ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ! ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΟΥΣ ΠΤΩΧΟΥΣ…
¨Ρίχνοντας¨ τ’ όποιο χρηματικό ποσό στο Κυτίο στην είσοδο του Ναού… ή/και…
¨Δίνοντάς¨ το, στους υπευθύνους(1) του ΕΦΤ(Ενορ.Φιλόπτ.Ταμείο)
Προσκομίζοντας ΤΡΟΦΙΜΑ στο Συσσίτιο(3) (ή στο Ναό) προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του (ή να διανεμηθούν [σε περίπτωση δυνατότητας] σε όσους τα χρειάζονται)… ή/και…
Αγοράζοντας από καταστήματα τροφίμων ΔΩΡΟΕΠΙΤΑΓΕΣ και προσφέροντας τες στο ΕΦΤ, προκειμένου να δοθούν σ’ όσους τις έχουν ανάγκη… ή/και…
Αναθέτοντας τήν αγορά των ΥΛΙΚΩΝ για το συσσίτιο, στους υπευθύνους(2) του … ή/και…
Αναλαμβάνοντας τα έξοδα (όλου ή μέρους) συγκεκριμένου γεύματος (Όσπρια >200 ευρώ, Μακαρόνια κιμά >230, Κοτόπουλο >330), «Υπέρ Αναπαύσεως» αγαπημένου σας προσώπου, σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του (2)… ή/και…
Συμμετέχοντας στους κατά καιρούς περιφερόμενους Δίσκους του Ναού...ή/και
Καταθέτοντας στον Τραπεζικό Λογαριασμό του ΕΦΤ:
Τράπεζα Πειραιώς IBAN: GR 66 0172 0380 0050 3807 5349 683
και επικοινωνώντας έγκαιρα μαζί μας για την έκδοση της νόμιμης απόδειξης.
(1)Υπεύθυνος ΕΦΤ:π.Ιωάννης (τηλ. Ναού 210 9335 460)
(2)Συσσίτιο:κα Μαντώ (τηλ. Συσσιτίου 210 93 50 151,Τρίτη και Πέμπτη πρωί:8.00 με 12.00)
(3)Θέση Συσσιτίου: Θεόγνιδος 10, στο ημιυπόγειο της πολυκατοικίας, πίσω από το Ιερό τού Ναού).
δ΄. Έλεγε πάλι η ίδια Αμμάς θεοδώρα, ότι κάποτε ένας ευσεβής άνθρωπος υβριζόταν από κάποιον. Και λέγει μέσα του: «Μπορούσα και εγώ να σου μιλήσω με την ίδια γλώσσα. Αλλά η εντολή του Θεού μού κλείνει το στόμα». Έλεγε δε και τούτο, ότι ένας χριστιανός, μιλώντας με κάποιον Μανιχαίο για το σώμα, είπε έτσι: «Δός τον νόμο στο σώμα και θα δής το σώμα στον δημιουργό του».
ε΄. Είπε πάλι η ίδια ότι ο διδάσκαλος οφείλει να είναι ξένος στη φιλαρχία και μακριά από την κενοδοξία και την υπερηφάνεια. Να μη είναι παίγνιο της κολακείας, να μη τον θαμπώνουν δώρα, να μη τον νικά η κοιλιοδουλεία, να μη τον κυριεύη η οργή. Αλλά να είναι μακρόθυμος, επιεικής και πολύ ταπεινόφρων. Να είναι λογικός και ανεκτικός. Να έχη φροντίδα και αγάπη για την ψυχή.
στ'. Έλεγε πάλι η ίδια, ότι δεν σώζει η άσκηση ούτε η αγρυπνία ούτε ο κάθε κόπος, αλλά η γνησία ταπεινοφροσύνη. Υπήρχε κάποιος αναχωρητής, οπού έδιωχνε δαίμονες. Και τους ρωτούσε: «Με τί φεύγετε; Με τη νηστεία;». Και του έλεγαν: «Εμείς ούτε τρώμε ούτε πίνουμε». Τους ρωτούσε: «Με την αγρυπνία;». Και απαντούσαν: «Εμείς δεν κοιμόμαστε». «Με την αναχώρηση;». Και έλεγαν: «Εμείς στις ερήμους περνάμε τον καιρό μας». «Με τί λοιπόν φεύγετε;», τους ξαναρώτησε. Και του είπαν: «Μοναχά ένα μας νικά: Η ταπεινοφροσύνη». Βλέπεις ότι η ταπεινοφροσύνη είναι ο όλεθρος των δαιμόνων;
ζ΄. Είπε πάλι η Αμμάς θεοδώρα, ότι υπήρχε κάποιος μοναχός. Και επειδή είχε να κάνη με πλήθος πειρασμών, λέγει: «θα φύγω από εδώ». Καθώς, λοιπόν, φόρεσε τα σαντάλια του, βλέπει έναν άλλο άνθρωπο να φορά και αυτός τα δικά του και να του λέγη: «Δεν φεύγεις εξ’ αίτι ας μου; Λοιπόν, θα σε συνοδεύσω όπου και αν πάς».
Toυ Αββά Ιωάννη του Κολοβού
α΄. Διηγήθηκαν για τον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό, ότι έφυγε να πάη σ’ ένα Θηβαίο γέροντα, σε Σκήτη. Και έμενε στην έρημο. Πήρε, λοιπόν, ο Αββάς του ένα ξερό ξύλο, το φύτεψε και του είπε: «Κάθε μέρα να το ποτίζης με ένα λαγήνι νερό, έως ότου βγάλη καρπό». Ήταν δε το νερό μακριά απ’ αυτούς, έτσι οπού ξεκινώντας τινάς το βράδι, ερχόταν το πρωί. Μετά από τρία χρόνια λοιπόν, ανέλαβε ζωή και έβγαλε καρπό. Και παίρνοντας ο γέρων τον καρπό του, τον έφερε στη σύναξη και είπε στους αδελφούς: «Λάβετε, φάγετε καρπόν υπακοής».
β΄. Έλεγαν για τον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό, ότι είπε κάποτε στον μεγαλύτερο αδελφό του: «Θα ήθελα να είμαι αμέριμνος, όπως είναι αμέριμνοι οι Άγγελοι οπού δεν εργάζονται, αλλά αδιάλειπτα λατρεύουν τον Θεό». Και βγάζοντας το ιμάτιο, πήγε στην έρημο. Αφού δε πέρασε εκεί μια εβδομάδα, γύρισε στον αδελφό του. Και σαν χτύπησε την πόρτα, τον ρώτησε εκείνος από μέσα, πριν ανοίξη: «Ποιός είσαι;». Και αποκρίθηκε: «Ο Ιωάννης ο αδελφός σου». Και του λέγει εκείνος: «Ο Ιωάννης έχει γίνει Άγγελος και δεν είναι πια ανάμεσα στους ανθρώπους». Αυτός όμως τον παρακαλούσε, λέγοντας: «Εγώ είμαι». Αλλά δεν του άνοιξε και τον άφησε έως το πρωί να υποφέρη. Ύστερα δε, του άνοιξε και του λέγει: «Άνθρωπος είσαι, ανάγκη έχεις πάλι να εργάζεσαι για την τροφή σου». Και έβαλε μετάνοια, λέγοντας: «Συγχώρησέ με».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)
…Όταν λοιπόν λέμε «ελέησον», δεν ζητάμε μόνο από το Θεό να αποστρέψει από μας την οργή Του, αλλά Του ζητάμε να μας χαρίσει την αγάπη Του.
Αν γυρίσουμε πάλι στις λέξεις της προσευχής του Ιησού «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησέ με τον αμαρτωλό», θα δούμε ότι οι πρώτες εκφράζουν με ακρίβεια και πληρότητα την πίστη στο Χριστό, όπως την διδάσκουν τα Ευαγγέλια και ακόμα την ιστορική ενσάρκωση του Θεού Λόγου. Το τέλος δε της προσευχής εκφράζει την πλούσια και πολύπλευρη σχέση της αγάπης του Θεού με τα δημιουργήματά του.
Η «Προσευχή του Ιησού» είναι γνωστή σε πάρα πολλούς Ορθόδοξους χριστιανούς είτε σαν κανόνας προσευχής, είτε ακόμα σαν τρόπος λατρευτικής αφοσίωσης, σαν σύντομος και περιεκτικός τύπος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί παντού και πάντοτε.
Πολλοί συγγραφείς έχουν καταπιαστεί με τις φυσικές πλευρές της προσευχής. Δηλαδή την άσκηση κατά την αναπνοή, την προσοχή στους κτύπους της καρδιάς και μερικά αλλά δευτερεύοντα στοιχεία.
Η φιλοκαλία είναι γεμάτη από λεπτομερείς οδηγίες για την προσευχή της καρδιάς. Οι Πατέρες τόσο της πρώτης όσο και της σύγχρονης Εκκλησίας έχουν ασχοληθεί με το θέμα, καταλήγοντας πάντοτε στο ίδιο συμπέρασμα: Ποτέ να μην επιχειρούμε σωματικές ασκήσεις, χωρίς να έχουμε στενή παρακολούθηση από ένα πνευματικό πατέρα.
Εκείνο που είναι δοσμένο από το Θεό για κοινή χρήση είναι η προσευχή, η επανάληψη των λέξεων, χωρίς καμιά σωματική προσπάθεια - ούτε καν την κίνηση της γλώσσας - η οποία όταν λειτουργείται συστηματικά, μεταμορφώνει τον «έσω άνθρωπο». Περισσότερο από κάθε άλλη, η «Προσευχή του Ιησού», έχει σκοπό να μας φέρει ενώπιον του Θεού, χωρίς άλλο λογισμό, παρά μονάχα τη συναίσθηση του θαύματος, ότι δηλαδή βρισκόμαστε μαζί με το Θεό. Γιατί όταν προσευχόμαστε με την «ευχή του Ιησού» δεν υπάρχει τίποτα και κανείς άλλος, παρά μονάχα εμείς κι ο Θεός.
Η χρήση της «Προσευχής του Ιησού» είναι διπλή. Αρχικά είναι μια έκφραση λατρείας, όπως άλλωστε και κάθε άλλη προσευχή. Έπειτα, στη ζωή της ασκήσεως, λειτουργεί σαν εστία, η οποία κρατάει την προσοχή μας στραμμένη διαρκώς στην παρουσία του Θεού. Είναι, παρά τη μονότονη επανάληψή της, πολύ κατανυκτική, φιλική, πάντοτε πρόχειρη και πολύ προσωπική. Τόσο στη χαρά όσο και στη λύπη, όταν ταυτιστεί μαζί μας, γίνεται τόνωση της ψυχής και ανταπόκριση σε κάθε θεϊκό κάλεσμα. Για όλα δε τα πιθανά αποτελέσματα, που η προσευχή του Ιησού μπορεί να έχει σε μας, είναι σκόπιμο να θυμόμαστε τα λόγια του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου: «Μην ανησυχείς για το τι θα επακολουθήσει. Θα το γευτείς, όταν θα ’ρθει» (παρμένο από το βιβλίο Guide of Pastoral Psychology, No 95 p. 91).
("Ζωντανή Προσευχή", Antony Bloom, σ. 110-111)
Το πύρινο στεφάνι
Ο ηγούμενος της μονής των Ακοιμήτων όσιος Μάρκελλος (Ε΄αιών) προστάτευε τους αδύνατους και δεν φοβόταν τις απειλές των τυράννων. Αυτό φαίνεται από το ακόλουθο περιστατικό:
Ζούσε στις ημέρες του ένας άρχοντας πολύ πλούσιος και ισχυρός. Έκανε όμως πολλές παρανομίες. Ο βασιλιάς τον φοβόταν και δεν τον ενωχλούσε, για να τον έχη βοηθό στους πολέμους. Το όνομα του ήταν Αρδαβούριος. Αυτός λοιπόν οργίσθηκε με κάποιον Ιωάννη και σκεπτόταν να τον σκοτώση. Ο Ιωάννης, επειδή δεν έλπιζε από πουθενά βοήθεια, έτρεξε στη μονή του οσίου Μαρκέλλου, ο οποίος τον δέχθηκε με χαρά.
Μόλις το έμαθε ο Αρδαβούριος παρακάλεσε στην αρχή τον όσιο να τον παραδώση με το καλό. Επειδή όμως εκείνος αρνήθηκε, έστειλε στρατιώτες να τον πάρουν με τη βία. Οι στρατιώτες πλησίασαν στη μονή και μήνυσαν του οσίου για τελευταία φορά να παραδώση τον Ιωάννη. Εκείνος όμως απάντησε ότι δεν τον παραδίνει, έστω κι αν καταστρέψουν το μοναστήρι. Οι μοναχοί παρακαλούσαν να τον παραδώση για να μην κινδυνεύσουν. Ο όσιος όμως πρόσταξε να προσευχηθούν όλοι στον Θεό για να τους βοηθήση.
Η νύχτα προχωρούσε… Την ώρα του όρθρου, ενώ οι στρατιώτες ετοιμάζονταν να εφορμήσουν, φάνηκε στον ουρανό ένα πύρινο στεφάνι μ’ ένα σταυρό στη μέση που έλαμπε σαν τον ήλιο. Το στεφάνι έζωσε τη μονή με τρόπο θαυμαστό και τόξευε φωτιές στους στρατιώτες. Εκείνοι τρομαγμένοι άρχισαν να φωνάζουν «Κύριε ελέησον». Έπεσαν μάλιστα στη γη και ζητούσαν συγχώρησι. Μόλις έμαθε το θαύμα αυτό ο Αρδαβούριος, δεν ενώχλησε πλέον τον Ιωάννη.
(Συναξαριστής ΙΒ΄)
("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 120-121)
«Έτσι θα σας ξεχωρίζουν όλοι πως είστε μαθητές μου, αν έχετε αγάπη ο ένας για τον άλλο».
(Ιω. ιγ΄ 35)
«Τίποτε δεν είναι τόσο αγαπητό στο Θεό, όσο η αγάπη,
εξαιτίας της οποίας έγινε άνθρωπος και έδειξε υπακοή μέχρι θανάτου.
Για τον λόγο αυτό και οι πρώτοι μαθητές που κάλεσε ήταν δυο αδέλφια,
δείχνοντας έτσι από την αρχή ο πάνσοφος Σωτήρας, ότι θέλει όλοι οι μαθητές του
να συνδέονται μεταξύ τους με αδελφική αγάπη.
Ας μη θεωρούμε, λοιπόν, τίποτε προτιμότερο από την αγάπη,
η οποία συνδέει τα πάντα μεταξύ τους και τα κρατάει σε ομόνοια, που είναι το συμφέρον τους».
(Αγίου Ισιδώρου του Πηλουσιώτου, Επιστολές, ΕΠΕ Α', 35-37)
[Ο Χρυσόστομος επαινεί το ποίμνιό του που δεν δέχτηκε τους επισκόπους που τον εξόρισαν,αλλά αγωνίστηκε με δύναμη για την επιστροφή του]
Αν ζήσω, αν πεθάνω, δε με μέλει πια. Κοιτάξτε τα κατορθώματα της δοκιμασίας.
Τί να κάμω για να σας ανταποδώσω αντάξια την αμοιβή της αγάπης σας;
Αντάξια βέβαια δεν μπορώ, αυτήν όμως που έχω τη δίνω.
Από αγάπη είμαι έτοιμος να χύσω το αίμα μου για τη δική σας σωτηρία.
Κανένας δεν έχει τέτοια τέκνα,
κανένας δεν έχει τέτοιο ποίμνιο,
κανένας δεν έχει τόσο ανθηρή γη.
Δε χρειάζεται να την καλλιεργώ· εγώ κοιμάμαι και τα στάχυα ωριμάζουν.
Δε χρειάζεται να κοπιάζω· εγώ ησυχάζω, και τα πρόβατα νικούν τους λύκους.
Τί να σας ονομάσω; πρόβατα ή ποιμένες,
κυβερνήτες ή στρατιώτες και στρατηγούς;
Όλα τα ονόματα αποδεικνύονται αληθινά σε σας.
Όταν δω την πειθαρχία σας, σας καλώ πρόβατα·
όταν δω την πρόνοιά σας, σας προσφωνώ ποιμένες·
όταν δω τη σοφία σας, σας ονομάζω κυβερνήτες·
όταν δω την ανδρεία και τη γενναιότητά σας, σας λέγω όλους στρατιώτες και στρατηγούς.
Τί κόπος, τί πρόνοια λαού! Απομακρύνατε τους λύκους και δεν αδιαφορήσατε.
Οι ναύτες που ήταν μαζί σας στράφηκαν εναντίον σας, αυτοί προετοίμασαν τον πόλεμο κατά του πλοίου. Φωνάζετε ‘έξω ο κλήρος και άλλος κλήρος στην Εκκλησία’. Τί χρειάζονται οι φωνές; Έφυγαν και απομακρύνθηκαν, χωρίς κανένας να τους διώκει τράπηκαν σε φυγή. Δεν τους κατηγορεί αυτούς άνθρωπος, αλλά η συνείδησή τους. «Αν με κατηγορούσε εχθρός, θα υπέφερα την κατηγορία».
Αυτοί που ήταν μαζί μας στράφηκαν εναντίον μας· αυτοί που κυβερνούσαν μαζί μας το πλοίο, θέλησαν να καταποντίσουν το πλοίο. Θαύμασα τη σύνεσή σας.
Αυτά τα λέγω όχι για να σας ετοιμάσω για στάση. Γιατί στάση ήταν οι δικές τους ενέργειες, ενώ οι δικές σας ζήλος. Γιατί δεν αξιώσατε να θανατωθούν αυτοί, αλλά να εμποδισθεί κάτι τέτοιο και για σας και για την Εκκλησία, για να μη βυθισθεί πάλι. Η ανδρεία σας λοιπόν δεν άφησε να γίνει η τρικυμία, αλλά η δική τους διάθεση προκάλεσε τη θαλασσοταραχή. (ΕΠΕ 33,430)
Ειμαι 72 χρόνων, γυναίκα χωρισμένη μ ένα κορίτσι 42 χρόνων. Ο γάμος κράτησε μόνο 1,5
χρόνο. Έκτοτε ζω μόνη μου.
Προέρχομαι από μια οικογένεια που δεν είχε ιδιαίτερους δεσμούς με την Ορθοδοξία
Ακολουθούσε τυπολατρικά κάποιες νηστείες τη Μεγάλη βδομάδα, κοινωνούσε 2-3 φορές
το χρόνο, είχε ένα εικονοστάσι ψηλά κοντά στο ταβάνι κάποιου δωματίου, για προστασία
άκουγα, στο οποίο απευθύνονταν όταν ζητούσαν να γίνει η να αποτραπεί κάτι.
Δεν μιλούσαν για το Θεό παρά μόνο για να με φοβίσουν, δεν υπήρχαν εκκλησιαστικά
βιβλία, εκτός από την Καινή διαθήκη του Τρεμπέλα, κάπου παρατημένη.
Πήγαινα στο κατηχητικό στις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού και τις πρώτες του
Γυμνασίου επειδή μας υποχρέωναν οι δάσκαλοι.Το βαριόμουνα, όλα μου φαινόντουσαν
αδιάφορα, δεν με συγκινούσε τίποτε, ήμουνα πολύ κλεισμένη στον εαυτό μου ως παιδί
μονάκριβο που δεν ήξερε το μοίρασμα, το άνοιγμα στους ανθρώπους.
Όταν πέρασα στη Νομική Σχολή Αθηνών, συναναστράφηκα κύκλους της αριστεράς ,
μυήθηκα στο Μαρξισμό, συμμετείχα σε αριστερές φεμινιστικές ομάδες κι έτσι για μια
εικοσαετία έζησα την αθεΐα, ενώ είχα αρχίσει να διερευνώ και διάφορα ρεύματα
συμμετέχοντας σε ομάδες μελέτης Θεοσοφίας, Στωικών, Πλατωνιστών, Αριστοτελικών.
Κατά τα 50 άρχισα να σπουδάζω εναλλακτικές θεραπείες, βελονισμό, ρεφλεξολογία, ινδική,
θιβετάνικη ιατρική, γιόγκα, ται-τσι, οι οποίες μ έφεραν σ επαφή με τον πολιτισμό και τις
θρησκείες αυτών των χωρών, Ινδουισμό και Βουδισμό. Θέλησα να γνωρίσω τι μπορούν να
προσφέρουν στον άνθρωπο για να ‘χει καλλίτερη σχέση με τον εαυτό του και τους άλλους ,
ποιο είναι κατ αυτούς το νόημα ζωής, ποια η σχέση τους με το Θεό ,πως προσεύχονταν, τι
σκέφτονταν για τη μετά θάνατον ζωή . Όταν συνταξιοδοτήθηκα ,άρχισα να ταξιδεύω Ινδία
Κίνα , Ιαπωνία, Θιβέτ και άλλες ασιατικές χώρες , μένοντας σε άσραμ και μοναστήρια
ακολουθώντας τα ειδικά προγράμματα διδασκαλίας στα αγγλικά αυτών των Θρησκειών για
ξένους . Όταν επέστρεφα στην Ελλάδα πήγαινα σε ομάδες Βουδιστικές και Ινδουιστικές
όπου μελετούσαμε ιερά κείμενα ,ακούγαμε Θιβετάνους δασκάλους που κατά καιρούς
έρχονταν για να μας εκπαιδεύσουν ,παρακολουθούσαμε τελετές.
Οι αλλαγές που ήρθαν στον εαυτό μου από αυτές τις επιρροές ήταν η δημιουργία ανάγκης
να μιλάω σ ένα Θεό και να του απευθύνω τα αιτήματά μου ,κάτι που δεν υπήρχε στη ζωή
μου πιστεύοντας μέχρι τότε ότι όλα είναι ύλη , κόσμος προερχόμενος από Κοσμική έκρηξη
κλπ. Κατά δεύτερον έμαθα μέσω της διαλογιστικής γαλήνης να κρατάω απόσταση απ’ ότι
συνέβαινε , και να το θεωρώ ως μάθημα για να γίνω καλλίτερη, πλησιάζοντας τις αρετές
του Θεού .Αυτό θα με βοηθούσε ν αποφύγω κύκλο πολλών επαναγεννήσεων [σαμσάρα
λεγόμενη] στον οποίο μπαίνουν όσοι δεν βελτιώνονται στον κάθε κύκλο ζωής και χάνουν
τις ευκαιρίες- μαθήματα.
Κατά τρίτον έμαθα να στηρίζομαι στον εαυτόν μου την εσωτερική
μου δύναμη,για ότι κάνω να νοιώθω αυτόνομη ν αποφασίζω, χωρίς να ρωτάω το Θεό, παρά μόνο στα δύσκολα .
Η επαφή μου με το Βουδισμό κράτησε περίπου 8 χρόνια μέσα σε ομάδες που κλονίζονταν
από έριδες και ανταγωνισμούς και λίγο- λίγο απογοητευμένη αραίωσα.
Πέρασα κάποιο διάστημα μελετώντας μόνη μου τα Βουδιστικά βιβλία και ερχόμενη σ επαφή με ομάδες αυτογνωσίας.
Ένιωθα ότι κάτι έλειπε, κενό , που γινότανε πιο έντονο και από αδιέξοδες ερωτικές σχέσεις από τις οποίες ζητούσα νόημα ζωής,
σκοπό να υπάρχω, κι αν δεν βρισκόμουνα σε ερωτική σχέση ήμουνα θλιμμένη και η αποκτηθείσα αταραξία μου πήγαινε περίπατο.
Μια Κυριακή πρωί, πριν 4 χρόνια, ακούγοντας την καμπάνα σηκώθηκα με τη διάθεση να
πάω εκκλησία. Πήγα στην Πλάκα, στον Αγιο Νικόλαο το Ραγκαβα που μου ήταν γνώριμη
από χρόνια, γιατί ήταν μια φίλη μου νεωκόρος και πήγαινα κάποιες φορές .
Αισθάνθηκα γαλήνια και απ’ όλη τη λειτουργία και τον κηρυγματικό λόγο του π.
Καριώτογλου μου γεννήθηκε η περιέργεια να γνωρίσω την Ορθοδοξία σε βάθος, να βρω
απαντήσεις στα ερωτήματα που ήδη έχω αναφέρει προηγουμένως.
Αρχισα να πηγαίνω τις Κυριακές ,περιόρισα τις Κυριακάτικες εκδρομές, τις έκανα Σάββατα,
τους χορούς τα Σαββατόβραδα γιατί με ανάπαυση είχα αυτή την προτεραιότητα .
Θα ήθελα να προσθέσω ότι όλο αυτό τον καιρό των αλλόθρησκων επιρροών, πήγαινα
αραιά και που στον Ραγκαβά ,να δω τη φίλη μου και καθόμουνα και στη λειτουργία ,τη
Μεγάλη Βδομάδα , μου άρεσαν οι ύμνοι. Θεωρούσα τον Χριστό σαν ένα ιστορικό πρόσωπο
που δίδασκε τους ανθρώπους να κάνουν το καλό ,να συγχωρούν , να μην έχουν απληστία.
Μέσα σ αυτά τα τέσσερα χρόνια μελέτησα ασκητές πατέρες κι εντυπωσιάσθηκα βλέποντας
να μιλούν για τα ανθρώπινα και να προτείνουν συμπεριφορές ευεργετικές για τον άνθρωπο
σεβόμενοι την ιδιοσυγκρασία αυτού που θ’ ασκηθεί, με τον τρόπο που είχα διδαχθεί τόσα
χρόνια στις ομάδες αυτογνωσίας, με ποικίλες ψυχολογικές μεθόδους.
Αυτή η γνώση είχε βαθιά επίδραση μέσα μου, μ’ έπεισε ότι βρίσκομαι με κάτι αυθεντικό,
αληθινό, αισθάνθηκα την ουτοπία να ψάχνω σε λάθος δρόμους αυτά που θα με
ωφελήσουν στη πνευματική μου πορεία, δρόμοι που μου τα πρόσφεραν και
παραποιημένα, π χ σε μια ομάδα διδασκόμουνα ότι ο Χριστός είναι δάσκαλος, φίλος
αδερφός, μάθαινα τη συγχώρεση, αλλά και την μετεμψύχωση και ότι είμαι αθώα και
αναμάρτητη δεν υπήρχε η έννοια του προπατορικού αμαρτήματος και της μετάνοιας.
Η γνώση ότι ο Χριστός ήρθε ως νέος Αδάμ να εξαγνίσει την ανθρωπότητα και με τη θυσία
Του στο Σταυρό ήρθε να σώσει αυτούς που θα τον πιστέψουν και θα μετανοήσουν στάθηκε
η αρχή της προσωπικής μου σχέσης μαζί Του. Η συναίσθηση ότι δεν είμαι αναμάρτητη και
αθώα, όπως πίστευα, αλλά φέρω από τη σύλληψή μου το προπατορικό αμάρτημα που
εξαγνίσθηκε με το βάπτισμα αλλά χρειάζεται τη διαρκή εγρήγορση να μην παραβαίνω το
λόγο του Θεού και ότι έχω μια μόνο, αυτή τη ζωή να εξαγνισθώ, μ έκανε να καταλάβω τη
βαθιά μου πλάνη που ζούσα κοντά στις άλλες διδασκαλίες. Αλλά μ έκανε πιο υπεύθυνη
απέναντί Του να θέλω να τηρώ τον λόγο Του και για να μην Τον στεναχωρήσω Εκείνον που
έχει υποστεί τόσα βάσανα για μένα κι έχει τόση υπομονή να περιμένει να συνειδητοποιώ
τα λάθη μου, να περιμένει να είμαι έτοιμη να μετανοήσω. Με πόση υπομονή προς τους
άλλους με έχει οπλίσει αυτή η στάση Του!! Κάτι πρωτόγνωρο για μένα.
Η ανάγκη μου να Του απευθύνομαι σε ότι κάνω, κόβει πολύ από την περηφάνειά μου
Γιατί πίστευα ότι όλα μπορώ να τα κάνω μόνη μου με την δύναμή μου ,και αγνοούσα ότι
ό,τι έχω Εκείνος μου το έχει δώσει, όσο θέλει μου το διατηρεί κι όταν θέλει μου το παίρνει.
Η δύναμή μου βρίσκεται στην εμπιστοσύνη που Του έχω, ότι Εκείνος ξέρει προς τα πού με
κατευθύνει, και μου δίνει τη διάκριση να αναγνωρίζω πόσο να αφαιρώ με κάθε νέα
συνειδητοποίηση, από τον παλιό μου εαυτό, σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία μου, ώστε
κάθε αλλαγή να γίνεται με ανάπαυση και όχι πίεση, αλλά και με την βοήθεια του
πνευματικού μου .
«Δεν υπάρχει κανένα δημιούργημα αδιερεύνητο για το Θεό, κι είναι όλα γυμνά και διάφανα μπροστά στα μάτια του, στον οποίο και θα δώσουμε λόγο» (Εβραίους 4:13)
Τα βλέπει όλα
Είναι για την ασφάλειά μας ή πρόκειται για παραβίαση της προσωπικότητάς μας; Το θέμα προέκυψε για το σύστημα επισκόπησης του ανθρώπινου σώματος με ειδικά μηχανήματα στα αεροδρόμια. Ελέγχουν «σαρωτικά» το ανθρώπινο σώμα του επιβάτη και τον βλέπουν γυμνό όσα ρούχα κι αν φοράει. Έτσι, οι αρχές μπορούν να εντοπίσουν αν ο ταξιδιώτης έχει κρύψει κάτι κάτω από τα ρούχα του. Από τη σάρωση αυτή δεν εξαιρείται κανένας: άντρες, γυναίκες, παιδιά, επιχειρηματίες, στρατιωτικοί ή ιερείς…
Πολλοί νομίζουν ότι μπορούν να ζουν ανενόχλητοι σ’ αυτήν τη ζωή, να κάνουν ό,τι θέλουν, να σκέφτονται ό,τι θέλουν, να πάνε όπου θέλουν. Η Γραφή όμως λέει ότι μπροστά στα μάτια του Θεού είναι όλα γυμνά και διάφανα και κανένας δεν μπορεί να κρυφτεί. Τι βλέπει, αλήθεια, ο Θεός όταν κοιτάει μέσα στην καρδιά μας; Ο σαρωτής του Θεού βλέπει πολύ βαθύτερα και θέλει να αφαιρέσει από μέσα μας την αμαρτωλή καρδιά και να μας δώσει μια καινούρια. Θα Του το επιτρέψουμε;
(Χ.Ι.ΝΤ.)
«Γιατί είναι μέγας ο Θεός, ο Κύριος» (Ψαλμός 95:3)
«Γιατί πραγματικά, σας λέω, αν έχετε πίστη ίσα μ’ έναν κόκκο σιναπιού, θα πείτε στο βουνό αυτό: Πήγαινε απ’ εδώ εκεί, και θα πάει» (Ματθαίος 17:20)
Η μικρή πίστη του ανθρώπου και η μεγάλη δύναμη του Θεού
Σ’ ένα χωριό υπήρχε μια θεοσεβής γυναίκα που η φήμη της για την πίστη και την αγιότητά της, αλλά και για τις μεγάλες δοκιμασίες στη ζωή της, είχε απλωθεί στα γύρω χωριά. Μια άλλη γυναίκα από ένα άλλο χωριό αποφάσισε να πάει να τη γνωρίσει. Όταν τη συνάντησε, τη ρώτησε: «Εσύ είσαι η γυναίκα με τη μεγάλη πίστη, για την οποία ακούμε»; «Όχι», απάντησε εκείνη, «δεν είμαι η γυναίκα με τη μεγάλη πίστη, αλλά η γυναίκα με τη μικρή σ’ ένα Μεγάλο Θεό».
Τέτοια είναι η ομολογία των πραγματικών χριστιανών, που δεν ανυψώνουν τον εαυτό τους, αλλά τον Κύριο στον οποίο πιστεύουν. Γιατί γνωρίζουν τη δική τους μηδαμινότητα και το μεγαλείο του Θεού, που τους δίνει όλη τη δύναμη να βγαίνουν νικητές μέσα από όλες τις περιστάσεις της ζωής, όποιες κι αν είναι αυτές, όσο δύσκολες κι ανυπέρβλητες κι αν φαίνονται.
(Σ.Α.Ι.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
155. Είναι αδύνατο να φαντασθούμε και να σκεφθούμε τον Σταυρό χωρίς αγάπη. Όπου είναι ο Σταυρός, εκεί είναι και η αγάπη. Στην εκκλησία, βλέπουμε παντού το σημείο του Σταυρού. Έτσι, από παντού μας γίνεται η υπόμνησις ότι βρισκόμαστε στο σπίτι του Θεού της αγάπης, στο σπίτι της ίδιας της αγάπης, που σταυρώθηκε για μας.
156. Λένε μερικοί ότι αν δεν νοιώθουμε διάθεσι για προσευχή, καλύτερα να μην προσευχηθούμε. Είναι μία σοφιστεία της σαρκός. Η σάρκα δεν θέλει την προσευχή. Αλλά «η βασιλεία των ουρανών βιάζεται» (Ματθ. ια’ 12). Δεν μπορούμε να εργασθούμε τη σωτηρία χωρίς να εκβιάσουμε τον εαυτό μας.
157. Κατά την ανατροφή που δίνουμε στα παιδιά μας, είναι πολύ επικίνδυνο να αναπτύσσουμε την αντίληψι και τη διάνοια, χωρίς να προσέχουμε την καρδιά. Πρέπει να έχουμε συγκεντρωμένο το ενδιαφέρον μας στην καρδιά, γιατί η καρδιά είναι ζωή, αλλά ζωή φθαρμένη από την αμαρτία. Είναι ανάγκη να καθαρίσουμε αυτή την πηγή της ζωής, να ανάψουμε στην καρδιά τη φλόγα της ζωής, ώστε να καίη και να λάμπη αέναα, χωρίς να σβήνεται. Η κοινωνία είναι διεφθαρμένη ακριβώς γιατί της λείπει η χριστιανική αγωγή. Είναι καιρός οι χριστιανοί να καταλάβουν τον Κύριο, να καταλάβουν τι ζητεί από μας. Ζητεί καθαρές καρδιές. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία» (Ματθ. ε’ 8). Ας ακούσουμε τη γλυκύτατη φωνή του Ευαγγελίου. Η αληθινή ζωή της καρδιάς μας είναι ο Χριστός. «Ζη εν εμοί ο Χριστός» (Γαλάτ. β’ 20). Αυτό είναι το κοινό πρόβλημα όλων μας: να φέρουμε τον Χριστό να κατοικήση μέσα στις καρδιές, καρδιές που να τον πιστεύουν αληθινά.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 83-84)
153. Δύο μικρά παιδιά, ο Παύλος και η Όλγα, χάρις στο άπειρο έλεος του Κυρίου, που ανταποκρίθηκε στις προσευχές της αναξιότητός μου, έγιναν καλά από την αρρώστια τους. Στην περίπτωσι του Παύλου, η αρρώστια έφυγε μες από ένα ήσυχο ύπνο. Και το προσωπάκι της Όλγας φωτίσθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη με τη χαρά της υγείας. Εννέα φορές πήγα να προσευχηθώ με πίστι, ελπίζοντας ότι την πίστι μου δεν θα την απεδοκίμαζε ο Κύριος. Αρκεί να κρούη κανείς και η πόρτα θα του ανοιχθή. Μπορεί εγώ να ήμουν ανάξιος, αλλά ο Κύριος χάρις στο άπειρο του έλεος θα με άκουε. Ο άδικος κριτής λύγισε στο τέλος στις επίμονες παρακλήσεις της γυναικός που τον ενωχλούσε με το αίτημά της. Πολύ περισσότερο ο δίκαιος Κριτής δεν θα έμενε ασυγκίνητος στην προσευχή μου για τα αθώα εκείνα παιδάκια. Δεν θα παρέβλεπε τα λόγια μου, τις γονυκλισίες μου, την πεποίθησί μου στο έλεός του. Και, πράγματι, δεν με απεδοκίμασε, εμένα τον αμαρτωλό ικέτη. Πήγα για δεύτερη φορά στο σπίτι τους και τα μικρά ήσαν καλά. Ευχαρίστησα από τα βάθη της καρδιάς μου τον Κύριο και τη Γρηγορούσα Μητέρα του.
154. Η αγάπη προς τον Θεό αρχίζει να εκδηλώνεται όταν αρχίζουμε να αγαπάμε το πλησίον σαν τον εαυτό μας. Γιατί ο πλησίον μας, όπως και εμείς, είναι εικών του Θεού. Και δείχνουμε πραγματική αγάπη προς τον Θεό, όταν, επίσης, δεν ικανοποιούμε τις απαιτήσεις της σαρκός ούτε εκείνες στης σαρκικής σοφίας, που δεν υποτάσσεται στη σοφία του Θεού. «Εάν τις είπη ότι αγαπώ τον Θεόν, και τον αδελφόν αυτού μισή, ψεύστης εστίν· ο γάρ μη αγαπών τον αδελφόν ον εώρακε, τον Θεόν ον ουχ εώρακε πώς δύναται αγαπάν;» (Α’ Ιω. δ’ 20). «Οι δε του Χριστού την σάρκα εσταύρωσαν συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίας» (Γαλάτ. ε’ 24).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 82-83)
" Η αγάπη του Χριστού διώχνει τα πάθη "
Όσο αυξάνεται η αγάπη του Χριστού, τόσο μειώνονται τα πάθη• κι όσο μειώνονται τα πάθη, τόσο αυξάνεται η αγάπη για τον Χριστό. Είναι όπως μία ζυγαριά. Κατάλαβες ;
Δεν σου λέω απλώς ν' αγαπήσεις τον Χριστό, αλλά να τον ερωτευτείς.
- Γέροντα, πώς θ' αγαπήσω τον Χριστό ;
- Με την ταπείνωση !
- Και πώς θα ταπεινωθώ ;
- Να κάνεις υπακοή.
- Και πώς να κάνω υπακοή ;
- Δεν ξέρεις πώς να κάνεις υπακοή ;
(Εδώ αγρίεψε λίγο.) Όλοι οι Πατέρες το λένε και οι Γραφές το γράφουν και λες " Πώς να κάνω υπακοή ; "
Αν σε είχα μπροστά μου, θα σου έδινα τρία χαστούκια, να δεις !
-Στείλτε τα τηλεφωνικώς, Γέροντα !
Κάπου εδώ τελείωσε αυτός ο υπέροχος και θαυμαστός διάλογος με το Γέροντα. Η τηλεφωνική εμπειρία έμεινε ανεξίτηλη στη μνήμη του αδελφού, στον οποίο εδραιώθηκε η πεποίθηση για την αγιότητα του Παππούλη και αυξήθηκε η ευλάβεια προς το πρόσωπό του. Σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, είναι μοναχός.
[Χρ 363π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.288-289)