», όπως αποκαλεί αυτόν ο Αριστοτέλης (L).
Και υπάρχουν περιπτώσεις, κατά τις οποίες το αίμα βίαια μαστιζόμενο από την αγωνία ξεπηδά από τα αγγεία που το συγκρατούν προς τα έξω αναμιγνυόμενο με τον ιδρώτα (g). Για τον Κάρολο Θ΄ της Γαλλίας αναφέρεται ότι κατά τις δύο τελευταίες εβδομάδες της ζωής του (Μάιος 1574) αίμα ξεπηδούσε από όλους τους πόρους του δέρματος έτσι ώστε σε κάποια περίπτωση βρέθηκε λουσμένος με αιματηρό ιδρώτα (p).
(5)   Ότι κατέβαινε παχύς ιδρώτας από την αγωνία το παρατήρησε στο φως της πανσελήνου κάποιος από τους μαθητές που ήταν μαζί του και πιο κοντά (δ).
«Και δήλωνε όπως ακριβώς και με την έντονη προσευχή και με την πολλή αγωνία και την παχύτητα των ιδρώτων, ότι ο Σωτήρας ήταν άνθρωπος κατά τρόπο φυσικό και αληθινό και όχι φαινομενικά και φανταστικά και υπηρέτησε τα φυσικά και αδιάβλητα πάθη (αδιάβλητα=αυτά που δεν μπορούν να κατηγορηθούν ως αμαρτωλά)» (Σχ).
Ο ιδρώτας μπήκε μαζί με την αμαρτία και υπήρξε μέρος της κατάρας στο προπατορικό αμάρτημα (Γεν. γ 19). Όταν λοιπόν ο Χριστός έγινε για χάρη μας αμαρτία και κατάρα, ίδρωσε με ιδρώτα πηχτό, έτσι ώστε με τον ιδρώτα του προσώπου του να φάμε εμείς άρτο και για να εξαγιάσει και να γλυκάνει όλες τις δοκιμασίες μας.

Λουκ. 22,45   καὶ ἀναστὰς ἀπὸ τῆς προσευχῆς, ἐλθὼν πρὸς τοὺς μαθητὰς εὗρεν αὐτοὺς κοιμωμένους ἀπὸ τῆς λύπης(1),
Λουκ. 22,45    Και αφού εσηκώθηκε από την προσευχήν, ήλθε προς τους μαθητάς και τους εύρε να κοιμώνται, από την κατάπτωσιν που τους είχε προκαλέσει η πολλή λύπη.
(1)   Είναι γνωστό πράγματι, ότι λύπη μεγάλη φέρνει διάθεση για ύπνο λόγω της εξάντλησης, προ παντός μετά από μακρά και ζωηρή ένταση (g).

Λουκ. 22,46  καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τί καθεύδετε; ἀναστάντες προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν(1).
Λουκ. 22,46  Και τους είπε• διατί κοιμάσθε; Σηκωθήτε και προσεύχεσθε, δια να μην πέσετε εις πειρασμόν.
(1)   «Συμβουλεύει να προσεύχονται στους πειρασμούς, ώστε να μη νικηθούν από αυτούς. Διότι αυτό σημαίνει το να μην μπουν σε πειρασμό· δηλαδή το να μην τους καταπιεί ο πειρασμός ούτε να μπουν μέσα στην επικράτειά του» (Θφ).

Η σύλληψη του Ιησού κβ 47-53

Λουκ. 22,47   Ἔτι δὲ αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ ὄχλος, καὶ ὁ λεγόμενος Ἰούδας(1), εἷς τῶν δώδεκα(2), προῆγεν(3) αὐτούς, καὶ ἤγγισε τῷ Ἰησοῦ φιλῆσαι(4) αὐτόν· τοῦτο(5) γὰρ σημεῖον δεδώκει αὐτοῖς· ὃν ἂν φιλήσω, αὐτός ἐστιν.
Λουκ. 22,47   Ενώ δε αυτός μιλούσε, ιδού έφθασε ο όχλος και αυτός που ελέγετο Ιούδας, ένας από τους δώδεκα, επήγαινεν εμπρός ως οδηγός των και επλησίασε τον Ιησούν, δια να τον φιλήση. Διότι αυτό τους είχε δώσει ως σημείον. Τους είχε δηλαδή πει• όποιον φιλήσω, αυτός είναι ο Ιησούς.
(1)   «Γιατί όμως λέει «ο λεγόμενος Ιούδας»; Μήπως δηλαδή δεν γνώριζε τον άνδρα που συγκαταλεγόταν μεταξύ εκείνων που είχαν επιλεγεί; Αλλά σαν να είχε μισήσει ήδη και το όνομά του, λέει· αυτός που λεγόταν Ιούδας» (Κ).
(2)   «Και προσθέτει σε αυτό και το «Ένας από τους δώδεκα», για να δείξει και να κατηγορήσει τη φαυλότητα του προδότη. Γιατί αυτός που είχε τιμηθεί εξίσου με τους αποστόλους, έγινε αφορμή σε εκείνους που ήθελαν να σκοτώσουν το Χριστό» (Κ).
(3)   Περισσότερο μαρτυρημένη γραφή προήρχετο= προηγούνταν του όχλου (δ).
(4)   «Τους έδωσε δηλαδή σημάδι· εκείνον που θα φιλήσω, αυτός είναι. Ξέχασε εντελώς τη δόξα του Χριστού· νόμισε ίσως ότι μπορούσε να κρυφτεί· και προβάλλει μεν μπροστά φίλημα σαν τύπο αγάπης, έχοντας όμως γεμάτη την καρδιά με ανίερες σκέψεις. Σαν μεθυσμένος λοιπόν πλησιάζει το Χριστό· και την εξαιρετική αγάπη προσδοκούσε να την καταστήσει όργανο δόλου και απάτης. Με αυτόν τον τρόπο βεβαίως και πολύ εύλογα έκανε ακόμη βαρύτερη στον εαυτό του την καταδίκη, διότι δεν ντράπηκε ούτε το σχήμα και σύμβολο της προδοσίας, το φίλημα» (Θφ).
(5)   Ολόκληρη η φράση μέχρι τέλους μαρτυρείται από ελάχιστους μεγαλογράμματους κώδικες και παραλείπεται και από αρκετούς μικρογράμματους.

Λουκ. 22,48   ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Ἰούδα, φιλήματι(1) τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου(2) παραδίδως;
Λουκ. 22,48   Ο δε Ιησούς τού είπε• Ιούδα, με φίλημα προδίδεις τον υιόν του ανθρώπου;
(1)   «Τι κάνει λοιπόν ο Κύριος; Δέχεται αυτό το εχθρικό φίλημα. Οι κεραυνοί πάλι αμελούσαν να ξεσπάσουν πάνω στον αχάριστο και δόλιο, διότι ο Σωτήρας μας δίδασκε να δείχνουμε ανεξικακία σε τέτοιους ανθρώπους. Τον ελέγχει μόνο· Ιούδα με φίλημα προδίδεις; Ούτε αυτό το είδος της προδοσίας δεν ντρέπεσαι; Αναμιγνύεις την προδοσία που είναι έργο εχθρού με φίλημα φίλου;… Και τα έλεγε αυτά διότι μέχρι την τελευταία στιγμή καιγόταν για αυτόν. Για αυτό και ούτε ύβρισε, ούτε είπε· απάνθρωπε και αχάριστε, αλλά, Ιούδα, επαναφέροντάς τον με το κύριο όνομά του. Και ούτε θα τον έλεγχε αν και αυτό δεν ήταν για βελτίωσή του» (Θφ).
«Δες πώς με τρόπο πάρα πολύ ελεγκτικό αγγίζει την αναιδή ψυχή και λέει λόγια ικανά να μαλακώσουν και πέτρινο νου. Όταν δηλαδή όρμηξε να τον φιλήσει, τι λέει; Ιούδα με φίλημα, παραδίνεις τον υιό του ανθρώπου; Ούτε αυτόν τον τρόπο της προδοσίας δεν ντρέπεσαι; Και τα έλεγε αυτά ο Χριστός για να τον ελέγξει και θυμίζοντας του την προηγούμενη συνήθεια. Αλλά όμως αν και τόσα έκανε ο Κύριος και είπε, δεν έγινε καλύτερος εκείνος, όχι από την αδυναμία αυτού που έδωσε τις συμβουλές, αλλά από τη δική του ραθυμία. Ο Χριστός όμως, αν και όλα αυτά τα προγνώριζε, δεν παρέλειψε από την αρχή μέχρι το τέλος να δείξει όλα όσα εξαρτιόνταν από αυτόν» (Χ).
«Και όταν μεν τον φιλούσε (ο Ιούδας) δεν τον αποστράφηκε, αλλά με τη συνηθισμένη του πραότητα τον έλεγχε. Έδειξε όμως σε αυτόν, για να μη νομίζει ότι κρύβεται, ότι δεν τον δέχεται για αυτό, το οποίο υποκρίνεται με το φιλί, αλλά για εκείνο, για το οποίο και ήλθε και θέλει να εκτελέσει» (Απολλινάριος).
(2)   «Αλλά και ποιόν προδίδεις; Τον υιό του ανθρώπου, δηλαδή τον ήμερο, τον πράο, τον συγκαταβατικό, που έγινε άνθρωπος για σένα» (Θφ).
Υπενθυμίζει στον Ιούδα, ότι είναι ο Μεσσίας αυτός, τον οποίο μεταχειριζόταν με το καταπληκτικό αυτό επικάλυμμα της προδοσίας (p). «Ιούδα με φίλημα παραδίνεις τον υιό του ανθρώπου;» Σαν να του έλεγε: Έπρεπε λοιπόν ο υιός του ανθρώπου να προδοθεί και να παραδοθεί από έναν μαθητή του, σαν να υπήρξε για αυτόν σκληρός και άδικος διδάσκαλος και σαν τα μαθήματα, τα οποία αυτός έλαβε από αυτόν, να ήταν άξια καταφρόνησης και αποκήρυξης; Χρειαζόταν λοιπόν και με φίλημα να παραδοθεί;
Έπρεπε το σύμβολο αυτό και η εκδήλωση της φιλίας και της αγάπης να καταστεί μέσο και όργανο προδοσίας; Βεβηλώθηκε ποτέ και υβρίστηκε άλλοτε τόσο πολύ το δείγμα αυτό της αγάπης; Και χρειαζόταν η βεβήλωση αυτή να γίνει από έναν μαθητή δικό μου, ο οποίος την διδασκαλία μου στήριξα στην αγάπη και τη ζωή μου ολόκληρη παρουσίασα όχι μόνο ύμνο αλλά και θυσία στην αγάπη; Ω! ναι· τίποτα άλλο δεν πικραίνει τόσο πολύ τον Ιησού, όσο το να προδίδεται από εκείνους, οι οποίοι προσποιούνται φιλία και αφοσίωση σε αυτόν και για ευτελή συμφέροντα ή ηδονές αρνούνται την αγάπη του.

Λουκ. 22,49  ἰδόντες δὲ οἱ περὶ αὐτὸν τὸ ἐσόμενον εἶπον αὐτῷ· Κύριε, εἰ πατάξομεν ἐν μαχαίρᾳ(1);
Λουκ. 22,49   Όταν δε είδαν οι μαθηταί, που ήσαν γύρω από τον Ιησούν, αυτό που θα συνέβαινε, του είπαν• Κύριε, μας δίνεις την άδεια να τους κτυπήσωμεν με μάχαιραν;
(1)   Ειπώθηκε ότι αφού ήταν παράνομο να κουβαλά κάποιος μαχαίρια κατά τις εορτές, έχουμε εδώ άλλο σημάδι, ότι το τελευταίο μυστικό Δείπνο δεν ήταν πασχάλιο δείπνο. Εάν όμως το μαχαίρι ήταν μαχαίρι μεν τραπεζιού, μεγάλο όμως, ώστε με αυτό να σφαχτεί το αρνί, το επιχείρημα καταπίπτει (p).

Λουκ. 22,50  καὶ ἐπάταξεν εἷς τις ἐξ αὐτῶν(1) τὸν δοῦλον τοῦ ἀρχιερέως(2) καὶ ἀφεῖλεν αὐτοῦ τὸ οὖς τὸ δεξιόν.
Λουκ. 22,50   Και κάποιος από αυτούς εκτύπησε με μάχαιραν τον δούλον του αρχιερέως και του απέκοψε το δεξί αυτί.
(1)   Μόνος ο Ιωάννης αναφέρει και το όνομα του μαθητή (Πέτρος) και το όνομα του δούλου (Μάλχος). Όταν έγραφε το ευαγγέλιό του ο Ιωάννης δεν ήταν επικίνδυνο να φανερωθεί το όνομα του αποστόλου, που χτύπησε τον δούλο του αρχιερέα. Ως γνωστός του αρχιερέα (Ιω. ιη 15) ο Ιωάννης πιθανότατα γνώριζε άμεσα τον δούλο και το όνομά του (p).
(2)   Πιθανώς ο Μάλχος πρωτοστάτησε στη σύλληψη του Ιησού και ο Πέτρος απέβλεπε στο να χτυπήσει με το μαχαίρι εναντίον του κεφαλιού του (p).

Λουκ. 22,51  ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ἐᾶτε ἕως τούτου(1)· καὶ ἁψάμενος τοῦ ὠτίου αὐτοῦ ἰάσατο αὐτόν(2)·
Λουκ. 22,51  Απεκρίθη δε ο Ιησούς και τους είπε• φθάνει έως εδώ, μη προχωρείτε άλλο. Και αφού ήγγισε το αυτί του δούλου, τον εθεράπευσε.
(1)   Η ασάφεια της φράσης αποτελεί απόδειξη, ότι ειπώθηκε αυτή. Λόγος που επινοήθηκε θα ήταν σαφέστερος. Εάν απευθύνθηκε προς τους μαθητές (όπως υπονοεί το προηγούμενο «αποκριθείς»= είτε στην ερώτηση των μαθητών αποκρίθηκε, είτε στην πράξη του Πέτρου)(p) η έννοια είναι: αφήστε την αντίσταση μέχρις εδώ, μέχρι την πληγή του δούλου και τίποτα άλλο μην κάνετε (δ). Μην προχωράτε περισσότερο! Όχι άλλο παρόμοιο χτύπημα! Αυτό είναι παραπάνω από ό,τι πρέπει.
Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία· αφήστε τους ανθρώπους αυτούς να προχωρήσουν μέχρι αυτό, δηλαδή μέχρι του να με συλλάβουν (g). Εάν απευθύνθηκε προς εκείνους οι οποίοι είχαν έλθει να τον συλλάβουν, μπορεί να σημαίνει: Ανεχτείτε την μέχρι του σημείου αυτού βία εκ μέρους των ακολούθων μου· η βία αυτή εντός ολίγου θα επανορθωθεί (p). Παρόλ’ αυτά ο Κύριος από τον στίχο 52 απευθύνεται σε αυτούς που ήλθαν σε αυτόν (g).
(2)   «Θεράπευσε ως Θεός εκείνον που δέχτηκε το χτύπημα, δίνοντας σε εκείνους που είχαν πάει να τον συλλάβουν θεοπρεπές και αυτό το θαύμα» (Κ).
Μόνος ο Λουκάς ο ιατρός αναφέρει την θεραπεία και περιγράφει το μοναδικό αυτό θαύμα της χειρουργικής (p). Πρέπει λοιπόν ο Ιησούς να θεράπευσε τον Μάλχο, διότι αλλιώς ο Ιησούς δεν θα είχε το θάρρος να πει στον Πιλάτο: «αν ήταν από τον κόσμο αυτόν η βασιλεία μου, οι υπηρέτες οι δικοί μου θα αγωνίζονταν να μην παραδοθώ στους Ιουδαίους» (Ιω. ιη 36). Με την άμεση θεραπεία του Μάλχου, η ηθική κατάσταση, που βλάφτηκε από το σφάλμα του Πέτρου, αποκαταστάθηκε στο ακέραιο (g).
Με τη θεραπεία αυτή ο Κύριος έδειξε σαφώς και σε εκείνους, οι οποίοι έρχονταν να τον συλλάβουν, πρώτον την δύναμή του· εκείνος λοιπόν, ο οποίος είχε τη δύναμη να θεραπεύει και να αποκαθιστά το καταστραμμένο, πολύ περισσότερο είχε τη δύναμη να καταστρέφει. Μπορούσε λοιπόν αν ήθελε, να τους χτυπήσει.
Έδειξε, δεύτερον, την καλοσύνη και αγαθότητά του. Μας δίδαξε εμπράκτως να ευεργετούμε αυτούς που μας μισούν. Εκείνοι οι οποίοι αποδίδουν αγαθό αντί κακού, πράττουν ό,τι και ο Χριστός έπραξε. Και θα νόμιζε μεν κάποιος, ότι από τα δείγματα αυτά της δύναμής του και της αγάπης του θα συγκινούσε αυτούς που έρχονταν εναντίον του, ώστε να εμποδιστούν από το να τον συλλάβουν ως κακοποιό αυτόν, ο οποίος αποδείχτηκε και στα μάτια τους αγαθοποιός. Αλλά οι καρδιές τους είχαν σκληρυνθεί.

Λουκ. 22,52   εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς πρὸς τοὺς παραγενομένους ἐπ᾿ αὐτὸν ἀρχιερεῖς(1) καὶ στρατηγοὺς τοῦ ἱεροῦ(2) καὶ πρεσβυτέρους(3)· ὡς ἐπὶ λῃστὴν ἐξεληλύθατε μετὰ μαχαιρῶν καὶ ξύλων(4);
Λουκ. 22,52  Είπε δε ο Ιησούς στους αρχιερείς και τους στρατηγούς του ιερού και τους πρεσβυτέρους, που είχαν έλθει και αυτοί εναντίον του• βγήκατε οπλισμένοι με μαχαίρια και ρόπαλα, σαν να επηγαίνετε εναντίον ληστού;
(1)   Αυτοί που ήλθαν δεν είναι κάποιοι νέοι που μόλις τη στιγμή εκείνη ήλθαν, αλλά μέρος του όχλου του στίχου 47, τους οποίους ο Λουκάς καθορίζει τώρα ακριβέστερα. Καθόλου απίθανο, ότι ακολούθησαν και αρχιερείς το απόσπασμα που ήλθε για τη σύλληψη του Ιησού. Η αγωνία, από την οποία ήταν κυριευμένοι και αυτοί και οι στρατηγοί του ιερού και οι πρεσβύτεροι έως ότου επιτευχθεί η σύλληψη, η οποία μπορούσε να ματαιωθεί είτε από κακό υπολογισμό του χρόνου, είτε από το λαό είτε και από θαύμα, θα τους ωθούσε να παρακολουθήσουν αυτοπροσώπως τις κινήσεις του αποσπάσματος (p).
(2)   Δες Λουκ. κβ 4.
(3)   Ο Ιωάννης μιλά και για σπείρα και για χιλίαρχο (Ιω. ιη 3,12) δηλαδή για απόσπασμα της ρωμαϊκής κοχόρτιδος (g). Αλλά ο Κύριος απευθύνεται προς του Ιουδαίους άρχοντες ως κυρίως υπευθύνους για τα διεξαγόμενα (p). Οι λόγοι αυτοί προέρχονται από ιερή και δίκαιη αγανάκτηση, την οποία άνθρωπος αθώος, που δεν έπραξε ποτέ κανένα αδίκημα, αλλά πάντοτε εκδήλωσε σε όλους αγαθά συναισθήματα και διαθέσεις, δοκιμάζει αντικρίζοντας οπλισμένο συρφετό, έτοιμο να τον μεταχειριστεί ως ληστή και συνήθη κακοποιό (ο).
(4)   Πιθανώς τα ξύλα ήταν ρόπαλα.

Λουκ. 22,53  καθ᾿ ἡμέραν ὄντος μου μεθ᾿ ὑμῶν ἐν τῷ ἱερῷ οὐκ ἐξετείνατε τὰς χεῖρας ἐπ᾿ ἐμέ(1). ἀλλ᾿ αὕτη ἐστὶν ὑμῶν ἡ ὥρα(2) καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ σκότους(3).
Λουκ. 22,53  Όταν εγώ κάθε ημέραν ήμουν μαζί σας στο ιερόν, δεν απλώσατε τα χέρια σας επάνω μου. Αλλά αυτή είναι η ώρα, που την επέτρεψε ο Θεός ως ώραν ιδικήν σας. Και είναι ώρα του σκότους και της νυκτός.
(1)   Η έννοια της κατηγορίας αυτής του Κυρίου κατά των Ιουδαίων αρχόντων είναι η εξής: Κάθε μέρα σας παρέχονταν πολλές ευκαιρίες, όταν ήμουν στο ιερό· ήσασταν και εσείς εκεί· και το μέρος ήταν το δημοσιότερο και κεντρικότερο της πόλης και σεις δεν επιχειρήσατε να με αγγίξετε. Αυτό λοιπόν που κάνετε τώρα είναι αδικαιολόγητο (p).
(2)   Αυτός είναι ο κατάλληλος χρόνος για σας (Grimm). Ή, «αυτή είναι η ώρα, κατά την οποία πήρατε δύναμη εναντίον μου από το Θεό» (Ζ)· αυτή είναι η ώρα που κατά παραχώρηση του Θεού σάς δόθηκε για να πετύχετε το σκοπό σας (p).
(3)   Και συμπίπτει η ώρα αυτή με την ώρα που παραχωρήθηκε στην εξουσία του σκότους (p). Και αυτή είναι η εξουσία του σκότους, του κακού, το οποίο μπορεί ελεύθερα κατά την ώρα αυτή να αναπτυχθεί (g).
«Σκοτάδι εδώ λέει τον διάβολο· διότι πήρε και αυτός τότε εξουσία εναντίον του» (Ζ).
Το σύνολο της φράσης μπορεί να εννοηθεί έτσι: Το σκοτάδι ευνοεί το έγκλημα. Διότι ο άνθρωπος προκειμένου να αμαρτήσει έχει ανάγκη να κρυφτεί όχι μόνο από τους άλλους, αλλά και από τον ίδιο τον εαυτό του. Για αυτό η νύχτα είναι ο καιρός, κατά τον οποίο ο σατανάς αναπτύσσει όλη τη δύναμή του στην ανθρωπότητα· είναι η ώρα του. Αλλά είναι και η δική σας ώρα, λέει ο Ιησούς, διότι είστε όργανά του στην πράξη την οποία συντελείτε (g). Μπορεί να εννοηθεί και διαφορετικά: Αυτή είναι η ώρα που σας δόθηκε εξουσία να με συλλάβετε και η εξουσία αυτή είναι του σατανά, του οποίου εσείς είστε όργανα (δ.L.).

Η άρνηση του Πέτρου (κβ 54-62)

Λουκ. 22,54  Συλλαβόντες δὲ αὐτὸν ἤγαγον καὶ εἰσήγαγον(1) αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ ἀρχιερέως(2). ὁ δὲ Πέτρος ἠκολούθει μακρόθεν(3).
Λουκ. 22,54  Αφού δε τον έπιασαν, τον έφεραν εις την πόλη και τον έβαλαν στο σπίτι του αρχιερέως. Ο δε Πέτρος ακολουθούσε μακράν.
(1)   Τον συνέλαβαν έξω από την πόλη. Για αυτό λέγεται το ρήμα ήγαγον (=έφεραν), από την μακρινή αυτή απόσταση· και μετά τον έβαλαν μέσα στην οικία του αρχιερέα. Ούτε ο Μάρκος ούτε ο Λουκάς αναφέρουν το όνομα του αρχιερέα αυτού (L).
(2)   Είναι αδύνατον να καθορίσουμε, εάν ο Λουκάς εννοεί τον Άννα ή τον Καϊάφα. Αλλά η αφήγηση του Ιωάννη (ιη 12-24) κάνει πολύ πιθανό, ότι ο Άννας και ο γαμπρός του Καϊάφας παρέμεναν στο ίδιο σπίτι έχοντας ο καθένας ιδιαίτερο διαμέρισμα (p). Κατά τον Λουκά ο Ιησούς οδηγήθηκε στον αρχιερέα, όπου υπέστη τις κακοποιήσεις αυτών που τον φύλαγαν, και το πρωί έλαβε χώρα η συνεδρία του Συνεδρίου, κατά την οποία καταδικάστηκε (δες στίχους 64-66).
Σε συνδυασμό με τις πληροφορίες και των άλλων ευαγγελιστών, των οποίων τις αφηγήσεις δεν αποκλείει ο Λουκάς, η σειρά των γεγονότων που ακολούθησαν μετά τη σύλληψη του Ιησού έχει ως εξής: Ο Ιησούς από τη Γεθσημανή γύρω στα μεσάνυχτα οδηγήθηκε ενώπιον του Άννα, όπου έγινε κάποια προανάκριση με σκοπό να αποσπαστεί κάποιος λόγος από τον Ιησού που μπορούσε να χρησιμεύσει για στήριξη της κατηγορίας (Ιω. ιη 19-23). Επειδή η συνεδρίαση αυτή δεν κατέληξε σε κάποιο αποτέλεσμα, η παράδοση δεν αναφέρει αυτήν και έτσι αποσιωπήθηκε από τους συνοπτικούς, τους οποίους στο σημείο αυτό ολοφάνερα αποσκοπεί να συμπληρώσει ο Ιωάννης λέγοντας «και οδήγησαν αυτόν στον Άννα π ρ ώ τ α».
Την ώρα που γινόταν από τον Άννα η προανάκριση, συγκλήθηκαν με βιασύνη τα μέλη του συνεδρίου και κατά τη συνεδρίασή του που ακολούθησε αμέσως στον Καϊάφα, καταδικάστηκε σε θάνατο ο Ιησούς. Την συνεδρίαση αυτή που έγινε γύρω στις 3 το πρωί αφηγούνται λεπτομερώς ο Ματθαίος και ο Μάρκος. Ο Ιωάννης αποσιώπησε αυτήν ως γνωστή από την αφήγηση των δύο αυτών συνοπτικών. Το πρωί συνήλθαν πάλι σε επίσημη συνεδρίαση τα μέλη του συνεδρίου στον τόπο τον συνηθισμένο κοντά στο ναό, και την συνεδρία αυτή αναφέρει ο Λουκάς, ενώ συντομότατα μιλούν για αυτήν και οι Ματθ. και Μάρκος. Ήταν αναγκαία αυτή πρώτον μεν διότι σύμφωνα με έναν ραββινικό κανόνα καμιά ποινή θανάτου που επιβλήθηκε σε καιρό νύχτας δεν ήταν έγκυρη (Sanhedrin 9,1). Δεύτερον επίσης διότι η απόφαση της νύχτας δεν είχε παρθεί στον επίσημο τόπο των συνεδριών. Και τρίτον διότι έπρεπε να συσκεφθούν για τα μέσα και τον τρόπο της ενεργείας, με τα οποία θα πετύχαιναν την επικύρωση της απόφασης από τον Πιλάτο (g).
(3)   Το ότι ακολουθεί είναι δείγμα αγάπης, το ότι ακολουθεί από μακριά είναι απόδειξη φόβου (στον p.). Τον ακολουθεί από μακριά για να είναι εκτός κινδύνου. Ο Πέτρος άρχισε ήδη να κλονίζεται. Εξακολουθεί να δείχνει ενδιαφέρον για τον Διδάσκαλο, δεν αντιμετωπίζει όμως τον κίνδυνο με αυταπάρνηση και ανδρεία. Ακολουθεί τον Ιησού και έτσι καθησυχάζει τη συνείδησή του, ότι δεν αρνήθηκε αυτόν. Αλλά τον ακολουθεί από μακριά, το οποίο δηλώνει, ότι ο μαθητής άρχισε να κάμπτεται και να προβαίνει σε αβαρίες. Πού και πότε έγιναν οι αρνήσεις του Πέτρου;
Οι αφηγήσεις των ευαγγελιστών θα παρουσίαζαν δυσκολίες ανεπίλυτες, εάν ο Άννας και ο Καϊάφας δεν κατοικούσαν στο ίδιο σπίτι. Η πρώτη από τις αρνήσεις εξιστορείται από τον Ιωάννη κατά τρόπο που υπονοεί, ότι έλαβε χώρα κατά την εμφάνιση του Ιησού ενώπιον του Άννα. Οι άλλες δύο έγιναν μετά τη συνεδρίαση αυτή και συνεπώς ανάμεσα στην εμφάνιση μπροστά στον Άννα και στη συνεδρίαση του συνεδρίου στον Καϊάφα (g).

Λουκ. 22,55  ἁψάντων(1) δὲ πυρὰν ἐν μέσῳ τῆς αὐλῆς καὶ συγκαθισάντων αὐτῶν ἐκάθητο ὁ Πέτρος ἐν μέσῳ αὐτῶν(2).
Λουκ. 22,55   Αφού δε οι στρατιώται και οι υπηρέται άναψαν φωτιά στο μέσον της αυλής και κάθισαν γύρω από αυτήν, εκάθητο και ο Πέτρος ανάμεσα εις αυτούς.
(1)   Υπάρχει και η γραφή περιαψάντων (δες και Γ΄ Μακαβ. γ 7), οπότε θα έχουμε λέξη που λέγεται μοναδική φορά. Αλλά και το άπτω μόνο από τον Λουκά χρησιμοποιείται στην Κ.Δ. (p). Περιαψάντων=γύρω τους, άναψαν κυκλικά (δ).
(2)   Υπάρχει και η γραφή «μέσος αυτών». Κάθισε ανάμεσά τους, σαν να ήταν ένας από αυτούς. Και μολονότι εσωτερικά δεν ήθελε να συγκαταριθμείται στους δούλους του αρχιερέα, παρόλ’ αυτά τώρα επιδιώκει να τον θεωρούν οι άλλοι ως έναν από αυτούς. Δεύτερη υποχώρηση του Πέτρου. Ο Πέτρος άρχισε ήδη να προσποιείται ότι είναι ξένος και τελείως άγνωστος στον Διδάσκαλο. Λίγα πλέον βήματα χωρίζουν αυτόν από την πλήρη άρνηση.

Λουκ. 22,56  ἰδοῦσα δὲ αὐτὸν παιδίσκη(1) τις καθήμενον πρὸς τὸ φῶς καὶ ἀτενίσασα αὐτῷ εἶπε· καὶ οὗτος(2) σὺν αὐτῷ ἦν.
Λουκ. 22,56   Μια δε νεαρά υπηρέτρια όταν τον είδε να κάθεται στο φως που έριχνε η φωτιά, τον κοίταξε προσεκτικά και είπε• και αυτός ήτο μαζί με εκείνον.
(1)   Και οι 4 ευαγγελιστές χρησιμοποιούν τη λέξη αυτή για το πρόσωπο, το οποίο άρχισε την κατά του Πέτρου επίθεση. Όχι ο Πιλάτος ούτε κάποιο από τα μέλη του συνεδρίου ούτε κάποιος από τους στρατιώτες, αλλά μια μικρή υπηρέτρια καταφόβισε τον απόστολο που πριν λίγες ώρες εκδήλωσε τέτοια αυτοπεποίθηση (p).
(2)   Σε σχέση με ποιόν άλλον λέγεται εδώ το «και αυτός»; Ίσως με τον Ιωάννη, ο οποίος ήταν εκεί κατά την ώρα αυτή και ήταν γνωστός στον αρχιερέα και με τη σύσταση αυτού η θυρωρός έβαλε τον Πέτρο στην αυλή (Ιω. ιη 16), και ίσως από τη σύσταση αυτή συμπέρανε αυτή, ότι και ο Πέτρος ήταν ακόλουθος του Ιησού όπως και ο Ιωάννης που τον σύστησε.

Λουκ. 22,57  ὁ δὲ ἠρνήσατο λέγων· γύναι, οὐκ οἶδα αὐτόν(1).
Λουκ. 22,57   Ο δε Πέτρος ηρνήθη, λέγων• γυναίκα δεν τον ξέρω αυτόν.
(1)   Η πρώτη άρνηση του Πέτρου είναι σαφέστερη στον Λουκά από όσο στους άλλους δύο συνοπτικούς, οι οποίοι αντί για την αντωνυμία «αυτόν» έχουν τη φράση «τι λέγεις». Αλλά ο Λουκάς περισσότερο κατηγορηματικός από τους άλλους από την αρχή, δεν θα προχωρήσει παραπέρα (L).
«Δες όμως και την φιλαλήθεια του ευαγγελιστή, πώς δηλαδή δεν χαρίζεται στον Πέτρο, αλλά διηγείται το πάθος του όπως είναι, ότι οι μεν άλλοι αφού εγκατέλειψαν τον διδάσκαλο έφυγαν, ενώ ο απόστολος και μαθητής που ήταν πρώτος από όλους αυτούς, ο ίδιος εκείνος που λεγόταν Πέτρος, χωρίς βάσανα και απειλή κάποιου άρχοντα, τρεις φορές τον αρνήθηκε» (Ε).
Μετριάζει στη συνέχεια ο Λουκάς το βάρος της άρνησης του Πέτρου αποσιωπώντας και τον όρκο που συνόδευσε την δεύτερη άρνηση (Ματθ.) και τον αναθεματισμό μαζί με τον όρκο, με τα οποία συνοδεύτηκε η τρίτη άρνηση (Ματθ. Μάρκ.)(p).

Λουκ. 22,58  καὶ μετὰ βραχὺ ἕτερος ἰδὼν αὐτὸν ἔφη(1)· καὶ σὺ ἐξ αὐτῶν εἶ. ὁ δὲ Πέτρος εἶπεν· ἄνθρωπε, οὐκ εἰμί.
Λουκ. 22,58   Και έπειτα από ολίγον και άλλος τον είδε και είπε• και συ είσαι από αυτούς. Ο Πέτρος όμως είπε• άνθρωπε, όχι δεν είμαι από αυτούς.
(1)   Μετά την πρώτη του άρνηση ο Πέτρος φοβισμένος αποσύρθηκε στον πυλώνα ή το προαύλιο (Ματθ. Μάρκ). Αλλά και εκεί η ίδια υπηρέτρια ανακοινώνει στους παριστάμενους, ότι «και αυτός από αυτούς είναι» (Μάρκος), οπότε και μία άλλη υπηρέτρια (Ματθ.), καθώς και ένας άλλος (Λουκάς) και γενικώς οι παριστάμενοι (Ιω.) είπαν· «Και συ από αυτούς είσαι». Με άλλα λόγια η δεύτερη κατηγορία, που προκάλεσε τη δεύτερη άρνηση ξεκίνησε πιθανώς από την θυρωρό, η οποία πρόδωσε τον Πέτρο ότι σχετίζεται με τον Ιωάννη και συστάθηκε από αυτόν σε άλλη υπηρέτρια, η οποία τελικά επεσήμανε τον Πέτρο με το δάχτυλο στους υπόλοιπους δούλους (g).

Λουκ. 22,59  καὶ διαστάσης(1) ὡσεὶ ὥρας μιᾶς ἄλλος τις(2) διισχυρίζετο(3) λέγων· ἐπ᾿ ἀληθείας καὶ οὗτος μετ᾿ αὐτοῦ ἦν· καὶ γὰρ Γαλιλαῖός ἐστιν.
Λουκ. 22,59   Και αφού πέρασε μία περίπου ώρα, και κάποιος άλλος ισχυρίζετο και έλεγε• αλήθεια, και τούτος εδώ ήτο μαζί με αυτόν, που δικάζεται μέσα. Διότι, όπως φαίνεται και από την προφορά του, είναι Γαλιλαίος.
(1)   Το κλασικό διίστημι είναι ιδιαίτερο μόνο του Λουκά στην Κ.Δ. (Λουκ. κδ 51,Πράξ. κζ 28, Στους Ο΄ στα Εξόδ. ιε 8 και Παροιμ. ιζ 9 κλπ) (p)= πέρασε (L), πέρασε μία ώρα (Grimm).
(2)   Ο Ιωάννης λέει, ότι αυτός ήταν συγγενής του Μάλχου. Οι άλλοι δύο όμως συνοπτικοί αναφέρουν, ότι οι παριστάμενοι προκάλεσαν τον Πέτρο (p). Ο συγγενής του Μάλχου αφού πρώτος αναγνώρισε τον Πέτρο έπιασε κουβέντα μαζί του, και από την προφορά του Πέτρου, όλοι οι παριστάμενοι πείστηκαν, ότι αυτός ήταν Γαλιλαίος (g). Και οι 3 συνοπτικοί αναφέρουν το χαρακτηριστικό αυτό που αναφέρεται στην από τη Γαλιλαία καταγωγή του Πέτρου.
(3)   Κλασικό που συναντιέται μόνο εδώ και στο Πράξ. ιβ 15(p). Όταν κάποιος σημειώσει το πρώτο ολίσθημα, εύκολα παρασύρεται και στο δεύτερο και το τρίτο. Εκείνος μάλιστα ιδιαίτερα, από τα χείλη του οποίου ξέφυγε το πρώτο ψεύδος, μπαίνει σε ισχυρό πειρασμό για να πει και το δεύτερο, ώστε να μην παρουσιαστεί ψεύτης στα μάτια εκείνων, που άκουσαν το πρώτο του ψέμα. Και ολοένα από ψέμα σε ψέμα προχωρώντας παρουσιάζεται τολμηρότερος στην παραποίηση της αλήθειας και της πραγματικότητας. Κάθε νέα άρνηση του Πέτρου είναι εντονότερη και περισσότερο κατηγορηματική από την προηγούμενή της.

Λουκ. 22,60  εἶπε δὲ ὁ Πέτρος· ἄνθρωπε(1), οὐκ οἶδα ὃ λέγεις. καὶ παραχρῆμα(2), ἔτι λαλοῦντος αὐτοῦ, ἐφώνησεν ἀλέκτωρ(3).
Λουκ. 22,60   Αλλ' ό Πέτρος είπε• άνθρωπε δεν ξέρω τι λέγεις. Και αμέσως, ενώ αυτός ακόμη μιλούσε, φώναξε ο πετεινός.
(1)   Εκφράζεται έκπληξη και αγανάκτηση (ο).
(2)   Και οι 4 ευαγγελιστές σημειώνουν, ότι γρήγορα στην τρίτη άρνηση ακολούθησε το λάλημα του πετεινού. Ο Λουκάς χρησιμοποιεί το αγαπητό σε αυτόν παραχρήμα και ο Μάρκος το ευθύς (p).
(3)   Χωρίς άρθρο· μόνο κάποιοι μικρογράμματοι προσθέτουν και το άρθρο. Το λάλημα αυτό του πετεινού γίνεται αφετηρία της επιστροφής του Πέτρου. Ασήμαντα γεγονότα και αφορμές, μπορούν να έχουν μεγάλες συνέπειες και επιδράσεις.

Λουκ. 22,61  καὶ στραφεὶς ὁ Κύριος(1) ἐνέβλεψε τῷ Πέτρῳ(2), καὶ ὑπεμνήσθη ὁ Πέτρος(3) τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου(4), ὡς εἶπεν αὐτῷ ὅτι πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι ἀπαρνήσῃ με τρίς·
Λουκ. 22,61   Και την στιγμήν ακριβώς εκείνην έστρεψε ο Κύριος το βλέμμα του και κοίταξε βαθύτατα τον Πέτρο. Και εθυμήθηκε ο Πέτρος τον λόγο, που του είπε ο Κύριος, ότι πριν λαλήση ο πετεινός, θα με απαρνηθής τρεις φορές.
(1)   Ο Χριστός εδώ ονομάζεται Κύριος, διότι εκδηλώνεται κατά τη στιγμή αυτή η υπερφυσική του γνώση από τη μία, που διαπιστώνει την άρνηση του Πέτρου, και η σωτήρια χάρη του από την άλλη, που καλεί τον μαθητή σε επιστροφή και συντελεί την ανόρθωσή του.
(2)   Μόνο ο Λουκάς αναφέρει αυτή τη λεπτομέρεια. Πώς έγινε δυνατόν να διασταυρωθούν τα βλέμματα του Κυρίου και του Πέτρου; Ήταν ίσως η στιγμή, κατά την οποία μετά την προανάκριση στον Άννα οδηγούνταν ο Ιησούς προς τον Καϊάφα δεμένος (Ιω. ιη 24), για να δικαστεί από το συνέδριο και συνεπώς διέσχιζε ο Κύριος μαζί με τους συνοδούς του την αυλή, μέσω της οποίας επικοινωνούσαν τα δύο διαμερίσματα της οικίας (g). Ή, και από την πόρτα ή από το παράθυρο ήταν δυνατόν να ρίξει το βλέμμα του ο Ιησούς προς τον Πέτρο που βρισκόταν στην αυλή (p). Το ενέβλεψε= με προσοχή παρατήρησε (δ).
Ο Κύριος βρισκόταν μπροστά στους παράνομους δικαστές του και όμως την ίδια ώρα παρακολουθούσε και λάμβανε σαφή και ακριβή γνώση του τι έλεγε ο Πέτρος. Ο Χριστός σημειώνει ό,τι εμείς λέμε και πράττουμε, ενώ εμείς πολύ λίγο σκεφτόμαστε τι πράττει. Παρόλ’ αυτά την ώρα που εμείς αδιαφορούμε για αυτόν, εκείνος μας συμπαθεί. Δες, όταν ο Πέτρος αρνήθηκε το Χριστό, ο Χριστός δεν τον αρνείται, αν και μπορούσε να του γυρίσει οριστικά την πλάτη του και να μην ρίξει πλέον κανένα βλέμμα σε αυτόν. Αν και ο Πέτρος είναι ήδη ένοχος βαρέως εγκλήματος, παρόλ’ αυτά ο Ιησούς αποφεύγει να τον εκθέσει και να τον ντροπιάσει. Δεν του φωνάζει, αλλά ρίχνει βλέμμα σε αυτόν, τη σημασία του οποίου μόνος ο Πέτρος μπορούσε να καταλάβει.
Ήταν βλέμμα επιτιμητικό.= Δεν με ξέρεις, Πέτρε; Κύτταξέ με στο πρόσωπο και πες, αν δεν με ξέρεις.
Ήταν βλέμμα γεμάτο στοργή και συμπάθεια.=Πτωχέ Πέτρε, πόσο αδύναμος αποδείχτηκες! Πόσο έπεσες και πού θα βρισκόσουν τώρα, εάν δεν προσευχόμουν για σένα.
Ήταν βλέμμα καθοδήγησης. Ο Χριστός οδήγησε τον Πέτρο με το βλέμμα του αυτό. Δεν μπορούσε να απλώσει προς αυτόν τα χέρια, αλυσοδεμένος όπως ήταν, για να σώσει τον Πέτρο, όπως άλλοτε τον έσωσε, όταν βυθιζόταν στη θάλασσα, όπου έκραξε ο Πέτρος, Κύριε σώσε με. Αλλά έριξε σε αυτόν βλέμμα αγάπης, το οποίο έκανε τον Πέτρο να συναισθανθεί ότι βυθιζόταν και τώρα σε άβυσσο πιο ολέθρια και ότι υπήρχε περισσότερο επείγουσα ανάγκη να επικαλεστεί ο Πέτρος το αόρατο χέρι του Λυτρωτή, το οποίο θα τον ανείλκυε από την άβυσσο.
(3)   «Ο Πέτρος λοιπόν τόσο ναρκώθηκε από την ανθρώπινη ασθένεια, ώστε δεν ήλθε σε συναίσθηση ούτε από τη φωνή του πετεινού, αλλά και μετά τη φωνή του πετεινού πάλι αρνήθηκε, και πάλι, μέχρις ότου από το αγαθό βλέμμα του Ιησού οδηγήθηκε στο να θυμηθεί» (Θφ).
(4)   Ο Χριστός εδώ επανειλημμένα ονομάζεται ο Κύριος, διότι μεγάλη είναι η υπερφυσική γνώση, η δύναμη και η χάρη που εκδηλώνεται από αυτόν στην προκειμένη πτώση του Πέτρου.

Λουκ. 22,62   καὶ ἐξελθὼν ἔξω(1) ὁ Πέτρος ἔκλαυσε πικρῶς(2).
Λουκ. 22,62    Και εξελθών τότε ο Πέτρος έξω από την αυλή του σπιτιού του αρχιερέως έκλαψε πικρά.
(1)   Αξιόλογη η παρατήρηση: «Διότι βγήκε μεν και όταν έκανε την πρώτη άρνηση, όπως λέει ο Μάρκος. Έπειτα ήταν λογικό να μπει πάλι μέσα, για να μη δώσει περισσότερη υπόνοια ότι είναι του Ιησού. Και πάλι όταν ήλθε σε συναίσθηση, έτσι τώρα βγαίνει και κλαίει πικρά» (Θφ).
Αναζητά ο Πέτρος κάποιο τόπο απομόνωσης και εκεί κατηγορώντας τον εαυτό του και χύνοντας δάκρυα μετανοίας επικαλείται τη συγχώρεση της μεγάλης του αμαρτίας (ο).
(2)   Ο Χριστός είχε ρίξει βλέμματα και στους αρχιερείς, αλλά καμία επίδραση ευεργετική δεν είχαν αυτά πάνω τους. Ο Πέτρος είχε μέσα του σπέρμα θείο, επιδεκτικό καρποφορίας. Το βλέμμα του Ιησού συνοδευόταν και από τη χάρη, η οποία ενήργησε την επιστροφή του Πέτρου.

Σκηνή ύβρεων (κβ 63-65)

Εφόσον ο Λουκάς αποσιωπά την ενώπιον του Καϊάφα κατά τη νύχτα εξέταση και καταδίκη του Ιησού, είναι αδύνατον να καθορίσουμε εάν τοποθετεί τον εμπαιγμό αυτόν πριν ή μετά την δίκη και καταδίκη αυτή. Ο ευαγγελιστής γνωρίζει, ότι ο Ιησούς μετά την άρνηση του μαθητή του, υβρίστηκε και χλευάστηκε από αυτούς που τον συνέλαβαν, και μετά από αυτά οδηγήθηκε ενώπιον του συνεδρίου (p). Δες Ματθ. κστ 67,68 και Μάρκ. ιδ 65 και τις εκεί σημειώσεις.

Λουκ. 22,63  Καὶ οἱ ἄνδρες(1) οἱ συνέχοντες(2) τὸν Ἰησοῦν ἐνέπαιζον αὐτῷ δέροντες(3),
Λουκ. 22,63  Και οι άνδρες, που εφρουρούσαν τον Ιησούν τον ενέπαιζαν και τον έδερναν.
(1)   Όχι τα μέλη του συνεδρίου, αλλά οι δούλοι ή οι στρατιώτες, που φρουρούσαν τον Ιησού (p).
(2)   Το ρήμα συνέχω σπανιότατο με την έννοια του κρατώ κάποιον σε φύλαξη. Δες Α΄ Μακ. ιγ 15. Στους παπύρους βρίσκονται πολλές περιπτώσεις του συνέχω με αυτήν την έννοια (L).
(3)   Δέροντες· έτυπτον· παίσας. Το δέρω χρησιμοποιείται με την έννοια του χτυπώ το όλο σώμα· το τύπτω με την έννοια του χτυπώ κάποιο μέρος· και το παίω με την έννοια του τραυματίζω με βιαιότητα και έτσι προκαλώ πόνο (b). Και με λίγα λόγια δεν έδιναν σε αυτόν ούτε στιγμή ανάπαυσης, αν και είχε ανάγκη αυτής, αφού ολόκληρη τη νύχτα ήταν άϋπνος.

Λουκ. 22,64  καὶ περικαλύψαντες αὐτὸν ἔτυπτον αὐτοῦ τὸ πρόσωπον(1) καὶ ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες· προφήτευσον(2) τίς ἐστιν ὁ παίσας σε;
Λουκ. 22,64   Και αφού του σκέπασαν ολόγυρα την κεφαλήν, δια να μη βλέπη, τον εκτυπούσαν στο πρόσωπον και τον ερωτούσαν, λέγοντες• είπες ότι είσαι προφήτης• λοιπόν προφήτευσε, ποιός είναι εκείνος που σε εκτύπησε;
(1)   «Πω, πω! Ο Κύριος του ουρανού και της γης δείχνει υπομονή καθώς χτυπιέται σαν ένας από εμάς, και ανέχεται τον χλευασμό των ασεβών, παραδίνοντάς μας υπόδειγμα άκρας ανεξικακίας» (Κ).
(2)   «Ο δεσπότης των προφητών ως ψευδοπροφήτης χλευάζεται. Διότι το «Προφήτευσε σε μας, ποιος είναι αυτός που σε χτύπησε», σε αυτό οδηγεί, ότι τον χλευάζουν δηλαδή ως πλάνο και ότι απέδιδε στον εαυτό του το χάρισμα της προφητείας» (Θφ). Διαφορετικές γραφές: Τα αλεξανδρ. χειρόγραφα παραλείπουν τη φράση «ἔτυπτον αὐτοῦ τὸ πρόσωπον».

Λουκ. 22,65  καὶ ἕτερα πολλὰ βλασφημοῦντες(1) ἔλεγον εἰς αὐτόν.
Λουκ. 22,65  Και άλλας πολλάς ύβρεις και χυδαιολογίας του έλεγαν, βλασφημούντες αυτόν.
(1)   Αυτοί οι οποίοι τον καταδίκασαν ως βλάσφημο, ήταν οι ευτελέστεροι και ασεβέστεροι των βλασφήμων.

Ο Ιησούς μπροστά στο συνέδριο το πρωί (κβ 66-71

Λουκ. 22,66  Καὶ ὡς ἐγένετο ἡμέρα(1), συνήχθη τὸ πρεσβυτέριον(2) τοῦ λαοῦ, ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἀνήγαγον(3) αὐτὸν εἰς τὸ συνέδριον(4) ἑαυτῶν
Λουκ. 22,66   Και αμέσως μόλις ανέτειλεν ο ήλιος και έγινε ημέρα, μαζεύτηκαν οι πρεσβύτεροι του λαού, οι αρχιερείς και οι γραμματείς και ανέβασαν αυτόν εμπρός στο συνέδριόν των
(1)   Ότι έγινε και το πρωί νέα συνεδρίαση, το γράφουν και οι άλλοι δύο συνοπτικοί (L).
(2)   Η λέξη πρεσβυτέριον ή δεν σημαίνει αποκλειστικά τους πρεσβυτέρους, αλλά το συνέδριο ολόκληρο, οπότε οι λέξεις που ακολουθούν χωρίς άρθρο (αρχιερείς και γραμματείς) είναι επεξηγηματικοί προσδιορισμοί (L).
Ή, το πρεσβυτέριον δηλώνει τη μία τάξη του συνεδρίου, τους πρεσβυτέρους, που θεωρούνται ως ξεχωριστό σώμα και σχημάτιζαν μία από τις τρεις τάξεις, από τις οποίες αποτελούνταν το όλο συνέδριο (g.p.). Το άναρθρο των λέξεων «αρχιερείς και γραμματείς» κάνει πιθανότερη την πρώτη εκδοχή, αν και η λέξη πρεσβυτέριον μόνο εδώ και στο Πράξ. κβ 5 συναντιέται.
(3)   Υπάρχει και η γραφή απήγαγον. Τόσο το ανήγαγον, όσο και το απήγαγον δηλώνουν πλήρη αλλαγή τόπου. Οδήγησαν τον Ιησού από την οικία του Καϊάφα στην επίσημη αίθουσα του συνεδρίου (που λεγόταν Λισκάθ Χαγκαζίθ), την οποία τοποθετούν μπροστά από το ναό, αλλά η οποία βρισκόταν πιθανώς δυτικότερα (g).
(4)   Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η λέξη έχει τοπική σημασία δηλαδή στον τόπο των επίσημων συνεδριάσεων, αλλά σε αυτήν την περίπτωση η επακολουθούσα αντωνυμία ἑαυτῶν θα περίττευε (L). Μάλλον λοιπόν έχει την έννοια του πλήρους συνεδρίου= το μέγα συνέδριο (p).

Λουκ. 22,67  λέγοντες(1)· εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός, εἰπὲ ἡμῖν(2).εἶπε δὲ αὐτοῖς· ἐὰν ὑμῖν εἴπω, οὐ μὴ πιστεύσητε(3),
Λουκ. 22,67   λέγοντες• εάν είσαι συ ο Χριστός, πες μας. Ο δε Ιησούς τους είπε• εάν σας πω τι είμαι, δεν θα πιστεύσετε.
(1)   Ο Λουκάς δεν μιλά για την παρουσία μαρτύρων, διότι κατά τη συνεδρίαση αυτή δεν παρήλασαν μάρτυρες. Ότι όμως ζητήθηκε και η μαρτυρία αυτών κατά τη συνεδρίαση της νύχτας, υπονοείται από τον στίχο 71 (L).
(2)   Εάν εσύ είσαι ο Χριστός, πες το μας (δ). Δεν συνδέουν εδώ το ερώτημα με τη φράση «ο υιός του ευλογητού» (Μάρκος). Κυρίως τώρα τα μέλη του συνεδρίου ενδιαφέρονται για κατηγορία, η οποία μπορεί να ισχύσει στον Πιλάτο, ο οποίος δεν ενδιαφερόταν για την κατηγορία της βλασφημίας (L).
Βεβαίως η αξίωση του Ιησού ότι ήταν ο Μεσσίας τίποτα το βλάσφημο δεν έκρυβε. Για αυτό βεβαίως κατά τη συνεδρίαση της νύχτας που προηγήθηκε, ο αρχιερέας το ερώτημα «εσύ είσαι ο Χριστός» το συμπληρώνει με τη φράση ο υιός του Θεού (g). Στην πρωινή όμως συνεδρίαση αναζητούνται, όπως είπαμε, και τα μέσα με τα οποία ο Πιλάτος θα πειθόταν να επικυρώσει την θανατική ποινή που επιβλήθηκε.
«Αλλά θα μπορούσε κάποιος να πει προς αυτούς· εάν μεν ρωτάς επειδή αγνοείς, δεν έπρεπε τότε πριν μάθεις την αλήθεια να χτυπάς και να υβρίζεις αυτόν, μήπως συγκρουστείς με το Θεό· αν όμως υποκρίνεσαι την άγνοια, γνωρίζοντας καλά ότι αυτός είναι ο Χριστός, θα ακούσεις λοιπόν την ιερή Γραφή που λέει «ο Θεός δεν εξαπατιέται»» (Σχ.).
(3)   Η έννοια της φράσης με τη συνέχειά της στο στίχο 68 είναι η εξής: Δεν μπορώ να μιλήσω σε σας ούτε ως προς δικαστές, τους οποίους θα ζητούσα να πείσω, διότι είστε ήδη αποφασισμένοι να μην με πιστέψετε, ούτε ως προς μαθητές, τους οποίους θα επιχειρούσα να διδάξω, διότι δεν είστε διατεθειμένοι να συζητήσετε μαζί μου (g). Εάν σας πω ότι είμαι ο Χριστός δεν θα το πιστέψετε. Και εάν επιχειρήσω να συζητήσω μαζί σας το ζήτημα αυτό, θα αρνηθείτε να μου απαντήσετε (p).
 
Λουκ. 22,68  ἐὰν δὲ καὶ ἐρωτήσω(1), οὐ μὴ ἀποκριθῆτέ μοι ἢ ἀπολύσητε(2)·
Λουκ. 22,68  Εάν δε και σας ερωτήσω, δεν θα μου απαντήσετε ούτε και θα με αφήσετε ελεύθερον.
(1)   «Πολλές φορές που ρωτήθηκαν, σιώπησαν, όπως για το βάπτισμα του Ιωάννη και για το ρητό «Είπε ο Κύριος στον Κύριό μου» » (Θφ). Εάν προβάλλω σε σας ερωτήσεις, με τις οποίες θα αποδειχτεί η αθωότητά μου και θα διαπιστωθεί ο αληθινός χαρακτήρας μου και η θεία μου αποστολή, δεν θα απαντήσετε, αλλά θα υπεκφύγετε αυτές (ο).
(2)   Ούτε θα μου απαντήσετε, αλλά ούτε και θα με αφήσετε ελεύθερο. Οι λέξεις «μοι ή απολύσητε» παραλείπονται από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα. Η αποσιώπηση αυτή προήλθε αναμφίβολα από τη σύγχυση των δύο «ητε» στα οποία καταλήγουν τα δύο ρήματα (αποκριθήτε,απολύσητε) (g).

Λουκ. 22,69  ἀπὸ τοῦ νῦν(1) ἔσται ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου(2) καθήμενος(3) ἐκ δεξιῶν τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ(4).
Λουκ. 22,69   Αλλά από τώρα ο υιός του ανθρώπου θα κάθεται αιωνίως εις τα δεξιά του παντοδυνάμου Θεού.
(1)   Αρχίζει ήδη από τη στιγμή αυτή η δόξα του (p). Το ότι δεν τον ελευθερώνουν αλλά θα τον σταυρώσουν αποτελεί την οδό προς την δόξα (b).
«Για την εναντίον μου ασέβειά σας, σάς δόθηκε λίγος καιρός, αυτός μέχρι τη σταύρωση. Γιατί μετά από αυτό αμέσως θα επιστρέψω πάλι στην τιμή μου και θα καθίσω στον ίδιο θρόνο μαζί με τον Θεό και Πατέρα μαζί με τη σάρκα μου» (Κ).
Υπάρχει και η γραφή «από του νυν δε». Το ασύνδετο όμως σχήμα έχει περισσότερη έμφαση (δ).
(2)    Η τελευταία φορά κατά την οποία ο Ιησούς ονομάζει τον εαυτό του υιό του ανθρώπου (b). Υπαινίσσεται την εικόνα της κρίσης στο Δανιήλ ζ 13 (g). «Από τώρα δεν υπάρχει για σας καιρός λόγων και διδασκαλίας για το ποιος είμαι· διότι αν θέλατε, θα με γνωρίζατε από τα θαύματα που έγιναν· από τώρα όμως είναι καιρός κρίσεως» (Θφ).
(3)   Το έσται καθήμενος= διαρκώς θα κάθεται (δ).
(4)   Είναι σαν να είπε ο Κύριος: Την πλήρη απάντηση στο ερώτημά σας θα την δώσει ο Θεός, υψώνοντας εμένα τον υιό του ανθρώπου, ο οποίος τώρα παρίσταμαι στο κριτήριό σας ως δικαζόμενος, στο θρόνο της δύναμής του (g). Για τη φράση «εκ δεξιών της δυνάμεως» δες Ματθ. κστ 64 και Μάρκ. ιδ 62. Παραπέμπει αυτούς και στην  έλευση της δευτέρας του παρουσίας.
Αυτή θα είναι για αυτούς η πειστική και καταπληκτική απόδειξη για το ότι είναι ο Χριστός. Αλλά η απόδειξη αυτή τότε θα τους προκαλέσει σύγχυση και τρόμο, αφού τώρα παρεχόμενη από τα θαύματά του δε θέλησαν να την παραδεχτούν για σωτηρία τους. Είναι σαν να τους έλεγε: Τότε, όταν θα με δείτε να κάθομαι στα δεξιά του Πατέρα μου και να έρχομαι πάνω στο θρόνο της δόξας μου για να σας κρίνω, δεν θα έχετε πλέον την τόλμη να ρωτάτε εάν είμαι ή δεν είμαι ο Χριστός.

Λουκ. 22,70  εἶπον δὲ πάντες· σὺ(1) οὖν(2) εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ(3); ὁ δὲ πρὸς αὐτοὺς ἔφη· ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐγώ εἰμι(4).
Λουκ. 22,70   Είπον δε όλοι• συ, λοιπόν, είσαι ο Υιός του Θεού;. Ο δε Ιησούς απήντησε εις αυτούς• το λέγετε και σεις οι ίδιοι, ότι εγώ είμαι ο Υιός του Θεού.
(1)   Εσύ που στέκεσαι μπροστά μας και κάθεσαι στο εδώλιο του κατηγορουμένου είσαι λοιπόν ο Υιός του Θεού;
(2)   Βγάζουν το συμπέρασμα από τα αμέσως προηγούμενα λόγια του Κυρίου.
(3)   Ο Ιησούς με τα λόγια του αυτά είχε υψώσει το μεσσιακό αξίωμα σε ύψη υπερφυσικά και υπερουράνια. Ο Μεσσίας ήταν λοιπόν ίσος με τον Θεό. Για να κάθεται στα δεξιά του Θεού, έπρεπε να είναι ίσος με αυτόν. Αυτή ήταν η γνώμη του ραββίνου Ακίβα που εξίσωνε τον Μεσσία με το Θεό. Αλλά ο Γαλιλαίος Ιωσής φώναξε «Ακίβα, έως πότε θα βεβηλώνεις την δόξα;». Αυτή ακριβώς είναι και τώρα η εντύπωση του συνεδρίου. Ονόμασε μεν τον εαυτό του ο Ιησούς υιό του ανθρώπου, αλλά με αξιώσεις και δικαιώματα, που καθιστούν αυτόν τον υιό του Θεού (L).
(4)   Η φράση: Εσείς λέτε, ότι εγώ είμαι, δεν χρησιμοποιείται στην ελληνική γλώσσα, αλλά βρίσκεται σε συχνή χρήση στους ραββίνους. Με αυτήν την απάντηση γίνεται παραδεκτό ως δική του διαβεβαίωση ολόκληρο το περιεχόμενο του ερωτήματος που τέθηκε (g).

Λουκ. 22,71  οἱ δὲ εἶπον· τί ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτυρίας; αὐτοὶ γὰρ ἠκούσαμεν ἀπὸ τοῦ στόματος αὐτοῦ(1).
Λουκ. 22,71  Αυτοί δε είπαν• τι μας χρειάζεται πλέον μαρτυρία; Διότι όλοι ηκούσαμε από το στόμα του, να λέγη ότι είναι ο Υιός του Θεού. Αυτό είναι βλασφημία, που τιμωρείται με θάνατον.
(1)   Οι ίδιοι ακούσαμε ότι αξιώνει, ότι είναι ο Μεσσίας και ο Υιός του Θεού.
«Αυτοί που δεν πείθονται, καθόλου δεν ωφελούνται από το να αποκαλύπτονται σε αυτούς οι πιο μυστικές διδασκαλίες, αλλά μάλλον δέχονται περισσότερη καταδίκη» (Θφ).
Ανάγκη μαρτυρίας για το ότι διακήρυττε τον εαυτό του τον Χριστό, τον υιό του Θεού, βεβαίως δεν είχαν. Χρειαζόταν όμως να εξετάσουν, μήπως αυτό, το οποίο ο από αυτούς δικαζόμενος ομολογούσε για τον εαυτό του, ανταποκρινόταν πλήρως στην αλήθεια. Τα πειστήρια λοιπόν και οι αποδείξεις, οι οποίες τους είχαν παρασχεθεί, με τα θαύματα, την διδασκαλία και τον εν γένει βίο του Ιησού, ήταν τέτοια, ώστε έπρεπε να βάλουν αυτούς σε σοβαρή σκέψη πριν τον καταδικάσουν ως βλάσφημο.

Ερμηνεία πατερική & θεολογική των Ευαγγελίων των Παθών
Από τα ερμηνευτικά Υπομνήματα του Π.Ν. Τρεμπέλα   μεταφρασμένα στη δημοτική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

Έκδοση Ιερού Ναού Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (Άγιος Σώστης)

Σημείωση:

Στη μετάφραση κάποιων χωρίων των Πατέρων της Εκκλησίας χρησιμοποιήσαμε ως βοήθημα και τις Πατερικές Εκδόσεις Ε.Π.Ε.  (Εκδοτικός Οίκος Ελευθερίου Μερετάκη «Το Βυζάντιον»)

Η παρούσα εργασία είναι εντελώς ανεξάρτητη των εκδόσεων
«ο Σωτήρ»


ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΡΙΝ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΣΤΟ ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

(Αποσπάσματα από τα ερμηνευτικά Υπομνήματα στα Ευαγγέλια του Π.Ν. Τρεμπέλα.
Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)
 
Δ.  Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ  ιγ 1 - 30, & ιη 1-27
(Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 476-498 & 619-639 εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)

ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας               Θφ = Θεοφύλακτος
αμ = Αμμώνιος                           Ι = Ισιδωρος πρεσβύτερος
Αυ = Αυγουστίνος                      Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Β = Βασίλειος ο Μέγας                Κλ = Κλήμης Αλεξανδρεύς
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός          Κβ = Σευήρος Αντιοχείας
Γν = Γρηγοριος Νύσσης               Σχ. = Σχολιαστής ανώνυμος
Ε = Ευσέβιος Καισαρειας              Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Ζ = Ζιγαβηνός                            Ω = Ωριγένης
Θη = Θεόδωρος Ηρακλείας
Θμ = Θεόδωρος Μοψουεστίας
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
b = Bengel                                     κ = Κομνηνός Π.,
β = Bernard. J.H, Edinburg 1928       χ = Hoskyns Edwyn Gl. London 1947
C = Cremer                                    μ. = Macgregor G.H. London 1928                                       
DB = Dict. Of the Bible,Hastings        τ = Temple William, London 1945
F = Fillion L. Cl. Paris 1928               σ. = στίχος
G = Crimm
g = Godet F. 1885
o = Owen John,  New York 1861
δ = Δαμαλάς Ν, Αθήναι 1940

ΚΕΙΜΕΝΟ & ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

Ιω. 13,1             Πρό δὲ τῆς ἑορτῆς τοῦ πάσχα(1) εἰδὼς(2) ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἐλήλυθεν αὐτοῦ ἡ ὥρα(3) ἵνα μεταβῇ(4) ἐκ τοῦ κόσμου τούτου πρὸς τὸν πατέρα(5), ἀγαπήσας(6) τοὺς ἰδίους(7) τοὺς ἐν τῷ κόσμῳ(8), εἰς τέλος(9) ἠγάπησεν(10) αὐτούς.
Ιω. 13,1    Προ της εορτής δε του Πάσχα, επειδή εγνώριζεν ο Ιησούς καθαρότατα, ότι έφθασε η ώρα, να μεταβή από τον κόσμον αυτόν προς τον Πατέρα, και τώρα με στοργικωτάτην και τελεία αγάπην ηγάπησε τους μαθητάς του, τους οποίους καθό ιδικούς του ιδιαιτέρως είχε αγαπήσει στον κόσμον αυτόν.
(1)   Το Πάσχα σήμαινε συνήθως το πασχαλινό δείπνο που γινόταν το απόγευμα της 14 προς την 15 του μηνός Νισάν (Εξοδ. ιβ·Λευιτ κγ 5, Αριθμ. κη 16).  Ο Ιωάννης δέχεται τον όρο γιορτή του Πάσχα ευρύτερα, περιλαμβάνοντας με αυτόν και ολόκληρη την ημέρα της 14 Νισάν, κατά την οποία εξαφανιζόταν από τους Ισραηλίτες από τα σπίτια τους κάθε ένζυμος άρτος και για αυτό συνυπολογιζόταν και αυτή στις ημέρες που ανήκαν στην γιορτή (Δες Λευϊτ. κγ 5-11), όπου η 15 Νισάν ονομάζεται «επαύριον του Πάσχα».
Η χρήση των αζύμων όμως άρχιζε το απόγευμα της 14 προς την 15 Νισάν και διαρκούσε για επτά ημέρες, δηλαδή μέχρι τις 21. Εάν λοιπόν συμπεριλάβουμε και ολόκληρη την ημέρα της 14ης στη φράση «της εορτής του Πάσχα», τότε η όλη φράση «προ της εορτής του Πάσχα» μας τοποθετεί το αργότερο στο απόγευμα της 13 προς την 14. Και αυτό αποτελεί την ορθότερη εκδοχή. Υποστηρίχτηκε όμως και από πολλούς ερμηνευτές, ότι εορτή εδώ εννοεί ο Ιωάννης την έναρξη του Πάσχα με το πασχάλιο δείπνο, κατά την οποία τρωγόταν ο πασχάλιος αμνός και άρχιζε η χρήση των αζύμων. Οπότε η φράση «προ της εορτής του Πάσχα» μας τοποθετεί στο απόγευμα της 14, λίγες στιγμές πριν την έναρξη του πασχάλιου δείπνου (g).
Η τελευταία αυτή εκδοχή δεν συμβιβάζεται με πολλά γεγονότα τόσο της Ιωάννειας, όσο και της Συνοπτικής αφήγησης, τα οποία παρουσιάζουν την ημέρα της Σταύρωσης ως ημέρα εργάσιμη.
(2)   Ο λόγος για τον οποίο εκδήλωσε σε αυτούς τόσο θερμά την αγάπη του ήταν διότι έβλεπε να έρχεται το τέλος του. Η πρόβλεψη επικείμενου χωρισμού κάνει τη στοργή θερμότερη και ζωηρότερη στις εκδηλώσεις της. Η μετοχή λοιπόν είναι αιτιολογική μάλλον παρά χρονική.
«Προγνώριζε το πάθος, για αυτό πρέπει να πούμε ότι θεληματικά υπέμεινε τον τόσο υβριστικό θάνατο» (αμ).
«Δεν γνώρισε τότε… προ πολλού γνώριζε» (Χ), «και πριν από όλους τους αιώνες» ως Θεός, «την ώρα του θανάτου του» (Θφ).
(3)   Αυτή η φράση που τόσο συχνά χρησιμοποιείται καθορίζεται εδώ ως η ώρα της αναχώρησης του Κυρίου από τον κόσμο αυτόν. Πρέπει λοιπόν να θεωρείται ως ευφημισμός που δηλώνει το θάνατό του. Δες ζ 30,η 20,ιβ 27,ιζ 1(ο). Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα αντί για το ελύληθεν η ώρα γράφουν ήλθεν η ώρα.
(4)   «Με μεγαλοφροσύνη ο ευαγγελιστής ονομάζει τον θάνατό του μετάβαση» (Χ).
Το μεταβαίνω δηλώνει την μετακίνηση από μία θέση σε άλλη, σαν από ένα σπίτι σε άλλο, από ένα δωμάτιο σε άλλο. Ο Κύριος δεν επρόκειτο να αναχωρήσει στον ουρανό, σαν σε τόπο όπου δεν υπήρξε ποτέ πριν, αλλά η αναχώρησή του ήταν μετάβαση από μία θέση σε άλλη του σύμπαντος, το οποίο ο παντοδύναμος λόγος του έφερε στην ύπαρξη και το οποίο ως Θεός πανταχού παρών γέμιζε πάντοτε με την παρουσία του (ο).
(5)   «Αφού πέθανε και αναστήθηκε, μετέβη από τη γη στον ουρανό» (Ζ) και ως θεάνθρωπος ήδη επανήλθε στον αρχικό του ένδοξο θρόνο της θεότητας (ο). Η ανάληψη του Κυρίου λέγεται και στα ιδ 12,28,ιστ 10,28 έλευση προς τον Πατέρα (β).
(6)   Αναφέρεται στο χρόνο από την κλήση των μαθητών μέχρι τη στιγμή εκείνη. «Αγάπησε τους μαθητές μέχρι τον τότε καιρό» (Ζ). Η κατά το παρελθόν αγάπη αυτή τίθεται ως λόγος για την εμμονή εκείνη στην αγάπη, την οποία η ανείπωτη αγωνία της Γεθσημανή και ο σταυρός δεν μπόρεσαν να μειώσουν (ο).
(7)    «Δικούς του λέει τους μαθητές επειδή ήταν δικοί του λόγω της υπακοής τους» (Ζ)· «όσον αφορά την οικειότητα με αυτούς· επειδή και άλλους λέει δικούς του όσον αφορά τη δημιουργία, όπως όταν λέει· οι δικοί του δεν τον δέχτηκαν» (Χ).
«Διότι δικά του, του Κυριόυ μας Ιησού Χριστού, είναι τα πάντα που έγιναν από αυτόν, τα λογικά και νοερά κτίσματα, οι δυνάμεις οι ουράνιες και οι θρόνοι και οι κυριότητες (=αγγελικά τάγματα) και αν υπάρχει κάτι άλλο ομογενές με αυτά, όσον αφορά στο λόγο της δημιουργίας· δικά του πάλι είναι και τα πάνω στη γη λογικά όντα, εφόσον είναι δεσπότης όλων αυτών, έστω και αν κάποιοι δεν τον προσκυνούν ως δημιουργό» (Κ).
Το ιδίους αναφέρεται κυρίως στους δώδεκα μαθητές του. Αλλά αληθεύει και για όλους τους πιστούς, διότι οι 12 αυτοί έγιναν πατριάρχες και αντιπρόσωποι όλων των φυλών του νέου Ισραήλ της χάριτος. Ο Κύριος έχει στον κόσμο λαό δικό του. Δικό του διότι τού τον έδωσε ο Πατέρας, δικό του διότι αυτός ο ίδιος ο Κύριος εξαγόρασε αυτόν με το αίμα του και έκανε αυτόν κληρονομιά δική του. Δικό του τέλος διότι και ο λαός αυτός αφιερώνει τον εαυτό του στο Χριστό, τον οποίο αναγνωρίζει και λατρεύει ως Κύριό του.
(8)   Ή «επειδή ήταν δικοί του και αυτοί που πέθαναν, οι γύρω από τον Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ και όσοι ήταν σαν εκείνους, αλλά εκείνοι τότε δεν βρίσκονταν στον κόσμο» (Χ).
Ή, πιο σωστά, αντιτίθεται επίτηδες με το προηγούμενο «προς τον πατέρα», κοντά στον οποίο το παν είναι σε ειρήνη και ασφάλεια, ενώ στον κόσμο το παν είναι σε αγώνα και κίνδυνο (g).
(9)   Ή, για τελευταία φορά εκδήλωσε σε αυτούς με μοναδικό σημάδι, το πλύσιμο των ποδιών, την αγάπη του (G). Ή, «το «εις τέλος» δηλώνει το πάρα πολύ» (Ζ). «Έδειξε τελειότατη την αγάπη» (Κ). Για αυτήν την έννοια τους «εις τέλος» δες και Ιησού Ναυή ι 20 («έως εις τέλος»=ολοκληρωτική) Α΄Παραλ. κη 9,Β΄Παραλ. ιβ 12, σε πολλά μέρη στους Ψαλμούς,Β΄ Μακ. η 29). Η φράση λοιπόν σημαίνει την εκδήλωση της αγάπης μέχρι την τέλεια έκχυσή της, μέχρι εξάντλησής της με κάποια έννοια (g).
Ο Χριστός τρέφει στοργική αγάπη για τους δικούς του μαθητές, οι οποίοι βρίσκονται ήδη στον κόσμο. Αν και αυτοί παραμένουν στον κόσμο αυτόν, ο οποίος είναι κόσμος αμαρτίας και διαφθοράς, σκότους και απομάκρυνσης, αυτός τους αγαπά. Πηγαίνει τώρα στους δικούς του, οι οποίοι ζουν στον ουρανό, δηλαδή στα πνεύματα των δικαίων, που έχουν τελειωθεί στον ουρανό. Αλλά ενδιαφέρεται για τους δικούς του στη γη, διότι αυτοί έχουν κατεξοχήν ανάγκη της φροντίδας και προστασίας του. Το ασθενές και αδύνατο παιδί συγκεντρώνει ιδιαιτέρως τις φροντίδες και περιποιήσεις των γονέων του.
Ήταν δείγμα εξαιρετικό της αγάπης του στους δικούς του στον κόσμο, ότι κατά τις κρίσιμες αυτές ημέρες της αναχώρησής του από τον κόσμο, για τις οποίες «η ψυχή του ταράχτηκε» συχνά, δεν λησμονεί αυτούς. Λησμονεί σε αυτές την θυελλώδη θάλασσα του μαρτυρίου, τα απειλητικά κύματα της οποίας πρόκειται σε λίγο να αντιμετωπίσει, για να παρηγορήσει τους δικούς του μαθητές. Λησμονεί τον πόνο του για να μετριάσει τον δικό τους πόνο. Και πριν ακόμη χύσει από τον Σταυρό το αίμα του, λούζει αυτούς και την όλη εκκλησία του με το Πάσχα της τίμιας σάρκας του και του αχράντου αίματός του, το οποίο παραδίνει σε αυτήν με το μυστήριο της θείας ευχαριστίας ως πηγή αιώνιας και ανεξάντλητής ζωής.
(10)   Αναφέρεται κυρίως στην έμπρακτη εκδήλωση της αγάπης. Στην απτή αυτή εκδήλωση της αγάπης αναφέρεται και ο χρονικός προσδιορισμός «πριν τη γιορτή του πάσχα».
«Επειδή δηλαδή επρόκειτο τώρα να πεθάνει και να τους αφήσει, αυξάνει σε ένταση την αγάπη για να έχουν να τον θυμούνται πολύ περισσότερο. Και σημάδι αύξησης της αγάπης ήταν το να πλύνει τα πόδια τους· διότι αυτός που αγαπά κάποιον θερμά δεν αρνείται σε αυτόν ούτε την έσχατη υπηρεσία» (Ζ).
«Για ποιο λόγο τέλος πάντων δεν το έκανε αυτό από την αρχή; Τα σπουδαιότερα τα κάνει αργότερα, ώστε να μεγαλώσει την εξοικείωση και να βάλει μέσα τους από πριν πολλή παρηγοριά για τα κακά που επρόκειτο να ακολουθήσουν» (Χ).
 
13,2   καὶ δείπνου(1) γενομένου(2), τοῦ διαβόλου ἤδη(3) βεβληκότος(4) εἰς τὴν καρδίαν(5) Ἰούδα Σίμωνος Ἰσκαριώτου ἵνα αὐτὸν παραδῷ(6),
Ιω. 13,2   Και όταν είχε ετοιμασθή το δείπνον, όταν πλέον και ο διάβολος είχε βάλει μέσα εις την καρδίαν του Ιούδα του Ισκαριώτου, υιού του Σιμωνος, την κακήν σκέψιν και απόφασιν, να τον παραδώση στους εχθρούς του,
(1)   Χωρίς άρθρο. Δεν πρόκειται λοιπόν για το πασχάλιο δείπνο, οπότε θα έμπαινε και το άρθρο αλλά για συνηθισμένο δείπνο.
(2)   «Δεν πρέπει με αυτό να εννοήσουμε, ότι το δείπνο ήδη τελείωσε… αλλά ότι ήταν ήδη έτοιμο και πάνω στο τραπέζι για χρήση αυτών που θα κάθονταν» (Αυ). Το πλύσιμο των ποδιών λοιπόν έγινε κατά την αρχή του δείπνου (b). Υπάρχει και η γραφή γινομένου=κατά τη διάρκεια του δείπνου.
(3)   Σύμφωνα με τους συνοπτικούς (Ματθ. κστ 14,Μάρκ. ιδ 10,Λουκ. κβ 3-6) ο Ιούδας είχε συμφωνήσει με τους αρχιερείς την προδοσία σε προηγούμενη ημέρα της ίδιας εβδομάδας (β).
(4)   Δες και Λουκ. κβ 3.
«Εάν κάποιος ρωτήσει τι έβαλε ο Σατανάς στην καρδιά του Ιούδα, αυτό αναμφίβολα ήταν το να παραδώσει αυτόν. Αυτό έγινε με πνευματική υποβολή· και μπήκε όχι από το αυτί, αλλά με τις σκέψεις· όχι λοιπόν μέσα από δρόμο σωματικό, αλλά πνευματικό» (Αυ).
Από ποιο δρόμο ο σατανάς εισχωρεί στις καρδιές των ανθρώπων και με ποιες μεθόδους εξακοντίζει τις υποβολές του και αναμιγνύει αυτές χωρίς να το καταλαβαίνουμε, με τις δικές μας σκέψεις, οι οποίες αυτομάτως γεννιούνται στις καρδιές μας, δεν μπορούμε να πούμε. Υπάρχουν όμως μερικές αμαρτίες τόσο μεγάλες, για τις οποίες παρέχονται από τον κόσμο και την σάρκα και γενικά το εξωτερικό αισθητό περιβάλλον τόσο ασθενείς πειρασμοί, ώστε είναι πλέον σαφές γι αυτές, ότι ο σατανάς έβαλε το σπέρμα τους στις καρδιές, που ήταν διατεθειμένες να χρησιμεύσουν ως φωλιές κατάλληλες να γονιμοποιήσουν αυτό.
Έτσι και ο Ιούδας καμία αφορμή δεν είχε πάρει από τον Διδάσκαλο για να προδώσει αυτόν, και μάλιστα αντί ενός τόσο ευτελούς τιμήματος. Η πράξη όμως, στην οποία προέβη, ήταν τόσο εχθρική κατά του Θεού, ώστε μόνος ο σατανάς μπορούσε να σφυρηλατήσει αυτήν στην προσπάθειά του να εξαφανίσει το βασίλειο του Λυτρωτή, αλλά αντί για αυτό βρήκε αυτός τον δικό του όλεθρο και εξαφάνιση.
(5)   Ο σκοπός του Ιούδα ήταν ακόμη κρυμμένος (b).
(6)   Μαρτυρημένη και η γραφή «εις την καρδίαν ίνα παραδοί αυτόν Ιούδας Σίμωνος Ισκαριώτης» που εκφράζει το ίδιο νόημα. Γιατί αναφέρει αυτό εδώ ο ευαγγελιστής;
Ή, «το είπε αυτό ο ευαγγελιστής γεμάτος από έκπληξη, για να δείξει, ότι αυτόν που είχε ήδη πάρει την απόφαση να τον προδώσει, αυτόν έπλυνε» (Χ), «γεμάτος από έκπληξη για την υπερβολική ανεξικακία του Σωτήρα» (Ζ), «για να δειχτεί η απανθρωπιά του Ιούδα, ότι ούτε η συμμετοχή στο ίδιο τραπέζι δεν τον έκανε να ντραπεί» (Θφ)· παρουσιάζει έτσι αντίθεση μεταξύ του έργου του Κυρίου, που εκδηλώνει την τελειότατη αγάπη του, και του έργου του σατανά που ωθεί σε τέτοια μισητή και ολέθρια πράξη (ο).
Ή, για να δικαιολογήσει τους διάφορους υπαινιγμούς, τους οποίους ο Κύριος έκανε παρόντος του προδότου κατά τη διάρκεια της ακόλουθης σκηνής. Δες στ. 10,18,21,26,27 (g). Και οι δύο εκδοχές σοβαρές.

Ιω. 13,3   εἰδὼς(1) ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντα δέδωκεν αὐτῷ ὁ πατὴρ εἰς τὰς χεῖρας(2), καὶ ὅτι ἀπὸ Θεοῦ ἐξῆλθε(3) καὶ πρὸς τὸν Θεὸν ὑπάγει(4),
Ιω. 13,3    ο Ιησούς, αν και εγνώριζε πολύ καλά ότι ο Πατήρ του είχε παραδώσει τα πάντα εις τα χέρια του και ότι από τον Θεόν εξήλθε, δια να έλθη στον κόσμον και προς τον Θεόν τώρα επιστρέφει,
(1)   «Παρόλο δηλαδή, λέει, που δεν αγνοούσε…» (Κ). Η συνείδηση της δόξας του και η δουλική υπηρεσία του πλυσίματος των ποδιών θαυμάσια συμπίπτουν (b). Η μετοχή είναι μάλλον εναντιωματική. Μπορούμε όμως να την πάρουμε και ως αιτιολογική: Λόγω του μεγαλείου αυτού ο Ιησούς ταπεινώνεται. Αισθανόμενος τον εαυτό του ως τον μέγιστο, καταλαβαίνει ότι σε αυτόν απομένει να δώσει το υπόδειγμα του πραγματικού μεγαλείου ταπεινούμενος στον ρόλο του πλέον μικρού (g).
(2)   Δες γ 35. «όπως αρμόζει σε άνθρωπο είπε το «όλα τα έδωσε»»  (Ζ), φανερώνοντας «την δόξα και εξουσία και την κυριαρχία στα πάντα που υπήρχε μέσα σε αυτόν» (Κ), τα οποία και ως άνθρωπος πήρε σύμφωνα με τα Ματθ. κη 18 και Φιλιπ. β 9.
«Επομένως αυτά που δεν ήταν πριν στα χέρια του Ιησού, δόθηκαν από τον Πατέρα στα χέρια του· και όχι κάποια μεν, ενώ κάποια όχι, αλλά όλα. Αυτό ακριβώς βλέποντάς το ο Δαβίδ κατά τρόπο πνευματικό, λέει το… Κάθισε στα δεξιά μου, έως ότου βάλω τους εχθρούς σου υποπόδιο των ποδιών σου. Διότι και οι εχθροί του Ιησού ήταν μέρος των πάντων, τους οποίους γνώριζε ο Ιησούς με την πρόγνωσή του, ότι θα του δοθούν από τον Πατέρα» (Ω).
Το ίδιο «παρουσιάζοντάς το σαφέστερα ο Απόστολος λέει «όταν λοιπόν πει ότι όλα υποτάχτηκαν, είναι φανερό ότι εννοεί εκτός από αυτόν που τα υπέταξε σε αυτόν τα πάντα» (Ω).
Υπάρχει και η γραφή Έδωκεν αντί δέδωκεν. Η εξομάλυνση και διαιτησία όλων των μεταξύ Θεού και ανθρώπων διαφορών ανατέθηκε στα χέρια του. Και η διακυβέρνηση της βασιλείας του Θεού μεταξύ των ανθρώπων εμπιστεύθηκε σε αυτόν. Έτσι ώστε όλες οι ενέργειες και πράξεις, και οι κυβερνητικές και οι δικαστικές περνούν όλες από τα χέρια του, διότι αυτός είναι «ο κληρονόμος όλων».
(3)   «Δηλαδή γεννήθηκε από την ουσία του Θεού και Πατέρα» (Κ), «ως υιός Θεού και Θεός» (Ζ). Δηλώνεται η θεία καταγωγή του και προέλευση.
(4)   «Δηλαδή πάλι ανεβαίνει στους ουρανούς, για να κάθεται, εννοείται, στον ίδιο θρόνο μαζί με αυτόν που τον γέννησε» (Κ). Η επανάληψη της λέξης γίνεται με έμφαση.
«Εδώ και θαυμάζοντας λέει ότι ο τόσο μέγας και τόσο ανώτερος, εκείνος που ήλθε από τον Θεό και μεταβαίνει προς αυτόν, ο κυρίαρχος των πάντων, έπραξε αυτό, και ούτε παρόλ’ αυτά θεώρησε ανάξιο να κάνει μία τέτοια πράξη» (Χ).
«Αν και ήξερε για τον εαυτό του ότι είναι παντοκράτορας και υιός Θεού και έχει τόσο μεγάλη εξουσία και τόσο σπουδαία αξία, όμως συγκατέβη σε άκρα ταπείνωση, φανερώνοντας από τη μία την αγάπη στους μαθητές και διδάσκοντάς τους ταυτόχρονα από την άλλη να ταπεινοφρονούν» (Ζ).
Όπως ήλθε από τον Θεό για να είναι αντιπρόσωπός του στη γη, έτσι μετέβη πάλι στον ουρανό για να είναι εκεί αντιπρόσωπος δικός μας. Και αποτελεί μέγιστη ενίσχυση για μας να σκεφτόμαστε με ποιες τιμές και με ποια δόξα έγινε δεκτός εκεί. «Έφθασε μέχρι τον παλαιό των ημερών και οδηγήθηκε μπροστά σε αυτόν» (Δανιήλ ζ 13). Και λέχθηκε σε αυτόν από τον παλαιό των ημερών: «Κάθισε στα δεξιά μου» (Ψαλμ. ρθ 1).
 
Ιω. 13,4    ἐγείρεται(1) ἐκ τοῦ δείπνου(2) καὶ τίθησι τὰ ἱμάτια(3), καὶ λαβὼν λέντιον(4) διέζωσεν(5) ἑαυτόν.
Ιω. 13,4   σηκώνεται από το τραπέζι, και βγάζει τα εξωτερικά του ενδύματα και αφού επήρε μίαν ποδιά, εζώσθη με αυτήν.
(1)   «Όχι δηλαδή πριν κάτσουν, αλλά αφού έγειραν όλοι, τότε σηκώθηκε και ζώστηκε ποδιά» (αμ).
Πιθανότατα το πλύσιμο των ποδιών έγινε με αφορμή την έριδα των μαθητών για πρωτεία στο Λουκ. κβ 23-27 (g,ο,β). Και διδάσκει «αυτούς την μητέρα των αγαθών, την ταπεινοφροσύνη» (Χ) και «τόσο πολύ δίνει την εντύπωση ότι μειονεκτεί σε σχέση με τους άλλους όσον αφορά τη δόξα, ώστε να πρέπει να κατατάσσεται στην τάξη του δούλου, και δεν αισθάνεται φρίκη να εκπληρώνει ούτε αυτήν την υπηρεσία που αρμόζει σε υπηρέτη, με το να πλένει τα πόδια των αδελφών και να ζώνεται με πετσέτα για την ανάγκη. Διότι δες με προσοχή πόσο δουλικό είναι αυτό το πράγμα, εννοώ βεβαίως σε σχέση με τις κοσμικές συνήθειες και τις έξω ασχολίες» (Κ).
(2)   Αυτό δεν συνυπονοεί αναγκαία ότι είχε αρχίσει το φαγητό, αλλά μόνο ότι οι συμμετέχοντες είχαν πάρει τις θέσεις τους στο τραπέζι (ο). «Διότι δεν σηκώθηκε πριν κάτσουν οι μαθητές, αλλά αφού ξάπλωσαν όλοι» (Χ), «μόνος αυτός ενώ εκείνοι ξεκουράζονταν» (Θφ).
Πάντως υποδηλώνει ότι το πλύσιμο αυτό των ποδιών δεν ήταν το συνηθισμένο που γινόταν πριν το δείπνο, και δεν πρέπει για αυτό να θεωρηθεί σαν ο προπαρασκευαστικός για το δείπνο καθαρισμός των ποδιών. Δες Λουκ. ζ 44,Γεν. ιη 4,ιθ 2,κδ 32,μγ 23,Κριτών ιθ 21,Α΄Τιμοθ. ε 10 (β).
(3)   «Όχι όλα, αλλά το εξωτερικό ένδυμα (πανωφόρι) ή και το μετά από αυτό, για να είναι πιο άνετος (ευκίνητος)» (Ζ). Διατήρησε τον χιτώνα, το ένδυμα του δούλου.
(4)   Πανί που χρησιμοποιήθηκε και ως μάκτρο (πετσέτα) και ως ποδιά (ο). Ζώστηκε με αυτό διότι επρόκειτο αφενός μεν να ρίχνει νερό στα πόδια, αφετέρου δε να μεταφέρει βαστάζοντας με τα δύο χέρια τον νιπτήρα. Η λέξη συναντιέται μόνο εδώ και στον επόμενο στίχο. «Ζώστηκε ποδιά… έτσι ώστε… μετά το πλύσιμο, με πιο κατάλληλο ύφασμα να σκουπίσει τα πόδια των μαθητών» (Ω).
(5)   Εγείρεται… τίθησι τα ιμάτια… διέζωσε… Κάθε χαρακτηριστικό της ακόλουθης εικόνας προδίδει τις αναμνήσεις του αυτόπτη· ο Ιωάννης περιγράφει την σκηνή αυτή σαν να την είχε μπροστά στα μάτια του την ίδια στιγμή (g).

Ιω. 13,5    εἶτα βάλλει ὕδωρ(1) εἰς τὸν νιπτῆρα(2), καὶ ἤρξατο νίπτειν(3) τοὺς πόδας τῶν μαθητῶν καὶ ἐκμάσσειν τῷ λεντίῳ ᾧ ἦν διεζωσμένος.
Ιω. 13,5   Έπειτα ρίπτει νερό εις την λεκάνην, και ήρχισε να πλύνη τα πόδια των μαθητών και να τα σπογγίζη με την πετσέτα, με την οποία ήτο ζωσμένος.
(1)   Και τα χαρακτηριστικά αυτά προδίδουν τον αυτόπτη μάρτυρα.
«Πρόσεχε πώς όχι μόνο με το ότι έπλυνε τα πόδια τους, αλλά και με άλλο τρόπο δείχνει την ταπεινοφροσύνη… βγάζοντας τα ρούχα. Και δεν σταμάτησε μόνο σε αυτά, αλλά ζώστηκε και ποδιά… και ο ίδιος γέμισε τη λεκάνη και δεν πρόσταξε κάποιον άλλον να την γεμίσει, αλλά όλα αυτά τα κάνει ο ίδιος» (Χ), «έτσι ώστε και εμείς όταν διακονούμε (υπηρετούμε) όλα να τα κάνουμε εμείς οι ίδιοι με κάθε προθυμία, έχοντας στραμμένο το βλέμμα μας σε εκείνον, και να μην έχουμε έπαρση» (Ζ).
(2)   Υπήρχε πρόχειρη στο δωμάτιο του δείπνου λεκάνη των ποδιών, μεταλλική ή ξύλινη, όπως και σε μας η λεκάνη των χεριών. Για αυτό μπαίνει με άρθρο (b)= η λεκάνη στο δωμάτιο. Η λέξη είναι από αυτές που λέγονται μοναδική φορά και δεν συναντιέται στην ελληνική γραμματεία στη Βιβλική ή την εθνική (β).
(3)   Δεν λέγεται με ποια σειρά και ποιου πρώτα έπλυνε τα πόδια.
«Εμένα πάντως μου φαίνεται ότι πρώτου του προδότη έπλυνε τα πόδια» (Χ). Είναι όμως αβέβαιο αυτό. Ο Ωριγένης φρονεί, ότι τελευταίος κατά σειρά υπήρξε ο Πέτρος, ο Αυγουστίνος όμως το αντίθετο φρονεί, ότι το πλύσιμο των ποδιών άρχισε από τον Πέτρο ως κορυφαίο των αποστόλων (χ).
Πάντως ο Κύριος έπλυνε και τα πόδια του Ιούδα. Της πραγματικής και αληθινής χήρας, της αφοσιωμένης στον Κύριο, καθορίζεται ως προσόν και το «αν έπλυνε πόδια αγίων» (Α΄Τιμ. ε 10). Αλλά ο Κύριος εδώ έπλυνε τα πόδια αμαρτωλού, του χειρότερου των αμαρτωλών, αυτού που σχεδίαζε να προδώσει εκείνον, ο οποίος τόση στοργή και συγκατάβαση έδειχνε μέχρι την τελευταία στιγμή σε αυτόν τον αχάριστο.

Ιω. 13,6    ἔρχεται οὖν(1) πρὸς Σίμωνα Πέτρον, καὶ λέγει αὐτῷ ἐκεῖνος· Κύριε, σύ μου(2) νίπτεις τοὺς πόδας(3);
Ιω. 13,6   Έρχεται, λοιπόν, και προς τον Σίμωνα Πέτρο και λέγει εις αυτόν εκείνος• Κύριε, συ ο Διδάσκαλος και ο Κύριος θα μου πλύνης τα πόδια;
(1)   Το φυσικότερο είναι να θεωρήσουμε, ότι άρχισε ο Κύριος να πλένει από άλλον μαθητή, «έπειτα ήλθε προς τον Πέτρο» (Ζ).
«Διότι είναι ευκολότερο να καταλάβουμε έτσι τα λόγια του ευαγγελίου, διότι αφού είπε (στο σ. 5) άρχισε να πλένει και να σκουπίζει με την ποδιά που ήταν ζωσμένος, τότε προσθέτει «έρχεται λοιπόν προς τον Σίμωνα Πέτρο, σαν να είχε ήδη πλύνει τα πόδια κάποιων και μετά από αυτούς ήλθε τώρα στον Πέτρο» (Αυ). Παρόλ’ αυτά μπορεί να συμβιβαστεί η φράση και με την εκδοχή, ότι από τον Πέτρο άρχισε= «Όταν λοιπόν άρχισε να πλένει τα πόδια των μαθητών, ήλθε σε αυτόν, από τον οποίο άρχισε, δηλαδή στον Πέτρο» (Αυ).
Άρχισε να πλένει και έτσι (=οὖν) ήλθε στον Πέτρο. Πιθανότερη η πρώτη εκδοχή.
(2)   Με πολλή έμφαση. «Πρόσεχε λοιπόν και του Πέτρου τα λόγια πόση έμφαση έχουν» (Θφ). «Εσύ, ο υιός του Θεού» (Ζ), εμένα του αμαρτωλού και ανάξιου «εμένα του δούλου, του αμαθή» (Θφ).
«Περιέβαλε μάλλον τον Δεσπότη με εξαιρετική τιμή και επέδειξε την ευλάβεια που άρμοζε σε δούλο και μαθητή… και αφού έλαβε συναίσθηση της δικής του αναξιότητας και κατεπλάγη από το αξίωμα αυτού που ερχόταν μπροστά του, φώναξε· Κύριε εσύ μου πλένεις τα πόδια;» (Β).
(3)   Προσφέροντας σε μένα υπηρεσία, η οποία ακόμη και μεταξύ των θνητών ανθρώπων ανατίθεται στους δούλους; (ο). «Δεν πλένεις τα χέρια ούτε άλλο πιο έντιμο μέλος, αλλά τα πόδια, το τελευταίο όλων, αυτό που περισσότερο από όλα βρωμίζεται;» (Θφ).
«Το είπε αυτό με έκπληξη και πάρα πολλή ευλάβεια» (Ζ). Παρόλ’ αυτά «ήταν μέγιστη θρασύτητα το να αντιλέγει ο δούλος στον Κύριό του, τα πλάσμα στο Θεό του» (Αυ). Σημείωσε, ότι ο Χριστός συγκαταβαίνει σε μας. Και οι συγκαταβάσεις του είναι τόσο μεγάλες ώστε, όταν σοβαρά τις μελετάμε προκαλούν σε μας εντύπωση, απορία και κατάπληξη.

Ιω. 13,7   ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὃ ἐγὼ(1) ποιῶ(2), σὺ(1) οὐκ οἶδας ἄρτι, γνώσῃ δὲ μετὰ ταῦτα(3).
Ιω. 13,7   Απήντησε ο Ιησούς και του είπε• τι σημαίνει αυτό, το οποίον εγώ κάμνω, δεν το καταλαβαίνεις τώρα, θα το γνωρίσης και θα το εννοήσης ύστερα από αυτά.
(1)   Ζωηρή αντίθεση που ανταποκρίνεται στην έννοια των «συ» και «μου» (που είπε ο Πέτρος) που προηγήθηκαν.
(2)   «Αυτό που εγώ διδάσκω με αυτό το πράγμα» (Ζ), «την ωφέλεια της διδασκαλίας και πώς είναι ικανό να σας οδηγήσει σε κάθε ταπεινοφροσύνη» (Χ), την έννοια ή τη σημασία αυτού του οποίου εγώ πράττω (ο). Ο σιναϊτικός γράφει: α εγώ ποιώ.
(3)   «Όταν δηλαδή θα το εξηγήσει πιο αναλυτικά» (Κ). «Διότι όχι σε πολλή ώρα [στους στίχους 13-17] θα πει για αυτό, ότι «Αν εγώ έπλυνα…» (Ζ).
Ή, λιγότερο πιθανή εκδοχή «Μετά από αυτά· πότε; Όταν στο δικό μου όνομα θα βγάλεις δαιμόνια, όταν θα με δεις να αναλαμβάνομαι στους ουρανούς, όταν από το Πνεύμα θα μάθεις ότι κάθομαι στα δεξιά, τότε θα καταλάβεις αυτό που τώρα γίνεται» (Χ). «Διότι τότε θα μάθεις ποιος όντας, τι έργο έκανα και γιατί;» (Ζ).
Ο Κύριός μας πράττει πολλά, των οποίων την έννοια και σημασία ούτε αυτοί οι μαθητές του δεν μπορούν να καταλάβουν αμέσως αλλά αντιλαμβάνονται αυτήν έπειτα. Τι έκανε ο Κύριος όταν έγινε άνθρωπος για μας και τι πέτυχε όταν έγινε για χάρη μας «σκουλήκι και όχι άνθρωπος, όνειδος ανθρώπων και περιφρόνηση λαού». Τι έπραξε όταν ζούσε τη δική μας ζωή, όταν έγινε άνθρωπος, και τι όταν θυσίασε τη ζωή του αυτή, όλα αυτά, όταν έγιναν, ήταν ακατανόητα στους μαθητές, έγιναν όμως γνωστά από αυτούς ύστερα από αυτά. Οι επακόλουθες ενέργειες τα θείας Πρόνοιας εξηγούν τις προηγούμενες ενέργειές της. Και βλέπουμε μετέπειτα, πού απέβλεπαν και ποια ωφέλεια επέφεραν γεγονότα, τα οποία όταν μας συνέβαιναν, θεωρούνταν από μας σταυρός ανυπόφορος.

Ιω. 13,8    λέγει αὐτῷ Πέτρος· οὐ μὴ νίψῃς(1) τοὺς πόδας μου εἰς τὸν αἰῶνα(2). ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἐὰν μὴ νίψω σε(3), οὐκ ἔχεις μέρος μετ᾿ ἐμοῦ(4).
Ιω. 13,8    Λέγει εις αυτόν ο Πέτρος• ποτέ στον αιώνα τον άπαντα δεν θα δεχθώ να μου πλύνης εσύ τα πόδια. Απήντησεν εις αυτόν ο Ιησούς• εάν δεν σου πλύνω τώρα τα πόδια, δεν είναι δυνατόν να έχεις πλέον μέρος μαζί μου.
(1)   Η γλυκύτητα με την οποία απάντησε ο Ιησούς ενθάρρυνε τον Πέτρο και ενώ προηγουμένως είχε προβάλλει με κάποιο δισταγμό το ερώτημα, τώρα αρνείται κατηγορηματικά. Εάν η άρνηση αυτή του Πέτρου προέρχεται από μετριοφροσύνη, είναι όμως όχι λιγότερο αληθινό ότι η μετριοφροσύνη αυτή δεν είναι απαλλαγμένη από προσωπικό θέλημα και αλαζονεία (g).
«Ενώ οι υπόλοιποι μαθητές εμπιστεύτηκαν τον εαυτό τους στον Ιησού, και σε τίποτα δεν του αντιμίλησαν, αυτός (ο Πέτρος), με όσα λέει, αν και φάνηκε ότι σωστά μπήκε μπροστά, όχι μόνο τον Ιησού κατηγορεί ότι παράλογα άρχισε να πλένει τα πόδια των μαθητών, αλλά και τους συμμαθητές. Διότι αν αυτός μεν, όπως νόμισε, έκανε το σωστό με το να θέλει να εμποδίζει, εκείνοι όμως δεν είδαν αυτό, κατηγόρησε και εκείνους ότι δεν έκαναν το σωστό που παρέδωσαν τα πόδια τους στον Ιησού» (Ω).
Όταν είπε ο Ιησούς «θα καταλάβεις μετά από αυτά», «δεν είπε ο Πέτρος· Δίδαξέ με, για να αφήσω, αλλά είπε αυτό που ήταν πολύ πιο έντονο, ούτε να μάθει ανεχόταν, αλλά αρνείται πάλι λέγοντας, Δεν θα μου πλύνεις τα πόδια» (Χ). «Αν και έλεγε αυτό στον διδάσκαλο με υγιή πρόθεση και γεμάτη σεβασμό, το έλεγε όμως κατά τρόπο βλαβερό για τον εαυτό του» (Ω).
(2)   «Αντί να πει ποτέ» (Ζ).
(3)   «Αν δεν καταδεχτείς, λέει, το παράδοξο αυτό και ασυνήθιστο μάθημα της ταπεινοφροσύνης…» (Κ).
Η άρνηση του Πέτρου να δεχτεί τν ταπεινωτική υπηρεσία, την οποία ο Κύριος τού προσφέρει, ισοδυναμεί με απόρριψη του πνεύματος του έργου του και με απόφαση να εμμείνει ο Πέτρος στην αγάπη του  σαρκικού μεγαλείου, από την οποία ο Ιησούς με την πράξη του αυτή ζητούσε να καθαρίσει τους μαθητές του (g).
(4)   «Δεν θα βρεις θέση και κληρονομιά μαζί μου» (Κ). Έχω μέρος μαζί με κάποιον ή είμαι συμμέτοχός του, σημαίνει συμμετέχω στο έργο του και τελικά στην αμοιβή του (β)· σημαίνει την συμμετοχή του κατώτερου στα κέρδη, τα πλούτη, τη δόξα του αρχηγού του (g). «Επειδή από πολλή αγάπη ο Πέτρος επέμενε, από αυτήν πείθει αυτόν» (Ζ), απειλώντας «αυτό που κατεξοχήν ο Πέτρος φοβόταν και έτρεμε, το να αποκοπεί από τον ίδιο τον Κύριο» (Χ).
Είναι ευτυχία ανέκφραστη να γίνει κάποιος συμμέτοχος του Χριστού, να λάβει μέρος στα ανεκτίμητα εκείνα προνόμια τα οποία προέρχονται από την ένωση με το Χριστό και από τη στενή σχέση μαζί του. Αυτή είναι η αγαθή μερίδα, της οποίας και μόνης υπάρχει ανάγκη. Για να γίνουμε όμως συμμέτοχοι του Χριστού είναι αναγκαίο ο Κύριος να μας πλύνει. Όλους εκείνους, τους οποίους ο Χριστός κάνει δικούς του, δικαιώνει και αγιάζει αυτούς, και με την δικαίωση και τον αγιασμό αυτόν συντελείται το πλύσιμό τους. Εάν δεν υποβληθούν σε αυτό το πλύσιμο που διενεργεί ο Κύριος, είναι αδύνατον να έχουν μέρος μαζί του. Στην αγάπη του ο Κύριος επιζητά και αξιώνει να καθαρίσει τους αμαρτωλούς συγκαταβαίνοντας στην αθλιότητά τους έτσι ώστε με το Πνεύμα του, όταν αυτοί δεν αντιστέκονται, να τους λευκάνει περισσότερο από το λευκό μαλλί και το χιόνι.

Ιω. 13,9   λέγει αὐτῷ Σίμων Πέτρος(1)· Κύριε, μὴ τοὺς πόδας μου μόνον(2), ἀλλὰ καὶ τὰς χεῖρας καὶ τὴν κεφαλήν(3).
Ιω. 13,9   Λέει εις αυτόν ο Σίμων Πέτρος• Κύριε, τότε πλύνε μου όχι μόνον τα πόδια, αλλά και τα χέρια και το κεφάλι.
(1)   «Και όταν αρνείται [ο Πέτρος] είναι σφοδρός και όταν δέχεται γίνεται σφοδρότερος· και τα δύο όμως από αγάπη» (Χ).
«Διότι και η άρνηση οφείλεται στο ότι τιμά πάρα πολύ τον Κύριο, και το ότι δέχεται οφείλεται στο ότι δεν θέλει να χωριστεί από αυτόν» (Θφ).
Η απειλή του Κυρίου «υποτάσσει τον Πέτρο και τον κάνει να ζητά περισσότερο αυτό που πριν αρνιόταν, και να προσφέρει τόση ικεσία, όση προηγουμένως πρόσφερε άρνηση, ή μάλλον και περισσότερη» (Ζ).
Η μετάπτωση αυτή του Πέτρου παρουσιάζεται σύμφωνη με τον όλο του χαρακτήρα, όπως περιγράφεται σε μας από τους συνοπτικούς. Η τέλεια αυτή συμφωνία των διασκορπισμένων εδώ και εκεί χαρακτηριστικών αυτών και η γεμάτη ζωή εικόνα που ξεπηδά από αυτά αποδεικνύουν αξιοθαύμαστα την πλήρη πραγματικότητα της ευαγγελικής ιστορίας (g).
«Καταλαβαίνοντας δηλαδή [ο Πέτρος] και του Σωτήρα την αξία και τη μικρότητα της δικής του φύσης, αρνιόταν μεν στην αρχή. Όταν όμως έμαθε τη βλάβη, αμέσως τρέχει στο να θέλει αυτό που ήθελε αυτός που είχε την εξουσία (ο Κύριος)» (Κ).
Οι αγαθοί άνδρες, όταν βλέπουν την πλάνη τους, δεν επιμένουν σε αυτήν, αλλά σπεύδουν να την ομολογήσουν και να επανορθώσουν κάθε κακή συνέπεια από αυτήν.
(2)   «Αν πρόκειται, λέει, να ξεπέσω… από την κοινωνία με εσένα και να βρίσκομαι κάπου μακριά από τα ελπιζόμενα αγαθά, αν δεν συμφωνήσω με σένα και πλύνω τα πόδια, τότε θα σου προσφέρω και τα υπόλοιπα μέλη» (Κ), δηλαδή και τα χέρια και το κεφάλι. Ο χωρισμός από το Χριστό είναι το φοβερότερο κακό στα μάτια όλων εκείνων, οι οποίοι φωτίστηκαν ώστε να διακρίνουν τις πνευματικές αξίες και να εκτιμούν αυτές.
(3)   Ο Πέτρος δεν κατάλαβε ακόμη την έννοια της πράξης αυτής του διδασκάλου του. Φαντάζεται τώρα ότι το πλύσιμο για το οποίο ο Κύριος μιλούσε αφορούσε στον καθαρισμό του σώματος, ή το πολύ θεωρεί αυτό ως σύμβολο πνευματικού καθαρισμού. Για αυτό και απαντά έτσι (β). Όλοι εκείνοι, οι οποίοι αληθινά ποθούν να καθαριστούν πνευματικά και να αγιαστούν, επιθυμούν να καθαριστούν και να αγιαστούν εξ’ ολοκλήρου και να έχουν όλο τον εσωτερικό τους άνθρωπο με όλες του τις δυνάμεις άμεμπτο και ολοτελώς αγιασμένο (Α΄ Θεσ. ε 23).

Ιω. 13,10  λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὁ λελουμένος(1) οὐ χρείαν ἔχει ἢ τοὺς πόδας(2) νίψασθαι, ἀλλ᾿ ἔστι καθαρὸς ὅλος(3)· καὶ ὑμεῖς καθαροί ἐστε(4), ἀλλ᾿ οὐχὶ πάντες(5).
Ιω. 13,10  Του λέγει ο Ιησούς• εκείνος που είναι λουσμένος εις ολόκληρον το σώμα, δεν έχει ανάγκην παρά μόνον τα πόδια να πλύνη, διότι είναι καθαρός κατά το υπόλοιπον σώμα. Και σεις, είσθε καθαροί, αλλά όχι όλοι.
(1)   Συχνά το λούω χρησιμοποιείται για να δηλώσει πλύσιμο του όλου σώματος (Λευϊτ. ιδ 9,ιστ 4,ιζ 16,Αριθμ. ιθ 7,Δευτερ. κγ 11,Πράξ. θ 37). Οι καλεσμένοι συνήθιζαν πριν έλθουν στο γεύμα ή το δείπνο να παίρνουν λουτρό, και όταν έφταναν στο σπίτι, που ήταν καλεσμένοι, είχαν ανάγκη να πλύνουν μόνο τα πόδια. Στη συνήθεια αυτή αναφερόμενος και ο Κύριος υπενθυμίζει στον Πέτρο, ότι πλανιόταν φανταζόμενος, ότι το πλύσιμο των ποδιών από τον Διδάσκαλο απέβλεπε σε σωματικό καθαρισμό.
(2)   Τα οποία πλένονται τελευταία από το υπόλοιπο σώμα, αλλά λερώνονται πρώτα (b). Υπάρχει και η γραφή «ει μη τους πόδας».
(3)   «Επειδή είναι ήδη λουσμένος» (Ζ). Το καθαρός συχνά λέγεται για εξωτερική καθαριότητα (Ματθ. κγ 26,κζ 59). Στη συνέχεια εδώ λέγεται προφανώς για να δηλώσει πνευματική καθαρότητα («εσείς είστε καθαροί»), όπως και στο ιε 3, όπου πάλι για τρίτη και τελευταία φορά συναντιέται στον Ιωάννη (β). Και εδώ η λέξη μπορεί να εκληφθεί με διπλή έννοια. Ο Ιησούς μεταφέρεται αμέσως, όπως και στο διάλογο με τη Σαμαρείτιδα από το υλικό πεδίο στο πνευματικό. Και λέει, ότι όπως μετά το πρωινό του λουτρό ο καθένας θεωρεί τον εαυτό του καθαρό για ολόκληρη την ημέρα και περιορίζεται στο να πλύνει τα πόδια, όταν επιστρέφει από έξω, για να καθαρίσει τις ακαθαρσίες που από την πορεία τυχόν κόλλησαν στα πόδια, έτσι και εκείνος, ο οποίος προσκολλήθηκε σοβαρά στον Ιησού, χωρίστηκε μια για πάντα από την αμαρτία, και δεν έχει ανάγκη να καθαριστεί ξανά ολόκληρος, αλλά μόνο μερικώς να καθαρίζεται από τους ελαφρούς μολυσμούς στους οποίους από συναρπαγή γλιστράει (g).
«Με άλλα λόγια στο άγιο βάπτισμα ο άνθρωπος λούστηκε ολόκληρος· και όμως, για όσο θα ζει έπειτα στην ανθρώπινη αυτή κατάσταση, δεν μπορεί να μην πατά πάνω στο έδαφος με τα πόδια του. Τα ανθρώπινα λοιπόν συναισθήματά μας, τα οποία είναι αχώριστα από την επίγεια θνητή ζωή μας, μοιάζουν με πόδια, με τα οποία ερχόμαστε σε επαφή με τα ανθρώπινα· έτσι ώστε αν πούμε, ότι δεν έχουμε αμαρτία, πλανούμε τους εαυτούς μας. Για αυτό κάθε μέρα αυτός που προσεύχεται για μας (Ιησούς) πλένει τα πόδια μας και εμείς έχουμε ανάγκη κάθε μέρα να πλένουμε τα πόδια μας» (Αυ).
Δες ποια είναι η ενίσχυση και τα προνόμια εκείνων, οι οποίοι μπήκαν στην κατάσταση της δικαίωσης. Έχουν λουστεί από τον Χριστό και έχουν καθαριστεί από κάθε μολυσμό. Και αν στο μεταξύ γλιστρίσουν, αρκεί η μετάνοιά τους να διατηρήσει αυτούς στην κατάσταση της δικαιοσύνης. Παρόλο που έχουμε ανάγκη να μετανοούμε κάθε μέρα διότι κάθε μέρα αμαρτάνουμε, όμως τα χαρίσματα του Θεού είναι αμεταμέλητα.
(4)   «Επειδή ήδη καθαριστήκατε από την διδασκαλία, την οποία σας δίδαξα και αποβάλατε κάθε κακία και πονηρία» (Ζ).
«Δεν ήταν ακόμη απαλλαγμένοι από τα αμαρτήματα, ούτε είχαν αξιωθεί του Πνεύματος… αφού η κατάρα του χειρογράφου παρέμενε, μιας και το θύμα δεν είχε οδηγηθεί ακόμη στη θυσία… Επειδή λοιπόν απέρριψαν από την ψυχή τους κάθε πονηρία και βρίσκονταν κοντά του με ειλικρινή διάθεση, για αυτό λέει σύμφωνα με τον προφητικό λόγο (Ησαΐου α 16) «ο λουσμένος είναι ήδη καθαρός». Διότι εκεί δεν εννοεί το Ιουδαϊκό λουτρό με νερό, αλλά τον καθαρμό της συνείδησης» (Χ).
«Δεν χρειάζεστε λοιπόν να καθαριστείτε, από αυτά από τα οποία καθαριστήκατε, αλλά να πλύνετε μόνο τα πόδια» (Ζ). «Επομένως και αυτοί επειδή με κάθε ακακία και αδολότητα ήταν μαζί με τον Χριστό, πολύ λογικά ονομάζονται από τον Κύριο λουσμένοι και καθαροί» (Θφ).
(5)   «Είναι μεν κρυμμένο αυτό που λέει, κάνει όμως ωφέλιμο στον προδότη τον έλεγχο. Διότι αν και δεν το είπε με σαφήνεια… αλλά μέσα στον καθένα υπήρχε η συνείδηση που δίκαζε και κέντριζε αυτόν που αμάρτησε» (Κ).
Ακόμη και μεταξύ των μαθητών του Χριστού, των στενότατα συνδεδεμένων με το έργο του, υπάρχουν μερικοί οι οποίοι δεν είναι καθαροί. Ο Κύριος γνωρίζει ποιοι είναι δικοί του και ποιοι δεν είναι (Β΄Τιμ. β 19). Το μάτι του Χριστού μπορεί να χωρίσει τα πολύτιμα από τα ευτελή, τα καθαρά από τα ακάθαρτα.

Ιω. 13,11  ᾔδει γὰρ(1) τὸν παραδιδόντα(2) αὐτόν· διὰ τοῦτο εἶπεν(3)· οὐχὶ πάντες καθαροί ἐστε.
Ιω. 13,11  Και είπεν ο Κύριος ότι δεν είσθε καθαροί όλοι, διότι εγνώριζε εκείνον ο οποίος έμελλε να τον παραδώση.
(1)   Δείχνει τον λόγο για τον οποίο δεν ήταν καθαροί όλοι.
(2)   Ο ενεστώτας υποδηλώνει, ότι η κίνηση για προδοσία είχε ήδη αρχίσει (β). Έτσι ο υπαινιγμός αυτός του Κυρίου αποτελούσε την πρώτη αποκάλυψη της προδοσίας του Ιούδα από όσες έγιναν κατά τη διάρκεια του δείπνου. Εκφράζοντας έτσι τη λύπη, την οποία του προκαλούσε η σκέψη του εγκλήματος αυτού, καταβάλλει ο Κύριος ύστατη προσπάθεια για επιστροφή του Ιούδα σε μετάνοια (g).
«Διότι γνώριζε αυτόν που θα τον παρέδιδε ότι δεν ήταν καθαρός· πρώτον μεν επειδή δεν τον ένοιαζε για τους φτωχούς, αλλά ήταν κλέφτης· ύστερα όμως επειδή, όταν έγινε το δείπνο, ο διάβολος είχε ήδη μπει στην καρδιά του για να παραδώσει αυτόν, ο Ιούδας Σίμωνος Ισκαριώτης δεν έδιωξε αυτό που μπήκε μέσα του» (Ω).
Παρόλ’ αυτά «αν και ήξερε ότι δεν ήταν αγαθός απέναντί του ούτε ευγνώμων μαθητής, αλλά εγκυμονούσε από τη μία το δηλητήριο από την διαβολική πικρία, μελετούσε από την άλλη προσεχτικά με ποιο τρόπο θα τον παραδώσει, τον τίμησε σε ίσο βαθμό με τους άλλους… φυλάγοντας μέχρι το κάθετί τα της δικής του αγάπης… και έπλυνε και τα πόδια του, καθιστώντας αδικαιολόγητη την ασέβειά του, ώστε να φανεί ότι η αποστασία ήταν καρπός της πονηρίας που φώλιαζε μέσα του» (Κ).
(3)   Η επανάληψη αυτή αποβλέπει στο να προσδώσει έμφαση στην εξαίρεση του Ιούδα από τον αριθμό των καθαρών από την αμαρτία (ο). Του Ιούδα τα πόδια πλύθηκαν και καθαρίστηκαν όπως και του Πέτρου. Αλλά έμεινε αυτός εντελώς ξένος από το πνεύμα που αναγεννά την καρδιά, του οποίου το πλύσιμο των ποδιών ήταν απλός τύπος. Προσερχόμαστε όλοι στο μυστήριο του Δείπνου, μετέχουμε όλοι των ίδιων καθαγιασμένων στοιχείων, αλλά πόσοι βγαίνουν καθαροί από το τραπέζι του Κυρίου; (μ).

Ιω. 13,12 Ὅτε οὖν(1) ἔνιψε τοὺς πόδας αὐτῶν(2) καὶ ἔλαβε τὰ ἱμάτια αὐτοῦ(3), ἀναπεσὼν πάλιν(4) εἶπεν αὐτοῖς· γινώσκετε τί πεποίηκα ὑμῖν(5);
Ιω. 13,12  Όταν, λοιπόν, έπλυνε τα πόδια των και ξαναφόρεσε τα εξωτερικά του ενδύματα, κάθισε πάλιν κοντά στο τραπέζι και τους είπε• γνωρίζετε τι νόημα έχει αυτό, το οποίον έκαμα εις σας;
(1)   Ξαναπιάνει ο ιερός ευαγγελιστής την διήγηση του πλυσίματος των ποδιών που διακόπηκε με τους στίχους 6-11 (κ).
(2)   Το αυτών υποδηλώνει ότι έπλυνε τα πόδια όλων (β).
(3)   Τα οποία κατά τον στίχο 4 είχε βγάλει.
(4)   Πήρε πάλι τη θέση του, την οποία καθισμένος είχε στο τραπέζι. Το ρήμα λέγεται και με την έννοια της αιφνίδιας και γρήγορης κίνησης (ο). Υπάρχει και η γραφή: τους πόδας αυτών έλαβε… και ανέπεσε.
(5)   «Ή πρέπει να το διαβάσουμε ως ερώτηση, για να φανερώσει το μέγεθος αυτού που έγινε· ή σε προστακτική, για να διεγείρει το νου τους, έτσι ώστε με το να τους κάνει να προσέξουν την πράξη αυτή, να την καταλάβουν» (Ω). Μάλλον ερωτηματικά. «Αντί να πει, Καταλάβατε την αιτία και το σκοπό αυτού που έγινε;» (Θμ). «Όχι πλέον προς τον Πέτρο μόνο, αλλά προς όλους μιλά» (Χ). Καταλαβαίνετε το μάθημα, το οποίο η πράξη μου αυτή αποσκοπούσε να σας διδάξει; (ο).
«Τους ρωτά ενώ αγνοούν, για να προκαλέσει την προσοχή· μετά δηλαδή την πράξη, θέλει λοιπόν να διδάξει αυτό που αγνοείται» (Ζ).
«Ήδη ο μακάριος Πέτρος έχει εκπληρωμένη την υπόσχεση… την οποία πήρε με την απάντηση… θα μάθεις μετά από αυτά (στίχοι 7,8). Εδώ είναι εκείνο το «μετά από αυτά». Τώρα είναι ο καιρός να πει αυτό που προ ολίγου ανέβαλε… Και αρχίζει ήδη να δείχνει στους μαθητές, τι ήταν εκείνο, το οποίο έπραξε» (Αυ).
Παρόλ’ αυτά ο ακόλουθος σύντομος διάλογος δεν αποσαφηνίζει εξ’ ολοκλήρου στις παχυλές διάνοιες των μαθητών τη σημασία της πράξης αυτής του Κυρίου. Η πλήρης σημασία και έννοιά της θα κατανοηθεί από τους μαθητές μετά το θάνατο και την ανάσταση του Κυρίου, όταν αυτοί θα πάρουν το Πνεύμα της αλήθειας (χ).

Ιω. 13,13  ὑμεῖς φωνεῖτέ με(1), ὁ Διδάσκαλος(2) καὶ ὁ Κύριος(3), καὶ καλῶς λέγετε· εἰμὶ γάρ(4).
Ιω. 13,13  Σεις με ονομάζετε, ο Διδάσκαλος και ο Κύριος και καλά λέτε. Διότι πράγματι είμαι.
(1)   «Εσείς με ονομάζετε έτσι» (Ζ). «Αποδέχεται τη γνώμη τους» (Χ) και έτσι «έκανε τον λόγο να μην προκαλεί κάποια ενόχληση· και προσθέτοντας ότι ε ί μ α ι, βεβαίωσε αυτές τις ονομασίες και απέδειξε ότι λέγονται όχι χαριστικά, αλλά αληθινά» (Ζ).
(2)   Η ονομαστική πτώση ή λέγεται αντί για κλητική (β) ή πρέπει να ερμηνευτεί Εσύ ο Διδάσκαλος και ο Κύριος (g). Πριν τα χρόνια του Χιλλέλ δεν υπήρχε σε χρήση ο τίτλος αυτός του Ραββί ή Διδασκάλου, όπως φαίνεται από το ότι οι προγενέστεροι του Χιλλέλ διδάσκαλοι αποκαλούνται με γυμνό το όνομά τους (Lightfoot,Hor. Herb. On Matt κγ 8). Οπότε έχει μέσα της ειδική βαρύτητα η αντίθεση του Ιησού εναντίον του τίτλου αυτού (Ματθ. κγ 8-10) και κατά των άλλων τίτλων πατέρας, καθηγητής, κύριος, οι οποίοι παρομοίως χρησιμοποιούνταν, αν και όχι τόσο ευρέως και επίσημα (C).
Ο Χριστός είναι ο διδάσκαλός μας, που μας διδάσκει όλες τις σωτηριώδεις αλήθειες, ο οποίος κατέχει όπως κανείς ποτέ άλλος το προφητικό αξίωμα και αποκαλύπτει σε μας το θέλημα του Θεού. Συγχρόνως ο Κύριός μας έχει εξουσία απόλυτη πάνω μας και κυριαρχικά δικαιώματα απεριόριστα, διότι είμαστε πλάσματά του, αλλά και ιδιοκτησία του που εξαγοράστηκε με το αίμα του.
(3)   «Εξηγεί εκ των προτέρων το δικό του αξίωμα και, παρουσιάζοντας τη δόξα που έχει από τη φύση του, φέρνει σε δύσκολη θέση με την πράξη του αυτόν που επιζητεί τη δόξα» (Κ). Και ο μεν τίτλος Διδάσκαλος αναφέρεται στη διδασκαλία, ενώ ο Κύριος στην κυριαρχία του Ιησού σε ολόκληρη την ζωή των δούλων του (g). Η τοποθέτηση και των δύο μαζί και μάλιστα με άρθρο προσδίδει ιδιαίτερη έννοια σε αυτούς.
Διότι «κανείς βεβαίως δεν θα κατηγορούσε αυτόν (τον Ιησού) όταν ονόμαζε τον εαυτό του Διδάσκαλο, έστω και αν δεν πίστευε αυτόν παρά μόνο ως απλό άνθρωπο. Αλλά το να ονομάζει τον εαυτό του και Κύριο των μαθητών του, ποιός θα ανεχόταν αυτό για απλό άνθρωπο; Αλλά αυτός που μιλά είναι Θεός» (Αυ).
«Διότι η ονομασία «Κύριος» δεν είναι απλό όνομα τιμής, όπως ακριβώς σε εμάς (που λεγόμαστε μεν κύριοι) αλλά παραμένουμε δούλοι στη φύση μας… αλλά είναι από τη φύση του Κύριος, αφού εξουσιάζει τα πάντα ως Θεός. Είναι επίσης από τη φύση του και διδάσκαλος. Διότι κάθε σοφία είναι από τον Κύριο και κάθε σύνεση από αυτόν» (Κ).
(4)   «Για να μη φανεί ότι τα λόγια του λέγονται για ευχαρίστησή τους, προσθέτει· Διότι είμαι» (Χ).
«Υπάρχει ένα παράγγελμα που απευθύνθηκε προς τους ανθρώπους· Να σε εγκωμιάζει ο διπλανός σου και όχι το δικό σου στόμα. Διότι η αυταρέσκεια είναι επικίνδυνη για αυτόν που προσέχει τον εαυτό του να μην πέσει σε αλαζονεία. Αλλά Εκείνος, ο οποίος είναι υπεράνω όλων, οσοδήποτε και αν συστήσει τον εαυτό του, είναι αδύνατον να υψώσει τον εαυτό του πάνω από την πραγματική του αξία. Ούτε μπορεί ο Θεός δίκαια να χαρακτηριστεί αλαζόνας. Διότι είναι δική μας ωφέλεια να γνωρίσουμε αυτόν, όχι δική του. Ούτε πάλι μπορεί κάποιος να γνωρίσει αυτόν, αν αυτός ο ίδιος δεν αποκαλύψει τον εαυτό του. Εάν λοιπόν απείχε από το να συστήσει τον εαυτό του, για να αποφύγει δήθεν την αλαζονεία, θα αρνιόταν σε μας την δυνατότητα να τον γνωρίσουμε» (Αυ).

Ιω. 13,14  εἰ οὖν ἐγὼ(1) ἔνιψα ὑμῶν τοὺς πόδας(2), ὁ Κύριος καὶ ὁ Διδάσκαλος(3), καὶ ὑμεῖς ὀφείλετε(4) ἀλλήλων νίπτειν τοὺς πόδας(5).
Ιω. 13,14  Εάν, λοιπόν, εγώ, ο Κύριος και ο Διδάσκαλος, έπλυνα τα πόδια σας, οφείλετε και σεις να πλένετε ο ένας του άλλου τα πόδια.
(1)   «Από εδώ λοιπόν κάνει συλλογισμό» (Ζ). Χρησιμοποιεί επιχείρημα από το ισχυρότερο (a fortiori).
(2)   «Και δεν είπε (τα πόδια) των δούλων, των αγραμμάτων και αμαθών, αλλά άφησε αυτό να το συλλογίζονται» (Θφ).
(3)   Η έννοια του συλλογισμού: «Όταν λοιπόν εγώ, ο μέγας στη δόξα και τόσο μεγάλος δεν φαίνομαι να δίστασα να κατέβω σε αυτήν την τόσο μικροπρεπή ταπείνωση, ώστε να πλύνω ακόμη και τα πόδια σας· πώς θα αρνηθείτε να κάνετε και σεις αυτό μεταξύ σας;» (Κ).
(4)   «Φυσιολογικά έπρεπε να πει· Πόσο μάλλον εσείς οι δούλοι;» (Χ). «Αλλά δεν είπε ότι Εάν εγώ, ο εκ φύσεως κύριος, έπλυνα τα πόδια σε εσάς, που από τη φύση σας είστε δούλοι, πολύ περισσότερο εσείς, οι ομόδουλοι, οφείλετε να πλένετε τα πόδια μεταξύ σας… Αλλά αφού δήλωσε αυτά με τα έργα, άφησε τη διάκριση αυτών στη συνείδηση των ακροατών» (Ζ).
(5)   Το παράγγελμα δεν πρέπει να εκληφθεί κατά λέξη. Συμβολίζει προφανώς την αδελφική αγάπη και τέλεια συγκατάβαση, τις οποίες οι μαθητές του Κυρίου υποχρεώνονται να εφαρμόζουν μεταξύ τους (F). Οφείλετε «να υπηρετείτε ο ένας τον άλλον με κάθε διακονία (υπηρεσία)» (Θφ). Δεν συνιστά με το παράγγελμα αυτό ο Κύριος κάποια τελετή, σαν αυτήν που από τον δ΄ αιώνα επικράτησε για ανάμνηση του γεγονότος αυτού στην εκκλησία, την ακολουθία του Νιπτήρος κατά την Μ. Πέμπτη.
Αλλά «διδάσκει με αυτά το να μην αγαπά κανείς να υποτιμά τους άλλους από αλαζονεία, αλλα να θεωρεί ότι ο άλλος που είναι δούλος σαν αυτόν, είναι ανώτερος από αυτόν και να τον βάζει πρώτο σε όλα… Διότι τίποτα δεν χωρίζει τόσο και αδελφούς και φίλους, όσο η ασυγκράτητη επιθυμία των άθλιων ασήμαντων τιμητικών διακρίσεων… ενώ με αυτό [το να πλένουν μεταξύ τους τα πόδια] θα περιοριστεί μεν κάθε τρόπος αλαζονείας, και θα φύγει μακριά κάθε είδος κοσμικής φιλοδοξίας» (Κ).
Διδασκόμαστε από το παράδειγμα αυτό του Κυρίου να είμαστε ταπεινοί στην καρδιά, όπως αυτός (Ματθ. ια 29) και να συμπεριφερόμαστε προς όλους με κάθε ταπεινοφροσύνη. Οφείλουμε να έχουμε φρόνημα ταπεινό μεν για τον εαυτό μας, υψηλό δε και τιμητικό για τον πλησίον μας. Το να πλένουμε τα πόδια μεταξύ μας σημαίνει να μην αποφεύγουμε ούτε τις ευτελέστερες και ταπεινοτικότερες υπηρεσίες, τις οποίες επιβάλλει η αγάπη, όταν πρόκειται με αυτές να εξυπηρετήσουμε την πραγματική ωφέλεια του πλησίον, μιμούμενοι σε αυτό τον Παύλο, ο οποίος αν και ήταν ελεύθερος από όλους, υποδούλωσε σε όλους τον εαυτό του, αλλά και τον ίδιο τον Κύριό μας, ο οποίος δεν ήλθε να διακονηθεί, αλλά να διακονήσει.
«Από το να πλένουμε τα πόδια, το οποίο φαίνεται να είναι έσχατη υπηρεσία, συμπεραίνουμε ότι οφείλουμε να τελούμε και τις άλλες, πολύ περισσότερο τις πιο έντιμες» (Θφ). «Διότι ο Θεός μάς κατέστησε τον έναν οφειλέτη του άλλου, κάνοντας ο ίδιος αρχή αυτής της οφειλής και μάλιστα σε οφειλέτες κατώτερης μοίρας. Διότι αυτός μεν ήταν Κύριος. Ενώ εμείς αν το κάνουμε αυτό, το κάνουμε στους συνδούλους μας» (Χ).

Ιω. 13,15  ὑπόδειγμα(1) γὰρ δέδωκα ὑμῖν, ἵνα καθὼς ἐγὼ(2) ἐποίησα ὑμῖν, καὶ ὑμεῖς(2) ποιῆτε(3)·
Ιω. 13,15  Διότι εγώ σας έδωσα ένα τέλειο παράδειγμα, να πράττετε και σεις όπως και εγώ έπραξα εις σας.
(1)   Παράδειγμα το οποίο προβάλλεται σε μίμηση (G). Χρησιμοποιείται η λέξη για το ευγενές παράδειγμα του θανάτου του Ελεαζάρου στο Β΄Μακ. στ 28 (β). «Με αυτήν την πράξη έδωσα σε σας υπόδειγμα της ταπείνωσης με αγάπη» (Ζ).
Η μορφή της πράξης ήταν κάτι τυχαίο, που πάρθηκε από τις συνθήκες της στιγμής, και για αυτό ήταν παροδική. Η βαθύτερη ηθική έννοιά της αποτελεί το στοιχείο αυτής το μόνιμο, το οποίο ακριβώς είναι και το υπόδειγμα που προβλήθηκε σε μας από τον Κύριο (g). Υπάρχει και η γραφή: υπόδειγμα γαρ δέδωκα.
(2)   «Και όμως δεν είναι το ίδιο· διότι αυτός μεν είναι Διδάσκαλος και Κύριος, ενώ εμείς ομόδουλοι μεταξύ μας» (Χ). «Αυτός μεν ήταν πάνω από κάθε έννοια και λόγο· ενώ εμείς είμαστε γη και στάχτη και τέφρα και σκόνη και αν υπάρχει και κάτι άλλο ευτελέστερο από αυτά» (Ζ). Το «όπως εγώ… έτσι και εσείς» πρέπει να ερμηνευτεί λοιπόν: «με την ίδια προθυμία» (Χ) και ακρίβεια.
Πόσο καλός διδάσκαλος είναι ο Χριστός! Διδάσκει τόσο με το παράδειγμα, όσο και με το λόγο και για αυτόν τον σκοπό ήλθε στον κόσμο, για να μας δώσει υπόδειγμα και κανόνα όλων εκείνων των χαρίτων και των υποχρεώσεων, τις οποίες η αγία του θρησκεία διδάσκει. Και είναι υπόδειγμα χωρίς την παραμικρή έλλειψη ή λανθασμένη απόδοση. Για αυτό έκανε τους νόμους και τη διδασκαλία του περισσότερο κατανοητή και επιβλητική. Ο Χριστός είναι αρχηγός και Κύριος, όπως άλλοτε σε κάποιο βαθμό υπήρξε και ο Γεδεών, ο οποίος είπε στους άνδρες του: «Από μένα θα δείτε και έτσι θα κάνετε… και όπως θα κάνω, έτσι θα κάνετε και σεις» (Κριτών ζ 17)· ή όπως υπήρξε ο Αβιμέλεχ, ο οποίος είπε στο λαό: «Αυτό που είδατε να κάνω, γρήγορα κάντε το όπως εγώ» (Κριτών θ 48).
(3)   «Από αγάπη ταπεινούμενοι και υπηρετώντας» (Ζ).
«Μάθαμε ταπείνωση από τον Ύψιστο. Και εμείς λοιπόν ως ταπεινοί ας πράττουμε μεταξύ μας ό,τι Εκείνος, ο Ύψιστος έπραξε στην ταπείνωσή του» (Αυ). «Αναγκαία λοιπόν συμβουλεύει αυτά τους αποστόλους. Επειδή δηλαδή επρόκειτο να απολαμβάνουν τιμή, άλλοι μεν μεγαλύτερη άλλοι δε μικρότερη, για να μην υπερηφανεύονται ο ένας απέναντι στον άλλον, σε όλους γκρεμίζει τα (υψηλά) φρονήματα» (Θφ).

Ιω. 13,16  ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν(1), οὐκ ἔστι(2) δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ(3), οὐδὲ ἀπόστολος μείζων τοῦ πέμψαντος αὐτόν(4).
Ιω. 13,16  Σας διαβεβαιώνω, ότι δεν υπάρχει δούλος ανώτερος από τον κύριό του ούτε απεσταλμένος μεγαλύτερος από εκείνον, που τον έστειλε.
(1)   Εισάγει με αυτό αλήθεια ειδικής σοβαρότητας.
(2)   «Αυτό που είπε παραπάνω, αυτό και εδώ λέει για να τους κάνει να νιώσουν ντροπή» (Χ). «Εάν εγώ ο ασύγκριτα μεγαλύτερος, τόσο ταπεινώθηκα, πολύ περισσότερο εσείς» (Ζ).
(3)   «Για όσο είναι δούλος αυτού… Διότι είναι κατωτερότητα το να είναι κανείς δούλος» (Ζ). «Όταν όμως γίνει ανώτερος, τότε ούτε δούλος είναι, ούτε απεσταλμένος» (Θφ). Στο Λουκ. στ 10 λέει «δεν υπάρχει μαθητής πάνω από τον διδάσκαλο». Ο Ματθαίος συνδυάζει και τις δύο μορφές του λόγου, και του Ιωάννη και του Λουκά. Και εδώ το επιχείρημα είναι από το ισχυρότερο.
(4)   «Για όσο είναι… απεσταλμένος εκείνου. Διότι είναι κατωτερότητα… και το να στέλνεται κάποιος» (Ζ). Απόστολος κυριολεκτικά είναι ο απεσταλμένος για μεταβίβαση εντολής κάποιου ή για εκτέλεση παραγγελίας (ο). Ο Ιωάννης μόνο εδώ χρησιμοποιεί την λέξη. Κατά τους Συνοπτικούς ο Ιησούς έδωσε τον τίτλο στους δώδεκα (Λουκ. στ 13) και αυτοί ονομάζουν αυτούς έτσι. Ο Ιωάννης ονομάζει αυτούς οι μαθητές ή οι δώδεκα. Πιθανώς εδώ να υπαινίσσεται ειδικά τους δώδεκα (β).
 
Ιω. 13,17  εἰ ταῦτα(1) οἴδατε(2), μακάριοί ἐστε(3) ἐὰν ποιῆτε(4) αὐτά.
Ιω. 13,17  Εάν καταλαβαίνετε καλά αυτά, θα είσθε μακάριοι, εάν τα εφαρμόζετε.
(1)   «Αυτά που ειπώθηκαν» (Ζ).
(2)   «Αν μπορείτε να τα καταλάβετε με σαφήνεια» (Κ). Εάν καταλαβαίνετε πλήρως και εκτιμάτε (β).
(3)   «Και ο Σωτήρας λοιπόν είπε ότι αυτός που έπραξε και δίδαξε θα αποκληθεί μέγας, και πολύ δίκαια, στη βασιλεία των ουρανών» (Κ). Μακάριοι διότι θα αποκτήσετε πραγματική υπεροχή ενώπιον του Θεού από τώρα και στη μέλλουσα οικονομία (g).
(4)   «Διότι δεν αρκεί να ξέρουμε μόνο, αλλά πρέπει και να πράττουμε» (Ζ). «Διότι περισσότερο αξιαγάπητο και αξιοζήλευτο είναι όχι το να γνωρίζουμε την αρετή, αλλά να την εφαρμόζουμε» (Κ).
«Διότι το να γνωρίσουν μεν ανήκει σε όλους, το να πράξουν όμως δεν είναι έργο όλων» (Χ).
Είναι μεν μέγα προσόν να έχουμε γνώση των καθηκόντων μας, αλλά μόνη η γνώση δεν είναι αρκετή να μας κάνει μακάριους. Η γνώση αποτελεί φωτισμό για πράξη και εφαρμογή, αλλιώς αποβαίνει όχι μόνο ανωφελής και μάταιη, αλλά επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τη θέση μας, διότι «μεγαλύτερη καταδίκη θα έχουμε» εφόσον «αν κάποιος ξέρει να κάνει το καλό και δεν το κάνει, είναι αμαρτία σε αυτόν» (Ιακ. δ 17).

Ιω. 13,18  οὐ περὶ πάντων ὑμῶν λέγω(1)· ἐγὼ(2) οἶδα(3) οὓς ἐξελεξάμην(4)· ἀλλ᾿(5) ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ(6), ὁ τρώγων(7) μετ᾿ ἐμοῦ τὸν ἄρτον(8) ἐπῆρεν ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν πτέρναν αὐτοῦ(9).
Ιω. 13,18  Και αυτά δεν τα λέγω δι' όλους σας. Εγώ ξέρω πολύ καλά ποίας ποιότητος άνθρωποι ήσαν αυτοί τους οποίους εξέλεξα. Εγνώριζα πολύ καλά ότι και ένας ανάξιος εισεχώρησε μεταξύ σας, δια να εκπληρωθή έτσι η προφητεία της Γραφής• Εκείνος που τρώγει συνεχώς μαζή μου ως φίλος το ψωμί στο αυτό τραπέζι, εσήκωσε την πτέρναν του και με εκλώτσησε.
(1)   Όταν μιλώ για σας ως μακάριους (b). Λέγοντας αυτά δεν περιμένω, ότι όλοι σας θα τηρήσετε αυτά. «Λέγοντας ότι θα είναι μακάριοι αυτοί που γνωρίζουν μεν το καλό, και προσπαθούν να το κάνουν πράξη, πρόσθεσε αμέσως, Δεν λέω για όλους, υπαινισσόμενος τον προδότη· διότι δεν ανήκει στους αξιοζήλευτους ο θεομίσητος, ούτε θα μπορούσε να καταταχτεί ποτέ μαζί με τους μακάριους αυτός που κατέστησε την ψυχή του ένοχη για τόσο μεγάλη ασέβεια» (Κ).
«Πω, πω μέγεθος ανεξικακίας! Δεν ελέγχει ακόμη τον προδότη, αλλά συγκαλύπτει το πράγμα, δίνοντας έτσι σε αυτόν ευκαιρία για μετάνοια. Και ελέγχει και δεν ελέγχει, λέγοντας τα εξής· Αυτός που τρώει κλπ» (Χ).
«Αν και είπε σε διάφορους καιρούς πολλά παρόμοια, που κεντούσαν μόνο τη συνείδηση του προδότη, και από τη μία δίδασκαν, ότι δεν είναι κρυφή η επιβουλή του, ταυτόχρονα δε πάλι τον καλούσαν σε μετάνοια και διόρθωση, δεν τον έπεισε» (Ζ).
(2)   Μπαίνει μπροστά με έμφαση. Εγώ ο Κύριος (b).
(3)   «Γνωρίζω ως Θεός» (Ζ). Και εδώ δηλώνεται η υπερφυσική γνώση του Κυρίου. Υπάρχει και η γραφή: Εγώ γαρ οἶδα.
(4)   Και η γραφή τίνας εξελεξάμην. Ή, πιο σωστά, αναφέρεται στην εκλογή των 12, όταν και «τον Ιούδα διάλεξε και τον ανέμιξε με τους άλλους μαθητές, χωρίς να αγνοεί ότι και προδότης θα αποδειχτεί και θα πέσει μέσα στα δίχτυα της φιλοκερδείας» (Κ).
«Γνωρίζω ποιος είναι ο καθένας από αυτούς που διάλεξα. Γνωρίζω λοιπόν και ποιος είναι ο Ιούδας και δεν μου είναι κρυφό, το ότι ο διάβολος έχει ήδη βάλει στην καρδιά του τά εναντίον μου» (Ω).
Σημείωσε, ότι υπάρχει ανάμιξη κακών μαζί με τους καλούς στις άριστες κοινωνίες· υπήρξε ένας Ιούδας μεταξύ των αποστόλων και θα εξακολουθεί να γίνεται έτσι έως ότου φτάσουμε στη μακάρια εκείνη κοινωνία, στην οποία τίποτα το ακάθαρτο ή υποκριτικό δεν θα μπει. Ή, λιγότερο πιθανή εκδοχή «Γνωρίζω ποιους διάλεξα να συμμετέχουν μαζί μου στην μακαριότητα. Και ο προδότης Ιούδας δεν είναι από αυτούς τους διαλεγμένους» (Αυ).
«Αν όμως ο Κύριος διάλεξε τον Ιούδα και αυτός έκανε παράβαση, τίποτα δεν σημαίνει αυτό· διότι όταν ήταν καλός αυτός τον διάλεξε και μεταβλήθηκε όπως ο Αδάμ και ο Σαούλ. Διότι ο Θεός δεν αναιρεί το αυτεξούσιο (ελευθερία βούλησης), αλλά επιτρέπει στον καθένα, να κάνει όπως θέλει» (αμ).
(5)   Ο λόγος είναι ελλειπτικός. Ή, επίσης διάλεξα και τον Ιούδα για να εκπληρωθεί η γραφή. Ή, αλλά αυτό έγινε για να εκπληρωθεί η γραφή (g). Ή, αλλά επίσης η προδοσία αυτή θα έλθει για να… (β).
(6)   Το εκβατικό ἵνα, για το οποίο δες παραπάνω. «Ας μη νομίσει κάποιος ότι για αυτό φτάνουν εις πέρας τα προφητευμένα από τους άγιους προφήτες, για να εκπληρωθούν δηλαδή οι γραφές. Διότι αν είναι αλήθεια αυτό, τίποτα καθόλου δεν θα εμποδίσει αυτούς που αναγκαστικά υπηρέτησαν τις γραμμένες προφητείες, από το να έχουν δικαιολογημένη την αμάρτία, ή μάλλον καλύτερα, να θεωρούν ότι ούτε καν αμάρτησαν. Διότι αν έπρεπε να εκπληρωθούν, θα πει κάποιος, και εκπληρώνονταν με αυτούς, άρα αυτοί μέσω των οποίων εκπληρώθηκαν θα μπορούσαν να είναι ελεύθεροι από κάθε ευθύνη.
Από την άλλη πάλι η θεία γραφή θα φαινόταν λοιπόν οπωσδήποτε και βοηθός της αμαρτίας, καλώντας κατά κάποιο τρόπο αναγκαστικά κάποιους σε εκείνα τα οποία λέγονταν από αυτήν, έτσι ώστε να φτάσει σε τέλος αυτό που είχε παλιά προφητευτεί… Για αυτό λοιπόν, δεν πιστεύουμε ότι για αυτήν την αιτία διαπράχτηκαν τα έργα από κάποιους, για να εκπληρωθούν δηλαδή οι γραφές· αλλά το Πνεύμα μίλησε επειδή προγνώριζε ότι οπωσδήποτε θα γίνουν αυτά που θα συμβούν» (Κ).
(7)   Η παράθεση μάλλον κατά το εβραϊκό, οπωσδήποτε όμως όχι από τους Ο΄ από το Ψαλμ. μ 10. «Αυτός που έτρωγε τα ψωμιά μου ύψωσε όσο μπορούσε υψηλότερα την φτέρνα του και κατάφερε εναντίον μου κλωτσιά. Οι μεν Ο΄ λοιπόν έτσι ερμήνευσαν το ρητό από το εβραϊκό· ο Χριστός όμως ερμηνεύοντας το ίδιο ρητό από το ίδιο κείμενο, τα ίδια λέει και αυτός, με άλλες ισοδύναμες λέξεις» (Ζ).
Ο Δαβίδ έγραψε το χωρίο για τον Αχιτόφελ, στενό του φίλο, από τον οποίο αχάριστα προδόθηκε. Δες Β΄ Βασ. ιε 31 και εξής. Λόγος με διπλό αποτέλεσμα, ο οποίος κατά το θείο σχέδιο επρόκειτο ομοίως να εκπληρωθεί με την προδοσία του Ιούδα (F). Ο Αχιτόφελ από την άποψη αυτή υπήρξε τύπος του Ιούδα (ο).
«Εξηγήθηκε με διαφορετικά λόγια το ρητό από τον τεσσαρακοστό ψαλμό που είναι ως εξής: «καὶ γὰρ ὁ ἄνθρωπος τῆς εἰρήνης μου, ἐφ᾿ ὃν ἤλπισα, ὁ ἐσθίων ἄρτους μου, ἐμεγάλυνεν ἐπ᾿ ἐμὲ πτερνισμόν. (=και ο επιστήθιος φίλος μου, στον οποίον είχα στηρίξει τας ελπίδας μου, αυτός ο οποίος έτρωγε εις την τράπεζάν μου το φάγητόν μου, κατέφερε εναντίον μου μεγάλο λάκτισμα).
Ο Σωτήρας λοιπόν λέει ότι το ρητό αυτό ειπώθηκε για αυτόν και τον Ιούδα· εξ αιτίας αυτού θα αναρωτηθείς πώς ο Ιούδας ήταν άνθρωπος ειρήνης και ο Σωτήρας ήλπισε σε αυτόν. Νομίζω λοιπόν ότι με αυτά δηλώνεται, ότι κάποτε είχε πιστέψει γνήσια… και δεν νομίζω ότι θα του εμπιστευόταν το ταμείο αν ήταν από τη αρχή κλέφτης· ήταν λοιπόν άξιος να του το εμπιστευτεί και του το εμπιστεύτηκε (αν και προγνώρισε ότι θα πέσει)· Και ήταν τόσο πολύ άνθρωπος ειρήνης του Χριστού, ώστε κάποτε ο Ιησούς είχε αγαθές ελπίδες για αυτόν ότι θα είναι καλός απόστολος. Άκου δηλαδή αυτό που λέει «στον οποίο ήλπισα»» (Ω).
(8)   «Αυτός που τρέφεται από εμένα, αυτός που απολαμβάνει μαζί μου το τραπέζι, το οποίο ακόμη και τους εχθρούς τους κάνει να ντρέπονται» (Θφ).
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ιωάννης δεν λέει ο εσθίων αλλά ο τρώγων, λιγότερο συνηθιζόμενη λέξη, την οποία χρησιμοποιεί 4 φορές (στ 54,56,57,58) για την περίπτωση που τρώνε την σάρκα του Κυρίου στη θεία Ευχαριστία. Θα ήταν λοιπόν έξω από τη συνήθειά του να μην χρησιμοποιήσει αυτήν προκειμένου για το φαγητό στο μυστικό δείπνο (β). Το να τρώει κάποιος άρτο στο τραπέζι κάποιου ανώτερου θεωρούνταν ταυτόσημο με το να παίρνει δείγμα και εγγύηση εμπιστοσύνης, και να παρέχει υπόσχεση πίστης και αφοσίωσης (Β΄ Βασιλ. θ 7,14,Δ Βασιλ. κε 29)· το να προδώσει λοιπόν εκείνον, με τον οποίο έφαγε κάποιος άρτο, ήταν σοβαρή κατάργηση των παραδόσεων της φιλοξενίας (β).
Ας θυμόμαστε, ότι δεν είναι μαθητές του Χριστού όλοι εκείνοι, όσοι τρώγουν τον άρτο του. Υπάρχει και η γραφή: «Τον άρτον μου», αντί για «μετ᾿ ἐμοῦ τὸν ἄρτον».
(9)   «Το εμεγάλυνεν επ’ εμέ πτέρναν αὐτοῦ, παραφράστηκε στο ἐπῆρεν ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν πτέρναν αὐτοῦ, ώστε να είναι το ίδιο το Εμεγάλυνε με το ἐπῆρεν. Και αν πρέπει να αποσαφηνίσουμε τη φράση ἐπῆρεν ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν πτέρναν αὐτοῦ και εμεγάλυνεν επ’ εμέ πτέρναν αὐτοῦ, θα πούμε, ότι αυτό κάνει αυτός που απλώνει το πόδι σε κάποιον» (Ω).
Σήκωσε εναντίον μου τη φτέρνα του για να με κλωτσήσει. Η μεταφορά πιθανώς πάρθηκε από ζώο δύστροπο και σκληρό, το οποίο ξαφνικά στρέφεται και κλωτσά τον κύριό του, τη στιγμή που αυτός το περιποιείται και ίσως του προσφέρει τη συνηθισμένη τροφή (ο). Η φράση «σηκώνω την φτέρνα εναντίον κάποιου» δηλώνει λοιπόν ή «το δολερό και ύπουλο και κρυφό της επιβουλής» (Χ)= την ώρα που ανύποπτος φιλοξενεί κάποιος κάποιον στο τραπέζι δέχεται από αυτόν πλήγμα. Ή, δηλώνει το κτηνώδες μίσος (g)· την κτηνώδη βία (β).
Ο Ιούδας ως αποστάτης υπήρξε ένοχος της ευτελέστερης και απαισιότερης επιβουλής κατά του Χριστού. Απαρνήθηκε τον Χριστό και έστρεψε τα νώτα του προς αυτόν αφού αποχωρίστηκε από τον κύκλο των μαθητών του. Επιπλέον περιφρόνησε τον Χριστό με το να τινάξει κατά κάποιο τρόπο τη σκόνη των ποδιών του κατά πρόσωπον του διδασκάλου, υβρίζοντας αυτόν και το ευαγγέλιό του. Τέλος έγινε εχθρός του κλωτσώντας τον όπως πράττουν αυτοί που με τα χέρια παλεύουν εναντίον των αντιπάλων τους, τους οποίους θέλουν να ανατρέψουν.
  
Ιω. 13,19  ἀπ᾿ ἄρτι(1) λέγω ὑμῖν(2) πρὸ τοῦ γενέσθαι, ἵνα ὅταν γένηται πιστεύσητε(3) ὅτι ἐγώ εἰμι(4).
Ιω. 13,19  Σας αναγγέλω αυτά από τώρα, πριν πραγματοποιηθούν, ώστε όταν η προδοσία γίνη, να πιστεύσετε ότι εγώ είμαι ο Χριστός.
(1)   Αντιτίθεται με τον χρόνο, στον οποίο θα πραγματοποιηθεί το προφητευμένο γεγονός (g).
(2)   Η προαναγγελία για τον προδότη εισάγεται τώρα από τον Ιησού τόσο σαφώς, ενώ ο υπαινιγμός του στίχου 10 ήταν ασαφής.
(3)   «Λέω από τώρα αυτά που είναι μεν ήδη πολύ κοντά, δεν έχουν όμως ακόμη ολοκληρωθεί, αυτά σάς τα γνωστοποιώ, έτσι ώστε όταν συμβεί να γίνουν, συνδυάζοντας τα προφητευμένα από εμένα με την έκβαση των πραγμάτων… να πιστέψετε… Ταυτόχρονα λοιπόν ο Κύριος… και τον προδότη επιχειρεί προσεχτικά να επανορθώσει, κάνοντας τον έλεγχο κρυμμένο με πολλή ασάφεια, και την έκβαση της προδοσίας, την λέει ότι θα είναι σημάδι και σαφέστατη απόδειξη ότι αυτός είναι ο Χριστός» (Κ).
Δες Ιω ιστ 4,ιδ 29, «Και πρόσεξε αν μπορούμε να κατηγορήσουμε τους τόσο σπουδαίους μαθητές του Ιησού, ότι δεν είχαν ακόμη πιστέψει… Όπως ακριβώς αν λέγονταν σε έναν σοφό κάποια λόγια και μετά προσθέτονταν και τα εξής· Αυτά θα σε κάνουν σοφό, δεν θα εννοούσαμε οπωσδήποτε ότι έγινε από μη σοφός σοφός, αλλά από σοφός σοφότερος επειδή ακολουθεί η προκοπή και οδεύει στην τελειότητα· έτσι να εννοήσεις, σε παρακαλώ, ότι και ο πιστός μπορεί να γίνει πιστότερος. Διότι και οι απόστολοι όταν πλησίασαν κάποτε τον Κύριο δεν κατηγορούσαν τους εαυτούς τους ως απίστους όταν έλεγαν σε αυτόν το, Κύριε, πρόσθεσέ μας πίστη. Διότι με το «πρόσθεσε» σαφώς αποδεικνύεται, ότι είχαν πίστη που χωρούσε προσθήκη» (Ω).
(4)   Ή, «ώστε όταν εκπληρωθεί αυτή η Γραφή να πιστέψετε, ότι εγώ είμαι, αυτός για τον οποίο εκείνη προφήτευσε» (Ζ) «και είπε, αυτός που τρώει μαζί μου τον άρτο σήκωσε εναντίον μου τη φτέρνα του» (Αυ). Ή, όπως στο η 24= Εγώ είμαι ο προαναγγελμένος Μεσσίας (F)· «να πιστέψετε, ότι εγώ είμαι ο προφητευμένος Χριστός» (Ω), «για τον οποίον αυτά τα λόγια προφήτευσε η θεία γραφή» (Κ).
Ή, μπαίνει απόλυτα χωρίς να υπονοείται κάποιο κατηγορούμενο όπως και στο η 58, σαν αντίστοιχο της ίδιας φράσης, με την οποία στην Π.Δ. ο Θεός ονομάζει τον εαυτό του. Δες Ιεζεκ. κδ 24. Με τη σαφή και βέβαιη πρόγνωση αυτών που μέλλουν να συμβούν ο Χριστός έδωσε αδιαμφισβήτητη απόδειξη, ότι είναι ο αληθινός Θεός, μπροστά στον οποίο τα πάντα είναι γυμνά και ακάλυπτα. Προείπε ότι ο Ιούδας θα παρέδιδε αυτόν σε ώρα, κατά την οποία καμιά υπόνοια για αυτόν δεν ήταν δυνατόν να εισχωρήσει σε κάποιον και έτσι απέδειξε ότι είναι εκείνος, του οποίου ο λόγος είναι «κριτικός ενθυμήσεων και εννοιών καρδιάς» και ο οποίος εξετάζει καρδιές και νεφρούς.

Ιω. 13,20  ἀμὴν ἀμὴν(1) λέγω ὑμῖν, ὁ λαμβάνων(2) ἐάν τινα πέμψω, ἐμὲ λαμβάνει(3), ὁ δὲ ἐμὲ λαμβάνων λαμβάνει τὸν πέμψαντά με.
Ιω. 13,20  Σας διαβεβαιώνω, ότι εκείνος που δέχεται κάποιον που εγώ θα στείλω, δέχεται εμέ. Και εκείνος που δέχεται εμέ, δέχεται αυτόν που μ' έστειλε.
(1)   Η σχέση με τα προηγούμενα είναι διαφορετική σύμφωνα με τους διάφορους ερμηνευτές: Ή, λέει αυτά «παρηγορώντας τους περισσότερο επειδή πρόκειται εντός ολίγου να διατρέξουν την οικουμένη» (Ζ), «και να πάθουν πολλά δεινά» (Χ).
Ή, πιο σωστά, ο στίχος αυτός πρέπει να συνδεθεί με αυτά που ειπώθηκαν στους στίχους 16-17= Είπα, ότι δεν υπάρχει απόστολος ανώτερος από αυτόν που τον έστειλε. Σας βεβαιώνω όμως ακόμη, ότι οι απόστολοί μου δεν είναι μικρότεροι από εμένα. Για αυτό είναι και μακάριοι (g).
(2)   Συναντιέται η ίδια βεβαίωση και στους Συνοπτικούς. Δες Ματθ. ι 40,Μαρκ. θ 37,Λουκ θ 48 με μικρές λεκτικές παραλλαγές. Ο Ιωάννης αντικαθιστά το από τον Ματθαίο χρησιμοποιούμενο ρήμα δέχομαι με το λαμβάνω και το αποστέλλω με το πέμπω (β).
(3)   Γενικώς παραδεκτή αρχή, ότι η τιμή που απονέμεται σε κάποιον πρέσβη, μεταβαίνει στο πρόσωπο του κυριάρχου του, τον οποίον αυτός αντιπροσωπεύει (β).
«Όποιος δέχεται αυτόν που θα στείλει ο Ιησούς, δέχεται τον Ιησού που είναι στο πρόσωπο αυτού που στάλθηκε· και αυτός που δέχεται τον Ιησού δέχεται τον Πατέρα. Άρα αυτός που δέχεται αυτόν που θα στείλει ο Ιησούς, δέχεται τον Πατέρα που έστειλε τον Ιησού» (Ω).
Ο Χριστός ήδη έφευγε από τον κόσμο αυτόν, θα άφηνε όμως μία τάξη ανθρώπων ως πράκτορες και αντιπροσώπους του για να κηρύττουν το λόγο του. Εκείνοι λοιπόν οι οποίοι δέχονται τον λόγο αυτόν και τους κήρυκές του στο όνομα του Χριστού και από αγάπη προς αυτόν, δέχονται αυτόν τον ίδιο το Χριστό. Το να πιστεύει κάποιος στη διδασκαλία του Χριστού και να υπακούει στις εντολές του και να δέχεται την σωτηρία που προσφέρεται στο όνομά του και με τους όρους, με τους οποίους αυτή προσφέρεται, ισοδυναμεί με το να δέχεται εκείνους, τους οποίους ο Χριστός αποστέλλει, άρα και με το να δέχεται αυτόν τον ίδιο τον Κύριο Ιησού.

Ιω. 13,21  Ταῦτα εἰπὼν(1) ὁ Ἰησοῦς ἐταράχθη(2) τῷ πνεύματι(3), καὶ ἐμαρτύρησε(4) καὶ εἶπεν· ἀμὴν ἀμὴν(5) λέγω ὑμῖν ὅτι εἷς ἐξ ὑμῶν(6) παραδώσει με(7).
Ιω. 13,21 Αφού είπε αυτά ο Ιησούς, εταράχθη εσωτερικώς πολύ, και καθαρά και ξάστερα εμαρτύρησε περί αυτού και είπε• σας αποκαλύπτω και σας διαβεβαιώνω, ότι ένας από σας θα με παραδώση.
(1)   Τα προηγούμενα λόγια, στα οποία δύο φορές υπαινίχθηκε τον προδότη.
(2)   Από λύπη «για την απώλεια του προδότη. Ταράχτηκε δηλαδή από την πολύ μεγάλη συμπάθεια, στενοχωρούμενος υπερβολικά για αυτόν» (Ζ).
Ή, «ταράχτηκε εύλογα, αγανακτώντας για την δυστροπία του Ιούδα» (Κ). Είναι δυνατόν και τα δύο συναισθήματα να διεγέρθηκαν στον Κύριο. (Δες «καὶ περιβλεψάμενος αὐτοὺς μετ᾿ ὀργῆς, συλλυπούμενος ἐπὶ τῇ πωρώσει τῆς καρδίας αὐτῶν = Και αφού περιέφερε γύρω εις αυτούς με οργήν το βλέμμα του, ενώ συγχρόνως τους ελυπείτο ειλικρινώς δια την πώρωσιν της καρδιάς των» Μάρκ. γ 5).
(3)   Προτιμά τον όρο αυτόν από τον όρο ψυχή που λέει στο ιβ 27. Ή, διότι θέλει να σημάνει, ότι εκ βάθους ψυχής ταράχτηκε (ο). Οι εχθρότητες των αντιπάλων δεν μπορούν να πληγώσουν την ψυχή τόσο πολύ όσο οι προδοσίες των φίλων (τ).
Ή, για να σημάνει, ότι η ταραχή είχε έδρα τις ανώτερες πνευματικές δυνάμεις του Κυρίου, και ήταν θρησκευτικής φύσης και ένα είδος φρίκης, την οποία δοκιμάζει η αγνή καρδιά αυτού που έρχεται σε επαφή με το όργανο του σατανικού εγκλήματος της προδοσίας (g).
«Το πάθος ερχόταν στην επικράτεια του πνεύματος. Όπως δηλαδή ο άγιος ζει με το πνεύμα το οποίο αρχίζει τα πράγματα της ζωής και κάθε πράξη και προσευχή και τον ύμνου προς το Θεό, έτσι οτιδήποτε κάνει και οποτεδήποτε, το κάνει με το πνεύμα, αλλά και αν πάσχει, πάσχει με το πνεύμα» (Ω).
Η προδοσία του Ιούδα έθιγε τον Ιησού στα τρυφερότερα βάθη της ψυχής του. Σημείωσε ότι οι πτώσεις των μαθητών του Χριστού ταράζουν αυτόν βαθύτατα. Οι αμαρτίες των χριστιανών λυπούν πολύ τον Κύριό τους.
(4)   Ή «διαμαρτυρήθηκε για την προδοσία» (Ζ). Ή, πιο σωστά, με αυτό αντιθέτει την θετική και σαφή διακήρυξη, η οποία πρόκειται να επακολουθήσει, με τους αόριστους υπαινιγμούς των στίχων 10 και 18 (g)= Έδωσε σαφή και ορισμένη μαρτυρία. Λέγεται για τον Ιησού που προλέγει αυτό που σίγουρα θα του συμβεί (G). Αποκαλύπτει με αυτήν ο Ιησούς μυστικό, το οποίο ήταν γνωστό μόνο στον διάβολο και τον Ιούδα (μ).
(5)   Η φράση χαρακτηρίζει την θεία βεβαιότητα της προαναγγελίας αυτής απέναντι στην δυσκολία, την οποία θα δοκίμαζαν οι απόστολοι για να την παραδεχτούν (g)= Όσο απίθανο και αν σας φαίνεται, σας βεβαιώνω κατηγορηματικότατα, ότι…
(6)   «Με πολλή έμφαση ο Χριστός λέει αυτό και με αυτό ή κατηγορεί την αχαριστία αυτού που τόλμησε τέτοιο πράγμα, ή δείχνει το μέγεθος της κακίας του διαβόλου, που τόσο πολύ κατάφερε, ώστε να αρπάξει έναν και από αυτούς τους αποστόλους» (Κ).
«Ένας, λέει, που ξέπεσε από την ομάδα και βγήκε από ανάμεσά σας, θα με παραδώσει» (Θφ).
Ένας από σας, οι οποίοι πήρατε από εμένα τέτοιες εξαιρετικές χάρες· για τους οποίους είχα κάθε λόγο να φρονώ, ότι θα μένατε σταθεροί στην προς εμένα αγάπη· οι οποίοι εκδηλώσατε έναν τέτοιο σεβασμό σε μένα· Ποια αδικία έγινε εκ μέρους μου, ώστε ο ένας από εσάς να με προδώσει;
(7)   Δες στ 64. Όλοι οι ευαγγελιστές (Ματθ. κστ 21,Μάρκ. ιδ 18,Λουκ. κβ 21) συμφωνούν, ότι η σαφής αυτή προαναγγελία της προδοσίας έγινε για πρώτη φορά κατά τον Μυστικό δείπνο και ότι σε αυτήν δεν αποκαλύφθηκε ξεκάθαρα το όνομα του προδότη.

Ιω. 13,22  ἔβλεπον οὖν εἰς ἀλλήλους(1) οἱ μαθηταί, ἀπορούμενοι(2) περὶ τίνος λέγει(3).
Ιω. 13,22  Εκύτταζαν τότε ο ένας τον άλλον οι μαθηταί και ευρίσκοντο εις απορίαν δια ποίον τα έλεγε αυτά.
(1)   «Σε όλους δημιουργεί το φόβο με το να μην αναφέρει το όνομα· εκείνοι όμως κυριεύονται από απορία, μολονότι δεν αισθάνονταν τίποτα το κακό για τον εαυτό τους· διότι θεωρούσαν πιο αξιόπιστη τη γνώμη του Χριστού από τους δικούς τους λογισμούς. Για αυτό και έβλεπαν ο ένας τον άλλον».
«Ο καθένας, όσο ήταν δυνατόν στην ανθρώπινη φύση, έβλεπε μέσα στην προαίρεση του άλλου, απορώντας, αν μπορούσε η ψυχή που έκανε τέτοια πράγματα… να μεταβληθεί τόσο πολύ και να ξεχάσει τα μαθήματα του Διδασκάλου, ώστε να φτάσει και στην προδοσία του» (Ω).
Ό,τι λυπεί τον Χριστό, είναι και πρέπει να είναι αιτία λύπης σε όλους εκείνους, οι οποίοι είναι δικοί του. Ιδιαιτέρως οι σκανδαλώδεις πτώσεις εκείνων, οι οποίοι φέρουν το όνομά του, πρέπει να λυπούν τους μαθητές του Διδασκάλου. «Ποιός σκανδαλίζεται και δεν καίγομαι εγώ;».
(2)   «Αν μεν ήταν φανερή στους μαθητές του Ιησού η κακία του Ιούδα, τότε θα γνώριζαν ποιος ήταν αυτός που θα παραδώσει τον Διδάσκαλο όταν είπε ο Σωτήρας ότι ένας από σας θα με παραδώσει. Τώρα όμως βλέπονται μεταξύ τους οι μαθητές, απορώντας για ποιον λέει» (Ω).
«Έκπληξη και φόβος μαζί τρέχει μέσα στους μαθητές και βλέπονται μεταξύ τους, εγκυμονώντας διπλή ταραχή από τα λεγόμενα. Διότι ο καθένας μεν, όπως ήταν λογικό, ανατρέχοντας στην δική του ψυχή, φοβήθηκε όχι και λίγο, αλλά και βλέποντας και τους άλλους μαζί, δεν δέχονταν μικρότερη από την άλλη αγωνία» (Κ).
Έβλεπαν οι μαθητές τα πρόσωπα ο ένας του άλλου, προσπαθώντας να μαντεύσουν από την έκφρασή τους, ποιος ήταν ο ένοχος. Αλλά ενώ όλοι οι άλλοι έχοντας ελεύθερη και ανένοχη τη συνείδηση μπορούσαν να υψώνουν το κεφάλι αδίστακτα και να παρουσιάζουν όψη απαλλαγμένη και από το παραμικρό κοκκίνισμα, ο Ιούδας, ο οποίος ήταν ο ένοχος, είχε τόσο αποθρασυνθεί και είχε καταλήξει σε τόση αναισχυντία ώστε δεν παρουσίαζε στην όψη του κανένα σημάδι, που να προδίδει την ενοχή του. Για αυτό η ομάδα των μαθητών κυριεύεται από απορία.
(3)   Οι συνοπτικοί αναφέρουν τα ίδια και παρουσιάζουν τον καθένα από τους αποστόλους να ρωτάει: «Μήπως είμαι εγώ, Κύριε;» (Ματθ. κστ 22).
«Παρόλο που ο καθένας τους γνώριζε για τον εαυτό του ότι είναι καθαρός και δεν διαπίστωναν τίποτα πονηρό στο νου τους, όμως θεωρούσαν πιο αξιόπιστο τον λόγο του Κυρίου από τους δικούς τους λογισμούς» (Θφ).

Ιω. 13,23  ἦν δὲ ἀνακείμενος(1) εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ἐν τῷ κόλπῳ τοῦ Ἰησοῦ(2), ὃν ἠγάπα(3) ὁ Ἰησοῦς·
Ιω. 13,23  Κατά την ώραν εκείνην είχε γείρει στο στήθος του Ιησού ένας από τους μαθητάς του, τον οποίον ιδιαιτέρως αγαπούσε ο Ιησούς.
(1)   «Επειδή αυτός ο μαθητής πήρε εντολή από τον Πέτρο και ρώτησε κρυφά, Ποιος είναι αυτός που θα τον παραδώσει· ήταν αναγκαίο να πει πού καθόταν ώστε να μπορεί να ρωτάει κρυφά» (Ζ).
(2)   Οι αρχαίοι έγερναν μάλλον στο τραπέζι παρά κάθονταν, και ο κάθε ένας που μετείχε στο τραπέζι είχε τον αριστερό βραχίονα στηριγμένο σε προσκέφαλο, έτσι ώστε να στηρίζει με το αριστερό χέρι το κεφάλι, και είχε το δεξί χέρι ελεύθερο για να τρώει με αυτό. Τα πόδια απλώνονταν προς τα πίσω. Έτσι ο καθένας είχε το κεφάλι να πλησιάζει στο στήθος αυτού που ήταν ξαπλωμένος στα αριστερά του. Την θέση αυτή κατείχε ο Ιωάννης. Δεξιά του Χριστού (g).
Ως προς τις τιμητικές θέσεις πρέπει να σημειωθεί, ότι ο οικοδεσπότης ή το κύριο πρόσωπο καθόταν στο κέντρο και η τιμητική θέση ήταν πάνω από αυτόν δηλαδή στα αριστερά του, και η μετά από αυτήν άλλη τιμητική θέση ήταν στα δεξιά του. Δεν είναι βέβαιο, ποιος κατείχε την προς τα αριστερά του Ιησού τιμητική θέση. Κάποιοι σκέφτηκαν, ότι κατείχε αυτήν ο Πέτρος. Αλλά σε αυτήν την περίπτωση θα μπορούσε αυτός αμέσως, χωρίς την παρέμβαση του Ιωάννη, να ρωτήσει τον Ιησού. Το γεγονός όμως ότι έκανε νεύμα στον Ιωάννη, υποδηλώνει ότι δεν ήταν πολύ κοντά του. Πιθανότερο είναι ότι την πιο τιμητική αυτή θέση κατείχε ο Ιούδας, όπως υποδηλώνεται από το ότι ο Ιησούς μπορούσε να μιλά σε αυτόν κατ’ ιδίαν, χωρίς τα της συνομιλίας να ακούγονται από τους άλλους μαθητές. Δες στίχο 27 και Ματθ. κστ 25. Το ότι επίσης αυτός είχε και το ταμείο, παρείχε ίσως σε αυτόν και κάποια προτίμηση απέναντι στους συμμαθητές του (β).
Πάντως και η θέση του Ιωάννου ήταν τιμητική και «της τιμής αυτής αξιώθηκε επειδή κρίθηκε άξιος ξεχωριστής αγάπης από τον Διδάσκαλο» (Ω).
(3)   «Ο Ιωάννης είναι αυτός, ο συγγραφέας του παρόντος βιβλίου, ο οποίος, επειδή λέει για τον εαυτό του ότι ήταν αγαπημένος, έκρυψε το όνομά του, παραδίδοντάς το στη σιωπή, για να μην φανεί ότι καυχιέται» (Κ).
Ο Ιωάννης επιμελέστατα αποφεύγει να αναφέρει τον εαυτό του. Είναι επιθυμητότερο το να αγαπιέσαι από τον Ιησού παρά να διακρίνεσαι με το όνομά σου (b). Για πρώτη τώρα φορά ο Ιωάννης αναφέρεται στον εαυτό του σαν έναν από τους μαθητές τον οποίο αγαπούσε ιδιαιτέρως ο Ιησούς. Η φράση «ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς» αναφέρεται και πάλι στα ιθ 26,κα 7,20 και 24, και από το κα 24 τίθεται έξω αμφιβολίας, ότι ο μαθητής τον οποίο αγαπούσε ο Ιησούς είναι αυτός ο ίδιος ο ευαγγελιστής (ο). ὃν ἠγάπα = «Αυτόν αγαπούσε ο Ιησούς, περισσότερο δηλαδή, επειδή ήταν άξιος να αγαπιέται περισσότερο, λόγω πλούτου αρετής μεγάλης» (Ζ).
«Πρόσεξε επίσης σε αυτόν και την έλλειψη καύχησης. Διότι δεν είπε το όνομα, αλλά ότι Αυτόν που αγαπούσε, όπως ακριβώς και ο Παύλος, όταν έλεγε· Γνωρίζω άνθρωπο πριν από δεκατέσσερα χρόνια» (Χ).

Ιω. 13,24  νεύει(1) οὖν(2) τούτῳ Σίμων Πέτρος πυθέσθαι(3) τίς ἂν εἴη(4) περὶ οὗ λέγει.
Ιω. 13,24  Έκανε, λοιπόν, νόημα εις αυτόν ο Σίμων Πέτρος, να ερωτήση ποιός άραγε είναι αυτός, δια τον οποίον λέγει ο διδάσκαλος.
(1)   «Θα μπορούσαμε να θαυμάσουμε εύλογα και σε αυτό πάλι, την πολλή ακρίβεια, όσον αφορά την ευλάβεια, των αγίων μαθητών… Ο Πέτρος, δεν έκανε μεν καθόλου ο ίδιος την ερώτηση, αλλά αφήνει την ερώτηση στον κοντινό και αγαπημένο για το λαμπρότερο της αγνότητας» (Κ).
Ο Πέτρος «επειδή από πολλή θερμότητα βρίσκεται σε πολλές περιπτώσεις μεν να είναι ορμητικός, αλλά να μαλώνεται, για αυτό το λόγο τώρα φοβήθηκε να ρωτήσει, για να μην τον μαλώσει και τώρα ο Κύριος ως προπετή» (Θφ). Είχε πρόσφατα επιτιμηθεί ο Πέτρος.
(2)   Γνωρίζοντας ο Πέτρος ότι ο Ιωάννης αγαπιόταν από τον Κύριο και βλέποντας πόσο κατάλληλη ήταν ήδη η θέση του στο τραπέζι, για να ζητήσει πληροφορίες από τον Ιησού, για αυτά (λοιπόν…), «δεν του έκανε νεύμα με τη σκέψη ότι είναι ανώτερος, αλλά για την πολλή αγάπη του» (Χ).
(3)   Υπάρχει και η γραφή «Σίμων Πέτρος και λέγει αυτώ Ειπέ τίς εστίν περὶ οὗ λέγει». Μολονότι μαρτυρείται σοβαρά δεν συμφωνεί όμως με το νεύει. Αυτός που κάνει νεύμα δεν μιλάει συγχρόνως και με τη γλώσσα. Η συνηθισμένη γραφή (την οποία έχει και ο Αλεξανδρινός κώδικας) μαρτυρείται από αρκετούς μεγαλογράμματους κώδικες και από τις Συριακές μεταφράσεις (την Πεσιτώ, του Σινά κλπ).
(4)   =Ποιος μπορεί να είναι. Εκφράζει η ερώτηση ένα είδος αμφιβολίας. (=Πώς είναι δυνατόν μαθητής από τον κύκλο μας να προβεί σε κάτι τέτοιο;).

Ιω. 13,25  ἐπιπεσὼν δὲ ἐκεῖνος ἐπὶ τὸ στῆθος(1) τοῦ Ἰησοῦ λέγει αὐτῷ· Κύριε(2), τίς ἐστιν;
Ιω. 13,25 Αφού δε έπεσε εκείνος στο στήθος του Ιησού, τον ηρώτησε• Κύριε, ποιός είναι εκείνος που θα σε παραδώση;
(1)   Το επιπεσών υποδηλώνει απότομη κίνηση, σύμφωνη με την ζωηρότητα του συναισθήματος που την προκάλεσε (g). Υπάρχει και η γραφή αναπεσών δὲ ἐκεῖνος ούτως ἐπὶ τὸ στῆθος = «Έτσι· όπως ήταν γερμένος, δηλαδή δεν σηκώθηκε, αλλά μόνο γύρισε προς το μέρος του» (Ζ) και «γέρνοντας ήσυχα προς τον διδάσκαλο, ψιθυρίζει κρυφά» (Κ) και «ρωτά σχεδόν στο αυτί του, ώστε να μην γίνει φανερός ο προδότης» (Χ).
(2)   Αν και ψιθύρισε τη φράση στο αυτί του Ιησού, αποκαλεί αυτόν Κύριο. Η οικειότητα την οποία είχε προς τον Διδάσκαλο, δεν μείωνε τον προς αυτόν σεβασμό του. Όσο στενότερη σχέση και κοινωνία έχουν οι ευσεβείς ψυχές με τον Χριστό, τόσο περισσότερο αισθάνονται την αξία και το μεγαλείο του και τη δική τους αναξιότητα και ευτέλεια, όπως άλλοτε και ο Αβραάμ, ο οποίος συνομιλώντας πριν την καταστροφή των Σοδόμων και Γομόρρας με το Θεό διακήρυξε για τον εαυτό του ταπεινά: «Εγώ είμαι χώμα και στάχτη» (Γεν. ιη 27).

Ιω. 13,26  ἀποκρίνεται ὁ Ἰησοῦς(1)· ἐκεῖνός ἐστιν ᾧ ἐγὼ βάψας τὸ ψωμίον(2) ἐπιδώσω(3). καὶ ἐμβάψας τὸ ψωμίον δίδωσιν(4) Ἰούδᾳ Σίμωνος Ἰσκαριώτῃ.
Ιω. 13,26 Απεκρίθη ο Ιησούς• είναι εκείνος προς τον οποίον εγώ θα του δώσω ψωμί, αφού προηγουμένως το βουτήξω στον ζωμόν. Και αφού βούτηξε στο πιάτο ένα κόματι ψωμί, το έδωσε στον Ιούδα τον Ισκαριώτη, τον υιό του Σίμωνος.
(1)   «Και ο Χριστός έτσι αποκρίθηκε» (Χ), στο αυτί του Ιωάννη (b), ώστε να ακουστεί μόνο από αυτόν «και ούτε τότε δεν έκανε φανερό» (Χ) τον Ιούδα, «αλλά με το ψωμί δήθεν τον κάνει φανερό» (Θφ). Όπως φαίνεται από το στίχο 28 ίσως και ο ίδιος ο Ιωάννης δεν κατανόησε πλήρως την απάντηση του Κυρίου.
(2)   Υπάρχει και η γραφή: βάψω το ψωμίον και δώσω. Το ψωμίον= ένα τεμάχιο. Πουθενά αλλού στην Κ.Δ. δεν συναντιέται η λέξη εκτός από το χωρίο αυτό (β).
(3)   Ήταν δείγμα οικειότητας το να επιτρέψει κάποιος σε ξένο να βουτήξει το ψωμί του σε κοινό πιάτο (Ρουθ β 14). Ακόμη και μέχρι σήμερα στην Ανατολή συνηθίζεται ως ένδειξη τιμητικής εύνοιας προς τον φιλοξενούμενο το να δίνουν σε αυτόν τεμάχιο εκλεκτό από το κεντρικό πιάτο. Αυτό έπραξε και ο Ιησούς για τον Ιούδα, ο οποίος πιθανώς ήταν γερμένος στα αριστερά του. Ο τρόπος αυτός της φιλοφροσύνης ήταν τόσο συνηθισμένος, ώστε δεν απόσπασε ιδιαιτέρως την προσοχή των μαθητών κατά την προκειμένη περίπτωση (β).
(4)   Ο Ιησούς έδωσε αυτό με μέγιστη μακροθυμία· και οι άλλοι μαθητές αναμφίβολα σκέφτηκαν για τον Ιούδα, ότι ευλογήθηκε αυτός περισσότερο από τους άλλους (b).
«Δέξου, λέει, τον άρτο, του οποίου μετέλαβες μαζί μου, έλα σε συναίσθηση του κοινού τραπεζιού. Αλλά δεν κατάλαβε, αφού είχε ναρκωθεί η ψυχή του από το πάθος» (Θφ).
Σύμφωνα με τον Ματθαίο (κστ 25) ο Ιούδας ρώτησε τον Κύριο «μήπως είμαι εγώ, ραββί;» και ο Κύριος απάντησε σε αυτόν· «Συ είπας». Πιθανότατα το δόσιμο του ψωμιού και η στιχομυθία αυτή συνέπεσαν. Και εφόσον ο Ιούδας ήταν γερμένος δίπλα στον Ιησού, δεν έγινε αυτή αντιληπτή.
«Ο Σωτήρας δεν δίνει στον Ιωάννη κάποιο άλλο σημάδι του πράγματος, παρά αυτό που από παλιά προφητεύτηκε από την φωνή του προφήτη· αυτός που έτρωγε τους άρτους μου σήκωσε ψηλά τη φτέρνα του και με κλώτσησε. Διότι αφού βούτηξε δίνει το ψωμί, δείχνοντας με αυτό αυτόν που έτρωγε τον άρτο του» (Κ).
Υπάρχει και η γραφή: βάψας οὖν το ψωμίον.

Ιω. 13,27  καὶ μετὰ τὸ ψωμίον(1) τότε(2) εἰσῆλθεν(3) εἰς ἐκεῖνον(4) ὁ σατανᾶς. λέγει οὖν(5) αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὃ ποιεῖς(6), ποίησον(7) τάχιον(8).
Ιω. 13,27  Και στον Ιούδαν, αφού επήρε το ψωμί εισήλθεν εις αυτόν ο σατανάς. Αδιόρθωτον καθώς τον είδε ο Κυριος, του είπε• αυτό που πρόκειται να κάμης, κάμε το το ταχύτερον.
(1)   Η ένδειξη αυτή της εύνοιας του Ιησού προς τον Ιούδα δεν τον συγκίνησε.
«Ο προδότης λοιπόν δεν ντράπηκε τους ελέγχους που από πριν έγιναν κρυφά και μυστικά, αλλα ούτε την ακαταμάχητη ισχύ της αγάπης, ούτε τιμή και δόξα και χάρη, ούτε την ευλογία την από το Χριστό» (Κ).
«Ας υποθέσουμε, ότι η συμμετοχή στο ίδιο τραπέζι δεν τον έκανε να νιώσει ντροπή (τον Ιούδα), το ότι όμως πήρε το τεμάχιο άρτου από τον Κύριο ποιού την προσοχή ήταν δυνατόν να μην προσελκύσει; Αλλά όχι εκείνον· για αυτό και ο σατανάς τότε μπήκε σε αυτόν γελώντας με αυτόν για την αναισχυντία του» (Χ).
(2)   Δίνοντας το ψωμί στον Ιούδα ο Κύριος έκανε την ύστατη έκκληση στη συνείδησή του. Η στιγμή λοιπόν ήταν κρίσιμη και εκφράζεται αυτό από τον Ιωάννη με το «τότε» (g).
«Ας μη νομίσει πάλι κάποιος, ότι το ψωμί έγινε η αιτία στον προδότη να δεχτεί το σατανά… αλλά επειδή όλη η αγάπη σε αυτόν ολοκληρώθηκε και τίποτα και με το παραπάνω δεν έλειψε που συντελούσαν στην τιμή και στη διάθεση, ακολουθούσε ο Ιούδας τα ίδια σχέδια… και δεν μετακινεί την καρδιά του από την παράνομη απόφαση… αλλά ακόμη χειρότερα δίψασε το τέρμα της ασέβειας και νικήθηκε από κακά τολμήματα, για αυτό μπήκε λοιπόν ο σατανάς» (Κ).
Πολλοί γίνονται χειρότεροι από τις δωρεές της αγαθότητας του Κυρίου και στηρίζονται ακόμη περισσότερο στην αμετανοησία τους με τα μέσα εκείνα, τα οποία η θεία αγαθότητα παρέχει σε αυτούς για μετάνοια.
(3)   «Επειδή βρήκε την καρδιά του ολάνοιχτη όπως ακριβώς κάποια πύλη που έμεινε χωρίς την προσοχή του φύλακα και είδε απύλωτο το νου του» (Κ).
«Προηγουμένως μεν δεν μπήκε ο σατανάς στον Ιούδα, αλλά μπήκε μόνο στην καρδιά του, για να παραδώσει τον Διδάσκαλο, στο σημείο όμως που τώρα εξετάζουμε μετά το ψωμί μπήκε σε εκείνον. Για αυτό ακριβώς και εμείς να φυλαγόμαστε μήπως κάποτε ο διάβολος βάλει στην καρδιά μας οποιοδήποτε από τα πυρωμένα βέλη του. Διότι εάν βάλει, παραφυλάει μετά από αυτό να μπει και αυτός» (Ω).
«Προηγουμένως τον παρενοχλούσε από έξω με το πάθος της φιλαργυρίας. Τώρα όμως τον κυρίευσε ολοκληρωτικά» (Θφ).
«Διότι δεν έχει πλέον σύμβουλο τον σατανά αλλά ήδη τον κάνει δεσπότη και εξουσιαστή όλης της καρδιάς του αυτόν που στην αρχή ψιθύριζε στη διάνοιά του. Διότι μπήκε σε αυτόν σύμφωνα με το λόγο του ευαγγελίου» (Κ). «Διότι έως ότου ανήκε στην ομάδα των μαθητών…του έκανε επιθέσεις από έξω, όταν όμως τον φανέρωσε ο Κύριος… πήδηξε λοιπόν μέσα του τελείως ελεύθερα» (Χ).
«Διότι δεν μπορούμε να υποθέσουμε, ότι δεν ήταν σε αυτόν (ο σατανάς) όταν ήλθε στους Ιουδαίους και έκανε συμφωνία μαζί τους για την τιμή της προδοσίας… Η πρώτη είσοδος του σατανά στον Ιούδα έγινε, όταν φύτεψε στην καρδιά του τη σκέψη της προδοσίας του Χριστού. Αλλά τώρα μετά το ψωμί μπήκε σε αυτόν όχι πλέον για να πειράζει αυτόν που ανήκει σε άλλον, αλλά για να κατακυριεύσει αυτόν ως δικό του» (Αυ).
«Μπήκε στα τρίσβαθα της καρδιάς του και κυρίευσε την ψυχή του» (Θφ).
«Διότι είναι άλλο το να βάλει κάτι μέσα [ο σατανάς] και άλλο το να μπει σε αυτόν, όπως ακριβώς είναι άλλο το να χτυπήσει κάποιος με το χέρι από έξω, και άλλο το να δώσει σε κάποιον καίριο χτύπημα και να βάλει μέσα το ξίφος» (αμ).
Αν και ο διάβολος είναι στο εσωτερικό κάθε πονηρού ανθρώπου, που ενεργεί τα έργα του (Εφεσ. β 2), παρόλ’ αυτά μερικές φορές εισέρχεται φανερότερα και ισχυρότερα, όταν παρασύρει αυτούς σε πράξεις υπερβολικά πονηρές, για τις οποίες ο ανθρωπισμός και η συνείδηση του φυσικού ανθρώπου νιώθει αποστροφή. Οι προδότες του Χριστού έχουν το σατανά μέσα τους. Ο Χριστός μιλά για την αμαρτία του Ιούδα ως μεγαλύτερη από την αμαρτία των διωκτών του.
(4)   Σημειώνει ήδη τον Ιούδα με αντωνυμία η οποία απομακρύνει αυτόν σε απόσταση (b). Το «εκείνος» δηλώνει την ξένου φρονήματος διάνοια του Ιούδα (β).
(5)   Εφόσον δείχτηκε και απέναντι σε αυτήν την εύνοια αναίσθητος και κατακυριεύτηκε από τον σατανά, «δεν έπρεπε, αφού ήταν τέτοιος και εξακολουθούσε για τόσο χρόνο να παραμένει αδιόρθωτος, να τον κρατά μέσα. Για αυτό λοιπόν και τον έβγαλε έξω» (Χ).
Το «οὖν» παρουσιάζει την με τα ακόλουθα λόγια του Κυρίου απομάκρυνση του Ιούδα ως συνέπεια της κατακυρίευσής του από τον σατανά.
(6)   =Ό,τι προτίθεσαι να πράξεις (ο). Ο Ιούδας θα μπορούσε να αντιληφθεί από την ακτίνα αυτή της παγγνωσίας του Κυρίου, ότι είναι γνωστός (b).
(7)   «Δεν είναι λόγια κάποιου που προστάζει, ούτε που συμβουλεύει, αλλά κάποιου που επιτιμά και δείχνει, ότι αυτός μεν ήθελε να τον διορθώσει, αλλά επειδή εξακολουθούσε να μένει αδιόρθωτος, τον αφήνει» (Χ).
Δεν επιθυμεί ο Κύριος να πράξει ο Ιούδας αυτό, αλλά εφόσον επέμενε να πράξει αυτό, να το πράξει γρήγορα (b). «Διότι λέγοντας το «κάνε» είναι σαν να λέει το εξής: Να, σε αφήνω, κάνε ό,τι θες, δεν εμποδίζω τη γνώμη σου, δεν σε κρατώ πια» (Θφ).
Ο Χριστός γνώριζε, ότι ήδη ο σατανάς μπήκε στον Ιούδα και κυρίευσε εξ’ ολοκλήρου αυτόν. Για αυτό και τον παραδίδει σαν να μην έχει πλέον κάποια ελπίδα σωτηρίας. Όταν το πονηρό πνεύμα γίνει δεκτό θεληματικά από κάποιον άνθρωπο, τότε το αγαθό Πνεύμα κατά λόγο δικαιοσύνης αποσύρεται και αποχωρεί.
«Επειδή αυτό αποφάσισες, λέει, βιάσου στην εναντίον μου επιβουλή· διότι δεν με λυπεί το να πάθω» (αμ).
(8)   Λέγεται επιρρηματικά αντί για το θᾶσσον ή θᾶττον (=γρηγορότερα) (G).= Γρηγορότερα από όσο έχεις πρόθεση (ο)· γρηγορότερα από το χρόνο, τον οποίο εσύ από μόνος σου όρισες.
«Δεν ήθελε πλέον να αναβάλλει ούτε να καθυστερεί, αλλά όσο το δυνατόν να επιταχύνει [το σωτήριο σχέδιο]· δεν το είπε αυτό δειλιάζοντας, όπως νομίζουν κάποιοι που δεν κατάλαβαν με ποιο τρόπο είπε: Πατέρα αν είναι δυνατόν ας περάσει αυτό το ποτήριο, αλλά το είπε αναλαμβάνοντας, για να το πω έτσι, με πολύ θάρρος τον αγώνα» (Ω).

Ιω. 13,28  τοῦτο δὲ οὐδεὶς ἔγνω(1) τῶν ἀνακειμένων πρὸς τί εἶπεν αὐτῷ·
Ιω. 13,28  Αυτόν τον τελευταίον λόγον κανείς από τους μαθητάς, που εκάθητο στο τραπέζι, δεν εκατάλαβε, προς ποίον σκοπόν τον είπε ο Κυριος.
(1)   Το «ὃ ποιεῖς, ποίησον τάχιον» που ειπώθηκε δυνατά έγινε από όλους ακουστό όχι όμως και αντιληπτό. Κανείς. Ίσως ο Ιωάννης σιωπηρά εξαιρεί τον εαυτό του (g). Αλλά ίσως και αυτός ο Ιωάννης δεν αντιλήφθηκε επαρκώς την έννοια των λόγων αυτών του Σωτήρα ούτε υπέθετε τόσο επικείμενη την προδοσία, ώστε να εκλάβει το σήκωμα από το τραπέζι και την έξοδο του Ιούδα ότι έγινε για τον σκοπό αυτόν (ο).
«Άραγε ούτε ο Ιωάννης; Ούτε αυτός. Διότι δεν περίμενε ότι μαθητής θα μπορούσε να φτάσει σε τόσο μεγάλο βαθμό παρανομίας. Επειδή δηλαδή ήταν μακριά από αυτήν την πονηρία, ούτε για άλλους δεν μπορούσαν να υποπτευθούν τέτοια πράγματα» (Χ).
Τόσο πολύ ο Ιούδας υπήρξε επιδέξιος στο να αποκρύψει υποκριτικά τον εαυτό του και τόσο πολύ η λεπτότητα του Κυρίου προς αυτόν δείχτηκε μεγάλη μέχρι τέλους (F). Αλλά και οι μαθητές παρά τις ατέλειες, τις οποίες έδειχναν πριν ακόμη έλθει σε αυτούς το Πνεύμα το Άγιο, αγαπούσαν αρκετά ο ένας τον άλλον, ώστε δεν ήταν δυνατόν να συλλάβει ο ένας κατά του άλλου τόσο βαριά υπόνοια. «Η αγάπη δεν σκέφτεται το κακό». Αντιθέτως πολλοί και από εκείνους που έχουν το όνομα του Χριστιανού, όταν ακούνε σκληρές κατηγορίες που εκφέρονται αόριστα, είναι έτοιμοι να πουν· σε αυτόν αναφέρεται αυτή· εκείνος έπραξε αυτό· ο άλλος είναι ο ένοχος.

Ιω. 13,29  τινὲς γὰρ ἐδόκουν, ἐπεὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχεν ὁ Ἰούδας, ὅτι λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, ἀγόρασον ὧν χρείαν ἔχομεν εἰς τὴν ἑορτήν(1), ἢ τοῖς πτωχοῖς ἵνα τι δῶ(2).
Ιω. 13,29  Επειδή δε ο Ιούδας είχε το κουτί του κοινού ταμείου, μερικοί ενόμισαν ότι του είπε ο Ιησούς• Αγόρασε αυτά που μας χρειάζονται δια την εορτήν η ότι του είπε να δώση κάτι στους πτωχούς.
(1)   Τέτοια περιστατικά δεν συμφωνούν με την ιδέα, ότι το απόγευμα εκείνο ήταν αυτό του πασχάλιου δείπνου (b). Έχουμε εδώ κάποια ένδειξη για το ότι το Δείπνο αυτό δεν ήταν το πασχάλιο, διότι αν ήταν το πασχάλιο, δεν θα μπορούσε να αγοραστεί κάτι (β).
(2)   Άλλη εξήγηση αυτών που ειπώθηκαν στον Ιούδα υπήρξε, ότι προτράπηκε από τον Κύριο να δώσει κάποιες ελεημοσύνες στους φτωχούς, κατά τη συνήθειά του (Ιω. ιβ 6), ίσως ώστε με τη βοήθεια αυτή να μπορέσουν οι ελεούμενοι να προμηθευτούν τον πασχάλιο αμνό για την επομένη.
«Διότι φρόντιζε πολύ για τους φτωχούς… δείχνοντας ότι και αυτός που είναι ακτήμων και έχει σταυρωθεί για τον κόσμο πρέπει να φροντίζει πολύ για αυτό το πράγμα» (Θφ).
Από το τελευταίο αυτό φαίνεται, ότι ο Κύριος, μολονότι ζούσε από τις συνεισφορές των άλλων (Λουκ. η 3), όμως έδινε και στους φτωχούς ελεημοσύνη, λίγο από το λίγο που είχε. Παρόλο που αν δεν παρείχε την ελεημοσύνη αυτήν, θα μπορούσε πλήρως να δικαιολογηθεί, όχι μόνο διότι και αυτός ήταν φτωχός και δεν είχε που να γύρει το κεφάλι, αλλά και διότι από τους πενιχρούς εκείνους πόρους συντηρούσε ολόκληρο τον κύκλο των δώδεκα δωρεάν. Επιπλέον διδασκόμαστε από εδώ, ότι ο καιρός των θρησκευτικών εορτών είναι και ο καταλληλότερος για την άσκηση έργων αγάπης.
 
Ιω. 13,30  λαβὼν οὖν τὸ ψωμίον(1) ἐκεῖνος εὐθέως ἐξῆλθεν(2)· ἦν δὲ νύξ(3).
Ιω. 13,30  Όταν, λοιπόν, εκείνος επήρε το ψωμί, εβγήκε αμέσως έξω από το υπερώον. Είχε δε πέσει πλέον η νύκτα.
(1)   Τονίζει αυτό ο ευαγγελιστής υπαινισσόμενος ότι ο Ιούδας αντιλήφθηκε τη σημασία της προσφοράς του ψωμιού από τον Ιησού και ότι ο διδάσκαλος γνώριζε ήδη τις προθέσεις του (β).
(2)   «Τρέχοντας πηγαίνει στο θέλημα του διαβόλου και πηδά έξω από το σπίτι σαν μανιακός και ταραγμένος… Διότι είναι φοβερός ο σατανάς στο να προστάζει να φέρουν αμέσως εις πέρας τα πονηρά, αυτοί που μία φορά κυριεύτηκαν από αυτόν και μπήκαν κάτω από την εξουσία του… Και τον Ιούδα λοιπόν μετά το ψωμί, τον αναγκάζει αμέσως, σαν να τον έβαλε κάτω από το χέρι του, να προχωρήσει σε αυτήν την τόσο ανίερη πράξη» (Κ).
Η ιδέα ότι ήταν ήδη γνωστός στον Διδάσκαλο και νέα βίαιη έφοδος του Σατανά που τον κυρίευσε, ώθησαν αυτόν να βγει για άμεση πραγματοποίηση της προδοσίας.
«Ο προδότης σε αυτό μόνο υπακούει τον διδάσκαλο· διότι αφού πήρε το ψωμί, δεν ανέβαλε ούτε καθυστέρησε αλλά βγήκε αμέσως να κάνει γρήγορα το έργο της προδοσίας. Και αληθινά βγήκε· διότι όχι μόνο… βγήκε από το σπίτι, στο οποίο γινόταν το δείπνο, αλλά και τελείως βγήκε από τον Ιησού» (Ω).
Δεν υπήρχε ανάγκη να διώξει αυτόν ο Χριστός, ο οποίος κανέναν «δεν βγάζει έξω». Μόνος του ο Ιούδας έδιωξε τον εαυτό του.
(3)   «Και εκείνος που βγήκε, ήταν και αυτός νύχτα» (Αυ).
«Η αισθητή νύχτα… είναι εικόνα της νύχτας που έγινε στην ψυχή του Ιούδα, όταν… ο Σατανάς μπήκε σε αυτόν… Για αυτούς λοιπόν των οποίων πλένονταν τα πόδια από τον Ιησού δεν ήταν νύχτα, αλλά ημέρα λαμπρότατη» (Ω). Σημειώνει κατά τη συνήθειά του ο Ιωάννης (δες α 29) και τον χρόνο της εξόδου, αλλά βρίσκει τώρα ιδιαιτέρως αξιοσημείωτο αυτόν, για να βάλει μπροστά στον αναγνώστη την δραματική φρίκη της στιγμής. Ο Ιούδας βγήκε στο σκοτάδι. Η συμβολική έννοια αυτού είναι δύσκολο να μην ήλθε στην διάνοια του ευαγγελιστή. Δες Λουκ. κβ 53 (β). Ή, λιγότερο πιθανή εκδοχή
«Γιατί μου αναφέρεις το χρόνο; Για να μάθεις την θρασύτητα, ότι δηλαδή ούτε ο χρόνος δεν συγκράτησε την ορμή του» (Χ).
Αν και ήταν νύχτα, ακατάλληλη ώρα για εργασία, όμως ο σατανάς που μπήκε στην καρδιά του απομάκρυνε από τη διάνοια του προδότη κάθε δυσκολία, η οποία ενδεχομένως θα του παρουσιαζόταν στη σκέψη από το κρύο και το σκοτάδι της νύχτας. Αυτό θα μπορούσε να ντροπιάσει εμάς για την χαλαρότητα και νωθρότητα, την οποία δείχνουμε στη διακονία του Κυρίου, την ώρα που οι υπηρέτες του σατανά είναι τόσο πρόθυμοι και ριψοκίνδυνοι, όταν τον υπηρετούν.
Ως προς το ερώτημα σε ποιο σημείο της αφήγησης του Ιωάννη πρέπει να τοποθετηθεί η σύσταση του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας δόθηκαν από διάφορους διάφορες απαντήσεις. Αρκετά πιθανή παρουσιάζεται η τοποθέτηση της σύστασης του μυστηρίου στο ενδιάμεσο μεταξύ των στίχων 32 και 33 όπου διαφαίνεται να σταματά κάπως η συνέχεια της αφήγησης. Αν λάβουμε όμως υπόψη, ότι σύμφωνα με τον Λουκά τα αποκαλυπτικά λόγια του Σωτήρα για τον προδότη εκφωνήθηκαν μετά τη σύσταση της θείας Ευχαριστίας και ότι τόσο κατά τον Λουκά, όσο και κατά τον Παύλο (Λουκ. κβ 20 και Α΄Κορ. ια 25), το κόψιμο και μοίρασμα του άρτου της ευχαριστίας έγινε την ώρα που έτρωγαν αυτοί, ενώ η ευλογία και μετάδοση του ποτηρίου μετά το δείπνο, παρουσιάζεται πιθανότερο, ότι ο Ιούδας βγήκε μετά την ευλογία του άρτου και πριν την ευλογία του ποτηρίου. Το δόσιμο άλλωστε σε αυτόν του ψωμιού από τον Ιησού προϋποθέτει, ότι το δείπνο δεν είχε ακόμη τελειώσει (g).


………………………………………………
(παραλείπεται η ανάλυση των στίχων ιγ 31 – ιζ 26 διότι αποτελούν μακρά και αυτοτελή ομιλία του Κυρίου)
………………………………………………


Ιω. 18,1   Ταῦτα εἰπὼν(1) ὁ Ἰησοῦς ἐξῆλθε(2) σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ πέραν τοῦ χειμάῤῥου(3) τῶν Κέδρων(4), ὅπου ἦν κῆπος(5), εἰς ὃν εἰσῆλθεν(6) αὐτὸς καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ.
Ιω. 18,1    Αφού είπε αυτά ο Ιησούς, βγήκε μαζί με τους μαθητάς του πέραν από τον χείμαρρον των Κέδρων, όπου υπήρχε κήπος, στον οποίον εισήλθαν αυτός και οι μαθηταί του.
(1)   «Τι λες; Και βέβαια με τον Πατέρα συνομιλούσε· και βέβαια προσευχόταν. Γιατί λοιπόν δε λες, ότι όταν σταμάτησε την προσευχή, ήλθε εκεί; Διότι δεν ήταν προσευχή, αλλά ομιλία που έγινε για τους μαθητές» (Χ).
Όταν είπε τα λόγια αυτά δηλαδή αφού κήρυξε τον λόγο και απηύθυνε την προσευχή του, δεν αφήνει να χαθεί καιρός, αλλά βγήκε αμέσως από την οικία και την πόλη και έρχεται στον κήπο της Γεθσημανή. Έρχεται ήδη ως μέγας αρχιερέας να προσφέρει και την εξιλαστήρια θυσία του. Είχε πει ό,τι έπρεπε να πει ως ο μέγας προφήτης και ήδη προχωρά να επιτελέσει το έργο του και ως μέγας αρχιερέας προσφέροντας τη ζωή του λύτρο για χάρη πολλών. Και όταν πλέον θα συντελούσε και τη θυσία αυτή, θα ξαναέπαιρνε και το βασιλικό του αξίωμα.
(2)   Ή, από την αίθουσα του δείπνου, «άφησε το σπίτι στο οποίο μυσταγώγησε (εισήγαγε στα θεία μυστήρια) τους μαθητές του» (Κ), όπως θεωρούν αυτοί που δέχονται, ότι όλα όσα περιλαμβάνονται στα κεφάλαια ιγ 31-ιζ λέχθηκαν μέσα στο σπίτι.
Ή, βγήκε από την πόλη, πέρα από τον χείμαρρο των Κέδρων. Πάντως είχε πει στην πόλη τα λόγια, που είναι γραμμένα στα προηγούμενα κεφάλαια (b). «Βγαίνει ήδη με προθυμία, χωρίς να τινάζει μακριά του τον καιρό του πάθους, ούτε βεβαιως να φοβάται τον θάνατο για χάρη όλων» (Κ).
«Μέσα στα μεσάνυχτα οδοιπορεί και περνά ποταμό και βιάζεται να έλθει στον τόπο που ήταν γνωστός στον προδότη, λιγοστεύοντας τον κόπο εκείνων που τον επιβουλεύονταν και απαλλάσσοντας αυτούς από κάθε ταλαιπωρία, και δείχνει στους μαθητές του ότι με τη θέλησή του έρχεται προς αυτό που πρόκειται να συμβεί» (Χ). Μας δίδαξε με το παράδειγμά του, ότι πρέπει να αφήνουμε πίσω μας τους θορύβους και τις μέριμνες και τις ανέσεις των πόλεων, ακόμη και αυτών των αγίων πόλεων, εάν θα θέλαμε πρόθυμα να σηκώσουμε το σταυρό μας και να διατηρήσουμε την επικοινωνία μας με το Θεό στενότερη και περισσότερο θερμή.
(3)   Η κοίτη αυτού του χειμάρρου που υπήρχε μεταξύ της πόλης (του λόφου του ναού) και του όρους των Ελαιών αρχίζει σε κάποια μικρή απόσταση βορειοδυτικά των Ιεροσολύμων και μέσω της κοιλάδας Ιωσαφάτ καταλήγει στη Νεκρά θάλασσα. Ο χείμαρρος σχεδόν πάντοτε είναι ξηρός και μόνο μετά από βαρύτατη πολυβροχία παρουσιάζεται να έχει νερό. Ονομάζεται χείμαρρος τόσο από τον Ιώσηπο όσο και από τους Ο΄ (Νεεμ. β 15,Α΄Μακ. ιβ 37).
(4)   Υπάρχει και η γραφή των Κεδρών, η οποία μολονότι δεν μαρτυρείται ισχυρά φαίνεται πιο σωστή. Διότι το Κεδρών είναι όνομα κύριο (χείμαρρος Κεδρώνος στον Ιώσηπο), στα Εβραϊκά Kidron= μαύρος θολωμένος, νερό σκούρο και δεν προέρχεται από την ελληνική λέξη κέδρος, σαν να υπήρχαν στο χείμαρρο κέδροι. Δεν υπάρχουν όμως κέδροι εκεί. Είναι δυνατόν όμως η ονομασία αυτή να υιοθετήθηκε και από τους Ιουδαίους σαν περισσότερο κατάλληλη στην προφορά στην ελληνική (μ).
Στην από τρίτο χέρι διόρθωση του σιναϊτικού κώδικα, στον βατικανό, στον Ωριγένη και στον Χρυσόστομο χρησιμοποιείται ως γενική πληθυντικού, στην πρώτη γραφή του σιναϊτικού και στον κώδικα του Βέζα ως γενική ενικού (χ).
(5)   Δεν ονομάζει αυτόν, όπως οι Ματθ. (κστ 36) και Μάρκ. (ιδ 32) «του οποίου το όνομα ήταν Γεθσημανή». Ούτε μιλά για την αγωνία στη Γεθσημανή, γνωστή από την αφήγηση των συνοπτικών (Ματθ. κστ 36,Μάρκ. ιδ 32,Λουκ. κβ 39). Η φράση όμως στο στίχο 11 «το ποτήριο που μου έδωσε ο Πατέρας» υπαινίσσεται αυτήν και υποδηλώνει ότι η αποσιώπησή της δεν οφειλόταν σε άγνοια (β).
Κάποιοι υπέθεσαν ότι η σκηνή στο Ιω. ιβ 27 ταυτίζεται με την αγωνία στη Γεθσημανή και ότι ο Ιωάννης προληπτικά αφηγείται αυτήν και όχι κατά τη χρονολογική της σειρά. Αλλά οι δύο αυτές περιπτώσεις, κατά τις οποίες ο Κύριος δοκίμασε αγωνία, παρουσιάζουν και πολλά σημεία ανομοιότητας, που μας εμποδίζουν να δεχτούμε, ότι αναφέρονται και οι δύο στο ίδιο επεισόδιο (ο).
«Σε παράδεισο (=κήπο) συνέβη η αρχή των λυπηρών για μας, σε κήπο επίσης αρχίζει και το πάθος του Χριστού, και φέρνει την επανόρθωση όλων όσων μάς συνέβησαν παλιά» (Σχ).
Κρίνει άξιο σημείωσης, ότι το μέρος ήταν κήπος, όχι μόνο διότι εκεί έλαβε χώρα η σύλληψη, αλλά και διότι σε κήπο έγινε η ανάσταση, και εκεί έγινε και η σταύρωση. Οι Πατέρες ίσως διευκρίνισαν σωστά τον συμβολισμό. Το Πάθος και η ανάσταση, τα οποία συντέλεσαν τη σωτηρία του κόσμου, αντιτίθενται στην πτώση στον κήπο της Εδέμ (χ). Όταν περπατάμε στους κήπους μας, ας παίρνουμε αφορμή να μελετάμε το πάθος του Κυρίου, στο οποίο οφείλουμε όλες τις τέρψεις, που απολαμβάνουμε στους κήπους μας, διότι με αυτό απομακρύνθηκε και φυγαδεύτηκε η κατάρα πάνω στο έδαφος της γης, που ήλθε εξαιτίας της παράβασης του ανθρώπου.
(6)   Το ρήμα δείχνει ότι επρόκειτο για χώρο περιφραγμένο. Αναμφίβολα ανήκε σε κάποιο φιλικό πρόσωπο.

Ιω. 18,2    ᾔδει δὲ καὶ Ἰούδας(1) ὁ παραδιδοὺς(2) αὐτὸν τὸν τόπον(1), ὅτι(3) πολλάκις συνήχθη(4) καὶ ὁ Ἰησοῦς ἐκεῖ μετὰ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ(5).
Ιω. 18,2    Εγνώριζε δε και ο Ιούδας, ο προδότης, αυτόν τον τόπον, διότι πολλές φορές μαζί με τους μαθητάς του ο Ιησούς είχεν έλθει εκεί.
(1)   Αφού είπε στον Ιούδα, αυτό που κάνεις κάντο γρήγορα (ιγ 27) μεταβαίνει την ίδια νύχτα, σε τόπο, όπου γνώριζε ο Ιούδας ότι συνήθιζε να βγαίνει «κάνοντας στον προδότη την εύρεση του μέρους χωρίς ταλαιπωρία» (Κ).
(2)   Ο ενεστώτας δηλώνει, ότι ο Ιούδας κατά την ώρα εκείνη ενεργούσε το έργο της προδοσίας (β).
(3)   «Έπειτα λέει και από πού ήξερε αυτόν» (Ζ) ο Ιούδας.
(4)   Μπορεί να αναφέρεται στις αμέσως προηγούμενες ημέρες (δες Λουκ. κα 37) «τὰς δὲ νύκτας ἐξερχόμενος ηὐλίζετο εἰς τὸ ὄρος τὸ καλούμενον ἐλαιῶν·(=κατά δε τις νύκτες έβγαινεν από την Ιερουσαλήμ και έμενε στο όρος, που εκαλείτο “όρος των Ελαιών”).
Πιθανότερο όμως φαίνεται, ότι ο ευαγγελιστής έχει υπόψη και τις προηγούμενες επισκέψεις του Ιησού στα Ιεροσόλυμα (g,β). Εφόσον λοιπόν και άλλοτε είχαν διανυκτερεύσει στον κήπο εκείνο οι μαθητές, παρουσιάζεται φυσικό το ότι κοιμούνται κατά τη διάρκεια της αγωνίας του κυρίου και πριν τη σύλληψη αυτού.
(5)   «Διότι πολλές φορές μετέβαινε μαζί τους σε ιδιαίτερο μέρος, συνομιλώντας για αναγκαία πράγματα… επιζητώντας πάντα τόπο απαλλαγμένο από θορύβους, ώστε να μην αποσπάται ο νους τους από την ακρόαση» (Χ)

Ιω. 18,3    ὁ οὖν(1) Ἰούδας λαβὼν τὴν σπεῖραν(2) καὶ ἐκ τῶν ἀρχιερέων καὶ Φαρισαίων ὑπηρέτας(3) ἔρχεται ἐκεῖ μετὰ φανῶν(4) καὶ λαμπάδων(5) καὶ ὅπλων(6).
Ιω. 18,3    Ο Ιούδας, λοιπόν, αφού επήρε μαζί του το ρωμαϊκόν στρατιωτικό απόσπασμα και υπηρέτας από τους αρχιερείς και Φαρισαίους, ήλθε εκεί με φανάρια και λαμπάδες και όπλα.
(1)   Εφόσον γνώριζε τον τόπο, λοιπόν…
(2)   «Αυτό ονομάζεται σύνταγμα των πεζών και στους Ρωμαίους κοόρτις» (Πολ. 11,23,Ι). Το ένα δέκατο της λεγεώνας (G) ή κατά τον Πολύβιο που ταυτίζει την σπείρα με την manipulus, το 1/3 της κοόρτιος. Εδώ και αλλού στην Κ.Δ. (δες ιδιαίτερα Πράξ. κα 31) πρόκειται για σώμα που αριθμεί 1000 άνδρες (240 ιππείς και 760 πεζούς), που βρίσκονται κάτω από διαταγές χιλιάρχου. Δεν πρέπει παρόλ’ αυτά να υποτεθεί, ότι ο Ιωάννης εννοεί εδώ, ότι ολόκληρη η δύναμη αυτή διατέθηκε για σύλληψη του Ιησού. Μόνο ένα απόσπασμα της σπείρας αυτής διατέθηκε για τον σκοπό αυτόν. Η σπείρα ολόκληρη, κατά τις γιορτές, όταν η πόλη κατακλυζόταν από πλήθος πολύ, ήταν στρατοπεδευμένη στην ακρόπολη Αντωνία, που βρισκόταν στην βορειοδυτική γωνία του ναού, έτοιμη να αποκαταστήσει την τάξη σε περίπτωση διασάλευσής της (β).
Οι συνοπτικοί δεν μιλάνε για την σπείρα αυτή. Παρόλ’ αυτά το μήνυμα της γυναίκας του Πιλάτου σχετικά με το όνειρο, για το οποίο μιλά ο Ματθαίος αποδεικνύει, ότι από την προηγούμενη ημέρα ο Πιλάτος είχε ασχοληθεί με την υπόθεση αυτή. Η λεπτομέρεια λοιπόν αυτή επιβεβαιώνει τη συμμετοχή του Ρωμαϊκού στρατού στη σύλληψη (g).
(3)   Αυτοί ήταν οι κλητήρες του συνεδρίου, οι εντεταλμένοι και για την τήρηση της τάξης στο εσωτερικό του ναού υπό την επίβλεψη του συνεδρίου, οι οποίοι θα μπορούσαν να ονομαστούν και η αστυνομία του ναού. Δες Ματθ. κστ 55 (β,g,F). Αυτοί κυρίως θα συλλάμβαναν τον Ιησού, ενώ η σπείρα θα επενέβαινε για ενίσχυσή τους σε περίπτωση αντίστασης (g).
Δες ποιους εχθρούς είχε και έχει ο Χριστός και το ευαγγέλιό του· πόσο πολυπληθείς και πόσο ισχυρούς, οπότε και πόσο τρομερούς. Εκκλησιαστικές και πολιτικές αρχές συνδυάστηκαν εναντίον του. «στάθηκαν σε παράταξη οι βασιλιάδες της γης και οι άρχοντες συγκεντρώθηκαν στον ίδιο τόπο εναντίον του Χριστού» (Ψαλμ. β 2).
(4)   Λέγεται μοναδική φορά. Πιθανώς με την έννοια όπως και σε μας σήμερα. Δηλαδή με φανάρια. Σύμφωνα με τον β φανός=η δάδα από ξύλινες λωρίδες δεμένες μαζί. Δηλαδή ό,τι εμείς ονομάζουμε λαμπάδα.
(5)   =πυρσοί από ρυτίνη (g), ή λύχνος, του οποίου η φλόγα τροφοδοτείται με λάδι (G). Ό,τι εμείς ονομάζουμε λυχνάρι. Δηλώνουν οι λαμπάδες τα λυχνάρια, τα φανάρια (δ). Ήταν ο καιρός της πασχάλιας πανσέληνου, έφεραν όμως τα φώτα, ώστε με αυτά να ερευνήσουν τα σκοτεινά καταφύγια του κήπου, στην περίπτωση που ο Ιησούς θα επιχειρούσε να κρυφτεί (ο).
«Φέρνουν λαμπάδες και φανάρια, για να μην τους ξεφύγει κρυβόμενος στο σκοτάδι» (Θφ).
Αλλά ο δεύτερος Αδάμ δεν κρύφτηκε όπως ο πρώτος είτε λόγω φόβου είτε από ντροπή μέσα στα δέντρα του κήπου. Ήταν ανόητο να ανάβουν φανούς και λαμπάδες για να αναζητήσουν και να βρουν με αυτά τον ήλιο της δικαιοσύνης.
(6)   «Έφερναν τα όπλα, φοβούμενοι τους ακόλουθους του Ιησού» (Ζ)· «είτε για να εκφοβίσουν είτε για να επιτεθούν σε οποιονδήποτε, ο οποίος θα τολμούσε να αντιταχτεί υπερασπίζοντας τον Χριστό» (Αυ).
Αλλά το στράτευμα του Κυρίου χρησιμοποιεί όπλα πνευματικά στη διεξαγωγή του αγώνα του. Και τα όπλα αυτά, ενώ φαίνονται προς στιγμήν ότι υποκύπτουν στη βία των όπλων του κόσμου, τελικά υπερισχύουν πάντοτε θριαμβευτικά.

Ιω. 18,4    Ἰησοῦς οὖν(1) εἰδὼς(2) πάντα τὰ ἐρχόμενα ἐπ᾿ αὐτόν(3), ἐξελθὼν(4) εἶπεν αὐτοῖς(5)· τίνα ζητεῖτε;
Ιω. 18,4    Ο Ιησούς, λοιπόν, γνωρίζων όλα εκείνα, που έμελλαν να συμβούν εις αυτόν, βγήκε έξω από τον κήπο και είπε εις αυτούς• Ποίον ζητείτε;
(1)   Το διάβημα του Ιησού επέρχεται ως αποτέλεσμα της προσέγγισης αυτής αυτών που ήταν οπλισμένοι και είχαν εχθρικές διαθέσεις προς αυτόν (ο).
(2)   «(Γνώριζε) Ως Θεός» (Ζ). Ο Ιωάννης επωφελείται κάθε ευκαιρίας, για να τονίσει ότι ο Ιησούς προγνώριζε τα συμβάντα της δημόσιας δράσης του (β).
«Δεν περίμενε να τα μάθει αυτά από την παρουσία εκείνων, αλλά ατάραχα, μιας και τα ήξερε όλα αυτά, έτσι και έλεγε και έκανε» (Χ).
Βγαίνει όχι έκπληκτος ή ταραγμένος και φοβισμένος, αλλά θαυμαστά άτρομος και με ψυχραιμία, ατάραχος και γενναίος, για να αντιμετωπίσει την επερχόμενη θύελλα και ρωτά ήρεμα και με πραότητα, «ποιον ζητάτε;». Όταν ο λαός προσέφερε σε αυτόν στέμμα βασιλικό και έσπευδε να ανακηρύξει αυτόν βασιλιά (Ιω. στ 15) αποσύρεται και φεύγει. Αλλά όταν έρχονται για να τον οδηγήσουν στο σταυρό, προχωρεί και παραδίνεται. Διότι ήλθε στον κόσμο για να πάθει και να προσφέρει τη ζωή λύτρο για χάρη του κόσμου, και επρόκειτο μετά το σκληρό θάνατό του να βασιλεύσει αιώνια.
Το παράδειγμα αυτό του Χριστού δεν μας διδάσκει να ρίχνουμε τους εαυτούς μας απρομελέτητα στους κινδύνους, διότι δεν γνωρίζουμε, όπως γνώριζε αυτός, εάν ήλθε και η δική μας ώρα, όπως είχε έλθει η δική του. Αλλά όταν καλούμαστε από τις περιστάσεις να υποστούμε θλίψεις και μαρτύριο, και δεν είναι δυνατόν να αποφύγουμε αυτά παρά μόνο αμαρτάνοντας, τότε οφείλουμε όπως και ο Χριστός να αναδεχόμαστε το σταυρό, στον οποίο ο Πατέρας μας καλεί.
(3)   Δηλαδή όλες τις ταπεινώσεις και όλα τα φυσικά ή ηθικά βάσανα, τα οποία τον ανέμεναν (F). Μόλις είχε σηκωθεί από το έδαφος όπου είχε πέσει μπρούμυτα στην αγωνία του και γνώριζε καλά πόσο πικρό ήταν το ποτήρι εκείνο, το οποίο είχε παρακαλέσει τον Πατέρα του να απομακρύνει από αυτόν. Αλλά όμως, με υποταγή στο θέλημα του Πατέρα και με πλήρη γνώση του σταυρικού παθήματος προχωρεί προς αυτούς που έρχονται να τον συλλάβουν (ο). Είναι βέβαιος για το τι ήθελε ο Πατέρας του και δέχεται το θέλημα αυτό του Πατέρα ολόψυχα και την σύλληψή του την κάνει προσφορά εκούσια (τ).
(4)   Βγήκε είτε από ανάμεσα από τους μαθητές, οι οποίοι τον κύκλωναν είτε πιο φυσικά από τον κήπο (g), στον οποίο είχε μπει (β). Από τις σκιές του κήπου, από τις οποίες καλυπτόταν μαζί με τους μαθητές (μ).
«Βγαίνει λοιπόν και πολύ πρόθυμα για να τους συναντήσει, και δείχνει με αυτό ότι ούτε αγνοούσε αυτό που τολμούσαν και ότι αν και προγνώριζε ότι ήταν ευκολότερο να κρυφτεί και να διαφύγει, με δική του πρωτοβουλία προχωρά στο πάθος, χωρίς να πέφτει σε κίνδυνο που δεν ήθελε, τον οποίο προκάλεσε η υπεροχή κάποιων» (Κ).
(5)   Δεν απευθύνεται προς τον Ιούδα αλλά στους ενόπλους, που ήλθαν να τον συλλάβουν. Το φίλημα που μνημονεύουν οι συνοπτικοί (Ματθ. κστ 49,Μάρκ. ιδ 45,Λουκ. κβ 47), το οποίο κατά τον β, δόθηκε από τον Ιούδα όχι στο μάγουλο αλλά στο χέρι του Ιησού, τοποθετείται από τον Τατιανό αμέσως πριν από την έξοδο του Ιησού από τον κήπο και πριν το ερώτημα αυτό. Συμφωνούν στην τοποθέτηση αυτή και οι F,g,β. Ο ο, τοποθετεί αυτό μετά την ερώτηση και απάντηση του Ιησού που λέγονται στους στίχους 7-8.

Ιω. 18,5    ἀπεκρίθησαν αὐτῷ· Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖον(1). λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἐγώ εἰμι(2). εἱστήκει δὲ(3) καὶ Ἰούδας ὁ παραδιδοὺς αὐτὸν μετ᾿ αὐτῶν.
Ιω. 18,5    Του απήντησαν εκείνοι• Ιησούν τον Ναζωραίον. Λεγει εις αυτούς ο Ιησούς• εγώ είμαι. Μαζί δε με αυτούς εστέκετο και ο Ιούδας, ο προδότης.
(1)   Όπως φαίνεται από τα Λουκά δ 34,ιη 37,κδ 19,Μάρκ. ι 47,ιδ 67,ιστ 6,Ματθ. κστ 71,Πράξ. β 22 με την ονομασία αυτή ήταν γενικώς γνωστός ο Κύριος. Και η εντολή λοιπόν που δόθηκε από τους αρχιερείς και τους Φαρισαίους στους ενόπλους ήταν να συλλάβουν τον Ιησού τον Ναζωραίο (β). Η ονομασία ήταν εν μέρει καθοριστική, εν μέρει όμως και έκφραση περιφρόνησης (τ).
(2)   Έχουμε στο Εγώ είμαι φράση, η οποία μπορεί να σημαίνει όχι περισσότερο από το Εγώ είμαι ο άνθρωπος τον οποίο ζητάτε. Μπορεί όμως να σημαίνει και το ιερό όνομα του Θεού «Εγώ είμαι». Για τους στρατιώτες είχε η φράση την πρώτη σημασία. Για εμάς τους πιστούς έχει την δεύτερη (τ).
(3)   Παρενθετική πρόταση. Είχε επιτελέσει ο Ιούδας το έργο του, εφόσον είχε αναλάβει την υποχρέωση να οδηγήσει τους απεσταλμένους του συνεδρίου στον τόπο, όπου θα έβρισκαν τον Ιησού (β). Η εντύπωση λοιπόν που προκλήθηκε από την απάντηση του Ιησού, έγινε αισθητή εντονότερα από κάθε άλλον στον άπιστο μαθητή, και από αυτόν αναμφίβολα μεταδόθηκε η συγκίνηση και στους άλλους (g).
Η φωνή του Ιησού είναι τρομερότερη για τους αποστάτες παρά για τους κοινούς και συνηθισμένους αμαρτωλούς. «Δες πώς δεν εκφράζει δυσαρέσκεια ο ευαγγελιστής, πώς δεν βρίζει τον προδότη, αλλά διηγείται το γεγονός, με σκοπό να δείξει ένα μόνο, ότι το παν συνέβη επειδή το επέτρεψε ο Ιησούς» (Χ).

Ιω. 18,6    ὡς οὖν εἶπεν αὐτοῖς ὅτι ἐγώ εἰμι(1), ἀπῆλθον εἰς τὰ ὀπίσω(2) καὶ ἔπεσον χαμαί(3).
Ιω. 18,6    Όταν, λοιπόν, είπεν εις αυτούς, ότι εγώ είμαι, εκείνοι καταπτοημένοι οπισθοχώρησαν και έπεσαν κάτω.
(1)   «Και μόνη η φωνή του, που απάγγειλε τα λόγια Εγώ είμαι, χωρίς κάποιο όπλο χτύπησε, απώθησε και έριξε κάτω το πλήθος εκείνο, μαζί με όλη την αγριότητα του μίσους τους και τον τρόμο των όπλων τους. Εγώ είμαι, λέει, και ρίχνει χάμω τους πονηρούς. Τι θα κάνει όταν θα έλθει ως κριτής αυτός, ο οποίος έκανε αυτό όταν παρέδιδε τον εαυτό του για να κριθεί; Ποια θα είναι η δύναμή Αυτού, όταν θα έλθει να βασιλεύσει, αυτός ο οποίος τέτοια δύναμη είχε, όταν ήλθε να πεθάνει;» (Αυ).
Φανερώνοντας «ότι η δύναμη κάθε ανθρώπου δεν είναι τίποτα εντελώς, μπροστά στην ανείπωτη και θεία ισχύ, μιλώντας με πράο και ήμερο λόγο, ξαπλώνει χάμω στη γη τον όχλο που τον ζητούσαν, για να μάθουμε αυτό, ότι δηλαδή η φύση αυτών που πλάστηκαν ενώ δεν αντέχει και ένα μόνο λόγο του Θεού, και αυτόν φιλάνθρωπο, πώς θα υποφέρει την απειλή σύμφωνα με αυτό που είναι γραμμένο στους ψαλμούς «Εσύ είσαι φοβερός και ποιος θα σου αντισταθεί από την οργή σου;» (Κ).
Το αποτέλεσμα από τα λόγια αυτά δεν υπήρξε απλό φυσικό γεγονός, που προκλήθηκε από κάποιο στιγμιαίο συναίσθημα φρίκης μπροστά στη θαρραλέα στάση του Ιησού· υπήρξε αποτέλεσμα αληθινά υπερφυσικό, επειδή ο Ιησούς θέλησε να φανερώσει την δύναμή του την ίδια ώρα κατά την οποία δεχόταν την ταπείνωση (F).
Δεν πρόκειται για ενέργεια άμεση της παντοδυναμίας του Θεού, που ανατρέπει τους ανθρώπους αυτούς, αλλά θα ήταν πλάνη να δει κάποιος εδώ ένα τυχαίο συμβάν. Το αποτέλεσμα αυτό ήταν σύμφωνο με τη θέληση Εκείνου ο Οποίος το παρήγαγε. Κάνοντας ο Ιησούς αισθητή τη δύναμή του ήθελε να δείξει σε αυτούς, ότι διέτρεχαν κίνδυνο εάν επιχειρούσαν να συλλάβουν μαζί με αυτόν και τους μαθητές (g).
(2)   Δεν σημαίνει αυτό, ότι στράφηκαν και έφυγαν, αλλά ότι οπισθοδρόμησαν έμφοβοι και μπροστά στη μεγαλειότητα του προσώπου του έπεσαν στο έδαφος (ο).
Μπορούσε να ρίξει αυτούς στο έδαφος νεκρούς. Μπορούσε να διατάξει τη γη και να καταπιεί αυτούς, όπως άλλοτε τον Κορέ. Αλλά δεν ήθελε να γίνει αυτό. Πρώτον μεν διότι είχε έλθει η ώρα του, και δεύτερον διότι ήθελε να μας δώσει παράδειγμα υπομονής και μακροθυμίας απέναντι στους χειρότερους ανθρώπους, αλλά και συμπάθειας και αγάπης προς αυτούς τους άσπονδους εχθρούς του. Ρίχνοντας αυτούς στο έδαφος, παρείχε σε αυτούς ευκαιρία να μετανοήσουν, αλλά η καρδιά τους ήταν σκληρή και η πρόσκληση αυτή για μετάνοια απέβη μάταιη.
(3)   «Ο λόγος του τούς έριξε κατά γης» (Χ).
«Έδειξε λοιπόν ότι αν δεν το ήθελε αυτός, όχι μόνο να τον πιάσουν δεν μπορούσαν, αλλά ούτε καν να τον δουν» (Ζ).

Ιω. 18,7    πάλιν οὖν(1) αὐτοὺς ἐπηρώτησε(2)· τίνα ζητεῖτε; οἱ δὲ εἶπον· Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖον(3).
Ιω. 18,7    Πάλι, λοιπόν, τους ηρώτησε• ποίον ζητείτε; Εκείνοι είπον• Ιησούν τον Ναζωραίον.
(1)   Παρεμβλήθηκε κάποιο χρονικό διάστημα, αρκετό να συνέλθουν εκείνοι από το φόβο τους και να σηκωθούν από το έδαφος… Ενώ λοιπόν στέκονταν αναποφάσιστοι και αδρανείς, ο Κύριος απευθύνει σε αυτούς και πάλι το ερώτημα «ποιόν ζητάτε;» (ο).
(2)   Σε τόνο τώρα γλυκύτερο από τον οποίο ενθαρρύνθηκαν οι υπηρέτες των αρχιερέων να πλησιάσουν ξανά ο Ιησούς τους ρωτά (g).
«Αφού είχε δείξει τη δύναμή του σε εκείνους, οι οποίοι ήθελαν αλλά δεν μπορούσαν να τον συλλάβουν, καλεί τώρα αυτούς να τον συλλάβουν, για να εργαστεί το θέλημά του μέσω εκείνων οι οποίοι αγνοούσαν αυτό» (Αυ).
«Τους έριξε μεν κάτω μπρούμυτα, δηλώνοντας και την δύναμή του και ότι θεληματικά έρχεται προς το πάθος… Επειδή όμως επέμεναν στην κακία και μετά το θαύμα αυτό, τότε λοιπόν παραδίδει τον εαυτό του» (Θφ).
(3)   Γνώριζαν ήδη αυτοί σε ποιον μιλούσαν, αλλά εξαιτίας του φόβου εμποδίζονται να πουν: ζητάμε εσένα. Και επαναλαμβάνουν ό,τι είπαν και πριν (ο,β).

Ιω. 18,8    ἀπεκρίθη Ἰησοῦς(1)· εἶπον ὑμῖν(2) ὅτι ἐγώ εἰμι. εἰ οὖν ἐμὲ ζητεῖτε, ἄφετε τούτους(3) ὑπάγειν(4)·
Ιω. 18,8   Απεκρίθη ο Ιησούς• σας είπα ότι εγώ είμαι• εάν, λοιπόν, ζητάτε εμέ, αφήσατε αυτούς να φύγουν.
(1)   «Ο ίδιος φανερώνει τον εαυτό του, διδάσκοντας και τους μαθητές να μην ψεύδονται ούτε στους κινδύνους, και πληροφορώντας ότι εκούσια παραδίδει τον εαυτό του στους φονιάδες» (Ζ).
(2)   Η απάντηση είναι αυστηρή και εξουσιαστική (β). Είναι σαν να έλεγε σε αυτούς: Γιατί λοιπόν δεν προβαίνετε στη σύλληψή μου; (ο).
(3)   Λόγος στοργικής φροντίδας (F). «Και πρόσεξε πώς ούτε μέχρι την τελευταία ώρα δεν μειώνει την αγάπη προς τους μαθητές» (Θφ). Η μέριμνά του για τους πιστούς του μαθητές είναι χαρακτηριστικό του καλού Ποιμένα (β).
(4)   Να φύγουν ή να πάνε στο σπίτι τους (β). Μιλά σε αυτούς με εξουσία. Είναι σαν να τους έλεγε: Αφήστε τους να φύγουν, διότι αλλιώς διατρέχετε κίνδυνο, εάν αγγίξετε αυτούς. Δείχνει έτσι στοργή προς τους μαθητές του, οι οποίοι ήταν ακόμη ανώριμοι να αντιμετωπίσουν τέτοιο πειρασμό. Η πίστη τους ήταν ακόμη ασθενής και επιπλέον είχαν έργο να επιτελέσουν. Πρέπει να φύγουν τώρα, διότι μετά από λίγο θα κληθούν να διατρέξουν τον κόσμο ολόκληρο, για να κηρύξουν το ευαγγέλιο.
Έτσι ο Κύριος παρέχει και σε μας μεγάλη ενθάρρυνση να τον ακολουθούμε. Διότι αν και η οδός στην οποία μας καλεί να βαδίσουμε, είναι οδός θλίψεων, παρόλ’ αυτά ο σταυρός, τον οποίο θα μας καλεί να βαστάξουμε, πάντοτε θα είναι ανάλογος με τις δυνάμεις μας. Και όπως τώρα προφυλάσσει τους μαθητές του, έτσι θα προφυλάξει και εμάς. Μας δίνει επίσης ο Κύριος παράδειγμα, να μη φροντίζουμε σε ώρα κινδύνου μόνο για την ασφάλεια του εαυτού μας, αλλά και για την ασφάλεια των πλησίον μας και μάλιστα περισσότερο για την ασφάλεια αυτών παρά για τη δική μας.

Ιω. 18,9    ἵνα πληρωθῇ ὁ λόγος ὃν εἶπεν(1), ὅτι οὓς δέδωκάς μοι, οὐκ ἀπώλεσα ἐξ αὐτῶν οὐδένα(2).
Ιω. 18,9   Και είπε τούτο, δια να εκπληρωθή ο λόγος, τον οποίον προ ολίγου είχεν είπει στον Πατέρα του, ότι εκείνους τους οποίους μου έδωκες τους επροφύλαξα και δεν εχάθηκε κανένας από αυτούς.
(1)   Ο Ιησούς λοιπόν ήταν προφήτης. Έτσι και στο στίχο 32 (b). Προκειμένου να παραθέσει λόγο του Ιησού Χριστού χρησιμοποιεί την ίδια φράση, την οποία και σε παράθεση χωρίου από την Π.Δ. Για τον Ιωάννη οι λόγοι του Ιησού είχαν κύρος και έμπνευση όπως και αυτοί της Π.Δ. για την πρόγνωση των μελλόντων. Ο λόγος στον οποίο εδώ αναφέρεται εδώ ο Ιωάννης είναι αυτός στο ιζ 12 (β).
(2)   Η έννοια των λόγων αυτών, την οποία αδύνατον ήταν να μην γνώριζε ο Ιωάννης, αφορούν στη σωτηρία και προστασία από το πνευματικό κακό και την πνευματική απώλεια.
«Απώλεια εδώ λέει όχι αυτήν του θανάτου, αλλά εκείνη την αιώνια. Ο ευαγγελιστής λοιπόν το πήρε αυτό και για τη στιγμή εκείνη» (Χ).
Ο Ιωάννης εφαρμόζει τα λόγια αυτά και στην προκειμένη περίπτωση, όπου πρόκειται για απελευθέρωση και προστασία των μαθητών από σωματικό κίνδυνο ή εφαρμόζοντας πιο ελεύθερα τον λόγο του Χριστού= δεν έχασα, ακόμη και σε αυτήν την μέγιστη περίπτωση του κινδύνου (b).
Ή, η εκπλήρωση σε αυτήν εδώ την περίπτωση πρέπει να θεωρηθεί ότι συμβολίζει την μεγαλύτερη απολύτρωση των μαθητών από τον πονηρό κόσμο (ο).
Ή, πιο σωστά, εάν οι μαθητές συλλαμβανόμενοι από τους Ιουδαίους «πέθαιναν τώρα, ο Ιησούς θα έχανε αυτούς», διότι θα πέθαιναν χωρίς «να πιστέψουν σε αυτόν, όπως πιστεύει κάθε πιστός που δεν χάνεται» (Αυ).
Το παράδειγμα του Πέτρου, του θαρραλεότερου από όλους τους μαθητές, αποδεικνύει, ότι εάν πραγματοποιούνταν κατά την παρούσα στιγμή η σύλληψη των μαθητών, θα αποτελούσε αυτή σύνθημα πτώσης τους βαθιάς, ίσως άρνησης ανεπανόρθωτης (g). Διότι αν συλλαμβάνονταν, μπορούσαν να τον απαρνηθούν από ασθένεια, όπως ο Πέτρος μετά από αυτά (δ). Η διαφυγή λοιπόν από την σύλληψη οφειλόταν όντως σε θεία προστασία.
Διότι «θα μπορούσε κάποιος να θαυμάσει πώς και αυτούς δεν τους συνέλαβαν μαζί του και δεν τους κατέσφαξαν, και μάλιστα τη στιγμή που ο Πέτρος παρόργισε αυτούς με εκείνα που έκανε στον δούλο. Ποιος λοιπόν τους συγκρατούσε; Κανείς μεν άλλος, παρά η δύναμη αυτή που τους έριξε κατά γης. Πράγμα λοιπόν που και ο ευαγγελιστής δήλωσε, ότι δεν ήταν αποτέλεσμα της θέλησης των Ιουδαίων, να μην πάθουν τίποτα, αλλά της δύναμης και απόφασης αυτού που συλλήφθηκε» (Χ).
«Η φράση «για να εκπληρωθεί ο λόγος τον οποίο είπε, ότι Δεν έχασα από αυτούς κανέναν», αυτό σημαίνει, λέει, το ότι δεν κατασφάχτηκαν οι μαθητές». Διότι λόγω της αδυναμίας τους, τούς βγάζει έξω από πειρασμούς» (Θφ). Σημείωσε εδώ, ότι και θαυματουργικά ακόμη επεμβαίνει ο Κύριος, για να προστατεύσει τους μαθητές του και τους δούλους του από τους εχθρούς τους και να μην αντιμετωπίσουν πειρασμό που να υπερβαίνει τις δυνάμεις τους. Οι μαθητές δεν είχαν λάβει επαρκή χάρη, για να αντέξουν στην επαπειλούμενη δοκιμασία. Για αυτό και επενέβη ο Κύριος από τη μία με την υπερφυσική θεραπεία του Μάλχου, από την άλλη με τη θεία του δύναμη η οποία έριξε φοβισμένους στο έδαφος αυτούς που ήλθαν να τον συλλάβουν.
Θα ρωτούσε ίσως κάποιος γιατί τώρα δεν παρέχει σε αυτούς την αναγκαία χάρη, για να αντέξουν και στον πειρασμό που απειλεί με μαρτύριο. Μη λησμονούμε όμως, ότι η λήψη της χάρης γίνεται σύμφωνα και με την βαθμιαία αύξηση αυτού που την δέχεται. Όταν κάποιος είναι ακόμη νήπιος εν Χριστώ, δεν είναι δυνατόν να μεταδοθεί σε αυτόν η χάρη, η οποία παρέχεται σε αυτόν που γιγαντώθηκε στην κατά Χριστόν ζωή.
Ο πνευματικός ναός χτίζεται με διαδοχική τοποθέτηση και οικοδομή των αναγκαίων λίθων, και δεν ανυψώνεται με τη μία σε πλήρες πνευματικό οικοδόμημα σαν με κάποιο μαγικό ραβδί. Πάντως από την περίπτωση αυτή διδασκόμαστε, ότι ο Κύριος παρουσιάζεται ασπίδα μας απέναντι σε κάθε εχθρική δύναμη. Και η εδώ λύτρωση των μαθητών από τον σωματικό κίνδυνο αποτελεί βέβαιη εγγύηση, ότι το ίδιο δεξί χέρι του Κυρίου θα τους οδηγούσε με ασφάλεια στην ουράνια βασιλεία.

Ιω. 18,10  Σίμων οὖν Πέτρος(1) ἔχων μάχαιραν(2) εἵλκυσεν αὐτήν, καὶ ἔπαισε τὸν τοῦ ἀρχιερέως δοῦλον(3) καὶ ἀπέκοψεν αὐτοῦ τὸ ὠτίον(4) τὸ δεξιόν· ἦν δὲ ὄνομα τῷ δούλῳ Μάλχος(5).
Ιω. 18,10  ο Σίμων Πέτρος, που είχε κατά την ώραν εκείνην μάχαιραν, την έσυρε και εκτύπησε τον δούλον του αρχιερέως και του έκοψε το δεξί αυτί. Το όνομα δε του δούλου εκείνου ήτο Μαλχος.
(1)   Το επεισόδιο της επίθεσης εναντίον του δούλου του αρχιερέα αναφέρεται και από τους συνοπτικούς (Ματθ. κστ 51,Μάρκ. ιδ 47, Λουκ. κβ 50). Αλλά ο Ιωάννης μόνος αναφέρει, ότι ο Σίμων έπραξε αυτό· οι άλλοι ευαγγελιστές αποσιωπούν το όνομα του Πέτρου (b).
«Πρόσθεσε ο Ιωάννης και το όνομα αυτού που χτυπήθηκε και το μέρος που χτυπήθηκε διότι ήταν πολύ σπουδαίο το γεγονός» (Ζ), «όπως και ο Λουκάς είναι ο μόνος ο οποίος αναφέρει, ότι ο Κύριος άγγιξε το αυτί του και τον θεράπευσε» (Αυ).
(2)   Το ότι δεν έχει άρθρο υποδηλώνει, ότι ο Πέτρος συνέβη τη στιγμή εκείνη να κουβαλά μαχαίρι. Δεν κουβαλούσε αυτό πάντοτε. Ίσως να ήταν ένα από αυτά που αναφέρονται στο Λουκ. κβ 38. Δεν επιτρεπόταν από το νόμο να κουβαλούν όπλα σε ημέρες γιορτών. Το ότι στο δείπνο υπήρχαν δύο μαχαίρια και από αυτά το ένα πήρε μαζί του ο Πέτρος, τείνει να αποδείξει ότι το δείπνο αυτό δεν ήταν αυτό του Πάσχα (β)(το επιχείρημα όμως αυτό δεν είναι αδιαμφισβήτητο).
Ο Πέτρος ενθαρρύνθηκε φαίνεται από το ότι είδε τους στρατιώτες να πέφτουν χάμω. Η δύναμη του διδασκάλου κατέστησε αυτόν τολμηρό. Το διάβημά του, οσοδήποτε και αν προήλθε από αγάπη προς τον Διδάσκαλο, δεν μαρτυρεί πίστη ακλόνητη και σταθερή. Και αυτό φαίνεται καθαρά μετά από λίγο, όταν στην αυλή του αρχιερέα αρνείται τον Διδάσκαλο τρεις φορές. Οι αληθινοί και γνήσιοι Χριστιανοί ήρωες υπερασπίζουν την υπόθεση του ευαγγελίου όχι μόνο όταν βλέπουν τον Κύριο να υπερισχύει και να έχει δύναμη, αλλά όταν και προς στιγμήν φαίνεται να νικιέται και να είναι σε αδυναμία.
(3)   Με άρθρο. Αυτό δηλώνει ότι ο Μάλχος ήταν ένας από τους προεξάρχοντες δούλους και ακόλουθους του αρχιερέα (ο). Για αυτό και ο Χρυσόστομος ταυτίζει αυτόν με αυτόν που «ύστερα από λίγο πρόκειται να χαστουκίσει» τον Ιησού.
(4)   Ο σιναϊτικός, βατικανός και κάποιοι άλλοι μεγαλογράμματοι γράφουν ωτάριον αντί για ωτίον. «Δεν αναφέρει τυχαία το δεξί αυτί, αλλά, κατά τη γνώμη μου, επειδή θέλει να δείξει την ορμή του αποστόλου, ότι δηλαδή σχεδόν όρμησε εναντίον του ίδιου του κεφαλιού του» (Χ). Το χτύπημα δόθηκε εναντίον του κεφαλιού του δούλου, κόπηκε όμως μόνο το αυτί του διότι αυτός προφυλασσόμενος έγειρε προς τα αριστερά (β).
«Εάν τώρα πεις, πώς αυτός που διατάχτηκε ούτε να ραπίζει, γίνεται ανθρωποκτόνος; Βεβαιότατα έλαβε εντολή μεν να μην αμύνεται, εδώ όμως δεν αμύνθηκε για τον εαυτό του, αλλά για τον διδάσκαλο. Έπειτα δεν ήταν ακόμη τέλειοι και πνευματικά ολοκληρωμένοι» (Χ).
Ο Πέτρος εδώ παρουσιάζεται να τηρεί τον λόγο, τον οποίο είπε στον Διδάσκαλο βεβαιώνοντας αυτόν, ότι ήταν έτοιμος να βαδίσει μαζί του και στη φωτιά και στο θάνατο. Ο ζήλος του όμως υπέρ του Διδασκάλου προφανώς είναι ζήλος όχι με επίγνωση. Διότι, εάν η πρόθεσή του να χτυπήσει το Μάλχο στο κεφάλι πραγματοποιούνταν, ασφαλώς οι στρατιώτες θα ορμούσαν εναντίον ολόκληρου του ομίλου των μαθητών για να κατασπαράξουν αυτούς, ενώ ο διδάσκαλος θα εμφανιζόταν στα μάτια της ρωμαϊκής εξουσίας σαν όχι καλύτερος του Βαραββά.
(5)   «Η έννοια του ονόματος Μάλχος είναι ο προορισμένος να βασιλεύσει» (Αυ). Μάλχος από το εβραϊκό μέλεκ= βασιλιάς. Το «ότι θεράπευσε αυτόν ο Ιησούς αμέσως, όπως μάθαμε από τον Λουκά» (Ζ), εξηγεί το γιατί ο Πέτρος δεν συνελήφθη αμέσως ως ένοχος στάσης κατά της εξουσίας.
«Θα μάθουμε λοιπόν από αυτό που έγινε, μέχρι ποίου σημείου φτάνει, χωρίς να μπορεί να κατηγορηθεί, ο ζήλος της ευσέβειας προς το Χριστό… Διότι το υπόδειγμα αυτής της πράξης δεν μας επιτρέπει να αγωνιζόμαστε για την ευσέβεια στο Χριστό με το να υψώνουμε σιδερένια όπλα ή να σηκώνουμε πέτρες εναντίον κάποιων ή βεβαίως να χτυπούμε με ξύλο αυτούς που μας αντιτίθενται· διότι τα όπλα μας δεν είναι σαρκικά σύμφωνα με το λόγο του Παύλου, αλλά να συμπεριφερόμαστε με ηπιότητα μάλλον ακόμη και στους φονιάδες» (Κ).

Ιω. 18,11  εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς τῷ Πέτρῳ· βάλε τὴν μάχαιραν εἰς τὴν θήκην(1)· τὸ ποτήριον(2) ὃ δέδωκέ μοι ὁ πατήρ(3), οὐ μὴ πίω αὐτό(4);
Ιω. 18,11  Είπε αμέσως τότε ο Ιησούς στον Πετρον• βάλε την μάχαιραν εις την θήκην• το ποτήριον, το οποίον μου έδωκε ο Πατήρ, θέλεις συ να μη το πίω;
(1)   «Το παράγγελμα του Χριστού γεννά θεσμό ευαγγελικού τρόπου ζωής και δύναμη εντολής, όχι αυτής που ειπώθηκε στους αρχαιότερους σύμφωνα με το νόμο του Μωϋσή, αλλά αυτής που ο Χριστός έβαλε, η οποία τόσο πολύ εμποδίζει να χρησιμοποιούμε μαχαίρια, ή μάλλον λέει ότι δεν πρέπει καν να αμυνόμαστε και μεις με τη σειρά μας, ώστε, αν κάποιος θα ήθελε να μας χαστουκίσει στο ένα σαγόνι, να απαιτήσουμε επιπλέον και στο δεύτερο αν τύχει, στρέφοντάς του και το άλλο, και με αυτό κόβει από τη ρίζα της κατά κάποιο τρόπο από την ψυχή την ανθρώπινη δειλία» (Κ).
Ο Πέτρος έπρεπε να βάλει το μαχαίρι στη θήκη του, διότι επρόκειτο να δοθεί σε αυτόν το μαχαίρι του Πνεύματος. Τα όπλα της στρατείας μας δεν είναι σαρκικά, αλλά πνευματικά. Είναι παρόλ’ αυτά ισχυρά και ακατανίκητα. Όταν ο Κύριος με έναν μόνο λόγο ανάγκασε αυτούς που ήλθαν να τον συλλάβουν, να οπισθοχωρήσουν και να πέσουν χάμω, έδειξε στον Πέτρο με ποιο όπλο έπρεπε να οπλιστεί. Το όπλο αυτό ήταν ο κοφτερότερος από μαχαίρι λόγος του Θεού, ο ζωντανός και ενεργής. Με αυτόν και ο Πέτρος όχι πολύ χρόνο ύστερα θα έριχνε νεκρούς στο έδαφος τον Ανανία και τη Σαπφείρα, που είπαν ψέματα στο Πνεύμα του Θεού.
(2)   «Το ποτήρι του θανάτου δηλαδή» (Ζ).
Είναι ποτήριο. Δεν είναι θάλασσα, δεν είναι θάλασσα ερυθρά, ούτε νεκρά θάλασσα, διότι δεν είναι άδης, αλλά φως, και η δοκιμασία του είναι στιγμιαία. Είναι ποτήριο που δίνεται από τον Πατέρα. Και όταν δίνεται και σε εμάς, από τον Πατέρα μάς παρέχεται. Δίνεται ως δωρεά και ως χάρις, αφού «αυτόν που αγαπά ο Κύριος τον εκπαιδεύει». Εκπαιδεύει ως Πατέρας έχοντας εξουσία πάνω μας, αλλά και αγάπη πατρική προς εμάς. Και όταν παρέχει σε μας το ποτήριο δεν μας το δίνει, για να μας βλάψει, αλλά για να μας ωφελήσει, και ως πάνσοφος και πανάγαθος γνωρίζει αλάνθαστα τι ωφελεί και τι βλάπτει τα παιδιά του.
(3)   «Το οποίο παραχώρησε να έλθει σε μένα ο Πατέρας· διότι αυτό σημαίνει το έδωσε» (Ζ).
«Δείχνει ότι αυτό που γίνεται δεν οφείλεται στην δύναμη εκείνων, αλλά στο ότι αυτός το επιτρέπει και δηλώνει ότι δεν είναι κάποιος αντίθεος, αλλά υπάκουος μέχρι θανάτου στον Πατέρα» (Χ).
Η όλη φράση υπενθυμίζει την προσευχή του Ιησού στη Γεθσημανή, όπως αυτή αναφέρεται από τους συνοπτικούς (Ματθ. κστ 39,Μάρκ. ιδ 36,Λουκ. κβ 42).
(4)   Σε αυτό, δηλαδή στο να μην πιει το ποτήρι, αποσκοπούσε ο αγώνας του Πέτρου (b). Η προσθήκη της αντωνυμίας «αυτό» δεν είναι πλεονασμός αλλά εμφατική επανάληψη της λέξης ποτήρι, στην οποία αναφέρεται (ο). Η όλη πρόταση είναι ερωτηματική. Ο Abbott προτιμά να θεωρήσει αυτήν ως αναφώνηση με θαυμαστικό (β).
 
Ιω. 18,12  Ἡ οὖν σπεῖρα καὶ ὁ χιλίαρχος καὶ οἱ ὑπηρέται τῶν Ἰουδαίων(1) συνέλαβον τὸν Ἰησοῦν(2) καὶ ἔδησαν αὐτόν(3),
Ιω. 18,12  Τότε, λοιπόν, το στρατιωτικόν απόσπασμα και ο χιλίαρχος και οι υπηρέται των Ιουδαίων έπιασαν τον Ιησού και τον έδεσαν.
(1)   Η σύλληψη του Ιησού έγινε από τους Ρωμαίους στρατιώτες που ενεργούσαν σε συνεργασία με τους υπηρέτες των Ιουδαίων, που αποτελούσαν την αστυνομία του ναού των Ιουδαίων (β). Επειδή λοιπόν οι υπηρέτες των Ιουδαίων εκτελούσαν διαταγές του συνεδρίου, προφανώς η σύλληψη του Ιησού έγινε με διαταγή του ανώτατου δικαστηρίου των Ιουδαίων (ο).
(2)   Σύμφωνα με τα Ματθ. κστ 50,51 και Μάρκ. ιδ 46,47 η σύλληψη του Ιησού έγινε πριν ακόμη ο Πέτρος σύρει το μαχαίρι του εναντίον του Μάλχου. Στον Ιωάννη το επεισόδιο τοποθετείται λίγο πριν τη σύλληψη. Τέτοιες ελαφρές διαφορές δεν θίγουν ούτε στο ελάχιστο την αξιοπιστία των ιερών συγγραφέων, αλλά αντίθετα επιβεβαιώνουν αυτήν αφού με αυτές διαπιστώνεται ότι καμία συνεννόηση δεν υπήρχε μεταξύ τους (ο).
(3)   Πιθανώς έδεσαν τα χέρια του πίσω του (β). Η λεπτομέρεια αυτή δεν αναφέρεται από τους άλλους συνοπτικούς (μ). Τον έδεσαν για να τον εξευτελίσουν. Οι δούλοι δένονταν έτσι. Δένεται ήδη και ο Ιησούς, μολονότι είναι ο πρωτότοκος. Τον έδεσαν για να μην τους διαφύγει, αφού και ο Ιούδας τούς είχε πει «κρατήστε τον». Αλλά ο Χριστός δέχεται πρόθυμα να δεθεί, για να λυθούμε εμείς από τα δεσμά της αμαρτίας. Στα δεσμά του αυτά οφείλουμε εμείς την ελευθερία μας από τις αλυσίδες του σκότους.
Οι τύποι της Π.Δ. και οι προφητείες εκπληρώνονται και στο σημείο αυτό. Ο Ισαάκ δέθηκε, για να προσφερθεί ως θυσία· ο Ιωσήφ δέθηκε και «ταπείνωσαν με αλυσίδες τα πόδια του· μέσα από σίδερο πέρασε η ψυχή του» (Ψαλμ. ρδ 18). Και ο Σαμψών δέθηκε από τους Φιλισταίους. Αλλά και για τον Μεσσία είχε προφητευτεί ότι θα δενόταν. Δες Ησ. νγ 8. Και δέθηκε ώστε και οι προς αυτόν δεσμοί της αγάπης μας να γίνουν αδιάσπαστοι. Του Παύλου οι χαιρετισμοί προς τους Χριστιανούς είναι και χαιρετισμοί του Χριστού προς όλους μας: «Να θυμάστε τα δεσμά μου» (Κολ. δ 18). Να θυμάστε αυτά, για να δεθείτε μαζί με αυτόν μακριά από κάθε αμαρτία, αιχμάλωτοι σε κάθε καθήκον. «Είναι ήδη κυριευμένοι από ανήμερο θυμό και φλέγονται από ακαταμάχητο θράσος… και αφού συνέλαβαν τον Κύριο να υποχωρεί ήδη σε αυτούς στο οτιδήποτε, τον δένουν με δεσμά» (Κ), «σαν ακριβώς να διαφήμιζαν το συμβάν και καυχιόντουσαν, ότι έστησαν μεγάλο τρόπαιο» (Θφ).
Καθένας θα περίμενε, ότι το θαύμα της θεραπείας του αυτιού του Μάλχου θα τους έκανε ευλαβείς απέναντι στον Ιησού. Λύσσα καταραμένη και ασυγκράτητη, την οποία το μέγεθος του θαύματος που έγινε δεν μπόρεσε να την καταπραΰνει, ούτε η τρυφερότητα που έδειξε ο Κύριος να την μαλακώσει.

Ιω. 18,13  καὶ ἀπήγαγον αὐτὸν πρὸς Ἄνναν(1) πρῶτον(2)· ἦν γὰρ πενθερὸς τοῦ Καϊάφα(3), ὃς ἦν ἀρχιερεὺς τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου.
Ιω. 18,13  Και τον επήγαν δεμένο πρώτον προς τον Άνναν· διότι ήτο και πενθερός του Καϊάφα, ο οποίος ήτο αρχιερεύς κατά το ιστορικόν εκείνο έτος.
(1)   Ο Άννας είχε διατελέσει αρχιερέας κατά τα έτη 6-15 μ.Χ. Όπως φαίνεται από ενδείξεις από τον Ιώσηπο (Αρχαιολογία 18,2,1), ήταν πρόσωπο μεγάλης επιρροής, και επανειλημμένα ονομάζεται και στην Κ.Δ. αρχιερέας (δες Λουκ. γ 2,Πράξ. δ 6) σε χρόνο, κατά τον οποίο το αξίωμα του αρχιερέα κατεχόταν από τον Καϊάφα (G). Υπήρξε αρχηγός αρχιερατικής οικογένειας και διηύθυνε εκ του αφανούς τους διάφορους γιους και γαμπρούς του, οι οποίοι διαδοχικά κατέλαβαν το αρχιερατικό αξίωμα. Είναι πιθανόν και ο Άννας και κάποια μερίδα του Ιουδαϊκού λαού να θεωρούσαν ως επέμβαση παράνομη της ρωμαϊκής εξουσίας την αντικατάσταση των αρχιερέων και συνεπώς είναι ενδεχόμενο να νομιζόταν, ότι η συγκατάθεση του Άννα ήταν απαραίτητη για το πνευματικό κύρος των πράξεων του συνεδρίου παρά το ότι ο Καϊάφας ήταν ο πρόεδρος αυτού (τ).
Αφότου ο Άννας καθαιρέθηκε από τον Gratus διαδέχτηκαν αυτόν οι 5 γιοι του, ο Ελεάζαρ από το 16-17, ο Ιωνάθαν από το 36-37, ο Θεόφιλος από το 37-41, ο Ματθίας από το 41-44. Κατά το ενδιάμεσο διάστημα από το 18-36 το αρχιερατικό αξίωμα κατεχόταν από τον Καϊάφα (χ).
Φυσικό ήταν μετά την σύλληψη να οδηγήσουν τον Κύριο στις φυλακές έως ότου συγκληθεί το δικαστήριο. Αλλά έσπευδαν να καταδικάσουν αυτόν οδηγώντας αυτόν όχι σε δικαστές ειρήνης και δικαιοσύνης, αλλά σε δικαστές μαινομένους και από πριν αποφασισμένους να τον θανατώσουν.
(2)   Με αυτό σιωπηλά συμπληρώνει την αφήγηση των συνοπτικών, κατά την οποία ο Ιησούς οδηγήθηκε κατ’ ευθείαν στον Καϊάφα. Όπως φαίνεται λοιπόν από τον στίχο 24 το «πρώτον» αυτό υπαινίσσεται την ακόλουθη προσαγωγή του Ιησού στον Καϊάφα, και μετά από αυτό σύμφωνα με τον στίχο 28 στον Πιλάτο. Κατά τον g, και άλλους από τους νεώτερους ερμηνευτές, ενώ διαρκούσε η νύχτα, κατά την οποία συνελήφθη ο Ιησούς, έγιναν δύο ξεχωριστές συνεδριάσεις, η μία στον Άννα και η άλλη στον Καϊάφα.
Οι συνοπτικοί αναφέρουν τη δεύτερη, η οποία ήταν και η επίσημη, κατά την οποία και απαγγέλθηκε η καταδικαστική απόφαση. Ο Ιωάννης συμπληρώνοντας αυτούς ασχολείται περισσότερο με την πρώτη, χωρίς να αποκλείει και την δεύτερη, αφού ξεκάθαρα αναφέρει ότι ο Άννας έστειλε τον Ιησού δεμένο στον Καϊάφα τον αρχιερέα (Ιω. ιη 24) και αφού μετά τη προσαγωγή του Ιησού ενώπιον του Καϊάφα, ζητείται και σύμφωνα με τον Ιωάννη από τον Πιλάτο η επικύρωση της καταδικαστικής απόφασης κατά του Ιησού.
Δεδομένου επίσης ότι σύμφωνα με τους νόμους των Ιουδαίων δεν επιτρεπόταν να απαγγελθεί από το συνέδριο καταδικαστική απόφαση θανάτου παρά την επόμενη ημέρα από αυτήν της εμφάνισης του κατηγορουμένου στο δικαστήριο (Sanhedrin IV,1,V 5) παρουσιαζόταν αναγκαίο για τήρηση των προσχημάτων μετά την προκληθείσα προκαταρκτική συνεδρίαση της νύχτας να επακολουθήσει το πρωί και η κανονική επίσημη συνεδρίαση, κατά την οποία θα απαγγελλόταν η καταδικαστική απόφαση.
(3)   Ο λόγος για τον οποίο οδηγήθηκε ο Ιησούς στον Άννα πρώτα, υπήρξε μάλλον η συγγένειά του με τον Καϊάφα, για την οποία τα δύο αυτά πρόσωπα ήταν κατά κάποιο τρόπο ένα (g).

Ιω. 18,14  (1)  ἦν δὲ Καϊάφας ὁ συμβουλεύσας τοῖς Ἰουδαίοις(2) ὅτι συμφέρει ἕνα ἄνθρωπον ἀπολέσθαι(3) ὑπὲρ τοῦ λαοῦ.
Ιω. 18,14  Ο δε Καϊάφας ήτο εκείνος που είχε συμβουλεύσει τους Ιουδαίους, ότι συμφέρει προς χάριν του λαού να θανατωθή και χαθή ένας άνθρωπος.
(1)   Ανάμεσα στους στίχους 13 και 14, παρεμβάλλουν η Συριακή μετάφραση του Σινά και η φιλοξενιακή της Συρίας, την φράση: ο Άννας απέστειλε τον Ιησού προς Καϊάφαν. Παρομοίως και ο μικρογράμματος κώδικας 225 προσθέτει μετά το «πρώτον» του προηγούμενου στίχου τη φράση «απέστειλεν ουν αυτόν ο Άννας δεδεμένον προς Καϊάφαν τον αρχιερέα». Φαίνεται επίσης η γραφή να μαρτυρείται και από τον Κύριλλο. Οι προσθήκες αυτές οφείλονται πιθανώς στην από τους αντιγραφείς προσπάθεια συμβιβασμού της αφήγησης του Ιωάννη με αυτήν των συνοπτικών (β).
(2)   Διαπιστώνοντας ο Ιωάννης ότι το πρόσωπο αυτό είναι το ίδιο με αυτό στο κεφάλαιο ια (ια 50-51), θέλει να υποδηλώσει, ότι καμία δίκαιη κρίση δεν ήταν δυνατόν να αναμένει κάποιος από αυτόν για τον Ιησού, αφού «σαν ακριβώς από τη δική του συμβουλή και από τις ανίερες σκέψεις του ο άθλιος έπραξε το ανιερότερο από όλα τα κακά δράμα» (Κ).
(3)   Ο σιναϊτικός, βατικανός, τρεις άλλοι μεγαλογράμματοι και πολλές μεταφράσεις, αντί για το απολέσθαι γράφουν αποθανεῖν.

Ιω. 18,15  Ἠκολούθει δὲ τῷ Ἰησοῦ Σίμων Πέτρος(1) καὶ ὁ ἄλλος μαθητής(2). ὁ δὲ μαθητὴς ἐκεῖνος ἦν γνωστὸς τῷ ἀρχιερεῖ(3), καὶ συνεισῆλθε τῷ Ἰησοῦ εἰς τὴν αὐλὴν(4) τοῦ ἀρχιερέως(5)·
Ιω. 18,15  Ακολουθούσε δε τον Ιησού ο Σίμων Πέτρος και ο άλλος μαθητής, δηλαδή ο Ιωάννης. Ο δε μαθητής εκείνος ήτο γνωστός στον αρχιερέα και δι' αυτό εμπήκε μαζί με τον Ιησού ελεύθερα εις την αυλήν του αρχιερέως.
(1)   Ο Πέτρος αφού απομακρύνθηκε καταρχάς, όταν διασκορπίστηκαν οι μαθητές κατά την σύλληψη του Ιησού, αναθάρρησε εντός ολίγου και ενθυμούμενος τις υποσχέσεις, τις οποίες έδωσε στον Ιησού, ακολούθησε αυτόν από μακριά, όπως αναφέρει άλλος ευαγγελιστής. Όσοι ακολούθησαν τον Ιησού μέσα στις τιμές και στη δόξα του και συμμετείχαν στις τιμές αυτές, όταν ο λαός έκραζε το Ωσαννά, όφειλαν να ακολουθήσουν αυτόν και τώρα μέσα στις ύβρεις και τους εξευτελισμούς και να συμμετάσχουν και σε αυτά. Όσοι αληθινά αγαπούν τον Ιησού, τον ακολουθούν πάντοτε παρ’ όλους τους ανέμους και παρά κάθε δυσκολία των δρόμων, από τους οποίους ο Διδάσκαλος περνά.
(2)   «Αυτός που έγραψε αυτά» (Χ).
«Ο Ιωάννης ήταν αυτός, ο θεοφιλής όντως δημιουργός αυτού του συγγράμματος. Δεν ονομάζει όμως ξεκάθαρα τον εαυτό του, αρνούμενος να δώσει την εντύπωση ότι του αρέσει να καυχιέται» (Κ).
«Διότι και εδώ διηγείται μεγάλο κατόρθωμα, ότι δηλαδή, ενώ όλοι απομακρύνθηκαν, αυτός ακολουθούσε αυτόν. Για αυτό, κρύβει τον εαυτό του και αναφέρει πριν από αυτόν τον Πέτρο· και τώρα όμως αναγκάστηκε να αναφέρει τον εαυτό του, για να μάθεις ότι με μεγαλύτερη ακρίβεια από τους άλλους ευαγγελιστές διηγείται τα όσα συνέβησαν στην αυλή, επειδή βρισκόταν μέσα» (Χ).
Εφόσον δεχόμαστε την γραφή «ο άλλος μαθητής», το έναρθρο αποκλείει να είναι κάποιος άλλος από τον μαθητή εκείνον, του οποίου ο Ιωάννης συστηματικά αποσιωπά το όνομα. Το άρθρο όμως παραλείπεται από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα. Για αυτό σε κάποιους ερμηνευτές προκλήθηκε αμφιβολία για το αν ο άλλος μαθητής είναι ο Ιωάννης.
Ο Abbott ως άλλο μαθητή θεώρησε τον Ιούδα, ο οποίος από τις διαπραγματεύσεις που προηγήθηκαν της προδοσίας επόμενο ήταν να γίνει γνωστός στον αρχιερέα. Το ότι όμως ο Ιούδας παρενέβη για να μπει και ο Πέτρος και μάλιστα το ότι δέχτηκε ο Πέτρος τέτοια εξυπηρέτηση από τον Ιούδα παρουσιάζεται εξόχως απίθανο. Άλλοι παρατήρησαν, ότι μπορούσε άλλος μαθητής να είναι κάποιος από τους μυστικούς μαθητές του Ιησού, όπως ο Νικόδημος και ο Ιωσήφ ο Αριμαθαίας, που μετείχε στο συνέδριο ως μέλος του και για αυτό ήταν γνωστός στον αρχιερέα. Πιθανότερο παρόλ’ αυτά φαίνεται ότι πρόκειται για τον Ιωάννη.
(3)   «Πρόσεξε λοιπόν πως κόβει το εγκώμιο του εαυτού του. Για να μην σκεφτείς δηλαδή κάτι μεγάλο για αυτόν, ακούγοντας ότι μπήκε ο Ιωάννης μαζί με τον Ιησού, λέει, ότι ήταν γνωστός του αρχιερέα. Δεν μπήκα δηλαδή, λέει, επειδή ήμουν πιο γενναίος από τους άλλους, αλλά ως γνώριμος του αρχιερέα» (Θφ).
Ο Νόννος στην παράφρασή του εισηγείται την ιδέα, ότι η γνωριμία του Ιωάννη με τον αρχιερέα οφειλόταν στο επάγγελμά του ως «ιχθυοβόλου (=ψαρά)», που προμήθευε στον αρχιερέα ψάρια. Την εκδοχή αυτή θεώρησαν πιθανή και πολλοί από τους νεώτερους.
Ο Bernard αναφέρεται στη συγγένεια της Θεοτόκου και της αδελφής της Σαλώμης με την Ελισάβετ, η οποία ήταν από τις θυγατέρες Ααρών (Λουκ. α 5). Για αυτό και ο Ιωάννης συνδεόταν από τη μητέρα του συγγενικά με κάποια ιερατική οικογένεια, οπότε πιθανότατα ήταν γνωστός και στον αρχιερέα. Το ότι όμως η Σαλώμη ήταν αδελφή της Θεοτόκου αμφισβητείται σοβαρά και από πολλούς.
(4)   Πρόκειται εδώ για την εσωτερική αυλή του αρχιερατικού ανακτόρου, στο οποίο πιθανότατα έμεναν και οι δύο, και ο Άννας και ο Καϊάφας. Είναι ο τετράγωνος χώρος που σχηματιζόταν από τα κτίσματα που ήταν γύρω του χτισμένα, στα οποία διέμεναν οι αρχιερείς Άννας και Καϊάφας (μ).
(5)   Αν και ο τίτλος αποδιδόταν ευρύτερα σε όλα τα μέλη των οικογενειών, από τις οποίες προνομιακά λαμβάνονταν κάθε φορά οι αρχιερείς (Schurer), παρόλ’ αυτά από τους στίχους 13 και 14 συμπεραίνουμε, ότι ο Ιωάννης αποδίδει τον τίτλο στον εν ενεργεία αρχιερέα, τον αρχιερέα του χρόνου εκείνου. Από αυτό έπεται, ότι όσα εξιστορούνται μετά το στίχο 15 έγιναν στο σπίτι του Καϊάφα. Εξ’ αιτίας αυτού φαίνεται πιθανόν, ότι ο Άννας και ο Καϊάφας έμεναν στο ίδιο οίκημα, έχοντας ο καθένας το διαμέρισμά του.

Ιω. 18,16  ὁ δὲ Πέτρος εἱστήκει πρὸς τῇ θύρᾳ ἔξω(1). ἐξῆλθεν οὖν ὁ μαθητὴς ὁ ἄλλος, ὃς ἦν γνωστὸς τῷ ἀρχιερεῖ(2), καὶ εἶπε τῇ θυρωρῷ(3), καὶ εἰσήγαγε τὸν Πέτρον(4).
Ιω. 18,16  Ο Πέτρος όμως, άγνωστος καθώς ήτο, εστέκετο έξω, κοντά εις την θύρα. Εβγήκε τότε έξω εις την πόρτα ο άλλος μαθητής, ο οποίος ήτο γνωστός στον αρχιερέα, μίλησε εις την θυρωρό και επέτρεψε εκείνη την είσοδο στον Πέτρον.
(1)   Πρόκειται για την πόρτα, η οποία οδηγούσε στο δρόμο και με την οποία έμπαινε κάποιος στο προαύλιο του οικοδομήματος. Ο Πέτρος μη μπορώντας να μπει μέσα, όπου ο Ιησούς στεκόταν ανάμεσα στους εχθρούς του, στεκόταν δίπλα στην πόρτα έξω, επιθυμώντας να είναι όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον διδάσκαλο και αναμένοντας ευκαιρία για να τον πλησιάσει περισσότερο. Διδασκόμαστε από εδώ, ότι όταν συναντούμε δυσκολίες στο να ακολουθούμε τον Κύριο, οφείλουμε να δείχνουμε όλη την αγαθή μας διάθεση και να επιμένουμε να πράττουμε ό,τι μας είναι δυνατόν.
Αλλά η διάθεση του Πέτρου ήταν μεν αγαθή, αλλά όχι και ισχυρή. Για αυτό μπαίνοντας στην αυλή έπεσε μέσα σε παγίδα. Δεν θυμήθηκε το λόγο του Διδασκάλου, ότι «θα με απαρνηθείς τρεις φορές». Και εξέθεσε τον εαυτό του στον κίνδυνο ασύνετα. Ας προσέχουμε και εμείς να μην ρίχνουμε τους εαυτούς μας αλόγιστα σε πειρασμό. Εάν οι περιστάσεις μάς καλούν σαφώς να αντιμετωπίσουμε κινδύνους, μπορούμε να ελπίζουμε, ότι ο Θεός θα μας βοηθήσει μέσα σε αυτούς. Εάν όμως δεν καλούμαστε από τα πράγματα να δοκιμαστούμε από κάποιο πειρασμό, ρίχνοντας τους εαυτούς μας σε αυτόν πρέπει να φοβόμαστε μήπως ο Θεός μας εγκαταλείψει και οδηγηθούμε σε ντροπή.
(2)   Ο βατικανός και άλλοι δύο μεγαλογράμματοι κώδικες γράφουν ο γνωστός του αρχιερέως.
(3)   Οι Ιουδαίοι είχαν συνηθέστατα θυρωρούς (Ιωσήπου Ιουδ. Αρχ. VII.2,1). Εδώ η θυρωρός είναι μικρή υπηρέτρια όπως στο Πράξ. ιβ 13 και Β΄ Βασ. δ 6.
(4)   Υποκείμενο μπορεί να είναι ο μαθητής ο άλλος. Εισήγαγε τον Πέτρο στην αυλή. Ο Ιωάννης «ήταν προσκολλημένος στο Χριστό και τον ακολουθούσε» (Χ) «μη θέλοντας να χωριστεί από αυτόν» (Θφ). Για αυτό και δεν εισήγαγε αμέσως τον Πέτρο. Όταν όμως ο Ιησούς οδηγήθηκε μπροστά στον αρχιερέα, έλαβε καιρό ο Ιωάννης και βγήκε και είπε στη θυρωρό.

Ιω. 18,17  λέγει οὖν(1) ἡ παιδίσκη(2) ἡ θυρωρὸς τῷ Πέτρῳ· μὴ(3) καὶ σὺ(4) ἐκ τῶν μαθητῶν εἶ τοῦ ἀνθρώπου τούτου(5); λέγει ἐκεῖνος· οὐκ εἰμί(6).
Ιω. 18,17  Αλλά η μικρά δούλη, που ήτο θυρωρός, καθώς είδε τον Πετρον, του λέγει• μήπως και συ είσαι από τους μαθητάς του ανθρώπου αυτού; Απήντησεν εκείνος• δεν είμαι.
(1)   Ενώ οι συνοπτικοί διηγούνται σε συνέχεια τις τρεις αρνήσεις του Πέτρου, πιθανώς διότι στην προφορική κατήχηση το γεγονός αυτό αποτελούσε ένα ιδιαίτερο απομνημόνευμα, ο Ιωάννης κατανέμει τις τρεις περιπτώσεις της άρνησης στη σειρά της διήγησης μεταβαίνοντας αλληλοδιαδόχως από τον Πέτρο στον Ιησού και από τον Ιησού στον Πέτρο. Η αφήγηση όμως του Ιωάννη περισσότερο διαρθρωμένη αποδίδει βεβαίως την αληθινή σειρά των γεγονότων και αποδεικνύει τον αυτόπτη μάρτυρα.
Οι τρεις αρνήσεις έχουν τρία ιστορικά σημεία αφετηρίας ξεχωριστά, τα οποία βρίσκονται περισσότερο ή λιγότερο διανεμημένα μεταξύ των 4 ευαγγελιστών, δηλαδή: 1) Η είσοδος του Πέτρου στην αυλή με την παρέμβαση φίλου, 2) η ανάμνηση την οποία είχαν διατηρήσει για τον Πέτρο αυτοί που τον είδαν κατά την ώρα της σύλληψης και 3) η Γαλιλαϊκή του διάλεκτος και προφορά. Στις περιπτώσεις αυτές τις εξωτερικές, οι οποίες προκάλεσαν τη δοκιμασία, προστιθόταν και μια εσωτερική, η οποία διευκόλυνε την πτώση· η ανάμνηση του χτυπήματος, το οποίο ο Πέτρος έδωσε εναντίον του Μάλχου, και το οποίο εξέθετε αυτόν περισσότερο από τους άλλους στον κίνδυνο να συμπεριληφθεί στην ίδια δίκη, στην οποία και ο διδάσκαλος (g).
(2)   Δούλη νεαρή και ειδικότερα η δούλη στην οποία ήταν ανατεθειμένη η φύλαξη της πόρτας (Ματθ. κστ 69,Μάρκ. ιδ 66,69)(G).
(3)   Μόνος ο Ιωάννης αναφέρει, ότι η θυρωρός κατ’ αρχάς ρώτησε τον απόστολο. Η μορφή του ερωτήματος δείχνει, ότι η θυρωρός ανέμενε απάντηση αρνητική. Δες στ 67 και ιη 25, όπου υπάρχει η ίδια μορφή ερωτήματος.
(4)   Όπως ο Ιωάννης, για τον οποίο γνώριζε η παιδίσκη ότι ήταν μαθητής του Ιησού (F).
«Το «μήπως και συ» για αυτό ειπώθηκε, επειδή ο Ιωάννης ήταν μέσα. Με τόση φιλικότητα δηλαδή συνομιλούσε μαζί του η γυναίκα» (Χ).
Δες πόσο ελαφρά ήταν η επίθεση του πειρασμού. Την ερώτηση απηύθυνε μία μικρή και ανόητη υπηρέτρια, που δεν είχε κάποιο αξίωμα αξιόλογο, αλλά ήταν απλή θυρωρός. Και το ερώτημα που έθεσε, τέθηκε μάλλον με αμέλεια και χωρίς ιδιαίτερη φροντίδα. Ο Πέτρος θα είχε κάποιο λόγο να φοβηθεί, εάν παρουσιαζόταν εκεί ο Μάλχος και έλεγε: Αυτός είναι που μου έκοψε το αυτί και θέλω το κεφάλι του σε πιάτο. Εφόσον όμως μία υπηρέτρια τον ρωτούσε, ο Πέτρος θα μπορούσε να πει: Και τι σημαίνει, εάν είμαι;
(5)   Αποτελεί έκφραση περιφρόνησης (F).
(6)   «Ορίστε· ο μεγίστης δύναμης στύλος ταρακουνήθηκε από τα θεμέλια σε απλό φύσημα του ανέμου» (Αυ).
«Τι λες, Πέτρο; Δεν είπες πριν ότι, Αν χρειαστεί και τη ζωή μου να θυσιάσω, θα την θυσιάσω; Τι λοιπόν συνέβη ώστε να μην μπορείς ούτε της θυρωρού την ερώτηση να  υποφέρεις; Μήπως δηλαδή ήταν στρατιώτης αυτός που ρώτησε; Μήπως κάποιος από αυτούς που συνέλαβαν τον Ιησού; Μια θυρωρός ήταν ασήμαντη και της τελευταίας τάξης και ούτε η ερώτηση ήταν με θράσος» (Χ).
«Τόσο ασθενές πράγμα είναι η ανθρώπινη φύση όταν εγκαταλειφθεί από το Θεό» (Θφ).
«Πρέπει να σημειώσουμε ότι αρνείται κάποιος το Χριστό όχι μόνο όταν λέει ότι δεν είναι αυτός ο Χριστός, αλλά και όταν, τη στιγμή που είναι όντως Χριστιανός, αρνείται ότι είναι τέτοιος» (Αυ).
Γρήγορα ο Πέτρος απαντά Δεν είμαι. Εάν είχε το θάρρος του λιονταριού θα έλεγε: Είναι τιμή μου το ότι είμαι και εγώ ακόλουθος αυτού του ανθρώπου. Εάν είχε τη σύνεση του φιδιού, θα τηρούσε σιωπή και δεν θα αποκρινόταν τίποτα. Αλλά ο Πέτρος έσπευσε να αρνηθεί.

Ιω. 18,18  εἱστήκεισαν δὲ οἱ δοῦλοι καὶ οἱ ὑπηρέται(1) ἀνθρακιὰν(2) πεποιηκότες, ὅτι ψῦχος ἦν(3), καὶ ἐθερμαίνοντο· ἦν δὲ μετ᾿ αὐτῶν ὁ Πέτρος(4) ἑστὼς καὶ θερμαινόμενος(5).
Ιω. 18,18  Εστέκοντο δε οι δούλοι και οι υπηρέται, που είχαν ετοιμάσει ανθρακιάν, σωρόν αναμμένα κάρβουνα, διότι έκανε κρύο και εζεσταίνοντο. Έστεκε δε μαζί τους και ο Πέτρος και εζεσταίνετο.
(1)   Με τη λέξη δούλοι σημαίνονται οι προσκολλημένοι στην ιδιωτική υπηρεσία του αρχιερατικού οίκου, ενώ με τη λέξη υπηρέτες όσοι ανήκαν στην επίσημη υπηρεσία του συνεδρίου, οι οποίοι εκτελούσαν και χρέη αστυνομίας στο ναό (g). Οι αγορασμένοι δούλοι και οι δημόσιοι υπηρέτες του αρχιερέα (δ). Οι στρατιώτες είχαν απέλθει πλέον στο στρατώνα, διότι μετά την προσαγωγή του Ιησού στον οίκο του αρχιερέα οι υπηρέτες ήταν επαρκής φρουρά (β).
(2)   =σωρό αναμμένων κάρβουνων (G). Ο Λουκάς αναφέρει ότι άναψαν φωτιά (άναψαν φωτιά στο μέσο της αυλής). Από αυτό μπορεί να συναχθεί ότι η ανθρακιά προήλθε από ξύλα που άναψαν και χωνεύτηκαν στη φωτιά.
(3)   «Παρόλο που δεν ήταν χειμώνας, είχε κρύο. Πράγμα το οποίο μερικές φορές συμβαίνει κατά το εαρινό ηλιοστάσιο» (Αυ).
Η λεπτομέρεια αυτή υπαινίσσεται, ότι η αφήγηση προέρχεται από κάποιον παρόντα, ο οποίος νιώθει ρίγος στην ανάμνηση του ψύχους, το οποίο ήταν τότε στην ανοιχτή αυλή (β).
(4)   «Και, μένοντας στο έλεος των δούλων, υποκρίνεται ότι κάνει ό,τι κάνουν και αυτοί, παρόλο που ο ίδιος βρίσκεται σε κακή κατάσταση από τη λύπη. Και προσέχοντας πολύ, δείχνει να συμφωνεί με την αδιαφορία των υπηρετών… για να θεωρηθεί και με αυτό σαν κάποιος από τους γνωστούς του σπιτιού, και με σκοπό να αποφύγει έτσι την προσοχή και το να αρνηθεί πάλι αν κάποιος τυχόν τον ρωτούσε» (Κ). Προλαβαίνοντας κάθε εις βάρος του υπόνοια συναναμιγνύεται με τους δούλους και υπηρέτες. Ο Πέτρος είναι αξιόμεμπτος, διότι συναναμίχθηκε με την συντροφιά των πονηρών αυτών ανθρώπων. Αναμφίβολα αυτοί θα διασκέδαζαν αφηγούμενοι τα σχετικά με την νυχτερινή τους επιχείρηση και θα χλεύαζαν το Χριστό εκθέτοντας με περιφρόνηση και ύβρεις τα όσα είπε και έπραξε και καυχόμενοι θριαμβευτικά για το ότι πέτυχαν τη σύλληψή του. Και πώς ακούγοντας τώρα αυτά θα αντιδρούσε ο Πέτρος;
Εάν έλεγε και αυτός ό,τι έλεγαν εκείνοι ή εάν με τη σιγή του φαινόταν να συμφωνεί, γινόταν συνένοχος της αμαρτίας τους. Εάν δεν είχε το θάρρος να εμφανιστεί δημόσια υπερασπιστής του Διδασκάλου, θα έπρεπε τουλάχιστον να έχει τόση αφοσίωση σε αυτόν, ώστε να αποχωρήσει σε κάποια γωνιά και να θρηνεί για το πάθημα του Διδασκάλου και για την δική του λιποψυχία. Αλλά αντί για αυτά ο Πέτρος «στεκόταν μαζί τους και θερμαινόταν», επιζητώντας έτσι να φαίνεται σαν ένας από αυτούς και να αποκλείει κάθε υπόνοια, ότι ήταν μαθητής του Ιησού.
(5)   «Δείχνει ο ευαγγελιστής ότι αυτός μεν επειδή ήταν μαζί με τον διδάσκαλο στην εσωτερική αυλή έβλεπε τα πάντα και άκουγε· ο Πέτρος όμως επειδή ήταν στην εξωτερική, τίποτα από αυτά δεν ήξερε» (Ζ).

Ιω. 18,19  Ὁ οὖν ἀρχιερεὺς(1) ἠρώτησε τὸν Ἰησοῦν(2) περὶ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ(3) καὶ περὶ τῆς διδαχῆς αὐτοῦ(4).
Ιω. 18,19  Εν τω μεταξύ ο αρχιερεύς ρώτησε τον Ιησού δια τους μαθητάς του, ποίοι ήσαν και διατί τον ακολουθούσαν, και δια την διδασκαλία του.
(1)   Δέχονται γενικά, ότι εφόσον η ανάκριση έγινε στον Άννα, ο Άννας διεξήγαγε αυτήν και αυτός απηύθυνε και το ερώτημα αυτό. Αλλά η εκδοχή αυτή θα υπέθετε ότι ο αρχιερέας που αναφέρεται στους στίχους 13-16, ήταν ο Άννας, το οποίο αντιτίθεται με την φυσική έννοια της αφήγησης του Ιωάννη. Η συνεδρίαση αυτή δεν ήταν καθαρά ιδιωτική· είχε αυτή την θέση της υποχρεωτικά στη διεξαγωγή της δίκης.
Η παρουσία του υπηρέτη (=κλητήρα) στον στίχο 22 υπονοεί τον επίσημο χαρακτήρα της. Αναγκαστικά λοιπόν προήδρευε και αυτής ο αρχιερέας. Είναι άλλωστε ελάχιστα πιθανόν η φράση «έτσι απαντάς στον αρχιερέα;», στο στίχο 22 να αναφέρεται σε άλλο πρόσωπο παρά τον εν ενεργεία αρχιερέα (g). Θα δεχτούμε λοιπόν, ότι δίπλα στον Άννα είχε προσέλθει και ο Καϊάφας.
(2)   Ο Ιωάννης δεν αφηγείται εδώ το κύριο μέρος της συνεδρίας, αλλά μόνο κάποια σκηνή προεισαγωγική, που συνέβη μεταξύ Καϊάφα και Ιησού με την παρουσία κάποιων υπηρετών, την ώρα που αναμενόταν να μαζευτούν τα μέλη του συνεδρίου, τα οποία βιαστικά είχαν προσκληθεί (F).
Η ανάκριση αυτή έγινε πέρα από κάθε νόμο ισότητας και δικαιοσύνης. Συνέλαβαν τον Ιησού ως ένοχο και εγκληματία, και ενώ βρίσκεται μπροστά τους δέσμιος, δεν έχουν κάποια ορισμένη κατηγορία να του διατυπώσουν, αλλά αναζητούν να βρουν τώρα τέτοια. Καμία καταγγελία, κανένας κατήγορος δημόσιος. Ο δικαστής ο ίδιος γίνεται ήδη και δημόσιος κατήγορος και ο δεσμώτης μπροστά του καλείται και ως μάρτυς και πέρα από κάθε λογική και δικαιοσύνη προσκαλείται αυτός να γίνει ο ίδιος κατήγορος του εαυτού του.
(3)   «Ρωτούσαν ίσως πού είναι και για ποιο λόγο τους μάζεψε» (Χ).
Δεν ρωτά για τα ονόματα των μαθητών ούτε ζητά κατάλογο αυτών, αλλά πληροφορείται γενικώς για τον αριθμό τους και για τις αρχές (την διδαχή) οι οποίες συνδέουν αυτούς κάτω από την ίδια σημαία (g). Η μόνη άλλωστε κατηγορία, η οποία μπορούσε να ισχύσει ενώπιον του Πιλάτου, ήταν αυτή της στάσης. Και ήλπιζε ο αρχιερέας με τις ερωτήσεις του αυτές να αποσπάσει από το στόμα του Ιησού κάποια ομολογία, από την οποία θα φαινόταν, ότι ο Κύριος μάζεψε γύρω του όμιλο επαναστατών (τ).
Ή, ο αρχιερέας αποσκοπούσε να διαπιστωθεί, εάν τους μαθητές, τους οποίους είλκυσε γύρω του ο Ιησούς, τους είλκυσε ως ένας απλός ραββίνος ή με την αξίωση ότι αυτός ήταν ο Μεσσίας (μ).
(4)   «Για το αν σφάλλει όσον αφορά τους νόμους του Μωϋσή… και για το ποιος είναι άραγε ο σκοπός των μαθητών του, και αν αγαπά να διδάσκεται με τα αρχαία έθη ή θέλει να δημιουργήσει τη διδασκαλία μίας ξένης και καινούργιας λατρείας. Και το έκανε αυτό ο αρχιερέας με κακό κίνητρο· διότι νόμιζε ότι… ο Χριστός, λέγοντας ότι είναι απόβλητα τα διδάγματα του Μωϋσή, ο ίδιος θα προκαλέσει εναντίον του το θράσος της φλυαρίας των Ιουδαίων» (Κ).
«Τα ρώτησε λοιπόν αυτά θέλοντας να τον κατηγορήσει ως επαναστάτη και στασιαστή, ότι δημιουργεί παρασυναγωγές και διδάσκει κακά δόγματα» (Ζ).
Δεν μπορούσαν να αποδείξουν, ότι δίδαξε κάτι πλανεμένο ή βλάσφημο· και ελπίζουν τώρα, ότι μπορούσαν να αποσπάσουν από το στόμα του κάτι, πάνω στο οποίο να βασίσουν την κατηγορία, ότι ανέτρεπε τα διδάγματα του νόμου. Δεν λένε τίποτα για τα θαύματά του με τα οποία είχε τόσους ευεργετήσει και αποδείκνυε, ότι η διδασκαλία του ήταν αναντίλεκτη και εξ’ ολοκλήρου αληθινή. 
 
Ιω. 18,20  ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς(1)· ἐγὼ παῤῥησίᾳ(2) ἐλάλησα τῷ κόσμῳ(3)· ἐγὼ πάντοτε ἐδίδαξα ἐν συναγωγῇ(4) καὶ ἐν τῷ ἱερῷ, ὅπου πάντοτε οἱ Ἰουδαῖοι(5) συνέρχονται, καὶ ἐν κρυπτῷ ἐλάλησα οὐδέν(6).
Ιω. 18,20  Απήντησε εις αυτόν ο Ιησούς• εγώ φανερά μίλησα στους ανθρώπους• εγώ πάντοτε δίδαξα εις τας συναγωγάς και εις τας αυλάς του ναού, όπου πάντοτε, πλήθη Ιουδαίων συγκεντρώνονται, και κρυφά δεν είπα τίποτε.
(1)   Ο Ιησούς επειδή κατάλαβε, ότι ο αρχιερέας ζητούσε να αποσπάσει από αυτόν κάποιο λόγο, τον οποίο να στρέψει εναντίον του, παραπέμπει απλώς στον δημόσιο χαρακτήρα της διδασκαλίας του (g).
«Και φαίνεται σε εμάς ότι είπε αυτά ο Χριστός, για να αποφορτιστούν οι κατηγορίες που δημιουργήθηκαν από την πονηρία των αρχηγών των Ιουδαίων και φτιάχτηκαν με κακή επινόηση» (Κ).
(2)   «Φανερά» (Ζ)· «χωρίς αινίγματα και σκιές… και φανέρωσα ευθύ τον δρόμο της ευσέβειας στο Θεό, ελεύθερο από κάθε πλάγια οδό» (Κ).
(3)   Οι αλεξανδρινοί κώδικες, ο του Εφραίμ και κάποιοι άλλοι μεγαλογράμματοι γράφουν λελάληκα. «Δίδαξα όλο τον λαό, όχι μόνο τους μαθητές μου» (Ζ). Στην απάντησή του ο Ιησούς αγνοεί την ερώτηση όσον αφορά στους μαθητές του και δεν απαντά παρά στο δεύτερο μέρος της ερώτησης που αναφέρεται στη διδασκαλία του. Μαθητές του ήταν οι ακροατές του κηρύγματός του που έγινε δημόσια. Συνεπώς την διδασκαλία του έπρεπε κυρίως να εξετάσουν (F). Άλλωστε εάν η διδασκαλία του ήταν υγιής και καλή, το να έχει μαθητές για να μεταδώσει αυτήν σε αυτούς, ήταν κάτι το οποίο επιτρεπόταν και συνιστούνταν από τους διδασκάλους τους και τους πατέρες τους.
(4)   Αυθεντική γραφή χωρίς το άρθρο, ενώ επακολουθεί με άρθρο «ἐν τῷ ἱερῷ». Το ιερό ήταν ένα. Οι συναγωγές ήταν πολλές σε όλη τη Γαλιλαία και Ιουδαία.= Σε τόπους δημόσιας λατρείας και διδασκαλίας. Δες Ιω. ε 14 και εξής, στ 59,ζ 14 και εξής, Ματθ. δ 23, Μάρκ. α 21, Λουκ. δ 15,31 και εξής κλπ.
 Όταν ήταν στη Γαλιλαία και στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ κήρυττε τακτικά στις συναγωγές κατά τις ώρες της λατρείας. Όταν ανέβαινε στα Ιεροσόλυμα, δίδασκε την ίδια διδασκαλία στο ιερό κατά τις επίσημες γιορτές, όταν οι Ιουδαίοι μαζεύονταν εκεί από όλα τα μέρη. Και παρόλο που συχνά κήρυττε και σε ιδιωτικά σπίτια και σε όρη και στην παραλία, δείχνοντας, ότι το κήρυγμα του λόγου του δεν πρέπει να περιορίζεται σε μόνους τους τόπους της λατρείας, και πάλι τότε ό,τι κήρυττε κατ’ ιδίαν ήταν εξ’ ολοκλήρου το ίδιο με ό,τι δίδασκε και δημόσια.
(5)   Υπάρχουν και οι γραφές «πάντοτε» και «πάντοθεν» που ελάχιστα μαρτυρούνται.
(6)   «Τι λοιπόν; Δεν μίλησε και κρυφά πολλές φορές στους μαθητές;» (Ζ).
«Και σε αυτόν τον τελευταίο του λόγο, τον οποίο μετά το δείπνο απηύθυνε στους μαθητές, δεν είπε ότι αυτά με παροιμίες τα είπα σε σας…; Εάν λοιπόν δεν μίλησε φανερά στον πλέον στενό κύκλο των μαθητών του… πώς μίλησε φανερά στον κόσμο;» (Αυ).
Απάντηση: «Μίλησε μεν «κρυφά», αλλά όχι όπως νόμιζαν αυτοί, επειδή φοβόταν και οργάνωνε συνωμοσίες, αλλά το έκανε αυτό αν κάποτε τα λόγια του ήταν ανώτερα από την πνευματική ικανότητα των ακροατών του» (Χ).
Το «ουδέν», δηλαδή λέγεται με σχετική έννοια.
«Και πρέπει να εννοήσουμε τα λόγια του «εγώ φανερά μίλησα στον κόσμο», σαν να έλεγε· Υπάρχουν πολλοί οι οποίοι με άκουσαν. Και η λέξη παρρησία (=φανερά) ήταν με κάποια έννοια φανερά αλλά και με κάποια άλλη έννοια όχι φανερά. Ήταν φανερά επειδή πολλοί τον άκουσαν· και δεν ήταν φανερά επειδή δεν τον κατανόησαν. Και αν μίλησε στους μαθητές του κατ’ ιδίαν, βεβαίως δεν μίλησε στα κρυφά… Διότι ό,τι φαινόταν ότι ειπώθηκε από Αυτόν στα κρυφά, με κάποια έννοια δεν ειπώθηκε στα κρυφά, διότι δεν ειπώθηκε έτσι, ώστε να μην ειπωθεί από εκείνους, στους οποίους ειπώθηκε, αλλά μάλλον να κηρυχτεί σε κάθε δυνατή διεύθυνση» (Αυ).
Αλλά και η στον Μυστικό Δείπνο διδασκαλία του Ιησού, που περιέχεται στα κεφάλαια ιγ-ιζ κατ’ ουσίαν δεν ήταν παρά συστηματοποίηση εκείνων, τα οποία δημόσια είπε (τ).

Ιω. 18,21  τί με ἐπερωτᾷς(1); ἐπερώτησον(2) τοὺς ἀκηκοότας(3) τί ἐλάλησα αὐτοῖς· ἴδε οὗτοι(4) οἴδασιν ἃ εἶπον ἐγώ.
Ιω. 18,21 Διατί ερωτάς εμέ; Ρώτησε εκείνους, που με άκουσαν να σου είπουν, τι τους δίδαξα. Ιδού αυτοί γνωρίζουν εκείνα τα οποία είπα εγώ.
(1)   Τι ρωτάς εμένα, στον οποίο δεν πιστεύεις; (b).
«Εκείνο λοιπόν που έλεγε στην αρχή «εάν εγώ δίνω μαρτυρία για τον εαυτό μου η μαρτυρία μου δεν είναι αληθινή», αυτό και τώρα υπαινίσσεται, θέλοντας σε μεγάλο βαθμό να παρουσιάσει αξιόπιστη την μαρτυρία… Εμένα ρωτάς για τα δικά μου;» (Χ).
Ήταν αντίθετο με κάθε νόμο να ζητούνται από τον κατηγορούμενο αποδείξεις, οι οποίες τόσο πλούσια και εύκολα μπορούσαν να επιτευχθούν από χιλιάδες μάρτυρες στα Ιεροσόλυμα και σε όλα τα μέρη της χώρας (ο). «Τα λόγια αυτά δεν δείχνουν αυθάδεια, αλλά πεποίθηση για την αλήθεια των όσων είπε» (Χ). Δεν λέει κάτι κακό για τους δικαστές του. Δεν λέει στους άρχοντες του λαού: Είστε πονηροί. Αλλά κάνει έκκληση στις καθιερωμένες αρχές του δικαστηρίου τους και είναι σαν να λέει σε αυτούς: «Με ευθύτητα να κρίνετε, γιοι των ανθρώπων» (Ψαλμ. νζ 1).
(2)   Η γραφή ἐπερωτᾷς… ἐπερώτησον είναι πιο έντονη από την αλεξανδρινή ερωτᾷς… ερώτησον.
(3)   Ή, «όχι τους μαθητές, αλλά τους άλλους, αυτούς που δεν πίστεψαν» (Ζ). «Ρώτησε τους εχθρούς, αυτούς που με έδεσαν· αυτοί ας πούνε» (Χ). Ή, γενικώς όλους όσοι με έχουν ακούσει, αυτούς που πίστεψαν και αυτούς που δεν πίστεψαν, κάποιοι από τους οποίους είναι παρόντες και εδώ.
(4)   Ίσως αναφέρεται σε κάποιους παρόντες. Δείχνει στο πλήθος των παρισταμένων (b).
«Και θα νομίσει μεν ίσως κάποιος, ότι επειδή ήξερε τις καρδιές και τους νεφρούς (=τα ενδόμυχα των ανθρώπων), υπέδειξε κάποιους από τους παρισταμένους που τον άκουσαν κατά τύχη. Δεν είναι όμως έτσι το πράγμα. Διότι έδειξε κάποιους από τους υπηρέτες, οι οποίοι και παλαιότερα είχαν θαυμάσει τη διδασκαλία του… Βλέποντας δηλαδή τους ίδιους εκείνους που ήταν τότε παρόντες, λέει το «αυτοί»» (Κ).
«Ας μιλήσουν αυτοί· διότι αυτή είναι η αναμφισβήτητη απόδειξη της αλήθειας, όταν δηλαδή κάποιος καλεί μάρτυρες για όσα λέει, τους εχθρούς του» (Χ).
Εκείνοι οι οποίοι είχαν σταλθεί άλλοτε, για να συλλάβουν αυτόν, είχαν πει σε αυτούς που τους έστειλαν «ουδέποτε μίλησε άνθρωπος, όπως αυτός ο άνθρωπος» (Ιω. ζ 46). Για τη διδασκαλία του Ιησού μπορεί ασφαλώς να γίνει έκκληση σε όλους εκείνους, οι οποίοι γνωρίζουν αυτήν, έχει υπέρ του εαυτού της τόσο πολύ το δίκαιο και το ορθό και το αληθινό, ώστε όλοι όσοι χωρίς προκατάληψη κρίνουν αυτήν, δεν μπορούν παρά να μαρτυρούν υπέρ αυτής.

Ιω. 18,22  ταῦτα δὲ(1) αὐτοῦ εἰπόντος εἷς τῶν ὑπηρετῶν παρεστηκὼς ἔδωκε ῥάπισμα(2) τῷ Ἰησοῦ(3) εἰπών· οὕτως ἀποκρίνῃ τῷ ἀρχιερεῖ(4);
Ιω. 18,22  Όταν δε ο Ιησούς είπεν αυτά, ένας από τους υπηρέτας, που εστέκετο κοντά του, κατάφερε ράπισμα εναντίον του Ιησού λέγων• με αυτόν τον ασεβή τρόπον απαντάς στον αρχιερέα;
(1)   Η απάντηση του Ιησού είχε μέσα της σιωπηρή μομφή για εκείνον, ο οποίος έτσι τον ρωτούσε (g). Αποκάλυπτε πλήρως τα ελατήρια του αρχιερέα που πρόβαλε τέτοια ερώτηση στον Ιησού και αποτελούσε θριαμβευτική αναίρεση των κατηγοριών, που εμπεριέχονταν στην ερώτηση που προβλήθηκε (ο).
(2)   Το ραπίζω στους δόκιμους συγγραφείς λέγεται αντί για το ραβδίζω. Για αυτό ο b λέει, «ράπισμα, δηλαδή χτύπημα με ράβδο». Μετέπεσε όμως στην έννοια του χτυπήματος στον τράχηλο ή στο μάγουλο, που δίνεται με το χέρι ανοιχτό με σκοπό μάλλον εξευτελιστικής επιτίμησης παρά σωματικής κακοποίησης. Δες Ησ. ν 6 «έδωσα τα σαγόνια μου σε ραπίσματα» (β). Εκπληρώθηκε έτσι και η προφητεία αυτή του Ησαΐου.
(3)   «Όταν σκεφτούμε, ποιος δέχτηκε το ράπισμα, είναι δυνατόν να μην αισθανθούμε την επιθυμία, είτε να κατακαεί από φωτιά από τον ουρανό αυτός που ράπισε, είτε να τον καταπιεί η γη είτε να τον πιάσουν οι δαίμονες είτε να τιμωρηθεί με κάποια άλλη βαρύτερη τιμωρία; Αλλά αν και μπορούσε ένα από όλα αυτά να διατάξει με την δύναμή του, αυτός ο οποίος έκανε τον κόσμο, επιθύμησε μάλλον να μας διδάξει την υπομονή, η οποία νικά τον κόσμο» (Αυ).
«Αν και μπορούσε να τους συνταράξει και να τους χώσει μέσα στη γη όλους ή και να τους εξοντώσει πικρά με κάποιον άλλο τρόπο, μακροθυμεί και λέει λόγια που καταπαύουν κάθε θηριωδία, αν και όχι την δική τους» (Ζ). «Αλλά ο μεν Κύριος… και όταν ραπίζεται ανεξικακεί, παρόλο που είναι Θεός αληθινός, Κύριος γης και ουρανού· ενώ εμείς οι ταλαίπωροι, που είμαστε γη και στάχτη, οι μικροί και ελάχιστοι που μοιάζουμε με τη χλόη των λαχάνων, αν κάποτε κάποιος από τους αδελφούς πέσει σε κάποιο λόγο και πει κάτι μικρό από αυτά που συνηθίζουν να μας λυπούν, νομίζουμε ότι σαν δράκοντες πρέπει να πικραινόμαστε με αυτόν, και δεν χορταίνουμε να εκσφενδονίζουμε μύρια λόγια αντί για το ένα που μας είπε… και προσπαθούμε να πάρουμε εκδίκηση για τον εαυτό μας» (Κ).
«Βλέπεις το δικαστήριο που είναι γεμάτο από θόρυβο και ταραχή και θυμό και σύγχυση; Ρώτησε ο αρχιερέας ύπουλα και δολερά· απάντησε ο Χριστός με ευθύτητα και όπως έπρεπε. Τι έπρεπε λοιπόν να ακολουθήσει. Να συνομιλήσει μαζί του φέρνοντας τις αντιρρήσεις του ή να αποδεχτεί αυτό που είπε. Αλλά δεν γίνεται αυτό. Αλλά ο δούλος τον χαστουκίζει. Έτσι αυτά που γίνονται δεν είναι δικαστήριο, αλλά συνωμοσία και τυραννία» (Χ).
Είναι κάτι απίστευτο σε δικαστήριο να χτυπά κάποιος τον δικαζόμενο μπροστά στους δικαστές (τ). Πονηροί άρχοντες δεν βρίσκονται στην ανάγκη να αναζητήσουν πονηρούς υπηρέτες. Περιστοιχίζονται αυτομάτως από τέτοιους, έτοιμους πάντοτε να αυξήσουν την θλίψη και την καταδίωξη εκείνων, τους οποίους οι κύριοί τους καταδιώκουν. Μετά από κάποια χρόνια διάδοχος του Καϊάφα διέταξε τους παρισταμένους να ραπίσουν και τον Παύλο στο στόμα (Πράξ. κγ 2).

Ιω. 18,23  ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς(1)· εἰ(2) κακῶς ἐλάλησα(3), μαρτύρησον περὶ τοῦ κακοῦ(4)· εἰ δὲ καλῶς, τί με δέρεις(5);
Ιω. 18,23  Του απήντησεν ο Ιησούς• εάν κακώς μίλησα, μαρτύρησε εδώ ενώπιον του δικαστηρίου δια το κακόν αυτό. Εάν όμως καλά και σωστά απήντησα, διατί με δέρνεις;
(1)   «Ρωτάνε λοιπόν κάποιοι, πώς δεν γύρισε και το άλλο μάγουλο ο Χριστός σε αυτόν που τον χαστούκισε…; Λέμε λοιπόν εμείς, ότι και η εντολή εκείνη εισηγήθηκε το να μην αμυνόμαστε, λόγω των ερίδων που προκαλούνται από αυτό. Και τώρα λοιπόν ο Χριστός δεν αμύνθηκε εναντίον αυτού που τον ράπισε· αλλά μάλλον χωρίς να τον σπρώξει ούτε να φύγει από αυτόν, ήταν έτοιμος και για άλλες πληγές· δικαιολογήθηκε όμως, για να μην δώσει την εντύπωση με τη σιωπή του ότι είναι αυθάδης, πράγμα για το οποίο και κατηγορήθηκε πριν» (Ζ).
«Δεν απαντά αληθινά και με πραότητα και δίκαια και ταυτόχρονα δεν προσφέρει όχι μόνο και το άλλο μάγουλο σε αυτόν που τον ράπισε, αλλά όλο το σώμα του να καρφωθεί στο ξύλο; Από εδώ έδειξε μάλλον, ό,τι χρειαζόταν να δειχτεί, δηλαδή ότι τα μεγάλα εκείνα παραγγέλματά του πρέπει να εκπληρώνονται όχι με σωματική επίδειξη, αλλά με προετοιμασία της καρδιάς. Διότι είναι δυνατόν και οργισμένος κάποιος ορατά να προβάλλει και το άλλο του μάγουλο. Αλλά πόσο καλύτερο είναι, όταν κάποιος εσωτερικά όντας ειρηνικός δίνει αληθινή απάντηση και με ήρεμη διάνοια φυλάει τον εαυτό του έτοιμο, για να υπομείνει επερχόμενα βαρύτερα παθήματα;» (Αυ).
Ο Κύριος αποκρίνεται με πραότητα και ειρηνικά, ανακαλώντας τον υπηρέτη, όπως προηγουμένως και τον αρχιερέα στον τρόπο και την μέθοδο που άρμοζε στη νόμιμη έρευνα (τ)..
(2)   Η υπόθεση δεν εκφράζει αμφιβολία σαν η απάντηση που δόθηκε από τον Ιησού να ήταν αξιόμεμπτη (ο), αλλά έχουμε εδώ διαμαρτυρία γεμάτη ηρεμία υπό την μορφή διλήμματος ακατανίκητου (F).
(3)   «Εάν μεν μπορείς να κατηγορήσεις τα λόγια μου» (Χ).
(4)   «Απόδειξε αυτό που ειπώθηκε κακώς· έλεγξε αν μίλησα κακώς» (Ζ). Δώσε την μαρτυρία σου με νόμιμο τρόπο (β)· απόδειξε με κανονική μαρτυρία (g), ότι έπραξα κακώς. Ο υπηρέτης κανένα άλλο δικαίωμα δεν είχε παρά μόνο να μαρτυρήσει. Τα υπόλοιπα υπάγονταν στην δικαιοδοσία του δικαστή (F).
(5)   Δες Β΄Κορ. ια 20 όπου η λέξη λέγεται για χτύπημα που δίνεται στο πρόσωπο. Άρα και η προηγούμενη λέξη ράπισμα βρίσκεται με την ίδια έννοια όπως στην καθομιλουμένη. Ο Κύριος μπορούσε να απαντήσει με θαύμα οργής και να ξαπλώσει στο έδαφος να σφαδάζει ή νεκρό τον πονηρό υπηρέτη. Αλλά η ημέρα αυτή ήταν ημέρα υπομονής και παθημάτων για τον Κύριο. Και απάντησε με πραότητα και σύνεση.
Δίδαξε έτσι εμάς με το παράδειγμά του, ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις δεν πρέπει να γινόμαστε δικαστές του δικαίου μας και εκδικητές των αδικιών που μας γίνονται. Οφείλουμε να δεχόμαστε μάλλον παρά να δίνουμε το δεύτερο ράπισμα, το οποίο ασφαλώς θα προκαλέσει την έριδα. Δικαιούμαστε μεν να υπερασπιζόμαστε τους εαυτούς μας, αλλά όχι και να εκδικούμαστε ζητώντας να λάβουμε το δίκιο μας με το δικό μας χέρι. Τη στιγμή που αδικούμαστε ή υβριζόμαστε, οφείλουμε να διατηρούμε την ψυχραιμία μας και να διατηρούμε το εσωτερικό μας ελεύθερο από ταραχή ή πάθος. Όπως και ο Χριστός εδώ. Διατηρεί διαυγή και ατάραχη τη σκέψη του, μιλά λογικά και ψύχραιμα, αλλά δεν απειλεί.

Ιω. 18,24  ἀπέστειλεν αὐτὸν ὁ Ἄννας(1) δεδεμένον(2) πρὸς Καϊάφαν τὸν ἀρχιερέα(3).
Ιω. 18,24  ο Αννας, έστειλε τον Ιησού δεμένο προς τον Καϊάφα τον αρχιερέα.
(1)   Ο στίχος αυτός προξένησε δυσκολίες στους ερμηνευτές, που υποστήριξαν ότι τα εξιστορούμενα από τον στίχο 15 και εξής, έγιναν στον Καϊάφα και ότι η περιγραφόμενη σε αυτά συνεδρία είναι αυτή μπροστά στο μεγάλο συνέδριο. Για αυτό πολλοί από τους νεώτερους, ανάμεσα στους οποίους και οι Καλβίνος, Lucke,Tholuck, de Wette,Langen, δέχονται τον αόριστο α π έ σ τ ε ι λ ε ν ότι λέγεται αντί για υπερσυντέλικο (g).
Σύμφωνα με την εκδοχή αυτή ο ευαγγελιστής ενθυμούμενος εδώ ότι δεν μνημόνευσε την παραπομπή του Ιησού προς τον Καϊάφα, επανορθώνει το λησμονημένο (F).
«Φροντίζοντας λοιπόν τη διάταξη της αφήγησης ξαναπιάνει αυτά που ειπώθηκαν στην αρχή και λέει ότι ο Ιησούς στάλθηκε από τον Άννα στον Καϊάφα» (Κ).
Τα συμφραζόμενα όμως δεν ευνοούν αυτήν την εκδοχή. Άλλοι, ανάμεσα στους οποίους και ο Αυγουστίνος, αρχιερέα στους στίχους 19,22 θεωρούν τον Άννα. Πιο σωστή παρουσιάζεται η εκδοχή, κατά την οποία τα μέχρι τον στίχο 23 εξιστορούμενα έγιναν στην οικία του Άννα παρισταμένου και του Καϊάφα και μετά από αυτό ο Ιησούς με εντολή του Άννα δεμένος στάλθηκε στον τόπο των συνεδριάσεων του συνεδρίου, όπου ανέμενε τον κατηγορούμενο ο Καϊάφας.
(2)   Ενώ διαρκούσε η ανάκριση στους στίχους 19-21 ο Ιησούς, ο οποίος είχε δεθεί από αυτούς που τον συνέλαβαν στον κήπο, ήταν αναμφίβολα λυμένος. Μετά από αυτό προκειμένου να σταλεί στον Καϊάφα δέθηκε. Πιθανώς λύθηκε πάλι κατά τη συνεδρίαση του συνεδρίου. Αυτό λοιπόν εξηγεί γιατί σύμφωνα με τα Ματθ. κζ 2 και Μάρκ. ιε 1 δένουν πάλι αυτόν όταν πρόκειται να οδηγηθεί στον Πιλάτο (g).
(3)   Στο τμήμα του ανακτόρου όπου διέμενε ο Καϊάφας και όπου βρίσκονταν τα επίσημα διαμερίσματα και η αίθουσα για τις συνεδριάσεις του συνεδρίου (g). Ή, στον επίσημο τόπο των συνεδριάσεων του συνεδρίου, όπου ο Καϊάφας θα προήδρευε για επικύρωση της απόφασης. Η επίσημη αυτή αίθουσα δεν ήταν στο ανάκτορο του αρχιερέα αλλά βρισκόταν στη δυτική πλευρά του λόφου του ναού (β).

Ιω. 18,25  Ἦν δὲ Σίμων Πέτρος ἑστὼς καὶ θερμαινόμενος(1). εἶπον(2) οὖν(3) αὐτῷ· μὴ καὶ σὺ ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ εἶ(4);
Ιω. 18,25  Ο δε Σίμων Πέτρος εξακολουθούσε να στέκεται κοντά εις την φωτιά και να ζεσταίνεται. Του είπαν τότε μερικοί από εκείνους που ήσαν εκεί• μήπως και συ είσαι από τους μαθητάς εκείνου;
(1)   «Ο ευαγγελιστής, αφού είπε ότι ο Άννας έστειλε Αυτόν δεμένο στον Καϊάφα, επανέρχεται στο σημείο της αφήγησής του, όπου είχε αφήσει τον Πέτρο, για να εξηγήσει, το τι συνέβη στον οίκο του Άννα σε σχέση με την τριπλή του άρνηση» (Αυ).
Επαναλαμβάνει την ίδια με τον στίχο 18 φράση («ο Πέτρος εστώς και θερμαινόμενος»), για να επαναφέρει εμάς σε αυτά που ειπώθηκαν προηγουμένως (β). Είναι λοιπόν προφανές, ότι τα ακόλουθα γεγονότα έγιναν στο σπίτι του Άννα. Διότι πρόκειται για την ίδια αυλή, την ίδια φωτιά, τα ίδια πρόσωπα έτσι ώστε αυτοί που δεν δέχονται ότι ο Καϊάφας και ο Άννας κατοικούσαν σε δύο διαφορετικά διαμερίσματα του ίδιου σπιτιού, είναι υποχρεωμένοι να παραδεχτούν, ότι ο Ματθαίος και ο Μάρκος πλανήθηκαν τοποθετώντας την άρνηση του Πέτρου στο σπίτι του Καϊάφα (g). Φαίνεται ότι τα σπίτια του Άννα και Καϊάφα ήταν γειτονικά… και είχαν εσωτερική συγκοινωνία (δ).
(2)   Δεν καθορίζονται αυτοί που ρώτησαν. Ήταν αυτοί κάποιοι από αυτούς που θερμαίνονταν μαζί με τον Πέτρο.
(3)   Ο σύνδεσμος εισάγει την ακόλουθη ερώτηση ως συνέπεια του ότι κάθονταν άνετα γύρω από τη φωτιά και συζητούσαν για τα συμβαίνοντα (ο). Κατά τον Ματθαίο μία παιδίσκη ρώτησε τον Πέτρο, που βγήκε στον πυλώνα. Κατά τον Μάρκο η ίδια παιδίσκη, η οποία την πρώτη φορά τον ρώτησε, κατήγγειλε αυτόν στους υπηρέτες. Κατά τον Λουκά την ερώτηση απηύθυνε κάποιος άλλος. Είναι πιθανόν, ότι η θυρωρός μίλησε για τον Πέτρο σε κάποια άλλη συνάδελφό της, η οποία κατήγγειλε αυτόν στους μαζεμένους στην φωτιά. Και από αυτούς κάποιος απηύθυνε την ερώτηση στον Πέτρο (g).
(4)   Η ερώτηση και η απάντηση είναι σχεδόν οι ίδιες όπως και στο στίχο 17. Και η ερώτηση διατυπώνεται με τέτοιο τρόπο σαν να αναμενόταν αρνητική απάντηση. Αυτό είναι σημείο που είναι ιδιαίτερο στην αφήγηση του Ιωάννη, που περιγράφει τις δύο πρώτες ερωτήσεις, ότι τέθηκαν με μορφή η οποία σχεδόν παρακινούσε τον Πέτρο να πει «Όχι». Σε αυτήν ο Ιωάννης μετριάζει την πτώση του Πέτρου (β).
Ο ευαγγελιστής Ιωάννης έχει εδώ διπλό σκοπό· πρώτον να αντιθέσει την ήρεμη γαλήνη του Κυρίου, του οποίου η σταθερότητα οδηγούσε αυτόν στο μαρτύριο και το θάνατο, με την καταφοβισμένη αστάθεια του Πέτρου, ο οποίος δεν είχε να φοβηθεί κάτι περισσότερο από τον χλευασμό των στρατιωτών· και δεύτερον να δικαιολογήσει κάπως τον Πέτρο δείχνοντας πόσο εύκολο ήταν να γλιστρήσει. Ο τρόπος με τον οποίο τέθηκαν σε αυτόν οι ερωτήσεις ήταν τέτοιος, ώστε ωθούνταν από αυτές ο Πέτρος να πει το Όχι (τ).

Ιω. 18,26  ἠρνήσατο οὖν ἐκεῖνος καὶ εἶπεν· οὐκ εἰμί. Λέγει(1) εἷς ἐκ τῶν δούλων τοῦ ἀρχιερέως(2), συγγενὴς ὢν οὗ ἀπέκοψε Πέτρος τὸ ὠτίον(3)· οὐκ(4) ἐγώ(5) σε εἶδον ἐν τῷ κήπῳ(6) μετ᾿ αὐτοῦ;
Ιω. 18,26  Ηρνήθη τότε ο Πέτρος και είπε• δεν είμαι. Του λέγει τότε ένας από τους δούλους του αρχιερέως, συγγενής εκείνου του οποίου ο Πέτρος έκοψε το αυτί• τι μας λες; Εγώ δεν σε είδα στον κήπο μαζί του;
(1)   Από τους συνοπτικούς οι Ματθαίος και Μάρκος αναφέρουν ότι η τρίτη άρνηση του Πέτρου έγινε «μετά από λίγο» ύστερα από τη δεύτερη. Συμφωνούν σε αυτό με τον Ιωάννη, ο οποίος αφηγείται και τις δύο αυτές αρνήσεις σε συνέχεια. Ο Λουκάς παρουσιάζει μεν την δεύτερη ότι συνέβη «μετά από λίγο» ύστερα από την πρώτη, τοποθετεί όμως την τρίτη μετά μία ολόκληρη ώρα (β).
(2)   Μετά τη δεύτερη άρνηση ο Πέτρος φαίνεται, ότι πήρε θάρρος και άρχισε να μιλά περισσότερο ελεύθερα με τους εκεί παρόντες. Αλλά η γαλιλαϊκή του προφορά έγινε αντιληπτή (Ματθ. κστ 73,Μάρκ. ιδ 70,Λουκ. κβ 59) και είλκυσε ιδιαιτέρως την προσοχή ενός από τους συγγενείς του Μάλχου, ο οποίος και του απευθύνει το νέο ερώτημα (g).
(3)   Ο πειρασμός του να πει ο Πέτρος Όχι, ήταν τώρα μεγαλύτερος από πριν, διότι η αναφορά του κοψίματος του αυτιού του Μάλχου υπαινίσσεται, ότι ο συγγενής του Μάλχου υποπτευόταν, ότι ο Πέτρος υπήρξε αυτός που επιτέθηκε. Εάν ο Πέτρος συλλαμβανόταν για τον λόγο αυτόν, θα τιμωρούνταν αυστηρά, επειδή επιτέθηκε με όπλο εναντίον ενός από τους δούλους του αρχιερέα (β).
(4)   Η μορφή της ερώτησης εδώ είναι διαφορετική από αυτήν στους στίχους 17,25. Είναι τέτοια σαν να αναμένεται απάντηση θετική (ο).
(5)   Με πολλή έμφαση: Εγώ, με τα ίδια μου τα μάτια (β).
(6)   Λαμβανομένου υπ’ όψη, ότι ο φωτισμός στον κήπο ήταν ανεπαρκής, επικρατούσε επίσης και αρκετή σύγχυση και οχλαγωγία, ο συγγενής του Μάλχου δεν ήταν δυνατόν να είναι απολύτως βέβαιος, ότι διέκρινε με ασφάλεια τα χαρακτηριστικά του Πέτρου· επομένως αυτός μπορούσε κάλλιστα να επιμείνει να αρνείται (κ)
«Και ούτε ο κήπος έκανε τον Πέτρο να θυμηθεί τα όσα συνέβησαν, ούτε η πολλή φιλοστοργία, που έδειξε εκεί με τα λόγια του εκείνα, αλλά όλα αυτά από τη αγωνία τα ξέχασε» (Χ).

Ιω. 18,27  πάλιν οὖν ἠρνήσατο ὁ Πέτρος(1), καὶ εὐθέως ἀλέκτωρ ἐφώνησεν(2).
Ιω. 18,27  Πάλιν λοιπόν αρνήθηκε ο Πέτρος και αμέσως ένας πετεινός λάλησε.
(1)   Η αποστολή του Ιησού στον Καϊάφα, που αναφέρεται στο στίχο 24, ακολούθησε μετά την τρίτη αυτή άρνηση. Διότι τα των στίχων 25-27 συνέβησαν συγχρόνως με τα των στίχων 19-23. Η περίπτωση αυτή εξηγεί την λεπτομέρεια, την οποία αφηγείται ο Λουκάς (κβ 61) για το βλέμμα το οποίο έριξε ο Ιησούς στον Πέτρο. Ο Ιησούς διέσχιζε την αυλή μεταβαίνοντας στα διαμερίσματα του Καϊάφα. Άκουσε τη στιγμή αυτή το λάλημα του πετεινού και έριξε τότε το βλέμμα του προς τον Πέτρο. Το ότι επίσης ο Ιησούς ήταν δεμένος, εξηγεί καλύτερα την εντύπωση που παράχθηκε στον Πέτρο, όταν είδε τον Διδάσκαλο σε τέτοια κατάσταση (g).
Ο Πέτρος και για τρίτη φορά αρνήθηκε. Επόμενο ήταν αυτό. Η φύση της αμαρτίας τέτοια είναι γενικώς. Η καρδιά σκληραίνεται από την απάτη της αμαρτίας. Δες Εβρ. γ 13. Η αρχή της μοιάζει με το να βάζει κάποιος το νερό στο αυλάκι. Από τη στιγμή που σπάσει το φράγμα, προχωρεί πλέον ο καθένας από το ένα κακό στο χειρότερο. Προπαντός όταν πρόκειται για το αμάρτημα του ψεύδους, το οποίο είναι αμαρτία που εύκολα ωθεί σε άλλη χειρότερη. Διότι για το ένα ψεύδος για υποστήριξή του θα χρειαστεί άλλο ψεύδος και αυτό πάλι θα οδηγήσει σε άλλο ψεύδος. Τη μία αμαρτία ζητούμε να καλύψουμε με την άλλη για να αποφύγουμε την αποκάλυψή μας.
(2)   Σύμφωνα με τη Ρωμαϊκή αρίθμηση οι 4 φυλακές της νύχτας ήταν αργά, μεσάνυχτα, αλεκτοροφωνία, και πρωί. Πιθανότατα πρόκειται εδώ όχι για λάλημα του πετεινού σε οποιαδήποτε ώρα της νύχτας, αλλά για την ώρα, η οποία τεχνικά ήταν γνωστή ως αλεκτοροφωνία, μετά από την οποία επακολούθησε το πρωί, όταν και οδήγησαν τον Ιησού στο πραιτώριο. Για αυτό και ο Μάρκος μιλά για δύο λαλήματα του πετεινού (ιδ 68,72).
Ο πετεινός λάλησε. Το λάλημα αυτό του πετεινού χωρίς σημασία για τους άλλους πέρασε απαρατήρητο από αυτούς. Για τον Πέτρο όμως ήταν η φωνή του Θεού και ήταν για αυτόν θεία ευλογία που αφύπνιζε τη συνείδησή του με την υπενθύμιση των λόγων, τους οποίους είχε πει σε αυτόν ο Χριστός.
Ευλογητός ο Κύριος! Μολονότι μέσα στην αφροσύνη μας πέφτουμε, δεν εγκαταλειπόμαστε σε όλεθρο, ούτε απορριπτόμαστε από αυτόν οριστικά. Η πρόνοιά του επιζητεί την ανόρθωσή μας και με διάφορους δρόμους επιτυγχάνει αυτήν. Η φωνή του πετεινού φέρνει στη μνήμη του Πέτρου σωτηριώδη υπενθύμιση. Πόσο ευεργετικό πλεονέκτημα είναι για μας να έχουμε κοντά μας αδελφούς ειλικρινείς, των οποίων η φωνή, σαν άλλη φωνή πετεινού, να υπενθυμίζει σε μας μέσα στις πτώσεις μας εκείνα τα οποία γνωρίζουμε, αλλά λησμονήσαμε!

Αυτή η τράπεζα είναι τα νεύρα της ψυχής
Αυτά τα λέω, όχι για να μη προσερχόμαστε, αλλά για να μη προσερχόμαστε επιπόλαια. Γιατί όπως το να προσέρχεται κανείς όπως τύχει είναι κίνδυνος, έτσι και το να μη κοινωνεί του μυστικού εκείνου δείπνου είναι πείνα και θάνατος. Γιατί αυτή η τράπεζα είναι τα νεύρα της ψυχής μας, ο δεσμός της ψυχής, η βάση της παρρησίας, η ελπίδα, η σωτηρία, το φως, η ζωή. Εάν φύγουμε από την ζωή αυτή με την θυσία αυτή, με πολλή παρρησία θα παρουσιασθούμε στα ιερά πρόθυρα, περιφραγμένοι από παντού σαν με χρυσά όπλα. Και γιατί μιλώ για τα μέλλοντα; Αφού εδώ κάνει για σένα ουρανό την γη αυτό το μυστήριο. Άνοιξε λοιπόν τις πύλες του ουρανού και δες• μάλλον όχι του ουρανού, αλλά του ουρανού των ουρανών και τότε θα δεις αυτό που είπα. Γιατί αυτό που τιμάται περισσότερο από όλα εκεί, αυτό θα σου δείξω ότι βρίσκεται πάνω στην γη. Γιατί όπως στα βασίλεια το πολυτιμότερο από όλα δεν είναι οι τοίχοι, ούτε η χρυσή οροφή, αλλά το σώμα του βασιλιά που κάθεται πάνω στον θρόνο, έτσι και στους ουρανούς το σώμα του βασιλιά.
Αλλά αυτό μπορείς να δεις να συμβαίνει πάνω στην γη. Γιατί όχι αγγέλους, ούτε αρχαγγέλους, ούτε ουρανούς και ουρανούς ουρανών, αλλά αυτόν τον ίδιο τον δεσπότη όλων αυτών σου δείχνω. Είδες ότι πάνω στην γη βλέπεις το πιο πολύτιμο από όλα; Και όχι μόνο βλέπεις, αλλά και αγγίζεις- και δεν αγγίζεις μόνο, αλλά τρως και, αφού μεταλάβεις, αναχωρείς στον οίκο σου; καθάριζε λοιπόν την ψυχή, προετοίμαζε την διάνοια, για την υποδοχή αυτών των μυστηρίων. Γιατί εάν σου είχαν αναθέσει να οδηγείς παιδί βασιλιά μαζί με τον στολισμό και την πορφύρα και το στέμμα, θα απέρριπτες τα πάντα στην γη. Τώρα όμως όχι υιό ανθρώπου βασιλιά, αλλά αυτόν ίδιο τον μονογενή Υιό του Θεού λαμβάνεις και πες μου, δεν φρίττεις και δεν αποβάλλεις κάθε αγάπη για τα βιωτικά και καλλωπίζεσαι μόνο με εκείνον τον στολισμό, αλλά ακόμη προς την γη βλέπεις και αγαπάς χρήματα και ταράσσεσαι από τον χρυσό; Και ποια συγγνώμη θα λάβεις; Ποια απολογία; Δεν γνωρίζεις ότι κάθε πολυτέλεια σε αυτή την ζωή την αποστρέφεται ο Κύριος σου; Γι` αυτό δεν γεννήθηκε σε φάτνη και έλαβε για μητέρα μία ασήμαντη; Γι` αυτό δεν έλεγε σ` εκείνον που απέβλεπε στο να τον εξαπάτηση• "Ο δε υιός του ανθρώπου δεν έχει που να γείρει την κεφαλή";
 Μήπως όμως και οι μαθητές δεν εφάρμοζαν την ίδια αρχή, με το να φιλοξενούνται στις οικίες των πτωχών και διανυκτέρευαν άλλος σε βυρσόδεψη, άλλος πάλι σε σκηνοποιό και σε πωλήτρια πορφύρας; Γιατί δεν ζητούσαν λαμπρότητα οικίας, αλλά ψυχικές αρετές. Αυτούς λοιπόν ας μιμηθούμε και εμείς με ζήλο- ας παραβλέπουμε τα κάλλη των κιόνων και των μαρμάρων και ας επιζητούμε τις ουράνιες κατοικίες και ας καταπατήσουμε κάθε υπερηφάνεια μαζί με την επιθυμία των χρημάτων και ας αποκτήσουμε γενναίο φρόνημα. Γιατί εάν έχουμε άγρυπνη συνείδηση, ούτε αυτός ο στολισμός είναι άξιος για μας, ούτε βέβαια στοές και περίπατοι. Γι` αυτό παρακαλώ ας καλλωπίζουμε την ψυχή μας, ας κτίζουμε αυτή την οικία, την οποία αφού λάβουμε θα απέλθουμε στην εκεί ζωή, για να επιτύχουμε και τις αιώνιες σκηνές, με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Εις την Α` προς Κορινθίους, ΚΑ` ΕΠΕ 18Α, 98-106. PG 61, 203-206)

Εκείνη η τράπεζα δεν διαφέρει σε τίποτε από την σημερινή
Τίποτε περισσότερο δεν έχει εκείνη η τράπεζα από αυτήν που γίνεται μετά από τα γεγονότα αυτά. Γιατί και σήμερα όπως και τότε αυτός ο ίδιος είναι που πραγματοποιεί τα πάντα.
(Εις την A` προς Κορινθίους, ΚΑ`, ΕΠΕ 18Α, 198. PG 61,229)

Άλλο σφαγή και άλλο θυσία
Στην συνέχεια για να δείξει ότι αυτό μένει μέχρι την συντέλεια του κόσμου, λέγει, "έως ότου έλθη ". Ώστε όποιος τρώγει αυτόν τον άρτο ή πίνει από το ποτήριο του Κυρίου χωρίς να είναι άξιος, θα είναι ένοχος εν-αντί του σώματος και του αίματος του Κυρίου. Γιατί άραγε; Διότι το έχυσε και έκανε το πράγμα σφαγή, όχι θυσία. Όπως λοιπόν και τότε αυτοί που κέντησαν το σώμα Του δεν κέντησαν για να πιούν, αλλά για να χύσουν, έτσι και αυτός που μετέχει ανάξια και δεν κερδίζει τίποτε από εδώ. Είδες πως έκανε φοβερό τον λόγω και τους κατηγόρησε πάρα πολύ έντονα, για να δείξει ότι, εάν πρόκειται να κοινωνούν έτσι, ανάξια μετέχουν στην Θεία Κοινωνία;

Πηγή: Χρυσοστομικός Άμβων ΣΤ

Από εδώ ακόμη μας κάνει αετούς. Ας προσερχόμαστε με φρίκη και καθαρότητα.
Αυτά λοιπόν αφού γνωρίσαμε και εμείς, αδελφοί, ας φροντίζουμε για τους αδελφούς και ας διατηρούμε την ενότητα μαζί τους. Γιατί σ` αυτό μας οδηγεί εκείνη η φοβερή και φρικτή θυσία, η οποία μας προστάσσει να προσερχόμαστε σ `αυτήν με τέλεια ομόνοια και θερμή αγάπη και αφού γίνουμε από αυτό αετοί, έτσι να πετάμε προς αυτόν τον ίδιο τον ουρανό• μάλλον και ψηλότερα από τον ουρανό. Γιατί, λέγει "όπου είναι το πτώμα, εκεί θα μαζευθούν  και οι αετοί"• και πτώμα ονομάζει το σώμα, γιατί θανατώνεται. Γιατί,εάν δεν θανατωνόταν Εκείνος, δεν θα είχαμε αναστηθεί εμείς. Αετούς πάλι ονομάζει, για να δείξει ότι πρέπει να βρίσκεται υψηλά όποιος πλησιάζει αυτό το σώμα και να μην έχει τίποτε κοινό προς τα γήινα, ούτε να σύρεται και να έρπει κάτω, αλλά να πέτα επάνω συνέχεια και να βλέπει προς τον ήλιο της δικαιοσύνης και να έχει καθαρό και διαπεραστικό το βλέμμα της διανοίας• γιατί αυτή η τράπεζα είναι για αετούς, όχι για καρακάξες.
 Αυτοί και θα υποδεχθούν τον Χριστό, όταν θα κατεβαίνει από τον ουρανό, που κοινωνούν αξίως, όπως βέβαια όσοι κοινωνούν ανάξια θα υποστούν την πιο φοβερή τιμωρία. Γιατί, εάν κανείς δεν θα υποδεχόταν όπως- όπως ένα βασιλιά, και τι λέω βασιλιά; Γιατί ούτε το ιμάτιο του βασιλιά δεν θα άγγιζε κανείς με ακάθαρτα χέρια, ακόμη και αν κατοικεί στις ερήμους ή είναι μόνος και δεν είναι κανένας παρών αν και δεν είναι τίποτε άλλο το ιμάτιο, παρά νήματα μεταξοσκωλήκων. Εάν λοιπόν θαυμάζεις την βαφή και αυτή είναι αίμα νεκρωθέντος ιχθύος• κανείς όμως δεν θα ήθελε να τόλμησει να το εγγίσει με ακάθαρτα χέρια.
Εάν λοιπόν, ανθρώπινο ένδυμα δεν θα τολμούσε κανείς να εγγίσει όπως τύχει, πως το σώμα του Θεού των πάντων, το αναμάρτητο, το καθαρό, το οποίο ενώθηκε με την θεία εκείνη φύση, για το οποίο και υπάρχουμε και ζούμε, εξ αιτίας του οποίου συντρίφτηκαν οι πύλες του θανάτου και ανοίχθηκαν οι αψίδες του ουρανού, πως αυτό θα το λάβουμε με τόση αυθάδεια; Μη, παρακαλώ, ας μη κατασφάξουμε τους εαυτούς μας με την ασέβεια, αλλά με φρίκη και κάθε καθαρότητα ας προσερχώμαστε σ` αυτόν. Και όταν το δεις να προσφέρεται, λέγε προς τον εαυτό σου• "Χάρις σ` αυτό το σώμα εγώ δεν είμαι πλέον γη και στάχτη, δεν είμαι αιχμάλωτος, αλλά ελεύθερος• χάρις σ `αυτό ελπίζω ότι θα απολαύσω τους ουρανούς και τα αγαθά που βρίσκονται σ` αυτούς, την αθάνατη ζωή, την κληρονομιά των αγγέλων, την ένωση με το Χριστό• αυτό το σώμα, όταν σταυρωνόταν, όταν μαστίγωνόταν, δεν μπόρεσε να το υποφέρει ο θάνατος• αυτό το σώμα και ο ήλιος όταν είδε να σταυρώνεται, έστρεψε τις ακτίνες του μακριά από την γη• γι` αυτό το σώμα και το καταπέτασμα του ναού σχίσθηκε τότε και οι πέτρες άνοιξαν και όλη η γη σείσθηκε-αυτό είναι εκείνο το σώμα το ματωμένο, το πληγωμένο από την λόγχη και το οποίο ανέβλυσε πηγές σωτήριες, την πηγή του αίματος και την πηγή του ύδατος για όλη την οικουμένη.

Η ισχύς του σώματος
Θέλεις και από αλλού να γνωρίσεις την δύναμη του; Ρώτησε την γυναίκα που έπασχε από αιμορραγία και που όχι αυτόν τον ίδιο, αλλά το ιμάτιο το οποίο φορούσε, μάλλον δε ούτε αυτό ολόκληρο, αλλά μόνον το κάτω μέρος από αυτό άγγιξε• ρώτησε την θάλασσα  η οποία τον βάσταξε στην πλάτη της• ρώτησε και αυτόν τον διάβολο ακόμη, και πες- από που έχεις λάβει την πληγή την αθεράπευτη; εξ αιτίας τίνος δεν έχεις καμμία δύναμη; από που κυριεύθηκες; από ποιόν δέθηκες όταν έφευγες;. Και δεν θ` αναφέρει τίποτε άλλο, παρά το σώμα που σταυρώθηκε. Με αυτό κατατσακίσθηκαν τα κεντριά του, με αυτό συντρίφθηκε η κεφαλή του, με αυτό καταντροπιάσθηκαν οι πονηρές αρχές και εξουσίες. Διότι, απογύμνωσε, λέγει, με αυτό τις πονηρές αρχές και εξουσίες και τις διαπόμπευσε  μπροστά σε όλους και έσυρε τους δαίμονες νικημένους σε θριαμβευτική πομπή. Ρώτησε και τον θάνατο και πες· από που καταστράφηκε το κεντρί σου; από που καταλύθηκε η νίκη σου πάνω στους ανθρώπους; από που έσπασαν τα νεύρα σου και έγινες καταγέλαστος και σε γυναίκες και παιδιά, εσύ που ήσουν φοβερός και σε τυράννους και σε δικαίους πριν από αυτό; Και θα σου πει ότι αιτία είναι αυτό το σώμα. Διότι, όταν αυτό σταυρωνάταν, τότε αναστήθηκαν οι νεκροί, τότε σχίσθηκε εκείνου το δεσμωτήριο και συντρίφθηκαν οι χάλκινες πύλες και αφέθηκαν ελεύθεροι οι νεκροί και οι φρουροί του Άδου όλοι τρόμαξαν. Μολονότι βέβαια και αν ήταν ένας από τους πολλούς, το αντίθετο έπρεπε να συμβεί, ο θάνατος δηλαδή να φανεί δυνατώτερος. Αλλά δεν συνεβει αυτό, γιατί δεν ήταν ένας από τους  πολλούς. Γι` αυτό διαλυόταν εκείνος.
 Και όπως αυτοί που λαμβάνουν τροφή και δεν μπορούν να την κρατήσουν για να την χωνέψουν και εξ αιτίας αυτής κάνουν εμετό και όσα έφαγαν πριν, έτσι έγινε και με τον θάνατο• αφού έλαβε το σώμα το οποίο δεν μπορούσε να χωνέψει, εξέβαλε και εκείνα τα οποία είχε μέσα του. Επειδή κοιλόπονούσε και στενοχωριόταν όσο τον είχε, τον έβγαλε με εμετό. Γι` αυτό λέγει ο απόστολος "αφού διέλυσε τους πόνους του θανάτου". Γιατί καμμία γυναίκα, που γέννα παιδί, δεν πόνεσε τόσο, όσο πληγωνόταν εκείνος, όταν είχε το δεσποτικό σώμα• πληγωνόταν διασκορπιζόμενος. Και αυτό που έγινε στον δράκοντα στην Βαβυλώνα, ο όποιος αφού έλαβε τροφή σχίσθηκε στα δύο, αυτό έγινε και σε αυτόν. Γιατί ο Χριστός δεν εξήλθε πάλι από το στόμα του θανάτου, αλλά αφού ξέσκισε στην μέση και κατέκοψε την κοιλιά του δράκοντα, έτσι πρόβαλε από τα άδυτα με πολλή  λαμπρότητα και ακτινοβολία, όχι μέχρι τον ουρανό, αλλά σε αυτόν τον ίδιο τον δεσποτικό θρόνο στα ουράνια• γιατί εκεί ανύψωσε το σώμα.
Αυτό το σώμα μας έδωσε και να κατέχουμε και να τρώμε, πράγμα που ήταν έργο αμέτρητης αγάπης.

Δείγμα επιτεταμένης αγάπης. Τρόπος προσελεύσεως
Γιατί αυτούς που αγαπάμε, πολλές φορές και τους δαγκώνουμε. Γι` αυτό και ο Ιώβ, για να δείξει την αγάπη των υπηρετών του γι` αυτόν, έλεγε ότι πολλές φορές, επειδή εκείνοι τον αγαπούσαν παρά πολύ, έλεγαν• "ποιός θα μας δώσει να χορτάσουμε από την σάρκα του;". Έτσι και ο Χριστός μας έδωσε τις σάρκες Του, για να χορτάσουμε, για να μας προσελκύσει σε μεγαλύτερη αγάπη. Ας προσερχόμαστε λοιπόν σε Αυτόν με θερμότητα και φλογερή αγάπη, για να μη υποστούμε φοβερώτερη τιμωρία. Γιατί όσο μεγαλύτερες ευεργεσίες έχουμε δεχθεί, τόσο περισσότερο τιμωρούμαστε, όταν φανούμε ανάξιοι της ευεργεσίας.
Αυτό το σώμα, και όταν ήταν ακόμη στην φάτνην, σεβάσθηκαν οι μάγοι, και, ενώ ήταν άνδρες άπιστοι και βάρβαροι, αφού άφησαν την πατρίδα και την οικία τους ταξίδεψαν από μεγάλη απόσταση και ήλθαν, το προσκύνησαν με φόβο και τρόμο πολύ.
Ας μιμηθούμε λοιπόν τουλάχιστον τους βαρβάρους εμείς οι πολίτες των ουρανών. Γιατί εκείνοι, αν και είδαν τον Χριστό και σε φάτνη και μέσα σε καλύβη και, μολονότι δεν είδαν τίποτε παρόμοιο από όσα εσύ τώρα, προσήλθαν και Τον προσκύνησαν με πολλή φρίκη- ενώ εσύ βλέπεις το σώμα Του όχι σε φάτνη, αλλά σε θυσιαστήριο, όχι να το κρατεί γυναίκα, αλλά να παρίσταται ιερέας και πλούσια χάρις του αγίου Πνεύματος να έρχεται προς τα δώρα που παρατίθενται. Δεν βλέπεις απλώς αυτό το ίδιο το σώμα, όπως εκείνοι, αλλά γνωρίζεις και την δύναμη και ολόκληρη την σωτήρια οικονομία Του και δεν αγνοείς τίποτε από όσα έγιναν δια μέσου αυτού, αφού κατηχήθηκες με ακρίβεια.
Ας ανορθώσουμε λοιπόν τους εαυτούς μας και ας φρίξουμε και ας δείξουμε πολύ μεγαλύτερη ευλάβεια από εκείνους τους βαρβάρους, για να μη συγκεντρώσουμε φωτιά επάνω στην κεφαλή μας προσερχόμενοι επιπόλαια και όπως τύχει.

Πηγή: Χρυσοστομικός Άμβων ΣΤ

Πως γίνεται κόλασις και σωτηρία
Αλλά όπως αυτό το πράγμα είναι σπουδαίο και αξιοθαύμαστο, έτσι, αν προσέλθεις με καθαρότητα, προσέρχεσαι σε σωτηρία, αν όμως προσέρχεσαι με πονηρή συνείδηση, για κόλαση και τιμωρία. Διότι, όπως λέγει ο Απόστολος, "Εκείνος που τρώγει και πίνει με τρόπο ανάξιο από το σώμα και αίμα του Κυρίου, τρώγει και πίνει την καταδίκη του" (Α' Κορ. 11,29). Εάν λοιπόν εκείνοι, που λερώνουν την βασιλική πορφύρα, τιμωρούνται όπως και εκείνοι, που την σχίζουν, τί το παράξενο, αν και αυτοί που δέχονται το σώμα του Χριστού με ακάθαρτη σκέψη, υφίστανται την ίδια τιμωρία, αφού σχίζουν το σώμα αυτό με τα καρφιά; Προσέξετε λοιπόν με ποιά λόγια παρουσιάζει ο Παύλος την τιμωρία. "Εάν παραβεί κανείς τον νόμο του Μωυσή, θανατώνεται χωρίς ευσπλαγχνία με την κατάθεση δύο ή τριών μαρτύρων. Πόσης χειροτέρας τιμωρίας νομίζετε ότι είναι άξιος εκείνος, ο όποιος κατεπάτησε τον Υιό του Θεού και θεώρησε μολυσμένο το αίμα της διαθήκης, με το οποίο αγιάσθηκε;" (Α' Κορ. 11,29).
Ας προσέχουμε λοιπόν, αγαπητοί μου, τους εαυτούς μας, αφού απολαμβάνουμε τέτοια αγαθά. Και όταν θελήσουμε να πούμε κάτι κακό ή όταν δούμε τους εαυτούς μας να καταλαμβάνονται από οργή ή από κάποιο άλλο παρόμοιο πάθος, ας σκεφθούμε, ποιών πραγμάτων γίναμε άξιοι και πόσο απολαύσαμε το άγιο Πνεύμα• και αυτή η σκέψη θα μας σωφρονίσει από τα παράλογα πάθη. Μέχρι πότε θα είμαστε προσηλωμένοι στα παρόντα; Μέχρι πότε δεν θα αντιστεκώμαστε; Μέχρι πότε δεν θα φροντίζουμε για την σωτηρία μας; 
Ας κατανοήσουμε ποιών πραγμάτων μας έκρινε άξιους ο Θεός, ας Τον ευχαριστήσουμε και ας Τον δοξάσουμε όχι μόνο με την πίστη μας αλλά και με τα έργα μας, για να πετύχουμε και τα μέλλοντα αγαθά, με την χάρη και την φιλανθωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού....
(Εις το κατά Ιωάννην, ΜΣΤ', ΕΠΕ 13,578-586.  PG 59,260-262)

Όταν μετέχουμε ανάξια στα θεία Μυστήρια, καταστρεφόμαστε όπως αυτοί που φονεύουν τον Χριστό.
(Εις το κατά Ιωάννην ΜΖ', ΕΠΕ 13,612 PG 59,268).

"Ποτήριον ευλογίας και ευχαριστίας"
"Το ποτήριο της ευλογίας, το οποίο ευλογούμε, δεν είναι κοινωνία του αίματος του Χριστού;". Τί λέγεις, μακάριε  Παύλε; Επειδή θέλεις να κάνεις τον ακροατή να ντραπεί και ενώ έχεις μνημονεύσει φρικτά μυστήρια, ονομάζεις ποτήριο ευλογιάς εκείνο το φοβερό και φρικωδέστατο ποτήριο; Ναι, λέγει, δεν είναι βέβαια μικρό αυτό που λέχθηκε. Γιατί, όταν λέω ευλογία, εννοώ ευχαριστία• όταν πάλι λέω ευχαριστία, ολόκληρο τον θησαυρό της ευεργεσίας του Θεού εξηγώ και ενθυμίζω εκείνες τις μεγάλες δωρεές. Αλλά και εμείς όταν ομολογούμε κατά την ώρα του ποτηρίου τις απερίγραπτες ευεργεσίες του Θεού και όλα όσα απολαύσαμε, έτσι προσφέρουμε στον Θεό και κοινωνούμε, ευχαριστώντας, γιατί απάλλαξε από την πλάνη το γένος των ανθρώπων• γιατί, ενώ είχαμε απομακρυνθεί, μας έφερε πλησίον Του, και, ενώ δεν είχαμε ελπίδα και είμασταν χωρίς Θεό στον κόσμο, μας έκανε αδελφούς και συγκληρονόμους Του• ευχαριστώντας λοιπόν για όλα αυτά και τα παρόμοια, έτσι προσερχόμαστε στον Θεό. Πώς λοιπόν, λέγει, δεν κάνετε αντίθετα πράγματα, Κορίνθιοι, όταν, ενώ ευλογείτε τον Θεό, γιατί σας απάλλαξε από τα είδωλα, τρέχετε πάλι στις ειδωλολατρικές τράπεζες;

Γιατί λέγεται "Ποτήριον ευλογίας"
"Το ποτήριον της ευλογίας, το οποίο ευλογούμε, δεν είναι κοινωνία του αίματος του Χριστού;". Φοβερό πράγμα είπε και με απόλυτη βεβαιότητα πιστοποιεί αυτό, εκείνο δε που εννοεί είναι το εξής• οτι το αίμα που είναι μέσα στο ποτήριο είναι αυτό το ίδιο το οποίο έτρεξε από την πλευρά του Χριστού και ότι σ´αυτό το αίμα μετέχουμε. Το ονόμασε μάλιστα ποτήριο ευλογιάς, επειδή, όταν το κρατούμε στα χέρια, έτσι ανυμνούμε Αυτόν με θαυμασμό, με έκπληξη για την απερίγραπτη δωρεά, με ευλογία, γιατί και αυτό το ίδιο το αίμα Του έχυσε, για να μη μείνουμε στην πλανη, και όχι μόνο το εχυσε, αλλά και σε όλους εμάς μετέδωσε από αυτό. Ώστε, εάν επιθυμείς αίμα, λέγει, όχι τον βωμό των ειδώλων με την σφαγή των ζώων, αλλά το δικό μου θυσιαστήριο να βάφεις κόκκινο με το δικό μου αίμα. Τί είναι φρικτότερο από αυτό; Τί περισσότερο φιλόστοργο; πες μου.
 Αυτό κάνουν και εκείνοι που αγαπούν, όταν δουν τους αγαπημένους τους να επιθυμούν τα πράγματα των άλλων και να καταφρονούν τα δικά τους• δίνουν τα δικά τους και τους πείθουν ν´απομακρυνθούν από τα πράγματα των άλλων. Αλλά αυτοί μεν οι οποίοι αγαπούν, δείχνουν αυτή την φιλοτιμία σε χρήματα και ενδύματα και κτήματα, ενώ στο να δώσουν το αίμα τους ποτέ κανείς• ο Χριστός όμως και σ´αυτό έδειξε την φροντίδα και την θερμή αγάπη για μας. Και στην Παλαιά Διαθήκη, επειδή οι άνθρωποι ήταν ατελέστεροι πνευματικά, το αίμα που πρόσφεραν στα είδωλα,   αυτό καταδέχθηκε ο Χριστός να δεχθεί, για ν´απομακρύνει από τα είδωλα, πράγμα που και αυτό ήταν πάλι αποτέλεσμα απερίγραπτης φιλόστοργίας• εδώ όμως μετέβαλε την ιερουργία στο πολύ φρικτότερο και μεγαλοπρεπέστερο μυστήριο, ώστε και την θυσία εκείνη άλλαξε και έδωσε εντολή να προσφέρουν τον Εαυτό Του αντί της σφαγής των ζώων.
"Ο άρτος τον οποίο τεμαχίζουμε, δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού;". Γιατί δεν είπε, μετοχή; Γιατί θέλησε να δείξει ότι είναι κάτι περισσότερο και να φανερώσει ότι είναι πολύ στενή η συνάφεια. Γιατί όχι μόνο μετέχοντας και λαμβάνοντας, αλλά και ερχόμενοι σε ένωση κοινωνούμε.  Και γιατί πρόσθεσε, "τον οποίον τεμαχίζουμε"; Γιατί αυτό θα δει κανείς να γίνεται στην θεία ευχαριστία, στον Σταυρό όμως όχι, αλλά το αντίθετο από αυτό• γιατί "οστούν από αυτόν", λέγει, "δεν θα συντριβεί". Αλλ´ αυτό που δεν έπαθε επάνω στον Σταυρό, αυτό πάσχει στην προσφορά για σένα και ανέχεται να κατατεμαχίζεται, για να μας γεμίσει όλους.
Ύστερα, επειδή είπε, "κοινωνία του σώματος", εκείνο δε το οποίο κοινωνεί είναι άλλο απο αυτόν που κοινωνεί, και αυτήν την διάφορα που φαίνεται μικρή την κατήργησε. Όταν είπε δηλαδή "κοινωνία του σώματος ", θέλησε πάλι να πή κάτι που να εκφράζει ότι η ένωσις προχωρεί περισότερο• γι` αυτό και πρόσθεσε, "Γιατί ένας είναι ο άρτος και εμείς οι πολλοί είμαστε ένα σώμα".
Και γιατί λέγω κοινωνία; λέγει. Αυτό το ίδιο το σώμα είμαστε. Γιατί τί είναι ο άρτος; Σώμα Χριστού. Τί γίνονται οι πιστοί που μεταλαμβάνουν; Σώμα Χριστού• όχι πολλά σώματα, άλλ' ένα σώμα. Γιατί όπως ο άρτος είναι ένας, μολονότι αποτελείται από πολλούς κόκκους, ώστε πουθενά να μη φαίνονται οι κόκκοι, αλλά να υπάρχουν, χωρίς να είναι ορατή η διάφορα στην συνάφεια, έτσι και ενωνόμαστε μεταξύ μας και με τον Χριστό. Γιατί δεν τρέφεσαι από άλλο σώμα εσύ, και από άλλο εκείνος, αλλά από το ίδιο όλοι- γι` αυτό και πρόσθεσε- "γιατί  όλοι από τον ένα άρτο μετέχουμε". Εφ` όσον όμως τρεφόμαστε από το ίδιο και το ίδιο γινόμαστε όλοι, γιατί δεν δείχνουμε και την ίδια αγάπη και δεν γινόμαστε ένα και σε αυτό; Γιατί αυτό γινόταν τον παλιό καιρό στους προγόνους μας. Γιατί όλοι όσοι είχαν πιστεύσει, λέγει, ήσαν ομόφρονες και οι καρδιές και ολόκληρη η πνευματική τους ύπαρξη ήταν ενωμένα σε ένα.
Σήμερα όμως δεν συμβαίνει αυτό, αλλά το τελείως αντίθετο. Πολλοί και διάφοροι είναι οι πόλεμοι μεταξύ όλων και συμπεριφερόμαστε χειρότερα και από τα θηρία απέναντι στα ίδια τα μέλη μας, τους ομόπιστους. Και ο μεν Χριστός, ενώ τόσο πολύ είχες απομακρυνθεί, σε ένωσε με τον Εαυτό Του, ενώ εσύ ούτε με τον αδελφό καταδέχεσαι να ενωθείς με την πρέπουσα επιμέλεια, αλλά ξεχωρίζεις τον εαυτό σου, ενώ τόση αγάπη και ζωή απόλαυσες από τον Κύριο. Γιατί όχι μόνο απλά έδωσε το σώμα Του, αλλά επειδή η μέχρι τότε φύση της σαρκός που πλάσθηκε από την γη, κατάντησε να νεκρωθεί από την αμαρτία και να ερημωθεί από ζωή, κατά κάποιον τρόπο, διαφορετική ύλη και ζύμη εισήγαγε σ' αυτήν, την δική Του σάρκα, η οποία ως προς την φύση είναι μεν ίδια, αλλ' είναι απαλλαγμένη από αμαρτία και γεμάτη από ζωή και επέτρεψε σε όλους να μεταλαμβάνουν από αυτήν, ώστε, τρεφόμενοι από αυτήν και αποθέτοντας την προηγούμενη, την νεκρή, να συνενωθούμε στην ζωντανή και αθάνατη με την Θεία Κοινωνία.
"Κοιτάξετε τους Ισραηλίτες που είναι σαρκικοί, αλλ' όχι και πνευματικοί απόγονοι των Πατριαρχών• εκείνοι που τρώγουν τις θυσίες, που προσφέρονται από τους ιερείς του Ισραήλ, δεν είναι κοινωνοί του θυσιαστηρίου;". Πάλι από την Παλαιά Διαθήκη οδηγεί και σ' αυτό. Επειδή ήταν  πολύ κατώτεροι από το μέγεθος αυτών που λέχθηκαν, τους πειθει και από τα προηγούμενα και συνήθη. Και σωστά λέγει σαρκικοί, σαν να είναι αυτοί πνευματικοί.
Αυτό που εννοεί λοιπόν είναι το εξής• διδαχθείτε τουλάχιστον από τα χονδροειδέστερα, ότι, δηλαδή, αυτοί που τρώνε τις θυσίες, είναι κοινωνοί του θυσιαστηρίου. Βλέπεις πως δείχνει ότι δεν έχουν τέλεια γνώση αυτοί που νομίζουν ότι είναι τέλειοι, αφού βέβαια ούτε αυτό γνωρίζουν,ότι δηλαδή από αυτά γίνεται κοινωνία και φιλία σε πολλούς πολλές φορές με τους δαίμονες και σιγά σιγά η συνήθεια αυτή τους παρασύρει πίσω της; Γιατί, εάν στους ανθρώπους η συμμετοχή κάποιου σε συγκεντρώσεις και τράπεζα αποτελεί αφορμή και σύμβολο φιλίας, τότε αυτό μπορεί να συμβεί και με τους δαίμονες. 
Εσύ όμως πρόσεχε σε παρακαλώ,ότι για τους Ιουδαίους δεν είπε ότι κοινωνούν τον Θεό, αλλά ότι είναι κοινωνοί του θυσιαστηρίου, γιατί καιγόταν τελείως ό,τι προσφερόταν• ενώ στο σώμα του Χριστού δεν γίνεται έτσι• αλλά πως; Κοινωνία του σώματος του Κυρίου είναι. Όχι λοιπόν του θυσιαστηρίου, αλλά του ίδιου του Χριστού γινόμαστε κοινωνοί.
( Εις την Α' προς Κορινθίους ΚΑ' ΕΠΕ 18Α, 82-88.  PG 61,199-201)

Πηγή: Χρυσοστομικός Άμβων ΣΤ

Θεία Κοινωνία και η ευθύνη των ιερέων
Αυτά σας λέγω σε σας που μεταλαμβάνετε και σε σας που υπηρετείτε στα μυστήρια. Γιατί το θεωρώ απαραίτητο να μιλήσω και προς εσάς, για να παρέχετε αυτά τα δώρα με πολλή προθυμία. Δεν είναι μικρή η ευθύνη σας, εάν επιτρέψετε σε κάποιον να λάβει μέρος στην τράπεζα αυτή, μολονότι  γνωρίζετε ότι έχει κάνει κάποια κακιά. Το αίμα του θα ζητηθεί από τα δικά σας χέρια. Και αν ακόμη είναι στρατηγός ή ύπαρχος ή ακόμη ο ίδιος ο βασιλιάς και προσέρχεται αναξίως, εμπόδισέ τον, έχεις μεγαλύτερη δύναμη από εκείνον.  

Εσύ όμως, εάν μέν σου είχαν εμπιστευθεί να φυλάσεις μια πηγή ύδατος καθαρή για το ποίμνιο και έβλεπες ένα πρόβατο να έχει στο στόμα του πολύ βούρκο, δεν θα το άφηνες να σκύψει κάτω και να θολώσει την πηγή. Τωρα όμως σου έχει ανατεθεί η φύλαξης πηγής, όχι ύδατος, αλλά αίματος και πνεύματος και ενώ βλέπεις να προσέρχoνται μερικοί έχοντας αμαρτία χειρότερη από χώμα και βούρκο, δεν αγανακτείς ούτε τους εμποδίζεις; Ποιά συγγνώμη μπορείς να έχεις; Για αυτό ο Θεός σας τίμησε με αυτήν την τιμή, για να τα διακρίνετε αυτά. Αυτό είναι η αξία σας, αυτό είναι η ασφάλειά σας, αυτό είναι η αμοιβή σας όλη και όχι να περιφέρεσθε έχοντας λευκό και γυαλιστερό χιτωνίσκο.

Και από που γνωρίζω, λέγει, τον δείνα και τον δείνα; Δεν μιλώ για τους άγνωστους, αλλά για τους γνωστούς. Να πω κάτι πιο φοβερό; Δεν είναι τόσο κακό να βρίσκονται μέσα στον ναό οι αποπατούντες, όσο αυτοί, που, λέγει ο Παύλος, ότι καταπάτησαν τον Χριστό, και "το αίμα της Διαθήκης το θεωρούν κοινό και βρίζουν την χάρη του Πνεύματος" (Έβρ. 10,29). Διότι είναι χειρότερος από δαιμονισμένο αυτός που έχει αμαρτήσει και προσέρχεται στην Κοινωνία. Γιατί εκείνοι, όντας δαιμονισμένοι, δεν τιμωρούνται- αυτοί όμως, όταν προσέρχονται ανάξια, παραδίνονται σε αιώνια τιμωρία.

Ας μη απομακρύνουμε λοιπόν μόνον αυτούς, αλλά γενικά όλους εκείνους τους οποίους βλέπουμε να προσέρχονται αναξίως. Κανείς να μη κοινωνεί από τους μη χριστιανούς. Να μη γίνεται δεκτός κανένας Ιούδας, για να μη πάθει αυτά που έπαθε ο Ιούδας. Σώμα Χριστού είναι και αυτό εδώ το πλήθος. Πρόσεξε λοιπόν, εσύ ο όποιος διακώνεις τα μυστήρια, να μη παροξύνεις τον Δεσπότη μη καθορίζοντας το σώμα αυτό. Μη δίνεις ξίφος αντί για τροφή, αλλά και αν ακόμη εκείνος έρχεται να συμμετάσχει στα μυστήρια από άγνοια, εμπόδισέ τον, μη τον φοβηθείς. Φοβήσου τον Θεό και όχι τον άνθρωπο. Αν φοβηθείς άνθρωπο, θα γίνεις καταγέλαστος και από αυτόν, ενώ εάν φοβηθείς τον Θεό, θα γίνεις σεβαστός και στους ανθρώπους. Εάν όμως εσύ δεν τολμάς, φέρε τον σε εμένα. Δεν θα επιτρέψω να γίνονται τέτοια. Προτιμώ να αποχωριστώ την ψυχή μου, παρά να μεταδώσω το αίμα του Δεσπότου αναξίως. Και προτιμώ να χύσω το αίμα το δικό μου παρά να μεταδώσω αίμα τόσο φρικτό εκεί που δεν πρέπει.


Εάν όμως κάποιος δεν αντιλήφθηκε τον αμαρτωλό, αφού κατέβαλε πολλή προσπάθεια, δεν είναι έγκλημα. Γιατί αυτά τα είπα για τους φανερούς. Γιατί, εάν διορθώνουμε αυτούς, και τους άγνωστους γρήγορα θα μας τους γνωρίσει ο Θεός, ενώ εάν τους αφήσουμε αυτούς, γιατί να μας κανείς γνωστούς εκείνους;

Αυτά τα λέω, όχι για να εμποδίζουμε και να αποκόπτουμε μόνο, αλλά και για να τους επαναφέρουμε αφού τους διορθώσουμε, και για να τους φροντίσουμε. Γιατί έτσι και τον Θεό θα τον έχουμε σπλαγχνικό και θα βρούμε πολλούς να μεταλαμβάνουν επάξια και για την δική μας προσπάθεια, αλλά και για την φροντίδα για τους άλλους, θα απολαύσουμε πολύ μισθό, τον οποίο είθε όλοι μας να επιτύχουμε, με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα αιώνια. Αμήν.


(Εις το κατά Ματθαίον, ΠΒ`, ΕΠΕ 12,212-220. PG 58,7 43-7 45)

Το θαύμα των μυστηρίων
Είναι απαραίτητο να γίνει γνωστό, τι σημαίνει το θαύμα των μυστηρίων, γιατί έγινε και ποιά είναι η ωφέλεια που προέρχεται από αυτό. Λέγειν ο Απόστολος, "Ένα σώμα γινόμαστε και είμαστε μέλη του σώματός Του και από την σάρκα Του και από τα οστά Του" (Εφεσ. 5,30). Και οι μεμυημένοι ας παρακολουθήσουν τα λεγόμενά μου.
Για να μην γίνουμε λοιπόν ένα σώμα μόνο από αγάπη, αλλά και ουσιαστικά, ας αναμειχθούμε με εκείνη την σάρκα. Και αυτό επιτυγχαίνεται με την τροφή που μας χάρισε, επειδή ήθελε να μας δείξει την μεγάλη αγάπη που τρέφει για μας. Για αυτό ανέμειξε τον Εαυτό Του με μας και απετέλεσε με μας ένα σώμα, για να είμαστε ένα, όπως το σώμα είναι ενωμένο με τη κεφαλή. Γιατί αυτή είναι η απόδειξης εκείνων που αγαπώνται πολύ. Και ο Ιώβ υπονοώντας αυτό, έλεγε για τους υπηρέτες του, ότι τόσο πολύ τον αγαπούσαν, ώστε επιθυμούσαν να αναμειχθούν με τη σάρκα του. Γιατί εκείνοι, για να δείξουν την αγάπη που του είχαν, έλεγαν "Ποιος θα μπορέσει να μας δώσει από την σάρκα του, ώστε να τον χορτάσουμε;" (Ιώβ. 31,31).
 
Αυτό ακριβώς έκανε ο Χριστός, για να μας εισάγει σε μεγαλύτερη φιλία και για να αποδείξει την αγάπη Του για μας και δεν παρέδωσε τον εαυτό Του μόνο σε εκείνους που τον αγαπούσαν, αλλά και σε εκείνους που ήθελαν να Τον εγγίσουν, να Τον φάνε, να μπήξουν τα δόντια τους στην σάρκα Του, να αναμειχθούν με Αυτόν, και να χορτάσουν και Αυτός εκπλήρωσε όλη τους την επιθυμία.
Ας φεύγουμε λοιπόν από την τράπεζα εκείνη σαν λιοντάρια που βγάζουν φωτιά, αφού γινόμαστε φοβεροί ακόμα και στον διάβολο, σκεπτόμενοι Αυτόν που έχουμε στο κεφάλι μας και την αγάπη που Εκείνος μας έδειξε. Πολλές φορές οι γονείς δίνουν τα παιδιά τους σε άλλους, για να θρέψουν. "Εγώ όμως, λέγει , δεν κάνω το ίδιο, αλλά σας τρέφω με τις σάρκες μου, σας παραθέτω το εαυτό μου, θέλοντας όλοι σας να είσθε ευγενικοί και σας προσφέρω καλές ελπίδες για το μέλλον. Γιατί αυτός που εδώ σας παρέδωσε τον εαυτό του , με μεγαλύτερη προθυμία θα το κάνει στο μέλλον". "Θέλησα να γίνω αδελφός σας, για σας έδωσα ως κοινό το σώμα και το αίμα μου και πάλι παραδίδω για χάρη σας αυτήν την σάρκα και το αίμα, με τα οποία έγινα συγγενής σας".

Μπορείτε να αγκαλιάσετε την ιερή εκείνη κεφαλή.
Μήπως κανείς από εσάς θα ήθελε να βρίσκεται στην θέση τους και να κρατήσει τα πόδια του Ιησού; Μπορείτε και τώρα όσοι θέλετε, όχι μόνο τα πόδια και τα χέρια, αλλά ακόμη και την ιερή εκείνη κεφαλή να αγκαλιάσετε, συμμετέχοντας στα φρικτά μυστήρια με καθαρή συνείδηση. Και όχι μόνον εδώ, αλλά και εκείνη την μέρα θα τον δείτε να έρχεται με την απερίγραπτη εκείνη δόξα και με το πλήθος των αγγέλων, εάν θελήσετε να γίνετε φιλάνθρωποι. Και θα ακούσετε όχι μόνο τα λόγια αυτά, όπως το "χαίρετε" αλλά και τα αλλά, "ελάτε οι ευλογημένοι από τον πατέρα μου, κληρονομείστε την βασιλεία, η οποία είναι ετοιμασμένη για χάρη σας από τον καιρό της δημιουργίας" (Ματθ. 25,34).
(Εις το κατά Ματθαίον, ΠΘ` ΕΠΕ 12,378. PG  58,784)

(Πηγή Χρυσοστομικός Άμβων ΣΤ)

Αυτό το αίμα ποτίζει την ψυχή μας...
"Αυτό το αίμα μας κάνει βασιλική και ζωηρή την εικόνα, γεννά αυτήν την απίστευτη ωραιότητα, δεν αφήνει να μαραθεί η ευγένεια της ψυχής, αλλά την ποτίζει και την τρέφει συνέχεια. Γιατί  το αίμα που πέρνουμε από τις τροφές, δεν γίνεται αμέσως αίμα, αλλά κάτι άλλο, το αίμα όμως αυτό ποτίζει αμέσως την ψυχή και της δίνει μεγάλη δύναμη. Αυτό το αίμα, όταν το δεχώμαστε αξίζοντας, απομακρύνει τους δαίμονες και τους κρατεί μακρυά μας και φέρνει κοντά μας τους αγγέλους και τον κύριο των αγγέλων. Γιατί, όπου θα ιδούν το αίμα του κυρίου, οι μέν δαίμονες τρέπονται σε φυγή, προσέρχονται όμως οι άγγελοι. Όταν χύθηκε αυτό το αίμα, ξέπλυνε όλη την οικουμένη.

Πολλές φιλοσοφικές σκέψεις για το αίμα αυτό έκανε ο μακάριος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή του. Αυτό το αίμα καθάρισε τα άδυτα και τα αγία των αγίων. Εάν όμως η μορφή αυτού του αίματος είχε τόση δύναμη, ώστε να αλείφεται με αυτό το ανώφλιο του ναού των Εβραίων και της μέσης Αιγύπτου, πολύ μεγαλύτερη δύναμη έχει η αλήθεια. Αυτό το αίμα αγίασε το χρυσό θυσιαστήριο και χωρίς αυτό δεν τολμούσε ο αρχιερέας να εισέλθει στα άδυτα του ναού. Αυτό το αίμα χειροτονούσε ιερείς. Αυτό απαλλασσε από τις αμαρτίες στους τύπους.

Εάν λοιπόν στους τύπους είχε τόση δύναμη, εάν ο θάνατος φοβήθηκε την σκιά του, πες μου, πως δεν θα φοβόταν την αλήθεια; Με αυτό πετυχαίνεται η σωτηρία των ψυχών μας, με αυτό λούζεται η ψυχή μας, με αυτό στολίζεται, με αυτό φλέγεται, αυτό κάνει το νου μας να λάμπει περισσότερο από την φωτιά, αυτό καθιστά την ψυχή μας περισσότερο λαμπερή από τον χρυσό,αυτό το αίμα χύθηκε και μας άνοιξε τον ουρανό.

Πράγματι φρικτά είναι τα μυστήρια της εκκλησίας, φρικτό πράγματι το θυσιαστήριο. Από τον παράδεισο ανέβλυζε πηγή, που έχυνε αισθητούς ποταμούς -από την τράπεζα αυτήν αναβλύζει πηγή, που χύνει πνευματικούς ποταμούς. Κοντά στην πηγή αυτή έχουν φυτευθεί όχι άκαρπες ιτιές, αλλά δένδρα που φθάνουν ως τον ουρανό, που έχουν καρπό πάντοτε ώριμο και αμάραντο. Όποιος ζεσταίνεται, ας έρχεται κοντά σ αυτήν την πηγή και ας καταδροσισθεί από την ζέστη. Γιατί και την ζεστή διώχνει και όλα όσα καίγονται ψυχραίνει -όχι εκείνα που καίγονται από τον ήλιο, αλλά από τα πυρακτωμένα βέλη. Γιατί από επάνω έχει και την αρχή και την ρίζα, από εκείνο το μέρος, από το οποίο ποτίζεται.
Τα ρυάκια αυτής της πηγής είναι πολλά, τα οποία μας αφήνει ο Παράκλητος. Και μεσίτης γίνεται ο Υιός, χωρίς να κρατεί δικέλλα και χωρίς να ετοιμάζει τον δρόμο, αλλά ανοίγοντας την δική μας διάθεση.
Αυτή η πηγή είναι πηγή φωτός και αναβλύζει τις ακτίνες της αλήθειας. Κοντά σε αυτήν παρευρίσκονται και οι άνω δυνάμεις, κοιτάζοντας την ωραιότητα των υδάτων και της απλησίαστες ανταύγειες, επειδή εκείνες βλέπουν καλύτερα την δύναμη των πραγμάτων που βρίσκονται μπροστά τους.
Γιατί, όπως όταν λιώνει ο χρυσός, αν κάποιος βάλει μέσα σ αυτόν το χέρι του ή την γλώσσα του, αν μπορεί να γίνει αυτό, αμέσως γίνεται χρυσή, έτσι και τα μυστήρια, που έχουμε εδώ, κάνουν την ψυχή πολύ ανώτερη από ό,τι αυτά που είπαμε. Γιατί ο ποταμός κοχλάζει δυνατώτερα από την φωτιά, αλλά δεν καίει, παρά βαπτίζει μόνο ό,τι θα λάβει.
Αυτό το αίμα υπήρχε πάντοτε σε προτύπωση στους βωμούς και στις σφαγές των δικαίων. Αυτό το αίμα είναι το τίμημα της οικουμένης, με αυτό ο Χριστός εξαγόρασε την εκκλησία και με αυτό την καταστόλισε ολόκληρη. Γιατί, όπως ο άνθρωπος που αγοράζει δούλους δίνει χρυσό και αν θέλει να τους στολίσει, πάλι με χρυσό το κάνει, έτσι και ο Χριστός και μας αγόρασε με το αίμα Του και μας στόλισε με το αίμα Του.
Όσοι είναι μέτοχοι αυτού αίματος, στέκονται μαζί με τους αγγέλους, τους αρχαγγέλους και τις άνω δυνάμεις, φορώντας την βασιλική στολή του Χριστού και κρατώντας τα πνευματικά όπλα. Αλλά ακόμη δεν είπα το σπουδαιότερο -έχουν ντυθεί αυτόν τον βασιλιά".
(Πηγή: Χρυσοστομικός Άμβων ΣΤ)

"Είχα τους λόγους μου που δεν ήθελα να έχει ο κόσμος νόημα, κατά συνέπεια, έπαιρνα ως δεδομένο ότι δεν είχε κανένα νόημα, και μπορούσα χωρίς καμιά δυσκολία να βρίσκω επαρκή επιχειρήματα γι΄αυτή μου την υπόθεση.Ο φιλόσοφος που δεν βρίσκει νόημα στον κόσμο, δεν ασχολείται αποκλειστικά με ένα πρόβλημα καθαρά μεταφυσικό, αλλα προσπαθεί να αποδείξει ότι δεν υπάρχει λόγος να μην κάνει αυτό που θέλει ή γιατί οι φίλοι του να μην αναρριχηθούν στην πολιτική εξουσία και να κυβερνήσουν με τρόπο που θα εξυπηρετήσει περισσότερο τα δικά τους συμφέροντα...
Όσο  για μένα, η φιλοσοφία του ότι στη ζωή δεν υπάρχει νόημα ήταν στην ουσία ένα όργανο απελευθέρωσης, σεξουαλικής και πολιτικής".
(ALDOUS HUXLEY, αθειστής)

"Κάποτε συζητούσα με μια κοπέλα που δεν άντεχε πλέον τον Χριστιανισμό, επειδή πίστευε πως δεν είχε σχέση με την Ιστορία και δεν διέθετε κανένα τεκμηριωμένο στοιχείο. Είχε πείσει τους πάντες ότι είχε κάνει την έρευνα της και ως αποτέλεσμα των πανεπιστημιακών της σπουδών είχε καταλήξει σε σημαντικά διανοητικά προβλήματα. Κανένας δεν είχε καταφέρει να την πείσει για την αλήθεια του Χριστού, επειδή την πλησίαζαν καθαρά διανοητικά για να απαντήσουν στις πολλές κατηγορίες που είχε κατά του Χριστιανισμού.
Εγώ την άκουσα, και μετά της έκανα πολλές ερωτήσεις. Μέσα σε τριάντα λεπτά είχε παραδεχθεί ότι είχε κοροϊδέψει τους πάντες και ότι είχε καλλιεργήσει αυτές τις αμφιβολίες κατανόησης για να δικαιολογήσει την ηθική της.
Πρέπει κανείς να απαντήσει το βασικό ερώτημα – όχι της επιφανειακές υπεκφυγές, που συνήθως φαίνονται απο μακριά!

Ένας φοιτητής μού είπε κάποτε ότι είχε πρόβλημα κατανόησης με το Χριστιανισμό και γι΄αυτό του ήταν αδύνατο να δεχθεί Σωτήρα του το Χριστό. «Γιατί δεν μπορείς να πιστέψεις;» τον ρώτησα: «Η Καινή Διαθήκη δεν είναι αξιόπιστη» μου απάντησε. «Αν σου αποδείξω ότι η Καινή Διαθήκη είναι απ΄τα πιο αξιόπιστα κείμενα της αρχαιότητας, θα πιστέψεις;» τον ξαναρώτησα.
«’Οχι!» είπε με στόμφο. «Το πρόβλημά σου δεν είναι στο μυαλό αλλά στη θέλησή σου» του απάντησα.

Ένας τελειόφοιτος πανεπιστημίου μετά απο μια διάλεξη που έκανα με θέμα «Η Ανάσταση: Φάρσα ή Ιστορία;» με βομβάρδισε με ερωτήσεις ανακατεμένες με κατηγορίες (αργότερα έμαθα ότι αυτό το έκανε με κάθε Χριστιανό ομιλητή).
Τελικά, μετά απο σαράντα πέντε λεπτά διαλόγου τον ρώτησα: «Αν σου αποδείξω πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο Χριστός αναστήθηκε και είναι ο Υιός του Θεού, θα το ξανασκεφτείς να γίνεις Χριστιανός;»
Η άμεση και με έμφαση απάντηση του ήταν: «’Οχι!»
(Από το βιβλίο "Ζητώ αποδείξεις" Josh McDowell εκδ. ο Λογος σελ. 45-46)

ΚΑΒΑΦΗΣ
ο Καβάφης στο ποιήμα του «Τα παράθυρα»:
«Μα τα παράθυρα δεν βρίσκονται.. ή δεν μπορώ να τα βρώ.
Και ίσως καλύτερα να μη τα βρώ.
Ίσως το φώς να είναι μιά νέα τυραννία!
Ποίος ξέρει, τι καινούργια πράγματα θα δείξει!».....

ΙΕΡΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ
"Γιατί όμως «η αλήθεια γεννά το μίσος». Αν όλοι θέλουν την ευτυχία, που δεν είναι άλλη απο την χαρά της αλήθειας, τότε γιατί   «ο κήρυκας της αλήθειας σου εγινε εχθρός τους»; Γιατί λοιπόν;  
Μήπως επειδή ο κόσμος αγαπά την αλήθεια, που εννοεί να βλέπει ως αλήθεια ακόμη και την πλάνη του;  Ή μήπως επειδή δεν θέλει να παραδεχτεί οτι εξαπατήθηκε, δεν θέλει να τον πείσουν ότι σφάλλει;
Αγαπούν το φώς της, αλλά μισούν τον έλενχό της. Δεν θέλουν να εξαπατώνται, αλλά θέλουν μόνο να εξαπατούν. Την αγαπούν όταν τους ανακαλύπτετε, αλλά την μισούν όταν τους αποκαλύπτει.
Αλλά να ποιά θα είναι η αμοιβή τους: η αλήθεια θα ξεσκεπάσει αυτούς που την αρνούνται, αλλά γι αυτούς θα μένει πάντα σκεπασμένη.
Ναι, έτσι είναι ο νους του ανθρώπου! Δες τον, πόσο είναι τυφλός και αδύναμος, ντροπιασμένος και ατιμασμένος. Θέλει να κρύβετε, αλλά να μην του μένει τίποτε κρυφό!
Και ιδού η τιμωρία του: δεν μπορεί να κρυφτεί απο την αλήθεια, αλλά η αλήθεια τού μένει κρυμμένη.
Όμως και μέσα σε όλη αυτή την αθλιότητα,περισσότερο χαίρετε με την αλήθεια παρά με το ψεμα.
Ευτυχία θα νιώσει μόνο όταν αποτινάξει κάθε μέριμνα και ευφρανθεί με τη μοναδική αλήθεια, την αρχή παντός του αληθινού".

(Εξομολογήσεις Ιερού Αυγουστίνου. εκδ. Πατάκη)

Μπήκα βραδάκι στο υπνοδωμάτιο μου και αμέσως μια γλυκά θαλπωρή με τύλιξε. Τα δύο φωτιστικά δίπλα από το κρεβάτι μου έδιναν ένα χαμηλότονο χρυσαφένιο και απόκοσμο φως στο χώρο. Το κρεβάτι μεγάλο, μαλακό, σκεπασμένο με τη ζεστή χνουδωτή κουβέρτα περιμένει για να χαρίσει ξεκούραση στο κορμί μα και ανάπουση στη ψυχή. Η βιβλιοθήκη απέναντι, γεμάτη από αγαπημένα βιβλία, τροφή μυαλού και ψυχής. Οι εικόνες του Χριστού και των αγίων, ένα γύρω στους τοίχους, γεμίζουν το δωμάτιο με παρουσίες και σβήνουν κάθε αίσθηση μοναξιάς. Η κουνιστή καρέκλα στη γωνία, μπροστά από τη βιβλιοθήκη με το αφράτο μαξιλαράκι είναι μια πρόσκληση για στιγμές χαλάρωσης αλλά και ευκαιρία για ταξίδια του νου και της καρδιάς.

Ένας πόθος πάνω στην ανθοστήλη δίνει στο χώρο μια αίσθηση φρεσκάδας και ζωντάνιας.

Το αίσθημα της ευγνωμοσύνης άρχισε να ξεχειλίζει από μέσα μου. «Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου για όλα τα καλά και τα ωραία που απολαμβάνω στη ζωή μου. Σ’ ευχαριστώ που βρίσκομαι μέσα στην ασφάλεια, στη ζέστη και στην ομορφιά. Σ’ ευχαριστώ για τις προοπτικές που μου παρέχεις. Για τον αγώνα της ζωής που μου τον κάνεις εύκολο. Για την παρουσία Σου στη ζωή μου που σβήνει κάθε μοναξιά...»

Και ξαφνικά η ματιά μου σταματά πάνω στη βιβλιοθήκη που είναι η εικόνα της Παναγίας των αγγέλων και σκέψεις με ερωτηματικά κατακλύζουν το μυαλό μου:

«Εσύ γλυκιά μου Παναγιά τι είχες στη ζωή σου απ’ ότι έχω εγώ; Τι είχες να σε ξεκουράζει, να σου διευκολύνει τη ζωή; Τι συναισθήματα ένοιωθες τα βράδια όταν πήγαινες να ξεκουραστείς; Ποια ήταν η χαρά σου;»

Και η απάντηση ξεχύνεται σας χείμαρος από μέσα μου: «Τα δυο της χέρια αγκάλιαζαν Αυτόν που θα΄θελε όλος ο κόσμος τουλάχιστον ν’ αγγίξει μόνο και ταυτόχρονα βρισκόταν ολόκληρη μέσα στην αγκαλιά Του! Τι ευλογία..»

Τι υπέροχη και αξεπέραστη εικόνα!

“Μα κι ένα ερώτημα ήρθε στο μυαλό μου κι έμεινε να αιωρείται... «Εσύ θα τα αντάλλασες όλα αυτά τα πολυπόθητα για αυτήν την Αγκαλιά;;”