ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ!

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ!  ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…

¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBANGR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).

Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης

πατήρ Δημήτριος_

Γράφει στο ημερολόγιό του, ο στάρετς Νίκων:

Χθες (15 Νοεμβρίου 1908), βρισκόμουνα στο κελλί του γέροντα και τακτοποιούσα την αλληλογραφία του.

Ο π. Βαρσανούφιος διάβαζε την επιστολή μιας νεαρής κοπέλας, για την οποία μου είπε: - Η κοπέλα αυτή, ξέρει πολύ καλή κλασσική μουσική.
Την ρωτάω:

- Ποιανού μουσικού σου αρέσει καλλίτερα η μουσική;

- Του Μπετόβεν και του Χάιντν, μου λέει εκείνη.

- Μα υπάρχει και καλλίτερη, της είπα.

- Ποιανού; του Μότσαρτ;

- Ακόμη καλλίτερη.

- Του Μπάχ μήπως;

- Όχι! Όχι!

- Ποιανού τότε;
Και τι είδους μουσική είναι αυτή, που λες ότι είναι καλλίτερη;

- Της ψυχής, της λέω.

- Της ψυχής;
Και υπάρχει τέτοια μουσική;

- Και βέβαια υπάρχει.

- Πρώτη φορά το ακούω.
Και τι είναι αυτή η μουσική;

- Η ψυχική γαλήνη. Γι' αυτήν μιλάει το άγιο Ευαγγέλιο: «Άρατε τον ζυγόν μου εφ΄ υμάς και μάθετε απ' εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών» (Ματθ. 11,29). Σπούδασες μαθηματικά. Ξέρεις τι είναι το σημείον «ίσον» (=); Έ, λοιπόν να! Η ανάπαυση της ψυχής «ισούται» με μια μακαριότητα• μια μουσική• μια αρμονία όλων των δυνάμεων της ψυχής... Αυτή είναι η καλλίτερη μουσική!


(Από το βιβλίο-έκδοσή μας: Στάρετς Νίκωνος, Ρήματα Ζωής, Πρέβεζα 2006, σελ. 60-61)

(Απάντηση στους κατηγόρους της Παλαιάς Διαθήκης)

Στο Γένεσις ιθ 4-11 οι κάτοικοι των Σοδόμων ζητούν από τον Λωτ να βγάλει έξω από το σπίτι του τους δύο ξένους (αγγέλους) που φιλοξενούσε για να ασελγήσουν σε αυτούς. Ο Λωτ τότε προτείνει να τους δώσει τις δύο παρθένες θυγατέρες του για να ασελγήσουν σε αυτές και όχι στους ξένους.
Από αυτήν την ενέργεια του Λωτ οι κατήγοροι της Παλαιάς Διαθήκης, άθεοι, νεοπαγανιστές κλπ ή και ακατατόπιστοι Χριστιανοί βρίσκουν αφορμή να επιτεθούν και πάλι στην Αγία Γραφή. Ας δούμε όμως τι μπορούμε να απαντήσουμε για αυτό το περιστατικό που όντως αρχικά μοιάζει «σκανδαλιστικό(;)» και «απαράδεκτο(;)».

1) Πρώτον, είναι απαράδεκτο να διαβάζουμε απλώς την Αγία Γραφή και ιδιαίτερα την Π.Δ. και να μην μπαίνουμε καν στον κόπο να την ερμηνεύσουμε και μάλιστα σωστά, χρησιμοποιώντας έγκυρες ερμηνείες έγκριτων και απροκατάληπτων ερμηνευτών που είναι ειδικοί επί του θέματος. Η ερμηνεία ενός κειμένου είναι απαραίτητη για την κατανόησή του ώστε να μη βγουν βεβιασμένα συμπεράσματα.

2) Δεύτερον, σε ένα κείμενο η ερμηνεία δεν πρέπει να είναι βιαστική, πρόχειρη και επιπόλαιη, αλλά προσεχτική και σοβαρή. Να μην είναι αποσπασματική και επιλεκτική κάποιων φράσεων μόνο αλλά συνολική και όλης της περικοπής, αλλιώς «σκοτώνουμε» στην κυριολεξία το κείμενο.

3) Τρίτον, η ερμηνεία ενός κειμένου δεν πρέπει να γίνεται με ιδεολογική, φιλοσοφική, θρησκευτική κλπ προκατάληψη εναντίον του κειμένου, αλλά να είναι δίκαιη, αντικειμενική, αμερόληπτη. Άρα, η ειρωνεία και ο χλευασμός ενός κειμένου χωρίς προσεχτική εξέταση και σωστή κριτική μόνο φανατισμό, εμπάθεια και επιπολαιότητα δείχνει και όχι καλοπροαίρετη κριτική.

4) Τέταρτον, η ερμηνεία δεν πρέπει να γίνεται με συναισθηματικά ή ψυχολογικά κριτήρια, δηλαδή πόσο μας εξοργίζει, σοκάρει, ξαφνιάζει κλπ ένα κείμενο, αλλά μια σωστή ερμηνεία πρέπει να είναι ψύχραιμη και συναισθηματικά αποστασιοποιημένη.

5) Πέμπτον, η Αγία Γραφή, οπότε και η Παλαιά Διαθήκη είναι συν τοις άλλοις και ιστορικό βιβλίο, δηλαδή περιγράφει και ιστορικά γεγονότα. Οι ιεροί συγγραφείς καταγράφουν τα γεγονότα χωρίς να εκφέρουν ηθικές κρίσεις, θετικές ή αρνητικές. Απλώς καταγράφουν αυτό που έγινε ή αυτό που ειπώθηκε. Δεν απορρίπτουμε τη μαρτυρία τους διότι δεν μας αρέσει αυτό που λένε ή περιγράφουν. Διαφορετικά θα πρέπει να απορρίψουμε ή να καταδικάσουμε όλα τα κείμενα της Αγίας Γραφής αλλά και όλα τα κείμενα της αρχαίας και σύγχρονης γραμματείας που περιγράφουν και εξιστορούν εγκλήματα, ανηθικότητες, ψευτιές, απάτες, ανθρώπινα πάθη κλπ. Το ότι ένα ιστορικό κείμενο περιγράφει ηθικά καταδικαστέες πράξεις δεν σημαίνει και ότι συμφωνεί με αυτές ή τις επιδοκιμάζει.

6) Έκτον, εξ’ αιτίας αυτού το Γένεσις ιθ 4-11 δεν λέει ότι ο Λωτ έκανε κάτι καλό. Δεν λέει ότι σωστά ενήργησε. Απλώς περιγράφει το γεγονός. Απουσιάζει κάθε κρίση του συγγραφέα αλλά και η γνώμη του Θεού! Δεν λέει ότι ο Θεός συμφώνησε με τη σκέψη του. Το ανάποδο έγινε όπως θα δούμε

7) Έβδομον, κατά συνέπειαν δεν επαινεί και δεν προβάλλει προς μίμηση την πράξη, ή πιο σωστά την σκέψη του Λωτ, διότι ουδέποτε έγινε πράξη η σκέψη του. Δεν μας προτρέπει να την μιμηθούμε όπως κάνει η Γραφή σε άλλα σημεία. Θα μπορούσε κάποιος να κατηγορήσει την Π.Δ. αν επαινούσε ή αν πρόβαλλε ως παράδειγμα προς μίμηση κάτι κακό. Εδώ απλώς περιγράφει το γεγονός.

8) Όγδοον, η Αγία Γραφή δεν κρύβει τα λάθη, τα αμαρτήματα, τα ελαττώματα και τα πάθη των πρωταγωνιστών της ακόμη και των αγίων και αυτό αποδεικνύει πόσο αξιόπιστη και αντικειμενική είναι. Δεν εξιδανικεύει τα πρόσωπα όπως κάνουν άλλα κείμενα ιστορικά και μη που μεροληπτούν ξεκάθαρα για πρόσωπα και καταστάσεις. Το ότι λοιπόν ο ιερός συγγραφέας δεν αποσιωπά αυτήν την όντως «προβληματική» σκέψη του Λωτ που ήξερε καλά ότι θα προκαλέσει πιθανό «σκανδαλισμό» αλλά παρόλ’ αυτά δεν την αποκρύπτει, δείχνει ότι είναι δίκαιος, απροκατάληπτος και αντικειμενικός ιστορικός! Δεν τον ενδιαφέρει ο σκανδαλισμός μας, αλλά η αλήθεια!

9) Ένατον, προς «υπεράσπιση» του Λωτ μπορούμε να πούμε ότι ενήργησε όντως εν βρασμώ ψυχής και με όχι καθαρό νου. Τα γεγονότα ήταν τόσο γρήγορα, ακραία και πρωτοφανή και έπρεπε να πάρει αποφάσεις τόσο δύσκολες σε ελάχιστα δευτερόλεπτα κάτω από τέτοιες συνθήκες. Όσοι κρίνουν αυστηρά αυτήν την πράξη του, κρίνουν εκ των υστέρων και εκ του ασφαλούς και με άνεση χωρίς να μπαίνουν στη θέση του. Διαβάζοντας κανείς όλη την περικοπή νιώθει αμέσως συμπάθεια για την δεινή θέση στην οποία βρέθηκε ο Λωτ και κατανοεί εύκολα πόσο δύσκολο ήταν να πάρει σωστές αποφάσεις. Χρειάζεται λοιπόν εδώ και σωστή «ψυχολογική ερμηνεία». Χωρίς αυτήν αδικείται ο Λωτ ως προσωπικότητα. Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί σοβαρά ότι ο Λωτ δεν αγαπούσε τις κόρες του ή ότι θα ήθελε να τις ατιμάσει; Ελαφρά τη καρδία ενήργησε όπως ενήργησε; Προφανώς όχι.

10) Δέκατον, προς «υπεράσπιση» πάλι του Λωτ, μπορούμε να πούμε ότι ίσως προτίμησε μία «λύση ανάγκης». Κατά τον Π.Ν. Τρεμπέλα και άλλους ερμηνευτές ίσως σκέφτηκε ότι «προκειμένου να γίνει μία αισχρότης βδελυρή και παρά φύσιν, ας γίνει μία αμαρτία, ακάθαρτη βέβαια και αισχρή, όχι όμως και τόσο πολύ αφύσικη»(1)(σελ. 34). Από δύο κακά δηλαδή προτίμησε το μικρότερο. Προτίμησε την φυσική σεξουαλική πράξη από την ομοφυλοφιλική. Αλλά ενώ ο ιερός Χρυσόστομος επαινεί γενικώς τον Λωτ, ο ιερός Αυγουστίνος αμφιβάλλει για την ορθότητα της θυσίας αυτής του Λωτ. «Εκ δύο κακών το μη χείρον βέλτιστον (αυτό εφάρμοζε εν προκειμένω ο Λωτ), αλλά μεταξύ δύο αμαρτιών δεν πρέπει να εκλέγουμε καμμία!...(2)(σελ. 157). Οπότε ο ιερός Αυγουστίνος δεν δικαιολογεί τον Λωτ. Άρα υπονοεί ότι ο Λωτ ενήργησε λάθος! Υπάρχει και αυτή η πατερική ερμηνεία.

11) Ενδέκατον, προς «υπεράσπιση» ξανά του Λωτ, όταν ερμηνεύουμε ένα κείμενο δεν πρέπει να το ερμηνεύουμε με τα κριτήρια της δικής μας εποχής. Όχι με τα σημερινά ηθικά, πολιτιστικά, κοινωνικά, επιστημονικά κριτήρια. Η ερμηνεία μας πρέπει να είναι συγχρονισμένη, δηλαδή να μεταφερθούμε σε εκείνην την εποχή, στο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο. Εκείνη την εποχή λοιπόν η φιλοξενία ήταν ιερό καθήκον. «Η συμπεριφορά του Λωτ να θυσιάσει στην τιμή της φιλοξενίας την τιμή των θυγατέρων και της οικογενείας του έχει την εξήγησή της. Σύμφωνα με τα τότε ήθη της Ανατολής, όποιος φιλοξενούσε στο σπίτι του κάποιον ξένο εδεσμεύετο να προστατεύσει τη ζωή του με κάθε θυσία. Το καθήκον αυτό διατηρείται ακόμη και σήμερα σε μερικούς λαούς της Ανατολής». «Ο ιερός Χρυσόστομος μάλιστα επαινεί τη στάση του Λωτ λέγοντας: «Πόσο μεγάλη είναι η αρετή του δικαίου! Υπερέβη κάθε αρετή φιλοξενίας. Τι μπορεί να πει κανείς αντάξιο της φιλοφροσύνης του δικαίου αυτού, ο οποίος δεν ανέχτηκε να προφυλάξει ούτε τις θυγατέρες του, προκείμένου να τιμήσει τους φιλοξενουμένους και να τους γλυτώσει από την ασέλγεια των Σοδομιτών; (Εις Γένεσιν,Ομ. 43,4)»(1) σελ. 34). Άρα η πρόθεσή του ήταν αγαθή έστω και αν αυτό που πρότεινε ήταν ηθικά επιλήψιμο.

12) Δωδέκατον, προς «υπεράσπιση» επίσης του Λωτ «δεν είναι δυνατόν ούτε και λογικό να κρίνουμε με τα μέτρα του ιδικού μας αιώνα, ο οποίος έχει διαμορφωθεί πολιτιστικά κάτω από την ισχυρή, έντονη και επίμονη επίδραση της διδασκαλίας του Σωτήρα Χριστού, συμβάντα της ιστορίας που έλαβαν χώρα κατά την εποχή των Πατριαρχών (περίπου είκοσι αιώνες π.Χ.)… Πολύ περισσότερο, διότι ο κόσμος της Π.Δ. ζούσε υπό το κράτος του Μωσαϊκού νόμου. Ενός νόμου, ο οποίος επρόσταζε μεν το ορθό και το δίκαιο, εδίδασκε το «πρακτέον», δεν έδιδε όμως καμμία βοήθεια και ενίσχυση για την κατόρθωση του ορθού και του δικαίου» (1)(σελ. 25). Οπότε οι αδυναμίες και τα λάθη των δικαίων πρέπει να κρίνονται με το πρίσμα της ηθικής της Παλαιάς Διαθήκης η οποία ασφαλώς μειονεκτεί πολύ σε σχέση με αυτήν της Κ.Δ. Ο θεόπνευστος απόστολος Πέτρος μάλιστα κρίνοντας δίκαια και θεόπνευστα την όλη διαγωγή του Λωτ τον ονομάζει δίκαιο στο Β. Πέτρ. β 7-8. Οπότε ο Λωτ δεν χρειάζεται καν τη δική μας «υπεράσπιση». Την έχει από τον Απόστολο Πέτρο!

13) Δέκατον τρίτον και το σπουδαιότερο! Η Παλαιά Διαθήκη και κατ’ επέκτασιν ο ίδιος ο Θεός όχι μόνο δεν επαίνεσε ως σωστή και καλή τη σκέψη του Λωτ αλλά την αποδοκίμασε εν τοις πράγμασιν. Οι δύο άγγελοι δεν επέτρεψαν να γίνει αυτό που πρότεινε ο Λωτ αλλά έδωσαν δική τους λύση τιμωρώντας θαυματουργικά με τύφλωση τους Σοδομίτες. Άρα ο Θεός δίνει τη λύση που διώχνει κάθε προηγούμενο «σκανδαλισμό» ή «προβληματισμό» μας. Αντί να επικεντρώνουν οι κατήγοροι της Π.Δ. στην όντως «προβληματική» πρόταση του Λωτ για την οποία εξάλλου δεν ευθύνεται ο Θεός ούτε ο Λόγος Του, θα έπρεπε να επικεντρώσουν στο τι έγινε τελικά. Ο Θεός δεν επέτρεψε να εφαρμοστεί η πρόταση του Λωτ. Την αποδοκίμασε ξεκάθαρα παρεμβαίνοντας δραστικά με τους αγγέλους του. Η κατηγορία και ο σκανδαλισμός θα είχαν βάση αν όντως τελικά ατιμάζονταν οι κόρες το Λωτ! Αν όντως ο Θεός επέτρεπε κάτι τέτοιο. Αφού όμως τίποτα τέτοιο δεν έγινε, αλλά ο Θεός το απέτρεψε και μάλιστα με θαύμα, τότε σε τι μπορεί να κατηγορήσει κάποιος την Παλαιά Διαθήκη ή το Θεό;.

Επίλογος.
Αναλογιζόμενοι λοιπόν όλα τα παραπάνω και με τέτοια κριτήρια υγιούς και καλόπιστης κριτικής και ερμηνείας ερμηνεύοντας τη συγκεκριμένη περικοπή δεν «δυσκολευόμαστε» ούτε «σκανδαλιζόμαστε» καθόλου από κανένα ιερό κείμενο ό,τι και αν λέει αυτό. Και οι πιο δύσκολες περικοπές της Π.Δ. και της Κ.Δ. ερμηνεύονται άνετα όταν γνωρίζουμε τους σωστούς κανόνες ερμηνευτικής!

Πατήρ Νικόλαος Πουλάδας

Πηγές-Βοηθήματα:
(1) Η Παλαιά Διαθήκη στην Ορθόδοξον Εκκλησίαν. Νικ.Π. Βασιλειάδη, εκδ. Σωτήρ, 2003
(2) Η Παλαιά Διαθήκη, τόμος 1, εκδ. Σωτήρ, 1994
(3) Η Παλαιά Διαθήκη, τόμος 1, αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακοπούλου

(Απόσπασμα από Ομιλία Α εις τον Ματθαίον)

Καί διατί τάχα ἐνῷ ἦσαν τόσον πολλοί οἱ μαθηταί, γράφουν μόνον δύο ἀπό τούς ἀποστόλους καί δύο ἀπό τούς ἀκολούθους των;
Διότι ὁ ἕνας ἦτο μαθητής τοῦ Παύλου καί ὁ ἄλλος τοῦ Πέτρου καί μαζί μέ τόν Ἰωάννην καί τόν Ματθαῖον ἔγραψαν τά Εὐαγγέλια. Ἐπειδή τίποτε δέν ἔκαναν διά νά δοξασθοῦν ἀλλά διά νά ἐξυπηρετήσουν μίαν ἀνάγκην.
Καί λοιπόν δέν ἔφθανεν ἕνας εὐαγγελιστής νά τά ἐξιστορήση ὅλα;
Βεβαίως ἔφθανεν. Ἄν ὅμως πάλιν αὐτοί πού γράφουν εἶναι τέσσαρες ἐνῷ δέν γράφουν κατά τόν ἴδιον χρόνον, οὔτε εἰς τούς αὐτούς τόπους οὔτε ἔπειτα ἀπό συνάντησιν καί συνομιλίαν, ἔν τούτοις ὁμιλοῦν δι' ὅλα σάν ἀπό ἕνα στόμα, γίνεται, τότε αὐτό ἡ μεγίστη ἀπόδειξις τῆς ἀληθείας.
Ναί, ἀλλά συνέβη τό ἀντίθετον, παρατηρεῖ· εἰς πολλά σημεία συλλαμβάνονται νά διαφωνοῦν.
Ἀκριβῶς αὐτό εἶναι ἡ μεγαλυτέρα ἀπόδειξις τῆς ἀληθείας. Ἄν δηλαδή εἶχαν συμφωνήσει δι' ὅλα μέ τήν μεγαλυτέραν ἀκρίβειαν καί διά τόν χρόνον καί διά τόν τόπον καί διά τάς λέξεις τάς ἰδίας, κανείς ἀπό τούς ἐχθρούς δέν θά ἐπίστευεν ὅτι χωρίς συνάντησιν καί συμφωνίαν ἀνθρωπίνην ἔγραψαν ὅσα ἔγραψαν· δέν εἶναι δεῖγμα εἰλικρινείας τόσον μεγάλη συμφωνία.

Τώρα ὅμως καί ἡ φαινομενική εἰς τάς λεπτομερείας διαφωνία τούς ἀπαλλάσσει ἀπό κάθε ὑποψίαν καί ὑπεραμύνεται θαυμάσια τοῦ τρόπου τῶν συγγραφέων. Ἐάν ὡμίλησαν διαφορετικά διά τόν χρόνον καί τόν τόπον, τοῦτο δέν ζημιώνει καθόλου τήν ἀλήθειαν τῶν λόγων των.

Ἀλλά καί αὐτά ὅμως, καθόσον μᾶς παραχωρήσει ὁ Θεός, θά προσπαθήσωμεν προχωροῦντες νά τά διαλευκάνωμεν καί ἔχομεν τήν ἀξίωσιν μαζί μέ τά λεχθέντα νά προσέξετε καί ἐκεῖνο· ὅτι εἰς τά κεφαλαιώδη, πού συγκρατοῦν τήν ζωήν μας καί συνθέτουν τό κήρυγμα, πουθενά δέν εὑρίσκεται κανένας ἀπό αὐτούς νά διαφωνῇ.

Ποῖα εἶναι αὐτά; Ὅτι ὁ Θεός λόγου χάριν ἔγινεν ἄνθρωπος, ὅτι ἔκαμε θαύματα, ὅτι ἐσταυρώθη, ἐτάφη, ἀνέστη, ἀνελήφθη, ὅτι πρόκειται νά κρίνῃ, ὅτι ἔδωκε σωστικάς ἐντολάς, ὅτι δέν εἰσήγαγε νόμον ἀντίθετον πρός τήν Παλαιάν Διαθήκην, ὅτι εἶναι Υἱός, Μονογενής, γνήσιος, ὅτι εἶναι τῆς ἰδίας οὐσίας μέ τόν Πατέρα καί ὅσα ὅμοια. Εἰς αὐτά θά εὕρωμεν ὅτι συμφωνοῦν ἀπολύτως.
Ἐνῷ ὡς πρός τά θαύματα, ἄν δέν τά ἀνέφεραν ὅλοι ὅλα, ἀλλά ὁ ἕνας αὐτά καί ὁ ἄλλος ἐκεῖνα, τοῦτο ἄς μή σέ ἀνησυχῇ. Ἄν τά ἀνέφερεν ἕνας ὅλα, οἱ ἄλλοι ἦσαν περιττοί· ἄν πάλιν τά ἀνέφεραν ὅλοι διαφορετικά ἀπό τούς ἄλλους καί μόνον αὐτοί, δέν θά ὑπήρχεν ἀπόδειξις τῆς συμφωνίας. Διά τοῦτον τόν λόγον καί ἀπό κοινοῦ ὡμίλησαν διά πολλά καί καθένας ἀπό αὐτούς ἐπῆρε καί μᾶς διηγεῖται κάτι τό ἰδιαίτερον. Ἔτσι οὔτε περιττός θά φανῇ καί ὅτι συμμετέχει εἰς τήν ἐξιστόρησιν χωρίς λόγον ἀλλά καί κριτήριον ἀκριβές θά προσφέρη διά τήν ἀλήθειαν τῶν λεγομένων.

3. Ὁ Λουκάς λοιπόν παραθέτει καί τήν αἰτίαν, ἡ ὁποία τόν ὤθησεν εἰς τήν συγγραφήν. Λέγει· «Ἵνα ἔχῃς περί ὧν κατηχήθης λόγων τήν ἀσφάλειαν»(Λουκ.1,4). Δηλαδή, διά νά εἶσαι ἀσφαλισμένος μέ τήν διαρκή ὑπόμνησιν καί νά παραμένης ἀσφαλής. Ὁ Ἰωάννης ἀπό τήν ἄλλην ἀπεσιώπησε τήν αἰτίαν. Διότι ὑπάρχει παράδοσις πού ἔφθασε μέχρις ἡμῶν ἀπό παλαιά, ἀπό τήν ἐποχήν τῶν πατέρων μας, ὅτι μήτε ὁ Ἰωάννης δέν ἤρχισε νά γράφῃ χωρίς λόγον. Ἀλλά ἐπειδή οἱ τρεῖς ἠθέλησαν ν' ἀσχοληθοῦν μέ τήν ἀφήγησιν τῆς θείας οἰκονομίας καί παρ' ὀλίγον ν' ἀποσιωπηθῇ ἡ διδασκαλία περί θεότητος, τόν ἐφώτισεν ὁ Θεός καί ἔτσι ἤρχισε τήν συγγραφήν τοῦ εὐαγγελίου του. Τοῦτο γίνεται φανερόν καί ἀπό αὐτήν τήν διήγησιν ἀλλά καί ἀπό τό προοίμιον τοῦ εὐαγγελίου. Δέν ἀρχίζει ἀπό τήν γήν κάτω ὅμοια μέ τούς ἄλλους ἀλλά ἀπό τόν οὐρανόν ὑψηλά, ὅπου ἐβιάζετο νά φτάσῃ καί χάριν τοῦ ὁποίου ἔχει συνθέσει τό βιβλίον του ὅλον· καί ὄχι μόνον εἰς τό προοίμιον ἀλλά καί ἀπ' ἀρχῆς μέχρι τέλους τοῦ εὐαγγελίου του εἶναι ὑψηλότερος ἀπό τούς ἄλλους.
Ἐπίσης λέγεται ὅτι καί ὁ Ματθαῖος, ἀφοῦ ἦλθαν καί τόν παρεκάλεσαν, ἄφησε γραπτά εἰς τούς Ἰουδαίους πού ἐπίστευσαν ὅσα ἐδίδαξε προφορικά καί ὅτι συνέγραψε τό εὐαγγέλιόν του εἰς τήν ἑβραϊκήν γλῶσσαν. Ἀλλά καί ὁ Μάρκος εἰς τήν Αἴγυπτον ἔκαμε τό ἴδιο ἔπειτα ἀπό παράκλησιν τῶν μαθητῶν.
Διά τοῦτο λοιπόν ὁ μέν Ματθαῖος, ἐπειδή γράφει πρός Ἐβραίους, δέν ἠθέλησε νά δείξῃ τίποτε περισσότερον παρά ὅτι κατήγετο ἀπό τόν Ἀβραάμ καί τόν Δαυίδ, ὁ δέ Λουκᾶς ἐπειδή ἐπευθύνεται εἰς ὅλους τούς ἀνθρώπους ἀπό κοινοῦ, ὁδηγεῖ τόν λόγον πιό πέρα καί προχωρεῖ μέχρι τού Ἀδάμ. Καί ὁ ἕνας ἀρχίζει ἀπό τήν καταγωγήν· ἐπειδή τίποτε δέν ἱκανοποιοῦσε τόσον τόν Ἰουδαῖον, ὅσον νά μάθῃ ὅτι ὁ Χριστός ἦτο ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ καί τοῦ Δαυίδ. Ὁ τρόπος αὐτός δέν εἶναι καί τοῦ ἄλλου· ἀναφέρει πρώτον πολλά ἄλλα πράγματα καί τότε προχωρεῖ εἰς τήν γενεαλόγησιν.
Τήν συμφωνίαν των θά τήν δείξωμεν καί ἀπό τήν οἰκουμένην πού ἐδέχθη τό κήρυγμα ἀλλά καί ἀπό τούς ἰδίους τούς ἐχθρούς τῆς ἀληθείας (….).
Ἐάν ὅμως ὑπάρχῃ κάποια ἀντίθεσις εἰς τά λεχθέντα, οὔτε ὅσαι διδάσκουν τά ἀντίθετα θά τά ἐδέχοντο εἰς τό σύνολόν των ἀλλ' ἕνα μέρος μόνον πού θά ἐσυμφωνοῦσε μέ αὐτάς· οὔτε πάλιν ὅσαι ἀπέσπασαν ἕνα μέρος μόνον θά ἠλέγχοντο ἀπό τό μέρος αὐτό, ὥστε μήτε τά ἴδια τά ἀποκόμματα αὐτά νά μένουν ἀπαρατήρητα ἀλλά νά βοοῦν τήν συγγένειαν πρός ὅλον τό σῶμα.
Καί ὅπως, ὅταν πάρῃς ἕνα μέρος ἀπό πλευράν, θά ἔχῃς τά πάντα εἰς τό μέρος αὐτό ἀπό ὅσα εἶναι συγκροτημένον τό ζῶον, καί νεῦρα δηλαδή καί φλέβας, καί ὀστᾶ καί ἀρτηρίας καί αἶμα καί θά ἔλεγε κανείς θά ἔχῃς ἕνα δεῖγμα ἀπό ὁλόκληρον τήν ζύμην, ἔτσι καί προκειμένου διά τάς Γραφάς, εἰς ἕκαστον σημεῖον τῶν λεχθέντων εἶναι δυνατόν νά διακρίνῃς φανεράν τήν συγγένειαν μέ τό σύνολον.
Ἄν ὅμως ἦσαν διαφορετικά, οὔτε ἡ συγγένεια θά ἐφαίνετο ἀλλά καί ἡ διδασκαλία ἡ ἰδία θά εἶχε πρό πολλοῦ διαλυθῆ. «Πᾶσα γάρ βασιλεία», λέγει, «ἐφ' ἑαυτῆς μερισθεῖσα οὐ σταθήσεται»(Λουκ. 11, 17). Τώρα ὅμως καί εἰς αὐτό τό σημεῖον λάμπει ἡ ἰσχύς τοῦ Πνεύματος· ἔπεισε τούς ἀνθρώπους νά ἀσχολοῦνται μέ τά πλέον ἀπαραίτητα καί κατεπείγοντα πράγματα ἀλλά καί ἀπό τά μικρά αὐτά νά μή ζημιώνεται καθόλου.
4. Δέν πρέπει νά ἐπιμείνωμεν ὑπερβολικά εἰς ὅσα ὁ καθείς ἔγραψεν ἰδιατέρως. Ἀλλ' ὅτι δέν ἐστάθησαν ἀντιμέτωποι, τοῦτο θά προσπαθήσωμεν νά ἀποδείξωμεν μέ ὅλην τήν ἀνάπτυξίν μας.
Σύ ὅταν κατηγορῇς τήν διαφωνίαν των, κάμνεις τό ἴδιο ὅπως ἄν διέταζες νά χρησιμοποιήσουν τάς ἰδίας λέξεις καί τήν ἰδίαν σύντάξιν. Δέν σοῦ ἀντιτάσσω ἀκόμη ὅτι καί ὅσοι κομπάζουν πολύ διά τήν ρητορικήν καί τήν φιλοσοφίαν των, μολονότι εἶναι πολλοί καί ἔγραψαν πολλά βιβλία διά τά ἴδια πράγματα, ὄχι μόνον διεφώνησαν ἀλλά καί εἶπαν μεταξύ των τά ἀντίθετα. Εἶναι διαφορετικόν πράγμα ἡ διαφωνία ἀπό τήν ἀντίθεσιν.
Δέν ἀναφέρω τίποτε ἀπό αὐτά. Ἄς μή μοῦ τύχῃ ἀπό τήν παράκρουσιν ἐκείνων καί συνθέσω ἐγώ τήν ὑπεράσπισίν μου· οὔτε ἐπιθυμῶ νά συγκροτήσω τήν ἀλήθειαν ἀπό τό ψεύδος. Θά ἐρωτήσω ὅμως εὐχαρίστως ἐκεῖνο· πῶς ἔγιναν πιστευτά τά συγκρουόμενα; Πῶς ἐπεκράτησαν; Πῶς μολονότι ἔλεγαν πράγματα ἀντίθετα, ἐθαυμάζοντο, ἐγίνοντο πιστευτοί καί διελαλοῦντο εἰς ὅλην τήν οἰκουμένην; Ὑπῆρχον ἐν τούτοις πολλοί μάρτυρες τῶν λεγομένων, καθώς ἐπίσης πολλοί ἐχθροί καί ἀντίπαλοι.
Διότι βέβαια, ἀφοῦ ἔγραψαν τά γραπτά των δέν τά ἔχωσαν εἰς μίαν γωνίαν ἀλλά τά διέδωσαν εἰς κάθε σημεῖον γῆς καί θαλάσσης, εἰς τάς ἀκοάς ὅλων. Τά ἐδιάβαζαν ἐπί παρουσίᾳ τῶν ἐχθρῶν των, ὅπως καί τώρα, καί κανένα σημεῖον τῶν λεχθέντων δέν ἐσκανδάλισε κανένα καί πολύ εὐλόγως. Διότι ἡ θεία δύναμις ἦτο ἐκείνη πού ἤρχετο καί ἐπετύγχανε τά πάντα εἰς αὐτούς.
Ἄν δέν συνέβαινε τοῦτο, πῶς ὁ τελώνης, ὁ ἁλιεύς, ὁ ἀγράμματος διετύπωνε τάς σκέψεις αὐτάς; Ὅσα οἱ ἔξω σοφοί μήτε νά τά φαντασθοῦν δέν ἠμπόρεσαν ποτέ, αὐτοί μέ πολλήν ἐνημέρωσιν τά κηρύττουν καί πείθουν εἰς αὐτά· καί ὄχι μόνον ὅσον ἦσαν ἐν τῇ ζωῇ ἀλλά καί μετά θάνατον καί ὄχι πέντε ἤ δέκα ἀνθρώπους, οὔτε ἑκατό καί χιλίους ἤ δέκα χιλιάδας ἀλλά ὁλοκλήρους πόλεις, φυλάς καί λαούς, τήν γῆν καί τήν θάλασσαν, τήν Ἑλλάδα καί τήν βαρβαρικήν, τήν κατοικημένην καί τήν ἀκατοίκητον, καί μάλιστα ὁμιλοῦντες διά πράγματα πού υπερβαίνουν κατά πολύ τήν φύσιν μας. Διότι ἄφησαν τήν γῆν καί ὁμιλοῦν διά τά οὐράνια καί μᾶς προτείνουν μίαν ἄλλην ζωήν καί ἕναν ἄλλον βίον καί πλοῦτον καί πτωχείαν καί ἐλευθερίαν καί δουλείαν καί ζωήν καί θάνατον καί κόσμον καί πολιτείαν ὅλα διαφοροποιημένα. Ὄχι ὅπως ὁ Πλάτων(4), πού συνέθεσε τήν καταγέλαστον ἐκείνην πολιτείαν καί ὁ Ζήνων(5) καί ὅποιος ἄλλος συνέγραψε πολιτείαν καί συνέθεσε νόμους. (…)

Καί μάλιστα ἐνῷ ἔγραψαν ὄχι μέ τήν βίαν τῶν διωγμῶν, ὄχι μέ κινδύνους καί πολέμους, ἀλλά μέ κάθε εὐχέρειαν καί ἐλευθερίαν καί ἐνῷ ἐστόλιζαν τά γραφόμενά των μέ λογῆς σχήματα. Τά κηρύγματα τώρα τῶν ἁλιέων, ἄν καί τούς κατεδίωκαν, τούς ἐκτυποῦσαν, ἄν καί ἐκινδύνευαν ὅλοι, καί δοῦλοι καί ἐλεύθεροι, καί βασιλεῖς καί στρατιῶται, καί βάρβαροι καί Ἕλληνες, ὅλοι μέ κάθε προθυμίαν τά ἐδέχθησαν.

(εκδόσεις ΕΠΕ, Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, τόμος 9 σελ. 23-33)

Θέματα: Αγία Γραφή, Ευαγγέλια, απόκρυφα, αθεΐα

Αρχαιότερος όλων των χειρογράφων της Βίβλου είναι ο πάπυρος Ρ52, ο οποίος περιέχει αποσπάσματα από το Ιω. 18,31-33.37 (ἐγὼ εἰς τοῦτο γεγέννημαι καὶ εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον, ἵνα μαρτυρήσω τῇ ἀληθείᾳ. πᾶς ὁ ὢν ἐκ τῆς ἀληθείας ἀκούει μου τῆς φωνῆς) και βρίσκεται στο Manchester (55)(Αποκτήθηκε το 1920 στην Αίγυπτο και ανακαλύφθηκε από τον C.H. Roberts μόλις το 1934 κατά την ταξινόμηση των παπύρων στη βιβλιοθήκη του Rylands).
Ένεκα του τρόπου (στυλ) της γραφής, η συγγραφή του τοποθετήθηκε χρονολογικά μεταξύ του 98 και 117 μ.Χ.
Η ανακάλυψή του συντέλεσε σε μια μεγάλη ανατροπή. Μέχρι εκείνο το σημείο οι «φιλελεύθεροι» θεολόγοι υποτιμούσαν την αξιοπιστία του κατά Ιωάννην, ισχυριζόμενοι ότι αυτό το θεολογικότατο «ποιητικό» κείμενο, όπου μαρτυρείται αδιάψευστα η θεότητα του Λόγου, δεν μπορεί να συγγράφηκε πριν το 160 μ.Χ. Από τη στιγμή κατά την οποία όμως ανακαλύφθηκε χειρόγραφο του Ιω. χρονολογούμενο το 120 μ.Χ. στις όχθες του Νείλου, τόσο απόμακρα από τον πιθανό τόπο προέλευσής του (την Έφεσο της Μ. Ασίας ή τη Συρία), έπρεπε η συγγραφή του Ευαγγελίου να τοποθετηθεί σίγουρα πριν το τέλος του 1ου αι. μ.Χ. Όπως σημειώθηκε την εποχή της ανακάλυψης αυτού του παπύρου, έξι τόνοι επιστημονικών εργασιών σχετικά με τον Ιωάννη οδηγήθηκαν στον κάλαθο των αχρήστων.
Το κατά Ιωάννην περιέχει και το αρχαιότερο ακέραιο χειρόγραφο της Κ.Δ., ο Ρ66 (200 μ.Χ).
(στο «Ο κώδικας των Ευαγγελίων, Σωτήριος Σ. Δεσπότης, εκδ. Άθως σελ. 49-50)

πηγή: https://norfid.wordpress.com

p52 457

Ο πάπυρος P52, από τους περισσότερους επιστήμονες θεωρείται, το αρχαιότερο σωζόμενο χειρόγραφο, με κείμενο απο τήν Καινή Διαθήκη. Χρονολογείται περίπου στο 125 μετά Χριστόν, (ίσως και νωρίτερα στο 100 μετά Χριστόν)!
Περιέχει αποσπάσματα από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο 18:31-33 (στην μπροστινή όψη) και 18:37-38 (στην πίσω όψη του).
Περιγραφή

Αριθμός χειρογράφου : P52
Αριθμός ανακαλύψεως : Gr. P. 457 (Greek Papyrus 457)
Χρονολόγηση χειρογράφου : 100 – 125 μ.χ.
Που και πότε ανακαλύφθηκε : Στην Αίγυπτο το 1920.
Αποκτήθηκε : Το 1920, απο τον Bernard P. Grenfell.
Μέγεθος : Ύψος 8,9 εκατοστά, πλάτος 6 εκατοστά.
Κείμενο : Το χειρόγραφο είναι γραμμένο και στις 2 όψεις. Κάθε όψη περιέχει 7 γραμμές, απο το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, τα εδάφια 18:31-33 και 18:37-38.
Που βρίσκεται : Στη πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη John Rylands, στο Μάντσεστερ (Manchester) της Αγγλίας.

p52a1 1

ΟΙ ΙΟΥΔΑΙΟΙ ΗΜΙΝ ΟΥΚ ΕΞΕΣΤΙΝ ΑΠΟΚΤΕΙΝΑΙ
OYΔΕΝΑ ΙΝΑ Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΠΛΗΡΩΘΗ ΟΝ ΕΙ-
ΠΕΝ ΣHΜΑΙΝΩΝ ΠΟΙΩ ΘΑΝΑΤΩ ΗΜΕΛΛΕΝ ΑΠΟ-
ΘΝHΣΚΕΙΝ ΕΙΣΗΛΘΕΝ ΟΥΝ ΠΑΛΙΝ ΕΙΣ ΤΟ ΠΡΑΙΤΩ-
ΡΙΟΝ Ο ΠIΛΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΦΩΝΗΣΕΝ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥΝ
ΚΑΙ ΕΙΠΕΝ ΑΥΤΩ ΣΥ ΕΙ O ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΙΟΥ-
ΔAΙΩN

  • 1η γραμμή : περιέχει 34 γράμματα
  • 2η γραμμή : περιέχει 34 γράμματα
  • 3η γραμμή : περιέχει 31 γράμματα
  • 4η γραμμή : περιέχει 35 γράμματα
  • 5η γραμμή : περιέχει 32 γράμματα
  • 6η γραμμή : περιέχει 31 γράμματα
    Οι γραμμές περιέχουν 31-35 γράμματα, με μέσο όρο περίπου 33.

p52b


ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΕΙΜΙ ΕΓΩ ΕΙΣ TOΥΤΟ ΓΕΓΕΝΝΗΜΑΙ
ΚΑΙ (ΕΙΣ ΤΟΥΤΟ) * ΕΛΗΛΥΘΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ ΙΝΑ ΜΑΡΤY-
ΡΗΣΩ ΤΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΑΣ Ο ΩΝ EΚ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕI-
ΑΣ ΑΚΟΥΕΙ ΜΟΥ ΤΗΣ ΦΩΝΗΣ ΛΕΓΕΙ ΑΥΤΩ
Ο ΠΙΛΑΤΟΣ ΤΙ ΕΣΤΙΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΚAΙ ΤΟΥΤO
ΕΙΠΩΝ ΠΑΛΙΝ ΕΞΗΛΘΕΝ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΙΟΥ-
ΔΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΛΕΓΕΙ ΑΥΤΟΙΣ ΕΓΩ ΟΥΔEΜΙΑΝ
ΕΥΡΙΣΚΩ ΕΝ ΑΥΤΩ ΑΙΤΙΑΝ…

  • 2η γραμμή : περιέχει 30 γράμματα
  • 3η γραμμή : περιέχει 30 γράμματα
  • 4η γραμμή : περιέχει 28 γράμματα
  • 5η γραμμή : περιέχει 30 γράμματα
  • 6η γραμμή : περιέχει 28 γράμματα
  • 7η γραμμή : περιέχει 31 γράμματα
    Οι γραμμές περιέχουν 28-31 γράμματα, με μέσο όρο 29,5.

Η τάξη της Εκκλησίας έχει απίστευτη συνέπεια. Από την Πέμπτη της Αναλήψεως μέχρι και το Σάββατο πριν την Πεντηκοστή, το Σάββατο δηλαδή των ψυχών, γίνεται μια πολύ καλή “επανάληψη” από Λειτουργία σε Λειτουργία, του Ευαγγελίου της Διαθήκης, απ’ τον ευαγγελιστή Ιωάννη, δηλαδή του πρώτου αναγνώσματος από τα δώδεκα των Παθών. Επανάληψη αναγκαία, για να διδαχθούμε καλύτερα ώστε να ζήσουμε την μεγάλη εορτή της Πεντηκοστής. Η λαλιά των Προφητών, η σάρκωση του Χριστού, τα θαύματα, οι ομιλίες και οι παραβολές, ο Σταυρός και η Ανάσταση γι’ αυτή την μέρα έγιναν. Για να έρθει η ουράνια Εκκλησία στη γη. Για να γίνει η γη ουρανός. Να οδηγήσει ο Θεός στην συνάντηση μαζί Του.

Στον Ιωάννη λοιπόν φανερώνεται αυτός ο Θεός. Διδάσκει ο Χριστός την Αλήθεια της Εκκλησίας σε ‘κεινους τους μαθητές που εκείνη τη στιγμή, πριν το Πάθος, είναι ανίκανοι να κατανοήσουν. Τα είχαν όλα. Αν πρόδωσαν λίγο τον Χριστό, αυτό έγινε για λίγες ώρες. Δεν τους έλειπε τίποτε, εκτός από το βασικότερο: Πνεύμα Άγιο. Δεν είχαν Εκκλησία, γι’ αυτό, έστω και για εκείνο το λίγο, διασκορπίστηκαν.
Γινόμαστε κι εμείς ένα με τους Αποστόλους: διασκορπιζόμαστε. Ο καθένας τραβάει το δρόμο του κι οι δρόμοι μας, πάνω στις λεωφόρους μας, δεν συναντιούνται ποτέ. Μπορεί να έχουμε κοινές, ίσως ιδέες, αλλά δεν έχουμε σκοπό κοινό. Οι μαθητές όμως εν τέλει είχαν. Σκορπίστηκαν για λίγο και σε ενότητα καθώς ήταν, αν και φοβισμένοι, αντάμωσαν τον Αναστημένο. Τον είδαν στον Ουρανό και τώρα την υπόσχεσή Του περιμένουν. Όταν συναντήσουμε τους δρόμους μας στον κοινό σκοπό, τότε θα δούμε ότι οι “μικρο-σκοποί” μας πεθαίνουν, ας είναι οι λεωφόροι σθεναρές. Κι ο σκοπός είναι ο Χριστός, αλλιώς ψεύτες γινόμαστε της υπόστασής μας, της εν τέλει, μοναδικής προσωπικής μας αλήθειας.
Η άνω Ιερουσαλήμ, η πατρίδα μας, η Εκκλησία είναι.

Ιάσονος Ιερομ.

Ο ΙΗΣΟΥΣ ΙΣΧΥΡΙΖΕΤΑΙ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ
ΔΥΟ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Α) Οι ισχυρισμοί Του ήταν ΛΑΘΟΣ
(Δύο Εναλλακτικές Λύσεις)
α) ΓΝΩΡΙΖΕ ότι οι ισχυρισμοί Του ήταν ΛΑΘΟΣ,
Άρα
Έκανε μία ΣΚΟΠΙΜΗ ΠΑΡΑΠΟΙΗΣΗ
Άρα
Ήταν ΨΕΥΤΗΣ
άρα
Ήταν ΥΠΟΚΡΙΤΗΣ
άρα
Ήταν ένας ΔΑΙΜΟΝΑΣ
άρα
Ήταν ένας ΑΝΟΗΤΟΣ γιατί πέθανε για αυτό

β) ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΕ ότι οι ισχυρισμοί Του ήταν ΛΑΘΟΣ
Άρα
Ήταν ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΜΕΝΟΣ
ή
Ήταν ΠΑΡΑΝΟΪΚΟΣ

Γ) Οι ισχυρισμοί Του ήταν ΑΛΗΘΕΙΑ
Άρα
Είναι ο ΚΥΡΙΟΣ
(δύο εναλλακτικές Λύσεις)
Τον ΔΕΧΕΣΑΙ
ή
Τον ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙΣ

(«Ζητώ Αποδείξεις» Josh McDowell σελ. 234, εκδ. ο Λόγος)

«Εδώ προσπαθώ να αποτρέψω κάποιον από το να πει κάτι ανόητο που πολλοί λένε για τον Ιησού: «Είμαι έτοιμος να αποδεχτώ τον Ιησού ως μεγάλο δάσκαλο, αλλά δεν αποδέχομαι τον ισχυρισμό του ότι είναι Θεός».

Αυτό ακριβώς δεν πρέπει να πούμε. Κάποιος που ήταν απλώς ένας άνθρωπος, και είπε τα λόγια που είπε ο Ιησούς δεν θα ήταν ένας μεγάλος ηθικός διδάσκαλος.

Θα ήταν είτε παρανοϊκός, όπως ακριβώς αν κάποιος έλεγε ότι μοιάζει με βραστό αυγό, είτε θα ήταν ο Διάβολος της κολάσεως.
Θα πρέπει λοιπόν να επιλέξεις.
Είτε αυτός ο άνθρωπος ήταν και ο Υιός του Θεού, είτε ήταν ένας παρανοϊκός ή κάτι ακόμη χειρότερο.

Μπορείς να τον φιμώσεις ως παρανοϊκό, μπορείς να τον εξορκίσεις ή και να τον σκοτώσεις ως δαίμονα, ή μπορείς να πέσεις στα πόδια Του και να Τον ονομάσεις «Κύριο και Θεό».

Ας μη μένουμε όμως με την ανόητη εντύπωση ότι ήταν ένας μεγάλος δάσκαλος. Αυτή τη δυνατότητα δε την άφησε ο Ίδιος ανοικτή. Δεν είχε ποτέ τέτοια πρόθεση»

(C.S. Lewis,Mere Chistianity,87 στο «Ζητώ Αποδείξεις» Josh McDowell σελ. 233, εκδ. ο Λόγος)

Μια μέρα ο μαθητής αποφάσισε να προκαλέσει τον δάσκαλό του. Έτσι σκέφτηκε να του στήσει μια παγίδα. Έπιασε μια πεταλούδα και την κράτησε στη χούφτα του...

Όταν θα πήγαινε στο δάσκαλο θα τον ρώταγε τι είχε στο χέρι του. Κι αν ο δάσκαλος το έβρισκε, τότε θα τον ρωτούσε εάν η πεταλούδα ήταν ζωντανή ή νεκρή. Στην περίπτωση που απαντούσε ότι η πεταλούδα ήταν ζωντανή, τότε θα έσφιγγε το χέρι του και θα τη σκότωνε και το αντίστροφο.

Όταν είχαν μάθημα λοιπόν, πλησίασε τον δάσκαλο, μπροστά σε όλους τους υπόλοιπους μαθητές, έτεινε το χέρι προς το μέρος του και τον ρώτησε:

"Δάσκαλε, τι έχω στο χέρι μου;"

"Την ψυχή σου έχεις παιδί μου", απάντησε ατάραχος ο δάσκαλος.

Ο μαθητής προβληματίστηκε για λίγο σκεπτόμενος την απάντηση. Κατέληξε ότι ο δάσκαλος είχε δίκιο. Η πεταλούδα ήταν μια ψυχή που θα μπορούσε να είναι και δική του. Ωστόσο, συνέχισε:

"Και είναι ζωντανή η ψυχή μου δάσκαλε ή όχι;".

Ο δάσκαλος τον κοίταξε με καλοσύνη στα μάτια και του είπε χαμογελαστά "από το χέρι σου εξαρτάται".

Πολλά μπορεί να συμβαίνουν έξω, στον κόσμο μας και στην ζωή μας.. Τίποτα απ’ όλα αυτά όμως δεν μπορεί να επηρεάσει την ψυχή μας παρά μόνο εάν το επιτρέψουμε οι ίδιοι!!

Πρός τήν σύζυγον τοῦ Ἀρινθαίου γιά νά τήν παρηγορήσει γιά τό θάνατό… »
Πρός τήν σύζυγον τοῦ Νεκταρίου γιά νά τήν παρηγορήσει γιά τό θάνατο τοῦ παιδιοῦ της.

1. Ἐσκόπευα νά σιωπήσω ἀπέναντι τῆς κοσμιότητός σου μέ τήν σκέψη ὅτι, μέ τήν ψυχή συμβαίνει ὅτι καί μέ ἕνα μάτι πού πάσχει ἀπό φλεγμονή. Αὐτό, δηλαδή τό μάτι καί τό πιό ἁπαλό πράγμα νά τό ἐγγίσει ἐρεθίζεται. Ἔτσι αἰσθάνεται καί ἡ ψυχή πού ἔχει τραυματιστεῖ ἀπό βαριά θλίψη, ὅταν πάει κανείς νά τῆς μιλήσει. Γιατί τά λόγια ὅσο καί ἄν εἶναι παρηγορητικά ὅταν λέγονται τήν ὥρα πού ἡ ψυχή πάσχει καί ἀγωνιᾶ, τίς φαίνονται πολύ ἐνοχλητικά. Ἐπειδή ὅμως σκέφθηκα ὅτι τώρα ἔχω νά κάνω μέ Χριστιανή ἐκπαιδευμένη στά θεῖα ἀπό πολύ καιρό καί πεπειραμένη στά ἀνθρώπινα, ἐνόμισα ὅτι δέν θά ἦταν σωστό νά παραλείψω τό καθῆκον μου.

Γνωρίζω ποιά εἶναι τά σπλάγχνα τῶν μητέρων καί ἰδιαίτερα ὅταν θυμηθῶ τούς δικούς σου καλούς καί ἥμερους τρόπους πρός ὅλους, λογαριάζω πόσο μεγάλος πρέπει νά εἶναι ὁ πόνος γιά τή συμφορά πού σ᾽ ἔχει βρεῖ τώρα. Ἔχασες γιό, τόν ὁποῖο, ὅσον ζοῦσε, μακάριζαν ὅλες οἱ μητέρες καί εὔχονταν τέτοιοι νά εἶναι καί οἱ δικοί τους γιοί. Καί ὅταν πέθανε, ἔκλαψαν σάν νά εἶχε θάψει κάθε μία τόν δικό της. Ὁ θάνατος ἐκείνου ὑπῆρξε πλῆγμα στίς δύο πατρίδες (ἐννοεῖ καί τοῦ πατέρα καί τῆς μητέρας του), τήν δική μας καί τήν χώρα τῶν Κιλίκων. Μ᾽ ἐκεῖνον μαζί ἔπεσε καί τό μέγα καί ἔνδοξον γένος (σημ: Ἴσως τό πεθαμένο παιδί νά ἦταν μονάκριβο. Ἔτσι μέ τό θάνατό του ξεκληριζόταν ἡ γενιά τους), κατέρρευσε σάν νά μετακινήθηκε ἡ βάση του. Ὤ συναπάντημα πονηροῦ δαίμονος! Πόσο τρομερό κακό κατώρθωσες νά προκαλέσεις! Ὤ γῆ, πού ἀναγκάστηκες νά ὑποφέρεις ἕνα τέτοιο πάθος! Καί ὁ ἥλιος ἀσφαλῶς θά ἔφριττε, ἄν εἶχε αἴσθηση μπροστά σ᾽ ἐκεῖνο τό σκυθρωπό θέαμα. Καί τί μπορεῖ νά πεῖ κανείς ἄξιο νά ἐκφράζει ὅσα τοῦ ὑπαγορεύει ἡ ἀπελπισία τῆς ψυχῆς.

2. Ἀλλά, ὅπως διδαχθήκαμε ἀπό τό Εὐαγγέλιο, τά ὅσα μᾶς συμβαίνουν δέν εἶναι ἔξω ἀπό τή θεία Πρόνοια, γιατί οὔτε σπουργίτης δέν πέφτει χωρίς τό θέλημα τοῦ Πατέρα μας. Ὥστε ὅ,τι ἔχει συμβεῖ ἔγινε μέ τό θέλημα τοῦ Δημιουργοῦ μας. Καί ποιός μπορεῖ νά ἀντισταθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Ἄς δεχτοῦμε λοιπόν τό συμβάν. Διότι μέ τήν δυσανασχέτηση οὔτε αὐτό πού ἔχει γίνει διορθώνουμε καί ἐπί πλέον καταστρέφουμε τούς ἑαυτούς μας. Ἄς μή κατηγορήσουμε τήν δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ, διότι εἴμαστε πολύ ἀμαθεῖς, γιά νά ἐλέγχουμε τίς ἀνέκφραστες κρίσεις Του. Τώρα ὁ Κύριος δοκιμάζει τήν ἀγάπη σου σ᾽ Ἐκεῖνον. Τώρα ἔχεις τήν εὐκαιρία νά κερδίσεις μέ τήν ὑπομονή σου τήν μερίδα τῶν Μαρτύρων. Ἡ μητέρα τῶν Μακκαβαίων εἶδε τό θάνατο ἑπτά παιδιῶν της καί δέν ἐστέναξε, οὔτε ἔχυσε ἄσκοπα δάκρυα, ἀλλά ἐνῶ ἔβλεπε τά παιδιά της νά φεύγουν ἀπό αὐτή τή ζωή μέ σκληρά βασανιστήρια, εἶχε εὐχαριστιακά βιώματα πρός τό Θεό. Γι᾽ αὐτό καί κρίθηκε καί ἀπό τό Θεό καί ἀπό τούς ἀνθρώπους τέλεια καί καταξιωμένη Χριστιανή. Μεγάλη ἡ συμφορά, τό ὁμολογῶ καί ἐγώ. Μεγάλοι ὅμως καί οἱ μισθοί πού ὁ Κύριος ἔχει ἑτοιμάσει γιά ὅσους κάνουν ὑπομονή.
Ὅταν ἔγινες μητέρα καί εἶδες τό παιδί σου καί εὐχαριστοῦσες τό Θεό, γνώριζες ὁπωσδήποτε ὅτι εἶσαι θνητή καί ὅτι θά γέννησες θνητό. Τί τό παράδοξον λοιπόν, πού ὁ θνητός πέθανε; Μήπως σέ στενοχωρεῖ πού πέθανε πρόωρα; Δέν μποροῦμε νά ξέρουμε ἐάν δέν ἦταν τώρα ὁ κατάλληλος καιρός νά φύγει. Γιατί ἐμεῖς δέν ξέρουμε τί συμφέρει τήν ψυχή μας οὔτε ὁρίζουμε προθεσμίες στήν ἀνθρωπίνη ζωή. Στρέψε τά μάτια σου γύρω σ᾽ ὅλο τόν κόσμο ὅπου κατοικεῖς, καί θά κατανοήσεις ὅτι ὅλα ὅσα βλέπουμε εἶναι θνητά καί ὅτι ὑπόκεινται ὅλα στή φθορά. Κύτταξε ἐπάνω στόν οὐρανό. Κάποτε καί αὐτός θά διαλυθεῖ. Κύτταξε τόν ἥλιο. Oὔτε καί αὐτός θά παραμείνει. Τά ἀστέρια ὅλα, τά ζῶα τῆς ξηρᾶς καί τῶν ὑδάτων, αἱ ὡραιότητες τῆς γῆς, ἡ ἴδια ἡ γῆ, ὅλα εἶναι φθαρτά, ὅλα μετά ἀπό λίγο δέν θά ὑπάρχουν.

Ἄς εἶναι λοιπόν ἡ σκέψις ὅλων αὐτῶν παρηγοριά γιά ὅτι σοῦ ἔχει τώρα συμβεῖ. Μή μετρᾶς τή συμφορά στό βάθος της, γιατί τότε θά σοῦ φανεῖ ἀφόρητη. Ἄν ὅμως τό συγκρίνεις μέ ὅλα τά ἀνθρώπινα, τότε θά βρεῖς παρηγοριά. Ἐπάνω δέ ἀπό ὅλα ἔχω νά σοῦ πῶ ἐκεῖνο τό σπουδαῖο: Λυπήσου τόν σύζυγόν σου. Νά παρηγορεῖ ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Μή κάμεις σκληρότερη τή συμφορά μέ τό νά σέ βλέπει νά καταστρέφεις ἀπό τή στενοχώρια τόν ἑαυτό σου. Καί μέ λίγα λόγια ἔχω τή γνώμη ὅτι δέν ὑπάρχουν λόγια τέτοια πού νά μποροῦν νά χαρίσουν σ᾽ αὐτό τόν πόνο σας παρηγοριά. Πιστεύω ὅτι αὐτή τή δοκιμασία θά τήν ξεπεράσετε μονάχα μέ τήν προσευχή.

Εὔχομαι λοιπόν ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος νά ἀγγίξει τήν καρδιά σου μέ τήν ἀνέκφραστη δύναμή Του καί νά ἀνάψει μέ ἀγαθούς λογισμούς τό φῶς στή ψυχή σου, ὥστε νά βρεῖς μέσα σου τήν παρηγοριά.

Στο σταυρό ο Κύριος περιεβλήθηκε τη νέκρωση του θανάτου. Πέθανε πραγματικά. Με τον τρόπο αυτό ολοκληρώθηκε η άρρητη και σωτήρια του κένωση. Εν συνεχεία κατατέθηκε στο καινό μνημείο, « το λελατομημένον εκ πέτρας». Στον τάφο τέλεσε τον δεύτερο αιώνιο σαββατισμό, κατέπαυσε εκ του έργου της λυτρώσεως, το οποίο είχε αναθέσει σ’ αυτόν ο Πατήρ.

Με το θάνατο όμως του Σωτήρος δεν καταλύθηκε το μυστήριο της υποστατικής ενώσεως των δύο του φύσεων. Η νέκρωση δεν κατέλυσε τον άρρηκτο δεσμό. Οι φύσεις παρέμειναν αχωρίστως ενωμένες στο θεανδρικό του πρόσωπο. Καμία δύναμη ούτε του παρόντος αιώνος ούτε και του μέλλοντος, δεν μπορεί να τις διασπάσει και να τις διαχωρίσει. Έτσι το νεκρωμένο σώμα στον τάφο δεν αποχωρίστηκε της θεότητας, γιατί ήταν σώμα θεοχώρητο και θεοδύναμο. Έφερε μέσα του όλη την φωτιά και όλο τον πλούτο της θεότητος. Γι’ αυτό δεν μπορούσε να υποστεί τη διαφθορά, που ακολουθεί κάθε φυσική νέκρωση. Εφθάρη μεν κατά το πάθος, δε διεφθάρη όμως και το θεόδοχο μνημείο.

Αλλά και η ψυχή του Χριστού, μετά τον αποχωρισμό της από το πανακήρατο σώμα της, δε χωρίσθηκε από τη θεότητα, με την οποία ήταν ενωμένη εξ άκρας συλλήψεως. Με αυτή ο Σωτήρ κατέβηκε στον Άδη. Ήταν το χωρίο των νεκρών. Σ’ αυτό κρατούνταν δέσμια τα πνεύματα των κεκοιμημένων. Ο Άδης, ήταν προσωποποίηση του θανάτου, αφεγγής και πένθιμος, όπως πένθιμος και αφεγγής είναι ο θάνατος. Πως ζούσαν, αλήθεια, τα πεπεδημένα πνεύματα στην κατήφεια του Άδη; Τι περίμεναν; Ποια προσδοκία, ποια ελπίδα είχαν; Για την κάθοδο του Κυρίου στον Άδη και το έργο που επιτέλεσε εκεί κάνει λόγο η Γραφή: «..θανατωθείς μέν σαρκί, ζωοποιηθείς δέ πνεύματι· ἐν ᾧ καί τοῖς ἐν φυλακῇ πνεύμασι πορευθείς ἐκήρυξεν». Από το χωρίο συνάγεται, ότι ο σκοπός της κάθοδος του Χριστού στον Άδη ήταν κηρυκτικός. Ο αγαθός και δίκαιος Θεός δεν μπορούσε να αφήσει έξω του λυτρωτικού έργου του όσους είχαν πεθάνει πριν από τη σωτήρια του έλευση. Έπρεπε και αυτοί να ακούσουν το λυτρωτικό του μήνυμα, να τους δοθεί ευκαιρία να γνωρίσουν τον Σωτήρα του κόσμου και να λάβουν θέση υπεύθυνη έναντι του Ευαγγελίου της λυτρώσεως. Φυσικά όλοι δεν πίστευσαν στο σωτήριο κήρυγμα. Άλλοι πάλι (δίκαιοι της Π. Διαθήκης, ενάρετοι και καλοπροαίρετοι σοφοί του ειδωλολατρικού κόσμου) πρέπει να πίστεψαν και να εξήλθαν μαζί με τον Κύριο από την σκοτεινή περιοχή του θανάτου. Μερικοί από τους αρχαίους γνωστικούς αιρετικούς πίστευαν το αντίθετο· ότι δηλαδή οι δίκαιοι του Νόμου δεν πίστεψαν στον Χριστό (αντινομισμός;) ενώ αντίθετα τον πίστεψαν οι κακοί. Όπως και να ‘χει το πράγμα, το ζήτημα της σωτηρίας των ψυχών στον Άδη παρουσιάζει πολλές δυσκολίες, η κυριότερη των οποίων είναι η δυνατότητα σωτηρίας χωρίς να προηγηθεί μετάνοια, δεδομένου ότι σταθερό δίδαγμα της ορθόδοξης δογματικής είναι ότι μετά θάνατο – και εν τω Άδη – δεν υπάρχει μετάνοια.

Στον Άδη ο Κύριος ενήσκησε σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια το βασιλικό του αξίωμα (τα άλλα δύο είναι το προφητικό και το αρχιερατικό). Στον Άδη ο Σωτήρ κατήλθε ως βασιλέυς κραταιός και δυνατός. Με τη ζωαρχική παλάμη του εσπάραξε τα κλείθρα του θανάτου. Ο Άδης, ο απηνής τύραννος και αποτρόπαιος δυνάστης, βλέποντας στον παράδοξο επισκέπτη του «βροτόν τεθεωμένων, κατάστικτον τοις μώλωψι και πανσθενουργόν», «διαπεφώνηκε» έχασε τη λαλιά του, έπεσε κάτω άφωνος. Και μπορούσε μεν να δέχεται στα σκοτεινά και ανήλια βάθη του τις ψυχές των κοινών ανθρώπων, τις οποίες βάρυνε η αμαρτία· όχι όμως και τη θεοχώρητη ψυχή του Υιού του Θεού και της Παρθένου. Ορμήσας δε να καταπιεί τη σπάνια εκείνη ψυχή, πιάστηκε από το άγκιστρο της θεότητος, που ήταν κρυμμένο κάτω από αυτήν. Επικράνθη και η κοιλία του δεν μπόρεσε να κρατήσει μέσα της την ψυχή του παράδοξου επισκέπτη· την εξήμεσε και μαζί με αυτή απέδωσε και τις ψυχές των απ’ αιώνος νεκρών, που κρατούσε στα μακάβρια σπλάχνα του. Να απέδωσε άραγε και τις ψυχές εκείνων που δεν πίστεψαν στο σωτήριο κήρυγμα του Ιησού; Ή είναι σχηματικό, ότι ο Χριστός βγαίνοντας από τον Άδη, έσυρε μαζί του και ολόκληρο το γένος των ανθρώπων, λύτρωσε παγγενή τον Αδάμ;

 
Πηγή: «Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά», Ανδρέα Θεοδώρου, σελ. 106

katafigioti

lifecoaching