ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

ΙΕΡΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Μ.ΕΒΔΟΜΑΔΑ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ 
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ (!!!).

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί  10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί  11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.




 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωί 12 - 2 μ.μ. 

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.30 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωί 12 - 2 μ.μ.

Απόγευμα: 5.30 - 7

Βράδυ 8.45 - 10.30

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωί 10 - 1μ.μ.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

Πρωί 10 - 1.30 μ.μ.

Βράδυ 10 - 12

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωί 11.30 - 2 μ.μ.

Απόγευμα 5.30 - 7 μ.μ. Βράδυ 10 - 11

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ  Πρωί 10 - 1 μ.μ.

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Δυό γυναίκες στον Άθωνα 

Την εποχή της ηγουμενείας του αρχιμ. Αθανασίου ζούσε στην Ι. Μονή Γρηγορίου ένας εξαιρετικός μοναχός, ο π. Γελάσιος, πολύ απλός και ταπεινός. Ο π. Αθανάσιος ένιωθε υπερβολικά ευχαριστημένος από τη διαγωγή αυτού του υποτακτικού του. Όχι μόνο γιατί εκτελούσε ολοπρόθυμα τα μοναχικά του καθήκοντα, αλλά και γιατί είχε ευθύτητα καρδίας. Όταν συνωμιλούσαν μαζί, του παρουσίαζε το κάθε τι με απονήρευτο τρόπο. Ο ψυχικός του κόσμος έμοιαζε με ολόισιο δρόμο που αγνοούσε τους ελιγμούς, τις στροφές και τις διακλαδώσεις. Τον διέκρινε δηλαδή, για να χρησιμοποιήσουμε την πατερική φράσι, το «ανόθευτον ήθος» και η «αποίκιλος απλότης».
Σε τέτοιες ψυχές εύκολα κλίνουν οι ουρανοί, και τα παραπετάσματα μεταξύ επιγείων και επουρανίων εύκολα παραμερίζονται.
Ήταν ώρα του όρθρου. Η ακολουθία είχε φθάσει στην ενάτη ωδή των κανόνων – την ωδή που σχετίζεται με το πρόσωπο της Θεοτόκου – οπότε ο μοναχός αυτός παρατηρώντας προς την ωραία πύλη αντίκρυσε ένα θέαμα απροσδόκητο: Έβγαιναν απ’ εκεί δύο γυναίκες, η μία μετά την άλλη, επίσημες και επιβλητικές. Ήταν κάτι το πρωτοφανές! Γυναίκες σε αγιορείτικη μονή… Εν συνεχεία προχώρησαν προς τον ναό και περνούσαν εμπρός από τους μοναχούς, στους οποίους η δεύτερη κατ’ εντολήν της πρώτης μοίραζε χρήματα.
Όταν τελείωσε η θ. λειτουργία και η πρωινή τράπεζα, ο π. Γελάσιος βιάσθηκε να δη τον γέροντα.
- Γέροντα, του λέει, τι γυναίκες ήταν αυτές που ήρθαν σήμερα στον ναό;
Ο π. Αθανάσιος κατάλαβε αμέσως πως κάποια ουράνια ευλογία δέχθηκε ο υποτακτικός του.
- Πώς τις είδες; Πόσες ήταν; Ποια ήταν η εμφάνισις τους;
- Ήταν δύο. Η πρώτη λίγο υψηλή, φορούσε ένα ωραίο κόκκινο φόρεμα που της σκέπαζε και το κεφάλι και έμοιαζε σαν βασίλισσα. Η δεύτερη ήταν νεαρή στην ηλικία, πολύ σεμνή, μικρόσωμη, και φορούσε ρούχα γκρίζα σκούρα. Μάλιστα η δεύτερη έδινε στους πατέρες νομίσματα – έτσι της είχε πει η πρώτη.
- Ωραίο όραμα, παιδί μου, σου έστειλε ο Θεός! Η πρώτη που είδες ήταν η Παναγία, η βασίλισσα και κυρίαρχος του Αγ. Όρους, και η δεύτερη η αγία Αναστασία, η προστάτις της μονής μας, που έχουμε και τα άγια λείψανα της.
- Έτσι πρέπει να ’ναι, γέροντα! Έτσι το δέχεται η ψυχή μου. Δεν μπορώ όμως να καταλάβω γιατί μοίραζαν χρήματα. Τι σχέσι έχουν οι άγιοι με τα χρήματα;
- Ήθελαν να δείξουν ότι ευχαριστιούνται από τον κόπο των πατέρων που σηκώνονται τη νύχτα για να υμνήσουν τον Θεό και τους αγίους, και ότι τους αξίζει αμοιβή. Θυμάσαι τι διαβάσαμε στο συναξάρι της 1ης Οκτωβρίου;
- Δεν μπορώ να θυμηθώ.
- Διαβάσαμε τον βίο του αγίου Ιωάννου του Κουκουζέλη, που ήταν ο μεγαλύτερος μουσικός και ο καλύτερος ψάλτης της εποχής του. Αρχιμουσικός στη χορωδία των ανακτόρων! Από την πολλή όμως αγάπη προς τον Θεό εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολι και τα παλάτια κι εγκαταστάθηκε εδώ στο Όρος, έξω από τη μονή της Λαύρας. Κάποια φορά, Σάββατο του Ακαθίστου – ενώ έψαλλε με πολλή επιμέλεια στο Καθολικό της Μονής, από την κούρασι αποκοιμήθηκε για λίγο όρθιος στο στασίδι του. Τότε παρουσιάσθηκε η Κυρία Θεοτόκος και του λέει: «Χαίρε Ιωάννη, τέκνον μου. Ψάλλε μου και δεν θα σε εγκαταλείψω». Και του βάζει κάτι στο χέρι. Εκείνος ξύπνησε αμέσως γεμάτος συγκίνησι. Και έκπληκτος βλέπει ότι κρατούσε πραγματικά στο δεξί του χέρι ένα χρυσό νόμισμα. Αργότερα μάλιστα, που το τοποθέτησε στην εκκλησία, επιτελούσε και θαυματουργίες.
Ο π. Γελάσιος άκουγε εκστατικός τα λόγια του ηγουμένου. Κατάλαβε τι νόημα έκρυβε το μοίρασμα των χρημάτων. Μέσα του εδραιώθηκε η πίστις ότι οι άγιοι είναι ολοζώντανοι και παρακολουθούν με στοργή τους κόπους των μοναχών. Από την ημέρα εκείνη ασπαζόταν με μεγαλύτερη ευλάβεια τις εικόνες της Παναγίας και τα ιερά λείψανα της αγίας Αναστασίας.

(Αθανάσιος Γρηγοριάτης)

(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 88-90)

1,13. «ος ερρύσατο ημάς εκ της εξουσίας του σκότους και μετέστησεν εις την βασιλείαν του υιού της αγάπης αυτού».

Η αμαρτία έσβησε όλα τα φώτα στον κόσμο και το σκοτάδι κυριάρχησε σ’ αυτόν, αφού σκέπασε τα μάτια όλων των ανθρώπων. Με την συνεχή ανθρώπινη φιλαμαρτία, η εξουσία του σκότους κατέστη η υψίστη εξουσία στον ανθρώπινο κόσμο και με την αμαρτία και τον θάνατο κατακυρίευσε παντοδύναμα το ανθρώπινο γένος.
Από την αδυναμία και την απαγοήτευση οι άνθρωποι ήσαν «καθήμενοι εν χώρα και σκιά θανάτου» πλήρως αδύνατοι για οποιαδήποτε αντίδραση (Ματθ. 4, 16 Α' Ιω. 2, 8.9.11).
Μόλις, με τον ερχομό του Θεού Λόγου σε μας, στο σκοτάδι της αμαρτίας και του θανάτου, έλαμψε το αληθινό φως «και το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν» (Ιω. 1, 5.9).
Αυτός είναι το «φως του κόσμου». Αυτός είναι το «φως της ζωής». Και «δια του φωτός» βασιλεύει και κυβερνά και στον κόσμο και στην ζωή. Όπου είναι Αυτός, εκεί είναι ήδη το βασίλειο του φωτός και η κυβέρνηση του φωτός. Ο Θεός Πατέρας μας, στέλνοντας τον Υιό του τον Μονογενή στον κόσμο, «ερρύσατο ημάς εκ της εξουσίας του σκότους και μετέστησεν εις την βασιλείαν του υιού της αγάπης αυτού», μας «μετέστησεν» στο βασίλειο του φωτός. (1, 13).
Οι άνθρωποι δεν οδεύουν στο σκοτάδι, αλλά έχουν το «φως της ζωής», ακολουθώντας μόνο τον Κύριο Ιησού Χριστό (Ιω. 8, 12). Το πέρασμα από την εξουσία του σκότους στο βασίλειο του φωτός «επιτυγχάνεται» με την πίστη στον Χριστό. (Πραξ. Απ. 26, 18 Α' Πέτρ. 2, 9). Όπως λέγει και ο Κύριος: «εγώ φως εις τον κόσμον ελήλυθα, ίνα πας ο πιστεύων εις εμέ εν τη σκοτία μη μείνη» (Ιω. 12, 46).
Κοντά στον Κύριο Ιησού Χριστό οι άνθρωποι «καθίστανται» φως και υιοί φωτός» και ζουν σαν υιοί φωτός (Έφ. 5, 8. Α' Θεσ. 5, 5 Ματθ. 5, 14). «Την εξουσία του σκότους, ο άγιος Απόστολος, ονομάζει εξουσία του διαβόλου» (Θεοδώρητος). Και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ευαγγελίζεται: «Ος ερρύσατο ημάς» λέγει, «από της εξουσίας του σκότους». Τα πάντα είναι δικά του, και αυτά μας τα δίνει και κείνα, γιατί πουθενά δεν είναι δικό μας το κατόρθωμα. «Από της εξουσίας του σκότους», λέγει· δηλαδή, της πλάνης, της τυραννίας του διαβόλου. Δεν είπε απλά, του σκότους, αλλά «την εξουσία του σκότους», γιατί είχε πάνω μας εξουσία μεγάλη· και μας εξουσίαζε. Είναι βέβαια φοβερό το να είναι κανένας και απλά κάτω από τον διάβολο, το να είναι όμως και κάτω από την εξουσία του αυτό είναι πιο φοβερό. «Και μετέστησεν ημάς» λέγει, «εις την βασιλείαν του Υιού της αγάπης αυτού». Συνεπώς δεν έδειξε τη φιλανθρωπία του μόνο στην απαλλαγή του σκότους. Είναι βέβαια μεγάλο δώρο και το ότι μας απάλλαξε από το σκότος του διαβόλου, το ότι όμως μας οδήγησε και στη βασιλεία του, είναι πολύ μεγαλύτερο. Πρόσεξε λοιπόν πώς γίνεται πολυσύνθετο το δώρο, γιατί, ενώ βρισκόμαστε στον πυθμένα, μας λύτρωσε· δεύτερο, γιατί όχι μόνο μας λύτρωσε, αλλά και μας μετέφερε στη βασιλεία του... εις την βασιλείαν του Υιού της αγάπης αυτού». Δεν είπε απλά, βασιλεία των ουρανών, αλλά έκαμε το λόγο πιο επιβλητικό, με το να ειπή «στη βασιλεία του Υιού του». Γιατί κανένας έπαινος δεν είναι μεγαλύτερος απ’ αυτόν, πράγμα που λέγει και άλλου, «Εάν κάνουμε υπομονή, τότε και θα βασιλεύσουμε μαζί μ’ αυτόν» (Β' Τιμ. 2, 12). Μας έκρινε άξιους για τα ίδια αγαθά με τον Υιό του, και όχι μόνο αυτό, αλλά με ιδιαίτερη έμφαση, «τον αγαπημένο». Τους εχθρούς του, εκείνους που ζούσαν μέσα στο σκότος, τους μετέφερε δια μιaς εκεί, όπου είναι ο Υιός του, στην ίδια με κείνον τιμή» (Ιερού Χρυσοστόμου Ομιλία Β' προς Κολασσαείς)

(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σ. 29-31)

α’. Είπε ο Αββάς Θεόδωρος του Ενάτου: «Όταν ήμουν νεώτερος, έμενα στην έρημο. Πήγα λοιπόν στο αρτοποιείο για να φτιάξω δύο ψωμιά και βρήκα εκεί έναν αδελφό πού ήθελε να κάμη ψωμιά , άλλα δεν είχε κανέναν να τον βοηθήσει. Άφησα εγώ τα δικά μου και τον βοήθησα. Μόλις όμως σχόλασα, ήρθε άλλος αδελφός και πάλι τον βοήθησα και έκαμα τα ψωμιά. Και ξανά τρίτος έρχεται και έκαμα το ίδιο. Και έτσι έκανα με τον καθέναν οπού ερχόταν. Έτσι έκαμα έξη ψωμιά. Ύστερα δε έφτιαξα τα δυό δικά μου ψωμιά, αφού έπαυσαν να έρχωνται άλλοι».
β’. Έλεγαν για τους μοναχούς του Ενάτου Αββά Θεόδωρο και Αββά Λόυκιο, ότι επί πενήντα χρόνια ξεγελούσαν τους λογισμούς τους, λέγοντας: «Μετά από αυτό το χειμώνα, φεύγουμε από εδώ». Και όταν πάλι ερχόταν το καλοκαίρι, έλεγαν: «Μετά απ’ αυτό το καλοκαίρι, φεύγουμε από εδώ». Και έτσι έκαναν όλο τον καιρό οι αείμνηστοι πατέρες.
γ΄. Είπε ο Αββάς Θεόδωρος του Ενάτου, ότι, αν μας λογαριάση ο Θεός τις αμέλειες κατά τις προσευχές και τις αφηρημάδες κατά τις ψαλμωδίες, δεν μπορούμε να σωθούμε.
Του Αββά Θεοδώρου,όπου έμενε σε Σκήτη.
Είπε ο Αββάς Θεοδώρος, όπου έμενε σε Σκήτη: «Έρχεται ο λογισμός και με ταράζει και με απασχολεί αι δεν μπορεί να κάμη αυτό που θέλει, αλλά μόνο με εμποδίζει στη αρετή. Όποιος όμως έχει άγρυπνη ψυχή, τον κάνει πέρα και σηκώνεται για προσευχή».
Tου Αββά Θεοδώρου του Ελευθεροπολίτη
α’. Ρώτησε ο Αββάς Αββραάμ, όπου προερχόταν από την Ίβηρία, τον Αββά Θεόδωρο τον Ελευθεροπολίτη λέγοντας: «Τι είναι πιο καλό πάτερ, να ζητώ δόξα για τον εαυτό μου ή ατιμία;». Και ο γέρων λέγει: «Προτιμώ να δοξασθώ παρά να ατιμασθώ. Γιατί, αν κάμω καλό έργο θα δοξασθώ, μπορώ να κατακρίνω τον λογισμό μου ότι δεν αξίζω αυτή τη δόξα. Η δε ατιμία, από φαύλα πράγματα προκύπτει. Πως λοιπόν μπορώ να παρηγορήσω την καρδιά μου, αν εξ αιτίας μου σκανταλισθούν οι άνθρωποι; Προτιμότερο λοιπόν να κάνει τινάς το καλό και να δοξάζεται». Ο δε Αββάς Αβραάμ είπε: «Σωστά μίλησες, πάτερ».
β’. Είπε ο Αββάς Θεόδωρος, ότι η έλλειψη του ψωμιού μαραίνει το σώμα του μοναχού . Και άλλος γέρων έλεγε, ότι η αγρυπνία μαραίνει το σώμα πιο πολύ.
Του Αββά Θεωνά
Είπε ο Αββάς Θεωνάς: «Όταν απασχολείται ο νους μακριά από την ενατένιση του θεού, αιχμαλωτιζόσαστε στα σαρκικά πάθη».
Του Αρχιεπισκόπου Θεοφίλου
α’. Ο μακάριος Θεόφιλος ο Αρχιεπίσκοπος πήγε κάποτε στο όρος της Νιτρίας. Και ήλθε ο Αββάς του όρους σε αυτόν. Και του λέγει ο Αρχιεπίσκοπος : «Τι το πιο πολύ βρήκες σ αυτό το δρόμο πάτερ;». Του αποκρίνεται ο γέρων: «Το να αιτιώμαι και να μέμφωμαι τον εαυτό μου πάντοτε». Του λέγει ο Αββας Θεόφιλος: «Άλλος δρόμος απ’ αυτόν δεν υπάρχει.»
β’: Ο ίδιος ο Αββάς Θεόφιλος ο Αρχιεπίσκοπος πήγε κάποτε στην Σκήτη. Συνάχθηκαν όλοι οι αδελφοί και λέγουν στον Αββά Παμβώ: Πές ένα λόγο στον πάπα για να ωφεληθή. Τους αποκρίνεται ο γέρων: «Αν δεν ωφελήται με την σιωπή μου, ούτε με τον λόγο μου πρόκειται να ωφεληθή».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ. 98-100)

ΈΝΑΣ μοναχός ρώτησε τον Γέροντά του από ποιά αφορμή γεννιέται στον άνθρωπο ο πόλεμος της σαρκός.
- Από την πολυφαγία και την πολυυπνία κυρίως, του αποκρίθηκε εκείνος. Η φύση επιθυμεί την ηδονή, η άσκηση όμως μαραίνει την επιθυμία.


ΚΑΠΟΙΟΣ Χριστιανός πήγε δώρο ένα φλασκί κρασί στους Ερημίτες πάνω στο βουνό του Αγίου Αντωνίου. Ο Πρεσβύτερος, που έκανε την διανομή, έδωσε ένα ποτήρι και στον Όσιο Σισώη. Εκείνος το ήπιε, αλλά ο Πρεσβύτερος, επειδή ήταν πολύ ηλικιωμένος, ετοιμάστηκε να του δώσει και δεύτερο.
- Πάψε να με βάζεις σε πειρασμό, αδελφέ, του είπε τότε αυστηρά ο Γέροντας. Ή μήπως λησμόνησες πως υπάρχει και διάβολος;


ΓΙΟΡΤΗ για τον πνευματικό άνθρωπο, γράφει ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος, είναι η τήρηση των θείων εντολών και παρηγοριά του η αποχή από το κακό. Καύχημά του ο φόβος του Θεού και πραγματική του ευφροσύνη η ημέρα που θα τον προσκαλέσει ο ουράνιος Βασιλεύς να κληρονομήσει τα αιώνια αγαθά Του.


ΤΑ ΜΑΤΙΑ του χοίρου, λέει κάποιος Πατήρ, είναι έτσι φτιαγμένα που βλέπουν μόνο στην γη. Το ίδιο παθαίνει κι ο άνθρωπος που έχει κυριευθεί από την επιθυμία των φαγητών. βλέπει όλο προς τα κάτω και δεν είναι ικανός για τίποτε υψηλό.


ΓΙΑΤΙ σε τρέμουν τα δαιμόνια, Αββά; ρώτησε τον Όσιο Ισίδωρο τον Πηλουσιώτη κάποιος νέος μοναχός.
- Γιατί, αφ’ ότου έγινα καλόγερος, του αποκρίθηκε ο Όσιος, δεν επέτρεψα στον λάρυγγά μου καμιά απόλαυση.


ΈΝΑΣ σοφός Γέροντας δίνει την παρακάτω συμβουλή στους μοναχούς και μάλιστα στους νέους:
- Απόφευγε, αδελφέ, να τρως τα φαγητά της αρεσκείας σου, αλλά προτίμα τα ευτελέστερα και ευχαρίστησε τον Θεό που σου τα στέλνει κι αυτά.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 91-92 )

1286. ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΕΣ ΚΟΜΜΑ.

Όταν ανέβηκε στον θρόνο ένας νεαρός βασιλεύς, του παρουσίασαν την αίτησι χάριτος, που είχε υποβάλλει κάποιος καταδικασμένος σε ισόβια δεσμά. Ο άνθρωπος εκείνος είχε ήδη κάνει πολλά χρόνια στη φυλακή και ζητούσε τώρα χάρη. Ο υπουργός, όμως, είχε γράψει στο περιθώριο: «Χάρις αποκλείεται, να μείνει στη φυλακή».
Ο βασιλεύς τότε έσβησε το κόμμα από εκεί που ήταν και το έβαλε πλάι στη λέξη «Χάρις». Έτσι η υπόδειξις του υπουργού έγινε: «Χάρις, αποκλείεται να μείνει στη φυλακή». Κι ο βασιλεύς υπέγραψε την απόλυση.


1287. ΤΟ ΚΑΘΕΤΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ.

Σε πολλά σκευοφυλάκια της Δύσεως αναγράφονται οι ακόλουθες φράσεις για τους ιερείς που πρόκειται να ιερουργήσουν:
Σαν να ήταν η πρώτη
Σα να ήταν η τελευταία
Σα να ήταν η μόνη.
Κάθε χριστιανός ας σκέπτεται πρίν από κάθε του πράξη τις φράσεις αυτές για να εργάζεται αποτελεσματικότερα, καλύτερα και αγιότερα.

(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως)

950. Η ΜΟΙΡΑΣΙΑ.
Κάποιος καλοντυμένος βουλευτής πλησιάζει ένα απογοητευμένο εκλογέα του:
- Σύντροφε, του λέγει, οι πόθοι σου πόθοι μου, οι ελπίδες σου ελπίδες μου, οι αξιώσεις σου αξιώσεις μου.
- Ναι, μα δεν λες το παλτό μου παλτό σου, του απαντά εκείνος.

1047. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΘΑ ΣΕ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ.
Ένας νέος όταν πίστεψε στον Χριστό είπε σ’ ένα ηλικιωμένο φίλο του πεπειραμένο και πιστό:
- Τώρα βέβαια, που έγινα χριστιανός θα χρειασθεί να εγκαταλείψω πια τις παρέες και τους παλιούς φίλους μου.
- Α! όχι, παιδί μου, δεν είναι ανάγκη να το κάνεις συ αυτό. Ο κόσμος αυτός τώρα μόνος του θα σ΄εγκαταλείψει μια που δεν του χρειάζεσαι πια, απάντησε ο πιστός συνομιλητής του.

(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 478 )

ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ (412-444 επίσκοπος)
    «Αυτοί που συνδέονται με τους ασεβείς αιρετικούς και συμμετέχουν στα θυσιαστήριά τους… πολλαπλασιάστηκαν λοιπόν σε αυτούς τα θυσιαστήρια που ωθούν στην αμαρτία, θυσιάζοντας τον αμνό έξω από την θεία και ιερή αυλή, δηλαδή την Εκκλησία» (Κυρίλου Αλεξανδρείας, ΕΠΕ 21,339)
    «Για τα δόγματα του Απολιναρίου δεν θα κάνω καθόλου λόγο. Διότι αυτούς που μία φορά καταδικάστηκαν, επειδή παραχαράσσουν την αλήθεια, πρέπει να τους αποστρεφόμαστε» (Κύριλλος Αλεξανδρείας PG 76,332C)
    «(O Κύριλλος γράφει στον αιρετικό πατριάρχη Κων/πόλεως Νεστόριο) Δεν θα είναι αρκετό όμως για την ευλάβειά σου να ομολογήσει μαζί μας το Σύμβολο της πίστης, που εκτέθηκε κατά καιρούς μέσω του Αγίου Πνεύματος… στην πόλη της Νίκαιας… Αλλά έπεται ότι εγγράφως και ενόρκως θα ομολογήσεις και ότι αναθεματίζεις από τη μία τα βρωμερά σου και βέβηλα δόγματα, θα φρονήσεις και θα διδάξεις από την άλλη όσα και όλοι εμείς οι επίσκοποι και διδάσκαλοι και αρχηγοί σε Δύση και Ανατολή» (Κυρίλλου Αλεξ. PG 77,108CD)
    «Παντού λοιπόν ακολουθούμε τις ομολογίες των αγίων Πατέρων, οι οποίες έχουν γίνει αφού μιλά μέσα τους το Άγιο Πνεύμα, και ιχνηλατούμε τον σκοπό των δικών τους σκέψεων» (Κυρίλλου Αλεξ. PG 77,109B)
ΟΣΙΟΣ ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟΣ (+543)
    775.Ερώτηση. Εάν Ιουδαίος ή Εθνικός με καλέσει στη γιορτή του για γεύμα ή και μου στείλει δώρα, να τα δεχθώ ή όχι;
Απόκριση: Να μη τα δεχθείς, διότι είναι αντίθετα με τους κανόνες της αγίας Εκκλησίας, και δεν πρέπει να τα πάρεις.
776.Ερώτηση. Τι πρέπει να γίνει όμως, όταν ο άνθρωπος είναι σπουδαίος και φίλος μου και λυπάται αν δεν τα δεχθώ; Τι να του πώ;
Απόκριση: Πες του: ‘Η αγάπη σου γνωρίζει, ότι όλα όσα έχουν παραγγελθεί από τον ίδιο τον Θεό, πρέπει να τα φυλάγουν εκείνοι που τον φοβούνται και είναι δυνατό να το βεβαιωθείς αυτό από όσα κάνετε και εσείς, διότι και συ ποτέ δεν θα δεχθείς να παραβείς την εντολή της δικής σου παραδόσεως εξαιτίας της αγάπης σου προς εμένα, και δεν θα σκεφθώ από αυτό ότι παραβλέπεις την αγάπη σου προς εμένα. Και εμείς λοιπόν έχομε παράδοση από τον Θεό, μέσω των αγίων πατέρων μας και διδασκάλων, να μη παίρνομε απολύτως τίποτε κατά τη γιορτή κάποιου από τους αλλοεθνείς. Με αυτό λοιπόν δεν λύπησα την αγάπη μου πρός εσένα’. (Βαρσανουφίου Έργα, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18Γ, σελ. 393-395)
     «Ερώτηση: κάποιο αγαπητό μου πρόσωπο διαπιστώθηκε ότι είναι αιρετικός. Να τον νουθετήσω στην Ορθόδοξη πίστη;
Απάντηση: Νουθέτησέ τον, ώστε να έλθει σε επίγνωση της ορθής πίστης. Αλλά μη φιλονικήσεις μαζί του μήτε να θελήσεις να μάθεις τι φρονεί για να μην εισαγάγεις στον εαυτό σου το δηλητήριό του το πνευματικό, αλλά εάν θελήσει πραγματικά να ωφεληθεί και να ακούσει την αλήθεια της πίστης του Θεού, πήγαινέ τον σε Αγίους Πατέρες, σε αυτούς που μπορούν να τον ωφελήσουν κατά Χριστόν και έτσι θα βρεθείς να τον βοηθάς κατά Θεόν χωρίς βλάβη. Εάν όμως δεν αποδεχτεί την πνευματική του διόρθωση, μετά την πρώτη και την δεύτερη νομοθεσία παράτησέ τον, κατά την υπόδειξη του Αποστόλου Παύλου, διότι δεν θέλει ο Θεός να πράξει κάνεις κάτι περισσότερο από όσο μπορεί, καθώς λένε οι άγιοι πατέρες. Διότι, λένε, αν δεις κάποιον να πνίγεται στον ποταμό, μην του δώσεις το χέρι σου, για να μη σε συμπαρασύρει και πεθάνεις και εσύ μαζί του, αλλά δώσε του το ραβδί σου. Και αν μεν μπορέσεις να τον τραβήξεις, ιδού, καλώς έπραξες, εάν όχι, θα του αφήσεις το ραβδί σου και εσύ θα σωθείς»(οσίου Βαρσανουφίου ερώτηση 733,ΕΠΕ 10Γ,σελ. 347)
     «Ο πιστός δηλαδή και αν ακόμη μιλήσει σε αιρετικούς ή απίστους ή αντιπαρατεθεί, δεν ταράζεται στον αιώνα, διότι έχει μέσα τον Ιησού, τον αρχηγό της ειρήνης και της γαλήνης. Και ο τέτοιος μπορεί αντιλέγοντας ειρηνικά, να οδηγήσει πολλούς αιρετικούς και απίστους σε επίγνωση του Σωτήρα μας Ιησού Χριστού»»(οσίου Βαρσανουφίου ερώτηση 59,ΕΠΕ 10Α,σελ. 131)

ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΗΣ (+435)

    «Και κανένας να μην αποδεχόταν, πρέπει να προτιμάται η αλήθεια» (Ισιδώρου Πηλουσιώτου, ΕΠΕ τόμος 3,439).

«Ο διάβολος γέννησε πολλές αιρέσεις και στους Έλληνες… και στους Iουδαίους... Εάν όμως γέννησε και στους Χριστιανούς πολύ περισσότερες, κανένας να μην απορεί. Γιατί πριν από την ένσαρκη παρουσία του Χριστού, βλέποντάς τους όλους να μεθούν από την κακία και κανένας, όπως θα μπορούσα να πω, να μην είναι καθαρά νηφάλιος έσπειρε λίγα σπέρματα φιλονικίας, όταν όμως ήρθε από τον ουρανό ο σωτήριος Λόγος, φέρνοντας σε μας διδασκαλίες της ουράνιας πολιτείας και προμηνύοντας στον διάβολο, με αυτά που απειλούσε εκείνους που αμάρταναν, την καταδίκη που τον περιμένει, (γιατί έλεγε, 'πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους αγγέλους του') τότε λοιπόν ο κοινός εχθρός όλων, βλέποντας και το δικό μας γένος σιγά-σιγά και λίγο-λίγο να αποβάλλει την κακία και να πλησιάζει την αρετή, να εξοστρακίζει την ασέβεια και να ασπάζεται την ευσέβεια και μάλιστα ακούγοντας και τον όρο της εναντίον του απόφασης, κυριεύτηκε από μεγαλύτερη μανία εναντίον μας και γέννησε τις αιρέσεις. Επειδή δηλαδή δεν μπορούσε πια να αντισταθεί στην ευσέβεια, προσπαθούσε να χειραγωγήσει πολλούς με το όνομά της και με πρόσχημα την ευλάβεια επιχειρούσε να ανατρέψει την αλήθεια, και αυτούς που με τον άριστο βίο τους πολλές φορές έλαμπαν, τους έκανε να εκτραπούν με διεφθαρμένες διδασκαλίες. Γιατί ένα είναι το έργο και η μεγάλη φροντίδα του, να καταποντίσει όλους μαζί και μαζί με τον εαυτό του, είτε με τη βία, είτε με νόθες διδασκαλίες, στο πέλαγος της απώλειας. Σκεπτόμενοι λοιπόν αυτά, ας πάψουν οι αρχηγοί των αιρέσεων να σπέρνουν σπόρους εναντίον της αλήθειας, αναλογιζόμενοι ότι αυτοί περισσότερο από όλους σαλεύονται μέσα σε πολύ μεγάλο κίνδυνο. Ας πάψουν επίσης και οι ακροατές τους, οι οποίοι μόνο από προκατάληψη ενεργούν και αυθαδιάζουν εναντίον της αλήθειας, για να μην αδρανοποιήσουν, όσο εξαρτάται από αυτούς, το κατόρθωμα του Σωτήρα… (Ισίδωρος Πηλουσιώτης, ΕΠΕ 2, 129-131).

     «Όλων βέβαια των ανθρώπινων αγαθών προϋπόθεση και βάση είναι η ομόνοια και πρέπει σε κανέναν να μη δίνεις αφορμή για πόλεμο και φιλονικία. Εάν όμως κάποτε βλέπεις την ευσέβεια να βλάπτεται ή τους αδύνατους να αδικούνται, να μην προτιμάς την ειρήνη αντί της αλήθειας, αλλά να στέκεσαι γενναία αγωνιζόμενος προς την αμαρτία μέχρις αίματος. Γιατί για αυτό ειπώθηκε από τον Απόστολο αυτό που θέλησες να μάθεις.

«Εάν είναι δυνατόν όσο εξαρτάται από σας να έχετε ειρήνη με όλους τους ανθρώπους». Γιατί υπάρχει περίπτωση όπου δεν είναι αυτό δυνατόν, όπως όταν ο αγώνας γίνεται για την πίστη, ή όταν ο αγώνας γίνεται για αυτούς που αδικούνται» ( Ισίδωρος Πηλουσιώτης, ΕΠΕ 3, 337).

     «Νομίζω ότι οι αιρέσεις έχουν γεννηθεί ή από φιλαρχία ή από προκατάληψη, τα δύο αυτά δυσκολοπολέμητα κακά. Άλλοι δηλαδή επειδή δεν καταδέχτηκαν να παραμείνουν στην τάξη των πιστών, και άλλοι επειδή μετά την αποδοχή τους δεν καταδέχτηκαν να διδαχτούν, έσπειραν σπέρματα νεώτερης διδασκαλίας, απαξιώνοντας να παραμείνουν στα καθιερωμένα» (Ισίδωρος Πηλουσιώτης, ΕΠΕ 5, 217).

     "Όταν ο χορός (όμιλος) των αρετών δεν καθοδηγείται από την ορθή πίστη, είναι τυφλός, αλλά και η ορθή πίστη, εάν λείπει ο χορός των αρετών, είναι ανενεργή. Όταν όμως η ορθή πίστη ως κορυφαία σύρει τον χορό και οι αρετές ακολουθούν, τότε οπωσδήποτε ο χορός των αρετών θα στεφανωθεί, επειδή αγωνίστηκε νόμιμα» (Ισίδωρος Πηλουσιώτης, ΕΠΕ 5, 219).

ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ (350-407)
    «Όταν πρέπει να ευεργετήσεις κάποιον, να είσαι κοντά σε κάθε άνθρωπο· όταν όμως εξετάζεται ο λόγος της αλήθειας, να αναγνωρίζεις τον δικό σου και τον ξένο. Και αν ακόμη έχεις αδελφό από τον ίδιο πατέρα και την ίδια μητέρα και δεν έχει κοινωνία μαζί σου ως προς το νόμο της αλήθειας, ας είναι για σένα πιο βάρβαρος και από Σκύθης· αλλά και αν ακόμη είναι Σκύθης, και αν είναι Σαυρομάτης, αλλά γνωρίζει την ακρίβεια των δογμάτων, και πιστεύει αυτό το οποίο ακριβώς και εσύ ο ίδιος, να είναι πιο οικείος και πιο κοντινός σου από αυτόν που είχε τη γέννα από την ίδια μάνα με σένα» (Χρυσόστομος PG 55,461)
    «Όπως ακριβώς στα βασιλικά νομίσματα αυτός που έκοψε έστω και λίγο από ό,τι είναι χαραγμένο πάνω, κατέστησε όλο το νόμισμα κίβδηλο· έτσι και αυτός που ανέτρεψε και το μικρότερο από την υγιή πίστη, καταστρέφει το παν, προχωρώντας από την αρχή στα χειρότερα. Πού είναι λοιπόν αυτοί που μας κατηγορούν ότι είμαστε φιλόνικοι λόγω της διάστασης με τους αιρετικούς; Που είναι τώρα αυτοί που λένε ότι δεν υπάρχει τίποτα ανάμεσα σε μας και σε εκείνους, αλλά ότι η διαφορά έγινε από την φιλαρχία;… Αλλά το αίτιο όλων των κακών είναι αυτό ακριβώς, το ότι δεν αγανακτούμε για αυτά τα μικρά» (Χρυσοστόμου,PG 61,622)
    «Δεν ωφελεί ο άριστος τρόπος ζωής, εάν η πίστη δεν είναι υγιής» (Χρυσοστόμου PG 51,287)
«Ο Κύριος δεν απαγορεύει να εμποδίζονται οι αιρετικοί, να αποστομώνονται, να κόβεται η θρασύτητά τους και να διαλύονται τα συνέδριά τους και οι συγκεντρώσεις τους, αλλά απαγορεύει να φονεύονται» (Χρυσοστόμου ΕΠΕ 10,815)
    «Την γνήσια αγάπη δεν την δείχνει το να τρώμε μαζί, ούτε να προσφωνούμε με λόγια σπουδαία, ούτε τα κολακευτικά λόγια, αλλά το να διορθώσω και να εξετάσω το συμφέρον του πλησίον, το να σηκώσω αυτόν που έχει πέσει» ( Χρυσοστόμου PG.54,623)
«Αν δεις κάπου να βλάπτεται η ευσέβεια, να μην προτιμάς την ομόνοια από την αλήθεια, αλλά να στέκεσαι γενναία έως θανάτου… χωρίς να προδίδεις πουθενά την αλήθεια» (Χρυσ. P.G. 60,611)
    «Κανένα νόθο δόγμα να μην παραδεχτείτε με το πρόσχημα της αγάπης» (Χρυσόστομος PG 62,191)
«Εάν κάποιος έχει δόγμα διεστραμμένο φεύγε από αυτόν και μην τον δεχτείς, μην πείθεσαι, όχι μόνο αν είναι άνθρωπος, αλλά ακόμα και αν είναι άγγελος που κατέβηκε από τον ουρανό» (Χρυσόστομος PG 61,625)
    «Δεν είπε ο Απόστολος (Γαλ. α 9) εάν κηρύττουν αντίθετα ή ανατρέπουν το παν, αλλά και αν κάτι μικρό ευαγγελίζονται διαφορετικό από ό,τι σας κήρυξα, και αν ακόμη κάτι ασήμαντο μετακινήσουν, ας είναι ανάθεμα» (Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 20,201)
    «Πρέπει να φοβόμαστε μήπως κάποιον τον διαφθείρει η αγάπη των αιρετικών» (ο.π PG. 62,191)
«Ας αποστρεφόμαστε τις συγκεντρώσεις των αιρετικών, ας κρατάμε παντοτινά την ορθή πίστη» (Χρυσοστόμου, PG 56,256)
    «Ο ψαλμός σήμερα μας οδηγεί σε σύγκρουση με τους αιρετικούς, όχι για να τους πολεμήσουμε παραμένοντας αυτοί αδρανείς, αλλά για να τους σηκώσουμε από την πτώση στην οποία βρίσκονται. Διότι τέτοιος είναι ο δικός μας πόλεμος, δεν καθιστά τους ζωντανούς νεκρούς, αλλά τους νεκρούς τους οδηγεί στη ζωή, γεμάτος από ημερότητα και πολλή επιείκεια. Διότι δεν πολεμώ με υλικά όπλα, αλλά με τον λόγο καταδιώκω, όχι τον αιρετικό, αλλά την αίρεση. Δεν αποστρέφομαι τον άνθρωπο, αλλά μισώ την πλάνη και θέλω να τον αποσπάσω από αυτήν. Δεν κάνω πόλεμο με ουσία (διότι η ουσία είναι έργο του Θεού) αλλά θέλω να διορθώσω τη γνώμη, που τη διέφθειρε ο διάβολος... και εγώ λοιπόν εάν πολεμήσω τους αιρετικούς, δεν πολεμώ τους ίδιους τους ανθρώπους, αλλά θέλω να απομακρύνω την πλάνη και να καθαρίσω τη σαπίλα» (Χρυσοστόμου, ΕΠΕ,37, 297)
    «Όταν όλοι πιστεύουμε όμοια, τότε υπάρχει ενότητα… Διότι αυτό είναι ενότητα, όταν όλοι είμαστε ένα… όταν αποδειχτούμε όλοι ότι έχουμε μία πίστη» (Χρυσοστόμου PG 62,83)
«Τριακόσιοι Πατέρες, ή και περισσότεροι, που συγκεντρώθηκαν στη χώρα των Βιθυνών νομοθέτησαν αυτά· και όλους εκείνους τους ατιμάζεις;… Εσύ όμως όχι μόνο εκείνους κατηγορείς, αλλά και όλη την Οικουμένη, η οποία και επαίνεσε την γνώμη εκείνων» (Χρυσοστόμου PG 48,865)
    «Οι αιρετικοί που ζουν παρθενικά, έχουν γίνει υπεύθυνοι για την τιμωρία που αρμόζει στους πόρνους» (Χρυσοστόμου,ΕΠΕ 21,405)
«Τίποτε δεν θα ημπορέση να διαιρέση τόσον εύκολα την Εκκλησίαν, όσον η φιλαρχία˙ τίποτε δεν παροξύνει τόσον τον Θεόν, όσον το να διαιρεθή η Εκκλησία. Και αν ακόμη έχωμεν πράξει άπειρα καλά, δεν θα καταδικασθώμεν ολιγώτερον από αυτούς οι οποίοι διεμέλισαν το σώμα του, εμείς οι οποίοι διαιρούμεν το εκκλησιαστικόν πλήρωμα…. Κάποιος δε άγιος άνδρας είπε κάτι το οποίον φαίνεται ότι είναι τολμηρόν, πλην όμως το είπε. Ποιο είναι δε αυτό; Ούτε το αίμα του μαρτυρίου ημπορεί να εξαλείψη αυτήν την αμαρτίαν.
Διότι, ειπέ μου, διατί μαρτυρείς; δεν το κάνεις αυτό διά την δόξαν του Χριστού; Συ λοιπόν ο οποίος θυσιάζεις την ζωήν σου υπέρ του Χριστού, πώς εξολοθρεύεις την Εκκλησίαν, υπέρ της οποίας πρώτος εθυσιάσθη ο Χριστός;… η νόσος προέρχεται από φιλαρχίαν. Δεν γνωρίζετε τί έπαθον οι περί τους Κορέ και Δαθάν και Αβειρών; και μήπως μόνον αυτοί και όχι και οι μετά από αυτούς; Τί λέγεις; Η ιδία πίστις είναι, ορθόδοξοι είναι και εκείνοι. Διατί λοιπόν δεν είναι μαζί με εμάς;… Εάν δε αυτά που κάνουν αυτοί είναι ορθά, τότε τα ιδικά μας είναι λανθασμένα˙ εάν δε τα ιδικά μας είναι ορθά, τότε τα ιδικά των είναι λανθασμένα. … Ειπέ μου, νομίζεις ότι αρκεί αυτό, το να λέγης δηλαδή ότι είναι ορθόδοξοι; τα δε της χειροτονίας έφυγαν και εχάθησαν; Και ποιον το όφελος εάν αυτή δεν έγινε κατά τρόπον κανονικόν; Όπως ακριβώς λοιπόν διά την πίστιν, έτσι πρέπει να αγωνιζώμεθα και δι’ αυτήν. Διότι, εάν εις τον καθένα είναι δυνατόν να χειροτονή, όπως οι παλαιοί, και έτσι να γίνωνται ιερείς, ας γνωρίζουν όλοι, ότι εις μάτην έχει οικοδομηθή αυτό το θυσιαστήριον, εις μάτην το πλήρωμα της Εκκλησίας και το πλήθος των ιερέων˙ ας τα καταργήσωμεν αυτά και ας τα καταστρέψωμεν…. Εάν η αυτή πίστις υπάρχη παντού, εάν τα ίδια μυστήρια, διατί να επιπηδά εις άλλην Εκκλησίαν κάποιος άλλος επίσκοπος; Βλέπετε, λέγει, ότι όλα τα των Χριστιανών έχουν γεμίσει από κενοδοξίαν; Και ότι υπάρχει εις αυτούς φιλαρχία και απάτη;… το να δημιουργήση κανείς σχίσμα εις την Εκκλησίαν δεν είναι μικρότερον κακόν από το να πέση εις αίρεσιν….εκείνος ο οποίος σφάζει και διαμελίζει τον Χριστόν, ποίας κολάσεως δεν θα είναι άξιος;… δι’ εκείνους οι οποίοι αποσκιρτούν. Μοιχεία είναι αυτό το πράγμα. Εάν δε δεν ανέχεσαι να ακούς αυτά δι’ εκείνους, λοιπόν να μη ανέχεσαι ούτε δι’ εμάς˙ διότι το ένα από τα δύο κατ’ ανάγκην γίνεται παρανόμως. Αν μεν λοιπόν υποπτεύεσθε αυτά δι’ εμέ, είμαι έτοιμος να παραχωρήσω το αξίωμα εις όποιον θέλετε˙ μόνον η εκκλησία να είναι μία˙ εάν δε εγώ έγινα νομίμως, πείθετε εκείνους οι οποίοι έχουν αναβή παρανόμως εις τον θρόνον να αποθέσουν ό,τι δεν τους ανήκει». (Χρυσόστομος, εκδόσεις ΕΠΕ, τόμος 20, σελ. 705-715)
    «…τώρα [αφού ο επίσκοπος ξεχώρισε τα λείψανα] που βρίσκονται μόνα τους τα μαργαριτάρια (λείψανα ορθοδόξων μαρτύρων), που ξέφυγαν τα πρόβατα από τους λύκους (λείψανα αιρετικών μαρτύρων που ήταν θαμμένα μαζί), που απομακρύνθηκαν οι ζωντανοί από τους νεκρούς. Γιατί ούτε προηγουμένως έγινε σε αυτούς κάποιο κακό από το ότι ήταν μαζί θαμμένοι… ο λαός μας όμως υπέφερε πολύ από τους τόπους, όταν έτρεχε προς τα λείψανα των μαρτύρων και προσευχόταν με αμφιβολία και αβεβαιότητα, επειδή δεν γνώριζε τους τάφους των αγίων και που ήταν θαμμένοι οι αληθινοί θησαυροί. Και γινόταν το ίδιο όπως αν ένα κοπάδι πρόβατα, ενώ έτρεχε να απολαύσει καθαρά νερά, πλησίαζε μεν στις καθαρές πηγές, γύριζε όμως πάλι πίσω επειδή αναδυόταν από κάπου εκεί κοντά βρώμα και δυσοσμία. Έτσι συνέβαινε και στην περίπτωση αυτού του ποιμνίου. Βάδιζε ο λαός προς τις καθαρές πηγές των μαρτύρων, όταν όμως αισθανόταν την αιρετική δυσοσμία που αναδυόταν από εκεί κοντά γύριζε πάλι πίσω… Και (ο επίσκοπος) για τους μάρτυρες έδειξε τιμή, επειδή τους απάλλαξε από τους κακούς γείτονες» (Χρυσόστομος Εις την Ανάληψιν 1, ΕΠΕ 36,203)

κε’. Λεγόταν για αυτόν (τον αββά Θεόδωρο της Φέρμης) ότι, σαν έγινε διάκονος σε Σκήτη, δεν δεχόταν να διακονή, αλλά έφυγε σε διάφορα μέρη. Οι γέροντες όμως τον έφεραν πάλι, λέγοντας του: «Μην παρατάς την διακονία σου». Τους αποκρίνεται ο Αββάς Θεόδωρος: «Αφήστε με να ζητήσω από το Θεό να με πληροφορήσει αν πρέπει να μείνω στον τόπο του λειτουργήματος αυτού». Και παρακαλώντας το Θεό έλεγε: «Αν είναι θέλημα σου να μείνω στη θέση αυτού του λειτουργήματος, πληροφόρησε με». Και του φανερώθηκε κολόνα φωτιάς από τη γη έως τον ουρανό και άκουσε φωνή να του λέγη: «Αν μπορῆς να γίνεις σαν αυτήν την κολόνα, πήγαινε να διακονήσεις». Και σαν το άκουσε αυτό, έκρινε ότι δεν έπρεπε ούτε αυτή τη φορά να δεχθῆ. Όταν λοιπόν ήλθε στην εκκλησία, του έβαλαν μετάνοια οι αδελφοί, λέγοντας: «Αν δεν θέλεις να διακονῆς, τουλάχιστο ας κρατάς το άγιο ποτήριο». Αλλά δεν δέχτηκε, λέγοντας: «Αν δεν με αφήσετε, φεύγω από εδώ. Και έτσι τον άφησαν.
κστ΄. Και έλεγαν γι’ αυτόν, ότι, σαν ερημώθηκε η Σκήτη, πήγε να μείνη στη Φέρμη. Και έχοντας τον πάρει τα γηρατειά, αρρώστησε. Του πρόσφεραν λοιπόν μερικά φαγώσιμα. Και ο,τι του έφερνε ο πρώτος το έδινε στον δεύτερο και έτσι, στη σειρά, ό,τι έπαιρνε από τον ένα το έδινε στον άλλο. Κατά δε την ώρα του φαγητού, έτρωγε ό,τι του έφερνε όποιος ερχόταν.
κζ’. Έλεγαν για τον Αββά Θεόδωρο, ότι, όταν έμενε στη Σκήτη, ήλθε σ΄ αυτόν ο δαίμων, θέλοντας να μπῆ στο κελλί του. Και τον έδεσε έξω. Και πάλι άλλος δαίμων ήλθε για να μπῆ. Και αυτόν τον έδεσε. Έρχεται κατόπιν και ένας τρίτος και βρίσκει δεμένους τους άλλους δυό. Και τους λέγει: «Τι μένετε εδώ έξω;». Και του απαντούν: «Κάποιος κάθεται μέσα και δεν μας αφήνει να μπούμε». Προσπαθεί τότε και ο τρίτος να εισέλθει. Αλλά ο γέρων τον έδεσε και αυτόν. Φοβισμένοι λοιπόν από τη δύναμη των προσευχών του, παρακαλούσαν τον γέροντα, λέγοντας: «Λύσε μας και άφησε μας να φύγουμε». Και τους λέγει ο γέρων: «Πηγαίνετε ». Και έτσι καταντροπιασμένοι, πήραν δρόμο.
κη’. Διηγήθηκε κάποιος από τους πατέρες για τον Αββά Θεόδωρο της Φέρμης τα εξής: «Ήλθα κάποτε, το δειλινό, σε αυτόν και τον βρήκα να φορά κομμένο ράσο, όπου άφηνε το στήθος του ακάλυπτο, και το κουκούλι του ριγμένο προς τα εμπρός. Και να, κάποιος κόμης ήλθε να τον δῆ. Και σαν έκρουσε, βγήκε ο γέρων να ανοίξη. Και συναντώντας τον, κάθισε στην πόρτα για να μιλήση μαζί του. Πήρα τότε ένα κομμάτι από μαφόρι και σκέπασα τους ώμους του. Αλλά ο γέρων άπλωσε το χέρι και το έρριξε χάμω. Και όταν έφυγε ο κόμης, του λέγω: Αββά γιατί το έκαμες αυτό; Ο άνθρωπος ήλθε να ωφεληθῆ. Φοβάμαι μήπως σκανδαλίστηκε. Και μου αποκρίνεται ο γέρων: τι μου λες Αββά; Ακόμη γινόμαστε δούλοι των ανθρώπων; Κάναμε ό,τι χρειαζόταν. Πάει πέρασε πια. Όποιος θέλει να οφεληθῆ ,ας οφεληθῆ. Οποιος θέλει να σκανδαλισθῆ, ας σκανδαλισθῆ. Όσο για μένα, όπως τύχω, έτσι θα συναντώ τους ανθρώπους. Παράγγειλε δε στον μαθητή του, λέγοντας: «Αν έλθη κανείς θέλοντας να με δῆ, μην του πῆς τίποτε το ανθρώπινο. Αλλά αν τρώγω πες του: Τρώγει. Και αν κοιμάμαι, πες του : Κοιμάται.».
κθ’. Ήρθαν κάποτε εναντίον του τρεις ληστές, και οι δυο τον κρατούσαν, ενώ ο τρίτος κουβαλούσε τα σκευή του. Αφού έβγαλε τα βιβλία, ήθελε να πάρει και το ράσο. Τότε τους λέγει: «Αυτό αφήστε το». Αλλά εκείνοι δεν ήθελαν. Και σηκώνοντας τα χέρια, ρίχνει τους δυό χάμω. Το βλέπουν και τους παίρνει ο φόβος. Και τους λέγει ο γέρων: «Μη φοβάστε. Χωρίστε τα στα τέσσερα μέρη, πάρτε τα τρία και αφήστε το ένα». Έτσι και έκαμαν. Και του έμεινε το ράσο, όπου φορούσε όταν πήγαινε στη σύναξη.
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ. 96-98)

katafigioti

lifecoaching