Ερχόμαστε στην λαβίδα, άλλον και αυτόν λειτουργικό μας νεωτερισμό, παρόλο που είναι προγενέστερος από το «ζέον» και τον αστερίσκο. Όπως είναι γνωστό, ο αρχαίος τρόπος της μετάληψης ήταν αυτός που μέχρι τώρα παραμένει στους ιερείς: η μετάληψη δηλαδή πρώτα του Σώματος, το οποίο το χέρι του ιερέα αποθέτει στην παλάμη αυτού που κοινωνά και η μετάληψη του Αίματος έπειτα απ’ ευθείας από το Ποτήριο, που τότε όμως το έδινε ο διάκονος. Για αυτό δεν επιτρέπεται να αμφιβάλλουμε ούτε στο ελάχιστο. Να τα κείμενα.
Οι Αποστολικές Διαταγές (δηλαδή η λειτουργία του λεγομένου Κλήμεντος, που είναι στις Αποστολ. Διαταγές) προστάζουν: «Ο μεν επίσκοπος να δίνει την προσφορά, λέγοντας Σώμα Χριστού, και αυτός που την δέχεται ας λέει Αμήν· ο δε διάκονος να κρατά το Ποτήριο και δίνοντας να λέει Αίμα Χριστού»(Διαταγές Αποστόλων Η,ΙΓ). Ο Διονύσιος Αλεξανδρείας λέει: «Αφού παρακολούθησε την Ευχαριστία και αντιφώνησε το Αμήν και αφού παρέστη στην τράπεζα, άπλωσε τα χέρια του για να παραλάβει την άγια Τροφή…» (Ευσεβίου Εκκλ. Ιστ. Ζ,9). Ο Αμβρόσιος προς τον Μ. Θεοδόσιο λέει: «Πώς με τέτοια χέρια να υποδεχτείς το Πανάγιο Σώμα του Δεσπότη; Πώς πάλι θα φέρεις στο στόμα σου το Αίμα το τίμιο;»(Θεοδωρήτου Εκκλ. Ιστ. Ε,17). Ο Μ. Βασίλειος λέει: «Διότι πράγματι στην εκκλησία ο ιερέας δίνει την μερίδα και αυτός που την δέχεται την κρατά με όλη την εξουσία και έτσι την φέρνει στο στόμα με το χέρι του»(Επιστολή 93 προς Καισαρίαν)… «σκέψου τι δέχεσαι στο χέρι και διατήρησέ το καθαρό από κάθε πλεονεξία και αρπαγή. Συλλογίσου ότι όχι μόνο με το χέρι δέχεσαι, αλλά φέρνεις και στο στόμα και φύλαγε τη γλώσσα σου καθαρή»(Χρυσοστόμου,Κατήχηση Β,2). Ο Κύριλλος Ιεροσολύμων λέει: «Όταν πλησιάζεις, μην έρχεσαι με απλωμένους τους καρπούς των χεριών ούτε με ανοιχτά τα δάχτυλα· αλλά αφού κάνεις το αριστερό χέρι θρόνο στο δεξί, σαν να πρόκειται αυτό να υποδεχτεί Βασιλιά, και αφού κάνεις κοίλη την παλάμη, να δέχεσαι το Σώμα του Χριστού… έπειτα, αφού κοινωνήσεις το Σώμα του Χριστού, πλησίασε και το Ποτήριο του Αίματος»(Κατήχηση ΚΓ 21-22). Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέει: «Αφού σταυρώσουμε τις παλάμες, ας υποδεχτούμε το σώμα του εσταυρωμένου» (Έκδοση Ορθ.Π Δ,13).
Έτσι, κατά τους 8 πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, η λαβίδα δεν φαίνεται να χρησιμοποιείται, επισήμως τουλάχιστον, στην Καθολική Εκκλησία. Και πώς ήταν δυνατόν να γίνει διαφορετικά, αφού η ίδια η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος με τον 101ο κανόνα της όριζε τον τρόπο της κοινωνίας σύμφωνα με τα μέχρι τότε ισχύοντα; «Αν κάποιος θελήσει την ώρα της σύναξης να μεταλάβει το άχραντο σώμα και να γίνει ένα με αυτό μέσω της μετουσίας, να σχηματίζει τα χέρια του σε σχήμα Σταυρού και έτσι να πλησιάζει και να δέχεται την κοινωνία της χάρης»
Και ναι μεν ο Γερμανός, κατά τον 8ο αιώνα, χρησιμοποιεί στη Μυστική του Θεωρία τη λέξη «λαβίς», αλλά την χρησιμοποιεί μεταφορικά και όχι κυριολεκτικά, για να δηλώσει τον ιερέα «που κρατά το νοερό κάρβουνο, τον Χριστό, με την λαβίδα του χεριού του στο άγιο θυσιαστήριο και αγιάζει και καθαρίζει αυτούς που τον δέχονται και μεταλαμβάνουν»(Migne 98,433), με τον ίδιο τρόπο που και στη λειτουργία του αγ. Ιακώβου ο ιερέας, όταν πρόκειται να προσφέρει τα άγια στους πιστούς, δέεται με παρόμοια μεταφορική γλώσσα· «Ο Κύριος να μας ευλογήσει και να μας αξιώσει με αγνές τις λαβές των δαχτύλων να πάρουμε το πύρινο κάρβουνο και να τον τοποθετήσουμε στα στόματα των πιστών για καθαρισμό και ανακαινισμό των ψυχών και των σωμάτων τους». Η «λαβή» λοιπόν ή «λαβίδα» υφίσταται ως λέξη στην αρχαία λειτουργική γλώσσα, όχι όμως για να δηλώσει το αργότερα εμφανιζόμενο «κοχλιάριο» (μικρό κουτάλι), αλλά για να δηλώσει την λαβίδα των ιερατικών δαχτύλων και χεριών, μέσω των οποίων το Σώμα μπαίνει στα στόματα των πιστών. Με τέτοιο μεταφορικό τρόπο και ο μοναχός Ιώβιος θεολόγησε σχετικά με την μυστική λαβίδα του προφητικού οράματος του Ησαΐου, την οποία έφερε ένα από τα Σεραφείμ, που στάλθηκε στον προφήτη, η οποία κουβαλούσε το κάρβουνο. Στην οπτασία εκείνη, «σαν με σωματικά σύμβολα για κάποια πράγματα ασώματα και νοερά, η ασώματη Δύναμη υποδήλωνε στον προφήτη μυστήρια, όπου η Γραφή μας διδάσκει ότι, όπως ακριβώς δεν είναι δυνατόν, χωρίς κάτι ενδιάμεσο και χωρίς μία παχύτερη ύλη, να πάρει κάποιος την φωτιά, έτσι και τα θεία δεν είναι δυνατόν να τα λάβει κάποιος, χωρίς σύμβολα υλικά και κατάλληλα για αυτούς που τα δέχονται»(Φωτίου Μυριόβιβλος). Και έτσι μεν γενικώς μιλούσε εκείνος, και πίσω μεν από το κάρβουνο έβλεπε το Θεό, ο οποίος είναι φωτιά που κατατρώει, ενώ πίσω από την λαβίδα κάθε υλική εικόνα και αναπαράσταση, μέσω της οποίας το θείο, αμυδρά κάπως πλησιάζει τις ψυχές μας. Εγώ όμως φοβάμαι ότι η ιδεολογία αυτή του να κοινωνούμε με τα θεία όχι απ’ ευθείας, αλλά με πιο υλικά ενδιάμεσα, δεν συνέβαλε λίγο στην ανακάλυψη και επικράτηση του μικρού κουταλιού στους μετέπειτα χρόνους, έτσι ώστε η φωτιά της θεότητας που συγκαταβαίνει στο μυστήριο, να μην έρχεται σε άμεση επαφή με τα χέρια μας.
Πότε λοιπόν η λαβίδα εισήχθη στην αγία Κοινωνία ως όργανο της άμεσης και ταυτόχρονης μετάδοσης των δύο στοιχείων; Δεν μπορώ ακριβώς να καθορίσω. Από τη μία ο άγιος Σωφρόνιος ο Ιεροσολύμων κατά τον 7ο αιώνα γράφοντας τον βίο της Μαρίας της Αιγυπτίας, μας παρουσιάζει τον αββά Ζωσιμά να αναμιγνύει (Migne 87,3721) μέσα στο Ποτήριο και τα δύο στοιχεία και μας αναγκάζει επομένως να υποπτευθούμε την χρήση λαβίδας. Από την άλλη ο Ρενωδότιος βεβαιώνει, ότι το κουτάλι, υπήρχε και στους Ορθοδόξους και στους Κόπτες και στους Νεστοριανούς και στους Μονοφυσίτες και σε άλλους Ανατολικούς Χριστιανούς, οπότε αναγκαστικά μας παραπέμπει σε χρήση παλαιά, πριν από την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, όταν οι Εκκλησίες που προαναφέρθηκαν δεν είχαν ακόμη αποσχιστεί και είχαν κοινά μαζί με την πίστη και τα λειτουργικά έθιμα.
Για αυτό και τολμώ να καταλήξω στην υπόθεση, ότι η λαβίδα, ως λειτουργικό σκεύος αφού εμφανίστηκε αρχικά στα μέρη γύρω από την Αίγυπτο, χρησιμοποιήθηκε για πολύ καιρό εκεί τοπικά, μέχρις ότου, από τον 10ο αιώνα, άρχισε βαθμιαία να επεκτείνεται σε όλη την Καθολική Εκκλησία της Ανατολής, εκτοπίζοντας την αρχαιότερη συνήθεια. Πώς τώρα αμφιταλαντεύτηκε μέχρις ότου επικρατήσει, ας μαρτυρήσει ο Βαλσαμών, ο οποίος, αφού ερεύνησε προηγουμένως τον 101ο κανόνα της Πενθέκτης που προαναφέραμε, στον οποίο ο μεν γνήσιος και αρχαιοπαράδοτος τρόπος της κοινωνίας υποδεικνύεται, ενώ επισείεται αφορισμός εναντίον αυτών που κατασκεύαζαν κάποια δοχεία και με αυτά δέχονταν την άχραντη Κοινωνία, έπειτα προσθέτει: «μη θαυμάσεις όμως, ούτε να ρωτήσεις την αιτία, για την οποία σε κ ά π ο ι ε ς ε κ κ λ η σ ί ε ς μεταδίδεται στους λαϊκούς το άγιο Σώμα του Χριστού και δεν τους δίνεται στο χέρι, σύμφωνα με το νόημα του κανόνα· διότι αυτό το παρέδωσε πίστη ορθή και φόβος Θεού και ευλάβεια ανύποπτη, όχι η αναξιότητα των λαϊκών»(Migne 137,864-865). Η μετάδοση λοιπόν με την λαβίδα, για την οποία ξεκάθαρα πρώτος ο ψευδο-Σωφρόνιος του 12ου αιώνα έγραψε, έχει ακόμη στα χρόνια του Βαλσαμώνα στενότατη την επικράτηση («σε κάποιες εκκλησίες») και ούτε αποσκοπεί σε ιεροκρατική διάκριση κληρικών και λαϊκών.
Όμως, να που ο Συμεών μετά από δύο αιώνες διδάσκει, ότι αν οι λαϊκοί μεταλαμβάνουν όλοι πλέον με λαβίδα, σύμφωνα με την οπτασία του Ησαΐου, αυτό συμβαίνει διότι «δεν πρέπει όλοι να μετέχουν στα θεία και φρικτά με άμεσο τρόπο». Είναι ανάγκη να υπάρχει ταξιαρχία. Προηγούνται οι μέσα στο ιερό· ακολουθούν οι έξω, οι οποίοι «ούτε στα χέρια παίρνουν τον θείο Άρτο, διότι είναι κατώτεροι στην τάξη και ανήκουν στο βαθμό του τελευταίου μέρους, έστω και αν υπερέχουν σε αρετή»(Συμεών Θεσσαλον. Migne 155,300-301). Και λησμονούνταν κάπου χιλίων χρόνων συνήθειες και διατάξεις πατέρων και Συνόδων, ώστε να υποστηριχθούν ως οι μόνες ορθές οι αντίθετες με αυτές! (Κωνσταντίνου Καλλινίκου, Ο Χριστιανικός Ναός και τα τελούμενα… Εκδ. Γρηγόρη, σελ.188-191, μετάφραση και μεταγλώττιση του κειμένου, π. Νικόλαος Πουλάδας)
Η ΣΙΩΠΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
«Μεγαλύνει Η Ψυχή Μου Τον Κύριον» (Λουκ. 1, 46)
Αδελφοί, έχουμε πέντε λέξεις όλες κι όλες ειπωμένες από την Παναγία, καταγεγραμμένες στα Ευαγγέλια. Όλες αυτές οι λέξεις της αναφέρονται στην εξύμνηση του μεγαλείου του Θεού. Η Παναγία ήταν σιωπηλή μπροστά στους ανθρώπους, όμως η ψυχή της συνομιλούσε αδιαλείπτως με τον Θεό. Κάθε μέρα και κάθε ώρα έβρισκε μια νέα αιτία και αφορμή για να μεγαλύνει τον Θεό. Ω, αν ήταν δυνατόν να γνωρίζουμε και αν μπορούσαμε να καταγράψουμε όλες τις φορές που η Παναγία μεγάλυνε τον Θεό, σε όλη τη διάρκεια της ζωής της, ω, πόσα πολλά βιβλία θα χρειαζόμασταν! Αλλά έστω και με τη μία αυτή δοξολογία, την οποία εκείνη εξέφρασε στη συγγενή της Ελισάβετ, τη μητέρα του αγίου Προφήτου και Προδρόμου Ιωάννου, κάθε χριστιανός μπορεί να εκτιμήσει πόσο ευώδες και θεάρεστο άνθος ήταν η παναγία ψυχή της!
Αυτό δεν είναι παρά ένα ψήγμα χρυσού από την ψυχή της Θεοτόκου, το οποίο έχει φθάσει σ’ εμάς μέσω του Ευαγγελίου. Υπήρξαν αναρίθμητα τέτοια ψήγματα στη διάρκεια της ζωής της Υπερευλογημένης Θεοτόκου! Ακόμη και προτού ακούσει το Ευαγγέλιο από τα χείλη του Υιού της, εκείνη γνώριζε πώς να μιλά με τον Θεό και να Τον δοξάζει σύμφωνα με το δίδαγμα του Ευαγγελίου. Αυτή η γνώση ήλθε σ’ αυτήν από το Άγιο Πνεύμα, η χάρις του οποίου εκχεόταν ακαταπαύστως εντός της σαν το καθαρό νερό μέσα σ’ ένα καθαρό δοχείο. Η ψυχή της μεγάλυνε τον Θεό με ύμνους σε όλη τη ζωή της και, συνακολούθως, ο Θεός μεγάλυνε αυτήν υπεράνω των Χερουβίμ και των Σεραφίμ. Έτσι και στην περίπτωσή μας: παρότι είμαστε μικροί και αμαρτωλοί, ο ίδιος ο Θεός θα μεγαλύνει στη Βασιλεία Του εμάς που μεγαλύνουμε τη Θεοτόκο, εάν ασκηθούμε να γεμίζουμε τον σύντομο βίο μας με την εξύμνηση και δοξολογία του Θεού στα έργα, στα λόγια, στις σκέψεις και στις δεήσεις μας.
Ω Παναγία, Πάναγνη και Υπερευλογημένη, κάλυψέ μας κάτω απ’ τις φτερούγες των πρεσβειών σου.
Σοι και τω Υιώ σου πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ο Πρόλογος της Αχρίδος- Δεκέμβριος, εκδ. Άθως, σ. 254-255)
Οι σχέσεις με τους συγγενείς και τους φίλους
-Γέροντα, κάποια κυρία ρώτησε τί να κάνη με δυο ξαδέλφες της που ζουν για χρόνια παρασιτικά εις βάρος της.
-Τί θέλει; να κάνουμε τώρα καινούργιο Ευαγγέλιο; Από αυτήν ζητάει ο Θεός να τις βοηθάη
και Εκείνος θα κάνη ό,τι συμφέρει στην ψυχή τους.
-Γέροντα, όταν ανάμεσα σε συγγενείς δημιουργηθή μια παρεξήγηση, πρέπει να τους πη κανείς κάτι, για να τους βοηθήση;
-Ναί, πρέπει να πη κάτι με τρόπο, γιατί, αν σιωπήση, ίσως κάνη κακό. Αν τον παρεξηγήσουν,
να πάη ξανά και να τους πή: «να με συγχωρήσετε που σας στενοχώρησα», και στο εξής να τους αφήση και να προσεύχεται γι’ αυτούς.
Όποιος θέλει να ζήσει ειρηνικά, πρέπει να προσέξη ιδιαίτερα τις σχέσεις του με συγγενείς και φίλους.
Να μην ξεγελιέται από την ευγένεια που ίσως συναντά.
Η κοσμική ευγένεια μπορεί να κάνη πολύ κακό, γιατί έχει υποκρισία. Η εξωτερική συμπεριφορά μπορεί να παρουσιάζη
έναν τέλειο άγιο, αλλά, όταν αποκαλυφθή ο εσωτερικός του κόσμος, να είναι τελείως το αντίθετο.
-Όταν, Γέροντα, νιώθη κανείς την καλωσύνη του άλλου, είναι σωστό να εκφράζεται γι’ αυτήν;
-Αν είναι πολύ δικός του άνθρωπος, δεν χρειάζεται, γιατί και αυτός κάποτε θα τον είχε εξυπηρετήσει,
αλλά και νιώθει την εσωτερική ευγνωμοσύνη που υπάρχει. Αν όμως δεν είναι δικός του άνθρωπος, τότε,
με όποιον τρόπο μπορεί, ας εκφράση την ευγνωμοσύνη του. Στους ξένους λέμε «ευχαριστώ».
Εάν θελήση λ.χ. ένα παιδί να εκφράση την ευγνωμοσύνη του στους γονείς του, δεν πρέπει να κάνη άλλη δουλειά
από το να τους λέη συνέχεια, μέρα-νύχτα, «ευχαριστώ» για όσα κάνουν γι’ αυτό.
Πολύ βοηθάει το να είναι κανείς απλός στις σχέσεις του με τους άλλους, να έχη γι’ αυτούς πάντοτε καλό λογισμό
και να μην παίρνη όλους τους ανθρώπους στα σοβαρά. Να αποφεύγη τις συζητήσεις που γίνονται δήθεν για πνευματική ωφέλεια και φέρνουν μάλλον πονοκέφαλο. Να μην περιμένη πνευματική κατανόηση από ανθρώπους που δεν πιστεύουν στον Θεό. Καλύτερα να εύχεται γι’ αυτούς να τους συγχωρήση ο Θεός και να τους φωτίση.
Να μιλάη στον καθέναν με την δική του γλώσσα και να μη φανερώνη τις μεγάλες αλήθειες που πιστεύει και ζή,
γιατί δεν θα τον καταλάβουν, επειδή μιλάει σε άλλη συχνότητα και σε διαφορετικό μήκος κύματος.
Μερικοί λένε: «θέλω να γνωρίσουν και οι άλλοι τον Χριστό, όπως Τον γνώρισα κι εγώ»,
και κάνουν τον δάσκαλο στους άλλους. Πρέπει όμως η ζωή τους να συμφωνεί με αυτά που διδάσκουν.
Όταν με την ζωή τους διδάσκουν άλλον Χριστό και δεν ανταποκρίνωνται σε αυτά που λένε,
τότε δεν μπορούν να πούν ότι γνώρισαν τον Χριστό. Και αν κανείς δεν έχη βιώματα, θα είναι έξω από την πραγματικότητα καί, αργά ή γρήγορα, θα τον προδώσει ο εαυτός του. Όταν με πόνο και αληθινή αγάπη πλησιάσουμε κάποιον, τότε η αληθινή αυτή αγάπη του Χριστού αλλοιώνει τον πλησίον μας.
Ο άνθρωπος που έχει αγιότητα, όπου κι αν βρεθή, δημιουργεί κατά κάποιον τρόπο γύρω του ένα ηλεκτρομαγνητικό πνευματικό πεδίο και επηρεάζει όσους βρίσκονται μέσα σ’ αυτό.
Βέβαια, πρέπει να προσέχουμε να μη σπαταλάμε την αγάπη μας και να μη δίνουμε την καρδιά μας εύκολα,
γιατί πολλές φορές μερικοί εκμεταλλεύονται την δική μας καρδιά και μας την κάνουν κιμά
ή άλλοτε δεν μπορούν να μας καταλάβουν και μας παρεξηγούν.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 161-163)
"Η οχληρή κατήχηση"
Πήγαινα για το Γέροντα, με το αυτοκίνητο φίλου μου, ο οποίος είχε πάρει μαζί του και την αρραβωνιαστικιά του.
Στη διαδρομή της μιλούσα για τη χριστιανική ζωή, με την οποία δεν είχε ασχοληθεί ιδιαιτέρως.
Το έκανα για να τη βοηθήσω, ώστε να έχει καλύτερη πρόσβαση στη νοοτροπία του Γέροντα,
που έβλεπε για πρώτη φορά. Όταν φθάσαμε, μπήκα πρώτος στο κελί του.
Μεταξύ άλλων τοΥ ανέφερα, κάπως αυτάρεσκα, και για την κατήχησή μου, κατά την διαδρομή.
Ο Γέροντας εξανέστη και μου είπε: "Μή, μωρέ, κάνεις τέτοια πράγματα.
Τώρα η αρραβωνιαστικιά του έχει τρομοκρατηθεί και του λέει: Πάμε να φύγουμε, φοβάμαι να δώ το Γέροντα,
μη μου βάλει να τηρήσω όλα αυτά που μου έλεγε ο φίλος σου στη διαδρομή".
Μετά από μένα, μπήκε στο κελί η αρραβωνιαστικιά του φίλου μου, ο οποίος μου εκμυστηρεύθηκε τί του έλεγε αυτή,
όσην ώρα ήμουν μέσα. Ήταν τα ίδια τα λόγια του Γέροντα. Όταν εκείνη βγήκε από τα κελί, έλαμπε από χαρά.
Ο Γέροντας δεν έκανε λάθη όπως εγώ, με το άκριτο υπερβάλλοντα ζήλο μου!
[Γ 91]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.155)
Λόγος εις τα Εισόδια της Θεοτόκου - Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς
«..Εάν το δένδρο αναγνωρίζεται από τον καρπό, και το καλό δένδρο παράγει επίσης καλό καρπό, η μητέρα της αυτοαγαθότητος, η γεννήτρια της αιώνιας καλλονής, πως δεν θα υπερείχε ασύγκριτα κατά την καλοκαγαθία από κάθε αγαθό εγκόσμιο και υπερκόσμιο;
Διότι η δύναμη που καλλιέργησε τα πάντα, ο προαιώνιος και υπερούσιος Λόγος, από ανέκφραστη φιλανθρωπία και ευσπλαχνία για χάρη μας θέλησε να περιβληθεί τη δική μας εικόνα, για να ανακαλέσει τη φύση που σύρθηκε στον Άδη και να την ανακαινίσει, γιατί είχε παλαιωθεί και να την αναβιβάσει προς το υπερουράνιο ύψος της βασιλείας και θεότητός του.
Και βρίσκει αυτήν την αειπάρθενη η οποία υμνείται από μας σήμερα που γιορτάζουμε την παράδοξη είσοδό της στα άγια των αγίων και την εκλέγει ανάμεσα από όλους ανά τους αιώνες εκλεκτούς και θαυμαστούς και περιβόητους για την ευσέβεια και σύνεση και σε λόγια και σε έργα.
Ήταν αδύνατο η υψίστη και υπεράνω του νου καθαρότης, ο σαρκωθείς Λόγος, να ενωθεί με μολυσμένη φύση, γιατί ένα μόνο πράγμα είναι αδύνατο στο Θεό, το να έλθει σε ένωση με ακάθαρτο, πριν αυτό καθαρισθεί. Γι' αυτό και χρειαζόταν κατ' ανάγκη μια τελείως αμόλυντη και καθαρότατη παρθένο για κυοφορία και γέννηση εκείνου που είναι και εραστής της και δοτήρας της καθαρότητας, η οποία και προορίσθηκε και φανερώθηκε και το σχετικό με αυτήν μυστήριο τελέσθηκε, με πολλά παράδοξα γεγονότα.
Πρώτα η γέννησή της από το ζεύγος που ζητούσε με άσκηση και προσευχή τη λήξη της ατεκνίας τους και έλαβαν την υπόσχεση και συνέλαβαν τη τωρινή Θεομήτωρ. Και επειδή οι πολυάρετοι γονείς της πέτυχαν το ζητούμενο, έσπευσαν να εκπληρώσουν την προς το Θεό υπόσχεσή τους και μετά τον απογαλακτισμό την οδηγούν στο ιερό του Θεού και στον ιεράρχη που ευρίσκετο εκεί, αλλά και αυτή μόνη της με ελεύθερη γνώμη προσήλθε στο Θεό και διέμενε στα άγια των αγίων. Τρεφόταν δε από πάνω με άγγελο με απόρρητη τροφή που δυνάμωνε καλύτερα τη φύση της και τελειοποιούσε τον εαυτό της κατά το σώμα, ώστε το κατάλληλο καιρό να ανοιχθούν οι ουράνιες μονές και να δοθούν για αιώνια κατοίκηση σε όσους πιστεύουν στη παράδοξη γέννα της.
Έχοντας πλέον από τη μητρική ακόμη κοιλιά τέτοια θεία χαρίσματα και φυσικά δώρα, δεν δέχθηκε ούτε καμιά άλλη επίκτητη φύση (διότι έτσι νομίζω ότι πρέπει να ονομάζουμε τα από τους δασκάλους αποκτήματα) να εισφέρει μέσα της φοιτώντας σε δασκάλους. Αντίθετα, αφού παρέδωσε στο Θεό τον ηγεμονικό νου ως υπήκοο σε όλα, εγκατέλειψε δε τελείως τα διδάγματα των ανθρώπων και έτσι δέχθηκε άφθονη την από τα άνω σοφία, στο σημείο της ηλικίας που οι γονείς τοποθετούν τα παιδιά χωρίς τη θέλησή τους ως νήπια κάτω από τη καθοδήγηση νηπιαγωγού και τα παραδίδουν σε γραμματοδιδασκάλους, αυτή παρακάθεται μαζί με το Θεό σε άγια άδυτα σαν θεσπέσια ανάκτορα, ως βασιλικός έμψυχος θρόνος ανώτερος από κάθε έδρα, στολισμένος ολόκληρος με αρετές που πρέπουν σε τέτοιο βασιλέα που κάθεται σε αυτόν.
Μόλις τριών ετών που μόλις είχε αποκοπεί από το θήλασμα και τη δίαιτα της αγκαλιάς δείκνυε το πρέπον σε όσους γνωρίζουν να κρίνουν αλάθευτα. Όταν έφθασε κοντά στα πρόθυρα του ιερού, ενώ νεάνιδες ευγενείς ντυμένες επάξια προς το γένος τους την περιστοίχιζαν κρατώντας λαμπάδες και έτσι με επισημότατη πομπή την προέπεμπαν με ευταξία προς το εσωτερικό, σε αυτό το σημείο φάνηκε ότι αισθανόταν καλύτερα από όλους όσα συμβαίνουν και πρόκειται να της συμβούν. Σεμνή τότε και χαρούμενη και θαυμαστή με το κατάλληλο παράστημα και ήθος και φρόνημα προχωρούσε και έρχεται σε συνάντηση με τον αρχιερέα.
Και αμέσως εγκατέλειψε όλους γονείς, τροφούς, συνομήλικες και αποχωρίσθηκε από τους συναγμένους, μόνη εντελώς, χαρούμενη προχωρεί στον αρχιερέα ο οποίος την εισήγαγε στα άγια των αγίων και έπεισε όλους τους τότε ζώντας να δέχονται το γεγονός αυτό, με τη σύμπραξη και τη συναπόφαση του Θεού. Διότι επρόκειτο να γίνει σκεύος εκλογής, όχι όπως η κιβωτός γεμάτο σκιές και τύπους, αλλά γεμάτο αλήθεια, για να βαστάει κυοφορώντας εκείνον τον ίδιο, του οποίου το όνομα είναι θαυμαστό. Τι σπουδαίο θαύμα;
Ας δούμε λοιπόν, πώς τίθεται τέλος στους τύπους, πώς πάνω σε εκείνη ακριβώς τη σκιαγραφία τελετουργείται η μορφή της αλήθειας. Εισήλθε στα πρόσκαιρα άγια των αγίων η παντοτινή αγία των αγίων. Εισήλθε η αχειροποίητη σκηνή του Λόγου, η λογική και έμψυχη κιβωτός του άρτου της ζωής που αληθινά αποστάλθηκε σε εμάς από τους ουρανούς. Εισήλθε η βίβλος της ζωής, που δεν δέχθηκε τύπους λόγου, αλλά τον ίδιο το Λόγο του Πατρός απορρήτως. Σε αυτήν την αληθινή κιβωτό παρίστανται όχι οι τύποι των αγγέλων, αλλά οι ίδιοι οι άγγελοι και το σπουδαιότερο είναι ότι δεν επεσκίαζαν απλά, αλλά διακονούσαν και υπηρετούσαν στη διατροφή. Διατροφή που δεν είναι δυνατό να πούμε ούτε τι ήταν, τόσο ξεπερνούσε σε θαυμασμό και το πολυθρύλητο εκείνο μάννα.
Ο διακομιστής ήταν καθαρό σύμβολο της αγγελικής πολιτείας της Παρθένου σε αυτό το στάδιο της ηλικίας την υπηρετούσε συνεχώς και δεν την επεσκίαζε, υποσχόμενος σε αυτήν το μελλοντικό μεγαλείο. Αυτήν άλλωστε πρόκειτο να επισκιάσει, όχι άγγελος ούτε αρχάγγελος ούτε τα ίδια τα Χερουβίμ και τα Σεραφείμ, αλλά η ίδια η ενυπόστατη δύναμη του Υψίστου. Τούτο μάλιστα δεν είναι επισκίαση αλλά καθαρά ένωση, όχι μόνο στη γαστέρα αλλά και μόρφωση. Και το μορφωμένο από τα δύο, δηλαδή από τη δύναμη του Υψίστου και στη παναγία και παρθενική εκείνη γαστέρα ήταν ο Λόγος Θεού σαρκωμένος.
Πω πω, σε ποιό βάθος μυστηρίου κατεβάσαμε το λόγο! Και έτσι ζούσε λοιπόν σαν στο παράδεισο, βίο απαράσκευο, αφρόντιστο, αμέριμνο, αμέτοχο αγενών παθών, ζώντας μόνο για το Θεό, βλεπόμενη μόνο από το Θεό, τρεφόμενη μόνο από το Θεό και γενικά αφιερωμένη συνεχώς στο Θεό.
Ζούσε την ιερά ησυχία, τη στάση του νου και του κόσμου, τη λησμονιά των κάτω, την μύηση των άνω, την απόθεση των νοημάτων προς το καλύτερο, δια της παιδείας από την ησυχία που θεωρούμε μέσα το Θεό. Αφού λύθηκε από κάθε υλικό δεσμό ανυψώθηκε πάνω και από αυτή τη συμπάθεια προς το σώμα της, σύνηψε το νου της με τη προς τον εαυτό στροφή και προσοχή και με τη αδιάλειπτο θεία προσευχή. Και δι' αυτής ερχόμενη τελείως στον εαυτό της και υπερβαίνοντας το πολύμορφο συρφετό των λογισμών, διέκρινε νέα και απόρρητη οδό στους ουρανούς, που θα την έλεγα νοητή σιγή.
Αφού έτσι μυήθηκε στα ανώτατα μυστήρια με αυτές τις ακρότατες θεωρίες και κατά το τρόπο αυτόν ενώθηκε και αφομοιώθηκε με το Θεό, μόνη αυτή στους αιώνες επετέλεσε αυτή την υπερφυά πρεσβεία για χάρη μας και μόνη της την αποπεράτωσε, πραγματοποιώντας το μέγα και το πάνω από το μέγα κατόρθωμα. Διότι δεν έγινε μόνο καθ' ομοίωση Θεού, αλλά και έκαμε το Θεό καθ' ομοίωση ανθρώπου. Και δεν το έκανε αυτό πείθοντάς τον, αλλά και τον κυοφόρησε ασπόρως και τον γέννησε αφράστως, κατά την χάρη από το Θεό (γι' αυτό και προσαγορεύθηκε από τον αρχάγγελο, κεχαριτωμένη).
Ποιος μπορεί να περιγράψει τα μεγαλεία σου, παρθένε; Έγινες Θεομήτωρ, ένωσες το νου με το Θεό, ένωσες το Θεό με τη σάρκα, έκανες το Θεό υιό ανθρώπου και τον άνθρωπο υιό Θεού, συμφιλίωσες τον κόσμο με τον ποιητή του κόσμου. Μας δίδαξες με έργα ότι το θεωρείν δεν προσγίνεται μόνο με αίσθηση ή και λογισμό στους πραγματικούς ανθρώπους (διότι τότε θα ήσαν λίγο μόνο καλύτεροι από τα άλογα), αλλά πολύ περισσότερο με τη κάθαρση του νου και τη μέθεξη της θείας χάριτος, κατά την οποία εντρυφούμε στα θεοειδή κάλλη όχι με λογισμούς, αλλά με άυλες επαφές. Έκαμες τους ανθρώπους ομοδίαιτους με τους αγγέλους, ή μάλλον αξίωσες και μεγαλύτερων βραβείων, αφού συνέλαβες από το άγιο Πνεύμα θεανδρική μορφή και την γέννησες παράδοξα και κατέστησες την ανθρώπινη φύση απορρήτως συμφυή και, θα λέγαμε, ομόθεη με τη θεία φύση.
Ας φυλάττουμε επομένως τη προς το Θεό και προς αλλήλους ενότητα, που έχει εντυπωθεί σ' εμάς από το Θεό θείως, δια των δεσμών της αγάπης. Ας βλέπουμε πάντοτε προς τον άνω γεννήτορα. Ας υψώσουμε άνω προς αυτόν τη καρδιά μας. Ας παρατηρήσουμε το μέγα τούτο θέαμα, τη φύση μας να συνδιαιωνίζει αύλως με το πυρ της Θεότητος, και, αποβάλλοντας τους δερμάτινους χιτώνες, που έχουμε ενδυθεί από τη παράβαση, ας σταθούμε σε αγία γη, αναδεικνύοντας ο καθένας μας τη δική του γη αγία δια της αρετής και της προς το Θεό σταθερής αφοσιώσεως, να φωτισθούμε και φωτιζόμενοι να συνδιαιωνίσουμε σε δόξα της τρισηλίας Θεότητος που πρέπει κάθε δόξα, κράτος, τιμή και προσκύνηση τώρα και στους ατέλειωτους αιώνες. Γένοιτο...».
(πηγή: απόσπασμα από τις Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», τόμος 11ος)
Όλη η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ σε 3 φράσεις!!!
1) "πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος" (Πρωταγόρας), (=για όλα τα πράγματα μέτρο είναι ο άνθρωπος). Όλα υποκειμενικά, επομένως, σχετικά. Κριτήριο για τα πάντα, για την Αλήθεια ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Αδιέξοδο η Φιλοσοφία, όλες οι ιδεολογίες!
2) "ο Θεός πάντων χρημάτων μέτρον" (Πλάτων, διορθώνοντας σωστά τον Πρωταγόρα). Όχι ο άνθρωπος, αλλά ο Θεός. Ούτε αυτό όμως φτάνει! Πάλι μπέρδεμα... Ποιος Θεός; Ο καθένας σκαρφίζεται τη δική του περί Θεού έννοια. Χάος θρησκειών-πλανών... Αδιέξοδο και οι Θρησκείες.
3) Ο συνδυασμός και των δύο: "μέτρον πάντων ο ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ!" (όσιος Ιουστίνος Πόποβιτς). Κριτήριο για την Αλήθεια, για τα πάντα, δεν είναι ούτε ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ούτε οι ΘΕΟΙ, οι ψεύτικοι των ανθρώπων, αλλά μόνο ο τέλειος ΑΝΘΡΩΠΟΣ και τέλειος ΘΕΟΣ Χριστός, η ΜΟΝΗ ΑΛΗΘΕΙΑ.
Ο άγιος Ιουστίνος έδωσε τη λύση, την διέξοδο στις φιλοσοφίες και στις θρησκειολογίες. Ο Χριστός το Α και το Ω των πάντων."Πάντων χρημάτων μέτρον ο Χριστός". Έτσι έχει νόημα η ΙΣΤΟΡΙΑ του ανθρώπου! (π. Ν.)
Κύριε Αθηναίε˙
ανέγνων το χθεσινόν σημείωμα υμών, όπερ ωραιότατα σχολιάζει την αφελή δήλωσιν των Ρώσων αστροναυτών ότι «δεν συνήντησαν τον Θεόν πουθενά στο διάστημα». Αλλ΄η α φ ε λ η ς πλευρά της δηλώσεως αυτής είνε μια μόνον θεώρησις, όπως μία μόνον θεώρησις είνε και η εξοργιστική πλευρά, υφ’ ην είδε την δήλωσιν το περιοδικόν του Βατικανού. Υπάρχει όμως και η σ υ γ κ ι νη τ ι κ ή κ α ι α λ η θ ώ ς π ο λ ύ τ ι μ ο ς πλευρά της δηλώσεως αυτής. Συγκινητική δε και πολύτιμος κατά τούτο: 'Ότι το θρησκευτικόν συναίσθημα είνε ου μόνον έμφυτον, αλλά και τόσον ισχυρόν και βαθέως ερριζωμένον εν τω ανθρώπω, ώστε ούτε ημίσεος αιώνος κομμουνιστική «διαφώτισις» (ο έστι «πλύσις εγκεφάλου») να δυνηθή να εκριζώση αυτό παντελώς. Εάν οι Ρώσοι αστροναύται είχον α π ό λ υ τ ο ν β ε β α ι ό τ η τ α περί της ανυπαρξίας του Θεού, ουδέ θα διενοούντο καν να... ερευνώσιν εν τω Διαστήματι προς συνάντησιν Αυτού ή απλώς, έστω, να... προσέχωσιν, εν τω διαστημικώ ταξιδίω αυτών, μήπως ίδωσί που Αυτόν. Ουδείς ερευνά δι’ εκείνο, όπερ αδιστάκτως αρνείται. Ουδείς ασχολείται περί πράγμα, ου την ανυπαρξίαν διακηρύσσει μετ’ ακραδάντου πίστεως. Εγώ π.χ. εάν ποτέ αναβώ εις την κορυφήν του Ολύμπου ουδέ θα διανοηθώ να ρίψω βλέμμα τι προς αναζήτησιν του... Διός ή της Ήρας, του Άρεως ή του Ηφαίστου. Εάν λοιπόν και οι Ρώσοι αστροναύται ήσαν άθεοι άνευ αμφιβολιών, δεν θα εσκέπτοντο καν να αναζητήσωσιν τον Θεόν εν τω διαστήματι. Αλλ’ οι άνθρωποι δεν επίστευον αταλαντεύτως εις την απιστίαν αυτών. «Ναι, δεν υπάρχει Θεός, αυτό είνε απολύτως βέβαιον˙ αλλά, για καλό και για κακό, ας ρίψωμεν εν βλέμμα μήπως και... ίδωμεν Αυτόν!». Ποίου είδους αθεΐα είνε αυτή; Οι Ρώσοι αστροναύται, δια της ειρημένης δηλώσεως αυτών (εκπηγασάσης εκ των μυχίων της εαυτών ψυχής), έδειξαν ότι ολόκληρος η αθεϊστική προπαγάνδα του Κομμουνισμού, επί τόσας δεκάδας ετών επιστημονικώτατα διεξαγόμενη, δεν κατώρθωσε να σβήση τέλεον την πίστιν εκ των καρδιών των ανθρώπων, έστω και αν ούτοι είνε επίλεκτα μέλη του Κόμματος. Εις τα βάθη της ψυχής παραμένουσι σπινθήρες πίστεως. Απαιτείται άλλη απόδειξις δια την δύναμιν του θρησκευτικού συναισθήματος; Θάττον ή βραδύτερον θα διαπιστώση και ο Κομμουνισμός ότι, πολεμών τον Θεόν, «προς κέντρα λάκτιζει»...
Μετά τιμής (Άρθρα, Μελέται, Επιστολαί Α, Επιφανίου Θεοδωρόπουλου, σελ. 302))
Διωγμοί
τρόπαια της Εκκλησίας
Οι διωγμοί ανυψώνουν συνεχή τρόπαια εναντίον του Διαβόλου σε όλα τα μέρη της γης.
Ε.Π.Ε. 19,156
βεβαίωσις του ευαγγελίου
Κανένας δεν θα προτιμούσε να πεθάνη ή να εκτεθή σε τόσο μεγάλους κινδύνους. Κανένας δεν θα ήταν πρόθυμος να αντιταχτή σε ένα τέτοιο βασιλιά, όπως ο Νέρωνας. Μόνο αν απέβλεπε σε κάποιον άλλο Βασιλιά, απείρως ανώτερο. Συνεπώς τα δεσμά και τα βασανιστήρια υπήρξαν βεβαίωσις της ευαγγελικής αλήθειας.
Ε.Π.Ε. 21,376
υπομονή των αγίων
Μιλάει για τη μεγαλύτερη υπομονή. Εκείνην, που έδειχναν οι χριστιανοί στους διωγμούς. Διότι συζούσαν τότε με διώκτες, που επιχειρούσαν να τους βλάψουν από παντού. Και εκείνοι έδειχναν σταθερή και αμετάθετη υπομονή.
Ε.Π.Ε. 23,28
οι διωκόμενοι νικούν
Όταν οι διώκτες δεν νικούν αυτούς που διώκουν, και οι εχθροί αυτούς που κυνηγούν, και οι άρχοντες τους αρχομένους, τότε είναι ολοφάνερο σ’ αυτούς, ότι πάνε χαμένοι, ότι τίποτε δεν καταφέρνουν, ότι τα δικά τους είναι ψεύτικα, ενώ των διωκομένων είναι αληθινά.
Ε.Π.Ε. 23,28
στην αρχή του κηρύγματος
Ενώ το κήρυγμα του ευαγγελίου βρισκόταν στην αρχή, άνθρωποι φτωχοί, που ζούσαν με την καθημερινή εργασία τους, αντιμετώπιζαν τα μίση και την πολεμική από κρατικούς άρχοντες της πόλεως, αφού ακόμα δεν είχε εμφανιστή πιστός βασιλιάς ή άρχοντας. Και ενώ δέχονταν ακήρυκτο πόλεμο, εκείνοι δεν αρνούνταν την πίστι τους.
Ε.Π.Ε. 23,28
η θλίψις των αγίων
Εδώ ως διωγμούς εννοεί τις θλίψεις, τους πόνους. Διότι δεν υπάρχει άνθρωπος, που να βαδίζη το δρόμο της αρετής χωρίς λύπη, θλίψι, οδύνη και πειρασμούς. Πώς θα μπορούσε να γίνη διαφορετικά γι’ αυτόν, που βαδίζει τη στενή και τεθλιμμένη οδό;
Ε.Π.Ε. 23,616
είμαστε έτοιμοι;
Κάποτε κηρύχτηκε διωγμός και άναψε σφοδρός ο πόλεμος κατά της Εκκλησίας. Τότε συνελήφθησαν δυο χριστιανοί. Ο ένας ήταν έτοιμος να υποστή τα πάντα. Ο άλλος ήταν έτοιμος και ανδρείος μόνο στο να του κόψουν το κεφάλι· τα άλλα βασανιστήρια τα φοβόταν. Πώς, λοιπόν, τα οικονόμησε ο Θεός; Όταν ο δικαστής κάθισε στο βήμα, διέταξε ν’ αποκεφαλίσουν εκείνον που για όλα ήταν έτοιμος, ενώ τον άλλον, αφού τον κρέμασε, τον έγδερνε, όχι μια ή δυο φορές, αλλά πολλές και τον περιέφερε σε όλες τις πόλεις. Γιατί άραγε επέτρεψε ο Θεός να γίνη αυτό; Για να θεραπεύση με τα βασανιστήρια την ολιγοψυχία του, για να του διώξη κάθε δειλία, για να μη φοβάται και να μη τρέμη για το οποιοδήποτε μαρτύριο.
Ε.Π.Ε. 24,134
δεν μειώνουν το ζήλο
Τίποτε δεν μπορούσε να χωρίση τον μακάριο Παύλο, που φλεγόταν από την αγάπη του Χριστού. Τίποτε, ούτε ο ουρανός ούτε η γη, ούτε η θάλασσα, ούτε τα βασίλεια στους ουρανούς, ούτε τα κολαστήρια του άδη. Όλα αυτά τα παρέβλεπε για την αγάπη του Χριστού. Κι αν θέλουμε να εξετάσουμε και τους άλλους αγίους, θα τους βρούμε όλους να ευαρεστούν το Θεό, εξ’ αίτιας της αγάπης τους σ’ Αυτόν.
Ε.Π.Ε. 31,336-338
επί Ιουλιανού
Τα γεγονότα με την καταστροφή του Ναού των Ιεροσολύμων συνέβησαν όταν καταδιωκόταν επί Ιουλιανού η πίστις μας, όταν η ζωή όλων μας βρισκόταν σε κίνδυνο, όταν είχε ανασταλή κάθε ανθρώπινη ελευθερία, όταν η ειδωλολατρική μανία βρισκόταν στο απόγειο, όταν άλλοι από τους πιστούς κρύβονταν στα σπίτια τους και άλλοι κατέφευγαν στις Ερημιές και απέφευγαν τις δημόσιες εμφανίσεις. Τότε γίνονταν αυτά, ώστε να μην έχουν οι Ιουδαίοι καμμιά αδιάντροπη δικαιολογία.
Ε.Π.Ε. 34,284
άλλου είδους σήμερα
Δεν είναι βέβαια τώρα καιρός διωγμού, καιρός όμως μαρτυρίου είναι. Δεν είναι καιρός τέτοιων παλαισμάτων, αλλ’ είναι καιρός στεφανιών. Δεν μας διώκουν άνθρωποι, αλλά μας διώκουν δαίμονες. Δεν μας κυνηγάει τύραννος, αλλά μας κυνηγάει ο διάβολος, που είναι πιο φοβερός από όλους τους τυράννους... Φωτιά είναι η σαρκική επιθυμία, φωτιά άσβεστη και διαρκής. Σκυλί λυσσασμένο. Στη ζωή αυτή δεν έχουμε ανακωχή. Παντοτινός ο αγώνας.
Ε.Π.Ε. 37,246
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 65-68)
ρνα’ . Ένας αδελφός συμβουλεύτηκε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «θέλω σε Κοινόβιο να εισέλθω και να κατοικήσω». Του λέγει ο γέρων: «Αν θέλης σε Κοινόβιο να εισέλθης, μονάχα αμεριμνώντας για κάθε συνάντηση και κάθε ζήτημα, θα μπορέσης να ανταποκριθής στην κοινοβιακή ζωή. Γιατί ούτε και μόνο του το κανάτι του νερού δεν θα εξουσιάζης».
ρνβ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Τί να κάμω;». Και είπε: «Είναι γραμμένο : «Ότι την ανομίαν μου εγώ αναγγελώ και μεριμνήσω υπέρ της αμαρτίας μου».
ρνγ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Δεν επιτρέπεται καθόλου στον άνθρωπο να κάμη λόγο για τους λογισμούς της σαρκικής αμαρτίας και της καταλαλιάς, αλλά και διόλου να τους νοήση στην καρδιά του. Γιατί, αν θελήση να τους εξετάση καλά στην καρδιά του, δεν ωφελείται. Μονάχα αν τρομάζη απ΄ αυτούς, θα έχη ανάπαυση».
ρνδ’. Έλεγαν στον Αββά Ποιμένα οι αδελφοί του: «Ας φύγουμε απ΄ αυτόν τον τόπο. Γιατί μας ενοχλούν οι εδώ μοναστικοί οικισμοί και χάνουμε τις ψυχές μας. Αλλά ακόμη και τα κλάμματα των παιδιών δεν μας αφήνουν να ησυχάσουμε». Τους λέγει ο Αββάς Ποιμήν: «Για τις φωνές των Αγγέλων θέλετε να φύγετε από εδώ».
ρνε’. Ρώτησε ο Αββάς Βιτίμιος τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Αν τινάς έχη εναντίον μου παράπονα και μετανοήσω μπροστά του και δεν πεισθή, τί να κάμω;». Του λέγει ο γέρων: «Πάρε μαζί σου άλλους δυο αδελφούς και μετανόησε μπροστά του. Και αν δεν πεισθή, πάρε άλλους πέντε. Αν δε και μ΄ αυτούς δεν πεισθή, πάρε έναν πρεσβύτερο. Αν δε και έτσι δεν πεισθή, από εκεί και πέρα ατάραχα προσευχήσου στον Θεό, για να τον πληροφορήση Εκείνος, και θα είσαι αμέριμνος».
ρνστ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι το να διδάξη τινάς τον πλησίον του είναι σαν να τον ελέγξη.
ρνζ΄. Είπε πάλι: «Μη ικανοποίησης το θέλημά σου. Πιο αναγκαίο είναι να ταπεινώσης τον εαυτό σου στον αδελφό σου».
ρνη’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Βρήκα τόπο οπού έχει κάθε ανάπαυση των αδελφών. Εγκρίνεις να εγκατασταθώ εκεί;». Και είπε ο γέρων: «Όπου δεν βλάπτεις τον αδελφό σου, εκεί μείνε».
ρνθ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Αυτοί οι τρεις κανόνες ζωής είναι χρήσιμοι: Το να φοβάσαι τον Θεό. Το να προσεύχεσαι αδιάλειπτα. Και το να κάνης το καλό στον πλησίον σου».
ρξ’. Ένας αδελφός είπε στον Αββά Ποιμένα: «Το σώμα μου εξασθένησε και τα πάθη μου δεν εξασθενούν». Του λέγει ο γέρων: «Αγκαθωτές ρυτίδες είναι τα πάθη».
ρξα΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Τί να κάμω;». Του λέγει ο γέρων: «Όταν ο Θεός μας επισκέπτεται, τίνος έχουμε φροντίδα;». Του λέγει ο αδελφός: «Των αμαρτιών μας». Λέγει λοιπόν ο γέρων: «Ας εισέλθουμε στο κελλί μας, εκεί ας μνημονεύσουμε τις αμαρτίες μας και ο Κύριος θα είναι σε όλα μαζί μας».
ρξβ’. Ένας αδελφός, πηγαίνοντας στην αγορά, ρώτησε τον Αββά Ποιμένα: «Τί ορίζεις να κάμω;». Του λέγει ο γέρων: «Γίνε φίλος αυτού όπου ασκεί βία στον εαυτό του και με ανάπαυση πουλάς τα σκεύη σου».
ρξγ’. Ρωτήθηκε ο Αββάς Ποιμήν για μολυσμούς. Και αποκρίθηκε: «Αν είμαστε καλοί στην πράξη και νήφουμε με επιμέλεια, δεν θα βρούμε μέσα μας μολυσμό».
ρξδ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Από την τρίτη γενεά της Σκήτης και τον Αββά Μωϋσή, δεν έφτασαν ακόμη οι μοναχοί σε προκοπή».
ρξε’. Είπε πάλι: «Αν τινάς φυλάη τη θέση του, δεν πέφτει σε ταραχή».
ρξστ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Πώς πρέπει να ζω στα Κελλιά;». Του λέγει: «Η φανερή ζωή στα κελλιά αυτή είναι, το εργόχειρο, το να τρώγης μια φορά τη μέρα, το να σιωπάς και το να μελετάς. Η δε κρυφή προκοπή στα Κελλιά είναι το να υπομένης την αυτομεμψία όπου και αν πας, το να τηρής τις ώρες των προσευχών και να μη αμελής τα κρυφά. Και αν συμβή για ένα διάστημα να μη δούλεψης στο εργόχειρο σου, μπαίνοντας στη σύναξη ατάραχα συμπλήρωσε το έργο σου. Τέλος, ας αποχτήσης καλή συνοδία και να αποφεύγης την κακή».
ρξζ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα: «Αν ένας αδελφός μου έχη μικρά νομίσματα, εγκρίνεις να τον ρωτήσω;». Του λέγει ο γέρων: «Ρώτησέ τον μια φορά». Του λέγει ο αδελφός: «Τί λοιπόν να κάμω; Γιατί δεν κατανικώ τον λογισμό μου». Του λέγει ο γέρων: «Άφησε τον λογισμό σου να λιμνάζη. Μόνο τον αδελφό σου μη θλίψης».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)
ρμα’. Ένας αδελφός πήγε στον Αββά Ποιμένα. Και καθώς ήταν γύρω και άλλοι μερικοί, επήνεσε έναν αδελφό, λέγοντας ότι ήταν «μισοπόνηρος». Λέγει ο Αββάς Ποιμήν σ΄ αυτόν όπου το είπε: «Και τί είναι μισοπονηρία;». Αλλά ο αδελφός τα έχασε και δεν ήξερε τί να αποκριθή. Σηκώθηκε λοιπόν, έβαλε μετάνοια στον γέροντα και τον ρώτησε τί σημαίνει μισοπονηρία. Και ο γέρων είπε: «Μισοπονηρία είναι αυτό: Το να έχη μισήση τινάς τις αμαρτίες του και να δικαιώση τον πλησίον του».
ρμβ’. Ένας αδελφός πήγε στον Αββά Ποιμένα και του είπε: «Τί να κάμω;». Του λέγει ο γέρων: «Πήγαινε και πλησίασε το θέλημα του αδελφού σου και θα έχης ανάπαυση».
ρμγ’. Διηγήθηκε ο Αββάς Ιωσήφ, ότι είπε ο Αββάς Ισαάκ: «Έμενα κάποτε μαζί με τον Αββά Ποιμένα. Και τον είδα να πέφτη σε έκσταση. Και επειδή είχα μαζί του πολύ θάρρος, του έβαλα μετάνοια και τον παρακάλεσα, λέγοντας πες μου, πού ήσουν; Και εκείνος, μη μπορώντας να κάμη αλλοιώς, μου είπε: Ο λογισμός μου ήταν όπου η αγία Μαρία η Θεοτόκος στάθηκε και έκλαιε πλάι στον σταυρό του Σωτήρος. Και εγώ θα ήθελα πάντοτε έτσι να κλαίω».
ρμδ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Τί να κάμω μ΄ αυτό το βάρος οπού με πιέζει;». Του λέγει ο γέρων: «Τα μικρά και τα μεγάλα πλοία του ποταμού έχουν ζώνες, ώστε, αν ο άνεμος δεν είναι ευνοϊκός, να βάζουν οι ναυτικοί τις ζώνες και το σχοινί γύρω στα στήθη τους και να ρυμουλκούν σιγά σιγά το σκάφος, ώσπου ο Θεός να στείλη τον άνεμο. Και αν μάθουν ότι σηκώθηκε θύελλα, τότε το πλησιάζουν στην όχθη και το δένουν σε πάσσαλο, για να μη φεύγη. Ο πάσσαλος δε είναι το να μέμφεται τινάς τον εαυτό του».
ρμε’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα για τις επήρειες των λογισμών. Και του λέγει ο γέρων: «Αυτό το ζήτημα μοιάζει με άνθρωπο όπου έχει φωτιά από τα αριστερά του και κανάτι με νερό από τα δεξιά. Αν λοιπόν αναφθή η φωτιά, παίρνει από το κανάτι το νερό και τη σβήνει. Η φωτιά είναι ο σπόρος του εχθρού. Το νερό είναι να εμπιστευθή τινάς τον εαυτό του στον Θεό».
ρμστ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Τί είναι καλύτερο, να μιλήση τινάς ή να σιωπήση;». Του λέγει ο γέρων: «Όποιος μιλά για χάρη του Θεού, καλά κάνει. Και οποίος σιωπά για χάρη του Θεού, πάλι καλά κάνει».
ρμζ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Πώς μπορεί τινάς να ξεφύγη την εναντίον του πλησίον του κακολογία;». Του λέγει ο γέρων: «Εμείς και οι αδελφοί μας δυό εικόνες είμαστε. Την ώρα λοιπόν οπού ο άνθρωπος προσέχει τον εαυτό του και τον μέμφεται, βλέπει τον αδελφό του αξιοτίμητο. Όταν όμως ο εαυτός του του φαίνεται καλός, ατενίζει τον αδελφό του σαν να είναι κακός».
ρμη΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα για την ακηδία. Και του λέγει ο γέρων: «Η ακηδία είναι η αφετηρία για όλα και δεν υπάρχει πάθος χειρότερό της. Αλλά αν τινάς την αναγνωρίση, ότι αυτή είναι, αναπαύεται».
ρμθ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Τρεις σωματικές πράξεις είδαμε του Αββά Παμβώ: Ασιτία έως το βράδι, κάθε μέρα. Και σιωπή. Και πολύ εργόχειρο».
ρν’. Είπε πάλι, ότι, κατά τα λεγόμενα Του Αββά θεωνά, και αν κερδίση τινάς κάποια αρετή, ο θεός δεν παρέχει μόνο σ΄ αυτόν τη χάρη. Γιατί ξέρει ότι δεν ήταν πιστός του δικού του καμάτου. Αλλά αν πάη στον σύντροφό του, τότε παραμένει σ΄ αυτόν».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)