Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
30 Ιουλ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ-ΕΡΜΗΝΕΙΑ μέρος Δ΄ κεφ. 19-24

Γράφτηκε από τον 

Κεφάλαιο 19

Στίχ. 1-10. Ο Ζακχαίος σώζεται.
19.1 Καὶ εἰσελθὼν διήρχετο τὴν ᾽Ιεριχώ(1).
1 Ο Ιησούς μπήκε στην Ιεριχώ και περνούσε μέσα από την πόλη.
19.2 καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος(2), καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης(3) καὶ ούτος ἦν πλούσιος(4).
2 Εκεί υπήρχε κάποιος, που το όνομά του ήταν Ζακχαίος. Ήταν αρχιτελώνης και πλούσιος.
(1) Η αφήγηση της επιστροφής του Ζακχαίου δεν υπάρχει στους άλλους δύο συνοπτικούς. Υπάρχει σε αυτούς ένα κενό, διότι ο Ιησούς σταμάτησε τουλάχιστον μία νύχτα στην Ιεριχώ. Η πηγή από την οποία άντλησε ο Λουκάς ήταν προέλευσης αραμαϊκής, όπως αποδεικνύεται από τα αλλεπάλληλα «και» και από την σύνταξη κατά παράταξη, όπως και από τη φράση «ονόματι καλούμενος» (g). Ο Ιησούς μετά τη θεραπεία του τυφλού μπαίνοντας στην Ιεριχώ πέρναγε μέσα από την πόλη (δ).
(2) Το όνομα μεταφραζόμενο στην ελληνική σημαίνει καθαρός, αθώος (Β΄Εσδρα β 9,Νεεμ. ζ 14) και δείχνει, ότι αυτός ήταν Ιουδαίος (δ).
(3) Πρέπει να υπήρχε στην Ιεριχώ γραφείο κεντρικού τελωνείου και λόγω της εξαγωγής βαλσάμου, το οποίο παραγόταν στην πόλη αυτή και πουλιόταν σε όλες τις χώρες του κόσμου, αλλά και λόγω του σοβαρού διακομιστικού εμπορίου, το οποίο διεξαγόταν μέσω της οδού που περνούσε από την Ιεριχώ και μέσω της οποίας μετέβαιναν στην Ιουδαία, Περαία και Αίγυπτο. Ο Ζακχαίος ήταν επικεφαλής αυτού του γραφείου (g). Το αρχιτελώνης λοιπόν είναι τίτλος αξιώματος και σημαίνει πολύ περισσότερο από το ότι ο Ζακχαίος ήταν κάποιος πλούσιος φοροεισπράκτορας (p). Ήταν λοιπόν πρόσωπο υψηλής τάξης στην κοινωνία στην οποία ζούσε και η επιστροφή του θα έγινε παράδειγμα, το οποίο ακολούθησαν και πολλοί άλλοι (b).
(4) Πρόσωπο τέτοιας θέσης επόμενο είναι να είχε αποκτήσει και πλούτο αρκετό, αλλά οι ευκαιρίες του να αποβεί πλούσιος δεν ήταν απαλλαγμένες από βάσιμες υπόνοιες απάτης, επειδή οι κατάλογοι της διατίμησης των φόρων ήταν πολύ αόριστοι και εξαρτιόταν από την εκτίμηση του τελώνη ο διακανονισμός του φόρου που πρέπει να πληρωθεί (L). Ο Θεός έχει παντού τους δικούς του, ο Χριστός επίσης ήλθε να σώσει και τους πρώτους των αμαρτωλών, άρα και τους αρχιτελώνες, τους πρώτους μεταξύ των τελωνών. Παρόλο μάλιστα που πρόσφατα ο Χριστός είχε διακηρύξει, πόσο δύσκολα οι πλούσιοι θα μπουν στη βασιλεία των ουρανών, όμως τώρα δημιουργεί παράδειγμα πλουσίου, ο οποίος είχε χαθεί και βρέθηκε.

19.3 καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν ᾽Ιησοῦν(1) τίς ἐστιν(2), καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν(3).
3 Αυτός προσπαθούσε να δει ποιος είναι ο Ιησούς· δεν μπορούσε όμως εξαιτίας του πλήθους και γιατί ήταν μικρόσωμος.
(1) «Επιθύμησε να δει τον Ιησού· βλάστησε δηλαδή σε αυτόν σπέρμα σωτηρίας» (Κ). Το πρόσωπο του Ιησού τον ενδιέφερε, διότι είχε ίσως ακούσει να μιλούν για την επιείκεια και συγκατάβαση, την οποία ο Ιησούς έδειχνε στους τελώνες (g).
(2) Ήθελε να σχηματίσει κάποια ιδέα για αυτόν (g). Ενδιαφερόταν να δει ποιος ήταν αυτός, του οποίου η φήμη ήταν τόσο αγαθή (L).
(3) Όπως φαίνεται και από το «προδραμών» που ακολουθεί στο σ 4, παρακολούθησε προς στιγμήν την συνοδεία, αλλά δεν κατόρθωσε να δει τον Ιησού (g), διότι ήταν κοντός στο ανάστημα. Ο Χριστός δεν προσπαθούσε να γίνει ολοφάνερος, ούτε κουβαλιόταν στους ώμους άλλων για να είναι περίοπτος, αλλά ούτε και η βασιλεία του ήλθε με επίδειξη. Χωρίς να επιβαίνει σε άρμα όπως οι βασιλιάδες και ηγεμόνες του κόσμου, πεζοπορούσε καλυπτόμενος από το πλήθος, σαν ένας από εμάς, διότι ήταν οι ημέρες της ταπείνωσής του. Ο Ζακχαίος λοιπόν έχοντας μικρό το ανάστημα δεν μπορούσε να δει τον Ιησού. Πολλοί παρόλο που έχουν μικρό ανάστημα έχουν μεγάλες ψυχές. Ποιος δεν θα προτιμούσε να είναι Ζακχαίος μάλλον παρά Σαούλ, παρόλο που ο τελευταίος αυτός ήταν ψηλότερος στο κεφάλι και τους ώμους του περισσότερο από όλους τους γύρω του;

19.4 καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν(1) ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν(2) ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης(3) ἤμελλεν διέρχεσθαι.
4 Έτρεξε λοιπόν μπροστά πριν από το πλήθος κι ανέβηκε σε μια συκομουριά για να τον δει, γιατί θα περνούσε από ’κει.
(1) Υπάρχει και η γραφή: προδραμών εις το έμπροσθεν. Το έμπροσθεν ή εις το έμπροσθεν (μέρος) εντείνει την έννοια του προδραμών (p). Το δέντρο εκείνο προς το πέρα μέρος του δρόμου από τον οποίο περνούσε ο Ιησούς (δ). Όσοι επιθυμούν να δουν τον Ιησού, καλούνται να χρησιμοποιήσουν τα κατάλληλα μέσα για αυτό, ξεπερνώντας όλα τα εμπόδια και τις δυσκολίες και αψηφώντας τους κόπους ή τις επικρίσεις και τα δυσμενή σχόλια των ανθρώπων.
(2) Οι κλασικοί συγγραφείς έλεγαν συκάμινος, ενώ οι μεταγενέστεροι συκόμορος ή συκομορέα (δ). Τελείως διαφορετικό δέντρο από τη συκιά και πιθανότατα και από την γενικώς ονομαζόμενη μουριά. Ο καρπός της μοιάζει με το σύκο και τα φύλλα της είναι όμοια με αυτά της μουριάς. Για αυτό και το όνομα συκομορέα (p). Είναι δέντρο με κλαδιά χαμηλά και παράλληλα με το έδαφος. Η ανάβαση λοιπόν σε αυτό είναι εύκολη (g). Δες και Λουκ. ιζ 6. Οι εξωτερικοί τύποι και τρόποι συμπεριφοράς δεν θα επέτρεπαν σε άνθρωπο της θέσης του Ζακχαίου να αναρριχηθεί πάνω στο δέντρο. Αλλά η πίστη υποτάσσει τελείως κάθε άλλη επιφύλαξη (b). Και δεν μπορούμε μεν να συμπεράνουμε από το κείμενο ότι περιφρόνησε τον χλευασμό του όχλου, μπορούμε όμως να πούμε, ότι καμία σκέψη για την προσωπική του αξιοπρέπεια δεν τον απέτρεψε από το να πραγματοποιήσει τον σκοπό του (p).
(3) Εξυπακούεται η πρόθεση «δια» και το «οδού»=από εκείνο τον δρόμο.

19.5 καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον(1), ἀναβλέψας ὁ ᾽Ιησοῦς είδεν αυτόν(2) και εἶπεν πρὸς αὐτόν, Ζακχαῖε(3), σπεύσας κατάβηθι(4), σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου(5) δεῖ(6) με μεῖναι.
5 Όταν έφτασε ο Ιησούς στο σημείο εκείνο, κοίταξε προς τα πάνω, τον είδε και του είπε: «Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα, γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου».
(1) «Όπου ήταν η συκομορέα» (Ζ).
(2) «Αφού ανέβηκε στην συκομορέα (ο Ζακχαίος), πριν ακόμη δει αυτός, βλέπεται από τον Κύριο» (Θφ). «Είδε αυτό ο Χριστός με τα μάτια της θεότητας· όταν σήκωσε το βλέμμα λοιπόν, τον είδε και με τα μάτια τα ανθρώπινα» (Κ). «Έτσι επομένως μας προλαβαίνει ο Θεός που είναι παντού, μόνο αν μας δει να προθυμοποιούμαστε» (Θφ).
(3) Ο Ζακχαίος και θα θαύμασε και θα χάρηκε, όταν κλήθηκε έτσι με το όνομά του (b). Βεβαίως ήταν δυνατόν να είχε ακούσει ο Κύριος το όνομα του Ζακχαίου προφερόμενο από ανθρώπους του πλήθους εκείνου, αλλά η έννοια των συμφραζομένων φαίνεται μάλλον να συνηγορεί υπέρ του ότι ο Κύριος με την υπερφυσική του γνώση γνώρισε το όνομα εκείνου, τον οποίο ο επουράνιος Πατέρας του είχε προορίσει (δεῖ=πρέπει) να τον φιλοξενήσει (L). Ο Χριστός φώναξε αυτόν με το όνομά του, διότι γνωρίζει τους διαλεγμένους ονομαστικά. Δεν έχουν γραφτεί τα ονόματά τους στο βιβλίο του; Και ο Ζακχαίος τώρα θα μπορούσε να ρωτήσει, όπως άλλοτε ο Ναθαναήλ (Ιω. α 48): «Από πού με ξέρεις;». Και ο Χριστός θα του απαντούσε: Πριν ακόμη ανέβεις στη συκομορέα σε είδα και σε ήξερα.
(4) «Σπεύσε». Αυτοί που καλούνται από το Χριστό πρέπει να σπεύδουν, διότι οι αναβολές είναι επικίνδυνες. Πρέπει ακόμη να κατεβαίνουν ταπεινούμενοι, έτοιμοι να δεχτούν διαταγές από εκείνον, ο οποίος είναι ο μόνος δυνατός να τους σώσει. «Τον ήξερε ότι είναι έτοιμος στην υπακοή και θερμός στην πίστη και ευμετάβλητος από κακία σε αρετή. Αυτή ήταν θεία πρόγνωση. Διότι ήξερε καλά αυτό που θα γίνει. Για αυτό και καλεί και πηγαίνει, για να τον κερδίσει» (Κ). Έσπευσε να δει το Χριστό. Πρέπει τώρα να σπεύσει να τον υποδεχτεί (p). Πήρε περισσότερο από εκείνο, το οποίο ήλπιζε εκείνος, ο οποίος έπραξε ό,τι εξαρτιόταν από αυτόν (Maldonatus). Όσοι έχουν διάθεση να γνωρίσουν το Χριστό, θα γνωριστούν από αυτόν. Και εκείνοι οι οποίοι επιθυμούν να τον δουν, θα γίνουν από αυτόν δεκτοί, για να συνομιλήσουν μαζί του. Και μερικές φορές εκείνοι, οι οποίοι έρχονται να ακούσουν το λόγο του Χριστού από κάποια περιέργεια, όπως ο Ζακχαίος, παρά την προσδοκία τους αισθάνονται να αφυπνίζεται η συνείδησή τους και οι καρδιές τους να μεταβάλλονται.
(5) Μπαίνει μπροστά με έμφαση η φράση σήμερον γαρ εν τω οίκω σου (p).
(6) Χάριν της σωτηρίας σου πρέπει να μείνω (b). Οφείλω σύμφωνα με θεία βουλή και απόφαση. Αυτό πάντα σημαίνει το «πρέπει» (δ).

19.6 καὶ σπεύσας κατέβη(1), καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων(2).
6 Εκείνος κατέβηκε γρήγορα και τον υποδέχτηκε με χαρά.
(1) «Αυτός λοιπόν δεν αμέλησε. Διότι δεν πρέπει να αρνείται κάποιος όταν ο Χριστός διατάζει κάτι» (Θφ).
(2) «Χαιρόταν όχι μόνο επειδή είδε αυτόν, όπως ζητούσε, αλλά διότι και κλήθηκε από αυτόν και επειδή υποδέχτηκε αυτόν, κάτι που δεν θα το περίμενε ποτέ» (Ζ).

19.7 καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον(1) λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ(2) ἀνδρὶ εἰσῆλθεν καταλῦσαι(3).
7 Όλοι όσοι τα είδαν αυτά διαμαρτύρονταν κι έλεγαν ότι πήγε να μείνει στο σπίτι ενός αμαρτωλού.
(1) Άρχισαν να γογγύζουν μεταξύ τους (=δια)(δ). «Αγνοούσαν τον τρόπο, με τον οποίο συναναστρεφόταν αυτούς (τους αμαρτωλούς και τελώνες). Για αυτό και δεν έδινε σημασία σε αυτούς όταν σκανδαλίζονταν με τέτοια πράγματα. Διότι πρέπει να περιφρονεί κάποιος το μικρό σκάνδαλο, όταν προξενείται σε κάποιον μεγάλη σωτηρία, και να μην χάνει το μεγάλο εξαιτίας του μικρού» (Ζ). «Θα μπορούσε κάποιος να πει το εξής στον Σωτήρα όλων μας, το Χριστό. Μένεις στον Ζακχαίο και στον αρχηγό των τελωνών, ο οποίος δεν ξέπλυνε ακόμη τις συμπεριφορές της κερδοσκοπίας; Ναι, λέει· το ξέρω αυτό, επειδή είμαι από τη φύση μου Θεός και παρατηρώ τους δρόμους του καθενός πάνω στη γη και μαζί με αυτά, έχω τη γνώση αυτών που θα συμβούν· τον κάλεσα με σκοπό τη μετάνοια, επειδή ήταν πρόθυμος για αυτό» (Κ). Αυτοί που γογγύζουν πρέπει να ανήκαν στο πλήθος που ακολουθούσε τον Ιησού και οι εκδηλώσεις τους κατά τη στιγμή αυτή αποδεικνύουν, ότι δεν είχαν ακόμη πλήρως απαλλαχτεί από την επιρροή των Φαρισαίων (ο).
(2) Μπαίνει μπροστά με έμφαση. Σε άνδρα αμαρτωλό. Σαν να μην ήταν και αυτοί αμαρτωλοί. Νόμιζαν όμως, ότι ο Ζακχαίος ήταν χειρότερος από όλους τους αμαρτωλούς. Δεν σκέφτηκαν όμως ότι, από το γεγονός ότι στο παρελθόν υπήρξε τόσο αμαρτωλός ο Ζακχαίος, δεν μπορούσε να βγει ως συμπέρασμα, ότι και τώρα εξακολουθούσε να είναι τέτοιος. Εφόσον ο Θεός δέχεται την μετάνοια των αμαρτωλών, αυτοί μπορούν να μεταβληθούν και συνεπώς εμείς κατηγορώντας αυτούς επόμενο είναι να τους αδικούμε, διότι δεν είναι αδύνατον την ώρα που εμείς ρίχνουμε εναντίον τους τον λίθο του αναθέματος, αυτοί να έχουν μετανοήσει. Επιπλέον αυτοί που γογγύζουν δεν έλαβαν υπ’ όψη ότι για τον Χριστό κανείς κίνδυνος δεν υπήρχε να μολυνθεί από την συναναστροφή με τους αμαρτωλούς, αλλά υπήρχαν μεγάλες ελπίδες ότι θα ευεργετούσε και θα έσωζε εδώ τον αμαρτωλό.
(3) Μόνο εδώ και στο θ 12 στην Κ.Δ. έχει το καταλύω την έννοια του χαλαρώνω ή λύνω τα ενδύματά μου και αναπαύομαι από την οδοιπορία. Δες Γενεσ. ιθ 2,κδ 23,25,Σοφ. Σειρ. ιδ 25.27. Αλλού στην Κ.Δ. σημαίνει ρίχνω κάτω, γκρεμίζω, καταστρέφω (Λουκ. κα 6,Πράξ. ε 38,στ 14 κλπ.)(p).

19.8 σταθεὶς(1) δὲ Ζακχαῖος εἶπεν πρὸς τὸν κύριον, ᾽Ιδοὺ(2) τὰ ήμιση(3) τῶν ὑπαρχόντων μου, κύριε, δίδωμι(4) τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα(5) ἀποδίδωμι τετραπλοῦν(6).
8 Τότε σηκώθηκε ο Ζακχαίος και είπε στον Κύριο: «Κύριε, υπόσχομαι να δώσω τα μισά από τα υπάρχοντά μου στους φτωχούς και ν’ ανταποδώσω στο τετραπλάσιο όσα έχω πάρει με απάτη».
(1) Αφού στάθηκε μπροστά του, πήρε δηλαδή την στάση που άρμοζε στην μετάνοιά του (δ)· στάθηκε με αυθόρμητη και ελεύθερη γνώμη (b). Η αφήγηση παρουσιάζει την ακόλουθη διακήρυξη του Ζακχαίου ως την άμεση συνέπεια της προσωπικής του επαφής με την αγαθότητα του Χριστού (p). Στάθηκε, το οποίο σημαίνει ότι τα ακόλουθα λόγια αποτελούσαν επίσημη, ελεύθερη και ενώπιον του Θεού αναλαμβανόμενη υποχρέωση. Όσα λοιπόν λέει, τα λέει απευθυνόμενος όχι προς τον λαό, αλλά προς τον Κύριο. Στάθηκε λοιπόν κατά κάποιο τρόπο στο βήμα του Κυρίου και στο όνομα του Κυρίου προβαίνει στην υπόσχεσή του και την ακόλουθη εκτέλεση της υπόσχεσης.
(2) Το «ιδού» με το οποίο ο Ζακχαίος αρχίζει, δηλώνει αιφνίδια απόφαση (p). «Τι γρήγορη μεταβολή! Τι αυτοδίδακτη σωτηρία! Διότι δεν έμαθε ακόμη κάτι από το Χριστό» (Ζ).
(3) Υπάρχει και η γραφή τα ημίσια. «Βλέπεις θερμότητα; Δεν άρχισε να σπέρνει με τσιγγουνιά, ούτε έδωσε κάποια λίγα, αλλά όλη την περιουσία. Διότι και αυτά που κράτησε, τα κράτησε για να μπορεί να δίνει σε αυτούς που αδίκησε… Δηλαδή έδωσε, από τη μία, τα μισά των υπαρχόντων στους φτωχούς· του έμειναν λοιπόν τα μισά· από αυτά πάλι που έμειναν, έδινε πίσω τετραπλάσια σε όσους αδίκησε, επομένως αν η περιουσία του τελώνη προήλθε από αδικία και αυτός δίνει πίσω όλα όσα αδίκησε τετραπλάσια, πρόσεξε πώς απογυμνώθηκε εντελώς» (Θφ).
(4) Δίνω τώρα και όχι θα δώσω μετά το θάνατό μου. Αρμόζει αυτοί που μετανοούν και επιστρέφουν στο Θεό να δείχνονται ευεργετικοί στους φτωχούς.
(5) «Το συκοφάντησα, δεν σημαίνει το κατηγόρησα μάταια, αλλά το απέκτησα τα λεφτά από συκοφαντία και αδικία» (Ζ). Πρόκειται για τις ψευδείς και ανακριβείς αναφορές και καταγγελίες που γίνονταν εις βάρος των φορολογουμένων, από τις οποίες αυτοί που κατήγγειλαν κέρδιζαν παράνομα κέρδη με την επιβάρυνση των καταγγελομένων με άδικα πρόστιμα και επαυξήσεις του φόρου (ο).
(6) Ο παλαιός νόμος απαιτούσε το 1/5 επιπλέον από αυτόν που ομολογούσε την αδικία και επέστρεφε αυθόρμητα το ποσό που έγινε αδικία (Αριθμ. ε 6,7)(δ). Όταν όμως το αντικείμενο της κλοπής είχε καταστραφεί και η αποκατάσταση γινόταν αναγκαστικά, αυτός που αδίκησε έπρεπε να δώσει πίσω το τετραπλό (Εξοδ. κβ 3,8 στο εβραϊκό κείμενο και Β Βασ.ιβ 6). Εάν όμως το κλεμμένο αντικείμενο υπήρχε ακόμη, επιβαλλόταν η στο διπλάσιο απόδοσή του (Εξοδ. κα 37 σύμφωνα με το εβραϊκό). Ο Ζακχαίος λοιπόν κάνει την αποκατάσταση με την αυστηρότερη εκδοχή (g). Δεν λέει: Εάν αναγκαστώ ή και απλώς κληθώ να επανορθώσω τα αδικήματά μου, θα πράξω αυτό. Αλλά προβαίνει στην επανόρθωση αυθόρμητα. Και δεν νομίζει ότι αρκούσε να εξιλεώσει αυτόν για τα αδικήματά του, το ότι μοίρασε τα μισά από τα υπάρχοντά του στους φτωχούς. Δεν αποτελεί άσκηση της αγάπης, αλλά υποκρισία, να ελεεί κάποιος με χρήματα, τα οποία δεν ανήκουν σε αυτόν. Ασφαλώς βεβαίως δεν πρέπει να θεωρούμε ως δικά μας τα χρήματα εκείνα, τα οποία με δόλο και απάτη και αδικίες αποκτήσαμε. Ούτε μετανοούμε ειλικρινά εάν δεν φροντίσουμε αμέσως να επανορθώσουμε κατά το δυνατόν τα αδικήματα που συντελέσαμε.

19.9 εἶπεν δὲ πρὸς αὐτὸν(1) ὁ ᾽Ιησοῦς ὅτι σήμερον(2) σωτηρία τῷ οἴκῳ(3) τούτῳ ἐγένετο(4), καθότι καὶ αὐτὸς(5) υἱὸς ᾽Αβραάμ ἐστιν(6)·
9 Ο Ιησούς, απευθυνόμενος σ’ αυτόν, είπε: «Σήμερα αυτή η οικογένεια σώθηκε· γιατί κι αυτός ο τελώνης είναι απόγονος του Αβραάμ.
(1) Παρόλο που ο Χριστός μεταχειρίζεται σε όσα λέει τρίτο πρόσωπο, το «προς αυτόν» σημαίνει μάλλον σε αυτόν, παρά σε σχέση ή αναφορικά με αυτόν (p). Ο Σωτήρας λέει αυτά βλέποντας προς τον Ζακχαίο, αλλά και για τους παρόντες και γογγυστές, για να δουν τον λόγο της επίσκεψης και να φιμωθούν (δ).
(2) Έμμεσος υπαινιγμός για το ότι ο Ιησούς που φιλοξενήθηκε από τον Ζακχαίο, είναι ο Σωτήρας. Σωτηρία είχε έλθει στο σπίτι του Ζακχαίου, διότι ο Ιησούς Σωτήρας είχε μπει σε αυτό (ο). «Διότι όπου μπει ο Χριστός, εκεί οπωσδήποτε υπάρχει και σωτηρία· ούτε με αναβολή αλλά ούτε και με υπόσχεση, αλλά σήμερα ευαγγελίζεται ο Χριστός την σωτηρία στον Ζακχαίο, επειδή και αυτός αμέσως έκανε αυτά που υποσχέθηκε. Διότι δεν είπε «θ α δ ώ σ ω τα μισά και στους αδικημένους θ α δώσω πίσω τα τετραπλάσια»… αλλά «να!», λέει, δ ί ν ω και δίνω πίσω. Για αυτό και ο Χριστός· Σήμερα, λέει, δίνεις, σήμερα και η σωτηρία σε σένα» (Κ).
(3) Ή «οπωσδήποτε με το «σπίτι» εννοεί τον Ζακχαίο που δέχεται την σωτηρία. Διότι δεν θα ονόμαζε ένα άψυχο οικοδόμημα γιο του Αβραάμ, αλλά είναι προφανές ότι εννοεί τον έμψυχο οικοδεσπότη» (Θφ). Ή, πιο σωστά «σπίτι λέει αυτούς που είναι στο σπίτι» (Ζ). Διότι ως επί το πλείστον η πίστη του αρχηγού του σπιτιού ακολουθείται και από την πίστη και των υπόλοιπων μελών του σπιτιού (b).
(4) «Αφού διώχτηκε ήδη η απώλεια, που έμενε μέσα από την πλεονεξία και την αδικία» (Ζ).
(5) Όπως οποιοσδήποτε άλλος Ισραηλίτης, έτσι και αυτός. Το αποκρουστικό και μισητό επάγγελμά του δεν εξάλειψε την λαμπρή καταγωγή του (p).
(6) «Και αυτός συγκαταλεγόταν στους γιους του Αβραάμ, στους οποίους ο Θεός υποσχέθηκε, μέσω αγίων προφητών, την λύτρωση μέσω του Χριστού» (Κ). «Έπρεπε να σωθεί ο Ζακχαίος, διότι και αυτός είναι από το γένος του Αβραάμ» (Ζ) και ως κατ’ ευθείαν απόγονος του Αβραάμ είχε δικαίωμα πάνω στις ευλογίες της σωτηρίας, που περιλαμβάνονταν στην υπόσχεση που έδωσε ο Θεός προς τον Αβραάμ (ο). Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: «τον ονόμασε γιο του Αβραάμ, ίσως, από τη μία, επειδή πίστεψε και δικαιώθηκε με την πίστη, ίσως, από την άλλη, και επειδή (ο Ζακχαίος) έγινε μεγαλόψυχος όσον αφορά τα χρήματα και αγάπησε τους φτωχούς, όπως ήταν εκείνος ο πατριάρχης. Πρόσεξε όμως ότι, τώρα ονόμασε γιο του Αβραάμ τον Ζακχαίο, επειδή είδε σε αυτόν την ομοιότητα στη συμπεριφορά. Δεν είπε δηλαδή, επειδή και αυτός «ήταν» γιος του Αβραάμ, αλλά επειδή «τώρα» είναι» (Θφ).

19.10 ἦλθε γὰρ(1) ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός(2).
10 Ο Υιός του Ανθρώπου ήρθε για ν’ αναζητήσει και να σώσει αυτούς που έχουν χάσει το δρόμο τους».
(1) Το «γαρ» αιτιολογεί το «σωτηρία εγένετο» και το «ήλθε» μπαίνει μπροστά με έμφαση.
(2) Το ουδέτερο γένος μπαίνει για να δηλώσει το σύνολο που αποτελείται από πολλά. Δες Ιω. στ 37,ιζ 2. Για την ιδέα που εκφράζεται δες Λουκ. ιε 6,9,32 και την φράση «τα απολωλότα οίκου Ισραήλ» (Ματθ. ι 6,ιε 24)(p). Για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος που το παίρνει ως ένα σώμα, λέγεται το «απολωλός». Η όλη ανθρωπότητα με την πτώση έγινε κόσμος απολωλός. Χαμένος σαν οδοιπόρος πλανήθηκε από το δρόμο του και χάθηκε στην έρημο. Χαμένος ως ασθενής, του οποίου η ασθένεια είναι αθεράπευτη και θανατηφόρα. Χαμένος ως φυλακισμένος, εναντίον του οποίου εκδόθηκε θανατική απόφαση, της οποίας επίκειται η εκτέλεση (Henry). Για τον Ζακχαίο τα Κλημέντια αναφέρουν ότι έγινε συνοδός του Πέτρου, ο οποίος χωρίς να το θέλει τον εγκατέστησε επίσκοπο Καισαρείας (Ομιλι.ΙΙΙ 63, Recogn.ΙΙΙ 66), όπου τον διαδέχτηκε ο Κορνήλιος (Αποστ. Διαταγ. VII,46)(L). Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς λέει, ότι ταύτιζαν αυτόν με τον Ματθία (Στρωμ. IV.6). Το Ταλμούδ αναφέρει έναν Ζακχαίο που ζούσε στην Ιεριχώ και ήταν πατέρας του περίφημου ραβίνου Ιωχανάν. Ίσως ήταν κάποιος από την ίδια οικογένεια, στην οποία ανήκε και ο Ζακχαίος (p).

Στίχ. 11-27. Η παραβολή των δέκα χρυσών νομισμάτων.
19.11 ᾽Ακουόντων δὲ(1) αὐτῶν(2) ταῦτα(3) προσθεὶς εἶπεν(4) παραβολὴν(5) διὰ τὸ(6) ἐγγὺς εἶναι ᾽Ιερουσαλὴμ(7) καὶ δοκεῖν αὐτοὺς ὅτι παραχρῆμα(8) μέλλει ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ ἀναφαίνεσθαι(9).
11 Καθώς αυτοί τα άκουγαν αυτά, ο Ιησούς πρόσθεσε και μια παραβολή, επειδή ήταν κοντά στην Ιερουσαλήμ, κι αυτοί νόμιζαν ότι η βασιλεία του Θεού θα φανερωνόταν αμέσως.
(1) «Επειδή όλοι μίλαγαν πάρα πολύ για αυτόν, ότι τότε αμέσως επρόκειτο να παραλάβει την βασιλεία του, την οποία είχαν διαλαλήσει οι προφήτες» (Κ)· «και επειδή τον άκουγαν πολλές φορές να λέει ότι πλησίασε η βασιλεία του Θεού, θεώρησαν ότι για αυτό ανεβαίνει τώρα στην Ιερουσαλήμ, για να βασιλέψει σε αυτήν» (Ζ), «όπως ήταν αναγκαίο διόρθωνε από την ψευδή ιδέα αυτούς που νόμιζαν αυτό» (Κ), «δείχνοντας ότι η βασιλεία του δεν είναι από τον κόσμο αυτόν, αλλά ουράνια και αιώνια» (Ζ).
(2) Η επανειλημμένη προαναγγελία των προσεχών παθημάτων του δεν είχε θεραπεύσει τους γύρω από τον Κύριο από τα φανταστικά όνειρά τους για επικείμενη δόξα του. Το αὐτῶν λοιπόν δεν αναφέρεται ούτε σε αυτούς που γόγγυζαν στο σ. 7, ούτε στο λαό της Ιεριχούς, αλλά στους πιο κοντινούς ακροατές του Ιησού, που με ενθουσιασμό παρακολουθούσαν αυτόν (g).
(3) Αναφέρεται σε όλες τις συζητήσεις του Ιησού με αυτούς που τον περιστοίχιζαν στο σπίτι του Ζακχαίου και ιδιαίτερα σε όσα περικλείονται στα λόγια του σ. 10 «ο υιός του ανθρώπου ήλθε να ζητήσει και να σώσει το χαμένο». Η σωτηρία είναι λοιπόν κοντά, έλεγαν, και ο Σωτήρας εμφανίστηκε και ενεργεί (g). Έβλεπαν τη σωτηρία σύμφωνα με τις πιο υλιστικές προσδοκίες του Ισραήλ σχετικά με τον Μεσσία.
(4) Το «προσθεὶς εἶπεν» δεν θα το μεταφράσουμε με το «είπε και πρόσθεσε παραβολή», αλλά με το: πρόσθεσε και είπε παραβολή σχετική με τα προηγούμενα. Σύνταξη που εβραΐζει. Δες Γεν. λη 5,Ιώβ κθ 1(p).
(5) Των 10 μνων. Πιθανότερο φαίνεται, ότι η παραβολή είναι τελείως διαφορετική από αυτήν των 10 ταλάντων (Ματθ. κε 14-30 και Μάρκ. ιγ 34-36). Είναι πιο λογικό να παραδεχτούμε ότι ο Ιησούς παρόμοιες παραβολές θα είπε σε διάφορες περιπτώσεις, παρά να θεωρήσουμε, ότι ο Ματθαίος και ο Λουκάς εκθέτουν την ίδια παραβολή με διαφορετική ο καθένας εφαρμογή και κάτω από διαφορετικά περιστατικά. Οι διαφορές και στα τμήματα ακόμη, τα κοινά στις δύο αυτές παραβολές, είναι αρκετά εμφανείς. Στην παραβολή των ταλάντων έχουμε άνθρωπο που αποδημεί, ενώ εδώ έχουμε ευγενή που μεταβαίνει «να πάρει βασιλεία». Τα τάλαντα έχουν διανεμηθεί άνισα ενώ οι μνες ίσα. Τα ποσά που εμπιστεύθηκαν διαφέρουν καταπληκτικά. Στα τάλαντα η αμοιβή είναι η ίδια για τους δύο δούλους, ενώ εδώ διαφέρει αναλόγως της δραστηριότητας που επέδειξε ο καθένας από τους δύο δούλους. Στα τάλαντα ο οκνηρός δούλος τιμωρείται παραδειγματικά, ενώ εδώ αποστερείται από την μνα του. Επιπλέον σε 302 λέξεις που χρησιμοποιούνται από τον Ματθαίο στην παραβολή των ταλάντων και σε 286 από τον Λουκά στην παραβολή των μνων, μόνο γύρω στις 66 λέξεις ή τμήματα λέξεων είναι κοινά και στις δύο (p).
(6) Δείχνει την αιτία, για την οποία είπε την παραβολή=και διότι πλησίαζε στην Ιερουσαλήμ (δ).
(7) Γύρω στις 6 ώρες· δηλαδή 150 στάδια (Ιωσήπου Ιουδ. Πολ. IV.8.3) ή γύρω στα 18 μίλια (p).
(8) Μπαίνει μπροστά με έμφαση. Στην λέξη αυτή συγκεντρώνεται η ιδέα, για αναίρεση της οποίας λέχθηκε η παραβολή (g).
(9) =να έρθει και να γίνει φανερή και έκδηλη (δ). Εκφράζει το ρήμα την ιδέα ενός μεγάλου αναμενόμενου θεάματος (g). Αναμφίβολα θα ιδρυόταν η πνευματική βασιλεία του Μεσσία κατά την άνοδο αυτήν στα Ιεροσόλυμα, αλλά θα ιδρυόταν με το πάθημα και τον θάνατό του (ο).

19.12 εἶπεν οὖν(1), ῎Ανθρωπός τις εὐγενὴς ἐπορεύθη εἰς χώραν μακρὰν(2) λαβεῖν ἑαυτῷ βασιλείαν(3) καὶ ὑποστρέψαι(4).
12 Είπε λοιπόν: «Ένας ευγενής πήγε σε χώρα μακρινή να χριστεί βασιλιάς και να επιστρέψει.
(1) Το γενικό νόημα της παραβολής: «Πρώτα μεν ονομάζει ο ίδιος τον εαυτό του άνθρωπο λόγω της σωματικής γέννησης· έπειτα ονόμαζε τον εαυτό του ευγενή, αλλά όχι ακόμη βασιλιά, επειδή δεν χρησιμοποίησε ακόμη την βασιλική αξία κατά την πρώτη εμφάνισή του ως Θεός. Μάρτυρες της ευγενικής του καταγωγής είναι αυτοί που έγραψαν την ιστορία του γένους και της διαδοχής από τους προγόνους· από τους οποίους ο ένας μεν, παρουσιάζοντας την ως προς τους ανθρώπους ευγενική του καταγωγή, ευαγγελιζόταν λέγοντας· Βιβλίο της γέννησης του Ιησού Χριστού, του γιου του Δαβίδ, του γιου του Αβραάμ… ο άλλος διδάσκοντας την γέννησή του την ουράνια και πριν από όλους τους αιώνες, παρέδιδε την αληθινά πρώτη και μόνη ευγενική καταγωγή, λέγοντας· Στην αρχή ήταν ο Λόγος και ο Λόγος ήταν με τον Θεό… Αλλά αυτός ο πριν από όλους τους αιώνες Θεός Λόγος, αφού έγινε άνθρωπος με ευγενική καταγωγή και αφού έζησε την ανθρώπινη ζωή… μετά την αρκετή παραμονή του στους ανθρώπους, πορεύτηκε σε χώρα μακρινή να πάρει για τον εαυτό του βασιλεία και να επιστρέψει. Με την μακρινή βεβαίως χώρα, φανέρωνε την άνοδο από τη γη στον ουρανό» (Ε). «Λέει τα μελλοντικά σαν να έχουν ήδη γίνει… Πήρε λοιπόν ως άνθρωπος (βασιλεία) για την οποία είπε ο Δαβίδ… Είπε ο Κύριος στον Κύριό μου· Κάθισε στα δεξιά μου έως ότου βάλω τους εχθρούς σου υποπόδιο των ποδιών σου» (Ζ). «Το πώς θα κάνει την επιστροφή, το διασαφηνίζει ο θείος απόστολος, λέγοντας· Διότι ο ίδιος ο Κύριος με πρόσταγμα, με φωνή αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού θα κατέβει από τον ουρανό… Με αυτούς που πήραν τις μνες σήμανε τους μαθητές του, στους οποίους αφού έδωσε ανά μία μνα, ανέθεσε την διαχείριση ίση και όμοια σε όλους… Με τους εχθρούς πολίτες δεν σήμανε άλλους από το έθνος των Ιουδαίων» (Ε), οι οποίοι «αρνήθηκαν την βασιλεία του, λέγοντας στον Πιλάτο· Δεν έχουμε βασιλιά παρά μόνο τον καίσαρα» (Κ). Ο Χριστός έπρεπε να μεταβεί στους ουρανούς και να πάρει από τον Πατέρα τιμή και δόξα, με το να του δοθεί κάθε εξουσία στον ουρανό και τη γη. Και θα επανέλθει μεν τελικώς κατά την Δευτέρα του παρουσία. Επανήλθε όμως και με την έκχυση του Πνεύματός του από τον ουρανό, ενώ για τους Ιουδαίους επανήλθε ως κριτής αόρατος, όταν με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ κλήθηκαν αυτοί να δώσουν λόγο για την σκληροκαρδία και αμετανόητη κακία που έδειξαν προς αυτόν.
(2) Είναι επίρρημα. Η μεγάλη απομάκρυνση εγκλείει την έννοια μακράς απουσίας. Με αυτό απαντά ο Κύριος στο παραχρῆμα(=αμέσως) που προηγήθηκε (σ. 11).
(3) Χωρίς να θέλει να υπαινιχθεί ο Κύριος κάποιο σύγχρονο γεγονός ειδικά, παίρνει όμως την εικόνα από τα σύγχρονα συμβάντα. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι ο Αρχέλαος μετά τον θάνατο του πατέρα του μετέβη στην Ρώμη, για να επιτύχει την αναγόρευσή του σε βασιλιά. Οι Ιουδαίοι όμως έστειλαν πρεσβεία στον αυτοκράτορα ζητώντας να προσαρτηθούν στο ρωμαϊκό κράτος. Παρομοίως και ο Αντίπας στο ίδιο προέβη διάβημα μετά τον θάνατο του αδελφού του Φιλίππου (g).
(4) «Κατά την δευτέρα παρουσία του» (Ζ).

19.13 καλέσας(1) δὲ δέκα(2) δούλους(3) ἑαυτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς δέκα μνᾶς(3) καὶ εἶπεν πρὸς αὐτούς, Πραγματεύσασθε(5) ἐν ᾧ(6) ἔρχομαι.
13 Πριν φύγει, κάλεσε δέκα δούλους του, τους έδωσε από ένα χρυσό νόμισμα και τους είπε: “εμπορευτείτε μ’ αυτά, ώσπου να έρθω”.
(1) Ο ευγενής αυτός προαπασχολούμενος με την μελλοντική διοίκηση του βασιλείου του, αποφασίζει να δοκιμάσει τους δούλους του, για να δει κατά πόσον θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτούς κατά την επιστροφή του ως υπαλλήλους και υπουργούς του (g). Οι απόστολοι και οι υπόλοιποι που αποτελούσαν το άμεσο περιβάλλον του Ιησού, περίμεναν, ότι θα ανυψώνονταν αμέσως σε αξιώματα και τιμές ως ακόλουθοι του διδασκάλου που θα υψωθεί σε βασιλιά. Αλλά ο Χριστός τους λέει, ότι αντί για αυτό προόριζε αυτούς ως ανθρώπους μεγάλης επιχείρησης, όπου θα καλούνταν να εργαστούν και να κοπιάσουν με πολλή επιμέλεια.
(2) «Ο αριθμός δέκα εδώ, δείχνει μόνο το πλήθος και των δούλων και των μνων» (Ζ). Δεν έπεται λοιπόν, ότι είχε μόνο 10 δούλους (p).
(3) Δούλοι πρώτον μεν είναι «οι μαθητές του» (Ε), αλλά και «αυτοί που στην εκκλησία τους έχει ανατεθεί διακονία» (Θφ), όπως και το σύνολο αυτών που πιστεύουν στον Ιησού (g). «Μοιράζει δηλαδή ο Σωτήρας σε αυτούς που πίστεψαν σε αυτόν τα διάφορα θεία χαρίσματα· διότι αυτό, λέμε, ότι είναι οι δέκα μνες» (Κ).
(4) Επειδή αποσκοπεί στο να δοκιμάσει μόνο αυτούς, το ποσό που τους εμπιστεύθηκε ήταν μικρό. Κάθε μνα είναι γύρω στις 4 χρυσές λίρες. Στην παραβολή των ταλάντων ο οικοδεσπότης μοιράζει όλα τα υπάρχοντά του, για αυτό το ποσό που δίνει στον κάθε δούλο είναι αρκετά μεγάλο (p). Αξιόλογη και η παρατήρηση: Ίσως με την μία μνα, την οποία περιορίστηκε να δώσει στον καθένα τους, θέλησε να υποσημάνει ότι θα ήταν ταπεινοί. Δεν θα ήταν μεγάλοι επιχειρηματίες ή έμποροι, αλλά κάποιοι απλοί μεταπράτες που δεν διαθέτουν μεγάλα χρηματικά κεφάλαια και προσπαθούν με την ακούραστη εργασία τους να αυξήσουν το ασήμαντο κεφάλαιό τους.
(5) Λέγεται μοναδική φορά. Πραγματευτής=αυτός που εργάζεται εμπορικά (δ). Κάντε εμπόριο. Δεν έδωσε την μνα στον καθένα για να αγοράσει πλούσια ενδύματα ή εδέσματα ή άλλη αποσκευή για τον εαυτό του, για να επιδεικνύει τον εαυτό του και να εμφανίζεται, όπως περίμεναν αυτοί που έτρεφαν υλιστικές αντιλήψεις για τον Μεσσία. Αλλά έδωσε σε αυτόν αυτήν, για να εργαστεί. Έτσι το «πραγματεύεσθε» στην ουσία σημαίνει: Σας στέλνω να κηρύξετε το ευαγγέλιο, να επεκτείνετε την εκκλησία στον κόσμο, να οδηγήσετε τα έθνη σε υπακοή πίστης και να οικοδομήσετε αυτά πάνω της. Όταν ο Χριστός φύσηξε στους 11 Πνεύμα Άγιο και είπε σε αυτούς μετά την ανάστασή του, Πάρτε Πνεύμα Άγιο, τότε παρέδωσε σε αυτούς τις 10 μνες. Όταν λοιπόν με το βάπτισμα και το χρίσμα παίρνουμε και εμείς τα χαρίσματα του Πνεύματος, παρέχονται τότε και σε μας οι μνες.
(6) =για όσο (πηγαίνω) και έρχομαι· κατά την οδοιπορία μου (δ). Υπάρχει και η γραφή: έως έρχομαι=έως ότου έλθω.

19.14 οἱ δὲ πολῖται αὐτοῦ(1) ἐμίσουν αὐτόν(2), καὶ ἀπέστειλαν πρεσβείαν ὀπίσω αὐτοῦ λέγοντες, Οὐ θέλομεν τοῦτον(3) βασιλεῦσαι ἐφ᾽ ἡμᾶς.
14 Οι συμπολίτες του τον μισούσαν κι έστειλαν ύστερα απ’ αυτόν αντιπροσωπεία για να πει: “αυτόν δεν τον θέλουμε για βασιλιά μας”.
(1) «Συμπολίτες του είναι οι Ιουδαίοι που τον μισούσαν» (Θφ). «Τους ονόμαζε με την παραβολή πολίτες, διότι κατάγονταν από την ίδια με αυτόν συγγένεια· επειδή και αυτός καταγόταν από τους ίδιους προπάτορες ως προς την σωματική του γέννηση και επειδή ακριβώς ζούσε όμοια με αυτούς τον τρόπο ζωής που καθόριζε ο νόμος (ο μωσαϊκός)» (Ε).
(2) Οι Ιουδαίοι «μίσησαν χωρίς λόγο» αυτόν (Ιω. ιε 25,Ψαλμ. ξη 5). Τον Αρχέλαο όμως είχαν σοβαρό λόγο να μισούν εφόσον είχε κατασφάξει γύρω στους 3000 από αυτούς το πρώτο Πάσχα μετά την άνοδό του στο αξίωμα (Ιωσήπου Αρχ. 17,9,3,Ιουδ. Πολ. ΙΙ 1,3)(p). Ο παρατατικός μισούσαν, φανερώνει μίσος παρατεταμένο και μόνιμο (ο).
(3) Μιλούν περιφρονητικά (b) ή τουλάχιστον εκφράζουν με αυτό, ότι αυτός είναι ξένος με εμάς (p). Είναι αξιοσημείωτο ότι τα λόγια αυτά της πρεσβείας μοιάζουν με την διακήρυξη των Ιουδαίων μπροστά στον Πιλάτο: Δεν έχουμε βασιλιά παρά μόνο τον καίσαρα (ο).

19.15 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἐπανελθεῖν αὐτὸν λαβόντα τὴν βασιλείαν(1) καὶ εἶπεν φωνηθῆναι(2) αὐτῷ τοὺς δούλους τούτους οἷς δεδώκει τὸ ἀργύριον, ἵνα επιγνω(3) τις τί(4) διεπραγματεύσατο(5).
15 Αυτός όμως χρίστηκε βασιλιάς και γύρισε πίσω. Και διέταξε να του φωνάξουν τους δούλους στους οποίους είχε δώσει τα χρήματα, για να μάθει πώς ο καθένας τα είχε εκμεταλλευθεί.
(1) «Ο λόγος αφορά την Δευτέρα παρουσία, όταν θα επιστρέψει με δύναμη πολλή και δόξα και θα καθίσει στο θρόνο της δόξας του» (Ζ).
(2) Μέσω των αγγέλων του (b). «Διότι τότε καλώντας σε λογαριασμό, θα αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του» (Ζ).
(3) Υπάρχει και η γραφή: ἵνα γνοῖ, από συγκοπή είτε από το γνοίη είτε από την υποτακτική γνώη. Εδώ είναι από το δεύτερο (g).
(4) Προέρχεται από τον συνδυασμό δύο ερωτήσεων=Ποιος κέρδισε και τι κέρδισε (g).
(5) Λέγεται μία φορά η λέξη στην Κ.Δ.. Ο βασιλιάς δεν ανησυχεί για το χρήμα του. Ενδιαφέρεται κυρίως για το πώς το χρησιμοποίησαν οι δούλοι του. Το διαπραγματεύομαι σημαίνει μάλλον το αποτέλεσμα που επιτεύχθηκε παρά τις προσπάθειες που έγιναν (L). Τι κέρδισε με τις διαπραγματεύσεις (δ). Σημείωσε ότι όλοι όσοι εμπορεύονται με επιμέλεια και πιστά στην υπηρεσία του Χριστού, πάντοτε θα κερδίζουν. Δεν μπορούμε όμως να πούμε το ίδιο και για τους επιχειρηματίες του κόσμου. Πολλοί από αυτούς και κεφάλαια μεγάλα διαθέτουν και κόπους πολλούς, και όμως στο τέλος όχι σπάνια ζημιώνονται.

19.16 παρεγένετο δὲ ὁ πρῶτος λέγων, Κύριε, ἡ μνᾶ σου προσειργάσατο(1) δέκα μνᾶς.
16 Παρουσιάστηκε ο πρώτος και του είπε: “κύριε, το νόμισμά σου απέφερε άλλα δέκα νομίσματα”.
(1) Έφερε εις πέρας με προσθήκη· κέρδισε. Λέγεται μοναδική φορά η λέξη (p). Ο δούλος αποδίδει την δύναμη όχι στον εαυτό του, αλλά στην αγαθότητα του Κυρίου του (b). Με μετριοφροσύνη αποδίδει το κέρδος στη μνα του κυρίου του και όχι στη δική του εργασία (Grotius). Σαν από μόνη της η μνα να διπλασιάστηκε (L). Δες Α΄Κορ. ιε 10. «Όχι εγώ, αλλά η χάρη του Θεού που είναι μαζί μου». Κύριε, λένε οι πιστοί δούλοι, όχι η επιμέλειά μας και η εργασία μας, αλλά η δική σου μνα πολλαπλασίασε τον εαυτό της. Δηλαδή ο Θεός και μόνος ο Θεός πρέπει να παίρνει τη δόξα για όλα τα κέρδη μας. Όχι σε εμάς, Κύριε, αλλά στο όνομά σου δώσε δόξα. Ο Παύλος ο οποίος δεκαπλασίασε την μνα, διακήρυξε ότι με τη χάρη του Θεού είμαι ό,τι είμαι. Και δεν θα τολμήσει ποτέ να μιλήσει για το ό,τι αυτός ενήργησε, αλλά για εκείνα τα οποία «ο Χριστός εργάστηκε μέσω αυτού» (Ρωμ. ιε 18). Το ότι παρ’ όλα αυτά η μία μνα στον άλλο δούλο πολλαπλασιάστηκε μόνο σε 5 και όχι σε 10, δεν προήλθε από έλλειψη της μνας ή του δώρου, αλλά από έλλειψη παραπάνω βαθμού επιμέλειας αυτού που την πήρε.

19.17 καὶ εἶπεν αὐτῷ, εὖ(1) ἀγαθὲ δοῦλε, ὅτι ἐν ἐλαχίστῳ(2) πιστὸς ἐγένου(3), ἴσθι ἐξουσίαν ἔχων(4) ἐπάνω δέκα(5) πόλεων.
17 Εκείνος τότε του είπε: “εύγε, καλέ δούλε! Επειδή αποδείχτηκες έμπιστος σ’ αυτό το ελάχιστο, ανάλαβε την εξουσία πάνω σε δέκα πόλεις”.
(1) Υπάρχει και η γραφή εὖ γε. Μόριο επιδοκιμασίας, σύντομο, αλλά περιεκτικό. Η λογοδοσία του ήδη τελείωσε και η διαχείρισή του επιδοκιμάστηκε. Μόχθος, εργασία, αγωνία, άγρυπνη προσοχή έπαυσαν πλέον όλα. Στο εξής η ζωή του θα είναι ζωή χαράς και απόλαυσης (ο).
(2) Η διαχείριση και διαπραγμάτευση μίας μνας, 100 χρυσών δραχμών, ήταν κάτι ελάχιστο (p). Χρησιμοποιήθηκε όμως για να δοκιμαστεί η πιστότητά του και η επιμέλειά του (ο).
(3) «Με μία μνα αποδείχτηκες σπουδαίος» (Ζ). Με τόσο μικρό, όπως η μνα, νόμισμα δείχτηκε πιστός, διότι ούτε σε αυτό δεν αδιαφόρησε (δ).
(4) Με την περίφραση ίσθι έχων, σημαίνει, έχε διαρκώς εξουσία. Ο βασιλιάς δίνει σε αυτόν μέρος της εξουσίας του, ονομάζοντας αυτόν άρχοντα 10 πόλεων. Με αυτό βεβαίως εικονίζεται η συμβασιλεία και η συμμετοχή στη βασιλεία του Θεού που έχει αρχή και εξουσία στην νέα κτίση (δ).
(5) «Ανάλογα με το μέτρο της φροντίδας του καθενός και του κέρδους, μετριέται και η τιμή και η ευεργεσία» (Ζ). «Για αυτό αυτός που δεκαπλασίασε αυτό που πήρε, εγκαθίσταται πάνω σε δέκα πόλεις, δηλαδή παίρνει εξουσία δέκα πόλεων, που σημαίνει, δέχεται πολλαπλάσιες τις αμοιβές. Και ο επόμενος κατά αναλογία» (Θφ). Μία πόλη δίνεται ως αμοιβή για κάθε μία μνα που κερδήθηκε. Και όμως με μία μνα ούτε μία αγροτική καλύβα δεν μπορεί κάποιος να αγοράσει (b). Πόσο αγαθός και μεγαλόδωρος είναι στις αμοιβές του ο Κύριος!

19.18 καὶ ἦλθεν ὁ δεύτερος λέγων, ῾Η μνᾶ σου, κύριε, ἐποίησεν(1) πέντε μνᾶς(2).
18 Ήρθε ο δεύτερος και του είπε: “το νόμισμά σου, κύριε, έφερε άλλα πέντε νομίσματα”.
(1) Έκανε, όπως και στο Ματθ. κε 16, δηλαδή κέρδισε (δ).
(2) Το ποσό που εμπιστεύτηκε ήταν το ίδιο σε όλους. Η ανταμοιβή όμως διαφορετική. Και αυτό οφείλεται στο ότι η δραστηριότητα που εκδηλώθηκε δεν ήταν η ίδια σε όλους (L).

19.19 εἶπεν δὲ καὶ τούτῳ, Καὶ σὺ γίνου ἐπάνω(1) πέντε(2) πόλεων(3).
19 Είπε και σ’ αυτόν: “πάρε κι εσύ την εξουσία πάνω σε πέντε πόλεις”.
(1) Έλα να είσαι πιο πάνω· προβιβάσου πιο πάνω. Και στις δύο περιπτώσεις δεν καλούνται οι δραστήριοι δούλοι να καθίσουν και απολαύσουν, αλλά να αναλάβουν ευρύτερη ακτίνα και σφαίρα δράσης (p).
(2) Υπήρξαν μεν και οι δύο δούλοι πιστοί, δεν υπήρξε όμως το ίδιο αποδοτική η εργασία τους. Υποδηλώνεται ότι ο ένας από αυτούς κατέβαλε μεγαλύτερους κόπους στο έργο του και επιδόθηκε σε αυτό με μεγαλύτερη επιμέλεια από τον άλλον. Για αυτό ο μεν πρώτος παίρνει εξουσία 10 πόλεων ενώ ο δεύτερος 5. Υπονοεί λοιπόν αυτό ότι στον ουρανό υπάρχουν διαφορετικοί βαθμοί δόξας. Οι βαθμοί όμως της δόξας θα παρέχονται ανάλογα με τους βαθμούς της εργατικότητας την οποία επέδειξαν στην παρούσα ζωή αυτοί που στεφανώνονται στην μέλλουσα ζωή. Όλα τα σκεύη εκεί θα γεμίσουν, δεν θα είναι όμως και όλα τα σκεύη το ίδιο ευρύχωρα και μεγάλα.
(3) Στην παραβολή από τους 10 δούλους, μόνο οι 3 τώρα εμφανίζονται. Όπως ακριβώς και στην παραβολή του συνετού αλλά άδικου οικονόμου δύο μόνο περιπτώσεις ως δείγματα της τακτικής του παρουσιάστηκαν, έτσι και εδώ παρουσιάζονται 3 μόνο παραδείγματα, από τα οποία το ένα παρουσιάζει την ύψιστη επιμέλεια και δραστηριότητα, το άλλο την μεσαία και το άλλο την τέλεια αδράνεια (L). Οι δύο αγαθοί δούλοι εκλέχτηκαν ως παραδείγματα μεταξύ περισσότερων από τους 10, όπως και ο τρίτος (g). «Τους άλλους τους άφησε, διότι είναι εύκολο από αυτούς να μάθουμε και για εκείνους» (Ζ).

19.20 καὶ ἕτερος(1) ἦλθεν λέγων, Κύριε, ἰδοὺ ἡ μνᾶ σου ἣν εἶχον ἀποκειμένην(2) ἐν σουδαρίῳ(3)·
20 Ήρθε κι ο άλλος και του λέει: “κύριε, ορίστε το νόμισμά σου. Το είχα κρύψει σ’ ένα μαντήλι,
(1) Υπάρχει και η γραφή: ο έτερος. Η παράλειψη του άρθρου σε κάποιους κώδικες, είναι προφανής διόρθωση για αποφυγή δυσκολίας. Εφόσον υπήρχαν 10 δούλοι, ο τρίτος δεν θα ήταν δυνατόν να χαρακτηριστεί με ακρίβεια ως «ο άλλος», σαν να ήταν 3 μόνο αυτοί που πήραν μνες. Όμως εφόσον οι δύο προηγούμενοι ήταν όμοιοι και ανήκουν στην ίδια τάξη αυτών που επαινέθηκαν και αμείφθηκαν, ενώ ο τρίτος αυτός ανήκει σε άλλη τάξη τελείως διαφορετική, θα μπορούσε να λεχθεί «ο άλλος» (p). Είναι ο αντιπρόσωπος ολόκληρης τάξης και σε αυτόν έχουμε την εικόνα της τιμωρίας, η οποία αναμένει εκείνους που είναι αμελείς στην διακονία του Κυρίου (ο).
(2) Την οποία φύλαγα κατά κάποιο τρόπο φυλαγμένη και αποθηκευμένη.
(3) Λατινικός τρόπος έκφρασης. Από το λατινικό sudarium (p), κοινώς το μαντήλι (δ). Ποιος δεν είδε στην Παλαιστίνη χωρικό να λύνει κρυφά κάποιο άκρο του μανικιού του ή του σαρικιού του για να βγάλει από εκεί νόμισμα χρυσό; (L). Ο δούλος αυτός είχε προνοήσει να μην χάσει την μνα και για αυτό θεωρούσε τον εαυτό του εντάξει απέναντι στον κύριό του (g). Ο δούλος κάνει ομολογία όχι σφάλματος, αλλά αρετής (p). Είναι αλήθεια ότι δεν την αύξησα σε περισσότερες μνες, αλλά και δεν την μείωσα, ώστε τώρα να σου δώσω πίσω λιγότερο από ό,τι μου έδωσες. Το ίδιο λένε και εκείνοι, οι οποίοι δεν έπραξαν κάποιο κακό στον κόσμο, συγχρόνως όμως δεν έπραξαν και κάτι καλό, λησμονώντας ότι «το να ξέρει κάποιος να κάνει το καλό και να μην το κάνει, είναι αμαρτία σε αυτόν» (Ιακ. δ 17). Έχουν χαρίσματα, δείχνουν όμως αμεριμνησία και αδιαφορία, αποφεύγοντας να στενοχωρήσουν ή να υποβάλλουν σε κάποιο κόπο τον εαυτό τους. Όλο το ενδιαφέρον τους έχει στραφεί στο εγώ τους και μένουν ικανοποιημένοι με το να λένε, ότι δεν έκαναν σε κανέναν κακό ούτε έβλαψαν κάποιον στη ζωή τους.

19.21 ἐφοβούμην γάρ σε, ὅτι ἄνθρωπος αὐστηρὸς(1) εἶ, αἴρεις ὃ οὐκ ἔθηκας(2) καὶ θερίζεις ὃ οὐκ ἔσπειρας και συνάγεις όθεν ου διεσκόρπισας(3).
21 γιατί σε φοβόμουνα, επειδή είσαι άνθρωπος σκληρός· παίρνεις αυτό που δεν έδωσες, θερίζεις αυτό που δεν έσπειρες και μαζεύεις από ’κει που δε λίχνισες”.
(1) Η λέξη συναντιέται μόνο εδώ στην Κ.Δ.. Η αρχική σημασία είναι αυτός που κάνει τη γλώσσα ξερή και σκληρή. Μάλλον με την έννοια του απαιτητικού υπερβολικά (p.g.). «Όντας αυστηρός απαιτεί αυτά που οι άλλοι απόκτησαν επιπλέον, στα οποία αυτός δεν συνέργησε καθόλου» (Ζ). Η συμπεριφορά όμως του κυρίου φανέρωνε μάλλον εμπιστοσύνη και γενναιοδωρία προς τους δούλους. Ο δούλος λοιπόν δεν είναι καλής πίστης, αλλά αναζητά δικαιολογία της οκνηρίας του (L). Στην παραβολή των ταλάντων ο τρίτος δούλος επειδή πήρε λιγότερο από τους άλλους δύο, μπορούσε με μια ευλογοφάνεια να δικαιολογηθεί θεωρώντας, ότι το ποσό που δόθηκε σε αυτόν ήταν ανεπαρκές σε σχέση με αυτό που δόθηκε στον καθένα από τους άλλους δύο (g). Εδώ όμως ό,τι εμπιστεύτηκε και στους υπόλοιπους, το ίδιο εμπιστεύτηκε και σε αυτόν.
(2) Αίρεις=παίρνεις σαν δικό σου αυτό που δεν έβαλες. Αυτό σαφέστερα εξηγείται με το ακόλουθο «και θερίζεις αυτό που δεν έσπειρες» (δ). Δες Ματθ. κε 24,26 και τις εκεί σημειώσεις. Η έννοια του στίχου είναι: Είσαι πολύ απαιτητικός. Και φρόντισα να πάρεις πίσω ό,τι μου έδωσες, ούτε λιγότερο λοιπόν, αλλά ούτε περισσότερο από αυτό (p).
(3) Η φράση «και συνάγεις όθεν ου διεσκόρπισας» θεωρείται ότι μπήκε στο κείμενο από το κείμενο του Ματθαίου. «Αυτήν την απολογία την έπλασε η παραβολή, θέλοντας να δείξει, ότι αυτού του είδους οι άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν καμία εύλογη απολογία, και ότι όσα τυχόν απολογηθούν, θα στραφούν όλα εναντίον τους, και άκουσε τη συνέχεια» (Ζ). Ο πονηρός αυτός δούλος μη εκτιμώντας την εμπιστοσύνη που του εκδήλωσε ο κύριος και φανταζόμενος ότι τίποτα καλό δεν είχε στο νου του για τους δούλους του ο κύριος που αποδήμησε, θεώρησε ως σκληρή και βαριά την απαίτησή του να κάνει ο ίδιος το εμπόριο έχοντας κεφάλαιο την μία μνα και το κέρδος της να το δώσει στον κύριο. Για αυτό κατηγορεί αυτόν ως αυστηρό και ότι παίρνει αυτά που δεν του ανήκουν, και μαζεύει αυτά που δεν έσπειρε και λίχνισε και καθάρισε στο αλώνι. Έβλεπε μόνο στην αξίωση του κυρίου να πολλαπλασιάσει τη μνα, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψη τη γενναιοφροσύνη, την οποία θα εκδήλωνε ο κύριος ανταμείβοντας την επιμέλεια των πιστών δούλων.

19.22 λέγει αὐτῷ, ᾽Εκ τοῦ στόματός σου(1) κρινω(2) σε, πονηρὲ δοῦλε. ᾔδεις γαρ(3) ὅτι ἄνθρωπος αὐστηρός εἰμι εγώ, αἴρων ὃ οὐκ ἔθηκα καὶ θερίζων ὃ οὐκ ἔσπειρα και συνάγων όθεν ου διεσκόρπισα.
22 Του λέει κι ο βασιλιάς: “από τα ίδια σου τα λόγια θα σε κρίνω, κακέ δούλε: διότι ήξερες ότι εγώ είμαι άνθρωπος σκληρός κι ότι παίρνω αυτό που δεν έδωσα, θερίζω αυτό που δεν έσπειρα και μαζεύω από κεί που δε λίχνισα.
(1) «Από τα λόγια σου» (Ζ). Χρησιμοποιείται εδώ το ανθρώπινο τεκμήριο=Όσο περισσότερο σου φαινόμουν σκληρός, τόσο περισσότερο έπρεπε να φροντίσεις να ικανοποιηθώ, χρησιμοποιώντας για αυτό μέσο, από το οποίο εσύ δεν θα διακινδύνευες τίποτα (g).
(2) Υπάρχει και η γραφή: κρίνω σε=Σε δικάζω ή σε μέλλοντα θα σε δικάσω. Στους ασεβείς και αμαρτωλούς οι βαθύτερες αρχές και λόγοι, πάνω στις οποίες στηρίζονται οι εναντίον τους θείες αποφάσεις, δεν αναπτύσσονται. Πείθονται όμως με τρόπο ταιριαστό στην δεκτικότητα της αντίληψής τους (b).
(3) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα αποσιωπούν αυτό, όπως και την φράση στο τέλος του στίχου «και συνάγων όθεν ου διεσκόρπισα». Το γαρ αιτιολογεί ή το πονηρέ δούλε (=σε ονομάζω πονηρό διότι…) ή το «από το στόμα σου θα σε κρίνω» (=θα δικαστείς από τα λόγια σου, διότι…).

19.23 καὶ διατί οὐκ ἔδωκας τὸ ἀργύριόν μου ἐπὶ την τράπεζαν(1), κἀγὼ ἐλθὼν σὺν τόκῳ ἂν ἔπραξα(2) αὐτὸ;
23 Γιατί τότε δεν έβαλες τα χρήματά μου σε μια τράπεζα, ώστε, όταν έρθω, να τα πάρω πίσω με τον τόκο τους;”
(1) Υπάρχει και η γραφή «επί τράπεζαν». Δες Ματθ. κε 27 και τις εκεί σημειώσεις. Τράπεζα=η τράπεζα αυτών που ανταλλάσσουν νομίσματα. Τα πρόσωπα σε αυτήν, οι τραπεζίτες, δεν αντάλλασσαν μόνο νομίσματα, αλλά και έπαιρναν καταθέσεις με τόκο (ο). «Έπρεπε εσύ να κάνεις ό,τι μπορούσες και το υπόλοιπο να το αφήσεις σε μένα· να κάνεις το ευκολότερο και το δυσκολότερο να το αφήσεις σε μένα, εννοώ βεβαίως, την απαίτηση του ποσού» (Ζ). Ήταν εξόχως εύκολο να κατατεθεί η μνα σε τράπεζα και θα φυλαγόταν εκεί ασφαλέστερα από όσο στο μαντήλι και τελικά θα απέφερε και τόκο (p).
(2) «Θα εισέπραττα» (Ζ). Δεν μπορεί λοιπόν να είναι βάσιμη η δικαιολογία ότι από φόβο μήπως χάσει τη μία μνα απέφυγε να εμπορευτεί με αυτήν. Διότι υπήρχε τρόπος και τη μνα να εξασφαλίσει και κάποιο κέρδος από αυτήν να αποκτήσει ο κύριός του. Ο πονηρός δούλος έδειξε κυρίως οκνηρία και πλήρη αδιαφορία για τα συμφέροντα του κυρίου του. Έτσι και όλοι οι ράθυμοι και ψυχροί διάκονοι του Κυρίου. Φροντίζουν μόνο για την ανάπαυση και ευμάρειά τους, αδιαφορώντας τελείως αν η θρησκεία του Κυρίου κατακτά ή χάνει έδαφος και δείχνουν κάθε ψυχρότητα για ό,τι ενδιαφέρει τον Χριστό και την βασιλεία του.

19.24 καὶ τοῖς παρεστῶσιν(1) εἶπεν, ῎Αρατε ἀπ᾽ αὐτοῦ τὴν μνᾶν(2) καὶ δότε τῷ τὰς δέκα(3) μνᾶς ἔχοντι(4)
24 Και στους παρευρισκομένους είπε: “πάρτε του το νόμισμα και δώστε το σ’ αυτόν που έχει τα δέκα νομίσματα”.
(1) Στους ακολούθους του και εκτελεστές των διαταγών του (g). «Στους υπηρέτες αγγέλους» (Ζ).
(2) Είναι πρέπον να χάνουν τα χαρίσματά τους εκείνοι οι οποίοι τα θέτουν σε αχρηστία, όπως και να μην απολαμβάνουν πλέον καμία εμπιστοσύνη εκείνοι, οι οποίοι συμπεριφέρθηκαν με ανειλικρίνεια. Εφόσον ο πονηρός δούλος δεν υπηρέτησε τον κύριό του με τη μνα, την οποία αυτός του εμπιστεύτηκε, πώς ήταν δυνατόν ο κύριος να ανεχτεί να παραμείνει η δική του μνα σε χέρια του πονηρού δούλου, για να χρησιμοποιεί αυτός αυτήν για δικό του όφελος;
(3) Η φράση αυτή δεν αναφέρεται στο ποσό που εμπιστεύτηκε, αλλά σε αυτό που αποκτήθηκε (g).
(4) Οι ψυχές οι σωσμένες με την εργασία πιστού δούλου ανήκουν αναμφίβολα προπαντός στον Χριστό, αλλά από κάποια άποψη και σε εκείνον, μέσω του οποίου προσφέρθηκαν αυτές στον Χριστό. Γίνονται και του πιστού αυτού δούλου «χαρά και στεφάνι» (Α Θεσ. β 19), δόξα του και χαρά του (Φιλιπ. δ 1). Η μνα που προστέθηκε στον δούλο αυτόν παριστάνει νέο πεδίο, στο οποίο θα μπορέσει να αναπτύξει την δραστηριότητά του και συνεπώς να αποκτήσει νέα διαμάντια για το στεφάνι του (g).

19.25 καὶ εἶπον(1) αὐτῷ, Κύριε, ἔχει δέκα μνᾶς.
25 Εκείνοι του είπαν: “κύριε, αυτός έχει ήδη δέκα νομίσματα”.
(1) Ποιοι είπαν; Πιθανότατα οι παρόντες άγγελοι (δ). Είναι όμως δυνατόν να αναφέρεται εδώ από τον Λουκά κάποια διακοπή εκ μέρους των ακροατών του Σωτήρα, οι οποίοι με ενδιαφέρον παρακολούθησαν την παραβολή και στους οποίους φάνηκε ότι είναι ελάχιστα αναγκαία η μία μνα σε αυτόν που έχει ήδη 10 (p). Η διακοπή αυτή μοιάζει με αυτήν του Πέτρου στο Λουκ. ιβ 41. Και η απάντηση του Κυρίου στον επόμενο σ. είναι ανάλογη με αυτήν του Ιησού στο Λουκ. ιβ 42. Ο βασιλιάς δηλαδή εδώ εξακολουθεί να μιλά και ενώ φαινομενικά δεν δίνει προσοχή στο περιεχόμενο της διακοπής, στην πραγματικότητα όμως απαντά σε αυτό με το αξίωμα που εκφέρεται στο σ. 26 (g).

19.26 λέγω γαρ(1) ὑμῖν ὅτι παντὶ τῷ ἔχοντι δοθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται απ’ αυτού(2)
26 “Σας βεβαιώνω”, τους απάντησε, “πως σ’ αυτόν που έχει θα του δοθεί κι άλλο· αλλά απ’ όποιον δεν έχει, και εκείνο το λίγο που έχει θα του αφαιρεθεί.
(1) Παραλείπεται το γαρ από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα. Αιτιολογεί την διαταγή που δόθηκε, η μνα να αφαιρεθεί από τον πονηρό δούλο και να δοθεί σε αυτόν που είχε τις 10 μνες, ενώ η διακοπή που παρεμβλήθηκε, όπως είπαμε, δεν λήφθηκε υπ’ όψη από τον βασιλιά. Είναι λοιπόν αυτό συνέχεια των λόγων του βασιλιά. Μπορεί όμως αν παραληφθεί το γαρ να εννοηθεί ως απάντηση του Ιησού προς το πλήθος που διέκοψε την παραβολή.
(2) Δες Ματθ. κε 29. Κάθε χάρισμα το οποίο με δραστηριότητα κάναμε δικό μας και το οποίο χρησιμοποιήσαμε ως μέσο δράσης, αυξάνει την δεκτικότητά μας για χαρίσματα ανώτερα· ενώ αντιθέτως κάθε χάρισμα που πήραμε, αλλά δεν καλλιεργήθηκε, βαθμιαία σβήνει και αποσύρεται και έρχεται ως συνέπεια και η εξασθένιση και απώλεια της ικανότητας να πάρουμε νέα χαρίσματα (g). Δες Λουκ. η 18, όπου για το αχρησιμοποίητο χάρισμα που παραμένει δεν λέγεται το «το οποίο έχει» αλλά το «το οποίο νομίζει ότι έχει». Εκείνος και μόνο έχει, ο οποίος χρησιμοποιεί και απολαμβάνει αυτά που δόθηκαν σε αυτόν (p). Πρέπει να ενθαρρύνονται εκείνοι, οι οποίοι υπήρξαν επιμελέστατοι και πολύ πρόθυμοι στο να εργάζονται το αγαθό. Σε αυτούς πρέπει να δίνονται μεγαλύτερες ευκαιρίες για δράση και αγαθοεργίες και να μπαίνουν σε υψηλότερη και περισσότερο ευρεία σφαίρα χρησιμότητας. Σε εκείνον ο οποίος απέκτησε πολλά, θα του δοθούν περισσότερα, έτσι ώστε με το μεγαλύτερο αυτό κεφάλαιο να κερδίσει περισσότερα. Σε εκείνους οι οποίοι προσπαθούν να αυξήσουν τη χάρη, την οποία έχουν, ο Θεός θα αυξήσει αυτήν. Από εκείνους όμως, οι οποίοι παραμελούν τη χάρη που τους δόθηκε, ο Θεός θα αφαιρέσει αυτήν. Αξιοσημείωτα και τα επόμενα: «Σε αυτούς που άκουσαν πρόθυμα τα λόγια του, στους μαθητές εννοώ και σε όσους από τα έθνη πίστεψαν και κατέχουν στο νου τους το θεμέλιο της διδασκαλίας και δόθηκαν και περίσσεψαν τα σχετικά με το θείο θέλημα, σύμφωνα με την δωρεά του Πνεύματος. Στους Ιουδαίους όμως που δεν κράτησαν τον λόγο του, και αυτό που νόμιζαν ότι έχουν, αφαιρέθηκε» (Σχ).

19.27 πλὴν(1) τοὺς ἐχθρούς(2) μου εκείνους(3) τοὺς μὴ θελήσαντάς με βασιλεῦσαι(4) ἐπ᾽ αὐτοὺς ἀγάγετε ὧδε καὶ κατασφάξατε(5) αὐτοὺς ἔμπροσθέν μου(6).
27 Όσο για τους εχθρούς μου, αυτούς που δε με θέλησαν για βασιλιά τους, φέρτε τους εδώ και σφάξτε τους μπροστά μου”».
(1) Πλην=αλλά· δηλαδή και αυτά μεν έτσι να τα κάνετε· αλλά μην λησμονείτε τους εχθρούς μου (δ).
(2) Δεν ονομάζει πλέον αυτούς πολίτες, διότι τον μίσησαν (στ. 14)(b).
(3) Αλεξανδρινή γραφή τούτους=Παριστάνει τους εχθρούς ως παρόντες στις σκέψεις των ακροατών (p).
(4) Ο Χριστός εκείνων μόνο είναι σωτήρας, των οποίων είναι και βασιλιάς και οι οποίοι πάντοτε είναι πρόθυμοι να υπακούνε σε αυτόν. Οι Ιουδαίοι όταν είπαν Δεν έχουμε βασιλιά παρά μόνο τον καίσαρα, αποκήρυξαν το Χριστό και προτίμησαν από αυτόν τον καίσαρα, ο οποίος και συντέλεσε τον όλεθρό τους.
(5) Το κατασφάζω δεν υπάρχει πουθενά αλλού στην Κ.Δ. δεν είναι όμως σπάνιο στους Ο΄. Σημαίνει σφάξτε τους ολοσχερώς (p). «Τους Ιουδαίους εννοεί, τους οποίους θα παραδώσει στην πλήρη φθορά στέλνοντάς τους στο πυρ το εξώτερο. Και όμως αυτοί και εδώ… σφάχτηκαν από τα ρωμαϊκά στρατεύματα και διατηρούνται και θα φυλαχτούν και για την εκεί σφαγή» (Θφ). «Διότι στη δεύτερη παρουσία του Χριστού, όλοι αυτοί θα παραδοθούν στην ατελείωτη κόλαση όπως ακριβώς σε σφαγή» (Σχ). Με το ρήμα κατασφάζω συνενώνει σε ένα την πρόσκαιρη καταστροφή και την αιώνια τιμωρία. Αναμφίβολα η πρώτη από αυτές τις καταδίκες έλαβε χώρα πολύ πριν τη Δευτέρα παρουσία. Αλλά η καταστροφή της Ιερουσαλήμ παρουσιάζεται συχνά σαν η πρώτη πράξη αυτής της ίδιας της παρουσίας. Δες Ματθ. ι 23 (g). Η καταστροφή και σφαγή για την οποία γίνεται λόγος αναφέρεται πρωτίστως στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Θα αποστερούνταν όμως το χωρίο από την κύρια δύναμή του, εάν δεν επεκτείναμε την έννοιά του σε όλους γενικά τους εχθρούς του Χριστού (ο). Εκείνοι οι οποίοι δεν θέλουν τον Χριστό να βασιλέψει σε αυτούς, συγκαταριθμούνται από αυτόν στους εχθρούς του. Όσοι δεν θέλουν να εξουσιάζονται από τη χάρη του Χριστού, αναπόφευκτα θα εξολοθρευτούν από την οργή του Χριστού.
(6) Ο Αυγουστίνος περισσότερες από μία φορές παραπέμπει στο χωρίο αυτό για να απαντήσει στην ένσταση, ότι ο αυστηρός Θεός της Π.Δ. δεν είναι δυνατόν να ταυτίζεται με τον Θεό της αγάπης της Κ.Δ. Όχι μόνο στον παλαιό νόμο, αλλά και στα ευαγγέλια η αυστηρότητα της κρίσης του Θεού εναντίον αυτών που με εθελοκακία ανυπακούνε, διδάσκεται σαφώς. Δες Αυγουστ. cont. Faust XXII 14.19 (p).

Στίχ. 28-44. Η είσοδος του Ιησού στην Ιερουσαλήμ.
19.28 Καὶ εἰπὼν ταῦτα(1) ἐπορεύετο ἔμπροσθεν(2) ἀναβαίνων εἰς ῾Ιεροσόλυμα.
28 Αφού είπε αυτά τα λόγια, προχώρησε μπροστά από τους άλλους βαδίζοντας για τα Ιεροσόλυμα.
(1) Ιστορικό συμπέρασμα που ανταποκρίνεται στην ιστορική εισαγωγή του σ. 11 (p).
(2) Παρόλο που δεν προστίθεται το (έμπροσθεν) «αυτών», παρ’ όλα αυτά το επορεύετο έμπροσθεν σημαίνει πιθανότατα ότι όντας επικεφαλής των μαθητών, προπορευόταν αυτών (p). Μπορούμε όμως να το πάρουμε και με την έννοια του: προχωρούσε, εξακολουθούσε να βαδίζει προς τα εμπρός (δ) «σπεύδοντας προς τα πάθη και τον σταυρό» (Ζ) και πορευόμενος να αντιμετωπίσει την επαλήθευση της παραβολής (b).

19.29 Καὶ ἐγένετο(1) ὡς ἤγγισεν εἰς Βηθσφαγὴ καὶ Βηθανιὰν(2) πρὸς τὸ ὄρος τὸ καλούμενον ελαιῶν(3), ἀπέστειλεν δύο τῶν μαθητῶν(4) αυτού
29 Όταν έφτασε κοντά στη Βηθσφαγή και τη Βηθανία, κοντά στο βουνό που ονομάζεται όρος των Ελαιών, έστειλε δύο από τους μαθητές του
(1) Δες Ματθ. κα 1-11 και Μάρκ. ια 1-11 και τις εκεί σημειώσεις.
(2) Γνωρίζουμε με ακρίβεια την τοποθεσία της Βηθανίας που ονομάζεται σήμερα ελ Αζιριέ. Βρισκόταν στην ανατολική πλευρά του όρους των ελαιών, 40 περίπου λεπτά από την Ιερουσαλήμ. Η Βηθφαγή, όπως γράφουν αυτήν τα αλεξανδρινά χειρόγραφα και πολλά άλλα, δεν μας είναι γνωστή παρά μόνο από το Ταλμούδ, το οποίο μιλά για αυτήν συχνά σαν για τόπο που βρίσκεται ανατολικά από τα τείχη της Ιερουσαλήμ και ανήκει στα περίχωρά της (g). Ο Caspari, ακολουθώντας τον Lightfoot, υποστηρίζει ότι η Βηθφαγή δεν ήταν κάποιο χωριό, αλλά ολόκληρη περιοχή, που περιλάμβανε και την Βηθανία και όλα τα ανάμεσα σε αυτήν και την Ιερουσαλήμ (p).
(3) Λίγα από τα αντίγραφα γράφουν: των ελαιών. Και χωρίς άρθρο όμως αν μπει, δεν μπορεί να είναι ονομαστική (ο ελαιών), διότι θα έπρεπε να γράφεται εδώ ελαιώνα (δες Πράξ. α 12), αλλά γενική πληθυντικού (δ).
(4) Η αποστολή των δύο μαθητών μαρτυρεί την εσκεμμένη πρόθεση του Κυρίου να δώσει στην είσοδό του ιδιαίτερη επισημότητα. Τώρα ήταν η στιγμή της φανέρωσης του Ιησού που ανυπόμονα αξίωναν οι νομιζόμενοι αδελφοί του (Ιω. ζ 3,4). Η είσοδος αυτή η επίσημη θα χρησίμευε και ως τελευταία έκκληση προς τον πληθυσμό της Ιερουσαλήμ. Δες Λουκ. ιθ 42. Αυτός όμως ο τρόπος της εισόδου του δεν εξέθετε πλέον σε κίνδυνο το έργο του, διότι γνώριζε ο Κύριος, ότι η ζωή του πλησίαζε προς το τέλος της (Λουκ. ιγ 32,33) (g). Δεν ήταν λοιπόν ασυμβίβαστο είτε με την ταπεινοφροσύνη του Ιησού είτε με την παρούσα κατάσταση της ταπείνωσής του, να κάνει εμφανή και επίσημη την είσοδό του στα Ιεροσόλυμα, λίγο πριν το θάνατό του. Έτσι προκαλούσε τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ να τον προσέξουν, ώστε ο μετά από λίγες ημέρες θάνατός του να μην έχει κάποια δικαιολογία.

19.30 ειπών, ῾Υπάγετε εἰς τὴν κατέναντι(1) κώμην(2), ἐν ᾗ εἰσπορευόμενοι εὑρήσετε πῶλον δεδεμένον, ἐφ᾽ ὃν οὐδεὶς πώποτε ἀνθρώπων ἐκάθισε(3)· λύσαντες αὐτὸν ἀγάγετε(4).
30 με την εξής παραγγελία: «Πηγαίνετε στο απέναντι χωριό και, μόλις μπείτε σ’ αυτό, θα βρείτε ένα πουλάρι δεμένο, στο οποίο κανένας άνθρωπος ως τώρα δεν έχει καθίσει. Λύστε το και φέρτε το εδώ.
(1) Το σύνθετο αυτό με πρόθεση επίρρημα, δεν συναντιέται στους εθνικούς, είναι όμως συνηθισμένο στην Κ.Δ. και τους Ο΄(p).
(2) Εάν είναι η Βηθανία ή η Βηθφαγή ή κάποιο άλλο χωριό, είναι τελείως αβέβαιο (p). Ο g. εικάζει ότι πρόκειται για συνοικισμό στο μέσο της οδού από Βηθανία προς Ιερουσαλήμ, που άλλοτε βρισκόταν και σε σημείο όπου η οδός αυτή αναγκαστικά γίνεται κυκλική για κάποια λεπτά, γύρω από εδαφική ανωμαλία ακατοίκητη τώρα, αλλά όπου ανακαλύφθηκαν παλαιά θεμέλια και υπολείμματα δεξαμενής.
(3) Με αυτό δίνεται στους μαθητές να καταλάβουν, ότι δεν πρόκειται για συνηθισμένη πορεία, στην οποία θα χρησιμοποιούνταν το πουλάρι αλλά για βασιλική είσοδο και επιβίβαση. Σχετικά με τα ζώα που προορίζονταν για ιερή χρήση, ότι έπρεπε να είναι τέτοια, δες Δευτ. κα 3,Αρ. ιθ 2,Α Βασ. στ 7. Η γέννηση από παρθένο και η ταφή σε μνήμα καινούργιο είναι παρόμοια και συγγενικά γεγονότα (p). Στο πουλάρι αυτό κανείς ποτέ ως τώρα από τους ανθρώπους δεν κάθισε, οπότε ήταν κατάλληλο για την ιερή χρήση της επιβίβασης του Σωτήρα, όπως και στις θυσίες διαλεγόταν αγελάδα, «η οποία δεν εργάστηκε και δεν έσυρε ζυγό» (Δευτ. κα 3) και στους εθνικούς διαλεγόταν για θρησκευτικούς σκοπούς μουλάρι ανέπαφο (Βιργ. Αιν. 6 38)(δ).
(4) Ο Κύριος καλεί τους μαθητές να μεταβούν σε άγνωστο σημείο και να λύσουν από εκεί το πουλάρι, το οποίο αυτός θα χρησιμοποιούσε. Υπενθυμίζει η περίπτωση αυτή σε μας τον λόγο της Γραφής «Δικά μου είναι τα ζώα της γης». Κάθε ιδιοκτήτης πρέπει να αισθάνεται ότι μπροστά στο Χριστό χάνει όλα τα δικαιώματά του. Ανήκουν όλα σε αυτόν, διότι αυτός δημιούργησε τα πάντα και δική του ιδιοκτησία απόλυτη είναι «η γη και όλα όσα περιλαμβάνει».

19.31 καὶ ἐάν τις ὑμᾶς ἐρωτᾷ, Διὰ τί λύετε; οὕτως ἐρεῖτε αυτώ ὅτι(1) ῾Ο κύριος αὐτοῦ χρείαν ἔχει(2).
31 Αν κάποιος σας ρωτήσει γιατί το λύνετε, να του απαντήσετε ότι ο Κύριος το χρειάζεται».
(1) Μπορεί να είναι και αιτιολογικό, απάντηση στο γιατί=το λύνουμε διότι ο Κύριος… (δ). Μπορεί να είναι και ειδικό=θα πείτε σε αυτόν, ότι ο Κύριος… (p).
(2) Οι καρδιές των ανθρώπων είναι κάτω από το μάτι του Χριστού και στα χέρια του. Μπορούσε για αυτό ο Κύριος να επιδράσει πάνω στους ιδιοκτήτες του πουλαριού, ώστε να συμφωνήσουν να δοθεί αυτό, αμέσως μόλις οι μαθητές έλεγαν ότι «ο Κύριος το χρειάζεται».

19.32 ἀπελθόντες δὲ οἱ ἀπεσταλμένοι εὗρον καθὼς(1) εἶπεν αὐτοῖς, εστώτα τον πώλον(2).
32 Πήγαν λοιπόν οι μαθητές και βρήκαν το πουλάρι να στέκεται όπως τους είχε πει ο Ιησούς.
(1) Ακριβώς όπως είπε σε αυτούς. Αυτό το «καθώς» το χρησιμοποιεί και ο Ματθαίος, αλλά και ο Μάρκος λίγο πιο κάτω από το σημείο αυτό της αφήγησης. Δεν θα έμπαινε αυτό, εάν οι μαθητές δεν έβρισκαν τα πράγματα ακριβώς όπως τους τα προείπε ο Ιησούς, για αυτό και αποκόμισαν συναίσθημα θαυμασμού (p). Βρήκαν όπως είπε σε αυτούς για χαρά τους και για ενίσχυση της πίστης τους (b).
(2) Η φράση εστώτα τον πώλον λείπει και από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα και από τα περισσότερα άλλα.

19.33 λυόντων(1) δὲ αὐτῶν τὸν πῶλον εἶπον οἱ κύριοι(2) αὐτοῦ πρὸς αὐτούς, Τί λύετε τὸν πῶλον(3);
33 Όταν το έλυναν, οι κάτοχοί του τους ρώτησαν: «Γιατί λύνετε το πουλάρι;»
(1) Φανερά και χωρίς να ζητήσουν την άδεια από κανέναν.
(2) Ο κάτοχος του πουλαριού και όσοι ήταν μαζί του, για τους οποίους γράφει ο Μάρκος «κάποιοι από όσους στέκονταν εκεί» (p). Ήταν πιθανώς αυτά πρόσωπα που ανήκαν στο σπίτι του κατόχου του πουλαριού (ο).
(3) Ο Λουκάς προσθέτει όσα είναι σε αυτόν τον σ. και στον επόμενο για να δείξει ότι όπως τους προείπε ο Σωτήρας, έτσι και έγινε (δ).

19.34 οἱ δὲ εἶπον ὅτι ῾Ο κύριος αὐτοῦ χρείαν ἔχει(1).
34 Εκείνοι απάντησαν: «Το χρειάζεται ο Κύριος».
(1) Χρησιμοποίησαν τα ίδια λόγια, τα οποία παρήγγειλε σε αυτούς ο Κύριος να πουν (b).

19.35 καὶ ἤγαγον αὐτὸν πρὸς τὸν ᾽Ιησοῦν, καὶ ἐπιρρίψαντες εαυτῶν(1) τὰ ἱμάτια ἐπὶ τὸν πῶλον(2) ἐπεβίβασαν τὸν ᾽Ιησοῦν.
35 Το έφεραν, λοιπόν, στον Ιησού, και, αφού έριξαν πάνω στο πουλάρι τα ρούχα τους, τον ανέβασαν σ’ αυτό.
(1) Η αντωνυμία μπαίνει μπροστά με έμφαση=Δεν λυπήθηκαν τα ρούχα τους (p). Θα τους ήταν εύκολο να προμηθευτούν κάποιο κάλυμμα αντί για τα ρούχα. Με το να ρίξουν όμως τα ρούχα τους εδώ, θέλουν να εκφράσουν ότι αφιερώνουν στον Κύριο καθετί που έχουν και τον ίδιο ακόμη τον εαυτό τους (g).
(2) Ο Λουκάς και ο Μάρκος επειδή γράφουν σε αναγνώστες Έλληνες δεν αναφέρουν, όπως ο Ματθαίος την προφητεία του Ζαχαρία. Ανεξάρτητα όμως από την επαληθευμένη αυτή προφητεία, ο Ιησούς έλεγε με σαφήνεια με όλη αυτή τη σκηνή: Είμαι βασιλιάς. Και την ίδια ώρα με τη χρήση του ταπεινού πουλαριού πρόσθετε: Η βασιλεία μου δεν είναι από τον κόσμο αυτόν (g). Σύμφωνα με τις υλιστικές αντιλήψεις των Ιουδαίων και των χιλιαστών για γήινη βασιλεία του Κυρίου, η είσοδος αυτή του Ιησού που κάθεται σε πουλάρι αποτελεί πραγματική ειρωνεία που κανονίστηκε από τον ίδιο τον Κύριο (p). Αξιόλογα και τα επόμενα: «Ο Κύριος κάθεται σε πουλάρι υποδηλώνοντας δύο πράγματα ταυτόχρονα· ένα, από τη μία, εκπληρώνει την προφητεία που λέει: Να ο βασιλιάς σου έρχεται καθισμένος σε μουλάρι· άλλο, από την άλλη, υπαινίσσεται σε μας με μεταφορικό τρόπο, ότι θα κάτσει πάνω στον νέο και ακάθαρτο και αδάμαστο εθνικό λαό. Διότι δεν χρειαζόταν βεβαίως καθόλου υποζύγιο λόγω του μήκους του δρόμου· διότι αυτός που περιόδευε πεζός όλη τη Γαλιλαία και Ιουδαία, πώς θα χρειαζόταν το πουλάρι προχωρώντας από Βηθανία προς την Ιερουσαλήμ, που είναι λίγη η απόσταση, όπως όλοι ξέρουν;» (Θφ)

19.36 πορευομένου δὲ αὐτοῦ ὑπεστρώννυον(1) τὰ ἱμάτια αὐτῶν ἐν τῇ ὁδῷ.
36 Καθώς προχωρούσε, έστρωναν κάτω στο δρόμο τα ρούχα τους.
(1) Αλλαγή του υποκειμένου. «Έστρωναν αυτά ο περισσότερος όχλος, όπως είπε ο Ματθαίος» (Ζ). Το υποκείμενο του έστρωναν λοιπόν, είναι το πλήθος του λαού (p). Το στρώσιμο των ρούχων στο δρόμο δεν υπήρξε προμελετημένη πράξη, αλλά αυτόματη και αυθόρμητη ενέργεια, που προκλήθηκε από τον ενθουσιασμό και τις ελπίδες που στήριζαν στον Χριστό ως Μεσσία (ο).

19.37 ᾽Εγγίζοντος δὲ αὐτοῦ ἤδη πρὸς τῇ καταβάσει(1) τοῦ ῎Ορους τῶν ᾽Ελαιῶν(2) ἤρξατο ἅπαν τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν(3) χαίροντες αἰνεῖν τὸν θεὸν φωνῇ μεγάλῃ περὶ πασῶν ὧν εἶδον δυνάμεων(4),
37 Όταν ο Ιησούς πλησίαζε πια στο σημείο που κατηφορίζει από το όρος των Ελαιών, το πλήθος των μαθητών του άρχισαν να δοξάζουν χαρούμενοι το Θεό με δυνατή φωνή για όλα τα θαύματα που είδαν.
(1) Το πρὸς τῇ καταβάσει ή συνδέεται άμεσα με το εγγίζοντος=όταν πλησίαζε προς την κατάβαση του όρους των ελαιών, προς το μέρος δηλαδή, όπου λήγει το μονοπάτι που κατεβαίνει από το όρος των ελαιών προς τα Ιεροσόλυμα και αρχίζει η ευθεία οδός που οδηγεί προς Ιεροσόλυμα (δ)· ή, πιο πιθανή ερμηνεία, πλησίαζε, υπονοείται έξω από το κείμενο η φράση: στα Ιεροσόλυμα (L), δηλαδή προς την κατάβαση (p). Δηλαδή το πρὸς τῇ καταβάσει δεν εξαρτάται από το εγγίζοντος, διότι τότε θα έπρεπε να υπάρχει αιτιατική, αλλά είναι δεύτερη ένδειξη, παράλληλη με τη μετοχή εγγίζοντος (g), που επεξηγεί και καθορίζει αυτήν την προσέγγιση (L).
(2) Από την κορυφή αυτής της κατάβασης πέφτει στα μάτια το Ν.Α. τμήμα της πόλης του Δαβίδ και το θέαμα που απλωνόταν, παρακίνησε τους προσκυνητές που αποτελούσαν τη συνοδεία του Ιησού σε ύμνο και δοξολογία του Θεού (p).
(3) Πολλοί από τους προσκυνητές ήταν από τη Γαλιλαία, όπου ο Ιησούς είχε ακόμη ενθουσιώδεις φίλους (p). Η θέα της πόλης αρχικά και του ναού έπειτα συντέλεσε στο ξέσπασμα της χαράς και της ελπίδας, η οποία εκδηλώνεται αιφνίδια. Όλες οι καρδιές αναπολούν τη στιγμή αυτή τα θαύματα, τα οποία έκαναν περιβόητο το στάδιο αυτού του έκτακτου ανθρώπου (g).
(4) Η θεραπεία του τυφλού και η ανάσταση του Λαζάρου θα αναφέρονταν ιδιαίτερα (p). Η αφήγηση του Ιωάννη μας δίνει να καταλάβουμε ποια θέση είχε η ανάσταση αυτή στις εκδηλώσεις του ευγνώμονος αυτού θαυμασμού (g).

19.38 λέγοντες, Εὐλογημένος(1) ὁ ἐρχόμενος βασιλεὺς(2) ἐν ὀνόματι κυρίου(3)· εἰρήνη ἐν οὐρανῷ(4) καὶ δόξα ἐν ὑψίστοις(5).
38 «Ευλογημένος ο βασιλιάς που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο!» έλεγαν. «Ειρήνη στον ουρανό, και δόξα στον ύψιστο Θεό!»
(1) Και οι 4 ευαγγελιστές συμφωνούν στην παράθεση των λέξεων «Ευλογημένος ο ερχόμενος… εν ονόματι Κυρίου». Οι Λουκάς και Ιωάννης προσθέτουν και την λέξη «βασιλεύς», η οποία στο Μάρκο εκπροσωπείται από τη φράση «η ερχομένη βασιλεία» και στον Ματθαίο από τη φράση «Ωσαννά στον υιό του Δαβίδ». Ο Λουκάς βάζει το δόξα (το οποίο θα κατανοούσαν περισσότερο οι εθνικοί) αντί για το Ωσαννά των άλλων τριών (p).
(2) Η λέξη βασιλιάς προστίθεται κάτω από τη ζωηρή εντύπωση της έκτακτης αυτής σκηνής (g). Ευγενική εκδήλωση εκ μέρους του λαού, ο οποίος όμως δεν κατανοεί ακόμη την βαθιά σημασία του τίτλου, τον οποίο αποδίδει στον Ιησού (b). Ήταν πράγματι βασιλιάς, αλλά η βασιλεία του δεν ήταν από τον κόσμο αυτόν, όπως την φαντάζονταν αυτοί. Περίμεναν αυτοί ότι θα ανέτρεπε το κράτος των Ρωμαίων. Αλλά απερίγραπτο πάθος και αγωνία ανέμενε εκείνον, τον οποίο αυτοί οδηγούσαν τώρα στην πόλη με θρίαμβο. Αναμφίβολα θα τοποθετούνταν στο κεφάλι του στέμμα, όμοιο του οποίου κανείς ποτέ βασιλιάς δεν πήρε ούτε θα πάρει· αλλά πιο πριν θα στεφανωνόταν με αγκάθια. Και πριν ακόμη αναλάβει το σκήπτρο της βασιλείας πάνω στο σύμπαν, θα διακωμωδούνταν η βασιλεία του. Θα εγκαθιδρυόταν ως βασιλιάς στη Σιών, αλλά θα κατέβαινε πρώτα στον τάφο μετά από θάνατο σκληρό και επονείδιστο. Αυτός γνώριζε αυτά, αλλά οι χιλιάδες του λαού, οι οποίοι τον επευφημούσαν, το αγνοούσαν. Αλλά όπως η Μαρία έχριε αυτόν προληπτικά για τον ενταφιασμό του χωρίς αυτή να το υποπτεύεται, έτσι και τώρα τα πλήθη δίκαια και ορθά τον επευφημούσαν ως βασιλιά, μολονότι αγνοούσαν τη φύση της βασιλείας του (ο).
(3) Εξαρτάται όχι από το ευλογημένος, αλλά από το ερχόμενος=ο βασιλιάς, ο οποίος έρχεται εκ μέρους του Θεού ως αντιπρόσωπός του (g). Ο Χριστός είναι βασιλιάς, ο οποίος έρχεται εξ’ ονόματος του Θεού, περιβεβλημένος με θείο κύρος, εξουσιοδοτημένος από τον Πατέρα του να δώσει νόμο και να συνάψει διαθήκη, με την οποία θα συμφιλιωθούν οι άνθρωποι με το Θεό και θα ειρηνέψουν μεταξύ τους όπως και με τους ουράνιους αγγέλους.
(4) «Ειρήνη στον ουρανό, αφού ο Θεός δεν μας πολεμά πλέον» (Κ). «Αντί να πει, Ο παλαιός πόλεμος, τον οποίο είχαμε με τον Θεό, καταργήθηκε» (Θφ). Ο Μεσσίας έρχεται να φέρει την συμφιλίωση μεταξύ Θεού και ανθρώπων (g)..
(5) «Και για αυτό δόξα στα ύψιστα μέρη, αφού οι άγγελοι δοξάζουν για αυτού του είδους την ένωση και συμφιλίωση, την οποία μας χάρισε ο βασιλιάς που έρχεται σε πουλάρι» (Θφ). Καλύτερα να εννοήσουμε από έξω το «υπάρχει» και όχι το «είθε να υπάρχει» ή «ας υπάρχει» (g). Όχι δηλαδή να πάρουμε τα λόγια αυτά με την έννοια της ευχής, αλλά ως αποτέλεσμα που ήδη αποκτήθηκε με την έλευση του Μεσσία (L). Σύγκρινε τον ύμνο αυτόν αυτών που υποδέχονται στη γη τον Κύριο με τον ύμνο των αγγέλων στη γέννηση του Κυρίου (Λουκ. β 14). Και οι δύο συμφωνούν στο ότι εκφράζεται δόξα στο Θεό. Οι άγγελοι λένε: Επί γης ειρήνη, αγαλλόμενοι για την ευεργεσία, την οποία οι άνθρωποι απολαμβάνουν μέσω του Χριστού. Οι άνθρωποι λένε: Ειρήνη στον ουρανό, αγαλλόμενοι για την ειρήνευση του ουράνιου με τον επίγειο κόσμο. Τέτοια είναι η σχέση μας και η αλληλεγγύη μας, που μέσω του Χριστού επανασυνδέθηκε, με την ουράνια εκκλησία.

19.39 καί τινες τῶν Φαρισαίων ἀπὸ τοῦ ὄχλου(1) εἶπον πρὸς αὐτόν(2), Διδάσκαλε, ἐπιτίμησον τοῖς μαθηταῖς σου(3).
39 Μερικοί όμως από τους Φαρισαίους τού είπαν μέσα από το πλήθος: «Διδάσκαλε, να επιτιμήσεις τους μαθητές σου».
(1) Οι Φαρισαίοι ήταν αναμιγμένοι με το πλήθος για να κατασκοπεύσουν όσα γίνονταν (g). Βγήκαν λοιπόν από τον όχλο, με τον οποίο ήταν έως τότε αναμιγμένοι (δ). Ο Hase εφιστά την προσοχή στο θάρρος, το οποίο εκδηλώνεται σε όλη τη σκηνή της εισόδου. Ο Ιησούς και οι μαθητές του είχαν αποκηρυχτεί από την ιουδαϊκή ιεραρχία. Δες Ιω. ια 57, όπου ρητά αναφέρεται ότι το συνέδριο είχε δώσει εντολές «ώστε εάν κάποιος μάθει που είναι, να το μηνύσει ώστε να τον πιάσουν». Και όμως μπαίνει ήδη θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα (p).
(2) Αναγνωρίζοντας ότι δεν είχαν πλέον το απαιτούμενο κύρος για να επιβάλλουν σιγή στο πλήθος (Ιω. ιβ 19), κατέφυγαν στον Ιησού ζητώντας από αυτόν να κατασιγάσει τα πλήθη (g). «Και μάλιστα πλησίασαν οι θρασείς, σχεδόν διαμαρτυρόμενοι και λέγοντας· Δεν ακούς τι λένε αυτοί;» (Κ).
(3) Οι οποίοι σου αποδίδουν τιμές που ανήκουν στον Μεσσία. Η λέξη Διδάσκαλε ίσως υπονοεί, ότι σύμφωνα με το φρόνημα των Φαρισαίων, ο Ιησούς δεν ήταν κάτι περισσότερο από απλός διδάσκαλος. Με τον τίτλο αυτόν συνήθως τον προσφωνούν οι επικριτές και εχθροί του (Λουκ. ζ 40,κ 21,38.Ματθ. ιβ 38 κλπ.)(p).

19.40 καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν αυτοίς, Λέγω ὑμῖν, ἐὰν οὗτοι σιωπήσωσιν, οἱ λίθοι(1) κεκράξονται(2).
40 Κι εκείνος τους αποκρίθηκε: «Πρέπει να ξέρετε πως, αν αυτοί σωπάσουν, οι πέτρες θα κραυγάσουν».
(1) Παροιμιώδης έκφραση, που βρίσκεται και στο Ταλμούδ και στους μη Ιουδαίους συγγραφείς. Δες και Αβακ. β 11. «Λίθος από τοίχο θα φωνάξει»= Εάν οι μαθητές μου σιωπήσουν, η νεκρή και άψυχη φύση θα κράξει (δ). Ο Stier εφάρμοσε το ρητό αυτό στις πέτρες των τοίχων του ναού και των σπιτιών της Ιερουσαλήμ, οι οποίοι όταν κατέρρευσαν μετά 40 χρόνια κατά την καταστροφή της πόλης, απέδωσαν τιμή στο βασιλικό αξίωμα του Ιησού (g). Η εκδοχή αυτή είναι πολύ έξυπνη, αλλά ελάχιστα πιθανή. Πιο επιτυχημένη κάπως η επόμενη: Εκπληρώθηκε ο λόγος αυτός του Κυρίου, όταν, την ώρα που εξευτελιζόταν και χλευαζόταν ο Χριστός πάνω στο σταυρό και οι μαθητές του ήταν βυθισμένοι σε βαθιά σιγή, «η γη σείστηκε και οι πέτρες σχίστηκαν». Οι Φαρισαίοι θα μπορούσαν να επιβάλλουν σιγή στα στόματα, που δοξολογούσαν το Χριστό, αλλά δεν θα πετύχαιναν τίποτα. Διότι ο Θεός όπως μπορεί να αναστήσει από τις πέτρες τέκνα στον Αβραάμ, έτσι μπορεί και από τα στόματα των παιδιών αυτών να βγάλει τέλειο ύμνο στο Χριστό.
(2) Ο τετελεσμένος μέλλοντας κεκράξονται είναι αυτός που συνήθως χρησιμοποιείται από τους Ο΄, χωρίς κατ’ έννοια να διαφέρει από τον απλό μέλλοντα (g). Δες Ψαλμ. ξδ 14,Ιώβ λε 9,Ιερεμ. ια 11,12,κθ (μζ) 2) κλπ.

19.41 Καὶ ὡς ἤγγισεν, ἰδὼν τὴν πόλιν(1) ἔκλαυσεν(2) ἐπ᾽ αὐτή(3),
41 Όταν πλησίασε και είδε την πόλη, έκλαψε γι’ αυτήν.
(1) Μετά από κάποια βήματα στην κατάβαση του όρους των Ελαιών, ο Ιησούς είδε την πόλη. Και σήμερα ακόμη το θέαμα είναι ασύγκριτης ωραιότητας. Τότε ο ναός που μόλις είχε αποπερατωθεί, άστραπτε με την λευκότητα των λίθων του, κυκλούμενος από ζώνη οικοδομημάτων και σπιτιών χαμηλότερων, και έριχνε τη σκιά του στις πλευρές των λόφων ως όγκοι λατομείου (L). Ο μέγας Μεσίτης και Λυτρωτής που ήλθε από τον ουρανό, μπαίνει τώρα δημόσια και επίσημα στην Ιερουσαλήμ, όχι για να τιμηθεί, αλλά για να απορριφθεί και να περιφρονηθεί από αυτήν. Γνώριζε ποια φωλιά φιδιών θα ορμούσε εκεί εναντίον του. Και όμως δεν εμποδίζεται από τα να δώσει δείγματα της αγάπης του προς την πόλη εκείνη και του ενδιαφέροντός του υπέρ αυτής.
(2) Δεν δάκρυσε απλώς, αλλά έκλαψε, το οποίο σημαίνει λυγμούς που διέκοπταν τη φωνή (g). Το ρήμα χρησιμοποιείται από τον Λουκά για τη χήρα της Ναΐν (ζ 13), για την πόρνη που μετανόησε στο σπίτι του Φαρισαίου (ζ 38) και για τους θρήνους στο σπίτι του Ιαείρου. Η θέα της πόλης και η σκέψη του τι θα μπορούσε να είναι αυτή, προκάλεσε τα κλάματα του Κυρίου (p). Πόσο λεπτή ήταν η καρδιά του Χριστού! Δεν έχουμε κάπου διαβάσει ότι γέλασε, βλέπουμε όμως αυτόν σε πολλά σημεία να κλαίει ή να δακρύζει. Κλαίει λοιπόν τώρα στη μέση του θριάμβου του, την ώρα που όλοι οι γύρω του σκιρτούν και δείχνει πόσο λίγο τον επηρέασαν οι επευφημίες και τα χειροκροτήματα. Έτσι μας δίδαξε ώστε «και αυτοί που χαίρονται να είναι σαν να μην χαίρονται», διότι «περνά το σχήμα αυτού του κόσμου» (Α΄Κορ. ζ 30).
(3) «Επειδή ήξερε ότι αυτή θα καταστραφεί εξ’ ολοκλήρου, λόγω της υπερβολικής πονηρίας, κλαίει για αυτήν με τρόπο που αρμόζει σε άνθρωπο, από υπερβολική αγαθότητα, δείχνοντας και από εδώ, τι ευσπλαχνία είχε για τους αχάριστους Ιουδαίους» (Ζ). Ο Χριστιανισμός μερικές φορές κατηγορήθηκε ότι αντιτίθεται στο πνεύμα του πατριωτισμού. Αλλά στο κλάμα αυτό υποκρύπτεται βαθύς και καλώς εννοούμενος πατριωτισμός (p). Υπάρχουν πόλεις για τις οποίες πρέπει κάποιος να θρηνεί. Καμία όμως άλλη δεν υπήρξε πιο οικτρή και περισσότερο αξιοθρήνητη μεταξύ τους, όσο η αγία πόλη, η οποία άλλοτε έγινε η αγαλλίαση του κόσμου. Όταν κάποιος εκφυλίζεται και διαφθείρεται, η πτώση του και η αθλιότητά του θα είναι τόσο μεγαλύτερη, όσο υψηλότερο είναι το σημείο, από το οποίο εξέπεσε και κατάρρευσε.

19.42 λέγων ὅτι(1) εἰ ἔγνως και συ (2) και γε(3) ἐν τῇ ἡμέρᾳ σου ταύτῃ(4) τὰ πρὸς εἰρήνην σου(5)!νῦν δὲ ἐκρύβη ἀπὸ ὀφθαλμῶν σου(6).
42 «Μακάρι», είπε, «να ήξερες κι εσύ, έστω κι αυτήν την ημέρα, τι θα μπορούσε να σου χαρίσει την ειρήνη. Τώρα όμως αυτό μένει κρυφό από τα μάτια σου.
(1) Ή «ο λόγος είναι ελλειπτικός. Επειδή λείπει το «δεν θα χανόσουν». Διότι συνηθίζουν αυτοί που κλαίνε να κόβουν τα λόγια από την σφοδρότητα του πάθους» (Ζ). Η αποσιώπηση προκαλεί εντύπωση. Στην έκφραση ισχυρής συγκίνησης οι προτάσεις συχνά διακόπτονται. Δες Λουκ. κβ 42,Ιω. στ 62,ιβ 27,Εξ. λβ 32 (p). Ή, δεν υπάρχει πραγματική αποσιώπηση, αλλά απλώς έκφραση θλίψης (L), σαν αναφώνηση. «Ήθελε να βλέπει (την Ιερουσαλήμ) να ευδοκιμεί με το να προσεγγίσει αυτή την πίστη σε αυτόν και με το να δεχτεί την ειρήνη με το Θεό. Κατηγορεί λοιπόν για αυτό ακριβώς το πράγμα ο Χριστός και λέει· Αν ήξερες και εσύ αυτά που θα σου έδιναν ειρήνη» (Κ). Η πρώτη ερμηνεία είναι πιο πιθανή.
(2) Όπως οι μαθητές μου.
(3) Παραλείπεται από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα και τους Ειρηναίο και Ωριγένη. Και γε=Και τουλάχιστον· εάν όχι πριν, τουλάχιστον κατά την ημέρα αυτή (δ).
(4) Ή «σε αυτόν τον καιρό που εγώ έρχομαι» (Ζ). Ή, πιο σωστά, σε αυτήν την ημέρα σου, την καθορισμένη από το Θεό ως την τελευταία προθεσμία για μετάνοιά σου (δ). Ολόκληρο το παρελθόν θα μπορούσε ακόμη κατά την μία αυτή ημέρα να επανορθωθεί (g). Υπάρχει και για μας ημέρα επίσκεψης, κατά την οποία αυτά που αφορούν την ειρήνη μας μπορούν να γίνουν γνωστά σε μας για καλό και σωτηρία μας. Όταν απολαμβάνουμε τα μέσα της χάρης πλούσια, με το άφθονο κήρυγμα που γνωστοποιεί σε μας την αλήθεια που σώζει, όταν το Πνεύμα βοηθά και συναγωνίζεται μαζί μας και αφυπνίζονται οι συνειδήσεις μας, τότε είναι ο καιρός της θείας επίσκεψης, τον οποίο πρέπει να επωφεληθούμε. Όσοι για πολύ καιρό παραμελούν τον χρόνο της επίσκεψής τους, εάν ανοίξουν τα μάτια τους έστω και κατά την εσχάτη ημέρα, τα πάντα θα διευθετηθούν για αυτούς. Παρ’ όλα αυτά πολύ λίγες είναι οι περιπτώσεις αυτών που συνήλθαν την έσχατη στιγμή. Αποτελούν αυτές σπάνιες και αβέβαιες εξαιρέσεις. Ο κανόνας είναι αυτοί που παραμελούν να επωφεληθούν τα μέσα που προσφέρει η χάρη, τελικά σκληρύνονται και αποτυφλώνονται. Καμία άλλη τύφλωση δεν είναι τόσο μεγάλη, όσο η πνευματική τύφλωση των ανθρώπων αυτών, οι οποίοι ενώ βλέπουν δεν θέλουν να δουν. Ο Ιησούς έκλαψε για την σκληρότητα της Ιερουσαλήμ. Και η τύφλωση των ανθρώπων αυτών αναμφίβολα θλίβει τον Κύριο Ιησού. Βλέπει με δακρυσμένα μάτια τις χαμένες αυτές ψυχές, τις οποίες αυτός ήλθε να σώσει, ενώ αυτές πεισματικά βαδίζουν προς την καταστροφή τους.
(5) Υπάρχει και η γραφή· τα προς ειρήνην, χωρίς το σου. «Δηλαδή τα χρήσιμα για σένα και όσα είναι αναγκαία για να ειρηνέψεις με το Θεό» (Κ)· «αυτά που σε συμφέρουν και φέρνουν ειρήνη και ανάπαυση» (Θφ), «τα οποία είναι, η πίστη σε μένα και η αποδοχή του κηρύγματός μου» (Ζ). Η φράση είναι δυνατόν να αποτελεί υπαινιγμό και για το όνομα Ιερουσαλήμ, το οποίο ίσως σημαίνει κληρονομία ειρήνης (p). Η όλη φράση μπορεί να συμπληρωθεί ή με το «δεν θα χανόσουν» (Ζ) «δεν θα σε περίμεναν τέτοιες θλίψεις» (Σχ.). Ή η αποσιώπηση μπορεί να συμπληρωθεί και έτσι: Πόσο ποθούσα να ήξερες=το να γνώριζες (δ). Η φράση δηλαδή αποτελεί είδος ευχής: Είθε να γνώριζες…(p).
(6) Σύμφωνα με θεία οργή έχουν τυφλωθεί τα μάτια σου και έχει πωρωθεί η καρδιά σου, ώστε να μην μπορείς να ξέρεις αυτά τα μέσα (δ). «Διότι με τη θέλησή σου δεν θέλησες να γνωρίσεις, δηλαδή να καταλάβεις τις θεόπνευστες γραφές που φανέρωναν το σχετικά με εμένα μυστήριο» (Σχ). Εμπεριέχει το εκρύβη την έννοια θείας απόφασης που εκτελείται. Ο Ισραήλ, με την διάθεση που είχε, δεν επρόκειτο να πιστέψει και να κάνει δική του την σωτηρία. Αυτό εξηγείται στο Ρωμ. ια 7-12 (g).

19.43 ὅτι(1) ἥξουσιν ἡμέραι(2) ἐπὶ σὲ καὶ παρεμβαλοῦσιν οἱ ἐχθροί(3) σου χάρακά(4) σοι καὶ περικυκλώσουσίν σε καὶ συνέξουσίν(5) σε πάντοθεν,
43 Θα ’ρθούν για σένα μέρες που οι εχθροί σου θα σε ζώσουν με χαρακώματα, θα σε περικυκλώσουν και θα σε πολιορκήσουν από παντού.
(1) Ή, εξαρτάται από το: «Σου λέω λοιπόν ότι…(ειδικό το ότι)», το οποίο υπονοείται εκτός κειμένου. Ή, είναι αιτιολογικό=διότι. Εξαρτάται πιθανώς από το ει έγνως=θα έπρεπε να γνωρίζεις εγκαίρως τα σχετικά με την ειρήνη σου, διότι οι συνέπειες της άγνοιάς σου είναι τρομερές. Μπορεί όμως και να εισάγει την εξήγηση του εκρύβη=Είναι κρυμμένα από τα μάτια σου, διότι τα τελείως αντίθετα της ειρήνης θα έλθουν πάνω σου (p).
(2) Ημέρες πολλές, αφού δεν προσέχεις την μία ημέρα (b). «Ημέρες λοιπόν λέει αυτές της πολιορκίας» (Ζ).
(3) «Εχθρούς της εννοεί τους Ρωμαίους» (Ζ). Η παραμέληση της μεγάλης σωτηρίας συχνά προσκαλεί και πρόσκαιρες κρίσεις και τιμωρίες στο λαό που είναι ένοχος για αυτήν. Αυτό έγινε και στην Ιερουσαλήμ μετά χρονικό διάστημα λιγότερο των 40 ετών, από τη στιγμή που ο Κύριος έκανε προς τους κατοίκους της την προειδοποίηση σε αυτούς τους στίχους. Ό,τι ο Κύριος προλέγει εδώ, πραγματοποιήθηκε επακριβώς.
(4) Είναι δυνατόν ο Κύριος να παραθέτει εδώ το Ησ. κθ 3: «Και θα σε κυκλώσω και θα σου βάλω χάρακα και θα βάλω γύρω σου πύργους» (p). Χάρακας=περίφραξη, τείχος (δ). Φράγμα από πασσάλους που συμπληρώνεται με κλαδιά δέντρων και χώμα και συχνά οχυρώνεται με τάφρο, πίσω από την οποία σκεπάζονταν αυτοί που έκαναν την πολιορκία. Τέτοιος χάρακας κατασκευάστηκε πράγματι από τον Τίτο. Όταν όμως οι Ιουδαίοι σε μία έξοδο τον έκαψαν τελείως, τον αντικατέστησαν με τείχος (g).
(5) Και θα σε στενοχωρήσουν (δ). Ρήμα αγαπημένο στο Λουκά (δ 38,η 37,45,ιβ 50 κβ 63,Πράξ. ιη 5,κη 8). Πιθανώς είναι λέξη ιατρική σύμφωνα με τον Hobart (p).

19.44 καὶ ἐδαφιοῦσί σε(1) καὶ τὰ τέκνα σου(2) ἐν σοί(3), καὶ οὐκ ἀφήσουσιν λίθον ἐπὶ λίθω(4) ἐν σοί, ἀνθ᾽ ὧν(5) οὐκ ἔγνως τὸν καιρὸν τῆς ἐπισκοπῆς(6) σου.
44 Θα αφανίσουν κι εσένα και τα παιδιά σου και δε θα σου αφήσουν πέτρα πάνω στην πέτρα. Κι όλα αυτά, γιατί δεν έδωσες σημασία την ημέρα που σ’ επισκέφθηκε ο Θεός».
(1) =Θα γκρεμίσουν έως εδάφους τα τείχη σου και τις οικοδομές σου. Δες και Αμώς θ 14 («και θα οικοδομήσουν πόλεις κατεδαφισμένες» αν και υπάρχει και η γραφή αφανισμένες) και Ησ. γ 26 («και θα κατεδαφιστείς στη γη»)(δ).
(2) «Θα σε ρίξουν στο έδαφος δηλαδή» (Ζ)= θα σε ρίξουν στο έδαφος και θα σε φονεύσουν. (Δες παρόμοιες φράσεις στα Ωσηέ ιδ 1,Ναούμ γ 10,Ψαλμ. ρλστ 9)(δ). Εννοεί με την λέξη αυτή όλο τον πληθυσμό της πόλης (g)· όχι μόνο οι νέοι, αλλά όλοι οι κάτοικοι (p).
(3) Όσα θα κατοικούν μέσα σου κατά την άλωσή σου (L). Ή μέσα σου (g)· εντός του εδάφους σου.
(4) Υπάρχει και η γραφή: επί λίθον. Δεν θα αφήσουν «σύνθεση πετρών, δηλαδή οικοδόμημα» (Ζ).
(5) =διότι. Δες Λουκ. α 20 (δ).
(6) «Δηλαδή τον καιρό της δικής μου παρουσίας, όταν ήλθα να σε επισκεφτώ και να σε σώσω» (Θφ). Ή, τον καιρό κατά τον οποίο ο Θεός σε επισκέφτηκε. Όπως το επισκέπτομαι, έτσι και η λέξη επισκοπή είναι μέση λέξη και μπορεί να υπονοεί είτε ευλογία, είτε τιμωρία. Εδώ και στο Α΄Πέτρ. β 12 λέγεται με αγαθή έννοια. Ενώ με την έννοια του επισκέπτομαι για τιμωρία συναντιέται μόνο στους Ο΄(Ιερ. ι 15,Ησ. ι 3,κθ 6,Σοφ. Σολ. ιδ 11,ιθ 15). Δεν συναντιέται στους κλασικούς (p).

Στίχ. 45-48. Η εκδίωξη των εμπόρων από το ιερό.
19.45 Καὶ εἰσελθὼν(1) εἰς τὸ ἱερὸν ἤρξατο ἐκβάλλειν τοὺς πωλοῦντας(2) εν αυτώ και αγοράζοντας(3)
45 Ο Ιησούς μπήκε στο ναό κι άρχισε να διώχνει από ’κει τους πωλητές και τους αγοραστές.
(1) Δες Ματθ. κα 12-13 και Μάρκ. ια 15-18 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις. Από τη στιγμή αυτή ο Κύριος εγκαθίσταται ως κυρίαρχος στο σπίτι του Πατέρα του και ενεργεί εκεί όχι μόνο ως προφήτης, αλλά και ως νομοθέτης και κριτής (g).
(2) Το άρθο πριν το «πωλούντας» σημαίνει τους εμπόρους αυτούς ως πρόσωπα γνωστά. Ήταν εκείνοι οι οποίοι είχαν πετύχει από τους αρχιερείς και άρχοντες την άδεια με πληρωμή (g).
(3) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα αποσιωπούν αυτό. Η πράξη του αυτή αποδείκνυε ότι έτρεφε αγάπη και σεβασμό για το ναό ασυγκρίτως περισσότερο από εκείνους, οι οποίοι θα τον κατηγορούσαν και θα τον καταδίκαζαν ότι έδειχνε έχθρα και ανευλάβεια στο ναό. Αυτοί ήταν οι βεβηλωτές του ναού και την δική τους ασέβεια θα έριχναν μετά από κάποιες ημέρες εναντίον αυτού, ο οποίος από ζήλο για τη δόξα του Πατέρα καθαρίζει τώρα το ναό.

19.46 λέγων αὐτοῖς, Γέγραπται(1) ότι ὁ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς εστίν(2), ὑμεῖς δὲ αὐτὸν ἐποιήσατε σπήλαιον λῃστῶν(3).
46 «Η Γραφή λέει ότι ο οίκος μου θα είναι οίκος προσευχής· εσείς όμως τον κάνατε σπήλαιο ληστών», τους έλεγε.
(1) Η απάντηση του Κυρίου βασίζεται σε δύο χωρία της Π.Δ., Ησ. νστ 7 και Ιερεμ. ζ 11.
(2) Ο Λουκάς δεν παραθέτει ολόκληρο το χωρίο, όπως ο Μάρκος. Παραλείπει από αυτό τη φράση «πάσι τοις έθνεσι». Δεν δανείστηκε λοιπόν από τον Μάρκο την παράθεση, της οποίας οι τελευταίες λέξεις προσαρμόζονταν κατεξοχήν στο πνεύμα του ευαγγελίου του (g).
(3) Ο Ιησούς έχει υπ’ όψη τις απάτες, οι οποίες γίνονταν στο εμπόριο και προ παντός στην ανταλλαγή των νομισμάτων (g). Οι αφηγήσεις και των 3 συνοπτικών είναι σχεδόν κατά λέξη οι ίδιες και διαφέρουν από το Ιω. β 15,16, όπου εξιστορείται άλλη έξωση από το ναό αυτών που πουλούν, που έγινε κατά το πρώτο έτος της δημόσιας δράσης του Κυρίου. Σε αυτήν την έξωση ο Κύριος κατηγορεί αυτούς που βεβηλώνουν το ναό ότι τον μεταβάλλουν σε οίκο εμπορίου. Εδώ όμως κατηγορεί αυτούς ότι τον μεταβάλλουν σε σπήλαιο ληστών. Το σκάνδαλο δηλαδή τώρα παρουσιάζεται πολύ χειρότερο από όσο πριν (p). Εφόσον ο ναός ήταν οίκος προσευχής, αφιερωμένος αποκλειστικά για επικοινωνία με το Θεό, οι πωλητές και αγοραστές έπρεπε απαραιτήτως να εκδιωχτούν από εκεί όχι μόνο διότι βεβήλωναν αυτόν, αλλά και διότι αποσπούσαν την ευλάβεια και προσοχή αυτών που έρχονταν εκεί για να προσευχηθούν.

19.47 Καὶ(1) ἦν διδάσκων(2) τὸ καθ᾽ ἡμέραν ἐν τῷ ἱερῷ. οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς ἐζήτουν αὐτὸν ἀπολέσαι καὶ οἱ πρῶτοι τοῦ λαοῦ(3)·
47 Κάθε μέρα δίδασκε στο ναό, οι αρχιερείς όμως, οι γραμματείς και οι προύχοντες του λαού ζητούσαν ευκαιρία να τον εξοντώσουν.
(1) Οι σ. 47 και 48 αποτελούν κρίκο που συνδέει την θριαμβευτική είσοδο και την έξωση των πωλητών από το ναό, με τα γεγονότα που ακολούθησαν (p).
(2) Περιφραστικός παρατατικός που σημαίνει συνεχιζόμενη ενέργεια (Λουκ. δ 31,ε 17,ιγ 10) (p). Μπορεί από αυτό να βγει το δίδαγμα, ότι δεν είναι αρκετό να καθαριστεί ένας ναός από αυτούς που τον βεβηλώνουν, αλλά πρέπει και να ενθαρρύνεται και το κήρυγμα σε αυτόν. Το τελευταίο αυτό είναι συμπλήρωμα απαραίτητο του πρώτου. Χωρίς αυτό και τον φωτισμό που αυτό παρέχει, η βεβήλωση επόμενο είναι να επαναληφθεί.
(3) Η φράση «οι πρώτοι του λαού» είναι ευρύτεροι από το «οι πρεσβύτεροι» (δ). Μόνος ο Λουκάς αναφέρει αυτούς και δεν ενδείκνυται να ταυτίσουμε αυτούς με τους πρεσβυτέρους (p). Αυτοί ήταν οι προύχοντες ανεξαρτήτως ηλικίας, οι οποίοι υπερείχαν στον πλούτο και τη δύναμη και το αξίωμα (δ).

19.48 καὶ οὐχ εὕρισκον τὸ τί ποιήσουσιν, ὁ λαὸς(1) γὰρ ἅπας ἐξεκρέματο(2) αὐτοῦ ἀκούων.
48 Δεν έβρισκαν όμως τον τρόπο, γιατί όλος ο λαός, όταν τον άκουγε, κρεμόταν από τα χείλη του.
(1) Όχι απλώς ο όχλος, αλλά όλος ο λαός, το έθνος ολόκληρο, το οποίο αντιπροσωπευόταν και από τους πολυπληθείς προσκυνητές. Μικτό πλήθος Ιουδαίων από όλα τα μέρη του κόσμου μαζευόταν εκεί κατά το Πάσχα. Αυτοί θα επιδοκίμασαν την κάθαρση του ναού· επιπλέον θα προσελκύστηκαν τόσο από την διδασκαλία, όσο και από τα θαύματα, τα οποία κατά τον Ματθαίο επετέλεσε ο Ιησούς (p).
(2) Κρεμιόταν από αυτόν· δεν μπορούσε να αποσπαστεί από αυτόν ακούγοντας και μαγευόμενος από την θεία του διδασκαλία (δ). Και στους κλασσικούς χρησιμοποιείται το εκκρέμαμαι με αλληγορική έννοια όπως εδώ (L).

Κεφάλαιο 20

Στίχ. 1-8. Αμφισβήτηση της εξουσίας του Ιησού.
20.1 Καὶ(1) ἐγένετο ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν εκείνων(2) διδάσκοντος αὐτοῦ τὸν λαὸν ἐν τῷ ἱερῷ καὶ εὐαγγελιζομένου(3) ἐπέστησαν(4) οἱ ιερεῖς(5) καὶ οἱ γραμματεῖς σὺν τοῖς πρεσβυτέροις(6),
1 Μια μέρα που ο Ιησούς δίδασκε το λαό στο ναό και τους μιλούσε για το χαρμόσυνο άγγελμα, πήγαν ξαφνικά οι αρχιερείς και οι γραμματείς μαζί με τους πρεσβυτέρους
(1) Δες Ματθ. κα 23-37 και Μάρκ. ια 27-33 και τις εκεί σημειώσεις.
(2) Τις αξιομνημόνευτες και μοναδικές. Το «ημερών εκείνων» χαρακτηρίζει τις προ του πάθους ημέρες ως τις τελευταίες επίσημες ημέρες της διδασκαλίας του· για αυτό και αρμόζει εδώ το «εκείνων». Ενώ με το ημέρες αόριστα, δείχνει ότι αυτές είναι λίγες και βαρυσήμαντες (δ).
(3) Αυτό καθορίζει τον χαρακτήρα της διδασκαλίας του σαφέστερα από το «διδάσκοντος» που προηγήθηκε. Δες για την έννοιά του Λουκ. β 10 (p). Κήρυττε το ευαγγέλιο. Όχι κάποιο άλλο ευαγγέλιο, αλλά το ίδιο το οποίο κηρύττουν από τότε μέχρι τώρα οι διάκονοι του λόγου στην εκκλησία. Αυτό τιμά την διακονία του κηρύγματος και ενθαρρύνει τους διακόνους του, οσοδήποτε και αν σε όλες τις γενιές εμφανίζονται άνθρωποι που περιφρονούν το ευαγγέλιο και χλευάζουν τους κήρυκές του. Αρκεί να είσαι γνήσιος, ανιδιοτελής και αφοσιωμένος διάκονος του ευαγγελίου και ας σε περιφρονούν οι άνθρωποι της σάρκας και του κόσμου. Το έργο στο οποίο διακονείς, εργάστηκε πρώτος ο Χριστός και αυτός παρέδωσε σε μας αυτό.
(4) Η πρόθεση «επί» σημαίνει το αιφνίδιο της εμφάνισης. Δες Λουκ. β 9 (δ). Όπως φαίνεται και από το «εζήτουν» των προηγ. σ. (ιθ 47) από το προηγούμενο απόγευμα τα μέλη του συνεδρίου είχαν συνεδριάσει και είχαν καταλήξει στην απόφαση να θέσουν στον Ιησού σειρά ερωτημάτων με σκοπό να αποσπάσουν από αυτόν κάποια απάντηση, η οποία θα εξέθετε αυτόν είτε στο λαό είτε στις εξουσίες, ιουδαϊκές ή ρωμαϊκές (g).
(5) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα γράφουν αρχιερείς.
(6) Οι πρεσβύτεροι μνημονεύονται εδώ ως πρόσωπα δευτερεύοντα που συνοδεύουν τους αρχιερείς και γραμματείς (g).

20.2 καὶ εἶπον λέγοντες(1) πρὸς αὐτόν, Εἰπέ ἡμῖν ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιεῖς, ἢ τίς ἐστιν ὁ δούς σοι τὴν ἐξουσίαν ταύτην(2).
2 και του είπαν: «Πες μας, με ποια εξουσία τα κάνεις αυτά, ή ποιος είναι αυτός που σου έδωσε αυτή την εξουσία;»
(1) «Ενώ αυτός, από τη μία, έπραττε έργα θεϊκής δύναμης, παρουσίαζε τεράστιες και παράδοξες πράξεις και δίδασκε ουράνια μαθήματα· αυτοί, από την άλλη, ενώ έπρεπε να θαυμάζουν και να γνωρίζουν από τα λόγια και τις πράξεις, ότι αυτός επομένως είναι ο Χριστός… αυτό μεν δεν το έκαναν, αλλά ήρθαν ξαφνικά για να ανατρέψουν το πλήθος και μάλωναν ρωτώντας με ποια εξουσία έκανε αυτά και από ποιον είχε πάρει την εξουσία να πράττει χωρίς φόβο τις πράξεις αυτού του είδους» (Ε).
(2) Οι 2 ερωτήσεις δεν είναι οι ίδιες, ούτε η δεύτερη είναι απλή εξήγηση της πρώτης. Προλαβαίνεται η στην πρώτη ερώτηση απάντηση: «με την εξουσία του Μεσσία» με την δεύτερη ερώτηση: Ποιος σε έκανε Μεσσία; Ρωτούν με ποιο είδος εξουσίας, ανθρώπινο ή θείο, εκκλησιαστικό ή πολιτικό ενεργεί αυτά. Λέγοντας «αυτά» αναφέρονται όχι μόνο στη διδασκαλία του, αλλά και στην κάθαρση του ναού, όπως φανερώνει το «κάνεις» (p). «Ο νόμος, λένε, ο μωσαϊκός διέταξε να καταπιάνονται με τα ιερά μαθήματα μόνοι οι απόγονοι του Λευΐ· αυτοί ασχολούνται με τα του θείου ναού· σε αυτούς έχει δοθεί η δυνατότητα να μυούν και η εξουσία των ιερών αυλών. Εσύ λοιπόν πώς, ενώ είσαι από άλλη φυλή… αρπάζεις τις τιμές που απονεμήθηκαν σε μας; Ποιος σου έδωσε αυτήν την εξουσία;»(Κ). Δεν είναι καθόλου παράδοξο και τα πιο ολοφάνερα γεγονότα και οι πιο εμφανείς αλήθειες να τίθενται υπό αμφισβήτηση από ανθρώπους που κλείνουν θεληματικά τα μάτια τους στο φως της αλήθειας. Οι άνθρωποι αυτοί, οι οποίοι θέτουν το ερώτημα αυτό στον Κύριο, είχαν μπροστά στα μάτια τους τα πολυπληθή θαύματά του, σφραγίδα επίσημη που μαρτυρούσε αλάνθαστα για την αποστολή και τις εξουσίες του. Αλίμονο! Ο εγωισμός και τα υπόλοιπα πάθη της αμαρτίας, πόσο σκοτίζουν την ανθρώπινη ψυχή και πόσο αποτυφλώνουν τα μάτια της, ώστε να μην μπορεί να δει ούτε τον ίδιο τον ήλιο που λάμπει το μεσημέρι! Ζητούν αυτοί πάλι αποδείξεις ύστερα από τόσες αποδείξεις, οι οποίες για 3 χρόνια συνεχώς παρέχονταν σε αυτούς. Αφού για 3 ολόκληρα χρόνια είπε σε αυτούς και επιβεβαίωσε μπροστά τους τα λεχθέντα, τον προκαλούν τώρα να πει πάλι σε αυτούς.

20.3 ἀποκριθεὶς δὲ εἶπε πρὸς αὐτούς, ᾽Ερωτήσω ὑμᾶς κἀγὼ(1) ένα λόγον(2), καὶ εἴπατέ μοι(3)·
3 Τους αποκρίθηκε: «Θα κάνω κι εγώ σ’ εσάς μια ερώτηση: πέστε μου,
(1) «Αφού τους δέχτηκε ο Κύριος με ανεξικακία και πραότητα, ρωτά με τη σειρά του για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή» (Ε).
(2) Για ένα αντικείμενο, για ένα ζήτημα.
(3) Εφόσον παρουσιάζονταν ως διδάσκαλοι και ως αυτοί που έχουν εξουσία, έπρεπε να μιλήσουν πρώτοι.

20.4 Τὸ βάπτισμα ᾽Ιωάννου ἐξ οὐρανοῦ ἦν ἢ ἐξ ἀνθρώπων(1);
4 το βάπτισμα του Ιωάννη προερχόταν από το Θεό ή από τους ανθρώπους;»
(1) Η ερώτηση κατά λέξη είναι η ίδια και στους άλλους δύο συνοπτικούς και μόνο ο Ματθαίος βάζει το πόθεν, ενώ ο Μάρκος προσθέτει το «αποκρίθητέ μοι». Ρωτά «για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, όχι από πού είναι αυτός, αλλά από πού πήρε τον νόμο του βαπτίσματος. Διότι το να δίνει μαρτυρία ο ίδιος (ο Ιησούς) για τον εαυτό του, θεωρούνταν ενοχλητικό και περιαυτολογία· αλλά το να παραπέμψει στον Ιωάννη, αυτό περιείχε έμμεση την διδασκαλία για τον εαυτό του· διότι ομολογούνταν από όλον το λαό ο Ιωάννης, ότι πήρε την αποστολή του από τον ουρανό. Αυτός όμως ο ίδιος έδινε μαρτυρία για τον Σωτήρα… και από την μαρτυρία του Ιωάννη γινόταν φανερό με ποια εξουσία έκανε αυτά ο Σωτήρας και ποιος είχε δώσει σε αυτόν αυτήν την εξουσία» (Ε). Ο Ιωάννης ήταν ο Πρόδρομος του Κυρίου και είχαν υποχρέωση οι Φαρισαίοι και οι αρχιερείς να είχαν ήδη σχηματίσει κάποια συγκεκριμένη γνώμη για τον Ιωάννη, οπότε θα ήταν σε θέση να εκτιμήσουν και την αξία της μαρτυρίας του Ιωάννη για τον Ιησού (ο).

20.5 οἱ δὲ συνελογίσαντο(1) πρὸς ἑαυτοὺς(2) λέγοντες ὅτι ᾽Εὰν εἴπωμεν, ᾽Εξ οὐρανοῦ, ἐρεῖ, Διὰ τί οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ;
5 Αυτοί το συζήτησαν μεταξύ τους και είπαν: «Αν πούμε ότι προερχόταν από το Θεό, θα μας πει, “γιατί λοιπόν δεν πιστέψατε σ’ αυτόν;”
(1) Λέξη που λέγεται μοναδική φορά. Συναντιέται όμως και στους κλασικούς (p). Το συλλογίζομαι, αντί για το διαλογίζομαι, τονίζει περισσότερο την από πριν σκέψη που βάραινε σε αυτούς σχετικά με τις λογικές συνέπειες της απάντησης (L).
(2) Συλλογίστηκαν μεταξύ τους· έκαναν μεταξύ τους αυτόν τον συλλογισμό.

20.6 ἐὰν δὲ εἴπωμεν, ᾽Εξ ἀνθρώπων, πας ὁ λαὸς καταλιθάσει(1) ἡμᾶς, πεπεισμένος γάρ ἐστιν ᾽Ιωάννην προφήτην(2) εἶναι.
6 Αν πάλι πούμε ότι προερχόταν από τους ανθρώπους, όλος ο λαός θα μας λιθοβολήσει, γιατί είναι απόλυτα βέβαιοι πως ο Ιωάννης είναι προφήτης».
(1) Το καταλιθάζειν λέγεται μοναδική φορά. Το λιθάζω όμως συναντιέται στα Ιω. ι 31-33, ια 8,Πράξ. ε 26,ιδ 19. Η πρόθεση «κατά» επιτείνει την έννοια του λιθάζω=λιθοβολώ κάτω: υπερκαλύπτω με πέτρες (p).
(2) Ο λαός είχε δοκιμάσει υπερβολική χαρά, όταν μετά από τριών ολόκληρων αιώνων σιγή της προφητικής φωνής, εμφανίστηκε στο πρόσωπο του Ιωάννη νέος προφήτης. Και ανάλογος με την χαρά αυτή και τον σεβασμό που είχαν προς τον Ιωάννη, θα ήταν και ο βαθμός της οργής, που θα ξεσπούσε κατά της ιεραρχίας, η οποία θα διακήρυττε δημόσια, ότι ο Ιωάννης δεν ήταν προφήτης (p). Και δεν ήταν μεν δικαίωμα του λαού να λιθοβολήσει τους αρχιερείς και γραμματείς, όταν αυτοί απέρριπταν κάποιον προφήτη, οσοδήποτε αληθινό· συχνά όμως και ο με χωρίς επίγνωση ζήλος του πλήθους έχει καλά αποτελέσματα (b).

20.7 καὶ ἀπεκρίθησαν(1) μὴ εἰδέναι πόθεν(2).
7 Γι’ αυτό η απάντησή τους ήταν ότι δεν ξέρουν από πού προέρχεται.
(1) Ο Λουκάς μεταβάλλει εδώ τον λόγο σε πλάγιο (δ).
(2) Φοβούμενοι τον λιθοβολισμό, αλλά μάλλον φοβούμενοι την ομολογία της αλήθειας (Βέδας), αυτοί οι αναγνωρισμένοι διδάσκαλοι του Ισραήλ (Ιω. γ 10), οι οποίοι τόσο πολύ περιφρονούσαν τον αγράμματο και με άγνοια όχλο (Ιω. ζ 49), ομολογούσαν τώρα, ότι δεν είχαν κατορθώσει να διαμορφώσουν γνώμη για το αν εκείνος, ο οποίος από όλο το έθνος είχε αναγνωριστεί ως προφήτης, είχε κάποια θεία αποστολή. Εάν λοιπόν δεν ήταν ικανοί να κρίνουν για τον Βαπτιστή, πολύ λιγότερο δεν ήταν ικανοί να κρίνουν για τον Χριστό (p). Εκείνοι οι οποίοι πεισματικά αμφισβητούν το κύρος του Χριστού, παρόλο που δεν ενδιαφέρθηκαν να κατηχηθούν στις σαφέστερες και περισσότερο φανερές αρχές και αλήθειες της θρησκείας του, γίνονται γελοίοι και καταγέλαστοι σε όλους τους ανθρώπους λόγω της ανοησίας, στην οποία καταλήγουν οι ενστάσεις τους. Να στην προκειμένη περίπτωση, ποιο υπήρξε το κατάντημα των γραμματέων και των αρχιερέων. Για ζήτημα τόσο σαφές και ουσιώδες για το οποίο έπρεπε να είναι σε θέση πάνω από κάθε άλλον να καθοδηγήσουν το λαό, βρίσκονται αναγκασμένοι, με έσχατο εξευτελισμό τους, να ομολογούν ή να προσποιούνται άγνοια.

20.8 καὶ ὁ ᾽Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς(1), Οὐδὲ ἐγὼ λέγω ὑμῖν ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιῶ(2).
8 Κι ο Ιησούς τους είπε: «Ούτε κι εγώ σας λέω με ποια εξουσία τα κάνω αυτά».
(1) Ο σ. είναι ό ίδιος κατά λέξη όπως στους Ματθαίο και Μάρκο.
(2) «Αν στον τόσο σπουδαίο προφήτη δεν πίστεψαν, στον Ιωάννη,… που έδινε μαρτυρία για τον Ιησού, πώς θα πίστευαν στον Ιησού αν απολογούνταν σε αυτούς με ποια εξουσία κάνει αυτά; Διότι ό,τι και να έλεγε, οπωσδήποτε μπορούσαν να το συκοφαντήσουν και να το περιφρονήσουν, όπως ακριβώς περιφρόνησαν και τα λόγια του Ιωάννη, που ήταν πιο ένδοξος στα δικά τους μάτια» (Θφ). Σε εκείνους οι οποίοι θάβουν τελείως την γνώση η οποία τους δόθηκε, δίκαιο είναι να τους αρνηθούν περισσότερη γνώση. Αυτό πράττει εδώ και ο Κύριος. Αυτοί που τον ρωτούν γνώριζαν ή τουλάχιστον μπορούσαν να μάθουν από πού ήταν το βάπτισμα του Ιωάννη και δεν φρόντισαν να επωφεληθούν από τον φωτισμό από αυτήν τη γνώση. Πώς λοιπόν θα παρείχε σε αυτούς ο Κύριος και νέο φωτισμό;

Στίχ. 9-19. Η παραβολή των κακών γεωργών.
20.9 ῎Ηρξατο δὲ πρὸς τὸν λαὸν(1) λέγειν τὴν παραβολὴν ταύτην· ῎Ανθρωπός τις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα(2), καὶ ἐξέδοτο(3) αὐτὸν γεωργοῖς(4), καὶ ἀπεδήμησεν χρόνους ἱκανούς(5).
9 Ο Ιησούς άρχισε να διηγείται στο λαό την ακόλουθη παραβολή: «Κάποιος άνθρωπος φύτεψε ένα αμπέλι, το νοίκιασε σε γεωργούς κι έφυγε σε άλλον τόπο για πολλά χρόνια
Δες Ματθ. κα 33-43 και Μάρκ ιβ 1-12 και τις εκεί σημειώσεις. Με την παραβολή αυτή ο Κύριος δίνει στους εχθρούς του να καταλάβουν ότι γνωρίζει τις εναντίον του φονικές τους προθέσεις και σχέδια και προειδοποιεί και αυτούς και τον λαό για τις ολέθριες συνέπειες οι οποίες θα ακολουθούσαν σε αυτούς, εάν τα σχέδια αυτά εκπληρώνονταν. Η παραβολή εμπεριέχει και την απάντηση στο ερώτημα που έθεσαν, με ποια εξουσία ενεργούσε αυτά. Ενεργούσε με την εξουσία του Πατέρα του, ο οποίος τον έστειλε σε αυτούς (p). Είναι ο Υιός ο κληρονόμος του αμπελιού, ο ανώτατος απεσταλμένος του δικού τους Κυρίου (g). Και καθορίζεται μεν στην παραβολή η θέση του Ιησού ειδικά απέναντι στον επίσημο Ιουδαϊσμό, τους άρχοντες των Ιουδαίων, οι οποίοι προκάλεσαν το θάνατό του. Αλλά και ο λαός θα συμμετάσχει στο έγκλημά τους αυτό και θα τιμωρηθεί όπως αυτοί, όπως και στο παρελθόν ο λαός κηρύχτηκε αλληλέγγυος με τους άρχοντές του κατά τον διωγμό των προφητών (L).
(1) Παρεμβλήθηκε κάποια διακοπή μετά την κατατρόπωση της αντιπροσωπείας του συνεδρίου. Και ο Ιησούς αρχίζει να απευθύνεται σε νέο όμιλο ακροατών. Αλλά την ώρα που μιλά στο λαό, μιλά συγχρόνως και προς την ιουδαϊκή ιεραρχία, η αντιπροσωπεία της οποίας ήταν ακόμη παρούσα εκεί, παρόλο που σιώπησε. Οι άλλοι δύο συνοπτικοί για αυτό θεωρούν την παραβολή ότι απευθύνθηκε στην ιουδαϊκή ιεραρχία (p).
(2) «Σε αυτά τα λόγια, θα βρει κάποιος να περιλαμβάνεται με συντομία όλη η ιστορία των Ισραηλιτών. Διότι αμπέλι είναι ο Ισραήλ, όπως λέει ο ψαλμωδός· Μετέφερες αμπέλι από την Αίγυπτο, έβγαλες έθνη και φύτεψες αυτό. Και ο Ησαΐας λέει· Φτιάχτηκε αμπέλι στον αγαπημένο. Αυτός λοιπόν που φύτεψε αυτό είναι ο Θεός» (Κ). Η αληθινή έννοια της θεοκρατικής ιστορίας αποκαλύπτεται εδώ με τον πλέον βαθύ τρόπο. Από την εγκαθίδρυση της Π.Δ., σε όλη την διάρκεια της διακονίας των προφητών μέχρι την έλευση του Ιησού Χριστού, την απόρριψη και τον θάνατό του, αλλά και μέχρι τις συνέπειες αυτού του θανάτου, τα πάντα παρουσιάζονται με εικόνες έκτακτα απλές με τρομακτική σαφήνεια (g).
(3) Υπάρχει και η γραφή «εξέδετο», που προτιμάται από τους νεότερους διότι συναντιέται στα παλαιότερα χειρόγραφα και στους 3 συνοπτικούς. Δες διεδίδετο (Πράξ. δ 35) και παρεδίδετο (Α΄Κορ. ια 23). Είναι αξιοσημείωτο ότι το ρήμα εκδίδωμι χρησιμοποιείται μόνο εδώ και στους 3 συνοπτικούς και πουθενά αλλού στην Κ.Δ. Στους Ο΄(Εξόδ. β 21,Σοφ. Σειρ. ζ 25,Α Μακ. ι 58) χρησιμοποιείται με την έννοια του παντρεύω κόρη. Αλλά και με την έννοια του εκμισθώνω συναντιέται στους κλασικούς. Μεταξύ των Ιουδαίων η εκμίσθωση γινόταν μερικές φορές σε χρήμα, γενικώς όμως γινόταν σε είδος. Και για εκμίσθωση σε είδος καθοριζόταν αυτό που θα αποδοθεί στον ιδιοκτήτη είτε σε ποσό ορισμένο, αδιαφόρως του αν η σοδειά ήταν καλή ή κακή, είτε σε ποσοστό, πχ το 1/3 ή 1/4 της συγκομιδής. Το τελευταίο όμως αυτό σύστημα, επειδή προκαλούσε αμφισβητήσεις και αποκρύψεις, αποφευγόταν. Οι γεωργοί της παραβολής θα πλήρωναν σε είδος (p).
(4) «Γεωργοί είναι οι γραμματείς και Φαρισαίοι, οι αρχηγοί και επιστάτες του λαού» (Θφ). Και σε τελική ανάλυση «και ο καθένας μας είναι ο ίδιος αμπέλι, ο ίδιος γεωργός· διότι ο καθένας μας, καλλιεργεί ο ίδιος τον εαυτό του» (Θφ). Όσοι απολαμβάνουν τα προνόμια της ορατής εκκλησίας και μάλιστα αυτοί που κατέχουν σε αυτήν θέση προεστώτων, μοιάζουν με τους επιστάτες και καλλιεργητές αμπελιού ήμερου και φροντισμένου. Και το έργο τους είναι έργο αμπελουργού, αναγκαίο και μόνιμο έργο, αλλά και ευχάριστο συγχρόνως και ωφέλιμο. Την ώρα που ο άνθρωπος λόγω της αμαρτίας καταδικάστηκε να εργάζεται την γη, ποτίζοντας αυτήν με τον ιδρώτα του, αυτοί πήραν θέση στην εκκλησία, το αμπέλι του Θεού. Αποκαταστάθηκαν δηλαδή στην θέση, την οποία είχε ο Αδάμ πριν ακόμη αμαρτήσει, ο οποίος είχε τοποθετηθεί στον παράδεισο να εργάζεται και να φυλάει αυτόν. Διότι και η εκκλησία παράδεισος είναι και ο Χριστός είναι το δέντρο της ζωής σε αυτήν. Είναι προφανές, ότι εφόσον ανυψώθηκαν σε τέτοια θέση, είναι υποχρεωμένοι να παρουσιάζουν και τους καρπούς του αμπελιού.
(5) «Μετά την εμφάνισή του, με μορφή φωτιάς που κατέβηκε στο όρος Σινά… δεν έδωσε πλέον την παρουσία του σε αυτούς με τρόπο οφθαλμοφανή, αλλά σύμφωνα με το παράδειγμα των ανθρώπινων πραγμάτων, μοιάζει κάπως με αποδημία μακράς διάρκειας αυτό που συνέβη» (Κ). Η αποδημία του ιδιοκτήτη παριστάνει το σταμάτημα της άμεσης παρέμβασης του Θεού μετά την εγκαθίδρυση του Ισραήλ στη Χαναάν. Από τη στιγμή αυτή αρχίζει για όλο τον λαό η εποχή, κατά την οποία οφείλει να ασκεί ελεύθερα τις ικανότητές του και να χρησιμοποιεί τις χάρες τις οποίες έλαβε και κατά την οποία οι άρχοντές του οφείλουν να κατευθύνουν τη ζωή του στην οδό της πιστής υπακοής στο θείο θέλημα (g).

20.10 καὶ εν τω καιρῷ(1) ἀπέστειλεν πρὸς τοὺς γεωργοὺς δοῦλον(2), ἵνα ἀπὸ τοῦ καρποῦ τοῦ ἀμπελῶνος δώσουσιν αὐτῷ· οἱ δὲ γεωργοὶ δείραντες αὐτὸν ἐξαπέστειλαν(3) κενόν.
10 Όταν ήρθε ο καιρός, έστειλε στους γεωργούς ένα δούλο, για να του δώσουν το μερίδιο απ’ τον καρπό του αμπελιού. Οι γεωργοί όμως τον έδειραν και τον έστειλαν πίσω με άδεια χέρια.
(1) Αναμφίβολα δηλώνεται με τη λέξη ο, σύμφωνα με τον Ματθαίο, καιρός των καρπών (p). «Παρουσιάζεται (ο Θεός) να έχει φροντίσει το χωράφι και να το έχει στο νου του· διότι κανένας καιρός δεν υπήρξε στο ενδιάμεσο, κατά τον οποίο δεν στέλνονταν από το Θεό προφήτες και δίκαιοι για να συμβουλεύουν» (Κ).
(2) Σύμφωνα με τον Λουκά και τώρα και μετά, έναν δούλο έστειλε, τον οποίο παίρνει ως αντιπρόσωπο κάθε προφητικής περιόδου (όπως λ.χ. τον Μωϋσή, τον Σαμουήλ, τον Ησαΐα κλπ.)· περιορίζεται επίσης η κακοποίηση στο να δείρουν εδώ, και πιο κάτω στο να τραυματίσουν τον τρίτο, ενώ αφήνεται ο φόνος για τον υιό, ώστε να γίνει έτσι κλιμακωτό σχήμα κακοποίησης (δ). Σκάλα που ανεβαίνει: έδειραν εδώ, έδειραν και ατίμασαν στο σ. 11, τραυμάτισαν στο σ. 12 (b). Μη λησμονούμε ότι μερικοί από τους άριστους ανθρώπους του κόσμου, τυγχάνουν της σκληρότερης μεταχείρισης εκ μέρους αυτού για τις άριστες υπηρεσίες τους προς αυτόν. Αυτός άλλωστε είναι συχνά ο κλήρος των πιστών δούλων του Θεού, να παραγνωρίζονται, ακόμη επίσης και να διώκονται, μερικές φορές μάλιστα και από αυτούς ακόμη, οι οποίοι εμφανίζονται ως επίσημοι αντιπρόσωποι του Θεού στη γη.
(3) Με εξαίρεση το Γαλ. δ 4,6 το ρήμα στην Κ.Δ. είναι αποκλειστικά στον Λουκά, συναντιέται όμως συχνά στους Ο΄ (p). «Τους έδιωξαν με άδεια χέρια· δηλαδή δεν είχαν να πουν τίποτα καλό για αυτούς στο Θεό που τους έστειλε» (Κ).

20.11 καὶ προσέθετο αυτοίς πέμψαι(1) ἕτερον δοῦλον(2)· οἱ δὲ κἀκεῖνον δείραντες καὶ ἀτιμάσαντες(3) ἐξαπέστειλαν κενόν.
11 Ύστερα τους έστειλε κι άλλον δούλο, αλλά εκείνοι, τον έδειραν κι αυτόν και τον κακοποίησαν, και τον έστειλαν πίσω με άδεια χέρια.
(1) Προσέθετο πέμψειν είναι εβραϊκός τρόπος έκφρασης. Για τα γεγονότα που ανταποκρίνονται στις επανειλημμένες αυτές αποστολές και την συμπεριφορά των Ιουδαίων προς τους απεσταλμένους του Θεού, δες Γ΄Βασ. ιη 13,κβ 24-27,Δ Βασ. στ 31,κα 16,Β Παρ. κδ 19-22,λστ 15,16,Νεεμ. θ 26,Ιερεμ. μδ(λζ) 15, Πράξ. ζ 52 (p).
(2) Το σημείο που τονίζεται εδώ είναι ότι η τιμωρία δεν ακολούθησε αμέσως την κακομεταχείριση του πρώτου δούλου, αλλά δόθηκαν στους γεωργούς επανειλημμένες ευκαιρίες με διάφορα πρόσωπα, ώστε να μην μπορούν να προφασιστούν ότι ο σταλμένος δούλος δεν μετέδωσε καλά το μήνυμα του κυρίου (p).
(3) Ήδη στο έδειραν του προηγούμενου δούλου, προστέθηκε για τον νέο δούλο και το «ατίμασαν» (p).

20.12 καὶ προσέθετο τρίτον πέμψαι· οἱ δὲ καὶ τοῦτον τραυματίσαντες ἐξέβαλον(1).
12 Ύστερα έστειλε και τρίτον, αλλά κι αυτόν τον τραυμάτισαν και τον έδιωξαν.
(1) Η συμπεριφορά προς τον τρίτο υπήρξε ακόμη χειρότερη. Το «τραυμάτισαν» είναι χειρότερο από το «έδειραν και ατίμασαν» όπως και το «έβγαλαν έξω» είναι πιο έντονο από το «εξαπέστειλαν» (p). Έτσι οι γεωργοί «έφτασαν σε τέτοιο σημείο αχαριστίας, ώστε όχι μόνο απομακρύνθηκαν από το καλό και δεν έδωσαν κανένα καρπό, αλλά διέπραξαν και πονηρία, το οποίο είναι άξιο μεγαλύτερης κόλασης» (Θφ).

20.13 εἶπεν δὲ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, Τί ποιήσω(1); πέμψω τὸν υἱόν μου τὸν ἀγαπητόν· ἴσως(2) τοῦτον ιδόντες ἐντραπήσονται.
13 Τότε ο ιδιοκτήτης του αμπελιού είπε: “τι να κάνω; Θα στείλω τον αγαπημένο μου γιο· ίσως όταν τον δουν να τον σεβαστούν”.
(1) «Σκέφτεται μόνος του ο δεσπότης του αμπελιού, λέγοντας· Τι να κάνω; Δεν λέει το «τι να κάνω» επειδή δεν είχε άλλους υπηρέτες να στείλει. Διότι ποτέ δεν έλειψαν σε αυτόν οι υπηρέτες των αγίων θελημάτων του, αλλά επειδή, ενώ ασκήθηκε κάθε ιατρική μέθοδος, δεν υπήρξε καμία ωφέλεια» (Κ).
Λέγεται μοναδική φορά και στους Ο΄ συναντιέται πάλι μόνο μία φορά (Α΄Βασ. κε 21). Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ο άνθρωπος του σ. 9, ο οποίος σκέφτεται και αμφιβάλλει, όπως θα έκανε σε παρόμοια περίπτωση κάθε άνθρωπος και λέγοντας αυτό το «ίσως» παριστάνει το Θεό όχι με την απορία στην οποία κατέληξε, αλλά με την μακροθυμία και το έλεος, το οποίο δείχνει. Οι υπόλοιπες λεπτομέρειες αποτελούν το πλαίσιο της παραβολής και δεν πρέπει να εκβιάζονται για να αποδώσουν κάποια έννοια (p). Θα πάρουμε λοιπόν κάπως πιο ελεύθερα αυτά που λέγονται στον στίχο αυτόν με μορφή απορίας. «Τα είπε όμως αυτά, όχι αγνοώντας το μέλλον και ότι πρόκειται να συμπεριφερθούν σε αυτόν χειρότερα από τους προφήτες, αλλά λέει εκείνο το οποίο έπρεπε να γίνει. Διότι έπρεπε να ντραπούν αυτόν. Αν όμως αυτοί τόσο δεν ντράπηκαν, ώστε φόνευσαν κιόλας, αυτό είναι για μεγαλύτερη κατηγορία τους, ότι δηλαδή και μετά την διακήρυξη του Θεού ότι έτσι ήταν καλό να γίνει και να ντραπούν, αυτοί αποφάσισαν το αντίθετο» (Θφ). Θα τον ντραπούν. Οι προφήτες μίλησαν ως δούλοι: Αυτά λέει ο Κύριος. Ο Χριστός όμως μίλησε ως γιος: Αλήθεια, αλήθεια σας λέω. Εφόσον λοιπόν ο κύριος του αμπελιού στους γεωργούς που έδειξαν τέτοια σκληρότητα και αδικία, έκανε την τιμή να στείλει αυτόν τον ίδιο τον μονογενή γιο του, θα περίμενε ο καθένας ότι θα συγκινούνταν τελικά αυτοί και θα φέρονταν καλύτερα.

20.14 ἰδόντες δὲ αὐτὸν οἱ γεωργοὶ διελογίζοντο πρὸς εαυτούς(1) λέγοντες, Οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεύτε(2) ἀποκτείνωμεν αὐτόν, ἵνα ἡμῶν γένηται ἡ κληρονομία(3).
14 Όταν τον είδαν οι γεωργοί, είπαν μεταξύ τους: “αυτός είναι ο κληρονόμος· ας τον σκοτώσουμε, για να γίνει δική μας η κληρονομιά”.
(1) Αναφέρεται ίσως στο ιθ 47,48 (p). Ο παρατατικός είναι περιγραφικός. Βάζοντας ο Κύριος στο στόμα των κακών γεωργών τα ακόλουθα λόγια, αποκαλύπτει στα μάτια του λαού τους απόκρυφους υπολογισμούς των αρχόντων του και την πραγματική αιτία του μίσους, λόγω του οποίου τον καταδίωκαν. Οι άνθρωποι αυτοί μετέβαλλαν τη θεοκρατία σε κτήμα τους και την εξουσία την οποία είχαν εκμεταλλευτεί μέχρι τότε εγωιστικά για όφελός τους, δεν μπορούν να αποφασίσουν να την παραδώσουν στα χέρια του υιού, ο οποίος έρχεται να την απαιτήσει εξ’ ονόματος του Πατέρα (g).
(2) Δεν συναντιέται πουθενά αλλού στον Λουκά. Παραλείπεται επίσης από κάποιους μεγαλογράμματους κώδικες, για αυτό στις νεότερες κριτικές εκδόσεις αποσιωπάται. Εκείνοι οι οποίοι απορρίπτουν τους διακόνους του Χριστού, τους λειτουργούς του ευαγγελίου του, θα απέρριπταν ασφαλώς και τον Χριστό, εάν γινόταν δυνατόν να έλθει αυτοπροσώπως σε αυτούς. Διότι ήδη από τα πράγματα βεβαιώθηκε ότι αυτοί που έδιωξαν και φόνευσαν τους προφήτες, κατέληξαν να διώξουν και να σταυρώσουν και τον ίδιο το Χριστό.
(3) Όταν φόνευαν κάποιον δούλο, υπήρχαν και άλλοι δούλοι, από τους οποίους ήταν δυνατόν να σταλεί σε αυτούς και κάποιος άλλος. Αλλά ο γιος ήταν μονογενής. Σκέφτηκαν λοιπόν και είπαν: Εάν φονεύσουμε τον γιο, δεν υπάρχει άλλος γιος για να μας σταλεί μετά από αυτόν και να μας ενοχλήσει. Και θα εξασφαλίσουμε έτσι ανενόχλητη την κατοχή και εκμετάλλευση του αμπελιού. Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι δηλαδή φαντάστηκαν, ότι, εάν απαλλάσσονταν από το Χριστό, θα εξασφάλιζαν ανενόχλητη και αδιαμφισβήτητη την εξουσία στην ιουδαϊκή συναγωγή. Σημείωσε ότι οι κακοί γεωργοί άρχισαν από το να κατακρατούν τα εισοδήματα, προχώρησαν έπειτα στην κακοποίηση των δούλων και κατέληξαν στο φόνο του μονογενούς. Όταν κάποιος παραμελεί τα προς τον Θεό καθήκοντά του και παρασυρθεί στον κατήφορο της αμαρτίας, δεν μπορεί να ξέρει που θα σταματήσει και ποιος όλεθρος περιμένει αυτόν.

20.15 καὶ(1) ἐκβαλόντες αὐτὸν ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος ἀπέκτειναν(2). τί οὖν ποιήσει(3) αὐτοῖς ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος;
15 Κι αφού τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι, τον σκότωσαν. Τι θα τους κάνει, λοιπόν, αυτούς ο ιδιοκτήτης του αμπελιού;
(1) Ο Ιησούς διηγείται εδώ με καταπληκτική ψυχραιμία σαν γεγονός συντελεσμένο το έγκλημα, το οποίο εναντίον του προσώπου του μελετούσαν και ετοίμαζαν οι αρχιερείς (g).
(2) «Μετά τους προφήτες φόνευσαν και τον φυσικό γιο» (Κ). Το «έξω του αμπελώνος» πιθανότατα αναφέρεται στον θάνατο τον «έξω από την Ιερουσαλήμ· διότι ο Χριστός έπαθε έξω από την πύλη» (Θφ). Δες και Εβρ. ιγ 12. Πρέπει όμως να έχουμε υπ’ όψη, ότι «πιο πάνω θεωρήσαμε ως αμπέλι τον λαό, όχι την Ιερουσαλήμ» (Θφ). Έξω από το αμπέλι λοιπόν θα σήμαινε έξω από τον Ισραήλ μάλλον (p). Για αυτό είναι έξυπνη και η ερμηνεία σύμφωνα με την οποία καταδικάζοντας αυτόν σε θάνατο διακήρυξαν αυτόν ξένο (L).
(3) Δεν λέει, τι λοιπόν έκανε, αλλά τι θα κάνει. Ο Κύριος υποδηλώνει ότι η παραβολή δεν είναι μία απλή πλαστή διήγηση, αλλά αποβλέπει σε ένα μελλοντικό γεγονός, το οποίο εξαρτάται από κάποια ενέργεια του παρόντος=Αφού έγινε δεκτό ότι ο κληρονόμος φονεύτηκε, τι θα συμβεί; (p).

20.16 ἐλεύσεται καὶ ἀπολέσει τοὺς γεωργοὺς τούτους, καὶ δώσει(1) τὸν ἀμπελῶνα ἄλλοις(2). ἀκούσαντες δὲ εἶπον(3), Μὴ γένοιτο(4).
16 Θα έρθει και θα εξολοθρέψει αυτούς τους γεωργούς, και θα δώσει το αμπέλι σε άλλους». Όταν το άκουσαν, είπαν: «Ποτέ τέτοιο πράγμα!»
(1) Απειλούνται τρία πράγματα: Δεν θα στείλει πλέον κάποιον άλλον, αλλά θα έλθει ο ίδιος· θα τιμωρήσει σκληρά τους κακούς γεωργούς· και θα μεταβιβάσει τα προνόμιά τους σε άλλους (p). Η επάνοδος αυτή σημαίνει νέα άμεση επέμβαση του Θεού παρόμοια με εκείνη, κατά την οποία εγκαθιδρύθηκε η Π.Δ. Την φορά όμως αυτή θα έλθει και ως κριτής (g).
(2) «Έχουν διωχτεί λοιπόν οι αρχηγοί των Ιουδαίων, επειδή και αντιτάχτηκαν στα δεσποτικά θελήματα και παρουσίασαν άκαρπο το αμπέλι που τους ανέθεσε. Έχει δοθεί λοιπόν το χωράφι στους ιερείς της Καινής Διαθήκης» (Κ). Σύμφωνα με το Ματθ. κα 43 το αμπέλι του Θεού μεταφέρεται από τους Ιουδαίους στους εθνικούς. Η απόρριψη των ηγουμένων και αρχηγών του ιουδαϊκού λαού θα συνεπιφέρει και την απόρριψη ολόκληρου του λαού, εφόσον και για όσο αυτός θα εξακολουθεί να παραμένει κάτω από την καθοδήγησή τους (g).
(3) Ποιοι είπαν; Ή «οι γραμματείς και οι φαρισαίοι όταν άκουσαν είπαν· είθε να μην γίνει. Από εδώ μπορούμε να δούμε ότι αν και κατάλαβαν το βάθος των αινιγμάτων, διώχνουν μακριά τους το πάθημα και φοβούνται αυτό που θα γίνει, αλλά δεν φεύγουν από αυτό διότι είναι ακάθεκτοι στην παρακοή και διότι δεν ανέχονται να πιστέψουν στο Χριστό» (Κ). Ή, πιο σωστά, αυτοί που μιλούν εδώ, είναι εκείνοι, προς τους οποίους σύμφωνα με τον σ. 9 απευθύνθηκε ο Χριστός. Οι φωνές λοιπόν του «μη γένοιτο» βγήκαν από το λαό (L).
(4) Εκτός από τις επιστολές του Παύλου και ιδιαίτερα την προς Ρωμαίους επιστολή, μόνο εδώ στην υπόλοιπη Κ.Δ. συναντιέται το «μη γένοιτο». Γράφεται για αποκήρυξη συμπεράσματος ψευδούς ή που κακώς βγήκε (L). Εδώ σημαίνει: Μακριά από εμάς να είναι αυτό· ο Θεός να φυλάξει, ώστε να μην γίνει αυτό (b). Εδώ πιθανώς αναφέρεται στην τιμωρία (στο απολέσει και δώσει) μάλλον, παρά στην αμαρτία που φέρνει την τιμωρία (στο απέκτειναν) (p). Είναι παρ’ όλα αυτά ένα από τα δείγματα της ανοησίας και αναισθησίας των αμαρτωλών, το ότι εμμένουν στην οδό της αμαρτίας και των παθών τους, την ώρα που έχουν κάποια πρόβλεψη για τις ολέθριες συνέπειες, στις οποίες θα καταλήξουν. Και ενώ απεύχονται για τους εαυτούς τους τις συνέπειες αυτές, δεν αποφασίζουν να απομακρυνθούν από την αιτία, η οποία ασφαλώς θα οδηγήσει σε αυτές.

20.17 ὁ δὲ ἐμβλέψας(1) αὐτοῖς εἶπεν, Τί οὖν ἐστιν(2) τὸ γεγραμμένον τοῦτο(3)· Λίθον(4) ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας(5);
17 Εκείνος όμως τους κοίταξε και τους είπε: «Τι σημαίνουν, λοιπόν, τα ακόλουθα λόγια της Γραφής:Ο λίθος που τον πέταξαν σαν άχρηστον οι οικοδόμοι αυτός έγινε αγκωνάρι;
(1) Με σκοπό να προκαλέσει την προσοχή τους στον εαυτό τους. Ο τόνος της φωνής, η χειρονομία και η έκφραση των ματιών και του προσώπου προσδίδουν συχνά στα λόγια πιο εκφραστική δύναμη (b).
(2) Το οὖν(=λοιπόν) θέλει να σημάνει: Εάν η διαμαρτυρία σας εναντίον της απειλής μου είναι βάσιμη, τότε τι σημαίνει ο λόγος που έχει γραφτεί; (g). Εάν η καταστροφή την οποία σας προείπα, δεν έλθει (μη γένοιτο), πώς τότε εξηγείτε εσείς τον επόμενο λόγο της Γραφής; (p).
(3) Η παράθεση από τον Ψαλμό ριζ, τον οποίο οι ραβίνοι αναγνώριζαν ως μεσσιανικό, ενώ και στους 3 συνοπτικούς γίνεται κατά λέξη από τους Ο΄ (p).
(4) «Σε πολλά σημεία λέγεται ο Κύριος πέτρα, λόγω της σταθερότητας» (Χ).
(5) «Οικοδόμους λέει τους Ιουδαίους, τους νομοδιδάσκαλους, τους γραμματείς, τους Φαρισαίους, επειδή τον αποδοκίμαζαν λέγοντας: εσύ είσαι Σαμαρείτης και έχεις δαιμόνιο… Αλλά όμως αυτός που αποδοκιμάστηκε, τόσο φάνηκε άξιος, ώστε να γίνει αγκωνάρι. Διότι δεν είναι κάθε πέτρα κατάλληλη για γωνία, αλλά αυτή που είναι πάρα πολύ καλή και μπορεί να συνδέσει τους τοίχους και από τις δύο πλευρές… Αυτός που αποδοκιμάστηκε από τους Ιουδαίους και περιφρονήθηκε, τόσο θαυμαστός φάνηκε, ώστε όχι μόνο να κατασκευάσει οικοδομή, αλλά και να συνδέσει τοίχους. Ποιους τοίχους λοιπόν; Τους πιστούς από τους Ιουδαίους και από τους Έλληνες… Αυτός έγινε κεφαλή της γωνίας· δηλαδή συνέδεσε και τα δύο έθνη» (Χ). «Πέτρα ονομάζει τον εαυτό του και χτίστες τους διδασκάλους των Ιουδαίων… Αποδοκιμάστηκε όμως, παρόλο που ήταν πέτρα εκλεκτή ο Σωτήρας… Αλλά έφερε ομοψυχία και ομοπιστία των δύο λαών, εννοώ βεβαίως τον Ισραήλ και τους εθνικούς. Διότι έφτιαξε ο Σωτήρας τους δύο λαούς σε έναν καινούργιο άνθρωπο, φέρνοντας ειρήνη και συμφιλιώνοντας και τους δύο με τον Πατέρα σε ένα σώμα. Μοιάζει λοιπόν το πράγμα με γωνία που συνδέει δύο τοίχους» (Κ). Εις κεφαλήν γωνίας=λίθος ακρογωνιαίος (αγκωνάρι) που ενώνει δύο τοίχους (p).

20.18 πᾶς(1) ὁ πεσὼν ἐπ᾽ ἐκεῖνον τὸν λίθον συνθλασθήσεται(2)· ἐφ᾽ ὃν δ᾽ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν(3).
18 Όποιος πέσει πάνω σ’ αυτόν το λίθο θα τσακιστεί, και σ’ όποιον πέσει ο λίθος θα τον κομματιάσει».
(1) Ο σ. αυτός δεν είναι κατά λέξη παράθεση της Γραφής, εμπεριέχει όμως την διδασκαλία της Γραφής, όπως αυτή συμπεραίνεται από δύο χωρία που συνδυάζονται και τα δύο σχετίζονται με τον μυστηριώδη αυτόν λίθο, για τον οποίο μιλά ο Κύριος. Στο Ησ. (η 14) ο Θεός, ο οποίος μπορεί να είναι «για αγιασμό» για τον Ισραήλ, μπορεί να είναι επίσης και πέτρα προσκόμματος ή πέτρα σκανδάλου, πάνω στην οποία σκοντάφτουν πολλοί. Στο Δανιήλ (β 34-44) ο λίθος της βασιλείας του Θεού «θα θρυμματίσει και θα σκορπίσει όλες τις βασιλείες». Οι δύο αυτές ιδέες συνδέονται σε ένα στην εδώ παράθεση (L).
(2) «Ο λίθος είναι σωτήριος, από τη μία, για την γωνία που φτιάχτηκε από αυτόν, είναι όμως, από την άλλη, συντριβή και όλεθρος για αυτούς που έχουν μείνει έξω από αυτήν την νοερή και πνευματική σύνδεση. Διότι ο λαός των Ιουδαίων αφού σκανδαλίστηκε με τον Χριστό και σκόνταψε σε αυτόν, συντρίφτηκε» (Κ).
(3) «Σε όποιον θα πέσει, θα τον θρυμματίσει, λέει, όπως ακριβώς σκόνη από αλώνι καλοκαιρινό» (Χ). «Έτσι λοιπόν κομματιάστηκαν οι Ιουδαίοι και διασκορπίστηκαν, όπως ακριβώς τα άχυρα από ένα αλώνι, την Ιουδαία, σε όλο τον κόσμο. Παρατήρησε όμως ότι πρώτα εκείνοι έπεσαν πάνω στην πέτρα, δηλαδή σκανδαλίστηκαν και έπειτα έτσι η πέτρα έπεσε πάνω τους και τους τιμώρησε. Προηγείται δηλαδή η δική μου αμαρτία και έπειτα έρχεται έτσι η δίκαιη τιμωρία του Θεού σε μένα» (Θφ). Η πρώτη πρόταση του σ. αναφέρεται στο πρόσωπο του Μεσσία κατά την ταπείνωσή του=Όποιος θα σκανδαλιστεί με αυτόν, θα χαθεί. Η δεύτερη πρόταση αναφέρεται στον Μεσσία που συντρίβει τους εχθρούς με το βάρος της οργής του. Ως προς την πρώτη σχέση είναι λίθος πάνω στον οποίο συντρίβεται κάποιος· ως προς τη δεύτερη, είναι λίθος που πέφτει από τον ουρανό και κονιορτοποιεί (g).

20.19 Καὶ ἐζήτησαν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐπιβαλεῖν ἐπ᾽ αὐτὸν τὰς χεῖρας ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ(1), καὶ ἐφοβήθησαν τὸν λαόν(2)· ἔγνωσαν γὰρ ὅτι πρὸς(3) αὐτοὺς τας παραβολάς έλεγε.
19 Τότε οι αρχιερείς και οι γραμματείς κατάλαβαν ότι αυτές τις παραβολές τις είπε γι’ αυτούς και θέλησαν να τον συλλάβουν εκείνη την ώρα· φοβήθηκαν όμως το λαό.
(1) Αυτή την ώρα, διότι το εναντίον του μίσος κορυφώθηκε με βιαιότητα (b). «Το εργαστήρι των Φαρισαίων φούντωσε πάλι σε αχαλίνωτη οργή και θέλουν να φονεύσουν αυτόν που έγινε άνθρωπος για να καταργήσει τον θάνατο» (Κ).
(2) «Διέκοψε το ανίερο εγχείρημά τους, ο φόβος του λαού. Διότι δεν τους ενδιέφερε η ευσέβεια στο Θεό, ούτε έγινε χαλινάρι για αυτούς η εντολή του Μωϋσή… αλλά προτιμούν μάλλον από την ντροπή του Θεού, τον ανθρώπινο φόβο» (Κ).
(3) Η «προς» σημαίνει ή αναφορικά με αυτούς· έχοντας υπ’ όψη του αυτούς· ή εναντίον τους. Εδώ όπως και στο Εβρ. α 7,8 ο Westcott προτιμά την σημασία: αναφορικά με αυτούς. Δες και Ρωμ. ι 21 και Εβρ. ια 18 (p). «Ποια λοιπόν είναι σε αυτούς η αιτία και η πρόφαση της μανίας τους; Κατάλαβαν, λέει, ότι για αυτούς είπε την παραβολή αυτή. Παρόλο που, πώς δεν έπρεπε μάλλον, αφού είχαν μάθει αυτό που θα συμβεί, να φύγουν από το κακό και με την πίστη να τιμήσουν αυτόν που φέρνει τη δικαίωση στον ασεβή;» (Κ). Ένοχη συνείδηση δεν χρειάζεται άλλον κατήγορο. Αλλά οι γραμματείς και φαρισαίοι αντί να συμμορφωθούν με τη φωνή της συνείδησής τους, κυριεύτηκαν από λύσσα εναντίον εκείνου, ο οποίος ξύπνησε αυτό το λιοντάρι που κοιμόταν στο εσωτερικό τους. Η διαφθορά τους επαναστάτησε εναντίον των πεποιθήσεών τους και της μαρτυρίας της συνείδησής τους και κυριάρχησε σε αυτούς. Αλίμονο! Όταν οι καρδιές των ανθρώπων είναι αιχμάλωτες στο κακό και παραδομένες στο να πράττουν αυτό, καμία εντύπωση δεν κάνει σε αυτούς οποιαδήποτε προειδοποίηση που τείνει να παρουσιάσει σε αυτούς πόσο φοβερό είναι εκείνο, προς το οποίο ωθούνται και το οποίο πρόκειται να πράξουν και πόσο τρομερές ποινές κρέμονται πάνω τους για το κακό αυτό.

Στίχ. 20-26. Πονηρή ερώτηση για τον φόρο.
20.20 Καὶ παρατηρήσαντες(1) ἀπέστειλαν ἐγκαθέτους(2) ὑποκρινομένους ἑαυτοὺς δικαίους(3) εἶναι, ἵνα ἐπιλάβωνται αὐτοῦ λόγου(4), ὥστε παραδοῦναι αὐτὸν τῇ ἀρχῇ καὶ τῇ ἐξουσίᾳ(5) τοῦ ἡγεμόνος(6).
20 Αφού παρακολούθησαν τον Ιησού, έστειλαν κατασκόπους, που προσποιούνταν τους ευσεβείς, για να τον πιάσουν από κάποια απάντηση, ώστε να τον παραδώσουν στο Ρωμαίο διοικητή.
(1) Πήραν τη στάση του παρατηρητή (L), παρέμειναν αυτοί μακριά και στην αφάνεια, μπορούσαν όμως να παρακολουθούν και να κατασκοπεύουν αυτόν (g) και ανέμεναν την κατάλληλη ευκαιρία. Θα ερμηνεύσουμε το παρατηρήσαντες=πρόσεχαν με το νου, ώστε να χρησιμοποιήσουν την κατάλληλη ευκαιρία (δ)· καιροφυλακτούσαν (p).
(2) Λέγεται μία φορά. Και στους Ο΄ μόνο στο Ιώβ ιθ 2 και λα 9. Είναι όμως κλασικό (p). Από το εγκαθίημι=βάζω, στέλνω κάποιον σε ένα μέρος για να παραμονεύει κατασκοπεύοντας=κατασκόπους (δ).
(3) Παρουσιάζονται υποκριτικά ότι παρακινούνται από ανησυχία της συνείδησης (g). Δεν είναι κάτι νέο οι κακοί άνθρωποι να υποκρίνονται ότι είναι δίκαιοι και να καλύπτουν τα πιο κακούργα σχέδια κάτω από τα πιο ευσεβή και επαινετά προσχήματα. Ο διάβολος μπορεί να μεταμορφωθεί σε άγγελο φωτός και οι φαρισαίοι μπορούν να προσλάβουν τα ρούχα και την γλώσσα μαθητή του Χριστού. Αλλά και οι διάκονοι του Κυρίου διδάσκονται από το παράδειγμα του Διδασκάλου τους στην προκειμένη περίπτωση, όταν αντιμετωπίζουν εχθρούς που καλύπτονται από το προσωπείο της δικαιοσύνης και αρετής, να είναι συνετοί όπως τα φίδια ανάμεσα σε γενιά οχιών και σκορπιών.
(4) Το αὐτοῦ είναι αντικείμενο του επιλάβωνται και το «λόγου» είναι επεξηγηματικός προσδιορισμός (p)=να τον πιάσουν οι εγκάθετοι αυτοί από έναν λόγο· να του αποσπάσουν ενοχοποιητική ομολογία (δ).
(5) Ίσως οι δύο λέξεις έχουν κάποια λεπτή διαφορά. Το αρχή=η επίσημη εμφάνιση της εξουσίας· εξουσία=η εκτελεστική δύναμη της εξουσίας (L). Μπορεί όμως ο συνδυασμός και των δύο λέξεων, που αναφέρονται στη λέξη ηγεμόνος, να αποβλέπει στην ιδιαίτερη έξαρση της έννοιας=Θα είναι τότε σε χέρια καλά (g).
(6) Ο γενικός όρος ηγεμών μπορεί να χρησιμοποιείται είτε για τον αυτοκράτορα, είτε για κάποιον από τους υφισταμένους του. Στην Κ.Δ. συχνά σημαίνει τον επίτροπο και σπανιότερα και οποιονδήποτε άρχοντα (p). Ό,τι δεν μπορούσαν αυτοί άμεσα να φέρουν σε πέρας προσπαθούσαν με τα χέρια του ηγεμόνα να το πετύχουν, ώστε αυτοί να φαίνονται ξένοι και αμέτοχοι στο θάνατό του (Βέδας).

20.21 καὶ ἐπηρώτησαν αὐτὸν λέγοντες, Διδάσκαλε, οἴδαμεν ὅτι ὀρθῶς(1) λέγεις καὶ διδάσκεις καὶ οὐ λαμβάνεις πρόσωπον(2), ἀλλ᾽ ἐπ᾽ ἀληθείας τὴν ὁδὸν τοῦ θεοῦ διδάσκεις(3)·
21 Του έκαναν λοιπόν την εξής ερώτηση: «Διδάσκαλε, ξέρουμε ότι μιλάς και διδάσκεις σωστά. Δεν επηρεάζεσαι από πρόσωπα, αλλά διδάσκεις πραγματικά το θέλημα του Θεού.
(1) Ορθά, χωρίς να παρεκκλίνεις ούτε ελάχιστα από την ευθεία γραμμή.
(2) Χτυπητός βαρβαρισμός για τους Έλληνες αναγνώστες (g). Εβραϊκός τρόπος έκφρασης. Θα ήταν δυνατόν παρ’ όλα αυτά να διερωτηθεί κάποιος, μήπως η φράση είναι καθαρά ελληνική με την έννοια του, υποδύομαι κάποιο πρόσωπο· υποκρίνομαι. Σε αυτή την περίπτωση ο Λουκάς απέδωσε με την φράση αυτή το «είσαι αληθινός» του Μάρκου, διατηρώντας συγχρόνως και την λέξη πρόσωπο (L). Εάν δεχτούμε τη φράση ως εβραϊκή, όπως γενικώς την δέχονται, θα ερμηνεύσουμε: δεν λογαριάζεις τις εξωτερικές περιστάσεις, την επιρροή και τον πλούτο των προσώπων, ώστε σύμφωνα με αυτά να τροποποιείς την αλήθεια (g.δ). Αρχικώς η φράση σημαίνει σηκώνω το πρόσωπο· υψώνω το πρόσωπο προς ευνοϊκή διεύθυνση· από εδώ κατάντησε να σημαίνει: βλέπω με καλή διάθεση, όχι όμως αναγκαστικά και πάντοτε με έννοια κακή. Υπερίσχυσε όμως τελικά η κακή έννοια (p). Με άλλες λέξεις οι εγκάθετοι αυτοί λένε στον Κύριο: Σε γνωρίζουμε, ότι είσαι άνθρωπος, τον οποίο ο φόβος του Πιλάτου δεν μπορεί να επηρεάσει ή να εμποδίσει, να διακηρύξει την αλήθεια (g). Είναι αλήθεια ότι ο Κύριος δεν υπολόγιζε το πρόσωπο οποιουδήποτε. Αλλά είναι εξίσου αλήθεια, ότι γνώριζε τις καρδιές όλων. Συνεπώς γνώριζε και τι έκρυβαν στις καρδιές τους οι υποκριτές αυτοί, παρόλο που από τα χείλη τους έσταζε μέλι. Πόσο πλανιόνταν οι ταλαίπωροι, νομίζοντας ότι με τα υποκριτικά τους λόγια μπορούσαν να εξαπατήσουν τον Ιησού!
(3) Ήταν βέβαιο ότι δίδασκε την οδό του Θεού με αλήθεια. Αλλά γνώριζε, ότι εκείνοι ήταν ανάξιοι να διδαχτούν από αυτόν.

20.22 ἔξεστιν ἡμίν Καίσαρι(1) φόρον(2) δοῦναι ἢ οὔ(3);
22 Επιτρέπεται να πληρώνουμε φόρο στον αυτοκράτορα ή όχι;»
(1) Μπαίνει μπροστά με έμφαση (p). Υπάρχει και η γραφή ἡμᾶς, οπότε η αντωνυμία θα είναι υποκείμενο του δοῦναι.
(2) Το λατινικό κήνσον, το αντικαθιστά ο Λουκάς με το ελληνικό φόρο (δ).
(3) Η παγίδα ήταν αυτή: Εάν ο Ιησούς αποκρινόταν καταφατικά, θα ισοδυναμούσε με διάψευση των μεσσιακών του αξιώσεων. Μεσσίας που αποδίδει σεβασμό στην εξουσία της Ρώμης!... Ποιος θα δεχόταν έναν παρόμοιο παραλογισμό; Εάν απαντούσε αρνητικά, έριχνε τότε τον εαυτό του στην καταστροφή, διότι θα έπεφτε στα χέρια της ρωμ. εξουσίας. Όπως λοιπόν και αν απαντούσε, ήταν χαμένος (g).

20.23 κατανοήσας δὲ αὐτῶν τὴν πανουργίαν(1) εἶπεν πρὸς αὐτούς,
23 Εκείνος κατάλαβε την πανουργία τους και τους είπε: «Γιατί μου στήνετε παγίδα;
20.24 τι με πειράζετε(2); Δείξατέ μοι δηνάριον(3)· τίνος ἔχει εἰκόνα καὶ ἐπιγραφήν; οἱ δὲ εἶπαν, Καίσαρος(4).
24 Δείξτε μου ένα δηνάριο· ποιανού είναι η εικόνα και η επιγραφή που έχει;» Εκείνοι του απάντησαν: «Του αυτοκράτορα».
(1) Στην Κ.Δ. όπως και στους κλασικούς η λέξη πανουργία λαμβάνεται πάντοτε με κακή έννοια (Α΄Κορ. γ 19,Β Κορ. δ 2,ια 3,Εφεσ. δ 14). Στους Ο΄ όμως σημαίνει και την ικανότητα ή ευστροφία (Παροιμ. α 4,η 5)(p). Και οι εξόχως πανούργοι στα εναντίον του Χριστού και τους ευαγγελίου του σχέδια, δεν είναι δυνατόν παρ’ όλη την πονηρία και τέχνη τους να διαφύγουν το αλάνθαστο μάτι του. Μπορεί το μάτι αυτό να διεισδύσει μέσα από τις πιο περίτεχνες πολιτικές υποκρισίες και διπλωματίες. Και έτσι ο Κύριος με το σπαθί που βγαίνει από το στόμα του να καταθρυμματίσει τις πιο επικίνδυνες παγίδες.
(2) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν αυτό. Είναι όμως αναγκαίο και για την φράση «κατανοήσας την πανουργίαν» και διότι δεν μπορούσε αμέσως χωρίς άλλη εισαγωγή να προβεί στην αίτηση του δηναρίου (δ).
(3) Διότι ο φόρος πληρωνόταν σε δηνάρια.
(4) Δεν υπήρχε εικόνα στα ιουδαϊκά νομίσματα. Αλλά και τα χάλκινα ρωμαϊκά νομίσματα που κυκλοφορούσαν στην Παλαιστίνη, δεν είχαν κάποια εικόνα. Ο Φίλιππος από χαμερπή κολακεία έβαλε στα νομίσματα το κεφάλι του αυτοκράτορα και το δηνάριο που έφεραν τώρα στον Κύριο είναι ενδεχόμενο να ήταν από τα νομίσματα αυτά του Φιλίππου. Ήταν όμως δυνατόν, αν και απίθανο, να προσφέρθηκε στον Ιησού δηνάριο από αυτά που κυκλοφορούσαν έξω από την Παλαιστίνη (p).

20.25 ὁ δὲ εἶπεν πρὸς αὐτούς, ἀπόδοτε(1) τοίνυν τὰ Καίσαρος Καίσαρι(2) καὶ τὰ τοῦ θεοῦ τῷ θεῷ(3).
25 Εκείνος τότε τους είπε: «Δώστε, λοιπόν, στον αυτοκράτορα, ό,τι ανήκει στον αυτοκράτορα, και στο Θεό ό,τι ανήκει στο Θεό».
(1) «Και πρόσεξε ότι δεν είπε Δώστε, αλλά δώστε πίσω [από-δοτε]. Είναι χρέος, λέει. Δώσε πίσω λοιπόν την οφειλή. Σε φυλάει ο άρχοντάς σου από τους εχθρούς· κάνει ειρηνικό τον βίο σου. Χρωστάς λοιπόν το φόρο αντί για αυτά. Άλλωστε και αυτό, το οποίο προσφέρεις, δηλαδή το νόμισμα, από εκείνον τον ίδιο το έχεις. Το νόμισμα λοιπόν του βασιλιά, δώστο του πάλι πίσω. Στο μεταξύ έχεις κερδίσει με αυτό κάνοντας συναλλαγές και χρησιμοποιώντας τα αναγκαία για τη ζωή» (Θφ).
(2) Γνωμικό ραβινικό: Οπουδήποτε κυκλοφορεί νόμισμα βασιλιά, εκεί οι κάτοικοι, αυτόν τον βασιλιά αναγνωρίζουν ως κύριο (Μαιμωνίδης). Είναι σαν να έλεγε σε αυτούς ο Κύριος: Αντί να ρωτάτε αν επιτρέπεται η πληρωμή φόρου στον Καίσαρα, ρωτήστε πρωτίστως, εάν είναι νόμιμο να ενεργείτε τις μεταξύ σας δοσοληψίες και το εμπόριό σας με νομίσματα του καίσαρα. Εφόσον λοιπόν με την πράξη σας και την σιωπηρή συγκατάθεση βρήκατε ορθό και επιτρεπόμενο να δεχτείτε ως νόμισμα συναλλαγής το νόμισμα του καίσαρα, είναι δίκαιο να πληρώνετε φόρο στον Καίσαρα, ο οποίος σας προστατεύει στην κανονική διεξαγωγή των συναλλαγών σας και με την σφραγίδα του στα νομίσματα δίνει αξία σε αυτά, ώστε εσείς μέσω αυτών να διευκολύνεστε στις μεταξύ σας σχέσεις και συμφωνίες. Δώστε λοιπόν πίσω στον Καίσαρα τα του Καίσαρα. Όσον αφορά εσάς ως μέλη της πολιτείας, οφείλετε να υποτάσσεστε στις πολιτικές εξουσίες και αφού ο Καίσαρας προστατεύει με τους νόμους του και την απονομή του δικαίου, τα πολιτικά σας δίκαια, οφείλετε να πληρώνετε σε αυτόν φόρο. Αλλά συγχρόνως στις θρησκευτικές σας σχέσεις ο Θεός είναι ο μόνος βασιλιάς σας και δεν πρέπει να δεσμεύεστε από τη θρησκεία του Καίσαρα. Το Θεό μόνο πρέπει να λατρεύετε και όχι τα χρυσά ή λίθινα αγάλματα, τα οποία ο Καίσαρας προβάλλει σε σας για λατρεία. Μόνος ο Θεός έχει δικαίωμα να πει στον καθένα μας· Γιε, δώσε μου την καρδιά σου.
(3) «Διότι υποβάλλουν σε χρηματικούς φόρους τους υποταγμένους, αυτοί που έλαχε να τους εξουσιάζουν· ο Θεός όμως, δεν απαιτεί από εμάς δηνάριο, αλλά πίστη και αγάπη και την ευνομία από έργα αγαθά» (Κ). «Όσα ανήκουν στο Θεό πρέπει να τα αποδίδουμε στο Θεό. Σου έδωσε νου, δώσε αυτόν πίσω σε αυτόν, ενεργώντας συνετά… Και γενικώς σου έδωσε ψυχή και σώμα· δώσε τα όλα πίσω σε αυτόν και αποκατάστησε για χάρη του την εικόνα του, βαδίζοντας με πίστη, με ελπίδα, με αγάπη» (Θφ). Το καθήκον προς τον Καίσαρα αποτελεί μέρος των καθηκόντων προς το Θεό, διότι ο Καίσαρας ενεργούσε ως εντολοδόχος του Θεού για εδραίωση της τάξης και της ειρηνικής κυβέρνησης. Δες Ρωμ. ιγ 1-7 (p). Στους ανυπότακτους Φαρισαίους είπε ο Κύριος: Τα του Καίσαρα στον Καίσαρα· και στους ημιεθνικούς Ηρωδιανούς· Τα του Θεού στο Θεό. Ο καθένας πήρε το μάθημά του και ο Ιησούς μόνος τον θρίαμβο! (g).

20.26 καὶ οὐκ ἴσχυσαν ἐπιλαβέσθαι αὐτοῦ ῥήματος(1) ἐναντίον τοῦ λαοῦ(2), καὶ θαυμάσαντες(3) ἐπὶ τῇ ἀποκρίσει αὐτοῦ ἐσίγησαν.
26 Κι έτσι δεν κατάφεραν να τον πιάσουν από κάποιο λόγο μπροστά στο λαό. Έμειναν κατάπληκτοι απ’ την απάντησή του και σώπασαν.
(1) Δεν μπόρεσαν οι Φαρισαίοι να πιάσουν αυτόν από κάποιον λόγο (δ). Το αὐτοῦ και το ῥήματος έχουν με το επιλαβέσθαι την ίδια σχέση με τα αὐτοῦ και λόγου στο σ. 20 (L).
(2) «Μπροστά στο λαό. Διότι αυτό που προσπαθούσαν κατεξοχήν, αυτό ήταν, το να τον συκοφαντήσουν δηλαδή στο λαό, ότι υποδουλώνει το έθνος στους Ρωμαίους» (Θφ). Ο Ιούδας ο Γαλιλαίος (Πράξ. ε 37 και Ιωσήπου Αρχ. XVIII, 1,6,ΧΧ,5,2) ή ο Γαυλωνίτης (Αρχ. XVIII,1,1) είχαν αποκηρύξει την πληρωμή του φόρου στον Καίσαρα ως προδοσία προς τον Ιεχωβά, τον μόνο Κύριο, τον οποίο ο Ισραήλ έπρεπε να αναγνωρίζει. Και πιθανώς οι Γαλιλαίοι, οι οποίοι τώρα άκουγαν τον Ιησού, συμμερίζονταν εξ’ ολοκλήρου την αντίληψη αυτή (p). Το «εναντίον» στην Κ.Δ. είναι χαρακτηριστική λέξη του Λουκά (L).
(3) Η παγίδα συντρίφτηκε και ο Χριστός δοξάστηκε. Ακόμη και οι κακεντρεχείς επιβουλές εναντίον του καταλήγουν σε τιμή και δόξα του και η εναντίον του οργή των ανθρώπων αποβαίνει σε δοξολογία και τιμή του.

Στίχ. 27-40. Πονηρή ερώτηση για την ανάσταση των νεκρών.
20.27 Προσελθόντες(1) δέ τινες τῶν Σαδδουκαίων(2), οἱ λέγοντες(3) μὴ εἶναι ἀνάστασιν, ἐπηρώτησαν(4) αὐτὸν
27 Τον πλησίασαν τότε μερικοί από τους Σαδδουκαίους, οι οποίοι δε δέχονται ότι υπάρχει ανάσταση, και τον ρώτησαν:
(1) Δες Ματθ. κβ 23-33 και Μάρκ. ιβ 18-27 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις.
(2) Ο Λουκάς αναφέρει τους Σαδδουκαίους μόνο εδώ στο ευαγγέλιό του, στις Πράξεις όμως επανειλημμένως (δ 1,ε 17,κγ 6-8). Το όνομα Σαδδουκαίος πιθανώς προήλθε από το Ζαντώκ ή σύμφωνα με τον τύπο Σαδδούκ ή Σαδούκ που μαρτυρείται άριστα σε πολλά χωρία των Ο΄ (Β. Βασ. η 17,Νεεμ. 1,29,ι 21,ια 11,ιγ 13,Ιεζ. μ 46,μγ 19,μη 11). Ποιος όμως Σαδδούκ έδωσε το όνομα στην αίρεση, μένει αμφίβολο (p).
(3) Υπάρχει και η γραφή: οι αντιλέγοντες=αυτοί που υποστήριζαν αντίθετα με τους άλλους (L). Η ονομαστική λέγοντες ή αντιλέγοντες επεξηγεί το Σαδδουκαίων=των Σαδδουκαίων (οι οποίοι Σαδδουκαίοι είναι που λένε)(δ)· ανώμαλη επεξήγηση που περιγράφει τους Σαδδουκαίους. Ή, δεν υπάρχει ανάγκη να πάρουμε την μετοχή ως ονομαστική απόλυτη, αλλά πρέπει να συνδέσουμε αυτήν με το τινές (g). Όλοι οι Σαδδουκαίοι υποστήριζαν, ότι η ανάσταση δεν ήταν άρθρο πίστης. Κάποιοι μάλιστα ίσως φρονούσαν, ότι δεν είναι αλήθεια (p). Σε κάθε εποχή υπήρξαν διεστραμμένες διάνοιες, που επιχειρούσαν να ανατρέψουν τις θεμελιώδεις αρχές της αποκαλυπτικής θρησκείας. Όπως υπάρχουν σήμερα οι αυτοαποκαλούμενοι οπαδοί της ελεύθερης σκέψης, οι οποίοι στην πραγματικότητα είναι οπαδοί της ψεύτικης και πλανημένης σκέψης, έτσι και τότε στις ημέρες του Σωτήρα ήταν οι Σαδδουκαίοι, οι οποίοι αρνούνταν την αλήθεια της ανάστασης των νεκρών, παρόλο που αυτή είχε αποκαλυφθεί με σαφήνεια στην Π.Δ..
(4) Το ερώτημα αυτό ήταν λιγότερο επικίνδυνο από το προηγούμενο. Αλλά όπως και τα δύο προηγούμενα, έτσι και αυτό απέβλεπε στο να εκμηδενίσει την επίδραση του Χριστού στο λαό. Ενώ το πρώτο («με ποια εξουσία κάνεις αυτά;») απέβλεπε να εμπνεύσει στο λαό την δυσπιστία, το δεύτερο («επιτρέπεται να δίνουμε φόρο;») αποσκοπούσε να κινήσει την αγανάκτηση του λαού κατά του Ιησού· και το τρίτο αυτό να τον γελοιοποιήσει μπροστά στο λαό (p).

20.28 λέγοντες, Διδάσκαλε, Μωϋσῆς(1) ἔγραψεν ἡμῖν(2), ἐάν τινος ἀδελφὸς ἀποθάνῃ ἔχων γυναῖκα, καὶ οὗτος ἄτεκνος(3) αποθάνη, ἵνα λάβῃ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ τὴν γυναῖκα καὶ ἐξαναστήσῃ σπέρμα τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ.
28 «Διδάσκαλε, ο Μωυσής μάς έδωσε γραπτή εντολή: αν κάποιου πεθάνει ο αδερφός, ο οποίος είναι παντρεμένος αλλά άτεκνος, να πάρει ο αδερφός του τη χήρα και να κάνει απογόνους για τον νεκρό αδερφό του.
(1) Οι Σαδδουκαίοι δεν απέρριπταν τα βιβλία της Π.Δ. ούτε κάποιο μέρος της. Πώς θα παρακάθονταν στο συνέδριο ως μέλη του και πώς θα γίνονταν από αυτούς αρχιερείς; Πιθανώς δεν εύρισκαν, ότι η προσωπική αθανασία διδάσκεται επαρκώς στα βιβλία του Μωϋσή, ως προς δε τα βιβλία των προφητών απέδιδαν σε αυτά κύρος δευτερεύον, απέρριπταν επίσης και την παράδοση (g). Επειδή λοιπόν οι Σαδδουκαίοι απέδιδαν μεγάλο κύρος στην Πεντάτευχο του Μωϋσή, για αυτό και ο Κύριος από την Έξοδο αντλεί το επιχείρημα που προβάλλει για απάντηση σε αυτούς (p).
(2) Η παράθεση γίνεται ελεύθερα και παρέχει την ουσία μάλλον παρά τα ίδια τα λόγια του Δευτερ. κε 5. Δες και Γεν. λη 8. Η συνήθεια αυτή σύμφωνα με το νόμο, λέγεται ότι επικρατεί και σήμερα ακόμη μεταξύ των Καλμούχων και άλλων εθνών της Ανατολής (p).
(3) Υπάρχει και η γραφή άτεκνος ᾖ. Η λέξη άτεκνος συναντιέται μόνο εδώ και στους ακόλουθους σ. και πουθενά αλλού στην Κ.Δ. (L). Κάποιοι υποστήριζαν, ότι ο νόμος αυτός, ο οποίος κατά το πλείστον περιήλθε σε αχρηστία, δεν ίσχυε για παντρεμένη, αλλά μόνο για αρραβωνιασμένη γυναίκα. Η Μίσχνα είναι εναντίον του (p).

20.29 ἑπτὰ οὖν(1) ἀδελφοὶ ἦσαν(2)· καὶ ὁ πρῶτος λαβὼν γυναῖκα ἀπέθανεν ἄτεκνος(3)·
29 Ήταν, λοιπόν, εφτά αδερφοί. Ο πρώτος παντρεύτηκε μια γυναίκα και πέθανε άτεκνος.
(1) Το «λοιπόν» δείχνει, ότι σύμφωνα με τη διάταξη του νόμου έγιναν τα εξής (δ). Η όλη ακόλουθη αφήγηση έχει μέσα της έναν σαρκασμό (g).
(2) Ειπώθηκε ότι το προβαλλόμενο ζήτημα αποτελούσε γνωστό ήδη πρόβλημα, στο οποίο η αναγνωρισμένη απάντηση ήταν, ότι η γυναίκα στην ανάσταση θα ήταν σύζυγος του πρώτου που την είχε. Ο Κύριος θα μπορούσε να δώσει και την απάντηση αυτή. Αλλά ενώ με αυτήν θα απέφευγε την γελοιοποίηση, δεν θα αναιρούσε όμως την υλιστική αντίληψη των Σαδδουκαίων για την ανάσταση (p).
(3) Και των 3 συνοπτικών οι αφηγήσεις υπονοούν ότι ο πεθαμένος αδελφός δεν είχε ούτε γιο ούτε κόρη. Αυτό ορίζεται και στο Ταλμούδ, ότι δηλαδή αυτός που πεθαίνει δεν πρέπει να έχει καθόλου παιδί. Το Δευτερον. κε 5 όμως, σύμφωνα με το εβραϊκό κείμενο, ορίζει απλώς, εάν δεν έχει γιο (p).

20.30 και έλαβε ο δεύτερος την γυναίκα, και ουτος απέθανεν άτεκνος(1)
30 Την πήρε κι ο δεύτερος τη γυναίκα, και πέθανε κι αυτός άτεκνος.
20.31 καὶ ὁ τρίτος ἔλαβεν αὐτήν, ὡσαύτως(2)· ὡσαύτως δὲ καὶ οἱ ἑπτὰ· οὐ κατέλιπον τέκνα(3) καὶ ἀπέθανον.
31 Επίσης την πήρε και ο τρίτος. Το ίδιο και οι εφτά· πέθαναν χωρίς ν’ αφήσουν παιδιά.
(1) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα έχουν μόνο «και ο δεύτερος» χωρίς κάτι άλλο. Επομένως ο στίχος 30 και η αρχή του 31 έχουν ως εξής: «και ο δεύτερος και ο τρίτος έλαβε αυτήν». Τον στίχο όμως, όπως έχει στο κείμενο, μαρτυρούν μαζί με τον αλεξανδρινό κώδικα και 5 άλλοι από τους μεγαλογράμματους, όπως και οι συριακές μεταφράσεις του Σινά και του Cureton και η Βουλγάτα (λατινική μετάφραση).
(2) Άλλοι από τους κώδικες παραλείπουν το πρώτο ωσαύτως και άλλοι το δεύτερο.
(3) Το κύριο σημείο είναι ότι δεν άφησαν παιδιά. Για αυτό και μπαίνει πρώτο αυτό, αν και λογικά ο θάνατός τους έπρεπε να μπει πρώτα (p).

20.32 ὕστερον δε πάντων(1) καὶ ἡ γυνὴ ἀπέθανεν.
32 Τελευταία απ’ όλους πέθανε και η γυναίκα.
20.33 ἐν τῇ ἀναστάσει οὖν τίνος αὐτῶν γίνεται γυνή(2); οἱ γὰρ ἑπτὰ ἔσχον αὐτὴν γυναῖκα.
33 Αυτή, λοιπόν, σε ποιον απ’ όλους αυτούς θα ανήκει στην ανάσταση; Αφού την είχαν πάρει γυναίκα τους και οι εφτά».
(1) Αποσιωπάται το «πάντων» από τα αλεξανδρ. χειρόγραφα.
(2) Το ερώτημα παρουσιάζεται εύλογο στις χονδροειδείς και υλιστικές αντιλήψεις του πλήθους και βασίζεται στις αγροίκες υλιστικές εκδοχές για την ανάσταση, οι οποίες τότε επικρατούσαν (p).

20.34 καὶ αποκριθείς(1) εἶπεν αὐτοῖς ὁ ᾽Ιησοῦς(2), Οἱ υἱοὶ τοῦ αἰῶνος τούτου(3) γαμοῦσι καὶ εκγαμίζονται(4),
34 Ο Ιησούς τότε τους απάντησε: «Οι άνθρωποι που ζουν σ’ αυτόν τον κόσμο, παντρεύονται και παντρεύουν.
20.35 οἱ δὲ καταξιωθέντες(5) τοῦ αἰῶνος ἐκείνου(6) τυχεῖν καὶ τῆς ἀναστάσεως τῆς ἐκ νεκρῶν(7) οὔτε γαμοῦσιν οὔτε γαμίζονται(8)·
35 Όσοι όμως αξιωθούν ν’ αναστηθούν από τους νεκρούς και να ζήσουν στον καινούριο κόσμο, αυτοί ούτε θα νυμφεύονται ούτε θα παντρεύονται.
(1) Το αποκριθείς παραλείπεται από κάποιους μεγαλογράμματους κώδικες.
(2) «Αφού τοποθέτησαν από κάτω για τους εαυτούς τους σαθρό θεμέλιο οι Σαδδουκαίοι, απιστούσαν στα λόγια για την ανάσταση. Διότι θεωρώντας ότι στην ανάσταση θα υπάρξει σωματικός τρόπος ζωής, λογικό ήταν ότι έσφαλλαν… Ο Κύριος λοιπόν, αφού ταρακούνησε σε αυτούς το θεμέλιο και έδειξε ότι δεν υπάρχει σωματικός τρόπος ζωής, τότε αμέσως… γκρέμισε μαζί και το δόγμα τους» (Θφ). Από την άποψη των ραβίνων, σύμφωνα με την οποία η ανάσταση είναι αποκατάσταση του παρόντος σώματος με όλες τις συνθήκες της επίγειας ύπαρξης, μόνο όμως σε κόσμο ανώτερο, η αντίφαση, την οποία τόνιζαν οι Σαδδουκαίοι, ήταν πραγματική. Αλλά ο Κύριος διακηρύττει, ότι οι παρούσες σχέσεις δεν μπορούν να μεταφερθούν στον μέλλοντα αιώνα, η ζωή στον οποίο θα έχει φύση απολύτως διαφορετική από τη ζωή του παρόντος αιώνος (g). Υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ της κατάστασης των υιών των ανθρώπων στη γη και της κατάστασης των υιών του Θεού στους ουρανούς. Υπάρχει μεγάλη ανομοιότητα μεταξύ του παρόντος κόσμου και του κόσμου εκείνου. Και αδικούμε και τους εαυτούς μας και την αλήθεια του Χριστού, όταν ταυτίζουμε τις ιδέες μας για τον πνευματικό εκείνο κόσμο, με τις αντιλήψεις και πείρες μας από τον κόσμο των αισθήσεων.
(3) Με τη φράση «υιοί του αιώνος τούτου» εννοεί όλους τους ανθρώπους από την άποψη της φυσικής τους ύπαρξης (g)· «αυτοί που ζουν τον κοσμικό και σωματικό βίο» (Κ)· «αυτό που στον κόσμο αυτόν γεννούν και γεννιούνται» (Θφ).
(4) Υπάρχει και η γραφή: γαμοῦσι και γαμίσκονται. Και άλλα χειρόγραφα έχουν: εκγαμίσκονται. «Δηλαδή δίνονται σε γάμο» (Θφ). Μεγάλο μέρος των φροντίδων μας στον κόσμο αυτόν αναφέρεται στο να συστήσουμε οικογένειες και να συντηρούμε αυτές. Μεγάλο μέρος των απολαύσεών μας στον κόσμο αυτόν μας παρέχεται από τους συγγενείς μας, τις συζύγους μας και τα παιδιά μας. Ο γάμος συστάθηκε για υποστήριξη της ανθρώπινης ζωής, για όσο κουβαλάμε μαζί μας τα φθαρτά σώματά μας. Αλλά τα παιδιά αυτού του αιώνα πεθαίνουν και φεύγουν από αυτόν. Για αυτό λοιπόν νυμφεύονται και παντρεύουν τα παιδιά τους, για να δώσουν στην ανθρωπότητα τους απαιτούμενους διαδόχους, ώστε ενώ φεύγει η μία γενιά να διαδέχεται αυτήν η άλλη.
(5) Θα ανέμενε κάποιος: οι δε υιοί του αιώνος εκείνου. Αλλά με την παρεμβολή του «οι καταξιωθέντες» διορθώνει ο Κύριος την ψευδή αντίληψη ότι όλοι οι υιοί του παρόντος αιώνος θα μπουν στη βασιλεία, η οποία θα αρχίσει μετά την ανάσταση. Δες Πράξ. ε 41,Β Θεσ. α 5 (p). Δεν θα καταξιωθούν όλοι, αλλά μόνο οι άξιοι. Η αναξιότητα παρ’ όλα αυτά, η οποία υπάρχει στην διεφθαρμένη από την αμαρτία φύση, αποβάλλεται με τη χάρη του Θεού και οι διαθέσεις της ψυχής μεταβάλλονται με αυτήν και έτσι γίνεται άξιος ο άνθρωπος του αιώνα εκείνου. Το σύνθετο καταξιωθέντες υποδηλώνει κάποια δυσκολία και προσπάθεια ώστε να γίνει κάποιος άξιος.
(6) Πουθενά αλλού στην Κ.Δ. δεν υπάρχει η φράση «ο αιών εκείνος», η οποία σημαίνει την πέραν του τάφου εποχή, που θεωρείται ως περίοδος ευλογίας και δόξας (p). Σύμφωνα με την Κ.Δ. η ανακαίνιση που έφερε ο Χριστός εις πέρας, δεν συντελέστηκε παρά μόνο στη σφαίρα του πνεύματος. Από την άποψη της σωματικής ύπαρξης, ο παρόντας αιώνας διαρκεί ακόμη και θα διαρκέσει μέχρι την επάνοδο του Χριστού, όταν θα γίνει η παλιγγενεσία (Ματθ. ιθ 28) (g). Υπάρχουν λοιπόν περισσότεροι από ένας αιώνες και κόσμοι. Υπάρχει ο ορατός κόσμος, ο παρόντας και παρερχόμενος, και ο μελλοντικός κόσμος, ο αόρατος και αιώνιος. Αποτελεί λοιπόν σοβαρό και επείγουσας φροντίδας ζήτημα για εμάς να συγκρίνουμε τους δύο αυτούς κόσμους και αιώνες και να δώσουμε την προτίμηση των φροντίδων και των σκέψεών μας στον καλύτερο από αυτούς.
(7) Αξιόλογη και η επόμενη γνώμη: Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Κύριος μιλά εδώ όχι για την ανάσταση των νεκρών (=όλων των νεκρών), αλλά για την ανάσταση από τους νεκρούς, δηλαδή μέρους από τους νεκρούς, το οποίο φαίνεται να συμφωνεί με το Λουκ. ιδ 14, όπου γίνεται λόγος για την ανάσταση των δικαίων. Όσοι δεν θα αξιωθούν του αιώνος εκείνου, δεν θα αναστηθούν μαζί με τους δίκαιους, αλλά θα αναστηθούν κατά την ώρα της κρίσης μαζί με τους εθνικούς (Λουκ. ια 31,32), των οποίων το παράδειγμα θα κατακρίνει αυτούς (g). Η φράση λοιπόν ανάστασις εκ νεκρών σημαίνει μάλλον, ότι μερικοί μεταξύ των νεκρών θα αναστηθούν, ενώ άλλοι δεν θα έχουν αναστηθεί ακόμη. Για αυτό χρησιμοποιείται αυτή η φράση για την ανάσταση του Χριστού και των δικαίων και έχει την ίδια σημασία με τη φράση ανάσταση ζωής (Πραξ. δ 2,Α΄Πέτρ. α 3,δες και Κολοσ. α 18). Η φράση, από την άλλη, «ανάσταση νεκρών» περιλαμβάνει την ανάσταση κρίσεως (=την ανάσταση των αμαρτωλών) και την ανάσταση ζωής (=την ανάσταση των δικαίων). Δες Α΄Θεσ. δ 16 (p). «Και οι νεκροί που είχαν σχέση με το Χριστό θα αναστηθούν π ρ ώ τ α», μετά από το οποίο θα επακολουθήσει ο αφθαρτισμός των ζωντανών κατά την εποχή εκείνη, και έπειτα θα αναστηθούν οι αμαρτωλοί.
(8) Εκείνοι οι οποίοι μπήκαν στη χαρά του Κυρίου τους, έχουν αιχμαλωτιστεί και κυριευτεί εξ’ ολοκλήρου από την χαρά αυτή και δεν έχουν ανάγκη τη χαρά του γαμπρού από τη νύφη. Η αγάπη στον κόσμο εκείνο της αγάπης είναι εξ’ ολοκλήρου αγγελική και μαραίνεται και εκλείπει τη στιγμή που θα έφθανε ως εκεί η πνοή της σαρκικής αγάπης του παρόντος κόσμου. Όπου και το ίδιο το σώμα θα είναι πνευματικό, εξαφανίζονται πλήρως οι τέρψεις των αισθήσεων.

20.36 ούτε γὰρ(1) ἀποθανεῖν ἔτι δύνανται, ἰσάγγελοι(2) γάρ εἰσιν, καὶ υἱοί εἰσιν του θεοῦ(3), τῆς ἀναστάσεως υἱοὶ ὄντες(4).
36 Κι αυτό, γιατί δε θα υπάρχει γι’ αυτούς θάνατος· σαν αναστημένοι άνθρωποι που θα είναι, θα είναι ίσοι με τους αγγέλους και παιδιά του Θεού.
(1) Υπάρχει και η γραφή: ουδέ γαρ. Το γαρ σημαίνει, ότι η κατάργηση του θανάτου συνεπάγεται και την κατάργηση του γάμου, του οποίου σκοπός είναι η διατήρηση του ανθρωπίνου γένους (p). «Διότι εδώ μεν επειδή υπάρχει θάνατος, για αυτό υπάρχει ο γάμος… Εκεί όμως, αφού θα καταργηθεί ο θάνατος, ποια η ανάγκη γάμου;» (Θφ). Στον παρόντα κόσμο, όπου βασιλεύει ο θάνατος, πρέπει να γίνονται γάμοι για να γεμίζουν τα κενά, τα οποία δημιουργούνται συνεχώς από το θάνατο. Αλλά εκεί όπου δεν υπάρχουν ταφές, ούτε γάμων ανάγκη υπάρχει. Αυτό είναι το θριαμβευτικό επιστέγασμα της άνεσης του κόσμου εκείνου, ότι εκεί δεν υπάρχει πλέον θάνατος, ο οποίος σαπίζει όλη την ωραιότητα και φθείρει κάθε άνεση του παρόντος κόσμου. Εδώ βασιλεύει ο θάνατος και η φθορά, αλλά εκεί αποκλείονται αυτά οριστικά και διαπαντός.
(2) Λέγεται μοναδική φορά και ίσως είναι λέξη που σχηματίστηκε από τον Λουκά σε αναλογία με το ισάστερος (Δ. Μακ. ιζ 5), ισάδελφος, ισόθεος κλπ. Την λέξη χρησιμοποιεί και ο νεοπλατωνικός Ιεροκλής (5ος αιών μ.Χ.)(p). Η ομοιότητα με τους αγγέλους συνίσταται σύμφωνα με τα συμφραζόμενα στην κατάργηση της διάκρισης φύλου (g) και στη συμμετοχή στην ίδια θεία και αθάνατη ζωή (L). Θα έχουν δόξα και λαμπρότητα όχι μικρότερη από αυτήν των αγίων αγγέλων. Θα βλέπουν το ίδιο πρόσωπο, θα λειτουργούν στο ίδιο έργο, θα κοινωνούν την ίδια χαρά με τους αγίους αγγέλους. Θα έχουν συντρόφους τους αγγέλους και θα συναναστρέφονται με τα ευλογημένα αυτά πνεύματα, τα οποία θα τους αγαπούν θερμότατα και στοργικότατα και θα τους παρέχουν αναρίθμητη συντροφιά υπάρξεων εκλεκτών, αγιασμένων και οι οποίες συγκεντρώνουν κάθε ηθική καλλονή και ωραιότητα. Οι άγγελοι θα είναι οι αυτόχθονες της ουράνιας εκείνης χώρας. Αλλά και οι νέοι πολίτες, που μεταφέρθηκαν από την επίγεια στην επουράνια εκκλησία και Ιερουσαλήμ, θα έχουν τα ίδια με εκείνους δικαιώματα, αλλά και τους ίδιους πόθους, τα ίδια συναισθήματα, τις ίδιες διαθέσεις, την ίδια άγια ζωή και την ίδια αγνή διαγωγή. «Διότι είναι ισάγγελοι… και τελούν την λατρεία που πρέπει σε άγια πνεύματα· και όπως ακριβώς το αγγελικό πλήθος είναι μεν πολύ, αλλά δεν αυξήθηκε από γέννηση, αλλά υπάρχει από δημιουργία, έτσι και αυτοί που θα αναστηθούν» (Κ).
(3) Δεύτερο χαρακτηριστικό ομοιότητας, το οποίο είναι σε στενή σχέση με το πρώτο. Οι άνθρωποι στη γη είναι γιοι μεταξύ τους. Αλλά εκεί θα πάρει ο καθένας το σώμα του άμεσα από το Θεό, όπως και στους αγγέλους δεν υπάρχει σχέση πατρότητα και υιότητας (g). Αξιόλογη και η παρατήρηση: Οι πιστοί ήδη από την παρούσα ζωή ονομάζονται υιοί Θεού. Παρ’ όλα αυτά βεβαιώνεται για αυτούς, ότι δέχονται και περιμένουν με πόθο σφοδρό την υιοθεσία και την απολύτρωση του σώματος (Ρωμ. η 23). Διότι εφόσον το σώμα δεν έχει απολυτρωθεί από τον τάφο, η υιοθεσία δεν τελειοποιήθηκε ακόμη. Είμαστε και τώρα υιού Θεού (Α Ιω. γ 2). Έχουμε την φύση και τις διαθέσεις των υιών του Θεού, αλλά όλα αυτά θα τελειοποιηθούν όταν με το νέο σώμα μας εγκατασταθούμε στον ουρανό.
(4) Θα είναι υιοί Θεού, διότι θα είναι υιοί αναστάσεως. Η ανάσταση είναι ενέργεια που οφείλεται στην άμεση επέμβαση του Θεού, χάρις στην οποία λαμβάνουν οι πιστοί το νέο σώμα τους (p). «Είναι λοιπόν ισάγγελοι και υιοί Θεού. Γιατί; Διότι είναι παιδιά της ανάστασης. Αυτό λοιπόν που λέει σημαίνει το εξής· Τους ονόμασα, λέει, υιούς Θεού, διότι δεν φαίνεται τίποτα σωματικό στη γέννησή τους, αλλά όλα είναι θεία… Ο Θεός είναι που γεννά τα σώματά μας με τους τρόπους που αυτός ξέρει. Επομένως, επειδή ο Θεός είναι αυτός που ενεργεί στην ανάσταση, εύλογα λέγονται υιοί Θεού αυτοί που ξαναγεννιούνται με την ανάσταση» (Θφ). Είναι γιοι της ανάστασης. Δηλαδή έχουν καταστεί ικανοί για τις ασχολίες και απολαύσεις της μέλλουσας κατάστασης. Έχουν γεννηθεί πλέον για εκείνον τον κόσμο, ανήκουν σε εκείνη την οικογένεια, εκπαιδεύτηκαν και προετοιμάστηκαν για τον κόσμο εκείνον εδώ και θα έχουν την κληρονομιά τους σε αυτόν, εκεί.

20.37 ὅτι δὲ ἐγείρονται οἱ νεκροὶ(1) καὶ Μωϋσῆς(2) ἐμήνυσεν(3) ἐπὶ τῆς βάτου(4), ὡς λέγει(5) κύριον τὸν θεὸν(6) ᾽Αβραὰμ καὶ θεὸν ᾽Ισαὰκ καὶ τον θεὸν ᾽Ιακώβ(7)·
37 Ότι άλλωστε οι νεκροί ανασταίνονται, αυτό το αναφέρει κι ο Μωυσής, όταν μιλάει για τη βάτο, και λέει ότι ο Κύριος είναι Θεός του Αβραάμ, Θεός του Ισαάκ και Θεός του Ιακώβ.
(1) Αφού απέδειξε ο Κύριος, ότι το ερώτημα των Σαδδουκαίων οφειλόταν σε κακή και εσφαλμένη αντίληψη για τους όρους της κατάστασης στο μέλλον, προχωρεί τώρα να αποδείξει και ότι η διδασκαλία της ανάστασης δεν είναι ασύμφωνη με τον μωσαϊκό νόμο, αλλά τελείως αντιθέτως μαρτυρείται και από τον Μωϋσή (p).
(2) Ακόμη και ο Μωϋσής. Όχι μόνο οι προφήτες (b). Η ανάσταση των νεκρών μαρτυρείται με σαφήνεια από τον Ησαΐα (κστ 19-21) και ακόμη πληρέστερα από τον Δανιήλ (ιβ 2). Αλλά οι Σαδδουκαίοι έπρεπε να αναιρεθούν και με τον λόγο του ίδιου του Μωϋσή (g).
(3) Αποκάλυψε. Τόσο στους κλασικούς όσο και στην Κ.Δ. το μηνύω χρησιμοποιείται με την έννοια του: κάνω γνωστό κάτι το οποίο ήταν μυστικό (Πράξ. κγ 30,Α΄Κορ. ι 28,Ιω. ια 57)(p). Ή, και με την έννοια του: δήλωσε (δ).
(4) Η Π.Δ. ήταν διαιρεμένη σε τμήματα, που ονομάζονταν από κάποιο γεγονός ή λόγο που ξεχώριζε στο περιεχόμενό τους. Παραδείγματα παρατίθενται από το Ταλμούδ. Και οι ραψωδοί διαιρούσαν τον Όμηρο σε τμήματα, που ονομάζονταν σύμφωνα με παρόμοια αρχή. Και στο Κοράνιο τα κεφάλαια ονομάζονται με τον ίδιο τρόπο. Δεν αποκλείεται όμως εδώ το «επί της βάτου» να έχει μπει για να δηλώσει ένα περιορισμένο χωρίο (p).
(5) Το ως είναι χρονικό=όταν λέει, ενώ το λέγει=αποκαλεί, ονομάζει (δ).
(6) =Κύριος (ο Ιεχωβά) είναι ο Θεός του Αβραάμ… (δ).
(7) Αιώνες ολόκληρους πριν είχαν πεθάνει οι πατριάρχες και ήταν νεκροί για τους ζωντανούς στη γη. Δεν ήταν όμως νεκροί και για τον Θεό. Διότι αν ήταν νεκροί και για αυτόν, ήταν αδύνατον ο Θεός να ονομάζεται ακόμη Θεός τους (g).

20.38 θεὸς δὲ οὐκ ἔστιν νεκρῶν ἀλλὰ ζώντων(1), πάντες(2) γὰρ(3) αὐτῷ(4) ζῶσιν(5).
38 Ο Θεός δεν είναι Θεός νεκρών αλλά ζωντανών, γιατί γι’ αυτόν όλοι είναι ζωντανοί».
(1) Τα νεκρά πράγματα μπορούν να έχουν δημιουργό, κτήτορα, κυβερνήτη. Μόνο όμως τα ζωντανά μπορούν να έχουν Θεό. Εάν ο Αβραάμ ή κάποιος άλλος από τους πατριάρχες έπαυε να είναι ζωντανός, θα έπαυε και ο Θεός να είναι Θεός του (p). Είναι αλήθεια ότι το επιχείρημα αυτό αποδεικνύει κυρίως, ότι η ανθρώπινη προσωπικότητα εξακολουθεί και μετά θάνατον να υπάρχει και δεν αποδεικνύει άμεσα και κατ’ ευθείαν και την σωματική ανάσταση. Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε, ότι οι Σαδδουκαίοι απέρριπταν μαζί με την ανάσταση των σωμάτων και την αθανασία της προσωπικότητας. Και αυτό, διότι σύμφωνα με αυτούς το πνεύμα δεν ήταν δυνατόν να έχει ύπαρξη και υπόσταση από μόνο του και ανεξάρτητο τελείως από την ύπαρξη του σώματος. Συνεπώς για εκείνους, οι οποίοι συλλογίζονται έτσι, η προσωπική επιβίωση συνεπάγεται ως όρο και την αποκατάσταση των σωμάτων στη ζωή (g).
(2) Ο Αβραάμ , ο Ισαάκ, ο Ιακώβ και όλοι εκείνοι, των οποίων Κύριος είναι ο Θεός και οι οποίοι είναι νεκροί για τους ανθρώπους (b). Όλοι όσοι βρίσκονται σε σχέση με το Θεό παρόμοια με αυτήν των πατριαρχών· των οποίων ο Θεός έγινε Θεός τους (g).
(3) Συνδέεται με το ζώντων (g).
(4) Όχι στη σκέψη του Θεού αλλά στη σχέση (g). Ζουν απολαμβάνοντας το Θεό (b).
(5) Ζουν ήδη με την ψυχή τους. Θα ζήσουν όμως και με το σώμα τους. Όλος ο καιρός κατά τον οποίο η ψυχή θα είναι χωρισμένη από το σώμα, είναι μία στιγμή σε σχέση με το χρόνο, κατά τον οποίο έχει προοριστεί εξαρχής να είναι ενωμένη με το σώμα της, καθώς και σε σχέση με το Θεό, ενώπιον του οποίου και τα πιο απομακρυσμένα γεγονότα του μέλλοντος είναι εξόχως παρόντα και άμεσα (b).

20.39 ἀποκριθέντες δέ τινες τῶν γραμματέων(1) εἶπον, Διδάσκαλε, καλῶς εἶπας·
39 Μερικοί τότε από τους γραμματείς τού είπαν: «Καλά τα είπες, Διδάσκαλε».
(1) «Επειδή ντροπιάστηκαν έτσι οι Σαδδουκαίοι, οι Γραμματείς αποδέχτηκαν τον Ιησού ως αντίπαλο των Σαδδουκαίων, νιώθοντας ευχαρίστηση για την ήττα εκείνων» (Θφ). Μερικοί από τους Φαρισαίους δεν μπόρεσαν να συγκρατηθούν από το να εκφράσουν τον θαυμασμό τους για τον τρόπο, με τον οποίο ο Ιησούς είχε νικήσει τελείως τους αντιπάλους τους. Η απόδειξη εκείνη, την οποία οι Σαδδουκαίοι προκαλούσαν τους Φαρισαίους να βρουν στην Πεντάτευχο, προσφέρθηκε από τον Ιησού με πολύ πειστικό τρόπο (p).

20.40 οὐκέτι δε(1) ἐτόλμων ἐπερωτᾶν αὐτὸν οὐδέν.
40 Από τότε δεν τολμούσαν πια να τον ρωτήσουν τίποτε.
(1) Υπάρχει και η γραφή που μαρτυρείται πολύ: γαρ=Μερικοί από τους αντιπάλους του τον επαίνεσαν, διότι είδαν ότι πάντοτε ήταν νικητής και δεν τολμούσαν πλέον να τον προκαλούν (p). Ή, τον επαινούν, διότι δεν τολμούσαν πλέον να τον ρωτούν. Οι γραμματείς δηλαδή αυτοί, οι οποίοι ως επί το πλείστον ήταν Φαρισαίοι, βλέποντας ότι ο Ιησούς ήταν αήττητος και μη τολμώντας πλέον να τον προκαλούν με ερωτήσεις, παίρνουν πλέον θέση μεταξύ των επαινετών του (L).

Στίχ. 41-44. Ο Μεσσίας και ο Δαβίδ.
20.41 Εἶπεν δὲ(1) πρὸς αὐτούς(2), Πῶς λέγουσιν(3) τὸν Χριστὸν υἱόν Δαυὶδ εἶναι ;
41 Τότε τους ρώτησε κι ο Ιησούς: «Πώς λένε ότι ο Μεσσίας είναι απόγονος του Δαβίδ;
(1) Δες Ματθ. κβ 41-46 και Μάρκ. ιβ 35-37 και τις εκεί σημειώσεις.
(2) Προς τους γραμματείς, οι οποίοι είχαν εκφράσει τον θαυμασμό τους. Παίρνει με την ερώτηση νέα ευκαιρία για να διδάξει αυτούς (p). Ο Κύριος δεν θέλει να ταπεινώσει τώρα αυτούς με τους οποίους συζητά. Θέλει να τους βάλει σε σκέψη, μήπως μπορούν να βρουν την αλήθεια (g). Η επιδοκιμασία την οποία εκδήλωσαν αυτοί σύμφωνα με τον σ. 39, έδωσε κάποιες ενδείξεις ότι μερικοί από αυτούς ήταν ίσως διατεθειμένοι να πειστούν και να αναγνωρίσουν έστω και κατά την τελευταία στιγμή τον Χριστό (p).
(3) Πώς λένε αυτοί, που έχουν το δικαίωμα να μιλούν και να βγάζουν αποφάσεις (g). Αναφέρεται στους διδασκάλους γενικά των Ιουδαίων.

20.42 και αὐτὸς Δαυὶδ(1) λέγει ἐν βίβλῳ των ψαλμῶν, Εἶπεν ο κύριος τῷ κυρίῳ μου, Κάθου ἐκ δεξιῶν μου(2)
42 Ο ίδιος ο Δαβίδ λέει στο βιβλίο των Ψαλμών:Είπε ο Κύριος στον Κύριό μου: κάθισε στα δεξιά μου
20.43 ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου.
43 ώσπου να υποτάξω τους εχθρούς σου κάτω απ’ τα πόδια σου.
(1) Τίποτα άλλο παρά προκατάληψη, ώθησε μερικούς να αμφισβητήσουν την έννοια και την αυθεντικότητα του τίτλου, ο οποίος αποδίδει στον Δαβίδ τον ψαλμό, του οποίου η παράθεση ακολουθεί. Ο ψαλμός αυτός έχει τις αξιόλογες ιδιότητες των ποιημάτων που αποδίδονται στον Δαβίδ, την συντομία και πυκνότητα την ζωηρή και μυστηριώδη, την λάμψη και την δροσερότητα των εικόνων, το βάθος των ενοράσεων. Και όσον αφορά στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται ο ψαλμός, 3 χαρακτηριστικά εμποδίζουν απολύτως να εννοήσουμε άλλο πρόσωπο εκτός από τον Μεσσία. α) Ο τίτλος «τῷ κυρίῳ μου», τον οποίο αποδίδει σε αυτόν ο Δαβίδ· β) την συμμετοχή στη θεία κυριαρχία, την οποία λαμβάνει από τον Ιεχωβά («κάθου εκ δεξιών μου») και γ) την ταυτόχρονη κατοχή από αυτόν των δύο αξιωμάτων, του βασιλικού ταυτόχρονα και αρχιερατικού, κατά την τάξη του βασιλιά ταυτόχρονα και ιερέα της Σαλήμ, του Μελχισεδέκ. Ο νόμος εγκαθίδρυε στο Ισραήλ τείχος ανυπέρβλητο μεταξύ της βασιλείας και της ιερωσύνης. Διότι η μεν βασιλεία ήταν συνδεδεμένη με την φυλή Ιούδα και τον οίκο Δαβίδ, ενώ η ιερωσύνη με την φυλή Λευΐ και τον οίκο Ααρών (g).
(2) «Με ποιον όμως τρόπο, ο γιος του Δαβίδ (ο Χριστός) είναι Κύριός του και όχι με ανθρώπινη εξουσία μάλλον, αλλά με θεϊκή; Διότι απλώς και μόνο το να καθίσει στα δεξιά του Πατέρα, δίνει μαρτυρία για την ουράνια δόξα του. Διότι όσα έχουν τον ίδιο θρόνο, εννοούνται ότι έχουν και την ίδια τιμή και την ίδια φύση. Το κάθισμα, όταν λέγεται για το Θεό, δεν θα μπορούσε να σημαίνει κάτι άλλο, παρά την βασιλεία και την εξουσία των πάντων… Είναι Κύριος λοιπόν του Δαβίδ, όπως είναι πρέπον, ως προς τη θεϊκή φύση και δόξα και εξουσία, είναι όμως υιός του ως προς τη σάρκα» (Κ).

20.44 Δαυὶδ οὖν αὐτὸν κύριον καλεῖ· καὶ πῶς υἱός αὐτοῦ ἐστιν(1);
44 Αφού, λοιπόν, ο Δαβίδ τον ονομάζει “Κύριο”, πώς μπορεί να είναι απόγονός του;»
(1) «Διότι ήταν μεν γιος του Δαβίδ ως προς την σάρκα, αλλά ήταν και Θεός του. Εκείνοι όμως, τον νόμιζαν μόνο γιο του Δαβίδ. Για αυτό ανατρέπει αυτήν την ιδέα τους, ότι δηλαδή είναι απλός γιος του Δαβίδ, δείχνει όμως και ότι δεν είναι αντίθετος με τον Πατέρα, αλλά έχει πολλή την ομόνοια με αυτόν, εφόσον βεβαίως ο Πατέρας αγωνίζεται εναντίον των εχθρών του [του Ιησού]» (Θφ).

Στίχ. 45-47. Η υποκρισία των γραμματέων.
20.45 ᾽Ακούοντος δὲ(1) παντὸς τοῦ λαοῦ(2) εἶπεν τοῖς μαθηταῖς(3) αὐτοῦ,
45 Την ώρα που όλος ο λαός τον άκουγε, είπε στους μαθητές του:
(1) Δες Μαρκ. ιβ 38-40 και τις εκεί σημειώσεις. Ο σύντομος αυτός λόγος, όπως και η παράλληλη περικοπή του Μάρκου, είναι περίληψη του μεγάλου λόγου που περιλαμβάνεται στο Ματθ. κγ, με τον οποίο ο Ιησούς είπε τα «ουαί» του εναντίον των γραμματέων και φαρισαίων (g).
(2) Ακροατήριο είναι όλος ο λαός, όπως και στον Μάρκο, αλλά η διδασκαλία απευθύνεται ειδικά στους μαθητές, τους φαινομενικά με την ευρύτερη έννοια μαθητές (L).
(3) «Ασθένειες των γραμματέων ήταν η αγάπη της δόξας και του κέρδους. Για να αποφύγει λοιπόν η ομάδα των αγίων μαθητών τις τόσο αισχρές αξιοκατάκριτες πράξεις, προστάζει με χρήσιμο τρόπο λέγοντας· Μην ανεχτείτε να σας κυριεύσουν τα ίδια κακά» (Κ).

20.46 Προσέχετε ἀπὸ τῶν γραμματέων τῶν θελόντων περιπατεῖν ἐν στολαῖς καὶ φιλούντων ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς ἀγοραῖς καὶ πρωτοκαθεδρίας ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ πρωτοκλισίας ἐν τοῖς δείπνοις(1),
46 «Να φυλάγεστε από τους γραμματείς, που τους αρέσει να περπατούν με τις επίσημες στολές τους και θέλουν να τους χαιρετούν στις αγορές με σεβασμό. Τους αρέσουν οι πρωτοκαθεδρίες στις συναγωγές και οι καλύτερες θέσεις στα δείπνα.
(1) «Ποια ήταν η συνήθεια των γραμματέων; Το να βαδίζουν, από τη μία, στις αγορές καλοντυμένοι, να κατεβάζουν, από την άλλη, με σοβαροφάνεια τα φρύδια, να επιζητούν τους επαίνους όσων τους έβλεπαν, το να έχουν επίπλαστη συμπεριφορά, το να πολυλογούν στις προσευχές» (Κ). Επιζητούσαν να τους χαιρετούν με σεβασμό στις αγορές, ώστε τα πλήθη που συνήθως συνέρρεαν εκεί να βλέπουν τι σεβασμός αποδιδόταν σε αυτούς. Επιζητούσαν και τις πρώτες θέσεις στα δείπνα και όταν έπιαναν αυτές, με πολλή μεν αυταρέσκεια και έπαρση έβλεπαν τους εαυτούς τους, ενώ με κάθε περιφρόνηση ατένιζαν τους άλλους. Δες και Ματθ. κγ 5-7.

20.47 οἳ κατεσθίουσιν τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν(1) καὶ προφάσει μακρὰ προσεύχονται· οὗτοι λήψονται περισσότερον κρίμα(2).
47 Για να φανούν καλοί, κάνουν μεγάλες προσευχές, κατατρώγουν όμως τις περιουσίες των χηρών. Αυτοί θα τιμωρηθούν με ιδιαίτερη αυστηρότητα».
(1) Δες Ματθ. κγ 13. Πιθανώς πρόκειται για πλούσιες χήρες (p). Κατέτρωγαν τα σπίτια των χηρών είτε αποσπώντας από αυτές πλούσια δώρα και εισφορές με την πρόφαση να βοηθήσουν με αυτές άλλους που είχαν ανάγκη ή δεχόμενοι την φιλοξενία τους και κάθονταν σε πλούσια τραπέζια σε αυτές (g). Δες την περίπτωση της συζύγου του αδελφού του Ηρώδη του μεγάλου Φερώρα, η οποία πλήρωσε τα πρόστιμα χιλιάδων Φαρισαίων, που αρνήθηκαν να ορκιστούν πίστη στον Καίσαρα (Ιωσήπου Αρχ. XVII,2,4), όπως και την περίπτωση της Φουλουΐας, η οποία έστειλε «πορφύρα και χρυσάφι στο ιερό των Ιεροσολύμων» και αφού τα πήραν αυτά οι ιερείς «τα ξόδευαν στις δικές τους ανάγκες» (ο.π. XVIII,3,5) (p).
(2) «Επειδή ακριβώς έχουν την εικόνα του διδασκάλου, γίνονται οδηγοί στην κακία» (Τίτου Βοστ). Διπλή θα είναι η καταδίκη τους· μία για την κατάχρηση της περιουσίας των φτωχών χηρών και άλλη για την κατάχρηση της προσευχής και την αισχρή εκμετάλλευση της θρησκείας. Το να υποκρίνεται κάποιος ευσέβεια για σκοπούς ιδιοτελείς είναι διπλή παράβαση και αδικία.

Κεφάλαιο 21

Στίχ. 1-4. Το δίλεπτο της χήρας.
21.1 ᾽Αναβλέψας(1) δὲ εἶδεν τοὺς βάλλοντας(2) εἰς τὸ γαζοφυλάκιον(3) τὰ δῶρα αὐτῶν πλουσίους(2).
1 Κάποτε ο Ιησούς έριξε μια ματιά και είδε τους πλουσίους που έριχναν τις εισφορές τους στο θησαυροφυλάκιο του ναού.
(1) Δες Μαρκ. ιβ 41-44 και τις εκεί σημειώσεις. Σύμφωνα με το Μαρκ. ιβ 41 ο Ιησούς κουρασμένος πιθανώς από την προηγούμενη σκηνή, κάθισε (g)· και έριξε κάτω ή και έκλεισε για ανάπαυση τα μάτια. Για αυτό μετά λέει το αναβλέψας (p).
(2) Ή, είδε τους πλούσιους, οι οποίοι έβαζαν. Ή, είδε εκείνους, οι οποίοι έβαζαν και ήταν πλούσιοι (p). Η πρώτη πιο σωστή.
(3) «Γάζα λένε ότι είναι ο θησαυρός. Υπήρχε λοιπόν ιερό θησαυροφυλάκιο στο οποίο μαζεύονταν χρήματα από ανθρώπους που αγαπούσαν το Θεό, το οποίο το χρησιμοποιούσαν για περιποίηση και επισκευή του ιερού και γενικώς για διακόσμηση του ναού και για διατροφή των φτωχών, έστω και αν ύστερα και αυτό το εκμεταλλεύονταν οι ιερείς και μοιράζονταν τον θησαυρό χωρίς να τον χρησιμοποιούν για αυτά για τα οποία από την αρχή είχε προοριστεί» (Θφ).

21.2 εἶδεν δέ τινα χήραν πενιχρὰν(1) βάλλουσαν ἐκεῖ δύο λεπτὰ(2),
2 Είδε και κάποια φτωχή χήρα να ρίχνει σ’ αυτό δύο λεπτά,
(1) Λέγεται μοναδική φορά. Πιθανώς μπήκε, για να μην χρησιμοποιηθεί δύο φορές η λέξη φτωχή (L).
(2) Το ακριβές ποσό δεν ήταν δυνατόν να διακριθεί από απόσταση. Ο Ιησούς γνώρισε αυτό, όπως γνώρισε ότι τα δύο λεπτά ήταν όλα όσα είχε η γυναίκα εκείνη, με την υπερφυσική του γνώση. Δεν επιτρεπόταν να προσφέρει κάποιος στο γαζοφυλάκιο λιγότερο από 2 λεπτά (p). Ο Κύριος μάς παρατηρεί και τώρα. Βλέπει εάν οι υπέρ του έργου του ή οι για αγαθοεργούς σκοπούς εισφορές μας γίνονται γενναιόδωρα σε σχέση με όσα έχουμε, ή είναι πενιχρές και με τσιγγουνιά. Το μάτι του προχωρά και βαθύτερα ακόμη. Παρατηρεί εάν δίνουμε με χαρά, με καρδιά που συμπονάει και με απόφαση αυθόρμητη ή μήπως προσφέρουμε από λύπη ή από ανάγκη. Αυτό πρέπει να μας γεμίζει από φόβο. Οι άνθρωποι μπορούν να εξαπατηθούν ή να παραπλανηθούν από εμάς από προφάσεις τις οποίες γνωρίζει καλά ο Χριστός ότι είναι μάταιες. Αλλά συγχρόνως αυτό πρέπει και να μας ενθαρρύνει σε γενναιόδωρες προσφορές, χωρίς να επιθυμούμε να γίνουν αυτές γνωστές στους ανθρώπους. Αρκεί, ότι τις βλέπει ο Χριστός. Τις βλέπει στα κρυφά και θα τις ανταμείψει στα φανερά.

21.3 καὶ εἶπεν, ᾽Αληθῶς λέγω ὑμῖν(1) ὅτι ἡ χήρα αὕτη ἡ πτωχὴ πλεῖον(2) πάντων ἔβαλεν·
3 και είπε: «Σας βεβαιώνω πως αυτή η φτωχή χήρα έριξε περισσότερα απ’ όλους·
(1) Η φράση εισάγει κάτι ασυνήθιστο και απίστευτο εκ πρώτης όψεως (p). Τα λόγια, τα οποία ο Κύριος λέει στους μαθητές, αποβλέπουν στο να τους διδάξουν να εκτιμούν τις ανθρώπινες πράξεις σύμφωνα με την ηθική τους ποιότητα (g).
(2) Διότι με τα δύο λεπτά είχε βάλει και την καρδιά της (g).

21.4 άπαντες γὰρ οὗτοι(1) ἐκ τοῦ περισσεύοντος αὐτοῖς ἔβαλον(2) εἰς τὰ δῶρα(3) του Θεού, αὕτη δὲ ἐκ τοῦ ὑστερήματος(4) αὐτῆς άπαντα τὸν βίον(5) ὃν εἶχεν ἔβαλε(6).
4 όλοι οι άλλοι έριξαν απ’ το περίσσευμά τους στις εισφορές, ενώ αυτή απ’ το υστέρημά της· έριξε όλη της την περιουσία».
(1) Δείχνει εκείνους από αυτούς που ήταν μπροστά του εκείνη τη στιγμή (p).
(2) «Στους πλούσιους τα περισσότερα έμεναν στα σπίτια τους, αφού πρόσφεραν λίγα και μικρά» (Θφ).
(3) Τα οποία ήδη βρίσκονταν μέσα στα κιβώτια (p). Οτιδήποτε μπορεί να ονομαστεί δώρο ή προσφορά προς τον Θεό, πρέπει να μας κινεί τον σεβασμό και την ευλάβεια και να συνεισφέρουμε και εμείς πρόθυμα σύμφωνα με τις δυνάμεις μας και πέραν των δυνάμεών μας. Ό,τι προσφέρεται για την διάδοση του ευαγγελίου του και την συντήρηση των διακόνων του, για την χριστιανική μόρφωση της νεολαίας, την ανακούφιση αιχμαλώτων, την προστασία χηρών και ξένων και την συντήρηση φτωχών οικογενειών, εισφέρεται ως δώρο στο Θεό και ως τέτοιο γίνεται δεκτό και θα ανταμειφθεί από αυτόν.
(4) Ο Μάρκος λέει υστέρηση, το οποίο σημαίνει ότι η όλη θέση και κατάσταση αυτής της γυναίκας ήταν κατάσταση μόνιμης και διαρκούς στέρησης. Ενώ η λέξη υστέρημα αναφέρεται σε ό,τι την στιγμή εκείνη είχε η γυναίκα αυτή (g).
(5) Όλα όσα είχε για διατροφή και συντήρηση τη στιγμή εκείνη. Δες Λουκ. η 43,ιε 12,30,Άσμα η 7 (p). «Οι δύο οβολοί, έστω και να φαίνονται μικροί, αλλά είναι όλη η περιουσία για αυτήν που διατρέφεται από τη ζήτηση ελεημοσυνών… Σε αυτήν τη χήρα άδειασε όλο το σπίτι και δεν έμεινε τίποτα» (Θφ). «Η γυναίκα μόλις που μάζευε, από έρανο και με ιδρώτα, τροφή πάρα πολύ λιτή και που έφτανε για μία ημέρα, έπειτα έφερε δύο οβολούς, σαν ακριβώς να έχανε την περιουσία» (Κ), «της όλη, και με μεγαλοψυχία τα πρόσφερε όλα» (Σχ.).
(6) «Ο Κύριος δίνει πίσω τις αμοιβές, προσέχοντας όχι αυτό που δίνουμε, αλλά αυτό που μας έμεινε» (Θφ).

Στίχ. 5-6. Η καταστροφή του Ναού.
21.5 Καί(1) τινων(2) λεγόντων(3) περὶ τοῦ ἱεροῦ, ὅτι λίθοις καλοῖς(4) καὶ ἀναθήμασιν(5) κεκόσμηται(6), εἶπεν,
5 Καθώς μερικοί έλεγαν για το ναό ότι είναι στολισμένος με εκλεκτούς λίθους κι αφιερώματα, ο Ιησούς είπε:
(1) Δες Ματθ. κδ 1-36 και Μάρκ. ιγ 1-32. Η περικοπή αυτή διαιρείται σε 3 μέρη: οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες λέχθηκε η προφητεία (στιχ. 5-7), η προφητεία (σ. 8-28), προτροπή για επαγρύπνηση μαζί με κάποιες χρονολογικές ενδείξεις (στιχ. 29-36).
(2) Από τους μαθητές (L)
(3) Ο λόγος σχετικά με τη συγκριτική αξία των προσφερομένων δώρων στο ναό εύκολα μπορούσε να οδηγήσει σε σκέψεις για τη μεγαλοπρέπεια του ναού και των αφιερωμάτων σε αυτό (p). Ήταν άλλωστε απόγευμα (στιχ. 37) και ο ήλιος που έδυε χρύσωνε με τις τελευταίες του ακτίνες τις ιερές οικοδομές (g).
(4) Η φράση λίθους ωραίους δηλώνει τους λίθους από λευκό μάρμαρο, με τους οποίους, είχε οικοδομηθεί ο ναός (Ιωσήπου Αρχαιολ. XV 11,3)(δ). Κάποιοι από τους λίθους αυτούς ήταν υπερμεγέθεις. Οι στύλοι της στοάς ήταν μονόλιθοι από μάρμαρο ύψους 40 ποδιών. Δες Ιωσήπου Ιουδ. Πολ. V,5,2.
(5) Τα αφιερώματα, τα δώρα του Ηρώδη και άλλων ηγεμόνων ή ιδιωτών (Β΄Μακκαβ. γ 2-7). Π.χ. η χρυσή άμπελος του Ηρώδη, η οποία είχε ύψος ενός άνδρα (Ιωσήπου Ιουδ. Πολ. 5,5,4. Αρχαιολ. 15,11,3). Για την λέξη ανάθημα δες Β΄Μακκαβ. θ 16,Γ΄Μακκαβ. γ 17. Μόνο εδώ λέγεται στην Κ.Δ. (p). Ο τύπος ανάθεμα μολονότι αρχικά είχε την ίδια σημασία με το ανάθημα κατάντησε σε κακή σημασία, με την οποία και συναντιέται σε πολλά σημεία των επιστολών του Παύλου.
(6) Όταν μιλάμε για ναό, κυρίως πρέπει να προσελκύει την προσοχή μας η παρουσία του Θεού σε αυτόν και η τάξη και η ευλάβεια, η οποία πρέπει να επικρατεί κατά τις ακολουθίες που τελούνται σε αυτόν για λατρεία του Θεού, και η κοινωνία η οποία πρέπει να υπάρχει μεταξύ του Θεού και του λαού του. Είναι πολύ φτωχό, όταν μιλάμε για ναό η όλη προσοχή μας να ελκύεται από τον εξωτερικό στολισμό του και από την αφθονία των εισοδημάτων του ή τον πλούτο των αφιερωμάτων του. Τα τελευταία αυτά τότε παίρνουν αξία, όταν εμψυχώνονται από την ζωντανή ευλάβεια των λειτουργών και λάτρεων του Θεού στο ναό αυτό.

21.6 Ταῦτα ἃ θεωρεῖτε, ἐλεύσονται ἡμέραι ἐν αἷς οὐκ ἀφεθήσεται λίθος ἐπὶ λίθῳ ὃς οὐ καταλυθήσεται(1).
6 «Αυτά που βλέπετε όλα θα γκρεμιστούν· θα ’ρθουν μέρες που δεν θα μείνει πέτρα πάνω στην πέτρα».
(1) Προφητεία, η οποία θα φαινόταν παράδοξη σε εκείνους, οι οποίοι ανέμεναν, ότι η βασιλεία του Μεσσία επρόκειτο μετά από λίγο να αρχίσει και ότι η Ιερουσαλήμ θα ήταν το κέντρο της (p). Δες Μάρκ. ιγ 2. Όταν μέσω της πίστης προβλέπουμε, ότι όλη η εξωτερική δόξα και λαμπρότητα οποιουδήποτε είτε κτιρίου μεγαλοπρεπούς, είτε ηγεμόνος ισχυρού πρόκειται να παρέλθει ούτως ή άλλως, δεν θα κολλήσουν ποτέ οι καρδιές μας σε αυτήν, όπως κολλούν οι καρδιές εκείνων, οι οποίοι στερούμενοι του οφθαλμού της πίστης δεν μπορούν να δουν τόσο μακριά.

Στίχ. 7-19. Τα σημάδια πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και τη δευτέρα παρουσία.
21.7 ᾽Επηρώτησαν δὲ αὐτὸν(1) λέγοντες, Διδάσκαλε, πότε(2) οὖν(3) ταῦτα(4) ἔσται, καὶ τί τὸ σημεῖον(5) ὅταν μέλλῃ ταῦτα γίνεσθαι;
7 Τον ρώτησαν τότε: «Διδάσκαλε, πότε θα γίνουν αυτά, και ποιο θα είναι το σημάδι όταν έρθει η ώρα να γίνουν;»
(1) Τίποτα δεν υπάρχει στο κείμενο που να μαρτυρεί, ότι το ακόλουθο ερώτημα τέθηκε στον Ιησού κατά την ίδια στιγμή, κατά την οποία ειπώθηκε η προφητεία για την επικείμενη καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Εφόσον όμως είναι αδύνατον να υποθέσουμε, ότι ο λόγος του Κυρίου που ακολουθεί λέχθηκε δημόσια, πρέπει να δεχτούμε, ότι ο Κύριος ήταν τώρα μόνος με τους μαθητές του, το οποίο και επιβεβαιώνεται από τους άλλους συνοπτικούς (g).
(2) Δέχονται την προφητεία του διδασκάλου αναντίρρητα και ρωτούν ως προς τη χρονολογία, κατά την οποία αυτά θα συνέβαιναν και για την οποία ο διδάσκαλος τίποτα δεν είπε (p).
(3) Μόριο που υποδηλώνει έκπληξη, συνδυασμένη με συμφωνία (b).
(4) Αυτό κυρίως αναφέρεται στην καταστροφή του ναού (g). Ίσως οι μαθητές νόμισαν, ότι ο ναός αυτός επρόκειτο να καταρριφθεί, για να δοθεί χώρος για ανέγερση άλλου μεγαλοπρεπέστερου, αντάξιου της βασιλείας του Μεσσία (p).
(5) Η δεύτερη αυτή ερώτηση δείχνει, ότι οι μαθητές ανέμεναν να βρίσκονται εν ζωή, ώστε θα έβλεπαν με τα ίδια τους τα μάτια την καταστροφή (p). Με εμφανή περιέργεια ρωτούν οι μαθητές για τον χρόνο, κατά τον οποίο πρόκειται να συμβεί η από τον Κύριο προφητευμένη ερήμωση και καταστροφή. Είναι βεβαίως φυσικό να επιθυμούμε να γνωρίσουμε τα μέλλοντα να συμβούν. Το ωφέλιμο όμως και το πράγματι σπουδαίο είναι να μάθουμε, ποιο είναι το καθήκον μας και πώς πρέπει να συμπεριφερθούμε σε σχέση με τα μέλλοντα αυτά. Για αυτό ο Κύριος απαντώντας στους μαθητές του σε αυτό κυρίως εμμένει, ζητώντας να διαφωτίσει αυτούς για τους κινδύνους, τους οποίους θα αντιμετωπίσουν και για τα μέτρα, τα οποία πρέπει να πάρουν για να ανταπεξέλθουν εναντίον τους.

21.8 ὁ δὲ εἶπεν(1), Βλέπετε μὴ πλανηθῆτε(2)· πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου(3) λέγοντες ότι ᾽Εγώ εἰμι· καί, ῾Ο καιρὸς ἤγγικεν(4)· μὴ ουν πορευθῆτε ὀπίσω αὐτῶν.
8 «Προσέξτε», απάντησε εκείνος, «μην ξεγελαστείτε, γιατί θα έρθουν πολλοί που θα χρησιμοποιούν το όνομά μου και θα ισχυρίζονται: “εγώ είμαι ο Μεσσίας” και “ο καιρός έφτασε”· να μην τους ακολουθήσετε όμως.
(1) Η προφητεία που εκτείνεται από το στιχ. 8-28 περιγράφει α) τις ταραχές, οι οποίες θα επακολουθήσουν μετά την αναχώρηση του Χριστού, τους ψευδομεσσίες, τους πολέμους, τους διωγμούς (στιχ. 8-19. Δες Μάρκ. ιγ 5-13 και Ματθ. κδ 4-14). β) την καταστροφή της Ιερουσαλήμ (στίχ. 20-24. Δες Μάρκ. στιχ. 14-23, και Ματθ. στίχ. 15-28) και γ) τα σημάδια της επανόδου του υιού του ανθρώπου (στιχ. 25-28. Δες Μάρκ. στίχ. 24-27 και Ματθ. στιχ. 29-31). Μολονότι και στις 3 συνοπτικές αφηγήσεις κατά την ίδια διάταξη προχωρά η προφητεία, δεν μπορούν όμως και στις αφηγήσεις αυτές οι γενικές γραμμές των δύο κύριων γεγονότων μαζί με τα σημάδια τους (η καταστροφή της Ιερουσαλήμ ή και η συντέλεια του κόσμου) πάντοτε να διαχωριστούν και να διακριθούν με σαφήνεια. Μερικοί από τους λόγους αναφέρονται σαφώς στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ· άλλοι πάλι εξίσου σαφώς στην Δευτέρα παρουσία του Κυρίου. Υπάρχουν όμως και μερικοί λόγοι που μπορούν να εφαρμοστούν και στα δύο αυτά γεγονότα (p).
(2) Η ανυπομονησία κάνει εύκολα αυτόν που βρίσκεται κάτω από την εξουσία της εύπιστο (g). Οπότε ο Κύριος εφιστά την προσοχή των μαθητών του, για να μην πλανηθούν. Το ρήμα πλανιέμαι δεν χρησιμοποιείται πουθενά αλλού στο ευαγγέλιο του Λουκά. Αναφέρεται εδώ όχι σε κάποια απλή πλάνη, αλλά σε ουσιαστική απομάκρυνση από την αλήθεια. Δες Ιω. ζ 47, Α΄Ιω. α 8,β 26,γ 7,Αποκ. β 20,ιβ 9,κ 3-10 κλπ. (p).
Προσέχετε να μην φανταστείτε, ότι θα έλθω εγώ πάλι με εξωτερική δόξα για να καταλάβω θρόνο εγκόσμιου βασιλείου. Όχι· κάτι τέτοιο δεν πρέπει να περιμένετε, διότι η βασιλεία μου δεν είναι από τον κόσμο αυτόν. Είναι αξιοσημείωτο, ότι οι από σφοδρή περιέργεια κινούμενοι και αυτοί που ερευνούν τα του Θεού διατρέχουν τον κίνδυνο να πλανηθούν και πρέπει να προσέχουν. Πόσοι θέλοντας να καθορίσουν χρόνους και καιρούς με βάση τα προφητικά βιβλία εκτροχιάστηκαν σε πλάνες και σε υπολογισμούς γελοίους και ανόητους!
(3) Το όνομα του Χριστού ή του Μεσσία θα είναι η βάση της αξίωσής τους (p). Γνωρίζετε ότι ο Μεσσίας ήλθε και δεν πρέπει να περιμένετε άλλον τέτοιον. Μην προσέχετε λοιπόν σε κανέναν από τους πλάνους αυτούς. Εάν είμαστε βέβαιοι, ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός και ότι η διδασκαλία του είναι του ευαγγελίου του Θεού, οφείλουμε να κλείνουμε τα αυτιά προς όλους τους άλλους ψευδομεσσίες και ψευδοσωτήρες, οι οποίοι με τις κενές θεωρίες τους υπόσχονται να εξασφαλίσουν την ειρήνη και την ευτυχία στον κόσμο. Σε κανένα άλλο όνομα δεν βρίσκεται η σωτηρία παρά μόνο στο όνομα του Ιησού Χριστού.
(4) Αναμφίβολα η ιστορία αναφέρει ξεκάθαρα την μετά το θάνατο του Κυρίου εμφάνιση ψευδομεσσιών, οι οποίοι ισχυρίζονταν είτε ότι αυτοί οι ίδιοι ήταν οι Μεσσίες, ή ότι ήταν ο Ιησούς που επέστρεψε από τους ουρανούς. Το βλέμμα όμως του Ιησού περιλαμβάνει εδώ την κατάσταση του κόσμου σε όλο τον χρόνο, ο οποίος επρόκειτο να διαρρεύσει από την ανάληψή του μέχρι την δευτέρα παρουσία του. Είναι γνωστό ποιο πλήθος απατεώνων από τον Σίμωνα τον μάγο και τον Βαρκωχέβα μέχρι τους ψευδό
χριστους των ημερών μας ζήτησαν είτε στους κόλπους του Ιουδαϊσμού, είτε στην εκκλησία να κατευθύνουν στο πρόσωπό τους την μεσσιανική προσδοκία (g). Ο p. δεν βλέπει ψευδομμεσίες μεταξύ της ανάληψης και της καταστροφής της Ιερουσαλήμ. Αλλά εάν ο Ιώσηπος δεν αναφέρει το όνομα (Μεσσίας), δηλώνει όμως σαφέστατα το πράγμα (L).

21.9 ὅταν δὲ ἀκούσητε πολέμους καὶ ἀκαταστασίας(1), μὴ πτοηθῆτε(2)· δεῖ(3) γὰρ ταῦτα γενέσθαι πρῶτον, ἀλλ᾽ οὐκ εὐθέως(4) τὸ τέλος(5).
9 Όταν πάλι ακούσετε για πολέμους κι αναστατώσεις, μην τρομοκρατηθείτε, γιατί αυτά πρέπει να γίνουν πρώτα· δε θα ακολουθήσει όμως αμέσως το τέλος».
(1) =Στάσεις των κατωτέρων κατά των ανωτέρων και εσωτερικές διαιρέσεις, εξαιτίας των οποίων η κατάσταση, δηλαδή η καθεστηκυία τάξη θα διαταραχτεί και θα καταργηθεί (b).
(2) Μόνο εδώ και στο κδ 37 υπάρχει το ρήμα, και πουθενά αλλού στην Κ.Δ.. Δηλώνει εσωτερική της ψυχής κατάσταση φόβου, ενώ το από τους άλλους δύο συνοπτικούς χρησιμοποιούμενο ρήμα θροείσθε αναφέρεται στην εξωτερική εκδήλωση του φόβου αυτού (L). Άλλοι θα δειλιάσουν και θα φοβηθούν, σεις όμως δεν πρέπει να φοβηθείτε. Ό,τι για τους άλλους θα είναι φόβητρα και σημάδια μεγάλα, αυτά ας μη φοβίζουν εσάς, οι οποίοι μέσω της πίστης βλέπετε ήδη όσα είναι πάνω από τον ουρανό και γνωρίζετε μέσω της πίστης τον θρόνο της κυβέρνησης του εν υψίστοις Θεού, ο οποίος σας προστάτευσε πάντοτε και επέδειξε την πατρική μέριμνα και προστασία του και στις πλέον ασήμαντες λεπτομέρειες της ζωής σας.
(3) Είναι έτσι ορισμένο από το Θεό (p).
(4) Μπαίνει μπροστά με έμφαση (p).
(5) Δεν σημαίνεται το τέλος των ωδίνων που λέγεται στον Ματθαίο (κδ 8), αλλά το «τέλος όλων» (Α΄Πέτρ. δ 7), το τέλος του κόσμου και η έλευση του υιού του ανθρώπου (p).
«Κάποιοι δέχτηκαν ότι οι πείνες και οι μολυσματικές ασθένειες (για τα οποία λέει παρακάτω) και οι άλλες θλίψεις, δεν θα γίνουν μόνο στη συντέλεια, αλλά και στα χρόνια της άλωσης (των Ιεροσολύμων). Διότι και ο Ιώσηπος λέει ότι λόγω της πείνας έγιναν αφόρητες συμφορές… Γενικώς όμως αυτά μπορούμε να τα εννοήσουμε κοινά και για τον καιρό της συντέλειας και για την άλωση, εννοώ τα σχετικά με τις ακαταστασίες και τους πολέμους και τα υπόλοιπα» (Θφ).

21.10 Τότε ἔλεγεν αὐτοῖς(1), ᾽Εγερθήσεται(2) ἔθνος ἐπ᾽ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν(3),
10 «Θα ξεσηκωθεί», τους έλεγε, «το ένα έθνος εναντίον του άλλου, και το ένα βασίλειο εναντίον του άλλου.
(1) Δηλώνεται με τη νέα αυτή εισαγωγή, ότι παρεμβλήθηκε μια μικρή διακοπή πριν ακόμη ο Κύριος ξαναπάρει τον λόγο (b). Και με αυτήν διεγείρει την προσοχή στα σημαντικά λόγια, τα οποία θα πει.
(2) Τοποθετεί το εγερθήσεται χωρίς σύνδεση για μεγαλύτερη έμφαση (δ).
(3) Ίσως υπαινίσσεται και τους ανταγωνισμούς του Γάλβα, του Όθωνα, του Βιτελλίου και τους Βεσπασιανού για την κατάληψη του θρόνου μετά το θάνατο του Νέρωνα, οι οποίοι παρέσυραν όλο τον ρωμαϊκό κόσμο σε εμφύλιο πόλεμο σκληρό (L).

21.11 σεισμοί(1) τε μεγάλοι καὶ κατὰ τόπους και(2) λιμοὶ καὶ λοιμοὶ(3) ἔσονται, φόβητρά(4) τε καὶ ἀπ᾽ οὐρανοῦ(5) σημεῖα μεγάλα ἔσται.
11 Θα γίνουν μεγάλοι σεισμοί σε διάφορα μέρη και θα παρουσιαστούν πείνες και επιδημίες. Θα συμβούν φοβερά πράγματα, και θα φανούν μεγάλα σημάδια από τον ουρανό.
(1) Αφού περιέγραψε τις γενικές πολιτικές ακαταστασίες, οι οποίες θα προηγηθούν του τέλους, ο Κύριος αναφέρει 4 διαταραχές της φύσης, οι οποίες θα είναι και αυτές προοίμιο του τέλους: σεισμούς δηλαδή, πείνες, λοιμώδεις ασθένειες και τρομακτικά φαινόμενα στον ουρανό (p).
(2) Υπάρχει και η γραφή «μεγάλοι κατά τόπους λιμοί». Η βυζαντινή γραφή στο κείμενο φαίνεται προτιμότερη, διότι χαρακτηρίζει καλά το συχνό φαινόμενο του πλήθους των σεισμών, που ξεσπά συγχρόνως σε διάφορα σημεία του πλανήτη (g).
(3) Παρήχηση (L). Είναι αξιοσημείωτο, ότι κατά την εποχή, που επακολούθησε αμέσως μετά την εμφάνιση του Χριστιανισμού, συνέβησαν συμφορές έκτακτες και συσσωρευμένες. Τρομερή πείνα μάστιζε την Ανατολή στα χρόνια του Κλαυδίου. Ηφαίστεια από παλιά σβησμένα εκδήλωσαν νέα δράση. Σεισμός κατέστρεψε πολλές πόλεις της Μ. Ασίας, και ιδιαιτέρως την Λαοδίκεια και Ιεράπολη (g).
(4) =σημάδια που δημιουργούν φόβο (δ). Είναι του ίδιου είδους με τα σημάδια του ουρανού, για τα οποία λέει αμέσως μετά (L).
(5) Δεν πρέπει να συγχέονται αυτά με αυτά που αναφέρονται στο στίχο 25 (L). Είναι αυτά εκλείψεις, βόρεια σέλα, κομήτες, βροχές διαττόντων αστέρων, στα οποία τα πλήθη αποδίδουν σημασία απειλητική και προμηνυτική δεινών (g). Για τα καταπληκτικά σημάδια που προηγήθηκαν της άλωσης των Ιεροσολύμων δες Ιωσήπου Ιουδ. Πολ. VI,5,3 (p).

21.12 πρὸ(1) δὲ τούτων πάντων ἐπιβαλοῦσιν ἐφ᾽ ὑμᾶς τὰς χεῖρας αὐτῶν καὶ διώξουσιν(2), παραδιδόντες εἰς συναγωγὰς καὶ φυλακάς, αγομένους ἐπὶ βασιλεῖς καὶ ἡγεμόνας(3) ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου(4)·
12 Πριν όμως γίνουν όλα αυτά, θα σας συλλάβουν, θα σας καταδιώξουν, θα σας παραδώσουν στις συναγωγές, θα σας κλείσουν στις φυλακές και θα σας οδηγήσουν μπροστά σε βασιλιάδες και ηγεμόνες εξαιτίας μου.
(1) Η πρόθεση «προ», βρίσκεται σε έννοια χρονική και όχι για να σημάνει υπεροχή μεγέθους (p).
(2) Μεταξύ των πρώτων, τα οποία πρέπει να αναμένονται είναι οι διωγμοί (p), οι οποίοι χτύπησαν την εκκλησία από την κούνια της. Άρχισαν στην Ιερουσαλήμ από τις πρώτες ημέρες της ίδρυσης της εκκλησίας. Πρόκειται εδώ προ παντός για τους διωγμούς από το συνέδριο και τις ιουδαϊκές αρχές σε κάθε μέρος, και έπειτα και για όλους τους διωγμούς, οι οποίοι από τότε ακολούθησαν και συνεχίζονται (g).
«Συμπλέκει τους λόγους σχετικά με την συντέλεια με αυτούς για την άλωση» (Θφ).
«Πριν από τον καιρό της συντέλειας κυριεύτηκε η χώρα των Ιουδαίων… και παραδόθηκε ο ναός στη φωτιά, γκρεμίστηκαν τα βασιλικά ανάκτορά τους και έπαυσε η δύναμη της σύμφωνης με το νόμο λατρείας. Όμως πριν συμβούν αυτά, εκδιώχτηκαν από αυτούς οι μακάριοι μαθητές, κλείστηκαν στη φυλακή, οδηγήθηκαν σε άρχοντες, στάλθηκαν σε βασιλιάδες» (Κ).
(3) «Πράγματι στάλθηκε ο Παύλος στη Ρώμη προς τον Καίσαρα, και παρουσιάστηκε στον Φήστο και στον Αγρίππα» (Κ).
(4) Οι καταδιώξεις αυτές κατά των διακόνων του ευαγγελίου και των πιστών δεν πρέπει να θεωρούνται μόνο ως δεινά των άδικα καταδιωκομένων, αλλά και ως αμαρτία των διωκτών. Προτού να πέσει εναντίον των τελευταίων αυτών το κρίμα της θείας δικαιοσύνης, θα πληρώσουν αυτοί το μέτρο της αδικίας τους για τους διωγμούς τους κατά των εκλεκτών του Θεού. Αξιοσημείωτο, ότι η καταστροφή ενός έθνους προκαλείται πάντοτε από τις αμαρτίες του. Τίποτα άλλο λοιπόν δεν προκαλεί ασφαλέστερα την καταστροφή αυτή από την αμαρτία των διωγμών κατά του ευαγγελίου. Όταν λοιπόν ο διωγμός κατά του ευαγγελίου και των διακόνων του φθάσει στο μη περαιτέρω, τότε επίκειται και ο ερχομός της κρίσης και τιμωρίας στο έθνος, που έκανε τον διωγμό αυτόν. Περιμένετε την οργή του Θεού να ξεσπάσει σύντομα, όταν η κατά των διακόνων του Κυρίου οργή του κόσμου γίνει ασυγκράτητη.

21.13 ἀποβήσεται(1) δε ὑμῖν εἰς μαρτύριον(2).
13 Όλα αυτά θα γίνουν για σας μια ευκαιρία να δώσετε μαρτυρία για μένα.
(1) Το αποτέλεσμα των διωγμών και παθημάτων αυτών για σας θα είναι… (p).
(2) Ή «όλα αυτά που θα κάνουν σε σας θα αποβούν σε σας σε μαρτυρική δόξα» (Ζ)· «σε δόξα μαρτυρίου» (Κ).
Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία, για μαρτυρία της αθωότητάς σας.
Ή, πιο πιθανή, για μαρτυρία της αλήθειας του ευαγγελίου (p). Πρόκειται για την μαρτυρία, την οποία οι μαθητές θα κάνουν για τον Ιησού ενώπιον των ιουδαϊκών ή ειδωλολατρικών δικαστηρίων, όπως υπήρξαν του Πέτρου στο ναό και ενώπιον του συνεδρίου, του Παύλου στις συναγωγές και ενώπιον των βασιλέων και αρχόντων (g), «για να μην μπορούν να λένε (αυτοί που δεν πίστεψαν) την ημέρα της κρίσης, ότι δεν ακούσαμε το κήρυγμα» (Ζ).
Έτσι αντί ο διωγμός να ανακόψει την πρόοδο του κηρύγματος, θα δώσει την ευκαιρία να ακουστεί αυτό και από τους άρχοντες του εθνισμού, αλλά και στις ίδιες τις επίσημες αίθουσες των δικαστηρίων του. Η έρευνα όμως και εξέταση του ευαγγελίου σε δικαστήριο, όπως και η ανάκριση για τη ζωή και διαγωγή σας, θα καταστούν μαρτυρία λαμπρή για την αλήθειά του και την άμεμπτη ζωή των εργατών του.

21.14 θέσθε(1) οὖν(2) ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν(3) μὴ προμελετᾶν(4) ἀπολογηθῆναι,
14 Νιώστε το καλά, πως δε χρειάζεται να ετοιμάζετε από πριν την απολογία σας,
(1) «Βάλτε τις καρδιές σας, αντί να πει διατεθείτε, πείστε (τις καρδιές σας) ή βάλτε στις καρδιές σας» (Ζ). Όπως στο Πράξ. ε 4 λέγεται για απόφαση, την οποία πρέπει να πάρουν. Η φράση είναι εβραϊκή (Δανιήλ α 8 κλπ.), αλλά εξίσου και ελληνική («θέσθε επί φρεσί(=βάλτε στο νου σας) Όμηρος)(L).
(2) «Επειδή ήταν απλοί άνθρωποι του λαού και αμαθείς, για να μην ταραχτούν από το ότι επρόκειτο να λογοδοτήσουν σε σοφούς άνδρες, καθόλου, λέει, μην σας νοιάζει για αυτό» (Θφ).
(3) Κάντε μέριμνά σας το να μη μεριμνάτε· κάντε ιδιαίτερο μέλημα και κόπο σας να μην σας μέλει (b).
(4) Λέξη που λέγεται μία φορά. Ο Θεός θα στέκεται στο πλευρό σας και θα σας προστατεύει κατά τη διάρκεια της δίκης σας. Είστε τη στιγμή εκείνη οι συνήγοροι του ευαγγελίου του. Συνεπώς αυτός θα σας παράσχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την διεξαγωγή της δίκης, η οποία αφορά στην αλήθειά του. Μην απασχολείστε λοιπόν, όπως θα φροντίζατε και θα θορυβούσασταν προκειμένου για δίκη αποκλειστικά δική σας, που θα απέβλεπε στα υλικά συμφέροντά σας και την οποία καλείστε να διεξάγετε με μόνο τα δικά σας μέσα.

21.15 ἐγὼ(1) γὰρ(2) δώσω ὑμῖν στόμα καὶ σοφίαν(3) ᾗ οὐ δυνήσονται ἀντειπεῖν(4) ουδέ αντιστήναι(5) πάντες οἱ ἀντικείμενοι ὑμῖν.
15 γιατί εγώ θα σας δώσω λόγια και σοφία, και σ’ αυτά δε θα μπορέσουν να αντισταθούν ή να τα αντικρούσουν οι αντίπαλοί σας.
(1) Στο Ματθ. ι 20 αυτό αποδίδεται στο Πνεύμα του Πατέρα, ενώ εδώ μιλά ο Κύριος σύμφωνα με την κατάσταση της δόξας του (b). Τότε ο Ιησούς δεν θα είναι στη γη, αλλά θα έχει αναληφθεί με δόξα (g). Μπαίνει μπροστά με έμφαση. Ολόκληρο αυτό θα είναι δική μου φροντίδα (p). Εσείς μεν θα προχωράτε στον αγώνα, αλλά εγώ θα μάχομαι. Εσείς θα ξεστομίζετε τα λόγια, αλλά εγώ θα είμαι αυτός που μιλά (Βέδας).
(2) «Μη προμελετάτε… διότι θα πάρετε από εμένα σοφία και γλώσσα ακαταμάχητη και ακατανίκητη εναντίον των αντιπάλων σας» (Κ). Θα σας δώσω, αφού θα είμαι πάντοτε αμεσότατα παρών μαζί σας (b).
(3) «Στόμα μεν λέει τα λόγια, ενώ σοφία τα νοήματα των λόγων» (Ζ).
«Θα πάρετε από εμένα ταυτόχρονα και ευφράδεια και σοφία» (Θφ). Με τη λέξη στόμα δηλώνεται η ικανότητα του να μιλούν (L), «το ανεμπόδιστο της γλώσσας» (Θφ), ενώ με τη λέξη σοφία η εκλογή της ύλης και της μορφής του λόγου (p), το περιεχόμενο του λόγου (δ), «η δύναμη των νοημάτων» (Θφ).
Δεν λέει, ότι θα στείλει άγγελο από τον ουρανό να απολογηθεί για χάρη τους. Θα μπορούσε να πράξει και αυτό. Προτιμά όμως να δώσει σε αυτούς τους ίδιους στόμα και σοφία. Με αυτό τούς τιμά, αφού καλούνται να χρησιμοποιήσουν τις χάριτες, τις οποίες ο Θεός τούς παρέχει, και να γίνονται όργανα, ώστε να δοξάζεται μέσω αυτών ο Θεός. Εγώ θα σας δώσω στόμα και σοφία. Το οποίο συνυπονοεί, ότι ο υποσχόμενος αυτό είναι Θεός, διότι του Θεού προνόμιο είναι να επεμβαίνει αόρατα στις διάφορες περιστάσεις και να δίνει στους δούλους του στόμα και σοφία.
(4) Το ἀντειπεῖν αναφέρεται στην αδυναμία, στην οποία θα περιέλθουν οι αντίπαλοι, να αναιρέσουν τα λεγόμενα από αυτούς που διώκονται για τον Χριστό για υπεράσπιση των εαυτών τους (g).
(5) Το ἀντιστῆναι αναφέρεται στην μετά την υπεράσπισή τους ανάληψη επίθεσης από αυτούς που ομολογούν το ευαγγέλιο, όταν με το μαχαίρι του ευαγγελίου θα προσβάλουν τις πλάνες των διωκτών τους (g). Η σοφία λοιπόν είναι δύναμη (b).

21.16 παραδοθήσεσθε(1) δὲ καὶ(2) ὑπὸ γονέων καὶ ἀδελφῶν καὶ συγγενῶν καὶ φίλων, καὶ θανατώσουσιν ἐξ ὑμῶν(3),
16 Θα παραδοθείτε από γονείς κι αδέρφια, από συγγενείς και φίλους, και μερικούς από σας θα σας σκοτώσουν.
(1) «Αφού είπε αυτά και αφού εξασθένισε τον φόβο τους για την αμάθειά τους, προσθέτει και άλλο αναγκαίο και ικανό να τρομάξει τις ψυχές… και προλέγει και για αυτό, ώστε να μην τους έλθει απότομα και τους ταράξει. Διότι είναι φοβερό αυτό όταν αγγίζει την ψυχή, όπως και ο Δαβίδ λέει, ότι Αν ο εχθρός με κορόιδευε, θα το άντεχα· εσύ όμως άνθρωπε ισόψυχε» (Θφ).
(2) Όχι μόνο από ξένους και μη συγγενείς σας, αλλά και από γονείς (b).
(3) Τρεις τουλάχιστον από αυτούς που άκουσαν τα λόγια αυτά –ο Ιάκωβος, ο Πέτρος και ο Ανδρέας- υπέμειναν μαρτυρικό θάνατο (p).

21.17 καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου(1).
17 Όλοι θα σας μισούν εξαιτίας μου.
(1) Ο λόγος αυτός του Κυρίου διατηρήθηκε ο ίδιος και στους τρεις συνοπτικούς (Ματθ. κδ 9,Μάρκ. ιγ 13), συναντιέται επίσης και στον Ιωάννη (ιε 20,21). Επειδή προκάλεσε εντύπωση στους μαθητές χαράχτηκε βαθύτατα στη μνήμη τους (g).

21.18 καὶ(1) θρὶξ ἐκ τῆς κεφαλῆς ὑμῶν οὐ μὴ ἀπόληται(2).
18 Δεν θα χαθεί όμως ούτε μια τρίχα απ’ το κεφάλι σας.
(1) Παροιμιακή φράση (b).
(2) «Ούτε το ελάχιστο από εσάς δεν θα καταστραφεί» (Θφ). Πώς θα συμβιβαστεί όμως, με το «θα θανατώσουν» του στίχου 16; Ή, δεν θα χαθεί χωρίς την ειδική πρόνοια του Θεού, χωρίς ανταμοιβή, πριν τον καιρό της (b)· «και αν σε κάποιον αφαιρέθηκε κάτι από το σώμα, οπωσδήποτε το υπέστη αυτό επειδή το επέτρεψε ο Θεός· διότι άλλοτε μεν έδειχνε τη δύναμή του, άλλοτε πάλι επέτρεπε στη σάρκα να πάσχει αυτά που είναι φυσικά» (Ζ).
Ή, πιο σωστή ερμηνεία «δεν θα καταστραφεί, αν και θα φανεί στους πολλούς ότι καταστράφηκε… Διότι πρόσεξε που λέει «θα θανατώσουν από εσάς»· θα καταλάβεις δηλαδή κάτι βαθύτερο· ότι δεν θα σας θανατώσουν ολόκληρους, αλλά επειδή είστε διπλοί, από ψυχή και σώμα, δεν θα θανατώσουν τα δύο αλλά από εσάς το ένα θα θανατώσουν, το σώμα εννοώ, ενώ τις ψυχές σας θα τις κερδίσετε με την υπομονή» (Θφ).
Οι ψυχές σας θα παραμείνουν απολύτως σώες· πνευματικά δεν θα υποστείτε τίποτα (p). Η αληθινή προσωπικότητά σας δεν θα βλαφτεί στο παραμικρό (L). Ό,τι και αν σας συμβεί θα βγείτε τελικά από τον αγώνα σώοι και ακέραιοι (g).
Αντιθέτως μάλιστα και οι στο σώμα ερχόμενες βλάβες, εφόσον θα σας συμβαίνουν, διότι ο Θεός, που πάντα προς το συμφέρον σας αποβλέπει, επιτρέπει αυτές, δεν θα είναι πραγματικές βλάβες, αλλά θα καταλήγουν σε ωφέλειά σας. Δεν υπολογίζονται ως ζημιές και ως απώλειες εκείνες, οι οποίες οδηγούν σε αγαθό τέλος και καταλήγουν σε κέρδος και ωφέλεια. Και αν ακόμη σας πάρουν το σώμα σας οι διώκτες σας και αφαιρέσουν ολοτελώς την ζωή σας, δεν χάνετε το σώμα σας, αλλά παραχωρείτε και προσφέρετε αυτό στο Θεό.

21.19 ἐν τῇ ὑπομονῇ(1) ὑμῶν κτήσασθε(2) τὰς ψυχὰς ὑμῶν.
19 Με την υπομονή σας θα σώσετε τη ζωή σας».
(1) Υπομονή είναι η καρτερία στα παθήματα και τους διωγμούς, χωρίς να υποχωρεί κάποιος ή να χαλαρώνει, ενώ μακροθυμία είναι η ανοχή των ύβρεων και αδικιών, χωρίς να ανταποδίδει κάποιος κάτι για αυτές (p).
(2) «Σώστε» (Ζ), κάντε κτήμα σας (δ), κερδίστε τις ψυχές σας (p). Η ζωή η αιώνια παριστάνεται εδώ με τις ψυχές (L). Κερδίστε την αιώνια σωτηρία (p). Υπάρχει και η γραφή κτήσεσθε, η οποία φαίνεται πιο αυθεντική.
Αξιόλογη και η επόμενη: Κτήσασθε τις ψυχές σας, τον αληθινό και κυρίως άνθρωπο· φυλάξτε την πάνω στον εαυτό σας εξουσία και κυριαρχία του λογικού· φυλάξτε το εσωτερικό σας από την εμπαθή ταραχή ώστε ούτε λύπη ούτε φόβος να σας τυραννά και να σας αφαιρεί την ειρήνη και την χαρά. Στους δύσκολους καιρούς, στους οποίους τίποτα άλλο δεν είναι εύκολο να διατηρήσουμε, ας φυλάξουμε και ας κρατήσουμε στην κατοχή μας το πολυτιμότερο από όλα, δηλαδή τις ψυχές μας. Με την υπομονή λοιπόν οι ψυχές σας θα διατηρηθούν σε καλή διάθεση και σε ειρηνική κατάσταση.

Στίχ.20-24. Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του Ιουδαϊκού λαού.
21.20 ῞Οταν(1) δὲ ἴδητε κυκλουμένην(2) ὑπὸ στρατοπέδων την᾽Ιερουσαλήμ(3), τότε γνῶτε ὅτι ἤγγικεν ἡ ἐρήμωσις(4) αὐτῆς.
20 «Όταν θα δείτε την Ιερουσαλήμ να κυκλώνεται από στρατεύματα, τότε να ξέρετε πως έφτασε η καταστροφή της.
(1) Μέχρι τώρα ο Κύριος επέστησε την προσοχή των πιστών κατά των εσπευσμένων μέτρων. Τώρα αντιθέτως ειδοποιεί αυτούς να μην παρασυρθούν από τις φαντασιοπληξίες των φανατικών Ιουδαίων, οι οποίοι θα φανταστούν, ότι ο Θεός θα σώσει με θαύμα την Ιερουσαλήμ, αλλά να σπεύσουν να λάβουν μέτρα ασφαλείας (g).
(2) Ο ενεστώτας δηλώνει την κύκλωση στην αρχή της και όχι ακόμη ολοκληρωμένη (g)· διότι όταν η κύκλωση αυτή θα έχει συντελεστεί, θα είναι πλέον πολύ αργά (p).
(3) «Σαφέστατα τώρα αναφέρεται στην άλωση της Ιερουσαλήμ» (Θφ).
(4) Η λέξη συχνά συναντιέται στους Ο΄, στην Κ.Δ. μόνο εδώ και στα παράλληλα χωρία. Οι μαθητές ανέμεναν την εντός ολίγου δόξα της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας, στην οποία θα εγκαθίστατο ο Μεσσίας και τώρα προλέγεται σε αυτούς η επικείμενη ερήμωσή της (p).

21.21 τότε οἱ ἐν τῇ ᾽Ιουδαίᾳ φευγέτωσαν εἰς τὰ ὄρη(1), καὶ οἱ ἐν μέσῳ αὐτῆς ἐκχωρείτωσαν(2), καὶ οἱ ἐν ταῖς χώραις(3) μὴ εἰσερχέσθωσαν εἰς αὐτήν(4),
21 Τότε, όσοι βρεθούν στην Ιουδαία, να φύγουν στα βουνά· κι όσοι μέσα στην Ιερουσαλήμ, να φύγουν αμέσως· κι όσοι βρίσκονται στα χωριά, να μην μπουν στην πόλη·
(1) Αυτολεξεί επαναλαμβάνεται και από τους τρεις συνοπτικούς. Με τη φράση στα όρη εννοούνται οι ορεινές περιοχές της Ιουδαίας (p).
(2) Και αυτοί που είναι μέσα στην πόλη ας βγουν στην ύπαιθρο, στους αγρούς (δ). Φεύγετε μακριά από την πόλη, από την οποία έφυγε ήδη ο Θεός και απέσυρε την προστασία του. Από εκεί, από όπου φεύγει ο Θεός, πρέπει χωρίς κάποια αναβολή να φεύγουμε και εμείς.
(3) Αυτοί που ζουν στην ύπαιθρο, αυτοί που μένουν στους έξω αγρούς (δ)· αντιτίθεται στην πόλη (p).
(4) «Ας μην προσδοκούν, ότι η πόλη επειδή έχει τείχη, θα τους φυλάξει, αλλά ας αναχωρήσουν και αυτοί που θα είναι μέσα στην πόλη» (Θφ).

21.22 ὅτι ἡμέραι ἐκδικήσεως(1) αὗταί εἰσιν τοῦ πληρωθῆναι(2) πάντα τὰ γεγραμμένα(3).
22 γιατί αυτές θα είναι μέρες εκδικήσεως, για να εκπληρωθούν όλα όσα λέει η Γραφή.
(1) Εκδίκηση «για το φόνο του δεσπότη (Χριστού)» (Ζ). Δες από τους Ο΄ τα Δευτερ. λβ 35,Ωσηέ θ 7,Σοφ. Σειρ. ε 7. Αξιοσημείωτο και το περίφημο χωρίο του Ευσεβίου (Εκκλησ. Ιστορ. ΙΙ 23,20), στο οποίο παραθέτει αυτός (όπως και προηγουμένως ο Ωριγένης) τους παρακάτω λόγους του Ιώσηπου που δεν υπάρχουν σε κανένα από τα χειρόγραφα που περισώθηκαν σε μας: «αυτά όμως συνέβησαν στους Ιουδαίους σαν εκδίκηση για τον Ιάκωβο τον δίκαιο, ο οποίος ήταν αδελφός του Ιησού του λεγομένου Χριστού, επειδή ακριβώς αν και ήταν αυτός δικαιότατος, οι Ιουδαίοι τον φόνευσαν» (p).
Τους χρόνους της μακροθυμίας και ανοχής του Θεού διαδέχονται χρόνοι οργής και εκδίκησης. Αυτοί που δεν συγκινούνται από την προς αυτούς ανοχή του Κυρίου και δεν οδηγούνται από την μακροθυμία του σε μετάνοια, αλλά παραμένουν σκληροί, οπωσδήποτε θα αντικρύσουν και την οργή του, η οποία όσο αργότερα έρχεται, τόσο αυστηρότερα και θα εκδηλωθεί.
(2) Για να εκπληρωθούν.
(3) «Όλα όσα γράφονται στα βιβλία του Δανιήλ και των άλλων προφητών» (Ζ). Αναφέρεται σε όλες τις περί καταστροφής απειλές που έγιναν στον Ισραήλ, από εκείνες, οι οποίες μέσω του Μωϋσή προκηρύχτηκαν (Λευϊτ. κστ 14 και εξής) μέχρι τις προφητείες του Ζαχαρίου (ια 1-17) και του Μαλαχίου (δ 6)(g).

21.23 οὐαὶ δε ταῖς ἐν γαστρὶ ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις(1)· ἔσται γὰρ τότε ἀνάγκη(2) μεγάλη ἐπὶ τῆς γῆς(3) καὶ ὀργὴ τῷ λαῷ τούτῳ(4),
23 Αλίμονο στις γυναίκες που εκείνες τις μέρες θα είναι έγκυες και σ’ αυτές που θα θηλάζουν. Γιατί τότε θα έρθει μεγάλη δυστυχία σ’ όλη τη χώρα, και η οργή του Θεού εναντίον αυτού του λαού.
(1) Από την αρχή του στίχου μέχρι τη λέξη αυτή συναντιέται η φράση αυτολεξεί και στους τρεις συνοπτικούς.
(2) Ανάγκη=στενοχώρια, δυστυχία (δ). «Διότι πράγματι γυναίκες έτρωγαν τα παιδιά τους, και κοιλιές νεκρών ξέσχιζαν οι εχθροί, και φωτιά βαρβαρική παντού κατέκαιγε και όλα ήταν γεμάτα από αίμα, και νέες τραγωδίες συνέβαιναν, και όλη η οικουμένη γέμισε από τις συμφορές των Ιουδαίων» (Χ).
(3) Πρέπει να το πάρουμε εδώ με περιορισμένη έννοια, όπως φαίνεται από την ακόλουθη φράση «στον λαό αυτόν» (g). Η φράση αυτή δηλώνει τους Ιουδαίους. Συνεπώς και η πριν από αυτήν («επί της γης») αναφέρεται σε μόνη την Παλαιστίνη και όχι σε ολόκληρη τη γη (p).
(4) Ο οποίος περιφρόνησε τόσο μεγάλη χάρη ουράνια (b).

21.24 καὶ πεσοῦνται στόματι μαχαίρας(1) καὶ αἰχμαλωτισθήσονται εἰς πάντα τὰ ἔθνη(2), καὶ ᾽Ιερουσαλὴμ ἔσται πατουμένη(3) ὑπὸ ἐθνῶν(4), ἄχρι πληρωθῶσιν καιροὶ ἐθνῶν(5).
24 Πολλοί θα θανατωθούν με ξίφος κι άλλοι θα οδηγηθούν αιχμάλωτοι σ’ όλο τον κόσμο, και η Ιερουσαλήμ θα καταπατιέται από τους εθνικούς, ωσότου συμπληρωθεί για τα έθνη ο καθορισμένος από το Θεό χρόνος».
(1) Στόμα μαχαίρας, είναι εβραϊκός τρόπος ομιλίας (Γενεσ. λδ 26,Δευτερ. ιγ 16 κλπ.). Ποιητικά δηλαδή παριστάνεται το μαχαίρι ως θηρίο που καταβροχθίζει με το στόμα του, την κόψη (για αυτό και δίστομο ονομάζεται το μαχαίρι που έχει δύο κόψεις) τους εχθρούς (δ).
(2) Πάνω από ένα εκατομμύριο Ιουδαίοι χάθηκαν κατά τη διάρκεια του τρομερού αυτού αγώνα και ενενήντα εφτά χιλιάδες οδηγήθηκαν αιχμάλωτοι στην Αίγυπτο και τις άλλες επαρχίες του ρωμαϊκού κράτους κατά τον Ιώσηπο (Ιουδ. Πολιτ. VI,9.3)(g).
Οσοδήποτε πάντως και αν θεωρεί ο p υπερβολικούς τους αριθμούς αυτούς, πάντως αναγνωρίζεται από όλους το τρομακτικό μέγεθος της καταστροφής. Οι Ιουδαίοι πλέον δεν θα οδηγηθούν αιχμάλωτοι σε ένα έθνος, όπως άλλοτε, όταν κατακτήθηκαν από τους Χαλδαίους, αλλά σε όλα τα έθνη. Και αυτό θα κάνει τη θέση τους περισσότερο απελπιστική και την εθνική τους αποκατάσταση περισσότερο δύσκολη και απραγματοποίητη. Χωρίς να αφομοιώνονται μαζί με τα υπόλοιπα έθνη, θα παραμένουν ανάμεσα σε αυτά μάρτυρες της δίκαιης οργής του Θεού και της τιμωρίας, την οποία είλκυσαν μόνοι τους πάνω στα κεφάλια τους με τη φωνή των προγόνων τους: «Το αίμα αυτού να πέσει πάνω σε μας και στα παιδιά μας».
(3) Είναι εντονότερη η περίφραση από το απλό πατηθήσεται (b). Το ρήμα λοιπόν σημαίνει κάτι περισσότερο από την κατοχή. Δηλώνει καταπίεση και συντριπτική κυριαρχία (g).
(4) Η Ιερουσαλήμ μπήκε συχνότερα κάτω από τα πόδια των εθνών παρά στα χέρια των Χριστιανών. Ρωμαίοι, Σαρακηνοί, Πέρσες και Τούρκοι την ποδοπάτησαν αλληλοδιαδόχως (p).
(5) Διάφοροι με διάφορους τρόπους ερμήνευσαν αυτό. Ή, οι καιροί οι ορισμένοι ώστε να άρχουν τα έθνη στην Ιερουσαλήμ, ή, οι καιροί, κατά τους οποίους τα έθνη θα παραμένουν στην ειδωλολατρεία, ή, οι καιροί της ανοχής του Θεού προς τα έθνη, οπότε όταν συμπληρωθούν αυτοί θα υπαχθούν και τα έθνη στην οργή του Θεού, ή, οι καιροί να επιστρέψουν τα έθνη στο Θεό, ή, οι καιροί, κατά τους οποίους τα έθνη θα κατέχουν τα προνόμια από τα οποία αποξένωσαν τους εαυτούς τους οι Ιουδαίοι.
Η πρώτη εκδοχή και οι δύο τελευταίες είναι οι καλύτερες και δεν αποκλείουν η μία τις άλλες (p). Με τη φράση καιροί εθνών σημαίνεται η περίοδος κατά την οποία όλα τα έθνη θα επιστρέψουν στο ευαγγέλιο, οπότε και οι Ιουδαίοι θα αποκατασταθούν στη χώρα τους συναποτελούντες μαζί με τους εθνικούς μία ποίμνη κάτω από έναν ποιμένα (ο). «Μέχρι το σημείο αυτό φτάνουν τα σχετικά με την άλωση. Έπειτα πάλι αναφέρει τα σχετικά με τη συντέλεια» (Θφ).

Στίχ. 25-28. Η Δευτέρα παρουσία.
21.25 Καὶ ἔσται σημεῖα ἐν ἡλίῳ καὶ σελήνῃ καὶ ἄστροις(1), καὶ ἐπὶ τῆς γῆς συνοχὴ(2) ἐθνῶν ἐν ἀπορίᾳ(3) ηχούσης(4) θαλάσσης καὶ σάλου(5),
25 «Θα παρουσιαστούν σημάδια στον ήλιο, στο φεγγάρι και στ’ αστέρια. Στη γη οι λαοί θα αναστατωθούν και θα ζουν σε αγωνία, εξαιτίας της βοής και των μεγάλων κυμάτων της θάλασσας.
(1) «Διότι αφού η κτίση αλλοιώνεται, εύλογα τα στοιχεία της γίνονται καινούργια» (Θφ).
«Διότι όταν θα παρέλθει η μορφή αυτή του κόσμου, θα φύγουν μαζί του και ο ήλιος και η σελήνη και οι αστέρες… Θα σταματήσει λοιπόν τότε ο ήλιος και η σελήνη, αλλά ούτε τα άστρα θα χρειάζονται τότε, αφού δεν θα υπάρχει νύχτα… και έτσι ο νέος αιώνας θα είναι ανήλιος και ασέληνος και άναστρος, αφού ημέρα που θα καταυγάζει τις άγιες ψυχές θα είναι το δικό μας φως» (Ε).
Στο πνεύμα των μαθητών που συνομιλούν με τον Ιησού η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού δεν ήταν δυνατόν παρά να είναι ένδειξη της επικείμενης συντέλειας του κόσμου. Έτσι ο Κύριος δεν μπορούσε να διαπραγματευτεί το γεγονός της καταστροφής της Ιερουσαλήμ, χωρίς να πει και κάποιους λόγους, με τους οποίους θα δηλωνόταν σε ποια σχέση βρίσκεται με αυτό και η συντέλεια του κόσμου. Προχωρά λοιπόν τώρα να μιλήσει και για αυτά που θα γίνουν κατά την συντέλεια. Η ενδιάμεση ιδέα, με την οποία συνδέονται οι στίχοι 24 και 25 είναι αυτή: Και όταν η περίοδος της τιμωρίας για τον Ισραήλ και τη σωτηρία των εθνών περάσει, τότε όμοια με πλοίο, που τρίζει από παντού, πριν ακόμη διαλυθεί σε συντρίμμια ο πλανήτης μας (η οικουμένη) και το ηλιακό μας σύστημα ολόκληρο, θα υποστούν ασυνήθιστους σεισμούς (g). Η λέξη ήλιος θα εκληφθεί κατά γράμμα και κυριολεκτικά, διότι ακολουθούν ξεχωριστά η σελήνη, τα άστρα και η γη (b).
(2) Η λέξη συναντιέται μόνο εδώ και στο Β΄Κορ. β 4. «Συνοχή εθνών δηλαδή θλίψη» (Θφ). Η λέξη με έννοια φυσική= στενότητα, σύσφιγξη, ενώ με έννοια ηθική= αγωνία (L), στενοχώρια, αδημονία (δ).
(3) Τα έθνη θα βρίσκονται σε απορία (p). Η αδημονία των εθνών θα συνίσταται στην απορία και αμηχανία και αγνωσία του τι να πράξουν για προφύλαξή τους (δ).
(4) Υπάρχει και η γραφή ηχούς, οπότε το ηχούσης προήλθε από διόρθωση (δ)
(5) Ή «νομίζω πως διδάσκει ότι η αρχή της μεταβολής του παντός που θα γίνει τότε, θα αρχίσει από το ότι θα χαθεί το υγρό στοιχείο. Διότι αφού αυτό πρώτα απορροφηθεί ή παγώσει, ώστε να μην ακούγεται πλέον ο ήχος της θάλασσας, ούτε να γίνεται ο σάλος από τα κύματά της λόγω υπερβολικής ξηρασίας, τα υπόλοιπα μέρη του κόσμου θα υποστούν αλλαγή και μεταβολή αφού δεν θα έχουν πλέον τους συνηθισμένους υδρατμούς (=υγρασία) που στέλνεται από το υγρό στοιχείο» (Ε).
Ή, πιο σωστά «η θάλασσα θα βουίζει με ήχους φρικιαστικούς και θα υπάρχει σάλος και ταραχή» (Θφ). Ηχώ είναι ο φοβερός ήχος και θόρυβος των κυμάτων που έρχονται προς την ξηρά εξαιτίας της επερχομένης καταστροφής του κόσμου· ο θόρυβος και ο σάλος της κίνησης της θάλασσας σε φοβερή τρικυμία, που απειλεί να κατακλύσει τη γη (δ)

21.26 ἀποψυχόντων(1) ἀνθρώπων ἀπὸ του φόβου καὶ προσδοκίας(2) τῶν ἐπερχομένων τῇ οἰκουμένῃ, αἱ γὰρ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν(3) σαλευθήσονται(4).
26 Οι άνθρωποι θα κοντεύουν να πεθάνουν από το φόβο κι από την αγωνία γι’ αυτά που πρόκειται να συμβούν στην οικουμένη, γιατί οι ουράνιες δυνάμεις, που κρατούν την τάξη του σύμπαντος, θα διασαλευτούν.
(1) Το αποψυχώ= αποβάλω την ψυχή, πεθαίνω. Εδώ όμως εκφράζει την έννοια του χάνω τις αισθήσεις, λιποθυμώ (δ). Ο Hobart ισχυρίζεται ότι πρόκειται για ιατρικό όρο, αν και στους ιατρούς έχει την έννοια του ριγώ ή είναι κάποιος κατεψυγμένος (p).
(2) Από τον φόβο των παρόντων δεινών και από την προσδοκία των απειλούμενων να συμβούν στο μέλλον (b). Ο Ηοbart φέρνει πολλά παραδείγματα από τον Γαληνό, σύμφωνα με τα οποία η λέξη προσδοκία που συναντιέται εδώ μόνο και στο Πράξ. ιβ 11, σημαίνει την αναμονή κακού αποτελέσματος (p).
(3) Ή, «και οι ίδιοι οι άγγελοι και οι πρώτιστες δυνάμεις θα ταραχτούν και θα εκπλαγούν με τις τόσο φρικιαστικές μεταβολές των πάντων» (Θφ).
Ή, «οι (ουράνιες) δυνάμεις που υπηρέτησαν τον προηγούμενο αιώνα (περίοδο)… και επιστάτησαν στα αισθητά μέρη του σύμπαντος, τότε λοιπόν θα σαλευτούν, μιας και θα τύχουν καλύτερης θέσης» (Ε)· οι αγγελικές δυνάμεις, που συντηρούν τον κόσμο, θα απαλλαχτούν από την φροντίδα αυτή (δ).
Ή, οι κοσμικές δυνάμεις που συγκρατούν το σύμπαν (Meyer,Oosterzee)· «οι δυνάμεις οι αφανείς, από τις οποίες διοικείται όλος ο ουρανός» (Ε).
Ή, τα ουράνια σώματα, οι αστέρες (p).
Η δεύτερη και η τρίτη εκδοχή πιο σοβαρές, χωρίς να αποκλείουν η μία την άλλη.
(4) Οι ορθολογιστές ισχυρίστηκαν, ότι στην περιγραφή του αυτή ο Κύριος παρουσιάζεται να εξαρτιέται από τα πολυάριθμα αποκαλυπτικά συγγράμματα, που κυκλοφορούσαν την εποχή εκείνη μεταξύ του Ισραήλ και περιέγραφαν τις ωδίνες που θα προηγηθούν από την έλευση του Μεσσία! Αλλά όλα τα χαρακτηριστικά της εικόνας αυτής που παρέχει ο Κύριος συναντιούνται και στην Π.Δ. Δες Ιωήλ β 10,γ 3,4.Ησ. λδ 11,Σοφονίου α 15,Αγγαίου β 6. Οι προφητείες επομένως αυτές χρησίμευσαν ως πηγές και των αποκαλυπτικών συγγραφών, στις οποίες παρέπεμψαν οι ορθολογιστές (g).

21.27 καὶ τότε ὄψονται(1) τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐν νεφέλῃ(2) μετὰ δυνάμεως καὶ δόξης πολλῆς(3).
27 Τότε θα δουν τον Υιό του Ανθρώπου να έρχεται πάνω σε σύννεφο με δύναμη και με μεγάλη λαμπρότητα.
(1) Δεν λέει πλέον θα δείτε, αλλά θα δουν. Υπαινίσσεται ίσως ότι αυτοί που άκουγαν την στιγμή εκείνη τους λόγους του Κυρίου δεν θα ζήσουν για να δουν τον Υιό του ανθρώπου (p).
(2) «Γιατί όμως σε σύννεφο; Γιατί έτσι πάντα φαίνεται ο Θεός. Διότι λέει «σύννεφο και ομίχλη υπάρχει γύρω από αυτόν»… και ένα σύννεφο τον έκρυψε από τα μάτια τους. Και ως Υιός ανθρώπου έρχεται πάνω στα σύννεφα. Έτσι βέβαια τον βλέπει και ο Δανιήλ· έτσι και τότε θα έλθει, όχι κρυφά, αλλά ως Θεός και Κύριος με δόξα που πρέπει στο Θεό» (Κ).
(3) «Γιατί δεν θα έρθει πια με ταπείνωση, ούτε με τη δική μας μικροπρέπεια, αλλά με δόξα και δύναμη θεότητας. Και στα δύο όμως θα ακούσεις το «πολλής(=με πολλή)· Διότι με πολλή δύναμη και δόξα πολλή θα κάνει τη δεύτερη παρουσία του» (Κ).
Και «θα ανοίξει ο ουρανός και οι πύλες του που είναι από αιώνες κλεισμένες θα ανοίξουν, ώστε να φανούν τα επουράνια και η αιώνια βασιλεία του Θεού να φανεί σε όλους», «όταν ο ίδιος ο υιός του ανθρώπου αφού λάμψει, θα φωτίσει τον νέο αιώνα, ενώ το προηγούμενο σχήμα του κόσμου θα περάσει» (Ε).

21.28 ἀρχομένων(1) δὲ τούτων γίνεσθαι ἀνακύψατε καὶ ἐπάρατε τὰς κεφαλὰς ὑμῶν(2), διότι ἐγγίζει ἡ ἀπολύτρωσις(3) ὑμῶν.
28 Όταν αυτά αρχίσουν να γίνονται σηκώστε τα κεφάλια σας και αναθαρρήστε, γιατί πλησιάζει η ώρα του λυτρωμού σας».
(1) «Λέει αυτά προς τους μαθητές όχι επειδή πρόκειται αυτοί να ζήσουν και να παραμείνουν στη ζωή μέχρι τη συντέλεια, αλλά επειδή είμαστε ένα σώμα αυτοί και εμείς, και όσοι μετά από αυτά θα πιστέψουν σε αυτόν μέχρι τη συντέλεια» (Ε).
(2) «Τότε παίρνοντας τις υποσχέσεις, στις οποίες ελπίζαμε, θα πεταχτούμε όρθιοι αυτοί που ήμασταν σκυμμένοι και θα σηκώσουμε τα κεφάλια οι πριν ταπεινωμένοι» (Ε). Ανακύπτω με την έννοια εδώ του φρονηματίζομαι μετά από κάποια θλίψη (p).
(3) Κατά την δευτέρα παρουσία. «Η απολύτρωση που προσδοκάμε είναι εκείνη, την οποία και όλη η κτίση προσδοκά σύμφωνα με την αποστολική διδασκαλία» (Ε), η τέλεια απαλλαγή από τα ηθικά και φυσικά κακά και η από τον θάνατο σωτηρία (δ).
«Η τέλεια ελευθερία και των δύο ενωμένων στοιχείων μας, της ψυχής εννοώ και του σώματος. Διότι η πρόθεση «από» αυτό φαίνεται να υπαινίσσεται, την πλήρη απαλλαγή από τη φθορά, την οποία και το σώμα τότε θα δεχτεί» (Θφ).

Στίχ. 29-38. Η παραβολή της συκιάς. Επαγρύπνηση.
21.29 Καὶ εἶπεν(1) παραβολὴν αὐτοῖς· ῎Ιδετε τὴν συκῆν καὶ πάντα τὰ δένδρα(2)·
29 Τους είπε και μια παραβολή: «Κοιτάξτε τι συμβαίνει με τη συκιά και με όλα τα δέντρα.
(1) Δες Ματθ. κδ 32-35 και Μάρκ. ιγ 28-32 και τις εκεί σημειώσεις. Το «και είπε» δηλώνει κάποια διακοπή που παρεμβλήθηκε, μετά από την οποία ο Κύριος ξαναπήρε το λόγο (p)
(2) Μόνος ο Λουκάς προσθέτει τη φράση «και όλα τα δένδρα». Γράφοντας προς τους εθνικούς διατηρεί και λέξεις, οι οποίες είναι χρήσιμες για εκείνους, στους οποίους τα δένδρα της συκιάς είναι άγνωστα (p).

21.30 ὅταν προβάλωσιν(1) ἤδη, βλέποντες ἀφ᾽ ἑαυτῶν(2) γινώσκετε ὅτι ἤδη ἐγγὺς τὸ θέρος ἐστίν·
30 Όταν δείτε ότι έχουν ήδη βλαστήσει, καταλαβαίνετε από μόνοι σας ότι πλησιάζει πια το καλοκαίρι.
(1) Το ρήμα προβάλλω είναι γενικό και μπορεί να υπονοεί τους καρπούς· αλλά εδώ ο Λουκάς είχε πρόθεση να μιλήσει για τα φύλλα, διότι οι καρποί είναι ένδειξη αυτού του καλοκαιριού, αν όχι και του φθινοπώρου, αφού άλλωστε γίνεται λόγος και για όλα τα δέντρα (L).
«Όπως ακριβώς η συκιά προβάλλει τα φύλλα» (Θφ)· «όπως της συκιάς οι απαλοί κλάδοι και τα φύλλα…» (Ε).
(2) Χωρίς κάποιος άλλος να σας πληροφορήσει για αυτό (b). Αναφέρεται στην ευκολία, με την οποία ο καθένας μπορεί να βγάλει το συμπέρασμα από την παρατήρηση (L).

21.31 οὕτω καὶ ὑμεῖς, ὅταν ἴδητε ταῦτα(1) γινόμενα, γινώσκετε ὅτι ἐγγύς ἐστιν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ(2).
31 Έτσι κι εσείς· όταν δείτε να γίνονται αυτά, να καταλάβετε ότι πλησιάζει η βασιλεία του Θεού.
(1) «Ποιά αυτά να γίνονται, αν όχι τα προλεχθέντα; Την Ιερουσαλήμ να πατιέται από τα έθνη, την συμπλήρωση των καιρών των εθνών, τα χρόνια της αποστασίας, τα σημάδια στους φωστήρες και τα άστρα, την συνοχή των εθνών στη γη, την… απορία του ήχου και του σάλου της θάλασσας» (Ε)· και με λίγα λόγια «τα τρομερά γεγονότα και την μεταμόρφωση των πάντων» (Θφ).
(2) Δεν είναι εξ’ ολοκλήρου συνώνυμο με το προηγούμενο «η απολύτρωσή σας», αλλά εκφράζει την θετική πλευρά του μεγάλου γεγονότος, το οποίο θα απολαύσουν οι μαθητές με το που λυτρωθούν (L).
«Η βασιλεία του Θεού μετά το χειμώνα και τη ζάλη, έρχεται σαν καλοκαίρι για τους δίκαιους» (Θφ). Το είναι κοντά «διδάσκει ότι όταν γίνουν αυτά, δεν έφτασαν ακόμη τα πράγματα στο έσχατο τέλος, αλλά οδεύουν προς το τέλος ήδη, όπως ακριβώς στους καρπούς, οδεύει η συκιά όταν απαλαίνει τα κλαδιά και βγάζει τα φύλλα» (Σχ).

21.32 ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὕτη(1) ἕως ἂν πάντα γένηται.
32 Σας βεβαιώνω πως όλα αυτά θα γίνουν όσο ακόμη ζουν οι άνθρωποι ετούτης της γενιάς.
(1) Λιγότερο πιθανή ερμηνεία «γενιά είναι η καινούργια και νέα, την οποία αυτός σύστησε… Λέει δηλαδή ότι θα διαμείνει και θα διαρκέσει ο λαός του και η εκκλησία μέχρι εκείνο τον καιρό όταν θα είναι αυτόπτες σε όλα και θα δουν με τα μάτια τους τις εκπληρώσεις των προφητειών του Σωτήρα» (Ε).
«Επειδή δηλαδή είπε ότι θα γίνουν ταραχές και πόλεμοι και αλλοιώσεις και στοιχείων και πραγμάτων, για να μην θεωρήσει κάποιος, ότι μήπως και ο Χριστιανισμός καταργηθεί, Όχι, λέει· δεν θα περάσει η γενιά αυτή των Χριστιανών» (Θφ).
Πιο σωστά: η γενιά, που ζούσε τότε, όταν ο Κύριος είπε τα λόγια αυτά. Αναφέρεται λοιπόν ο στίχος στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ, που θεωρείται ως τύπος της συντέλειας του κόσμου (p).

21.33 ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι(1).
33 Ο ουρανός και η γη θα πάψουν να υπάρχουν, τα λόγια μου όμως ποτέ».
(1) «Ο ουρανός μεν και η γη θα αλλοιωθούν, οι λόγοι μου όμως και το ευαγγέλιό μου δεν θα καταργηθούν, αλλά θα μείνουν· και αν ακόμη όλα σαλεύονται, η πίστη σε μένα δεν θα εκλείψει» (Θφ). «Αυτό ήδη προφητεύει ταυτόχρονα και την συντέλεια των στοιχείων με το να λέει, ότι είναι αδύνατον τα λόγια μου να περάσουν, αν και τα στοιχεία θα περάσουν» (Σχ).

21.34 Προσέχετε(1) δὲ ἑαυτοῖς μήποτε βαρηθῶσιν(2) ὑμῶν αἱ καρδίαι(3) ἐν κραιπάλῃ(4) καὶ μέθῃ καὶ μερίμναις βιωτικαῖς(5), καὶ αἰφνίδιος(6) ἐφ᾽ ὑμᾶς ἐπιστῇ(7) ἡ ἡμέρα ἐκείνη(8)·
34 «Προσέξτε καλά τους εαυτούς σας. Μην παραδοθείτε στην κραιπάλη και στη μέθη και στις βιοτικές ανάγκες, και σας αιφνιδιάσει η ημέρα εκείνη.
(1) Στους στίχους 34-36 περιλαμβάνεται ως συμπέρασμα των λεχθέντων προτροπή για την ανάγκη της ακατάπαυστης προσοχής και εγρήγορσης. Δες Ματθ. κδ 42-45 και Μάρκ. ιγ 33-37. Η μορφή της προτροπής αυτής διαφέρει σημαντικά στους συνοπτικούς. Λίγες λέξεις είναι κοινές στους δύο από αυτούς και πολύ λίγες κοινές και στους τρεις (p).
(2) Δες Λουκ. θ 32 «βεβαρυμένοι από ύπνο» που δηλώνει σαν να πιέζονται από κάποιο βάρος και είναι ανίκανοι να αγρυπνήσουν. Έτσι και εδώ το βαρηθῶσιν= να πιεστούν από την κραιπάλη και μέθη και να γίνουν ανίκανοι να επιτελούν την πνευματική τους λειτουργία, την οποία η ζωή μέσα στη μέθη τελείως παραλύει (δ).
(3) Η καρδιά εδώ είναι η έδρα του πνεύματος, του προσώπου του ανθρώπου, που οφείλει πάντα πνευματικά να εργάζεται, δηλαδή να καταλαβαίνει το αληθινό, και να αγαπά και να κάνει το αγαθό (δ).
(4) Δηλώνει «τον πονοκέφαλο από το χθεσινό μεθύσι» (Η)· «την ζαλάδα από τη χθεσινή οινοποσία» (Θωμάς Μάγιστρος). Λέξη που λέγεται μία φορά.
(5) «Πρέπει να σημειώσουμε όμως, ότι όχι μόνο η μέθη, αλλά και οι μέριμνες του βίου βουλιάζουν την ψυχή και καταποντίζουν το νου» (Ζ) και «μας βάζουν στο να ξεχνάμε τα συμφέροντα» (Σχ.).
«Διεγείρει τους μαθητές ώστε να είναι πάντοτε έτοιμοι και προετοιμασμένοι για την παρουσία του, για την οποία προτρέποντάς μας, έκανε όλους τους λόγους της διδασκαλίας· και διατάζει να είμαστε προσεχτικοί και να γρηγορούμε και να αγρυπνούμε σε όλο το διάστημα της νύχτας της θνητής ζωής, επειδή κανείς δεν ξέρει τον καιρό της συντέλειας» (Ε).
(6) «Διότι δεν έρχεται με παρατήρηση η ημέρα εκείνη, αλλά απροσδόκητη» (Θφ).
(7) Το ἐφ᾿ ὑμᾶς ἐπιστῇ= έλθει πάνω σας σαν κλέφτης που ενεδρεύει, ενώ η πρόθεση «επί» δηλώνει την εχθρική διεύθυνση, όπως στο Πράξ. δ 1,στ 12 (δ). Έχει μέσα του και την έννοια του αιφνίδιου. Πέσει αιφνίδια εναντίον σας όπως αρπακτικό πτηνό εναντίον άλλου πτηνού (ο).
(8) «Ο κλέφτης είναι ο καιρός του θανάτου του καθενός» (Ε). Ο κίνδυνος, τον οποίο διατρέχουμε, είναι η ημέρα του θανάτου και της κρίσης να έλθει σε μας αιφνίδια, πιάνοντάς μας αμέριμνους και απροετοίμαστους. Το καθήκον μας απέναντι σε αυτόν τον κίνδυνο είναι να προσέχουμε τους εαυτούς μας, για να μην βαρυνθούν οι καρδιές μας και από φορτία βαριά να γίνουν ανίκανες και ακατάλληλες να ενεργούν ό,τι απαιτείται για προετοιμασία τους για τον θάνατο και την κρίση.
Δύο λοιπόν είναι εκείνα, από τα οποία οι ψυχές μας γίνονται δυσκίνητες και ρέπουν προς τα κάτω: αφ’ ενός η χωρίς μέτρο φροντίδα και ικανοποίηση των ορέξεων του σώματος και των επιθυμιών των αισθήσεων, η οποία αμβλύνει την συνείδηση και έλκει το ενδιαφέρον του έσω ανθρώπου προς τα υλικά και μάταια, αποσπώντας αυτόν από τα πνευματικά και ουράνια, προς τα οποία πρέπει να είναι στραμμένος και για τα οποία πρέπει προ παντός να ενδιαφέρεται· αφ’ ετέρου η ασυγκράτητη επιδίωξη της απόκτησης των αγαθών του κόσμου αυτού, η οποία γεμίζει την ψυχή με το φόρτο μεριμνών και φροντίδων που κρατούν αυτήν σε διαρκή αγωνία και σάλο.

21.35 ὡς παγὶς(1) γὰρ ἐπελεύσεται ἐπὶ πάντας τοὺς καθημένους(2) ἐπὶ πρόσωπον πάσης(3) τῆς γῆς.
35 Γιατί θα ’ρθεί σαν την παγίδα σε όλους τους κατοίκους της γης.
(1) Σύμφωνα με τα αλεξανδρινά χειρόγραφα η στίξη(η θέση της άνω τελείας) συνδέει την φράση «ως παγίς» με τον προηγούμενο στίχο, ενώ το γαρ ακολουθεί στο επελεύσεται ή επεισελεύσεται σύμφωνα με τη γραφή εκείνων των χειρογράφων. Δηλαδή «ἐπιστῇ ἡ ἡμέρα ἐκείνη ὡς παγὶς· ἐπεισελεύσεται γὰρ…».
Παρόλ’ αυτά και η συνηθισμένη στίξη αποδίδει λαμπρή έννοια, διότι η λέξη παγίδα συγκεντρώνει πάνω της όλη την έμφαση.
«Σαν παγίδα δηλαδή θα έλθει η παρουσία του Κυρίου σε όλους όσους είναι στη γη. Όσοι λοιπόν προσέχουν τους εαυτούς τους σώζονται, όπως το ζαρκάδι από το δίχτυ και όπως το πουλί από την παγίδα· όσοι όμως έχουν βαρυνθεί από τη μέθη και κοιμούνται σε θάνατο, πέφτουν σε απροσδόκητο κίνδυνο» (Ε).
(2) Οι λόγοι αυτού υπενθυμίζουν τα λόγια στο Ησαΐου κδ 17 «φόβος και λάκκος και παγίδα σε εμάς που κατοικούμε στη γη». Πολύ αξιόλογη η παρατήρηση: «Εκείνους παγιδεύει η ημέρα εκείνη, αυτούς που είναι αμέριμνοι και δεν κάνουν τίποτα. Διότι αυτοί είναι που κάθονται και αυτοί παγιδεύονται» (Θφ).
(3) Χρησιμοποιεί εντονότατες λέξεις «σε όλους… όλης». Δεν πρόκειται πλέον για γεγονός περιορισμένης έκτασης, όπως η καταστροφή των Ιεροσολύμων, αλλά για τη συντέλεια όλου του κόσμου (L).

21.36 ἀγρυπνεῖτε(1) ουν ἐν παντὶ καιρῷ(2) δεόμενοι(3) ἵνα καταξιωθήτε(4) ἐκφυγεῖν(5) πάντα τὰ μέλλοντα γίνεσθαι, καὶ σταθῆναι(6) ἔμπροσθεν τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
36 Να μένετε λοιπόν άγρυπνοι και να προσεύχεστε αδιάκοπα, για να μπορέσετε να ξεπεράσετε όλα όσα είναι να συμβούν, και να παρουσιαστείτε έτοιμοι μπροστά στον Υιό του Ανθρώπου».
(1) Το αγρυπνείτε είναι η εικόνα της διαρκούς αναμονής (g). Αγρυπνείτε κατά της αμαρτίας, αγρυπνείτε σε κάθε καθήκον, αγρυπνείτε να επωφελείστε κάθε ευκαιρία για εφαρμογή του αγαθού. Αγρυπνείτε εν αναμονή της έλευσης του Κυρίου, για να σας βρει στην πρέπουσα διάθεση και ώστε με τα πρέποντα συναισθήματα να τον υποδεχτείτε.
(2) Τα Λουκά ιη 1 και Α΄ Θεσ. ε 17 συνηγορούν υπέρ του να συνδέσουμε το «σε κάθε καιρό» με το δεόμενοι (p).
(3) Το δεόμενοι δηλώνει την πράξη, η οποία πρέπει να γίνεται κατά τη διάρκεια της αναμονής (g). Να βρίσκεστε σε διαρκή επικοινωνία με το Θεό μέσω της προσευχής. Αδιάλειπτα να προσεύχεστε· να βρίσκεστε πάντοτε σε έξη και διάθεση τού να επιτελείτε το καθήκον αυτό· να έχετε ορισμένες ώρες αφιερωμένες σε αυτό, να προσεύχεστε σε κάθε ευκαιρία και να πλεονάζετε στην προσευχή. Εκείνοι θα καταξιωθούν να ζουν ζωή ύμνων και δοξολογιών στον άλλο κόσμο, όσοι αξιωθούν να ζουν στον παρόντα κόσμο ζωή προσευχής.
(4) Υπάρχει και η γραφή ίνα κατισχύσητε= για να γίνετε πολύ ισχυροί, για να λάβετε μεγάλη χάρη και δύναμη. Το καταξιωθείτε= για να γίνετε σε όλα άξιοι (δ). Μεγάλο μέρος της καταξιώσεώς μας αυτής εξαρτάται από την αναγνώριση της αναξιότητάς μας. Όσο περισσότερο συναισθανόμαστε, ότι δεν είμαστε άξιοι, τόσο περισσότερο προδιαθέτουμε και προετοιμάζουμε τους εαυτούς μας στο να γίνουμε άξιοι.
(5) Να διαφύγετε. Το ρήμα αυτό θα μπορούσε να αναφέρεται στη νίκη, την εναντίον της παραπλάνησης από τον κόσμο που περιβάλλει τους πιστούς. Αλλά πρόκειται μάλλον για τη διαφυγή από την κατάκριση, η οποία θα πλήξει αυτούς που δίκαια θα κατακριθούν (g). Σοβαρή όμως και η εκδοχή, κατά την οποία, πάντα= τα ερχόμενα πριν την παρουσία κακά (δ) και μάλιστα ο κίνδυνος των ψυχών από τις παγίδες των έσχατων ημερών (L).
(6) Ή «να σταθείτε μπροστά στο Χριστό μαζί με τους αγγέλους» (Ζ). Να σταθείτε όρθιοι σε θέση τιμητική (L).
Ή, το ρήμα σταθήναι (όρθιους) μας δίνει να προαισθανθούμε ό,τι καταπληκτικό και τρομακτικό θα προκαλεί η προαναγγελόμενη εμφάνιση του υιού του ανθρώπου. Πρέπει κάποιος να ενισχυθεί από δύναμη υπερφυσική για να μην παραλύσει στη θέα του Υιού του ανθρώπου στη δόξα του και να μην κράξει, Βουνά «πέστε πάνω μας και κρύψτε μας» (g).
Δεν είναι αρκετό να διαφύγουμε αυτά που πρόκειται να γίνουν, αλλά πρέπει και να σταθούμε ενώπιον του υιού του ανθρώπου. Να σταθούμε όχι μόνο δικαιωμένοι ενώπιον αυτού ως κριτού μας, έχοντας θάρρος σε αυτόν, αλλά και παραστάτες του ως Κυρίου μας και διδασκάλου μας, παριστάμενοι πάντοτε στο θρόνο του και υπηρετώντας αυτόν νύκτα και ημέρα στο ναό του (Αποκ. ζ 15), πάντοτε βλέποντας το πρόσωπό του, όπως οι άγγελοι (Ματθ. ιη 10).

21.37 ἦν δὲ τὰς ἡμέρας(1) ἐν τῷ ἱερῷ διδάσκων(2), τὰς δὲ νύκτας ἐξερχόμενος ηὐλίζετο(3) εἰς τὸ ὄρος(4) τὸ καλούμενον ᾽Ελαιῶν(5)·
37 Την ημέρα ο Ιησούς δίδασκε στο ναό, και τα βράδια πήγαινε και έμενε στο βουνό που ονομάζεται όρος των Ελαιών.
(1) Αναφέρεται στις αμέσως προηγούμενες ημέρες (b). Δείχνει ανακεφαλαίωση από το ιθ 47 (L).
(2) «Για να ωφελήσει αυτούς που συγκεντρώνονταν εκεί» (Ζ). Ο Κύριος κήρυττε πάντοτε, όχι μόνο κατά τα σάββατα, αλλά και κατά τις καθημερινές. Υπήρξε πάντοτε ακούραστος Διδάσκαλος, που κήρυττε και όταν είχε αντιμέτωπούς του, τους πεισματικά αντιδραστικούς προς αυτόν και βρισκόταν ανάμεσα σε εκείνους, οι οποίοι παραμόνευαν «για να τον πιάσουν από κάποιο λόγο».
(3) Αυλίζομαι=περνώ την νύχτα στο ύπαιθρο (g). Είναι μάλλον βέβαιο, ότι υπήρχαν και στην Ιερουσαλήμ φίλοι του Ιησού διατεθειμένοι να τον δεχτούν ευχαρίστως να διανυκτερεύσει στα σπίτια τους. Αλλά ο Κύριος προτιμούσε να αποχωρεί το απόγευμα έξω από την πόλη, μακριά από τους θορύβους, ώστε έτσι να έχει στη διάθεσή του περισσότερο καιρό να επικοινωνεί απερίσπαστα με τον Πατέρα του, μάλιστα τώρα που είχε έλθει η ώρα του.
(4) Είναι τελείως απίθανο το «εις το όρος» να εξαρτάται από το εξερχόμενος, αλλά η μετοχή αυτή που δηλώνει κίνηση, συντέλεσε στο να προτιμηθεί η πρόθεση εις (p).
(5) Διανυκτέρευε εκεί «για να είναι απερίσπαστος και διότι ήταν πιο κατάλληλο μέρος για προσευχή, όχι λιγότερο όμως και για πιο μυστική διδασκαλία των μαθητών. Διότι είναι φανερό ότι μαζί με αυτούς έβγαινε εκεί και διανυκτέρευε» (Ζ). «Διανυκτέρευε στο βουνό, αποφεύγοντας τους θορύβους στην πόλη» (Σχ.).

21.38 καὶ πᾶς ὁ λαὸς ὤρθριζεν(1) πρὸς αὐτὸν(2) ἐν τῷ ἱερῷ ἀκούειν αὐτοῦ(3).
38 Όλος ο κόσμος πήγαινε πρωί πρωί στο ναό και τον περίμενε για να τον ακούσει.
(1) Συντομευμένη έκφραση=Σηκωνόταν νωρίς και ερχόταν προς αυτόν. Λέξη που λέγεται μοναδική φορά, συναντιέται όμως συχνά στους Ο΄. Εδώ ταιριάζει η κατά γράμμα σημασία του, αν και το ορθρίζω μπορεί να σημαίνει ζητώ με πόθο (Ψαλμ. οζ 34,Σοφ. Σειρ. δ 12,στ 36,Σοφ. Σολ. στ 14). Ο κλασικός τύπος ορθρεύω χρησιμοποιείται πάντοτε στην κατά γράμμα σημασία (p).
(2) Τελείως διαφορετική υπήρξε η συμπεριφορά τους λίγο ύστερα. Δες κγ 18 (b).
(3) Πέντε μικρογράμματοι κώδικες, που ανήκουν στην ίδια οικογένεια χειρογράφων και έχουν κοινή καταγωγή, παρεμβάλλουν εδώ την περικοπή της μοιχαλίδας του Ιω. ζ 53. Η περικοπή αυτή πιθανώς ήταν γνωστή στον αντιγραφέα ως εκκλησιαστικό ανάγνωσμα και μπήκε από αυτόν εδώ, λόγω της ομοιότητας ανάμεσα στους σ. 37 και 38 και στο Ιω. ζ 53 και η 1,2 (p). Παρ’ όλα αυτά η αφήγηση αυτή θα είχε τη θέση της μάλλον εδώ παρά στο ευαγγέλιο του Ιωάννη, διότι έχει μεγάλη σχέση με το περιεχόμενο του κεφ. κ (g).

Κεφάλαιο 22

Στίχ. 1-6. Η προδοσία του Ιούδα.
22.1 ῎Ηγγιζεν(1) δὲ ἡ ἑορτὴ τῶν ἀζύμων(2) ἡ λεγομένη πάσχα(3).
1 Πλησίαζε η γιορτή των Αζύμων, που ονομάζεται Πάσχα.
(1) Δες Ματθ. κστ 1-5, 14-16 και Μάρκ. ιδ 1-2,10-11 και τις εκεί σημειώσεις.
(2) «Ήταν άλλη η κυρίως εορτή των αζύμων που ήταν μετά τη γιορτή του Πάσχα… Εορτή των αζύμων όμως λεγόταν και αυτή του Πάσχα, διότι κατά το Πάσχα μαζί με τα κρέατα του αμνού έτρωγαν και άζυμα. Επομένως λοιπόν, επειδή τότε για πρώτη φορά γευόντουσαν και τα άζυμα, για αυτό ονόμαζαν άζυμα και το Πάσχα» (Ζ).
Η φράση εορτή των αζύμων συναντιέται συχνά στους Ο΄ (Εξοδ. κγ 15,Δευτερ. ιστ 16,Β΄ Παραλ. η 13 κλπ), αλλά πουθενά αλλού στην Κ.Δ. δεν βρίσκεται. Κατά ακρίβεια το Πάσχα, που γιορταζόταν στις 14 Νισάν, διακρινόταν από την εορτή των αζύμων, η οποία διαρκούσε από τις 15 μέχρι τις 21 του Νισάν (Λευϊτ. κγ 5,6, Αριθμ. κη 16,17, Β΄ Παραλ. λ 15,21, Α Έσδρα α 10-19).
Ήταν όμως και οι δύο γιορτές τόσο στενά συνδεδεμένες, ώστε γενικώς θεωρούνταν σαν μία γιορτή. Όχι μόνο ο Λουκάς, γράφοντας κυρίως για τους εξ εθνών, ταυτίζει αυτές, αλλά και ο Ματθαίος (κστ 17) και ο Ιώσηπος ξεκάθαρα λέει: «γιορτάζουμε γιορτή για οχτώ ημέρες, η οποία λέγεται των Αζύμων» (Αρχ. ΙΙ,15,1. Δες και ΧΙV, 2,1), αν και αλλού (ο.π. ΙΙΙ 10,5 και ΙΧ 13,3) διακρίνει αυτές (p).
(3) Η λέξη Πάσχα σημαίνει διάβαση. Κατά τον g. υπενθυμίζει τον τρόπο, με τον οποίο σώθηκαν οι Ισραηλίτες, όταν ο Αιώνιος δ ι έ β η (=πέρασε) κοντά στα σπίτια τους, τα οποία είχαν αλειφθεί με το αίμα του αρνίου, χωρίς να χτυπήσει (θανατώσει) τα πρωτότοκα παιδιά τους. Η λέξη αυτή, η οποία αρχικά σήμαινε τον αμνό, αργότερα δήλωνε και το ίδιο το πασχάλιο δείπνο και έπειτα και ολόκληρη την εορτή (g).
Είναι αξιοσημείωτο ότι κατά τον ίδιο μήνα («αρχή μηνών» και «τη δεκάτη ημέρα αυτού του μήνα» Εξοδ. ιβ 1-2), κατά την οποία ο Θεός μέσω του Μωϋσή έβγαλε τους Ισραηλίτες από την Αίγυπτο, παραδίδεται και ο Χριστός στους εχθρούς του, έτσι ώστε το αντίτυπο να ανταποκριθεί με σαφήνεια στον τύπο του που προηγήθηκε. Η απελευθέρωση εκείνη των Ιουδαίων από την Αίγυπτο ήταν τύπος και προεικόνιση της απολύτρωσης ολόκληρου του ανθρώπινου γένους, η οποία θα συντελούνταν από τον Μεσσία, ο οποίος θα ήταν συγχρόνως και ο αμνός του Θεού ο άμωμος, που θυσιάστηκε για απολύτρωση και εξαγορά μας, ώστε να διακηρύττει ο θείος Παύλος «το Πάσχα μας για χάρη μας θυσιάστηκε ο Χριστός».

22.2 καὶ ἐζήτουν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς τὸ πῶς(1) ἀνέλωσιν(2) αὐτόν, ἐφοβοῦντο(3) γὰρ(4) τὸν λαόν.
2 Οι αρχιερείς και οι γραμματείς αναζητούσαν ευκαιρία να θανατώσουν τον Ιησού, γιατί φοβούνταν το λαό.
(1) «Ζητούσαν μέθοδο, πώς φονεύοντάς τον, δεν θα κινδυνεύσουν» (Θφ). Χείριστη επιδίωξη (b). «Πώς κρυφά ή με καλή αφορμή εννοείται» (Ζ).
(2) Από τις αγαπημένες λέξεις του Λουκά. Εδώ και στο κγ 32, όπως και 18 φορές στις Πράξεις έχει την έννοια του θανατώνω (p).
(3) «Φοβούνταν το λαό να τον σκοτώσουν φανερά ή χωρίς κατάλληλη αφορμή» (Ζ).
(4) Αυτό καθορίζει την αιτία, για την οποία ζητούσαν πρόσφορο τρόπο και κατάλληλη ευκαιρία, να τον φονεύσουν (b).

22.3 Εἰσῆλθε(1) δὲ ο Σατανᾶς(2) εἰς ᾽Ιούδαν(3) τὸν επικαλούμενον ᾽Ισκαριώτην(4), ὄντα ἐκ τοῦ ἀριθμοῦ τῶν δώδεκα(5)·
3 Τότε μπήκε ο σατανάς στον Ιούδα τον ονομαζόμενο Ισκαριώτη, που ήταν ένας από τους δώδεκα μαθητές.
(1) «Ο Ιωάννης λέει ότι Μετά το ψωμί, τότε μπήκε σε εκείνον ο σατανάς (Ιω. ιγ 27). Δεν είναι όμως αυτό εναντιολογία. Διότι πρώτα μεν ο σατανάς έκανε απόπειρα και δοκίμασε τον άθλιο· ύστερα όμως επειδή κατάλαβε ότι έχει αποκοπεί, μιας και ήταν αδιόρθωτος, αφού πήρε θάρρος, όρμηξε πάνω του» (Ζ).
Ο Ιωάννης, ο οποίος χαρακτηρίζει τους βαθμούς του εγκλήματος, διακρίνει τη στιγμή, κατά την οποία ο Σατανάς έριξε στην καρδιά του Ιούδα την πρώτη σκέψη του εγκλήματος (Ιω. ιγ 2) και τη στιγμή κατά την οποία μπήκε σε αυτόν μέχρι σημείου ώστε να υποδουλώσει τη θέλησή του (Ιω. ιγ 27) (g). Η εκ μέρους του σατανά κατακυρίευση του Ιούδα είχε δύο κύριες εκδηλώσεις, την πρώτη στην πράξη της συμφωνίας με τους αρχιερείς (Λουκ. κβ 3) και την δεύτερη στην εκτέλεση της συμφωνίας (Ιω. ιγ 27). Και στις δύο αυτές ενέργειες προέβη ο Ιούδας αφού κυριεύτηκε από το σατανά (δ).
(2) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα γράφουν χωρίς άρθρο σατανάς με τη σημασία πονηρότατο πνεύμα όπως ο άρχοντας του σκότους (Μαρκ. γ 23) (δ).
(3) «Όχι όμως ώστε να γίνει δαιμονισμένος αυτός, αλλά ώστε να τον κατακυριεύσει και να τον δουλαγωγεί» (Ζ). Καμία νύξη δεν παρέχεται για το ότι ο Ιούδας έγινε ήδη όμοιος με τους δαιμονισμένους, ώστε να μην είναι πλέον κύριος του εαυτού του και των πράξεών του. Ο Ιούδας άνοιξε την πόρτα στο σατανά, δεν αντιστάθηκε σε αυτόν και ο σατανάς δεν απομακρύνθηκε από αυτόν (p). Η παρέμβαση αυτή του σατανά δεν αποκλείει καθόλου την ελευθερία του Ιούδα (g). Αυτός που προδίδει λοιπόν το Χριστό ή την αλήθειά του βρίσκεται υπό την έμπνευση και επήρεια του σατανά. Και δεν θα απείχε κάποιος από την αλήθεια, εάν βεβαίωνε και για αυτόν, ότι «μπήκε ο σατανάς» σε αυτόν.
(4) «Ισκαριώτη είπε αυτόν, για να τον διακρίνει από τον άλλο Ιούδα» (Ζ).
(5) Λεπτομέρεια που επιβαρύνει την ποταπότητα της προδοσίας του (ο). Πρόσθεσε αυτό «για να δείξει ότι ήταν από την πρώτη ομάδα των μαθητών» (Ζ)· «ήταν από τους στενούς και γνήσιους μαθητές, για να μην έχει κανείς θάρρος στον εαυτό του, αλλά πάντοτε να προσέχει τη δική του ζωή, επειδή έχει φοβερό αντίπαλο» (Θφ).
Έξυπνη και η επόμενη: Ήταν «όχι από τους δώδεκα, αλλά από τον αριθμό· συμπλήρωνε τον αριθμό, δεν είχε αποστολικό αξίωμα» (Τίτος Βοστρών).
Πιο σωστά: από τον αξιομνημόνευτο, τον εξόχως τιμημένο και σεβαστό και διακεκριμένο αριθμό. Δεν είναι λοιπόν αδύνατο να υψωθεί κάποιος από τον ίδιο το Χριστό σε θέση διακεκριμένη, όπως ο Ιούδας, και απροσεχτώντας να γλιστρήσει από εκεί αποστερούμενος των χαρισμάτων, των οποίων αξίωσε αυτόν όχι κάποιος άλλος, αλλά ο ίδιος ο Θεός.

22.4 καὶ ἀπελθὼν συνελάλησεν τοῖς ἀρχιερεῦσιν και γραμματεύσι καὶ στρατηγοῖς(1) τὸ πῶς αὐτόν παραδῷ αὐτοῖς (2).
4 Αυτός πήγε στους αρχιερείς, στους γραμματείς και στους στρατηγούς του ναού και συζήτησε μαζί τους με ποιο τρόπο θα τους παρέδιδε τον Ιησού.
(1) «Τους στρατηγούς που φυλάνε το ιερό» (Ζ). Μόνος ο Λουκάς αναφέρει τους στρατηγούς μεν στο ευαγγέλιο και τον στρατηγό του ιερού στις Πράξεις (δ 1,ε 24,26). Ο Ιώσηπος (Ιουδ. Πολ. VI 5,3) αναφέρει ότι «οι φύλακες του ιερού ανήγγειλαν στον στρατηγό» και γνώριζε ίσως κατώτερους στρατηγούς, αν και δεν ονομάζει αυτούς στον πληθυντικό.
Η Μίσχνα όμως ονομάζει τον επικεφαλής στρατηγό (Segan) και γνωρίζει και τους στρατηγούς (seganim). Ήταν αυτοί αξιωματικοί της αστυνομίας του ναού που βρίσκονταν υπό την διεύθυνση του Προστάτη του ιερού (Β΄ Μακ. γ 4), έχοντας ως έργο να τηρούν την τάξη στο ναό. Όλο το προσωπικό αυτό ήταν στρατολογημένο από τους Λευΐτες (L). Ήταν οι στρατηγοί οι αξιωματικοί κατά κάποιο τρόπο της λευϊτικής φρουράς του ιερού (δ). Οι αξιωματικοί αυτοί έλαβαν γνώση της συμφωνίας, διότι θα έπαιρναν μέρος και στη σύλληψη του Ιησού (p). Η πείρα τους άλλωστε ήταν πολύτιμη για την παρούσα περίπτωση (ο).
(2) Η συνομιλία περιστράφηκε στον καταλληλότερο τρόπο της παράδοσης του Σωτήρα (δ).

22.5 καὶ ἐχάρησαν(1) καὶ συνέθεντο(2) αὐτῷ ἀργύρια δοῦναι.
5 Αυτοί χάρηκαν και του υποσχέθηκαν να του δώσουν χρήματα.
(1) Χάρηκαν σαν για γεγονός, το οποίο επιθυμούσαν και το οποίο ήταν τελείως απροσδόκητο σε αυτούς (b).
(2) Δες Πράξ. κγ 20 και Ιω. θ 22. Εξ’ ολοκλήρου κλασικό. Ο Μάρκος αντί για αυτό γράφει επηγγείλαντο (p).

22.6 καὶ ἐξωμολόγησεν(1), καὶ ἐζήτει εὐκαιρίαν(2) τοῦ παραδοῦναι αὐτὸν αὐτοῖς ἄτερ(3) ὄχλου(4).
6 Εκείνος δέχτηκε, και ζητούσε να βρει την κατάλληλη ευκαιρία να τους τον παραδώσει, χωρίς να το αντιληφθεί ο όχλος.
(1) «Με την καρδιά του ομολόγησε, με βεβαιότητα υποσχέθηκε» (Ζ)· «αντί να πει έκανε τέλεια ομολογία και συμφωνία» (Θφ). Το αντικείμενο λαμβάνεται από την ακόλουθη φράση= υποσχέθηκε να παραδώσει αυτόν (δ).
(2) «Κατάλληλο καιρό» (Ζ).
(3) Το ἄτερ είναι ποιητικό και σπάνιο στον πεζό λόγο= χωρίς (δ). Λέγεται μοναδική φορά. Συναντιέται και στο Β΄ Μακ. ιβ 15 μόνο (p).
(4) Ή, «χωρίς θόρυβο» (Ζ). Ή, «όταν θα ήταν μόνος» (Θφ)· χωρίς να είναι παρόν και πλήθος λαού (g,δ.). Δύσκολο είναι να καθορίσει κάποιος, από πού γίνεται στη βασιλεία του Θεού μεγαλύτερη βλάβη και αντίδραση· από τους κηρυγμένους φανερά εχθρούς του Χριστού ή από τους ανειλικρινείς φίλους του, οι οποίοι αφού απολαύσουν τα προνόμια της βασιλείας του, αποδεικνύονται στο τέλος κίβδηλοι και τον προδίδουν. Ιούδες υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί. Για αυτούς είπε ο θείος ευαγγελιστής Ιωάννης «από εμάς βγήκαν, αλλά δεν ήταν από εμάς».
Αλλά όπως τότε η σοφία του Θεού μετέστρεψε την μέσω του Ιούδα στημένη από τον σατανά παγίδα εναντίον του Κυρίου, σε όλεθρο και συντριβή του ίδιου του σατανά και σε σωτηρία του κόσμου, έτσι και μετέπειτα και πάντοτε οι δοκιμασίες, στις οποίες εισάγεται η εκκλησία από τους προδότες λειτουργούς και τα τέκνα της, μόνο στο να κάνουν αυτήν λαμπρότερη συντελούν.

Στίχ. 7-20. Ο Μυστικός Δείπνος.
22.7 ἦλθεν δὲ ἡ ἡμέρα τῶν ἀζύμων(1), ἐν ᾗ ἔδει(2) θύεσθαι τὸ πάσχα(3).
7 Έφτασε η γιορτή των Αζύμων, κατά την οποία έπρεπε να θυσιαστεί ο αμνός του Πάσχα.
(1) Δες Ματθ. κστ 17. Σύμφωνα με τον από τους Ιουδαίους χρησιμοποιούμενο τρόπο του υπολογισμού των ημερών, η ημέρα κατά την οποία θυσιαζόταν ο αμνός, δηλαδή η 14 Νισάν άρχιζε κατά το νόμο την παραμονή, από τη δύση δηλαδή του ηλίου της 13 Νισάν, και εκτεινόταν μέχρι τη δύση του ηλίου της 14 Νισάν, οπότε μετά τη δύση άρχιζε η 15 Νισάν. Το απόγευμα λοιπόν κατά το οποίο εμείς θα λέγαμε, ότι εξακολουθεί η 13 Νισάν, όπως και η ακόλουθη στο απόγευμα αυτό νύχτα ανήκαν στην 14 Νισάν. Το ρήμα λοιπόν «ήλθε» αναφέρεται όχι στο πρωί της 14 Νισάν, αλλά στο απόγευμα (5-6 μ.μ.) της 13 Νισάν (g).
(2) Το «έπρεπε» αναφέρεται στην ανάγκη και το πρέπον, αυτό που επέβαλλε η διάταξη του νόμου (p).
(3) =να προσφερθεί για θυσία το πασχαλινό αρνί (δ). Η ημέρα, κατά την οποία οι αμνοί σφάζονταν άρχιζε από τη δύση της 13 και τελείωνε κατά τη δύση της 14 Νισάν. Συνήθως όμως σφάζονταν οι αμνοί γύρω στις 2.30-5.30 μ.μ. της 14 Νισάν στην αυλή των ιερέων. Ο επικεφαλής κάθε ομίλου, που συμμετείχε στον αμνό, έσφαζε το ζώο και το αίμα του φυλασσόταν σε κύπελλο από κάποιον ιερέα και χυνόταν δίπλα στο θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων (p)

22.8 καὶ ἀπέστειλεν Πέτρον καὶ ᾽Ιωάννην(1) εἰπών, Πορευθέντες ἑτοιμάσατε(2) ἡμῖν τὸ πάσχα ἵνα φάγωμεν.
8 Ο Ιησούς έστειλε τον Πέτρο και τον Ιωάννη με την εξής εντολή: «Πηγαίνετε και ετοιμάστε να φάμε όλοι μαζί το πασχαλινό δείπνο».
(1) Μόνος ο Λουκάς αναφέρει ονομαστικά αυτούς που στάλθηκαν. Η μελετώμενη από τον Ιούδα προδοσία ίσως συντέλεσε, ώστε ο Κύριος να διαλέξει τους δύο αυτούς μεταξύ των πλέον εμπίστων του αποστόλων (p).
(2) Εννοεί την προετοιμασία του δωματίου και όλων όσων αναφέρονται στο πασχάλιο δείπνο (ο).

22.9 οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ, Ποῦ(1) θέλεις ἑτοιμάσωμεν(2);
9 Εκείνοι τον ρώτησαν: «Πού θέλεις να ετοιμάσουμε;»
(1) Πού= σε ποιο σπίτι και κατάλυμα, όπως λέει παρακάτω (δ). «Διότι ούτε αυτός είχε δικό του σπίτι, ούτε όμως αυτοί, αφού ήδη τα αρνήθηκαν όλα» (Ζ).
(2) Ο Strauss αναγνωρίζει, ότι λόγω της κατά το Πάσχα συρροής προσκυνητών και από τη διασπορά ήταν φύσει αδύνατον να βρει κάποιος το πρωί της πρώτης των αζύμων (14 Νισάν) τόπο για εορτασμό κατά την εσπέρα του Πάσχα. Φρόντιζαν λοιπόν για την εξεύρεση τόπου τουλάχιστον μία ημέρα πριν. Γι αυτό και ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς σε απόσπασμά του για το Πάσχα που διασώθηκε στο Πασχάλιο χρονικό δίνει στην 13 Νισάν το όνομα Προετοιμασία. Έπεται λοιπόν από αυτό, ότι το ερώτημα αυτό των μαθητών έγινε στον Ιησού μάλλον κατά το απόγευμα της 13 Νισάν παρά κατά το πρωί της 14 Νισάν (g).

22.10 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς, ᾽Ιδοὺ εἰσελθόντων ὑμῶν εἰς τὴν πόλιν συναντήσει ὑμῖν ἄνθρωπος(1) κεράμιον ὕδατος βαστάζων(2)· ἀκολουθήσατε αὐτῷ εἰς τὴν οἰκίαν ου εἰσπορεύεται.
10 Κι ο Ιησούς τους απάντησε: «Μόλις μπείτε στην πόλη, θα σας συναντήσει κάποιος που θα κουβαλάει μια στάμνα με νερό· ακολουθήστε τον στο σπίτι που θα μπει
(1) «Δεν τους είπε πηγαίνετε στον τάδε, τυχόν, αλλά τους έδωσε ως σημάδι έναν άνθρωπο που απλώς ήταν φορτωμένος με ένα πήλινο δοχείο. Τι θα πούμε λοιπόν για αυτό; Ήδη ο προδότης είχε υποσχεθεί στους Ιουδαίους ότι θα τον παραδώσει. Για να μην μάθει λοιπόν τον άνθρωπο και τρέξει και το αναφέρει σε εκείνους που τον πλήρωσαν, δίνει σημάδι» (Κ), «για να μην μάθει το όνομα ο Ιούδας και φανερώσει το σπίτι στους Φαρισαίους και έλθουν και τον συλλάβουν, πριν ακόμη φτάσει το δείπνο, πριν ακόμη παραδώσει τα πνευματικά του μυστήρια» (Θφ).
(2) Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: Μεταξύ του σημαδιού αυτού και των ιουδαϊκών συνηθειών, υπάρχει ίσως κάποια αξιοσημείωτη σχέση. Το απόγευμα ακριβώς της 13 Νισάν, πριν ακόμη φανούν τα αστέρια, ο κάθε οικοδεσπότης κατά τη συνήθεια έπρεπε να μεταβεί στην πηγή και να αντλήσει νερό καθαρό, προορισμένο για την κατασκευή των αζύμων. Αποτελούσε αυτό πραγματική θρησκευτική τελετή, την οποία τελούσαν απαγγέλλοντας τη φράση: Εδώ είναι το νερό των αζύμων. Μετά από αυτό άναβαν λυχνάρι και κατά την νύχτα που ακολουθούσε ερευνούσαν το σπίτι προσεχτικά, για να εξαφανίσουν και το ελάχιστο ίχνος ένζυμου άρτου (g).
Πιο σωστά: Είναι προφανές, ότι ο άνθρωπος που βαστάζει τη στάμνα του σπιτιού, δεν είναι ο οικοδεσπότης αλλά κάποιος υπηρέτης. Η μεταφορά νερού ήταν ειδικό έργο των δούλων ή των γυναικών (Δευτερ. κθ 10,Ιησ. Ν. θ 21-27,Γεν. κδ 11,Ιω. δ 7). Ο οικοδεσπότης εδώ βρίσκεται στην οικία. Δες σ. 10,11. Συνεπώς η γνώμη ότι πρόκειται για το νερό των αζύμων, παρουσιάζεται αβάσιμη (p).

22.11 καὶ ἐρεῖτε τῷ οἰκοδεσπότῃ τῆς οἰκίας(1), Λέγει σοι ὁ διδάσκαλος, Ποῦ ἐστιν τὸ κατάλυμα(2) ὅπου τὸ πάσχα(3) μετὰ τῶν μαθητῶν μου φάγω;
11 και πείτε στον οικοδεσπότη του σπιτιού: “ο Διδάσκαλος ρωτάει: Πού είναι το δωμάτιο όπου θα φάω μαζί με τους μαθητές μου το πασχαλινό δείπνο;”
(1) Βεβαίως ο Ιησούς γνώριζε τον οικοδεσπότη αυτόν. Διότι αλλιώς οι φράσεις ο Διδάσκαλος, μαζί με τους μαθητές μου, θα ήταν ακατανόητες σε αυτόν (g). Και είχε ίσως προσυνεννοηθεί ο Κύριος μαζί του, ότι θα τελούσε σε αυτόν το Πάσχα. Η πρόγνωση όμως των λεπτομερειών αυτών, («θα βαστάει στάμνα με νερό» κλπ.) οι οποίες έγιναν σε στιγμή που δεν μπορούσε να προβλεφθεί φυσικά, είναι προφανώς υπερφυσική. Δες Μάρκ. ιδ 13.
(2) Κατάλυμα είναι ο τόπος της ξενοδόχησης, όπως λέει ο Ευστάθιος. Δες Λουκ. β 7. Έτσι αποκαλεί την αίθουσα όπου θα δειπνούσε με τους μαθητές (δ).
(3) Ο χρόνος της σφαγής του πασχάλιου αμνού δεν είχε φτάσει. Και εφόσον ο Ιησούς και οι μαθητές του είχαν αποκηρυχτεί ως αποσυνάγωγοι στην Ιερουσαλήμ, δεν είναι πιθανόν, ότι οι ιερείς θα βοηθούσαν τους μαθητές στην τήρηση του τυπικού αυτής της σφαγής. Επιπλέον δύσκολα θα επαρκούσε ο χρόνος και για τη σφαγή και για το ψήσιμο του αμνού. Με το τελευταίο αυτό δείπνο εγκαινιαζόταν νέα τάξη πραγμάτων μάλλον παρά συμπληρωνόταν η παλαιά. Και η σημασία του θα τονιζόταν και θα εξυψωνόταν, εάν το κεντρικό σύμβολο του παλαιού Πάσχα (ο πασχάλιος αμνός) έλειπε ολοτελώς από το δείπνο, όταν Εκείνος, τον οποίο συμβόλιζε ο αμνός αυτός συνιστούσε την ανάμνηση της θυσίας εκείνης, την οποία το παλαιό αυτό σύμβολο προεικόνιζε. Από τους στίχους 15-19 φαίνεται, ότι το Πάσχα και το ρήμα φάγω του στίχου αυτού αναφέρονται στον άρτο και τον οίνο της θείας ευχαριστίας (p).

22.12 κἀκεῖνος ὑμῖν δείξει ἀνώγαιον(1) μέγα ἐστρωμένον(2)· ἐκεῖ ἑτοιμάσατε.
12 Εκείνος τότε θα σας δείξει ένα μεγάλο ανώγι στρωμένο· εκεί να ετοιμάσετε».
(1) Υπάρχει και η γραφή ανάγαιον που προήλθε μάλλον από λάθος του αντιγραφέα. Διότι το ανάγαιον βρίσκεται μόνο στον Ησύχιο αναφερόμενο («ανάγαιον ανά την γην» δηλαδή χτισμένο πάνω στη γη). Η λέξη αυτή δεν είναι της κοινής διαλέκτου, στην οποία μόνο το ανώγαιον και το κατώγαιον περισώθηκε, που δηλώνουν το πάνω και κάτω πάτωμα, όπως η δική μας λέξη ισόγειο (δ).
(2) Ο οικοδεσπότης θα σας δείξει θάλαμο μεγάλο στο πάνω πάτωμα, στρωμένο, δηλαδή ο οποίος έχει τα κρεβάτια καλυμμένα με στρώματα, στα οποία ξαπλωμένοι έτρωγαν (δ).

22.13 ἀπελθόντες δὲ εὗρον καθὼς είρηκεν αὐτοῖς(1), καὶ ἡτοίμασαν τὸ πάσχα(2).
13 Έφυγαν και τα βρήκαν όπως ακριβώς τους τα είχε πει· κι ετοίμασαν το πασχαλινό τραπέζι.
(1) Ακριβώς όπως τους τα είχε πει από πριν. Οι ευαγγελιστές υπονοούν, ότι η πρόγνωση του Ιησού εδώ ήταν υπερφυσική και δεν οφειλόταν σε κάποιο προκαθορισμό και τακτοποίηση από πριν (p).
(2) Δες Ματθ. κστ 19. Ετοίμασαν μάλλον το δωμάτιο και τα σχετικά με το δείπνο εκείνου του απογεύματος, κατά το οποίο παραδόθηκε το μυστήριο του αληθινού Πάσχα. Όπως ήδη ειπώθηκε, δεν υπήρχε χρόνος για σφαγή και προετοιμασία του πασχαλινού αμνού.

22.14 Καὶ(1) ὅτε ἐγένετο ἡ ὥρα, ἀνέπεσεν(2) καὶ οἱ δώδεκα ἀπόστολοι σὺν αὐτῷ(3).
14 Όταν ήρθε η ώρα του δείπνου, ο Ιησούς κάθισε στο τραπέζι μαζί με τους δώδεκα αποστόλους.
(1) Δες Ματθ. κστ 20-29 και Μάρκ. ιδ 17-25 και τις εκεί σημειώσεις.
(2) Η συνήθεια τού να τρώνε το Πάσχα όρθιοι (Εξ. ιβ 11) είχε προ πολλού εγκαταλειφθεί. Αρχικά εισήχθη να τρώνε το Πάσχα καθισμένοι, και μετέπειτα και ξαπλωμένοι. Η από τους ραβίνους εξήγηση που δινόταν για την μεταβολή αυτή ήταν η εξής: Είναι συνήθεια των δούλων να τρώνε όρθιοι. Και τώρα τρώνε ξαπλωμένοι, για να γίνεται κατανοητό, ότι βγήκαν αυτοί από τη δουλεία στην ελευθερία. Επίσης και η συνήθεια του να προμηθεύονται τον πασχαλινό αμνό από πολλές ημέρες πριν το Πάσχα είχε καταργηθεί (p).
(3) Και οι 12 μαζί του μη εξαιρουμένου του Ιούδα. Διότι είναι δυνατόν εκείνοι, που έχουν το σατανά στην καρδιά και είναι γεμάτοι από κάθε κακία, να εξακολουθούν να κατέχουν θρησκευτικό αξίωμα και να επιτελούν τις εξωτερικές διακονίες που αυτό επιβάλλει. Και εφόσον η κακία τους παραμένει κρυμμένη στην καρδιά τους και δεν ξεσπά σκανδαλωδώς και προς τα έξω, ώστε να επιφέρει την έκπτωσή τους, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί σε αυτούς τα εξωτερικά τους προνόμια και δικαιώματα που απορρέουν από το αξίωμά τους. Γι’ αυτό αν και ο Ιούδας έγινε ήδη ένοχος της προδοτικής συμφωνίας, επειδή όμως δεν ήταν δημόσια γνωστή η ένοχη αυτή πράξη του, ο Κύριος δέχεται αυτόν να παρακαθίσει με τους υπόλοιπους συμμαθητές στον μυστικό δείπνο.


22.15 καὶ εἶπεν πρὸς αὐτούς, ᾽Επιθυμίᾳ ἐπεθύμησα(1) τοῦτο τὸ πάσχα(2) φαγεῖν μεθ᾽ ὑμῶν(3) πρὸ τοῦ με παθεῖν(4)·
15 «Πάρα πολύ επιθύμησα», τους είπε, «αυτό το πασχαλινό δείπνο να το φάω μαζί σας πριν από το θάνατό μου.
(1) Εβραϊκή σύνταξη συνηθισμένη στους Ο΄. Αυτή η έκφραση αποτελεί διπλασιασμό της ιδέας του ρήματος (g) =πολύ επιθύμησα (δ). Ο συνδυασμός του «επιθυμία επεθύμισα» με το «πριν να πάθω» είναι αξιοσημείωτος. Η γνώση του φρικτού πάθους δεν εξουδετέρωσε την ένταση της επιθυμίας (p). Υπάρχει στα λόγια αυτά του Κυρίου ανάμικτο συναίσθημα χαράς με λύπη (g).
«Σαν να έλεγε αυτό· Αυτό είναι το τελευταίο μου δείπνο μαζί σας… διότι δεν θα ξαναφάω άλλοτε μαζί σας· όπως ακριβώς και αυτοί που πρόκειται να αποδημήσουν κάνουν τους τελευταίους χαιρετισμούς στους δικούς τους και γνήσιους γλυκύτερα και ποθεινότερα. Αλλά και για άλλο λόγο επιθύμησα αυτό το Πάσχα να φάω μαζί σας, διότι σε αυτό πρόκειται να παραδώσω σε εσάς τα μεγάλα μυστήρια, αυτά της Καινής Διαθήκης» (Θφ).
«Επιθυμία επιθύμησα, λέει, αυτό το Πάσχα να φάω· δηλαδή να παραδώσω σε σας τα καινούργια πράγματα και να δώσω Πάσχα κατά το οποίο πρόκειται να σας κάνω πνευματικούς» (Χ).
Το μυστήριο της θείας ευχαριστίας, το οποίο επρόκειτο να παραδώσει σε αυτούς, θα ήταν από τότε και μέχρι τη συντέλεια ο δεσμός, με τον οποίο οι ακόλουθοί του θα συνδέονταν και με αυτόν και μεταξύ τους και θα αποτελούσε περισσότερο από κάθε άλλον θεσμό την αισθητή ανάμνηση του θανάτου, τον οποίο από αγάπη αναδέχτηκε για την ανθρωπότητα. Δεν ήταν λοιπόν φυσικό η περίπτωση αυτή να προσελκύει το ενδιαφέρον του Κυρίου και να διεγείρει στην πλήρη αγάπης καρδιά του τον πόθο αυτόν για τον οποίο μιλά ο παρών στίχος; (ο).
Επιθυμούσε να μεταδώσει σε μας τις χάρες που προήλθαν από το πάθος του. Επιθυμούσε να δώσει σε μας τον εαυτό του ως πνευματική μας τροφή. Επιθυμούσε να δείξει σε μας την αγάπη του.
(2) Αυτό το Πάσχα, δηλαδή το της Κ.Δ. και όχι εκείνο της Π.Δ., το οποίο και μαζί τους δύο φορές ήδη προηγουμένως έφαγε (δ). Κάποιοι από τους καθολικούς στην προσπάθεια να υποστηρίξουν ότι ο Ιησούς έφαγε και το εβραϊκό Πάσχα, ισχυρίστηκαν, ότι στο δείπνο αυτό έλειπε μεν ο αμνός, έγινε όμως χρήση αζύμων· και στηρίχτηκαν σε κάποια μαρτυρία της Μίσχνας (Pesachim 10), κατά την οποία μόνο τα άζυμα ήταν απαραίτητα για τέλεση του Πάσχα, εφόσον λόγω της μεγάλης συρροής προσκυνητών στα Ιεροσόλυμα μπορούσε να παρουσιαστεί έλλειψη επαρκούς αριθμού αμνών ή και κατσικιών (g).
Αλλά εφόσον βρισκόμαστε στο απόγευμα της 13 Νισάν, κατά το οποίο έπρεπε να εξαφανίζεται κάθε υπόλειμμα ένζυμου άρτου και δεν είχαν ακόμη προετοιμαστεί τα άζυμα, πώς έγινε χρήση αζύμων;
(3) Ό,τι άρχισε τότε να γίνεται στο στρωμένο ανώγαιο εξακολουθεί να συνεχίζεται ανά τους αιώνες. Στον ουρανό και στη γη η ίδια πράξη τελεσιουργείται ακόμη, διότι μία είναι η ιερωσύνη και μία η θυσία. Η ανά την οικουμένη εκκλησία είναι το απέραντο και σε όλη τη γη εκτεινόμενο ανώγαιο. Σε όλες τις χώρες, κάτω από όλους τους ουρανούς, στα όρη και τις πεδιάδες, στις ερήμους και στις πόλεις, όπου μαζεύονται οι Χριστιανοί για λατρεία, εκεί είναι και το ανώγαιο και η πασχάλια τράπεζα και ο Κύριος το αληθινό Πάσχα, θύτης συγχρόνως και θύμα.
(4) «Δηλώνει με αυτό ότι με τη θέλησή του πάσχει. Διότι μπορούσε οπωσδήποτε, εφόσον ήξερε ότι πρόκειται να πάθει, να αποχωρήσει κρυφά, όπως ακριβώς έκανε και σε προηγούμενους καιρούς» (Θφ).
Προτού να πάθω. Μην ξεχνάμε, ότι το καινούργιο Πάσχα, το οποίο παρέδωσε ο Κύριος σε αυτόν τον μυστικό δείπνο, αποτελεί έξοχο και μοναδικό εφόδιο και προετοιμασία για τις δοκιμασίες και τα παθήματα και τον ίδιο το θάνατο.

22.16 λέγω γὰρ(1) ὑμῖν ὅτι ουκέτι οὐ μὴ φάγω εξ’ αυτού ἕως ὅτου πληρωθῇ(2) ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ θεοῦ(3).
16 Σας βεβαιώνω πως δε θα το ξαναφάω μαζί σας, ωσότου αυτό βρει την αληθινή πληρότητά του στη βασιλεία του Θεού».
(1) Επιθύμησε ζωηρά να φάει το Πάσχα αυτό, διότι το Πάσχα αυτό είναι το τελευταίο του Πάσχα, κατά το οποίο θα λάμβανε την ευκαιρία να συστήσει το μυστήριο (L).
(2) =να γίνει πλήρες (δ).
(3) Ή, εννοεί την μέσω του μυστηρίου ένωση με την πάνω στη γη βασιλεία του Θεού, δηλαδή με την εκκλησία. Δηλαδή το Πάσχα το οποίο θα γίνει πλήρες και του οποίου ο Χριστός θα μετάσχει είναι η θεία ευχαριστία, στην οποία ενώνεται με τους πιστούς στην πάνω στη γη βασιλεία του Θεού, στην εκκλησία (p) και η οποία είναι αληθινά το δείπνο, το οποίο αντικαθιστά τον τύπο του ιουδαϊκού Πάσχα με θεία πραγματικότητα (L).
«Διότι γίνεται πλήρες το Πάσχα σε μας που τιμούμε την ανώτερη από το νόμο διάβαση, το Πάσχα το αληθινό· και τους ενωμένους με το Χριστό δεν τους αγιάζει ένας αμνός από αγέλη· αλλά μάλλον αυτός ο ίδιος κατά τρόπο άγιο ιερουργείται με την μυστική ευλογία, κατά την οποία ευλογούμαστε και ζωοποιούμαστε. Διότι έγινε σε εμάς άρτος ζωντανός που κατέβηκε από τον ουρανό και έδωσε ζωή στον κόσμο» (Σχ).
Ή, πιο σωστά, ο Κύριος θέλει να μιλήσει για δείπνο νέο, το οποίο θα γίνει μετά τη συντέλεια (g), όταν η ένωση με τον Σωτήρα θα γίνει καθαρά πνευματική και ανάλογη με την τότε κατάσταση των αγίων (δ).
«Κάποιοι λοιπόν ως βασιλεία του Θεού δέχτηκαν την μέλλουσα κατάσταση· και θα πίνει ο Κύριος στο μέλλον μαζί μας την αποκάλυψη των μυστηρίων του» (Θφ).
Έτσι και ο θεολόγος Γρηγόριος «στο λόγο του για το Πάσχα λέει· το δόσιμο του καινούργιου ποτηρίου είναι η αποκάλυψη των θείων νοημάτων που μας υποσχέθηκε στη μελλοντική και προσδοκώμενη βασιλεία των ουρανών, όταν καταργούνται μεν τα κάτοπτρα και τα αινίγματα και φανερώνεται η πρόσωπο με πρόσωπο θέα, όπως λέει ο απόστολος» (Σευήρος).

22.17 καὶ δεξάμενος(1) το ποτήριον(2) εὐχαριστήσας εἶπεν, Λάβετε τοῦτο καὶ διαμερίσατε εαυτοίς(3)·
17 Ύστερα πήρε το ποτήρι, έκανε ευχαριστήρια προσευχή και είπε: «Πάρτε το αυτό και μοιράστε το μεταξύ σας·
(1) Δόθηκε σε αυτόν και το δέχτηκε όταν του προσφέρθηκε. Αντιτίθεται με το του στίχου 19 «αφού πήρε τον άρτο… ομοίως και το ποτήριο» (p).
(2) Τι ποτήριο είναι αυτό; Αυτοί που δέχονται, ότι ο Ιησούς τέλεσε το εβραϊκό Πάσχα, δέχονται αυτό ως το πρώτο ή το δεύτερο πασχαλινό ποτήριο (p). Κατά το τυπικό της τέλεσης του ιουδαϊκού Πάσχα κατά την πρώτη φάση του ο πατέρας του σπιτιού κυκλοφορούσε μεταξύ των μελών του ποτήριο γεμάτο κρασί (σύμφωνα με άλλους καθένας είχε το ποτήρι του) με την επίκληση αυτή «Να είσαι ευλογημένος, Κύριε και Θεέ μας, βασιλιά του κόσμου, που δημιούργησες τον καρπό του αμπελιού». Μετά έτρωγαν τις πικρίδες (είδος σαλάτας), οι οποίες υπενθύμιζαν τα δεινά της δουλείας στην Αίγυπτο και ακολουθούσε η από το Εξόδου ιβ αφήγηση της συστάσεως του Πάσχα και της απελευθέρωσης της Αιγύπτου και αφού ψάλλονταν οι ριβ και ριγ Ψαλμοί κυκλοφορούσε το δεύτερο ποτήριο (g). Δεν μπορούμε παρόλ’ αυτά να είμαστε βέβαιοι για το ποιο ήταν ακριβώς το τυπικό της τέλεσης του ιουδ. Πάσχα κατά τις ημέρες του Κυρίου και επιπλέον μέχρι ποιού σημείου ο Κύριος τήρησε το τυπικό αυτό κατά τη νέα αυτή και εκτάκτως υψηλή τελετουργία (p).
Από αυτούς που δεν δέχονται ότι ο Κύριος τέλεσε το ιουδ. Πάσχα εκφράστηκαν διάφορες γνώμες.
Ελάχιστα πιθανή η εκδοχή, ότι το ποτήριο αυτό είναι το ίδιο το ποτήριο της θείας ευχαριστίας, που αναφέρεται στο στίχο 20. Και ο μεν δ. υποστηρίζει ότι ο Κύριος παίρνοντας το ποτήριο αυτό, το οποίο του πρόσφεραν οι μαθητές μετέλαβε και είπε στους μαθητές «πάρτε και διαμοιράστε το», αλλά τώρα μεν αμέσως το άφησε κάτω, και αφού οι μαθητές κοινώνησαν του καθαγιασμένου άρτου, τότε σύμφωνα με αυτά που λέγονται στο στίχο 20 έδωσε αυτό σε αυτούς για να μετάσχουν σε αυτό. Τελείως απίθανη εκδοχή.
Ο p. αναφερόμενος και στα Α΄ Κορ. ι 16,21, όπου ο θείος Παύλος μνημονεύει δύο φορές το ποτήριο πρώτο και μετά τον άρτο (αν και στην αφήγησή του για τη σύσταση του μυστηρίου στο Α΄Κορ. ια 33 ακολουθεί τη συνηθισμένη σειρά), επιπλέον επίσης και στο βιβλίο της Διδαχής όπου το ποτήριο μπαίνει πρώτο (κεφ. θ 2) προσκλίνει στη γνώμη, που και άλλοι υποστήριξαν, ότι το ποτήριο αυτό είναι το ποτήριο της θείας Ευχαριστίας και ότι ο στίχος 20 όπου γίνεται πάλι λόγος για το ποτήριο, δεν είναι αυθεντικός αλλά αποτελεί παρεμβολή από την αφήγηση του Παύλου. Αλλά οι από τους κώδικες μαρτυρίες για την αυθεντικότητα αυτού του στίχου και της συνδεδεμένης με αυτόν φράσης του προηγούμενου στίχου: «Το οποίο δίνεται για σας, αυτό να κάνετε για τη δική μου ανάμνηση», είναι τόσο γενικές και σαφείς και ισχυρές, ώστε και ο Tischendorf και ο Soden και ο Souter και άλλοι δέχτηκαν αδίστακτα αυτόν ως αυθεντικό.
Πιθανότερη και σωστότερη παρουσιάζεται η εκδοχή, κατά την οποία ο Κύριος τέλεσε όχι το ιουδαϊκό Πάσχα, αλλά άλλο από τα ιερά δείπνα που επανειλημμένα κατά τη διάρκεια του έτους συνηθίζονταν από τους Ιουδαίους. Τέτοια ήταν τα δείπνα των σαββάτων και των αγίων ημερών, πριν από τα οποία κυκλοφορούσε το λεγόμενο Kiddush-ποτήριο. Και το ποτήριο αυτό ευλογούμενο δινόταν από χέρι σε χέρι σε όλους που ήταν στο τραπέζι πριν το κόψιμο του ψωμιού στην αρχή του φαγητού. Εκτός από τα δείπνα αυτά ήταν τα λεγόμενα chaburah δείπνα= φιλικά δείπνα, κατά τα οποία πριν το κυρίως δείπνο προσφέρονταν ορεκτικά ευλογούμενα και εάν προσφερόταν μαζί με αυτά και κρασί, ευλογούνταν και αυτός από τον καθένα από τους συμμετέχοντες στο τραπέζι (δες Dix, The shape of the Liturgy σελ. 51,54,88). Σύμφωνα με αυτά το ποτήριο αυτό είναι ή το Kiddush ή αυτό που συνηθιζόταν στην αρχή των ιερών φιλικών δείπνων.
(3) Το διαμοιράστε ακολουθούμενο από το «ἑαυτοῖς» εκφράζει πολύ ισχυρότερα το γεγονός της μεταξύ τους διανομής. Η διανομή θα γινόταν με το να πιει ο καθένας και να δώσει στη συνέχεια στον επόμενο παρά με το να χύνεται από το κοινό ποτήριο στο ποτήρι του καθενός (p).

22.18 λέγω γὰρ(1) ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ πίω(2) ἀπὸ τοῦ γενήματος τῆς ἀμπέλου(3) ἕως ότου ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ ἔλθῃ(4).
18 σας λέω πως από ’δω και πέρα δε θα ξαναπιώ απ’ τον καρπό του αμπελιού, ώσπου να έρθει η βασιλεία του Θεού».
(1) Το γαρ σημαίνει: Διότι είναι η τελευταία φορά που πίνουμε μαζί το ίδιο ποτήριο.
(2) Υπάρχει και η γραφή «ου μη πίω από του νυν» ή «από του νυν ου μη πίω». Εκ πρώτης όψεως θα φαινόταν, ότι ο Κύριος δεν ήπιε από ο ποτήριο. Κατά την επικρατούσα όμως ιουδαϊκή συνήθεια θα ήταν πρωτοφανές και παράδοξο το προϊστάμενο του δείπνου πρόσωπο να μην μετάσχει. Και το «από τώρα» άλλωστε εξηγείται καλύτερα υπό την προϋπόθεση, ότι ο Κύριος, αφού ήπιε, είπε αυτό.=Ήπια τώρα. Αλλά από τη στιγμή αυτή και στο εξής δεν θα πιω πλέον (p).
(3) Κάποιοι θεωρούν τη φράση ότι αναφέρεται στην ιουδαϊκή ευλογία του πρώτου πασχάλιου ποτηρίου. Είναι όμως τελείως αβέβαιο, εάν η γνωστή σε μας ευλογία, ήταν σε χρήση και κατά την εποχή του Σωτήρα (p). Ολόκληρος ο στίχος αυτός στους άλλους συνοπτικούς μπαίνει μετά τη σύσταση της Ευχαριστίας. Είναι δυνατόν οι λόγοι σε αυτόν να επαναλήφθηκαν από τον Σωτήρα. Παρόλ’ αυτά πιθανότερο φαίνεται να λέχθηκαν μετά τη σύσταση της θείας Ευχαριστίας, οπότε ο Λουκάς βάζει αυτούς εδώ προληπτικά, όπως πράττει συνήθως όταν συνδέει σύμφωνα με τη συγγένεια των ιδεών λόγους του Κυρίου που δεν ειπώθηκαν με τη σειρά που αυτός παρουσιάζει (ο).
(4) Οι λέξεις αυτές είναι εκείνες, από τις οποίες ο Παύλος άντλησε το δικό του υπόμνημα στο Α΄ Κορ. ια 26: «μέχρις ότου έλθει» (g). Μετά το ιουδαϊκό Πάσχα είναι η θεία ευχαριστία, της οποίας εκείνο ήταν τύπος και αυτή η πραγματικότητα. Μετά την Ευχαριστία υπάρχει το καινούργιο κρασί της θείας ευφροσύνης στην ουράνια βασιλεία (L).

22.19 καὶ λαβὼν ἄρτον εὐχαριστήσας ἔκλασεν καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων, Τοῦτό(1) ἐστι(2) τὸ σῶμά μου τὸ ὑπὲρ ὑμῶν(3) διδόμενον(4)· τοῦτο(5) ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν(6).
19 Ύστερα πήρε ψωμί και, αφού έκανε ευχαριστήρια προσευχή, το κομμάτιασε και τους το έδωσε λέγοντας: «Αυτό είναι το σώμα μου, που παραδίνεται για χάρη σας· αυτό που κάνω τώρα, να το κάνετε στην ανάμνησή μου».
(1) Το «αυτό» δεν είναι δυνατόν να σημαίνει την πράξη του κοψίματος και φαγώματος του άρτου, ούτε κάτι άλλο παρά μόνο «ο άρτος αυτός» (p).
(2) Για τη σημασία του «εστί» δες το στίχο 20, όπου το ποτήριο ταυτίζεται με την Κ.Δ., όπως και το «ειμί» το οποίο λέει ο Κύριος στο Ιω. η 12,θ 5,ιδ 6,ιε 1,5 (p).
(3) Όπως στην Π.Δ. ένα μέρος από το ίδιο θύμα (αρνί) προσφερόταν στο Θεό, ενώ το υπόλοιπο μέρος τρωγόταν από τους Ισραηλίτες, έτσι το ένα εκείνο σώμα, το οποίο ο Ιησούς πρόσφερε στον Πατέρα, λαμβάνεται από τους Χριστιανούς στο άγιο Δείπνο (b).
«Όταν λοιπόν λέει «το οποίο δίνεται για χάρη σας» να το εννοήσεις αντί για το «για χάρη της δικής σας φύσης των ανθρώπων». Το μεν παλαιό λοιπόν Πάσχα τελούνταν για την απαλλαγή της δουλείας στην Αίγυπτο… το καινούργιο όμως Πάσχα τελείται για άφεση αμαρτιών» (Θφ).
(4) Δηλαδή παραδίνεται σε θάνατο μετά από λίγο (δ).
(5) Το οποίο εγώ ήδη έπραξα, δηλαδή το να παίρνετε άρτο, να ευχαριστείτε, να τον κόβετε και να μετέχετε σε αυτόν.
(6) Συνεχώς να πράττετε αυτό για να θυμάστε και σεις και όλοι οι άλλοι μετά από εσάς την απολύτρωση την οποία πέτυχα με το θάνατό μου. Η ευχαριστία πρόκειται να είναι συνεχής ανάμνηση εκείνου, ο οποίος ελευθέρωσε τους ανθρώπους από τη δουλεία της αμαρτίας, όπως και το Πάσχα ήταν ετήσια ανάμνηση της ελευθέρωσης από τη δουλεία της Αιγύπτου (Εξόδ. ιβ 24-27,ιγ 8,14) (p). Η ευγνώμων ανάμνηση του προσώπου του Ιησού, να το συναίσθημα το οποίο πρέπει να κυριαρχεί σε μας κατά την πράξη αυτή (g).
«Ο αρχιερέας μας είναι εκείνος ο οποίος πρόσφερε τη θυσία που μας καθαρίζει. Εκείνη προσφέρουμε και τώρα, η οποία προσφέρθηκε τότε, αυτήν που δεν χάνεται ποτέ. Αυτό γίνεται για ανάμνηση αυτού που έγινε τότε. Διότι αυτό, λέει, να κάνετε στη δική μου ανάμνηση. Δεν τελούμε άλλη θυσία όπως ο αρχιερέας τότε, αλλά την ίδια πάντα· ή μάλλον επιτελούμε ανάμνηση θυσίας» (Χ).

22.20 ὡσαύτως(1) καὶ τὸ ποτήριον(2) μετὰ τὸ δειπνῆσαι(3), λέγων, Τοῦτο τὸ ποτήριον(4) ἡ καινὴ διαθήκη ἐν τῷ αἵματί μου(5), τὸ ὑπὲρ ὑμῶν(6) ἐκχυννόμενον(7).
20 Το ίδιο, μετά το δείπνο, πήρε και το ποτήρι λέγοντας: «Αυτό το ποτήρι είναι η νέα διαθήκη, που επισφραγίζεται με το αίμα μου το οποίο χύνεται για χάρη σας.
(1) Το ωσαύτως δηλώνει, ότι έλαβε το ποτήριο, ευχαρίστησε και έδωσε αυτό σε αυτούς, όπως έγινε και για τον άρτο (p).
(2) Με άρθρο. Είτε διότι το ποτήριο αναφέρθηκε ήδη στο στίχο 17, είτε μάλλον διότι σημαίνεται το γνωστό ποτήριο, το οποίο κάθε Χριστιανός γνώριζε, ότι ήταν μέρος της Ευχαριστίας που συστάθηκε από τον Κύριο. Δες Α΄Κορ. ια 25 (g).
(3) Συναντιέται μόνο εδώ και στο Α΄Κορ. ια 25, όχι όμως και στους Ματθαίο και Μάρκο. Δείχνεται με αυτό ότι μετά το κόψιμο και την μετάδοση του άρτου, εξακολούθησαν για κάποιο χρόνο να τρώνε, μετά από το οποίο η μετάληψη του τιμίου αίματος επήλθε σαν η επισφράγιση και συμπλήρωση του όλου δείπνου (δ).
(4) Λέει αυτό που περιέχει αντί για το περιεχόμενο.
(5) Από το υποκείμενο διαθήκη θα συμπεράνουμε την μετοχή διατιθεμένη= η Κ.Δ. που συνάπτεται με το αίμα μου (g). Η διαθήκη που επικυρώνεται με το αίμα του (Τερτυλλιανού Adv. Marc. IV 40). Η επικύρωση συνθήκης συνοδευόταν συνήθως με χύσιμο αίματος. Και ό,τι είχε γραφτεί με αίμα, θεωρούνταν ανεξάλειπτο (p). Η νέα διαθήκη μεταξύ Θεού και ανθρώπων θεμελιώνεται στο χύσιμο του αίματος του Κυρίου (g). Η νέα διαθήκη είναι στο χυνόμενο αίμα του Ιησού (L).
(6) Το ὑμῶν (=για εσάς) και εδώ και στο στίχο 19 σημαίνει τους αποστόλους ως αντιπροσώπους όλων των πιστών (p). «Η φράση «το οποίο χύνεται για σας» συνδέεται με το ποτήριο· και το ποτήριο είναι το αίμα του» (Ζ).
(7) Το οποίο μετά από λίγο θα χυθεί στο σταυρό. «Και αυτός λοιπόν ήπιε από αυτό. Διότι για να μην πουν, ακούγοντας αυτά: Τι λοιπόν; Αίμα πίνουμε και σάρκα τρώμε; Και θορυβηθούν τότε… για να μην ταραχτούν λοιπόν και τότε, πρώτος αυτός έκανε αυτό εισάγοντάς τους ατάραχα στην κοινωνία των μυστηρίων» (Χ), αν και οι λόγοι στο στίχο 18 φαίνονται μάλλον να αποκλείουν, ότι ο Κύριος ήπιε από το ποτήριο, όπως δεν δηλώνεται, ότι έφαγε και από τον καθαγιασμένο άρτο.
«Μην αμφιβάλλεις ότι αυτό είναι αλήθεια, τη στιγμή που ο ίδιος ξεκάθαρα λέει, Αυτό είναι το σώμα μου και Αυτό είναι το αίμα μου. Αλλά δέξου μάλλον με πίστη τον λόγο του Σωτήρα· διότι εφόσον αυτός είναι η αλήθεια, δεν ψεύδεται. Για να μην περιέλθουμε δηλαδή σε πλήρη νάρκωση βλέποντας πάνω στις άγιες τράπεζες των εκκλησιών να είναι μπροστά μας σάρκα και αίμα, ερχόμενος ο Θεός βοηθός στις δικές μας αδυναμίες, βάζει μέσα σε αυτά δύναμη ζωής και τα μεταβάλλει σε ενέργεια της δικής του σάρκας» (Κ).

Στίχ. 21-30. Ο προδότης. Συζήτηση για το ποιος είναι ο πρώτος.
22.21 πλὴν(1) ἰδοὺ(2) ἡ χεὶρ(3) τοῦ παραδιδόντος με μετ᾽ ἐμοῦ ἐπὶ τῆς τραπέζης·
21 »Αλλά να, το χέρι αυτού που θα με προδώσει είναι μαζί μου πάνω στο τραπέζι.
(1) Το «πλην» εδώ δηλώνει μετάβαση· γενίκευση ή αλλαγή θέματος. Από τη σημασία του θανάτου του μεταβαίνει στον τρόπο, με τον οποίο θα πεθάνει (p). Ή, με αυτό δηλώνεται ξεκάθαρα, ότι ο Ιούδας αποτελούσε εξαίρεση στον κύκλο αυτόν των μαθητών και φίλων (g). Ο Λουκάς μετά την αφήγηση του μυστικού δείπνου αναφέρει πρωθύστερα τα σχετικά με τον Ιούδα (δ). Σύμφωνα με τον Λουκά λοιπόν ο Ιούδας παρέμεινε στην τέλεση του θείου Δείπνου και μετείχε σε αυτό και από τα δύο είδη. Οι αφηγήσεις όμως του Ματθαίου και του Μάρκου δεν οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα (g).
(2) Χαρακτηριστικό της έκπληξης, η οποία θα προκαλούνταν στους μαθητές από την απροσδόκητη αυτή αποκάλυψη (g).
(3) Λέγεται εδώ το μέρος αντί για το όλο· το χέρι αντί για τον προδότη, διότι το χέρι παραδίδει (L). Ή, η φράση το χέρι… στο τραπέζι, έχει την ίδια σημασία με τη φράση του Ματθαίου «αυτός που βουτά μαζί μου στο πιάτο το χέρι» και σημαίνει απλώς: είναι ομοτράπεζός μου (g).

22.22 και(1) ὁ μεν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου πορεύεται κατὰ τὸ ὡρισμένον(2), πλὴν(3) οὐαὶ(4) τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ(5) δι᾽ οὗ παραδίδοται.
22 Ο Υιός του Ανθρώπου, βέβαια, βαδίζει σύμφωνα μ’ αυτό που όρισε ο Θεός· αλίμονο όμως σ’ εκείνον τον άνθρωπο από τον οποίο θα προδοθεί».
(1) Ο στίχος είναι σχεδόν κατά λέξη ο ίδιος όπως στους Ματθαίο και Μάρκο. Υπάρχει και η γραφή «ότι ο υιός μεν»=Το ότι είναι αιτιολογικό και εξηγεί πώς τέτοιο καταπληκτικό γεγονός πρόκειται να λάβει χώρα (p).
(2) Και ο θάνατος του Χριστού, αλλά και το ότι θα συνοδευτεί με προδοσία αποτελούν μέρος της θείας βουλής (p). Είναι αυτό αποφασισμένο από το Θεό (g). Σύμφωνα με πρόγνωση και απόφαση του Θεού ο Κύριος παραδόθηκε σε θάνατο, αλλιώς ούτε ο Ιούδας δεν θα μπορούσε να παραδώσει αυτόν ούτε οι άρχοντες του Ισραήλ θα μπορούσαν με οποιονδήποτε τρόπο να θίξουν αυτόν. Ο Κύριος δεν σύρθηκε βίαια στο μαρτύριο, αλλά παραδόθηκε εκούσια και πρόθυμα σε αυτό. Αποκαλύπτεται εδώ η μεγάλη αλήθεια, ότι και η κακία των ανθρώπων που εκδηλώθηκε με την πιο απαίσια μορφή της στη διάπραξη της σταύρωσης του Κυρίου, απέβη εις δόξαν του Θεού, αφού έφερε σε πέρας την βουλή του, ώστε ο γιος του Ιησούς Χριστός να πεθάνει για τη σωτηρία του κόσμου. Η σοφία του Θεού γνωρίζει να κατευθύνει την πανουργία των ανθρώπων κατά το θέλημά του.
(3) Καθαρά αντιθετικό. Αντίθεση μεταξύ του υιού του ανθρώπου και του προδότη (L).
(4) Αν και ο Θεός γνωρίζει πριν από όλους τους αιώνες, ότι ο Ιούδας θα είναι ο προδότης του Ιησού, αυτό δεν αναιρεί την ελευθερία ή την ευθύνη του προδότη (p), διότι ο δυστυχής αυτός χρησιμοποιεί την ελευθερία του για να προδώσει τον διδάσκαλο (g).
«Έχει οριστεί μεν το να πάθει, αλλά εσύ γιατί βρέθηκες κακός, ώστε να είσαι έτοιμος για προδοσία; Για αυτό λοιπόν σού έχει φυλαχτεί ως κληρονομιά το «αλλοίμονο», διότι βρέθηκες κατάλληλος για προδοσία» (Θφ).
«Διότι ο μεν (Χριστός) έδωσε τον εαυτό του για χάρη μας σύμφωνα με την ευδοκία του Θεού Πατέρα, για να μας σώσει από κάθε κακό· αυτός όμως επειδή παρέδωσε τον σωτήρα των όλων Χριστό και λυτρωτή στα χέρια των φονιάδων θα κληρονομήσει την τιμωρία που πρέπει στο διάβολο» (Κ).
Ούτε η υπομονή και ανεξικακία που δείχνουν οι μάρτυρες στο μαρτύριο ούτε το θέλημα του Θεού που προόρισε τα παθήματά τους μπορούν να αποτελέσουν δικαιολογία για εκείνους, οι οποίοι έλαβαν μέρος στα βασανιστήριά τους ή τους καταδίωξαν. Αν και ο Θεός είχε προαποφασίσει την προδοσία του Χριστού και ο Χριστός πρόθυμα υπέστη αυτήν, η αμαρτία και η ενοχή του Ιούδα δεν μειώθηκε από αυτό. Ενήργησε και αυτός και αυτοί με τους οποίους συνεργάστηκε ως ελεύθερα άτομα. Σχεδίασαν, συμβουλεύτηκαν μεταξύ τους ανταλλάσοντας μεταξύ τους γνώμες, κατέληξαν σε αποφάσεις, και χρησιμοποίησαν μέσα για εκτέλεσή τους και γενικά ενήργησαν ακριβώς, όπως πράττουν οι άνθρωποι σε όλες τις ενέργειες της ζωής τους, ελεύθερα και αβίαστα.
(5) Το «εκείνον» σημειώνει τον Ιούδα ως ξένο πλέον από τον κύκλο των δώδεκα. Δες Ιω. ιγ 26,27,30 (p).

22.23 καὶ αὐτοὶ ἤρξαντο συζητεῖν πρὸς ἑαυτοὺς τὸ τίς ἄρα εἴη(1) ἐξ αὐτῶν(2) ὁ τοῦτο μέλλων πράσσειν(3).
23 Αυτοί τότε άρχισαν να συζητούν μεταξύ τους ποιος άραγε απ’ όλους να είναι αυτός που πρόκειται να διαπράξει κάτι τέτοιο.
(1) Η ευκτική πτώση σε πλάγια ερώτηση είναι χαρακτηριστική του Λουκά στην Κ.Δ. (L).
(2) Φαίνεται ότι κανείς δεν υποπτεύθηκε τον Ιούδα. Ίσως όμως και ο Κύριος μάλλον ψιθύρισε το «Εσύ το είπες», ώστε να ακούστηκε από μόνον τον Ιούδα. Πιθανώς επίσης καθόταν αυτός κοντά στον Ιησού κατέχοντας την μία πλευρά δίπλα του, ενώ ο Ιωάννης κατείχε την άλλη (p).
Δείχνει επιπλέον αυτό την κρυψίνοια του Ιούδα, ο οποίος πέτυχε πλήρως να κρύψει μέχρι την τελευταία στιγμή όχι μόνο το απαίσιο σχέδιο της προδοσίας, αλλά και τον όλο του χαρακτήρα μέχρι σημείου ώστε κανείς από τους μαθητές να μην εκφράσει υπόνοια τώρα για αυτόν (ο).
(3) «Ο Ματθαίος μεν και ο Μάρκος λένε ότι αυτοί απόρησαν για αυτό πριν τη διανομή του άρτου και του ποτηρίου. Ο Λουκάς όμως μετά την διανομή. Είναι φανερό λοιπόν, ότι αυτό έγινε και πριν και μετά» (Ζ).
Ή, αυτού του είδους το πρωθύστερο προτιμήθηκε από τον Λουκά, επειδή μετά τη σύσταση του μυστηρίου τοποθετεί σειρά λόγων του Κυρίου (από το στίχο αυτόν μέχρι και τον στίχο 38) και δεν θέλησε από αυτούς να αφαιρέσει και τους σχετικά με τον Ιούδα λόγους του Κυρίου (L).

22.24 ᾽Εγένετο(1) δὲ καὶ(2) φιλονεικία ἐν αὐτοῖς(3), τὸ τίς αὐτῶν δοκεῖ(4) εἶναι μείζων(5).
24 Έγινε μεταξύ των μαθητών φιλονικία για το ποιος άραγε απ’ αυτούς είναι ο ανώτερος.
(1) «Και άλλοτε πολυασχολήθηκαν οι μαθητές για τέτοιο πράγμα» (Ζ). Δες Ματθ. ιη 1-5, Μάρκ. θ 33-37,Λουκ. θ 46-48, όπως και Ματθ. κ 24-28 και Μάρκ. ι 41-45. Από τους νεώτερους ερμηνευτές κάποιοι ταυτίζουν τα εδώ λόγια του Κυρίου με αυτά που ειπώθηκαν στους Ματθαίο και Μάρκο εξ’ αφορμής της αίτησης των πρωτείων από τους υιούς Ζεβεδαίου (L).
Ο Ιησούς ήταν δυνατόν λόγια τέτοιας σημασίας να τα επανέλαβε περισσότερες από μία φορές (p). Η σύγκριση των λόγων του Κυρίου στους στίχους 26, 27 με την αφήγηση του Ιωάννη για το πλύσιμο των ποδιών των μαθητών του Κυρίου και των λόγων του Κυρίου με αφορμή αυτό (Ιω. ιγ 12-20) δεν αφήνει αμφιβολία για τη σχέση της έριδας αυτής που αναφέρει ο Λουκάς με το πλύσιμο των ποδιών των αποστόλων (g).
(2) Τα μόρια «δε και» συνδέουν την ακόλουθη συζήτηση με την προηγούμενη (στίχος 23), όχι όμως χρονολογικά (g). Το «δ ε» δείχνει, ότι η συζήτηση για την οποία θα γίνει λόγος, υπήρξε διαφορετικού χαρακτήρα από την προηγούμενη, έγινε όμως και αυτή στο δείπνο (όπως υποδηλώνεται με το «και»). Είναι ελάχιστα πιθανόν, ότι αυτή έγινε μετά το πλύσιμο των ποδιών και την παράδοση της ευχαριστίας. Πιθανότερο φαίνεται, ότι έγινε στην αρχή του δείπνου και το πλύσιμο των ποδιών υπήρξε συμβολικός έλεγχος και διδασκαλία εποπτική κατά της φιλονεικίας αυτής (p).
(3) Με ποια αφορμή έγινε αυτή; Ελάχιστα πιθανώς διότι «επειδή πληροφορήθηκαν ήδη για το τέλος του διδασκάλου, ζήτησαν Ποιος από αυτούς θεωρείται ότι είναι μεγαλύτερος, για να γίνει διδάσκαλος των άλλων» (Ζ). Λιγότερο πιθανή η: «επειδή είναι εύλογο να έλεγαν μεταξύ τους ότι Εσύ πρόκειται να τον προδώσεις και πάλι εκείνος αυτό, ότι Εσύ· από αυτό οδηγήθηκαν στο να λένε· Εγώ είμαι καλύτερος και Εγώ είμαι μεγαλύτερος, και τα παρόμοια» (Θφ).
Αρκετά πιθανή ερμηνεία, η φιλονεικία προήλθε ίσως από το ερώτημα ποιος θα έπαιρνε την τιμητική θέση κοντά στον Διδάσκαλο κατά το επίσημο και ιερό αυτό δείπνο (g.p.).
(4) Ποιος είναι κατά τη γνώμη και απόφαση όλων (b). Ή, ποιος σύμφωνα με την αξία του πρέπει να θεωρείται (L).
(5) Το συγκριτικό υπονοεί δύο τα συγκρινόμενα, τον μεγαλύτερο και υπεροχότερο και όλους του υπόλοιπους που είναι σε ίση μοίρα (p)= αυτός που έχει τα πρωτεία μεταξύ τους (δ).

22.25 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς(1), Οἱ βασιλεῖς τῶν ἐθνῶν κυριεύουσιν αὐτῶν(2) καὶ οἱ ἐξουσιάζοντες αὐτῶν εὐεργέται καλοῦνται(3).
25 Ο Ιησούς τους είπε: «Οι βασιλιάδες των εθνών καταδυναστεύουν τους λαούς τους και οι δυνάστες τους τιτλοφορούνται ευεργέτες.
(1) «Καταπραΰνει την ταραχή τους με δύο παραδείγματα, ένα μεν αυτό των εθνικών, τους οποίους αποστρέφονταν, δείχνοντας ότι με αυτούς θα μοιάσουν, αν τέτοια φρονούν· και το άλλο παράδειγμα ο εαυτός του. Διότι μέσω του εαυτού του τούς οδηγεί σε ταπεινοφροσύνη, δείχνοντας τον εαυτό του να τους διακονεί» (Θφ).
(2) Η εξουσία στα έθνη περιγράφεται όπως στο Μάρκο (ι 42). Δες τις εκεί σημειώσεις. Οι βασιλιάδες των εθνικών παρουσιάζονται ως κύριοι και αξιώνουν τις τιμές των κυρίων (L).
(3) Το ρήμα πρέπει να το πάρουμε ως μέσο μάλλον παρά ως παθητικό=Οι βασιλιάδες παίρνουν τον τίτλο αυτόν ή αξιώνουν από τους άλλους να τους τον δώσουν και προσφερόμενο τον δέχονται. Στους ελληνιστικούς χρόνους παρέχονταν αφειδώς στους ηγεμόνες οι τίτλοι του Σωτήρα, του Ευεργέτη στη Συρία και την Αίγυπτο τόσο στα νομίσματα όσο και στις επιγραφές (L).
Αποκαλούν οι ίδιοι τους εαυτούς τους ευεργέτες, αλλά και αυτοί που τους κολακεύουν έτσι ονομάζουν αυτούς. Και ενώ διαφημίζονται ως ευεργέτες στην πραγματικότητα και αλήθεια υπηρετούν τα συμφέροντά τους και ασχολούνται με το να ευεργετήσουν το βαλάντιό τους και το άτομό τους, όχι όμως και τη χώρα τους. Παρόλ’ αυτά ούτως ή άλλως με την οικειοποίηση του τίτλου ευεργέτης μαρτυρούν, ότι η άσκηση εξουσίας στους άλλους πρέπει να αποσκοπεί στην ευεργεσία τους.

22.26 ὑμεῖς δὲ οὐχ οὕτως(1), ἀλλ᾽ ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γινέσθω(2) ὡς ὁ νεώτερος(3), καὶ ὁ ἡγούμενος(4) ὡς ὁ διακονῶν(5).
26 Εσείς όμως δεν πρέπει να κάνετε το ίδιο, αλλά ο ανώτερος ανάμεσά σας πρέπει να γίνει σαν τον κατώτερο, κι ο αρχηγός σαν τον υπηρέτη.
(1) Στη φυσική ανθρώπινη κοινωνία ο Ιησούς αντιτάσσει τον τύπο κάποιας νέας κοινωνίας, στον κόλπο της οποίας ο μόνος τίτλος μεγαλείου θα είναι οι πλουσιοπάροχες υπηρεσίες προς τους άλλους (g). Η χρησιμοποίηση των αναφερθέντων τίτλων σε τέτοιους τυραννικούς ηγεμόνες κάνει αυτούς ακατάλληλους να χρησιμοποιούνται και από τους ακόλουθους του Χριστού. Αυτοί οφείλουν να μιμούνται τον διδάσκαλό τους ο οποίος δεν ζήτησε καμία από τις επίγειες διακρίσεις, αλλά ήταν τη στιγμή εκείνη ανάμεσά τους σαν ο διάκονος (ο).
Το να πράττει κάποιος το αγαθό στους άλλους είναι πολύ περισσότερο τιμητικό παρά το να φαίνεται μεγάλος. Και αυτό και μόνο αποτελεί την ασφαλή οδό, για να γίνει κάποιος μέγας. Και αυτό οφείλουν οι μαθητές του Κυρίου να πιστεύουν και να φρονούν, ότι η μεγίστη τους τιμή θα είναι να πράττουν οτιδήποτε αγαθό μπορούν στον κόσμο. Και θα γίνονταν πράγματι ευεργέτες του κόσμου, διότι εν μέσω κινδύνων και διωγμών θα έφερναν σε αυτόν το ευαγγέλιο. Θα έφερναν στην ανθρωπότητα ασύγκριτα μεγαλύτερες ευλογίες και ευεργεσίες από όσο οι βασιλιάδες, οι οποίοι αποκαλούνταν ευεργέτες και οι οποίοι κυριαρχούσαν στα έθνη. Το να πράττεις το αγαθό! Ποιός δεν μπορεί να γίνει ευεργετικός στον πλησίον;
Εάν η ανάβαση σε ηγεμονικό και βασιλικό θρόνο είναι προνόμιο λίγων, το να ευεργετεί κανείς και με την ευεργεσία να γίνεται μέγας, είναι προνόμιο όλων.
(2) Ας αποδεικνύει τον εαυτό του ότι είναι. Δες ι 36,ιβ 40,ιστ 11,ιθ 17 (p).
(3) «Νεώτερο λέει τον τελευταίο» (Ζ), αυτόν που λόγω της ηλικίας οφείλει α υπηρετεί τους άλλους (δ). Είναι παράλληλο με το «διακονώ» διότι στους Ιουδαίους οι ταπεινότερες και κοπιαστικότερες εργασίες δίνονταν στα νεώτερα μέλη της σύναξης. Δες Πράξ. ε 6,10 (g).
(4) Στην Κ.Δ. το ηγούμαι σημαίνει είμαι αρχηγός· πάντοτε σε μετοχή ενεστώτα και συχνότατα στο Λουκά. Χρησιμοποιείται για οποιονδήποτε αρχηγό, εκκλησιαστικό ή πολιτικό. Δες Πράξ. ζ 10,ιδ 12,ιε 22,Ματθ. β 6,Εβρ. ιγ 7,17,24. Στους Ο΄ συναντιέται συχνά (p).
(5) Η ιδέα που εκφράζεται στο στίχο είναι: Το πραγματικό μεγαλείο συνίσταται στη σπουδή και προθυμία με την οποία διαθέτει κάποιος τον εαυτό του στην υπηρεσία των άλλων.

22.27 τίς γὰρ(1) μείζων, ὁ ἀνακείμενος ἢ ὁ διακονῶν(2); οὐχὶ ὁ ἀνακείμενος; ἐγὼ δὲ(3) ἐν μέσῳ ὑμῶν εἰμι ὡς ὁ διακονῶν(4).
27 Ποιος είναι ανώτερος; Αυτός που κάθεται στο τραπέζι ή αυτός που τον υπηρετεί; Δεν είναι αυτός που κάθεται στο τραπέζι; Εγώ όμως είμαι σαν τον υπηρέτη ανάμεσά σας.
(1) Αποδεικνύει αυτό που είπε προηγουμένως με το ίδιο του το παράδειγμα (b). «Δίνει σε αυτούς υπόδειγμα του λόγου τον εαυτό του» (Ζ).
(2) Ποιος είναι μεγαλύτερος αυτός που ξαπλώνει στο δείπνο και μετέχει στο τραπέζι ή αυτός που υπηρετεί; (δ).
(3) Ο σύνδεσμος «δε» είναι αντιθετικός=Και όμως εγώ.
(4) «Αφού αυτός έκρινε αυτούς ως μεγαλύτερους μιας και κάθονταν στο τραπέζι, ο ίδιος διακόνησε, θεωρώντας ως έσχατο τον εαυτό του, όταν έπλυνε τα πόδια τους» (Ζ).
«Αυτός που υπηρετείται από κάθε κτίση λογική και αγία, αυτός που είναι σύνθρονος και συμβασιλεύει με το Θεό και Πατέρα, παίρνοντας τη θέση υπηρέτη, έπλυνε τα πόδια των μαθητών» (Κ).
Η ίδια έννοια με αυτήν του Ματθ. κ 27 και Μάρκ. ι 45 μερικότερα εκφράζεται εδώ στο δείπνο και με αφορμή το πλύσιμο των ποδιών των μαθητών (δ). Βεβαίως αυτό δεν λέγεται άσχετα και με τον όλο βίο του Κυρίου, ο οποίος υπήρξε βίος αυτού που διακονούσε τους μαθητές του και όλους τους ανθρώπους.

22.28 ὑμεῖς δέ(1) ἐστε οἱ διαμεμενηκότες(2) μετ᾽ ἐμοῦ ἐν τοῖς πειρασμοῖς(3) μου·
28 Κι εσείς είστε αυτοί που μείνατε κοντά μου στις δοκιμασίες μου.
(1) Πώς συνδέεται με τα προηγούμενα; Ή, «όπως ακριβώς για αυτόν που τον παρέδωσε φύλαξε το «ουαί (αλλοίμονο)», έτσι για αυτούς μιλά αντίθετα, ότι Εσείς όμως είστε αυτοί που μείνατε μαζί μου στους πειρασμούς μου· για αυτό και σας υπόσχομαι αμοιβές» (Θφ).
Ίσως τονίζοντας ο Κύριος τη λέξη «εσείς» σκέφτεται τον Ιούδα, ο οποίος δεν παρέμεινε μαζί του (g). Ή, πιθανότερα, αφού τους μάλωσε, διότι έθεσαν μεταξύ τους ζήτημα πρωτείων, δείχνει τώρα σε αυτούς και πού συνίστανται τα προνόμια, τα κοινά σε όλους, μη δίνοντας ως προς αυτό σε κανέναν κάποια προτίμηση. Τα προνόμιά τους συνίστανται στο ότι παραμένουν σταθερά στο πλευρό του, την ώρα που διακονεί και υπηρετεί τους άλλους (p). Αφού τους μάλωσε για την αδυναμία που εκδήλωσαν, τώρα ενθαρρύνει αυτούς με την υπόσχεση της αληθινής και αιώνιας δόξας στη βασιλεία του Πατέρα. Φροντίζει ώστε να μην αποθαρρυνθούν από την απαγόρευσή του να επιδιώκουν επίγειες τιμές και αξιώματα (ο).
(2) Η πρόθεση «δια» και ο παρακείμενος εκφράζει την ιδέα της επίμονης και σταθερής και διαρκούσας ακόμη παραμονής κοντά του=Εσείς έχετε επίμονα παραμείνει μαζί μου και εξακολουθείτε να παραμένετε. Δες α 22,Εβρ. α 11,Β Πέτρ. γ 4 (p).
Οι μαθητές του παρέμειναν πλησίον του σε όλες τις θλίψεις του και συμμετείχαν και αυτοί σε αυτές. Μικρή ήταν η βοήθεια, την οποία οι μαθητές μπορούσαν να παράσχουν σε αυτόν. Οπωσδήποτε όμως δέχτηκε αυτήν με χαρά, παρόλο που το ότι παρέμεναν κοντά του ήταν και αυτό δωρεά της χάρης του. Και η ευμένεια αυτή του Ιησού παρουσιάζεται ζωηρότερα, όταν λάβει κάποιος υπόψη τις τόσες πλάνες, παρανοήσεις, αδυναμίες, λησμοσύνες των μαθητών, για τις οποίες ο Κύριος επανειλημμένα τους είχε ελέγξει. Αλλά ο διδάσκαλος τώρα παραβλέπει και ξεχνά όλα αυτά, και το μόνο, το οποίο θυμάται, είναι, ότι αυτοί έμειναν μαζί του στους πειρασμούς του.
(3) Πειρασμούς εδώ ονομάζει τις στερήσεις του, τις εναντίον του συκοφαντίες, τις ενέδρες, την απόρριψή του εκ μέρους του λαού και των αρχόντων του (g), τις δοκιμασίες του σε όλο το διάστημα της δημόσιας δράσης του και ιδιαίτερα κατά τον τελευταίο αυτό χρόνο της (p). Η όλη λοιπόν ζωή του Κυρίου ήταν πλήρης πειρασμών και διαμέσου αυτών μπήκε στη δόξα. Και αυτός είναι και ο κλήρος όλων των πιστών (b).
Διακηρύττει εδώ ο Κύριος ότι αντιμετώπισε πολλούς πειρασμούς. Η ζωή του ήταν πλήρης από πειρασμούς· από τον χρόνο, κατά τον οποίο ο σατανάς πείραξε αυτόν πάρα πολύ έντονα στην έρημο μέχρι τη στιγμή κατά την οποία διεξήγαγε τον τελικό αγώνα με τον άρχοντα του σκότους πάνω στο σταυρό (δες Ιω. ιδ 30) ο Μεσσίας πολεμήθηκε από το διάβολο και τα όργανά του. Η φράση στο Λουκά δ 13 «ο διάβολος απομακρύνθηκε από αυτόν μέχρι τον κατάλληλο καιρό» δεν δηλώνει, ότι ο σατανάς στο μεταξύ αποσύρθηκε τελείως, αλλά ότι απομακρύνθηκε από τέτοιους βίαιους και σκληρούς πειρασμούς, όπως ήταν αυτοί στην έρημο (ο).

22.29 κἀγὼ(1) διατίθεμαι(2) ὑμῖν(3) καθὼς(4) διέθετό μοι ὁ πατήρ(5) μου βασιλείαν(6)
29 Κι όπως ο Πατέρας μου μού έδωσε τη βασιλεία, θα σας δώσω κι εγώ το δικαίωμα να τρώτε και να πίνετε στο τραπέζι μου στην βασιλεία μου.
(1) Για ανταμοιβή της πιστής εμμονής σας και εγώ (b). Αυτά πράξατε εσείς για μένα. Με συντροφεύσατε στους αγώνες μου. Και εγώ λοιπόν θα κάνω εσάς συντρόφους μου στη δόξα μου (g). Δες Αποκ. γ 10: «Επειδή φύλαξες τον λόγο της υπομονής μου, και εγώ θα σε φυλάξω από την ώρα του πειρασμού που πρόκειται να έλθει σε όλη την οικουμένη» .
(2) «Αντί να πει υπόσχομαι» (Ζ). Το διατίθεμαι λέγεται συνήθως για δόσιμο με διαθήκη εξ’ αιτίας θανάτου. Όπως π.χ. την βασιλεία εις την Αλεξάνδρα διέθετο (Ιωσήπου Αρχ. ΧΙΙ 16,1). Εδώ όμως δεν μπορεί το ρήμα να σχετιστεί με τη διαθήκη (σ. 20), αφού το διέθετο που ακολουθεί δεν μπορεί να λεχθεί για διαθήκη του Πατέρα (L).
(3) Το αντικείμενο του διατίθεμαι είναι κοινό με το διέθετο που ακολουθεί. Υπόσχομαι «βασιλεία ουράνια, με τις ελπίδες της οποίας τους δυναμώνει περισσότερο ώστε να έχουν γενναιοψυχία και υπομονή» (Ζ). Όχι κάποια ανεξάρτητη από τη δική του, αλλά αυτήν την ίδια τη δική του βασιλεία, της οποίας οι μαθητές θα αποβούν συμμέτοχοι και κοινωνοί (ο). Λιγότερο πιθανώς υπόσχομαι σε σας, να τρώτε και να πίνετε στο τραπέζι μου (δ).
(4) Δεν πρέπει να πάρουμε το «καθώς» με την έννοια της πλήρους ομοιότητας, αλλά μάλλον με την έννοια του εφ’ όσον· από τη στιγμή, κατά την οποία· μια και έχω εγώ την βασιλεία και δύναμη να ενεργώ… (L).
(5) «Δηλαδή ξεχώρισε για μένα βασιλεία» (Θφ).
(6) Το άναρθρο της λέξης, μάς οδηγεί να θεωρήσουμε αυτήν με την έννοια της εξουσίας της βασιλικής και όχι του βασιλείου (g). Δες Αποκ. ιζ 12. Η βασιλεία με κάθε έννοια της λέξης ανήκει στον υιό, συμβασιλεύουν όμως με αυτόν ως αδελφοί και φίλοι και οι πιστοί (δ). Η βασιλική λοιπόν εξουσία την οποία θα έχουν οι πιστοί, θα είναι κάποια πληρεξουσιότητα που παρέχεται σε αυτούς από το Χριστό (g). Σε κάθε βασιλεία προϋποτίθεται ότι αυτοί που μετέχουν σε αυτήν περνούν τρόπο ζωής ηγεμονικό και λαμπρό με διατροφή πλούσια, και έχουν και βασιλική δύναμη που ασκείται από αυτούς. Και τα δύο υπόσχεται ο Κύριος στη συνέχεια στους μαθητές του (b).

22.30 ἵνα εσθίητε(1) καὶ πίνητε ἐπὶ τῆς τραπέζης μου(2) ἐν τῇ βασιλείᾳ μου, καὶ καθίσεσθε(3) ἐπὶ θρόνων κρίνοντες(4) τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ ᾽Ισραήλ.
30 Θα καθίσετε πάνω σε θρόνους και θα κρίνετε τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ».
(1) «Άρα και μετά την ανάσταση των νεκρών… θα χρειαστούμε πάλι φαγητά και τραπέζι; Καθόλου. Αλλά από τα δικά μας πράγματα υποδηλώνει τα πνευματικά» (Κ).
«Αυτό ειπώθηκε από μεταφορά από αυτούς που τιμώνται από τους βασιλιάδες το κόσμου. Διότι αυτοί που δειπνούν μαζί με τους βασιλείς θεωρούνται ότι είναι πρώτοι από όλους» (Θφ).
«Υπάρχουν όμως και κάποιοι, που δέχονται βέβαια τιμές από εκείνους που έχουν εξουσία, αλλά όμως δεν κάθονται και σε κοινό τραπέζι. Ότι λοιπόν θα απολαμβάνουν τις πρώτες τιμές δίπλα σε αυτόν, το δείχνει με παράδειγμα από τα δικά μας» (Κ).
Θα έχουν πλήρη ικανοποίηση των ψυχών τους με τη θέα και απόλαυση του Θεού. Και από αυτό θα έχουν, σαν σε δείπνο, την άριστη συντροφιά και κοινωνία με τελειότητα αγάπης. Διαφορετική γραφή «ίνα έσθητε».
(2) Οι Ιουδαίοι γενικώς θεωρούσαν την Μεσσιακή βασιλεία ως συμπόσιο. Δες Λουκ. ιγ 29,ιδ 15 (p).
«Τραπέζι μεν θα μπορούσαν να είναι τα αιώνια και απόρρητα αγαθά, που είναι ετοιμασμένα για αυτούς που αγαπούν το Θεό· ενώ το να τρώνε και να πίνουν, είναι η απόλαυση αυτών των αγαθών» (Ζ).
Δηλώνεται η στενότατη με τον Κύριο κοινωνία και ένωση και κατά συνέπεια μετοχή των ύψιστων πνευματικών αγαθών (δ).
(3) Διαφορετικές γραφές, καθίζεσθε, καθίσησθε, καθέζησθε, καθήσθε. Δες για την έννοια του στίχου Ματθ. ιθ 28 και τις εκεί σημειώσεις.
(4) Θεωρήθηκε από κάποιους το κρίνω με την έννοια του κυβερνώ και όχι του δικάζω. Η εσχατολογική σημασία του χωρίου αυτού δεν ευνοεί την εκδοχή αυτή. Σύμφωνα με το Α΄ Κορ. στ 2,3 οι πιστοί θα κρίνουν τον κόσμο και αυτούς τους (πονηρούς) αγγέλους. Στη γενική κρίση στους αποστόλους θα έχει ανατεθεί η κρίση των ισραηλιτικών φυλών (g). Πιο εύστοχη ερμηνεία: τις 12 φυλές του Ισραήλ δηλαδή του πνευματικού Ισραήλ, του νέου Ισραήλ της χάριτος (ο).

Στίχ. 31-38. Διάλογος του Κυρίου με τον Πέτρο και τους μαθητές.
22.31 Είπε δε ο Κύριος(1)· Σίμων Σίμων(2), ἰδοὺ ὁ Σατανᾶς(3) ἐξῃτήσατο(4) ὑμᾶς(5) τοῦ σινιάσαι(6) ὡς τὸν σῖτον·
31 Είπε επίσης ο Κύριος: «Σίμων, Σίμων! Ο σατανάς ζήτησε να σας δοκιμάσει σαν το σιτάρι στο κόσκινο.
(1) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν αυτό. Ποια είναι η σύνδεση με τα παραπάνω; Ή, ίσως στο μεταξύ ο Πέτρος είπε κάτι τέτοιο, σαν αυτό που αναφέρει ο Ιωάννης (ιγ 36), και το οποίο αποσιωπάται από τον Λουκά (p). Ή, για να μην τυχόν εφόσον θα δοξάζονταν οι ένδεκα (σύμφωνα με τον προηγούμενο στίχο) αποδώσουν αυτό στις δικές τους δυνάμεις και νομίσουν ότι από μόνοι τους μόνοι αυτοί μεταξύ τόσων χιλιάδων Ιουδαίων παρέμειναν κοντά στον Κύριο στους πειρασμούς του, έδειξε ο Κύριος ότι και αυτοί, εάν δεν προστατεύονταν από την πλούσια βοήθεια του Κυρίου, θα συμπαρασύρονταν στην ίδια αποστασία στην οποία και οι άλλοι (Βέδας).
«Μη νομίσετε, λέει, ότι είναι δικό σας όλο αυτό το κατόρθωμα· διότι ο διάβολος πίεζε πάρα πολύ ζητώντας να σας βγάλει από τη δική μου στοργή και να σας αποδείξει προδότες. Αλλά εγώ παρακάλεσα» (Θφ).
Δες για την προαναγγελία της άρνησης του Πέτρου και Ματθ. κστ 30-35 και Μάρκ. ιδ 26-30 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις. Ο Λουκάς συμφωνεί με τον Ιωάννη (ιγ 36-38) τοποθετώντας την προαναγγελία αυτή στο υπερώο. Ο Ματθαίος και ο Μάρκος όμως τοποθετούν αυτήν την ώρα που ο Κύριος μαζί με τους μαθητές βρισκόταν στο δρόμο βαδίζοντας από το υπερώο στη Γεθσημανή. Δεν αποκλείεται παρόλ’ αυτά να επαναλήφθηκε η προφητεία αυτή του Κυρίου, όπως κάποιοι δέχτηκαν, αν και πολλοί από τους νεώτερους θεωρούν ως απίθανη την επανάληψη αυτή.
(2) Πολύ έντονη σύνδεση ή επανάληψη της ίδιας λέξης (b). Η επανάληψη του ονόματος προκαλεί εντύπωση (p). Γιατί χρησιμοποιεί το όνομα Σίμων και όχι το Πέτρος; Διότι ο Ιησούς τού μιλά ως προς άνθρωπο ασθενή, ο οποίος δεν άξιζε τότε να ονομαστεί με το όνομα της χάριτος (L).
Ο Σίμων ο οποίος έως τώρα ήταν το στόμα και των υπόλοιπων μαθητών, που μιλούσε εξ’ ονόματος και αυτών στον διδάσκαλο, γίνεται τώρα και αυτί αυτών και ό,τι σκόπευε ο Κύριος να πει σε όλους, απευθύνει αυτό στον Πέτρο, ώστε και οι υπόλοιποι να το ακούσουν.
(3) Ο σατανάς που δεν ικανοποιήθηκε από το ότι μπήκε στον Ιούδα και κυρίευσε αυτόν (b).
«Διότι συνηθίζει αυτός (ο σατανάς) να ζητά τους ικανότερους για πάλη, όπως τον Ιώβ» (Ζ).
Πιθανώς ο σατανάς κατηγόρησε τους μαθητές στον Θεό ότι με ιδιοτέλεια ακολουθούν το Χριστό και αποβλέπουν σε κοσμικές δόξες και διακρίσεις από αυτόν ως Μεσσία και κοσμικού βασιλιά, όπως τον περίμεναν. Και ζήτησε, όπως άλλοτε για τον Ιώβ, την άδεια να τους δοκιμάσει.
(4) Η πρόθεση «εξ» στο ρήμα έχει μέσα της την ιδέα του επιζητά να πέσουν από τα χέρια του Ιησού στα δικά του χέρια (g).
«Με επιθυμία επιτέθηκε στον Ιώβ. Έτσι σκεφτόταν να επιτεθεί στον Πέτρο. Για αυτό και έλεγε ο Χριστός· Πόσες φορές σε ζήτησε ο σατανάς, να σε κοσκινήσει σαν το σιτάρι; Είδες πόση επιθυμία είχε;» (Χ).
Παρόλ’ αυτά δεν μπορούσε τίποτα να πράξει εναντίον τους εάν δεν δινόταν σε αυτόν η άδεια. Αυτό δηλώνει το «ζήτησε».
(5) Το εσάς στον πληθυντικό περιλαμβάνει όλους τους μαθητές (ο).
(6) «Αντί να πει να θορυβήσει, να κάνει άνω κάτω, να ταράξει» (Ζ), «να ταρακουνήσει, να κοσκινίσει» (Ησύχιος), «να σας φέρει από εδώ, να σας φέρει από εκεί, να σας τραντάξει, να σας δονήσει, να σας κουνήσει πάνω κάτω, να σας βασανίσει, πράγμα που γίνεται σε αυτά που κοσκινίζονται» (Χ).
«Διότι «σινίον» σε κάποιους ονομάζεται αυτό που εμείς λέμε κόσκινο, στο οποίο το στάρι πηγαίνοντας πέρα δώθε ταράζεται» (Ζ). Ήθελε να αποδείξει αυτούς ότι είναι άχυρο και όχι στάρι. Θέλησε με τους πειρασμούς, τους οποίους θα τους επέφερε, να παρασύρει αυτούς στην αμαρτία και στην πλήρη άρνηση του Χριστού.

22.32 ἐγὼ δὲ(1) ἐδεήθην(2) περὶ σοῦ ἵνα μὴ ἐκλίπῃ ἡ πίστις σου(3)· καὶ σύ ποτε(4) ἐπιστρέψας(5) στήριξον(6) τοὺς ἀδελφούς(7) σου(8).
32 Εγώ όμως προσευχήθηκα για σένα, να μη σε εγκαταλείψει η πίστη σου. Κι εσύ όταν ξαναβρείς την πίστη σου, στήριξε τους αδερφούς σου».
(1) Το «εγώ δε» και ο αόριστος που ακολουθεί βρίσκονται σε έντονη αντίθεση με το σατανά και την αίτησή του (p). «Ο μεν σατανάς έδειξε πολλή φροντίδα εναντίον σας· εγώ όμως ζήτησα για σένα» (Θφ). Η προσευχή του Κυρίου δεν παρεμπόδισε την έφοδο αυτή του σατανά, αλλά κατανίκησε την επίδρασή της (ο).
(2) «Ζήτησα από τον Πατέρα μου ως άνθρωπος» (Ζ). «Αυτό το είπε όσον αφορά την ανθρώπινη φύση του· διότι ως Θεός, τι ανάγκη είχε να ζητήσει;» (Θφ). Τι υπέροχο δείγμα στοργής και μέριμνας για τους μαθητές. Αυτές τις ώρες, οι οποίες αμέσως προηγούνταν της αγωνίας στη Γεθσημανή και του σκληρού θανάτου του, να εκδηλώνει τόσο ενδιαφέρον για τους μαθητές (ο).
(3) «Για να μην χάσεις τελείως την πίστη σου σε εμένα στον καιρό της αρνήσεως» (Ζ). Δεν λέει, για να μην κλονιστείς στην πίστη, αλλά για να μην εκλείπει ολοτελώς η πίστη σου (b).
«Φανερώνει όμως με αυτά, ότι αν είχε παραδοθεί στο σατανά για δοκιμασία, θα μπορούσε να αποδειχτεί τελείως άπιστος» (Κ).
«Διότι τι δεν θα έκανε ο εχθρός μας διάβολος, αν δεν ήταν ο Κύριος μαζί μας;… Διότι είναι πονηρό το θηρίο και αχόρταγο, και αν συνεχώς δεν του έβαζε ο Θεός χαλινάρια, όλα θα τα ανέτρεπε και θα τα ανακάτωνε» (Χ).
Ήταν λοιπόν δυνατόν να ρίξει αυτόν ο σατανάς σε απελπισία όμοια με εκείνη, η οποία οδήγησε σε απώλεια τον Ιούδα (g). Ο Σωτήρας λοιπόν προγνωρίζοντας την άρνηση του Πέτρου παρακάλεσε για αυτόν τον Πατέρα (δ). Πόσο φως ρίχνει ο λόγος αυτός του Κυρίου στην ισχυρή πραγματικότητα των σκηνών του αόρατου κόσμου και της επίδρασης αυτών σε σχέση με τα γήινα! (g).
Λόγω της μεσιτείας και προσευχής του Χριστού η πίστη των μαθητών του, αν και κλονίζεται μερικές φορές, δεν εκλείπει όμως. Εάν αφήνονταν στους εαυτούς τους, θα έπεφταν. Φυλάσσονται όμως με τη δύναμη του Θεού και την προσευχή του Χριστού. Η προσευχή όμως και μεσιτεία του Χριστού δεν είναι μόνο γενική, για όλους συνολικά τους πιστούς, αλλά και ατομική, αναφερόμενη και στον καθένα από τους πιστούς.
(4) Χρησιμοποιείται αυτό και για σύντομο χρόνο που παρεμβάλλεται, όπως έδειξε ο Ευστάθιος. Στο χωρίο αυτό δηλώνει απλώς αόριστο χρόνο=κάποτε, οποτεδήποτε και αν γίνει η επιστροφή σου, είτε μετά από πολύ είτε μετά από σύντομο χρόνο (b).
(5) «Παρακάλεσα για σένα. Ποια λοιπόν αμοιβή θα ανταποδώσεις για αυτήν την φροντίδα και την πρόνοια; Άραγε ποια αμοιβή ζητάει; Αυτήν την ίδια πάλι. Διότι και εσύ, λέει, όταν επιστρέψεις στήριξε τους αδελφούς σου» (Χ). «Όταν επιστρέψεις μετά την άρνηση εννοείται με κλάμα πικρό, δηλαδή όταν αποκατασταθείς πάλι στην πρώτη θέση» (Ζ). «Όταν επιστρέψεις δηλαδή όταν μετανοήσεις και δακρύσεις και φύγεις από την άρνηση» (Θφ).
(6) «Δηλαδή γίνε στήριγμα και διδάσκαλος αυτών που έρχονται σε εμένα με την πίστη» (Κ).
«Διότι εσύ, Πέτρο, όταν επιστρέψεις θα γίνεις σε όλους καλό υπόδειγμα για μετάνοια, και κανείς από όσους πιστεύουν σε εμένα δεν θα απελπιστεί όταν στρέψει τα μάτια του σε εσένα που ήσουν μεν απόστολος, αλλά αρνήθηκες και πάλι πήρες τα πρωτεία με τη μετάνοια» (Θφ).
Πέτρο, όταν αποκατασταθείς με τη χάρη του Θεού και οδηγηθείς σε μετάνοια, κάνε και συ ό,τι εξαρτάται από σένα για να στηριχτούν και άλλοι. Όταν πληροφορηθείς, ότι η κλονισμένη πίστη σου δεν εξαλείφθηκε, εργάσου να στηρίξεις και άλλους στην ίδια πίστη. Όταν απολαύσεις εσύ το έλεος και τους οικτιρμούς του πανάγαθου Θεού, που δέχεται τη μετάνοια των αμαρτωλών, ενθάρρυνε και άλλους να ελπίζουν στο έλεος αυτό και με πεποίθηση ακλόνητη ότι θα πάρουν αυτό να προστρέχουν στον σπλαχνικό Πατέρα. Όσοι έτυχαν της επίσκεψης του θείου ελέους και σώθηκαν από την άβυσσο της καταστροφής, οφείλουν να διακηρύττουν το πέλαγος της θείας αγαθότητας και στους άλλους και να ενθαρρύνουν και να προτρέπουν αυτούς να επιστρέψουν και αυτοί στο Θεό και να απολαύσουν τις δωρεές της αγαθότητάς του.
«Και θαύμασε πάλι τη σοφή διατύπωση του λόγου και την υπερβολή της θείας αγαθότητας. Για να μην οδηγήσει δηλαδή σε απογοήτευση τον μαθητή, με τη σκέψη ότι θα απομακρυνθεί από τα αξιώματα της αποστολής, επειδή επρόκειτο να τον αρνηθεί, τον γεμίζει με καλή ελπίδα, και ότι θα επιτύχει τα αγαθά που του είχε υποσχεθεί. Γιατί του είπε, ότι «και εσύ όταν επιστρέψεις στήριξε τους αδελφούς σου». Πόσο απερίγραπτη φιλανθρωπία! Δεν είχε γίνει ακόμη η αμαρτία, και έλαβε την συγχώρεση, και τον κατέταξε πάλι στα αποστολικά αξιώματα» (Κ).
(7) «Αδελφούς του είπε λοιπόν τους άλλους αποστόλους ή αυτούς που επρόκειτο μέσω αυτού να πιστέψουν» (Ζ).
(8) Τους αδελφούς σου είπε και όχι τους αδελφούς μας. Διότι με άλλο τρόπο έχει αυτούς αδελφούς ο Πέτρος και με διαφορετικό τελείως ο Κύριος (b).

22.33 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ(1), Κύριε, μετὰ σοῦ(2) ἕτοιμός(3) εἰμι καὶ εἰς φυλακὴν καὶ εἰς θάνατον(4) πορεύεσθαι.
33 Εκείνος του είπε: «Κύριε, μαζί σου εγώ είμαι έτοιμος να πάω και στη φυλακή, ακόμη και στο θάνατο».
(1) «Από πολλή αγάπη δείχνει θράσος ο Πέτρος και υπόσχεται αυτά που μέχρι τώρα ήταν αδύνατα σε αυτόν» (Θφ).
«Επειδή λοιπόν ήταν εύλογο να έχει αυτός μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, αφού ήξερε για τον εαυτό του ότι αγαπά το Χριστό περισσότερο από όλους, για αυτό επιτρέπει ο Θεός να πέσει, να απαρνηθεί τον διδάσκαλο, για αυτό και κλαίει πικρά, και κάνει ομοίως και τα άλλα, τα μετά το κλάμα. Διότι τι δεν έκανε; Μετά από όλα αυτά έβαλε τον εαυτό σου σε μύριους κινδύνους, δείχνοντας με όλα την ανδρεία του και το παράστημα της ψυχής του» (Χ).
(2) Μπαίνει μπροστά με έμφαση.
(3) Ο Πέτρος έχει αυτοπεποίθηση (b).
«Έπρεπε, εφόσον άκουσε τέτοια λόγια από την αυτοαλήθεια, να ζητήσει από αυτόν δύναμη και βοήθεια· αυτός όμως από θερμότητα πιο πολύ αντιλέγει ότι τίποτα τέτοιο δεν θα πάθει» (Ζ).
Παρόλ’ αυτά δείχνει την αγαθή διάθεση του Πέτρου. Ο Ιούδας ουδέποτε διαμαρτυρήθηκε όπως ο Πέτρος, όταν άκουσε από τον Κύριο να προαναγγέλλεται η προδοσία, την οποία είχε πρόθεση να κάνει. Η καρδιά εκείνου ήταν τόσο πλήρως διατεθειμένη προς την προδοσία όσο η καρδιά του Πέτρου ήταν διατεθειμένη να μην αρνηθεί το Χριστό.
(4) Οι περισσότερο θλιβερές δοκιμασίες είναι η φυλάκιση και ο θάνατος (b).

22.34 ὁ δὲ εἶπεν, Λέγω σοι(1), Πέτρε(2), οὐ φωνήσει σήμερον(3) ἀλέκτωρ πριν ή τρίς(4) ἀπαρνήσῃ μη εἰδέναι με(5)
34 Ο Ιησούς τότε του είπε: «Πέτρο, σου λέω ότι πριν λαλήσει σήμερα ο πετεινός, τρεις φορές θα αρνηθείς ότι με ξέρεις».
(1) Ο Ματθαίος και ο Μάρκος γράφουν Αμήν λέγω σοι· ο Ιωάννης Αμήν, αμήν, λέγω σοι. Ο επίσημος τόνος, με τον οποίο ειπώθηκε αυτή η σαφώς προκαθορισμένη προφητεία, προξένησε βαθειά εντύπωση σε όλους (p).
(2) Όχι άσκοπα αντικαταστάθηκε το όνομα Σίμων με το όνομα Πέτρος= Εσύ τον οποίο ύψωσα τόσο πολύ, τον οποίο έκανα Πέτρο, θα πέσεις λοιπόν τόσο χαμηλά; (g). Η όμοια με πέτρα και βράχο πίστη και δύναμη δεν βρίσκεται στην αυτοπεποίθηση, αλλά στην ταπεινή πεποίθηση πάνω στον Κύριο (p).
(3) «Σήμερα είπε διότι ήταν η νύχτα που ακολουθούσε την ημέρα εκείνη» (Ζ). Η ημέρα της 14 (Νισάν) είχε ήδη αρχίσει από το απόγευμα της 13, όπως είπαμε παραπάνω. Σήμερα αν και σου φαίνεται, Πέτρο, ότι είσαι έτοιμος (b).
(4) Δες Ματθ. κστ 34 και Μάρκ. ιδ 30 και τις εκεί σημειώσεις για την αλεκτοροφωνία.
(5) «Του φανερώνει και το είδος του πειρασμού, ότι θα είναι άρνηση. Από εδώ λοιπόν μαθαίνουμε δόγμα, ότι δε αρκεί η πρόθεση του ανθρώπου χωρίς τη βοήθεια του Θεού· όπως ακριβώς λοιπόν και ο Πέτρος επειδή εγκαταλείφθηκε για λίγο, αν και φαινόταν ότι αγαπά και έχει θερμότητα, αλλά όμως όταν τον άφησε ο Θεός, του βαλε τρικλοποδιά ο εχθρός. Και πάλι, δεν αρκεί η βοήθεια του Θεού, αν δεν υπάρχει και η ανθρώπινη πρόθεση· όπως ακριβώς λοιπόν και ο Ιούδας τίποτα δεν ωφελήθηκε, αν και όλα τα έκανε ο Κύριος για να τον κερδίσει. Διότι έλειπε η αγαθή προαίρεση (πρόθεση)» (Θφ).
Ο Χριστός γνωρίζει εμάς καλύτερα από όσο εμείς γνωρίζουμε τους εαυτούς μας. Γνωρίζει το υποκρυπτόμενο σε μας κακό, όπως και ό,τι στο μέλλον θα πράξουμε, μολονότι εμείς ούτε καν υποπτευόμαστε αυτό. Είναι ευεργετικό για μας ότι ο Χριστός γνωρίζει καλύτερα από εμάς, πού και πόσο είμαστε ασθενείς και συνεπώς γνωρίζει πού και πόσο χρειαζόμαστε να μας βοηθήσει.

22.35 Καὶ εἶπεν(1) αὐτοῖς, ῞Οτε ἀπέστειλα ὑμᾶς(2) ἄτερ(3) βαλαντίου(4) καὶ πήρας καὶ ὑποδημάτων, μή τινος ὑστερήθητε(5); οἱ δὲ εἶπον, Οὐθενός(6).
35 Και στους άλλους μαθητές του είπε: «Όταν σας έστειλα χωρίς χρήματα και σακίδιο και υποδήματα, στερηθήκατε μήπως τίποτε;» Αυτοί του απάντησαν: «Τίποτε».
(1) Με τις λέξεις αυτές υποδηλώνεται η αρχή νέου θέματος, δεν υπάρχει όμως κάποια ένδειξη για κάποια οποιαδήποτε σύνδεση με τα προηγούμενα (p). Όσα ακολουθούν παρόλ’ αυτά μπορούν να εισαχθούν στο θέμα των δοκιμασιών που προαναγγέλθηκαν στο στίχο 31 και του κοσκινίσματος που αναφέρονται σε όλους τους αποστόλους («ζήτησε ε σ ά ς να σας κοσκινίσει») (L).
(2) Τα ακόλουθα λόγια ταυτίζονται κατά λέξη με τις οδηγίες και εντολές στο κεφάλαιο ι 4, που δόθηκαν κατά μεν τον Ματθαίο στους δώδεκα, κατά δε τον Λουκά στους εβδομήντα. Παρόλ’ αυτά και οι εντολές που δόθηκαν στους 12 αποστόλους (Λουκ. θ 3), δεν είναι μεν αυτολεξεί οι ίδιες, στην ουσία όμως είναι όμοιες με αυτές (p). Με την ερωτηματική μορφή του λόγου προσελκύεται η προσοχή των μαθητών (ο).
(3) ««Άτερ» λέει αντί να πει χωρίς» (Ζ).
(4) «Και όμως τότε δεν ανέφερε το βαλάντιο. Ναι αλλά μαζί με το χρυσάφι και το ασήμι συνυπονόησε και αυτό. Διότι αφού εμπόδισε να έχουν εκείνα, είναι φανερό, ότι και αυτό το εμπόδισε. Αφού όταν δεν υπάρχει θησαυρός, είναι άρα περιττό το θησαυροφυλάκιο» (Ζ).
(5) «Υστέρηση λέει την έλλειψη (φτώχεια)» (Ζ).
(6) Είναι αξιοσημείωτο, ότι τίποτα εδώ δεν λέγεται για τρυφή και για πλούσια διατροφή. Ρωτούνται απλώς και μόνο, εάν στερήθηκαν κάτι (ο). Είναι ωφέλιμο σε μας να βλέπουμε ξανά συχνά την προστασία την οποία η θεία Πρόνοια κατά το παρελθόν επέδειξε σε μας και να θυμόμαστε πώς ο Θεός μάς πέρασε μέσα από τις δυσκολίες, τις οποίες συναντήσαμε. Το «ουδενός», το οποίο απαντούν οι μαθητές είναι αξιοσημείωτο και από την άποψη, ότι, μολονότι ζούσαν κατά την περιοδεία τους με συνδρομή των άλλων, χωρίς αυτοί να κουβαλάνε τίποτα μαζί τους, καμία στέρηση δεν δοκίμασαν. Ενδέχεται η διατροφή τους να μην ήταν πλούσια και εξεζητημένη, έμειναν όμως εξ’ ολοκλήρου ικανοποιημένοι και χορτασμένοι από αυτήν.

22.36 εἶπεν ουν αὐτοῖς, ᾽Αλλὰ νῦν(1) ὁ ἔχων βαλάντιον ἀράτω(2), ὁμοίως καὶ πήραν(3), καὶ ὁ μὴ ἔχων(4) πωλήσει τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ καὶ ἀγοράσει μάχαιραν(5).
36 «Τώρα όμως», τους είπε, «όποιος έχει χρήματα ας τα πάρει· το ίδιο κι αυτός που έχει σακίδιο. Όποιος δεν έχει, ας πουλήσει το πανωφόρι του κι ας αγοράσει μαχαίρι.
(1) Μέχρι τότε οι απόστολοι προστατευόμενοι και από την εύνοια, την οποία απολάμβανε ο Κύριος σε μεγάλη μερίδα του λαού, περνούσαν ζωή σχετικά εύκολη. Αλλά η σύγκρουση του Κυρίου με τις ιουδαϊκές αρχές, η οποία μετά από λίγο θα κορυφωνόταν στο δράμα του Γολγοθά, έμελλε να αλλάξει τελείως την θέση αυτή των μαθητών. Για να κάνει λοιπόν σε αυτούς έντονα αισθητή τη νέα κατάσταση, την οποία οι απόστολοι θα αντιμετώπιζαν, μεταχειρίζεται τις ακόλουθες εικόνες, με σκοπό να συστήσει σε αυτούς την λήψη προληπτικών και προφυλακτικών μέτρων (g).
«Από τώρα, λέει, ντυθείτε ώστε να φροντίζετε και οι ίδιοι τα δικά σας… Διότι δεν θα είναι για σας τέτοια τα πράγματα, εύκολα και άκοπα, αλλά θα πέσετε και σε πείνα και δίψα και σε πολλούς εχθρούς. Διότι αυτά υπαινίσσεται με το βαλάντιο και το σάκκο και το μαχαίρι. Για αυτό σηκωθείτε, διότι και θα πεινάσετε και θα χρειαστείτε φαγητά· το οποίο υπαινίσσεται με το σάκκο. Και να έχετε ανδρεία, διότι θα πέσετε σε πολλούς εχθρούς· το οποίο φανερώνει με το μαχαίρι» (Θφ).
(2) Υπάρχει και η γραφή ἀρεῖ, που προήλθε μάλλον από τη φροντίδα, ώστε να μην παρουσιάζεται ως διαταγή «αλλά ότι είναι προφητεία όπου ο Κύριος προλέγει» (Β. στον δ.). Από αυτό προήλθαν και οι γραφές «πωλήσει… αγοράσει» αντί για τις «πωλησάτω… αγορασάτω» που μαρτυρούνται όχι μόνο από τα αλεξανδρινά αλλά και από πολλά άλλα χειρόγραφα.
(3) Δεν μπορούν πλέον να υπολογίζουν στην ευμενή υποδοχή, της οποίας απόλαυσαν στο παρελθόν και οφείλουν να προετοιμάζονται με βάση την προϋπόθεση, ότι θα τους μεταχειρίζονται σαν συνηθισμένους ταξιδιώτες, υποχρεωμένους να πληρώνουν την τροφή τους και το κατάλυμά τους (g).
(4) Αντικείμενο του μη έχων είναι το μάχαιραν (g). Αλλά και αν συνδέσουμε το μη έχων με το βαλάντιον και πήραν, καλή έννοια αποδίδεται. Μόνο εκείνος, ο οποίος δεν έχει χρήματα ή δισάκι, θα πουλούσε αναγκαστικά και το ρούχο του για να αγοράσει κάτι. Παρόλ’ αυτά σε επικίνδυνες εποχές και περιστάσεις ακόμη και το ιμάτιο είναι λιγότερο απαραίτητο από το μαχαίρι (p).
(5) «Τα λέει αυτά, όχι για να κουβαλάνε οπωσδήποτε μαχαίρια, αλλά υπαινίσσεται τους πολέμους και τους κινδύνους και εισηγείται να είναι σε όλα προετοιμασμένοι» (Θφ).
Είναι σαν να λέει: Θα βρείτε ανθρώπους όχι μόνο μη διατεθειμένους να προσφέρουν φιλοξενία σε σας, αλλά τελείως αντίθετα να διάκεινται εξ’ ολοκλήρου εχθρικά απέναντί σας (b).
«Επομένως έτσι να φροντίζετε για τους εαυτούς σας, σαν να πρόκειται να προσκρούσετε σε πολέμους και κινδύνους» (Θφ). Το μαχαίρι μπήκε εδώ αλληγορικά για να δηλώσει τη σύνεση και σοφία, με την οποία έπρεπε να αντιμετωπίζουν τους κινδύνους (ο). Αξιοσημείωτη και η επόμενη ερμηνεία.
«Αυτός που διατάζει να ευλογούμε αυτούς που λοιδορούν, να ανεχόμαστε αυτούς που επηρεάζουν, να ευχόμαστε για αυτούς που διώκουν, έπειτα μας εξοπλίζει και με μαχαίρι μόνο; Και ποια λογική θα μπορούσε να έχει αυτό;… Θέλει να φανερώσει την έφοδο των Ιουδαίων και ότι πρόκειται να τον συλλάβουν. Και αυτό δεν θέλησε μεν να το πει φανερά, αλλά με αινίγματα, για να μην τους θορυβήσει πάλι αυτούς… Με τα μαχαίρια υπαινίσσεται την τωρινή επιβουλή και ότι πρόκειται να πάθει από τους Ιουδαίους όσα έπαθε. Και αυτό είναι φανερό από τα εξής. Διότι αφού είπε, Ας αγοράσει μαχαίρι, πρόσθεσε, Διότι πρέπει τα γραμμένα σχετικά με εμένα να συντελεστούν, ότι «κατατάχτηκε μεταξύ των ανόμων»» (Χ).
«Ούτε λοιπόν τελείως τα αποσιώπησε, για να μην ταραχτούν από την άμεση έφοδο, ούτε πάλι τελείως τα έκανε γνωστά, για να μην κυριευτούν από κάποια δειλία» (Σχ).
Πάντως η μάχαιρα του Πνεύματος είναι εκείνη, με την οποία πρέπει να είναι πάντοτε οπλισμένοι οι μαθητές του Χριστού. Αφού ο Χριστός έπαθε για μας πρέπει και εμείς με το ίδιο φρόνημα και την ίδια απόφαση να οπλιστούμε (Α΄Πετρ. δ 1). Πρέπει να οπλιστούμε με την προσδοκία διωγμών και βασανιστηρίων, ώστε να μην εκπλησσόμαστε, όταν συναντάμε αυτά, αλλά υποτασσόμενοι με αυταπάρνηση στο θέλημα του Θεού να υφιστάμεθα αυτά γενναία.

22.37 λέγω γὰρ(1) ὑμῖν ὅτι έτι(2) τοῦτο τὸ γεγραμμένον(3) δεῖ(4) τελεσθῆναι ἐν ἐμοί, τὸ Καὶ μετὰ ἀνόμων ἐλογίσθη(5)· καὶ γὰρ(6) τὸ περὶ ἐμοῦ(7) τέλος(8) ἔχει.
37 Γιατί σας βεβαιώνω πως πρέπει να εκπληρωθεί για μένα αυτό που είναι γραμμένο στη Γραφή: και με τους ανόμους συγκαταλέχθηκε. Ό,τι έχει γραφτεί για μένα, εκπληρώνεται».
(1) Το «γαρ» εισάγει την εξήγηση της μεταβολής που επήλθε από το «όταν απέστειλα» μέχρι το «τώρα» (p)= Για αυτό θα σας αποστραφούν τώρα, διότι ετοιμάζουν την μεγίστη ποινή και ύβρη εναντίον μου, τον σκληρό θάνατο μαζί με τους κακούργους· και αυτό θα εξαγριώσει αυτούς εναντίον σας (δ).
(2) Τα αλεξανδρινά και λίγα άλλα χειρόγραφα παραλείπουν αυτό. Αυτό ακόμη= Μετά από τόσα άλλα (b). Τα άλλα όλα, ύβρεις, διωγμοί, απιστία, πώρωση εκπληρώθηκαν. Και μένει ακόμη αυτό το οποίο πρέπει να εκπληρωθεί (δ).
(3) Δες Λουκ. κ 17,Β΄Κορ. δ 13. Συχνότερα συναντιέται «τα γεγραμμένα» Λουκ. ιη 31,κα 22,Πράξ. ιγ 29,Αποκ. κ 12,κβ 19 (p). Αυτό που έχει γραφτεί στο Ησαΐου νγ 12. Η πληροφορία την οποία είχε ο Κύριος και ως άνθρωπος, ότι τα παθήματα τα οποία επρόκειτο να υποστεί, είχαν προφητευτεί και προαναγγελθεί από τους προφήτες, διότι είχαν προαποφασιστεί από τον Πατέρα του, έκανε σε αυτόν ευπρόσδεκτο το σκληρό μαρτύριο και βάδιζε προς αυτό σταθερά και με όλη τη θέλησή του.
Όταν και εμείς βρισκόμαστε σε δοκιμασίες και θλίψεις, ας μην λησμονούμε, ότι ο ουράνιος Πατέρας μας όχι μόνο είναι εν πλήρη γνώση αυτών και επιτρέπει αυτές για το καλό μας, αλλά και προτού αυτές μας συμβούν, προγνώριζε αυτές και είχε προαποφασίσει να υποστούμε αυτές. Η πληροφορία αυτή θα μας καθιστά ελαφρό το φορτίο των θλίψεων και θα μας ενισχύει πολύ στο να υπομένουμε αυτές.
(4) Λουκ. δ 43 και θ 22.
(5) Το «και» αποτελεί μέρος της παράθεσης= ακόμη και με άνομους κατατάχτηκε (p). «Διότι σαν άνομο και κακούργο τον σταύρωσαν ανάμεσα στους άνομους και κακούργους ληστές» (Ζ). Το ελογίσθη σημαίνει ότι, αν και δεν ήταν πράγματι άνομος, κατατάχτηκε μεταξύ των ανόμων.
(6) Μάλλον αιτιολογικό. Διότι «τα γραμμένα σχετικά με εμένα στο νόμο και τους προφήτες παίρνουν τώρα τέλος» (Ζ). Ή, το «και γαρ»=Και πράγματι αυτά που αφορούν σε μένα φθάνουν στο τέλος τους (L).
(7) Υπάρχει και η γραφή «το περί εμού». Ή, το περί εμού γεγραμμένον. Ή, αυτό που αφορά εμένα (L).
(8) Ή, εκπληρούνται και πραγματοποιούνται ή έφθασαν στο τέλος τους· αναφέρεται στο τραγικό τέλος της δράσης του Κυρίου (g). Η φράση παρόλ’ αυτά «τέλος έχει» χρησιμοποιείται για χρησμούς και προφητείες που εκπληρώνονται (p).

22.38 οἱ δὲ εἶπον, Κύριε, ἰδοὺ μάχαιραι ὧδε δύο(1). ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς, ῾Ικανόν ἐστι(2).
38 Οι μαθητές τού είπαν: «Κύριε, να, υπάρχουν εδώ δύο μαχαίρια». Κι εκείνος τους απάντησε: «Αρκετά».
(1) «Επειδή δεν κατάλαβαν, τι δήλωνε το… να αγοράσει μαχαίρι, δείχνουν δύο μαχαίρια» (Ζ).
Βρήκαν αυτά στο δωμάτιο ή είχαν φέρει αυτά μαζί τους (b). Δεν πρόκειται για μαχαίρια τραπεζιού, αλλά για ξίφη κατάλληλα για άμυνα εναντίον ληστών ή εναντίον κάθε επίθεσης. Ένα από αυτά ήταν του Πέτρου, ο οποίος με χτύπημα μάλλον έκοψε με αυτό το αυτί του Μάλχου (p).
(2) «Αυτός όμως όταν τους είδε ότι δεν κατάλαβαν, είπε· είναι αρκετό. Αν και βεβαίως δεν ήταν αρκετό. Διότι αν μεν έπρεπε να χρησιμοποιήσουν ανθρώπινη βοήθεια εναντίον αυτών που ληστρικά επιτίθενταν, ούτε εκατό μαχαίρια δεν ήταν αρκετά· αν όμως όχι αυτό, αλλά χρειαζόταν πιο θεϊκή βοήθεια, ήταν περιττά και τα δύο. Αλλά ο Κύριος δεν θέλησε να ελέγξει αυτούς ότι δεν κατάλαβαν, αλλά λέγοντας, είναι αρκετό, προσπέρασε. Όπως ακριβώς λοιπόν και εμείς, όταν μιλώντας σε κάποιον δούμε αυτόν να μην κατάλαβε αυτό που είπαμε, λέμε· Καλά, άσε· αν και βεβαίως δεν είναι καλά. Αλλά για να μην ενοχλούμε, τον αφήνουμε… Προσπερνά λοιπόν ο Κύριος και αφήνει, αφήνοντας την κατανόηση των λεγομένων στην έκβαση των πραγμάτων… διότι ύστερα κατάλαβαν αυτό οι μαθητές μετά την ανάσταση. Κάποιοι επίσης είπαν ότι με ειρωνεία είπε ο Κύριος το Είναι αρκετό» (Θφ).
Λιγότερο πιθανή η τελευταία αυτή εκδοχή που διατυπώνεται από τον Κ. ως εξής:
«Χαμογελά κατά κάποιο τρόπο με αυτό που είπαν, γνωρίζοντας καλά ότι οι μαθητές μη καταλαβαίνοντας, όπως είπα, τη σημασία αυτών που είπε, νόμισαν ότι είπε πως έχουν ανάγκη από μαχαίρια… Βλέποντας λοιπόν ο Σωτήρας προς εκείνα που επρόκειτο να συμβούν στους Ιουδαίους εξαιτίας της εναντίον του ασέβειας, χαμογελά με αυτό που είπαν… Ναι, λέει, θα αρκέσουν δύο ξίφη για την αντιμετώπιση του πολέμου που επρόκειτο να έλθει εναντίον τους, για τον οποίο δεν θα μπορούσαν να ωφελήσουν ούτε πολλές χιλιάδες ξιφών (στην άλωση των Ιεροσολύμων το 70 μ.Χ από τον Τίτο)» (Κ)

Στίχ. 39-46. Η αγωνία της Γεσθημανή.

Δες Ματθ. κστ 36-41 και Μάρκ. ιδ 32-38 και τις εκεί σημειώσεις. Ο κάθε ευαγγελιστής έχει και κάποιες ιδιαίτερες λεπτομέρειες στην αφήγησή του, που δείχνουν την ανεξαρτησία των πηγών του. Ο Λουκάς περιγράφει ειδικά τις έκτακτες φυσικές συνέπειες της αγωνίας του Κυρίου. Η αφήγησή του από την άλλη είναι πολύ σύντομη. Ο Ιωάννης αποσιωπά ολόκληρη τη σκηνή, σημειώνει όμως ξεκάθαρα (ιη 1) τον τόπο. Σε περικοπή του επίσης αξιολογότατη (ιβ 23-28) ο ευαγγελιστής αυτός μας αποκαλύπτει την αληθινή φύση αυτού του αγώνα, ο οποίος είχε αρχίσει ήδη πριν από πολλές ημέρες στην καρδιά του Ιησού. Και η προς Εβραίους επιστολή (ε 7-9) εμπεριέχει υπαινιγμό προφανέστατο της αφήγησης της Γεθσημανή, στον οποίο απαστράπτει όσο πουθενά αλλού η πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσης του Κυρίου, το οποίο αποβαίνει τόσο περισσότερο αξιοσημείωτο, όσο το σύγγραμμα αυτό είναι από εκείνα, τα οποία εξαίρουν συγχρόνως και την θεία φύση του Κυρίου (g).
Στη Γεθσημανή η ψυχή του Κυρίου δοκίμασε την θλίψη που προκλήθηκε από την αμαρτία, για την οποία ήλθε να ικανοποιήσει τη θεία δικαιοσύνη και αισθάνθηκε την οργή, την οποία ο Πατέρας εκδήλωσε κατά της παράβασης του ανθρώπινου γένους. Εκεί ο Κύριος έδωσε πάλη με τον άρχοντα του σκότους, ο οποίος έλαβε για δοκιμασία του εγκαταλελειμμένου στις δυνάμεις του υιού του ανθρώπου όλα τα πλεονεκτήματα, τα οποία θα επιθυμούσε, για να ανατρέψει αυτόν, αλλά αφού ηττήθηκε «ο άρχοντας του κόσμου τούτου διώχτηκε έξω».
22.39 Καὶ ἐξελθὼν(1) ἐπορεύθη κατὰ τὸ ἔθος(2) εἰς τὸ ῎Ορος τῶν ᾽Ελαιῶν· ἠκολούθησαν δὲ αὐτῷ καὶ(3) οἱ μαθηταί αυτού.
39 Ύστερα ο Ιησούς βγήκε και πήγε, όπως συνήθιζε, στο όρος των Ελαιών. Τον ακολούθησαν και οι μαθητές του.
(1) Στο «αφού βγήκε» περιλαμβάνεται η έξοδος από το υπερώο από τη μία και από την πόλη από την άλλη (g).
(2) Χωρίς να επιζητήσει να διαφύγει τον Ιούδα, ο οποίος θα ερχόταν αναμφίβολα να τον αναζητήσει εκεί (g). Δεν ήταν πλέον αναγκαίο να φυλαχτεί ο Ιούδας σε άγνοια των κινήσεων του Κυρίου και για αυτό ακολουθεί ο Κύριος την συνήθη πράξη του (p).
(3) Παρά τον κίνδυνο που τους απειλούσε (g).

22.40 γενόμενος δὲ ἐπὶ τοῦ τόπου εἶπεν αὐτοῖς, Προσεύχεσθε(1) μὴ εἰσελθεῖν(2) εἰς πειρασμόν.
40 Όταν έφτασε στο συνηθισμένο τόπο τούς είπε: «Να προσεύχεστε να μη σας νικήσει ο πειρασμός».
(1) «Συμβούλευσε τους μαθητές εκείνα που χρειάζονταν στην περίσταση εκείνη» (Κ). Βλέπει ο Κύριος να πλησιάζει και για τους μαθητές ο καιρός της δοκιμασίας και τους προσκαλεί να προσευχηθούν, προτρέποντας αυτούς σε αυτό και με το παράδειγμά του (g)
(2) Η χρήση του ρήματος εισέρχομαι προκειμένου για πειρασμό με την έννοια του υποκύπτω στον πειρασμό κατανοείται, εάν αντιταχθεί με τη σκέψη το ρήμα αυτό με το διέρχομαι (=περνώ μέσα από)(g). Δες στίχο 46. Ο πειρασμός εδώ συνίστατο σε κλονισμό της πίστης στον Ιησού ως Μεσσία και Σωτήρα, και θα προερχόταν και από την ταπείνωση και τους εξευτελισμούς, στα οποία ο Ιησούς θα υποβαλλόταν, όταν θα θριάμβευαν για λίγο εις βάρος του οι εχθροί του (ο).

22.41 καὶ αὐτὸς ἀπεσπάσθη(1) ἀπ᾽ αὐτῶν ὡσεὶ λίθου βολήν(2), καὶ θεὶς τὰ γόνατα(3) προσηύχετο(4)
41 Εκείνος απομακρύνθηκε απ’ αυτούς σε απόσταση πετροβολιάς· γονάτισε κι άρχισε να προσεύχεται
(1) Με την έννοια του απομακρύνθηκε (δ) με πρόθεση γεμάτη από πόθο και θερμότητα (b). Υποδηλώνει κίνηση απότομη και κάπως βίαιη και ταυτόχρονα ένα είδος παθητικότητας= κατά κάποιο τρόπο σύρθηκε μακριά από τους δικούς του από τη συγκίνηση που τον κυρίευσε (g).
(2) Δηλαδή γύρω στα τριάντα μέτρα, έτσι ώστε οι μαθητές κάτω από το φως της πανσέληνου μπορούσαν να βλέπουν τον Διδάσκαλό τους (L).
(3) Η φράση τιθέναι τα γόνατα δεν είναι κλασική. Είναι μάλλον λατινισμός (=genua ponere=έπεσε στα γόνατα)(p).
(4) Ο παρατατικός δηλώνει τη συνεχιζόμενη προσευχή (p).
«Προσεύχεστε, είπε, για να μην μπείτε σε πειρασμό. Αλλά για να μην τους ωφελήσει μόνο με λόγια, αλλά και να γίνει παράδειγμα αυτού του πράγματος (της προσευχής), αφού απομακρύνθηκε λίγο, πέφτοντας στα γόνατα προσευχήθηκε» (Κ).

22.42 λέγων· Πάτερ, εἰ βούλει(1) παρενεγκείν(2) τοῦτο τὸ ποτήριον(3) ἀπ᾽ ἐμοῦ(4)· πλὴν μὴ τὸ θέλημά μου(5) ἀλλὰ τὸ σὸν(6) γινέσθω.
42 μ’ ετούτα τα λόγια: «Πατέρα, αν θέλεις, γλίτωσέ με απ’ αυτό το ποτήρι. Ας μη γίνει όμως το δικό μου θέλημα αλλά το δικό σου».
(1) «Βλέπεις ότι με ευλάβεια τέτοια που ταιριάζει σε άνθρωπο ζήτησε ο Χριστός την απομάκρυνση του πειρασμού; Διότι λέει, «εάν θέλεις απομάκρυνέ το». Σαν να είναι δηλαδή ένας από εμάς, αναθέτει στη θέληση του Πατέρα το τέλος εκείνων που επρόκειτο να συμβούν» (Κ).
«Διότι για να γίνει πιστευτό, ότι αληθινά έγινε άνθρωπος, επέτρεψε στη φύση να κάνει το δικό της και επιθυμεί τη ζωή και αυτός ως άνθρωπος και εύχεται να απομακρυνθεί το ποτήριο· διότι αγαπά πολύ τη ζωή ο άνθρωπος· και με αυτά τα λόγια ανατρέπει τις αιρέσεις που λένε ότι κατά φαντασία έγινε άνθρωπος» (Θφ).
(2) Υπάρχει και η γραφή παρένεγκε και παρενέγκαι. Η ελλειπτική μορφή του λόγου, που προέρχεται από τη σφοδρή συγκίνηση αυτού που μιλά και ονομάζεται από τους γραμματικούς αποσιώπηση, συναντιέται και στο Λουκά ιθ 42 (ο).
(3) Στην Π.Δ. η μεταφορά του ποτηρίου για την καλή ή κακή τύχη κάποιου προσώπου είναι συνηθέστατη (Ψαλμ. ι 6,ιε 5,κβ 5,οε 9 κλπ). Στην Κ.Δ. χρησιμοποιείται ειδικά για το πάθος του Χριστού. Δες Μάρκ. ιδ 36,Ιω. ιη 11,Ματθ. κ 23,23,Μάρκ. ι 38,39 (p).
«Γιατί βρίσκεται να ατονεί η φύση του ανθρώπου, ακόμη και στον ίδιο το Χριστό, όσο εξαρτάται από αυτήν, αλλά επαναφέρεται από το Λόγο που ενώθηκε με αυτήν σε γενναιότητα που ταιριάζει στο Θεό».
«Το πάθος δηλαδή της λύπης… δεν εκδηλωνόταν στην ίδια τη θεία και απαθή φύση του Λόγου· διότι ήταν αδύνατο, επειδή βρίσκεται πέρα από κάθε πάθος· λέμε όμως ότι ο Λόγος, που έλαβε σάρκα και κατέβηκε στα ανθρώπινα μέτρα, θέλησε φαινομενικά να υπομείνει τα δικά της πάθη. Όπως λοιπόν λέγεται ότι πείνασε, αν και είναι ζωή και ζωοποιός, και είναι ο ίδιος ο άρτος ο ζωντανός, και κοπίασε από τον μακρό δρόμο, αν και είναι Κύριος των δυνάμεων, έτσι λέγεται και ότι περιέπεσε σε αγωνία και φάνηκε ότι λυπήθηκε. Γιατί δεν έπρεπε αυτός που κατέβηκε σε ταπείνωση και περιβλήθηκε τα ανθρώπινα μέτρα, να εμφανίζεται ότι αποφεύγει τα ανθρώπινα» (Κ).
(4) Ο Κύριος δεν αρνείται ούτε για μια στιγμή να συντελέσει τη σωτηρία της ανθρωπότητας. Ζητά μόνο εάν εκτός του σταυρού ο Πατέρας με την απεριόριστή του δύναμη και σοφία, δεν θα μπορούσε να βρει και άλλο μέσο συνδιαλλαγής (g).
(5) Όταν λέει ο Ιησούς το θέλημά μου δεν εννοεί ούτε ολόκληρο το θέλημά του ούτε το οριστικό θέλημά του, το οποίο έγινε τέτοιο μετά από απόφαση. Λέγοντας θέλημά μου εννοεί το θέλημα του φυσικού ενστίκτου, που τοποθετήθηκε μέσα μας από το Θεό, και το οποίο ένστικτο αποστρέφεται το πάθος. Η αντίσταση λοιπόν του θελήματος μπροστά στη σκληρή τιμωρία, όπως ήταν εκείνη, την οποία ο Ιησούς είχε μπροστά του, είναι κάτι το φυσικό και νόμιμο. Η αντίσταση μάλιστα αυτή ήταν τόσο αναγκαία, ώστε χωρίς αυτήν δεν θα υπήρχε θυσία στην υπακοή. Η θυσία αρχίζει ακριβώς με τη σύγκρουση αυτή μεταξύ της φωνής της φύσεως και του ανώτερου θελήματος που συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του έργου, το οποίο ο Θεός επιβάλλει.
Αλλά η σύγκρουση αυτή δεν συνεπάγεται ενοχή και αμαρτία, εφ’ όσον η φωνή της φύσης δεν κυριαρχεί πάνω στη φωνή του πνεύματος, το οποίο παραμένει προσκολλημένο στο θείο θέλημα και το οποίο τελικά κυριαρχεί. Η σύγκρουση λοιπόν εδώ δεν είναι μεταξύ του Ιησού και του Θεού, αλλά μεταξύ δύο στοιχείων μέσα στον ίδιο τον Ιησού Χριστό, στη φύση και στο πνεύμα, το οποίο ούτε για μια στιγμή δεν χωρίζεται από το θείο θέλημα (g)
«Διότι η μεν μνήμη του θανάτου, εισδύοντας στη μνήμη, τάραζε τον Ιησού, ενώ η δύναμη της θεότητας υπέτασσε το πάθος αμέσως στην αρχή του, και το μεταμόρφωνε σε γενναιότητα. Γιατί κινήθηκαν και μέσα στο Χριστό τα ανθρώπινα με δύο τρόπους· διότι έπρεπε αυτός και με αυτά να φαίνεται ότι έχει όλα τα ανθρώπινα, εκτός μόνο από την αμαρτία, και ότι έγινε αληθινά άνθρωπος, όχι φαινομενικά και κατά φαντασία, αλλά με τρόπο φυσικό μάλλον, έχοντας γεννηθεί από γυναίκα. Όμως τον φόβο και την δειλία, που σε εμάς είναι πάθη φυσικά, επειδή προκλήθηκαν από τις αμαρτίες, τα απέφυγε. Επίσης ενεργούσαν στο Χριστό τα ανθρώπινα, όχι για να δυναμώσουν με την ενέργειά τους αυτή, αλλά για να διακόπτωνται με τη δύναμη του Λόγου και να μεταβάλλεται σε μία άλλη ανώτερη και θεϊκότερη κατάσταση η ανθρώπινη φύση, με πρώτο τον Χριστό. Διότι έτσι ήταν δυνατόν, και όχι αλλιώς, και σε εμάς να διαβούμε το δρόμο της θεραπείας» (Κ).
(6) «Να μη γίνει το θέλημά μου το ανθρώπινο, αλλά το δικό σου, το οποίο δικό σου βεβαίως δεν είναι χωρισμένο από το δικό μου θέλημα. Διότι εφόσον είχε δύο φύσεις ο ένας Χριστός, είχε οπωσδήποτε και φυσικά θελήματα και το θείο και το ανθρώπινο, δηλαδή θελήσεις. Ήθελε μεν λοιπόν η ανθρώπινη φύση τη ζωή· διότι αυτό είναι φυσικό· έπειτα ακολουθώντας το θείο θέλημα… καταδέχτηκε το θάνατο. Και έτσι έγινε ένα αυτό που ήθελε, δηλαδή ο σωτήριος θάνατος» (Θφ).

22.43 (1) ὤφθη(2) δὲ αὐτῷ ἄγγελος ἀπ᾽ οὐρανοῦ(3) ἐνισχύων(4) αὐτόν.
43 Φανερώθηκε τότε σ’ αυτόν ένας άγγελος από τον ουρανό και τον ενίσχυε.
(1) Οι στίχοι 43 και 44 παραλείπονται από τον βατικανό και αλεξανδρινό κώδικα και σημειώνονται με σημάδι αμφιβολίας σε κάποια βυζαντινά χειρόγραφα. Υπάρχουν όμως στον σιναϊτικό και τον κώδικα του Βέζα και σε 13 άλλους μεγαλογράμματους κώδικες και στις δύο παλαιότερες μεταφράσεις Ιτάλα και Πεσιτώ. Ο στίχος 44 παρατίθεται και από τον Ιουστίνο και τον Ειρηναίο. Είναι τελείως απίθανο στίχοι που περιέχουν τέτοιες λεπτομέρειες να προστέθηκαν με παρεμβολή. Είναι πιθανότερο, ότι οι στίχοι αυτοί, οι οποίοι εκ πρώτης όψεως φαίνονται να αντιτίθενται στη θεότητα του Ιησού, παραλείφθηκαν σκόπιμα υπό την πρόφαση, ότι τίποτα παρόμοιο δεν συναντιέται στους δύο άλλους συνοπτικούς (g).
(2) Το ώφθη δηλώνει εμφάνιση ορατή στα μάτια ( L). Αντιτίθεται στα συμφραζόμενα και στην έννοια, με την οποία χρησιμοποιεί αλλού το ρήμα ο Λουκάς, το να υποθέσουμε ότι πρόκειται για εσωτερικό φαινόμενο και αόρατη πνευματική παρουσία. Δες Λουκά α11,θ 31,κδ 34,Πράξ. β 3,ζ 2,26,30,35,θ 17,ιγ 31,ιστ 9,κστ 16 (p).
(3) Ήλθε από τον ουρανό (L). Το από τον ουρανό δεν θα το πρόσθετε, εάν επρόκειτο για αόρατη παρουσία αγγέλου (p). Είναι ήδη ο υιός του ανθρώπου, που αντιπροσωπεύει ολόκληρο το ανθρώπινο γένος και βαστάζει στους ώμους του όλα τα βάρη μας.
Η θεία φύση, μολονότι ενωμένη μαζί του, έχει αποσυρθεί κατά τρόπο μυστηριώδη και απρόσιτο στην ανθρώπινη διάνοια και έχει αφήσει μόνο τον υιό του ανθρώπου να αντιπαλαίψει με την ταραγμένη και από σφοδρά κύματα σαλευομένη θάλασσα που τον κυκλώνει. Ήδη ο Ιησούς είναι «λίγο ελαττωμένος από τους αγγέλους (ως άνθρωπος)» και για αυτό υποβάλλεται και στην από άγγελο ενίσχυση. Τι ταπείνωση και τι συγκατάβαση για εμάς!
(4) Ενισχύω σημαίνει συνήθως παίρνω δύναμη (Πράξ. θ 18). Παρόλ’ αυτά λαμβάνεται και με έννοια ενεργητική στους Ο΄ και στον Ιπποκράτη. Η ενίσχυση μπορεί να εννοηθεί ότι παρέχεται είτε στο σώμα είτε στην ψυχή. Στην παρούσα περίσταση η ψυχή πάσχει και μέσω αυτής πάσχει και το σώμα. Στην ψυχή λοιπόν κομίζεται η ενίσχυση από τον άγγελο. Πώς; Αυτό είναι μυστικό του Θεού (L).
Ενισχύοντας αυτόν πάντως όχι με προτροπή και παρόρμηση (b). Δεν αποτελούσαν ρητορικό σχήμα οι προ ολίγων στιγμών λεχθέντες από τον Κύριο λόγοι: Είναι περίλυπη η ψυχή μου έως θανάτου. Όπως στην έρημο υπό το κράτος τα πείνας, έτσι και τώρα υπό το βάρος της αγωνίας ο Κύριος αισθανόταν τον εαυτό του κοντά στο θάνατο. Η παρουσία του αγγέλου έκανε να περάσει μέσα από αυτόν μία ζωογόνα πνοή. Μία δροσιά θεϊκή διαπερνά την ψυχή και το σώμα του και αναλαμβάνοντας δυνάμεις συνεχίζει μέχρι τέλους τον αγώνα αυτόν, από τη βία του οποίου εξαντλούνταν οι φυσικές του δυνάμεις μέχρι θανάτου (g).
Ίσως ο άγγελος σκούπισε τον ιδρώτα του και τα δάκρυά του· ίσως του πρόσφερε κάποιο ποτό δυναμωτικό, όπως και μετά τον πειρασμό στην έρημο τον διακονούσαν οι άγγελοι· ίσως τον βάσταξε στους βραχίονές του και τον βοήθησε να σηκωθεί από το έδαφος ή τον συνέφερε έτοιμο να λιποθυμήσει.

22.44 καὶ γενόμενος ἐν ἀγωνίᾳ(1) ἐκτενέστερον(2) προσηύχετο. ἐγένετο δὲ ὁ ἱδρὼς(3) αὐτοῦ ὡσεὶ θρόμβοι αἵματος(4) καταβαίνοντες ἐπὶ τὴν γῆν(5).
44 Η αγωνία τον κυρίεψε και προσευχόταν πιο πολλή ώρα. Ο ιδρώτας του γινόταν σαν σταγόνες αίματος κι έπεφτε στη γη.
(1) Λέγεται μία φορά. Ο Μάρκος αντί του γενόμενος εν αγωνία γράφει ἐκθαμβεῖσθαι καὶ ἀδημονεῖν, ενώ ο Ματθαίος λυπεῖσθαι καὶ ἀδημονεῖν (p). Η λέξη βγαίνει από το αγών (= αγώνας). Λέγεται για τις ισχυρότερες συγκινήσεις και ταραχές της ψυχής (Grimm.).
(2) Από το εκτείνω= διαρκέστερα, άρα λοιπόν και εντονότερα και με μεγαλύτερη θερμότητα (δ). Δεν εννοεί αυτό, ότι πριν η προσευχή ήταν κάπως ψυχρή και χλιαρή, αλλά ότι τώρα η προσευχή του προσέλαβε ιδιαίτερη σφοδρότητα, που εκδηλωνόταν και σε σχήματα εξωτερικά και σε φωνή ισχυρότερη και σε λυγμούς που διέκοπταν αυτήν. Κατά τη στιγμή αυτή φαίνεται έλαβε χώρα το βεβαιούμενο από την Γραφή, ότι «πρόσφερε δεήσεις και ικεσίες με κραυγή ισχυρή και δάκρυα» (Εβρ. ε 7).
(3) «Ότι η προσευχή ήταν από την ανθρώπινη φύση, η οποία κατά παραχώρηση έπασχε το κοινό πάθος της φιλοζωΐας, και όχι από τη θεότητα, όπως λένε οι Αρειανοί (οπαδοί του αιρετικού Αρείου), είναι φανερό από το ότι ίδρωσε και ένιωσε τέτοια αγωνία ώστε… και θρόμβοι αίματος να πέσουν από αυτόν» (Θφ).
(4) «Θρόμβοι αίματος είναι οι παχύτατες σταγόνες του αίματος. Και το είπε αυτό δηλώνοντας όχι ότι ίδρωσε με αίμα, αλλά ότι έπεφταν από αυτόν παχιοί ιδρώτες από την αγωνία» (Ζ).
«Διότι υπάρχει παροιμία, σε αυτούς που κουράζονται πάρα πολύ, ότι με αίμα ίδρωσε· όπως ακριβώς και σε αυτούς που οδύρονται πικρά, με αίματα κλαίει. Αυτό λοιπόν θέλοντας να δηλώσει και ο ευαγγελιστής, ότι δεν έσταζε με κάποιες λεπτές σταγόνες… αλλά με σταγόνες παχιές ιδρώτα, πήρε για εικόνα αυτού που έγινε τους θρόμβους του αίματος» (Θφ).
Εδώ συγκρίνεται ο ιδρώτας του Σωτήρα κατά το εξωτερικό σχήμα με τον θρόμβο του αίματος για ένδειξη της μεγάλης του αγωνίας, και δεν ταυτίζεται πράγματι σαν να ήταν αιματηρός ιδρώτας (δ). Ο ιατρός Αρεταίος κατά τον Hobart συνέκρινε το πηκτό με τους θρόμβους («παχύ και πηχτό σαν τους θρόμβους»). Η ιατρική παρόλ’ αυτά γνωρίζει και «αιματώδη ιδρώτα», όπως αποκαλεί αυτόν ο Αριστοτέλης (L).
Και υπάρχουν περιπτώσεις, κατά τις οποίες το αίμα βίαια μαστιζόμενο από την αγωνία ξεπηδά από τα αγγεία που το συγκρατούν προς τα έξω αναμιγνυόμενο με τον ιδρώτα (g). Για τον Κάρολο Θ΄ της Γαλλίας αναφέρεται ότι κατά τις δύο τελευταίες εβδομάδες της ζωής του (Μάιος 1574) αίμα ξεπηδούσε από όλους τους πόρους του δέρματος έτσι ώστε σε κάποια περίπτωση βρέθηκε λουσμένος με αιματηρό ιδρώτα (p).
(5) Ότι κατέβαινε παχύς ιδρώτας από την αγωνία το παρατήρησε στο φως της πανσελήνου κάποιος από τους μαθητές που ήταν μαζί του και πιο κοντά (δ).
«Και δήλωνε όπως ακριβώς και με την έντονη προσευχή και με την πολλή αγωνία και την παχύτητα των ιδρώτων, ότι ο Σωτήρας ήταν άνθρωπος κατά τρόπο φυσικό και αληθινό και όχι φαινομενικά και φανταστικά και υπηρέτησε τα φυσικά και αδιάβλητα πάθη (αδιάβλητα=αυτά που δεν μπορούν να κατηγορηθούν ως αμαρτωλά)» (Σχ).
Ο ιδρώτας μπήκε μαζί με την αμαρτία και υπήρξε μέρος της κατάρας στο προπατορικό αμάρτημα (Γεν. γ 19). Όταν λοιπόν ο Χριστός έγινε για χάρη μας αμαρτία και κατάρα, ίδρωσε με ιδρώτα πηχτό, έτσι ώστε με τον ιδρώτα του προσώπου του να φάμε εμείς άρτο και για να εξαγιάσει και να γλυκάνει όλες τις δοκιμασίες μας.

22.45 καὶ ἀναστὰς ἀπὸ τῆς προσευχῆς ἐλθὼν πρὸς τοὺς μαθητὰς εὗρεν κοιμωμένους αὐτοὺς ἀπὸ τῆς λύπης(1),
45 Όταν σηκώθηκε από την προσευχή, ήρθε προς τους μαθητές του και τους βρήκε να κοιμούνται, γιατί ήταν αποκαμωμένοι από τη λύπη.
(1) Είναι γνωστό πράγματι, ότι λύπη μεγάλη φέρνει διάθεση για ύπνο λόγω της εξάντλησης, προ παντός μετά από μακρά και ζωηρή ένταση (g).

22.46 καὶ εἶπεν αὐτοῖς, Τί καθεύδετε; ἀναστάντες προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν(1).
46 «Γιατί κοιμάστε;» τους είπε. «Σηκωθείτε και προσεύχεσθε, για να μη σας νικήσει ο πειρασμός».
(1) «Συμβουλεύει να προσεύχονται στους πειρασμούς, ώστε να μη νικηθούν από αυτούς. Διότι αυτό σημαίνει το να μην μπουν σε πειρασμό· δηλαδή το να μην τους καταπιεί ο πειρασμός ούτε να μπουν μέσα στην επικράτειά του» (Θφ).

Το Πάθος (κβ 47-κγ 46)
Στίχ. 47-53. Η σύλληψη του Ιησού.
22.47 ῎Ετι δε αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ ὄχλος, καὶ ὁ λεγόμενος ᾽Ιούδας(1) εἷς τῶν δώδεκα(2) προήγεν(3) αὐτούς, καὶ ἤγγισεν τῷ ᾽Ιησοῦ φιλῆσαι(4) αὐτόν· τούτο(5) γαρ σημείον δεδώκει αυτοίς· ον αν φιλήσω αυτός εστίν
47 Ενώ μιλούσε ακόμα ο Ιησούς, φάνηκε πλήθος ανθρώπων. Τους οδηγούσε ένας από τους δώδεκα μαθητές που ονομαζόταν Ιούδας. Αυτός πλησίασε τον Ιησού για να τον φιλήσει. Γιατί αυτό το σημάδι τους είχε δώσει: όποιον φιλήσω, αυτός είναι.
(1) «Γιατί όμως λέει «ο λεγόμενος Ιούδας»; Μήπως δηλαδή δεν γνώριζε τον άνδρα που συγκαταλεγόταν μεταξύ εκείνων που είχαν επιλεγεί; Αλλά σαν να είχε μισήσει ήδη και το όνομά του, λέει· αυτός που λεγόταν Ιούδας» (Κ).
(2) «Και προσθέτει σε αυτό και το «Ένας από τους δώδεκα», για να δείξει και να κατηγορήσει τη φαυλότητα του προδότη. Γιατί αυτός που είχε τιμηθεί εξίσου με τους αποστόλους, έγινε αφορμή σε εκείνους που ήθελαν να σκοτώσουν το Χριστό» (Κ).
(3) Περισσότερο μαρτυρημένη γραφή προήρχετο= προηγούνταν του όχλου (δ).
(4) «Τους έδωσε δηλαδή σημάδι· εκείνον που θα φιλήσω, αυτός είναι. Ξέχασε εντελώς τη δόξα του Χριστού· νόμισε ίσως ότι μπορούσε να κρυφτεί· και προβάλλει μεν μπροστά φίλημα σαν τύπο αγάπης, έχοντας όμως γεμάτη την καρδιά με ανίερες σκέψεις. Σαν μεθυσμένος λοιπόν πλησιάζει το Χριστό· και την εξαιρετική αγάπη προσδοκούσε να την καταστήσει όργανο δόλου και απάτης. Με αυτόν τον τρόπο βεβαίως και πολύ εύλογα έκανε ακόμη βαρύτερη στον εαυτό του την καταδίκη, διότι δεν ντράπηκε ούτε το σχήμα και σύμβολο της προδοσίας, το φίλημα» (Θφ).
(5) Ολόκληρη η φράση μέχρι τέλους μαρτυρείται από ελάχιστους μεγαλογράμματους κώδικες και παραλείπεται και από αρκετούς μικρογράμματους.

22.48 ο δε ᾽Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ, ᾽Ιούδα, φιλήματι(1) τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου(2) παραδίδως;
48 Ο Ιησούς όμως του είπε: «Ιούδα, με φίλημα προδίνεις τον Υιό του Ανθρώπου;»
(1) «Τι κάνει λοιπόν ο Κύριος; Δέχεται αυτό το εχθρικό φίλημα. Οι κεραυνοί πάλι αμελούσαν να ξεσπάσουν πάνω στον αχάριστο και δόλιο, διότι ο Σωτήρας μας δίδασκε να δείχνουμε ανεξικακία σε τέτοιους ανθρώπους. Τον ελέγχει μόνο· Ιούδα με φίλημα προδίδεις; Ούτε αυτό το είδος της προδοσίας δεν ντρέπεσαι; Αναμιγνύεις την προδοσία που είναι έργο εχθρού με φίλημα φίλου;… Και τα έλεγε αυτά διότι μέχρι την τελευταία στιγμή καιγόταν για αυτόν. Για αυτό και ούτε ύβρισε, ούτε είπε· απάνθρωπε και αχάριστε, αλλά, Ιούδα, επαναφέροντάς τον με το κύριο όνομά του. Και ούτε θα τον έλεγχε αν και αυτό δεν ήταν για βελτίωσή του» (Θφ).
«Δες πώς με τρόπο πάρα πολύ ελεγκτικό αγγίζει την αναιδή ψυχή και λέει λόγια ικανά να μαλακώσουν και πέτρινο νου. Όταν δηλαδή όρμηξε να τον φιλήσει, τι λέει; Ιούδα με φίλημα, παραδίνεις τον υιό του ανθρώπου; Ούτε αυτόν τον τρόπο της προδοσίας δεν ντρέπεσαι; Και τα έλεγε αυτά ο Χριστός για να τον ελέγξει και θυμίζοντας του την προηγούμενη συνήθεια. Αλλά όμως αν και τόσα έκανε ο Κύριος και είπε, δεν έγινε καλύτερος εκείνος, όχι από την αδυναμία αυτού που έδωσε τις συμβουλές, αλλά από τη δική του ραθυμία. Ο Χριστός όμως, αν και όλα αυτά τα προγνώριζε, δεν παρέλειψε από την αρχή μέχρι το τέλος να δείξει όλα όσα εξαρτιόνταν από αυτόν» (Χ).
«Και όταν μεν τον φιλούσε (ο Ιούδας) δεν τον αποστράφηκε, αλλά με τη συνηθισμένη του πραότητα τον έλεγχε. Έδειξε όμως σε αυτόν, για να μη νομίζει ότι κρύβεται, ότι δεν τον δέχεται για αυτό, το οποίο υποκρίνεται με το φιλί, αλλά για εκείνο, για το οποίο και ήλθε και θέλει να εκτελέσει» (Απολλινάριος).
(2) «Αλλά και ποιόν προδίδεις; Τον υιό του ανθρώπου, δηλαδή τον ήμερο, τον πράο, τον συγκαταβατικό, που έγινε άνθρωπος για σένα» (Θφ).
Υπενθυμίζει στον Ιούδα, ότι είναι ο Μεσσίας αυτός, τον οποίο μεταχειριζόταν με το καταπληκτικό αυτό επικάλυμμα της προδοσίας (p). «Ιούδα με φίλημα παραδίνεις τον υιό του ανθρώπου;» Σαν να του έλεγε: Έπρεπε λοιπόν ο υιός του ανθρώπου να προδοθεί και να παραδοθεί από έναν μαθητή του, σαν να υπήρξε για αυτόν σκληρός και άδικος διδάσκαλος και σαν τα μαθήματα, τα οποία αυτός έλαβε από αυτόν, να ήταν άξια καταφρόνησης και αποκήρυξης; Χρειαζόταν λοιπόν και με φίλημα να παραδοθεί;
Έπρεπε το σύμβολο αυτό και η εκδήλωση της φιλίας και της αγάπης να καταστεί μέσο και όργανο προδοσίας; Βεβηλώθηκε ποτέ και υβρίστηκε άλλοτε τόσο πολύ το δείγμα αυτό της αγάπης; Και χρειαζόταν η βεβήλωση αυτή να γίνει από έναν μαθητή δικό μου, ο οποίος την διδασκαλία μου στήριξα στην αγάπη και τη ζωή μου ολόκληρη παρουσίασα όχι μόνο ύμνο αλλά και θυσία στην αγάπη; Ω! ναι· τίποτα άλλο δεν πικραίνει τόσο πολύ τον Ιησού, όσο το να προδίδεται από εκείνους, οι οποίοι προσποιούνται φιλία και αφοσίωση σε αυτόν και για ευτελή συμφέροντα ή ηδονές αρνούνται την αγάπη του.

22.49 ἰδόντες δὲ οἱ περὶ αὐτὸν τὸ ἐσόμενον εἶπον αυτώ, Κύριε, εἰ πατάξομεν ἐν μαχαίρα(1);
49 Όταν είδαν οι μαθητές του τι έμελλε να γίνει, του είπαν: «Κύριε, να τους χτυπήσουμε με το μαχαίρι;»
(1) Ειπώθηκε ότι αφού ήταν παράνομο να κουβαλά κάποιος μαχαίρια κατά τις εορτές, έχουμε εδώ άλλο σημάδι, ότι το τελευταίο μυστικό Δείπνο δεν ήταν πασχάλιο δείπνο. Εάν όμως το μαχαίρι ήταν μαχαίρι μεν τραπεζιού, μεγάλο όμως, ώστε με αυτό να σφαχτεί το αρνί, το επιχείρημα καταπίπτει (p).

22.50 καὶ ἐπάταξεν εἷς τις ἐξ αὐτῶν(1) τὸν δοῦλον τοῦ ἀρχιερέως(2) καὶ ἀφεῖλεν τὸ οὖς αὐτοῦ τὸ δεξιόν.
50 Ένας μάλιστα απ’ αυτούς χτύπησε το δούλο του αρχιερέα και του έκοψε το δεξί αυτί.
(1) Μόνος ο Ιωάννης αναφέρει και το όνομα του μαθητή (Πέτρος) και το όνομα του δούλου (Μάλχος). Όταν έγραφε το ευαγγέλιό του ο Ιωάννης δεν ήταν επικίνδυνο να φανερωθεί το όνομα του αποστόλου, που χτύπησε τον δούλο του αρχιερέα. Ως γνωστός του αρχιερέα (Ιω. ιη 15) ο Ιωάννης πιθανότατα γνώριζε άμεσα τον δούλο και το όνομά του (p).
(2) Πιθανώς ο Μάλχος πρωτοστάτησε στη σύλληψη του Ιησού και ο Πέτρος απέβλεπε στο να χτυπήσει με το μαχαίρι εναντίον του κεφαλιού του (p).

22.51 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾽Ιησοῦς εἶπεν, ᾽Εᾶτε ἕως τούτου(1)· καὶ ἁψάμενος τοῦ ὠτίου αυτού ἰάσατο αὐτόν(2).
51 Ο Ιησούς γύρισε σ’ αυτούς και τους είπε: «Φτάνει, έως εδώ!» Άγγιξε ύστερα το αυτί του δούλου και τον γιάτρεψε.
(1) Η ασάφεια της φράσης αποτελεί απόδειξη, ότι ειπώθηκε αυτή. Λόγος που επινοήθηκε θα ήταν σαφέστερος. Εάν απευθύνθηκε προς τους μαθητές (όπως υπονοεί το προηγούμενο «αποκριθείς»= είτε στην ερώτηση των μαθητών αποκρίθηκε, είτε στην πράξη του Πέτρου)(p) η έννοια είναι: αφήστε την αντίσταση μέχρις εδώ, μέχρι την πληγή του δούλου και τίποτα άλλο μην κάνετε (δ). Μην προχωράτε περισσότερο! Όχι άλλο παρόμοιο χτύπημα! Αυτό είναι παραπάνω από ό,τι πρέπει.
Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία· αφήστε τους ανθρώπους αυτούς να προχωρήσουν μέχρι αυτό, δηλαδή μέχρι του να με συλλάβουν (g). Εάν απευθύνθηκε προς εκείνους οι οποίοι είχαν έλθει να τον συλλάβουν, μπορεί να σημαίνει: Ανεχτείτε την μέχρι του σημείου αυτού βία εκ μέρους των ακολούθων μου· η βία αυτή εντός ολίγου θα επανορθωθεί (p). Παρόλ’ αυτά ο Κύριος από τον στίχο 52 απευθύνεται σε αυτούς που ήλθαν σε αυτόν (g).
(2) «Θεράπευσε ως Θεός εκείνον που δέχτηκε το χτύπημα, δίνοντας σε εκείνους που είχαν πάει να τον συλλάβουν θεοπρεπές και αυτό το θαύμα» (Κ).
Μόνος ο Λουκάς ο ιατρός αναφέρει την θεραπεία και περιγράφει το μοναδικό αυτό θαύμα της χειρουργικής (p). Πρέπει λοιπόν ο Ιησούς να θεράπευσε τον Μάλχο, διότι αλλιώς ο Ιησούς δεν θα είχε το θάρρος να πει στον Πιλάτο: «αν ήταν από τον κόσμο αυτόν η βασιλεία μου, οι υπηρέτες οι δικοί μου θα αγωνίζονταν να μην παραδοθώ στους Ιουδαίους» (Ιω. ιη 36). Με την άμεση θεραπεία του Μάλχου, η ηθική κατάσταση, που βλάφτηκε από το σφάλμα του Πέτρου, αποκαταστάθηκε στο ακέραιο (g).
Με τη θεραπεία αυτή ο Κύριος έδειξε σαφώς και σε εκείνους, οι οποίοι έρχονταν να τον συλλάβουν, πρώτον την δύναμή του· εκείνος λοιπόν, ο οποίος είχε τη δύναμη να θεραπεύει και να αποκαθιστά το καταστραμμένο, πολύ περισσότερο είχε τη δύναμη να καταστρέφει. Μπορούσε λοιπόν αν ήθελε, να τους χτυπήσει.
Έδειξε, δεύτερον, την καλοσύνη και αγαθότητά του. Μας δίδαξε εμπράκτως να ευεργετούμε αυτούς που μας μισούν. Εκείνοι οι οποίοι αποδίδουν αγαθό αντί κακού, πράττουν ό,τι και ο Χριστός έπραξε. Και θα νόμιζε μεν κάποιος, ότι από τα δείγματα αυτά της δύναμής του και της αγάπης του θα συγκινούσε αυτούς που έρχονταν εναντίον του, ώστε να εμποδιστούν από το να τον συλλάβουν ως κακοποιό αυτόν, ο οποίος αποδείχτηκε και στα μάτια τους αγαθοποιός. Αλλά οι καρδιές τους είχαν σκληρυνθεί.

22.52 εἶπε δὲ ο᾽Ιησοῦς πρὸς τοὺς παραγενομένους ἐπ᾽ αὐτὸν ἀρχιερεῖς(1) καὶ στρατηγοὺς τοῦ ἱεροῦ(2) καὶ πρεσβυτέρους(3), ῾Ως ἐπὶ λῃστὴν ἐξεληλύθατε μετὰ μαχαιρῶν καὶ ξύλων(4);
52 Τότε ο Ιησούς είπε στους αρχιερείς, στους στρατηγούς του ναού και στους πρεσβυτέρους που είχαν έρθει να τον πιάσουν: «Ληστής είμαι και βγήκατε με μαχαίρια και ρόπαλα;
(1) Αυτοί που ήλθαν δεν είναι κάποιοι νέοι που μόλις τη στιγμή εκείνη ήλθαν, αλλά μέρος του όχλου του στίχου 47, τους οποίους ο Λουκάς καθορίζει τώρα ακριβέστερα. Καθόλου απίθανο, ότι ακολούθησαν και αρχιερείς το απόσπασμα που ήλθε για τη σύλληψη του Ιησού. Η αγωνία, από την οποία ήταν κυριευμένοι και αυτοί και οι στρατηγοί του ιερού και οι πρεσβύτεροι έως ότου επιτευχθεί η σύλληψη, η οποία μπορούσε να ματαιωθεί είτε από κακό υπολογισμό του χρόνου, είτε από το λαό είτε και από θαύμα, θα τους ωθούσε να παρακολουθήσουν αυτοπροσώπως τις κινήσεις του αποσπάσματος (p).
(2) Δες Λουκ. κβ 4.
(3) Ο Ιωάννης μιλά και για σπείρα και για χιλίαρχο (Ιω. ιη 3,12) δηλαδή για απόσπασμα της ρωμαϊκής κοχόρτιδος (g). Αλλά ο Κύριος απευθύνεται προς του Ιουδαίους άρχοντες ως κυρίως υπευθύνους για τα διεξαγόμενα (p). Οι λόγοι αυτοί προέρχονται από ιερή και δίκαιη αγανάκτηση, την οποία άνθρωπος αθώος, που δεν έπραξε ποτέ κανένα αδίκημα, αλλά πάντοτε εκδήλωσε σε όλους αγαθά συναισθήματα και διαθέσεις, δοκιμάζει αντικρίζοντας οπλισμένο συρφετό, έτοιμο να τον μεταχειριστεί ως ληστή και συνήθη κακοποιό (ο).
(4) Πιθανώς τα ξύλα ήταν ρόπαλα.

22.53 καθ᾽ ἡμέραν ὄντος μου μεθ᾽ ὑμῶν ἐν τῷ ἱερῷ οὐκ ἐξετείνατε τὰς χεῖρας ἐπ᾽ ἐμέ(1)· ἀλλ᾽ αὕτη ἐστὶν ὑμῶν ἡ ὥρα(2) καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ σκότους(3).
53 Κάθε μέρα ήμουν ανάμεσά σας στο ναό, και δεν απλώσατε χέρι πάνω μου. Αυτή όμως είναι η ώρα σας, η ώρα που κυριαρχεί το σκοτάδι».
(1) Η έννοια της κατηγορίας αυτής του Κυρίου κατά των Ιουδαίων αρχόντων είναι η εξής: Κάθε μέρα σας παρέχονταν πολλές ευκαιρίες, όταν ήμουν στο ιερό· ήσασταν και εσείς εκεί· και το μέρος ήταν το δημοσιότερο και κεντρικότερο της πόλης και σεις δεν επιχειρήσατε να με αγγίξετε. Αυτό λοιπόν που κάνετε τώρα είναι αδικαιολόγητο (p).
(2) Αυτός είναι ο κατάλληλος χρόνος για σας (Grimm). Ή, «αυτή είναι η ώρα, κατά την οποία πήρατε δύναμη εναντίον μου από το Θεό» (Ζ)· αυτή είναι η ώρα που κατά παραχώρηση του Θεού σάς δόθηκε για να πετύχετε το σκοπό σας (p).
(3) Και συμπίπτει η ώρα αυτή με την ώρα που παραχωρήθηκε στην εξουσία του σκότους (p). Και αυτή είναι η εξουσία του σκότους, του κακού, το οποίο μπορεί ελεύθερα κατά την ώρα αυτή να αναπτυχθεί (g).
«Σκοτάδι εδώ λέει τον διάβολο· διότι πήρε και αυτός τότε εξουσία εναντίον του» (Ζ).
Το σύνολο της φράσης μπορεί να εννοηθεί έτσι: Το σκοτάδι ευνοεί το έγκλημα. Διότι ο άνθρωπος προκειμένου να αμαρτήσει έχει ανάγκη να κρυφτεί όχι μόνο από τους άλλους, αλλά και από τον ίδιο τον εαυτό του. Για αυτό η νύχτα είναι ο καιρός, κατά τον οποίο ο σατανάς αναπτύσσει όλη τη δύναμή του στην ανθρωπότητα· είναι η ώρα του. Αλλά είναι και η δική σας ώρα, λέει ο Ιησούς, διότι είστε όργανά του στην πράξη την οποία συντελείτε (g). Μπορεί να εννοηθεί και διαφορετικά: Αυτή είναι η ώρα που σας δόθηκε εξουσία να με συλλάβετε και η εξουσία αυτή είναι του σατανά, του οποίου εσείς είστε όργανα (δ.L.).

Στίχ. 54-62. Η άρνηση του Πέτρου.
22.54 Συλλαβόντες δὲ αὐτὸν ἤγαγον καὶ εἰσήγαγον(1) αυτόν εἰς τον οίκον τοῦ ἀρχιερέως(2)· ὁ δὲ Πέτρος ἠκολούθει μακρόθεν(3).
54 Αφού συνέλαβαν τον Ιησού, τον έσυραν και τον έβαλαν μέσα στο σπίτι του αρχιερέα. Ο Πέτρος ακολουθούσε από μακριά.
(1) Τον συνέλαβαν έξω από την πόλη. Για αυτό λέγεται το ρήμα ήγαγον (=έφεραν), από την μακρινή αυτή απόσταση· και μετά τον έβαλαν μέσα στην οικία του αρχιερέα. Ούτε ο Μάρκος ούτε ο Λουκάς αναφέρουν το όνομα του αρχιερέα αυτού (L).
(2) Είναι αδύνατον να καθορίσουμε, εάν ο Λουκάς εννοεί τον Άννα ή τον Καϊάφα. Αλλά η αφήγηση του Ιωάννη (ιη 12-24) κάνει πολύ πιθανό, ότι ο Άννας και ο γαμπρός του Καϊάφας παρέμεναν στο ίδιο σπίτι έχοντας ο καθένας ιδιαίτερο διαμέρισμα (p). Κατά τον Λουκά ο Ιησούς οδηγήθηκε στον αρχιερέα, όπου υπέστη τις κακοποιήσεις αυτών που τον φύλαγαν, και το πρωί έλαβε χώρα η συνεδρία του Συνεδρίου, κατά την οποία καταδικάστηκε (δες στίχους 64-66).
Σε συνδυασμό με τις πληροφορίες και των άλλων ευαγγελιστών, των οποίων τις αφηγήσεις δεν αποκλείει ο Λουκάς, η σειρά των γεγονότων που ακολούθησαν μετά τη σύλληψη του Ιησού έχει ως εξής: Ο Ιησούς από τη Γεθσημανή γύρω στα μεσάνυχτα οδηγήθηκε ενώπιον του Άννα, όπου έγινε κάποια προανάκριση με σκοπό να αποσπαστεί κάποιος λόγος από τον Ιησού που μπορούσε να χρησιμεύσει για στήριξη της κατηγορίας (Ιω. ιη 19-23). Επειδή η συνεδρίαση αυτή δεν κατέληξε σε κάποιο αποτέλεσμα, η παράδοση δεν αναφέρει αυτήν και έτσι αποσιωπήθηκε από τους συνοπτικούς, τους οποίους στο σημείο αυτό ολοφάνερα αποσκοπεί να συμπληρώσει ο Ιωάννης λέγοντας «και οδήγησαν αυτόν στον Άννα π ρ ώ τ α».
Την ώρα που γινόταν από τον Άννα η προανάκριση, συγκλήθηκαν με βιασύνη τα μέλη του συνεδρίου και κατά τη συνεδρίασή του που ακολούθησε αμέσως στον Καϊάφα, καταδικάστηκε σε θάνατο ο Ιησούς. Την συνεδρίαση αυτή που έγινε γύρω στις 3 το πρωί αφηγούνται λεπτομερώς ο Ματθαίος και ο Μάρκος. Ο Ιωάννης αποσιώπησε αυτήν ως γνωστή από την αφήγηση των δύο αυτών συνοπτικών. Το πρωί συνήλθαν πάλι σε επίσημη συνεδρίαση τα μέλη του συνεδρίου στον τόπο τον συνηθισμένο κοντά στο ναό, και την συνεδρία αυτή αναφέρει ο Λουκάς, ενώ συντομότατα μιλούν για αυτήν και οι Ματθ. και Μάρκος. Ήταν αναγκαία αυτή πρώτον μεν διότι σύμφωνα με έναν ραββινικό κανόνα καμιά ποινή θανάτου που επιβλήθηκε σε καιρό νύχτας δεν ήταν έγκυρη (Sanhedrin 9,1). Δεύτερον επίσης διότι η απόφαση της νύχτας δεν είχε παρθεί στον επίσημο τόπο των συνεδριών. Και τρίτον διότι έπρεπε να συσκεφθούν για τα μέσα και τον τρόπο της ενεργείας, με τα οποία θα πετύχαιναν την επικύρωση της απόφασης από τον Πιλάτο (g).
(3) Το ότι ακολουθεί είναι δείγμα αγάπης, το ότι ακολουθεί από μακριά είναι απόδειξη φόβου (στον p.). Τον ακολουθεί από μακριά για να είναι εκτός κινδύνου. Ο Πέτρος άρχισε ήδη να κλονίζεται. Εξακολουθεί να δείχνει ενδιαφέρον για τον Διδάσκαλο, δεν αντιμετωπίζει όμως τον κίνδυνο με αυταπάρνηση και ανδρεία. Ακολουθεί τον Ιησού και έτσι καθησυχάζει τη συνείδησή του, ότι δεν αρνήθηκε αυτόν. Αλλά τον ακολουθεί από μακριά, το οποίο δηλώνει, ότι ο μαθητής άρχισε να κάμπτεται και να προβαίνει σε αβαρίες. Πού και πότε έγιναν οι αρνήσεις του Πέτρου;
Οι αφηγήσεις των ευαγγελιστών θα παρουσίαζαν δυσκολίες ανεπίλυτες, εάν ο Άννας και ο Καϊάφας δεν κατοικούσαν στο ίδιο σπίτι. Η πρώτη από τις αρνήσεις εξιστορείται από τον Ιωάννη κατά τρόπο που υπονοεί, ότι έλαβε χώρα κατά την εμφάνιση του Ιησού ενώπιον του Άννα. Οι άλλες δύο έγιναν μετά τη συνεδρίαση αυτή και συνεπώς ανάμεσα στην εμφάνιση μπροστά στον Άννα και στη συνεδρίαση του συνεδρίου στον Καϊάφα (g).

22.55 αψάντων(1) δὲ πυράν ἐν μέσῳ τῆς αὐλῆς καὶ συγκαθισάντων ἐκάθητο ὁ Πέτρος εν μέσω αὐτῶν(2).
55 Άναψαν φωτιά στη μέση της αυλής και κάθισαν όλοι γύρω. Ανάμεσά τους κάθισε κι ο Πέτρος.
(1) Υπάρχει και η γραφή περιαψάντων (δες και Γ΄ Μακαβ. γ 7), οπότε θα έχουμε λέξη που λέγεται μοναδική φορά. Αλλά και το άπτω μόνο από τον Λουκά χρησιμοποιείται στην Κ.Δ. (p). Περιαψάντων=γύρω τους, άναψαν κυκλικά (δ).
(2) Υπάρχει και η γραφή «μέσος αυτών». Κάθισε ανάμεσά τους, σαν να ήταν ένας από αυτούς. Και μολονότι εσωτερικά δεν ήθελε να συγκαταριθμείται στους δούλους του αρχιερέα, παρόλ’ αυτά τώρα επιδιώκει να τον θεωρούν οι άλλοι ως έναν από αυτούς. Δεύτερη υποχώρηση του Πέτρου. Ο Πέτρος άρχισε ήδη να προσποιείται ότι είναι ξένος και τελείως άγνωστος στον Διδάσκαλο. Λίγα πλέον βήματα χωρίζουν αυτόν από την πλήρη άρνηση.

22.56 ἰδοῦσα δὲ αὐτὸν παιδίσκη(1) τις καθήμενον πρὸς τὸ φῶς καὶ ἀτενίσασα αὐτῷ εἶπεν, Καὶ οὗτος(2) σὺν αὐτῷ ἦν·
56 Κάποια υπηρέτρια που τον είδε να κάθεται κοντά στη φωτιά, τον κοίταξε και είπε: «Ήταν κι αυτός μαζί του».
(1) Και οι 4 ευαγγελιστές χρησιμοποιούν τη λέξη αυτή για το πρόσωπο, το οποίο άρχισε την κατά του Πέτρου επίθεση. Όχι ο Πιλάτος ούτε κάποιο από τα μέλη του συνεδρίου ούτε κάποιος από τους στρατιώτες, αλλά μια μικρή υπηρέτρια καταφόβισε τον απόστολο που πριν λίγες ώρες εκδήλωσε τέτοια αυτοπεποίθηση (p).
(2) Σε σχέση με ποιόν άλλον λέγεται εδώ το «και αυτός»; Ίσως με τον Ιωάννη, ο οποίος ήταν εκεί κατά την ώρα αυτή και ήταν γνωστός στον αρχιερέα και με τη σύσταση αυτού η θυρωρός έβαλε τον Πέτρο στην αυλή (Ιω. ιη 16), και ίσως από τη σύσταση αυτή συμπέρανε αυτή, ότι και ο Πέτρος ήταν ακόλουθος του Ιησού όπως και ο Ιωάννης που τον σύστησε.

22.57 ὁ δὲ ἠρνήσατο λέγων, γύναι, Οὐκ οἶδα αὐτόν(1)
57 Εκείνος όμως αρνήθηκε λέγοντας: «Δεν τον γνωρίζω αυτόν, κόρη μου».
(1) Η πρώτη άρνηση του Πέτρου είναι σαφέστερη στον Λουκά από όσο στους άλλους δύο συνοπτικούς, οι οποίοι αντί για την αντωνυμία «αυτόν» έχουν τη φράση «τι λέγεις». Αλλά ο Λουκάς περισσότερο κατηγορηματικός από τους άλλους από την αρχή, δεν θα προχωρήσει παραπέρα (L).
«Δες όμως και την φιλαλήθεια του ευαγγελιστή, πώς δηλαδή δεν χαρίζεται στον Πέτρο, αλλά διηγείται το πάθος του όπως είναι, ότι οι μεν άλλοι αφού εγκατέλειψαν τον διδάσκαλο έφυγαν, ενώ ο απόστολος και μαθητής που ήταν πρώτος από όλους αυτούς, ο ίδιος εκείνος που λεγόταν Πέτρος, χωρίς βάσανα και απειλή κάποιου άρχοντα, τρεις φορές τον αρνήθηκε» (Ε).
Μετριάζει στη συνέχεια ο Λουκάς το βάρος της άρνησης του Πέτρου αποσιωπώντας και τον όρκο που συνόδευσε την δεύτερη άρνηση (Ματθ.) και τον αναθεματισμό μαζί με τον όρκο, με τα οποία συνοδεύτηκε η τρίτη άρνηση (Ματθ. Μάρκ.)(p).

22.58 καὶ μετὰ βραχὺ ἕτερος ἰδὼν αὐτὸν ἔφη(1), Καὶ σὺ ἐξ αὐτῶν εἶ· ὁ δὲ Πέτρος είπεν, ῎Ανθρωπε, οὐκ εἰμί.
58 Ύστερα από λίγο τον είδε κάποιος άλλος και είπε: «Κι εσύ ένας απ’ αυτούς είσαι». Ο Πέτρος όμως είπε: «Άνθρωπέ μου, δεν είμαι».
(1) Μετά την πρώτη του άρνηση ο Πέτρος φοβισμένος αποσύρθηκε στον πυλώνα ή το προαύλιο (Ματθ. Μάρκ). Αλλά και εκεί η ίδια υπηρέτρια ανακοινώνει στους παριστάμενους, ότι «και αυτός από αυτούς είναι» (Μάρκος), οπότε και μία άλλη υπηρέτρια (Ματθ.), καθώς και ένας άλλος (Λουκάς) και γενικώς οι παριστάμενοι (Ιω.) είπαν· «Και συ από αυτούς είσαι». Με άλλα λόγια η δεύτερη κατηγορία, που προκάλεσε τη δεύτερη άρνηση ξεκίνησε πιθανώς από την θυρωρό, η οποία πρόδωσε τον Πέτρο ότι σχετίζεται με τον Ιωάννη και συστάθηκε από αυτόν σε άλλη υπηρέτρια, η οποία τελικά επεσήμανε τον Πέτρο με το δάχτυλο στους υπόλοιπους δούλους (g).

22.59 καὶ διαστάσης(1) ὡσεὶ ὥρας μιᾶς ἄλλος τις(2) διϊσχυρίζετο(3) λέγων, ᾽Επ᾽ ἀληθείας καὶ οὗτος μετ᾽ αὐτοῦ ἦν, καὶ γὰρ Γαλιλαῖός ἐστιν·
59 Αφού πέρασε περίπου μία ώρα, κάποιος άλλος επέμενε λέγοντας: «Ασφαλώς ήταν κι αυτός μαζί του, γιατί είναι και Γαλιλαίος».
(1) Το κλασικό διίστημι είναι ιδιαίτερο μόνο του Λουκά στην Κ.Δ. (Λουκ. κδ 51,Πράξ. κζ 28, Στους Ο΄ στα Εξόδ. ιε 8 και Παροιμ. ιζ 9 κλπ) (p)= πέρασε (L), πέρασε μία ώρα (Grimm).
(2) Ο Ιωάννης λέει, ότι αυτός ήταν συγγενής του Μάλχου. Οι άλλοι δύο όμως συνοπτικοί αναφέρουν, ότι οι παριστάμενοι προκάλεσαν τον Πέτρο (p). Ο συγγενής του Μάλχου αφού πρώτος αναγνώρισε τον Πέτρο έπιασε κουβέντα μαζί του, και από την προφορά του Πέτρου, όλοι οι παριστάμενοι πείστηκαν, ότι αυτός ήταν Γαλιλαίος (g). Και οι 3 συνοπτικοί αναφέρουν το χαρακτηριστικό αυτό που αναφέρεται στην από τη Γαλιλαία καταγωγή του Πέτρου.
(3) Κλασικό που συναντιέται μόνο εδώ και στο Πράξ. ιβ 15(p). Όταν κάποιος σημειώσει το πρώτο ολίσθημα, εύκολα παρασύρεται και στο δεύτερο και το τρίτο. Εκείνος μάλιστα ιδιαίτερα, από τα χείλη του οποίου ξέφυγε το πρώτο ψεύδος, μπαίνει σε ισχυρό πειρασμό για να πει και το δεύτερο, ώστε να μην παρουσιαστεί ψεύτης στα μάτια εκείνων, που άκουσαν το πρώτο του ψέμα. Και ολοένα από ψέμα σε ψέμα προχωρώντας παρουσιάζεται τολμηρότερος στην παραποίηση της αλήθειας και της πραγματικότητας. Κάθε νέα άρνηση του Πέτρου είναι εντονότερη και περισσότερο κατηγορηματική από την προηγούμενή της.

22.60 εἶπεν δὲ ὁ Πέτρος, ῎Ανθρωπε(1), οὐκ οἶδα ὃ λέγεις. καὶ παραχρῆμα(2) ἔτι λαλοῦντος αὐτοῦ ἐφώνησεν ἀλέκτωρ(3).
60 Είπε τότε ο Πέτρος: «Άνθρωπέ μου, δεν καταλαβαίνω τι λες»· κι αμέσως, ενώ ακόμα μιλούσε, λάλησε ο πετεινός.
(1) Εκφράζεται έκπληξη και αγανάκτηση (ο).
(2) Και οι 4 ευαγγελιστές σημειώνουν, ότι γρήγορα στην τρίτη άρνηση ακολούθησε το λάλημα του πετεινού. Ο Λουκάς χρησιμοποιεί το αγαπητό σε αυτόν παραχρήμα και ο Μάρκος το ευθύς (p).
(3) Χωρίς άρθρο· μόνο κάποιοι μικρογράμματοι προσθέτουν και το άρθρο. Το λάλημα αυτό του πετεινού γίνεται αφετηρία της επιστροφής του Πέτρου. Ασήμαντα γεγονότα και αφορμές, μπορούν να έχουν μεγάλες συνέπειες και επιδράσεις.

22.61 καὶ στραφεὶς ὁ κύριος(1) ἐνέβλεψε τῷ Πέτρῳ(2), καὶ ὑπεμνήσθη ὁ Πέτρος(3) τοῦ λόγου τοῦ κυρίου(4) ὡς εἶπεν αὐτῷ ὅτι Πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι ἀπαρνήσῃ με τρίς·
61 Τότε ο Κύριος γύρισε, έριξε μια ματιά στον Πέτρο, κι ο Πέτρος θυμήθηκε τα λόγια που του είχε πει: «Προτού λαλήσει ο πετεινός, θα αρνηθείς τρεις φορές πως με ξέρεις».
(1) Ο Χριστός εδώ ονομάζεται Κύριος, διότι εκδηλώνεται κατά τη στιγμή αυτή η υπερφυσική του γνώση από τη μία, που διαπιστώνει την άρνηση του Πέτρου, και η σωτήρια χάρη του από την άλλη, που καλεί τον μαθητή σε επιστροφή και συντελεί την ανόρθωσή του.
(2) Μόνο ο Λουκάς αναφέρει αυτή τη λεπτομέρεια. Πώς έγινε δυνατόν να διασταυρωθούν τα βλέμματα του Κυρίου και του Πέτρου; Ήταν ίσως η στιγμή, κατά την οποία μετά την προανάκριση στον Άννα οδηγούνταν ο Ιησούς προς τον Καϊάφα δεμένος (Ιω. ιη 24), για να δικαστεί από το συνέδριο και συνεπώς διέσχιζε ο Κύριος μαζί με τους συνοδούς του την αυλή, μέσω της οποίας επικοινωνούσαν τα δύο διαμερίσματα της οικίας (g). Ή, και από την πόρτα ή από το παράθυρο ήταν δυνατόν να ρίξει το βλέμμα του ο Ιησούς προς τον Πέτρο που βρισκόταν στην αυλή (p). Το ενέβλεψε= με προσοχή παρατήρησε (δ).
Ο Κύριος βρισκόταν μπροστά στους παράνομους δικαστές του και όμως την ίδια ώρα παρακολουθούσε και λάμβανε σαφή και ακριβή γνώση του τι έλεγε ο Πέτρος. Ο Χριστός σημειώνει ό,τι εμείς λέμε και πράττουμε, ενώ εμείς πολύ λίγο σκεφτόμαστε τι πράττει. Παρόλ’ αυτά την ώρα που εμείς αδιαφορούμε για αυτόν, εκείνος μας συμπαθεί. Δες, όταν ο Πέτρος αρνήθηκε το Χριστό, ο Χριστός δεν τον αρνείται, αν και μπορούσε να του γυρίσει οριστικά την πλάτη του και να μην ρίξει πλέον κανένα βλέμμα σε αυτόν. Αν και ο Πέτρος είναι ήδη ένοχος βαρέως εγκλήματος, παρόλ’ αυτά ο Ιησούς αποφεύγει να τον εκθέσει και να τον ντροπιάσει. Δεν του φωνάζει, αλλά ρίχνει βλέμμα σε αυτόν, τη σημασία του οποίου μόνος ο Πέτρος μπορούσε να καταλάβει.
Ήταν βλέμμα επιτιμητικό.= Δεν με ξέρεις, Πέτρε; Κύτταξέ με στο πρόσωπο και πες, αν δεν με ξέρεις.
Ήταν βλέμμα γεμάτο στοργή και συμπάθεια.=Πτωχέ Πέτρε, πόσο αδύναμος αποδείχτηκες! Πόσο έπεσες και πού θα βρισκόσουν τώρα, εάν δεν προσευχόμουν για σένα.
Ήταν βλέμμα καθοδήγησης. Ο Χριστός οδήγησε τον Πέτρο με το βλέμμα του αυτό. Δεν μπορούσε να απλώσει προς αυτόν τα χέρια, αλυσοδεμένος όπως ήταν, για να σώσει τον Πέτρο, όπως άλλοτε τον έσωσε, όταν βυθιζόταν στη θάλασσα, όπου έκραξε ο Πέτρος, Κύριε σώσε με. Αλλά έριξε σε αυτόν βλέμμα αγάπης, το οποίο έκανε τον Πέτρο να συναισθανθεί ότι βυθιζόταν και τώρα σε άβυσσο πιο ολέθρια και ότι υπήρχε περισσότερο επείγουσα ανάγκη να επικαλεστεί ο Πέτρος το αόρατο χέρι του Λυτρωτή, το οποίο θα τον ανείλκυε από την άβυσσο.
(3) «Ο Πέτρος λοιπόν τόσο ναρκώθηκε από την ανθρώπινη ασθένεια, ώστε δεν ήλθε σε συναίσθηση ούτε από τη φωνή του πετεινού, αλλά και μετά τη φωνή του πετεινού πάλι αρνήθηκε, και πάλι, μέχρις ότου από το αγαθό βλέμμα του Ιησού οδηγήθηκε στο να θυμηθεί» (Θφ).
(4) Ο Χριστός εδώ επανειλημμένα ονομάζεται ο Κύριος, διότι μεγάλη είναι η υπερφυσική γνώση, η δύναμη και η χάρη που εκδηλώνεται από αυτόν στην προκειμένη πτώση του Πέτρου.

22.62 καὶ ἐξελθὼν ἔξω(1) ο Πέτρος ἔκλαυσε πικρῶς(2).
62 Ύστερα απ’ αυτό ο Πέτρος βγήκε έξω και έκλαψε πικρά.
(1) Αξιόλογη η παρατήρηση: «Διότι βγήκε μεν και όταν έκανε την πρώτη άρνηση, όπως λέει ο Μάρκος. Έπειτα ήταν λογικό να μπει πάλι μέσα, για να μη δώσει περισσότερη υπόνοια ότι είναι του Ιησού. Και πάλι όταν ήλθε σε συναίσθηση, έτσι τώρα βγαίνει και κλαίει πικρά» (Θφ).
Αναζητά ο Πέτρος κάποιο τόπο απομόνωσης και εκεί κατηγορώντας τον εαυτό του και χύνοντας δάκρυα μετανοίας επικαλείται τη συγχώρεση της μεγάλης του αμαρτίας (ο).
(2) Ο Χριστός είχε ρίξει βλέμματα και στους αρχιερείς, αλλά καμία επίδραση ευεργετική δεν είχαν αυτά πάνω τους. Ο Πέτρος είχε μέσα του σπέρμα θείο, επιδεκτικό καρποφορίας. Το βλέμμα του Ιησού συνοδευόταν και από τη χάρη, η οποία ενήργησε την επιστροφή του Πέτρου.

Στίχ. 63-71. Ο Κύριος εμπαίζεται. Μπροστά στο συνέδριο.

Εφόσον ο Λουκάς αποσιωπά την ενώπιον του Καϊάφα κατά τη νύχτα εξέταση και καταδίκη του Ιησού, είναι αδύνατον να καθορίσουμε εάν τοποθετεί τον εμπαιγμό αυτόν πριν ή μετά την δίκη και καταδίκη αυτή. Ο ευαγγελιστής γνωρίζει, ότι ο Ιησούς μετά την άρνηση του μαθητή του, υβρίστηκε και χλευάστηκε από αυτούς που τον συνέλαβαν, και μετά από αυτά οδηγήθηκε ενώπιον του συνεδρίου (p). Δες Ματθ. κστ 67,68 και Μάρκ. ιδ 65 και τις εκεί σημειώσεις.
22.63 Καὶ οἱ ἄνδρες(1) οἱ συνέχοντες(2) τον Ιησούν ἐνέπαιζον αὐτῷ δέροντες(3),
63 Οι άντρες που κρατούσαν τον Ιησού, τον περιγελούσαν και τον έδερναν.
(1) Όχι τα μέλη του συνεδρίου, αλλά οι δούλοι ή οι στρατιώτες, που φρουρούσαν τον Ιησού (p).
(2) Το ρήμα συνέχω σπανιότατο με την έννοια του κρατώ κάποιον σε φύλαξη. Δες Α΄ Μακ. ιγ 15. Στους παπύρους βρίσκονται πολλές περιπτώσεις του συνέχω με αυτήν την έννοια (L).
(3) Δέροντες· έτυπτον· παίσας. Το δέρω χρησιμοποιείται με την έννοια του χτυπώ το όλο σώμα· το τύπτω με την έννοια του χτυπώ κάποιο μέρος· και το παίω με την έννοια του τραυματίζω με βιαιότητα και έτσι προκαλώ πόνο (b). Και με λίγα λόγια δεν έδιναν σε αυτόν ούτε στιγμή ανάπαυσης, αν και είχε ανάγκη αυτής, αφού ολόκληρη τη νύχτα ήταν άϋπνος.

22.64 καὶ περικαλύψαντες αὐτὸν έτυπτον αυτού το πρόσωπον(1) και ἐπηρώτων αυτόν λέγοντες, Προφήτευσον(2), τίς ἐστιν ὁ παίσας σε;
64 Του είχαν καλύψει το κεφάλι, τον χτυπούσαν στο πρόσωπο και τον ρωτούσαν: «Μάντεψε· ποιος σε χτύπησε;»
(1) «Πω, πω! Ο Κύριος του ουρανού και της γης δείχνει υπομονή καθώς χτυπιέται σαν ένας από εμάς, και ανέχεται τον χλευασμό των ασεβών, παραδίνοντάς μας υπόδειγμα άκρας ανεξικακίας» (Κ).
(2) «Ο δεσπότης των προφητών ως ψευδοπροφήτης χλευάζεται. Διότι το «Προφήτευσε σε μας, ποιος είναι αυτός που σε χτύπησε», σε αυτό οδηγεί, ότι τον χλευάζουν δηλαδή ως πλάνο και ότι απέδιδε στον εαυτό του το χάρισμα της προφητείας» (Θφ). Διαφορετικές γραφές: Τα αλεξανδρ. χειρόγραφα παραλείπουν τη φράση «ἔτυπτον αὐτοῦ τὸ πρόσωπον».

22.65 καὶ ἕτερα πολλὰ βλασφημοῦντες(1) ἔλεγον εἰς αὐτόν.
65 Κι άλλα πολλά του έλεγαν βλαστημώντας τον.
(1) Αυτοί οι οποίοι τον καταδίκασαν ως βλάσφημο, ήταν οι ευτελέστεροι και ασεβέστεροι των βλασφήμων.

22.66 Καὶ ὡς ἐγένετο ἡμέρα(1), συνήχθη τὸ πρεσβυτέριον(2) τοῦ λαοῦ, ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἀνήγαγον(3) αὐτὸν εἰς τὸ συνέδριον(4) εαυτῶν,
66 Όταν ξημέρωσε, συγκεντρώθηκαν οι πρεσβύτεροι του λαού, οι αρχιερείς και οι γραμματείς και τον έσυραν στο συνέδριό τους. Εκεί τον ρωτούσαν:
(1) Ότι έγινε και το πρωί νέα συνεδρίαση, το γράφουν και οι άλλοι δύο συνοπτικοί (L).
(2) Η λέξη πρεσβυτέριον ή δεν σημαίνει αποκλειστικά τους πρεσβυτέρους, αλλά το συνέδριο ολόκληρο, οπότε οι λέξεις που ακολουθούν χωρίς άρθρο (αρχιερείς και γραμματείς) είναι επεξηγηματικοί προσδιορισμοί (L).
Ή, το πρεσβυτέριον δηλώνει τη μία τάξη του συνεδρίου, τους πρεσβυτέρους, που θεωρούνται ως ξεχωριστό σώμα και σχημάτιζαν μία από τις τρεις τάξεις, από τις οποίες αποτελούνταν το όλο συνέδριο (g.p.). Το άναρθρο των λέξεων «αρχιερείς και γραμματείς» κάνει πιθανότερη την πρώτη εκδοχή, αν και η λέξη πρεσβυτέριον μόνο εδώ και στο Πράξ. κβ 5 συναντιέται.
(3) Υπάρχει και η γραφή απήγαγον. Τόσο το ανήγαγον, όσο και το απήγαγον δηλώνουν πλήρη αλλαγή τόπου. Οδήγησαν τον Ιησού από την οικία του Καϊάφα στην επίσημη αίθουσα του συνεδρίου (που λεγόταν Λισκάθ Χαγκαζίθ), την οποία τοποθετούν μπροστά από το ναό, αλλά η οποία βρισκόταν πιθανώς δυτικότερα (g).
(4) Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η λέξη έχει τοπική σημασία δηλαδή στον τόπο των επίσημων συνεδριάσεων, αλλά σε αυτήν την περίπτωση η επακολουθούσα αντωνυμία ἑαυτῶν θα περίττευε (L). Μάλλον λοιπόν έχει την έννοια του πλήρους συνεδρίου= το μέγα συνέδριο (p).

22.67 λέγοντες(1), Εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός, εἰπὲ ἡμῖν(2). εἶπεν δὲ αὐτοῖς, ᾽Εὰν ὑμῖν εἴπω οὐ μὴ πιστεύσητε(3)·
67 «Πες μας, εσύ είσαι ο Χριστός;» Εκείνος τους απάντησε: «Αν σας το πω δε θα με πιστέψετε,
(1) Ο Λουκάς δεν μιλά για την παρουσία μαρτύρων, διότι κατά τη συνεδρίαση αυτή δεν παρήλασαν μάρτυρες. Ότι όμως ζητήθηκε και η μαρτυρία αυτών κατά τη συνεδρίαση της νύχτας, υπονοείται από τον στίχο 71 (L).
(2) Εάν εσύ είσαι ο Χριστός, πες το μας (δ). Δεν συνδέουν εδώ το ερώτημα με τη φράση «ο υιός του ευλογητού» (Μάρκος). Κυρίως τώρα τα μέλη του συνεδρίου ενδιαφέρονται για κατηγορία, η οποία μπορεί να ισχύσει στον Πιλάτο, ο οποίος δεν ενδιαφερόταν για την κατηγορία της βλασφημίας (L).
Βεβαίως η αξίωση του Ιησού ότι ήταν ο Μεσσίας τίποτα το βλάσφημο δεν έκρυβε. Για αυτό βεβαίως κατά τη συνεδρίαση της νύχτας που προηγήθηκε, ο αρχιερέας το ερώτημα «εσύ είσαι ο Χριστός» το συμπληρώνει με τη φράση ο υιός του Θεού (g). Στην πρωινή όμως συνεδρίαση αναζητούνται, όπως είπαμε, και τα μέσα με τα οποία ο Πιλάτος θα πειθόταν να επικυρώσει την θανατική ποινή που επιβλήθηκε.
«Αλλά θα μπορούσε κάποιος να πει προς αυτούς· εάν μεν ρωτάς επειδή αγνοείς, δεν έπρεπε τότε πριν μάθεις την αλήθεια να χτυπάς και να υβρίζεις αυτόν, μήπως συγκρουστείς με το Θεό· αν όμως υποκρίνεσαι την άγνοια, γνωρίζοντας καλά ότι αυτός είναι ο Χριστός, θα ακούσεις λοιπόν την ιερή Γραφή που λέει «ο Θεός δεν εξαπατιέται»» (Σχ.).
(3) Η έννοια της φράσης με τη συνέχειά της στο στίχο 68 είναι η εξής: Δεν μπορώ να μιλήσω σε σας ούτε ως προς δικαστές, τους οποίους θα ζητούσα να πείσω, διότι είστε ήδη αποφασισμένοι να μην με πιστέψετε, ούτε ως προς μαθητές, τους οποίους θα επιχειρούσα να διδάξω, διότι δεν είστε διατεθειμένοι να συζητήσετε μαζί μου (g). Εάν σας πω ότι είμαι ο Χριστός δεν θα το πιστέψετε. Και εάν επιχειρήσω να συζητήσω μαζί σας το ζήτημα αυτό, θα αρνηθείτε να μου απαντήσετε (p).

22.68 ἐὰν δὲ και ἐρωτήσω(1) οὐ μὴ ἀποκριθῆτε μοι ή απολύσητε(2).
68 κι αν σας ρωτήσω δε θα μου απαντήσετε, ούτε θα με ελευθερώσετε.
(1) «Πολλές φορές που ρωτήθηκαν, σιώπησαν, όπως για το βάπτισμα του Ιωάννη και για το ρητό «Είπε ο Κύριος στον Κύριό μου» » (Θφ). Εάν προβάλλω σε σας ερωτήσεις, με τις οποίες θα αποδειχτεί η αθωότητά μου και θα διαπιστωθεί ο αληθινός χαρακτήρας μου και η θεία μου αποστολή, δεν θα απαντήσετε, αλλά θα υπεκφύγετε αυτές (ο).
(2) Ούτε θα μου απαντήσετε, αλλά ούτε και θα με αφήσετε ελεύθερο. Οι λέξεις «μοι ή απολύσητε» παραλείπονται από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα. Η αποσιώπηση αυτή προήλθε αναμφίβολα από τη σύγχυση των δύο «ητε» στα οποία καταλήγουν τα δύο ρήματα (αποκριθήτε,απολύσητε) (g).

22.69 ἀπὸ τοῦ νῦν(1) ἔσται ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου(2) καθήμενος(3) ἐκ δεξιῶν τῆς δυνάμεως τοῦ θεοῦ(4).
69 Από τώρα όμως, ο Υιός του Ανθρώπου θα κάθεται στα δεξιά του παντοδύναμου Θεού».
(1) Αρχίζει ήδη από τη στιγμή αυτή η δόξα του (p). Το ότι δεν τον ελευθερώνουν αλλά θα τον σταυρώσουν αποτελεί την οδό προς την δόξα (b).
«Για την εναντίον μου ασέβειά σας, σάς δόθηκε λίγος καιρός, αυτός μέχρι τη σταύρωση. Γιατί μετά από αυτό αμέσως θα επιστρέψω πάλι στην τιμή μου και θα καθίσω στον ίδιο θρόνο μαζί με τον Θεό και Πατέρα μαζί με τη σάρκα μου» (Κ).
Υπάρχει και η γραφή «από του νυν δε». Το ασύνδετο όμως σχήμα έχει περισσότερη έμφαση (δ).
(2) Η τελευταία φορά κατά την οποία ο Ιησούς ονομάζει τον εαυτό του υιό του ανθρώπου (b). Υπαινίσσεται την εικόνα της κρίσης στο Δανιήλ ζ 13 (g). «Από τώρα δεν υπάρχει για σας καιρός λόγων και διδασκαλίας για το ποιος είμαι· διότι αν θέλατε, θα με γνωρίζατε από τα θαύματα που έγιναν· από τώρα όμως είναι καιρός κρίσεως» (Θφ).
(3) Το έσται καθήμενος= διαρκώς θα κάθεται (δ).
(4) Είναι σαν να είπε ο Κύριος: Την πλήρη απάντηση στο ερώτημά σας θα την δώσει ο Θεός, υψώνοντας εμένα τον υιό του ανθρώπου, ο οποίος τώρα παρίσταμαι στο κριτήριό σας ως δικαζόμενος, στο θρόνο της δύναμής του (g). Για τη φράση «εκ δεξιών της δυνάμεως» δες Ματθ. κστ 64 και Μάρκ. ιδ 62. Παραπέμπει αυτούς και στην έλευση της δευτέρας του παρουσίας.
Αυτή θα είναι για αυτούς η πειστική και καταπληκτική απόδειξη για το ότι είναι ο Χριστός. Αλλά η απόδειξη αυτή τότε θα τους προκαλέσει σύγχυση και τρόμο, αφού τώρα παρεχόμενη από τα θαύματά του δε θέλησαν να την παραδεχτούν για σωτηρία τους. Είναι σαν να τους έλεγε: Τότε, όταν θα με δείτε να κάθομαι στα δεξιά του Πατέρα μου και να έρχομαι πάνω στο θρόνο της δόξας μου για να σας κρίνω, δεν θα έχετε πλέον την τόλμη να ρωτάτε εάν είμαι ή δεν είμαι ο Χριστός.

22.70 εἶπον δὲ πάντες, Σὺ(1) οὖν(2) εἶ ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ(3); ὁ δὲ πρὸς αὐτοὺς ἔφη, ῾Υμεῖς λέγετε ὅτι ἐγώ εἰμι(4).
70 Είπαν τότε όλοι: «Εσύ, λοιπόν, είσαι ο Υιός του Θεού;» Κι αυτός τους αποκρίθηκε: «Εγώ είμαι, όπως ακριβώς το λέτε».
(1) Εσύ που στέκεσαι μπροστά μας και κάθεσαι στο εδώλιο του κατηγορουμένου είσαι λοιπόν ο Υιός του Θεού;
(2) Βγάζουν το συμπέρασμα από τα αμέσως προηγούμενα λόγια του Κυρίου.
(3) Ο Ιησούς με τα λόγια του αυτά είχε υψώσει το μεσσιακό αξίωμα σε ύψη υπερφυσικά και υπερουράνια. Ο Μεσσίας ήταν λοιπόν ίσος με τον Θεό. Για να κάθεται στα δεξιά του Θεού, έπρεπε να είναι ίσος με αυτόν. Αυτή ήταν η γνώμη του ραββίνου Ακίβα που εξίσωνε τον Μεσσία με το Θεό. Αλλά ο Γαλιλαίος Ιωσής φώναξε «Ακίβα, έως πότε θα βεβηλώνεις την δόξα;». Αυτή ακριβώς είναι και τώρα η εντύπωση του συνεδρίου. Ονόμασε μεν τον εαυτό του ο Ιησούς υιό του ανθρώπου, αλλά με αξιώσεις και δικαιώματα, που καθιστούν αυτόν τον υιό του Θεού (L).
(4) Η φράση: Εσείς λέτε, ότι εγώ είμαι, δεν χρησιμοποιείται στην ελληνική γλώσσα, αλλά βρίσκεται σε συχνή χρήση στους ραββίνους. Με αυτήν την απάντηση γίνεται παραδεκτό ως δική του διαβεβαίωση ολόκληρο το περιεχόμενο του ερωτήματος που τέθηκε (g).

22.71 οἱ δὲ εἶπον, Τί ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτυρίας; αὐτοὶ γὰρ ἠκούσαμεν ἀπὸ τοῦ στόματος αὐτοῦ(1).
71 Κι εκείνοι είπαν: «Τι μας χρειάζονται πια οι μάρτυρες; Το ακούσαμε οι ίδιοι από το στόμα του».
(1) Οι ίδιοι ακούσαμε ότι αξιώνει, ότι είναι ο Μεσσίας και ο Υιός του Θεού.
«Αυτοί που δεν πείθονται, καθόλου δεν ωφελούνται από το να αποκαλύπτονται σε αυτούς οι πιο μυστικές διδασκαλίες, αλλά μάλλον δέχονται περισσότερη καταδίκη» (Θφ).
Ανάγκη μαρτυρίας για το ότι διακήρυττε τον εαυτό του τον Χριστό, τον υιό του Θεού, βεβαίως δεν είχαν. Χρειαζόταν όμως να εξετάσουν, μήπως αυτό, το οποίο ο από αυτούς δικαζόμενος ομολογούσε για τον εαυτό του, ανταποκρινόταν πλήρως στην αλήθεια. Τα πειστήρια λοιπόν και οι αποδείξεις, οι οποίες τους είχαν παρασχεθεί, με τα θαύματα, την διδασκαλία και τον εν γένει βίο του Ιησού, ήταν τέτοια, ώστε έπρεπε να βάλουν αυτούς σε σοβαρή σκέψη πριν τον καταδικάσουν ως βλάσφημο.

Κεφάλαιο 23
Στίχ. 1-7. Ο Κύριος ενώπιον του Πιλάτου.
23.1 Καὶ ἀναστὰν(1) ἅπαν τὸ πλῆθος αὐτῶν(2) ἤγαγον αὐτὸν ἐπὶ τὸν Πιλᾶτον(3).
1 Τότε όλα τα μέλη του συνεδρίου σηκώθηκαν και έσυραν τον Ιησού στον Πιλάτο.
(1) Ο Λουκάς προϋποθέτει ότι είναι γνωστή ήδη η σε θάνατο καταδίκη του Ιησού (p).
(2) Δηλαδή ολόκληρο το σώμα του συνεδρίου, μη περιλαμβανομένου του όχλου, ο οποίος σε καμία από τις τέσσερεις ευαγγελικές αφηγήσεις δεν έχει αναφερθεί έως τώρα (p).
(3) Αφότου η Ιουδαία προσαρτήθηκε ως ρωμαϊκή επαρχία, μετά την καθαίρεση του Αρχέλαου, δηλαδή το 7 μ.Χ., οι Ιουδαίοι άρχοντες έχασαν το jus gladii, δηλαδή το δικαίωμα της θανατικής εκτέλεσης, το οποίο επιφυλασσόταν στους Ρωμαίους σε όλες τις ρωμαϊκές επαρχίες. Και σύμφωνα με παράδοση που αναφέρεται από το Ταλμούδ «σαράντα χρόνια πριν την καταστροφή του ναού (δηλαδή μόλις το 30 μ.Χ.) το δικαίωμα της καταδίκης σε θάνατο αφαιρέθηκε από τους Ιουδαίους» (Cant. 24,2). Έτσι εξηγείται το διάβημα αυτό του συνεδρίου.
Ως προς το ζήτημα της διαμονής του Πιλάτου, δεν είναι δυνατόν να βεβαιωθεί, εάν αυτός έμενε τότε στο μεγαλοπρεπές ανάκτορο του Ηρώδη του μεγάλου, στο πάνω μέρος της πόλης, ή στο φρούριο Αντωνία, βορειοδυτικά του ναού. Η παράδοση καθορίζει την αφετηρία της Via dolorosa (δρόμος του μαρτυρίου του Χριστού) στην Αντωνία (g).
«Παραδόθηκαν και αυτοί στις στρατιές των Ρωμαίων, και έτσι εκπληρώθηκαν εκείνα που είχαν προαναγγελθεί για αυτούς από τους προφήτες· «Αλλοίμονο στον παράνομο! Γιατί θα του συμβούν κακά ανάλογα με τα έργα των χεριών του (Ησ. 3,11)». Και άλλος· «Καθώς έπραξες, έτσι θα συμβεί και σε σένα. Η ανταπόδοσή σου θα ανταποδοθεί στο κεφάλι σου (Οβδιού 15» (Κ).

23.2 ἤρξαντο(1) δὲ κατηγορεῖν(2) αὐτοῦ λέγοντες, Τοῦτον εὕρομεν διαστρέφοντα τὸ ἔθνος(3) καὶ κωλύοντα Καίσαρι(4) φόρους(5) διδόναι, λέγοντα ἑαυτὸν Χριστὸν βασιλέα(6) εἶναι.
2 Εκεί άρχισαν να τον κατηγορούν λέγοντας: «Αυτόν εδώ τον πιάσαμε να ξεσηκώνει το λαό μας, να τον εμποδίζει να πληρώνει τους φόρους στον αυτοκράτορα, και να ισχυρίζεται για τον εαυτό του πως είναι ο βασιλιάς, ο Μεσσίας».
(1) Άρχισαν να αναπτύσσουν τις κατηγορίες, ο Πιλάτος όμως στο μεταξύ παρενέβαινε για διευκρίνιση και διαπίστωσή τους. Για αυτό και λέει το ρήμα άρχισαν (p).
(2) Διατυπώνουν τρεις κατηγορίες πολιτικού χαρακτήρα, οι οποίες θα είχαν βαρύτητα για τον Πιλάτο· δηλαδή, ότι διαστρέφει το έθνος, ξεσηκώνοντας αυτό σε στάση, ότι παρεμποδίζει την πληρωμή των φόρων στον Καίσαρα, και ότι οικειοποιείται τον τίτλο του βασιλιά (p).
(3) Υπάρχει και η γραφή το έθνος ημων. Η λέξη λαός χρησιμοποιείται με πολιτική συγχρόνως και ιερή έννοια, ενώ η λέξη έθνος με γενεαλογική ή φυσική έννοια (b).
(4) Μέσω κανενός άλλου πράγματος δεν ήταν τόσο συνδεδεμένοι με τον Καίσαρα, όσο μέσω του μίσους τους προς τον Ιησού (b).
(5) «Ολοφάνερα εναντιώνονται στην αλήθεια. Διότι πού εμπόδισε ο Ιησούς να δίδουν φόρους τη στιγμή που μάλλον διέταξε να τους αποδίδουν ως χρέος, λέγοντας τα εξής: Αποδώστε στον Καίσαρα τα του Καίσαρα;» (Θφ).
«Αλλά ένας ήταν ο σκοπός τους, το να κατεβάσουν στο θάνατο Εκείνον που ανεβάζει στη ζωή» (Κ).
(6) Προσθέτουν το βασιλιά, ώστε ο Πιλάτος να αντιληφθεί την πολιτική σημασία του όρου Χριστός (p). Εάν λοιπόν διεκδίκησε τον τίτλο Χριστός, στον οποίο αυτοί τώρα προσδίδουν πολιτική έννοια, είναι προφανές, ότι για να είναι συνεπής, θα έπρεπε και την πληρωμή των φόρων να αρνηθεί (g), και το λαό να διαστρέψει σε στάση.
Ολοφάνερα συκοφαντούν. «Διότι πώς ξεσηκώνει σε στάση τον όχλο; Μήπως καταπιανόμενος με τη βασιλεία; Αλλά αυτό είναι τελείως απίθανο· διότι και όταν ακόμη ήθελε το πλήθος να τον κάνει βασιλιά, αφού το κατάλαβε, αναχώρησε» (Θφ).
Η μετάφραση και απόδοση του τίτλου Χριστός με τον τίτλο βασιλιάς, ενώπιον του Πιλάτου, είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτη, εάν συγκριθεί με την απόδοση του ίδιου τίτλου με τον τίτλο ο Υιός του Θεού, ενώπιον του συνεδρίου. Με την πρώτη μετάφραση προσδίδουν στην κατηγορία το χαρακτήρα της επανάστασης κατά του καθεστώτος, ενώ με τη δεύτερη προσδίδουν το χαρακτήρα της βλασφημίας, για την οποία ο Πιλάτος δεν θα ενδιαφερόταν καθόλου. Πόση ευλυγισία και πανουργία εκδηλώνεται στο μίσος αυτό! (g). Τον κατηγορούν ενώπιον του Πιλάτου ότι εμποδίζει την πληρωμή των φόρων και αντιτίθεται προς τον Καίσαρα. Δηλαδή διατυπώνουν εναντίον του κατηγορία, η οποία και για αυτούς τους ίδιους δεν ήταν πραγματικό έγκλημα, διότι και αυτοί οι ίδιοι κατά βάθος αντιτίθονταν προς τον Καίσαρα και θεωρούσαν θεάρεστο έργο την αποτίναξη του ζυγού του.
Είναι όμως αξιοσημείωτο ότι για αυτό το ίδιο έγκλημα που τώρα ψευδώς και συκοφαντικά επινοήθηκε εις βάρος του Ιησού, τιμωρήθηκαν αυτοί σκληρά από τους Ρωμαίους ως πραγματικοί αποστάτες εναντίον αυτών και του Καίσαρα. Τον κατηγορούν ως αντίζηλο του Καίσαρα και ότι αξιώνει βασιλικό αξίωμα και βασιλικά δικαιώματα για τον εαυτό του.
Ο πραγματικός παρόλ’ αυτά λόγος, για τον οποίο αυτοί τον απέρριψαν και δεν τον δέχτηκαν ως Μεσσία, ήταν, ότι δεν εμφανίστηκε με εξωτερική πομπή και δύναμη και δεν κάθισε σε θρόνο βασιλικό ανατρέποντας με το σπαθί του κάθε άλλη βασιλεία στη γη. Ναι· ήταν ο Χριστός και ως τέτοιος ήταν και βασιλιάς, αλλά όχι και τέτοιος, ώστε να υπάρχει φόβος ότι θα επαναστατούσε κάποτε εναντίον του Καίσαρα.

23.3 ὁ δὲ Πιλᾶτος επηρώτησεν αὐτὸν λέγων, Σὺ(1) εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν ᾽Ιουδαίων(2); ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ ἔφη, Σὺ λέγεις(3).
3 Ο Πιλάτος τότε τον ρώτησε: «Ώστε εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;» Κι ο Ιησούς του αποκρίθηκε: «Ναι, όπως το λες».
(1) Η αντωνυμία μπαίνει μπροστά με έμφαση (p).
«Σχεδόν λέει το εξής· Εσύ ο φτωχός, ο ασήμαντος, ο γυμνός, ο αβοήθητος κατηγορείσαι ότι επιθυμείς τη βασιλεία; Και με αυτό περιγελά αυτούς που κατηγορούν αυτά τον Ιησού, αφού, τον τόσο ασήμαντο και γυμνό, τον παρουσιάζουν ψευδώς να επιχειρεί τέτοιο πράγμα, ενώ θα χρειαζόταν και πολλά χρήματα και πολλούς βοηθούς» (Θφ).
(2) Και οι 4 ευαγγελικές αφηγήσεις συναντιούνται στην ερώτηση αυτή του Πιλάτου προς τον Ιησού. Μαθαίνουμε από τον Ιωάννη, ότι ο Ιησούς ήταν μέσα στο πραιτώριο, ενώ οι Ιουδαίοι στέκονταν έξω. Ο Πιλάτος πήγαινε από αυτούς στον Ιησού και από τον Ιησού προς αυτούς (g).
(3) Όμοια με την απάντηση στο κεφ. κβ 70. Σε αυτό περιλαμβάνεται συμπτυγμένα συνομιλία μεταξύ Πιλάτου και Ιησού, που πλατύτερα εκτίθεται από τον Ιωάννη, χωρίς την οποία η αφήγηση των συνοπτικών παρουσιάζεται μόλις και μετά βίας κατανοητή. Θα ήταν ακατανόητο ο Πιλάτος να ακούσει από το στόμα του Ιησού, ότι δεχόταν την εναντίον του κατηγορία, ότι είναι βασιλιάς των Ιουδαίων και αμέσως χωρίς περαιτέρω εξέταση να διακηρύξει, ότι «καμία κατηγορία δεν βρίσκω σε αυτόν τον άνθρωπο». Αλλά μία συνομιλία με τον Ιησού έπεισε τον Πιλάτο, ότι επρόκειτο για ακίνδυνο ενθουσιαστή (p).
Η απόκριση του Κυρίου προς τον Πιλάτο θα μπορούσε να αποδοθεί και ως εξής: Ναι· είμαι όπως λες, εξουσιοδοτημένος να κυβερνήσω τον Ισραήλ· αλλά καταπολεμώντας και ανταγωνιζόμενος τους αρχιερείς και γραμματείς, οι οποίοι κατατυραννούν αυτόν στα θρησκευτικά ζητήματα. Για κανένα όμως λόγο δεν ανταγωνίζομαι τον Καίσαρα, του οποίου η κυβέρνηση αναφέρεται μόνο στα αστικά και πολιτικά συμφέροντα του Ισραήλ. Η βασιλεία του Μεσσία είναι εξ’ ολοκλήρου πνευματική και δεν αναμιγνύεται στη δικαιοδοσία του Καίσαρα.


23.4 ὁ δὲ Πιλᾶτος εἶπεν πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς ὄχλους ότι Οὐδὲν εὑρίσκω αἴτιον(1) ἐν τῷ ἀνθρώπῳ τούτῳ.

4 Τότε ο Πιλάτος είπε στους αρχιερείς και στον όχλο: «Δε βρίσκω καμιά αιτία καταδίκης αυτού του ανθρώπου».
(1) Αίτιο=αιτία. Είναι χαρακτηριστική λέξη του Λουκά και συνδυάζεται πάντοτε με άρνηση. Δες σ. 14,22· Πράξ. ιθ 40 (p). Αίτιο=ένοχο, αξιοκατάκριτο· έτσι λέγεται το αίτιος και στον Όμηρο και στον Πλάτωνα αντί για το ένοχος (δ). Το επίθετο αίτιος (αυτής ή εκείνης της πράξης), ένοχος και υπεύθυνος (αυτού ή εκείνου) έγινε ουσιαστικό (L).

23.5 οἱ δὲ ἐπίσχυον(1) λέγοντες ὅτι ᾽Ανασείει(2) τὸν λαὸν διδάσκων καθ᾽ ὅλης τῆς ᾽Ιουδαίας, καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας(3) ἕως ὧδε(4).
5 Εκείνοι όμως επέμεναν, και έλεγαν ότι αναστατώνει το λαό με όσα διδάσκει σε όλη την Ιουδαία. «Άρχισε από τη Γαλιλαία και έφτασε ως εδώ», έλεγαν.
(1) Επίσχυον· είναι αμετάβατο και συνεπώς καμία λέξη δεν πρέπει να υπονοηθεί από έξω. Δες Α΄ Μακ. στ 6 (p)=κατηγορούσαν εντονότερα από πριν (δ). Ή, έγιναν πιο κατηγορηματικοί στις αιτιάσεις τους (p).
(2) =αναστατώνει, βάζει σε στάση εναντίον των νομίμων αρχών (δ). «Ο μεν Πιλάτος απάλλασσε τον Ιησού από κάθε κατηγορία και αυτό όχι μία φορά, αλλά τρεις· αυτοί όμως με μεγαλύτερη επιμονή έλεγαν, αναστατώνει το λαό, μαζεύοντας και άλλες αφορμές συκοφαντιών» (Κ).
(3) Από τη Γαλιλαία, την τροφό των στασιαστών (Γρότιος). «Αναστατώνει το λαό και όχι σε ένα μέρος, αλλά από μεν τη Γαλιλαία άρχισε, έφτασε όμως μέχρις εδώ περιοδεύοντας διαμέσου της Ιουδαίας. Νομίζω όμως ότι δεν ανέφεραν τη Γαλιλαία τυχαία, αλλά εξωθώντας σε φόβο τον Πιλάτο. Διότι πράγματι οι Γαλιλαίοι ήταν πάντα τέτοιοι στασιαστές που επιχειρούσαν κινήματα» (Θφ).
(4) Μπορεί να αναφέρεται ειδικά στη θριαμβευτική είσοδο στα Ιεροσόλυμα. Αλλά μπορεί να αναφέρεται και σε προηγούμενες επισκέψεις του Ιησού στην πόλη αυτή (p).

23.6 Πιλᾶτος δὲ ἀκούσας Γαλιλαίαν(1) ἐπηρώτησεν εἰ ὁ ἄνθρωπος Γαλιλαῖός ἐστιν·
6 Όταν ο Πιλάτος άκουσε για Γαλιλαία, ρώτησε να μάθει αν ο άνθρωπος αυτός είναι Γαλιλαίος.
(1) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν το Γαλιλαίαν. Ο Πιλάτος ακούγοντας Γαλιλαία, η οποία βρισκόταν στη δικαιοδοσία του τετράρχη Ηρώδη Αντίπα, νόμισε, ότι βρήκε μέσο υπεκφυγής και ρωτά, εάν ο Σωτήρας όντως είναι Γαλιλαίος, θέλοντας να απαλλαχτεί αυτός παραπέμποντας την υπόθεση στον Ηρώδη (δ). Ταλαντευόμενος ανάμεσα στα ελατήρια της πολιτικής από τη μία και της φυσικής δικαιοσύνης από την άλλη, μεταξύ του να μη δυσαρεστήσει τους άρχοντες των Ιουδαίων από τη μία και του να ταπεινώσει την υπερηφάνεια τους από την άλλη αποσπώντας από τα χέρια τους τον αθώο Ιησού, νόμισε ότι μπορούσε να απαλλαχτεί από την ενοχλητική αυτή υπόθεση, παραπέμποντας αυτήν στον Ηρώδη (ο).

23.7 καὶ ἐπιγνοὺς(1) ὅτι ἐκ τῆς ἐξουσίας ῾Ηρῴδου(2) ἐστὶν ἀνέπεμψεν(3) αὐτὸν πρὸς ῾Ηρῴδην, ὄντα καὶ αὐτὸν ἐν ῾Ιεροσολύμοις ἐν ταύταις ταῖς ἡμέραις(4).
7 Κι όταν διαπίστωσε ότι υπαγόταν στη δικαιοδοσία του Ηρώδη, τον παρέπεμψε στον Ηρώδη, που ήταν κι αυτός στα Ιεροσόλυμα εκείνες τις ημέρες.
(1) Η μετοχή επιγνούς συναντιέται συχνά στο Λουκά με την έννοια του: αφού βεβαιώθηκε εξ’ ολοκλήρου. Δες Λουκ. ζ 37, Πράξ. ιθ 34,κβ 29,κδ 11,κη 1 κλπ. (p).
(2) Το ρωμαϊκό δίκαιο υπολόγιζε πολύ την καταγωγή του κατηγορουμένου, και ο Κύριος ήταν από επαρχία που υπαγόταν στη δικαιοδοσία του Ηρώδη (L).
(3) Το ρήμα χρησιμοποιείται και με την έννοια του στέλνω ψηλά, παραπέμπω σε ανώτερη εξουσία ή σε αρμόδια αρχή. Αλλά στους σ. 11,15 η σημασία του είναι στέλνω πίσω, και αυτή η έννοια μπορεί να διατηρηθεί και εδώ. Εάν ο Ιησούς από καταγωγής ανήκε στη δικαιοδοσία του Ηρώδη, το να στέλνει αυτόν στον Ηρώδη σήμαινε το να στέλνει αυτόν πάλι ή πίσω σε αυτόν· ακριβώς όπως και για τον εκ γενετής τυφλό χρησιμοποιείται το ρήμα αναβλέπω (Ιω. θ 15,18), διότι το να βλέπει κάποιος είναι φυσικό στον άνθρωπο (p).
Ο Θεός οικονόμησε έτσι το πράγμα, για να γίνει ακόμη περισσότερο ολοφάνερη η εκπλήρωση της Γραφής, όπως φαίνεται και στο Πράξ. δ 26,27, όπου η προφητεία του Δαβίδ (Ψαλμ. β 2) «οι βασιλιάδες της γης και οι άρχοντες μαζεύτηκαν στο ίδιο μέρος εναντίον του Κυρίου και εναντίον του Χριστού αυτού» ξεκάθαρα λέγεται ότι εκπληρώθηκε από τον Ηρώδη και τον Πόντιο Πιλάτο.
(4) Ο Ηρώδης βρισκόταν για τις εορτές του Πάσχα στα Ιεροσόλυμα και διέμενε πιθανώς στο ανάκτορο των Ασμοναίων, που βρισκόταν στην κορυφή του υψηλού λόφου, που δέσποζε του ναού (L).
Στίχ. 8-12. Ο Κύριος ενώπιον του Ηρώδη.
Μόνος ο Λουκάς αναφέρει το επεισόδιο αυτό και φαίνεται να είχε κάποιον γνωστό στο σπίτι του Ηρώδη, ο οποίος γνωστοποίησε σε αυτόν αυτό το γεγονός (Schleiermacher). Η Ιωάννα η σύζυγος του Χουζά (Λουκ. η 3) θα υπήρξε πιθανώς η πηγή της πληροφορίας αυτής.

23.8 ὁ δὲ ῾Ηρῴδης ἰδὼν τὸν ᾽Ιησοῦν ἐχάρη λίαν, ἦν γὰρ ἐξ ἱκανού(1) θέλων ἰδεῖν αὐτὸν διὰ τὸ ἀκούειν αυτόν πολλά περὶ αὐτοῦ, καὶ ἤλπιζέν τι σημεῖον ἰδεῖν ὑπ᾽ αὐτοῦ γινόμενον(2).
8 Όταν ο Ηρώδης είδε τον Ιησού, χάρηκε πολύ. Γιατί από αρκετό καιρό ήθελε να τον δει, ύστερα από τα πολλά που άκουγε γι’ αυτόν· έλπιζε μάλιστα να τον δει να κάνει και κανένα θαύμα.
(1) Υπάρχει και η γραφή εξ ικανών χρόνων. ἦν θέλων=εξακολουθούσε να θέλει. Δηλώνεται το έντονο της επιθυμίας (p.δ).
(2) «Ο Ηρώδης… επειδή είχε την αρρώστια να θέλει να βλέπει καινούργια πράγματα… επιθυμούσε να δει κάποιο θαύμα από τον Ιησού, όχι για να πιστέψει, αλλά για να δώσει τροφή στα μάτια του· όπως ακριβώς στα θέατρα βλέπουμε τους θαυματοποιούς να φαντάζουν ότι καταπίνουν φίδια και ξίφη και τα παρόμοια, και θαυμάζουμε. Σχεδόν δηλαδή νόμιζε ότι ο Ιησούς είναι ένας τέτοιος» (Θφ).
Πόσο ταπεινά και άξια περιφρόνησης ήταν τα ελατήρια, από τα οποία κινούνταν εδώ ο Ηρώδης! Ζητούσε την εκδήλωση της θαυματουργικής ενέργειας του Ιησού όχι για κάποιο ανώτερο σκοπό, αλλά για ικανοποίηση της μάταιης περιέργειάς του (ο).

23.9 ἐπηρώτα δὲ αὐτὸν ἐν λόγοις ἱκανοῖς(1)· αὐτὸς δὲ οὐδὲν ἀπεκρίνατο αὐτῷ(2).
9 Του έκανε πολλές ερωτήσεις, αυτός όμως δεν του έδινε καμιάν απάντηση.
(1) Ή «με λόγια σοφιστικά και που τον έβαζαν σε δοκιμασία» (Ζ). Ή, πιο πιθανό, οι λόγοι και οι ερωτήσεις αυτές αναφέρονταν στην αποστολή, την οποία ο Ιησούς διεκδικούσε (L). Ελπίζοντας συγχρόνως ότι για υποστήριξη των μεσσιακών του αξιώσεων θα αναγκαζόταν ο Ιησούς να τελέσει και κάποιο θαύμα (ο).
(2) «Επειδή τον ήξερε ότι ήθελε να δει θαύμα όχι για ωφέλεια, αλλά για τέρψη, και θαύμα που δεν πίστευε ότι προέρχεται από θεία δύναμη αλλά από απλή ψεύτικη θαυματοποιΐα» (Ζ) δεν απάντησε τίποτα. «Διότι γιατί πρέπει να απαντήσει σε αυτόν που δε ρωτά για να μάθει. Και γιατί πρέπει να βάλει τα μαργαριτάρια μπροστά στους χοίρους; Μάλλον λοιπόν δείγμα φιλανθρωπίας είναι το να τηρεί σιγή κανείς σε τέτοιους ανθρώπους. Διότι ο λόγος που ειπώθηκε για να μην έχει καμία ωφέλεια, είναι επιπλέον και πρόξενος μεγαλύτερης καταδίκης για αυτούς που δεν τον πρόσεξαν» (Θφ).
«Άλλωστε ούτε ήταν καιρός διδασκαλίας, ούτε ήταν πρέπον να δειχτεί η δύναμη των θαυμάτων σε αυτόν που ήθελε να δει θεαματικά πράγματα περισσότερο, παρά να δει θεϊκά θαύματα δύναμης» (Σχ.). Ο Ηρώδης θεωρούσε τον Ιησού ως ένα θέαμα αξιοπερίεργο, τέτοια όμως περιέργεια ασφαλώς δεν θα ικανοποιούνταν από τον Κύριο, όπως και η αίτηση εκείνων οι οποίοι ζητούσαν σημάδια από τον ουρανό (Λουκ. ια 29) (p).
Ο πτωχότατος ζητιάνος, ο οποίος ζήτησε θαύμα για ικανοποίηση της ανάγκης του, δεν συνάντησε άρνηση από τον Ιησού. Αλλά ο αλαζόνας αυτός βασιλιάς, ο οποίος για ικανοποίηση της περιέργειάς του ζητούσε το θαύμα, δεν εισακούστηκε. Μπορούσε προ πολλού χρόνου να δει το Χριστό και τα θαυμαστά έργα του στη Γαλιλαία, αλλά δεν θέλησε.
Για αυτό και δίκαια θα λεγόταν και για αυτόν τώρα: θα θελήσετε να δείτε αυτά και δεν θα τα δείτε. Κρύφτηκαν από τα μάτια του, διότι δεν γνώρισε την ημέρα της επίσκεψής του. Ο Ηρώδης θα νόμισε, ότι, εφόσον είχε μπροστά του δέσμιο τον Ιησού, θα μπορούσε να τον διατάξει, να ενεργήσει κάποιο θαύμα μπροστά του. Αλλά τα θαύματα δεν είναι δυνατόν να γίνονται κατά παραγγελία της ιδιοτροπίας των ανθρώπων, ούτε η παντοδυναμία του Θεού είναι δυνατόν να υποταχθεί στα κελεύσματα των ισχυρών της γης, οι οποίοι είναι σαν παιχνίδια μπροστά της.

23.10 εἱστήκεισαν δὲ οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς εὐτόνως(1) κατηγοροῦντες αὐτοῦ.
10 Εκεί βρίσκονταν και οι αρχιερείς και οι γραμματείς, οι οποίοι τον κατηγορούσαν με πολύ πείσμα.
(1) Η λέξη εύτονος από το ευ και τείνω σημαίνει πρώτον αυτό που έχει καλά τεντωθεί· το αντίθετο δηλαδή του άτονος, χαλαρωμένος· ως εύτονα σώματα ονομάζει ο Ιπποκράτης τα ισχυρά. Από αυτό λοιπόν το εύτονος κατέληξε να είναι ίσο με το ισχυρός. Ευτόνως=ισχυρά, έντονα (δ).

23.11 ἐξουθενήσας(1) δὲ αὐτὸν ὁ ῾Ηρῴδης σὺν τοῖς στρατεύμασιν αὐτοῦ(2) καὶ ἐμπαίξας(3) περιβαλὼν αυτόν ἐσθῆτα λαμπρὰν(4) ἀνέπεμψεν αὐτὸν τῷ Πιλάτῳ.
11 Τότε ο Ηρώδης με τους στρατιώτες του, αφού τον εξευτέλισε και τον περιγέλασε, τον έντυσε με μια μεγαλόπρεπη στολή και τον έστειλε πίσω στον Πιλάτο.
(1) Οι μετοχές εξασθενήσας και εμπαίξας μπαίνουν στην αρχή των προτάσεών τους με έμφαση (p). Ο Ηρώδης αφού πληγώθηκε και ταπεινώθηκε από τη σιγή του Ιησού, εκδικήθηκε με αυτήν την περιφρόνηση (g). Η περιφρόνηση αυτή παρουσιάζεται εδώ επισημότερη, επειδή προέρχεται άμεσα από τον ηγεμόνα (L) και δεν οφείλεται στην πρωτοβουλία των δούλων ή των στρατιωτών.
(2) Πιθανώς πρόκειται για τιμητική φρουρά (p), για τη σωματοφυλακή του Ηρώδη, στην οποία επιτρεπόταν να συνοδεύει αυτόν στην πρωτεύουσα (g).
(3) Άρμοζε σε αυτόν που αποκεφάλισε τον Βαπτιστή να εξευτελίσει και να εμπαίξει και τον Ιησού (p). «Μαρτυρεί όμως με αυτά που χλευάζει, ότι τίποτα άδικο δεν έπραξε ο Χριστός· διότι δεν θα έπρεπε στολή λαμπρή σε αυτόν που έπραξε ή είπε κάτι κακό» (Σχ.).
(4) Δεν είναι ταυτόσημο με το λευκή. Το επίθετο δε δηλώνει το χρώμα της στολής, αλλά την πολυτέλειά της (p). Ένδυμα παρόμοιο με εκείνο το οποίο έφεραν οι Ιουδαίοι βασιλιάδες και οι ανώτεροι Ρωμαίοι στις επίσημες περιστάσεις. Αποτελούσε αυτό παρωδία και διακωμώδηση των βασιλικών αξιώσεων του Ιησού, συγχρόνως όμως έμμεση διακήρυξη της αθωότητάς του, τουλάχιστον από άποψη πολιτική (g).
Ο Ηρώδης φαίνεται να είχε σκοπό, να δηλώσει περιφρονητικά, ότι κανείς φόβος δεν υπήρχε από έναν τέτοιο βασιλιά. Στην πραγματικότητα όμως τίμησε χωρίς να το καταλαβαίνει και να το θέλει τον Ιησού με τη στολή αυτή όπως και ο Πιλάτος ύστερα με την επιγραφή πάνω στο σταυρό (b).

23.12 ἐγένοντο δὲ φίλοι(1) ὅ τε ῾Ηρῴδης καὶ ὁ Πιλᾶτος ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ μετ᾽ ἀλλήλων(2)· προϋπῆρχον γὰρ ἐν ἔχθρᾳ(3) ὄντες πρὸς εαυτούς.
12 Εκείνη την ημέρα μάλιστα ο Ηρώδης και ο Πιλάτος συμφιλιώθηκαν μεταξύ τους· πρωτύτερα οι σχέσεις τους ήταν εχθρικές.
(1) Παρόλο που ο Πιλάτος απέτυχε στην απόπειρα τού να μεταβιβάσει την ευθύνη της υπόθεσης του Ιησού στον Ηρώδη, όμως πέτυχε κάτι (p).
«Διότι το ότι έστειλε ο Πιλάτος προς τον Ηρώδη, αυτόν που ανήκε στη δικαιοδοσία εκείνου, φάνηκε ως αρχή φιλίας, μιας και δεν σφετερίζεται ο Πιλάτος τα προνόμια του Ηρώδη. Αλλά πρόσεξε που ο διάβολος παντού συγκεντρώνει και τους χωρισμένους, με μόνο σκοπό να ετοιμάσει το θάνατο για το Χριστό και δημιουργεί μία σύμπνοια και συμφιλιώνει και τους εχθρούς» (Θφ). Ο ιουδαϊσμός και ο εθνισμός συνασπίστηκαν κατά το χρόνο της γέννησης του Χριστιανισμού (b).
(2) «Αντί να πει μεταξύ τους» (Ζ).
(3) Αιτία της έχθρας μπορούσε να υπήρξε κάποια αμφισβήτηση για ζήτημα δικαιοδοσίας (p).

Στίχ. 13-25. Ο Πιλάτος καταδικάζει τον Κύριο σε θάνατο.
23.13 Πιλᾶτος δὲ συγκαλεσάμενος τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς ἄρχοντας(1) καὶ τὸν λαὸν(2)
13 Ο Πιλάτος συγκάλεσε τους αρχιερείς, τους άρχοντες των Ιουδαίων και το λαό
(1) Εκτός από τους αρχιερείς στο συνέδριο παρακάθονταν και οι άρχοντες (g), οι προύχοντες και πρεσβύτεροι του λαού. Ο λαός βρισκόταν συγκεντρωμένος στην πλατεία γύρω από τους αρχηγούς του (g).
(2) Ήλπιζε ο Πιλάτος ότι θα έβρισκε το λαό ευνοϊκότερα διατεθειμένο και ότι μέσω αυτού θα επιδρούσε και στους άρχοντές του (p). Εφόσον ο Πιλάτος είχε πειστεί για την αθωότητα του Ιησού, όφειλε αμέσως να απολύσει αυτόν και όχι μόνο τούτο, αλλά και να προστατεύσει αυτόν κατά της μανίας των αρχιερέων και του όχλου. Κανένα λόγο δεν είχε να συγκαλέσει κοντά του τους αρχιερείς και το λαό, αλλά ήταν υποχρεωμένος να διαλύσει αυτούς ως ταραχοποιό σύναξη, μη επιτρέποντας ούτε να πλησιάσουν καν αυτόν.
Αλλά ο Πιλάτος ήταν ιδιοτελής ηγεμόνας. Και εφόσον καμία ιδιαίτερη εύνοια δεν συνέδεε αυτόν με τον Ιησού, ζήτησε να εξασφαλίσει το δικό του συμφέρον, το οποίο του υπαγόρευε να μην πράξει κάτι για το οποίο είτε θα μπορούσε να κατηγορηθεί στον Καίσαρα, ότι απολύει κάποιον κακοποιό και στασιαστή, είτε θα δυσαρεστούσε τα πλήθη. Αρχίζει λοιπόν τις διαπραγματεύσεις με τους κατηγόρους καταρρίπτοντας έτσι το κύρος του.

23.14 εἶπεν πρὸς αὐτούς, Προσηνέγκατέ μοι τὸν ἄνθρωπον τοῦτον ὡς ἀποστρέφοντα(1) τὸν λαόν, καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἐνώπιον ὑμῶν(2) ἀνακρίνας(3) οὐδὲν εὗρον(4) ἐν τῷ ἀνθρώπῳ τούτῳ αἴτιον(5) ὧν κατηγορεῖτε(6) κατ᾽ αὐτοῦ,
14 και τους είπε: «Μου φέρατε εδώ αυτόν τον άνθρωπο, επειδή ξεσηκώνει το λαό. Είδατε, τον ανέκρινα μπροστά σας και δεν τον βρήκα ένοχο για τίποτε απ’ όσα τον κατηγορείτε·
(1) Αποπλανά το λαό από την υποταγή και νομιμοφροσύνη. Συγκεντρώνει τις τρεις κατηγορίες που διατυπώθηκαν στο στίχο 2 σε μία (p).
(2) Και το εγώ και το ἐνώπιον ὑμῶν μπαίνουν μπροστά με έμφαση. Μπροστά σας, ώστε αντιληφθήκατε, ότι η υπόθεση εξετάστηκε με επιμελή προσοχή (b). Το εγώ λέγεται σε αναφορά με το «αλλά ούτε ο Ηρώδης» του στίχου 15 (δ).
(3) Το ρήμα με έννοια δικαστική για δικαστική έρευνα και εξέταση χρησιμοποιείται από μόνο τον Λουκά στην Κ.Δ. Δες Πράξ. δ 9,ιβ 19,κδ 8,κη 18 (p).
(4) Σε ολοφάνερη αντίθεση με το «εύρομεν» που είπαν οι Ιουδαίοι στο στίχο 2 (p).
(5) Ή το αίτιο=αιτία· καμία δε βρήκα κατηγορία ή ενοχή, από όσες τον κατηγορείτε (p). Ή τίποτα το ένοχο, το αξιοκατάκριτο δε βρήκα στον άνθρωπο αυτόν από όσα κατηγορείτε εναντίον του (δ).
(6) Δηλαδή ότι είναι επαναστάτης και παρακινεί σε στάση το λαό (ο).

23.15 ἀλλ᾽ οὐδὲ ῾Ηρῴδης(1)· ἀνέπεμψα γὰρ υμάς προς αυτόν(2)· καὶ ἰδοὺ οὐδὲν ἄξιον θανάτου ἐστὶν πεπραγμένον αὐτῷ(3).
15 ούτε όμως κι ο Ηρώδης, στον οποίο σας παρέπεμψα. Είναι φανερό ότι δεν έκανε τίποτε που ν’ αξίζει την καταδίκη του σε θάνατο.
(1) Βρήκε κάτι αίτιο, ένοχο θανάτου (δ).
(2) Υπάρχει και η γραφή των αλεξανδρινών χειρογράφων «ανέπεμψε γαρ αυτόν προς ημας»=μάς τον επέστρεψε χωρίς να τον καταδικάσει. Η γραφή του κειμένου=σας απέστειλα μαζί με αυτόν προς τον Ηρώδη, ώστε μόνοι σας να διατυπώσετε τις εναντίον του κατηγορίες και να γίνετε αυτήκοοι της κρίσης του Ηρώδη (δ).
(3) Λιγότερο πιθανώς· Και να, δεν του έχει κάνει τίποτα ο Ηρώδης, το οποίο να δείχνει, ότι τον κατέκρινε ως άξιο θανάτου.
Πιο σωστά: Και να, που και κατά την κρίση εμού και κατά την κρίση του Ηρώδη τίποτα δεν έχει πραχτεί από αυτόν, τον Ιησού, άξιο θανάτου (g).
«Ούτε εγώ, λέει ο Πιλάτος, ούτε ο βασιλιάς Ηρώδης βρήκαμε κάτι ένοχο σε αυτόν. Τι θα πουν σχετικά με αυτά οι Ιουδαίοι; Οι ίδιοι οι κριτές μαρτυρούν, ότι είναι αναίτιος ο άνθρωπος· εσείς οι κατήγοροι κανέναν μάρτυρα δεν φέρατε· ποιους πρέπει να πιστεύουμε; Πω πω! Πως νικά η αλήθεια! Σιωπά ο Ιησούς και μαρτυρούν υπέρ αυτού οι εχθροί· φωνάζουν οι Ιουδαίοι και κανείς δεν επιβεβαιώνει τις φωνές» (Θφ).

23.16 παιδεύσας(1) οὖν αὐτὸν ἀπολύσω(2).
16 Γι’ αυτό, λοιπόν, θα τον βασανίσω και θα τον απολύσω».
(1) «Παίδευση λέει εδώ τη… μαστίγωση για καταπράυνση και καταστολή του θυμού τους, ώστε, αφού θεωρήσουν ότι τον νίκησαν να παύσουν την περαιτέρω μανία» (Ζ). Το παιδεύσας λέγεται σύμφωνα με το γραμματικό σχήμα που ονομάζεται Μείωση (b). Μεταχειρίζεται ελαφρά λέξη, για να εκφράσει τη δεινή φραγγέλωση που θα επιβληθεί όχι ως τιμωρία, αλλά ως ποινή που θα προειδοποιεί αυτόν, για να είναι προσεκτικότερος στο μέλλον (p).
(2) «Ήταν ένας άνθρωπος μαλακός (άτολμος) ο Πιλάτος και ελάχιστα εναντιωνόταν υπέρ της αλήθειας. Διότι φοβήθηκε τη συκοφαντία, μήπως κατηγορηθεί ότι τάχα απέλυσε τον αντάρτη» (Θφ).
Χωρίς λόγο αποφασίζει να επιβάλλει ποινή σε αυτόν. Και μάλιστα ποινή όπως αυτή της φραγγέλωσης, η οποία ενίοτε επέφερε και το θάνατο. Η πρώτη του αυτή υποχώρηση προδίδει την ασθένειά του και τον παραδίδει εκ των προτέρων στη θέληση των αντιπάλων του, οι οποίοι είναι περισσότερο αποφασιστικοί από αυτόν (g).
Ως δικαστής όφειλε να μείνει σταθερός και να εφαρμόσει το νόμο, ο οποίος απαιτούσε εξίσου και ο αθώος να προστατεύεται και ο ένοχος να μην διαφεύγει ατιμώρητος (ο). Ήταν εξίσου άδικο να μαστιγώσει τον Ιησού με φραγγέλιο, όσο και το να σταυρώσει αυτόν. Ούτε μπορούσε να δικαιολογηθεί ο Πιλάτος από το ότι προέβαινε στη φραγγέλωση, για να ικανοποιήσει τον όχλο. Ο δικαστής οφείλει να κρίνει κατά το δίκαιο και να αποδίδει δικαιοσύνη, αδιαφορώντας για αυτά που θα συμβούν.

23.17 ἀνάγκην(1) δὲ εἶχεν(2) ἀπολύειν αὐτοῖς κατὰ ἑορτὴν ἕνα(3).
17 Αυτό το είπε γιατί ένα έθιμο υποχρέωνε τον Πιλάτο κατά την γιορτή να ελευθερώνει έναν φυλακισμένο για χάρη τους.
(1) Αρκετοί από τους μεγαλογράμματους κώδικες και κάποιες μεταφράσεις αποσιωπούν τελείως το στίχο. Η φράση «ἀνάγκην εἶχεν» ανήκει στο ιδίωμα του Λουκά. Επιπλέον και το ότι και ο στίχος 17 και ο στίχος 18 αρχίζουν με το ΑΝ μπορούσε να δημιουργήσει λάθος στο μάτι του αντιγραφέα.
(2) Ανάγκην είχε= υποχρεωνόταν σύμφωνα με τη συνήθεια (δ). Το έθιμο να απολύεται κατά το Πάσχα ένας από τους εγκληματίες με την μακρά και αμετάβλητη τήρησή του είχε αποβεί σταθερή και αναγκαία συνήθεια, που δεν μπορούσε να αθετηθεί (ο).
(3) (Δες Ματθ. κζ 15). Και το ότι θα απέλυε τον Ιησού κατά το έθος αυτό, αποτελούσε σοβαρή παραβίαση του δικαίου. Ο Χριστός θα απολυόταν ως κακοποιός, στον οποίο απονεμόταν χάρη, το οποίο για τον αναμάρτητο θα αποτελούσε στιγματισμό βαρύτατο.

23.18 ανέκραξαν(1) δὲ παμπληθεὶ(2) λέγοντες, Αἶρε τοῦτον(3), ἀπόλυσον δὲ ἡμῖν Βαραββᾶν(4)·
18 Όλο μαζί όμως το πλήθος κραύγαζε και έλεγε: «Θανάτωσέ τον αυτόν κι ελευθέρωσέ μας το Βαραββά».
(1) Υπάρχει και η γραφή ανέκραγον. Η σύνδεση με τα παραπάνω. Εάν μεν ο σ. 17 είναι αυθεντικός συνδέεται αυτός με το απολύσω του σ. 16 = θα τον απολύσω, αφού άλλωστε είμαι υποχρεωμένος από το έθιμο να σάς απολύσω έναν κατά την εορτή. Φώναξαν όμως όλο το πλήθος… Εάν ο σ. 17 δεν είναι αυθεντικός το αίτημα του λαού «απόλυσε σε μας τον Βαραββά» συνδέεται άμεσα με το απολύσω του σ. 16 (g).
(2) Λέγεται μία φορά=από όλο το πλήθος με μία φωνή (δ).
(3) Σήκωσέ αυτόν (από τη μέση), παράδωσέ τον σε θάνατο (δ).
(4) «Οι Ιουδαίοι που φρονούσαν και έπρατταν τα των ληστών και που έκαναν σπήλαιο ληστών τον οίκο του Θεού και για αυτό διώχτηκαν από αυτόν από τον Ιησού, για μεν το ληστή Βαραββά φώναζαν· απόλυσε σε μας τον Βαραββά· ενώ για τον σωτήρα της οικουμένης· σταύρωσε, σταύρωσε αυτόν. Για αυτό ακριβώς μέχρι σήμερα οι Ιουδαίοι, τον Ιησού μεν δεν τον έχουν… έχουν όμως μαζί τους τον ληστή Βαραββά από τα πνεύματα της πονηρίας, τον οποίο τώρα κρατημένο και στη φυλακή βαλμένο αξίωσαν να απολυθεί εναντίον τους. Για αυτό εξουσιάζει στους άπιστους Ιουδαίους ο Βαραββάς ο ληστής» (Ω).

23.19 ὅστις(1) ἦν διὰ στάσιν τινὰ γενομένην ἐν τῇ πόλει καὶ φόνον(2) βεβλημένος(3) εις την φυλακήν.
19 Ο Βαραββάς είχε ριχτεί στη φυλακή για κάποια εξέγερση που είχε γίνει στην πόλη και για φόνο.
(1) Για τον Βαραββά μπορούσαν να πουν σε κάποιο βαθμό αλήθειας, ότι «αυτόν βρήκαμε ότι διαστρέφει το έθνος» (σ. 2). Όχι διότι αυτός προκάλεσε τη στάση, αλλά διότι σε αυτήν «όταν έγινε» είχε λάβει μέρος (p).
(2) Η κάπως απότομη προσθήκη της λέξης αυτής συνηγορεί μάλλον υπέρ του ότι το έγκλημα του φόνου δεν έγινε στη στάση, αλλά είχε διαπραχθεί από τον Βαραββά σε άλλη εποχή (p). Ο Βαραββάς λοιπόν κατηγορούνταν και για φόνο, δηλαδή για πράξη η οποία μεταξύ των ανθρώπων θεωρείται ως η λιγότερο από κάθε άλλη παρεκτροπή άξια συγγνώμης.
(3) Υπάρχει και η γραφή βληθείς· ἦν βληθείς είναι φράση σπάνια αλλά όχι ασυνήθιστη στην κοινή γλώσσα (L).

23.20 πάλιν ουν ὁ Πιλᾶτος προσεφώνησεν(1), θέλων ἀπολῦσαι τὸν ᾽Ιησοῦν·
20 Ο Πιλάτος, λοιπόν, επειδή ήθελε να ελευθερώσει τον Ιησού, τους μίλησε ξανά·
(1) Το περιεχόμενο της προσφώνησης αυτής του Πιλάτου δεν αναφέρεται, συμπεραίνεται όμως από την ακόλουθη φράση του στίχου. Ο Πιλάτος εμποδίστηκε να ολοκληρώσει τη σκέψη του αφού διακόπηκε από τις κραυγές του πλήθους (g). Υπάρχει και η γραφή προσεφώνησε αὐτοῖς.

23.21 οἱ δὲ ἐπεφώνουν(1) λέγοντες, Σταύρωσον σταύρωσον(2) αὐτόν(3).
21 αυτοί όμως φώναζαν κι έλεγαν: «Σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον!»
(1) Έχει τη σημασία του κραυγάζω συνήθως σε απάντηση λόγου που προηγήθηκε, ο οποίος συνέβη είτε για επευφημία (Πράξ. ιβ 22) είτε για αποδοκιμασία (Πράξ. κβ 24) (L).
(2) Υπάρχει και η γραφή σταύρου σταύρου από το ενεργητικό σταυρόω (δ). Και κατά τα 4 ευαγγέλια οι φωνές του λαού που αναφέρονται στη σταύρωση του Κυρίου έγιναν, όταν ο Πιλάτος επρόκειτο να απολύσει τον Ιησού λόγω της γιορτής (p).
Δεν θέλουν απλώς να θανατωθεί, αλλά και ο θάνατός του να είναι άτιμος και σκληρός. Αυτό δηλώνει το «σταύρωσε, σταύρωσε αυτόν». Ο σταυρικός θάνατος ήταν η ποινή των αποβλήτων εθνικών, από την οποία απαλλάσσονταν οι ρωμαίοι πολίτες. Το σταύρωσε αυτόν λοιπόν σημαίνει θανάτωσέ τον με το σκληρότερο και χειρότερο των θανάτων· με το θάνατο, ο οποίος είναι συνδεδεμένος με την κατάρα· με τον θάνατο, ο οποίος θα αποκηρύξει αυτόν όχι απλώς και μόνο ως απόβλητο του Ισραήλ, αλλά ως απόβλητο και αυτών ακόμη των ειδωλολατρών.
(3) Ο άνθρωπος μπαίνει προ του διλήμματος ή να αρνηθεί τον εαυτό του ή να αρνηθεί το Χριστό· ή να απορρίψει τις δικές του αξιώσεις για το ότι ο ίδιος στον εαυτό του μπορεί να αποβεί σωτήρας ή να απορρίψει τις αξιώσεις του Χριστού· ή να σταυρώσει τη σάρκα του ή να σταυρώσει το Χριστό. Αυτός που προτιμά τον εαυτό του και τη σάρκα του, στο τέλος θα φωνάξει μαζί με τους Ιουδαίους «σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν».

23.22 ὁ δὲ τρίτον εἶπεν πρὸς αὐτούς, Τί γὰρ(1) κακὸν ἐποίησεν οὗτος; οὐδὲν άξιον θανάτου(2) εὗρον ἐν αὐτῷ· παιδεύσας οὖν αὐτὸν ἀπολύσω(3).
22 Ο Πιλάτος τους είπε για τρίτη φορά: «Τι κακό έκανε ο άνθρωπος; Δεν του βρήκα τίποτα που να επισύρει τη θανατική καταδίκη· θα τον βασανίσω, λοιπόν, και θα τον ελευθερώσω».
(1) Η φράση «Τι γαρ…» βρίσκεται η ίδια και στους τρεις συνοπτικούς. Το γαρ σημαίνει: Αδύνατον να τον σταυρώσω, διότι τι κακό έκανε; (p). Ή: Να τον σταυρώσω; Διότι έκανε… ποιο κακό; (g). Η πρώτη εκδοχή πιο φυσική.
(2) Προηγουμένως είπε γενικά: κανένα αίτιο, χωρίς κάποιον περιορισμό (σ. 4,14). Στην αδυναμία του όμως ο Πιλάτος αφού κάμφθηκε αρχίζει να παραδέχεται: Καλά, ίσως μπορεί να είναι ένοχος σε κάτι· δεν είναι όμως και ένοχος θανάτου (p).
(3) Και πάλι προτείνει να υποβάλλει αυτόν στη φραγγέλωση. Ίσως λοιπόν εδώ πρέπει να τοποθετηθεί η σκηνή της φραγγέλωσης, όπως αφηγείται αυτήν ο Ιωάννης. Πριν ακόμη εκδοθεί η απόφαση του να σταυρωθεί παραδίδει τον Ιησού ο Πιλάτος στην τιμωρία αυτή ελπίζοντας, ότι όταν οι Ιουδαίοι θα έβλεπαν τον Ιησού ωχρό και αιμόφυρτο, θα κάμπτονταν αν όχι όλοι, τουλάχιστον οι μετριότεροι από αυτούς, και έτσι θα αποφευγόταν το δράμα της σταύρωσης (g).

23.23 οἱ δὲ ἐπέκειντο φωναῖς μεγάλαις(1) αἰτούμενοι αὐτὸν σταυρωθῆναι, καὶ κατίσχυον αἱ φωναὶ αὐτῶν και των αρχιερέων(2)
23 Εκείνοι όμως επέμεναν με δυνατές φωνές ζητώντας να σταυρωθεί ο Ιησούς. Οι φωνές οι δικές τους και των αρχιερέων υπερίσχυαν
(1) Επέμεναν με μεγάλες φωνές. Όσο περισσότερο η μανία του πλήθους συναντά υποχωρητικότητα και όχι πυγμή σιδηρά, τόσο βιαιότερη και περισσότερο ασυγκράτητη γίνεται.
(2) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν το «και των αρχιερέων». Λησμονώντας αυτοί και την κοινή ευπρέπεια, αναμίγνυαν και τις φωνές τους με τις κραυγές του όχλου (b).

23.24 ο δε Πιλᾶτος ἐπέκρινεν(1) γενέσθαι τὸ αἴτημα(2) αὐτῶν·
24 κι έτσι ο Πιλάτος αποφάσισε να κάνει δεκτό το αίτημά τους.
23.25 ἀπέλυσεν(3) δὲ αυτοίς τον Βαραββαν τὸν διὰ στάσιν καὶ φόνον βεβλημένον εἰς την φυλακὴν(4) ὃν ᾐτοῦντο, τὸν δὲ ᾽Ιησοῦν παρέδωκεν(5) τῷ θελήματι(6) αὐτῶν.
25 Τους ελευθέρωσε αυτόν που ζητούσαν, το Βαραββά, που ήταν φυλακισμένος για εξέγερση και φόνο· και τον Ιησού τούς τον παρέδωσε να τον κάνουν ό,τι ήθελαν.
(1) Το επικρίνω λέγεται μία φορά=εκφέρω απόφαση, με την κρίση μου επιδοκιμάζω (Grimm)· τελεσίδικα έκρινε ο Πιλάτος (δ)· επικύρωσε την απόφασή τους· οι αρχιερείς είχαν εκδώσει προηγούμενη απόφαση (b).
(2) Όπως φαίνεται από τον ακόλουθο στίχο το αίτημα αυτό δεν ήταν μόνο η σταύρωση του Κυρίου, αλλά και η απόλυση του Βαραββά (L).
(3) Απέλυσε… παρέδωκεν. Η τραγική αυτή αντίθεση βρίσκεται και στους τρεις συνοπτικούς (p).
(4) Η αναφορά και πάλι του εγκλήματος του Βαραββά γίνεται, για να τονιστεί όχι μόνο το αμάρτημα του Πιλάτου, αλλά πολύ περισσότερο αυτό του λαού, ο οποίος ζητούσε την απόλυση του Βαραββά («τον οποίον ζητούσαν») (L).
(5) Παρέδωσε στο θέλημά τους. Με αυτό τονίζεται δυνατά η χαλαρότητα του κριτή, ο οποίος με την πράξη του αυτή παραβαίνει το καθήκον, το οποίο έχει να προστατεύει την αθωότητα (g).
(6) «Θέλημά τους ήταν το να σταυρωθεί» (Ζ).= Τους τον παρέδωσε να τον κάνουν ό,τι ήθελαν ή θα ήταν δυνατόν να θελήσουν (b).

Στίχ. 26-31. Πορεία προς τον Γολγοθά. Οι γυναίκες που έκλαιγαν.
23.26 Καὶ ὡς ἀπήγαγον(1) αὐτόν, ἐπιλαβόμενοι Σίμωνος τινός Κυρηναίου(2) ἐρχομένου ἀπ᾽ ἀγροῦ ἐπέθηκαν αὐτῷ(3) τὸν σταυρὸν φέρειν οπίσω τοῦ ᾽Ιησοῦ.
26 Καθώς πήγαιναν να τον σταυρώσουν, έπιασαν κάποιον Σίμωνα Κυρηναίο, που γύριζε από το χωράφι του, και του φόρτωσαν το σταυρό να τον μεταφέρει πίσω από τον Ιησού.
(1) Οι στρατιώτες κυρίως, διότι για αυτούς μιλά ο Λουκάς στο σ. 36 και 48 και αυτοί μπορούσαν και να αγγαρεύσουν το Σίμωνα (L). Είναι αξιοσημείωτο με πόση βιασύνη ενήργησαν οι εχθροί του Κυρίου, για να προλάβουν κάθε εκδήλωση εκ μέρους των φίλων του. Πολύ πρωί οδηγήθηκε ο Ιησούς μπροστά στο συνέδριο και έπειτα μπροστά στον Πιλάτο, μπροστά στον Ηρώδη και πάλι μπροστά στον Πιλάτο.
Επιπλέον φαίνεται να διεξήχθη μακροχρόνια πάλη ανάμεσα στον Πιλάτο, που επιχειρούσε να ελευθερώσει τον Ιησού, και στο λαό που αξίωνε το θάνατό του. Έπειτα φραγγελώθηκε ο Ιησούς και εμπαίχτηκε από τους στρατιώτες και έβαλαν στο κεφάλι του και το αγκάθινο στεφάνι. Και όλα αυτά συντελέστηκαν μέσα σε τέσσερεις ή το πολύ πέντε ώρες, διότι σταυρώθηκε μεταξύ της ενάτης πρωινής και της δωδεκάτης. Οι εχθροί του Ιησού πρόσεξαν πολύ, πώς να μη χάσουν ούτε λεπτό χρόνου.
(2) Κυρήνη ήταν η πρωτεύουσα της περιφέρειας (η σημερινή Τρίπολη), και φαίνεται αυτό πρώτον μεν από το όνομα Κυρηναϊκή, που αναφερόταν στην όλη χώρα, και έπειτα και από το Πράξ. β 10. Ο Σίμων αυτός πιθανώς να ήταν μέλος της συναγωγής των Κυρηναίων στην Ιερουσαλήμ (Πράξ. στ 9). Κάποιοι ταύτισαν αυτόν με τον Συμεών τον επικαλούμενο Νίγερ, ο οποίος αναφέρεται μαζί με τον Λούκιο τον Κυρηναίο (Πράξ. ιγ 1). Αλλά το όνομα Σίμων ή Συμεών ήταν πολύ συνηθισμένο και ο Λουκάς πιθανότατα θα έδινε τον ίδιο προσδιορισμό και το ίδιο όνομα (Σίμων αντί Συμεών, Κυρηναίος αντί Νίγερ) και στα δύο βιβλία, εάν επρόκειτο για το ίδιο πρόσωπο (p).
(3) «Στον Σίμωνα τον Κυρηναίο, λέει, φόρτωσαν το σταυρό του. Άλλος όμως από τους αγίους ευαγγελιστές είπε, ότι και ο ίδιος ο Ιησούς βάσταξε τον σταυρό. Και είναι οπωσδήποτε αλήθεια και αυτό και εκείνο. Γιατί φορτώθηκε βέβαια ο Σωτήρας το σταυρό, ίσως όμως στη μέση του δρόμου συνάντησαν τον Κυρηναίο, τον οποίο κράτησαν και φόρτωσαν τον σταυρό σε αυτόν» (Κ).

23.27 ᾽Ηκολούθει δὲ αὐτῷ πολὺ πλῆθος τοῦ λαοῦ καὶ γυναικῶν(1) αἳ και ἐκόπτοντο καὶ ἐθρήνουν(2) αὐτόν.
27 Τον ακολουθούσε πολύς κόσμος και πολλές γυναίκες, που τον θρηνούσαν χτυπώντας τα στήθη τους.
(1) Οι γυναίκες αυτές πιθανότατα δεν είναι εκείνες, οι οποίες διακόνησαν αυτόν από τα υπάρχοντά τους (Λουκ. η 1-3), αλλά γυναίκες της Ιερουσαλήμ που έδειχναν συμπάθεια για το σκληρό πάθημά του. Είναι αξιοσημείωτο ότι στα ευαγγέλια δεν αναφέρεται κάποια περίπτωση γυναίκας που να είχε εχθρική διάθεση ή να εκδηλώθηκε με δυσμένεια εναντίον του Ιησού (p).
«Ακολουθούσαν κλαίγοντας οι γυναίκες… Γιατί το γυναικείο γένος ρέπει πάντοτε προς τα δάκρυα και έχει το νου τους ευαίσθητο προς ευσπλαχνία» (Κ).
«Θρηνούν φανερώνοντας τη συμπάθειά τους και κλαίγοντας για την αδικία» (Θφ). Ο θάνατος του Χριστού μπορεί να κινεί τη συμπάθεια και σε ανθρώπους, οι οποίοι δεν τον πιστεύουν ως Θεό, ούτε τού είναι εκ βάθους ψυχής αφοσιωμένοι. Πολλοί τον έκλαψαν και τον κλαίνε, μολονότι δεν τον αγαπούν πάνω από όλα τα άλλα πάνω στη γη.
(2) Το κόπτομαι αναφέρεται κυρίως στις κινήσεις των χεριών, ενώ το θρηνώ αναφέρεται στα κλάματα των ματιών και στο θλιβερό τόνο της φωνής (b).

23.28 στραφεὶς(1) δὲ πρὸς αὐτὰς ὁ ᾽Ιησοῦς εἶπεν(2), Θυγατέρες ᾽Ιερουσαλήμ(3), μὴ κλαίετε ἐπ᾽ ἐμέ· πλὴν ἐφ᾽ ἑαυτὰς κλαίετε(4) καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ὑμῶν(5),
28 Ο Ιησούς γύρισε σ’ αυτές και τους είπε: «Γυναίκες της Ιερουσαλήμ, μην κλαίτε για μένα· κλάψτε μάλλον για τον εαυτό σας, και για τα παιδιά σας,
(1) Αφού ακολουθούσαν, στράφηκε. Θα ήταν όμως πολύ δύσκολο να στραφεί, εάν εξακολουθούσε να βαστάζει το σταυρό (p).
(2) Τα ακόλουθα λόγια του Κυρίου μαρτυρούν, ότι και κατά την τρομερή αυτή στιγμή έχει λησμονήσει ολότελα τον εαυτό του, φροντίζοντας και ενδιαφερόμενος για τους άλλους (g).
(3) Θυγατέρες Ιερουσαλήμ=κάτοικοι της Ιερουσαλήμ. Δες Ησ. λζ 22, Σοφονίας γ 14, Ιερεμίας κστ (μστ) 19, Ιεζεκ. ιστ 46 (p).
(4) Πρέπει να σημειωθεί το σχήμα χιαστί («μην κλαίτε για μένα-κλαίτε για σας) στο οποίο γίνεται πολύ εμφατική αντίθεση ανάμεσα στο εμένα και στο εσάς. Το πάθημα το δικό του θα είναι σύντομο και θα γίνει οδός προς τη δόξα. Το δικό τους όμως θα είναι παρατεταμένο και θα καταλήξει σε ντροπή και όλεθρο. Ο Κύριος δεν κατηγορεί τη συμπάθεια και την εκδηλούμενη συγκίνηση των γυναικών αυτών, σαν να έκαναν αυτές τώρα κάτι κακό. Απλώς και μόνο εφιστά σε αυτές την προσοχή σε κάτι άλλο που απειλούσε και αυτές και τα παιδιά τους, για το οποίο υπήρχε πολύ μεγαλύτερος λόγος για να κλαίνε (p).
«Τις συμβουλεύει να βλέπουν τα μελλοντικά κακά και για εκείνα να θρηνούν» (Θφ). Το κλαίετε και το ακόλουθο ιδού (σ. 29) δηλώνουν, ότι η τιμωρία πλησίαζε και ήταν επί θύραις. Λέει σε αυτές το κλαίετε ο Ιησούς, ο οποίος πριν λίγες ημέρες έκλαυσε και αυτός για την πόλη και όχι για τον εαυτό του (b). Όταν πριν λίγες ώρες στο υπερώο, όπου έγινε ο μυστικός Δείπνος, θλίβονταν οι μαθητές για τον επικείμενο χωρισμό του Διδασκάλου, αυτός τους παρηγορούσε και τους βεβαίωνε, ότι πάλι θα έβλεπαν αυτόν και θα χαιρόταν η καρδιά τους (Ιω. ιστ 22).
Αλλά τώρα όταν οι κάτοικοι αυτές της Ιερουσαλήμ τον θρηνούν παρακινούμενες από συμπάθεια και από οίκτο μάλλον κοσμικό, ζητά να στρέψει προς άλλη κατεύθυνση τους θρήνους τους. Οι θυγατέρες και κάτοικοι Σιών, οι οποίες ομολογούν και εγκολπώνονται το Χριστό ως βασιλιά τους, χαίρονται και αγάλλονται για αυτόν, διότι έρχεται να σώσει αυτές. Αλλά οι θυγατέρες Ιερουσαλήμ οι οποίες κλαίνε για αυτόν, αλλά δεν τον εγκολπώθηκαν ως βασιλιά τους, ας θρηνούν και ας τρέμουν σκεπτόμενες, ότι μετά από λίγο έρχεται για να κρίνει αυτές. Μέσω των θρήνων αυτών υπάρχει κάποια ελπίδα να τον γνωρίσουν και ως βασιλιά τους, πριν ακόμη ξεσπάσει και πάνω στα κεφάλια τους η οργή του.
(5) Όταν με μάτι πίστεως ατενίζουμε στον εσταυρωμένο Χριστό, πρέπει να κλαίμε όχι για αυτόν, αλλά για τους εαυτούς μας και τα παιδιά μας. Δεν πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι στο θάνατο του Χριστού, όπως και απέναντι στο θάνατο κάποιου κοινού προσώπου, στου οποίου τη δυστυχία και συμφορά δοκιμάζουμε συμπάθεια και οίκτο, ή όπως και απέναντι στο θάνατο κάποιου κοινού φίλου, για τον οποίο θα επιθυμούσαμε πολύ να ζει και να μην πεθάνει.
Ο θάνατος του Χριστού έχει κάτι το μοναδικά ιδιαίτερο, διότι υπήρξε η νίκη του και ο θρίαμβός του κατά των εχθρών του και η απολύτρωσή μας και η εξασφάλιση της αιώνιας ζωής για εμάς. Για αυτό λοιπόν δεν πρέπει να κλαίμε για αυτόν, αλλά για τις αμαρτίες μας και τις αμαρτίες των παιδιών μας, οι οποίες έγιναν οι αιτίες του θανάτου του. Να κλαίμε ακόμη από φόβο, μήπως υποστούμε τρομερά δεινά και τιμωρίες, εάν περιφρονήσουμε την αγάπη του και απορρίψουμε τη χάρη του, όπως οι Ιουδαίοι, οι οποίοι για αυτό οδηγήθηκαν στον όλεθρο.
Όπως όμως δεν πρέπει να κλαίμε το Χριστό, ο οποίος με το θάνατό του μπήκε στην αιώνια δόξα, έτσι δεν πρέπει να κλαίμε και τους συγγενείς και φίλους μας που πεθαίνουν εν Κυρίω και τελειώθηκαν με αγιότητα, διότι και αυτοί μπαίνουν στην αιώνια δόξα και χαρά. Ας κλαίμε μάλλον τους εαυτούς μας και τα παιδιά μας, διότι αφηνόμαστε πίσω τους σε ένα κόσμο γεμάτο από αμαρτίες και θλίψεις και παγίδες.

23.29 ὅτι ἰδοὺ ἔρχονται ἡμέραι(1) ἐν αἷς ἐροῦσιν, Μακάριαι αἱ στεῖραι καὶ κοιλίαι αἳ οὐκ ἐγέννησαν(2) καὶ μαστοὶ οἳ οὐκ εθήλασαν.
29 γιατί έρχονται μέρες που θα λένε: “καλότυχες οι άτεκνες, όσες δε γέννησαν κι όσες δε θήλασαν παιδιά”.
(1) «Ημέρες λέει αυτές της πολιορκίας και άλωσης των Ιεροσολύμων» (Ζ).
(2) Κατά κανόνα στους Ιουδαίους οι στείρες και άτεκνες θεωρούνταν αξιοθρήνητες ή περιφρονημένες. Δες και Λουκ. α 25,36. Αλλά και κατά τους φοβερούς αυτούς χρόνους οι στείρες θα μακαρίζονται (p). «Θα μακαριστούν, λέει, από αυτές που γέννησαν, όσες δεν γέννησαν, επειδή δεν θα ακούνε ούτε θα βλέπουν τις ποικίλες σφαγές των παιδιών τους, όπως αυτές» (Ζ).
Ενώ συνήθως αυτές που δεν είχαν παιδιά ζήλευαν αυτές που είχαν, όπως η Ραχήλ φθονούσε την Λεία, τώρα αυτές που έχουν παιδιά, θα βρουν αυτά τέτοιο φορτίο κατά την ώρα της διαφυγής και τέτοια αιτία θλίψης, όταν θα βλέπουν αυτά να λιποθυμούν και να πεθαίνουν από πείνα ή να σφάζονται με μαχαίρι, ώστε θα μακαρίζουν αυτές που δεν έχουν παιδιά.

23.30 τότε ἄρξονται(1) λέγειν(2) τοῖς ὄρεσιν, Πέσετε ἐφ᾽ ἡμᾶς, καὶ τοῖς βουνοῖς, Καλύψατε ἡμᾶς(3)·
30 Τότε θ’ αρχίσουν να λένε στα βουνά: “πέστε πάνω μας”· και στους λόφους: “σκεπάστε μας”.
(1) Ο πληθυσμός γενικά και όχι μόνο οι γυναίκες (p).
(2) Τα ακόλουθα λόγια θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως παράθεση από το Ωσηέ ι 8 («και θα πουν στα όρη· καλύψτε μας, και στα βουνά· πέστε πάνω μας»). Αλλά γιατί ο Κύριος δεν θα χρησιμοποιούσε ασχέτως με τα λόγια του Ωσηέ την εικόνα αυτή, η οποία ίσως κυκλοφορούσε και ως παροιμία στο λαό και η οποία άλλωστε ξαναβρίσκεται και στο Αποκάλυψη στ 16; (L). «Θα αρχίσουν να τα λένε αυτά οι Ιουδαίοι, επειδή δεν θα αντέχουν τα αξεπέραστα δεινά και από την πολιορκία των Ρωμαίων και από την αρρώστια και από την εμφύλια σύρραξη» (Ζ).
(3) Η εκφραζόμενη ευχή είναι να πέσουν τα όρη και τα βουνά πάνω τους όχι για να τους κρύψουν και να τους προστατέψουν, αλλά για να τους φονεύσουν. Ο θάνατος θα είναι προτιμότερος από αυτόν τον τρόμο και την αθλιότητα εκείνη (p).
Συχνά άνθρωποι θάφτηκαν ζωντανοί από όρη και καταπτώσεις όγκων χώματος. Θάνατος φοβερός και που προκαλεί τον αποτροπιασμό. Πόσο φοβερές λοιπόν θα είναι οι ημέρες εκείνες, όταν για αποφυγή αυτών επιθυμείται ως κάτι ευκταίο και επιθυμητό ο αποτρόπαιος αυτός θάνατος! (b). Όσοι δεν προσφεύγουν στο Χριστό και δεν έχουν αυτόν ως καταφύγιο, μάταια θα επικαλούνται τα όρη να πέσουν πάνω τους και να τους καταπλακώσουν για διαφυγή από την οργή του.

23.31 ὅτι(1) εἰ ἐν τῷ ὑγρῷ ξύλῳ ταῦτα ποιοῦσιν, ἐν τῷ ξηρῷ τί γένηται(2);
31 Γιατί αν αυτά γίνονται στα χλωρά, τι θα γίνει στα ξερά;»
(1) Αιτιολογικό. Αυτά τα τρομερά γεγονότα θα επέλθουν διότι… (p).
(2) Επιχείρημα από την ισχυρότερη έννοια. Παρόμοια η σημασία και στο Παροιμ. ια 31 και Α΄ Πέτρ. δ 17,18. Η εφαρμογή του λόγου αυτού έγινε με διάφορους τρόπους και με πολλές σημασίες. Έτσι μπορεί να θεωρηθεί με την εξής έννοια: Εάν οι Ρωμαίοι μεταχειρίζονται έτσι εμένα, τον οποίο βρήκαν αθώο, πώς θα μεταχειριστούν εκείνους, οι οποίοι θα είναι αποστάτες και ένοχοι; (p).
Ή, όταν η δικαιοσύνη του Θεού φαίνεται κατά κρίση μυστηριώδη και ακατανόητη στους πολλούς να πλήττει έναν αθώο, πώς θα μεταχειριστεί τους ένοχους; Κυρίως η εικόνα παρουσιάζει πρόσωπο, το οποίο έχει τη διάθεση όχι απλώς να κάψει αδιάκριτα (όπως στο Ιεζεκιήλ κ 47), αλλά να φέρει σε πέρας την απόφασή του, να ανάψει φωτιά αρχίζοντας και από αυτά τα χλωρά ξύλα (L).
Αξιολογότατη και κάθε προσοχής άξια και η επόμενη ερμηνεία: «Δέντρο χλωρό λέει τον εαυτό του λόγω της θείας ζωής που υπάρχει μέσα στο σώμα του που είναι αμάραντη και ακατάλυτη και επειδή αυτό το δέντρο είναι πολύκαρπο και ευθαλές… Αυτό που λέει λοιπόν, τέτοια σημασία έχει» (Σχ).
Εάν εκείνος, ο οποίος δεν γνώρισε αμαρτία, υποφέρει έτσι, πόσο μάλλον θα υποφέρει ο πονηρός και αμαρτωλός; Τα παθήματα του Κυρίου λένε σε μας: Μάθε τι είναι η αμαρτία βλέποντας τον αναμάρτητο να πάσχει για αυτήν. Εάν το χλωρό δέντρο κατακάηκε με τέτοιο τρόπο στο Γολγοθά, πόσο μάλλον θα κατακαεί το ξηρό δέντρο; «Εάν σε εμένα, που έχω θεία ζωή, κάνουν αυτά οι Ρωμαίοι παρακινημένοι από τους Ιουδαίους, σε εσάς, που έχετε κτήμα σας τη νέκρωση από την αμαρτία, τι θα γίνει από αυτούς; (Ζ).
«Διότι, εάν μεν είχατε κάποια ζωτική ενέργεια του αγαθού, ίσως λοιπόν να μπορούσατε να αξιωθείτε κάποιας λύπης μέτριας βεβαίως· τώρα όμως θα παραδοθείτε σε καύση και σε καταστροφή σαν ξερό δέντρο» (Θφ).
«Διότι θα κατακάψουν τον Ισραήλ, δηλαδή θα εισπράξουν τις καταδίκες για τη δυσσέβειά τους προς το Χριστό» (Κ). Όταν λαμβάνουμε υπ’ όψη τα σκληρά παθήματα του Κυρίου μας Ιησού, πρέπει να στεκόμαστε έμφοβοι μπροστά στη δικαιοσύνη του Θεού και να τρέμουμε μπροστά της. Οι μεγαλύτεροι των αγίων συγκρινόμενοι με το Χριστό είναι δέντρα ξηρά. Εάν αυτός υπέφερε, πώς είναι δυνατόν να μην υποφέρουν και αυτοί; Αλλά και ποια σε αυτήν την περίπτωση θα είναι η καταδίκη των αμαρτωλών;

Στίχ. 32-38. Η σταύρωση του Χριστού.

23.32 ῎Ηγοντο δὲ καὶ ἕτεροι δύο κακοῦργοι(1) σὺν αὐτῷ ἀναιρεθῆναι.
32 Μαζί με τον Ιησού πήγαιναν να σταυρώσουν κι άλλους δύο, κακούργους.
(1) Υπάρχει και η γραφή έτεροι κακούργοι δύο. Ήταν αυτοί ληστές. Δες Ματθ. κζ 38,44· Μάρκ. ιε 27. Η ιεραρχία των Ιουδαίων ίσως συντέλεσε να συσταυρωθούν μαζί με τον Ιησού για να εμφανίζεται έτσι, ότι παρόμοιο υπήρξε και το έγκλημα αυτού (p). Οι δύο αυτοί κακοποιοί ήταν πιθανώς σύντροφοι του Βαραββά (g). «Επειδή ήθελε ο διάβολος να κατασκευάσει κακή ιδέα για τον Κύριο, έκανε να συσταυρωθούν με αυτόν ληστές. Αλλά… αυτό έγινε μάλλον για μεγαλύτερη δόξα του Κυρίου. Διότι των μεν ληστών οι σταυροί ούτε που αναζητήθηκαν, ενώ από το σταυρό αυτού όλος ο κόσμος έχει κρεμαστεί. Και φαίνεται ολοφάνερα από εδώ, ότι ο Κύριος δεν είναι παράνομος, όπως οι ληστές, αλλά αρχηγός κάθε δικαιοσύνης» (Θφ)

Η αφήγηση του Λουκά είναι κατ’ ουσίαν η ίδια με αυτές στα Ματθ. κζ 33-44 και Μάρκ. ιε 22-32 (δες τις εκεί σημειώσεις). Έχει παρόλ’ αυτά και ιδιαίτερα ανεξάρτητα τελείως χαρακτηριστικά (p). Έτσι από τους επτά λόγους, τους οποίους ο Κύριος είπε στο σταυρό, οι τρεις αναφέρονται από μόνο τον Λουκά και αποκλειστικά από αυτόν (g).

23.33 καὶ ὅτε απηλθον ἐπὶ τὸν τόπον τὸν καλούμενον Κρανίον(1), ἐκεῖ ἐσταύρωσαν(2) αὐτὸν καὶ τοὺς κακούργους, ὃν μὲν ἐκ δεξιῶν ὃν δὲ ἐξ ἀριστερῶν.
33 Όταν έφτασαν στο μέρος που ονομαζόταν «Κρανίο», σταύρωσαν εκεί τον Ιησού και τους κακούργους, τον ένα στα δεξιά του και τον άλλο στα αριστερά.
(1) Ο Λουκάς αποσιωπά το εβραϊκό όνομα Γολγοθά, διότι αυτό θα ήταν χωρίς κάποια σημασία στους Έλληνες αναγνώστες, όπως ήδη παρέλειψε και τα ονόματα Γεθσημανή και Γαββαθά (p).
(2) Οι σταυρωμένοι ζούσαν συνήθως δώδεκα ώρες, και μερικές φορές και μέχρι τη δεύτερη ή και την τρίτη ημέρα. Ο πυρετός, ο οποίος εκδηλωνόταν μετά από λίγο, έφερνε φλογερή δίψα. Η ολοένα αυξανόμενη φλόγωση των πληγών της ράχης, των χεριών και των ποδιών, η συμφόρηση του αίματος στο κεφάλι, στους πνεύμονες και στην καρδιά, η διόγκωση όλων των φλεβών, μία πίεση ισχυρή και απερίγραπτη, πόνοι του κεφαλιού ανυπόφοροι, η ακαμψία των μελών που προξενούνταν από την αναγκαστική και βεβιασμένη τοποθέτηση του σώματος, όλα αυτά ενωμένα μαζί έκαναν την ποινή της σταύρωσης σκληρότατη και φοβερότατη τιμωρία, κατά την έκφραση του Κικέρωνα (g).

23.34 ὁ δὲ ᾽Ιησοῦς ἔλεγεν(1), Πάτερ(2), ἄφες(3) αὐτοῖς(4), οὐ γὰρ οἴδασιν(5) τί ποιοῦσιν(6). διαμεριζόμενοι(7) δὲ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ ἔβαλλον κλῆρον(8).
34 Ο Ιησούς έλεγε: «Πατέρα, συγχώρησέ τους, δεν ξέρουν τι κάνουν». Εκείνοι μοιράστηκαν τα ρούχα του ρίχνοντας κλήρο.
(1) Επτά λόγοι αναφέρονται ότι λέχθηκαν από τον Κύριο πάνω στο σταυρό. Από αυτούς οι τρεις πρώτοι αναφέρονται στα πρόσωπα που περιστοίχιζαν τον Ιησού· στους εχθρούς του δηλαδή, στο συσταυρωμένο ληστή, στη μητέρα και το μαθητή του. Είναι κατά κάποιο τρόπο η διαθήκη του. Οι τρεις ακόλουθοι: «Θεέ μου, Θεέ μου… Διψώ· Τετέλεσται» αναφέρονται στα πάθη του και στο έργο της σωτηρίας που συντελούνταν κατά τις στιγμές εκείνες. Τέλος ο έβδομος «Πατέρα μου στα χέρια σου θα παραδώσω το πνεύμα μου» είναι η κραυγή της τέλειας εμπιστοσύνης μέσα στην ύψιστη σωματική εξάντληση (g).
Οι επτά αυτοί λόγοι συγκεντρώνονται και από τα τέσσερα ευαγγέλια και κανένα από αυτά δεν αναφέρει όλους μαζί τους λόγους αυτούς. Έτσι οι τέσσερεις μαρτυρίες των ευαγγελιστών παρουσιάζονται σαν τέσσερεις φωνές, οι οποίες συνδεόμενες μεταξύ τους συναποτελούν αρμονική συμφωνία. Ο Σωτήρας πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του μαρτυρίου του πάνω στο σταυρό με σιγή. Αλλά οι επτά αυτοί λόγοι του αποτελούν μία ανακεφαλαίωση της διδασκαλίας, η οποία μας είναι αναγκαία και ωφέλιμη και για τις δικές μας τελευταίες στιγμές (b).
Ο πρώτος αυτός λόγος του Κυρίου παραλείπεται από κάποιους μεγαλογράμματους κώδικες και από κάποιες μεταφράσεις, μαρτυρείται όμως και από τους Ειρηναίο και Ωριγένη (δ). Οι Tischendorf και Soden υποστήριξαν χωρίς δισταγμό την αυθεντικότητά του. Οι Wescott και Hort όμως δεν τον θεωρούν ότι περιλαμβανόταν εξ’ αρχής στο ευαγγέλιο του Λουκά (L). Εκφράζονται όμως για αυτόν ως εξής: Λίγοι στίχοι των ευαγγελίων έχουν μέσα τους βεβαιότερη μαρτυρία για την αλήθεια του περιεχομένου τους από τον πρώτο αυτόν λόγο της σταύρωσης. Δεν είναι ανάγκη όμως να περιεχόταν εξ’ αρχής ο στίχος αυτός στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο (p).
Η Πεσιτώ, τα περισσότερα αντίγραφα της Ιτάλας και η πλειονότητα των μεγαλογράμματων αντιγράφων εγγυώνται για την αυθεντικότητα του λόγου αυτού. Και το ότι μετά από λίγο ο ληστής προσέφυγε στη χάρη του Ιησού, δεν μπορεί να εξηγηθεί παρά με την εντύπωση, την οποία του παρήγαγε και ο λόγος αυτός, στον οποίο ο Ιησούς ως γιος επικαλείται το Θεό, απευθυνόμενος προς αυτόν ως προς Πατέρα. Πάρα πολύ δύσκολα θα επινοούνταν ένας τέτοιος λόγος (g).
(2) Τόσο στην αρχή του παθήματος με τον πρώτο αυτόν λόγο, όσο και κατά το τέλος του με τον τελευταίο λόγο επικαλείται το Θεό αποκαλώντας αυτόν Πατέρα (b). Οι πρώτες σταγόνες του αίματός του αρχίζουν ήδη να χύνονται από τις ανοιγμένες στο σώμα του πληγές. Και αμέσως αρχίζει και αυτός να επιτελεί το αρχιερατικό του έργο μεσιτεύοντας προς τον Πατέρα του υπέρ των σταυρωτών του. Το διδακτικό έργο του τελείωσε ήδη και άρχισε το έργο της αιώνιας αρχιερωσύνης του (ο).
(3) Θα νόμιζε κάποιος, ότι ο Κύριος θα έλεγε τώρα: Πατέρα, κατάκαψέ τους. Ο Κύριος να δει την αδικία σας και να την τιμωρήσει. Αλλά όχι. Ο Κύριος λησμονεί τελείως τον εαυτό του και το πάθημά του. Λησμονεί τους πόνους του και την αγωνία του. Και ενώ δεν ζητά κάποια ανακούφιση για τον εαυτό του, απασχολείται με την οργή του Πατέρα του που επικρέμεται εναντίον των σταυρωτών του και ζητά να την αποτρέψει. Πόσο μεγάλη είναι η αγάπη του, η για χάρη των άλλων λησμοσύνη του εαυτού του!
«Με το να προσευχηθεί ως άνθρωπος για χάρη των σταυρωτών του, υπέδειξε στους ανθρώπους πρότυπο για τη συμπάθεια προς αυτούς που μας αδίκησαν. Απόρησαν όμως κάποιοι, ότι, εάν συγχωρέθηκε σε αυτούς η αμαρτία, πώς εξ’ αιτίας της ύστερα παραδόθηκαν στους Ρωμαίους σε πανωλεθρία; Σε αυτούς λέμε, ότι η προσευχή δεν έγινε για όλους, αλλά για χάρη μόνο αυτών που δεν θα έκαναν κανένα περαιτέρω κακούργημα» (Ζ).
Σε όλους θα συγχωρούνταν η αμαρτία «και θα αφηνόταν σε αυτούς το αμάρτημα, αν ύστερα από αυτά δεν επέμεναν στην απιστία» (Θφ). «Θα τους συγχωρούσε αν ήθελαν να μετανοήσουν. Διότι αν δεν τους συγχωρούσε την αμαρτία, δεν θα γινόταν ο Παύλος απόστολος· αν δεν τους συγχωρούσε την αμαρτία, δεν θα πίστευαν αμέσως τρεις χιλιάδες και πέντε χιλιάδες και πολλές μυριάδες» (Χ).
Εάν δεν είχε απευθύνει την προσευχή αυτή, η τιμωρία για το έγκλημά τους μπορούσε να αρχίσει αμέσως, όπως συχνά συνέβαινε σε παρόμοιες περιπτώσεις κατά την εποχή του Μωϋσή. Οι δεήσεις του μακρόθυμου Κυρίου εμποδίζουν το άμεσο ξέσπασμα της θείας οργής και επιτυγχάνουν πλήρη συγχώρηση και μετάνοια για εκείνους, οι οποίοι έχουν τη διάθεση να δεχτούν αυτά (b).
Και οι χειρότεροι των αμαρτωλών, οι ίδιοι οι σταυρωτές του Χριστού, εφ’ όσον μετανοούν ειλικρινά, συγχωρούνται.
(4) «Κάποιοι λένε ότι έκανε την προσευχή, όχι για χάρη των Ιουδαίων, αλλά για χάρη των Ρωμαίων στρατιωτών που υπηρέτησαν τη σταύρωσή του. Διότι αυτοί αγνοούσαν τελείως, όσα προφήτευσαν για αυτόν ο νόμος και οι προφήτες» (Ζ). Παρόλ’ αυτά το «ἄφες αὐτοῖς» ελάχιστα αναφέρεται στους Ρωμαίους στρατιώτες, οι οποίοι εκτελούσαν τυφλά τις διαταγές, τις οποίες είχαν λάβει (g). Οι υπεύθυνοι, χάριν των οποίων ο Κύριος προσεύχεται, ήταν οι Ιουδαίοι και ειδικά η ιουδαϊκή ιεραρχία (p).
(5) «Επειδή είναι μεθυσμένοι από φθόνο» (Ζ) δεν ξέρουν τι κάνουν. Ότι μεν εκτελούσαν την πράξη της σταύρωσης το γνώριζαν. Ποιος όμως ήταν αυτός που σταυρωνόταν, το αγνοούσαν. «Διότι αν ήξεραν, δεν θα σταύρωναν τον Κύριο της δόξας» (Α΄ Κορ. β 8). Αυτό είναι αλήθεια και για τους Ιουδαίους άρχοντες (Πράξ. γ 17), ακόμη περισσότερο για το λαό, και πολύ περισσότερο ακόμη για τον Πιλάτο (p).
Υπήρχε κάλυμμα στη δόξα του σταυρωμένου, αλλά και στη διάνοια των σταυρωτών. Πώς λοιπόν ήταν δυνατόν να δουν διαμέσου των δύο αυτών καλυμμάτων; Είχαν ευχηθεί το αίμα του να πέσει σε αυτούς και στα παιδιά τους. Εάν ήξεραν τι έκαναν, ουδέποτε θα εύχονταν κάτι τέτοιο.
(6) Φόνευσαν τον Μεσσία τους. Έτσι όμως κατάφεραν εναντίον τους πλήγμα θανάσιμο (g). «Δεν είπε, ότι εμένα δεν με ξέρουν, αλλά, δεν ξέρουν τι κάνουν, δηλαδή αγνοούν το θείο σχέδιο της σωτηρίας που τελείται και το μυστήριο. Διότι δεν ήξεραν, ότι τόσο πολύ θα λάμψει ο σταυρός, ότι θα γίνει σωτηρία της οικουμένης και συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους και ότι η πόλη τους θα κυριευτεί και θα πάθουν τα έσχατα δεινά» (Χ).
Ο πρωτομάρτυρας Στέφανος προσευχήθηκε με το ίδιο πνεύμα της αγάπης, αλλά όχι με τις ίδιες ακριβώς λέξεις (Πράξ. ζ 60). Ξαναβρίσκουμε όμως αυτές στα χείλη του Ιακώβου του αδελφοθέου πριν το μαρτύριό του (Ευσεβίου Εκκλ. Ιστορ. ΙΙ,23,16) (L).
(7) Τα ενδύματα των σταυρωμένων κατά τον ρωμαϊκό νόμο ανήκαν στους εκτελεστές στρατιώτες (g). Η διανομή αυτή των ενδυμάτων είναι μία επιπλέον λεπτομέρεια της μεταχείρισης του Χριστού ως εγκληματία, του οποίου το στάδιο κλεινόταν (p).
(8) Και η γραφή «κλήρους». Κάθε σταυρός φρουρούνταν από «τετράδα» (Πράξ. ιβ 4) στρατιωτών. Δύο φορές έβαλαν κλήρο. Κατ’ αρχάς για τη διανομή των τεσσάρων ίσων σχεδόν μεριδίων, που σχηματίστηκαν από τα ενδύματα του Ιησού (μανδύας, κάλυμμα της κεφαλής, ζώνη, σανδάλια), και έπειτα τη δεύτερη φορά για τον άρραφο χιτώνα (g).

23.35 καὶ εἱστήκει ὁ λαὸς θεωρῶν(1). ἐξεμυκτήριζον δὲ καὶ(2) οἱ ἄρχοντες συν αυτοίς λέγοντες(3), ῎Αλλους ἔσωσεν, σωσάτω ἑαυτόν, εἰ οὗτός ἐστιν ὁ Χριστὸς ο τοῦ θεοῦ(4) ἐκλεκτός(5).
35 Ο λαός στεκόταν και έβλεπε. Μαζί μ’ αυτούς κι οι άρχοντες κορόιδευαν και έλεγαν: «Τους άλλους τους έσωσε, ας σώσει τώρα και τον εαυτό του, αν αυτός είναι ο Μεσσίας, ο εκλεκτός του Θεού».
(1) Το θεωρῶν δηλώνει περιέργεια χυδαία που χάσκει σαν μπροστά σε κάποιο θέαμα αξιοπαρατήρητο (p).
(2) Το «και» αυτό μπορεί να υπονοεί, ότι και ο λαός περιέπαιζε, και μαζί με αυτόν περιέπαιζαν και οι άρχοντες. Αλλά ο ευαγγελιστής μάλλον θέλει να δηλώσει, ότι εκτός από αυτούς που παρατηρούσαν, υπήρχαν και αυτοί που περιέπαιζαν (L). Ο λαός στεκόταν βλέποντας, οι άρχοντες περιέπαιζαν, οι στρατιώτες ενέπαιξαν και ο ληστής βλασφημούσε. Σχηματίζεται έτσι ένα είδος κλιμακωτού (p).
Από τους άρχοντες θα περίμενε κάποιος περισσότερη ευπρέπεια και λιγότερη αναισθησία. Για να είναι άρχοντες και για να έχουν αξίωμα πρέπει να ήταν άνθρωποι ανώτερης ανάπτυξης, που είχαν συναίσθηση της αξιοπρέπειας και των υποχρεώσεων του οίκτου προς τους πάσχοντες. Αλλά και αυτοί αναμίχτηκαν τώρα με το χυδαίο όχλο και τον ξεπέρασαν στην απρέπεια.
(3) Τα ακόλουθα σαρκαστικά λόγια αναφέρονται και από τους τρεις συνοπτικούς, αλλά ο Λουκάς μάς προσθέτει το περιφρονητικό «οὗτός» («εἰ οὗτός ἐστιν ὁ Χριστὸς») και το εκλεκτός (p).
(4) Υπάρχει και η γραφή: ο Χριστός του Θεού, ο εκλεκτός.
(5) Ο Ιησούς είχε εκλεχτεί πριν από όλους τους αιώνες για την εκπλήρωση όλων αυτών (p). Ήταν ο από το Θεό εκλεγμένος Μεσσίας (δ), ο οποίος θα πραγματοποιούσε το θείο σχέδιο και ως προς τον Ισραήλ και ως προς τον κόσμο ολόκληρο. Δες Λουκ. θ 35 (g).
Οι Ιουδαίοι ανέμεναν τον Μεσσία ως κοσμικό άρχοντα, ο οποίος θα ελευθέρωνε αυτούς από τους Ρωμαίους. Ήδη ο Χριστός βρισκόταν στα χέρια των Ρωμαίων. Εάν πράγματι ήταν ο Μεσσίας, όπως τον φαντάζονταν οι Ιουδαίοι ας ελευθέρωνε λοιπόν τον εαυτό του από τους Ρωμαίους και ας καταργούσε στη συνέχεια το κράτος τους. Τον ενέπαιζαν λοιπόν και τον περιφρονούσαν οι Ιουδαίοι ως ψευδομεσσία.

23.36 ενέπαιζον(1) δὲ αὐτῷ καὶ οἱ στρατιῶται προσερχόμενοι και ὄξος(2) προσφέροντες(3) αὐτῷ
36 Τον χλεύαζαν και οι στρατιώτες· έρχονταν κοντά του, του έδιναν ξίδι
(1) Υπάρχει και η γραφή ενέπαιξαν, η οποία παρουσιάζει τους στρατιώτες να επιμένουν λιγότερο στον εμπαιγμό τους από όσο οι άρχοντες των Ιουδαίων (p).
(2) Και αυτό είναι χαρακτηριστικό του Λουκά, ο χαρακτηρισμός δηλαδή του ποτισμού ως εμπαιγμού των στρατιωτών (δ). Ο από τους υπόλοιπους ευαγγελιστές (Ματθ. κζ 48,Μάρκ. ιε 36,Ιω. ιθ 29) αναφερόμενος ποτισμός, έγινε λίγο πριν το θάνατο του Κυρίου. Το ότι επίσης βρέθηκε αμέσως εκεί και σφουγγάρι και καλάμι ή ύσσωπο (κλωνάρι φυτού) σημαίνει, ότι είχε ληφθεί από πριν φροντίδα για αυτά για ανακούφιση αυτών που ταλαιπωρούνταν σκληρά πάνω στο σταυρό (g).
Κάποιοι από τους ερμηνευτές μεταφράζουν τον παρόντα στίχο ως εξής: Και οι στρατιώτες, όταν τον πλησίαζαν για να του προσφέρουν για ανακούφισή του ξύδι, τον περιγελούσαν. Η γενική όμως γνώμη των ερμηνευτών είναι ότι και η προσφορά του ξυδιού γινόταν για χλευασμό (ο).
(3) Πιθανώς δεν μπορούσαν να πλησιάσουν στα χείλη του το κύπελλο, το οποίο κρατούσαν στα χέρια τους (p).

23.37 καὶ λέγοντες, Εἰ σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν ᾽Ιουδαίων(1), σῶσον σεαυτόν(2).
37 και του έλεγαν: «Αν εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων, σώσε τον εαυτό σου».
(1) Οι στρατιώτες περιγελώντας τον Ιησού παίρνουν αφορμή από την εναντίον του κατηγορία ότι διεκδικεί βασιλεία και ως περιεχόμενο των κοροϊδιών τους παίρνουν τον τίτλο του βασιλιά (b). Και τον μεταχειρίζονται ειρωνικά ως βασιλιά, κατά κάποιο τρόπο προσφέροντας σε αυτόν το ποτήρι του συμποσίου (g). Τι λαμπρός βασιλιάς, θα έλεγαν. Σε τέτοιο λαό τέτοιος βασιλιάς αρμόζει. Αλλά και σε τέτοιο βασιλιά, τέτοιος λαός τού πρέπει.
(2) Στο στόμα των ρωμαίων στρατιωτών δεν υποδηλώνει δύναμη υπερφυσική (L).

23.38 ἦν δὲ καὶ ἐπιγραφὴ(1) γεγραμμένη ἐπ᾽ αὐτῷ γράμμασιν ελληνικοίς και ρωμαϊκοίς και εβραϊκοίς(2) ούτος εστίν ο βασιλεὺς(3) τῶν ᾽Ιουδαίων.
38 Υπήρχε μάλιστα και μια επιγραφή από πάνω του, γραμμένη στα ελληνικά, στα εβραϊκά και στα ρωμαϊκά: «Αυτός είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων».
(1) Δεν περίμεναν τη στιγμή αυτή για να βάλουν την επιγραφή. Αλλά γίνεται για αυτήν λόγος εδώ μετά τα λόγια των στρατιωτών, κατά κάποιο τρόπο σαν ένας συμπληρωματικός σαρκασμός και χλευασμός. Και όμως ο Ιησούς ήταν αληθινά βασιλιάς. Ενώ οι στρατιώτες χλεύαζαν το βασιλικό του αξίωμα, ο ληστής πίστεψε σε αυτό. Η σύνδεση αυτή των γεγονότων είναι γεμάτη τέχνη, σύμφωνη με το «καθεξής (=με τη σειρά τους)» που σημειώνεται στο προοίμιο του ευαγγελίου (Λουκ. α 3), οσοδήποτε και αν θα έλεγε κάποιος, ότι δεν είναι και χρονολογική (L).
Το όνομα και το έγκλημα του καταδίκου γραφόταν σε πινακίδα που κρεμιόταν συνήθως από τον τράχηλό του, και όταν έφθαναν στον τόπο της θανατικής εκτέλεσης, στερεωνόταν πάνω στο σταυρό. Το «και» υπονοεί, ότι η επιγραφή αυτή ήταν πρόσθετη χλεύη και εμπαιγμός (p).
(2) Κάποια από τα μεγαλογράμματα χειρόγραφα παραλείπουν τη φράση «γεγραμμένη ἐπ᾿ αὐτῷ γράμμασιν ἑλληνικοῖς καὶ ῥωμαϊκοῖς καὶ ἑβραϊκοῖς».
«Δες όμως και άλλη πανουργία του διαβόλου που γυρνά εναντίον του. Διότι ο μεν διάβολος με τους τρεις χαρακτήρες γραμμάτων (γλώσσες) διαπόμπευσε δήθεν την ανταρσία του Ιησού, ώστε να μην διαφύγει της προσοχής κανενός από τους περαστικούς, ότι για αυτό κρεμάστηκε, διότι έκανε τον εαυτό του βασιλιά· αυτό όμως… ήταν σύμβολο του ότι μπήκαν κάτω από τη βασιλεία του Ιησού και ανακήρυξαν αυτόν τα καλύτερα από τα έθνη, όπως ήταν οι Ρωμαίοι, και σοφότατοι, όπως οι Έλληνες, και θεοσεβέστατοι όπως ήταν το γένος των Εβραίων» (Θφ).
Μπήκε περιφρονητικά. Αλλά ο Θεός είχε πρόθεση, να καταστεί αυτή διακήρυξη για το ποιος πράγματι ήταν αυτός που κρεμιόταν στο σταυρό. Ήταν πράγματι ο βασιλιάς των Ιουδαίων· ο βασιλιάς της εκκλησίας και ο σταυρός του είναι η οδός προς το στέμμα και το θρόνο του. Αυτό γράφτηκε στις τρεις τότε περισσότερο ομιλούμενες και γνωστές μεταξύ των μορφωμένων γλώσσες, έτσι ώστε και όσοι ήταν με οποιονδήποτε τρόπο μορφωμένοι, να μπορούν να γνωρίσουν το Χριστό.
Γράφτηκε στις τρεις αυτές γλώσσες, για να καταστεί δυνατόν να διαβαστεί η επιγραφή αυτή από όλους τους ανθρώπους. Η εθνική φιλοσοφία είχε κάνει την ελληνική γλώσσα περίφημη· οι ρωμαϊκοί νόμοι και η από τη Ρώμη κυβέρνηση του κόσμου είχε κάνει επίσης γνωστή και τη λατινική γλώσσα· η εβραϊκή επίσης ξεπερνούσε αυτές, διότι σε αυτήν είχε γραφτεί η Παλαιά Διαθήκη. Στις τρεις αυτές γλώσσες διακηρύχτηκε ο Χριστός βασιλιάς.
(3) Με την επιγραφή αυτή, την ταπεινωτική για τους Ιουδαίους, ο Πιλάτος εκδικούνταν για τον καταναγκασμό, στον οποίο είχαν υποβάλλει αυτόν οι Ιουδαίοι, για να φέρουν σε πέρας την θανατική εκτέλεση ανθρώπου, τον οποίο αυτός είχε βρει αθώο (g)
Στίχ. 39-43. Οι δύο ληστές.

23.39 Εἷς δὲ τῶν κρεμασθέντων κακούργων(1) ἐβλασφήμει(2) αὐτὸν λέγων, ει σὺ εἶ ὁ Χριστός(3); σῶσον σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς.
39 Ένας από τους κακούργους που ήταν κρεμασμένος στο σταυρό τον βλασφημούσε και του έλεγε: «Εάν εσύ είσαι ο Μεσσίας, σώσε τον εαυτό σου κι εμάς».
(1) «Πώς λοιπόν οι άλλοι ευαγγελιστές λένε ότι και οι δύο ληστές τον κατηγορούσαν; Στην αρχή μεν ήταν λογικό και οι δύο να τον κατηγορούν, έπειτα ο ένας από τους δύο, επειδή είχε ετοιμότητα πνεύματος και αντίληψης, κατάλαβε την αγαθότητα και τη θεότητα του Ιησού… και αναγνωρίζει τον Ιησού αληθινό βασιλιά, και αποστομώνει και τον άλλο ληστή» (Θφ). Αυτή είναι και η γνώμη του Ωριγένη, Χρυσοστόμου, Ιερωνύμου και Ζιγαβηνού.
Αλλά οι Κύριλλος Ιεροσολύμων, Αμβρόσιος και Αυγουστίνος περιορίζουν τη βλασφημία στον ένα ληστή, για τον οποίο στους άλλους συνοπτικούς γίνεται λόγος σε πληθυντικό κατά συνεκδοχή (= σχήμα λόγου κατά το οποίο το μέρος εκλαμβάνεται αντί του όλου και το αντίθετο, το ένα αντί για τα πολλά και το αντίθετο) (p).
Κατά τη γνώμη του Αυγουστίνου (de cons. ev. III, 16,53), η οποία φαίνεται και η ορθότερη, οι ληστές αποτελούσαν ξεχωριστή κατηγορία. Όπως λοιπόν ο Λουκάς στο στίχο 36 αποδίδει στους στρατιώτες την προσφορά του ξυδιού παρόλο που ένας από αυτούς έπραξε αυτό, έτσι γίνεται λόγος γενικά για τους ληστές ότι βλασφημούσαν αυτόν, παρόλο που ένας μόνος έπραξε αυτό (L).
Ο Χριστός σταυρώθηκε μεταξύ δύο ληστών και μέσω αυτών αντιπροσωπεύονταν οι διαφορετικές διαθέσεις των ανθρώπων και τα διαφορετικά αποτελέσματα, τα οποία ο σταυρός θα επέφερε στους υιούς των ανθρώπων, προς τους οποίους θα καταγγελλόταν το ευαγγέλιο. Είναι όλοι κακοποιοί, όλοι ένοχοι ενώπιον του Θεού. Από την αρχή και μέχρι σήμερα ο σταυρός είναι σε μερικούς μεν οσμή ζωής για ζωή, ενώ σε άλλους οσμή θανάτου για θάνατο. Για αυτούς που χάνονται είναι ανοησία, για αυτούς που σώζονται όμως είναι Θεού σοφία και δύναμη.
(2) Οι άλλοι δύο συνοπτικοί αντί για το πολύ εντονότερο «εβλασφήμει» γράφουν ωνείδιζον. Από εδώ προήλθε η ελάχιστα πιθανή εκδοχή, ότι και οι δύο μεν ληστές ωνείδισαν τον Ιησού, ίσως διότι δεν τους βοήθησε κατά την επανάστασή τους εναντίον της επικρατούσας κοινωνικής κατάστασης, αλλά μόνο ο ένας βλασφήμησε αυτόν.
(3) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα γράφουν τη φράση ερωτηματικά: «Ουχί σὺ εἶ ὁ Χριστός;». Ο ερωτηματικός αυτός τύπος έχει μέσα του κάτι το πικρότερο από το απλό «εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός» (p).
Παρόλο που ο ληστής αυτός αντιμετώπιζε ήδη την αγωνία του θανάτου, παρόλ’ αυτά δεν ταπεινωνόταν το υπερήφανο πνεύμα του, ούτε διδασκόταν αυτός από τη γλώσσα του άλλου συσταυρωμένου συναδέλφου του. Οποιεσδήποτε απειλές και τιμωρίες δεν είναι ικανές από μόνες τους να μεταβάλλουν την πονηρή καρδιά, αλλά μερικές φορές παροργίζουν και ερεθίζουν ακόμη περισσότερο τη διαφθορά της.

23.40 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἕτερος ἐπετίμα(1) αὐτῷ λέγων, Οὐδὲ φοβῇ(2) σὺ τὸν θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι(3) εἶ;
40 Ο άλλος στράφηκε σ’ αυτόν, τον επιτίμησε και του είπε: «Ούτε το Θεό δε φοβάσαι εσύ; Δεν είσαι όπως κι εκείνος καταδικασμένος;
(1) Ο ληστής «βλέποντας αυτόν να είναι σταυρωμένος, να τον μαστιγώνουν, να τον βρίζουν, να τον ποτίζουν χολή, να τον φτύνουν, να τον χλευάζει τόσος πολύς λαός, να τον καταδικάζει το δικαστήριο, να τον έχουν οδηγήσει σε θάνατο, με τίποτα από αυτά δεν σκανδαλίστηκε· αλλά βλέποντας το σταυρό και τα καρφιά να έχουν καρφωθεί… αυτός βάδισε το σωστό δρόμο λέγοντας· Θυμήσου με στη βασιλεία σου. Και αυτόν που τον κατηγορούσε τον αποστόμωνε και τα αμαρτήματά του εξομολογούνταν και φιλοσοφούσε για την ανάσταση.
Και αυτά, χωρίς να δει νεκρούς να ανασταίνονται, ούτε λεπρούς να καθαρίζονται, ούτε θάλασσα να τιθασεύεται, ούτε δαίμονες να διώχνονται, ούτε ψωμιά να πληθαίνουν, ούτε τα άλλα τα οποία είδε ο λαός των Ιουδαίων, που, αν και τα είδε, τον σταύρωσε» (Χ).
Τι προσείλκυσε σε μετάνοια αυτόν τον ληστή;
«Κατάλαβε την αγαθότητα και τη θεότητα του Ιησού από τη φωνή (το λόγο), την οποία έβγαλε υπέρ των σταυρωτών του, λέγοντας, Πατέρα συγχώρεσέ τους. Διότι η φωνή αυτή, δεν είναι μόνο γεμάτη από κάθε φιλανθρωπία, αλλά φανερώνει και πολλή αυθεντία. Διότι δεν είπε, Κύριε, παρακαλώ… αλλά απλώς έτσι με εξουσία, Πατέρα, συγχώρεσέ τους» (Θφ).
Αναμφίβολα έκανε σε αυτόν αρχικά βαθειά εντύπωση η αντίθεση μεταξύ της αγιότητας του Ιησού και της βάναυσης προς αυτόν συμπεριφοράς αυτών που τον κακοποιούσαν. Έπειτα η πραότητα και ανεξικακία, με την οποία άφηνε τον εαυτό του να οδηγείται προς το θάνατο και προ παντός η υπέρ των δημίων του προσευχή του, συγκλόνισαν τη συνείδηση και την καρδιά του. Τέλος η επίκληση Π α τ έ ρ α, με την οποία προσφωνούσε το Θεό, τού αποκάλυψε, ότι ο Ιησούς ήταν πρόσωπο, το οποίο ζούσε σε στενή σχέση με το Θεό και τον έκανε να διαισθανθεί τη θεότητά του (g).
Ο ληστής αυτός, όταν ακριβώς ήταν έτοιμος να πέσει στα χέρια του σατανά, αποσπάστηκε από αυτόν σαν δαυλός από την πυρά και έγινε μνημείο του θείου ελέους, ενώ ο σατανάς έμεινε να ωρύεται σαν λιοντάρι, από το στόμα του οποίου διέφυγε η λεία. Αυτό όμως δεν μας δίνει το θάρρος να αναβάλλουμε τη μετάνοιά μας στις τελευταίες στιγμές της ζωής μας. Διότι αν και είναι βέβαιο, ότι πάντοτε η ειλικρινής μετάνοια γίνεται δεκτή, είναι όμως αβέβαιο τελείως, εάν η στο τέλος της ζωής μας μετάνοια είναι ειλικρινής και αληθινή.
Κανείς άλλωστε δεν μπορεί να είναι ασφαλής για το ότι θα λάβει καιρό μετανοίας κατά τις τελευταίες του στιγμές. Ούτε πρέπει να λησμονεί κάποιος, ότι στο ληστή ουδέποτε στο παρελθόν τού είχε προσφερθεί η χάρη, εγκολπώθηκε όμως αυτήν αμέσως μόλις τη γνώρισε. Ενώ για μας συμβαίνει το τελείως αντίθετο. Μας προσφέρεται η χάρη και την απωθούμε. Πώς λοιπόν μπορούμε να ελπίζουμε, ότι θα μας επισκεφτεί αυτή και κατά τις τελευταίες μας στιγμές;
(2) Ή, όχι μόνο δεν αγαπάς, αλλά ούτε φοβάσαι το Θεό, που τιμωρεί τους άδικους και πονηρούς; (δ).
Ή, πιο σωστά, και Εσύ ο ίδιος πρόκειται μετά από λίγο να εμφανιστείτε ενώπιον του Θεού. Ούτε ο φόβος λοιπόν του Θεού δεν σε συγκρατεί από το να προσθέτεις νέες αμαρτίες; (p).
Το δεν φοβάσαι το Θεό υποδηλώνει, ότι τον ευγνώμονα αυτόν ληστή συγκρατούσε ο φόβος του Θεού στο να μην παρασυρθεί ούτε από τη συμπεριφορά του συναδέλφου του ούτε από το ρεύμα του παρεκτρεπομένου λαού κάτω από το σταυρό του. Όλοι όσοι έχουν ανοικτά τα μάτια τους, όπως ο μετανοημένος ληστής, βλέπουν, ότι στο βάθος της κακίας των πονηρών υπάρχει η έλλειψη φόβου του Θεού. Δεν φοβούνται το Θεό και για αυτό προκόβουν στους πονηρούς δρόμους τους.
(3) «Κρίμα λοιπόν ονομάζει τώρα την καταδίκη τη σταυρική» (Ζ). «Στην ίδια, λέει, τιμωρία. Διότι και εμείς είμαστε σε σταυρό. Χλευάζοντας λοιπόν εκείνον, τον εαυτό σου λοιδορείς πριν από εκείνον» (Χ). Στην ίδια καταδίκη και δεν έχεις δικαίωμα να κατηγορείς αυτόν, ο οποίος υφίσταται την ίδια τιμωρία (δ).

23.41 καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως(1), ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν(2)· οὗτος δὲ οὐδὲν ἄτοπον(3) ἔπραξεν.
41 Εμείς βέβαια δίκαια, γιατί τιμωρούμαστε γι’ αυτά που κάναμε· αυτός όμως δεν έκανε κανένα κακό».
(1) Δίκαια είμαστε σε αυτήν την καταδίκη (δ). Ο μετανοημένος ληστής επιδοκιμάζει την ποινή που επιβλήθηκε στο έγκλημά του (b). Αυτοί που ειλικρινά μετανοούν αναγνωρίζουν το δίκαιο των τιμωριών, τις οποίες επιβάλλει σε αυτούς ο Θεός για τις αμαρτίες τους. Ο Θεός δίκαια μάς τιμωρεί, λέει ο ευγνώμων ληστής. Εμείς πράξαμε τα άτοπα και τα άδικα. Και ότι τώρα υποφέρουμε, είναι η δίκαιη ανταπόδοση των πράξεών μας.
(2) Φόνους πράξαμε, φόνο απολαμβάνουμε (δ).
«Είδες εξομολόγηση ολοκληρωμένη; Είδες πώς στο σταυρό απέβαλλε τα αμαρτήματα;… Κανείς δεν τον ανάγκασε, κανείς δεν τον πίεσε, αλλά αυτός ο ίδιος διαπόμπευσε τον εαυτό του… Δεν τόλμησε πιο πριν να πει, Θυμήσου με στη βασιλεία σου, παρά μόνο όταν με την εξομολόγηση απέθεσε το φορτίο. Βλέπεις πόσο σπουδαίο πράγμα είναι η εξομολόγηση; Εξομολογήθηκε και άνοιξε τον παράδεισο· εξομολογήθηκε και πήρε τέτοιο θάρρος, ώστε από ληστεία να ζητήσει τη βασιλεία» (Χ).
(3) Με τη λέξη αυτή μειώνει την έννοια (p). Άτοπο=τίποτα που να μην είναι στον τόπο του και για αυτό ασυνήθιστο, παράδοξο, ηθικά απρεπές (δ).
Πολύ περισσότερο τίποτα το εγκληματικό (p). Οι αρχιερείς είχαν σταυρώσει αυτόν μεταξύ δύο ληστών, σαν χειρότερο από αυτούς. Αλλά ο ληστής αυτός είχε περισσότερη από αυτούς αίσθηση, και ό,τι δεν είδαν οι αρχιερείς, το είδε ο ληστής. Και ομολογεί, ότι τίποτα άτοπο δεν έπραξε. Εάν είχε ακούσει προηγουμένως για το Χριστό και για τα θαυμαστά έργα του, δεν φαίνεται από την αφήγηση των ευαγγελιστών. Αλλά η χάρη του Πνεύματος φώτισε αυτόν να γνωρίσει τον Ιησού, την ώρα που οι αρχιερείς παρέμεναν στο σκοτάδι.

23.42 καὶ ἔλεγεν(1) τω ᾽Ιησοῦ, μνήσθητί μου(2), Κύριε, ὅταν ἔλθῃς(3) ἐν τῇ βασιλείᾳ(4) σου.
42 Και στον Ιησού έλεγε: «Θυμήσου με, Κύριε, όταν έρθεις στη βασιλεία σου».
(1) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα μαρτυρούν υπέρ της γραφής: και έλεγεν· Ιησού, μνήσθητί μου, όταν έλθης εις την βασιλείαν σου. Η επίκληση αυτή είναι η προσευχή αμαρτωλού που πεθαίνει σε Σωτήρα που πεθαίνει.
Ήταν τιμή για τον Ιησού να τον επικαλείται έτσι ο ληστής, μολονότι ήταν πάνω στο σταυρό κατάδικος και χλευαζόταν και εξευτελιζόταν από τους εχθρούς του. Ήταν ευτυχία ανυπολόγιστη του ληστή το ότι αξιώθηκε να απευθύνει αυτήν τη δέηση. Ίσως δεν θα είχε άλλοτε προσευχηθεί. Και όμως τώρα η δέησή του εισακούστηκε και σώθηκε αυτός κατά την έσχατη στιγμή. Εφόσον υπάρχει ζωή, υπάρχει και ελπίδα. Και εφόσον υπάρχει ελπίδα, υπάρχει τόπος για προσευχή.
(2) Η επίκληση αυτή εξηγείται από την συμμετοχή και συντροφιά στην ίδια ποινή και στα δεινά του ίδιου παθήματος, η οποία φαινόταν στο ληστή, ότι δημιουργούσε με τον Ιησού στο εξής δεσμό αδιάλυτο. Πώς αυτός ο Ιησούς, ο οποίος πριν λίγο προσευχήθηκε για τους δημίους του, θα μπορούσε να λησμονήσει τελείως τον πτωχό του σύντροφο στη θλίψη των παθημάτων; (g). Ο ληστής γνώριζε, ότι είχε ακόμη λίγες ώρες ζωής. Συνεπώς η επίκλησή του αυτή συνυπονοεί πίστη στη μελλοντική κατάσταση, στην οποία ο Ιησούς επρόκειτο να δεχτεί αυτόν στη βασιλεία του. Ίσως πίστευε ότι ο Χριστός θα ανασταινόταν από τους νεκρούς.
Σε κάθε περίπτωση η πίστη ανθρώπου συσταυρωμένου με τον Ιησού είναι πολύ αξιοπαρατήρητη. Μερικοί (οι στρατιώτες και αυτοί στους οποίους αναφέρθηκαν αυτοί και βεβαίωσαν ό,τι είδαν) είδαν τον Ιησού αναστημένο από τους νεκρούς και δεν πίστεψαν σε αυτόν.
Ο ληστής βλέπει αυτόν να θανατώνεται και όμως πιστεύει (p). Καταφρόνησαν οι Ιουδαίοι τους νεκρούς που αναστήθηκαν («μετά την ανάσταση αυτού… εμφανίστηκαν σε πολλούς» Ματθ. κζ 53)· ο ληστής δεν καταφρόνησε τον κρεμασμένο μαζί με αυτόν πάνω στο σταυρό (Αυγουστίνου serm. 23,13).
(3) Πιστεύει σε ένδοξη επάνοδο του Ιησού πάνω στη γη (g). Η έννοια της φράσης είναι: Όταν έλθεις με τη δόξα και τη δύναμη της βασιλείας σου (p).
(4) Πιστεύει ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας και γνωρίζει ότι ο Μεσσίας πρόκειται να έχει βασιλεία (p). Και θα έλεγε κάποιος, ότι ο ευγνώμων ληστής ασφαλώς ήταν Ιουδαίος και πίστευε στην έλευση του Μεσσία κατά την ανάσταση (L). Ο Μεσσίας επρόκειτο σύμφωνα με τις επικρατούσες ιδέες (σύμφωνα με τα Ησ. κστ 19 και Δανιήλ ιβ 2) να αναστήσει τους άξιους από τους Ισραηλίτες, για να λάβουν μέρος μαζί με τους πατριάρχες στη μεσσιακή πανήγυρη (g). Ούτε οι απόστολοι κατά το χρόνο εκείνον δεν έτρεφαν τόσο διαυγείς ελπίδες για τη βασιλεία του Χριστού (b).
Ομολογεί αυτόν Κύριο και βασιλιά που έχει βασιλεία και έρχεται στη βασιλεία αυτή. Πιστεύει ακόμη, ότι θα έχει εξουσία στη βασιλεία αυτή και ότι σε όσους θα επιδείξει την εύνοιά του, θα είναι αυτοί ευτυχείς. Ο Χριστός βρίσκεται τώρα στο βάθος της ταπείνωσής του, εγκαταλελειμμένος από τους μαθητές του, εξευτελιζόμενος από το έθνος του, πεθαίνοντας πάνω στο σταυρό σαν εγκληματίας. Και ο ληστής κάνει τις ομολογίες του αυτές προτού να σημειωθούν τα από τον ουρανό θαύματα, τα οποία τίμησαν το πάθος του και προτού να αναγκαστεί και ο ίδιος ο κεντυρίων να ομολογήσει τον Χριστό υιό του Θεού.
Αληθινά, ούτε στον Ισραήλ δεν θα έβρισκε κάποιος τόσο μεγάλη πίστη. Πίστευε σε μέλλουσα ζωή και επιθυμούσε να είναι ευτυχής σε εκείνην τη ζωή, όχι όπως ο άλλος ληστής να σωθεί από το σταυρό, αλλά να βρει ανάσταση, όταν ο σταυρός θα του επέφερε το θάνατο. Έχουμε εδώ παράδειγμα της δύναμης του σταυρού, να ελκύει τους ανθρώπους στον εαυτό του. Δείχνει και προλέγει ο σταυρός την ουράνια βασιλεία και αποκαλύπτει τον αληθινό παράδεισο, του οποίου και διανοίγει τις πύλες.
Όχι τελείως απίθανη και η εκδοχή: «Είναι λογικό ότι θα έμαθε ο ληστής και τον λόγο, τον οποίο είπε ο Κύριος στον Πιλάτο. Η βασιλεία η δική μου δεν είναι από αυτόν τον κόσμο» (Ζ).

23.43 καὶ εἶπεν(1) αὐτῷ ο Ιησούς, ᾽Αμήν λέγω σοι(2), σήμερον(3) μετ᾽ ἐμοῦ(4) ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ(5).
43 Ο Ιησούς του απάντησε: «Σε βεβαιώνω πως σήμερα κιόλας θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο».
(1) Ο Κύριος τήρησε την πιο βαθειά σιγή μέσα στους χλευασμούς και τους εμπαιγμούς των αρχόντων και του όχλου. Αλλά τώρα πόσο είναι πρόθυμος και έτοιμος, να απαντήσει στο αίτημα του μετανοημένου κακούργου! (ο).
(2) Η φράση, όπως συνήθως, προαναγγέλλει κάτι που έχει ιδιαίτερη σπουδαιότητα ή υπερβαίνει κάθε προσδοκία. Δες και Λουκ. δ 24,ιβ 37,ιη 17,29,κα 32 (p). Ο ληστής «με αυτό το αίτημά του, ικέτευσε να τύχει μόνο κάποιου αγαθού· ο Χριστός όμως επειδή ήξερε την πρόθεσή του, υποσχέθηκε σε αυτόν αυτό που φαινόταν σε εκείνον το πιο αγαπητό από όλα» (Ζ).
Ο Χριστός πάνω στο σταυρό μοιάζει με το Χριστό πάνω στο θρόνο. Επειδή λοιπόν «τώρα είναι κρίση του κόσμου», ο ένας από τους ληστές απέρχεται με κατάρα και ο άλλος με ευλογία. Αν και ο Χριστός ήταν ήδη σε αγωνία, δεν παρέλειψε παρόλ’ αυτά να απευθύνει λόγο ενίσχυσης στο ληστή, που εμπιστεύτηκε τον εαυτό του σε αυτόν. Ακόμη και μεγάλοι αμαρτωλοί μέσω του Χριστού θα πετύχουν όχι μόνο την άφεση των αμαρτιών τους, αλλά και θέση στον Παράδεισο.
(3) Κάποιοι «παραβιάζουν το νόημα του ρητού βάζοντας κόμμα στο Σήμερον, ώστε να είναι το λεγόμενο ως εξής «ἀμὴν λέγω σοι σήμερον», και έπειτα προσθέτουν το «μετ᾿ ἐμου ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ» (Θφ).
Αλλά όταν συνδέσει κάποιος το σήμερα με το λέω, σχεδόν εκμηδενίζει όλη την ισχύ του. Όταν όμως συνδέσει αυτό με τα επόμενα, είναι πλήρες νοήματος. Ο Ιησούς γνωρίζει, ότι και αυτός και ο ληστής θα πέθαιναν κατά την ημέρα εκείνη. Και παραχωρεί σε αυτόν περισσότερα από όσα είχε ζητήσει ή ελπίσει (p). Ο Ιησούς δηλαδή αντιθέτει ισχυρά το άμεσο και κοντινό της ευτυχίας, την οποία τού υπόσχεται, με τον απώτερο χρόνο τον οποίο ο ληστής είχε στο νου του και κατά τον οποίο περίμενε ότι ο Χριστός θα τον θυμόταν = Σε αυτήν τη σημερινή ημέρα, πριν ακόμη ο ήλιος δύσει, θα είσαι στον παράδεισο (g).
Ο ληστής ζήτησε από τον Κύριο να τον θυμηθεί. Το «μνήσθητί μου», το οποίο είπε, δεν υπονοεί μεγάλες αξιώσεις. Μικρό έλεος ζητά ο ληστής. Και ο Χριστός τού παραχωρεί θέση μαζί του στον Παράδεισο. Και του την παραχωρεί όχι σε απώτερο μέλλον, αλλά αμέσως και κατά την ίδια την ημέρα του παθήματος.
(4) Όχι απλώς συν εμοί, συντροφεύοντας εμένα, αλλά μετ᾿ ἐμοῦ ως κοινωνός και συμμέτοχος. Η υπόσχεση αυτή συνυπονοεί συνέχεια της συνείδησης και μετά θάνατον. Εάν αυτός που πεθαίνει χάνει τη συνείδησή του, η βεβαίωση που παρέχεται στο ληστή, ότι θα είναι μαζί με το Χριστό μετά θάνατον, θα ήταν χωρίς σημασία και περιεχόμενο (p).
Με τον δεύτερο Αδάμ αποκατασταθήκαμε σε όλα, όσα χάσαμε με τον πρώτο Αδάμ και επιπλέον σε παράδεισο ουράνιο αντί για αυτόν τον επίγειο. Και θα είμαστε εκεί με τον Χριστό. Αυτή είναι η μακαριότητα των ουρανών, να βλέπει κάποιος το Χριστό και να κάθεται μαζί του βλέποντας τη δόξα του και συμμετέχοντας σε αυτήν (Ιω. ιζ 24).
(5) Περσικό όνομα που εξελληνίστηκε (παϊρί δανιζά= τεχνητός περιφραγμένος κήπος) (δ). Πάντως η λέξη είναι ανατολική και ήταν σε χρήση στους αρχαίους Πέρσες, όπως φαίνεται σαφώς από τα συγγράμματα του Ξενοφώντα, ο οποίο αποκαλεί τους κήπους και τα κυνηγετικά πεδία των μοναρχών και ευγενών στην Περσία, παραδείσους. Η λέξη χρησιμοποιείται και από τους Ο΄ για τον κήπο της Εδέμ. Εάν είναι αραβικής ή σανσκριτικής προέλευσης είναι αβέβαιο. Η λέξη κατέληξε να σημαίνει οποιονδήποτε ωραίο και τερπνό τόπο.
Εφόσον όμως ο παράδεισος της Εδέμ, ο πρωταρχικός τόπος της ωραιότητας και της ευτυχίας, κλείστηκε στο ανθρώπινο γένος μετά το προπατορικό αμάρτημα, ο Κύριος διάλεξε τον όρο παράδεισος για να δηλώσει το γεγονός, ότι ήδη ανώτερος και μακαριότερος παράδεισος άνοιξε στην ανθρωπότητα και ότι ο χαμένος παράδεισος ξαναποκτήθηκε και έγινε προσιτός σε όλους, όσοι θα ενωθούν με την πίστη προς τον νέο Αδάμ της χάρης (ο).
Η λέξη χρησιμοποιείται με διάφορες σημασίες στη Γραφή: α) Δενδροφυτευμένος περίβολος (Νεεμ. β 8· Άσμα δ 13, Εκκλ. β 5). β) Ο κήπος της Εδέμ (Γεν. β 8-10,15,16,γ 1-3,8-10 κλπ). γ) Ο κόλπος του Αβραάμ δηλαδή ο τόπος της ανάπαυσης των δικαίων μέχρι την ανάσταση. δ) Κάποιο μέρος στον ουρανό, που ταυτίζεται ίσως με τον τρίτο ουρανό (Β΄ Κορ. ιβ 4) (p).
Τι σημαίνει εδώ; Ο p. θεωρεί τη λέξη ως ταυτόσημη με τον κόλπο του Αβραάμ. Και σαφέστερα, παράδεισος είναι το τμήμα εκείνο του Άδη, όπου συγκεντρώνονται οι πιστοί (g) αναπαυόμενοι μέχρι τη Δευτέρα παρουσία.
Άλλη εκδοχή: «Εμείς όμως λέμε με απλούστερο τρόπο, ότι αμέσως πριν πάει στην λεγόμενη καρδιά της γης [=τον άδη], αποκατέστησε στον παράδεισο του Θεού τον πιστό ληστή» (Ω). Δηλαδή ο παράδεισος δεν είναι στον Άδη αλλά στον ουρανό. Αξιόλογη και η παρατήρηση: Ο παράδεισος εδώ σημαίνει κυρίως όχι τόπο, αλλά κατάσταση ευτυχίας. Αυτό δεν συνυπονοεί, ότι αποκλείεται και η ιδέα του τόπου, αλλά το κύριο στοιχείο της υπόσχεσης του Κυρίου στον ληστή είναι ότι: θα είσαι μ α ζ ί μ ο υ σε κατάσταση ανείπωτης μακαριότητας.
Υπάρχει βεβαίως και ένας τόπος στον κόσμο των πνευμάτων, όπου οι χωριζόμενες από τα σώματά τους ψυχές μεταβαίνουν μετά θάνατον. Αλλά ό,τι γνωρίζουμε για τον τόπο αυτόν είναι αυτό και μόνο, ότι οι άγιοι που μεταβαίνουν σε αυτόν βρίσκονται και ζουν μαζί με το Χριστό. Ο Παύλος ποθούσε να πεθάνει, για να είναι μαζί με το Χριστό (Φιλιπ. α 23).
Αυτό αποδεικνύει, ότι η ψυχή του πιστού αμέσως μετά το θάνατο μεταφέρεται σε τόπο, όπου είναι και ο Χριστός. Λίγο ενδιαφέρει πού είναι ο τόπος αυτός, όπου ο Κύριος με το δοξασμένο σώμα του βρίσκεται σε κοινωνία με τους δικούς του που έφυγαν από αυτόν τον κόσμο. Το ουσιώδες είναι, ότι στην κοινωνία αυτή και στην παρουσία του Χριστού οι ψυχές θα απολαμβάνουν ειρήνη, χαρά και ανάπαυση, έως ότου ανατείλει το πρωινό της ανάστασης, όταν και τα σώματά τους θα αναστηθούν άφθαρτα και θα συνενωθούν με αυτές, για να συναπολαύσουν τα αγαθά, τα οποία μάτι δεν είδε και αυτί δεν άκουσε και στα οποία καρδιά ανθρώπου δεν ανέβηκε (ο).
«Είναι το ίδιο λοιπόν η βασιλεία των ουρανών και ο παράδεισος, και τίποτα δεν εμποδίζει… να λέει την αλήθεια και ο Παύλος, όταν αναφέρει ότι, κανείς από τους αγίους δεν απόλαυσε την υπόσχεση της ουράνιας κληρονομίας (προς Εβραίους ια 39). Διότι ο ληστής είναι μεν στον παράδεισο, δηλαδή στη βασιλεία… δεν απόλαυσε όμως την τέλεια κληρονομιά των αγαθών. Διότι όπως ακριβώς οι καταδικασμένοι δεν βρίσκονται μέσα στα βασίλεια, αλλά με φρουρές φυλάσσονται αποκλεισμένοι περιμένοντας τις καθορισμένες ποινές· οι έντιμοι όμως και μπαίνουν στα βασίλεια και σε αυτό το χρονικό διάστημα ζουν σε αυτά· έπειτα, όταν φτάσει ο καιρός της διανομής των βασιλικών δωρεών, αξιώνονται αυτών· έτσι και οι άγιοι· αν και δεν απολαμβάνουν ακόμη το τέλειο, αλλά εν τω μεταξύ βεβαίως ζουν σε αυτά τα φωτεινά και ευωδιαστά και βασιλικά, για να το πούμε απλά, σκηνώματα, παρόλο που δεν αξιώνονται κατά τέλειο ακόμη τρόπο της διανομής των βασιλικών δώρων» (Θφ).
Έτσι πλουσιότερη είναι η χάρη παρά η δέηση και επίκληση του ληστή. Διότι εκείνος παρακαλούσε, να τον θυμηθεί ο Κύριος, όταν έλθει στη βασιλεία του. Ο Κύριος όμως τού είπε: Σήμερα θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο. Όπου είναι ο Χριστός, εκεί είναι η ζωή, εκεί και η βασιλεία (Αμβρόσιος).
«Εσύ όμως θαύμασε, σε παρακαλώ, το πώς, όπως ακριβώς κάποιος βασιλιάς τροπαιοφόρος επιστρέφοντας από τη νίκη του, φέρνει μαζί του τα καλύτερα από τα λάφυρα, έτσι και ο Κύριος, αφού αφαίρεσε το καλύτερο από τα λάφυρα του διαβόλου [δηλαδή το ληστή] απογυμνώνοντάς τον, τον φέρνει μαζί του, επιστρέφοντας στην αρχαία πατρίδα του ανθρώπου, εννοώ τον παράδεισο» (Θφ).
Σωστά λοιπόν παρατηρήθηκε, ότι ούτε ο ακόλουθος μετά από λίγο σκοτισμός του ηλίου, ούτε ο σεισμός, ούτε το άνοιγμα των τάφων, ούτε το σχίσιμο των πετρών υπήρξαν μεγαλύτερα θαύματα από την ισχυρή πίστη και την επιστροφή του ληστή (ο).

Στίχ. 44-49. Ο θάνατος του Ιησού.
23.44 ἦν δε ὡσεὶ ὥρα ἕκτη(1) καὶ σκότος(2) ἐγένετο ἐφ᾽ ὅλην τὴν γῆν(3) ἕως ὥρας ἐνάτης
44 Ήταν περίπου δώδεκα η ώρα το μεσημέρι, κι έπεσε σκοτάδι σε όλη τη γη ως τις τρεις το απόγευμα, γιατί ο ήλιος χάθηκε.
23.45 τοῦ ἡλίου ἐκλείποντος(4) και ἐσχίσθη τὸ καταπέτασμα(5) τοῦ ναοῦ μέσον.
45 Το καταπέτασμα του ναού σκίστηκε στη μέση.
(1) Δες Ματθ. κζ 45-56 και Μάρκ. ιε 33-41 και τις εκεί σημειώσεις.
(2) Στα φαινόμενα αυτά προφανώς υπάρχει κάτι το έκτακτο, είτε αποδώσει κάποιος τον εξαιρετικό τους χαρακτήρα σε υπερφυσική αιτία, είτε θεωρήσει αυτά ως σύμπτωση που σχεδιάστηκε από τη θεία Πρόνοια (g).
(3) Ή, εννοείται εδώ «η γη γύρω από την Ιουδαία… διότι σε πολλά σημεία η γραφή ονομάζει πάσαν γην την Ιουδαία» (Ω).
Ή, το μεσημβρινό σκοτάδι προερχόμενο από τον ήλιο σκοτείνιασε ολόκληρο το άνω ημισφαίριο· ενώ από την άλλη η σελήνη… μη παίρνοντας κανένα φως από τον ήλιο, βύθισε σε σκοτάδι το κάτω ημισφαίριο (b).
(4) «Είτε σκοτεινό σύννεφο ή σύννεφα ήταν απλωμένα κάτω από τις ηλιακές ακτίνες που έφθαναν στην Ιουδαία γη ή ο αέρας που ήταν εκεί έγινε παχύς δείχνοντας συμπάθεια και αυτός για το γεγονός, όπως ακριβώς η γη γύρω από την Ιουδαία και οι πέτρες και τα μνήματα… Και αυτό έγινε, για να μάθουν ότι, αυτός που είναι κρεμασμένος στο ξύλο είναι εκείνος που πήρε σύμμαχο την κτίση, όταν πολέμησε τους Αιγυπτίους για αυτούς και χάθηκε το ηλιακό φως και χύθηκε το σκοτάδι σε όλη τη χώρα τους» (Ω).
Σκοτάδι και τώρα, όπως άλλοτε στην Αίγυπτο, έπεσε, με μόνη τη διαφορά, ότι εκεί μεν διήρκεσε για τρεις μέρες, ενώ εδώ μόνο για τρεις ώρες. Δες Εξόδου ι 22.
(5) Δες Ματθ. κζ 51 και Μάρκ. ιε 38. Συνήθως θεωρούν το συμβολικό αυτό γεγονός ότι σημαίνει, ότι η οδός του θρόνου της χάριτος θα είναι στο μέλλον ανοιχτή σε όλους. Αλλά άραγε δεν θέλησε μάλλον ο Θεός να δείξει με αυτό, ότι από τη στιγμή αυτή ο ναός δεν θα ήταν πλέον κατοικία του; Όπως ο μέγας αρχιερέας έσχιζε το χιτώνα του μπροστά σε κάποια βλασφημία ή σκάνδαλο, έτσι ο Θεός σχίζει το καταπέτασμα των αγίων των αγίων, όπου έως τώρα έκανε αισθητή την παρουσία του. Δεν υπάρχουν πλέον άγια των αγίων, άρα λοιπόν ούτε άγια, ούτε θυσιαστήριο, ούτε θυσίες. Ο ναός καταλύθηκε από τον ίδιο το Θεό. Αυτό είχε προαναγγείλει ο Ιησούς στους Ιουδαίους, όταν τους έλεγε: Φονέψτε με, και αμέσως θα καταστρέψετε το ναό (g).
«Το καταπέτασμα του ναού σχίστηκε στα δύο, σαν να το έσχισαν σχεδόν και οι ίδιοι οι άγγελοι που κατοικούσαν από παλιά στο ιερό, και έσχισαν το σεμνό ύφασμα, έτσι ώστε, αφού μείνει γυμνός και έρημος από την δική τους φρουρά ο τόπος που ήταν άβατος και που δεν επιτρεπόταν να μπει κάποιος, να καταστεί έτοιμος στους εχθρούς και πολέμιους» (Ε).

23.46 καὶ φωνήσας φωνῇ μεγάλῃ(1) ὁ ᾽Ιησοῦς εἶπεν, Πάτερ(2), εἰς χεῖράς σου(3) παρατίθεμαι(4) τὸ πνεῦμά μου(5)· και ταύτα εἰπὼν ἐξέπνευσεν(6).
46 Τότε ο Ιησούς κραύγασε με δυνατή φωνή και είπε: «Πατέρα, στα χέρια σου παραδίνω το πνεύμα μου». Μόλις το είπε αυτό, ξεψύχησε.
(1) Και οι τρεις συνοπτικοί μνημονεύουν τη μεγάλη αυτή φωνή, η οποία αποδεικνύει, ότι ο Ιησούς δεν πέθαινε από εξάντληση (p).
(2) Η λέξη Πατέρα δείχνει ότι η ψυχή του Κυρίου απολαμβάνει ήδη και πάλι τη στοργική κοινωνία και γαλήνη με τον επουράνιο Θεό. Πριν από λίγο, επικαλούμενος τον Πατέρα, έλεγε Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες, διότι ως εγγυητής μας πλήρωνε το χρέος μας. Το Πατέρα, το οποίο λέει τώρα, είναι το πρώτο αποτέλεσμα της συντελούμενης απολύτρωσης, το ένδοξο προανάκρουσμα της ανάστασης (g).
(3) Ο Πατέρας δέχτηκε το πνεύμα του Ιησού· ο Ιησούς δέχεται τα πνεύματα των πιστών. Δες τα λόγια του Στεφάνου στο Πράξ. ζ 59 (b).
«Αυτή η φωνή, την οποία έκραξε πάνω στο σταυρό «στα χέρια σου παραδίδω», διδάσκει ότι οι ψυχές των αγίων δεν κλείνονται πλέον στον άδη, όπως και πριν, αλλά είναι κοντά στο Θεό και αυτό έγινε σαν σε απαρχή (ξεκίνημα) στο Χριστό. Διότι οι ψυχές προχωρούσαν προς τα κάτω και εκεί κρατούνταν, αλλά αυτήν την κάτω πορεία ο Κύριος την μετέβαλλε προς τα πάνω, μέσω του εαυτού του. Επειδή δηλαδή στο δικό του πρόσωπο βρέθηκε η ανθρώπινη φύση να έχει γίνει πλούσια με την αναμαρτησία του, έφερε ως καινοτομία σε μας το να στέλνονται στα χέρια του ζωντανού Θεού οι ψυχές που απαλλάσσονται από τα σώματα. Και αυτό γνωρίζοντας ο άγιος Στέφανος, είπε· Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου» (Ω).
(4) Η φράση «στα χέρια σου παραδίδω το πνεύμα μου» προέρχεται από το ψαλμ. λ (στίχος 6). Ο μέλλοντας «θα παραδώσω», ο οποίος είναι και συνηθισμένη γραφή του κειμένου, ήταν φυσικός στο στόμα του Δαβίδ, του οποίου ο θάνατος δεν επέκειτο, αλλά ήταν ακόμη μακριά. Εξέφραζε με αυτόν, τον τρόπο, με τον οποίο έλπιζε, ότι μπορούσε να πεθάνει κάποια ημέρα. Ο ενεστώτας «παρατίθεμαι» αυτός και μόνος αρμόζει στην παρούσα κατάσταση του Ιησού (g).
Η γραφή παρατίθεμαι φαίνεται πιο αυθεντική. «Το ρήμα παραδίδω, διδάσκει ότι το πάθος του ήταν εκούσιο (=με τη θέλησή του)» (Ω). Αξιόλογη και η παρατήρηση: «Και παράδοση ονόμασε το θάνατο, διότι πάλι θα πάρει την ψυχή» (Θφ). «Δήλωνε δηλαδή το θα παραδώσω, ότι πάλι θα την πάρει πίσω» (Ω).
(5) Η λέξη πνεύμα δεν πρέπει να εννοηθεί με την έννοια της ζωτικής αρχής και δύναμης, αλλά με την έννοια της λογικής και αθάνατης ψυχής, η οποία και μετά το χωρισμό από το σώμα εξακολουθεί να ζει (ο). Το πνεύμα μου, όχι απλώς και μόνο τη ζωή μου, αλλά ούτε και απλώς την ψυχή μου· αλλά τις ανώτερες δυνάμεις της ψυχής μου, την υψηλότερη ζωή μου, το λογικό πνεύμα μου.
(6) Κανείς από τους τέσσερεις ευαγγελιστές δεν λέει, πέθανε ή εκοιμήθη ή ετελεύτησε (p). «Διότι δεν πέθαινε ως κοινός άνθρωπος, αλλά ως δεσπότης» (Θφ). Πεθαίνει με τα λόγια της Γραφής στο στόμα, διδάσκοντάς μας να χρησιμοποιούμε και εμείς τη γλώσσα της Γραφής όσες φορές απευθυνόμαστε προς το Θεό.

23.47 ᾽Ιδὼν δὲ(1) ὁ ἑκατόνταρχος τὸ γενόμενον(2) ἐδόξασε(3) τὸν θεὸν λέγων, ῎Οντως(4) ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος(5) ἦν.
47 Όταν ο Ρωμαίος αξιωματικός είδε αυτό που έγινε, δόξασε το Θεό: «Πραγματικά», είπε, «αυτός ο άνθρωπος ήταν αθώος!»
(1) Δες Ματθ. κζ 54-61 και Μάρκ. ιε 39-47 και τις εκεί σημειώσεις.
(2) Όταν είδε όχι απλώς και μόνο τον τρόπο, με τον οποίο πέθανε ο Ιησούς, που δεν πρόδιδε εξάντληση, αλλά και τα έκτακτα περιστατικά, όπως και ο Ματθαίος λέει «τον σεισμό και αυτά που έγιναν» (p).
(3) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα έχουν τη γραφή εδόξαζε· από αυτήν όμως ο g βρίσκει προτιμότερη τη γραφή εδόξασε. Δόξασε το Θεό χωρίς να το συνειδητοποιεί με τη δημόσια αυτή ομολογία λέγοντας ότι ο Ιησούς δεν ήταν εγκληματίας, αλλά πέθανε κατά το θέλημα του Θεού. Κάποιοι υπέθεσαν, ότι ο εκατόνταρχος ήταν προσήλυτος και ότι πρώτος αυτός με επίγνωση δόξασε το Θεό. Είναι αξιοσημείωτο, ότι οι στην Κ.Δ. αναφερόμενοι εκατόνταρχοι παρουσιάζονται να έχουν καλό χαρακτήρα, το οποίο επιβεβαιώνει αυτό που αναφέρει ο Πολύβιος (VI, 24,9), ότι κατά κανόνα οι άριστοι στο στράτευμα προβιβάζονταν στην τάξη αυτή (p).
(4) Προηγουμένως αποτελούσε υπόθεση αμφίβολη στους θεατές, τώρα όμως βεβαιώνει αυτό αδίστακτα και χωρίς κάποια αμφιβολία (b).
(5) Δεν ήταν κακοποιός, όπως ισχυρίστηκαν (g). Ο Ματθαίος και ο Μάρκος γράφουν «ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν». Αυτοί που θέλουν να συμβιβάσουν τη φαινομενική διαφωνία υποστήριξαν, ότι ο εκατόνταρχος είπε το δίκαιος πριν το σεισμό και το Θεού υιός μετά από αυτόν. Πιθανότερο είναι, ότι και οι δύο αυτές φράσεις εκφράζουν μία και την αυτή σκέψη = Ήταν πράγματι αγαθός και δίκαιος άνθρωπος και πολύ δίκαια ονόμασε το Θεό Πατέρα του. Ο εκατόνταρχος λέγοντας Υιός του Θεού δεν καταλάβαινε βεβαίως πολλά από εκείνα τα οποία εκφράζει η ονομασία αυτή (p). Η αναφώνηση του εκατόνταρχου είναι το προοίμιο της επιστροφής του εθνικού κόσμου (g).

23.48 καὶ πάντες οἱ συμπαραγενόμενοι(1) ὄχλοι ἐπὶ τὴν θεωρίαν(2) ταύτην, θεωρούντες τὰ γενόμενα, τύπτοντες εαυτών τὰ στήθη(3) ὑπέστρεφον(4).
48 Κι όλοι όσοι είχαν μαζευτεί εκεί για να δουν το θέαμα, μόλις είδαν αυτά που έγιναν, έφευγαν χτυπώντας μετανιωμένοι τα στήθη τους.
(1) Συμπαραγίνομαι. Λέγεται μία φορά και στο Β΄ Τιμοθ. δ 16 μόνο στο κείμενο το receptus (=το παραδεδομένο κείμενο της Καινής Διαθήκης της κριτικής έκδοσης).
(2) Και αυτό λέγεται μία φορά. Η λέξη υπαινίσσεται την περιέργεια, η οποία είχε προσελκύσει τα πλήθη εκείνα (g). Θεώρησαν την όλη τραγωδία ως αξιοπερίεργο θέαμα (p). Αυτοί όμως οι οποίοι είχαν έλθει ως απλοί θεατές κυκλοφορούν ήδη στις διάνοιές τους σκέψεις που τείνουν προς σωτηρία και προετοιμάζονται για την Πεντηκοστή που περιγράφεται στο Πράξ. β (b).
(3) «Χτυπούσαν και τα στήθη… και κατηγορώντας τους σταυρωτές, ολοφάνερα δικαίωναν τον Ιησού» (Θφ).
«Πολλοί θρηνούσαν για αυτά που γίνονταν και χτυπούσαν το στήθος· αυτό που κατ’ εξοχήν δείχνει την ωμότητα των Ιουδαίων αρχόντων, είναι ότι για αυτά για τα οποία άλλοι θρηνούσαν, για αυτά αυτοί καυχιόντουσαν και ούτε από ευσπλαχνία λύγισαν, ούτε από φόβο συγκρατήθηκαν» (Χ).
Πολλοί από αυτούς δεν είχαν συμμετάσχει στις κραυγές Άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν. Και εκείνοι όμως οι οποίοι είχαν λάβει μέρος σε αυτές, είχαν παρασυρθεί από τους αρχιερείς και ήδη αισθάνονταν τύψεις για την πράξη τους (p). Όσοι είχαν συνεργήσει, περιήλθαν κατά το πλείστον σε κατάσταση ταραχής (b) «φωνάζοντας εναντίον της τόλμης αυτών που τον σταύρωσαν, αν και όχι φανερά λόγω της ασέβειας των αρχόντων» (Σχ).
Η κατάπληξη και ο τρόμος, από τα οποία κυριεύτηκαν οι Ιουδαίοι, οι μάρτυρες της σκηνής, είναι το προοίμιο της μετάνοιας και της τελικής επιστροφής του Ισραήλ (g). Παρόλ’ αυτά και πολλών από αυτούς τα συναισθήματα ήταν τελείως παροδικά και εφήμερα. Αυτοί δεν προχώρησαν και παραπέρα. Δεν ζήτησαν να εξετάσουν και να μάθουν περισσότερα για τον Ιησού, ώστε ακούγοντας την σχετικά με αυτόν αλήθεια να τον εγκολπωθούν ως Σωτήρα. Γύρισαν τρομαγμένοι και συγκινημένοι στα σπίτια τους, αλλά μετά από κάποιο χρόνο η εντύπωσή τους αυτή εξασθένησε, έως ότου λησμόνησαν τα πάντα.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με πολλούς από τους Χριστιανούς, των οποίων η συγκίνηση κατά τις εορτές των Παθών και κατά την συμμετοχή τους στα μυστήρια σιγά σιγά ελαττώνεται και πέφτει, επειδή δεν εξακολούθησαν να καλλιεργούν τις πρώτες ακτίνες της αλήθειας, η οποία έλαμψε σε αυτούς.
(4) Στην πόλη (δ).

23.49 εἱστήκεισαν(1) δὲ πάντες οἱ γνωστοὶ αυτού(2) ἀπὸ μακρόθεν(3), καὶ γυναῖκες(4) αἱ συνακολουθήσασαι(5) αὐτῷ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας, ὁρῶσαι(6) ταῦτα.
49 Όλοι οι γνωστοί του Ιησού στέκονταν μακριά. Μαζί τους τα παρακολουθούσαν αυτά και γυναίκες που τον είχαν ακολουθήσει από τη Γαλιλαία.
(1) Όχι με έννοια υπερσυντέλικου, αλλά παρατατικού, όπως και το έστηκα είναι ενεστώτας. Εδώ λέγεται σε αντίθεση με το επέστρεφαν, για να παραστήσει την σταθερότητα των προσώπων αυτών, τα οποία παρέμεναν εκεί μέχρι τέλους (L).
(2) Μεταξύ των γνωστών αυτών θα ήταν και κάποιοι από τους αποστόλους. Αυτό συμπεραίνεται και από το «πάντες (=όλοι)» που μπαίνει μπροστά (g).
(3) Προδίδει το συναίσθημα του φόβου, το οποίο κυριαρχούσε σε αυτούς. Ο Ιωάννης και η Μαρία είχαν στην αρχή πλησιάσει κοντά στο σταυρό (Ιω. ιθ 26,27) (g).
(4) Ο Ματθαίος και ο Μάρκος αναφέρουν τα ονόματα κάποιων από αυτές.
(5) Υπάρχει και η γραφή αι συνακολουθούσαι.
(6) Το ὁρῶσαι μπήκε σε γένος θηλυκό από έλξη γραμματική με το γυναίκες, αναφέρεται όμως και στους γνωστούς που στέκονταν από μακριά. Αξιοσημείωτη η αλλαγή του ρήματος. Αυτοί δεν είναι από αυτούς που «θεωρούν» από περιέργεια, αλλά «ὁρῶσι» με αγωνιώδες ενδιαφέρον (p). Το ὁρῶσαι αναφέρεται συγχρόνως στα περιστατικά του θανάτου του Ιησού και στην αναχώρηση του πλήθους που χτυπούσε τα στήθη (g).

Στίχ. 50-56. Η ταφή του Ιησού.
23.50 Καὶ(1) ἰδοὺ(2) ἀνὴρ ὀνόματι ᾽Ιωσὴφ βουλευτὴς ὑπάρχων καὶ ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ δίκαιος(3)
50 Υπήρχε κάποιος που τον έλεγαν Ιωσήφ, μέλος του συνεδρίου και άνθρωπος καλοκάγαθος και δίκαιος
23.51 – οὗτος οὐκ ἦν συγκατατεθειμένος(4) τῇ βουλῇ καὶ τῇ πράξει(5) αὐτῶν – ἀπὸ ῾Αριμαθαίας πόλεως τῶν ᾽Ιουδαίων(6), ὃς προσεδέχετο και αυτός(7) τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ,
51 –αυτός δεν ήταν σύμφωνος με τη γνώμη και τις πράξεις των Ιουδαίων. Καταγόταν από την ιουδαϊκή πόλη Αριμαθαία και περίμενε κι αυτός τη βασιλεία του Θεού.
(1) Στο τμήμα αυτό που αναφέρεται στην ταφή του Κυρίου οι στίχοι 54-56 και κάποιες άλλες φράσεις των υπόλοιπων στίχων είναι αποκλειστικές του Λουκά.
(2) Η σύνταξη είναι όμοια με αυτήν στο Λουκ. ιθ 2, και εννοείται από έξω το ἦν (=ήταν), δηλαδή «Καὶ ἰδοὺ ἦν ἀνὴρ» (δ). Οι κρυμμένοι φίλοι του Κυρίου εμφανίζονται κατά τη στιγμή της έσχατης καταφρόνησής του. Ήδη εκπληρώνεται ο λόγος του Παύλου (Β΄ Κορ. ε 14) «η αγάπη του Χριστού μάς συνέχει (=μας σφίγγει όλους μαζί και μας συγκρατεί προσκολλημένους σε αυτόν)» (g).
(3) Αγαθός και δίκαιος σύμφωνα με το Λουκά, το οποίο είναι ταυτόσημο με το ελληνικό ιδανικό που εκφράζεται με τη φράση καλός καγαθός· ο Μάρκος γράφει «ευσχήμων βουλευτής»=(σεβαστός) που είναι το ρωμαϊκό ιδανικό· και ο Ματθαίος γράφει «άνθρωπος πλούσιος». Δεν είναι άραγε αυτό το ιουδαϊκό ιδανικό; (g). Καθένας που είναι αγαθός, είναι και δίκαιος· όχι όμως και αντίστροφα. Ο Λουκάς αναφέρει το όλο ή το γένος (αγαθός) πριν το μέρος ή το είδος (δίκαιος) (b). Όχι μόνο δίκαιος προς όλους, αλλά και καλός και ευεργετικός προς όλους όσους είχαν την ανάγκη του.
(4) Δεν γνωρίζουμε εάν απουσίασε τελείως από τη συνεδρία ή εάν παρών σε αυτήν απείχε από την ψηφοφορία ή ψήφισε αρνητικά. Από το Μάρκ. ιδ 64 («όλοι καταδίκασαν…») μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι κατά την απαγγελία της απόφασης ήταν απών, διότι αυτή ήταν ομόφωνη (p), μολονότι η φυσική ερμηνεία της φράσης, την οποία χρησιμοποιεί εδώ ο Λουκάς, δηλώνει μάλλον ότι ο Ιωσήφ ήταν παρών στη συνεδρία και ψήφισε κατά της απόφασης του συνεδρίου (ο).
(5) Ούτε στην απόφαση (=την βουλή) ούτε στις απεχθείς μεθόδους (=πράξη) με τις οποίες εξασφαλίστηκε η από τον Πιλάτο επικύρωση της απόφασης (g).
(6) Βρισκόταν στο όρος του Εφραίμ και συνεπώς έξω από τα φυσικά όρια της Ιουδαίας. Αλλά από την εποχή, για την οποία γίνεται λόγος στο Α΄ Μακκαβ. ι 38,ια 34, περιλήφθηκε στην επαρχία αυτή (g). Το πλήρες όνομά της ήταν Ραμαθαίμ-ζοφίμ (=διπλή κορυφή των φρουρών). Για την τοποθεσία της παρόλ’ αυτά υπάρχουν πολλές αμφισβητήσεις, που καθιστούν αυτήν πολυπλοκότατο πρόβλημα στην ιερή τοπογραφία (p).
(7) Η συνηθισμένη γραφή: «ος και προσεδέχετο και αυτός», η οποία περικόπηκε λόγω του πλεονασμού, τον οποίο φαινόταν να παρουσιάζει. Οι αντιγραφείς δεν αντιλήφθηκαν τον σκοπό, για τον οποίο μπήκε το πρώτο κ α ι και έπειτα προστέθηκε το «και αυτός». Με το πρώτο «και» («και προσεδέχετο») ο Λουκάς προσθέτει την ιδιότητα του πιστού στις ιδιότητες του αγαθού και δίκαιου, που αποδόθηκαν στον Ιωσήφ· ενώ με τη φράση «και αυτός» τον διακρίνει από τους άλλους δεδηλωμένους φίλους του Ιησού= Και αυτός ήταν ένας από τους δικούς του, παρόλο που φαινομενικά συγκαταλεγόταν στις τάξεις των αντιπάλων του (g).
Και αυτός, όπως δηλαδή και ο Νικόδημος και άλλοι (δ). Υπάρχουν πολλοί, οι οποίοι εγκαρδίως ευλαβούνται το Χριστό, παρόλο που εξωτερικά δεν εκδηλώνουν αυτό το ίδιο ζωηρά. Είναι παρόλ’ αυτά πρόθυμοι και έτοιμοι να του προσφέρουν πραγματικές υπηρεσίες και σε δεδομένη στιγμή να φανερώσουν την αφοσίωσή τους με μεγαλύτερη αυταπάρνηση από όσο άλλοι, οι οποίοι κάνουν μεγαλύτερο θόρυβο και επίδειξη.

23.52 οὗτος(1) προσελθὼν τῷ Πιλάτῳ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ ᾽Ιησοῦ,
52 Πήγε, λοιπόν, στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού.
23.53 καὶ καθελὼν ἐνετύλιξε(2) σινδόνι(3), καὶ ἔθηκεν αὐτὸν ἐν μνήματι λαξευτῷ(4) οὗ οὐκ ἦν οὐδεὶς ουδέπω(5) κείμενος.
53 Αφού το κατέβασε, το τύλιξε μ’ ένα σεντόνι και το έβαλε σ’ ένα λαξευμένο μνήμα, στο οποίο δεν είχαν βάλει ποτέ κανέναν.
(1) Με το «οὗτος» ανακεφαλαιώνει όλα όσα ειπώθηκαν για τον Ιωσήφ (δ).
(2) Το ρήμα αυτό συναντιέται μόνο εδώ και στο Ματθ. κζ 59 και Ιω. κ 7, όπου πρόκειται είτε για την ταφή είτε για το μνημείο του Κυρίου.
(3) Και οι τρεις συνοπτικοί αναφέρουν το σεντόνι, το οποίο για την ταφή κοβόταν σε οθόνια (=επιδέσμους) ή κειρίες (λωρίδες για σάβανο). Ο Μάρκος (ιε 46) μάς λέει, ότι αγοράστηκε από τον Ιωσήφ για αυτόν το σκοπό, και συνεπώς αγοράστηκε εκείνη την ημέρα. Άλλη ένδειξη για το ότι η γιορτή του Πάσχα (των Εβραίων) δεν είχε αρχίσει ακόμη (p).
(4) Από το ρήμα λαξεύω (λας και ξέω)= σκαλισμένο στο βράχο (δ). Το επίθετο αυτό δεν είναι κλασικό. Συναντιέται μία φορά στους Ο΄ (Δευτερ. δ 49) και 4 φορές στη μετάφραση του Ακύλα (Αριθμοί κα 20,κγ 14,Δευτερ. λδ 1και Ιησού Ναυή ιγ 20) (p).
(5) Συσσώρευση αρνήσεων. Το γεγονός αναφέρεται ως δείγμα ιδιαίτερης τιμής σε αντίθεση με τον επονείδιστο θάνατο (p), αλλά και για να τονιστεί, ότι «κανείς άλλος δεν ήταν θαμμένος, για να μην πουν οι συκοφάντες, ότι άλλο σώμα αναστήθηκε» (Θφ). Φαίνεται ότι το ίδιο λαξευτό μνημείο χρησιμοποιούνταν και για περισσοτέρους συγχρόνως νεκρούς, πριν ακόμη τα οστά αυτών που θάφτηκαν σε προηγούμενο χρόνο περισυλλεχτούν για να τοποθετηθούν στο οστεοφυλάκιο (L).

23.54 καὶ ἡμέρα ἦν παρασκευή(1), σάββατον ἐπέφωσκε(2).
54 Ήταν ημέρα Παρασκευή, και πλησίαζε το Σάββατο.
(1) Υπάρχει και η γραφή παρασκευής. Η γραφή παρασκευή= τεχνικός όρος που σημαίνει την έκτη ημέρα της εβδομάδας, αυτήν που και εμείς ονομάζουμε Παρασκευή. Και ονομάστηκε έτσι η έκτη ημέρα της εβδομάδας από το ότι ήταν και ημέρα προπαρασκευής του Σαββάτου και παραμονή αυτού. Για αυτό η συριακή μετάφραση του Cureton μεταφράζει τη λέξη με την έννοια της έκτης ημέρας της εβδομάδας. Η αλεξανδρινή γραφή «παρασκευής», θα μπορούσε να έχει την ίδια έννοια (=έκτη της εβδομάδας)· θα μπορούσε όμως να σημαίνει και την προπαρασκευή και παραμονή οποιασδήποτε γιορτής, για την οποία θα χρειαζόταν προετοιμασία από την προηγούμενη ημέρα (g).
(2) «Πλησίαζε να φωτίσει, να γίνει αυγή, να ανατείλει» (Ζ). Ποιητική έκφραση που δηλώνει ότι πλησίαζε να ανατείλει η μεγάλη εκείνη ημέρα του Σαββάτου (δ). Ανακριβής όμως έκφραση. Διότι το Σάββατο άρχιζε από τη δύση και όχι από την ανατολή του ηλίου. Αλλά το επιφώσκω εύκολα μπορεί να μεταπέσει και στη σημασία του αρχίζω (p).
Φώτιζε διότι και η νύχτα έχει το φως της, ειδικά όταν είναι πανσέληνος, όπως ήταν τότε κατά το Πάσχα (b). Η παρατήρηση αυτή για το χρόνο γίνεται, για να δικαιολογηθεί η βιασύνη, με την οποία έγινε η ταφή. Φώτιζε μετά από κάποιες στιγμές το Σάββατο. Το κλάμα δεν πρέπει να παρεμποδίζει τη σπορά. Αν και έκλαιγαν για το θάνατο του Χριστού, όμως δεν λησμονούν τον αγιασμό του σαββάτου. Οι βιοτικές μας υποθέσεις πρέπει εγκαίρως να κανονίζονται, ώστε να μην μας γίνονται εμπόδιο από το πνευματικό μας έργο κατά την Κυριακή.

23.55 Κατακολουθήσασαι(1) δὲ αἱ γυναῖκες, αἵτινες ἦσαν συνεληλυθυῖαι αὐτῷ ἐκ τῆς Γαλιλαίας, ἐθεάσαντο(2) τὸ μνημεῖον καὶ ὡς ἐτέθη(3) τὸ σῶμα αὐτοῦ(4),
55 Παρακολουθούσαν και οι γυναίκες που είχαν έρθει μαζί με τον Ιησού από τη Γαλιλαία, οι οποίες είδαν το μνήμα και ότι σ’ αυτό τοποθετήθηκε το σώμα του Ιησού.
(1) Η πρόθεση «κατά» στο ρήμα δεν σημαίνει κατάβαση στο μνημείο, αλλά ότι ακολουθούσαν πίσω από τον Ιωσήφ και τους βοηθούς του (p)· σημαίνει την φροντίδα, την οποία έλαβαν να προσκολληθούν στον Ιωσήφ ως συνοδεία του από κοντά (L).
(2) Με προσοχή παρατήρησαν για να ξαναβρούν έπειτα το μνημείο (δ). Το γεγονός, κατά το οποίο οι γυναίκες παρατηρούσαν τον τάφο, στον οποίο τοποθετήθηκε το σώμα, αναφέρεται και από τους τρεις συνοπτικούς. Αποτελεί αυτό μέρος της απόδειξης της Ανάστασης (p).
(3) Δεν παρατήρησαν μόνο τον τάφο, αλλά και πώς το σώμα είχε τοποθετηθεί, πράγμα το οποίο ήταν αναγκαίο για τα σχέδιά τους για τη νέα πληρέστερη επάλειψη με μύρα (L). Το πώς αναφέρεται στην τοποθέτηση του σώματος στον τάφο (ο) ή και πώς ενταφιάστηκε, δηλαδή πώς σαβανώθηκε και δέθηκε (δ).
(4) Ακολουθούσαν την ταφή όχι κάποιοι από τους μαθητές, αλλά μόνο οι γυναίκες από τη Γαλιλαία. Παρακολουθούν με δάκρυα από μακριά την ταφή. Έχουμε κηδεία σιωπηλή και όχι επίσημη και πομπώδη, αλλά η απόθεση στον τάφο, και παραμονή του είναι παρόλ’ αυτά ένδοξη, όπως θα αποδειχτεί μετά από κάποιες ώρες, όταν το Σάββατο θα έχει περάσει και θα ξημερώνει η Κυριακή.

23.56 ὑποστρέψασαι δὲ ἡτοίμασαν(1) ἀρώματα καὶ μύρα(2). Καὶ τὸ μὲν σάββατον ἡσύχασαν κατὰ τὴν ἐντολήν(3),
56 Γύρισαν, λοιπόν, πίσω και ετοίμασαν αρώματα και μύρα.
Την ημέρα του Σαββάτου δεν έκαναν καμιά ενέργεια, όπως προστάζει ο νόμος.
(1) Ο Μάρκος (ιστ 1) λέει, ότι η αγορά των αρωμάτων έγινε, όταν πέρασε το Σάββατο, δηλαδή το απόγευμα της επομένης ημέρας, κατά την οποία έγινε η ταφή. Πιθανώς κατά το απόγευμα του θανάτου του Ιησού είχαν αρχίσει να κάνουν τις προετοιμασίες τους και συμπλήρωσαν αυτές όταν πέρασε το Σάββατο (g).
(2) Αρώματα = φυτά ευώδη· φυτικές ύλες αρωματώδεις· μύρα=έλαια αρωματικά (g.p.). Οι προετοιμασίες τους αυτές δείχνουν περισσότερο την αγάπη τους παρά την πίστη τους. «Οι γυναίκες, αν και είχαν πίστη προς τον Κύριο, αλλά δεν ήταν τέτοια όπως έπρεπε… Διότι νομίζοντάς τον ως απλό άνθρωπο, ετοιμάζουν μύρα και αρώματα, σύμφωνα με τη συνήθεια που επικρατούσε στους Ιουδαίους οπωσδήποτε για τους νεκρούς» (Θφ). Όπως μπορεί κάποιος να συμπεράνει και από το παράδειγμα του ληστή, ήλπιζαν οι γυναίκες σε ένδοξη επανεμφάνιση του Ιησού μετά το θάνατό του, όχι όμως και σε αναζωοποίηση του νεκρού σώματός του, που τοποθετήθηκε ήδη στον τάφο (g).
(3) Και τις μεν 24 ώρες του σαββάτου δηλαδή από τη δύση του ηλίου της παρασκευής μέχρι τη δύση του σαββάτου, ησύχασαν σύμφωνα με την εντολή του Θεού να αγιάζουν το σάββατο (δ). Μπορεί κάποιος να πει ότι το Σάββατο αυτό ήταν το τελευταίο της Παλαιάς Διαθήκης, η οποία έπαιρνε τέλος μαζί με το θάνατο του Χριστού. Με ακρίβεια και σεβασμό τηρήθηκε από όλους εκείνους, οι οποίοι χωρίς να το γνωρίζουν επρόκειτο να εγκαινιάσουν τη νέα Διαθήκη (g).
Εάν η ημέρα του θανάτου του Κυρίου ήταν η 15 Νισάν, η ημέρα του Πάσχα, δεν εξηγείται, πώς οι γυναίκες εργάστηκαν σε αυτήν, αγοράζοντας αρώματα, για να ησυχάσουν και να τηρήσουν αργία κατά την επομένη ημέρα του Σαββάτου. Εάν όμως δεχτούμε ότι η 15 Νισάν συνέπιπτε με το Σάββατο, το παν εξηγείται. Μέχρι τη δύση της Παρασκευής επιτρεπόταν η εργασία, και μετά τη δύση του σαββάτου επιτρεπόταν να εξακολουθήσουν αυτήν (p).

Κεφάλαιο 24

Στίχ. 1-12.Οι Μυροφόρες στον τάφο. Το μήνυμα των αγγέλων για ην Ανάσταση του Κυρίου. Ο Πέτρος στο μνημείο.
24.1 τῇ δὲ(1) μιᾷ τῶν σαββάτων ὄρθρου βαθέος(2) ἦλθον ἐπὶ τὸ μνῆμα(3) φέρουσαι ἃ ἡτοίμασαν(4) ἀρώματα, και τινές(5) συν αυταίς.
1 Την επόμενη μέρα όμως μετά το Σάββατο, από τα βαθιά χαράματα, ήρθαν οι γυναίκες στον τάφο με τα αρώματα που είχαν ετοιμάσει· μαζί τους ήταν και μερικές άλλες.
(1) Το δε ανταποκρίνεται στο μεν του προηγούμενου ημιστιχίου= Ησύχασαν μεν κατά το σάββατο, την πρώτη όμως ημέρα… (p). Το κεφάλαιο έχει διαιρεθεί κακώς, διότι ο παρών στίχος είναι συνέχεια του προηγούμενου (L).
(2) Υπάρχει και η γραφή βαθέως, που μαρτυρείται από όλα τα αλεξανδρινά χειρόγραφα. Αυτό δεν είναι επίρρημα, αλλά γενική του επιθέτου σύμφωνα με την ασυνήθιστη στους μεταγενέστερους και σπάνια και στην Κ.Δ. άγνωστη γραφή (δ). «Όρθρος βαθύς είναι αυτό που λέει ο Ματθαίος «πολύ αργά το σάββατο»· διότι ο βαθύς όρθρος καταλήγει να σημαίνει το ίδιο με το πολύ αργά (της προηγούμενης νύχτας)» (Θφ). Αμέσως μόλις η αργία του σαββάτου τούς επέτρεψε, το ταχύτερο, πριν ακόμη ξημερώσει, έρχονται στο μνημείο. Η αγάπη και ο σεβασμός, τον οποίο έτρεφαν προς τον Ιησού τις αφυπνίζει και τις θέτει σε κίνηση. Ο ζήλος τους παραμένει άσβεστος και για τα αρώματα, τα οποία από το απόγευμα της Παρασκευής, πριν ακόμη αρχίσει το Σάββατο, είχαν αγοράσει με μεγάλη δαπάνη, μολονότι πέρασαν δύο νύχτες, δεν άλλαξαν σκέψεις. Κοιμήθηκαν στο μεταξύ και ξύπνησαν επανειλημμένα, και δεν μετέβαλλαν απόφαση, ώστε να πουν: «Γιατί να γίνει η απώλεια αυτή του μύρου;». Ό,τι πρετοιμάστηκε για τον Ιησού, για αυτόν πρέπει και να χρησιμοποιείται. Και οι ευσεβείς γυναίκες αυτό ακριβώς σκοπεύουν να πράξουν ερχόμενες στο μνημείο.
(3) Αν εξαιρέσουμε τα Μάρκ. ε 3, 5, ιε 46 και Αποκ. ια 9 η λέξη είναι χαρακτηριστική στο Λουκά, αφού συνηθισμένη στην Κ.Δ. είναι η λέξη μνημείο (p).
(4) Είναι κάπως παράδοξο, ότι ο Λουκάς δεν αναφέρει ευθύς εξ αρχής τα ονόματα των γυναικών. Προτιμά να αναφέρει αυτά πιο κάτω πιθανώς διότι τα ονόματά τους βαρύνουν περισσότερο, όταν μαρτυρούν για τα γεγονότα του τάφου (L).
(5) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν τη φράση «καί τινες σὺν αὐταῖς» = και κάποιες άλλες, οι υπόλοιπες δηλαδή που ήταν μαζί με τις τρεις (δ).

24.2 εὗρον δὲ τὸν λίθον(1) ἀποκεκυλισμένον(2) ἀπὸ τοῦ μνημείου,
2 Βρήκαν τότε την πέτρα κυλισμένη από το μνήμα
(1) Ο Λουκάς δεν ανέφερε τίποτα προηγουμένως για το λίθο, αλλά θεωρεί ως δεδομένο και γνωστό, ότι λίθος κυλίστηκε στο στόμιο του μνήματος. Δες Ιω. ια 38 (b).
(2) Και οι τρεις συνοπτικοί χρησιμοποιούν το αποκυλίω για τον λίθο, ενώ ο Ιωάννης γράφει «ηρμένον εκ (=σηκωμένο από)». Το ρήμα δεν συναντιέται πουθενά αλλού στην Κ.Δ. (p). Το ρήμα υποδηλώνει, ότι ο λίθος ήταν μέγας έτσι ώστε μόνο κυλιόμενος μπορούσε να μετακινηθεί από τόπο σε τόπο (ο).

24.3 και εἰσελθοῦσαι(1) οὐχ εὗρον τὸ σῶμα τοῦ κυρίου ᾽Ιησοῦ(2)
3 και, όταν μπήκαν σ’ αυτό, δε βρήκαν το σώμα του Κυρίου Ιησού.
(1) Υπάρχει και η γραφή: εἰσελθοῦσαι δε.
(2) Είναι αξιοσημείωτο, ότι ο συνδυασμός της λέξης Κύριος με το όνομα Ιησούς, όπως γράφεται παραπάνω, πουθενά αλλού στα ευαγγέλια δεν συναντιέται, ίσως δε και στο Μάρκ. ιστ 19, όπου πάλι πρόκειται για γεγονός που έγινε μετά την Ανάσταση. Είναι όμως συχνός στις Πράξεις και στις επιστολές. Μετά το πάθημα και την Ανάσταση το όνομα Ιησούς υπερυψώθηκε. Δες Φιλιπ. β 9-11

24.4 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ διαπορεῖσθαι(1) αὐτὰς περὶ τούτου καὶ ἰδοὺ ἄνδρες(2) δύο(3) ἐπέστησαν αὐταῖς ἐν εσθήσεσιν(4) ἀστραπτούσαις(5).
4 Καθώς απορούσαν γι’ αυτό, φάνηκαν μπροστά τους δύο άντρες με αστραφτερές στολές.
(1) Υπάρχει και η γραφή: απορεῖσθαι. Η πρόθεση «δια» επιτείνει την έννοια του ρήματος.= Ενώ οι γυναίκες βρίσκονταν σε μεγάλη απορία μη μπορώντας να εξηγήσουν το πράγμα αυτό (δ), δηλαδή την αποκύλιση του λίθου και μάλιστα την εξαφάνιση του σώματος του Ιησού (ο). Η σύνταξη είναι εξόχως εβραϊκή (p). Αγαθοί και ευσεβείς Χριστιανοί συχνά απορούν για εκείνο, από το οποίο θα έπρεπε να ενισχύονται και να ενθαρρύνονται.
(2) Για τη λέξη ανήρ (=άνδρας) που χρησιμοποιείται για άγγελο που εμφανίζεται με μορφή άνδρα δες και Πράξ. α 10 και ι 30 (p).
(3) Οι άλλοι δύο συνοπτικοί μιλούν για ένα άγγελο, δεν αποκλείουν όμως και την παρουσία και άλλου αγγέλου. Άλλωστε είναι «διάφορες οι οπτασίες», διότι και διάφοροι όμιλοι γυναικών επισκέφτηκαν σε διαφορετικές ώρες του όρθρου τον τάφο. Δες για αυτό Μάρκ. ιστ 2.
(4) Υπάρχει και η γραφή ἐν ἐσθῆτι ἀστραπτούσῃ.
(5) Μόνο εδώ και στο Λουκά ιζ 24 συναντιέται στην Κ.Δ. το ρήμα αστράπτω (p). = Με στολές αστραφτερές από τη λάμψη του ουρανίου φωτός (δ). Όχι μόνο λευκές, αλλά και λαμπρές που εξέπεμπαν λάμψη γύρω τους. «Εξαιτίας της αγάπης τους στο Χριστό και επειδή έδειξαν ζήλο για αυτό, αξιώθηκαν να δουν αγίους αγγέλους» (Κ), «και με τη λευκή ενδυμασία (των αγγέλων) παρέχονται στα μάτια των γυναικών σημάδια χαράς και γέλιου που αποτελούν και γνωρίσματα της σωτήριας ανάστασης ώστε και από την εμφάνιση να βοηθηθούν να καταλάβουν οι γυναίκες τη χαρά της ανάστασης και να ξεκινήσουν τη γιορτή του Πάσχα μαζί με τους λευκοφορεμένους αγγέλους» (Ε)

24.5 ἐμφόβων(1) δὲ γενομένων αὐτῶν καὶ κλινουσῶν το πρόσωπον εἰς τὴν γῆν(2) εἶπον πρὸς αὐτάς, Τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα(3) μετὰ τῶν νεκρῶν(4);
5 Κι ενώ αυτές κατατρομαγμένες είχαν σκυμμένο το πρόσωπό τους στη γη, τις ρώτησαν: «Τι ζητάτε τον ζωντανό ανάμεσα στους νεκρούς;
(1) Και η λέξη έμφοβος σχεδόν από μόνο το Λουκά χρησιμοποιείται και πάντοτε μαζί με το γίνεσθαι. Δες Λουκ. κδ 37, Πράξ. ι 4, κδ 25, Αποκ. ια 13 (p).
(2) Από το φόβο και τη λαμπρότητα έσκυψαν το πρόσωπο στη γη (δ). Το πρόσωπο σκυμμένο προς τη γη αποτελεί τη στάση του ευλαβικού φόβου (g).
(3) Τι ζητάτε τον ήδη ζωντανό, αφού αναστήθηκε (δ). Πολύ αξιοσημείωτη και η επόμενη ερμηνεία: Αυτόν, ο οποίος όχι μόνο επέστρεψε στη ζωή αφού αναστήθηκε, αλλά είναι και ο μόνος και απολύτως ζωντανός (b). «Διότι ζει μεν πάντοτε και είναι ζωή από τη φύση του ο Λόγος του Θεού· αλλά αφού κατέβασε τον εαυτό του σε σημείο που να αδειάσει από τη δόξα του και αφού υπέστη την ομοίωση με εμάς, γεύτηκε το θάνατο. Αλλά ήταν αυτό ο θάνατος του θανάτου. Αναστήθηκε λοιπόν από τους νεκρούς και έγινε ο δρόμος της επιστροφής στην αφθαρσία για εμάς μάλλον παρά για τον εαυτό του» (Κ).
(4) = στην κατάσταση και στις συνθήκες, στις οποίες βρίσκονται οι νεκροί (b)· ανάμεσα στους νεκρούς (g). Παρέχεται εδώ επίσημη και από τον ουρανό μαρτυρία, ότι ο Κύριος ζει. Αυτό αποτελεί ενίσχυση και παρηγοριά των αγίων, ο καθένας από τους οποίους διακηρύττει: Γνωρίζω, ότι ο Λυτρωτής μου ζει. Και εφόσον αυτός ζει και εμείς θα ζήσουμε. «Επειδή εγώ ζω, και εσείς θα ζήσετε» (Ιω. ιδ 19), βεβαίωσε και Εκείνος. Όπως ο Αδάμ έγινε αίτιος θανάτου σε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, έτσι και ο Χριστός έγινε πηγή ζωής και αθανασίας για όλες τις γενιές των ανθρώπων. Ο Αδάμ μετέδωσε δηλητήριο, αλλά ο Χριστός σκόρπισε ζωή αιώνια. Και μεταδίδει ζωή σε μας, σε καθέναν από εμάς, διαμέσου της αγίας και άφθαρτης φύσης, την οποία πήρε μέσα στο χρόνο για την απολύτρωσή μας. Κάνοντάς μας μέλη του με τρόπο ανείπωτο και μυστηριώδη, μας αφθαρτίζει και μας χαρίζει ζωή αιώνια. Τι θαυμαστό έργο της χάρης! Παράδοξο υπήρξε το ότι ο Αδάμ απέβη σε θάνατό μας. Παραδοξότερο όμως ασύγκριτα και πολύ περισσότερο γεμάτο από χάρη είναι το ότι ο Θεός έγινε πηγή ζωής για εμάς διαμέσου του ανθρωπίνου εκείνου σώματος, το οποίο πήρε μέσα στο χρόνο αφού εξομοιώθηκε με μας.

24.6 οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλὰ ἠγέρθη(1). μνήσθητε ὡς(2) ἐλάλησεν ὑμῖν ἔτι ὢν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ(3),
6 Δεν είναι εδώ, αναστήθηκε! Θυμηθείτε τι σας είχε πει, όταν ακόμα ήταν στη Γαλιλαία.
(1) Η φράση «οὐκ ἔστιν… ἠγέρθη» αποσιωπάται από τον κώδικα του Βέζα και από κάποια άλλα σοβαρά λατινικά χειρόγραφα. Λόγο για την αποσιώπηση αυτή δύσκολα θα ήταν δυνατόν να βρούμε και ίσως πρόκειται για παλαιότατη παρεμβολή από τα Μάρκ. ιστ 6 και Ματθ. κη 6 (p). Παρόλα’ αυτά το «ἠγέρθη» παρουσιάζεται αναγκαίο ως αφετηρία αυτών που επακολουθούν μέχρι και το «ἀναστῆναι» που είναι στο τέλος του στίχου 7 (L).
(2) Το «ως» δεν είναι ταυτόσημο εξολοκλήρου με το ότι, αλλά υπονοεί την ακριβή επανάληψη των λόγων του Κυρίου (p.L.)= με ποιόν τρόπο, πώς μίλησε σε σας (δ). Οι στίχοι από το σημείο αυτό μέχρι το τέλος του στίχου 8 είναι χαρακτηριστικοί στο Λουκά (p).
(3) Ο Λουκάς επειδή περιορίζεται σε μόνες τις εμφανίσεις του αναστημένου Κυρίου που έγιναν στην Ιερουσαλήμ και χωρίς να αναφέρει καμία από τις εμφανίσεις στη Γαλίλαία, αποσιωπά την φράση του αγγέλου «θα σας προλάβει στη Γαλιλαία» που είναι στα Μάρκ. ιστ 7 και Ματθ. κη 7, η οποία παραπέμπει στα λόγια του Κυρίου στα Μάρκ. ιδ 28 και Ματθ. κστ 32 (p).

24.7 λέγων ὅτι(1) δεῖ(2) τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου παραδοθῆναι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν(3) καὶ σταυρωθῆναι καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστῆναι.
7 Σας είπε ότι ο Υιός του Ανθρώπου πρέπει να παραδοθεί στα χέρια των εχθρών του Θεού, να σταυρωθεί και την τρίτη ημέρα ν’ αναστηθεί».
(1) Θυμίζει την προφητεία του Κυρίου στο Λουκ. θ 21 για τα παθήματά του, που έγινε στους μαθητές στη Γαλιλαία. Όσον αφορά στην προφητεία στο Λουκ. ιη 32, αυτή έγινε, όταν πλέον είχαν φύγει από τη Γαλιλαία (L). Οι άγγελοι από τον ουρανό δεν φέρνουν κάποιο νέο ευαγγέλιο, αλλά επαναφέρουν στη μνήμη τα λόγια του Κυρίου και υπενθυμίζουν το ευαγγέλιο που κηρύχτηκε από τον Κύριο.
(2) Σύμφωνα με την θεία θέληση (δ).
(3) Με τη φράση ανθρώπων αμαρτωλών δηλώνονται στην ιουδαϊκή γλώσσα οι εθνικοί, ενώ το ρήμα «παραδοθῆναι» που είναι πριν από αυτήν δηλώνει την αμαρτία των Ιουδαίων (g). Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Κύριος στις προφητείες του για το θάνατό του δεν χρησιμοποιεί την λέξη αμαρτωλών για τους σταυρωτές του (ο).

24.8 καὶ ἐμνήσθησαν τῶν ῥημάτων αὐτοῦ(1),
8 Θυμήθηκαν τότε τα λόγια του.
(1) Τότε θυμήθηκαν τα λόγια του Σωτήρα οι γυναίκες και κατάλαβαν την έννοιά τους σε συνδυασμό και με το κενό μνημείο (δ). Η κύρια αιτία αυτής της λησμοσύνης τους πρέπει να αναζητηθεί και στην πλήρη διάψευση των παχυλών ακόμη ελπίδων τους σχετικά με το Μεσσία, αλλά και στην εξάντληση των διανοητικών τους δυνάμεων, τα οποία είχε δημιουργήσει σε αυτές η θέα του δράματος στο Γολγοθά. Ήλπιζαν να δουν το Μεσσία σε θρόνο ένδοξο, να κατανικά όλους τους εχθρούς του και να βασιλεύει στη γη, και αντί για αυτό τον έβλεπαν σταυρωμένο και καλυπτόμενο από ανέλπιστο χλευασμό και καταφρόνηση. Αυτό δεν επέδρασε λίγο στο να συσκοτίσει στις διάνοιές τους τις προφητείες του για την ανάσταση (ο)

24.9 καὶ ὑποστρέψασαι ἀπὸ τοῦ μνημείου ἀπήγγειλαν(1) ταῦτα πάντα τοῖς ἕνδεκα καὶ πᾶσιν τοῖς λοιποῖς(2).
9 Επέστρεψαν λοιπόν απ’ το μνήμα και τα ανάγγειλαν όλα αυτά στους έντεκα μαθητές και σ’ όλους τους άλλους.
(1) Ο Μάρκος λέει, ότι «σε κανέναν δεν είπαν τίποτα, διότι φοβόντουσαν». Προφανώς δεν έμειναν διαρκώς σιωπηλές για αυτά που δόθηκαν ως ευαγγέλια σε αυτές στο μνημείο. Όταν ο φόβος τους πέρασε, είπαν αυτά στους μαθητές σύμφωνα και με την εντολή, την οποία σύμφωνα με το Ματθ. κη 7 πήραν από τον άγγελο. Αλλά είναι ίσως απλούστερο να υποθέσουμε, ότι ο Λουκάς και ο Ματθαίος αναφέρουν εδώ την παράδοση, η οποία ήταν γενικώς γνωστή και τρέχουσα και η οποία απέδιδε σε όλες τις γυναίκες ό,τι έγινε κατά τις πρώτες εκείνες στιγμές της έκπληξης από μόνη τη Μαρία τη Μαγδαληνή. Αυτή αμέσως με την επιστροφή της από τον τάφο ανήγγειλε στους αποστόλους τις εξελίξεις, ενώ οι υπόλοιπες από φόβο σιγούσαν. Λίγο αργότερα όμως και αυτές έλυσαν τη σιγή και αφηγήθηκαν σε όλους όλα όσα είχαν δει και ακούσει (p).
(2) Όχι μόνο στους αποστόλους, αλλά και σε όλους τους υπόλοιπους, όσοι ήταν μαζί τους. «Αφού μυήθηκαν (στο μυστήριο της ανάστασης) οι γυναίκες από φωνή αγγέλων απαγγέλλουν αυτά γρήγορα στους μαθητές. Διότι έπρεπε σε γυναίκες να δοθεί η τόσο λαμπρή χάρη. Διότι αυτή (η Εύα) που παλαιότερα έγινε υπηρέτης του θανάτου απαλλάσσεται από την κατηγορία υπηρετώντας φωνές αγίων αγγέλων και το σεπτό μυστήριο της ανάστασης και πρώτη το έμαθε και το ανήγγειλε» (Κ).

24.10 ἦσαν δὲ ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία(1) καὶ ᾽Ιωάννα(2) καὶ Μαρία ᾽Ιακώβου(3)· καὶ αἱ λοιπαὶ σὺν αὐταῖς, αἱ(4) ἔλεγον πρὸς τοὺς ἀποστόλους ταῦτα.
10 Αυτές που τα έλεγαν αυτά στους αποστόλους ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή, η Ιωάννα, η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και οι υπόλοιπες που ήταν μαζί τους.
(1) Και οι τέσσερεις ευαγγελιστές βάζουν πρώτη τη Μαγδαληνή, ενώ ο Ιωάννης αναφέρει μόνη αυτήν, με το «δεν ξέρουμε» όμως το οποίο αυτή λέει στους αποστόλους (Ιω. κ 2) υπονοεί, ότι ήταν και άλλες μαζί της (p).
(2) Η Ιωάννα αναφέρεται από μόνο τον Λουκά. Για αυτήν δες Λουκ. η 3. Και από αυτήν φαίνεται άντλησε ο Λουκάς τις λεπτομέρειες αυτές, όπως και όσα βρίσκονται στο Λουκ. κγ 8-12 που μόνο από αυτόν αναφέρονται (p).
(3) Η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου ή η άλλη Μαρία αναφέρεται και από τους τρεις συνοπτικούς. Δες για αυτήν και Μάρκ. ιε 40,47. Πιθανώς είναι η ίδια με τη Μαρία τη σύζυγο του Κλωπά (Ιω. ιθ 25) (p).
(4) Όλοι οι αλεξανδρινοί κώδικες και πολλοί μεγαλογράμματοι παραλείπουν την αντωνυμία αυτή. Σύμφωνα με την γραφή αυτή (όπου παραλείπεται η αντωνυμία) πρέπει να βάλουμε τελεία ή άνω τελεία μετά το Ιακώβου, οπότε θα διαβάσουμε «καὶ οἱ λοιπαὶ σὺν αὐταῖς ἔλεγον πρὸς τοὺς ἀποστόλους ταῦτα».

24.11 καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν(1) ὡσεὶ λῆρος(2) τὰ ῥήματα αυτών(3), καὶ ἠπίστουν(4) αὐταῖς.
11 Τα λόγια αυτά τους φάνηκαν φλυαρίες και δεν τις πίστευαν.
(1) = Σύμφωνα με την κρίση των αποστόλων και των άλλων (p).
(2) Τεχνικός όρος στην ιατρική για δήλωση του παραληρήματος από τον πυρετό (Hobart). Εδώ όμως εκφράζει έννοια μετριότερη συγγενική με τη λέξη μωρολογία ή ανοησία (L)· φλυαρία, γεννήματα της φαντασίας και του φόβου (δ). Θεώρησαν, ότι ήταν φαντασίας γέννημα, διότι και αυτοί είχαν λησμονήσει τα λόγια του Χριστού και ήταν ανάγκη να υπενθυμίσει κάποιος σε αυτούς όχι μόνο όσα ο Κύριος είχε προείπει σε αυτούς στη Γαλιλαία, αλλά και όσα μόλις πριν δύο ημέρες τους βεβαίωσε λέγοντας: λίγο χρόνο ακόμη και πάλι θα με δείτε.
(3) Υπάρχει και η γραφή «τὰ ρήματα ταῦτα».
(4) Όπως φαίνεται, κανείς από τους αποστόλους δεν είχε καταλάβει την ακριβή έννοια των προφητειών του Χριστού για την ανάστασή του. Θεώρησαν αυτήν ότι προαναγγέλλει ότι θα επέστρεφε ένδοξα είτε με νέο σώμα είτε ως ασώματη ύπαρξη. Κανείς απόστολος δεν κατανόησε πλήρως, ότι ο Ιησούς επρόκειτο να φονευτεί, να ταφεί και να αναστηθεί από τον τάφο ζωντανός. Για αυτό τώρα απιστούν (p).

24.12 ῾Ο(1) δὲ(2) Πέτρος ἀναστὰς ἔδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας(3) βλέπει τὰ ὀθόνια(4) κείμενα μόνα(5)· καὶ ἀπῆλθεν πρὸς ἑαυτὸν(6) θαυμάζων τὸ γεγονός.
12 Ο Πέτρος όμως σηκώθηκε κι έτρεξε στο μνήμα. Όταν έσκυψε, είδε μέσα μόνο τα σάβανα και γύρισε σπίτι του γεμάτος απορία γι’ αυτό που είχε γίνει.
(1) Κατά τρόπο άτοπο και πέρα από κάθε υγιή κριτική ο Tischendorf μαζί με μόνο τον κώδικα του Βέζα παραλείπει αυτόν τον στίχο, τον οποίο έχουν όλοι οι άλλοι κώδικες και οι μεταφράσεις και ο Ε. και ο Κ. και άλλοι πατέρες. Διότι ούτε αυτά που λέγονται μοναδική φορά από το Λουκά (παρακύψας, ὀθόνια, ἀπῆλθε) είναι τέτοια, ώστε να αποδείξουν νόθο τον στίχο αυτό, αλλά ούτε μπορούσε να παρθεί από το Ιω. κ 3, οπότε ώφειλε να αναφέρει και τον Ιωάννη που συνόδευε τον Πέτρο (δ). Επιπλέον υπάρχουν στο στίχο και λέξεις που δεν συναντιούνται στο παράλληλο χωρίο του Ιωάννου, όπως οι ἀναστὰς, μόνα, θαυμάζων τὸ γεγονός. Ενώ οι δύο λέξεις αναστάς και γεγονός είναι πολύ συχνές στο Λουκά. Και παρόλο που αυτός συχνότερα χρησιμοποιεί τη σύνταξη «θαυμάζειν ἐπί τῳ», όμως συντάσσει το ρήμα θαυμάζω και με αιτιατική πτώση (Λουκ. ζ 9, Πράξ. ζ 31) (p).
(2) Μάλλον αντιθετικός σύνδεσμος = μολονότι απιστούσαν, όμως ο Πέτρος αφού σηκώθηκε έτρεξε.
(3) Αφού έσκυψε κοντά σε αυτό, στο μνημείο (δ). Σκύβει κάποιος ώστε με το βλέμμα να ερευνήσει αυτό που βρίσκεται στο βάθος.
(4) Τα τεμάχια του σεντονιού, με τα οποία σαβάνωσαν τον Κύριο. Από το οθόνη, λευκό λινό σεντόνι (δ).
(5) Χωρίς το σώμα. Λόγος, για τον οποίο ο Πέτρος θαυμάζει. «Διότι πώς αφέθηκαν μόνοι οι επίδεσμοι και αυτοί ενώ το σώμα ήταν αλειμμένο με σμύρνα. Και πόση άνεση χρόνου είχε ο κλέπτης, ώστε να αφήσει αυτούς ξεχωριστά τυλιγμένους και να βγάλει έξω το σώμα;» (Θφ).
(6) Μπορεί να συνδεθεί άμεσα είτε με το ἀπῆλθε = «έφυγε προς το σπίτι του» (Ζ), προς την οικία του (δ), είτε με το θαυμάζων = θαυμάζοντας ο ίδιος μέσα του (p). Σημαίνει την προσωπική έκπληξη του Πέτρου (δ). Πιο πιθανή η πρώτη εκδοχή. Εάν είχε θυμηθεί και ο Πέτρος τα λόγια του Χριστού, δεν θα ένιωθε έκπληξη, αλλά θα ικανοποιούνταν πλήρως βεβαιούμενος, ότι ο Κύριος είχε αναστηθεί. Αλλά είχε λησμονήσει αυτά και για αυτό θαυμάζει το γεγονός του κενού τάφου, μη βρίσκοντας εξήγησή του. Συχνά και εμείς κυριευόμαστε από απορία και σύγχυση μπροστά σε γεγονότα και περιστατικά, τα οποία θα μας παρουσιάζονταν σαφή και ωφέλιμα, εάν κατανοούσαμε τα λόγια του Χριστού στη Γραφή και είχαμε αυτά πάντοτε στη διάνοιά μας.

Στίχ. 13-35. Εμφάνιση του Κυρίου σε δύο μαθητές στους Εμμαούς.
24.13 Καὶ ἰδοὺ(1) δύο ἐξ αὐτῶν(2) ἦσαν πορευόμενοι(3) ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ εἰς κώμην ἀπέχουσαν σταδίους ἑξήκοντα(4) ἀπὸ ᾽Ιερουσαλήμ, ᾗ ὄνομα ᾽Εμμαοῦς(5),
13 Την ίδια μέρα, δύο από τους μαθητές του Ιησού πήγαιναν σ’ ένα χωριό που απέχει εξήντα στάδια από την Ιερουσαλήμ και λέγεται Εμμαούς.
(1) Όπως σε πολλά σημεία στο ευαγγέλιο του Λουκά (α 20,31,36, β 25, ε 12, 18, ζ 12 κλπ.) εισάγεται με το «Καὶ ἰδοὺ» κάτι νέο και απροσδόκητο. Η αφήγηση που ακολουθεί είναι αποκλειστική σε μόνο το Λουκά και συγκαταλέγεται μεταξύ των ωραιοτέρων θησαυρών τους οποίους μόνος αυτός μάς διέσωσε. Είναι σχεδόν βέβαιο, ότι έλαβε τις για το γεγονός αυτό πληροφορίες του από έναν από τους δύο αυτούς μαθητές που πορεύονταν εις Εμμαούς και πιθανώς αυτές του δόθηκαν εγγράφως, διότι η αφήγηση αυτή φέρει όλα τα γνωρίσματα της προσωπικής πείρας και αντίληψης. Εάν αυτό γίνει δεκτό, τότε ο Κλεόπας μπορεί να θεωρηθεί ως ο πληροφοριοδότης του Λουκά (p). Το αυθεντικό της αφήγησης φαίνεται και από το ότι και αυτός ο Strauss, μολονότι ζήτησε να τοποθετήσει το γεγονός αυτό σε αναλογίες εξ ολοκλήρου φυσικές, αναγκάστηκε να αναγνωρίσει, ότι υπάρχει μέσα σε αυτό πυρήνας και βάθος ιστορικός (g).
(2) «Δηλαδή από όλους τους μαθητές» (Ζ). Ο ένας από αυτούς ονομαζόταν Κλεόπας (σ. 18). Ο άλλος; «Κάποιοι… λένε ότι είναι ο Λουκάς· για αυτό και απέκρυψε το δικό του όνομα ο ευαγγελιστής» (Θφ). Το γεγονός όμως, ότι ο Λουκάς ήταν σχεδόν κατά πάσα βεβαιότητα εθνικός (Κολοσ. δ 10-14) και ότι στο προοίμιο του ευαγγελίου παρουσιάζει τον εαυτό του ως μη αυτόπτη, κάνει πολύ απίθανη την εικασία αυτή (p). Σύμφωνα με άλλη εικασία «αυτός που ήταν μαζί με τον Κλεόπα ήταν ο Σίμων, όχι ο Πέτρος, ούτε ο από την Κανά, αλλά κάποιος άλλος από τους εβδομήντα» (Κ). Και ο Ωριγένης δύο φορές αναφέρει τον Σίμωνα ως τον μαθητή που δεν κατονομάζεται εδώ (Κατά Κέλσου ΙΙ 62,68). Αλλά και η εκδοχή αυτή προήλθε ίσως από πλανημένη (λανθασμένη) ερμηνεία της φράσης στο στίχο 34 «και εμφανίστηκε στο Σίμωνα» (p). Ο Αμβρόσιος αναφέρει σε πολλά σημεία ως όνομα αυτού το Ammaon, το οποίο φαίνεται να προήλθε από τον αρχαίο τύπο του ονόματος της κώμης (Εμμαούς-Ammaon) και σημαίνει τον κάτοικο της κώμης Ammaous ή Ammaon (L).
(3) = Οδοιπορούσαν μαζί (δ). Πιθανώς μετά την εορτή του Πάσχα επέστρεφαν στα σπίτια τους (L).
(4) Το στάδιο=μέτρα 185 (L). Δηλαδή γύρω στα έντεκα σημερινά χιλιόμετρα. Υπάρχει και η γραφή εκατόν εξήκοντα, που προήλθε από διόρθωση που βασίστηκε σε γεωγραφική πλάνη, δηλαδή από την ταύτιση της κώμης Εμμαούς με την μετέπειτα γνωστή οχυρωμένη πόλη με το όνομα Νικόπολη κοντά στην Ιόππη, την σημερινή Αμβάς, που βρίσκεται 180 στάδια δυτικά της Ιερουσαλήμ. (Δες για αυτήν Α΄ Μακ. γ 40, 57, δ 3). Αλλά το αναφερομένο εδώ χωριό δεν μπορεί να είναι η Νικόπολη διότι θα ήταν παράλογο να δεχτεί κάποιος, ότι κατέστη δυνατόν οι δύο αυτοί άνδρες να βαδίσουν κατά την ίδια ημέρα δύο φορές τόσο μεγάλο διάστημα και να προφθάσουν κατά την επιστροφή τους τους μαθητές να συζητούν σε ώρα ακόμη απογευματινή (p,g,L).
(5) Για το χωριό αυτό έγινε υπόθεση από άλλους (Caspari) ότι είναι η Κολόνιεχ, που βρίσκεται στην οδό της Ιόππης, σε απόσταση 45 στάδια από την Ιερουσαλήμ, την οποία παρεχώρησε ο Τίτος σαν αποικία σε οκτακόσιους από τους παλαιούς στρατιώτες του, και από εκεί προήλθε και το νέο αυτό όνομά της, το οποίο αντικατέστησε το παλαιό Εμμαούς. Εφόσον όμως καθορίζεται η απόσταση της Εμμαούς σε 60 στάδια πρέπει να αναζητηθεί η κωμόπολη αυτή στην Χαμόζαν ή Μπείτ-Μιζζά που βρίσκεται Β.Δ. της Κολόνιεχ σε μικρή απόσταση (g). Παρόλ’ αυτά και η Χαμόζα (ή Khamasa) δεν είναι αρκετά κοντά στην Ιερουσαλήμ, αφού απέχει από αυτήν 72 στάδια. Η Ελ Κουβειβέχ (El Kubeibeh) που βρίσκεται σε απόσταση 63 στάδια από την Ιερουσαλήμ, και είναι στο δρόμο προς Λύδδα, είναι η πιθανή τοποθεσία της κωμόπολης Εμμαούς (p).

24.14 καὶ αὐτοὶ ὡμίλουν πρὸς ἀλλήλους περὶ πάντων τῶν συμβεβηκότων τούτων(1).
14 Αυτοί μιλούσαν μεταξύ τους για όλα όσα είχαν συμβεί.
(1) «Για το σταυρό και για τα φοβερά θαύματα που έγινα τότε, και για την ταφή και για όσα απαγγέλθηκαν από τις γυναίκες για την ανάσταση του Κυρίου» (Ζ). Αρμόζει οι μαθητές του Χριστού, όταν βρεθούν μαζί, να μιλάνε για το θάνατο και την ανάστασή του. Έτσι θα μπορέσουν να προαγάγουν τις γνώσεις τους μεταξύ τους, να ανανεώσουν τις αναμνήσεις τους και να θερμάνουν τις ευσεβείς διαθέσεις τους.

24.15 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὁμιλεῖν αὐτοὺς καὶ συζητεῖν(1) καὶ αὐτὸς(2) ᾽Ιησοῦς ἐγγίσας συνεπορεύετο αὐτοῖς(3),
15 Καθώς μιλούσαν και συζητούσαν, τους πλησίασε ο ίδιος ο Ιησούς και βάδιζε μαζί τους.
(1) Οι δύο μαθητές δεν συμφωνούν για την σημασία των συμβάντων, και ειδικά για το πώς άδειασε ο τάφος και ανταλλάσσουν τις απόψεις τους (L). «Μιλούσαν μεταξύ τους… όχι έχοντας πιστέψει, αλλά απορώντας και εκπλησσόμενοι για πράγματα εξαίσια, και μη μπορώντας εύκολα να συμφωνήσουν εξαιτίας του παραδόξου» (Θφ). «Συζήτηση λέει ο ευαγγελιστής την εξέταση, δηλαδή το πώς ενώ ήταν τέτοιος (ο Ιησούς), έπαθε τέτοια πράγματα» (Ζ). Το μέγα θέμα της συζήτησής τους ήταν ο θάνατος του Ιησού και οι περιστάσεις, κάτω από τις οποίες έγινε και οι οποίες επακολούθησαν σε αυτόν. Και με τη συζήτηση επιχειρούσαν να συμβιβάσουν αυτά που έγιναν με τις προφητείες της Π.Δ. για τον Μεσσία, σύμφωνα με τις οποίες αυτοί ανέμεναν τον Μεσσία ως Βασιλιά και Σωτήρα του λαού (ο).
(2) Είναι Εβραϊκός αυτός ο τρόπος σύνταξης (g). Και αυτός ο ίδιος ο Ιησούς για τον οποίο μιλούσαν (p).
(3) Πλησίασε ξαφνικά από πίσω ανεπαίσθητα και συμπορευόταν μαζί τους (δ). «Επειδή είχε το σώμα του πνευματικό και πιο θείο δεν εμποδιζόταν πλέον από απόσταση τόπων ώστε να μην μπορεί να είναι με αυτούς που ήθελε» (Θφ). Μπορούμε και εμείς ενθυμούμενοι τον λόγο του Κυρίου: Όπου είναι δύο ή τρεις μαζεμένοι στο δικό μου όνομα, εκεί είμαι ανάμεσά τους, να είμαστε βέβαιοι, ότι όταν δύο (ή και περισσότεροι μαζί) συζητάμε για ζητήματα τέτοια, όπως αυτά που απασχολούσαν τότε τους δύο μαθητές που πορεύονταν εις Εμμαούς, ο Χριστός θα έλθει σε εμάς ως τρίτος. Εκείνοι οι οποίοι ζητούν το Χριστό, θα τον βρουν. Θα φανερώσει τον εαυτό του σε αυτούς που τον αναζητούν.

24.16 οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν ἐκρατοῦντο(1) τοῦ μὴ ἐπιγνῶναι αὐτόν(2).
16 Τα μάτια τους όμως εμποδίζονταν, έτσι που να μην τον αναγνωρίζουν.
(1) Το κρατώ συχνά χρησιμοποιείται για να δηλώσει εμπόδιο που παρεμβάλλεται στην ενέργεια οργάνων σωματικών (g). «Κρατιόντουσαν σε αυτό μόνο, στο να μην τον αναγνωρίσουν» (Ζ). Αυτό όμως ήταν υπερφυσική ενέργεια είτε με μεταβολή της αίσθησης (από την πλευρά του υποκειμένου που έβλεπε) είτε με μεταβολή αυτού που εμφανίστηκε (του προσώπου δηλαδή που ήταν το αντικείμεονο της θέας) (δ). Εκτός του ότι ήταν προκατειλημμένοι και δεν έμπαινε διόλου ούτε ως υπόνοια στο νου τους η ιδέα, ότι ήταν δυνατόν να δουν τον Ιησού, τον οποίο νόμιζαν νεκρό, «ούτε από τα χαρακτηριστικά του σώματος, με τα οποία φαινόταν τότε ο Σωτήρας, τους επιτρεπόταν να τον γνωρίσουν. Διότι όπως λέει ο Μάρκος, φαινόταν με άλλη μορφή και με άλλα χαρακτηριστικά. Διότι δεν κυβερνιόταν πλέον το σώμα από τους φυσικούς νόμους, αλλά ήταν υπερφυσικό και πνευματικό· για αυτό τα μάτια εκείνα κρατιούνταν ώστε να μην τον αναγνωρίσουν» (Θφ). Απόδειξη του ότι με υπερφυσική ενέργεια κρατιόντουσαν τα μάτια τους ώστε να μην τον αναγνωρίσουν, είναι το «άνοιξαν τα μάτια» που ακολουθεί στο στίχο 31. Πώς ήταν δυνατόν κατά τρόπο φυσικό οι δύο αυτοί μαθητές να διανύσουν τόσο δρόμο με τον Ιησού, να συνομιλήσουν μαζί του και να διδαχτούν από αυτόν για ώρες ολόκληρες, και να μην αναγνωρίσουν αυτόν παρά μόνο στο κόψιμο του ψωμιού; Η απόπειρα να εξηγήσουμε την μη αναγνώριση με τρόπο φυσικό και όχι με θαύμα παρουσιάζεται πολύ περισσότερο πιο θαυμαστή από το απλό θαύμα (ο).
(2) Ίσως οι μαθητές θα αναγνώριζαν τον Ιησού, εάν η πίστη τους στην ανάσταση τούς είχε ανοίξει τα μάτια (L). Κρατιόντουσαν να μην τον αναγνωρίσουν «έως ότου δηλαδή ο λόγος μπει μέσα τους κινώντας την καρδιά στην πίστη, έπειτα να παρουσιάσει τόσο καίρια την όψη στην ακοή, κάνοντας ολοφάνερο αυτό που ακούστηκε από πριν και βεβαιώθηκε» (Κ).

24.17 εἶπεν δὲ πρὸς αὐτούς, Τίνες(1) οἱ λόγοι οὗτοι οὓς ἀντιβάλλετε(2) πρὸς ἀλλήλους περιπατοῦντες; καὶ εστέ σκυθρωποί(3).
17 Ο Ιησούς τους ρώτησε: «Για ποιο ζήτημα μιλάτε μεταξύ σας τόσο έντονα, έτσι που περπατάτε σκυθρωποί;»
(1) Ο Ιησούς ως καλός παιδαγωγός ρωτά προτού να διδάξει. Για να γίνει κάποιος με προσοχή ακουστός, πρέπει προηγουμένως να προκαλέσει ή να αφήσει, να μιλήσουν και αυτοί προς τους οποίους απευθύνεται (g).
(2) Λέγεται μία φορά. «Αντιβάλλετε, δηλαδή αντιλέγετε ή εξετάζετε» (Ζ)· εναλλάξ μιλάτε, συζητάτε (δ). Ο Κύριος, παρόλο που εισήλθε ήδη στην κατάσταση της δόξας και εξύψωσής του, εξακολουθούσε να αισθάνεται στοργή προς τους μαθητές του και να φροντίζει για την παρηγοριά και ενίσχυσή τους. Ο Κύριος παρακολουθεί τις θλίψεις των μαθητών του και συμπαθεί αυτούς.
(3) = Και λόγω των ζητημάτων αυτών, τα οποία συζητάτε, είστε σκυθρωποί; Υπάρχει όμως και η γραφή των κωδίκων σιναϊτικού και βατικανού «και εστάθησαν σκυθρωποί».=Οι μαθητές αντάλλασαν μεταξύ τους τις ιδέες τους· αλλά να ένας άγνωστος τούς ρωτά για το θέμα της συζήτησής τους, το τόσο λεπτό για αυτούς. Κατά φυσικό λόγο σταμάτησαν προς στιγμή την πορεία τους με κάποιον δισταγμό, εάν έπρεπε να μοιραστούν το θέμα με τον ξένο. Στάθηκαν και η κατήφεια, την οποία προκαλούσε σε αυτούς η συζήτηση, αλλά και η οποία ήταν συνέπεια της θλίψης τους για τα συμβάντα, τους παρουσίασε σκυθρωπούς (L). Ήταν σκυθρωποί. Είχαν χάσει τον Διδάσκαλό τους και είχαν διαψευστεί στις ελπίδες τους. Είχε παρόλ’ αυτά αναστηθεί ο Διδάσκαλος. Αλλά αυτοί δεν το πίστεψαν και ήταν για αυτό λυπημένοι. Του Χριστού οι μαθητές είναι λοιπόν συχνά σκυθρωποί και όταν έχουν λόγους να χαίρονται. Η ασθένεια της πίστης τους τούς εμποδίζει να απολαύσουν την ενίσχυση, η οποία δίνεται σε αυτούς. Το ότι παρόλ’ αυτά με συντροφιά βαδίζουν προς Εμμαούς και ανακοινώνουν μεταξύ τους την θλίψη τους και τις απορίες τους, τούς δίνει αρκετή ανακούφιση. Αυτοί που λυπούνται μαζί, ενισχύουν και παρηγορούν ο ένας τον άλλον. Παρηγοριές και ενισχύσεις μάς έρχονται συχνά από αυτό το ξεχύσιμο των καρδιών μας και των συναισθημάτων μας σε αδελφούς που συμπάσχουν και συνδοκιμάζονται. Πολλοί και από τους σύγχρονους μαθητές του Κυρίου είναι σκυθρωποί και πλησιάζει και αυτούς ο Ιησούς, την ώρα που τα μάτια τους κρατιούνται ώστε να μην τον γνωρίσουν. Έρχεται σε αυτούς με την εκκλησία του, η οποία τούς φαίνεται μόνο ως ένα ανθρώπινο καθίδρυμα. Ή, έρχεται σε αυτούς με τις άγιές του Γραφές, οι οποίες τους φαίνονται ότι λίγο διαφέρουν από τις άλλες συγγραφές της ανθρώπινης γραμματείας. Ή, έρχεται σε αυτούς με τα μυστήριά του, τα οποία κάτω από συνηθισμένα και εντελώς κοινά εξωτερικά είδη υποκρύπτουν την αόρατη χάρη. Και έχει να απευθύνει ερωτήματα προς αυτούς και να τους μιλήσει, όπως άλλοτε στους δύο αυτούς μαθητές του, για να διασκορπίσει την μελαγχολία τους και να μεταδώσει σε αυτούς τη χαρά, όπως έκανε και σε αυτούς που πορεύονταν εις Εμμαούς. Θα διασκορπίσει την σκυθρωπότητα που τούς προκαλεί η σύγχυση της διάνοιάς τους και η ταραγμένη συνείδησή τους, διότι θα διαφωτίσει αυτούς πάνω σε όλα τα προβλήματα και απορίες τους και θα τους χαρίσει την άφεση των αμαρτιών τους.

24.18 ἀποκριθεὶς δὲ ο εἷς, ω όνομα Κλεόπας(1) εἶπεν πρὸς αὐτόν, Σὺ(2) μόνος(3) παροικεῖς(4) εν ᾽Ιερουσαλὴμ καὶ οὐκ ἔγνως τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις(5);
18 Ο ένας, που ονομαζόταν Κλεόπας, του αποκρίθηκε: «Μονάχος ζεις εσύ στην Ιερουσαλήμ και δεν έμαθες τα όσα έγιναν εκεί αυτές τις μέρες;»
(1) Υπάρχει και η γραφή Κλεοπάς. Το όνομα δεν πρέπει να ταυτιστεί με το Κλωπάς (Ιω. ιθ 25), το οποίο είναι αραμαϊκό, αλλά προέρχεται από συγκοπή από το Κλεόπατρος (p).
(2) Η αντωνυμία μπαίνει μπροστά με έμφαση (p). Παρόλ’ αυτά ο Κλεόπας μάλλον ευγενικά απαντά προς τον ξένο. Δεν λέει σε αυτόν: Τι σε ενδιαφέρει αυτό, για το οποίο εμείς συζητάμε; Τι δουλειά έχεις εσύ με τις δικές μας υποθέσεις; Οφείλουμε να είμαστε ευγενικοί προς όλους και πολύ περισσότερο σε εκείνους, οι οποίοι ευγενικά φέρονται σε εμάς. Βεβαίως οι ημέρες εκείνες ήταν πονηρές για τους μαθητές του Χριστού και μπορούσε να έλθει στο νου του Κλεόπα η υπόνοια ότι ο ξένος αυτός αναμιγνυόμενος αυτοβούλως και αυθόρμητα στη συζήτησή τους δεν είχε καλούς σκοπούς. Παρόλ’ αυτά δεν αποφεύγει να κάνει αυτόν κοινωνό του ζητήματος που τον απασχολεί, το οποίο αναφερόταν στον Χριστό τον Εσταυρωμένο. Όσοι έχουν την γνώση για τον εσταυρωμένο Χριστό, οφείλουν να κάνουν ό,τι μπορούν για να την διαδώσουν. Αυτό έπραξε ήδη και ο Κλεόπας. Είναι επίσης αξιοπαρατήρητο, ότι ενώ οι δύο μαθητές προθυμοποιούνταν να διδάξουν τον ξένο, στο τέλος διδάχτηκαν από αυτόν. Διότι σε καθέναν που έχει και χρησιμοποιεί αυτό για ωφέλεια και των άλλων θα του δοθεί και θα του περισσέψει.
(3) Το μόνος συνδέεται στενά και με τα δύο ρήματα «παροικεῖς καὶ οὐκ ἔγνως».=Εσύ είσαι ο μόνος ο οποίος, μολονότι μένεις στην Ιερουσαλήμ δεν έμαθες τα όσα συνέβησαν (g). «Ο Κλεόπας ελέγχει τον φαινομενικό συνοδοιπόρο… εσύ μόνος από τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ δεν έμαθες αυτά που έγιναν;» (Θφ). «Επειδή κατάλαβαν και από τη γλώσσα και από την ενδυμασία, ότι είναι Ιουδαίος και αυτός τον ελέγχουν όχι σαν τον μόνο που διαμένει στην Ιερουσαλήμ, αλλά σαν τον μόνο που αγνοεί αυτά που είναι γνωστά σε όλους τους κατοίκους, και λένε μαλώνοντάς τον· Εσύ μόνος από όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ, μένεις στην Ιερουσαλήμ και δεν ξέρεις όσα έγιναν αυτές τις ημέρες;» (Ζ).
(4) =Κατοικείς ως ξένος, προσωρινά. Θεωρούν αυτόν ως προσκυνητή που ήλθε στα Ιεροσόλυμα για την γιορτή (g).
(5) Η άγνοιά του αυτή εμφανίζει αυτόν ως καθόλου ενδιαφερόμενο για τα θρησκευτικά πράγματα του έθνους (δ).

24.19 καὶ εἶπεν αὐτοῖς, Ποῖα(1); οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ, Τὰ περὶ ᾽Ιησοῦ τοῦ Ναζωραίου(2), ὃς ἐγένετο(3) ἀνὴρ προφήτης(4) δυνατὸς ἐν ἔργῳ καὶ λόγῳ(5) ἐναντίον τοῦ θεοῦ(6) καὶ παντὸς τοῦ λαοῦ(7),
19 «Ποια;» τους ρώτησε. «Αυτά», του λένε, «με τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, που ήταν προφήτης δυνατός σε έργα και σε λόγια ενώπιον του Θεού και ολόκληρου του λαού.
(1) Ρωτά «ώστε και από το στόμα τους να ακούσει αυτά, τα οποία από τις καρδιές τους γνώριζε, και έτσι να τους ελέγξει και να τους μαλώσει» (Ζ). Το ερώτημα αποβλέπει στο να ανοίξουν αυτοί τις καρδιές τους και να μπορέσει ο Κύριος να τους διδάξει (p). Με το ερώτημά του αυτό ο Κύριος ούτε δέχεται ότι είναι πάροικος στην Ιερουσαλήμ, ούτε αρνείται ότι έχει γνώση αυτών που διαδραματίστηκαν στην Ιερουσαλήμ (ο).
(2) Υπάρχει και η γραφή Ναζαρηνού.
(3) Απέδειξε, ότι είναι· έδειξε τον εαυτό του (p).
(4) Το άνδρας είναι ίσως σημάδι σεβασμού ή διεύρυνση της έννοιας, οπότε η λέξη προφήτης που ακολουθεί έχει έννοια επιθέτου (p). «Τον θεωρούσαν ότι είναι άνδρας προφήτης, επειδή είχαν ακόμη ατελή πίστη» (Ζ). Αξιόλογη και η παρατήρηση: Ο Κλεόπας εκφράστηκε με κάποια επιφύλαξη και λέει στον ξένο για τον Ιησού ό,τι δεν θα μπορούσε εύκολα να αμφισβητηθεί (L).
(5) «Έργο μεν να εννοήσεις τα θαύματα, ενώ λόγο τις διδασκαλίες» (Ζ).
(6) Μπροστά στο Θεό, ώστε και ο Θεός μπορούσε να μαρτυρήσει για αυτόν (ο).
(7) Τα έργα του και η διδασκαλία του έγιναν δημόσια και κάτω από τα μάτια όλων (ο). Έχουμε στο στίχο αυτό περίληψη του βίου του Χριστού. Ο Ιησούς ο Ναζωραίος υπήρξε ο κατεξοχήν προφήτης, ο Διδάσκαλος που ήλθε από το Θεό. Δίδαξε αληθινή και εξαίρετη διδασκαλία, η οποία αποδείχτηκε, ότι προερχόταν από ψηλά και ήταν θεία, διότι επιβεβαιώθηκε και επικυρώθηκε με πολλά ένδοξα θαύματα, τα οποία τον παρουσίασαν πολύ μεν αγαπητό και ευνοούμενο του Θεού, εξόχως δε ευεργετικό και στους ανθρώπους· «δυνατό σε έργα και λόγια μπροστά στο Θεό και σε όλο το λαό»

24.20 ὅπως(1) τε παρέδωκαν(2) αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν(3) εἰς κρίμα θανάτου(4) καὶ ἐσταύρωσαν αὐτόν.
20 Πώς τον παρέδωσαν οι αρχιερείς και οι άρχοντές μας να καταδικαστεί σε θάνατο και τον σταύρωσαν.
(1) Η λέξη εξαρτάται από το οὐκ ἔγνως ὅπως τε.=Δεν έμαθες και με ποιο τρόπο, με προδοσία δηλαδή και συκοφαντία (δ).
(2) Υπαινίσσεται ότι άλλοι εκτέλεσαν την σταύρωση (L).
(3) Η αντωνυμία υποδηλώνει ότι οι δύο μαθητές ήταν Ιουδαίοι και όχι ελληνιστές οι οποίοι (ελληνιστές) δεν διέμεναν μόνιμα στην Παλαιστίνη (ο).
(4) = «Σε καταδίκη θανάτου» (Ζ). Αξιοσημείωτη η επιφυλακτικότητα του Κλεόπα, που αποφεύγει να επικρίνει την ενέργεια των αρχιερέων και των αρχόντων του Ισραήλ. Ίσως διότι μιλούσε με ξένο, προς τον οποίο έπρεπε με κάθε φρόνηση και σύνεση να συμπεριφερθεί.

24.21 ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν(1) ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι(2) τὸν ᾽Ισραήλ· ἀλλά γε(3) καὶ σὺν πᾶσιν τούτοις(4) τρίτην ταύτην ἡμέραν(5) ἄγει(6) σήμερον ἀφ᾽ οὗ ταῦτα ἐγένετο.
21 Εμείς ελπίζαμε ότι αυτός είναι εκείνος που έμελλε να ελευθερώσει το λαό Ισραήλ. Αντίθετα, είναι η τρίτη μέρα σήμερα από τότε που έγιναν αυτά και δεν έχει συμβεί τίποτα.
(1) «Σαν ακριβώς να διαψεύστηκαν οι ελπίδες τους, λένε τα εξής· Εμείς ελπίζαμε ότι αυτός και άλλους θα σώσει, και να ούτε τον εαυτό του δεν έσωσε· διότι τόσο ταπεινό φρόνημα είχαν για αυτόν και τόση απιστία είχαν. Διότι σχεδόν έλεγαν εκείνα, τα οποία έλεγαν και όσοι ήταν στο σταυρό. Άλλους έσωσε, τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει» (Θφ). «Συζητούσαν λυπημένοι μεταξύ τους για αυτόν, χωρίς να προσδοκούν ότι ζει πλέον ο Χριστός. Διότι αυτό δηλώνει, αυτό που είπαν, ότι εμείς ελπίζαμε» (Σχ).
(2) Λυτροῦσθαι = ελευθερώνω κάποιον δούλο με πληρωμή λύτρου και εξαγορά. Η απολύτρωση μπορούσε να θεωρηθεί και με ηθική έννοια (Τίτ. β 14, Α΄ Πέτρ. α 18). Και όταν ακόμη αναφέρονταν σε απελευθέρωση από τους εχθρούς με την αποτίναξη του ζυγού τους, θεωρούσαν αυτήν οι Ιουδαίοι ότι θα επιτευχθεί με παρέμβαση του Θεού ή του οργάνου του (L). Το λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ αποτελεί φράση που αναφέρεται στο Μεσσία και το έργο του. Το ρήμα δεν έχει εδώ την υψηλή πνευματική έννοια, η οποία τώρα αποδίδεται σε αυτό (ο). Αξιοσημείωτα και τα επόμενα: «Με διαφορετικό τρόπο… προσδοκούσαν το Χριστό όσοι από το λαό δεν γνώριζαν με ακρίβεια τα πράγματα, δηλαδή σαν σωτήρα και λυτρωτή από τα κακά που επρόκειτο να πάθουν και από το ζυγό της ρωμαϊκής δουλείας· και έλπιζαν ότι θα βασιλεύσει αυτός σε επίγεια βασιλεία· για αυτό και λένε, ότι εμείς ελπίζαμε ότι αυτός θα λυτρώσει και τον Ισραήλ από τους εθνικούς Ρωμαίους, και αυτός δεν ξέφυγε ούτε την άδικη για αυτόν απόφαση» (Θφ).
(3) Η αντίθεση με την ελπίδα αυτή σημειώνεται έντονα με το «ἀλλά γε» (L) = αλλά μάλιστα· δηλαδή όχι μόνο μέχρι τώρα δεν εκπληρώθηκε η ελπίδα μας αυτή στον λυτρωτή, αλλά αντιθέτως… (δ).
(4) Δηλαδή παρά τις (στο στίχο 19) έκτακτες αυτές ιδιότητες του ανθρώπου αυτού και τις ελπίδες, τις οποίες γέννησε σε εμάς (g). Ή, «αντί για όλα αυτά που έγιναν» (Ζ)· πάνω σε όλα αυτά, για τα οποία διαψεύστηκαν οι ελπίδες μας (L). Ίσως η δεύτερη ερμηνεία πιο πιθανή.
(5) Θα μπορούσε κάποιος να ελπίζει στην επέμβαση του Θεού. Αλλά αυτή θα έπρεπε ήδη να έχει σημειωθεί. Αλλά να που βρισκόμαστε στην τρίτη ημέρα και δεν έγινε τίποτα. Το «τρίτη ημέρα» δεν υπαινίσσεται την προφητευμένη ανάσταση (L). Ή, το «τρίτη ημέρα… και γυναίκες μας εξέπληξαν και τα εξής… τα λένε σαν να έχουν απορία και μου φαίνονται οι άνδρες ότι βρίσκονται σε πολλή αμφιταλάντευση, και ούτε πολύ απιστούν, ούτε πολύ πιστεύουν. Διότι το να πουν μεν, ότι ελπίζαμε ότι αυτός είναι που θα λυτρώσει τον Ισραήλ δείχνει απιστία· ενώ το να πουν ότι, αυτή είναι η Τρίτη ημέρα που διανύει, φανερώνει ανθρώπους που είναι κοντά στο να θυμηθούν, ότι είπε σε αυτούς· την Τρίτη ημέρα θα αναστηθώ» (Θφ). Η πρώτη εκδοχή πιο σοβαρή.
(6) Μπορούμε να το πάρουμε και απρόσωπα= τρίτη ημέρα περνά (ο χρόνος)· είναι τρίτη ημέρα (δ). Μπορεί όμως να έχει ως υποκείμενο το Ιησούς, με την έννοια, με την οποία λέγεται: άγει το δέκατο έτος (g). Πιο πιθανή η πρώτη εκδοχή.

24.22 ἀλλὰ(1) καὶ γυναῖκές τινες ἐξ ἡμῶν(2) ἐξέστησαν(3) ἡμᾶς· γενόμεναι όρθριαι(4) ἐπὶ τὸ μνημεῖον
22 Επιπλέον, μας αναστάτωσαν και μερικές γυναίκες από τον κύκλο μας. Πήγαν πρωί πρωί στον τάφο
(1) Αλλά και κάτι άλλο απορίας άξιο και που μας ταράσσει συμβαίνει (δ). Ή, «και το μας εξέπληξαν» φανερώνει… ότι η απιστία τους άρχισε να κλονίζεται κάπως» (Θφ). Συνεπώς το «αλλά και» = Αλλά παρά την διάψευση αυτή υπάρχει αυτό το ευνοϊκό σημείο (p)· υπάρχει ένα στοιχείο, το οποίο πρέπει να υπολογίζει κάποιος (L). Η δεύτερη εκδοχή πιο πιθανή.
(2) «Δηλαδή δικές μας» (Ζ), στις οποίες θα είχαμε εμπιστοσύνη και δεν θα νομίζαμε, ότι μας εξαπατούν (p).
(3) Μόνο εδώ στην Κ.Δ. χρησιμοποιείται ως μεταβατικό = μας εξέπληξαν (p).
(4) Υπάρχει και η γραφή ορθριναί.

24.23 καὶ μὴ εὑροῦσαι τὸ σῶμα αὐτοῦ ἦλθον λέγουσαι(2) καὶ ὀπτασίαν ἀγγέλων(1) ἑωρακέναι, οἳ λέγουσιν(2) αὐτὸν ζῆν.
23 και δε βρήκαν το σώμα του. Ήρθαν λοιπόν και μας έλεγαν ότι είδαν οπτασία αγγέλων, οι οποίοι τους είπαν ότι αυτός ζει.
(1) Είχαν βεβαίως σημειωθεί εν τω μεταξύ και οι εμφανίσεις του αναστημένου Κυρίου στις μυροφόρες. Δεν αναφέρουν όμως αυτές οι δύο μαθητές, διότι υπο το κράτος της γενικής δυσπιστίας, η οποία κατέτρωγε ολόκληρο τον κύκλο των αποστόλων, είτε αμφέβαλλαν για την πραγματικότητα των εμφανίσεων, είτε θεώρησαν αυτές ως αγγελικές εμφανίσεις (ο).
(2) Λέγουσαι… λέγουσιν. Υποδηλώνουν οι εκφράσεις αυτές, ότι οι δύο μαθητές λίγη πίστη παρείχαν στους θρύλους αυτούς (g). «Αν εξετάσουμε τελείως τα λόγια τους, θα δούμε ότι είναι όντως ανθρώπινα και έχουν πολύ δισταγμό και κατά κάποιο τρόπο απορούν και βρίσκονται σε αμηχανία λόγω του εξαίσιου της ανάστασης» (Θφ). Εάν πράγματι εμφανίστηκαν οι άγγελοι, θα αξίωνε ίσως ο Κλεόπας, πώς δεν στάλθηκαν στους αποστόλους, αλλά στις γυναίκες που εύκολα εξαπατούνται και παρασύρονται από τη φαντασία τους;

24.24 καὶ ἀπῆλθόν τινες(1) τῶν σὺν ἡμῖν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ εὗρον οὕτω καθὼς καὶ αἱ γυναῖκες εἶπον, αὐτὸν δὲ οὐκ εἶδον(2).
24 Τότε μερικοί από τους δικούς μας πήγαν στο μνήμα και διαπίστωσαν τα ίδια που έλεγαν και οι γυναίκες, αυτόν όμως δεν τον είδαν».
(1) Το «κάποιοι» δείχνει, ότι στη σκέψη τους ο Πέτρος δεν ήταν ο μόνος που επισκέφτηκε το μνημείο, παρόλο που στο στίχο 12 μόνος αυτός κατονομάζεται (g). «Τον Πέτρο και τον Ιωάννη εννοεί. Και από εδώ είναι φανερό ότι αυτά που με πλάτος τα λένε άλλοι (ευαγγελιστές), άλλοι τα διηγούνται σύντομα και επιτροχάδην. Όπως ακριβώς λοιπόν και την άφιξη του Πέτρου και του Ιωάννη στο μνημείο, ο μεν Ιωάννης πλατύτερα την εξιστόρησε, ενώ αυτός αφού ανέφερε λίγα, ανώνυμα την προσπέρασε» (Θφ).
(2) Αυτό ήταν εξολοκλήρου αληθινό όσον αφορά τον Πέτρο και τον Ιωάννη. Δεν είναι αδύνατον ο Κλεόπας μαζί με τον συνοδοιπόρο του να έφυγε από την Ιερουσαλήμ χωρίς να έχει ακούσει, ότι η Μαρία η Μαγδαληνή είχε βεβαιώσει, ότι είδε αυτόν. Εάν όμως είχαν ακούσει αυτό, δεν πίστεψαν σε αυτό και δεν το θεώρησαν άξιο αναφοράς (p). Η φράση παρόλ’ αυτά «αυτόν όμως δεν τον είδαν» παρουσιάζεται ως προστιθέμενη από τους δύο μαθητές κατά τρόπο πιο φυσικό, εάν δεχτούμε, ότι αυτοί είχαν στο νου, ότι οι μυροφόρες έλεγαν, ότι είδαν και τον Ιησού (ο).

24.25 καὶ αὐτὸς(1) εἶπεν πρὸς αὐτούς, Ὦ ἀνόητοι καὶ βραδεῖς(2) τῇ καρδίᾳ τοῦ πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν(3) οἷς ἐλάλησαν οἱ προφῆται·
25 Τότε ο Ιησούς τους είπε: «Ανόητοι, που η καρδιά σας αργεί να πιστέψει όλα όσα είπαν οι προφήτες.
(1) Και αυτός= ήλθε ήδη και η δική του σειρά να μιλήσει (g).
(2) Το ανόητοι αναφέρεται στη διάνοια, το βραδείς στην καρδιά (g). Ο νους καταλαβαίνει, ενώ η καρδιά πιστεύει. Αυτοί λοιπόν επειδή ήταν ασύνετοι στο νου, είναι και βραδυκίνητοι στην καρδιά. Αντίθετο του γρήγοροι, πρόθυμοι (δ). «Επειδή το φρόνημά τους ήταν πολύ ανθρώπινο και νοσούσαν από πολύ δισταγμό, τους αποκαλεί ανόητους και βραδυκίνητους» (Θφ). «Τους ονόμασε ανόητους μεν, προκαλώντας τους σιγά σιγά ώστε να τον αναγνωρίσουν· αλλά και βραδυκίνητους στην καρδιά επειδή ήταν νωθροί στο να πιστέψουν» (Ζ). Ονομάζοντάς τους ανόητους δεν θέλει να τους χαρακτηρίσει ως κακούς και πονηρούς, με την έννοια δηλαδή που μάς απαγόρευσε ο Κύριος να αποκαλούμε τους αδελφούς μας μωρούς ή ρακά (ανόητος). Με αυτό τους χαρακτηρίζει πρώτον μεν ως ασθενείς, έπειτα δε και ως ανόητους, διότι σκέπτονταν και ενεργούσαν παρά το πραγματικό τους συμφέρον. Επειδή, αφού είχαν ενδείξεις, για το ότι ο διδάσκαλός τους ζούσε, δεν δέχονταν την ενίσχυση και παρηγοριά που τους δόθηκε από τους αγγέλους μέσω των γυναικών και εξακολουθούσαν να στενοχωριούνται και να αγωνιούν.
(3) Δεν μπορούμε να χωρίσουμε το «ἐπὶ πᾶσιν» από το «πιστεύειν» (p). Οι προφητείες είναι το θεμέλιο της πίστης (L), και η πρόθεση «επί» δηλώνει το: στηριζόμενοι πάνω σε αυτές=να πιστεύετε όλα όσα είπαν οι προφήτες (δ). Τονίζεται ιδιαιτέρως το «σε όλα» (p). «Διότι είναι δυνατόν να πιστεύετε και μερικώς και πλήρως… Πρέπει όμως να πιστεύετε σε όλα στους προφήτες, και στα σχετικά με την ατιμία και στα σχετικά μ τη δόξα του… Εσείς όμως είστε τόσο ανόητοι, ώστε ενώ ακούτε τον Ησαΐα να λέει και τα δύο, ότι και στη σφαγή οδηγήθηκε και ότι ο Κύριος θέλει να δείξει σε αυτόν φως, εκείνο μεν το δέχεστε, ενώ αυτό δεν το σκέφτεστε» (Θφ). Όπως όλοι οι Ιουδαίοι, έτσι και οι δύο αυτοί μαθητές, θυμούνταν μόνο τις σχετικές με τη δόξα του Μεσσία προφητείες και αγνοούσαν τις σχετικές με το πάθημά του προαναγγελίες (p).

24.26 οὐχὶ ταῦτα(1) ἔδει(2) παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ εἰσελθεῖν εἰς τὴν δόξαν(3) αὐτοῦ;
26 Αυτά δεν έπρεπε να πάθει ο Μεσσίας και να δοξαστεί;»
(1) Εμπαιγμούς και σταύρωση κλπ. (δ).
(2) Σύμφωνα με τη θεια βουλή και το θείο σχέδιο, όπως εκφράζονται αυτά στις προφητείες (p). Έπρεπε, για εκπλήρωση των προφητειών και για σωτηρία των ανθρώπων (ο). Ακριβώς εκείνα, τα οποία στην ασθένειά μας θεωρούμε ως αίτια της αμφιβολίας μας, είναι σημάδια χαρακτηριστικά του Χριστού (b) και αυτά που θεωρούνται ότι διαψεύδουν τις περί Χριστού ελπίδες μας, αυτά πρέπει να στηρίζουν αυτές. Το «έπρεπε» γραμματικά αναφέρεται και στα δύο ρήματα «παθεῖν… καὶ εἰσελθεῖν». Κυρίως όμως ο τόνος του πέφτει στο παθεῖν. Το πάθημα έρχεται πρώτο και αυτό είναι η οδός προς την δόξα (p).
(3) Στην κατάσταση της δόξας, η οποία άρχισε με την ανάσταση και τελείωσε με την ανάληψη (δ). Δείχνει σε αυτούς, ότι τα παθήματα του Χριστού, τα οποία ήταν τέτοια πέτρα σκανδάλου σε αυτούς και τους σύγχυζαν, ώστε να μην διακρίνουν τη δόξα του, ήταν στην πραγματικότητα η προορισμένη και προκαθορισμένη οδός προς την δόξα και δεν ήταν δυνατόν από άλλη οδό ο Μεσσίας να καταλήξει σε αυτήν. Το πάθημα του Μεσσία, έπρεπε κατά το θείο σχέδιο να συμβεί. Δεν θα ήταν δυνατόν ο Ιησούς να γίνει Σωτήρας, αν δεν γινόταν και πάσχον θύμα. Δεν αποτελεί λοιπόν το πάθημα ένσταση κατά του ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας, αλλά αντίθετα είναι απόδειξη που πείθει για το ότι πράγματι είναι, όπως ακριβώς και οι θλίψεις των αγίων είναι απόδειξη, ότι δεν είναι νόθοι αλλά υιοί. Ούτε ο σταυρός του αποτελεί ντροπή και όνειδός του, διότι μέσω αυτού εισήλθε στη δόξα του, στη δόξα, την οποία είχε προτού φτιαχτεί ο κόσμος. Και διδασκόμαστε έτσι, ότι πρέπει να περιμένουμε πρώτα το αγκάθινο στεφάνι, για να λάβουμε έπειτα και το στεφάνι της δόξας.

24.27 καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ Μωϋσέως(1) καὶ ἀπὸ(2) πάντων τῶν προφητῶν(3) διηρμήνευεν(4) αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ(5).
27 Και αρχίζοντας από τα βιβλία του Μωυσή και όλων των προφητών, τους εξήγησε όσα αναφέρονταν στις Γραφές για τον εαυτό του.
(1) «Δηλαδή από τα βιβλία του Μωϋσή» (Ζ)· από την Πεντάτευχο. Τέτοιες προφητείες, όπως αυτές που είναι στα Γεν. γ 15, κβ 18, Αριθμ. κδ 17, Δευτ. ιη 15 και τύπους όπως ο αποδιοπομπαίος τράγος, το μάννα, το χάλκινο φίδι και οι θυσίες, αυτούς κυρίως υποδηλώνει (p).
(2) Υποδηλώνει η επανάληψη της πρόθεσης «από», ότι οι προφήτες θεωρούνται ως τμήμα ξεχωριστό της Πεντατεύχου (p). Και σε σχέση με το «ἀρξάμενος… καὶ ἀπὸ πάντων» το δεύτερο αυτό «από» υπονοεί, ότι η απόδειξη άρχιζε ξανά από κάθε έναν προφήτη (g).
(3) «Και στις υπόλοιπες λοιπόν προφητείες βρίσκονται σποραδικά τα σχετικά με το σταυρό και την ανάσταση και μάλιστα στους πιο διάσημους προφήτες, και είναι δυνατον να τα συλλέξει κάποιος αυτά από εκεί» (Θφ). Ο Ιησούς είχε μπροστά του ευρύτατο πεδίο από το πρωτευαγγέλιο, που δόθηκε στους πρωτοπλάστους, μέχρι τον Μαλαχία κεφάλαιο δ. Ο Ιησούς παντού στις Γραφές εύρισκε τον εαυτό του να προεικονίζεται ή να προαναγγέλλεται (Ιω. ε 39,40). Πόσοι από τους ορθολογιστές σύγχρονους ερμηνευτές της Π.Δ. με τις ερμηνείες τους ζητούν να διαψεύσουν την εξήγηση, την οποία ο Ιησούς έδωσε για τις προφητείες στους δύο μαθητές!! (g). Υπάρχουν πολλά εγκατεσπαρμένα σε όλη την Αγία Γραφή που αναφέρονται στο Χριστό, τα οποία ενδείκνυται καθένας να περισυλλέγει σε ένα σύνολο και να μελετά. Είναι ο θησαυρός ο κρυμμένος στην Π.Δ.. Ένα χρυσό νήμα ευαγγελικής χάρης διαπερνά διαμέσου όλης της υφής της Βίβλου. Στη σπουδή όμως και στη μελέτη της Γραφής ωφέλιμο είναι να προχωρούμε μεθοδικά και με τάξη. Διότι το φως στην Π.Δ. ανέτειλε σιγά σιγά προχωρώντας από το λυκαυγές στην τέλεια ημέρα. Ο Θεός μίλησε στους πατέρες για τον Υιό του, ενώ μέσω αυτού τώρα μίλησε σε εμάς. Μερικοί αρχίζουν να σπουδάζουν τη Βίβλο αρχίζοντας από την Αποκάλυψη. Ο Χριστός μας δίδαξε τώρα να αρχίζουμε από το Μωϋσή και από τις προφητείες για το Χριστό.
(4) Υπάρχει και η γραφή διηρμήνευσεν. Ο παρατατικός χρόνος δηλώνει το διαρκές = εξακολουθούσε να εξηγεί σε αυτούς στο δρόμο (δ).
(5) = τα χωρία που μιλούσαν για αυτόν, τα χριστολογικά (δ).

24.28 Καὶ ἤγγισαν εἰς τὴν κώμην οὗ ἐπορεύοντο(1), καὶ αὐτὸς προσεποιείτο(2) πορρωτέρω πορεύεσθαι.
28 Όταν πλησίασαν στο χωριό που πήγαιναν, αυτός προσποιήθηκε πως πηγαίνει πιο μακριά.
(1) Προφανώς οι μαθητές έφτασαν στο τέρμα του ταξιδιού τους και όχι σε κάποιο ενδιάμεσο πανδοχείο (L). Πλησίασαν εις Εμμαούς και ήλθαν στο σημείο της οδού, κατά το οποίο χωριζόταν η οδός που οδηγούσε προς το χωριό από την οδό που προχωρούσε μπροστά (δ).
(2) Ο Ιησούς τότε φάνηκε, ότι ήθελε να προχωρήσει σε μακρότερη κατεύθυνση. Δεν ήταν αυτό πραγματική προσποίηση. Ήταν μία δοκιμασία, στην οποία υπέβαλλε τους συνοδοιπόρους του. Θα συνέχιζε πραγματικά την προς τα μπροστά πορεία του και θα τους άφηνε χωρίς να αποκαλυφθεί σε αυτούς, εάν αυτοί δεν επέμεναν να τον κρατήσουν (g). Ούτε το ελάχιστο ψεύδος δεν κρύβεται εδώ. Για πλήρη κατανόηση αυτού, αρκεί να λάβει κάποιος υπόψη, ότι ο Ιησούς βρέθηκε στην οδό που οδηγούσε προς Εμμαούς, όχι διότι ήθελε να μεταβεί στο χωριό αυτό, αλλά διότι είχε σκοπό να παράσχει πολύτιμη ευκαιρία διδασκαλίας στους μαθητές. Και συνεπώς δεν θα μετέβαινε εις Εμμαούς, εάν δεν τον παρακαλούσαν οι μαθητές. Με το να φανεί όμως, ότι είχε σκοπό να προχωρήσει, ήθελε να δώσει στους συνοδοιπόρους του την ευκαιρία να τον προσκαλέσουν (L). Δες την συμπεριφορά του Κυρίου προς τους μαθητές στη λίμνη (Μάρκ. στ 48) και προς την Χαναναία (Μάρκ. ζ 27) (p). Είναι φυσικό άλλωστε ο ξένος, ο οποίος πρόκειται να φιλοξενηθεί, να δείχνει δειλία και ντροπή. Ο καθένας καταλαβαίνει την σημασία αυτής της δειλίας. Δεν θέλει να εισβάλλει αγενώς και με τραχύτητα στο ξένο σπίτι και αναμένει να ακούσει την πρόσκληση αυτού που έχει την διάθεση να τον φιλοξενήσει. Αυτό ακριβώς έκανε ο Χριστός, όταν προσποιήθηκε ότι θα πάει πιο πέρα. Υπάρχει και η γραφή: προσεποιήσατο.

24.29 καὶ παρεβιάσαντο(1) αὐτὸν λέγοντες, Μεῖνον μεθ᾽ ἡμῶν(2), ὅτι πρὸς ἑσπέραν(3) ἐστὶν καὶ κέκλικεν ἡ ἡμέρα(4). καὶ εἰσῆλθεν τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς.
29 Εκείνοι όμως τον πίεζαν και του έλεγαν: «Μείνε μαζί μας, γιατί πλησιάζει το βράδυ και η μέρα ήδη τελειώνει». Μπήκε λοιπόν στο χωριό για να μείνει μαζί τους.
(1) Με παρακλήσεις. Δες και Πράξ. ιστ 15 όπου βρίσκεται το ρήμα με την ίδια έννοια και σε περίπτωση φιλοξενίας. Δες και το «ανάγκασέ τους να μπουν» (Λουκ. ιδ 23). Το ρήμα χρησιμοποιείται και από τους Ο΄ (μετάφραση των εβδομήντα) στα Γεν. ιθ 9, Α΄ Βασ. κη 23, Δ΄ Βασ. β 17, ε 16 (p). Εκείνοι οι οποίοι θα ήθελαν να έχουν το Χριστό για να μένει μαζί τους, πρέπει να τον προσκαλούν και να φτάνουν μέχρι ενοχλήσεως. Και αν αυτός φαίνεται να απομακρύνεται από αυτούς να επιμένουν παρακαλώντας τον, μιμούμενοι τους δύο μαθητές, οι οποίοι τον ανάγκασαν. Και όσοι έχουν λάβει πείρα των θελγήτρων και της ωφέλειας, τα οποία ακολουθούν την μαζί με το Χριστό κοινωνία, δεν είναι δυνατόν παρά να επιθυμούν ακόμη περισσότερο να απολαύσουν αυτήν και να ζητούν από αυτόν να μην χωριστούν από αυτόν όχι για μια νύχτα μόνο αλλά για πάντα.
(2) Σε συνδυασμό με τα ακόλουθα η φράση αυτή υπονοεί παραμονή σε σπίτι το οποίο ανήκε σε έναν από τους δύο μαθητές. Το ότι έδωσαν στον άγνωστο ξένο την πρώτη θέση και παραχώρησαν σε αυτόν την ευλογία και το κόψιμο του ψωμιού προδίδει απλώς τον ενθουσιασμό, που γέμιζε τις καρδιές τους για τον ξένο (p). Τον παρακαλούν από αγάπη και από διάθεση φιλοξενίας, να μην διακινδυνεύσει συνεχίζοντας το ταξίδι του και κατά την μετά από λίγο ερχόμενη νύχτα (b).
(3) Η λέξη στην Κ.Δ. είναι χαρακτηριστική του Λουκά (Πράξ. δ 3, κη 23) (p). Πρὸς ἑσπέραν ἐστὶ (η ώρα) = πλησιάζει απόγευμα (δ).
(4) «Προχώρησε ώστε να δύσει» (Ζ). Το ρήμα αναφέρεται στην δύση του ηλίου κάτω από τον ορίζοντα (ο). Ισως οι μαθητές υπερβάλλουν ως προς τον καθορισμό της ώρας, για να πείσουν τον ξένο να δεχτεί την φιλοξενία τους (L). Υπάρχει και η γραφή: Και κέκλικεν ήδη η ημέρα.

24.30 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ κατακλιθῆναι(1) αὐτὸν μετ᾽ αὐτῶν λαβὼν τὸν ἄρτον(2) εὐλόγησεν(3) καὶ κλάσας(4) ἐπεδίδου(5) αὐτοῖς·
30 Την ώρα που κάθισε μαζί τους για φαγητό, πήρε το ψωμί, το ευλόγησε και, αφού το έκοψε σε κομμάτια, τους έδωσε.
(1) Δηλαδή κατά τη συνήθεια ξάπλωσε στο κρεβάτι για να φάει, από όπου φαίνεται καθαρά, ότι αυτό το κόψιμο του ψωμιού ήταν συνηθισμένο δείπνο (δ). Δεν θα εξηγήσουμε απλώς αφού κάθισε, αλλά αφού κάθισε κάτω· ξάπλωσε, σύμφωνα με τη συνήθεια που είχαν, όταν έτρωγαν.
(2) Ενεργώντας ως πατέρας και οικοδεσπότης παίρνει τον άρτο ο Ιησούς και ευχαριστεί. Η θέση της υπεροχής, την οποία του έδωσε η ανάπτυξη των προφητειών και η διδασκαλία που προηγήθηκε, τον επέβαλε και κατά την παρούσα στιγμή ως πατέρα (g).
(3) Πρόκειται για τη συνηθισμένη ευχαριστία πριν το φαγητό (p).
(4) Τί είδους είναι αυτή η κλάση του άρτου; Λιγότερο πιθανώς: ο άρτος αυτός είναι το μυστήριο, το οποίο μας συγκεντρώνει ώστε να τον γνωρίσουμε (Αυγουστίνου Λατινική Πατρολογία Migne 33,644)· «σε αυτούς που μεταλαμβάνουν τον ευλογημένο άρτο (της Θ. Ευχαριστίας), ανοίγουν τα μάτια ώστε να τον αναγνωρίσουν. Διότι η σάρκα του Κυρίου έχει μεγάλη και ανείπωτη δύναμη» (Θφ). Πιο σωστά: Πρόκειται για συνηθισμένο δείπνο. Κανείς από τους έλληνες Πατέρες πριν τον Θεοφύλακτο δεν μιλά για τον άρτο αυτόν ως άρτο της θείας Ευχαριστίας (L). Ότι πάλι η κλάση αυτή ήταν η θεία Ευχαριστία και μάλιστα με έ ν α ε ί δ ο ς αποτελεί υπόθεση απίθανη. Αλλά και ο Παρατατικός που ακολουθεί «επεδίδου» είναι εναντίον της υπόθεσης αυτής. Στο Μυστικό Δείπνο δεν γίνεται αλλαγή χρόνου από τον αόριστο (έκλασε=έκοψε) στον παρατατικό, όπως γίνεται εδώ και στο θαύμα των πέντε χιλιάδων (Λουκ. θ 16) και των τεσσάρων χιλιάδων (Μάρκ. η 6 «ἔκλασε καὶ ἐδίδου» ή «κατέκλασε καὶ ἐδίδου»). Αλλά έχουμε για τον άρτο της θείας ευχαριστίας «ἔκλασε καὶ ἔδωκε» (Λουκ. κβ 19). Και δεν χρησιμοποιείται συνήθως ο παρατατικός για την ευχαριστία. Δες και Μάρκ. ιδ 22 και Α΄ Κορ. ια 23 (p). Δεν επρόκειτο για υπερφυσικό δείπνο, όπως στη διατροφή των πέντε χιλιάδων και των τεσσάρων χιλιάδων· ούτε για μυστηριακό δείπνο όπως στην παράδοση της Ευχαριστίας, αλλά για συνηθισμένο δείπνο. Παρόλ’ αυτά ο Χριστός έκανε και σε αυτό κάποια παρόμοια, όπως και σε εκείνα, διδάσκοντάς μας να διατηρούμε την επικοινωνία μας με το Θεό και στις συνηθισμένες μας προμήθειες, ευχαριστώντας το Θεό σε κάθε δείπνο και τρώγωντας τον άρτο μας τον καθημερινό σαν να διανέμεται σε μας από τον Χριστό. Οπουδήποτε καθόμαστε να φάμε ας δίνουμε θέση στο τραπέζι μας και στο Χριστό και ας παίρνουμε την τροφή και τον άρτο μας σαν να ευλογούνται και να δίνονται σε μας από αυτόν, και ας τρώμε και ας πίνουμε προς δόξαν του. Οτιδήποτε και αν παρατίθεται στο τραπέζι μας, έστω και αν αυτό είναι απλό και πενιχρό, θα το παίρνουμε με ευγνωμοσύνη και θα το τρώμε ευχάριστα, εάν μέσω της πίστης βλέπουμε αυτό να δίνεται σε μας από τα χέρια του Χριστού.
(5) Έδινε σε αυτούς, όχι ένα τεμάχιο, όπως στη θεία ευχαριστία, αλλά αφού έκοψε τον άρτο σε τεμάχια τον μοίραζε.

24.31 αὐτῶν δὲ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοὶ(1) καὶ ἐπέγνωσαν(2) αὐτόν· καὶ αὐτὸς ἄφαντος(3) ἐγένετο ἀπ᾽ αὐτῶν(4).
31 Τότε ανοίχτηκαν τα μάτια τους και κατάλαβαν ποιος είναι. Εκείνος όμως έγινε άφαντος.
(1) Αυτό πρέπει να ερμηνευτεί σε συμφωνία με το στίχο 16. Εφόσον λοιπόν ο στίχος εκείνος συνυπονοεί θεία παρέμβαση στο να κρατιούνται τα μάτια των δύο μαθητών ώστε να μην τον αναγνωρίζουν, με θεία παρέμβαση και εδώ ανοίγουν τα μάτια τους (p). Με υπερφυσική του Θεού ενέργεια τα μάτια τους τελείως άνοιξαν και γνώρισαν αυτόν καλά, αφού είδαν (δ) και «την συνηθισμένη και γνώριμη ευλογία του άρτου» (Ζ). Οι δύο αυτοί μαθητές δεν ήταν παρόντες στο Μυστικό Δείπνο, αλλά συχνά θα είχαν δει τον Ιησού να προεξάρχει σε τραπέζι και φαγητό. Και ο τρόπος που έπαιρνε και έκοβε το ψωμί, που συνηθιζόταν από τον Ιησού, καθώς και ο τρόπος της ευλογίας και τα λόγια της ευχαριστίας και η γενικότερη έκφραση της προσευχής και του προσώπου, επανήλθαν ήδη στη μνήμη τους και αναγνώρισαν ότι και αυτός που τώρα κόβει και ευλογεί τον άρτο είναι ο διδάσκαλός τους (p). Η επίδραση αφ’ ενός που ασκήθηκε στην καρδιά τους με την προηγούμενη συνομιλία και διδασκαλία, καθώς και με την ενέργεια της χάρης του Ιησού, και ο τρόπος αφ ετέρου, με τον οποίο έκοψε και μοίρασε τον άρτο, προετοίμασαν σε αυτούς την αφύπνιση της εσωτερικής τους αίσθησης (g). Δες πώς ο Χριστός κάνει τον εαυτό του γνωστό στις ψυχες του λαού του. Πρωτίστως διανοίγει σε αυτούς τις Γραφές, διότι αυτές μαρτυρούν για αυτόν σε αυτούς που τις ερευνούν. Έπειτα συναντά αυτούς στο τραπέζι του. Όχι πλέον σε ένα συνηθισμένο τραπέζι, αλλά σε τράπεζα μυστική, όπου μεταδίδει σε αυτούς το ίδιο το σώμα και το αίμα του και αναγνωρίζεται από αυτούς στην κλάση του άρτου. Και τελειώνεται το έργο αυτό της γνωστοποίησης με το άνοιγμα των ματιών της διάνοιάς τους με άμεση επενέργεια της χάρης του.
(2) Η αναγνώριση ήλθε ως συνέπεια της διάνοιξης των ματιών τους (ο).
(3) Λέγεται μία φορά. Λέξη ποιητική στους κλασσικούς (p). Ο ευαγγελιστής προφανώς αποδίδει στην αιφνίδια αυτή εξαφάνιση χαρακτήρα υπερφυσικό (g). «Γίνεται αφανής από αυτούς· διότι δεν είχε πλέον τέτοιο σώμα, ώστε για πολλή ώρα να συναναστρέφεται μαζί τους σωματικά» (Θφ). Το σώμα του αναστημένου Κυρίου δεν υπέκειτο πλέον στους ίδιους όρους της ύπαρξης, στους οποίους και κατά την προηγούμενη επίγεια ζωή του. Υπάκουε με περισσότερη ελευθερία στη θέληση του πνεύματος (g). Εξαφανίστηκε, όπως οι άγγελοι (Λουκ. α 38).
(4) Εξαφανίστηκε, «ώστε από αυτό να αυξήσει περισσότερο τον πόθο σε αυτούς» (Θφ) και «για να μην αργοπορήσουν περισσότερο, αλλά να επιστρέψουν γρήγορα στους μαθητές. Διότι ήθελε την ίδια ημέρα να εμφανιστεί σε όλους αυτούς» (Ζ). Ο σκοπός του άλλωστε είχε συντελεστεί. Και ήταν αυτός να πείσει αυτούς, ότι αυτός ήταν ο Μεσσίας και ότι ήταν ζωντανός και οι ελπίδες, που αυτοί στήριξαν πάνω του, δεν ήταν μάταιες (p). «Επειδή λοιπόν μέχρι εκείνη την ώρα τα μάτια τους κρατιόντουσαν να μην τον αναγνωρίσουν… έως ότου ο λόγος της διδασκαλίας του Σωτήρα αφού μπήκε στις καρδιές τους, έκανε εύκολα παραδεκτή την πίστη. Όταν λοιπόν πίστεψαν στα λόγια του, τότε κάνει εμφανή σε αυτούς και την όψη· δεν παραμένει όμως μαζί τους» (Σχ.)

24.32 καὶ εἶπον πρὸς ἀλλήλους, Οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἦν(1) ἐν ἡμῖν(2) ὡς(3) ἐλάλει ἡμῖν(4) ἐν τῇ ὁδῷ και(5) ὡς διήνοιγεν(6) ἡμῖν τὰς γραφάς;
32 Είπαν τότε μεταξύ τους: «Δε φλεγόταν η καρδιά μας μέσα μας, καθώς μας μιλούσε στο δρόμο και μας ερμήνευε τις Γραφές;»
(1) Η περίφραση «καιομένη ἦν» προσδίδει έμφαση στη συγκίνηση, την οποία αισθάνθηκαν οι δύο μαθητές (p). «Να καίγεται, δηλαδή να ταρακουνιέται, να δονείται» (Ζ), «ή με τη φωτιά των λόγων του Κυρίου· όταν δηλαδή ερμήνευε σε αυτούς τις Γραφές θερμαινόντουσαν εσωτερικά και αποδέχονταν τα λεγόμενα ως αληθινά. Ή, όταν τους ερμήνευε τις Γραφές, παλλόταν εσωτερικά η καρδιά τους, ότι Αυτός που ερμηνεύει σε εμάς είναι ο Κύριος» (Θφ). Αυτή η καύση εδώ είναι η εσωτερική μεγάλη κατάνυξη και συγκίνηση, η πνευματική θέρμανση, την οποία το Αγιο Πνεύμα ενεργεί σε αυτούς που ακούνε τις μεγάλες πνευματικές αλήθειες του Χριστιανισμού (δ). Και ιδιαίτερα εδώ «τα λόγια που απάγγειλε ο σωτήρας από αγάπη προς αυτούς που άκουγαν, αγάπη που είχε φλόγα πυρός, έκαιγαν, ανάβοντας την καρδιά αυτών που άκουγαν στην αγάπη του Θεού» (Ω). Βρήκαν το κήρυγμα ισχυρό, αν και δεν είχαν ακόμη αναγνωρίσει τον κήρυκα. Κάνει αυτό σε αυτούς σαφή και καθαρά τα πράγματα. Και το σπουδαιότερο άναβε στις καρδιές τους μία θεία θερμότητα μαζί με θείο φως, που διήγειρε σε αυτές την φλόγα ευσεβών και αφοσιωμένων συναισθημάτων. Εκείνο λοιπόν το κήρυγμα παράγει αγαθά αποτελέσματα στις ψυχές των ακροατών, το οποίο είναι, όπως το του Χριστού, σαφές, ανάλογο με τις διανοητικές δεκτικότητες του ακροατηρίου, και περιστρεφόμενο γύρω από τις Γραφές, την ανάπτυξη των οποίων έχει ως πρωτεύοντα σκοπό. Οι διάκονοι του κηρύγματος τις Γραφές πρέπει να προβάλλουν στους πιστούς ως την κύρια πηγή της γνώσης τους και ως θεμέλιο της πίστης τους. Και η ανάπτυξη των τμημάτων εκείνων της Γραφής, τα οποία αναφέρονται στο Χριστό, επόμενο είναι να θερμάνει τις καρδιές των ακροατών, φωτίζοντας συγχρόνως και ενισχύοντας, αλλά και παρηγορώντας αυτές. Και όσο αυτές θα τρέφονται από το λόγο του Κυρίου και θα απομακρύνονται από την αμαρτία, δοκιμάζοντας ολοένα και εντονότερα το εναντίον της άγιο μίσος, τόσο και θα αισθάνονται να καίγονται και να φλέγονται από την έλξη και την αγάπη του Κυρίου.
(2) Παρατήρησαν το γεγονός αυτό της εσωτερικής θέρμανσης πολύ περισσότερο έπειτα («ήταν καιόμενη»), παρά την ώρα που διαρκούσε και συνεχιζόταν η συγκίνηση που τους έκαιγε (b).
(3) Την ώρα που μιλούσε και την ώρα που άνοιγε (p).
(4) Η ομιλία, η γλυκιά εκείνη και που μιλούσε στη καρδιά, προκαλούσε την πνευματική αυτή θέρμανση, ιδιαίτερα δε η διάνοιξη και σαφήνιση των γραφών (δ).
(5) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν το «και» και έτσι γίνεται ασύνδετο σχήμα σύνταξης, το οποίο προδίδει την συγκίνηση που κυρίευσε τους δύο μαθητές.
(6) Αξιοσημείωτη η χρήση του ίδιου ρήματος και για την διάνοιξη των ματιών και για την διάνοιξη των Γραφών (p). Διάνοιξη κάποιου πράγματος που μοιάζει κλειστό και αγνοούμενο, λέγεται η εξήγηση, με την οποία βλέπουμε, το περιεχόμενο, το νόημα και τη σημασία του (δ). Ο Ιησούς άνοιξε τα μάτια τους, ο Ιησούς άνοιξε σε αυτούς και τη Γραφή.

24.33 καὶ ἀναστάντες(1) αὐτῇ τῇ ὥρᾳ(2) ὑπέστρεψαν εἰς ᾽Ιερουσαλήμ(3), καὶ εὗρον συνηθροισμένους(4) τοὺς ἕνδεκα(5) καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς(6),
33 Την ίδια ώρα σηκώθηκαν και γύρισαν στην Ιερουσαλήμ. Εκεί βρήκαν συγκεντρωμένους τους έντεκα μαθητές και όσους ήταν μαζί τους,
(1) «Τόσο πολύ δηλαδή χάρηκαν, ώστε την ίδια ώρα να σηκωθούν και να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ» (Θφ). Αρνούμενοι την ανάπαυση, την οποία, κατεξοχήν μετά την πορεία, παρείχε η επιστροφή στο σπίτι τους (L) χωρίς να τελειώσουν και το δείπνο (δ), σπεύδουν να καταστήσουν συμμέτοχους της μεγάλης τους χαράς και αυτούς που ήταν στα Ιεροσόλυμα (p).
(2) Το προχωρημένο της ώρας, το οποίο πρόβαλλαν προηγουμένως στον ξένο τους για να τον πείσουν να μείνει μαζί τους, δεν εμποδίζει τώρα αυτούς (p). Δεν φοβούνται πλέον να οδοιπορήσουν και τη νύχτα (b).
(3) «Σηκώθηκαν μεν αυτήν την ώρα, επέστρεψαν όμως μετά από περισσότερες ώρες, όσες ήταν φυσικό να κάνουν βαδίζοντας το διάστημα των εξήντα σταδίων» (Θφ).
(4) Υπάρχει και η γραφή ηθροισμένους, το οποίο λέγεται μία φορά, αν και δεν είναι σπάνιο στους Ο΄(70 μεταφραστές της Π.Δ.).
(5) Ελειπε βέβαια ο Θωμάς. Αλλά «οι ένδεκα» είναι όρος που δηλώνει τον κύκλο των αποστόλων, ως διακεκριμένο από τους υπόλοιπους μαθητές (L).
(6) Αυτοί οι «σὺν αὐτοῖς» είναι αυτοί που στο στίχο 9 καθορίζονται ως «όλοι οι υπόλοιποι». Δες και Πράξ. α 14.

24.34 λέγοντας ὅτι ἠγέρθη ὁ κύριος όντως(1) καὶ ὤφθη Σίμωνι(2).
34 που έλεγαν ότι πραγματικά αναστήθηκε ο Κύριος και φανερώθηκε στο Σίμωνα.
(1) Οι μαθητές άρχισαν να πείθονται για την ανάσταση (δ) και αποβάλλουν τις προηγούμενες αμφιβολίες τους, αλλά όχι πλήρως και τελείως. Απόδειξη αυτού, ότι στον στίχο 37 φοβήθηκαν με την εμφάνιση του Ιησού και νόμιζαν ότι έβλεπαν πνεύμα (b). Για αυτό και στο Μάρκου ιστ 13 γράφεται, ότι ούτε σε αυτούς που επέστρεψαν από Εμμαούς πίστεψαν οι μαθητές.
(2) Κατά τις ώρες που επέστρεφαν στα Ιεροσόλυμα οι δύο μαθητές «ο δεσπότης φανερώθηκε στον Σίμωνα στο ενδιάμεσο, την ώρα που οδοιπορούσαν αυτοί στην επιστροφή» (Θφ). Πουθενά αλλού στα ευαγγέλια δεν γίνεται αναφορά της εμφάνισης του Κυρίου στο Σίμωνα. Αναφέρει όμως αυτήν ως πρώτη ανάμεσα σε όλες τις εμφανίσεις του Αναστημένου ο απόστολος Παύλος (Α΄ Κορ. ιε 5) και η σύμπτωση αυτή μεταξύ του ευαγγελιστού και του αποστόλου δεν μπορεί να είναι τυχαία. Επιβεβαιώνει την αλήθεια, ότι αυτός που συνέγραψε το ευαγγέλιο αυτό ήταν από τους στενά συνδεδεμένους με τον απόστολο Παύλο (p). Ο Παύλος τοποθετεί πρώτη την εμφάνιση στον Πέτρο, προσπερνώντας τις εμφανίσεις στις Μυροφόρες και σε αυτούς που πορεύονταν εις Εμμαούς, διότι παραθέτει κυρίως τις αποστολικές μαρτυρίες, πάνω στις οποίες βασιζόταν η πίστη της εκκλησίας (Α΄ Κορ. ιε 11). Πιθανότατα ο Παύλος έλαβε γνώση της εμφάνισης αυτής στον Πέτρο από το ίδιο το στόμα του Πέτρου κατά την διάρκεια της δεκαπενθήμερης μαζί με αυτόν και τον Ιάκωβο συνδιαμονής του στην Ιερουσαλήμ τρία χρόνια μετά την επιστροφή του (Γαλ. α 18,19). Κατά την συνδιαμονή του αυτή με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο πληροφορήθηκε και για την εμφάνιση του Χριστού στον Ιάκωβο (Α΄ Κορ. ιε 7), την οποία πάλι μόνος ο Παύλος αναφέρει. Το γεγονός όμως, ότι στην παράδοση δεν αναφέρεται και κάποια ιδιαίτερη εμφάνιση του Ιησού στον αγαπημένο Ιωάννη, αποτελεί απόδειξη ότι η παράδοση για εμφάνιση στον Πέτρο και Ιάκωβο είναι αυθεντική. Διότι, εάν επρόκειτο για επινόηση, γιατί να μην επινοηθεί εμφάνιση και για τον Ιωάννη; (g).

24.35 καὶ αὐτοὶ ἐξηγοῦντο τὰ ἐν τῇ ὁδῷ(1) καὶ ὡς ἐγνώσθη αὐτοῖς(2) ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου(3).
35 Τους εξήγησαν λοιπόν κι αυτοί τα όσα τους είχαν συμβεί στο δρόμο και πώς τον αναγνώρισαν όταν τεμάχιζε το ψωμί.
(1) Σε όσα άκουσαν για την εμφάνιση στο Σίμωνα πρόσθεταν και αυτοί τα δικά τους. Διηγούνταν δηλαδή αυτά που έγιναν στο δρόμο, δηλαδή την συνομιλία με τον Σωτήρα (δ). Είναι εξόχως ωφέλιμο και συντελεί τα μέγιστα για εύρεση και επιβεβαίωση της αλήθειας το να κοινολογούν οι μαθητές του Χριστού και να συγκρίνουν τις παρατηρήσεις τους και την πείρα τους και να γνωστοποιούν μεταξύ τους ό,τι γνώρισαν και αισθάνθηκαν μέσα τους από την πνευματική κοινωνία με τον Διδάσκαλο.
(2) Και πώς αναγνωρίστηκε από αυτούς.
(3) Είναι αξιοσημείωτο ότι το κόψιμο του ψωμιού και όχι η γεύση ή κοινωνία του καθορίζεται ως η περίσταση, κατά την οποία αναγνωρίστηκε ο Κύριος από τους δύο μαθητές (p). Αυτό συνηγορεί για το ότι πρόκειται για κόψιμο ψωμιού συνηθισμένου δείπνου (δ).


Στίχ. 36-49. Η εμφάνιση του αναστημένου Κυρίου στους Αποστόλους και αποχαιρετιστήριες οδηγίες προς αυτούς.

24.36 Ταῦτα δὲ αὐτῶν λαλούντων αὐτὸς ο Ιησούς ἔστη(1) ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ λέγει(2) αὐτοῖς, Εἰρήνη ὑμῖν(3).
36 Ενώ μιλούσαν γι’ αυτά, στάθηκε ανάμεσά τους ο Ιησούς και τους λέει: «Ειρήνη σ’ εσάς!»
(1) Αιφνίδια εμφάνιση ανάλογη με την αιφνίδια εξαφάνιση του στίχου 31 (p). Στάθηκε πριν ακόμη τον αντιληφθούν να έρχεται (b). Η εμφάνιση αυτή, είναι η ίδια με αυτήν που εξιστορεί ο Ιωάννης (κ 19-23). Τους είχε υποσχεθεί, ότι μετά την ανάστασή του θα τους έβλεπε στη Γαλιλαία. Αλλά τόσο πολύ επιθυμούσε να δει αυτούς και να ειρηνεύσει αυτούς, ώστε προλαβαίνει την προκαθορισμένη συνάντηση και βλέπει αυτούς και στην Ιερουσαλήμ.
(2) Με βάση κυρίως τον κώδικα του Βέζα οι νεώτεροι εξοβελίζουν τη φράση «καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν» θεωρώντας ότι παρεμβλήθηκε νωρίς στο κείμενο του Λουκά από το Ιωάννου κ 19. Μαρτυρείται παρόλ’ αυτά αυτή και από τους σιναϊτικό βατικανό αλεξανδρινό και 15 άλλους μεγαλογράμματους κώδικες, καθώς και από τις συριακή κοπτική σαϊδική μεταφράσεις και από όλους σχεδόν τους μικρογράμματους κώδικες.
(3) «Και όταν έφευγε από αυτούς ειρήνη τους άφησε και πάλι ερχόμενος σε αυτούς ειρήνη τους δίνει· ειρήνη, το γλυκό και πράγμα και όνομα» (Ζ), και «με το συνηθισμένο χαιρετισμό της ειρήνης καταπραΰνει την ταραχή τους» (Θφ). Δίνει τον συνηθισμένο στους Ιουδαίους χαιρετισμό με πνευματική και χριστιανική έννοια (=Ειρήνη σε σας με το Θεό) (δ) και ανεβάζοντας σε υψηλότερη έννοια το περιεχόμενό του. Δες Εφεσ. β 17 (b). Ο χαιρετισμός αυτός δηλώνει, ότι η επίσκεψή του ήταν φιλική και ευμενής· επίσκεψη αγάπης. Χρησιμοποιεί το χαιρετισμό αυτό της οικειότητας, τον συνηθισμένο στους Ιουδαίους, μολονότι βρίσκεται τώρα στην κατάσταση της εξύψωσης και δόξας του. Πολλοί, όταν παίρνουν κάποιο ανώτερο αξίωμα, λησμονούν τους παλαιούς τους φίλους και κρατούν αυτούς σε απόσταση. Αλλά ο Κύριος φέρεται προς τους μαθητές με την ίδια οικειότητα, με την οποία και προηγουμένως. Και με τον χαιρετισμό του αυτόν τους πληροφορεί, ότι δεν έρχεται να επιτιμήσει τον Πέτρο για την άρνησή του, ούτε τους άλλους μαθητές για την από αυτούς εγκατάλειψή του. Έρχεται ειρηνικά για να τους βεβαιώσει, ότι τους είχε συγχωρέσει και ότι συμφιλιώθηκε πλήρως με αυτούς.

24.37 πτοηθέντες(1) δὲ καὶ ἔμφοβοι γενόμενοι ἐδόκουν πνεῦμα(2) θεωρεῖν.
37 Αυτοί από την ταραχή και το φόβο τους νόμιζαν ότι έβλεπαν φάντασμα.
(1) «Δηλαδή ταράχτηκαν» (Ζ). Η αιφνίδια εμφάνιση με κλειστές τις πόρτες κάνει έντρομους τους μαθητές που νομίζουν ότι η εμφάνιση αυτή δεν είναι ζωντανού ανθρώπου με σάρκα και αίμα, αλλά πνεύματος του πεθαμένου (δ). Καμία αντίφαση δεν υπάρχει ανάμεσα στο στίχο 34, όπου διακηρύττουν οι μαθητές, ότι αναστήθηκε ο Κύριος όντως, και στην πτόηση και τον φόβο αυτόν, ο οποίος υπήρξε η πρώτη εντύπωση των μαθητών. Είχαν βεβαιώσει αυτούς ότι ο Κύριος αναστήθηκε. Αλλά τί είδους ανάσταση ήταν αυτή; Στους Εμμαούς ευλόγησε τον άρτο, αλλά δεν έφαγε και έγινε αιφνίδια άφαντος. Και τώρα αναγνωρίζουν τον Ιησού, αλλά η πρώτη τους εντύπωση είναι ότι πρόκειται για πνεύμα· νομίζουν ότι βλέπουν την ψυχή του πεθαμένου διδασκάλου (L).
(2) «Δηλαδή φάντασμα» (Ζ). Η λέξη σημαίνει εδώ την ψυχή του πεθαμένου που επιστρέφει από τον άδη και εμφανίζεται στους ζωντανούς με ορατή μορφή, αλλά χωρίς σώμα πραγματικό· ό,τι ονόμαζαν οι αρχαίοι σκιά ή φάντασμα (Ματθ. ιδ 26). Για την έννοια αυτή της λέξης πνεύμα δες και Α΄ Πέτρ. γ 19 (g).

24.38 καὶ εἶπεν αὐτοῖς(1), Τί τεταραγμένοι ἐστέ(2), καὶ διὰ τί διαλογισμοὶ(3) ἀναβαίνουσιν ἐν ταις καρδίαις(4) ὑμῶν;
38 Εκείνος τους είπε: «Γιατί είστε τρομαγμένοι και γιατί γεννιούνται στην καρδιά σας αμφιβολίες;
(1) «Επειδή με τον λόγο αυτόν (της ειρήνης) δεν καταπραΰνθηκε η ταραχή της ψυχής τους, δείχνει σε αυτούς από αλλού ότι είναι ο Υιός του Θεού, που γνωρίζει τις καρδιές. Γιατί, δηλαδή, λέει, ανεβαίνουν διαλογισμοί στις καρδιές σας; Οπωσδήποτε όμως το να γνωρίζει τις καρδιές είναι ομολογουμένως γνώρισμα του Θεού» (Θφ).
(2) Επιτιμά ήπια και καθησυχάζει ταυτόχρονα (δ). Πολλές από τις ταραχώδεις σκέψεις μας, οι οποίες ανησυχούν το εσωτερικό μας, προέρχονται από τις πλάνες και παρανοήσεις μας για τον Χριστό. Λησμονούμε, ότι ο Χριστός είναι ο μεγαλύτερος αδελφός μας και προσβλέπουμε σε αυτόν, σαν να βρίσκεται μακριά μας. Δεν τον βλέπουμε με τα μάτια της πίστης κοντά μας, να μας παρακολουθεί με στοργή, και με ηπιότητα να μας διορθωνει και να μας υποστηρίζει, ακόμη και όταν εμείς ταλαντευόμαστε κλονιζόμενοι από την ολιγοπιστία μας.
(3) Το διαλογισμοί σημαίνει συλλογισμούς και σκέψεις εσωτερικές υπέρ και κατά· αμφιβολίες συνεπώς (g). Γιατί διαλογισμοί αμφιβολίας γεννιούνται στο νου σας; (δ). Όλες οι ανήσυχες σκέψεις, που σε οποιοδήποτε χρόνο ανεβαίνουν στην καρδιά μας, είναι γνωστές στον Κύριό μας Ιησού και μάλιστα από αυτήν την πρώτη στιγμή της γέννησής τους. Και προκαλούν την απαρέσκειά του. Και με την επιτίμηση, την οποία στην προκειμένη περίπτωση έκανε στους μαθητές του, μάς διδάσκει να επιτιμούμε τους εαυτούς μας: Γιατί είσαι περίλυπη ψυχή μου, και γιατί με συνταράσσεις; Γιατί ανεβαίνουν σε σένα διαλογισμοί, οι οποίοι ούτε αληθινοί ούτε αγαθοί είναι, αλλά εμποδίζουν την εν Θεώ χαρά μας, μάς καθιστούν απρόθυμους στο καθήκον, παρέχουν πλεονεκτήματα στο Σατανά, για τον εναντίον μας αγώνα του και μας στερούν από τις ενισχύσεις και παρηγοριές που προέρχονται από την ισχυρή πίστη;
(4) Ανεβαίνει στις καρδιές. Για την αντίστοιχη εβραϊκή φράση δες Ησαΐου ξε 17 (δ). Οι σκέψεις μας είναι κρυμμένες από εμάς πριν ανεβούν στην καρδιά μας (b). Οι σκέψεις ανεβαίνουν στην καρδιά. Δες Πράξ. ζ 23, Α΄ Κορ. β 9 και Ησ. ξε 17, Ιερεμ. γ 16, λθ 35. Έκφραση εβραϊκή. Σαν οι σκέψεις μπερδεμένες και αβέβαιες να έβγαιναν από άγνωστα βάθη για να εμφανιστούν στο λογικό (L). Μερικές φορές η ταραχή της καρδιάς μας γεννιέται από τους διαλογισμούς που ανεβαίνουν σε αυτήν και οι λύπες μας και οι φόβοι μας προέρχονται από τα δημιουργήματα της φαντασίας μας. Μερικές φορές πάλι οι διαλογισμοί γεννιούνται από το φόβο της ολιγοπιστίας μας, τον οποίο δεν πολεμούμε, αλλά αφήνουμε να μας κυριεύσει. Ο Θεός μάς απομάκρυνε και μας ξέχασε, είναι η ολιγόπιστη σκέψη, η οποία πολλές φορές μας τάραξε.

24.39 ἴδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς πόδας μου(1) ὅτι αὐτός(2) ἐγώ εἰμι· ψηλαφήσατέ με(3) καὶ ἴδετε, ὅτι(4) πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα(5).
39 Κοιτάξτε τα χέρια μου και τα πόδια μου, για να βεβαιωθείτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος. Ψηλαφίστε με και δείτε· ένα φάντασμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε εμένα να έχω».
(1) «Και πώς επρόκειτο από αυτά να τον γνωρίσουν; Διότι είχαν ακόμη τα τρυπήματα από τα καρφιά» (Ζ). Υποδηλώνει λοιπόν αυτό, ότι τόσο τα πόδια του, όσο και τα χέρια του είχαν καρφωθεί στο ξύλο. Παρέχει σε αυτούς απόδειξη που κατασιγάζει τους φόβους τους, που προήλθαν από την ιδέα τους, ότι μπροστά τους είχαν πνεύμα. Τους πείθει λοιπόν, ότι έχει αληθινό σώμα· και απόδειξη ακόμη που ενισχύει την πίστη τους στη μεγάλη αλήθεια, την οποία θα κήρυτταν ακολούθως σε ολόκληρο τον κόσμο. Τους παρέχει βεβαιότητα για το ότι το σώμα, το οποίο έχει, είναι το ίδιο το δικό του σώμα, που καρφώθηκε και νεκρωθηκε πάνω στο σταυρό, το οποίο αφού αναστήθηκε το πήρε πάλι από τον τάφο. Δείτε τα χέρια και τα πόδια μου, λέει στους μαθητές του δείχνοντας σε αυτούς τις ουλές από τα καρφιά. Και όπως για ενίσχυση της πίστης των μαθητών του δείχνει σε αυτούς τις πληγές από τα καρφιά, έτσι για ενδυνάμωση των για χάρη μας προσευχών του παρουσιάζει αυτές και στον Πατέρα του. Εμφανίζεται στον ουρανό σαν αρνί σφαγμένο (Αποκ. ε 6) και το αίμα του μιλά (Εβρ. ιβ 24).
(2) Το πρώτο αυτό ό τ ι είναι ειδικό και η όλη φράση είναι αντικείμενο του δείτε (g). Με αυτό ο Κύριος πείθει πρώτον τους μαθητές για την ταυτότητά του· ότι δηλαδή αυτός είναι ο διδάσκαλός τους, για τον οποίο νόμιζαν ότι τον έχασαν για πάντα (p).
(3) Με αυτά πείθει αυτούς για την π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α της εμφάνισής του και του σώματός του· ότι δηλαδή ο διδάσκαλος, τον οποίο βλέπουν, δεν είναι απλώς πνεύμα πεθαμένου (p). Το χωρίο Α΄ Ιω. α 1 φαίνεται να είναι άμεση παραπομπή στο παρόν χωρίο. Το ίδιο ρήμα και εκεί χρησιμοποιείται. Η αξιοσημείωτη παράθεση του Ιγνατίου (Προς Σμυρναίους γ 1) θα μπορούσε να συγκριθεί: «όταν ήλθε σε αυτούς που ήταν γύρω από τον Πέτρο, είπε σε αυτούς: Πάρτε με, ψηλαφήστε με, και δείτε ότι δεν είμαι δαιμόνιο ασώματο». Ο Ευσέβιος (ΙΙΙ, 36,11) αγνοεί, από πού έλαβε αυτήν την παράθεση ο Ιγνάτιος. Ο Ιερώνυμος επανειλημμένως λέει, ότι πάρθηκε αυτή από το καθ’ Εβραίους ευαγγέλιο. Ο Ωριγένης όμως (Περί αρχών. Προοίμιο 8) πιο σωστά ίσως, αναφέρει ότι πάρθηκε από το απόκρυφο «Κήρυγμα του Πέτρου» (p).
(4) Είναι αμφίβολο εάν είναι ειδικό ή αιτιολογικό. Σύμφωνα με τους g, p είναι αιτιολογικό.
(5) «Μία σκιά, ένα πνεύμα, κάτι που είναι απλώς φαινομενικό, δεν θα μπορούσε να υπομείνει άγγιγμα του χεριού» (Κ), «ούτε σάρκα ούτε οστά έχει· ενώ εγώ και σάρκα και οστά έχω, αν και πιο θεία και πνευματικά. Διότι το σώμα του Κυρίου δεν ήταν μεν πνεύμα, ήταν όμως πνευματικό, δηλαδή ήταν ξένο από κάθε παχύτητα, και κυβερνιόταν από το πνεύμα. Διότι το μεν σώμα, το οποίο έχουμε τώρα, είναι σώμα ζωϊκό (που διευθύνεται από τις κατώτερες ζωϊκές δυνάμεις της ψυχής), δηλαδή διοικείται και ζωογονείται από την ψυχή με τις φυσικές και ζωϊκές ποιότητες και δυνάμεις. Ενώ το σώμα μετά την ανάσταση το ονόμασε πνευματικό ο Παύλος, το οποίο δηλαδή θα ζωογονείται και θα διοικείται από θείο πνεύμα και όχι από τις κατώτερες δυνάμεις της ψυχής, το οποίο αφού μεταστοιχειωθεί ώστε να γίνει άφθαρτο με τρόπο απόρρητο και πνευματικό θα συντηρείται σε αυτήν την κατάσταση. Τέτοιο λοιπόν πρέπει να εννοήσουμε το σώμα του Κυρίου μετά την ανάσταση, ότι είναι δηλαδή πνευματικό και λεπτό και έξω από κάθε παχύτητα, και δεν χρειάζεται ούτε τροφή ούτε κάτι άλλο, αν και έφαγε για να βεβαιώσει την ανάσταση» (Θφ)

24.40 καὶ τοῦτο εἰπὼν επέδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας(1).
40 Και λέγοντας αυτά τους έδειξε τα χέρια και τα πόδια του.
(1) Αποσιωπάται ο στίχος από τον κώδικα του Βέζα, από πολλά χειρόγραφα της Ιτάλας και από την παλαιά συριακή μετάφραση. Είναι λοιπόν και αυτός γλώσσα (=παρέμβλητο κείμενο) που παρεμβλήθηκε στο κείμενο του Λουκά από το Ιωάννη κ 20; (g). Το κείμενο όμως του Ιωάννη έχει ως εξής: καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. Δεν ταυτίζεται λοιπόν πλήρως με τον παρόντα στίχο. Και αν πάρθηκε αυτός από τον Ιωάννη, πώς αντικαταστάθηκε από όλους η φράση «την πλευράν» με το «τους πόδας»; Διατηρούμε λοιπόν τον στίχο, που είναι πολύ άλλωστε φυσικός και στο Λουκά. Ο Harnack αποδίδει εύλογα στον Μαρκίωνα την αποσιώπηση του στίχου (L).

24.41 ἔτι δὲ ἀπιστούντων αὐτῶν ἀπὸ τῆς χαρᾶς(1) καὶ θαυμαζόντων(2) εἶπεν αὐτοῖς, ῎Εχετέ τι βρώσιμον(3) ἐνθάδε;
41 Αυτοί από τη χαρά και την έκπληξή τους δεν πίστευαν στα μάτια τους· τους ρώτησε τότε ο Ιησούς: «Έχετε τίποτε φαγώσιμο;»
(1) Η χαρά τους ήταν τόσο μεγάλη, ώστε απιστούσαν ακόμη, θεωρώντας ως όνειρο το πράγμα και θαύμαζαν για ό,τι είδαν (δ). Αναμφίβολα είχαν πιστέψει, διότι διαφορετικά δεν θα χαίρονταν. Αλλά η πάνω στις ψυχές τους πλήρης επίδραση της πίστης παρεμποδιζόταν από τη χαρά τους (b). Η απιστία τους αυτή αποτελεί βέβαιη εγγύηση για την αυθεντικότητα της ανάστασης. Αντί να κλέψουν το σώμα του Διδασκάλου και να διακηρύξουν έπειτα ότι αναστήθηκε, όπως τους συκοφάντησαν οι αρχιερείς, είναι έτοιμοι να πουν και πάλι: Όχι, δεν αναστήθηκε. Το ότι στην αρχή υπήρξαν άπιστοι και επέμειναν στο να τους παρασχεθούν ισχυρές για το γεγονός αποδείξεις, δείχνει ότι όταν τελικά πίστεψαν στην ανάσταση, στηρίχτηκαν σε τεκμήρια αδιάσειστα και εξολοκλήρου πειστικά.
(2) Θεωρούσαν το γεγονός ως πολύ μεγάλο, που ξεπερνούσε κάθε προσδοκία και ελπίδα. Τώρα η απιστία τους δεν προέρχεται από κάποια περιφρόνηση των προσφερομένων σε αυτούς ενδείξεων ή μαρτυριών. Απιστούν από χαρά, όπως άλλοτε ο Ιακώβ δεν πίστευε, ότι ο Ιωσήφ ήταν ακόμη ζωντανός. Και απιστούν από θαυμασμό για το πρωτοφανές και πρωτάκουστο γεγονός. Είναι για αυτό άξια συγχώρεσης η απιστία τους αυτή και για αυτό ο διδάσκαλος, χωρίς να τους μαλώσει, συγκαταβαίνει στο να τους δώσει πληροφορία και μεγαλύτερο στηριγμό στην πίστη.
(3) Κοινώς φαγώσιμο πράγμα (δ). Λέγεται μία φορά. «Όχι επειδή είχε ακόμη ανάγκη τροφής, αλλά (τρώει) για περισσότερη αξιοπιστία και βεβαιότερη απόδειξη για να μην νομίζουν ότι είναι φάντασμα» (Ζ). «Επειδή δηλαδή οι μαθητές απιστούσαν ακόμη και επειδή δεν πείστηκαν ούτε από την ψηλάφηση, προσθέτει και άλλο (τεκμήριο), αυτό του φαγητού» (Θφ).

24.42 οἱ δὲ ἐπέδωκαν αὐτῷ ἰχθύος ὀπτοῦ μέρος και από μελισσίου κηρίου(1)
42 Του έδωσαν τότε ένα κομμάτι ψητό ψάρι και ένα κομμάτι κηρύθρα με μέλι.
24.43 καὶ λαβὼν ἐνώπιον αὐτῶν(2) ἔφαγεν(3).
43 Τα πήρε και τα έφαγε μπροστά τους.
(1) Η φράση «καὶ ἀπὸ μελισσίου κηρίου» παραλείπεται από αρκετούς μεγαλογράμματους κώδικες. Περιλαμβάνεται όμως σε κάποιους μεγαλογράμματους από τον Η΄αιώνα, σε πολλά χειρόγραφα της Ιτάλας και στη Συριακή μετάφραση του Cureton (g). Ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυρας στο περί αναστάσεως έργο του ξεκάθαρα μαρτυρεί ότι και έφαγε κηρίον (μέλι) και ιχθύν· ομοίως επίσης και ο Α. (δ). Και οι δύο λέξεις λέγονται μία φορά. Μελίσσιον κηρίον είναι η μελικηρίς, αυτή που έχει μέσα της μέλι· κοινώς η κηρύθρα.
(2) Ενώ έβλεπαν αυτοί,για να πειστούν τελείως ότι δεν είναι φανταστική η εμφάνιση (δ). «Όπως ακριβώς υπερφυσικά έφαγε, έτσι και υπερφυσικά κατανάλωσε αυτά που έφαγε» (Ζ), «με κάποια θεία δύναμη καταναλώθηκαν αυτά που φαγώθηκαν. Διότι κάθετί που τρώγεται με τρόπο φυσικό από το στόμα προχωρά στο αποχωρητήριο· αυτά όμως εδώ, δεν φαγώθηκαν όπως είπαμε κατά τρόπο φυσικό, αλλά κατά συγκατάβαση» (Θφ).
(3) «Πρέπει όμως να ξέρουμε, ότι αυτά που από κάποια συγκατάβαση γίνονται από τον Σωτήρα, δεν είναι κανόνας και όρος της φύσης. Διότι κανείς άλλος μετά την αφθαρσία του σώματος δεν θα έχει πληγές ή θα δεχτεί τροφή» (Ζ). Η ένσταση ότι, εάν ο Ιησούς για να πείσει τους μαθητές, ότι δεν ήταν πνεύμα ή ψυχή πεθαμένου, έλαβε τροφή, την ώρα που αυτή δεν ήταν αναγκαία για το αναστημένο σώμα, ενεργούσε απατηλά, είναι ασύστατη και αβάσιμη. Δεν αληθεύει το δίλημμα: Ή πνεύμα ή συνηθισμένο σώμα που έχει ανάγκη τροφής. Υπάρχει και ένα τρίτο ενδεχόμενο και το οποίο μπορεί να αληθεύει. Δηλαδή υπάρχει και δοξασμένο σώμα που μπορεί κατά βούληση να λαμβάνει τροφή (p). Δες και Πράξ. ι 41 «οι οποίοι φάγαμε μαζί και ήπιαμε μαζί με αυτόν μετά την ανάστασή του από τους νεκρούς».

24.44 Εἶπεν(1) δὲ αυτοίς(2), Οὗτοι οἱ λόγοι(3) οὓς ἐλάλησα πρὸς ὑμᾶς ἔτι ὢν σὺν ὑμῖν(4), ὅτι δεῖ(5) πληρωθῆναι πάντα(6) τὰ γεγραμμένα ἐν τῷ νόμῳ Μωϋσέως καὶ προφήταις καὶ ψαλμοῖς(7) περὶ ἐμοῦ.
44 Ύστερα τους είπε: «Αυτά εννοούσα με τα λόγια που σας έλεγα όταν ήμουν ακόμη μαζί σας, ότι δηλαδή πρέπει να εκπληρωθούν όλα όσα είναι γραμμένα για μένα στο νόμο του Μωυσή, στους προφήτες και στους Ψαλμούς».
(1) Η περικοπή αυτή φαίνεται να είναι μία πυκνή περίληψη αυτών που ειπώθηκαν από το Χριστό στους αποστόλους μεταξύ της Ανάστασης και της Ανάληψης εν μέρει μεν την ίδια την ημέρα της ανάστασης, εν μέρει δε σε άλλες περιστάσεις. Δεν έχουμε όμως βέβαια δεδομένα, πάνω στα οποία βασιζόμενοι να καθορίσουμε, τι ειπώθηκε το ίδιο εκείνο απόγευμα και τι ειπώθηκε αργότερα (p).
(2) Το «εἶπε δὲ αὐτοῖς» αποτελεί νέα εισαγωγή, η οποία υποδηλώνει κάποια διακοπή που παρεμβλήθηκε ανάμεσα στους στίχους 43 και 44 (p).
(3) Υπάρχει άλλη γραφή: οὗτοι οἱ λόγοι μου. Το λόγοι πρέπει να εννοηθεί για αυτά που ειπώθηκαν μεν προηγουμένως από τον Κύριο, και ήδη πραγματοποιήθηκαν, σαν να έλεγε: Αυτά που συνέβησαν πρόσφατα, ήταν εκείνα, που σας προανήγγειλαν οι λόγοι μου (L). Το «αυτοί οι λόγοι μου» λοιπόν αναφέρεται στα έργα που τώρα συντελέστηκαν με την ανάσταση του Μεσσία, την κατάσταση της ταπείνωσης, η οποία τελείωσε, και σε αυτήν της δόξας, η οποία με την ανάσταση άρχισε (δ).
(4) Το «όταν ακόμη ήμουν μαζί σας» αποδεικνύει, ότι από τώρα ο Ιησούς θεωρεί τον χωρισμό του από τους μαθητές ως συντελεσμένο ήδη. Η κατοικία του είναι αλλού (g). Δεν θα είναι πλέον ο σύντροφος της περασμένης τριετίας. Είναι ήδη δοξασμένος (L).
(5) Το «ότι πρέπει» είναι η περίληψη αυτών των γεγονότων, όπως περιέχονται στη θεία πρόγνωση και θέληση και προκαταγγέλθηκαν από τους προφήτες (δ).
(6) Όλα και αυτά τα βαριά και σκληρά. Ακόμη και το ξύδι. Και δεν θα πέθαινε στο σταυρό προτού, αφού εκπληρωθούν όλα, να μπορέσει να πει: Τετέλεσται.
(7) Μόνο εδώ στην Κ.Δ. αναφέρεται με σαφήνεια η τριπλή διαίρεση του εβραϊκού κανόνα της Γραφής (p). Ο νόμος του Μωϋσή και οι προφήτες αποτελούν τα δύο κύρια μέρη του κανόνα (g). Με τη λέξη όμως «ψαλμοί» δεν υποχρεωνόμαστε να εννοήσουμε όλα τα αγιόγραφα. Από τα αγιόγραφα ο ψαλτήρας ήταν το γνωστότερο βιβλίο και επιπλέον περιείχε πάρα πολλές προφητείες για τον Μεσσία (p). Το ψαλμούς λοιπόν=όχι απλώς όλα τα αγιόγραφα, αλλά τους ψαλμούς του Δαβίδ, οι οποίοι πολλά για αυτόν προφητεύουν (δ). Αναφέρεται ο Κύριος όχι μόνο στις ξεκάθαρες προφητείες για τον Μεσσία, αλλά σε όλη την θυτήρια (οι τελετουργικές θυσίες) και τελετουργική οικονομία της Π.Δ., η οποία στην προς Εβραίους επιστολή εξηγείται ότι προτυπώνει την μόνη και αιώνια θυσία, την οποία θα προσέφερε ο μέγας αρχιερέας και υιός του Θεού (ο).

24.45 τότε(1) διήνοιξεν(2) αὐτῶν τὸν νοῦν(3) τοῦ συνιέναι τὰς γραφάς(4).
45 Τότε τους φώτισε το νου, για να καταλαβαίνουν τις Γραφές,
(1) «Όταν ειρήνευσε το λογισμό τους με αυτά που είπε, με το ότι ψηλαφήθηκε, με το ότι έφαγε, τότε άνοιξε το νου τους» (Κ). «Διότι αν δεν αναπαυόταν η ψυχή τους, πώς θα γνώριζε με το να είναι ταραγμένη και να μην ησυχάζει;» (Θφ).
(2) Πολλά εμπόδια, που υπάρχουν στη διάνοιά μας, πρέπει να απομακρυνθούν, για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε. Δες Πράξ. ιστ 14 (b). Το άνοιγμα της διάνοιάς τους είναι ανάλογο με αυτό που αναφέρεται στο στίχο 31 (p). Ο φωτισμός αυτός, ο οποίος επιχύνεται για αυτούς πάνω σε όλη την Π.Δ., προέρχεται από επενέργεια του Αγίου Πνεύματος, για την οποία προετοιμάστηκαν οι ψυχές τους με τις διδασκαλίες του προηγούμενου στίχου οι οποίες τις στήριξαν στην πίστη. Η στιγμή αυτή, νομίζω, ανταποκρίνεται σε εκείνην, την οποία ο Ιωάννης (κ 22) περιγράφει με τα λόγια αυτά: Φύσηξε σε αυτούς και τούς λέει· Πάρτε Πνεύμα Άγιο. Το Πνεύμα διάνοιξε σε αυτούς την εσωτερική αίσθηση, με την οποία ο άνθρωπος διακρίνει την αλήθεια (g). Άνοιξε το νου τους τόσο με τη δύναμή του, όσο και με τα λόγια του (b). Κατά τη συνομιλία του με τους πορευόμενους εις Εμμαούς απομάκρυνε το κάλυμμα από το κείμενο των Γραφών διανοίγοντας σε αυτούς τις Γραφές. Εδώ σηκώνει το κάλυμμα από τις καρδιές των μαθητών, διανοίγοντας το νου τους.
(3) Είναι αξιοπαρατήρητα τα μετά την ανάστασή του παρεχόμενα από αυτόν δύο δείγματα των μεγάλων ενεργειών του Αγίου Πνεύματος πάνω στα πνεύματα των ανθρώπων. Η μία ενέργεια είναι ο φωτισμός των διανοητικών δυνάμεων με θείο φως, και με αυτήν άνοιξε ο νους των αποστόλων. Και αυτοί λοιπόν οι ενάρετοι και πιστοί έχουν ανάγκη αυτού του φωτός. Διότι αν και δεν βρίσκονται στο σκοτάδι, όπως βρίσκονται αυτοί που ζουν με τη φυσική ζωή, έχουν όμως μέσα τους πολλά σημεία ασαφή ή σκοτεινά. Αυτός ο Δαβίδ έλεγε: Φώτισε τα μάτια μου. Ο Παύλος πάλι, που ήξερε τόσα πολλά από αποκάλυψη Χριστού, ζητά ακόμη περισσότερο φωτισμένους τους οφθαλμούς της διάνοιας. Άλλη ενέργεια είναι η ενίσχυση της θείας χάρης, που εκδηλώθηκε στις καρδιές αυτών που πορεύονταν εις Εμμαούς, οι οποίες ήταν φλεγόμενες από την θερμότητα, την οποία η χάρη μεταδίδει στο εσωτερικό των ανθρώπων.
(4) Για αυτό ο Πέτρος όχι μετά πολύ χρόνο ανέπτυξε με δύναμη τις Γραφές στο Πράξ. β και εξής, όσο και με σοφία στο Πράξ. α 16, 20 (b). Διάνοιξε το νου τους με τη χάρη του, για να κατανοούν τις προφητείες της Π.Δ. με την αληθινή, τη μεσσιακή τους έννοια, η οποία μένει κλεισμένη στους απίστους (δ)

24.46 καὶ εἶπεν αὐτοῖς(1) ὅτι Οὕτω γέγραπται(2) και ούτως έδει(3) παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ ἀναστῆναι ἐκ νεκρῶν τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ,
46 και τους είπε: «Οι Γραφές λένε ότι έτσι έπρεπε να γίνει, και έτσι έπρεπε να πάθει ο Μεσσίας, ν’ αναστηθεί από τους νεκρούς την τρίτη μέρα
(1) Ο g θα έβαζε τελεία στο «γραφάς», διότι θεωρεί το «και είπε σε αυτούς» ότι εισάγει νέα περίληψη λόγων που λέχθηκαν πιθανώς σε άλλη περίπτωση (p). Ο Ιησούς με την ανάπτυξη των προφητειών αποκαλύπτει τι διδάσκουν οι Γραφές σε σχέση με τον Μεσσία Χριστό και σε σχέση με το έργο το οποίο πρόκειται να συντελεστεί στο όνομά του από άλλους. Ο Χριστός έπρεπε να πάθει. Αλλά ως Χριστός επρόκειτο να αναστηθεί, και αυτό έγινε την τρίτη από το πάθος του ημέρα (L).
(2) Το «γέγραπται» έχει την έννοια αυτού που με θεία θέληση προδιατάχτηκε και κατά συνέπεια αυτού γράφτηκε, όπως άλλωστε δέχτηκαν αυτό από παλιά τα χειρόγραφα ή οι μεταφράσεις, στα οποία προστέθηκε το «οὕτως ἔδει (=έτσι έπρεπε)» ή και αντικαταστάθηκε τελείως το γέγραπται με το ἔδει (έπρεπε) (L).
(3) Η φράση «καὶ οὕτως ἔδει» αποσιωπάται από τα παλαιότερα χειρόγραφα. Αξιοσημείωτη η παρατήρηση: «ήταν αναγκαίο έτσι να πάθει ο Χριστός. Έτσι· πώς; Με ξύλο σταυρού. Επειδή μέσω του ξύλου (του δέντρου του Παραδείσου) έγινε η καταστροφή, ήταν ανάγκη και με ξύλο να σταματήσει η φθορά και αφού περάσει αήττητος ο Κύριος μέσα από τις οδύνες του ξύλου, να καταργήσει την ηδονή που συνέβη στο ξύλο (την γεύση του καρπού στον παράδεισο)» (Θφ).

24.47 καὶ(1) κηρυχθῆναι ἐπὶ τῷ ὀνόματι(2) αὐτοῦ μετάνοιαν καὶ(3) ἄφεσιν ἁμαρτιῶν(4) εἰς πάντα τὰ ἔθνη ἀρξάμενον(5) ἀπὸ ᾽Ιερουσαλήμ(6)·
47 και να κηρυχθεί στο όνομά του μετάνοια και άφεση αμαρτιών σ’ όλα τα έθνη, αρχίζοντας από την Ιερουσαλήμ.
(1) Και έτσι έχει γραφτεί να κηρυχτεί= Τι πρόκειται ήδη να συντελεστεί από άλλους στο όνομα του Χριστού. Η δεύτερη αυτή αποκάλυψη δεν είναι λιγότερο εκπληκτική. Ο θριαμβευτής Χριστός, στην οποίο ο Θεός υποσχέθηκε κληρονομιά τα έθνη, σχεδόν εξαφανίζεται από την ορατή αυτή σκηνή του κόσμου· τα έθνη όμως πρόκειται να κληθούν σε μετάνοια στο όνομά του και θα επιτύχουν την άφεση βάσει των παθημάτων του. Τα δύο αυτά σημεία αναπτύσσονται στη δημηγορία του Παύλου στην Αντιόχεια της Πισιδίας (Πράξ. ιγ 26-41)(L).
(2) Το ἐπὶ τῷ ὀνόματι σημαίνει: Με βάση κάθετί που σας είναι γνωστό για το πρόσωπό μου και το έργο μου (g). Η ιδιότητά του ως Μεσσία κάνει αποτελεσματική τη μετάνοια. Για τη χρήση της φράσης «ἐπὶ τῷ ὀνόματι» δες Λουκ. θ 48, κα 8, Πράξ. δ 17, 18, ε 28, 40 κλπ. (p) = με την πίστη του ονόματος ή στο όνομά του (δ).
(3) Ο σιναϊτικός και ο βατικανός κώδικας γράφουν: μετάνοιαν εις άφεσιν. Και ο μεν p φρονεί ότι το «εις» διορθώθηκε με το «και», λόγω του δεύτερου «εις» που ακολουθεί (εἰς πάντα τὰ ἔθνη), ο g όμως βρίσκει πιθανότερη τη γραφή: μετάνοιαν και άφεσιν.
(4) Αξιοσημείωτα τα επόμενα: «Εδώ μιλά για το βάπτισμα. Διότι σε αυτό γίνεται μετάνοια με την εξομολόγηση και απόθεση των προηγούμενων κακιών και ασεβειών, και επακολουθεί η άφεση των αμαρτιών… Όταν όμως λέμε ότι το βάπτισμα γίνεται στο όνομα του Χριστού, δεν λέμε αυτό, ότι πρέπει δηλαδή να τελούμε αυτό μόνο στο όνομα του Χριστού, αλλά ότι το βάπτισμα του Χριστού… το πνευματικό, δεν είναι ιουδαϊκό, ούτε όπως του Ιωάννου για μετάνοια μόνο, αλλά παρέχει κοινωνία Αγίου Πνεύματος και άφεση αμαρτιών… Έπειτα το βάπτισμα στο όνομα του Χριστού να εννοήσεις ότι λέγεται αντί για το: στο θάνατο του Χριστού» (Θφ). Οι απόστολοι καλούνται να κηρύξουν μετάνοια στο όνομα του Ιησού Χριστού σε όλους. Ο Θεός μέσω του Χριστού «παραγγέλλει στους ανθρώπους όλους παντού να μετανοούν» (Πράξ. ιζ 30). Πηγαίνετε, λέει ο Κύριος, και πείτε στους λαούς, ότι ο Θεός ο οποίος τους δημιούργησε και ο Κύριος ο οποίος τους εξαγόρασε, περιμένει και ζητά, ώστε αμέσως να επιστρέψουν από τη λατρεία των θεών, τους οποίους αυτοί έφτιαξαν, στη λατρεία του Θεού, ο οποίος έφτιαξε αυτούς. Και όχι μόνο αυτό. Πρέπει να επιστρέψουν από τη δουλεία της σάρκας και τα ενδιαφέροντα του κόσμου στη δουλεία του Θεού μέσω του Χριστού. Πρέπει να νεκρώσουν όλες τις αμαρτωλές συνήθειές τους και να λησμονήσουν ολοτελώς τις αμαρτωλές πράξεις τους. Οι καρδιές τους και οι ζωές τους πρέπει να μεταβληθούν και εξ’ ολοκλήρου να ανακαινιστούν. Αυτό είναι το μέγα καθήκον της μετάνοιας που επιβάλλεται από το ευαγγέλιο. Αλλά με τη μετάνοια αυτή συνδέεται και το μέγα προνόμιο, η μεγάλη δωρεά, που προτείνεται και παρέχεται από το ευαγγέλιο. Και αυτή είναι η άφεση των αμαρτιών. Πηγαίνετε, λέει ο Κύριος, και πείτε στον ένοχο κόσμο, ο οποίος στέκεται υπόδικος και κατάδικος μπροστά στο βήμα του Θεού, ότι βασιλικό διάταγμα χάριτος εκδόθηκε από τον βασιλιά των όλων, το οποίο είναι ευεργετικό για όλους όσοι μετανοούν.
(5) Η γραφή αρξάμενον είναι αιτιατική απόλυτη όπως στο Πράξ. ι 37 (b) = «να αρχίσει να κηρύττεται» (Ζ), δηλαδή να αρχίσει το κήρυγμα (δ). Υπάρχει και η γραφή αρξάμενοι = Ανακόλουθο σχήμα. Για αυτό συνέδεσαν κάποιοι αυτό με τον επόμενο στίχο, χωρίζοντας αυτό με τελεία από τα προηγούμενα. Δεν είναι αναγκαία η στίξη και ο χωρισμός αυτός (L). Το αρξάμενοι συμφωνεί με το να κηρύσσετε που υπονοείται από το κηρυχθῆναι που προηγήθηκε (g).
(6) Η προτεραιότητα του ιουδαϊκού έθνους στην πρόσκληση στο ευαγγέλιο αναγνωρίζεται και εδώ, παρά την από αυτό απόρριψη του Μεσσία (p). Στην Ιερουσαλήμ πρέπει να ακουστούν τα πρώτα τους κηρύγματα. Στην Ιερουσαλήμ πρέπει να ιδρυθεί η πρώτη εκκλησία. Εκεί πρέπει να ανατείλει η αυγή της ευαγγελικής ημέρας και από εκεί το φως της πρέπει να διαχυθεί σε όλο τον κόσμο μέχρι τα έσχατα της γης. Και πρέπει από την Ιερουσαλήμ να αρχίσει το κήρυγμα, διότι έτσι έχει γραφτεί: «Από τη Σιών θα βγει νόμος και λόγος Κυρίου από την Ιερουσαλήμ» Ησαΐου β 3. Δες και Ζαχαρ. ιδ 8, Οβδιού 21, Ιωήλ γ 1-5. Στην Ιερουσαλήμ άλλωστε έλαβαν χώρα τα κύρια γεγονότα του κηρύγματος και συνεπώς εκεί πρέπει αυτά να διαπιστωθούν και αν υπάρχει κάποια αντίρρηση ή ένσταση για την αλήθειά τους να ελεγχθεί και να εξεταστεί. Τόσο ισχυρές, τόσο λαμπρές υπήρξαν οι πρώτες ακτίνες της δόξας του αναστημένου Λυτρωτή, ώστε δεν συσκιάζονται από τα νέφη, που συσσωρεύουν με τα ψεύδη τους οι εχθροί του.

24.48 ὑμεῖς δε εστέ(1) μάρτυρες τούτων(2).
48 Εσείς είστε μάρτυρες όλων αυτών.
(1) Παραλείπεται από κάποιους παλαιούς κώδικες το «δέ ἐστε», ώστε ο στίχος είναι: ὑμεῖς μάρτυρες τούτων. Έτσι και η πρόταση γίνεται πιο έντονη και το ὑμεῖς (εσείς) περισσότερο εμφατικό (p).
(2) «Μάρτυρες του πάθους και της ανάστασης και του όλου θείου έργου μου» (Ζ). Το έργο αυτό το απεριόριστο, που αναφέρεται στη σωτηρία όλων των εθνών, πρόκειται να συντελεστεί από σας. Με ποιό τρόπο; Απλούστατα με τη μαρτυρία του ό,τι είδατε και ακούσατε τα χρόνια που συζήσατε μαζί μου (g). Για το ότι η μαρτυρία για το Πάθος και την Ανάσταση ήταν ένα από τα κύρια έργα των Αποστόλων γίνεται φανερό από τα Πράξ. α 8, 22, β 32, γ 15, ε 32, ι 39, 41 κλπ. (p).

24.49 καὶ ἰδοὺ(1) ἐγὼ(2) ἀποστέλλω(3) τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου(4) ἐφ᾽ ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ(5) καθίσατε(6) ἐν τῇ πόλει Ιερουσαλήμ(7) ἕως οὗ ἐνδύσησθε(8) δύναμιν ἐξ ὕψους(9).
49 Κι εγώ θα σας στείλω αυτό που σας υποσχέθηκε ο Πατέρας μου. Εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ ωσότου ο Θεός σάς οπλίσει με τη δύναμή του».
(1) «Έπειτα για να μην ταραχτούν μέσα τους και σκεφτούν· Πώς θα δώσουμε μαρτυρία άνθρωποι άσημοι που στέλνονται στα έθνη, και θα παρουσιαστούμε στους Ιεροσολυμίτες που και σένα σε σκότωσαν. Να έχετε θάρρος, λέει, εξ΄αιτίας αυτού. Διότι θα σας στείλω εντός ολίγου την υπόσχεση του Πατέρα μου» (Θφ). Το «ἰδοὺ ἐγὼ» τονίζει το μεγαλείο της επαγγελίας, για την οποία θα μιλήσει αμέσως (g).
(2) Αντιτίθεται με το προηγούμενο ὑμεῖς (εσείς) = Να ο ρόλος σας, να και ο δικός μου (g). Η ενέργειά μου αυτή θα σας κάνει ικανούς για εκτέλεση της αποστολής σας (L).
(3) Υπάρχει και η γραφή εξαποστέλλω. Ο ενεστώτας δηλώνει αυτό που θα γίνει στο μέλλον αμέσως και με βεβαιότητα.
(4) «Την υπόσχεση του Πατέρα μου, την οποία είπε μέσω του Ιωήλ ότι: Θα ξεχύσω από το πνεύμα μου σε κάθε σάρκα» (Θφ). Εδώ για πρώτη φορά στα ευαγγέλια έχουμε τη λέξη επαγγελία με την τεχνική έννοια της υπόσχεσης του Θεού στο λαό του. Δες Ρωμ. α 2. Σημαίνεται εδώ κατά τρόπο ειδικό η δωρεά του Πνεύματος. Δες Ιεζεκ. λστ 27, Ιωήλ γ 1, Ζαχ. ιβ 10. Επαγγελία λοιπόν σημαίνει αυτό που έχει αναγγελθεί και υποσχεθεί (p). Η αποστολή του Αγίου Πνεύματος ήταν στην Π.Δ. ο σκοπός προς τον οποίο κατέληγαν όλες οι άλλες θείες επαγγελίες. Για αυτό και η απόλυτη έκφραση «τ η ν επαγγελία του Πατέρα», διότι αυτή ήταν η κατ’ εξοχήν επαγγελία. Τι θα ήταν το έργο του Μεσσία χωρίς την έλευση του Πνεύματος, το οποίο αναγεννά και εξαγιάζει; (g).
(5) Ακόμη μία φορά αντιτίθεται με έμφαση το εγώ και το εσείς (p). Με το εσείς, επανέρχεται ο Ιησούς από το δικό του έργο στο έργο των μαθητών (g). Εσείς όμως, οι οποίοι τώρα δεν τύχατε ακόμη αυτής της υπόσχεσης (δ).
(6) = Να παραμείνετε. Για το κάθομαι με την έννοια του μένω για κάποιο χρόνο σε κάποιο τόπο δες Πράξ. ιη 11,Εξοδ. ιστ 29, Κριτ. ιθ 4, Ρουθ γ 1, Α΄ Βασ. α 23 κλπ. (p). «Να μένετε στην Ιερουσαλήμ αχώριστοι, λόγω της ασθένειας και δειλίας που ακόμη έχετε» (Θφ). Η υπόσχεση είναι τόσο απαραίτητη για αυτούς, ώστε πρέπει να αποφύγουν να επιχειρήσουν την στον κόσμο αποστολή τους πριν ακόμη ντυθούν την υποσχημένη σε αυτούς θεία δύναμη (g).
(7) Αποσιωπάται το Ιερουσαλήμ από τους παλαιότερους κώδικες. Με αφορμή την παραγγελία αυτή ο Weiss και πολλοί άλλοι λένε: Εάν οι απόστολοι οφείλουν να παραμείνουν στην Ιερουσαλήμ μέχρι την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, οι εμφανίσεις του Ιησού που ακολούθησαν στη Γαλιλαία (Ματθ. κη 7, Μάρκ. ιστ 7, Ιω κα 1) αποκλείονται. Αλλά εάν τα λόγια στους στίχους 46 και 49 λέχθηκαν όχι την ίδια την ημέρα της Ανάστασης, αλλά σε κάποια άλλη ημέρα που προσέγγιζε προς την ημέρα της Ανάληψης, τότε η παραπάνω ένσταση παρουσιάζεται αστήρικτη (g).
(8) «Θα ντυθείτε σαν πανοπλία» (Ζ). Είμαστε γυμνοί, όταν στερούμαστε την ουράνια δύναμη (b). Οι εικόνες από την ενδυμασία χρησιμοποιούνται συχνά στο βιβλικό και κλασσικό ύφος για δήλωση γεγονότων ηθικών. Δες και Ρωμ. ιγ 14, Γαλ. γ 27, Κολ. γ 12 κλπ. (g). Και Ιώβ η 22, κθ 14, λθ 19,Ψαλμ. λδ 26, 92,1. «Δεν είπε, θα δεχτείτε, αλλά θα ντυθείτε, υποδηλώνοντας ότι η πνευματική όπλιση φρουρεί από παντού» (Θφ).
(9) Από ψηλά όπου ο Ιησούς αναλαμβανόταν. Το από ψηλά αντί για το από τον ουρανό, είναι έκφραση παρμένη από την ιερή ποίηση (b). Αυτοί που πήραν το Αγιο Πνεύμα ντύνονται δύναμη από ψηλά. Δύναμη λοιπόν που υπερβαίνει την δική τους δύναμη, αλλά και κάθε επίγεια δύναμη. Και σαν δύναμη από ψηλά τραβά την ψυχή προς τα άνω και κάνει αυτήν τέτοια ώστε να βλέπει πάντοτε ψηλά και να κατευθύνεται προς τα υψηλά.

Στίχ.50-53. Η ένδοξη Ανάληψη του Κυρίου Ιησού.
24.50 ᾽Εξήγαγεν(1) δὲ(2) αὐτοὺς ἔξω ἕως εις Βηθανίαν(3), καὶ ἐπάρας(4) τὰς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν(5) αὐτούς(6).
50 Κατόπιν τους οδήγησε έξω από την πόλη ως τη Βηθανία, σήκωσε τα χέρια του και τους ευλόγησε.
(1) Εβγαλε έξω από την πόλη που αναφέρεται στο στίχο 49. Δεν είναι δυνατόν να πιστέψουμε, ότι ο Λουκάς εννοεί, ότι το ακόλουθο γεγονός έλαβε χώρα κατά την ίδια νύχτα της πρώτης εμφάνισης και ότι η ανάληψη του Χριστού έγινε σε σκοτάδι. Τέτοιο χαρακτηριστικό ήταν αδύνατον να μην αναφερθεί από το Λουκά (p). «Αυτό θα το εννοήσουμε ότι έγινε την τεσσαρακοστή ημέρα. Διότι αυτά που αυτοί (οι ευαγγελιστές) λένε περιληπτικά, να τα εννοήσεις εσύ, σε παρακαλώ, ότι έγιναν σε πολλές ημέρες, όπως ο ίδιος ο Λουκάς λέει στις Πράξεις, ότι για σαράντα ημέρες εμφανιζόταν σε αυτούς. Συχνά δηλαδή ερχόταν σε αυτούς και έφευγε» (Θφ). «Τα ενδιάμεσα τα προσπέρασε ο ευαγγελιστής» (Ζ). Τους έβγαλε για να γίνουν αυτόπτες μάρτυρες της ανάληψής του. Οι μαθητές δεν τον είδαν να ανασταίνεται από τον τάφο, διότι η ανάστασή του θα αποδεικνυόταν με τις εμφανίσεις του αναστημένου που ακολούθησαν. Τον είδαν όμως να αναλαμβάνεται, διότι δεν θα μπορούσαν με άλλο τρόπο να έχουν με αυτοψία απόδειξη για την ανάληψή του.
(2) Το «δε» σημαίνει: Και αφού ολοκληρώθηκαν αυτές οι διδασκαλίες, τους έβγαλε έξω (g).
(3) Υπάρχει και η γραφή: έως προς Βηθανίαν. Δεν μπήκαν στη Βηθανία (L).
(4) Υψωσε τα χέρια του, σε σχήμα κάποιου που προσεύχεται ή ευλογεί (d).
(5) «Ευλόγησε τους μαθητές, ίσως από τη μία και βάζοντας μέσα τους δύναμη φρουρητική μέχρι την παρουσία του Πνεύματος, ίσως από την άλλη, διδάσκοντας και εμάς, όταν φεύγουμε (πεθαίνουμε), να δίνουμε σαν παρακαταθήκη στους δικούς μας τις ευλογίες» (Θφ). Τους ευλόγησε, διότι δεν χωριζόταν από αυτούς δυσαρεστημένος, αλλά με αγάπη. Υψωσε τα χέρια του, όπως ο αρχιερέας της Π.Δ. ύψωνε αυτά, όταν ευλογούσε το λαό (Λευϊτ. θ 22). Ευλόγησε σαν κάποιος που έχει εξουσία, όπως ο Ιακώβ ευλόγησε τους γιους του και όπως ο Μωϋσής τις δώδεκα φυλές.
(6) Η ευλογία αυτή ανήκει σε όλους τους πιστούς. Διότι οι έντεκα και αυτοί που ήταν μαζί τους εκπροσωπούσαν τη στιγμή εκείνη όλους αυτούς (b). Οι δώδεκα απόστολοι αντιπροσώπευαν ήδη τις δώδεκα φυλές έτσι ώστε ευλογώντας αυτούς ευλογούσε ολόκληρο τον Ισραήλ της χάριτος.

24.51 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν(1) αὐτὸν αὐτοὺς διέστη(2) ἀπ᾽ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν(3).
51 Καθώς τους ευλογούσε, άρχισε ν’ απομακρύνεται απ’ αυτούς και ν’ ανεβαίνει στον ουρανό.
(1) Δεν έπαυσε να τους ευλογεί, αλλά εξακολουθούσε να τους ευλογεί, έως ότου δεν μπορούσαν πλέον να τον βλέπουν. Η ευλογία του δεν διακόπηκε ποτέ. Διότι η μεσιτεία του, την οποία από τότε εξακολουθεί να αναφέρει προς τον Πατέρα του για χάρη μας, είναι συνέχεια της ευλογίας αυτής.
(2) Το διέστη δηλώνει απόσταση που ολοένα αυξάνει και καταλήγει σε εξαφάνιση (g), αλλά και απομάκρυνση όχι με φυγή, αλλά με ανύψωση από τον τόπο, στον οποίο στεκόταν, από τον οποίο δεν απομακρύνθηκε περπατώντας (δ). Σηκώθηκε πάνω από τα κεφάλια τους, όπως ο Ηλίας πάνω από τον Ελισαίο. Τα αγαπημένα μας πρόσωπα επόμενο είναι να μάς φύγουν. Εκείνοι οι οποίοι μάς αγαπούν και προσεύχονται για μας και μάς διδάσκουν ενδέχεται να φύγουν πριν από εμάς. Η σωματική παρουσία του ίδιου του Χριστού δεν αναμενόταν να παραταθεί αιωνίως στον κόσμο αυτόν. Έπρεπε να φύγει από εμάς στους ουρανούς, διότι αλλιώς ούτε ο άλλος Παράκλητος θα μας στελνόταν ούτε θα είχαμε τον ίδιο τον Ιησού Παράκλητο προς τον Πατέρα και αρχιερέα μέγα που παντοτινά θα προσεύχεται για μας. Έτσι και αυτοί από τους αγαπημένους μας οι οποίοι φεύγουν εν Κυρίω πριν από εμάς πορεύονται εκεί ως πρόδρομοί μας και προσεύχονται για μας.
(3) Ο κώδικας του Βέζα και ο σιναϊτικός παραλείπουν τη φράση «καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν» (δ). Ο Αυγουστίνος επίσης αποσιωπά αυτήν μία φορά (de unit. Eccl. X), αναφέρει όμως αυτήν αλλού (de cons. Ev. III 83) (L). Η παράλειψη μπορεί να εξηγηθεί και από τη βιασύνη των αντιγραφέων που φθάνουν στο τέλος της εργασίας τους (g). «Ανέβαινε αφού σύννεφο τον βάστηξε, όπως ο παρών ευαγγελιστής έγραψε στο βιβλίο των αποστολικών Πράξεων» (Ζ). «Ανέβαινε στον ουρανό για να καθίσει μαζί με τον Πατέρα και μαζί με την ενωμένη με αυτόν σάρκα» (Κ). «Διότι ο μεν Ηλίας (ανέβηκε) σαν στον ουρανό· δηλαδή έδινε την εντύπωση ότι ανέβαινε στον ουρανό. Ο Σωτήρας όμως ανέβηκε σε αυτόν τον ίδιο τον ουρανό πρόδρομος όλων με την αγία σάρκα του (=την ανθρώπινη φύση μας) για να εμφανιστεί στο πρόσωπο του Θεού και να την παρουσιάσει συγκαθήμενη με τον Πατέρα» (Θφ). Ανέβαινε στον ουρανό από μόνος του και με τη δική του δύναμη και ενέργεια. Δεν χρειάστηκε άρμα πυρός ή πύρινα άλογα. Γνώριζε τον δρόμο προς τον ουρανό, διότι ήταν «ο Κύριος από τον ουρανό», «ο υιός του ανθρώπου, που κατέβηκε από τον ουρανό. Και μπορούσε να επιστρέψει πάλι. Ανέβηκε πάνω σε σύννεφο, όπως «ο άγγελος Κυρίου στη φλόγα του θυσιαστηρίου», όπου ο Μανωέ πρόσφερε τη θυσία του (Κριτές ιγ 20).

24.52 καὶ αὐτοὶ προσκυνήσαντες αὐτὸν(1) ὑπέστρεψαν εἰς ᾽Ιερουσαλὴμ(2) μετὰ χαρᾶς μεγάλης(3),
52 Αυτοί τότε τον προσκύνησαν και γύρισαν στην Ιερουσαλήμ με μεγάλη χαρά,
(1) Το προσκυνήσαντες αὐτὸν, μολονότι μαρτυρείται από όλους τους κώδικες, επειδή αποσιωπάται από μόνο τον κώδικα Βέζα και την Ιτάλα, θεωρείται ότι πρέπει να βγει από τους νεώτερους κριτικούς, με εικασίες που κατά τη γνώμη μας δεν είναι πιθανές και επαρκώς αιτιολογημένες.
(2) Υπακούοντας στην στο στίχο 49 παραγγελία του Κυρίου «καθίστε στην πόλη» (p).
(3) Χαίρονταν «για την ελπίδα της υπόσχεσης που τους είπε» (Ζ). Χαίρονταν βλέποντας το θρίαμβο του Χριστού και αναμένοντας τη βοήθειά του (L). Χαίρονταν διότι η ευλογία, την οποία προ ολίγου πήραν από αυτόν κυρίευσε τις καρδιές τους (g). Αξιοθαύμαστη μεταβολή! Όταν πριν το πάθος ο Χριστός έλεγε στους μαθητές: «Σας συμφέρει να φύγω», «η λύπη γέμισε την καρδιά τους». Τώρα όμως που βλέπουν το Χριστό να φεύγει οριστικά, γέμισαν με χαρά, πεπεισμένοι τελείως, ότι ήταν ωφέλιμο και για αυτούς και για την εκκλησία το να φύγει, διότι θα έστελνε σε αυτούς τον Παράκλητο. Η δόξα του Χριστού είναι η χαρά, η υπερβολική χαρά, όλων των αληθινά πιστών, ακόμη και όταν αυτοί βρίσκονται στον κόσμο αυτόν. Πολύ περισσότερο θα γεμίσουν αυτοί από χαρά, όταν θα απέλθουν στη νέα Ιερουσαλήμ για να συναντήσουν αυτόν με όλη τη δόξα του και να συζήσουν μαζί του παντοτινά.

24.53 καὶ ἦσαν διὰ παντὸς(1) ἐν τῷ ἱερῷ αινούντες και εὐλογοῦντες(2) τὸν Θεόν, αμήν(3)
53 κι έμεναν συνεχώς στο ναό υμνολογώντας και δοξολογώντας το Θεό. Αμήν.
(1) «Ήταν πάντοτε στο ιερό, κατά τις ώρες των συνάξεων εννοείται, όταν δηλαδή επιτρεπόταν να είναι σε αυτό» (Ζ). Το «διὰ παντὸς» πρέπει να το πάρουμε με έννοια σχετική= όσες φορές οι ώρες της προσευχής και οι πράξεις της λατρείας τούς καλούσαν στο ναό (Πράξ. γ 1). Η προσκαρτέρηση αυτή στο ιερό δεν εμπόδιζε αυτούς να συναθροίζονται και να προσκαρτερούν και αλλού (Πράξ. α 13, 15 και εξής) (g).
(2) Ο κώδικας του Βέζα και η Ιτάλα έχουν μόνο το αἰνοῦντες. Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα έχουν μόνο το εὐλογοῦντες. Τα βυζαντινά χειρόγραφα έχουν «αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες». Η πράξη του να ευλογεί κάποιος προέρχεται μάλλον από ευγνωμοσύνη για κάποια ευεργεσία του Θεού· η πράξη του να αινεί (υμνεί) από θαυμασμό ανιδιοτελή των απείρων τελειοτήτων του Θεού (g). «Αυτοί που πριν ήταν κλεισμένοι, τώρα περνούν τον καιρό τους ανάμεσα στους αρχιερείς και δεν υπάρχει τίποτα το βιοτικό σε αυτούς· αλλά αφού όλα τα περιφρόνησαν, στο ιερό υμνούν παντοτινά το Θεό και τον ευλογούν» (Θφ). Οι ζωοθυσίες έχουν πλέον καταργηθεί με τη θυσία του Χριστού. Αίνοι όμως και ύμνοι πάντοτε θα αναπέμπονται στο Θεό και ουδέποτε παύουν να είναι επίκαιροι. Τίποτα άλλο δεν προετοιμάζει την ψυχή για υποδοχή του Αγίου Πνεύματος από την αγία χαρά, που εκδηλώνεται σε αίνους και δοξολογίες. Οι φόβοι κατασιγάζουν, οι λύπες καταπραΰνονται και διαλύονται, και οι ελπίδες αναπτερώνονται.
(3) Αποσιωπάται από τον σιναϊτικό κώδικα και κάποιους μεγαλογράμματους και μικρογράμματους, βρίσκεται όμως στους περισσότερους από τους μεγαλογράμματους και τους υπόλοιπους. Θεωρείται από τους νεώτερους ερμηνευτές ως προσθήκη λειτουργική εν όψει της ανάγνωσης στις εκκλησιαστικές συνάξεις.

Εύρεση

Δημοφιλή Θέματα (Α-Ω)

αγάπη (600) Αγάπη Θεού (340) αγάπη σε Θεό (248) αγάπη σε Χριστό (166) άγγελοι (68) Αγγλικανισμός (1) Αγία Γραφή (228) Αγιασμός (10) Άγιο Πνεύμα (96) Άγιο Φως (1) άγιοι (178) άγιος (197) αγνότητα (42) άγχος (36) αγώνας (106) αγώνας πνευματικός (268) αδικία (6) Αθανασία (7) Αθανάσιος ο Μέγας (4) αθεΐα (127) αιρέσει (1) αιρέσεις (362) αιωνιότητα (14) ακηδία (4) ακτημοσὐνη (14) αλήθεια (111) αμαρτία (339) Αμβρόσιος άγιος (3) άμφια (1) Αμφιλόχιος της Πάτμου (4) Ανάληψη Χριστού (4) Ανάσταση (142) ανασταση νεκρών (31) ανθρώπινες σχέσεις (322) άνθρωπος (303) αντίχριστος (11) Αντώνιος, Μέγας (5) αξιώματα (15) απἀθεια (5) απελπισία (9) απιστία (21) απληστία (5) απλότητα (16) αποκάλυψη (8) απόκρυφα (17) Απολογητικά Θέματα (1) αργολογία (3) αρετή (199) Αρσένιος Όσιος (5) ασθένεια (108) άσκηση (63) αστρολογία (2) Αυγουστίνος άγιος (3) αυταπάρνηση (31) αυτεξούσιο (2) αυτογνωσία (147) αυτοθυσἰα (26) αυτοκτονία (9) αχαριστία (6) Β Παρουσία (10) Β' Παρουσία (11) βάπτιση (17) βάπτισμα (31) Βαρβάρα αγία (1) Βαρσανουφίου Οσίου (31) Βασιλεία Θεού (33) Βασίλειος ο Μέγας (30) Βελιμίροβιτς Νικόλαος Άγιος (32) βία (4) βιβλίο (31) βιοηθική (10) βίος (1) Βουδδισμός (5) γαλήνη (1) γάμος (125) Γένεση (5) Γέννηση Κυρίου (14) Γεροντικόν (195) Γερόντισσα Γαβριηλία (1) Γεώργιος Άγιος (1) γηρατειά (11) γιόγκα (4) γλώσσα (64) γνώση (25) Γνωστικισμός (3) γονείς (134) Γρηγόριος Νεοκαισαρείας άγιος (1) Γρηγόριος Νύσσης Άγιος (2) Γρηγόριος ο Θεολόγος (20) Γρηγόριος ο Παλαμάς όσιος (9) γυναίκα (36) δάκρυα (57) δάσκαλος (24) Δεύτερη Παρουσία (26) Δημήτριος Άγιος (1) Δημιουργία (62) διάβολος (233) Διάδοχος Φωτικής όσιος (13) διαίσθηση (1) διακονία (4) διάκριση (147) διάλογος (5) δικαιο (4) δικαιοσύνη (38) Διονύσιος Αρεοπαγίτης Άγιος (2) Διονύσιος Κορίνθου άγιος (1) Δογματικα Θέματα (205) Δογματική Τρεμπέλα (1) δύναμη (68) Δωρόθεος αββάς (10) εγκράτεια (19) εγωισμός (248) εικόνες (34) Ειρηναίος Λουγδούνου άγιος (4) ειρήνη (54) εκκλησία (235) Εκκλησιαστική Ιστορία (24) Εκκλησιαστική περιουσία (3) έκτρωση (5) έλεγχος (16) ελεημοσύνη (114) ελευθερία (62) Ελλάδα (19) ελπίδα (61) εμπιστοσὐνη (58) εντολές (12) Εξαήμερος (2) εξέλιξης θεωρία (16) Εξομολόγηση (167) εξωγήινοι (13) εξωσωματική γονιμοποίηση (5) Εορτή (3) επάγγελμα (17) επιείκεια (2) επιμονἠ (52) επιστήμη (108) εργασία (79) Ερμηνεία Αγίας Γραφής (182) έρωτας (19) έρωτας θείος (9) εσωστρέφεια (1) Ευαγγέλια (191) Ευαγγέλιο Ιωάννη Ερμηνεία (33) Ευαγγελισμός (2) ευγένεια (15) ευγνωμοσὐνη (42) ευλογία (5) Ευμένιος Όσιος γέροντας (7) ευσπλαχνία (34) ευτυχία (65) ευχαριστία (53) Εφραίμ Κατουνακιώτης Όσιος (25) Εφραίμ ο Σύρος όσιος (6) εχεμύθεια (1) ζήλεια (15) ζώα (46) ζωή (34) ηθική (14) ησυχία (32) θάνατος (299) θάρρος (99) θαύμα (253) θέατρο (5) Θεία Κοινωνία (179) Θεία Λειτουργία (127) θεία Πρόνοια (14) θἐλημα (54) θέληση (38) θεογνωσία (2) Θεόδωρος Στουδίτης όσιος (36) θεολογία (29) Θεός (330) Θεοφάνεια (6) Θεοφάνους Εγκλείστου Αγίου (5) θέωση (6) θλίψεις (280) θρησκείες (43) θυμός (100) Ιάκωβος Αδελφόθεος Άγιος (1) Ιάκωβος Τσαλίκης Όσιος (14) ιατρική (13) Ιγνάτιος Θεοφόρος (9) Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ Άγιος (6) ιεραποστολή (47) ιερέας (177) ιερωσύνη (16) Ινδουισμός (14) Ιουδαίοι (1) Ιουστίνος άγιος (3) Ιουστίνος Πόποβιτς Άγιος (58) Ιππόλυτος άγιος (1) Ισαάκ ο Σύρος (5) Ισίδωρος Πηλουσιώτης όσιος (36) Ισλάμ (11) Ιστορία Ελληνική (8) Ιστορία Παγκόσμια (14) Ιστορικότης Χριστού (1) Ιωάννης Δαμασκηνός Άγιος (1) Ιωάννης Θεολόγος (3) Ιωάννης Κροστάνδης (329) Ιωάννης Χρυσόστομος (397) Ιωσήφ Ησυχαστής Άγιος (6) Καινή Διαθήκη Ερμηνεία (137) Καινή Διαθήκη κριτικό κείμενο NestleAland (5) Κανόνες Εκκλησίας (4) καρδιά (116) Κασσιανός Όσιος (4) κατάκριση (132) καταναλωτισμός (8) Κατηχητικό (4) καύση νεκρών (1) κενοδοξία (14) κήρυγμα (53) Κίνητρα (3) Κλήμης Αλεξανδρέας (1) Κλήμης Ρώμης άγιος (1) Κλίμακα (6) κλοπή (5) Κοίμησις Θεοτόκου (25) κοινωνία (167) κόλαση (50) Κόντογλου Φώτης (4) Κοσμάς Αιτωλός Άγιος (2) Κουάκεροι (1) ΚράτοςΕκκλησία (1) Κρίσις Μέλλουσα (47) Κυπριανός άγιος (1) Κύριλλος Άγιος (1) Λατρεία Θεία (75) λείψανα (9) λογική (1) λογισμοί (115) λόγος Θεού (21) Λουκάς Κριμαίας Άγιος (12) λύπη (60) μαγεία (19) μακροθυμία (5) Μανιχαϊσμός (1) Μάξιμος Ομολογητής (15) Μαρία Αιγυπτία Αγία (1) Μαρκίων αιρετικός (1) μάρτυρες (24) μεγαλοσὐνη (7) Μεθοδιστές (1) μελέτη (59) μετά θάνατον (44) μετά θάνατον ζωή (101) Μεταμόρφωση (11) μετάνοια (364) Μετάσταση (1) μετάφραση (13) Μετενσάρκωση (8) μητέρα (56) Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος (2) μίσος (11) ΜΜΕ (4) μνημόσυνα (9) μοναξιά (21) μοναχισμός (114) Μορμόνοι (1) μόρφωση (20) μουσική (8) Ναός (17) ναρκωτικά (4) Νέα ΕποχήNew Age (1) Νεκτάριος άγιος (27) νέοι (27) νεοπαγανισμός (7) νηστεία (67) νήψη (2) Νικηφόρος ο Λεπρός Άγιος (3) Νικόδημος Αγιορείτης Άγιος (1) Νικόλαος Άγιος (8) Νικόλαος Καβάσιλας Άγιος (2) Νικόλαος Πλανάς Άγιος (1) νους (54) οικονομία (2) Οικουμενισμός (4) ομολογία (3) ομορφιά (17) ομοφυλοφιλία (2) όνειρα (35) οραμα (25) οράματα (32) οργή (2) ορθοδο (1) Ορθοδοξία (292) όρκος (1) πάθη (266) πάθος (38) παιδεία (24) παιδιά (138) Παΐσιος Όσιος (380) Παλαιά Διαθήκη (7) Παλαιά Διαθήκη Ερμηνεία (10) παλαιοημερολογίτες (17) Παναγία (333) Παπαδόπουλος Στυλιανός (3) παράδειγμα (38) Παράδεισος (113) Παράδοση Ιερά (9) Παρασκευή Αγία (1) Παρθένιος ο Χίος Όσιος (2) Πάσχα (22) πατήρ Νικόλαος Πουλάδας (21) πατρίδα (9) Πατρολογία (19) Παύλος Απόστολος (4) πειρασμοί (27) Πεντηκοστή (12) περιέργεια (3) Πέτρος Απόστολος (1) πίστη (539) πλησἰον (69) πλούτος (73) Πνευματικές Νουθεσίες (92) πνευματική ζωή (278) πνευματικός πατέρας (120) πνευματισμός (10) ποίηση (21) πόλεμος (28) πολιτική (25) πολιτισμός (9) Πορφύριος Όσιος (271) πραότητα (7) προθυμἰα (28) Πρόνοια (5) Πρόνοια Θεία (90) προορισμός (15) προσευχή (805) προσοχή (51) προσπἀθεια (139) προτεσταντισμός (29) προφητείες (15) ραθυμία (18) Ρωμαιοκαθολικισμός (36) Σάββας Καλύμνου Άγιος (1) Σαρακοστή (12) σεβασμός (28) Σεραφείμ του Σαρώφ Όσιος (11) Σιλουανός Άγιος (2) σιωπή (14) σοφία (54) Σπυρίδων Άγιος (2) σταθερότητα (2) Σταυρός (84) Σταυροφορίες (4) Σταύρωση (52) συγχώρηση (92) συκοφαντία (2) Συμεών Νέος Θεολόγος όσιος (88) συμπὀνια (23) συναξάρι (2) συνείδηση (25) σχίσμα (34) σώμα (49) σωτηρία (47) Σωφρόνιος του Έσσεξ Άγιος (35) τάματα (2) ταπεινοφροσύνη (270) ταπείνωση (195) Τέλος Κόσμου (4) Τερτυλλιανός (1) Τεσσαρακοστή Μεγάλη (6) τέχνη (1) τιμωρία (19) Τριάδα Αγία (35) τύχη (2) υγεία (8) υλικά αγαθά (43) υπακοή (124) Υπαπαντή (2) υπαρξιακά (73) υπερηφἀνεια (55) υποκρισία (25) υπομονή (222) φανατισμός (5) φαντασία (5) φαντάσματα (3) φιλαργυρἰα (9) φιλαυτἰα (10) φιλία (30) φιλοσοφία (23) Φλωρόφσκυ Γεώργιος (3) φόβος (56) φὀβος Θεοὐ (26) φως (44) Φώτιος άγιος (1) χαρά (123) Χαράλαμπος Άγιος (1) χάρις θεία (119) χαρίσματα (39) Χειρόγραφα Καινής Διαθήκης (1) Χριστιανισμός (21) χριστιανός (101) Χριστός (361) Χριστούγεννα (69) χρόνος (36) ψαλμωδία (7) ψεύδος (22) ψυχαγωγία (10) ψυχή (270) ψυχολογία (25)