E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

…Τι ήταν εκείνο όμως που “είχαν” οι ποιμένες της Βηθλεέμ και δεν το είχαν ίσως άλλοι της εποχής τους, για να γίνουν οι πρώτοι θεατές του υπέρ φύσιν γεγονότος της ενανθρώπησης του Θεού; Όχι βέβαια κάποια αναμαρτησία - διότι “πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού ” - αλλά την απλότητα της καρδιάς τους.

Οι ποιμένες προφανώς δεν είχαν πωρωθεί και σκληρυνθεί εσωτερικά με την πονηριά. Μπορεί να ήσαν υπό το καθεστώς της αμαρτίας, αλλά διατηρούσαν κάποια καλά αποθέματα από το κατ’ εικόνα του Θεού στον άνθρωπο. Είχαν δηλαδή καλή διάθεση.

Κι αυτό τελικώς φαίνεται να είναι εκείνο που ελκύει τον Θεό για να παράσχει την χάρη Του στο λογικό αυτό πλάσμα του. Όπου με άλλα λόγια έχουμε καλή διάθεση, ας υπάρχει και απιστία και αμαρτία, εκεί δεν θα αργήσει να φανεί η κλήση του Θεού για την ένταξη του ανθρώπου στην Εκκλησία, την άλλη Μάνα Παναγία, όπως είπαμε, (όταν πρόκειται για αβαπτίστους), ή την ορθή ένταξη σ’ αυτήν, (όταν πρόκειται για βαπτισμένους αλλά χωρίς επίγνωση).

Εκείνο πάντως που θα αποτελεί την επιβεβαίωση σε κάθε περίπτωση ότι κινούμαστε σωστά και ότι βρήκαμε τον αεί ζητούμενο Χριστό θα είναι και η δική μας στάση δοξολογίας απέναντι σ’ Αυτόν και την Παναγία Μητέρα του, όπως συνέβη και με τους ποιμένες. Όσο τα “χαίρε” δεν θα λείπουν από την δική μας καρδιά και το στόμα μας μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η χάρη του Θεού ενεργεί και σε εμάς, ότι δηλαδή είμαστε μέσα στο φως της θέας Του.


("Του Πάθους και της Ανάστασης", π. Γ. Δορμπαράκη, απόσπασμα, σ. 141-142)

Από την Αγία Γέννησι 

Ώ Ήλιε της Δικαιοσύνης
φώτισέ με, με την ακτίνα Σου
και από την αναισθησία μου
σήκωσε την ζωή μου!

Συ ο σωματικώς γεννηθείς
ως άνθρωπος στην Βηθλεέμ,
ωδήγησε τα βήματά μου
στην αιώνια Εδέμ!

Ζωογόνησε, Κύριε,
την αδυναμία μου
λησμονώντας την ανομία
με την οποία Σε επίκρανα!

Σήκωσέ μου, Κύριε, τον νου
από το σκοτεινό παρελθόν μου
και ειρήνευσε τον άνεμο (της ψυχής)
αφού με βγάλεις από το σύννεφο (της κακίας).

Δίδαξέ με να ζητώ
την αιώνια γαλήνη
στην οποία δεν υπάρχει πόνος,
ούτε θλίψις και στεναγμός!

Με ουράνια αγάπη
κατάφλεξέ με πάντοτε,
Δέσποτα Ελεήμον
και Θεέ μου!

Στον θρόνο της Θείας Δόξης Σου
με το σώμα τώρα καθισμένος,
δείξε το έλεος Σου, Κύριε,
στους κατοικούντας στην γη!

Αγίου Ιωάννου του νέου Χοζεβίτου
("Ο βίος του Αγ. Ιωάννου του νέου Χοζεβίτου", Αρχιμ. Κωνσταντίνου, σελ. 154-155)

Στη γυναικεία μονή της Ταβέννης, που μόναζαν την εποχή εκείνη περισσότερες από τετρακόσιες μοναχές, έλαμψε με την αρετή της η παρθένος Ισιδώρα. Αυτή η μακαρία υποκρινόταν τη σαλή για την αγάπη του Χριστού. Εξευτέλιζε κάθε μέρα τον εαυτό της. Φορούσε κουρέλια. Έκανε τις πιο ταπεινωτικές δουλειές του μοναστηριού. Εξυπηρετούσε σαν αγορασμένη δούλη όλες τις αδελφές χωρίς καμμιά εξαίρεση.
Εκείνες πάλι, σαν να γύρευαν μ’ αυτό να την ανταμείψουν, την περιφρόνησαν τόσο, που κι από την τράπεζα, κι από την εκκλησία ακόμη, την έδιωχναν. Έτσι η Ισιδώρα έτρωγε τ’ αποφάγια που περίσσευαν στα πιάτα, ζαρωμένη στο τζάκι του μαγειρείου, κι άκουγε την ακολουθία χειμώνα - καλοκαίρι στα σκαλοπάτια της εκκλησίας.
Ήταν αδύνατο να περάση μέρα χωρίς να τη βρίσουν και να την περιπαίξουν. Κι αυτή τα δεχόταν όλα χωρίς κανένα γογγυσμό. Ποτέ δεν αντιμίλησε. Δεν φιλονίκησε. Δεν έδειξε σημάδι ανυπομονησίας.
Και ο Θεός έκανε φανερή σε όλους την αρετή της!
Στο απέναντι βουνό ασκήτευε ο αββάς Πιτηρούν. Ζούσε με μεγάλη στέρηση και παίδευε πολύ το σώμα του. Θα ήταν αυτό ίσως αφορμή που του ήρθε κάποτε ο λογισμός: Άραγε υπάρχει άλλος σ’ αυτόν τον τόπο που να με φτάνη στην αρετή;
Τη νύχτα είδε στον ύπνο του άγγελο Κυρίου.
-Σήκω και πήγαινε στο γυναικείο μοναστήρι, τον πρόσταξε. Εκεί θα βρης μια παρθένο με διάδημα στο κεφάλι! Αυτή είναι ασύγκριτα ανώτερη σου.
Ο αββάς Πιτηρούν δεν έχασε καιρό. Μόλις ξημέρωσε, τράβηξε για το γυναικείο μοναστήρι. Οι μοναχές τού έκαναν λαμπρή υποδοχή, γιατί είχε φήμη αγίου σ’ όλον εκείνο τον τόπο. Ο αββάς πήγε στην εκκλησία και ζήτησε από την ηγουμένη να του παρουσίαση όλες τις αδελφές, για να τις γνωρίση προσωπικά. Του έγινε αμέσως η επιθυμία. Μία –μία λοιπόν οι μοναχές περνούσαν μπροστά από τον αββά, έβαζαν μετάνοια, έπαιρναν την ευλογία του και πήγαιναν στα στασίδια τους. Εκείνος τις παρατηρούσε προσεκτικά, μα δεν έμεινε ευχαριστημένος. Δεν είδε ανάμεσα τους εκείνη που του είπε ο άγγελος, και λυπήθηκε.
Όταν πέρασε και η τελευταία, ρώτησε ο αββάς αν υπάρχει άλλη.
-Όχι, του αποκρίθηκαν, εδώ είμαστε όλες.
-Αδύνατον, είπε ζωηρά εκείνος. Πρέπει να υπάρχει ακόμα μία, που για χάρη της έκανα όλη αυτή την οδοιπορία.
-Έχουμε ακόμα μία, αναγκάστηκε να φανερώση η ηγουμένη μπροστά στην επιμονή του γέροντα, αλλά είναι σαλή. Γι’ αυτό δεν τη λογαριάζουμε με την αδελφότητα.
-Ας έρθη κι αυτή, είπε ο αββάς.
Με πολλή βία οδήγησαν την ταπεινή Ισιδώρα μπροστά στον όσιο, ξυπόλητη, κουρελιασμένη, κατάμαυρη από τους καπνούς του μαγειρείου. Μόλις την αντίκρυσε εκείνος, έμεινε σαν μαρμαρωμένος από την έκπληξη. Το παλιομάντηλο που σκέπαζε το κεφάλι της, και που οι αδελφές το αηδίαζαν, έλαμψε στα μάτια του σαν ολόχρυση κορώνα! Υποκλίθηκε μπροστά της και της είπε με φωνή που έτρεμε από συγκίνηση:
-Ευλόγησε με, οσία.
Αλλά η ταπεινή Ισιδώρα έσκυψε και του φίλησε τα πόδια.
-Εσύ ευλόγησε με, άγιε πάτερ.
Παραξενεμένες οι μοναχές απ’ όσα έβλεπαν, είπαν στον αββά:
-Μην εξευτελίζης έτσι τον εαυτό σου. Αυτή είναι σαλή!
Εκείνος όμως τις κατακεραύνωσε με το αυστηρό του βλέμμα:
-Εσείς όλες είστε σαλές και ανόητες! Αυτή εδώ είναι πολύ ανώτερη κι από σας κι από μένα! Είθε να μας αξιώση ο Θεός να βρεθούμε στο πλευρό της, στη Δευτέρα Παρουσία.
Κατόπιν διηγήθηκε τί του είχε αποκαλύψει ο Θεός για τη μακαρία Ισιδώρα.
Όταν τ’ άκουσαν οι μοναχές, έπεσαν στα γόνατα, ζήτησαν συγχώρηση από την αδελφή τους κι εξομολογήθηκαν στον όσιο τα όσα μέχρι τότε της είχαν κάνει.
Ο όσιος έκανε προσευχή να συγχωρήση ο Θεός τις απερισκεψίες τους. Ύστερα κάλεσε την οσία Ισιδώρα, για να την παρακαλέση να δώση κι αυτή συγχώρηση στις αδελφές. Μα δεν τη βρήκαν πουθενά. Πρόλαβε κι έφυγε κρυφά από το μοναστήρι, για ν’ αποφύγη τον ανθρώπινο έπαινο, και κανείς δεν έμαθε ποτέ πού τελείωσε τη ζωή της.

( Γεροντικόν)

( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄,σελ.243-246)

ΜΗ ΚΡΊΝΕΤΕ, ΊΝΑ ΜΗ ΚΡΙΘΗΤΕ

Με την κατάκριση φεύγει η Χάρις του Θεού

-    Όταν, Γέροντα, μου περνάη ένας λογισμός εις βάρος του άλλου, είναι πάντοτε κατάκριση;
-    Δεν το καταλαβαίνεις εκείνη την ώρα;
-    Μερικές φορές αργώ να το καταλάβω.
-    Κοίταξε να καταλαβαίνης το συντομώτερο την πτώση σου και να ζητάς συγχώρηση και από την αδελφή την οποία κατέκρινες και από τον Θεό, γιατί αυτό γίνεται εμπόδιο στην προσευχή. Με την κατάκριση φεύγει αυτομάτως η Χάρις του Θεού και δημιουργείται αμέσως ψυχρότητα στην επικοινωνία σου με τον Θεό. Πώς να κάνης μετά προσευχή; Η καρδιά γίνεται πάγος, μάρμαρο.
Η κατάκριση και η καταλαλιά είναι οι μεγαλύτερες αμαρτίες και απομακρύνουν την Χάρη του Θεού περισσότερο από κάθε άλλο αμάρτημα. «Όπως το νερό σβήνει την φωτιά, λέει ο Αγιος Ιωάννης της Κλίμακος, έτσι και η κατάκριση σβήνει την Χάρη του Θεού».
-    Γέροντα, νυστάζω πολύ στην πρωινή Ακολουθία.
-    Μήπως κατέκρινες καμμιά αδελφή; Εσύ βλέπεις εξωτερικά τα πράγματα και κατακρίνεις, γι’ αυτό νυστάζεις μετά στην Ακολουθία. Από την στιγμή δηλαδή που κατακρίνει κανείς και δεν αντιμετωπίζει τα πράγματα πνευματικά, μαζεύονται δέκατα πνευματικά και αποδυναμώνεται. Και όταν αποδυναμωθή, ή νυστάζει ή έχει αυπνία.
-    Γέροντα, συχνά πέφτω και στην γαστριμαργία.
-    Κοίταξε, εκείνο που τώρα πρέπει να προσέξης πολύ είναι η κατάκριση. Αν δεν κόψης την κατάκριση, ούτε από την γαστριμαργία θα μπορέσης να απαλλαγής. Ο άνθρωπος που κατακρίνει, επειδή διώχνει την Χάρη του Θεού, μένει αβοήθητος και δεν μπορεί να κόψη τα ελαττώματά του. Και αν δεν καταλάβη το σφάλμα του, για να ταπεινωθή, θα έχη συνέχεια πτώσεις. Αν όμως το καταλάβη και ζητήση την βοήθεια του Θεού, τότε ξαναέρχεται η Χάρις του Θεού.

(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 103-104)

ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ιστορία την διηγήθηκε ο Όσιος Αρσένιος στους μαθητές του. Εκείνοι την έγραψαν μαζί με άλλες που τους είχε πει. Έτσι έφτασε ως εμάς.
Κάποιος αναχωρητής, από αμάθεια πιο πολύ, δεν ήθελε να παραδεχτεί πως ο άγιος Άρτος, που μεταλαμβάνουμε, είναι αυτό το Σώμα του Κυρίου. Οι Γέροντες, που το έμαθαν, τον φώναξαν κι επιχείρησαν να του εξηγήσουν την ορθή άποψη της Εκκλησίας για τα Άχραντα Μυστήρια, ώστε να τον βγάλουν από την πλάνη του. Εκείνος όμως δεν ήθελε με κανέναν τρόπο να πειστεί. Οι Πατέρες τον άφησαν, αλλά έκαναν προσευχή να τον φωτίσει ο Θεός να καταλάβει την αλήθεια για να μην χάσει τους κόπους του.
Μια Κυριακή ο αναχωρητής παρακολούθησε την Θεία Λειτουργία μαζί με δυο από τους Γέροντες από το Άγιο Βήμα του ναού της σκήτης. Την στιγμή που ο Ιερέας πήρε στα χέρια του το πρόσφορο, για να προσκομίσει, είδαν κατάπληκτοι ένα Βρέφος ξαπλωμένο επάνω στην Αγία Τράπεζα. Κι όταν άρχισε να διαμελίζει τον Άρτο, φάνηκε Άγιος Άγγελος επάνω από το Θυσιαστήριο, κρατώντας μάχαιρα στα χέρια του. Διεμέλιζε κι αυτός, συγχρόνως με τον Ιερέα, το Θείο Βρέφος κι εχυνε το αίμα Του στο Άγιο Ποτήριο.
Ο πλανεμένος Αναχωρητής ταράχτηκε από το φοβερό εκείνο θέαμα. Η ταραχή του όμως μεταβλήθηκε σε τρόμο, που τον συγκλόνισε ολόκληρο, όταν υστέρα από λίγο, που πήγε να κοινωνήσει, είδε στο Άγιο Ποτήριο ανθρώπινη σάρκα βαμμένη στο αίμα. Κλαίγοντας τότε ομολόγησε την πλάνη του και παρακάλεσε τον Κύριο να σκεπάσει με την Χάρη Του τα Θεία Μυστήρια, για να τολμήσει να κοινωνήσει. Έτσι είδε πάλι Άρτο και Οίνο μέσα στο Άγιο Ποτήριο.

Ο ΙΣΑΑΚ, ο μαθητής του Αββά Απολλώ, ανάμεσα στις άλλες αρετές του, είχε και ξεχωριστή ευλάβεια για τα Άχραντα Μυστήρια.
Όταν επρόκειτο να κοινωνήσει, ετοιμαζόταν πολλές ημέρες πριν, με προσευχή ιδιαίτερη και πνευματική μελέτη. Όσο διαρκούσε η Θεία Λειτουργία, δεν άφηνε κανένα, οποιαδήποτε ανάγκη κι αν παρουσιαζόταν, να του μιλήσει μέσα στην εκκλησία. Ύστερα από την απόλυση έτρεχε στο κελλί του, σαν να τον κυνηγούσαν.
Είχε γίνει συνήθεια στην σκήτη να δίνουν στους αδελφούς, μετά την Λειτουργία, ένα κομμάτι από την προσφορά κι ένα ποτήρι κρασί. Ο Ισαάκ ποτέ δεν στάθηκε να πάρει, για να μην χρονοτριβήσει έξω από το κελλί του και σκορπιστεί ο νους του.
- Γιατί μας αποφεύγεις, Αββά, όταν έρχεσαι στην εκκλησία; τον ρώτησαν κάποτε οι νεώτεροι.
- Ο Θεός να σας πληροφορήσει, αδελφοί μου, αποκρίθηκε εκείνος, πως δεν αποφεύγω εσάς, αλλά την πονηριά του διαβόλου. Όταν κρατάς αναμμένη λαμπάδα και σταθείς πολλή ώρα στον αέρα, δίχως άλλο θα σου σβήσει. Το ίδιο παθαίνει κι ο νους. Φωτίζεται από την Χάρη των Μυστηρίων στην εκκλησία, μα όταν αργοπορήσουμε έξω από το κελλί μας, φυσά σ’ αυτόν ο άνεμος της πολυπραγμοσύνης και σβήνει ο ταλαίπωρος.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.138-139)

Οι Πατέρες της Εκκλησίας μάς διδάσκουν πως αν δεν προσέξουμε τα πάθη μας γίνονται έξη, δηλαδή συνήθεια. Έτσι μας οδηγούν σε αμαρτίες επαναλαμβανόμενες μέχρις ότου και αυτή η ίδια η αμαρτία στο σύνολο της μας γίνει συνήθεια. Επόμενο και τελικό στάδιο είναι να αναγορεύσουμε την αμαρτία σε κάτι καλό, σε δικαίωμα μας και έτσι να επέλθει ο πνευματικός θάνατος! Αυτή είναι η μεγάλη κατάντια της εποχής μας, ότι δηλαδή έχουμε χάσει τελείως την αίσθηση της αμαρτίας.
Σκεφτόμουν όμως πως ανάλογα μπορούμε να πράξουμε και με τις αρετές. Μπορούμε δηλαδή να ασκούμαστε σ’ αυτές, να τις εφαρμόζουμε στην πράξη μέχρι να μας γίνουν μια καλή συνήθεια, δεύτερη φύση κι έτσι να φτάσουμε να είμαστε ενάρετοι χωρίς να το καταλαβαίνουμε, αποκτώντας έτσι και την ταπείνωση που είναι η αρχή και το επισφράγισμα όλων των αρετών! Όσο οδεύουμε προς τα έσχατα χρόνια η ψαλίδα ανάμεσα στο κοσμικό και το πνευματικό φρόνημα θα ανοίγει όλο και περισσότερο. Όσο λοιπόν ο κόσμος θα αγαπά την αμαρτία ολοκληρωτικά, ανάλογα πρέπει να φέρονται και οι χριστιανοί. Η ενάρετη ζωή μας να είναι η καθημερινή μας ομολογία πίστεως!
Αγαπάμε την αρετή, την ποθούμε γιατί ποθούμε το Χριστό μας, την προσωποποίηση της αρετής. Αυτός μας είπε ‘ μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην, ότι αυτοί χορτασθήσονται’ (Ματθ.ε΄,4) Εδώ ο Κύριος ‘ δικαιοσύνην’ εννοεί κυρίως την ενάρετη ζωή, την τελειότητα και την αγιότητα. Κι αυτοί που διψούν γι’ αυτά θα χορταστούν και σ’ αυτή τη ζωή και πολύ περισσότερο στην άλλη, την αιώνια ζωή κοντά Του! Αγαπώ το Θεό, την Παναγία και τους Αγίους σημαίνει και ότι θέλω να τους μοιάσω. Να τους μιμηθώ. Όχι μόνο να τους επικαλούμαι ως θαυματουργούς! Αλλά και ως ενάρετους! Άλλωστε το πιο αξιοθαύμαστο στη ζωή των Αγίων δεν είναι τα θαύματα τους αλλά η αγία και ενάρετη ζωή τους, ο αγώνας τους, το αίσιο και δίκαιο τέλος τους.
Νομίζω ο καιρός αυτός δεν είναι για μεσοβέζικες καταστάσεις. Δεν μπορούμε να μένουμε στην κερκίδα. Αν δεν παλέψουμε, το κοσμικό φρόνημα θα μας καταπνίξει. Μόνη μας διέξοδος η πίστη μας. Και η εφαρμογή της πίστης μας και της αγάπης μας προς το Χριστό είναι η συνεχής προσπάθεια για ενάρετη ζωή. Αυτές είναι οι αδελφές του χριστιανού οι αγαπημένες… οι αρετές! Πώς θα τις καταφέρουμε; Ξεκινώντας τες! Και καθώς θα ζούμε μέσα σ’ αυτές η Χάρις του Αγίου Πνεύματος θα ζει μέσα μας. Η ενάρετη ζωή είναι η έμπρακτη δοξολογία μας προς την Αγία Τριάδα! Ας φιλοτιμηθούμε λίγο να αγαπήσουμε το Χριστό και να τηρήσουμε τις εντολές Του. Ας αγαπήσουμε το δρόμο Του που είναι ένας βίος ενάρετος , μέχρι που αυτός ο δρόμος να γίνει η φύση μας , μέχρι που οι αρετές να μας γίνουν η πιο καλή και γλυκιά συνήθεια!(K.Δ.Κ)

    Ακούω τον τελευταίο καιρό όλο και πιο έντονα ότι έρχεται η ώρα να ομολογήσουμε την πίστη μας! Άλλοι λένε «τώρα είναι η ώρα», άλλοι λένε «όχι, είναι πιο μετά» και πραγματικά απορώ… Μήπως δεν πρέπει κάθε μέρα να ομολογούμε την πίστη μας; Περιμένουμε να έρθει ο αντίχριστος, να μας πιάσει απ’ το γιακά και να μας πει «αρνήσου το Χριστό» για να ομολογήσουμε την πίστη μας; Άλλωστε μη νομίζουμε πως θα μας πει ευθέως να αρνηθούμε το Χριστό! Ο διάβολος πλέον είναι πολύ πιο έμπειρος από τότε, στα πρώτα χρόνια της Εκκλησίας, που με τους διωγμούς και τα μαρτύρια στόλισε την Εκκλησία μας με πλήθος μαρτύρων. Τώρα χρησιμοποιεί το δέλεαρ για να πετύχει τους σκοπούς του. Τώρα πια οι πειρασμοί και οι ηδονές είναι παντού και τόσο εύκολο να πραγματοποιηθούν, η συνείδηση των ανθρώπων είναι πολύ πιο χαλαρή, η πλύση εγκεφάλου και η αποχαύνωση πολύ πιο εύκολη και στον ψεύτικο κόσμο του βασιλεύουν η ψεύτικη αγάπη, η ψεύτικη ταπείνωση και η ψεύτικη αλήθεια.
    Νομίζω λοιπόν πως κάθε μέρα την ομολογούμε την πίστη μας, όταν παρ’ όλα αυτά συνεχίζουμε να μένουμε στην αγάπη του Χριστού όταν Του δείχνουμε την αγάπη μας και στα λόγια και στις πράξεις κι όταν όλοι γύρω μας βλέπουν την καλή αλλοίωση που έφερε ο Χριστός και η Εκκλησία Του στην ψυχή μας. Σε ακραίες καταστάσεις ποια θα είναι η αντίδραση μας και η ομολογία μας; Οι κραυγές, οι διχαστικές απόψεις, ο ανταγωνισμός για το ποιος τα ξέρει καλύτερα ή είναι ο καλύτερος χριστιανός; Νομίζω πως όχι! Σε μια κρίση οι δειλοί κρύβονται, οι αδύναμοι φωνάζουν και διαμαρτύρονται έχοντας χάσει την ειρήνη τους, ενώ οι πραγματικά δυνατοί ειρηνεύουν, ταπεινοφρονούν, υπακούνε και δείχνουν την απόλυτη εμπιστοσύνη τους στο Χριστό! Η ταπείνωση δεν είναι αδυναμία, είναι υπερδύναμη! Οι κατακρίσεις, οι ειρωνείες, οι χαρακτηρισμοί είναι ομολογία ολιγοπιστίας νομίζω! Ο πιστός χριστιανός θα πει τη γνώμη του ευθαρσώς, θα διαμαρτυρηθεί αλλά θα έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στο Χριστό που ‘ κοιμάται μέσα στο καράβι’.
     Ας θυμηθούμε το περιστατικό που περιγράφεται , στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, η΄23-27: Γίνεται μέγας σεισμός στη θάλασσα, τα κύματα καλύπτουν το πλοίο, ο Κύριος κοιμάται μέσα σ’ αυτό… οι μαθητές του φωνάζουν έντρομοι «Κύριε, σώσε μας, χανόμαστε!» Μέσα στον πανικό τους ξέχασαν ποιος είναι Αυτός που βρίσκεται μέσα! Και πώς τους αποκάλεσε ο Κύριος; Δειλούς και ολιγόπιστους! Ας εμπιστευόμαστε λοιπόν πάντα το Χριστό μας. Αυτός σίγουρα νοιάζεται πιο πολύ από μας για την Εκκλησία Του. Και όσο κι αν κραυγάζει η ανθρώπινη αδυναμία, εμείς ας ειρηνεύουμε εν Χριστώ! Ίσως τελικά αυτή η εμπιστοσύνη μας στον Κύριο, στα εύκολα και στα δύσκολα να είναι η καλύτερη ομολογία πίστεως! (Κ.Δ.Κ)

" Να κάνεις προσευχή για τα παιδιά "
Τι σας είπε ο Γέροντας για τα παιδιά ;
- Να συμπεριφερόμαστε στα παιδιά μας με αγάπη και καλοσύνη και να κάνουμε προσευχή στο Θεό. Επειδή ήταν αγόρια και μόνοι στην Αθήνα, πάντα είχαμε προβλήματα μαζί τους, μικροπροβλήματα θα έλεγα.
- Πόσα παιδιά έχετε ;
- Τρεις γιους.
Πήγαιναν και τους έλεγα : " Γέροντα, έχουμε προβλήματα με τα παιδιά ". " Θα λυθούνε ", μου έλεγε : " Θα ρθει η ώρα που θα λυθούνε • εσύ να κάνεις προσευχή και ο Θεός θα μιλήσει στην ψυχή τους και θα δεις πως όλοι θα γίνουνε πολύ καλοί ".
- Τί είδους προσευχή σου έλεγε να κάνεις ;
- Μου έλεγε : " Να κάνεις προσευχή ".
Τον ρώτησα : " Τί να λέω ; " Και μου είπε :
" Δικά σου λόγια, ό,τι θέλεις. Θα του πεις αυτά που νομίζεις με δικά σου λόγια και Εκείνος ξέρει. Δεν θέλει να του πεις ειδικά ".
Άλλη φορά πάλι που πήγα, μου είπε :
" Προσευχή θα κάνουμε τώρα " .
Ρώτησα : " Τί να πω Γέροντα ; Κύριε Ιησού Χριστέ… ; " - " Ναι, αυτό, αυτό • τώρα γονάτισε
κάτω και θα λέω εγώ και θα λες και συ… " Και την λέγαμε και οι δύο από μέσα μας.
Μέναμε εκεί κάμποση ώρα γονατιστοί και περίμενα να μου πει " εντάξει, φθάνει " και μου 'λεγε " εντάξει, τώρα πήγαινε κι άλλη φορά
πάλι ".
- Όταν έκανες προσευχή με τον Γέροντα, Ξένια, ένιωθες κάτι το ξεχωριστό, το ιδιαίτερο ;
- Ναι, πάντα. Πάντα πήγαινα με στενοχώρια και έφευγα χαρούμενη. Λες και δεν είχα προβλήματα.
[Γερ.90]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.302-303)

 

" Τα παιδιά δε θέλουν καταπίεση "
Σε μία μητέρα, που τον ρώτησε, αν είναι προτιμότερο να πάρει τα παιδιά της και να εγκατασταθεί στο Λονδίνο, είπε : " Μην αγοράσεις σπίτι στο Λονδίνο, μην πας εκεί. Δεν έχεις την εργασία σου εκεί. Το κλίμα είναι υγρό, οι άνθρωποι ξένοι, ψυχροί, ετερόδοξοι. Τα παιδιά σου θα είναι λυπημένα εκεί. Είναι καλύτερα να μείνουν εδώ, που οι άνθρωποι είναι χριστιανοί ορθόδοξοι, Έλληνες. Το κλίμα εδώ είναι καλό και θα το χαρούν τα παιδιά. Τα παιδιά δε θέλουν καταπίεση. Όταν κάνουν αταξίες, σαν μητέρα λάβε τα μέτρα σου, αλλά μην τα πιέζεις. Καλά κάνεις, που τους διαβάζεις την Αγία Γραφή κάθε μέρα. Αν ένα σου παιδί αντιδρά, άφησέ το, πάρε τα άλλα, πήγαινε σ' άλλο δωμάτιο και συνέχισε το διάβασμα. Όταν πηγαίνεις στην Εκκλησία και τα παιδιά σου δε θέλουν να σε ακολουθήσουν, μην τα εξαναγκάζεις, αλλά και μην αδιαφορήσεις γι' αυτά. Να, πες τους : Εγώ, παιδιά, φεύγω για την Εκκλησία. Όποιος θέλει μπορεί να έρθει μαζί μου, τώρα ή αργότερα. Αυτά τα λόγια να τους πεις και να κάνεις πολλή προσευχή για τα παιδιά. Με την προσευχή σου θα τους μιλήσει ο Θεός ".
[Γ 303π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.308)

Η θεία κοινωνία και το δαιμόνιο
Φρίκη τρόμος και πανικός κυριεύουν τα δαιμόνια, όταν βρεθούν μπροστά στο Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, τη θεία Κοινωνία. Γι’ αυτό πάντοτε οι δαιμονισμένοι σπαράζουν και χτυπιούνται ελεεινά, όταν πλησιάσουν στα τίμια Δώρα, πράγμα που δεν συμβαίνει πριν από τον καθαγιασμό και τη μεταβολή Τους. Είναι και τούτο μια συνεχής και περίτρανη απόδειξη, ότι η θεία Κοινωνία είναι πράγματι Σώμα και Αίμα Χριστού.
Στο βίο του αγίου Ευτυχίου, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ( 6ος αι.), υπάρχει ένα σχετικό περιστατικό.
Στην περιοχή της Αμάσειας, όπου είχε για ένα διάστημα εξοριστεί, βρισκόταν ένα γυναικείο μοναστήρι, που λεγόταν « της Φλαβίας». Μερικές λοιπόν από τις μοναχές έφεραν στον άγιο ένα πεντάχρονο κοριτσάκι, που είχε κυριευθεί από δαιμόνιο, και δεν πλησίαζε καν τη θεία Κοινωνία. Όταν το πήγαιναν να κοινωνήσει, φώναζε, χτυπιόταν, κλωτσούσε και αποστρεφόταν με αηδία τα άχραντα Μυστήρια.
Η επόμενη μέρα ήταν Κυριακή. Ο άγιος θα λειτουργούσε και θα κοινωνούσε τους πιστούς. Είπε λοιπόν να φέρουν και το κοριτσάκι. Πράγματι, το έφεραν και με πολλή βία το ανάγκασαν να δεχτεί στο στόμα του τη θεία Κοινωνία. Αμέσως όμως έβγαλε μιάν άγρια κραυγή και Την έφτυσε χάμω!
Έφριξαν όλοι. Άφησαν το έξαλλο κορίτσι να φύγει, ενώ ο άγιος μάζεψε με το στόμα του από το έδαφος το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Παρήγγειλε, ωστόσο, να του ξαναφέρουν το δαιμονισμένο πλάσμα την άλλη μέρα.
Όταν ήρθε, ο άγιος προσευχήθηκε και έχρισε όλα του τα μέλη με άγιο έλαιο. Ύστερα δοκίμασε να το μεταλάβει πάλι. Το κορίτσι, αφού αναστέναξε βαθιά, κοινώνησε άφοβα και ήρεμα. Μόλις κατάπιε τη θεία Κοινωνία άφησε μιάν άγρια κραυγή, και αμέσως το πονηρό πνεύμα βγήκε από το στόμα του.
Από τη στιγμή εκείνη το κοριτσάκι θεραπεύθηκε οριστικά, και όλοι δόξαζαν τον Κύριο για τη δύναμη και τη φιλανθρωπία Του.
( Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ. 137-138)