ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ!

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ!  ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…

¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBANGR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).

Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης

Η προσευχή και τα μνημόσυνα για τους κεκοιμημένους

-Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί μπορούν να προσεύχωνται;
-Έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια, αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους.
Όσοι βρίσκονται στον Αδη μόνον ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά,
για να μετανοήσουν. Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι
δεν μπορούν πια μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους, αλλά περιμένουν από μας βοήθεια.
Γι’ αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.
Μου λέει ο λογισμός ότι μόνον το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται
σε δαιμονική κατάσταση καί, εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό, όπως οι δαίμονες. Δεν ζητούν βοήθεια,
αλλά και δεν δέχονται βοήθεια. Γιατί, τί να τους κάνη ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται
από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει τον πατέρα του.
Έ, τί να το κάνη αυτό ο πατέρας του; Οι άλλοι όμως υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο,
αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες τους. Ζητούν να βοηθηθούν
και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μια ευκαιρία,
τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνη η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σ’ αυτήν την ζωή,
αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήση και να βοηθήση έναν υπόδικο,
έτσι και αν είναι κανείς «φίλος» με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήση στον Θεό με την προσευχή του
και να μεταφέρη τους υπόδικους νεκρούς από την μια «φυλακή» σε άλλη καλύτερη, από το ένα «κρατητήριο»
σε ένα άλλο καλύτερο. Ή ακόμη μπορεί να τους μεταφέρη και σε «δωμάτιο» ή σε «διαμέρισμα».
Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κ.λπ. που τους πηγαίνουμε,
έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για την ψυχή τους.
Οι προσευχές των ζώντων για τους κεκοιμημένους και τα μνημόσυνα είναι η τελευταία ευκαιρία
που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν, μέχρι να γίνη η τελική Κρίση.
Μετά την δίκη δεν θα υπάρχη πλέον δυνατότητα να βοηθηθούν.
Ο Θεός θέλει να βοηθήση τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για την σωτηρία τους, αλλά δεν το κάνει,
γιατί έχει αρχοντιά. Δεν θέλει να δώση δικαίωμα στον διάβολο να πή: «Πώς τον σώζεις αυτόν,
ενώ δεν κοπίασε;». Όταν όμως εμείς προσευχώμαστε για τους κεκοιμημένους, Του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνη.
Περισσότερο μάλιστα συγκινείται ο Θεός, όταν κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους παρά για τους ζώντες.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος
για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν την δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν την ψυχή.
Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβο για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι.
«Σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία», λέει η Γραφή. Στον κόσμο μερικοί βαριούνται
να βράσουν λίγο σιτάρι και πηγαίνουν στην εκκλησία σταφίδες, κουραμπιέδες, κουλουράκια,
για να τα διαβάσουν οι ιερείς.
Και βλέπεις, εκεί στο Αγιον Όρος κάτι γεροντάκια τα καημένα σε κάθε Θεία Λειτουργία κάνουν κόλλυβο
και για τους κεκοιμημένους και για τον Αγιο που γιορτάζει, για να έχουν την ευλογία του.
-Γέροντα, αυτοί που έχουν πεθάνει πρόσφατα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από προσευχή;
-Έμ, όταν μπαίνη κάποιος στην φυλακή, στην αρχή δεν δυσκολεύεται πιο πολύ; Να κάνουμε προσευχή
για τους κεκοιμημένους που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, για να κάνη κάτι και γι’ αυτούς ο Θεός.
Ιδίως, όταν ξέρουμε ότι κάποιος ήταν σκληρός - θέλω να πώ, ότι φαινόταν σκληρός, γιατί μπορεί να νομίζουμε
ότι ήταν σκληρός, αλλά στην πραγματικότητα να μην ήταν - και είχε και αμαρτωλή ζωή, τότε να κάνουμε πολλή προσευχή,
Θείες Λειτουργίες, Σαρανταλείτουργα για την ψυχή του και να δίνουμε ελεημοσύνη σε φτωχούς
για την σωτηρία της ψυχής του, για να ευχηθούν οι φτωχοί «ν’ αγιάσουν τα κόκκαλά του», ώστε να καμφθή ο Θεός
και να τον ελεήση. Έτσι, ό,τι δεν έκανε εκείνος, το κάνουμε εμείς γι’ αυτόν. Ενώ ένας άνθρωπος που είχε καλωσύνη,
ακόμη και αν η ζωή του δεν ήταν καλή, επειδή είχε καλή διάθεση, με λίγη προσευχή πολύ βοηθιέται.
Έχω υπ όψιν μου γεγονότα που μαρτυρούν πόσο οι κεκοιμημένοι βοηθιούνται με την προσευχή πνευματικών ανθρώπων.
[...] -Όταν, Γέροντα, πεθάνη κάποιος και μας ζητήσουν να προσευχηθούμε γι’ αυτόν, είναι καλό να κάνουμε
κάθε μέρα ένα κομποσχοίνι μέχρι τα σαράντα;
-Αμα κάνης κομποσχοίνι γι’ αυτόν, βάλε και άλλους κεκοιμημένους. Γιατί να πάη μια αμαξοστοιχία στον προορισμό της
με έναν μόνον επιβάτη, ενώ χωράει και άλλους; Πόσοι κεκοιμημένοι έχουν ανάγκη οι καημένοι και ζητούν βοήθεια
και δεν έχουν κανέναν να προσευχηθή γι’ αυτούς! Μερικοί κάθε τόσο κάνουν μνημόσυνο μόνο για κάποιον δικό τους.
Με αυτόν τον τρόπο δεν βοηθιέται ούτε ο δικός τους, γιατί η προσευχή τους δεν είναι τόσο ευάρεστη στον Θεό.
Αφού τόσα μνημόσυνα έκαναν γι’ αυτόν, ας κάνουν συγχρόνως και για τους ξένους.
-Γέροντα, με απασχολεί μερικές φορές η σωτηρία του πατέρα μου, γιατί δεν είχε καμμιά σχέση με την Εκκλησία.
-Δεν ξέρεις την κρίση του Θεού την τελευταία στιγμή. Πότε σε απασχολεί; κάθε Σάββατο;
-Δεν έχω παρακολουθήσει, αλλά γιατί το Σάββατο;
-Γιατί αυτήν την ημέρα την δικαιούνται οι κεκοιμημένοι.
-Γέροντα, οι νεκροί που δεν έχουν ανθρώπους να προσεύχωνται γι’ αυτούς βοηθιούνται από τις προσευχές εκείνων
που προσεύχονται γενικά για τους κεκοιμημένους;
-Και βέβαια βοηθιούνται. Εγώ, όταν προσεύχωμαι για όλους τους κεκοιμημένους, βλέπω στον ύπνο μου τους γονείς μου,
γιατί αναπαύονται από την προσευχή που κάνω. Κάθε φορά που έχω Θεία Λειτουργία, κάνω και γενικό μνημόσυνο
για όλους τους κεκοιμημένους και εύχομαι για τους βασιλείς, για τους αρχιερείς κ.λπ.
και στο τέλος λέω «καί υπέρ ών τα ονόματα ουκ εμνημονευθησαν». Αν καμμιά φορά δεν κάνω ευχή για τους κεκοιμημένους,
παρουσιάζονται γνωστοί κεκοιμημένοι μπροστά μου.[...] Κι εσείς στην Αγία Πρόθεση να μη δίνετε να
μνημονευθούν μόνον ονόματα ασθενών, αλλά και ονόματα κεκοιμημένων, γιατί μεγαλύτερη ανάγκη έχουν οι κεκοιμημένοι.


(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 274-279)

Το 1982 ο Θ.Α. οδήγησε στο Γέροντα ένα γνωστό του,
ηλικίας σαράντα ετών, επειδή ήταν "μπερδεμένος",
κατά τη συνήθη φράση του Γέροντα, με τον ινδουισμό (με διάφορους γκουρού)
και είχε μεταβεί και στις Ινδίες. Αφού ο Θ.Α. τον συνέστησε
στο Γέροντα Πορφύριο ως φίλο του, χωρίς να αναφέρει το όνομά του
ή άλλο τι, εκτός μόνο ότι ήταν "μπερδεμένος" με τον ινδουισμό
και ήθελε να τον βοηθήσει ο Γέροντας, ο Γέροντας Πορφύριος
τον προσφώνησε με το όνομά του και τον ρώτησε τι κάνουν η γυναίκα του
και τα δύο παιδιά του. Ακριβώς, η αποκάλυψη αυτή του Γέροντος,
τον συγκλόνισε και εξομολογήθηκε με ειλικρίνεια,
επιστρέφοντας πλέον στην Ορθόδοξη πίστη με συνέπεια.
Όταν έφυγαν από το Γέροντα, τότε είπε στον Θ.Α.:
"Πράγματι, είμαι έγγαμος, με δύο παιδιά, αλλά δε σου είχα πει τίποτε.
Μάλιστα είχα εγκαταλείψει τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου,
και ο Γέροντας το γνώριζε!".
[Ί 124]

 

("Ανθολόγιο Συμβουλών", Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σσ. 228-229)

Προτροπή για μετάνοια (Κατά Λουκάν κεφ.13, στιχ. 31-35)
ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-

Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας


Στίχ. 31-35. Απειλές του Ηρώδη. Θρήνος για την Ιερουσαλήμ.
13.31 ᾽Εν αὐτῇ τῇ ημέρα(1) προσῆλθον τινες Φαρισαῖοι(2) λέγοντες αὐτῷ,
῎Εξελθε καὶ πορεύου ἐντεῦθεν(3), ὅτι ῾Ηρῴδης θέλει σε ἀποκτεῖναι(4).
31 Εκείνη την ημέρα πλησίασαν μερικοί Φαρισαίοι και του έλεγαν:
«Απομακρύνσου απ’ αυτή την περιοχή, γιατί ο Ηρώδης θέλει να σε σκοτώσει».
(1) Διαφορετική γραφή: ᾽Εν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ.
(2) Όχι από ειλικρινές ενδιαφέρον για την ασφάλεια της ζωής του, λένε αυτά σε αυτόν οι Φαρισαίοι.
«Επειδή έλιωναν από το φθόνο… επιχειρούν να φοβίσουν τον Κύριο και του φέρνουν ως απειλή τον Ηρώδη» (Θφ).
«Και υποκρινόμενοι εύνοια, τον συμβουλεύουν να βγει και να αναχωρήσει· με πρόφαση μεν, να μην φονευτεί
από τον Ηρώδη, στην πραγματικότητα όμως για να μην δοξάζεται και ελκύει τον όχλο με το να είναι παρών
και να κάνει θαύματα» (Ζ). Η επιθυμία να διαταράξουν το έργο του Ιησού και να δημιουργήσουν πανικό
μεταξύ των ακολούθων του, ώθησε τους Φαρισαίους να ανακοινώσουν την απειλή του Ηρώδη στον Ιησού,
έστω και αν ακόμη δε είχαν την ελπίδα, ότι αυτός φεύγοντας από την περιοχή του Αντίπα
θα μετέβαινε στην Ιουδαία και θα περιερχόταν έτσι στη δικαιοδοσία του συνεδρίου και της ιουδαϊκής ιεραρχίας (p).
Ενδιαφέρονταν παρ’ όλα αυτά οι Φαρισαίοι και για τον τελευταίο αυτόν λόγο να καταφύγει ο Ιησούς στην Ιουδαία,
στην οποία εκτείνονταν τα δικαιώματα του συνεδρίου τους (g).
(3) Ο Κύριος πιθανώς βρισκόταν τώρα στην Περαία. Δεν μπορούμε όμως να είμαστε βέβαιοι για αυτό.
Και οι δύο όμως επαρχίες, η Περαία δηλαδή και η Γαλιλαία, βρίσκονταν στη δικαιοδοσία του Αντίπα (p).
(4) Από την απάντηση την οποία ο Κύριος δίνει στους Φαρισαίους βγαίνει ως συμπέρασμα φανερά, ό
τι η απειλή αυτή δεν ήταν επινόησή τους. Διότι διαφορετικά ο Κύριος θα έλεγχε την ψευδολογία τους
και δεν θα αποκαλούσε τον Ηρώδη αλεπού. Παρόλο που ο τετράρχης αυτός επιθυμούσε να δει τον Ιησού
να επιτελεί κάποιο θαύμα (Λουκ. κγ 8), πιθανότατα όμως τον θεωρούσε επικίνδυνο (p).
Αφενός μεν η από τα κηρύγματα και την παρουσία του Ιησού προκαλούμενη ζύμωση στο λαό ανησυχούσε τον Ηρώδη·
αφετέρου όμως δεν ήθελε στον θάνατο του Βαπτιστή που προηγήθηκε να προσθέσει και άλλον,
και για αυτό ενδιαφερόταν να δει τον Ιησού να αφήνει τα εδάφη της δικαιοδοσίας του (g)

13.32 καὶ εἶπεν αὐτοῖς, Πορευθέντες εἴπατε τῇ ἀλώπεκι(1) ταύτῃ, ᾽Ιδοὺ ἐκβάλλω δαιμόνια(2)
αὶ ἰάσεις(3) επιτελώ(4) σήμερον καὶ αὔριον(5), καὶ τῇ τρίτῃ τελειοῦμαι(6).
32 Εκείνος τους είπε: «Πηγαίνετε να πείτε σ’ αυτήν την αλεπού πως σήμερα κι αύριο θεραπεύω δαιμονισμένους
και γιατρεύω ασθενείς· και την τρίτη μέρα θα φτάσει το έργο μου στο τέλος.
(1) «Παρομοιάζει τον άνθρωπο με την αλεπού· διότι αυτό το ζώο είναι πάντα κάπως πανούργο και δύστροπο» (Κ).
Η αλεπού εξεικονίζει την πανουργία σε όλες τις γλώσσες και μάλιστα στην ελληνική, όπου σχηματίστηκε
και το ρήμα αλωπεκίζω. Είναι σαν να έλεγε στον Ηρώδη: Επειδή δεν τολμάς να δείξεις τα δόντια του λιονταριού,
καταφεύγεις στις πανουργίες της αλεπούς. Κάποιοι από τους νεότερους επέκριναν τον ελάχιστα ευλαβή τρόπο,
με τον οποίο ο Κύριος επέκρινε τον άρχοντα του λαού του! Λησμόνησαν όμως, ότι ο Ηρώδης ήταν δημιούργημα
του Καίσαρα και δεν ήταν νόμιμος κληρονόμος του θρόνου του Δαβίδ. Εάν επίσης οι προφήτες της Π.Δ.
ως εντολοδόχοι του Θεού, έπαιρναν το θάρρος να μιλήσουν στους νόμιμους άρχοντες του λαού με τη γνωστή γλώσσα,
πόσο μάλλον ο Ιησούς, ο οποίος είχε συνείδηση ότι και ως άνθρωπος ήταν ο ίδιος ο Μεσσίας,
ο αληθινός βασιλιάς του Ισραήλ, είχε το δικαίωμα να χαρακτηρίσει την διαγωγή ενός βασιλιά που ήταν παρείσακτος
και παράνομα ανέβηκε στο θρόνο (g).
(2) Δεν προσθέτει «κηρύττω το ευαγγέλιο» διότι αυτό δεν θα κατανοούνταν από τον Ηρώδη.
Από τον ευεργετικό χαρακτήρα των πράξεων αυτών του Ιησού, γινόταν προφανές το αδικαιολόγητο και η κακεντρέχεια
των προθέσεων του Ηρώδη (b).
(3) Η λέξη υπάρχει μόνο εδώ και στο Πραξ. δ 22,30. Προφανώς είναι λέξη ιατρική, που δεν συναντιέται
όμως μαζί με το ρήμα αποτελώ (άλλη γραφή, αντί για επιτελώ) (L).
(4) Υπάρχει και η γραφή αποτελώ. Εφόσον όμως το αποτελώ είναι σπανιότερο από το επιτελώ, πιθανώς το τελευταίο
αυτό αντικατέστησε κατά την αντιγραφή το αποτελώ, το οποίο συναντιέται στα παλαιότερα χειρόγραφα (g)=φέρνω κάτι σε πλήρες τέλος.
(5) «Κάποιοι λένε ότι το «σήμερα και αύριο» το λέει για δύο ημέρες, κατά τις οποίες επρόκειτο εκεί να θαυματουργεί·
ενώ «τρίτη» εννοεί την μετά από αυτές, κατά την οποία λέει ότι θα τελειώσει, δηλαδή θα αρχίσει την πορεία
προς το θάνατο και θα βαδίσει προς τα Ιεροσόλυμα» (Ζ). Πιο σωστή ερμηνεία: «Το σήμερα και αύριο,
έστω και αν φαίνονται ότι δείχνουν μετρημένες ημέρες, φανερώνουν όμως στην πραγματικότητα συντομία καιρού.
Διότι συνηθίζουμε, όταν θέλουμε να δείξουμε τον λίγο καιρό, να λέμε «σήμερα και αύριο»» (Ζ).
(6) «Με το να πει «φθάνω στο τέλος», διαμηνύει τον θάνατό του και ότι πεθαίνει με τη θέλησή του
και ούτε ο Ηρώδης ούτε αυτοί θα μπορούσαν να κάνουν κάτι πριν τον κατάλληλο καιρό» (σχ.).
«Οπωσδήποτε δεν έδειξε αυτό, ότι δηλαδή αναγκαστικά την τρίτη ημέρα θα έφτανε στο τέλος, α
λλά δείχνει ότι ο θάνατός του θα γίνει σύντομα» (Θφ). «Υποδηλώνει ότι δεν θα πεθάνει μετά από πολύ καιρό» (Ζ).
Ή, είμαι στο τέλος τόσο της δράσης μου όσο και της ζωής μου. Ας μην ανησυχεί λοιπόν ο Ηρώδης (g).

Η Αγάπη δεν πηγάζει από τη γη, αλλά από τον ουρανό. Ο όσιος Κασσιανός λέει: «Η Αγάπη είναι χαρακτηριστικό του Θεού και χαρακτηριστικό εκείνων των ανθρώπων που πραγματικά υπηρετούν τον Θεό».

Για να κατανοήσουμε τον Θεό ως Αγάπη, πρέπει να κατανοήσουμε τον Θεό ως Αγία Τριάδα. Στην Τριαδικότητα του Θεού βρίσκεται το κλειδί του μυστηρίου του Θεού ως Αγάπη, κόρη μου. Φύλαγε αυτό το μυστικό διαρκώς στην καρδιά σου και πίστευε στα λόγια του μεγάλου Ισαάκ του Σύριου: «Η Αγάπη είναι πιο γλυκιά και από την ζωή». Και εγώ συμπληρώνω: «πως η Αγάπη είναι πιο δυνατή και από τον θάνατο».

Όταν μιλάμε για την Αγάπη που ενώνει την Αγία Τριάδα, πρέπει διαρκώς να έχουμε στο νου μας, ότι ο Θεός είναι πνεύμα και πως η θεϊκή Αγάπη είναι πνευματική.

(«Διδάγματα για την Χριστιανική αγάπη», Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη)

Μόνο γενική και απώτερη αναλογία έχουν, γιατί και τα δύο αναφέρονται στη μετά θάνατο τύχη των κεκοιμημένων. Στην ουσία όμως διαφέρουν σημαντικά. Κατά την ορθόδοξη πίστη τα μνημόσυνα είναι απλές ευχές της Εκκλησίας προς το Θεό για την ανάπαυση των ψυχών των μελών της που τα απέσπασε ο θάνατος. Οι άνθρωποι που πεθαίνουν δεν κουβαλάνε όλοι μαζί τους την ίδια πνευματική κατάσταση. Άλλοι είναι δίκαιοι, άλλοι μεγάλοι αμαρτωλοί που δεν μετάνιωσαν για τ’ αμαρτήματά τους και άλλοι, μετανοημένοι μεν, χωρίς όμως να αξιοποιήσουν, από αδιαφορία και αμέλεια, τη μετάνοιά τους. Ο θάνατος τους βρήκε με κηλίδες αμαρτίας, οι οποίες τους εμποδίζουν να δουν το πρόσωπο του Θεού. Για τα αμαρτήματα αυτά οι ψυχές οδυνώνται στη μέση κατάσταση, όπου πηγαίνουν μετά θάνατο όλοι οι νεκροί. Υπέρ όλων αυτών η Εκκλησία, σαν στοργική μητέρα, τελεί τα ιερά μνημόσυνα προς ανακούφιση των ψυχών και απαλλαγή τους από την οδύνη και τον πόνο του πνευματικού μαρτυρίου. Των μνημοσύνων έχουν ανάγκη κυρίως η τρίτη τάξη των νεκρών, γιατί τόσο οι δίκαιοι όσο και οι άδικοι δεν χρειάζονται τα ιερά μνημόσυνα, οι μεν πρώτοι γιατί ζουν με γαλήνη και ηρεμία κοντά στο Θεό (στη μέση κατάσταση εννοείται), οι δε άδικοι είναι δυνάμει καταδικασμένοι στην κόλαση. Τα μνημόσυνα δεν είναι τίποτε άλλο παρά προσευχές οι οποίες παρέχουν όνηση (ωφέλεια) στις ψυχές των νεκρών, χωρίς να γνωρίζουμε τη φύση και την έκταση της ωφέλειας αυτής, την οποία γνωρίζει και ρυθμίζει μόνο ο πανάγαθος Θεός.

Οι αντιλήψεις της Ρωμαϊκής Εκκλησίας είναι αισθητά αντίθετες με τις πιο πάνω εκτεθείσες. Κατ’ αυτήν το καθαρτήριο πυρ (Purgatorium) δεν είναι προσευχή της Εκκλησίας υπέρ των ψυχών των κεκοιμημένων, αλλά τόπος καθάρσεως και ποινών τις οποίες πρέπει να εκτίσει η ψυχή που ευρίσκεται σ’ αυτό, για να ικανοποιηθεί η θεία δικαιοσύνη. Είναι πεδίο στο οποίο εφαρμόζεται από την Εκκλησία η πρακτική των λυσιποίνων αφέσεων (συγχωροχαρτίων), τις οποίες χορηγεί εξουσιαστικά η Εκκλησία (ο Πάπας). Παλαιότερα η χορήγηση των συγχωροχαρτίων γινόταν κατόπιν καταβολής χρημάτων από τους συγγενείς των πεθαμένων, πράγμα που πολύ έβλαψε και διέσυρε την Εκκλησία αυτή στη Δύση. Είναι φανερόν ότι καμία ουσιώδης αναλογία δεν υπάρχει μεταξύ των ορθοδόξων μνημοσύνων και του λατινικού δόγματος περί καθαρτηρίου πυρός. 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 270-271)

ισχυρότερη παρθενίας, ασκήσεως
Παρ’ όλο που η παρθενία και η νηστεία και το να κοιμάσαι στο χώμα είναι πιο κοπιαστικά και δύσκολα, εν τούτοις δεν είναι τόσο ισχυρά και δυνατά στο να σβήνη η φωτιά των αμαρτημάτων μας, όσο η ελεημοσύνη. Αυτή είναι ανώτερη από όλα. Οδηγεί τους φίλους της κοντά στον ουράνιο βασιλιά.
Ε.Π.Ε. 24,126
μητέρα της αγάπης
Η ελεημοσύνη είναι μητέρα της αγάπης· της αγάπης, που χαρακτηρίζει τους χριστιανούς· της αγάπης, που είναι ανώτερη από όλα τα θαύματα· της αγάπης, από την οποία διακρίνονται οι μαθητές του Χριστού. Η ελεημοσύνη είναι το φάρμακο για τις αμαρτίες μας· είναι εξάλειψις της βρώμας της δικής μας ψυχής· είναι η σκάλα, που στηρίζεται στον ουρανό. Η ελεημοσύνη συνενώνει όλους εκείνους, που συναποτελούν το σώμα του Χριστού.
Ε.Π.Ε. 24,128
και ταπείνωσις
Αν συγχωρούμε τα αμαρτήματα των άλλων, θα συγχωρηθούν και τα δικά μας. Αν κάνουμε ελεημοσύνες και αν είμαστε ταπεινοί, πάλι συγχωρούνται οι αμαρτίες μας. Αν είμαστε ταπεινοί και συντετριμμένοι, θα μπορέσουμε να ‘χουμε πολύ το έλεος του Θεού. Αν ομολογούμε τα αμαρτήματα μας και κατηγορούμε τους εαυτούς μας, θα ξεπλύνουμε το πλεόνασμα της βρωμιάς.
Ε.Π.Ε. 24,158
και στους ενόχους!
Αυτό είναι ελεημοσύνη, το να ελεής και τους αμαρτωλούς και τους ενόχους. Διότι ελεημοσύνη σημαίνει το να ελεή κανείς όχι μόνο τους ενάρετους, αλλά και τους αμαρτωλούς.
Ε.Π.Ε. 24,464
απλόχερα και ευχάριστα
Ο απ. Παύλος ονομάζει την προσφορά απλότητα, που ετοιμάζει ευχαριστία στο Θεό. Διότι δεν αρκεί μόνο να γίνεται η ελεημοσύνη, αλλά πρέπει να γίνεται και υπόθεσις πολλής ευχαριστίας.
Ε.Π.Ε. 24,464
χωρίς εξέτασι
Αν δης κάποιον να υποφέρη, να μη περιεργάζεσαι να μάθης το ποιος είναι. Δικαιούται τη βοήθειά σου, αφού υποφέρει. Αν ένα γαϊδούρι, που κινδυνεύει, το σηκώνης χωρίς να εξετάζης τίνος είναι, πολύ περισσότερο έναν άνθρωπο· μην έρευνας το που ανήκει. Στο Θεό ανήκει, είτε είναι ειδωλολάτρης είτε είναι Ιουδαίος. Και αν ακόμα είναι άπιστος, έχει ανάγκη βοήθειας.
Ε.Π.Ε. 24,466
θυσία που ανεβαίνει στον ουρανό
Η ελεημοσύνη είναι καλή θυσία, που δεν έχει ανάγκη την παρουσία ιερέως, αλλά μόνο εκείνου που την προσφέρει. Είναι καλή θυσία, που τελείται μεν κάτω στη γη, αλλ’ αμέσως ανεβαίνει στον ουρανό.
Ε.Π.Ε. 24,482
σε ποιους;
Τι λες, άνθρωπέ μου; Για λίγο ψωμί και ένα ρούχο, που ο άλλος σου ζητάει, τον αποκαλείς απατεώνα; «Ναι, γιατί αμέσως το πουλάει αυτό που του έδωσα». Σε ερωτώ: Εσύ όλα τα δικά σου τα χειρίζεσαι σωστά; Για πες μου: Όσοι είναι φτωχοί, το οφείλουν στην τεμπελιά τους; Κανένας δεν είναι φτωχός από κάποιο ναυάγιο της ζωής; Κανένας από ποικίλες συμφορές; Κανένας από δικαστήρια που τά χασαν όλα; Κανένας από κλοπή που του έκαναν; Κανένας από αρρώστιες; Κανένας από άλλη περίστασι;
Ε.Π.Ε. 24,484
όχι εξεταστές
Δεν μας έχει καταστήσει ο Θεός ανακριτές της ζωής των άλλων. Γιατί έτσι κανένα δεν θα ελεήσουμε. Γιατί εσύ, όταν παρακαλής τον Θεό, λες: «Κύριε, να μη θυμηθής τις αμαρτίες μου»;
Ε.Π.Ε. 24,488

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 181-183)

 

450. Δόξα στην ακατανίκητο δύναμι του Τιμίου και Ζωοποιού σου Σταυρού, Κύριε! Όταν ο εχθρός με θλίβη με αμαρτωλές σκέψεις και αισθήματα και εγώ, έχοντας χάσει την ελευθερία της καρδιάς μου, κάνω πολλές φορές, με πίστι, το σημείο του Σταυρού, τότε η αμαρτία φεύγει προτροπάδην από μέσα μου, η ειρήνη επανέρχεται στην καρδιά μου και νοιώθω ξανά ελεύθερος. Δόξα σοι, Κύριε! Ας μη με απομακρύνη από σένα τιποτε το σαρκικό, το υλικό. Ας μείνω πάντοτε ενωμένος μαζί σου.

451. Ώ Κύριε! Μη με στερήσης των ουρανίων σου δωρεών, γιατί είσαι ο Κύριος και όλα τα μπορείς. ΄Ω Κύριε! Σώσε με από τις αιώνιες βασάνους, γιατί είσαι ο Κύριος και όλα τα μπορείς. ΄Ω Κύριε! Είτε «εν διανοία» είτε «εν έργω» αμάρτησα, συγχώρησέ με, λαμβάνοντας υπόψι την αδυναμία της ψυχής μου. Όλα μπορείς να τα κάμης για μένα, που προσπέφτω στα πόδια σου μετανοημένος και ζητώντας το έλεός σου.

Και συ, ώ βασίλισσα των Αγγέλων και των ανθρώπων, Παντάνασσα του κόσμου και φοβερά Προστασία των πιστών, σώσε μας από κάθε αμαρτία και στερέωσέ μας σε κάθε αρετή. Κάμε μας συμμόρφους με τον Υιό σου και Θεό μας. Ας μη μείνει το όνομά μας ως «χριστιανών» κενή λέξις, αλλά ας γίνουμε γνήσιοι μιμηταί του Χριστού, «του αρχηγού της πίστεώς μας» (Εβρ. ιβ’ 2). Ας είμαστε όλοι «λίθοι ζώντες… οίκος πνευματικός, ιεράτευμα άγιον, ανενέγκαι πνευματικάς θυσίας ευπροσδέκτους τω Θεώ» (Α’ Πετρ. β’ 5)

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 192-193)

Ως προς την ουσία του μυστηρίου δεν υπάρχουν διαφορές. Υπάρχουν όμως σχετικά με τη φύση των επιτιμίων και άλλων αντιλήψεων σχετιζομένων με αυτά, τα οποία κατά διαφορετικό τρόπο εκδέχεται η κάθε μία Εκκλησία.
Ενώ κατά την Ορθόδοξη πίστη τα επιτίμια είναι όπως ήδη παρατηρήσαμε παιδαγωγίες και φάρμακα πνευματικά αποβλέποντα στη διασφάλιση της μετάνοιας αμαρτωλών και στη στερέωσή τους στο νέο βίο τον αρξάμενο με την μετάνοια, η Ρωμαϊκή Εκκλησία τα θεωρεί ως μέσα κατευναστικά και ικανοποιητικά της θείας δικαιοσύνης.

Το ρωμαιοκαθολικό αυτό δίδαγμα στηρίζεται στην περί ποινών ιδιαίτερη αντίληψη της δυτικής θεολογίας. Κατ’ αυτήν οι ποινές οι οφειλόμενες στα αμαρτήματα —κυρίως τα σοβαρά— είναι δύο ειδών, οι αιώνιες και οι πρόσκαιρες. Και οι μεν αιώνιες συγχωρούνται στο μυστήριο της μετάνοιας, όχι όμως και οι πρόσκαιρες (οι ελαφρότερες δηλαδή), δια την άρση των οποίων ο αμαρτωλός πρέπει να τιμωρηθεί, ώστε δια της τιμωρίας του να ικανοποιηθεί η θεία δικαιοσύνη. Οι ποινές αυτές που έχουν εξιλαστικό χαρακτήρα πληρώνονται στη γη αυτή από τους αμαρτωλούς αν όμως δεν προλάβουν, τους προλάβει δηλαδή ο θάνατος, θα συνεχίσουν την αποπληρωμή τους μετά θάνατο, σε ειδικό τόπο βασάνων, το λεγόμενο καθαρτήριο (Purgatorium). Όπως και η λέξη φανερώνει, στο καθαρτήριο πυρ οι ψυχές καθαίρονται, καθαρίζονται από τα υπολείμματα της αμαρτίας, τιμωρούμενες. Μετά το πέρας της καθάρσεως οι ψυχές βγαίνουν από το καθαρτήριο, εισερχόμενες στη βασιλεία του Θεού. Εννοείται ότι οι θανάσιμα αμαρτήσαντες στη ζωή και μη μετανοήσαντες σε τίποτε δεν ωφελούνται, αλλά μόνο κολάζονται. Σε όλη αυτή τη θλιβερή διαδικασία των τέκνων της η Εκκλησία, σαν μητέρα στοργική, δεν μένει απαθής και αδιάφορη. Με την εξουσία που έχει από το Θεό και χρησιμοποιώντας το θησαυρό της περισσεύουσας αξιομισθίας των αγίων, μπορεί να παρέμβει δραστικά υπέρ των οδυνωμένων τέκνων της, συντέμνουσα ή αίρουσα παντελώς τις ποινές είτε εδώ στη γη, είτε στο καθαρτήριο, εκδίδοντας γραπτές αφέσεις ονομαστικά για κάθε βασανιζόμενο τέκνο της, στις οποίες βεβαιώνεται με υπογραφή η άρση των βασάνων, ώστε να ησυχάζουν από το μαρτύριό τους τα τέκνα της.

Τα διδάγματα αυτά φυσικά δεν μπορεί να επικροτήσει η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία. Πρωτίστως δεν είναι ορθή η διάκριση των ποινών σε αιώνιες και πρόσκαιρες και μάλιστα ότι οι αιώνιες στη μετάνοια συγχωρούνται, οι δε πρόσκαιρες όχι και ότι για τις τελευταίες πρέπει να εξιλεώσει το Θεό τιμωρούμενος ο άνθρωπος. Δηλαδή η μυστηριακή χάρη μπορεί να συγχωρήσει τις αιώνιες ποινές, τις βαρύτερες, και όχι τις ελαφρότερες, τις πρόσκαιρες; Που δε οφείλεται η αδυναμία αυτή; Να είναι άραγε ελλειματική η δύναμη του λυτρωτικού έργου του Χριστού, ώστε να μη μπορεί να αφανίσει στην ολότητά τους τις συνέπειες της αμαρτίας; Να δύναται το μεγαλύτερο και το σημαντικότερο και να μη μπορεί το μικρότερο και το λιγότερο σημαντικό; Αλλά γιατί ο Θεός να μη συγχωρεί τις ελαφρότερες ποινές και να ζητεί ιδιαίτερη ικανοποίηση από το αμαρτωλό πλάσμα του; Μήπως διατηρεί μέσα του σπινθήρα οργής τον οποίο πρέπει να σβήσει ο αμαρτωλός ειδικά τιμωρούμενος;

Και στο ζήτημα των αφέσεων υπάρχουν πολλά δυσοικονόμητα και ακατανόητα. Η σύντμηση ή η πλήρης άρση των επιτιμίων στην παρούσα ζωή είναι κάτι το υγιές. Και στην Ορθόδοξη Εκκλησία ο ιερέας μπορεί να συντομεύσει η να άρη τελείως τα επιτίμια. Αυτό έγκειται στην ιερατική εξουσία του, που είναι δοσμένη σ’ αυτόν από το Θεό. Ποιά όμως έννοια έχει η μετά θάνατο προέκταση της διαδικασίας στο καθαρτήριο; Διότι, αν σκοπός είναι η κάθαρση της ψυχής, η άρση της οπωσδήποτε θα βλάψει την ψυχή, ανακόπτοντας την αποκάθαρσή της. Άλλωστε ποιά έννοια μπορεί να έχει η κάθαρση των ψυχών σε χώρους όπου απουσιάζει κάθε δυνατότητα ηθικής βελτιώσεως και εξελίξεως; Εκτός κι αν η όλη διαδικασία νοείται ως μηχανική απότριψη του ρύπου της αμαρτίας, πράγμα φυσικά εντελώς απαράδεκτο.

Τέλος και η διδασκαλία περί του θησαυρού αξιομισθιας των αγίων, όπως την εννοεί και τη χρησιμοποιεί η Ρωμαϊκή Εκκλησία, δεν βγάζει και πολύ νόημα. Ό,τι καλό κάνουν οι άγιοι το κάνουν με τη βοήθεια της χάριτος του Θεού και ποτέ δεν βγαίνει έξω από τον προσωπικό κύκλο του χρέους. Στη βάση αυτή κρίνεται η σωτηρία και η δόξα τους. Αλλά και σε περίπτωση που υπάρχει περίσσεια αξιομισθίας, δεν κατανοούμε πώς τα περισσεύματα αυτά συγκεντρώνονται σε ιδιαίτερο ταμείο και μάλιστα μπορούν να διατεθούν από την Εκκλησία για τη βοήθεια των ενδεών μελών της που τα έχουν ανάγκη. Οι σχέσεις στο πεδίο της χάριτος είναι καθαρά προσωπικές. Δεν είναι σχέσεις λογιστικές και εμπορικές, ώστε να μεταφέρει ο ένας στον άλλον τα πνευματικά του πλεονεκτήματα. Ο άνθρωπος σώζεται με βάση το δικό του προσωπικό έργο. Φυσικά τα μέλη της Εκκλησίας βοηθούν το ένα το άλλο πνευματικά μόνο όμως δια της προσευχής, τα δε αποτελέσματα είναι καθαρά ζήτημα της αγαθότητας του Θεού. Περισσότερα όμως περί των υπερτάτων έργων που είναι η βάση των αξιομισθιών των αγίων, κάναμε ιδιαίτερο λόγο σε προηγούμενό μας ερώτημα.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 267-270)

«Γι’ αυτό σαν δέντρο γίνεται (ο ευσεβής) που είναι φυτεμένο εκεί που τρέχουν τα νερά. Δίνει τους καρπούς του στον καιρό του, το φύλλωμά του δε μαραίνεται ποτέ και πετυχαίνει το καθετί που κάνει» (Ψαλμ. 1:3)

«Ένα δέντρο είναι κι ο χριστιανός», έλεγε ένας πιστός, «όπως όλα τ’ άλλα, με μια μόνο βασική διαφορά. Ενώ όλα τα δέντρα έχουν τις ρίζες τους βαθιά μέσα στη γη, ο χριστιανός τις έχει βαθιά πάνω στον ουρανό. Είναι ένα δέντρο δηλαδή αναποδογυρισμένο, που παίρνει ζωή από το Θεό και δίνει τα φύλλα του και τον καρπό του σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο».
Ίσως σ’ αυτή ακριβώς τη στάση οφείλεται και η τόση αντίθεση του χριστιανού με το περιβάλλον του. Αυτό κάνει τη διαφορά, μια διαφορά που δεν μπορεί να καταλάβει ο φυσικός άνθρωπος που ζει έξω από το Θεό. «Έγιναν όλ’ αυτά σ’ αυτόν;», αναρωτιέται. «Πώς άλλαξε έτσι; Πώς τα κατάφερε να νικήσει τον εγωϊσμό, το κρασί, το τσιγάρο, τη βλαστήμια, την κακία, τα πάθη; Πώς μπορεί να ‘ναι πάντα ήρεμος και ατάραχος;».
Αν είναι ειλικρινής θα βρει το πώς. Θα διαπιστώσει στην περίπτωσή του ένα δέντρο ανάποδο, με τις ρίζες του ψηλά, ριζωμένες βαθιά στο Θεό, το Δημιουργό και Σωτήρα του.

«Εγώ η Σοφία, κατοικώ με τη φρόνηση, του στοχασμού τη γνώση την κατέχω» (Παροιμίες 8:12)

- Αν ζεις για τον εαυτό σου, τότε κατάλαβέ το, δεν άρχισες ακόμη να ζεις.
- Μην ξεχνάς πως υπάρχει πάντα κάποιος πιο δυστυχισμένος από σένα.
- Κράτα το πρόσωπό σου πάντα στραμμένο στον ήλιο και οι σκιές θα πέφτουν πάντα πίσω σου.
- Οι άνθρωποι απορρίπτουν συνήθως την Αγία Γραφή, όχι γιατί δεν είναι ο αληθινός Λόγος του Θεού, αλλά γιατί φανερώνει τα σκοτεινά τους έργα.
- Ο άδειος τάφος αποδεικνύει την αλήθεια του Χριστού. Η άδεια εκκλησία την αρνείται.
- Μπορείς να δίνεις χωρίς ν’ αγαπάς. Δεν μπορείς όμως ν’ αγαπάς χωρίς να δίνεις.

Κύριε, δώσε μου απ’ τη σοφία Σου και κάνε με να τη ζω.

(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

447. Το αμάρτημα, στο οποίο δεν συγκατατίθεσαι, δεν θα σου το καταλογίσει ο Θεός, όπως λ.χ. μία ακουσία αφαίρεσι της σκέψεως κατά την προσευχή, ακαθάρτους και βλασφήμους λογισμούς, σκίρτημα επιθυμίας κ.λ.π. Όλα αυτά βρίσκονται έξω από τη θέλησί μας και δεν μας κάνουν ενόχους μπροστά στη θεία δικαιοσύνη. Προέρχονται ή υποκινούνται από το πονηρό πνεύμα. Εμείς πρέπει να κρατούμε σταθερά τη θέλησί μας προς το αγαθό, να προσευχώμαστε, να ταπεινώνουμε τον εαυτό μας και να αγαπάμε.

448. Ώ γλυκύτατο όνομα, ώ αγιώτατο όνομα, ώ παντοδύναμο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού! Θεέ μου, είσαι η νίκη μου, δόξα σοι! Κύριε, είμαστε τα μέλη σου, είμαστε ένα σώμα και συ η Κεφαλή μας. Κάμε, Κύριε, να φύγουν από μας όλα τα πάθη, όλοι οι δαίμονες. Δός μας τη χάρι της «ουδέποτε εκπιπτούσης» αγάπης. Κάμε μας, Κύριε, να δείχνουμε σεβασμό ο ένας στον άλλο, όπως και σε σένα, γιατί μας χαρίζεις το προνόμιο της θεώσεως.

449. Τι αγαθά θα απολαύσουν οι εκλεκτοί σου στους ουρανούς μαζί σου, Κύριε! Και τι καταστρεπτική για την καρδιά είναι κάθε, στιγμιαία έστω, προσκόλλησις στα γήινα! Όλη η ειρήνη, όλη η χαρά, όλο το φώς μας είσαι συ.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 191-192)

katafigioti

lifecoaching