E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

«Όσο περισσότερο κανείς κόβει και ταπεινώνει το θέλημά του, τόσο περισσότερο οδηγείται στην προκοπή. Ενώ αντίθετα, όσο περισσότερο επιμένει στο δικό του θέλημα, τόσο περισσότερο προκαλεί στον εαυτό του προσβολή και ζημία. Μη θέλεις λοιπόν να είσαι δούλος στο δικό σου θέλημα, αλλά προτίμησε να γίνεις υπάκουος στο θέλημα του Θεού».
(Οσίου Εφραίμ Σύρου, Έργα, τομ. Β σελ 214)

«Αν και η ναρκισσιστική παθολογία, μαζί και η χαρακτηρισμένη Ναρκισσιστική Διαταραχή Προσωπικότητας (ΝΔΠ), δεν αποτελούν αντικείμενο μελέτης εδώ, ωστόσο παραθέτω, για κάθε νόμιμη χρήση, μια χρηστική περιγραφή αυτής της προσωπικότητας σύμφωνα με το Διαγνωστικό Εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Ένωσης. Η ΝΔΠ, λοιπόν, εμφανίζει τουλάχιστον πέντε από τα ακόλουθα γνωρίσματα:
Υπερβολικά μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του που δεν βασίζεται στην πραγματικότητα (μεγαλομανία)
Ενασχόληση με φαντασιώσεις απεριόριστης επιτυχίας, δύναμης, ομορφιάς ή έρωτα.
Πεποίθηση ότι είναι ιδιαίτερος και μοναδικός και μόνο άλλοι ιδιαίτεροι άνθρωποι μπορούν να τον καταλάβουν.
Έντονη ανάγκη για θαυμασμό.
Αίσθηση ότι έχει ιδιαίτερα δικαιώματα και προνόμια.
Τάση να εκμεταλλεύεται τους άλλους δίχως τύψεις ή ενοχές.
Απουσία άξιας λόγου ενσυναίσθησης.
Τάση να φθονεί ή να θεωρεί ότι οι άλλοι τον φθονούν.
Αλαζονική στάση».
(ΔΕΝ ΠΑΙΖΕΙΣ ΜΟΝΟ ΕΣΥ. ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ!, Νίκου Σιδέρη, σελ 150)

«Όταν μου εξομολογήθηκε η φίλη μου το σχέδιό της με συνωμοτικό ύφος και με λαμπερά μάτια, έμεινα ακίνητη. Προσπαθούσα να καταλάβω πού υπήρχε το σφάλμα. Τι συμβαίνει; Η γυναίκα μου εμπιστεύτηκε ότι είναι ερωτευμένη τρελά με το διευθυντή της στη δουλειά της και ότι τώρα τελευταία το ανακάλυψε. Πως εκείνος μεν δεν της έχει εξομολογηθεί καθαρά τίποτε ακόμα, όμως στο βλέμμα του, στους τρόπους του, στις κινήσεις και στον τόνο της φωνής του, όπως απευθύνεται σ’ εκείνη, καταλάβαινε την αδυναμία που της έχει. Είναι σίγουρη πως, αν δεν ήταν παντρεμένος, θα είχε από καιρό εκδηλώσει έρωτα για το πρόσωπό της. Εκείνη όμως είναι αποφασισμένη!...
Έτσι όπως τη δυνάμωσε η ψυχανάλυση, έτσι όπως πείστηκε για την αξία της και για όσα η ζωή της χρωστάει, είναι σίγουρη πως θα τα καταφέρει. Σκοπεύει να χρησιμοποιήσει κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο για να ξελογιάσει αυτόν τον διευθυντή, να τον χωρίσει απ’ τη γυναίκα του, να τον απομακρύνει από τα μικρά παιδιά του, να τον κάνει ολοκληρωτικά δικό της. Ήδη έχει θέσει σε εφαρμογή κάποια στρατηγική. Τηλεφωνεί αργά τη νύχτα στο σπίτι του και όταν σηκώσει το ακουστικό η σύζυγός του, εκείνη το κλείνει. Σίγουρα θα αρχίσει να τον υποψιάζεται και θα ξεκινήσουν οι διαπληκτισμοί μεταξύ τους.
«Στον έρωτα και στον πόλεμο επιτρέπονται όλα! Ο Νίτσε, νομίζω, δεν το είπε αυτό;» με ρώτησε με νάζι. Ευχαριστούσε από καρδιάς την ψυχανάλυση που επιτέλους της άνοιξε τα μάτια. Που της τόνωσε την αυτοπεποίθηση. Που της δίνει πίστη στον εαυτό της. Είναι σίγουρη πως θα καταφέρει να κερδίσει τον άντρα των ονείρων της. «Η πίστη κινεί βουνά!» κατέληξε.
Και με κοίταξε με σκληρά, αδίστακτα μάτια που λαμπύριζαν από παράξενο πυρετό, περιμένοντας την επιβεβαίωσή μου».
(Μάρω Βαμβουνάκη, Ο παλιάτσος και η Άνιμα, εκδ. Ψυχογιός σελ 27-8)

Συνέντευξη Μάρκ Τουαίν στον συγγραφέα Κίπλινγκ το 1889: «Για μένα η συνείδηση είναι ένας μπελάς. Είναι σαν ένα κακομαθημένο παιδί. Όσο του δίνεις σημασία και του κάνεις τα χατίρια, τόσο σε παιδεύει και δεν σε αφήνει να ησυχάσεις. Έτσι και η συνείδηση: όσο την ακούς και συμμορφώνεσαι με τις υποδείξεις της, τόσο «χώνεται μες στα πόδια σου» και δεν σε αφήνει να χαρείς τη ζωή…
Για αυτό σε συμβουλεύω: Κάθε φορά που η συνείδησή σου ξεσηκώνεται,… μην την λυπάσαι! Δείρε την! Σκότωσε την στο ξύλο! Και μην την αφήνεις να σου καταστρέφει τις χαρές της ζωής…
Εγώ έτσι έκανα˙ την σκότωσα και βρήκα την ελευθερία και την ησυχία μου. Πάει καιρός, που δεν με έχει ενοχλήσει πια… Μάλλον είναι καλύτερα όταν είναι… νεκρή»!
(Αναζητώντας Ελευθερία, αρχ. Βαρνάβα Λαμπρόπουλου σελ 28-29)

«Από την διάσπασιν και την κατάτμησιν της αισθήσεως και της συνειδήσεως σώζεται ο άνθρωπος μόνον δια της θεανθρωπίνης ζωής. Τοιουτοτρόπως σώζεται και από την εγωιστικήν απομόνωσιν, η οποία δεν είναι άλλο τι παρά ιδιότυπος σατανισμός. Διότι ο Σατανάς είναι το πλέον απομεμονωμένον ον εις όλους τους κόσμους. Αυτός έχει χάσει τελείως το αίσθημα της πανενότητος του μακροκόσμου. Πράγματι ο Σατανάς είναι Μόνος εν απολύτω εννοία. Δι’ αυτό ο εγωισμός των ανθρώπων, η εγωιστική απομόνωσις των, η αποκοπή των από την πανενότητα του μακροκόσμου δεν είναι άλλοτι παρά μια ορμή προς τον σατανισμόν. Διότι ο Σατανάς είναι Σατανάς, επειδή η αυτοσυνειδησία του και η αυτοαίσθησίς του είναι τελείως αποκεκομμέναι από τον Θεόν και από όλα τα άλλα όντα και κτίσματα.
(αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, σελ 27-28)

«Μόνο ένα ξεχνούσε εντελώς ο γιατρός (ο ρώσος Haas 1780-1857): τον εαυτό του. Ήταν βέβαια πάντα καθαρά ντυμένος, αλλά με τελείως τριμμένα ρούχα - που ωστόσο στόλιζε ο σταυρός του αγίου Βλαδιμήρου – με κάλτσες μανταρισμένες και παπούτσια πολύ παλιά. Μια μέρα είχε πάει επίσκεψη στο σπίτι της κυρίας Eropkine, που βοηθούσε συχνά με χρηματικές προσφορές τα μεγάλα του έργα.
Κατά τη συνήθειά του ο Haas άρχισε να μιλάει για το ξεκίνημα της τελευταίας αμαξοστοιχίας κρατουμένων. Σε μια στιγμή τραβάει από τη τσέπη του ένα ξεσκισμένο πανί που του χρησίμευε για μαντήλι. Η κυρία Eropkine του το παίρνει σιγά-σιγά απ’ το χέρι και του βάζει ένα καινούργιο μαντήλι από βατίστα. Εκείνος χαμογέλασε. «Ένα μόνο μαντήλι δε φθάνει» σκέφτηκε αμέσως η οικοδέσποινα. Και φέρνει μια δωδεκάδα και προσπαθεί με τρόπο να την βάλει κρυφά στη τσέπη του γιατρού.
Αλλά ο Haas την κατάλαβε. Γυρίζει, της πιάνει τα δυο χέρια και με δάκρυα στα μάτια της λέει: «Ω, ευχαριστώ, ευχαριστώ. Είναι τόσο δυστυχισμένοι…».
Η σκέψη του ήταν τόσο πού γεμάτοι απ’ τους φτωχούς κρατούμενους, που ούτε στιγμή δεν του πέρασε η ιδέα ότι κάτι που του προσέφεραν ανήκε σ’ αυτόν τον ίδιο.
(Αθανασίου Αβραμίδη, Η Ιατρική της ανθρωπιάς σελ 101-2)

 

(επιστολές αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)

Στον φοιτητή, ο οποίος ρωτά για την επιρροή του άλλου κόσμου σ’ αυτόν εδώ.
[….]
Στις «Εξομολογήσεις» του ο μακάριος Αυγουστίνος διηγείται περί του θαύματος της στροφής του από την πολυθεΐα στην ορθή πίστη. Σαν εθνικός κατοικούσε την πόλη του Μιλάνου, σε έντονη αμφιταλάντευση, να βαπτιστεί ή όχι, δηλαδή, να παραδοθεί στον Χριστό ή να παραμείνει στην στείρα ρωμαϊκή φιλοσοφία. Σε τούτες τις έντονες αμφιταλαντεύσεις του συμβουλευόταν τον φίλο του Αλύπιο. Όμως, όλες οι συμβουλές και ο σκεπτικισμός δεν οδήγησαν πουθενά. Απελπισμένος ο Αυγουστίνος απομονώθηκε από τον φίλο του σε ένα δωμάτιο και άρχισε να κλαίε επάνω στην αδυναμία του. Έμεινε πολύ χρόνο έτσι σιγοκλαίοντας, και με προσευχή στον Θεό να του δείξει τον δρόμο.

Ξαφνικά άκουσε μια φωνή, σαν τραγούδισμα κάποιας παρθένας από μακριά, με επωδό: « Πάρε και διάβαζε, πάρε και διάβαζε»! ο Αυγουστίνος γύρισε να δει, τίνος είναι και από πού ήταν αυτή η φωνή, αλλά δεν μπορούσε να μάθει τίποτα. Να είναι τούτη η φωνή απάντηση στην προσευχή του; Σαστισμένος επέστρεψε στον φίλο του, στου οποίου το τραπέζι υπήρχε το βιβλίο «Απόστολος». Αυτός γρήγορα άνοιξε το βιβλίο, και στάθηκε με το βλέμμα του σε ένα χωρίο. Τότε διάβασε σ’ αυτό το χωρίο «Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός» (Ρωμ. 13,12),

Τούτα τα λόγια έλυσαν την μοίρα του Αυγουστίνου, και τον μεταμόρφωσαν από παγανιστή φιλόσοφο σε κήρυκα του χριστιανισμού. Άραγε, δεν είναι αυτή άγια επιρροή εκείνου του κόσμου σ’ αυτόν εδώ, από τον Χριστό και μέσω του Χριστού;

Ένα πιο πρόσφατο παράδειγμα: Ο μεγάλος ζηλωτής και απολογητής της ορθοδοξίας στη Ρωσία, ο Αλέξιος Χομιάκοβ, ξαφνικά έχασε τη σύζυγο του, με την οποία ζούσε σε ευτυχέστατο γάμο. Παρόλο που ήταν δυνατός στην πίστη ο Χομιάκοβ έπεσε σε απελπισία εξαιτίας τούτου του χωρισμού.

Όμως κάποια νύχτα εμφανίστηκε στον ύπνο του η συγχωρεμένη και του είπε: «Μην απελπίζεσαι»! Αυτό ενθάρρυνε πλήρως τον Χομιάκοβ, ώστε συνέχισε και άλλο να μάχεται για την πίστη του Χριστού με την ίδια σφοδρότητα όπως και πριν.

Άραγε, δεν είναι κι αυτή επιρροή εκείνου του κόσμου σ’ αυτόν εδώ, από τον Χριστό και μέσω του Χριστού; Και που βρίσκεται το τέλος στον ανεξάντλητο πλούτο τέτοιων παραδειγμάτων, από τα οποία δεν γίνεται να μην βρείτε κι εσείς τουλάχιστον ένα στην δική σας ζωή;

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ 52

Σε διάφορα πρόσωπα για διάφορα πράγματα.
[…..]
Στην κυρία Ο. από του Γκούτσε.
Προειδοποιήσεις για τον θάνατο κάποιου προσώπου αναμφισβήτητα υπάρχουν. Και μάλιστα είναι τόσο συχνές και πολυάριθμες που θα μπορούσαμε να τις εκλάβουμε ως κανόνα. Οπωσδήποτε θα έχετε ακούσει για ότι ραγίζουν ποτήρια ή τζάμια του παραθύρου ή ότι η φωτογραφία κάποιου νεκρού πέφτει σε άλλο σημείο. Και το δικό σας όνειρο για το θάνατο κάποιου  πολύ σημαντικού ανθρώπου είναι ξεκάθαρη προειδοποίηση. Ανάψτε κερί και μοιράστε ελεημοσύνη για την ψυχή του.   
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ. 304

 

(επιστολές Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)

Στον νεαρό κληρονόμο για την τελευταία επιθυμία
Γράφεις για τον θάνατο του πατέρα σου. Ως διακεκριμένος και ευκατάστατος άνθρωπος είχε πολλούς φίλους με εξουσία και πλούτο. Όμως προ του θανάτου δεν ενδιαφέρονταν να δει κανέναν. Μόνο συχνά παράγγελνε, να του έρθει ο Σταύρος ο υποδηματοποιός.
Και αυτός ο Σταύρος τίποτα δεν έχει εκτός από την πίστη και την καλοσύνη. Και όταν ερχόταν ο Σταύρος, ο μελλοθάνατος δεν του έλεγε τίποτα, αλλά έπαιρνε μόνο το χέρι του και το κρατούσε έτσι και σώπαινε. Ενώ όταν ερχόταν κάποιος από τους ισχυρούς φίλους του και συνεταίρους, αυτός μόνο κούναγε το χέρι, για να απομακρυνθούν. Ρωτάς, τι σημαίνουν αυτά;
Αυτό σημαίνει, παιδί μου, ότι ο άνθρωπος που πεθαίνει είναι ειλικρινής άνθρωπος. Δεν θέλει να τον αγγίξει η προσποίηση. Κατά τον αποχωρισμό από τον κόσμο η ψυχή ζητά μόνο εκείνο που είναι το κάλλιστο σ’ αυτόν τον κόσμο. Και αυτό είναι η πίστη και η καλοσύνη. «΄Ότι κρείσσον το έλεος σου υπέρ ζωάς», λέει ο προφήτης (Ψαλμ. 62,4). Αυτός το λέει στον Θεό. Αλλά η καλοσύνη του Θεού λάμπει μέσω του καλού ανθρώπου.
Σκύψε πάνω από την κλίνη του μελλοθανάτου και ανέφερε τα ονόματα των μεγάλων βασιλιάδων της γης, των κατακτητών, των εξουσιαστών, των πλουσίων, των επιστημόνων, των καλλιτεχνών…Τίποτα! Αυτά τα ονόματα δεν του λένε απολύτως τίποτα. Όλα αυτά είναι μακριά από την ψυχή του σαν ξεχασμένο όνειρο.
Όταν σ’ έναν εξουσιαστή που πέθαινε μιλούσαν περί μεγάλων ανδρών, όμοιων του, αυτός με αναστεναγμό είπε: «Μη μου μιλάτε περί εκείνων που αφήνω, αλλά μιλήστε μου περί εκείνων που πηγαίνω».
Όταν πάλι έναν Ρώσο ηγεμόνα κολάκευαν οι κόλακες και την ώρα του θανάτου του, αυτός θυμωμένα φώναξε: «Πέρασε ο καιρός γι’ αυτά! Μιλήστε μου τώρα για τον καλύτερο από μένα!».
Ο μελλοθάνατος, λοιπόν, είναι ειλικρινής, και ζητά πάνω από όλα την φλόγα της καλοσύνης, για να τον ζεστάνει, να τον φωτίσει και να τον ενθαρρύνει.
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς,«Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ. 139

Στον οινοποιό Σ.: Περί αδελφού χωρίς αδελφοσύνη.
[….]
Πρόσφατα κρέμασαν έναν άνθρωπο στον τόπο μας για ένα έγκλημα. Εκείνος, πριν πεθάνει, μετάνιωσε βαθιά και ειλικρινά! Έκλαιγε και οδυρόταν για την κακή του πράξη. Τόσο πολύ προσευχόταν στον Θεό κατά την διαδρομή προς την κρεμάλα, υποκλινόταν στους ανθρώπους γύρω του φωνάζοντας: «Συγχωρέστε με, αδέλφια συγχωρέστε με»!
Όλοι δάκρυσαν. Φίλησε πολλές φορές το χέρι του ιερέα και τον σταυρό και τρεμάμενος ολόκληρος παρακαλούσε: «Πάτερ, προσευχηθείτε στον Θεό να με συγχωρήσει»!
Κάποιος από τους παριστάμενους μας διηγιόταν μετά ότι αισθανόταν, σαν να αποχαιρετούσαν προς τον άλλο κόσμο όχι έναν εγκληματία αλλά έναν άγιο! Τόσο εύκολα μπορεί να αλλάξει ολόκληρος ο εσωτερικός κόσμος του ανθρώπου μέσω της μετάνοιας!
[…..]
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ. 166

Στον μαθητή του σχολείου για το ποιος είναι ο Νέος Άνθρωπος.
[….]
Υπάρχουν ακόμα πολλά χωρία παρόμοια με αυτά, όμως είναι αρκετά και τόσα. Και όλα αυτά τα αποστολικά λόγια συμφωνούν με τα λόγια του Χριστού: «’Εάν μη τις γεννηθή άνωθεν, ού δύναται ιδείν την βασιλεία του Θεού» (‘Ιωαν. 3,3).
Όταν το βασιλόπουλο της Ινδίας Ιωάσαφ ρώτησε τον δάσκαλο του, τον γέροντα Βαρλαάμ, την ηλικία του, έλαβε την απάντηση «σαράντα πέντε ετών». Έκπληκτο το βασιλόπουλο δήλωσε, ότι εκείνο υπολόγιζε γεμάτα εβδομήντα χρόνια . Σ’ αυτό του απάντησε ο γέροντας, ότι και οι δυο τους ορθά μίλησαν: «Αλλά εγώ δεν υπολογίζω καθόλου εκείνον τον χρόνο, που έζησα στην κοσμική ματαιοδοξία! Διότι δεν μπορώ τα χρόνια που ήμουν «νεκρός» να τα υπολογίζω στα χρόνια της ζωής μου.
Ιδού τι είναι αυτός ο νέος άνθρωπος, και τι θα έπρεπε να κηρύττει ο Νέος Άνθρωπος σας.
[…..]
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ. 170

Στην Αίγυπτο όπου υπήρχαν στη βαθιά χριστιανική αρχαιότητα πολλά μεγάλα μοναστήρια, ζούσε ένας μοναχός που ήταν φίλος με έναν αγράμματο απονήρευτο αγρότη-φελάχο. Μια μέρα ο φελάχος είπε στο μοναχό:

«Κι εγώ λατρεύω το Θεό που δημιούργησε αυτό τον κόσμο! Κάθε απόγευμα χύνω σε μια γαβάθα κατσικίσιο γάλα και το βάζω κάτω από ένα φοίνικα. Το βράδυ ο Θεός έρχεται και πίνει το γαλατάκι μου. Του αρέσει πάρα πολύ! Ούτε μια φορά δεν έμεινε κάτι στη γαβάθα».

Όταν άκουσε αυτά τα λόγια ο μοναχός, δε μπόρεσε να μη γελάσει. Καλόψυχα και κατανοητά εξήγησε στο φίλο του ότι ο Θεός δε χρειάζεται κατσικίσιο γάλα. Όμως ο αγρότης επέμενε με πείσμα στο δικό του. Τότε ο μοναχός πρότεινε την επόμενη νύχτα να παρακολουθήσουν κρυφά τι συμβαίνει, όταν αφήσουν τη γαβάθα με το γάλα κάτω από τον φοίνικα.

Το είπαν και το έκαναν: τη νύχτα ο μοναχός κι ο αγρότης κρύφτηκαν κοντά και στο φως του φεγγαριού σύντομα είδαν ότι μια αλεπουδίτσα είχε πλησιάσει κρυφά τη γαβάθα κι έγλειφε όλο το γάλα ώσπου να την αφήσει πεντακάθαρη.

Αυτή η αποκάλυψη χτύπησε τον αγρότη σαν κεραυνός! «Ναι», παραδέχτηκε συντετριμμένος, «τώρα το βλέπω, δεν ήταν ο Θεός!».

Ο μοναχός προσπάθησε να καθησυχάσει τον αγρότη κι άρχισε να εξηγεί ότι ο Θεός είναι Πνεύμα, ότι είναι απόλυτα διαφορετικός σε σχέση με τον κόσμο μας, ότι οι άνθρωποι Τον γνωρίζουν με ιδιαίτερο τρόπο… Όμως ο αγρότης στεκόταν μπροστά του με το κεφάλι κάτω και μετά άρχισε να κλαίει κι έφυγε για την καλύβα του.

Ο μοναχός πήγε κι αυτός στο κελί του. Όμως όταν πλησίασε είδε με κατάπληξη έναν άγγελο στην πόρτα να του φράζει το δρόμο. Ο μοναχός τρομαγμένος έπεσε στα γόνατα κι ο άγγελος είπε:

«Αυτός ο απλός άνθρωπος δεν είχε ούτε παιδεία ούτε σοφία ούτε μόρφωση για να λατρέψει το Θεό διαφορετικά απ’ ό,τι έκανε. Κι εσύ με τη σοφία και τη μόρφωσή σου του πήρες αυτή τη δυνατότητα. Θα πεις ότι χωρίς αμφιβολία έκρινες σωστά; Όμως ένα πράμα δεν ξέρεις, ω σοφέ: ο Θεός βλέποντας την ειλικρινή καρδιά αυτού του αγρότη, κάθε βράδυ έστελνε στο φοίνικα την αλεπουδίτσα για να τον καθησυχάσει και να δεχτεί τη θυσία του».

Απόσπασμα από το βιβλίο “Σχεδόν Άγιοι”
του Αρχιμ. Τύχων Σεβκούνωβ

Στον οικονόμο Βλάνταν Τσ.: «Όποιος σκάβει το λάκκο του άλλου». (επιστολή Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)

Είναι κακός ο γείτονας σου. Στους άλλου έκανε κακό μα στον εαυτό του μεγαλύτερο. Απαγόρευσε σ΄αυτούς που μετέφεραν νερό να περάσουν από τη συνηθισμένη διαδρομή μέσα από τα δικά του οικόπεδα.
Όταν είδε ότι αυτό δεν βοηθά έφτιαξε περίφραξη. Αλλά οι άνθρωποι που μετέφεραν το νερό πηδούσαν πάνω από την περίφραξη, επειδή ο άλλος δρόμος ήταν πολύ μακρύς.
Τότε αυτός βάζει μεταλλική παγίδα στον φράκτη της εισόδου και τη σκεπάζει με ξερά χόρτα και καλάμια. Αλλά στην παγίδα έπεσε η κόρη του. Τώρα το κοριτσάκι νοσηλεύεται στο νοσοκομείο. Του είπαν πως θα μείνει ανάπηρο για πάντα.
Στην απελπισία του αποφάσισε να βγάλει την περίφραξη και έτσι άφησε τους ανθρώπους που μετέφεραν το νερό να περνούν ελεύθερα από το οικόπεδο του. Να λοιπόν: «Όποιος σκάβει τον λάκκο του άλλου πέφτει ο ίδιος μέσα»!
Έχει γραφτεί μια φοβερή ιστορία από την παλιά εποχή. Ο βασιλιάς Λέων ο Αρμένιος θερμός εικονομάχος, είχε ένα φίλο, τον Μιχαήλ, γνωστό και ως «Ζαΐκη». Σ’αυτό τον Μιχαήλ ο βασιλιάς ήταν υποχρεωμένος ακόμα και για τον θρόνο του.
Αλλά ο Μιχαήλ εναντιώθηκε στην πολιτική που ακολούθησε ο βασιλιάς έναντι της ορθοδοξίας. Ο βασιλιάς συνέλαβε τον Μιχαήλ και τον έριξε στην φυλακή του παλατιού, με σκοπό να τον αποκεφαλίσει ακριβώς την ημέρα των Χριστουγέννων. Έτσι έκρινε ο βασιλιάς, σε αντίθεση με το δικαστήριο.
Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων κατέβηκε ο βασιλιάς στη φυλακή να δει τον φυλακισμένο του. Και βρίσκεται μπροστά στην εξής σκηνή: Ο αρχηγός της φρουράς, αξιωματικός, από σεβασμό στον Μιχαήλ του έδωσε τα σκεπάσματα του και ο ίδιος κοιμόταν στο πάτωμα. Ο αξιωματικός ξύπνησε, βλέπει τον βασιλιά και τον πιάνει πανικός, επειδή ο βασιλιάς τον βρήκε να κοιμάται. Φοβούμενος για την ζωή του, ξυπνάει τον Μιχαήλ και συνωμοτούν να σκοτώσουν τον βασιλιά Λέοντα.
Την αυγή όταν οι ιερείς με λιτανεία άρχισαν να κατευθύνονται προς τον ναό του παλατιού, μπαίνουν μαζί τους και οι συνωμότες οπλισμένοι. Σκοτώνουν τον βασιλιά Λέοντα τον Αρμένιο τον εικονομάχο. Και έτσι τα Χριστούγεννα δεν εκτελέστηκε ο κατάδικος αλλά ο δικαστής. Και πάλι λοιπόν:
«Όποιος σκάβει το λάκκο του άλλου, πέφτει μέσα ο ίδιος»!

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ 308

 

Στον κλειδαρά Τ.Τ. για την ζωή του αμαρτωλού (επιστολή αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)

Κάποιος άνθρωπος κληρονόμησε μεγάλο πλούτο από τον πατέρα του. Όμως χρησιμοποίησε όλο τον κληρονομημένο πλούτο για το χτίσιμο, τη στερέωση και τη διακόσμηση ενός σπιτιού. Και ζούσε μόνος σ’ αυτό το σπίτι. Ούτε πήγαινε σε κανέναν ούτε δεχόταν κανέναν από τους καλούς ανθρώπους. Για τον εαυτό του δεν έδινε τίποτα· όλα για το σπίτι. Άπλυτος, αχτένιστος, με κουρέλια, άσιτος, τσιγκούνης για τον εαυτό του και τους άλλους, τα έδινε όλα για το σπίτι, στο οποίο έμενε.
Χρόνια οι γείτονες δεν μπόρεσαν να δουν το πρόσωπο του. Αλλά το σπίτι του απ’ έξω ήταν τόσο στολισμένο, ώστε ο καθένας από τους ξένους και τους περαστικούς αναφωνούσε από θαυμασμό. Άκουγε εκείνος ο άνθρωπος κάθε λόγο θαυμασμού για το σπίτι του, και αυτό ήταν η μόνη του ευχαρίστηση. «Πώς να ‘ναι εκείνος που κατοικεί σε τέτοιο παλάτι!», αναρωτιόντουσαν οι περαστικοί. Αλλά το πρόσωπο του νοικοκύρη κανένας δεν είδε.
Τελικά, όταν αυτός σκόρπισε για το σπίτι ότι είχε και δεν είχε, έφερε τον ίδιο του τον εαυτό μέχρι απελπισίας από την πείνα. Όμως μια μέρα χτύπησε κεραυνός το σπίτι του, και το έκαψε. Και το σπίτι κάηκε από τις φλόγες, και εκείνος με δυσκολία σώθηκε βγαίνοντας στον δρόμο. Βλέποντας τον ο λαός στην πόλη, φοβήθηκε, αφού ήταν σαν σκιάχτρο: μαύρος, ξερός, κουρελιασμένος, ακάθαρτος. Και ο καθένας τον απέφευγε σαν κάποιο τέρας.
Στην απελπισία του πήρε τον δρόμο που οδηγούσε έξω από την πόλη, ούτε ξέροντας και ο ίδιος που πάει. Στον δρόμο τον συνάντησαν κάποιοι τσιγγάνοι, και είπαν μεταξύ τους: αυτός είναι ταιριαστός για το εμπόριο μας! Και έτσι οι τσιγγάνοι τον έπιασαν, τον παραμόρφωσαν ακόμα περισσότερο, του έβγαλαν τα μάτια, του έσπασαν τα χέρια και τα πόδια, και έφυγαν μαζί του για να ζητιανεύουν ανά τον κόσμο.
Εκείνος ο άνθρωπος παριστάνει την ψυχή του αμαρτωλού.
Ο μεγάλος πλούτος είναι τα δώρα του Θεού.
Το χτίσιμο, το στερέωμα και το στόλισμα ενός σπιτιού σημαίνει τη φροντίδα αποκλειστικά για το σώμα και τη σαρκική ζωή.
Αφρόντιστος, κουρελιασμένος και άσιτος άνθρωπος είναι η παραμελημένη, γυμνή και άσιτη ψυχή μέσα στο σώμα.
Ο κεραυνός είναι ο ξαφνικός θάνατος.
Οι άνθρωποι στην πόλη, οι οποίοι τον αποστρέφονταν σαν κάποιο τέρας, είναι οι άγγελοι του Θεού, οι οποίοι αποστρέφονται τη σιχαμερή ψυχή του αμαρτωλού.
Οι τσιγγάνοι σημαίνουν τα μαύρα δαιμόνια, που αγαπούν και πιάνουν όμοιους τους.

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’», σ. 92)

 

Αναδημοσίευση από: proskynitis.blog

“Μνήσθητί μου, Κύριε”, του είπε, “όταν έλθης εν τη βασιλεία Σου”. Θυμήσου και μένα, Χριστέ μου, όταν πας στη βασιλεία Σου!”. Τι γλυκός λόγος!
Όλα τα σιρόπια, όλα τα πανευφρόσυνα, όλα τα ευχάριστα του κόσμου τα υπερνικά ο λόγος αυτός. Αμέσως εκτύπησαν αυτά μέσα στην καρδιά του Χριστού και έγινεν αντανάκλασις της χάριτος. Του απήντησε λοιπόν: “αλήθεια σου λέγω και εγώ, ότι σήμερα θα έλθης μαζί μου στον παράδεισο”.
Για την μετάνοια αυτής της στιγμής που δείχνεις, ξεχνώ όλους τους φόνους και τα κακουργήματα που είχες καμωμένα και η ευσπλαχνία μου με παρακινεί να σου ειπώ αυτόν τον λόγον: έλα μαζί μου στην βασιλεία μου.
Μήπως και εμείς, αδελφές, δεν μοιάζωμεν καμμιά φορά με τον ληστήν; Είμεθα όλο στολισμένοι με χάριτας;
Δεν έχομεν ακάθαρτα και αμαρτίες; Δεν μολύνομεν κάθε λίγο τας ψυχάς μας; Δεν βλέπομεν τον πλησίον μας με κακία; Δεν κρίνομεν και κατακρίνομεν; Δεν οργιζόμεθα, δεν φθονούμεν, δεν συκοφαντούμεν;
Αλλά μήπως ο Θεός για όλα αυτά μας παραπέμπει; Μήπως εάν ημείς είμεθα ακάθαρτοι, εάν είμεθα μοχθηροί και κακότροποι, εκείνος μας οργίζεται; Μας μισεί; Όχι.
Με αυτά τα ακάθαρτα χείλη που έχομεν, δέχεται και τον δοξολογούμεν.
Μ’ αυτά τα ρερυπωμένα μας εντόσθια, δέχεται και τον γευόμεθα, με αυτά τα αμαρτωλά μας χέρια και πόδια μας κρατεί στη ζωή. Τέτοια αγάπη μας έχει, τέτοια συμπάθεια έχει για τον άνθρωπoν, τέτοια μακροθυμία για όλους μας.
Μήτε Εβραίο ξεχωρίζει μήτε Έλληνα μήτε Οθωμανό. Για όλους την ίδια στοργή αισθάνεται.
Και όπως τον καιρόν της σταυρώσεως καρφωμένος πάνω στο μαύρο ξύλο εφώναζε γλυκά-γλυκά: πάτερ μου, μη συνορισθής τους σταυρωτάς μου, γιατί δεν ξεύρουν τι κάνουν, δεν με κατάλαβαν ποιος είμαι, δεν καταλαβαίνουν. Τα ίδια εξακολουθεί να φωνάζη ακόμα μέχρι σήμερα για όλους μας ο Χριστός.
Πόσα σφάλλει κάθε ημέραν η ανθρωπότης εις τον Θεόν!
Και όμως εκείνος ποτέ δεν μας οργίζεται, ποτέ δεν μας ρίχνει κακία ποτέ! Ποτέ! Τον βλασφημούμεν, τον παροργίζομεν, τον μουτζώνομεν, τον ξανασταυρώνομεν και εκείνος πάλι μας υπομένει, πάλι μας αγαπά.
Διότι είναι ο Θεός ελέους, είναι Θεός αγάπης, Θεός της ευσπλαχνίας. Για όλα αυτά τα ακάθαρτα, τα οποία του προσφέρoμεν ημείς, εκείνος μας προσφέρει έλεος και παρηγοριά.
Ποτέ δεν σιχαίνεται ο Θεός κανένα μας. Μόνο ο άνθρωπος είναι σκληρός, μόνον ο άνθρωπος δεν υπομένει ο ένας τον άλλον, παρά κρίνει και κατακρίνει και συκοφαντεί και κατηγορεί και ζητεί να βλάψει και να καταστρέψει και να αδικήση τον άλλον.
Ο Θεός όμως δεν κάμνει έτσι - όλο φροντίζει πως να βοηθήσει τον άνθρωπoν, όλο ζητεί να του δίδη χείρα βοηθείας. Πότε έναν πνευματικόν φανερώνει να τον συμβουλέψη, πότε κανέναν άγγελoν να τον φώτιση, πότε κανένα λογισμό καλό του βάζει, πότε μια έμπνευση θεϊκή του φέρνει, άλλοτε κανέναν άνθρωπoν καλόν του παρουσιάζει και του δίνει μια παρηγοριά.
Μη λησμονάτε, αδελφές, ότι τυχαίνομεν και μεις σε ώρες και σε στιγμές που λυπάται ο ένας τον άλλον. Να λυπούμαι εγώ εσάς και σεις εμένα, να λυπάται η μία την άλλην σας. Δεν έχομεν ανάγκη να λέμε για τον άλλον κόσμον. Όταν βλέπετε τα λάθη μου να λέτε: στιγμή είναι και ας συμπαθήσωμεν, και να δείχνετε συμπάθεια, αδελφές, όπως έδειξε ο Παύλος για τους Εβραίους και έλεγε: “Πάτερ, μη στήσης αυτoίς την αμαρτίαν ταύτην”. Έτσι να λέτε εσείς για μένα και εγώ για σας. Εγώ μπορεί να δείξω καμμιά φορά ότι στενοχωρούμαι μαζί σας και να σας μαλώνω καμμιά φορά, πάλι για το καλό σας. Έπειτα όμως πηγαίνω πιο εκεί και ο Θεός το γνωρίζει τι λέγω. Αoράτως ακούει ο Θεός τι λέγω: “συγχώρεσέ την, Θεέ μου, άνθρωπος είναι και αυτή, πλασμένη από το ίδιο πλάσμα που είναι πλασμένος όλος ο κόσμος και σύρεται και αυτή από τα ίδια πάθη και τυραννιέται και βασανίζεται, μην της συνορισθής - συγχώρεσέ την”. Και σεις, αδελφές, συμπάθεια να έχετε η μία για την άλλη σας. Όχι με μίσος και έχθρα, όχι με φθόνον και κακία, όχι με πονηρία και σκληρότητα ψυχής και απανθρωπιά. Παρά με συμπάθεια, με μακροθυμία, με καρτερία, με σπλάγχνα οικτιρμών και φιλανθρωπίας ο ένας για τον άλλον μας. Σήμερα είσαι συ, αύριο εγώ, τώρα σφάλλει ο ένας, σε λίγο ο άλλος.
Kάθε στιγμή μας συγχωρεί ο Θεός. Kαι μεις να συγχωρούμεν αλλήλους μας, και μεις να κλαύσωμεν και να θρηνήσωμεν και να λυπηθούμεν και να συμπονέσωμεν και να παρακαλέσωμεν τον Θεόν για το σφάλμα του αδελφού μας. Αυτή είναι η μεγαλυτέρα αρετή. Όσες αρετές και αν έχης, όσα καλά έργα και προσευχές και αγαθοεργίες και αν κάμης, όλα τα υπερβαίνει, εάν πης ένα λόγο: Θεέ μου, συγχώρεσε τον αδελφόν μου για ό,τι μου έκαμε.

Όσιος Άνθιμος της Χίου

Στον έμπορο των ζώων για την καθυστέρηση

Μιλάς για ένα παράξενο γεγονός στη ζωή σου, που σε συγκράτησε να μην πνιγείς στο ποτάμι. Ταξίδευες με άμαξα με δύο συγγενείς σου, πηγαίνοντας σε ένα πανηγύρι των ζώων. Βιαζόσασταν να μην χάσετε την σχεδία που θα σας περνούσε απέναντι κάποια συγκεκριμένη ώρα. Όμως ξαφνικά συναντήσατε ένα αυτοκίνητο, που έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα. Γρήγορα τραβήξατε το χαλινάρι και τα άλογα προς τα δεξιά, αλλά το αυτοκίνητο χτύπησε σε έναν τροχό της άμαξας σας και τον έσπασε. Θυμωμένα φωνάζατε στον οδηγό με ύβρεις και κατάρες. Απελπισμένοι επειδή θα χάνατε τη σχεδία τη συγκεκριμένη ώρα· ξεκινήσατε να φτιάξετε τον τροχό. Ταλαιπωρηθήκατε πολλή ώρα μέχρι να δέσετε τον σπασμένο τροχό κάπως και να τον κάνετε να γυρίζει. Όμως όταν φτάσατε στο ποτάμι τι να δείτε; Δυστυχία! Η σχεδία, παραγεμισμένη με ανθρώπους και ζώα, είχε βυθιστεί. Μόνο λίγα ζώα και μερικοί άνθρωποι κολύμπησαν στην ακτή. Όλα τ' άλλα χάθηκαν κάτω από το νερό. Τότε εσείς ευχαριστήσατε τον Θεό και αρχίσατε από την καρδιά σας να ευλογείτε εκείνο τον οδηγό που έσπασε τον τροχό και μ’ αυτό έγινε αιτία να αργήσετε.
Έτσι συμβαίνει καθημερινά με τους ανθρώπους. Θυμώνουν για τα συμβάντα που τους καθυστερούν από τα σχέδια τους, αλλά λίγο αργότερα κατανοούν, ότι αυτή η καθυστέρηση ήταν μέρος της μυστηριώδους πρόνοιας του Θεού για δικό τους όφελος. Διάβασε τι έχει γραφεί περί του αποστόλου Παύλου και του Τιμόθεου: «ἐλθόντες δὲ κατὰ τὴν Μυσίαν ἐπείραζον εἰς τὴν Βιθυνίαν πορευθῆναι, καὶ οὐκ εἴασεν αὐτοὺς τὸ πνεῦμα» (Πραξ. 16,7). Και αυτό ήταν καλό.
Η περίπτωση που σου συνέβη σ’ έμαθε να μη θυμώνεις ποτέ πια για την καθυστέρηση, όταν αυτό δεν είναι υπό την εξουσία σου. Και περισσότερες φορές αργότερα είχες την εμπειρία ότι τέτοιες καθυστερήσεις ήταν πάντα για το καλό σου. Ας διδαχτούν από σένα αυτόβουλοι, που θα ήθελαν να γίνονται όλα σ’ αυτόν τον κόσμο κατά την δική τους θέληση.
Σε σένα ειρήνη και υγεία από τον Κύριο.

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, "Δεν φτάνει μόνο η πίστη…" Ιεραποστολικές Επιστολές Β’, σελ. 278)

Στον έφεδρο αξιωματικό σχετικά πώς ο Θεός δεν επιτρέπει

Περιγράφετε την αληθινή ιστορία των παθών σας στην αιχμαλωσία, η οποία είναι πράγματι διδακτική. Τρεις φορές οι εχθροί σας οδήγησαν στο απόσπασμα και τις τρεις φορές σας γύρισαν χωρίς κάποιον ορατό λόγο. Είναι αόρατος ο λόγος από εσάς αλλά όχι από Εκείνον που σας δημιούργησε. Μόνος λέτε πως εκείνες τις φοβερές ώρες ασταμάτητα προσευχόσαστε με όλη σας την καρδιά στον Θεό· «ἐπὶ τῷ Θεῷ ἤλπισα οὐ φοβηθήσομαι τὶ ποιήσει μοι ἄνθρωπος», λέει ο ψαλμωδός (Ψαλμ. 55,2).
Ο Αρειανός βασιλιάς Βαλέντιος τρεις φορές πήρε καλαμάρι να υπογράψει την απόφαση δίωξης κατά του Μεγάλου Βασιλείου και τις τρεις φορές του έσπασε. Έκπληκτος ο βασιλιάς σκίζει την απόφαση του και αφήνει τον άγιο στην ησυχία του.
Διαβάστε το Ευαγγέλιο, διαβάστε αυτό το μοναδικό και άγιο βιβλίο της ζωής, και μάθετε την αλήθεια και θα γνωρίσετε πολλά μυστικά. Εκεί ερμηνεύεται και η δική σας περίπτωση. Κάποτε κακεντρεχείς Εβραίοι ήθελαν να συλλάβουν και να σκοτώσουν τον Κύριο Χριστό. Αλλά δεν τους επετράπη. Γιατί;… «αὶ οὐδεὶς ἐπίασεν αὐτὸν, ὅτι οὔπω ἐληλύθει ἡ ὥρα αὐτοῦ» (Ιωαν. 8,20). Τι μπορεί να κάνει ο άνθρωπος σε άνθρωπο αν ο τα πάντα ορών Κύριος δεν επιτρέψει ή δεν αφήσει; Τίποτα. Γι αυτό οι δεσμοφύλακες σας και δήμιοι σας, τρεις φορές προσπάθησαν και τις τρεις απέτυχαν, αν και τίποτα στον κόσμο δεν φάνηκε να εναντιώνεται στην εξουσία που είχαν πάνω σας. Αλλά εναντιώθηκε Εκείνος που είχε την εξουσία πάνω στον κόσμο και τους ανθρώπους. Δεν πρέπει λοιπόν να ξεχάσετε τι έκανε ο Ύψιστος για σας. Αλλά μιλήστε στον περίγυρο σας γι' αυτό, ώστε και οι άλλοι να εναποθέτουν τις ελπίδες τους σ’ Αυτόν.

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, "Δεν φτάνει μόνο η πίστη…" Ιεραποστολικές Επιστολές Β’, σελ. 310)

 

Προς μια φτωχή γυναίκα για την επιτυχημένη προσευχή

Ζείτε σε μεγάλη ανέχεια, με τον άνδρα και τον μικρότερο γιό. Ο μεγαλύτερος γιος είναι ήδη προ πολλού υπάλληλος. Αλλά αυτός έχει εντελώς αποκοπεί από τους γονείς του. Χρόνια δεν ήθελε να φανεί ούτε με γράμμα ούτε με κάποιο δώρο για σάς, τους φτωχούς και στοργικούς γονείς. Ο πατέρας δεν ήθελε πια ούτε να ακούσει για αυτόν. Όμως εσείς τον ησυχάζατε υπερασπιζόμενη τον γιο, και βρίσκατε συγχώρεση για την αμέλεια του προς εσάς. Κρυφά όμως, χύνατε δάκρυα και προσευχόσασταν στον Θεό για τον απομακρυσμένο γιό. Κι αυτό διήρκεσε μερικά χρόνια. Τη μητρική ψυχή σας γέμιζε ο φόβος και η ντροπή. Ο φόβος να μην καταραστεί ο πατέρας τον γιο, αλλά και η ντροπή να μην τον αποκηρύξει δημόσια. Εξαιτίας αυτού, όλο και πιο εγκάρδια, όλο και πιο συχνά υψώνονταν οι προσευχές σας σε Εκείνον, που είναι ο μόνος που μπορούσε να βοηθήσει. Προσευχόσασταν, νηστεύατε, ανάβατε κεριά, δίδατε ελεημοσύνη και όλα τα άλλα που καθορίζει η πίστη. Ασταμάτητα, από μέρα σε νύχτα, πέρασαν επτά χρόνια. Ούτε σταματούσατε, ούτε αμφιβάλλατε!

Τελικά, μετά από επτά χρόνια, λάβατε εκείνο που ζητούσατε από τον Θεό. Λάβατε τον γιό. Η καρδιά του σκληρού γιου γύρισε προς τους γονείς. Την προηγούμενη Ανάσταση λάβατε απ’ αυτόν ένα μετανιωμένο γράμμα και μια επιταγή. Παρακαλεί για συγχώρεση. Παραξενεύεται με τον εαυτό του, πως μπόρεσε πολύ καιρό να είναι οξύς απέναντι στους γονείς του. Σαν κάποια σκληρή πέτσα να πιάστηκε γύρω από την καρδιά του. Υπόσχεται να γράφει τακτικά και να στέλνει βοήθεια. Την υπόσχεση την εκπλήρωσε. Κάθε βδομάδα σας έρχεται γράμμα τώρα απ’ αυτόν και κάθε μήνα επιταγή. Η μητρική χαρά δεν τελειώνει πουθενά. Η ευγνωμοσύνη σας στον Θεό υπερβαίνει τα λόγια και ξεσπάτε σε λυγμούς.

Κι εγώ χαίρομαι για την χαρά σας και ευγνωμονώ τον Θεό, σεβαστή κυρία. Εγώ με κάθε σοβαρότητα σας προσφωνώ κυρία. Η αρχοντιά σας δεν είναι στο πλήθος των γήινων πραγμάτων, ούτε στον εφήμερο πλούτο, ούτε στην ανθρώπινη ματαιοδοξία. Ούτε η αρχοντιά σας είναι βασισμένη στο αρχοντικό αίμα, αλλά στο αρχοντικό πνεύμα. Εσείς υψώσατε την ψυχή σας έως τον Βασιλέα των Βασιλέων και τον Άρχοντα των Αρχόντων. Με τις σκέψεις σας επικοινωνείτε μαζί Του, με τις προσευχές σας μιλάτε με Αυτόν. Αυτός είναι ο αέρας και το φώς της ψυχής σας, πάντα παρών μπροστά στην πνευματική όραση σας. Μ’ όποιον και να μιλάτε, μιλάτε σαν σε τρίτο. Αφού ο Θεός είναι ο δεύτερος, ανάμεσα σε εσάς και σε κάθε συνομιλητή σας. Μιλάτε μέσω του Θεού σ’ όποιον και να μιλάτε, όπως σκέπτεστε πριν από την ομιλία μέσω του Θεού. Είστε δούλη του Θεού, γι’ αυτό και κόρη του Θεού. Από εκεί προέρχεται η αρχοντιά και η ευγένεια σας. Τούτη είναι η μόνη αρχοντιά, η οποία δεν χάνεται, η μόνη αριστοκρατικότητα, που είναι αιώνια. Αυτές αποκτώνται με την πίστη· τις διατηρείτε με τις δακρυσμένες προσευχές.

Στις προσευχές σας απάντησε ο Κύριος μυστικά στην καρδιά σας όποτε κάποτε στην Χαναναία γυναίκα : « Ω γύναι, μεγάλη σου η πίστης! Γενηθήτω ως θέλεις!» (Ματθ. 15,28). Και έτσι έγινε όπως θέλατε. Τον πλανεμένο ο γιό ο Κύριος σας τον έστρεψε στον ορθό δρόμο, τον έσωσε από την κατάρα του πατέρα και τον πατέρα από την απελπισία. Εσάς όμως ο Ύψιστος θα επιβραβεύσει για την πίστη σας ακόμα και μ’ αυτό, που όλο και πιο ισχυρά θα στερεώνει την πνευματική αρχοντιά σας και την ευγένεια, ώσπου να περάσετε στο αιώνιο βασίλειο, όπου άρχουν οι ευγενείς του Χριστού.
Ειρήνη σε εσάς και ευλογία από τον Χριστό.                     
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς,«Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ. 61

Στην μοναχική κυρία για την προσευχή.

Είστε πικραμένη επειδή ο Θεός δεν ακούει τις προσευχές σας! Μη πικραίνεστε μ’ Εκείνον, από τον οποίο έχουμε και το είναι και τη ζωή και την αναπνοή και το λογικό, και όλα. Σας παρακαλώ, μην παραπονιέστε για Εκείνον, που έχει χιλιάδες φορές περισσότερο δίκαιο να παραπονεθεί για εμάς μπροστά στους αγγέλους και τους αγίους Του. Ακόμα και αν ο Κύριος δεν εκπληρώνει όλες τις προσευχές μας, εκείνες φέρνουν στην ψυχή μας καρπό, κάνοντας τις ψυχές μας πλουσιότερες και πιο ώριμες. Αυτό είναι το μυστήριο, που γνώρισαν οι πνευματικοί εξερευνητές του εαυτούς τους. Ας πούμε ότι κάποιος σπέρνει το σιτάρι και προσεύχεται ο σπόρος να φέρει καρπό. Αντί καρπού φυτρώνει χορτάρι. Αυτός πάλι προσεύχεται για καρπό. Αλλά αντί του καρπού από το χόρτο μεγαλώνει καλάμι και στάχυ. Αυτός πάλι προσεύχεται για καρπό, και τελικά, τα καλάμια, γεμίζουν σιτάρι, και ωριμάζει, και πέφτει στην ποδιά του προσευχόμενου. Όλες οι πραγματικές μας προσευχές εν καιρώ θα φέρουν τον καρπό τους. Όπως λέει ο Ρώσος ποιητής Βγιαζέμσκι:  

και την αίθρια ημέρα και κάτω από την καταιγίδα,
κατά την συνάντηση της ευτυχίας ή της ανάγκης
να περάσει πάνω σου η σκιά του σύννεφου
ή το φώς των αστέρων,
προσευχήσου! Προσευχήσου από την άγια προσευχή
Ωριμάζουν μέσα μας οι μυστικοί καρποί.

Ο Θεός μας όρισε την προσευχή όχι προκειμένου να μάθει τι χρειαζόμαστε- αφού γνωρίζει και πριν την σύλληψη μας, τι θα χρειαστούμε σε κάθε λεπτό της ζωής- αλλά προκειμένου οι ψυχές μας, υπό τις ακτίνες της προσευχής, να μεγαλώνουν, να ευρύνονται, να υψώνονται και να ωριμάζουν. Εάν, προς στιγμή, δεν απαντά στις προσευχές, σημαίνει, ότι δεν επιθυμεί να γίνει σε εμάς εκείνο που εμείς θέλουμε αλλά εκείνο που Αυτός θέλει. Σ’ αυτήν την περίπτωση επιθυμεί για εμάς και μας προετοιμάζει για κάτι μεγαλύτερο και καλύτερο από εκείνο που εμείς στην προσευχή Του ζητάμε. Γι’ αυτό πρέπει με ταπεινοφροσύνη να ολοκληρώνουμε κάθε προσευχή με την φράση: « Πατέρα ας γίνει το θέλημα σου, και όχι το δικό μου».
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς «Δεν φτάνει μόνο η πίστη…
Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ. 79

Σε έναν άγνωστο άνθρωπο για την βοήθεια του Θεού.

Μου γράφετε από τη Γαλλία. Ταξιδεύατε στη θάλασσα και στη στεριά, σας έπιασε κάποια αρρώστια, και ήσασταν κοντά στην απελπισία. «Ταξίδευα μόνος», γράφετε «δεν μπορούσα να απευθυνθώ σε κανέναν, ούτε ήθελα, αφού ήμουν πεπεισμένος για την αδυναμία των ανθρώπων. Η μόνη μου ελπίδα ήταν ο Θεός. Σ’ Αυτόν απευθύνθηκα, και Αυτός με βοήθησε. Άκουσε την σύντομη αλλά από καρδιάς προσευχή μου μέσα στη νύχτα. Σαν έκφραση ευγνωμοσύνης στέλνω τριακόσια δηνάρια για τους φτωχούς ή για την εκκλησία. Μοιράστε τα, όπως Εσείς θεωρείτε σκόπιμο.»

Επειδή δεν έχω άλλο τρόπο να σας πληροφορήσω, το κάνω μ’ αυτόν τον τρόπο. Έλαβα, λοιπόν, και το γράμμα και τα χρήματα, και έπραξα σύμφωνα με την επιθυμία σας. Ο Θεός να σας είναι πάντοτε αρωγός.

Ποτέ μην αφήσετε την προσευχή, και ο Θεός δεν θα σας εγκαταλείψει. Με την προσευχή παραδεχόμαστε δύο πράγματα: την αδυναμία μας και την παντοδυναμία του Θεού. Με την προσευχή υψώνουμε τον Θεό στην θέση που Του αρμόζει, και κατεβάζουμε τον άνθρωπο στην θέση που του αναλογεί. Οι άνθρωποι που δεν ξέρουν την προσευχή, τα ανακατεύουν όλα, έτσι ώστε να υψώνουν τον εαυτό τους και να κατεβάζουν τον Θεό. Φθάνει μια συζήτηση με αυτούς, για να δείτε, σε ποιο ύψος κρατούν τον εαυτό τους και πόσο χαμηλά τον Δημιουργό τους. Όπου απουσιάζει η προσευχή είναι παρούσα η υπερηφάνεια. Και η υπερηφάνεια είναι σαν φουσκωμένο μπαλόνι, που σπάει με ένα τρύπημα της βελόνας. Έτσι και η υπερηφάνεια με ένα ελάχιστο τρύπημα της μοίρας μεταμορφώνεται σε απελπισία. Ο λογικός άνθρωπος είναι πάντα ταπεινόφρων, ενώ ο ταπεινόφρων μέσω της ταπεινοφροσύνης γίνεται πολύ λογικός. Όταν ο ταπεινόφρων άνθρωπος ζητά την βοήθεια από τους ανθρώπους, αυτός στην πραγματικότητα προσδοκά την βοήθεια από τον Θεό. Και όταν πηγαίνει στα ιαματικά λουτρά, προσεύχεται στον Θεό για βοήθεια. Αφού γνωρίζει ότι ο Θεός βοηθά είτε άμεσα, χωρίς την μεσιτεία των ανθρώπων και των πραγμάτων, είτε έμμεσα, μέσω των ανθρώπων και των πραγμάτων.

Εσάς σας βοήθησε άμεσα. Τον Ιωσήφ τον έσωσε μέσω των ανθρώπων, των Αιγύπτιων εμπόρων. Σε κάθε περίπτωση μόνο ο Θεός βοηθά και κανείς άλλος. «Η βοήθεια μου παρά Κυρίου του ποιήσαντος τον ουρανόν και την γην» (Ψαλμ.120,2), λέει ο ψαλμωδός.
Από τον Θεό υγεία σε σας και σωτηρία.    
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ. 120

Στη δασκάλα Γ.Ζ. για την προσευχή

[…..]

Ρώτησα μια συγγενή από το Βελιγράδι: «Τι γιορτάζετε;»
«Γιορτάζουμε τον Άγιο Γεώργιο και τον Άγιο Λουκά».
«Και γιατί δύο γιορτές;»
«Τον Άγιο Γεώργιο τον γιορτάζουμε επειδή είναι η σλάβα μας από τους προγόνους μας. Τον Άγιο Λουκά τον γιορτάζουμε επειδή έσωσε τον άντρα μου από τη δουλεία. Κατά την περίοδο της αυστριακής κατοχής, οδήγησαν τον άντρα μου στη φυλακή και μετά σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Έπεσα στη γη κλαίγοντας και επί τρείς ώρες προσευχόμουν στον Άγιο Λουκά υποσχόμενη ότι θα τον τιμώ στην σλάβα μου μαζί με τον Άγιο Γεώργιο, αν ελευθερώσει τον άντρα μου. Και ενώ εγώ ακόμα συνέχιζα τις μετάνοιες στην προσευχή, στο τρίωρο περίπου απάνω, ο άντρας μου επέστρεψε στο σπίτι ελεύθερος».
Βλέπεις πως ο ζωντανός Θεός μας βοηθά εκείνους που προσεύχονται σ’ Αυτόν; Προσπάθησε και εσύ με πίστη και ελπίδα.   
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές Επιστολές Β’» σελ. 300

Αναδημοσίευση από:   http://anazhthseis-elena.blogspot.gr

Ετούτη είναι μια αληθινή ιστορία, που μας την αφηγήθηκε κάποιος που την έζησε από κοντά.

Ο άντρας και η γυναίκα ήταν πρόσφυγες από την Σμύρνη.

Ο παππούς που μας είπε γι αυτούς, τους γνώρισε στην Αθήνα.

Ήταν μόνοι, κατάμονοι, δίχως συγγενείς όπως οι περισσότεροι από τους ξεσπιτωμένους της Ανατολής. Ούτε παιδιά είχαν.

Δυο απλοί και πονεμένοι άνθρωποι που ποτέ δεν έδειξαν τον πόνο τους. Μόνο την ελπίδα τους στον Κύριο που ξημερώνει τις μέρες έβλεπες και την φτώχεια τους που δεν γινόταν να κρυφτεί.

Σε ένα ημιυπόγειο ο άντρας είχε ένα μικρομάγαζο και πουλούσε ελιές. Πάνω απ' αυτό, ένα τετράγωνο δωμάτιο ήταν η ...οικία τους. Σπίτι να το κάνει ο Θεός: Σε μιαν άκρη τα σιδερένια τρίποδα με τις ξύλινες τάβλες και αυτό ήταν το κρεββάτι, παραδίπλα ένα κουτσό τραπέζι, δύο μπακιρένια κύπελλα για να πίνουν νερό, μια γκαζιέρα, μια καρβουνισμένη κατσαρόλα και λίγα ρούχα σκεπασμένα με ένα σεντόνι.

Το "οίκημα" νοικιασμένο.

Πόσες ελιές θα μπορούσε να πουλήσει ο χριστιανός για να καζαντίσουν;

Έπειτα ήταν και οι φτωχότεροι απ' αυτούς και οι ανήμποροι που δεν έπρεπε να μείνουν νηστικοί....Οι πένητες συνέδραμαν τους φτωχούς και αμφότεροι έλεγαν "δόξα τω Θεώ", γιατί έτσι είναι γραμμένο στις Γραφές και το ζευγάρι ήξερε καλά τα μαθηματικά του Θεού, την αριθμητική των δύο χιτώνων.

Τα χρόνια πέρασαν, το "μαγαζί" έκλεισε, τα χρόνια εκείνα συντάξεις δεν υπήρχαν, οι φτωχούληδες του Θεού άρχισαν να ζητιανεύουν στις γωνίες.

Μετά ούτε αυτό, καθώς γέρασαν πολύ και αρρώστησαν. Αν κάποιος τους έδινε ένα κομμάτι ψωμί έτρωγαν, αν όχι έπεφταν για ύπνο νηστικοί.

"Έχει ο Θεός" έλεγαν και πάλι "έχει ο Θεός" είπαν και όταν τα ταπεινά τους ρούχα έγιναν κουρέλια, όταν τα μπακιρένια κύπελλα πρασίνισαν από την πολυκαιρία, όταν δεν είχαν να πληρώσουν το νοίκι. Αχ αυτό το νοίκι...χρόνια το είχαν απλήρωτο. Φώναζε ο ιδιοκτήτης αλλά μετά "ξεχνούσε" το χαμόσπιτο και αυτοί συνέχιζαν την χαμοζωή τους, μη λείποντας από την εκκλησία και χαμογελώντας με εμπιστοσύνη σε όλες τις εικόνες του ναού.

Τόσοι άγιοι που βασανίστηκαν, ένας Αφέντης που σταυρώθηκε, η Μάνα που κάηκε η καρδιά Της και τούτοι που δεν έπαθαν τίποτε, θα σκιαχτούν;

Σκιάχτηκαν ωστόσο την ημέρα που ο ιδιοκτήτης τους είπε να φύγουν γιατί ήθελε να το γκρεμίσει το σπίτι. Θα έκανε πολυκατοικία.

Να φύγουν και να πάνε πού;

Εδώ αγαπήθηκαν, ευλογήθηκαν, χόρτασαν, πείνασαν, έκλαψαν, ήλπισαν, εδώ ήταν το σβηστό -πια- καντηλάκι τους, έδώ τα κουρέλια τους, εδώ τα σκουριασμένα από την αχρησία κουταλοπήρουνά τους.

Αυτή η πόρτα έκλεινε έξω τις βροχές, τα χιόνια, τους καιρούς και από μέσα ζούσαν το εύκρατον της δωρισμένης ελπίδας.

Τώρα;

"Τί να κάνω τώρα Θεέ μου ;" ύψωσε τα χέρια προς το ταβάνι με τους ξεχαρβαλωμένους τσατμάδες, ο γέρος.

Την άλλη μέρα ήρθε ο δικαστικός κλητήρας, με τα χαρτιά της έξωσης.

-"Πρέπει να φύγετε".

-"Πού να πάμε ;"

Ο άνθρωπος κοίταξε ένα γύρω το αχούρι, που υποδυόταν το σπίτι.....Κοίταξε και τους σκελετωμένους γέρους.

"Έχω ένα δωμάτιο που περισσεύει" είπε σιγανά.

"Δεν έχουμε λεφτά" είπε ντροπαλά ο γέρος.

"Πάμε" είπε ο κλητήρας και καθώς δεν είχαν και τίποτε να μετακομίσουν, έφυγαν αμέσως.

Τους πήρε με το αυτοκίνητο, τους πήγε στο δικό του σπίτι, η γυναίκα του τους έπλυνε, τους έντυσε, τους τάισε, παιδιά δεν είχαν και τούτοι, το δωμάτιο ήταν φωτεινό, καθαρό, με κουρτίνες που τους άρεσε να τις πάνε πέρα δώθε (καθώς στο χαμόσπιτο δεν είχαν κουρτίνες...).

Έπεσαν στα πατώματα οι γέροι να ευχαριστούν, να κλαίνε, να ευλογούν, να εύχονται, να δοξάζουν.

"Θα έχουμε κι μεις συντροφιά" είπε η γυναίκα του κλητήρα. Αυτό μόνον....

Τώρα πια οι γέροι έπρεπε να συνηθίσουν την μυρωδιά του φρέσκου ψωμιού που έρχεται ζεστό από τον φούρνο, το πώς ευωδιάζει το φαγητό που βράζει καθώς και το πώς απαντάει ο Χριστός στους δικούς Του, όταν Τον ρωτάνε "Τί να κάνω τώρα Θεέ μου ;"

http://anazhthseis-elena.blogspot.gr/

katafigioti

lifecoaching