Ό Αγιος διασώζει αυτούς που ταξίδευαν στή θάλασσαΚΗ. Τό όνομα, λοιπόν, τού άγιου Νικολάου, ό όποιος ήταν πιστός θεράπων τού Θεού, μεγαλυνόταν μέ τά θαυμαστά έργα πού έκανε ό Θεός. Έτσι ή φήμη τού Άγιου πήρε φτερά, πέταξε στά ύψη, έτρεχε παντού και περιλάμβανε τά πάντα, διέβαινε τό πέλαγος, περιφερόταν σέ ολόκληρη τή θάλασσα και δέν άφηνε κανέναν τόπο πού νά μήν άκούει γιά τά μεγάλα θαύματά του.Κάποτε ναύτες συνάντησαν στή θάλασσα φοβερή φουρτούνα και έχασαν κάθε έλπιδα σωτηρίας άπό τις δικές τους δυνάμεις. Επειδή όμως ήξεραν, άπό τις φήμες πού κυκλοφορούσαν, ότι ό μέγας Νικόλαος προσέφερε, άνέλπιστα, άποτελεσματική βοήθεια…
Η Αγία Μόνικα (332-388) γεννήθηκε στην Ταγάστη της Νουμιδίας από χριστιανούς γονείς. Ήταν μητέρα του μεγάλου θεολόγου και φιλοσόφου αγίου Αυγουστίνου. Οι γονείς της την πάντρεψαν το 350 μʼ έναν ειδωλολάτρη, τον Πατρίκιο, άνθρωπο καλοπροαίρετο, αλλά πολύ οξύθυμο και άστατο. Η Μόνικα με την υποταγή και την υπομονή της αγωνίστηκε να τον οδηγήση στον Χριστό. Στις ώρες ηρεμίας έριχνε στην καρδιά του συζύγου της τα σπέρματα του θείου λόγου, κι όταν εκείνος κοιμόταν, αυτή τα πότιζε με τα δάκρυά της προσευχής της. Πολλές φίλες της έρχονταν στο σπίτι της με έκδηλα στο πρόσωπό τους τα χτυπήματα των συζύγων τους και…
Μας αφηγείται σήμερα ένας ιερέας του Βελιγραδίου το ασυνήθιστο γεγονός με μία εκδιδόμενη γυναίκα στους δρόμους του Βελιγραδίου. Μία μέρα λίγο πριν βραδιάσει βάδιζε στους δρόμους για τη «δουλειά» της. Καθώς περνούσε δίπλα σ’ έναν κήπο βλέπει έναν άνθρωπο να ετοιμάζεται να απαγχονιστεί. Έδεσε το σχοινί στο κλαδί του δέντρου και με μιας το έβαλε γύρω από το λαιμό του.Ή γυναίκα σβέλτα πήδησε πάνω από την περίφραξη, τράβηξε το μικρό της μαχαίρι από την τσέπη κι έκοψε το σχοινί, οπότε ό άνθρωπος έπεσε στο χώμα λιπόθυμος. Του έκανε μαλάξεις ώσπου συνήλθε. Τότε της είπε ο αυτόχειρας: «Γιατί το ’κανες; Εγώ…
(ποίημα αποδιδόμενο στον Γρηγόριο Θεολόγο) Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ«Και όμως ο Πέτρος ο ξακουστός στέκεται μακριά,Σκυφτός, θλιβερός και συντετριμμένος.Σαν να έκανε κάποιο μεγάλο κακό παρακαλεί τον Θεό.Γιατί θρηνείς Πέτρε, έκανες κάποιο κακό,αλλά μπορείς συγχώρεση να λάβεις.Λόγε Θεού, Παιδί μου αγαπημένο,συγχώρεσε, Παιδί μου, είναι φυσικό οι άνθρωποι να σφάλλουν,έσφαλε και ο Πέτρος φοβούμενος τον όχλο. Ο ΧΡΙΣΤΟΣΉσυχη πήγαινε μάνα Παρθένα, τώρα.Τον Πέτρο συγχωρώ όπως θέλεις.Και πρώτα υπάκουγα στα λόγια σου,χάρις στην καλοσύνη σου κι ευσέβεια.Ό,τι είχα να σου πω το είπα τώρα,τραβούν άφθονη την χάρη μου τα δάκρυακαι τα δεσμά κάθε αμαρτίας λύνουν»(Χριστός πάσχων, ΕΠΕ 8, 102104) «Δέξου ως πρέσβειρα την μητέρα σου…
Όταν ζούσε ακόμα στον κόσμο ο άγιος Νήφων, ο επίσκοπος Κωνσταντιανής, και πήγαινε στην εκκλησία για να προσευχηθεί, όταν δε γνώριζε ακόμη τη μεγάλη αγάπη στους ανθρώπους που εκδηλώνεται στη συγχώρηση, «είδε στο δρόμο έναν άνθρωπο, που έκανε μία αμαρτία, και τον κατέκρινε με το λογισμό του και τον μίσησε· και καθώς μπήκε στο ναό, υψώσας τα μάτια του εις την αγίαν εικόνα της Παναγίας, είδε Αυτήν, ότι τον κοίταζε με άγριο βλέμμα, και τον απεστράφη. Και ταραχθείς πολύ για τούτο, ελυπήθη εις άκρον, μην ηξεύρωντας την αιτία για την οποία τον απεστράφη.Εξετάζοντας τον εαυτό του, γνώρισε, ότι γιατί κατέκρινε…
Ο άγιος Πέτρος Κελεστίνος διηγείται ότι υπήρξε ένας στρατιώτης, που παρόλη την κακή διαγωγή του συνέχισε να έχει ευλάβεια προς την Παναγία. Μια φορά έτυχε να περιπλανηθεί σε ένα δάσος και πείνασε. Εκεί του παρουσιάστηκε μία Παρθένος προσφέροντάς του εκλεκτό φαγητό μέσα σε ένα πολύ ρυπαρό δοχείο. Ο στρατιώτης δεν θέλησε να το αγγίξει. - Είμαι, του λέει, η Παρθένος, η Μητέρα του Θεού, που ήλθα να ανακουφίσω την πείνα σου. - Ναι, Δέσποινά μου, πώς να φάω σε ένα τόσο ρυπαρό δοχείο; - Αλλά και εσύ, του απαντά η Παρθένος, θέλεις να δεχτώ τις προσευχές σου που βγαίνουν από…
«Όταν κάποτε ήρθε ο αββάς Ποιμήν να κατοικήσει στην Αίγυπτο, συνέβη να μένει κοντά σε αυτόν ένας αδελφός που είχε γυναίκα. Και ποτέ δεν τον έλεγξε. Κάποια νύχτα η γυναίκα γέννησε. Ο Γέροντας το αντιλήφθηκε και κάλεσε το μικρότερο αδελφό του:«Πάρε -του είπε- μια κανάτα κρασί και δώσε το στο γείτονα, γιατί θα του χρειαστεί σήμερα».Οι αδελφοί του δεν γνώριζαν βέβαια την υπόθεση, αλλά αυτός έκανε ό,τι του όρισε ο Γέροντας.Και ο αδελφός ο γείτονας ωφελήθηκε και ήλθε σε κατάνυξη. Μετά από λίγες μέρες, αφού εφοδίασε τη γυναίκα με ό,τι είχε ανάγκη, την άφησε να φύγει. Είπε κατόπιν στο Γέροντα:«Εγώ…
Για όλες τις ανθρώπινες αμαρτίες μετανοώ ενώπιόν Σου, Παντελεήμων.Να το σπέρμα όλων των αμαρτιών βρίσκεται στο αίμα μου.Με την προσπάθειά μου και το Έλεός Σου συμπνίγω τον κακό αυτό σπόρο μέρα και νύχτα.Για να μη βλαστάνουν τα ζιζάνια, αλλά το καθαρό στάρι στον αγρόν του Κυρίου. Μετανοώ για όλους τους μεριμνώντας, που σκοντάφτουν κάτω από το βάρος των μεριμνών και δεν ξέρουν να αποθέσουντις μέριμνές τους επάνω σε Σένα. Για τον αδύνατο άνθρωποαβάσταχτη είναι και η πιο μικρή μέριμνα, ενώ για Σένακαι ένα βουνό μεριμνών είναι σαν μια μπάλα χιονιούπεταμένη στην κάμινο του πυρός. Μετανοώ για όλους τους αρρώστους, γιατί…
Έτσι γινόταν πάντα, έτσι και σήμερα. Αδελφός,  και σε φτύνει και ψεύδεται. Τη ζωή σου πουλάει αργύρια τριάκοντα, και δε σε γνωρίζει.  Κι η αγάπη που ζητούσα; Που ζητούσαμε; Σταυρός οι προδομένες μας αγάπες, κι Εσύ τον κουβάλησες. Σταυρός που πάνω του, Ακριβέ, σε καρφώσανε. Έρημος τόπος, τόπος κρανίου η γη μας. Κι είναι τώρα σκοτάδι αποκαθήλωσης, κι είναι πόνος που μυστικά σφαδάζει μέσα και γύρω μας. Είμαι εδώ κι εγώ: η πόρνη κι η άσωτη ψυχή, που με Αγάπη αληθινή Εσύ  με αγάπησες. Ψυχή που μετανιώνει, τυραννισμένη ψυχή, που με ελπίδα στηρίζεται στο Ξύλο το Τίμιο.  Είμαστε εδώ: όσοι…
Ο J. Miller S.J. στη μικρή εργασία του ͘Katholische Beichte und phychotherapie (Innsbruck-Wien 1947, σελ.12) παραθέτει δύο παραδείγματα θεραπείας παραλύσεως κατόπιν της συνειδητοποιήσεως της προσωπικής ενοχής, τα οποία έχει λάβει από το βιβλίο του Ed.Grϋnewald. Flucht in die Krankeit ? Innsbruck 1947. Το πρώτο από αυτά παραθέτουμε με συντομία. «Μια νεαρή κοπέλα (ηλικίας 25 ετών ) προσήλθε για θεραπεία στο νευρολογικό τμήμα, γιατί έπασχε από παράλυση των κάτω άκρων. Αλλά η νευρολογική εξέταση δεν έδειξε τίποτε το ιδιαίτερο. Ύστερα από την τρίτη συνάντηση με τον ψυχοθεραπευτή, επείσθη να «μιλήσει» και διηγήθηκε την εξής ιστορία της ζωής της. Μετά τον αρραβώνα…