Το να αμαρτήσει κανείς είναι εύκολο και συνηθισμένο. Δύσκολο είναι το να μετανοήσει και να σωθεί. Και σπάνιο. Πολλοί λόγοι συμβάλλουν σ’ αυτό. Πότε η αμέλεια, πότε η ντροπή, πότε η αδιαφορία, και ο άνθρωπος παραμένει στην πτώση, μακριά από τη σωτηρία του. Αυτό βέβαια θέλει κι ο διάβολος. Δεν περιορίζεται όμως στο να εκμεταλλευθεί κατάλληλα μόνο τους λόγους τους οποίους απαριθμήσαμε προηγουμένως για να μας εξασφαλίσει την αμετανοησία και, κατά συνέπεια, και την καταστροφή μας. Αλλά προχωρεί περισσότερο και με όπλο την απόγνωση, προσπαθεί να μας καταστήσει μόνιμη την πτώση μας και να αποτρέψει τη μετάνοιά μας.
Η μετάνοια, ως γνωστόν στηρίζεται επάνω στην ελπίδα ότι ο Θεός με την μεγαλοψυχία Του και το έλεός Του θ’ ανοίξει στοργικά την αγκαλιά Του και θα δεχθεί τον επιστρέφοντα άσωτο υιό. Όταν λείψει αυτή η ελπίδα, ο άνθρωπος αισθάνεται εγκαταλελειμένος από το Θεό και ανίσχυρος να σηκώσει το βάρος που τον καταπιέζει. Γονατίζει τότε κάτω από το βάρος των αμαρτιών του και δεν μπορεί να συνεχίσει το δρόμο του.
Αλλά η κατάσταση αυτή δεν διατηρείται έτσι για πολύ. Σιγά σιγά χειροτερεύει. Και το βάρος αυξάνεται. Και ο άνθρωπος πάσχει. Τον έχει κυριεύσει η απελπισία, η οποία δεν του επιτρέπει να σταθεί στα πόδια του. Το «αναστάς πορεύσομε προς τον πατέρα μου» (Λουκ. 15, 18) που είπε ο άσωτος, δεν επιτρέπει να το προφέρουν η καρδιά και τα χείλη του αμαρτωλού. Μαζί με την ελπίδα χάνεται γι’ αυτόν και η σωτηρία. Θα μείνει για πάντα δέσμιος της αμαρτίας, δούλος του σατανά, παρ’ όλη την καλή διάθεση του Θεού, όστις «θέλει πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α΄ Τιμ. 2, 4)
Να λοιπόν γιατί ο διάβολος δίνει μεγάλη προσοχή σ’ αυτό το όπλο. Είναι πολύ αποτελεσματικό. Δεν αφήνει περιθώρια αποτυχίας. Η απελπισία γίνεται για τον άνθρωπο σύμβουλος κακός. Δεν τον αφήνει να σκεφθεί λογικά. Του κλείνει το δρόμο της επιστροφής. Τον αναγκάζει να μείνει στο τέλμα. Ο Ιερός Χρυσόστομος, αποκαλύπτοντας αυτή τη μέθοδο του διαβόλου, μας εφιστά την προσοχή. Πώς ενεργεί ο διάβολος; Να πως. Ψιθυρίζει στο αυτί του κάθε αμαρτωλού «όλη την νεότητά σου κατήσχυνας, όλον τον βίον σου ηνάλωσας πρότερον μετά πόρνης, μετά ταύτα ήρπασας, επλεονέκτησας, εψεύσω, επιόρκησας, εβλασφήμησας. Ποια σωτηρίας ελπίς; απώλου· λοιπόν απόλαυε και του παρόντος βίου. Ταύτα του διαβόλου τα ρήματα» (P.G. 96, 1250). Βλέπεις αδελφέ μου το τέχνασμα του σατανά; Μας φέρνει στο νου όχι μόνο το αμάρτημα της στιγμής, αλλά και όλα τα προηγούμενα, τα υπενθυμίζει με κακεντρέχεια και χαιρεκακία. «Ντρόπιασες -μας λέγει- τα νιάτα σου με όσα αισχρά διέπραξες. Όλη σου τη ζωή την πέρασες ξοδεύοντας την εδώ κι εκεί· ξεχνάς πόσες φορές έπεσες στο αμάρτημα της πορνείας, της πλεονεξίας, του ψεύδους, της επιορκίας, της βλασφημίας; Βέβαια! Για σένα χάθηκε κάθε ελπίδα σωτηρίας. Τι σου απομένει τώρα να κάνεις; Ένα και μόνο. Αφού έτσι κι αλλοιώς είσαι χαμένος, τουλάχιστον φρόντισε να ζήσεις τη ζωή σου, να απολαύσεις τον κόσμο».
Πόλεμος κατά του σατανά, Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος,
Εκδόσεις Χρυσοπηγή