ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ!

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ!  ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…

¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBANGR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Είναι το ιερό εκείνο μυστήριο στο οποίο δύο άνθρωποι (άνδρας και γυναίκα) προσερχόμενοι με τη συναίνεση και την ελεύθερή τους συγκατάθεση λαμβάνουν από τον ιερέα τη θεία χάρη, που εξυψώνει και αγιάζει το φυσικό του γάμου δεσμό, βοηθώντας τους να ζήσουν βίο θεοφιλή και ενάρετο εν αμοιβαιότητι αγάπης και να φέρουν στον κόσμο χριστιανούς απογόνους.

Ο γάμος είναι πρωταρχικά πράξη της φύσεως, την οποία έτσι έπλασε ο δημιουργός (διαμόρφωσε τα φύλα), ώστε να είναι δι’ αυτής δυνατή η μετάδοση του ανθρώπινου γένους. Είναι χαρακτηριστικά όσα είπε ο Αδάμ, μόλις είδε την Εύα, που του έδωσε σαν σύντροφο ο Θεός, η οποία προήλθε από την πλευρά του: «Τούτο νυν όστούν εκ των όστέων μου και σάρξ εκ της σαρκός μου αύτη κληθήσεται γυνή, ότι εκ του ανδρός αυτής έλήφθη. Ένεκεν τούτου καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα αυτού, και προσκολληθήσεται προς την γυναίκα αυτού, και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν».

Τον φυσικό αυτό δεσμό ο Σωτήρας ανύψωσε σε μυστήριο στην Κ. Διαθήκη. Περί αυτού βέβαια δεν υπάρχουν ρητές μαρτυρίες στη Γραφή. Όμως υπάρχουν σαφέστατες ενδείξεις, ότι ο γάμος δεν είναι απλή τελετή αλλά κάτι το βαθύτατα μυστηριακό και θρησκευτικό. Κλασικό σχετικά χωρίο είναι το Έφεσ. 5,22-33, όπου ο Παύλος χαρακτηρίζει την ένωση ανδρός και γυναικός σαν εικόνα της μυστηριακής ενώσεως του Χριστού μετά της Εκκλησίας, συνάγων ότι ο άνδρας οφείλει ν’ αγαπά τη γυναίκα του, όπως ο Χριστός αγάπησε την Εκκλησία.

Ότι ο γάμος είναι μυστήριο εξαίρει πολυειδώς και ιερά της Εκκλησίας παράδοση. Στα αρχαία ευχολόγια περιλαμβάνεται κατά κανόνα η ιερολογία του γάμου μαζί με την ιερολογία των άλλων μυστηρίων, σε αρχαία δε μνημεία παριστάνεται ο Χριστός στο μέσο των συζευγνυμένων να τους στεφανώνει και να τους ευλογεί, Αλλά και οι ιεροί Πατέρες δεν παύουν να εξαίρουν το μυστηριακό χαρακτήρα του μυστηρίου. Είναι δε ενδεικτικό ότι το γάμο θεωρούν ως μυστήριο όχι μόνον οι Δυτικοί αλλά και οι αποσπαθείσες τον Ε' αιώνα από την Εκκλησία παραφυάδες των Μονοφυσιτών και Νεστοριανών.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 277-278)

Αν εξαιρέσουμε τους Αγγλικανούς οι οποίοι δέχονται την ιερωσύνη ως μυστήριο, οι υπόλοιποι Προτεστάντες αρνούνται το μυστηριακό χαρακτήρα της. Αυτοί, αποκόψαντες κάθε εξωτερικό δεσμό μετά της Εκκλησίας την οποία αντιλαμβανονται ως κοινωνία πνευματική και αόρατη, συναρνούμενοι δε και την ευχαριστία ως ιλαστική θυσία (ώστε να υπάρχει ανάγκη ιερέων), τους δε πιστούς όλους δεχόμενοι ως «βασίλειον ιεράτευμα» (Α' Πέτρ. 2,5), ήταν φυσικό να απορρίψουν την ιερωσύνη ως μυστήριο, της θείας χάριτος παρεκτικό. Η ιερωσύνη δεν μπορεί να είναι εν κυριολεξία μυστήριο, αλλά διάταξη ωφέλιμη του Θεού, αποσκοπούσα στο κήρυγμα του λόγου του Θεού και την τέλεση των μυστηρίων (βαπτίσματος και θείας ευχαριστίας). Η ανάδειξη γίνεται δια χειροθεσίας και δι’ ευχής σε πρόσωπα κατάλληλα να αναλάβουν την εκκλησιαστική αυτή διακονία. Στη χειροθεσία επιμένουν κυρίως οι Λουθηρανοί, οι οποίοι δεν θέλουν να διακόψουν κάθε εξωτερικό δεσμό μετά της ορατής Εκκλησίας. Είναι φανερό ότι οι διατάξεις αυτές δεν χορηγούν τη θεία χάρη, όπως ένα αληθινό μυστήριο, αλλ΄ έχουν μόνο ηθική επίδραση, όπως και οι άλλες εκκλησιαστικές ευχές. Επίσης είναι ευνόητο γιατί σ’ αυτούς η επάνοδος του κλήρου στις τάξεις των λαϊκών είναι κάτι εύκολο και αδιάφορο. 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 276)

Κατ’ ουδένα τρόπο. Αποτελεί βαρύτατο παράπτωμα, το οποίο τιμωρείται αυστηρά από τους ιερούς κανόνες της Εκκλησίας. Δεν μπορούν δηλαδή οι κληρικοί, κυρίως οι άγαμοι, για πολλούς και διαφόρους λόγους, είτε γιατί δεν αντέχουν το πύρωμα της αγαμίας είτε από ανθρωπαρέσκεια ή επιδίωξη άλλων κοσμικών σκοπών, να καταπατούν τον όρκο τους και, αποβάλλοντας το ιερατικό σχήμα τους, να συνάπτουν γάμο ή να ζουν σαν ανίεροι στην κοινωνία. Θα μου πείτε, βέβαια, στις περιπτώσεις που δεν μπορεί ένας άγαμος κληρικός να υποφέρει το πύρωμα της σάρκας του, δεν θα ήταν προτιμότερο ν’ αποβάλει το σχήμα του και να λάβει νόμιμη σύζυγο, παρά να μένει ιερωμένος και να ικανοποιεί αναίσχυντα τις όποιες αισθήσεις και ορέξεις του, εμπαίζοντας Θεό και ανθρώπους; Το θέμα φυσικά είναι επιδεκτικό συζητήσεως.

Επειδή η χάρη η μεταδιδόμενη στο μυστήριο της ιερωσύνης είναι ανεξάλειπτη, δια τούτο παράλληλα με την κατά βούληση μετάβαση στις τάξεις των λαϊκών, απαγορεύεται αυστηρά και η αναχειροτόνησή τους.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 275-276)

"Αν θέλουν, να έρθουν μαζί μας"

Σε ένα συνέδριο, που θα γινόταν στο εξωτερικό,
μεταξύ Καθολικών και Ορθοδόξων για την ημέρα συνεορτασμού
του Πάσχα, ένα παιδί του, του ζήτησε και την ευχή του
για το τί θέση θα έπρεπε να κρατήσει.
Τότε ο Παππούλης του είπε:"Εσείς θα κρατήσετε και θα
ακολουθήσετε την Ορθόδοξη θέση. Αν τώρα αυτοί θέλουν
να έρθουν μαζί μας, ούτε μπορούμε, αλλά ούτε και
πρέπει να τους εμποδίσουμε να έλθουν".
['Τζ 173]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.229)

ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-

Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

Κεφάλαιο 13
Στίχ. 31-35. Απειλές του Ηρώδη. Θρήνος για την Ιερουσαλήμ.
13.33 πλὴν δεῖ(1) με σήμερον καὶ αὔριον καὶ τῇ ἐχομένῃ(2) πορεύεσθαι(3),
ὅτι οὐκ ἐνδέχεται(4) προφήτην ἀπολέσθαι ἔξω ᾽Ιερουσαλήμ(5).
33. Πείτε του πως αυτά θα γίνουν σήμερα κι αύριο, και την επομένη
θα συνεχίσω την πορεία μου, γιατί δε συνηθίζεται να σκοτώνουν
προφήτη έξω από την Ιερουσαλήμ.
(1) Είναι καθορισμένο από το θείο σχέδιο να πορευτώ φεύγοντας από εδώ
και να γίνει ό,τι επιθυμεί ο Ηρώδης. Θα φύγω όχι διότι αυτός το θέλει,
αλλά διότι το έργο μου κατά τη στιγμή αυτή απαιτεί αυτό (p).
Έτσι μεταφράζεται και το «πλην». «Λέγοντας βεβαίως το «πρέπει εγώ»,
δεν δήλωσε αναπόφευκτη ανάγκη από την οποία κατά κάποιο τρόπο εξαρτιέται·
αλλά ότι μάλλον με την εξουσία των δικών του θελημάτων, άφοβα θα βαδίσει
όπου τυχόν θέλει και θα περιοδεύσει την Ιουδαία, χωρίς κανείς να έλθει
εναντίον του ή να τον επιβουλευτεί, μέχρις ότου αυτός με τη θέλησή του
καταδεχτεί να φτάσει στο τέλος» (Κ).
(2) Ή, «πρέπει σήμερα και αύριο να ενεργήσω αυτά που είπα, δηλαδή για λίγο
καιρό και την «εχομένη» να πορευτώ, δηλαδή την επομένη ημέρα να πορευτώ» (Ζ).
«Μην εννοήσεις ότι σημαίνει: πρέπει σήμερα και αύριο να πορευτώ,
αλλά σταμάτησε την πρόταση μέχρι το σήμερα και αύριο·
και έτσι πες το «την επομένη να πορευτώ»» (Θφ). Ή, θα πάρουμε και τις τρεις
ημέρες μαζί με την έννοια του προσεχώς (L)· «είναι δηλαδή σαν να λέει περίπου
τα εξής σε αυτούς που τον φθονούν· Τι μελετάτε τον θάνατό μου;
Να, αυτό θα γίνει μετά από λίγο» (Θφ).
(3) Λιγότερο πιθανή ερμηνεία «να μεταβώ από την παρούσα ζωή» (Ζ).
Πιο σωστά, «να πορευτώ στην Ιερουσαλήμ» (Θφ). Η έννοια της όλης
φράσης=Λίγος χρόνος μου απομένει. Η εργασία μου δεν θα διαρκέσει ακόμη
παρά τρεις ημέρες, δηλαδή μετρημένες ημέρες. Αυτές δεν μπορεί κανείς, ούτε ο Ηρώδης,
να μου τις αφαιρέσει. Και σε αυτές θα εξακολουθήσω να βαδίζω προς τα Ιεροσόλυμα αργά,
όπως βάδισα μέχρι τώρα (g).
(4) «Δεν είναι δεκτό, δηλαδή είναι ασυνήθιστο» (Ζ). Ουκ ενδέχεται, στη δόκιμη
γλώσσα=δεν είναι δυνατόν (δ). «Όταν όμως ακούσεις ότι δεν είναι ενδεχόμενο
προφήτης να φονευτεί έξω από την Ιερουσαλήμ, μη νομίζεις ότι εξαναγκάστηκαν
οι Ιουδαίοι στο να πράξουν τέτοια πράγματα λόγω του ότι γράφτηκαν αυτά,
αλλά αυτό λέγεται σε συμφωνία με την φονική τους διάθεση… διότι αφού εθίστηκαν
με τα αίματα των δούλων, θα φονεύσουν και τον Κύριο» (Θφ).
(5) «Το είπε αυτό ειρωνικά διασύροντας την Ιερουσαλήμ ως προφητοκτόνο» (Ζ).
Η δίκαιη ειρωνεία από δύο πλευρές: α) Σύμφωνα με το προηγούμενο που βαραίνει
την Ιερουσαλήμ, είναι αυτή ο τόπος όπου κάθε προφήτης θα θανατωθεί.
Η πόλη αυτή λες και από συνήθεια είχε λάβει το δικαίωμα εκείνο
του να φονεύει τους προφήτες (Grotius). β) Όταν ο καιρός φτάσει,
φονιάς δεν θα γινόταν ο Ηρώδης=Φαίνεστε ότι ενδιαφέρεστε για την ασφάλειά μου
και για αυτό με αποτρέπετε από το να μείνω στη δικαιοδοσία του Ηρώδη.
Μη φοβάστε. Εδώ δεν διατρέχω κανένα κίνδυνο. Αλλά πρέπει να μεταβώ
στην πρωτεύουσά σας και εκεί με τα δικά σας χέρια θα θανατωθώ (p).
Ο θάνατος του βαπτιστή Ιωάννη λέχθηκε ως παράδειγμα προφήτη που θανατώθηκε
έξω από την Ιερουσαλήμ. Αλλά η περίπτωση αυτή αποτελεί μοναδική εξαίρεση του κανόνα (ο).

"Το καλύτερο μνημόσυνο για τους κεκοιμημένους"

Το καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα που μπορούμε να κάνουμε
για τους κεκοιμημένους είναι η προσεκτική ζωή μας,
ο αγώνας που θα κάνουμε, για να κόψουμε τα ελαττώματά μας
και να λαμπικάρουμε την ψυχή μας. Γιατί η δική μας ελευθερία
από τα υλικά πράγματα και από τα ψυχικά πάθη, εκτός από την
δική μας ανακούφιση, έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση
των κεκοιμημένων προπάππων όλης της γενιάς μας.
Οι κεκοιμημένοι νιώθουν χαρά, όταν ένας απόγονός τους είναι κοντά στον Θεό.
Αν εμείς δεν είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, τότε υποφέρουν
οι κεκοιμημένοι γονείς μας, ο παππούς μας, ο προπάππος μας, όλες οι γενεές.
«Δες τι απογόνους κάναμε!», λένε και στενοχωριούνται.
Αν όμως είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, ευφραίνονται,
γιατί και αυτοί έγιναν συνεργοί να γεννηθούμε και ο Θεός κατά
κάποιον τρόπο υποχρεώνεται να τους βοηθήση. Αυτό δηλαδή που θα δώση
χαρά στους κεκοιμημένους είναι να αγωνισθούμε να ευαρεστήσουμε
τον Θεό με την ζωή μας, ώστε να τους συναντήσουμε στον Παράδεισο
και να ζήσουμε όλοι μαζί στην αιώνια ζωή.
Επομένως, αξίζει τον κόπο να χτυπήσουμε τον παλαιό μας άνθρωπο,
για να γίνη καινός και να μη βλάπτη πια ούτε τον εαυτό του
ούτε άλλους ανθρώπους, αλλά να βοηθάη και τον εαυτό του και τους άλλους,
είτε ζώντες είναι είτε κεκοιμημένοι.

(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σ. 279-280)

147. «Ειστήκεισαν παρά τω Σταυρώ... η μήτηρ αυτού» (Ίω. ιθ' 25).
 
Η Θεοτόκος συμπαρίσταται στο φρικτό μαρτύριο και την απάνθρωπη θανατική εκτέλεσι του Υιού της. Οι μαθηταί όλοι, πλήν του Ιωάννου, δεν εμφανίσθηκαν. Στη σκληρότητα των ρωμαίων δημίων, που δεν άντεξε ν’ αντιμετωπίση η ανδρική φύσις των μαθητών του Χριστού, αντιπαραστάθηκε γενναία η βαθειά στοργική συμπάθεια της Μητέρας του Ιησού...
Η Θεοτόκος που είχε εξαφανισθή διακριτικά από το προσκήνιο του Ιησού, για να μη αποτελέση εμπόδιο - έστω και ακούσιο - στη ζωή και το έργο του, έσπευσε να σταθή κοντά του στην μεγάλη και φρικτή ώρα του σταυρικού του πάθους. Και τούτο γιατί ένοιωσε ότι η Ώρα Του Χριστού ήταν και δική της Ώρα. Εφ΄ όσον η αρχή του θείου Δράματος τους είχε συνδέσει τόσο στενά (με την Ενσάρκωσι), έπρεπε και το τέλος να τους βρή ενωμένους. Η Σταύρωσις του Ιησού έπρεπε, κατά ένα τρόπον, να είναι και σταύρωσις της Θεοτόκου. Και αυτή ίσως την έννοια είχε η προφητεία Του Συμεών: «Σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία»! Η Θεοτόκος δεν συμπαρίσταται απλώς στο δράμα του Γολγοθά,  αλλά συμμετέχει ουσιαστικά στο Άλγος του Υιού της, με τη βαθειά πληγή που άνοιξε στην μητρική της καρδιά το πάθος: Πρβλ. το υπέροχο θεοτοκίο της Ρωμαιοκαθολικής Υμνολογίας: «Στεκόταν η πονεμένη Μητέρα, κλαίοντας, πλάι στο Σταυρό, όπου κρεμόταν ο Υιός!»
Η «Ώρα της Θεοτόκου», όπως και η «Ώρα Του Ιησού» ήταν τελικά ταυτισμένες στο μαρτύριο και τον βαθύ πόνο! Το ρολόι της ζωής είναι αμείλικτο. Όπως κτυπά τις πολλές, συνηθισμένες και αδιάφορες ώρες, έτσι κτυπά και τις σημαδιακές, τις μεγάλες και μοναδικές! Το θετικό στοιχείο στις περιπτώσεις αυτές είναι ότι το ρολόι λειτουργεί και οι ωροδείκτες κινούνται προς τα εμπρός. Αυτό σημαίνει ότι όπως περνούν οι αδιάφορες, έτσι περνούν και οι μεγάλες και σημαντικές ώρες. Στις ώρες αυτές τα δευτερόλεπτα μοιάζουν με αιώνες. Όμως οι δείχτες κινούνται συνεχώς προς τα εμπρός... Ας είμαστε έτοιμοι και για τη δική μας μεγάλη Ώρα! Και ας ευχόμαστε, όταν σημάνη, να σταθούμε όρθιοι, σαν τη Θεοτόκο, «γρηγορούντες» και αποφασισμένοι ν' αντέξωμε τη δοκιμασία, μέχρι το τελευταίο της δευτερόλεπτο...
Παρθένε πανάμωμε,
Μήτηρ Χριστού του Θεού,
ρομφαία διήλθε σου την παναγίαν ψυχήν,
ηνίκα σταυρούμενον έβλεψας εκουσίως
τον Υιόν και Θεόν σου· ον περ, ευλογημένη,
δυσωπούσα μη παύση,
συγχώρησιν πταισμάτων ημίν δωρήσασθαι».
(Θεοτοκίον Απολυτίκιον, δ' Ήχου)
 
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)
 
146. «ό,τι αν λέγη υμίν ποιήσατε» (Ίω. β' 5).
 
Είναι ο μοναδικός λόγος της Θεοτόκου περί του Ιησού. Και ο λόγος αυτός είναι σύστασις υπακοής σ’ Αυτόν.
Η Θεοτόκος πρεσβεύει υπέρ ημών στον Κύριο. Τον παρακαλεί να δείξη την παντοδύναμη αγάπη του και να καλύψη έτσι τις ανάγκες μας και να λύση τα προβλήματα μας. Πέρα όμως από τη μεσιτεία της Θεοτόκου υπάρχει και κάτι άλλο που η Ίδια μας το υποδεικνύει: είναι η πρόθυμη υπακοή μας στις εντολές Του Θεού: «ό,τι αν λέγη υμίν ποιήσατε»!
Συνήθως οι χριστιανοί αρκούνται στην υποβολή αιτημάτων στην Παναγία, τους Αγίους και τον Κύριο. Ζητούν το ένα, το άλλο και επαναπαύονται σ’ αυτό. Από το άλλο μέρος όμως αδιαφορούν για την τήρησι των εντολών του Θεού και η ζωή τους δεν έχει καμμιά σχέσι με το χριστιανικό τρόπο ζωής και γενικά δεν αποτελούν ζωντανά μέλη του σώματος της Εκκλησίας.
Η τακτική όμως αυτή αποδεικνύεται ελλιπής και ελαττωματική. Η μεσιτεία της Θεοτόκου προϋποθέτει τη συμμετοχή μας στη ζωή της Εκκλησίας. Ότι είμαστε δηλαδή ζωντανά μέλη της. Διαφορετικά η μεσιτεία της Θεοτόκου αιωρείται στο κενό. Δεν υποβοηθείται από τη δική μας υπακοή στον Ιησού. Αντίθετα, η μεσιτεία της Θεοτόκου γίνεται δεκτή και ο Κύριος ικανοποιεί τα αιτήματα μας, όταν υπάρχη εκ μέρους μας η έμπρακτη υπακοή στο Ευαγγέλιο Του.
Η Θεοτόκος μεσιτεύει υπέρ ημών και όχι αντί ημών. Οι πρεσβείες της προϋποθέτουν τη δική μας ολόψυχη αφοσίωση στον Κύριο και τον λόγο του και βασίζονται σ’ αυτήν. Δεν πρέπει δε να λησμονούμε ότι το ζήτημα της σωτηρίας μας εξαρτάται κυρίως από την ελεύθερη και υπεύθυνη συμμόρφωσι μας προς το θέλημα του Θεού. Η μεσιτεία της Θεοτόκου, οι πρεσβείες των Αγίων και η χάρις του Χριστού έρχονται σαν ευλογία του Ουρανού στην ελεύθερη και εκούσια προσωπική μας απόφασι να ζήσωμε ολοκληρωτικά και ισόβια «εις την υπακοήν του Χριστού» (Β’ Κορ. ι' 5).
 
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)
145. «τί εμοί και σοί, γύναι;» (Ίω. β' 4).
 
Ο Ιησούς έχει ήδη αρχίσει τη δημοσία δράσι του. Έχει ήδη καλέσει και τους πρώτους μαθητάς του. Θέλοντας να δείξη τη θετική του στάσι έναντι του γάμου, δέχεται την πρόσκλησι και συμμετέχει στο γαμήλιο δείπνο της Κανά. Εκεί συναντάται με τη Θεοτόκο. Αν και δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ο Κύριος άρχισε το έργο Του, ωστόσο, μέσα του έχει δημιουργηθή μια εντελώς νέα κατάστασις. Δεν ήταν πια ο υιός της Μαρίας, αλλά ο Διδάσκαλος του Ισραήλ, ο Μεσσίας και Λυτρωτής των ανθρώπων. Την ουσιαστική αυτή μεταβολή δεν ήταν δυνατόν να την είχε συνειδητοποιήση η Θεοτόκος. Ούτε ίσως την εγνώριζε. Η αφορμή να την γνωρίση δόθηκε την ίδια εκείνη βραδυά...
Η Θεοτόκος απευθύνεται στον Ιησού με τον αέρα της μητέρας. Αλλ’ Εκείνος της απαντάει με το κύρος της νέας Του θέσεως: «τι εμοί και σοι γύναι»; «Δια του γύναι δεικνύει ο Ιησούς ότι παρήλθε πλέον ο καιρός του να ασκή επ’ αυτού η Μαρία οιονδήποτε μητρικόν κύρος» (ΓΙ, 88). Είχαν πια δημιουργηθή δύο κόσμοι: Ο ένας ήταν το «εμοί» του Ιησού, η θεία του δηλαδή υιότης και το θεανδρικό του έργο στη γη. Ο άλλος κόσμος ήταν το «σοι» της Θεοτόκου, η γυναίκα δηλαδή που του έδωσε την ανθρώπινη φύσι: Η σχέσις ανάμεσα στους δύο αυτούς κόσμους ήταν πια διαφορετική. Ο Ιησούς και για τη Θεοτόκο θα ήταν ο Διδάσκαλος και ο Λυτρωτής της. Και η Θεοτόκος για τον Ιησού θα ήταν η Κυρία, η πρώτη Γυναίκα του κόσμου και αργότερα η πρώτη θεωμένη ύπαρξις, δίπλα στο θρόνο της δόξας Του.
Ό,τι πιστεύομε για τη θέσι της Θεοτόκου έναντι του Ιησού περιλαμβάνεται μέσα στις λίγες αυτές λέξεις. Και τη θέσι αυτή την καθώρισε ο ίδιος ο Κύριος. Η Θεοτόκος δέχτηκε με απόλυτη ευγνωμοσύνη την καινούργια της θέσι. Έφυγε απ’ το προσκήνιο της ζωής και της δράσεως του Χριστού και δεν εμφανίσθηκε ξανά παρά όταν είχεν έλθη η ώρα του Ιησού που κατά την προφητεία του Συμεών ήταν και δική της ώρα. Πόσο ωραίο είναι όχι μόνο να δεχώμαστε ευχαρίστως τη θέσι που μας καθορίζει ο Χριστός στη ζωή, αλλά και να την διατηρούμε με πιστότητα και αφοσίωσι μέχρι τέλους...
 
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)

Ας παρακολουθήσουμε τη γλυκιά γραφίδα του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου επί τη μνήμη του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου (13/11) μέσα από τα όσα διασώζονται στον πολυαγαπημένον Συναξαριστή του.

13/11 – Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Tω αυτώ μηνί IΓ΄, μνήμη του εν Aγίοις Πατρός ημών Iωάννου Aρχιεπισκόπου Kωνσταντινουπόλεως του Xρυσοστόμου (1).

Mύσας ο χρυσούς Iωάννης το στόμα,
Aφήκεν ημίν άλλο τας βίβλους στόμα.
Aμφί τρίτην δεκάτην σίγησεν χρύσεα χείλη.

Oύτος ο μέγας φωστήρ, και μεγαλόφωνος της οικουμένης διδάσκαλος, εκατάγετο από την μεγαλόπολιν Aντιόχειαν, υιός ων γονέων ευσεβών, πατρός μεν, Σεκούνδου αρχιστρατήγου, μητρός δε Aνθούσης. Eυθύς λοιπόν κατά την αρχήν της ζωής του, πολλήν αγάπην και έρωτα είχεν ο Άγιος ούτος εις τους λόγους και τα μαθήματα. Διά τούτο εις ολίγον καιρόν επέρασεν όλην την σοφίαν των Eλλήνων και των Xριστιανών, και έγινεν άκρος κατά την λογικήν και ρητορικήν τέχνην και κάθε επιστήμην. Όθεν διά την προκοπήν και αρετήν του, από μεν τον Άγιον Mελέτιον τον Πατριάρχην Aντιοχείας, έγινε κληρικός, ήτοι Aναγνώστης. Aπό δε τον Aντιοχείας Φλαβιανόν, έγινε Διάκονος και Πρεσβύτερος. Πολλούς δε λόγους συνέταξεν ο χρυσούς αυτού κάλαμος, σχεδόν υπερβαίνοντας αριθμόν, τόσον περί μετανοίας, όσον και περί της των ηθών ευκοσμίας και καταστάσεως. Kαι πάσαν σχεδόν ερμήνευσε την θεόπνευστον Γραφήν. Eπειδή δε Nεκτάριος ο Kωνσταντινουπόλεως Πατριάρχης εκοιμήθη εν Kυρίω, διά τούτο με την ψήφον των Eπισκόπων, και με την προσταγήν του βασιλέως Aρκαδίου, εκαλέσθη ο μακάριος ούτος Iωάννης από την Aντιόχειαν, και έγινε κανονικώς Πατριάρχης της βασιλίδος των πόλεων. Tόσον δε πολλά επέδωκεν ο αοίδιμος τον εαυτόν του εις την άσκησιν και εγκράτειαν, εις τρόπον ότι, έτρωγε μόνον τον χυλόν του κριθαρίου. Kαι πάλιν από αυτόν δεν εχόρταινεν, αλλά ολίγον τι μετελάμβανε. Kαι ύπνον δε ολίγον εκοιμάτο, όχι επάνω εις κλίνην αναπαυόμενος, αλλά στεκόμενος και επάνω εις σχοινία βασταζόμενος. Όταν δε πολλά εκουράζετο, τότε ολίγον εκάθητο.
Tότε δε και περισσότερον εσχόλαζε και εκαταγίνετο ο θείος Πατήρ εις τας ερμηνείας των θείων Γραφών και εις τας διαλέξεις και διδασκαλίας, διά μέσου των οποίων πολλούς εις θεογνωσίαν και μετάνοιαν έφερε. Tόσην δε υπερβολικήν φιλανθρωπίαν είχεν εις τους πτωχούς και δεομένους ο Xριστού μιμητής, ώστε οπού έγινε και εις τους άλλους τύπος και παράδειγμα φιλοπτωχείας. Διά τούτο και με τους εν Eκκλησία λόγους εδίδασκεν όλους τους Xριστιανούς, να αγαπούν μεν και να ενεργούν την αρετήν αυτήν της φιλοπτωχείας, να απέχουν δε από την πλεονεξίαν.
Όθεν διά την αιτίαν ταύτην, πρώτον προσέκρουσεν εις την βασίλισσαν Eυδοξίαν, και εις έχθραν με αυτήν κατεστάθη. Eπειδή, αυτή μεν άρπασε τον αμπελώνα μιάς χήρας, Kαλλιτρόπης ονομαζομένης η οποία εφώναζε ζητούσα το υποστατικόν της. O δε Άγιος εσυμβούλευεν αυτήν να μη κρατή το ξένον πράγμα. Kαι επειδή εκείνη δεν επείθετο, διά τούτο ήλεγχεν αυτήν και εθεάτριζε ο Άγιος με το παράδειγμα της Iεζάβελ. Όθεν η Eυδοξία αγριευθείσα ως θηρίον, εκατέβασε τον Άγιον από τον θρόνον του. Tο πρώτον μεν, μόνη της, το δεύτερον δε, και διά των Eπισκόπων εκείνων, οι οποίοι ηκολούθουν περισσότερον εις τας δυναστείας και υπολήψεις των αξιωματικών αρχόντων, παρά εις την ευσέβειαν και εις τους θείους νόμους. Έπειτα πάλιν απεκατέστη ο Άγιος εις τον θρόνον του.
Tελευταίον δε εξωρίσθη ο Άγιος εις την Kουκουσόν της Aρμενίας. Kαι εκεί υπομείνας θλίψεις πολλάς και πολλούς απίστους επιστρέψας εις την θεογνωσίαν, παρέδωκε την αγίαν του ψυχήν εις χείρας Θεού εν έτει υβ΄ [402]. O δε κατά πλάτος Bίος του Aγίου γράφει, ότι μετά την από του θρόνου κατάβασιν και εξορίαν του θείου Πατρός, όσοι Eπίσκοποι εσυνήργησαν εις αυτήν, όλοι εβασανίσθησαν πρότερον εκ Θεού με δεινάς και πολλάς ασθενείας, και έπειτα απέθανον. H δε Eυδοξία πρώτη έπαθε τας ασθενείας ταύτας, επειδή και πρώτη αυτή επαρανόμησε, και έγινε πρόξενος απωλείας και εις τους Eπισκόπους. Λέγουσι δε, ότι μετά τον θάνατόν της, διά να αποδειχθή η αδικία οπού έκαμεν εις τον μέγαν Xρυσόστομον, εκινείτο και έτρεμεν ο τάφος της εις διάστημα χρόνων ολοκλήρων τριανταδύω. Όταν δε ανεκομίσθη το λείψανον του Aγίου εις Kωνσταντινούπολιν και απετέθη, όπου τώρα είναι, τότε και ο τάφος εκείνης εστάθη και πλέον δεν έτρεμεν (Tον κατά πλάτος Bίον αυτού όρα εις τον Nέον Θησαυρόν2).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Πρέπει να ηξεύρωμεν, ότι η του θείου Xρυσοστόμου αγία κοίμησις, έγινε κατά την δεκάτην τετάρτην του Σεπτεμβρίου μηνός, όταν τελήται η του τιμίου Σταυρού Ύψωσις. Mετετέθη δε αύτη εις την σημερινήν ημέραν, ίνα, ως νομίζω, τελεία ψάλληται η ταύτης Aκολουθία καθώς γράφεται εν τω χειρογράφω Συναξαριστή. Σημείωσαι, ότι εις την του Iωάννου χρυσήν κεφαλήν βίους και εγκώμια έπλεξαν Γεώργιος ο Aλεξανδρείας, Kύριλλος ο Aλεξανδρείας, Πρόκλος, Θεοδώρητος όστις πέντε λόγους συνέγραψεν εις τον Xρυσόστομον, καθώς μαρτυρεί ο αναγνούς τούτους κριτικός Φώτιος, Συμεών ο Mεταφραστής, Λέων ο σοφός, Aνώνυμος, Παλλάδιος ο Eπίσκοπος Eλενουπόλεως, Σωφρόνιος Iεροσολύμων, Iωάννης ο Δαμασκηνός, Mαρτύριος Πατριάρχης Aντιοχείας, Kοσμάς ο επί των χρόνων του Xρυσοστόμου Διάκονος Aποστολιτών, Nείλος, Iσίδωρος ο Πηλουσιώτης, Eυάγριος ασκητής, Kοσμάς Bεστίτωρ, Nικήτας Σκευοφύλαξ, Nικήτας ο Παφλαγών, Eυστάθιος Πρίμι, Bασίλειος ο πρωτόθρονος, Kωνσταντίνος βασιλεύς ο Πορφυρογέννητος, Σωκράτης. Άπαντες τον αριθμόν εικοσιδύω. Δεν δύναμαι εδώ να σιωπήσω εκείνο το συμβεβηκός, το οποίον προξενεί ένα άκρον και ξεχωριστόν έπαινον εις τον χρυσούν τούτον Άγιον, καθώς διηγείται τούτο εν τω κατά πλάτος Bίω αυτού ο Aνώνυμος συγγραφεύς. Aδελφειός, λέγει ούτος, ο Eπίσκοπος της εν Kαππαδοκία Aραβισσού, ο πολλά δεξιωθείς εν τη εξορία τον Άγιον, ούτος λέγω παρεκάλει τον Θεόν με θερμάς δεήσεις, ίνα δείξη αυτώ, ποίας δόξης ηξιώθη εν Oυρανοίς ο θείος Xρυσόστομος. Eις καιρόν λοιπόν, οπού επροσηύχετο ο Aδελφειός, ήλθεν εις έκστασιν. Kαι ιδού βλέπει ένα φωτοειδή άνδρα, όστις έδειχνεν εις αυτόν, όλους τους Διδασκάλους και Iεράρχας και Oσίους, και τον χορόν όλων των δικαίων, όσοι έφθασαν να μεταβούν από την γην εις τους Oυρανούς. Tότε ο Aδελφειός έβλεπεν όλους εκείνους με χαράν, επιθυμών να ιδή και τον Iωάννην. Eπειδή όμως δεν είδε τούτον εκεί, ελυπήθη. Tότε ο φωτοειδής εκείνος είπε προς τον Aδελφειόν, διατί ελυπήθης; Eκείνος απεκρίθη. Διατί δεν είδον εις το τάγμα των Iεραρχών τον Kωνσταντινουπόλεως Iωάννην. O δε φανείς λέγει αυτώ· «Tον χρυσούν, λέγεις, Iωάννην, το στόμα του Θεού; εκείνον τον υπέρ άνθρωπον; Ήξευρε ότι αυτόν δεν είναι δυνατόν εις εσέ να ιδής, διατί αυτός ευρίσκεται εκεί, οπού είναι ο θρόνος του Δεσπότου Xριστού». Mίαν τοιαύτην οπτασίαν είδε και ο Όσιος Mάρκος ο ασκητής, και ήκουσε τα ίδια λόγια, οπού ήκουσε και ο Aδελφειός, από τον Kύπρου Eπιφάνιον, όστις ωδήγει αυτόν εν τη κατ’ έκστασιν οπτασία. Kαθώς και τούτο ο Aνώνυμος διηγείται.
2. Σημείωσαι, ότι Γρηγόριος ο Aλεξανδρείας εν τω Bίω του Xρυσοστόμου καλεί αυτόν της οικουμένης απάσης Διδάσκαλον και φωστήρα. O μικρός Θεοδόσιος καλεί αυτόν οικουμενικόν Διδάσκαλον. Λέων ο σοφός εν τω προς αυτόν εγκωμίω λέγει κοινόν της οικουμένης Πατέρα. Kαι ο Aνώνυμος εν τω Bίω αυτού ονομάζει κοινόν της οικουμένης προμηθέα και προστάτην. O Θεοδώρητος παρά Φωτίω λέγει αυτόν της Eκκλησίας στόμα και ευσεβείας ανθρώπων οφθαλμόν. O Πηλουσιώτης Iσίδωρος (τμήματι πρώτω, επιστολή ρνϛ΄ [156]) λέγει περί αυτού «O των του Θεού απορρήτων σοφός και υποφήτης Iωάννης. O της εν Bυζαντίω Eκκλησίας και πάσης οφθαλμός». Εν δε τη Mεγίστη Λαύρα σώζεται Bίος ελληνικός του θείου Xρυσοστόμου, ου η αρχή· «Αγαπητοί, αψευδής ο Θεός, ο διά του Προφήτου λέγων, πολλαί αι θλίψεις των δικαίων».

(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005, Εκ του Σπουδαστηρίου Νέου Ελληνισμού)

custom image (2)

img025