E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Ας πάρουμε την εξής περίπτωση των ημερών μας. Γνωρίζετε ότι έχουν βρεθεί πρόσφατα τα λείψανα του οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ.

Πριν από ενάμιση αιώνα ο Όσιος προσευχόταν στην έρημο επάνω σε μία πέτρα, και μέχρι σήμερα ενεργεί η προσευχή του. Έτσι γεννιέται με φυσικό τρόπο το ερώτημα: Πού πηγαίνει η κάθε σκέψη μας; Ποιά όρια εγγίζει;

ο Κύριος λέει στο Ευαγγέλιο: «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν» . Βλέπετε το παράδειγμα του οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ.

Έκραζε προς τον Θεό μόνο για τον εαυτό του: «ο Θεός, ίλεως γενού μοι τω αμαρτωλώ!», αλλά από τις συνέπειες βλέπουμε ότι η προσευχή του έχει κοσμικές επιδράσεις σε όλη την ιστορία του ανθρωπίνου είναι. Επί εκατόν πενήντα χρόνια και περισσότερο συνεχίζει να ενεργεί και να διεγείρει σε εκατομμύρια ψυχές τη χαρά της Αναστάσεως.
Πού πηγαίνουν όμως οι λογισμοί μας; Για παράδειγμα, στον Γκόγκολ υπάρχει η διήγηση για τους γαιοκτήμονες παλαιού τύπου, των οποίων η σκέψη δεν μπορούσε να προχωρήσει πέρα από τα όρια του κτήματός τους.

Η δική μας άραγε σκέψη περνά τα όρια της Μονής μας; Ή μήπως προχωρεί πέρα από τα όρια αυτά και ακόμη ως το άπειρο; Αν συνειδητοποιήσουμε τη σπουδαιότητα που έχει η ενέργεια της σκέψεώς μας, θα περάσουμε τη μοναχική μας ζωή ασφαλώς με περισσότερη προσοχή.

Η προσευχή του οσίου Σεραφείμ: “Ο Θεός, ίλεως γενού μοι τω αμαρτωλώ!”, συγκλονίζει τον κόσμο ενάμιση αιώνα ήδη. Πόσοι άνθρωποι θέλουν να φέρουν το ονομά του!

(Σωφρονίου Σαχάρωφ,Οικοδομώντας το ναό του Θεού, τόμος Β, σελ. 314)

Μερικοί απεχθάνεσθε και ξαφνιάζεσθε και ίσως απογοητεύεσθε, επειδή κυριαρχεί η αισχρότητα, ή η έχθρα, ή η βλασφημία, ή ο φθόνος, ή η μεταβολή στη ζωή, ή κάτι από αυτά.

Εγώ αισθάνομαι το αντίθετο και απορώ μ’ αυτούς.

Γιατί πες μου, αδελφέ, έτσι χωρίς κόπο και χωρίς ταλαιπωρία και χωρίς πόλεμο και χωρίς νίκη θέλεις να λάβεις τα στεφάνια σου;

Θα πεις βέβαια, έχω τόσα και τόσα χρόνια και εξομολογήθηκα πολλά αμαρτήματά μου και πολλές φορές, και παρουσίασα αυτό και αυτό το έργο, και προσευχήθηκα με δάκρυα και στεναγμούς όχι λίγους, και είχα και αδελφούς που μου παραστάθηκαν στην ασθένειά μου.

Τι σοφία αλήθεια! Πόσα χρόνια λες ότι έχεις, φίλε μου, στον πόλεμο; Τρία, πέντε, δέκα, περισσότερα;

Η μακάρια όμως αμμάς Σάρα, που επί σαράντα χρόνια την πολεμούσε σκληρά ο δαίμονας της πορνείας, υπέμεινε με γενναιότητα τον πόλεμο.

Και παραλείπω να αναφέρω τον γέροντα Παχών, που ξεγυμνώθηκε μέσα στην εκκλησία και ενισχύθηκε από τον αββά Απολλώ.

Και γιατί χρειάζεται να αναφέρω τα αμέτρητα παραδείγματα, των οποίων τους αγώνες και τα κατορθώματα τα γνωρίζετε όσοι διαβάζετε; Δεν ενοχλούνταν εννιά ολόκληρα χρόνια οι δύο αδελφοί για να εγκαταλείψουν τη μοναχική ζωή, οι οποίοι δένοντας τις μηλωτές τους πέρασαν παραπλανώντας τον πλάνο διάβολο;

Και άλλος που είχε πενήντα χρόνια και πολεμούσε για το ίδιο πράγμα, και άλλος έτσι και άλλος αλλιώς, και πουθενά δεν υπήρχε δυστυχία, πουθενά ολιγωρία, πουθενά ανανδρεία, μέχρι που ενδυναμώθηκαν στις αδυναμίες τους με τη βοήθεια του Θεού, αποφεύγοντας τις επιθέσεις των εχθρών.

Ενώ εμείς είμαστε ολιγόψυχοι και μιλάμε και ενεργούμε με ολιγοψυχία και απροσεξία και αβασάνιστα. Και γι’ αυτό ακριβώς σας τα υπενθυμίζω, για να σηκωθούμε από την πτώση μας και να σταθούμε ασάλευτοι και αμετακίνητοι στην πίστη μας στον Θεό...

(Θεόδωρου Στουδίτη, ΕΠΕ Φιλοκαλία, τόμος 18, σ. 371)

Αδελφοί μου και πατέρες, αν ο σπορέας χαίρεται όταν ρίχνει τον σπόρο στη γη, πόσο περισσότερο θα χαρώ και εγώ ο ταπεινός ρίχνοντας σε σας τον λόγο της κατήχησης;

Αλλ’ εκείνος βέβαια θερίζει τα στάχυα, που είναι φθαρτή τροφή του σώματος, ενώ εγώ θα έχω τα δικά σας κατορθώματα αιώνια ψυχική απόλαυση.

Γι’ αυτό χαίρομαι, παιδιά μου, και αισθάνομαι αγαλλίαση, και μόνο για ένα πράγμα λυπάμαι, για τις αμαρτίες μου, και για το ότι δεν μπορώ να μιλήσω όπως αξίζει στις τίμιες ψυχές σας.

Εσείς όμως να δέχεσθε τα φτωχά και ταπεινά μου λόγια, και με το δικό σας πλούτο να πλουτίζετε και εμένα τον φτωχό και γυμνό από αρετές. Γιατί σαν πατέρας δεν μπορώ να πλουτίσω εσάς τα παιδιά μου, σύμφωνα με τον απόστολο......

.....  Ας είναι λοιπόν η ταπεινή μου κατήχηση, αν θέλετε, παρακαλώ, σ’ εκείνους που δεν έχουν εκπέσει ασφάλεια,

σ’ εκείνους που έχουν εκπέσει φάρμακο,

σ’ εκείνους που δείχνουν αμέλεια απειλή,

σ’ εκείνους που δείχνουν ενδιαφέρον προτροπή,

στους αρχάριους αρχή,

στους χαλαρούς προτροπή για υπομονή,

γι’ αυτούς που πολεμούνται βοήθεια,

στους αδιάφορους εγερτήριο,

και γενικά σε όλους όλα, εφόσον έχετε στόχο τη σωτηρία.

Γιατί εξαιτίας σας και κάνω αυτές τις ομιλίες και αναπνέω, επειδή γνωρίζω και την αδυναμία μου να μιλώ και την απανθρωπιά μου.

Αλλά ο Θεός και Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και τα σφάλματα θα διορθώσει, και τα κατορθώματά μας θα επιβεβαιώσει, και αυτά που λείπουν θα τα αναπληρώσει.

(Θεοδωρου Στουδιτου,ΕΠΕ Φιλοκαλια τομος 18 σελ. 311 και 351)

Επιστολη 38.

Θεόδωρος, προς τις αδελφότητες τις διασκορπισμένες παντού. Χαίρετε, πολυπόθητοι μου αδελφοί και πατέρες, γιατί έχουμε ευχάριστα νέα. Αξιωθήκαμε και πάλι οι ανάξιοι να ομολογήσουμε την καλή ομολογία. Πάλι βασανιστήκαμε για το όνομα του Κυρίου και οι δύο, γιατί και ο αδελφός Νικόλαος αγωνίστηκε πάρα πολύ καλά και πιστά. Είδαμε οι ταπεινοί να χύνονται από τις σάρκες μας αίματα, είδαμε μελάνιασμα από χτυπήματα, είδαμε πύον, και όσα είναι επακόλουθα αυτών. Δεν είναι αυτά αφορμές χαράς, δεν είναι αφορμή ψυχικής αγαλλίασης;

Αλλά ποιος είμαι εγώ ο ταλαίπωρος, να συνταχθώ μαζί με σας τους άξιους ομολογητές του Χριστού, όντας ο πιο άχρηστος όλων των ανθρώπων; Και το αίτιο του γεγονότος αυτού ήταν η παλιά κατήχηση, την οποία παίρνοντάς την στα χέρια του ο βασιλιάς, την έστειλε στον διοικητή του στρατού, διατάζοντάς τον να έρθει ο κόμης της κόρτης σε μας, ο οποίος, αφού ήρθε μαζί με άρχοντες και στρατιώτες σε ώρα περασμένη, περικυκλώνοντας τον οικίσκο στον οποίο βρισκόμασταν ξαφνικά με κραυγές, σαν να επιτίθονταν σε εύρημα κυνηγιού, γκρέμισαν βιαστικά το ψηλό τείχος με σκαπάνες, και στη συνέχεια μας έβγαλε έξω, μας ανέκρινε, και μας έδειξε την κατήχηση. Ομολογήσαμε ότι εμείς την κάναμε, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Και αυτός βέβαια ζητούσε ένα πράγμα μονάχα, να συμμορφωθούμε με τη θέληση του βασιλιά. Είπαμε ό,τι απαιτούσε η αλήθεια.

Μη γένοιτο! Δεν αρνούμαστε τον Θεό μας, και όσα άλλα ήταν να απαντήσουμε ακούοντάς τον. Για όλα αυτά μας έδειρε βαρειά˙ και ο αδελφός βέβαια μετά την αμέσως φυλάκιση και μετά την καταγραφή στο βιβλίο, δεν έπαθε κανένα τέτοιο κακό με πόνους, εγώ όμως ο ταπεινός και αδύναμος καταλήφτηκα από δυνατό πυρετό και ανυπόφορους πόνους, και λίγο έλειψε να χάσω και τη ζωή μου. Ο αγαθός Θεός όμως σιγά-σιγά με λυπήθηκε, και με τη βοήθεια του αδελφού σ’ αυτά που έπρεπε, μολονότι οι πληγές παραμένουν ακόμα, και δεν έχουν θεραπευθεί τελείως.

Αυτά είναι τα όσα συνέβησαν, και σας έγραψα το πάθημά μας, γνωρίζοντας ότι επιθυμείτε να μάθετε και να συμπονέσετε μαζί μας. Τι λοιπόν που έγιναν αυτά; Και η απειλή είναι πιο φοβερή, και η ασφάλεια πιο σκληρή. Δαρμοί ακόμα και από τους φύλακες και τον προσωπικό φρουρό, για να μη βγάλουμε λέξη και να μη γράψουμε σε κανέναν.

Θα ζαρώσουμε άραγε και θα σωπάσουμε, πειθαρχώντας από φόβο στους ανθρώπους και όχι στον Θεό; Καθόλου. Αλλά για όσο καιρό θα μας ανοίγει πόρτα ο Κύριος, δεν θα παύσουμε να κάνουμε το καθήκον μας, όσο είναι δυνατό σε μας, φοβούμενοι και τρέμοντας την επικρεμαμένη αμαρτία της σιωπής. «Εάν υποχωρήσει», λέγει, «δεν ευαρεστείται η ψυχή μου σ’ αυτόν». Και πάλι ο Απόστολος λέγει˙ «Εμείς όμως δεν είμαστε από εκείνους που υποχωρούν και χάνονται, αλλά άνθρωποι με πίστη και φροντίδα για τη σωτηρία της ψυχής μας». Γι’ αυτό και η παρούσα υποστολή μου απευθύνεται σε όλους βέβαια τους διασκορπισμένους αδελφούς που αντιμετωπίζουν τον διωγμό με στενοχώρια, ιδιαιτέρως όμως σε σας τους ομολογητές του Χριστού.

Ας υπομείνουμε, αγαπητοί μου αδελφοί, με δύναμη ακόμα περισσότερη, και όχι ζαρωμένοι από φόβο για τα παθήματα. Σάρκες είναι, ας μη τις λυπηθούμε. Επειδή βασανιζόμαστε για τον Χριστό, ας δοκιμάζουμε αγαλλίαση. Αυτός που υφίσταται περισσότερους πόνους, ας χαίρεται περισσότερο, γιατί θα έχει μεγαλύτερο μερίδιο στις ανταμοιβές. Αυτός που φοβάται να υποστεί τους πόνους των μαστίγων, γι’ αυτό ας αποτινάξει τον φόβο, σκεπτόμενος τα αιώνια βασανιστήρια. Γιατί τα πλήγματα αυτών, σε σύγκριση με εκείνα, μοιάζουν με όνειρο, με βέλη νηπίων. Ναι, σας παρακαλώ, σας ικετεύω.

Ας αισθανόμαστε ευχαρίστηση με τους πόνους υπέρ του Χριστού, ακόμα κι αν είναι πολύ οδυνηροί για το σώμα. Ας φέρνουμε στη μνήμη μας τα μελλοντικά και τα μόνιμα, και όχι τα παρόντα και αυτά που περνούν και χάνονται. Ας ποθήσουμε να ενώσουμε το αίμα μας με το αίμα των μαρτύρων, το μέρος μας με τη μερίδα των ομολογητών, για να χορέψουμε μαζί μ’ αυτούς αιώνια.

Ποιος συνετός, ποιος σοφός, ποιος καλός έμπορος δεν θα δώσει αίμα για να λάβα πνεύμα, δεν θα περιφρονήσει τη σάρκα και να επιτύχει τη βασιλεία του Θεού; «Αυτός που αγαπά τη ζωή του, θα την χάσει», είπε ο Κύριος˙ «και αυτός που μισεί τη ζωή του στον κόσμο αυτόν, θα φυλάξει την ψυχή του για την αιώνια ζωή». Ας ακούσουμε τα λόγια του. Ας τον ακολουθήσουμε. «Όπου είμαι εγώ», λέγει, «εκεί θα είναι και ο υπηρέτης μου». Που είναι Εκείνος; Επάνω στον σταυρό. Και εμείς οι ταπεινοί, ως μαθητές του, εκεί. Σας παρακαλώ να ανέχεστε τα λόγια της παρηγοριάς. Άλλωστε η επιστολή είναι σύντομη.

Γνωρίζετε ότι εμείς οι αμαρτωλοί χαιρόμαστε και δεν κατεχόμαστε από αθυμία, όσο εσείς μένετε σταθερά προσκολλημένοι στον Κύριο. Σας ασπάζεται ο Νικόλαος, που είναι φυλακισμένος μαζί μου και υποφέρει μαζί μου και είναι συστρατιώτης μου, και δικός σας αδελφός πραγματικός. Ασπασθείτε ο ένας τον άλλο με φίλημα άγιο, οι αθλητές φιλείστε τους συναθλητές σας, οι διωγμένα τους διωγμένους, όλοι όσους σας αγαπούν ως προς την πίστη. Όποιος δεν ομολογεί ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός ζωγραφίζεται σωματικά, ας είναι αναθεματισμένος από την αγία Τριάδα. «Η χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού να είναι μαζί σας. Αμήν.

(Θεοδωρου Στουδιτου,ΕΠΕ Φιλοκαλια τομος 18Β σελ. 439-443)

 

(Το 403 μ.Χ. η παράνομη επί Δρυν σύνοδος καθαιρεί άδικα τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο μετά από συκοφαντικό κατηγορητήριο. Ο άγιος συμβουλεύει τους υποστηρικτές του επισκόπους να μην προκαλέσουν εξαιτίας του σχίσμα στην Εκκλησία. Η συγκινητική σκηνή περιγράφεται παρακάτω). 

"... Καθόμαστε και εμείς σαράντα επίσκοποι μαζί με τον Ιωάννη στην τραπεζαρία της επισκοπής και παραξενευόμαστε πώς ο υπόδικος Θεόφιλος, ενώ διατάχθηκε να παρουσιασθεί μόνος του στην πρωτεύουσα για τα ανόσια εγκλήματά του, ήρθε με τόσους επισκόπους και πώς μετέβαλε αμέσως τη γνώμη των αρχόντων, στρέφοντας προς το χειρότερο τους περισσότερους κληρικούς.
Καθώς βρισκόμαστε σε απορία, φωτισμένος από το άγιο Πνεύμα, ο Ιωάννης λέγει σ' όλους˙

«Προσευχηθείτε, αδελφοί μου, εάν αγαπάτε το Χριστό, μήπως κάποιος εξ αιτίας μου παραιτηθεί από την εκκλησία του.

Γιατί εγώ τώρα θυσιάζομαι και ο καιρός της αναχωρώσής μου από τον κόσμο αυτόν είναι πολύ κοντά, όπως είπε ο Παύλος, και αφού υποφέρω πολλές θλίψεις, θα εγκαταλείψω τη ζωή, όπως βλέπω.

Γιατί γνωρίζω τη σκευωρία του Σατανά, επειδή δεν ανέχεται πια την ενόχληση των λόγων μου που στρέφονται εναντίον του.

Και έτσι να έχετε το έλεος του Θεού˙ να με θυμάστε στις προσευχές σας».

Συγκινηθήκαμε πάρα πολύ, και άλλοι δακρύζαμε, ενώ άλλοι έβγαιναν έξω από την αίθουσα της συνόδου και φιλούσαν τον Ιωάννη δακρυσμένοι και περίλυποι στα μάτια και στο σεβαστό κεφάλι του, καθώς και στο εύγλωττο και μακάριο στόμα του. Αφού μας παρακάλεσε να επιστρέψουμε στη σύνοδο, γιατί περιφερόμαστε εδώ και εκεί, όπως οι μέλισσες που βουίζουν γύρω από την κυψέλη, λέγει˙

«Καθίστε, αδελφοί μου, και μην κλαίτε, γιατί με στενοχωρείτε περισσότερο.

Γιατί σε μένα ζωή είναι ο Χριστός, αλλά και το να πεθάνω είναι κέρδος. (Επειδή φημολογούνταν ότι είχε αποκεφαλισθεί εξ αιτίας του υπερβολικού θάρρους του).

Και αν θυμάστε, διατηρήστε στη μνήμη σας, ότι πάντοτε σας έλεγα˙

‘Η παρούσα ζωή είναι δρόμος, και τα καλά της και τα κακά της περνούν˙ και εμπορική πανήγυρη είναι τα παρόντα˙ αγοράσαμε, πουλήσαμε, τελειώνουμε’.

Μήπως είμαστε καλύτεροι από τους πατριάρχες, τους προφήτες, τους αποστόλους, για να παραμείνει σε μας αθάνατη αυτή ή ζωή;».
Τότε θρηνολογώντας κάποιος από τους παρόντες είπε˙

«Θρηνούμε όμως την ορφάνια μας, τη χηρεία της Εκκλησίας, τη σύγχυση των θεσμών, τη φιλαρχία εκείνων που δε φοβούνται τον Κύριο και αρπάζουν τα αξιώματα, τη στέρηση προστάτη των φτωχών, την έλλειψη της διδασκαλίας».

Αφού χτύπησε με το δείχτη την παλάμη του αριστερού χεριού του (γιατί συνήθιζε να το κάνει αυτό ο φιλόχριστος όταν ήταν στενοχωρημένος), είπε σ' αυτόν που του μιλούσε˙

«Αρκετά, αδελφέ˙ μη λέγεις πολλά, αλλ' όπως είπα, μην εγκαταλείψετε τις εκκλησίες σας.

Γιατί ούτε από μένα άρχισε το κήρυγμα, ούτε σε μένα τελείωσε.

Μήπως δεν πέθανε ο Μωυσής, και δε βρέθηκε ο Ιησούς του Ναυή; Δεν πέθανε ο Σαμουήλ και χρίσθηκε ο Δαυίδ; Άφησε τη ζωή ο Ιερεμίας˙ δεν ήταν ο Βαρούχ; Αναλήφθηκε ο Ηλίας˙ δεν προφήτευσε ο Ελισσαίος; Αποκεφαλίσθηκε ο Παύλος˙ δεν άφησε τον Τιμόθεο, τον Τίτο, τον Απολλώ και πολλούς άλλους;».

Έπειτα από τους λόγους αυτούς, λέγει ο Ευλύσιος, ο επίσκοπος της Απαμείας της Βιθυνίας˙

«Είναι αναγκαίο όταν διατηρούμε τις επισκοπές μας να υποχρεωθούμε και να επικοινωνήσουμε και να υπογράψουμε».

Είπε ο άγιος Ιωάννης˙

«Κοινωνήσατε μεν ίνα μη σχίσητε την εκκλησίαν, μη υπογράψητε δε. Ουδέν γαρ εμαυτώ σύνοιδα άξιον καθαιρέσεως

(=Να επικοινωνήσετε [να έχετε εκκλησιαστική κοινωνία], για να μη διαιρέσετε την Εκκλησία, αλλά να μην υπογράψετε, γιατί δεν αναγνωρίζω τίποτε στον εαυτό μου άξιο καθαιρέσεώς μου)».
Ενώ έτσι είχε η κατάσταση, φανερώθηκαν οι αποσταλμένοι του Θεοφίλου.

(αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, τόμος 1, εκδ. ΕΠΕ, σελ. 125-127)

 

 

Επιστολή 144. Στον πατρίκιο Θεόδωρο. 
Άργησα να στείλω το γράμμα, άλλα αυτό οφείλεται στο ότι αργήσαμε να ακούσουμε την απευκταία είδηση της συμφοράς που συνέβη στον δεσπότη μας.

Τί στενόχωρη αλήθεια αγγελία! Μας εγκατέλειψε η αγαπητή κυρία, αποχωρίστηκες από την καλή σύζυγο, αποκόπηκες από την επαινούμενη σάρκα, για την οποία η αγία Γραφή λέγει• «θα γίνουν οι δύο ένα σώμα».

Εφόσον λοιπόν η σάρκα είναι ομολογουμένως μία, είναι φανερό ότι ο διαχωρισμός προκαλεί τέτοια πληγή σ’ αυτούς που χωρίστηκαν, σαν αυτήν που κάνει το μαχαίρι κόβοντας τον ένα άνθρωπο σε δύο. Το κόψιμο είναι πραγματικά οδυνηρό, και το αίμα τρέχει κατά κάποιον τρόπο μπροστά στα μάτια σας, και δεν είναι δυνατόν να βάλει κανείς κατάπλασμα, ούτε επιδέσμους, όσον αφορά την ανθρώπινη βοήθεια.

Εξάλλου αυτή που έφυγε δεν ήταν τυχαία σύζυγος, αλλά πολύ αξιέπαινη και θαυμάσια. Πρώτον βέβαια ότι είχε την ευσέβεια της πίστεως σταθερή, την αγάπη προς τον άνδρα της. περισσότερο από κάθε άλλη, την οποία απαιτεί ο ιερός Απόστολος πριν από όλα στους συζύγους. Γι’ αυτό και έκανε δεήσεις για την κεφαλή της, και προσευχές και επικλήσεις και έμενε ώρες προσηλωμένη στον Θεό, βαδίζοντας ξυπόλητη η μακαρία στις νυχτερινές πορείες, μήπως και με αυτές κάμψει την ευσπλαγχνία του Θεού.

Τί πάλι η φροντίδα της για το σπίτι, η ανατροφή των παιδιών, η περιποίηση των δούλων, το απλό της ήθος, το ανοιχτόκαρδο στους φίλους, το ενωτικό του γένους, η έλλειψη φθόνου προς τις ισότιμες, και η προς όλα σεμνοπρέπεια και κοσμιότητα, τα οποία έκανε αντί για χρυσά εμπλόκια και στολίσματα με μαργαριτάρια, και όταν έκανε εξόδους και όταν εμφανιζόταν στις βασιλικές αυλές;

Αλλ' όμως όλα αυτά έφυγαν, και γίναμε, για να μιλήσω με πάθος, μισοπεθαμένοι και τσακισμένοι, ή καλύτερα, για να μιλήσω ψαλμικά, «σαν νυχτοπούλι που θρηνεί σε έρημο σπίτι, και σπουργίτι που έχασε τον σύντροφό του και μένει μόνο του στη στέγη», βλέποντας το σπίτι άδειο από εκείνην που το φρόντιζε, τα παιδιά μπορστά στα μάτια σας να σας περικυκλώνουν και να περικυκλώνονται, μη έχοντας που να στηρίξουν τα χέρια, από όπου θα πάρουν μητρικό χάδι, γαλουχική εμψύχωση•

το σπίτι σκοτεινό, σαν να το εγκατέλειψε ο ήλιος, κανένας δεν κελαηδεί και στα αυτιά τα δικά σου και των παιδιών και όλων των υποτακτικών, αφού είναι απούσα εκείνη, η πραγματικά καλλίφωνη, που ευχαριστούσε όσους την επισκέπτονταν με την πραγματικά μελωδική συζήτηση και υποδοχή. Όλα αυτά είναι πραγματικά θλιβερά και προκαλούν αναστεναγμούς, και όταν περιγράφονται και όταν τα σκέπτεται κανείς.
Όμως τί να κάνουμε, δέσποτα; Είναι διαταγή του Θεού, ή καλύτερα απόφαση, που μέσω του Δαβίδ ψάλλουμε. «Δεν υπάρχει άνθρωπος ο οποίος θα ζήσει πάνω στη γη και δεν θα πεθάνει». Έτσι, καθένας, από τον προπάτορά μας Αδάμ μέχρι τώρα, που ήρθε στον κόσμο με γέννηση, θα φύγει πάλι με τη διάλυση στον κόσμο εκείνον τον υψηλότερο και θεομορφώτερο. Γιατί λέγει. «Σπείρεται φθαρτό, ανασταίνεται άφθαρτο. Σπείρεται άδοξο, ανασταίνεται ένδοξο. Σπείρεται σώμα ψυχικό, ανασταίνεται σώμα πνευματικό». Γιατί θα γίνουμε ίσοι με τους αγγέλους και υιοί της ανάστασης, αφού το θνητό καταπωθεί από τη ζωή.

Βλέπεις, δέσποτα, ότι, αν και η κυρία μας εγκατέλειψε, όμως μετέβει από το σκοτάδι στο φως, και από τη φθαρτή ζωή, σε αθάνατη κατάληξη; Εκεί θα την δεις ύστερα από λίγο, πηγαίνοντας και συ εκεί. «Ώστε να μη λυπούμαστε, όπως κάνουν οι άλλοι που δεν έχουν ελπίδα», ελπίζοντας ότι με την ανάσταση θα βελτιωθούμε σε μια μακάρια ζωή.

Σας υπενθυμίζω ότι πρέπει μάλλον να συνελθουμε και να προσηλωθούμε στο σπίτι, να φροντίσουμε τα παιδιά, και πριν από όλα φυσικά την πολύτιμη ψυχή μας, κοσμούμενοι, όπως εκείνη η μακάρια με αρετές, και να χαιρόμαστε γι’ αυτό, ότι προπέμψαμε σύζυγο, η οποία θα ικετεύει τον Θεό για μας, και η οποία άφησε σε μας και σε όλους τους γνωστούς υπόδειγμα καλού βίου.

Επιστολή 149. Στον ύπατο Λύκαστον.
Ο ίδιος ο γραμματοκομιστής που φέρνει στην τιμιότητά σου το γράμμα, μας ανήγγειλε τη συμφορά που σε βρήκε, και πραγματικά η λύπη σου με άγγιξε και εμένα. Γιατί ο ίδιος είμαι και στενός συγγενής σου, και συγχρόνως παλιός φίλος και συνομήλικος, και δεν είναι δυνατόν ο γνήσιος φίλος να μη συμπάσχει μαζί με αυτόν που αγαπά όπως και αντίθετα στη χαρά.

Αλλά η αγγελία που δεν την εύχεται κανείς! Μας εγκατέλειψε η κυρία υπάτισσα, όπως λέγεται, γυναίκα από τις παινεμένες, όπως ακούσαμε και από άλλους, και εγώ ο ίδιος με τα μάτια μου απόλαυσα. Πρώτον βέβαια, ότι αγαπούσε τον άνδρα της, πράγμα που από τον Απόστολο χαρακτηρίζεται ως το καλύτερο στον γάμο. Φρόνιμη, οικοδέσποινα ευπλησίαστη, ευπροσήγορη, ευσεβής, φίλη των πτχών, και το μεγαλύτερο, στολισμένη με σωφροσύνη και επαργυρωμένη με ορθοδοξία, οι καρποί της οποίας, τα παιδιά αποτελούν απόδειξη της καλής ζωής και των δυο σας. Γιατί, όπως το δένδρο αναγνωρίζεται από τον καρπό του, έτσι και από τα παιδιά φαίνονται ποιοί και πόσο σπουδαίοι είναι οι γονείς τους.

Και επειδή δεν έχω βαθειά γνώση εκείνης της μακαρίτισσας, πώς θα μπορούσα να εκθειάσω τις αρετές της; Αν και μόνο δύο φορές συναντήθηκα και μίλησα μαζί της, κατάλαβα ότι ο Θεός σου χάρισε γυναίκα πραγματικά βοηθόν, όχι σαν την παλιά προμήτορα, αιτία απάτης, αλλά γυναίκα που έγινε για σένα αιτία και στήριγμα σωτηρίας για όλη τη ζωή σου.
Ω, τί συμφορά! Αυτή έφυγε, πέταξε από το μάτια σας, σάς εγκατέλειψε μισοπεθαμένους, αποκομμένους από την καλή σύζυγό σου. Δεν μπορούμε με τα μάτια να βλέπουμε την παρηγοριά που ξεπερνά κάθε παροδική χαρά, ούτε την ενίσχυση στις θλίψεις, ούτε την παρηγοριά στις συμφορές, ούτε την υπόμνηση και βοηθό και σύμπραξη σε όλα τα απαιτούμενα.

Ο ήλιος του σπιτιού έδυσε. Ποιός θα μας προϋπαντήσει, ποιός θα της χαριστεί, ποιός θα μας παρηγορήσει; Ήδη γίναμε σαν πόλη που σκότωσε όλον της τον κόσμο. «Σαν σπουργίτι μόνο πάνω στη στέγη», για να μιλήσω σαν τον Δαβίδ.

Τί λοιπόν; Θα λυπηθούμε πάνω από το μέτρο και θα περιβληθούμε απαρηγόρητο πένθος; Καθόλου βέβαια, καθόλου. ναι καθόλου, πολυπόθητε, αλλά, γνωρίζοντας ότι ο Θεός που μας έδωσε αυτήν από την αρχή να είναι κοινωνός στη ζωή, αυτός τώρα είναι που την παίρνει, ας υπομείνουμε αυτό που συνέβη με ευχαρίστηση, μιμούμενοι εκείνα τα μακάρια λόγια που είπε εκείνος, όχι για την απώλεια γυναίκας, αλλά για τον θάνατο συγχρόνως των δέκα παιδιών του, μαζί με την απώλεια τις προηγούμενες μέρες όλων των υπαρχόντων του, και εκείνη την τελευταία πληγή του σώματος, κατά την οποία ο πρώην βασιλιάς, καθισμένος πάνω στην κοπριά και ξύνοντας το πύο των πληγών του σώματός του με σβώλους από χώμα, είπε τα εξής. «Ο Κύριος μου τα έδωσε, ο Κύριος τα αφήρεσε. Όπως φάνηκε καλό στον Κύριο, έτσι και έγινε».
Εάν λοιπόν, φίλε, τα εφαρμόσουμε αυτά στον εαυτό μας και τα πούμε, δεν θα βρεθούμε μακριά από τη μερίδα εκείνων, αλλά και στη μακάρια εκείνη θα το κάνουμε αυτό καλό επιτάφιο, και σ’ αυτά τα βλαστάρια που μας δόθηκαν από τον Θεό θα αποτυπώσουμε μέσω του εαυτού μας εικόνα ζωής τέτοιας που ευχαριστεί τον Θεό.

Γιατί αυτά που ο αιώνιος Θεός, ο Δεσπότης των όλων, κάμνει σε μας, αν δει ότι τα δεχόμαστε με ευχαρίστηση, πώς δεν θα ρυθμίσει και τα παρόντα σε μας καλώς με την παράκληση του αγίου Πνεύματος, και δεν θα κάνει απολαυστικά τα μελλοντικά στους άπειρους αιώνες; Αυτά εγώ, αν και με συντομία, όμως, σαν δικός σου, τα έγραψα με αγάπη και σε παρηγόρησα. Και συ, δέσποτα, δέξου να χαιρετήσεις εκ μέρους μου τα εξαίρετα τέκνα σου.

(οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου Έργα, εκδ. ΕΠΕ, Φιλοκαλία τόμος 18Δ σελ. 243-245 και 259-263)

«Ακούσατε, χριστιανοί μου, πώς πρέπει να γίνεται ο σταυρός και τι σημαίνει.

Μας λέγει το άγιον Ευαγγέλιον πως η αγία Τριάς, ο Θεός, δοξάζεται εις τον ουρανόν περισσότερον από τους αγγέλους. Τι πρέπει να κάμης και εσύ;

Σμίγεις τα τρία σου δάκτυλα με το δεξιόν το χέρι σου και, μην ημπορώντας να ανεβής εις τον ουρανόν να προσκύνησης, βάνεις το χέρι σου εις το κεφά­λι σου, διότι το κεφάλι σου είναι στρογγυλό και φανερώνει τον ουρανόν, και λέγεις με το στόμα:

Καθώς εσείς οι άγγελοι δοξάζετε την αγίαν Τριάδα εις τον ουρανόν, έτσι και εγώ, ως δούλος ανάξιος, δοξάζω και προσκυνώ την αγίαν Τριάδα.

Και καθώς αυτά τα δάκτυλα είναι τρία -είναι ξεχωριστά, είναι και μαζί- έτσι είναι και η αγία Τριάς, ο Θεός, τρία πρόσωπα και ένας μόνος Θεός.

Κατεβάζεις το χέρι σου από το κεφάλι σου και το βάνεις εις την κοιλίαν σου και λέγεις:

Σε προσκυνώ και σε λατρεύω, Κύριέ μου, ότι κατεδέχθης και εσαρκώθης εις την κοιλίαν της Θεοτόκου δια τας αμαρτίας μας.

Το βάζεις πάλιν εις τον δεξιόν σου ώμον και λέγεις:

Σε παρακαλώ, Θεέ μου, να με συγχωρήσης και να με βάλης εις τα δεξιά με τους δικαίους.

Βάνοντάς το πάλι εις τον αριστερόν ώμον, λέγεις:

Σε παρακαλώ, Κύριε μου, μη με βάλης εις τα αριστερά με τους αμαρτωλούς.

Έπειτα, κύπτοντας κάτω εις την γην:

Σε δοξάζω, Θεέ μου, σε προσκυνώ και σε λατρεύω ότι, καθώς εβάλθηκες εις τον τάφον, έτσι θα βαλθώ και εγώ.

Και όταν σηκώνεσαι ορθός, φανερώνεις την Ανάστασιν, και λέγεις:

Σε δοξάζω, Κύριε μου, σε προσκυνώ και σε λατρεύω, πως αναστήθηκες από τους νεκρούς, δια να μας χαρίσης την ζωήν την αιώνιον.

Αυτό σημαίνει ο πανάγιος σταυρός».

Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός († 24 Αυγούστου)

Ο ίδιος ο Κύριος, με υπερφυσικά γεγονότα και θαυμαστές αποκαλύψεις, φανέρωσε με τρόπο κραυγαλέο, πως το σημείο του σταυρού αποτελεί το σύμβολό Του και το αήττητο τρόπαιο των πιστών.

Το σημείο του Σταυρού θαυματουργεί

Κατά τη διάρκεια των μαρτυρίων του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου όταν του φόρεσαν ένα ζευγάρι πυρακτωμένα σιδερένια παπούτσια, γεμάτα μυτερά καρφιά, τον πρόσταξαν να πάει τρέχοντας έως την φυλακή.Θωρακίζεται με το Άγιο Σημείο του Σταυρού ο Άγιος, και ξεκινάει. Φλεγόμενος τον νούν και την καρδίαν του, από το πυρ της θείας αγάπης Του. Μόλις έφθασε στην κατασκότεινη φυλακή, φως ουράνιον τον κάλυψε. Μιά γλυκύτατη ευωδία απλώθηκε γύρω και μελωδίες αγγελικές έφθαναν από ψηλά. Καί τότε ακούστηκε η γνώριμη φωνή: Θάρσει Γεώργιε, ο διάπυρος εμού εραστής, μετά σού γαρ ειμί. Καί είδε ο λαμπρός αριστεύς, την γλυκύτατη μορφή του Ιησού, που άστραφτε σαν ήλιος.

Και πάλι, ο αλάστωρ τύραννος ζητεί από τον ξακουστό μάγο Αθανάσιο να παρασκευάσει το πιο δυνατό δηλητήριο. Επικαλούμενος ο μάγος τα ακάθαρτα πνεύματα το ετοίμασε. Το δίνει πρώτα σε έναν κατάδικο κι αμέσως τα σπλάγχνα του έσπασαν, βγάζοντας αφρούς και αίμα από το στόμα του. Ξεψύχισε σπαράττοντας με φρικτούς πόνους ο ταλαίπωρος. Αγαλλόμενος ο Διοκλητιανός, με αυτό το γεγονός, συγχάρηκε τον Αθανάσιο, γιατί επιτέλους θα απαλλάσσονταν από αυτόν που του βασάνιζε και του τυραννούσε τόσο την ζωή.

Ο Άγιος έκανε το σημείο του Σταυρού, και σαν το ελάφι το διψασμένο που τρέχει στο νερό, το ήπιε με πίστη ακράδαντη. Μέσα του αντηχούσε ο θείος λόγος: Καν θανάσιμόν τι πίωσιν ου μη αυτούς βλάψη. Καί έμεινε αβλαβής και από αυτήν την βάσανο. Το πλήθος κραύγαζε θριαμβικά, Μέγας ο Θεός, του Γεωργίου. Μέγας ο Θεός, των χριστιανών! Ενώ πολλοί, ομολογούσαν την πίστη τους στον αληθινό Θεό. Και ο μάγος Αθανάσιος πρόθυμα εγκατέλειψε την πλάνη του για να πιστέψη στον Χριστό. Ζήτησε την συγχώρεση και την ευλογία του Αγίου, και ευτυχής θανατώθηκε με ξίφος.

Όταν ο άγιος Επιφάνιος, αρχιεπίσκοπος Κύπρου (12 Μαΐου) ήταν ακόμα μικρό δεκάχρονο παιδί, ένα ατίθασο μοσχάρι τον τραυμάτισε σοβαρά στον μηρό και τον έριξε χάμω, ανίκανο πια να σηκωθεί. Τότε ένας ευσεβής χριστιανός, ο Κλεόβιος, τον σταύρωσε τρεις φορές στο χτυπημένο μέλος, και αμέσως ο μικρός Επιφάνιος γιατρεύτηκε και σηκώθηκε. Ο ίδιος ο άγιος, πολύ αργότερα, σταύρωσε τρεις φορές επίσης τη θυγατέρα του βασιλιά της Περσίας, και την απάλλαξε αυτοστιγμεί από το δαιμόνιο, που τη βασάνιζε.

Η αγία Βασίλισσα (3 Σεπτεμβρίου), όταν ο ηγεμόνας της Νικομηδείας Αλέξανδρος την έριξε μέσα σ’ ένα καμίνι, σφραγίστηκε με το σημείο του σταυρού, και δεν πειράχτηκε καθόλου από τη φωτιά.

Με το σημείο του σταυρού γιάτρευε όλους τους αρρώστους, που έτρεχαν κοντά του, για να βρουν την υγεία τους, ο άγιος Θαλλέλαιος (20 Μαΐου).

Κάποια ημέρα,ο Όσιος Ανδρέας, ο διά Χριστόν σαλός (28 Μαΐου), κατά την συνήθειά του,να προσεύχεται στους προθαλάμους των εκκλησιών,πορευόταν κρυφά προς το ναό της Πανυμνήτου Θεοτόκου. Έτυχε δε κάποιο παιδί να διέρχεται τη λεωφόρο ενώ ο Όσιος πήγαινε προς το ναό για να προσευχηθεί, χωρίς ο Όσιος να το αντιληφθεί. Όταν έφθασε προ των πυλών του ναού ο Ανδρέας, Θεού θέλοντος, εξέτεινε τη δεξιά του χείρα και αφού σφράγισε με το σημείο του τιμίου Σταυρού τις πύλες, αυτές ευθύς υποχώρησαν. Εισήλθε στο ναό και άρχισε τις προσευχές, μη γνωρίζοντας ότι κάποιος τον παρακολουθούσε. Το παιδί, το οποίο ακολουθούσε τον Όσιο, γνώριζε ότι ο άνθρωπος ήταν σαλός. Όταν τον είδε να ανοίγει αυτομάτως τις πύλες του ναού, έφριξε και κυριεύθηκε από τρόμο, έλεγε, λοιπόν, στον εαυτό του: «Ποιόν δούλο του Θεού οι κατά αλήθειαν μωροί σαλό ονομάζουν! Πόσο μεγάλος άγιος είναι, και εμείς οι ανόητοι αγνοούμε! Πόσους κρυφούς δούλους έχει ο Θεός και ουδείς γνωρίζει τα περί αυτών!».

Πλησίασε, για να μάθει τί κάνει ο Άγιος εντός του ναού. Βλέπει, λοιπόν, αυτόν προ του άμβωνος να αιωρείται στον αέρα και να προσεύχεται. . Κατεπλάγη από το παράδοξο τούτο θέαμα και αναχώρησε. Ο Όσιος τελείωσε την προσευχή του και έφυγε. Εξερχόμενος από το ναό, ασφάλισε πάλι τις θύρες με το σημείο του Σταυρού. Τότε αντιλήφθηκε την παρουσία του παιδιού και λυπήθηκε, επειδή κάποιος οικέτης έγινε θεατής των συμβάντων. Συνάντησε το παιδί και είπε: “Φύλαξε, τέκνον, όλα όσα είδες στον τόπο τούτο και θα έχεις το έλεος του Κυρίου του Θεού”.

Τόσο μεγάλη είναι η δύναμη του σημείου του σταυρού, σημείου του παντοδυνάμου Υιού του Θεού. Τόσο μεγάλη η χάρη, που περικλείει μυστικά μέσα του! Όπως συνοπτικά και παραστατικά διατυπώνει ο άγιος Μακάριος Μόσχας († 1563), «πολλές φορές ένα και μόνο σημείο του σταυρού, που γίνεται με πίστη και έντονα βιώματα, είναι ισχυρότερο από πολλά λόγια προσευχής μπροστά στον θρόνο του Υψίστου. Σ’ αυτό υπάρχει το φως, που καταυγάζει την ψυχή, η ιαματική δύναμη, που θεραπεύει τα ασθενήματα των ψυχών και των σωμάτων, η μυστική δύναμη, που αντιδρά σε κάθε βλάβη. Ταράζουν την ψυχή σου ακάθαρτοι λογισμοί και επιθυμίες; Περιτειχίσου με το σημείο του σταυρού, διπλασίασε και τριπλασίασε αυτό το τείχος, και οι ακάθαρτοι λογισμοί θα δαμαστούν. Κατατυραννιέται η καρδία σου από τη μελαγχολία και τη θλίψη; Σε κυριεύει ο φόβος ή σε περιστοιχίζουν οι πειρασμοί; Αισθάνεσαι τις πονηρίες των αοράτων εχθρών; Κατάφυγε σ’ αυτή τη δύναμη του σταυρού, και η ειρήνη της ψυχής θα ξαναγυρίσει, οι πειρασμοί θα απομακρυνθούν, η παρηγορία της χάριτος του Θεού και η πνευματική ευφροσύνη θα πλημμυρίσουν την καρδία σου.»

Αποσπάσματα και από το φυλλάδιο, Το σημείο του Σταυρού, Ι. Μ. Παρακλήτου (Ωρωπός-Αττικής)


π. Ανδρέας Κονάνος. 

Ο Αγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης στην «Κλίμακα» λέει: Οταν ακουμπάς ένα φυσικό σώμα, σου μεταδίδει την ψυχρότητα ή τη θερμότητά του. Ακουμπάς, ας πούμε, ένα κρύο τζάμι και αισθάνεσαι ότι κρυώνεις κι εσύ. Παίρνεις από την ψυχρότητά του. Ακουμπάς ένα ζεστό σώμα, ένα ζεστό καλοριφέρ. Και ζεσταίνεσαι κι εσύ.

Οταν, λοιπόν, λες «ακουμπάω τον Θεό» -διότι αυτό είναι η προσευχή, είναι άγγιγμα του Θεού-, δεν είναι δυνατόν να Τον ακουμπάς και να συνεχίζεις να είσαι ίδιος! Δεν είναι παράξενο; Ακούμπησες Αυτόν που είναι ειρήνη, τον Θεό. Κι όμως εσύ δεν έχεις ειρήνη. Ακούμπησες την αγάπη, μα εσύ δεν έχεις αγάπη. Συνεχίζεις να εκδικείσαι. Θυμώνεις, αντιπαθείς ανθρώπους. Ζηλεύεις, φθονείς, μισείς, βγαίνουν από μέσα σου κακίες. Και, ζώντας σε ένα διαρκές κλίμα εμπάθειας, λέμε ότι μιλάμε στον Θεό. Η αληθινή προσευχή έχει αποδείξεις. Αποδείξεις της είναι η ευτυχία μας, η μακαριότητά μας, η λαμπρότητα του προσώπου μας, η ανάπαυση της καρδιάς μας. Δεν μπορεί να λες ότι προσεύχεσαι και να συνεχίζεις να 'σαι τόσο ταραγμένος. Κάτι δεν πάει καλά εδώ. Τα παιδιά λένε αλήθειες:

«Η μάνα μου πάει εκκλησία και λέει ότι προσεύχεται, μα εγώ δεν βλέπω αλλαγή στη ζωή της. Ούτε μεταμόρφωση στη συμπεριφορά της. Ούτε ηρεμία στο βλέμμα της».

Αγγιγμα Χριστού! Αυτό είναι η προσευχή. Το άγγιγμα που μεταμορφώνει. Είναι ταξίδι σε χώρους υπερατλαντικούς, υπεργήινους και υπεργαλαξιακούς. Δηλαδή, ξεπερνάς, όπως λέει ο Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, τα όρια αυτού του κόσμου. Πας πέρα απ' τα αστέρια, τους γαλαξίες, όλα τα στρώματα, τη στρατόσφαιρα κι όλα τα ουράνια επίπεδα. Και αγγίζεις τον Θεό. Και έπειτα επιστρέφεις στον κόσμο αυτό, στην καθημερινότητα και στις δουλειές σου, στην επαφή σου με τους ανθρώπους, φέρνοντας πλέον κάτι διαφορετικό. Οπως ο Χριστός μας όταν βγήκε από το Ορος των Ελαιών. Πώς ήταν; Μεταμορφωμένος. Διότι τόση ώρα προσευχόταν.

Οταν ρώτησε τους στρατιώτες που Τον έψαχναν «ποιον ζητάτε;», εκείνοι απάντησαν «τον Ιησού». Τότε ο Χριστός τούς είπε: «Εγώ είμαι». Και οι στρατιώτες έπεσαν κάτω! Γιατί; Γιατί ο Χριστός μας ήταν όλος μες στην προσευχή. Ηταν όλος μέσα στην παράδοση και την εμπιστοσύνη στον Ουράνιο Πατέρα Του. Και στο όρος της Μεταμόρφωσης, στο Θαβώρ, ακριβώς μια τέτοια ώρα έγινε η μεταμόρφωση: Την ώρα που ο Χριστός προσευχόταν. Λέει στην Αγία Γραφή: «Ἐγένετο δὲ αὐτοῦ προσευχομένου καὶ μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν». Προσευχόταν και μεταμορφώθηκε. Στην πραγματικότητα, εκείνοι που μεταμορφώθηκαν ήταν οι μαθητές! Και είδαν τη λαμπρότητα του προσώπου Του, μα και τη δική τους ομορφιά. Προσευχή... (Κλείσε τα μάτια σου τώρα μόνο για ένα λεπτό και νιώσε ότι αναπνέεις την αγάπη του Θεού. Και συνέχισε το διάβασμα...)

Η ατμόσφαιρα της προσευχής αλλάζει την όλη κατάσταση του ανθρώπου. Διότι είναι επαφή με τον πυρήνα της ύπαρξής μας! Εκεί που είναι η Χάρη του Θεού και η σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος, και η εικόνα του Χριστού. Λέμε ότι είμαστε πλασμένοι «κατ' εἰκόνα καὶ καθ' ὁμοίωσιν Θεοῦ». Αυτή η θεϊκή εικόνα και η γαλήνη είναι στον πυρήνα της ψυχής μας. Στο βάθος του είναι μας. Οταν προσεύχεσαι, τι κάνεις; Φεύγεις από τα γύρω. Σταματάς κάθε επαφή με τις φασαρίες αυτού του κόσμου: θορύβους, τηλεόραση, μουσική, εφημερίδες, ακούσματα. Βρίσκεις κάποια ήσυχη ώρα και κάνεις την προσευχούλα σου.

Από το βιβλίο του π. Ανδρέα Κονάνου «Ολα του γάμου δύσκολα...» των εκδόσεων Αθως

(Π.Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα ερμηνευτικο στο κατά Ιωάννην στα νέα Ελληνικά, Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους).

Ιωάννου. 1,35 Τῇ ἐπαύριον(1) πάλιν εἱστήκει(2) ὁ Ἰωάννης καὶ ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ(3) δύο(4),
Ιω. 1,35 Την επομένην ημέραν έστεκε πάλιν ο Ιωάννης στον τόπον αυτόν και δύο από τους μαθητάς του (Κολιτσάρα Ι.
(1)   Την επόμενη από την ημέρα για την οποία μίλησε στο σ. 29. «Αυτή είναι η τρίτη ημέρα, από τότε που οι Φαρισαίοι έκαναν τη συνάντηση με τον Ιωάννη, κατά την οποία ρωτούσαν «ποιος είναι»» (αμ).
(2)   Στη συνηθισμένη θέση στην οποία κήρυττε.
(3)   Είχε σχηματιστεί λοιπόν γύρω από τον Ιωάννη κύκλος μαθητών.
(4)   Από αυτούς ο ένας σύμφωνα με το σ. 40 ήταν ο Ανδρέας. Ο δεύτερος, όπως φαίνεται από τις λεπτομέρειες της αφήγησης, οι οποίες έχουν σπουδαιότητα μόνο για εκείνον, στον οποίο υπενθυμίζουν την κρισιμότερη και ευτυχέστερη ώρα της ζωής του, είναι ο ίδιος ο συγγραφέας του ευαγγελίου (g).
Το εδώ αναφερόμενο επεισόδιο δεν βρίσκεται σε αντίθεση με τα περιστατικά της κλήσης των πρώτων μαθητών την οποία αναφέρουν οι συνοπτικοί (Ματθ. δ 18-22,Μάρκ. α 16-20,Λουκ. ε 1-11). Εδώ δεν πρόκειται για την οριστική κλήση, την οποία αναφέρουν οι συνοπτικοί και η οποία έγινε κατόπιν. Πρόκειται για την πρώτη γνωριμία του Ιησού με τους πρώτους μαθητές του.

Ιω. 1,36 καὶ ἐμβλέψας(1) τῷ Ἰησοῦ περιπατοῦντι(2) λέγει· ἴδε(3) ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ.
Ιω. 1,36 Και καθώς με απέραντον σεβασμόν εκύτταξε τον Ιησούν, που περιπατούσε κάπου εκεί, λέγει• “ιδού ο αμνός του Θεού”.
(1)   Εμβλέπω εδώ σημαίνει παρατηρώ με προσοχή και θαυμασμό (δ). «Δεν έδινε μαρτυρία μόνο με τη φωνή αλλά και με τα μάτια» (Χ).
(2)   Τώρα ο Ιησούς δεν έρχεται προς τον Ιωάννη, όπως έπραξε αυτό την προηγούμενη ημέρα, αλλά περπατά.
(3)   Σύμφωνα με κάποιους από τους ερμηνευτές οι δύο αυτοί μαθητές δεν ήταν παρόντες την προηγούμενη ημέρα, όταν ο Ιωάννης δείχνοντας τον Ιησού μαρτυρούσε, ότι ήταν ο αμνός του Θεού, και για αυτό επαναλαμβάνει την μαρτυρία τώρα και παρόντων αυτών. Σύμφωνα με άλλους, ανάμεσα στους οποίους και ο g, οι μαθητές αυτοί ήταν παρόντες και την προηγούμενη, τώρα όμως με την επανάληψη της μαρτυρίας ο Ιωάννης είναι σαν να τους λέει: Σας είπα και χθες, σας επαναλαμβάνω και τώρα, ότι αυτός είναι ο αμνός του Θεού. Ακολουθήστε τον λοιπόν.
Επανέλαβε τη μαρτυρία του για τους δύο μαθητές, παρακινώντας έτσι αυτούς, να ακολουθήσουν το Χριστό. Δεν θεωρούσε ως απώλεια το ότι οι δύο μαθητές του θα εγκατέλειπαν αυτόν και θα προσκολλούνταν στον Ιησού, όπως ακριβώς και οποιοσδήποτε διδάσκαλος δεν χάνει εκείνους από τους μαθητές του τους οποίους στέλνει στο Πανεπιστήμιο. Μακριά από το να ζηλεύει το Χριστό, τελείως αντιθέτως επιθυμούσε να αυξηθεί το υπέρ αυτού ρεύμα. Ταπεινές και γενναίες ψυχές αποδίδουν στους άλλους τις οφειλόμενες σε αυτούς τιμές χωρίς να φοβούνται, μήπως μειωθούν αυτοί, διότι θα τιμηθούν εκείνοι.

Ιω. 1,37 καὶ ἤκουσαν αὐτοῦ(1) οἱ δύο μαθηταὶ λαλοῦντος, καὶ ἠκολούθησαν τῷ Ἰησοῦ(2).
Ιω. 1,37 Και οι δύο μαθηταί του ήκουσαν τα λόγια του αυτά και ηκολούθησαν τον Ιησούν.
(1)   Το άκουσαν με γενική πτώση, δεν λέγεται μόνο για κάποιον που είναι αυτήκοος, αλλά στον Ιωάννη και με την έννοια του κατανοώ την έννοια των λεγομένων και εκτιμώ δεόντως αυτά (δες γ 8, όπου συντάσσεται με αιτιατική, μολονότι πρόκειται για αυτηκοΐα, αλλά όχι και για κατανόηση)(β).
(2)   «Ακολούθησαν αυτόν όχι επειδή περιφρόνησαν τον διδάσκαλό τους, αλλά επειδή κατεξοχήν υπάκουσαν σε αυτόν» (Χ).
«Ακολούθησαν λοιπόν επειδή ήθελαν να τον γνωρίσουν» (Ζ).
«Δεν απομακρύνθηκαν λοιπόν από το δάσκαλό τους, αλλά θέλησαν να μάθουν τι παραπάνω έχει από τον Ιωάννη» (Χ).
Παρ’ όλα αυτά σημειώθηκαν τώρα οι πρώτες αρχές της χριστιανικής εκκλησίας (b). Με πόσο ευλαβικό ενδιαφέρον πρέπει να προσέξουμε την απλή αυτή είδηση για τις αρχές της μεγάλης αυτής βασιλείας, η οποία έκανε αισθητό το κράτος της σε όλες τις βασιλείες του κόσμου. Επηρέασε τη σταθερότητα ων αυτοκρατοριών, ανέτρεψε παλαιές ειδωλολατρίες, καταρράκωσε φιλοσοφίες και παρά τα εμπόδια που προβλήθηκαν σε αυτήν, κατέκτησε ολόκληρη σχεδόν την οικουμένη. Και αρχίζει εδώ με όλη εκείνη την ησυχία, η οποία είναι χαρακτηριστική των ισχυρότατων έργων του Θεού. Δεν έχουμε εδώ κανέναν ορατό σε πομπή βασιλιά, κανέναν ενθουσιώδη προφήτη, κανένα γραμματέα να καταγράψει επί τόπου το γεγονός. Το μόνο χαρτί είναι η καρδιά των απλών ψαράδων, και ο μόνος γραφέας το αόρατο Πνεύμα του Θεού.

Ιω. 1,38 στραφεὶς(1) δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ θεασάμενος αὐτοὺς ἀκολουθοῦντας(2) λέγει αὐτοῖς(3)·
Ιω. 1,38 Εγύρισε δε ο Ιησούς και όταν τους είδε να τον ακολουθούν, λέγει εις αυτούς.
(1)   Ακούγοντας το βηματισμό τους γύρισε (β). Αναμφίβολα ο Κύριος θέλησε να ενθαρρύνει τους δύο μαθητές στα πρώτα δειλά τους βήματα. Η ιδέα αυτή της θείας πρωτοβουλίας τονίζεται σταθερά στο δ΄ ευαγγέλιο. Δες Ιω. α 48 και ειδικά, ιε 16 (μ). Ο Χριστός γνωρίζει αμέσως τις πρώτες κινήσεις κάθε ψυχής που ποθεί αυτόν και ακούει αμέσως τα πρώτα βήματα εκείνων, οι οποίοι εισέρχονται στο δρόμο που οδηγεί στον ουρανό. Δεν περιμένει να του μιλήσουν αυτοί που θέλουν να έλθουν προς αυτόν, αλλά μιλά αυτός πρώτος σε αυτούς.
(2)   Ακολουθούσαν σιωπηλοί ποθώντας να τον πλησιάσουν, αλλά μη τολμώντας να του απευθύνουν λόγο (g).
«Δες με πόση συστολή δείχνουν το ενδιαφέρον τους· διότι δεν πλησίασαν αμέσως και ρώτησαν τον Ιησού» (Χ).
(3)   Όταν ακολούθησαν, τότε ρωτά αυτούς ο Κύριος.
«Από εδώ διδασκόμαστε ότι ο Θεός δεν προλαβαίνει τις θελήσεις μας στις δωρεές του, αλλά όταν εμείς αρχίσουμε, όταν δείξουμε ότι θέλουμε, τότε και εκείνος μας δίνει πολλές αφορμές σωτηρίας» (Χ).

Ιω. 1,39 τί ζητεῖτε(1); οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· ῥαββί(2)· ὃ λέγεται ἑρμηνευόμενον διδάσκαλε(3)· ποῦ μένεις(4);
Ιω. 1,39 “Τι ζητείτε;” Εκείνοι δε του είπαν• “ραββί-που σημαίνει εις τα ελληνικά διδάσκαλε-που μένεις;”
(1)   Όχι ποιον ζητάτε, αλλά τι θέλετε, τι ζητάτε από εμένα; «Τοποθέτησε την ερώτηση ως αρχή και θεμέλιο του διαλόγου» (Κ), «έτσι ώστε με την ερώτηση να τους φέρει πιο κοντά του και να τους δώσει θάρρος» (Ζ). Δίνει σε αυτούς την ευκαιρία να ζητήσουν, ό,τι ήθελαν (b).
«Λέει σε αυτούς: Τι ζητάτε; Όχι επειδή αγνοεί (διότι πώς θα μπορούσε αυτός που γνωρίζει τις καρδιές των ανθρώπων;), αλλά για να προσκαλέσει αυτούς με την ερώτηση να πουν αυτό που θέλουν» (Θφ).
(2)   Επίκαιρα αποδίδουν τον τίτλο αυτόν στον Ιησού (b).
«Τον ονομάζουν διδάσκαλο, δηλώνοντας με αυτήν την ονομασία την αιτία για την οποία ήλθαν… σπρώχνοντας τους εαυτούς τους στο να γίνουν μαθητές» (Ζ). «Φανέρωσαν τον πόθο όχι μόνο με το να τον ακολουθήσουν, αλλά και με την ερώτηση. Διότι χωρίς να έχουν ακόμα μάθει τίποτα από αυτόν, ούτε να άκουσαν, τον αποκαλούν διδάσκαλο» (Χ).
Το Ραββί σημαίνει αρχικά τον πολύ, τον μέγα και έπειτα αυτόν που γνωρίζει κάποια τέχνη, τον διδάσκαλο κάποιας τέχνης. Στην εποχή του Σωτήρα ήταν τίτλος, τον οποίο σε κάθε διδάσκαλο απένεμαν οι μαθητές του (δ). Με αυτόν τον τίτλο προσφωνούσαν και τον Ιωάννη οι μαθητές του (Ιω. γ 26), και όπως φαίνεται από το ιγ 13 και οι μαθητές του Ιησού χρησιμοποιούσαν, απευθυνόμενοι σε αυτόν, είτε τον τίτλο αυτό «ραββί», είτε τον τίτλο Κύριος. Η διάκριση μεταξύ των δύο αυτών τίτλων φαίνεται να είναι μόνο, ότι το αντίθετο του μεν ραββί είναι ο μαθητής, ενώ του Κύριος ο δούλος (δες Ιω. ιε 15). Διαφορετικά χρησιμοποιούνται αδιακρίτως, ενώ στην αφήγηση των Συνοπτικών συναντιέται το «Κύριε» στον έναν ευαγγελιστή σε περίσταση κατά την οποία ο άλλος χρησιμοποιεί αντί για το Κύριε, το επιστάτα ή το διδάσκαλε ή το Ραββί (δες Μάρκ. θ 5,Λουκ. θ 33,Ματθ. ιζ 4 κατά το γεγονός της Μεταμόρφωσης· και Ματθ. η 25,Μάρκ. δ 38,Λουκ. η 24 στο περιστατικό της τρικυμίας).
Στον Ιωάννη και οι δύο τίτλοι εκφράζουν το σεβασμό των αποστόλων προς τον Ιησού. Περιέργως όμως κατά μεν τον πρώτο καιρό της συναναστροφής τους με τον Διδάσκαλο χρησιμοποιούν οι απόστολοι τον τίτλο Ραββί, μετέπειτα όμως, όταν ο σεβασμός αυτός αυξήθηκε, προτιμούν τον τίτλο Κύριε (κυρίως από το Ιω. στ 68), ενώ μετά την ανάσταση πάντοτε προσφωνούν αυτόν με τον τίτλο Κύριος (β).
(3)   Η μετάφραση του όρου, που έγινε από τον ίδιο τον ευαγγελιστή, αποδεικνύει, ότι ο συγγραφέας γράφει προς αναγνώστες Έλληνες (g). Περιέργως και ο Λουκάς, ο οποίος προς Έλληνες αναγνώστες απευθύνει το Ευαγγέλιό του, είναι ο μόνος από τους ευαγγελιστές, ο οποίος δεν χρησιμοποιεί τον τίτλο Ραββί (β).
(4)   Απευθύνουν το ερώτημα αυτό «θέλοντας να τον συναντήσουν ιδιαιτέρως και με ησυχία» (Ζ). «Ζητούν να μάθουν το σπίτι… διότι βέβαια, όπως ήταν σωστό, δεν επιχειρούσαν τον λόγο, που αναφερόταν σε αναγκαία πράγματα, να τον κάνουν πάρεργο στο δρόμο» (Κ).

Ιω. 1,40 λέγει αὐτοῖς· ἔρχεσθε(1) καὶ ἴδετε(2). ἦλθον οὖν καὶ εἶδον ποῦ μένει(3) καὶ παρ᾿ αὐτῷ ἔμειναν τὴν ἡμέραν ἐκείνην(4)· ὥρα ἦν(5) ὡς δεκάτη(6).
Ιω. 1,40 Είπεν εις αυτούς• “ελάτε και ιδέτε που μένω”. Ηλθαν, λοιπόν, και είδαν που μένει και έμειναν κοντά του την ημέραν εκείνην. Η ώρα δε ήτο τέσσαρες το απόγευμα.
(1)   Οι μαθητές ρωτούν, που μένει, έχοντας σκοπό αργότερα να τον επισκεφτούν. Αλλά ο Ιησούς «δεν λέει τα σημάδια της κατοικίας, ούτε τον τόπο, αλλά τους ελκύει περισσότερο στο να τον ακολουθήσουν, δείχνοντας ότι τους δέχτηκε» (Χ). Το άμεσο της πρόσκλησης δείχνει και η χρήση του ενεστώτα έρχεσθε, το οποίο απευθυνόμενο σε ανθρώπους που ήδη ακολουθούν, αποτελεί προτροπή να συνεχίσουν την πορεία τους (g). Ο Χριστός καλεί αυτούς αμέσως. Ο καλύτερος και καταλληλότερος καιρός για σωτηρία είναι όσο λέγεται το «τώρα». Ας αρπάζουμε λοιπόν πάντοτε και χωρίς αναβολή τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται.
(2)   Υπάρχει και η γραφή όψεσθε. Όμως η συνηθισμένη φράση είναι: έλα και δες. Δες α 47,ια 35.
(3)   Ίσως θα είδαν αποδείξεις για τον Μεσσία και στο σπίτι του, το οποίο ήταν απλό, ήσυχο, λιτό, χωρίς δαπανηρό στολισμό σκευών και βιβλίων, με μία λέξη άξιο αυτού και μόνο αυτού (b).
«Πώς λοιπόν αλλού λέει: Ο Υιός του ανθρώπου δεν έχει που να γύρει το κεφάλι;… Το δεν έχει που να γύρει το κεφάλι, φανερώνει ότι δεν είχε δικό του σπίτι, όχι ότι δεν έμενε σε σπίτι» (Χ).
«Αν έμενε λοιπόν σε σπίτι, δεν έμενε σε δικό του, αλλά σε ξένο» (Θφ).
Πού έμενε ο Κύριος, εάν σε κάποιο πανδοχείο ή σε σπίτι ή σκηνή, δεν λέει ο ευαγγελιστής (g). Πάντως η παραμονή του πλήθους στην έρημο θα δημιούργησε την ανάγκη της ανέγερσης πρόχειρων καλυβών ή παραπηγμάτων ή σκηνών (ο). Ήλθαν οι δύο μαθητές αμέσως. Οι δεκτικές ψυχές δέχονται αμέσως και πρόθυμα τις σωτήριες προσκλήσεις του Κυρίου.
«Δεν ανέβαλλαν, ούτε είπαν· Θα έλθουμε οπωσδήποτε αύριο…, αλλά τον πολύ ζήλο που είχαν για να ακούσουν, τον δείχνουν με το να μην τους αποτρέψει ούτε η ώρα. Διότι έτυχε λοιπόν ο ήλιος να είναι στη δύση του. Διότι ήταν ώρα τέσσερεις το απόγευμα» (Χ).
(4)   =Την βαρυσήμαντη εκείνη ημέρα. Ω ευτυχισμένη ημέρα! (b).
«Ότι μεν έμειναν λοιπόν μαζί του εκείνη την ημέρα, το είπε ο ευαγγελιστής· για ποιο λόγο όμως δεν το πρόσθεσε, αφού ήταν φανερή η αιτία. Διότι δεν τον ακολούθησαν για κάποιον άλλο λόγο… παρά μόνο για τη διδασκαλία, την οποία τόσο πλούσια και πρόθυμα απόλαυσαν» (Χ).
(5)   Η προσθήκη αυτή αποτελεί αναμφίβολα προσωπική ανάμνηση του ευαγγελιστή (β). Η ώρα αυτή υπήρξε κρίσιμη και αποφασιστική για ολόκληρη τη μετέπειτα ζωή του. Για αυτό και αναφέρει αυτήν (F).
(6)   Μολονότι δεν ήταν άγνωστη και η σημερινή αρίθμηση της ώρας, που αρχίζει από τα μεσάνυχτα, διότι είχε ήδη εισαχθεί στη ρωμαϊκή αγορά (Forum), όμως πιθανότερο είναι, ότι ο Ιωάννης ακολουθεί τον καθολικά τότε επικρατούντα υπολογισμό της ώρας, σύμφωνα με τον οποίο έμπαινε ως βάση η ανατολή του ηλίου. Δεκάτη ώρα λοιπόν είναι η τετάρτη απογευματινή. Υπέρ της πρώτης εκδοχής φαίνεται εκ πρώτης όψεως να συνηγορεί το «και έμειναν σε αυτόν εκείνη την ημέρα», το οποίο εξηγείται καλύτερα, αν θεωρήσουμε ως ώρα δεκάτη την δική μας αντίστοιχη. Όμως και με τη δεύτερη εκδοχή συμβιβάζεται πλήρως η φράση αυτή, διότι με αυτήν δηλώνεται, ότι η επίσκεψη δεν υπήρξε κάποια τυπική, που κράτησε μόνο κάποιες στιγμές, αλλά ενώ συνέπεσε γύρω στην τετάρτη απογευματινή, παρατάθηκε για ώρες ολόκληρες, δύο ή και τρεις. Πρώτη επίσκεψη σε πρόσωπο, με το οποίο μόλις προ ολίγων στιγμών γνωρίστηκαν οι δύο μαθητές, να παραταθεί για τρίωρο, αποτελούσε σπανιότατη περίπτωση (g).

Ιω. 1,41 ἦν Ἀνδρέας(1) ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου(2) εἷς ἐκ τῶν δύο(3) τῶν ἀκουσάντων παρὰ Ἰωάννου(4) καὶ ἀκολουθησάντων αὐτῷ.
Ιω. 1,41 Ενας δε από τους δύο, που ήκουσαν τα όσα ο Ιωάννης είπε περί του Ιησού και ηκολούθησαν αυτόν, ήτο ο Ανδρέας, ο αδελφός του Σιμωνος Πετρου.
(1)   Από το Ανδρεύς, Ανδρέως και Ανδρέω στον Ηρόδοτο (δ).
(2)   Μολονότι δεν έγινε ακόμα λόγος για Πέτρο στο δ΄ ευαγγέλιο παρουσιάζεται εδώ ως πρόσωπο πολύ γνωστό στους αναγνώστες, ώστε με αυτό να γίνεται γνωστότερος και ο Ανδρέας. Αυτό προϋποθέτει γνώση της ευαγγελικής ιστορίας στους αναγνώστες (g,β).
(3)   Ο άλλος από τους δύο δεν αναφέρεται «ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία, διότι δεν ήταν εκείνος από τους επίσημους και γνωστούς, ή, διότι ήταν αυτός ο ίδιος που γράφει αυτά» (Ζ).
(4)   Τα στο σ. 36. Ο Ανδρέας υπήρξε ο πρώτος που επέστρεψε, ο πρωτόκλητος των αποστόλων. Απολάμβανε την ιδιαίτερη εμπιστοσύνη του Κυρίου και επανειλημμένα αναφέρεται ότι εισάγει άλλους και γνωρίζει αυτούς στον Κύριο. Είναι παρ’ όλα αυτά όχι πολύ γνωστός στην ευαγγελική ιστορία, ενώ ο Πέτρος, τον οποίο αυτός έφερε στον Κύριο, αναδείχτηκε κορυφαίος των αποστόλων. Από αυτό διδασκόμαστε, ότι οι χρησιμότεροι στη γενιά τους άνθρωποι και οι εξόχως ευνοούμενοι από το Θεό δεν είναι πάντοτε και αναγκαστικά εκείνοι, οι οποίοι δημιουργούν μεγάλο θόρυβο στην ιστορία και οι οποίοι παρουσιάζονται ως κύριοι παράγοντες στις μεγάλες μεταβολές και στα σοβαρά γεγονότα της ιστορίας.
Για αυτό δεν πρέπει να νιώθουμε κατάπληξη από τους κατά κόσμον ισχυρούς και διακεκριμένους, ούτε να παρασυρόμαστε από τις γνώμες της κοινωνίας, αλλά να στρέφουμε τα μάτια μας στη ζωή μερικών αφανών ανθρώπων, οι οποίοι όσο και αν φαίνονται αδύναμοι μπροστά στους ανθρώπους, είναι ισχυροί στο Θεό και χρησιμοποιήθηκαν ως όργανα της Προνοίας του σε γεγονότα, τα οποία στην αρχή τους δεν έκαναν μεγάλη εντύπωση, τα αποτελέσματά τους όμως υπερβαίνουν τη δύναμη των φυσικών ανθρώπων, οσοδήποτε μεγάλοι και αν φαίνονται αυτοί στους πολλούς. Πόσοι αφανείς και άγνωστοι σε εμάς θα εμφανιστούν μπροστά στο βήμα του Χριστού ένδοξοι και περιφανείς, την ώρα που πολλοί από εκείνους, τους οποίους εκθείασε ο κόσμος, θα στέκονται γυμνοί και θα τρέμουν!

Ιω. 1,42 εὑρίσκει οὗτος πρῶτος(1) τὸν ἀδελφὸν τὸν ἴδιον(2) Σίμωνα καὶ λέγει αὐτῷ· εὑρήκαμεν(3) τὸν Μεσσίαν(4)· ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον(5) Χριστός(6)·
Ιω. 1,42 Αυτός, λοιπόν, πρώτος ευρίσκει τον αδελφόν του τον Σιμωνα και του λέγει• “ευρήκαμεν τον Μεσσίαν, όνομα που ερμηνεύεται εις την ελληνικήν Χριστός”.
(1)   Υπάρχει και η γραφή πρώτον=Ή, πριν ακόμα πράξει κάτι άλλο συνάντησε τον Πέτρο. Ή, πιο πιθανή ερμηνεία, πριν ακόμα αργότερα ο Φίλιππος βρει τον Ναθαναήλ. Η γραφή πρώτος=Ή, και οι δύο αναζήτησαν τον Πέτρο και πρώτος τον βρήκε ο Ανδρέας. Ή, πιο πιθανή ερμην.: ο καθένας από τους δύο έσπευσε να συναντήσει το δικό του αδελφό, δηλαδή ο Ανδρέας τον Πέτρο και ο Ιωάννης τον Ιάκωβο, και πρώτος ο Ανδρέας… (g).
(2)   «Ο Ανδρέας… δεν κράτησε για τον εαυτό του το θησαυρό, αλλά βιάζεται και τρέχει γρήγορα στον αδελφό, για να του μεταδώσει τα αγαθά που πήρε» (Χ). «Αυτοί που πήραν πρόσφατα το τάλαντο, προσθέτουν αμέσως την εργασία του ταλάντου και την προσφέρουν στο Δεσπότη» (Κ).
Δεν γνωρίζουμε όπως είπαμε ήδη, πάρα πολλά για τον Ανδρέα. Γνωρίζουμε όμως πολλά για τον αδελφό του, τον οποίο ο Ανδρέας οδήγησε στο Χριστό. Ποιος θα μπορούσε να πει, ότι ο Πέτρος έκανε για το Χριστό περισσότερα από όσα έκανε ο Ανδρέας, ο οποίος έφερε τον Πέτρο στο Χριστό; Έτσι γίνεται πάντοτε. Δεν ξέρουμε πότε, ποιος πράττει το μεγαλύτερο έργο για το Χριστό. Ένα κορίτσι, φτωχό και αγράμματο, στο οποίο κανείς δεν θα πρόσεχε, επειδή είναι ευλαβές και αφοσιωμένο, σπείρει τον σπόρο της ζωής σε παιδί, το οποίο έχουν εμπιστευτεί στη φροντίδα της και το οποίο αναδεικνύεται μετά από κάποιο χρόνο μέγας ιεραπόστολος ή Χριστιανός πολιτικός ή βαθύς θεολόγος! (τ).
Εκτίθεται στους ακόλουθους σ. μία από τις μεθόδους, τις οποίες χρησιμοποιεί ο Θεός για διάδοση της σωστικής αλήθειας και για πολλαπλασιασμό του αριθμού των μαθητών. Σκόπιμα γίνεται αναφορά με κάποια λεπτομέρεια στην εύρεση του ενός μαθητή από τον άλλο και στην προσαγωγή του στο Χριστό, τον οποίο μέχρι τότε αγνοούσε. Σαν το Πνεύμα το Άγιο στην αρχή της Νέας Διαθήκης να βάζει μπροστά στα μάτια μας ολοφάνερα έναν από τους μεγάλους νόμους, κατά τους οποίους η νέα ζωή εκτείνεται ολοένα σε ευρύτερα όρια.
Αυτός που με οποιονδήποτε τρόπο γνώρισε τη νέα αυτή ζωή, ζητά να την γνωρίσουν και άλλοι, να αισθανθούν αυτήν και οι πλησίον του, που την αγνοούν και να την εγκολπωθούν, όπως την εγκολπώθηκε και αυτός. Είναι αλήθεια ότι αυτός δεν είναι ο μόνος νόμος της επέκτασης της βασιλείας του Χριστού. Αυτή διαδίδεται με πολλά μέσα· με τις συγγραφές, με το κήρυγμα, με την ειρηνική ζωή, με τους διωγμούς και το μαρτυρικό θάνατο. Με όλα όμως αυτά κυριαρχεί η επίδραση, την οποία ασκεί στο περιβάλλον, η ζωή και η ακτινοβολία της αγάπης και της αρετής εκείνων, οι οποίοι γνώρισαν τον Ιησού και γνωστοποιούν αυτόν και στους άλλους.
(3)   «Βρήκαμε σαν θησαυρό κρυμμένο στον αγρό ή σαν ένα πολύτιμο μαργαριτάρι» (Κ).
«Ο λόγος αυτός δείχνει ψυχή η οποία κυοφορούσε με αγωνία την παρουσία του Σωτήρα και περίμενε από καιρό τον ερχομό του και γέμισε από χαρά όταν φανερώθηκε αυτό που αναμενόταν και βιάζεται να μεταδώσει και σε άλλους τα ευχάριστα νέα. Αυτό θα πει αδελφική συμπάθεια και αγάπη συγγενική, και διάθεση ειλικρινής, να βιάζεστε να απλώσετε το χέρι ο ένας προς τον άλλο στα πνευματικά ζητήματα» (Χ).
«Ο λόγος φανερώνει άνθρωπο που χαίρεται πάρα πολύ» (Ζ).
«Διότι όπως φαίνεται, από πολύ χρόνο ποθούσαν και προσδοκούσαν την αναζήτηση» (Θφ). Μεγάλο και χαρμόσυνο εύρημα, θησαυρός που βρέθηκε, αναμενόμενος από τον κόσμο γύρω στους 40 αιώνες (b).
«Βρήκαμε αυτόν που ζητούσαμε, αυτόν που προσδοκούσαμε να έλθει, τον οποίο οι Γραφές ανάγγελλαν» (Ζ).
(4)   Εξελληνισμένος τύπος του αραμαϊκού μασίαχ.
«Μαζί με την προσθήκη του άρθρου… έτσι λοιπόν περίμεναν έναν μοναδικό Χριστό, ο οποίος δεν είχε τίποτα το κοινό με τους άλλους» (Χ).
(5)   Η μετάφραση του τίτλου αποδεικνύει πάλι, ότι ο ευαγγελιστής απευθύνεται προς Έλληνες αναγνώστες.
(6)   «Μεσσίας στα εβραϊκά· Χριστός στα ελληνικά. Ο Χριστός λοιπόν έχει χριστεί. Έχει χριστεί κατά τρόπο ιδιαίτερο, ανώτερο· για αυτό όλοι οι Χριστιανοί είναι χρισμένοι, αλλά αυτός είναι κατεξοχήν χρισμένος. Άκουσε πώς μιλά στον Ψαλμό. Για αυτό σε έχρισε, ω Θεέ, ο Θεός σου με λάδι αγαλλίασης παραπάνω από αυτούς που μετέχουν μαζί με εσένα στην χρίση αυτή (Ψαλμ. 44,8). Διότι όλοι οι άγιοι είναι μέτοχοί του, αλλά αυτός με ξεχωριστή έννοια είναι ο Άγιος των αγίων, ο ιδιαιτέρως χρισμένος, ο κατά τρόπο ξεχωριστό Χριστός» (Αυ).

Ιω. 1,43 καὶ ἤγαγεν αὐτὸν πρὸς τὸν Ἰησοῦν(1). ἐμβλέψας(2) αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς εἶπε(3)· σὺ εἶ Σίμων ὁ υἱὸς Ἰωνᾶ(4), σὺ κληθήσῃ(5) Κηφᾶς(6), ὃ ἑρμηνεύεται Πέτρος(7).
Ιω. 1,43 Και ωδήγησεν αυτόν προς τον Ιησούν. Και ο Ιησούς αφού τον εκύτταξε με βλέμμα βαθύ και στοργικόν είπε• “συ είσαι Σιμων, ο υιός του Ιωνά• συ θα ονομασθής Κηφάς, όνομα που ερμηνεύεται εις την ελληνικήν Πετρος”.
(1)   Την ίδια ημέρα και σε απογευματινές ώρες. «Πρόσεξε όμως, σε παρακαλώ, την από την αρχή υπάκουη και ευνοϊκή διάθεση του Πέτρου· διότι έτρεξε αμέσως χωρίς να ενδιαφερθεί για τίποτα» (Χ), «λόγω της θερμότητας και του καλού του ζήλου, τα οποία από την αρχή είχε ο Πέτρος» (Σχ).
(2)   «Τον ατενίζει με τρόπο που πρέπει σε Θεό, αυτός που βλέπει τις καρδιές και τους νεφρούς» (Κ).
(3)   Τα ακόλουθα λόγια εκφράζουν γνώση για τον Πέτρο που αποκτήθηκε υπερφυσικά. Διότι ναι μεν το όνομα Σίμων υιός Ιωνά είναι πιθανόν να γνωστοποιήθηκε από τον Ανδρέα που παρουσιάζει τον αδελφό του, αλλά το νέο όνομα Πέτρος, δίνεται με πρόγνωση και προαναγγελία προφητική (g).
«Από την προφητεία σχετικά με αυτόν, αρχίζει να αποκαλύπτει τον εαυτό του σε αυτόν» (Θφ).
«Αρχίζει εδώ να αποκαλύπτει τη θεότητά του και να την φανερώνει λίγο λίγο με τις προφητείες… Από το παρόν επιβεβαιώνει και το μέλλον… και η προφητεία γίνεται με εγκώμιο» (Χ).
(4)   Υπάρχει και η γραφή Ιωάννου. Ίσως με συγκοπή αυτής προήλθε η γραφή Ιωνά.
(5)   «Δεν είπε εγώ θα σε μετονομάσω Πέτρο… αλλά εσύ θα ονομαστείς Κηφάς. Διότι εκείνο θα φανέρωνε αυθεντία και μεγαλύτερη εξουσία. Ο Χριστός όμως δεν φανερώνει αμέσως ούτε από την αρχή όλα τα σχετικά με την εξουσία του, αλλά στην αρχή μιλά ταπεινότερα» (Χ).
Στην Π.Δ. η αλλαγή του ονόματος γίνεται για να δηλώσει την αρχή κάποιας νέας σχέσης με το Θεό και συνοδεύεται από κάποια αλλαγή στη ζωή ή τη θέση. Έτσι ο Ιακώβ ονομάστηκε Ισραήλ (Γεν. λβ 28) και ο Άβραμ μετονομάστηκε σε Αβραάμ (ο.π. ιζ 5)(β).
«Αυτόν μεν λοιπόν έτσι τον ονόμασε, τους άλλους όμως γύρω από τον Ιάκωβο, τους ονόμασε γιους της βροντής… δείχνοντας ότι αυτός είναι που έδωσε και την Παλαιά Διαθήκη και αλλάζει τα ονόματα, αυτός που ονόμασε τον Άβραμ Αβραάμ και τη Σάρα Σάρρα και τον Ιακώβ Ισραήλ. Σε πολλούς μεν έδωσε ονόματα κατά τη γέννησή τους… ενώ σε άλλους μετά από την ονοματοδοσία των γονέων τους… για να τους υπενθυμίζει το όνομα την ευεργεσία του Θεού, για να γίνεται διαρκής υπενθύμιση της προφητείας, η οποία εκφράστηκε με τα ονόματα, σε εκείνους που τα ακούνε» (Χ).
(6)   Λέξη αραμαϊκή που σημαίνει τεμάχιο βράχου, πέτρα. Με το όνομα αυτό ο Κύριος χαρακτηρίζει τον Πέτρο ως άνθρωπο αρκετά θαρραλέο και αποφασιστικό, και καθιερώνει τον Σίμωνα με όλες τις φυσικές του δυνάμεις και τα προσόντα στο έργο, στο οποίο μετά από κάποιο χρόνο τον κάλεσε οριστικά (g). Η ονομασία Κηφάς προτιμάται από τον Παύλο στην Α΄ Κορ. (α 12,γ 22,θ 5,ιε 5) και στην προς Γαλάτας (β 9), χωρίς να είναι άγνωστο σε αυτόν και το όνομα Πέτρος (Γαλ. β 7,8)(β).
(7)   Ο πέτρος=ο λίθος, στον Όμηρο πρώτα και στους ποιητές, και έπειτα και στους πεζογράφους. Είναι ο λίθος και στους εθνικούς συγγραφείς (Οδυσ. Ρ 463) σύμβολο της στερεότητας, και ο Σωτήρας του δίνει το όνομα αυτό αποβλέποντας στο ότι θα εδραιωθεί στην πίστη και θα γίνει το στήριγμα των αδελφών. Δες Ματθ. ιστ 18,Λουκ. κβ 32(δ).

Ιω. 1,44 Τῇ ἐπαύριον(1) ἠθέλησεν(2) ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν(3)· καὶ εὑρίσκει Φίλιππον(4) καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι(5).
Ιω. 1,44 Την άλλην ημέραν απεφάσισεν ο Χριστός να αναχωρήση από την Ιουδαίαν δια την Γαλιλαίαν. Ευρίσκει τον Φιλιππον (μαθητήν και αυτός του Βαπτιστού, από τον οποίον πολλά είχε ακούσει περί του Μεσσίου) και του λέγει• “έλα κοντά μου”.
(1)   Την επόμενη ημέρα από την κλήση του Σίμωνα.
(2)   Σημαίνει θέληση στην οδό της εκτέλεσης=Τη στιγμή που αποφάσισε να αναχωρήσει (g).
(3)   Για τη φράση δες δ 43. Ήδη ο Ιησούς βρίσκεται στην ανατολική όχθη του Ιορδάνη (β).
(4)   Δεν είναι αυτό ασυμβίβαστο με αυτό που υπαινίσσεται ο σ. 45, ότι ο Φίλιππος οδηγήθηκε στον Ιησού μέσω του Ανδρέα και του Πέτρου. Διότι κατά τη στιγμή της αναχώρησης πιθανώς ο Ιησούς βρίσκει το Φίλιππο να συζητά με τους δύο αδελφούς (g).
Όμως ο Ιησούς καλεί άμεσα και κατ’ ευθείαν τον Φίλιππο και όχι όπως ο Πέτρος κλήθηκε έμμεσα μέσω του αδελφού του Ανδρέα. Ο Θεός, όπως είπαμε, έχει ποικίλες μεθόδους και πολλούς δρόμους για να προσελκύει στον εαυτό του τους ανθρώπους. Και από την περίπτωση του Φιλίππου διδασκόμαστε, ότι ο Κύριος μας ζητά και μας βρίσκει, πριν ακόμα πάρουμε αρκετές πληροφορίες για αυτόν.
(5)   «Λέει σε αυτόν ο Ιησούς «ακολούθησέ με», ξέροντας, ότι ποθεί μεν να ακολουθήσει και αυτός, επειδή άκουσε για αυτόν από αυτούς που τον ακολούθησαν· αλλά ντρέπεται από ευλάβεια. Διαλύει λοιπόν την ντροπή του» (Ζ). Ο Φίλιππος δεν ήταν τελείως απροειδοποίητος, αλλά πιθανώς ήταν μαθητής και αυτός του Προδρόμου «είδε και τον Πέτρο και άκουσε από τον Ιωάννη να ακολουθήσει» (Χ).
«Φαίνεται όμως ότι και η φωνή του Κυρίου προκάλεσε κάποιο κέντρισμα αγάπης στην ψυχή του. Διότι δεν λεγόταν απλώς η φωνή του Σωτήρα, αλλά στους άξιους αμέσως έκαιγε το εσωτερικό τους ώστε να τον αγαπήσουν· όπως ακριβώς και ο Κλεόπας με τον συνοδοιπόρο του λένε: Δεν καιγόταν η καρδιά μας μέσα μας;» (Θφ).
Η φράση «ακολούθησέ με» μάλλον φαίνεται να μην έχει την έννοια, με την οποία απηύθυνε αυτήν έπειτα ο Ιησούς στους μαθητές το «ακολούθησέ με» και το «ελάτε από πίσω μου» όταν τους καλούσε οριστικά στο αποστολικό αξίωμα (Ματθ. δ 18, η 22, Μάρκ. α 17, β 14), αλλά την έννοια του ακολούθησέ με στο ταξίδι. Αλλά ο Ιησούς γνώριζε τι επρόκειτο να προέλθει από το δεσμό που τώρα συναπτόταν (g).

Ιω. 1,45 ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά(1), ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καὶ Πέτρου(2).
Ιω. 1,45 Ο δε Φιλιππος κατήγετο από την Βηθσαϊδά, από την πατρίδα του Ανδρέου και του Πετρου.
(1)   Μικρή πόλη στη δυτική όχθη της Τιβεριάδας και στο βορειοανατολικό άκρο της. Η πόλη αυτή είχε χτιστεί πάλι από τον Φίλιππο τετράρχη της Ιτουραίας (Λουκ. γ 1), όπως αναφέρει ο Ιώσηπος (Ιουδ. Αρχ. ιη 2,1), και πιθανώς ο απόστολος Φίλιππος είχε ονομαστεί από το όνομα του κυβερνήτη αυτής της περιφέρειας (β).
(2)   Το σπίτι του Ανδρέα και του Πέτρου ήταν στην Καπερναούμ (Μάρκ. α 21,29), η οποία ήταν κοντά στη Βηθσαϊδά. Συμβιβάζεται η διαφωνία, εάν δεχτούμε, ότι γενέτειρα μεν των δύο αποστόλων ήταν η Βηθσαϊδά, ενώ πόλη κατοικίας, στην οποία είχαν εγκατασταθεί, η Καπερναούμ. Και οι 3 απόστολοι είχαν πατρίδα τη Βηθσαϊδά και δεν τιμήθηκαν αυτοί από τον τόπο της καταγωγής τους, αλλά η πατρίδα τους τιμήθηκε από αυτούς. Φαίνεται να ήταν οι κάτοικοί της κακοί. Δες Ματθ. ια 21. Και εκεί όμως ο Θεός είχε τους δικούς του και υπήρχε και στην πόλη αυτή υπόλειμμα ανθρώπων σύμφωνα με την εκλογή της χάρης.
«Αναφέρει όμως και το χωριό του ο Ιωάννης, για να μάθεις ότι τα ασθενή του κόσμου διάλεξε ο Θεός» (Χ) «και ότι από αυτούς που δεν παρήγαγαν κανέναν καρπό, διάλεξε τους επίλεκτους από τους μαθητές» (Θφ).

Ιω. 1,46 εὑρίσκει Φίλιππος(1) τὸν Ναθαναὴλ(2) καὶ λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψε(3) Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ(4) καὶ οἱ προφῆται(5), εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ(6) τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ(7).
Ιω. 1,46 Ευρίσκει ο Φιλιππος τον Ναθαναήλ και του λέγει• “αυτόν που έγραψε ο Μωϋσής στον Νομον και προανήγγειλαν οι προφήται εις τα προφητικά των βιβλία τον ευρήκαμεν• είναι ο Ιησούς, ο υιός του Ιωσήφ, από την Ναζαρέτ”.
(1)   Ο Φίλιππος αμέσως μόλις κλήθηκε, έσπευσε να κερδίσει και έναν άλλον (b). «Αφού τον γνώρισε εξ’ ιδίας πείρας, γίνεται αμέσως κήρυκάς του» (Ζ). Λαμπάδα που άναψε χρησιμεύει για μετάδοση της φλόγας και σε άλλη (g). Όταν μας δοθούν περιστάσεις, από τις οποίες οι ψυχές μας αποκομίζουν ωφέλειες, οφείλουμε να αναζητούμε ευκαιρίες, ώστε και άλλοι να μετάσχουν σε αυτές τις ωφέλειες.
(2)   Όνομα εβραϊκό που σημαίνει ό,τι και το ελληνικό Θεόδωρος. Από την όλη αφήγηση μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι ο Ναθαναήλ έγινε έπειτα και απόστολος. Αυτό άλλωστε φαίνεται και από το Ιω. κα 2, όπου ο Ναθαναήλ καταγράφεται στη μέση των αποστόλων, αμέσως μετά το Θωμά (b).
Παρ’ όλα αυτά σε όλους τους καταλόγους των αποστόλων που παραθέτουν οι Συνοπτικοί (Ματθ. ι 2, Μάρκ. γ 16,Λουκ. στ 14,Πράξ. α 13) δεν αναφέρεται το όνομα Ναθαναήλ. Έγινε όμως γενικά δεκτό, ότι ο Ναθαναήλ είναι ο ίδιος με τον Βαρθολομαίο τον οποίο οι Συνοπτικοί σχεδόν πάντοτε κατονομάζουν μαζί με το Φίλιππο αχώριστα. Δεδομένου μάλιστα ότι το όνομα αυτό είναι πατρωνυμικό (Βαρ-Θολμαί=υιός του Τολομαίου, ή Πτολεμαίου), και όχι προσωπικό όπως το Ναθαναήλ, τίποτα δεν εμποδίζει να δεχτούμε την υπόθεση αυτή (g).
(3)   Ο όμιλος των πρώτων μαθητών παρουσιάζεται να μελετά τις Γραφές. Όπως ο Ανδρέας είπε «Ευρήκαμεν τον Μεσσία, έτσι και ο Φίλιππος, επειδή ήξερε ότι ο Ναθαναήλ ήταν ακριβέστατος γνώστης των νομικών και προφητικών γραφών… τον παραπέμπει στο Μωϋσή και τους προφήτες, κάνοντας από εκεί αξιόπιστη τη μαρτυρία του σχετικά με το Χριστό» (Ζ).
(4) Παραλείπεται από τη συριακή μετάφραση του Σινά. Υπαινίσσεται ιδιαίτερα το Δευτ. ιη 15. Δες ε 46 (κ). Στην Πεντάτευχο όμως περιλαμβάνονται τα Γεν. μθ 10,Αρ. κδ 17 και οι υποσχέσεις προς τους πατριάρχες (Γεν. ιβ 3,κβ 18,κστ 4,κη 14)(ο).
(5)   Δες Ησ. ζ 14,θ 6,μ 10,11,νγ 1-12,Ιερεμ. κγ 5,Δαν. θ 24,Μιχ. ε 2,Ζαχ. στ 12 (ο).
(6)   Μιλά για τον Ιησού σύμφωνα με τη γνώμη που επικρατεί στους πολλούς για αυτόν.
«Αν όμως τον ονομάζει γιο του Ιωσήφ, μη θορυβηθείς· διότι τότε ακόμα θεωρούνταν γιος του Ιωσήφ» (Χ). «Ακολουθώντας ο Φίλιππος την άποψη των Ιουδαίων λέει «τον Ιησού από τη Ναζαρέτ»» (Κ).
(7)   =τον άνθρωπο από τη Ναζαρέτ, ή τον από τη Ναζαρέτ καταγόμενο. Εκείνοι, οι οποίοι γνώριζαν για τον Ιησού μόνο και μόνο που κατοικούσε, ήταν φυσικό έτσι να προσδιορίζουν αυτόν (β). Υπάρχουν και οι γραφές Ναζαρέθ, Ναζαράθ, Ναζαρά.

Ιω. 1,47 καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρὲτ(1) δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι(2); λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καὶ ἴδε(3).
Ιω. 1,47 Ο Ναθαναήλ όμως είπεν εις αυτόν• “από την Ναζαρέτ είναι δυνατόν να βγη κάτι καλόν;” Λεγει εις αυτόν ο Φιλιππος• “έλα και ιδέ μόνος σου, δια να πεισθής”.
(1)   Ή, «από την τόσο κακή και περιφρονημένη» (Ζ). «Διότι η Ναζαρέτ από παλιά δεν είχε καθόλου καλή φήμη στους Ιουδαίους, επειδή δηλαδή το χωριό κατοικούνταν από εθνικούς περισσότερο και ουδέποτε μπορούσε να βγάλει κάτι καλό» (Θμ).
Ή, πιθανότερη ερμηνεία, «έλεγε αυτό επειδή ήταν πληροφορημένος, ότι ο προσδοκώμενος δεν είναι από τη Ναζαρέτ, αλλά από τη Βηθλεέμ», «οπότε δεν έβρισκε ότι η προφητεία συμβαδίζει με το λόγο του Φιλίππου» (Ζ). «Τα λόγια δεν προέρχονταν από απιστία, αλλά από ακρίβεια και διάνοια που ήξερε καλά το νόμο» (Θφ).
Πράγματι για το ότι η Ναζαρέτ είχε κακή φήμη, δεν έχουμε από αλλού κάποια πληροφορία. Ο Ναθαναήλ λοιπόν μη ενθυμούμενος κάποια προφητεία, η οποία να εξαίρει τη Ναζαρέτ, και για πρώτη φορά ακούγοντας, ότι η Ναζαρέτ ήταν η πατρίδα του Μεσσία, καταπλήσσεται και απορεί, πώς η πόλη αυτή η γειτονική με την πατρίδα του Κανά, ανυψώνεται σε τόσο υψηλό προορισμό. Πάντως στην ερώτηση αυτή κρύβεται και κάποιος βαθμός περιφρόνησης προς τη Ναζαρέτ, ο οποίος όμως εξηγείται και από τον ανταγωνισμό των γειτονικών χωριών ή πόλεων, ο οποίος τότε θα εκδηλωνόταν ζωηρότερα (g).
Όταν ο Ναθαναήλ λέει, ότι κανένα καλό δεν ήταν δυνατόν να προέλθει από τη Ναζαρέτ, προδίδει άγνοια της δύναμης και του έργου της θείας χάρης. Η θεία χάρη δεν εμποδίζεται από τόπους και δεν δεσμεύεται από την άγνοια ή και τη δυστροπία των πολλών. Ενεργεί το ίδιο και με την ίδια δύναμη παντού και δημιουργεί έργα θαυμαστά και εκεί, όπου κανείς δεν θα περίμενε αυτά.
(2)   Η ερώτηση του Ναθαναήλ είναι συνετότερη και προσεκτικότερη παρά εάν αρνούνταν κατηγορηματικά (b). «Με επιείκεια αρνείται, όχι ότι βρέθηκε αυτός (ο Μεσσίας), αλλά το ότι είναι από τη Ναζαρέτ, και κάπως ομαλά, με ερωτηματικό τρόπο, αποκρούει αυτό» (Ζ).
(3)   Το άριστο φάρμακο εναντίον των ιδεών που προέρχονται από προκατάληψη (b).
«Τον τραβά προς τον Ιησού, ξέροντας ότι δεν πρόκειται να φύγει πλέον, αν γευτεί τα λόγια και τη διδασκαλία εκείνου» (Χ). «Θα είναι αρκετή, λέει, η θέα για να πιστέψεις, και συζητώντας μόνο μαζί του θα συμφωνήσεις πιο γρήγορα… ότι αυτός είναι όντως ο προσδοκώμενος» (Κ).
Η εντύπωση που προκαλείται από την προσωπικότητα του Ιησού, είναι η ισχυρότερη δύναμη που ελκύει προς αυτόν μαθητές. Ο χαρακτήρας του Ιησού είναι το κέντρο και η μεγαλύτερη απόδειξη και το ισχυρότερο των πιστοποιητικών για την αλήθεια του Χριστιανισμού. Όσοι λοιπόν λάβουν πείρα της χάρης και της γλυκύτητας αυτού του Σωτήρα, δένονται με αυτόν όσο με κανέναν άλλον.

Ιω. 1,48 εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ(1)· ἴδε ἀληθῶς(2) Ἰσραηλίτης(3) ἐν ᾧ δόλος(4) οὐκ ἔστι.
Ιω. 1,48 Είδεν ο Ιησούς τον Ναθαναήλ να έρχεται προς αυτόν και λέγει περί αυτού• “ιδού ένας γνήσιος Ισραηλίτης, στον οποίον δεν υπάρχει πονηρία”.
(1)   Λέει για αυτόν, όχι αμέσως προς αυτόν (b). Είπε αυτά στους μαθητές που τον περιστοίχιζαν, έτσι ώστε και αυτός άκουσε αυτά.
(2)   Ή, θα συνδέσουμε το ἀληθῶς με το ίδε=πράγματι, κύτταξε ένας Ισραηλίτης. Ή, πιο σωστά, με το Ισραηλίτης. «Επομένως υπάρχει και ψευδής Ισραηλίτης» (Χ). «Διότι οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι όμοιοι με εκείνους, ήταν ψεύτικοι στο όνομα Ισραηλίτες» (Ζ).
Για αυτό αν και ήταν ειδικοί στο νόμο και διδάσκαλοί του, παρέμειναν τυφλοί μπροστά στη δόξα του Ιησού. Ενώ οι απλοί και αγράμματοι ψαράδες της Γαλιλαίας, αληθινοί Ισραηλίτες, αμέσως σχημάτισαν την πεποίθηση, ότι ο Ιησούς ήταν εκείνος, για τον οποίο είχαν γράψει ο Μωϋσής και οι προφήτες.
(3)   Η φράση ἀληθῶς Ισραηλίτης έχει την ίδια έννοια με το αληθινός Ισραηλίτης· άξιος να βλέπει τους αγγέλους να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν, όπως άλλοτε ο Ιακώβ (b). Ισραηλίτης όχι μόνο από καταγωγή, αλλά και λόγω της ειλικρίνειάς του. Η ονομασία Ισραηλίτης χρησιμοποιείται εδώ ως τίτλος τιμής όπως στα Ρωμ. ια 1 και Β Κορ. ια 22. Ο Ιωάννης κάνει διάκριση ανάμεσα στην αληθινή κοινότητα του Ισραήλ, που ενσωματώθηκε στην εκκλησία και στους Ιουδαίους ως μερίδας που αντιτίθεται στην εκκλησία. Στο Αποκ. β 9 έχουμε ακριβές παράδειγμα αυτής της διάκρισης (μ).
(4)   Δόλος από το δέλω, δελεάζω, λέγεται κυρίως το δέλεαρ, με το οποίο συλλαμβάνουν τα ψάρια και γενικά κάθε παγίδα, με την οποία ζητά κάποιος να εξαπατήσει τον άλλο, και εδώ λέγεται για τη διάθεση για εξαπάτηση του πλησίον (δ).
«Δόλο λέει την επικάλυψη της αλήθειας, την πονηρία» (Ζ). «Όταν κάποιος αποκρύπτει κάτι στην καρδιά του και λέει άλλο, αυτό είναι δόλος και έχει αυτός δύο καρδιές» (Αυ).
Ισραηλίτης ευθύς, ειλικρινής, που ποθεί την αλήθεια και δεν συγκαλύπτει και παραποιεί αυτήν. Ειλικρινής και χωρίς δόλο απέναντι στους ανθρώπους, άνθρωπος χωρίς υστεροβουλία και ιδιοτέλεια, στον οποίο καθένας μπορεί να βασιστεί και να δώσει κάθε εμπιστοσύνη. Ειλικρινής και απέναντι στο Θεό, ειλικρινής στη μετάνοιά του για κάθε αμαρτία του, ειλικρινής στις υποσχέσεις και υποχρεώσεις, τις οποίες ανέλαβε και έχει απέναντι στο Θεό. Δεν λέει χωρίς αμαρτία και ενοχή, αλλά μόνο χωρίς δόλο. Από αδυναμία, λησμοσύνη και επειδή παρασύρθηκε μπορεί να γλιστρά. Αλλά αμέσως μετανοεί ειλικρινά και με ευθύτητα διάθεσης επιστρέφει στο Θεό.

Ιω. 1,49 λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς(1) καὶ εἶπεν αὐτῷ· πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι(2), ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε(3).
Ιω. 1,49 Λεγει εις αυτόν ο Ναθαναήλ• “από που με γνωρίζεις;” Απήντησεν ο Ιησούς και του είπε• “προτού σε φωνάξη ο Φιλιππος, όταν ήσουνα κάτω από την συκήν, μακρυά από κάθε ανθρώπινον μάτι, εγώ σε είδα”.
(1)   Ο Ιησούς δεν απαντά στο ερώτημα που τέθηκε, αλλά δείχνει, ότι γνωρίζει πολύ περισσότερα για το Ναθαναήλ (b).
(2)   Το ρήμα φωνέω χρησιμοποιείται στον Ιωάννη με την έννοια του φωνάζω κάποιον με το δικό του όνομα ή τον συνηθισμένο του τίτλο (δες ι 3,ια 28,ιβ 17,ιγ 13,η 33)(β).
Η φράση «πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι» μπορει να συνδεθεί ή με το ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν που ακολουθεί αμέσως= «Πριν ο Φίλιππος έλθει σε εσένα, σε είδα» (Χ). (Σύμφωνα με τη σύνδεση αυτή ο Φίλιππος συνάντησε το Ναθαναήλ ενώ ήταν κάτω από τη συκιά. Και ο Ιησούς καθορίζει «τον τόπο, στον οποίο ήταν ο Ναθαναήλ όταν τον φώναξε ο Φίλιππος» Χ).
Ή, πιο σωστά, συνδέεται με το «σε είδα»= Προτού να σε φωνάξει ο Φίλιππος σε είδα, όταν ήσουν ακόμη κάτω από τη συκιά. Σύμφωνα με τη σύνδεση αυτή, η συνάντηση Φιλίππου και Ναθαναήλ δεν έγινε κάτω από τη συκιά. Ο χρόνος που πέρασε ο Ναθαναήλ κάτω από τη συκιά ήταν γεγονός προηγούμενο από τη συνάντησή του με το Φίλιππο (g). Και ο Ιησούς «απαντά σε αυτόν ως Θεός· διότι λέει ότι είδε, αυτό που κανείς δεν είδε. Διότι πριν συναντηθεί αυτός με το Φίλιππο, ήταν κάτω από τη συκιά χωρίς κανείς να είναι παρών ή να τον βλέπει» (Ζ).
(3)   Με το θείο μάτι. Ο Ναθαναήλ θυμήθηκε τις σκέψεις, τις οποίες είχε εκείνη την ώρα, πράγματι άξιες ενός Ισραηλίτη και απαλλαγμένες από δόλο (b). Η εξαιρετική εντύπωση, που προκλήθηκε από τα λόγια αυτά στο Ναθαναήλ, φανερώνει, ότι η απάντηση αυτή του Ιησού έδωσε στο Ναθαναήλ «τεκμήριο αναμφισβήτητο της πρόγνωσης» (Χ) και της υπερφυσικής γνώσης, χάρις στην οποία ο Ιησούς ήταν σε θέση «να βλέπει τα αόρατα στους ανθρώπους» (Ζ).
Ο Ναθαναήλ όταν ήταν κάτω από τη συκιά, δεν βρισκόταν μόνο εκεί κάτω από περιστάσεις, οι οποίες τον έκαναν αθέατο σε κάθε ανθρώπινο μάτι, αλλά και σκέψεις ευσεβείς, σοβαρές, ευλαβικές, επίκλησης και εξομολόγησης προς το Θεό γέμιζαν κατά τις στιγμές εκείνες την καρδιά του. Ίσως ο Ναθαναήλ είχε αποχωρήσει κάτω από τη συκιά για να προσευχηθεί (g). Οπότε με την απάντηση αυτή ο Ναθαναήλ πληροφορούνταν, ότι ο Ιησούς «γνώριζε και όσα είχε στο νου του» (Χ). Ο Χριστός γνωρίζει εμάς πολύ πριν εμείς γνωρίσουμε αυτόν. Και όταν ακόμα έχουμε αποχωρήσει σε τόπο απομονωμένο, όπου κανένα μάτι ανθρώπινο δεν μας βλέπει, το μάτι του Κυρίου μας παρακολουθεί.

Ιω. 1,50 ἀπεκρίθη Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ῥαββί(1), σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ(2), σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ(3).
Ιω. 1,50 Απεκρίθη τότε ο Ναθαναήλ και του είπε• “Διδάσκαλε, συ είσαι ο Υιός του Θεού, συ είσαι ο Βασιλεύς του Ισραήλ, τον οποίον, σύμφωνα με τις προφητείες, επεριμέναμεν”.
(1)   Τώρα ο Ναθαναήλ ομολογεί περισσότερα από όσα είχε ακούσει από τον Φίλιππο (b).
(2)   Ή, το Υιός του Θεού έχει ως προσδιορισμό το ακόλουθο «ο βασιλιάς του Ισραήλ» και η έννοιά του καθορίζεται από αυτόν τον προσδιορισμό, οπότε «τα μεν λόγια τα ίδια είπε και ο Πέτρος [στο Ματθ. ιστ 16,17] και ο Ναθαναήλ, αλλά όχι με το ίδιο νόημα ο καθένας από τους δύο, αλλά ο μεν Πέτρος τον ομολόγησε υιό του Θεού, ως Θεό αληθινό, ενώ ο Ναθαναήλ ως άνθρωπο απλό» (Χ).
«Ο Πέτρος μεν ομολόγησε αυτόν ότι είναι υιός του Θεού από τη φύση του, ενώ ο Ναθαναήλ τον ομολόγησε υιό του Θεού από υιοθεσία» (Ζ).
«Αυτά δηλαδή προσδοκούσαν για το Χριστό, ότι δηλαδή αυτός έχει πιο κοντινή από όλους σχέση με το Θεό, ότι είναι βασιλιάς του Ισραήλ, παρόλο που αυτά μέχρι τότε τα προσδοκούσαν με τρόπο πιο αμυδρό και σωματικό· διότι δεν ήταν δυνατόν να γνωρίζουν τότε οι Ιουδαίοι ούτε με ποιο τρόπο ήταν Υιός του Θεού, αλλά ούτε και με ποιο τρόπο ήταν βασιλιάς· αλλά ούτε και ο Ναθαναήλ μπορούσε αμέσως να καταλάβει εκείνο, το οποίο θα βρούμε ότι και οι απόστολοι ύστερα από πολύ χρόνο κατάλαβαν» (Θμ).
Όχι λιγότερο η προσωπική πείρα η προσωπική πείρα της γνώσης του Ιησού και η πίστη που αναγνωρίζει ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού και έχει βασιλική εξουσία αποτελούν το θεμέλιο και το έδαφος, πάνω στο οποίο εύκολα μπορεί να αποκτηθεί και περαιτέρω γνώση, η οποία οδηγεί στην πλήρη αλήθεια (χ).
Ή, το βασιλιάς του Ισραήλ δεν είναι προσδιορισμός του «υιός του Θεού», αλλά εκφράζει ξεχωριστή έννοια, όπως φαίνεται και από την επανάληψη του «Εσύ είσαι». Ο Ναθαναήλ αναφέρεται στην απόδειξη της υπερφυσικής γνώσης, η οποία δόθηκε σε αυτόν από τον Ιησού και με τη φράση «ο υιός του Θεού» ομολογεί πίστη στη θεία προσωπικότητα του Ιησού, δεν πρόκειται όμως η πίστη του αυτή στο μέλλον να περιλάβει κάτι περισσότερο από εκείνο, το οποίο ήδη κατέχει, αλλά μάλλον πρόκειται να διασαφηνιστεί. Συμβαίνει τώρα και με το Ναθαναήλ ό,τι και με τον χρυσοθήρα, ο οποίος βάζει το χέρι σε ένα τεμάχιο χρυσού· όταν το τεμάχιο αυτό αυτούσιο κοπεί σε νόμισμα, κατέχει πλέον αυτός καλύτερο αλλά όχι και περισσότερο σε ποσότητα (g). Και οι δύο ερμηνείες σοβαρές.
(3)   Άρα και δικός μου βασιλιάς, αφού με γνωρίζεις ότι είμαι γνήσιος Ισραηλίτης (b). Εάν ο τίτλος Υιός του Θεού καθορίζει τη σχέση του Ιησού με το Θεό, ο τίτλος βασιλιάς του Ισραήλ καθορίζει τη σχέση του με τον εκλεκτό λαό του Θεού. Με αυτόν λοιπόν απαντά ο Ναθαναήλ στον τίτλο αληθινός Ισραηλίτης, με τον οποίο ο Κύριος τον προσφώνησε. Ο πιστός υπήκοος αναγνωρίζει τον βασιλιά του και τον χαιρετά (g).

Ιω. 1,51 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν(1) σε ὑποκάτω τῆς συκῆς(2), πιστεύεις(3); μείζω τούτων ὄψει(4).
Ιω. 1,51 Του απήντησεν δε ο Ιησούς• “Διότι σου είπα ότι σε είδα κάτω από την συκήν, πιστεύεις; Θα ίδης ακόμη μεγαλύτερα από αυτά”.
(1)   Υπάρχει και η γραφή: «ὅτι εἶπόν σοι, ὅτι εἶδόν», στην οποία το δεύτερο «ότι» είναι ειδικό.
(2)   Η φράση έχει μεγαλύτερη έμφαση από τη φράση στο σ. 48 ὑπὸ τὴν συκῆν. Μπορεί το υποκάτω να σημαίνει και την πλήρη απόκρυψη από τη συκιά. Παρ’ όλα αυτά είναι συνήθεια του Ιωάννη, όταν πρόκειται να επαναλάβει σύντομα την ίδια φράση, να μεταβάλλει αυτήν ελαφρώς κατά την επανάληψη. Έτσι και εδώ, αφού είπε πρώτα «ὑπὸ τὴν συκῆν» μεταβάλλει αυτό τώρα σε «ὑποκάτω τῆς συκῆς» (β).
(3)   Άλλοι διαβάζουν χωρίς ερωτηματικό στο τέλος, πράγμα το οποίο ταιριάζει και στην πρόταση που ακολουθεί, η οποία είναι χωρίς το οὖν (=λοιπόν) ή κάποιον άλλο παρόμοιο σύνδεσμο (b). Πάντως το ερωτηματικό εκφράζει το θαυμασμό του Κυρίου για την πρόθυμη πίστη του Ναθαναήλ (b).
(4)   Πιθανώς το «θα δεις» λέγεται με κάποιο υπαινιγμό και σχέση με την ονομασία «αληθινός Ισραηλίτης», με την οποία προσφώνησε ο Κύριος τον Ναθαναήλ. Ο Ιακώβ, στον οποίο δόθηκε το όνομα Ισραήλ, ήτα άνθρωπος που έβλεπε, ο οποίος είδε οπτασίες. Και ο Ναθαναήλ ως αληθινός Ισραηλίτης θα είναι άνθρωπος θείων οπτασιών. Και εκείνα, των οποίων θα γίνει θεατής, θα είναι μεγαλύτερα από εκείνα, τα οποία οδήγησαν αυτόν στο να ομολογήσει τον Ιησού βασιλιά του Ισραήλ (β).
Ο πατριάρχης Ιακώβ είχε δει σκάλα που οδηγούσε στον ουρανό και τους αγγέλους του Θεού να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν σε αυτήν. Μετέφεραν τις προσευχές και ικεσίες των ανθρώπων προς τον Κύριο, ο οποίος βρισκόταν πάνω από τη σκάλα. Ο Θεός ήταν μακριά από τους ανθρώπους και άγγελοι ήταν οι μεσάζοντες μεταξύ αυτού και των ανθρώπων. Τώρα όμως οι πιστοί έρχονται σε άμεση επαφή με τον ίδιο το Μεσσία, στον οποίο συναντιούνται οι ανθρώπινες ανάγκες και οι θείες ευλογίες (τ).
Το «θα δεις μεγαλύτερα από αυτά» πραγματοποιήθηκε αμέσως στο επόμενο κεφάλαιο, όπου ακολουθεί θαύμα δημιουργικής δύναμης, η μεταβολή του νερού σε κρασί και το οποίο ο λαός θα θεωρούσε μεγαλύτερο από το θαύμα αυτό της υπερφυσικής γνώσης, το οποίο αφηγείται ο ευαγγελιστής εδώ (μ). Μεγαλύτερα. Σε αυτόν που έχει και χρησιμοποιεί καλά ό,τι έχει, θα δοθούν περισσότερα. Εκείνοι οι οποίοι αληθινά πιστεύουν στο ευαγγέλιο, θα βρίσκουν ολοένα να πληθαίνουν οι αποδείξεις, οι οποίες θα τους στερεώνουν στην πίστη.

Ιω. 1,52 καὶ λέγει αὐτῷ(1)· ἀμὴν ἀμὴν(2) λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι(3) ὄψεσθε(4) τὸν οὐρανὸν(5) ἀνεῳγότα(6), καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ(7) ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας(8) ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου(9).
Ιω. 1,52 Και εν συνεχεία λέγει προς αυτόν, ώστε να ακούσουν και οι άλλοι μαθηταί• “σας διαβεβαιώνω, ότι από τώρα θα ίδετε ανοικτόν τον ουρανόν και τους αγγέλους του Θεού ν' ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν, να συνοδεύουν και να υπηρετούν τον υιόν του ανθρώπου (ο οποίος ως Θεός είναι κύριος και των αγγέλων)”.
(1)   Παρά τον ενικό «σε αυτόν», ακολουθεί «λέω σε εσάς» και «θα δείτε». Το οποίο υπονοεί ότι ο Ιησούς απευθύνει τα ακόλουθα λόγια και στους άλλους τους συμπαρόντες με τον Ναθαναήλ.
(2)   Ως επίθετο σημαίνει τον βέβαιο, τον πιστό, τον αληθινό (Ησ. ξε 16 δες Αποκ. γ 14) ενώ ως επίρρημα το αληθινά και βεβαίως (Ιερεμ. λε(κη) 6) και ως επιφώνημα το γένοιτο (=μακάρι να γίνει) (Αρ. ε 22)(δ). Ο τύπος αυτός, στον οποίο το αμην επαναλαμβάνεται δύο φορές, είναι χαρακτηριστικός του Ιωάννη και συναντιέται σε αυτόν 25 φορές. Αντί για αυτό οι Συνοπτικοί χρησιμοποιούν ή το απλό «σου λέω» και «σας λέω» (Ματθ. ε 44,ιστ 18,κα 43,κγ 39 κλπ. Μαρκ. β 11,ια 24,Λουκ. ε 24,στ 27,ζ 28,ι 12,24,ια 8,9 κλπ) ή το αμην λέγω υμιν (χωρίς να επαναλαμβάνεται το Αμήν δύο φορές), το οποίο συναντιέται 30 φορές στο Ματθαίο, 13 στο Μάρκο και 6 στο Λουκά.
Ο τρόπος αυτός της έκφρασης, στον οποίο το Αμήν χρησιμοποιείται ως εισαγωγή σε διακήρυξη που ακολουθεί, στην οποία δίνει ειδική έμφαση, δεν συναντιέται πουθενά αλλού ούτε στην Π.Δ., ούτε στους ραββίνους. Ανήκει αποκλειστικά στη διάλεκτο του Κυρίου, αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της γλώσσας του, και εξηγείται πλήρως από το ότι ο Κύριος δεν δίδασκε όπως οι άλλοι στηρίζοντας το κύρος των λόγων του σε άλλους διδασκάλους, αλλά δίδασκε με κάθε αυθεντία ως μόνος που κατέχει την αλήθεια και αποκαλύπτει αυτήν. Από αυτά λοιπόν εξηγείται καλύτερα, γιατί στην Αποκάλυψη ονομάζεται ο Αμήν (Αποκ. γ 14). Το Αμήν έχει επιρρηματική έννοια. Προφανώς λοιπόν η επανάληψή του αποβλέπει στο να εξουδετερώσει δισταγμό που θα προκληθεί τυχόν στους ακροατές για τα λεγόμενα, λόγω του έκτακτου της υπόσχεσης ή αλήθειας, στην οποία αυτά αναφέρονται (β).
(3)   Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν αυτό. Ή, ο Ιησούς θέλει να σημάνει, ότι ο ουρανός, ο οποίος άνοιξε ήδη κατά τη βάπτισή του, δεν έκλεισε, αλλά η επικοινωνία που εγκαθιδρύθηκε μεταξύ ουρανού και γης εξακολουθεί (g). Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία «από τώρα θα δείτε αφού πρώτα πιστέψετε γνήσια» (Ζ).
(4)   Πάντοτε ο μέλλοντας «θα δω» στον Ιωάννη χρησιμοποιείται για δήλωση της οπτασίας των ουράνιων ή πνευματικών πραγματικοτήτων, σε αντίθεση με την όραση με τα σωματικά μάτια (γ 26,ια 40,ιστ 16, Α΄Ιω. γ 2)(β).
(5)   «Ο Ιακώβ είδε σε όνειρο σκάλα και πάνω στη σκάλα είδε αγγέλους να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν» (Αυ). Σαφέστατος υπαινιγμός στο γεγονός στο Γένεση κη 12-13. Και εκεί το ανέβασμα και κατέβασμα στη σκάλα, συμβόλιζε τη θεία προστασία και τις επεμβάσεις του Θεού υπέρ του Ιακώβ.
Εδώ ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία, λέγεται με στενότερη έννοια και κατά γράμμα: «σαν σε γνήσιο υιό του Θεού ανέβαιναν και κατέβαιναν οι άγγελοι του Θεού σε αυτόν, υπηρετώντας τον» (Ζ), «αφ’ ενός μεν στον καιρό της ανάστασης και της ανάληψης, αλλά και πριν από αυτό, όταν ήλθαν και τον υπηρετούσαν, όταν ευαγγελίζονταν τη γέννησή του… όταν ήλθαν στη Μαριάμ, όταν προς τον Ιωσήφ» (Χ).
Ή, με ευρύτερη έννοια=Οι μαθητές πρόκειται να παραστούν μάρτυρες αυτόπτες της έκτακτης πραγματοποίησης της αλήθειας, την οποία παρίστανε το αρχαίο εκείνο σύμβολο του οράματος του Ιακώβ. Στα καταπληκτικά και πολυάριθμα θαύματα του Ιησού θα διαπίστωναν τη στενή σχέση και επικοινωνία μεταξύ του υιού του ανθρώπου και των ουρανών, η οποία θα ήταν κάπως έτσι, σαν άγγελοι Θεού να ανέβαιναν και κατέβαιναν διαρκώς διατηρώντας συνεχή και αδιάκοπη την επικοινωνία μεταξύ του Ιησού και του Πατέρα του στους ουρανούς. Οι ενέργειες αυτές αποτελώντας φαινόμενα που υπερβαίνουν τη σφαίρα της φύσης, παρουσίαζαν την υπερφυσική δύναμη του Θεού να επεμβαίνει συνεχώς στο φυσικό κόσμο (ο).
Αξιόλογη και η ερμηνεία: «στον Υιό του ανθρώπου, δηλαδή υπηρετώντας και διακονώντας τα διατάγματά του, για τη σωτηρία αυτών που πρόκειται να πιστέψουν. Τότε μάλιστα, λέει, θα αναδειχτεί ότι είναι Υιός του Θεού από τη φύση του» (Κ). Αναφέρουν αυτό κάποιοι από τους ερμηνευτές στο αρχιερατικό και μεσιτευτικό έργο του Κυρίου στους ουρανούς. Μέσω του Χριστού ως μεσίτη θα ανοιχτούν οι ουρανοί, για να γίνει δυνατή με το αίμα του η είσοδός μας στα άγια (Εβρ. ι 19,20). Μέσω του Χριστού έχουμε επικοινωνία με τους αγγέλους και υπηρετούμαστε από αυτούς για τη σωτηρία, διότι ήδη ειρήνευσαν τα ουράνια με τους ανθρώπους πάνω στη γη.
(6)   Ο παρακείμενος δηλώνει τη διάρκεια του αποτελέσματος, την παράταση του ουρανού που άνοιξε μία φορά (κ). Ο Κύριος είχε ήδη κατέβει από τον ουρανό (b), και άνοιξε αυτόν.
(7)   Βιαστικά θα ανακάλυπτε κάποιος πλήρη ανταπόκριση ανάμεσα σε όσα εξιστορούνται για το όραμα του Ιακώβ στη Βαιθήλ στη Γένεση και στην υπόσχεση που δίνεται εδώ στον Ναθαναήλ (β). Μπορούμε να αποδεχτούμε, ότι οι δύο υπαινιγμοί, ο ένας αναφερόμενος στο όνομα του Ισραήλ (σ. 48) και ο άλλος στο όραμα του Ιακώβ, προκλήθηκαν πιθανότατα και από τη θέα των τοποθεσιών, ανάμεσα στις οποίες κατά την ώρα εκείνη βάδιζε ο Ιησούς. Πορευόταν από την Ιουδαία προς τη Γαλιλαία, είτε μέσω της κοιλάδας του Ιορδάνου, είτε μέσω ενός από τα δύο οροπέδια, τα οποία περικυκλώνουν την κοιλάδα αυτή προς ανατολικά και προς δυτικά. Στο δυτικό οροπέδιο βρισκόταν η Βαιθήλ, όπου ο Ιακώβ είδε το όραμά του· στο ανατολικό οροπέδιο βρίσκονταν οι θέσεις (τοποθεσίες) που ονομάστηκαν από τον Ιακώβ: Παρεμβολές και Είδος (=μορφή) Θεού (Γεν. λβ 1,2 και εξής), οι οποίες επίσης υπενθύμιζαν τις παρουσίες αγγέλων (g).
(8)   «Είπε πρώτα «να ανεβαίνουν», δηλώνοντας αυτούς που μέχρι την ώρα εκείνη ήταν παρόντες μαζί του και τον υπηρετούσαν» (Ζ). Παρουσιάζονται οι άγγελοι σαν παράταξη στρατού που κυκλώνει τώρα τον Ιησού ως αρχηγό. Δεν πρόκειται να κατεβούν, αλλά υπάρχουν ήδη στη γη (g).
(9)   Ουδέποτε ο τίτλος αυτός αποδόθηκε στον Ιησού από άλλους, αλλά αυτός μόνος οικειοποιείται αυτόν σε 80 περίπου χωρία των Ευαγγελίων. Στο παρόν χωρίο τιτλοφορεί τον εαυτό του έτσι ο Κύριος όχι ασχέτως με τους τίτλους που του απέδωσε ο Ναθαναήλ και τονίζει με τον τρίτο αυτόν τίτλο τη σχέση του εαυτού του με την όλη ανθρωπότητα.=Ήταν υιός του Θεού, αλλά συγχρόνως ήταν και τέλειος άνθρωπος που ήλθε, για να σώσει τον κόσμο ολόκληρο (g).
Ονομάζει τον εαυτό του υιό του ανθρώπου φανερώνοντας την ταπεινοφροσύνη του μέσα στις τιμές οι οποίες αποδίδονταν σε αυτόν, αλλά και διακηρύσσοντας την αληθινή ενανθρώπησή του και το ότι πήρε πραγματικά την ανθρώπινη φύση, πράγμα στο οποίο οφείλουμε όλοι να πιστεύουμε. Για την έννοια του τίτλου δες υπόμνημα στον Ματθαίο στο κεφ. η 20.

(Π.Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα ερμηνευτικο στο κατά Ιωάννην, Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
(Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 73-86 εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα. )

ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας, Θφ = Θεοφύλακτος
Αμ = Αμμώνιος, Ι = Ισιδωρος πρεσβύτερος
Αυ = Αυγουστίνος, Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Β = Βασίλειος ο Μέγας, Κλ = Κλήμης Αλεξανδρεύς
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Σβ = Σευήρος Αντιοχείας
Γν = Γρηγοριος Νύσσης, Σχ. = Σχολιαστής ανώνυμος
Ε = Ευσέβιος Καισαρειας, Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Ζ = Ζιγαβηνός, Ω = Ωριγένης
Θη = Θεόδωρος Ηρακλείας
Θμ = Θεόδωρος Μοψουεστίας
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
b = Bengel κ = Κομνηνός Π.,
β = Bernard. J.H, Edinburg 1928 χ = Hoskyns Edwyn Gl. London 1947
C = Cremer μ. = Macgregor G.H. London 1928
DB = Dict. Of the Bible,Hastings τ = Temple William, London 1945
F = Fillion L. Cl. Paris 1928 σ. = στίχος
G = Crimm
g = Godet F. 1885
o = Owen John, New York 1861
δ = Δαμαλάς Ν, Αθήναι 1940