Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

70. Σε τι συνίσταται το χριστολογικό πρόβλημα;

Στην κατανόηση της σύνθεσης του θεανδρικού προσώπου του Χριστού, στο οποίο ενώνονται δύο διαφορετικές φύσεις, χωρίς η μία να βλάψει την άλλη.

Το μυστήριο είναι μέγα. Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε πώς στο Χριστό, αν και υπήρχαν δυο πλήρεις και ακέραιες φύσεις, υπήρχε μόνο ένα πρόσωπο, που ήταν ο κοινός φορέας των θεανδρικών του ενεργειών. Δεν μπορούμε να συλλάβουμε πώς μία φύση, πλήρης και ακέραιη, είναι συγχρόνως και απρόσωπη και πώς λαμβάνει υπόσταση στο πρόσωπο μιας άλλης φύσεως («ενυπόστατον»).

Αυτές είναι αντινομίες τις οποίες δεν μπορεί να συμβιβάσει η πενιχρή μας λογική. Καμία σοφία ανθρώπινη δεν μπορεί να διαφωτίσει και να διαλευκάνει το σκοτεινό χριστολογικό μυστήριο. Πολλοί προσπαθούν να διασχίσουν το μυστηριώδη πέπλο του λίγοι όμως βγαίνουν φέροντας τη φωταύγεια της χάριτος. Οι περισσότεροι παραμένουν στη σκοτεινιά της διάνοιας, ασθμαίνοντας στην απειρία του υπέρλογου θαύματος. Όπως είπε ο θεοδόχος Συμεών, ο Χριστός «κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών». Είναι το μεγάλο σκάνδαλο, που άλλους μεν εξυψώνει και λαμπρύνει στη φωτεινότητα της θείας βασιλείας και άλλους εξακοντίζει στη ζοφερότητα της πνευματικής απώλειας!

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 98)

69. Πώς κατέληγαν στις κακοδοξίες τους οι αιρετικοί;

Κατέληγαν στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν και να ερμηνεύσουν δια του λόγου τα ακατανόητα και ανερμήνευτα. Δεν μπορεί να κατανοήσει κανείς τα δόγματα της πίστεως, γιατί αυτά είναι αλήθειες μυστηριακές, που υπερβαίνουν την ανθρώπινη κατάληψη. Ο άνθρωπος με μόνο το μυαλό του αδυνατεί να τις προσεγγίσει. Μόνο με την πίστη φωτιζόμενη από το Πνεύμα του Θεού, μπορεί να έχει κάποια πρόσβαση στο μυστήριο του Θεού. Χωρίς αυτήν επιχειρεί το ακατόρθωτο. Προσπαθεί να χωρέσει στο μυαλό του το άπειρο και απερίληπτο.

Αυτό πάθαιναν οι αιρετικοί. Εμπιστευόμενοι τις ανθρώπινες δυνάμεις τους, προσπαθούσαν να κατανοήσουν την υπερβατική αλήθεια του Θεού. Το εγχείρημά τους ήταν άνισο, όπως άνιση είναι η σχέση κτιστού και άκτιστου, πεπερασμένου και απείρου. Με την έλλειψη αισθήσεως των δυσαναλογιών και με πνεύμα φίλαυτο και εγωιστικό, αντί να ερμηνεύσουν τα δόγματα τα παραμόρφωναν και τα διέλυαν. Με το όχημα του φυσικού λόγου τους δεν έφθαναν ποτέ στο τέρμα του δρόμου τους, λοξοδρομούσαν και χάνονταν. Εγωπαθείς δε και εριστικοί, δημιουργούσαν κόμματα στην Εκκλησία, τη ζωή της οποίας έβλαπταν αφάνταστα. Κατέλυαν την αγάπη, την ενότητα και την ειρηνική συμβίωση του σώματος του Χριστού. Οι αιρέσεις είναι ο χειρότερος εχθρός της Εκκλησίας, τα ζιζανια που σπείρει ο εχθρός στη φυτεία της θείας βασιλείας.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 98)


68. Ποιά ήταν η επίδραση των αρχαίων θεολογικών σχολών Αλεξανδρείας και Αντιοχείας στη διαμόρφωση των χριστολογικών αιρεσεων;

Ως γνωστόν, η αρχαία Αλεξανδρινή Σχολή είχε ιδιαίτερες θεωρητικές τάσεις και προκαταλήψεις. Οι θεολόγοι της τόνιζαν πιο πολύ το θείο στοιχείο στο Χριστό, αφήνοντας στη σκιά το ανθρώπινο. Ομοίως εξηγούσαν αλληγορικά τις Γραφές (έβλεπαν συμβολική έννοια σε πολλές από τις διηγήσεις της) και έμεναν αδιάφοροι στην ιστορική γραμματική ερμηνεία του κειμένου της. Από τους κόλπους της προήλθαν αιρετικοί, οι οποίοι είτε αρνούνταν την πραγματικότητα, είτε την ολοκληρία της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού. (Δοκήτες, Απολλινάριος, Μονοφυσίτες, Άφθαρτοδοκήτες).

Στο αντίθετο άκρο βρισκόταν η Αντιοχειανή Σχολή, της οποίας οι θεολόγοι είχαν πρακτικότερες τάσεις. Τόνιζαν πιο πολύ το ανθρώπινο στοιχείο στο Χριστό, και άφηναν στο περιθώριο το θείο. Οι Αντιοχείς θεολόγοι ερμήνευαν τις Γραφές χρησιμοποιώντας την ιστορικογραμματική μεθοδο και αποστρεφόμενοι την αλληγορία. Από τις τάσεις της Σχολής προήλθε ο Νεστοριανισμός.

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 97-98)

67. Ποιά είναι η έννοια της θεώσεως της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού;

Είναι προϊόν της υποστατικής ενώσεως των φύσεων, συγκεκριμένα της αντιδόσεως των ιδιωμάτων στο πρόσωπο του Λόγου του Θεού. Η ανθρώπινη φύση του Χριστού δέχεται όλα τα αυχήματα της θεότητας, γίνεται θείας φύσεως κοινωνός, θεοποιείται. Στη βάση της θεώσεως αυτής θεοποιούνται εν δυνάμει και όλοι οι άνθρωποι που πιστεύουν στο Χριστό και είναι μυστικά ενσωματωμένοι στην ανθρώπινη φύση του δια του βαπτίσματος. Σαν παράδειγμα της θεώσεως αυτής φέρεται ο πυρακτωμένος σίδηρος. Φωτιά και σίδηρος δεν χάνουν μεν τη φυσική τους ποιότητα, όμως είναι δεμένα τόσο βαθιά μεταξύ τους, ώστε να μη ξεχωρίζονται το ένα από το άλλο. Έτσι και η φύση του ανθρώπου διαπεράται από τη φωτιά της θείας ενέργειας, χωρίς να μπορεί να αποχωρισθεί απ’ αυτήν. Η φύση του ανθρώπου βέβαια δεν χάνεται, ούτε απορροφάται ούτε και αναλύεται πανθεϊστικά στη θεότητα, όπως θα διδάξουν ορισμένοι αιρετικοί (Μονοφυσίτες).

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 97)

ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ

66. Ποιά είναι στον πυρήνα της η ορθόδοξη χριστολογία;

Το δόγμα περί Χρίστου είναι εξ ίσου σημαντικό, όσο και το δόγμα περί 'Αγίας Τριάδος. Είναι δόγμα πίστεως κορυφαίο, στο οποίο ανακλάται η οικονομική Τριάδα. Λέγοντας αυτό εννοούμε τον Τριαδικό Θεό στις εξωτερικές του ενέργειες, στη δημιουργία του κόσμου και την απολύτρωση. Ο Λόγος του Θεού που στη μεταφυσική Τριάδα (στο Θεό καθ' εαυτόν) σχετίζεται με την ουσία και τις άλλες δύο Τριαδικές υποστάσεις της θεότητας, αφήνει τους ουρανούς —χωρίς να χάσει το θεοπρεπες του αξίωμα— και κατεβαίνει στη γη, γίνεται άνθρωπος ιστορικός για να σώσει τον πεσμένο άνθρωπο από την αμαρτία. Η είσοδος αυτή στο πεδίο της ζωής και η ανάληψη της κακοπάθειας της ιστορικής στιγμής είναι γνωστή ως «κένωσις» του Λόγου. Ο Λόγος γίνεται άνθρωπος για να λυτρώσει τον άνθρωπο από το ζυγό της αμαρτίας και την οδύνη του πνευματικού θανάτου.

Στο Χριστό υπάρχουν δύο φύσεις, η θεία και η ανθρώπινη, και ένα πρόσωπο, του αιδίου Λόγου. Η ανθρώπινη φύση του δεν είχε δικό της πρόσωπο, ήταν ανυπόστατη.
Η θεία φύση του Χριστού ήταν η τέλεια φύση της θεότητας. Επίσης τέλεια ήταν και η ανθρώπινη φύση του, στην οποία υπήρχε ψυχή νοερά και λογική, ενωμένη με σώμα υλικό και αληθινό. Η ένωση των φύσεων έγινε στη μήτρα της Παρθένου «εξ άκρας συλλήψεως». Μόλις δηλαδή η Μαρία δέχτηκε τον ασπασμό του αγγέλου, το Πνεύμα του Θεού εμόρφωσε στην παρθενική μήτρα της το έμβρυο Χριστό, με το οποίο ενώθηκε αμέσως ο Λόγος του Θεού, χωρίς το ενωθέν (η ανθρώπινη φύση) να προφθάσει να ζήσει έστω και μία χρονική στιγμή έξω από την ένωση, ως πρόσωπο ξεχωριστό και ίδιο. Συνεπώς ως άνθρωπος ο Χριστός δεν είχε δικό του ξεχωριστό πρόσωπο, αλλά φερόταν στο αΐδιο πρόσωπο του Λόγου.

Η σύλληψη και η γέννηση του Χριστού ήταν υπερφυσικές. Σ’ αυτές δεν λειτούργησαν οι συνήθεις νόμοι της φύσεως. Η Μαρία δεν συνέλαβε με τη γνωστή σύμπραξη ανδρός και γυναικός, αλλά με τη δημιουργική ενέργεια του παναγίου Πνεύματος. Ο Χριστός ήταν «απάτωρ εκ μητρός», δεν είχε δηλαδή πατέρα σύζυγο της μητέρας του. Αφού δε δεν συνέπραξε άνδρας, η Μαρία συνέλαβε το Χριστό χωρίς να χάσει την παρθενία της. Στο αυτό μέτρο παρθενική και υπερφυσική ήταν και η γέννηση του Κυρίου, γέννηση ανώδυνη και αλόχευτη (χωρίς τα φυσικά λόχια). Η γέννηση του Σωτήρος δεν ακολούθησε τους ρυθμούς της φυσικής ανθρώπινης γεννήσεως. Γι’ αυτό και γεννήθηκε χωρίς το προπατορικό αμάρτημα, με το οποίο έρχονται στον κόσμο όλοι οι άλλοι άνθρωποι. Στο Χριστό έσπασε η συνέχεια της αμαρτωλής φύσεως του Αδάμ, η οποία κληροδοτεί το προπατορικό αμάρτημα σε όσους εκφύονται απ’ αυτήν. Ο Χριστός είναι ο καινός Αδάμ της χάριτος, η νέα πνευματική ρίζα της ανθρωπότητος, η οποία κληροδοτεί την πνευματική αναγέννηση και τη σωτηρία στους πιστεύοντες.

Η ένωση των φύσεων στο Χριστό είναι υποστατική, ασύγχυτη και αδιαίρετη. Λέγοντας υποστατική ένωση εννοούμε ότι αυτή έγινε στην υπόσταση (εξ ου και το όνομα) ή το πρόσωπο του Λόγου. Επαναλαμβάνουμε και πάλι ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού ήταν ανυπόστατη, δηλαδή δεν έζησε ποτέ από μόνη της έξω Ααπό το πρόσωπο του Χριστού. Αυτό έχει μεγάλη σημασία. Στην ένωση οι φύσεις δεν επηρέασαν η μία την άλλη, δεν μετατράπηκες η μία στη φυσική ποιότητα της άλλης, αλλά παρέμειναν κάθε μια στη φυσική της ποιότητα και πληρότητα, χωρίς στο εξής ν’ αποχωρίζονται η μία από την άλλη. 'Ενώθηκαν «ατρέπτως, ασυγχύτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως».

Ο Χριστός είχε δύο φυσικά θελήματα και δύο ενέργειες. Ήθελε και ενεργούσε ενιαία και ως άνθρωπος και ως Θεός. Το ανθρώπινό του θέλημα, αν και ελεύθερο, υποτασσόταν στο θείο του θέλημα, χωρίς να αντιπαλαίει και ν’ αντιπίπτει προς αυτό. Δεν είχε θέλημα γνωμικό. Δεν ήθελε ξεχωριστά ως άνθρωπος, πράγμα που προϋποθέτει την ύπαρξη ανθρώπινου προσώπου και άφηνε ανοικτή τη δυνατότητα να υποπέσει ο Κύριος στην αμαρτία. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ενέργειες του Χριστού. Ο Χριστός ενεργούσε ενιαία και τα θεία και τα ανθρώπινα, χωρίς η μία του ενέργεια να αντιφέρεται προς την άλλη.
Από τη σύνθεση του θεανδρικού προσώπου του Χριστού έχουμε τις εξής ακολουθίες:

1) Την αντίδοση των ιδιωμάτων των δύο φύσεων στο ένα πρόσωπο του Χριστού. Η μία φύση αντιδίδει τα ιδιώματά της στην άλλη. Τα ιδιώματα δεν αντιδίδονται απ’ ευθείας στις φύσεις, δηλαδή καθ’ εαυτές, γιατί κάτι τέτοιο θα τις συνέχεε και θα οδηγούσε στο Μονοφυσιτισμό, αλλά αυστηρώς στο ένα του θεανδρικό πρόσωπο. Έτσι δεν λέμε ότι η θεότητα έπαθε ή ότι η ανθρωπότητα ήταν στους ουρανούς πριν δημιουργηθεί ο κόσμος, αλλ΄ ότι ο Χριστός, ως πρόσωπο ενιαίο και αδιαχώριστο, έπαθε ως Θεός (στη σάρκα του φυσικά: «σαρκί») και βρισκόταν ως άνθρωπος στους ουρανούς. Στην αντίδοση των ιδιωμάτων η θεία (ρύση αντιδίδει κυρίως τα δικά της στην ανθρώπινη και όχι το αντίθετο. Η πτυχή αυτή του δόγματος είναι πολύ σημαντική, γιατί αποτελεί τη λυδία λίθο αναγνωρίσεως και σταθμίσεως των χριστολογικών κακοδοξιών και αιρέσεων.

2) Τον όρο «Θεοτόκος» που αποδίδεται στη Μητέρα τον Χριστού. Η Μαρία γέννησε το Χριστό. Όχι βέβαια τη θεία φύση του καθ' εαυτήν, γιατί ο Θεός, ως το απειροτέλειο όν, δεν μπορεί να υπαχθεί στους φυσικούς νόμους, να γεννηθεί δηλαδή με τον ίδιο τρόπο που γεννιούνται οι άνθρωποι. Η Μαρία γέννησε το Θεό «σαρκί». Αυτό που γεννήθηκε, ήταν ο Χριστός, στον οποίο ο τέλειος Θεός ήταν ενωμένος «εξ άκρας συλλήψεως» με τον υιό του ανθρώπου στη θεοχώρητη μήτρα της πάναγνης Κόρης. Ο όρος «Θεοτόκος» αποτελεί συνοπτική εκφορά του χριστολογικού δόγματος, πάνω στον οποίο σαν σε κυματοθραύστη, προσέκρουσε και διαλύθηκε η νεστοριανή λαίλαπα.

3) Τη μια υιότητα και λατρεία τον Χριστού. Ο Χριστός είχε διπλή γέννηση, μία ως Υιός του Θεού και μία ως Υιός της Παρθένου. Η πρώτη ήταν η αΐδια γέννηση εκ του Πατρός (το υποστατικό ιδίωμα του Λόγου), η δεύτερη ήταν η έγχρονη εκ της Παρθένου δια της δυνάμεως του παναγίου Πνεύματος. Οι δύο αυτές γεννήσεις ήταν σαφείς και ξεχωριστές η μία από την άλλη. Δεν είχε όμως και δύο υίότητες. Δεν ήταν Υιός Θεού και Υιός της Παρθένου ξεχωριστά. Αυτό θα σήμαινε ότι είχε δύο πρόσωπα, ένα ως Θεός και ένα ως άνθρωπος. Αυτό δεν συνέβαινε. Ο Χριστός, όπως είπαμε, είχε ένα πρόσωπο, ήταν ένας και όχι πολλοί. Ως ένας είχε μία υίότητα, ως Θεός και ως άνθρωπος ο αυτός. Δεν υπήρχαν σ’ αυτόν δύο υιοί ξεχωριστοί, όπως έλεγε ο Νεστόριος. Στη μία υιότητα του Χριστού αναλογεί και μία λατρεία και προσκύνηση.

4) Την απόλυτη αναμαρτησία του Χριστού. Ο Χριστός όχι απλά δεν αμάρτησε κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής του, αλλά δεν μπορούσε καν να αμαρτήσει (non potuit peccare). Αυτό απαιτεί η σύνθεση του προσώπου του. Δεν μπορούσε ν’ άμαρτήσει, γιατί δεν ήταν απλός άνθρωπος, αλλά Θεάνθρωπος. Η ιδέα ότι μπορούσε ν’ άμαρτήσει ο Κύριος, διχάζει το ένα του πρόσωπο σε δύο φυσικά πρόσωπα, κάτι που καταλύει το χριστολογικό μυστήριο. Η ιδέα είναι αλλόκοτη. Αν υποτεθεί ότι ο Χριστός μπορούσε ν’ αμαρτήσει σαν άνθρωπος, μπορούσε ν’ αμαρτήσει μαζί του κι ο Θεός, ιδέα ασεβής και βλάσφημη.

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 91-96)

65. Η άρνηση των θείων ενεργειών στο Θεό παραβλάπτει το δόγμα περί της Αγίας Τριάδος;

Ναι, το παραβλάπτει. Φθείρει την έννοια του αληθινού Θεού. Όπως σημειώσαμε στο προηγούμενο, στον Τριαδικό Θεό υπάρχουν: η ουσία, οι υποστάσεις και οι θείες ενέργειες. Αν λείψει ένα από τα τρία αυτά, φθείρεται η έννοια του αληθινού Θεού. Αίρεση δεν είναι μόνο η άρνηση ή η παρεκδοχή της θείας ουσίας ή των τριαδικών υποστάσεων, αλλά και η άρνηση ή παρεκδοχή των άκτιστων θείων ενεργειών.

Τις θείες ενέργειες αρνείται από το Θεό η Ρωμαίική Εκκλησία. Τις απορρίπτει γιατί κατ’ αυτήν η ύπαρξη των θείων ενεργειών συνθέτει τη φύση του Θεού, της οποίας καταλύει την άπειρη απλότητα. Βεβαίως υπάρχουν δυνάμεις στο Θεό· όμως αυτές δεν είναι άκτιστες, όπως άκτιστη δεν είναι και η θεία χάρη και το φως του Χριστού. Όλα αυτά κατά τη λατινική θεολογία είναι μεγέθη κτιστά, τα οποία δημιουργεί ο υπερβατικός Θεός για να σώσει τον άνθρωπο. Γύρω από το ζήτημα των άκτιστων θείων ενεργειών διεξήχθησαν σκληροί αγώνες μεταξύ της ορθόδοξης Ανατολής και της λατινικής Δύσεως. Ο μοναχός Βαρλαάμ, εκπρόσωπος του λατινικού πνεύματος, καταπολέμησε σφοδρώς την ορθόδοξη διδασκαλία· αυτόν δε αντιμετώπισε σθεναρά ο μεγάλος πρόμαχος της Ορθοδοξίας Γρηγόριος ο Παλαμάς, επίσκοπος Θεσσαλονίκης. Σύνοδοι της Εκκλησίας δικαίωσαν τους αγώνες και τη διδασκαλία του Αγίου, και καταδίκασαν τον λατινόφρονα Βαρλαάμ.

Το ζήτημα των θείων ενεργειών είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, όχι μονάχα για την ολοκληρία της περί Αγίας Τριάδος διδασκαλίας της, αλλά και για όλη την υπόστασή της και το λυτρωτικό έργο της. Η άκτιστη θεία ενέργεια (η χάρη) αποτελεί τον ζωτικό και αγιαστικό της ’Ορθοδοξίας δεσμό. Με τη βαθιά ένωση μαζί της θεοποιείται ο άνθρωπος. Θα μπορούσε να επιτευχθεί η θέωση, αν η θεία ενέργεια (η χάρη) δεν ήταν μέγεθος άκτιστο αλλά κτιστό; Αλήθεια, πώς θα μπορούσαν να συνοικήσουν Ορθοδοξία και Ρωμαιοπαπισμός με τόσο έντονες σωτηριολογικές και εσχατολογικές αποκλίσεις και διαφορές; Οι μεν Ορθόδοξοι να οραματίζονται και να σπεύδουν προς τη θέωση, οι δε Ρωμαιοκαθολικοί να είναι ανίδεοι του σημαντικού αυτού πράγματος;

 

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 88-89)

     Αφού ο αυτοκράτορας Αναστάσιος Α το 511 μ.Χ. επανήλθε στην αρχική του (αιρετική) στάση, όλοι βρίσκονταν σε αμηχανία και απορία τι να πράξουν. Έτσι άλλοι υποστήριζαν τη βλασφημία, ενώ άλλοι, από το άλλο μέρος, φοβούνταν και δεν προέβαλλαν ούτε τον παραμικρό αντίλογο· και τούτο, διότι ίσως και στην υπόθεση αυτή παραχωρούσαν την πρωτοβουλία και παρρησία στον κοινό Πατέρα (τον Θεοδόσιο) και περίμεναν από αυτόν, σαν από στρατηγό, το σύνθημα. Τότε λοιπόν, τότε έγινε φανερό πόσο πολύ και τα γηρατειά όταν ενισχύονται και ενδυναμώνονται από τον ζήλο, ενεργούν νεανικά και γενναία εναντίον εκείνων που αποτελούν κίνδυνο για το καλό και την αλήθεια. Δηλαδή ο όσιος δεν λογάριασε εκείνα τα αυτοκρατορικά γράμματα και θεσπίσματα, ούτε τις μύριες απειλές, ούτε τους όχλους που ευλαβούνταν τα θεσπίσματα του βασιλιά εξίσου προς τα θεία, ούτε τους στρατιώτες που περιφρουρούσαν εκείνους που είχαν μεταφέρει τα βασιλικά παραγγέλματα· όλα αυτά τα καταφρόνησε σαν να επρόκειτο για κακόγουστος ήχους, και είπε ότι τέτοιες βροντές τρομάζουν τα παιδιά και όχι τον ίδιο.
      Έτσι λοιπόν όρμησε σαν λέοντας, μπήκε στον Ιερό Ναό, ανέβηκε στο βήμα, πάνω στο οποίο οι ιερείς διαβάζουν συνήθως τα αναγνώσματα, και, αφού έκανε νόημα με το χέρι του στο πλήθος να σταματήσει να μιλάει, ύψωσε τη φωνή του και είπε: «Αν κάποιος απορρίπτει τις τέσσερις άγιες Συνόδους και δεν τις θεωρεί σαν τα τέσσερα Ευαγγέλια, να είναι ανάθεμα, δηλαδή καταραμένος και αφορισμένος». Αυτά μόνο είπε, και κατέπληξε το πλήθος σαν άγγελος και με το μέγεθος της θαυμαστής του ενέργειας, τους άφησε όλους άφωνους. Ακολούθως εξήλθε από τον Ιερό Ναό προχωρώντας ανάμεσά τους αμίλητος. Αλλά και εκείνοι σιωπούσαν και κατά κάποιο τρόπο κοιμούνταν και νόμιζαν πως έβλεπαν όνειρο, σαν να μην ήταν πραγματικό εκείνο που έγινε. Και βέβαια υπήρξε τέτοιο το στρατήγημα εκείνο του ανδρός, που νόμισαν πως από αυτό κατέταξαν στα ιερά δίπτυχα τις άγιες Συνόδους.
      Μετά από αυτά ο Όσιος Θεοδόσιος χωρίς καμία χρονοτριβή και χωρίς τον παραμικρό δισταγμό, περιερχόταν τις πόλεις που ήταν ολόγυρα, τους μαθητές και άλλους ζηλωτές από την ερημιά και τους καθοδηγούσε, επιβάλλοντας τη γνώμη του σαν άλλος στρατηγός· Ο πρώτος στην πολιά (στις άσπρες τρίχες, στη γεροντική ηλικία) δείχνοντας και πρώτος στην προθυμία. Τριγύρισε σε όλους και έγινε στους πάντες τα πάντα· πληροφορούσε και ενημέρωνε εκείνους που είχαν αμφιβολίες· στήριζε ακόμη περισσότερο τους ευσταθείς, ξεσήκωνε τους νωθρούς και ράθυμους, επέτεινε την επιμέλεια των προθύμων, ενθάρρυνε και ενίσχυε εκείνους που δείλιαζαν, παραινούσε τους αγωνιζόμενους, κατατρόμαζε τους αντιπάλους με την εξαιρετική του γενναιότητα, προλάμβανε κάθε αιρετική νόσο με την ταχύτητα της ιατρείας» (Βίος και πολιτεία Οσίου Θεοδοσίου, εκδ. Αποστ. Διακονία, σελ. 94-95)

Επιστολή Οσίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου προς τον αυτοκράτορα Αναστάσιο Α το 511 μ.Χ.
    Βασιλιά μου, μπροστά μας υπάρχουν δύο περιπτώσεις και πρέπει να επιλέξουμε τη μία από τις δύο: δηλαδή ή να ζούμε αισχρά και ανελεύθερα συμφωνώντας και ενωνόμένοι με τους Ακέφαλους (Μονοφυσίτες), ή να πεθάνουμε έντιμα ακολουθώντας τα ορθά δόγματα των Αγίων Πατέρων. Ε, μάθε, εμείς προτιμάμε να πεθάνουμε. Διότι τόσο πολύ απέχουμε από το να ακολουθούμε τα καινοφανή και κακόδοξα δόγματα, ώστε όχι μόνο θα μένουμε αμετακίνητοι στη θέση μας, ακολουθώντας με απόλυτη ακρίβεια τους προηγούμενους νόμους (δόγματα) που θέσπισαν οι άγιοι πατέρες, αλλά και εκείνους που τυχόν θα παρασυρθούν και θα παρεκκλίνουν από την ορθή πίστη, ευσεβώς θα τους αποκηρύξουμε και θα τους υποβάλλουμε σε ανάθεμα. Και όχι μόνο τούτο· αλλά και αν χειροτονήσετε κάποιον από τους Ακέφαλους, εμείς δεν πρόκειται να τον δεχτούμε με καμία βία. Μακάρι όμως, βασιλεύ Ιησού Χριστέ, να μη γίνει ποτέ τέτοιο πράγμα.
    Αν βέβαια συμβεί κάτι τέτοιο, αφού επικαλεστούμε ως μάρτυρα της αλήθειας τον Θεό, ή, να πούμε καλύτερα, Εκείνον, τον Ιησού, που τώρα βλασφημείται από αυτούς, τους Ακέφαλους, θα προβάλλουμε αντίσταση μέχρις αίματος. Και όπως για την πατρίδα, έτσι και περισσότερο για την ορθή πίστη θα προσφέρουμε ευχάριστα τις ψυχές μας, έστω και αν δούμε και αυτούς τους Αγίους Τόπους παραδομένος στο πυρ. Γιατί άλλωστε, και ποιο είναι το όφελος μόνο του ονόματος, όταν επιτέλους αυτά τα ιερά πράγματα καθυβρίζονται και προπηλακίζονται;
    Λοιπόν, βασιλιά μου, εμείς δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να φρονήσουμε, ούτε να πούμε καθόλου, ούτε να παραδεχτούμε κάτι που δεν συμφωνεί με τα θεσπισθέντα από τις τέσσερις άγιες και οικουμενικές Συνοδούς …
    Σχετικώς λοιπόν με αυτά, και πυρ να ανάβει εναντίον μας, και ξίφος να ακονίζεται, και ο πικρός θάνατος να επιφέρεται καταπάνω μας, μάλλον δε αντί ενός, αν είναι δυνατόν, και μύριοι θάνατοι, εμείς δεν θα προδώσουμε ποτέ την ορθή πίστη και ούτε θα αθετήσουμε και θα ατιμάσουμε εκείνα που ορθώς δογμάτισαν οι θεοφόροι Πατέρες. Ας είναι δε μάρτυρες τούτου οι ιδρώτες τους για την ορθόδοξη Πίστη και τα πολλά τους αγωνίσματα. Και τα δόγματά τους θα μένουν οπωσδήποτε στερεά και αμετάβλητα…»(Βίος και πολιτεία Οσίου Θεοδοσίου, εκδ. Αποστ. Διακονία, σελ. 90-92)

     Κάποτε ο όσιος Θεοδόσιος ο Κοινοβιάρχης αφόρισε έναν αδελφό, και βέβαια δίκαια· ή, όχι μόνο δίκαια, αλλά και φιλάνθρωπα. Και τον αφόρισε, επειδή η νόσος του, πράγματι, ένα τέτοιο φάρμακο χρειαζόταν. Εκείνος όμως το καλό που του έκανε ο όσιος με την παιδαγωγία αυτή, ώστε να θεραπευτεί, το ανταπέδωσε με το κακό. Δηλαδή, παραβαίνοντας συγχρόνως και την τάξη, επέβαλε το ίδιο επιτίμιο στον Όσιο, χωρίς αυτός να έχει υποπέσει σε κάποιο παράπτωμα… Επομένως ο αδελφός εκείνος περιέπεσε και σε άλλη χαλεπότατη νόσο, την αναισχυντία.
     Τι έπραξε λοιπόν ο μέγας κατά τη μετριοφροσύνη και δια της ταπεινοφροσύνης του υψηλότατος και ουράνιος; Δέχτηκε το επιτίμιο, σαν να του είχε επιβληθεί καλώς και σαν να είχε θέση σε αυτόν, και δεν κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων, μέχρις ότου ο αδελφός που τον έδεσε με το επιτίμιο, αυτός ο ίδιος και τον έλυσε. Ήταν δηλαδή ο όσιος Θεοδόσιος καταφανώς μιμητής του Μωυσή: φοβερός μεν και αμείλικτος στους αμαρτάνοντες προς τον Θεόν, επιεικέστατος δε και ανεκτικότατος προς εκείνους που έφταιγαν σε αυτόν. Έτσι δεν ήταν ούτε ευκαταφρόνητος, για την πραότητα του, ούτε φορτικός, για την υπερβάλλουσα αυστηρότητά του…»(Βίος και πολιτεία Οσίου Θεοδοσίου, εκδ. Αποστ. Διακονία, σελ. 120)

 

    «Πρέπει και αυτό να προστεθεί για να γίνει γνωστό σε ποιο ύψος ταπεινώσεως έφτασε ο όσιος Θεοδόσιος ο Κοινοβιάρχης. Λοιπόν, κάποτε διαπληκτίζονταν και αλληλοδέρνονταν δύο αδελφοί. Εκείνος τους συμβούλευε να σταματήσουν την έχθρα και να συμφιλιωθούν όπως είναι πρέπον σε κάθε χριστιανό, πολύ δε περισσότερο στους μοναχούς. Όμως, παρά τις παραινέσεις του, εκείνοι δεν πείθονταν και το μεταξύ τους μίσος αποδεικνυόταν ισχυρότερο από τις συμβουλές του.
    Τότε ο όσιος έγινε ικέτης και, ο ποιμένας των προβάτων, ο διδάσκαλος των μαθητών, ο πατέρας των τέκνων, τους ζητούσε το καλό τους, σαν να επρόκειτο για ευεργεσία δική του· και, ο ιατρός, τους παρακαλούσε να τους θεραπεύσει πληγή και την ασθένειά.
    Τους παρακαλούσε δε όχι απλώς και αμελώς, αλλά μέσα από τα βάθη της ψυχής του και με ταπείνωση που ξεπερνούσε κάθε όριο και μέτρο. Πράγματι, έπεσε κάτω και κειτόταν στο έδαφος, πιστεύοντας ότι με τον τρόπο αυτό, τρόπο άκρας ταπείνωσης, θα μαλάξει τη σκληρότητα της έχθρας. Και δεν σταμάτησε να τους παρακαλεί, μέχρις ότου και με μαλαξε και διέλυσε το μίσος που υπήρχε ανάμεσα τους. Έτσι λοιπόν ο όσιος τους δύο εκείνους αδελφούς, που τους χώριζε ένα άσπονδο μίσος, τους συνέδεσε με τα δεσμά της φιλίας». (Βίος και πολιτεία Οσίου Θεοδοσίου, εκδ. Αποστ. Διακονία, σελ. 119)

Εύρεση

Δημοφιλή Θέματα (Α-Ω)

αγάπη (600) Αγάπη Θεού (340) αγάπη σε Θεό (248) αγάπη σε Χριστό (166) άγγελοι (69) Αγγλικανισμός (1) Αγία Γραφή (229) Αγιασμός (10) Άγιο Πνεύμα (96) Άγιο Φως (1) άγιοι (178) άγιος (197) αγνότητα (42) άγχος (36) αγώνας (106) αγώνας πνευματικός (269) αδικία (6) Αθανασία (7) Αθανάσιος ο Μέγας (4) αθεΐα (127) αιρέσει (1) αιρέσεις (362) αιωνιότητα (14) ακηδία (4) ακτημοσὐνη (14) αλήθεια (111) αμαρτία (340) Αμβρόσιος άγιος (3) άμφια (1) Αμφιλόχιος της Πάτμου (4) Ανάληψη Χριστού (4) Ανάσταση (142) ανασταση νεκρών (31) ανθρώπινες σχέσεις (322) άνθρωπος (303) αντίχριστος (11) Αντώνιος, Μέγας (5) αξιώματα (15) απἀθεια (5) απελπισία (9) απιστία (21) απληστία (5) απλότητα (16) αποκάλυψη (8) απόκρυφα (17) Απολογητικά Θέματα (1) αργολογία (3) αρετή (200) Αρσένιος Όσιος (5) ασθένεια (108) άσκηση (63) αστρολογία (2) Αυγουστίνος άγιος (3) αυταπάρνηση (31) αυτεξούσιο (2) αυτογνωσία (148) αυτοθυσἰα (26) αυτοκτονία (9) αχαριστία (6) Β Παρουσία (10) Β' Παρουσία (11) βάπτιση (17) βάπτισμα (31) Βαρβάρα αγία (1) Βαρσανουφίου Οσίου (31) Βασιλεία Θεού (33) Βασίλειος ο Μέγας (31) Βελιμίροβιτς Νικόλαος Άγιος (32) βία (4) βιβλίο (31) βιοηθική (10) βίος (1) Βουδδισμός (5) γαλήνη (2) γάμος (125) Γένεση (5) Γέννηση Κυρίου (14) Γεροντικόν (195) Γερόντισσα Γαβριηλία (1) Γεώργιος Άγιος (1) γηρατειά (11) γιόγκα (4) γλώσσα (64) γνώση (25) Γνωστικισμός (3) γονείς (134) Γρηγόριος Νεοκαισαρείας άγιος (1) Γρηγόριος Νύσσης Άγιος (2) Γρηγόριος ο Θεολόγος (20) Γρηγόριος ο Παλαμάς όσιος (9) γυναίκα (36) δάκρυα (57) δάσκαλος (24) Δεύτερη Παρουσία (27) Δημήτριος Άγιος (1) Δημιουργία (62) διάβολος (233) Διάδοχος Φωτικής όσιος (13) διαίσθηση (1) διακονία (4) διάκριση (147) διάλογος (5) δικαιο (4) δικαιοσύνη (38) Διονύσιος Αρεοπαγίτης Άγιος (2) Διονύσιος Κορίνθου άγιος (1) Δογματικα Θέματα (205) Δογματική Τρεμπέλα (1) δύναμη (68) Δωρόθεος αββάς (10) εγκράτεια (19) εγωισμός (248) εικόνες (34) Ειρηναίος Λουγδούνου άγιος (4) ειρήνη (54) εκκλησία (235) Εκκλησιαστική Ιστορία (24) Εκκλησιαστική περιουσία (3) έκτρωση (5) έλεγχος (16) ελεημοσύνη (114) ελευθερία (62) Ελλάδα (19) ελπίδα (61) εμπιστοσὐνη (58) εντολές (12) Εξαήμερος (2) εξέλιξης θεωρία (16) Εξομολόγηση (167) εξωγήινοι (13) εξωσωματική γονιμοποίηση (5) Εορτή (3) επάγγελμα (17) επιείκεια (2) επιμονἠ (52) επιστήμη (108) εργασία (80) Ερμηνεία Αγίας Γραφής (183) έρωτας (19) έρωτας θείος (9) εσωστρέφεια (1) Ευαγγέλια (192) Ευαγγέλιο Ιωάννη Ερμηνεία (33) Ευαγγελισμός (2) ευγένεια (15) ευγνωμοσὐνη (42) ευλογία (5) Ευμένιος Όσιος γέροντας (7) ευσπλαχνία (34) ευτυχία (65) ευχαριστία (53) Εφραίμ Κατουνακιώτης Όσιος (25) Εφραίμ ο Σύρος όσιος (6) εχεμύθεια (1) ζήλεια (15) ζώα (46) ζωή (34) ηθική (14) ησυχία (32) θάνατος (299) θάρρος (99) θαύμα (254) θέατρο (5) Θεία Κοινωνία (179) Θεία Λειτουργία (127) θεία Πρόνοια (14) θἐλημα (54) θέληση (38) θεογνωσία (2) Θεόδωρος Στουδίτης όσιος (36) θεολογία (29) Θεός (330) Θεοφάνεια (6) Θεοφάνους Εγκλείστου Αγίου (5) θέωση (6) θλίψεις (280) θρησκείες (43) θυμός (100) Ιάκωβος Αδελφόθεος Άγιος (1) Ιάκωβος Τσαλίκης Όσιος (14) ιατρική (13) Ιγνάτιος Θεοφόρος (9) Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ Άγιος (6) ιεραποστολή (47) ιερέας (177) ιερωσύνη (16) Ινδουισμός (14) Ιουδαίοι (1) Ιουστίνος άγιος (3) Ιουστίνος Πόποβιτς Άγιος (58) Ιππόλυτος άγιος (1) Ισαάκ ο Σύρος (5) Ισίδωρος Πηλουσιώτης όσιος (36) Ισλάμ (11) Ιστορία Ελληνική (8) Ιστορία Παγκόσμια (14) Ιστορικότης Χριστού (1) Ιωάννης Δαμασκηνός Άγιος (1) Ιωάννης Θεολόγος (3) Ιωάννης Κροστάνδης (330) Ιωάννης Χρυσόστομος (397) Ιωσήφ Ησυχαστής Άγιος (6) Καινή Διαθήκη Ερμηνεία (138) Καινή Διαθήκη κριτικό κείμενο NestleAland (5) Κανόνες Εκκλησίας (4) καρδιά (116) Κασσιανός Όσιος (4) κατάκριση (132) καταναλωτισμός (8) Κατηχητικό (4) καύση νεκρών (1) κενοδοξία (14) κήρυγμα (53) Κίνητρα (3) Κλήμης Αλεξανδρέας (1) Κλήμης Ρώμης άγιος (1) Κλίμακα (6) κλοπή (5) Κοίμησις Θεοτόκου (25) κοινωνία (167) κόλαση (50) Κόντογλου Φώτης (4) Κοσμάς Αιτωλός Άγιος (2) Κουάκεροι (1) ΚράτοςΕκκλησία (1) Κρίσις Μέλλουσα (47) Κυπριανός άγιος (1) Κύριλλος Άγιος (1) Λατρεία Θεία (75) λείψανα (9) λογική (1) λογισμοί (115) λόγος Θεού (21) Λουκάς Κριμαίας Άγιος (12) λύπη (60) μαγεία (19) μακροθυμία (5) Μανιχαϊσμός (1) Μάξιμος Ομολογητής (15) Μαρία Αιγυπτία Αγία (2) Μαρκίων αιρετικός (1) μάρτυρες (24) μεγαλοσὐνη (7) Μεθοδιστές (1) μελέτη (59) μετά θάνατον (44) μετά θάνατον ζωή (101) Μεταμόρφωση (11) μετάνοια (365) Μετάσταση (1) μετάφραση (13) Μετενσάρκωση (8) μητέρα (56) Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος (2) μίσος (11) ΜΜΕ (4) μνημόσυνα (9) μοναξιά (21) μοναχισμός (114) Μορμόνοι (1) μόρφωση (20) μουσική (8) Ναός (17) ναρκωτικά (4) Νέα ΕποχήNew Age (1) Νεκτάριος άγιος (27) νέοι (27) νεοπαγανισμός (7) νηστεία (67) νήψη (2) Νικηφόρος ο Λεπρός Άγιος (3) Νικόδημος Αγιορείτης Άγιος (1) Νικόλαος Άγιος (8) Νικόλαος Καβάσιλας Άγιος (2) Νικόλαος Πλανάς Άγιος (1) νους (54) οικονομία (2) Οικουμενισμός (4) ομολογία (3) ομορφιά (17) ομοφυλοφιλία (2) όνειρα (35) οραμα (25) οράματα (32) οργή (2) ορθοδο (1) Ορθοδοξία (292) όρκος (1) πάθη (266) πάθος (38) παιδεία (24) παιδιά (138) Παΐσιος Όσιος (380) Παλαιά Διαθήκη (7) Παλαιά Διαθήκη Ερμηνεία (10) παλαιοημερολογίτες (17) Παναγία (333) Παπαδόπουλος Στυλιανός (3) παράδειγμα (38) Παράδεισος (113) Παράδοση Ιερά (9) Παρασκευή Αγία (1) Παρθένιος ο Χίος Όσιος (2) Πάσχα (22) πατήρ Νικόλαος Πουλάδας (21) πατρίδα (9) Πατρολογία (19) Παύλος Απόστολος (4) πειρασμοί (27) Πεντηκοστή (12) περιέργεια (3) Πέτρος Απόστολος (1) πίστη (539) πλησἰον (69) πλούτος (73) Πνευματικές Νουθεσίες (92) πνευματική ζωή (278) πνευματικός πατέρας (120) πνευματισμός (10) ποίηση (21) πόλεμος (28) πολιτική (25) πολιτισμός (9) Πορφύριος Όσιος (271) πραότητα (7) προθυμἰα (28) Πρόνοια (5) Πρόνοια Θεία (90) προορισμός (16) προσευχή (806) προσοχή (51) προσπἀθεια (139) προτεσταντισμός (29) προφητείες (15) ραθυμία (18) Ρωμαιοκαθολικισμός (36) Σάββας Καλύμνου Άγιος (1) Σαρακοστή (12) σεβασμός (28) Σεραφείμ του Σαρώφ Όσιος (11) Σιλουανός Άγιος (2) σιωπή (14) σοφία (54) Σπυρίδων Άγιος (2) σταθερότητα (2) Σταυρός (84) Σταυροφορίες (4) Σταύρωση (52) συγχώρηση (92) συκοφαντία (2) Συμεών Νέος Θεολόγος όσιος (88) συμπὀνια (23) συναξάρι (2) συνείδηση (25) σχίσμα (34) σώμα (49) σωτηρία (47) Σωφρόνιος του Έσσεξ Άγιος (35) τάματα (2) ταπεινοφροσύνη (270) ταπείνωση (196) Τέλος Κόσμου (4) Τερτυλλιανός (1) Τεσσαρακοστή Μεγάλη (6) τέχνη (1) τιμωρία (19) Τριάδα Αγία (35) τύχη (2) υγεία (8) υλικά αγαθά (43) υπακοή (124) Υπαπαντή (2) υπαρξιακά (73) υπερηφἀνεια (55) υποκρισία (25) υπομονή (222) φανατισμός (5) φαντασία (5) φαντάσματα (3) φιλαργυρἰα (9) φιλαυτἰα (10) φιλία (30) φιλοσοφία (23) Φλωρόφσκυ Γεώργιος (3) φόβος (56) φὀβος Θεοὐ (26) φως (44) Φώτιος άγιος (1) χαρά (123) Χαράλαμπος Άγιος (1) χάρις θεία (119) χαρίσματα (39) Χειρόγραφα Καινής Διαθήκης (1) Χριστιανισμός (21) χριστιανός (101) Χριστός (361) Χριστούγεννα (69) χρόνος (36) ψαλμωδία (7) ψεύδος (22) ψυχαγωγία (10) ψυχή (270) ψυχολογία (25)