E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

«Πάσχουμε δυστυχώς από βαριά πρεσβυωπία οι περισσότεροι. Βλέπουμε καλά μακριά και καθόλου κοντά μας. Η όρασή μας, στρεφόμενη προς τους άλλους, γίνεται, όσο τον δυνατόν πιο οξυδερκής, πιο αυστηρή, πιο αμείλικτη, ενώ για τον εαυτό μας διατηρούμε όλα τα αποθέματα των ελαφρυντικών, των δικαιολογιών και της επιείκειας»
(μοναχός Μωϋσής Αγιορείτης)

«Για αυτό οι πολλοί φωνάζουν και κρίνουν με τόση ευκολία, επειδή δεν εξετάζουν τα δικά τους αμαρτήματα προτού να εξετάσουν τα αμαρτήματα των άλλων, αλλά όλοι παραβλέπουμε τα δικά μας και ασχολούμαστε με τα αμαρτήματα των άλλων»
 (Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη   Βασιλείου αριθμ. κειμ. 1375)

«Οι πιο πολλοί είναι υποκειμενικοί με τον εαυτό τους και αντικειμενικοί με τους άλλους, τρομακτικά αντικειμενικοί μερικές φορές. Όμως σκοπός είναι να είμαστε αντικειμενικοί με τον εαυτό μας και υποκειμενικοί με τους άλλους»
(Κιρκεγκορ)

«Μη κρίνετε κατ’ όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνατε»
(Ιω. 7,24)

«Εκείνοι που είναι αυστηροί και λεπτομερείς κριτές των παραπτωμάτων του πλησίον τους, διακατέχονται από αυτό το πάθος, επειδή ποτέ δεν επέδειξαν κάποια απερίσπαστη φροντίδα για τα δικά τους παραπτώματα ούτε και σκέφτηκαν ποτέ με λεπτομέρεια αυτά.
Γιατί, αν κάποιος, αφαιρώντας το περικάλυμμα της φιλαυτίας του, δει με ακρίβεια τα δικά του κακά, για κανένα άλλο πράγμα πλέον δεν θα φροντίσει στη ζωή του, σκεπτόμενος ότι ο χρόνος της ζωής του δεν του φτάνει ούτε για το πένθος των δικών του αμαρτιών, έστω και αν ζούσε εκατό χρόνια, και έβλεπε τον Ιορδάνη ποταμό ολόκληρο πλημμυρισμένο από τα δάκρυα των οφθαλμών του»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ σελ. 241)

«Ενας αδελφός είπε στον αββά Ποιμένα: «Οι λογισμοί μου με ταράζουν, σπρώχνοντάς με να παραμερίσω τις αμαρτίες μου και να προσέχω στις ελλείψεις του αδελφού μου».
Και του λέει ο γέρων για τον αββά Διόσκορο, ότι έκλαιγε μέσα στο κελλί του, ο δε μαθητής του καθόταν σε άλλο κελλί. Όταν λοιπόν πήγε στον γέροντα, τον βρήκε να κλαίει και του είπε: «Τι κλαις, πάτερ;».
Και ο γέρων του αποκρίθηκε: «Τις αμαρτίες μου κλαίω».
Τού λέει λοιπόν ο μαθητής του: «Δεν έχεις αμαρτίες, πάτερ».
Και ο γέρων τού απαντά: «Μάθε, τέκνο μου, ότι, αν αφήσω τον εαυτό μου να δει τις αμαρτίες μου, δεν αρκούν άλλοι τρεις ή τέσσερις για να τις κλάψουν»
(Γεροντικόν, Είπε Γέρων σελ. 71)

«Σκύψε πάνω από όσα έχεις διαπράξει, πάνω από το πέλαγος των δικών σου αμαρτημάτων. Αν είσαι περίεργος και πολυπράγμων, να απαιτήσεις ευθύνες από τον εαυτό σου, ευθύνες για τα λόγια σου, για τις πράξεις σου, για όσα κακά είπες και για όσα κακά έπραξες»
(Ιωάννης Χρυσόστομος, ΕΠΕ 6,58)

«Δεν υπάρχει συνείδηση ανθρώπου, που να μην κάμπτεται κάτω από το βάρος της ενοχής. Ακόμη και οι πιο αγνές συνειδήσεις νιώθουν την ανάγκη της λύτρωσης.
Είναι χαρακτηριστικό, πώς όταν ο Κύριος έριξε κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου εκείνο, το «ένας από σας θα με παραδώσει», δεν ήταν του Ιούδα μονάχα η ένοχη συνείδηση που ταράχτηκε, αλλά και των υπόλοιπων έντεκα, οι οποίοι άρχισαν να αγωνιούν και να ρωτούν «μήπως είμαι εγώ Κύριε;». Γιατί όλοι τους, ποιος λίγο, ποιος πολύ, είχαν προδώσει κάποτε μέσα τους τον Διδάσκαλο»
(Κωνσταντίνος Κούρκουλας, Στάχυα τομ Β σελ. 206)

«Αλλά θα πει κανείς: και αν με θλίβει ο αδελφός και ερευνήσω τον εαυτό μου και βρω ότι δεν του έδωσα καμία αφορμή, πώς μπορώ να κατηγορήσω τον εαυτό μου;
Εάν ερευνήσει κανείς τον εαυτό του πραγματικά με φόβο Θεού, βρίσκει ότι πάντως έδωσε αιτία, είτε με έργο είτε με λόγο είτε με χειρονομία. Εάν όμως βλέπει ότι δεν του έδωσε τώρα καθόλου αιτία με κανέναν από αυτούς του τρόπους, προφανώς άλλοτε τον έθλιψε για το ίδιο πράγμα ή για άλλο, ή έθλιψε άλλον αδελφό και χρωστούσε να υποφέρει για αυτό ή πολλές φορές για άλλη αμαρτία.
Επομένως, αν ερευνήσει κανείς τον εαυτό του με φόβο Θεού και ψηλαφήσει τη συνείδησή του με ακρίβεια, θα βρει τον εαυτό του πάντως ένοχο»
(αββάς Δωρόθεος, ΕΠΕ σελ. 405)

- Η αυτογνωσία και η γλώσσα μας
«Εκείνος που γνωρίζει τα παραπτώματά του χαλιναγωγεί τη γλώσσα του, ενώ ο πολύλογος δεν γνώρισε ακόμη τον εαυτό του όπως πρέπει»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ σελ. 245)

«Αδελφέ μου, αν φυλάξεις τη γλώσσα σου, θα σου δοθεί από το Θεό η χάρη της κατανύξεως της καρδιάς, ώστε να βλέπεις στην ίδια την ψυχή σου, κι έτσι εισέρχεσαι στη χαρά του Πνεύματος. Αν όμως η γλώσσα σου σε νικήσει, πίστευε σε ό,τι σου λέω, ότι ποτέ δεν θα μπορέσεις να βγεις από το σκοτάδι»
(άγιος Ισαάκ ο Σύρος, ΕΠΕ 8Γ σελ. 129)

«Ο άνθρωπος αποτελείται από τρεις διαφορετικούς ανθρώπους: από εκείνον που οι ίδιοι εμείς πιστεύουμε πως είμαστε, εκείνον που οι άλλοι πιστεύουν πως είμαστε και εκείνον που πραγματικά είμαστε»
(Τζωρτζ Μπερναρντ Σω)

«Ο καθένας μας έχει τρεις χαρακτήρες.
Αυτόν που δείχνει,
αυτόν που έχει και
αυτόν που νομίζει ότι έχει»

«Το παράθυρο JOHARI, ένα παμπάλαιο μοντέλο προσωπικότητας… έχει πολλά να προσφέρει και στην ατομική θεραπεία… Προσέξτε τα 4 τεταρτημόρια: δημόσιος, τυφλός, κρυφός, ασυνείδητος

                                     Γνωστός στο εγώ       Αγνωστος στο εγώ

Γνωστός στους άλλους       1. δημόσιος               2. τυφλός  

Άγνωστος στους άλλους     3. κρυφός                  4. ασυνείδητος

1ο τεταρτημόριο (γνωστός σε μένα και στους άλλους) είναι ο δημόσιος εαυτός.

2ο τεταρτημόριο (άγνωστος σε μένα και γνωστός στους άλλους) είναι ο τυφλός εαυτός.

3ο τεταρτημόριο (γνωστός σε μένα και άγνωστος στους άλλους) είναι ο κρυφός εαυτός.

4ο τεταρτημόριο (άγνωστος και σε μένα και στους άλλους) είναι ο ασυνείδητος εαυτός.

…Στη θεραπεία επιχειρούμε να αλλάξουμε το μέγεθος των 4 κελιών. Προσπαθούμε να βοηθήσουμε το κελί του δημόσιου εαυτού να μεγαλώσει εις βάρος των υπόλοιπων τριών και τον κρυφό εαυτό να συρρικνωθεί… Και βέβαια, ελπίζουμε να μειώσουμε το μέγεθος του ασυνείδητου εαυτού βοηθώντας τους ασθενείς να εξερευνήσουν και να γνωρίσουν τα βαθύτερα στρώματα της ψυχής τους.

Αυτό όμως που κυρίως έχουμε στο στόχαστρο είναι το κελί νούμερο 2, ο τυφλός εαυτός… Ενας από τους στόχους της θεραπείας είναι να αυξήσει τον έλεγχο της πραγματικότητας και να βοηθήσει το άτομο να δει τον εαυτό του όπως τον βλέπουν οι άλλοι…»
(Irvin D. Yalom,Το δώρο της Ψυχοθεραπείας,εκδόσεις Αγρα σελ.146-147)

«Στη συνέχεια της ζωής, το προσωπείο ενισχύεται από τις κοινωνικές πιέσεις και σταθεροποιείται από τις επιλογές του κάθε ανθρώπου, μέχρι του σημείου ακόμη και να ματαιώνεται η πραγμάτωση του Προσώπου. Τότε ο άνθρωπος, μέσα από το προσωπείο (καλύτερα, μέσα από έναν μεγάλο αριθμό προσωπείων), δεν υποκρίνεται κάποιον άλλον, είναι κάποιος άλλος: αποξενωμένος από το σώμα του, τα γνήσια συναισθήματα και τις καρδιακές επιθυμίες του, ανίκανος να προσαρμόζεται με έναν αυθεντικό τρόπο στο περιβάλλον, να αντιμετωπίζει τις ανάγκες της ζωής, τις χαρές και τις δυσκολίες της.

Όσο περισσότερα χρόνια «φοράμε» το προσωπείο, τόσο οδυνηρότερο ή ακόμη και αδύνατο είναι να το αποσπάσουμε, να το ξεκολλήσουμε από τον αληθινό εαυτό μας. Αυτό συμβαίνει, όχι μόνο επειδή έγινε ένα με τη σάρκα μας, αλλά και επειδή μας γοητεύει ο τρόπος που μας κολακεύει.

Έτσι, είναι πραγματικά αμφίβολο ή ερευνητέο, αν θα είμαστε σε θέση να συμφιλιωθούμε κάποτε με «αυτό το ανύπαρκτο πρόσωπο που υπήρξαμε» (Τάσος Λειβαδίτης, Στέφανος), με αυτόν τον «ξένο» κάτω από το προσωπείο, που μπορεί και ποτέ του να μην αποκαλυφθεί.


Ο Rabindranath Tagore έχει πει με τη φιλοσοφική πνοή της ποίησής του: «Ο,τι είσαι δεν το βλέπεις, και ό,τι δεις είν’ η σκιά σου»
(Αγκαλιά με τον εαυτό μας, Ντέμη Σταυροπούλου σελ. 152-153)

«Την σιωπήν ηγάπων όλα τα μεγάλα πνεύματα, διότι βαθέως ησθάνοντο την αλήθειαν της λαϊκής παροιμίας: η ομιλία είναι αργυρός, η σιωπή είναι χρυσός.

Έκαστος σκεπτόμενος άνθρωπος εξ ιδίας εμπειρίας του γνωρίζει ότι ο εαυτός του δεν είναι εκείνος περί του οποίου ομιλεί, παρά ο εαυτός τον οποίον αποσιωπά. Όχι εκείνο το οποίο αποσιωπά εκουσίως, αλλά εκείνο το οποίο αποσιωπά αναγκαίως, διότι αδυνατεί να το εκφράσει.

Αι συζητήσεις μας εις τον κόσμον είναι ωσάν τα ψιλά κέρματα δια των οποίων εξαγοράζομεν τον εαυτό μας, ενώ το μέγα νόμισμα παραμένει εντός μας, μη φανερούμενον. Ημείς παρουσιαζόμεθα εις τον κόσμον δια επιφανειακών φωτογραφιών, ενώ η γνήσιά μας ψυχική προσωπογραφία παραμένει εντός μας, αφανέρωτος…        
(Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Στοχασμοί περί του καλού και του κακού σελ.149-150)

«Κάποιο τραγικό ρήγμα χαίνει μέσα στις σκέψεις, στις αισθήσεις, στη ζωή. Ένα καταραμένο σχίσμα στη συνείδηση, στην καρδιά, στην ψυχή, σχίσμα το οποίο ερημώνει τον τύπο του ανθρώπου κατά Φάουστ: «Δύο ψυχές κατοικούν στο στήθος μου» (Γκαίτε, Φάουστ).

Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος γράφει ότι η αμαρτία είναι στον άνθρωπο σαν «άλλη ψυχή μαζί με την ψυχή» (Ομιλ. 11,15. PG 34,556 C)
(άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, Ανθρωπος και Θεάνθρωπος σελ. 23)

«Δύο κόσμοι μέσα μας παλεύουν, που μέρα νύχτα μάς παιδεύουν»
(Βερίτης)

Όταν αποκτήσεις όλα εκείνα που επιθυμείς,
κι αρχίσει μια μέρα ο κόσμος να σε μακαρίζει,
πήγαινε στον καθρέπτη και κοίταξε τον εαυτό σου,
να δεις τι έχει να σού πει εκείνος που σε κοιτάει από τον καθρέπτη.
Γιατί δεν είναι ο πατέρας, η μητέρα ή η γυναίκα σου,
που την κρίση τους μ’ επιτυχία πρέπει να περάσεις.
Ο άνθρωπος που η απόφασή του μετράει πιο πολύ για σένα
είναι εκείνος που σε κοιτάει πίσω από τον καθρέπτη.
Μπορεί μερικοί να νομίζουν πως πέτυχες τους στόχους σου
και να σε αποκαλούν θαυμάσιο άνθρωπο,
μα ο άνθρωπος στον καθρέπτη σού λέει ποιος πραγματικά είσαι.
Αν δεν μπορείς να τον ατενίσεις ίσα στα μάτια,
μη δίνεις σημασία στη γνώμη την καλή των άλλων.
Γιατί αυτός είναι που σε γνωρίζει καλύτερα
κι αυτός σε ακολουθεί παντού νύχτα και μέρα.
Και τις εξετάσεις θα τις περάσεις με επιτυχία,
μόνο αν βαθμολογηθείς καλά από τον άνθρωπο του καθρέπτη.
Μπορεί να ξεγελάσεις όλο τον κόσμο στο διάβα της ζωής σου
κι επαίνους να σου απονέμουν όταν σε βλέπουν.
Μα η τελική σου αμοιβή θα ναι θλίψη και πόνος και δάκρυα,
αν έχεις κοροϊδέψει τον άνθρωπο πίσω από τον καθρέπτη.
(Ημεροδείκτης εκδόσεων ο Λόγος, 14-12-2002)

Στον τάφο μας θα έπρεπε να γράψουν μια επιγραφή:
Εδώ σ’ αυτό το μνήμα κείται κάποιος
που ο φόβος οι άλλοι τί θα πουν και η
ματαιοδοξία να αρέσει
τόσο του έκλεψαν ό,τι
είχε πιο δικό του
που σχεδόν δεν κείται εδώ κανείς.
(Γ. Σαράντης)

«Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας γέρος, ένα αγόρι και ένας γάιδαρος. Πήγαιναν στην πόλη και είχαν αποφασίσει ότι το αγόρι θα ήταν καβάλα.
Καθώς προχωρούσαν οι άνθρωποι τούς κοιτούσαν και σχολίαζαν πόσο ντροπή ήταν για τον νεαρό να είναι καβάλα και ο γέρος να περπατάει. Τότε το αγόρι και ο γέρος αποφάσισαν ότι μάλλον θα είχαν δίκιο εκείνοι που τους κριτίκαραν και έτσι άλλαξαν θέσεις.
Μετά από λίγο, ενώ συνέχιζαν, κάποιοι άλλοι άνθρωποι νόμιζαν ότι ήταν κρίμα να κάνει ένα τόσο νέο αγόρι να πηγαίνει με τα πόδια. Κι έτσι αποφάσισαν να περπατάνε και να ξεκαβαλικέψουν τον γάιδαρο.
Σύντομα και ενώ περνούσαν μπροστά από κάποιους άλλους ανθρώπους κάποιοι θεώρησαν βλακεία να τούς βλέπουν να περπατούν και το γαϊδούρι να προχωράει χωρίς φορτίο. Ο γέρος και ο νεαρός αποφάσισαν ότι είχαν δίκιο και καβάλησαν και οι δύο τους το γαϊδούρι.
Παρακάτω οι άνθρωποι άρχισαν να σχολιάζουν πόσο κρίμα ήταν για το γαϊδουράκι να κουβαλάει τόσο βαρύ φορτίο. Και τότε ο γέρος και ο νεαρός αποφάσισαν να ξεκαβαλικέψουν και να κουβαλήσουν οι ίδιοι τον γάιδαρο. Καθώς περνούσαν μια γέφυρα, το γαϊδούρι τούς ξέφυγε και έπεσε μέσα στο ποτάμι και πνίγηκε…
Μήπως κι εσείς προσπαθείτε να τα έχετε καλά με όλους; Μήπως αγωνίζεστε και αγωνιάτε αν όλοι όσοι γνωρίζετε σας συμπαθούν; Μήπως έχετε την αγωνία να είστε αρεστοί σε όλο τον κόσμο;… (Άκη Αγγελάκη, Ιστορίες που θα θυμάσαι για πάντα, σελ. 211-212)

- Όσο ξέρω τον εαυτό μου τόσο ξέρω και τους άλλους

«Όπως σημειώνει ο Rattner «Από έναν άλλο άνθρωπο καταλαβαίνει κανείς μόνο τόσα, όσα γνωρίζει για τον εαυτό του. Η γνώση συνδέεται με την αυτογνωσία».

Στο βαθμό που ο θεολόγος και ο ποιμένας δε διαθέτει αυτογνωσία και «νήψη» πνευματική αφήνεται έρμαιο του ασυνηδείτου. Πολύ συχνά οι ανθρώπινες σχέσεις καθορίζονται από το ασυνείδητο. Στην ασκητική παράδοση η όλη πνευματική ζωή βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αυτογνωσία:

«Αυτός που γνωρίζει τον εαυτό του, έλαβε την γνώση των πάντων. Διότι το να γνωρίζει κανείς τον εαυτό του, είναι η ολοκλήρωση της γνώσης των πάντων.
(Ισαάκ ο Σύρος).

Το ερώτημα είναι πόσοι από τους χριστιανούς καθοδηγούμαστε στα χνάρια αυτής της παράδοσης, η οποία βοά: «Γνώρισε τον εαυτό σου πριν από όλα, διότι τίποτα δεν είναι δυσκολότερο από το να γνωρίσεις τον εαυτό σου, τίποτα επιπονότερο, τίποτα κοπιαστικότερο. Όταν όμως γνωρίσεις τον αυτό σου, τότε θα μπορέσεις να γνωρίσεις και το Θεό και να εξετάσεις με το λογισμό τα κτίσματα, όπως ταιριάζει». (Νείλου του Ασκητού)
(Κουφογιαννη Πανωραία, Εκπαιδεύοντας θεολόγους… σελ.175)

Ισχύει ό,τι λέει ο Jung για το φαινόμενο της προβολής γενικά. Κατά τον ελβετό ψυχίατρο: «κατανοούμε τους άλλους στο μέτρο που ζητάμε να κατανοήσουμε εμάς τους ίδιους. Ο,τι δεν κατανοούμε σε μας, δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε στους άλλους. Έτσι η εικόνα του άλλου είναι ως επί το πλείστον υποκειμενική»
(Ιωάννου Κορναράκη, Η νεύρωση ως «Αδαμικό πλέγμα» σελ. 113)

«Τίποτα δεν μπορεί να κάνει την ψυχή τόσο ευσεβή και επιεική και ήπια, όσο η διαρκής ανάμνηση των αμαρτημάτων μας»
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλίου αριθμ. κειμ. 1381)

- Να καθρεπτίζουμε τον εαυτό μας στους άλλους
- Γέροντα, είναι καλύτερα να βρίσκει κανείς μόνος του τα ελαττώματά του ή να του τα λένε οι άλλοι;
- Καλό είναι να ψάχνει να τα βρίσκει μόνος του, αλλά και, όταν του τα λένε, να μην αντιδρά• να το δέχεται με χαρά. Γιατί μπορεί να νομίζει ότι βλέπει τον εαυτό του, αλλά να τον βλέπει όπως θα ήθελε να είναι και όχι όπως είναι στην πραγματικότητα.
- Γέροντα, οι άλλοι τον βλέπουν καλύτερα τον εαυτό μου;
- Μόνος του κανείς μπορεί, αν θέλει, να δει καλύτερα τον εαυτό του. Δηλαδή, μπορεί να εντοπίσει καλύτερα μια αντίδρασή του, ένα σφάλμα του κ.λπ. και να βρει από ποια αίτια προήλθε, ενώ ο άλλος βγάζει συμπεράσματα από υποθέσεις που κάνει.
- Μπορεί, Γέροντα, να προσπαθεί κανείς να δει τον εαυτό του όπως είναι και να μη τον βλέπει;
-Ναι, αν μέσα στην προσπάθεια του αυτή υπάρχει υπερηφάνεια, δεν μπορεί να δει τον πραγματικό του εαυτό.
Ο άνθρωπος βλέπει καλύτερα τον εαυτό του, όταν τον καθρεφτίζει στους άλλους. Μέχρι να απαλλαγούμε από τα πάθη, πρέπει να καθρεφτίζουμε τον εαυτό μας στα κουσούρια του άλλου και να εξετάζουμε πού βρισκόμαστε εμείς. Αν δούμε λ.χ. στον άλλον ένα ελάττωμα, αμέσως να πούμε: «για να δω, μήπως το έχω κι εγώ;» και αν το έχουμε, να αγωνισθούμε να το κόψουμε.
- Και, αν Γέροντα, μου λέει ο λογισμός ότι δεν έχω αυτό το ελάττωμα, τι να λέω;
- Να λες: «Εγώ έχω άλλα μεγαλύτερα• αυτό είναι πολύ μικρό σε σχέση με τα δικά μου». Γιατί μπορεί καμιά φορά να είναι μικρότερα τα δικά σου ελαττώματα, αλλά να έχεις λιγότερα ελαφρυντικά. Αν εξετάζει κανείς έτσι τον εαυτό του, βλέπει ότι αυτός έχει μεγαλύτερα κουσούρια από τον άλλο. Ύστερα βλέπει και τις αρετές του άλλου. «Για να δω, λέει, υπάρχει σε μένα αυτή η αρετή;  Όχι. Πώ πώ! πόσο μακριά είμαι από εκεί που έπρεπε να βρίσκομαι!».
Όποιος εργάζεται έτσι, από όλα βοηθιέται. αλλοιώνεται με την καλή έννοια και τελειοποιείται. Ωφελείται από τους αγίους, ωφελείται από τους αγωνιστές, ωφελείται ακόμη και από τους κοσμικούς. Γιατί, αν δει έναν κοσμικό λ.χ. να μην υπολογίζει τον εαυτό του, να θυσιάζεται, λέει: «αυτό το φιλότιμο το έχω εγώ; δεν το έχω, και είμαι και πνευματικός άνθρωπος!» οπότε προσπαθεί να τον μιμηθεί. Όλοι οι άνθρωποι έχουμε να κάνουμε πολλή δουλειά.
(Παϊσίου γέροντος Λόγοι Γ σελ.142-143)     

«Ο διάσημος Γάλλος ιεροκήρυκας Μασσιγιόν (1661-1742) ζωγράφιζε θαυμάσια στις ομιλίες του τα ανθρώπινα πάθη. Κάποιος μια μέρα τον ρώτησε:
- Πάτερ, πώς συμβαίνει εσείς, ένας μοναχός, που δεν έχετε καθόλου πείρα από τις αβύσσους της ανθρώπινης κακίας, να γνωρίζετε τόσο καλά όλες τις περιπτώσεις της;
Κι ο Μασσιγιόν τού αποκρίθηκε:
- Τις βρίσκω όλες μέσα μου. Λίγο να σκάψω στην καρδιά μου, συναντώ εκεί μέσα τους σπόρους όλων των κακιών». 

«Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι Χριστός Ιησούς ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτος ειμί εγώ»
(= ο λόγος που θα πω είναι αξιόπιστος και άξιος να τον δεχτούν με την ψυχή τους όλοι, ότι δηλαδή ο Ιησούς Χριστός ήλθε στον κόσμο να σώσει αμαρτωλούς, από τους οποίους πρώτος είμαι εγώ)
(Απ. Παύλος προς Τιμόθεον Α 1,15,Καινη Διαθήκη Π.Ν.Τρεμπέλα)

«έσχατον δε πάντων ωσπερεί τω εκτρώματι ώφθη καμοί. Εγώ γαρ ειμί ο ελάχιστος των αποστόλων, ος ουκ ειμί ικανός καλείσθαι απόστολος, διότι εδίωξα την εκκλησίαν του Θεού. Χάριτι δε Θεού ειμί ο ειμί…»
(=Τελευταίον δε από όλους, σαν σε έμβρυο που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του, εμφανίστηκε (ο αναστημένος Ιησούς) και σε μένα. Διότι εγώ είμαι ο πιο μικρός από όλους του Αποστόλους, που δεν είμαι άξιος να λέγομαι Απόστολος, διότι κατεδίωξα την Εκκλησία του Θεού. Με τη χάρη του Θεού είμαι ό,τι είμαι τώρα…)
(Απ. Παύλος προς Κορινθίους Α 8,9, Καινη Διαθήκη Π.Ν.Τρεμπέλα)

«ουδέν γαρ εμαυτώ σύνοιδα, αλλ’ ουκ εν τούτω δεδικαίωμαι. Ο δε ανακρίνων με Κύριος εστίν»
(=διότι δεν μου μαρτυρεί μεν η συνείδησή μου καμμία ενοχή, αλλά δεν φτάνει αυτό για να είμαι δικαιωμένος. Ο μόνος δε αρμόδιος για να κρίνει, εάν πράγματι υπήρξα καλός… είναι ο Κύριος)
(Απ. Παύλος προς Κορινθίους Α 4, Καινη Διαθήκη Π.Ν.Τρεμπέλα)

«Εάν με συγκρίνετε με τον Μέγα Αντώνιο, είμαι ένας τενεκές. Εάν με συγκρίνετε με έναν ο οποίος ξημερώνει στα μπαρ, στα κέντρα διασκεδάσεως και ζει στην ακολασία, φαίνομαι σαν άγιος»
«- Γέροντα, έχετε μεγάλη φήμη έξω, από τον κόσμο και οι άνθρωποι έχουν καλή γνώμη για σας.
- Τώρα που ερχόσουν κάτω, πέρασες από τον σκουπιδοτενεκέ των Καρυών;
- Πέρασα, Γέροντα.
- Ε, εκεί υπάρχουν κονσερβοκούτια από καλαμάρια και καθώς πέφτει ο ήλιος πάνω τους λάμπουν δυνατά, που τα βλέπω και από δω κάτω. Κάτι παρόμοιο πάθανε και οι άνθρωποι. Βλέπουν τον ήλιο που γυαλίζει πάνω στο κονσερβοκούτι που είμαι εγώ, και νομίζουν ότι είναι χρυσάφι. Αν πάνε κοντά, θα δούνε ότι είναι ένα παλιό κονσερβοκούτι από καλαμάρια».
(Γέροντος Παϊσίου, Χαριτωμένες Διδαχές σελ. 23,22)

Εξομολόγηση του Γέροντος Φιλόθεου το 1908
(Βρέθηκε στο αρχείο του μετά την κοίμηση του)
1. Δεν αγαπώ το Θεό με όλη μου την ψύχη, την καρδιά και την διάνοια. Δεν έχω υπακοή στις εντολές του Κυρίου και δεν φυλάγω τις υποσχέσεις που έδωσα στο Βάπτισμα και στην κουρά μου ενώπιων του Θεού, των Αγγέλων , των Αγίων και των ανθρώπων.
2. Δεν προσεύχομαι και δεν μελετώ με προσοχή. Στις ιερές  Ακολουθίες και αγρυπνίες, ακόμη και την ώρα της Θειας Λειτουργίας, παρίσταμαι στο Ναό χωρίς φόβο, προσοχή και ευλάβεια. Πολλές φορές έχω απρεπείς, αισχρούς, ακάθαρτους και βλάσφημους λογισμούς.
3. Δεν έχω μετάνοια αληθινή, ούτε πένθος ούτε δάκρια. Δεν εξομολογούμαι καθαρά και με συντριβή καρδιάς• ούτε έχω αίσθηση ότι η εξομολόγησή μου γίνεται ενώπιων του Παντογνώστη Θεού, που είναι πανταχού πάρων και γνωρίζει τα πάντα, και τους λογισμούς και τα βάθη της καρδιάς μου.
4. Στο μυστήριο της Θ. Κοινωνίας προσέρχομαι αναξίως, χωρίς την πρέπουσα ετοιμασία, χωρίς φόβο Θεού, πίστη και αγάπη.
5. Δεν αγαπώ τον πλησίον όπως τον εαυτό μου.
6. Δεν έχω αγάπη ούτε τον πρέποντα σεβασμό στον πνευματικό μου πατέρα και στους προεστώτες του Μοναστηριού. Δεν έχω τέλεια υπακοή και εγκοπή του θελήματός μου.
7. Είμαι υπερήφανος, αντίλογος, κενόδοξος, αθρωπάρεσκος, φίλαυτος, φλύαρος• αργολογώ, πολυλογώ, αστεΐζομαι και γελώ για ανόητα πράγματα, καταλαλώ, κατακρίνω, κατηγορώ, ψεύδομαι, συκοφαντώ, θυμώνω, οργίζομαι και μνησικακώ.
8. Δεν έχω εγκράτεια, υπομονή, πραότητα, ταπείνωση. Είμαι κοιλιόδουλος, γαστρίμαργος, λαθροφάγος, ιδιόρρυθμος, ακατάστατος.
9. Αμαρτάνω με όλες μου τις αισθήσεις (όραση, ακοή, γεύση, όσφρηση και αφή)
10. Αμαρτάνω με λόγια και έργα, με τη θέληση μου και χωρίς αυτή, με γνώση ή άγνοια, με το νου μου και τη διάνοια• είμαι αμελής και οκνηρός και για αυτό έχω πολλές φορές κακές και αισχρές επιθυμίες, άτοπους, αισχρούς ακάθαρτους, υπερήφανους λογισμούς.
Για αυτές τις αμαρτίες που εξομολογήθηκα, πάτερ, ενώπιων του Θεού και ενώπιόν σου, και για άλλες αναρίθμητες που από λήθη ή άγνοια παρέλειψα να εξομολογηθώ ζητώ από το Θεό συγχώρηση.
(Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου,Διδαχές πατρικές σελ.265-266)

«Το πρώτο είδος ταπείνωσης είναι το να θεωρεί κανείς το συνάνθρωπό του πιο συνετό από τον εαυτό του και καλύτερό του σε όλα, και με ένα λόγο, όπως είπε ένας άγιος, να θεωρεί τον εαυτό του απ’ όλους πιο κάτω.
Και το δεύτερο είδος ταπείνωσης είναι το να αποδίδει στο Θεό κάθε του επιτυχία. Αυτή είναι η τελεία ταπείνωση των αγίων. Αυτή η ταπείνωση αναφύεται στην ψυχή με τρόπο φυσικό, όταν τηρεί τις εντολές και εργάζεται πάνω σε αυτές.
Γίνεται ό, τι και με τα δέντρα: Όταν είναι φορτωμένα με πολύ καρπό, ο καρπός αυτός λυγίζει προς τα κάτω τα κλαδιά τους και τα σέρνει στο έδαφος. Ενώ το κλαδί που δεν κουβαλάει καρπό, υψώνεται προς τα πάνω και ανεβαίνει στητό. Υπάρχουν μάλιστα και κάποια δέντρα τα οποία δεν κάνουν καρπό, όσο ανεβαίνουν τα κλαδιά τους προς τα πάνω. Αν όμως κάποιος πάρει και κρεμάσει μια πέτρα στο κλαδί τους και το σύρει προς τα κάτω με δύναμη, τότε κάνει καρπό. Έτσι είναι και η ψυχή. Όταν ταπεινώνεται, τότε καρποφορεί, και όσο καρπό κάνει, τόσο χαμηλώνει και ταπεινώνεται. Γιατί όσο πλησιάζουν οι άγιοι το Θεό, τόσο βλέπουν τους εαυτούς τους πιο αμαρτωλούς.
Θυμάμαι ότι κάποτε μιλούσαμε για την ταπείνωση, και κάποιος από τους άρχοντες της Γάζας, ακούγοντάς μας να λέμε αυτό το πράγμα, ότι όσο κανείς πλησιάζει το Θεό τόσο βλέπει πιο αμαρτωλό τον εαυτό του, παραξενεύτηκε και έλεγε: «Πώς γίνεται αυτό;»  Δε γνώριζε και ήθελε να μάθει το λόγο. Του λέω:   «Άρχοντα και πρώτε, πες μου, σε ποια θέση βάζεις τον εαυτό σου μες στην πόλη σου;» Μου λέει εκείνος «Πρώτο και καλύτερο θεωρώ τον εαυτό μου στην πόλη». Του λέω: «Αν όμως φύγεις και πας στην Καισάρεια, εκεί σε ποια θέση βάζεις τον εαυτό σου;» Λέει: «Βάζω τον εαυτό μου σε υποδεέστερη θέση από τους εκεί άρχοντες». Του λέω: «Αν φύγεις και πας στην Αντιόχεια, σε ποια θέση βάζεις τον εαυτό σου;» Μου απαντά: «Θεωρώ τον εαυτό μου δεύτερης κατηγορίας». Του λέω: «Και αν πας στην Κωνσταντινούπολη την πρωτεύουσα κοντά στο Βασιλιά, σε ποια θέση βάζεις τον εαυτό σου;». Μου λέει εκείνος: «Θεωρώ τον εαυτό μου έναν από τους φτωχούς».
Τότε του λέω: «Να λοιπόν, έτσι είναι οι άγιοι. Όσο πλησιάζουν το Θεό, τόσο πιο αμαρτωλούς βλέπουν τους εαυτούς τους. Ο Αβραάμ μάλιστα, όταν είδε τον Κύριο, αποκάλεσε τον εαυτό του χώμα και στάχτη. Και ο Ησαΐας έλεγε: «Αχ, εγώ είμαι ταλαίπωρος και βρώμικος».
Αββάς Δωρόθεος (Έργα Ασκητικά, Β΄ Διδασκαλία, Περί Ταπεινοφροσύνης, απόσπασμα, μετάφραση: Ελένη Κονδύλη).

«Οι άγιοι δεν αγίασαν
«διά ταύτα»,
αλλά «παρά ταύτα»
(έλεγε ο μακαριστός αρχιμ. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος (+1989)(δηλαδή παρά τις ατέλειές τους, ο Θεός τους χαρίτωσε»
(αρχ. Παύλου Μπακογιάννη,Χριστιανός ή ηθοποιός;! Σελ. 52)

- Η εξομολόγηση ενός ευσεβούς ιερέα εξομολόγου…
1.  Δεν αγαπώ το Θεό.
Αν αγαπούσα πραγματικά το Θεό θα είχα συνεχώς τη σκέψη μου στραμμένη προς Αυτόν και θα ήμουν ευτυχισμένος. Κάθε σκέψη για το Θεό θα μου έδινε χαρά και αγαλλίαση. Αντίθετα, όμως πολύ συχνότερα και ευκολότερα σκέπτομαι διάφορα γήϊνα πράγματα, ενώ η απασχόληση της σκέψεως μου με το Θεό καταντάει εργασία επίμονη και ξερή.
Εάν αγαπούσα το Θεό, η συνομιλία με Αυτόν δια μέσου της προσευχής θα ήταν ή τροφή και η τρυφή μου (απόλαυση). Όμως τελείως αντίθετα, όχι μόνο δεν βρίσκω ευχαρίστηση στην προσευχή μου, αλλά χρειάζεται να αγωνίζομαι  κάθε φορά για να καταβάλω προσπάθεια για να προσευχηθώ. Αγωνίζομαι κατά της απροθυμίας, νικιέμαι από την αμαρτωλότητα μου και είμαι πάντα πρόθυμος να καταπατώ με κάθε νοητή και ανόητη σκέψη και πράγμα, ακόμα και κατά την ώρα της προσευχής, γεγονότα, που όπως είναι φυσικό, μικραίνουν την προσευχή και απομακρύνουν τη σκέψη από αυτή.
Ο καιρός μου περνάει αχρησιμοποίητος ή μάλλον χρησιμοποιείται σε μάταιες απασχολήσεις, και όταν απασχολούμαι με το Θεό, όταν τοποθετώ τον εαυτό μου κάτω από την παρουσία Του, τότε κάθε ώρα μου φαίνεται σαν να είναι ολόκληρος χρόνος. Ολόκληρη την ημέρα, είναι ζήτημα αν ξεχωρίζω έστω και μιαν ώρα για να την αγάπη μου προς Αυτόν.
Ολοένα και συζητώ για τιποτένια πράγματα και γεγονότα, τα    οποία μολύνουν το πνεύμα, κι αυτό μου δίνει ευχαρίστηση… Η μελέτη του νομού του Θεού και η γνώση Αυτού και της Πίστεως δεν μου κάνουν πολλή εντύπωση, ούτε ικανοποιούν την πνευματώδη πεινά της ψυχής μου…

2.  Δεν αγαπώ ούτε τον πλησίον μου.
Εάν αγαπούσα το πλησίον μου θα ήταν  δυνατό να σκεφτώ και να αποφασίσω να δώσω και την ζωή μου για αυτόν, εάν θα υπήρχε ανάγκη. Όχι μόνο αυτό δεν κάνω, άλλ’ ούτε και την παραμικρή θησεία είμαι διατιθέμενος να υποστώ για αυτόν.
Εάν αγαπούσα τον πλησίον μου συμφώνα με την εντολή του Ευαγγελίου, οι λύπες του θα ήταν δικές μου και οι χάρες του θα αντανακλούσαν (θα καθρεφτιζόταν) στο πρόσωπο μου, όπως και στο δικό του. Αντίθετα όμως, ευχαριστούμαι να ακούω διάφορα άσχημα πράγματα για αυτόν αντί να λυπάμαι και να πονάω.
Το κάθε τυχόν κακό που ακούω για τον πλησίον μου, όχι μόνο δεν μου φέρνει στενοχώρια, αλλά μου δίνει και είδος χαράς, ενδιαφέροντος και ελπίδας, να ακούσω περισσότερα.
Το σφάλμα ή το αμάρτημα του αδελφού μου όχι μόνο δεν το σκεπάζω με αγάπη, αλλά το διατυμπανίζω όπου μπορώ με εσωτερική ικανοποίηση.
Η ευτυχία του πλησίον μου, η τιμή του, τα αγαθά του δεν με ευφραίνουν, αλλά μου δίνουν αντίθετα το συναίσθημα της αδιαφορίας.
Τέλος όχι λίγες φορές καταλαμβάνουν την ψύχη μου περιφρόνηση και φθόνος για τον πλησίον μου.
3.  Δεν έχω χριστιανική πίστη.
Ούτε στην αθανασία ούτε στο Ευαγγέλιο, γιατί αν είχα τέλεια πεισθεί και πίστευα χωρίς αμφιβολία ότι μετά τον τάφο ξανοίγεται ή αιώνια ζωή και η ανταπόδοση των όσων πράξαμε σ αυτόν τον κόσμο, θα σκεπτόμουνα συνεχώς αυτό, χωρίς διακοπή.  Η ιδέα της αθανασίας θα με συνέτριβε κυριολεκτικά και θα ζούσα στην πρόσκαιρη αυτή ζωή σαν ένας ξένος και παρεπίδημος, που έχει πάντα στο νου του τη φροντίδα να αξιωθεί κάποτε να φτάσει στην γλυκεία του πατρίδα.
Αντίθετα, όμως εγώ ούτε καν σκέπτομαι για την αιωνιότητα και συμπεριφέρομαι στη ζωή μου σαν να πιστεύω ότι το τέλος της παρουσών ζωής είναι το τέρμα της ανθρώπινης υπάρξεως μου. Μέσα μου φωλιάζει υποσυνείδητα η σκέψη που συνοψίζεται στο: ποιος ξέρει και ποιος είδε τα μετά θάνατο;
Όταν μιλώ για την αθανασία, το μυαλό μου συμφωνεί μ’ εκείνη, ενώ η κάρδια μου απέχει από το να έχει πεισθεί από αυτή.
Όλη αυτή η απιστία αποδεικνύεται από τις πράξεις μου και από τη συνεχή φροντίδα να ικανοποιώ τη ζωή των αισθήσεων.
Είμαι γεμάτος από υπερηφάνεια και φιλαυτία. Όλες μου οι ενέργειες το επιβεβαιώνουν. Βλέποντας κάτι κάλο στον εαυτό μου, επιθυμώ να το φανερώσω ή να το υπερηφανευτώ για αυτό μπροστά σε άλλους ανθρώπους, η να το θαυμάσω μόνος μου εσωτερικά.
Αν και επιδεικνύω μια εξωτερική ταπεινοφροσύνη, την αποδίδω σε αποτελεσματικότητα της δικής μου δυνάμεως, θεωρώ δε τον εαυτό μου ή ανώτερο από τους άλλους ή τουλάχιστον όχι χειρότερο τους.
Όταν ανακαλύπτω ένα σφάλμα μου προσπαθώ να το δικαιολογήσω και να το σκεπάσω λέγοντας: Τι να κάνω; Έτσι είμαι φτιαγμένος, ή δεν πειράζει, κάνεις δεν θα με παρεξηγήσει.
Θυμώνω με όσους δεν δείχνουν εκτίμηση προς το πρόσωπο μου και τους θεωρώ ότι είναι άνθρωποι που δεν μπορούν να εκτιμήσουν την αξία του άλλου.
Αγάλλομαι για τα χαρίσματα μου και όλες μου τις πτώσεις της θεωρώ εντελώς προσωπικό  μου ζήτημα.
Ενώ είμαι μεμψίμοιρος, βρίσκω ευχαρίστηση στις ατυχίες των εχθρών μου.
Όταν αγωνίζομαι για κάτι καλό το κάνω με σκοπό να κερδίσω επαίνους, η να δώσω κάποια ελαστικότητα στον πνευματικό μου εαυτό, η να πάρω κάποια πρόσκαιρη παρηγοριά.
Με μια λέξη, συνεχώς κατασκευάζω ένα είδωλο του εαυτού μου προς το οποίο προσφέρω αδιάκοπες τις υπηρεσίες μου, φροντίζοντας με κάθε τρόπο για την ευχαρίστηση μου και την καλλιέργεια των παθών και των επιθυμιών μου.
Πράττοντας όλα αυτά αναγνωρίζω τον εαυτό μου να είναι γεμάτος από υπερηφάνεια, από διάφορες σαρκικές επιθυμίες, από απιστία, από έλλειψη αγάπης προς το Θεό και από κακία προς τον πλησίον μου. Ποια κατάσταση θα μπορούσε να υπάρχει πιο αμαρτωλή από αυτή;
(από το βιβλίο, Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού, σελ. 165-174 (αποσπασματα))

- Είμαι μικρός, αδύναμος, ατελής. Ξέρω τα όριά μου…

«Η αυτογνωσία καθιστά τον άνθρωπο σοφό.
Ο Γέροντας Ιωσήφ έλεγε:
«Με την αυτογνωσία ο χριστιανός γίνεται σοφότερος από τους άλλους ανθρώπους. Παράλληλα έρχεται σε ταπείνωση και λαμβάνει χάρη από τον Κύριο»
(Διδαχές Γερόντων, Διονυσίου Τάτση σελ. 8)

«Ώστε, καθώς είπαμε, εξ’ αιτίας αγνωσίας και υπερηφανείας ταράσσεται κανείς όταν ενοχλείται από πάθος, αλλά μάλλον οφείλει να αναγνωρίζει με ταπείνωση τα όριά του και να υπομένει προσευχόμενος έως ότου δείξει σε αυτόν ο Θεός το έλεός του.
Διότι, εάν κάποιος δεν πειρασθεί και δεν δει την θλίψη των παθών, ούτε αγωνίζεται για να καθαριστεί κάποτε»
(αββάς Δωρόθεος, Εκδ. ΕΠΕ σελ. 529)

«ει γαρ δοκεί τις είναι τι μηδεν ων,
εαυτόν φρεναπατά»
(Προς Γαλάτας 6,3)

(= διότι εάν νομίζει κανείς, ότι είναι κάτι, αυτός με την ιδέα του αυτή χάνει κάθε αξία ενώπιον του Θεού, είναι μηδέν ενώπιον του Θεού. Εξαπατά λοιπόν τον αυτό του)
(Η Καινή Διαθήκη,Π.Ν Τρεμπέλα)

«Δεν είναι μικρή ευσέβεια και αρετή, το να μπορέσουμε να συνειδητοποιήσουμε την πραγματική μας αξία.
Γιατί αυτός είναι εκείνος που γνωρίζει καλύτερα τον εαυτό του, αυτός δηλαδή που πιστεύει ότι δεν είναι τίποτα»
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία αριθμ. κειμ. 1366)

«Γιατί πετάς στον ουρανό ενώ είσαι πεζός;
Γιατί κτίζεις πύργο ενώ δεν έχεις τα απαραίτητα για την ολοκλήρωσή του;
Γιατί κι εσύ μετράς το νερό με το χέρι και τον ουρανό με τη σπιθαμή και όλη την γη με την δράκα,
στοιχεία μεγάλα και μετρητά μόνον από τον ποιητή;
Γνώρισε πρώτα τον εαυτό σου,
κατανόησε όσα είναι στα χέρια σου,
ποιός είσαι, πώς πλάστηκες, και πώς κατασκευάστηκες,
για να είσαι εικόνα του Θεού και συνδεθείς με το χειρότερο».                  
(Γρηγόριος ο Θεολόγος, στο Γρηγοριανό Ταμείο σελ. 151)

- Ο ιερός Αυγουστίνος θαυμάζει και ελκύεται από την ταπείνωση του αγίου Αμβροσίου Μεδιολάνων

«Πάντως του υπέβαλα τις ερωτήσεις που ήθελα να συζητήσω μαζί του. Αυτός, με μεγάλη μετριοφροσύνη, δεν αποτόλμησε να σηκώσει τέτοιο βάρος. Είχε συνείδηση της ανεπάρκειάς του και δεν ντρεπόταν να την ομολογήσει.
Δεν ήταν από εκείνους τους μεγαλορρήμονες – α, πόσους τέτοιους είχα συναντήσει! – που έσπευδαν να μου δίνουν μαθήματα πάνω σε παρόμοια ζητήματα, αερολογώντας.
Ο άνθρωπος αυτός είχε καρδιά που, αν και δεν ήταν «ευθεία» απέναντί σου, ήταν τουλάχιστον προσεκτική με τον εαυτό της. Είχε επίγνωση της άγνοιάς του και δεν ήθελε να εμπλακεί άκριτα σε μια συζήτηση από όπου δεν θα μπορούσε εύκολα να βγει ούτε και να υποχωρήσει.
Αυτό με έκανε να τον συμπαθήσω περισσότερο. Η μετριοφροσύνη μιας ψυχής που ομολογεί τα όριά της είναι πολύ ωραιότερη από τις γνώσεις που ζητούσα
.
Αυτή την ιδιότητα τού την αναγνώριζα κάθε φορά που οι ερωτήσεις μου ήσαν δυσκολότερες και λεπτότερες».        
(Αγίου Αυγούστου, Εξομολογήσεις, εκδ. Πατάκη τομ.Α σελ.235)

«Τα προβλήματα που του θέταμε, ο Γέρων Πορφύριος τα αντιμετώπιζε με ιδιαίτερη προσοχή, με αίσθηση ευθύνης και με πολλά προσευχή.
Ήταν χαρακτηριστικό ότι τον έβλεπες σιωπώντα κατά τη διαρκεια της εξομολόγησης και αισθανόσουν ότι προσευχόταν και ζητούσε τον φωτισμό του Θεού.
Ήταν επίσης πολύ χαρακτηριστικό το ότι δεν έσπευδε να δώσει απαντήσεις, με σκοπό να κερδίσει κάποιες εντυπώσεις. Ορισμένες φορές μας έλεγε:
«Δεν έχω αυτή τη στιγμή πληροφορία, δεν μπορώ να σας πω». Και επανερχόμαστε δεύτερη ή και τρίτη φορά για το ίδιο θέμα»
(Ανθολόγιο Συμβουλών, σελ. 173-174)  

«Αλλοίμονο σ’ εκείνους που φρονούν ότι είναι συνετοί και στα μάτια τα δικά τους είναι σοφοί (Ησ. 5,21)».
Δεν είναι μικρό κι αυτό το ελάττωμα, το να νομίζει δηλαδή κανείς σοφό τον εαυτό του και το να εμπιστεύεται τα πάντα στους δικούς του λογισμούς...
Και ο λόγος των παρομοίων πάλι λέγει: «Είδα άνθρωπο που θεωρεί τον εαυτό του σοφό• αλλά ο άφρονας έχει μεγαλύτερη ελπίδα απ’ αυτόν για διόρθωση και σωτηρία (Παροιμ. 26,12)».

Αυτό και ο Παύλος κατηγορεί πάλι, λέγοντας: «Μη φαντάζεστε για τον εαυτό σας ότι είστε συνετοί και φρόνιμοι (Ρωμ. 12,16)». Και πάλι: «Αν κάποιος ανάμεσά σας νομίζει ότι είναι κατά κόσμον σοφός, ας γίνει για τους ανθρώπους του κόσμου μωρός (=ανόητος), για να αναδειχτεί πραγματικά σοφός εκ μέρους του Θεού (Α Κορ. 3,18)».
Ας μην εμπιστεύεται, λέγει, κάποιος τη δική του σοφία ούτε τους δικούς του λογισμούς, αλλά, αφού καταστείλει εκείνους, ας παραδώσει την ψυχή του στη διδασκαλία του Αγίου Πνεύματος».
«Αλλά πολλοί από αυτούς που ελέγχονται εξαγριώνονται πολλές φορές, σκεπτόμενοι και λέγοντας μέσα τους• εγώ είμαι σοφός και συνετός, θα ανεχθώ τον τάδε; και δεν αντιλαμβάνονται ότι αυτή η ίδια η έκφραση είναι απόδειξη της μεγαλύτερης ανοησίας...
Γιατί κι αν ακόμη είσαι απέραντα σοφός και αντιλαμβάνεσαι αμέσως τα πρέποντα, αλλά δεν παύεις να είσαι άνθρωπος και έχεις επομένως ανάγκη συμβούλου. Μόνον ο Θεός δεν έχει καμιά ανάγκη και μόνον Αυτός δε χρειάζεται σύμβουλο»                  
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλίου αριθμ. κειμ. 1387,1388)

- Εχουμε όλοι ανάγκη οδηγού, πνευματικού πατέρα…

«Τίποτα δεν οδηγεί τόσο πολύ στην έπαρση και δεν αποχωρίζει τον άνθρωπο από τους άλλους, όσο το να νομίζει ότι είναι αυτάρκης και δεν έχει ανάγκη από κανένα.
Γι’ αυτό και ο Θεός μας έφτιαξε έτσι, ώστε να έχουμε ανάγκη ο ένας από τον άλλο. Κι αν ακόμη είσαι σοφός, θα έχεις την ανάγκη κάποιου άλλου. Αν όμως νομίσεις ότι δεν έχεις ανάγκη, έγινες ο πιο ανόητος και ο πιο αδύνατος από όλους.
Γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος και θα στερήσει τον εαυτό του από κάθε βοήθεια και στα σφάλματά του κανείς δε θα βρεθεί ούτε να τον διορθώσει ούτε να τον συγχωρήσει και το Θεό θα εξοργίσει με την αλαζονεία του και πολλά αμαρτήματα θα κάνει.
Γιατί είναι δυνατόν πολλές φορές και ο σοφός να μην έχει επίγνωση τι είναι σωστό, και αντίθετα ο πιο ανόητος να βρει και να προτείνει κάτι από τα πρέποντα και ορθά».
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλίου αριθμ. κειμ. 1389)

«Ενας μεγάλος αναλυτής της ψυχής, ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής (580-662), λέει χαρακτηριστικά:
«Μην ταξιδεύετε μονάχοι με τον εαυτό      σας… Θα χαθείτε»!
(Αγκαλιά με τον εαυτό μας, Ντέμη Σταυροπούλου σελ. 149)

«άνθρωπος χωρίς συμβουλή, είναι πλοίο ακυβέρνητο, το οποίο είναι παραδομένο στις τυχαίες κατευθύνσεις των ανέμων»
έγας Βασίλειος)

Ο άνθρωπος βοηθιέται από τον άνθρωπο
- Γέροντα, πώς θα καταλάβει κανείς, αν κάτι που τού συμβαίνει στον αγώνα του είναι από τον πειρασμό ή από δική του απροσεξία;
- Θα πάει να ρωτήσει… Εγώ για ένα ατομικό μου θέμα πάντοτε θα ρωτήσω. Τη δική μου λύση, και σοφώτερη να είναι, τη θεωρώ τη μεγαλύτερη βλακεία, όταν πρόκειται για προσωπικό μου θέμα…
Οσο πνευματικός άνθρωπος και αν είναι κανείς δεν μπορεί να αναπαυθεί, γιατί ο Θεός θέλει ο άνθρωπος να βοηθιέται από τον άνθρωπο και να διορθώνεται δια του ανθρώπου. Τα οικονομάει ο καλός Θεός, για να ταπεινώνεται ο άνθρωπος…
(Γέροντος Παϊσίου, Χαριτωμένες Διδαχές σελ. 92)

 

- Ευαίσθητη και αναίσθητη συνείδηση

«Σαν ήμουν μικρός, έλεγε κάποτε ο όσιος Μακάριος, έβοσκα βόδια μαζί με άλλα παιδιά. Μια μέρα πήγαν να κλέψουν σύκα και πήραν και μένα κοντά. Όταν γυρίζαμε στο κοπάδι, έπεσε ένα σύκο από το καλάθι κι εγώ το σήκωσα και το έφαγα. Τώρα που άσπρισαν πια τα μαλλιά μου θυμάμαι την αμαρτία εκείνη και θρηνώ»
(Γεροντικόν, Θοδώρας Χαμπάκη, σελ. 178)

«Ο Ιερομόναχος της Οπτινα π. Πλάτων που για ορισμένο χρονικό διάστημα χρημάτισε εξομολόγος του στάρετς Αμβροσίου, είχε πολλά να πει για την «συντετριμμένην καρδίαν» του». «Πόσο με δίδασκε η εξομολόγηση του π. Αμβροσίου! Με τι μεγάλη ταπείνωση και συντριβή εξαγόρευε τις αμαρτίες του!
Και τι αμαρτίες; Τέτοιες που εμείς ούτε τις υπολογίζουμε καθόλου. Κατέλυε π.χ. την Τετάρτη ή την Παρασκευή -έτρωγε δυο τρία κομματάκια ολλανδικής ρέγγας- εξαιτίας της στομαχικής του πάθησης, και για αυτήν του την πράξη οδυρόταν. Γονάτιζε μπροστά στην εικόνα του Κυρίου και σαν κατάδικος εκλιπαρούσε το θείο έλεος. Βλέποντάς τον να θρηνεί έτσι αναλυόμουν και εγώ σε δάκρυα…»
(Ο στάρετς Αμβρόσιος Ι.Μ. Παρακλήτου,1974, σελ.212)

«Όποιος εξομολογείται και δικαιολογεί τον εαυτό του, δεν έχει ανάπαυση εσωτερική, όσο ασυνείδητος και αν είναι. Τα ελαφρυντικά που χρησιμοποιεί στην εξομολόγηση του γίνονται επιβαρυντικά για τα συνείδησή του. Ενώ, όποιος υπερβάλλει τα σφάλματά του, γιατί έχει λεπτή συνείδηση, και δέχεται και μεγάλο κανόνα από τον πνευματικό, αυτός νιώθει ανέκφραστη αγαλλίαση.
Υπάρχουν άνθρωποι που αν κλέψουν λ.χ. μια ρώγα, νιώθουν σαν να πήραν πολλά καλάθια σταφύλια και σκέφτονται συνέχεια το σφάλμα τους. Δεν κοιμούνται όλη τη νύχτα, μέχρι να το εξομολογηθούν. Και άλλοι,ενώ έχουν κλέψει ολόκληρα καλάθια σταφύλια, δικαιολογούν τον εαυτό τους και λένε πως πήραν ένα τσαμπί.
Αυτοί όμως που όχι μόνο δεν δικαιολογούν τον εαυτό τους, αλλά μεγαλοποιούν το παραμικρό σφάλμα τους και στενοχωριούνται και υποφέρουν πολύ για μια μικρή τους αταξία, ξέρετε τι θεία παρηγοριά νιώθουν; Εδώ βλέπεις την θεία δικαιοσύνη, πώς ο Καλός Θεός ανταμείβει. (π. Παΐσιος Λόγοι Γ σελ. 263)

«Κάποια γυναίκα πήγε να εξομολογηθεί και άρχισε να κατηγορεί τη νύφη της. Ο π. Επιφάνιος τη σταματούσε και με αυστηρό ύφος της έλεγε:
- Αφησε τη νύφη σου! Τα δικά σου αμαρτήματα πες μου!
Εκείνη, λες και δεν άκουγε, συνέχιζε ακάθεκτη το κατηγορητήριο. Κάποτε τελείωσε. Σηκώνεται τότε ο γέροντας και της λέει:
- Να πεις στη νύφη σου να έλθει να της διαβάσω την ευχή!
- Οπότε εκείνη με απορία ρωτά:
- Κι εμένα;
- Σε σένα θα διαβάσω όταν εξομολογηθείς τα δικά σου αμαρτήματα!
(Υποθήκες Ζωής σελ. 115)

- Πώς αντιδρώ σε επαίνους και κατηγορίες;
«Οταν, αυτοί που μας επαινούν, ή καλύτερα που μας αποπλανούν, αρχίσουν να μας επαινούν, ας φέρουμε στη μνήμη μας αμέσως το πλήθος των ανομιών μας, και θα βρούμε τον εαυτό μας να είναι ανάξιος όλων αυτών που λέγονται ή γίνονται προς τιμήν μας»
«Κανένας δεν γνωρίζει τα του ανθρώπου, παρά μόνο το πνεύμα του ανθρώπου που υπάρχει μέσα του». Ας ντραπούν λοιπόν και ας κλείσουν το στόμα τους όσοι συνηθίζουν να επαινούν τους άλλους κατά πρόσωπο…
Είναι μεγάλο πράγμα να διώξει κανείς από την ψυχή του τον έπαινο τον ανθρώπων,μεγαλύτερο όμως το ν’ απωθεί τον έπαινο των δαιμόνων.
Για να ταπεινωνόμαστε και χωρίς να το θέλουμε ο Κύριος οικονόμησε και αυτό: κανένας δεν μπορεί να βλέπει τα τραύματά του έτσι, όπως τα βλέπει ο πλησίον του. Για αυτό πρέπει να μην αποδίδουμε την θεραπεία στον εαυτό μας, αλλά στον πλησίον μας και στο Θεό»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτου εκδ. ΕΠΕ σελ. 349,341,393)

Η φωνή σου στο μαγνητόφωνο.
«Δοκίμασες ποτέ να ακούσεις τη φωνή σου στο μαγνητόφωνο; Όλοι οι άλλοι την αναγνωρίζουν εκτός από σένα. Μόνο όταν πεισθείς ότι είναι η φωνή σου, τότε μόνο αναγνωρίζεις τις παραφωνίες σου και την αστάθειά της. Το ίδιο συμβαίνει και αν κατορθώσεις να γνωρίσεις αντικειμενικά τον εαυτό σου».
«Να προσέχουμε τι λένε οι εχθροί μας, γιατί πρώτοι αυτοί αντιλαμβάνονται τα λάθη μας»
(Αντισθένης στο Σταλαγμοί αρχαίας σοφίας, Αγγελική Ζαχαριά σελ. 396))

« Ένας εχθρός του βασιλιά Μιθριδάτη είχε γράψει ένα βιβλίο εναντίον του, στο οποίο ανέφερε όλα τα ελαττώματά του με δηλητηριασμένη γλώσσα. Ο Μιθριδάτης προμηθεύτηκε εκείνο το βιβλίο και το διάβαζε προσεχτικά, χωρίς να εξανίσταται, αλλά απεναντίας φαινόταν να τον ενδιαφέρει όσο τίποτα άλλο στον κόσμο.
Ένας αυλικός του τόν ρώτησε τότε, χωρίς να ξέρει περί τίνος ακριβώς επρόκειτο:
- Το βιβλίο αυτό είναι τόσο σπουδαίο ώστε σού έγινε αχώριστος σύντροφος, του είπε.
- Βεβαίως, αποκρίθηκε ο βασιλιάς. Το βιβλίο αυτό είναι ο καλύτερός μου σύντροφος, γιατί μου λέει τα ελαττώματά μου, που κανείς από σας δεν μου είπε ποτέ».

«Ενώ καθόταν κάποτε μπροστά από την εκκλησία ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός, τον τριγύρισαν οι αδελφοί και του εξέθεταν τους λογισμούς τους. Βλέποντάς το αυτό ένας από τους γέροντες και κινημένος σε φθόνο, του λέει:
«Το κανάτι σου, Ιωάννη, είναι γεμάτο από φαρμάκι».
Του λέει ο αββάς Ιωάννης:
«Ετσι είναι, αββά. Και αυτό το είπες, βλέποντας μόνο τα έξω. Αν έβλεπες και τα μέσα, τί θα έλεγες;»
(Γεροντικόν,Είπε γέρων, Ιωάννη Κολοβού η΄ σελ. 106)

«Ένα πρώην πνευματικό του τέκνο, άστοχα φερόμενο και παρά την αντίθετη γνώμη του Γέροντα,χειροτονήθηκε. Ο π. Επιφάνιος εθλίβη βαθύτατα και του το διεμήνυσε. Η θλίψη βέβαια του γέροντα παρερμηνεύτηκε από το νέο εκείνο.
Έτσι μια μέρα ήλθε στο σπίτι του και έμπλεως θυμού, χωρίς να ελέγχει τον εαυτό του,αρχίζει να επιτιμά τον π. Επιφάνιο και να τον αποκαλεί εμπαθή, πικρόχολο,φθονερό, εγωιστή κλπ. Ο Γέροντας τον άκουε σκυφτός και αμίλητος. Και εκεί που περιμέναμε από στιγμή σε στιγμή να τον ανακόψει ως χείμαρρος και να τον συνεφέρει από την εκτροπή του, αυτός σήκωσε τα μάτια του και δακρυσμένος του είπε:
- Σε ευχαριστώ, παιδί μου,για όσα λες. Αν ανοίξεις μάλιστα την καρδιά μου, θα δεις ότι είμαι χειρότερος από ό,τι με ονομάζεις».
(Υποθήκες Ζωής σελ. 85)

- Και να γνωρίσω τον εαυτό μου και να τον αλλάξω…
«Το να μη βρίσκεις λάθη στον εαυτό σου
είναι ένα μεγάλο λάθος.
Και το να μην διορθώνεις τα λάθη
που βρίσκεις στον εαυτό σου
είναι ένα μεγαλύτερο δεύτερο λάθος»
(Κωνσταντίνος Κούρκουλας, Στάχυα τομ.Β σελ. 16)

«Δείτε και αναγνωρίστε τα πάθη σας, λένε οι ηθικιστές. Αλλά είναι αρκετό αυτό; Εάν ο άνθρωπος δεν φοβηθεί και δεν σιχαθεί τα πάθη του έτσι όπως φοβάται και σιχαίνεται κάποιες σωματικές ασθένειες, πράγματι δεν μπορεί να θεραπευτεί. Ας σκεφτεί ο καθένας μας τα πάθη ως σωματική αρρώστια. Αυτό είναι αποφασιστικής σημασίας.
Ας σκεφτούμε για παράδειγμα την φιλοδοξία ως πνευμονία, την πορνεία ως καρκίνο, τη φιλαργυρία ως φυματίωση, την εξάρτηση ως χολέρα, τη μέθη ως τύφο, τη λαιμαργία ως ερυθρά, την προκατάληψη ως ηλίαση, την αυταρέσκεια ως μούδιασμα από τέτανο.
Τότε ο άνθρωπος μπορεί να κραυγάσει όπως ο προφήτης Ησαϊας: «από τα πόδια ως το κεφάλι τίποτα δεν έχει γερό, παρά μονάχα τραύματα μώλωπες και ανοιχτές πληγές. Δεν είναι δυνατόν να μπει μαλακτικό, ούτε λάδι, ούτε επίδεσμοι» (Ησ. 1,6) ή όπως ο μετανοημένος απόστολος: «Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! Ποιός θα με σώσει από το σώμα αυτού του θανάτου;» (Ρωμ. 7,24)
(Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Δεν φτάνει μόνο η πίστη σελ. 224-225)

«Ο καθένας είναι ο πρώτος και ο πιο μεγάλος κόλακας του εαυτού του»
(Πλούταρχος στο Σταλαγμοί αρχαίας σοφίας, Αγγελική Ζαχαριά σελ. 264)

«Πόσο δύσκολο μου φαίνεται να δω εκείνο που βρίσκεται μπρος στα μάτια μου»
(Βιττγκενστάιν)

«Μην λέγεις πως είσαι ταπεινός, μέσα είναι το γουρουνόπουλο της υπερηφανείας. Με βλέπεις και εμέ με τούτα τα γένεια; Όλο υπερηφάνεια είναι γεμάτα, και ο Θεός να μας την ξεριζώσει από την καρδιά μας.
Ο χριστιανός χρειάζεται δύο πτέρυγες δια να πετάξει, να πηγαίνει στον Παράδεισο, με την αγάπην και την ταπείνωσιν».                    
(Κοσμάς ο Αιτωλός Διδαχή Α 1)

«Κάποιον αδελφό που υπερηφανευόταν τον συμβούλευσε πνευματικά ένας πάρα πολύ γνωστικός γέροντας. Αυτός τότε τυφλωμένος από το πάθος τού είπε: «Συγχώρησέ με, πάτερ, δεν είμαι υπερήφανος». Και ο πάνσοφος γέροντας αποκρίθηκε:
«Και ποια απόδειξη σαφέστερη από αυτή θα μπορούσες, τέκνο μου, να μας δώσεις για το πάθος σου, από αυτό του είπες, Δεν είμαι υπερήφανος;»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτη εκδ. ΕΠΕ σελ. 353)

«Είναι λίαν αξιόλογη η παρατήρηση του Maillot, σύμφωνα με την οποία «γίνεται κάποιος φαρισαίος ευθύς μόλις αρνηθεί να διανοηθεί ότι θα ήταν δυνατόν να είναι τέτοιος»
(Βιβλικά Ψυχογραφήματα, Ιωάννου Κορναράκη σελ. 63)

- Η έπαρση, η υπερηφάνεια, η έλλειψη ταπείνωσης και οι λάθος διαγνώσεις!

Διηγήθηκε ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος το εξής περιστατικό:
- Προ 20ετίας περίπου ένα πνευματικοπαίδι μου τραυματίστηκε στο μάτι, δημιουργήθηκε φλεγμονή και εισήχθη επειγόντως στην τότε Πανεπιστημιακή Οφθαλμολογική Κλινική. Αφού τον εξέτασε ο Καθηγητής, του είπε ότι η κατάστασή του είναι σοβαρή –πανοφθαλμία- και ότι έπρεπε να εξαχθεί επειγόντως το μάτι για τον κίνδυνο συμπαθητικής οφθαλμίας (να προσβληθεί δηλαδή και το άλλο μάτι) και διασποράς της φλεγμονής και στον εγκέφαλο παρά το ότι εκαλύπτετο με αντιβίωση.
Μόλις όμως έφυγε ο καθηγητής με το επιτελείο του, κάποιος βοηθός, που ήταν παρών στην εξέταση, του είπε εμπιστευτικά, ότι το θέμα δεν ήταν τόσο επείγον και ότι θα μπορούσε να περιμένει μερικά 24ωρα, μήπως του έσωζε το μάτι η φαρμακευτική αγωγή, η οποία του γινόταν.
Το παιδί βρέθηκε σε δίλημμα. Τότε με κάλεσε εσπευσμένα να πάω εκεί, μου εξέθεσε τα πράγματα και μου είπε: «Περιμένω την δική σας απάντηση! Δεν θέλω πάντως να μείνω μονόφθαλμος!»
Βρέθηκα σε δύσκολη θέση. Του είπα ότι δεν μπορώ εγώ να πάρω απόφαση, διότι δεν γνωρίζω τα πράγματα αφού δεν είμαι γιατρός. Εκείνος όμως επέμενε. Μπροστά στην επιμονή του συνέστησα να καλέσουμε κάποιον ευσεβή οφθαλμίατρο, γνωστό μου, και παράλληλα να κάνουμε θερμή προσευχή όλοι μας να τον φωτίσει ο Θεός και ό,τι μας πει, αυτό να ακολουθήσουμε.
Ηλθε ο γιατρός, τον εξέτασε κανονικά και συμφώνησε με τη γνώμη του βοηθού και όχι του Καθηγητού.
Περιμέναμε, λοιπόν, παρά τη μήνι του Καθηγητού, τα επόμενα 24ωρα, οπότε πράγματι η κατάσταση βελτιώθηκε. Αποφεύχθηκε έτσι η εγχείριση και το μάτι σώθηκε παρά το ότι είχε χάσει την όρασή του. Αργότερα μάλιστα, όταν προήχθη η επιστήμη, του έγινε κάποια επέμβαση και ξαναβρήκε το φως του!»
(Υποθήκες Ζωής σελ. 221-222)

- Όταν δεν θέλω να δω την αλήθεια…
«Πράγματι, όπως με όλες τις θεραπείες, υπάρχουν ενδείξεις και αντενδείξεις και για την ψυχοθεραπεία. Και η σπουδαιότερη από τις ενδείξεις είναι η θέληση του αρρώστου να γίνει καλά, το θεραπευτικό κίνητρο, που όσο και αν αυτό ακούγεται παράδοξο, πολλές φορές δεν συμφωνεί με τους ισχυρισμούς του αρρώστου ότι θέλει να γίνει καλά.
Η άρνηση ή δυσκολία ενός ανθρώπου που υποφέρει να καταλάβει πως χρειάζεται ψυχολογική βοήθεια είναι μία ένδειξη ότι οι λόγοι που τον κάνουν άρρωστο είναι πιο ισχυροί από τους λόγους που θα είχε να γίνει καλά, ή ότι έχει κάποιο σοβαρό συμφέρον, συνειδητό ή ασύνειδο –το λεγόμενο δευτερογενές όφελος- να παραμένει άρρωστος»
(Πέτρου Χαρτοκόλλη Εισαγωγή στην Ψυχιατρική σελ. 324)

«Η γνωστή σε όσους έχουν διαβάσει Αρχαία Ελληνική Ιστορία, Λαϊδα η Κορινθία, όταν διέκρινε στον καθρέπτη τις πρώτες ρυτίδες να αυλακώνουν το ωραίο της πρόσωπο, κυριεύτηκε από θυμό και απογοήτευση και είπε: «Εγώ ρυτίδες;». Και πιάνοντας τον καθρέπτη, τον πέταξε με δύναμη στο πάτωμα και τον έκανε κομμάτια…
Έτσι είναι ο κάθε άνθρωπος. Μια σωστή ασχήμια, την οποία δεν μπορεί μόνος του να δει και να αναγνωρίσει. Και αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο ο Θεός έγραψε για μας το Λόγο του. Για να γίνει καθρέπτης σε όλους μας, να δούμε πόσο αμαρτωλοί είμαστε και να δεχτούμε, αν θέλουμε, το δώρο Του τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος μόνος μπορεί να μεταμορφώσει τη ζωή μας»
(Ημεροδείκτης εκδόσεων ο Λόγος)

Το είπε τόσο χαρακτηριστικά ο Καβάφης στο ποίημά του «Τα παράθυρα»:
«Μα τα παράθυρα δεν βρίσκονται,
ή δεν μπορώ να τα βρω.
Και ίσως καλύτερα να μην τα βρω.
Ίσως το φως να είναι μιά νέα τυραννία!
Ποιός ξέρει, τί καινούργια πράγματα θα δείξει!».
Κάπως έτσι ένιωσε τη γέννηση του Χριστού και ο Ηρώδης. Βολεμένος στον ύπνο της εξουσίας, βολεμένος στη φυλακή της ματαιοδοξίας και της φιλαρχίας του, φοβήθηκε μήπως το Νεογέννητο Βρέφος είναι κάποιος νέος… τύραννος! «Ισως το φως να είναι μια νέα τυραννία!», που λέει ο Καβάφης. «Ποιος ξέρε, τι καινούργια πράγματα θα δείξει!». Και για να κλείσει ο Ηρώδης τα παράθυρα στο «Φως το της Γνώσεως», δεν δίστασε να σφάξει κάποιες χιλιάδες νήπια!»
(αρχ. Βαρνάβα Λαμπρόπουλου, Αναζητώντας ελυθερία σελ.42-43)

- Ο εγωισμός φέρνει την δικαιολογία…
«Ω αδελφοί μου, τι κάνει η υπερηφάνεια; Ω τι κατορθώνει η ταπεινοφροσύνη; Ποια ανάγκη υπήρχε για όλους αυτούς τους κύκλους; Διότι αν είχε ταπεινωθεί (ο Αδάμ) και υπακούσει το Θεό από την αρχή και είχε φυλάξει την εντολή, δεν επρόκειτο να ξεπέσει.
Πάλι μετά την ασχημοσύνη τού έδωσε αφορμή να μετανοήσει και ελεηθεί. Αλλά ο τράχηλός του έμεινε υψηλός. Διότι ήλθε κοντά του λέγοντας· «Αδάμ, πού είσαι;» αντί για το, από ποιά δόξα σε ποιά εντροπή ήλθες; Στη συνέχεια τον ερωτά. «γιατί αμάρτησες; γιατί απείθησες;» προτρέποντας τον ειδικά να πει «συγχώρεσε». Και πού είναι το «συχγώρεσε»; Πουθενά ταπείνωσις, πουθενά μετάνοια, αλλά το αντίθετο.
Και αυτός αντιλέγει. «Η γυναίκα που μου έδωσες», και δεν λέγει η γυναίκα μου με ενέπαιξε, αλλά «η γυναίκα που μου έδωσες», σαν να έλεγε κανείς η συμφορά που έφερες στην κεφαλή μου. Έτσι συμβαίνει, αδελφέ· όταν ο άνθρωπος δεν έχει στο πρόγραμμά του το να μέμφεται τον εαυτό του, δεν διστάζει να κατηγορεί τον ίδιο το Θεό.
Έπειτα έρχεται προς εκείνη (την Εύα) και της λέει· «γιατί και εσύ δεν εφύλαξες την εντολή;» σαν να της έλεγε ειδικώς, πες κι εσύ, συχγώρεσε, για να ταπεινωθεί η ψυχή σου και ελεηθείς. Και πάλι πουθενά το «συγχώρεσε». Και αυτή απομακρύνεται λέγοντας «το φίδι με απάτησε», σαν να έλεγε, αν αυτός αμάρτησε, τι έχω να κάνω εγώ.
Τι κάνετε, άθλιοι; Βάλετε μιά μετάνοια, αναγνωρίστε το πταίσμα σας, λυπηθείτε τη γύμνωσή σας. Κι όμως κανείς τους δεν αξιώθηκε να δώσει μομφή στον εαυτό του. Κανείς δε βρέθηκε να έχει μικρή έστω ταπείνωση».                   
(αββάς Δωρόθεος ΕΠΕ σελ. 273-275)

Η δικαιολογία απομονώνει τη Θεία Χάρη
- Από τη στιγμή που ο άνθρωπος δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα, απομονώνεται από το Θεό. Μπαίνει μόνωση… καουτσούκ, ανάμεσα στον άνθρωπο και το Θεό. Μπορεί να περάσει το ρεύμα μέσα από το καουτσούκ; Όχι… Είναι σαν να χτίζεις έναν τοίχο και να χωρίζεις τον εαυτό σου από το Θεό, οπότε κόβεις κάθε σχέση μαζί Του»
(γέροντος Παϊσίου,Χαριτωμένες Διδαχές σελ. 49)

«Δίκαιος εαυτού κατήγορος εν πρωτολογία» (Παροιμ. 18,17). Ο ευσεβής πρώτα κατηγορεί τον εαυτό του. Είναι δυνατόν ο ευσεβής να κατηγορεί τον άλλον; Αν τον κατηγορεί είναι ευσεβής; Όχι!...
Η αδιάντροπη δικαιολογία είναι ίδιον των αμετανοήτων αμαρτωλών. Ο φονιάς ρίχνει την ευθύνη στο θυμό, ο κλέφτης στη φτώχεια, ο μοιχός στο πάθος του. Όμως όλα αυτά είναι ανόητες δικαιολογίες.
Διότι: Υπάρχουν φτωχοί που δεν κλέβουν. Υπάρχουν άνθρωποι με επιθυμίες που δεν μοιχεύουν, κλπ άρα, ούτε η φτώχεια, ούτε η επιθυμία, ούτε ο θυμός σπρώχνουν τον άνθρωπο στην αμαρτία, αλλά η θέλησή του, η διάθεσή του.
Ο Δαβίδ είδε απέναντί του την γυναίκα του Ουρία να λούζεται γυμνή (Β Βασ. 11,12). Και ήρθε σε πειρασμό, και μοίχευσε με αυτήν. Όταν μετανόησε, ομολόγησε την αμαρτία του ωμά και καθαρά: «ημάρτηκα τω Κυρίω» (Β Βασ. 12.13).
Θα μπορούσε βέβαια ο Δαβίδ να δικαιολογηθεί, και να πει: «Αμάρτησα γιατί είδα τη γυναίκα να ξεγυμνώνεται μπροστά μου. Γιατί λουζόταν μπρος στα μάτια μου». Ήξερε όμως πως αυτά ήταν ανόητες δικαιολογίες. Για αυτό και καταδίκασε τον εαυτό του, και έλαβε συγχώρεση από τον Κύριο. Και συ, αγαπητέ μου, πες στον Κύριο καθαρά το ήμαρτον» (Ιωάννης ο Χρυσόστομος)
«Όταν σε ελέγξει ο Πνευματικός και σου ειπεί, διατί να τα κάμης όλα αυτά; Τότε εσύ να μην ρίξεις την αφορμή σε άλλον τάχα, πως σε παρακίνησε, ούτε να προφασιστείς πως σε εσκέλισε ο Διάβολος, αλλά να κατηγορήσεις του λόγου σου και να πεις το κακό σου το κεφάλι σε όλα σου έφταιξε»
(άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, Διδαχή Α2)
(αρχ. Βασιλείου Μπακογιάννη, Εξομολόγηση & πνευματικός πατέρας σελ. 98-100)

«Ποιά είναι τα δύο κακά πράγματα
περί των οποίων οι άνθρωποι
με μεγαλύτερη ευχαρίστηση συζητούν;
Η αμαρτία των άλλων
και η δική μας δικαίωση.
(άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

«Όταν κάνω τη βραδινή μου προσευχή, και προσπαθώ να θυμηθώ τις αμαρτίες της ημέρας, εννιά στις δέκα φορές το πιο προφανές αμάρτημά μου έχει σχέση με την αγάπη: κράτησα μούτρα, μίλησα απότομα, σαρκάστηκα, ειρωνεύτηκα, αποπήρα ή έδειξα μίσος σε κάποιον.
Τότε μου έρχεται κατ’ ευθείαν στο μυαλό η δικαιολογία ότι δήθεν η πρόκληση από τους άλλους ήταν πολύ ξαφνική και απρόβλεπτη. «Μ’ έπιασαν στον ύπνο». Δεν είχα χρόνο να συμμαζέψω τον εαυτό μου. Και ίσως αυτό να αποτελεί μια δικαιολογία. Σίγουρα αυτές οι πράξεις θα ήταν χειρότερες, αν ήταν ηθελημένες ή εσκεμμένες. Αν ήταν εκ προμελέτης.
Από την άλλη όμως, αυτό που δείχνει ξεκάθαρα το ποιόν της πνευματικής μας ζωής, είναι αυτό που κάνουμε, όταν «μας πιάνουν στον ύπνο». Αυτό που ξεπετάγεται, πριν προλάβει κάποιος καλά καλά να το μεταμφιέσει κάπως, αυτό είναι η αλήθεια!
Αν υπάρχουν ποντίκια σ ένα κελλάρι, το πιθανότερο είναι να τα δούμε, μόνο όταν θα μπούμε μέσα ξαφνικά. Είναι φανερό ότι, τα ποντίκια, δεν τα δημιουργεί το ξαφνικό του πράγματος! Απλώς δεν τους δίνει την ευκαιρία να κρυφτούν.
Με τον ίδιο τρόπο: το ότι κάποιος με προκάλεσε ξαφνικά, αυτό δεν είναι η αιτία που έχω κακούς τρόπους. Το ξαφνικό δείχνει απλώς πόσο «λίγος» είμαι σε νήψη, σε επαγρύπνηση, σε φόβο Θεού.
Τα ποντίκια είναι πάντα εκεί, μέσα στο κελλάρι. Αλλά αν μπούμε με θόρυβο και φωνές, θα προλάβουν να κρυφτούν πριν ανάψουμε το φως»
(C.S. Lewis στοΜηνύματα από την Λυχνία Γ΄, αρχ. Βαρναβα Λαμπρόπουλου σελ.53-54)
 
«Επίσης μερικές φορές βλέπει κανείς τον εαυτό του να κάθεται με ειρήνη και ησυχία, και όταν του πει κάποιος αδελφός λόγο που τον λυπεί, ταράσσεται και νομίζει εύλογο ότι θλίβεται από αυτόν τον λόγο, κι έτσι λέγει εναντίον του, «εάν δεν ερχόταν να μου μιλήσει και να με ταράξει, δεν επρόκειτο να αμαρτήσω».
Και τούτο είναι φαντασιοπληξία και τούτο είναι παραλογισμός. Μήπως του έβαλε μέσα του το πάθος αυτός που είπε τον λόγο; Απλώς του έδειξε το πάθος που έχει μέσα του, για να μετανοήσει, αν θέλει, γι’ αυτό.
Αυτός μοιάζει με ασπρόψωμο μουχλιασμένο, που είναι απ’ έξω λαμπερό, αλλά όταν το κόψει κανείς, τότε φαίνεται ο βόρβορός του. Έτσι κι αυτός καθόταν ειρηνικά, όπως νόμιζε, είχε όμως μέσα του το πάθος και δεν το γνώριζε.
Ένα λόγο τού είπε ο αδερφός του και εξέβαλε τον κρυμμένο μέσα βόρβορο. Εάν λοιπόν θέλει να ελεηθεί, πρέπει να μετανοήσει, να καθαρθεί, να προκόψει, και τότε θα δεί, ότι οφείλει μάλλον να ευχαριστήσει τον αδελφό που του έγινε αίτιος τέτοιας ωφέλειας».
(αββάς Δωρόθεος, εκδ. ΕΠΕ σελ. 405-407)

«Εκείνος ο οποίος δεν εφοβήθη  ποτέ τον ίδιο τον εαυτό του, δεν γνωρίζει τον φόβο. Διότι όλα τα τέρατα τα εξωτερικά τα οποία φοβείται  ο άνθρωπος, ευρίσκονται εντός του, και μάλιστα ως εις μη αραιωμένην ουσία.
Υπάρχει μια άβυσσος εντός ημών, επάνω από την οποία ο άνθρωπος όταν άπαξ έλθει, παραμένει ισοβίως κατάπληκτος και έντρομος. Άπαντα τα σύμπαντα ημπορούν να χωρούν εις αυτή την άβυσσον – ψυχή, νους, θέλησις, αισθήματα, ορμέμφυτα, πάθη, εσωτερικός άνθρωπος, συνείδησις - η άβυσσος αυτή παραμένει ανέκφραστος, απροσδιόριστος και άνευ ονόματος». (
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς
,Στοχασμοί περι του καλού και του κακού. Σελ.51)

«Μια κυρία θυμήθηκε και μου ανέφερε τα εξής:
Κάποτε ο γέροντας Πορφύριος μου είπε: «Πολλές από σας τις γυναίκες, ό,τι κατεστραμμένο και άχρηστο έχετε, παλιά και τρύπια κατσαρολικά, έπιπλα, παπούτσια και άλλα φθαρμένα πράγματα, πάτε και τα πετάτε σε κάποια απόμερη αποθήκη σας, κλειδώνετε την πόρτα και ησυχάζετε. Δεν ξέρετε όμως, ότι θα έρθει στιγμή, που αυτό το παλιατζίδικό σας θα το βρουν και θα εκτεθείτε».
Έμεινα έκπληκτος από τα λόγια του γέροντα. Διάβαζα, εκείνες τις μέρες, βιβλία ποιμαντικής ψυχολογίας, που μιλούσαν για απώθηση τραυματικών βιωμάτων από το συνειδητό στον ασυνείδητο χώρο της ψυχής και για ανάδυσή του σε απροσδόκητο χρόνο. Το ζωντανό παράδειγμα του γέροντα, για την αποθήκη απορριμάτων, μου έλεγε πολύ περισσότερα από ό,τι τα επιστημονικά εγχειρίδια. Ήταν σαφής ο συμβολισμός, ο αναφερόμενος στα αμαρτήματά μας, που δεν εξαλείψαμε με την μετάνοια και την εξομολόγησή μας, αλλά τα πετάξαμε βιαστικά στην αποθήκη της λήθης, για να απαλλαγούμε από την ενοχλητική παρουσία τους, και που θα τα «βρει» ο Θεός, για να τα επαναφέρει στη μνήμη μας, «εν ημέρα κρίσεως». Ήδη τα γνωρίζει, ενώ εμείς τα αγνοούμε».
(Ανθολόγιο Συμβουλών, γέροντος Πορφυρίου σελ. 177)

«…με την  φύλαξη των εντολών να καθαριστούμε όχι μόνο από τις αμαρτίες μας, αλλά και από τα ίδια τα πάθη. Διότι άλλο είναι τα πάθη και άλλο είναι οι αμαρτίες. Πάθη είναι ο θυμός, η κενοδοξία, η φιληδονία, το μίσος, η κακή επιθυμία και τα παρόμοια.
Αμαρτίες όμως είναι ακριβώς οι ενέργειες των παθών, όταν τα ενεργεί κανείς, όταν πράττει με το σώμα εκείνα τα έργα που του υπαγορεύουν τα πάθη.
Φυσικά είναι ενδεχόμενο να έχει κάποιος τα πάθη, αλλά να μην τα θέτει σε ενέργεια»
(αββάς Δωρόθεος, εκδ. ΕΠΕ σελ. 265-267)

«Η αλαζονεία συμπλέκεται με την ανδρεία, όπως ακριβώς ο λεγόμενος κισσός με το κυπαρίσσι. Ας είναι αδιάκοπη η προσπάθειά μας, ώστε να μην περνάει η παραμικρή σκέψη από το μυαλό μας ότι αποκτήσαμε οποιοδήποτε αγαθό, αλλά, αφού εξετάσουμε ποιά ακριβώς είναι τα γνωρίσματα του αγαθού, ας ερευνήσουμε αν αυτά υπάρχουν σε εμάς, και τότε οπωσδήποτε θα διαπιστώσουμε ότι έχουμε ελλείψεις.
Να εξετάζεις ακατάπαυστα να βρεις και των παθών τα γνωρίσματα, και τότε θα βρεις να υπάρχουν πολλά από αυτά μέσα, γιατί, επειδή είμαστε ασθενείς, δεν μπορούμε να τα αντιληφθούμε, ή εξαιτίας της ασθένειάς μας, ή εξαιτίας της βαθιάς προκατάληψής μας…
Ας μην εκπλαγούμε, βλέποντας τον εαυτό μας στην αρχή του μοναχικού σταδίου να είναι πιο εμπαθής από ό,τι στην κοσμική ζωή. Γιατί πρέπει οπωσδήποτε να βρεθούν πρώτα τα αίτια της ασθένειάς μας, και μετά να αποκτήσουμε την υγεία μας. Καθόσον τα θηρία προηγουμένως ήταν κρυμμένα και δεν φαίνονταν»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ σλ. 457)

«Πολλές φορές είμαστε καλοί, γιατί δεν μπορούμε να είμαστε κακοί»   (Ντοστογιέβσκι)

«Είμαστε όλοι εν δυνάμει εγκληματίες», έλεγαν παλιά οι καθηγητές της Νομικής Σχολής στους φοιτητές.
Και τούτο, γιατί στην αχανή ανθρώπινη ψυχή βρίσκονται εν υπνώσει διάφορα θηριώδη ένστικτα, (κακία, μίσος, φόνοι, αδικίες κ.α)(Ματθ. 15,19), που όταν ξυπνήσουν και μπουν σε δραση, κάνουν τον αδύνατο άνθρωπο, τέρας!»
(αρχ. Βασιλείου Μπακογιάννη, Εξουσία και κόλαση, σελ.109)

«Ενας ιερέας, καθώς έβγαινε από τη φυλακή που είχε πάει να κηρύξει, συνάντησε έναν φίλο του, που τον ρώτησε:
- Τι είδους άνθρωποι κρατούνται εκεί μέσα;
- Πολύ όμοιοι με μας, μόνο που εκείνοι ανακαλύφθηκαν ότι είναι τέτοιοι, απάντησε εκείνος»!

«Είναι ευκολότερο να γίνει κανίς χριστιανός, όταν δεν είναι χριστιανός, παρά να γίνει αληθινός χριστιανός, όταν νομίζει ότι είναι χριστιανός»
(Κωνσταντίνος Κούρκουλας, Στάχυα τομ.Β σελ. 308)

«Πρέπει να μάθουμε να αποδεχόμαστε όχι μόνο τον πλησίον μας αλλά και τον ίδιο τον εαυτό μας. Έχουμε την τάση, με πολλή ευκολία να θεωρούμε σαν αληθινό εαυτό μας όλα όσα μας αρέσουν σε αυτόν, ενώ όλα εκείνα που εμείς και οι άλλοι του βρίσκουμε άσχημα, τα θεωρούμε τυχαία.
Εδώ ταιριάζει να θυμηθούμε μια σελίδα από την αλληλογραφία του ρώσου στάρετς Μακαρίου της Οπτινα. Είναι από τα γράμματα που αντάλλαξε μ έναν έμπορο της Πετρούπολης: «Η οικονόμος μου έφυγε και οι φίλοι μου μ συμβούλεψαν να πάρω στη θέση της ένα κορίτσι από το χωριό. Εσείς τι θα λέγατε να κάνω; Να την προσλάβω ή όχι;». «Ναι», ήταν η απάντηση του στάρετς.
Ύστερα από λίγο καιρό ο έμπορος ξανάγραψε: «Πάτερ, δώσε μου την ευχή σου να την διώξω. Είναι σωστός δαίμονας. Από τότε που ήρθε εδώ μέσα, τον περισσότερο καιρό είμαι έξω φρενών από θυμό και έχω χάσει εντελώς τον έλεγχο του εαυτού μου!». Ο στάρετς απάντησε: «Φρόντισε να μην την διώξεις. Είναι άγγελος που ο Θεός σου έστειλε για να σε βοηθήσει να δεις πόσος θυμός ήταν κρυμμένος μέσα σου, πράγμα που η προηγούμενη οικονόμος ποτέ δεν μπόρεσε να σε κάνει να ανακαλύψεις»
(Πορεία και συνάντηση σελ. 20)

«Όπως ακριβώς αντλώντας νερό από την πηγή συμβαίνει πολλές φορές να αντλήσουμε χωρίς να το αντιληφθούμε και τον λεγόμενο βάτραχο, έτσι και όταν ασκούμε τις αρετές, πολλές φορές εργαζόμαστε μαζί μ αυτές χωρίς να το καταλαβαίνουμε και τις κακίες.
Εννοώ το εξής με αυτό που λέω. Με τη φιλοξενία συμπλέκεται η γαστριμαργία, με την αγάπη η πορνεία, με τη διάκριση η πανουργία, με τη φρόνηση η πονηρία, με την πραότητα η υπουλότητα και η νωθρότητα και η οκνηρία και η αντιλογία και η ιδιορρυθμία και η ανυπακοή.
Με τη σιωπή η έπαρση εξαιτίας της διδασκαλίας, με τη χαρά η οίηση, με την ελπίδα η οκνηρία, με την αγάπη πάλι η κατάκριση, με την ησυχία η ακηδία και οκνηρία, με την αγνότητα η πικρία, με την ταπεινοφροσύνη η παρρησία. Σε όλα αυτά, σαν κοινό κολλύριο, ή καλύτερα δηλητήριο, ακολουθεί η κενοδοξία…
….Ο ήλιος λάμπει και φωτίζει χωρίς φθόνο τα πάντα, και η κενοδοξία χαίρεται για κάθε επιτελούμενο έργο. Εννοώ το εξής με αυτό που λέω. Όταν νηστεύω, κυριεύομαι από κενοδοξία, και όταν τρώγω, για να μην φανώ ότι νηστεύω, πάλι κενοδοξώ, με τη σκέψη ότι είμαι συνετός.
Φορώντας λαμπρά ενδύματα νικιέμαι από αυτήν, αλλά και αντικαθιστώντας τα με ευτελή, πάλι κενοδοξώ. Όταν μιλώ νικιέμαι από αυτήν, και όταν σιωπώ, πάλι νικήθηκα. Όπως και αν ρίξεις αυτό το τρίβολο αγκάθι, το κεντρί του στέκεται όρθιο»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναΐτη εκδ. ΕΠΕ σελ. 419 & 339)

«…Βλέπω ότι έχει μπει μέσα σου η καλή ανησυχία. Γρήγορα θα απαλλαγείς από τα πάθη, γιατί έχεις αρχίσει να πιάνεις τον εαυτό σου. Αυτό βοηθάει περισσότερο από κάθε άλλον αγώνα. Όποιος πιάνει τον εαυτό του, αφήνει τον παλαιό εαυτό του και μπαίνει σε σωστό πνευματικό δρόμο. Ο παλαιός εαυτός μας κλέβει ότι κάνει ο καινούριος. Όταν μαθαίνουμε να τον πιάνουμε, πιάνουμε όλους τους κλέφτες που μας κλέβουν ό,τι καλό μας δίνει ο Θεός, και μας μένει ο πνευματικός πλούτος.
- Γέροντα, όταν λυπηθώ πολύ για ένα σφάλμα μου, λ.χ. γιατί μίλησα άσχημα σε μια αδελφή, αυτό με βοηθάει;
- Βοηθάει, αλλά να προσέξεις να μην ξεπεράσεις και τα όρια. Να λυπηθείς, αλλά να χαρείς κιόλας, γιατί σου δόθηκε η ευκαιρία να εκδηλωθεί η αρρώστια σου και να την θεραπεύσεις. Να σκεφτείς: «Για να μιλήσω άσχημα και να φερθώ έτσι, κάποιο πάθος υπήρχε μέσα μου και δόθηκε αυτή η ευκαιρία να βγει, για να το δω και να το διορθώσω». Θα ζητήσεις φυσικά και συγχώρεση από την αδελφή   
Οι πτώσεις σε βοηθούν να γνωρίσεις τον εαυτό σου. Βγαίνουν όλα στην επιφάνεια και σιγά-σιγά γίνεται η καλή εργασία. Βλέπεις, και οι γιατροί μερικές φορές δίνουν στους αρρώστους διάφορες ουσίες, για να εκδηλωθούν τα συμπτώματα της αρρώστιας και να κάνουν καλή διάγνωση. Δίνουν π.χ. ζάχαρη και κάνουν μετά εξέταση αίματος, για να δουν αν ανέβει το ζάχαρο.
Στον πνευματικό αγώνα χρειάζεται να επισημαίνουμε τα αδύνατα σημεία του χαρακτήρα μας, τα ελαττώματά μας, και ύστερα να προσπαθούμε να χτυπάμε εκεί. Και στον πόλεμο, όταν κάνουμε αναγνώριση μιας περιοχής, επισημαίνουμε τα σημεία, όπου είναι ο εχθρός ή από όπου μπορεί να χτυπήσει, και έχουμε τον νου μας εκεί. Γιατί όταν ξέρεις σε ποια συγκεκριμένα σημεία βρίσκεται ο εχθρός, κινείσαι με σιγουριά. Βάζεις τον χάρτη κάτω και λες: «Ο εχθρός είναι εδώ κι εδώ· εμείς πρέπει να προλάβουμε να πιάσουμε εκείνα και εκείνα τα σημεία. Από εκεί θα ζητήσουμε ενίσχυση, εδώ χρειάζονται αυτά τα όπλα» κ.λ.π Μπορείς δηλαδή να καταστρώσεις ένα σχέδιο. Αλλά, για να μάθεις που βρίσκεται ο εχθρός, πρέπει να ανησυχείς και να ερευνάς· δε μπορείς να κοιμάσαι.           
(π. Παΐσιος Λόγοι Γ, σελ. 141-142)  

«Από τα μικροπράγματα καταλαβαίνουμε καλύτερα τον χαρακτήρα του ανθρώπου. Γιατί στα πιο μεγάλα δείχνεται πιο προσεχτικός και κρύβεται»
(Σοπενχάουερ, στο Ψήγματα γνώσης και σοφίας, Σωτήρης Χατζηγάκης σελ. 88)

«Ψυχής πείρατα ιών ουκ αν εξεύροιο πάσαν επιπορευόμενος οδόν· ούτω βαθύν λόγον έχει»
τα σύνορα της ψυχής δε θα μπορέσεις  να τα ανακαλύψεις όσο κι αν προχωρήσεις, έστω κι αν πορευθείς πάνω σε όλους τους δρόμους  τόσο βαθύ λόγο έχε η ψυχή.
(Ηράκλειτος)

«Η επιστημονική και φιλοσοφική γνώση μπορεί να διατυπωθεί με ορισμούς, αλλά το πρόσωπο είναι πάνω από κάθε ορισμό, και κατά συνέπεια άγνωστο εξωτερικά· μόνο το ίδιο μπορεί να αποκαλύψει τον εαυτό του. Αφού ο Θεός είναι κρυμμένος, έτσι και ο άνθρωπος έχει μυστικά βάθη».    
(Γέροντας Σωφρόνιος, Η ζωή Του ζωή μου. Σελ. 57-58))  

«βαθεῖα ἡ καρδία παρά πάντα, καὶ ἄνθρωπός ἐστι· καὶ τίς γνώσεται αὐτόν»    
(Ιερεμίας 17,9-10)

Όργωνε βαθιά, να έχεις πολύ σιτάρι
αρχαίο ανεξερεύνητο ορυχείο
με κοιτάσματα άγνωστα η ψυχή σου
σκάψε βαθιά να βρεις το χρυσάφι σου.

Υπάρχουνε λύπες που κανείς δεν τις ξέρει.
Υπάρχουνε βάθη που δεν τ΄ ανιχνεύει
ο ήλιος. Όρη σιωπής περιβάλλουν τα χείλη.
Και σιωπούν όλοι οι μάρτυρες. Τα μάτια δε λένε.
Δεν υπάρχουνε σκάλες τόσο μεγάλες
να κατέβει κανείς ως εκεί που ταράζεται
του ανθρώπου ο πυρήνας. Αν μιλούσε η σιωπή,
αν φυσούσε, αν ξέσπαγε – θα ξερίζωνεν όλα τα δέντρα του κόσμου.
(Νικηφόρος Βρεττάκος, Χορικό)

- Η ασυνείδητη περιοχή κατέχει το μεγαλύτερο μέρος της προσωπικότητας
Οι ψυχολογικές θεωρίες διδάσκουν συνήθως ότι η περιοχή αυτή κατέχει τα 9/10 σχεδόν της προσωπικότητας του ανθρώπου. Αν δε, όπως είπαμε ληφθεί υπ όψη η διδασκαλία της χριστιανικής ανθρωπολογίας (Δογματικής), για την αμαύρωση και αχρείωση του «κατ’ εικόνα» από την αμαρτία, τότε ασφαλώς και από την άποψη αυτή είναι δυνατόν να γίνει παραδεκτή η παραπάνω θέση των ψυχολογικών θεωριών.
(Ενδεικτικά μνημονεύουμε εδώ σχετική παρατήρηση του Αγίου Μακαρίου του Αιγυπτίου,
«Το τίμιο σκεύος της ψυχής έχει πολύ μεγάλο βάθος, τόσο που λέγει· «ο ίδιος ο Θεός ερευνά την άβυσσο και τη καρδιά του ανθρώπου (Σοφ. Σειράχ 42,18)». Διότι όταν ξέκλινε ο άνθρωπος από την εντολή του Θεού, και βρέθηκε κάτω από την επίδραση της αμαρτίας, αφού τον αιχμαλώτισε αυτή, που και αυτή είναι σαν μία άβυσσος πικρίας με μεγάλο βάθος, μπαίνοντας μέσα στον άνθρωπο κυρίεψε τους χώρους της ψυχής μέχρι τα πιο βαθιά μέρη της. Ας παρομοιάσουμε την ψυχή που ενώθηκε με την αμαρτία σαν ένα μεγάλο δέντρο, που έχει πολλά κλωνάρια, και τις ρίζες του βαθιά ριζωμένες μέσα στη γη· έτσι και τους χώρους που βρίσκονται μέσα στα πιο βαθιά μέρη της ψυχής τους κυρίευσε η αμαρτία που μπήκε εκεί και αναπτύχθηκε με τη συνήθεια και την παρεμπόδιση του αγαθού…».Ομιλία ΜΑ παράγρ. Α -η μετάφραση από τις εκδ. ΕΠΕ σελ. 563-. Επίσης στο ίδιο «το μεγαλύτερο μέρος εξουσιάζεται από την αμαρτία και ένα μέρος από την χάρη και υποκλέπτεται και δεν γνωρίζει»
(Ιωάννου Κορναράκη, Μαθήματα Εξομολογητικής σελ. 64-65)

«Ο γέροντας Πορφύριος είχε παρακολουθήσει μερικά μαθήματα ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο, για να του λυθεί η απορία, πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν ψυχίατροι που δεν πιστεύουν στην ύπαρξη της ψυχής. Και συμπέρανε:
Οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι μοιάζουν με τον τυφλό, που με την αφή προσπαθεί να καταλάβει τα πράγματα που βρίσκονται γύρω του. Η ψυχή είναι πολύ βαθειά και μόνο ο Θεός τη γνωρίζει»
(Δ. Τάτση, Διδαχές Γερόντων, σ. 147)

«Χρώμα πάνω στο χρώμα,
πώς να διακρίνεις τη σκουριά;»
(Τάσος Κόρφης στο Αγκαλιά με τον εαυτό μας,Ντέμη Σταυροπούλους σελ. 151)

«Ενδον σκάπτε. Ενδον η πηγή του αγαθού και αεί αναβλύειν δυναμένη, εάν αεί σκάπτεις»
(=Σκάβε μέσα σου! Μέσα σου είναι η πηγή του καλού και θα αναβρύζει ακατάπαυστα, αν ακατάπαυστα σκάβεις)
(Μάρκος Αυρήλιος)
 
«Ολο ξεχνάμε να κατεβούμε στο βυθό.
Δεν βάζουμε τα ερωτηματικά μας αρκετά βαθιά»
(Βιττγκενστάιν)

Ερωτήθη κάποτε ένας ερημίτης:
- Πώς πρέπει να αντιμετωπίζουμε τους επαίνους και τα εγκώμια;
Και απάντησε:
- Να έχετε ταπείνωση και να γνωρίζετε καλά τον εαυτό σας. Να σας πω ένα παράδειγμα: Όταν σκαλίζω στο ξύλο μια μορφή αγίου και τελειώνω, νομίζω ότι είναι καλή. Την ξανακοιτάζω μετά από λίγο και βλέπω ότι έχει ελλείψεις. Αν βάλω τον φακό, θα δω ότι δεν είναι τίποτα το σπουδαίο. Το ίδιο πάλι και με τα χέρια. Βλέπουμε ότι είναι καθαρά. Αν βάλουμε όμως τον φακό, θα δούμε ότι έχουν βρωμιές και πολλά μικρόβια. Έτσι, να κοιτάμε προσεκτικά τον εαυτό μας και θα βλέπουμε ότι δεν είμαστε τίποτα και ας λέει ο κόσμος»
(Αθωνικό Γεροντικό, Ιωαννικίου Κοτσώνη σελ.433-434)

«Στις περιπτώσεις που δεν επηρεάζει η προσευχή για να λυθεί κάποιο πρόβλημα, να αναπαύσει και να φωτίσει τον άνθρωπο, τότε σημαίνει ότι ο άνθρωπος για τον οποίο προσεύχεσαι έχει ένα βαθύτερο προσωπικό πρόβλημα, που πρέπει να το εντοπίσει και να ταπεινωθεί. Τότε η προσευχή ενεργεί πολύ αποτελεσματικά.
Κάποτε μια φίλη μου, που είχε ένα σοβαρό πρόβλημα και δεν εύρισκε λύση και παρηγοριά για πολλά χρόνια, πήγε να δει τον γέροντα με το παράπονο πως κανείς δεν μπορεί να την βοηθήσει, εννοώντας και τον γέροντα. Ο γέροντας χωρίς να ακούσει το παράπονό της, της λέει:
- Αν οι προσευχές μας δεν μπορούν να βοηθήσουν, τότε κάτι υπάρχει μέσα σου πολύ βαθύ ατακτοποίητο.
Αυτό ήταν, αντελήφθη η παθούσα τι ακριβώς της είπε ο γέροντας και στράφηκε περισσότερο στον εαυτό της με προσοχή και αυτοέλεγχο.
Μετά από πολύ καιρό την συνάντησα και της εκδήλωσα τη χαρά μου που την είδα τόσο καλά. Ναι μου είπε, αυτό και αυτό μου είπε ο γέροντας και πολύ βοηθήθηκα.
Αυτή θέση του Γέροντα βοήθησε και μένα σε πολλές περιπτώσεις στη ζωή μου»
(Δήμητρας Δαβίτη, Αναμνήσεις από τον Γέροντα Σωφρόνιο του Εσσεξ, σελ. 129-130)

«Ο Γέροντας Πορφύριος διηγείται:
- Όταν υπηρετούσα στην Πολυκλινική, έβλεπα συχνά να συμβαίνει το εξής. Άρχιζε ο γιατρός να εξετάζει τον ασθενή κι εκείνος διαμαρτυρόταν και του έλεγε ότι δεν ήταν σε εκείνο το σημείο που πονούσε, αλλά αλλού. Και του έλεγε ο γιατρός: «Μπορεί εσύ να πονάς εκεί, αλλά αλλού είναι το πρόβλημα». Και συνέχιζε ο γέροντας Πορφύριος:
«Ετσι συμβαίνει και στην πνευματική ζωή. Εμείς νομίζουμε ότι είναι έτσι τα πράγματα, ενώ αλλού βρίσκονται οι αιτίες για αυτά που συμβαίνουν μέσα μας και στη ζωή μας»
(Ανθολόγιο Συμβουλών, γέροντος Πορφυρίου σελ. 174)

«Αγνοούμε τον ίδιο τον αυτό μας… Πραγματικά, καθώς φαίνεται, το δυσκολότερο από όλα είναι να γνωρίσει κανείς καλά τον εαυτό του. Γιατί όχι μόνο το μάτι μας που βλέπει τα έξω από τον άνθρωπο δεν είναι κατάλληλο να βλέπει τον εαυτό μας, αλλά και αυτός ο νους μας, που βλέπει με πολλή ακρίβεια και γρήγορα το ξένο αμάρτημα, είναι βραδυκίνητος στο να αντιληφθεί τα δικά μας ελαττώματα»
(Μεγάλου Βασιλείου Παιδαγωγική Ανθρωπολογία, Χαρώνη Βασιλείου αριθμ. κειμένου 399)

Α) Εαυτός, ο μεγαλύτερος εχθρός
 
«Ο Ανάχαρσης από τη Σκυθία, όταν ρωτήθηκε από κάποιον ποιο είναι εχθρικό για τους ανθρώπους, είπε: «Οι ίδιοι για τους εαυτούς τους»
(Σταλαγμοί αρχαίας σοφίας, Αγγελική Ζαχαριά σελ. 47)
 
«Κανείς δεν είναι τόσο πολύ εχθρός του ανθρώπου, όσο ο ίδιος στον εαυτό του»
(όσιος Μάρκος ο Ασκητής)
 
«Υπάρχει μια αρχαία ινδιάνικη προσευχή που λέει:
«Αναζητώ τη δύναμη
Όχι για να γίνω
Σπουδαιότερος από τον αδελφό μου
Αλλά για να πολέμήσω
Τον μεγαλύτερο εχθρό, τον Εαυτό μου»
(στο Αγκαλιά με τον εαυτό μας, Ντέμη Σταυροπούλου σελ. 165)
    
Ο αυτοκράτωρ του Βυζαντίου Αρκάδιος είχε εξοργιστεί φοβερά εναντίον του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Μια μέρα εξέφρασε αυτό το μίσος του μπροστά σε  μια παρέα αυλικών του που ήταν όλοι διεστραμμένοι. Πέντε από αυτούς έδωσαν τη γνώμη τους
Ο πρώτος του είπε να τον εξορίσει ώστε να μην τον ξαναδεί. Ο δεύτερος είπε να του δημεύσει όλα τα αγαθά. Ο τρίτος να τον φυλακίσει. Και ο τέταρτος βρήκε σαν μόνη λύση να τον φονεύσει για να απαλλαγεί οριστικά. Ο πέμπτος όμως που ήταν πιο έξυπνος και πιο διεστραμμένος τους είπε:
- Πλανάσθε όλοι. Με τίποτα από αυτά δεν μπορούμε να εκδικηθούμε τον επίσκοπο Ιωάννη. Όπου και να τον εξορίσουμε θα είναι η πατρίδα του. Αν του δημεύσουμε τα αγαθά, το κακό θα το πάθουν οι φτωχοί του. Αν τον φυλακίσουμε, θα του ανοίξουμε τους ουρανούς.
Μόνο μία εκδίκηση υπάρχει για αυτόν. Βρείτε τρόπο να τον εξαναγκάσετε να αμαρτήσει. Τον ξέρω καλά. Αυτός ο άνθρωπος δεν φοβάται τίποτα άλλο στον κόσμο αυτόν παρά μόνο την αμαρτία…
 
Β) Η αυτογνωσία μας κάνει καλύτερους
«αρρώστια γνωρισμένη, η μισή θεραπευμένη»
(Ελληνική παροιμία)

«Ας προσπαθήσουμε να γνωρίσουμε καλά τον εαυτό μας, να γνωρίσουμε καλά τα τραύματα της ψυχής μας· γιατί τότε μόνον θα μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε τα κατάλληλα για τη θεραπεία φάρμακα. Γιατί εκείνος που αγνοεί την αρρώστια του, δε θα λάβει κανένα μέτρο για τη θεραπεία της».
(Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος )  
 
«Τα λάθη του παρελθόντος σου κάμε τα οδικές πινακίδες, που θα δείχνουν το δρόμο προς την επιτυχία του μέλλοντος»
 
«Μακάριος είναι ο άνθρωπος που γνωρίζει την ασθένειά του. Διότι αυτή η γνώση τού γίνεται θεμέλιο, ρίζα και αρχή κάθε αγαθοσύνης. Όταν δηλαδή μάθει κανείς και αισθανθεί αληθινά την ασθένειά του, τότε περισφίγγει την ψυχή του από την χαυνότητα, που αμαυρώνει την γνώση, και εξασφαλίζει για τον εαυτό του περιφρούρηση. Κανένας όμως δεν μπορεί να αισθανθεί την ασθένειά του, αν δεν υποβληθεί για λίγο σε πειρασμούς, που καταπονούν είτε το σώμα είτε την ψυχή»
(όσιος Ισαάκ ο Σύρος εκδ. ΕΠΕ τομ. 8Α σελ. 327)   
 
Γ) Δεν γνωρίζουμε τον εαυτό μας  
 
«Το να αγνοούμε τους εαυτούς μας είναι φοβερότερο από τη χειρότερη μορφή μανίας και παραλογισμού. Καθόσον η μανία είναι φυσικό νόσημα, ενώ η άγνοια του εαυτού μας είναι αποτέλεσμα διεφθαρμένης προαιρέσεως»
(Παιδαγωγική Ανθρωπολογία Ιωάννου Χρυσοστόμου, Χαρώνη Βασιλείου αριθμ. κειμένου 1379)
      
«Με τον ίδιο δηλαδή τρόπο που τα σωματικά μας μάτια, όταν μεν υγιαίνουν, όλα μπορούν να τα δουν, μέχρι και τα κουνούπια που πετούν στον αέρα. Όταν όμως σκεπάζονται από θολούρα, αν μεν τους συναντήσει κάτι μεγάλο, αυτό το βλέπουν αμυδρά, ενώ τα μικρά δεν τα αισθάνονται με την αίσθηση της όρασης, έτσι και η ψυχή, αν με την προσοχή λεπτύνει την τύφλωση που συμβαίνει  σε αυτήν λόγω της αγάπης στον κόσμο, τότε, και τα πιο μικρά της πταίσματα, τα θεωρεί ως πολύ μεγάλα»
(άγιος Διάδοχος Φωτικής στο Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων, Jean Claude Larchet τόμος Β σελ.165,η μετάφραση δική μας)
 
- Μπορεί, γέροντα, κανείς να πιάνει λεπτομέρειες και τα χονδρά σφάλματα να μην τα πιάνει;
- Πώς δεν μπορεί! Μια φορά ένας γνωστός μου πνευματικός μου διηγήθηκε το εξής περιστατικό: Μια γυναίκα, όταν πήγε να εξομολογηθεί, έκλαιγε συνέχεια και έλεγε: «Δεν ήθελα να την σκοτώσω». «Κοίταξε, της είπε ο πνευματικός, αν υπάρχει μετάνοια, ο Θεός συγχωρεί, συγχώρεσε τον Δαβίδ».
«Ναι, αλλά δεν το ήθελα», έλεγε εκείνη. «Καλά, πώς έγινε και την σκότωσες;», την ρώτησε ο πνευματικός. «Να, καθώς ξεσκόνιζα, την χτύπησα με την πετσέτα και την σκότωσα τη μύγα. Δεν το ήθελα»! Εν τω μεταξύ αυτή κορόιδευε τον άντρα της, είχε εγκαταλείψει τα παιδιά της, είχε διαλύσει το σπίτι της και γύριζε στους δρόμους, και αυτά τα ανέφερε σαν να μην συνέβαινε τίποτα. «Γι αυτά χρειάζεται κανόνας», της λέει ο πνευματικός. «Και γιατί χρειάζεται για αυτά κανόνας;», λέει στον πνευματικό. Εμ, πώς να βοηθηθεί αυτή;
(Παϊσίου, Λόγοι Γ σελ 127)

«Στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, ο διοικητής ενός συντάγματος χρειαζόταν 20 εθελοντές  για μια πολύ δύσκολη αποστολή. Στο προσκλητήριο έθεσε το ερώτημα: «Ποιος από σας δεν έκανε ποτέ λάθος στη ζωή του;».
Οι περισσότεροι στρατιώτες βγήκαν μπροστά και με περηφάνια δήλωσαν πως υπήρξαν αλάνθαστοι. Κάποιοι άλλοι έμειναν πίσω και σιωπούσαν. Ο αξιωματικός τους εξέτασε και από αυτούς διάλεξε τους ανθρώπους που χρειαζόταν, γιατί αυτοί είχαν επίγνωση των ατελειών και της αδυναμίας τους»
(Ημεροδείκτης εκδόσεων ο Λόγος)
 
«Ο Σωκράτης έλεγε ότι, αν κάποιος έβαζε έναν κήρυκα στο θέατρο να πει να σηκωθούν οι υποδηματοποιοί, θα σηκωθούν μόνο εκείνοι, το ίδιο οι χαλκουργοί, οι υφαντές και όμοια θα κάνουν όσοι ασκούν άλλα επαγγέλματα.
Αν, όμως, πει να σηκωθούν οι φρόνιμοι ή οι δίκαιοι, θα σηκωθούν όλοι. Και η μεγάλη βλάβη στη ζωή είναι ότι, ενώ οι πολλοί είναι ανόητοι, νομίζουν πως έχουν μυαλό»
(Σταλαγμοί αρχαίας σοφίας, Αγγελική Ζαχαριά σελ. 60)

«Ο άνθρωπος τα βαλε με τη Δημιουργία, που δεν του έδωσε φτερά και έκανε δικά του. Θύμωσε που δεν του έδωσε δυνατά μάτια και τα μεγάλωσε μόνος του. Έφτιαξε κιάλια, για να βλέπει μακριά, κανείς όμως δεν έφτιαξε κιάλια, για να βλέπει μέσα του» (Μενέλαος Λουντέμης)

«ο ανεξέταστος βίος ου βιωτός ανθρώπω (= ο ανεξέταστος βίος είναι αβίωτος) (Σωκράτης)
( Ιδεοδρόμιο τομ. 1οςσελ. 159,160,Μακαρίου Πελέκη)

«Ένα μεγάλο σφάλμα: να θεωρείς τον εαυτό σου πιο σημαντικό από ό,τι είναι ή να τον εκτιμάς λιγότερο από ό,τι αξίζει» (Γκαίτε)

«Ποτέ δεν είσαι τόσο καλός όσο σου λένε οι άλλοι, τις φορές που νικάς, και ποτέ δεν είσαι τόσο κακός όταν οι άλλοι στο λένε, όταν χάνεις»
(Lou Holtz στο Ιστορίες που θα θυμάσαι για πάντα, Ακη Αγγελάκη σελ.211)

Ρωτήθηκε κάποτε ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος:
- Γέροντα έχετε δει ποτέ κανένα όραμα;
- Όχι παιδί μου. Ούτε έχω δει, ούτε θέλω να δω. Το μόνο που θέλω να βλέπω είναι οι αμαρτίες μου.
(Υποθήκες Ζωής σελ. 31)

«Το "γνῶθι σαυτόν" της αρχαιοελληνικής παράδοσης παραπέμπει σε μια επιτακτική ανάγκη για γνώση του εαυτού, που δε γνωρίζουμε, και στην αντίληψη ότι στη γνώση του εαυτού βρίσκεται το κλειδί της σοφίας και της αρετής. Ο Σωκράτης δηλώνει στο Φαιδρό πως δεν έχει καιρό να ασχοληθεί με θεωρίες σχετικά με διάφορα μυθικά πλάσματα. Και σημειώνει:
"τό δέ αἴτιον, ὦ φίλε, τούτο τόδε. Οὐ δύναμαι πω κατά το Δελφικόν γράμμα γνῶναι ἐμαυτόν· γελοῖον δή μοι φαίνεται τοῦτο ἔτι ἀγνοοῦντα τά ἀλλότρια σκοπεῖν "»
(Κουφογιάννη Πανωραία, Ορθόδοξη πίστη και επιστημονική Ψυχολογία, σελ 79)

«Η επιθυμία μου είναι να δυνηθώ να διακρίνω τον Θεό, τον οποίο βρίσκω παντού στον εξωτερικό κόσμο, κατά τον ίδιο τρόπο και εντός του εαυτού μου» (Κέπλερ)

«Ο όσιος Νικήτας ο Στηθάτος προβάλλει ως ασκητικό ιδεώδες το «το να ζητά κάποιος να γνωρίσει καλά το Θεό μέσα του». Η αυθεντική πνευματική αφύπνιση και επιστροφή στο Θεό τελειώνεται με την ταπεινόφρονη αυτοθεώρηση. Για αυτό
«το να γνωρίσει κάποιος τον εαυτό του είναι το τέλος της εργασίας των αρετών».
(Ιωάννου Κορναράκη, Βιβλικά Ψυχογραφήματα, σελ.37)

«Αγάπησε την αργία της ησυχίας, περισσότερο από τον χορτασμό των πεινασμένων στον κόσμο και από την επιστροφή πολλών εθνών στην προσκύνηση του Θεού·
διότι είναι προτιμότερο για σένα να λύσεις το δεσμό της αμαρτίας, παρά να ελευθερώσεις δούλους από τη δουλεία·
είναι καλύτερο για σένα να ειρηνεύσεις την ψυχή σου
παρά να ειρηνεύεις με τη διδαχή σου τους ευρισκόμενους σε διάσταση.
Ο Γρηγόριος λέγει· καλό είναι να θεολογείς για τον Θεό, αλλά ανώτερο από αυτό είναι να καθαρίσεις τον εαυτό σου για τον Θεό. Είναι καλύτερο να είσαι βραδύγλωσσος και γνωστικός και δοκιμασμένος, παρά να ξεχύνεις με την οξύτητα του νου σου τη διδασκαλία σαν ποτάμι.
Σε συμφέρει να φροντίζεις να αναστήσεις την πεσμένη από τα πάθη ψυχή σου δια της κινήσεως των σκέψεών σου προς τα θεία, παρά να αναστήσεις τους νεκρούς»…
«Όποιος αισθάνθηκε τις αμαρτίες του είναι ανώτερος από εκείνον που εγείρει νεκρούς με τη προσευχή του μέσα στην κοινωνία των πολλών.
Όποιος στενάζει μία ώρα για τη ψυχή του, είναι ανώτερος από εκείνον που ωφελεί όλο τον κόσμο με την εμφάνισή του.
Όποιος αξιώθηκε να δει τον εαυτό του, αυτός είναι ανώτερος από εκείνον που αξιώθηκε να δει τους αγγέλους· διότι ο τελευταίος επικοινωνεί με τους σωματικούς οφθαλμούς, ενώ εκείνος βλέπει με τους οφθαλμούς της ψυχής».
(άγιος Ισαάκ ο Σύρος. ΕΠΕ, τομ Α σελ,361,τομ. Β σελ 119-121)

«Ξέρετε για την πνευματική διάσπαση του ατόμου; Όταν γνωρίσουμε τον εαυτό μας, όταν δηλαδή φτάσουμε σε αυτογνωσία, τότε γίνεται διάσπαση του ατόμου μας.
Αν δεν ταπεινωθούμε ώστε να διασπάσουμε το άτομό μας,
δε θα βγει η πνευματική ενέργεια που χρειάζεται για να ξεπεράσουμε τη βαρύτητα της φύσεώς μας. Μόνον έτσι , παλικάρια, θα μπορέσουμε να διαγράψουμε πνευματική τροχιά».
(Γέροντας Παΐσιος)

«Σε θεολόγο που υποστήριζε ότι ο χριστιανός πρέπει να είναι άνθρωπος της δράσης, ο γέροντας Ιωήλ είπε:
«Ωχ, καημένε! Δεν αφήνεις τη δράση και τη βράση για να κοιτάξεις λίγο και τον δικό σου καταρτισμό; Όλο δράση και βράση είμαστε και αφήσαμε τις ψυχές μας να γίνουν χέρσα χωράφια.
Καθάρισε με βαθιά αυτοκαλλιέργεια την ψυχή σου από τα πάθη και τότε ό,τι προσφέρεις στον πλησίον σου θα το προσφέρεις όχι από το άδειασμά σου, αλλά από το ξεχείλισμά σου»
(Διδαχές Γερόντων, πρεσβ. Δημητρίου Τάτση, σελ. 57)

«Να ενεργείς με βαθειά περίσκεψη, να μη θέλεις να επιδεικνύεσαι, και να έχεις όλη την προσοχή σου στραμμένη, σαν σε κατάσταση εκστάσεως, προς την καρδιά σου· γιατί οι δαίμονες φοβούνται τη βαθειά περίσκεψη, όπως οι κλέφτες τους σκύλους».
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτη, εκδ. ΕΠΕ σελ. 195)

katafigioti

lifecoaching