Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Για πολλούς, αν όχι για τους περισσότερους από τους ορθόδοξους χριστιανούς, η Μεγάλη Σαρακοστή αποτελείται από έναν περιορισμένο αριθμό από τυπικούς κανόνες και διατάξεις όπου κυρίως επικρατεί το αρνητικό στοιχείο, όπως είναι : η αποχή από ορισμένα φαγητά, απαγόρευση της ψυχαγωγίας. Του χορού και ίσως κάθε θεάματος. Σε τέτοιο βαθμό δε είναι η αποξένωσή μας από το πραγματικό πνεύμα της Εκκλησίας ώστε μας είναι σχεδόν αδύνατον να καταλάβουμε ότι υπάρχει “κάτι άλλο” στη Μεγάλη Σαρακοστή κάτι χωρίς το οποίο όλες αυτές οι διατάξεις χάνουν πολύ από το νόημά τους. Αυτό το “κάτι άλλο” μπορούμε θαυμάσια να το περιγράψουμε σαν μια “ατμόσφαιρα” σαν ένα “κλίμα” μέσα στο οποίο μπαίνει κανείς, και πάνω απ΄ όλα σαν μια κατάσταση του νου, της ψυχής και του πνεύματος η οποία για επτά εβδομάδες διαπερνά ολόκληρη τη ζωή μας.

Ας τονίσουμε ακόμα μια φορά ότι ο σκοπός της Μεγάλης Σαρακοστής δεν είναι να μας επιβάλει πιεστικά μερικές τυπικές υποχρεώσεις, αλλά να “μαλακώσει” την καρδιά μας ώστε να μπορεί ν΄ ανοιχτεί στις πραγματικότητες του πνεύματος, ν΄ αποκτήσει την εμπειρία της κρυμμένης “δίψας και πείνας” για επικοινωνία με το Θεό.

Αυτή η «ατμόσφαιρα» της Μεγάλης Σαρακοστής, αυτή η ανεπανάληπτη «κατάσταση του νου» δημιουργείται βασικά με τη λατρεία, με τις ποικίλες εναλλαγές που παρουσιάζονται στη λειτουργική ζωή αυτής της περιόδου. Θεωρούμενες κάθε μια χωριστά αυτές οι εναλλαγές μπορεί να μας φανούν σαν ακατανόητες ρουμπρίκες (τυπικές διατάξεις), σαν επίσημοι κανονισμοί που εξωτερικά φαίνονται προσκολλημένοι στον τύπο αλλά αν τις εξετάσουμε σαν σύνολο μας αποκαλύπτουν και μας μεταδίδουν το πνεύμα της Μεγάλης Σαρακοστής : μας κάνουν να δούμε, να νιώσουμε και να βιώσουμε τη «χαρμολύπη» που είναι το πραγματικό μήνυμα και το δώρο της Μεγάλης Σαρακοστής. Μπορεί κανείς να πει, χωρίς να υπερβάλλει, ότι οι πνευματικοί πατέρες και οι ιεροί υμνογράφοι, που συνέθεσαν τους ύμνους του Τριωδίου και οι οποίοι λίγο λίγο οργάνωσαν τη γενική δομή για όλες τις ακολουθίες της Μεγάλης Σαρακοστής, οι οποίοι στόλισαν τη λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων με μια ειδική ομορφιά που τόσο της ταιριάζει, διαθέτουν μια θαυμαστή κατανόηση της ανθρώπινης ψυχής. Αυτοί πραγματικά ήξεραν την τέχνη της μετάνοιας και, κάθε χρόνο στη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής, κάνουν αυτή την τέχνη προσιτή σε όποιον από μας έχει αυτιά για ν΄ ακούει και μάτια για να βλέπει.

Είπαμε ότι η γενική εντύπωση είναι αυτό που λέμε «χαρμολύπη«. Όταν κάποιος, έστω και αν έχει περιορισμένες γνώσεις για τη λατρεία, μπει στην Εκκλησία όσο διαρκούν οι ακολουθίες της Μεγάλης Σαρακοστής, σχεδόν αμέσως – είμαι βέβαιος – θα καταλάβει αυτή την κάπως αντιφατική έκφραση. Από τη μια μεριά, μια κάποια ήρεμη θλίψη διαποτίζει την ακολουθία : τα άμφια είναι σκούρα, οι ακολουθίες διαρκούν περισσότερο απ΄ ό,τι συνήθως και είναι πιο μονότονες, σχεδόν δεν υπάρχει κίνηση. Τα αναγνώσματα και οι ψαλμοί εναλλάσσονται, αλλά παρ΄ όλα αυτά φαίνεται σαν να μην «συμβαίνει» τίποτε: Σε τακτά διαστήματα ο Ιερέας βγαίνει από το ιερό και λέει πάντοτε την ίδια σύντομη ευχή και όλο το εκκλησίασμα συνοδεύει κάθε αίτηση αυτής της προσευχής με μετάνοιες. Έτσι για αρκετή ώρα στεκόμαστε σ΄ αυτή τη μονοτονία, σ΄ αυτή την ήρεμη θλίψη.

Αλλά κατόπιν αρχίζουμε να νιώθουμε ότι ακριβώς αυτή η παράταση και η μονοτονία μας χρειάζεται αν θέλουμε ν΄ αποκτήσουμε εμπειρία από την κρυμμένη, και κατ΄ αρχήν απαρατήρητη «επίδραση» της ακολουθίας. Σιγά σιγά αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε ή μάλλον να αισθανόμαστε ότι αυτή η θλίψη στην πραγματικότητα είναι «ευθυμία» ότι μια μυστηριώδης μεταμόρφωση πρόκειται να συμβεί μέσα μας. Είναι σαν να φτάνουμε σ΄ ένα μέρος όπου οι θόρυβοι και οι αναστατώσεις της ζωής του δρόμου και όλων όσων συνήθως γεμίζουν τις μέρες ακόμα και τις νύκτες μας, δεν έχουν δικαίωμα εισόδου, σ΄ ένα μέρος όπου αυτά δεν έχουν καμιά δύναμη. Όλα όσα μας φαίνονται υπερβολικά σημαντικά ώστε να γεμίζουν το μυαλό μας, όλη αυτή η κατάσταση αγωνίας που μας έγινε ουσιαστικά δεύτερη φύση, εξαφανίζονται και αρχίζουμε να νιώθουμε ελεύθεροι, ανάλαφροι και ευτυχισμένοι. Δεν είναι η θορυβώδης και επιφανειακή ευτυχία που πηγαινοέρχεται είκοσι φορές τη μέρα και είναι πολύ εύθραυστη και φευγαλέα, αλλά
είναι η βαθιά ευτυχία που έρχεται όχι από μια συγκεκριμένη και ειδική αιτία αλλά από την ψυχή μας που έχει, σύμφωνα με τα λόγια το Dostoyevsky, «αγγίξει έναν άλλο κόσμο». Και αυτό που άγγιξε είναι καμωμένο από φως, ειρήνη και χαρά, από μια ανέκφραστη εμπιστοσύνη.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν γιατί οι ακολουθίες πρέπει να έχουν μεγάλη χρονική διάρκεια και να είναι κάπως μονότονες. Καταλαβαίνουμε ότι. απλούστατα, είναι αδύνατο να περάσουμε από μια συνηθισμένη κατάσταση του νου, καμωμένη σχεδόν αποκλειστικά από αναστατώσεις, συνωστισμό και φροντίδες, και να φτάσουμε σ΄ αυτή τη νέα κατάσταση χωρίς να ηρεμήσουμε και χωρίς να αποκαταστήσουμε μέσα μας ένα βαθμό εσωτερικής σταθερότητας. Να γιατί εκείνοι που βλέπουν τις ακολουθίες της Εκκλησίας μόνο στα πλαίσια των «υποχρεώσεων» και που πάντοτε ρωτούν για το λιγότερο δυνατό («πόσο συχνά πρέπει να πάμε στην Εκκλησία ; Κάθε πότε πρέπει να προσευχόμαστε;») δεν μπορούν ποτέ να καταλάβουν την αληθινή φύση της λατρείας, η οποία έχει σκοπό να μας μεταφέρει σ΄ ένα διαφορετικό κόσμο – στον κόσμο της Παρουσίας του Θεού! – Εκεί όμως μας μεταφέρει σιγά σιγά γιατί η πεσμένη μας φύση έχει χάσει την ικανότητα να μπαίνει στον κόσμο αυτό φυσικά.

Έτσι, όσο βιώνουμε αυτή τη μυστηριώδη ελευθερία, όσο γινόμαστε «ανάλαφροι και ειρηνικοί», η μονοτονία και η θλίψη των ακολουθιών αποκτούν μια καινούργια σημασία, μεταμορφώνονται. Μια εσωτερική ομορφιά τις φωτίζει σαν τη πρωινή ηλιαχτίδα που, ενώ ακόμα στην κοιλάδα είναι σκοτάδι, στις βουνοκορφές αρχίζει να φωτίζει. Αυτό το «φως» και η κρυφή χαρά έρχονται από τα επαναλαμβανόμενα «αλληλούια», από ολόκληρη τη μουσική απόχρωση της λατρείας της Μεγάλης Σαρακοστής. Αυτό που στην αρχή παρουσιάστηκε σαν μονοτονία τώρα αποκαλύπτεται σαν ειρήνη. ό,τι ακουγόταν σαν θλίψη βιώνεται τώρα σαν εντελώς πρώτη κίνηση της ψυχής να ξαναβρεί το χαμένο βάθος της. Γι΄ αυτό και ο πρώτος στίχος του «αλληλούια» διακηρύττει κάθε πρωί στη διάρκεια της Σαρακοστής : «εκ νυκτός ορθρίζει το πνεύμα μου προς σε, ο Θεός, διότι φως τα προστάγματά σου επί της γης».
«Χαρμολύπη» λοιπόν είναι η θλίψη για την εξορία μου, για την καταστροφή που έχω κάνει στη ζωή μου. είναι η χαρά για τη παρουσία του Θεού και τη συγνώμη Του, η χαρά για την ξαναγεννημένη επιθυμία για το Θεό, η ειρήνη από την επιστροφή στο σπίτι. Αυτή ακριβώς είναι η ατμόσφαιρα της λατρείας στην περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής. Τέτοια είναι η πρώτη και γενική επίδρασή της στην ψυχή μας.


ALEXANDER SCHMEMANN, ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ, εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ, ΑΘΗΝΑ 1999, σ. 22 κ.ε

Ήτανε Μεγάλη Σαρακοστή. Μα δε θυμάμαι του πότε... Τρίτοι Χαιρετισμοί. Στο μοναστήρι τους κάναμε αργά τους Χαιρετισμούς. Οι Παρασκευές της Σαρακοστής όπως και να το κάνεις είναι οι πιο χαρούμενες μέρες.

Στη μέση του ναού η εικόνα της Παναγιάς με τα κεριά της και τις κεντημένες ποδιές. Και το᾽χαμε τυπικό κάθε φορά να βγάζουμε κι άλλη Παναγιά στο προσκυνητάρι να ακούσει τους Χαιρετισμούς.
Τη μια το "Άξιον εστί" και μετά την Γλυκοφιλούσα και την Παναγία του Πάθους, εκείνη την εβδομάδα της Σταυροπροσκύνησης. Τούτες οι μικρές αλλαγές ομόρφαιναν τη ζωή.

Το Πάσχα ήταν τότε νωρίς και η Σαρακοστή έπεφτε μεσ᾽ το χειμώνα. Κρύο πολύ. Είχαμε στη λιτή ξυλόσομπα και ο εκκλησιαστικός ο π. Νήφωνας έβαζε κούτσουρα μεγάλα. Ατμόσφαιρα Παπαδιαμαντική. Τώρα τα αναπολώ με γλυκασμό και νοσταλγία.
Τέλειωσε ο κανόνας και ο δεξιός ψάλτης πήρε να λέει αργά το τη Υπερμάχω. Και ο παπάς αργά βγήκε από την ωραία πύλη με το βιβλίο του και το θυμιατό να διαβάσει τους Χαιρετισμούς. Θύμιασε με σέβας έκανε τις μετάνοιες και πήρε τη θέση του μπροστά στο προσκυνητάρι.
Ησυχία...

Ξεκινάει ο εφημέριος τους Χαιρετισμούς... και μέσα στη σιγαλιά της ακολουθίας μια φωνή μιας μικροκαμωμένης γιαγιάς ακουγόταν στο βάθος να επαναλαμβάνει τα ίδια λόγια!!! Οι πιο θερμοί πήραν νωρίς φωτιά. Σσσσσ!
Η φωνή όμως δεν σταματούσε. Σα να το' βαζε πείσμα μάλιστα να ξεπεράσει τον παπά σε δύναμη. Ακόμα και οι πιο μακρόθυμοι έφτασαν να δυσφορήσουν.
- Μα ποιος μιλά; φώναξε κάποιος. Ο μόνος που δεν μίλησε ήτανε ο παπάς.
Τελειώσανε οι Χαιρετισμοί, ξανά τη Υπερμάχω και μετά το Άσπιλε. Άμα απόλυσε ο παπάς και βγαίναμε από το Καθολικό πήρα παράμερα τη γιαγιά που μας τάραξε με τη φωνή της να τη "συνετίσω".
- Κυρία ξέρετε... τα λόγια του παπά τα διαβάζει μοναχά εκείνος. Πώς να σας το πω... Είναι τα δικά του. 'Εχει άλλους ψαλμούς που τους λέμε όλοι μαζί. Μα η γιαγιά έμοιαζε να μην το καταλαβαίνει και μου είπε... την ευχή σας.
- Λέω, γι' αυτό που έγινε σήμερα. Δεν πρέπει να δημιουργούμε αταξία στην εκκλησία.
Μια νεαρή γυναίκα που τη συνόδευε τη γιαγιά, κάτι της φώναξε δυνατά στο αυτί και το μυστήριο της καλής γιαγιάς λύθηκε. Η γιαγιά κούνησε συγκαταβατικά το κεφάλι της και έδειξε λυπημένη...
- Συμπάθαμε αδελφέ μου λέει, μα δεν ακούω καθόλου!!! Τους λέω τους Χαιρετισμούς και ᾽γω αφού δεν μπορώ να τους ακούσω από τον παππούλη. Συμπάθαμε αν σε πίκρανα...
Έμεινα να την κυττώ όμοια μορφή βγαλμένη από συναξάρι.
- Να τους λες γιαγιά, και λέγε και για μένα ένα "Κύριε ελέησον" εμένα που δεν τους ξέρω ούτε από μέσα.

(πηγή: "ορθόδοξα και ελληνικά")

«Το παιδί κοιτούσε τη γιαγιά του που έγραφε ένα γράμμα. Κάποια στιγμή τη ρώτησε:-Γράφεις μια ιστορία που συνέβη σε εμάς; Και μήπως είναι μια ιστορία για μένα;Η γιαγιά σταμάτησε να γράφει, χαμογέλασε και είπε στον εγγονό της:-Όντως γράφω για σένα. Ωστόσο, αυτό που είναι πιο σημαντικό κι από τις λέξεις είναι το μολύβι που χρησιμοποιώ. Θα ήθελα, όταν μεγαλώσεις, να γίνεις σαν κι αυτό.Το παιδί, περίεργο, κοίταξε το μολύβι και δεν είδε τίποτα το ιδιαίτερο.-Αφού είναι το ίδιο με όλα τα μολύβια που έχω δει στη ζωή μου!-Όλα εξαρτώνται από τον τρόπο τον οποίο βλέπεις τα πράγματα. Το μολύβι έχει πέντε ιδιότητες, τις οποίες αν καταφέρεις να διατηρήσεις, θα είσαι πάντα ένας άνθρωπος που θα βρίσκεται σε αρμονία με τον κόσμο.

Πρώτη ιδιότητα:

Μπορείς να κάνεις μεγάλα πράγματα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάς ποτέ ότι υπάρχει ένα Χέρι το οποίο καθοδηγεί τα βήματά σου. Αυτό το χέρι το λέμε «Θεό» και Εκείνος πρέπει να σε καθοδηγεί πάντα σύμφωνα με το θέλημά Του.

Δεύτερη ιδιότητα: Πότε-πότε πρέπει να σταματάω να γράφω και να χρησιμοποιώ την ξύστρα. Αυτό κάνει το μολύβι να υποφέρει λίγο, αλλά στο τέλος είναι πιο μυτερό. Έτσι, μάθε να υπομένεις ορισμένες δοκιμασίες γιατί θα σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο.

Τρίτη ιδιότητα: Το μολύβι μας επιτρέπει πάντα να χρησιμοποιούμε γόμα για να σβήνουμε τα λάθη. Κατάλαβε ότι το να διορθώνουμε κάτι που κάναμε δεν είναι απαραίτητα κακό, αλλά σημαντικό για να παραμένουμε στον δρόμο του δικαίου.

Τέταρτη ιδιότητα: Αυτό που έχει στην ουσία σημασία στο μολύβι δεν είναι το ξύλο ή το εξωτερικό του σχήμα, αλλά ο γραφίτης που περιέχει. Έτσι, να φροντίζεις πάντα αυτό που συμβαίνει μέσα σου.

Τέλος, η πέμπτη ιδιότητα του μολυβιού: Αφήνει πάντα ένα σημάδι. Έτσι, λοιπόν, να ξέρεις ότι ό,τι κάνεις στη ζωή σου θα αφήσει ίχνη και να προσπαθείς να έχεις επίγνωση της κάθε σου πράξης».

Παρασκευή βραδάκι στο ναΰδριο του Αγίου Φιλίππου… Όλα λιτά… απέριττα! Μόνο ένας πολυέλαιος αναμμένος στην είσοδο του ναού. Ο υπόλοιπος χώρος λουζόταν στο γλυκό φως των καντηλιών. Τα τροπάρια ακούγονταν χαμηλόφωνα, γοργά και χωρίς στόμφο, το ίδιο κι οι εκφωνήσεις του ιερέα – λες κι ήσουν σε κάποιο μικρό αγιορείτικο κελί!

Όλα λιτά και ήσυχα… μήπως και καταφέρουμε να ακούσουμε τη φωνή του Θεού μες τις ψυχές μας… Άμποτε!

Και τότε ξαφνικά ένιωσα πως εκεί βρίσκεται το κλειδί για όλα:
στην τρεμουλιαστή φλόγα του μικρού καντηλιού στην κόγχη του Αγίου Λουκά,
στα ψιχία δίπλα στον Αμνό πάνω στο Δισκάριο, που είμαστε όλοι εμείς, ζώντες και μη, μια μεγάλη αγκαλιά, ο κόσμος όλος,
στο «Κύριε ελέησον» που βγαίνει δειλά από τη δυσκολεμένη ψυχούλα μας σε κάθε κόμπο στο κομποσκοίνι μας,
στο πετραχήλι του παπά, όταν ακουμπάμε τα φορτία και τις αγωνίες μας στον τράχηλό του,
στο Σώμα Του και στο Αίμα Του, εκεί, μονάχα εκεί…

Εκεί μονάχα γαληνεύει η αγριεμένη θάλασσά μου,
εκεί μονάχα βρίσκω τις απαντήσεις στα απανωτά ερωτήματά μου,
εκεί μόνο καταλαβαίνω πώς σκεπάζει τα λάθη και τα ξεστρατήματά μου,
εκεί έρχομαι πρόσωπο με πρόσωπο με τα είδωλά μου κι εκεί ξαναβρίσκω το μόνο αληθινό πρόσωπό μου,
εκεί με επισκέπτεται πάντα και ζω το απέραντο έλεός Του,
εκεί ελπίζω, αναπνέω, ζω… και προχωρώ!

πηγή:https//strofi.wordpress.com

«Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν». Η παράθεση εν προκειμένω της προσταγής του Θεού σε α΄ πρόσωπο πληθυντικού αριθμού «ποιήσωμεν» αντί του α΄ προσ. ενικού ποιήσω -όπως απαιτεί η συντακτική της εξάρτηση από το ρ. ενικού «είπεν»- ή της προστακτικής ποιησάτω, κατά τα ισχύοντα στις προηγούμενες δημιουργικές πράξεις, απετέλεσε κατά καιρούς αντικείμενο μακράς συζήτησης μεταξύ των βιβλικών ερμηνευτών316. Σύμφωνα με τις ερμηνείες που δόθηκαν και τις οποίες συνοψίζουμε κατωτέρω, η χρήση του πληθ. «ποιήσωμεν» δηλώνει ότι:

α. Ο Θεός προτρέπει τον Εαυτό του να προχωρήσει στη δημιουργία της ανθρώπινης ύπαρξης, όπως συνηθίζει συχνά να κάνει και ο άνθρωπος στον καθημερινό του λόγο, όταν αυτοπροτρέπεται να προβεί σε μια πράξη χρησιμοποιώντας ομοίως πληθυντικό, όπως λ.χ. «ας αρχίσουμε», «ας περιμένουμε», και εννοεί, «ας αρχίσω», «ας περιμένω». Είναι ο πληθυντικός της προτροπής (plural of exhortation).

β. Ο Θεός συσκέπτεται ή διαλέγεται με τον Εαυτό του, κάνει δηλ. ένα συλλογισμό ή εσωτερικό διάλογο, προκειμένου ν΄αποφασίσει περί του πρακτέου. Είναι ο πληθυντικός της αυτοσύσκεψης ή απλής σύσκεψης317 (plural of self-deliberation ή deliberation).

γ. Ο Θεός απευθύνεται στο ουράνιο συμβούλιό του, δηλ. στις αγγελικές υπάρξεις ή στις δυνάμεις του ουρανού, τις οποίες η Π. Διαθήκη αποκαλεί ενίοτε «υιούς του Θεού», ή γενικά «θεούς» και οι οποίες αποτελούν το αυλικό του περιβάλλον318. Με αυτές επικοινωνεί και συνεννοείται για τη δημιουργία του ανθρώπου. Είναι ο πληθυντικός της συνεννόησης ή επικοινωνίας319 (plural of consultation ή consultation)(Την ερμηνεία αυτή εισηγείται ο Φίλων ο Αλεξανδρεύς· «κάνει διάλογο ο πατέρας των όλων με τις δυνάμεις του (=αγγέλους)» Περί φυγής και ευρέσεως 69,Περί συγχύσεως των γλωσσών, 169). Η ραββινική εξήγηση320, ότι ο Θεός συμβουλεύεται κάποιον ή κάτι άνευ συγκεκριμένου προσδιορισμού, αντικρούεται, γιατί αντιβαίνει στο πνεύμα της βιβλικής διήγησης, σύμφωνα με το οποίο ο Θεός μόνος δημιούργησε τον άνθρωπο, και γιατί η έκφραση «ποιήσωμεν άνθρωπον» δεν συνιστά συμβουλή, αλλά προτροπή.

δ. Ο Θεός συσκέπτεται με άλλους θεούς κατά τα μυθολογικά παγανιστικά πρότυπα, όπου η απόφαση περί της δημιουργίας του ανθρώπου λαμβάνεται στη συνέλευση των θεών.

ε. Ο Θεός χρησιμοποιεί, ως άλλος βασιλιάς, τη γλώσσα των μοναρχών της αρχαίας Εγγύς Ανατολής και ιδίως των Περσών, οι οποίοι συνηθίζουν να προσφωνούν εαυτούς στον πληθυντικό και να διατυπώνουν τα βασιλικά τους θεσπίσματα ομοίως σ΄αυτόν321.

στ. Ο Θεός απευθύνεται προφανώς στη γη, που προσφάτως δημιούργησε, επειδή ο άνθρωπος θα προέλθει απ΄αυτήν κατά την υλική του σύσταση.
Προσέτι στη χρήση του πληθ. «ποιήσωμεν» η βιβλική έρευνα αναγνωρίζει μεταξύ άλλων:

ζ. Έναν πληθυντικό της μεγαλοπρέπειας (plural of majesty), ο οποίος αποτελεί απλό γραμματικό φαινόμενο, που εναρμονίζεται με το όνομα Elohim του Θεού, το οποίο, ως εκ της παραθέσεώς του σε πληθυντικό στην Π. Διαθήκη, χαρακτηρίζεται επίσης πληθυντικός της μεγαλοπρεπείας.

η. Μια ασαφώς διατυπωμένη λεκτική έκφραση, η οποία διαφοροποιεί το θείο από το ανθρώπινο έργο και αποκλείει κάθε σκέψη ή εντύπωση ομοιότητας του Θεού με τους ανθρώπους, που αναπόφευκτά θα δημιουργούσε η αυστηρά υλιστική για την αρχαία εποχή χρήση του α΄ προσ. ενικού ποιήσω.

θ. Ένα φιλολογικό τέχνασμα, που σχεδιάσθηκε για να δώσει έμφαση στη σπουδαιότητα και επισημότητα του γεγονότος που περιγράφεται322.
Σε αντίθεση με τις ανωτέρω ερμηνείες, η αρχαία χριστιανική Εκκλησία ερμηνεύει το «ποιήσωμεν άνθρωπον» εν αναφορά προς την τριαδικότητα του Θεού. Η ερμηνεία της προκύπτει από το γεγονός ότι ο Θεός ομιλεί εκ μέρους του Εαυτού του και με τον Εαυτό του στον πληθυντικό αριθμό όχι χάριν ευπρεπούς προσηγορίας (reverentiae causa), δηλ. προσφωνώντας τον ευγενικά, αλλά αναφερόμενος στην πληρότητα των θείων δυνάμεων, που αυτός κατέχει. Οι δυνάμεις αυτές, που εμπεριέχονται στην απόλυτη ύπαρξη του Θεού, είναι ασφαλώς κάτι περισσότερο από απλές δυνάμεις. είναι υποστάσεις, οι οποίες νοούνται ως ασυγχύτως ενωμένες κατά την ουσία και αυτοτελώς υφιστάμενες κατά τις ενέργειες εντός της Θεότητας. Πρόκειται άλλως πως περί των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος, τα οποία αμυδρώς διακρινόμενα στην Π. Διαθήκη θα διαφανούν, με την πρόοδο της θείας Αποκαλύψεως, ευκρινώς στην Κ. Διαθήκη. Επομένως στο «ποιήσωμεν» έχουμε έναν πληθυντικό, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως πληθυντικός της πληρότητας (plural of fullness)323. Η ερμηνεία αυτή δεν απέχει αισθητά από την ερμηνεία του πληθυντικού της αυτοσύσκεψης. Απλώς εδώ γίνεται πιο συγκεκριμένη, καθώς ο διάλογος του Θεού με τον Εαυτό του είναι ουσιαστικά διάλογος με τα άλλα δύο πρόσωπα της Αγ. Τριάδος και όχι αποκλειστικά με το πρόσωπό του, δίκην ευγενούς προσφώνησης.
Συνεπώς, κατά τους πατέρες και εκκλησιαστικούς συγγραφείς, στην έκφραση «ποιήσωμεν άνθρωπον» του στίχου υποφώσκει το δόγμα της Αγίας Τριάδος.

Σ΄αυτή διακρίνουν από κοινού έναν άμεσο υπαινιγμό των θείων προσώπων της. Έτσι με το «ποιήσωμεν» ο Θεός Πατήρ απευθύνεται, κατ΄άλλους μεν, στον Υιό και το Άγιο Πνεύμα324, οπότε και τα τρία πρόσωπα συνεργούν στη δημιουργία του ανθρώπου, κατ΄άλλους δε, μόνο στον Υιό, ο οποίος ως ο «Εαυτού Λόγος» και η «Εαυτού Σοφία», πραγματοποιεί το θέλημα του Πατρός325.

Πρέπει πάντως να διευκρινισθεί ότι η διδασκαλία του δόγματος αυτού ήταν άγνωστη στην Π. Διαθήκη και ξένη προς τη θεολογική της σκέψη. Μόνο δε ως υπαινιγμός μπορεί να εκληφθεί, ο οποίος υπό το φως της Κ. Διαθήκης κατανοείται πλήρως (Γαλ. 4,4)

(Σταύρου Καλαντζάκη, Εν αρχή εποίησεν ο Θεός… σελ. 235-240, εκδ. Πουρναρά, οι παραπομπές δεν παρατίθενται)

Ἡ ανθρωπότης σήμερον ευρίσκεται ενώπιον ενός τεχνικού θαύματος: Κατεκτήθη ή Σελήνη! Να επιδοκιμάση τις ή να αποδοκιμάση το επίτευγμα;
Από κοινωνικής επόψεως είναι δυνατόν να έχη τις επιφυλάξεις, δεδομένου ότι δαπανώνται κολοσσιαία ποσά διά την κατάκτησιν του Διαστήματος, ενώ ακόμη δεν εξηλείφθη ή πείνα από της Γής. Από θρησκευτικής όμως επόψεως ή εξερεύνηση του Διαστήματος ου μόνον ουδέν το επίμεμπτον περιέχει, αλλά και επιβοηθεί εις την βαθυτέραν κατανόησιν του Μεγαλείου της Δημιουργίας. «Ἐκ γαρ μεγέθους καλλονής κτισμάτων αναλόγως ὁ γενεσιουργὸς αυτών θεωρείται» (Σοφ. Σολ. ιγ'5).
'Αρκεί μόνον να φυλαχθώμεν από του κινδύνου της επάρσεως. Αρκεί να μη καταλὰβη ημάς το πνεύμα των ανθρώπων της πυργοποιϊας, περὶ ων ομιλεί ή βίβλος της Γενέσεως (ια' 4). Αρκεί να μη είπωμεν και ημείς εν τη διανοία ημών τα εωσφορικά ρήματα: «Εις τον ουρανόν αναβήσωμεν, επάνω των αστέρων του ουρανού θήσω τον θρόνον μου... ὰναβήσομαι επάνω των νεφών, έσομαι όμοιος τω Υψίστῳ» (Ησ. ιδ' Ι3- Ι 4).
Αν αποφύγωμεν αυτόν τον κίνδυνον, τότε ή εξερεύνηση του Διαστήματος ου μόνον δεν θα βλάψει ημάς, αλλά πολλαπλώς θα ωφελήσει και εις δοξολογίαν Θεού θα οδηγήσει.

Προ 3.500 ετών ὁ θεόπτης και θεόπνευστος Μωϋσής είπε περὶ του ανθρώπου ότι είνε «Εικών» του Θεού. Αλλά ποιού Θεού; Ενὸς Θεού παγκοσμίου, παντοδυνάμου, πανσόφου, αγίου, δικαίου, δημιουργού και κυριάρχου και συντηρητού όλης της Κτίσεως. Αυτός είνε ο Θεού του Μωϋσέως και Αυτού του Θεού «Εἰκών» ωνομὰσθη ό άνθρωπος προ 3.500 ετών. Βλέποντες λοιπόν σήμερον τα καταπληκτικά κατορθώματα του ανθρώπου, τα μαρτυρούντα θαυμαστήν σοφίαν και δύναμιν, βλέποντες τας εις θάμβος οδηγούσα συλλήψεις της ανθρώπινης διανοίας, δεν δυνάμεθα ειμή να ομολογήσωμεν ότι όντως θεοκίνητος χείρ έγραψε περὶ του ανθρώπου τον ανωτέρω χαρακτηρισμὸν εν εποχή καθ' ην ο άνθρωπος ούτε εφαντάζετο ούτε διησθὰνετο καν τας κατακτήσεις εις ας βραδύτερον θα έφθανεν.

Η 'Αγία Γραφή λέγει ότι ό Θεός, πλὰσας τον άνθρωπον, «ηλὰττωσεν αυτὸν βραχύ τι παρ' αγγέλους· δόξη και τιμή εστεφάνωσεν αυτὸν και κατέστησεν αυτὸν επὶ τα έργα των χειρών Αυτοῦ» (Ψαλμ. 8, 6). Ποία δε είνε τα έργα των χειρών του Θεού; «'Οψομαι τους ουρανοὐς, έργα των δακτύλων Σου σελήνην και αστέρας, α συ εθεμελίωσας» (Ψαλμ. 8,4). «Κατ' αρχάς Συ, Κύριε, τη γην εθεμελίωσας και έργα των χειρών Σού εὶσιν οι ουρανοὶ» (Ψαλμ. 101,26).
Ο Θεός, άλλωστε, καλεί τον άνθρωπο να κατακτὴση, όχι απλώς τους υλικοὺς ουρανούς, αλλά και τους πνευματικούς ουρανούς και να ζη εκεί εν τη ατελευτὴτῳ αιωνιότητι θεωρών πρόσωπον προς πρόσωπον το Αρχέτυπον Κάλλος. Οπόση ή αξία του ανθρώπου! Σύμπασα ὴ υλική Κτίσις εν οφθαλμοίς Κυρίου δεν ισοφαρίζει την αξίαν μιας και μόνης ανθρώπινης υπάρξεως ενὸς μικρού παιδιού ή ενός αναπήρου γέροντος! (Ματθ. ιστ', 26).

Πολλοί διερωτώνται: Αν διαπιστωθή ύπαρξις λογικών όντων και εις άλλους πλανὴτας, δεν θα υποστή κλονισμέ η Χριστιανικὴ Πίστις;

Αλλ` ὴ Χριστιανικὴ Πίστις δεν είνε ανθρωπίνη ανακάλυψις. είνε θεϊκὴ αποκάλυψις και ως τοιαύτη είνε η ΑΛΗΘΕΙΑ και εις την Γὴν και εις τον Ουρανόν. Ποία λοιπὸν ανακάλυψις, ποία εφεύρεσις, ποίον επίτευγμα είνε δυνατόν να βλάψη την εξ αποκαλύψεως Αλήθειαν: "Αν υπάρχωσι λογικά όντα εις άλλους πλανὴτας (ὐποθετικώς βεβαίως ομιλούμεν, διότι ουδεμίαν επιστημονικὴν ένδειξιν περὶ τούτου έχομεν), τότε εν εκ των τριών θα συμβαίνη: α') Οι «άνθρωποι» εκείνοι θα ζώων εις προπτωπτικὴν καταστασιν. Δηλαδή θα ζώων ως έζων ο Αδάμ και η Εύα εν τω Παραδείσῳ προ της παρακοής.
β') Οι «άνθρωποι» εκεὶνοι θα ευρίσκωνται εις την αυτὴν και ημείς κατάστασιν, ο δε Θεὸς θα ωκονόμησεν ως Αυτὸς οίδε την σωτηρίαν αυτών.
γ') Η Θυσία του Κυρίου επὶ Γής θα ισχύη και δι` αυτούς. Τις οίδεν αν η μετάβασις ημών εις άλλους κόσμους δεν εξυπηρετή τα πάνσοφα Σχέδια της θείας Πρόνοιας; Μετὲβημεν εις άλλας ηπείρους, ως η Αμερική, και εκηρύξαμεν εκεί το Ευαγγέλιον. Τί διαφέρει αν το αυτὸ συμβή και εις ανθρώπους, ουχὶ άλλων ηπείρων, αλλ΄άλλων πλανητών; Υποθέσεις βεβαίως, πάντα ταύτα αλλ΄ είπομεν ότι υποθετικώς ομιλούμεν.

Εάν πάντως απεδεικνύετο η ύπαρξις λογικών όντων εις άλλους κόσμους, τότε ή φράσις του αποστόλου Παύλου περί «τινός κτίσεως ετέρας» (Ρωμ. η΄39), η μέχρι σήμερον θεωρουμένη ως απλὴ υπόθεσις, θα ελάμβανεν ενάργειαν προφητικού λόγου.

Η ανθρωπίνη γνώσις θα προοδεύη. Τα επιτεύγματα της Επιστήμης και της Τεχνικής θα καταπλήσσωσι καθημερινώς τους οφθαλμούς ημών. Ο άνθρωπος, μικρός θεός. «Εικών» του μεγάλου Θεού, εκτυλίσσων διηνεκώς τας θαυμαστάς ικανότητας δι' ων επροίκισεν αυτὸν ο Δημιουργός θα φθάση εις άθλους ιλιγγιώδεις. Παρά πάντα όμως ταύτα θα εξακολουθή να αποτελή την τραγικὴν σύνθεσιν «μεγαλείου-αθλιότητος». περὶ ης ωραιότατα ωμίλησεν ο Πασκάλ, και θα έχη ανάγκην Σωτὴρος και Λυτρωτού, απαλλάσσοντος αὐτὸν εκ της αμαρτίας και του θανάτου. Καν ακόμη φθάσει ο άνθρωπος εις τας εσχατιάς του Σύμπαντος, καν μετακινήση ηλίους και γαλαξίας, η ισχύς του λόγου του ιερού Αυγουστίνου ουδὲποτε θα μειωθή: «Ω Θεέ μου, Συ έπλασας ημάς διά Σεαυτόν και ένεκα τούτου η ανθρωπίνη ψυχή ουδέποτε αισθάνεται ανάπαυσιν ειμή μόνον πλησίον Σου!». Το Σύμπαν ολόκληρον αδυνατεί να αναπαύση την ανθρωπίνην καρδίαν. Η κατάκτησις του Διαστήματος ούτε «νέαν» θεολογίαν θα δημιουργήση, ως αστόχως ελέχθη, ούτε την ειρήνην θα χορηγήση, ούτε τα ανθρώπινα ψυχικά προβλήματα θα λύση.

Η ιστορία του κόσμου, όλου του κόσμου, ορατού και αόρατου, χωρίζεται -εχωρίσθη άπαξ δια παντός- εις δύο περιόδους: Προ Χριστού και μετά Χριστόν! Ο άνθρωπος αναβαίνει εις τους πλανήτας και «κατακτά» το Διάστημα, ενώ ούδ` αυτής της Γης είνε κύριος, εφ΄ όσον ἡ τρομερά σκιά του θανάτου απλούται ανά παν βήμα απειλητική επ' αυτού. Ανυψούμεθα εις τους αστέρας, αλλά ταυτοχρόνως βυθιζόμεθα εις τας αβύσσους των παθών. Υπερνικώμεν την έλξιν της Γης, αλλ΄ ελκόμεθα ακατανικήτως υπό της εν ημίν ιλύος. Πατούμεν πόδα επὶ της Σελήνης, αλλά καταπατούμεθα και συντριβόμεθα υπό των χθαμαλών ορέξεων. Φερόμεθα μετάρσιοι εις τα ύψη των αστέρων, αλλά κυλιόμεθα ακαταπαύστως εις τον βόρβορον των κακιών. Κατακτώμεν τα ουράνια σώματα, αλλά πως θα κατακτήσωμεν την αφθαρσίαν και την εν μακαριότητι αιωνιότητα; Πως θα αναχθώμεν εις τα όψη της αθανασίας; Μόνον δια Ιησού Χριστού «ος παρεδόθη δια τα παραπτώματα ημών και ηγέρθη δια την δικαίωσιν ημών» (Ρωμ. δ', 25). Δια της Πίστεως εις τα μη βλεπόμενα ο Ενώχ (Γεν. ε, 24) και ο Ηλίας (Δ' Βασ. β', Ι Ι) εγένοντο προ χιλιάδων ετών αστροναύται και ουρανοδρόμοι, ο δε απόστολος Παύλος ανήλθεν («εὶτε εν σώματι ουκ οίδεν, ούτε εκτός του σώματος ουκ οίδεν, ο Θεός οίδεν»), υπεράνω αστερισμών και ηλιακών συστημάτων και έφθασε «μέχρι τρίτου ουρανού» και «ήκουσεν άρρητα ρήματα, α ουκ εξὸν ανθρώπῳ λαλήσαι» (Β' Κορ. ιβ' 4).

Αλλά τι λέγω; Ο άνθρωπος, η ανθρωπίνη φύσις, η κτιστὴ και ατελὴς και πεπερασμένη ανθρωπίνη φύσις, προσληφθείσα υπό του Σαρκωθὲντος Θεού Λόγου και εν τω Προσώπῳ Αυτού ενωθείσα υποστατικώς μετά της θεότητος, διήλθε και παρήλθε πάντα τα ύψη, αισθητά και νοητά, ανήλθεν υπεράνω των Χερουβεὶμ και των Σεραφείμ, έλαβε διάστασιν υπεργήινον, αυτόχρημα παγκόσμιον, εθεώθη εν ακεραία κυριολεξία, προσεκυνήθη λατρευτικώς απ' Αγγέλων και Αρχαγγέλων, και, «αφθασίας ενδεδυμένη εύπρεπειαν», εκάθισεν «εν δεξιά της Μεγαλωσύνης» του Θεού Πατρός και συμβασιλεύει μετ΄ Αυτού εις τους αιώνας των αιώνων! Του ύψους τούτου υπάρχει ύψος υψηλότερον; Αναμφιβόλως όχι! Ουδεὶς πύραυλος ανθρωπίνης ή και αγγελικής επινοήσεως θα δυνηθή ποτέ να αναβιβάση ημάς εις τηλικαύτα ύψη. Ουδεμία αισθητή μηχανή, καν πάσαν τελειότητα υπερβαίνη, θα κατορθώση ποτὲ να εκτοξεύση τον γήινον ανθρωπον εις τας υπερκοσμίους περιοχάς της θείας Μεγαλειότητος και να αναπαύση αυτού την καρδίαν. Η μόνη μηχανή, ἡ δυναμένη «αναφέρειν εις τα ύψη» του Θεού, εὶνε «η μηχανὴ του Ιησού Χριστού, ος εστί Σταυρός» (αγ. Ιγνατίου Εφεσ. κεφ. 9).

Το υψηλότερον σημείον εν όλη τη Κτίσει είνε και θα παραμείνη, μέχρι της συντελείας των αιώνων, ο μικρός λόφος του Γολγοθά. Εκεί, και μόνον εκεί, υπό την σκιάν ενός καθημαγμὲνου Σταυρού θα ευρίσκωσιν ανάπαυσιν οι οδοιπόροι της παρούσης ζωής και θα σώζωνται εκ των δεσμών της αμαρτίας και του θανάτου. Οι απιστούντες και οι αμφιβάλλοντες, «γεύσασθε και ίδετε» και διά πείρας γνώτε...

Οσαιδήποτε χιλιετίαι και αν παρέλθωσιν, οσονδήποτε και αν η Επιστήμη και η Τεχνική εξελιχθώσιν, οσαδήποτε άλματα και αν ο άνθρωπος πραγματοποιήση, οσονδήποτε υψηλά και αν αναβή, μία φωνή, γλυκεία άμα και ισχυρά, απαλὴ άμα και βροντώδης, ελεγκτική άμα και παρήγορος, θα εξακολουθή να ακούηται συνεχώς εν μέσω των μυρίων θορύβων και να αντηχή ευκρινώς εις πάντα τα πλάτη και τα μήκη και τα βάθη και τα ύψη του Σύμπαντος: «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι καγώ αναπαύσω υμάς. ΄Αρατε τον ζυγόν μου εφ υμάς και μάθετε απ' εμού ότι πράος ειμι και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών» (Ματθ. ια΄, 28,29)

(αρχιμ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου,Άρθρα, Μελέται, Επιστολαί, σελ. 298-301)

Ο J. Miller S.J. στη μικρή εργασία του ͘Katholische Beichte und phychotherapie (Innsbruck-Wien 1947, σελ.12) παραθέτει δύο παραδείγματα θεραπείας παραλύσεως κατόπιν της συνειδητοποιήσεως της προσωπικής ενοχής, τα οποία έχει λάβει από το βιβλίο του Ed.Grϋnewald. Flucht in die Krankeit ? Innsbruck 1947. Το πρώτο από αυτά παραθέτουμε με συντομία.

«Μια νεαρή κοπέλα (ηλικίας 25 ετών ) προσήλθε για θεραπεία στο νευρολογικό τμήμα, γιατί έπασχε από παράλυση των κάτω άκρων. Αλλά η νευρολογική εξέταση δεν έδειξε τίποτε το ιδιαίτερο. Ύστερα από την τρίτη συνάντηση με τον ψυχοθεραπευτή, επείσθη να «μιλήσει» και διηγήθηκε την εξής ιστορία της ζωής της. Μετά τον αρραβώνα της με τον εκλεκτό της καρδιάς της, συνέβη να απουσιάσει ο μνηστήρας της για αρκετό καιρό σε μια μακρινή πόλη. Κατά το διάστημα αυτής της απουσίας, η νεαρή κοπέλα δημιούργησε ένα νέο και επομένως «παράνομο» δεσμό. Επρόκειτο για ένα δεσμό με έναν έγγαμο με τον όποιο τελικά άρχισε να συζεί. Στο διάστημα αυτής της παράνομης σχέσεως έλαβε ένα γράμμα από το μνηστήρα της, που την πληροφορούσε ότι πολύ σύντομα θα επέστρεφε για να τελέσουν τους γάμους τους. Με το γράμμα αυτό αισθάνθηκε μια αφόρητη ενοχή και προσπάθησε να διαλύσει την παράνομη σχέση της. Αλλά ο έγγαμος φίλος της αντιδρούσε έτσι ώστε την έπεισε να μείνει κοντά του. Όσο όμως πλησίαζε ο καιρός της επιστροφής του μνηστήρος της, παρέλυε από τη σκέψη ότι θα επέστρεφε ο άνθρωπος αυτός και θα διαπίστωνε την απιστία της και την ηθική της κατωτερότητα.

Ενώ ευρίσκετο υπό το κράτος αυτής της ψυχικής καταστάσεως έπεσε θύμα τροχαίου δυστυχήματος από το όποιο μόλις διεσώθη. Μετεφέρθη στη κλινική και διαπιστώθηκε, ότι δεν μπορούσε να βαδίσει. Όλες οι σχετικές ιατρικές εξετάσεις δεν παρουσίασαν οργανική αιτία της αδυναμίας των κάτω άκρων. Το συμπέρασμα επομένως ήτο φανερό. Επρόκειτο περί ψυχογενούς παραλύσεως, που είχε το νόημα της «φυγής στην αρρώστια» (fluchi in die Krankheit), δηλ. της «φυγής προ της ευθύνης» (Fluchi vor der Verantworung). Η παράλυση χρησιμοποιήθηκε κατά τρόπο μη συνειδητό ως «μέσον προς επίτευξη σκοπού» («Mittel zum Zweck»).

O ψυχοθεραπευτής ανέλυσε στην κοπέλα αυτή την συνάρτηση της σωματικής της παραλύσεως με το ψυχολογικό (ηθικό) της πρόβλημα και εκείνη αντιλήφθηκε, ότι η λύση που έδωσε στο πρόβλημα αυτό ήταν επιφανειακή λύση και ότι με την «ασθένειά» της εψεύδετο σε τρείς ανθρώπους στο μνηστήρα της, το φίλο της και τον εαυτό της. Η συνειδητοποίηση της μη συνειδητής αντιδράσεως της στα αφόρητα αισθήματα ενοχής με την ακινησία των κάτω άκρων την βοήθησε να καταλάβει τι έπρεπε να κάνει για να αποκατασταθεί η υγεία της. Έτσι αφού απεμακρύνθη από το φίλο της, αποφάσισε να εκθέσει όλη την περιπέτειά της στο μνηστήρα της (με τον κίνδυνο να τον χάσει) και να του ζητήσει συγγνώμη για ό, τι έκανε εις βάρος του.
Ύστερα από τη λύση του ηθικού της προβλήματος με το τρόπο αυτό, θεραπεύτηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα και εγκατέλειψε την κλινική υγιής».

(Ιωάν. Κορναράκη, Εγχειρίδιο Ποιμαντικής Ψυχολογίας, σελ. 188-189, εκδ. Κυριακίδη)

Του Αββά Αρσενίου λστ.

Έλεγαν για τον Αββά Αρσένιο, ότι αρρώστησε κάποτε στη Σκήτη και πήγε ο πρεσβύτερος και τον έφερε στην εκκλησία και τον έβαλε σε στρωσίδι, με μικρό μαξιλάρι κάτω από την κεφαλή του. Και να, ένας από τους γέροντες όπου ήλθε να τον επισκεφθεί, σαν τον είδε στο στρωσίδι και με το μαξιλάρι από κάτω, σκανδαλίσθηκε και είπε:

- «Αυτός λοιπόν είναι ο Αββάς Αρσένιος και σε τέτοια είναι ξαπλωμένος;».
Τον παίρνει τότε κατά μέρος ο πρεσβύτερος και του λέγει:
- «Τι δουλειά έκανες όταν ζούσες στο χωριό σου;».
Και εκείνος του αποκρίνεται:
- «Τσοπάνης ήμουν».
- «Και πως,λέγει ο άλλος, περνούσες τη ζωή σου;».
- «Μέσα σε πολύ κόπο». αποκρίνεται, Και του ξαναλέγει:
- «Και τώρα πως τα περνάς στο κελλί σου;». Και αποκρίνεται:
- «Πιο αναπαυτικά». Και του λέγει ο πρεσβύτερος τότε:
- «Βλέπεις αυτόν τον Αββά Αρσένιο; Όταν ζούσε στον κόσμο, σύμβουλος βασιλέων ήταν και χίλιοι δούλοι, χρυσοζωσμένοι και με φορέματα ολομέταξα και ακριβά, του παράστεκαν. Και κάτωθέ του βρίσκονταν πολύτιμα στρωσίδια. Ενώ εσύ, όντας τσοπάνης, δεν είχες στον κόσμο την ανάπαυση όπου έχεις τώρα εδω. Και αυτός, τις απολαύσεις όπου είχε στον κόσμο, εδώ δεν τις έχει. Να λοιπόν όπου συ αναπαύεσαι και εκείνος ταλαιπωρείται».

Σαν τα άκουσε λοιπόν αυτά, ένιωσε κατάνυξη και έβαλε μετάνοια, λέγοντας: - «Συγχώρησέ με, Αββά αμάρτησα. Αληθινά, αυτό είναι: Εκείνος ήλθε για να ταπεινωθεί και εγώ για να αναπαυθώ».
Και, ωφελημένος, ο γέρων έφυγε.

(Είπε Γέρων… εκδ. Αστήρ)

«Το θαύμα της αναστάσεως ενός νεκρού που έκανε ο αββάς Μακάριος»
Έτσι, καθώς θυμάμαι, εξαιτίας των περιστάσεων, ο αββάς Μακάριος, ο πρώτος που κατοίκησε στην έρημο της Σκήτης, ανέστησε ένα νεκρό.
Ενας αιρετικός, οπαδός του αιρετικού Ευνομίου, πάσχιζε να κατασρέψει την ορθόδοξη πίστη με διαλεκτικά τεχνάσματα. Οι πιστοί της Εκκλησίας, οι οποίοι έβλεπαν να απειλούνται από φοβερή λαίλαπα –γιατί ήδη ένα μεγάλο πλήθος είχε δελεασθεί από τις δοξασίες του Ευνομίου– ζήτησαν βοήθεια από τον αββά Μακάριο. Ο Αββάς, βλέποντας τον ορατό πλέον πνευματικό κίνδυνο που απειλούσε τους χριστιανούς, αποφάσισε να επέμβει.
Συναντήθηκε λοιπόν ο Αββάς με τον αιρετικό και αυτός του επιτέθηκε με πλήθος συλλογισμών και επιχειρημάτων. Ο αββάς Μακάριος αναμετρήθηκε μαζί του εκθέτοντας την αλήθεια της Εκκλησίας, ενώ αυτός επιχειρούσε να τον παρασύρει μέσα στα ακανθώδη μονοπάτια της Αριστοτέλειας φιλοσοφίας. Η συζήτηση μάκραινε χωρίς αποτέλεσμα. Έτσι ο όσιος Μακάριος αποφάσισε να δώσει τέλος σ΄αυτές τις άκαρπες συζητήσεις με τον εξής σύντομο και αποστολικό λόγο που λεέι:
- «Η βασιλεία του Θεού δεν στερεώνεται στις ψυχές με την ευγλωττία, αλλά με θεία δύναμη». (Α΄ Κορ. 4,20). Εμπρός λοιπόν, είπε στον αιρετικό, πάμε στους τάφους και στον πρώτο νεκρό που θα βρεθεί μπροστά μας, ας επικαλεστούμε το Όνομα του Κυρίου κι ας δείξουμε, καθώς λεέι και η Αγία Γραφή, την πίστη μας με έργα. Ο Θεός θα μας φανερώσει ασφαλώς που βρίσκονται τα σημάδια της αληθινής πίστης. Δεν πρόκειται να φανερωθεί η αλήθεια με τις μάταιες συζητήσεις, αλλά με τη δύναμη των θαυμάτων και με την κρίση Εκείνου που δεν είναι δυνατόν να λαθέψει.
Ο αιρετικός άκουσε αυτά τα λόγια και, καταντροπιασμένος που νικήθηκε μπροστά σ’ όλο το λαό που τον περικύκλωνε, προσποιήθηκε αμέσως ότι δέχεται να συμμετάσχει και σ΄ αυτού του είδους την αναμέτρηση με τους όρους που του πρότεινε ο Αββάς και υποσχέθηκε ότι την επόμενη μέρα θα ήταν εκεί.
Την άλλη μέρα όλοι βιάζονταν να φθάσουν στο ορισμένο μέρος, λαχταρώντας να δουν ένα τέτοιο θέαμα. Περίμεναν για πολύ. Αυτός όμως, έχοντας συνείδηση της απιστίας του, όχι μόνο κρύφτηκε από το φόβο του, αλλά και εγκατέλειψε χωρίς καθυστέρηση τη χώρα. Ο αββάς Μακάριος, αφού τον περίμενε μέχρι την Ενάτη ώρα, με όλο το πλήθος που είχε εκεί συρρεύσει κι αυτός δεν φαινόταν πουθενά, κατάλαβε ότι οι τύψεις της συνειδήσεως του έκαναν τον αιρετικό να αποφασίσει να αποφύγει τη συνάντηση. Πήρε λοιπόν μαζί του το πλήθος των ανθρώπων, που ο αιρετικός είχε οδηγήσει σε λανθασμένο δρόμο πίστης, και κατευθύνθηκε πρός τους τάφους, όπως είχαν συμφωνήσει την προηγούμενη ημέρα.
Στην Αίγυπτο υπάρχει μια συνήθεια, την οποία ακολουθούν οι κάτοικοι αναγκαστικά, εξαιτίας των πλημμυρών του Νείλου. Κάθε χρόνο υπερχειλίζει ο ποταμός και για μεγάλο χρονικό διάστημα η χώρα καλύπτεται σ΄ όλη την έκτασή της από τα νερά. Η περιοχή τότε μοιάζει με τεράστια θάλασσα, την οποία μόνο με βάρκα μπορεί κανείς να τη διασχίσει. Έτσι οι κάτοικοι αναγκάζονται να ταριχεύουν τους νεκρούς με τα πιο δυνατά αρώματα και να τους τοποθετούν σε μικρά κελιά, αρκετά υπερυψωμένα, εφόσον η γη είναι συνεχώς υγρή από τα νερά του ποταμού και δεν επιτρέπει την ταφή τους. Γιατί η δύναμη της πλημμύρας είναι τέτοια που, αν θάψουν εκεί ένα νεκρό, το νερό θα τον βγάλει πάλι στην επιφάνεια.
Σταμάτησε λοιπόν ο όσιος Μακάριος μπροστά σ΄ έναν από τους πιο παλαιούς τάφους και είπε:
- «Άνθρωπέ μου, αν αυτός ο αιρετικός είχε έλθει εδώ μαζί μου και αν εγώ σε είχα καλέσει στο Όνομα του Χριστού του Θεού μου, πες μου θα είχες σηκωθεί, μπροστά σ΄ όλο αυτό το πλήθος, το οποίο αυτός ο απατεώνας παρά λίγο να οδηγήσει στον όλεθρο;».
Ο νεκρός σηκώθηκε και απάντησε:
«Ασφαλώς, θα είχα σηκωθεί».
Τον ρώτησε τότε ο αββάς Μακάριος, τι ήταν όταν ζούσε, σε ποιά εποχή έζησε και αν είχε ακούσει ποτέ κάτι για τον Χριστό. Εκείνος απάντησε ότι είχε ζήσει την εποχή των πιο αρχαίων βασιλέων και ότι δεν είχε ακούσει ούτε καν το Όνομα του Χριστού.
«Κοιμήσου εν ειρήνη», του είπε τότε ο αββάς Μακάριος, περιμένοντας «την κοινήν Ανάστασιν».
Η αρετή λοιπόν και το χάρισμα του αββά Μακαρίου θα παρέμεναν για πάντα κρυμμένα –όσο βέβαια εξαρτιόταν από τον ίδιο– αν δεν ήταν η ανάγκη μιας ολόκληρης επαρχίας που κινδύνευε κι αν η μεγάλη του πίστη και η ειλικρινής αγάπη του για τον Χριστό δεν τον είχαν τόσο πολύ πιέσει, ώστε να αναγκασθεί να κάνει αυτό το θαύμα. Γιατί δεν έκανε ασφαλώς το θαύμα ο Αββάς για να επιδειχθεί ή γιατί τον είχε παρακινήσει η κενοδοξία του. Η αγάπη του Χριστού και ο κίνδυνος που διέτρεχαν οι πιστοί της Εκκλησίας τον ανάγκασαν να το κάνει.
(αββά Κασσιανού, Συνομιλίες…τόμος Β σελ. 139-141, εκδ. Ετοιμασία)

Tου Αββά Φωκά: Έλεγε ο Αββάς Φωκάς, οπού ανήκε στο Κοινόβιο του Αββά Θεογνίου του Ιεροσολυμίτη: «Όταν έμενα σε Σκήτη, υπήρχε εκεί κάποιος Αββάς Ιάκωβος, νέος την ηλικία, στα Κελλιά, όπου είχε τον ίδιο πνευματικό και κατά σάρκα πατέρα. Είχαν δε τα Κελλιά δύο εκκλησίες, μια των Ορθοδόξων, όπου και κοινωνούσε, και μια των αιρετικών. Επειδή λοιπόν ο Αββάς Ιάκωβος είχε τη χάρη της ταπεινοφροσύνης, όλοι τον αγαπούσαν, και τα μέλη της Εκκλησίας και οι χωρισμένοι απ΄ αυτή. Του έλεγαν λοιπόν οι ορθόδοξοι:
- «Τον νου σου, Αββά Ιάκωβε, μη σε ξεγελάσουν οι αιρετικοί και σε ελκύσουν στην κοινότητά τους».

Επίσης και οι αιρετικοί τού έλεγαν:
- «Γνώριζε, Αββά Ιάκωβε, ότι, κοινωνώντας με τους διφυσίτες, χάνεις την ψυχή σου. Γιατί είναι Νεστοριανοί και συκοφαντούν την αλήθεια».

Ο δε Αββάς Ιάκωβος, όπου ήταν ακέραιος και στενοχωρήθηκε με όσα άκουε από τις δυο πλευρές και δεν ήξερε πλέον τι να κάμη, πήγε να παρακαλέσει τον Θεό. Απέκρυψε λοιπόν τον εαυτό του σε απόμερο κελλί, έξω από τη λαύρα, όπου ντύθηκε τα εντάφια του, σαν να επρόκειτο να πεθάνη. Γιατί συνηθίζουν οι Αιγύπτιοι πατέρες, το πλεχτό ένδυμα, όπου λαμβάνουν το μοναχικό σχήμα, καθώς και το κουκούλι, να τα φυλάνε έως θανάτου και μ’ αυτά να ενταφιάζονται. Τα φορούν δε μοναχά κάθε Κυριακή, όταν μεταλαμβάνουν, και ευθύς ύστερα τα μαζεύουν. Πηγαίνοντας λοιπόν σ’ εκείνο το κελλί, παρακαλούσε τον Θεό και εξαντλήθηκε από τη νηστεία και έπεσε κατάχαμα και έμεινε εκεί πεσμένος. Και έλεγε ότι πολλά είχε πάθει εκείνες τις μέρες από τους δαίμονες, προπαντός κατά διάνοια. Αφού δε πέρασαν σαράντα μέρες, βλέπει να μπαίνει στο κελλί ένα παιδί χαρωπό και να του λέγη:
- «Αββά Ιάκωβε; τι κάνεις εδώ;».

Ευθύς δε, φωτισμένος και παίρνοντας δύναμη από τη θέα του παιδιού, τού είπε:
- «Κύριε, συ γνωρίζεις τι έχω. Εκείνοι μου λέγουν: Μην αφήσης την Εκκλησία. Και οι άλλοι μου λέγουν: Σε πλανούν οι διφυσίτες. Και εγώ έχοντάς τα χαμένα και μη ξέροντας τι να κάμω, ήλθα εδώ».

Του λέγει ο Κύριος:
- «Όπου είσαι, καλά είσαι».
Και ευθύς, μ’ αυτά τα λόγια, βρέθηκε στο κατώφλι, της αγίας Εκκλησίας των Ορθοδόξων, οπού ακολουθούσαν τη Σύνοδο».

(Είπε γέρων… εκδ. Αστήρ)

Εύρεση

Δημοφιλή Θέματα (Α-Ω)

αγάπη (600) Αγάπη Θεού (340) αγάπη σε Θεό (248) αγάπη σε Χριστό (166) άγγελοι (69) Αγγλικανισμός (1) Αγία Γραφή (229) Αγιασμός (10) Άγιο Πνεύμα (96) Άγιο Φως (1) άγιοι (178) άγιος (197) αγνότητα (42) άγχος (36) αγώνας (106) αγώνας πνευματικός (269) αδικία (6) Αθανασία (7) Αθανάσιος ο Μέγας (4) αθεΐα (127) αιρέσει (1) αιρέσεις (362) αιωνιότητα (14) ακηδία (4) ακτημοσὐνη (14) αλήθεια (111) αμαρτία (340) Αμβρόσιος άγιος (3) άμφια (1) Αμφιλόχιος της Πάτμου (4) Ανάληψη Χριστού (4) Ανάσταση (142) ανασταση νεκρών (31) ανθρώπινες σχέσεις (322) άνθρωπος (303) αντίχριστος (11) Αντώνιος, Μέγας (5) αξιώματα (15) απἀθεια (5) απελπισία (9) απιστία (21) απληστία (5) απλότητα (16) αποκάλυψη (8) απόκρυφα (17) Απολογητικά Θέματα (1) αργολογία (3) αρετή (200) Αρσένιος Όσιος (5) ασθένεια (108) άσκηση (63) αστρολογία (2) Αυγουστίνος άγιος (3) αυταπάρνηση (31) αυτεξούσιο (2) αυτογνωσία (148) αυτοθυσἰα (26) αυτοκτονία (9) αχαριστία (6) Β Παρουσία (10) Β' Παρουσία (11) βάπτιση (17) βάπτισμα (31) Βαρβάρα αγία (1) Βαρσανουφίου Οσίου (31) Βασιλεία Θεού (33) Βασίλειος ο Μέγας (31) Βελιμίροβιτς Νικόλαος Άγιος (32) βία (4) βιβλίο (31) βιοηθική (10) βίος (1) Βουδδισμός (5) γαλήνη (2) γάμος (125) Γένεση (5) Γέννηση Κυρίου (14) Γεροντικόν (195) Γερόντισσα Γαβριηλία (1) Γεώργιος Άγιος (1) γηρατειά (11) γιόγκα (4) γλώσσα (64) γνώση (25) Γνωστικισμός (3) γονείς (134) Γρηγόριος Νεοκαισαρείας άγιος (1) Γρηγόριος Νύσσης Άγιος (2) Γρηγόριος ο Θεολόγος (20) Γρηγόριος ο Παλαμάς όσιος (9) γυναίκα (36) δάκρυα (57) δάσκαλος (24) Δεύτερη Παρουσία (27) Δημήτριος Άγιος (1) Δημιουργία (62) διάβολος (233) Διάδοχος Φωτικής όσιος (13) διαίσθηση (1) διακονία (4) διάκριση (147) διάλογος (5) δικαιο (4) δικαιοσύνη (38) Διονύσιος Αρεοπαγίτης Άγιος (2) Διονύσιος Κορίνθου άγιος (1) Δογματικα Θέματα (205) Δογματική Τρεμπέλα (1) δύναμη (68) Δωρόθεος αββάς (10) εγκράτεια (19) εγωισμός (248) εικόνες (34) Ειρηναίος Λουγδούνου άγιος (4) ειρήνη (54) εκκλησία (235) Εκκλησιαστική Ιστορία (24) Εκκλησιαστική περιουσία (3) έκτρωση (5) έλεγχος (16) ελεημοσύνη (114) ελευθερία (62) Ελλάδα (19) ελπίδα (61) εμπιστοσὐνη (58) εντολές (12) Εξαήμερος (2) εξέλιξης θεωρία (16) Εξομολόγηση (167) εξωγήινοι (13) εξωσωματική γονιμοποίηση (5) Εορτή (3) επάγγελμα (17) επιείκεια (2) επιμονἠ (52) επιστήμη (108) εργασία (80) Ερμηνεία Αγίας Γραφής (183) έρωτας (19) έρωτας θείος (9) εσωστρέφεια (1) Ευαγγέλια (192) Ευαγγέλιο Ιωάννη Ερμηνεία (33) Ευαγγελισμός (2) ευγένεια (15) ευγνωμοσὐνη (42) ευλογία (5) Ευμένιος Όσιος γέροντας (7) ευσπλαχνία (34) ευτυχία (65) ευχαριστία (53) Εφραίμ Κατουνακιώτης Όσιος (25) Εφραίμ ο Σύρος όσιος (6) εχεμύθεια (1) ζήλεια (15) ζώα (46) ζωή (34) ηθική (14) ησυχία (32) θάνατος (299) θάρρος (99) θαύμα (254) θέατρο (5) Θεία Κοινωνία (179) Θεία Λειτουργία (127) θεία Πρόνοια (14) θἐλημα (54) θέληση (38) θεογνωσία (2) Θεόδωρος Στουδίτης όσιος (36) θεολογία (29) Θεός (330) Θεοφάνεια (6) Θεοφάνους Εγκλείστου Αγίου (5) θέωση (6) θλίψεις (280) θρησκείες (43) θυμός (100) Ιάκωβος Αδελφόθεος Άγιος (1) Ιάκωβος Τσαλίκης Όσιος (14) ιατρική (13) Ιγνάτιος Θεοφόρος (9) Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ Άγιος (6) ιεραποστολή (47) ιερέας (177) ιερωσύνη (16) Ινδουισμός (14) Ιουδαίοι (1) Ιουστίνος άγιος (3) Ιουστίνος Πόποβιτς Άγιος (58) Ιππόλυτος άγιος (1) Ισαάκ ο Σύρος (5) Ισίδωρος Πηλουσιώτης όσιος (36) Ισλάμ (11) Ιστορία Ελληνική (8) Ιστορία Παγκόσμια (14) Ιστορικότης Χριστού (1) Ιωάννης Δαμασκηνός Άγιος (1) Ιωάννης Θεολόγος (3) Ιωάννης Κροστάνδης (330) Ιωάννης Χρυσόστομος (397) Ιωσήφ Ησυχαστής Άγιος (6) Καινή Διαθήκη Ερμηνεία (138) Καινή Διαθήκη κριτικό κείμενο NestleAland (5) Κανόνες Εκκλησίας (4) καρδιά (116) Κασσιανός Όσιος (4) κατάκριση (132) καταναλωτισμός (8) Κατηχητικό (4) καύση νεκρών (1) κενοδοξία (14) κήρυγμα (53) Κίνητρα (3) Κλήμης Αλεξανδρέας (1) Κλήμης Ρώμης άγιος (1) Κλίμακα (6) κλοπή (5) Κοίμησις Θεοτόκου (25) κοινωνία (167) κόλαση (50) Κόντογλου Φώτης (4) Κοσμάς Αιτωλός Άγιος (2) Κουάκεροι (1) ΚράτοςΕκκλησία (1) Κρίσις Μέλλουσα (47) Κυπριανός άγιος (1) Κύριλλος Άγιος (1) Λατρεία Θεία (75) λείψανα (9) λογική (1) λογισμοί (115) λόγος Θεού (21) Λουκάς Κριμαίας Άγιος (12) λύπη (60) μαγεία (19) μακροθυμία (5) Μανιχαϊσμός (1) Μάξιμος Ομολογητής (15) Μαρία Αιγυπτία Αγία (2) Μαρκίων αιρετικός (1) μάρτυρες (24) μεγαλοσὐνη (7) Μεθοδιστές (1) μελέτη (59) μετά θάνατον (44) μετά θάνατον ζωή (101) Μεταμόρφωση (11) μετάνοια (365) Μετάσταση (1) μετάφραση (13) Μετενσάρκωση (8) μητέρα (56) Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος (2) μίσος (11) ΜΜΕ (4) μνημόσυνα (9) μοναξιά (21) μοναχισμός (114) Μορμόνοι (1) μόρφωση (20) μουσική (8) Ναός (17) ναρκωτικά (4) Νέα ΕποχήNew Age (1) Νεκτάριος άγιος (27) νέοι (27) νεοπαγανισμός (7) νηστεία (67) νήψη (2) Νικηφόρος ο Λεπρός Άγιος (3) Νικόδημος Αγιορείτης Άγιος (1) Νικόλαος Άγιος (8) Νικόλαος Καβάσιλας Άγιος (2) Νικόλαος Πλανάς Άγιος (1) νους (54) οικονομία (2) Οικουμενισμός (4) ομολογία (3) ομορφιά (17) ομοφυλοφιλία (2) όνειρα (35) οραμα (25) οράματα (32) οργή (2) ορθοδο (1) Ορθοδοξία (292) όρκος (1) πάθη (266) πάθος (38) παιδεία (24) παιδιά (138) Παΐσιος Όσιος (380) Παλαιά Διαθήκη (7) Παλαιά Διαθήκη Ερμηνεία (10) παλαιοημερολογίτες (17) Παναγία (333) Παπαδόπουλος Στυλιανός (3) παράδειγμα (38) Παράδεισος (113) Παράδοση Ιερά (9) Παρασκευή Αγία (1) Παρθένιος ο Χίος Όσιος (2) Πάσχα (22) πατήρ Νικόλαος Πουλάδας (21) πατρίδα (9) Πατρολογία (19) Παύλος Απόστολος (4) πειρασμοί (27) Πεντηκοστή (12) περιέργεια (3) Πέτρος Απόστολος (1) πίστη (539) πλησἰον (69) πλούτος (73) Πνευματικές Νουθεσίες (92) πνευματική ζωή (278) πνευματικός πατέρας (120) πνευματισμός (10) ποίηση (21) πόλεμος (28) πολιτική (25) πολιτισμός (9) Πορφύριος Όσιος (271) πραότητα (7) προθυμἰα (28) Πρόνοια (5) Πρόνοια Θεία (90) προορισμός (16) προσευχή (806) προσοχή (51) προσπἀθεια (139) προτεσταντισμός (29) προφητείες (15) ραθυμία (18) Ρωμαιοκαθολικισμός (36) Σάββας Καλύμνου Άγιος (1) Σαρακοστή (12) σεβασμός (28) Σεραφείμ του Σαρώφ Όσιος (11) Σιλουανός Άγιος (2) σιωπή (14) σοφία (54) Σπυρίδων Άγιος (2) σταθερότητα (2) Σταυρός (84) Σταυροφορίες (4) Σταύρωση (52) συγχώρηση (92) συκοφαντία (2) Συμεών Νέος Θεολόγος όσιος (88) συμπὀνια (23) συναξάρι (2) συνείδηση (25) σχίσμα (34) σώμα (49) σωτηρία (47) Σωφρόνιος του Έσσεξ Άγιος (35) τάματα (2) ταπεινοφροσύνη (270) ταπείνωση (196) Τέλος Κόσμου (4) Τερτυλλιανός (1) Τεσσαρακοστή Μεγάλη (6) τέχνη (1) τιμωρία (19) Τριάδα Αγία (35) τύχη (2) υγεία (8) υλικά αγαθά (43) υπακοή (124) Υπαπαντή (2) υπαρξιακά (73) υπερηφἀνεια (55) υποκρισία (25) υπομονή (222) φανατισμός (5) φαντασία (5) φαντάσματα (3) φιλαργυρἰα (9) φιλαυτἰα (10) φιλία (30) φιλοσοφία (23) Φλωρόφσκυ Γεώργιος (3) φόβος (56) φὀβος Θεοὐ (26) φως (44) Φώτιος άγιος (1) χαρά (123) Χαράλαμπος Άγιος (1) χάρις θεία (119) χαρίσματα (39) Χειρόγραφα Καινής Διαθήκης (1) Χριστιανισμός (21) χριστιανός (101) Χριστός (361) Χριστούγεννα (69) χρόνος (36) ψαλμωδία (7) ψεύδος (22) ψυχαγωγία (10) ψυχή (270) ψυχολογία (25)