ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ!

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ!  ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…

¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBANGR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).

Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης

86. Δεν μπορούσε ο Θεός με ένα νεύμα του να σώσει τον άνθρωπο ευθύς μετά την πτώση του; Και γιατί ανέβαλε επί τόσους αιώνες τη σωτηρία του;

Και βέβαια μπορούσε να τον σώσει ο Θεός ευθύς μετά την πτώση του. Ο Θεός είναι παντοδύναμος. Κανένα εμπόδιο δεν μπορεί να σταθεί μπροστά στις άγιες βουλές του. Μόνο την αμαρτία δεν μπορεί να κάνει, γιατί αυτό θ’ αναιρούσε την πανάγια φύση του. Η «αδυναμία» αυτή δεν περιορίζει την απόλυτη παντοδυναμία του, τουναντίον τη βεβαιώνει και τη στηρίζει. Δυνατός δεν είναι εκείνος που κάνει την αμαρτία, αλλ’ αυτός που την αποφεύγει. Το κακό γενικά δεν είναι δύναμη, αλλά αδυναμία.

Ο Θεός δεν έσωσε τον άνθρωπο ευθύς μετά την πτώση του όχι γιατί δεν μπορούσε, αλλά γιατί δεν ήθελε. Η βουλή και ενέργεια του Θεού δεν είναι δυνάμεις τυφλές και αυθαίρετες, αλλ΄ ενταγμένες στην αγάπη, την αγιότητα και τη δικαιοσύνη του. Δεν είναι παρορμητικός ο Θεός ώστε να ενεργεί αυθαίρετα και σπασμωδικά, επηρεαζόμενος από παράγοντες εσωτερικούς και εξωτερικούς. Ο Θεός έχει τα δικά του κριτήρια, τα οποία εμείς οι φτωχικοί άνθρωποι αδυνατούμε να κατανοήσουμε. Είναι δε τα κριτήρια αυτά κριτήρια αληθινής αγάπης προς τα πλάσματά του, που αποβλέπουν πάντοτε στο πνευματικό συμφέρον και τη σωτηρία τους.

Ο Θεός θέλησε να σώσει τον άνθρωπο στον κατάλληλο καιρό, στο πλήρωμα του χρόνου. Προηγούμενα όμως ο άνθρωπος έπρεπε να ποθήσει ο ίδιος τη σωτηρία του. Αν τον έσωζε ο Θεός ευθύς μετά την πτώση του, χωρίς καμιά άλλη εσωτερική διεργασία, το πράγμα δεν θα είχε νόημα για ένα πλάσμα λογικό που θέλει και βουλεύεται ελεύθερα. Η παιδαγωγούσα πρόνοια του Θεού άφησε τον άνθρωπο στην κακότητα και την αθλιότητα της φύσεώς του να πονέσει, να υποφέρει, να συνειδητοποιήσει το βάρος της αμαρτωλότητάς του, ν’ απελπισθεί από κάθε δυνατότητα να σωθεί από μόνος του και έτσι να στραφεί εναγώνια προς το Θεό, ζητώντας την εξ ύψους δύναμη. Από την άλλη ο Θεός δεν άφησε αβοήθητο τον αμαρτωλό άνθρωπο. Με την παλαιά διαθήκη του, με το φως του σπερματικού λόγου που υπάρχει σε κάθε άνθρωπο και κάτω από την επήρεια του εκάστοτε πνευματικού και ιστορικού περιβάλλοντος η πρόνοια του Θεού προετοίμαζε το έδαφος και καλλιεργούσε τα πνεύματα, ώστε ευκολότερα να γίνει αποδεκτό το κήρυγμα της σωτηρίας από τον πονεμένο άνθρωπο.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 125-127)

Το δαιμονόπληκτο βρέφος
Ο Δ.Κ έμενε το 1951 στο Μαρούσι. Είχε τότε ένα παιδί, βρέφος 10 μηνών. Η σπιτονοικοκυρά του είχε την κακή συνήθεια να βλασφημή και με το παραμικρό να « στέλνη» όλους στον διάβολο. Μια μέρα η μητέρα του παιδιού της έκανε παρατήρησι, γιατί ενωχλούσε με τα λόγια της το παιδί που κοιμόταν. Δεν πέρασε πολλή ώρα και το παιδί ξύπνησε και άρχισε να κλαίη, σαν να το πείραζε κάποιος. Η μητέρα προσπάθησε να το καθησυχάση, αλλά αυτό συνέχισε το κλάμα όλη την νύχτα. Τότε θυμήθηκε η μητέρα ότι το βρέφος είχε από το μεσημέρι να ουρήση. Το πήγαν στο γιατρό, του έκαναν ενέσεις που θα διευκόλυναν την ούρησι, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Το πρωί το πήγαν στο «Νοσοκομείο των Παίδων», του έκαναν εξετάσεις και του έδωσαν διάφορα φάρμακα. Η κατάστασις όμως παρέμενε η ίδια. Την επόμενη οι γιατροί το παρέδωσαν στους γονείς, γιατί δεν μπορούσαν να του προσφέρουν τίποτε περισσότερο. Είχαν περάσει δυόμισι εικοσιτετράωρα, δίχως το βρέφος να ουρήση παρ’ όλα τα φάρμακα και τις θεραπείες. Οι άτυχοι γονείς θρηνούσαν το παιδάκι τους, οπότε μια γειτόνισσα τους τούς λυπήθηκε και τους συμβούλευσε να πάνε στον π. Αθανάσιο Χαμακιώτη για να το σταυρώση.
Πράγματι, ο πατέρας πήρε το μικρό και τρέχοντας πήγε στην Παναγία την «Νερατζιώτισσα». Ήταν απόγευμα του Δεκαπενταύγουστου και ο σεβάσμιος πνευματικός μόλις είχε τελειώσει την παράκλησι. Το παιδί ήταν αναίσθητο και με φουσκωμένη κοιλιά. Ο γέροντας, μόλις το είδε, είπε:
-Κάτι σατανικό συνέβη.
Έδωσε εντολή σε όσους βρέθηκαν εκεί να γονατίσουν. Πήρε το βρέφος στα χέρια, όπως ο δίκαιος Συμεών ο Θεοδόχος τον Κύριο, και το έβαλε στο Ιερό, φέρνοντας το τρεις φορές γύρω από την Αγία Τράπεζα. Έπειτα το έφερε έξω και το παρέδωσε στους συντετριμμένους γονείς. Ο πατέρας το πήρε πάλι στην αγκαλιά του αναίσθητο. Στην συνέχεια ο π. Αθανάσιος είπε στους γονείς να γονατίσουν μπροστά στην Ωραία Πύλη. Γονάτισε κι εκείνος. Έκανε μια θερμή προσευχή και εξώρκισε το πονηρό πνεύμα.
Το θαύμα έγινε! Το βρέφος τινάχθηκε στην αγκαλιά του πατέρα και τα ούρα ελευθερώθηκαν… Ο γέροντας με δάκρυα στα μάτια, ευχαρίστησε τον Κύριο και ευχήθηκε στους γονείς. Το παιδί δεν παρουσίαζε τώρα κανένα πρόβλημα.
( Αθανάσιος Αγιολαυρίτης)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ. 231-233)

" Η εμβέλεια της προσευχής του Παππούλη "
" Είχα παιδί μου, Ανάργυρε, μου είπε ο Παππούλης μιά ημέρα, έναν πολύ καλό μου φίλο, ιερομόναχο, ο οποίος έλαβε εντολή να πάει στην Αμερική να κηρύξει το λόγο του Θεού.
Στεναχωρηθήκαμε και οι δύο γι' αυτό το χωρισμό.
Όμως η Αρχιεπισκοπή ήταν ανένδοτη.
Έπρεπε να φύγει αμέσως.
Έτσι και έγινε.
Την ημέρα που αποχαιρετιστήκαμε, δώσαμε υπόσχεση ενώπιον του Θεού, ο ένας να προσεύχεται για τον άλλον σε όλη μας τη ζωή.
Από την πρώτη κιόλας βραδιά, εγώ άρχισα να προσεύχομαι για τον φίλο μου.
Και εκείνος μου έγραφε πως έκανε το ίδιο για μένα.
Όμως, στα επόμενα γράμματά του, έκανε λόγο για τρομερές δονήσεις, που αισθανόταν κατά την ώρα του ύπνου.
Νόμιζε πως ηλεκτρικό ρεύμα μεγάλης εντάσεως διαπερνούσε το σώμα του από τα νύχια έως την κορυφή.
Ήταν δε τόσο μεγάλη η ένταση αυτή, ώστε δεν τον άφηνε να κοιμηθεί.
Το φαινόμενο αυτό παρουσιαζόταν κάθε βράδυ και ο ύπνος του είχε γίνει δύσκολος.
Στην αρχή υπόθεσε ότι οι ταραχές αυτές οφείλονταν στις κλιματολογικές διαφορές, που υφίστανται μεταξύ του κλίματος της χώρας μας και της Αμερικής.
Αλλά, όταν είδε ότι, προϊόντος του χρόνου, αντί να μειώνονται αύξαναν, άρχισε να ανησυχεί.
Γι' αυτό αναγκάστηκε να με ενημερώσει τηλεφωνικώς και να ζητήσει τη γνώμη μου.
Τον καθησύχασα αμέσως.
Δεν είναι τίποτε, του είπα.
Απλώς ξέχασες την υπόσχεση που δώσαμε όταν χωρίσαμε, ότι ο ένας θα προσεύχεται για τον άλλον.
Τί ώρα αισθάνεσαι αυτά που λες ; τον ρώτησα.
Και εκείνος μου απάντησε : Το βράδυ που κοιμάμαι, την τάδε ώρα.
Ε, αυτή την ώρα είναι που εγώ, ο ταπεινός, προσεύχομαι για σένα.
Ας είναι δοξασμένο
το όνομα του Θεού, που κάνει την προσευχή μου να φθάνει μέχρις εσένα στην Αμερική !
Κάνε και εσύ το ίδιο για μένα, γιατί είμαι αμαρτωλός, του είπα, και έκλεισα το τηλέφωνο ".
Εδώ πρέπει να πούμε, απαντώντας στους αναγνώστες που τυχόν θα διερωτηθούν γιατί είχε αυτό το ενοχλητικό για τον ιερομόναχο αποτέλεσμα η προσευχή του Παππούλη, ότι, όπως φαίνεται από τα ίδια τα λεγόμενα του Γέροντα, η ενόχληση που αισθάνθηκε ο ιερομόναχος στην Αμερική, οφειλόταν στο ότι είχε ξεχάσει να προσεύχεται την ώρα που είχαν συμφωνήσει. Προφανώς αυτό δε θα συνέβαινε αν ο ιερομόναχος εκείνη την ώρα συπροσευχόταν με το Γέροντα.
Πρέπει, όμως, να προσθέσουμε και κάτι ακόμα πιο εντυπωσιακό που ακούσαμε, και διασταυρώσαμε την αλήθεια του.
Μιά νύχτα ο ιερομόναχος αυτός αισθάνθηκε να κρυώνει και ξύπνησε και βρήκε την πόρτα του δωματίου ανοιχτή. Παραξενεύτηκε, γιατί ήταν βέβαιος ότι την είχε κλείσει, όπως συνήθιζε και, αφού την ξανάκλεισε ξανακοιμήθηκε.
Όταν μετά μερικές ημέρες τηλεφωνήθηκε και με τον Παππούλη, ο Παππούλης του είπε ότι πάει και τον βλέπει που κοιμάται και δεν προσεύχεται.
Ο ιερομόναχος δύσπιστησε, σκεπτόμενος ότι ήταν αδύνατο να πηγαίνει ο Παππούλης στην Αμερική να τον βλέπει, και τότε ο Παππούλης του είπα απλά : Ναι, ήρθα και σε είδα και σου άφησα και την πόρτα ανοιχτή !
Ο ιερομόναχος βέβαια έμεινε εμβρόντητος, σαν να τον κτύπησε κεραυνός.
Μέγας είσαι, Κύριε και θαυμαστά τα έργα Σου !
Ποιός μπορούσε πια να αμφισβητήσει τα λεγόμενα του Παππούλη ;
Σχετικά με την προσευχή του Παππούλη έχομε ακούσει από πολλές ψυχές ότι αισθανόντουσαν την προσευχή του γι' αυτές ως γαλήνη και παραμυθία, ως ανακούφιση και χαρά, ως ένα συναίσθημα μακαριότητας και ειρήνης, κάτι οου έδιωχνε κάθε στεναχώρια, κάθε άγχος, κάτι που δημιουργούσε αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς και διάθεσης προσευχής και δοξολογίας του Θεού.
Μια μάλιστα κυρία (Χ.Χ.)
που είχε πρόσφατα χηρέψει, διηγείται στο βιβλίο του Κλ.Ιωαννίδη
" Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ", μαρτυρίες και εμπειρίες ", που κυκλοφορεί σε ογδόη έκδοση, ότι το απόγευμα της ίδιας ημέρας, που ανακοίνωσε στο Γέροντα το θάνατο του συζύγου της, ενώ βρισκόταν στο σπίτι της, ένιωσε ξαφνικά να φεύγει όλο το βάρος από την ψυχή της και ν' ανακουφίζεται και ν' αναβλύζει από μέσα της μιά χαρά, τόσο, που σταυροκοπήθηκε και είπε : " Θέε μου, είναι λογική αυτή η αντίδρασή μου ; "
Συνεχίζει δε ότι μετά έμαθε - και διασταύρωσε αυτή την πληροφορία - ότι εκείνη ακριβώς την ώρα, που αισθανόταν έτσι, ο Γέρων Πορφύριος προσευχόταν γι' αυτήν.
Μία άλλη διηγήθηκε σε αξιόπιστο πρόσωπο, από το οποίο εμείς το ακούσαμε, ότι, το παρακάλεσε το Γέροντα Πορφύριο να τη βοηθήσει για κάποιο πρόβλημά της, της υπέδειξε να κάνουν μαζί προσευχή στις 10 το βράδυ.
Όταν δε αυτή του είπε ότι αυτή την ώρα δεν μπορεί, γιατί η οικογένεια την απασχολεί, της πρότεινε να συμπροσεύχονται ( αυτή βέβαια από το σπίτι της ) στις 4 το πρωί.
Κι όταν του είπε ότι αυτή την ώρα δυσκολεύεται να ξυπνήσει και ότι δεν μπορεί να βάλει ξυπνητήρι, γιατί θα ενοχλήσει την οικογένεια, της είπε ότι θα πηγαίνει αυτός να την ξυπνάει.
Πράγματι, λοιπόν, όπως είπε, κάθε πρωί στις 4 η ώρα αισθανόταν ελαφρό άγγιγμα ή σκούντημα στον ώμο και καταλάβαινε ότι ήταν η ειδοποίηση του Γέροντος.
Ήταν μιά ευχάριστη ειδοποίηση, χωρίς ταραχή ή ενόχληση.
Ένας άλλος φίλος μας αφηγήθηκε ότι, όταν το βράδυ το Γέροντας προσευχόταν γι' αυτόν, αισθανόταν, μερικές φορές, ένα συναίσθημα ειρήνης ψυχικής και ελαφρότητας σωματικής, σαν να ήθελε το σώμα του να σηκωθεί από το κρεβάτι, χωρίς όμως να μετακινείται πραγματικά.
Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση που είχε αφηγηθεί σε ένα φίλο μας ο ίδιος ο Γέροντας, κάποιου που χρωστούσε χρήματα, και για τον οποίο προσευχήθηκε ο Γέροντας, κατόπιν παρακλήσεως του δικαιούχου, να τον φωτίσει ο Θεός να τα επιστρέψει. Αυτός, μη θέλοντας να πληρώσει το χρέος του, ενοχλήθηκε από την προσευχή του Γέροντος και του ζήτησε να παύσει να προσεύχεται γι' αυτόν.
Έτσι φαίνεται ότι σε σπάνιες περιπτώσεις, εκείνος για τον οποίο ο Γέροντας προσευχόταν, αισθανόταν κάποια ενόχληση, κάτι σαν έντονη υπόμνηση. Αυτό βέβαια συνέβαινε όταν εκείνος δεν είχε κάνει κάτι που έπρεπε να είχε κάνει. Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο θέμα μας.
Δεν πέρασε ούτε ένα εικοσαήμερο και ο Παππούλης πήρε άλλο τηλεφώνημα από το φίλο του ιερομόναχο, ο οποίος, ούτε λίγο ούτε πολύ, τον θερμοπαρακαλούσε να πάψει να προσεύχεται γι' αυτόν, γιατί τον αφήνει άυπνο και δεν μπορεί την ημέρα να εργασθεί και κινδυνεύει να θεωρηθεί, από την εκεί Εκκλησία, σαν ράθυμος και αδιάφορος.
Ο Παππούλης του το υποσχέθηκε και πράγματι, έπαψε να προσεύχεται γι' αυτόν και εκείνος, όπως είπε στον Παππούλη, δεν ξανααισθάνθηκε ποτέ πιά τα αποτελέσματα της δυνάμεως της προσευχής του, η εμβέλεια της οποίας έφθασε μέχρι την Αμερική !
Πρέπει να ξανακάνουμε όμως παρέκβαση, για να αποσαφηνίσουμε το θέμα, ώστε να μη δημιουργηθεί καμία παρεξήγηση.
Εδώ κρύβεται ένα μεγάλο μυστήριο που χρειάζεται μεγάλη ανάπτυξη.
Είναι το μυστήριο του κόπου που αναπαύει και της ανέσεως που καταστρέφει.
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια ενός ασκητού από το Γεροντικό : " Απέρχομαι όπου εστί κόπος και εκεί ευρίσκω ανάπαυσιν ", δηλαδή : πηγαίνω εκεί όπου υπάρχει κόπος και εκεί βρίσκω ξεκούραση. ( Αββάς Ποιμήν, Γεροντικόν ).
Και ο Αββάς Ισάακ γράφει : " Ο Θεός και οι άγγελοι αυτού εν ανάγκαις χαίρουσι, ο δε διάβολος και οι εργάται αυτού εν
αναπαύσει ".
Και αλλού : " Ουδείς μετ' ανέσεως ανήλθεν εις τους ουρανούς ".
Είναι όπως ο αθλητής που θέλει να νικήσει στους αγώνες.
Αρέσκεται στον κόπο των προπονήσεων, γιατι αποβλέπει στο βραβείο της νίκης.
Ο Γέροντας το ήξερε αυτό εκ πείρας, και από αγάπη ήθελε να οδηγήσει και το φίλο του τον ιερομόναχο στην ουράνια ανάπαυση, που περνάει μέσα από τον πρόσκαιρο κόπο.
Του υπενθύμιζε λοιπόν οχληρά την ώρα της προσευχής, σαν να του έλεγε : " Άφησε καημένε τον ύπνο και έλα να προσευχηθούμε μαζί, όπως έχομε συμφωνήσει, και θα μπείς στα μυστήρια του Θεού και θα νιώσεις μιά άλλου ανάπαυση. Βέβαια ο ιερομόναχος εκείνος, ανθρώπινα σκεπτόμενος, υπολόγιζε ότι για να εργασθεί την άλλη ημέρα, έπρεπε να είναι ξεκούραστος.
Το μυστικό του Γέροντος όμως ήταν ότι, όταν έλθει η Χάρις, δε μετράει κούραση.
Ίσως μάλιστα ο μεγαλύτερος κόπος, που γίνεται από θείο έρωτα, από αγάπη προς το δεσπότη Χριστό, προσελκύει περισσότερη χάρη, και έτσι ο αγρυπνήσας τη νύχτα στην προσευχή, μπορεί την άλλη μέρα, παρά τη σωματική κούρασή του, να εργασθεί καλύτερα μέσα Γιατί θα εργάζεται μαζί του η Θεία Χάρις.
Ενώ όταν είναι ξεκούραστος στο σώμα και χορτάτος ύπνο, εργάζεται μόνο με τις δικές του πτωχές δυνάμεις.
Εφ' όσον λοιπόν ο ιερομόναχος αυτός δεν " έπιασε " το μήνυμα του Παππούλη και προτίμησε την ανθρώπινη λογική του, την αντίθετη άποψη, μοιάζει σαν τον αθλητή που προτιμά τον ύπνο από την προπόνηση, για να είναι τάχα ξεκούραστος και να αποδώσει στους αγώνες. Ο καθένας καταλαβαίνει πόσο αυτό είναι παράλογο.
Εν τούτοις ο Θεός δεν εξαναγκάζει κανέναν και γι' αυτό ο Γέροντας, εφ' όσον δεν έγινε δεκτή η προσφορά του, και παρακλήθηκε " να μην ενοχλεί ", την απέσυρε.
Έτσι βέβαια ο ιερομόναχος εκείνος έμεινε τότε μόνος και εργαζόταν ως άνθρωπος.
Δε γνωρίζομε πώς εξελίχθηκε.
Ελπίζομε όμως ότι αργότερα θα κατάλαβε το νόημα της οχλήσεως του Παππούλη και θα επωφελήθηκε απ' αυτήν. Όλα τ' ανωτέρω υποχρεώθηκε να μου τα διηγηθεί ο Παππούλης, γιατί το καλοκαίρι εκείνο ( πριν από 25 χρόνια, περίπου ), συνέβη και εγώ να υποστώ… τις ίδιες ταλαιπωρίες από τις προσευχές του αγαπημένου μου Παππουλάκη.
Ήταν Αύγουστος μήνας, θυμάμαι, που αποφασίσαμε με ένα φιλικό μου ζευγάρι, να περάσουμε τις διακοπές μας στη λουτρόπολη της Αιδηψού.
Πρίν φύγω, πήγα να πάρω την ευχή του. Παράλληλα τον ρώτησα εάν προβλέπει, πώς θα περάσω τις διακοπές. Μου απάντησε ότι θα περάσεις καλά, γιατί εγώ θα προσεύχομαι συνεχώς. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας βρεθήκαμε στην Αιδηψό και εγκατασταθήκαμε σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο και το ρίξαμε έξω και λησμονήσαμε την προσευχή και όλα εν γένει τα θρησκευτικά μας καθήκοντα.
Το βράδυ κοιμηθήκαμε αργά. Μόλις κοιμηθήκαμε, αισθάνθηκα να κουνιέται το κρεβάτι μου τόσο δυνατά, που νόμιζα πώς έκανε σεισμό. Ξύπνησα έντρομος και φώναξα δυνατά : σεισμός, σεισμός, ενώ παράλληλα κρατιόμουν από το κρεβάτι, για να μην πέσω κάτω και θα σκοτωθώ.
Παρατήρησα, όμως, ότι κανείς δεν ξύπνησε από τα διπλανά δωμάτια, αλλά ούτε από τους άλλους ορόφους.
Το γεγονός αυτό με ανησύχησε περισσότερο.
Παρέμεινα πολύ ώρα ο άυπνος. Όταν ξανακοιμήθηκα, αισθάνθηκα πάλι τα ίδια και επιπλέον αισθανόμουν να διαπερνά το σώμα μου κάτι σαν ηλεκτρικό ρεύμα !
Αυτό συνέβη πολλές φορές.
Το πρωί ρώτησα το φίλο μου το γιατρό και τη σύζυγό του, εάν κατάλαβαν τους σεισμούς που έγιναν το βράδυ, και αυτοί γελούσαν ! Τα ίδια συνέβαιναν και τα άλλα βράδια και οι διακοπές μου κατάντησαν σκέτο μαρτύριο.
Οπότε, ένα βράδυ βλέπω στον ύπνο μου, ότι ήμουν στην Εκκλησία του Αγίου Νικολάου, ( μάλλον στα Καλλίσια ),
και από την εικόνα του Αγίου εκπέμποντο επάνω μου δέσμες εκατομμυρίων πολύχρωμων θεϊκών ακτίνων υπέρλαμπρο φως και μου προκαλούσαν μία απερίγραπτη θεϊκή αγαλλίαση !
Μετά και από αυτό το όνειρο, αναγκάστηκα να επικοινωνήσω με τον Παππούλη και του τα έθεσα όλα υπόψη.
Μην ανησυχείς, μου λέει. Εγώ σε ταλαιπωρώ με τις προσευχές μου.
Ποιά ώρα είδες τον Άγιο Νικόλαο στον ύπνο σου ; Του είπα την ώρα. Ε, αυτή την ώρα παρακαλούσα τον Άγιο για σένα.
Να συνεχίσεις τις διακοπές σου, αλλά να μην ξεχνάς προσεύχεσαι.
Τότε εγώ χαριτολογώντας του είπα :
-Παππούλη, σας παρακαλώ, εάν θέλετε να συνεχίσω εγώ τις διακοπές μου, πρέπει να σταματήσετε εσείς τις προσευχές σας για μένα. Διαφορετικά, αυτές δεν είναι διακοπές, είναι μαρτύριο…
Ο Παππούλης χαμογέλασε… με αγαθότητα και άπειρη καλοσύνη.
Ήθελε και με τον τρόπο αυτό να με οδηγήσει στην πνευματική ζωή.
Αλλά εγώ… πού να καταλάβω το περιστατικό Αυτό μου το υπενθύμισε δύο ώρες πριν φύγει για το τελευταίο του ταξίδι στο Άγιον Όρος και γελάσαμε και οι δύο δυνατά και με ιδιαίτερη ικανοποίηση. Μακάρι και τώρα να εύχεται, από εκεί που είναι τόσο έντονα!Θα ήταν για μένα η πιο ευχάριστη ταλαιπωρία... [Κ 24-31]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.362-369)

85. Ειδικότερα από τί ελευθερώθηκε ο πεσμένος άνθρωπος;

Από την τραγικότητα της υπάρξεως, από τη δυστυχία και την αθλιότητα της ζωής. Η τραγικότητα της ανθρώπινης ζωής ξετυλίγεται σε δύο φάσεις, την επίγεια και την ουράνια. Η τελευταία βέβαια αφορά όσους πιστεύουν στη μετά θάνατο ζωή. Οι άπιστοι δεν πολυσκοτίζονται γι’ αυτά τα πράγματα.

Η ζωή των ανθρώπων στη γη είναι πολύ μπερδεμένη. Πολλές φορές καταντά αφόρητη. Ενώ το όνειρο κάθε ανθρώπου είναι η ευτυχία, ο πραγματικός κλήρος της ζωής του είναι η δυστυχία και η αθλιότητα. Ο καθημερινός άνθρωπος είναι ανήσυχος· δεν ειρηνεύει ούτε με τον εαυτό του, αλλ΄ ούτε και με το συνάνθρωπο. Τον πνίγουν εχθρότητες και μίση. Είναι άφιλος και έρημος. Μαστίζεται από τα πάθη και τις επιθυμίες του. Είναι άτομο διχασμένο. Δεν ξέρει ούτε τί θέλει ούτε τί επιδιώκει. Δεν έχει πυξίδα στη ζωή του. Οι προσανατολισμοί του είναι ομιχλώδεις και αδιόρατοι. Υποφέρει στο εσωτερικό της ψυχής του. Η συνείδησή του είναι διαρκώς ταραγμένη. Φοβάται το θάνατο. Διερωτάται γιατί ζεί και καμιά φορά ο ίδιος θέτει τέρμα στη ζωή του.

Και διερωτάται κανείς· πώς συμβαίνει ο άνθρωπος, που και μυαλό έχει και επιστήμη και τεχνική και δυνατότητες να κτίσει μια όμορφη ζωή, να ζεί τόσο άθλια και τραγικά πάνω στη γη; Η απάντηση δεν είναι δύσκολη· γιατί είναι κακός και αμαρτωλός. Η αμαρτία είναι το πικρό δηλητήριο που σκοτώνει την ύπαρξη, οδηγεί τον άνθρωπο στο θάνατο. Τον χωρίζει από το Θεό, την πηγή της πραγματικής χαράς. Στην αμαρτία ο άνθρωπος χάνει την αλήθεια του, ντύνεται το ψεύδος και την πλάνη, νεκρώνεται πνευματικά.

Και καλά εδώ κάτω στη γη· υπάρχουν όμως και αλλά πολύ χειρότερα· η ζωή του ανθρώπου που ξεδιπλώνεται όταν κλείσει οριστικά τα μάτια του. Η ζωή που ξετυλίγεται στην αιωνιότητα. Αν ο άνθρωπος στην εδώ ζωή του δεν μετανιώσει για την κακότητα και τις αμαρτίες του, αν κουβαλήσει μαζί του τη νέκρωση της φθοράς της αμαρτίας, θα παραδοθεί στον αιώνιο πνευματικό θάνατο, που θα είναι ο οριστικός αποχωρισμός του από το Θεό, την αιώνια πηγή της αληθινής ζωής. Θα περιέλθει σε μια οδυνηρή κατάσταση που την αποκαλούμε κόλαση, της οποίας αρχηγός είναι ο διάβολος. Όσοι δούλεψαν στο διάβολο και πέθαναν αμετανόητοι θα πάνε με το διάβολο, εκεί που είναι το σκοτάδι, ο κλαυθμός και ο τρυγμός των όδόντων.

Από την αθλιότητα, λοιπόν, της ζωής αυτής και το φρικτό τέλος του αιώνιου πνευματικού θανάτου και τη δυνάστευση του διαβόλου μας έσωσε ο Κύριος με το λυτρωτικό έργο του. Κοντά του ο άνθρωπος γαληνευει, ελευθερώνεται από τα δεσμά του, βλέπει το πραγματικό νόημα της ζωής, ατενίζει το φώς και ζεί πραγματικά ευτυχισμένος, ικανοποιώντας όλες τις υπαρξιακές ανάγκες του. Κοντά στο Χριστό υπάρχει το φώς, η αλήθεια και η ζωή.

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 124-125)

το κυρίως κακό
Ένα είναι το κυρίως κακό, που αρμόζει να λέγεται κακό, η αμαρτία.
Και αυτή εξαρτάται από τη δική μας βούληση.
Ε.Π.Ε. 7,100

καρπός της
Το πραγματικώς κακό είναι η αμαρτία. 
Το τέλος της είναι η καταστροφή. Αυτό, που φαίνεται κακό,
λόγω του πόνου που προκαλεί, όπως είναι οι σωματικές κακώσεις,
μας αποτρέπει από την αμαρτία. Καρπός των σωματικών πόνων
και θλίψεων είναι η αιώνιος σωτηρία της ψυχής. Ε.Π.Ε. 7,104

φοβερό και λυπηρό η αναισχυντία
Δεν είναι τόσο φοβερό το ν’ αμαρτάνει κανείς,
όσο η αδιαντροπιά μετά την αμαρτία,
και το να μη πειθαρχεί κανείς στους ιερείς, που παραγγέλλουν προσοχή. Ε.Π.Ε.8α,234

το μόνο φοβερό και λυπηρό
Ένα μονάχα φοβάμαι, την αμαρτία.
Όλα τ’ άλλα δεν με πειράζουν, είτε πλούτος,
είτε φτώχεια, είτε εξουσία, είτε οτιδήποτε άλλο.
Ε.Π.Ε. 8α,286

άλγος
Το άριστο θα ‘ταν να μην αμαρτάναμε καθόλου.
'Ύστερα απ’ αυτό το καλύτερο είναι, όταν αμαρτάνουμε,
να συναισθανόμαστε και να διορθωνόμαστε. Αν δεν έχουμε αυτό,
πώς θα παρακαλέσουμε το Θεό να μας δώσει άφεση των αμαρτημάτων μας;
... Λοιπόν, πες εσύ τα αμαρτήματα σου, ένα ένα,
ώστε να ξέρεις ποιών αμαρτημάτων παίρνεις τη συγχώρηση...
Εκείνο, που κάνει το Θεό ν’ αγανακτεί είναι το να μη πονάμε για την αμαρτία μας.
Ε.Π.Ε. 9,456

παιχνίδι άσχημο
Τί λες, άνθρωπε; Πήγες κόντρα με το Θεό και κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις;
Αυτό είναι δεύτερο κοντράρισμα στο Θεό, δεύτερη βρωμιά.
Για ποιά, λοιπόν, αμαρτήματα ζητάς λύση;
Γι' αυτά, πού ούτε καν θέλεις να τα γνωρίζεις;
Παίζεις εκεί πουδεν χωράει παιχνίδι. Αλλά θα έρθει καιρός, που δεν θα μπορείς να παίζεις.
Ε.Π.Ε. 9,568

τα οψώνια
Τα περισσότερα απ’ τα σωματικά νοσήματα προέρχονται από ψυχικές αμαρτίες.
Αν το φοβερότερο, ο ίδιος ο θάνατος, έχει τη ρίζα του στην αμαρτία,
πολύ περισσότερο οι πιο πολλές απ’ τις αρρώστιες.
Ε.Π.Ε. 10,222

κόπος, βάρος
Η αμαρτία είναι κόπος και βαρύ και δυσβάστακτο φορτίο...
Τίποτε δεν βαρύνει τόσο πολύ την ψυχή, τίποτε δεν τραυματίζει τόσο τη διάνοια,
τίποτε δεν μας πιέζει τόσο προς τα κάτω, όσο η συνείδηση της αμαρτωλότητας μας.
Ε.Π.Ε. 10,616

πυρ κολάσεως
Τί χειρότερο υπάρχει απ’ αυτή τη βάσανο;
Τί χειρότερο απ’ τα τραύματα, που έχουν μέσα τους;
Τί χειρότερο απ’ το καμίνι, που καίει αιώνια κι απ’ τη φλόγα που δεν σβήνει ποτέ; Ε.Π.Ε. 10,622

σαν το σκυλί στο ξέρασμά του
Μετάνοια είναι να μην επαναλάβουμε τα ίδια.
Διότι όποιος επιχειρεί κάτι τέτοιο, μοιάζει με το σκυλί που ξαναγυρίζει στον εμετό του.
Είναι, λοιπόν, ανάγκη να απέχουμε και ως προς την πράξη και ως προς την προαίρεση από όσα διαπράξαμε.
Κι αφού απομακρυνθούμε, να χρησιμοποιήσουμε για τις πληγές τα κατάλληλα φάρμακα.
Ε.Π.Ε. 10,622

βάρος
Είναι βαριά και ανυπόφορη η αμαρτία, χειρότερη και βαρύτερη από το μολύβι και κάθε μέταλλο.
Όποιος έχει κάποια αίσθηση, δεν μπορεί ούτε για λίγο να υψώσει το βλέμμα του,
κι αν ακόμα είναι τελείως αναίσθητος.
Ε.Π.Ε. 14,754

πρόλαβε τη φωτιά
Μη περιμένεις ν’ ανάψει η φωτιά για να την σβήσεις. Πρόλαβέ την.
Να μην εξαγριώνεις το θηρίο, μήτε να επιτρέπεις ν’ αγριεύει.
Αν ανάψει η φωτιά της αμαρτίας, δεν μπορείς εύκολα να κυριαρχήσεις.
Ε.Π.Ε. 15,412

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 145-147)

Η λαβίδα κολλάει; Όχι, λόγω της Θ. Κοινωνίας!

Οι παρακάτω σκέψεις απευθύνονται σε πιστούς, κυρίως, που δέχονται τη Θ. Κοινωνία ως Μυστήριο. Πολλοί, λοιπόν, πιστοί λένε ότι: Πιστεύω απόλυτα ότι η Θ. Κοιν. είναι Σώμα και Αίμα Χριστού και δεν «κολλάει», αλλά η αγία λαβίδα «κολλάει». Γι’ αυτό να αλλάξει η Εκκλησία τον τρόπο μετάδοσης και θα είμαστε άνετοι.

1) Στην Ορθόδοξη Εκκλησία δύο μόνο τρόποι μετάδοσης υπάρχουν, α) χωρίς λαβίδα, ο τρόπος των πρώτων αιώνων, όπου όλοι οι πιστοί παίρνουν ξεχωριστά στην παλάμη τους το Σώμα και πίνουν μετά από το ένα, κοινό Άγιο Ποτήριο το Αίμα, και β) η λαβίδα. Άλλος τρόπος δεν υπάρχει, ούτε υπήρξε.

2) Αν η Εκκλησία καταργήσει τη λαβίδα, τότε θα επιστρέψει στον πρώτο τρόπο, ο οποίος για έναν μη πιστό είναι 100 φορές πιο φονικός! Σε αυτόν, όπως είπαμε, τον τρόπο, του Μυστικού Δείπνου του Χριστού, ΟΛΟΙ πίνουμε από το ένα Ποτήριο! Οπότε εκεί κατεξοχήν υπάρχει ανάμιξη σιέλων! Εκεί να δείτε πως κολλάει κανείς… Οπότε για έναν μη πιστό και οι δύο τρόποι είναι «επικίνδυνοι», ο χωρίς λαβίδα μάλιστα, σκέτος "δολοφόνος"!

3) Οι πολλαπλές λαβίδες, κουταλάκια, κλπ., που ήρθαν στη συζήτηση στις μέρες μας, είναι ΠΑΝΤΕΛΩΣ άγνωστος τρόπος μετάδοσης σε 2000 χρόνια Χριστιανισμού! Εφεύρεση του σήμερα!

4) Η Θεία Κοινωνία, ως Χριστός, άρα ως ο Θεός, είναι και μεταδίδει την άκτιστη Χάρη ΚΑΙ στη λαβίδα με την οποία ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΝΑ την ώρα της μετάδοσης! Όπως, αν πιστεύω αληθινά στο όλο Μυστήριο, δεν θα κολλήσω από το Σώμα και το Αίμα, έτσι ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ να κολλήσω από τη λαβίδα που αγγίζει, εφάπτεται, γίνεται ένα με το Σώμα και το Αίμα. Ακόμη και 1000 μικρόβια να έχει η λαβίδα εκτός μεταλήψεως, αυτά τα μικρόβια «εξουδετερώνονται», «καταργούνται», δεν μπορούν να βλάψουν, διότι απλούστατα η λαβίδα αγγίζει και είναι ενωμένη με το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, οπότε και αυτή η λαβίδα εκείνη την ώρα έχει πλήρως την άκτιστη Θεία Χάρη των Τιμίων Δώρων, όπως το σίδερο μέσα στο καμίνι είναι πυρακτωμένο, όχι από τον εαυτό της ως κτιστό μέταλλο, αλλά επειδή είναι ενωμένη με το Χριστό! Είναι καθαρά θέμα πίστης. Οπότε είναι θεολογική τραγική αντίφαση, θεολογικός διχασμός, να δέχομαι μεν ότι η Θ. Κοιν. ΔΕΝ κολλάει, αλλά η λαβίδα ή το Άγιο Ποτήριο, κάθε μέσο μετάδοσής της που γίνεται ΕΝΑ με αυτήν, κολλάει! Διαφωτιστικότατο είναι το άρθρο του π. Νικολάου Λουδοβίκου: Μεταλαμβάνοντας σε καιρούς πανδημίας.

5) Θεολογικά, λοιπόν, αυτό όλο είναι ένα ψευτοδίλημμα και μία ματαιοπονία για έναν αληθινά πιστό. Αυτά τα δύο πάνε «πακέτο». Θ.Κοινωνία και η λαβίδα της. Είναι σαν να λέμε η λάμπα (Θ.Κοιν) είναι φωτεινή αλλά το γυαλί της (λαβίδα) όχι! Η φωτιά καίει, αλλά το πυρακτωμένο σίδερο μέσα της όχι!

6) Η Εκκλησία φυσικά και μπορεί να αλλάξει τον τρόπο μετάδοσης, διότι δεν είναι αυτός δογματικό ή ηθικό θέμα, αλλά λειτουργική παράδοση. Όχι όμως ένας ιερέας μόνος του, ούτε Αρχιεπίσκοπος, ούτε μία Σύνοδος. Μόνο Πανορθόδοξα και Οικουμενικά!

7) Αν τον αλλάξει όμως τώρα, για τους λόγους που λέει ο κόσμος, θα είναι ΤΡΑΓΙΚΟ ΛΑΘΟΣ! Διότι θα είναι σαν να παραδέχεται ότι ο παρών τρόπος μετάδοσης κρύβει κίνδυνο, «κολλάει». Αυτό γίνεται έτσι ΔΟΓΜΑΤΙΚΟ ΘΕΜΑ! Έτσι σταματά να είναι λειτουργική παράδοση. Θα μπει «στο τρυπάκι» της απιστίας του κόσμου. Θα αλλάξει τον τρόπο μετάδοσης για λάθος λόγο! Σε οποιονδήποτε τρόπο μετάδοσης των τιμίων Δώρων, η Εκκλησία ουδέποτε διανοήθηκε κίνδυνο μικροβίων. Για πρακτικούς λόγους άλλαζε, αλλάζει, ή θα αλλάζει, τον τρόπο μετάδοσης, όχι για φόβο «μην κολλήσουμε»• π.χ. η λαβίδα εισήχθη μάλλον για να αποφεύγονται ατυχήματα «πτώσεως στο έδαφος» των καθαγιασμένων ειδών και μάλιστα σε βρέφη και ασθενείς. Για πρακτικούς και πάλι λόγους, ασχέτους πανδημίας, θα μπορούσε πανορθοδόξως να αλλάξει τη λαβίδα. Όχι όμως για τους σημερινούς λόγους που επικαλούνται τα ΜΜΕ! Για λογισμούς δηλ. αμφιβολίας…

8) Όποιοι κληρικοί εισήγαγαν πολλαπλές λαβίδες ή κουταλάκια, ακόμη και με την ευλογία ή ανοχή κάποιου Επισκόπου ή Αρχιεπισκόπου, ουσιαστικά με το να αλλάξουν τον τρόπο, ΛΕΝΕ ΞΕΚΑΘΑΡΑ, άθελά τους ελπίζουμε, ότι ο παρών τρόπος μπορεί και να κολλήσει! Αυτό υπονοούν. Είναι σαφές. Μην κοροϊδευόμαστε… Αν δεν κολλάει με τη μία λαβίδα, τότε γιατί αλλάζω τον τρόπο; Άρα, αν τον αλλάζω, σημαίνει ότι παραδέχομαι ότι κολλάει η μία λαβίδα! Αν το κάνω γιατί φοβούνται οι πιστοί μου, αυτό σημαίνει ότι είναι εντελώς ακατήχητοι οι ενορίτες μου και αγνοούν την παραπάνω θεολογία του σημείου (4). Αντί να βάζω, λοιπόν, έναν πάκο με λαβίδες (απίστευτη φωτογραφία στα χρονικά της Ορθοδόξου Εκκλησίας!) και να κυκλοφορεί η φωτογραφία σε όλο τον πλανήτη, ας κατηχήσω τους πιστούς!).Οπότε δείχνω ξεκάθαρη απιστία για τον παρόντα τρόπο της μίας λαβίδας και ακυρώνω όλους τους αιώνες που χρησιμοποιήθηκε αυτός ο τρόπος(!), χωρίς ποτέ να τεθεί κίνδυνος μετάδοσης ασθενειών! Επιπλέον, οι κληρικοί αυτοί, κάνουν μία ανεπίτρεπτη αυθαιρεσία, μόνοι τους εντελώς, χωρίς καμία συνεννόηση όλων των Εκκλησιών και «αδειάζουν» στην κυριολεξία όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες και όλους τους ιερείς! Και απιστία και απόλυτη αυθαιρεσία…

9) Άρα θεολογικά, για τους ίδιους λόγους που ένας πιστός δεν φοβάται τη Θ. Κοινωνία, για τους ίδιους ακριβώς θεολογικούς, όχι επιστημονικούς, λόγους δεν θα φοβηθεί και τη μία λαβίδα, ή το Άγιο Ποτήριο. Η βάση είναι η ίδια. Η άκτιστη χάρη του Θεού στο Μυστήριο, που αποτρέπει την ενέργεια κάθε μικροβίου που πιθανόν βρεθεί είτε πάνω στον ίδιο τον καθαγιασμένο άρτο, είτε μέσα στο άγιο Ποτήριο, αφού υπάρχει και αέρας και σάλιο [δεν αναιρούνται οι φυσικοί νόμοι], είτε πάνω στη λαβίδα που βαστά τον Χριστό! Μικρόβιο μπορεί να υπάρξει παντού. Είναι αδύνατον όμως να ΕΝΕΡΓΗΣΕΙ αυτό, όπου και αν βρίσκεται, λόγω της υπερφυσικής Θεότητας, με την οποία εφάπτεται εκείνη την ώρα, η οποία καταργεί την φυσική βλαπτική του ενέργεια, όπως μία σπίθα καταργείται στον ωκεανό…

πατήρ Νικόλαος Πουλάδας

Οι σχέσεις με τους συγγενείς και τους φίλους

-Γέροντα, κάποια κυρία ρώτησε τί να κάνη με δυο ξαδέλφες της που ζουν για χρόνια παρασιτικά εις βάρος της.
-Τί θέλει; να κάνουμε τώρα καινούργιο Ευαγγέλιο; Από αυτήν ζητάει ο Θεός να τις βοηθάη
και Εκείνος θα κάνη ό,τι συμφέρει στην ψυχή τους.
-Γέροντα, όταν ανάμεσα σε συγγενείς δημιουργηθή μια παρεξήγηση, πρέπει να τους πη κανείς κάτι, για να τους βοηθήση;
-Ναί, πρέπει να πη κάτι με τρόπο, γιατί, αν σιωπήση, ίσως κάνη κακό. Αν τον παρεξηγήσουν,
να πάη ξανά και να τους πή: «να με συγχωρήσετε που σας στενοχώρησα», και στο εξής να τους αφήση και να προσεύχεται γι’ αυτούς.
Όποιος θέλει να ζήσει ειρηνικά, πρέπει να προσέξη ιδιαίτερα τις σχέσεις του με συγγενείς και φίλους.
Να μην ξεγελιέται από την ευγένεια που ίσως συναντά.
Η κοσμική ευγένεια μπορεί να κάνη πολύ κακό, γιατί έχει υποκρισία. Η εξωτερική συμπεριφορά μπορεί να παρουσιάζη
έναν τέλειο άγιο, αλλά, όταν αποκαλυφθή ο εσωτερικός του κόσμος, να είναι τελείως το αντίθετο.
-Όταν, Γέροντα, νιώθη κανείς την καλωσύνη του άλλου, είναι σωστό να εκφράζεται γι’ αυτήν;
-Αν είναι πολύ δικός του άνθρωπος, δεν χρειάζεται, γιατί και αυτός κάποτε θα τον είχε εξυπηρετήσει,
αλλά και νιώθει την εσωτερική ευγνωμοσύνη που υπάρχει. Αν όμως δεν είναι δικός του άνθρωπος, τότε,
με όποιον τρόπο μπορεί, ας εκφράση την ευγνωμοσύνη του. Στους ξένους λέμε «ευχαριστώ».
Εάν θελήση λ.χ. ένα παιδί να εκφράση την ευγνωμοσύνη του στους γονείς του, δεν πρέπει να κάνη άλλη δουλειά
από το να τους λέη συνέχεια, μέρα-νύχτα, «ευχαριστώ» για όσα κάνουν γι’ αυτό.
Πολύ βοηθάει το να είναι κανείς απλός στις σχέσεις του με τους άλλους, να έχη γι’ αυτούς πάντοτε καλό λογισμό
και να μην παίρνη όλους τους ανθρώπους στα σοβαρά. Να αποφεύγη τις συζητήσεις που γίνονται δήθεν για πνευματική ωφέλεια και φέρνουν μάλλον πονοκέφαλο. Να μην περιμένη πνευματική κατανόηση από ανθρώπους που δεν πιστεύουν στον Θεό. Καλύτερα να εύχεται γι’ αυτούς να τους συγχωρήση ο Θεός και να τους φωτίση.
Να μιλάη στον καθέναν με την δική του γλώσσα και να μη φανερώνη τις μεγάλες αλήθειες που πιστεύει και ζή,
γιατί δεν θα τον καταλάβουν, επειδή μιλάει σε άλλη συχνότητα και σε διαφορετικό μήκος κύματος.
Μερικοί λένε: «θέλω να γνωρίσουν και οι άλλοι τον Χριστό, όπως Τον γνώρισα κι εγώ»,
και κάνουν τον δάσκαλο στους άλλους. Πρέπει όμως η ζωή τους να συμφωνεί με αυτά που διδάσκουν.
Όταν με την ζωή τους διδάσκουν άλλον Χριστό και δεν ανταποκρίνωνται σε αυτά που λένε,
τότε δεν μπορούν να πούν ότι γνώρισαν τον Χριστό. Και αν κανείς δεν έχη βιώματα, θα είναι έξω από την πραγματικότητα καί, αργά ή γρήγορα, θα τον προδώσει ο εαυτός του. Όταν με πόνο και αληθινή αγάπη πλησιάσουμε κάποιον, τότε η αληθινή αυτή αγάπη του Χριστού αλλοιώνει τον πλησίον μας.
Ο άνθρωπος που έχει αγιότητα, όπου κι αν βρεθή, δημιουργεί κατά κάποιον τρόπο γύρω του ένα ηλεκτρομαγνητικό πνευματικό πεδίο και επηρεάζει όσους βρίσκονται μέσα σ’ αυτό.
Βέβαια, πρέπει να προσέχουμε να μη σπαταλάμε την αγάπη μας και να μη δίνουμε την καρδιά μας εύκολα,
γιατί πολλές φορές μερικοί εκμεταλλεύονται την δική μας καρδιά και μας την κάνουν κιμά
ή άλλοτε δεν μπορούν να μας καταλάβουν και μας παρεξηγούν.

(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 161-163)

Ερχόμαστε στην λαβίδα, άλλον και αυτόν λειτουργικό μας νεωτερισμό, παρόλο που είναι προγενέστερος από το «ζέον» και τον αστερίσκο. Όπως είναι γνωστό, ο αρχαίος τρόπος της μετάληψης ήταν αυτός που μέχρι τώρα παραμένει στους ιερείς: η μετάληψη δηλαδή πρώτα του Σώματος, το οποίο το χέρι του ιερέα αποθέτει στην παλάμη αυτού που κοινωνά και η μετάληψη του Αίματος έπειτα απ’ ευθείας από το Ποτήριο, που τότε όμως το έδινε ο διάκονος. Για αυτό δεν επιτρέπεται να αμφιβάλλουμε ούτε στο ελάχιστο. Να τα κείμενα.
    Οι Αποστολικές Διαταγές (δηλαδή η λειτουργία του λεγομένου Κλήμεντος, που είναι στις Αποστολ. Διαταγές) προστάζουν: «Ο μεν επίσκοπος να δίνει την προσφορά, λέγοντας Σώμα Χριστού, και αυτός που την δέχεται ας λέει Αμήν· ο δε διάκονος να κρατά το Ποτήριο και δίνοντας να λέει Αίμα Χριστού»(Διαταγές Αποστόλων Η,ΙΓ). Ο Διονύσιος Αλεξανδρείας λέει: «Αφού παρακολούθησε την Ευχαριστία και αντιφώνησε το Αμήν και αφού παρέστη στην τράπεζα, άπλωσε τα χέρια του για να παραλάβει την άγια Τροφή…» (Ευσεβίου Εκκλ. Ιστ. Ζ,9). Ο Αμβρόσιος προς τον Μ. Θεοδόσιο λέει: «Πώς με τέτοια χέρια να υποδεχτείς το Πανάγιο Σώμα του Δεσπότη; Πώς πάλι θα φέρεις στο στόμα σου το Αίμα το τίμιο;»(Θεοδωρήτου Εκκλ. Ιστ. Ε,17). Ο Μ. Βασίλειος λέει: «Διότι πράγματι στην εκκλησία ο ιερέας δίνει την μερίδα και αυτός που την δέχεται την κρατά με όλη την εξουσία και έτσι την φέρνει στο στόμα με το χέρι του»(Επιστολή 93 προς Καισαρίαν)… «σκέψου τι δέχεσαι στο χέρι και διατήρησέ το καθαρό από κάθε πλεονεξία και αρπαγή. Συλλογίσου ότι όχι μόνο με το χέρι δέχεσαι, αλλά φέρνεις και στο στόμα και φύλαγε τη γλώσσα σου καθαρή»(Χρυσοστόμου,Κατήχηση Β,2). Ο Κύριλλος Ιεροσολύμων λέει: «Όταν πλησιάζεις, μην έρχεσαι με απλωμένους τους καρπούς των χεριών ούτε με ανοιχτά τα δάχτυλα· αλλά αφού κάνεις το αριστερό χέρι θρόνο στο δεξί, σαν να πρόκειται αυτό να υποδεχτεί Βασιλιά, και αφού κάνεις κοίλη την παλάμη, να δέχεσαι το Σώμα του Χριστού… έπειτα, αφού κοινωνήσεις το Σώμα του Χριστού, πλησίασε και το Ποτήριο του Αίματος»(Κατήχηση ΚΓ 21-22). Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέει: «Αφού σταυρώσουμε τις παλάμες, ας υποδεχτούμε το σώμα του εσταυρωμένου» (Έκδοση Ορθ.Π Δ,13).
Έτσι, κατά τους 8 πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, η λαβίδα δεν φαίνεται να χρησιμοποιείται, επισήμως τουλάχιστον, στην Καθολική Εκκλησία. Και πώς ήταν δυνατόν να γίνει διαφορετικά, αφού η ίδια η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος με τον 101ο κανόνα της όριζε τον τρόπο της κοινωνίας σύμφωνα με τα μέχρι τότε ισχύοντα; «Αν κάποιος θελήσει την ώρα της σύναξης να μεταλάβει το άχραντο σώμα και να γίνει ένα με αυτό μέσω της μετουσίας, να σχηματίζει τα χέρια του σε σχήμα Σταυρού και έτσι να πλησιάζει και να δέχεται την κοινωνία της χάρης»
      Και ναι μεν ο Γερμανός, κατά τον 8ο αιώνα, χρησιμοποιεί στη Μυστική του Θεωρία τη λέξη «λαβίς», αλλά την χρησιμοποιεί μεταφορικά και όχι κυριολεκτικά, για να δηλώσει τον ιερέα «που κρατά το νοερό κάρβουνο, τον Χριστό, με την λαβίδα του χεριού του στο άγιο θυσιαστήριο και αγιάζει και καθαρίζει αυτούς που τον δέχονται και μεταλαμβάνουν»(Migne 98,433), με τον ίδιο τρόπο που και στη λειτουργία του αγ. Ιακώβου ο ιερέας, όταν πρόκειται να προσφέρει τα άγια στους πιστούς, δέεται με παρόμοια μεταφορική γλώσσα· «Ο Κύριος να μας ευλογήσει και να μας αξιώσει με αγνές τις λαβές των δαχτύλων να πάρουμε το πύρινο κάρβουνο και να τον τοποθετήσουμε στα στόματα των πιστών για καθαρισμό και ανακαινισμό των ψυχών και των σωμάτων τους». Η «λαβή» λοιπόν ή «λαβίδα» υφίσταται ως λέξη στην αρχαία λειτουργική γλώσσα, όχι όμως για να δηλώσει το αργότερα εμφανιζόμενο «κοχλιάριο» (μικρό κουτάλι), αλλά για να δηλώσει την λαβίδα των ιερατικών δαχτύλων και χεριών, μέσω των οποίων το Σώμα μπαίνει στα στόματα των πιστών. Με τέτοιο μεταφορικό τρόπο και ο μοναχός Ιώβιος θεολόγησε σχετικά με την μυστική λαβίδα του προφητικού οράματος του Ησαΐου, την οποία έφερε ένα από τα Σεραφείμ, που στάλθηκε στον προφήτη, η οποία κουβαλούσε το κάρβουνο. Στην οπτασία εκείνη, «σαν με σωματικά σύμβολα για κάποια πράγματα ασώματα και νοερά, η ασώματη Δύναμη υποδήλωνε στον προφήτη μυστήρια, όπου η Γραφή μας διδάσκει ότι, όπως ακριβώς δεν είναι δυνατόν, χωρίς κάτι ενδιάμεσο και χωρίς μία παχύτερη ύλη, να πάρει κάποιος την φωτιά, έτσι και τα θεία δεν είναι δυνατόν να τα λάβει κάποιος, χωρίς σύμβολα υλικά και κατάλληλα για αυτούς που τα δέχονται»(Φωτίου Μυριόβιβλος). Και έτσι μεν γενικώς μιλούσε εκείνος, και πίσω μεν από το κάρβουνο έβλεπε το Θεό, ο οποίος είναι φωτιά που κατατρώει, ενώ πίσω από την λαβίδα κάθε υλική εικόνα και αναπαράσταση, μέσω της οποίας το θείο, αμυδρά κάπως πλησιάζει τις ψυχές μας. Εγώ όμως φοβάμαι ότι η ιδεολογία αυτή του να κοινωνούμε με τα θεία όχι απ’ ευθείας, αλλά με πιο υλικά ενδιάμεσα, δεν συνέβαλε λίγο στην ανακάλυψη και επικράτηση του μικρού κουταλιού στους μετέπειτα χρόνους, έτσι ώστε η φωτιά της θεότητας που συγκαταβαίνει στο μυστήριο, να μην έρχεται σε άμεση επαφή με τα χέρια μας.
      Πότε λοιπόν η λαβίδα εισήχθη στην αγία Κοινωνία ως όργανο της άμεσης και ταυτόχρονης μετάδοσης των δύο στοιχείων; Δεν μπορώ ακριβώς να καθορίσω. Από τη μία ο άγιος Σωφρόνιος ο Ιεροσολύμων κατά τον 7ο αιώνα γράφοντας τον βίο της Μαρίας της Αιγυπτίας, μας παρουσιάζει τον αββά Ζωσιμά να αναμιγνύει (Migne 87,3721) μέσα στο Ποτήριο και τα δύο στοιχεία και μας αναγκάζει επομένως να υποπτευθούμε την χρήση λαβίδας. Από την άλλη ο Ρενωδότιος βεβαιώνει, ότι το κουτάλι, υπήρχε και στους Ορθοδόξους και στους Κόπτες και στους Νεστοριανούς και στους Μονοφυσίτες και σε άλλους Ανατολικούς Χριστιανούς, οπότε αναγκαστικά μας παραπέμπει σε χρήση παλαιά, πριν από την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, όταν οι Εκκλησίες που προαναφέρθηκαν δεν είχαν ακόμη αποσχιστεί και είχαν κοινά μαζί με την πίστη και τα λειτουργικά έθιμα.
      Για αυτό και τολμώ να καταλήξω στην υπόθεση, ότι η λαβίδα, ως λειτουργικό σκεύος αφού εμφανίστηκε αρχικά στα μέρη γύρω από την Αίγυπτο, χρησιμοποιήθηκε για πολύ καιρό εκεί τοπικά, μέχρις ότου, από τον 10ο αιώνα, άρχισε βαθμιαία να επεκτείνεται σε όλη την Καθολική Εκκλησία της Ανατολής, εκτοπίζοντας την αρχαιότερη συνήθεια. Πώς τώρα αμφιταλαντεύτηκε μέχρις ότου επικρατήσει, ας μαρτυρήσει ο Βαλσαμών, ο οποίος, αφού ερεύνησε προηγουμένως τον 101ο κανόνα της Πενθέκτης που προαναφέραμε, στον οποίο ο μεν γνήσιος και αρχαιοπαράδοτος τρόπος της κοινωνίας υποδεικνύεται, ενώ επισείεται αφορισμός εναντίον αυτών που κατασκεύαζαν κάποια δοχεία και με αυτά δέχονταν την άχραντη Κοινωνία, έπειτα προσθέτει: «μη θαυμάσεις όμως, ούτε να ρωτήσεις την αιτία, για την οποία σε κ ά π ο ι ε ς ε κ κ λ η σ ί ε ς μεταδίδεται στους λαϊκούς το άγιο Σώμα του Χριστού και δεν τους δίνεται στο χέρι, σύμφωνα με το νόημα του κανόνα· διότι αυτό το παρέδωσε πίστη ορθή και φόβος Θεού και ευλάβεια ανύποπτη, όχι η αναξιότητα των λαϊκών»(Migne 137,864-865). Η μετάδοση λοιπόν με την λαβίδα, για την οποία ξεκάθαρα πρώτος ο ψευδο-Σωφρόνιος του 12ου αιώνα έγραψε, έχει ακόμη στα χρόνια του Βαλσαμώνα στενότατη την επικράτηση («σε κάποιες εκκλησίες») και ούτε αποσκοπεί σε ιεροκρατική διάκριση κληρικών και λαϊκών.
     Όμως, να που ο Συμεών μετά από δύο αιώνες διδάσκει, ότι αν οι λαϊκοί μεταλαμβάνουν όλοι πλέον με λαβίδα, σύμφωνα με την οπτασία του Ησαΐου, αυτό συμβαίνει διότι «δεν πρέπει όλοι να μετέχουν στα θεία και φρικτά με άμεσο τρόπο». Είναι ανάγκη να υπάρχει ταξιαρχία. Προηγούνται οι μέσα στο ιερό· ακολουθούν οι έξω, οι οποίοι «ούτε στα χέρια παίρνουν τον θείο Άρτο, διότι είναι κατώτεροι στην τάξη και ανήκουν στο βαθμό του τελευταίου μέρους, έστω και αν υπερέχουν σε αρετή»(Συμεών Θεσσαλον. Migne 155,300-301). Και λησμονούνταν κάπου χιλίων χρόνων συνήθειες και διατάξεις πατέρων και Συνόδων, ώστε να υποστηριχθούν ως οι μόνες ορθές οι αντίθετες με αυτές! (Κωνσταντίνου Καλλινίκου, Ο Χριστιανικός Ναός και τα τελούμενα… Εκδ. Γρηγόρη, σελ.188-191, μετάφραση και μεταγλώττιση του κειμένου, π. Νικόλαος Πουλάδας)

"Η οχληρή κατήχηση"

Πήγαινα για το Γέροντα, με το αυτοκίνητο φίλου μου, ο οποίος είχε πάρει μαζί του και την αρραβωνιαστικιά του.
Στη διαδρομή της μιλούσα για τη χριστιανική ζωή, με την οποία δεν είχε ασχοληθεί ιδιαιτέρως.
Το έκανα για να τη βοηθήσω, ώστε να έχει καλύτερη πρόσβαση στη νοοτροπία του Γέροντα,
που έβλεπε για πρώτη φορά. Όταν φθάσαμε, μπήκα πρώτος στο κελί του.
Μεταξύ άλλων τοΥ ανέφερα, κάπως αυτάρεσκα, και για την κατήχησή μου, κατά την διαδρομή.
Ο Γέροντας εξανέστη και μου είπε: "Μή, μωρέ, κάνεις τέτοια πράγματα.
Τώρα η αρραβωνιαστικιά του έχει τρομοκρατηθεί και του λέει: Πάμε να φύγουμε, φοβάμαι να δώ το Γέροντα,
μη μου βάλει να τηρήσω όλα αυτά που μου έλεγε ο φίλος σου στη διαδρομή".
Μετά από μένα, μπήκε στο κελί η αρραβωνιαστικιά του φίλου μου, ο οποίος μου εκμυστηρεύθηκε τί του έλεγε αυτή,
όσην ώρα ήμουν μέσα. Ήταν τα ίδια τα λόγια του Γέροντα. Όταν εκείνη βγήκε από τα κελί, έλαμπε από χαρά.
Ο Γέροντας δεν έκανε λάθη όπως εγώ, με το άκριτο υπερβάλλοντα ζήλο μου!
[Γ 91]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.155)

Η ΣΙΩΠΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

«Μεγαλύνει Η Ψυχή Μου Τον Κύριον» (Λουκ. 1, 46)

Αδελφοί, έχουμε πέντε λέξεις όλες κι όλες ειπωμένες από την Παναγία, καταγεγραμμένες στα Ευαγγέλια. Όλες αυτές οι λέξεις της αναφέρονται στην εξύμνηση του μεγαλείου του Θεού. Η Παναγία ήταν σιωπηλή μπροστά στους ανθρώπους, όμως η ψυχή της συνομιλούσε αδιαλείπτως με τον Θεό. Κάθε μέρα και κάθε ώρα έβρισκε μια νέα αιτία και αφορμή για να μεγαλύνει τον Θεό. Ω, αν ήταν δυνατόν να γνωρίζουμε και αν μπορούσαμε να καταγράψουμε όλες τις φορές που η Παναγία μεγάλυνε τον Θεό, σε όλη τη διάρκεια της ζωής της, ω, πόσα πολλά βιβλία θα χρειαζόμασταν! Αλλά έστω και με τη μία αυτή δοξολογία, την οποία εκείνη εξέφρασε στη συγγενή της Ελισάβετ, τη μητέρα του αγίου Προφήτου και Προδρόμου Ιωάννου, κάθε χριστιανός μπορεί να εκτιμήσει πόσο ευώδες και θεάρεστο άνθος ήταν η παναγία ψυχή της!

Αυτό δεν είναι παρά ένα ψήγμα χρυσού από την ψυχή της Θεοτόκου, το οποίο έχει φθάσει σ’ εμάς μέσω του Ευαγγελίου. Υπήρξαν αναρίθμητα τέτοια ψήγματα στη διάρκεια της ζωής της Υπερευλογημένης Θεοτόκου! Ακόμη και προτού ακούσει το Ευαγγέλιο από τα χείλη του Υιού της, εκείνη γνώριζε πώς να μιλά με τον Θεό και να Τον δοξάζει σύμφωνα με το δίδαγμα του Ευαγγελίου. Αυτή η γνώση ήλθε σ’ αυτήν από το Άγιο Πνεύμα, η χάρις του οποίου εκχεόταν ακαταπαύστως εντός της σαν το καθαρό νερό μέσα σ’ ένα καθαρό δοχείο. Η ψυχή της μεγάλυνε τον Θεό με ύμνους σε όλη τη ζωή της και, συνακολούθως, ο Θεός μεγάλυνε αυτήν υπεράνω των Χερουβίμ και των Σεραφίμ. Έτσι και στην περίπτωσή μας: παρότι είμαστε μικροί και αμαρτωλοί, ο ίδιος ο Θεός θα μεγαλύνει στη Βασιλεία Του εμάς που μεγαλύνουμε τη Θεοτόκο, εάν ασκηθούμε να γεμίζουμε τον σύντομο βίο μας με την εξύμνηση και δοξολογία του Θεού στα έργα, στα λόγια, στις σκέψεις και στις δεήσεις μας.

Ω Παναγία, Πάναγνη και Υπερευλογημένη, κάλυψέ μας κάτω απ’ τις φτερούγες των πρεσβειών σου.
Σοι και τω Υιώ σου πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ο Πρόλογος της Αχρίδος- Δεκέμβριος, εκδ. Άθως, σ. 254-255)

katafigioti

lifecoaching