E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.


Διηγούνται, ότι στη Σουηδία υπήρχε μια πριγκήπισσα — Ευγενία το όνομά της — η οποία διακρινόταν για τα φιλάνθρωπα αισθήματά της.

Ίδρυσε κάποτε ένα νοσοκομείον˙ τα χρήματα όμως, που είχαν προϋπολογίσει, δεν έφτασαν˙ και τότε εκείνη, για να το αποτελειώση, πούλησε και τα διαμαντικά της.

Ολόχαρη μια μέρα γύριζε από θάλαμο σε θάλαμο στο νοσοκομείο, σκορπίζοντας παρηγορητικά λόγια, όταν τα κλάματα ενός αρρώστου την έκαναν να σταθή στοργικά στο προσκέφαλό του.

Τι είχε συμβή; Ο άρρωστος έκλαιγε από βαθειά ευγνωμοσύνη προς την πριγκήπισσαν, εξ αιτίας της οποίας έβρισκε αυτός τόση προστασία μέσ’ την αρρώστεια του.

Και τότε, βαθειά συγκινημένη και η Ευγενία, αντικρύζοντας τα δάκρυα του αρρώστου, είπε:

«Ω! Να τα διαμάντια μου˙ τα ξαναβρίσκω».


(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο863)

Έχουμε ήδη τόσες πολλές μαρτυρίες για την πέραν του τάφου ζωή. 

Και με τον Σιλουανό υπήρξαν πολλές εμφανείς μαρτυρίες ότι μας βλέπει και ακούει τις προσευχές μας. Πολλοί εξεπλάγησαν στο Άγιον Όρος πόσο γρήγορα και με πόση ακρίβεια προβλέπει ακόμη και τη σκέψη μας. Είναι πολύ αυστηρότερος μαζί μου και επιεικέστερος με τους άλλους.
Η μητέρα μου πέθανε κατά την περίοδο του Β' Παγκοσμίου πολέμου, κατά τις αρχές του '40. Η αδελφή μου Αικατερίνη πέθανε κατά τη δεκαετία του '60 από καρκίνο. Η άλλη αδελφή μου, η Μαρία, βρισκόταν στο νοσοκομείο δίπλα της, όταν η Αικατερίνη ήταν σε κωματώδη κατάσταση από φοβερούς πόνους. Και ξαφνικά η Αικατερίνη σηκώνεται από το προσκέφαλο και εντελώς καθαρά λέει:

«Μόλις είδα τη μητέρα και μου είπε ότι θέλει να πεθάνουμε όλοι με πίστη».

Η Αικατερίνη δεν ήταν άνθρωπος της Εκκλησίας. Δεν γνωρίζω αν πίστευε ή δεν πίστευε, αλλά αυτό είναι γεγονός, είπε αυτά τα λόγια. Και μόλις το είπε, έπεσε πάλι στο προσκέφαλο ήδη νεκρή. Συνεπώς, η κοινωνία με τους κεκοιμημένους είναι δυνατή. Δεν είναι απλό πράγμα ούτε εύκολο, αλλά είναι οπωσδήποτε πραγματικό.
Και πόσες περιπτώσεις υπήρξαν, κατά τις οποίες η προσευχή για τους κεκοιμημένους άλλαξε τη μεταθανάτια κατάστασή τους!

Μου συνέβη κάποτε να τελέσω τρισάγιο στον τάφο κάποιας Ρουμάνας κυρίας, η οποία ήταν γνωστή στη βασιλική αυλή. Αυτό έγινε στην Ιταλία, όταν φιλοξενήθηκα από την οικογένειά της. Κατά τη διάρκεια της προσευχής ήταν παρούσα και η κυρία X. Αργότερα, όταν ήδη βρισκόμουν στην Αγγλία, επισκέφθηκε την κυρία X κάποια γνωστή της που γνώριζε την αποθανούσα Ρουμάνα και είπε:

«Είδα την κυρία αυτή για την οποία προσευχηθήκατε. Ήρθε χαρούμενη λέγοντας ότι όλα άλλαξαν τελείως».

Και ανέφερε την ημέρα και την ώρα της προσευχής μας. Σκεφτείτε, η νεκρή γυναίκα μπόρεσε να πληροφορήσει γι’ αυτό τη φίλη της, την ίδια μάλιστα ώρα! Τόσο ακατάληπτα σχετίζονται όλοι αυτοί οι δεσμοί και η ζωή μας συνδέεται με τον Σιλουανό. Ω, τι πατέρα μας έδωσε ο Θεός!
Όλα αυτά είναι τόσο ζωντανά! Εγώ πεθαίνω τώρα σιγά-σιγά - δεν γνωρίζω πότε θα γίνει αυτό -, όμως κουράστηκα πια να ζω. Και σας παρακαλώ, προσεύχεσθε ώστε να μου δώσει ο Κύριος ειρηνικό, χριστιανικό και ανώδυνο τέλος. Και τότε, ίσως θα είμαι ακόμη περισσότερο συνδεδεμένος μαζί σας παρά τώρα.

(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου, "Γράμματα στή Ρωσία", εκδ. Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ 2009, σ. 16 & αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, "Οικοδομώντας τον ναό του Θεού", τ. Β΄, σ. 129-131)

Διπλή επαγγελία
« Η ευσέβεια προς πάντα ωφέλιμός εστιν, επαγγελίαν έχουσα ζωής της νυν και της μελλούσης. (Α' Τιμ. δ' 8)
Ένας Ιταλός δικηγόρος, ερώτησε τον Φίλιππο Νέρι: — Πάτερ μου, ξέρετε πως η οικογένειά μου είναι μεγάλη. Πρέπει να σκεφθώ εγκαίρως για το μέλλον των παιδιών μου. Ποιό νομίζετε καλύτερο επάγγελμα που πρέπει ν’ ακολουθήση το μικρότερο από τα παιδιά μου; Θα ήθελα ένα επάγγελμα με λίγες απώλειες αλλά πολλά κέρδη. — Αφού είναι έτσι, απαντά ο Φίλιππος, μη χάνεις καιρό˙ κάμε το άγιο.
Είναι λοιπόν βιοπορισμός η αγιότης; Γιατί όχι; Κανένα πράγμα δεν μπορεί να υποσχεθή ασφαλέστερη, ωραιότερη, επικερδέστερη ζωή από τη ζωή ενός αγίου ανθρώπου. Η αγιότης δίδει διπλή επαγγελία, «της νυν ζωής και της μελλούσης».
Από τόνα μέρος η χαρά και η ειρήνη σ’ αυτή τη γη και από τ’ άλλο η δόξα του ουρανού.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο845)

Ευφημιανός και Αγλαΐα
«Τέκνα σοι έστι, παίδευσον αυτά...». (Σοφ. Σειρ. ζ' 23)
Το ανδρόγυνο αυτό ήταν ευλογημένο. Ήσαν τόσο πλούσιοι όσο και ελεήμονες. Αλλά η ελεημοσύνη τους δεν έμοιαζε με τις «δωρεές» τις δικές μας. Ήταν ελεημοσύνη με ψυχή. Δεν εβοηθούσαν απλά τους πτωχούς. Τους υπεχρέωναν να κάθονται στο δικό τους τραπέζι, παρεμέριζαν δε τους υπηρέτες και τους επεριποιούντο μόνοι, τρέχοντες από τον ένα στον άλλο.
Οι φίλοι τους εκορόιδευαν. Και αυτοί σε απάντησι έμαθαν και το μονάκριβο παιδί τους την τόσο δύσκολη αυτή υπηρεσία της αγάπης. Με το μικρό του χέρι εμοίραζαν τα αγαθά τους και στις μεγάλες γιορτές της Εκκλησίας μάζευαν ορφανά στο σπίτι και έβαζαν το αγοράκι τους να τα υπηρετή.
Αυτό το παιδί, όταν μεγάλωσε, έγινε — μπορούσε να μη γίνη; — ο άγιος Αλέξιος. Ο Άνθρωπος του Θεού.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο939)

Το ξέχασε. 
Ο διάσημος Γάλλος συγγραφεύς και φιλόσοφος Φοντενέλ (1657—1757) είχε εξαιρετική προσήλωση στο ευαγγελικό ρητό: «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου».
Μια μέρα τον βρήκε κάποιος γνωστός του και του είπε:
— Θυμάστε, που μου είχατε υποσχεθή να ενδιαφερθήτε για κάποιο ζήτημά μου;
Καλά λέτε, απάντησε ο Φοντενέλ, το είχα ξεχάσει.
— Μα δεν το ξεχάσατε. Κάνατε ό,τι σας ζήτησα κι ήρθα για να σας ευχαριστήσω.
— Πραγματικά, ωμολόγησε ο Φοντενέλ, δεν είχα ξεχάσει να σας βοηθήσω. Είχα ξεχάσει ότι σας βοήθησα. 
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο872)

Χαριτολόγημα αγίου
Ο όσιος Εύδηλος (8ος αιών) συνήθιζε να λέγη:
— Κάθε καλή πράξη, που έχω κάνει στη ζωή μου, δεν τη σκέφτομαι καθόλου.
Κι όταν τον ρωτούσαν το γιατί, απαντούσε:
—Τη σκέφτεται νύχτα και μέρα ο Διάβολος. Δεν υπάρχει, λοιπόν, καμμιά ανάγκη να τη θυμόμαστε κι οι δυό.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο784)

 

Στο βιβλίο «Για τη ζωή των μοναχών στον Καύκασο» ο συγγραφέας του, ο ασκητής π. Ιλαρίων, διηγείται πως πηγαίνοντας στο βουνό, άρχισε να κτίζει μια μικρή καλύβα από κλαδιά δένδρων. Επειδή δεν κατάφερε να τελειώσει την κατασκευή αυτή έγκαιρα και νύχτωσε, πλάγιασε να κοιμηθεί για να ξεκουραστεί.

Ένας πάνθηρας ή ένα είδος λιονταριού εντόπισε την παρουσία ανθρώπου και άρχισε να κάνει γύρους γύρω από αυτόν βρυχώμενος. Και αυτός βρισκόταν εκεί με το μισό σώμα του προστατευμένο μέσα στην καλύβα και τα πόδια έξω από αυτήν. Φανταστείτε αυτή την εμπειρία: να συναντήσεις ένα λιοντάρι που αγωνίζεται για την επιβίωσή του, έτοιμο να σε κατασπαράξει. Αλλά χάρη στη θεία Πρόνοια, αφού πλησίασε την καλύβα του ασκητή, το ζώο έφυγε με βρυχηθμούς για πάντα από την περιοχή εκείνη. Δεν τόλμησε να αγγίξει τον άνθρωπο.

Αυτό το βιβλίο αναφέρει πολλά παρόμοια περιστατικά, για παράδειγμα, πώς ένας ασκητής είδε τους λύκους σε προσευχή το βράδυ, και ο Θεός τους έδινε τροφή. Συνήθιζε να συγκεντρώνεται σε κάποιο μέρος για προσευχή. Βρισκόταν εκεί, κοντά στο μέρος αυτό, αλλά οι λύκοι πέρασαν χωρίς να τον δουν.

Μια άλλη φορά, κάποιος ασκητής βάδιζε στον αυχένα ενός βουνού, πάνω σε μικρό μονοπάτι. Από τα δύο μέρη υπήρχε άβυσσος. Βλέπει ξαφνικά μια αρκούδα να έρχεται προς το μέρος του, βαδίζοντας στο ίδιο μονοπάτι. Τί να κάνει; η αρκούδα βρήκε τότε έναν κορμό δένδρου που βρισκόταν στην άκρη του μονοπατιού εκείνου και αποκοιμήθηκε πάνω του, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στον ασκητή να περάσει. Να η Πρόνοια του Θεού. 

Η έρημός μου στο Άγιον Όρος δεν απείχε δέκα χιλιόμετρα από «οποιοδήποτε είδος ανθρώπινης παρουσίας», Παρ’ όλα αυτά, τη νύχτα υπήρχε -και κυρίως στη δεύτερη σπηλιά που έζησα- πραγματική απομόνωση από όλο τον κόσμο. Έπρεπε να περπατήσω, για παράδειγμα, σαράντα λεπτά για να φθάσω στο μοναστήρι του Αγίου Παύλου η σε περιοχή που ζούσε κάποιος εκεί.

Η θεία Πρόνοια είναι τέτοια, που αληθινά θα εκπλαγείτε βλέποντας πώς ενεργεί. Αυτό με κάνει να πω ότι η Πρόνοια του Θεού ενεργεί με «μαθηματική ακρίβεια». Δεδομένου ότι είναι έτσι, έγκαταλείποντας την αδυναμία μας, βαδίζουμε πίσω από τον Χριστό, για να ακολουθήσουμε τα βήματά Του. Και στην περίπτωση αυτή, το επαναλαμβάνω, δεν θα γνωρίσουμε ακηδία.

(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τόμος Β, σελ. 120-121)


Ο Θεός μιλά στην καρδιά του ανθρώπου. 
Σε σχέση με όσα είπα, ο π. Ρ. μου διηγήθηκε ένα επεισόδιο από τη διακονία του ως πνευματικού. Βρισκόταν στο Birmingham, στο σπίτι κάποιας οικογένειας από την Κύπρο.

Ένα κοριτσάκι 6 ή 7 ετών τον πλησιάζει και του λέει:

«Έχω κάποιες δυσκολίες με τον πατέρα μου. Όταν πάμε στην εκκλησία, μας λέει ότι πρέπει να νηστεύουμε. Λέει να μην τρώω πατατάκια, αλλά μπορώ να τρώω ψωμί. Εγώ όμως δεν θέλω να φάω ψωμί αλλά πατατάκια».

Ο π. Ρ. της είπε τότε:

«Αντί να μαλώνεις με τον πατέρα σου, πήγαινε στο δωμάτιό σου και προσευχήσου στον Κύριο ως εξής: «Κύριε... να, έχω δυσκολία με τον πατέρα μου, πες μου τί πρέπει να κάνω».

Το κοριτσάκι τότε ανέβηκε στο δωμάτιό του και μετά από 5 λεπτά ξαναέρχεται και του λέει:

«Έκανα όπως μου είπατε και ο Θεός μου έδωσε την απάντηση».

«Τί απάντηση σου έδωσε;».

«Ρώτησα τον Θεό τί να κάνω, διότι δεν θέλω να φάω ψωμί, αλλά πατατάκια, και ο Θεός μου είπε:

“Μπορείς να τρώς ό,τι σου είπε ο πατέρας σου, ψωμί, αλλά μπορείς να βάλεις λίγη μαρμελάδα πάνω σε αυτό » [γελά ο γέροντας Σωφρόνιος].

Είναι συγκινητικό πώς ο Κύριος μίλησε στο κοριτσάκι αυτό: «...αλλά μπορείς να βάλεις λίγη μαρμελάδα πάνω στο ψωμί».

«Και αυτό μπορώ να το κάνω, ναι», πρόσθεσε.

Ο π. Ρ της είπε: «Έτσι να κάνεις πάντοτε. Όταν βρίσκεσαι σε δυσκολίες, να προσεύχεσαι στον Θεό».

Δεν τολμούμε να αναρωτηθούμε πώς ο Κύριος της έδωσε αυτή την απάντηση, αλλά η απάντηση ήταν σοφή. Η μαρμελάδα ταιριάζει με τη νηστεία, μπορεί να θεωρηθεί ως ζάχαρη. Θα ήθελα να ρωτάτε πάντοτε τον Κύριο πώς να ενεργείτε, και ιδιαίτερα για τα πιο δύσκολα πράγματα.

(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τόμος Β, σελ. 133)


Αν έχετε διαβάσει τη ζωή του αγίου Ιωάννη της Κρονστάνδης, θα θυμάστε ότι, ενώ άκόμη ήταν σπουδαστής της εκκλησιαστικής Ακαδημίας της Πετρουπόλεως, αρρώστησε σοβαρά κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Οι γιατροί είχαν τη γνώμη ότι έπρεπε να τρέφεται με μια ελάχιστη ποσότητα τροφής, αλλά αρκετή για να δυναμώσει.

Του πρότειναν λοιπόν να του δώσουν κρέας και σούπες, πράγμα που εκείνος αρνήθηκε λέγοντας:

«Θα το κάνω, μόνο αν η μητέρα μου δώσει εύλογία».

Έστειλαν λοιπόν ένα τηλεγράφημα στη μητέρα του, στο Αρχάγγελσκ, στο βόρειο μέρος της Ρωσίας, κοντά στη Λευκή Θάλασσα, και εκείνη η αμόρφωτη γυναίκα απάντησε:

«Προτιμώ να πεθάνει, παρά να διακόψει τη νηστεία».

Τέτοια ήταν η απόφασή της, και ο υιός της Ιωάννης, εξαιτίας αυτού, ανένηψε και σηκώθηκε από το κρεβάτι του, από τη θέλησή του να ακολουθήσει τον Χριστό.
(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τόμος Α, σελ. 241)

Το παν εξαρτάται από το επίπεδο στο οποίο κτίζουμε της ζωή μας.
Όλοι εσείς, αδελφοί μου, γνωρίζατε κάποιον κ. Ν. που έπασχε από προοδευτική παράλυση- ανίατη ασθένεια. Ήρθε εδώ και προσευχηθήκαμε γι’ αυτόν. Καθόταν σε αναπηρική καρέκλα. Μετά λοιπόν από την προσευχή, του είπα:

«Εμείς δεν είμαστε θαυματουργοί. Είμαστε απλοί και αμαρτωλοί άνθρωποι, αλλά ωστόσο προσευχηθήκαμε στον Θεό να δείξει το έλεος Του σε σας».

Και ξαφνικά, με φωτεινό από ευτυχία βλέμμα είπε:

«Αλλά έζησα τον Θεό κατά της διάρκεια της προσευχής και αυτό είναι για μένα σημαντικότερο από τη θεραπεία».
Με κατέπληξε το γεγονός, επειδή οι εξωτερικές συνθήκες ήταν πολύ ήσυχες. Τί άκριβώς έζησε ο άνθρωπος αυτός; Είχε ανώτατη μόρφωση και οικονομικώς ήταν αρκετά πλούσιος, ώστε να έχει ζήσει σε συνθήκες κοινωνικής ανέσεως. Όπως η μεγάλη πλειονότητα των μορφωμένων ανθρώπων, έτσι και αυτός ήταν αδιάφορος προς την πίστη
και την Εκκλησία.

Η δε γυναίκα του ήταν μάλλον αρνητικά τοποθετημένη απέναντι στην Εκκλησία. Εκείνο που με συγκίνησε ήταν ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος, ούτε ο παραμικρός, που να τον ανάγκαζε να πει: «Μα έζησα τον Θεό»!
Αν σύμφωνα με την πίστη μας υπάρχει αιώνιος και προαιώνιος Νους που δημιούργησε τα πάντα, τότε με ποιόν τρόπο ο άνθρωπος θα γνωρίσει ότι Αυτός ο Δημιουργός των πάντων τον άγγιξε; Αν υπάρχει δυνατότητα για τον άνθρωπο να γνωρίσει την επαφή του αιωνίου αυτού Πνεύματος, σημαίνει ότι υπάρχει στον άνθρωπο όχι μόνο η ικανότητα για τη γνώση του υλικού κόσμου ή του κοσμικού είναι που μας περιβάλλει, αλλά και κάτι ακόμη μεγαλύτερο...

Και όταν η αίσθηση της παρουσίας του Θεού αρχίζει να προσεγγίζει όλο και συχνότερα τον άνθρωπο, αυτός αλλάζει σε όλες τις εκδηλώσεις του, στις εκτιμήσεις του για τα πάντα. Για παράδειγμα, ο κ. Ν που είπε «αλλά έζησα τον Θεό» ενώ ήταν καταδικασμένος να πεθάνει, και μετά την προσευχή αυτή, προχώρησε ήσυχα και με χαρά στον θάνατο και όλη η οικογένειά του άλλαξε τρόπο ζωής.
(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τόμος Α, σελ. 370-371)

 


Ο Κανάρης κι η πολυθρόνα. 
Όταν ο ένδοξος πυρπολητής του 21 Κωνσταντίνος Κανάρης έγινε υπουργός Ναυτικών, μπαίνοντας για πρώτη φορά στο υπουργείο, είδε πίσω από το γραφείο του μια πολυτελή κι αναπαυτική πολυθρόνα.
Στο αντίκρυσμά της θύμωσε και φώναξε:
— Τι θέλει αυτή η πολυθρόνα εκεί; Βγάλτε την γρήγορα από εδώ μέσα, γιατί αλλοιώς θα την πετάξω από το παράθυρο. Φέρτε μου μια κοινή καρέκλα. Δεν ήρθα εδώ για να αναπαυθώ.
Δυστυχώς, πολλοί είναι εκείνοι που στα αξιώματα βλέπουν μονάχα τις απολαυές κι όχι τις θυσίες.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο564)

«Έχασα μια ημέρα»
Διηγούνται πως ο αυτοκράτωρ Τίτος, κατά τη διάρκεια κάποιου επισήμου γεύματος, θυμήθηκε πως εκείνη την ημέρα δεν είχε κάμει καλό σε κανένα άνθρωπο. Διέκοψε το φαγητό του και τινάχτηκε από τη θέση του αφίνοντας ένα ξεφωνητό: Diem perdidi. Δηλαδή: έχασα μια ημέρα.
Πόσες τάχα ημέρες να έχωμεν χάσει εμείς, χωρίς τον παραμικρό έλεγχο. Και όμως ευωχούμεθα στο τραπέζι της ζωής χωρίς τον παραμικρό έλεγχο.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973 Νο314)

Οι μαρμαρένιοι επίσκοποι
«Όχι για τους τοίχους, αλλά για τις ψυχές ήρθε εδώ κάτω ο Βασιλεύς των ουρανών. Επί της εποχής των Αποστόλων, όταν η Εκκλησία εκοσμείτο με χαρίσματα πνευματικά, ανέβλυζε δε το άρωμα της αγίας πολιτείας της, δεν υπήρχαν επισκοπικά μέγαρα. Επί των ημερών μας όμως τα επισκοπικά μέγαρα μαρμαροστολίζονται, η δε Εκκλησία παραμελείται.
Τότε είχαμε ξυλίνους επισκοπικούς οίκους, αλλά κατοικούσαν μαρμαρένιοι επίσκοποι μέσα σ’ αυτούς. Τώρα έχουμε μαρμαρένιες επισκοπές, που στεγάζουν ξύλινους επισκόπους».
( Από κείμενο του αγίου Ισιδώρου του Πηλουσιώτου)
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο488)

"Η Τίνα ήταν διαρκώς θυμωμένη με τον άνδρα της, γιατί κάθε φορά καθυστερούσε να έρθει το βράδυ στο σπίτι.

Με κόπο προσπαθούσε να διατηρήσει το φαγητό ζεστό, τα παιδιά πεινούσαν και καυγάδιζαν, και το καθυστερημένο συμμάζεμα της κουζίνας μετά το φαγητό της χαλούσε όλη τη βραδιά. Η Τίνα αγαπούσε τον προγραμματισμό κι αυτή η κατάσταση την ενοχλούσε πολύ.

Τα πράγματα άλλαξαν όταν άλλαξε κι αυτή τακτική. Άρχισε να σερβίρει το φαγητό στην ώρα του, είτε είχε έρθει ο άνδρας της είτε όχι. Εκείνος κατέληγε να βρίσκει το φαΐ του κρύο κι έπρεπε μόνος του να το ζεστάνει και να καθίσει μόνος του να φάει. Δεν πέρασαν λίγες μέρες και ο άνδρας της τα κατάφερνε να έρχεται στην ώρα του κάθε βράδυ!
Τα όρια της Τίνας (να σερβίρει το φαγητό στην κανονική ώρα και να τρώει μαζί με τα παιδιά), τη βοηθούσαν να μη νιώθει πληγωμένη κι αγχωμένη όπως πριν. Το πρόγραμμά της κυλούσε κανονικά, τα παιδιά είχαν βρει τη σειρά τους και δεν χρειαζόταν πια να θυμώνει.

Μια αμερικάνικη παροιμία λέει: «Μη θυμώνεις, καλύτερα εκδικήσου!» Κάτι τέτοιο, όμως, δε θα ωφελούσε σε τίποτε. Γι’ αυτό και προτιμούμε ν’ αλλάξουμε την παροιμία: «Μη θυμώνεις, καλύτερα βάλε όρια!»"

Ενοχοποίηση
Οι άνθρωποι που έχουν την τάση να ενοχοποιούν τους άλλους, θα σας φερθούν σαν να τους σκοτώνετε με το όχι σας και θ’ αντιδράσουν δραματικά, λέγοντας «Πώς μπορείς να μου το κάνεις αυτό;» Θ’ αρχίσουν να κλαίνε, να παίρνουν παρεξηγημένο ύφος ή να θυμώνουν.

Θυμηθείτε ότι οι άνθρωποι αυτοί έχουν έναν προβληματικό χαρακτήρα. Όταν συμπεριφέρονται σα να προέρχεται από σας όλη τους η δυστυχία, το κάνουν γιατί θέλουν να σας έχουν θύμα τους και να επιβάλλουν τα δικά τους όρια. Αυτό είναι κάτι πολύ διαφορετικό από τη βοήθεια που χρειάζεται κανείς σε μια πραγματική ανάγκη.

Όταν ακούτε παράπονα, προσπαθήστε να διακρίνετε τη φύση και τα κίνητρα αυτών που τα κάνουν. Αν προσπαθούν να σας επιρρίψουν τις ευθύνες για όλα, να απαιτούν και να σας ενοχοποιούν, αν δεν ανταποκριθήτε σ’ ό,τι ζητούν, ετοιμαστείτε να τους αντιμετωπίσετε.
Η Σούζαν αρνήθηκε να δανείσει χρήματα στον αδελφό της για ν’ αγοράσει ένα καινούργιο αυτοκίνητο. Είχαν από καιρό ενηλικιωθεί. Εκείνη ήταν υπεύθυνη κι εργαζόταν σκληρά, εκείνος ήταν ανεύθυνος και σπαταλούσε αμέσως τα χρήματα που κέρδιζε. Για χρόνια δανειζόταν απ’ αυτήν, ποτέ όμως δεν της είχε επιστρέψει κάτι.
Αφού παρακολούθησε ένα σεμινάριο για την οριοθέτηση, κατάλαβε η Σούζαν ότι δεν ήταν σωστό αυτό που γινόταν κι οπλίστηκε μ’ ένα όχι για την επόμενη φορά. Η αντίδραση του αδελφού της ήταν σαν να του είχε καταστρέψει τη ζωή. Όλη του η καριέρα, έλεγε, χανόταν «εξαιτίας της», επειδή δε θα μπορούσε πια να προσελκύσει πελάτη, με το παλιό αυτοκίνητο που είχε. Και «εξαιτίας της» δε θα μπορούσε ούτε μια γυναίκα να βρει, αφού δε θα είχε καινούργιο αυτοκίνητο.

Η Σούζαν τώρα είχε μάθει ν' αναγνωρίζει πως ο αδελφός της έριχνε σ αυτήν την ευθύνη, μέσα σ’ όλα αυτά τα παράπονα, και τον αντιμετώπισε χωρίς να κλονιστεί. Του είπε πως λυπόταν για όλες αυτές τις δυσκολίες που θα είχε, αλλά αυτό ήταν δικό του πρόβλημα. Η στάση της αποδείχτηκε ότι τελικά ήταν καλή όχι μόνο γι’ αυτήν, αλλά και για κείνον.

(από το βιβλίο: Όρια ζωής, εκδόσεις Η έλαφος, Αθηνα 2008, σελ. 160-161 και 350-351