ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ! ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…
¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBAN: GR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).
Πόσα πολλά έχουν γραφτεί και ειπωθεί για την υπομονή! Από τον ίδιο το Χριστό μας που μας λέει ‘ ο δε υπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται’, [ Ματθ.κδ’13] από τους Αποστόλους και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, μέχρι και από ανθρώπους εκτός εκκλησίας που την έχουν αυτή τη λέξη στο στόμα τους συνέχεια και λένε ‘η υπομονή είναι αρετή’. Οπωσδήποτε είναι μεγάλη αρετή να καρτερείς αγόγγυστα και με δοξολογία στο Θεό μια δύσκολη κατάσταση από ένα χρονικό σημείο σε ένα άλλο, αλλά συνοδεύεται και με σοφία μεγάλη αν δεν υπομένουμε στατικά αλλά δημιουργικά. Για παράδειγμα, ξέρω ένα ζευγάρι όπου ο σύζυγος ήταν πολύ ανυπόμονος με το φαγητό. Την ώρα που πεινούσε δεν μπορούσε να περιμένει και εκνευριζόταν με τη σύζυγο του. Μια μέρα καθώς περίμενε, σκέφτηκε να μελετήσει λίγο την Καινή Διαθήκη. Τόσο πολύ του άρεσε που όταν σερβιρίστηκε το φαγητό αυτός ακόμη μελετούσε. Από εκείνη την ημέρα όταν τρώνε έχουν την καλή συνήθεια να διαβάζουν δυνατά κάποια αποσπάσματα από την Καινή Διαθήκη κι ας έχουν το φαγητό μπροστά τους. Έτσι ο λαίμαργος σύζυγος έμαθε να αντικαθιστά αυτό για το οποίο ανέμενε με κάτι άλλο πιο ψυχωφελές και αγαπητό!
Άλλος αδερφός είχε μείνει τρία χρόνια άνεργος. Έψαχνε για δουλειά αλλά δεν άφησε τον εαυτό του να απελπιστεί. Αξιοποίησε τον ελεύθερο χρόνο του στην προσευχή, τη μελέτη, τον εκκλησιασμό, γνώρισε τον εαυτό του, τους αδερφούς του. Και ο Χριστός και η Παναγία πάντα βοηθούσαν αυτόν και τη γυναίκα του με θαυμαστό τρόπο! Σήμερα λέει ότι αυτή ήταν η πιο όμορφη περίοδος της ζωής του. Αυτή που τον οικοδόμησε πνευματικά και έτσι άντεξε όλες τις δυσκολίες που ήρθαν μετά. Σίγουρα ο Χριστός ξέρει καλύτερα τί είναι πιο συμφέρον για μας την κάθε περίοδο. Ας Του έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη και ας αξιοποιήσουμε το χρόνο που μας δίνει στο έπακρο. Έτσι δε θα ειδωλοποιούμε το θέλημα μας, όσο καλό κι αν νομίζουμε ότι είναι!
Ομοίως με το θέμα του γάμου. Αντί να στυλώνουμε τα πόδια μας και να λέμε συνέχεια ‘ θέλω ένα σύντροφο εδώ και τώρα’ μπορούμε να το αφήσουμε απαλά το αίτημα μας στα πόδια του Κυρίου μας και να αναρωτηθούμε ‘ μήπως δεν είμαι έτοιμος για σχέση, μήπως χρειάζεται να κάνω κάποιες εργασίες πρώτα, να γνωρίσω τον εαυτό μου καταρχάς, τί καλό έχω να προσφέρω, τί πρέπει να διορθώσω γι’αυτόν που θα έρθει, να κάνω σχέση με τον εαυτό μου, να τον αγαπήσω.’ Παράλληλα να κάνω σχέση με το Χριστό, να καταλάβω πως από Αυτόν εξαρτάται η ζωή μου και η ευτυχία μου. Αυτός είναι το ‘ όντως εφετόν’ και όχι ο/η σύζυγος και τα παιδιά μου. Όταν θα είμαι ευτυχισμένος μόνο με το Χριστό, θα είμαι και έτοιμος για γάμο και για οποιαδήποτε άλλη σχέση. Γιατί ο γάμος που έχει το Χριστό σε δεύτερη μοίρα δε θα καρποφορήσει πνευματικά.
Κάποτε ένας ιερέας μας είχε πει για μια κοπέλα η οποία του είχε εκμυστηρευτεί πως κάθε μέρα έκανε προσευχή για τον καλό της χωρίς να ξέρει ποιος είναι! Ήξερε όμως ότι ο Χριστός τον ετοιμάζει γι’αυτήν και προσευχόταν ολόθερμα να τον έχει ο Θεός καλά!
Πολλές φορές ο Κύριος μας φέρνει στο δρόμο μας δύσκολους αδερφούς για να μας εκγυμνάσουν και να μας προετοιμάσουν γι’ αυτόν τον άνθρωπο της ζωής μας… να δούμε τα λάθη μας, τις αντοχές μας, τις πνευματικές μας ελλείψεις και να στραφούμε ξανά σ’Αυτόν για να διδαχθούμε την αγάπη από την ίδια την Αγάπη, να μάθουμε τις έννοιες ‘εκκοπή θελήματος, συντροφικότητα, αλληλοπεριχώρηση..’ Αν εμείς αντιτασσόμαστε στους ανθρώπους που μας στέλνει ο Θεός και περιμένουμε να δείξουμε την αγάπη μας και τις πνευματικές μας αρετές όταν έρθει ο σύντροφος μας , νομίζω θα περιμένουμε πολύ. Γιατί δεν κάνουμε μόνο εμείς υπομονή! Κυρίως κάνει ο Κύριος υπομονή μαζί μας! Πότε θα αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες που μας δίνει;
Άλλωστε όλη η ζωή μας εδώ στη γη αυτό είναι… μια δημιουργική υπομονή μέχρι να ξαναβρεθούμε με την Αγία Τριάδα. Αν αυτό το χρόνο που μας έχει δοθεί δεν τον αξιοποιήσουμε σωστά, τί να την κάνουμε την υπομονή που επιδείξαμε; Θα μοιάζουμε στις πέντε μωρές παρθένες…
«Ήμουν ανθυπασπιστής στο τάγμα της Κορέας. Δεν πίστευα πουθενά, παρά μόνο στη δύναμη των βαρέων όπλων που κατεύθυνα. Επί πλέον ήμουν αδιόρθωτα βλάσφημος.
Όλες οι βλασφημίες μου συγκεντρώνονταν στην Παναγία. Όσοι με άκουγαν ανατρίχιαζαν. Οι φαντάροι μου έκαναν τον σταυρό τους, για να μην τους βρει κακό. Oι ανώτεροί μου διαρκώς με παρατηρούσαν και με τιμωρούσαν. Ώσπου μια νύχτα έζησα ένα ολοφάνερο θαύμα.
Ξημέρωνε η 7η Απριλίου 1951. Με τη διμοιρία μου είχα καταλάβει μια πλαγιά σε ύψωμα κοντά στον 38ο παράλληλο. Μέχρι τα ξημερώματα έμεινα άγρυπνος στο όρυγμα μου μαζί με τον στρατιώτη Σταύρο Αδαμάκο.
Όταν ρόδιζε η αυγή, οπότε δεν υπήρχε φόβος αιφνιδιασμού, αποκοιμήθηκα. Είδα τότε ένα όνειρο που με συνετάραξε:
Μία γυναίκα στα μαύρα ντυμένη, με αγνή ομορφιά και γλυκύτατη φωνή, με πλησιάζει και με ρωτά ακουμπώντας το χέρι στον ώμο μου:
- Θέλεις να βρίσκομαι κοντά σου Χρήστο; Ένοιωσα τότε μια βαθειά αγαλλίαση.
– Και ποια είσαι συ; τη ρώτησα.
Τότε εκείνη άλλαξε έκφραση και με παρατήρησε αυστηρά:
– Γιατί, Χρήστο, διαρκώς με βρίζεις;
– Πρώτη φορά σε βλέπω! διαμαρτυρήθηκα. Πώς είναι δυνατό να βρίζω μια άγνωστή μου;
– Ναι, Χρήστο, επέμεινε εκείνη πιο αυστηρά. Με βρίζεις. Εγώ όμως είμαι πάντα κοντά σε σένα και σ' όλους τους στρατιώτες του τάγματος. Γιατί δεν πηγαίνετε στο Πουσάν, ν' ανάψετε κεριά στ' αδέλφια σας που έχουν ταφεί εκεί;
Μ' αυτή τη φράση ξύπνησα τρομαγμένος. Ο Σταύρος δίπλα μου με κοίταζε σαστισμένος.
– Κύριε ανθυπασπιστά, κάτι έχεις, μου είπε. Βογγούσες και παραμιλούσες στον ύπνο σου.
Του διηγήθηκα το όνειρό μου και καταλήξαμε πως ήταν αποτέλεσμα κοπώσεως και συζητήσεων γύρω από τους νεκρούς του Πουσάν.
Ενώ όμως λέγαμε αυτά. ξαναβλέπω τη γυναίκα του ονείρου μου μπροστά μου.
- Αδαμάκο! βάζω μια φωνή. Η γυναίκα… Αυτή… Να… τη βλέπεις;
Εκείνος προσπαθούσε να με καθησυχάσει, αλλά που εγώ! Η μαυροφορεμένη γυναίκα με την αγνή ομορφιά και τη γλυκύτατη φωνή στάθηκε κοντά μου και μου είπε:
– Μη φοβάσαι… Μη φοβάσαι, παιδί μου. Είμαι η Παναγία. Σας προστατεύω όλους παντού και πάντοτε. Αλλά θέλω από σένα να μη με βρίσεις ούτε στις δυσκολότερες στιγμές της ζωής σου.
Πέφτω αμέσως ταραγμένος να φιλήσω τα πόδια της. Εκείνη όμως είχε γίνει άφαντη. Έκλαψα τότε απ' τα βάθη της καρδιάς μου ένα κλάμα ανακουφίσεως και χαράς, εγώ που δεν είχα κλάψει ποτέ στη ζωή μου».
(«ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ», ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ-ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2011)
παράγραφοι από το έργο του «Η εν Χριστώ ζωή μου»
135. Να προστρέχετε, αδερφοί μου, στη Μητέρα του Θεού, όταν το σπίτι σας χάνη την ειρήνη του. Η Κυρία Θεοτόκος είναι η πηγή του ελέους και της δυνάμεως. Μπορεί εύκολα να ειρηνεύση τις ανθρώπινες καρδιές. Ως μητέρα του Θεού της Ειρήνης, μεσιτεύει σ' Αυτόν για την ειρήνη όλου του κόσμου και όλων των χριστιανικών σπιτιών. Έχει την ελεητική δύναμι να διώξη με ένα νεύμα της τα πονηρά πνεύματα, αυτά που με ακοίμητο αγώνα προσπαθούν να χωρίζουν τους ανθρώπους και να τους κάνουν να αλληλομισούνται. Είναι η Γοργοεπήκοος, που απαντά γρήγορα στις παρακλήσεις μας και μας δίνει την ειρήνη και την αγάπη. Αρκεί να την παρακαλούμε με πίστι και αγάπη. Γιατί, αν δεν έχουμε την πίστι και την αγάπη, γινόμαστε ανάξιοι της μεσιτείας της Θεοτόκου. Ας την τιμάμε με βαθύ σεβασμό ως μητέρα του Υψίστου, ως το ανώτερο των ποιημάτων του. Και ας διατηρούμε ταπεινό φρόνημα, αφού και Εκείνη ήταν τόσο ταπεινή εδώ κάτω στη γη και τίποτα δεν της αρέσει όσο η ταπεινοφροσύνη. Το διεκύρηξεη ίδια στην Ωδή της : “Ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω Σωτήρι μου, ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού” ( Λουκ. Α' 47, 48)
195. Αν σε τριγυρίζουν οι νοητοί εχθροί και πέφτης σε πνευματική θλίψι, επικαλέσου ευθύς τη Δέσποινα μας Υπεραγία Θεοτόκο. Είναι η Παντάνασσα, η βασίλισσα που κυριαρχεί πάνω σε όλες τις σκότιες δυνάμεις, όσες μας απειλούν και μπορεί να τις τρέψει σε φυγή. Και αυτό το κάνει από έλεος σ' εμάς, τα τέκνα της.
224. Σεις τα γήϊνα πλάσματα, που σας λείπει η αγνότης, χαρήτε για το γεγονός ότι η Παρθένος Μαρία, η Μητέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, έφθασε στην υψηλότερη κορυφή της ψυχικής και σωματικής αγνότητος. Χαρήτε γι' αυτό και παρακαλείτε την να αξιώση σας και τα τέκνα σας να ζήσετε αγνά σ' αυτόν τον διεφθαρμένο κόσμο, τον γεμάτο από πειρασμούς. Για την απόλυτο αγνότητά της και ταπείνωση της και τις άλλες αρετές της, χάρις στις οποίες αξιώθηκε να γίνη Μητέρα του Θεού, όταν προσφέρουμε την Αναίμακτο Θυσία, λέμε το “Εξαιρέτως” προς χάριν της, στη Θεία Λειτουργία.
438. Αν σου έρχεται αμφιβολία για το κατά πόσον είναι πράγματι αγιασμένη κάθε εικών της Θεοτόκου, μπροστά στη οποία προσεύχεσαι, διώξε ευθύς αυτή την αμφιβολία. Είναι αμφιβολία, που προέρχεται από τον Διάβολο, για να σου ψυχράνη την προσευχή. Η Δέσποινα μας, το Πρωτότυπο αυτής της εικόνος, έχει αγιασθή ήδη απόλυτα πριν από δέκα εννέα αιώνες, αφ' ότου ήταν στα σπλάχνα της μητέρας της, της Αγίας Άννης, κατόπιν κατά τη γέννησί της, ύστερα με τα Εισόδια της στον ναό των Ιεροσολύμων, τέλος δε με την ανείπωτο Σάρκωσι του Υιού της και Θεού. Είναι πάντοτε αγία και, μάλιστα, αγία από κάθε άποψι, γι' αυτό και λέγεται Παναγία. Βρίσκεται παντού και σε κάθε εικόνα της. Η εικών της είναι αγιασμένη από την ίδια. Ατένιζε λοιπόν την εικόνα της με απλότητα καρδιάς, με πίστι φωτεινή και ορθόδοξο. Λέγε στο πονηρό πνεύμα, που θέλει να σε κλονίση: “Όλη η γη είναι αγιασμένη. Η δύναμις του Κυρίου μου και της Πανάγνου Μητρός του, της βασιλίσσης του κόσμου, είναι παντού. Ατενίζω προς Αυτήν, την Πάναγνο Μητέρα του Εμμανουήλ, με τα πνευματικά μου μάτια. Δεν λατρεύω είδωλο. Η εικών είναι καμωμένη απλώς για να βοηθή την αδυναμία μου”.
(Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, Η εν Χριστώ ζωή μου, εκδ. Παπαδημητρίου 1996)
παράγραφοι από το έργο του «Η εν Χριστώ ζωή μου»
19. Όταν είναι να προσευχηθείς στην Υπεραγία Θεοτόκο, έχε πριν την ακράδαντο βεβαιότητα, ότι δεν πρόκειται να φύγεις από μπροστά της χωρίς να βρεις έλεος. «Ουδείς προστρέχων επί σοι κατησχυμμένος από σου εκπορεύεται», ψάλλει η Εκκλησία με πίστη στη Θεομήτορα. Το να έχουμε αυτή τη βεβαιότητα, αυτήν την ανεπιφύλακτη εμπιστοσύνη, είναι σωστό και δίκαιο. Είναι άπειρο το έλεος της Μητέρας της Ελεήμονος Θεού. Το έλεός της το μαρτυρεί η Εκκλησία όλων των εποχών και όλων των τόπων. Δεν υπάρχει περίπτωση να αδιαφορήσει για μας η Παναγία.
70 Αποκαλούμε τη Θεοτόκο, όταν της απευθύνουμε την προσευχή μας, άβυσσο του ελέους. Ας προσπαθούμε να της μοιάσουμε, όσο μπορούμε. Πώς; Δείχνοντας σπλαχνική διάθεση σε όσους έχουν ανάγκη του ελέους μας. Ας τους φανερώνουμε αγάπη έμπρακτη και ανεξάντλητη. Ας τους ατενίζουμε μέσα στο φως του Ευαγγελίου. Και, χωρίς άλλο, τότε η Κυρία Θεοτόκος θα αυξήσει το έλεός της πάνω μας.
184. Η Κυρία Θεοτόκος είναι ο ωραιότατος ναός της Αγίας Τριάδος. Είναι, μετά Θεόν, ο θησαυρός όλων των αγαθών, της αγνότητας, της αγιότητας, της αληθινής σοφίας, η πηγή της πνευματικής δυνάμεως.
220. Οι δαίμονες φρίττουν ατενίζοντας το σημείο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Γιατί πάνω στο Σταυρό καθηλώθηκε ο Κύριος και αγίασε αυτό το ξύλο. Πόσο πιο πολύ όμως οι δαίμονες τρέμουν μπροστά στην Υπεραγία Θεοτόκο, ακόμη και μπροστά στο ένδοξο όνομά της! Η Παναγία έχει το φως και τη δόξα του Υιού της. Όπως παραδεχόμαστε ότι ο Υιός της είναι Φως και Αγιότης, έτσι και για Αυτήν πιστεύουμε ότι είναι αιώνιο φως και αιώνια αγιότητα. Αμην.
278. Ο κόσμος είναι ένα σπίτι. Ο Κτίστης και Κύριος αυτού του σπιτιού είναι ο Θεός, ο Πατήρ των πιστών που ζουν σ’ αυτό το σπίτι. Η Οικοδέσποινα, η Μητέρα στο σπίτι, είναι η Υπεραγία Θεοτόκος. Ας συμπεριφερόμαστε στον κόσμο, έχοντας ζωηρό το αίσθημα ότι αυτός ο Πατέρας και αυτή η Μητέρα είναι μπροστά μας. Στην Παναγία, ό ίδιος ο θείος Υιός της είπε σχετικά μ’ εμάς: «Γύναι, ίδε ο υιός σου». Και σ’ εμάς, σχετικά μ’ Αυτήν: «Ιδού η μήτηρ σου» (Ιω. ιθ 26,27). Γιατί, στο πρόσωπο του Αγίου Ιωάννου, του Ευαγγελιστού της αγάπης και Μαθητού του Κυρίου, ειπώθηκε αυτό το «Ιδού…» και για μας. Ναι, πράγματι είναι η Μητέρα μας, που μας οδηγεί, σαν παιδία της, στην αγιότητα.
426. Όταν νοιώθεις τον εαυτό σου ακάθαρτο από την αμαρτία και σαν λεπρό, μην υποκύψεις στη σκέψη ότι δεν πρέπει να πλησιάσεις και να προσευχηθείς στην Παναγία Δέσποινά μας. Τότε ακριβώς είναι ευκαιρία να έλθεις μπροστά στην εικόνα της και να της δεηθείς. Επειδή ακριβώς νοιώθεις τόσο αμαρτωλός, πρέπει να προσευχηθείς στη Χάρη της. Η Παναγία θα είναι μπροστά σου για να σε ελεήσει, να σε καθαρίσει από την πνευματική λέπρα. Θα σε καθαρίσει, όπως και ο Υιός της καθάρισε τους δέκα λεπρούς.
(Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, Η εν Χριστώ ζωή μου,εκδ. Παπαδημητρίου 1996)
“Γεσθημανή τω χωρίω”
Όταν η Θεοτόκος παρέδωσε το πνεύμα της, οι Απόστολοι εκήδευσαν το Θεοδόχο σώμα της με πολλή ευλάβεια, μεγάλη λαμπαδοφορία και επιταφίους ύμνους. Κατά τη διαρκεια της κηδείας συνέβη και το εξής επεισόδιο.
Ένας Ιουδαίος, από φθόνο ωδηγημένος, άπλωσε με αυθάδεια τα δύο χέρια πάνω στην αγία σωρό, με σκοπό να ρίξη κάτω και να βεβηλώση το πανάχραντο σκήνος της Θεοτόκου. Χωρίς όμως να καταλάβη κανείς πώς, τα χέρια του κόπηκαν με μιάς κι έπεσαν κάτω... Τούτο έκανε τον άπιστο να πιστεύση και να θεραπευθή. Όταν έφθασαν στο χωριό που λέγεται Γεθσημανή, λίγο έξω από τα Ιεροσόλυμα, έθαψαν εκεί το ζωαρχικό σώμα της Θεομήτορος.
Η παράδοσις για τον θάνατο της Θεοτόκου στην Ιερουσαλήμ αρχίζει από τον Ε' μ.Χ. αιώνα. Από τότε μνημονεύεται ναός της Θεοτόκου κοντά στα Ιεροσόλυμα. Από τον ΣΤ' όμως αιώνα μαρτυρείται και ο Τάφος της Θεοτόκου στη Γεθσημανή.
Ο Τάφος της Παναγίας μετά τρεις μέρες βρέθηκε “κενός” .
Στο Χριστιανικό χώρο υπάρχουν δύο μεγάλοι Τάφοι: ο Τάφος του Χριστού, ο “Πανάγιος Τάφος” και ο Τάφος της Παναγίας. Όσοι αξιωθήκαμε να προσκυνήσουμε στον Πανάγιο Τάφο ωδηγήσαμε ευλαβικά και τα βήματά μας και στη Γεθσημανή και κατεβήκαμε τα πολλά σκαλοπάτια του Τάφου της Παναγίας μας.
Αυτοί είναι οι δύο πρώτοι “κενοί” Τάφοι! Όλοι οι άλλοι Τάφοι της γης είναι γεμάτοι με “γυμνά οστέα”.
Οι δύο πρώτοι “κενοί” Τάφοι είναι η μεγαλύτερη μαρτυρία για την αλήθεια του Χριστιανισμού. Είναι μαρτυρία για τη νίκη του θανάτου και την κοινή Ανάσταση των ανθρώπων.
...
“Δεύτε πιστοί
τω τάφω προσέλθωμεν της Θεομήτορος, και περιπτυξώμεθα
καρδίας, χείλη, όμματα, μέτωπα,
ειλικρινώς προσάπτοντες και αρυσώμεθα
ιαμάτων άφθονα χαρίσματα
εκ πηγής αενάου βλυστάνοντα”
(Τροπάριον θ' Ωδής, Όρθρος 15ης Αυγούστου)
(ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ-ΕΥΘΥΜΙΟΥ Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ, “Η ΠΡΩΤΗ-ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ”, εκδόσεις ΓΡΗΓΟΡΗ, σελ. 261-262)
“Σέ μεσίτριαν έχω”.
Η ορθόδοξη ευσέβεια αποδίδει στην Παναγία και τον τίτλο της Μεσίτριας. Στην πραγματικότητα όμως ένας είναι ο “Μεσίτης”, ο μεσολαβητής και συμφιλιωτής ανάμεσα στον Θεό και στους ανθρώπους. “Είς μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς” (Α' Τιμ. β' 5).
Το μεσολαβητικό και λυτρωτικό λειτούργημα δεχόμαστε ότι ανήκει απόλυτα στον Θεάνθρωπο Κύριο. Στην Παναγία αποδίδομε τον τίτλο της Μεσίτριας, επειδή είναι μητέρα του Μεσίτου (πρβλ. “πολλά ισχύει δέησις Μητρός προς ευμένειαν Δεσπότου”) και πάντοτε με την έννοια της πρεσβευτρίας. Η Θεοτόκος είναι μεσίτρια υπό την έννοια ότι δεν παύει να πρεσβεύη και να ικετεύη για μας.
Και η συνεχής αυτή πρεσβεία ονομάζεται και μεσιτεία, η οποία βέβαια δεν είναι ανεξάρτητη από την μεσιτεία του Ιησού, αλλά εντάσσεται σ' αυτή και εξαρτάται απ' αυτή.
“Η μεσιτεία του Χριστού είναι φυσική, όντος του αυτού Θεού και ανθρώπου. Η μεσιτεία της Μαρίας προς τον Θεόν χάριν των ανθρώπων γίνεται χάριτι και ευδοκία. Δια του πληρώματος της θείας χάριτος, η οποία “επεσκίασε” (Λουκ. Α' 35) και “έσωσε” την Μαρίαν (Λουκ. Α' 47), απέκτησεν αύτη την παρρησίαν της προς τον Κύριον μεσιτείας” (Φαράντου, 143).
Πόση είναι η φιλανθρωπία και η συγκατάβασις του Θεού μας! Και μόνη η αγάπη της Παναγίας Τριάδος ήταν υπεραρκετή για τη ζωή και τη σωτηρία του ανθρώπου. Αλλ' άν η αγάπη αυτή ήταν αρκετή για μας, δεν ήταν αρκετή για τον Θεό της Αγάπης.
Έτσι, με το μεσιτικό έργο του Θεανθρώπου Ιησού, έχομε και νέα έκφρασι της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο. “Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πάς ο πιστεύων είς αυτόν μή απόλυται, αλλ' έχει ζωήν αιώνιον” (Ιω. γ' 16).
Αλλά ο Θεός προχωρεί και σε νέα έκφρασι της αγάπης Του. Αναδεικνύει την Παναγία, έναν δηλαδή από μάς, στο λειτούργημα του ουρανίου Πρεσβευτού, ώστε να μη έχωμε καμμία αμφιβολία, αλλά απόλυτη βεβαιότητα για τη σώζουσα αγάπη Του.
Ύστερα από κάτι τέτοιες διαπιστώσεις ο απόστολος Παύλος ξεσπούσε σε θριαμβευτικές ιαχές, σαν κι αυτή: “Τα πάντα δι' υμάς, ίνα η χάρις πλεονάσασα διά των πλειόνων την ευχαριστίαν περισσεύση εις την δόξαν οτυ Θεού” (Β' Κορ. Δ' 15).
(ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ-ΕΥΘΥΜΙΟΥ Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ, “Η ΠΡΩΤΗ-ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ”, εκδόσεις ΓΡΗΓΟΡΗ, σελ. 276)
«Όλο το 1919 η Μονή Αγίου Σεργίου δοκιμάσθηκε. Από στέρησι και πείνα. Δεν είχε ούτε ψωμί.
Στις 16 του Νοεμβρίου 1919 μια γερόντισσα απ’ τα γύρω χωριά, η Νίνα Στεφάνοβνα Αριστόβα, ζήτησε να δη τον ηγούμενο. Ο αρχιμανδρίτης Κρονίδης τη δέχτηκε αμέσως. Κι εκείνη του εξήγησε, ότι έμαθε τη στέρησί τους, και τους έφερε ότι μπορούσε: ψωμί, ζάχαρη, καφέ!
Ταράχθηκε ο π. Κρονίδης βλέποντας τη γνωστή του πτωχή γυναίκα, να γεμίζη ένα τραπέζι πράγματα! Και της είπε:
- Συγχώρεσέ με, Νίνα Στεφάνοβνα. Δεν μπορώ να τα δεχθώ από σένα. Γιατί ξέρω την πτώχεια σου και τις ανάγκες σου.
Ακούγοντας τα λόγια αυτά η γριούλα πικράθηκε, τόσο βαθειά, που το κατάλαβε ο ηγούμενος· και μετάνοιωσε για τα λόγια, τα οποία της είχε πει και δήλωσε:
- Μη πικραίνεσαι! Θα τα πάρω!
Κατευχαριστημένη η Νίνα, του απάντησε:
- Ευχαριστώ, πατέρα μου. Έχω μάθει στη ζωή μου να μη φοβάμαι την ευσπλαχνία. Την ασπλαχνία φοβάμαι. Κι άκουσε γιατί:
Και του διηγήθηκε:
Το 1848 είχαμε πάλι στη Μόσχα πείνα. Και θέριζε η χολέρα. Οι άνθρωποι πέθαιναν σωρηδόν. Και στη Μόσχα. Και στα περίχωρα. Εκείνη, λοιπόν, την εποχή πήγε σ’ ένα πτωχό, τον Ιβάν Ιλαριόνοβιτς Ουκραΐντσεφ, μια πτωχή· και του ζήτησε με λυγμούς λίγο ψωμί. Για τα παιδιά της. Να μην πεθάνουν από πείνα.
Χωρίς, ούτε καν να κάτση να το σκεφθή, ο Ιβάν άρπαξε ένα καρβέλι και της το έδωσε.
Σε λίγο γύρισε η γυναίκα του· και μαθαίνοντας τι είχε γίνει, θύμωσε! Θύμωσε τόσο, που δεν ήξερε, τι και πόσα του έσουρε.
Ο Ιβάν τα υπέμεινε όλα με υπομονή και πραότητα.
Σε λίγες μέρες, όμως, το ψωμί στο σπίτι τους σώθηκε. Και τώρα, τα παιδιά του, με δάκρυα στα μάτια, του ζητούσαν ψωμί. Εκείνος, μη μπορώντας να το αντέξη, βγήκε. Και πήγε κατ’ ευθείαν στην εκκλησία της Παναγίας των Ιβήρων. Κι εκεί, γονατίζοντας μπροστά στην αγία Εικόνα της Παναγίας, την παρακάλεσε θερμά, χύνοντας δάκρυα πολλά, να τον βοηθήση στο πρόβλημά του.
Την ίδια ώρα, ένας άλλος άνθρωπος, ο άρχοντας Βατμπόλσκι έκανε την προσευχή του στο σπίτι του. Ζούσαν και οι δύο στη Μόσχα. Όμως, ούτε ο Ιβάν γνώριζε τον άρχοντα· ούτε εκείνος τον Ιβάν.
Και, ενώ προσευχόταν γονατιστός, ακούει ο Βατμπόλσκι, να βγαίνη απ’ την εικόνα της Παναγίας, την οποία είχε στο δωμάτιό του, μια φωνή:
- Τρέξε, τώρα αμέσως, στο δούλο μου Ιβάν Ουκραΐντσεφ. Να πας τρόφιμα. Για την οικογένειά του. Γιατί τα παιδιά του πεθαίνουν· από πείνα!
Η Παναγία του έδωσε και τη διεύθυνσι. Κι ο άρχοντας, αφού πρώτα με άνθρωπό του διεπίστωσε ότι το όραμά του ήταν αληθινό, έστειλε στον Ουκραΐντσεφ, χωρίς καθυστέρησι, απ’ όλα όσα χρειάζονταν· και με αφθονία. Και ψωμί. Και κρέας. Κι από εκείνη τη μέρα ο άρχοντας Βατμπόλσκι πήρε τον Ουκραΐντσεφ στη φροντίδα του. Και στην προστασία του.
Αυτά είχα, πάτερ, να σου πω. Έτσι σώθηκε η οικογένεια του Ιβάν Ουκραΐντσεφ.
Στάθηκε για λίγο σιωπηλή. Και μετά πρόσθεσε η Νίνα Στεφάνοβνα με συγκίνησι κι ευλάβεια.
- Έτσι σώθηκε τότε η οικογένειά μας. Η φροντίδα της Παναγίας μας έζησε. Και δεν το ξεχνάμε ποτέ. Και ήταν αμοιβή στον πατέρα μας. Για την ευσπλαχνία την οποία είχε»(ΑΚ, 26).
(Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, ο Αντίχριστος, Σταμάτα 2016, σελ. 107-110 όπου και η πηγή)
Ο Γερο-Χαράλαμπος ο Κομποσχοινάς «διηγήθηκε:
«Κατά το χειμώνα του 1943 στην Αθήνα, όπου διέμενα ως λαϊκός, υπήρχε μεγάλη στέρηση των αναγκαίων και σε συνδυασμό με το βαρύ χειμώνα πολύς κόσμος πέθαινε. Εκείνη την εποχή συνήθιζα να επισκέπτομαι αυτή την πολύ ευλαβή καλόγρια, η οποία είχε στο σπίτι της την παλαιά εικόνα της Παναγίας από τη Μ. Ασία. Η εικόνα αυτή έφερε επάνω της πολλά παλαιά τάματα, μερικά απ’ τα οποία ήταν πολύτιμα. Καθώς λοιπόν εστενοχωρούμεθα από την έλλειψη τροφίμων, μία ημέρα της λέω:
- Βρε Μαρία, δεν πουλάς το μάλαμα απ’ την εικόνα να αγοράσουμε τίποτα να φάμε;
Αυτή απάντησε:
- Το μάλαμα αυτό είναι της Παναγίας και δεν μπορώ να το πειράξω. Αν ήθελε η Παναγία να μας το δώσει θα μας το έδινε.
Μόλις, όμως, είπε αυτά τα λόγια ένα χρυσό βραχιόλι απ’ τα τάματα της εικόνας σηκώθηκε μόνο του απ’ την εικόνα και κόλλησε στο τζάμι της σαν να ήθελε να βγει έξω από το προσκυνητάρι. Αυτό το θεώρησε πως ήταν σημάδι από την Παναγία. Πούλησε το βραχιόλι και αγοράσαμε τρόφιμα, με τα οποία βγάλαμε το δύσκολο εκείνο χειμώνα»
(Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση, Αγ Όρος 2011, στο αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ GPS για τον Παράδεισο σελ. 206-207)
(Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)
«Πρός μιά δασκάλα γιά τήν ἐμφάνιση τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ»
Μοῦ γράφετε μέ ἐνθουσιασμό, πώς σᾶς παρουσιάστηκε ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ, καί πώς ἐσεῖς τώρα κατευθυνθήκατε στό βέβαιο δρόμο τῆς πίστης. Ἡ κορούλα σας κείτονταν μέ βαρύ πυρετό. Καλέσατε ὁμάδα γιατρῶν. Ἐξέτασαν τό κορίτσι καί ἀπομακρύνθηκαν σέ ἄλλο δωμάτιο, γιά νά κάνουν συμβούλιο. Ἐσεῖς τρέμονας κρυφακούγατε τήν συζήτησή τους. Ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς εἶπε πώς θά ὑπῆρχε σωτηρία, ἐάν προκαλοῦσαν ἐφίδρωση στήν ἀσθενή. Οἱ ἄλλοι θεωροῦσαν ὅτι ἦταν ἀργά. Στήν ἀπελπισία σας χτυπούσατε τά χέρια καί κλαίγατε. Ἐπάνω ἀπό τήν κλίνη τοῦ παιδιοῦ κρεμόταν ἡ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἕως τότε ἐσεῖς αὐτήν τήν εἰκόνα τή βλέπατε περισσότερο σάν διακόσμηση παρά σάν ἀνάγκη τοῦ σπιτιοῦ.
Ὅμως ἐκείνη τή στιγμή τῆς ἀπελπισίας ξαφνικά γονατίσατε μπροστά στήν εἰκόνα καί πνιγμένη στά δάκρυα κραυγάζατε στή Θεοτόκο: «Ὦ Ἁγία Θεομήτωρ, ἐσύ βλέπεις τόν πόνο μου. Ἐσύ ξέρεις, Μητέρα τῶν μητέρων, πῶς εἶναι νά ἔχεις μοναχοπαίδι καί νά τό χάσεις. Κι ἐσύ ἔβλεπες τόν μοναχογιό Σου στά πάθη τοῦ σταυροῦ. Σέ παρακαλῶ, ἐλέησέ με τήν ἁμαρτωλή, καί βοήθησέ με. Σέ σένα μόνο ἐλπίζω τώρα. Τελείωσε ἡ ἐλπίδα μου στούς ἀνθρώπους. Ὁλόκληρος ὁ κόσμος δέν μπορεῖ νά μέ βοηθήσει. Μόνο ἐσύ, ἐσύ, χρυσή Θεομήτωρ, μπορεῖς ἐάν θέλεις. Παρηγόρησε κι ἐμένα ἐσύ Ἁγία καί ἄμεμπτη»! Ὕστερα ἀπό μακρά προσευχή καί κλάματα κοιτάξατε τήν εἰκόνα καί εἴδατε δάκρυα στά μάτια τῆς Θεοτόκου. Μετά ἀπό λίγο πλησιάσατε τήν κόρη σας καί, ἰδού, ἐκείνη ἦταν μούσκεμα στόν ἱδρώτα! Τήν ἑπόμενη μέρα σηκώθηκε κι ἔφαγε, καί γρήγορα θεραπεύτηκε ἐντελῶς.
Εὐχαριστῶ τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Εὐχαριστῶ κι ἐσᾶς γι᾿ αὐτή τήν ἀνακοίνωση. Ἡ πίστη μας θεμελιώνεται ἐπάνω στήν ἐμπειρία καί ὄχι στίς αὐτόβουλες κρίσεις καί θεωρίες. Καί σ᾿ ἐμένα τό δικό σας συμβάν εἶναι πολύτιμο. Σέ μᾶς τόν περασμένο χειμώνα συνέβη τό ἑξῆς γεγονός: Τό κορίτσι μιᾶς κακόμοιρης χήρας ἀρρώστησε βαριά. Ἕνα μήνα δέν εἶπε οὔτε μία λέξη. Ὅλη ἡ ἐλπίδα εἶχε ἤδη χαθεῖ. Καί ἡ θλιμένη μητέρα εἶχε ἀρχίσει νά δανείζεται χρήματα γιά τήν ἀγορά τῶν πραγμάτων γιά τήν κηδεία. Ἕνα βράδυ καθόταν ἡ μητέρα δίπλα στήν κλίνη τῆς κόρης της καί σιωπηλά ἔκλαιγε. Ξαφνικά τό κορίτσι χωρίς νά ἀνοίξει τά μάτια μίλησε καί εἶπε: «μήν κλαῖς, μαμά ἀλλά πήγαινέ με αὔριο στό Κάλλιστε, καί θά γίνω καλά. Μοῦ τό εἶπε ἡ οὐράνια Μητέρα μου, πού βρίσκεται ἐδῶ δίπλα μου»! Ξαφνιασμένη ἡ μητέρα ἔτρεμε ὁλόκληρη. Τήν ἑπομένη μέρα ἔφερε τό κορίτσι στό μοναστήρι τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στό Κάλλιστε καί τό ἐπέστρεψε σπίτι ὑγιές.
Ὅμως ὑπάρχουν μόνο δυό περιπτώσεις καί τρεῖς καί δέκα; Ἀναρίθμητες καί ἀτελείωτες εἶναι οἱ ἐμφανίσεις καί οἱ εὐεργεσίες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ὁ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ, ὁ ὁποῖος κοιμήθηκε πρίν ἀκριβῶς ἑκατό χρόνια, ἐξομολογήθηκε πώς ἡ Θεοτόκος τοῦ ἐμφανίστηκε αὐτοπροσώπως ἕξι φορές στή διάρκεια τῆς ζωῆς του. Καί ἐάν ὅλος αὐτός ὁ λαός πού σιωπᾶ, πού θεωρεῖ ὅλες αὐτές τίς οὐράνιες ἐμφανίσεις πολύτιμο καί γλυκό μυστικό του, ἄνοιγε τό στόμα καί ἔλεγε ὅ,τι ἔχει μάθει, ἡ γῆ θά γέμιζε ἀπό θαυμασμό. Πιστέψτε με, ὅταν ὁ ἄνθρωπος μπαίνει στήν ἐκμάθηση τῶν ἐνεργειῶν καί ἀγγελιῶν τοῦ οὐράνιου κόσμου στή γήινη ζωή μας, αἰσθάνεται ὅτι μπῆκε σ᾿ ἕνα τεράστιο καί ἄγνωστο βασίλειο τῆς πλέον θαυμαστῆς πραγματικότητας. Σ᾿ αὐτό τό σκοτάδι γιά τά σωματικά μας μάτια ἡ ψυχή μας μπορεῖ νά μπεῖ μόνο μέ τίς ἀναμμένες λαμπάδες τῆς πίστης καί τῆς ἀγάπης, κατά τά περίεργα λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Κατοικῆσαι τόν Χριστόν διά τῆς πίστεως ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, ἐν ἀγάπῃ ἐρριζωμένοι καί τεθεμελιωμένοι ἵνα ἐξισχύσητε καταλαβέσθαι σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις τί τό πλάτος καί μῆκος καί βάθος καί ὕψος»1.
Κι ἐσεῖς νά εὐγνωμονεῖτε τόν Θεό καί τή Θεοτόκο, ἐπειδή σᾶς ἄνοιξε ἡ ὅραση γιά τό πνευματικό βασίλειο καί μήν Τήν τυφλώνετε ἄλλο μέ τίς ἁμαρτίες καί τίς ἀμέλειες.
Ὁ Θεός νά σᾶς βοηθᾶ πάντα
(Ἀπό τό βιβλίο: “Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται – Ἱεραποστολικές ἐπιστολές Α΄“, Ἐκδόσεις: “Ἐν πλῷ” σελ. 159-161)
Ένα πολύ συγκινητικό περιστατικό διηγήθηκε κάποτε ο στάρετς Ζωσιμάς.
- Πρόλαβα στη μονή Κόνεβιτς ένα γέροντα που μπήκε στο μοναστήρι εντελώς αγράμματος. Από τότε παρακαλούσε νύχτα μέρα την Κυρία Θεοτόκο να τον βοηθήσει για να μάθει γράμματα, δίνοντάς της την υπόσχεση ότι κάθε μέρα, ως το τέλος της ζωής του, θα της έλεγε τους Χαιρετισμούς.
Πραγματικά η φιλεύσπλαχνη Παναγία μας εκπλήρωσε την επιθυμία του. Κι εκείνος κάθε μέρα διάβαζε τον Ακάθιστο Ύμνο της, ζητώντας της συνάμα και μια δεύτερη χάρη:
«Δέσποινα του κόσμου, Μητέρα του Θεού, με αξίωσες να μάθω γράμματα και να σε υμνώ. Δώσε μου όμως άλλη μια παρηγοριά: Να πεθάνω την ημέρα της δικής σου Κοιμήσεως».
Κάποια χρονιά λοιπόν, στη νηστεία του Δεκαπενταυγούστου, ετοιμάστηκε και κοινώνησε την παραμονή της Κοιμήσεως. Ήταν απόλυτα υγιής. Την ίδια νύχτα, στην αγρυπνία της εορτής, έψαλλε πολύ ωραία με τους αδελφούς –γιατί ήταν και καλός ψάλτης. Την ενάτη ωδή των κανόνων την έψαλλαν, σύμφωνα με το τυπικό της Μονής τους, και οι δυο χοροί μαζί, στη μέση του ναού.
Ήταν και οι γέροντας ανάμεσά τους. Μα μόλις άρχισαν τον ειρμό του δεύτερου κανόνα, «Άπας γηγενής σκιρτάτω τω πνεύματι…», άρχισαν να τρέμουν τα πόδια του. Οι αδελφοί τον συγκράτησαν για να μην πέσει. Την ίδια στιγμή παρέδωσε την ψυχή του στα χέρια της Παναγίας.
(Γεροντικό του Βορρά τόμος Α΄, Πέτρου Μπότση σελ. 94-95)