Αναφέρει ο π. Στεφ. Αναγνωστόπουλος: «Πριν από χρόνια, όταν ήμουν εφημέριος στον ιερό Ναό του αγίου Βασιλείου Πειραιώς, με κάλεσαν να εξομολογήσω εκτάκτως, κατόπιν δικής του επιθυμίας, ένα νέο άνδρα, 42 ετών, του οποίου το όνομα, ήταν Ξενοφών. Όταν πήγα, ήταν σε κακή κατάστασι. Ο καρκίνος με τις ραγδαίες μεταστάσεις τον είχε προσβάλει και στο κεφάλι. Οι μέρες του μετρημένες. Ήταν μόνος στο θάλαμο, το διπλανό κρεβάτι ήταν άδειο, κι έτσι βρεθήκαμε μόνοι μας. Και μου είπε τα εξής, για το πώς πίστευσε, αφού υπήρξε, όπως το τόνισε, “σκληρός άθεος” και άπιστος. Ήλθα εδώ πριν από 35 περίπου μέρες, σ’…
Ο π.Β. επεσκέφθη ένα χωριό δι’ υποθέσεις της Μονής του. Από την στιγμήν που έφθασε εις το χωριό, οι κάτοικοι τον επλησίασαν. Του εζήτουν επιμόνως να τους βοηθήση και να υπερασπίση την Αλήθεια εμπρός εις έναν ευαγγελικόν ιεροκήρυκα, που τους ενοχλούσε πολύ προσβάλλων την πίστιν της Εκκλησίας, όσον αφορά την λατρείαν των Αγίων και της Μητέρας του Θεού, χρησιμοποιών πολλά χωρία της Βίβλου. Απλός και σχεδόν αγράμματος ο πτωχός μοναχός ευρέθη εις αμηχανίαν. Εσκέφθη ολίγον. Μετά, αφού ενεθυμήθη αυτό που συχνά εδιάβαζε εις τους βίους των Αγίων, προεκάλεσε εις διάλογον τον αντίπαλόν του:- Ας ανάψωμε, λοιπόν, μιαν μεγάλην φωτιάν εις…
Ήταν ένας εργάτης, δασοφύλακας στη Φιλοθέου, που είχε σκοτώσει άνθρωπο. Ύστερα ήρθε στο Άγιο Όρος. Με βοηθούσε πολλές φορές. Μου ΄φερε απ΄ το Μοναστήρι μια τσέργα, πιρούνι, κουτάλι αλλά όταν μιλούσαμε για πεθαμένους, αμέσως άλλαζε κουβέντα. - Άστα, άστα αυτά έλεγε, δεν υπάρχουν αυτοί. Πέθανε ο άνθρωπος, πάει τέλειωσε. Δώσε, του λέω, τα ονόματα απ΄ τα πεθαμένα να στα μνημονεύω στο εκκλησάκι των Αρχαγγέλων. Εκεί ήμουν τότε. Αυτός τίποτα, δε μου τα έδωσε.Ύστερα από καιρό, μαθαίνω, πέθανε. Δεν το πίστεψα στην αρχή. Πάω στη Φιλοθέου, βλέπω φρέσκο μνήμα. Ε, λέω, πέθανε. Ύστερα από είκοσι μέρες, μαθαίνω, μ΄ έψαχνε ένα πρόσωπο…
ΜΕ ΠΟΙΟΝ μοιάζει o χριστιανός, πού σηκώνει τις θλίψεις της επίγειας ζωής με αληθινή πνευματική σύνεση; Μ’ έναν οδοιπόρο, που στέκεται στην ακροθαλασσιά σε ώρα τρικυμίας. Τα αγριεμένα άσπρα κύματα πλησιάζουν τον οδοιπόρο και, αφού σπάσουν στην άμμο, διαλύονται πάνω στα πόδια του σε αναρίθμητες μικρές σταγόνες. Η θάλασσα, φιλονικώντας με τον άνεμο, βρυχιέται, υψώνει κύματα σαν βουνά, βράζει, παφλάζει. Το ένα κύμα γεννά και στη συνέχεια καταβροχθίζει το άλλο. Οι κορυφές τους είναι στεφανωμένες με κάτασπρο αφρό. Όλη η θάλασσα είναι καλυμμένη απ’ αυτά τα κύματα, που μοιάζουν με τερά¬στιο λάρυγγα φοβερού τέρατος δίχως δόντια. Ο οδοιπόρος παρατηρεί το…
 Ενσυναίσθηση: κοιτάζοντας μέσα απ’ το παράθυρο του ασθενούς ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΞΕΝΟ πως κάποιες φράσεις ή κάποια γεγονότα εγκαθίστανται στο μυαλό μας και μας προσφέρουν συνεχή καθοδήγηση και ανακούφιση. Πριν από μερικές δεκαετίες έβλεπα μια ασθενή με καρκίνο του μαστού, που είχε περάσει ολόκληρη την εφηβεία της παγιδευμένη σε μια μακρόχρονη και πικρή πάλη με τον αρνητικό πατέρα της. Λαχταρώντας κάποια μορφή συμφιλίωσης, μια καινούρια αρχή για τη σχέση τους, περίμενε πώς και πώς να την πάει ο πατέρας της με τ’ αυτοκίνητο στο κολέγιο- μια ευκαιρία να είναι μόνη μαζί του για πολλές ώρες. Αλλά το ταξίδι που περίμενε από καιρό…
Χρυσός  Νικητής                    Έκανα μια ομιλία σ’ ένα γυμνάσιο την άνοιξη του 1995. Όταν τελείωσε το πρόγραμμα, ο διευθυντής με ρώτησε αν θα μπορούσα να δω ένα μαθητή. Μια αρρώστια τον είχε κρατήσει σπίτι, αλλά είχε εκφράσει την επιθυμία να με συναντήσει, και ο διευθυντής ήξερε ότι αυτή η επίσκεψη σήμαινε πολλά γι’ αυτόν. Συμφώνησα να τον δω.      Όσο χρόνο οδηγούσαμε για να πάμε στο σπίτι του, που απείχε περίπου δέκα χιλιόμετρα, έμαθα μερικά πράγματα για τον Μάθιου. Είχε μυϊκή δυστροφία. Όταν γεννήθηκε, οι γιατροί είπαν στους γονείς του ότι δεν θα ζούσε παραπάνω από τα 5 χρόνια, μετά τους…
"Το μοναχικό ταξίδι της ψυχής μου" μοναχή η ψυχή μου ταξιδεύει σε μια βάρκα μεσοπέλαγα, προσμένοντας την αρχή ή το τέλος.. αγναντεύω τον ορίζοντα και ποθώ.. αφουγκράζομαι τις αισθήσεις της γης  και του ουρανού, ακούραστος συνοδευτής τ’ αγέρωχο δεντρί μου, ρίζες του τ’ απέραντα της θάλασσας, σκιά και καταφύγιό μου, καταμεσής του διαπερνά φως ιλαρό, η θαλπωρή στο ρίγος της καρδιάς μου·   μόνη τραβάω στ’ ανοιχτά, μόνη γελάω κι απορώ.. που πήγε ο φόβος ο παλιός; κι όταν τα κύματα θεριά, μέσα μου πάντα ξαστεριά.. εντός μου Εκείνος κατοικεί, είναι η μορφή Του οδηγός, Αυτός πατέρας κι αδελφός, Νυμφίος…
Αρχίστε από τον εαυτό σας Τα παρακάτω λόγια γράφτηκαν στον τάφο ενός Αγγλικανού Επισκόπου, στις κρύπτες του Αββαείου του Ουέστμινστερ: Όταν ήμουν νέος κι ελεύθεροςκι η φαντασία μου δεν είχε όρια,ονειρευόμουν ν’ αλλάξω τον κόσμο.Καθώς μεγάλωνα κάπωςκι αποκτούσα περισσότερη γνώση,ανακάλυψα πως ο κόσμος δεν αλλάζει, έτσι περιόρισα κάπως το στόχο μουκι αποφάσισα να αλλάξω μόνο την πατρίδα μου.Αλλά κι αυτή φαινόταν αμετακίνητη.Φτάνοντας στη δύση της ζωής μου, σε μία τελευταία απέλπιδα προσπάθεια, αρκέστηκα στην προσπάθειανα σώσω μόνο την οικογένειά μου,αυτούς που ήταν πιο κοντά μουαλλά, δυστυχώς, δεν ήθελαν ούτε ν’ ακούσουν.Και τώρα, ξαπλωμένος καθώς είμαιστο κρεβάτι του θανάτου,ξαφνικά συνειδητοποιώ:αν άλλαζα…
H φουρτουνιασμένη θάλασσα         Σ΄ένα μουσείο της Φλωρεντίας, διατηρούνται δυο περίφημοι ζωγραφικοί πίνακες. Ο ένας απ΄αυτούς παριστάνει μια φουρτουνιασμένη θάλασσα, που ανάμεσά της ένας ναυαγός, στηριγμένος επάνω σ' ένα σπασμένο κουπί, παλεύει απεγνωσμένα με τα λυσσασμένα κύματα. Οι δυνάμεις τον έχουν εγκαταλείψει. Η ωχρότης του θανάτου έχει εκχυθή στο πρόσωπό του κι έπειτα από λίγο θα βρει ασφαλώς μνήμα στον υγρό βυθό.     Ο άλλος πίναξ παριστάνει επίσης έναν ωκεανό φουρτουνιασμένο και πολυτάραχο. Στη μέση όμως του ωκεανού υπάρχει ένας τεράστιος βράχος κι' επάνω σ΄αυτόν μια περιστέρα έχει χτίσει τη φωλιά της. Και παρατηρεί  ατάραχη την ανεμοζάλη, που μαίνεται γύρω της, γιατί…
Ο μακαριστός γέροντας Ιάκωβος αγρύπνησε αποβραδίς με προσευχή. Μα ο εξουθενωμένος δε λησμόνησε και τους πονεμένους. Διάβασε τα τελευταία γράμματα και απάντησε περίπου σε δεκαπέντε. Παρηγόρησε, συμβούλεψε κατά περίπτωση. 21 του Νοέμβρη. Ξημερώνοντας θα γιόρταζε τα Εισόδια της Θεοτόκου. Ετοιμαζόταν όλη τη νύχτα, θα κατέβαινε. Κανονικά δε θα 'πρεπε, μα το ήθελε πολύ. Τόσο πολύ που τίποτα δεν μπορούσε να τον αποκλείσει από την τελευταία του θεία Κοινωνία. Με κόπο κατέβηκε, σκοτάδι ακόμα, στην Ακολουθία. Μερικοί μοναχοί πρόσεξαν μιαν άλλη διάθεση στο πρόσωπο του Γέροντα. Ιλαρότητα υπέρμετρη, αγάπη ξεχείλιζε ολόκληρος, το αγγελικό του χαμόγελο ατέλειωτο. Έγινε η Ακολουθία. Έψαλε γονατιστός…

katafigioti

lifecoaching