ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ! ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…
¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBAN: GR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).
αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα: Πατερική Θεολογία
Το σπουδαίο είναι να μπούμε στην Εκκλησία. Να ενωθούμε με τους συνανθρώπους μας, με τις χαρές και τις λύπες όλων. Να τους νιώθουμε δικούς μας, να προσευχόμαστε για όλους, να πονάμε για την σωτηρία τους, να ξεχνάμε τους εαυτούς μας. Να κάνομε το παν γι’ αυτούς, όπως ο Χριστός για μας. Μέσα στην Εκκλησία γινόμαστε ένα με κάθε δυστυχισμένο και πονεμένο κι αμαρτωλό. Κανείς δεν πρέπει να θέλει να σωθεί μόνος του, χωρίς να σωθούν και οι άλλοι. Είναι λάθος να προσεύχεται κανείς για τον εαυτό του, για να σωθεί ο ίδιος. Τους άλλους πρέπει να αγαπάμε και να προσευχόμαστε να μη χαθεί κανείς· να μπούν όλοι στην Εκκλησία. Αυτό έχει αξία. Και μ’ αυτή την επιθυμία πρέπει να φύγει κανείς απ’ τον κόσμο, για να πάει στο μοναστήρι η στην έρημο.
Μέσα στην Εκκλησία, που έχει τα μυστήρια που σώζουν, δεν υπάρχει απελπισία. Μπορεί να είμαστε πολύ αμαρτωλοί. Εξομολογούμαστε, όμως μας διαβάζει ο παπάς κι έτσι συγχωρούμαστε και προχωρούμε προς την αθανασία, χωρίς καθόλου άγχος, χωρίς καθόλου φόβο.
Όποιος ζει τον Χριστό, γίνεται ένα μαζί Του, με την Εκκλησία Του. Ζει μια τρέλα! Η ζωή αυτή είναι διαφορετική απ’ τη ζωή των ανθρώπων. Είναι χαρά, είναι φως, είναι αγαλλίαση, είναι ανάταση. Αυτή είναι η ζωή της Εκκλησίας, η ζωή του Ευαγγελίου, η Βασιλεία του Θεού. «Η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστίν» (Λουκ. 17,21). Έρχεται μέσα μας ο Χριστός κι εμείς είμαστε μέσα Του. Και συμβαίνει όπως μ’ ένα κομμάτι σίδηρο που τοποθετημένο μές στη φωτιά γίνεται φωτιά και φως· έξω απ’ τη φωτιά, πάλι σίδηρος σκοτεινός, σκοτάδι.
Όσοι κατηγορούν την Εκκλησία για τα λάθη των εκπροσώπων της, με σκοπό δήθεν να βοηθήσουν για την διόρθωση, κάνουν μεγάλο λάθος. Αυτοί δεν αγαπούν την Εκκλησία. Ούτε, βέβαια τον Χριστό. Τότε αγαπάμε την Εκκλησία, όταν με την προσευχή μας αγκαλιάζουμε κάθε μέλος της και κάνομε ό,τι κάνει ο Χριστός. Θυσιαζόμαστε, αγρυπνούμε, κάνομε το παν, όπως εκείνος, ο οποίος «τις λοιδορίες δεν τις ανταπέδιδε, και όταν έπασχε δεν απειλούσε» (Α΄ Πετρ. 2,23).
Να προσέχουμε και το τυπικό μέρος. Να ζούμε τα μυστήρια, ιδιαίτερα το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Σ’ αυτά βρίσκεται η Ορθοδοξία. Προσφέρεται ο Χριστός στην Εκκλησία με τα μυστήρια και κυρίως με την Θεία Κοινωνία.
Για πολλούς, όμως, η θρησκεία είναι ένας αγώνας, μια αγωνία κι ένα άγχος. Γι’ αυτό πολλούς απ’ τους «θρήσκους» τους θεωρούνε δυστυχισμένους, γιατί βλέπουνε σε τι χάλια βρίσκονται. Και πράγματι. Γιατί αν δεν καταλάβει κανείς το βάθος της θρησκείας και δεν την ζήσει, η θρησκεία καταντάει αρρώστεια και μάλιστα φοβερή. Τόσο φοβερή, που ο άνθρωπος χάνει τον έλεγχο των πράξεών του, γίνεται άβουλος κι ανίσχυρος, έχει αγωνία κι άγχος και φέρεται υπό κακού πνεύματος (δηλ. δαιμονικής ενέργειας). Κάνει μετάνοιες, κλαίει, φωνάζει, ταπεινώνεται τάχα, κι όλη αυτή η ταπείνωση είμαι μια σατανική ενέργεια. Ορισμένοι τέτοιοι άνθρωποι ζούνε τη θρησκεία σαν ένα είδος κολάσεως. Μέσα στην εκκλησία κάνουν μετάνοιες, σταυρούς, λένε, «είμαστε αμαρτωλοί, ανάξιοι», και μόλις βγούνε έξω, αρχίζουν να βλασφημάνε τα θεία, όταν κάποιος λίγο τους ενοχλήσει. Φαίνεται καθαρά ότι υπάρχει στο μέσον δαιμόνιο.
Στην πραγματικότητα, η χριστιανική θρησκεία μεταβάλλει τον άνθρωπο και τον θεραπεύει. Η κυριότερη, όμως, προϋπόθεση, για να αντιληφθεί και να διακρίνει ο άνθρωπος την αλήθεια, είναι η ταπείνωση. Ο εγωισμός σκοτίζει το νού του ανθρώπου, τον μπερδεύει, τον οδηγεί στην πλάνη, στην αίρεση. Είναι σπουδαίο να κατανοήσει ο άνθρωπος την αλήθεια.
Στις αιρέσεις πάνε όλοι οι μπερδεμένοι. Μπερδεμένα παιδιά μπερδεμένων γονέων.
Πολλές φορές ούτε ο κόπος, ούτε οι μετάνοιες, ούτε οι σταυροί προσελκύουν τη χάρη. Υπάρχουν μυστικά. Το ουσιαστικότερο είναι να φύγεις απ’ τον τύπο και να πηγαίνεις στην ουσία. Ό,τι γίνεται, να γίνεται από αγάπη.
Όταν δεν ζείς με τον Χριστό, ζείς μές στη μελαγχολία, στη θλίψη, στο άγχος, στη στενοχώρια. δεν ζείς σωστά. Τότε παρουσιάζονται πολλές ανωμαλίες και στον οργανισμό. Επηρεάζεται το σώμα, οι ενδοκρινείς αδένες, το συκώτι, η χολή, το πάγκρεας, το στομάχι. Σου λένε: «Για να είσαι υγιής, πάρε το πρωί το γάλα σου, το αυγουλάκι σου, το βουτυράκι σου με δύο-τρία παξιμάδια». Κι όμως, αν ζείς σωστά, αν αγαπήσεις τον Χριστό, μ’ ένα πορτοκάλι κι ένα μήλο είσαι εντάξει. Το μεγάλο φάρμακο είναι να επιδοθεί κανείς στην λατρεία του Χριστού. Όλα θεραπεύονται. Όλα λειτουργούν κανονικά. Η αγάπη του Θεού όλα τα μεταβάλλει, τα μεταποιεί, τα αγιάζει, τα διορθώνει, τα αλλάζει, τα μεταστοιχειώνει.
Ο έρωτας προς τον Χριστό είναι κάτι άλλο. Δεν έχει τέλος, δεν έχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει υγεία, δίνει, δίνει, δίνει… Κι όσο δίνει, τόσο πιο πολύ ο άνθρωπος θέλει να ερωτεύεται. Ενώ ο ανθρώπινος έρωτας μπορεί να φθείρει τον άνθρωπο, να τον τρελάνει. Όταν αγαπήσομε τον Χριστό, όλες οι άλλες αγάπες υποχωρούν. Οι άλλες αγάπες έχουν κορεσμό.. Η αγάπη του Χριστού δεν έχει κορεσμό. Η σαρκική αγάπη έχει κορεσμό. Μετά μπορεί ν’ αρχίσει η ζήλια, η γκρίνια, μέχρι κι ο φόνος. Μπορεί να μεταβληθεί σε μίσος. Η εν Χριστώ αγάπη δεν αλλοιώνεται. Η κοσμική αγάπη λίγο διατηρείται και σιγά σιγά σβήνει, ενώ η θεία αγάπη ολοένα μεγαλώνει και βαθαίνει. Κάθε άλλος έρωτας μπορεί να φέρει τον άνθρωπο σε απελπισία. Ο θείος έρως, όμως, μας ανεβάζει στη σφαίρα του Θεού, μας χαρίζει γαλήνη, χαρά, πληρότητα. Οι άλλες ηδονές κουράζουν, ενώ αυτή διαρκώς δεν χορταίνεται. Είναι μία ηδονή ακόρεστος, που δεν την βαριέται κανείς ποτέ. Είναι το άκρον αγαθόν.
Όταν αγαπάς τον Χριστό, παρόλες τις αδυναμίες και τη συναίσθηση που έχεις γι’ αυτές έχεις τη βεβαιότητα ότι ξεπέρασες τον θάνατο, γιατί βρίσκεσαι στην κοινωνία της αγάπης του Χριστού.
Τον Χριστό να τον αισθανόμαστε σαν φίλο μας. Είναι φίλος μας. Το βεβαιώνει ο ίδιος, όταν λέει: «Εσείς είστε φίλοι μου…» (Ιω. 15,14). Σαν φίλο να τον ατενίζομε και να τον πλησιάζομε. Πέφτομε; Αμαρτάνομε; Με οικειότητα, με αγάπη κι εμπιστοσύνη να τρέχομε κοντά του· όχι με φόβο ότι θα μας τιμωρήσει αλλά με θάρρος, που θα μας το δίδει η αίσθηση του φίλου. Να του πούμε: «Κύριε, το έκανα, έπεσα, συγχώρεσέ με». Αλλά συγχρόνως να αισθανόμαστε ότι μας αγαπάει, ότι μας δέχεται τρυφερά, με αγάπη και μας συγχωρεί. Να μη μας χωρίζει απ’ τον Χριστό η αμαρτία. Όταν πιστεύουμε ότι μας αγαπάει και τον αγαπάμε, δεν θα αισθανόμαστε ξένοι και χωρισμένοι απ’ Αυτόν, ούτε όταν αμαρτάνουμε. Έχουμε εξασφαλίσει την αγάπη Του κι όπως και να φερθούμε, ξέρομε ότι μας αγαπάει.
Το Ευαγγέλιο, βέβαια, λέει με συμβολικές λέξεις για τον άδικο ότι θα βρεθεί εκεί, όπου υπάρχει «ο τριγμός και ο βρυγμός των οδόντων», διότι μακράν του Θεού έτσι είναι. Και από τους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας πολλοί ομιλούν για φόβο θανάτου και κολάσεως. Λένε: «Έχε μνήμη θανάτου πάντοτε». Αυτές οι λέξεις, αν τις εξετάσομε βαθιά, δημιουργούν τον φόβο της κολάσεως. Ο άνθρωπος προσπαθώντας ν’ αποφύγει την αμαρτία, κάνει αυτές τις σκέψεις, για να κυριευθεί η ψυχή του απ’ το φόβο του θανάτου, της κολάσεως και του διαβόλου. ...
Όλα έχουν τη σημασία τους, το χρόνο και την περίστασή τους. Η έννοια του φόβου είναι καλή για τα πρώτα στάδια. Είναι για τους αρχάριους, γι’ αυτούς που ζει μέσα τους ο παλαιός άνθρωπος. Ο άνθρωπος ο αρχάριος, που δεν έχει ακόμη λεπτυνθεί, συγκρατείται απ’ το κακό με το φόβο. Και ο φόβος είναι απαραίτητος, εφόσον είμαστε υλικοί και χαμερπείς. Αλλ’ αυτό είναι ένα στάδιο, ένας χαμηλός βαθμός σχέσεως με το θείον. Το πάμε στη συναλλαγή, προκειμένου να κερδίσομε τον Παράδεισο η να γλιτώσομε την κόλαση. Αυτό, αν το καλοεξετάσομε, δείχνει κάποια ιδιοτέλεια, κάποιο συμφέρον. Εμένα δε μου αρέσει αυτός ο τρόπος. Όταν ο άνθρωπος προχωρήσει και μπεί στην αγάπη του Θεού, τι του χρειάζεται ο φόβος; Ό,τι κάνει, το κάνει από αγάπη κι έχει πολύ μεγαλύτερη αξία αυτό. Το να γίνει καλός κάποιος από φόβο στον Θεό κι όχι από αγάπη δεν έχει τόση αξία.
Όποιος θέλει να γίνει χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής. Αν στραπατσαρισθεί η ψυχή και γίνει ανάξια της αγάπης του Χριστού, διακόπτει ο Χριστός τις σχέσεις, διότι ο Χριστός «χοντρές» ψυχές δεν θέλει κοντά Του.
Κανείς να μη σάς βλέπει, κανείς να μην καταλαβαίνει τις κινήσεις της λατρείας σας προς το θείον. Όλ’ αυτά κρυφά, μυστικά, σαν τους ασκητές. Θυμάστε που σάς έχω πεί για τ’ αηδονάκι; Μές στο δάσος κελαϊδάει. Στη σιγή. Να πεί πως κάποιος τ’ ακούει, πως κάποιος το επαινεί; Πόσο ωραίο κελάηδημα στην ερημιά! Έχετε δεί πως φουσκώνει ο λάρυγγάς του; Έτσι γίνεται και μ’ αυτόν που ερωτεύεται τον Χριστό. Άμα αγαπάει, «φουσκώνει ο λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει η γλώσσα». Πιάνει μια σπηλιά, ένα λαγκάδι και ζει τον Θεό μυστικά, «στεναγμοίς αλαλήτοις».
Περιφρονήστε τα πάθη, μην ασχολείσθε με τον διάβολο. Στραφείτε στον Χριστό.
Η θεία χάρις μας διδάσκει το δικό μας χρέος. Για να την προσελκύσουμε, θέλει αγάπη, λαχτάρα. Η χάρις του Θεού θέλει θείο έρωτα. Η αγάπη αρκεί, για να μας φέρει σε κατάλληλη «φόρμα» για προσευχή. Μόνος Του θα έλθει ο Χριστός και θα εγκύψει στην ψυχή μας, αρκεί να βρει ορισμένα πραγματάκια που να Τον ευχαριστούν· αγαθή προαίρεση, ταπείνωση και αγάπη. Χωρίς αυτά δεν μπορούμε να πούμε «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με»
Ο παραμικρός γογγυσμός κατά του πλησίον επηρεάζει την ψυχή σας και δεν μπορείτε να προσευχηθείτε. Το Πνεύμα το Άγιον, όταν βρίσκει έτσι την ψυχή, δεν τολμάει να πλησιάσει.
Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα.
Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του.
Αν δεν κάνετε υπακοή (σε ιερέα-πνευματικό) και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή (δηλ. το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) δεν έρχεται και υπάρχει και φόβος πλάνης.
Να μην γίνεται η ευχή (το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μία αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση. Και γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία· αλλά δεν είναι υγιές.
Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στον δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.
Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μία ολόκληρη νύχτα να προσεύχεται κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι.
Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει αμέσως αρχίζει: «Κύριε Ιησού Χριστέ…». Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά. Για παράδειγμα, πάσχεις από αυπνία· να μη σκέπτεσαι τον ύπνο. Να σηκώνεσαι, να βγαίνεις έξω και να έρχεσαι πάλι μέσα στο δωμάτιο, να πέφτεις στο κρεβάτι σαν για πρώτη φορά, χωρίς να σκέπτεσαι αν θα κοιμηθείς η όχι. Να συγκεντρώνεσαι, να λες τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ…» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.
Όλα είναι μέσα μας, και τα ένστικτα και τα πάντα, και ζητούν ικανοποίηση. Αν δεν τα ικανοποιήσομε, κάποτε θα εκδικηθούν, εκτός και τα διοχετεύσομε αλλού, στο ανώτερο, στον Θεό.
Δεν γίνεσθε άγιοι κυνηγώντας το κακό. Αφήστε το κακό. Να κοιτάζετε προς τον Χριστό κι Αυτός θα σάς σώσει. Αντί να στέκεσθε έξω από την πόρτα και να διώχνετε τον εχθρό, περιφρονήστε τον. Έρχεται από δώ το κακό; Δοθείτε μά τρόπο απαλό από εκεί. Δηλαδή έρχεται να σάς προσβάλει το κακό, δώστε εσείς την εσωτερική σας δύναμη στο καλό, στον Χριστό. Παρακαλέστε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Ξέρει εκείνος πως να σάς ελεήσει, με τι τρόπο. Κι όταν γεμίζετε απ’ το καλό, δεν στρέφεσθε πια προς το κακό. Γίνεσθε μόνοι σας, με τη χάρη του Θεού, καλοί. Που να βρει τόπο τότε το κακό; Εξαφανίζεται!
Σάς πιάνει φοβία κι απογοήτευση; Στραφείτε στον Χριστό. Αγαπήστε τον απλά, ταπεινά, χωρίς απαίτηση και θα σάς απαλλάξει ο Ίδιος.
Να μη διαλέγετε αρνητικούς τρόπους για τη διόρθωσή σας. Δεν χρειάζεται ούτε τον διάβολο να φοβάσθε, ούτε την κόλαση, ούτε τίποτα. Δημιουργούν αντίδραση. Έχω κι εγώ μία μικρή πείρα σ’ αυτά. Ο σκοπός δεν είναι να κάθεσθε, να πλήττετε και να σφίγγεσθε, για να βελτιωθείτε. Ο σκοπός είναι να ζείτε, να μελετάτε, να προσεύχεσθε, να προχωράτε στην αγάπη, στην αγάπη του Χριστού, στην αγάπη της Εκκλησίας.
Τις αδυναμίες αφήστε τις όλες, για να μην παίρνει είδηση το αντίθετο πνεύμα (δηλ. ο διάβολος) και σάς βουτάει και σάς καθηλώνει και σάς βάζει στη στενοχώρια. Να μην κάνετε καμιά προσπάθεια ν’ απαλλαγείτε από αυτές. Ν’ αγωνίζεσθε με απαλότητα και απλότητα, χωρίς σφίξιμο και άγχος. Μη λέτε: «Τώρα θα σφιχτώ, θα κάνω προσευχή ν’ αποκτήσω αγάπη, να γίνω καλός κ.λπ.». Δεν είναι καλό να σφίγγεσαι και να πλήττεις, για να γίνεις καλός. Έτσι θ’ αντιδράσετε χειρότερα. Όλα να γίνονται με απαλό τρόπο, αβίαστα και ελεύθερα. Ούτε να λέτε: «Θεέ μου, απάλλαξέ με απ’ αυτό», παραδείγματος χάριν, τον θυμό, την λύπη. Δεν είναι καλό να προσευχόμαστε η και να σκεπτόμαστε το συγκεκριμένο πάθος. κάτι γίνεται στην ψυχή μας και μπλεκόμαστε ακόμη περισσότερο. Ρίξου με ορμή, για να νικήσεις το πάθος και θα δείς τότε πως θα σ’ αγκαλιάσει, θα σε σφίξει και δεν θα μπορέσεις να κάνεις τίποτα.
Η ελευθερία δεν κερδίζεται, αν δεν ελευθερώσομε το εσωτερικό μας απ’ τα μπερδέματα και τα πάθη.
Αυτό είναι η Εκκλησία μας, αυτή είναι η χαρά μας, αυτό είναι το παν για μας. Και ο άνθρωπος σήμερα αυτό ζητάει. Και παίρνει τα δηλητήρια και τα ναρκωτικά, για να έλθει σε κόσμους χαράς. αλλά ψεύτικης χαράς. Κάτι αισθάνεται εκείνη τη στιγμή και αύριο είναι τσακισμένος. Το ένα τον τρίβει, τον τρώει, τον τσακίζει, τον ψήνει. Ενώ το άλλο, δηλαδή το δόσιμο στον Χριστό, τον ζωογονεί, του δίνει χαρά, τον κάνει να χαίρεται τη ζωή, να νιώθει δύναμη, μεγαλείο.
Είναι μεγάλη τέχνη να τα καταφέρετε να αγιασθεί η ψυχή σας. Παντού μπορεί ν’ αγιάσει κανείς. Και στην Ομόνοια μπορεί ν’ αγιάσει, αν το θέλει. Στην εργασία σας, όποια και να είναι, μπορείτε να γίνετε άγιοι. Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη. Να βάζετε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, με ενθουσιασμό και αγάπη, προσευχή και σιωπή. Όχι να έχετε άγχος και να σάς πονάει το στήθος.
Να εργάζεσθε με εγρήγορση, απλά, απαλά, χωρίς αγωνία, με χαρά κι αγαλλίαση, με αγαθή διάθεση. Τότε έρχεται η θεία χάρις.
Όλα τα δυσάρεστα, που μένουν μέσα στην ψυχή σας και φέρνουν άγχος, μπορούν να γίνουν αφορμή για τη λατρεία του Θεού και να παύσουν να σάς καταπονούν. Να έχετε εμπιστοσύνη στον Θεό.
Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεσθε. Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν’ ατενίσετε το φως, να κατακτήσετε το φως. Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, να δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού.
Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στον Χριστό.
Η επικοινωνία με τον Χριστό, όταν γίνεται απλά, απαλά, χωρίς πίεση, κάνει τον διάβολο να φεύγει. Ο σατανάς δεν φεύγει με πίεση, με σφίξιμο. Απομακρύνεται με την πραότητα και την προσευχή. Υποχωρεί, όταν δεί την ψυχή να τον περιφρονεί και να στρέφεται με αγάπη προς τον Χριστό. Την περιφρόνηση δεν μπορεί να τη υποφέρει, διότι είναι υπερόπτης. Όταν, όμως, πιέζεσθε, το κακό πνεύμα σάς παίρνει είδηση και σάς πολεμάει. Μην ασχολείσθε με τον διάβολο, ούτε να παρακαλείτε να φύγει. Όσο παρακαλείτε να φύγει, τόσο σάς αγκαλιάζει. Τον διάβολο να τον περιφρονείτε. Να μην τον πολεμάτε κατά μέτωπον. Όταν πολεμάς με πείσμα κατά του διαβόλου, επιτίθεται κι εκείνος σαν τίγρης, σαν αγριόγατα. Όταν του ρίχνεις σφαίρες, αυτός σου ρίχνει χειροβομβίδα. Όταν του ρίχνεις βόμβα, σου ρίχνει πύραυλο. Μη κοιτάζετε το κακό. Να κοιτάζετε την αγκαλιά του Θεού και να πέφτετε στην αγκαλιά Του και να προχωρείτε.
Ο ταπεινός έχει συνείδηση της εσωτερικής του καταστάσεως και, όσο κι αν είναι άσχημη, δεν χάνει την προσωπικότητά του. Δεν χάνει την ισορροπία του. Το αντίθετο συμβάνει με τον εγωιστή, τον έχοντα αισθήματα κατωτερότητος. Στην αρχή μοιάζει με τον ταπεινό. Λίγο, όμως, αν τον πειράξει κανείς, αμέσως χάνει την ειρήνη του, εκνευρίζεται, ταράζεται.
Όταν ο άνθρωπος ζει χωρίς Θεό, χωρίς γαλήνη, χωρίς εμπιστοσύνη, αλλά με άγχος, αγωνία, κατάθλιψη, απελπισία, αποκτάει ασθένειες σωματικές και ψυχικές. Η ψυχασθένεια, η νευρασθένεια, ο διχασμός είναι δαιμονικές καταστάσεις. Δαιμόνιο είναι επίσης και η ταπεινολογία. Το λένε αίσθημα κατωτερότητος. Η αληθινή ταπείνωση δεν μιλάει, δεν λέει ταπεινολογίες, δηλαδή, «είμαι αμαρτωλός, ανάξιος, ελάχιστος πάντων…». Φοβάται ο ταπεινός μήπως με τις ταπεινολογίες πέσει στην κενοδοξία. Η χάρις του Θεού δεν πλησιάζει εδώ. Αντίθετα, η χάρις του Θεού βρίσκεται εκεί όπου υπάρχει αληθινή ταπείνωση, η θεία ταπείνωση, η τέλεια εμπιστοσύνη στον Θεό. Η εξάρτηση από Εκείνον.
Ο κενόδοξος την ψυχή του την αποξενώνει απ’ την αιώνια ζωή. Τελικά ο εγωισμός είναι σκέτη κουταμάρα! Η κενοδοξία μας κάνει κούφιους. Όταν κάνομε κάτι για να επιδειχθούμε, καταντούμε άδειοι ψυχικά. Ό,τι κάνομε, να το κάνομε για να ευχαριστήσομε τον Θεό· ανιδιοτελώς, χωρίς κενοδοξία, χωρίς υπηρηφάνεια, χωρίς εγωισμό, χωρίς, χωρίς…
Δεν πρέπει η ψυχή μας ν’ αντιστέκεται και να λέει, «γιατί το έκανε αυτό ο Θεός, γιατί το άλλο αλλιώς, δεν μπορούσε να το κάνει διαφορετικά;». Όλ’ αυτά δείχνουν μία εσωτερική μικροψυχία και αντίδραση. Δείχνουν την μεγάλα ιδέα που έχομε για τον εαυτό μας, την υπερηφάνειά μας και τον μεγάλο εγωισμό μας. Αυτά τα «γιατί» πολύ βασανίζουν τον άνθρωπο, δημιουργούν αυτό που λέει ο κόσμος «κόμπλεξ». παραδείγματος χάριν, «γιατί να είμαι πολύ ψηλός» η – το αντίθετο – «πολύ κοντός;». Αυτό δεν φεύγει από μέσα. Και προσεύχεται κανείς και αγρυπνεί, αλλά γίνεται το αντίθετο. Και υποφέρει και αγανακτεί χωρίς αποτέλεσμα. Ενώ με τον Χριστό, με την χάρη φεύγουν όλα. Υπάρχει αυτό το «κάτι» στο βάθος, δηλαδή το «γιατί», αλλ’ η χάρις του Θεού επισκιάζει τον άνθρωπο κι ενώ η ρίζα είναι το κόμπλεξ, εκεί πάνω φυτρώνει τριανταφυλλιά με ωραία τριαντάφυλλα κι όσο ποτίζεται με την πίστη, με την αγάπη, με την υπομονή, με την ταπείνωση, τόσο παύει να έχει δύναμη το κακό και παύει να υπάρχει· δηλαδή δεν εξαφανίζεται, αλλά μαραίνεται. Όσο δεν ποτίζεται η τριανταφυλλιά, τόσο μαραίνεται, ξηραίνεται, χάνεται και αμέσως ξεπετάγεται αγκάθι.
Εκπειράζουμε τον Θεό, όταν ζητούμε κάτι από Εκείνον, αλλά η ζωή μας είναι μακράν του Θεού. Τον εκπειράζομε, όταν ζητούμε κάτι, αλλά η ζωή μας δεν είναι σύμφωνη με το θέλημά Του-πράγματα, δηλαδή, ενάντια στον Θεό. άγχος, αγωνία, απ’ το ένα μέρος, κι απ’ το άλλο παρακαλούμε.
Μπορεί να σου πεί ο πνευματικός: «Πως θα ήθελα να ήμασταν σε ένα ήσυχο μέρος, να μην είχα ασχολίες και να μου έλεγες τη ζωή σου από την αρχή, από τότε που αισθάνθηκες τον εαυτό σου· όλα τα γεγονότα που θυμάσαι και ποια ήταν η αντιμετώπισή τους από σένα, όχι μόνο τα δυσάρεστα αλλά και τα ευχάριστα, όχι μόνο τις αμαρτίες αλλά και τα καλά. Και τις επιτυχίες και τις αποτυχίες. Όλα. Όλα όσα απαρτίζουν την ζωή σου».
Πολλές φορές έχω μεταχειρισθεί αυτή τη γενική εξομολόγηση και είδα θαύματα πάνω σ’ αυτό. Την ώρα που λες στον εξομολόγο, έρχεται η θεία χάρις και σε απαλλάσσει από όλα τα άσχημα βιώματα και τις πληγές και τα ψυχικά τραύματα και τις ενοχές· διότι, την ώρα που τα λες ο εξομολόγος εύχεται θερμά για την απαλλαγή σου.
Ας μη γυρίζουμε πίσω στις αμαρτίες που έχουμε εξομολογηθεί. Η ανάμνηση των αμαρτιών κάνει κακό. Ζητήσαμε συγγνώμη; Τελείωσε. Ο Θεός όλα τα συγχωρεί με την εξομολόγηση. Κι εγώ σκέπτομαι ότι αμαρτάνω. Δεν βαδίζω καλά. Ό,τι όμως με στενοχωρεί, το κάνω προσευχή, δεν το κλείνω μέσα μου, πάω στο πνευματικό, το εξομολογούμαι, τελείωσε! Να μη γυρίζομε πίσω και να λέμε τι δεν κάναμε. Σημασία έχει τι θα κάνομε τώρα, απ’ αυτή τη στιγμή και έπειτα.
Η απελπισία και η απογοήτευση είναι το χειρότερο πράγμα. Είναι παγίδα του σατανά, για να κάνει τον άνθρωπο να χάσει την προθυμία του στα πνευματικά και να τον φέρει σε απελπισία.
Όλες σχεδόν οι αρρώστιες προέρχονται από έλλειψη εμπιστοσύνης στον Θεό και αυτό δημιουργεί άγχος. Το άγχος το δημιουργεί η κατάργηση του θρησκευτικού αισθήματος. Αν δεν έχετε έρωτα για τον Χριστό, αν δεν ασχολείσθε με άγια πράγματα, σίγουρα θα γεμίσετε με μελαγχολία και κακό.
Ένα πράγμα που μπορεί να βοηθήσει τον καταθλιπτικό είναι και η εργασία, το ενδιαφέρον για τη ζωή. Ο κήπος, τα φυτά, τα λουλούδια, τα δέντρα, η εξοχή, ο περίπατος στην ύπαιθρο, η πορεία, όλ’ αυτά βγάζουν τον άνθρωπο απ’ την αδράνεια και του δημιουργούν άλλα ενδιαφέροντα. Επιδρούν σαν φάρμακα. Η ασχολία με την τέχνη, τη μουσική κ.λπ. κάνει πολύ καλό. Σ’ εκείνο, όμως, που δίδω τη μεγαλύτερη σημασία είναι το ενδιαφέρον για την Εκκλησία, για τη μελέτη της Αγίας Γραφής, για τις ακολουθίες. Μελετώντας τα λόγια του Θεού, θεραπεύεται κανείς χωρίς να το καταλάβει.
Να μην αποθαρρυνόμαστε, ούτε να βιαζόμαστε, ούτε να κρίνομε από πράγματα επιφανειακά και εξωτερικά. Αν, για παράδειγμα, βλέπετε μια γυναίκα γυμνή η άσεμνα ντυμένη, να μη μένετε στο εξωτερικό, αλλά να μπαίνετε, στο βάθος, στην ψυχή της. Ίσως να είναι πολύ καλή ψυχή κι έχει υπαρξιακές αναζητήσεις, που τις εκδηλώνει με την έξαλλη εμφάνιση. Έχει μέσα της δυναμισμό, έχει τη δύναμη της προβολής, θέλει να εκλύσει τα βλέμματα των άλλων. Από άγνοια, όμως, έχει διαστρέψει τα πράγματα. Σκεφθείτε να γνωρίσει αυτή τον Χριστό. Θα πιστέψει, κι όλη αυτή την ορμή θα τη στρέψει στον Χριστό. Θα κάνει το παν, για να ελκύσει τη χάρη του Θεού. Θα γίνει αγία.
Πολλές φορές με την αγωνία μας και τους φόβους μας και την άσχημη ψυχική μας κατάσταση, χωρίς να το θέλομε και χωρίς να το καταλαβαίνομε, κάνομε κακό στον άλλον, έστω κι αν τον αγαπάμε πάρα πολύ, όπως, για παραδείγματος χάριν, η μάνα το παιδί της. Η μάνα μεταδίδει στο παιδί όλο το άγχος της για τη ζωή του, για την υγεία του, για την πρόοδό του, έστω κι αν δεν του μιλάει, έστω κι αν δεν εκδηλώνει αυτό που έχει μέσα της. Αυτή η αγάπη, η φυσική αγάπη, μπορεί κάποτε να βλάψει. Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με την αγάπη του Χριστού, που συνδυάζεται με την προσευχή και με την αγιότητα του βίου. Η αγάπη αυτή κάνει άγιο τον άνθρωπο, τον ειρηνεύει, διότι αγάπη είναι ο Θεός.
Βίος και Λόγοι, έκδ. Ιεράς Μονή Χρυσοπηγής Χανίων.
2003
Γέρων Πορφύριος
αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα Πατερική Θεολογία
Ο άνθρωπος έχει τέτοιες δυνάμεις, ώστε να μπορεί να μεταδώσει το καλό ή το κακό στο περιβάλλον του. Αυτά τα θέματα είναι πολύ λεπτά. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Πρέπει να βλέπομε το καθετί με αγαθό τρόπο. Τίποτα το κακό να μη σκεπτόμαστε για τους άλλους. Κι ένα βλέμμα κι ένας στεναγμός επιδρά στους συνανθρώπους μας. Και η ελάχιστη αγανάκτηση κάνει κακό. Να έχομε μέσα στην ψυχή μας αγαθότητα κι αγάπη· αυτά να μεταδίδομε.
Να προσέχομε να μην αγανακτούμε για τους ανθρώπους που μας βλάπτουν· μόνο να προσευχόμαστε γι’ αυτούς με αγάπη. Ό,τι κι αν κάνει ο συνάνθρωπος μας, ποτέ να μη σκεπτόμαστε κακό γι’ αυτόν. Πάντοτε να ευχόμαστε αγαπητικά. Πάντοτε να σκεπτόμαστε το καλό.
Δεν πρέπει ποτέ να σκεπτόμαστε για τον άλλο ότι θα του δώσει ο Θεός κάποιο κακό ή ότι θα τον τιμωρήσει για το αμάρτημά του. Αυτός ο λογισμός φέρνει πολύ μεγάλο κακό, χωρίς εμείς να το αντιλαμβανόμαστε. Πολλές φορές αγανακτούμε και λέμε στον άλλο: «Δεν φοβάσαι τη δικαιοσύνη του Θεού, δεν φοβάσαι μη σε τιμωρήσει;». Άλλη φορά πάλι λέμε: «Ο Θεός δεν μπορεί θα σε τιμωρήσει γι’ αυτό που έκανες» ή «Θεέ μου, μην κάνεις κακό σ’ αυτόν τον άνθρωπο γι’ αυτό που μου έκανε» ή «Να μην πάθει αυτό το πράγμα ο τάδε».
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, έχομε βαθιά μέσα μας την επιθυμία να τιμωρηθεί ο άλλος. Αντί, όμως να ομολογήσομε το θυμό μας για το σφάλμα του, παρουσιάζομε με άλλον τρόπο την αγανάκτησή μας και, δήθεν, παρακαλούμε τον Θεό γι’ αυτόν. Έτσι, όμως, στην πραγματικότητα καταριόμαστε τον αδελφό.
Κι αν, αντί να προσευχόμαστε, λέμε, «να το βρεις απ’ τον Θεό, να σε πληρώσει ο Θεός για το κακό που μου έκανες», και τότε πάλι ευχόμαστε να τον τιμωρήσει ο Θεός. Ακόμη και όταν λέμε, «ας είναι βλέπει ο Θεός», η διάθεση της ψυχής μας ενεργεί κατά ένα μυστηριώδη τρόπο, επηρεάζει την ψυχή του συνανθρώπου μας και αυτός παθαίνει κακό.
Όταν κακομελετάμε, κάποια κακή δύναμη βγαίνει από μέσα μας και μεταδίδεται στον άλλο, όπως μεταφέρεται η φωνή με τα ηχητικά κύματα, και όντως ο άλλος παθαίνει κακό. Γίνεται κάτι σαν βασκανία, όταν ο άνθρωπος έχει για τους άλλους κακούς λογισμούς. Αυτό γίνεται απ’ τη δική μας αγανάκτηση. Εμείς μεταδίδομε μυστικώ τω τρόπω την κακία μας. Δεν προκαλεί ο Θεός το κακό αλλά η κακία των ανθρώπων. Δεν τιμωρεί ο Θεός, αλλά η δική μας κακή διάθεση μεταδίδεται στην ψυχή του άλλου μυστηριωδώς και κάνει το κακό. Ο Χριστός ποτέ δεν θέλει το κακό. Αντίθετα παραγγέλλει: «Ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς …».
Η βασκανία είναι πολύ άσχημο πράγμα. Είναι η κακή επίδραση που γίνεται όταν κανείς ζηλέψει κι ορεχθεί κάτι ή κάποιον. Θέλει μεγάλη προσοχή. Η ζήλεια κάνει πολύ κακό στον άλλο. Αυτός που βασκαίνει δεν το βάζει καν στο νου του ότι κάνει κακό. Είδατε τι λέει και η Παλαιά Διαθήκη: «Βασκανία γαρ φαυλότητος αμαυροί τα καλά».
Όταν όμως ο άλλος είναι άνθρωπος του Θεού και εξομολογείται και μεταλαμβάνει και έχει πάνω του τον Σταυρό, δεν τον πιάνει τίποτα. Όλοι οι δαίμονες να πέσουν πάνω του δεν καταφέρνουν τίποτα.
Μέσα μας υπάρχει ένα μέρος της ψυχής που λέγεται «ηθικολόγος». Αυτός ο «ηθικολόγος» όταν βλέπει κάποιον να παρεκτρέπεται, επαναστατεί, ενώ πολλές φορές αυτός που κρίνει έχει κάνει την ίδια παρεκτροπή. Δεν τα βάζει όμως με τον εαυτό του αλλά με τον άλλο. Κι αυτό δεν το θέλει ο Θεός.
… Λέμε παραδείγματος χάριν: «Έπρεπε να κάνεις αυτό· δεν το έκανες, να τι έπαθες!». Στην πραγματικότητα, επιθυμούμε να πάθει ο άλλος κακό. Όταν σκεπτόμαστε το κακό, τότε μπορεί πράγματι να συμβεί. Κατά ένα μυστηριώδη και αφανή τρόπο μειώνομε στον άλλο τη δύναμη να πάει στο αγαθό, του κάνομε κακό. Μπορεί να γίνομε αιτία ν’ αρρωστήσει, να χάσει τη δουλειά του, την περιουσία του κ.λπ. Μ’ αυτό τον τρόπο δεν κάνομε κακό μόνο στον πλησίον μας αλλά και στον εαυτό μας, γιατί απομακρυνόμαστε απ’ την χάρι του Θεού. Και τότε προσευχόμεθα και δεν εισακουόμεθα. «Αιτούμεν και ου λαμβάνομεν». Γιατί; Το σκεφθήκαμε ποτέ αυτό; «Διότι κακώς αιτούμεθα». Πρέπει να βρούμε τρόπο να θεραπεύσομε την τάση που υπάρχει μέσα μας να αισθανόμαστε και να σκεπτόμαστε με κακία για τον άλλο.
Είναι δυνατόν να πει κάποιος, «έτσι που φέρεται ο τάδε θα τιμωρηθεί απ’ τον Θεό», και να νομίζει ότι το λέει χωρίς κακία. Είναι, όμως, πολύ λεπτό πράγμα να διακρίνει κανείς αν έχει ή δεν έχει κακία. Δεν φαίνεται καθαρά. Είναι πολύ μυστικό πράγμα τι κρύβει η ψυχή μας και πώς αυτό μπορεί να επιδράσει σε πρόσωπα και πράγματα.
Δεν συμβαίνει το ίδιο αν πούμε μετά φόβου ότι ο άλλος δεν ζει καλά και να προσευχόμαστε να τον βοηθήσει ο Θεός και να του δώσει μετάνοια· δηλαδή ούτε λέμε, ούτε κατά βάθος επιθυμούμε να τον τιμωρήσει ο Θεός γι’ αυτό που κάνει. Τότε όχι μόνο δεν κάνομε στον πλησίον κακό, αλλά του κάνομε και καλό. Όταν εύχεται κανείς για τον πλησίον του, μια καλή δύναμη βγαίνει απ’ αυτόν και πηγαίνει στον αδελφό και τον θεραπεύει και τον δυναμώνει και τον ζωογονεί. Μυστήριο πως φεύγει από μας αυτή η δύναμη. Όμως πράγματι αυτός που έχει μέσα του το καλό στέλνει την καλή αυτή δύναμη στους άλλους μυστικά και απαλά. Στέλνει στον πλησίον του φως, που δημιουργεί έναν κύκλο προστασίας γύρω του και τον προφυλάσσει απ’ το κακό. Όταν έχομε για τον άλλο αγαθή διάθεση και προσευχόμαστε, θεραπεύομε τον αδελφό και τον βοηθάμε να πάει προς τον Θεό.
Υπάρχει μία ζωή αόρατη, η ζωή της ψυχής. Αυτή είναι πολύ ισχυρή και μπορεί να επιδράσει στον άλλον, έστω κι αν μας χωρίζουν χιλιόμετρα. Αυτό γίνεται και με την κατάρα, η οποία είναι δύναμη που ενεργεί το κακό. Αν, όμως, πάλι με αγάπη προσευχηθούμε για κάποιον, όση απόσταση κι αν μας χωρίζει, μεταδίδεται το καλό. Άρα και το καλό και το κακό δεν τα επηρεάζουν οι αποστάσεις. Μπορούμε να τα στείλομε σε αποστάσεις απέραντες. … Ο θρούς της ψυχής μας φθάνει μυστηριωδώς κι επηρεάζει τον άλλον, έστω κι αν δεν εκφράσομε ούτε μια λέξη. Και χωρίς να μιλήσουμε, μπορεί να μεταδώσουμε το καλό ή το κακό, όση κι αν είναι η απόσταση που μας χωρίζει απ’ τον πλησίον. Αυτό που δεν εκφράζεται έχει συνήθως περισσότερη δύναμη απ’ τα λόγια.
Η κακή δύναμη δεν έχει φραγμούς, δεν εμποδίζεται ούτε από κλειδαριές ούτε από αποστάσεις. Η κακή δύναμη μπορεί και το αυτοκίνητο να το γκρεμίσει χωρίς να υπάρχει καμιά βλάβη.
Καταλάβατε, λοιπόν πώς οι κακές μας σκέψεις, η κακή μας διάθεση επηρεάζουν τους άλλους; Γι’ αυτό πρέπει να βρούμε και τον τρόπο να καθαρίσουμε το βάθος του εαυτού μας από κάθε κακία. Όταν η ψυχή μας είναι αγιασμένη, ακτινοβολεί το καλό. Στέλνουμε τότε σιωπηλά την αγάπη μας χωρίς να λέμε λόγια.
Βέβαια αυτό στην αρχή είναι λίγο δύσκολο.
Πρώτα ήταν ανίκανος να κάνει το καλό, (ο απόστολος Παύλος) μετά που ήλθε ο Χριστός μέσα του έγινε ανίκανος να κάνει το κακό. Και φώναζε μάλιστα: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζει δε εν εμοί Χριστός». Το έλεγε, το κήρυττε με καύχηση, ότι «έχω τον Χριστό μέσα μου», ενώ πρωτύτερα έλεγε: «Ήθελα να κάνω το καλό, αλλά δεν μπορούσα».
Έτσι θ’ αποσπάσουμε την χάρη του Θεού, θα καταστούμε ένθεοι. Άμα δοθούμε κατά κει, άμα δοθούμε στην αγάπη του Χριστού, τότε όλα θα μεταβληθούν, όλα θα μεταστοιχειωθούν, όλα θα μεταποιηθούν, όλα θα μετουσιωθούν. Ο θυμός η οργή, η ζήλεια, ο φθόνος, η αγανάκτηση, η κατάκριση, η αχαριστία, η μελαγχολία, η κατάθλιψη, όλα θα γίνουν αγάπη, χαρά, λαχτάρα, θείος έρως. Παράδεισος!
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ
Δεν χρειάζεται ούτε τον διάβολο να φοβάσθε, ούτε την κόλαση, ούτε τίποτα. Δημιουργούν αντίδραση. Έχω κι εγώ μια μικρή πείρα σ’ αυτά.
Ο σκοπός δεν είναι να κάθεσθε, να πλήττετε και να σφίγγεσθε, για να βελτιωθείτε. Ο σκοπός είναι να ζείτε, να μελετάτε, να προσεύχεσθε, να προχωράτε στην αγάπη, στην αγάπη του Χριστού, στην αγάπη της Εκκλησίας.
Τις αδυναμίες αφήστε τις όλες, για να μην παίρνει είδηση το αντίθετο πνεύμα (δηλ. ο διάβολος) και σας βουτάει και σας καθηλώνει και σας βάζει στη στενοχώρια. Να μην κάνετε καμιά προσπάθεια ν’ απαλλαγείτε από αυτές. Ν’ αγωνίζεσθε με απαλότητα και απλότητα, χωρίς σφίξιμο και άγχος.
Μη λέτε: «Τώρα θα σφιχτώ, θα κάνω προσευχή ν’ αποκτήσω αγάπη, να γίνω καλός κ.λπ.». Δεν είναι καλό να σφίγγεσαι και να πλήττεις, για να γίνεις καλός. Έτσι θ’ αντιδράσετε χειρότερα.
Όλα να γίνονται με απαλό τρόπο, αβίαστα και ελεύθερα. Ούτε να λέτε: «Θεέ μου, απάλλαξέ με απ’ αυτό», παραδείγματος χάριν, τον θυμό, την λύπη. Δεν είναι καλό να προσευχόμαστε ή και να σκεπτόμαστε το συγκεκριμένο πάθος. κάτι γίνεται στην ψυχή μας και μπλεκόμαστε ακόμη περισσότερο. Ρίξου με ορμή, για να νικήσεις το πάθος και θα δεις τότε πως θα σ’ αγκαλιάσει, θα σε σφίξει και δεν θα μπορέσεις να κάνεις τίποτα.
Η ελευθερία δεν κερδίζεται, αν δεν ελευθερώσουμε το εσωτερικό μας απ’ τα μπερδέματα και τα πάθη.
Άγιος Πορφύριος
Ἀγαπητὰ πνευματικά μου παιδιά,
Τώρα ποὺ ἀκόμη ἔχω τὰ φρένας μου σώας θέλω νὰ σᾶς πῶ μερικὲς συμβουλές. Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ὅλο στὶς ἁμαρτίες ἤμουνα. Καὶ ὅταν μὲ ἔστελνε ἡ μητέρα μου νὰ φυλάω τὰ ζῶα στὸ βουνό, γιατί ὁ πατέρας μου, ἐπειδὴ ἤμασταν πτωχοὶ εἶχε πάει στὴν Ἀμερική, γιὰ νὰ ἐργαστεῖ στὴ διώρυγα τοῦ Παναμᾶ γιὰ ἐμᾶς τὰ παιδιά του, ἐκεῖ ποὺ ἔβοσκα τὰ ζῶα, συλλαβιστὰ διάβαζα τὸ βίο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου καὶ πάρα πολὺ ἀγάπησα τὸν Ἅγιο Ἰωάννη καὶ ἔκανα πάρα πολλὲς προσευχὲς σὰν μικρὸ παιδὶ ποὺ ἤμουν 12 – 15 χρονῶν, δὲν θυμᾶμαι ἀκριβῶς καλά, καὶ θέλοντας νὰ τὸν μιμηθῶ μὲ πολὺ ἀγώνα ἔφυγα ἀπὸ τοὺς γονεῖς μου κρυφὰ καὶ ἦλθα στὰ Καυσοκαλύβια τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ ὑποτάχτηκα σὲ δύο γέροντες αὐταδέλφους, Παντελεήμονα καὶ Ἰωαννίκιο. Μοῦ ἔτυχε νὰ εἶναι πολὺ εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι καὶ τοὺς ἀγάπησα πάρα πολὺ καὶ γι’ αὐτό, μὲ τὴν εὐχή τους, τοὺς ἔκανα ἄκρα ὑπακοή.
Αὐτὸ μὲ βοήθησε πάρα πολύ, αἰσθάνθηκα καὶ μεγάλη ἀγάπη καὶ πρὸς τὸν Θεό, καὶ πέρασα πάρα πολὺ καλά. Ἀλλά, κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου, ἀρρώστησα πολὺ καὶ οἱ Γέροντές μου μοῦ εἶπαν νὰ πάω στοὺς γονεῖς μου στὸ χωριό μου εἰς τὸν ἅγιο Ἰωάννη Εὐβοίας.
Καὶ ἐνῶ ἀπὸ μικρὸ παιδὶ εἶχα κάνει πολλὲς ἁμαρτίες, ὅταν ξαναπῆγα στὸν κόσμο, συνέχισα τὶς ἁμαρτίες, οἱ ὁποῖες μέχρι σήμερα ἔγιναν πάρα πολλές.
Ὁ κόσμος ὅμως μὲ πῆρε ἀπὸ καλὸ καὶ ὅλοι φωνάζουνε ὅτι εἶμαι ἅγιος. Ἐγὼ ὅμως αἰσθάνομαι ὅτι εἶμαι ὁ πιὸ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος τοῦ κόσμου.
Ὅσα ἐνθυμόμουνα βεβαίως τὰ ἐξομολογήθηκα, ἀλλὰ γνωρίζω ὅτι γιὰ αὐτὰ ποὺ ἐξομολογήθηκα μὲ συγχώρησε ὁ Θεός, ἀλλὰ ὅμως τώρα ἔχω ἕνα συναίσθημα ὅτι καὶ τὰ πνευματικά μου ἁμαρτήματα εἶναι πάρα πολλὰ καὶ παρακαλῶ ὅσοι μὲ ἔχετε γνωρίσει νὰ κάνετε προσευχὴ γιὰ μένα, διότι καὶ ἐγώ, ὅταν ζοῦσα, πολὺ ταπεινὰ ἔκανα προσευχὴ γιὰ σᾶς, ἀλλὰ ὅμως τώρα ποὺ θὰ πάω γιὰ τὸν οὐρανὸ ἔχω τὸ συναίσθημα ὅτι ὁ Θεὸς θὰ μοῦ πεῖ: Τί θέλεις ἐσὺ ἐδῶ; Ἐγὼ ἕνα ἔχω νὰ τοῦ πῶ.
Δὲν εἶμαι ἄξιος, Κύριε, γιὰ ἐδῶ, ἀλλὰ ὅτι θέλει ἡ ἀγάπη σου ἂς κάμει γιὰ μένα. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα δὲν ξέρω τί θὰ γίνει.
Ἐπιθυμῶ ὅμως νὰ ἐνεργήσει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καὶ πάντα εὔχομαι τὰ πνευματικά μου παιδιὰ νὰ ἀγαπήσουν τὸν Θεό, ποὺ εἶναι τὸ πᾶν, γιὰ νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ μποῦμε στὴν ἐπίγειο ἄκτιστο ἐκκλησία Του. Γιατὶ ἀπὸ ἐδῶ πρέπει νὰ ἀρχίσουμε.
Ἐγὼ πάντα εἶχα τὴν προσπάθεια νὰ προσεύχομαι καὶ νὰ διαβάζω τοὺς Ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας, τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς βίους τῶν Ἁγίων μας καὶ εὔχομαι καὶ ἐσεῖς νὰ κάνετε τὸ ἴδιο. Ἐγὼ προσπάθησα μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ τὸν πλησιάσω τὸ Θεὸ καὶ εὔχομαι καὶ σεῖς νὰ κάνετε τὸ ἴδιο.
Παρακαλῶ ὅλους σας νὰ μὲ συγχωρέσετε γιὰ ὅ,τι σᾶς στεναχώρησα.
Ἱερομόναχος Πορφύριος
Ἐν Καυσοκαλυβίοις τῇ 4/7 Ἰουνίου 1991
Ο λουθηρανισμός λίαν ενωρίς μετεδόθη εις τας Κάτω Χώρας, Σκωτίαν, Αγγλίαν και Γαλλίαν, αλλ’ εξ επιδράσεως των επιστολών, των συγγραμμάτων και των μαθητών του Καλβίνου αντικατεστάθη υπό του καλβινισμού. Εν ταις Κάτω Χώραις τον καλβινισμόν επολέμησεν η αυτοκρατορική δυναστεία των Αψβούργων, εις την οποίαν υπήγοντο αύται. Κάρολον τον Ε' εν Ισπανία και Κάτω Χώραις διεδέχθη ο υιός αυτού Φίλιππος ο Β' (1556). Θρησκόληπτος καθολικός και δραστήριος, εδέσποσε της Ευρώπης και κατέστη η ενσάρκωσις της αντιμεταρρυθμίσεως. «Προτιμώ, έλεγε, να χάσω εκατόν χιλιάδας ανθρώπων, ή κατ’ ελάχιστον να μεταβάλω την θρησκείαν». Επεδίωκε τον εκκαθολικισμόν και την εξισπάνισιν των Κάτω Χωρών. Ούτως η άμυνα του προτεσταντισμού ενταύθα έλαβεν εθνικόν χαρακτήρα και κατέληξεν εις επανάστασιν. Οι υπέρ της ελευθερίας των Κάτω Χωρών αγώνες, διήρκεσαν, μετά διακοπής δώδεκα ετών — από του δευτέρου ημίσεως της ιστ' εκατονταετηρίδος (1566) μέχρι των μέσων της ιζ' εκατονταετηρίδος— μέχρι του τέλους του τριακονταετούς πολέμου και της συνθήκης της Βεστφαλίας (1648). Δια της συνθήκης ταύτης αι επτά βόρειοι επαρχίαι απεσπάσθησαν της Ισπανίας και απετέλεσαν την δημοκρατίαν της Ολλανδίας. Ο καλβινισμός εν αυτή κατέστη επίσημος θρησκεία του κράτους˙ αλλά και άλλαι προτεσταντικαί ομολογίαι υπό όρους ήσαν ανεκταί. Αι νότιαι επαρχίαι, αποτελέσασαι το Βέλγιον, έμειναν υπό την Ισπανίαν και απέβησαν καθολικαί.
Η εν Σκωτία επικράτησις του καλβινισμού οφείλεται εις τον Ιωάννην Κνόξ, ο οποίος είχε διαμείνει εν Γενεύη και ήλθεν εις στενήν σχέσιν μετά του Καλβίνου. Εκείθεν δι’ επιστολών, προκηρύξεων και πολεμικών έργων επέδρα επί της πατρίδος αυτού. Επανελθών εις αυτήν, έγινεν η ψυχή της επαναστάσεως κατά της καθολικιζούσης βασιλικής εξουσίας, ασκουμένης υπό της Γαλλίδος χήρας βασιλίσσης Μαρίας Γκίζη, και η ψυχή της εφαρμογής του καλβινισμού. Προυκλήθη εμφύλιος πόλεμος. Η Βουλή (1560) επισήμως ίδρυσε την καλβινικήν σκωτικήν Εκκλησίαν («πρεσβυτεριανήν»). Μετά εν έτος, επιστρέψασα εκ Γαλλίας η θυγάτηρ της Μαρίας Γκίζη, Μαρία Στούαρτ, μετά τον θάνατον του συζύγου αυτής, του βασιλέως της Γαλλίας Φραγκίσκου του Β', έχουσα ηλικίαν δέκα εννέα ετών, έγινε βασίλισσα της Σκωτίας και επανήρχισε τον αγώνα κατά του καλβινισμού. Ο γραμματεύς αυτής Ιταλός Δαυίδ Ρίκκιο, πράκτωρ της αντιμεταρρυθμίσεως, εδολοφονήθη υπό του δευτέρου συζύγου της βασιλίσσης, του Άγγλου ευπατρίδου Δάρνλεϋ˙ αλλά και ο Δάρνλεϋ εδολοφονήθη ασθενής και κλινήρης, ανατιναχθείς δι’ εκρηκτικών υλών μεθ’ όλου του οικοδομήματος. Η βασίλισσα Μαρία Στούαρτ έλαβε σύζυγον τον δολοφόνον. Ο λαός ηνωμένος εστράφη κατά της βασιλίσσης, η οποία ηναγκάσθη να παραιτηθή υπέρ του υιού αυτής και του Δάρνλεϋ (Ιακώβου του Έκτου) και έφυγεν εις την Αγγλίαν. Ο Κνόξ είχε διατυπώσει την αρχήν, ότι «εναντίον της ειδωλολατρικής εξουσίας να σύρη τις το ξίφος και αιχμαλωτίση αυτήν, δεν είναι ανυπακοή εις τους ηγεμόνας, αλλ’ ορθή υπακοή, διότι αποτελεί εκπλήρωσιν της θελήσεως του Θεού». Οι Προτεστάνται και μάλιστα οι Καλβινισταί «ειδωλολάτρας» ωνόμαζον τους καθολικούς, δια την ανεπτυγμένην εξωτερικήν λατρείαν και κυρίως δια την χρήσιν των εικόνων. Ο καλβινισμός έμεινεν οριστικώς επίσημος θρησκεία της Σκωτίας, τα δε εκκλησιαστικά κτήματα κατά το πλείστον ηρπάγησαν υπό των ευγενών.
Ο βασιλεύς της Αγγλίας Ερρίκος ο Η' (Τυδώρ), προωρισμένος να γίνη κληρικός, είχε λάβει εν Οξφόρδη θεολογικήν μόρφωσιν και έγραψε σύγγραμμα κατά του Λουθήρου (1521), ονομασθείς υπό του πάπα «υπερασπιστής της πίστεως» (defensor fidei), επέτρεψε δε εν Αγγλία την δίωξιν του λουθηρανισμού. Αλλ’ ο Ερρίκος έπειτα ήλθεν εις διάστασιν προς τον πάπαν, ένεκα του διαζυγίου αυτού από της Αικατερίνης της Αραγονίας. Ο γάμος ούτος ήτο αντικανονικός, διότι η Αικατερίνη ήτο σύζυγος του αποθανόντος πρεσβυτέρου αδελφού του Ερρίκου, αλλά κατ’ οικονομίαν ο γάμος είχεν επιτραπεί υπό του πάπα (Ιουλίου του Β'), ότε δε ο Ερρίκος, στηριζόμενος επί της αντικανονικότητος του γάμου, ήθελε να διαζευχθή την Αικατερίνην, ίνα λάβη την αυλικήν Άνναν Βόλεϋν, ο πάπας (Κλήμης ο Ζ') δεν έδιδε διαζύγιον. Ο βασιλεύς Ερρίκος, εμπνεόμενος υπό απολυταρχικών και θεοκρατικών ιδεών, εκήρυξεν ανταρσίαν κατά της παπικής εξουσίας. Εξεβίασε τας δύο επαρχιακάς συνόδους (Καντερβουρίας και Υόρκης) του αγγλικού κλήρου να αναγνωρίσωσι τον βασιλέα ανωτάτην κεφαλήν της αγγλικανικής Εκκλησίας ( «suppremum caput ecclesiae» ), αλλά μετά της υπό του αρχηγού της παπικής μερίδος Ιωάννου Φίσερ, Ιησουΐτου και επισκόπου της πόλεως Ρότσεστερ, γενομένης προσθήκης, «όσον δια του νόμου του Χριστού επιτρέπεται» (quantum per legem Christi licet), η οποία όμως έμεινεν άνευ πρακτικής σημασίας. Η Βουλή, υπό τον απειλήν αυστηροτάτων τιμωριών, ηναγκάσθη να αναγνωρίση την επελθούσαν μεταβολήν (1534). Επειδή τα μοναστήρια, των οποίων πολλά εξηρτώντο απ’ ευθείας εκ του πάπα, ήσαν κέντρα παπικής επιρροής και πλούσια, δι’ αποφάσεων της Βουλής (1536 και εξής) κατηργήθησαν, τα δε μοναστηριακά κτήματα εδημεύθησαν υπέρ του στέμματος, μέρος δε αυτών παρεχωρήθη εις τους ευγενείς. Η ομολογία και η λατρεία έμεινε καθολική και μάλιστα κατεδιώχθησαν οι προτεσταντίζοντες (ο αιματηρός νόμος του 1539), επομένως, η επελθούσα μεταβολή ήτο απλώς διοικητική. Επετράπη μόνον η διάδοσις της Αγίας Γραφής εν αγγλική μεταφράσει.
Επί του υιού του Ερρίκου και διαδόχου Εδουάρδου του Έκτου (1547), ο οποίος είχε γεννηθεί εκ της τρίτης συζύγου Ιωάννης Σέϋμουρ και ήτο ακόμη δεκαετής, μετερρυθμίσθη πρώτην φοράν η ομολογία της αγγλικανικής Εκκλησίας. Επρωτοστάτησαν ο ηγεμών της Σομερσέτης Εδουάρδος, θείος εκ μητρός του βασιλέως («προστάτης της Αγγλίας») και ο Καντερβουρίας Θωμάς Κράμμερ. Ακριβώς από του έτους εκείνου, δια των επιστολών του Καλβίνου, της προσκλήσεως καλβινιστών λογιών και της εν Λονδίνω κοινότητος καλβινιστών προσφύγων, ήρχισεν εν Αγγλία η επίδρασις του Καλβινισμού. Επισήμως επικυρωθέντα υπό των Βουλών εξεδόθησαν το νέον Ευχολόγιον («Book of common prayer ») και η νέα ομολογία των 42 άρθρων (1552). Δι’ αυτών η λατρεία και η διδασκαλία μετερρυθμίσθησαν εν μετριοπαθεί καλβινικώ πνεύματι, αλλ’ η μεν ομολογία μάλλον εκαλβίνιζε, το δε ευχολόγιον μάλλον εκαθολίκιζε. Διετηρήθη ο επισκοπικός βαθμός και η έννοια της ειδικής ιερωσύνης, δια τούτο η Αγγλικανική Εκκλησία εκτιμά και υπέρ εαυτής διεκδικεί την αδιάκοπον αποστολικήν διαδοχήν (1) . Η εν Αγγλία μεταρρύθμισις απ’ αρχής συνησθάνετο την διαφοράν εαυτής από του προτεσταντισμού της ηπειρώτικης Ευρώπης και εθεώρει εαυτήν ως επάνοδον εις τον χριστιανισμόν των Ελλήνων Πατέρων. Η γενομένη μεταρρύθμισις δεν εύρεν απήχησιν παρά τω αγγλικώ λαώ, δια τούτο Μαρία η Καθολική (1553 - 1558), θυγάτηρ της θρησκομανούς Ισπανίδος Αικατερίνης της Αραγονίας, διαδεχθείσα τον ετεροθαλή αδελφόν αυτής Εδουάρδον, θανόντα εις ηλικίαν δεκαπέντε ετών, ευκόλως επανέφερε τον καθολικισμόν και κατεδίωξε τους Προτεστάντας (μάρτυρες, φυγάδες εις Ελβετίαν). Η βασιλεία αυτής διήρκεσε μόνον πέντε έτη, η δε ολιγοχρόνιος αύτη αντίδρασις κατά του προτεσταντισμού όχι μόνον δεν ηδυνήθη να εξολοθρεύση αυτόν, αλλά και κατέστησε αυτόν δημοτικώτερον και συνετέλεσεν, ώστε να ρίψη ρίζας περισσοτέρας και βαθυτέρας.
Η ετεροθαλής αδελφή της Μαρίας Ελισάβετ (1558 - 1603), το τελευταίον επιζών τέκνον Ερρίκου του Η', ήτο θυγάτηρ της δευτέρας συζύγου, της προτεσταντιζούσης Άννας Βόλεϋν, αλλ’ επί της Μαρίας είχε γίνει καθολική. Δεν είχεν ιδιαίτερον ενδιαφέρον δια τα θρησκευτικά ζητήματα, αλλ’ υπό των δραστηριωτέρων και ισχυροτέρων στοιχείων του αγγλικού έθνους ωθήθη εις την εγκατάλειψιν της εκκλησιαστικής πολιτικής της αδελφής αυτής και την αποκατάστασιν της αγγλικανικής Εκκλησίας, προς ενίσχυσιν και καθησύχασιν του έθνους. Ο προτεσταντισμός αποκατέστη επί το συντηρητικώτερον. Ο βασιλεύς της Αγγλίας ωνομάσθη υπό της Βουλής όχι πλέον ανωτάτη κεφαλή της Εκκλησίας, αλλ’ απλώς ανώτατος κυβερνήτης του κράτους εν τοις εκκλησιαστικοίς και πολιτικοίς (1559). Ο βασιλεύς είχε τα δικαιώματα, τα οποία ο Θεός εν τη Αγία Γραφή παρέσχεν εις όλους τους ευσεβείς ηγεμόνας. Το Ευχολόγιον υπέστη τροποποίησιν επί το καθολικώτερον («Iniunctions», Διατάξεις, Ιούνιος 1559)˙ παραδείγματος χάριν, εισήχθησαν πάλιν τα άμφια, η δε ομολογία των 42 άρθρων συνεπτύχθη εις 39 άρθρα (1563). Εν αυτή η περί απολύτου προορισμού και θείας ευχαριστίας καλβινική διδασκαλία απέβαλε την οξύτητα αυτής, εγκαταλειφθείσης της κατά του Λουθήρου πολεμικής φρασεολογίας. Το περί δύο μυστηρίων άρθρον έμεινεν. Ούτως εις την αγγλικανικήν Εκκλησίαν, η οποία είχε διατηρήσει καθολικά στοιχεία, εισήχθησαν επί της Ελισάβετ νέα τοιαύτα. Ο Ματθαίος Πάρκερ, καίπερ προσκληθείς, δεν ηδυνήθη, δι’ ασθένειαν, να μετάσχη της τροποποιήσεως του Ευχολογίου˙ γενόμενος αρχιεπίσκοπος, Καντερβουρίας, αυτός έκαμε την μνημονευθείσαν σύμπτυξιν των άρθρων (εις 39), επεξειργάσθη αυτά και εχειροτόνησεν εννέα επισκόπους, εκ των οποίων προέρχεται η αγγλικανική ιεραρχία. Δια το πρόβλημα κατά πόσον η αγγλικανική ιεραρχία έχει αδιάκοπον αποστολικήν διαδοχήν, ενέχει θεμελιώδη σημασίαν το κύρος της χειροτονίας του Πάρκερ.
Ο Πάρκερ, έγγαμος κληρικός, εχειροτονήθη αρχιεπίσκοπος Καντερβουρίας υπό τεσσάρων επισκόπων εκ της εποχής Εδουάρδου του ΣΤ', των οποίων δύο μεν είχον χειροτονηθεί κατά τον μετερρυθμισμένον τρόπον της εποχής εκείνης, δύο δε, κατά τον λατινικόν ρυθμόν, των οποίων εις ήτο πρώην επίσκοπος (ο Barlow). Η χειροτονία έγινεν εν τω παρεκκλησίω του αρχιεπισκοπικού μεγάρου κατά τον μετερρυθμισμένον τρόπον (17 Δεκεμ. 1559), συμφώνως, βεβαίως, προς το νέον Ευχολόγιον, το οποίον προ εξαμηνίας είχεν εκδοθεί. Άγγλοι παπικοί βραδύτερον( μετά τριακονταετίαν) ισχυρίσθησαν ότι η χειροτονία έγινεν εν καπηλείω «ελλιπής την μορφήν και βλάσφημος την τέλεσιν», αλλ’ οι ισχυρισμοί ούτοι δεν είναι αληθείς. Απαραίτητον στοιχείον της εγκύρου χειροτονίας είναι, ότι η Εκκλησία πρέπει να δέχεται ειδικήν ιερωσύνην˙ αλλά τα καλβινίζοντα άρθρα της αγγλικανικής Εκκλησίας παρέχουσι δυσκολίας, προκειμένου να ευρεθή, αν οι χειροτονήσαντες τον Πάρκερ, ως αντιπρόσωποι της αγγλικανικής Εκκλησίας, είχον την έννοιαν της ειδικής ιερωσύνης, της οποίας στερούνται αι προτεσταντικαί Εκκλησίαι (ίδε ανωτέρω σημ. 1). Εις αντιστάθμισιν, μεταγενέστεροι αγγλικανοί επίσκοποι απεφάνθησαν, ότι οι αγγλικανοί κληρικοί «δεν είναι αναγκαίον να υποχρεώνται εις την αποδοχή των 39 άρθρων» (1888) και ότι εις περίπτωσιν ασαφείας των 39 άρθρων ισχύει η γνώμη του Ευχολογίου» (1930), η δε επίσημος Αγγλικανική Εκκλησία φαίνεται ερμηνεύουσα τα 39 άρθρα συμφώνως προς το Ευχολόγιον, αλλά δεν υπάρχει ακόμη τόσον επίσημος περί τούτου απόφασις αυτής, λύουσα το ζήτημα ωρισμένως και γενικώς (Χρήστου Ανδρούτσου, Το κύρος των Αγγλικών χειροτονιών, 1903, σελ. 66. Κ. Δυοβουνιώτου, Περί της ενώσεως της Αγγλικανικής Εκκλησίας μετά της Ορθοδόξου, 1932, σελ. 14 κ. εξ. Δ. Μπαλάνου, Περί του κύρους των Αγγλικανικών χειροτονιών, 1939, σελ. 77. Γερμανού Στρινοπούλου, Die Beziehungen der Orthodoxen Kirche zu den anderen Kirchen, «Ekklesia» 1939, σελ. 141. Αμ. Αλιβιζάτου, To κύρος της ιερωσύνης της Αγγλικανικής Εκκλησίας, 1940, σελ. 121 και εξής) (2)
Η επί της βασιλίσσης Ελισσάβετ αποκατασταθείσα Αγγλικανική Εκκλησία υπέστη νέαν επίθεσιν εκ μέρους της αντιμεταρρυθμίσεως, προς αποκατάστασιν του καθολικισμού, ως όργανον δε εχρησιμοποιήθη η Μαρία Στούαρτ, η φυγάς βασίλισσα της Σκωτίας, εγείρασα αξιώσεις επί του αγγλικού θρόνου. Πρώτον, διότι ήτο εγγονή της αδελφής του βασιλέως της Αγγλίας Ερρίκου του Η' Μαργαρίτας, γενομένης βασιλίσσης της Σκωτίας (συζύγου Ιακώβου του Δ') δεύτερον, ο πάπας Παύλος ο Δ' (1559) είχε κηρύξει την Ελισάβετ νόθον, ως τέκνον Ερρίκου του Η' εκ του γάμου μετά της Βόλεϋν, τον οποίον ο πάπας εθεώρει άκυρον˙ τρίτον, ο πάπας Πίος ο Ε' (1570) είχεν αφορίσει την Ελισάβετ δια την επαναφοράν του προτεσταντισμού. Η Μαρία Στούαρτ κατεδικάσθη εις θάνατον, αποκεφαλισθείσα δια πελέκεως, η δε Ελισάβετ εξηκολούθησεν ήσυχος την βασιλείαν αυτής. Τα μνημονευθέντα γεγονότα είχον οριστικώτερον ωθήσει αυτήν εις τον προτεσταντισμόν. Η Ελισάβετ, βασιλεύσασα σαράντα πέντε έτη, απέθανεν άτεκνος και άγαμος, διεδέχθη δε αυτήν ο υιός της Μαρίας Στούαρτ ως Ιάκωβος Α' (1603), βασιλεύς ήδη της Σκωτίας, ούτω δε επήλθεν ένωσις των δύο βασιλείων. Τούτον διεδέχθη ο υιός αυτού Κάρολος ο Α' (1625). Αμφότεροι εκληρονόμησαν και ενίσχυσαν τας απολυταρχικάς και θεοκρατικάς ιδέας Ερρίκου του Η' και είχον τάσεις εις τον καθολικισμόν. Σύμβουλος και συνεργάτης αυτών υπήρξεν ο Γουλιέλμος Λώδ ( Laud, επίσκοπος Λονδίνου 1628, αρχιεπίσκοπος Καντερβουρίας 1633), εισαγαγών νέα καθολικά στοιχεία εις την λατρείαν και την θεολογίαν (3).
Κατά την εποχήν ταύτην επήλθε μεταβολή της Αγγλικανική ς Εκκλησίας. Η ομολογία των 42 και των 39 άρθρων της Εκκλησίας ταύτης δεν δέχεται την ιερωσύνην ως μυστήριον, ή, κατά τινας, δέχεται μεν αυτήν ως μυστήριον, αλλ’ όχι υπό του Χριστού ιδρυθέν (άρθρον 25ον). Πρώτος ο κληρικός Ριχάρδος Μπάγκροφτ ( Bancroft, βραδύτερον επίσκοπος Λονδίνου και αρχιεπίσκοπος Καντερβουρίας), εν τω ναώ του Αγίου Παύλου (Cross, 15 Φεβρ. 1579, επί βασιλίσσης Ελισάβετ), δια λόγου πολέμων τους Πουριτανούς {πρεσβυτεριανούς - ίδε § 45), εκήρυξεν, ότι οι επίσκοποι ωρίσθησαν υπό του Χριστού ως διάδοχοι των Αποστόλων˙ αρχικώς μόνον αυτοί έχουσι την εξουσίαν της εκκλησιαστικής διοικήσεως και χειροτονίαν, η δε διακοπή της αποστολικής διαδοχής αίρει ολοτελώς το ιερατείον και τα μυστήρια (εκτός του λόγου, τυπωθέντος μετά ταύτα, μεταγενέστεραι συμπληρώσεις). Άλλοι ηκολούθησαν αυτόν. Αφετέρου ο έχων ανθρωπιστικόν ενδιαφέρον βασιλεύς Ιάκωβος ο Α', συμφώνως προς τας απολυταρχικάς και θεοκρατικάς ιδέας αυτού, έγραψεν εις τον υιόν Κάρολον : «ο Θεός σε εδημιούργησε μικρόν Θεόν» (συγγραφή υπό την επιγραφήν «Βασιλικόν δώρον» — αι λέξεις ελληνιστί, 1598). Ούτω το επισκοπικόν και το βασιλικόν αξίωμα εθεωρήθησαν θείας προελεύσεως και στενώς προς άλληλα συνδεδεμένα. Αύτη είναι η έννοια της λεγομένης «Υψηλής Αγγλικανικής Εκκλησίας» (το όνομα παρουσιάσθη μετά το 1662), η οποία συνεπληρώθη και επεκράτησε δια του μνημονευθέντος Καντερβουρίας Γουλιέλμου Λώδ. Εν αντιθέσει προς το ασκητικόν πνεύμα των Πουριτανών, εξετιμώντο ιδιαιτέρως αι κοσμικαί απολαύσεις και συνιστώντο επιτρεπόμεναι τέρψεις, χοροί, σπορ και τα όμοια (Book of Sports, εκδοθέν υπό του βασιλέως, 1618).
Ο βασιλεύς Κάρολος ο Α', κυβερνήσας ένδεκα έτη άνευ Βουλής, προυκάλεσε την αγγλικήν επανάστασιν (1642-49). Ο Καντερβουρίας Λωδ εκαρατομήθη τω 1645, ο βασιλεύς Κάρολος εκαρατομήθη τω 1649. Εκηρύχθη δημοκρατία (1649-1660, Κρόμβελλ), κατηργήθη η Υψηλή Εκκλησία και εισήχθη αμιγής καλβινισμός. Αι έριδες των στρατηγών επανέφερον την βασιλείαν (Κάρολος ο Β', υιός του καρατομηθέντος βασιλέως) και την Υψηλήν Εκκλησίαν. Επί Καρόλου του Β’ (1660) και του αδελφού αυτού Ιακώβου του Β' (1685) έγιναν σαφέστεραι αι προς τον καθολικισμόν τάσεις της δυναστείας ταύτης (Στούαρτ). Ο πρώτος απέθανε καθολικός˙ ο δεύτερος ήδη δούξ Υόρκης ανήκε φανερά εις την καθολικήν Εκκλησίαν, γενόμενος δε βασιλεύς εφάνη επιδιώκων να επαναφέρη τον καθολικισμόν και δια τούτο εξεθρονίσθη (1688). Εις τον θρόνον ως βασιλεύς εκλήθη ο πρόεδρος της Ολλανδικής δημοκρατίας Γουλιέλμος της Οράγγης, ανεψιός εξ αδελφής και γαμβρός επί θυγατρί του εκθρονισθέντος βασιλέως της Αγγλίας. Οι μη δεχθέντες την μεταβολήν ταύτην και μη δώσαντες όρκον εις το νέον καθεστώς, επομένως περισσότερον των άλλων ρέποντες εις τον καθολικισμόν, ωνομάσθησαν «Ανώμοτοι». Η επικράτησις των συνταγματικών θεσμών και των νέων ιδεών επέφερον εξασθένησιν του βασιλικού αξιώματος και της Υψηλής Εκκλησίας. Νέαν θρησκευτικήν ζωήν έδωσεν εις αυτήν η Οξφόρδειος κίνησις (Τρακτάριοι, Πουσεΰται και Τελετόφιλοι, από του πρώτου ημίσεος της ιθ' εκατονταετηρίδος και εξής), περί της οποίας θα γίνη λόγος εις το οικείον μέρος (4).
Παραπομπές
(1) Ταύτα στηρίζονται κυρίως επί του Ευχολογίου. Τα άρθρα κάμουσι λόγον περί δύο μυστηρίων (άρθρον 25) και περί χειροτονίας των τριών βαθμών (άρθρον 36). Κατά τον Α.Δ. Κυριακόν, δέχονται δύο μυστήρια (βάπτισμα και θείαν ευχαριστίαν)˙ αρνείται τούτο ο Χρ. Ανδρούτσος και σαφέστερον ο Κ. Δυοβουνιώτης.
(2) Ο καθηγητής Βασίλειος Αντωνιάδης, εν εφημερίδι της Κωνσταντινουπόλεως, κρίνων την μνημονευθείσαν διατριβήν του Χρήστου Ανδρούτσου, διετύπωσε τας επομένας τρεις θεμελιώδεις αρχάς : α) Η δήλωσις της σημερινής Αγγλικανικής Εκκλησίας, ότι δέχεται την ειδικήν ιερωσύνην, οσονδήποτε επίσημος και αν είναι, δεν δύναται να αντικαταστήση την πίστιν της Αγγλικανικής Εκκλησίας, την οποίαν αντεπροσώπευον την εποχήν εκείνην οι χειροτονήσαντες τον Πάρκερ και την οποίαν αντεπροσώπευε και ο Πάρκερ χειροτονήσας εννέα επισκόπους. Αν εκείνοι δεν εδέχοντο ειδικήν ιερωσύνην, η αποστολική διαδοχή έχει πλέον διακοπεί, και δεν ωφελεί η σημερινή πίστις. β) Η άκυρος χειροτονία (ως και πάν άλλο άκυρον μυστήριον) μόνον δια της επαναλήψεις του μυστηρίου δύναται να αρθή, ουδεμία δε οικονομία είναι δυνατόν να άρη αυτό, διότι άλλως η οικονομία μεταβάλλεται εις μυστήριον και, μάλιστα, εις το μυστήριον των μυστηρίων, αντικαθιστών οιοδήποτε άλλο μυστήριον. Προκειμένου περί εγκύρου, αλλ’ αντικανονικής χειρατονίας (ουχί «ακύρου» αλλ’ «ακυρωσίμου») δύναται να ισχύση οικονομία και εφαρμογή οιασδήποτε συμπληρωματικής τελετής, γ) Ο ισχυρισμός, ότι η Εκκλησία αποφαίνεται μόνον οσάκις πρόκειται να εισέλθωσιν εις αυτήν αλλόδοξοι κληρικοί, είναι φαινομενικός και εσφαλμένος. Διότι με τον τρόπον, με τον οποίον θα δεχθή αυτούς, δεικνύει συγχρόνως ποιαν γνώμην έχει περί των μυστηρίων της αλλοδόξου Εκκλησίας. Εφόσον δεν επαναλάβη το μυστήριον της χειροτονίας, κατ’ αδήριτον λογικήν ανάγκην, δεικνύει, ότι την ιερωσύνην της Εκκλησίας εκείνης δεν θεωρεί άκυρον, αλλ’ έγκυρον, οσονδήποτε και αν αποφεύγη να το ομολογήση φανερά.
(3) Εκ των μεταβολών της λατρείας αναφέρομεν την σπουδαιοτέραν. Αι της θείας ευχαριστίας τράπεζαι, αι οποίαι από της εποχής της βασιλίσσης Ελισάβετ δεν είχον πάλιν ωρισμένην θέσιν, εστήθησαν μονίμως ως άγιαι τράπεζαι εις την ανατολικήν πλευράν των ναών. Αι εις την θεολογίαν μεταβολαί : Έγιναν δεκτά τα αγαθά έργα ως ουσιώδες στοιχείον της σωτηρίας, εν δε τη θεία ευχαριστία, με ασαφείας, έγινε δεκτή η πραγματική παρουσία του σώματος και αίματος του Χριστού (η του Λουθήρου αντίληψις). Ενώ το 31ον άρθρον (των 39 άρθρων) είναι δυνατόν να θεωρηθή, ότι απορρίπτει μόνον την εκδοχήν της θείας ευχαριστίας ως εξιλαστήριου θυσίας, όχι δε και την εκδοχήν αυτής αορίστως ως θυσίας (προσφοράς ευχών και άλλων), τώρα η θεία ευχαριστία έγινε δεκτή ως «αναμνηστική θυσία» (sacrifice commemorative). Herzog-Hauch, Realencyklopadie, τόμος 11, σελ. 309.
(4) Από της βασιλίσσης Ελισάβετ ελήφθησαν μέτρα κατά των καθολικών. Εις τους Ιρλανδούς, οι οποίοι ήσαν καθολικοί, επεβλήθη η αγγλικανική Εκκλησία ως επίσημος, τα εκκλησιαστικά κτήματα της Ιρλανδίας ωρίσθησαν δια την συντήρησιν του αγγλικανικού κλήρου, οι δε Ιρλανδοί εξ ιδίων διετήρουν τον καθολικόν κλήρον αυτών (επί Ελισάβετ, + 1603). Οι επίλοιποι καθολικοί της Αγγλίας απεκλείσθησαν των πολιτικών αξιωμάτων, διότι οι αναλαμβάνοντες αυτά ώφειλον να δώσωσιν όρκον πίστεως εις την αγγλικανικήν ομολογίαν και να κοινωνήσωσι της αγγλικανικής θείας ευχαριστίας (Testakte, 1673, υπό της Βουλής, επί Καρόλου του Β'). Εις τους καθολικούς τούτους της Αγγλίας απηγορεύθη ολοτελώς η θεία λατρεία και δεν επετρέπετο να έχωσι ναούς, ιδιαίτερα σχολεία και να λαμβάνωσι κληρονομιάς (νόμοι επί Γουλιέλμου της Οράγγης, 1689-1702). Οι Ιρλανδοί ως καθολικοί, εστερήθησαν των αστικών και πολιτικών δικαιωμάτων, κατέστη δε εις αυτούς δύσκολος η άσκησις του εμπορίου και των άλλων επιτηδευμάτων (νόμοι επί της βασιλίσσης Άννης, 1702-1714). Βαθμηδόν ήρθησαν οι κατά των καθολικών εν γένει νόμοι, η δε αγγλικανική Εκκλησία εν Ιρλανδία απώλεσε τον χαρακτήρα επισήμου Εκκλησίας (1869). Ο παπικός αρχιεπίσκοπος του Ουεστμίνστερ δεν ηδύνατο να επικοινωνή απ’ ευθείας μετά του βασιλέως της Αγγλίας (από του 1688), αλλά τούτο επετράπη τον Νοέμβριον του 1947 (του αρχιεπισκόπου μη χρησιμοποιήσαντος τον τοπικόν προσδιορισμόν Ουεστμίνστερ).
(εκδοσεις Παπαδημητρίου, σελ. 614-621)
- Γέροντα, είπατε σε κανέναν ότι θα γίνη πόλεμος; Έτσι ακούσαμε. Είναι αλήθεια;
- Εγώ δεν λέω τίποτε και ο κόσμος λέει ό,τι θέλει. Και να ξέρω κάτι, που να το
πώ;
- Τί βάρβαρο πράγμα, Γέροντα, ο πόλεμος!
- Αν οι άνθρωποι δεν είχαν αυτήν την ... «ευγένεια» της αμαρτίας, δεν θα έφθα¬ναν σ' αυτό το βάρβαρο. Πιό βάρβαρο ακόμη είναι η ηθική καταστροφή. Διαλύονται ψυχικά και σωματικά οι άνθρωποι. Μου έλεγε κάποιος: «Λένε για την Αθήνα, «ζού- γκλα-ζούγκλα» και κανείς δεν φεύγει από 'κει! Όλοι «ζούγκλα» την λένε και όλοι στην ζούγκλα μαζεύονται». Πώς έχουν γίνει οι άνθρωποι! Σαν τα ζώα! Τα ζώα ξέρετε τί κάνουν; Στην αρχή μπαίνουν στον σταύλο, κοπρίζουν, ουρούν... Μετά αρχίζει να χωνεύη η κοπριά. Μόλις αρχίζη να χωνεύη, αισθάνονται μία ζεστασιά. Δεν τα κάνει καρδιά να φύγουν από τον σταύλο, αναπαύονται. Έτσι και οι άνθρωποι, θέλω να πώ, νιώθουν την ζεστασιά της αμαρτίας, και δεν τους κάνει καρδιά να φύγουν. Κατα-λαβαίνουν ότι βρωμάει, αλλά από την ζεστασιά εκείνη δεν τους κάνει καρδιά να φύγουν. Νά, αν μπή τώρα ένας μέσα στον σταύλο, δεν μπορεί να αντέξη από την μυρωδιά. Ο άλλος που είναι συνέχεια στον σταύλο δεν ενοχλείται, έχει συνηθίσει πλέον.
- Γέροντα, μερικοί λένε: «Μήπως μόνο σήμερα αμαρτάνει ο κόσμος; Και στην Ρώμη παλιά τί γινόταν!...»
- Μά στην Ρώμη ήταν ειδωλολάτρες στο κάτω-κάτω. Και αυτά που λέει ο Απόστολος Παύλος ήταν για τους ειδωλολάτρες που είχαν βαπτισθή, αλλά είχαν κακές συνήθειες. Να μην παίρνουμε για παράδειγμα τον ξεπεσμό από κάθε εποχή. Σήμερα την αμαρτία την έκαναν μόδα. Βλέπεις, ορθόδοξο έθνος εμείς και πώς είμαστε! Πόσο μάλλον οι άλλοι! Και το κακό είναι που οι σημερινοί άνθρωποι, επειδή η αμαρτία έχει γίνει μόδα, αν δούν έναν να μην ακολουθή το ρεύμα της εποχής, να μην αμαρτάνη, να είναι λίγο ευλαβείς, τον λένε καθυστερημένο, οπισθοδρομικό. Αυτοί οι άνθρωποι το να μην αμαρτάνουν το θεωρούν προσβολή και την αμαρτία την θεωρούν πρόοδο. Αυτό είναι το χειρότερο από όλα. Αν οι σημερινοί άνθρωποι που ζουν στην αμαρτία τουλάχιστον το αναγνώριζαν, θα τους ελεούσε ο Θεός, Αλλά δικαιολογούν τα αδικαιολόγητα και εγκωμιάζουν την αμαρτία. Αυτό είναι και η μεγαλύτερη βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος, την αμαρτία να την θεωρούν πρόοδο και το ηθικό να το λένε κατεστημένο. Γι' αυτό έχουν μεγάλο μισθό, μεγάλη αξία, αυτοί που αγωνίζονται στον κόσμο και διατηρούν καθαρή ζωή.
Παλιά, αν ένας ήταν διεστραμμένος ή μέθυσος, ντρεπόταν να βγή στην αγορά, γιατί θα τον περιφρονούσαν. Η μία, αν ήταν λιγάκι παραστρατημένη, δεν τολμούσε να βγή έξω. Και ήταν κατά κάποιο τρόπο αυτό ένα φρένο. Σήμερα, αν είναι ένας σωστός, μία κοπέλα λ.χ. αν ζη με ευλάβεια, λένε: «Βρέ, που ζη αυτή!». Αλλά και γενικά, αν οι κοσμικοί έκαναν μία αμαρτία, οι καημένοι, αισθάνονταν την αμαρτωλότητά τους, έσκυβαν και λίγο το κεφαλάκι τους και δεν ειρωνεύονταν έναν που ζούσε πνευματικά, αντίθετα τον καμάρωναν. Τώρα ούτε ενοχή αισθάνονται ούτε σεβασμός υπάρχει. Τα ισοπέδωσαν όλα. Αν ένας δεν ζη κοσμικά, τον κοροϊδεύουν.
Η συνείδηση ελέγχει
Στην Γαλλία, παρ' όλο που είναι κράτος προοδευμένο - δεν είναι υπανάπτυκτο -, τελευταία ογδόντα χιλιάδες έγιναν Μουσουλμάνοι. Γιατί; Γιατί έχουν κάνει την αμαρτία μόδα. Βλέπεις όμως, ελέγχονται και θέλησαν να αναπαύσουν την συνείδησή τους. Και όπως οι Αρχαίοι Έλληνες, για να δικαιολογούν τα πάθη τους, είχαν βρει τους δώδεκα θεούς, έτσι και αυτοί έψαξαν να βρουν μία θρησκεία που να δικαιολογεί τα πάθη τους, για να τους αναπαύση σ' αυτό το θέμα. Ο Μουσουλμανισμός κατά κάποιο τρόπο τους εξυπηρετεί. Επιτρέπει να πάρουν όσες γυναίκες θέλουν, υπόσχεται στην άλλη ζωή ένα βουνό πιλάφι, μία λίμνη γιαούρτι, ένα ποτάμι μέλι! Και όσες αμαρτίες και να έχουν, άμα τους λούσουν με ζεστό νερό, όταν πεθάνουν, καθαρίζονται! Πάνε στον Αλλάχ καθαροί! Τί άλλο θέλουν; Όλα βολικά! Αλλά οι Γάλλοι δεν θα βρουν ανάπαυση. Πάνε να αναπαυθούν, αλλά δεν θα αναπαυθούν, γιατί τα πάθη δεν δικαιολογούνται.
Οτιδήποτε και αν κάνουν οι άνθρωποι, και αναίσθητοι να είναι, πάλι ανάπαυση δεν βρίσκουν, πάνε να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, αλλά εσωτερικά βασανίζονται, είναι αγριεμένοι. Γι' αυτό ζητούν ψυχαγωγίες, τρέχουν στα νταούλια, μεθούν, βλέπουν τηλεόραση. Χαζεύουν δηλαδή, για να ξεχνιούνται, γιατί ελέγχονται. Και όταν κοιμούνται, λές ότι ησυχάζουν; Υπάρχει συνείδηση, βλέπεις. Η πρώτη Αγία Γραφή που έδωσε ο Θεός στους Πρωτοπλάστους είναι η συνείδηση, και εμείς την ξεσηκώνουμε φωτοτυπία τώρα από τους γονείς μας. Όσο και αν την καταπατήση κανείς την συνείδησή του, πάλι μέσα του ελέγχεται. Γι' αυτό λένε: «Τον τρώει το σαράκι». Ναί, δεν υπάρχει γλυκύτερο πράγμα από το να έχη κανείς αναπαυμένη την συνείδησή του. Φτερά νιώθει μέσα του, πετάει.
(Λόγοι τόμος Α, σελ. 43-46)
(Οσίου Μακαρίου της Όπτινα, Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 22-24)
Πνευματική καθοδήγηση
Με ντροπή και κατάπληξη διάβασα την επιστολή σου. Μου αποδίδεις αρετές και χαρίσματα που δυστυχώς γνωρίζω ότι δεν έχω. Ο Κύριος πάντως να σε αμείψει κατά το μέτρο της πίστεώς σου. Να με ενίσχυσει δηλαδή, ώστε να γίνω πραγματικά αυτός που νομίζεις πως είμαι.
***
Έτσι αγράμματος και τιποτένιος που είμαι, δυσκολεύομαι πάρα πολύ να συμβουλέψω έναν άνθρωπο σαν και σένα, που για τόσα χρόνια βρισκόσουν κάτω από την πνευματική καθοδήγηση ενός από τους πιο επιφανείς κληρικούς μας. Το μυαλό μου είναι φτωχό και η καρδιά μου ακόμα φτωχότερη! Δεν θέλω όμως να αυξήσω με την άρνησή μου τη λύπη σου. Για αυτό ακουμπώ όλες μου τις ελπίδες στον Κύριό μας και, επικαλούμενος το φωτισμό Του θα προσπαθήσω να σε βοηθήσω.
Πριν από οτιδήποτε άλλο, σε συμβουλεύω να συνεχίσεις την πνευματική σου πορεία πάνω στις βάσεις και με τις κατευθυντήριες αρχές που είχε θέσει ο αείμνηστος πνευματικός σου, ο μεγάλος συναγωνιστής και φίλος μου. Και μην επιχειρήσεις να ακολουθήσεις τη μοναχική ζωή, αφού εκείνος τόσο πολύ επέμενε ότι δεν κάνεις για μοναχός. Ας αρκεστείς στη μόνωση, την ησυχία και το περιβάλλον που ζεις τώρα. Εφάρμοσε τον κανόνα που σου όρισε, με το ζήλο και την επιμονή που θα περίμενε από σένα -μ’ άλλα λόγια, στο μετρό και με τον τρόπο που σου υποδείκνυε. Για το σκοπό αυτό πρέπει να περιορίσεις τις συναναστροφές σου με πολλούς ανθρώπους. Οι ενδοιασμοί σου, ότι τάχα θα τους πληγώσεις κλπ., δεν αποτελούν σοβαρούς λόγους για να αθετήσεις στην υπακοή, που και τώρα οφείλεις στον αείμνηστο πνευματικό σου πατέρα.
***
Το πιθανότερο είναι ότι δεν θα μπορέσω να προσφέρω καμία βοήθεια στη Χ., εκτός αν μου το ζητήσει η ίδια. Αλλά ακόμα κι αν μου το ζητήσει, αμφιβάλλω αν θα μπορούσα να τη βοηθήσω. Ο εσωτερικός της κόσμος είναι διχασμένος, δεν ξέρει τι θέλει και μερικές φορές αναρωτιέται αν στα αλήθεια θέλει να κάνει κάτι.
Εγώ, όπως άλλωστε και κάθε πνευματικός, μπορώ να απαντώ μόνο σε ίσιες, καθαρές και ειλικρινείς ερωτήσεις, που γίνονται με απλότητα και εμπιστοσύνη. Όταν έτσι γίνονται οι ερωτήσεις από τους πιστούς, ο ίδιος ο Θεός φωτίζει τους πνευματικούς να δίνουν κάθε φορά την πιο σωστή και ωφέλιμη για την ψυχή απάντηση. Αυτό όμως δεν συμβαίνει με ερωτήσεις ανειλικρινείς ή πλαγιές, που γίνονται με μισή καρδιά. Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορώ να προσφέρω καμιάν υπεύθυνη βοήθεια, μη γνωρίζοντας τι να απαντήσω και πώς.
Όσο για το δικό σου ερώτημα σχετικά με το αν μπορείς ή όχι να παίζεις πιάνο, δεν έχω να σου πω τίποτα, αφού αυτό δεν σχετίζεται άμεσα με την πνευματική ζωή. Κάνε ό,τι νομίζεις
***
Δεν μου αρέσει που επαναλαμβάνεις συνέχεια πως, όταν διαβάζω το γράμμα σου, θα νιώσω αποστροφή για σένα. Ούτε μου αρέσει που λες ότι αυτό σου κοστίζει πολύ, και ότι αισθάνεσαι πόνο και ντροπή. Νομίζω ότι μπορείς να δεις μόνη σου καθαρά, από πού προέρχεται όλη αυτή η ανησυχία και η δυσκολία σου.
Είναι αλήθεια βέβαια, πως είμαι βαθιά συγκινημένος από την ειλικρίνεια και την αγάπη σου. Αυτό ακριβώς είναι που αυξάνει τη συμπάθειά μου για σένα και τον προβληματισμό μου για την εξεύρεση της σωστής λύσεως στο πρόβλημά σου. Αντίθετα, δεν θα είχα τίποτα να σου πω, αν, αντί για δυσκολίες, μου είχες εκθέσει χαρούμενα τις επιτυχίες της πνευματικής σου πορείας. Εύχομαι ο Κύριος να σε φωτίζει, να σε δυναμώνει στο δύσκολο δρόμο σου και να ευλογεί εσένα, το σύζυγο και τα παιδιά σου.
- Γιατί, Γέροντα, ενώ κάνουμε τόσο δύσκολα το καλό, πέφτουμε τόσο εύκολα στο κακό;
- Γιατί για το καλό πρέπει πρώτα ο ίδιος ο άνθρωπος να βοηθήση, να αγωνισθή, ενώ στο κακό βοηθάει ο διάβολος. Ύστερα, οι άνθρωποι δεν μιμούνται το καλό ούτε έχουν καλούς λογισμούς. Πολλές φορές φέρνω το εξής παράδειγμα στους λαϊκούς: «Ας πούμε ότι έχω ένα αυτοκίνητο και λέω με τον λογισμό μου: Τί να το κάνω; Εγώ μπορώ να εξυπηρετηθώ και με κάποιον γνωστό μου και με κανένα ταξί στην ανάγκη. Ας το δώσω σ' εκείνον τον οικογενειάρχη που έχει πολλά παιδιά, να τα βγάζη λίγο έξω, να τα πάη σε κανένα Μοναστήρι, να ξεσκάνε και να βοηθιούνται τα καημένα; Αν το δώσω, κανένας δεν θα με μιμηθή σ' αυτό. Αν όμως έχω ένα αυτοκίνητο ίδια μάρκα με το δικό σας και ύστερα αλλάξω και πάρω άλλη καλύτερη μάρκα, να δήτε, δεν θα κοιμηθήτε όλη νύχτα, για να βρήτε έναν τρόπο να αλλάξετε αυτοκίνητο και να πάρετε καλύτερο, ίδιο με το δικό μου, και ας είναι καλά και τα δικά σας αυτοκίνητα. Σ' αυτή την περίπτωση θα πήτε: «Θα πουλήσω, θα δανεισθώ, για να το αλλάξω». Ενώ στην προηγούμενη περίπτωση κανένας δεν θα με μιμηθή, να πεί: «Τί να το κάνω και εγώ το αυτοκίνητο; ας το δώσω», αλλά μπορεί να πούν ότι είμαι και χαμένος».
Οι άνθρωποι εύκολα επηρεάζονται στο κακό. Ενώ στο βάθος αναγνωρίζουν και παραδέχονται το καλό, όμως πιο εύκολα επηρεάζονται και παρασύρονται από το κακό, γιατί εκεί κανοναρχεί το ταγκαλάκι . Τον γλυκό κατήφορο εύκολα τον βρίσκει κανείς, γιατί ο πειρασμός δεν έχει άλλο τυπικό, παρά να σπρώχνη στον γλυκό κατήφορο τα πλάσματα του Θεού. Ο Χριστός έχει αρχοντιά. Σού λέει: «Αυτό είναι το καλό», «ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν...» . Δεν λέει: «Με το ζόρι έλα κοντά μου!». Ο διάβολος έχει γυφτιά. Από 'δω-από 'κει τον τυλίγει τον άνθρωπο, για να τον πάη εκεί που θέλει. Ο Θεός σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου, γιατί δεν έκανε δούλους αλλά υιούς. Και παρ' όλο που ήξερε ότι θα επακολουθήση η πτώση, δεν τους έκανε δούλους. Προτίμησε να έρθη, να σαρκωθή, να σταυρωθή και να κερδίση έτσι τον άνθρωπο. Με την ελευθερία όμως αυτή που έδωσε ο Θεός -παρ' όλο που ο διάβολος μπορεί να κάνη πολύ κακό - δίνεται μία ευκαιρία για κοσκίνισμα. Φαίνεται τί κάνει κανείς με την καρδιά του, φαίνεται καθαρά το πολύ φιλότιμο.
Ο Θεός δεν μας εγκαταλείπει
Στην κατάσταση που είναι σήμερα οι άνθρωποι, ό,τι τους Λέει ο λογισμός κάνουν. Άλλοι είναι με χάπια, άλλοι παίρνουν ναρκωτικά... Κάθε τόσο τρείς-τέσσερις ξεκινούν να κάνουν μία καινούργια θρησκεία. Ανάλογα, λίγα γίνονται, εγκλήματα, δυστυχήματα κ.λπ. Βοηθάει ο Θεός. Ήρθε ένας στο Καλύβι και μου λέει: «Έχεις καμμιά κιθάρα;». Πίνει χασίς, έχει όρεξη να μιλάη - δεν σε ρωτάει αν έχης εσύ όρεξη - θέλει και μία κιθάρα!! Άλλοι βαρέθηκαν την ζωή τους και θέλουν να αυτοκτονήσουν ή να κάνουν κανένα κακό, για να γίνη σαματάς. Δεν είναι ότι τους περνάει αυτό σαν βλάσφημος λογισμός και τον διώχνουν. Βαρέθηκαν την ζωή τους και δεν ξέρουν τί να κάνουν. Μου είπε ένας: «Θέλω να με γράψουν οι εφημερίδες ότι είμαι ήρωας». Οι άλλοι χρησιμοποιούν μερικούς τέτοιους και κάνουν την δουλειά τους. Πάλι καλά, ανάλογα, λίγα γίνονται.
Το καλό είναι που δεν μας εγκαταλείπει ο Θεός. Ο Καλός Θεός τον σημερινό κόσμο τον φυλάει με τα δύο Του χέρια, παλιότερα μόνο με το ένα. Σήμερα, μέσα στους τόσους κινδύνους που ζη ο άνθρωπος, ο Θεός τον φυλάει όπως η μάνα το μικρό το παιδί, όταν αρχίζη να περπατάη. Τώρα μας βοηθούν πιο πολύ ο Χριστός, η Παναγία, οι Άγιοι, αλλά δεν το καταλαβαίνουμε. Που θα ήταν ο κόσμος, αν δεν βοηθούσαν!... Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων παίρνει χάπια και είναι σε μία κατάσταση... Άλλος μεθυσμένος, άλλος απογοητευμένος, άλλος ζαλισμένος. Άλλος από τους πόνους ξενυχτισμένος. Όλοι αυτοί βλέπεις να δοηγούν αυτοκίνητα, μοτοσυκλέτες, να κάνουν επικίνδυνες δουλειές, να χειρίζωνται επικίνδυνα μηχανήματα. Είναι όλοι αυτοί σε κατάσταση να οδηγούν; Μπορούσε να είχε σακατευθή ο κόσμος. Πώς μας φυλάει ο Θεός και δεν το καταλαβαίνουμε!
Παλιά, θυμάμαι, πήγαιναν οι γονείς μας στα χωράφια και πολλές φορές μας άφηναν στην γειτόνισσα να μας προσέχη μαζί με τα παιδιά τα δικά της. Αλλά τότε ήταν ισορροπημένα τα παιδιά. Μία ματιά έρειχνε η γειτόνισσα και έκανε τις δουλειές της και εμείς παίζαμε ήσυχα. Έτσι και ο Χριστός, η Παναγία, οι Άγιοι παλιά με μία ματιά παρακολουθούσαν τον κόσμο. Σήμερα και ο Χριστός και η Παναγία και οι Άγιοι τον έναν πιάνουν από 'δω, τον άλλον από 'κει, γιατί οι άνθρωποι δεν είναι ισορροπημένοι. Τώρα είναι μία κατάσταση... Θεός φυλάξοι! Σαν μία μητέρα να έχη δύο-τρία προβληματικά παιδιά, το ένα λίγο χαζούλικο, το άλλο λίγο αλλοίθωρο, το άλλο λίγο ανάποδο, να έχη και κανά-δύο της γειτόνισσας να τα προσέχη, και το ένα να ανεβαίνη ψηλά και να κινδυνεύη να πέση κάτω, το άλλο να παίρνη το μαχαίρι να κόψη τον λαιμό του, το άλλο να πάη να κάνη κακό στο άλλο, και αυτή συνέχεια να βρίσκεται σε εγρήγορση, να τα παρακολουθή, και εκείνα να μην καταλαβαίνουν την αγωνία της. Έτσι και ο κόσμος δεν καταλαβαίνει την βοήθεια του Θεού. Με τόσα επικίνδυνα μέσα που υπάρχουν σήμερα θα είχε σακατευθή, αν δεν βοηθούσε ο Θεός. Αλλά έχουμε και Πατέρα τον Θεό και Μάνα την Παναγία και αδέλφια τους Αγίους και τους Αγγέλους, που μας προστατεύουν.
Πόσο μισεί ο διάβολος το ανθρώπινο γένος και θέλει να το εξαφανίση! Και εμείς ξεχνούμε με ποιόν παλεύουμε. Να ξέρατε πόσες φορές ο διάβολος τύλιξε την γη με την ουρά του, για να την καταστρέψη! Δεν τον αφήνει όμως ο Θεός, του χαλάει τα σχέδια. Και το κακό που πάει να κάνη το ταγκαλάκι, ο Θεός το αξιοποιεί και βγάζει μεγάλο καλό. Ο διάβολος τώρα οργώνει, ο Χριστός όμως θα σπείρη τελικά.
Και πάντα βλέπουμε ότι ο Καλός Θεός στις μεγάλες δοκιμασίες δεν αφήνει να περάσουν περισσότερες από τρεις γενιές, για να υπάρχη προζύμι. Πριν την Βαβυλώνια αιχμαλωσία οι Ισραηλίτες έρριξαν σε ένα ξεροπήγαδο την φωτιά από την τελευταία θυσία που έκαναν, ώστε να βρουν μετά από την ίδια φωτιά και να αρχίσουν πάλι τις θυσίες. Και πράγματι, μετά από εβδομήντα χρόνια, όταν επέστρεψαν, βρήκαν από εκείνη την φωτιά και άρχισαν τις θυσίες. Σε κάθε δύσκολη περίοδο δεν παρασύρονται όλοι. Ο Θεός διατηρεί μία ζύμη για τις επόμενες γενιές. Οι Κομμουνιστές δούλεψαν εβδομήντα πέντε χρόνια και κράτησαν εβδομήντα πέντε χρόνια, πάλι τρεις γενιές. Οι Σιωνιστές πόσα χρόνια έχουν που δουλεύουν, αλλά ούτε επτά χρόνια δεν θα κρατήσουν.
(Οσίου Μακαρίου της Όπτινα, Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 19-21)
Πνευματική καθοδήγηση
Παιδί μου όλα όσα σου γράφω, τα γράφω μόνο για σένα. Σου ζητώ λοιπόν να μη συστήσεις σε τρίτους οποιαδήποτε συμβουλή σου δίνω. Σε καμία περίπτωση οι συμβουλές μου δεν αποτελούν γενικούς κανόνες καθοδήγησης όλων των ανθρώπων. Αφορούν μόνο τα συγκεκριμένα πρόσωπα στα οποία απευθύνονται, και είναι προσαρμοσμένες στις ατομικές τους εσωτερικές και εξωτερικές συνθήκες. Επομένως, ό,τι λέω σε σένα μπορεί να βοηθήσει μόνο εσένα. Γιατί όπως γράφει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος μερικές φορές το φάρμακο του ενός είναι δηλητήριο για τον άλλο. Αλλά και στον ίδιο άνθρωπο το ίδιο παρασκεύασμα άλλοτε είναι φάρμακο και άλλοτε δηλητήριο.
***
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι κάτω από τόσο δύσκολες περιστάσεις ένας άνθρωπος χρειάζεται οπωσδήποτε για βοήθεια δύο παράγοντες: πρώτα, έκτακτη ενίσχυση από το Θεό· και έπειτα, την καθοδήγηση ενός σοφού γέροντα με μεγάλη πείρα στα πνευματικά προβλήματα.
***
Μεγάλη είναι η παρηγοριά και μεγαλύτερη η ωφέλεια που προκύπτει για έναν άνθρωπο όταν βρει κάποιον έμπειρο και σοφό οδηγό, γιατί κάτω από την πνευματική του καθοδήγηση η βούληση θεραπεύεται από το αρρωστημένο θέλημα και ο νους από την αυτοπεποίθηση και την αλαζονεία. Αλλά σήμερα είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί ένας τέτοιος άνθρωπος.
***
Φοβάμαι πως έχεις αυταπάτες για το πρόσωπό μου. Δεν μου λες τίποτα για σένα: την κοινωνική σου θέση, την οικογενειακή σου ζωή, τις υποχρεώσεις και τους δεσμούς σου. Πώς όμως είναι δυνατόν, όταν έχω τέτοιο σκοτάδι για σένα, να εκφέρω σωστή κρίση για το πρόβλημα που σε απασχολεί και για το οποίο ζητάς τη συμβουλή μου; Με πολλή δυσκολία, είναι αλήθεια, θα μπορέσω να βρω έστω και ελάχιστο στέρεο έδαφος για να οικοδομήσω κάποιους συλλογισμούς. Φοβάμαι, ξαναλέω, πως έχεις αυταπάτες για μένα. Δεν έχω -δεν είμαι άξιος για να έχω- το χάρισμα της διόρασης και έτσι δεν μπορώ να καταφύγω σε έναν τέτοιον υπερφυσικό και χαρισματικό τρόπο διαγνώσεως της καταστάσεώς σου. Θα κάνω, παρ’ όλα αυτά ό,τι καλύτερο μπορώ για να σε βοηθήσω.
***
Μου γράφεις ότι έχω βοηθήσει τη θεία σου. Δεν μπορεί να είναι αλήθεια. Δικά μου είναι μόνο τα σφάλματα. Στο Πανάγιο Πνεύμα ανήκει κάθε αγαθή συμβουλή, που εγώ απλώς τη δέχομαι και τη μεταφέρω στους άλλους όπως ακριβώς την άκουσα, χωρίς διαστρέβλωσεις και παραποίησεις… Έτσι και τώρα, θα προσπαθήσω να σου απαντήσω όσο πιο καλά μπορώ με την προϋπόθεση ότι κι εσύ θα κάνεις πολλή προσευχή. Θα παρακαλέσεις το Άγιο Πνεύμα να με φωτίσει, ώστε να σου πω εκείνα που πρέπει, εκείνα που θα σε βοηθήσουν. Ζήτησε Του ακόμα να σου χαρίσει ζωντανή πίστη, πίστη στον Κύριό μας Ιησού Χριστό «ος εγεννήθη ημίν σοφία από Θεού» (Α Κορ. 1,30). Χωρίς τη δική Του ενίσχυση, μην περιμένεις ότι θα βγει κανένα καλό από όσα θα σου γράψω.
Ι. Το να συμπονάς και το να δικάζεις είναι αντίθετα πράγματα. Η δίκαιη κρίση είναι ισορροπία της ζυγαριάς, που δίνει στον καθένα ό,τι του αξίζει και δεν κλίνει σε καμιά πλευρά, δεν ευνοεί κανένα.
Η συμπόνια είναι λύπηση που κινείται από τη Χάρη του Θεού, και που τους ευνοεί όλους: στους κακούς δεν ανταποδίδει το κακό, και στους καλούς ανταποδίδει το καλό με το παραπάνω. Κι ενώ η συμπόνια είναι απ' τη μεριά της καλοσύνης, η δίκη είναι απ' τη μεριά της κακίας. Όπως σε ένα σπίτι δεν μπορούν να γίνουν συγκάτοικοι το χορτάρι με τη φωτιά, έτσι και σε μια ψυχή δεν συγκατοικούν η δίκη και η συμπόνια.
Όπως ένας κόκκος άμμου δεν ζυγίζει όσο η πλάκα του χρυσού, έτσι κι η ανάγκη της δίκαιης κρίσης του Θεού δεν ζυγίζει όσο η συμπόνια Του.
Όπως μια χούφτα άμμου, που πέφτει στον ωκεανό, είναι τα σφάλματα των ανθρώπων μπροστά στην πρόνοια και το έλεος του Θεού.
Κι όπως δεν γίνεται να φράξεις μια πηγή με μια χούφτα χώμα, έτσι κι η κακία των ανθρώπων δεν μπορεί να νικήσει το έλεος του Θεού.
(Ισαάκ ο Σύρος)
ΙΙ. «Κύριε! Το όνομα σου είναι Αγάπη: μη με αποδοκιμάσεις για τις αμαρτίες μου.
Το όνομα σου είναι Δύναμη: ενίσχυσέ με για να μην πέφτω στο κακό.
Το όνομα σου είναι Ειρήνη: πράυνε την ταραγμένη μου ψυχή.
Το όνομα σου είναι Έλεος: μην παύσεις να με συγχωρείς». (Ιωάννης της Κρονστάνδης)
(Ελένη Κονδύλη, Μικρή Φιλοκαλία της καρδιάς, εκδ. Ατέρμονον, σελ. 39-40)