ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

ΙΕΡΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ 
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (!!!).

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί  10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί  11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.




 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί 10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί 11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

    Επειδή είπε, «τέκνο μου», πρόσθεσε, «από το Θεό Πατέρα», για να ενθαρρύνει την ψυχή του και να μάθει τίνος είναι τέκνο, και ότι όχι με το να πει μόνο «ως προς την κοινή πίστη», αλλά και με το να προσθέσει «από τον Πατέρα μας», δείχνει την ισοτιμία του. Και πρόσεχε πως εκείνα που εύχεται στους μαθητές και στους πολλούς, αυτά εύχεται και στο διδάσκαλο. Γιατί το ίδιο και αυτός έχει ανάγκη απ’ αυτές τις ευχές, και τόσο πολύ περισσότερο από εκείνους, όσο και περισσότερες έχθρες έχει, καθώς και περισσότερες ανάγκες για σύγκρουση με το Θεό. Γιατί όσο μεγάλο είναι το αξίωμα, τόσο μεγαλύτεροι και οι κίνδυνοι για τον ιερωμένο. Αρκεί και ένα μόνο κατόρθωμα του επισκόπου να τον ανεβάσει στον ουρανό, και ένα αμάρτημα να τον ρίξει στην κόλαση.
    Για ν’ αφήσω δηλαδή κατά μέρος όλα τα άλλα που συμβαίνουν κάθε ήμερα, αν συμβεί ποτέ να τοποθετήσει ή από φιλία ή από κάποιαν άλλη αιτία έναν ανάξιο σε εκκλησιαστικό αξίωμα και να του αναθέσει την εξουσία μιας μεγάλης πόλης, πρόσεχε για πόση φωτιά καθιστά τον εαυτό του ένοχο. Πράγματι θα δώσει λόγο όχι μόνο για τις ψυχές που χάνονται (γιατί τις καταστρέφει αυτός επειδή είναι ασεβής), αλλά και για όλες τις πράξεις του. Εκείνος δηλαδή που ήταν ασεβής ως ιδιώτης, θα είναι πολύ περισσότερο όταν καταλάβει την εξουσία˙ επιθυμητό όμως είναι να παραμείνει ο ευλαβής τέτοιος όταν αναλάβει το αξίωμα. Πραγματικά και η κενοδοξία επιτίθεται τότε σφοδρότερα και η επιθυμία των χρημάτων και η αυθάδεια, γιατί η εξουσία παρέχει αυτή τη δυνατότητα, και προσκόμματα και ύβρεις και βλασφημίες και άπειρα άλλα. Αν λοιπόν κάποιος είναι ασεβής, θα γίνει περισσότερο ασεβέστερος όταν αναλάβει τέτοιο αξίωμα. Όταν λοιπόν τοποθετήσει έναν τέτοιο άρχοντα, θα είναι υπεύθυνος για όλα τα αμαρτήματά του, αλλά και για ολόκληρα πλήθη λαού.
    Αν εκείνος που σκανδαλίζει μία ψυχή, «είναι προτιμότερο γι’ αυτόν να κρεμάσει μυλόπετρα στο λαιμό του και να καταποντισθεί στα βάθη της θάλασσας», τι θα υποστεί εκείνος που σκανδαλίζει τόσες ψυχές, πόλεις ολόκληρες και λαούς και άπειρες ψυχές, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, κατοίκους πόλεων, γεωργούς, τους κατοίκους της πόλης εκείνης, τους κατοίκους των άλλων πόλεων που βρίσκονται υπό την εξουσία εκείνης; Γιατί, και αν ακόμη αναφέρεις κάποιαν άλλη τριπλάσια ποινή, δε θα πεις τίποτε˙ για τόσο μεγάλη ποινή και τιμωρία θα είναι ένοχος. Επομένως αυτός πιο πολύ χρειάζεται τη χάρη και την ειρήνη του Θεού. Γιατί, αν δεν κυβερνά το λαό μ’ αυτή, όλα θα χαθούν και θα καταστραφούν, αφού το πηδάλιο δεν θα βρίσκεται σ’ αυτόν. Και αν ακόμη είναι γνώστης της κυβερνητικής τέχνης, αν δεν έχει αυτό το πηδάλιο, δηλαδή τη χάρη και την ειρήνη που δίνει ο Θεός, θα καταποντίσει το σκάφος και όσους ταξιδεύουν μ’ αυτό. Γι’ αυτό εγώ φθάνω στο να θαυμάζω εκείνους που επιθυμούν ένα τόσο υψηλό αξίωμα.
    Άθλιε άνθρωπε και ταλαίπωρε, δε βλέπεις τι πράγμα επιθυμείς; Αν είσαι μόνος σου και άγνωστος και άσημος, έστω και αν διαπράξεις άπειρα αμαρτήματα, θα δώσεις λόγο για μια ψυχή και γι’ αυτήν θα υποστείς την τιμωρία μόνο˙ όταν όμως ανεβείς σ’ αυτή την εξουσία, σκέψου για πόσους ανθρώπους θα τιμωρηθείς. Άκου τον Παύλο που λέγει˙ «να υπακούτε και να υποτάσσεστε στους προϊσταμένους σας, γιατί αυτοί αγρυπνούν για τις ψυχές σας, επειδή θα δώσουν λόγο στο Θεό». Μήπως όμως επιθυμείς τιμή και εξουσία; Και ποια η ευχαρίστηση από αυτή την τιμή; Γιατί πραγματικά ούτε αυτό βλέπω˙ ότι δηλαδή δεν είναι δυνατό να είναι αληθινά άρχοντας. Πώς; Γιατί στην εξουσία των αρχομένων ανήκει η υπακοή. Και αν κανείς ήθελε εξετάσει ακριβώς το πράγμα, δεν έρχεται ένας τέτοιος στο ν’ ασκήσει εξουσία, αλλά στο να υπηρετεί άπειρους κυρίους που επιθυμούν και λέγουν τα αντίθετα. Γιατί ό,τι εγκωμιάζει ο ένας, το κατηγορεί ο άλλος˙ ό,τι ψέγει αυτός, το θαυμάζει ο άλλος. Ποιόν λοιπόν πρέπει ν’ ακούσει, σε ποιόν να πεισθεί; Δεν είναι δυνατό σε κανένα. Και ο δούλος, αν ο κύριος του προστάξει αντίθετα, δυσανασχετεί, εσύ όμως, αν λυπηθείς όταν τόσο πολλοί κύριοι προστάζουν αντίθετα, θα τιμωρηθείς και γι’ αυτό, επειδή ανοίγεις τα στόματα όλων εναντίον σου. Αυτό λοιπόν, πες μου, είναι τιμή; αυτό είναι αρχηγία; αυτό εξουσία;
    Είπε ο επίσκοπος να προσφέρουν χρήματα. Αν κανείς δε θέλει όχι μόνο δεν προσφέρει, αλλά και για να μη φανεί, ότι το κάνει αυτό από αδιαφορία, κατηγορεί αυτόν που έδωσε την εντολή. ‘Κλέβει’, λέγει, ‘αρπάζει, καταπίνει τα πράγματα των φτωχών, κατατρώγει τις περιουσίες των φτωχών’. Σταμάτησε τις κατηγορίες. Μέχρι πότε θα τα λες αυτά; Δε θέλεις να προσφέρεις χρήματα; Κανείς δε σ’ αναγκάζει, κανείς δε σε πιέζει˙ γιατί κατηγορείς αυτόν που παραινεί και συμβουλεύει; Όμως βρέθηκε κάποιος σε ανάγκη, και εκείνος δε βοήθησε ή γιατί δεν μπόρεσε ή γιατί ασχολήθηκε με κάτι άλλο. Δεν υπάρχει καμμιά συγγνώμη, αλλά πάλι οι κατηγορίες είναι χειρότερες από τις προηγούμενες. Αυτό λοιπόν είναι εξουσία; Και δεν μπορεί να τιμωρήσει, γιατί είναι σπλάχνα δικά του. Και όπως τα σπλάχνα, όταν εξογκώνονται ή προκαλούν πόνο και στο κεφάλι και στο υπόλοιπο σώμα, δεν τολμούμε να τα τιμωρήσουμε (δεν παίρνουμε δηλαδή το ξίφος να τα κόψουμε), έτσι και αν υπάρχει ένας τέτοιος από το ποίμνιο που μας προκαλεί πόνους και στενοχώριες από τις κατηγορίες αυτές, δεν τολμούμε να τον τιμωρήσουμε˙ γιατί αυτά βρίσκονται μακριά από την πατρική ψυχή και αναγκαστικά υποφέρουμε τον πόνο μέχρι που να γίνει εκείνος εντελώς καλά.
    Ο αγορασμένος υπηρέτης με χρήματα έχει διαταγή να κάνει κάποιο έργο, και αν το εκτελέσει, γίνεται στη συνέχεια κύριος του εαυτού του. Οι ασχολίες όμως του επισκόπου απλώνονται παντού και του ζητούν πολλά πάνω από τις δυνάμεις του˙ αν δεν έχει την ικανότητα να μιλάει, πολύς είναι ο γογγυσμός˙ αν όμως έχει την ικανότητα να μιλάει, πάλι κατηγορίες˙ ‘ματαιόδοξος είναι’˙ αν δεν ανασταίνει νεκρούς, ‘δεν αξίζει’, λέγει, ‘καθόλου˙ ο τάδε είναι ευσεβής, αυτός, όμως όχι’. Αν η τροφή του είναι μέτρια, πάλι κατηγορίες˙ ‘έπρεπε να είχε απαγχονισθεί’, λέγει. Αν κάποιος τον δει να λούζεται, πολλές κατηγορίες˙ ‘πρέπει να μη βλέπει καθόλου τον ήλιο’, λέγει. Αν κάνει τα ίδια που κάνω εγώ, και λούζεται και τρώει και πίνει και ρούχα φοράει και φροντίζει για το σπίτι και τους υπηρέτες, για ποιό λόγο είναι προϊστάμενός μου;
    ’Έχει όμως και υπηρέτες’, λέγει, ‘που τον υπηρετούν, και μεταφέρεται πάνω σε όνο˙ για ποιό λοιπόν λόγο είναι προϊστάμενός μου;’ Αλλά, πες μου, δεν πρέπει να έχει τον υπηρέτη του, αλλ’ ο ίδιος ν’ ανάβει τη φωτιά και να κουβαλάει νερό και να κόβει τα ξύλα και να πηγαίνει στην αγορά; Και πόση ντροπή δεν είναι αυτό το πράγμα; Και οι άγιοι εκείνοι άνδρες, οι απόστολοι, δε θέλουν ν’ ασχολείται με τη διακονία των χηρών εκείνος που αφοσιώνεται στο κήρυγμα, αλλά θεωρούν το πράγμα τούτο ανάξιο γι’ αυτόν˙ εσύ λοιπό κατεβάζεις αυτόν και στην υπηρεσία των υπηρετών σου; Γιατί εσύ, που τα προστάζεις αυτά, δεν τα παραβλέπεις αλλά τα εκτελείς; Πες μου, δε σου προσφέρει μεγαλύτερη υπηρεσία από τη δική σου φροντίδα που δείχνεις για τα σωματικά; Γιατί δε στέλνεις το δούλο σου στην υπηρεσία του; Ο Χριστός έπλυνε τα πόδια των μαθητών˙ εσύ αν προσφέρεις κάποια υπηρεσία στο διδάσκαλο κάνεις κάτι μεγάλο; Αλλ’ ούτε εσύ θέλεις να προσφέρεις και αυτόν τον εμποδίζεις.
    Τι δηλαδή; από τον ουρανό πρέπει να ζει; Αλλ’ ο θεός δε θέλει έτσι. Τι λοιπόν; ‘οι απόστολοι, λέγει, ‘είχαν ελεύθερους ανθρώπους που τους υπηρετούσαν;’ Θέλεις ν’ ακούσεις και αυτό, πώς δηλαδή ζούσαν οι απόστολοι; Ταξίδευαν, και άνδρες ελεύθεροι και ευγενείς γυναίκες έβαζαν σε κίνδυνο και τις ψυχές και τα κεφάλια τους για την ανάπαυση εκείνων. Άκου όμως και τον μακάριο Παύλο που συμβουλεύει και λέγει˙ «τέτοιους ανθρώπους να τους τιμάτε»˙ και πάλι, «για το έργο του Θεού έφθασε κοντά στο θάνατο, ριψοκινδυνεύοντας τη ζωή του, για ν’ αναπληρώσει την έλλειψη της υπηρεσίας σας προς εμένα». Βλέπεις τι λέγει; Εσύ όμως ούτε ένα λόγο λες για τον πατέρα σου, ούτε βέβαια αναλαμβάνεις τόσο μεγάλο κίνδυνο.
‘Αλλά’, λέγει, ‘δεν πρέπει να λούζεται’. Πες μου, γιατί; που αυτό απαγορεύεται; Ούτε βέβαια η ακαθαρσία είναι καλό πράγμα. Πουθενά δε βλέπουμε αυτά ούτε να κατηγορούνται ούτε να θαυμάζονται. Γιατί άλλα είναι εκείνα που πρόσταξε να έχει ο επίσκοπος˙ να είναι αδιάβλητος, συνετός, κόσμιος, φιλόξενος, καλός διδάσκαλος. Αυτά απαιτεί ο απόστολος, αυτά πρέπει να επιζητεί κανείς από τον άρχοντα και τίποτε περισσότερο. Δεν είσαι εσύ ακριβέστερος από τον Παύλο, ή καλύτερα δεν είσαι ακριβέστερος από το άγιο Πνεύμα. Αν είναι φίλερις ή μέθυσος ή βίαιος και σκληρός, να κατηγορείς. Αυτά είναι ανάξια για τον επίσκοπο. Αν ζει με απολαύσεις, και αυτό είναι κατηγορία. Αν όμως περιποιείται το σώμα του για να σε υπηρετεί και αν το φροντίζει για να σου είναι χρήσιμος, πρέπει γι’ αυτά να κατηγορείται;
     Δεν ξέρεις ότι η ασθένεια του σώματος δεν είναι κατώτερη από την ασθένεια της ψυχής και ότι βλάπτει και εμάς και την Εκκλησία; Για ποιό λόγο τη θεραπεύει ο Παύλος γράφοντας στον Τιμόθεο, «να χρησιμοποιείς και λίγο κρασί εξαιτίας του στομαχιού σου και των συχνών ασθενειών σου»; Γιατί, αν κατορθώνουμε την αρετή μόνο με την ψυχή, δεν έπρεπε να φροντίζουμε για το σώμα. Και γενικά γιατί γίναμε έτσι; Αν είναι μεγάλη η προσφορά του σώματος, πώς δεν είναι η χειρότερη ανοησία να το παραμελούμε; Έστω κάποιος που έχει τιμηθεί με το αξίωμα του επισκόπου και έχει αναλάβει την προστασία του λαού της Εκκλησίας, και έστω ότι είναι ενάρετος στα άλλα και έχει όλα εκείνα που πρέπει να έχει ο ιερωμένος, είναι όμως πάντοτε δεμένος στο κρεββάτι από ισχυρή αρρώστια˙ τι θα μπορέσει να ωφελήσει αυτός; ποιά περιοδεία θα μπορέσει να κάνει; ποιές επισκέψεις θα κάνει; ποιόν θα επιπλήξει; ποιόν θα νουθετήσει;
Αυτά τα είπα για να μάθετε να μην κατηγορείτε γενικά τους ιερωμένους, για να μάθετε περισσότερο να τους δέχεστε, και αν κάποιος επιθυμεί την εξουσία, βλέποντας τις πολλές κατηγορίες, να σβήσει την επιθυμία αυτή. Είναι πραγματικά μεγάλος ο κίνδυνος και έχει ανάγκη από τη χάρη και την ειρήνη του Θεού, την οποία να εύχεστε να είναι σε μένα πολλή, όπως και εγώ εύχομαι να είναι σε σας. (ΕΠΕ 24,23-33)

    Το αξίωμα της διδασκαλίας και της ιερωσύνης είναι μεγάλο και θαυμαστό και πραγματικά χρειάζεται την ψήφο του Θεού, ώστε να υποδειχθεί ο άξιος γι’ αυτό. Έτσι γινόταν και παλιά, έτσι γίνεται και τώρα, όταν κάμνουμε τις εκλογές χωρίς ανθρώπινο πάθος, όταν δεν αποβλέπουμε σε τίποτε βιωτικό, ούτε σε φιλία, ούτε σε μίσος. Γιατί, και αν ακόμα δεν έχουμε τόσο Πνεύμα, φθάνει όμως η αγαθή πρόθεση για να αποσπάσει τη χειροτονία από το Θεό. Άλλωστε ούτε οι απόστολοι είχαν το Πνεύμα, όταν εξέλεξαν το Ματθία, αλλ’ εμπιστεύθηκαν την εκλογή στην προσευχή, και συμπεριέλαβαν αυτόν στον αριθμό των αποστόλων˙ γιατί δε λάμβαναν υπόψη ανθρώπινη φιλία. Έτσι έπρεπε να γίνεται και τώρα σε μας. Αλλ’ εμείς, επειδή φθάσαμε στο έσχατο σημείο αδιαφορίας, ακόμα και εκείνα που είναι ολοφάνερα ορθά, τα απορρίπτουμε˙ όταν όμως παραβλέπουμε τα φανερά, πώς ο Θεός θα μας αποκαλύψει τα μη φανερά; Εάν για το μικρό, λέγει, δεν φανήκατε άξιοι εμπιστοσύνης, το μεγάλο και αληθινό ποιος θα σας το εμπιστευθεί; Τότε όμως, επειδή δε γινόταν τίποτε ανθρώπινο, οι ιερείς υποδεικνύονταν και δια προφητείας.
    Τι σημαίνει «δια προφητείας»; Από το άγιο Πνεύμα. Γιατί προφητεία είναι όχι μόνο το να λέγει κανείς τα μέλλοντα, αλλά και τα παρόντα, καθόσον και ο Σαούλ με προφητεία δείχθηκε ότι κρυβόταν στα σκεύη˙ γιατί ο Θεός αποκαλύπτει στους δικαίους. Προφητεία ήταν και οι λόγοι του Πνεύματος, «ξεχωρίστε μου τον Παύλο και τον Βαρνάβα». Έτσι εκλέχθηκε και ο Τιμόθεος. Προφητείες εδώ ονομάζει τις πολλές, και ίσως εννοεί εκείνην με την οποία τον έλαβε, όταν τον περιέτεμε και όταν τον χειροτόνησε, καθώς και ο ίδιος γράφοντας λέγει˙ «μην αμελείς το χάρισμα που υπάρχει σε σένα». Διαγείροντας λοιπόν αυτόν και ετοιμάζοντάς τον να είναι νηφάλιος και προσεκτικός, του υπενθυμίζει εκείνον που τον εξέλεξε και τον χειροτόνησε˙ σαν να του έλεγε δηλαδή˙ ‘ο Θεός σε εξέλεξε, αυτός σου εμπιστεύθηκε, δεν έχεις γίνει με ανθρώπινη ψήφο˙ μη περιφρονήσεις και μη ντροπιάσεις την απόφαση του Θεού’.
Έπειτα, επειδή έδωσε παραγγελία και ήταν βαρύτερο αυτό, τι λέγει; «Αυτή την παραγγελία σου αφήνω, τέκνο Τιμόθεε». Παραγγέλλει σαν να είναι τέκνο και μάλιστα γνήσιο τέκνο. Όχι δηλαδή αυθεντικά, ούτε δεσποτικά, ούτε με εξουσία, αλλά πατρικά. «Τέκνο», λέγει, «Τιμόθεε». Η ανάθεση της φύλαξης δηλώνει το ακριβές και εκείνο που δεν είναι δικό μας˙ γιατί δεν το αποκτήσαμε αυτό εμείς, αλλ’ ο Θεός μας το χάρισε˙ και όχι αυτό μόνο, αλλά και πίστη και αγαθή συνείδηση. Αυτά λοιπόν που μας έδωσε αυτά ας τα φυλάγουμε. Αν δεν ερχόταν αυτός, ούτε αυτή η πίστη θα υπήρχε, ούτε ο βίος ο καθαρός, τον οποίον αποκτούμε από την παιδεία. Σαν να του έλεγε˙ ‘δεν είμαι εγώ που παραγγέλλω, αλλ’ εκείνος που σε εξέλεξε’˙ γιατί το, «σύμφωνα με τις προφητείες που λέχθηκαν για σένα», αυτό σημαίνει. Εκείνες άκουσε, σε εκείνες πίστεψε.
    Τι παραγγέλλεις όμως, πες; Για να αγωνίζεσαι τον καλόν αγώνα σύμφωνα με αυτές. Εκείνες σε διάλεξαν γι’ αυτό για το οποίο σε διάλεξαν˙ αγωνίζου τον καλόν αγώνα. Καλόν είπε˙ γιατί υπάρχει και κακός αγώνας, για τον οποίο λέγει˙ «όπως ακριβώς παραδώσατε τα μέλη σας όπλα στην αμαρτία και στην ακαθαρσία». Εκείνοι στρατεύονται από τύραννο, ενώ εσύ από βασιλιά. Γιατί όμως ονομάζει αγώνα το πράγμα; Για να δηλώσει ότι έχει ξεσηκωθεί δυνατός πόλεμος εναντίον όλων βέβαια, ιδιαίτερα όμως εναντίον του δασκάλου, ότι χρειαζόμαστε ισχυρά όπλα, ότι χρειαζόμαστε νηφαλιότητα, εγρήγορση, διαρκή επαγρύπνηση, ότι πρέπει να ετοιμασθούμε για μάχες και αίμα, ότι πρέπει να παραταχθούμε για μάχη, και να μην έχουμε τίποτε το αποχαυνωμένο. «Για να αγωνισθείς σύμφωνα με αυτές», λέγει. Όπως ακριβώς στα στρατόπεδα δεν επιστρατεύονται όλοι σε ένα είδος, αλλά σε διάφορα τάγματα, έτσι και στην Εκκλησία άλλος στρατεύεται στη θέση του δασκάλου, άλλος στου μαθητή, άλλος στη θέση του ιδιώτη, ενώ εσύ σ’ αυτό.
    Έπειτα, για να μην νομίσει κανείς ότι φθάνει αυτό, τι λέγει; «Έχοντας πίστη και αγαθή συνείδηση». Γιατί ο δάσκαλος πρώτα πρέπει να είναι δάσκαλος του εαυτού του. Όπως ακριβώς ο στρατηγός, αν δεν είναι πρώτα άριστος στρατιώτης, ούτε στρατηγός θα γίνει ποτέ, έτσι και ο δάσκαλος. Αυτό το λέγει και αλλού˙ «μήπως, ενώ κήρυξα σε άλλους, εγώ ο ίδιος όμως αποδειχθώ ανάξιος». «Έχοντας», λέγει, «πίστη και αγαθή συνείδηση», για να είσαι έτσι προϊστάμενος των άλλων. Ακούοντας αυτά, ας μην υποτιμούμε τις παραινέσεις των μεγαλυτέρων, κι αν ακόμα είμαστε δάσκαλοι. Γιατί, αν ο Τιμόθεος, του οποίου όλοι μας δεν είμαστε αντάξιοί του, δέχεται παραγγελίες και διδάσκεται, και αυτά τη στιγμή που είναι δάσκαλος, πολύ περισσότερο εμείς. (ΕΠΕ 23, 199-203)


… Και μια ωραία μέρα κρύβεται ο ήλιος και δεν έχει πια λιακάδα αλλά πέφτουν βροντές και αστραπές και βροχή κατακλυσμιαία. Το φως χάνεται και έρχεται το σκοτάδι. Στη ζωή μας δεν υπάρχει πάντα λιακάδα, έρχονται και καταιγίδες. Είμαστε προετοιμασμένοι να τις αντιμετωπίσουμε ή χάνουμε το θάρρος μας και είμαστε έτοιμοι να το βάλουμε στα πόδια; Την κρίσιμη ώρα που καλούμαστε να αναμετρηθούμε με τον εαυτό μας και τους άλλους στεκόμαστε στο ύψος μας ή σαστίζουμε και καταρρέουμε; Τις δύσκολες ώρες που ο άνεμος μας σφυροκοπά από όλες τις πλευρές αντέχουμε ή χάνουμε το ηθικό μας και εκπίπτουμε από τις αξίες μας και τα πιστεύω μας;
Σε έναν πόλεμο σίγουρα χρειάζεται στρατηγική για να τον κερδίσεις. Δε γίνεται πάντα να επιτίθεσαι. Κάποιες φορές θα βρεθείς αμυνόμενος και άλλοτε θα επιλέξεις συνειδητά την οπισθοχώρηση που θα σε βοηθήσει να ανασυγκροτηθείς αλλά και να υπερασπιστείς καλύτερα τα κεκτημένα σου. Η αδιάκριτη και ασύνετη χρήση ή επίδειξη δυνάμεως δεν είναι πάντα προς όφελος ενός μαχητή. Κι εμείς οι χριστιανοί ξέρουμε πως πολλές φορές μπορεί να φαίνεται ότι χάνουμε όμως στην ουσία κερδίζουμε! Τα δικά μας όμως κέρδη δεν είναι ορατά με τα χοϊκά μάτια αλλά με τα πνευματικά. Ο κόσμος μπορεί να μας θεωρεί τους χαμένους και ανόητους της ιστορίας όμως θα έρθει η ώρα που θα αποκαλυφθεί περίτρανα ποιος είναι τελικά ο χαμένος και ποιος ο κερδισμένος!
Αν λοιπόν θεωρήσουμε ότι αυτή η ζωή είναι ένας διαρκής πόλεμος μεταξύ του καλού και του κακού, μπορούμε να είμαστε ήσυχοι και ειρηνικοί ακόμα και μέσα στην καταιγίδα γιατί Χριστός Ανέστη και ο Άδης λεηλατήθηκε, γιατί Χριστός Ανέστη και διασκορπίστηκαν οι εχθροί Του, γιατί Χριστός Ανέστη και οι δαίμονες γκρεμίστηκαν στα βάραθρα της απωλείας, γιατί Χριστός Ανέστη και η Ζωή παντού βασιλεύει! Ας προσκολληθούμε λοιπόν στο Μεγάλο και Αιώνιο Στρατηγό και ας δώσουμε κι εμείς τις δικές μας μάχες κοντά Του έχοντας πάντα βαθιά μέσα στην καρδιά μας αταλάντευτη την πίστη πως κανένας ορατός ή αόρατος εχθρός δεν είναι ικανός να μας βλάψει όσο τρομερός κι αν φαίνεται και ας θυμόμαστε πάντα πως είμαστε ήδη νικητές αφού είμαστε με το Νικητή! Και όταν καμιά φορά θα νιώθουμε να χάνουμε έδαφος και να ηττόμαστε να θυμόμαστε ότι και ο Χριστός πάνω στο Σταυρό έτσι ηττημένος έμοιαζε όμως στην πραγματικότητα ήταν ο μεγάλος Θριαμβευτής του πολέμου και της Ζωής! (Α.Κ.Β)

" Κι αυτά ορφανά είναι ! "
Ήμασταν μία συντροφιά, κι ο Γέροντας κουβέντιαζε μαζί μας.
Μας μιλούσε για την τραγωδία της έλλειψης αγάπης στην εποχή μας,
που δημιουργεί τη μοναξιά, την κατάθλιψη, την ανασφάλεια, το άγχος, τις φοβίες.
Μας έλεγε : " Σύρτε, μωρέ, σ' ένα ορφανοτροφείο,
να δείτε εκεί τα καημένα τα ορφανά παιδάκια, πώς κάνουν,
σαν τα αρνάκια που έχασαν τη μάνα τους,
και ψάχνουν ποιος επισκέπτης θα τους δείξει λίγη αγάπη,
να πάνε να κολλήσουν απάνω του και να μη φεύγουν.
Σύρτε να δείτε πώς διψούνε για αγάπη ".
Και κατέληξε : " Άλλα νομίζετε, ότι τα παιδάκια, που έχουν τους γονείς τους κι αυτοί δεν τ' αγαπούνε, διαφέρουν καθόλου από τα ορφανά ;
Κι αυτά ορφανά είναι ".
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.291)

" Θα κάνεις έκτρωση ; "
Όλοι μου λένε τώρα, που είμαι στην αρχή της εγκυμοσύνης μου, να κάνω την προγεννητική εξέταση, για να είμαι σίγουρη ότι δε θα φέρω στον κόσμο ένα μογγολικό παιδί ή με οποιαδήποτε άλλη αναπηρία.
-Κι ύστερα, τι θα κάνεις ; ρώτησε ο π. Πορφύριος. Θα κάνεις έκτρωση ; Άμα κάνεις τέτοιο πράγμα, να μην ξαναζητήσεις συμβουλή, γιατί εγώ δε θα έχω τίποτε πια να σου πώ.
[Ί 300]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.290)

Λειτουργικά βιώματα
Ο ιερομόναχος Ιωακείμ Σπετσιέρης ( 1858-1943) διηγείται τις ακόλουθες εμπειρίες του από την περίοδο της παραμονής του στη μονή του αγίου Σάββα, στα Ιεροσόλυμα:
‘‘ Την τέταρτη Κυριακή της μεγάλης σαρακοστής του 1888 λειτουργούσε στο καθολικό ο ιερομόναχος Γερμανός. Ήταν τύπος αληθινού μοναχού, απλός, άκακος, απονήρευτος, μειλίχιος και ταπεινός.
’’Μετά την μεγάλη είσοδο, όταν βγήκε στην ωραία πύλη για να ευλογήσει το εκκλησίασμα, μου φάνηκε το πρόσωπό του σαν μια πύρινη φλόγα.
’’- Τί έπαθε ο παπα- Γερμανός; Ρώτησα τον π. Κύριλλο, νομίζοντας ότι κάτι δυσάρεστο του συνέβη.
’’- Σώπα, μου λέει, μεταρσιώθηκε από τη θεία χάρη. Πνευματικά δεν ζει πλέον στον κόσμο, βρίσκεται στον ουρανό. Δεν βλέπεις, που κινείται μηχανικά σαν να είναι αφηρημένος; Αυτό συμβαίνει κάθε φορά που λειτουργεί’’.
‘‘ Όταν έγινα ιερέας, μια μέρα ρώτησα τον παπα- Γερμανό:
’’- Πάτερ Γερμανέ, έχω διαβάσει ότι παλαιότερα πολλοί ιερείς, όταν έκαναν τη μεγάλη είσοδο, κρατώντας τα τίμια Δώρα, δεν πατούσαν στη γη. Υπάρχουν τέτοιοι ιερείς σήμερα;
’’- Μην αμφιβάλλεις, μου είπε, μήπως συμβεί και σε σένα κάτι τέτοιο!
’’ Πραγματικά, την επόμενη Κυριακή ήμουν εφημέριος. Όταν λοιπόν βγήκα για τη μεγάλη είσοδο κρατώντας τα Άγια, σήκωνα τα πόδια μου, γιατί δεν έβρισκα στερεό έδαφος να πατήσω. Αργότερα με επισκέφθηκε στο κελλί μου ο παπα-Γερμανός και με ρώτησε:
’’- Γιατί σήμερα, την ώρα της μεγάλης εισόδου, σήκωνες τα πόδια σου;
’’- Δεν ξέρω τί έπαθα, δεν εύρισκα στερεό έδαφος να πατήσω.
’’- Ακριβώς. Βρισκόσουν στον αέρα, γιατί σε κρατούσαν θείοι άγγελοι. Πίστευε λοιπόν και μη ερεύνα, γιατί το μυστήριο της θείας ευχαριστίας, είναι μεγάλο.
’’- Μόνο στη μεγάλη είσοδο κρατούν το λειτουργό οι θείοι άγγελοι στον αέρα;
’’- Ναι, γιατί τότε φέρει επάνω του τα τίμια Δώρα. Όταν τα αποθέσει, τότε η χάρη ενεργεί στο πνεύμα του, που το μεταρσιώνει στον φωτεινό και ουράνιο κόσμο’’.
(Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ.89-90)

Ένας σύγχρονος λειτουργός άγιος

Ο Άγιος Νικόλαος Πλανάς (1932), ένας άγιος των ημερών μας, λειτουργούσε καθημερινά, χωρίς διακοπή, σε διάστημα μισού αιώνα. Στο διάστημα αυτό τύχαινε κάποτε να μην έχει πρόσφορο. Πάντοτε όμως εξοικονομούσε είτε από τους πιστούς είτε από τους γύρω φούρνους.
Κάποια μέρα είχε προχωρήσει ο όρθρος αρκετά, αλλά πρόσφορο δεν φαινόταν πουθενά. Έστειλε να ψάξουν στους φούρνους και στις νοικοκυρές που πάντα είχαν. Κοίταξε και στα ντουλάπια του ιερού, μήπως είχε αφήσει άλλος ιερέας. Μα κανένα αποτέλεσμα. Στενοχωρήθηκε μέχρι δακρύων.
Κάποια στιγμή τον βλέπουν να βγαίνει στην ωραία πύλη κρατώντας ένα πρόσφορο φρέσκο-φρέσκο. Το είχε βρει στην αγία τράπεζα!

-Κοιτάξτε, παιδιά μου, τι σημείο μου έκανε ο Θεός, είπε συγκινημένος και χαρούμενος.
Όλα τα θαύματα, σημεία τα έλεγε. Τα θεωρούσε φυσικά, γιατί είχε μεγάλη πίστη. Στα συναξάρια συναντάμε ασκητές που τους υπηρετούσε άγγελος Κυρίου. Πολύ φυσικό λοιπόν να υπηρετούσε άγγελος Κυρίου και τον παπα-Νικόλα, τον «εντός του κόσμου διαβιούντα αληθινόν ασκητήν».
Αρκετοί ενορίτες του, κυρίως μικρά παιδιά, τον έβλεπαν όταν λειτουργούσε κυριολεκτικά μεταρσιωμένο.

‘‘Η φήμη του παπα-Νικόλα, διηγείται σεβαστή γυναίκα, είχε απλωθεί σ’ όλη την Αθήνα. Κάποτε, παραμονή Χριστουγέννων, ξεκίνησα με τα εγγονάκια μου για να κοινωνήσω από τ’ αγιασμένα χέρια του.
Τότε στη Βουλιαγμένη ήταν ακόμα ερημιά. Είκοσι χαμόσπιτα σκόρπια εδώ κι εκεί και τριγύρω χωράφια. Στη θέση της σημερινής εκκλησίας υπήρχε ένα παλιό βυζαντινό εκκλησάκι, μικρό σαν κουβούκλιο, χαμηλό και μισοσκότεινο.
Είχαν έρθει και άλλες οικογένειες με τα παιδάκια τους. Κάποια στιγμή που ο παπα- Νικόλας εμφανίστηκε στην ωραία πύλη κρατώντας το άγιο ποτήριο, το εγγονάκι μου φώναξε:
-Γιαγιά, ο παπάς, περπατάει στον αέρα!
-Πάψε, του λέω, ενώ συγχρόνως σταυροκοπήθηκα. Πώς περπατάει στον αέρα;
-Τον βλέπω κι εγώ, φώναξε άλλο παιδάκι. Δεν πατάει κάτω.
Στο «Μετά φόβου…» πλησιάσαμε όλες οι γυναίκες και τα παιδάκια να κοινωνήσουμε. Ο παπα-Νικόλας δεν είχε ακούσει τίποτε, αλλά, κι αν είχε ακούσει, δεν έδωσε καθόλου προσοχή.
Από τότε ερχόμουν πάντοτε εδώ και κοινωνούσα. Και κάθε φορά ήταν αδύνατον να μην ακούσω παιδάκια να φωνάζουν:
-Ο παπάς περπατάει στον αέρα!’’.

Το 1920, ανήμερα τα Χριστούγεννα, ο όσιος λειτουργούσε στον άγιο Ιωάννη Βουλιαγμένης. Όταν βγήκε να κοινωνήσει τους πιστούς, πλησίασε και μια γυναίκα με το μωρό της. Αφού κοινώνησε το μικρό, το έδωσε σε μια κοπέλα, την Ιουλία, να το κρατάει.
Η Ιουλία, καθώς το κρατούσε, γύρισε και κοίταξε τον ιερέα. Τότε παρά λίγο να της πέσει το παιδί από τα χέρια.
-Πρόσεξε! Τι έπαθες; της φωνάζει η γυναίκα.
-Βλέπω τον παπά να στέκεται πάνω σ’ ένα σύννεφο, απάντησε εκείνη εκστατική.

Άλλοτε πάλι, ενώ λειτουργούσε ο όσιος στον προφήτη Ελισσαίο, έγινε και τούτο: Ένα οκτάχρονο παιδάκι βγαίνει κάτωχρο από το ιερό και λέει στη μητέρα του:
-Μαμά, ο παπα-Νικόλας είναι τόσο ψηλά από τη γη!
Και της έδειξε μισό πήχη με το χεράκι του.

(Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ.86-88)

Η σαλή και ο τσάρος
Η Πάσσα Σαρόφσκαγια ήταν μια δια Χριστόν σαλή. Ωνομάσθηκε Σαρόφσκαγια γιατί είχε περάσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής της στα δάση του Σάρωφ, που ήταν γεμάτα θηρία. Σαν κι αυτά έβρισκε καταφύγιο μέσα σε σπηλιές. Σαν κι αυτά ζούσε στο ύπαιθρο υποφέροντας το κρύο και την πείνα. Καμμιά φορά, ερχόταν στο Ντιβέγιεβο, στο γυναικείο μοναστήρι του οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ, και δούλευε στον μύλο.
Ήταν όμορφη, ψηλή, αδύνατη, ηλιοκαμμένη, ξυπόλητη. Ντυνόταν μ’ ένα αντρικό πουκάμισο και προξενούσε φόβο σ’ όσους δεν την γνώριζαν.
Η ζωή της όμως προκαλούσε και τον σεβασμό! Αργότερα μιλούσαν για την διορατικότητα της και άκουγαν με ευλάβεια τις συμβουλές που έδινε.
Έπειτα από καιρό άφησε την ζωή της στο δάσος και εγκαταστάθηκε στο Ντιβέγιεβο. Οι μοναχές την δέχθηκαν με πολλή χαρά. Της ετοίμασαν ένα πεντακάθαρο κελλί και την φρόντιζαν όσο το δυνατόν περισσότερο. Σ’ αυτό το κελλί δεχόταν τους επισκέπτες, που ήθελαν να την συμβουλευθούν.
Μέσα στο μοναστήρι, ηλικιωμένη πια, φορούσε ρούχα νεανικά, με φανταχτερά χρώματα. Όταν κάποτε της ανήγγειλαν ότι θα την επισκεπτόταν ο τσάρος Νικόλαος ο Β΄, ντύθηκε αμέσως με κουρέλια! Οι αδελφές τα ’χασαν. Την έντυσαν με το ζόρι μ’ ένα ωραίο φόρεμα. Αλλά όταν ο τσάρος, που γύριζε από την τελετή της αγιοποιήσεως του οσίου Σεραφείμ ( 1903), μπήκε στο κελλί της, βρέθηκε πάλι ντυμένη με παλιά ρούχα.
Η Πάσσα είχε συνηθίσει να προσφέρη τσάι στους επισκέπτες της. Παρηγορούσε μάλιστα, αυτούς που θ’ αντιμετώπιζαν στο μέλλον μια δυστυχία, βάζοντας πολλή ζάχαρη στο φλυτζάνι τους. Στο φλυτζάνι του τσάρου έβαλε τόση ζάχαρη που το τσάι ξεχείλισε. Ο Νικόλαος ζήτησε να της μιλήση ιδιαιτέρως. Όταν βγήκε από το κελλί της, η τσαρική συνοδεία έμεινε κατάπληκτη από τα αλλοιωμένα χαρακτηριστικά και την χλωμάδα του! Δεν απεκάλυψε σε κανέναν όσα η σαλή Πάσσα του είχε προβλέψει.
Ένα χρόνο αργότερα γεννήθηκε ο πολυπόθητος, πλην όμως, όπως αποδείχθηκε, αιμοφιλικός τσάρεβιτς, ο διάδοχος του θρόνου.
Τον ίδιο χρόνο η Ρωσία ηττήθηκε από την Ιαπωνία ( 1904).
Δυο χρόνια αργότερα ξέσπασε η εξέγερσις της Κροστάνδης ( 1905).
Ακολούθησαν μετά ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος, η κομμουνιστική επανάστασις και η δολοφονία της τσαρικής οικογένειας.
( Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄,σελ.142-143)

Ο παπα – Ιλαρίων και ο δόκιμος
Ο γέροντας του περίφημου παπα- Σάββα του Πνευματικού , παπα -Ιλαρίων ο Ίβηρ, ήταν μια εξαιρετική πνευματική φυσιογνωμία. Στην πατρίδα του, όταν εξωμολογούσε τους βασιλείς της Γεωργίας φορούσε – σύμφωνα με την εθιμοτυπία της αυλής – μεγαλοπρεπέστατο μανδύα, στον οποίον άστραφταν ρουμπίνια, μαργαριτάρια και επτακόσιες πενήντα διαμαντόπετρες.
Ο ασκητικώτατος παπα- Ιλαρίων άφησε τα βασιλικά ανάκτορα και το 1843 κλείσθηκε στο ησυχαστικό κελλί του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, τρία τέταρτα ψηλότερα από την Ι. Μονή Διονυσίου.
Ο Ιωάννης Ρεμούνδος, νεαρός σπουδαστής του Πολυτεχνείου από την Άνδρο, μαζί με τον αδελφό του Γεώργιο ήρθαν να γίνουν μοναχοί στην Ι.Μονή Διονυσίου. Μετά από λίγες ημέρες αυτόν τον κράτησαν, ενώ στον αδελφό του είπαν να ζητήση άλλο μοναστήρι. Την επόμενη του θλιβερού χωρισμού ο Ιωάννης, πηγαίνοντας για κάποια εργασία στο νεροπρίονο του δάσους, σκέφθηκε να περάση από τον παπα –Ιλαρίωνα, να τον γνωρίση και να πάρη την ευχή του για την νέα του ζωή.
-Ορίστε, τέκνο μου, ακούσθηκε μια άγνωστη φωνή καθώς πλησίασε στο ερημικό κελλί. Ήταν ο παπα –Ιλαρίων, που καθόταν έξω από την πόρτα.
Και μετά τον χαιρετισμό:
-Να κάνης υπομονή παιδί μου. Υπομονή και υπακοή. Και να μη θλίβεσαι για τον χωρισμό του αδελφού σου. Σήμερα θα κοινοβιάση στην Ι. Μονή Ξενοφώντος. Και αργότερα θα γίνη και ηγούμενος.
Ο νεαρός δόκιμος γέμισε θαυμασμό από τα παράδοξα που άκουγε. Νόμιζε πως έχει απέναντι του κάποιον βιβλικό προφήτη.
-Έλα τώρα, τέκνο μου, να προσκυνήσης τον άγιο Ιάκωβο. Βάλε τρεις μετάνοιες και ασπάσου την ιερή εικόνα του.
Και χτυπώντας τον με πατρική στοργή στον ώμο, του λέει:
-Ν’ αγαπάς και να ευλαβήσαι τον συνώνυμο σου απόστολο. Αυτός θα είναι ο καλύτερος σου προστάτης.
-Μα, άγιε πάτερ, δεν λέγομαι Ιάκωβος.
-Ναι, τέκνο μου Ιωάννη, αλλά θα γίνης και Ιάκωβος. Και, πρόσεξε, ως την κουρά σου μόνο εσύ να γνωρίζης ό,τι σου είπε σήμερα ένας άμυαλος γέροντας.
Όταν ο Ιωάννης ωνόμασθηκε πατήρ Ιάκωβος, ο παπα –Ιλαρίων δεν διέτρεχε κανένα κίνδυνο κενοδοξίας, γιατί τους κινδύνους αυτούς δεν τους διατρέχουν οι κοιμηθέντες. Ούτε πάλι, όταν ο αδελφός του έγινε ηγούμενος στο μοναστήρι του Ξενοφώντος.
(Σάββας ο Πνευματικός)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ.131-133)

Ο πατριάρχης Αντιοχείας Εφραίμιος ( 527-546) είχε θερμό ζήλο για την ορθόδοξη πίστη. Όταν λοιπόν άκουσε ότι στην περιοχή της Ιεραπόλεως ασκήτευε κάποιος αιρετικός στυλίτης, πήγε κοντά του για να τον επαναφέρη στην Ορθοδοξία.
Αφού συζήτησαν αρκετά, ο στυλίτης επέμενε και ζήτησε έμπρακτες αποδείξεις.
-Δηλαδή τί θέλεις; Με τί τρόπο να σου αποδείξω την ορθότητα των δογμάτων μας;
-Να, κύριε πατριάρχη, αποκρίθηκε ο στυλίτης. Ν’ ανάψουμε μια φωτιά και να μπούμε και οι δύο μέσα! Όποιος δεν καή, αυτός θα είναι πραγματικά ορθόδοξος.
Τότε ο θείος Εφραίμιος του λέει:
-Έπρεπε, παιδί μου, να μ’ ακούσης σαν πατέρα και τίποτε περισσότερο να μη ζητήσης. Επειδή όμως ζήτησες απόδειξη που ξεπερνά τις δικές μου δυνάμεις, θα εμπιστευθώ στον Κύριο μου και θα το κάνω αυτό για τη σωτηρία της ψυχής σου!
Γυρίζει μετά στους ακολούθους του και τους παραγγέλλει:
-Ευλογητός ο Θεός. Φέρτε εδώ μερικά ξύλα.
Και αφού τα έφεραν, ανάβει φωτιά ο πατριάρχης μπροστά στον στύλο και απευθύνεται στον στυλίτη:
-Κατέβα λοιπόν να μπούμε και οι δύο στη φωτιά αυτή, όπως ζήτησες.
Κατάπληκτος εκείνος για την πίστη του πατριάρχη, αρνείται να κατεβή.
-Εσύ δεν το πρότεινες αυτό; του λέει ο πατριάρχης. Πώς τώρα αρνείσαι να κατέβης;
Τότε ο θείος Εφραίμιος έβγαλε το ωμοφόριο του, πλησίασε τη φωτιά και προσευχήθηκε:
-Κύριε Ιησού Χριστέ, ο οποίος σαρκώθηκες για τη σωτηρία μας από τη Δέσποινα μας Αειπάρθενη Θεοτόκο, φανέρωσε μας την αληθινή πίστη.
Μόλις τελείωσε την προσευχή αυτή, πέταξε το ωμοφόριο στη μέση της φωτιάς. Η φωτιά άναβε πολλή ώρα και αποτέφρωσε όλα τα ξύλα. Μόλις έσβησε, πλησίασαν και πήραν το ωμοφόριο σώο και αβλαβές, χωρίς ίχνος καψίματος.
Ο στυλίτης, συγκλονισμένος, αναθεμάτισε την αίρεση στην οποία πίστευε, προσήλθε στην Ορθοδοξία και σύντομα κοινώνησε από τα χέρια του πατριάρχη.

( Λειμωνάριον)

( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι.Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄,σελ.191-192)

katafigioti

lifecoaching