ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ! ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…
¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBAN: GR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).
(Αποσπάσματα από τα ερμηνευτικά Υπομνήματα στα Ευαγγέλια του Π.Ν. Τρεμπέλα.
Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)
Γ. Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ ΚΔ 1-53
Υπόμνημα στο κατά Λουκάν, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 654-682 εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας Θφ = Θεοφύλακτος
Β = Βασίλειος ο Μέγας Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Ε = Ευσέβιος Καισαρείας Σγ = Σεβηριανός
Ζ = Ζιγαβηνός Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Η = Ησύχιος Ω = Ωριγένης
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
F. Godet, Commentaire sur l’ Evangile de S. Luc 1888 (σημειώνεται με το g)
M.J. Lagrange. Evangile selon s. Luc, Deuxieme edition Paris 1921 (σημειώνεται με το L)
Alf. Plummer. A critical and exegetical commentary on the Gospel according to S. Luc, Fifth edition (1928) (σημειωνεται με το p)
J.A. Bengel Gnomon of the N.T. Testament translated by A. Fausset. Τόμ. II (σημειώνεται με το b)
J. Owen, A Commentary on the Gospel of Luc, New York 1864 (σημειώνεται με το ο).
Ν. Δαμαλά Ερμηνεία εις την Κ.Δ. τόμ. Β και Γ. Αθηναι 1892. (σημειώνεται με το δ)
ΚΕΙΜΕΝΟ & ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους
Λουκ. 24,1 Τῇ δὲ(1) μιᾷ τῶν σαββάτων ὄρθρου βαθέος(2) ἦλθον ἐπὶ τὸ μνῆμα(3) φέρουσαι ἃ ἡτοίμασαν(4) ἀρώματα, καί τινες(5) σὺν αὐταῖς.
Λουκ. 24,1 Κατά την πρώτην δε ημέραν της εβδομάδος, ενώ ήσαν ακόμη βαθειά χαράματα, ήλθον στο μνήμα οι γυναίκες με τα αρώματα, που είχαν ετοιμάσει, και μερικαί άλλαι μαζή των.
(1) Το δε ανταποκρίνεται στο μεν του προηγούμενου ημιστιχίου= Ησύχασαν μεν κατά το σάββατο, την πρώτη όμως ημέρα… (p). Το κεφάλαιο έχει διαιρεθεί κακώς, διότι ο παρών στίχος είναι συνέχεια του προηγούμενου (L).
(2) Υπάρχει και η γραφή βαθέως, που μαρτυρείται από όλα τα αλεξανδρινά χειρόγραφα. Αυτό δεν είναι επίρρημα, αλλά γενική του επιθέτου σύμφωνα με την ασυνήθιστη στους μεταγενέστερους και σπάνια και στην Κ.Δ. άγνωστη γραφή (δ). «Όρθρος βαθύς είναι αυτό που λέει ο Ματθαίος «πολύ αργά το σάββατο»· διότι ο βαθύς όρθρος καταλήγει να σημαίνει το ίδιο με το πολύ αργά (της προηγούμενης νύχτας)» (Θφ). Αμέσως μόλις η αργία του σαββάτου τούς επέτρεψε, το ταχύτερο, πριν ακόμη ξημερώσει, έρχονται στο μνημείο. Η αγάπη και ο σεβασμός, τον οποίο έτρεφαν προς τον Ιησού τις αφυπνίζει και τις θέτει σε κίνηση. Ο ζήλος τους παραμένει άσβεστος και για τα αρώματα, τα οποία από το απόγευμα της Παρασκευής, πριν ακόμη αρχίσει το Σάββατο, είχαν αγοράσει με μεγάλη δαπάνη, μολονότι πέρασαν δύο νύχτες, δεν άλλαξαν σκέψεις. Κοιμήθηκαν στο μεταξύ και ξύπνησαν επανειλημμένα, και δεν μετέβαλλαν απόφαση, ώστε να πουν: «Γιατί να γίνει η απώλεια αυτή του μύρου;». Ό,τι πρετοιμάστηκε για τον Ιησού, για αυτόν πρέπει και να χρησιμοποιείται. Και οι ευσεβείς γυναίκες αυτό ακριβώς σκοπεύουν να πράξουν ερχόμενες στο μνημείο.
(3) Αν εξαιρέσουμε τα Μάρκ. ε 3, 5, ιε 46 και Αποκ. ια 9 η λέξη είναι χαρακτηριστική στο Λουκά, αφού συνηθισμένη στην Κ.Δ. είναι η λέξη μνημείο (p).
(4) Είναι κάπως παράδοξο, ότι ο Λουκάς δεν αναφέρει ευθύς εξ αρχής τα ονόματα των γυναικών. Προτιμά να αναφέρει αυτά πιο κάτω πιθανώς διότι τα ονόματά τους βαρύνουν περισσότερο, όταν μαρτυρούν για τα γεγονότα του τάφου (L).
(5) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν τη φράση «καί τινες σὺν αὐταῖς» = και κάποιες άλλες, οι υπόλοιπες δηλαδή που ήταν μαζί με τις τρεις (δ).
Λουκ. 24,2 εὗρον δὲ τὸν λίθον(1) ἀποκεκυλισμένον(2) ἀπὸ τοῦ μνημείου,
Λουκ. 24,2 Ευρήκαν δε τον λίθον, που έκλειε το μνημείον, κυλισμένον πέρα από αυτό.
(1) Ο Λουκάς δεν ανέφερε τίποτα προηγουμένως για το λίθο, αλλά θεωρεί ως δεδομένο και γνωστό, ότι λίθος κυλίστηκε στο στόμιο του μνήματος. Δες Ιω. ια 38 (b).
(2) Και οι τρεις συνοπτικοί χρησιμοποιούν το αποκυλίω για τον λίθο, ενώ ο Ιωάννης γράφει «ηρμένον εκ (=σηκωμένο από)». Το ρήμα δεν συναντιέται πουθενά αλλού στην Κ.Δ. (p). Το ρήμα υποδηλώνει, ότι ο λίθος ήταν μέγας έτσι ώστε μόνο κυλιόμενος μπορούσε να μετακινηθεί από τόπο σε τόπο (ο).
Λουκ. 24,3 καὶ εἰσελθοῦσαι(1) οὐχ εὗρον τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ(2).
Λουκ. 24,3 Και όταν εμπήκαν, δεν ευρήκαν το σώμα του Κυρίου Ιησού.
(1) Υπάρχει και η γραφή: εἰσελθοῦσαι δε.
(2) Είναι αξιοσημείωτο, ότι ο συνδυασμός της λέξης Κύριος με το όνομα Ιησούς, όπως γράφεται παραπάνω, πουθενά αλλού στα ευαγγέλια δεν συναντιέται, ίσως δε και στο Μάρκ. ιστ 19, όπου πάλι πρόκειται για γεγονός που έγινε μετά την Ανάσταση. Είναι όμως συχνός στις Πράξεις και στις επιστολές. Μετά το πάθημα και την Ανάσταση το όνομα Ιησούς υπερυψώθηκε. Δες Φιλιπ. β 9-11
Λουκ. 24, καὶ ἐγένετο ἐν τῷ διαπορεῖσθαι(1) αὐτὰς περὶ τούτου καὶ ἰδοὺ ἄνδρες(2) δύο(3) ἐπέστησαν αὐταῖς ἐν ἐσθήσεσιν(4) ἀστραπτούσαις(5).
Λουκ. 24,4 Ενώ δε ευρίσκοντο εις απορίαν δια το γεγονός αυτό και ιδού παρουσιάσθησαν έξαφνα εις αυτάς δύο άνδρες με στολάς, που άστραφταν από λαμπρότητα.
(1) Υπάρχει και η γραφή: απορεῖσθαι. Η πρόθεση «δια» επιτείνει την έννοια του ρήματος.= Ενώ οι γυναίκες βρίσκονταν σε μεγάλη απορία μη μπορώντας να εξηγήσουν το πράγμα αυτό (δ), δηλαδή την αποκύλιση του λίθου και μάλιστα την εξαφάνιση του σώματος του Ιησού (ο). Η σύνταξη είναι εξόχως εβραϊκή (p). Αγαθοί και ευσεβείς Χριστιανοί συχνά απορούν για εκείνο, από το οποίο θα έπρεπε να ενισχύονται και να ενθαρρύνονται.
(2) Για τη λέξη ανήρ (=άνδρας) που χρησιμοποιείται για άγγελο που εμφανίζεται με μορφή άνδρα δες και Πράξ. α 10 και ι 30 (p).
(3) Οι άλλοι δύο συνοπτικοί μιλούν για ένα άγγελο, δεν αποκλείουν όμως και την παρουσία και άλλου αγγέλου. Άλλωστε είναι «διάφορες οι οπτασίες», διότι και διάφοροι όμιλοι γυναικών επισκέφτηκαν σε διαφορετικές ώρες του όρθρου τον τάφο. Δες για αυτό Μάρκ. ιστ 2.
(4) Υπάρχει και η γραφή ἐν ἐσθῆτι ἀστραπτούσῃ.
(5) Μόνο εδώ και στο Λουκά ιζ 24 συναντιέται στην Κ.Δ. το ρήμα αστράπτω (p). = Με στολές αστραφτερές από τη λάμψη του ουρανίου φωτός (δ). Όχι μόνο λευκές, αλλά και λαμπρές που εξέπεμπαν λάμψη γύρω τους. «Εξαιτίας της αγάπης τους στο Χριστό και επειδή έδειξαν ζήλο για αυτό, αξιώθηκαν να δουν αγίους αγγέλους» (Κ), «και με τη λευκή ενδυμασία (των αγγέλων) παρέχονται στα μάτια των γυναικών σημάδια χαράς και γέλιου που αποτελούν και γνωρίσματα της σωτήριας ανάστασης ώστε και από την εμφάνιση να βοηθηθούν να καταλάβουν οι γυναίκες τη χαρά της ανάστασης και να ξεκινήσουν τη γιορτή του Πάσχα μαζί με τους λευκοφορεμένους αγγέλους» (Ε)
Λουκ. 24,5 ἐμφόβων(1) δὲ γενομένων αὐτῶν καὶ κλινουσῶν τὸ πρόσωπον εἰς τὴν γῆν(2) εἶπον πρὸς αὐτάς· τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα(3) μετὰ τῶν νεκρῶν(4);
Λουκ. 24,5 Ενώ δε αυτάς τας κατέλαβε μεγάλος φόβος και έγερναν το πρόσωπον των με ευλάβειαν εις την γην, είπον εκείνοι προς αυτάς• “διατί ζητείτε μεταξύ των νεκρών αυτόν που είναι ολοζώντανος;
(1) Και η λέξη έμφοβος σχεδόν από μόνο το Λουκά χρησιμοποιείται και πάντοτε μαζί με το γίνεσθαι. Δες Λουκ. κδ 37, Πράξ. ι 4, κδ 25, Αποκ. ια 13 (p).
(2) Από το φόβο και τη λαμπρότητα έσκυψαν το πρόσωπο στη γη (δ). Το πρόσωπο σκυμμένο προς τη γη αποτελεί τη στάση του ευλαβικού φόβου (g).
(3) Τι ζητάτε τον ήδη ζωντανό, αφού αναστήθηκε (δ). Πολύ αξιοσημείωτη και η επόμενη ερμηνεία: Αυτόν, ο οποίος όχι μόνο επέστρεψε στη ζωή αφού αναστήθηκε, αλλά είναι και ο μόνος και απολύτως ζωντανός (b). «Διότι ζει μεν πάντοτε και είναι ζωή από τη φύση του ο Λόγος του Θεού· αλλά αφού κατέβασε τον εαυτό του σε σημείο που να αδειάσει από τη δόξα του και αφού υπέστη την ομοίωση με εμάς, γεύτηκε το θάνατο. Αλλά ήταν αυτό ο θάνατος του θανάτου. Αναστήθηκε λοιπόν από τους νεκρούς και έγινε ο δρόμος της επιστροφής στην αφθαρσία για εμάς μάλλον παρά για τον εαυτό του» (Κ).
(4) = στην κατάσταση και στις συνθήκες, στις οποίες βρίσκονται οι νεκροί (b)· ανάμεσα στους νεκρούς (g). Παρέχεται εδώ επίσημη και από τον ουρανό μαρτυρία, ότι ο Κύριος ζει. Αυτό αποτελεί ενίσχυση και παρηγοριά των αγίων, ο καθένας από τους οποίους διακηρύττει: Γνωρίζω, ότι ο Λυτρωτής μου ζει. Και εφόσον αυτός ζει και εμείς θα ζήσουμε. «Επειδή εγώ ζω, και εσείς θα ζήσετε» (Ιω. ιδ 19), βεβαίωσε και Εκείνος. Όπως ο Αδάμ έγινε αίτιος θανάτου σε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, έτσι και ο Χριστός έγινε πηγή ζωής και αθανασίας για όλες τις γενιές των ανθρώπων. Ο Αδάμ μετέδωσε δηλητήριο, αλλά ο Χριστός σκόρπισε ζωή αιώνια. Και μεταδίδει ζωή σε μας, σε καθέναν από εμάς, διαμέσου της αγίας και άφθαρτης φύσης, την οποία πήρε μέσα στο χρόνο για την απολύτρωσή μας. Κάνοντάς μας μέλη του με τρόπο ανείπωτο και μυστηριώδη, μας αφθαρτίζει και μας χαρίζει ζωή αιώνια. Τι θαυμαστό έργο της χάρης! Παράδοξο υπήρξε το ότι ο Αδάμ απέβη σε θάνατό μας. Παραδοξότερο όμως ασύγκριτα και πολύ περισσότερο γεμάτο από χάρη είναι το ότι ο Θεός έγινε πηγή ζωής για εμάς διαμέσου του ανθρωπίνου εκείνου σώματος, το οποίο πήρε μέσα στο χρόνο αφού εξομοιώθηκε με μας.
Λουκ. 24,6 οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλ᾿ ἠγέρθη(1)· μνήσθητε ὡς(2) ἐλάλησεν ὑμῖν ἔτι ὢν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ(3),
Λουκ. 24,6 Δεν ευρίσκεται εδώ, αλλά αναστήθηκε• ενθυμηθήτε, τι σας είπε, όταν ακόμη ήτο εις την Γαλιλαίαν.
(1) Η φράση «οὐκ ἔστιν… ἠγέρθη» αποσιωπάται από τον κώδικα του Βέζα και από κάποια άλλα σοβαρά λατινικά χειρόγραφα. Λόγο για την αποσιώπηση αυτή δύσκολα θα ήταν δυνατόν να βρούμε και ίσως πρόκειται για παλαιότατη παρεμβολή από τα Μάρκ. ιστ 6 και Ματθ. κη 6 (p). Παρόλα’ αυτά το «ἠγέρθη» παρουσιάζεται αναγκαίο ως αφετηρία αυτών που επακολουθούν μέχρι και το «ἀναστῆναι» που είναι στο τέλος του στίχου 7 (L).
(2) Το «ως» δεν είναι ταυτόσημο εξολοκλήρου με το ότι, αλλά υπονοεί την ακριβή επανάληψη των λόγων του Κυρίου (p.L.)= με ποιόν τρόπο, πώς μίλησε σε σας (δ). Οι στίχοι από το σημείο αυτό μέχρι το τέλος του στίχου 8 είναι χαρακτηριστικοί στο Λουκά (p).
(3) Ο Λουκάς επειδή περιορίζεται σε μόνες τις εμφανίσεις του αναστημένου Κυρίου που έγιναν στην Ιερουσαλήμ και χωρίς να αναφέρει καμία από τις εμφανίσεις στη Γαλίλαία, αποσιωπά την φράση του αγγέλου «θα σας προλάβει στη Γαλιλαία» που είναι στα Μάρκ. ιστ 7 και Ματθ. κη 7, η οποία παραπέμπει στα λόγια του Κυρίου στα Μάρκ. ιδ 28 και Ματθ. κστ 32 (p).
Λουκ. 24,7 λέγων ὅτι(1) δεῖ(2) τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου παραδοθῆναι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν(3) καὶ σταυρωθῆναι, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστῆναι.
Λουκ. 24,7 Σας είπε ότι σύμφωνα με την βουλήν του Θεού πρέπει ο υιός του ανθρώπου να παραδοθή εις χείρας αμαρτωλών ανθρώπων και να σταυρωθή και την τρίτη ημέρα θα αναστηθή”.
(1) Θυμίζει την προφητεία του Κυρίου στο Λουκ. θ 21 για τα παθήματά του, που έγινε στους μαθητές στη Γαλιλαία. Όσον αφορά στην προφητεία στο Λουκ. ιη 32, αυτή έγινε, όταν πλέον είχαν φύγει από τη Γαλιλαία (L). Οι άγγελοι από τον ουρανό δεν φέρνουν κάποιο νέο ευαγγέλιο, αλλά επαναφέρουν στη μνήμη τα λόγια του Κυρίου και υπενθυμίζουν το ευαγγέλιο που κηρύχτηκε από τον Κύριο.
(2) Σύμφωνα με την θεία θέληση (δ).
(3) Με τη φράση ανθρώπων αμαρτωλών δηλώνονται στην ιουδαϊκή γλώσσα οι εθνικοί, ενώ το ρήμα «παραδοθῆναι» που είναι πριν από αυτήν δηλώνει την αμαρτία των Ιουδαίων (g). Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Κύριος στις προφητείες του για το θάνατό του δεν χρησιμοποιεί την λέξη αμαρτωλών για τους σταυρωτές του (ο).
Λουκ. 24,8 καὶ ἐμνήσθησαν τῶν ῥημάτων αὐτοῦ(1),
Λουκ. 24,8 Και θυμήθηκαν τότε τα λόγια του Κυρίου.
(1) Τότε θυμήθηκαν τα λόγια του Σωτήρα οι γυναίκες και κατάλαβαν την έννοιά τους σε συνδυασμό και με το κενό μνημείο (δ). Η κύρια αιτία αυτής της λησμοσύνης τους πρέπει να αναζητηθεί και στην πλήρη διάψευση των παχυλών ακόμη ελπίδων τους σχετικά με το Μεσσία, αλλά και στην εξάντληση των διανοητικών τους δυνάμεων, τα οποία είχε δημιουργήσει σε αυτές η θέα του δράματος στο Γολγοθά. Ήλπιζαν να δουν το Μεσσία σε θρόνο ένδοξο, να κατανικά όλους τους εχθρούς του και να βασιλεύει στη γη, και αντί για αυτό τον έβλεπαν σταυρωμένο και καλυπτόμενο από ανέλπιστο χλευασμό και καταφρόνηση. Αυτό δεν επέδρασε λίγο στο να συσκοτίσει στις διάνοιές τους τις προφητείες του για την ανάσταση (ο)
Λουκ. 24,9 καὶ ὑποστρέψασαι ἀπὸ τοῦ μνημείου ἀπήγγειλαν(1) ταῦτα πάντα τοῖς ἕνδεκα καὶ πᾶσι τοῖς λοιποῖς(2).
Λουκ. 24,9 Και αφού επέστρεψαν από το μνημείον ανήγγειλαν αυτά, που είδαν και άκουσαν, στους ένδεκα και εις όλους τους άλλους μαθητάς του Κυρίου, που ευρίσκοντο εκεί.
(1) Ο Μάρκος λέει, ότι «σε κανέναν δεν είπαν τίποτα, διότι φοβόντουσαν». Προφανώς δεν έμειναν διαρκώς σιωπηλές για αυτά που δόθηκαν ως ευαγγέλια σε αυτές στο μνημείο. Όταν ο φόβος τους πέρασε, είπαν αυτά στους μαθητές σύμφωνα και με την εντολή, την οποία σύμφωνα με το Ματθ. κη 7 πήραν από τον άγγελο. Αλλά είναι ίσως απλούστερο να υποθέσουμε, ότι ο Λουκάς και ο Ματθαίος αναφέρουν εδώ την παράδοση, η οποία ήταν γενικώς γνωστή και τρέχουσα και η οποία απέδιδε σε όλες τις γυναίκες ό,τι έγινε κατά τις πρώτες εκείνες στιγμές της έκπληξης από μόνη τη Μαρία τη Μαγδαληνή. Αυτή αμέσως με την επιστροφή της από τον τάφο ανήγγειλε στους αποστόλους τις εξελίξεις, ενώ οι υπόλοιπες από φόβο σιγούσαν. Λίγο αργότερα όμως και αυτές έλυσαν τη σιγή και αφηγήθηκαν σε όλους όλα όσα είχαν δει και ακούσει (p).
(2) Όχι μόνο στους αποστόλους, αλλά και σε όλους τους υπόλοιπους, όσοι ήταν μαζί τους. «Αφού μυήθηκαν (στο μυστήριο της ανάστασης) οι γυναίκες από φωνή αγγέλων απαγγέλλουν αυτά γρήγορα στους μαθητές. Διότι έπρεπε σε γυναίκες να δοθεί η τόσο λαμπρή χάρη. Διότι αυτή (η Εύα) που παλαιότερα έγινε υπηρέτης του θανάτου απαλλάσσεται από την κατηγορία υπηρετώντας φωνές αγίων αγγέλων και το σεπτό μυστήριο της ανάστασης και πρώτη το έμαθε και το ανήγγειλε» (Κ).
Λουκ. 24,10 ἦσαν δὲ ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία(1) καὶ Ἰωάννα(2) καὶ Μαρία Ἰακώβου(3) καὶ οἱ λοιπαὶ σὺν αὐταῖς, αἳ(4) ἔλεγον πρὸς τοὺς ἀποστόλους ταῦτα.
Λουκ. 24,1 Αι μυροφόροι δε γυναίκες, ήσαν η Μαρία η Μαγδαληνή και η Ιωάννα και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και αι άλλαι, που ήσαν μαζή των, και όλαι έλεγαν αυτά στους Αποστόλους.
(1) Και οι τέσσερεις ευαγγελιστές βάζουν πρώτη τη Μαγδαληνή, ενώ ο Ιωάννης αναφέρει μόνη αυτήν, με το «δεν ξέρουμε» όμως το οποίο αυτή λέει στους αποστόλους (Ιω. κ 2) υπονοεί, ότι ήταν και άλλες μαζί της (p).
(2) Η Ιωάννα αναφέρεται από μόνο τον Λουκά. Για αυτήν δες Λουκ. η 3. Και από αυτήν φαίνεται άντλησε ο Λουκάς τις λεπτομέρειες αυτές, όπως και όσα βρίσκονται στο Λουκ. κγ 8-12 που μόνο από αυτόν αναφέρονται (p).
(3) Η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου ή η άλλη Μαρία αναφέρεται και από τους τρεις συνοπτικούς. Δες για αυτήν και Μάρκ. ιε 40,47. Πιθανώς είναι η ίδια με τη Μαρία τη σύζυγο του Κλωπά (Ιω. ιθ 25) (p).
(4) Όλοι οι αλεξανδρινοί κώδικες και πολλοί μεγαλογράμματοι παραλείπουν την αντωνυμία αυτή. Σύμφωνα με την γραφή αυτή (όπου παραλείπεται η αντωνυμία) πρέπει να βάλουμε τελεία ή άνω τελεία μετά το Ιακώβου, οπότε θα διαβάσουμε «καὶ οἱ λοιπαὶ σὺν αὐταῖς ἔλεγον πρὸς τοὺς ἀποστόλους ταῦτα».
Λουκ. 24,11 καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν(1) ὡσεὶ λῆρος(2) τὰ ῥήματα αὐτῶν(3), καὶ ἠπίστουν(4) αὐταῖς.
Λουκ. 24,11 Και εφάνησαν στους Αποστόλους σαν παραληρήματα φαντασίας τα λόγια των γυναικών και δεν επίστευσαν εις αυτάς.
(1) = Σύμφωνα με την κρίση των αποστόλων και των άλλων (p).
(2) Τεχνικός όρος στην ιατρική για δήλωση του παραληρήματος από τον πυρετό (Hobart). Εδώ όμως εκφράζει έννοια μετριότερη συγγενική με τη λέξη μωρολογία ή ανοησία (L)· φλυαρία, γεννήματα της φαντασίας και του φόβου (δ). Θεώρησαν, ότι ήταν φαντασίας γέννημα, διότι και αυτοί είχαν λησμονήσει τα λόγια του Χριστού και ήταν ανάγκη να υπενθυμίσει κάποιος σε αυτούς όχι μόνο όσα ο Κύριος είχε προείπει σε αυτούς στη Γαλιλαία, αλλά και όσα μόλις πριν δύο ημέρες τους βεβαίωσε λέγοντας: λίγο χρόνο ακόμη και πάλι θα με δείτε.
(3) Υπάρχει και η γραφή «τὰ ρήματα ταῦτα».
(4) Όπως φαίνεται, κανείς από τους αποστόλους δεν είχε καταλάβει την ακριβή έννοια των προφητειών του Χριστού για την ανάστασή του. Θεώρησαν αυτήν ότι προαναγγέλλει ότι θα επέστρεφε ένδοξα είτε με νέο σώμα είτε ως ασώματη ύπαρξη. Κανείς απόστολος δεν κατανόησε πλήρως, ότι ο Ιησούς επρόκειτο να φονευτεί, να ταφεί και να αναστηθεί από τον τάφο ζωντανός. Για αυτό τώρα απιστούν (p).
Λουκ. 24,12 ὁ(1) δὲ(2) Πέτρος ἀναστὰς ἔδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας(3) βλέπει τὰ ὀθόνια(4) κείμενα μόνα(5), καὶ ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτὸν(6) θαυμάζων τὸ γεγονός.
Λουκ. 24,12 Ο δε Πετρος εσηκώθηκε και έτρεξεν στο μνημείον. Και αφού έσκυψεν από την είσοδον, βλέπει τις λωρίδες από σινδόνι, με τις οποίες είχε τυλιχθή το σώμα του Κυρίου να είναι κάτω στο μνημείον μόνες, χωρίς το σώμα και επέστρεψεν στο σπίτι θαυμάζων το γεγονός.
(1) Κατά τρόπο άτοπο και πέρα από κάθε υγιή κριτική ο Tischendorf μαζί με μόνο τον κώδικα του Βέζα παραλείπει αυτόν τον στίχο, τον οποίο έχουν όλοι οι άλλοι κώδικες και οι μεταφράσεις και ο Ε. και ο Κ. και άλλοι πατέρες. Διότι ούτε αυτά που λέγονται μοναδική φορά από το Λουκά (παρακύψας, ὀθόνια, ἀπῆλθε) είναι τέτοια, ώστε να αποδείξουν νόθο τον στίχο αυτό, αλλά ούτε μπορούσε να παρθεί από το Ιω. κ 3, οπότε ώφειλε να αναφέρει και τον Ιωάννη που συνόδευε τον Πέτρο (δ). Επιπλέον υπάρχουν στο στίχο και λέξεις που δεν συναντιούνται στο παράλληλο χωρίο του Ιωάννου, όπως οι ἀναστὰς, μόνα, θαυμάζων τὸ γεγονός. Ενώ οι δύο λέξεις αναστάς και γεγονός είναι πολύ συχνές στο Λουκά. Και παρόλο που αυτός συχνότερα χρησιμοποιεί τη σύνταξη «θαυμάζειν ἐπί τῳ», όμως συντάσσει το ρήμα θαυμάζω και με αιτιατική πτώση (Λουκ. ζ 9, Πράξ. ζ 31) (p).
(2) Μάλλον αντιθετικός σύνδεσμος = μολονότι απιστούσαν, όμως ο Πέτρος αφού σηκώθηκε έτρεξε.
(3) Αφού έσκυψε κοντά σε αυτό, στο μνημείο (δ). Σκύβει κάποιος ώστε με το βλέμμα να ερευνήσει αυτό που βρίσκεται στο βάθος.
(4) Τα τεμάχια του σεντονιού, με τα οποία σαβάνωσαν τον Κύριο. Από το οθόνη, λευκό λινό σεντόνι (δ).
(5) Χωρίς το σώμα. Λόγος, για τον οποίο ο Πέτρος θαυμάζει. «Διότι πώς αφέθηκαν μόνοι οι επίδεσμοι και αυτοί ενώ το σώμα ήταν αλειμμένο με σμύρνα. Και πόση άνεση χρόνου είχε ο κλέπτης, ώστε να αφήσει αυτούς ξεχωριστά τυλιγμένους και να βγάλει έξω το σώμα;» (Θφ).
(6) Μπορεί να συνδεθεί άμεσα είτε με το ἀπῆλθε = «έφυγε προς το σπίτι του» (Ζ), προς την οικία του (δ), είτε με το θαυμάζων = θαυμάζοντας ο ίδιος μέσα του (p). Σημαίνει την προσωπική έκπληξη του Πέτρου (δ). Πιο πιθανή η πρώτη εκδοχή. Εάν είχε θυμηθεί και ο Πέτρος τα λόγια του Χριστού, δεν θα ένιωθε έκπληξη, αλλά θα ικανοποιούνταν πλήρως βεβαιούμενος, ότι ο Κύριος είχε αναστηθεί. Αλλά είχε λησμονήσει αυτά και για αυτό θαυμάζει το γεγονός του κενού τάφου, μη βρίσκοντας εξήγησή του. Συχνά και εμείς κυριευόμαστε από απορία και σύγχυση μπροστά σε γεγονότα και περιστατικά, τα οποία θα μας παρουσιάζονταν σαφή και ωφέλιμα, εάν κατανοούσαμε τα λόγια του Χριστού στη Γραφή και είχαμε αυτά πάντοτε στη διάνοιά μας.
Λουκ. 24,13 Καὶ ἰδοὺ(1) δύο ἐξ αὐτῶν(2) ἦσαν πορευόμενοι(3) ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ εἰς κώμην ἀπέχουσαν σταδίους ἑξήκοντα(4) ἀπὸ Ἱερουσαλήμ, ᾗ ὄνομα Ἐμμαούς(5).
Λουκ. 24,13 Και ιδού, δύο από τους μαθητάς επήγαιναν αυτήν την ημέραν εις κάποιο χωριό, που απείχε από την Ιερουσαλήμ ένδεκα περίπου χιλιόμετρα και το οποίον ελέγετο Εμμαούς.
(1) Όπως σε πολλά σημεία στο ευαγγέλιο του Λουκά (α 20,31,36, β 25, ε 12, 18, ζ 12 κλπ.) εισάγεται με το «Καὶ ἰδοὺ» κάτι νέο και απροσδόκητο. Η αφήγηση που ακολουθεί είναι αποκλειστική σε μόνο το Λουκά και συγκαταλέγεται μεταξύ των ωραιοτέρων θησαυρών τους οποίους μόνος αυτός μάς διέσωσε. Είναι σχεδόν βέβαιο, ότι έλαβε τις για το γεγονός αυτό πληροφορίες του από έναν από τους δύο αυτούς μαθητές που πορεύονταν εις Εμμαούς και πιθανώς αυτές του δόθηκαν εγγράφως, διότι η αφήγηση αυτή φέρει όλα τα γνωρίσματα της προσωπικής πείρας και αντίληψης. Εάν αυτό γίνει δεκτό, τότε ο Κλεόπας μπορεί να θεωρηθεί ως ο πληροφοριοδότης του Λουκά (p). Το αυθεντικό της αφήγησης φαίνεται και από το ότι και αυτός ο Strauss, μολονότι ζήτησε να τοποθετήσει το γεγονός αυτό σε αναλογίες εξ ολοκλήρου φυσικές, αναγκάστηκε να αναγνωρίσει, ότι υπάρχει μέσα σε αυτό πυρήνας και βάθος ιστορικός (g).
(2) «Δηλαδή από όλους τους μαθητές» (Ζ). Ο ένας από αυτούς ονομαζόταν Κλεόπας (σ. 18). Ο άλλος; «Κάποιοι… λένε ότι είναι ο Λουκάς· για αυτό και απέκρυψε το δικό του όνομα ο ευαγγελιστής» (Θφ). Το γεγονός όμως, ότι ο Λουκάς ήταν σχεδόν κατά πάσα βεβαιότητα εθνικός (Κολοσ. δ 10-14) και ότι στο προοίμιο του ευαγγελίου παρουσιάζει τον εαυτό του ως μη αυτόπτη, κάνει πολύ απίθανη την εικασία αυτή (p). Σύμφωνα με άλλη εικασία «αυτός που ήταν μαζί με τον Κλεόπα ήταν ο Σίμων, όχι ο Πέτρος, ούτε ο από την Κανά, αλλά κάποιος άλλος από τους εβδομήντα» (Κ). Και ο Ωριγένης δύο φορές αναφέρει τον Σίμωνα ως τον μαθητή που δεν κατονομάζεται εδώ (Κατά Κέλσου ΙΙ 62,68). Αλλά και η εκδοχή αυτή προήλθε ίσως από πλανημένη (λανθασμένη) ερμηνεία της φράσης στο στίχο 34 «και εμφανίστηκε στο Σίμωνα» (p). Ο Αμβρόσιος αναφέρει σε πολλά σημεία ως όνομα αυτού το Ammaon, το οποίο φαίνεται να προήλθε από τον αρχαίο τύπο του ονόματος της κώμης (Εμμαούς-Ammaon) και σημαίνει τον κάτοικο της κώμης Ammaous ή Ammaon (L).
(3) = Οδοιπορούσαν μαζί (δ). Πιθανώς μετά την εορτή του Πάσχα επέστρεφαν στα σπίτια τους (L).
(4) Το στάδιο=μέτρα 185 (L). Δηλαδή γύρω στα έντεκα σημερινά χιλιόμετρα. Υπάρχει και η γραφή εκατόν εξήκοντα, που προήλθε από διόρθωση που βασίστηκε σε γεωγραφική πλάνη, δηλαδή από την ταύτιση της κώμης Εμμαούς με την μετέπειτα γνωστή οχυρωμένη πόλη με το όνομα Νικόπολη κοντά στην Ιόππη, την σημερινή Αμβάς, που βρίσκεται 180 στάδια δυτικά της Ιερουσαλήμ. (Δες για αυτήν Α΄ Μακ. γ 40, 57, δ 3). Αλλά το αναφερομένο εδώ χωριό δεν μπορεί να είναι η Νικόπολη διότι θα ήταν παράλογο να δεχτεί κάποιος, ότι κατέστη δυνατόν οι δύο αυτοί άνδρες να βαδίσουν κατά την ίδια ημέρα δύο φορές τόσο μεγάλο διάστημα και να προφθάσουν κατά την επιστροφή τους τους μαθητές να συζητούν σε ώρα ακόμη απογευματινή (p,g,L).
(5) Για το χωριό αυτό έγινε υπόθεση από άλλους (Caspari) ότι είναι η Κολόνιεχ, που βρίσκεται στην οδό της Ιόππης, σε απόσταση 45 στάδια από την Ιερουσαλήμ, την οποία παρεχώρησε ο Τίτος σαν αποικία σε οκτακόσιους από τους παλαιούς στρατιώτες του, και από εκεί προήλθε και το νέο αυτό όνομά της, το οποίο αντικατέστησε το παλαιό Εμμαούς. Εφόσον όμως καθορίζεται η απόσταση της Εμμαούς σε 60 στάδια πρέπει να αναζητηθεί η κωμόπολη αυτή στην Χαμόζαν ή Μπείτ-Μιζζά που βρίσκεται Β.Δ. της Κολόνιεχ σε μικρή απόσταση (g). Παρόλ’ αυτά και η Χαμόζα (ή Khamasa) δεν είναι αρκετά κοντά στην Ιερουσαλήμ, αφού απέχει από αυτήν 72 στάδια. Η Ελ Κουβειβέχ (El Kubeibeh) που βρίσκεται σε απόσταση 63 στάδια από την Ιερουσαλήμ, και είναι στο δρόμο προς Λύδδα, είναι η πιθανή τοποθεσία της κωμόπολης Εμμαούς (p).
Λουκ. 24,14 καὶ αὐτοὶ ὡμίλουν πρὸς ἀλλήλους περὶ πάντων τῶν συμβεβηκότων τούτων(1).
Λουκ. 24,14 Και αυτοί συνωμιλούσαν μεταξύ των δι' όλα αυτά τα γεγονότα.
(1) «Για το σταυρό και για τα φοβερά θαύματα που έγινα τότε, και για την ταφή και για όσα απαγγέλθηκαν από τις γυναίκες για την ανάσταση του Κυρίου» (Ζ). Αρμόζει οι μαθητές του Χριστού, όταν βρεθούν μαζί, να μιλάνε για το θάνατο και την ανάστασή του. Έτσι θα μπορέσουν να προαγάγουν τις γνώσεις τους μεταξύ τους, να ανανεώσουν τις αναμνήσεις τους και να θερμάνουν τις ευσεβείς διαθέσεις τους.
Λουκ. 24,15 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὁμιλεῖν αὐτοὺς καὶ συζητεῖν(1) καὶ αὐτὸς(2) ὁ Ἰησοῦς ἐγγίσας συνεπορεύετο αὐτοῖς(3)·
Λουκ. 24,15 Και ενώ αυτοί συνωμιλούσαν και συζητούσαν περί του Ιησού, ο ίδιος ο Ιησούς τους επλησίασε και επήγαινε μαζή των.
(1) Οι δύο μαθητές δεν συμφωνούν για την σημασία των συμβάντων, και ειδικά για το πώς άδειασε ο τάφος και ανταλλάσσουν τις απόψεις τους (L). «Μιλούσαν μεταξύ τους… όχι έχοντας πιστέψει, αλλά απορώντας και εκπλησσόμενοι για πράγματα εξαίσια, και μη μπορώντας εύκολα να συμφωνήσουν εξαιτίας του παραδόξου» (Θφ). «Συζήτηση λέει ο ευαγγελιστής την εξέταση, δηλαδή το πώς ενώ ήταν τέτοιος (ο Ιησούς), έπαθε τέτοια πράγματα» (Ζ). Το μέγα θέμα της συζήτησής τους ήταν ο θάνατος του Ιησού και οι περιστάσεις, κάτω από τις οποίες έγινε και οι οποίες επακολούθησαν σε αυτόν. Και με τη συζήτηση επιχειρούσαν να συμβιβάσουν αυτά που έγιναν με τις προφητείες της Π.Δ. για τον Μεσσία, σύμφωνα με τις οποίες αυτοί ανέμεναν τον Μεσσία ως Βασιλιά και Σωτήρα του λαού (ο).
(2) Είναι Εβραϊκός αυτός ο τρόπος σύνταξης (g). Και αυτός ο ίδιος ο Ιησούς για τον οποίο μιλούσαν (p).
(3) Πλησίασε ξαφνικά από πίσω ανεπαίσθητα και συμπορευόταν μαζί τους (δ). «Επειδή είχε το σώμα του πνευματικό και πιο θείο δεν εμποδιζόταν πλέον από απόσταση τόπων ώστε να μην μπορεί να είναι με αυτούς που ήθελε» (Θφ). Μπορούμε και εμείς ενθυμούμενοι τον λόγο του Κυρίου: Όπου είναι δύο ή τρεις μαζεμένοι στο δικό μου όνομα, εκεί είμαι ανάμεσά τους, να είμαστε βέβαιοι, ότι όταν δύο (ή και περισσότεροι μαζί) συζητάμε για ζητήματα τέτοια, όπως αυτά που απασχολούσαν τότε τους δύο μαθητές που πορεύονταν εις Εμμαούς, ο Χριστός θα έλθει σε εμάς ως τρίτος. Εκείνοι οι οποίοι ζητούν το Χριστό, θα τον βρουν. Θα φανερώσει τον εαυτό του σε αυτούς που τον αναζητούν.
Λουκ. 24,16 οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν ἐκρατοῦντο(1) τοῦ μὴ ἐπιγνῶναι αὐτόν(2).
Λουκ. 24,16 Τα δε μάτια των εμποδίζοντο από κάποια υπερφυσικήν δύναμιν, δια να μη τον αναγνωρίσουν.
(1) Το κρατώ συχνά χρησιμοποιείται για να δηλώσει εμπόδιο που παρεμβάλλεται στην ενέργεια οργάνων σωματικών (g). «Κρατιόντουσαν σε αυτό μόνο, στο να μην τον αναγνωρίσουν» (Ζ). Αυτό όμως ήταν υπερφυσική ενέργεια είτε με μεταβολή της αίσθησης (από την πλευρά του υποκειμένου που έβλεπε) είτε με μεταβολή αυτού που εμφανίστηκε (του προσώπου δηλαδή που ήταν το αντικείμεονο της θέας) (δ). Εκτός του ότι ήταν προκατειλημμένοι και δεν έμπαινε διόλου ούτε ως υπόνοια στο νου τους η ιδέα, ότι ήταν δυνατόν να δουν τον Ιησού, τον οποίο νόμιζαν νεκρό, «ούτε από τα χαρακτηριστικά του σώματος, με τα οποία φαινόταν τότε ο Σωτήρας, τους επιτρεπόταν να τον γνωρίσουν. Διότι όπως λέει ο Μάρκος, φαινόταν με άλλη μορφή και με άλλα χαρακτηριστικά. Διότι δεν κυβερνιόταν πλέον το σώμα από τους φυσικούς νόμους, αλλά ήταν υπερφυσικό και πνευματικό· για αυτό τα μάτια εκείνα κρατιούνταν ώστε να μην τον αναγνωρίσουν» (Θφ). Απόδειξη του ότι με υπερφυσική ενέργεια κρατιόντουσαν τα μάτια τους ώστε να μην τον αναγνωρίσουν, είναι το «άνοιξαν τα μάτια» που ακολουθεί στο στίχο 31. Πώς ήταν δυνατόν κατά τρόπο φυσικό οι δύο αυτοί μαθητές να διανύσουν τόσο δρόμο με τον Ιησού, να συνομιλήσουν μαζί του και να διδαχτούν από αυτόν για ώρες ολόκληρες, και να μην αναγνωρίσουν αυτόν παρά μόνο στο κόψιμο του ψωμιού; Η απόπειρα να εξηγήσουμε την μη αναγνώριση με τρόπο φυσικό και όχι με θαύμα παρουσιάζεται πολύ περισσότερο πιο θαυμαστή από το απλό θαύμα (ο).
(2) Ίσως οι μαθητές θα αναγνώριζαν τον Ιησού, εάν η πίστη τους στην ανάσταση τούς είχε ανοίξει τα μάτια (L). Κρατιόντουσαν να μην τον αναγνωρίσουν «έως ότου δηλαδή ο λόγος μπει μέσα τους κινώντας την καρδιά στην πίστη, έπειτα να παρουσιάσει τόσο καίρια την όψη στην ακοή, κάνοντας ολοφάνερο αυτό που ακούστηκε από πριν και βεβαιώθηκε» (Κ).
Λουκ. 24,17 εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· τίνες(1) οἱ λόγοι οὗτοι οὓς ἀντιβάλλετε(2) πρὸς ἀλλήλους περιπατοῦντες καί ἐστε σκυθρωποί(3);
Λουκ. 24,17 Είπε δε προς αυτούς• “ποίοι είναι αυτοί οι λόγοι και ποιά είναι τα θέματα, τα οποία καθώς περιπατείτε, συζητείτε ματαξύ σας και είσθε σκυθρωποί;”
(1) Ο Ιησούς ως καλός παιδαγωγός ρωτά προτού να διδάξει. Για να γίνει κάποιος με προσοχή ακουστός, πρέπει προηγουμένως να προκαλέσει ή να αφήσει, να μιλήσουν και αυτοί προς τους οποίους απευθύνεται (g).
(2) Λέγεται μία φορά. «Αντιβάλλετε, δηλαδή αντιλέγετε ή εξετάζετε» (Ζ)· εναλλάξ μιλάτε, συζητάτε (δ). Ο Κύριος, παρόλο που εισήλθε ήδη στην κατάσταση της δόξας και εξύψωσής του, εξακολουθούσε να αισθάνεται στοργή προς τους μαθητές του και να φροντίζει για την παρηγοριά και ενίσχυσή τους. Ο Κύριος παρακολουθεί τις θλίψεις των μαθητών του και συμπαθεί αυτούς.
(3) = Και λόγω των ζητημάτων αυτών, τα οποία συζητάτε, είστε σκυθρωποί; Υπάρχει όμως και η γραφή των κωδίκων σιναϊτικού και βατικανού «και εστάθησαν σκυθρωποί».=Οι μαθητές αντάλλασαν μεταξύ τους τις ιδέες τους· αλλά να ένας άγνωστος τούς ρωτά για το θέμα της συζήτησής τους, το τόσο λεπτό για αυτούς. Κατά φυσικό λόγο σταμάτησαν προς στιγμή την πορεία τους με κάποιον δισταγμό, εάν έπρεπε να μοιραστούν το θέμα με τον ξένο. Στάθηκαν και η κατήφεια, την οποία προκαλούσε σε αυτούς η συζήτηση, αλλά και η οποία ήταν συνέπεια της θλίψης τους για τα συμβάντα, τους παρουσίασε σκυθρωπούς (L). Ήταν σκυθρωποί. Είχαν χάσει τον Διδάσκαλό τους και είχαν διαψευστεί στις ελπίδες τους. Είχε παρόλ’ αυτά αναστηθεί ο Διδάσκαλος. Αλλά αυτοί δεν το πίστεψαν και ήταν για αυτό λυπημένοι. Του Χριστού οι μαθητές είναι λοιπόν συχνά σκυθρωποί και όταν έχουν λόγους να χαίρονται. Η ασθένεια της πίστης τους τούς εμποδίζει να απολαύσουν την ενίσχυση, η οποία δίνεται σε αυτούς. Το ότι παρόλ’ αυτά με συντροφιά βαδίζουν προς Εμμαούς και ανακοινώνουν μεταξύ τους την θλίψη τους και τις απορίες τους, τούς δίνει αρκετή ανακούφιση. Αυτοί που λυπούνται μαζί, ενισχύουν και παρηγορούν ο ένας τον άλλον. Παρηγοριές και ενισχύσεις μάς έρχονται συχνά από αυτό το ξεχύσιμο των καρδιών μας και των συναισθημάτων μας σε αδελφούς που συμπάσχουν και συνδοκιμάζονται. Πολλοί και από τους σύγχρονους μαθητές του Κυρίου είναι σκυθρωποί και πλησιάζει και αυτούς ο Ιησούς, την ώρα που τα μάτια τους κρατιούνται ώστε να μην τον γνωρίσουν. Έρχεται σε αυτούς με την εκκλησία του, η οποία τούς φαίνεται μόνο ως ένα ανθρώπινο καθίδρυμα. Ή, έρχεται σε αυτούς με τις άγιές του Γραφές, οι οποίες τους φαίνονται ότι λίγο διαφέρουν από τις άλλες συγγραφές της ανθρώπινης γραμματείας. Ή, έρχεται σε αυτούς με τα μυστήριά του, τα οποία κάτω από συνηθισμένα και εντελώς κοινά εξωτερικά είδη υποκρύπτουν την αόρατη χάρη. Και έχει να απευθύνει ερωτήματα προς αυτούς και να τους μιλήσει, όπως άλλοτε στους δύο αυτούς μαθητές του, για να διασκορπίσει την μελαγχολία τους και να μεταδώσει σε αυτούς τη χαρά, όπως έκανε και σε αυτούς που πορεύονταν εις Εμμαούς. Θα διασκορπίσει την σκυθρωπότητα που τούς προκαλεί η σύγχυση της διάνοιάς τους και η ταραγμένη συνείδησή τους, διότι θα διαφωτίσει αυτούς πάνω σε όλα τα προβλήματα και απορίες τους και θα τους χαρίσει την άφεση των αμαρτιών τους.
Λουκ. 24,18 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ εἷς, ᾧ ὄνομα Κλεόπας(1), εἶπε πρὸς αὐτόν· σὺ(2) μόνος(3) παροικεῖς(4) ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ οὐκ ἔγνως τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις(5);
Λουκ. 24,18 Απεκρίθη δε ο ένας, που ελέγετο Κλεόπας και είπε προς αυτόν• “συ μόνος σαν προσκυνητής κατοικείς τον καιρόν αυτόν εις την Ιερουσαλήμ και δεν έμαθες όσα έγιναν εις αυτήν κατά τας ημέρας αυτάς;”
(1) Υπάρχει και η γραφή Κλεοπάς. Το όνομα δεν πρέπει να ταυτιστεί με το Κλωπάς (Ιω. ιθ 25), το οποίο είναι αραμαϊκό, αλλά προέρχεται από συγκοπή από το Κλεόπατρος (p).
(2) Η αντωνυμία μπαίνει μπροστά με έμφαση (p). Παρόλ’ αυτά ο Κλεόπας μάλλον ευγενικά απαντά προς τον ξένο. Δεν λέει σε αυτόν: Τι σε ενδιαφέρει αυτό, για το οποίο εμείς συζητάμε; Τι δουλειά έχεις εσύ με τις δικές μας υποθέσεις; Οφείλουμε να είμαστε ευγενικοί προς όλους και πολύ περισσότερο σε εκείνους, οι οποίοι ευγενικά φέρονται σε εμάς. Βεβαίως οι ημέρες εκείνες ήταν πονηρές για τους μαθητές του Χριστού και μπορούσε να έλθει στο νου του Κλεόπα η υπόνοια ότι ο ξένος αυτός αναμιγνυόμενος αυτοβούλως και αυθόρμητα στη συζήτησή τους δεν είχε καλούς σκοπούς. Παρόλ’ αυτά δεν αποφεύγει να κάνει αυτόν κοινωνό του ζητήματος που τον απασχολεί, το οποίο αναφερόταν στον Χριστό τον Εσταυρωμένο. Όσοι έχουν την γνώση για τον εσταυρωμένο Χριστό, οφείλουν να κάνουν ό,τι μπορούν για να την διαδώσουν. Αυτό έπραξε ήδη και ο Κλεόπας. Είναι επίσης αξιοπαρατήρητο, ότι ενώ οι δύο μαθητές προθυμοποιούνταν να διδάξουν τον ξένο, στο τέλος διδάχτηκαν από αυτόν. Διότι σε καθέναν που έχει και χρησιμοποιεί αυτό για ωφέλεια και των άλλων θα του δοθεί και θα του περισσέψει.
(3) Το μόνος συνδέεται στενά και με τα δύο ρήματα «παροικεῖς καὶ οὐκ ἔγνως».=Εσύ είσαι ο μόνος ο οποίος, μολονότι μένεις στην Ιερουσαλήμ δεν έμαθες τα όσα συνέβησαν (g). «Ο Κλεόπας ελέγχει τον φαινομενικό συνοδοιπόρο… εσύ μόνος από τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ δεν έμαθες αυτά που έγιναν;» (Θφ). «Επειδή κατάλαβαν και από τη γλώσσα και από την ενδυμασία, ότι είναι Ιουδαίος και αυτός τον ελέγχουν όχι σαν τον μόνο που διαμένει στην Ιερουσαλήμ, αλλά σαν τον μόνο που αγνοεί αυτά που είναι γνωστά σε όλους τους κατοίκους, και λένε μαλώνοντάς τον· Εσύ μόνος από όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ, μένεις στην Ιερουσαλήμ και δεν ξέρεις όσα έγιναν αυτές τις ημέρες;» (Ζ).
(4) =Κατοικείς ως ξένος, προσωρινά. Θεωρούν αυτόν ως προσκυνητή που ήλθε στα Ιεροσόλυμα για την γιορτή (g).
(5) Η άγνοιά του αυτή εμφανίζει αυτόν ως καθόλου ενδιαφερόμενο για τα θρησκευτικά πράγματα του έθνους (δ).
Λουκ. 24,19 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ποῖα(1); οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· τὰ περὶ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου(2), ὃς ἐγένετο(3) ἀνὴρ προφήτης(4) δυνατὸς ἐν ἔργῳ καὶ λόγῳ(5) ἐναντίον τοῦ Θεοῦ(6) καὶ παντὸς τοῦ λαοῦ(7),
Λουκ. 24,19 Και είπεν εις αυτούς• “ποία;” Εκείνοι δε του είπαν• “τα περί του Ιησού του Ναζωραίου, ο όποιος ανεδείχθη προφήτης ενώπιον του Θεού και όλου του λαού, δυνατός εις έργα θαυμαστά και εις διδασκαλίαν πρωτάκουστον.
(1) Ρωτά «ώστε και από το στόμα τους να ακούσει αυτά, τα οποία από τις καρδιές τους γνώριζε, και έτσι να τους ελέγξει και να τους μαλώσει» (Ζ). Το ερώτημα αποβλέπει στο να ανοίξουν αυτοί τις καρδιές τους και να μπορέσει ο Κύριος να τους διδάξει (p). Με το ερώτημά του αυτό ο Κύριος ούτε δέχεται ότι είναι πάροικος στην Ιερουσαλήμ, ούτε αρνείται ότι έχει γνώση αυτών που διαδραματίστηκαν στην Ιερουσαλήμ (ο).
(2) Υπάρχει και η γραφή Ναζαρηνού.
(3) Απέδειξε, ότι είναι· έδειξε τον εαυτό του (p).
(4) Το άνδρας είναι ίσως σημάδι σεβασμού ή διεύρυνση της έννοιας, οπότε η λέξη προφήτης που ακολουθεί έχει έννοια επιθέτου (p). «Τον θεωρούσαν ότι είναι άνδρας προφήτης, επειδή είχαν ακόμη ατελή πίστη» (Ζ). Αξιόλογη και η παρατήρηση: Ο Κλεόπας εκφράστηκε με κάποια επιφύλαξη και λέει στον ξένο για τον Ιησού ό,τι δεν θα μπορούσε εύκολα να αμφισβητηθεί (L).
(5) «Έργο μεν να εννοήσεις τα θαύματα, ενώ λόγο τις διδασκαλίες» (Ζ).
(6) Μπροστά στο Θεό, ώστε και ο Θεός μπορούσε να μαρτυρήσει για αυτόν (ο).
(7) Τα έργα του και η διδασκαλία του έγιναν δημόσια και κάτω από τα μάτια όλων (ο). Έχουμε στο στίχο αυτό περίληψη του βίου του Χριστού. Ο Ιησούς ο Ναζωραίος υπήρξε ο κατεξοχήν προφήτης, ο Διδάσκαλος που ήλθε από το Θεό. Δίδαξε αληθινή και εξαίρετη διδασκαλία, η οποία αποδείχτηκε, ότι προερχόταν από ψηλά και ήταν θεία, διότι επιβεβαιώθηκε και επικυρώθηκε με πολλά ένδοξα θαύματα, τα οποία τον παρουσίασαν πολύ μεν αγαπητό και ευνοούμενο του Θεού, εξόχως δε ευεργετικό και στους ανθρώπους· «δυνατό σε έργα και λόγια μπροστά στο Θεό και σε όλο το λαό»
Λουκ. 24,20 ὅπως(1) τε παρέδωκαν(2) αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν(3) εἰς κρῖμα θανάτου(4) καὶ ἐσταύρωσαν αὐτόν.
Λουκ. 24,20 Δεν έμαθες και πως τον παρέδωκαν οι αρχιερείς και οι άρχοντες μας εις θανατικήν καταδίκην και τον εσταύρωσαν;
(1) Η λέξη εξαρτάται από το οὐκ ἔγνως ὅπως τε.=Δεν έμαθες και με ποιο τρόπο, με προδοσία δηλαδή και συκοφαντία (δ).
(2) Υπαινίσσεται ότι άλλοι εκτέλεσαν την σταύρωση (L).
(3) Η αντωνυμία υποδηλώνει ότι οι δύο μαθητές ήταν Ιουδαίοι και όχι ελληνιστές οι οποίοι (ελληνιστές) δεν διέμεναν μόνιμα στην Παλαιστίνη (ο).
(4) = «Σε καταδίκη θανάτου» (Ζ). Αξιοσημείωτη η επιφυλακτικότητα του Κλεόπα, που αποφεύγει να επικρίνει την ενέργεια των αρχιερέων και των αρχόντων του Ισραήλ. Ίσως διότι μιλούσε με ξένο, προς τον οποίο έπρεπε με κάθε φρόνηση και σύνεση να συμπεριφερθεί.
Λουκ. 24,21 ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν(1) ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι(2) τὸν Ἰσραήλ· ἀλλά γε(3) σὺν πᾶσι τούτοις(4) τρίτην ταύτην ἡμέραν(5) ἄγει(6) σήμερον ἀφ᾿ οὗ ταῦτα ἐγένετο.
Λουκ. 24,21 Και όμως ημείς ηλπίζαμεν, ότι αυτός είναι ο Μεσσίας, που θα ελευθέρωνε τον Ισραήλ. Αλλά μαζή με όλα αυτά, που σου είπαμε, ιδού ότι είναι η τρίτη ημέρα σήμερα από τότε που έγιναν αυτά, και δεν είδαμε ακόμη τίποτε, που να δικαιολογή τας ελπίδας μας.
(1) «Σαν ακριβώς να διαψεύστηκαν οι ελπίδες τους, λένε τα εξής· Εμείς ελπίζαμε ότι αυτός και άλλους θα σώσει, και να ούτε τον εαυτό του δεν έσωσε· διότι τόσο ταπεινό φρόνημα είχαν για αυτόν και τόση απιστία είχαν. Διότι σχεδόν έλεγαν εκείνα, τα οποία έλεγαν και όσοι ήταν στο σταυρό. Άλλους έσωσε, τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει» (Θφ). «Συζητούσαν λυπημένοι μεταξύ τους για αυτόν, χωρίς να προσδοκούν ότι ζει πλέον ο Χριστός. Διότι αυτό δηλώνει, αυτό που είπαν, ότι εμείς ελπίζαμε» (Σχ).
(2) Λυτροῦσθαι = ελευθερώνω κάποιον δούλο με πληρωμή λύτρου και εξαγορά. Η απολύτρωση μπορούσε να θεωρηθεί και με ηθική έννοια (Τίτ. β 14, Α΄ Πέτρ. α 18). Και όταν ακόμη αναφέρονταν σε απελευθέρωση από τους εχθρούς με την αποτίναξη του ζυγού τους, θεωρούσαν αυτήν οι Ιουδαίοι ότι θα επιτευχθεί με παρέμβαση του Θεού ή του οργάνου του (L). Το λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ αποτελεί φράση που αναφέρεται στο Μεσσία και το έργο του. Το ρήμα δεν έχει εδώ την υψηλή πνευματική έννοια, η οποία τώρα αποδίδεται σε αυτό (ο). Αξιοσημείωτα και τα επόμενα: «Με διαφορετικό τρόπο… προσδοκούσαν το Χριστό όσοι από το λαό δεν γνώριζαν με ακρίβεια τα πράγματα, δηλαδή σαν σωτήρα και λυτρωτή από τα κακά που επρόκειτο να πάθουν και από το ζυγό της ρωμαϊκής δουλείας· και έλπιζαν ότι θα βασιλεύσει αυτός σε επίγεια βασιλεία· για αυτό και λένε, ότι εμείς ελπίζαμε ότι αυτός θα λυτρώσει και τον Ισραήλ από τους εθνικούς Ρωμαίους, και αυτός δεν ξέφυγε ούτε την άδικη για αυτόν απόφαση» (Θφ).
(3) Η αντίθεση με την ελπίδα αυτή σημειώνεται έντονα με το «ἀλλά γε» (L) = αλλά μάλιστα· δηλαδή όχι μόνο μέχρι τώρα δεν εκπληρώθηκε η ελπίδα μας αυτή στον λυτρωτή, αλλά αντιθέτως… (δ).
(4) Δηλαδή παρά τις (στο στίχο 19) έκτακτες αυτές ιδιότητες του ανθρώπου αυτού και τις ελπίδες, τις οποίες γέννησε σε εμάς (g). Ή, «αντί για όλα αυτά που έγιναν» (Ζ)· πάνω σε όλα αυτά, για τα οποία διαψεύστηκαν οι ελπίδες μας (L). Ίσως η δεύτερη ερμηνεία πιο πιθανή.
(5) Θα μπορούσε κάποιος να ελπίζει στην επέμβαση του Θεού. Αλλά αυτή θα έπρεπε ήδη να έχει σημειωθεί. Αλλά να που βρισκόμαστε στην τρίτη ημέρα και δεν έγινε τίποτα. Το «τρίτη ημέρα» δεν υπαινίσσεται την προφητευμένη ανάσταση (L). Ή, το «τρίτη ημέρα… και γυναίκες μας εξέπληξαν και τα εξής… τα λένε σαν να έχουν απορία και μου φαίνονται οι άνδρες ότι βρίσκονται σε πολλή αμφιταλάντευση, και ούτε πολύ απιστούν, ούτε πολύ πιστεύουν. Διότι το να πουν μεν, ότι ελπίζαμε ότι αυτός είναι που θα λυτρώσει τον Ισραήλ δείχνει απιστία· ενώ το να πουν ότι, αυτή είναι η Τρίτη ημέρα που διανύει, φανερώνει ανθρώπους που είναι κοντά στο να θυμηθούν, ότι είπε σε αυτούς· την Τρίτη ημέρα θα αναστηθώ» (Θφ). Η πρώτη εκδοχή πιο σοβαρή.
(6) Μπορούμε να το πάρουμε και απρόσωπα= τρίτη ημέρα περνά (ο χρόνος)· είναι τρίτη ημέρα (δ). Μπορεί όμως να έχει ως υποκείμενο το Ιησούς, με την έννοια, με την οποία λέγεται: άγει το δέκατο έτος (g). Πιο πιθανή η πρώτη εκδοχή.
Λουκ. 24,22 ἀλλὰ(1) καὶ γυναῖκές τινες ἐξ ἡμῶν(2) ἐξέστησαν(3) ἡμᾶς γενόμεναι ὄρθριαι(4) ἐπὶ τὸ μνημεῖον,
Λουκ. 24,22 Αλλά και κάτι άλλο συνέβη• μερικαί δηλαδή γυναίκες από τον κύκλον μας μας εξέπληξαν, διότι επήγαν κατά τα χαράματα στο μνημείον
(1) Αλλά και κάτι άλλο απορίας άξιο και που μας ταράσσει συμβαίνει (δ). Ή, «και το μας εξέπληξαν» φανερώνει… ότι η απιστία τους άρχισε να κλονίζεται κάπως» (Θφ). Συνεπώς το «αλλά και» = Αλλά παρά την διάψευση αυτή υπάρχει αυτό το ευνοϊκό σημείο (p)· υπάρχει ένα στοιχείο, το οποίο πρέπει να υπολογίζει κάποιος (L). Η δεύτερη εκδοχή πιο πιθανή.
(2) «Δηλαδή δικές μας» (Ζ), στις οποίες θα είχαμε εμπιστοσύνη και δεν θα νομίζαμε, ότι μας εξαπατούν (p).
(3) Μόνο εδώ στην Κ.Δ. χρησιμοποιείται ως μεταβατικό = μας εξέπληξαν (p).
(4) Υπάρχει και η γραφή ορθριναί.
Λουκ. 24,23 καὶ μὴ εὑροῦσαι τὸ σῶμα αὐτοῦ ἦλθον λέγουσαι(2) καὶ ὀπτασίαν ἀγγέλων(1) ἑωρακέναι, οἳ λέγουσιν(2) αὐτὸν ζῆν.
Λουκ. 24,23 και επειδή δεν εύρον εκεί το σώμα του, ήρθαν και είπαν ότι είδαν και οπτασία αγγέλων, οι οποίοι λέγουν ότι ο Ιησούς ζη.
(1) Είχαν βεβαίως σημειωθεί εν τω μεταξύ και οι εμφανίσεις του αναστημένου Κυρίου στις μυροφόρες. Δεν αναφέρουν όμως αυτές οι δύο μαθητές, διότι υπο το κράτος της γενικής δυσπιστίας, η οποία κατέτρωγε ολόκληρο τον κύκλο των αποστόλων, είτε αμφέβαλλαν για την πραγματικότητα των εμφανίσεων, είτε θεώρησαν αυτές ως αγγελικές εμφανίσεις (ο).
(2) Λέγουσαι… λέγουσιν. Υποδηλώνουν οι εκφράσεις αυτές, ότι οι δύο μαθητές λίγη πίστη παρείχαν στους θρύλους αυτούς (g). «Αν εξετάσουμε τελείως τα λόγια τους, θα δούμε ότι είναι όντως ανθρώπινα και έχουν πολύ δισταγμό και κατά κάποιο τρόπο απορούν και βρίσκονται σε αμηχανία λόγω του εξαίσιου της ανάστασης» (Θφ). Εάν πράγματι εμφανίστηκαν οι άγγελοι, θα αξίωνε ίσως ο Κλεόπας, πώς δεν στάλθηκαν στους αποστόλους, αλλά στις γυναίκες που εύκολα εξαπατούνται και παρασύρονται από τη φαντασία τους;
Λουκ. 24,24 καὶ ἀπῆλθόν τινες(1) τῶν σὺν ἡμῖν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ εὗρον οὕτω καθὼς καὶ αἱ γυναῖκες εἶπον, αὐτὸν δὲ οὐκ εἶδον(2).
Λουκ. 24,24 Επήγαν επίσης στο μνημείον και μερικοί από αυτούς, που είναι μαζή μας, και ευρήκαν τα πράγματα, όπως τα είχαν είπει αι γυναίκες• είδαν ανοικτόν μεν το μνημείον, όχι όμως και τον Ιησούν”.
(1) Το «κάποιοι» δείχνει, ότι στη σκέψη τους ο Πέτρος δεν ήταν ο μόνος που επισκέφτηκε το μνημείο, παρόλο που στο στίχο 12 μόνος αυτός κατονομάζεται (g). «Τον Πέτρο και τον Ιωάννη εννοεί. Και από εδώ είναι φανερό ότι αυτά που με πλάτος τα λένε άλλοι (ευαγγελιστές), άλλοι τα διηγούνται σύντομα και επιτροχάδην. Όπως ακριβώς λοιπόν και την άφιξη του Πέτρου και του Ιωάννη στο μνημείο, ο μεν Ιωάννης πλατύτερα την εξιστόρησε, ενώ αυτός αφού ανέφερε λίγα, ανώνυμα την προσπέρασε» (Θφ).
(2) Αυτό ήταν εξολοκλήρου αληθινό όσον αφορά τον Πέτρο και τον Ιωάννη. Δεν είναι αδύνατον ο Κλεόπας μαζί με τον συνοδοιπόρο του να έφυγε από την Ιερουσαλήμ χωρίς να έχει ακούσει, ότι η Μαρία η Μαγδαληνή είχε βεβαιώσει, ότι είδε αυτόν. Εάν όμως είχαν ακούσει αυτό, δεν πίστεψαν σε αυτό και δεν το θεώρησαν άξιο αναφοράς (p). Η φράση παρόλ’ αυτά «αυτόν όμως δεν τον είδαν» παρουσιάζεται ως προστιθέμενη από τους δύο μαθητές κατά τρόπο πιο φυσικό, εάν δεχτούμε, ότι αυτοί είχαν στο νου, ότι οι μυροφόρες έλεγαν, ότι είδαν και τον Ιησού (ο).
Λουκ. 24,25 καὶ αὐτὸς(1) εἶπε πρὸς αὐτούς· ὦ ἀνόητοι καὶ βραδεῖς(2) τῇ καρδίᾳ τοῦ πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν(3) οἷς ἐλάλησαν οἱ προφῆται!
Λουκ. 24,25 Και τότε ο Ιησούς είπε προς αυτούς• “ω ανόητοι, που έχετε βραδυκίνητη την καρδιά στο να πιστεύετε όλα όσα ελάλησαν οι προφήται.
(1) Και αυτός= ήλθε ήδη και η δική του σειρά να μιλήσει (g).
(2) Το ανόητοι αναφέρεται στη διάνοια, το βραδείς στην καρδιά (g). Ο νους καταλαβαίνει, ενώ η καρδιά πιστεύει. Αυτοί λοιπόν επειδή ήταν ασύνετοι στο νου, είναι και βραδυκίνητοι στην καρδιά. Αντίθετο του γρήγοροι, πρόθυμοι (δ). «Επειδή το φρόνημά τους ήταν πολύ ανθρώπινο και νοσούσαν από πολύ δισταγμό, τους αποκαλεί ανόητους και βραδυκίνητους» (Θφ). «Τους ονόμασε ανόητους μεν, προκαλώντας τους σιγά σιγά ώστε να τον αναγνωρίσουν· αλλά και βραδυκίνητους στην καρδιά επειδή ήταν νωθροί στο να πιστέψουν» (Ζ). Ονομάζοντάς τους ανόητους δεν θέλει να τους χαρακτηρίσει ως κακούς και πονηρούς, με την έννοια δηλαδή που μάς απαγόρευσε ο Κύριος να αποκαλούμε τους αδελφούς μας μωρούς ή ρακά (ανόητος). Με αυτό τους χαρακτηρίζει πρώτον μεν ως ασθενείς, έπειτα δε και ως ανόητους, διότι σκέπτονταν και ενεργούσαν παρά το πραγματικό τους συμφέρον. Επειδή, αφού είχαν ενδείξεις, για το ότι ο διδάσκαλός τους ζούσε, δεν δέχονταν την ενίσχυση και παρηγοριά που τους δόθηκε από τους αγγέλους μέσω των γυναικών και εξακολουθούσαν να στενοχωριούνται και να αγωνιούν.
(3) Δεν μπορούμε να χωρίσουμε το «ἐπὶ πᾶσιν» από το «πιστεύειν» (p). Οι προφητείες είναι το θεμέλιο της πίστης (L), και η πρόθεση «επί» δηλώνει το: στηριζόμενοι πάνω σε αυτές=να πιστεύετε όλα όσα είπαν οι προφήτες (δ). Τονίζεται ιδιαιτέρως το «σε όλα» (p). «Διότι είναι δυνατόν να πιστεύετε και μερικώς και πλήρως… Πρέπει όμως να πιστεύετε σε όλα στους προφήτες, και στα σχετικά με την ατιμία και στα σχετικά μ τη δόξα του… Εσείς όμως είστε τόσο ανόητοι, ώστε ενώ ακούτε τον Ησαΐα να λέει και τα δύο, ότι και στη σφαγή οδηγήθηκε και ότι ο Κύριος θέλει να δείξει σε αυτόν φως, εκείνο μεν το δέχεστε, ενώ αυτό δεν το σκέφτεστε» (Θφ). Όπως όλοι οι Ιουδαίοι, έτσι και οι δύο αυτοί μαθητές, θυμούνταν μόνο τις σχετικές με τη δόξα του Μεσσία προφητείες και αγνοούσαν τις σχετικές με το πάθημά του προαναγγελίες (p).
Λουκ. 24 ,26 οὐχὶ ταῦτα(1) ἔδει(2) παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ εἰσελθεῖν εἰς τὴν δόξαν(3) αὐτοῦ;
Λουκ. 24,26 Αυτά δεν έπρεπε, σύμφωνα με την βουλήν του Θεού, να πάθη ο Χριστός και να εισέλθη κατόπιν εις την δόξαν του, η οποία και ήρχισε με την ανάστασίν του;”
(1) Εμπαιγμούς και σταύρωση κλπ. (δ).
(2) Σύμφωνα με τη θεια βουλή και το θείο σχέδιο, όπως εκφράζονται αυτά στις προφητείες (p). Έπρεπε, για εκπλήρωση των προφητειών και για σωτηρία των ανθρώπων (ο). Ακριβώς εκείνα, τα οποία στην ασθένειά μας θεωρούμε ως αίτια της αμφιβολίας μας, είναι σημάδια χαρακτηριστικά του Χριστού (b) και αυτά που θεωρούνται ότι διαψεύδουν τις περί Χριστού ελπίδες μας, αυτά πρέπει να στηρίζουν αυτές. Το «έπρεπε» γραμματικά αναφέρεται και στα δύο ρήματα «παθεῖν… καὶ εἰσελθεῖν». Κυρίως όμως ο τόνος του πέφτει στο παθεῖν. Το πάθημα έρχεται πρώτο και αυτό είναι η οδός προς την δόξα (p).
(3) Στην κατάσταση της δόξας, η οποία άρχισε με την ανάσταση και τελείωσε με την ανάληψη (δ). Δείχνει σε αυτούς, ότι τα παθήματα του Χριστού, τα οποία ήταν τέτοια πέτρα σκανδάλου σε αυτούς και τους σύγχυζαν, ώστε να μην διακρίνουν τη δόξα του, ήταν στην πραγματικότητα η προορισμένη και προκαθορισμένη οδός προς την δόξα και δεν ήταν δυνατόν από άλλη οδό ο Μεσσίας να καταλήξει σε αυτήν. Το πάθημα του Μεσσία, έπρεπε κατά το θείο σχέδιο να συμβεί. Δεν θα ήταν δυνατόν ο Ιησούς να γίνει Σωτήρας, αν δεν γινόταν και πάσχον θύμα. Δεν αποτελεί λοιπόν το πάθημα ένσταση κατά του ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας, αλλά αντίθετα είναι απόδειξη που πείθει για το ότι πράγματι είναι, όπως ακριβώς και οι θλίψεις των αγίων είναι απόδειξη, ότι δεν είναι νόθοι αλλά υιοί. Ούτε ο σταυρός του αποτελεί ντροπή και όνειδός του, διότι μέσω αυτού εισήλθε στη δόξα του, στη δόξα, την οποία είχε προτού φτιαχτεί ο κόσμος. Και διδασκόμαστε έτσι, ότι πρέπει να περιμένουμε πρώτα το αγκάθινο στεφάνι, για να λάβουμε έπειτα και το στεφάνι της δόξας.
Λουκ. 24,27 καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ Μωϋσέως(1) καὶ ἀπὸ(2) πάντων τῶν προφητῶν(3) διηρμήνευεν(4) αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ(5).
Λουκ. 24,27 Και αφού ήρχισε από τον Μωϋσέα και εν συνεχεία από όλους τους προφήτας, εξηγούσε λεπτομερώς εις αυτούς όλας τας προφητείας των Γραφών, που ανεφέρεντο εις αυτόν.
(1) «Δηλαδή από τα βιβλία του Μωϋσή» (Ζ)· από την Πεντάτευχο. Τέτοιες προφητείες, όπως αυτές που είναι στα Γεν. γ 15, κβ 18, Αριθμ. κδ 17, Δευτ. ιη 15 και τύπους όπως ο αποδιοπομπαίος τράγος, το μάννα, το χάλκινο φίδι και οι θυσίες, αυτούς κυρίως υποδηλώνει (p).
(2) Υποδηλώνει η επανάληψη της πρόθεσης «από», ότι οι προφήτες θεωρούνται ως τμήμα ξεχωριστό της Πεντατεύχου (p). Και σε σχέση με το «ἀρξάμενος… καὶ ἀπὸ πάντων» το δεύτερο αυτό «από» υπονοεί, ότι η απόδειξη άρχιζε ξανά από κάθε έναν προφήτη (g).
(3) «Και στις υπόλοιπες λοιπόν προφητείες βρίσκονται σποραδικά τα σχετικά με το σταυρό και την ανάσταση και μάλιστα στους πιο διάσημους προφήτες, και είναι δυνατον να τα συλλέξει κάποιος αυτά από εκεί» (Θφ). Ο Ιησούς είχε μπροστά του ευρύτατο πεδίο από το πρωτευαγγέλιο, που δόθηκε στους πρωτοπλάστους, μέχρι τον Μαλαχία κεφάλαιο δ. Ο Ιησούς παντού στις Γραφές εύρισκε τον εαυτό του να προεικονίζεται ή να προαναγγέλλεται (Ιω. ε 39,40). Πόσοι από τους ορθολογιστές σύγχρονους ερμηνευτές της Π.Δ. με τις ερμηνείες τους ζητούν να διαψεύσουν την εξήγηση, την οποία ο Ιησούς έδωσε για τις προφητείες στους δύο μαθητές!! (g). Υπάρχουν πολλά εγκατεσπαρμένα σε όλη την Αγία Γραφή που αναφέρονται στο Χριστό, τα οποία ενδείκνυται καθένας να περισυλλέγει σε ένα σύνολο και να μελετά. Είναι ο θησαυρός ο κρυμμένος στην Π.Δ.. Ένα χρυσό νήμα ευαγγελικής χάρης διαπερνά διαμέσου όλης της υφής της Βίβλου. Στη σπουδή όμως και στη μελέτη της Γραφής ωφέλιμο είναι να προχωρούμε μεθοδικά και με τάξη. Διότι το φως στην Π.Δ. ανέτειλε σιγά σιγά προχωρώντας από το λυκαυγές στην τέλεια ημέρα. Ο Θεός μίλησε στους πατέρες για τον Υιό του, ενώ μέσω αυτού τώρα μίλησε σε εμάς. Μερικοί αρχίζουν να σπουδάζουν τη Βίβλο αρχίζοντας από την Αποκάλυψη. Ο Χριστός μας δίδαξε τώρα να αρχίζουμε από το Μωϋσή και από τις προφητείες για το Χριστό.
(4) Υπάρχει και η γραφή διηρμήνευσεν. Ο παρατατικός χρόνος δηλώνει το διαρκές = εξακολουθούσε να εξηγεί σε αυτούς στο δρόμο (δ).
(5) = τα χωρία που μιλούσαν για αυτόν, τα χριστολογικά (δ).
Λουκ. 24,28 Καὶ ἤγγισαν εἰς τὴν κώμην οὗ ἐπορεύοντο(1), καὶ αὐτὸς προσεποιεῖτο(2) ποῤῥωτέρω πορεύεσθαι·
Λουκ. 24,28 Και επλησίασαν στο χωρίον, όπου οι δύο μαθηταί επήγαιναν και αυτός εφαίνετο ότι προχωρούσε μακρύτερα.
(1) Προφανώς οι μαθητές έφτασαν στο τέρμα του ταξιδιού τους και όχι σε κάποιο ενδιάμεσο πανδοχείο (L). Πλησίασαν εις Εμμαούς και ήλθαν στο σημείο της οδού, κατά το οποίο χωριζόταν η οδός που οδηγούσε προς το χωριό από την οδό που προχωρούσε μπροστά (δ).
(2) Ο Ιησούς τότε φάνηκε, ότι ήθελε να προχωρήσει σε μακρότερη κατεύθυνση. Δεν ήταν αυτό πραγματική προσποίηση. Ήταν μία δοκιμασία, στην οποία υπέβαλλε τους συνοδοιπόρους του. Θα συνέχιζε πραγματικά την προς τα μπροστά πορεία του και θα τους άφηνε χωρίς να αποκαλυφθεί σε αυτούς, εάν αυτοί δεν επέμεναν να τον κρατήσουν (g). Ούτε το ελάχιστο ψεύδος δεν κρύβεται εδώ. Για πλήρη κατανόηση αυτού, αρκεί να λάβει κάποιος υπόψη, ότι ο Ιησούς βρέθηκε στην οδό που οδηγούσε προς Εμμαούς, όχι διότι ήθελε να μεταβεί στο χωριό αυτό, αλλά διότι είχε σκοπό να παράσχει πολύτιμη ευκαιρία διδασκαλίας στους μαθητές. Και συνεπώς δεν θα μετέβαινε εις Εμμαούς, εάν δεν τον παρακαλούσαν οι μαθητές. Με το να φανεί όμως, ότι είχε σκοπό να προχωρήσει, ήθελε να δώσει στους συνοδοιπόρους του την ευκαιρία να τον προσκαλέσουν (L). Δες την συμπεριφορά του Κυρίου προς τους μαθητές στη λίμνη (Μάρκ. στ 48) και προς την Χαναναία (Μάρκ. ζ 27) (p). Είναι φυσικό άλλωστε ο ξένος, ο οποίος πρόκειται να φιλοξενηθεί, να δείχνει δειλία και ντροπή. Ο καθένας καταλαβαίνει την σημασία αυτής της δειλίας. Δεν θέλει να εισβάλλει αγενώς και με τραχύτητα στο ξένο σπίτι και αναμένει να ακούσει την πρόσκληση αυτού που έχει την διάθεση να τον φιλοξενήσει. Αυτό ακριβώς έκανε ο Χριστός, όταν προσποιήθηκε ότι θα πάει πιο πέρα. Υπάρχει και η γραφή: προσεποιήσατο.
Λουκ. 24,29 καὶ παρεβιάσαντο(1) αὐτὸν λέγοντες· μεῖνον μεθ᾿ ἡμῶν(2), ὅτι πρὸς ἑσπέραν(3) ἐστὶ καὶ κέκλικεν ἡ ἡμέρα(4). καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς.
Λουκ. 24,29 Αυτοί όμως με τις επίμονες παρακλήσεις των τον ηνάγκασαν να μείνη, λέγοντες• “μείνε μαζή μας, διότι πλησιάζει η εσπέρα και η ημέρα έχει προχωρήσει προς την δύσιν”. Και εμπήκε στο σπίτι να μείνη μαζή τους.
(1) Με παρακλήσεις. Δες και Πράξ. ιστ 15 όπου βρίσκεται το ρήμα με την ίδια έννοια και σε περίπτωση φιλοξενίας. Δες και το «ανάγκασέ τους να μπουν» (Λουκ. ιδ 23). Το ρήμα χρησιμοποιείται και από τους Ο΄ (μετάφραση των εβδομήντα) στα Γεν. ιθ 9, Α΄ Βασ. κη 23, Δ΄ Βασ. β 17, ε 16 (p). Εκείνοι οι οποίοι θα ήθελαν να έχουν το Χριστό για να μένει μαζί τους, πρέπει να τον προσκαλούν και να φτάνουν μέχρι ενοχλήσεως. Και αν αυτός φαίνεται να απομακρύνεται από αυτούς να επιμένουν παρακαλώντας τον, μιμούμενοι τους δύο μαθητές, οι οποίοι τον ανάγκασαν. Και όσοι έχουν λάβει πείρα των θελγήτρων και της ωφέλειας, τα οποία ακολουθούν την μαζί με το Χριστό κοινωνία, δεν είναι δυνατόν παρά να επιθυμούν ακόμη περισσότερο να απολαύσουν αυτήν και να ζητούν από αυτόν να μην χωριστούν από αυτόν όχι για μια νύχτα μόνο αλλά για πάντα.
(2) Σε συνδυασμό με τα ακόλουθα η φράση αυτή υπονοεί παραμονή σε σπίτι το οποίο ανήκε σε έναν από τους δύο μαθητές. Το ότι έδωσαν στον άγνωστο ξένο την πρώτη θέση και παραχώρησαν σε αυτόν την ευλογία και το κόψιμο του ψωμιού προδίδει απλώς τον ενθουσιασμό, που γέμιζε τις καρδιές τους για τον ξένο (p). Τον παρακαλούν από αγάπη και από διάθεση φιλοξενίας, να μην διακινδυνεύσει συνεχίζοντας το ταξίδι του και κατά την μετά από λίγο ερχόμενη νύχτα (b).
(3) Η λέξη στην Κ.Δ. είναι χαρακτηριστική του Λουκά (Πράξ. δ 3, κη 23) (p). Πρὸς ἑσπέραν ἐστὶ (η ώρα) = πλησιάζει απόγευμα (δ).
(4) «Προχώρησε ώστε να δύσει» (Ζ). Το ρήμα αναφέρεται στην δύση του ηλίου κάτω από τον ορίζοντα (ο). Ισως οι μαθητές υπερβάλλουν ως προς τον καθορισμό της ώρας, για να πείσουν τον ξένο να δεχτεί την φιλοξενία τους (L). Υπάρχει και η γραφή: Και κέκλικεν ήδη η ημέρα.
Λουκ. 24,30 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ κατακλιθῆναι(1) αὐτὸν μετ᾿ αὐτῶν λαβὼν τὸν ἄρτον(2) εὐλόγησε(3), καὶ κλάσας(4) ἐπεδίδου(5) αὐτοῖς.
Λουκ. 24,30 Και ενώ εξηπλώθη κοντά στο τραπέζι του φαγητού μαζή με αυτούς, επήρε τον άρτον, τον ευλόγησε ευχαριστών τον Θεόν, όπως συνήθιζε να κάνη προ του φαγητού, και αφού τον έκοψε εις κομμάτια, έδιδε εις αυτούς.
(1) Δηλαδή κατά τη συνήθεια ξάπλωσε στο κρεβάτι για να φάει, από όπου φαίνεται καθαρά, ότι αυτό το κόψιμο του ψωμιού ήταν συνηθισμένο δείπνο (δ). Δεν θα εξηγήσουμε απλώς αφού κάθισε, αλλά αφού κάθισε κάτω· ξάπλωσε, σύμφωνα με τη συνήθεια που είχαν, όταν έτρωγαν.
(2) Ενεργώντας ως πατέρας και οικοδεσπότης παίρνει τον άρτο ο Ιησούς και ευχαριστεί. Η θέση της υπεροχής, την οποία του έδωσε η ανάπτυξη των προφητειών και η διδασκαλία που προηγήθηκε, τον επέβαλε και κατά την παρούσα στιγμή ως πατέρα (g).
(3) Πρόκειται για τη συνηθισμένη ευχαριστία πριν το φαγητό (p).
(4) Τί είδους είναι αυτή η κλάση του άρτου; Λιγότερο πιθανώς: ο άρτος αυτός είναι το μυστήριο, το οποίο μας συγκεντρώνει ώστε να τον γνωρίσουμε (Αυγουστίνου Λατινική Πατρολογία Migne 33,644)· «σε αυτούς που μεταλαμβάνουν τον ευλογημένο άρτο (της Θ. Ευχαριστίας), ανοίγουν τα μάτια ώστε να τον αναγνωρίσουν. Διότι η σάρκα του Κυρίου έχει μεγάλη και ανείπωτη δύναμη» (Θφ). Πιο σωστά: Πρόκειται για συνηθισμένο δείπνο. Κανείς από τους έλληνες Πατέρες πριν τον Θεοφύλακτο δεν μιλά για τον άρτο αυτόν ως άρτο της θείας Ευχαριστίας (L). Ότι πάλι η κλάση αυτή ήταν η θεία Ευχαριστία και μάλιστα με έ ν α ε ί δ ο ς αποτελεί υπόθεση απίθανη. Αλλά και ο Παρατατικός που ακολουθεί «επεδίδου» είναι εναντίον της υπόθεσης αυτής. Στο Μυστικό Δείπνο δεν γίνεται αλλαγή χρόνου από τον αόριστο (έκλασε=έκοψε) στον παρατατικό, όπως γίνεται εδώ και στο θαύμα των πέντε χιλιάδων (Λουκ. θ 16) και των τεσσάρων χιλιάδων (Μάρκ. η 6 «ἔκλασε καὶ ἐδίδου» ή «κατέκλασε καὶ ἐδίδου»). Αλλά έχουμε για τον άρτο της θείας ευχαριστίας «ἔκλασε καὶ ἔδωκε» (Λουκ. κβ 19). Και δεν χρησιμοποιείται συνήθως ο παρατατικός για την ευχαριστία. Δες και Μάρκ. ιδ 22 και Α΄ Κορ. ια 23 (p). Δεν επρόκειτο για υπερφυσικό δείπνο, όπως στη διατροφή των πέντε χιλιάδων και των τεσσάρων χιλιάδων· ούτε για μυστηριακό δείπνο όπως στην παράδοση της Ευχαριστίας, αλλά για συνηθισμένο δείπνο. Παρόλ’ αυτά ο Χριστός έκανε και σε αυτό κάποια παρόμοια, όπως και σε εκείνα, διδάσκοντάς μας να διατηρούμε την επικοινωνία μας με το Θεό και στις συνηθισμένες μας προμήθειες, ευχαριστώντας το Θεό σε κάθε δείπνο και τρώγωντας τον άρτο μας τον καθημερινό σαν να διανέμεται σε μας από τον Χριστό. Οπουδήποτε καθόμαστε να φάμε ας δίνουμε θέση στο τραπέζι μας και στο Χριστό και ας παίρνουμε την τροφή και τον άρτο μας σαν να ευλογούνται και να δίνονται σε μας από αυτόν, και ας τρώμε και ας πίνουμε προς δόξαν του. Οτιδήποτε και αν παρατίθεται στο τραπέζι μας, έστω και αν αυτό είναι απλό και πενιχρό, θα το παίρνουμε με ευγνωμοσύνη και θα το τρώμε ευχάριστα, εάν μέσω της πίστης βλέπουμε αυτό να δίνεται σε μας από τα χέρια του Χριστού.
(5) Έδινε σε αυτούς, όχι ένα τεμάχιο, όπως στη θεία ευχαριστία, αλλά αφού έκοψε τον άρτο σε τεμάχια τον μοίραζε.
Λουκ. 24,31 αὐτῶν δὲ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοί(1), καὶ ἐπέγνωσαν(2) αὐτόν· καὶ αὐτὸς ἄφαντος(3) ἐγένετο ἀπ᾿ αὐτῶν(4).
Λουκ. 24,31 Την στιγμήν αυτήν, όταν είδαν τον τρόπον της ευλογίας και του τεμαχισμού του άρτου, ήνοιξαν με θείον φωτισμόν τα μάτια των και ανεγνώρισαν αμέσως τον διδάσκαλον των. Αλλά αυτός έγινε αμέσως άφαντος από αυτούς.
(1) Αυτό πρέπει να ερμηνευτεί σε συμφωνία με το στίχο 16. Εφόσον λοιπόν ο στίχος εκείνος συνυπονοεί θεία παρέμβαση στο να κρατιούνται τα μάτια των δύο μαθητών ώστε να μην τον αναγνωρίζουν, με θεία παρέμβαση και εδώ ανοίγουν τα μάτια τους (p). Με υπερφυσική του Θεού ενέργεια τα μάτια τους τελείως άνοιξαν και γνώρισαν αυτόν καλά, αφού είδαν (δ) και «την συνηθισμένη και γνώριμη ευλογία του άρτου» (Ζ). Οι δύο αυτοί μαθητές δεν ήταν παρόντες στο Μυστικό Δείπνο, αλλά συχνά θα είχαν δει τον Ιησού να προεξάρχει σε τραπέζι και φαγητό. Και ο τρόπος που έπαιρνε και έκοβε το ψωμί, που συνηθιζόταν από τον Ιησού, καθώς και ο τρόπος της ευλογίας και τα λόγια της ευχαριστίας και η γενικότερη έκφραση της προσευχής και του προσώπου, επανήλθαν ήδη στη μνήμη τους και αναγνώρισαν ότι και αυτός που τώρα κόβει και ευλογεί τον άρτο είναι ο διδάσκαλός τους (p). Η επίδραση αφ’ ενός που ασκήθηκε στην καρδιά τους με την προηγούμενη συνομιλία και διδασκαλία, καθώς και με την ενέργεια της χάρης του Ιησού, και ο τρόπος αφ ετέρου, με τον οποίο έκοψε και μοίρασε τον άρτο, προετοίμασαν σε αυτούς την αφύπνιση της εσωτερικής τους αίσθησης (g). Δες πώς ο Χριστός κάνει τον εαυτό του γνωστό στις ψυχες του λαού του. Πρωτίστως διανοίγει σε αυτούς τις Γραφές, διότι αυτές μαρτυρούν για αυτόν σε αυτούς που τις ερευνούν. Έπειτα συναντά αυτούς στο τραπέζι του. Όχι πλέον σε ένα συνηθισμένο τραπέζι, αλλά σε τράπεζα μυστική, όπου μεταδίδει σε αυτούς το ίδιο το σώμα και το αίμα του και αναγνωρίζεται από αυτούς στην κλάση του άρτου. Και τελειώνεται το έργο αυτό της γνωστοποίησης με το άνοιγμα των ματιών της διάνοιάς τους με άμεση επενέργεια της χάρης του.
(2) Η αναγνώριση ήλθε ως συνέπεια της διάνοιξης των ματιών τους (ο).
(3) Λέγεται μία φορά. Λέξη ποιητική στους κλασσικούς (p). Ο ευαγγελιστής προφανώς αποδίδει στην αιφνίδια αυτή εξαφάνιση χαρακτήρα υπερφυσικό (g). «Γίνεται αφανής από αυτούς· διότι δεν είχε πλέον τέτοιο σώμα, ώστε για πολλή ώρα να συναναστρέφεται μαζί τους σωματικά» (Θφ). Το σώμα του αναστημένου Κυρίου δεν υπέκειτο πλέον στους ίδιους όρους της ύπαρξης, στους οποίους και κατά την προηγούμενη επίγεια ζωή του. Υπάκουε με περισσότερη ελευθερία στη θέληση του πνεύματος (g). Εξαφανίστηκε, όπως οι άγγελοι (Λουκ. α 38).
(4) Εξαφανίστηκε, «ώστε από αυτό να αυξήσει περισσότερο τον πόθο σε αυτούς» (Θφ) και «για να μην αργοπορήσουν περισσότερο, αλλά να επιστρέψουν γρήγορα στους μαθητές. Διότι ήθελε την ίδια ημέρα να εμφανιστεί σε όλους αυτούς» (Ζ). Ο σκοπός του άλλωστε είχε συντελεστεί. Και ήταν αυτός να πείσει αυτούς, ότι αυτός ήταν ο Μεσσίας και ότι ήταν ζωντανός και οι ελπίδες, που αυτοί στήριξαν πάνω του, δεν ήταν μάταιες (p). «Επειδή λοιπόν μέχρι εκείνη την ώρα τα μάτια τους κρατιόντουσαν να μην τον αναγνωρίσουν… έως ότου ο λόγος της διδασκαλίας του Σωτήρα αφού μπήκε στις καρδιές τους, έκανε εύκολα παραδεκτή την πίστη. Όταν λοιπόν πίστεψαν στα λόγια του, τότε κάνει εμφανή σε αυτούς και την όψη· δεν παραμένει όμως μαζί τους» (Σχ.).
Λουκ. 24,32 καὶ εἶπον πρὸς ἀλλήλους· οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἦν(1) ἐν ἡμῖν(2), ὡς(3) ἐλάλει ἡμῖν(4) ἐν τῇ ὁδῷ καὶ(5) ὡς διήνοιγεν(6) ἡμῖν τὰς γραφάς;
Λουκ. 24,32 Και είπαν μεταξύ των• “η καρδία μας δεν εφλογίζετο έντος ημών από θείον ενθουσιασμόν, καθώς μας ωμιλούσε στον δρόμον και μας εφανέρωνε τα δυσκολονόητα για μας νοήματα των Γραφών;”
(1) Η περίφραση «καιομένη ἦν» προσδίδει έμφαση στη συγκίνηση, την οποία αισθάνθηκαν οι δύο μαθητές (p). «Να καίγεται, δηλαδή να ταρακουνιέται, να δονείται» (Ζ), «ή με τη φωτιά των λόγων του Κυρίου· όταν δηλαδή ερμήνευε σε αυτούς τις Γραφές θερμαινόντουσαν εσωτερικά και αποδέχονταν τα λεγόμενα ως αληθινά. Ή, όταν τους ερμήνευε τις Γραφές, παλλόταν εσωτερικά η καρδιά τους, ότι Αυτός που ερμηνεύει σε εμάς είναι ο Κύριος» (Θφ). Αυτή η καύση εδώ είναι η εσωτερική μεγάλη κατάνυξη και συγκίνηση, η πνευματική θέρμανση, την οποία το Αγιο Πνεύμα ενεργεί σε αυτούς που ακούνε τις μεγάλες πνευματικές αλήθειες του Χριστιανισμού (δ). Και ιδιαίτερα εδώ «τα λόγια που απάγγειλε ο σωτήρας από αγάπη προς αυτούς που άκουγαν, αγάπη που είχε φλόγα πυρός, έκαιγαν, ανάβοντας την καρδιά αυτών που άκουγαν στην αγάπη του Θεού» (Ω). Βρήκαν το κήρυγμα ισχυρό, αν και δεν είχαν ακόμη αναγνωρίσει τον κήρυκα. Κάνει αυτό σε αυτούς σαφή και καθαρά τα πράγματα. Και το σπουδαιότερο άναβε στις καρδιές τους μία θεία θερμότητα μαζί με θείο φως, που διήγειρε σε αυτές την φλόγα ευσεβών και αφοσιωμένων συναισθημάτων. Εκείνο λοιπόν το κήρυγμα παράγει αγαθά αποτελέσματα στις ψυχές των ακροατών, το οποίο είναι, όπως το του Χριστού, σαφές, ανάλογο με τις διανοητικές δεκτικότητες του ακροατηρίου, και περιστρεφόμενο γύρω από τις Γραφές, την ανάπτυξη των οποίων έχει ως πρωτεύοντα σκοπό. Οι διάκονοι του κηρύγματος τις Γραφές πρέπει να προβάλλουν στους πιστούς ως την κύρια πηγή της γνώσης τους και ως θεμέλιο της πίστης τους. Και η ανάπτυξη των τμημάτων εκείνων της Γραφής, τα οποία αναφέρονται στο Χριστό, επόμενο είναι να θερμάνει τις καρδιές των ακροατών, φωτίζοντας συγχρόνως και ενισχύοντας, αλλά και παρηγορώντας αυτές. Και όσο αυτές θα τρέφονται από το λόγο του Κυρίου και θα απομακρύνονται από την αμαρτία, δοκιμάζοντας ολοένα και εντονότερα το εναντίον της άγιο μίσος, τόσο και θα αισθάνονται να καίγονται και να φλέγονται από την έλξη και την αγάπη του Κυρίου.
(2) Παρατήρησαν το γεγονός αυτό της εσωτερικής θέρμανσης πολύ περισσότερο έπειτα («ήταν καιόμενη»), παρά την ώρα που διαρκούσε και συνεχιζόταν η συγκίνηση που τους έκαιγε (b).
(3) Την ώρα που μιλούσε και την ώρα που άνοιγε (p).
(4) Η ομιλία, η γλυκιά εκείνη και που μιλούσε στη καρδιά, προκαλούσε την πνευματική αυτή θέρμανση, ιδιαίτερα δε η διάνοιξη και σαφήνιση των γραφών (δ).
(5) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν το «και» και έτσι γίνεται ασύνδετο σχήμα σύνταξης, το οποίο προδίδει την συγκίνηση που κυρίευσε τους δύο μαθητές.
(6) Αξιοσημείωτη η χρήση του ίδιου ρήματος και για την διάνοιξη των ματιών και για την διάνοιξη των Γραφών (p). Διάνοιξη κάποιου πράγματος που μοιάζει κλειστό και αγνοούμενο, λέγεται η εξήγηση, με την οποία βλέπουμε, το περιεχόμενο, το νόημα και τη σημασία του (δ). Ο Ιησούς άνοιξε τα μάτια τους, ο Ιησούς άνοιξε σε αυτούς και τη Γραφή.
Λουκ. 24,33 Καὶ ἀναστάντες(1) αὐτῇ τῇ ὥρᾳ(2) ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλήμ(3), καὶ εὗρον συνηθροισμένους(4) τοὺς ἕνδεκα(5) καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς(6),
Λουκ. 24,33 Και αφού εσηκώθησαν αμέσως αυτήν την ώρα, εγύρισαν εις την Ιερουσαλήμ και ευρήκαν συγκεντρωμένους τους ένδεκα Αποστόλους και τους άλλους, που ήσαν μαζή των.
(1) «Τόσο πολύ δηλαδή χάρηκαν, ώστε την ίδια ώρα να σηκωθούν και να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ» (Θφ). Αρνούμενοι την ανάπαυση, την οποία, κατεξοχήν μετά την πορεία, παρείχε η επιστροφή στο σπίτι τους (L) χωρίς να τελειώσουν και το δείπνο (δ), σπεύδουν να καταστήσουν συμμέτοχους της μεγάλης τους χαράς και αυτούς που ήταν στα Ιεροσόλυμα (p).
(2) Το προχωρημένο της ώρας, το οποίο πρόβαλλαν προηγουμένως στον ξένο τους για να τον πείσουν να μείνει μαζί τους, δεν εμποδίζει τώρα αυτούς (p). Δεν φοβούνται πλέον να οδοιπορήσουν και τη νύχτα (b).
(3) «Σηκώθηκαν μεν αυτήν την ώρα, επέστρεψαν όμως μετά από περισσότερες ώρες, όσες ήταν φυσικό να κάνουν βαδίζοντας το διάστημα των εξήντα σταδίων» (Θφ).
(4) Υπάρχει και η γραφή ηθροισμένους, το οποίο λέγεται μία φορά, αν και δεν είναι σπάνιο στους Ο΄(70 μεταφραστές της Π.Δ.).
(5) Ελειπε βέβαια ο Θωμάς. Αλλά «οι ένδεκα» είναι όρος που δηλώνει τον κύκλο των αποστόλων, ως διακεκριμένο από τους υπόλοιπους μαθητές (L).
(6) Αυτοί οι «σὺν αὐτοῖς» είναι αυτοί που στο στίχο 9 καθορίζονται ως «όλοι οι υπόλοιποι». Δες και Πράξ. α 14.
Λουκ. 24,34 λέγοντας ὅτι ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως(1) καὶ ὤφθη Σίμωνι(2).
Λουκ. 24,34 Όλοι δε έλεγαν, ότι πραγματικά αναστήθηκε ο Κυριος και παρουσιάσθηκε στον Σίμωνα.
(1) Οι μαθητές άρχισαν να πείθονται για την ανάσταση (δ) και αποβάλλουν τις προηγούμενες αμφιβολίες τους, αλλά όχι πλήρως και τελείως. Απόδειξη αυτού, ότι στον στίχο 37 φοβήθηκαν με την εμφάνιση του Ιησού και νόμιζαν ότι έβλεπαν πνεύμα (b). Για αυτό και στο Μάρκου ιστ 13 γράφεται, ότι ούτε σε αυτούς που επέστρεψαν από Εμμαούς πίστεψαν οι μαθητές.
(2) Κατά τις ώρες που επέστρεφαν στα Ιεροσόλυμα οι δύο μαθητές «ο δεσπότης φανερώθηκε στον Σίμωνα στο ενδιάμεσο, την ώρα που οδοιπορούσαν αυτοί στην επιστροφή» (Θφ). Πουθενά αλλού στα ευαγγέλια δεν γίνεται αναφορά της εμφάνισης του Κυρίου στο Σίμωνα. Αναφέρει όμως αυτήν ως πρώτη ανάμεσα σε όλες τις εμφανίσεις του Αναστημένου ο απόστολος Παύλος (Α΄ Κορ. ιε 5) και η σύμπτωση αυτή μεταξύ του ευαγγελιστού και του αποστόλου δεν μπορεί να είναι τυχαία. Επιβεβαιώνει την αλήθεια, ότι αυτός που συνέγραψε το ευαγγέλιο αυτό ήταν από τους στενά συνδεδεμένους με τον απόστολο Παύλο (p). Ο Παύλος τοποθετεί πρώτη την εμφάνιση στον Πέτρο, προσπερνώντας τις εμφανίσεις στις Μυροφόρες και σε αυτούς που πορεύονταν εις Εμμαούς, διότι παραθέτει κυρίως τις αποστολικές μαρτυρίες, πάνω στις οποίες βασιζόταν η πίστη της εκκλησίας (Α΄ Κορ. ιε 11). Πιθανότατα ο Παύλος έλαβε γνώση της εμφάνισης αυτής στον Πέτρο από το ίδιο το στόμα του Πέτρου κατά την διάρκεια της δεκαπενθήμερης μαζί με αυτόν και τον Ιάκωβο συνδιαμονής του στην Ιερουσαλήμ τρία χρόνια μετά την επιστροφή του (Γαλ. α 18,19). Κατά την συνδιαμονή του αυτή με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο πληροφορήθηκε και για την εμφάνιση του Χριστού στον Ιάκωβο (Α΄ Κορ. ιε 7), την οποία πάλι μόνος ο Παύλος αναφέρει. Το γεγονός όμως, ότι στην παράδοση δεν αναφέρεται και κάποια ιδιαίτερη εμφάνιση του Ιησού στον αγαπημένο Ιωάννη, αποτελεί απόδειξη ότι η παράδοση για εμφάνιση στον Πέτρο και Ιάκωβο είναι αυθεντική. Διότι, εάν επρόκειτο για επινόηση, γιατί να μην επινοηθεί εμφάνιση και για τον Ιωάννη; (g).
Λουκ. 24,35 καὶ αὐτοὶ ἐξηγοῦντο τὰ ἐν τῇ ὁδῷ(1) καὶ ὡς ἐγνώσθη αὐτοῖς(2) ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου(3).
Λουκ. 24,35 Και οι δύο αυτοί διηγούντο λεπτεμερώς όσα συνέβησαν στον δρόμον και πως ανεγνωρίσθη από αυτούς ο Κυριος την ώραν που έκοπτε τον άρτον.
(1) Σε όσα άκουσαν για την εμφάνιση στο Σίμωνα πρόσθεταν και αυτοί τα δικά τους. Διηγούνταν δηλαδή αυτά που έγιναν στο δρόμο, δηλαδή την συνομιλία με τον Σωτήρα (δ). Είναι εξόχως ωφέλιμο και συντελεί τα μέγιστα για εύρεση και επιβεβαίωση της αλήθειας το να κοινολογούν οι μαθητές του Χριστού και να συγκρίνουν τις παρατηρήσεις τους και την πείρα τους και να γνωστοποιούν μεταξύ τους ό,τι γνώρισαν και αισθάνθηκαν μέσα τους από την πνευματική κοινωνία με τον Διδάσκαλο.
(2) Και πώς αναγνωρίστηκε από αυτούς.
(3) Είναι αξιοσημείωτο ότι το κόψιμο του ψωμιού και όχι η γεύση ή κοινωνία του καθορίζεται ως η περίσταση, κατά την οποία αναγνωρίστηκε ο Κύριος από τους δύο μαθητές (p). Αυτό συνηγορεί για το ότι πρόκειται για κόψιμο ψωμιού συνηθισμένου δείπνου (δ).
Λουκ. 24,36 Ταῦτα δὲ αὐτῶν λαλούντων αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἔστη(1) ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ λέγει(2) αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν(3).
Λουκ. 24,36 Ενώ δε αυτοί ωμιλούσαν περί αυτών, αίφνης ο ίδιος ο Ιησούς εστάθηκε στο μέσον αυτών και τους λέγει• “ειρήνη ας είναι μαζή σας”.
(1) Αιφνίδια εμφάνιση ανάλογη με την αιφνίδια εξαφάνιση του στίχου 31 (p). Στάθηκε πριν ακόμη τον αντιληφθούν να έρχεται (b). Η εμφάνιση αυτή, είναι η ίδια με αυτήν που εξιστορεί ο Ιωάννης (κ 19-23). Τους είχε υποσχεθεί, ότι μετά την ανάστασή του θα τους έβλεπε στη Γαλιλαία. Αλλά τόσο πολύ επιθυμούσε να δει αυτούς και να ειρηνεύσει αυτούς, ώστε προλαβαίνει την προκαθορισμένη συνάντηση και βλέπει αυτούς και στην Ιερουσαλήμ.
(2) Με βάση κυρίως τον κώδικα του Βέζα οι νεώτεροι εξοβελίζουν τη φράση «καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν» θεωρώντας ότι παρεμβλήθηκε νωρίς στο κείμενο του Λουκά από το Ιωάννου κ 19. Μαρτυρείται παρόλ’ αυτά αυτή και από τους σιναϊτικό βατικανό αλεξανδρινό και 15 άλλους μεγαλογράμματους κώδικες, καθώς και από τις συριακή κοπτική σαϊδική μεταφράσεις και από όλους σχεδόν τους μικρογράμματους κώδικες.
(3) «Και όταν έφευγε από αυτούς ειρήνη τους άφησε και πάλι ερχόμενος σε αυτούς ειρήνη τους δίνει· ειρήνη, το γλυκό και πράγμα και όνομα» (Ζ), και «με το συνηθισμένο χαιρετισμό της ειρήνης καταπραΰνει την ταραχή τους» (Θφ). Δίνει τον συνηθισμένο στους Ιουδαίους χαιρετισμό με πνευματική και χριστιανική έννοια (=Ειρήνη σε σας με το Θεό) (δ) και ανεβάζοντας σε υψηλότερη έννοια το περιεχόμενό του. Δες Εφεσ. β 17 (b). Ο χαιρετισμός αυτός δηλώνει, ότι η επίσκεψή του ήταν φιλική και ευμενής· επίσκεψη αγάπης. Χρησιμοποιεί το χαιρετισμό αυτό της οικειότητας, τον συνηθισμένο στους Ιουδαίους, μολονότι βρίσκεται τώρα στην κατάσταση της εξύψωσης και δόξας του. Πολλοί, όταν παίρνουν κάποιο ανώτερο αξίωμα, λησμονούν τους παλαιούς τους φίλους και κρατούν αυτούς σε απόσταση. Αλλά ο Κύριος φέρεται προς τους μαθητές με την ίδια οικειότητα, με την οποία και προηγουμένως. Και με τον χαιρετισμό του αυτόν τους πληροφορεί, ότι δεν έρχεται να επιτιμήσει τον Πέτρο για την άρνησή του, ούτε τους άλλους μαθητές για την από αυτούς εγκατάλειψή του. Έρχεται ειρηνικά για να τους βεβαιώσει, ότι τους είχε συγχωρέσει και ότι συμφιλιώθηκε πλήρως με αυτούς.
Λουκ. 24,37 πτοηθέντες(1) δὲ καὶ ἔμφοβοι γενόμενοι ἐδόκουν πνεῦμα(2) θεωρεῖν.
Λουκ. 24,37 Εκείνοι εξαφνιάστηκαν, εταράχθησαν και κατελήφθησαν από φόβον, διότι ενόμιζαν ότι έβλεπαν κάποιον πνεύμα.
(1) «Δηλαδή ταράχτηκαν» (Ζ). Η αιφνίδια εμφάνιση με κλειστές τις πόρτες κάνει έντρομους τους μαθητές που νομίζουν ότι η εμφάνιση αυτή δεν είναι ζωντανού ανθρώπου με σάρκα και αίμα, αλλά πνεύματος του πεθαμένου (δ). Καμία αντίφαση δεν υπάρχει ανάμεσα στο στίχο 34, όπου διακηρύττουν οι μαθητές, ότι αναστήθηκε ο Κύριος όντως, και στην πτόηση και τον φόβο αυτόν, ο οποίος υπήρξε η πρώτη εντύπωση των μαθητών. Είχαν βεβαιώσει αυτούς ότι ο Κύριος αναστήθηκε. Αλλά τί είδους ανάσταση ήταν αυτή; Στους Εμμαούς ευλόγησε τον άρτο, αλλά δεν έφαγε και έγινε αιφνίδια άφαντος. Και τώρα αναγνωρίζουν τον Ιησού, αλλά η πρώτη τους εντύπωση είναι ότι πρόκειται για πνεύμα· νομίζουν ότι βλέπουν την ψυχή του πεθαμένου διδασκάλου (L).
(2) «Δηλαδή φάντασμα» (Ζ). Η λέξη σημαίνει εδώ την ψυχή του πεθαμένου που επιστρέφει από τον άδη και εμφανίζεται στους ζωντανούς με ορατή μορφή, αλλά χωρίς σώμα πραγματικό· ό,τι ονόμαζαν οι αρχαίοι σκιά ή φάντασμα (Ματθ. ιδ 26). Για την έννοια αυτή της λέξης πνεύμα δες και Α΄ Πέτρ. γ 19 (g).
Λουκ. 24,38 καὶ εἶπεν αὐτοῖς(1)· τί τεταραγμένοι ἐστέ(2), καὶ διατί διαλογισμοὶ(3) ἀναβαίνουσιν ἐν ταῖς καρδίαις(4) ὑμῶν;
Λουκ. 24,38 Και είπεν ο Κυριος εις αυτούς• “διατί είσθε ταραγμένοι, και διατί ανεβαίνουν εις τας καρδίας σας διαλογισμοί απιστίας;
(1) «Επειδή με τον λόγο αυτόν (της ειρήνης) δεν καταπραΰνθηκε η ταραχή της ψυχής τους, δείχνει σε αυτούς από αλλού ότι είναι ο Υιός του Θεού, που γνωρίζει τις καρδιές. Γιατί, δηλαδή, λέει, ανεβαίνουν διαλογισμοί στις καρδιές σας; Οπωσδήποτε όμως το να γνωρίζει τις καρδιές είναι ομολογουμένως γνώρισμα του Θεού» (Θφ).
(2) Επιτιμά ήπια και καθησυχάζει ταυτόχρονα (δ). Πολλές από τις ταραχώδεις σκέψεις μας, οι οποίες ανησυχούν το εσωτερικό μας, προέρχονται από τις πλάνες και παρανοήσεις μας για τον Χριστό. Λησμονούμε, ότι ο Χριστός είναι ο μεγαλύτερος αδελφός μας και προσβλέπουμε σε αυτόν, σαν να βρίσκεται μακριά μας. Δεν τον βλέπουμε με τα μάτια της πίστης κοντά μας, να μας παρακολουθεί με στοργή, και με ηπιότητα να μας διορθωνει και να μας υποστηρίζει, ακόμη και όταν εμείς ταλαντευόμαστε κλονιζόμενοι από την ολιγοπιστία μας.
(3) Το διαλογισμοί σημαίνει συλλογισμούς και σκέψεις εσωτερικές υπέρ και κατά· αμφιβολίες συνεπώς (g). Γιατί διαλογισμοί αμφιβολίας γεννιούνται στο νου σας; (δ). Όλες οι ανήσυχες σκέψεις, που σε οποιοδήποτε χρόνο ανεβαίνουν στην καρδιά μας, είναι γνωστές στον Κύριό μας Ιησού και μάλιστα από αυτήν την πρώτη στιγμή της γέννησής τους. Και προκαλούν την απαρέσκειά του. Και με την επιτίμηση, την οποία στην προκειμένη περίπτωση έκανε στους μαθητές του, μάς διδάσκει να επιτιμούμε τους εαυτούς μας: Γιατί είσαι περίλυπη ψυχή μου, και γιατί με συνταράσσεις; Γιατί ανεβαίνουν σε σένα διαλογισμοί, οι οποίοι ούτε αληθινοί ούτε αγαθοί είναι, αλλά εμποδίζουν την εν Θεώ χαρά μας, μάς καθιστούν απρόθυμους στο καθήκον, παρέχουν πλεονεκτήματα στο Σατανά, για τον εναντίον μας αγώνα του και μας στερούν από τις ενισχύσεις και παρηγοριές που προέρχονται από την ισχυρή πίστη;
(4) Ανεβαίνει στις καρδιές. Για την αντίστοιχη εβραϊκή φράση δες Ησαΐου ξε 17 (δ). Οι σκέψεις μας είναι κρυμμένες από εμάς πριν ανεβούν στην καρδιά μας (b). Οι σκέψεις ανεβαίνουν στην καρδιά. Δες Πράξ. ζ 23, Α΄ Κορ. β 9 και Ησ. ξε 17, Ιερεμ. γ 16, λθ 35. Έκφραση εβραϊκή. Σαν οι σκέψεις μπερδεμένες και αβέβαιες να έβγαιναν από άγνωστα βάθη για να εμφανιστούν στο λογικό (L). Μερικές φορές η ταραχή της καρδιάς μας γεννιέται από τους διαλογισμούς που ανεβαίνουν σε αυτήν και οι λύπες μας και οι φόβοι μας προέρχονται από τα δημιουργήματα της φαντασίας μας. Μερικές φορές πάλι οι διαλογισμοί γεννιούνται από το φόβο της ολιγοπιστίας μας, τον οποίο δεν πολεμούμε, αλλά αφήνουμε να μας κυριεύσει. Ο Θεός μάς απομάκρυνε και μας ξέχασε, είναι η ολιγόπιστη σκέψη, η οποία πολλές φορές μας τάραξε.
Λουκ. 24,39 ἴδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς πόδας μου(1), ὅτι αὐτὸς(2) ἐγώ εἰμι· ψηλαφήσατέ με(3) καὶ ἴδετε, ὅτι(4) πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα(5).
Λουκ. 24,39 Ιδετε τας χείρας μου και τους πόδας μου, που φέρουν τα σημάδια από τα καρφιά, δια να πεισθήτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος. Ψηλαφήσατέ με με τα χέρια σας και ιδέτε, ότι δεν είμαι πνεύμα, όπως νομίζετε, διότι το πνεύμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε εμέ να έχω”.
(1) «Και πώς επρόκειτο από αυτά να τον γνωρίσουν; Διότι είχαν ακόμη τα τρυπήματα από τα καρφιά» (Ζ). Υποδηλώνει λοιπόν αυτό, ότι τόσο τα πόδια του, όσο και τα χέρια του είχαν καρφωθεί στο ξύλο. Παρέχει σε αυτούς απόδειξη που κατασιγάζει τους φόβους τους, που προήλθαν από την ιδέα τους, ότι μπροστά τους είχαν πνεύμα. Τους πείθει λοιπόν, ότι έχει αληθινό σώμα· και απόδειξη ακόμη που ενισχύει την πίστη τους στη μεγάλη αλήθεια, την οποία θα κήρυτταν ακολούθως σε ολόκληρο τον κόσμο. Τους παρέχει βεβαιότητα για το ότι το σώμα, το οποίο έχει, είναι το ίδιο το δικό του σώμα, που καρφώθηκε και νεκρωθηκε πάνω στο σταυρό, το οποίο αφού αναστήθηκε το πήρε πάλι από τον τάφο. Δείτε τα χέρια και τα πόδια μου, λέει στους μαθητές του δείχνοντας σε αυτούς τις ουλές από τα καρφιά. Και όπως για ενίσχυση της πίστης των μαθητών του δείχνει σε αυτούς τις πληγές από τα καρφιά, έτσι για ενδυνάμωση των για χάρη μας προσευχών του παρουσιάζει αυτές και στον Πατέρα του. Εμφανίζεται στον ουρανό σαν αρνί σφαγμένο (Αποκ. ε 6) και το αίμα του μιλά (Εβρ. ιβ 24).
(2) Το πρώτο αυτό ό τ ι είναι ειδικό και η όλη φράση είναι αντικείμενο του δείτε (g). Με αυτό ο Κύριος πείθει πρώτον τους μαθητές για την ταυτότητά του· ότι δηλαδή αυτός είναι ο διδάσκαλός τους, για τον οποίο νόμιζαν ότι τον έχασαν για πάντα (p).
(3) Με αυτά πείθει αυτούς για την π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α της εμφάνισής του και του σώματός του· ότι δηλαδή ο διδάσκαλος, τον οποίο βλέπουν, δεν είναι απλώς πνεύμα πεθαμένου (p). Το χωρίο Α΄ Ιω. α 1 φαίνεται να είναι άμεση παραπομπή στο παρόν χωρίο. Το ίδιο ρήμα και εκεί χρησιμοποιείται. Η αξιοσημείωτη παράθεση του Ιγνατίου (Προς Σμυρναίους γ 1) θα μπορούσε να συγκριθεί: «όταν ήλθε σε αυτούς που ήταν γύρω από τον Πέτρο, είπε σε αυτούς: Πάρτε με, ψηλαφήστε με, και δείτε ότι δεν είμαι δαιμόνιο ασώματο». Ο Ευσέβιος (ΙΙΙ, 36,11) αγνοεί, από πού έλαβε αυτήν την παράθεση ο Ιγνάτιος. Ο Ιερώνυμος επανειλημμένως λέει, ότι πάρθηκε αυτή από το καθ’ Εβραίους ευαγγέλιο. Ο Ωριγένης όμως (Περί αρχών. Προοίμιο 8) πιο σωστά ίσως, αναφέρει ότι πάρθηκε από το απόκρυφο «Κήρυγμα του Πέτρου» (p).
(4) Είναι αμφίβολο εάν είναι ειδικό ή αιτιολογικό. Σύμφωνα με τους g, p είναι αιτιολογικό.
(5) «Μία σκιά, ένα πνεύμα, κάτι που είναι απλώς φαινομενικό, δεν θα μπορούσε να υπομείνει άγγιγμα του χεριού» (Κ), «ούτε σάρκα ούτε οστά έχει· ενώ εγώ και σάρκα και οστά έχω, αν και πιο θεία και πνευματικά. Διότι το σώμα του Κυρίου δεν ήταν μεν πνεύμα, ήταν όμως πνευματικό, δηλαδή ήταν ξένο από κάθε παχύτητα, και κυβερνιόταν από το πνεύμα. Διότι το μεν σώμα, το οποίο έχουμε τώρα, είναι σώμα ζωϊκό (που διευθύνεται από τις κατώτερες ζωϊκές δυνάμεις της ψυχής), δηλαδή διοικείται και ζωογονείται από την ψυχή με τις φυσικές και ζωϊκές ποιότητες και δυνάμεις. Ενώ το σώμα μετά την ανάσταση το ονόμασε πνευματικό ο Παύλος, το οποίο δηλαδή θα ζωογονείται και θα διοικείται από θείο πνεύμα και όχι από τις κατώτερες δυνάμεις της ψυχής, το οποίο αφού μεταστοιχειωθεί ώστε να γίνει άφθαρτο με τρόπο απόρρητο και πνευματικό θα συντηρείται σε αυτήν την κατάσταση. Τέτοιο λοιπόν πρέπει να εννοήσουμε το σώμα του Κυρίου μετά την ανάσταση, ότι είναι δηλαδή πνευματικό και λεπτό και έξω από κάθε παχύτητα, και δεν χρειάζεται ούτε τροφή ούτε κάτι άλλο, αν και έφαγε για να βεβαιώσει την ανάσταση» (Θφ)
Λουκ. 24,40 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐπέδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας(1).
Λουκ. 24,40 Και αφού είπε τούτο, έδειξε εις αυτούς τας χείρας και τους πόδας.
(1) Αποσιωπάται ο στίχος από τον κώδικα του Βέζα, από πολλά χειρόγραφα της Ιτάλας και από την παλαιά συριακή μετάφραση. Είναι λοιπόν και αυτός γλώσσα (=παρέμβλητο κείμενο) που παρεμβλήθηκε στο κείμενο του Λουκά από το Ιωάννη κ 20; (g). Το κείμενο όμως του Ιωάννη έχει ως εξής: καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. Δεν ταυτίζεται λοιπόν πλήρως με τον παρόντα στίχο. Και αν πάρθηκε αυτός από τον Ιωάννη, πώς αντικαταστάθηκε από όλους η φράση «την πλευράν» με το «τους πόδας»; Διατηρούμε λοιπόν τον στίχο, που είναι πολύ άλλωστε φυσικός και στο Λουκά. Ο Harnack αποδίδει εύλογα στον Μαρκίωνα την αποσιώπηση του στίχου (L).
Λουκ. 24,41 ἔτι δὲ ἀπιστούντων αὐτῶν ἀπὸ τῆς χαρᾶς(1) καὶ θαυμαζόντων(2) εἶπεν αὐτοῖς· ἔχετέ τι βρώσιμον(3) ἐνθάδε;
Λουκ. 24,41 Επειδή δε εκείνοι, ένεκα της χαράς, απιστούσαν ακόμη και εθαύμαζαν δια το καταπληκτικόν και ανέλπιστον αυτό γεγονός, είπεν εις αυτούς ο Κυριος• “μήπως έχετε τίποτε φαγώσιμον εδώ;”
(1) Η χαρά τους ήταν τόσο μεγάλη, ώστε απιστούσαν ακόμη, θεωρώντας ως όνειρο το πράγμα και θαύμαζαν για ό,τι είδαν (δ). Αναμφίβολα είχαν πιστέψει, διότι διαφορετικά δεν θα χαίρονταν. Αλλά η πάνω στις ψυχές τους πλήρης επίδραση της πίστης παρεμποδιζόταν από τη χαρά τους (b). Η απιστία τους αυτή αποτελεί βέβαιη εγγύηση για την αυθεντικότητα της ανάστασης. Αντί να κλέψουν το σώμα του Διδασκάλου και να διακηρύξουν έπειτα ότι αναστήθηκε, όπως τους συκοφάντησαν οι αρχιερείς, είναι έτοιμοι να πουν και πάλι: Όχι, δεν αναστήθηκε. Το ότι στην αρχή υπήρξαν άπιστοι και επέμειναν στο να τους παρασχεθούν ισχυρές για το γεγονός αποδείξεις, δείχνει ότι όταν τελικά πίστεψαν στην ανάσταση, στηρίχτηκαν σε τεκμήρια αδιάσειστα και εξολοκλήρου πειστικά.
(2) Θεωρούσαν το γεγονός ως πολύ μεγάλο, που ξεπερνούσε κάθε προσδοκία και ελπίδα. Τώρα η απιστία τους δεν προέρχεται από κάποια περιφρόνηση των προσφερομένων σε αυτούς ενδείξεων ή μαρτυριών. Απιστούν από χαρά, όπως άλλοτε ο Ιακώβ δεν πίστευε, ότι ο Ιωσήφ ήταν ακόμη ζωντανός. Και απιστούν από θαυμασμό για το πρωτοφανές και πρωτάκουστο γεγονός. Είναι για αυτό άξια συγχώρεσης η απιστία τους αυτή και για αυτό ο διδάσκαλος, χωρίς να τους μαλώσει, συγκαταβαίνει στο να τους δώσει πληροφορία και μεγαλύτερο στηριγμό στην πίστη.
(3) Κοινώς φαγώσιμο πράγμα (δ). Λέγεται μία φορά. «Όχι επειδή είχε ακόμη ανάγκη τροφής, αλλά (τρώει) για περισσότερη αξιοπιστία και βεβαιότερη απόδειξη για να μην νομίζουν ότι είναι φάντασμα» (Ζ). «Επειδή δηλαδή οι μαθητές απιστούσαν ακόμη και επειδή δεν πείστηκαν ούτε από την ψηλάφηση, προσθέτει και άλλο (τεκμήριο), αυτό του φαγητού» (Θφ).
Λουκ. 24,42 οἱ δὲ ἐπέδωκαν αὐτῷ ἰχθύος ὀπτοῦ μέρος καὶ ἀπὸ μελισσίου κηρίου(1),
Λουκ. 24,42 Εκείνοι δε του έδωσαν ένα κομάτι ψητό ψάρι και κηρήθρα.
Λουκ. 24,43 καὶ λαβὼν ἐνώπιον αὐτῶν(2) ἔφαγεν(3).
Λουκ. 24,43 Και αφού τα επήρε, έφαγε ενώπιον των.
(1) Η φράση «καὶ ἀπὸ μελισσίου κηρίου» παραλείπεται από αρκετούς μεγαλογράμματους κώδικες. Περιλαμβάνεται όμως σε κάποιους μεγαλογράμματους από τον Η΄αιώνα, σε πολλά χειρόγραφα της Ιτάλας και στη Συριακή μετάφραση του Cureton (g). Ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυρας στο περί αναστάσεως έργο του ξεκάθαρα μαρτυρεί ότι και έφαγε κηρίον (μέλι) και ιχθύν· ομοίως επίσης και ο Α. (δ). Και οι δύο λέξεις λέγονται μία φορά. Μελίσσιον κηρίον είναι η μελικηρίς, αυτή που έχει μέσα της μέλι· κοινώς η κηρύθρα.
(2) Ενώ έβλεπαν αυτοί,για να πειστούν τελείως ότι δεν είναι φανταστική η εμφάνιση (δ). «Όπως ακριβώς υπερφυσικά έφαγε, έτσι και υπερφυσικά κατανάλωσε αυτά που έφαγε» (Ζ), «με κάποια θεία δύναμη καταναλώθηκαν αυτά που φαγώθηκαν. Διότι κάθετί που τρώγεται με τρόπο φυσικό από το στόμα προχωρά στο αποχωρητήριο· αυτά όμως εδώ, δεν φαγώθηκαν όπως είπαμε κατά τρόπο φυσικό, αλλά κατά συγκατάβαση» (Θφ).
(3) «Πρέπει όμως να ξέρουμε, ότι αυτά που από κάποια συγκατάβαση γίνονται από τον Σωτήρα, δεν είναι κανόνας και όρος της φύσης. Διότι κανείς άλλος μετά την αφθαρσία του σώματος δεν θα έχει πληγές ή θα δεχτεί τροφή» (Ζ). Η ένσταση ότι, εάν ο Ιησούς για να πείσει τους μαθητές, ότι δεν ήταν πνεύμα ή ψυχή πεθαμένου, έλαβε τροφή, την ώρα που αυτή δεν ήταν αναγκαία για το αναστημένο σώμα, ενεργούσε απατηλά, είναι ασύστατη και αβάσιμη. Δεν αληθεύει το δίλημμα: Ή πνεύμα ή συνηθισμένο σώμα που έχει ανάγκη τροφής. Υπάρχει και ένα τρίτο ενδεχόμενο και το οποίο μπορεί να αληθεύει. Δηλαδή υπάρχει και δοξασμένο σώμα που μπορεί κατά βούληση να λαμβάνει τροφή (p). Δες και Πράξ. ι 41 «οι οποίοι φάγαμε μαζί και ήπιαμε μαζί με αυτόν μετά την ανάστασή του από τους νεκρούς».
Λουκ. 24,44 εἶπε(1) δὲ αὐτοῖς(2)· οὗτοι οἱ λόγοι(3) οὓς ἐλάλησα πρὸς ὑμᾶς ἔτι ὢν σὺν ὑμῖν(4), ὅτι δεῖ(5) πληρωθῆναι πάντα(6) τὰ γεγραμμένα ἐν τῷ νόμῳ Μωϋσέως καὶ προφήταις καὶ ψαλμοῖς(7) περὶ ἐμοῦ.
Λουκ. 24,44 Είπε δε προς αυτούς• “αυτά που βλέπετε τώρα και θαυμάζετε, είναι ακριβώς όσα σας έλεγα, όταν ήμουν μαζή σας, ότι πρέπει δηλαδή να εκπληρωθούν και να πραγματοποιηθούν όλα όσα έχουν γραφή για μένα στον νόμον του Μωϋσέως, στους προφήτας και στους ψαλμούς”.
(1) Η περικοπή αυτή φαίνεται να είναι μία πυκνή περίληψη αυτών που ειπώθηκαν από το Χριστό στους αποστόλους μεταξύ της Ανάστασης και της Ανάληψης εν μέρει μεν την ίδια την ημέρα της ανάστασης, εν μέρει δε σε άλλες περιστάσεις. Δεν έχουμε όμως βέβαια δεδομένα, πάνω στα οποία βασιζόμενοι να καθορίσουμε, τι ειπώθηκε το ίδιο εκείνο απόγευμα και τι ειπώθηκε αργότερα (p).
(2) Το «εἶπε δὲ αὐτοῖς» αποτελεί νέα εισαγωγή, η οποία υποδηλώνει κάποια διακοπή που παρεμβλήθηκε ανάμεσα στους στίχους 43 και 44 (p).
(3) Υπάρχει άλλη γραφή: οὗτοι οἱ λόγοι μου. Το λόγοι πρέπει να εννοηθεί για αυτά που ειπώθηκαν μεν προηγουμένως από τον Κύριο, και ήδη πραγματοποιήθηκαν, σαν να έλεγε: Αυτά που συνέβησαν πρόσφατα, ήταν εκείνα, που σας προανήγγειλαν οι λόγοι μου (L). Το «αυτοί οι λόγοι μου» λοιπόν αναφέρεται στα έργα που τώρα συντελέστηκαν με την ανάσταση του Μεσσία, την κατάσταση της ταπείνωσης, η οποία τελείωσε, και σε αυτήν της δόξας, η οποία με την ανάσταση άρχισε (δ).
(4) Το «όταν ακόμη ήμουν μαζί σας» αποδεικνύει, ότι από τώρα ο Ιησούς θεωρεί τον χωρισμό του από τους μαθητές ως συντελεσμένο ήδη. Η κατοικία του είναι αλλού (g). Δεν θα είναι πλέον ο σύντροφος της περασμένης τριετίας. Είναι ήδη δοξασμένος (L).
(5) Το «ότι πρέπει» είναι η περίληψη αυτών των γεγονότων, όπως περιέχονται στη θεία πρόγνωση και θέληση και προκαταγγέλθηκαν από τους προφήτες (δ).
(6) Όλα και αυτά τα βαριά και σκληρά. Ακόμη και το ξύδι. Και δεν θα πέθαινε στο σταυρό προτού, αφού εκπληρωθούν όλα, να μπορέσει να πει: Τετέλεσται.
(7) Μόνο εδώ στην Κ.Δ. αναφέρεται με σαφήνεια η τριπλή διαίρεση του εβραϊκού κανόνα της Γραφής (p). Ο νόμος του Μωϋσή και οι προφήτες αποτελούν τα δύο κύρια μέρη του κανόνα (g). Με τη λέξη όμως «ψαλμοί» δεν υποχρεωνόμαστε να εννοήσουμε όλα τα αγιόγραφα. Από τα αγιόγραφα ο ψαλτήρας ήταν το γνωστότερο βιβλίο και επιπλέον περιείχε πάρα πολλές προφητείες για τον Μεσσία (p). Το ψαλμούς λοιπόν=όχι απλώς όλα τα αγιόγραφα, αλλά τους ψαλμούς του Δαβίδ, οι οποίοι πολλά για αυτόν προφητεύουν (δ). Αναφέρεται ο Κύριος όχι μόνο στις ξεκάθαρες προφητείες για τον Μεσσία, αλλά σε όλη την θυτήρια (οι τελετουργικές θυσίες) και τελετουργική οικονομία της Π.Δ., η οποία στην προς Εβραίους επιστολή εξηγείται ότι προτυπώνει την μόνη και αιώνια θυσία, την οποία θα προσέφερε ο μέγας αρχιερέας και υιός του Θεού (ο).
Λουκ. 24,45 τότε(1) διήνοιξεν(2) αὐτῶν τὸν νοῦν(3) τοῦ συνιέναι τὰς γραφάς(4),
Λουκ. 24,45 Τότε εφώτισε και ήνοιξε αυτών τον νουν, ώστε να εννοούν τας Γραφάς.
(1) «Όταν ειρήνευσε το λογισμό τους με αυτά που είπε, με το ότι ψηλαφήθηκε, με το ότι έφαγε, τότε άνοιξε το νου τους» (Κ). «Διότι αν δεν αναπαυόταν η ψυχή τους, πώς θα γνώριζε με το να είναι ταραγμένη και να μην ησυχάζει;» (Θφ).
(2) Πολλά εμπόδια, που υπάρχουν στη διάνοιά μας, πρέπει να απομακρυνθούν, για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε. Δες Πράξ. ιστ 14 (b). Το άνοιγμα της διάνοιάς τους είναι ανάλογο με αυτό που αναφέρεται στο στίχο 31 (p). Ο φωτισμός αυτός, ο οποίος επιχύνεται για αυτούς πάνω σε όλη την Π.Δ., προέρχεται από επενέργεια του Αγίου Πνεύματος, για την οποία προετοιμάστηκαν οι ψυχές τους με τις διδασκαλίες του προηγούμενου στίχου οι οποίες τις στήριξαν στην πίστη. Η στιγμή αυτή, νομίζω, ανταποκρίνεται σε εκείνην, την οποία ο Ιωάννης (κ 22) περιγράφει με τα λόγια αυτά: Φύσηξε σε αυτούς και τούς λέει· Πάρτε Πνεύμα Άγιο. Το Πνεύμα διάνοιξε σε αυτούς την εσωτερική αίσθηση, με την οποία ο άνθρωπος διακρίνει την αλήθεια (g). Άνοιξε το νου τους τόσο με τη δύναμή του, όσο και με τα λόγια του (b). Κατά τη συνομιλία του με τους πορευόμενους εις Εμμαούς απομάκρυνε το κάλυμμα από το κείμενο των Γραφών διανοίγοντας σε αυτούς τις Γραφές. Εδώ σηκώνει το κάλυμμα από τις καρδιές των μαθητών, διανοίγοντας το νου τους.
(3) Είναι αξιοπαρατήρητα τα μετά την ανάστασή του παρεχόμενα από αυτόν δύο δείγματα των μεγάλων ενεργειών του Αγίου Πνεύματος πάνω στα πνεύματα των ανθρώπων. Η μία ενέργεια είναι ο φωτισμός των διανοητικών δυνάμεων με θείο φως, και με αυτήν άνοιξε ο νους των αποστόλων. Και αυτοί λοιπόν οι ενάρετοι και πιστοί έχουν ανάγκη αυτού του φωτός. Διότι αν και δεν βρίσκονται στο σκοτάδι, όπως βρίσκονται αυτοί που ζουν με τη φυσική ζωή, έχουν όμως μέσα τους πολλά σημεία ασαφή ή σκοτεινά. Αυτός ο Δαβίδ έλεγε: Φώτισε τα μάτια μου. Ο Παύλος πάλι, που ήξερε τόσα πολλά από αποκάλυψη Χριστού, ζητά ακόμη περισσότερο φωτισμένους τους οφθαλμούς της διάνοιας. Άλλη ενέργεια είναι η ενίσχυση της θείας χάρης, που εκδηλώθηκε στις καρδιές αυτών που πορεύονταν εις Εμμαούς, οι οποίες ήταν φλεγόμενες από την θερμότητα, την οποία η χάρη μεταδίδει στο εσωτερικό των ανθρώπων.
(4) Για αυτό ο Πέτρος όχι μετά πολύ χρόνο ανέπτυξε με δύναμη τις Γραφές στο Πράξ. β και εξής, όσο και με σοφία στο Πράξ. α 16, 20 (b). Διάνοιξε το νου τους με τη χάρη του, για να κατανοούν τις προφητείες της Π.Δ. με την αληθινή, τη μεσσιακή τους έννοια, η οποία μένει κλεισμένη στους απίστους (δ)
Λουκ. 24,46 καὶ εἶπεν αὐτοῖς(1) ὅτι οὕτω γέγραπται(2) καὶ οὕτως ἔδει(3) παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ ἀναστῆναι ἐκ νεκρῶν τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ,
Λουκ. 24,46 Και είπεν εις αυτούς• “ότι έτσι, όπως ακριβώς έγιναν, είναι γραμμένα εις την Αγίαν Γραφήν, και έτσι σύμφωνα με το πάνσοφον σχέδιον του Θεού, έπρεπε να πάθη ο Χριστός και να αναστηθή εκ νεκρών την τρίτην ημέραν,
(1) Ο g θα έβαζε τελεία στο «γραφάς», διότι θεωρεί το «και είπε σε αυτούς» ότι εισάγει νέα περίληψη λόγων που λέχθηκαν πιθανώς σε άλλη περίπτωση (p). Ο Ιησούς με την ανάπτυξη των προφητειών αποκαλύπτει τι διδάσκουν οι Γραφές σε σχέση με τον Μεσσία Χριστό και σε σχέση με το έργο το οποίο πρόκειται να συντελεστεί στο όνομά του από άλλους. Ο Χριστός έπρεπε να πάθει. Αλλά ως Χριστός επρόκειτο να αναστηθεί, και αυτό έγινε την τρίτη από το πάθος του ημέρα (L).
(2) Το «γέγραπται» έχει την έννοια αυτού που με θεία θέληση προδιατάχτηκε και κατά συνέπεια αυτού γράφτηκε, όπως άλλωστε δέχτηκαν αυτό από παλιά τα χειρόγραφα ή οι μεταφράσεις, στα οποία προστέθηκε το «οὕτως ἔδει (=έτσι έπρεπε)» ή και αντικαταστάθηκε τελείως το γέγραπται με το ἔδει (έπρεπε) (L).
(3) Η φράση «καὶ οὕτως ἔδει» αποσιωπάται από τα παλαιότερα χειρόγραφα. Αξιοσημείωτη η παρατήρηση: «ήταν αναγκαίο έτσι να πάθει ο Χριστός. Έτσι· πώς; Με ξύλο σταυρού. Επειδή μέσω του ξύλου (του δέντρου του Παραδείσου) έγινε η καταστροφή, ήταν ανάγκη και με ξύλο να σταματήσει η φθορά και αφού περάσει αήττητος ο Κύριος μέσα από τις οδύνες του ξύλου, να καταργήσει την ηδονή που συνέβη στο ξύλο (την γεύση του καρπού στον παράδεισο)» (Θφ).
Λουκ. 24,47 καὶ(1) κηρυχθῆναι ἐπὶ τῷ ὀνόματι(2) αὐτοῦ μετάνοιαν καὶ(3) ἄφεσιν ἁμαρτιῶν(4) εἰς πάντα τὰ ἔθνη, ἀρξάμενον(5) ἀπὸ Ἱερουσαλήμ(6).
Λουκ. 24,47 και να κηρυχθή εν τω ονόματι αυτού εις όλα τα έθνη μετάνοια και άφεσις αμαρτιών. Να αρχίση δε το κήρυγμα από την Ιερουσαλήμ.
(1) Και έτσι έχει γραφτεί να κηρυχτεί= Τι πρόκειται ήδη να συντελεστεί από άλλους στο όνομα του Χριστού. Η δεύτερη αυτή αποκάλυψη δεν είναι λιγότερο εκπληκτική. Ο θριαμβευτής Χριστός, στην οποίο ο Θεός υποσχέθηκε κληρονομιά τα έθνη, σχεδόν εξαφανίζεται από την ορατή αυτή σκηνή του κόσμου· τα έθνη όμως πρόκειται να κληθούν σε μετάνοια στο όνομά του και θα επιτύχουν την άφεση βάσει των παθημάτων του. Τα δύο αυτά σημεία αναπτύσσονται στη δημηγορία του Παύλου στην Αντιόχεια της Πισιδίας (Πράξ. ιγ 26-41)(L).
(2) Το ἐπὶ τῷ ὀνόματι σημαίνει: Με βάση κάθετί που σας είναι γνωστό για το πρόσωπό μου και το έργο μου (g). Η ιδιότητά του ως Μεσσία κάνει αποτελεσματική τη μετάνοια. Για τη χρήση της φράσης «ἐπὶ τῷ ὀνόματι» δες Λουκ. θ 48, κα 8, Πράξ. δ 17, 18, ε 28, 40 κλπ. (p) = με την πίστη του ονόματος ή στο όνομά του (δ).
(3) Ο σιναϊτικός και ο βατικανός κώδικας γράφουν: μετάνοιαν εις άφεσιν. Και ο μεν p φρονεί ότι το «εις» διορθώθηκε με το «και», λόγω του δεύτερου «εις» που ακολουθεί (εἰς πάντα τὰ ἔθνη), ο g όμως βρίσκει πιθανότερη τη γραφή: μετάνοιαν και άφεσιν.
(4) Αξιοσημείωτα τα επόμενα: «Εδώ μιλά για το βάπτισμα. Διότι σε αυτό γίνεται μετάνοια με την εξομολόγηση και απόθεση των προηγούμενων κακιών και ασεβειών, και επακολουθεί η άφεση των αμαρτιών… Όταν όμως λέμε ότι το βάπτισμα γίνεται στο όνομα του Χριστού, δεν λέμε αυτό, ότι πρέπει δηλαδή να τελούμε αυτό μόνο στο όνομα του Χριστού, αλλά ότι το βάπτισμα του Χριστού… το πνευματικό, δεν είναι ιουδαϊκό, ούτε όπως του Ιωάννου για μετάνοια μόνο, αλλά παρέχει κοινωνία Αγίου Πνεύματος και άφεση αμαρτιών… Έπειτα το βάπτισμα στο όνομα του Χριστού να εννοήσεις ότι λέγεται αντί για το: στο θάνατο του Χριστού» (Θφ). Οι απόστολοι καλούνται να κηρύξουν μετάνοια στο όνομα του Ιησού Χριστού σε όλους. Ο Θεός μέσω του Χριστού «παραγγέλλει στους ανθρώπους όλους παντού να μετανοούν» (Πράξ. ιζ 30). Πηγαίνετε, λέει ο Κύριος, και πείτε στους λαούς, ότι ο Θεός ο οποίος τους δημιούργησε και ο Κύριος ο οποίος τους εξαγόρασε, περιμένει και ζητά, ώστε αμέσως να επιστρέψουν από τη λατρεία των θεών, τους οποίους αυτοί έφτιαξαν, στη λατρεία του Θεού, ο οποίος έφτιαξε αυτούς. Και όχι μόνο αυτό. Πρέπει να επιστρέψουν από τη δουλεία της σάρκας και τα ενδιαφέροντα του κόσμου στη δουλεία του Θεού μέσω του Χριστού. Πρέπει να νεκρώσουν όλες τις αμαρτωλές συνήθειές τους και να λησμονήσουν ολοτελώς τις αμαρτωλές πράξεις τους. Οι καρδιές τους και οι ζωές τους πρέπει να μεταβληθούν και εξ’ ολοκλήρου να ανακαινιστούν. Αυτό είναι το μέγα καθήκον της μετάνοιας που επιβάλλεται από το ευαγγέλιο. Αλλά με τη μετάνοια αυτή συνδέεται και το μέγα προνόμιο, η μεγάλη δωρεά, που προτείνεται και παρέχεται από το ευαγγέλιο. Και αυτή είναι η άφεση των αμαρτιών. Πηγαίνετε, λέει ο Κύριος, και πείτε στον ένοχο κόσμο, ο οποίος στέκεται υπόδικος και κατάδικος μπροστά στο βήμα του Θεού, ότι βασιλικό διάταγμα χάριτος εκδόθηκε από τον βασιλιά των όλων, το οποίο είναι ευεργετικό για όλους όσοι μετανοούν.
(5) Η γραφή αρξάμενον είναι αιτιατική απόλυτη όπως στο Πράξ. ι 37 (b) = «να αρχίσει να κηρύττεται» (Ζ), δηλαδή να αρχίσει το κήρυγμα (δ). Υπάρχει και η γραφή αρξάμενοι = Ανακόλουθο σχήμα. Για αυτό συνέδεσαν κάποιοι αυτό με τον επόμενο στίχο, χωρίζοντας αυτό με τελεία από τα προηγούμενα. Δεν είναι αναγκαία η στίξη και ο χωρισμός αυτός (L). Το αρξάμενοι συμφωνεί με το να κηρύσσετε που υπονοείται από το κηρυχθῆναι που προηγήθηκε (g).
(6) Η προτεραιότητα του ιουδαϊκού έθνους στην πρόσκληση στο ευαγγέλιο αναγνωρίζεται και εδώ, παρά την από αυτό απόρριψη του Μεσσία (p). Στην Ιερουσαλήμ πρέπει να ακουστούν τα πρώτα τους κηρύγματα. Στην Ιερουσαλήμ πρέπει να ιδρυθεί η πρώτη εκκλησία. Εκεί πρέπει να ανατείλει η αυγή της ευαγγελικής ημέρας και από εκεί το φως της πρέπει να διαχυθεί σε όλο τον κόσμο μέχρι τα έσχατα της γης. Και πρέπει από την Ιερουσαλήμ να αρχίσει το κήρυγμα, διότι έτσι έχει γραφτεί: «Από τη Σιών θα βγει νόμος και λόγος Κυρίου από την Ιερουσαλήμ» Ησαΐου β 3. Δες και Ζαχαρ. ιδ 8, Οβδιού 21, Ιωήλ γ 1-5. Στην Ιερουσαλήμ άλλωστε έλαβαν χώρα τα κύρια γεγονότα του κηρύγματος και συνεπώς εκεί πρέπει αυτά να διαπιστωθούν και αν υπάρχει κάποια αντίρρηση ή ένσταση για την αλήθειά τους να ελεγχθεί και να εξεταστεί. Τόσο ισχυρές, τόσο λαμπρές υπήρξαν οι πρώτες ακτίνες της δόξας του αναστημένου Λυτρωτή, ώστε δεν συσκιάζονται από τα νέφη, που συσσωρεύουν με τα ψεύδη τους οι εχθροί του.
Λουκ. 24,48 ὑμεῖς δέ ἐστε(1) μάρτυρες τούτων(2).
Λουκ. 24,48 Σεις δε είσθε οι φιλαλήθεις και αξιόπιστοι μάρτυρες, οι οποίοι θα κηρύξετε και θα βεβαιώσετε όλα όσα έχετε ακούσει και όσα έχετε ιδεί από εμέ.
(1) Παραλείπεται από κάποιους παλαιούς κώδικες το «δέ ἐστε», ώστε ο στίχος είναι: ὑμεῖς μάρτυρες τούτων. Έτσι και η πρόταση γίνεται πιο έντονη και το ὑμεῖς (εσείς) περισσότερο εμφατικό (p).
(2) «Μάρτυρες του πάθους και της ανάστασης και του όλου θείου έργου μου» (Ζ). Το έργο αυτό το απεριόριστο, που αναφέρεται στη σωτηρία όλων των εθνών, πρόκειται να συντελεστεί από σας. Με ποιό τρόπο; Απλούστατα με τη μαρτυρία του ό,τι είδατε και ακούσατε τα χρόνια που συζήσατε μαζί μου (g). Για το ότι η μαρτυρία για το Πάθος και την Ανάσταση ήταν ένα από τα κύρια έργα των Αποστόλων γίνεται φανερό από τα Πράξ. α 8, 22, β 32, γ 15, ε 32, ι 39, 41 κλπ. (p).
Λουκ. 24,49 καὶ ἰδοὺ(1) ἐγὼ(2) ἀποστέλλω(3) τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου(4) ἐφ᾿ ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ(5) καθίσατε(6) ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλὴμ(7) ἕως οὗ ἐνδύσησθε(8) δύναμιν ἐξ ὕψους(9).
Λουκ. 24,49 Σας αναγγέλω δε, ότι εγώ σας στέλνω τώρα αυτό που υπεσχέθη ο Πατήρ, δηλαδή το Πνεύμα το Αγιον, δια νας σας φωτίζη και σας ενισχύη και σας περιφρουρή στο αποστολικόν σας έργον. Σεις λοιπόν καθίσατε εις την πόλιν Ιερουσαλήμ έως ότου φορέσετε, σαν άλλο ένδυμα, και κάμετε ιδικήν σας πλέον την σοφίαν και την δύναμιν, που θα σας έλθη από τον ουρανόν με την επιφοίτησιν του Αγίου Πνεύματος”.
(1) «Έπειτα για να μην ταραχτούν μέσα τους και σκεφτούν· Πώς θα δώσουμε μαρτυρία άνθρωποι άσημοι που στέλνονται στα έθνη, και θα παρουσιαστούμε στους Ιεροσολυμίτες που και σένα σε σκότωσαν. Να έχετε θάρρος, λέει, εξ΄αιτίας αυτού. Διότι θα σας στείλω εντός ολίγου την υπόσχεση του Πατέρα μου» (Θφ). Το «ἰδοὺ ἐγὼ» τονίζει το μεγαλείο της επαγγελίας, για την οποία θα μιλήσει αμέσως (g).
(2) Αντιτίθεται με το προηγούμενο ὑμεῖς (εσείς) = Να ο ρόλος σας, να και ο δικός μου (g). Η ενέργειά μου αυτή θα σας κάνει ικανούς για εκτέλεση της αποστολής σας (L).
(3) Υπάρχει και η γραφή εξαποστέλλω. Ο ενεστώτας δηλώνει αυτό που θα γίνει στο μέλλον αμέσως και με βεβαιότητα.
(4) «Την υπόσχεση του Πατέρα μου, την οποία είπε μέσω του Ιωήλ ότι: Θα ξεχύσω από το πνεύμα μου σε κάθε σάρκα» (Θφ). Εδώ για πρώτη φορά στα ευαγγέλια έχουμε τη λέξη επαγγελία με την τεχνική έννοια της υπόσχεσης του Θεού στο λαό του. Δες Ρωμ. α 2. Σημαίνεται εδώ κατά τρόπο ειδικό η δωρεά του Πνεύματος. Δες Ιεζεκ. λστ 27, Ιωήλ γ 1, Ζαχ. ιβ 10. Επαγγελία λοιπόν σημαίνει αυτό που έχει αναγγελθεί και υποσχεθεί (p). Η αποστολή του Αγίου Πνεύματος ήταν στην Π.Δ. ο σκοπός προς τον οποίο κατέληγαν όλες οι άλλες θείες επαγγελίες. Για αυτό και η απόλυτη έκφραση «τ η ν επαγγελία του Πατέρα», διότι αυτή ήταν η κατ’ εξοχήν επαγγελία. Τι θα ήταν το έργο του Μεσσία χωρίς την έλευση του Πνεύματος, το οποίο αναγεννά και εξαγιάζει; (g).
(5) Ακόμη μία φορά αντιτίθεται με έμφαση το εγώ και το εσείς (p). Με το εσείς, επανέρχεται ο Ιησούς από το δικό του έργο στο έργο των μαθητών (g). Εσείς όμως, οι οποίοι τώρα δεν τύχατε ακόμη αυτής της υπόσχεσης (δ).
(6) = Να παραμείνετε. Για το κάθομαι με την έννοια του μένω για κάποιο χρόνο σε κάποιο τόπο δες Πράξ. ιη 11,Εξοδ. ιστ 29, Κριτ. ιθ 4, Ρουθ γ 1, Α΄ Βασ. α 23 κλπ. (p). «Να μένετε στην Ιερουσαλήμ αχώριστοι, λόγω της ασθένειας και δειλίας που ακόμη έχετε» (Θφ). Η υπόσχεση είναι τόσο απαραίτητη για αυτούς, ώστε πρέπει να αποφύγουν να επιχειρήσουν την στον κόσμο αποστολή τους πριν ακόμη ντυθούν την υποσχημένη σε αυτούς θεία δύναμη (g).
(7) Αποσιωπάται το Ιερουσαλήμ από τους παλαιότερους κώδικες. Με αφορμή την παραγγελία αυτή ο Weiss και πολλοί άλλοι λένε: Εάν οι απόστολοι οφείλουν να παραμείνουν στην Ιερουσαλήμ μέχρι την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, οι εμφανίσεις του Ιησού που ακολούθησαν στη Γαλιλαία (Ματθ. κη 7, Μάρκ. ιστ 7, Ιω κα 1) αποκλείονται. Αλλά εάν τα λόγια στους στίχους 46 και 49 λέχθηκαν όχι την ίδια την ημέρα της Ανάστασης, αλλά σε κάποια άλλη ημέρα που προσέγγιζε προς την ημέρα της Ανάληψης, τότε η παραπάνω ένσταση παρουσιάζεται αστήρικτη (g).
(8) «Θα ντυθείτε σαν πανοπλία» (Ζ). Είμαστε γυμνοί, όταν στερούμαστε την ουράνια δύναμη (b). Οι εικόνες από την ενδυμασία χρησιμοποιούνται συχνά στο βιβλικό και κλασσικό ύφος για δήλωση γεγονότων ηθικών. Δες και Ρωμ. ιγ 14, Γαλ. γ 27, Κολ. γ 12 κλπ. (g). Και Ιώβ η 22, κθ 14, λθ 19,Ψαλμ. λδ 26, 92,1. «Δεν είπε, θα δεχτείτε, αλλά θα ντυθείτε, υποδηλώνοντας ότι η πνευματική όπλιση φρουρεί από παντού» (Θφ).
(9) Από ψηλά όπου ο Ιησούς αναλαμβανόταν. Το από ψηλά αντί για το από τον ουρανό, είναι έκφραση παρμένη από την ιερή ποίηση (b). Αυτοί που πήραν το Αγιο Πνεύμα ντύνονται δύναμη από ψηλά. Δύναμη λοιπόν που υπερβαίνει την δική τους δύναμη, αλλά και κάθε επίγεια δύναμη. Και σαν δύναμη από ψηλά τραβά την ψυχή προς τα άνω και κάνει αυτήν τέτοια ώστε να βλέπει πάντοτε ψηλά και να κατευθύνεται προς τα υψηλά.
Λουκ. 24,50 Ἐξήγαγε(1) δὲ(2) αὐτοὺς ἔξω ἕως εἰς Βηθανίαν(3), καὶ ἐπάρας(4) τὰς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν(5) αὐτούς(6)
Λουκ. 24,50 Έπειτα δε από αυτάς και άλλας διδασκαλίας, τους έβγαλε έξω από την πόλιν κάπου εκεί κοντά εις την Βηθανίαν, και αφού εσήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε.
(1) Εβγαλε έξω από την πόλη που αναφέρεται στο στίχο 49. Δεν είναι δυνατόν να πιστέψουμε, ότι ο Λουκάς εννοεί, ότι το ακόλουθο γεγονός έλαβε χώρα κατά την ίδια νύχτα της πρώτης εμφάνισης και ότι η ανάληψη του Χριστού έγινε σε σκοτάδι. Τέτοιο χαρακτηριστικό ήταν αδύνατον να μην αναφερθεί από το Λουκά (p). «Αυτό θα το εννοήσουμε ότι έγινε την τεσσαρακοστή ημέρα. Διότι αυτά που αυτοί (οι ευαγγελιστές) λένε περιληπτικά, να τα εννοήσεις εσύ, σε παρακαλώ, ότι έγιναν σε πολλές ημέρες, όπως ο ίδιος ο Λουκάς λέει στις Πράξεις, ότι για σαράντα ημέρες εμφανιζόταν σε αυτούς. Συχνά δηλαδή ερχόταν σε αυτούς και έφευγε» (Θφ). «Τα ενδιάμεσα τα προσπέρασε ο ευαγγελιστής» (Ζ). Τους έβγαλε για να γίνουν αυτόπτες μάρτυρες της ανάληψής του. Οι μαθητές δεν τον είδαν να ανασταίνεται από τον τάφο, διότι η ανάστασή του θα αποδεικνυόταν με τις εμφανίσεις του αναστημένου που ακολούθησαν. Τον είδαν όμως να αναλαμβάνεται, διότι δεν θα μπορούσαν με άλλο τρόπο να έχουν με αυτοψία απόδειξη για την ανάληψή του.
(2) Το «δε» σημαίνει: Και αφού ολοκληρώθηκαν αυτές οι διδασκαλίες, τους έβγαλε έξω (g).
(3) Υπάρχει και η γραφή: έως προς Βηθανίαν. Δεν μπήκαν στη Βηθανία (L).
(4) Υψωσε τα χέρια του, σε σχήμα κάποιου που προσεύχεται ή ευλογεί (d).
(5) «Ευλόγησε τους μαθητές, ίσως από τη μία και βάζοντας μέσα τους δύναμη φρουρητική μέχρι την παρουσία του Πνεύματος, ίσως από την άλλη, διδάσκοντας και εμάς, όταν φεύγουμε (πεθαίνουμε), να δίνουμε σαν παρακαταθήκη στους δικούς μας τις ευλογίες» (Θφ). Τους ευλόγησε, διότι δεν χωριζόταν από αυτούς δυσαρεστημένος, αλλά με αγάπη. Υψωσε τα χέρια του, όπως ο αρχιερέας της Π.Δ. ύψωνε αυτά, όταν ευλογούσε το λαό (Λευϊτ. θ 22). Ευλόγησε σαν κάποιος που έχει εξουσία, όπως ο Ιακώβ ευλόγησε τους γιους του και όπως ο Μωϋσής τις δώδεκα φυλές.
(6) Η ευλογία αυτή ανήκει σε όλους τους πιστούς. Διότι οι έντεκα και αυτοί που ήταν μαζί τους εκπροσωπούσαν τη στιγμή εκείνη όλους αυτούς (b). Οι δώδεκα απόστολοι αντιπροσώπευαν ήδη τις δώδεκα φυλές έτσι ώστε ευλογώντας αυτούς ευλογούσε ολόκληρο τον Ισραήλ της χάριτος.
Λουκ. 24,5 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν(1) αὐτὸν αὐτοὺς διέστη(2) ἀπ᾿ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν(3).
Λουκ. 24,51 Και συνέβη τούτο το θαυμαστόν• ενώ αυτός τους ευλογούσε, εχωρίσθη από αυτούς και εφέρετο προς τα επάνω στον ουρανόν.
(1) Δεν έπαυσε να τους ευλογεί, αλλά εξακολουθούσε να τους ευλογεί, έως ότου δεν μπορούσαν πλέον να τον βλέπουν. Η ευλογία του δεν διακόπηκε ποτέ. Διότι η μεσιτεία του, την οποία από τότε εξακολουθεί να αναφέρει προς τον Πατέρα του για χάρη μας, είναι συνέχεια της ευλογίας αυτής.
(2) Το διέστη δηλώνει απόσταση που ολοένα αυξάνει και καταλήγει σε εξαφάνιση (g), αλλά και απομάκρυνση όχι με φυγή, αλλά με ανύψωση από τον τόπο, στον οποίο στεκόταν, από τον οποίο δεν απομακρύνθηκε περπατώντας (δ). Σηκώθηκε πάνω από τα κεφάλια τους, όπως ο Ηλίας πάνω από τον Ελισαίο. Τα αγαπημένα μας πρόσωπα επόμενο είναι να μάς φύγουν. Εκείνοι οι οποίοι μάς αγαπούν και προσεύχονται για μας και μάς διδάσκουν ενδέχεται να φύγουν πριν από εμάς. Η σωματική παρουσία του ίδιου του Χριστού δεν αναμενόταν να παραταθεί αιωνίως στον κόσμο αυτόν. Έπρεπε να φύγει από εμάς στους ουρανούς, διότι αλλιώς ούτε ο άλλος Παράκλητος θα μας στελνόταν ούτε θα είχαμε τον ίδιο τον Ιησού Παράκλητο προς τον Πατέρα και αρχιερέα μέγα που παντοτινά θα προσεύχεται για μας. Έτσι και αυτοί από τους αγαπημένους μας οι οποίοι φεύγουν εν Κυρίω πριν από εμάς πορεύονται εκεί ως πρόδρομοί μας και προσεύχονται για μας.
(3) Ο κώδικας του Βέζα και ο σιναϊτικός παραλείπουν τη φράση «καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν» (δ). Ο Αυγουστίνος επίσης αποσιωπά αυτήν μία φορά (de unit. Eccl. X), αναφέρει όμως αυτήν αλλού (de cons. Ev. III 83) (L). Η παράλειψη μπορεί να εξηγηθεί και από τη βιασύνη των αντιγραφέων που φθάνουν στο τέλος της εργασίας τους (g). «Ανέβαινε αφού σύννεφο τον βάστηξε, όπως ο παρών ευαγγελιστής έγραψε στο βιβλίο των αποστολικών Πράξεων» (Ζ). «Ανέβαινε στον ουρανό για να καθίσει μαζί με τον Πατέρα και μαζί με την ενωμένη με αυτόν σάρκα» (Κ). «Διότι ο μεν Ηλίας (ανέβηκε) σαν στον ουρανό· δηλαδή έδινε την εντύπωση ότι ανέβαινε στον ουρανό. Ο Σωτήρας όμως ανέβηκε σε αυτόν τον ίδιο τον ουρανό πρόδρομος όλων με την αγία σάρκα του (=την ανθρώπινη φύση μας) για να εμφανιστεί στο πρόσωπο του Θεού και να την παρουσιάσει συγκαθήμενη με τον Πατέρα» (Θφ). Ανέβαινε στον ουρανό από μόνος του και με τη δική του δύναμη και ενέργεια. Δεν χρειάστηκε άρμα πυρός ή πύρινα άλογα. Γνώριζε τον δρόμο προς τον ουρανό, διότι ήταν «ο Κύριος από τον ουρανό», «ο υιός του ανθρώπου, που κατέβηκε από τον ουρανό. Και μπορούσε να επιστρέψει πάλι. Ανέβηκε πάνω σε σύννεφο, όπως «ο άγγελος Κυρίου στη φλόγα του θυσιαστηρίου», όπου ο Μανωέ πρόσφερε τη θυσία του (Κριτές ιγ 20).
Λουκ. 24,52 καὶ αὐτοὶ προσκυνήσαντες αὐτὸν(1) ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ(2) μετὰ χαρᾶς μεγάλης(3),
Λουκ. 24,52 Και αυτοί, αφού τον επροσκύνησαν, επέστρεψαν εις την Ιερουσαλήμ με μεγάλην χαράν.
(1) Το προσκυνήσαντες αὐτὸν, μολονότι μαρτυρείται από όλους τους κώδικες, επειδή αποσιωπάται από μόνο τον κώδικα Βέζα και την Ιτάλα, θεωρείται ότι πρέπει να βγει από τους νεώτερους κριτικούς, με εικασίες που κατά τη γνώμη μας δεν είναι πιθανές και επαρκώς αιτιολογημένες.
(2) Υπακούοντας στην στο στίχο 49 παραγγελία του Κυρίου «καθίστε στην πόλη» (p).
(3) Χαίρονταν «για την ελπίδα της υπόσχεσης που τους είπε» (Ζ). Χαίρονταν βλέποντας το θρίαμβο του Χριστού και αναμένοντας τη βοήθειά του (L). Χαίρονταν διότι η ευλογία, την οποία προ ολίγου πήραν από αυτόν κυρίευσε τις καρδιές τους (g). Αξιοθαύμαστη μεταβολή! Όταν πριν το πάθος ο Χριστός έλεγε στους μαθητές: «Σας συμφέρει να φύγω», «η λύπη γέμισε την καρδιά τους». Τώρα όμως που βλέπουν το Χριστό να φεύγει οριστικά, γέμισαν με χαρά, πεπεισμένοι τελείως, ότι ήταν ωφέλιμο και για αυτούς και για την εκκλησία το να φύγει, διότι θα έστελνε σε αυτούς τον Παράκλητο. Η δόξα του Χριστού είναι η χαρά, η υπερβολική χαρά, όλων των αληθινά πιστών, ακόμη και όταν αυτοί βρίσκονται στον κόσμο αυτόν. Πολύ περισσότερο θα γεμίσουν αυτοί από χαρά, όταν θα απέλθουν στη νέα Ιερουσαλήμ για να συναντήσουν αυτόν με όλη τη δόξα του και να συζήσουν μαζί του παντοτινά.
Λουκ. 24,53 καὶ ἦσαν διὰ παντὸς(1) ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες(2) τὸν Θεόν. Ἀμήν(3).
Λουκ. 24,53 Και ήσαν συνεχώς κατά τας ώρας της λατρείας στο ιερόν υμνούντες και δοξολογούντες τον Θεόν. Αμήν.
(1) «Ήταν πάντοτε στο ιερό, κατά τις ώρες των συνάξεων εννοείται, όταν δηλαδή επιτρεπόταν να είναι σε αυτό» (Ζ). Το «διὰ παντὸς» πρέπει να το πάρουμε με έννοια σχετική= όσες φορές οι ώρες της προσευχής και οι πράξεις της λατρείας τούς καλούσαν στο ναό (Πράξ. γ 1). Η προσκαρτέρηση αυτή στο ιερό δεν εμπόδιζε αυτούς να συναθροίζονται και να προσκαρτερούν και αλλού (Πράξ. α 13, 15 και εξής) (g).
(2) Ο κώδικας του Βέζα και η Ιτάλα έχουν μόνο το αἰνοῦντες. Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα έχουν μόνο το εὐλογοῦντες. Τα βυζαντινά χειρόγραφα έχουν «αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες». Η πράξη του να ευλογεί κάποιος προέρχεται μάλλον από ευγνωμοσύνη για κάποια ευεργεσία του Θεού· η πράξη του να αινεί (υμνεί) από θαυμασμό ανιδιοτελή των απείρων τελειοτήτων του Θεού (g). «Αυτοί που πριν ήταν κλεισμένοι, τώρα περνούν τον καιρό τους ανάμεσα στους αρχιερείς και δεν υπάρχει τίποτα το βιοτικό σε αυτούς· αλλά αφού όλα τα περιφρόνησαν, στο ιερό υμνούν παντοτινά το Θεό και τον ευλογούν» (Θφ). Οι ζωοθυσίες έχουν πλέον καταργηθεί με τη θυσία του Χριστού. Αίνοι όμως και ύμνοι πάντοτε θα αναπέμπονται στο Θεό και ουδέποτε παύουν να είναι επίκαιροι. Τίποτα άλλο δεν προετοιμάζει την ψυχή για υποδοχή του Αγίου Πνεύματος από την αγία χαρά, που εκδηλώνεται σε αίνους και δοξολογίες. Οι φόβοι κατασιγάζουν, οι λύπες καταπραΰνονται και διαλύονται, και οι ελπίδες αναπτερώνονται.
(3) Αποσιωπάται από τον σιναϊτικό κώδικα και κάποιους μεγαλογράμματους και μικρογράμματους, βρίσκεται όμως στους περισσότερους από τους μεγαλογράμματους και τους υπόλοιπους. Θεωρείται από τους νεώτερους ερμηνευτές ως προσθήκη λειτουργική εν όψει της ανάγνωσης στις εκκλησιαστικές συνάξεις.
Σημείωση: Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με την προϋπόθεση της ρητής αναφοράς στην ιστοσελίδα προέλευσης www.sostis.gr και στα ονόματα του συγγραφέα των υπομνημάτων και του μεταφραστή τους.
(Αποσπάσματα από τα ερμηνευτικά Υπομνήματα στα Ευαγγέλια του Π.Ν. Τρεμπέλα.
Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)
Β. Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΥ ΙΣΤ 1-20
(Υπόμνημα στο κατά Μάρκον, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 312-324 εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας Θφ =ΘεοφυλακτοςΒουλγαρίας
Β = Βασίλειος ο Μέγας β = Βίκτωρ Αντιοχείας
Γν = Γρηγόριος Νύσσης Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Ε = Ευσέβιος Καισαρείας Σγ = Σεβηριανός Γαβάλων
Ζ = Ζιγαβηνός εις τον Μάρκον Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Ζμ = Ζιγαβηνός εις τον Ματθαιον Ω = Ωριγένης
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
The New-Century Bible St. Mark by S.D.F. Salmond, Edinburgh 1922 (σημειώνεται με το σ).
The International Critical Commentary, Ezra P. Gould, A critical and exegetical Commentary on the Gospel according to S. Mark, Edinburgh 1921 (σημειώνεται με το γ).
J.A. Bengel Gnomon of the N.T. Testament translated by I. Bryce. Τόμ. Α (σημειώνεται με το b).
C.L. W. Grimm Lexicon Graeco-Latinum in libros N. Lipsiae 1903. (σημειώνεται με το g).
Ν. Δαμαλά Ερμηνεία εις την Κ.Δ. τόμ. Β και Γ. Αθηναι 1892. (σημειώνεται με το δ)
ΚΕΙΜΕΝΟ & ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους
Μαρκ. 16,1 Καὶ διαγενομένου(1) τοῦ σαββάτου(2) Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα(3) ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν.
Μαρκ. 16,1 Κατά την επομένην, όταν έδυσε το ήλιος και επερασε το Σαββατον, η Μαρία Μαγδαληνή και Μαρία η μητέρα του Ιακώβου, και η Σαλώμη ηγόρασαν αρώματα, δια να έλθουν στον τάφον και αλείψουν τον Ιησούν.
(1) = Αφού πέρασε τελείως, όπου η πρόθεση «δια» δηλώνει το τελείως (δ).
(2) Μέχρι μεν τη δύση του ηλίου της ημέρας του Σαββάτου έμειναν αργές. Υστερα όμως μετά τη δύση, όταν πέρασε το Σάββατο και άρχισε η Κυριακή, πορεύτηκαν να συμπληρώσουν τις προμήθειες, τις οποίες άρχισαν να κάνουν το απόγευμα της Παρασκευής (Λουκ. κγ 56) (δ). Δεν υπήρξε ποτέ τέτοιο σάββατο, αφότου ο θεσμός του σαββάτου καθιερώθηκε, σαν το σάββατο αυτό. Σε όλο αυτό το σάββατο ο Κύριός μας κείτονταν στον τάφο και υπήρχε για αυτόν σάββατο ανάπαυσης, αλλά και σάββατο σιγής. Για τους μαθητές του υπήρξε σάββατο θλιβερό, το οποίο πέρασαν με δάκρυα και φόβους. Αλλά και στο ναό οι τελετές και θυσίες του σαββάτου αυτού και του Πάσχα ουδέποτε άλλοτε υπήρξαν τόσο πολύ βδέλυγμα στο Θεό, διότι πρωτοστάτησαν σε αυτές οι αρχιερείς έχοντας τα χέρια βαμμένα σε αίμα, στο αίμα του Χριστού. Αλλά το σάββατο αυτό πέρασε και η πρώτη ημέρα της εβδομάδας έγινε και πρώτη ημέρα νέου κόσμου. Ο Χριστός κατά την έκτη ημέρα της εβδομάδας τελείωσε το έργο της καινούργιας του κτίσης. Τετέλεσται είπε και παρέδωσε το πνεύμα. Και κατά την έβδομη ημέρα αναπαύτηκε, για να αναστηθεί την πρώτη ημέρα της νέας εβδομάδας, κατά την οποία θα άρχιζε νέος κόσμος και σε νέο έργο ως μέγας αρχιερέας μας θα έμπαινε ο Ιησούς. Μη λησμονούμε, ότι και ο χρόνος της παραμονής των αγίων και πιστών στον τάφο είναι σάββατο ανάπαυσης και για αυτούς, «για να αναπαυτούν ακόμη λίγο χρόνο» (Αποκ. στ 11), και έγινε τέτοιο μέσω του Χριστού και εξαιτίας του Χριστού.
(3) «Οι γυναίκες δεν φρονούν τίποτα μεγάλο ούτε άξιο της θεότητας του Ιησού… μύρα αγοράζουν, ώστε, κατά τη συνήθεια των Ιουδαίων, να αλείψουν το σώμα ώστε να μένει ευωδιαστό και να μην πάθει την δυσωδία από τη διάλυση· ταυτόχρονα όμως και τα μύρα επειδή έχουν κάποια αποξηραντική δύναμη, αφού απορροφούν την υγρότητα του σώματος, το διαφυλάσσουν να μην σαπίσει» (Θφ). Παρατηρώντας οι ευσεβείς γυναίκες, «πού τοποθετείται» το σώμα του Ιησού, αντιλήφθηκαν αναμφίβολα, ότι ο Νικόδημος είχε φέρει για την ταφή «μίγμα σμύρνας και αλόης εκατό λίτρα περίπου» (Ιω. ιθ 39). Αλλά αυτές δεν θεωρούν αυτό αρκετό. Αγόρασαν αρώματα, ίσως διαφορετικά, έλαια ευώδη, «για να τον αλείψουν». Ο,τι και αν κάνουμε για τον Ιησού, δεν θα είναι ποτέ αρκετό και αντάξιο της αγάπης, που έδειξε σε εμάς. Και ο σεβασμός, τον οποίο άλλοι έδειξαν προς αυτόν, πρέπει περισσότερο να μας παρακινεί, να αποτίσουμε και εμείς τον προς αυτόν φόρο του σεβασμού μας.
Μαρκ. 16,2 καὶ λίαν πρωΐ τῆς μιᾶς σαββάτων(1) ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου(2).
Μαρκ. 16,2 Και πολύ πρωϊ την πρώτην ημέρα της εβδομάδος, την ώρα που εγλυκοχάραζε το φως του ήλιου, ήλθαν στο μνημείον.
(1) «Δηλαδή την πρώτη από τις ημέρες της εβδομάδας· διότι Σάββατα ονόμαζαν τις ημέρες της εβδομάδας, ενώ «μίαν», την πρώτη» (Θφ). Την πρώτη ημέρα της δημιουργίας είπε ο Θεός και έγινε φως. Κατά την πρώτη ημέρα και αυτός, ο οποίος θα ήταν το Φως του κόσμου, ανέτειλε από το σκοτάδι του τάφου. Και αφού τάφηκε μαζί με το Χριστό η έβδομη ημέρα του ιουδαϊκού σαββάτου μαζί με όλες τις σκιώδεις τελετές και εορτές του νόμου, ανέτειλε πάλι την πρώτη ημέρα της εβδομάδας καινούργιο σάββατο που ονομάστηκε Κυριακή (Αποκ. α 10) και αναφέρεται στο εξής η ημέρα αυτή ως ημέρα, την οποία οι Χριστιανοί γιόρταζαν με κοινή σύναξη και λατρεία εις τιμήν του αναστημένου Χριστού (Πραξ. κ 7, Α΄ Κορ. ιστ 2). Το σάββατο του νόμου είχε καθιερωθεί εις ανάμνησιν της τελείωσης των έργων της δημιουργίας (Γεν. β 1). Αλλά ο άνθρωπος με την παράβασή του διέφθειρε το έργο αυτό, και δεν επανορθώθηκε αυτό παρά όταν ο Χριστός αναστήθηκε από τον τάφο και «ανακεφαλαιώθηκαν τα πάντα μέσω του Χριστού, τα ουράνια και τα επίγεια» (Εφεσ. α 10). Και η ημέρα, κατά την οποία αυτό έγινε και συντελέστηκε δίκαια είναι ευλογημένη και αγιασμένη ως νέα έβδομη ημέρα. Εκείνος ο οποίος κατά την ημέρα αυτή αναστήθηκε από τον τάφο, είναι ο ίδιος, από τον οποίο και για τον οποίο δημιουργήθηκαν στην αρχή τα πάντα και τώρα αναδημιουργήθηκαν.
(2) «Πολύ πρωί είναι η αρχή του όρθρου. Και εάν ήταν πολύ πρωί, πώς είπε, ότι «αφού ανέτειλε ο ήλιος»; Διότι τότε κυρίως ανατέλλει ο ήλιος, αν και δεν φαίνεται ακόμη σε εμάς, αφού βρίσκεται ακόμη στα βαθύτατα και ακρότατα μέρη της ανατολής, και σιγά σιγά ανεβαίνει· και απόδειξη αυτού είναι το λάλημα των πετεινών. Διότι πρώτοι από όλα τα ζώα, αφού αισθανθούν τη θέρμη του, κράζουν αμέσως, και προμηνύουν την παρουσία του στους ανθρώπους» (Ζμ). Είναι πιθανό, ότι ο Μάρκος εννοεί εδώ όχι πλήρη ανατολή του ηλίου, αλλά το λυκαυγές που μαρτυρεί την εμφάνισή του, δηλαδή ανάμεσα στο λάλημα του πετεινού και τον όρθρο. Ο Andrews σημειώνει, ότι κατά την εποχή αυτή του έτους ο ήλιος ανατέλλει γύρω στις πέντε και μισή, αλλά αρχίζει να φωτίζει αρκετά ώστε τα αντικείμενα να είναι ευδιάκριτα τουλάχιστον μισή ώρα νωρίτερα (σ). Υπάρχει και άλλη εκδοχή. Σύμφωνα με αυτήν οι μυροφόρες δεν ήλθαν όλες μαζί συγχρόνως. Ετσι λοιπόν το μεν «λίαν (=πολύ) πρωί» εφαρμόζεται στη Μαγδαληνή που ήλθε πάρα πολύ νωρίς, ενώ το «αφού ανέτειλε ο ήλιος» στις άλλες μυροφόρες που ήλθαν αργότερα» (b). «Αυτοί που προσπαθούν να εξηγήσουν την φαινομενική διαφωνία των ευαγγελιστών, λένε ότι είναι διαφορετικός ο καιρός της άφιξης στο μνημείο, και λένε ότι είναι άλλες εδώ και άλλες εκεί γυναίκες, και διαφορετικοί οι καιροί και οι οπτασίες… Διότι ήταν πολλές αυτές που ανέβηκαν μαζί του από την Γαλιλαία. Αυτές λοιπόν που σύμφωνα με τον Μάρκο ήλθαν αφού ανέτειλε ο ήλιος, ήταν κάπως πιο ατελείς. Για αυτό και δεν πάνε νύχτα αλλά πρωί… Επειδή δηλαδή πήγαν μόνες και αφού πείστηκαν από αληθινή όψη εφόσον έφτασαν μετά την ανατολή του ηλίου, δεν καταξιώνονται να δουν το Σωτήρα, ή τον άγγελο που άστραπτε, ούτε τους δύο αγγέλους που ήταν μέσα στο μνημείο, ούτε τους δύο άνδρες που αναφέρει ο Λουκάς. Αλλά είδαν έναν απλό νέο ντυμένο με στολή λευκή, βλέποντας την οπτασία ανάλογα με τη μικρότητα της διάνοιάς τους» (β). Σύμφωνα με τον Γρηγόριο Νύσσης «επειδή είναι τέσσερεις οι καιροί και τόσες αντίστοιχα και οι αφίξεις, κατά τις οποίες οι γυναίκες ήλθαν στο μνήμα, το Πνεύμα το Αγιο φρόντισε ο κάθε ευαγγελιστής να γράψει έναν καιρό. Και ο μεν Ματθαίος εξιστόρησε αυτές που ήλθαν αργά το Σάββατο και έναν άγγελο που κατέβηκε από τον ουρανό και αποκύλησε την πέτρα· ο Ιωάννης από την άλλη έγραψε για τη Μαρία τη Μαγδαληνή ότι ήλθε μόνη στο σκοτάδι πριν την αυγή και ότι είδε δύο αγγέλους μέσα στον τάφο· ο Λουκάς πάλι αναφέρει άλλες που ήλθαν την ίδια την ώρα του όρθρου· και ο Μάρκος άλλη άφιξη αφού είχε ανατείλει ο ήλιος, όπου εκεί ήταν αναμεμιγμένες μαζί και κάποιες από αυτές που είχαν ήδη έλθει στον τάφο. Και στις μεν εμφανίστηκαν δύο άνδρες· ενώ οι άλλες είδαν νέο που καθόταν στα δεξιά· όλοι όμως ήταν ντυμένοι με στολές λευκές. Επομένως μπορεί κάποιος αφού συνθέσει την σειρά των καιρών που ο καθένας έγραψε, να δημιουργήσει μία αρμονία και ένα σώμα όλης της ιστορίας, σαν ακριβώς να γράφει τον όλη ιστορία ένας και όχι πολλοί» (Γν). Και οι δύο εκδοχές είναι σοβαρές. Μία τρίτη εκδοχή, εξεζητημένη όμως, είναι η επόμενη: το «αφού ανέτειλε ο ήλιος» λέγεται για τον Σωτήρα μας σύμφωνα με πολύ ποιητική εικόνα και όχι ξένη στη θεία Γραφή, όπου παριστάνεται ως ήλιος δικαιοσύνης που ανέτειλε από τον τάφο στον κόσμο για φωτισμό και σωτηρία. Δες Αποκ. α 16 (δ). Το πάθος του άρχισε τη νύχτα. Όταν κρεμιόταν στο σταυρό, ο ήλιος σκοτείνιασε. Οδηγήθηκε στον τάφο «αργά το απόγευμα», όταν ο ήλιος έβαινε προς τη δύση του. Αλλά αναστήθηκε από τον τάφο, όταν ο ήλιος πλησίαζε να ανατείλει, διότι αυτός είναι «ο αστέρας ο λαμπρός ο πρωινός» (Αποκ. κβ 16), «το φως το αληθινό».
Μαρκ. 16,3 καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς(1)· τίς ἀποκυλίσει(2) ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου(3);
Μαρκ. 16,3 Και έλεγαν μεταξύ των• ποιός θα μας αποκυλίση τον βαρύν λίθον από την θύραν του μνημείου;
(1) «Ενώ δηλαδή ερχόντουσαν έλεγαν μεταξύ τους αυτά· όση ώρα όμως σκεφτόντουσαν αυτά, έγινε μεν ο σεισμός, και αφού ήλθε ο άγγελος αποκύλισε τον λίθο… Ο Μάρκος όμως φροντίζοντας για τη συντομία, ούτε το σεισμό έγραψε, ούτε ποιός αποκύλισε το λίθο δίδαξε» (Ζμ)
(2) Ο τάφος φρουρούνταν με ασφάλεια, αλλά οι γυναίκες δεν είχαν πληροφορηθεί ότι ήταν ακόμη και σφραγισμένος (b). Ο λίθος ήταν μεγάλος, ώστε όλες μαζί οι γυναίκες δεν μπορούσαν με τις δικές τους δυνάμεις να τον αποκυλίσουν. Και αν από την αρχή αναλογίζονταν αυτό οι μυροφόρες, θα εμποδίζονταν να έλθουν μόνες στον τάφο χωρίς και άλλο βοηθό. Πολύ περισσότερο θα εμποδίζονταν, εάν μάθαιναν, ότι και φρουρούνταν ο τάφος. Αλλά η αγάπη τους προς τον Ιησού τις έκανε να μην σκεφτούν εκ προτέρου καμμία δυσκολία. Και να που, όταν ήλθαν στον τάφο, κάθε εμπόδιο είχε απομακρυνθεί. Όσοι οδηγούνται από άγιο ζήλο, ώστε να ζητούν με πόθο τον Ιησού, θα βρουν τις δυσκολίες, οι οποίες παρεμβάλλονται στην οδό τους με θαυμάσιο τρόπο να εκμηδενίζονται και τους εαυτούς τους να βοηθούνται πέρα από κάθε προσδοκία.
(3) Για να μπούμε σε αυτό και να αλείψουμε με μύρα το σώμα του διδασκάλου; (δ).
Μαρκ. 16,4 καὶ ἀναβλέψασαι(1) θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται(2) ὁ λίθος· ἦν γὰρ(3) μέγας σφόδρα.
Μαρκ. 16,4 Και μόλις εσήκωσαν τα βλέματά των είδαν ότι είχε αποκυλισθή ο λίθος ο οποίος άλωστε ήτο πολύ μεγάλος.
(1) Μόλις σήκωσαν τα μάτια προς τον τάφο (δ). Παρατήρησαν κατ’ ευθείαν. Χαρακτηριστικό γεμάτο ζωντάνια. Πλησίαζαν ήδη προς τον τοπο, όπου ήταν ο τάφος, και τα μάτια τους έπεσαν εκεί, όπου οι σκέψεις τους βρίσκονταν ήδη (σ).
(2) Αυθεντική γραφή ανακεκύλισται = κυλίστηκε προς τα πίσω (δ), ώστε να αφήνει το άνοιγμα του τάφου ελεύθερο (σ). Το αποκεκύλισται = μακριά από την είσοδο (δ).
(3) Το μέγεθος του λίθου ήταν πράγματι λόγος, για τον οποίο απορούσαν για την αποκύλισή του (γ) και αναζητούσαν τρόπο βοήθειας. Μπαίνει παρόλα αυτά εδώ το «διότι ήταν πολύ μεγάλος» για να εξηγήσει συγχρόνως πως μπόρεσαν οι μυροφόρες από απόσταση να δουν το λίθο και να διακρίνουν ότι δεν ήταν στην αναμενόμενη από αυτές θέση (σ).
Μαρκ. 16,5 καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον(1) εἶδον νεανίσκον(2) καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν(3), καὶ ἐξεθαμβήθησαν(4).
Μαρκ. 16,5 Και αφού εμπήκαν στο μνημείον, είδαν να κάθεται εις τα δεξιά ένας νέος, ντυμένος λευκήν στολήν και κατελήφθησαν από φόβον και κατάπληξιν.
(1) «Ο μεν Ματθαίος λέει ότι ο άγγελος καθόταν πάνω στην πέτρα, ενώ ο Μάρκος λέει ότι μετά την είσοδό τους στο μνημείο είδαν αυτόν οι γυναίκες να κάθεται μέσα» (Θφ). Επιπλέον ο Λουκάς αναφέρει δύο αγγέλους, που εμφανίστηκαν στις μυροφόρες μετά τη διαπίστωσή τους ότι το σώμα έλειπε και την ώρα που αυτές απορούσαν για αυτό. Εξηγήσεις που προβλήθηκαν: «Κάποιοι λένε, ότι άλλες μεν ήταν οι γυναίκες στο Ματθαίο, και άλλες στο Μάρκο» (Θφ). Δες πιο πάνω αυτά που αναφέρθηκαν από τον (β) και (Γν). Οι ευαγγελιστές δηλαδή αφηγούνται διαφορετικές ο καθένας εμφανίσεις αγγέλων προς τις διαφορετικές ομάδες των γυναικών, οι οποίες ξεχωριστά μεταξύ τους επισκέφτηκαν τον τάφο. Άλλη εκδοχή είναι ότι ο σύμφωνα με το Ματθαίο «έξω καθισμένος άγγελος, τις διέταξε να μπουν μέσα, και όταν μπήκαν στο μνημείο είδαν άλλον άγγελο που καθόταν στο δεξιό μέρος του τάφου» (Ζμ). Άλλη εκδοχή: «Είναι ενδεχόμενο αυτόν τον άγγελο που είδαν να κάθεται έξω πάνω στην πέτρα, όπως λέει ο Ματθαίος, αυτόν τον ίδιο να είδαν πάλι μέσα στον τάφο, ο οποίος πρόλαβε τις γυναίκες και μπήκε μέσα» (Θφ). Ως προς τον Λουκά: «Ο μεν άγγελος που καθόταν στα δεξιά, αφού είπε προς αυτές όσα ανέφερε ο Μάρκος, βγήκε κρυφά· το οποίο και αυτό επειδή αποσιωπήθηκε από τον Μάρκο… προκάλεσε ομοίως απορία. Επειδή λοιπόν δεν βρήκαν αυτές το σώμα του Κυρίου Ιησού απορούσαν για αυτό τι έγινε… και την ώρα που απορούσαν έτσι εμφανίστηκαν σε αυτές οι προαναφερθέντες δύο άγγελοι, αυτός που είδαν έξω από τον τάφο, και αυτός που είδαν μέσα σε αυτόν, οι οποίοι μετασχηματίστηκαν με στολές αστραφτερές, ώστε και ακόμη περισσότερο να φανούν ότι είναι άγγελοι Θεού με την ευκολία του μετασχηματισμού» (Ζμ). Η πρώτη εκδοχή είναι πιο πιθανή. Διαφορετικές επισκέψεις στον τάφο από διαφορετικούς ομίλους μυροφόρων που είδαν και διαφορετικές οπτασίες εξηγούν τις διαφορές αυτές των ευαγγελιστών, οι οποίοι δεν αφηγούνται όλοι την ίδια ακριβώς επίσκεψη.
(2) Είδος εμφάνισης που αρμόζει σε αγγέλους (b). Διότι οι άγγελοι, μολονότι δημιουργήθηκαν πριν τον ορατό κόσμο, δεν γερνούν, αλλά παραμένουν πάντοτε στην ίδια κατάσταση της ωραιότητας και δύναμης. Έτσι και οι άγιοι θα δοξαστούν στην ανάσταση, αφού θα είναι σαν άγγελοι Θεού.
(3) Στον ουράνιο και αόρατο κόσμο δεν υπάρχει διαφορά χρωμάτων, αλλά ο άγγελος παρουσιάζεται ντυμένος στολή λευκή, που συμβολίζει την λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια της ουράνιας δόξας, αλλά και την αγνότητα, ακόμη επίσης και την ευθυμία και χαρά του ουράνιου κόσμου.
(4) Η έντονη λέξη που χρησιμοποιήθηκε από τον ευαγγελιστή και στα θ 15 και ιδ 33 για να δηλώσει φοβισμένη έκπληξη (σ). Η θέα του αγγέλου θα μπορούσε μάλλον να τις ενθαρρύνει. Αντί για αυτό όμως τρόμαξαν. Πολλές φορές ό,τι θα έπρεπε να είναι ενίσχυση και παρηγοριά μας, λόγω της πλάνης μας και των παρανοήσεών μας γίνεται φόβος και τρόμος σε εμάς.
Μαρκ. 16,6 ὁ δὲ λέγει αὐταῖς· μὴ ἐκθαμβεῖσθε(1)· Ἰησοῦν ζητεῖτε(2) τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον(3)· ἠγέρθη(4), οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν(5).
Μαρκ. 16,6 Αυτός δε τους είπε• “μη απορείτε και μη φοβείσθε. Γνωρίζω ότι ζητείτε Ιησούν τον Ναζαρηνόν, τον εσταυρωμένον. Ανεστήθη, δεν είναι εδώ. Ιδού ο τόπος που τον είχαν θέσει.
(1) «Πρώτα τις απαλλάσσει από το φόβο, και έπειτα ευαγγελίζεται σε αυτές και την ανάσταση» (Θφ). Ενθαρρύνει αυτές και διασκορπίζει τους φόβους τους. Μη φοβάστε, διότι γνωρίζω ότι εσείς είστε φίλοι του Ιησού και για αυτόν ήλθατε εδώ. Αυτοί που ζητούν με πόθο τον Ιησού, δεν υπάρχει λόγος να φοβούνται. Όπως οι άγγελοι χαίρονται για την επιστροφή των αμαρτωλών, έτσι αγάλλονται για την παρηγοριά των δικαίων.
(2) Ο άγγελος γνωρίζει ήδη και τι ζητούν και με ποια συναισθήματα το ζητούν οι ευλαβείς γυναίκες. Όλες οι με πίστη και πόθο αναζητήσεις μας για τον Κύριό μας Ιησού παρακολουθούνται και σημειώνονται από τον ουράνιο κόσμο.
(3) Οι αναζητήσεις του Ιησού από τις πιστές ψυχές κατευθύνονται ιδιαιτέρως προς αυτόν ως εσταυρωμένο πρώτα και ως αναστημένο έπειτα. Πρέπει να γνωρίσουμε πρώτα το πάθημά του και να συμμετάσχουμε σε αυτό συμπάσχοντας και συσταυρωνόμενοι μαζί του, για να γνωρίσουμε έπειτα και τη δόξα της ανάστασής του, συμβασιλεύοντας όταν έλθει ο καιρός μαζί του. Ο άγγελος ονομάζει τον Ιησού εσταυρωμένο. Και ο ίδιος ο Ιησούς στη δόξα του ετσι αποκαλεί τον εαυτό του: «Εγώ είμαι αυτός που ζει και έγινα νεκρός» (Αποκ. α 18). Και εμφανίζεται ανάμεσα στους ύμνους του ουρανίου κόσμου ως «αρνίο εσφαγμένο» (Αποκ. ε 6).
(4) Το πάθημα του σταυρού πέρασε. Ο Ιησούς είχε σταυρωθεί με αδυναμία, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να αναστηθεί με δύναμη. Ήταν σταυρωμένος, αλλά τώρα είναι δοξασμένος. Και η ντροπή των παθημάτων του, όχι μόνο δεν μείωσε τη δόξα του, αλλά αντίθετα για αυτήν το όνομά του υπερυψώθηκε πάνω από κάθε άλλο όνομα. Δεν πρέπει να εμμένουμε χωρίς μέτρο στις θλιβερές λεπτομέρειες του πάθους του Κυρίου μέχρι σημείου ώστε να γινόμαστε ανίκανοι να εκτιμήσουμε το χαρμόσυνο άγγελμα της ανάστασής του.
(5) «Αναστήθηκε. Από πού φαίνεται αυτό; Διότι δεν είναι εδώ. Και θέλετε να βεβαιωθείτε; Να ο τόπος που τον τοποθέτησαν» (Θφ). Δείχνει τον τόπο και τον τάφο τον κενό μόνο. Ο Κύριος αναστήθηκε. Πρέπει πλέον να τον ζητούμε με μεγάλη ευλάβεια και ταπείνωση και με βλέμμα σεβασμού και λατρείας, διότι αναστήθηκε και ο Θεός τον υπερύψωσε, ώστε κάθε γόνατο να γονατίσει μπροστά του. Δεν μπορούν πλέον οι άγιες γυναίκες και οι μαθητές να συναναστρέφονται με τον Κύριο, όπως και προηγουμένως, όταν ήταν στην κατάσταση της ταπείνωσής του. «Αν και γνώρισαν σωματικά το Χριστό, αλλά τώρα δεν θα τον γνωρίσουν πλέον σωματικα» (Β΄ Κορ. ε 16). Πρέπει να τον αναζητούμε με τις καρδιές και το νου ψηλά, με τις διαθέσεις ουράνιες, «τα άνω ζητώντας, όπου ο Χριστός είναι καθισμένος στα δεξιά του Θεού· τα άνω φρονώντας, όχι τα γήινα» (Κολ. γ 1, 2). Παρόλ’ αυτά ο Κύριος θα πραγματοποιήσει τις προς τους μαθητές υποσχέσεις για εμφάνισή του σε αυτούς και μετά την ανάστασή του. Και στην πραγματοποίηση αυτή αναφέρεται η συνέχεια των λόγων του αγγέλου.
Μαρκ. 16,7 ἀλλ᾿ ὑπάγετε(1) εἴπατε τοῖς μαθηταῖς(2) αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ(3) ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν(4)· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν.
Μαρκ. 16,7 Αλλά πηγαίνετε, πέστε στους μαθητάς του, και ιδιαιτέρως στον Πετρον, ότι πηγαίνει ενωρίτερα από σας εις την Γαλιλαίαν. Εκεί θα τον ίδετε, όπως άλωστε σας είχε πη.
(1) Αντιτίθεται στο στίχο 6. Δεν είναι εδώ· εκεί θα τον δείτε (b). Παραγγέλλει σε αυτές να γνωστοποιήσουν την ανάσταση και στους μαθητές. Έγιναν έτσι Απόστολοι για τους Αποστόλους, και αυτό αποτελεί ανταμοιβή της αγάπης και της αφοσίωσής τους. Παρέμειναν πιστές στο Χριστό δίπλα στο σταυρό, δίπλα στον τάφο και μέσα στον τάφο. Ήλθαν στον τάφο και μπήκαν σε αυτόν πρώτες, και πρώτες χρησιμοποιήθηκαν. Κανείς από τους μαθητές δεν τόλμησε να έλθει εκεί πριν το μήνυμα των μυροφόρων. Ήταν κατατρομαγμένοι. Τόσο λίγος ήταν ο κίνδυνος τού να έλθει κάποιος από αυτούς νύχτα και να κλέψει το σώμα του Ιησού, ώστε κανείς δεν πλησίασε τον τάφο παρά μόνο λίγες γυναίκες, ανίσχυρες και να κυλίσουν ακόμη την πέτρα από τη θύρα του μνημείου.
(2) Πείτε όχι στους αρχιερείς και στους γραμματείς και στους Φαρισαίους για να ντροπιαστούν, αλλά στους μαθητές για να ενισχυθούν και παρηγορηθούν. Ο Θεός ενδιαφέρεται περισσότερο για τη χαρά των φίλων του παρά για την ντροπή των εχθρών του, μολονότι και η τελευταία αυτή επιφυλάσσεται να επακολουθήσει πλήρης. Πείτε στους μαθητές, οι οποίοι περνούν κρίσιμες στιγμές, διότι νομίζουν ότι ο διδάσκαλός τους είναι νεκρός και οι ελπίδες τους και οι χαρές τους τάφηκαν στο μνημείο του μέχρι σημείου, ώστε να είναι και αυτοί λεία εύκολη στα χέρια των εχθρών του. Επίκαιρες παρηγοριές θα στέλνονται πάντα σε εκείνους, που θρηνούν για τον Ιησού Χριστό και θα βρει καιρό ο διδάσκαλος να πραγματοποιήσει πνευματικές εμφανίσεις αισθητές στις ψυχές που μέσω της πίστης επικοινωνούν με αυτόν.
(3) «Πρόσθεσε ονομαστικά τον Πέτρο, για να μάθει, ότι συγχωρέθηκε το σφάλμα της τριπλής άρνησης λόγω της θερμής του μετάνοιας, και να αναπνεύσει (ανακουφιστεί). Διότι πράγματι είχε βυθιστεί στην υπερβολική λύπη» (Ζμ). Η λεπτομέρεια αυτή («και στον Πέτρο») σημειώνεται από τον ευαγγελιστή αυτόν ο οποίος κατέγραψε το ευαγγέλιο του Πέτρου. Πείτε στον Πέτρο, τον θλιμμένο, αλλά και μετανοημένο για την άρνησή του, διότι κανένα άλλο μήνυμα δεν είναι πιο ευπρόσδεκτο σε αληθινά μετανιωμένους από το μήνυμα της ανάστασης του Χριστού, ο οποίος πέθανε για τις αμαρτίες μας και αναστήθηκε για τη δικαίωσή μας. Πείτε και στον Πέτρο, διότι αν πείτε μόνο στους μαθητές, ο ταλαίπωρος αυτός είναι έτοιμος να ξεσπάσει πάλι σε κλάματα και να πει: Περιλαμβάνομαι άραγε και εγώ στους μαθητές; Φοβάμαι, όχι, διότι αρνήθηκα τον διδάσκαλο. Έξυπνη αλλά εξεζητημένη η εκδοχή: Αναγγέλλεται στον Πέτρο ονομαστικά η ανάσταση του Κυρίου, έτσι ώστε η κλονισμένη πίστη του από την άρνηση να στηριχτεί με την αναγγελία αυτή (γ).
(4) Αυτό συμφωνεί με την προαναγγελία του Κυρίου που έγινε στο Μάρκου ιδ 28. «Τους στέλνει στη Γαλιλαία απομακρύνοντάς τους από τους θορύβους και τον πολύ φόβο των Ιουδαίων» (Θφ), «ώστε να μην ενοχλεί υπερβολικά την πίστη ο φόβος» (β). Εμφανίστηκε στους μαθητές και προηγουμένως στα Ιεροσόλυμα, και μάλιστα την ίδια την ημέρα της ανάστασής του. Αλλά η πιο δημόσια και επίσημη εμφάνισή του έγινε στη Γαλιλαία. Ήταν πολλοί μαθητές, που έμεναν στη Γαλιλαία, οι οποίοι δεν είχαν έλθει, και ίσως και δεν μπορούσαν να έλθουν στα Ιεροσόλυμα. Για αυτούς θα πάει ο Κύριος εκεί. Η ένδοξη εξύψωσή του δεν συντελεί στο να λησμονηθούν αυτοί. Γνωρίζει ο Κύριος τους δικούς του και τους επισκέπτεται όπου διαμένουν και σε όποιες περιστάσεις βρίσκονται.
Μαρκ. 16,8 καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις(1), καὶ οὐδενὶ(2) οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο(3) γάρ(4).
Μαρκ. 16,8 Και αυταί αφού εβγήκαν, έφυγαν από το μνημείον. Τας είχε δε καταλάβει τρόμος και κατάπληξις και δεν είπαν εις κανένα τίποτε, διότι εφοβούντο.
(1) «Αν ο μεν Ματθαίος είπε, ότι φοβούνταν και χαίρονταν, ενώ ο Μάρκος ότι έτρεμαν και ήταν εκστατικές, δεν είναι αυτό αντίθεση· διότι ο τρόμος έγινε σε αυτές από φόβο· τη χαρά όμως την αποσιώπησε ο Μάρκος· ή και αυτήν την φανέρωσε με την έκσταση· διότι και η χαρά φέρνει έκσταση» (Ζμ). Έκσταση είναι υπερβολή θαυμασμού και κατάπληξη που φέρνει τους ανθρώπους έξω από τον εαυτό τους (γ). «Κυρίευσε τις γυναίκες φόβος και έκσταση, δηλαδή έκπληξη και για τη θέα του αγγέλου και για την φρίκη που προκαλεί η ανάσταση» (Θφ). Η λέξη τρόμος στα ευαγγέλια μόνο εδώ συναντιέται (σ). Από τις δύο λέξεις, η λέξη τρόμος αναφέρεται στο σώμα, ενώ η έκσταση στη διάνοια (b).
(2) «Σε κανέναν από τους άλλους ανθρώπους, που τις συναντούσαν στο δρόμο· διότι στους Αποστόλους τα είπαν όλα, όταν επέστρεψαν σε αυτούς, όπως εξιστορεί ο Λουκάς» (Ζμ).
(3) «Η αιτία που δεν είπαν σε κανέναν τίποτα ήταν ο φόβος» (Ζμ). «ή φοβόντουσαν τους Ιουδαίους ή (πιο σωστά) επειδή ήταν κυριευμένες από το φόβο που προκάλεσε η οπτασία» (Θφ). «Φοβόντουσαν από τη μία εξαιτίας της φοβερής όψης του νέου, και από την άλλη επειδή η ημέρα είχε ήδη προχωρήσει, και οι Ιουδαίοι, όπως ήταν φυσικό θα πηγαινοέρχονταν πάνω κάτω με φονικές διαθέσεις» (Γν). Φοβόντουσαν αυτές που έγιναν Απόστολοι των Αποστόλων. Ο Θεός τα ασθενή του κόσμου εκλέγει για να ντροπιάσει τους δυνατούς. Και εναποθέτει τον θησαυρό του όχι μόνο σε οστράκινα σκεύη, αλλά στα πιο εύθραυστα και πιο ασθενή από αυτά, όπως εδώ, έτσι ώστε και η συγκατάβαση και η δύναμή του με την ασθένειά μας να αποδεικνύονται τέλειες και ακατανίκητες.
(4) «Στα μεν ακριβέστερα αντίγραφα το κατά Μάρκον ευαγγέλιο τελειώνει στο «ἐφοβοῦντο γάρ». Σε κάποια όμως προστίθενται και αυτά: Ἀναστὰς δὲ πρωΐ» (Γν). «Λένε λοιπόν κάποιοι από τους εξηγητές ότι το κατά Μάρκον ευαγγέλιο συμπληρώνεται εδώ· και ότι τα επόμενα είναι προσθήκη μεταγενέστερη» (Ζ). Ως προς τις εξωτερικές μαρτυρίες για το τμήμα του ευαγγελίου από το στίχο 9-20 είπαμε ήδη στην εισαγωγή ότι αυτές είναι ισχυρά ευνοϊκές υπέρ της αυθεντικότητας και του τμήματος αυτού. Οι εσωτερικές όμως ενδείξεις, οι σχετικές με την ανομοιότητα του ύφους κλπ. παρουσιάζονται κάπως δυσμενείς και άξιες κάποιας προσοχής. Πράγματι. Υπάρχουν στο τμήμα αυτό πολλές λέξεις που λέγονται μία μόνο φορά στο ευαγγέλιο και φράσεις ιδιωματικές που δεν συναντιούνται αλλού στο ευαγγέλιο. Έτσι το πορεύομαι τρεις φορές χρησιμοποιείται σε αυτό το τμήμα, πουθενά όμως αλλού στο ευαγγέλιο. Ομοίως και τα θεῶμαι, ἀπιστῶν, θανάσιμον, βλάπτω, βεβαιῶ, ἐπακολουθῶ κλπ. (γ). Αλλά και αν δεχτούμε ως αδιάσειστες τις αντιρρήσεις αυτές, εφόσον η παράγραφος ήταν ήδη γνωστή ως τμήμα του κατά Μάρκον ευαγγελίου στον Ειρηναίο και πιθανώς και στον Τατιανό, ανεβαίνει η σύνθεσή της παλαιότερα από το 150 μ.Χ. Υπάρχουν όμως και άλλες ενδείξεις που τοποθετούν ακόμη παλαιότερα το χρόνο της συγγραφής της περικοπής αυτής. Για αυτό κανένας λόγος δεν υπάρχει να απορρίψουμε την μαρτυρία, την οποία βρίσκουμε στο περιθώριο παλαιού αρμενικού χειρογράφου, και κατά την οποία συγγραφέας της περικοπής κατονομάζεται ο Αρίστων δηλαδή ο σύμφωνα με τον Παπία Αριστίων, ο μαθητής του Κυρίου (σ). Οπωσδήποτε λοιπόν η προέλευσή του είναι αποστολική. «Και αν όμως το Ἀναστὰς δὲ πρωΐ… σε πολλά αντίγραφα δεν υπάρχουν αυτοί οι στίχοι στο παρόν ευαγγέλιο, κάποιοι νόμισαν ότι αυτά είναι νόθα, αλλά εμείς επειδή βρήκαμε αυτά σε πολλά από τα ακριβή αντίγραφα και στο κατά Παλαιστιναίο ευαγγέλιο, έχουμε συμφωνήσει ότι είναι αληθινά του Μάρκου» (β).
Μαρκ. 16,9 Ἀναστὰς δὲ πρωΐ(1) πρώτῃ σαββάτου ἐφάνη(2) πρῶτον Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, ἀφ᾿ ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτὰ(3) δαιμόνια.
Μαρκ. 16,9 Αφού δε ανεστήθη ο Ιησούς το πρωϊ της πρώτης ημέρας της εβδομάδος, παρουσιάσθηκε πρώτον εις την Μαρίαν την Μαγδαληνήν, από την οποίαν είχε διώξει επτά δαιμόνια.
(1) Μπορεί να συνδεθεί και με το «όταν αναστήθηκε», αλλά καλύτερα να συνδεθεί με το «φάνηκε». «Πότε μεν δηλαδή αναστήθηκε είναι άγνωστο· πότε όμως φάνηκε είναι φανερό» (Ζ). «Διότι πράγματι πρέπει να βάλουμε το κόμμα με σύνεση, (δηλαδή να πούμε) Ἀναστὰς δὲ, και έπειτα να προσθέσουμε πρωΐ Σαββάτου ἐφάνη πρῶτον Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, έτσι ώστε το μεν «όταν αναστήθηκε» να έχει την αναφορά κατά τρόπο σύμφωνο με τον Ματθαίο για τον προηγούμενο καιρό· ενώ το πρωΐ να αποδοθεί στην εμφάνιση που έγινε στη Μαρία… Διότι πρωί είναι όλο το διάστημα, το οποίο αρχίζει μετά το λάλημα των πετεινών» (Γν). «Φάνηκε πρωί, την ημέρα της Κυριακής, διότι αυτή είναι η πρώτη του Σαββάτου» (Θφ).
(2) Με την έννοια των εμφανίσεων του αναστημένου Κυρίου μόνο εδώ συναντιέται. Ο Λουκάς (κδ 34) και ο Παύλος (Α΄ Κορ. ιε 5) χρησιμοποιούν το ρήμα ώφθη (σ).
(3) Μπορεί να έχει και την έννοια του πολλά. «Διότι γνωρίζει η Γραφή τον αριθμό επτά να τον αναφέρει αντί για το πλήθος, όπως π.χ. το Στείρα γέννησε επτά» (Θφ). Πολύ δόθηκε σε αυτήν και έγινε για αυτήν, για αυτό και αυτή πολύ αγάπησε το Χριστό. Αλλά και ο Χριστός ανταμοίβοντας την αγάπη της σε πρώτη αυτήν μετά την ανάστασή του εμφανίστηκε, όπως εξιστορεί λεπτομερέστερα ο Ιωάννης. Όσο στενότερα συνδεόμαστε με το Χριστό, τόσο γρηγορότερα και πλουσιότερα θα αισθανθούμε στις καρδιές μας την παρουσία του και τόσο περισσότερο θα γίνουμε γνωστοί από αυτόν.
Μαρκ. 16,10 ἐκείνη πορευθεῖσα(1) ἀπήγγειλε τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ γενομένοις(2), πενθοῦσι(3) καὶ κλαίουσι.
Μαρκ. 16,10 Αυτή επήγε και ανήγγειλε το ευχάριστον γεγονός στους μαθητάς του, οι οποίοι επενθούσαν και έκλαιον.
(1) Μολονότι είναι τόσο συνηθισμένη η λέξη, δεν συναντιέται στο κατά Μάρκον αλλού παρά μόνο στο τμήμα αυτό και μάλιστα τρεις φορές (γ).
(2) «Σε αυτούς που συναναστράφηκαν με αυτόν, στους μαθητές που τον ακολούθησαν» (Ζ). Πρωτότυπη και αυτή φράση για δήλωση των μαθητών που δεν συνατιέται στο υπόλοιπο ευαγγέλιο του Μάρκου ούτε στους άλλους ευαγγελιστές (γ).
(3) Και το ρήμα αυτό μόνο εδώ στο ευαγγέλιο του Μάρκου συναντιέται. Ο Κύριος είχε ήδη πει σε αυτούς «θα κλάψετε και θα θρηνήσετε εσείς» (Ιω. ιστ 20). Και ήταν αυτό απόδειξη της μεγάλης τους αγάπης προς τον Ιησού και της βαθειάς θλίψης τους, διότι τον έχασαν. Αλλά ενώ το κλάμα και οι θρήνοι τους διήρκησαν δύο ή τρεις νύχτες «η λύπη τους μεταβλήθηκε σε χαρά», διότι ο Κύριος τους υποσχέθηκε, ότι «πάλι θα σας δω και θα χαρεί η καρδιά σας» (Ιω. ιστ 22).
Μαρκ. 16,11 κἀκεῖνοι ἀκούσαντες ὅτι ζῇ καὶ ἐθεάθη(1) ὑπ᾿ αὐτῆς, ἠπίστησαν(2).
Μαρκ. 16,11 Εκείνοι δε όταν ήκουσαν ότι ο Διδάσκαλος ζη και ότι παρουσιάσθηκε εις αυτήν, δεν επίστευσαν.
(1) Χρησιμοποιείται δύο φορές στην παράγραφο αυτή, αλλά πουθενά αλλού στο κατά Μάρκον (γ). Εκφραστικότατο ρήμα που χρησιμοποιείται συχνά από τον Ιωάννη για να δηλώσει βαθειά, πειστική και θαυμαστή αντίληψη με τα μάτια.
(2) Και το ρήμα αυτό συναντιέται δύο φορές στο τμήμα αυτό, αλλά πουθενά αλλού στον Μάρκο (γ). Εάν είχαν πιστέψει στις επανειλημμένες προφητείες του Διδασκάλου, δεν θα δείχνονταν τώρα τόσο άπιστοι. Τίποτα βεβαιότερο δεν υπάρχει από τον προφητικό λόγο και καλά κάνουν αυτοί που «προσέχουν σε αυτόν σαν σε λυχνάρι που φέγγει σε σκοτεινό τόπο, έως ότου η ημέρα της δευτέρας παρουσίας λάμψει, και το άστρο της αυγής που φέρνει το φως ανατείλει στις καρδιές τους» (Β΄ Πέτρ. α 19).
Μαρκ. 16,12 Μετὰ δὲ ταῦτα δυσὶν ἐξ αὐτῶν περιπατοῦσιν(1) ἐφανερώθη ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ(2), πορευομένοις εἰς ἀγρόν(3).
Μαρκ. 16,12 Επειτα από αυτά εφανερώθηκε με άλλην μορφήν, από εκείνην που είχε πριν σταυρωθή, εις δύο από αυτούς που επεριπατούσαν και επήγαιναν εις κάποιον χωράφι.
(1) Προφανώς πρόκειται για την εμφάνιση σε αυτούς που πορεύονταν προς Εμμαούς.
(2) Με άλλη δηλαδή από εκείνη, την οποία είχε όταν ήταν μαζί τους πριν σταυρωθεί (δ). Φαίνεται μεν εκ πρώτης όψης μία ελαφρά διαφωνία με το Λουκά, που καθορίζει την αιτία της μη αναγνώρισης του Κυρίου από τους δύο μαθητές, στο ότι κρατιούνταν τα μάτια τους ώστε να μην τον αναγνωρίσουν, ενώ εδώ ως αιτία καθορίζεται ότι ο Κύριος εμφανίστηκε σε αυτούς με άλλη μορφή, προσεκτικότερη όμως παρατήρηση του πράγματος παρουσιάζει τους δύο ευαγγελιστές να συμπληρώνουν και να επεξηγούν ο ένας τον άλλον. Κρατιόντουσαν τα μάτια τους και από τη μεταβολή που έγινε στη μορφή του Κυρίου αλλά ίσως και από το διαφορετικό ένδυμα το οποίο είχε, ασυνήθιστο τελείως στο Διδάσκαλο, ο οποίος ήδη εμφανιζόταν ως ταξιδιώτης και αγρότης.
(3) Σε χωράφι, το οποίο είχαν στην εξοχή στους Εμμαούς (δ)
Μαρκ. 16,13 κἀκεῖνοι ἀπελθόντες ἀπήγγειλαν τοῖς λοιποῖς· οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν(1).
Μαρκ. 16,13 Και εκείνοι επήγαν και ανήγγειλαν τούτο στους άλλους Αποστόλους, αλλ' ούτε εις εκείνους επίστευσαν.
(1) «Και πώς ο Λουκάς λέει, ότι επιστρέφοντας βρήκαν μαζεμένους τους έντεκα που έλεγαν ότι αναστήθηκε ο Κύριος, ενώ ο Μάρκος λέει εδώ, ότι ούτε σε αυτούς που ήλθαν από τον αγρό δεν πίστεψαν;» (Θφ). Ή , λιγότερο πιθανώς «είναι άλλοι αυτοί και άλλοι εκείνοι», που πορεύτηκαν στους Εμμαούς (Ζ)· οι δύο δηλαδή που αναφέρονται εδώ είναι διαφορετικοί από αυτούς που πήγαιναν στους Εμμαούς. Απίθανη εκδοχή Ή, «ανήγγειλαν στους υπόλοιπους, δεν λέει για τους έντεκα Αποστόλους αλλά για κάποιους άλλους· διότι αυτούς ονόμασαν υπόλοιπους» (Θφ). Άλλωστε και η φράση του Λουκά «που έλεγαν ότι όντως αναστήθηκε ο Κύριος και εμφανίστηκε στο Σίμωνα» δεν αποκλείει απολύτως την ύπαρξη δισταγμών και αμφιβολιών μεταξύ των μαθητών που δεν είχαν δει ακόμη τον Κύριο. Και το τελευταίο αυτό είναι και το πιθανότερο. Υποπτεύθηκαν και για αυτούς, ότι τα μάτια τους τούς εξαπάτησαν. Σύμφωνα με σοφή επέμβαση της θείας Πρόνοιας οι αποδείξεις και μαρτυρίες για την ανάσταση δόθηκαν βαθμιαία και έγιναν δεκτές με πολλές επιφυλάξεις, ώστε η βεβαιότητα, με την οποία οι Απόστολοι κήρυξαν αυτήν μετά από αυτά, όταν διακινδύνευαν το παν για το κήρυγμα αυτό, να αποβεί βαθύτερη και ακόμη περισσότερο αδιάσειστη. Και εμείς έχουμε ήδη περισσότερους λόγους, για να πιστέψουμε εκείνους, οι οποίοι τόσο αργά και τόσο δύσκολα πίστεψαν. Εάν πείθονταν αμέσως, ίσως θα χαρακτηρίζονταν ως εύπιστοι και η μαρτυρία τους λιγότερο σοβαρή. Αλλά η δυσπιστία που επέδειξαν αποδεικνύει, ότι εκείνο, στο οποίο ύστερα πίστεψαν, είχε υπέρ του πλήρεις και τελείως πειστικές αποδείξεις.
Μαρκ. 16,14 Ὕστερον(1) ἀνακειμένοις(2) αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη, καὶ ὠνείδισε τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν(3) καὶ σκληροκαρδίαν(4), ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν.
Μαρκ. 16,14 Ύστερον δε εφανερώθηκε και στους ένδεκα, όταν αυτοί είχαν καθίση να φάγουν, και τους ήλεγξε δια την απιστίαν των και την σκληροκαρδίαν των, διότι δεν επίστευσαν εις εκείνους, που τον είχαν ίδει αναστημένον.
(1) «Αφού πληροφορήθηκαν αυτοί από τον Πέτρο και αφού ήλθαν ο Κλεόπας και αυτός που ήταν μαζί του και εξήγησαν όσα έγιναν στο δρόμο» (Ζ).
(2) Καθισμένους σε δείπνο. Αυτό συμφωνεί με την αφήγηση του Λουκά, που αναφέρει, ότι ο Ιησούς έφαγε τεμάχιο από ψάρι ψημένο και λίγη κηρύθρα.
(3) «έλεγξε την απιστία και σκληροκαρδία τους δηλαδή το ότι δεν πείθονταν, ότι δεν πίστεψαν σε αυτούς που τον είδαν αναστημένο, δηλαδή στη Μαγδαληνή και στην άλλη και στους δύο αυτούς, για τους οποίους εξιστόρησε ο Μάρκος. Ο μεν Μάρκος λοιπόν κατέγραψε την κατηγορία που ανέφερε ο Κύριος· ενώ ο Λουκάς και ο Ιωάννης προσπερνώντας αυτήν, ανέφεραν άλλα πράγματα που έγιναν τότε» (Ζ). Οι αποδείξεις υπέρ της αλήθειας του ευαγγελίου είναι τόσο πλήρεις, ώστε εκείνοι, οι οποίοι δεν δέχονται αυτές, δίκαια ελέγχονται για την απιστία τους. Η απιστία αυτή δεν οφείλεται σε έλλειψη ή ασθένεια αποδείξεων, αλλά στη σκληροκαρδία αυτών που απιστούν.
(4) Η πίστη και η αγαθή και τρυφερή καρδιά συνδέονται πάντα (b). Η απιστία των μαθητών οφειλόταν και σε σκληρότητα ή υπερηφάνεια της καρδιάς. Ίσως θα σκέφτηκαν: Εάν πράγματι ο διδάσκαλος αναστήθηκε, σε ποιους άλλους θα έπρεπε πρώτα να κάνει την τιμή της εμφάνισής του παρά σε εμάς; Γιατί τάχα εμφανίστηκε σε μία γυναίκα και όχι σε μας; Γιατί δεν εμφανίστηκε στους Αποστόλους του, αλλά σε δύο δευτερεύοντες μαθητές;… Και σήμερα ακόμη πολλοί δυσπιστούν στη διδασκαλία του Χριστού, διότι θεωρούν ως υποδεέστερούς τους σε μόρφωση και διανόηση εκείνους, οι οποίοι κηρύττουν αυτήν και μαρτυρούν για αυτήν. Πρόσεξε· δεν θα είναι δεκτή η δικαιολογία σου κατά την ημέρα της κρίσης, εάν θα πεις: Δεν είδα αυτόν μετά την ανάστασή του. Διότι θα σου δοθεί η απάντηση: Και γιατί δεν πίστεψες στη μαρτυρία εκείνων, που τον είδαν;
Μαρκ. 16,15 καὶ εἶπεν αὐτοῖς(1). πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον(2) πάσῃ τῇ κτίσει(3).
Μαρκ. 16,15 Και τους είπεν• “πηγαίνετε εις όλον τον κόσμον και κηρύξατε το ευαγγέλιον, το χαρμόσυνον μήνυμα της σωτηρίας, εις όλην την ανθρωπότητα.
(1) «Είπε σε αυτούς αυτόν το λόγο όχι τότε οπωσδήποτε, αλλά ύστερα όταν πορεύτηκαν στη Γαλιλαία, στο όρος, που τους έδωσε εντολή ο Χριστός, όπως γράφεται στο τέλος του κατά Ματθαίον ευαγγελίου» (Ζ). Προηγουμένως είχε στείλει αυτούς μόνο στα χαμένα πρόβατα του οίκου Ισραήλ, και τους απαγόρευσε τότε να μπουν σε δρόμο εθνών. Τώρα στέλνει αυτούς στον κόσμο όλο για να κηρύξουν το ευαγγέλιο σε όλη την κτίση, τόσο στους Ιουδαίους όσο και στους εθνικούς.
(2) Το ευαγγέλιο, το χαρμόσυνο κήρυγμα της μέσω του Χριστού σωτηρίας. Πληροφορήστε τους για το Χριστό, για την ιστορία της ζωής του και του θανάτου του και της αναστάσεώς του. Διδάξτε τους τη σημασία και τον σκοπό αυτών και τις ωφέλειες, τις οποίες οι γιοι των ανθρώπων έχουν ή μπορούν να αποκομίσουν από αυτά. Και προσκαλέστε τους να μετάσχουν στις ωφέλειες αυτές. Αυτό είναι το ευαγγέλιο, το οποίο παίρνουν εντολή να κηρύξουν.
(3) Στην κτίση = στην ανθρωπότητα σύμφωνα με την ιουδαϊκή χρήση του όρου κτίση. Δες και Διδαχή XVI,5. «Τότε θα οδηγηθεί η κτίση των ανθρώπων (ολόκληρο το ανθρώπινο γένος)» (σ). «Δες την εντολή του Κυρίου, κηρύξτε σε όλη την κτίση. Δεν είπε κηρύξτε σε αυτούς που πείθονται, αλλά σε όλη την κτίση είτε πείθονται είτε όχι» (Θφ). Για την κήρυξη του ευαγγελίου σε όλο τον κόσμο δες και Μάρκ. ιδ 9, Ματθ. κη 19 (σ). Οι έντεκα δεν θα μπορούσαν μόνοι να συντελέσουν αυτό. Αλλά ήταν και οι εβδομήντα, οι οποίοι έπρεπε μαζί με αυτούς να διασκορπιστούν σε όλο τον κόσμο. Αλλά και ο καθένας από όσους προσελκύονταν στην πίστη θα έπρεπε και αυτός να αποβεί με την ομολογία του και με τη ζωή του ευαγγελιστής μέσα στον κύκλο της δράσης του. Η ιστορία της διάδοσης του ευαγγελίου μάς παρουσιάζει πολυάριθμες περιπτώσεις ιδιωτών και απλών χριστιανών, οι οποίοι συνέβαλαν στο αποστολικό έργο. Και όπως τότε και στις μετέπειτα γενεές, έτσι και σήμερα ο κάθε πιστός καλείται στο έργο αυτό. Δεν είπε μόνο ο Κύριος τους Αποστόλους, αλλά και όλους τους οποιουσδήποτε μαθητές του φως του κόσμου. Και καθένας που βρίσκεται σε κοινωνία με τον ήλιο της δικαιοσύνης πρέπει να μεταλαμπαδεύει το φως του σε όλο το περιβάλλον του.
Μαρκ. 16,16 ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς(1) σωθήσεται(2), ὁ δὲ ἀπιστήσας(3) κατακριθήσεται.
Μαρκ. 16,16 Εκείνος που θα πιστεύση και βαπτισθή, θα σωθή, εκείνος που θα απιστήση στο κήρυγμά σας θα καταδικαστή.
(1) «Αυτός που πίστεψε και δεν αρκεί αυτό, αλλά και βαπτίστηκε» (Θφ). «Και τα δύο συνένωσε. Διότι το ένα από τα δύο χωρίς το άλλο, δεν σώζει τον άνθρωπο» (Ζ). Γνωρίστε στον κόσμο όλο τη ζωή και το θάνατο, το αγαθό και το κακό. Πληροφορήστε τους γιους των ανθρώπων για την άθλια και επικίνδυνη κατάστασή τους. Διαφωτίστε τους για το ότι βρίσκονται κάτω από την κατάκτηση του άρχοντα του σκότους αυτού του αιώνα, και ότι είναι αιχμάλωτοι και δούλοι των εχθρών τους. Παρουσιάστε τους ότι είναι χαμένοι και μπορούν να σωθούν, έχουν όλα τα μέσα να σωθούν. Εάν πιστέψουν στο ευαγγέλιο και παραδώσουν τους εαυτούς τους στο Χριστό για να γίνουν μαθητές του· εάν αποκηρύξουν το σατανά, τον κόσμο και τη σάρκα και αφοσιωθούν στο Χριστό ως Προφήτη, Αρχιερέα και Βασιλιά τους, και στο Θεό που με το Χριστό σύναψε τη νέα διαθήκη με τους ανθρώπους και ομολογώντας την πίστη αυτή βαπτιστούν, για να σταυρωθούν, συνταφιαστούν και συναναστηθούν μαζί με το Χριστό, σίγουρα και βέβαια θα σωθούν.
(2) «Θα σωθεί, εφόσον βεβαίως συντηρήσει την πίστη και το βάπτισμα καθαρά και αμόλυντα ή και αν τα μολύνει, μετά τα καθαρίσει» (Ζ).
(3) Αυτός που θα απιστήσει στο ευαγγέλιο και κατά συνέπεια δεν θα δεχτεί και το βάπτισμα, το οποίο δεν αναφέρεται, σαν το από μόνο του εννοούμενο αποτέλεσμα της πίστης (δ). Αλλά και αν πάρουν το βάπτισμα σε μικρή ηλικία με την πίστη των γονέων τους, και δεν εκδηλώσουν έπειτα την πίστη τους, όταν θα είναι σε ώριμη ηλικία, θα κατακριθούν ως άπιστοι. Τι ευθύνη αναλαμβάνουν οι κηδεμόνες και οι γονείς αναδεχόμενοι αυτοί να ομολογήσουν πίστη μπροστά στην κολυμβήθρα για τα νήπια τέκνα τους.
Μαρκ. 16,17 σημεῖα(1) δὲ τοῖς πιστεύσασι(2) ταῦτα παρακολουθήσει(3)· ἐν τῷ ὀνόματί μου(4) δαιμόνια ἐκβαλοῦσι· γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς(5)·
Μαρκ. 16,17 Υπερφυσικά δε σημεία στους πιστεύοντας που θα μαρτυρούν την αλήθειαν της πίστεώς των, θα ακολουθήσουν τα εξής• Με την πίστιν και την επίκλησιν του ονόματός μου θα διώξουν δαιμόνια• θα ομιλήσουν ξένας γλώσσας, νέας και αγνώστους εις αυτούς.
(1) Θαύματα που φανερώνουν τη θεία χάρη που ενεργεί στους πιστούς και επιβεβαιώνουν συνεπώς την αλήθεια της πίστης.
(2) Όχι μόνο στους Αποστόλους, αλλά γενικώς και σε όλους τους πιστούς. Η κατάσταση που δημιουργήθηκε στον Παύλο από την πίστη, χάρη στην οποία αυτός σώθηκε, δεν ήταν διαφορετική από εκείνην, χάρη στην οποία ενεργούσε θαύματα. Και στις ημέρες μας η πίστη έχει στον κάθε έναν πιστό κρυμμένη δύναμη θαυματουργική. Κάθε αποτέλεσμα που απορρέει από τις προσευχές μας έχει πράγματι σχέση με το θαύμα, και όταν ακόμη ο χαρακτήρας του θαύματος δεν είναι εμφανής» (b). Αποτελεί δόξα και απόδειξη του ευαγγελίου, ότι όχι μόνο οι πρώτοι κήρυκες του ευαγγελίου έκαναν θαύματα, αλλά και αυτοί που πίστεψαν σε αυτούς πήραν δύναμη από αυτούς να επιτελούν θαύματα, και κάθε πιστός έχει τη θαυματουργική αυτή δύναμη στο πνευματικό πεδίο. Η κατανίκηση των παθών, η επιστροφή του αμαρτωλού, ο ανακαινισμός της καρδιάς, η ανάβλεψη των πνευματικά τυφλών, η απαλλαγή από τη λέπρα της αμαρτίας, η ανάσταση από τα νεκρά έργα είναι θαύματα ηθικά, σημεία που επακολουθούν παντοτινά τους πιστούς.
(3) Το ρήμα μόνο εδώ στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο χρησιμοποιείται (γ). Ο λόγος και η πίστη προηγούνται και τα θαύματα ακολουθούν (b), ως αποτέλεσμα και επιβεβαίωση της πίστης.
(4) Το οποίο οι πιστοί θα επικαλούνται (b). Και όχι δηλωμένοι φανερά μαθητές του Κυρίου με την επίκληση του ονόματός του έβγαλαν δαιμόνια όπως αναφέρει ο Μάρκος (θ 38). Δες Πράξ. η 7 και ιστ 18 (σ). Η δύναμη αυτή της εκβολής δαιμονίων κατά τους πρώτους αιώνες ήταν συνηθισμένη σε πολλούς χριστιανούς και διήρκησε για πολύ, όπως φαίνεται από τις μαρτυρίες του Ιουστίνου, του Ωριγένη, του Ειρηναίου, του Τερτυλλιανού, του Μινουκίου Φήλικος και άλλων.
(5) «Γλώσσες ξένες, διαλέκτους αλλοεθνείς» (Ζ). Τέτοιες, τις οποίες προηγουμένως αυτοί δεν γνώριζαν (b). Και αυτό θα αποτελούσε τόσο θαύμα που επιβεβαιώνει την πίστη, όσο και μέσο διαδόσεως του ευαγγελίου ανάμεσα στους αλλόγλωσσους. Διότι απάλλαττε τους κήρυκες του ευαγγελίου από τον κόπο και το χάσιμο χρόνου για εκμάθηση των ξένων γλωσσών, των απαραίτητων ώστε στους ξενόγλωσσους να κηρυχθεί το ευαγγέλιο στη δική τους γλώσσα, αλλά και άνοιγε και πιο εύκολη την είσοδο των κηρύκων σε αυτούς, διότι εμφανιζόμενοι οι κήρυκες κατά τρόπο θαυμαστό γνώστες των γλωσσών αποδεικνύονταν προκαταβολικά σε αυτούς ως άξιοι εμπιστοσύνης διδάσκαλοι και στη νέα διδασκαλία, την οποία τους κήρυτταν.
Μαρκ. 16,18 ὄφεις ἀροῦσι(1)· κἂν θανάσιμόν(2) τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει(3)· ἐπὶ ἀῤῥώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν(4).
Μαρκ. 16,18 Θα σηκώσουν με τα χέρια τους φίδια φαρμακερά, χωρίς να πάθουν τίποτε από το δάγκωμά των• και εάν ακόμη πιουν κανένα θανατηφόρον δηλητήριον, δεν θα τους βλάψη• θα βάζουν τα χέρια των επάνω στους αρρώστους και εκείνοι, θα γίνωνται καλά”.
(1) «Θα σηκώσουν με το χέρι χωρίς κίνδυνο» (Ζ), «όπως ακριβώς ο Παύλος σήκωσε στο χέρι του την οχιά, (Πραξ. κη 5) χωρίς να βλαφτεί καθόλου από αυτήν» (Θφ).
(2) Λέγεται μία φορά.
(3) «Και έγιναν οπωσδήποτε πολλά τέτοια, όπως βρίσκουμε στις ιστορίες» (Θφ). Κάποια τέτοια περίπτωση δεν αναφέρεται στην Κ.Δ., υπάρχει όμως μία περίφημη που διασώθηκε στην παράδοση της γενιάς που συνδέεται άμεσα με τους Αποστόλους, την οποία οι θυγατέρες του Φιλίππου αφηγήθηκαν στον Παπία (Δες Φίλιππο Σιδίτη που αφηγείται το γεγονός πληρέστερα από τον Ευσέβιο εκκλησιαστ. Ιστορία ΙΙΙ,39). Σύμφωνα με αυτήν ο Βαρσαβάς ο επονομαζόμενος Ιούστος (Πράξ. α 23) εξεταζόμενος και δοκιμαζόμενος από τους απίστους ήπιε με επίκληση του ονόματος του Κυρίου δηλητήριο φιδιού και δεν έπαθε τίποτα (σ).
(4) Αντί να πει και θα τους κάνουν υγιείς, μετέβαλε το υποκείμενο (δ).
Μαρκ. 16,19 Ὁ μὲν οὖν Κύριος μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς(1) ἀνελήφθη(2) εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ(3).
Μαρκ. 16,19 Ο μεν λοιπόν Κυριος έπειτα από τας ομιλίας αυτάς και πολλάς άλλας που έκαμε προς αυτούς, ανελήφθη στον ουρανόν και εκάθισεν εις τα δεξιά του Θεού.
(1) «Αφού τους είπε όχι μόνο τα λόγια αυτά, αλλά όλα, όσα είπε σε αυτούς, από την ημέρα της ανάστασής του μέχρι τη συμπλήρωση των σαράντα ημερών κατά τις οποίες εμφανιζόταν στους μαθητές και έτρωγε μαζί τους» (Ζ). Αν και η διδασκαλία την οποία κήρυτταν, ήταν πνευματική και ουράνια και τελείως αντίθετη με το πνεύμα και τη ζωή του κόσμου· αν και συνάντησε μεγάλη αντίσταση και ήταν στερημένη από κάθε κοσμική υποστήριξη, όμως οι κήρυκές της δεν φοβήθηκαν, ούτε ντράπηκαν το κήρυγμα του εσταυρωμένου, αλλά επιδόθηκαν στη διάδοσή του μέχρι σημείου ώστε ο Παύλος γράφοντας την προς Ρωμαίους γύρω στα τριάντα χρόνια μετά την ανάσταση να διαβεβαιώνει για αυτούς ότι σε όλη τη γη βγήκε η φωνή τους και στα πέρατα της οικουμένης τα λόγια τους (Ρωμ. ι 18)
(2) Μόνο εδώ στα ευαγγέλια χρησιμοποιείται η λέξη που καθιερώθηκε από τις Πράξεις για να δηλώσει την επάνοδο του Κυρίου στους ουρανούς και κατά την ανθρώπινη φύση του. Δες Πράξ. α 2, 11, 22, Α΄Τιμ. γ 16 (σ).
(3) «Αλλά βεβαίως ο Θεός και πατέρας του, επειδή είναι ασώματος, δεν θα μπορούσε να έχει δεξιά ή αριστερά. Διότι αυτά είναι σχήματα των σωμάτων. Επομένως λοιπόν το μεν «κάθισε» δηλώνει ανάπαυση και απόλαυση της θείας βασιλείας· ενώ το «στα δεξιά του Θεού» δηλώνει συγγένεια και ίδια τιμή με τον Πατέρα» (Ζ). Το «κάθισε στα δεξιά του Θεού» είναι ψαλμική έκφραση που δείχνει την ανύψωση της θεωμένης ανθρώπινης φύσης του σε θεία δόξα και τιμή (τα δεξιά του Θεού). Ξαναπήρε δηλαδή την βασιλική του εξουσία, με την οποία κυβερνά τον κόσμο (Ματθ. κη 18) και την αρχιερατική, με την οποία προσεύχεται στον Πατέρα για μας (Εβρ. ζ 25, η 1) (δ). Οτιδήποτε και αν πράττει τώρα ο Θεός σε σχέση με μας, χορηγεί αυτό σε εμάς ή δέχεται αυτό από εμάς δια μέσου του Υιού του. Ο Χριστός είναι ήδη και ως άνθρωπος δοξασμένος με τη δόξα, την οποία είχε ως Θεός δίπλα στον Πατέρα προτού δημιουργηθεί ο κόσμος.
Μαρκ. 16,20 ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες ἐκήρυξαν πανταχοῦ(1), τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος(2) καὶ τὸν λόγον(3) βεβαιοῦντος(4) διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων(5). ἀμήν(6).
Μαρκ. 16,20 Εκείνοι δε αφού εβγήκαν προς όλην την οικουμένην, εκήρυξαν παντού το Ευαγγέλιον. Ο δε Κυριος συνέπραττε και συνεργούσε μαζή των και επιβεβαίωνε το κήρυγμά των με τα θαύματα, που επακολουθούσαν ύστερα από το κήρυγμα. Αμήν.
(1) Στη φράση αυτή περιλαμβάνεται η όλη δράση των Αποστόλων, τμήμα της οποίας αφηγούνται οι Πράξεις των Αποστόλων (σ). Όταν ο Μάρκος έγραφε το ευαγγέλιό του, ακόμη και τότε οι Απόστολοι είχαν μεταβεί σε όλο τον κόσμο. Δες Ρωμ. ι 18 (b). Διότι «αυτό που γράφει ο στίχος πρέπει να το εννοήσουμε ότι έγινε την τεσσαρακοστή ημέρα, σύμφωνα με αυτό που εξιστορούν οι Πράξεις» (Γν). Η λέξη πανταχοῦ δεν συναντιέται αλλού στο κατά Μάρκον (γ).
(2) «Βλέπεις ότι σε κάθε περίπτωση προηγούνται τα δικά μας, και έπειτα έρχεται η συνεργία του Θεού. Διότι αφού εμείς ενεργήσουμε και δώσουμε την αρχή, ο Κύριος συνεργεί· ώστε εάν βεβαίως εμείς δεν δώσουμε την αφορμή, δεν συνεργεί» (Θφ).
(3) «Το λόγο του κηρύγματος» (Ζ).
(4) Συνεργοῦντος, βεβαιοῦντος, ἐπακολουθούντων είναι λέξεις που δεν συναντιούνται αλλού στα ευαγγέλια. Ανήκουν στο λεξιλόγιο των επιστολών του Παύλου (γ).
(5) Εν μέρει μεν με τα θαύματα, τα οποία γίνονταν στα σώματα των ανθρώπων, και ήταν οι θείες σφραγίδες που επιβάλλονταν στη χριστιανική διδασκαλία, εν μέρει δε και κατεξοχήν με την επίδραση την οποία η διδασκαλία αυτή είχε στις διάνοιες των ανθρώπων με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος «έδινε την μαρτυρία μαζί με τους αποστόλους και ο Θεός με θαύματα και καταπληκτικά έργα και ποικίλες υπερφυσικές δυνάμεις και θεία χαρίσματα, τα οποία το άγιο Πνεύμα διαμοίραζε σύμφωνα με τη θέλησή του» (Εβρ. β 4). Τέτοια υπήρξαν ιδιαίτερα τα θαύματα που ακολούθησαν ακόμη, η αναμόρφωση του κόσμου, η καταστροφή της ειδωλολατρείας, η επιστροφή των αμαρτωλών, η πύκνωση της τάξης των αγίων. Και τα θαύματα αυτά επακολουθούν ακόμη, και για να αυξηθούν όλο και πιο πολύ για τιμή και δόξα του Κυρίου μας και για καλό της ανθρωπότητας ο ευαγγελιστής δέεται και μας διδάσκει να λέμε Αμήν. Πατέρα ουράνιε, ας αγιαστεί το όνομά σου, ας έλθει η βασιλεία σου.
(6) Από τέσσερεις μεγαλογράμματους κώδικες που χρονολογούνται από τον Ζ-Θ αιώνα και από κάποια χειρόγραφα της Αιγυπτιακής και Αιθιοπικής μετάφρασης και από κάποια άλλα, διασώθηκε αντί για το από τον στίχο 9-20 τέλος του κατά Μάρκον, άλλο τέλος με λίγους στίχους που είναι το ακόλουθο: «Όλα αυτά που διατάχτηκαν (οι μυροφόρες) τα ανήγγειλαν σύντομα στον Πέτρο και αυτούς που ήταν μαζί του. Και μετά από αυτά και ο ίδιος ο Ιησούς από την ανατολή και μέχρι την δύση εξαπέστειλε μέσω αυτών το ιερό και άφθαρτο κήρυγμα της αιώνιας σωτηρίας». Η γλώσσα της προσθήκης αυτής παρουσιάζει μεγάλες συγγένειες και ομοιότητες με το γνωστό ανάμεσα στα συγγράμματα των αποστολικών πατέρων ως η Β΄ επιστολή του Κλήμεντος, της οποίας η συγγραφή χρονολογείται στο πρώτο μισό του β΄αιώνα μεταξύ του 120-130. Από αυτό προήλθε η εικασία, ότι και η νέα αυτή προσθήκη κατά τον ίδιο περίπου χρόνο γράφτηκε, ίσως στις αρχές του Β΄αιώνα. Τόσο από την προέλευση των χειρογράφων όσο και από το ύφος της ως τόπος συγγραφής της ολιγόστιχης αυτής προσθήκης, πιθανολογήθηκε η Αλεξάνδρεια.
Σημείωση: Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με την προϋπόθεση της ρητής αναφοράς στην ιστοσελίδα προέλευσης www.sostis.gr και στα ονόματα του συγγραφέα των υπομνημάτων και του μεταφραστή τους.
(Αποσπάσματα από τα ερμηνευτικά Υπομνήματα στα Ευαγγέλια του Π.Ν. Τρεμπέλα.
Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)
Α. Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ κη 1-20
(Υπόμνημα στο κατά Ματθαίον, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 501-510 εκδόσεις «ο Σωτήρ», μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας Ζ = Ζιγαβηνός Ευθύμιος
Απ = Απολλινάριος Θφ = Θεοφύλακτος Βουλγαρίας
Αυ = Αυγουστίνος Ιε = Ιερώνυμος
Β = Βασίλειος ο Μέγας Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Γν = Γρηγόριος Νύσσης Ω = Ωριγένης
Δ = Δαμασκηνός Ιωάννης DB=Dict. Of the Bible,Hastings
Ε = Ευσέβιος Καισαρείας
(Σύγχρονοι Θεολόγοι ερμηνευτές)
The New-Century Bible, St Matthew Edited by G.H. Box on the basis of the earlier edition by Prof W.F. Slater, Edirburgh 1922 (σημειώνεται με το S)
M.J. Lagrange. Evangile selon s. Matthieu, Deuxieme edition Paris 1923 (σημειώνεται με το L.)
Alf. Plummer. An exegetical commentary on the Gospel according to S. Matthew, London 1911 (σημειώνεται με το p.)
W. Allen A critical and exegetical Commentary on the Gospel according to S. Matthew Third edition 1922 (σημειώνεται με το a).
A. Commentary critical, expository and practical κ.λ.π by I. Owen, New York 1864 (σημειώνεται με το ο).
L. Cl. Fillion La sainte Bible commentee VII (σημειώνεται με το F).
J.A. Bengel Gnomon of the N.T. Testament translated by I. Bryce. Τόμ. Α (σημειώνεται με το b).
C.L. W. Grimm Lexicon Graeco-Latinum in libros N. Lipsiae 1903. (σημειώνεται με το g).
Ν. Δαμαλά Ερμηνεία εις την Κ.Δ. τόμ. Β και Γ. Αθηναι 1892. (σημειώνεται με το δ)
ΚΕΙΜΕΝΟ & ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους
Ματθ. 28,1 Ὀψὲ δὲ σαββάτων(1), τῇ ἐπιφωσκούσῃ(2) εἰς μίαν σαββάτων(3), ἦλθε Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία θεωρῆσαι(4) τὸν τάφον.
Ματθ. 28,1 Πολύ αργά δε κατά την νύκτα του Σαββάτου, όταν βαθειά εγλυκοχάραζε η πρώτη ημέρα της εβδομάδος, ήλθε η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία, δια να ιδούν τον τάφον.
(1) Ή«με τη φράση «αργά τη νύχτα του σαββάτου» σήμανε το τέλος όλων των σαββάτων, δηλαδή των επτά ημερών της εβδομάδας. Διότι και εμείς όταν λέμε «αργά την ημέρα» ή «αργά τη νύχτα» δηλώνουμε τα τελευταία μέρη τους. Τέλος όμως των επτά ημερών της εβδομάδας δεν είναι μόνο το ίδιο, το κυρίως Σάββατο, αλλά και το τέλος αυτού» (Ζ)· μ ε τ ά το Σάββατο (g). Ο E. Schmid συγκρίνει με αυτήν την έκφραση εκείνη του Πλούταρχου «οψέ των βασιλέως χρόνων»· μετά τους χρόνους των βασιλέων. Καθώς και τη φράση του Φιλοστράτου «οψέ των Τρωϊκών»= μετά τον Τρωϊκό πόλεμο (b). Η΄= αργά κατά τη νύκτα του σαββάτου. Τα σάββατα = σάββατο (δ). «Διότι εσπέρα (=απόγευμα) μεν είναι η ώρα μετά τη δύση του ηλίου· ενώ «οψέ» (=αργά) είναι η ώρα πολύ μετά τη δύση» (Αμμώνιος). «Η φράση «οψέ σαββάτων», να μην νομίσει κάποιος ότι σημαίνει την απογευματινή ώρα, την μετά την δύση του ηλίου, αλλά το βράδυ και αργά τη νύχτα» (Ευσέβιος Παμφίλου).
(2) «Δηλαδή την ώρα που φαινόταν η ημέρα, που αύγαζε, που ανέτειλε» (Ζ). «Είχε περάσει η νύχτα τόσο πολύ, ώστε να είναι η ώρα του λαλήματος των πετεινών, η οποία προαναγγέλει το φως της ημέρας που έρχεται» (Γν). Μετά το γενικό προσδιορισμό έρχεται ο ειδικός της ώρας (δ). «Για να μη θεωρήσεις ότι στο τέλος αυτού του σαββάτου ήλθαν στον τάφο οι γυναίκες που αναφέρθηκαν, αλλά στην αρχή του όρθρου της Κυριακής, πρόσθεσε ότι, την ώρα που ξημέρωνε» (Ζ). Εξυπακούεται η φράση «την ώρα».
(3) «Αποσαφηνίζοντας περισσότερο τον λόγο πρόσθεσε στη συνέχεια τη φράση «εις μίαν σαββάτων»· και μία σαββάτων είναι η πρώτη από τις επτά ημέρες, η κυριακή» (Ζ).
(4) Ο Ματθαίος γράφει προσαρμόζοντας την αφήγησή του σε αυτά που είπε προηγουμένως. Ο τάφος είχε σφραγιστεί και η φρουρά ήταν μπροστά από αυτόν (L). Άλλωστε η άλειψη του Κυρίου με αρώματα ματαιώθηκε ούτως ή άλλως, και το μόνο που επιτεύχθηκε από την επίσκεψη εκείνη ήταν το ότι είδαν τον τάφο.
Ματθ. 28,2 καὶ ἰδοὺ σεισμὸς ἐγένετο μέγας(1)· ἄγγελος γὰρ(2) Κυρίου καταβὰς ἐξ οὐρανοῦ προσελθὼν ἀπεκύλισε τὸν λίθον(3) ἀπὸ τῆς θύρας καὶ ἐκάθητο ἐπάνω αὐτοῦ(4).
Ματθ. 28,2 Και ιδού, σεισμός μέγας έγινε, διότι άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τον ουρανόν, προσήλθεν στο μνημείον, εκύλισεν από την θύραν τον λίθον και εκάθητο επάνω εις αυτόν.
(1) «Ο μεν Χριστός αναστήθηκε προτού να κατεβεί ο άγγελος… ο δε σεισμός έγινε για τους φύλακες που κάθονταν δίπλα στον τάφο, έτσι ώστε, αφού σηκωθούν από το φόβο του σεισμού και αφού εκπλαγούν από την τρομερή μορφή αυτού που κύλισε την πέτρα, να φύγουν» (Ζ). Ο σεισμός έγινε πριν την άφιξη των γυναικών στο μνημείο (ο).
(2) Και στους δύο σεισμούς επακολούθησε κάτι υπερφυσικό· στον ένα (στο Γολγοθά) η ανάσταση των σωμάτων των αγίων, στον άλλο η κάθοδος αγγέλου, ο οποίος παρουσιάζεται ως αιτία του σεισμού (p). Ο εργάτης και αίτιος του σεισμού ήταν άγγελος Κυρίου (δ).
(3) «Αποκύλισε την πέτρα ο άγγελος για τις γυναίκες, για να δουν τον τάφο κενό και να πιστέψουν ότι αναστήθηκε» (Ζ). Ο λίθος λοιπόν δεν αποκυλίστηκε από τον σεισμό αλλά από τον άγγελο. Ο σεισμός έγινε για να προσδώσει μεγαλείο και επισημότητα στο υπερφυσικό γεγονός της ανάστασης και χρησίμευσε για να διεγερθεί η προσοχή των φυλάκων του τάφου (ο).
(4) Επάνω στην πέτρα, έτσι ώστε δεν θα μπορούσε κάποιος να κυλίσει αυτόν πάλι στο μνημείο (b). Καθόταν πάνω στην πέτρα αναμένοντας τις γυναίκες, οι οποιες δεν ήταν, όπως φαίνεται, μακριά, αλλά απέναντι από τον τάφο (L).
Ματθ. 28,3 ἦν δὲ ἡ ἰδέα(1) αὐτοῦ ὡς ἀστραπὴ(2) καὶ τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιών(3).
Ματθ. 28,3 Ητο δε η εξωτερική του εμφάνισις σαν αστραπή και το ένδυμά του ολόλευκον σαν το χιόνι.
(1) Υπάρχει και η γραφή ειδέα. Ιδέα = το είδος, το εξωτερικό σχήμα και ιδίως το πρόσωπο (δ). Δες Δανιήλ ι 6 «και το πρόσωπό του ήταν σαν όραση αστραπής». Δες και Δανιήλ α 15.
(2) Φωτεινότατο και αστραφτερό (δ).
(3) Δες Ησαΐου α 18 και Δανιήλ ζ 9 (a). Ο Γρότιος σημειώνει ότι η λευκότητα υπήρξε πάντοτε σύμβολο της καθαρότητας και αγιότητας (ο). Η εξωτερική εμφάνιση του αγγέλου ανακαλεί στη μνήμη την εμφάνιση του Κυρίου κατά τη Μεταμόρφωση (F). «Η μεν μορφή (του αγγέλου) ήταν σαν αστραπή, και η στολή του ήταν παραπλήσια με το χιόνι· έτσι ώστε με το φοβερό από τη μία να καταπλήξει τους φύλακες, ενώ με το χαρωπό να προσκαλέσει τις γυναίκες και να βάλει θάρρος μέσα σε αυτές που από τη φύση τους φοβούνται εύκολα και είναι δειλές και να αναγγείλει την ανάσταση με μεγάλη χαρά με αυτήν την εξωτερική εμφάνιση» (Γν).
Ματθ. 28,4 ἀπὸ δὲ τοῦ φόβου αὐτοῦ(1) ἐσείσθησαν(2) οἱ τηροῦντες καὶ ἐγένοντο ὡσεὶ νεκροί(3).
Ματθ. 28,4 Από τον φόβον δε του αγγέλου συνεκλονίσθησαν οι φρουροί, παρέλυσαν και έγιναν σαν πεθαμένοι.
(1) Το φόβο μάλλον από τον άγγελο. «Διότι προξενούσε κατάπληξη» (Ζ).
(2) Συγκλονίστηκαν. «Αντί να πει τρόμαξαν» (Ζ).
(3) Αφού λιποθύμησαν έγιναν σαν νεκροί (δ). Ούτε οι τολμηρότεροι στρατιωτικοί δεν μπορούν να υπομείνουν τη δύναμη των κατοίκων του ουρανού (b). Ο άγγελος δεν ασχολείται με αυτούς (L), οι οποίοι στο μεταξύ «αφού συνήλθαν έφυγαν, πράγμα που προκάλεσε ασφάλεια στις γυναίκες» (Ζ).
Ματθ. 28,5 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἄγγελος(1) εἶπε ταῖς γυναιξί· μὴ φοβεῖσθε ὑμεῖς(2)· οἶδα(3) γὰρ ὅτι Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον(4) ζητεῖτε(5)·
Ματθ. 28,5 Ωμίλησε δε τότε ο άγγελος προς τας γυναίκας και είπε· “σεις μη φοβείσθε· διότι ξέρω ότι ζητείτε να ιδήτε Ιησούν τον εσταυρωμένον.
(1) Ο Λουκάς μιλά για δύο αγγέλους. Αλλά ο Ματθαίος και ο Μάρκος μιλούν για τον άγγελο που μίλησε στις γυναίκες, χωρίς να αρνούνται την παρουσία και άλλου αγγέλου. Ενώ ο Λουκάς, χωρίς να κάνει διάκριση ανάμεσα στον άγγελο που μίλησε και σε αυτόν που δίπλα του σιωπούσε, μιλά για δύο (ο).
(2) «Και το να πει «εσείς» φανερώνει ότι τους δείχνει πολλή τιμή» (Χ). «Μη φοβάστε εσείς, αλλά αυτοί, δηλαδή οι φύλακες και όλοι οι εχθροί του Κυρίου» (Ζ). Το μη φοβάστε είναι έκφραση που χρησιμοποιείται στην αρχή των οπτασιών, που κατασιγάζει τον φόβο που προκαλείται από την υπερβολική δόξα που υπερβαίνει τη δύναμη των θνητών καρδιών. Με αυτήν παρέχεται υπόσχεση ασφάλειας και προκαλείται η προσοχή (b).
(3) « Πρώτα τις απαλλάσσει από το φόβο και τότε μιλά για την ανάσταση» (Χ).
(4) «Δεν ντρέπεται να τον αποκαλεί εσταυρωμένο· διότι αυτό είναι το σπουδαιότερο από τα αγαθά» (Χ) «διότι για αυτούς μεν που σταυρώθηκαν πριν από αυτόν, ο σταυρός ήταν ντροπή… ενώ σε αυτόν ήταν μάλλον δόξα, διότι ήταν απόδειξη της ευεργεσίας των ανθρώπων, για την οποία καταδικάστηκε σε αυτόν» (Ζ).
(5) Δεν έρχεστε να βεβηλώσετε τον τάφο, αλλά σας παρακίνησε προς αυτόν η αγάπη προς τον Ιησού. Δεν υπάρχει λόγος λοιπόν να φοβάστε (ο).
Ματθ. 28,6 οὐκ ἔστιν ὧδε· ἠγέρθη γὰρ καθὼς εἶπε. δεῦτε(1) ἴδετε τὸν τόπον(2) ὅπου ἔκειτο ὁ Κύριος.
Ματθ. 28,6 Δεν είναι πλέον εδώ· διότι ανεστήθη, όπως σας είχε πη. Ελάτε να ιδήτε τον τόπον, όπου είχε τεθή ο Κυριος.
(1) Δηλαδή πλησιάστε. Στέκονταν σε κάποια απόσταση από τον τάφο (S).
(2) «Με το να πει, ελάτε να δείτε τον τόπο… δήλωσε ότι για αυτές κύλισε την πέτρα, για να δουν» (Ζ). «Για αυτό σήκωσε την πέτρα, ώστε και από αυτό να πάρουν αυτές την απόδειξη» (Χ)
Ματθ. 28,7 καὶ ταχὺ πορευθεῖσαι εἴπατε τοῖς μαθηταῖς(1) αὐτοῦ ὅτι ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν(2), καὶ ἰδοὺ προάγει(3) ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν(4)· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε(5)· ἰδοὺ εἶπον ὑμῖν(6).
Ματθ. 28,7 Και τώρα γρήγορα πηγαίνετε και ειπέτε στους μαθητάς του ότι ανεστήθη εκ των νεκρών και ιδού προπορεύεται από σας και σας περιμένει εις την Γαλιλαίαν. Εκεί θα τον ιδήτε. Ιδού, σας είπα όσα έπρεπε να σας πω”.
(1) Η παραγγελία του αγγέλου στις γυναίκες υποδηλώνει ότι οι μαθητές ήταν ακόμη στα Ιεροσόλυμα (S).
(2) Οι μαθητές ήταν υποχρεωμένοι να πιστέψουν σε ανάσταση πριν ακόμη δουν τον αναστημένο. Για αυτό το γεγονός αναγγέλθηκε σε αυτούς μέσω των γυναικών και δοκιμάστηκε έτσι η πίστη τους (b).
(3) «Λέει «προάγει» αντί να πει, σας προλαβαίνει» (Ζ).
(4) «Καλά είπε στη Γαλιλαία, για να τους απαλλάξει από ενοχλήσεις και κινδύνους, ώστε να μην παρεμποδίσει ο φόβος την πίστη τους» (Χ). «Στην Γαλιλαία επρόκειτο να τον συναντήσουν, χωρίς το φόβο των Ιουδαίων» (Ζ).
(5) Και όμως ο αγαθός Σωτήρας φανέρωσε τον εαυτό του σε αυτούς και πιο πριν. Η εμφάνιση στη Γαλιλαία ήταν πολύ επίσημη και δημόσια (δες στίχους 10,16) και ήταν υποσχημένη πριν το θάνατο του Κυρίου (b). Δες για την υπόσχεση αυτή Ματθαίου κστ 32.
(6) «Ορίστε, σας έδωσα παραγγελία για τους μαθητές. Επομένως λοιπόν, μην αμελήσετε την παραγγελία» (Ζ). Ορίστε, σάς είπα αυτό που διατάχτηκα από το Θεό να πω. Εσείς όμως τάχιστα εκπληρώστε αυτό. Είναι ξεχωριστή αυτή η φράση στο Ματθαίο ως επίλογος σύντομος και επιτακτικός του αγγέλου (δ).
Ματθ. 28,8 καὶ ἐξελθοῦσαι(1) ταχὺ ἀπὸ τοῦ μνημείου μετὰ φόβου καὶ χαρᾶς(2) μεγάλης ἔδραμον(3) ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ.
Ματθ. 28,8 Και αι γυναίκες εβγήκαν ταχέως από το μνημείον με φόβον και χαράν μεγάλην και έτρεξαν να αναγγείλουν στους μαθητάς του το χαρμόσυνον γεγονός.
(1) Υπάρχει και η γραφή απελθούσαι. Αφού βγήκαν από το μνημείο. «Αν και δεν ανέφερε ο Ματθαίος ότι μπήκαν στο μνημείο· αλλά λέγοντας τώρα ότι βγήκαν, φανέρωσε ότι πρώτα μπήκαν» (Ζ).
(2) Τα δύο αυτά συναισθήματα μπορούν να συνυπάρχουν για πνευματικά πράγματα (b). «Βγήκαν λοιπόν με φόβο μεν, για όσα είδαν παράδοξα· με χαρά από την άλλη, για τα ευαγγέλια (χαρμόσυνες αγγελίες) που άκουσαν» (Ζ).
(3) Το έδραμον δείχνει την προθυμία της εκτέλεσης (δ).
Ματθ. 28,9 ὡς δὲ ἐπορεύοντο(1) ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ(2) Ἰησοῦς ἀπήντησεν αὐταῖς(3) λέγων· χαίρετε(4). αἱ δὲ προσελθοῦσαι ἐκράτησαν αὐτοῦ τοὺς πόδας(5) καὶ προσεκύνησαν(6) αὐτῷ.
Ματθ. 28,9 Ενώ δε επήγαιναν να αναγγείλουν αυτά στους μαθητάς του, και ιδού ο Ιησούς τας συνήντησε λέγων· “χαίρετε”. Αυταί δε αφού τον επλησίασαν, επιασαν με βαθείαν ευλάβειαν τους πόδας του και τον επροσκύνησαν.
(1) Οι λέξεις από το «ὡς δὲ ἐπορεύοντο» μέχρι «τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ» παραλείπονται από τους κώδικες βατικανό, σιναϊτικό και κάποιους άλλους. Περιέχονται όμως στην πεσιτώ (μετάφραση).
(2) Δηλώνει κάτι το αιφνίδιο και απρόβλεπτο (b).
(3) «Επειδή πριν από όλους σηκώθηκαν νωρίς το πρωί, πριν από όλους βλέπουν τον Κύριο και αυτό παίρνουν ως μισθό αυτής τους της προθυμίας» (Ζ).
(4) «όταν βγήκαν με φόβο και χαρά, και να! ο Ιησούς τις συνάντησε λέγοντας χαίρετε» (Χ). Συνηθισμένος χαιρετισμός, χρησιμοποιείται όμως από τον Κύριο με υψηλή και ειδική έννοια (b). «Κέρδισε το θηλυκό γένος και απαλλαγή από την κατηγορία και ανατροπή της κατάρας. Διότι αυτός που παλαιότερα (στον Παράδεισο στην Εύα) είπε προς αυτές, με λύπες θα γεννάς τέκνα, έδωσε το τέλος αυτών σε αυτές συναντώντας τες στον κήπο και λέγοντας χαίρετε» (Κ). Αρκετοί από τους νεώτερους ερμηνευτές ταυτίζουν αυτήν την εμφάνιση με αυτήν στην Μαγδαληνή που αναφέρεται από τον Ιωάννη.
(5) «Αυτές μεν από πόθο και τιμή τον κράτησαν· αυτός όμως δεν τις εμπόδισε, παρέχοντας πληροφορία με την αφή (=άγγιγμα), ότι δεν είναι φάντασμα» (Ζ).
(6) Πρέπει να κυριεύτηκαν από φόβο και σεβασμό κατά την πράξη αυτή της γονατιστής προσκύνησης, από συναισθήματα τα οποία σε τέτοιο βαθμό δεν είχαν αισθανθεί ουδέποτε άλλοτε, όταν εκδήλωναν το σεβασμό τους στον Ιησού ως Διδάσκαλό τους (ο).
Ματθ. 28,10 τότε λέγει αὐταῖς ὁ Ἰησοῦς· μὴ φοβεῖσθε(1)· ὑπάγετε(2) ἀπαγγείλατε(3) τοῖς ἀδελφοῖς(4) μου ἵνα ἀπέλθωσιν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, κἀκεῖ με ὄψονται.
Ματθ. 28,10 Τότε είπε προς αυτάς ο Ιησούς· “μη φοβείσθε· πηγαίνετε και αναγγείλατε στους αδελφούς μου (δηλαδή στους μαθητάς μου, που είναι αδελφοί μου) ότι με είδατε, δια να αναχωρήσουν εις την Γαλιλαίαν. Εκεί θα με ιδούν”.
(1) «Πάλι και αυτός διώχνει το φόβο, προετοιμάζοντας το δρόμο για την πίστη» (Χ). Ηταν φυσικό να αισθανθούν φόβο με την αιφνίδια αυτή εμφάνιση του Κυρίου, για τον οποίο γνώριζαν, ότι έχει πεθάνει (ο).
(2) «Επειτα δίνει παραγγελία στις γυναίκες για τους μαθητές, επειδή αυτές ήταν αγγελιοφόροι του, οι οποίες φάνηκαν πρώτες και έδωσαν πρώτες την παραγγελία » (Ζ).
(3) «Τις γυναίκες χρησιμοποίησε ως αποστόλους προς τους Αποστόλους, τιμώντας το γένος που ατιμώθηκε από την απάτη του φιδιού. Και επειδή παλαιότερα γυναίκα (η Εύα) έγινε στον άνδρα αγγελειοφόρος λύπης, τώρα γυναίκες γίνονται στους άνδρες αγγελειοφόροι χαράς» (Ζ).
(4) «Ονόμασε τους Αποστόλους αδελφούς, συγχρόνως μεν λόγω της ενανθρώπησης· διότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε αδέλφια μεταξύ μας· συγχρόνως δε και για να τους τιμήσει» (Ζ). Δείχνει με την ονομασία αυτή τη σχέση, στην οποία με το αίμα του έφερε τους πιστούς με τον Πατέρα και με τον εαυτό του. Δες Ιωάννη κ 17 («ανεβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας») (δ).
Ματθ. 28,11 Πορευομένων δὲ αὐτῶν(1) ἰδού τινες(2) τῆς κουστωδίας ἐλθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν τοῖς ἀρχιερεῦσιν(3) ἅπαντα(4) τὰ γενόμενα.
Ματθ. 28,11 Ενώ δε αυταί σύμφωνα με την εντολήν του Κυρίου επήγαιναν, ιδού μερικοί στρατιώται της φρουράς ήλθαν εις την πόλιν και εγνωστοποίησαν στους αρχιερείς όλα όσα είχαν γίνει.
(1) Τίποτα δεν αναφέρει ο Ματθαίος για τον τρόπο, με τον οποίο οι μυροφόρες έφεραν το χαρμόσυνο μήνυμα στους μαθητές, ούτε για το πώς υποδέχτηκαν οι Απόστολοι αυτό. Ο Ιωάννης λέει σε εμάς ότι η Μαρία η Μαγδαληνή ήλθε και είπε σε αυτούς, ότι είχε δει τον Κύριο, αλλά δεν λέει τίποτα για το πώς οι μαθητές δέχτηκαν την είδηση αυτή. Ο Μάρκος (ιστ 11) αναφέρει ότι «και εκείνοι όταν άκουσαν ότι ζει και θεάθηκε από αυτήν, απίστησαν». Και ο Λουκάς αναφέροντας για την οπτασία των αγγέλων, την οποία είδαν οι μυροφόρες στο άδειο πλέον μνημείο, βεβαιώνει ότι στους μαθητές «φάνηκαν σαν φλυαρίες και επινόηση της φαντασίας τα λόγια» αυτών των γυναικών. Οι μαρτυρίες λοιπόν αυτές δείχνουν πόσο εσφαλμένο είναι το να λέει κάποιος μαζί με τον O. Holtzmann ότι και πριν ακόμη βρουν τον τάφο κενό «με βεβαιότητα οι μαθητές ανέμεναν την ανάσταση του Ιησού» (p).
(2) Οι από την κουστωδία «απομείναντες στον τάφο φύλακες ή οι πιο επίσημοι από αυτούς» (Ζ).
(3) Εφόσον οι φύλακες είχαν τεθεί από τον Πιλάτο στη διάθεση του συνεδρίου αναφέρουν στους αρχιερείς τα συμβάντα (S).
(4) Από όλα αυτά έβγαινε το συμπέρασμα, ότι ο Ιησούς αναστήθηκε (b).
Ματθ. 28,12 καὶ συναχθέντες μετὰ τῶν πρεσβυτέρων συμβούλιόν τε λαβόντες(1) ἀργύρια ἱκανὰ(2) ἔδωκαν τοῖς στρατιώταις λέγοντες·
Ματθ. 28,12 Και εκείνοι, αφού συνεκεντρώθησαν μαζή με τους πρεσβυτέρους εις συμβούλιον και συνεσκέφθησαν, έδωκαν μεγάλο χρηματικόν ποσόν στους στρατιώτας λέγοντες·
(1) Δεν πρόκειται για σύγκληση ολόκληρου του συνεδρίου, ούτε για επίσημη συνεδρίασή του, όπως ούτε στα χωρία ιβ 14 και κβ 15, όπου γίνεται λόγος για συμβούλιο που έγινε. Ήταν τόσο επείγον το πράγμα, ώστε δεν δινόταν καιρός να συγκληθεί το συνέδριο. Οι στρατιώτες έπρεπε αμέσως να δελεαστούν, διότι διαφορετικά η αληθινή ιστορία θα κυκλοφορούσε αστραπιαία (p).
(2) Με την έννοια του σοβαρού ποσού, με την οποία συναντιέται συχνά στο Λουκά και στις Πράξεις. Αλλά πουθενά αλλού στον Ματθαίο δε βρίσκεται με αυτήν την έννοια, ενώ και στον Μάρκο μία φορά (ι 46) (p).
«Εξακολουθούν να αγωνίζονται πιο πολύ από πριν, και όσο μεν ζούσε πουλώντας το αίμα του, ενώ μετά τη σταύρωση και την ανάστασή του υπονομεύοντας πάλι με χρήματα το κήρυγμα για την ανάσταση» (Χ). «Διότι προηγουμένως μεν πούλησαν το φόνο του, ενώ τώρα πουλούν και την αλήθεια της ανάστασής του και καταπατούν την ίδια τους τη συνείδηση και ούτε τους φύλακες δεν ντρέπονται, κακουργώντας και συγκαλύπτοντας μεν την αλήθεια, και πλάθοντας το ψεύδος, και χρησιμοποιούν ως υπηρέτες αυτού (του ψεύδους) τους υπηρέτες εκείνης (της αλήθειας)» (Ζ).
Ματθ. 28,13 εἴπατε ὅτι οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς ἐλθόντες ἔκλεψαν(1) αὐτὸν(2) ἡμῶν κοιμωμένων(3).
Ματθ. 28,13 ειπέτε, ότι κατά το διάστημα της νυκτός, ενώ ημείς εκοιμώμεθα, ήλθαν οι μαθηταί του την νύκτα και έκλεψαν αυτόν.
(1) «Πώς τον έκλεψαν, ω εσείς που είστε πιο ανόητοι από όλους; Πώς δηλαδή θα έκλεβαν οι μαθητές, πες μου, άνθρωποι φτωχοί και απλοϊκοί, οι οποίοι δεν τολμούσαν ούτε να εμφανιστούν; Διότι μήπως δεν ήταν τοποθετημένη σφραγίδα; Μήπως δεν παραφύλαγαν τόσοι φύλακες; Μήπως δεν υποπτεύονταν αυτό ακριβώς, και μεριμνούσαν και αγρυπνούσαν και φρόντιζαν εκείνοι; Αλλά και για ποιό λόγο θα τον έκλεβαν; Για να πλάσουν το δόγμα της ανάστασης. Και πώς θα μπορούσε να έλθει σε αυτούς το να πλάσουν κάτι τέτοιο εις βάρος ανθρώπων οι οποίοι τους αγαπούσαν, αφού ζούσαν κρυπτόμενοι; Αλλά και πώς θα μπορούσαν να σηκώσουν την πέτρα την ασφαλισμένη; Πώς θα μπορούσαν να διαφύγουν την προσοχή τόσων πολλών; Παρόλο που, και αν ακόμη περιφρονούσαν το θάνατο, δεν θα επιχειρούσαν απερίσκεπτα και μάταια να τολμήσουν κάτι τέτοιο τη στιγμή που υπήρχαν τόσοι φύλακες. Οτι όμως ήταν και δειλοί, το φανέρωσαν αυτά που έγιναν προηγουμένως. Αν λοιπόν ούτε να σταθούν δεν τόλμησαν όταν τον έβλεπαν ζωντανό, πώς όταν πέθανε δεν θα φοβόντουσαν το πλήθος τόσων στρατιωτών; Μήπως ήταν εύκολο να ανατρέψουν την πόρτα; Η μήπως να ξεφύγουν την προσοχή ενός; Πέτρα μεγάλη ήταν τοποθετημένη, που χρειαζόταν πολλά χέρια» (Χ). «Πώς τόλμησαν τόσο μεγάλο κίνδυνο άνδρες που εύκολα φοβούνταν, από τους οποίους, ο μεν κορυφαίος, δειλιάζοντας μπροστά σε μία γυναικούλα, αρνήθηκε τον διδάσκαλο, ενώ οι άλλοι βλέποντάς τον δεμένο έφυγαν;» (Ζ). «Αλλά και γιατί δεν τον έκλεψαν πριν από αυτό, αλλά όταν ήλθατε εσείς; Διοτι αν ήθελαν να κάνουν αυτό, θα το έκαναν την πρώτη νύχτα, που δεν φυλασσόταν ακόμη ο τάφος, τότε που ήταν και ακίνδυνο και ασφαλές. Διότι αφού ήλθαν το Σάββατο ζήτησαν από τον Πιλάτο την κουστωδία, ενώ την πρώτη νύχτα δεν ήταν κανείς από αυτούς παρών στον τάφο. Τι θέλουν επίσης και τα σουδάρια, τα οποία ήταν κολλημένα με τα αρώματα; Διότι αυτά τα είδε ο Πέτρος να βρίσκονται στον τάφο. Διότι αν ήθελαν να τον κλέψουν, δεν θα έκλεβαν γυμνό το σώμα. Όχι μόνο για να μην το ατιμάσουν, αλλά και για να μην καθυστερήσουν καθώς θα τον ξέντυναν και δώσουν καιρό σε εκείνους που ήθελαν να σηκωθούν και να τους συλλάβουν. Και μάλιστα τη στιγμή που επρόκειτο για σμύρνα, ουσία η οποία κολλά δυνατά στο σώμα και δένεται με τα ενδύματα, επομένως δεν ήταν εύκολο να αποσπάσουν τα ενδύματα από το σώμα, αλλά χρειάζονταν πολύ χρόνο εκείνοι που θα έκαναν αυτό. Επομένως και από την άποψη αυτή είναι απίθανα τα περί κλοπής» (Χ).
(2) «Με αυτά με τα οποία επιχειρούσαν να επισκιάσουν την αλήθεια, με αυτά άθελά τους την έκαναν να λάμπει. Διότι και αυτό επιβεβαιώνει την ανάσταση, το ότι εκείνοι είπαν ότι οι μαθητές έκλεψαν. Διότι με αυτό ομολογούν ότι το σώμα δεν ήταν εκεί. Όταν λοιπόν αυτοί μεν ομολογούν ότι δεν ήταν το σώμα εκεί, ενώ η παρουσία αυτών και οι σφραγίδες και η δειλία των μαθητών, δείχνουν ότι η κλοπή είναι ψευδής και απίθανη, γίνεται αναμφισβήτητη με αυτά η απόδειξη της ανάστασης» (Χ).
(3) «Εάν κοιμούνταν, τι είδαν; Και αν δεν είδαν τίποτα, ποιού πράγματος μάρτυρες είναι; Τι είδους μάρτυρες είναι αυτοί που κοιμούνται; Είναι σαν να λένε: Μαρτυρούμε, ότι οι μαθητές του Ιησού έκλεψαν το σώμα του, και η μαρτυρία μας είναι απολύτως αδιαμφισβήτητη, διότι, όταν το σώμα κλάπηκε, κοιμόμασταν ύπνο τόσο βαθύ, ώστε ούτε ακούσαμε ούτε είδαμε τίποτα» (Αυγουστίνος Tract. in Psalmos).
Ματθ. 28,14 καὶ ἐὰν ἀκουσθῇ τοῦτο ἐπὶ τοῦ ἡγεμόνος(1), ἡμεῖς πείσομεν(2) αὐτὸν καὶ ὑμᾶς ἀμερίμνους(3) ποιήσομεν.
Ματθ. 28,14 Και εάν τούτο φθάση έως τα αυτιά του ηγεμόνος, ημείς θα τον πείσωμεν να μη σας τιμωρήση και θα σας απαλλάξωμεν από κάθε ανησυχίαν”.
(1) Το «ἐπὶ τοῦ ἡγεμόνος» σημαίνει μπροστά στον ηγεμόνα ως δικαστή. Το «ἀκουσθῇ» λοιπόν πρέπει να έχει δικαστική έννοια (p). Επίσημα μπροστά στον ηγεμόνα (b). Η παραμέληση σε φρουρά ήταν βαρύ παράπτωμα, που συνεπαγόταν αυστηρή τιμωρια (L). Ήταν δυνατόν και με θάνατο να τιμωρηθούν οι φρουροί διότι κοιμόντουσαν αντί να αγρυπνούν φρουρώντας (p).
(2) Με την πειθώ καταπραΰνω, εξευμενίζω κάποιον (g). Οι στρατιώτες είχαν τεθεί στην υπηρεσία των Ιουδαίων. Εάν οι Ιουδαίοι δεν παραπονιόντουσαν, σε τι θα ενδιαφερόταν ο Πιλάτος. Μπορεί όμως να έχει και την έννοια του κερδίζω με δωροδοκία (L).
(3) Από κάθε αγωνία, την οποία θα σας προκαλούσε η κατηγορία, ότι παραμελήσατε το καθήκον σας.
Ματθ. 28,15 οἱ δὲ λαβόντες τὰ ἀργύρια(1) ἐποίησαν ὡς ἐδιδάχθησαν(2). καὶ διεφημίσθη(3) ὁ λόγος οὗτος(4) παρὰ Ἰουδαίοις(5) μέχρι τῆς σήμερον(6).
Ματθ. 28,15 Εκείνοι δε αφού επήραν τα χρήματα, έκαμαν όπως τους καθωδήγησαν οι αρχιερείς, και διεδόθη ο λόγος αυτός μεταξύ των Ιουδαίων μέχρι σήμερον.
(1) «Βλέπεις που όλοι είναι διεφθαρμένοι; Ο Πιλάτος; Διότι αυτός πείστηκε. Τους στρατιώτες; Το λαό τον ιουδαϊκό; Αλλά μη θαυμάσεις αν χρήματα υπερίσχυσαν των στρατιωτών. Διότι αν στον μαθητή (Ιούδα) έδειξαν τόση δύναμη, πολύ περισσότερο σε αυτούς» (Χ).
(2) Σύμφωνα με το μάθημα, το οποίο πήραν.
(3) Με την έννοια του διαδίδω (g) = Παντού διαδόθηκε (δ).
(4) «Λόγο που διαφημίστηκε εννοεί αυτόν σχετικά με το ότι τον έκλεψαν» (Ζ). «Είδες πάλι την φιλαλήθεια των μαθητών; Πώς ούτε αυτό δεν ντρέπονται να λένε, ότι δηλαδή επεκράτησε τέτοια φήμη εις βάρος τους;» (Χ).
(5) Χωρίς άρθρο. Όχι στους απανταχού Ιουδαίους, αλλά στους Ιουδαίους που βρίσκονταν σε κάποια μέρη (p)· όχι σε όλους, αλλά στους Ιουδαίους μόνο που απίστησαν (L). Ο Ιουστίνος (προς Τρύφωνα 108 δες και 17) λέει ότι οι Ιουδαίοι εξαπέστειλαν ειδικούς πράκτορες για να διαδώσουν αυτό το ψεύδος (p). Δεν φαίνεται ο Ιουστίνος να είχε ως μόνη πηγή τον Ματθαίο, όταν λέει αυτά (L). Αλλά και ο Τερτυλλιανός τον λόγο αυτόν υπαινίσσεται, όταν λέει σαρκαστικά: «Αυτός είναι εκείνος, τον οποίο κρυφά έκλεψαν οι μαθητές, ή ο κηπουρός απομάκρυνε, έτσι ώστε να μην βλαφτούν τα μαρούλια του από τα πλήθη των επισκεπτών του τάφου» (De spec. 30) (p).
(6) Εξυπακούεται η λέξη: ημέρας. Μετά δηλαδή από μία γενεά ολόκληρη, όταν ο ευαγγελιστής έγραφε (δ).
Ματθ. 28,16 Οἱ δὲ ἕνδεκα μαθηταὶ ἐπορεύθησαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν(1), εἰς τὸ ὄρος(2) οὗ ἐτάξατο(3) αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς.
Ματθ. 28,16 Οι δε ένδεκα μαθηταί μετέβησαν εις την Γαλλαίαν, στο όρος το οποίον τους είχε ορίσει δια συνάντησιν ο Ιησούς.
(1) «Δεν πορεύτηκαν αμέσως· διότι και την ίδια την ημέρα, κατά την οποία αναστήθηκε από τους νεκρούς, εμφανίστηκε σε αυτούς, όταν ήταν στην Ιερουσαλήμ. Ο μεν Ματθαίος λοιπόν παρέλειψε τα γεγονότα μέχρι του να πορευτούν οι μαθητές στη Γαλιλαία, ενώ οι άλλοι ευαγγελιστές συνέγραψαν και αυτά· ο μεν Μάρκος πιο σύντομα, ενώ ο Λουκάς πλατύτερα· και ο Ιωάννης πιο αναλυτικά» (Ζ).
(2) «Για το βουνό τίποτα δεν έχει γραφτεί. Είναι όμως φυσικό ή να είπε για αυτό σε αυτούς, ή και να πληροφόρησε και για αυτό μέσω των γυναικών, έστω και αν δεν γράφτηκε. Αλλωστε ήταν και συνηθισμένο σε αυτούς εκείνο το όρος· διότι εκεί κατεξοχήν λόγω της ησυχίας περνούσαν το χρόνο τους» (Ζ). Μπορούμε να εικάσουμε, ότι ήταν τόπος πάνω από τη λίμνη. Από τα Ματθ. ιδ 23, ιε 29 ίσως μπορεί να βγει ως συμπέρασμα, ότι κοντά στη λίμνη ήταν κάποια περιφέρεια γνωστή στους κύκλους των μαθητών του Χριστού ως το όρος (p).
(3) Το ρήμα τάσσομαι εδώ = σύμφωνα με τη δική μου γνώμη ή εξουσία ορίζω (g). «Αντί να πει, όπου τους διέταξε, μέσω των γυναικών, να πορευτούν· ή, όπου τους υποσχέθηκε» (Ζ)
Ματθ. 28,17 καὶ ἰδόντες αὐτὸν(1) προσεκύνησαν αὐτῷ, οἱ δὲ(2) ἐδίστασαν(3).
Ματθ. 28,17 Και ιδόντες αυτόν τον επροσκύνησαν, μερικοί δε είχαν κάποιαν αμφιβολίαν να πιστεύσουν ότι αυτός πράγματι ήτο ο Ιησούς.
(1) Η εμφάνιση αυτή ταυτίζεται με αυτήν που αναφέρει ο Παύλος ότι έγινε «σε περισσότερους από πεντακόσιους αδελφούς» (Α΄ Κορ. ιε 6). Είναι προφανές, ότι εμφάνιση του Κυρίου σε εκατοντάδες ολόκληρες προσώπων, δεν ήταν δυνατόν παρά στο ύπαιθρο να λάβει χώρα και το όρος που ήταν πάνω από τη λίμνη ήταν ο κατάλληλος για αυτό τόπος (p).
(2) «Αντί να πει, κάποιοι όμως» (Θφ). Μάλλον μερικοί από τους μαθητές γενικώς, όχι κάποιοι από τους έντεκα (S). Αν και κανείς άλλος εκτός από τους έντεκα δεν αναφέρεται, είναι πιθανόν ότι και άλλοι ήταν παρόντες και μεταξύ αυτών υπήρξαν αυτοί που αμφέβαλλαν. Η αμφιβολία μπορεί να είναι ως προς το εάν ο Ιησούς αναστήθηκε από τους νεκρούς ή ως προς το εάν αυτός, τον οποίο έβλεπαν, ήταν ο Ιησούς. Το δεύτερο φαίνεται πιθανότερο (p).
(3) Ακόμη μία φορά σε αυτό το ευαγγέλιο (ιδ 31, 33) γίνεται λόγος για προσκύνηση και δισταγμό σε σχέση με τον Μεσσία και χρησιμοποιούνται τα ίδια και εδώ ρήματα. Όταν ο Πέτρος άρχισε να βυθίζεται, ο Ιησούς μαλώνει αυτόν με το «ολιγόπιστε, γιατί δίστασες (δείλιασες);». Και όταν είχαν μπει στο πλοίο, αυτοί που ήταν μέσα τον προσκύνησαν. Και στις δύο περιπτώσεις οι εκδηλώσεις ήταν τελείως φυσικές. Εκεί τον προσκύνησαν διότι δέσποζε των ανέμων και των κυμάτων· εδώ λόγω του φόβου, τον οποίο προκάλεσε σε αυτούς η επάνοδός του από τον τάφο (p).
Ματθ. 28,18 καὶ προσελθὼν(1) ὁ Ἰησοῦς ἐλάλησεν αὐτοῖς λέγων· ἐδόθη μοι(2) πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς(3).
Ματθ. 28,18 Και αφού επλησίασεν όλους ο Ιησούς, ωμίλησε προς αυτούς και είπε· “μου εδόθη και ως προς άνθρωπον, κάθε εξουσία στον ουρανόν και εις την γην.
(1) Και με το πλησίασμα αυτό γεννούσε πίστη μέσα σε αυτούς που αμφέβαλλαν (b), οι οποίοι βλέποντάς τον από κοντά έπαιρναν πληροφορία.
(2) Ειδικά σε μένα, που αναστήθηκα και αναλαμβάνομαι (b). «Μου δόθηκε ως προς άνθρωπο, η εξουσία, την οποία είχα ως Θεός» (Ζ). «Αυτά πρέπει να τα εννοήσουμε ότι λέγονται για την ενανθρώπηση και όχι για τη θεότητα» (Β). «Και βεβαίως δεν θα μπορούσε εύλογα να κατηγορηθεί από κάποιον ο Υιός ως κατώτερος (από τον Πατέρα), επειδή πήρε δόξα. Και γιατί; Διότι παίρνει αυτή τη δόξα, όταν έγινε άνθρωπος, όταν ταπείνωσε τον εαυτό του για μας, όταν έγινε δούλος ο δεσπότης, όταν συγκαταλέχθηκε στους υπηρέτες ο ελεύθερος Υιός… Διότι δεν είναι κατά κυριολεξία δόσιμο, η εξουσία που δόθηκε από τον Πατέρα στον Υιό της κυριότητας στα πάντα· αλλά είναι μάλλον επιστροφή και επανάληψη και με τη σάρκα πλέον, στην εξουσία που είχε πριν πάρει σάρκα. Διότι δεν αρχίζει να εξουσιάζει την κτίση τότε, όταν δηλαδή έγινε άνθρωπος» (Κ)
(3) Ποιός θα τολμούσε να διατυπώσει τέτοια καταπληκτική αξίωση; Όχι απλώς δόθηκε σε αυτόν δύναμη, τέτοια που ένας μέγας κατακτητής θα διεκδικούσε, αλλά εξουσία, σαν κάτι το οποίο είναι δικό του δικαιωματικά, σαν κάτι που δόθηκε σε αυτόν από τον Ένα ο οποίος δικαιούται να χορηγεί (Αποκ. β 27). Και π ᾶ σ α (κάθε) εξουσία που περιλαμβάνει τα πάντα, πάνω στα οποία θα μπορούσε να επεκταθεί κυβέρνηση και κυριαρχία. Και όχι μόνο στη γη αλλά και στον ουρανό. Η διάνοια του ανθρώπου νιώθει ίλιγγο, όταν επιχειρήσει να καταλάβει μία τέτοια εξουσία, τι λογής είναι αυτή. Τίποτα λιγότερο από τη θεία κυβέρνηση του όλου σύμπαντος και της βασιλείας των ουρανών δεν δόθηκε στον αναστημένο Κύριο. Περισσότερες από μία φορές ο Παύλος συσσωρεύει λέξεις επί λέξεων, επιχειρώντας να εκφράσει την τιμή και τη δόξα και τη δύναμη, τα οποία ο Πατέρας χορήγησε στον Υιό, που αναστήθηκε από τους νεκρούς (Εφεσ. α 21, Κολοσ. α 16-21, Φιλιπ. β 9-11). Παρά την πληρότητα των εκφράσεών του ο Απόστολος δεν προχωρεί πιο μακριά από αυτά που σημαίνονται με τη φράση αυτή του Κυρίου, διότι είναι αδύνατον να προχωρήσει κάποιος πιο πέρα από τη μεγαλειώδη και απλή περιγραφή, την οποία ο Χριστός με τέτοια ηρεμία κάνει εδώ (p).
Ματθ. 28,19 πορευθέντες οὖν(1) μαθητεύσατε(2) πάντα τὰ ἔθνη(3), βαπτίζοντες(4) αὐτοὺς(5) εἰς τὸ ὄνομα(6) τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος(7),
Ματθ. 28,19 Λοιπόν, πηγαίνετε τώρα και διδάξατε εις όλα τα έθνη την αλήθειαν. Και αυτούς που θα πιστεύσουν και θα γίνουν μαθηταί σας, βαπτίσατέ τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
(1) Οι έντεκα στέλνονται σε οικουμενική ιεραποστολή και πρέπει να γνωρίζουν, ότι πίσω τους έχουν εξουσία οικουμενική. Οικουμενική εξουσία ανατέθηκε ήδη στον Ιησού Χριστό και από αυτήν προέρχεται η οικουμενική αποστολή της εκκλησίας του (Swete). Αυθεντική γραφή πορευθέντες οὖν (λοιπόν) = «Παίρνοντας θάρρος από την εξουσία που μου δόθηκε» (Ζ). Με την εξουσία μου λοιπόν αυτήν τη βασιλική σας στέλνω σε όλα τα έθνη (δ).
(2) Κάντε μαθητές (δ). «Δεν διέταξε απλώς να βαπτίζουν, αλλά πρώτον, λέει, κάντε μαθητές… έτσι ώστε από τη μαθητεία να γίνει ορθή η πίστη και μαζί με την πίστη να προστεθεί η τελείωση του βαπτίσματος» (Α).
(3) «Λέγοντας όλα τα έθνη, δήλωσε και το γένος των Εβραίων. Διότι είναι Δεσπότης που δεν είναι μνησίκακος (κρατά κακία) σε αυτούς που μετανοούν. Επειδή και όταν αναστήθηκε από τους νεκρούς και συνάντησε τους μαθητές, όχι μόνο δεν θυμήθηκε αυτά που έπαθε από τους Ιουδαίους, αλλά ούτε στον Πέτρο κατηγόρησε την άρνηση, ούτε στους άλλους μαθητές τη φυγή» (Ζ).
(4) Επισφράγιση της μαθητείας είναι το μυστήριο του βαπτίσματος (δ). Το μαθητεύω λοιπόν σημαίνει την διδασκαλία που προηγείται του βαπτίσματος. Σε συνδυασμό μάλιστα με το «να διδάσκετε» που επακολουθεί, είναι εύστοχη η παρατήρηση του Χ. «το μεν (να μαθητεύουν) το παραγγέλλει για τα δόγματα, ενώ το άλλο (το να διδάσκουν) για τις εντολές». «Διαιρώντας δηλαδή σε δύο μέρη τη ζωή των χριστιανών, στο ηθικό μέρος και στην ακρίβεια των δογμάτων, το μεν σωτήριο δόγμα το εξασφάλισε με την παράδοση του βαπτίσματος, ενώ το βίο μας διατάζει να τον κατορθώσουμε με την τήρηση των εντολών του» (Γν).
(5) Ο Conybeare και ο Lake υποστήριξαν ότι η φράση «βαπτίζοντες αὐτοὺς… καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», είναι παλαιότατη παρεμβολή για λόγους δογματικούς σε κάποια αντίγραφα του Ματθαίου και ότι δεν επικράτησε οριστικά να θεωρείται μέρος αυτού του ευαγγελίου παρά μετά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο. Το κύριο επιχείρημά τους είναι, ότι ο Καισαρείας Ευσέβιος συχνά παραθέτει το χωρίο αυτό και συνήθως αποσιωπά τις λέξεις για το βάπτισμα. Αλλά ο Ευσέβιος παραθέτει το στίχο ολόκληρο αναφέροντας και την εντολή να βαπτίζουν στο όνομα της Αγίας Τριάδας, όταν ο σκοπός της συγγραφής του απαιτεί αυτό. Όταν όμως τού χρειάζεται το υπόλοιπο μόνο του στίχου και όχι η εντολή, τότε αποσιωπά αυτήν (p). Ο ίδιος ο Ευσέβιος αναφέρει το στίχο ολόκληρο, ενώ αυτή είναι η γραφή όλων ανεξαιρέτως των χειρογράφων και των μεταφράσεων (L).
(6) Η φράση εἰς τὸ ὄνομα σημαίνει μάλλον την καθιέρωση στο όνομα (L). Το θείο όνομα είναι συχνά ευλαβές συνώνυμο της θείας φύσης, του ίδιου του Θεού. Και το να βαπτίζουν λοιπόν στο όνομα της Τριάδας μπορεί να σημαίνει να βυθίζουν στον άπειρο ωκεανό της θείας τελειότητας. Στο χριστιανικό βάπτισμα η θεία ουσία είναι το στοιχείο μέσα στο οποίο ο βαπτιζόμενος βυθίζεται ή μέσα στο οποίο λούζεται (p). Η τελετή του βαπτίσματος θέτει τους βαπτιζομένους σε κοινωνία με τον Πατέρα και τον Υιό και το Αγιο Πνεύμα, των οποίων έγιναν μαθητές και δούλοι. Το άριστο υπόμνημα των λόγων αυτών θα ήταν το Α΄ Ιωάννου α 3 σε συνδυασμό με το Α΄ Ιωάννου γ 23, 24 (a). Ή, η φράση «στο όνομα» είναι συχνή στις ελληνιστικές επιγραφές και παπύρους, με έννοια οικονομική. Κάποιο ποσό πληρώθηκε στο όνομα κάποιου. Έτσι εδώ, η έννοια είναι να τους βαπτίζετε αυτούς, έτσι ώστε να περιέρχονται στην κατοχή του Πατέρα κλπ. (S). «Ένα όμως είναι το όνομα των τριών, υποδηλώνοντας τη μία φύση της Αγίας Τριάδας» (Ζ). Του Πατέρα, ο οποίος έστειλε τον Υιό του, για να πεθάνει για τον άνθρωπο· του Υιού, ο οποίος παρέδωσε τον εαυτό του σε θάνατο, προσφορά για την αμαρτία· και του Αγίου Πνεύματος που αναγεννά και αγιάζει τις ψυχές των πιστών (ο). «Το βάπτισμά μας είναι… στο όνομα του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Δεν τίθεται μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό κανένα κτίσμα ούτε δούλος, διότι η θεότητα συμπληρώνεται με την Τριάδα» (Β).
(7) Ο ισχυρισμός, ότι ο τύπος του βαπτίσματος, όπως αναφέρεται εδώ, σημειώνει αναπτυγμένο και μεταγενέστερο στάδιο δογματικής πίστης και εκκλησιαστικής πράξης, είναι αβάσιμος. Η πίστη για τη θεότητα ως Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα είναι τόσο παλαιά, όσο και η ίδια η χριστιανική κοινωνία. Για το ότι ο θείος Παύλος εισηγείται αυτήν, δες Α΄ Κορ. ιβ 4-6, Β΄ Κορ. ιγ 13. Ως προς τον Πέτρο δες Α΄ Πέτρ. α 2 και ως προς τον Ιωάννη Α΄ Ιωάννου γ 23, 24 και σε πολλά σημεία στο ευαγγέλιό του (a). Αλλά υπάρχουν και άλλα χωρία, τα οποία μπορούν να προστεθούν: Β΄ Θεσ. β 13-15, Εφεσ. β 18, γ 14-17, Εβρ. στ 4-6, Α΄ Ιω. δ 2, Ιούδα 20, 21 (p)
Ματθ. 28,2 διδάσκοντες(1) αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην(2) ὑμῖν· καὶ(3) ἰδοὺ ἐγὼ(4) μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι(5) πάσας(6) τὰς ἡμέρας ἕως(7) τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος(8). Ἀμήν(9).
Ματθ. 28,20 Διδάσκοντες αυτούς να τηρούν όλας τας εντολάς, που εγώ σας έχω δώσει. Και ιδού, εγώ θα είμαι μαζή σας όλας τας ημέρας, μέχρις ότου λάβη τέλος ο αιών αυτός. Αμήν.
(1) Η διαίρεση τω στίχων (19,20) δεν είναι πολύ επιτυχής. Το διδάσκοντες… ἐνετειλάμην ὑμῖν, ανήκει προφανώς στο στίχο 19. Είναι μέρος της μεγάλης εντολής που δόθηκε στους Αποστόλους. Οι Απόστολοι οφείλουν να κάνουν μαθητές όλους τους ανθρώπους, να βαπτίσουν αυτούς και να τους διδάξουν. Και ακολουθεί στο τρίτο τμήμα της εντολής αυτής η μεγάλη υπόσχεση ότι ο Ιησούς θα είναι μαζί τους αιώνια (p). Το «να διδάσκετε» «είναι παραγγελία για τον τρόπο της ζωής. Διότι δεν αρκεί το βάπτισμα και τα δόγματα, εάν δεν συμβαδίζει και ο τρόπος της ζωής» (Ζ). Το διδάσκοντες αναφέρεται στο κήρυγμα το θρησκευτικό και ηθικό των εντολών, τις οποίες ο Κύριος έδωσε συμπληρώνοντας τον ηθικό νόμο και εμφανίζοντάς τον ακόμη τελειότερο (L). Μετά το βάπτισμα απαιτείται πολλή πρόσθετη διδασκαλία, μάλιστα για τους εθνικούς, που αγνοούν τη διδασκαλία της Π.Δ. (p).
(2) Ο Κύριος δεν δίνει την Π.Δ. στους Αποστόλους του ως πηγή της διδασκαλίας, την οποία πρέπει να παρέχουν στους νέους μαθητές. Βάση της διδασκαλίας τους πρέπει να είναι: «όλα όσα σας διέταξα». Και εναντίον του κινδύνου της λησμοσύνης τους υποσχέθηκε ήδη σε αυτούς, ότι «εκείνος (το Πνεύμα το Αγιο) θα σας διδάξει τα πάντα και θα σας υπενθυμίσει όλα όσα σας είπα» Ιω. ιδ 26 (p). «Να τους διδάσκετε όχι άλλα μεν να τα τηρούν, ενώ άλλα να τα αμελούν, αλλά να τηρούν ό λ α όσα σας διέταξα» (Β).
(3) «Επειδή τους διέταξε μεγάλα πράγματα, για να τονώσει το φρόνημά τους» (Χ), και «και για να βάλει μέσα τους περισσότερο θάρρος, είπε: Να, εγώ θα είμαι μαζί σας και θα συμπράττω και θα εξομαλύνω κάθε εμπόδιο και θα σας φυλάω» (Ζ).
(4) Εγώ ο βασιλιάς και κύριος όλων (δ). Με έμφαση η αντωνυμία μπαίνει μπροστά δηλώνοντας ότι όχι κάποιος άλλος αλλά ο ίδιος ο αναστημένος Κύριος και βασιλιάς θα είναι ο συμπαραστάτης τους και σύμμαχος (p).
(5) Υπόσχεται παρουσία και βοήθεια καθαρά πνευματική (L). «Διότι αν και αναχωρεί σωματικά για να σταθεί δίπλα στον Πατέρα μεσιτεύοντας για εμάς… αλλά κατοικεί μέσα στους αξίους μέσω του Πνεύματος και είναι μαζί με τους αγίους για πάντα» (Κ). Η επίπονη και υπερβολικά βαριά αποστολή του να μαθητεύσουν όλα τα έθνη, μπορούσε να γεννήσει στους Αποστόλους το ερώτημα: Και για αυτά ποιός είναι ικανός; (Β΄ Κορ. β 16). Η απάντηση είναι: «Όλα τα μπορώ, με το Χριστό που με ενδυναμώνει» (Φιλιπ. δ 13). Όπως λοιπόν η μεγάλη αποστολή απαιτεί μεγάλες θυσίες και κόπους, έτσι και μεγάλες είναι οι υποσχέσεις που την συνοδεύουν: «Να, εγώ θα είμαι μαζί σας όλες τις ημέρες» (p). «Μη μου αναφέρετε δηλαδή, λέει, τη δυσκολία των πραγμάτων· διότι εγώ είμαι μαζί σας, ο οποίος τα κάνω τα πάντα εύκολα. Αυτό και στους προφήτες το έλεγε στην Παλαιά Διαθήκη συνεχώς, και στον Ιερεμία που πρόβαλλε (ως δικαιολογία) τη νεότητα και στο Μωϋσή και στον Ιεζεκιήλ οι οποίοι αρνούνταν, εγώ, τους λέει, είμαι μαζί σας. Αυτό λέει και εδώ σε αυτούς» (Χ).
(6) Ούτε μία καν ημέρα θα μείνει χωρίς τη βοήθεια και συμπαράστασή μου.
(7) «Το είπε αυτό όχι επειδή μετά από αυτό δεν θα είναι μαζί τους, αλλά επειδή δεν θα είναι με αυτόν τον τρόπο, αλλά θα είναι με τρόπο υψηλότερο και πιο θεοπρεπή από ό,τι τώρα» (Ζ). Τότε δεν θα έχουν πλέον ανάγκη την βεβαίωση, ότι είναι μαζί τους, για να τους βοηθάει στο έργο τους, διότι αυτό θα έχει πλέον συντελεστεί και «θα τον δουν όπως ακριβώς είναι» (Α΄ Ιω. γ 2) (p)
(8) «Δεν είπε όμως ότι θα είναι μόνο με εκείνους, αλλά και μαζί με όλους οι οποίοι θα πιστέψουν μετά από εκείνους. Διότι δεν επρόκειτο βεβαίως να παραμείνουν μέχρι τη συντέλεια του αιώνος οι Απόστολοι· αλλά σαν σε ένα σώμα μιλά στους πιστούς» (Χ), «και μέσω αυτών που ζούσαν τότε, υποσχέθηκε αυτή τη χάρη και στους μετέπειτα» (Ζ). «Τους υπενθυμίζει όμως και τη συντέλεια, για να τους ελκύσει (ενθαρρύνει) περισσότερο, και να μην βλέπουν μόνο τα παρόντα δεινά, αλλά και τα μελλοντικά αγαθά, τα απέραντα. Διότι τα μεν λυπηρά, λέει, τα οποία θα υποστείτε, θα καταργηθούν μαζί με την παρούσα ζωή, όταν θα φτάσει στο τέλος και αυτός ο αιώνας· ενώ τα αγαθά, τα οποία θα απολαύσετε, μένουν αθάνατα» (Χ).
(9) Η λέξη παραλείπεται στους αλεξανδρινούς μεγαλογράμματους κώδικες, και φαίνεται να είναι λειτουργική προσθήκη. «Δεν αναλήφθηκε αμέσως στον ουρανό, αλλά μετά από κάποιο καιρό, όπως μπορούμε να καταλάβουμε από τους άλλους ευαγγελιστές. Διότι από την ανάστασή του μέχρι την ανάληψη παρουσιαζόταν στους μαθητές για σαράντα μέρες· έπειτα από το βουνό στην Ιουδαία, που ονομαζόταν βουνό του ελαιώνα αναλήφθηκε, όπως αναλύει το βιβλίο των αποστολικών Πράξεων» (Ζ).
Σημείωση: Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με την προϋπόθεση της ρητής αναφοράς στην ιστοσελίδα προέλευσης www.sostis.gr και στα ονόματα του συγγραφέα των υπομνημάτων και του μεταφραστή τους.
ΣΤ' Διδασκαλία
ΓΙΑ ΤΟ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΡΙΝΟΥΜΕ
ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ ΜΑΣ
69.-. Άν θυμόμασταν, αδελφοί μου, τα λόγια των αγίων Γερόντων, αν τα μελετούσαμε, δύσκολα θα πέφταμε στην αμαρτία, δύσκολα θα παραμελούσαμε τους εαυτούς μας. Γιατί, αν, όπως ακριβώς μας συμβούλευσαν εκείνοι, δεν καταφρονούσαμε τα μικρά και όσα θεωρούμε ασήμαντα, δεν θα φθάναμε να πέσουμε στα μεγάλα και βαριά. Πάντοτε σας λέω, ότι από αυτά τα μικρά, δηλαδή από το να λέμε «τι σημασία έχει αυτό, τι σημασία έχει εκείνο;» κακοσυνηθίζει η ψυχή και αρχίζει να μην δίνει σημασία και στα μεγάλα. Ξέρεις πόσο μεγάλη αμαρτία είναι να κρίνεις τον πλησίον; Πραγματικά, τι μπορεί να είναι βαρύτερο απ’ αυτό; Τι άλλο μισεί τόσο πολύ και αποστρέφεται ο Θεός σαν την κατάκριση; Όπως ακριβώς είπαν και οι Πατέρες, δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα απ’ αυτή.
Και όμως λένε ότι απ’ αυτά τα μικροπράγματα φθάνει κανείς σ’ αυτό το τόσο μεγάλο κακό. Από το να δεχθεί μιά μικρή υποψία για τον πλησίον, από το να λέει «τι σημασία έχει αν ακούσω τι λέει αυτός ο αδελφός ή τι πάει να κάνει αυτός ο ξένος;», αρχίζει ο νούς να αφήνει τις δικές του αμαρτίες και να απασχολείται με τη ζωή του πλησίον. Από εκεί φθάνει κανείς στην κατάκριση, στην καταλαλιά, στην εξουδένωση. Από εκεί πέφτει σε όσα κατακρίνει. Επειδή δεν φροντίζει για τις δικές του κακίες, επειδή δεν κλαίει, όπως είπαν οι Πατέρες, τον πεθαμένο εαυτό του, δεν μπορεί σε τίποτε απολύτως να διορθώσει τον εαυτό του, αλλά πάντοτε απασχολείται με τον πλησίον. Και τίποτα δεν παροργίζει τόσο τον Θεό, τίποτα δεν ξεγυμνώνει τόσο τον άνθρωπο και δεν τον οδηγεί στην εγκατάλειψη, όσο η καταλαλιά, η κατάκριση και η εξουδένωση του πλησίον.
70. Γιατί άλλο πράγμα είναι η καταλαλιά και άλλο η κατάκριση και άλλο η εξουδένωση. Καταλαλιά είναι το να διαδίδεις με λόγια τις αμαρτίες και τα σφάλματα του πλησίον. Π.χ. ο τάδε είπε ψέματα ή οργίστηκε ή πόρνευσε ή κάτι τέτοιο έκαμε. Λέγοντας όλα αυτά, ήδη κανείς «καταλαλεί», δηλαδή μιλάει με εμπάθεια εναντίον κάποιου, συζητάει με εμπάθεια για το αμάρτημα κάποιου.
Κατάκριση είναι το να κατηγορήσει κανείς τον ίδιο τον άνθρωπο λέγοντας ότι αυτός είναι ψεύτης, είναι οργίλος, είναι πόρνος. Γιατί έτσι κατέκρινε την ίδια την διάθεση της ψυχής του και έβγαλε συμπέρασμα για όλη τη ζωή του, λέγοντας ότι είναι τέτοια η ζωή του, τέτοιος είναι αυτός και σαν τέτοιο τον κατέκρινε. Και αυτό είναι πολύ μεγάλη αμαρτία. Γιατί άλλο είναι να πεί κανείς ότι κάποιος οργίστηκε και άλλο να πεί ότι κάποιος είναι οργίλος και να βγάλει συμπέρασμα, όπως είπα, για όλη του τη ζωή. Και τόσο πιό βαριά από κάθε άλλη αμαρτία είναι η κατάκριση, ώστε και ο ίδιος ο Χριστός να φθάσει να πεί: «Υποκριτή, βγάλε πρώτα από το μάτι σου το δοκάρι και τότε κοίταξε να βγάλεις και την αγκίδα από το μάτι του αδελφού σου.» (Λουκ. 6,42). Και παρομοίωσε την μεν αμαρτία του πλησίον με αγκίδα, την δέ κατάκριση με το δοκάρι. Τόσο πολύ βαριά είναι η κατάκριση, που ξεπερνά σχεδόν κάθε άλλη αμαρτία. Και εκείνος ο Φαρισαίος της παραβολής, όταν προσευχόταν και ευχαριστούσε τον Θεό για τα κατορθώματά του, δεν έλεγε ψέματα, αλλά αλήθεια. Δεν κατακρίθηκε βέβαια γιατί ευχαρίστησε τον Θεό. Γιατί έχουμε χρέος να ευχαριστούμε τον Θεό, αν ποτέ αξιωθούμε να κάνουμε κάτι καλό, επειδή αυτός συνεργάστηκε μαζί μας και μας βοήθησε. Γι’αυτό, όπως είπα, δεν κατακρίθηκε επειδή είπε: «δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους» - δηλαδή δεν κάνω αυτά που κάνουν οι άλλοι άνθρωποι ή κάνω μερικά πράγματα που οι άλλοι δεν τα κάνουν – (Λουκ. 18,11), αλλά κατακρίθηκε όταν γύρισε το βλέμμα του στον Τελώνη και είπε: «Ούτε σαν αυτόν εδώ τον Τελώνη». Τότε αμάρτησε, γιατί μ’αυτό τον τρόπο τον κατέκρινε ως πρόσωπο, κατέκρινε τη διάθεση της ψυχής του. Και μ’ένα λόγο, κατέκρινε ολόκληρη την ζωή του. Και γι’ αυτό ο τελώνης έφυγε από το Ναό περισσότερο δικαιωμένος απ’ αυτόν.
71.-. Πραγματικά, τίποτα δεν είναι πιό βαρύ, τίποτα πιό επιζήμιο, όπως πολλές φορές λέω, από το να κατακρίνει κανείς ή να εξουδενώνει τον πλησίον. Γιατί να μην κατακρίνουμε τους εαυτούς μας και τα ελαττώματα μας, που τα ξέρουμε πολύ καλά και που γι’ αυτά θα δώσουμε λόγο στον Θεό; Γιατί αρπάζουμε την κρίση από τον Θεό; Τι ζητάμε από το πλάσμα Του; Αλήθεια! Δεν πρέπει να τρέμουμε όταν ακούμε τι συνέβη στον μεγάλο εκείνον Γέροντα, που, όταν άκουσε ότι κάποιος αδελφός έπεσε σε πορνεία, είπε: «Άχ! Έκανε άσχημα»! Δεν ξέρετε τι φρικτό πράγμα αναφέρει γι’αυτόν το Γεροντικό; Δεν λέει ότι πήγε ο άγιος Άγγελος την ψυχή του αδελφού που αμάρτησε σ’αυτόν και του είπε: «Νά, αυτός που κατέκρινες, “κοιμήθηκε”. Που λοιπόν προστάζεις να τον βάλω, στη Βασιλεία του Θεού ή στην κόλαση»; Υπάρχει τίποτα φοβερότερο απ’ αυτό το βάρος; Τι άλλο σημαίνει ο λόγος του Αγγέλου στον Γέροντα, παρά σαν να του έλεγε: «Επειδή εσύ είσαι ο κριτής των δικαίων και των αμαρτωλών, πες μου τι προστάζεις γι’ αυτή την ταπεινή ψυχή; Της δίνεις χάρη; Την καταδικάζεις»; Ωστέ να μείνει έκπληκτος ο άγιος εκείνος Γέροντας και να περάσει όλη την υπόλοιπη ζωή του με στεναγμούς, με δάκρυα, με αμέτρητους κόπους, παρακαλώντας τον Θεό να τον συγχωρέσει γι’ αυτήν του την αμαρτία. Και αυτά συνέβησαν αφού πρόσπεσε στα πόδια του Αγγέλου και πήρε συγχώρεση. Γιατί, λέγοντας ο Άγγελος «νά, ο Θεός σου έδειξε πόσο μεγάλο είναι το βάρος της κατακρίσεως, μην το ξανακάνεις», σημαίνει ότι ο Θεός τον συγχώρεσε. Και όμως δεν επέτρεψε στην ψυχή του να χάσει ποτέ τη συντριβή γι’ αυτό το αμάρτημα, μέχρι που πέθανε.
72.-. Λοιπόν, τι ζητάμε και εμείς από τον πλησίον; Γιατί θέλουμε να πάρουμε επάνω μας τα βάρη των άλλων; Εμείς έχουμε τι να φροντίσουμε, αδελφοί μου. Καθένας ας έχει τον νού του στον εαυτό του και στις αμαρτίες του. Μόνο ο Θεός μπορεί είτε να δικαιώσει είτε να κατακρίνει τον καθένα, γιατί Αυτός μόνο ξέρει του καθενός την κατάσταση και τη δύναμη και το περιβάλλον και τα χαρίσματα και την ιδιοσυγκρασία και τις ιδιαίτερες ικανότητές του και κρίνει σύμφωνο μ’όλα αυτά, όπως αυτός μόνο γνωρίζει. Διαφορετικά βέβαια κρίνει ο Θεός τα έργα του επισκόπου και διαφορετικά του άρχοντα, αλλιώς του ηγουμένου και αλλιώς του υποτακτικού, αλλιώς του νέου και αλλιώς του γέρου, αλλιώς του αρρώστου και αλλιώς του γερού. Και ποιός μπορεί να κρίνει σύμφωνα μ’ αυτές τις προϋποθέσεις, παρά μόνο Αυτός που δημιούργησε τα πάντα, Αυτός που έπλασε τα πάντα και γνωρίζει τα πάντα;
73.-. Θυμάμαι ότι άκουσα πως κάποτε συνέβη κάτι σχετικό με το θέμα αυτό. Ένα πλοίο γεμάτο σκλάβους αγκυροβόλησε κοντά σε μία πόλη. Ζούσε δέ σ’ εκείνη την πόλη μία μοναχή με πολύ άγια ζωή και πολλή προσοχή στον εαυτό της. Όταν έμαθε ότι άραξε το πλοίο εκείνο, χάρηκε, γιατί ήθελε να αγοράσει ένα πολύ-πολύ μικρό κοριτσάκι. Επειδή σκέφτηκε: «Θα την πάρω και θα την αναθρέψω όπως θέλω, για να μη μάθει ποτέ από την κακία του κόσμου». Έστειλε λοιπόν και κάλεσε τον καραβοκύρη του πλοίου εκείνου και έμαθε ότι είχε δύο πολύ μικρά κοριτσάκια, όπως ακριβώς τα ήθελε η μοναχή. Και αμέσως με χαρά δίνει το αντίτιμο και παίρνει το ένα κοριτσάκι μαζί της. Μόλις λοιπόν κατέβηκε ο καραβοκύρης από το μέρος που κατοικούσε εκείνη η αγία, μόλις λίγο απομακρύνθηκε, τον συναντά μια κακόφημη και μολυσμένη γυναίκα και βλέπει το άλλο κοριτσάκι που ήταν μαζί του. Της ήρθε τότε η επιθυμία να το αγοράσει και το αγόρασε. Συμφώνησε, έδωσε το αντίτιμο και έφυγε παίρνοντάς το μαζί της.
Βλέπετε το μυστήριο του Θεού, βλέπετε «ανεξιχνίαστη βουλή»; Ποιός μπορεί να το εξηγήσει; Πήρε λοιπόν η αγία εκείνη μοναχή το κοριτσάκι εκείνο και το ανέθρεψε με φόβο Θεού, συνηθίζοντάς το σε κάθε καλή πράξη, διδάσκοντάς το κάθε λεπτομέρεια της μοναχικής πολιτείας και κάνοντάς το να γνωρίσει το άρωμα που πηγάζει από την τήρηση των αγίων εντολών του Θεού. Πήρε και η κακόφημη τη δύστυχη εκείνη μικρή και την έκανε όργανο του διαβόλου. Γιατί, τι άλλο μπορούσε να τη διδάξει η ακόλαστη εκείνη, παρά το πως να καταστρέψει την ψυχή της; Τι μπορούμε λοιπόν να πούμε για τη φοβερή αυτή βουλή του Θεού; Και οι δύο ήταν μικρές και οι δύο πουλήθηκαν, χωρίς να ξέρουν που πάνε. Και βρέθηκαν η μία στα χέρια του Θεού και η άλλη έπεσε στα χέρια του διαβόλου. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι, αν κάτι απαιτεί από τη μία ο Θεός, το περιμένει και από την άλλη; Πως είναι δυνατόν; Αν λοιπόν πέσουν και οι δύο στην πορνεία ή σε κάποιο άλλο παράπτωμα, είναι ποτέ δυνατόν να πούμε ότι θα κριθούν με το ίδιο μέτρο, έστω και αν ακόμα πέσουν στο ίδιο σφάλμα; Πως είναι δυνατόν; Η μιά έμαθε όλα τα σχετικά με την Κρίση, έμαθε τα πάντα για τη Βασιλεία του Θεού, ζώντας μέρα-νύχτα με το λόγο του Θεού. Η άλλη, η ταλαίπωρη, ποτέ δεν έμαθε ή δεν άκουσε τίποτα καλό, αλλά, αντίθετα, όλα τα αισχρά, όλα τα διαβολικά. Πως λοιπόν μπορεί να απαιτήσει κανείς και από τις δύο την ίδια ακρίβεια;
74.-. Λοιπόν, τίποτε απολύτως δεν μπορεί να ξέρει ο άνθρωπος από τις βουλές του Θεού. Μόνο αυτός είναι εκείνος που καταλαβαίνει τα πάντα και είναι σε θέση να κρίνει τον καθένα, όπως μόνο Αυτός γνωρίζει. Πραγματικά, συμβαίνει να κάνει κάποιος αδελφός μερικά πράγματα με απλότητα. *(Η «απλότητα», όπως διδάσκει η δογματική, είναι ιδιότητα του Θεού. Ο άνθρωπος που έχει κατακτήσει την απλότητα, έχει γίνει ήδη θεοειδής. Έχει εδραιωμένη την απάθεια, την αγαθότητα και την αγάπη. Άνθρωπος εγωκεντρικός, δίβουλος και ανειρήνευτος δεν είναι δυνατόν να είναι απλός, αν και, σε ορισμένες περιστάσεις, μπορεί να μιμείται τις εξωτερικές εκδηλώσεις των απλών. Τότε βέβαια υποκρίνεται και είναι πολύ επικίνδυνος). Αυτή όμως η απλότητα ευαρεστεί τον Θεό περισσότερο από ολόκληρη τη δική σου ζωή. Και συ κάθεσαι και τον κατακρίνεις και κολάζεις την ψυχή σου; Και, αν κάποτε υποκύψει στην αμαρτία, πως μπορείς να ξέρεις πόσο αγωνίστηκε και πόσο αίμα έσταξε, πριν κάνει το κακό, ώστε να φθάνει να μοιάζει η αμαρτία του σχεδόν σαν αρετή στα μάτια του Θεού; *(Όσο είναι δύσκολο να είναι κανείς δίκαιος, άλλο τόσο δύσκολο είναι να απονέμει δικαιοσύνη. Για τον λόγο αυτό ο μοναχός (και κάθε πνευματικός άνθρωπος) που αγωνίζεται, οφείλει να αποθέτει την απονομή της δικαιοσύνης είτε στους ανθρώπους που έχουν επιφορτιστεί με αυτό το καθήκον, είτε στον Θεό. Έτσι προσπαθεί στις διαπροσωπικές σχέσεις του να έχει τη βάση της φιλαδελφίας και του ελέους. Άλλωστε και ο ίδιος ο Κύριος διακήρυξε «δεν ήλθα για να κρίνω, αλλά για να σώσω τον κόσμο» (Ιωάν. 12,47). ) Γιατί ο Θεός βλέπει τον κόπο του και τη θλίψη που δοκίμασε, όπως είπα, πριν να κάνει το κακό, και τον ελεεί και τον συγχωρεί. Και ο μέν Θεός τον ελεεί, ενώ εσύ τον κατακρίνεις και χάνεις την ψυχή σου; Που ξέρεις ακόμα και πόσα δάκρυα έχυσε γι’ αυτό ενώπιον του Θεού; Και συ μέν έμαθες την αμαρτία, δεν ξέρεις όμως και την μετάνοια.
Μερικές φορές μάλιστα δεν κατακρίνουμε μόνο, αλλά και εξουδενώνουμε. Γιατί άλλο είναι, όπως είπα, η κατάκριση και άλλο η εξουδένωση. Εξουδένωση είναι όταν, όχι μόνο κατακρίνει κανείς κάποιον, αλλά και τον εκμηδενίζει, σαν να τον αποστρέφεται και να τον σιχαίνεται σαν κάτι αηδιαστικό. Αυτό είναι ακόμα χειρότερο και πολύ πιο καταστρεπτικό από την κατάκριση.
75.-. Όσοι όμως θέλουν να σωθούν, δεν προσέχουν καθόλου τα ελαττώματα του πλησίον, αλλά προσέχουν τις δικές τους αδυναμίες και έτσι προκόβουν. Σαν εκείνον που είδε τον αδελφό του να αμαρτάνει και στενάζοντας βαθιά είπε: «Αλλοίμονό μου, γιατί σήμερα πέφτει αυτό, οπωσδήποτε αύριο θα πέσω εγώ». Βλέπεις με ποιό τρόπο επιδιώκει τη σωτηρία του, πως προετοιμάζει τη ψυχή του; Πως κατάφερε να ξεφύγει αμέσως από την κατάκριση του αδελφού του; Γιατί, λέγοντας ότι «οπωσδήποτε θα αμαρτήσω και εγώ αύριο», έδωσε την ευκαιρία στον εαυτό του να ανησυχήσει και να φροντίσει για τις αμαρτίες που επρόκειτο δήθεν να κάνει. Και μ’ αυτό τον τρόπο ξέφυγε την κατάκριση του πλησίον. Και δεν αρκέσθηκε μέχρις εδώ, αλλά κατέβασε τον εαυτό του χαμηλότερα απ’ αυτόν που αμάρτησε λέγοντας: «Και αυτός μέν μετανοεί για την αμαρτία του, εγώ όμως δεν είναι σίγουρο ότι θα μετανοήσω, δεν είναι σίγουρο ότι θα τα καταφέρω, δεν είναι σίγουρο ότι θα έχω τη δύναμη να αλλάξω ζωή».
Βλέπεις το φωτισμό της θείας αυτής ψυχής; Γιατί, όχι μόνο κατάφερε να ξεφύγει από την κατάκριση του πλησίον, αλλά έβαλε τον εαυτό της πιό κάτω απ’ αυτόν. Και εμείς οι άθλιοι, εντελώς αδιάκριτα, κατακρίνουμε, αποστρεφόμαστε, εξευτελίζουμε, αν δούμε ή αν ακούσουμε ή αν υποψιαστούμε κάτι. Και το χειρότερο είναι ότι δεν σταματάμε μέχρι τη ζημιά που κάνουμε στον εαυτό μας, αλλά συναντάμε και άλλον αδελφό και αμέσως του λέμε: «Αυτό και αυτό έγινε». Και του κάνουμε κακό, βάζοντας στην καρδιά του αμαρτίες. Και δεν φοβόμαστε τον προφήτη Αββακούμ που είπε: «Αλλοίμονο σ’ εκείνον που ποτίζει τον αδελφό του με κρασί που θολώνει το μυαλό» (Αβ. 2,15). *(Ανατροπή θολερά (Αββακούμ Β,15). Η αναφορά του χωρίου τούτου στο θέμα της καταλαλιάς από τον αββά Δωρόθεο, φανερώνει την επίδραση της αλληγορικής ερμηνευτικής σχολής. Στην Π. Δ. Ο Προφήτης αποκαλύπτει την εχθρική δραστηριότητα των Ασσυρίων που είχαν ως μέθοδο να μεθούν τους αντιπάλους τους, ώστε να μπορούν ανενόχλητα να τους κατασκοπεύουν. Στην περίπτωση του Πατερικού λόγου, τη θέση των Ασσυρίων την παίρνει ο διάβολος και ο αδελφός που καταλαλεί. Τη θέση του οίνου την παίρνει η καταλαλιά (το περιεχόμενό της) και τη θέση των θυμάτων την έχουν οι αδελφοί της Μονής, που με τον τρόπο αυτό ενεργούν με εμπάθεια και υπονομεύουν την πνευματικότητα και την ασφάλεια της Αδελφότητάς τους.) Αλλά, ενώ κάνουμε διαβολικό έργο, δεν ανησυχούμε κιόλας. Γιατί, τι άλλο έχει να κάνει ο διάβολος από το να ταράζει και να βλάπτει; Και γινόμαστε συνεργάτες των δαιμόνων και για τη δική μας καταστροφή και για του πλησίον. Γιατί αυτός που βλάπτει μιά ψυχή, βοηθά στο έργο των δαιμόνων. Όπως ακριβώς και αυτός που ωφελεί μιά ψυχή, συνεργάζεται με τους αγίους Αγγέλους.
76.-. Από ποιόν άλλο λόγο τα παθαίνουμε αυτά, παρά από το ότι δεν έχουμε αγάπη; Γιατί, αν είχαμε αγάπη και συμπαθούσαμε και πονούσαμε τον πλησίον μας, δεν θα είχαμε τον νού μας στα ελαττώματα του πλησίον, όπως ακριβώς λέει ο απόστολος Πέτρος: «Η αγάπη σκεπάζει πλήθος αμαρτιών» (Α’ Πέτρ. 4,8). Και όπως λέει επίσης ο απόστολος Παύλος: «Η αγάπη δεν βάζει στο νού της το κακό, όλα τα σκεπάζει» κ.τ.λ. (Α’ Κορ. 13,5-6). Και εμείς λοιπόν, όπως είπα, αν είχαμε αγάπη, η ίδια η αγάπη θα σκέπαζε κάθε σφάλμα, όπως ακριβώς κάνουν οι άγιοι όταν βλέπουν τα ελαττώματα των ανθρώπων. Γιατί μήπως είναι τυφλοί οι άγιοι και δεν βλέπουν τα αμαρτήματα; Και ποιός μισεί τόσο πολύ την αμαρτία όσο οι άγιοι; Και όμως δεν μισούν εκείνον που αμαρτάνει, ούτε τον κατακρίνουν, ούτε τον αποστρέφονται, αλλά υποφέρουν μαζί του, τον συμβουλεύουν τον παρηγορούν, τον γιατρεύουν ως άρρωστο μέλος του σώματός τους. Κάνουν τα πάντα για να τον σώσουν. Όπως ακριβώς κάνουν οι ψαράδες. Όταν ρίχνουν το αγκίστρι στη θάλασσα και πιάνουν μεγάλο ψάρι και καταλαβαίνουν ότι χτυπιέται δυνατά και κουνιέται πέρα-δώθε, δεν το τραβάνε αμέσως και απότομα – γιατί κόβεται η πετονιά και χάνεται τελείως το ψάρι – αλλά με εξυπνάδα χαλαρώνουν την πετονιά και το αφήνουν να πάει όπου θέλει. Και όταν καταλάβουν ότι εξαντλήθηκαν οι δυνάμεις του και ησύχασε η ορμή του, τότε αρχίζουν πάλι σιγά-σιγά να το τραβούν. Έτσι και οι άγιοι. Με τη μακροθυμία και την αγάπη τραβούν τον αδελφό και δεν τον απωθούν, ούτε τον σιχαίνονται. Και όπως η μητέρα που έχει άσχημο παιδί, δεν το σιχαίνεται, ούτε το αποφεύγει, αλλά με ευχαρίστηση το στολίζει και κάνει ό,τι μπορεί για να το ομορφύνει, έτσι κάνουν πάντα και οι άγιοι: Σκεπάζουν, στολίζουν, φροντίζουν, ώστε και αυτόν που αμαρτάνει να διορθώσουν, την κατάλληλη στιγμή, και να μην αφήσουν να πάθει και κανένας άλλος κακό εξαιτίας του, αλλά και οι ίδιο να προκόψουν περισσότερο στην αγάπη του Χριστού.
Τι έκανε ο αββάς Αμμωνάς όταν ήλθαν εκείνοι οι αδελφοί ταραγμένοι και του είπαν «έλα να δείς, Γέροντα, ότι βρίσκεται γυναίκα στο κελλί αυτού εδώ του αδελφού»; Πόσο μεγάλη ευσπλαχνία έδειξε! Πόση αγάπη είχε η αγία εκείνη ψυχή! Επειδή βέβαια κατάλαβε ότι έκρυψε ο αδελφός τη γυναίκα μέσα στο πιθάρι, πήγε και κάθισε πάνω απ’ αυτό και τους είπε να ψάξουν σ’ όλο το κελλί. Και αφού δεν την βρήκαν, τους λέει: «Ο Θεός να σας συγχωρέσει». Και τους ντρόπιασε και τους βοήθησε να μην πιστεύουν εύκολα κατηγορίες για τον πλησίον. Και επιπλέον συνέτισε και εκείνον, επειδή όχι μόνο κάλυψε, μετά τον Θεό, την αμαρτία του, αλλά και επειδή τον διόρθωσε, μόλις βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία. Γιατί μόνο που του κράτησε το χέρι, αφού έβγαλε όλους τους άλλους έξω, και του είπε «φρόντισε για την ψυχή σου, αδελφέ μου», αμέσως ντράπηκε, ήρθε σε συναίσθηση και κατανύχθηκε ο αδελφός. Αμέσως επέδρασε στην ψυχή του η φιλανθρωπία και η συμπάθεια του Γέροντα.
77.-. Ας αποκτήσουμε λοιπόν και εμείς αγάπη, ας αποκτήσουμε ευσπλαχνία για τον πλησίον. Και έτσι θα αποφεύγουμε να καταλαλούμε, να κατακρίνουμε, να εξουδενώνουμε τους άλλους. Ας βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον σαν να είμαστε μέλη του ίδιου σώματος. Ποιός είναι εκείνος που, επειδή έχει μιά πληγή στο χέρι του ή στο πόδι του ή σε κάποιο άλλο μέλος του σώματός του, σιχαίνεται τον εαυτό του ή κόβει το μέλος του, έστω και αν ακόμα σαπίσει, και δεν προσπαθεί μάλλον να το καθαρίσει, να το πλύνει, να βάλει έμπλαστρα, να το σταυρώσει, να το ραντίσει με αγιασμό, να προσευχηθεί, να παρακαλέσει τους Αγίους να μεσιτεύσουν γι’ αυτόν, όπως ακριβώς έλεγε ο αββάς Ζωσιμάς; Και με λίγα λόγια, δεν εγκαταλείπει, δεν σιχαίνεται το μέλος του, ούτε τη βρωμιά του, αλλά κάνει όλα όσα μπορεί για να το γιατρεύσει; Έτσι έχουμε και εμείς χρέος να υποφέρουμε με όσους υποφέρουν, να τους συμπαραστεκόμαστε, όσο μπορούμε – και εμείς οι ίδιοι και με τη βοήθεια άλλων πιο δυνατών στην πνευματική ζωή – να επινοούμε και να μεταχειριζόμαστε όλα τα μέσα, για να βοηθήσουμε και τους εαυτούς μας και τους αδελφούς μας. Γιατί είμαστε ο ένας μέλος του άλλου, όπως λέει ο Απόστολος (Ρωμ. 12,5). Και αφού «είμαστε όλοι ένα σώμα, και καθένας μέλος του άλλου, τότε αν υποφέρει ένα μέλος, υποφέρουν ταυτόχρονα όλοι» (Α’ Κορ. 12,26). Τι νομίζετε ότι είναι τα Κοινόβια; Δεν καταλαβαίνετε ότι είναι ένα σώμα όλοι και ο καθένας μέλος του άλλου; Εκείνοι μέν που ασχολούνται με τη διοίκηση της Μονής, είναι το κεφάλι. Εκείνοι που προσέχουν και διορθώνουν, είναι τα μάτια. Όσοι ωφελούν τους άλλους με το λόγο, είναι το στόμα. Τα αυτιά είναι εκείνοι που κάνουν υπακοή. Τα χέρια είναι αυτοί που εργάζονται. Πόδια είναι οι αποκρισάριοι και όσοι έχουν διακονήματα. Είσαι κεφάλι; Διοίκησε. Είσαι μάτι; Πρόσεχε, κατάλαβε καλά. Είσαι στόμα; Μίλησε, ωφέλησε. Είσαι αυτί; Κάνε υπακοή. Είσαι χέρι; Δούλεψε. Είσαι πόδι; Κάνε το διακόνημά σου. Καθένας ας υπηρετήσει το σώμα ανάλογα με τη δύναμή του. Και φροντίστε πάντοτε να βοηθά ο ένας τον άλλον, είτε διδάσκοντας και βάζοντας το λόγο του Θεού στην καρδιά του αδελφού, είτε παρηγορώντας, όταν ο άλλος είναι λυπημένος, είτε δίνοντας ένα χέρι και βοηθώντας τον αδελφό. Και με λίγα λόγια, όλοι μαζί και καθένας χωριστά, όπως είπα, ανάλογα με τη δύναμή του, φροντίστε να ενωθείτε μεταξύ σας. Γιατί, όσο ενώνεται κανείς με τον πλησίον, τόσο περισσότερο ενώνεται με τον Θεό.
78.-. Θα σας πώ ένα παράδειγμα από τους Πατέρες, για να καταλάβετε καλά τη δύναμη που έχει αυτός ο λόγος. Ας υποθέσουμε ότι είναι ένας κύκλος πάνω στη γή, σαν ένα στρογγυλό χάραγμα, γινωμένο με διαβήτη και έχοντας ένα κέντρο. Κέντρο ονομάζεται το μέσον του κύκλου. Προσέξτε τι εννοώ: Ας υποθέσουμε ότι αυτός ο κύκλος είναι όλος ο κόσμος. Το κεντρικό σημείο του κύκλου είναι ο Θεός, οι δέ ευθείες γραμμές που ξεκινούν από την περιφέρεια του κύκλου πρός το κέντρο είναι οι δρόμοι, δηλαδή οι τρόποι ζωής των ανθρώπων. Εφόσον λοιπόν προχωρούν οι άγιοι πρός το κέντρο, θέλοντας να πλησιάσουν τον Θεό, ανάλογα με το πόσο προχωρούν, πλησιάζουν και τον Θεό και μεταξύ τους. Και όσο πλησιάζουν τον Θεό, πλησιάζονται μεταξύ τους και όσο πλησιάζονται, πλησιάζουν τον Θεό. Κατά τον ίδιο τρόπο εννοήστε και τον χωρισμό. Γιατί, όταν απομακρύνονται οι άνθρωποι από τον Θεό και γυρίζουν πίσω, πρός τα έξω, είναι ολοφάνερο ότι, όσο βγαίνουν πρός τα έξω και απομακρύνονται από τον Θεό, τόσο απομακρύνονται και μεταξύ τους. και όσο απομακρύνονται μεταξύ τους, τόσο απομακρύνονται και από τον Θεό.
Αυτή λοιπόν είναι η φύση της αγάπης. Όσο μέν βρισκόμαστε έξω και δεν αγαπάμε τον Θεό, τόσο απομακρυνόμαστε ο ένας από τον άλλον. Αν όμως αγαπήσουμε τον Θεό, όσο πλησιάζουμε τον Θεό με την αγάπη μας σ’ Αυτόν, σε ανάλογο βαθμό, ενωνόμαστε με την αγάπη του πλησίον. και όσο ενωνόμαστε με τον πλησίον, τόσο ενωνόμαστε με τον Θεό.
Ο Θεός ας μας αξιώσει να προσέχουμε όσα μας συμφέρουν πνευματικά και να τα εφαρμόζουμε. Γιατί, όσο φροντίζουμε και ενδιαφερόμαστε να εφαρμόσουμε όσα ακούμε, τόσο περισσότερο μας φωτίζει ο Θεός πάντοτε και μας διδάσκει το θέλημά Του.
(Από τό βιβλίο ΑΒΒΑ ΔΩΡΟΘΕΟΥ Ἔργα Ἀσκητικά, Εκδ. ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ Ἱ.Μ. Τιμίου Προδρόμου, Καρέας, 2000)
Προς μία γυναίκα για την τρέλα
Γράφεις, πως υπέφερες πολλά από τον άνδρα σου. Σε μάλωνε, σ’ έδιωχνε από το σπίτι, σε έδερνε ακόμα. Όμως με την προσευχή και την ελπίδα στο Θεό είχες την δύναμη να τα αντέξεις όλα. Ποτέ σε κανέναν δεν παραπονιόσουν και δεν έλεγες εκτός σπιτιού το τι συνέβαινε στο σπίτι. Τα πάθη σου μαλάκωσαν την ψυχή, ξερίζωσαν κάθε περηφάνια και ακόμα ισχυρότερα σε έδεσαν με τον ζώντα Θεό. Μια εποχή νόμιζες ότι θα τρελαθείς. Όμως δεν τρελάθηκες εσύ – τρελάθηκε ο άνδρας σου. Τώρα είσαι ανήσυχη για την ψυχή του, και ρωτάς: υπάρχει καθόλου σωτηρία για τους τρελούς;
Εφόσον πιστεύεις στον Θεό και στην πρόνοια του Θεού, πίστευε έως το τέλος και εξ ολοκλήρου. Αφού κατά τον λόγο του Χριστού, «ουχί δυο στρουθία ασσαρίου πωλείται; Και εν εξ αυτών ου πεσείται επί την γην άνευ του πατρός υμών» (Ματθ. 10,29), τότε θα μπορούσε ο άνθρωπος να πέσει στα βάσανα και την αρρώστια και τον θάνατο χωρίς την θέληση Του; Αλλά η κύρια θέληση του Θεού σε σχέση με τους ανθρώπους εκφράζεται στο «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι». (Α΄Τιμ. 2,4). Σημαίνει, ότι και η τρέλα επιτράπηκε επάνω στον βασανιστή άνδρα σου για την σωτηρία του. Εάν ο ελεήμων Δημιουργός δεν θα ήθελε τη σωτηρία του, δεν θα τον χτυπούσε μ’ αυτή τη φοβερή αρρώστια, αλλά θα τον χτυπούσε με τον θάνατο στη μέση της αμαρτίας του. Με κάθε αρρώστια και βάσανο ο ουράνιος Γιατρός θεραπεύει τις ανθρώπινες ψυχές. Γι’ αυτό δεν πρέπει να λυπούμαστε τόσο εκείνους που αρρωσταίνουν βαριά και πεθαίνουν, όσο εκείνους, τους σωματικά υγιείς, που τους αρπάζει ο θάνατος μέσα στην αμαρτία τους. Έχει λεχθεί ότι σε ό,τι σε βρεί, σ’ εκείνο θα σε κρίνει: «…εις παραληφθήσεται και ο έτερος αφεθήσεται» (Λουκ. 17,34), όποιος βρεθεί μέσα στην αμαρτία θα υποστεί δίκη, όποιος βρεθεί μέσα στη μετάνοια θα πάρει συγχώρεση και βραβείο. Βέβαια θα μου πεις ότι αυτός τώρα δεν μπορεί ούτε να μετανοήσει ούτε να προσευχηθεί στον Θεό! Γι’ αυτό εσύ θα προσεύχεσαι για εκείνον, και θα προσφέρεις τις θυσίες. Αυτός στην τωρινή κατάσταση μπορεί μόνο να ταλαιπωρείται, προς σωτηρία του εαυτού του, και για τον φόβο των άλλων. Κάθε νοσοκομείο δείχνει με το δάχτυλο στον Θεό. Κανένα τόσο πολύ όσο το νοσοκομείο για τους ψυχασθενείς. Τοποθέτησε την ελπίδα σου στον Κύριο και να είσαι ήρεμη.
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς,
«Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ 89.
Αναδημοσίευση από anakalypsi στις 18.4.13
Κατ’ αρχάς θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι είμαι ευγνώμων στο Θεό για την από νηπιακή ηλικία πορεία μου μέσα στην διαμαρτυρόμενη ευαγγελική εκκλησία καθώς πήρα πολλά μαθήματα και ευλογίες και είδα πολλές φορές το χέρι του Θεού στη ζωή μου.
Ως μεταστραφής διαμαρτυρόμενος θα ήθελα να σας πω ότι όταν με τη χάρη του Θεοί έγινα ορθόδοξος- μπαίνω με τη χάρη του Θεού στον έβδομο χρόνο - το έκανα επειδή κατάλαβα ότι η Εκκλησία του Χριστού θα μπορούσε να διασφαλίσει τη σωτηρία μου κάτι που ο προηγούμενος χώρος αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων ότι δεν είχε ούτε τον τρόπο ούτε τα εφόδια για να με βοηθήσει να αντιμετωπίσω ριζικά τα προσωπικά μου πνευματικά αδιέξοδα. Και αυτό δεν το λέω για να καταφρονήσω το χώρο τον οποίο για τόσα χρόνια κινιόμουνα αλλά για να τονίσω ότι μια τέτοια ανάγκη με ώθησε να ψάξω ακόμα και εκεί που δεν πίστευα ότι υπήρχε περίπτωση να βρω βοήθεια.
Παρακαταθήκη για να γίνω ορθόδοξος ήταν η επαφή που είχα με ορθόδοξους που μπορεί να απέρριπτα τα πιστεύω τους - ακόμα και τη σωτηρία τους- αλλά δεν μπορούσα να παραγνωρίσω το χριστιανικό τους χαρακτήρα και το παράδειγμα που μου έδιναν. Η αποδοχή τους ήταν δεδομένη από την αρχή αρκεί να μην αρχίζαμε να δογματίζουμε.
Η αποδοχή λοιπόν αυτών των ανθρώπων και το δικαίωμα που μας έδωσαν να μιλάμε για αυτά που συμφωνούμε και να αφήσουμε στην άκρη τα υπόλοιπα, μας οδήγησε στην ορθοδοξία μετά από χρόνια σοβαρού ψαξίματος της πατερικής θεραπευτικής κατ' αρχάς, και τη σοφίας των πατέρων κατ' επέκταση. Να σημειώσω ότι πολλές φορές αγανακτούσα μέσα μου με τις πρακτικές τους (κεριά, άγιοι, προσκύνηση λειψάνων, θεία κοινωνία κτλ) αλλά και για την άκαμπτη στάση τους σε πολλά δογματικά θέματα. Η αγάπη όμως που έδειχναν στο πρόσωπό μας κάλυπτε τα ανωτέρω "ελαττώματα" τους.
Ως διαμαρτυρόμενος δεν μπορούσα να προσεγγιστώ με λογικά επιχειρήματα διότι αυτό είναι κάτι με το οποίο ασχολούμουν συνεχώς αφού έπρεπε να τεκμηριώσω το κάθε τι που πίστευα και στον εαυτό μου αλλά και στις άλλες ομολογίες που ερχόμουν σε επαφή. Έτρωγα συνέχεια από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού. Ο τρόπος που χρειαζόμουν να προσεγγιστώ είναι δια του αγαθού δηλαδή χωρίς πολλά επιχειρήματα αλλά με την προσέγγιση στο βίωμα και τη χάρη της εκκλησίας, πράγματα βέβαια τα οποία βιώνονται μόνο αν σε φωτίσει η χάρις του θεού.
Όποιοι λοιπόν κατηγορούν τους διαμαρτυρόμενους ως αιρετικούς ουσιαστικά τους κατηγορούν για κάτι που ο Θεός δεν έκανε στη ζωή τους ακόμα. Αν και μόνο αν φωτιστούν, καταλάβουν , και απορρίψουν τότε βέβαια θα είναι αιρετικοί γιατί απέρριψαν κάτι που ο θεός τους το έδειξε καθαρά. Οι υπόλοιποι είναι απλά πλανεμένοι οι οποίοι βρήκαν κάπου κάποιον να τους μιλήσει για το Θεό και να τους δώσει μία ελπίδα και ένα νόημα στη ζωή τους. Το γεγονός ότι ζουν χωρίς ολόκληρη την αλήθεια τους κάνει θέσει αιρετικούς αλλά όχι φύσει αιρετικούς αφού δεν έχουν επίγνωση του τι απορρίπτουν. Και αυτά τα λέω όχι θεωρητικά αλλά πρακτικά έχοντας βιώσει τι σημαίνει να μπαίνεις στην ορθοδοξία και να προσπαθείς να τη ζήσεις εν μετανοία, μετά από δεκαετίες στη διαμαρτύρηση.
Όταν η καρδιά μας γεμίσει αγάπη θα δείτε πόσο διαφορετικά θα σας δεχθούν και θα σας ακούσουν. Και αυτό το λέω γιατί είμαι μάρτυρας ενός ολοένα αυξανόμενου ρεύματος προβληματισμού στους κόλπους των διαμαρτυρόμενων οι οποίοι φαίνεται να οδηγούνται στην ορθοδοξία από μια αόρατη δύναμη.
ΤΟ ΕΜΠΟΔΙΟ ΤΟΥ SOLA SCRIPTURA
(μόνο η αγία γραφή)
Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί είχα τέτοια προσκόλληση στην αποκλειστικότητα της Αγίας Γραφής ως μόνη πηγή θείας αποκάλυψης και το πως κατάλαβα τη σωστή διάσταση της.
Το sola scriptura είναι ένα από τα πιστεύω που όλοι οι προτεστάντες συμφωνούν απόλυτα μεταξύ τους. Λόγω της χαμηλής εκτίμησης που είχα στην Εκκλησία του Χριστού και στην λειτουργία της ως υποστηρικτή της πνευματικής πορείας του πιστού αναγκαστικά περιορίστηκα στο προϊόν της Εκκλησίας που είναι η Αγία Γραφή.
Έτσι αφού ήρθα σε επαφή με το Λόγο του Θεού και ελλείψει αναλόγων εκκλησιαστικών παραστάσεων κατέληξα να θαυμάσω το"δημιούργημα" μάλλον παρά τον Δημιουργό. Και αυτό γιατί δεν έβλεπα ότι ο Χριστός δεν χωρίζεται από την Εκκλησία Του όπως το κεφάλι δεν χωρίζεται από το σώμα.
Γιατί δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι όπως μέσα στη Μητέρα του Κυρίου ενσαρκώθηκε διΑγίου πνεύματος ο αιώνιος Λόγος και Υιός του Θεού έτσι και μεσώ της εκκλησίας ενσαρκώθηκε ο γραπτός Λόγος που δεν είναι άλλος από την Αγία Γραφή.
Γιατί έλεγα ότι το εδραίωμα της εκκλησίας είναι η αλήθεια -όπως είχα το "δικαίωμα" να αντιλαμβάνομαι- και δεν καταλάβαινα τι σημαίνει ότι η εκκλησία είναι ο στύλος και το εδραίωμα της αληθείας.
Έτσι χωρίς να χάσει μέσα μου την αξία του ο Λόγος του Θεού κατάφερα να παραιτηθώ από το "δικαίωμα" του ατομικού αλάθητου στην ερμηνεία της Γραφής, η οποία είχε αλλάξει αρκετές φορές με την πάροδο των ετών, και συν Θεώ να γνωρίσω τον παράγοντα Εκκλησία να υποταχθώ σ' αυτήν με ταπείνωση και να γνωρίσω τον απίστευτο πλούτο σοφίας και πνευματικότητας που κρύβει μέσα της.
Κοιτάζοντας πίσω αναρωτιέμαι πως μπορούσα να ζω την πνευματική μου ζωή χωρίς το σύστημα υποστήριξης που άφησε πίσω ο Χριστός μέσα στην απίστευτη σοφία του και αγάπη για το ποίμνιο Του που είναι η Εκκλησία Του και τα μυστήρια αυτής. Ένιωθα σαν τον αθλητή που ήθελε να αθληθεί και που αγαπούσε το άθλημά του αλλά προσπαθούσε να τα καταφέρει χωρίς προπονητή δηλαδή υποβίβαζα την προσπάθειά μου στο επίπεδο του ερασιτέχνη.
Γιατί μόνο εδώ υπάρχει ένα θεραπευτικό σύστημα που έχει παραδοθεί από τον Χριστό στους μαθητές του και απο αυτούς στους δικούς τους μαθητές κ.ο.κ. Ιδού λοιπόν τι σημαίνει Ιερά Παράδοση. Να γιατί ο άνευ διδασκάλου χριστιανισμός οδηγεί σε ατομική και περιορισμένη κατανόηση της Βίβλου που με τη σειρά της οδηγεί σε πλάνες και ατερμονους κατακερματισμούς των προτεσταντικών συναθροίσεων. Ο Απόστολος Παύλος άραγε στους Κορίνθιους με τους οποίους έμεινε τρία χρόνια τους έγραφε επιστολές ή τους παρέδινε αυτά που είχε παραλάβει από τον Κύριο; Γιατί η θεραπεία των παθών, θέμα για το οποίο δεν είχα λάβει καμιά μαθητεία και όσους, είναι κάτι που πίσω από την οποία πνευματική μου βιτρίνα κατάλαβα και καταλαβαίνω ότι έχω απόλυτη ανάγκη μέσω της συνεχούς μετάνοιας δηλ. ανακαίνισης του νου, και της ταπείνωσης για την οποία ελάχιστα κηρύγματα είχα ακούσει κατά τη διάρκεια της περιήγησης μου σε ουκ ολίγες προτεσταντικές συναθροίσεις. Πώς λοιπόν θα μπορούσα πρακτικά να βιώσω τη σωτηρία δια της χάριτος αφού τη χάρη ο θεός τη δίνει στους ταπεινούς; Και τι αξία έχει μια πίστη η οποία πηγάζει από μια υπερήφανη καρδιά; Γιατί η ταπείνωση είναι η συχνότητα στην οποία εκπέμπει ο Θεός και μόνο οι καθαροί στην καρδιά μπορούν να καταλάβουν τα σήματά Του.
Έτσι αντί να εστιάζω στις προϋποθέσεις για να λάβει κάποιος το δώρο της σωτηριας που είναι η αναγέννηση μέσω του αίματος του Ιησού Χριστού κατάλαβα ότι πιο σπουδαίο είναι η διατήρηση αυτού του δώρου που συναισθάνομαι ότι ο μόνος χώρος που μου το διασφαλίζει είναι η θεραπευτική των πάτερων της εκκλησίας μας.
Κλείνοντας θα ήθελα να καλέσω όλους τους καλοπροαίρετους χριστιανούς να πάνε στο Θεό με ταπείνωση και να ζητήσουν να τους δείξει αν υπάρχει κάτι σε σχέση με την Εκκλησία Του που δεν το έχουν καταλάβει, να τους το αποκαλύψει και να τους βοηθήσει τα όποια προσκόμματα θεωρούν ότι υπάρχουν να τους εξηγηθούν.
Επίσης να τονίσω ότι βασική ανάγκη κάθε ανθρώπου είναι να μετατραπεί όχι σε εργαλείο του Θεού -κάτι που είχα εκπαιδευτεί αρκετά- αλλά σε κατοικητήριο του Θεού -κάτι που θα χρειαστώ μια ζωή για να το μάθω, και με τη χάρη Του μία αιωνιότητα να το ζήσω.
Αναρτήθηκε από anakalypsi στις 18.4.13
Σ’ έναν μπακάλη για το σωστό ζύγισμα
...... Σ’ έκλεψαν οι νεαροί υπάλληλοι σου, ο ένας μετά τον άλλον, και όλοι με τη σειρά. Και απέλυες τον έναν μετά τον άλλον, με τη σειρά, και τους άλλαζες με άλλους και αυτούς με επόμενους. Προσελάμβανες τους νέους με τις καλύτερες συστάσεις ως έντιμους και σωστούς, και όλοι απεδείχθησαν κλέφτες. Αυτό μερικές φορές σε εξόργιζε και άλλες σε έθλιβε. Ασταμάτητα παραπονιόσουν στους φίλους σου στην αγορά και κανείς δεν μπορούσε να σε συμβουλεύσει κάτι. Συνήθως σου απαντούσαν: «Τι τα θες, έτσι είναι ο κόσμος σήμερα!». Ώσπου ο Θεός σου έστειλε τον σωστό σύμβουλο. Έφθασαν στην πόλη σας κάποιοι Ρώσοι καλόγεροι ζητώντας ελεημοσύνη για το μοναστήρι τους. Ένα πρωί μπήκαν στο κατάστημα σου. Συζήτησες αρκετά μαζί τους. Τελικά παραπονέθηκες για τους νεαρούς βοηθούς σου και ο γέροντας καλόγερος διαρκώς κοιτούσε το πρόσωπο σου και σιωπούσε. Όταν ολοκλήρωσες τον παραπονετικό λόγο σου, είπε ο γέρων: « Υπάρχει φάρμακο γι’ αυτό!».
« Πώς; Πού;»
«Το φάρμακο βρίσκεται μέσα σου», απάντησε ο γέροντας. «Πρόσεχε από εδώ και μπρος, πως ζυγίζεις εσύ ο ίδιος τα προϊόντα. Βάζε περισσότερο στο ζύγισμα, πάντα γέμιζε το! Και οι κλέφτες θα πάψουν να σε κλέβουν».
Κεραυνοβολημένος σάστισες! Αυτό ούτε καν το υπαινίχθηκε ποτέ κανείς, δηλαδή ότι σε κλέβουν επειδή εσύ κλέβεις τους άλλους. Έκλεβες τους πελάτες σου στο ζύγισμα, γι’ αυτό οι νεαροί έκλεβαν εσένα. Αμέσως ξεκίνησες διαφορετικά. Έβαζες περισσότερο στο ζύγισμα. Λίγη ζάχαρη παραπάνω, λίγους κόκκους καφέ περισσότερους, ή ρύζι ή όποιο άλλο προϊόν. Έτσι ακριβώς όπως έκαναν οι παλιοί έμποροι. Και από τότε ποτέ πια δεν αντελήφθης ότι κάποιος σε έκλεψε. Οι ίδιοι εκείνοι νεαροί βοηθοί σου, που κάποτε σε έκλεβαν, εδώ και πολλά χρόνια είναι μαζί σου. Όλοι εργάζονται έντιμα, και κανείς δεν κλέβει. Και το κατάστημα σου πηγαίνει καλύτερα. Απλά από εκείνη τη μέρα αισθάνεσαι την ευλογία του Θεού, όταν ο πνευματικός γέροντας σου άνοιξε τα μάτια και είδες την αλήθεια.
Έτσι και εσύ τώρα ως κάποιος κήρυκας του Ευαγγελίου, δίνεις μάθημα σε όλη την αγορά και αντί να παίρνεις συμβουλές, δίνεις εσύ. Ακόμα τοποθέτησες πινακίδα στον τοίχο του μαγαζιού σου με φαρδιά γράμματα: « Εν ω μέτρω μετρείτε μετρηθήσεται υμίν».
Ο Θεός να σου χαρίζει ζωή και να σε ευλογεί.
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς,
«Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ 33.
Τι είναι η μέση κατάσταση των ψυχών;
Όσοι λένε ότι η ψυχή μετά τον θάνατο του σώματος πλανάται στον αέρα, εμφανίζεται όπου θέλει ή μπαίνει σε άλλα σώματα για να εμφανισθεί πάλι και να ξαναζήσει στον κόσμο, κάνουν λάθος. Οι ψυχές μετά θάνατο βρίσκονται κάπου, θα λέγαμε σ’ ένα ιδιότυπο χώρο, του οποίου δεν γνωρίζουμε τη φύση. Είναι συγκεντρωμένες όλες μαζί, στερούμενες της δυνατότητας για αυτοδιάθεση. Φυλάσσονται για τη μεγάλη ημέρα του Κυρίου, περιμένοντας την κρίση του Δεσπότη. Ότι οι ψυχές μετά θάνατο πηγαίνουν σε ορισμένο τόπο όπου φυλάσσονται, βλέπουμε στην παραβολή του πλούσιου και του Λαζάρου (Λουκ. 16,19-31). Ο πλούσιος πέθανε και πήγε στον τόπο των βασανιστηρίων, ενώ ο φτωχός Λάζαρος οδηγήθηκε από τους αγγέλους στον κόλπο του Αβραάμ (Λουκ. 16,22). Μεταξύ των δύο αυτών καταστάσεων ανοίγεται χάσμα μέγα και αγεφύρωτο. Ο πλούσιος είναι ριγμένος στη φωτιά, ζητώντας λίγες σταγόνες νερού να δροσίσει την καιόμενη γλώσσα του. Θα ήθελε να γυρίσει στον κόσμο για να βάλει μυαλό στ’ αδέλφια του για να μην καταλήξουν, όπως κι αυτός, στα μεταθανάτια βασανιστήρια. Όμως δεν μπορούσε. Ζητούσε βοήθεια από τον Λάζαρο, ο οποίος ζούσε ευτυχισμένος στην ηρεμία και τη χαρά του Παραδείσου.
Το διάστημα ζωής που μεσολαβεί μεταξύ του θανάτου κάθε ανθρώπου και της δευτέρας παρουσίας και της καθολικής κρίσης λέγεται μέση κατάσταση των ψυχών. Είναι το μεσοδιάστημα μέχρι τον δεύτερο ερχομό του Χριστού στον κόσμο. Η μερική κρίση δεν είναι λόγος κενός, κάτι που λέμε ρητορικά και σχηματικά, χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο. Είναι κατάσταση πραγματικής ζωής, που εμείς που ζούμε εδώ δεν μπορούμε να καταλάβουμε. Αλήθεια, πως ζει η ψυχή απαλλαγμένη από το σύνοικο σώμα με το οποίο πλάστηκε κι έζησε τόσα χρόνια στη γη; Αυτή μονάχα το γνωρίζει και ο Θεός. Θα το μάθουμε βέβαια κι εμείς, όταν έρθει η ώρα μας. Να μη βιαζόμαστε λοιπόν.
Εν πάση περιπτώσει η ζωή δεν θα είναι ίδια για όλες τις ψυχές. Όσες έζησαν καλά στην κάτω ζωή, αγάπησαν τον Θεό και τον συνάνθρωπο και πέθαναν ειρηνικά στους κόλπους της Εκκλησίας, θα πάνε στο φωτεινό μέρος της μέσης κατάστασης, τον παράδεισο, κοντά στον θεό, απολαμβάνοντας ένα μέρος της χαράς της θείας ευλογίας και περιμένοντας με λαχτάρα τη δεύτερη παρουσία του Χριστού για να λάβουν το πλήρες μέτρο της ευτυχίας του ουρανού, για το οποίο έζησαν στον μοχθηρό τόπο της επίγειας ζωής.
Αντίθετα, όσες έζησαν μακριά από τον Θεό, κομμένες από τη σωστική χάρη του, αδιάφορες για το τι έκανε ο Χριστός με το λυτρωτικό έργο της θείας του ενανθρώπισης, όσες έζησαν για την σάρκα μόνο και τις ορέξεις της και ήσαν σκληρές και απάνθρωπες για τον συνάνθρωπο, θα ριφθούν στην κόλαση, στο μέρος των κολαστηρίων (πάντοτε στην μέση κατάσταση), όπου θα τιμωρούνται μερικώς για την αντίθετη και απάνθρωπη διαγωγή τους, τρέμοντας την έλευση της δευτέρας παρουσίας του Κριτή.
Πηγή: «Απαντήσεις σε ερωτήματα Σωτηριολογικά», Ανδρέα Θεοδώρου, σελ. 224
Τα μνημόσυνα που κάνει η Εκκλησίας μας σχετίζονται με τη σωτηρία των ψυχών στη μέση κατάσταση;
Ναι, σχετίζονται, όχι φυσικά για όλες, αλλά για ορισμένες απ΄αυτές. Οι δίκαιες και οι άδικες ψυχές δεν έχουν ανάγκη από τα μνημόσυνα, που είναι οι προσευχές της Εκκλησίας για την ανάπαυση των κεκοιμημένων. Οι μεν δίκαιες, γιατί είναι ήδη στην χαρά του Κυρίου τους και δεν τις αγγίζουν τα μνημόσυνα, οι δε άδικες, γιατί είναι παραδομένες στο πυρ το εξώτερο (στη μερική φυσική του διάσταση) και όλα τα μνημόσυνα της Εκκλησίας δεν μπορούν ν’ αφαιρέσουν τίποτε από το μέγεθος της θλίψης και της κακοδαιμονίας τους. Τώρα, γιατί η Εκκλησία κάνει σε όλους ανεξαίρετα τους πεθαμένους τα ιερά της μνημόσυνα, είναι άλλη υπόθεση. Η Εκκλησία δεν γνωρίζει τι συντελέστηκε στην ψυχή κατά την ώρα του θανάτου, αν μετάνιωσε για τα αμαρτήματα της και ζήτησε συγχώρεση από τον Θεό, οπότε τα μνημόσυνα θα την ωφελήσουν. Αυτά τα γνωρίζει μόνο ο Θεός. Η Εκκλησία του απλώς δέεται για τη συγχώρεση όλων των τέκνων της σε όποια κατάσταση κι αν βρίσκονται. Είναι υποχρέωση μας, λοιπόν, να τελούμε τα ιερά μνημόσυνα. Μερικοί αστήρικτοι χριστιανοί τα βλέπουν με απάθεια, καμιά φορά δε τα ειρωνεύονται. Τόσο άσχετοι είναι με το μυστήριο της Εκκλησίας και τις σημαντικές και κρίσιμες ώρες της ανθρώπινης ύπαρξης!
Μεταξύ όμως αυτών των δύο κατηγοριών υπάρχει και μια άλλη, η οποία δεν ανήκει ολοκληρωτικά σε αυτές, οι ψυχές που δεν είναι αμιγώς δίκαιες ούτε άδικες. Είναι οι ψυχές που έζησαν στη γη σε κοινωνία με τον Χριστό και την Εκκλησία, όμως από αμέλεια και αδιαφορία δεν φρόντιζαν να είναι πάντοτε σε ετοιμότητα πνευματική και ξαφνικά ο θάνατος τις μετέθεσε στη μέση κατάσταση. Έφεραν μαζί τους κηλίδες συγγνωστών αμαρτημάτων, για τις οποίες δεν εξομολογήθηκαν για να πάρουν συγχώρεση. Οι ψυχές αυτές δεν μπορούν να καταταχθούν στο μέρος τους παραδείσου στη μέση κατάσταση, όπου κατατάσσονται οι καθαρές και άγιες ψυχές. Ούτε όμως και στο τμήμα των κολαστηρίων, αφού δεν διέπραξαν χοντρά και θανάσιμα αμαρτήματα. Έτσι βρίσκονται σε μια ενδιάμεση κατάσταση, εξαρτώμενες από το έλεος και τη φιλανθρωπία του Θεού. Εδώ ακριβώς παρεμβαίνει η δέηση της Εκκλησίας, η οποία παρακαλεί τον Θεό να συγχωρήσει τα πλάσματα του αυτά, να μετριάσει και ν’ ανακουφίσει τον πόνο τους και να τους παράσχει «όνησιν» (ωφέλεια), όπως ο ίδιος γνωρίζει. Το έργο αυτό της Εκκλησίας είναι απλή προσευχή και τίποτε περισσότερο. Ότι δια των μνημόσυνων παρέχεται ωφέλεια στις ψυχές είναι βέβαιο. Αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι η φύση της όνησης αυτής και σε ποιες ψυχές μπορεί να χορηγηθεί. Αυτά είναι ζητήματα του Θεού, τα οποία δεν μπορούμε εμείς να εξιχνιάσουμε. Να μπορεί άραγε να μεταπηδήσει μια τέτοια ψυχή στον χώρο των δικαίων ψυχών;
Το δόγμα της μέσης κατάστασης, παρά το αδιερεύνητο του χαρακτήρα του, είναι πολύ σημαντικό για την πίστη και την ευσέβεια των μελών της Εκκλησίας. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία το απορρίπτει. Κατ’ αυτήν μετά θάνατο οι ψυχές έρχονται στο λεγόμενο «καθαρτήριο πυρ», για να καθαρθούν και να εισέλθουν οι μεν καθαρές και δίκαιες στον Παράδεισο οι δε αμαρτωλές και φαύλες στη κόλαση. Οι Ορθόδοξοι δεν γνωρίζουμε τα πράγματα αυτά. Η μέση κατάσταση, όπως τη διδάσκει η Εκκλησία μας, έχει ζωτική και άμεση σχέση με τη σωτηρία μας.
Δυστυχώς οι περισσότεροι χριστιανοί αδιαφορούμε σχετικά. Ζούμε σαν να μην πρόκειται να πεθάνουμε. Παραδινόμαστε στις υποθέσεις του βίου και τα ηδονικά θέλγητρα της ζωής, χωρίς να περιμένουμε τέλος. Και ξαφνικά έρχεται αυτό και μας παραδίδει στο μυστήριο της μεταθανάτιας ζωής. Τι όμως γίνεται τότε; Που θα πάμε; Τι θ’ αντιμετωπίσουμε; Αδύναμοι, όπως είμαστε, βρισκόμαστε κάτω από το άπειρο έλεος και τη συμπάθεια του ουράνιου Πατέρα! Και στη δικαιοσύνη και δικαιοκρισία Του φυσικά.
Πηγή: «Απαντήσεις σε ερωτήματα Σωτηριολογικά», Ανδρέα Θεοδώρου, σελ. 226
Μια μεγάλη αλήθεια
με ένα πολύ πετυχημένο παράδειγμα
από τον επιστημονικό λόγο,
που επιβεβαιώνει και τα περί της αξίας της εξομολόγησης...
Ένα ποτήρι νερό!
Μία ψυχολόγος βρισκόταν μέσα σε μία αίθουσα διδασκαλίας, και μιλούσε για τη διαχείριση του άγχους σε ένα ακροατήριο. Κάποια στιγμή σήκωσε ένα ποτήρι νερό, και όλοι υπέθεσαν ότι θα τους απευθύνει την κλασική ερώτηση "μισοάδειο ή μισογεμάτο". Αντ’ αυτού, με ένα χαμόγελο στο πρόσωπό της, ρώτησε: «Πόσο βαρύ είναι αυτό το ποτήρι νερό;"
Οι απαντήσεις που ακούστηκαν κυμαίνονταν από 250 σε 600 γραμμάρια.
Εκείνη όμως απάντησε: «Το απόλυτο βάρος δεν έχει σημασία. Εξαρτάται από το πόσο διάστημα το κρατάω. Εάν το κρατήσω για ένα λεπτό, δεν είναι ένα πρόβλημα. Εάν το κρατήσω για μια ώρα, θα έχω έναν πόνο στον βραχίονά μου. Αν το κρατήσω για μία μέρα, το χέρι μου θα μουδιάσει και θα αρχίσει να παραλύει. Σε κάθε περίπτωση, το βάρος του γυαλιού δεν αλλάζει, αλλά όσο πιο πολύ το κρατάω, τόσο πιο βαρύ γίνεται.»
Η ψυχολόγος συνέχισε λέγοντας, "Τα άγχη και οι ανησυχίες της ζωής είναι σαν το ποτήρι του νερού. Αν τα σκέφτεστε για ένα μικρό χρονικό διάστημα, δεν συμβαίνει τίποτα κακό. Αν τα σκεφτείτε λίγο περισσότερο, αρχίζουν να σας βλάπτουν. Και αν τα σκέφτεστε όλη την ημέρα για μεγάλο χρονικό διάστημα, μπορεί να αισθανθείτε ότι σας παραλύουν και ότι σας καθιστούν ανίκανους να κάνετε οτιδήποτε άλλο".
Είναι σημαντικό να θυμάστε να διώχνετε τα άγχη και τους φόβους σας. Όσο πιο νωρίς μέσα στην ημέρα, αφήστε όλα τα βάρη σας κάτω. Μην τα κουβαλάτε όλο το απόγευμα και όλο το βράδυ μαζί σας. Θυμηθείτε να αφήσετε το ποτήρι!