Ο χριστιανός πιστεύει ότι η ζωή του δεν τελειώνει με το θάνατο, αλλά θα συνεχιστεί και μετά από αυτόν, στον παράδεισο ή στην κόλαση, ανάλογα με το πως θα ζήσει πάνω στη γη. Γι’ αυτό και το ενδιαφέρον του πρέπει να στρέφεται στον τρόπο τήρησης των εντολών του Θεού.
Τη σωτηρία του ο χριστιανός δεν την πετυχαίνει μόνος του. Δεν είναι δυνατό αυτό. Χρειάζεται τη βοήθεια του Θεού. Ο ίδιος αποφασίζει ότι θα αγωνιστεί για τη σωτηρία του, αλλά η υλοποίηση της απόφασής του είναι έργο της θείας χάρης, της μυστικής δηλαδή βοήθειας του Θεού προς τον άνθρωπο. Ίσως η έννοια της θείας χάρης να μην είναι τόσο γνωστή στους πολλούς, όμως αυτή εξασφαλίζει τη σωτηρία στο χριστιανό.
Ας σημειώσω κάτι περισσότερο για το τι εννοούμε ακριβώς, όταν λέμε θεία χάρη. Όλα ξεκινούν από την ενανθρώπηση του Σωτήρος Χριστού και τη σταυρική του θυσία. Δηλαδή ο Χριστός έρχεται στη γη, γεννιέται στη Βηθλεέμ, γίνεται άνθρωπος, διδάσκει, θαυματουργεί, σταυρώνεται, θυσιάζεται και ανασταίνεται. Και λαβαίνουν χώρα αυτά για τη σωτηρία των ανθρώπων. Αν αυτό το ιστορικό γεγονός το πιστεύει ο άνθρωπος και το στοχάζεται, αν το πιστεύει θερμά και το στοχάζεται με ευγνώμονα διάθεση, προσελκύει τη βοήθεια του Θεού. Με άλλα λόγια αν ο Εσταυρωμένος Κύριος είναι το καθημερινό του μέλετημα, θα έχει άγια συναισθήματα και θα είναι αφοσιωμένος στο Σωτήρα του, κάτι που αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για να δεχτεί το απολυτρωτικό έργο του Κυρίου. Μόνος του ο άνθρωπος δεν μπορεί να σωθεί. Βοηθούμενος όμως από το Θεό μπορεί να πετύχει τη σωτηρία του. Ο ίδιος βέβαια αποφασίζει και επιθυμεί τη σωτηρία του, ο Κύριος όμως τον βοηθάει. Αυτή ακριβώς η βοήθεια, η αγάπη και η εύνοια που εκδηλώνει ο Θεός στον άνθρωπο προκειμένου να πετύχει τη σωτηρία του, λέγεται θεία χάρη και «πηγάζει από τη σταυρική θυσία του Υιού».
Η θεία χάρη μεταδίδεται στον άνθρωπο με το λόγο του Θεού, με την προσευχή, αλλά κυρίως με τα ιερά μυστήρια, τις ιερές δηλαδή ακολουθίες που όλοι γνωρίζουμε. [...]
Θαυμάζω, θαυμάζω πολύ, τη φιλανθρωπία του Θεού. Μεγάλη και απερίγραπτη είναι η αγάπη Του. Μας προσφέρει τη σωτηρία, ζητώντας από μας ένα μικρότατο αγώνα. Θαυμάζω ακόμη το γεγονός ότι ο Θεός δεν με εκβιάζει. Σέβεται, θα έλεγα, την ελευθερία μου, το αυτεξούσιό μου. Με καλεί στη σωτηρία, μου προσφέρει τη σωτηρία, αλλά δική μου επιλογή και απόφαση η αποδοχή της. Και αυτό έχει πολύ μεγάλη πνευματική αξία. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι το δρόμο της σωτηρίας βαδίζουν οι ελεύθεροι άνθρωποι και αυτοί φτάνουν στο τέρμα. Και είναι βέβαιο ότι θα φτάσουν στο τέρμα, γιατί όλες τους οι δυνάμεις, σωματικές και πνευματικές, συμβάλλουν στην επίτευξη του ιερού σκοπού. Αντίθετα οι άνθρωποι που ωθούνται και σέρνονται στο δρόμο της σωτηρίας από άλλους συνανθρώπους τους, δήθεν θρησκευτικούς, οι οποίοι εκβιάζουν τη θέλησή τους, δεν προοδεύουν και δεν εξασφαλίζουν τη σωτηρία τους, παρ’ όλες τις διαβεβαιώσεις των εκβιαστών τους. [...]
Μακαρίζω τους χριστιανούς, οι οποίοι ανά πάσα στιγμή μπορούν να καταφεύγουν στον ιερέα και να αποθέτουν όλες τις αμαρτίες τους. Τους μακαρίζω, γιατί μπορούν να ελευθερώνουν το νου και την καρδιά τους από το μαρτύριο των τύψεων, από τη θλίψη και τη στεναχώρια, από το οδυνηρά αποτελέσματα των αμαρτιών τους. Δεν είναι μικρή υπόθεση αυτό. Φαντάζομαι πόσο υποφέρουν οι παραβάτες του ποινικού κώδικα και πόση αγωνία έχουν, όταν οδηγούνται στους δικαστές για να τιμωρηθούν. Είναι ψυχικά ράκη. Και η κατάσταση χειροτερεύει, όταν η μεταμέλειά τους δεν αλλάζει την απόφαση των δικαστών. Στην εξομολόγηση συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Χωρίς δικογραφίες, χωρίς μάρτυρες και συνηγόρους, χωρίς προσπάθειες για συγκάλυψη της αλήθειας και των πραγματικών γεγονότων, οι χριστιανοί καταφεύγουν στον πνευματικό και ομολογούν τις αμαρτίες τους. Και αυτή η ομολογία και μεταμέλειά φτάνει για να συγχωρεθούν. Όταν οι χριστιανοί συνειδητοποιήσουν την αξία της εξομολόγησης, δεν πρόκειται ποτέ να πέσουν στην απογοήτευση ή να εγκαταλείψουν τον πνευματικό τους αγώνα.
Πνευματικά Θέματα, Πρεσβ. Διονυσίου Τάτση, Β΄ έκδοση: Ιούνιος 2008