ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

ΙΕΡΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ 
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (!!!).

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί  10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί  11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.




 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί 10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί 11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Η ανάστασις του παιδιού

Στα περίχωρα της Λαύρας της Αγ. Τριάδος, στο Ζαγκόρσκ της Μόσχας ζούσε κάποιος που έτρεφε βαθύ σεβασμό και πίστη στον ιδρυτή της όσιο Σέργιο. Ο μοναχογιός του έπασχε από μια ανίατη αρρώστια. Με την προσδοκία της θεραπείας ήρθε να τον παρακαλέση φέρνοντας τον άρρωστο μαζί του. Όμως από την ταλαιπωρία του δρόμου το παιδί του πέθανε! Χάνοντας έτσι κάθε ελπίδα, ο πατέρας άρχισε να θρηνή και να λέη στον όσιο:

     Αλλοίμονο σε μένα! Ήρθα εδώ με τη βεβαιότητα ότι θα με βοηθούσες, αλλά το μονάκριβο παιδί μου πέθανε στον δρόμο. Καλύτερα θα ήταν να μην ερχόμουν, γιατί έτσι δεν θα κλονιζόταν η πίστις μου σε σένα.

Με δάκρυα και στεναγμούς ο ταλαίπωρος πατέρας πήγε να φέρη το φέρετρο και τα σάβανα για την κηδεία. Ο άγιος τον λυπήθηκε πολύ και έπειτα από μια θερμή προσευχή ανέστησε το παιδί! Όταν ο συντετριμμένος από την θλίψι πατέρας ήρθε κουβαλώντας τα αναγκαία για την κηδεία, ο όσιος του λέει:

     Μην κουράζεσαι και μη στενάζης άδικα. Το παιδί σου δεν πέθανε, αλλά ζη!

Ο πατέρας, που είχε διαπιστώσει τον θάνατο του γιού του, δεν μπορούσε να πιστέψη τα λόγια αυτά. Πλησιάζοντας όμως πείσθηκε για το θαύμα και έξαλλος από χαρά ευγνωμονούσε τον άγιο.

     Μην απατάσαι, του είπε εκείνος. Ίσως το πολύ κρύο να πάγωσε το παιδί και το νόμισες πεθαμένο, ενώ εδώ στο ζεστό κελλί θερμάνθηκε και συνήλθε.

Ο χωρικός δεν πίστεψε αυτή την εκδοχή. Συνέχισε να ομολογή ότι ο όσιος ανέστησε με την προσευχή του το παιδί. Εκείνος τότε τον απείλησε:

     Εάν δεν σταματήσης να διηγήσαι στους άλλους το περιστατικό αυτό, θα χάσης τον γιό σου.

Ο πατέρας επέστρεψε στο σπίτι δοξάζοντας τον Θεό και τον δούλο του Σέργιο. Διηγήθηκε αργότερα το θαύμα σ’ ένα μαθητή του οσίου και αυτός το έκανε σε όλους γνωστό.

(Όσιος Σέργιος του Ραντονέζ)

(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 147-149)

1,11. «εν πάση δυνάμει δυναμούμενοι κατά το κράτος της δόξης αυτού εις πάσαν υπομονήν και μακροθυμίαν, μετά χαράς».

Αλλά αυτό είναι δύσκολο, ακατόρθωτο, αδύνατο. Ούτε δύσκολο όμως, ούτε αδύνατο είναι, γιατί για τέτοια ζωή, δίνει τις ένθεες δυνάμεις Αυτός ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Και τις δίνει στον καθένα, ο οποίος γίνεται μέλος, γίνεται κύτταρο στο δικό του «αιωνίως» ζωντανό, Θεανθρώπινο σώμα. Ο άνθρωπος που «καθίσταται» μέλος της Eκκλησίας, όλες τις ένθεες δυνάμεις του Χριστού, τις δέχεται απ’ Αυτόν και αυτός ο άνθρωπος πλέον ζει μια νέα ζωή, μια ζωή «αξίως» του Θεού. Σαν μέλη στο Θεανθρώπινο σώμα του Χριστού, οι Χριστιανοί ζουν «ενδυναμούμενοι πάση δυνάμει Χριστού» και κατά «το κράτος της δόξης Αυτού». Οι πιστοί με τον Χριστό, αυξάνουν από δύναμη σε δύναμη, από ισχύ σε ισχύ.

Γι’ αυτό δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία, ούτε κανένας έχει δικαίωμα να πει: δεν μπορώ να ζήσω «αξίως του Θεού». Γιατί, ότι χρειάζεται για μια τέτοια ζωή, ο Θεός το δίνει πλούσια στον καθένα, ο οποίος «απομακρύνεται των σαρκικών επιθυμιών του κόσμου τούτου» και εξαγιάζει όλο τον εαυτό του με τις ευαγγελικές αρετές. (Β' Πέτρ. 1, 3-9).

Πραγματικά, ο Κύριος Ιησούς Χριστός ζει στους χριστιανούς και ανακαινουργώνει την ζωή τους τόσο, όσο ο καθένας απ’ αυτούς ξεχωριστά επιθυμεί και θέλει αυτό. Σε μεγαλύτερο, ή σε μικρότερο βαθμό, για κάθε χριστιανό ισχύει το Αποστολικό: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2, 20).

Στην χριστοειδή ζωή, στην ζωή την «αξίως» του Θεού, συνίσταται το «αληθινό», το «άφθαρτο», το «αθάνατο», το «άξιο» του Θεού. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η παναξία του, η δική του ένθεη μεγαλειότητα και μεγαλοπρέπεια.

Ο άνθρωπος ζει «αξίως του Θεού» και, πραγματικά τότε, παρουσιάζει την ένθεη μεγαλοπρέπεια στην γη, αν οι σκέψεις του και οι αισθήσεις του είναι «άξιες» του Θεού και τα έργα του είναι «άξια» του Θεού.

Αλλά σε τέτοιο δοξασμένο, αδιάκοπο ευαγγελικό αγώνα, ο άνθρωπος, από την πλευρά του, πρέπει αδιάκοπα να «επιδεικνύει»: «πάσαν υπομονήν και μακροθυμίαν μετά χαράς». «Υπομονή μετά χαράς»; Ναι, γιατί η χαρούμενη υπομονή, είναι ο πιο θαυμαστός άγγελος προστάτης στον ευαγγελικό δρόμο της σωτηρίας.

Και ο Φιλάνθρωπος Σωτήρας «εντέλλεται» σε όλους τους χριστιανούς: «εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών» (Λκ. 21, 19). Και μια τέτοια υπομονή την δίνει στους πιστούς Αυτός και ενδυναμώνονται με «κάθε ένθεη δύναμη» και με τον τρόπο αυτό, αποκαλύπτουν την δύναμη της ένθεης δόξης του.

(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σ. 27-28)

Λόγος ΜΕ΄ εις το Πάσχα (απόσπασμα), Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος


[...] 24. αν είσαι Σίμων Κυρηναίος, σήκωσε το σταυρό και ακολούθησέ Τον. Αν σταυρωθείς μαζί Του ως ληστής, γνώρισε το Θεό σαν ευγνώμων δούλος. Αν κι Εκείνος λογιάσθηκε με τους ανόμους για χάρη σου και την αμαρτία σου, γίνε συ έννομος για χάρη Εκείνου. Προσκύνησε αυτόν που κρεμάσθηκε στο σταυρό για σένα, έστω κι αν κρέμεσαι κι εσύ. Κέρδισε κάτι κι απ' την κακία. Αγόρασε τη σωτηρία με το θάνατο. Μπες με τον Ιησού στον Παράδεισο, ώστε να μάθεις από τι έχεις ξεπέσει. Δες τις εκεί ομορφιές. Άσε το ληστή που γογγύζει, να πεθάνει έξω μαζί με τη βλασφημία του. Κι αν είσαι Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ζήτησε το σώμα απ' το σταυρωτή. Ας γίνει δικό σου αυτό που καθάρισε τον κόσμο. Κι αν είσαι Νικόδημος, ο νυκτερινός θεοσεβής, ενταφίασέ τον με μύρα. Κι αν είσαι κάποια Μαρία ή η άλλη Μαρία ή η Σαλώμη ή η Ιωάννα, δάκρυσε πρωί-πρωί. Δες πρώτη την πέτρα σηκωμένη, ίσως δε και τους αγγέλους κι αυτόν τον ίδιο τον Ιησού. Πες κάτι, άκουσε τη φωνή. Αν ακούσεις «Μη μ' αγγίζεις», στάσου μακριά, σεβάσου το Λόγο, αλλά μη λυπηθείς. Γιατί ξέρει σε ποιους θα φανερωθεί πρώτα. Καθιέρωσε την Ανάσταση. Βοήθησε την Εύα, που 'πεσε πρώτη, και πρώτη να χαιρετήσει το Χριστό και να το ανακοινώσει στους μαθητές. Γίνε Πέτρος ή Ιωάννης. Σπεύσε στον τάφο, τρέχοντας μαζί ή προπορευόμενος, συναγωνιζόμενος τον καλό συναγωνισμό. Κι αν σε προλάβει στην ταχύτητα, νίκησε με το ζήλο σου, όχι παρασκύβοντας στο μνημείο, αλλά μπαίνοντας μέσα. Κι αν σαν Θωμάς χωρισθείς απ' τους συγκεντρωμένους μαθητές, στους οποίους εμφανίζεται ο Χριστός, όταν τον δεις, μην απιστήσεις. Κι αν απιστήσεις, πίστεψε σ' αυτούς που στο λένε. Κι αν ούτε και σ' αυτούς πιστέψεις, δείξε εμπιστοσύνη στα σημάδια των καρφιών. αν κατεβαίνει στον Άδη, κατέβα μαζί Του. Γνώρισε και τα εκεί μυστήρια του Χριστού, ποιο είναι το σχέδιο της διπλής καταβάσεως, ποιος είναι ο λόγος της: απλώς σώζει τους πάντες με την εμφάνιση του ή κι εκεί ακόμα αυτούς που τον πιστεύουν;

28. Τώρα δε είμαστε αναγκασμένοι ν' ανακεφαλαιώσουμε το λόγο ως εξής: Δημιουργηθήκαμε, για να ευεργετηθούμε. Ευεργετηθήκαμε, επειδή δημιουργηθήκαμε. Μας δόθηκε ο Παράδεισος, για να ευτυχήσουμε. Λάβαμε εντολή, για να ευδοκιμήσουμε με τη διαφύλαξή της, όχι γιατί ο Θεός αγνοούσε αυτό που θα γινόταν, αλλά γιατί νομοθετούσε το αυτεξούσιο. Απατηθήκαμε, γιατί μας φθόνησαν. Ξεπέσαμε, γιατί παραβήκαμε την εντολή. Είμαστε αναγκασμένοι σε νηστεία, γιατί δε νηστεύσαμε, καθώς εξουσιασθήκαμε απ' το δένδρο της γνώσης. Γιατί ήταν παλιά η εντολή και σύγχρονη με μας, σαν κάποια διαπαιδαγώγηση της ψυχής και σωφρονισμό απ' τις απολαύσεις. Τη λάβαμε εύλογα, για να απολαύσουμε με την τήρησή της αυτό που χάσαμε με τη μη διαφύλαξή της. Χρειασθήκαμε Θεό που σαρκώθηκε και πέθανε, για να ζήσουμε. Νεκρωθήκαμε μαζί Του, για να καθαρισθούμε. Αναστηθήκαμε μαζί Του, επειδή μαζί Του και νεκρωθήκαμε. Συνδοξασθήκαμε, επειδή συναναστηθήκαμε.

29. Είναι πολλά μεν λοιπόν τα θαύματα της τότε εποχής: Θεός που σταυρώνεται, ήλιος που σκοτίζεται και πάλι ανατέλλει (γιατί έπρεπε και τα κτίσματα να συμπάσχουν με τον Κτίστη). Καταπέτασμα που σχίζεται, αίμα και νερό που χύνεται απ' την πλευρά (το μεν αίμα, γιατί ήταν άνθρωπος, το δε νερό γιατί ήταν πάνω απ' τον άνθρωπο). Γη, που σείεται, πέτρες που σχίζονται για χάρη της πέτρας (που είναι ο Χριστός), νεκροί που ανασταίνονται, ως επιβεβαίωση της τελευταίας και κοινής αναστάσεως. Τα σημεία δε στον τάφο, τα μετά τον τάφο, ποιος θα μπορούσε επάξια να τα υμνήσει; Τίποτε δε δεν υπάρχει σαν το θαύμα της σωτηρίας μου: λίγες σταγόνες αίματος αναπλάθουν τον κόσμο όλο και γίνονται σαν χυμός γάλακτος για όλους τους ανθρώπους, που συνδέουν και συνάγουν εμάς σε μια ενότητα.

30. Αλλ' ω Πάσχα, το μέγα και ιερό, που καθαρίζεις τον κόσμο όλο! Γιατί θα σου μιλήσω σαν κάτι έμψυχο. Ω Λόγε Θεού και φως και ζωή και σοφία και δύναμη! Γιατί χαίρομαι μ' όλα σου τα ονόματα! Ω γέννημα κι ορμή και σφραγίδα του μεγάλου νου! Ω Λόγε που νοείσαι κι άνθρωπε που φαίνεσαι, ο οποίος φέρεις τα πάντα προσδεδεμένα στο λόγο της δυνάμεώς σου! Τώρα μεν ας δεχθείς το λόγο αυτό, όχι ως απαρχή, αλλ' ως συμπλήρωση ίσως της δικιάς μας καρποφορίας, ευχαριστία το ίδιο κι ικεσία, για να μην κακοπάθουμε εμείς τίποτε περισσότερο πέρα απ' τους αναγκαίους κόπους κι ιερούς πόνους για τις εντολές σου, με τους οποίους ζήσαμε μέχρι τώρα. Κι ας σταματήσεις την εναντίον μας τυραννία του σώματος (βλέπεις, Κύριε, πόσο μεγάλη είναι και πόσο μας λυγίζει), ή την κρίση σου, αν θέλαμε να καθαρισθούμε από σένα. Αν δε τερματίσουμε άξια με τον πόθο μας και γίνουμε δεκτοί στις ουράνιες σκηνές, αμέσως κι εδώ θα σου προσφέρουμε θυσίες δεκτές στο άγιό σου θυσιαστήριο. Πατέρα και Λόγε και Πνεύμα άγιο. Γιατί σε σένα αρμόζει κάθε δόξα, τιμή και εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Από το «Μιλάει ο Γρηγόριος Θεολόγος» Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1991.
[Μετάφραση: Πρωτοπρ. Γεώργιος Δορμπαράκης]

επιτίθεται αγριώτερα
Επειδή ήταν μεγάλη η πίστις του Παύλου, επειδή προχωρούσε το ευαγγέλιο, γι’ αυτό μένεα έπνεε ο διάβολος εναντίον του.
Ε.Π.Ε. 18α,728
τους αγίους πολεμεί
Ο άγιος, και όταν υποφέρη κάνοντας το καλό, ευχαριστεί τον Θεό. Έτσι πλήττει το διάβολο. Βέβαια καλό είναι να ελεή και να είναι ενάρετος και όταν όλα του έρχωνται κατ’ ευχήν.  Αλλά πιο καλό είναι να μη παραιτήται ο χριστιανός από το καλό όταν δυστυχή. Τότε κατ’ εξοχήν είναι άνθρωπος του Θεού.
Ε.Π.Ε. 18α,732
διαβάλλει
Καλείται διάβολος, επειδή και τον Θεό στους ανθρώπους διαβάλλει, και στο Θεό εμάς διαβάλλει, αλλά διαβάλλει και τον ένα εναντίον του άλλου.
Ε.Π.Ε. 19,72
τα νοήματα (μηχανές) του 
Δεν αγνοούμε το χαρακτήρα του Σατανά, δηλαδή, την ποικιλία των μεθόδων του, το δόλιο τρόπο, το κακομήχανο, το κακούργο, τη ζημιά που κάνει, ακόμα και με το πρόσχημα της ευλαβείας.
Ε.Π.Ε. 19,142
με πονηρό δόλωμα
Πονηρός όντας ο διάβολος, τους έρριξε το δόλωμα, με σκοπό να τους βλάψη σε άλλους τομείς.
Ε.Π.Ε. 19,600
μετασχηματίζεται
Υπάρχουν και άγγελοι του σκότους, οι άγγελοι του διαβόλου, που είναι σκοτεινοί και άγριοι. Και πολλούς ο διάβολος εξαπάτησε μ αυτό τον τρόπο. Μεταμφιέζεται, δηλαδή, σε άγγελο φωτός. Δεν γίνεται άγγελος φωτός.
Ε.Π.Ε. 19,616
άρχων
Λέγεται άρχοντας του αιώνος τούτου, διότι στο Διάβολο ολόκληρη η ανθρώπινη φύσις παρέδωσε τον εαυτό της, και όλοι σ’ αυτόν γίνονται εκούσια δούλοι, με τη δική τους προαίρεσι.
Ε.Π.Ε. 20,496

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 33-34)

     Πολλοί έχουν χωριά και κτήματα και δεν τους ενδιαφέρει, ούτε κάμνουν λόγο για τίποτε άλλο, παρά καταβάλλουν πολλή προσπάθεια πως θα γίνει το λουτρό, πως θ αυξηθούν τα εισοδήματα, πως θα κατασκευασθούν οι αυλές και τα οικοδομήματα˙ πως δε θα καλλιεργηθούν οι ψυχές, καθόλου δεν ενδιαφέρονται. Και συ μεν, αν δεις αγκάθια στο χωράφι, τα κόβεις, τα καίεις, και τα εξαφανίζεις, ώστε να απαλλάξεις τη γη από τη βλάβη απ’ αυτά, βλέποντας δε τους ίδιους τους γεωργούς, να είναι γεμάτοι από αγκάθια και μη κόβοντας αυτά, πες μου, δεν φοβάσαι και δεν τρέμεις αυτόν που πρόκειται να σου ζητήσει λόγο γι’ αυτούς; Δεν έπρεπε δηλαδή ο καθένας από τους πιστούς να οικοδομήσει εκκλησία, να λαμβάνει διδάσκαλο για να τον βοηθεί, και κυρίως αυτό, να σκέπτεται πως δηλαδή όλοι να είναι χριστιανοί; Πες μου, πώς θα είναι χριστιανός ο γεωργός, βλέποντας εσένα ν’ αδιαφορείς για τη σωτηρία σου; Δεν μπορείς να κάνεις θαύματα και να τον πείσεις; Με αυτά που έχεις να τον πείσεις, με τη φιλανθρωπία, με την προστασία, με την ημερότητα, με το καλόπιασμα και με όλα τα άλλα. Και πολλοί μεν κάμνουν αγορές και λουτρά, όχι όμως και εκκλησίες˙ και όλα βέβαια τα κάμνουν, παρά αυτό. Γι’ αυτό παρακαλώ και ικετεύω και χάρη ζητώ, μάλλον δε και νόμο ορίζω, ώστε κανένας να μη παρουσιασθεί να έχει χωριό χωρία εκκλησία. Μη μού πεις, 'υπάρχει πλησίον, υπάρχει σε γειτονικό μέρος’˙ είναι μεγάλη η δαπάνη και δεν είναι πολλά τα έσοδα. Εάν έχεις κάτι να ξοδέψεις για τους φτωχούς, να τα ξοδέψεις εκεί˙ είναι καλύτερα εκεί, παρά εδώ˙ θρέψε διδάσκαλο, θρέψε διάκονο και ιερατείο. Όπως συμπεριφέρεσαι όταν λαμβάνεις γυναίκα, ή νύφη ή δίνεις θυγατέρα, έτσι πρέπει να φέρεσαι και προς την εκκλησία˙ δώσε δωρεά σ’ αυτήν. Έτσι το χωριό όπου μένεις, θα γεμίσει από ευλογία. Διότι ποιό από τα αγαθά δεν θα υπάρχει εκεί; Πες μου, είναι λίγο να ευλογείται ο ληνός; είναι λίγο να λαμβάνει απ’ όλους τους καρπούς σου πρώτος ο Θεός μερίδιο και προσφορές από τους πρώτους καρπούς; Αυτό είναι χρήσιμο για την ειρήνη των γεωργών. Σεβαστός θα είναι πλέον και ο πρεσβύτερος και αυτό θα συμβάλει στην ασφάλεια του χωριού. Ευχές συνεχείς εκεί θα γίνονται για σένα, ύμνοι θα αναπέμπονται για σένα και συνάξεις θα γίνονται, προσφορά κάθε Κυριακή. Πόσο πιο αξιοθαύμαστο είναι το να ανεγείρεις εκκλησίες από το να ανοικοδομήσουν άλλοι λαμπρούς τάφους, για να ακούουν οι μεταγενέστεροι ότι ο τάδε ανοικοδόμησε αυτούς. Σκέψου ότι μέχρι την παρουσία του Χριστού θα έχεις το μισθό, συ, που ανήγειρες θυσιαστήριο του Θεού.
     Πες μου λοιπόν, αν σε διέτασσε βασιλιάς να οικοδομήσεις οικία, για να καταλύει εκεί, δεν θα έκαμες τα πάντα; Τώρα λοιπόν, η οικοδομή της εκκλησίας είναι ανάκτορα του Χριστού. Να μη βλέπεις τη δαπάνη, αλλά να αναλογίζεσαι τον καρπό˙ καλλιεργούν εκείνοι τη γη, συ να καλλιεργείς τις ψυχές τους˙ εκείνοι σου φέρνουν τους καρπούς, συ ανύψωσε αυτούς στον ουρανό. Εκείνος που δίνει την αρχή, αυτός είναι και αίτιος για όλα τα άλλα. Άρα και συ θα είσαι αίτιος των κατηχουμένων εκεί από τα γειτονικά χωριά˙ αν και βέβαια τα μεν λουτρά κάμνουν τους γεωργούς πιο μαλθακούς, τα δε καπηλεία πιο τρυφηλούς, αλλ’ όμως κάμνετε αυτά για δόξα. Οι αγορές και οι πανηγύρεις κάμνουν πάλι αυτούς αδιάντροπους, τα δε λεγόμενα στις εκκλησίες έχουν τελείως αντίθετα αποτελέσματα. Αλήθεια πόσο σπουδαίο είναι να βλέπεις πρεσβύτερο να βαδίζει σαν τον Αβραάμ, ολόλευκο, να είναι περιζωσμένος και να σκάβει και να εργάζεται; Ποιο πράγμα είναι πιο ποθητό από εκείνον τον αγρό; Εδώ η αρετή είναι μεγαλύτερη. Δεν υπάρχει εκεί αισχρότητα, αλλ’ έχει εκδιωχθεί˙ δεν υπάρχει μέθη και τρυφή, αλλ’ έχει εξορισθεί˙ δεν υπάρχει κενοδοξία, αλλ’ έχει σβησθεί˙ εκεί διαλάμπει περισσότερο η αγάπη του Θεού εξ αιτίας της απλότητας. Πόσο σπουδαίο είναι να εξέρχεσαι και να εισέρχεσαι στον οίκο του Θεού και να γνωρίζεις ότι Αυτός οικοδόμησε αυτόν και να κατακληθείς και μετά τη σωματική ανάπαυση να παραβρεθείς και σε νυκτερινούς και σε εωθινούς ύμνους, να έχεις ομοτράπεζο τον ιερέα, συνομιλώντας να απολαμβάνεις τις ευλογίες, και να βλέπεις άλλους να έρχονται εκεί; Τούτο είναι τείχος, αυτό ασφάλεια του αγρού. Αυτός είναι ο αγρός, για τον οποίο λέγει; «Οσμή αγρού ολόκαρπου, τον οποίο ευλόγησε ο Κύριος». ”Αν και χωρίς το ναό είναι καλός ο αγρός εξ αιτίας της ησυχίας που έχει, εξ αιτίας της απραγμοσύνης που υπάρχει εκεί, όταν όμως έχει και το ναό, με τι δεν θα είναι ίσος; Διότι αγρός, που έχει εκκλησία, μοιάζει με τον παράδεισο του Θεού.
     Δεν υπάρχει εκεί κραυγή, δεν υπάρχει θόρυβος, δεν υπάρχουν διάφοροι εχθροί, δεν υπάρχουν αιρέσεις˙ είναι δυνατό να τους δεις όλους φίλους, να συμμετέχουν στα ίδια δόγματα. Η ησυχία σε οδηγεί σε φιλοσοφία˙ αφού σε παραλάβει από τη φιλοσοφία αυτή ο πρεσβύτερος, Θα σε φροντίσει εύκολα. Διότι εδώ μεν, όσα και αν λέμε, η αγορά τα απορρίπτει, εκεί δε, αυτά που θα ακούσεις, θα τα στερεώσεις στη σκέψη σου, και στον αγρό θα γίνεις με εκείνον τον πρεσβύτερο άλλος άνθρωπος˙ και εκείνος θα είναι επικεφαλής εκείνων των γεωργών, και θα είναι φύλακας, και με το να παρευρίσκεται και με το να διευθετεί τις διαφορές μεταξύ τους. Πόση δε θα είναι και η δαπάνη, πες μου; κατασκεύασε κατ' αρχή μικρό οικίσκο αντί ναού˙ ο μετά από σένα θα κατασκευάσει στοά˙ ο μετά από εκείνον θα προσθέσει άλλα, και έτσι σε σένα θα αποδοθεί το όλο οικοδόμημα. Συ δίνεις λίγα και λαμβάνεις την αμοιβή του συνόλου. Λοιπόν κάμε την αρχή και θέσε θεμέλιο˙ μάλλον δε προτρέψατε ο ένας τον άλλο, δείξτε άμιλλα για το έργο αυτό. Τώρα δε, όπου χρειάζεται μεν να αποθηκεύσουν άχυρα και σιτάρι και όλα τα παρόμοια, εύκολα χτίζουν˙ όπου δε πρέπει να συγκεντρωθούν οι καρποί των ψυχών, καθόλου δεν φροντίζουν, αλλ’ αναγκάζονται να βαδίζουν αρκετά στάδια, και να αποστέλλονται σε μακρινές αποδημίες, για να εισέλθουν σε εκκλησία. Πόσο δε είναι καλό να έρχεται στην εκκλησία με πολλή ησυχία ο ιερέας, για να προσέρχεται ενώπιον του Θεού, και να προσεύχεται κάθε ημέρα για το χωριό, γι’ αυτόν που έχει εκκλησία! Πες μου, είναι μικρό πράγμα να περιλαμβάνεται και το όνομά σου πάντοτε στις άγιες αναφορές της λατρείας και κάθε ημέρα να αναπέμπονται ευχές προς το Θεό για το χωριό; πόσο αυτό ωφελεί σε σένα και στα άλλα; Συμβαίνει μερικοί από τους γείτονες να κατοικούν και να έχουν επιτρόπους. Προς μεν εσένα λοιπόν το φτωχό κανένας από εκείνους δεν θα θεωρήσει άξιο να έλθει, τον πρεσβύτερο όμως ίσως και να τον προσκαλέσει και να τον κάμει ομοτράπεζο.
     Βλέπεις πόσα καλά θα προκύψουν απ’ αυτό; Πρώτα η κώμη θα είναι απαλλαγμένη από κάθε πονηρή υποψία˙ κανένας δεν θα κατηγορήσει γι’ ανθρωποκτονία, κανένας για κλοπή, κανένας δεν θα υποψιασθεί τίποτε το παρόμοιο. Έχουν ακόμη και άλλη παρηγοριά, αν επακολουθήσει μια ασθένεια, ή θάνατος. Όχι απλώς και ως έτυχε συνάπτονται φιλίες μεταξύ εκείνων που προσέρχονται εκεί και οι συναντήσεις δε θα γίνονται πολύ περισσότερο ευχάριστες από εκείνες που γίνονται κατά τις πανηγύρεις. Όχι μόνο δε οι συναντήσεις, αλλά και οι ίδιοι οι προεστώτες θα είναι περισσότερο σεβάσμιοι εξ αιτίας της παρουσίας του πρεσβύτερου. Οπωσδήποτε ακούεις ότι τα Ιεροσόλυμα τιμούνταν περισσότερο από τις άλλες πόλεις εκ μέρους των παλαιών˙ όχι όμως τυχαία, αλλ’ εξ αιτίας της ευσέβειας που επικρατούσε τότε. Γι’ αυτό, όπου τιμάται ο Θεός, κανένα πονηρό δεν υπάρχει˙ όπως πάλι, όπου δεν τιμάται ο Θεός κανένα αγαθό δεν υπάρχει. Πολλή ασφάλεια θα υπάρχει και εκ μέρους του Θεού και εκ μέρους των ανθρώπων. Ναι, παρακαλώ, να καταπιασθείτε με το θέμα αυτό, όχι σαν κάτι πάρεργο, αλλά με προθυμία. Διότι, αν κάποιος βγάλει κάτι το πολύτιμο από ανάξιο πράγμα, θα είναι σαν στόμα του Θεού, εκείνος που τόσες ψυχές ωφελεί και αναζωογονεί και αυτές που υπάρχουν τώρα, και αυτές που θα έλθουν μετά μέχρι την παρουσία του Χριστού, πόση εύνοια δεν θα απολαύσει από το Θεό; Φρούριο κατασκεύασε εναντίον του διαβόλου˙ διότι αυτό είναι η εκκλησία. Από εκεί ας ορμήσουν τα χέρια για εργασία˙ πρώτα ας ανυψωθούν αυτά σε προσευχή προς το Θεό, και μετά ας μεταβούν στην εργασία. Έτσι θα αποκτήσουν σωματική δύναμη, έτσι θα είναι πολλή η καλλιέργεια, έτσι όλα τα κακά θα είναι εκτός αυτού. Δεν είναι δυνατό να παραστήσεις με λόγο την ευχαρίστηση που θα προκύψει από αυτό, μέχρις ότου δεν γίνει αυτό πραγματικότητα.
     Μη σκεφθείς αυτό, ότι δεν έχει κανένα έσοδο˙ εάν γενικά ενεργείς και σκέπτεσαι με τον τρόπο αυτό, μη κάνεις το έργο αυτό, εάν δεν νομίζεις ότι θα αποκτήσεις έσοδα μεγαλύτερα από όσα σου απέδιδε όλος ο αγρός. Αν δεν σκέπτεσαι έτσι, ούτε και να εργασθείς, εάν δεν θεωρείς το έργο αυτό ανώτερο από όλα τα αλλά. Τι είναι μεγαλύτερο από αυτό το κέρδος, το να οδηγήσεις τις ψυχές στο αλώνι του ουρανού; Αλλοίμονο! διότι δεν γνωρίζετε πόσο σπουδαίο είναι το να κερδίζετε ψυχές. Άκουε τι λέγει προς τον Πέτρο ο Χριστός˙ «Εάν με αγαπάς, ποίμανε τα πρόβατά μου». Εάν συνέβαινε να δεις βασιλικά πρόβατα ή αγέλη ίππων, να είναι εκτεθειμένα σε κινδύνους, επειδή δεν υπάρχει μάνδρα, εάν αναλάβεις ο ίδιος και μάνδρα οικοδομήσεις και στάβλο ή και ποιμένα τοποθετήσεις, με τι δεν θα σε ανταμείψει ο βασιλιάς; Τώρα συγκεντρώνεις την ποίμνη του Χριστού και τοποθετείς ποιμένα, και δεν νομίζεις ότι κάμνεις μεγάλο έργο; Τι λέγω; Εάν εκείνος που σκανδαλίζει και μόνο ένα άνθρωπο, απειλείται να πάθει τέτοια τιμωρία, εκείνος που σώζει τόσους ανθρώπους, πες μου, δεν θα σωθεί; Είναι ολοφάνερο ότι θα σωθεί. Διότι ποιά αμαρτία θα έχει στο εξής ή και αν έχει, δεν θα εξαλείψει αυτήν; Από την τιμωρία εκείνου που σκανδαλίζει, μάθε την ανταμοιβή εκείνου που σώζει. Εάν δεν ήταν σημαντικό για το Θεό η σωτηρία και μιας ψυχής, δεν θα προκαλούσε τόση οργή σ’ Αυτόν η απώλειά της. Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας καταπιασθούμε πλέον με το έργο αυτό το πνευματικό, και ας με καλέσει ο καθένας και εγώ θα βοηθήσω κατά το δυνατό. Και αν μεν είναι τρεις οι κάτοχοι του αγρού, ας ενεργήσουν με συνεισφορά, εάν δε ένας, ας πείσει και τους άλλους που είναι πλησίον του. Μόνο, παρακαλώ, προσπαθήσετε να κατορθώσετε αυτό…  (ΕΠΕ 15,527-537)

     «Στο σύνολο των εκκλησιών». Δεν είναι κι αυτό μικρό˙ γιατί είναι μεγάλη η δύναμη και του συνόλου, δηλαδή των εκκλησιών.
Πρόσεχε πόσο μεγάλη ήταν η δύναμη του συνόλου των εκκλησιών. Η προσευχή της Εκκλησίας απελευθέρωσε τον Πέτρο από τη φυλακή, άνοιξε το στόμα του Παύλου, ενώ η κοινή απόφαση αυτών αποτελεί αξιόλογο εφόδιο και στολίδι γι’ αυτούς. Γι’ αυτό κι όποιος πρόκειται να χειροτονήσει, ζητάει και τις ευχές των πιστών, κι αυτοί εγκρίνουν την επιλογή και επιδοκιμάζουν φωναχτά, πράγματα που είναι γνωστά στους μυημένους˙ γιατί οι αμύητοι δεν επιτρέπεται να τα ξέρουν όλα. Και υπάρχουν περιπτώσεις που δε διαφέρει καθόλου ο ιερέας από τον πιστό, όπως για παράδειγμα την ώρα της θείας Κοινωνίας, που όλοι απολαμβάνουμε τα ίδια με τον ίδιο τρόπο. Όχι όπως γινόταν στην Παλαιά Διαθήκη, όπου άλλα έτρωγε ο ιερέας και άλλα οι υπόλοιποι, και απαγορευόταν να μετέχει ο λαός σε όσα μετείχε ο ιερέας. Αυτό δε γίνεται τώρα, αλλ’ ένα σώμα βρίσκεται μπροστά σ’ όλους και ένα ποτήρι. Και στις προσευχές βλέπει κανείς ότι ο λαός συμμετέχει πολύ. Γιατί προσεύχονται και για όσα γίνονται και για τους αμαρτωλούς τόσο ο ιερέας όσο και ο λαός και όλοι λένε την ίδια προσευχή, προσευχή γεμάτη φιλανθρωπία. Και όταν δε δεχόμαστε μέσα στον ιερό ναό εκείνους που δεν επιτρέπεται να μετάσχουν στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, πρέπει να γίνει ιδιαίτερη προσευχή και όλοι μαζί γονατίζουμε στο έδαφος και σηκωνόμαστε όρθιοι όλοι μαζί. Όταν επίσης πρόκειται να μεταλάβουμε, όλοι ανταλλάσσουμε ασπασμούς. Κι όταν πάλι τελείται το πιο θαυμαστό μυστήριο, εύχεται ο ιερέας στο λαό, και ο λαός στον ιερέα, αφού η φράση, «μετά του πνεύματός σου», δε σημαίνει τίποτα άλλο, παρά αυτό ακριβώς. Και η ευχαριστία επίσης είναι κοινή. Γιατί δεν ευχαριστεί μόνο ο ιερέας, αλλά και όλος ο λαός. Αφού αρχίζει εκείνος, έπειτα συμφωνούν όλοι ότι αυτό γίνεται σωστά και δίκαια και μετά αρχίζει η ευχαριστία.
     Και γιατί θαυμάζεις που ο λαός προσεύχεται μαζί με τον ιερέα, αφού και μαζί με τα ίδια τα Χερουβίμ και τις ουράνιες δυνάμεις ψάλλει τους ιερούς εκείνους ύμνους προς το Θεό; Όλα αυτά τα είπα, για να είναι σεμνοί όλοι οι πιστοί, για να κατανοήσουμε ότι όλοι είμαστε ένα σώμα και έχουμε τόση διαφορά μεταξύ μας, όση το ένα μέλος του σώματος από το άλλο, και να μη θεωρούμε υπεύθυνους για όλα τους ιερείς, αλλά και οι ίδιοι να φροντίζουμε σαν να είμαστε εμείς άρχοντες, αφού η Εκκλησία είναι το κοινό σώμα μας. Γιατί αυτό μας εξασφαλίζει μεγαλύτερη σιγουριά και περισσότερο ζήλο για τη αρετή. Άκουσε τώρα πώς ζητούσαν τη γνώμη των πιστών και για άλλα ζητήματα κατά τη εποχή των Αποστόλων. Όταν δηλαδή επρόκειτο να χειροτονήσουν τους επτά διακόνους, συνεννοήθηκαν πρώτα με το λαό. Το ίδιο έκαμε και ο Πέτρος για το Ματθία. Συνεννοήθηκε με όλους τους τότε παρόντες, άνδρες και γυναίκες. Γιατί η Εκκλησία δεν είναι για να φουσκώνουν τα μυαλά των αρχόντων, ούτε για να γίνονται δουλοπρεπείς οι υπόλοιποι, αλλά είναι εξουσία πνευματική, που έχει μάλιστα το πλεονέκτημα ότι οι άρχοντες φορτώνονται με περισσότερους κόπους και μεγαλύτερες φροντίδες και δε ζητούν περισσότερες τιμές. Πρέπει να διοικούν την Εκκλησία σαν ένα σπίτι, σαν ένα σώμα. Έτσι πρέπει να σκεπτόμαστε όλοι. Όπως βέβαια και το βάπτισμα είναι ένα και η τράπεζα μία και η πηγή μία και η κλίση μία και ο Πατέρας ένας.
     Γιατί λοιπόν είμαστε διαιρημένοι, αφού είναι τόσα εκείνα που μας ενώνουν; Γιατί είμαστε διασπασμένοι; Δυστυχώς αναγκάζομαι να θρηνήσω πάλι για όσα πολλές φορές έχω θρηνήσει. Η κατάστασή μας είναι αξιοθρήνητη. Τόσο διασπασμένοι είμαστε μεταξύ μας, ενώ πρέπει να είμαστε ενωμένοι σαν ένα σώμα. Γιατί έτσι θα μπορέσει να ωφεληθεί ακόμη κι ο ανώτερος από τον κατώτερο. Αφού κι ο Μωυσής έμαθε από τον πενθερό του κάτι που δεν ήξερε , πολύ περισσότερο θα μπορούσε να ωφεληθεί η Εκκλησία σε παρόμοια περίπτωση. Και τι είναι εκείνο, που ήξερε ο άπιστος και δεν το ήξερε ο πνευματικός ηγέτης; Έγινε όμως αυτό, για να μάθουν όλοι οι σύγχρονοί του ότι ήταν άνθρωπος, που, αν και σχίζει τη θάλασσα, αν και χωρίζει την πέτρα, έχει ανάγκη της βοήθειας του Θεού, και ότι τα θαύματά του δεν οφείλονταν στην ανθρώπινη φύση του, αλλά στη δύναμη του Θεού. Και τώρα, αν κάποιος δε λέει τα ωφέλιμα, ας σηκωθεί κάποιος κι ας τα πει. Κι αν είναι ο πιο ασήμαντος, επικρότησε τη γνώμη του, αν λέει κάτι το ωφέλιμο. Κι αν είναι ο πιο αξιοκαταφρόνητος, μην τον προσβάλεις. Γιατί κανένας δεν απέχει τόσο από τους συνανθρώπους του, όσο ο πενθερός από το Μωυσή, που δεν περιφρόνησε τα λόγια του, αλλά δέχθηκε τη γνώμη του και υπάκουσε, την έγραψε, και δεν ντράπηκε να την παραδώσει στην ιστορία, καταστέλλοντας έτσι τον εγωισμό των πολλών. Γι’ αυτό τα άφησε σα γραμμένα σε στήλη. Γιατί γνώριζε ότι αυτή η ιστορία θα είναι ωφέλιμη σε πολλούς.
Ας μην περιφρονούμε λοιπόν εκείνους που δίνουν σωστές συμβουλές, κι αν ακόμη είναι απλοί άνθρωποι και καταφρονημένοι, κι ας μην έχουμε την αξίωση να γίνουν οπωσδήποτε όσα εμείς συμβουλεύουμε, αλλ’ ας επικροτούμε όλοι εκείνα που θα θεωρηθούν ωφέλιμα. Γιατί πολλοί από εκείνους που δεν έχουν καλήν όραση, βλέπουν καλύτερα από εκείνους που έχουν καλή, γιατί μελετούν και επιστρατεύουν τις ικανότητές τους. Μη λες, ‘τι μου ζητάς να σου δώσω συμβουλή, αφού δεν κάνεις αυτά που σου λέγω;’ Τέτοιον έλεγχο δεν τον κάνουν οι σύμβουλοι, αλλά οι τύραννοι. Γιατί ο σύμβουλος έχει δικαίωμα μόνο να πει τη γνώμη του, αν όμως κριθεί πιο ωφέλιμη μια άλλη γνώμη και επιμένει ο σύμβουλος να γίνουν όσα εκείνος συμβούλευσε, τότε δεν είναι σύμβουλος, αλλά, όπως είπα πιο πάνω, είναι τύραννος.
     Ας μη συμπεριφερόμαστε λοιπόν έτσι. Ας καθαρίσουμε την ψυχή μας από κάθε εγωισμό και ανοησία, κι ας επιδιώκουμε όχι πώς να επικρατήσει μόνο η γνώμη μας, αλλά πώς να επικρατήσει η πιο ωφέλιμη γνώμη, έστω κι αν δεν την εκφράσαμε εμείς. Γιατί δε θα είναι μικρό το κέρδος μας αν δεχθούμε τις γνώμες των άλλων, στην περίπτωση που εμείς δεν μπορέσαμε να βρούμε τη σωστή λύση. Έτσι και ο Θεός θα μας αμείψει και δόξα θα αποχτήσουμε με τον τρόπο αυτό. Γιατί, όπως εκείνος που συμβούλευσε τα ωφέλιμα θεωρήθηκε φρόνιμος, έτσι κι εμείς, αν τα δεχθούμε, θα μας επαινέσουν για τη φρονιμάδα μας και για τη σύνεσή μας. Έτσι μπορούν να ωφεληθούν περισσότερο και το σπίτι και η πόλη και η Εκκλησία που διοικούνται με αυτόν τον τρόπο.(ΕΠΕ 19,485-491)

     Και χθες μιλήσαμε για την οργή, τίποτε δε δεν μας εμποδίζει να μιλήσομε και σήμερα˙ διότι η συνέχεια ίσως επιτύχει κάτι˙ καθόσον φάρμακο, που έχει τη δύναμη να θεραπεύσει τραύμα, αν δεν τοποθετηθεί συνέχεια στο τραύμα, το παν κατέστρεψε.
     Μη λοιπόν θεωρείτε σαν περιφρόνηση προς σας το ότι συνέχεια σας ομιλούμε για το ίδια˙ διότι αν σας περιφρονούσαμε, δεν θα σας μιλούσαμε, ενώ τώρα σας τα λέμε αυτά, ελπίζοντας ότι θ’ αποκομίσετε μεγάλο κέρδος. Μακάρι βέβαια να σας μιλούσαμε συνέχεια για τα ίδια! μακάρι να μη υπήρχε καμιά άλλη αφορμή για τους λόγους μας η φροντίδα, αλλά πώς να νικήσομε τα πάθη μας! Διότι πώς δεν είναι παράλογο, οι μεν βασιλείς, που ζουν μέσα στην απόλαυση και την τόση τιμή, να μη μιλούν για τίποτε άλλο ούτε στην ώρα του φαγητού, ούτε καμιά άλλη στιγμή, παρά μόνο πώς θα μπορέσουν να υπερισχύσουν των εχθρών, και γι’ αυτό καθημερινά να κάνουν συσκέψεις, να συγκεντρώνουν στρατηγούς και στρατιώτες, να απαιτούν φόρους, και να θεωρούν για τα πολεμικά πράγματα αυτές σαν τις δύο αναγκαίες αιτίες, το πώς δηλαδή και τους εχθρούς τους θα νικήσουν, και στους δικούς τους θα εξασφαλίσουν ειρήνη, εμείς δε να μη θέλομε να μιλούμε γι’ αυτά ούτε στο όνειρό μας, αλλά πώς μεν θ αγοράσομε αγρό, πώς δε δούλους και πώς θ’ αυξήσομε την περιουσία, ενώ καθημερινά μιλούμε δεν χορταίνομε, για τα δικά μας όμως πράγματα και τα πραγματικά δικά μας ούτε οι ίδιοι θέλομε να μιλούμε, ούτε ανεχόμαστε ν’ ακούμε όταν άλλοι ομιλούν;
     Πες μου λοιπόν, για ποιό πράγμα θέλεις να συζητάς; για το φαγητό; Αλλ’ αυτές οι συζητήσεις είναι των μαγείρων. Μήπως για τα χρήματα; Αλλ’ αυτές είναι των μικροπωλητών και των έμπορων. Μήπως για οικοδομήματα; Αλλ’ αυτές είναι των τεχνιτών και των οικοδόμων. Μήπως για τη γη; Αλλ’ αυτές είναι των γεωργών. Δικό μας έργο κανένα άλλο δεν είναι, παρά πώς ν’ αποκτήσομε πλούτο για την ψυχή μας. Ας μη γίνει λοιπόν ο λόγος βαρετός. Πράγματι γιατί κανένας δεν κατηγορεί το γιατρό, που ομιλεί συνέχεια για την ιατρική, ούτε τους άλλους τεχνίτες, που ομιλούν για τις δικές τους τέχνες; Διότι, εάν μεν τόση μεγάλη επιτυχία είχαμε σημειώσει στα θέματα τα σχετικά με τα πάθη μας, ώστε να μη χρειάζεται η υπενθύμιση, πολύ σωστά θα μπορούσε κάποιος να μας κατηγορήσει για φιλοδοξία και επίδειξη, ή καλύτερα ούτε και τότε˙ διότι και αν ακόμα είχαμε σημειώσει μεγάλη επιτυχία στο θέμα αυτό, και πάλι έπρεπε να μιλάμε γι' αυτά, για να μη πέσομε και πάλι σ’ αυτά˙ καθόσον και οι γιατροί δεν συνομιλούν μόνο με ασθενείς, αλλά και με υγιείς, και υπάρχουν βιβλία σ’ αυτούς με παρόμοιο περιεχόμενο, ώστε τους μεν ασθενείς να τους απαλλάσσουν από την ασθένεια, τους δε υγιείς για να τους διαφυλάσσουν υγιείς. Επομένως, και αν ακόμα είμαστε υγιείς, ούτε έτσι έπρεπε να σταματούμε την προσπάθεια, αλλά να κάμνομε τα πάντα για να διατηρούμε την υγεία μας. Όταν δε συμβαίνει και να είμαστε ασθενείς, τότε είναι διπλή η ανάγκη των λόγων˙ η μεν πρώτη για ν’ απαλλαγούμε από την ασθένεια, η δε δεύτερη, αφού απαλλαγούμε απ’ αυτήν, να μη υποπέσομε στην ίδια ασθένεια. Ώστε λοιπόν τώρα συζητούμε εφαρμόζοντας τη θεραπευτική μέθοδο, και δεν επιχειρούμε την ανάπτυξη πραγματείας περί υγείας. (ΕΠΕ 16Α,255-259)

... Έχεις ομιλητική ικανότητα και διδασκαλική χάρη; Μη νομίσεις εξ αιτίας αυτού ότι έχεις κάτι περισσότερο από τους άλλους. Γι’ αυτό προ πάντων οφείλεις να δείχνεις ταπεινοφροσύνη, διότι αξιώθηκες να λάβεις περισσότερες δωρεές˙ «Διότι εκείνος που του συγχωρέθηκαν περισσότερα, περισσότερη αγάπη θα δείξει». Πρέπει λοιπόν και να δείχνεις ταπεινοφροσύνη, διότι, ενώ παρέβλεψε τους άλλους, πρόσεξε ο Θεός εσένα. Να φοβάσαι γι’ αυτό˙ διότι πολλές φορές αυτό σου γίνεται αιτία και καταστροφής σου, αν δεν προσέχεις.
     Γιατί μεγαλοφρονείς; Επειδή διδάσκεις με λόγια; Αλλ’ είναι εύκολη αυτή η φιλοσοφία με λόγια˙ δίδαξέ με με τον τρόπο της ζωής σου˙ αυτή είναι η άριστη διδασκαλία. Λέγεις ότι πρέπει να είμαστε μετριόφρονες και απευθύνεις μακρό λόγο γι’ αυτό, και ρητορεύεις, και τα λόγια σου τρέχουν ανεμπόδιστα; Αλλά, λέγει, εκείνος είναι καλύτερος από σένα, εκείνος που με διδάσκει αυτό με έργα˙ διότι συνήθως δεν εναποτίθενται μέσα στην ψυχή τόσο εύκολα τα μαθήματα διδασκαλίας με τα λόγια, όσο με τα έργα˙ διότι, εάν δεν έχεις να δείξεις το έργο, όχι μόνο δεν ωφέλησες με τα λόγια, αλλά και προξένησες μεγαλύτερη βλάβη. Καλύτερα είναι να σιωπάς. Γιατί; Διότι μου καθιστάς αδύνατο το πράγμα˙ Εννοώ δηλαδή ότι, εάν συ, που λες τόσα πολλά, δεν κατορθώνεις να τα πράξεις, πολύ περισσότερο εγώ είμαι άξιος συγγνώμης, που δεν λέγω τίποτε. Γι’ αυτό λέγει ο προφήτης˙ «Στον δε αμαρτωλό είπε ο Θεός˙ Γιατί συ διδάσκεις τις εντολές μου;». Πράγματι αυτή η βλάβη είναι μεγαλύτερη, όταν, διδάσκοντας κανείς ωραία με τα λόγια, με τα έργα του πολεμεί τη διδασκαλία του.
     Αυτό έχει γίνει αιτία πολλών κακών στις εκκλησίες. Γι’ αυτό και συγχωρέστε με, παρακαλώ, που ο λόγος μου αυτός προς εσάς παρατείνεται επί πολύ χρόνο στο πάθος αυτό. Πολλά πολλοί κάμνουν, στεκόμενοι ανάμεσα στο πλήθος, για ν’ απευθύνουν μακρό λόγο˙ και αν μεν λάβουν χειροκροτήματα από το πλήθος, αυτό έγινε γι’ αυτούς ίσο με βασιλεία, αν όμως τελειώσουν το λόγο με σιγή, τότε λοιπόν η λύπη εξ αιτίας της σιγής έγινε γι’ αυτούς πολύ πιο χειρότερη από τη γέεννα. Αυτό έκανε άνω κάτω τις εκκλησίες, επειδή και σεις δεν ζητάτε ν’ ακούσετε λόγο κατανυκτικό, αλλά λόγο που έχει τη δύναμη να προξενήσει ευχαρίστηση και με πομπώδεις εκφράσεις και με την όλη σύνθεση των λόγων, σαν ακριβώς ν’ ακούτε τραγουδιστές και κιθαριστές˙ και εμείς ενεργώντας ψυχρά και ταλαίπωρα, ακολουθούμε τις επιθυμίες σας, ενώ πρέπει να ξερριξώνομε αυτές. Και γίνεται το ίδιο, όπως, αν κάποιος, πατέρας παιδιού μαλθακού πέρα από ό,τι πρέπει, ενώ είναι άρρωστο, του δώσει γλύκισμα και μάλιστα ψυχρό και όσα άλλα μόνο ευχαριστούν, ενώ για τα χρήσιμα δεν καταβάλλει καμιά φροντίδα, έπειτα, κατηγορούμενος από τους γιατρούς, απολογούνταν, λέγοντας˙ Τι να κάνω; δεν βαστώ να βλέπω το παιδί μου να κλαίει. Άθλιε και ταλαίπωρε και προδότη! (διότι δεν θα μπορούσαμε τον παρόμοιο να τον ονομάσομε πατέρα)˙ και πόσο προτιμότερο δεν είναι, αφού το λυπήσεις για σύντομο χρόνο, να του χαρίσεις για πάντα την υγεία, παρά την προσωρινή αυτή χάρη να την καταστήσεις αιτία παντοτινής λύπης;
     Αυτό παθαίνομε και εμείς, που καταγινόμαστε με ωραίες λέξεις και συνθέσεις φράσεων και αρμονία, με σκοπό πώς να ευχαριστήσομε, και όχι πώς να ωφελήσομε˙ πώς να θαυμασθούμε, και όχι πώς να διδάξομε˙ πώς να προξενήσομε ευχαρίστηση, και όχι πώς να συγκινήσομε˙ πώς να χειροκροτηθούμε και να φύγομε αφού λάβομε έπαινο, και όχι πώς να διορθώσομε τις συνήθειες. Πιστέψτε με, δεν ενεργώ διαφορετικά, όταν μιλώντας χειροκροτούμαι, διότι παθαίνω κάτι το ανθρώπινο κατά τη στιγμή εκείνη (διότι γιατί να μη πει κανείς την αλήθεια;), και χαίρομαι και ευχαριστούμαι, όταν όμως, αφού μεταβώ στο σπίτι μου, σκεφθώ ότι δεν ωφελήθηκαν καθόλου εκείνοι που με χειροκρότησαν, αλλ’, εάν έπρεπε και να ωφεληθούν σε κάτι, εξ αιτίας των χειροκροτημάτων και των επαίνων το έχουν χάσει, υποφέρω πολύ και στενάζω και δακρύζω, και, επειδή τα είπα όλα στα χαμένα, είναι τέτοια η διάθεσή μου, και λέγω προς τον εαυτό μου, ‘Ποιά η ωφέλειά μου από τους ιδρώτες, αφού οι ακροατές δεν θέλουν να ωφεληθούν σε κάτι από τους λόγους μου;' και πολλές φορές σκέφθηκα να θέσω νόμο που ν’ απαγορεύει τα χειροκροτήματα και να σας προτρέπει να ακούτε με ησυχία και πρέπουσα ευταξία.
     Αλλά συγχωρέστε με, παρακαλώ, και πιστέψτε με και, αν νομίζετε σωστό, ας επικυρώσομε από αυτή τη στιγμή το νόμο αυτό, να μη επιτρέπεται σε κανένα από τους ακροατές να χειροκροτεί όταν κάποιος ομιλεί, αλλ’ εάν θέλει να θαυμάζει, ας θαυμάζει με σιωπή˙ κανένας δεν εμποδίζει, αλλ’ όμως όλη η φροντίδα και η προθυμία σας ας συγκεντρώνεται στο να δέχεσθε τα λεγόμενα. Γιατί χειροκροτήσατε; Γι’ αυτό το πράγμα ορίζω το νόμο, σεις όμως δεν ανέχεσθε ούτε ν’ ακούσετε. Αυτό θα γίνει αιτία πολλών αγαθών και διδασκαλείο φιλοσοφίας. Και οι μη Χριστιανοί φιλόσοφοι μιλούσαν σε ακροατήριο και πουθενά κανένα χειροκρότημα δεν ακολουθούσε˙ και οι Απόστολοι μιλούσαν σε πλήθη λαού και πουθενά δεν αναφέρεται αυτό, ότι ενώ μιλούσαν εκείνοι διέκοπταν οι ακροατές τον ομιλητή με χειροκροτήματα. Αυτό θα είναι μεγάλο κέρδος για μας.
     Ας το επικυρώσομε λοιπόν αυτό˙ με ησυχία όλοι ν’ ακούμε και όλα να τα λέμε ενώ θα επικρατεί ησυχία. Διότι, εάν μεν φεύγαμε μετά τους κρότους έχοντας εκείνα που ακούσαμε, οπωσδήποτε και ούτε έτσι είναι χρήσιμος ο έπαινος (αλλά δεν θα μπορούσα ν’ ακριβολογήσω˙ ας μη με θεωρήσετε άξεστο), επειδή όμως φεύγοντας δεν έχομε τίποτε το επί πλέον, αντίθετα έχομε και βλάβη, ας εξαλείψομε το εμπόδιο, ας νικήσομε τα σκιρτήματα της καρδιάς, ας σταματήσομε τα πηδήματα της ψυχής. Ο Χριστός μίλησε στα πλήθη του λαού επάνω στο όρος, αλλά κανένας δεν είπε τίποτε, μέχρι που τελείωσε το λόγο. Δεν αποστερώ τα χειροκροτήματα από εκείνους που θέλουν να χειροκροτούν, αλλά τους κάμνω να είναι περισσότερο άξιοι θαυμασμού. Πολύ προτιμότερο είναι, αφού κανείς ακούσει με ησυχία, να χειροκροτεί με την ανάμνησή του καθ’ όλο το χρόνο και στην οικία του και στην αγορά, παρά, αφού τα κάνει όλα εδώ να αναχωρεί για το σπίτι του τελείως άδειος, μη έχοντας μαζί του την αίτια των χειροκροτημάτων. Πώς λοιπόν δεν είναι ο ακροατής άξιος για γέλια; πώς δεν θα θεωρηθεί μάλλον κόλακας και είρωνας, διότι δείχνει μεν ότι ο δάσκαλος μίλησε πολύ καλά, δεν μπορεί όμως να δείξει τι είπε; Αυτό είναι δείγμα κολακείας˙ διότι εκείνος μεν που άκουσε κιθαριστές και τραγουδιστές, πολύ εύλογα θα μπορούσε να πάθει αυτό, επειδή ο ίδιος δεν γνωρίζει να πει τα λόγια, όπου όμως δεν υπάρχει επίδειξη μέλους, ούτε φωνής, αλλά δύναμη νοημάτων και φιλοσοφίας, και στον καθένα είναι εύκολο να μιλήσει και να εκφωνήσει λόγο, πώς δεν είναι άξιος κατηγορίας εκείνος που δεν μπόρεσε να πει την αιτία, για την οποία επαίνεσε τον ομιλητή; Τίποτε δεν ταιριάζει τόσο πολύ στην εκκλησία, όσο η ευταξία. Ο θόρυβος είναι κατάλληλος στα θέατρα, στα λουτρά, στις πομπές και τις αγορές, εκεί όμως που η διδασκαλία είναι για τέτοιες αλήθειες, πρέπει να επικρατεί γαλήνη, ησυχία, εγκαρτέρηση και μεγάλη ασφάλεια.
     Αυτά σας παρακαλώ και σας ικετεύω όλους να τα γνωρίζετε˙ δεν παύω βέβαια και εγώ ο ίδιος ν’ αναζητώ παντός είδους τρόπους, με τους οποίους θα μπορέσω να ωφελήσω τις ψυχές σας. Δεν είναι και αυτός νομίζω μικρός τρόπος˙ δεν θα ωφελήσει μόνο εσάς, αλλά και εμένα. Δεν θα με αφήσει να εκτραπώ ούτε να επιθυμώ επαίνους και δόξα, ούτε να λέγω εκείνα που ευχαριστούν, αλλ’ εκείνα που ωφελούν˙ ούτε ν’ ασχολούμαι όλες τις στιγμές του χρόνου με ωραίες λέξεις και τη σύνθεση αυτών, αλλά ν’ αφιερώνω όλη τη δύναμή μου με την αναζήτηση νοημάτων. Μπες σε εργαστήριο ζωγραφικής και θα δεις να υπάρχει εκεί μεγάλη ησυχία. Λοιπόν και εδώ το ίδιο να συμβαίνει˙ καθόσον και εδώ με τα χρώματα της αρετής ζωγραφίζομε βασιλικές εικόνες και καμιά ιδιωτική.
     Γιατί αυτό; πάλι χειροκροτείτε; Δεν φαίνεται εύκολο το πράγμα, και αυτό δεν συμβαίνει εκ φύσεως, αλλά λόγω της μεγάλης συνήθειας δεν συνηθίσατε να το κατορθώνετε αυτό. Γραφίδα λοιπόν σ’ εμάς είναι η γλώσσα, τεχνίτης δε το άγιο Πνεύμα. Πες μου, στα μυστήρια μήπως υπάρχει κάποιος θόρυβος; μήπως κάποια ταραχή; Όταν βαπτιζόμαστε, όταν επιτελούμε όλα τα άλλα μυστήρια, δεν επικρατεί παντού ησυχία και σιωπή; Αυτό το κάλλος είναι κατασπαρμένο στον ουρανό. Γι’ αυτό κατηγορούμαστε από τους Έλληνες, ότι όλα τα κάμνομε από επίδειξη και φιλοδοξία. Αλλ’ αν αυτό εμποδισθεί, θα σβήσει και η υπερβολική αγάπη για τις πρωτοκαθεδρίες. Είναι αρκετό, αν κάποιος αγαπά τους επαίνους, το να αποσπά αυτούς μετά την ακρόαση, όταν συλλέγει τους καρπούς. Ναι παρακαλώ, ας επικυρώσομε αυτόν τον νόμο...  (ΕΠΕ 16Α,202-212)

     Αλλ’ επειδή θυμήθηκα τα ζώα, ας σκεφθούμε και τους ποιμένες των προβάτων, που είναι στην Καππαδοκία, τί και πόσα παθαίνουν για την προστασία των ζώων. Πολλές φορές λοιπόν καταπλακώθηκαν από το χιόνι και έμειναν τρεις συνεχόμενες ημέρες. Λέγεται όμως ότι και οι ποιμένες, που είναι στη Λιβύη, δεν υποφέρουν μικρότερα απ’ αυτούς δεινά, περιπλανώμενοι ολόκληρους μήνες στη φοβερή εκείνη έρημο και γεμάτη από τα άγρια θηρία. Εάν όμως είναι τόσο μεγάλη η φροντίδα για τα άλογα, ποιά απολογία θα έχουμε εμείς που έχουμε αναλάβει ψυχές λογικές και κοιμόμαστε τον βαθύ αυτόν ύπνο; Έπρεπε λοιπόν ν’ αναπαυόμαστε τελείως; έπρεπε να ησυχάζουμε εντελώς; δεν έπρεπε να τρέχουμε παντού και να παραδίνουμε τους εαυτούς μας σε χίλιους θανάτους για χάρη των προβάτων αυτών;
     Ή δε γνωρίζετε την αξία αυτής της αγέλης; δεν πραγματοποίησε άπειρα γι’ αυτήν ο δικός σου Κύριος και δεν έχυσε τελευταία το αίμα του; και συ ζητάς ανάπαυση; και τί θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερο από τους ποιμένες αυτούς; Δεν σκέπτεσαι αυτό, ότι περιτριγυρίζουν τα πρόβατα αυτά λύκοι πολύ ποιό μοχθηροί και πιο άγριοι απ’ αυτούς; Δε σκέπτεσαι ποιά ψυχή χρειάζεται εκείνος που πρόκειται να μεταχειρισθεί αυτή την εξουσία; Και οι ηγέτες βέβαια του λαού όταν συσκέπτονται για να αποφασίσουν για τα τυχαία πράγματα, προσθέτουν στις ημέρες τις νύχτες ξαγρυπνώντας, ενώ εμείς που κάνουμε τον αγώνα για τον ουρανό κοιμόμαστε και την ημέρα; και ποιός θα μας γλυτώσει πλέον από την τιμωρία γι’ αυτά; Γιατί, αν χρειαζόταν να κατακομματιάζεται το σώμα μας, αν χρειαζόταν να υποστούμε άπειρους θανάτους, δεν θα έπρεπε να τρέχουμε σαν να πηγαίναμε σε πανηγύρι; Αυτά όμως ας μην τα ακούν μόνο οι ποιμένες αλλά και τα πρόβατα, για να κάνουν πιο πρόθυμους τους ποιμένες, για να παρακινούν περισσότερο την προαίρεσή τους, παρέχοντας κάθε πειθώ και υπακοή, και τίποτε άλλο. Έτσι και ο Παύλος διέταξε λέγοντας, «να υπακούτε και να υποτάσσεσθε στους προϊσταμένους σας, γιατί αυτοί αγρυπνούν για τις ψυχές σας, σαν άνθρωποι που θα δώσουν λόγο για σας». Όταν όμως λέγει, «αγρυπνούν», εννοεί άπειρους κόπους και φροντίδες και κινδύνους.
     Ο καλός λοιπόν ποιμένας, που είναι τέτοιος όπως τον θέλει ο Χριστός, συναγωνίζεται άπειρους μάρτυρες. Γιατί βέβαια εκείνος πέθανε γι’ αυτόν μία φορά, ενώ αυτός πεθαίνει άπειρες φορές για την ποίμνη, αν βέβαια είναι ποιμένας τέτοιος όπως πρέπει να είναι. Γιατί ένας τέτοιος ποιμένας μπορεί να πεθαίνει κάθε ημέρα. Γι’ αυτό και σεις γνωρίζοντας τον κόπο, συμπράττετε με τις προσευχές, με τη φροντίδα, την προθυμία, τη φιλία, για να γίνουμε καύχημά σας και σεις δικό μας. Γι’ αυτό λοιπόν και στον κορυφαίο από τους αποστόλους που αγαπούσε το Χριστό περισσότερο από τους άλλους, αυτό εμπιστεύθηκε, αφού πρώτα τον ρώτησε, αν αγαπιέται απ’ αυτόν, για να μάθεις, ότι αυτό πριν από τα άλλα θεωρείται απόδειξη της αγάπης γι’ αυτόν, καθόσον χρειάζεται αυτό νεανική ψυχή. Αυτά βέβαια τα είπα για άριστους ποιμένες, όχι για τον εαυτό μου και τους δικούς μας, αλλ΄ αν υπάρχει κάποιος τέτοιος, όπως ήταν ο Παύλος, όπως ο Πέτρος, όπως ο Μωυσής. Αυτούς λοιπόν ας μιμηθούμε και άρχοντες και αρχόμενοι, γιατί είναι δυνατό και ο αρχόμενος να είναι εν μέρει ποιμένας του σπιτιού, των φίλων, των υπηρετών, της γυναίκας, των παιδιών του. (ΕΠΕ 17,661-665)

     Όταν εισέλθη στο σπίτι ο προεστώς της εκκλησίας, αμέσως λέγει, ειρήνη σε όλους, όταν ομιλή, ειρήνη σε όλους, όταν ευλογή, ειρήνη σε όλους, όταν προτρέπη να χαιρετίζωμε, ειρήνη σε όλους, όταν τελεσθή η θυσία, ειρήνη σε όλους, και στον ενδιάμεσο χρόνο πάλι λέγει, χάρις και ειρήνη σε όλους. Πώς λοιπόν δεν είναι παράλογο, ενώ τόσες φορές ακούμε να έχωμε ειρήνη, ερχόμαστε και πολεμούμε ο ένας τον άλλο, και ενώ λαμβάνομε και ανταποδίδομε, ερχόμαστε και πολεμούμε εκείνον που δίνει την ειρήνη; Λέγεις, ‘και στο Πνεύμα σου’, και συκοφαντείς αυτόν έξω στον κόσμο; Αλλοίμονο, διότι τα άγια της εκκλησίας έχουν καταντήσει μόνο κενοί τύποι των πραγμάτων, και όχι αλήθεια. Αλλοίμονο, διότι τα σύμβολα του στρατοπέδου αυτού φθάνουν μέχρι τα λόγια. Γι’ αυτό και δεν γνωρίζετε γιατί λέγεται, ειρήνη σε όλους. Αλλά ακούσατε τα επόμενα, τί λέγει ο Χριστός. «Σε όποια δε πόλι ή χωριό θα μεταβήτε, όταν εισέρχεσθε στο σπίτι, χαιρετίσατε αυτό, και εάν το σπίτι είναι άξιο, ας έλθη η ειρήνη σας σ’ αυτό. Εάν όμως δεν είναι άξιο, η ειρήνη σας ας επιστρέψη σε σας». Γι’ αυτό δεν γνωρίζομε, επειδή θεωρούμε αυτά πώς είναι τύπος μόνο και δεν τα κατανοούμε. Μήπως εγώ δίνω την ειρήνη; Ο Χριστός, καταδεχόμενος να ομιλή δια μέσου ημών. Αν και όλο τον υπόλοιπο χρόνο είμαστε χωρίς τη χάρι του, όμως δεν είμαστε τώρα εξ αιτίας σας. Διότι, εάν η χάρις του Θεού ενήργησε σε όνο και σε μάντι, για την προστασία και την ωφέλεια των Ισραηλιτών, είναι ολοφάνερο ότι ούτε και σε εμάς θα σταματήση να ενεργή, αλλά θα ανεχθή και τούτο για την ιδική σας ωφέλεια.
     Ας μη ειπή λοιπόν κανείς, ότι εγώ είμαι ασήμαντος και ταπεινός και χωρίς καμμία αξία, και έτσι ας με προσέχη. Βέβαια είμαι τέτοιος, αλλά πάντοτε συνηθίζει ο Θεός για χάρι των πολλών να προσέχη και αυτούς. Και για να μάθετε, εθεώρησε άξιο να ομιλήση με τον Κάιν εξ αιτίας του Άβελ, με το διάβολο εξ αιτίας του Ιώβ, με τον Φαραώ εξ αιτίας του Ιωσήφ, με τον Ναβουχοδονόσορα εξ αιτίας του Δανιήλ, με τον Βαλτάσαρ εξ αίτιας του ιδίου. Και οι μάγοι εγνώρισαν την αποκάλυψι, και ο Καϊάφας επροφήτευσε, αν και ήταν χριστοκτόνος και ανάξιος, εξ αιτίας του αξιώματος της ιερωσύνης. Λέγεται ότι και ο Ααρών εξ αιτίας αυτού δεν έγινε λεπρός. Γιατί λοιπόν, ειπέ μου, ενώ και οι δύο αυθαδίασαν κατά του Θεού, εκείνη μόνη ετιμωρήθηκε; Μη απορήσης, διότι εάν στα κοσμικά αξιώματα, και αν ακόμη έχη κατηγορηθή κανείς πάρα πολύ, δεν οδηγήται προηγουμένως στο δικαστήριο, πριν αποθέση την εξουσία του, για να μη υβρίζεται και εκείνη μαζί μ’ αυτόν, πολύ περισσότερο αυτό πρέπει να γίνεται στην περίπτωσι της πνευματικής εξουσίας, όπου οποιοσδήποτε και αν είναι, ενεργεί η χάρις του Θεού. Διότι αλλιώς θα είχαν χαθή τα πάντα. Όταν όμως αποθέση την εξουσία, είτε στην άλλη ζωή, είτε και εδώ, τότε λοιπόν, τότε θα τιμωρηθή πιο βαριά.
      Μη νομίζετε ότι εγώ τα λέγω αυτά. Η θεία χάρις τα λέγει, η οποία και σε ανάξιο ενεργεί, όχι εξ αιτίας μας, αλλ΄ εξ αιτίας σας. Ακούσατε λοιπόν τί λέγει ο Χριστός: «Εάν είναι το σπίτι άξιο, ας έλθη η ειρήνη σας σ’ αυτό». Πώς όμως γίνεται άξιο; «Αν σας δεχθούν», λέγει. «Αν όμως δεν σας δεχθούν, ούτε ακούσουν τα λόγια σας, σας λέγω αλήθεια, θα είναι πιο επιεικής η τιμωρία για τα Σόδομα και Γόμορρα κατά την ημέρα της κρίσεως, παρά για την πόλι εκείνη». Ποιά λοιπόν είναι η ωφέλεια, ότι μας δέχεσθε και δεν ακούετε τα λόγια μας; Ποιό το κέρδος, ότι δέχεσθε θεραπεία και δεν προσέχετε τα λεγόμενα σε σας; Αυτή είναι η τιμή για μας, αυτή η θαυμαστή θεραπεία, η οποία ωφελεί και εσάς και εμάς, εάν δηλαδή μας ακούετε. Ακούετε και τον Παύλο που λέγει, «Δεν εγνώριζα, αδελφοί, ότι είναι αρχιερεύς». Άκουε επίσης και τον Χριστό που λέγει, «Όλα όσα σας λέγουν να φυλάσσετε, να τα φυλάσσετε και να τα πράττετε».
    Δεν περιφρονείς εμένα, αλλά την ιερωσύνη. Αν με ιδής χωρίς αυτήν, τότε να με περιφρονής, τότε ούτε εγώ ανέχομαι να δίνω προσταγές. Εν όσω όμως συμβαίνει να καθώμασθε επάνω στο θρόνο αυτόν, εν όσω έχομε την εξουσία, έχομε και την αξία και τη δύναμι, έστω και αν είμασθε ανάξιοι. Εάν ο θρόνος του Μωϋσή ήταν τόσο σεβαστός, ώστε να ακούεται εξ αιτίας εκείνου, πολύ περισσότερο θα είναι ο θρόνος του Χριστού. Εμείς είμασθε διάδοχοι εκείνου. Από τότε ομιλούμε, από τότε που ο Χριστός μας ανέθεσε τη διακονία της συμφιλιώσεως. Οι πρέσβεις, οποιοιδήποτε και αν είναι, απολαμβάνουν μεγάλη τιμή εξ αιτίας του αξιώματος που έχουν. Πρόσεχε λοιπόν, έρχονται μόνοι στη χώρα των βαρβάρων, ανάμεσα σε τόσους αντιπάλους και επειδή έχει μεγάλο κύρος ο νόμος της πρεσβείας, όλοι τους τιμούν αυτούς, όλοι σε αυτούς αποβλέπουν, όλοι με ασφάλεια τους αποστέλλουν. Και εμείς λοιπόν έχομε αναλάβει το αξίωμα της πρεσβείας, και είμασθε απεσταλμένοι του Θεού, γιατί αυτό είναι το επισκοπικό αξίωμα. Έχομε έλθει προς εσάς πρεσβεύοντας, αξιώνοντας να σταματήσετε τον πόλεμο και λέγοντας ενώπιον όλων. Δεν σας υποσχόμασθε ότι θα σας δώσωμε πόλεις, ούτε μεγάλες ποσότητες σιταριού, ούτε δούλους, ούτε χρυσό, αλλά τη βασιλεία των ουρανών, τη ζωή την αιώνιο, τη συναναστροφή μαζί με τον Χριστό, τα άλλα αγαθά, τα οποία ούτε είναι δυνατό να αναφέρωμε, έως ότου θα είμασθε με το σώμα αυτό και στην παρούσα ζωή.
Είμασθε πρέσβεις λοιπόν. Και θέλομε να απολαμβάνωμε τιμές, όχι για εμάς, μη γένοιτο, γιατί γνωρίζομε πόσο ασήμαντες είναι αυτές, αλλά για σας, ώστε εσείς με ενδιαφέρον να ακούετε τα λόγια μας, ώστε εσείς να ωφελήσθε, ώστε να μη προσέχετε με αδιαφορία και απροσεξία στα λεγόμενα. Δεν βλέπετε τους πρέσβεις πώς όλοι τους περιποιούνται; Εμείς είμασθε πρέσβεις του Θεού στους ανθρώπους. Και εάν σας στενοχωρή αυτό, όχι εμείς, αλλά αυτό το επισκοπικό αξίωμα, όχι ο τάδε, αλλά ο επίσκοπος. Κανείς ας μη ακούη εμένα, αλλά το αξίωμα.                (ΕΠΕ 22,145-149)

katafigioti

lifecoaching