Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Η Εκκλησία είναι καθολική σε κάθε ένα από τα μέλη της, διότι ένα καθολικό όλο δεν μπορεί να οικοδομηθή ή να συντεθή αλλοιώτικα παρά μέσω της καθολικότητας των μελών του. Κανένα πλήθος, καμμιά μάζα, κάθε μέλος της οποίας είναι αδιαπέραστο και απομονωμένο, δεν μπορεί να γίνη αδελφότης. Η ένωσις μπορεί να γίνη δυνατή, μόνο με την αμοιβαία αδελφική αγάπη του κάθε αδελφού χωριστά.

Η γνωστή εικόνα της Εκκλησίας, που την παριστάνει σαν πύργο που κτίζεται, εκφράζει τη σκέψι αυτή πολύ ζωντανά (Πρβλ. Ποιμένα του Ερμά). Οι διάφορες πέτρες, με τις οποίες χτίζεται ο Πύργος αυτός, εικονίζουν τους πιστούς· είναι οι «ζώντες λίθοι». Καθώς προχωράει το χτίσιμο, τους βάζουν τον ένα πάνω στον άλλο κι αυτοί στέκονται περίφημα, γιατί είναι λείοι και εφαρμόζουν καλά ο ένας πάνω στον άλλο. Ενώνονται μάλιστα τόσο σφιχτά μεταξύ τους, που οι ακμές τους δεν φαίνονται πια και ο πύργος φαντάζει σαν να είναι φτιαγμένος από μια πέτρα.

Σύμβολο ωραίο ενότητος και ολότητος η εικόνα· αλλά προσέξτε, μόνο πέτρες λείες και τετράγωνες μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για το χτίσιμο αυτό. Υπήρχαν κι άλλοι, μάλιστα λαμπροί λίθοι, μόνο που ήσαν στρογγυλοί και έτσι δεν ωφελούσαν καθόλου στο χτίσιμο, ήσαν ακατάλληλοι για τη δουλειά αυτή. Δεν εφάρμοζαν ο ένας πάνω στον άλλο (μη αρμόζοντες) και για τούτο έπρεπε ν’ αποτεθούν κάπου κοντά στους τοίχους. Στο συμβολισμό των αρχαίων «στρογγυλότης» εσήμαινε αυτάρκεια, απομόνωσι, αυτοϊκανοποίησι. Και είναι ακριβώς η αυτάρκεια αυτή, που εμποδίζει την είσοδό μας στην Εκκλησία. Ο λίθος πρέπει κατ’ αρχήν να είναι λείος, ώστε να μπορή να εφαρμόση μέσα στον τοίχο της Εκκλησίας.

Πρέπει ν’ απαρνηθούμε τους εαυτούς μας, για να κατασταθούμε ικανοί να εισέλθουμε στην καθολικότητα της Εκκλησίας, πρέπει, μ’ ένα καθολικό πνεύμα, να κυριαρχήσουμε πάνω στον αυτοερωτισμό μας. Και στην πληρότητα της κοινωνίας της Εκκλησίας, η καθολική μεταμόρφωσις της προσωπικότητος τελειούται και συντελείται πλήρως.
    Αλλ’ η άρνησις του ιδίου μας του εαυτού δεν σημαίνει ότι η προσωπικότης πρέπει να σβησθή, να εξοντωθή, να διαλυθή μέσα στη μάζα. Η καθολικότης δεν είναι συλλογικότης. Αντίθετα, η αυταπάρνησις πλαταίνει το εύρος της προσωπικότητός μας· περικλείουμε τους πολλούς μέσα στο δικό μας εγώ. Εδώ κείται η ομοιότης με τη Θεία ενότητα της Αγίας Τριάδος.

(π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας, εκδ. Αρτος ζωής, σελ. 196-197)

Η Αληθινή Εκκλησία.

    Αυτό το κείμενο είναι μια προσπάθεια γραψίματος σε μια νέα οικουμενική γλώσσα. Ίσως η προσπάθεια να μην είναι επιτυχημένη. Ίσως, ωρισμένοι να ανακαλύψουν σ’ αυτήν μια μεγάλη ομολογιακή διάθεσι, και άλλοι να διαμαρτυρηθούν για αοριστία. Γι’ αυτό δεν θα είναι ανεδαφικό να συνοψίσω τις κύριες θέσεις μου σε γλώσσα οικεία σε μένα.

Σαν μέλος και ιερεύς της Ορθοδόξου Εκκλησίας πιστεύω ότι η Εκκλησία, μέσα στην οποία βαπτίσθηκα και ανατράφηκα, είναι η Εκκλησία, η αληθινή Εκκλησία, η μόνη αληθινή Εκκλησία.

Και το πιστεύω για πολλούς λόγους: ένεκα προσωπικής πεποιθήσεως και ένεκα της εσώτατης βεβαιώσεως του Πνεύματος, που πνέει στα μυστήρια της Εκκλησίας, και ένεκα των όσων είναι δυνατό να γνωρίζω από τη Γραφή και από την καθολική παράδοσι της Εκκλησίας. Είμαι υποχρεωμένος, λοιπόν, να θεωρώ όλες τις υπόλοιπες χριστιανικές Εκκλησίες ως ελαττωματικές, και σε πολλές περιπτώσεις μπορώ να προσδιορίσω αυτές τις ελλείψεις των άλλων Εκκλησιών με απόλυτη ακρίβεια.

Γι’ αυτό, λοιπόν, η ένωσις των Χριστιανών, για μένα, σημαίνει ακριβώς την παγκόσμια επιστροφή στην Ορθοδοξία. Δεν έχω καμμία απολύτως ομολογιακή πεποίθησι, η πεποίθησίς μου ανήκει αποκλειστικά στην Una Sancta («Μία Αγία…»).
    Ξέρω καλά ότι η αξίωσίς μου θα αγνοηθή από πολλούς χριστιανούς. Θα θεωρηθή ότι είναι μια εγωιστική και μάταιη απαίτησις. Ξέρω, επίσης, καλά ότι πολλά πράγματα, που τα πιστεύω απόλυτα δεν είναι πιστευτά από άλλους. Όμως, δεν βλέπω κανένα λόγο, για τον οποίο πρέπει εγώ ν’ αμφιβάλλω γι’ αυτά ή να μην πιστεύω εγώ ο ίδιος. Το μόνο όμως που λογικά μου επιβάλλεται να κάνω είναι να διακηρύξω την πίστι μου και να την εκφράσω με τέτοιο τρόπο, ώστε οι φτωχές μου λέξεις να μην αμαυρώσουν την αλήθεια. Γιατί είμαι σίγουρος, ότι η αλήθεια του Θεού φέρνει βεβαιότητα.

Τούτο, βέβαια, δεν σημαίνει ότι το κάθε τι μέσα στις πολλές Ορθόδοξες Εκκλησίες κατά το παρελθόν ή το παρόν πρέπει να ταυτισθή με την αλήθεια του Θεού. Πολλά πράγματα προφανώς υπόκεινται σε αλλαγές. Και, φυσικά, πολλά πράγματα έχουν ανάγκη βελτιώσεως. Η αληθινή Εκκλησία δεν είναι ακόμη η τέλεια Εκκλησία.
    Η Εκκλησία του Χριστού πρέπει να αναπτυχθή και να οικοδομηθή μέσα στην ιστορία. Κι όμως η όλη και η πλήρης αλήθεια έχει ήδη δοθή και ανατεθή στην Εκκλησία. Η αναθεώρησις και νέα διατύπωσις είναι πάντοτε δυνατή, και ωρισμένες φορές, μάλιστα, επιβεβλημένη. Όλη η ιστορία των Οικουμενικών Συνόδων του παρελθόντος το αποδεικνύει. Οι άγιοι Πατέρες μ’ αυτόν τον σκοπό συγκεντρώνονταν. Βέβαια, στο σύνολο, το ταμείο της Πίστεως φυλάχθηκε πιστά, και η μαρτυρία της πίστεως εκέρδισε σε ακρίβεια και ευστοχία διατυπώσεως. Πάνω απ’ όλα, η μυστηριακή δομή του Σώματος έχει διατηρηθή σώα και άθικτος.

Και στο σημείο τούτο πάλι γνωρίζω ότι η προσωπική μου αυτή πεποίθησις είναι δυνατό να απορριφθή σαν αυταπάτη. Αλλά για μένα αποτελεί ακράδαντη πεποίθησι. Αν αυτό ήθελε θεωρηθή πεισμονή, είναι η πεισμονή της αλήθειας και των τεκμηρίων. Μπορώ μόνο να δω αυτό, που πράγματι βλέπω. Δεν είμαι σε θέσι να κάνω τιποτ’ άλλο.

Αλλά με κανένα τρόπο δεν είμαι διατεθειμένος να θέσω κανέναν «εκτός Εκκλησίας». Η «κρίσις» έχει δοθή στον Υιό. Κανείς δεν διωρίσθηκε για να προλαμβάνη την κρίσι Του. Η Εκκλησία, βέβαια, έχει τη δική της εξουσία μέσα στην ιστορία. Είναι, πρωτ’ όλα, η εξουσία να κηρύττη και να διαφυλάττη το λόγο της αληθείας. Υπάρχει κάποιος κανόνας πίστεως και τάξεως, που πρέπει να θεωρείται σαν κανόνας. Οτιδήποτε βρίσκεται πέραν τούτου είναι «ανωμαλία». Αλλά η «ανωμαλία» πρέπει να θεραπεύεται και όχι απλώς να καταδικάζεται.

Αυτή είναι η δικαίωσις για τη συμμετοχή ενός Ορθοδόξου στον οικουμενικό διάλογο με την ελπίδα ότι με τη μαρτυρία του η Αλήθεια του Θεού είναι δυνατό να κερδίση ανθρώπινες υπάρξεις.

(Μεταφρ. Αντώνης Κουμάντος)

(π.Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας, εκδ. Άρτος ζωής, 1989 σελ.219-220 υπογραμμίσεις δικές μας)

161. Ποια έννοια έχει ο νηπιοβαπτισμός;

    Τα νήπια βαπτίζονται για να καθαρθούν από το μολυσμό του προπατορικού αμαρτήματος και να είναι εύθετα στη βασιλεία των ουρανών. Διότι η παρουσία του προπατορικού αμαρτήματος στα νήπια, έστω κι αν αυτά δεν έχουν προσωπικές αμαρτίες, τα εμποδίζει να γίνουν μέτοχα της αιώνιας ζωής. Για ν’ αποφευχθεί δε το θλιβερό ενδεχόμενο να πεθάνουν αβάπτιστα, εισήχθη πολύ νωρίς στην αρχαία Εκκλησία ο νηπιοβαπτισμός, που στην εποχή των αιρέσεων ήταν ισχυρό όπλο κατά του Πελαγιανισμού, που δίδασκε ότι δια της παραβάσεως του προπάτορα η φύση δεν έπαθε καμιά ουσιαστική ζημία από την αμαρτία. Στην αγ. Γραφή δεν υπάρχει βέβαια άμεση μαρτυρία περί του νηπιοβαπτισμού· υπάρχουν όμως έμμεσες μαρτυρίες και ενδείξεις σε όσα λέγονται περί βαπτίσματος ολόκληρων οίκων, στους οποίους είναι λογικό να υποτεθεί ότι υπήρχαν και μικρά παιδιά.
    Υπάρχει βέβαια η αιτίαση κατά του νηπιοβαπτισμού, ότι στα νήπια ελλείπει η πίστη που είναι ο απαραίτητος όρος λήψεως του βαπτίσματος, σύμφωνα με όσα είπε ο Κύριος: «Ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται». Αυτό είναι αλήθεια. Δεν υπάρχει δε καμία αμφιβολία ότι το τέλειο βάπτισμα είναι εκείνο στο οποίο ο άνθρωπος προσέρχεται με πίστη στο Σωτήρα και με συναίσθηση της σημασίας της μυστηριακής τελετής, δηλαδή το βάπτισμα των ενηλίκων. Εντούτοις η έλλειψη της πίστεως δεν παρακωλύει τη λυτρωτική ενέργεια της χάριτος στα τρυφερά νήπια, στα οποία δεν υπάρχει και το στοιχείο της προσωπικής αμαρτίας που αποτελεί το κύριο εμπόδιο επενεργείας της χάριτος του Θεού. (Ανδρέα Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά, σελ. 231-232)

81. Ποια είναι η έννοια του νηπιοβαπτισμού;

    Ο ΝΗΠΙΟΒΑΠΤΙΣΜΟΣ είναι απτή απόδειξη της άμεσης ανάγκης του βαπτίσματος προς σωτηρία. Είναι θεσμός πανάρχαιος της Εκκλησίας. Αφού όμως ο Κύριος συνέδεσε άμεσα πίστη και βάπτισμα («ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται»), ποια έννοια έχει το βάπτισμα των νηπίων, τα οποία δεν μπορούν να πιστεύσουν λόγω της άωρης ηλικίας τους και της έλλειψης αυτοσυναίσθησης και αυτοσυνείδησης; Φυσικά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το τελειότερο βάπτισμα είναι το βάπτισμα των ενηλίκων, στους οποίους υπάρχουν ανεπτυγμένη η συνείδηση και λειτουργεί ο λόγος.
    Ο άνθρωπος, ως υπεύθυνο πρόσωπο, πρέπει να γνωρίσει την αλήθεια, να αγαπήσει το λυτρωτικό έργο, του Χριστού και να ποθήσει τη σωτηρία του. Μετά δε από μακρά ηθική δοκιμασία, έπειτα από μετάνοια και προσπάθεια εκτέλεσης του νόμου του Θεού, θα πρέπει να δεχτεί το λουτρό της παλιγγενεσίας, για να γίνει ένα καινούριο πλάσμα ντυμένο στο φως του Χριστού και την αλήθεια της τριαδικής θεότητας. Γι’ αυτό και στην αρχαία Εκκλησία, στην οποία βιωνόταν πληρέστερα και βαθύτερα η σωστική αλήθεια του Θεού, υπήρχε ο θεσμός των κατηχουμένων, των ανθρώπων που επιθυμούσαν να βαπτισθούν και να γίνουν χριστιανοί, οι οποίοι υποβάλλονταν σε μακράν ηθική προετοιμασία και διδάσκονταν τις βασικές αλήθειες της χριστιανικής πίστης. Στην κατάλληλη ώρα δέχονταν το «φώτισμα», όπως λεγόταν το βάπτισμα, επειδή χορηγούσε στις ψυχές των ανθρώπων το φως του Χριστού και της μακαρίας Τριάδος.
    Όλα αυτά βέβαια είναι σωστά και καλά. Γιατί όμως θεσπίστηκε στην Εκκλησία ο νηπιοβαπτισμός; Ποια ανάγκη τον επέβαλε; Γιατί το τέλειο βάπτισμα των ενηλίκων αντικαταστάθηκε με το βάπτισμα των νηπίων; Ο λόγος είναι ένας. Για να προστατεύονται τα βρέφη από αιφνίδιο θάνατο, ο οποίος θα τα εύρισκε αβάπτιστα και θα έχαναν τη δυνατότητα εισόδου τους στη βασιλεία των ουρανών, ως φέροντα στην φύση τους την αμαρτία του Αδάμ. Βαπτίζονται για ν’ αποφύγουν ένα τέτοιο θλιβερό ενδεχόμενο. Έτσι κρίθηκε συμφερότερο τα νήπια να δεχτούν το βάπτισμα στην πρώτη άωρη και ανώριμη ηλικία τους, με τη ρητή διαβεβαίωση ότι αυτό που δεν μπορούν να κάνουν τώρα, να διδαχτούν την πίστη και τις αρχές του Ευαγγελίου, θα το αναπληρώσουν εν καιρώ ο ανάδοχος και οι γονείς τους. Όπως βλέπουμε, έχει βαθύ νόημα ο νηπιοβαπτισμός. (Ανδρέα Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα σωτηριολογικά, σελ. 190-191)

Αφού ο Κύριος είπε «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται», γιατί εμείς βαπτίζουμε τα νήπια, τα οποία δεν μπορούν να πιστεύουν;

    Είναι αλήθεια ότι ο Κύριος προέταξε του βαπτίσματος την πίστη. Ο άνθρωπος προτού δεχθεί το βάπτισμα πρέπει να πιστέψει στο Χριστό, να γνωρίσει τη θεία αλήθεια, να ποθήσει τη σωτηρία του και ακολούθως να βαπτισθεί.
Αυτή είναι η κανονική σειρά και δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι το βάπτισμα ενηλίκων, που γίνεται κατόπιν πίστεως στο Σωτήρα, είναι προτιμότερο. Έτσι γινόταν στην αρχαία Εκκλησία.
    Ο νηπιοβαπτισμός εισήχθη πολύ νωρίς στην πράξη της αρχαίας Εκκλησίας. Εισήχθη για ν’ αντιμετωπίσει μια επείγουσα ανάγκη στη ζωή του πληρώματος της Εκκλησίας, ένα σοβαρό κίνδυνο, το ενδεχόμενο να πεθάνει κανείς αβάπτιστος, οπότε κωλύεται να εισέλθει στη Βασιλεία των ουρανών. Το κώλυμα, όπως είπαμε, είναι η παρουσία στην ψυχή του προπατορικού αμαρτήματος. Τα νήπια βέβαια δεν έχουν τη δυνατότητα να πιστέψουν. Αυτό όμως δεν αποτελεί αποχρώντα λόγο, ώστε να μη μπορούν να δεχθούν τη βαπτισματική χάρη. Είναι βασικό αξίωμα στη θεολογία ότι η θεία χάρη ενεργεί λυτρωτικά, εκεί όπου δεν υπάρχει η αμαρτία, η οποία είναι ο μόνος παράγων που αναστέλλει και ματαιώνει τη λυτρωτική της ενέργεια. Στα νήπια όμως το στοιχείο της προσωπικής αμαρτίας απουσιάζει. Συνεπώς η θεία χάρη μπορεί να επιδράσει ευεργετικά στην τρυφερή καρδιά τους, καταλύοντας από τη φύση τους το σώμα του προπατορικού αμαρτήματος. Άλλωστε την έλλειψη προσωπικής τοποθετήσεως των νηπίων έναντι της πίστεως και του λόγου του Θεού, αναλαμβάνει την υποχρέωση ν’ αναπληρώσει εν καιρώ σ’ αυτά ο ανάδοχος, βοηθούμενος από τους γονείς του παιδιού και την Εκκλησία.
    Μερικοί ρωτούν· γιατί με βάπτισαν, χωρίς κανένας να με ρωτήσει, αν ήθελα να βαπτισθώ και να γίνω χριστιανός; (αυτό είναι συνηθισμένο ερώτημα των Μαρτύρων του Ιεχωβά). Το ερώτημα είναι σχήμα οξύμωρο. Πως μπορείς να ρωτηθείς, αφού δεν έχεις τη δυνατότητα να κατανοήσεις και να απαντήσεις; Το βάπτισμα το κάνουμε στα νήπια για το καλό τους, για να τα προφυλάξουμε από έναν μέγιστο κίνδυνο. Το ίδιο άλλωστε δεν κάνουμε στα μικρά παιδιά, όταν τα εμβολιάζουμε; Ζητάμε προηγουμένως τη συγκατάθεσή τους;

(Ανδρέα Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα Δογματικά, σελ. 158-159)

Στιγμές ορθρινής ή εσπερινής ακολουθίας· στρέφεσαι και ευλογείς με το «ειρήνη πάσι» και συνειδητοποιείς ότι κοιτάζεις έναν άδειο από ανθρώπινη παρουσία ναό, που αποδέχεται τον εσπερινό ύμνο και αναπνέει παράλληλα το ευώδες θυμίαμα.

«Ειρήνη πάσι»... Το λες με συναίσθηση και δέος. Όμως, ποιοι το ακούνε άραγε, σε ποιους και γιατί απευθύνεται αυτή η ευλογία; Φυσικά εσύ το λες, εσύ το ακούς και μόνος σου διερωτάσαι, καθώς γυρίζεις και βλέπεις την εικόνα του Χριστού στο τέμπλο να φωτίζεται από το ταπεινό και ιλαρό φως του λαδοκάντηλου, ενώ σκέφτεσαι: ποια σημασία έχει να λέγεται, λοιπόν, η ειρήνευση αυτή, χωρίς να υπάρχει ούτε ένας πιστός στο ναό;

Κάπου απέξω ακούγονται φωνές και βηματισμοί. Στ' αντικρινά τα σπίτια ανάβουν τα φώτα, καθώς σιμώνει η νύχτα, ενώ κάποιες θύρες ανοιγοκλείνουν. Ο κόσμος της ενορίας ειν' αυτός λοιπόν, που δεν έρχεται τις καθημερινές στον εσπερινό και μόνο στις Κυριακάτικες λειτουργίες ακούει, τις περισσότερες φορές αδιάφορα, αυτή την ευλογία. «Ειρήνη πάσι». Κι εσύ το ξέρεις, το καταλαβαίνεις και σιωπάς πάντα, γιατί ό,τι και να πεις δε γίνεσαι κατανοητός. Γιατί, άραγε;

Ωστόσο στο περιθώριο των όσων βιώνεις την κάθε μέρα, σημειώνεις με βεβαιότητα και υπομονή κάποιες ταπεινές σκέψεις/προσευχές, τις οποίες και προσφέρεις, κάθε βράδυ με το εσπερινό θυμίαμα και κυρίως, για να έχεις τη δυνατότητα ν' αποδράσεις από την απόγνωση και την αθυμία.

Γι' αυτό, όταν λες «Ειρήνη πάσι», εκείνη τη στιγμή βιώνεις και συνειδητοποιείς, πως εσύ έκαμες το χρέος σου: έστειλες δηλαδή την ειρήνη και την ευλογία Εκείνου, όχι μονάχα στους άδειους χώρους του ναού, μα πέρα και έξω απ' αυτούς. Γιατί η ειρήνη πρέπει, αφού ξεπεράσει τα όρια του ναού, να εισοδεύσει στο σπίτι του άρρωστου που πασχίζει να βρει την ισορροπία του, στον κουρασμένο και αποκαμωμένο από το άγχος της καθημερινότητας ενορίτη, στο μαθητή που συλλαβίζει τη ζωή μέσα στα βιβλία του, στο ζεύγος των νέων παιδιών που πασχίζουν να βιώσουν το βαθύ μυστήριο της συζυγίας, αλλά και στο ζεύγος εκείνο που με ποικίλους τρόπους πασχίζει να αποτινάξει και να διαλύσει το ζυγό της συμβιώσεως, στο γέροντα και τη γερόντισσα που κοιτάζουν να βρουν μια σταγόνα υπομονής και στοργής απ’ τους άλλους, στο νέο ή τη νέα που σκοτεινιάζουν το νου και την ψυχή τους με ουσίες εφήμερης ή στιγμιαίας ευτυχίας, στο κάθε πιστό, στον κάθε κληρικό, στον κάθε αγωνιζόμενο μοναχό, στον κάθε άνθρωπο. Αυτή την ειρήνη στέλνει πρωί και βράδυ η Εκκλησία, άσχετα αν δεν την αφουγκράζεται ή δεν τη συνειδητοποιεί ο κόσμος.

Η Ειρήνη, η ειρήνη του Χριστού (πρβλ. Ιω. 14, 27) στέλνεται καθημερινά στον κόσμο, όπως στέλνεται το φως, η βροχή, ο άνεμος και συνδράμουν τη γη και τους ανθρώπους. Το ζητούμενο είναι πόσοι και γιατί δεν τη δέχονται. Ένα ζήτημα που διαφαίνεται από τα πρώτα της Δημιουργίας χρόνια, όπου η παρουσία του Θεού ήταν πάντα το χάδι, η στοργή, η ανάπαυση για τους πρωτόπλαστους. Μέχρι που εισήλθε ο εχθρός όλων αυτών των αγαθών, που δόθηκαν ως δωρεά από τον Δημιουργό για την ευτυχία και ευλογία του γένους των ανθρώπων, κατέλυσε με πονηρία και θράσος την ειρήνη μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων και την αντικατέστησε με την εγωπάθεια, την ισχυρογνωμία και τον σκληρό αρνητισμό.

Αφουγκράζεσαι, λοιπόν εδώ, στην τρυχία της εσπερινής ακολουθίας τους καημούς και τα βάσανα των ανθρώπων. Καημούς και βάσανα δηλαδή που, καθώς ανεβαίνεις καθημερινά για το ναό τα μαζεύεις, αφού καταλαβαίνεις, βλέπεις κι ακούς όταν περνάς μπροστά από τα σπίτια των ενοριτών σου και ξέρεις, το γιατί φωνάζει η μια γειτόνισσα στην άλλη, γιατί μαλώνει ο πατέρας του το Νίκο κι ακόμα γιατί, αφού διασταυρώθηκαν οι δύο πρώην φιλενάδες δε χαιρέτισε η μια την άλλη κι άλλα πολλά... Και σκέφτεσαι και παρακαλάς το Θεό να ευδοκήσει να βιώσουν την πάντιμο ειρήνη Του που τους στέλνει, για να ηρεμήσει η ψυχή τους, να χαμογελάσει το στόμα τους, να βρεθούν κοινοί τόποι συνεργασίας, φιλίας, αλληλοβοηθείας, φιλαδελφίας και φιλοτιμίας...

Στέκεις σκεφτικός μετά τον Εσπερινό και διερωτάσαι, αν πρέπει να πεις δυο λόγια μεθαύριο την Κυριακή σ' όλους αυτούς που θα ‘ρθουν, μη και καταλάβουν κάτι. Μόνο που κάποτε διστάζεις, γιατί φοβάσαι ότι κι εσύ ο ίδιος ακόμα δε βίωσες ικανά την Ειρήνη Του. Με λίγα λόγια δεν έφτασες στο ύψος το πνευματικό των μοναχών εκείνων του φιλόθεου Γεροντικού, που προσπάθησαν να δημιουργήσουν μια «τεχνητή» φιλονικία κι όμως η ταπείνωση και η αληθινή φιλία (πρβλ. το: «ο Χριστός εν τω μέσω ημών» του ιερατικού συλλείτουργου) δεν τους το επέτρεψε.

«Ειρήνη πάσι»· «και πρώτα στον εαυτό μου, Κύριε», ψιθυρίζεις και κάνεις το σταυρό σου καθώς αναχωρείς απ’ το ναό κι απόψε...

π. Κων. Ν. Καλλιανός

 


(Π.Ν. Τρεμπέλα, Δογματική τόμος 3, σελ. 112-116, εκδ. ο Σωτήρ, μετάφραση στα νέα ελληνικά π. Νικόλαος Πουλάδας).

«Εάν δεν είναι βέβαιο, είναι όμως πολύ πιθανό, ότι από αυτήν την αποστολική εποχή γίνονταν δεκτά στο βάπτισμα και νήπια άμοιρα λογικής, που ανήκαν σε σπίτια που προσχώρησαν όλοι μαζί στο Χριστιανισμό. Έτσι τόσο οι Πράξεις των Αποστόλων, όσο και ο Παύλος κάνουν λόγο για ολόκληρες οικογένειες που δέχτηκαν το βάπτισμα. Ο Κορνήλιος και «όλος ο οίκος του», η Λυδία «και ο οίκος της», ο δεσμοφύλακας των Φιλίππων «και όλοι όσοι ήταν στο σπίτι του», ο Κρίσπος στην Κόρινθο «μαζί με όλο το σπίτι του» όπως και «οίκος του Στεφανά» πίστεψαν και βαπτίστηκαν όλοι, και πιθανότατα περιλαμβάνονταν στα σπίτια αυτά και νήπια, που έγιναν και αυτά δεκτά στο βάπτισμα τόσο μάλλον, όσο αυτό ήταν «η περιτομή του Χριστού», που αντικατέστησε την σαρκική περιτομή των Ιουδαίων, η οποία παρεχόταν στα νήπια την όγδοη ημέρα από τη γέννησή τους (σημειωση 54. Πραξ. ια 14,ιστ 15,33,ιη 8, Α΄Κορ. α 16, Κολ. β 11.)

Ο Leeming τονίζει πολύ το επιχείρημα από την σύγκριση στην Κ.Δ. του βαπτίσματος και της περιτομής. Ο θείος Παύλος αντιθέτοντας το βάπτισμα στην περιτομή και θεωρώντας αυτό ως αντίστοιχο και ως τελείωσή της υπονοεί, ότι οι Χριστιανοί καταλέγονταν στη χριστιανική κοινότητα με τελετή, η οποία ήταν όμοια με αυτήν του Παλαιού νόμου, αλλά διαφορετική ως προς το εξωτερικό σημάδι και τα αποτελέσματά της. Η μία ήταν φυσικό κόψιμο ανθρωπίνου δέρματος, η άλλη ήταν πνευματική αποκοπή της αμαρτίας. Η μία έδινε δικαιώματα νομικά, η άλλη εσωτερική ένωση με το Θεό. Εφόσον όμως είναι γνωστό και από αλλού, ότι οι αρχαίοι χριστιανοί ακολουθούσαν σε πολλά σημεία τις ιουδαϊκές παραδόσεις, ιδιαίτερα μάλιστα στις λειτουργικές τελετές, η τελετή της εισόδου στο χριστιανικό σώμα διαμορφώθηκε σύμφωνα με τα κατά την περιτομή κρατούντα στους Ιουδαίους, έτσι λοιπόν και τα νήπια των Χριστιανών βαπτίζονταν νωρίς, όπως περιτέμνονταν και τα των Ιουδαίων. Όπως σημειώνει ο ίδιος Leeming το επιχείρημα αυτό χαρακτηρίστηκε ως αποφασιστικό από τον Καλβίνο και τον Chemnitz.
Άλλωστε ο Κύριος διακήρυξε την αναγκαιότητα του βαπτίσματος ανεξαιρέτως για όλους, «εάν κάποιος δεν γεννηθεί από νερό και πνεύμα» λέγοντας, εκδήλωσε από την άλλη ιδιαίτερη συμπάθεια και προς τα μικρά παιδιά λέγοντας στους μαθητές που εμπόδιζαν τις μητέρες τους που έφερναν αυτά στον Κύριο «για να βάλει πάνω τους τα χέρια του και να προσευχηθεί»: «Αφήστε τα παιδιά και μην τα εμποδίζετε να έλθουν σε μένα». Δεν στερείται επίσης σημασίας, ότι με την ευκαιρία αυτή «έβαλε πάνω τους τα χέρια» (Ιω. γ 5, Ματθ. ιθ 13-15).

Από την άλλη τα λόγια του Παύλου στο Α΄Κορ. ζ 14, σύμφωνα με τα οποία τα παιδιά, τα προερχόμενα από ήδη υφιστάμενους μικτούς γάμους μεταξύ συζύγων, από τους οποίους ο ένας ή η μία προσχώρησαν ήδη στο Χριστιανισμό, «είναι άγια», όχι μόνο δεν μπορεί να προσαχθεί ως επιχείρημα εναντίον του νηπιοβαπτισμού, ότι μαρτυρούν ότι αυτά ως άγια ήδη δεν θα ήταν αναγκαίο να βαπτιστούν, αλλά αντιθέτως παρουσιάζουν αυτά επιδεκτικά και του αγιασμού από το βάπτισμα.
Και δεν αποδεικνύουν μεν τίποτα εναντίον του νηπιοβαπτισμού, διότι και για τον σύζυγο που δεν προσχώρησε στην πίστη βεβαιώνεται στα λόγια αυτά, ότι «έχει αγιαστεί ο άνδρας ο άπιστος μέσω της γυναίκας και έχει αγιαστεί η γυναίκα η άπιστη μέσω του άνδρα». Θα μπορούσε λοιπόν να λεχθεί για το άλλο μέλος που παρέμεινε στην απιστία, ότι δεν είχε ανάγκη του βαπτίσματος; Αποτελούν όμως τα λόγια αυτά επιχείρημα και υπέρ του νηπιοβαπτισμού, διότι υπαινίσσονται, ότι η πίστη και ο αγιασμός των γονέων δημιουργούν σε αυτά κατάσταση που κληρονομιέται σε κάποιο μέτρο και από τα παιδιά τους και που κάνει αυτά επιδεκτικά και μεγαλύτερου αγιασμού.
Στη μετέπειτα Χριστιανική γραμματεία διέκριναν τον πρώτο περί του νηπιοβαπτισμού υπαινιγμό σε κάποια λόγια του Ειρηναίου, σύμφωνα με τα οποία ο Χριστός ήλθε να σώσει όλους όσοι μέσω αυτού αναγεννιούνται σε Θεό, παιδιά, νήπια, νέους, γέροντες (56. ΙΙ 22,4 Μ. 7,784).
Σαφέστερα όμως για αυτόν μιλά ο Τερτυλλιανός, που κηρύσσεται εναντίον του και υποστηρίζει από τη μία μεν, ότι η αθωότητα των νηπίων κάνει περιττό το βάπτισμά τους, από την άλλη δε ότι αυτοί που λαμβάνουν το βάπτισμα πρέπει πρώτα να διδάσκονται τη χριστιανική αλήθεια. Διότι ναι μεν ο Κύριος είπε να μην εμποδίζουν τα παιδιά να έρχονται προς αυτόν, αλλά ας έρχονται αυτά, όταν γίνονται έφηβοι και όταν διδαχτούν. Ας γίνονται Χριστιανοί όταν θα μπορούν να γνωρίσουν το Χριστό (57. De Bapt. 18. M.L. 1, 1330).
Αντιθέτως όμως ο Κυπριανός λέει ότι δεν πρέπει να εμποδίζεται από το βάπτισμα το παιδί, το οποίο επειδή πρόσφατα γεννήθηκε δεν έχει καμία άλλη αμαρτία παρά το ότι αφού γεννήθηκε σαρκικά κατά τον Αδάμ κουβαλά τον μολυσμό του θανάτου της αρχαίας παράβασης, και το οποίο τόσο ευκολότερα πλησιάζει για να λάβει την άφεση των αμαρτιών, όσο σε αυτό όχι δικά του αλλά ξένα αμαρτήματα συγχωρούνται (58. Epist. 59,5 M.L. 3,1054).
Ο Ωριγένης επίσης έχοντας πριν από αυτόν να ισχύει ως καθεστώς τον νηπιοβαπτισμό παρατηρεί, ότι «τα παιδιά βαπτίζονται εις άφεσιν αμαρτημάτων». Θέτοντας όμως το ερώτημα «ποιων  αμαρτημάτων; Διότι πότε αμάρτησαν;» απαντά «μη τυχόν, επειδή κανείς δεν είναι καθαρός από ρύπο, αλλά τον ρύπο τον διώχνει κάποιος με το μυστήριο του βαπτίσματος, για αυτό και τα παιδιά βαπτίζονται»
Αλλά αυτός που περισσότερο ασχολήθηκε με τον νηπιοβαπτισμό υπήρξε ο Γρηγόριος ο Νανζιανζηνός: «Έχεις νήπιο;» ρωτά. «Μη δίνεις καιρό στην κακία», απαντά. «Από βρέφος ας αγιαστεί, ας αφιερωθεί από την τρυφερή ηλικία στο Πνεύμα». Και υπενθυμίζει την Άννα η οποία «και πριν να γεννηθεί ο Σαμουήλ, τον υποσχέθηκε στο Θεό και όταν γεννήθηκε αμέσως τον αφιέρωσε και τον μεγάλωσε με ιερατική στολή». Στρεφόμενος πάλι εναντίον ειδωλολατρικών εθίμων που επικρατούσαν τότε προσθέτει: «Δεν σου χρειάζονται καθόλου τα φυλακτά και τα μαγικά ψιθυρίσματα, μαζί με τα οποία εισέρχεται ο πονηρός, κλέβοντας το σεβασμό από το Θεό για τον εαυτό του στα μηδαμινότερα πράγματα. Δώσε στο παιδί σου την Τριάδα, το μέγα και καλό φυλακτό». Προχωρώντας παραπέρα διαπραγματεύεται την ένσταση, η οποία θα προβαλλόταν από το ότι τα νήπια δεν αισθάνονται ούτε τη ζημιά την οποία υφίστανται στερούμενα του βαπτίσματος, ούτε την χάρη την οποία λαμβάνουν όταν βαπτίζονται. Και εκφέρει μεν τη γνώμη, ώστε να αναμένεται στο παιδί η συμπλήρωση τριετίας, «ή λίγο λιγότερο ή περισσότερο», ώστε «όταν θα είναι δυνατόν να ακούσουν κάτι το μυστηριακό και να απαντήσουν, έστω και αν δεν κατανοούν πλήρως, αλλά τυπώνονται» στη μνήμη του μικρού παιδιού, «και έτσι αγιάζουν και τις ψυχές και τα σώματα με το μέγα μυστήριο της τελείωσης». Τονίζει όμως συγχρόνως, ότι ενδείκνυται να βαπτίζονται και τα νήπια, «εάν επείγει κάποιος κίνδυνος. Διότι είναι προτιμότερο να αγιάζονται χωρίς να το αισθάνονται παρά να φύγουν ασφράγιστα και αμύητα». Για απόδειξη του τελευταίου αυτού αναφέρεται στην «οκταήμερη περιτομή που ήταν μία τυπική σφραγίδα και δινόταν σε αυτούς των οποίων δεν είχε αναπτυχθεί ακόμη το λογικό». Υπενθυμίζει επίσης «και την επάλειψη των πορτών» με το αίμα του πασχάλιου αμνού κατά τη νύχτα της από την Αίγυπτο εξόδου του Ισραήλ, η οποία επάλειψη «με τα αναίσθητα» διαφύλαξε τα πρωτότοκα των Ιουδαίων (59. Λόγος Μ, παραγρ. 17 και 28).
Όπως επίσης παρατηρεί ο Leeming το ζήτημα του νηπιοβαπτισμού πήρε σοβαρότητα νωρίς τον τέταρτο αιώνα κατά τη σύγκρουση μεταξύ Αυγουστίνου και Πελαγιανών. Ο Αυγουστίνος αναζητούσε από το νηπιοβαπτισμό επιχείρημα υπέρ της ύπαρξης του προπατορικού αμαρτήματος, εφόσον το βάπτισμα παρέχεται εις άφεσιν αμαρτιών. Κατ’ ακολουθίαν οι Πελαγιανοί, οι οποίοι αρνούνταν την κληρονομικότητα αυτού του αμαρτήματος, είχαν συμφέρον να αρνηθούν, ότι ο νηπιοβαπτισμός αποτελούσε καθολική και αρχαία της Εκκλησίας συνήθεια. Δεν το έπραξαν όμως, αλλά κατέφυγαν στη διάκριση μεταξύ «αιώνιας ζωής» και «βασιλείας ουρανών», ισχυριζόμενοι ότι τα νήπια βαπτίζονταν, όχι για να γίνουν από κακά καλά, αλλά από αγαθά, που ήταν, να γίνουν καλύτερα. Έτσι ώστε εάν πέθαιναν αβάπτιστα, δεν θα πήγαιναν μεν στη βασιλεία των ουρανών, θα εισάγονταν όμως στην αιώνια ζωή. Κατά τον τέταρτο λοιπόν αιώνα δεν αμφισβητήθηκε, ότι ο νηπιοβαπτισμός επικρατούσε σε όλη την Εκκλησία. Ο Πελάγιος και ο Κελέστιος είχαν ταξιδέψει και στην Παλαιστίνη και στην Αφρική και στην Ιταλία· ειδικά μάλιστα ο Πελάγιος πιθανότατα γνώρισε και τη Γαλλία και τη Βρεττανία. Εάν σε κάποια από τις επαρχίες αυτές και χώρες δεν υφίστατο νηπιοβαπτισμός, ασφαλώς θα προβαλλόταν αυτό».
(Π.Ν. Τρεμπέλα ,Δογματική τόμος 3, σελ. 112-116, εκδ. ο Σωτήρ, μετάφραση στα νέα ελληνικά π. Νικόλαος Πουλάδας)

Κατά Ματθαίον 12,40  ὥσπερ γὰρ ἐγένετο Ἰωνᾶς ὁ προφήτης ἐν τῇ κοιλίᾳ τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας, οὕτως ἔσται καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ καρδίᾳ τῆς γῆς τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας(5).(=Διότι, όπως ακριβώς ο Ιωνάς ο προφήτης έμεινε εις την κοιλίαν του κήτους τρεις ημέρας και τρεις νύκτας, έτσι και ο υιός του ανθρώπου θα είναι μέσα στον τάφον και τον Αδην τρεις ημέρας και τρεις νύκτας).

(5) Αναμφίβολα ο Κύριος παρέμεινε στην καρδιά της γης τρεις ημέρες. Παρέμεινε όμως δύο νύχτες, εφόσον νύχτα σημαίνει το σκοτάδι που παρεμβλήθηκε μεταξύ ημέρας (της Παρασκευής προς το Σάββατο) και ημέρας (του Σαββάτου προς την Κυριακή). Και όμως ο αριθμός των τριών ημερών και των τριών νυχτών είναι σωστός, εάν δεν πάρουμε αυτόν με αστρονομική ακρίβεια, αλλά αναλύσουμε αυτόν κατά συνεκδοχή (δηλ. στενεύω ή διευρύνω τη σημασία μίας λέξης).

Δηλαδή αν θεωρήσουμε το ημερονύκτιο ως ενιαία και αδιαίρετη μονάδα και την εδώ φράση του Ματθαίου ερμηνεύσουμε: διάστημα τριών ημερονυκτίων.

Επιπλέον μπορεί με τη φράση να εννοείται το όλο πάθος δηλαδή από την αγωνία της Γεθσημανή, όπου ο Ιησούς έπεσε «στη γη» (Μάρκ. ιδ 35) «έπεσε με το πρόσωπο κατά γης προσευχόμενος» (Ματθ. κστ 39) και από τη σύλληψη, με την οποία οι Ιουδαίοι άρχισαν να επιχειρούν την καταστροφή του Ναού το σώματός του. Έτσι τα τρία ημερόνυκτα εκτείνονται από τα μεσάνυχτα της Πέμπτης προς την Παρασκευή μέχρι τον όρθρο της Κυριακής (b).

«Ο Κύριός μας… τρεις μέρες και τρεις νύχτες έμεινε κάτω από τη γη, την μεν Παρασκευή από το τέλος· το Σάββατο όλο· και την Κυριακή από την αρχή σύμφωνα με την αντίληψη των ανθρώπων. Όπως λοιπόν εμείς επιτελούμε την τριτη ημέρα των νεκρών, όχι όταν συμπληρωθούν ισόποσα οι τρεις ημέρες και οι τρεις νύχτες, αλλά θεωρούμε ως ημέρα μία και τέλεια εκείνη, κατά την οποία σε οποιαδήποτε ώρα πέθανε, αλλά θεωρούμε ως ημέρα και την άλλη, στις αρχές της οποίας πάμε στους τάφους των νεκρών, με την ίδια λοιπόν λογική και ο Κύριος έκανε στη γη τρεις μέρες και τρεις νύχτες» (Θεοδώρητος). Σύμφωνα με το ιεροσολυμιτικό Ταλμούδ ημέρα και νύχτα μαζί συναποτελούν ολόκληρη φυσική ημέρα και οποιοδήποτε τμήμα αυτής της περιόδου υπολογίζεται ως ολόκληρο (ο).

«Και αλλιώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε. Από την ημέρα που παραδόθηκε από τον Ιούδα στους θεοκτόνους Ιουδαίους, δηλαδή από την αγία Πέμπτη μπορούμε να αριθμήσουμε τις τρεις ημέρες σαν να σταυρώθηκε» (Ισίδωρος).

Ή, «το απόγευμα της Πέμπτης έκανε το δείπνο και έλεγε στους μαθητές: Πάρτε και φάτε το σώμα μου. Επομένως επειδή είχε εξουσία πάνω στον εαυτό του να θυσιάσει τη ζωή του, από τότε δηλαδή έσφαξε τον εαυτό του, από την ώρα που μοίραζε στους μαθητές του το σώμα. Διότι κανείς δεν τρώει κάτι, εάν δεν είναι προηγουμένως σφαγμένο. Μέτρησε λοιπόν· Το απόγευμα έδινε το σώμα του· η νύχτα εκείνη και η ημέρα της Παρασκευής μέχρι την έκτη ώρα (12 μ.), να το ένα ημερονύχτιο» (Θεοφύλακτος Βουλγαρίας στο Ματθ. κη 8).

(Π.Ν. Τρεμπέλα Υπόμνημα στο κατά Ματθαίον, εκδ. Σωτήρ, σελ. 244, μετάφραση στα νέα ελληνικά π. Νικόλαος Πουλάδας)

Απόσπασμα από το βιβλίο «Ο τρελο-Γιάννης».

Ονομάζομαι Γιώργος… Γεννήθηκα σε ένα χωριό της Μεσσηνίας αλλά από την εφηβική σχεδόν ηλικία ήρθα στην Αθήνα για να δουλέψω. Με το ζόρι τελείωσα την Γ’ τάξη Γυμνασίου.

Δεν τα αγαπούσα και πολύ τα γράμματα. Ένας θείος μου είχε κατάστημα στην κεντρική Λαχαναγορά στο Ρέντη και με πήρε στη δούλεψή του. Έπιανα δουλειά τα χαράματα και σχολούσα πριν το μεσημέρι. Είχαμε είδη μαναβικής.

Η καθημερινή ασχολία μου, εκτός της εργασίας, όμως, ήταν η ομάδα του Ολυμπιακού και οι γυναίκες.

Με την ποδοσφαιρική ομάδα του Ολυμπιακού είχα αναπτύξει μία ψυχική σύνδεση που επηρέαζε σχεδόν όλη τη ζωή μου. Η πορεία της ομάδας κατά κάποιο περίεργο τρόπο έπαιζε ουσιαστικό ρόλο στην καθημερινότητά μου. Χαιρόμουν και γλεντούσα με τις νίκες. Έπινα, χόρευα, φώναζα. Ένιωθα ευτυχής. Απογοητευόμουν και απελπιζόμουν με τις ήττες και τα έσπαγα. Τσακωνόμουν, απομονωνόμουν απ’ όλους. Και με το ζόρι πήγαινα ακόμη και στη δουλειά. Η άλλη ασχολία μου ήταν οι γυναίκες. Όλα σχεδόν τα χρήματα τα σπαταλούσα ως έφηβος σε επισκέψεις σε οίκους ανοχής και σε μπαρ με γυναίκες. Ο κοινωνικός περίγυρος των φίλων μου με είχε κάνει να βλέπω κάθε γυναίκα ως κινούμενο δοχείο ηδονής. Τη θεωρούσα αδύναμη και υποβαθμισμένη και δεν σας κρύβω πως πολλές φορές βιαιοπραγούσα πάνω της. Επίκεντρο στις σχέσεις που δημιουργούσα ήταν η επίδειξη δύναμης και ανδρικού εγωισμού.

«Αντιπολίτευση» η Εκκλησία

Όπως καταλαβαίνετε μ’ όλα αυτά ήταν φυσικό να βλέπω την Εκκλησία ως «αντιπολίτευση» στην άσωτη ζωή μου. Η όποια σχέση μου με την Εκκλησία οφείλεται στη μάνα μου και στη γυναίκα μου. «Δεν φοβάσαι το Θεό, βρε παιδί μου;» έλεγε η καημένη η μάνα μου, όταν καταλάβαινε πως παραστρατούσα. «Μείνε εσύ, ρε μάνα, μία ζωή με τα παραμύθια των παπάδων. Δεν βλέπεις πως η ζωή πάει μπροστά. Κοίταξε μωρέ να γλεντήσεις και να περνάς καλά και άσε τα περί του Θεού. Τον είδες μωρέ ποτέ το Θεό;» της απαντούσα. Εκείνη κουνούσε το κεφάλι και δεν μιλούσε. Μόνο με σταύρωνε. […]

Αργότερα ο Γιάννης παντρεύτηκε μία πολύ καλή κοπέλα με πνευματική ζωή, την Ελευθερία, αλλά έμεινε αδιόρθωτος και συνέχισε την ίδια άσωτη ζωή. Παρακολουθείστε τη συνέχεια εν συντομία:

[…]

Βέβαια το όλο σκεπτικό περί των γυναικών με εμπόδιζε να της συμπεριφέρομαι ισότιμα. Πολλές φορές ξέφευγα και την απατούσα. Έφθασα στο σημείο να δημιουργήσω ερωτική σχέση με την ξαδέλφη της, η οποία ήταν παντρεμένη! Τα ισοπέδωνα όλα μπροστά στο πάθος και στη νοοτροπία να αντιμετωπίζω κάθε γυναίκα ως δοχείο ηδονής. Αυτή ακριβώς την περίοδο άρχισαν και τα οικονομικά προβλήματα στο σπίτι, μιας και η ξαδέλφη ζητούσε συνεχώς χρήματα προκειμένου να δικαιολογείται στον άνδρα της ότι δήθεν εργάζεται ως πλασιέ! Με μαθητική ακρίβεια καταστρέφονταν δυο οικογένειες. Δεν σας κρύβω πως πέραν των κινδύνων της αποκάλυψης ένιωθα διαρκώς να με σφίγγει μία θηλιά στο λαιμό. Ήμουν για πρώτη φορά στη ζωή μου σε αδιέξοδο.

Και δεν έφθαναν όλα αυτά ήρθε και η αρρώστια της κόρης μου, η οποία εντελώς ξαφνικά παρουσίασε φύσημα στην καρδιά. Οι γιατροί στο Ωνάσειο (νοσοκομείο) μας έλεγαν πως δεν θα αποφύγει το χειρουργείο. Η γυναίκα μου όμως, είχε την ελπίδα της στον Χριστό και την Παναγία και προσευχόταν να μην μπει η Θεοδωρίτσα μας σ’ αυτή την περιπέτεια. Τελικά έγινε καλά προς έκπληξη όλων ακόμη και των γιατρών! Η Ουρανία μιλούσε για θαύμα αλλά εγώ απέδιδα τη θεραπεία της στα φάρμακα που της έδωσαν… Τόσο μυαλό είχα τότε!

Έβλεπα την καλοσύνη της Ουρανίας και έφτυνα τον ίδιο μου τον εαυτό. Προσπαθούσα απεγνωσμένα να βρω ελαττώματα στη γυναίκα μου για να δικαιολογήσω τις παράνομες πράξεις μου. Την άφηνα χωρίς λεφτά, λέγοντας πως δεν πάει η δουλειά καλά. Ξεσπούσα στα παιδιά χωρίς να φταίνε σε τίποτε. Και εκείνη η κακομοίρα έλεγε. «Δεν πειράζει Γιώργο, ο Θεός δεν θα μας εγκαταλείψει. Θα δώσει ο Θεός! Εσύ να είσαι καλά».

Και ο Θεός πράγματι έδωσε αυτό το ευλογημένο δρομολόγιο στη γειτονιά του αγγέλου Ιωάννη. Γιατί για μένα ο μακαρίτης ήταν ο φύλακας άγγελος που με τράβηξε μέσα από το βούρκο της ακολασίας. Μόνο τρελός δεν ήταν. Τετρακόσια τα είχε γιατί έβλεπε με άλλα μάτια. Η μόνη τρέλα του ήταν η αγάπη του προς τον Χριστό. […]

—Γιώργο από σήμερα φόρεσες για καλά τη φανέλα –όχι του Ολυμπιακού- αλλά του ουρανού. Το αν θα γίνεις καλός παίχτης και βάζεις γκολ εξαρτάται αποκλειστικά από σένα. Να πάρε αυτό το χαρτί. Περιγράφει τις μπάλες του ουρανού. Κοίταξε να παίζεις μ’ αυτές καλά και να γεμίσεις τα δίκτυα με πολλά γκολ. Το χαρτί έγραφε τις δέκα εντολές. Να ξέρεις ακόμη ότι τα πόδια σου γίνονται δυνατά και άτρωτα με την ταπείνωση και τη θυσία. Και την ταπείνωση και τη θυσία θα τη μάθεις από τον γέροντα προπονητή στη θεία εξομολόγηση και στη θεία Κοινωνία. Πιστεύω πως θα γίνεις πολύ δυνατός σέντερ-φορ!… […]

Από τότε ανέπτυξα μια πολύ καλή σχέση με τον μακαρίτη. Γνώρισε την Ουρανία και τα παιδιά. Τον είχα ρωτήσει μάλιστα πώς γνώριζε όλα αυτά που μου αποκάλυψε. Και εκείνος εντελώς φυσιολογικά απάντησε. —Να, είδα το φύλακα άγγελό σου, που στεκόταν απόμερα και έκλαιγε και τον ρώτησα, γιατί κλαίει… Τώρα όμως είναι πολύ χαρούμενος!

Πήγαινε συχνά ο διάβολος στη σπηλιά κάποιου Ερημίτη, για να τον τρομοκρατήσει και να τον κάνει να φύγει από εκεί.

Εκείνος όμως όχι μόνο δεν δείλιαζε, αλλά περιφρονούσε το πονηρό πνεύμα.

Τότε ο διάβολος, για να τον παραπλανήσει, του παρουσιάστηκε με τη μορφή του Χριστού.
- Είμαι ο Χριστός, του είπε.
Ο Ερημίτης έκλεισε τα μάτια του.
- Γιατί κλείνεις τα μάτια σου; του φώναξε ο διάβολος ερεθισμένος. Σου είπα πως είμαι ο Χριστός.
- Εγώ δεν θέλω να δω τον Χριστό σε αυτόν τον κόσμο,
αποκρίθηκε ο Ερημίτης, κρατώντας ακόμη τα μάτια του κλειστά.
Με τη θαρρετή απάντηση του ανθρώπου του Θεού ο διάβολος εξαφανίστηκε και δεν τόλμησε πια να τον πειράξει.
(Γεροντικόν, Θεοδώρας Χαμπάκη, εκδ. Λυδία, σελ. 399)


Σημείωση: οι παραλλαγές αναφέρονται στις λέξεις με bold.
20,1 Τῇ δὲ μιᾷ τῶν σαββάτων (άλλη γραφή[παραλλαγή] επόμενης ή προηγ. λέξης-λέξεων σε άλλα χειρογραφα,(στο εξής:α.γ.) Μαριαμ) Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἔρχεται πρωῒ σκοτίας ἔτι οὔσης εἰς τὸ μνημεῖον καὶ βλέπει τὸν λίθον ἠρμένον (προσθήκη λέξης-λέξεων στο σημειο αυτό σε κάποια χειρόγραφα,στο εξής προσθ. από της θυρας) ἐκ τοῦ μνημείου.
2 τρέχει οὖν καὶ ἔρχεται πρὸς (προσθ. τον) Σίμωνα Πέτρον καὶ πρὸς τὸν ἄλλον μαθητὴν ὃν ἐφίλει ὁ Ἰησοῦς καὶ λέγει αὐτοῖς• ἦραν τὸν κύριον ἐκ τοῦ μνημείου καὶ οὐκ οἴδαμεν ποῦ ἔθηκαν αὐτόν.
3 Ἐξῆλθεν οὖν ὁ Πέτρος καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς καὶ ἤρχοντο εἰς τὸ μνημεῖον.
4 ἔτρεχον δὲ (α.γ.και ετρεχον) οἱ δύο ὁμοῦ• (παραλείπεται η επόμενη ή προηγ. λέξη-λέξεις σε κάποια χειρόγραφα,στο εξης:παραλ.) καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς προέδραμεν τάχιον τοῦ Πέτρου καὶ ἦλθεν πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον,
5 καὶ παρακύψας βλέπει κείμενα τὰ ὀθόνια (α.γ.τα οθονια κείμενα (+ μονα στο χειρ. Ψ), οὐ μέντοι (προσθ. γε) εἰσῆλθεν.
6 ἔρχεται οὖν (παραλ.)καὶ Σίμων Πέτρος ἀκολουθῶν αὐτῷ καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ θεωρεῖ τὰ ὀθόνια κείμενα,
7 καὶ τὸ σουδάριον, ὃ ἦν ἐπι τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ, οὐ μετὰ τῶν ὀθονίων κείμενον ἀλλὰ χωρὶς ἐντετυλιγμένον εἰς ἕνα τόπον.
8 τότε οὖν εἰσῆλθεν καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς ὁ ἐλθὼν πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον καὶ εἶδεν καὶ ἐπίστευσεν•
9 οὐδέπω γὰρ ᾔδεισαν τὴν γραφὴν ὅτι δεῖ αὐτὸν ἐκ νεκρῶν ἀναστῆναι.
10 ἀπῆλθον οὖν πάλιν πρὸς (α.γ. εαυτους) αὐτοὺς οἱ μαθηταί.
11 (α.γ. Μαριαμ) Μαρία δὲ εἱστήκει (α.γ. εν) πρὸς τῷ μνημείῳ ἔξω κλαίουσα (α.γ.(1) κλαιουσα, α.γ.(2) κλαιουσα εξω). ὡς οὖν ἔκλαιεν, παρέκυψεν εἰς τὸ μνημεῖον
12 καὶ θεωρεῖ (παραλ.)δύο ἀγγέλους ἐν λευκοῖς καθεζομένους (α.γ. καθεζομενους εν λευκοις), ἕνα πρὸς τῇ κεφαλῇ καὶ ἕνα πρὸς τοῖς ποσίν, ὅπου ἔκειτο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ.
13 (παραλ.) καὶ λέγουσιν αὐτῇ ἐκεῖνοι• γύναι, τί κλαίεις; (προσθ.(1) τινα ζητεις; προσθ.(2) και) λέγει αὐτοῖς ὅτι ἦραν τὸν κύριόν μου, καὶ οὐκ οἶδα ποῦ ἔθηκαν αὐτόν.
14 (α.γ.(1) και ταυτα, α.γ.(2) ταυτα δε) Ταῦτα εἰποῦσα ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω καὶ θεωρεῖ τὸν Ἰησοῦν ἑστῶτα καὶ οὐκ ᾔδει ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν.
15 λέγει αὐτῇ (προσθ. ο) Ἰησοῦς• γύναι, τί κλαίεις; τίνα ζητεῖς; ἐκείνη δοκοῦσα ὅτι ὁ κηπουρός ἐστιν λέγει αὐτῷ• κύριε, εἰ σὺ ἐβάστασας αὐτόν, εἰπέ μοι ποῦ ἔθηκας αὐτόν, κἀγὼ αὐτὸν ἀρῶ.
16 λέγει αὐτῇ (προσθ. ο) Ἰησοῦς• (α.γ. Μαρια) Μαριάμ. στραφεῖσα (προσθ. δε) ἐκείνη λέγει αὐτῷ Ἑβραϊστί• (α.γ. ραββωνι) ραββουνι, ὃ λέγεται (προσθ. κυριε) διδάσκαλε (προσθ. και προσεδραμεν αψασθαι (αψεσθαι στο f13) αυτου).
17 λέγει αὐτῇ (προσθ. ο) Ἰησοῦς• μή μου ἅπτου (α.γ. μη απτου μου), οὔπω γὰρ ἀναβέβηκα πρὸς τὸν πατέρα (προσθ. μου)• πορεύου (α.γ. ουν) δὲ πρὸς τοὺς ἀδελφούς (παραλ.) μου καὶ εἰπὲ αὐτοῖς• ἀναβαίνω πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ πατέρα ὑμῶν καὶ θεόν μου καὶ θεὸν ὑμῶν.
18 Ἔρχεται (α.γ. Μαρια) Μαριὰμ ἡ Μαγδαληνὴ (α.γ.(1)απαγγελουσα, α.γ.(2)αναγγελουσα) ἀγγέλλουσα τοῖς μαθηταῖς ὅτι (α.γ.(1)εωρακεν, α.γ.(2)εωρακαμεν) ἑώρακα τὸν κύριον, καὶ ταῦτα εἶπεν αὐτῇ (α.γ. α ειπεν αυτή εμηνυσεν αυτοις).
19 Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ (α.γ.(1) μια, α.γ.(2) μιας, α.γ.(3)τη μια των) σαββάτων καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ (προσθ.(1) συνηγμενοι, προσθ.(2) αυτου συνηγμενοι) διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν (παραλ.) Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ λέγει αὐτοῖς• εἰρήνη ὑμῖν.
20 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν (προσθ.(1) και, προσθ.(2) αυτοις) τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν (α.γ. αυτου) αὐτοῖς. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν κύριον.
21 εἶπεν οὖν αὐτοῖς (παραλ.)[ὁ Ἰησοῦς] πάλιν• εἰρήνη ὑμῖν• καθὼς ἀπέσταλκέν με ὁ πατήρ, κἀγὼ (α.γ.(1) πεμψω, α.γ.(2) αποστελλω) πέμπω ὑμᾶς.
22 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησεν καὶ λέγει αὐτοῖς• λάβετε πνεῦμα ἅγιον•
23 ἄν (α.γ. τινος) τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας (α.γ.(1)αφιενται, α.γ.(2) αφιονται, α.γ.(3) αφεθησεται) ἀφέωνται αὐτοῖς, ἄν (α.γ. τινος) τινων κρατῆτε κεκράτηνται.
24 Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ’ αὐτῶν ὅτε ἦλθεν (προσθ. ο) Ἰησοῦς.
25 ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί• ἑωράκαμεν τὸν κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς• ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον (α.γ.(1) τον τοπον, α.γ.(2) τους τυπους) τῶν ἥλων καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου (α.γ. μου τον δακτυλον) εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων (α.γ (1) τον τοπον των ηλων, α.γ.(2) την χειραν αυτου) καὶ βάλω μου τὴν χεῖρα (α.γ.(1) την χειρα μου, α.γ.(2) την χειρα, α.γ.(3) μου τας χειρας) εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω.
26 Καὶ μεθ’ ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ’ αὐτῶν. ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν• εἰρήνη ὑμῖν.
27 εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ• φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ (α.γ. ισθι) γίνου ἄπιστος ἀλλὰ πιστός.
28 (προσθ. και) ἀπεκρίθη (προσθ. ο) Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ• ὁ κύριός μου καὶ ὁ θεός μου.
29 (α.γ. ειπεν (λεγει ο א2) δε) λέγει αὐτῷ (παραλ.) Ἰησοῦς• ὅτι ἑώρακάς με πεπίστευκας; μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες (προσθ. με) καὶ πιστεύσαντες.
30 Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν (παραλ.)[αὐτοῦ], ἃ οὐκ ἔστιν γεγραμμένα ἐν (παραλ.) τῷ βιβλίῳ τούτῳ•
31 ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα (α.γ. πιστευητε) πιστεύ[σ]ητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ χριστὸς ὁ υἱὸς (5 λεξεις που αλλαζει η σειρα τους, οι παραλλαγες των αριθμών δείχνουν τις παραλλαγες στη σειρα των λέξεων, στο εξης μονο οι αριθμοι, 3 5 1, 2 3 1 4 5, 1 4 5)  τοῦ θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν (προσθ. αιωνιον) ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.

21,1 Μετὰ ταῦτα ἐφανέρωσεν ἑαυτὸν πάλιν ὁ Ἰησοῦς (1-3 5, 3 1 2, 1 3 2 4 5, 1 2 4 5 3, 1 2 4 5) τοῖς μαθηταῖς (προσθ.(1) αυτου, προσθ.(2) αυτου εγερθεις εκ νεκρων) ἐπὶ τῆς θαλάσσης τῆς Τιβεριάδος• ἐφανέρωσεν δὲ οὕτως.
2 Ἦσαν ὁμοῦ Σίμων Πέτρος καὶ Θωμᾶς ὁ λεγόμενος Δίδυμος καὶ Ναθαναὴλ ὁ ἀπὸ Κανὰ τῆς Γαλιλαίας καὶ οἱ τοῦ Ζεβεδαίου (α.γ.(1) υιοι Ζεβεδαιου, α.γ.(2) του Ζεβεδαιου υιοι) καὶ ἄλλοι ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ δύο.
3 λέγει αὐτοῖς Σίμων Πέτρος• ὑπάγω ἁλιεύειν. λέγουσιν αὐτῷ• ἐρχόμεθα καὶ ἡμεῖς σὺν σοί. (α.γ.(1) και εξηλθον (ηλθον στο χειρ. Ρ), α.γ.(2) εξηλθον ουν) ἐξῆλθον καὶ ἐνέβησαν εἰς τὸ πλοῖον (προσθ. ευθυς), καὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ νυκτὶ ἐπίασαν οὐδέν.
4 Πρωΐας δὲ ἤδη (α.γ. γινομενης) γενομένης ἔστη (προσθ. ο) Ἰησοῦς (α.γ. επι) εἰς τὸν αἰγιαλόν, οὐ μέντοι (α.γ. εγνωσαν) ᾔδεισαν οἱ μαθηταὶ ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν (παραλ.).
5 λέγει οὖν αὐτοῖς [ὁ] Ἰησοῦς (α.γ. Ιησους)• παιδία, μή τι προσφάγιον ἔχετε; ἀπεκρίθησαν αὐτῷ• οὔ.
6 ὁ δὲ εἶπεν (α.γ. λεγει) αὐτοῖς• βάλετε εἰς τὰ δεξιὰ μέρη τοῦ πλοίου τὸ δίκτυον, καὶ εὑρήσετε.(προσθ. οι δε ειπον· δι ολης νυκτος εκοπιασαμεν (κοπιασαντες στο Ψ) και ουδεν ελαβομεν· επι δε τω σω ρηματι (ονοματι στο P66vid, sa) βαλουμενἔβαλον οὖν (α.γ.(1) εβαλον ουν αυτό, α.γ.(2) οι δε εβαλον), καὶ οὐκέτι αὐτὸ ἑλκύσαι (α.γ. ισχυσαν) ἴσχυον ἀπὸ τοῦ πλήθους τῶν ἰχθύων.
7 λέγει οὖν ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς τῷ Πέτρῳ• ὁ κύριός ἐστιν (προσθ. ημων). Σίμων οὖν Πέτρος ἀκούσας ὅτι ὁ κύριός ἐστιν τὸν ἐπενδύτην διεζώσατο, ἦν γὰρ γυμνός, καὶ ἔβαλεν ἑαυτὸν εἰς τὴν θάλασσαν,
8 οἱ δὲ ἄλλοι μαθηταὶ τῷ πλοιαρίῳ ἦλθον, οὐ γὰρ ἦσαν μακρὰν ἀπὸ τῆς γῆς ἀλλ’ ὡς ἀπὸ πηχῶν διακοσίων, σύροντες τὸ δίκτυον τῶν ἰχθύων.
9 Ὡς οὖν ἀπέβησαν εἰς τὴν γῆν βλέπουσιν ἀνθρακιὰν κειμένην καὶ ὀψάριον ἐπικείμενον καὶ ἄρτον.
10 λέγει αὐτοῖς (παραλ.) ὁ Ἰησοῦς• ἐνέγκατε ἀπὸ τῶν ὀψαρίων ὧν ἐπιάσατε νῦν.
11 ἀνέβη (παραλ.) οὖν Σίμων Πέτρος καὶ εἵλκυσεν τὸ δίκτυον εἰς τὴν γῆν (α.γ.(1) επι την γην, α.γ.(2) επι της γης) μεστὸν ἰχθύων μεγάλων ἑκατὸν πεντήκοντα τριῶν• καὶ τοσούτων ὄντων οὐκ ἐσχίσθη τὸ δίκτυον.
12 Λέγει αὐτοῖς (παραλ.)Ἰησοῦς• δεῦτε ἀριστήσατε. οὐδεὶς (παραλ.) δὲ ἐτόλμα τῶν μαθητῶν ἐξετάσαι αὐτόν• σὺ τίς εἶ; εἰδότες ὅτι ὁ κύριός ἐστιν.
13 ἔρχεται (προσθ.(1) ο, προσθ.(2) ουν ο) Ἰησοῦς καὶ λαμβάνει τὸν ἄρτον καὶ δίδωσιν (α.γ. ευχαριστησας εδωκεν) αὐτοῖς, καὶ τὸ ὀψάριον ὁμοίως.
14 τοῦτο (προσθ. δε)  ἤδη τρίτον ἐφανερώθη (α.γ. ο) Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς (προσθ. αυτου) ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν.
15 Ὅτε οὖν ἠρίστησαν λέγει τῷ Σίμωνι Πέτρῳ ὁ Ἰησοῦς• Σίμων (α.γ. Ιωνα) Ἰωάννου, ἀγαπᾷς με πλέον τούτων; λέγει αὐτῷ• ναὶ κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ• βόσκε τὰ (α.γ. προβατα) ἀρνία μου.
16 (α.γ. παλιν λεγει αυτω) λέγει αὐτῷ πάλιν (α.γ.(1)το δευτερον, α.γ.(2) δευτερον ο κυριος) δεύτερον• Σίμων (α.γ. Ιωνα)Ἰωάννου, ἀγαπᾷς με; λέγει αὐτῷ• ναὶ κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ• ποίμαινε τὰ (α.γ. προβάτια) πρόβατά μου.
17 λέγει αὐτῷ τὸ τρίτον• Σίμων (α.γ. Ιωνα) Ἰωάννου, φιλεῖς με; ἐλυπήθη ὁ Πέτρος ὅτι εἶπεν αὐτῷ τὸ τρίτον• φιλεῖς με; καὶ (α.γ. ειπεν) λέγει αὐτῷ• κύριε, πάντα σὺ οἶδας, σὺ γινώσκεις ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ [ὁ Ἰησοῦς](α.γ. Ιησους)• βόσκε τὰ (α.γ.(1) προβατια, α.γ.(2) αρνια) πρόβατά μου.
18 Ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, ὅτε ἦς νεώτερος, ἐζώννυες σεαυτὸν καὶ περιεπάτεις ὅπου ἤθελες• ὅταν δὲ γηράσῃς, ἐκτενεῖς τὰς χεῖράς σου, καὶ ἄλλος σε ζώσει (α.γ.(1) άλλος ζωσει σε, α.γ.(2) αλλοι σε ζωσουσιν, α.γ.(3) αλλοι ζωσουσιν (ζωσωσιν στο C2) σε) καὶ οἴσει ὅπου (α.γ.(1) αποισουσιν (απαγουσιν στο D) σε οπου, α.γ.(2) οισουσιν οπου, α.γ.(3) ποιησουσιν σοι οσα, α.γ.(4) οισει σε οπου, α.γ.(5) εισι οπου συ, α.γ.(6) αποισει οπου)  οὐ θέλεις.
19 τοῦτο δὲ εἶπεν σημαίνων ποίῳ θανάτῳ δοξάσει τὸν θεόν. καὶ τοῦτο εἰπὼν λέγει αὐτῷ• ἀκολούθει μοι.
20 Ἐπιστραφεὶς (προσθ. δε) ὁ Πέτρος βλέπει τὸν μαθητὴν ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς (παραλ.) ἀκολουθοῦντα, ὃς καὶ ἀνέπεσεν ἐν τῷ δείπνῳ ἐπὶ τὸ στῆθος αὐτοῦ καὶ εἶπεν• κύριε, τίς ἐστιν ὁ παραδιδούς σε;
21 τοῦτον (παραλ.) οὖν ἰδὼν ὁ Πέτρος (α.γ. ειπεν) λέγει τῷ Ἰησοῦ• κύριε, οὗτος δὲ τί;
22 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς• ἐὰν αὐτὸν θέλω μένειν (προσθ. ουτως) ἕως ἔρχομαι, τί πρὸς σέ; σύ μοι ἀκολούθει (α.γ. ακολουθει μοι).
23 ἐξῆλθεν οὖν οὗτος ὁ λόγος εἰς τοὺς ἀδελφοὺς (προσθ. και εδοξαν) ὅτι ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος οὐκ ἀποθνῄσκει• οὐκ εἶπεν δὲ (α.γ. και ουκ ειπεν) αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς ὅτι οὐκ ἀποθνῄσκει (α.γ. ουκ αποθνησκεις) ἀλλ’• ἐὰν αὐτὸν θέλω μένειν ἕως ἔρχομαι [,τί πρὸς σέ](α.γ. προς σε
24 Οὗτός ἐστιν ὁ μαθητὴς ὁ (προσθ. και) μαρτυρῶν περὶ τούτων καὶ ὁ (α.γ.(1) ο και, α.γ.(2) και) γράψας ταῦτα, καὶ οἴδαμεν ὅτι ἀληθὴς αὐτοῦ ἡ μαρτυρία ἐστίν (4 2 3 1, 4 1-3, 1 4 2 3).
25 (παραλ. ολος ο στιχος στο  א*) Ἔστιν δὲ καὶ ἄλλα πολλὰ (α.γ. οσα) ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, ἅτινα ἐὰν γράφηται καθ’ ἕν, οὐδ’ αὐτὸν οἶμαι τὸν κόσμον (α.γ. χωρησειν) χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία.(προσθ. αμην)(προσθ. η περικοπή Ιωάννου 7,53-8,11 στο l 1582)
Υπόμνημα: Τα χειρόγραφα που συναντιούνται οι παραλλαγές (για συντομία περιοριζόμαστε μόνο σε 5 τουλαχιστον κάθε φορά)
αριθμοί=χειρόγραφα μικρογράμματα, 565=(9ος αιων),  א =Σιναϊτικός κωδικας(4ος αιων), Α=Αλεξανδρινός(5ος αιών), Β=Βατικανός(μέσα 4ος αιών), C=Εφραιμ Σύρου(5ος αιών), D=Κώδικας Βέζα(5ος αιών), P=(6ος αιων), L=Κώδιξ Regious(8ος αιών), W=Washington(4ος αιων), Γ=(10ος αιων), Δ=(9ος αιων), Θ=Κώδιξ Koridethi (8ος αιων), Κ=Κώδιξ Κύπριος(9ος αιών), Ψ=Κωδιξ Athous Laurae(8ος αιων),  a=ευαγγέλιο(4ος αιων), arm= αρμενική μετάφραση, aur=ευαγγλιο(7ος αιων), bo=Βοχαϊρική μετάφραση, pbo=πρωτοβοχαϊρική,  c=ευαγγέλιο(12ος ), co=κοπτική μεταφραση, e=ευαγγελιο(5ος), f… με αριθμο=οικογένια χειρογραφων, ff1=ευαγγελιο(8ος αιων), ff2=ευαγγελιο(5ος αιων), GrNy=Γρηγοριος Νυσσης,  h=ευαγγέλιο(5ος αιων), Ir=Ειρηναιος Λυων, it=ιτάλα αρχαία λατινικά χειρ.,  k=ευαγγελιο(4ος -5ος αιων), l=lectionaria (Εκλογάδια,Ευαγγέλια κλπ), lat=λατινικη μεταφραση,  Mcion=Μαρκίων, n=ευαγγέλιο(5ος αιων), Or=Ωριγενης, P5=(3ος αιων), P66= (175-200 μ.Χ.), P75=Πάπυρος(τελη 2ου αρχες 3ου), P109=(3ος),  P122=(4ος /5ος), q=ευαγγελιο(6ος /7ος αιων), r=ευαγγέλιο(7ος αιων) sa=σαχιδικη μετάφραση, sy=συριακή μετάφραση, vg=Βουλγάτα,

20.1 α.γ Μαριαμ א Α L W 1. (33), προσθ. από της θυρας א W (f1 565). 579. d f
2 προσθ. τον א 209
3/4 α.γ. και ετρεχον א*,  παραλ. א*
5 α.γ. τα οθονια κειμενα (+ μονα Ψ) א Α Ν Ψ 0299 f1προσθ. γε L Ψ 0299. 1. 33. 565
6 παραλ. A Ds K N Γ Δ Θ,  γραφή κειμένου παρούσας έκδοσης Nestle-Aland 28,στο εξής txt P66 Σιναϊτικός2 Β L W Ψ 0299,
10 α.γ. εαυτους Σιναϊτικός2 Α Ds K N W,  txt א* B L
11 α.γ. Μαριαμ P66c א Ψ 050 f1 33 565,  α.γ. εν א,  α.γ. κλαιουσα א* Α it sys.p, α.γ. κλαιουσα εξω Ds K Γ Θ Ψ , txt Σιναϊτικός2 B L N W Δ
12 παραλ. א* e, α.γ. καθεζομενους εν λευκοις א pbo bo,
13 παραλ. א lat sysπροσθ. τινα ζητεις; A* D 579. 1424 sys,  α.γ. και Β
14 α.γ. και ταυτα Κ Γ Δ f13 700. 892s,  α.γ. ταυτα δε L,  txt א A B D N W Θ Ψ
15 προσθ. ο A D K N Γ Δ Θ Ψ,  txt P66 א B L W
16 προσθ. ο א Α Κ Ν W Γ Δ Ψ,  txt B D L Θ 050,  α.γ. Μαρια A D K Γ Δ Θ Ψ,  txt א B L N W 050, προσθ. δε א D N Θ it co,  α.γ. ραββωνι D Θ latt pbo,  προσθ. κύριε D (it), προσθ. και προσεδραμεν αψασθαι (αψεσθαι f13) αυτου Σιναϊτικός2a Θ Ψ f13 vgmss sy(s).h,
17 προσθ. ο א Α K N W Γ Δ Θ,  txt B D L Ψ,  α.γ. μη απτου μου Β,  προσθ. μου P66 A K L N Γ Δ Θ Ψ,  txt א B D W b e; Irlat,  α.γ. ουν Σιναϊτικός2a D L 050,  παραλ. א* D W e bomss; Irlat
18 α.γ. Μαρια A D K N W,  txt P66 א B L 1. 33. 565,  α.γ. απαγγελουσα P66c Σιναϊτικός2 D K L N , α.γ. αναγγελλουσα W Δ Ψ 33,  txt P66* א* A B 078 a d e,  α.γ. εωρακεν A D K L Γ Δ Θ Ψ,  α.γ. εωρακαμεν 33,  txt P66 א B N W 892s a aur vg,  α.γ. α ειπεν αυτή… D (c e sys)
19 α.γ. μια א*,  α.γ. μιας W,  α.γ. τη μια των D K N Γ Δ Θ Ψ,  txt Σιναϊτικός2 A B L 078. 33, προσθ. συνηγμενοι Σιναϊτικός1 K N Γ Θ f1.13,  α.γ. αυτου συνηγμενοι L Δ Ψ 33 f sa,  txt א* A B D W 078,  παραλ. D 078
20 προσθ. και Α Β,  α.γ. αυτοις Κ L Ν Γ Δ Θ Ψ,  txt א D W 078 q,  α.γ. αυτου P66vid K L Γ Δ Θ Ψ,  txt א A B D W 078 q
21 παραλ. א D L W Ψ 050, txt A B K N Γ Δ Θ,  α.γ. πεμψω א* f13 c bomss,  α.γ. αποστελλω Σιναϊτικός2a D* L 050. 33,  txt Σιναϊτικός2b A B D1 K N W
23 2 φορές το: τινος B a e f r1,  α.γ. αφιενται Β2 Κ Ν W Γ Δ Θ 078,  α.γ. αφιονται Β* Ψ,  α.γ. αφεθησεται א* q sa ly pbo,  txt Σιναϊτικός2 A D (L) 050 f1.13 565
24 προσθ. ο A K L W Γ Δ Θ Ψ,  txt P5 א B D
25 α.γ. τον τοπον N f q sys.(p),  α.γ. τους τυπους P66vid 565 sa ly,  α.γ. μου τον δακτυλον א D L W 33,  α.γ. τον τοπον των ηλων Α Θ 078 lat sy(s).h,  α.γ.την χειραν αυτου א*,  txt Σιναϊτικός2 B D K L N W,  α.γ. την χειρα μου Α Κ Ν Γ Δ Θ Ψ,  α.γ. την χειρα f1, α.γ. μου τας χειρας D bomsstxt א B L W
27 α.γ. ισθι D
28 προσθ. και A C3 K N Γ Δ,  txt א B C* D L W,  προσθ. ο א L
29 α.γ. ειπεν (λεγει Σιναϊτικός2) δε  א W f13 samssπαραλ. P66 B,  προσθ. με א* f13 209 vgms sy
30  παραλ. Α Β Κ Δ l 844.,  txt P66 C D L N W, παραλ. τω P66
31 α.γ. πιστευητε P66vid א* B Θ 892,  txt Σιναϊτικός2 A C D K L N W,  α.γ. 3 5 1 D (e), 2 3 1 4 5 W b (c) f,  α.γ.1 4 5 Irlatπροσθ. αιωνιον א C(*).1 D L Ψ
21.1 α.γ. 1-3 5 B C,  α.γ. 3 1 2 D,  1 3 2 4 5 Σιναϊτικος, 1 2 4 5 3 W Ψ, 1 2 4 5 1424 samss pbo bomstxt A K L N Γ Δ Θ,  προσθ. αυτου C3 D Ψ 700. l 844.,  α.γ. αυτου εγερθεις εκ νεκρων Γ f13 1241. 1424
2 α.γ. υιοι Ζεβεδαιου א D sa? Bo?,  α.γ. του Ζεβεδαιου υιοι C Θ 700. l 844 sa?
3 α.γ. και εξηλθον (ηλθον Ρ) Α Ρ Ψ l 2211 lat sy bo,  α.γ. εξηλθον ουν א L N Θ 33, 209.,  txt B C D K W,  προσθ. ευθυς A C3 K P Γ 700.,  txt א B C* D L N
4 α.γ. γινομενης A B C L,  txt א D K N P W,  προσθ. ο K L N Γ Δ Θ,  txt א A B C D P W,  παραλ. W,   α.γ. επι א A D L Θ,   txt B C K N P,  α.γ. εγνωσαν P66 א L Ψ 33,
5  α.γ. Ιησους א Β,  txt Ac C D K L N P
6 α.γ. λεγει Σιναϊτικός*.2b W l 844 it vgcl προσθ. (L 5,5) οι δε ειπον· δι ολης (+της Σιναϊτικός1) νυκτος εκοπιασαμεν (κοπιασαντες Ψ) και (-Ψ) ουδεν ελαβομεν· επι δε τω σω ρηματι (ονοματι P66vid sa) βαλουμεν P66 Σιναϊτικός1 Ψ vgmss sa,  α.γ. εβαλον ουν αυτό Θ,  α.γ. οι δε εβαλον א* D W pbo bo,  α.γ. ισχυσαν A K P (W) Γ Δ,  txt א B C D L N
7 προσθ. ημων D
10 παραλ. Β
11 παραλ. A D K Ρ Γ Δ,  txt א B C L N W,  α.γ. επι την γην D f1.13 565 1424,  α.γ. επι της γης Κ Γ 700. 892. Μ(majority text),  txt P122vid א A B C L N P
12  παραλ. Β,  παραλ. δε B C sa bo,  txt א A D K L N W
13 προσθ. ο א C L Ψ 1. 33.,  α.γ. ουν ο Α Κ Ν Γ Δ Θ,  txt P122 Β D W
13 α.γ. ευχαριστησας εδωκεν D f r1 vgmss  (sys)
14 προσθ. δε א L N Θ 33. 700,  α.γ. ο Ιησους א Α Κ (L) N Γ Δ Θ, txt B C D (insert P122),  προσθ. αυτου D K Γ Δ Ψ,  txt א A B C L N W
15 α.γ. Ιωνα A C2 K N Γ Δ,  txt Σιναϊτικός1 B C* D L W,  α.γ. προβατα C* D it
16 α.γ. παλιν (-D) λεγει αυτω א C D W Θ b f,  α.γ. το δευτερον Σιναϊτικός1 1. 565,  α.γ. δευτερον ο κυριος D,  α.γ. Ιωνα A C2 K N Γ Δ Θ Ψ,   txt א B C* D W,  α.γ. προβατια B C 565 b,  txt א A D K N W
17 α.γ. Ιωνα A C2 K N Γ,  txt P59vid א B C* D W,  α.γ. ειπεν B C K Γ Δ,  txt א A D N W ,  α.γ. Ιησους B C,  txt A K N Γ Δ Θ,  α.γ. προβατια A B C 565,  α.γ. αρνια 33, txt א D K N W
18 α.γ. άλλος ζωσει σε B C*vid,  α.γ. αλλοι σε ζωσουσιν P59vid D W 1. 33,  α.γ. αλλοι ζωσουσιν (ζωσωσιν C2) σε א C2 txt A K N Γ Δ Θ Ψ,  α.γ. αποισουσιν (απαγουσιν D) σε (-1) όπου Σιναϊτικός1 D W 1. 33. 565,  α.γ. οισουσιν οπου C2,  α.γ. ποιησουσιν σοι οσα א*,  α.γ. οισει σε οπου Α,  α.γ. εισι οπου συ Θ,  α.γ. αποισει οπου 892stxt B C*vid K N Γ Δ Ψ
20 προσθ. δε P59vid א D K N,  txt P109vid A B C W 33,  παραλ. א* W ff2 pbo bopt
21 παραλ Α Κ W Γ Δ Θ,  txt א B C D 33,  α.γ. ειπεν א W f r vgcl
22 προσθ. ουτως D,  α.γ. ακολουθει μοι C2 Κ Γ Δ Θ Ψ,  txt P122vid א A B C* D W
23 προσθ. και εδοξαν D,  α.γ. και ουκ ειπεν A D Κ Γ Δ Θ Ψ,  txt P59.122vid א B C W 33 (c ),  α.γ. ουκ αποθνησκεις D e r,  α.γ. προς σε D,  txt  Σιναϊτικός1 A B C* K W
24 προσθ. και B C W; Or,  α.γ. ο και Σιναϊτικός1 Θ f13 33. l 2211 c syh,  α.γ. και א* Α C K W,  txt B D,  α.γ. 4 2 3 1 א Α C3 K Γ Δ Θ,  α.γ. 4 1-3 D l 2211,  α.γ. 1 4 2 3  33,  txt B C* W
25 παραλ. א*,  α.γ. οσα A C3 D K W,  txt Σιναϊτικός1 B C* Ψ 33,  α.γ. χωρησειν Σιναϊτικός1 Β C*,  txt A C2 D K W,  προσθ. αμην C2 K Γ Δ Θ Ψ,  txt א A B C*.3 D W 1.  προσθ. η περικοπη 7,52-8,11 add. 1. 1582       
(Nestle-Aland, Novum Testamentum Graece, Deutsche Bibelgesellschaft, 28η Revised Edition,2012, σελ. 371-377)

Εύρεση

Δημοφιλή Θέματα (Α-Ω)

αγάπη (600) Αγάπη Θεού (340) αγάπη σε Θεό (248) αγάπη σε Χριστό (166) άγγελοι (69) Αγγλικανισμός (1) Αγία Γραφή (230) Αγιασμός (10) Άγιο Πνεύμα (96) Άγιο Φως (1) άγιοι (178) άγιος (197) αγνότητα (42) άγχος (36) αγώνας (106) αγώνας πνευματικός (270) αδικία (6) Αθανασία (7) Αθανάσιος ο Μέγας (4) αθεΐα (127) αιρέσει (1) αιρέσεις (363) αιωνιότητα (14) ακηδία (4) ακτημοσὐνη (14) αλήθεια (112) αμαρτία (343) Αμβρόσιος άγιος (3) άμφια (1) Αμφιλόχιος της Πάτμου (4) Ανάληψη Χριστού (4) Ανάσταση (143) ανασταση νεκρών (31) ανθρώπινες σχέσεις (322) άνθρωπος (304) αντίχριστος (11) Αντώνιος, Μέγας (5) αξιώματα (15) απἀθεια (5) απελπισία (9) απιστία (21) απληστία (5) απλότητα (16) αποκάλυψη (8) απόκρυφα (17) Απολογητικά Θέματα (1) αργολογία (3) αρετή (200) Αρσένιος Όσιος (5) ασθένεια (108) άσκηση (63) αστρολογία (2) Αυγουστίνος άγιος (3) αυταπάρνηση (31) αυτεξούσιο (2) αυτογνωσία (148) αυτοθυσἰα (26) αυτοκτονία (9) αχαριστία (6) Β Παρουσία (10) Β' Παρουσία (11) βάπτιση (17) βάπτισμα (31) Βαρβάρα αγία (1) Βαρσανουφίου Οσίου (31) Βασιλεία Θεού (33) Βασίλειος ο Μέγας (32) Βελιμίροβιτς Νικόλαος Άγιος (32) βία (4) βιβλίο (31) βιοηθική (10) βίος (1) Βουδδισμός (5) γαλήνη (2) γάμος (125) Γένεση (5) Γέννηση Κυρίου (14) Γεροντικόν (195) Γερόντισσα Γαβριηλία (1) Γεώργιος Άγιος (1) γηρατειά (11) γιόγκα (4) γλώσσα (64) γνώση (25) Γνωστικισμός (3) γονείς (134) Γρηγόριος Νεοκαισαρείας άγιος (1) Γρηγόριος Νύσσης Άγιος (2) Γρηγόριος ο Θεολόγος (20) Γρηγόριος ο Παλαμάς όσιος (9) γυναίκα (36) δάκρυα (57) δάσκαλος (24) Δεύτερη Παρουσία (28) Δημήτριος Άγιος (1) Δημιουργία (62) διάβολος (233) Διάδοχος Φωτικής όσιος (13) διαίσθηση (1) διακονία (4) διάκριση (147) διάλογος (5) δικαιο (4) δικαιοσύνη (38) Διονύσιος Αρεοπαγίτης Άγιος (2) Διονύσιος Κορίνθου άγιος (1) Δογματικα Θέματα (205) Δογματική Τρεμπέλα (1) δύναμη (68) Δωρόθεος αββάς (10) εγκράτεια (19) εγωισμός (248) εικόνες (34) Ειρηναίος Λουγδούνου άγιος (4) ειρήνη (54) εκκλησία (236) Εκκλησιαστική Ιστορία (24) Εκκλησιαστική περιουσία (3) έκτρωση (5) έλεγχος (16) ελεημοσύνη (114) ελευθερία (62) Ελλάδα (19) ελπίδα (61) εμπιστοσὐνη (58) εντολές (12) Εξαήμερος (2) εξέλιξης θεωρία (16) Εξομολόγηση (167) εξωγήινοι (13) εξωσωματική γονιμοποίηση (5) Εορτή (3) επάγγελμα (17) επιείκεια (2) επιμονἠ (52) επιστήμη (108) εργασία (80) Ερμηνεία Αγίας Γραφής (184) έρωτας (19) έρωτας θείος (9) εσωστρέφεια (1) Ευαγγέλια (194) Ευαγγέλιο Ιωάννη Ερμηνεία (33) Ευαγγελισμός (2) ευγένεια (15) ευγνωμοσὐνη (42) ευλογία (5) Ευμένιος Όσιος γέροντας (7) ευσπλαχνία (34) ευτυχία (65) ευχαριστία (53) Εφραίμ Κατουνακιώτης Όσιος (26) Εφραίμ ο Σύρος όσιος (6) εχεμύθεια (1) ζήλεια (15) ζώα (46) ζωή (34) ηθική (14) ησυχία (32) θάνατος (299) θάρρος (99) θαύμα (254) θέατρο (5) Θεία Κοινωνία (179) Θεία Λειτουργία (127) θεία Πρόνοια (14) θἐλημα (54) θέληση (38) θεογνωσία (2) Θεόδωρος Στουδίτης όσιος (36) θεολογία (29) Θεός (330) Θεοφάνεια (6) Θεοφάνους Εγκλείστου Αγίου (5) θέωση (6) θλίψεις (280) θρησκείες (43) θυμός (100) Ιάκωβος Αδελφόθεος Άγιος (1) Ιάκωβος Τσαλίκης Όσιος (14) ιατρική (13) Ιγνάτιος Θεοφόρος (9) Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ Άγιος (6) ιεραποστολή (47) ιερέας (177) ιερωσύνη (16) Ινδουισμός (14) Ιουδαίοι (1) Ιουστίνος άγιος (3) Ιουστίνος Πόποβιτς Άγιος (58) Ιππόλυτος άγιος (1) Ισαάκ ο Σύρος (5) Ισίδωρος Πηλουσιώτης όσιος (36) Ισλάμ (11) Ιστορία Ελληνική (8) Ιστορία Παγκόσμια (14) Ιστορικότης Χριστού (1) Ιωάννης Δαμασκηνός Άγιος (1) Ιωάννης Θεολόγος (3) Ιωάννης Κροστάνδης (330) Ιωάννης Χρυσόστομος (397) Ιωσήφ Ησυχαστής Άγιος (6) Καινή Διαθήκη Ερμηνεία (139) Καινή Διαθήκη κριτικό κείμενο NestleAland (5) Κανόνες Εκκλησίας (4) καρδιά (117) Κασσιανός Όσιος (4) κατάκριση (132) καταναλωτισμός (8) Κατηχητικό (4) καύση νεκρών (1) κενοδοξία (14) κήρυγμα (53) Κίνητρα (3) Κλήμης Αλεξανδρέας (1) Κλήμης Ρώμης άγιος (1) Κλίμακα (6) κλοπή (5) Κοίμησις Θεοτόκου (25) κοινωνία (167) κόλαση (50) Κόντογλου Φώτης (4) Κοσμάς Αιτωλός Άγιος (2) Κουάκεροι (1) ΚράτοςΕκκλησία (1) Κρίσις Μέλλουσα (47) Κυπριανός άγιος (1) Κύριλλος Άγιος (1) Λατρεία Θεία (75) λείψανα (9) λογική (1) λογισμοί (116) λόγος Θεού (21) Λουκάς Κριμαίας Άγιος (12) λύπη (60) μαγεία (19) μακροθυμία (5) Μανιχαϊσμός (1) Μάξιμος Ομολογητής (15) Μαρία Αιγυπτία Αγία (2) Μαρκίων αιρετικός (1) μάρτυρες (24) μεγαλοσὐνη (7) Μεθοδιστές (1) μελέτη (59) μετά θάνατον (44) μετά θάνατον ζωή (101) Μεταμόρφωση (11) μετάνοια (366) Μετάσταση (1) μετάφραση (13) Μετενσάρκωση (8) μητέρα (56) Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος (2) μίσος (11) ΜΜΕ (4) μνημόσυνα (9) μοναξιά (21) μοναχισμός (114) Μορμόνοι (1) μόρφωση (20) μουσική (8) Ναός (17) ναρκωτικά (4) Νέα ΕποχήNew Age (1) Νεκτάριος άγιος (27) νέοι (27) νεοπαγανισμός (7) νηστεία (67) νήψη (2) Νικηφόρος ο Λεπρός Άγιος (3) Νικόδημος Αγιορείτης Άγιος (1) Νικόλαος Άγιος (8) Νικόλαος Καβάσιλας Άγιος (2) Νικόλαος Πλανάς Άγιος (1) νους (54) οικονομία (2) Οικουμενισμός (4) ομολογία (3) ομορφιά (17) ομοφυλοφιλία (2) όνειρα (35) οραμα (25) οράματα (32) οργή (2) ορθοδο (1) Ορθοδοξία (292) όρκος (1) πάθη (267) πάθος (38) παιδεία (24) παιδιά (138) Παΐσιος Όσιος (380) Παλαιά Διαθήκη (7) Παλαιά Διαθήκη Ερμηνεία (10) παλαιοημερολογίτες (17) Παναγία (333) Παπαδόπουλος Στυλιανός (3) παράδειγμα (38) Παράδεισος (113) Παράδοση Ιερά (9) Παρασκευή Αγία (1) Παρθένιος ο Χίος Όσιος (2) Πάσχα (22) πατήρ Νικόλαος Πουλάδας (21) πατρίδα (9) Πατρολογία (19) Παύλος Απόστολος (4) πειρασμοί (27) Πεντηκοστή (12) περιέργεια (3) Πέτρος Απόστολος (1) πίστη (540) πλησἰον (69) πλούτος (73) Πνευματικές Νουθεσίες (92) πνευματική ζωή (278) πνευματικός πατέρας (120) πνευματισμός (10) ποίηση (21) πόλεμος (28) πολιτική (25) πολιτισμός (9) Πορφύριος Όσιος (271) πραότητα (7) προθυμἰα (28) Πρόνοια (5) Πρόνοια Θεία (90) προορισμός (16) προσευχή (806) προσοχή (51) προσπἀθεια (139) προτεσταντισμός (29) προφητείες (15) ραθυμία (18) Ρωμαιοκαθολικισμός (36) Σάββας Καλύμνου Άγιος (1) Σαρακοστή (12) σεβασμός (28) Σεραφείμ του Σαρώφ Όσιος (11) Σιλουανός Άγιος (2) σιωπή (14) σοφία (54) Σπυρίδων Άγιος (2) σταθερότητα (2) Σταυρός (84) Σταυροφορίες (4) Σταύρωση (53) συγχώρηση (92) συκοφαντία (2) Συμεών Νέος Θεολόγος όσιος (88) συμπὀνια (23) συναξάρι (2) συνείδηση (25) σχίσμα (34) σώμα (49) σωτηρία (47) Σωφρόνιος του Έσσεξ Άγιος (35) τάματα (2) ταπεινοφροσύνη (270) ταπείνωση (196) Τέλος Κόσμου (4) Τερτυλλιανός (1) Τεσσαρακοστή Μεγάλη (6) τέχνη (1) τιμωρία (19) Τριάδα Αγία (35) τύχη (2) υγεία (8) υλικά αγαθά (43) υπακοή (124) Υπαπαντή (2) υπαρξιακά (73) υπερηφἀνεια (55) υποκρισία (26) υπομονή (222) φανατισμός (5) φαντασία (5) φαντάσματα (3) φιλαργυρἰα (9) φιλαυτἰα (10) φιλία (30) φιλοσοφία (23) Φλωρόφσκυ Γεώργιος (3) φόβος (56) φὀβος Θεοὐ (26) φως (44) Φώτιος άγιος (1) χαρά (123) Χαράλαμπος Άγιος (1) χάρις θεία (119) χαρίσματα (39) Χειρόγραφα Καινής Διαθήκης (1) Χριστιανισμός (21) χριστιανός (101) Χριστός (362) Χριστούγεννα (69) χρόνος (36) ψαλμωδία (7) ψεύδος (22) ψυχαγωγία (10) ψυχή (270) ψυχολογία (25)