Ίσως φανεί περίεργο. Είναι όμως αλήθεια. Ο διάβολος δεν μεταχειρίζεται όλους τους ανθρώπους με τον ίδιο τρόπο. Δεν εφαρμόζει σε όλους την ίδια μέθοδο. Αλλά ερευνά και εξετάζει ποιος τρόπος δράσεως ταιριάζει στον καθένα και αυτόν εν συνεχεία θέτει σε ενέργεια. Δεν είναι ελεύθερος σκοπευτής ο διάβολος. Μετρά καλά και ζυγίζει την κάθε του βολή. Δεν ανέχετε αστοχίες. Γι’ αυτό και ανάλογα με τα πρόσωπα χρησιμοποιεί τα κατάλληλα όπλα. Έτσι, αλλοιώς πολεμά τους ράθυμους και αδιάφορους και αλλοιώς τους πιστούς. Άλλη μέθοδο έχει για τους ασθενείς κατά τον χαρακτήρα κι άλλη για τους ισχυρούς. Άλλο τρόπο εφαρμόζει εναντίον των πονηρών κι άλλο κατά των δικαίων. Γνωρίζει ο πονηρός, ότι όλα τα πυρά του δεν είναι σε θέση να βλάψουν όλους. Για ορισμένους ανθρώπους χρειάζεται ειδική μέθοδος. Ό,τι βλάπτει τον ένα, ενδεχομένως ωφελεί τον άλλον. Γι’ αυτό κι ο Μ. Αθανάσιος τονίζει ότι «ελθόντες (οι δαίμονες) οποίους αν ευρώσι ημάς, τοιούτοι και αυτοί γίνονται προς ημάς...»(P.G. 26, 905). Έχουν τέλεια προσαρμοστικότητα με το περιβάλλον. Και κανονίζουν ανάλογα τη δράση τους. «Ο διάβολος, καθώς μας λέγει η οσία Συγκλητική, έχει πολλές παγίδες και είναι φοβερός κυνηγός. Στα μικρά πουλάκια βάζει μικρά σκάνδαλα και στα μεγάλα όρνεα ετοιμάζει δυνατές παγίδες».
Επομένως, στα μέτρα του καθενός μας κανονίζονται η επιθετικότητα και τα όπλα του. Τους ισχυρούς στην πίστη πολεμά ισχυρά, τους ασθενείς ήπια. Ο αββάς Ισαάκ επιβεβαιώνει αυτή την αλήθεια με όσα γράφει σχετικά: «Έχει παλιά συνήθεια ο διάβολος, ο αντίπαλός μας σ’ αυτόν τον αγώνα, να μοιράζει τις επιθέσεις του εναντίον μας ανάλογα με τα πρόσωπα και τις αδυναμίες».
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, άριστοι γνώστες των σατανικών μεθοδειών και πανουργημάτων, μας έχουν παραδώσει πολλές πληροφορίες πάνω σ’ αυτό το σημείο. Ειδικώτερα ο αββάς Ισαάκ μας διδάσκει ότι ο διάβολος με διαφορετικό τρόπο πολεμά τους ράθυμους και οκνηρούς και με άλλο τους ανδρείους και ζηλωτές, με τρόπο ώστε να μη διαφύγει κανείς, αλλά όλοι να συλλαμβάνονται στα δίχτυα του.
Έτσι τους μεν ράθυμους «από την αρχή τους πολεμεί δυνατά για να τους κάνει να δειλιάσουν και να τους φανεί ο δρόμος της αρετής σκληρός και δύσβατος». Ενώ τους ζηλωτάς τους μεταχειρίζεται διαφορετικά. Δεν τους πολεμά στην αρχή, όταν έχουν θερμό ζήλο για τα πνευματικά, γιατί γνωρίζει ότι «κάθε αρχή είναι θερμότερη από τον πόλεμο και γνωρίζει ότι έχει πολύ ζήλο ο αγωνιστής». Για τους πιστούς περιμένει τον καιρό της ραθυμίας τους. Τότε επιτίθεται εναντίον τους. Αφού ψυχράνθηκε ο ζήλος τους υπάρχει ελπίδα να νικηθούν.
Η διαπίστωση αυτή πρέπει να μας οδηγήσει σε ορισμένα συμπεράσματα. Αφού ο διάβολος μας πολεμά στα μέτρα μας, αυτό σημαίνει πως είναι εχθρός αξιόλογος και δεν πρέπει να τον υποτιμήσουμε καθόλου. Έπειτα αφού τα όπλα του είναι διαλεγμένα ειδικά για τον καθένα μας, πρέπει να είναι και επικίνδυνα. Αν δεν προσέξουμε διατρέχουμε κίνδυνο να ηττηθούμε και να πέσουμε κάτω από τα ανηλεή πλήγματά του. Κι ακόμη ας μη θαρρεύουμε με τις δυνάμεις μας.
Ανά πάσα στιγμή ο πανούργος διάβολος μπορεί να εκμεταλλευθεί μία συγκεκριμένη αδυναμία μας και σ’ αυτή να συγκεντρώσει τα πυρά του. Μη λησμονούμαι ποτέ ότι κάθε όπλο, που ο διάβολος στρέφει εναντίον μας, έχει την ετικέττα μας, προορίζεται για μας προσωπικά. Κι αυτό είναι αρκετό να μας καταστήσει προσεκτικούς και να μας επισημάνει τη σοβαρότητα του αντιπάλου μας.
Πόλεμος κατά του σατανά, Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος,
Εκδόσεις Χρυσοπηγή